ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης...

29

description

http://www.easywriter.gr/ebooks/item/396

Transcript of ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης...

Page 1: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)
Page 2: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Μπάμπης Ράκης

ΧΟΥΑΝΙΤΑ Η κόρη του ζωγράφου

από τη Σάμο

e asywr i t e r . g r

Page 3: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

ΤΙΤΛΟΣ: ΧΟΥΑΝΙΤΑ: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 2015 Copyright©Μπάμπης Ράκης. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση μέρους ή του συνόλου του έργου, η αναπαραγωγή ή μετάδοσή του με οποιοδήποτε οπτικοακουστικό ή άλλο μέσο, χωρίς την άδεια του συγγραφέα. Πρώτη Ηλεκτρονική Έκδοση: Φεβρουάριος 2015.

Page 4: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Το βιβλίο το αφιερώνω στην Κασσάνδρα,

την μάνα μου που δεν γνώρισα ποτέ.

Page 5: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1:

Ο μυστηριώδης ξένος .......................................................... 1

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Τα σακουλάκια με τα πετράδια ......................................... 24

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Το μοιραίο βράδυ και το τραγικό τέλος .............................. 63

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: Ένας δυνατός νεανικός έρωτας γεννιέται ........................... 85

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5: Δύο μυστηριώδεις πελάτες ................................................. 97

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6: Το μοιραίο βράδυ των εμπόρων του θανάτου ................... 140

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7: Μια αναπάντεχη επίσκεψη που θα αλλάξει τη ζωή του Μανιουέλ ....................................................................... 146

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8: Ερωτικοί δεσμοί που δεν άντεξαν στο χρόνο ..................... 185

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9: Μέρες γαλήνης πριν από την καταιγίδα ........................... 202

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 10: Ο σκοτεινός κόσμος των κατασκόπων .............................. 240

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 11: Το μυστήριο του ναυτικού σάκου και η μοιραία βραδιά .... 244

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12: Η μεγάλη ανατροπή και η αποκάλυψη ............................ 251

Page 6: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Ο μυστηριώδης ξένος

ριστούγεννα του 1945 στο Μοντεβιδέο της Ουρουγουάης. Είναι καλοκαίρι στο νότιο ημισφαίριο. Στην Ευρώπη, ο μήνας Δεκέμβρης είναι ο πιο ψυχρός της χρονιάς.

Ο πόλεμος έχει τελειώσει. Εκεί αργεί ακόμη το καλοκαίρι.

Στο υπόγειο νυχτερινό κέντρο «Esmeralda», στο Μοντεβιδέο, σε μια φτωχογειτονιά του λιμανιού, σ’ ένα απόμερο τραπέζι, καθόταν μια παρέα τεσσάρων ανδρών μέσης ηλικίας. Ο μοναδικός που ξεχώριζε από αυτή τη συντροφιά των Λατινοαμερικανών ήταν ένας νεότερος άνδρας τριανταπέντε χρόνων. Οι άλλοι ήταν μελαχρινοί

Χ

Page 7: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 2

με μαύρα σγουρά μαλλιά. Αυτός είχε ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια.

Σκυμμένοι στο ποτήρι τους, άκουγαν με μεγάλη προσοχή όσα τους έλεγε ο ξανθός εκείνος άνδρας. Το πρόσωπό του δεν είχε καμία έκφραση. Μόνο τα μάτια του και τα χείλη του έπαιζαν στο μισοσκόταδο που τα άφηνε να φανούν ο χαμηλός φωτισμός του κέντρου.

Στην πίστα μερικά αταίριαστα ζευγάρια χόρευαν άχαρα κάποιο ταγκό, καθώς η ορχήστρα προσπαθούσε να δημιουργήσει ατμόσφαιρα σε ένα κοινό αδιάφορο για τη μουσική και τα τραγούδια. Στα περισσότερα άλλα τραπέζια, μαζί με την ανδρική συντροφιά υπήρχαν μια με δύο νεαρές γυναίκες, έντονα βαμμένες, προσπαθώντας με προσποιητά χαμόγελα να κάνουν τους άνδρες της παρέας να τις προσέξουν, ενώ έριχναν φοβισμένες ματιές στο αφεντικό, που μόνος, σε κάποιο γωνιακό τραπέζι, τις παρακολουθούσε. Αλίμονό τους αν δεν σταύρωναν πελάτη, κι αν δεν καλούσαν το γκαρσόνι να φέρει και άλλη μπουκάλα.

