Εισαγωγή στη Λαογραφία

25
he-duth.pblogs.gr ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ - Α ΕΞΑΜΗΝΟ

Transcript of Εισαγωγή στη Λαογραφία

Page 1: Εισαγωγή στη Λαογραφία

he-duth.pblogs.gr

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ - Α ΕΞΑΜΗΝΟ

ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΕΘΝΟΛΟΓΙΑΣ – Δ.Π.Θ.ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ 2013-2014

Page 2: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Εισαγωγή στη Λαογραφία (Μάθημα 1)

2

Page 3: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Ημερομηνία: Τετάρτη 23/10/2013 -- 12:00-15:00

Από χρήστη: Παναγιώτη Ν., Άννα Π.

Ο άγγλος συγγραφέας William John Thoms εισήγαγε πρώτος τον όρο «folklore» (=λαογραφία) σε μια επιστολή που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «The Athenaeum» (Λονδίνο 1846). Η ανάλυση άλλωστε της ίδιας της λέξης «folk-lore», προέρχεται από τις λέξεις «λαός» και «γνώση», δηλαδή η γνώση του λαού. Ο Wilhelm Heinrich Riehl ήταν ο πρώτος που ασχολήθηκε με την κοινωνική και πολιτιστική ιστορία του γερμανικού λαού, επιχειρώντας μια «λαογραφία ως επιστήμη», εισάγοντας τον αντίστοιχο όρο στην γερμανική γλώσσα «volks-kunde» (1858).

Ο ορισμός της λαογραφίας σε γενικές γραμμές συγκροτείται μέσα στο β μισό του 19ου αιώνα. Η λαογραφία μελετά τις κατά παράδοση εκδηλώσεις του λαού. 

Ποιος ο λαός της λαογραφίας;

Στην αρχή, πριν την επιστημονική συγκρότηση, οι λαογράφοι ταύτιζαν την έννοια του λαού με τους αγροτικούς πληθυσμούς, οι οποίοι κράτησαν περισσότερα παραδοσιακά στοιχεία. Όμως τα κριτήρια καθορισμού του λαού της λαογραφίας δεν είναι κοινωνικά ή ταξικά αλλά πολιτισμικά. Η λαογραφία εξετάζει τις εκδηλώσεις και τη ζωή του ανθρώπου σε όλες τις εποχές και με όλες τις κατά καιρούς ιδιαιτερότητες. Όταν αυτές οι ιδιαιτερότητες ή συμπεριφορές υπόκεινται σε μια σειρά από συγκεκριμένους εθιμικούς κανόνες.

Τι σημαίνει για τη λαογραφία παραδοσιακή εκδήλωση;

Παραδοσιακό θεωρούμε οτιδήποτε σχετίζεται με παρεμβάσεις του ανθρώπου στο χώρο και στον χρόνο που χαρακτηρίζεται από διατήρηση ή επανάληψη από προγενέστερες πολιτισμικές μορφές της ίδιας κατηγορίας, με κοινή αποδοχή και εφαρμογή και που απηχεί κοινές ή ομαδικές πολιτισμικές επιλογές προσδιορίζοντας τη πολιτισμική φυσιογνωμία της κοινότητας.

Ποια τα κριτήρια με τα οποία μπορούμε να προσδιορίσουμε μια πράξη ως παραδοσιακή;

 

Ανθρώπινος Πολιτισμός1

Παραδοσιακός Μη Παραδοσιακός

Παραδοσιακότητα Νεωτερικότητα

Αυθορμητισμός Ορθολογισμός

3

Page 4: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Ομαδικότητα Ατομικότητα

Μυθική σκέψη Φυσιοκρατική σκέψη

 

Η ομαδικότητα στις παραδοσιακές εκδηλώσεις αφορά τον τρόπο δημιουργίας. Δεν σημαίνει όμως ότι ο λαός δημιουργεί ως σύνολο, ο δημιουργός είναι πάντα ένας, αλλά επειδή ο ένας βρίσκεται στο ίδιο διανοητικό επίπεδο με όλους τους άλλους, τα δημιουργήματά του υιοθετούνται από όλους τους άλλους, από το σύνολο δηλαδή του λαού και για αυτό τα δημιουργήματα λέγονται λαϊκά.

Ανάμεσα στα πολιτιστικά στρώματα του παραδοσιακού και μη παραδοσιακού, δεν υπάρχει αγεφύρωτο χάσμα, γιατί μπορούμε να εντοπίσουμε στοιχεία του ενός να αφομοιώνονται από το άλλο, άρα εντάσσονται το ένα μέσα στο άλλο και τα στοιχεία αυτά αφομοιώνονται ως καταπεπτωκότα ή ως αναβεβηκότα στοιχεία του πολιτισμού με τη μορφή αντιδανείων.

Ο Ν. Γ. Πολίτης και η ελληνική Λαογραφία2

Η λέξη λαογραφία είναι αρχαία ελληνική. Στους ελληνιστικούς χρόνους σήμαινε τον κεφαλικό φόρο που έπρεπε να καταβάλουν οι άνδρες στην Αίγυπτο από το 14ο μέχρι το 60ό ή 70ό έτος. Λαογραφούμενοι ήταν οι φορολογούμενοι με την εισφορά αυτή και λαογράφοι όσοι φρόντιζαν για την είσπραξή της.

Πρώτος χρησιμοποίησε τον όρο Λαογραφία με τη σημασία της Επιστήμης, η οποία έχει ως πεδίο έρευνας τον λαϊκό πολιτισμό, το 1884, ο ιδρυτής της Νικόλαος Πολίτης (1852-1921) ο οποίος έδωσε τον ακόλουθο ορισμό: «Η λαογραφία εξετάζει τας κατά παράδοσιν δια λόγων, πράξεων ή ενεργειών εκδηλώσεις του ψυχικού και κοινωνικού βίου του λαού[ ...]».

O Νικόλαος Πολίτης με το κύρος που ενέπνεε η προσωπικότητά του, με την πολυσχιδή επιστημονική, πολιτική και κοινωνική του δράση επί δεκαετίες, την κατοχή υψηλών ακαδημαϊκών θέσεων και την καθημερινή μαχητική παρουσία του στα πολιτικά και πολιτιστικά πράγματα του τόπου αποτέλεσε το αδιαμφισβήτητο κέντρο αναφοράς της λαογραφικής έρευνας. Μετά το 1880 δημιούργησε ένα πλήθος συλλογέων λαογραφικής ύλης χάρη στις εγκυκλίους του προς τους εκπαιδευτικούς χρησιμοποιώντας το κύρος της υψηλής θέσης που κατείχε στο Υπουργείο Παιδείας, ο ίδιος, ακαταπόνητος αλληλογράφος, διατήρησε για πολλές δεκαετίες ένα ευρύ δίκτυο σχέσεων. Καθηγητής της ελληνικής Αρχαιολογίας και Μυθολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (υφηγητής από το 1882) με τα μαθήματα και το φροντιστήριό του είχε καταρτίσει επιστήμονες λαογράφους. Ίδρυσε την Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία (1908) που εξέδωσε το 1909 το περιοδικό Λαογραφία στον πρώτο τόμο του οποίου, στο περίφημο άρθρο του με τίτλο «Λαογραφία» καθόρισε τα πεδία μελέτης της νέας επιστήμης.