Δυστυχισμένα πλάσματα. Καθεμία ονειρευόταν να ήταν εκείνη τη στιγμή με κάποιο δικό της αγόρι, να της ψιθυρίζει γλυκόλογα και να της χαϊδεύει τα μαλλιά. Στην άλλη μεριά του τραπεζιού, κάθονταν κάποιοι πολύ μεγαλύτεροι από την ηλικία τους άνδρες, άσχημοι, άγαρμποι και αταίριαστοι με αυτές. Αυτοί είχαν καρφωμένα τα μάτια τους μόνο στα πόδια των γυναικών που οι ίδιες άφηναν επίτηδες να φαίνονται κάτω από τη στενή τους φούστα.

Στο πρώτο τραπέζι, το μοναδικό τραπέζι στην αίθουσα χωρίς καμία γυναικεία συντροφιά, οι τέσσερις

Page 8: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

3 Μπάμπης Ράκης

άνδρες παρακολουθούσαν προσεκτικά όσα τους έλεγε σχεδόν ψιθυριστά ο παράξενος εκείνος ξένος. Αν μπορούσε κάποιος να ακούσει τη συνομιλία ή τουλάχιστον τον ήχο της φωνής του θα τον ξάφνιαζε το γεγονός ότι δεν μιλούσε ισπανικά, αλλά αγγλικά με βαριά σπασμένη προφορά. Έλεγε τις λέξεις αργά και με κάποια δυσκολία, φανερό ότι δεν μιλούσε τη μητρική του γλώσσα.

Οι άλλοι τρεις τον άκουγαν προσεκτικά, παρόλο που καμιά φορά δυσκολεύονταν να βγάλουν νόημα. Όμως, ήταν αφοσιωμένοι σε αυτά που τους έλεγε και ήταν έτοιμοι να ακολουθήσουν τις οδηγίες του. Εξάλλου, αυτή ήταν και η διαταγή του μεγάλου αφεντικού. Ένα αφεντικό που δεν είδαν ποτέ. Μόνο από άλλους έπαιρναν τις διαταγές του και φυσικά τις ακολουθούσαν πιστά.

Την τελευταία μέρα πήραν την εντολή: «Πηγαίνετε στην “Esmeralda”. Να πείτε στο γκαρσόνι: εδώ χορεύουν ταγκό. Θα σας δείξει το τραπέζι σας. Καθίστε και περιμένετε. Θα έρθει κάποιος ξένος να κάτσει δίπλα σας. Το σύνθημά του είναι: το Μοντεβιδέο έχει ωραίο λιμάνι. Ακούστε προσεκτικά αυτά που θα σας πει.

Αν χρειασθεί να τον προστατεύσετε, βγάλτε τα όπλα σας. Θα πεθάνετε και οι τρεις αν πάθει κάτι ο ξένος». Αυτές ήταν οι οδηγίες του μεγάλου αφεντικού.

Ενώ ήταν σκυμμένοι στο ποτήρι τους και προσπαθούσαν να καταλάβουν τις οδηγίες του, τον είδαν να υψώνει το βλέμμα του προς την είσοδο, να αλλάζει ξαφνικά όψη, να δείχνει φοβερά τρομαγμένος, να σηκώνεται και απότομα να τρέχει προς την κουζίνα του

Page 9: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 4

κέντρου όπου υπήρχε η πόρτα για το προσωπικό. Αμέσως έβγαλαν τα πιστόλια τους και τον ακολούθησαν.

Έξω στο στενό δρομάκι τούς περίμενε κάποιος δικός τους, μέσα σε ένα παλιό αυτοκίνητο. Μόλις είδε τον ξένο να βγαίνει, έτρεξε κοντά του, τον άρπαξε προστατευτικά και τον έσπρωξε στο πίσω κάθισμα αναπτύσσοντας αμέσως ταχύτητα. Οι άλλοι τρεις έμειναν να κοιτούν το αυτοκίνητο να χάνεται με κατεύθυνση τον μεγάλο δρόμο που οδηγεί στο λιμάνι.

«Ευτυχώς, σώθηκε χάρη στον Ριχάρδο. Διαφορετικά θα ήμασταν και εμείς νεκροί», είπε ο ένας από τους τρεις που έμειναν να κοιτούν το αυτοκίνητο να απομακρύνεται.

Μα ποιος ήταν αυτός ο ξένος; Αυτά που προσπαθούσε να τους εξηγήσει δεν ήταν

και τόσο κατανοητά σε εκείνους, που η μόνη τέχνη που ήξεραν ήταν να «προστατεύουν» και να σημαδεύουν σωστά με το πιστόλι. Ήθελε να τον πάνε σε έναν τόπο που είχε αγάλματα. Κάτι σαν νεκροταφείο, σαν πάρκο, σαν εκκλησία. Έπρεπε να είναι νύχτα, να τον αφήσουν μόνο και να τον πάρουν αργότερα.