Γιατί ο Ν. Πολίτης αντλεί έναν όρο που έχει διαφορετική σημασία από την έννοια της λαογραφίας;

Αυτό συνέβη διότι η λέξη λαογραφία στα συνθετικά της δίνει το περιεχόμενο της εν λόγω επιστήμης. Αξίζει να αναφέρουμε πως ο Κώστας Μαρίνης (1897-1968), μαθητής του Ν. Πολίτη, προτείνει ένα νέο όρο για την επιστήμη, τον όρο λαογνωσία

4

Page 5: Εισαγωγή στη Λαογραφία

ή λαολογία. Μάλιστα, το 1936 εκδίδει το περιοδικό «Ελληνική Λαολογία». Όμως, ο όρος αυτός τελικά δεν έγινε αποδεκτός.

Ο Ορισμός της Λαογραφίας1 του Νικόλαου Πολίτη

«Η λαογραφία εξετάζει τας κατά παράδοσιν διά λόγων, πράξεων ή ενεργειών εκδηλώσεις του ψυχικού και κοινωνικού βίου του λαού· τας εκδηλώσεις δηλαδή εκείνας, ων η πρώτη αρχή είναι άγνωστος, μη προελθούσα εκ της επιδράσεως υπερόχου τινός ανδρός, αίτινες κατ' ακολουθίαν δεν οφείλονται εις την ανατροφήν και την μόρφωσιν, και εκείνας, αίτινες είναι συνέχεια ή διαδοχή προηγηθείσης κοινωνικής καταστάσεως ή είναι μεταβολή ή παραφθορά άλογος ελλόγων εκδηλώσεων του βίου, αλλ' αφομοιουμένας ή συναπτομένας στενώς προς τας κατά παράδοσιν».

Το Ιστορικό και Πνευματικό πλαίσιο της γέννησης της Ελληνικής Λαογραφίας2

Η Λαογραφία γεννήθηκε ως επιστήμη τον 19ο αιώνα παράλληλα με την απάντηση της έννοιας του έθνους. Τα εθνικά κινήματα που αναπτύχθηκαν τον 19ο αιώνα είχαν ως βασικό σκοπό το κάθε έθνος να αποτελέσει κράτος. Την εποχή εκείνη αρχίζουν να διαλύονται οι πολυεθνικές αυτοκρατορίες και να δημιουργούνται τα εθνικά κράτη. Προϋπόθεση για τη δημιουργία τους είναι η ανάπτυξη εθνικής συνείδησης. Οι λαογραφικές σπουδές προσπάθησαν μεταξύ άλλων να ξεκαθαρίσουν τα εθνικά στοιχεία στον πολιτισμό κάθε λαού από τα επείσακτα, τα δανεικά δηλαδή στοιχεία από άλλους πολιτισμούς, προκειμένου να εδραιωθεί η εθνική παράδοση και η εθνική συνείδηση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των Φιλανδών λαογράφων των αρχών του 19ου αιώνα οι οποίοι ανέλαβαν να διακρίνουν τα εθνικά στοιχεία του πολιτισμού τους από αυτά των γειτονικών πολιτισμών, του σουηδικού και του ρωσικού, οι οποίοι ως επικρατέστεροι απειλούσαν να τον αφομοιώσουν. Προκειμένου να ανταποκριθούν στην ζωτική αυτή ανάγκη οι Φιλανδοί επινόησαν την ιστορική γεωγραφική μέθοδο γνωστή και ως «φινλανδική» προκειμένου να διακρίνουν τα «δικά τους» πολιτισμικά στοιχεία, από τα «ξένα».

Στην Ελλάδα αντίστοιχα εθνική αποστολή της λαογραφίας ήταν να αποδείξει με επιχειρήματα από το βίο και τη γλώσσα του λαού, την αδιάσπαστη συνέχεια του ελληνικού πολιτισμού από την αρχαιότητα ως σήμερα. Τον 19ο αιώνα οι Έλληνες λόγιοι βρέθηκαν στην ανάγκη να αντικρούσουν τις κατηγορίες του αυστριακού ιστορικού Ph. Fallmerayer ο οποίος υποστήριξε ότι στις φλέβες των νεοελλήνων δεν κυλάει σταγόνα αίμα αρχαιοελληνικό. Στη δεκαετία του 1830 η κατηγορία αυτή έθιξε βαθύτατα τους Έλληνες [καθώς και την επιστήμη της ελληνικής λαογραφίας], μιας και η ρομαντική έννοια του έθνους στηριζόταν βασικά στην πίστη ότι εκείνο που μας συνδέει με τους προγόνους μας και τους συμπατριώτες μας είναι το κοινό αίμα. Καθώς όμως κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να αποδειχτεί επιστημονικά στο επίπεδο της φυσικής ανθρωπολογίας η μάχη δόθηκε στο επίπεδο του πολιτισμού. Ο σύγχρονος βίος του ελληνικού λαού και οι εκδηλώσεις του νεοελληνικού πολιτισμού (του πολιτισμού των χωρικών ο οποίος είχε μείνει κοντά στα παραδεδομένα από τους προγόνους, σε αντίθεση με τον αστικό ο οποίος είχε υποστεί την επίδραση της Ευρώπης) ήταν άξιες μελέτης προκειμένου να εντοπιστούν τα επιβιώματα του ένδοξου παρελθόντος. Χαρακτηριστική της τάσης αυτής είναι η μελέτη του Νικολάου Πολίτη Μελέτη επί του βίου των Νεωτέρων Ελλήνων: Νεοελληνική Μυθολογία (τόμος Α 1881, τόμος Β 1874), την οποία έγραψε σε ηλικία μόλις 19 ετών, το 1871.

5

Page 6: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Βέβαια ο επιστημονικός ορίζοντας του Νικολάου Πολίτη, και κατ' επέκταση της ελληνικής Λαογραφίας δεν παρέμεινε αποκλειστικά εθνικός. Ο Πολίτης δεν αρκέστηκε σε μια διαχρονική εξέταση των λαογραφικών φαινομένων, αναζητώντας την ιστορική τους καταγωγή. Ήθελε να συγκρίνει τα ελληνικά δεδομένα με ανάλογά τους από όλον τον κόσμο, όπως δίδασκε η εθνολογία της εποχής του. Η τάση αυτή - γνωστή ως συγκριτική μέθοδος - εκδηλώθηκε πολύ νωρίς στη σκέψη του Πολίτη στα 1882. Διατυπώθηκε στο εναρκτήριο μάθημά του με τίτλο Λόγος εισιτήριος εις το μάθημα της ελληνικής μυθολογίας, όταν εξελέγη υφηγητής της Συγκριτικής Μυθολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο Πολίτης, λοιπόν, κατόρθωσε να συνδυάσει την εθνική διάσταση της λαογραφίας με την υπερεθνική της επιστήμης της εθνολογίας της εποχής του.

Το παράδειγμα της ελληνικής Λαογραφίας δεν αποτελεί μια ειδική περίπτωση καθώς την ίδια εποχή το ίδιο συνέβη μεταξύ άλλων στην Γερμανία και την Ιταλία. Η διαφορά με την περίπτωση της Ελλάδας ήταν ότι εδώ γινόταν μια προσπάθεια να συγκροτηθεί το έθνος, ενώ στις χώρες αυτές γινόταν μια προσπάθεια ένωσης μικρών ανεξάρτητων κρατών. Σε όλες τις περιπτώσεις που εξετάσαμε πάντως, έχουμε μια χρησιμοποίηση της λαϊκής παράδοσης ως το ιδεολογικό στήριγμα προκειμένου να καταφέρουν να επιβιώσουν.