Αυτά τα παράξενα τους έλεγε όταν ξαφνικά είδε κάποιον στην είσοδο του κέντρου και άρχισε να τρέχει προς την κουζίνα.

Page 10: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

5 Μπάμπης Ράκης

ταν ο ξένος διέφυγε ασφαλής με το αυτοκίνητο του Ριχάρδο, οι τρεις που έμειναν άρχισαν να κατηφορίζουν περπατώντας το στενό δρομάκι. Κάτω στο

λιμάνι ο κόσμος διασκέδαζε στα μικρά λαϊκά κεντράκια με τον χαμηλό φωτισμό, τις δυνατές φωνές, τα γέλια και τον πολύ καπνό από τα τσιγάρα. Στο λιμάνι υπήρχαν πολλά πλοία, τα περισσότερα φορτηγά, όλα φωτισμένα. Ανήμερα Χριστουγέννων.

Ο Ριχάρδο ήξερε πού να μεταφέρει το «φορτίο» του· στο αγγλικό φορτηγό «SeaWolf». Καπετάνιος, o Τζον Άστον, ένας σκληρός θαλασσόλυκος που είχε περάσει τα εξήντα, με ένα παρελθόν που ελάχιστοι γνώριζαν. Είχε πολλές διασυνδέσεις σε όλα σχεδόν τα λιμάνια που έδενε το πλοίο του. Τους εξυπηρετούσε, τον εξυπηρετούσαν. Ήταν μια άγραφη συμφωνία.

Σε καμία περίπτωση δεν ερχόταν σε επαφή με τους ντόπιους. Ούτε και ο ίδιος κατέβαινε από το πλοίο. Έμενε στην καμπίνα του και έστελνε δύο από τους έμπιστους ναύτες του να ειδοποιήσουν αυτούς που ήθελε για ό,τι έπρεπε να γίνει.

Πριν ακόμη τελειώσει ο μεγάλος πόλεμος στην Ευρώπη, oΤζον Άστον, άρχισε να μεταφέρει συχνά από το Μάντσεστερ, το Λίβερπουλ και τη Μασσαλία παράξενο ανθρώπινο φορτίο. Ήταν όλοι σχεδόν άνδρες που ήθελαν με κάθε τρόπο και με κάθε μέσον να εγκαταλείψουν την Ευρώπη, προσφέροντας σε αντάλλαγμα πολύτιμες πέτρες ή χρυσό. Προορισμός, λιμάνια της Λατινικής Αμερικής.

Ό

Page 11: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 6

Όμως, η δύναμη του Τζον Άστον ήταν ότι είχε κατορθώσει να έχει διασυνδέσεις με υψηλόβαθμα άτομα στο Λονδίνο. Ήταν οι άνθρωποί του εκεί, που τον προμήθευαν με τα απαραίτητα έγγραφα για να μπορέσει να φυγαδεύσει το ανθρώπινο φορτίο του.

ο παλιό αυτοκίνητο σταμάτησε στην αποβάθρα, πλάι στο αγγλικό φορτηγό. Μόλις ο μυστηριώδης ξένος κατέβηκε, ο Ριχάρδο του είπε: «Καλά Χριστούγεννα,

αφεντικό». Εκείνος δεν απάντησε. Σκυφτός ανέβηκε τη σκάλα του πλοίου.

Τον περίμενε ο καπετάνιος, ο Τζον Άστον. «Πάμε στην καμπίνα μου να πιούμε ουίσκι. Καλά

Χριστούγεννα, Στιβ Μόρρις». «Ευχαριστώ, κάπτεν Άστον, το χρειάζομαι το ποτό». Οι δύο άνδρες ανέβηκαν αργά τη μικρή σιδερένια

σκάλα που οδηγούσε στην καμπίνα του καπετάνιου. Γνώριζε από καιρό ο ένας τον άλλον. Ο καπετάνιος

ήξερε πολύ καλά πως ο ξένος του δεν λεγόταν Στιβ Μόρρις, αφού δεν ήταν καν Άγγλος. Εξάλλου, είναι ο ίδιος που τον προμήθευσε με το πλαστό διαβατήριο και το αγγλικό όνομα όταν τον φυγάδευσε από τη Μασσαλία.

Τ

Page 12: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

7 Μπάμπης Ράκης

O κάπτεν Άστον φρόντιζε η καμπίνα του να διατηρεί αυτό το αριστοκρατικό αγγλικό στυλ που είχαν τα γραφεία των λόρδων στο Λονδίνο και το Μάντσεστερ. Δερμάτινες πολυθρόνες και καναπέδες σε σκούρο καφέ χρώμα, αγορασμένες από τη Σιγκαπούρη. Το γραφείο του, μεγάλο από καρυδιά γεμάτο χάρτες, σχέδια, βιβλία. Το μαύρο τηλέφωνο, η πυξίδα, τα κιάλια. Στον τοίχο ένα παλιό πορτρέτο της βασίλισσας Βικτώρια να σε κοιτάει με το αυστηρό της βλέμμα.

Κανένα άλλος πίνακας, καμία άλλη φωτογραφία. Σε εκείνη την καμπίνα του πλοιάρχου, ο χρόνος είχε σταματήσει στον καιρό της παντοκρατορίας της Βρετανίας, τότε που με τις αποικίες της κυριαρχούσε σε στεριά και θάλασσα.

Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο άνδρας με το πλαστό αγγλικό διαβατήριο επισκεπτόταν την καμπίνα του καπετάνιου. Η γνωριμία του με τον Τζον Άστον έγινε το καλοκαίρι του 1945 στη Μασσαλία, στο μπιστρό «Ο Γέρος», με θέα το λιμάνι. Ήταν ένας από εκείνους που κατόρθωσαν να διαφύγουν από το Βερολίνο και να φθάσουν μέχρι τη νότια Γαλλία. Χρειάσθηκαν αρκετές εβδομάδες και αλλαγές πολλών μεταφορικών μέσων, για να φτάσει ένα πρωινό στον σιδηροδρομικό σταθμό. Εκεί τον περίμενε ο σύνδεσμός του. Κάποια γυναίκα με το όνομα Φρανσουά, μέσης ηλικίας, που ακόμη δεν την είχε επισημάνει η γαλλική αντίσταση. Τον μετέφερε σε μια αγροικία και έμεινε εκεί για αρκετές μέρες. Ένα πρωινό η Φρανσουά τον πήρε με ένα παλιό αγροτικό φορτηγό και τον πήγε στο λιμάνι αφήνοντάς τον έξω από

Page 13: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 8

το μπιστρό που θα συναντούσε τον άνθρωπο που θα τον φυγάδευε. Έτσι γνωρίστηκε με τον John Aston.

Είδε τον καπετάνιο να μπαίνει. Εύκολα τον ξεχώρισε. Τον είχε περιγράψει η Φρανσουά. Ένας πελώριος άνδρας με γκρίζα μαλλιά και γένια προχώρησε σε ένα άδειο τραπέζι και έκατσε απλώνοντας τα πόδια του. Περίμενε λίγο και ύστερα τον πλησίασε και του είπε χαμηλόφωνα, στα αγγλικά: «Είμαι αυτός που σου είπε η Φρανσουά».

Ο Τζον Άστον του έριξε μια γρήγορη ερευνητική ματιά, σηκώθηκε και του είπε: «Ακολούθησέ με μέχρι το πλοίο, αλλά από απόσταση δέκα μέτρων. Μη με πλησιάσεις, ακούς;»

Τον ακολούθησε από απόσταση, φυσικά. Όμως, καθώς πλησίασε στο πλοίο, τρεις άνδρες ναυτικοί τον έσυραν απότομα σε ένα μεγάλο δίχτυ και ένιωσε τον εαυτό του να αιωρείται στο κενό. Ο γερανός άρχισε αργά να ανυψώνει το δίχτυ και, αφού τον έφερε στο ύψος του πλοίου, τον κατέβασε αργά προς το αμπάρι.

Εκεί τον περίμεναν ο καπετάνιος και οι τρεις άνδρες του.

«Ήταν ο μόνος τρόπος να ανεβείς στο πλοίο χωρίς να σε δει κανένας», του είπε ο καπετάνιος. «Θα σε κρύψουμε σε μυστική καμπίνα-κρύπτη μέχρι να σαλπάρει το πλοίο για Λίβερπουλ. Οι ναύτες μου θα σου φέρουν φαγητό και ρούχα. Εγώ θα σε δω όταν αφήσουμε τη Γαλλία. Ελπίζω να έχεις μαζί σου αυτά που κουβάλησες από το Βερολίνο. Διαφορετικά, θα σε ρίξω στη θάλασσα».

Page 14: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

9 Μπάμπης Ράκης

Εκείνος τότε γύρισε προς τον καπετάνιο: «Έλα να δεις το σακάκι μου, κάπτεν», και προχώρησε σε ένα σημείο όπου δεν τους έβλεπαν οι τρεις άνδρες. Ξεκούμπωσε αργά το σακάκι και το άνοιξε. Δεξιά και αριστερά υπήρχαν ραμμένα στη φόδρα έξι αρκετά μεγάλα μαύρα σακουλάκια φουσκωμένα.