 

1. «Εισαγωγή στη Λαογραφία - Πανεπιστημιακές Παραδόσεις» - Μ. Γ. Βαρβούνης, Σπανίδη, Ξάνθη 2006

2. «Λαογραφία: Παραδοσιακός Πολιτισμός» - Καμηλάκη Πολυμέρου Αικατερίνη, Καραμανές Ευάγγελος, ΥΠΕΠΘ, σελ.12-14 [πηγή]

6

Page 7: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Εισαγωγή στη Λαογραφία (Μάθημα 2-3)Ημερομηνία: Τετάρτη 30/10/2013 -- 12:00-15:00, 15:00-18:00Από χρήστη: Παναγιώτη Ν., Άννα Π.

Η ιστορική πορεία της ελληνικής λαογραφίας Από την λαογραφική παρατήρηση και καταγραφή στη σύγχρονη επιστημονική θεώρηση της Λαογραφικής Επιστήμης

Τα πρώτα λαογραφικά στοιχεία εντοπίζονται στα ομηρικά έπη, κυρίως στην Οδύσσεια, και αφορούν τη φιλοξενία, την καύση των νεκρών, τα «μοιρολόγια» στη θρησκεία κ.α. Πρόκειται για περιγραφές που χρησιμοποιούσαν μια πρακτική παρατήρησης και καταγραφής, δεδομένου του λαϊκού πολιτισμού που επικρατούσε την εποχή που γράφτηκαν τα πρώτα γραπτά μνημεία του ελληνικού πολιτισμού. Η πρακτική αυτή οφείλεται στην επίδραση που ασκούσε η καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Με την πρακτική αυτή διασώζονται πηγές για επιμέρους μόνο μορφές του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού, ενώ σε καμία περίπτωση δεν μιλούμε για μια συστηματική λαογραφική έρευνα, για αυτό και την διαχωρίζουμε από την τελευταία ως λαογραφική παρατήρηση και καταγραφή.

1. ΟΜΗΡΙΚΑ ΕΠΗ

Τα Ομηρικά Έπη διασώζουν ένα πλούτο λαογραφικών στοιχείων καταγράφοντας α) λατρευτικά έθιμα, β) τη διατροφή των ανθρώπων καθώς και την παραδοσιακή ιατρική πράξη και πρακτική της εποχής τους, γ) λαϊκά παραμύθια, δ) συνήθειες της εθιμικής ζωής (όπως π.χ. ο θρήνος των νεκρών ή μέσω της συνάντησης του ξενιτεμένου Οδυσσέα με την Πηνελόπη).

Δεν είναι τυχαίο πως στην Οδύσσεια, όπως επισημάνθηκε και στην εισαγωγή, παρατηρούνται και οι περισσότερες λαογραφικές καταγραφές. Σε κάθε περίπτωση ο αρχαϊκός ποιητής αντλεί πληροφορίες και εικόνες από τη λαϊκή παράδοση της εποχής του και αυτές τις πληροφορίες τις μελετούμε σήμερα ώστε να ανασυνθέσουμε, όσο είναι δυνατό, την μορφή της κοινωνίας εκείνης της εποχής.

Ειδικότερα, η αναγνώριση του Οδυσσέα από την Πηνελόπη θυμίζει πολύ το μεταγενέστερο μοτίβο της αναγνώρισης του ξενιτεμένου στα δημοτικά τραγούδια. Επίσης, οι μαγικές πρακτικές, για παράδειγμα των λωτών του νησιού των Λωτοφάγων θυμίζουν μεταγενέστερες καταγραφές για βότανα και φίλτρα που επηρεάζουν τους ανθρώπους και σώζονται μέσω των καταγραφών τους.

2. ΕΠΗ TOY ΗΣΙΟΔΟΥ

Μέσα από το έργο του Ησιόδου «Έργα και Ημέραι», αντλούμε πλήθος λαογραφικών πληροφοριών α) για τον υλικό βίο, β) ονόματα ζώων και φυτών, γ) δεισιδαιμονίες αλλά και καλλιεργητικές πρακτικές των ανθρώπων της εποχής. Όντας και ο ίδιος αγρότης, οι περιγραφές του Ησιόδου μας παρουσιάζουν μια ξεκάθαρη εικόνα ενός αγροτοποιμενικού κόσμου.

3. ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

7

Page 8: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Οι Ίωνες λογογράφοι (Εκαταίος o Μιλήσιος, Ελλάνικος, Ξάνθος) καταγράφουν μια σειρά από ήθη και έθιμα, δοξασίες και αντιλήψεις και λοιπά στοιχεία της καθημερινής ζωής διάφορων ξένων λαών. Για παράδειγμα, ο Ηρόδοτος κάνει εκτενείς αναφορές ως προς τις παραδόσεις λαών όπως οι Αιγύπτιοι, οι Σκύθες και οι Λυδοί. ΠΑΡΑΘΕΣΗ: {{ Όπως παρατηρεί ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο Ηρόδοτος δεν αρκέστηκε να πει πως «στον μακρινό βορρά, ζει ο τάδε λαός που παράγει ήλεκτρο», αλλά πραγματοποιεί μία συστηματική έρευνα των θεσμών, των εθίμων, των θεών, των ηθών, των ιδεών άλλων λαών, σημειώνοντας καθοδόν ότι «τούτο είναι πιο λογικό από αυτό που κάνουν οι Έλληνες» ή ακόμα ότι «από εδώ πήραν και οι Έλληνες την τάδε ιδέα» κ.ο.κ. Η Ελληνική Ιδιαιτερότητα - Από τον Όμηρο στον Ηράκλειτο, Εκδόσεις Κριτική, Α έκδοση, Αθήνα, 2007 }}

Στην ίδια περίπτωση εντάσσονται και έργα που καταγράφουν λαϊκές συνήθειες με σκοπούς διαφορετικούς της εθνογραφικής αποτύπωσης, με θέματα που αφορούν την ιατρική, τη διοίκηση και την κυβερνητική.

Ο Κριτίας, για παράδειγμα, μας παρέχει σημαντικά στοιχεία περί της Πολιτείας των Θεσσαλών, των Λακεδαιμονίων και των Αθηναίων. Η λέξη «Πολιτεία» άλλωστε είναι συνώνυμη της λέξης «βίος», είτε αναφερόμαστε στο δημόσιο είτε στον ιδιωτικό. Το έργο του Κριτία μας παρέχει σημαντικά στοιχεία μεταξύ άλλων για την διοίκηση και τον τρόπο διακυβέρνησης.

4. ΦΙΛΟΣΟΦΟΙ

Οι φιλοσοφικές Πραγματείες όπως του Πλάτωνα και του Πρωταγόρα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων και λαϊκούς μύθους επεξεργασμένους, όπως για παράδειγμα η διήγηση για τη διανομή των χαρισμάτων στους ανθρώπους.

Ο Αριστοτέλης είναι ο πρώτος που διακρίνει τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον λαϊκό πολιτισμό (βλέπε όροι παραδοσιακότητα, ομαδικό, δημώδες). Επίσης πρώτος διακρίνει τα πολιτισμικά στοιχεία που προέρχονται από πολιτισμικές καταστάσεις του παρελθόντος, τα οποία φαίνονται παράλογα. Η θέση των φιλοσόφων ως προς την θέση του λαϊκού πολιτισμού σε γενικές γραμμές θα λέγαμε πως είναι απορριπτική. Τέλος, από τους μαθητές του Αριστοτέλη, ο Θεόφραστος, άσκησε λαογραφικές πρακτικές, ενώ ο Ηρακλείδης, κατέγραψε τα «ακληρήματα», σατιρικούς αλληλοχαρακτηρισμούς (παρατσούκλια) της αρχαιότητας, περιπαίγματα στα οποία διασώζονται λαογραφικές ειδήσεις.

5. ΕΛΛΗΝΙΣΤΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ

Στις πηγές της εποχής καταγράφονται για πρώτη φορά διάφορα σύγχρονα πολιτισμικά φαινόμενα, όπως η πολυπολιτισμικότητα και η επίδραση διαφόρων ανατολικών παραδόσεων και θρησκευτικών ρευμάτων. Επίσης, γίνεται αναφορά σε παλαιότερα έθιμα λόγω του ρεύματος επιστροφής στη φύση και στο «χωρικό» τρόπο ζωής ως αποτέλεσμα της προώθησης της αστικής ζωής της εποχής.

Κατά την περίοδο των Ελληνιστικών χρόνων έχουμε επίσης την ανάπτυξη ενός περιηγητικού συγγραφικού και λογοτεχνικού κινήματος.

Κάνουμε ιδιαίτερη μνεία στην βιβλιοθήκη του Απολλόδωρου από την Αθήνα στους Μύθους της οποίας μπορούμε να αποδελτιώσουμε όχι μόνο παραδόσεις και παραμύθια αλλά και λαϊκές θρησκευτικές αντιλήψεις, δοξασίες και συμπεριφορές. Ποιο σημαντικό έργο αυτής της περιόδου είναι το «Περιήγησις της Ελλάδος» του

8

Page 9: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Παυσανία, μέσα στο οποίο βρίσκουμε τοπικές αφηγήσεις και δοξασίες, εθιμικές και λατρευτικές πρακτικές διάφορων ελληνικών περιοχών.

6. ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ

Η είσοδος του χριστιανισμού στην καθημερινότητα επέφερε μια σειρά αλλαγών και στη λαογραφική πραγματικότητα της μ.Χ. ιστορίας του ανθρώπινου πολιτισμού, ιδιαίτερα δε του λαϊκού πολιτισμού. Αρχικά οι παλαιές δοξασίες και εθιμικές πρακτικές συνυπάρχουν με τις χριστιανικές αντιλήψεις. Στη συνέχεια γίνεται ένα ξεκαθάρισμα αυτής της μεικτής κατάστασης (Βασίλειος ο Μέγας, Γρηγόριος Ναζιανζηνός και Γρηγόριος Νύσσης -θέτουν τις βάσεις για τον χριστιανισμό αλλά διασώζουν και λαογραφικές ειδήσεις). Στην συνέχεια ο Ιωάννης Χρυσόστομος απάλλαξε το χριστιανισμό από προχριστιανικά στοιχεία. Το έργο του Ιωάννη Χρυσόστομου είναι το πιο σημαντικό της εποχής του διότι στο έργο του παρουσιάζει μια ιδιαίτερα ανεπτυγμένη λαογραφική παρατήρηση. Ανάμεσα στις πληροφορίες που αντλούμε από τα έργα του είναι πρακτικά και αποφάσεις Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων, ιεροί κανόνες (εκκλησιαστική νομοθεσία), που για μας σήμερα είναι μια εξαιρετική πηγή λαογραφικών ειδήσεων για την εποχή αυτή.

7. ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΙ ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΟΙ ΚΑΙ ΦΙΛΟΛΟΓΟΙ

Α) Θεοφάνης Ομολογητής («Χρονογραφία»), Εφραίμ Αίνιος, Κωνσταντίνος Μάνασσης («Χρονική Σύνοψις» έργο που αποτελείται από 6.733 δεκαπεντασύλλαβους στίχους και αφηγείται την ιστορία από τη κτίση τού κόσμου ως την παραίτηση τού Βυζαντινού αυτοκράτορα Νικηφόρου Βοτανειάτη)

Β) Μητροπολίτης Καισαρείας Αρέθας, Ιωάννης Τζέτζης, Ευστάθιος Θεσσαλονίκης: στα έργα των οποίων σώζονται μια πληθώρα λαογραφικών ειδήσεων και πολύ συχνά καταγράφονται ορισμένα δημοτικά τραγούδια της εποχής και παροιμίες. Επίσης γίνονται αναφορές και σχόλια σε διάφορα χαμένα αρχαία ελληνικά έργα. Παράλληλα συνθέτουν σχόλια σε παλαιότερους συγγραφείς (π.χ. απολογητές 2ου/3ου αιώνα) με αναφορές σε κοινά στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού της εποχής τους.

8. ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΑΓΙΟΛΟΓΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Τα βυζαντινά αγιολογικά κείμενα χαρακτηρίζονται για το λαογραφικό πλούτο τους. Διασώζονται πτυχές και όψεις της βυζαντινής λαογραφίας.

Α) Ο Μιχαήλ Ψελλός (11ος αιώνας) ήταν βυζαντινός λόγιος, ιστορικός, φιλόσοφος και πολιτικός και διπλωμάτης με επιβλητικό διδακτικό και συγγραφικό έργο σε όλους τους κλάδους των γραμμάτων και των επιστημών. Μεταξύ άλλων μέσα στο έργο του μας παρέχει μια ολοκληρωμένη περιγραφή του Πανηγυριού της Αγάθης καθώς και δεισιδαιμονίες της εποχής του.

Β) Ο Ιωσήφ Βρυέννιος (14ος αιώνας), λόγιος μοναχός και κριτικός λαογραφίας. Εξαιρετικό λαογραφικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν λογοτεχνικά κείμενα της εποχής: Πτωχοδρομικά ποιήματα, ερωτικοί και διδακτικοί έμμετροι, Αλφάβηται.

Τέλος αξίζει να μνημονεύσουμε το έργο του Φαίδωνα Κουκουλέ (1881-1956) ο οποίος πραγματοποίησε μια υποδειγματική μελέτη για το δημόσιο και ιδιωτικό βίο των βυζαντινών («Βυζαντινών Βίος και Πολιτισμός», τόμοι 1-6, Αθήνα,

9

Page 10: Εισαγωγή στη Λαογραφία

1948-1956). Προσπάθησε μέσα από το έργο του να καταδείξει την πολιτισμική συνέχεια του ελληνικού λαού, συνεχίζοντας την προσπάθεια, αρχικώς, του Νικόλαου Πολίτη και μετέπειτα, του Κωνσταντίνου Παπαρηγόπουλου.

9. ΜΕΤΑΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου σε σχέση με τη λαογραφία είναι η χρήση των λαογραφικών στοιχείων στο πλαίσιο της ποιμαντικής δράσης των κληρικών. Επίσης γίνεται χρήση λαογραφικών σχολίων ως σχόλια προκειμένου να κατανοηθούν διάφορα αρχαία κείμενα. Ο Παχώμιος Ρουσάνος (1508-1553), Έλληνας λόγιος του 16ου αιώνα από την Ζάκυνθο, ξεκίνησε από το χωριό του κάνοντας μια περιοδεία σε πολλά μέρη της Ελλάδας αλλά και εκτός αυτής, καταγράφοντας στα έργα του, μεταξύ άλλων, λεπτομέρειες για την καθημερινή ζωή των ανθρώπων. Ο Λέων Αλλάτιος (1586-1669), Έλληνας λόγιος του 17ου αιώνα από την Χίο, στο έργο του οποίου σώζονται μαρτυρίες για διάφορες λαϊκές δοξασίες της εποχής του. Ο μοναχός Νικόδημος Αγιορείτης (1749-1809) από τη Νάξο, υπήρξε από τις σημαντικότερες ασκητικές μορφές της σύγχρονης ορθόδοξης χριστιανικής πίστης. Στο έργο του «Πηδάλιον» βρίσκουμε μια κριτική για το ποιες πρακτικές και εθιμικές συνήθειες συμβαδίζουν με την πίστη των χριστιανών.