Ο καπετάνιος με τα πελώρια του δάχτυλα ακούμπησε πάνω στα σακουλάκια: «Ελπίζω να μην είναι πέτρες. Διαφορετικά, θα σου δέσω μια μεγάλη πέτρα στο λαιμό πριν σε ρίξω στη θάλασσα».

Έκανε μια στροφή και έφυγε. Οι τρεις ναυτικοί του έδειξαν την καμπίνα- κρύπτη. Ένας υπόγειος υγρός χώρος που βρομούσε μούχλα και ανθρώπινο ιδρώτα. Στη μια άκρη ήταν ένα σιδερένιο κρεβάτι με ένα αχυρένιο στρώμα και ένα βρόμικο πάπλωμα. Δεξιά, ένας σπασμένος νιπτήρας και στην άλλη γωνιά, μια λερωμένη τουαλέτα.

Εκεί θα έπρεπε να μείνει μέχρι να σαλπάρει το πλοίο. Δεν είχε άλλη επιλογή.

Πέρασε τέσσερις μέρες στην καμπίνα-κρύπτη και ήταν απελπιστικές. Δύο φορές την ημέρα άνοιγε κάποιος ναύτης από έξω τον μεγάλο σύρτη- λοστό, με τον οποίο έκλεινε η σιδερένια πόρτα, και του έφερνε φαγητό σε κονσέρβα, νερό και ένα ποτήρι κρασί. Τίποτε άλλο. Άκουγε τον θόρυβο που έκανε ο σύρτης, ύστερα έμπαινε ο ναύτης με έναν παλιό δίσκο, τον άφηνε πάνω στο στρώμα και έφευγε. Πάντα στεκόταν έξω ένας άλλος ναύτης, σαν φρουρός. Δεν ήξερε πότε ξημερώνει και πότε νυχτώνει. Από κάπου έμπαινε το λιγοστό φως κάποιας

Page 15: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 10

λάμπας, αλλά δεν ήξερε από ποιο μέρος ερχόταν. Από εκείνο το σημείο έμπαζε και λιγοστός αέρας. Τουλάχιστον ανάπνεε. Ήταν ακόμη ζωντανός.

ώς έφθασε μέχρι εδώ; Ποια γεγονότα μεσολάβησαν και οδήγησαν έναν ευνοούμενο αξιωματικό των SS να αυτομολήσει και να βρεθεί φυγάς,

κυνηγημένος μέχρι τη Γαλλία; Τα έφερνε συνέχεια στο νου του, καθώς βρισκόταν

μόνος σε αυτή τη φριχτή καμπίνα, χωρίς να είναι βέβαιος για τη μοίρα του.

ταν ένα παγωμένο πρωινό του Γενάρη στη Γερμανία του 1945 όταν έλαβε την εντολή να επιστρέψει αμέσως στο Βερολίνο και να παρουσιαστεί στην

καγκελαρία.

Π

Ή

Page 16: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

11 Μπάμπης Ράκης

Αυτό τον τρόμαξε φοβερά. Γιατί αυτό το ξαφνικό κάλεσμα; Μήπως έπεσε σε δυσμένεια και τον καλούσαν να απολογηθεί και να τιμωρηθεί επιτόπου; Δηλαδή, η εν ψυχρώ εκτέλεσή του; Αυτό συνέβη σε άλλους, σε πολλές περιπτώσεις. Το είχε ακούσει. Δίπλα του στέκονταν ένοπλοι οι δύο άνδρες που του είχαν φέρει την επιστολή, με ρητή εντολή να τους ακολουθήσει.

Δεν είχε άλλη επιλογή. Οποιαδήποτε αντίσταση θα ήταν μοιραία. Χρειάσθηκαν αρκετές ώρες με το τρένο μέχρι να φθάσουν στο Βερολίνο και η αγωνία και ο φόβος τον έπνιγαν. Στον σταθμό τους περίμενε ένα αυτοκίνητο το οποίο τους μετέφερε στην καγκελαρία.

Εκεί, μετά τις διαδικασίες και τον έλεγχο στην είσοδο, οι ένοπλοι του είπαν να τους ακολουθήσει. Προχωρούσαν προς τη μεγάλη βιβλιοθήκη, το καμάρι του Φύρερ. Τη βιβλιοθήκη την είχε επισκεφθεί άλλη μία φορά. Τον είχαν καλέσει τότε, στην αρχή της σταδιοδρομίας του, να εκτιμήσει ένα ασημένιο κηροπήγιο, αν ήταν αυθεντικό, και αν ήταν αυτό που ανήκε στη Μαρία Αντουανέτα.