Τέλος μέσα στις λαογραφικές πηγές αυτής της περιόδου συγκαταλέγονται και τα συναξάρια των Νεομαρτύρων, που αποτελούν την αγωνιστική απάντηση στην προσπάθεια για εξισλαμισμό και πολιτιστική, θρησκευτική και εθνική αλλοτρίωση. Αποτελούν πολύτιμες πηγές τόσο για την παραδοσιακή καθημερινότητα όσο και για τις εθιμικές πρακτικές της εποχής τους.

10. ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Σημαντικότερες λαογραφικές πληροφορίες για αυτήν την περίοδο μας παρέχουν οι περιηγητές, οι οποίοι καταγράφουν πληροφορίες για όλες τις κατηγορίες του λαϊκού βίου. Ο 17ος αιώνας υπήρξε εποχή ακμής του περιηγητισμού. Ωστόσο πολλά από αυτά τα έργα των περιηγητών δεν μας παρέχουν ασφαλείς πληροφορίες διότι βασίστηκαν πολλές από αυτές σε πληροφορίες άλλων περιηγητών παλαιοτέρων χρόνων. Ως προς την αξιοπιστία των πηγών τους αναφέρουμε τους: Pierre Bellon, Jean Trevenot, Jacob Spon, Pitton de Tournefort, Choiseul -Gouffier, P.A. De Guys, Fr. Pouqueville.

Οι ευρωπαίοι λόγιοι του 19ου αιώνα στρέφονται προς την Ελλάδα αρχίζοντας τις πρώτες συλλογές δημοτικών τραγουδιών τα οποία συγκεντρώνουν από άλλους. Η πρώτη ανέκδοτη συλλογή δημοτικών τραγουδιών του W. Haxthausen το 1814, πραγματοποίησαν φοιτητές από όλη την Ευρώπη και βασίστηκε σε έρευνες του Θ Μανούση. Επίσης ο γερμανός φιλέλληνας B. G. Niebuhr - Jean - Alexander Buchon με την πρώτη συλλογή τους που εκδίδεται από τον Cl. Fauriel Chants «Populaires de la Grece Moderne» Παρίσι 1824,1825.

11. ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ 1821 - ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΕΘΝΟΣ

10

Page 11: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Αυτή την περίοδο γίνεται μια καταγραφή στοιχείων του λαϊκού πολιτισμού στα πλαίσια ενός ολοένα αυξανόμενου πατριωτισμού. Η Επανάσταση του 1821 καθώς και οι νέες συνθήκες που επικράτησαν με την συγκρότηση του νέου ελληνικού έθνους επέδρασαν άμεσα στην άσκηση της λαογραφικής παρατήρησης και καταγραφής. Η τάση αυτή καθορίζει την τελευταία φάση της προεπιστημονικής περιόδου της λαογραφίας. (βλέπε: ενάντια Philip Fallmerayer)

Κλείνοντας, στα τέλη του 19ου αιώνα, ωριμάζει πια η συστηματικότερη και πιο επιστημονική οργάνωση και διαχείριση του λαϊκού πολιτισμού. Από τους ερασιτέχνες λαογράφους περνάμε μέσω του Νικολάου Πολίτη στην αναμόρφωση του λαϊκού ενδιαφέροντος και στην σχηματοποίηση ενός νέου επιστημονικού κλάδου που ονομάζεται λαογραφία.

Εισαγωγή στη Λαογραφία (Μάθημα 4-5)

11

Page 12: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Ημερομηνία: Τετάρτη 06/11/2013 -- 12:00-15:00, 15:00-18:00Από χρήστη: Παναγιώτη Ν.

Η επιτόπια έρευνα ως μέθοδος της λαογραφίας

Η προπολεμική λαογραφία εργάστηκε αϊστορικά για τη διαπίστωση συνεχειών στην ελληνική παραδοσιακή ζωή. Η μεταπολεμική λαογραφία προσανατολίστηκε σε ιστορικές αναζητήσεις. Ο λαϊκός πολιτισμός είναι ένας ζωντανός πολιτισμός με εξελεγκτικές τάσεις των εθιμικών μορφών του.

Επομένως, η μελέτη του γίνεται και με γεωγραφική, κοινωνική, ιστορική, οικονομική προσέγγιση, ώστε οι όποιες αλλαγές να γίνουν διαπιστώσιμες και αντικείμενο έρευνας.

Η αλλαγή αντανακλάται και στο θέμα της διάρθρωσης της ύλης της λαογραφίας, στο διάγραμμα δηλαδή μελέτης, με βάση το οποίο γινόταν και γίνεται η συλλογή και κατάταξη του πρωτογενούς υλικού.

Ο Ν. Πολίτης διέκρινε δυο κατηγορίες λαογραφικών ενασχολήσεων: α) τα μνημεία του λόγου β) τις κατά παράδοση πράξεις.

Ο Στίλπων Κυριακίδης διαίρεσε τις εκδηλώσεις του λαϊκού πολιτισμού σε φυσικές, πνευματικές και κοινωνικές.

Ο Γεώργιος Μέγας και ο Γεώργιος Σπυριδάκης διαχώρισε τις εκδηλώσεις του λαϊκού πολιτισμού σε υλικό βίο, πνευματικό βίο και κοινωνικό βίο.

Ο Δημήτριος Λουκάτος χρησιμοποίησε τη διαίρεση σε φιλολογική και σε εθιμική λαογραφία

Ο Μιχάλης Μερακλής εισηγήθηκε μια νέα, χρηστική και λειτουργική διαίρεση της λαογραφικής ύλης στους εξής τομείς: Κοινωνική συγκρότηση, ήθη και έθιμα, τέχνη.

Στα παραπάνω σχήματα κατάταξης διακρίνεται μια προσπάθεια ολιστικών θεωρήσεων. (με την έννοια της μελέτης όσο το δυνατόν περισσοτέρων τομέων της παραδοσιακής ζωής, ως ενιαίο σύνολο αλληλοεπηρεαζομένων μορφών και συμπεριφορών).

Γενικές αρχές και σκοποί της έρευνας

Η επιτόπια έρευνα αποτελεί τη βασική επιστημονική μέθοδο για την λαογραφία. Οι λαογραφούντες είναι οι ερασιτέχνες λαογράφοι, για αυτό τον λόγο απαραίτητη είναι η διασταύρωση και η επαλήθευση των πληροφοριών.

Με την επιτόπια έρευνα:

Συλλέγεται νέο υλικό,

αλλά παράλληλα και

επιβεβαιώνεται, διασταυρώνεται, εξακριβώνεται το υπάρχον υλικό.

12

Page 13: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Στόχος μιας επιτόπιας έρευνας είναι η συλλογή λαογραφικού υλικού από μια περιοχή. Αποτελεί τμήμα των τοπικών λαογραφικών σπουδών. Ανάλογα, όμως, με την στοχοθεσία της έρευνας, διαφοροποιούνται τόσο η ερευνητική προοπτική, όσο και η μεθοδολογία, τουλάχιστον ως προς το ζητούμενο της έρευνας.

Συλλογική μελέτη ενός τοπικού πολιτισμού

Συστηματική και μεθοδική συλλογή κάθε είδους λαογραφικού υλικού. Ο ερευνητής καταγράφει και κατατάσσει ένα πλήθος πληροφοριών, από την κλίμακα των δραστηριοτήτων των κατοίκων. (δημιουργία μιας συνολικής εικόνας).

Ειδική μελέτη: Ο ερευνητής προσανατολίζει την προσπάθεια σε συγκεκριμένο θέμα. Έπειτα, διαβάζει τη σχετική βιβλιογραφία και το υπάρχον ανέκδοτο λαογραφικό υλικό. Έχει ως στόχο, τη διασταύρωση των πληροφοριών του, την εξακρίβωση λεπτομερειών, τη διερεύνηση και τον εμπλουτισμό της βάσης δεδομένων, όπου θα στηριχθεί η μελέτη του.

Έτσι, στην ειδική μελέτη, ο ερευνητής προσπαθεί ακόμη να σχηματίσει εικόνα:

για τη χρονική διάρκεια του αντικειμένου μελέτης του για τις εξελεγκτικές τάσεις των εθιμικών μορφωμάτων που μελετά για τις αποδομήσεις, τις αλλαγές και τις διαφοροποιήσεις που έχουν επέλθει.

Η έρευνα διεξάγεται δηλαδή σε σύγχρονη και διαχρονική βάση.

Η επιτόπια έρευνα στο πλαίσιο των τοπικών λαογραφικών σπουδών

Η λαογραφία αναπτύσσεται σε τοπικά ερευνητικά πλαίσια όσον αφορά κυρίως την πρώτη διερεύνηση των θεμάτων της, από την οποία μπορεί να προκύψει υλικό για να τεκμηριωθούν ευρύτερες συνθετικές και ερμηνευτικές εργασίες (παράδειγμα ο συμβολισμός του πετεινού ευρύτερα στην περιοχή των Βαλκανίων).

Ποιοι είναι όμως οι φορείς της έρευνας σε τοπικό επίπεδο;

Το μεγαλύτερο μέρος του υλικού έχει καταγραφεί από ερασιτέχνες, συλλογείς, τοπικούς λογίους, οι οποίοι από τοπικιστικό πνεύμα ασχολήθηκαν με την συλλογή και την καταγραφή υλικού του τόπου τους. Έλειπε, όμως, η θεωρητική θεμελίωση από το έργο τους. Όμως, σε μεγάλο βαθμό η πείρα και το βίωμα, η εγγύτητα με το πεδίο της έρευνας, τους έκαναν να καταγράφουν με ευσυνειδησία, χωρίς να λείπουν και οι αντίθετες περιπτώσεις.

Φορείς: εκπαιδευτικοί (δημοδιδάσκαλοι), τοπικοί λόγιοι (δικηγόροι, κληρικοί -κατά κύριο λόγο), αρχαιομαθείς και με φιλολογικά ενδιαφέροντα και τέλος τοπικοί σύλλογοι (μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1970).

Η επιστημονική πλευρά της επιτόπιας έρευνας

Χρονικά εντοπίζεται μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο. Συμβάλει προς αυτή την κατεύθυνση η ανάπτυξη της ανθρωπολογικής και εθνολογικής έρευνας. Πρωτοπόροι ξένοι επιστήμονες η Renιe Hirschon, η Margaret Kenna, ο Lorring Danforth, ο Michael Herzfeld κ.α.

13

Page 14: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Η συμβολή της «Λαογραφικής Σχολής των Ιωαννίνων»:

θεματολογική ανανέωση και μεθοδολογικός επαναπροσδιορισμός διδακτορικές διατριβές με τοπικά -κατά κύριο λόγο- θέματα που στηρίχθηκαν

σε συστηματική επιτόπια έρευνα.

Ποια τα χρονικά όρια της επιτόπιας έρευνας;

Η λαογραφία ως επιστήμη κινείται σχετικά με την επεξεργασία, τη θεώρηση, αλλά και την συλλογή πληροφοριών σε δύο άξονες: α) συγχρονικό και β) διαχρονικό. Ο ερευνητής καταγράφει την παρούσα (επικρατούσα) κατάσταση των εκδηλώσεων του παραδοσιακού πολιτισμού στην περιοχή που ερευνά. Σαφή διάκριση στην περιγραφή ανάμεσα στους δύο άξονες: παρελθοντικός χρόνος για τα παλαιότερα στοιχεία, ενεστώτας για τα ισχύοντα στον τόπο διεξαγωγής της έρευνας.

Ο Λαογραφικός Ενεστώτας

Συνίσταται στη χρησιμοποίηση, κατά τη λεπτομερή περιγραφή εθιμικών μορφών, του ενεστώτα, αν και ο μελετητής δεν είναι σίγουρος για την πλήρη διατήρησή τους στις ημέρες του.

Η χρήση του λαογραφικού ενεστώτα αντενδείκνυται στην περίπτωση συλλογής υλικού από επιτόπια έρευνα, καθώς απαιτείται ακρίβεια χρόνου περιγραφής, ώστε να δοθεί πλήρης η εικόνα του λαογραφικού φαινομένου σήμερα, αλλά και των φάσεων της πιθανής εξέλιξής του.

Ο ερευνητής και η σχέση του με το αντικείμενο της έρευνάς του

Ο ερευνητής οφείλει να ενταχθεί, κατά το δυνατόν, στην κοινωνία που μελετά, κερδίζοντας την εκτίμηση και εμπιστοσύνη των πληροφορητών του.

Η αυτοαναφορικότητα του ερευνητή

Υπό την έννοια ότι ο επιστήμονας που ερευνά μια κοινωνία ή ένα πολιτισμικό μόρφωμα έχει μεγαλύτερες δυνατότητες αν και μπορεί να προσθέσει στη μελέτη του και τις προσωπικές εμπειρίες του, τα προσωπικά του βιώματα. Για αυτό απαιτείται άμεση βιωματική εμπειρία με την κοινωνία και τους φορείς του εθίμου που μελετά.

Εισαγωγή στη Λαογραφία (Μάθημα 6)

14

Page 15: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Ημερομηνία: Τετάρτη 13/11/2013 -- 12:00-15:00

Από χρήστη: Παναγιώτη Ν., Ελένη Γ. 

Η συλλογή της λαογραφικής ύλης*

Α. Γενική περιγραφή του περιβάλλοντα χώρου

Β. Υλικός Βίος

1. Κατοικία

2. Ένδυμα, υπόδεση, κόμμωση και καλλωπισμός

3. τροφές (άρτος, γλυκίσματα, ποτά)

Γ. Επαγγελματικός Βίος

4. Γεωργία, σπορά, θερισμός, άλεση, αμπελουργία

*Γ. Κ. Σπυριδάκης «Οδηγίαι προς Συλλογήν Λαογραφικής Ύλης», Επετηρίς του Λαογραφικού Αρχείου, 13-14, (1960-1961), σελ. 73-147

Τοπικές σπουδές και θεματολογικοί άξονες

Θεματολογικοί άξονες:

Ιστορία Λαογραφία

Οι απαρχές αυτού του κινήματος έγιναν ως μια προσπάθεια να αντιμετωπιστούν οι απόψεις του J. Ph. Fallmerayer. Ωστόσο, το κίνημα των τοπικών σπουδών, όπου η λαογραφία και η ιστορία συνεξετάζονται απέχει από μια απλή αντιμετώπιση μιας ανθελληνικής Θεωρίας.

Ο Θεόδωρος Παπαδόπουλος («Το Πεδίον και το Περιεχόμενον της Λαοφραφίας δια του Ορισμού Αυτής», Επετηρίδα Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου, τόμος 3, 1967-1970, σελ 1-62) θέτει τις ιδεολογικές και μεθοδολογικές προϋποθέσεις αυτού του κινήματος.