Ήταν εκτιμητής πολύτιμων λίθων και παλιών χρυσών νομισμάτων. Την τέχνη αυτή τη διδάχθηκε από τον πατέρα του και τον παππού του. Εξάλλου, είχε ειδικευθεί στον τομέα αυτό όταν σπούδαζε Καλές Τέχνες στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου.

Χρειάσθηκε αρκετές μέρες, διάβασε πολλά βιβλία με φωτογραφίες. Τελικά, βεβαιώθηκε ότι ήταν αυθεντικό. Η ανακάλυψη αυτή στάθηκε και η απαρχή της ανόδου της στρατιωτικής του καριέρας.

Page 17: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 12

Ήρθε και τον βρήκε στη βιβλιοθήκη ο ίδιος ο Χανς φον Ντραμπ, ο άνθρωπος που είχε πάρει την εντολή από τον Φύρερ να προστατεύσει τα έργα τέχνης που ήταν περιουσία του Γ’ Ράιχ.

Καθώς προχωρούσαν προς τη μεγάλη δίφυλλη πόρτα της βιβλιοθήκης, ένιωσε την καρδιά του να ξαναβρίσκει τον ρυθμό της. Στη βιβλιοθήκη τον περίμενε και αυτή τη φορά ο ίδιος ο Χανς φον Ντραμπ.

Αμέσως, σε στάση προσοχής, χαιρέτησε τον ανώτερό του.

Ο άλλος τον κοίταξε ανέκφραστα και του είπε: «Θα εργασθείς και πάλι ως εκτιμητής της περιουσίας του Γ’ Ράιχ. Μόνο που αυτή τη φορά θα μείνεις μόνιμα εδώ μέχρι να τελειώσεις την αποστολή σου. Θα σου παραχωρηθεί γραφείο δίπλα στο δικό μου».

Από την πρώτη μέρα του έδωσαν μια σειρά από φωτογραφίες που έδειχναν διαμάντια και παλιά χρυσά νομίσματα. Ήταν, του είχαν πει όπως και την πρώτη φορά, περιουσία του Γ’ Ράιχ. Η εντολή που είχε ήταν να εκτιμήσει την αξία τους στην αρχή, χωρίς να τα δει.

Πέρασαν μερικές μέρες, όταν του τηλεφώνησε ο ανώτερός του ζητώντας του να παρουσιασθεί αμέσως στο γραφείο του. Πήγε, χτύπησε την πόρτα, την άνοιξε, μπήκε και χαιρέτησε υψώνοντας τον βραχίονα.

Όρθιοι, ο προϊστάμενός του, το μέλος της προσωπικής του φρουράς και ένας άλλος αξιωματικός που έβλεπε για πρώτη φορά. Δεν τον είχε ξανασυναντήσει και ας είχε τον ίδιο βαθμό με εκείνον.

Page 18: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

13 Μπάμπης Ράκης

Δεν προηγήθηκε καμία κουβέντα. Ο άνδρας της προσωπικής φρουράς έβγαλε το περίστροφο και πυροβόλησε στον κρόταφο τον άγνωστο αξιωματικό.

Ο αξιωματικός έπεσε αμέσως στο πάτωμα σαν άδειο ρούχο. Ο προϊστάμενός του, ψυχρός, διασκέλισε το άψυχο κορμί του αξιωματικού και πήγε κοντά του σχεδόν σε απόσταση αναπνοής. Το στόμα του βρομούσε ποτό και τσιγάρο. Τον κοίταξε στα μάτια και του είπε γεμάτος θυμό: «Εκτελέστηκε γιατί ήταν προδότης. Ήταν έτοιμος να το σκάσει παίρνοντας μαζί του περιουσία του Γ’ Ράιχ. Αυτή την τύχη θα έχει κάθε προδότης. Σε ήθελα ως μάρτυρα στην εκτέλεση. Τώρα μπορείς να επιστρέψεις στο γραφείο σου».

Όταν του τα είπε αυτά, ατάραχος επέστρεψε και κάθισε στην καρέκλα του γραφείου του.

Στα λίγα λεπτά που κράτησε αυτή η τρομακτική σκηνή, παρέμενε σε στάση προσοχής χωρίς να πει λέξη. Όταν ο αρχηγός του κάθισε, τον χαιρέτησε στρατιωτικά, υψώνοντας το χέρι, έκανε μεταβολή και επέστρεψε στο γραφείο του.

Στο γραφείο του, μετά τη συγκλονιστική σκηνή της εκτέλεσης, κατάλαβε ότι αυτό που διατάχθηκε να ταξινομήσει δεν ήταν περιουσία του Γ’ Ράιχ, αλλά κλοπιμαία του ίδιου του αρχηγού του.