Από πού αντλούμε στοιχεία για την ιδεολογική προσέγγιση των τοπικών ερευνητών;

Βλέπε προλόγους των δημοσιευμάτων μεταξύ άλλων: Επαμ. Σταματιάδη (1862-1881), Αντ. Μανούσου (1850), Γεωργ. Λουκά (1874), Γιάννη Φουφουτάκη (1889), Γεωργ. Χασιώτη (1866), Γεωργ. Ευλαμπίου (1843)

Τα συμπεράσματα για τις τοπικές σπουδές στην Ελλάδα με βάση τους προλόγους των σχετικών μελετών είναι:

15

Page 16: Εισαγωγή στη Λαογραφία

1. Η ενασχόληση επικεντρώνεται στην ιστορία και στη λαογραφία κάθε τόπου όπου υπάρχουν τεκμήρια ελληνικότητας και συνέχειας από την αρχαιότητα.

2. Καθώς οι τοπικές σπουδές αναπτύσσονται ανάμεσα στην ιστορία και τη λαογραφία, δυο βασικές παράμετροι ενός τόπου, θίγουν κι άλλα ζητήματα (π.χ. το γλωσσικό)

3. Οι μελέτες αυτές, οι λεγόμενες «τοπικές σπουδές» θέτουν το θέμα της τοπικής ταυτότητας, χωρίς θεωρητική υποδομή.

4. Τα έργα αυτά στο μεγαλύτερο ποσοστό τους χρησιμοποιήθηκαν και συνεχίζουν να χρησιμοποιούνται: ως πηγές της επιστημονικής ιστορικής και λαογραφικής έρευνας και ως ταμείο πληροφοριών.

Μέθοδος και Λαογραφική επιστήμη

Αρχειακή - βιβλιογραφική - επιτόπια έρευνα: στάδια συλλογής υλικού Η μέθοδος που ακολουθεί ο ερευνητής φαίνεται στο τελικό κείμενο. Η μέθοδος, που κάθε φορά ακολουθείται, δεν πρέπει να χαρακτηρίζεται από

δογματική ακαμψία. Πρέπει να παρουσιάζει δεκτικότητα και προσαρμοστικότητα.

Τα λαογραφικά φαινόμενα παρουσιάζουν στους ερευνητές πολλές όψεις. Τα λαογραφικά φαινόμενα εμπίπτουν συχνά στη μελέτη περισσότερων της

μίας επιστήμης Τα ταξινομικά σχήματα αποσκοπούν στην διευκόλυνση της έρευνας των

λαογραφικών φαινομένων

(μετά από έρευνα στη βιβλιογραφία και επιτόπια έρευνα κάνω την ανάλυση)

Παράδειγμα:

Πληροφορίες Σχεδιαγράμματος: Η διαδικασία του Παστρέματος, η οποία ξεκινάει από τα τέλη του Σεπτεμβρίου μέχρι και την άνοιξη: Γίνεται ομαδικά, σε παρέες, όπου κάθε γυναίκα φωνάζει τις φίλες της ("δανεικές") για να τη βοηθήσουν στο καθάρισμα του μαστιχιού και ανάλογα ανταποδίδει και εκείνη.

16

Page 17: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Άσκηση μεθοδολογικού έργου και μεθοδολογικοί κίνδυνοι:

Ο λαογράφος είτε συλλέγει και παραθέτει υλικό είτε επεξεργάζεται το υπάρχον υλικό χωρίζοντάς το σε θέματα και ενότητες:

1. Όχι ανώφελη ωραιολογία, φορτισμένη συναισθηματικά. Η επεξεργασία γίνεται με αυστηρό και ελεγμένο επιστημονικό λόγο.

2. Όχι μεμονωμένη και τμηματική εξέταση. Επιδιώκεται μια συνολική θέαση.3. Όχι αυτοαποκλεισμός λαογραφικής έρευνας (π.χ. μελετάμε τη λαϊκή τέχνη,

αλλά δεν μας απασχολεί η επαγγελματική ζωή και οργάνωση των ανθρώπων της).

Τέλος, ένα άλλο πρόβλημα όσον αφορά την μέθοδο της λαογραφίας έχει να κάνει με την παρουσία συνθετικών ή αναλυτικών μεθοδολογιών και πρακτικών στην άσκηση του επιστημονικού έργου, καθώς η επιλογή της αναλυτικής ή συνθετικής μεθόδου επιδρά τόσο στην επιλογή των θεμάτων όσο και στην διαπραγμάτευσή τους.

Εισαγωγή στη Λαογραφία (Μάθημα 7)Ημερομηνία: Τετάρτη 20/11/2013 -- 12:00-15:00

Από χρήστη: Παναγιώτη Ν., Ελένη Γ.

17

Page 18: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Λαογραφική σύνθεση - Λαογραφική Ανάλυση

Λαογραφία και Ποιοτικές μέθοδοι Έρευνας

Συμμετοχική παρατήρηση - βασική μέθοδος επιτόπιας έρευνας Συνέντευξη ατομική Συνέντευξη σε ομάδα εστίασης (focus group)

Η συνέντευξη:

Η ερευνητική συνέντευξη είναι μια εύκαμπτη στρατηγική ανακάλυψης. Μια μορφή προφορικής επικοινωνίας. Μια οργανωμένη συζήτηση με σκοπό τη συλλογή πληροφοριών. Μπορεί να έχει διάφορες μορφές ανάλογα με το είδος και το σκοπό της. Η Μη-Κατευθυνόμενη συνέντευξη, είναι η συνέντευξη βάθους, κατά την οποία

το άτομο που ερωτάται έχει την ευκαιρία να εκθέσει ελεύθερα τις απόψεις του.

Ο ερευνητής οφείλει να σέβεται την προσωπικότητα κάθε ανθρώπου που ερωτάται και να μπορεί να δημιουργεί σχέσεις ειλικρίνειας με τον καθένα.

Ο ερευνητής θα πρέπει να έχει υπόβαθρο γνώσεων σχετικών με το θέμα που ερευνά.

Στις συνεντεύξεις βάθους ή στις ελεύθερες συζητήσεις, είναι απαραίτητο να υπάρχει κάποιος σχεδιασμός ο οποίος δεν θα μας εγκλωβίζει.

Πηγαίνοντας στη συνέντευξη ο ερευνητής πρέπει να έχει μαζί του: σημειωματάριο, μαγνητόφωνο, φωτογραφική, βίντεο κ.τ.λ.

Όλα πρέπει να χρησιμοποιούνται με προσοχή διότι τα εργαλεία αυτά δημιουργούν φόβο (φοβικά αντικείμενα).

Το πέρασμα στην πράξη:

Αρχίζοντας τη συνέντευξη εξηγούμαι στον πληροφορητή: τον λόγο για τον οποίο θέλουμε να τον ρωτήσουμε, του ζητάμε κάποια γενικά προσωπικά στοιχεία (ηλικία, τόπο γέννησης, επάγγελμα κ.τ.λ.) και φυσικά όχι με ανακριτικό χαρακτήρα. Αρχίζουμε με γενικές, απλές ερωτήσεις, επικεντρωμένες όμως στο θέμα που ερευνούμε. Και φυσικά δεν πουλάμε γνώση! Επίσης, στην συνέντευξη δεν αποζητάμε το «αληθές» αλλά την εντύπωση, την βίωση ενός συμβάντος, την εμπειρία και τις εντυπώσεις του συνεντευξιαζομένου. Ο ερευνητής δεν διακόπτει τον συνομιλητή του κατά την διάρκεια που αυτός μας αφηγείται τα γεγονότα. Οι διευκρινιστικές ερωτήσεις γίνονται στο τέλος, μετά την ολοκλήρωση της μαρτυρίας.

Δεν επιμένουμε ο πληροφορητής να ακολουθήσει στην αφήγησή του τη χρονολογική σειρά με την οποία συνέβησαν τα γεγονότα. Στο τέλος της αφήγησής του μπορούμε να καλύψουμε τα κενά με ερωτήσεις, όπως: «μου είπες ότι... τι είχε προηγηθεί»; Ή «αυτό που είπες έγινε πριν το γάμο σου ή μετά»;

Προσοχή! Η συζήτηση για το παρελθόν πιθανόν να ανασύρει επώδυνες αναμνήσεις. Αν ο πληροφορητής δείχνει αμυντική στάση ή δισταγμό στην απάντηση, δεν ασκούμε πίεση. Ο πληροφορητής είναι άνθρωπος με συναισθήματα. Για αυτό, οι κοινωνικοί επιστήμονες πρέπει να αναπτύξουν την συναίσθηση, μια ικανότητα αντίληψης των συναισθημάτων των άλλων.

18

Page 19: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Συχνά παρατηρείται το γεγονός ο συνεντευξιαζόμενος να αναδιπλώνεται στην συνέντευξη και να σταματάει να μιλάει. Αν όμως, έχει εμπιστοσύνη στον ερευνητή η συνέντευξη θα συνεχιστεί ομαλά.

Σε όλη την διάρκεια της συνέντευξης απαιτείται αυτοσυγκέντρωση και εγρήγορση. Το ζήτημα είναι να καταλάβουμε τις ιδιαίτερες καταστάσεις και να αναλύσουμε όσα λανθάνουν των λέξεων, δηλαδή τι κρύβονται πίσω από τις λέξεις.

Οι ομάδες εστίασης (focus group):

Η έρευνα σε ομάδες εστίασης είναι μια προσεκτικά σχεδιασμένη συζήτηση ανάμεσα στον ερευνητή και στην ομάδα ερευνωμένων μέσα σε ένα άνετο περιβάλλον προκειμένου να εκμαιεύσουν αντιλήψεις και απόψεις. Το ενδιαφέρον σε μια τέτοια μέθοδος έρευνας επικεντρώνεται στην αλληλεπίδραση μεταξύ των συμμετεχόντων και στη δυναμική που αναπτύσσεται στην ομάδα εστίασης.

Οι ομάδες εστίασης συγκροτούνται από 8-10 άτομα (full groups) ή 4-6 (mini groups). Συχνά δημιουργούνται αυθόρμητες και τυχαίες ομάδες εστίασης, σε καφενεία, στην πλατεία του χωριού ή σε μια εορταστική συνάθροιση.

Ακολουθείται η ίδια πρακτική στη συνέντευξη όσον αφορά το σεβασμό και την ευγένεια καθώς και τον εξοπλισμό.

Όμως, στις ομάδες εστίασης το υποκείμενο είναι σύνθετο και πολλαπλό. Στην συνάντηση με την ομάδα εστίασης πρώτα γίνονται οι συστάσεις. Ο ερευνητής συντονίζει την ομάδα όπως: «ποιος άλλος θα ήθελε να μιλήσει»;

-δείχνουμε το ενδιαφέρον μας για όλους. Οι απαντήσεις και οι αφηγήσεις καταγράφονται όπως ακριβώς ελέχθησαν σε

πρώτο πρόσωπο. Κάθε φορά σημειώνουμε ποιος μιλάει, για ποιον ή γιατί και πότε.

Εισαγωγή στη Λαογραφία (Μάθημα 8)Ημερομηνία: Τετάρτη 04/12/2013 -- 12:00-15:00

Από χρήστη: Παναγιώτη Ν., Ελένη Γ.

19

Page 20: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Η σχέση του κινηματογράφου με την εθνογραφική - λαογραφική έρευνα

Με βάση τον ορισμό που δίνει η ανθρωπολόγος Emilie de Brigard «ορίζουμε ως εθνογραφική μια ταινία που αποκαλύπτει κοινωνικές δομές»*.

*De Brigard, Emile. 1975. The History of Ethnographic Film. In, Principles of Visual Anthropology. Paul Hockings (ed.), [The Hague: Mouton, 1975]

Με βάση ποια κριτήρια μια ταινία μπορεί να θεωρηθεί εθνογραφική;

Όταν αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη χωρική και πολιτισμική ενότητα Όταν καλύπτει ένα ορισμένο χρονικό διάστημα Όταν οι σκηνές που παρουσιάζονται είναι χρονικά προσδιορισμένες κατά την

τελική παρουσίαση της ταινίας Το βασικό ζητούμενο για την πραγματοποίηση μιας εθνογραφικής ταινίας

είναι η έντιμη παρουσίαση των μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν από το δημιουργό της.

 Ο παραδοσιακός πολιτισμός είναι μουσειακό είδος, χωρίς μέλλον; Αν ναι, τότε η λαογραφία είναι μια μουσειακή επιστήμη.

 

 

Ο παραδοσιακός πολιτισμός κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, στην πολεμική δεκαετία 1940-1950, παρουσιάζει μια ταχύτατη διαδικασία αποδομήσεων και μετασχηματισμών. Που οφείλεται αυτό; Κατά κύριο λόγο στην αλλαγή των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών. Μεταβαίνουμε ουσιαστικά σε μια άλλη πολιτισμική φάση, όπου η τεχνολογία κυριαρχεί - πολιτισμός της εικόνας.

Κατά πόσο όμως οι αλλαγές αυτές αποκλείουν τον παραδοσιακό χαρακτήρα; Δηλαδή κατά πόσο η παραδοσιακότητα αποτελεί ή όχι συστατικό στοιχείο των πολιτισμικών προϊόντων που παράγονται;

Τι δεχόμαστε ως παραδοσιακό;

Οτιδήποτε σχετίζεται με παρεμβάσεις του ανθρώπου στο χώρο και τον χρόνο. Που χαρακτηρίζεται από διατήρηση ή επανάληψη στοιχείων από

προγενέστερες πολιτισμικές μορφές της ίδια κατηγορίας με κοινή αποδοχή ή εφαρμογή.

Που απηχεί κοινές ή ομαδικές πολιτισμικές επιλογές, προσδιορίζοντας την πολιτισμική φυσιογνωμία μιας κοινότητας.

Οι τοπικοί και πολιτιστικοί σύλλογοι

Οι σύλλογοι δρουν διπλά:

Συντηρούν και αναπαράγουν και επομένως επεμβαίνουν πολλαπλά στον παραδοσιακό πολιτισμό μιας περιοχής και τη διαχρονική του πορεία.

20

Page 21: Εισαγωγή στη Λαογραφία

Συντηρούν κυρίως εξωτερικές εκδηλώσεις της παραδοσιακής, που εντυπωσιάζουν και τις αναπαράγουν στο πλαίσιο ενός ευδιάκριτου φολκλορισμού.

Το φολκλόρ, γνήσιο τέκνο της αστικοποίησης, ως όρος αναφέρεται στην τεχνική αναβίωση παραδοσιακών μορφών και στοιχείων του λαϊκού βίου και πολιτισμού, οι οποίες δεν ανταποκρίνονται κατά τρόπο οργανικό και ζωτικό στις ανάγκες της σύγχρονης ζωής, αλλά ασκούν παρόλα αυτά μια γοητεία σε διάφορες κοινωνικές ομάδες (Μ. Γ. Μερακλής)

Από την άλλη το εθνικό έχει ως κύριο χαρακτηριστικό τη μετουσίωση, τη μετάπλαση παραδοσιακών στοιχείων μέσα όμως από τους κανόνες μιας παγκόσμιας πολιτιστικής βιομηχανίας.

 

ΚΑΛΗ ΕΠΙΤΥΧΙΑ!

21