Ήταν από εκείνη τη στιγμή που άρχισε να σχεδιάζει τη φυγή του, όχι όμως χωρίς τα χρυσά νομίσματα και τα πολύτιμα πετράδια. Αυτά σίγουρα φυλάσσονταν στο γραφείο του αρχηγού. Πώς θα μπορούσε να έχει

Page 19: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 14

πρόσβαση σε αυτά; Μόνος του θα ήταν αδύνατο. Τότε, ήρθε στη σκέψη του η Μπέρθα.

Ήταν γραμματέας του προϊστάμενού του. Από την πρώτη μέρα που έφθασε στην καγκελαρία και τον είδε, τον γλυκοκοίταξε, τον φλέρταρε. Το πρόσεξε, όμως δεν θέλησε να προχωρήσει. Ήταν ξανθιά, λεπτή, με ένα χαριτωμένο προσωπάκι. Του άρεσε. Ήταν ο τύπος που συνδύαζε το κοριτσάκι με τη γυναίκα. Το κοριτσάκι, που ήθελες να του χαϊδέψεις τα μαλάκια και τη γυναίκα που ποθούσες να σφίξεις στην αγκαλιά σου. Όμως, δεν ανταποκρίθηκε στα όλο υποσχέσεις χαμόγελά της. Φοβόταν την αντίδραση του αρχηγού του. Τώρα, όμως;

Έπρεπε να προχωρήσει και μάλιστα όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Ο χρόνος κυλούσε εναντίον του. Μόνο η Μπέρθα θα μπορούσε να τον σώσει με οποιοδήποτε τίμημα. Δεν ήταν όπως τα παλιά καλά χρόνια που θα μπορούσε ελεύθερα να φλερτάρει με οποιαδήποτε κοπέλα του άρεσε. Τώρα ήξερε πως διακυβεύεται η ίδια η ζωή του. Κινδύνευε να εκτελεσθεί είτε από τους ίδιους τους δικούς του, αν τολμούσε να αποδράσει, ή από τα εχθρικά στρατεύματα που σχεδόν πλησίαζαν.

Δεν μπορούσε όμως να φύγει χωρίς να πάρει μαζί του κάτι δυνατό και πολύτιμο που θα του εξασφάλιζε την εξαγορά της απόδρασής του από τη χώρα. Το έκαναν αρκετοί αυτό τους τελευταίους μήνες. Σηκώθηκε και κατευθύνθηκε προς το γραφείο της Μπέρθα, που ήταν στην είσοδο που οδηγούσε στον αρχηγό.

Εκείνη, μόλις τον είδε, του χαμογέλασε γλυκά και του είπε: «Λυπάμαι, είναι απασχολημένος τώρα».

Page 20: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

15 Μπάμπης Ράκης

«Δεν θέλω εκείνον. Για εσένα ήρθα. Ζήτησέ του την άδεια, όταν τον δεις, να σε αφήσει να έρθεις για λίγη ώρα στο γραφείο μου. Πες του ότι σε παρακάλεσα να με βοηθήσεις με κάποια έγγραφα που μου έδωσε ο ίδιος. Δεν προλαβαίνω να τα διεκπεραιώσω. Θα σε αφήσει, είμαι βέβαιος για αυτό».

Καθώς της μιλούσε, το βλέμμα της γινόταν περισσότερο γλυκό, σχεδόν ερωτικό. Έδειχνε συνεπαρμένη. Κοκκίνισε από την ταραχή της. Τα χείλη της τρεμόπαιζαν.

«Θα του το πω, λοχαγέ, θα του το πω, και αμέσως θα τρέξω στο γραφείο σου. Θα σε βοηθήσω σε ό,τι θέλεις».

Της χαμογέλασε διαφορετικά αυτή τη φορά και προχώρησε στο διάδρομο που οδηγούσε στο γραφείο του. Αν ερχόταν, θα ήταν το πρώτο βήμα προς τη φυγή του, τη σωτηρία του.

Λίγα λεπτά αργότερα, χτύπησε το εσωτερικό τηλέφωνο στο γραφείο του. Ήταν ο προϊστάμενός του. Τον άκουσε να του λέει: «Μπορείς να κρατήσεις την Μπέρθα και όλο το απόγευμα. Εγώ θα λείπω. Έδωσα εντολή στους άνδρες μου να καθαρίσουν το γραφείο μου».

Ένιωσε παράξενα. Κατάλαβε γιατί έδωσε την εντολή να «καθαρίσουν» το γραφείο. Ήταν ευκαιρία και να μην υποψιαστεί τίποτε η Μπέρθα, και οι άνδρες του να κινηθούν ελεύθερα.

Είχε λοιπόν όλο το χρόνο να θέσει σε εφαρμογή το σχέδιό του. Έπρεπε να μιλήσει ανοιχτά στην Μπέρθα. Όμως πώς θα αντιδρούσε η ίδια; Θα ήταν πολύ πιο

Page 21: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 16

εύκολο να σε ακολουθήσει μια ερωτευμένη γυναίκα, σκέφθηκε. Θα τον ακολουθούσε ή θα τον πρόδινε;

Ξαφνικά, άκουσε ένα ελαφρύ χτύπο στην πόρτα του γραφείου του. Πριν προλάβει να σηκωθεί, είδε την πόρτα να ανοίγει και να παρουσιάζεται η Μπέρθα κρατώντας ένα σημειωματάριο. Ήταν φανερά ταραγμένη. Έκλεισε την πόρτα πίσω της και έμεινε ακίνητη να τον βλέπει.

«Μπορώ να μείνω όση ώρα με χρειασθείς. Ο προϊστάμενός μου θα λείπει».

«Το ξέρω», της είπε και, καθώς τον πλησίαζε, είδε τα μάγουλά της να κοκκινίζουν. Πήγε κάτι να του κάτι πει, αλλά, όπως τον ένιωθε τόσο κοντά της, χωρίς να μπορέσει να συγκρατήσει τον εαυτό της, άνοιξε τα χέρια της και τον αγκάλιασε όσο πιο δυνατά μπορούσε, και με τα χείλη της μισάνοιχτα περίμενε μια δική του κίνηση.

Όλα ήταν εύκολα για αυτόν εκείνο το απόγευμα στο γραφείο του, στην καγκελαρία.

Αργότερα, και καθώς την κερνούσε ένα λικέρ, καθισμένη στην πολυθρόνα απέναντι από το γραφείο του, άρχισε να της μιλά, με χαμηλή φωνή, αργά, προσεκτικά, για την κατάσταση που επικρατεί λέγοντάς της ότι η ζωή όλων κινδυνεύει, αν δεν προλάβουν να φύγουν πριν μπουν στο Βερολίνο οι μπολσεβίκοι. Καθένας έπρεπε να κάνει το δικό του «σχέδιο σωτηρίας», όπως το χαρακτήρισε.

Τον άκουγε προσεκτικά. Τυφλωμένη από το πάθος της για αυτό τον άνδρα, ήταν πρόθυμη να κάνει ό,τι θα της έλεγε.

Page 22: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

17 Μπάμπης Ράκης

Κάποια στιγμή τον ρώτησε: «Το δικό μας σχέδιο ποιο είναι; Πώς μπορούμε να φύγουμε από το Βερολίνο πριν έρθουν οι μπολσεβίκοι; Θα φύγουμε και οι δύο, έτσι δεν είναι;»

«Φυσικά και θα φύγουμε και οι δύο», απάντησε εκείνος γρήγορα. «Όμως...»

«Τι;» ρώτησε ξανά η Μπέρθα. «Μπέρθα, δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε ένα βήμα

από εδώ, αν δεν κατορθώσουμε να αποκτήσουμε την κινητήρια δύναμη που θα μας ανοίξει τις πόρτες για τη φυγάδευσή μας. Πρέπει να φύγουμε, όχι μόνο μακριά από το Βερολίνο, αλλά να περάσουμε τα σύνορα προς τη Γαλλία».

Έμεινε να τον κοιτά φοβισμένα και το μικρό στοματάκι της είχε ανοίξει γεμάτο απορία.

«Δεν καταλαβαίνω», του είπε κάποια στιγμή. «Θέλουμε μεγάλα όπλα;»

«Δεν θέλουμε καθόλου όπλα», απάντησε εκείνος. «Τότε πώς θα πολεμήσουμε τους μπολσεβίκους;»

αναρωτήθηκε. «Πρέπει να φύγουμε πριν έρθουν οι μπολσεβίκοι και

οι σύμμαχοί τους». Την πλησίασε και έπιασε τα δύο χεράκια της. Τα

ένιωσε παγωμένα να τρέμουν. Άρχισε αργά και πολύ προσεκτικά να της εξηγεί το σχέδιό του. Ότι η μόνη δύναμη που θα μπορούσε να σώσει τις ζωές τους ήταν ο κρυμμένος θησαυρός του αφεντικού τους. Μόνο αν τον έπαιρναν στα χέρια τους θα μπορούσαν να εξαγοράσουν τη φυγάδευσή τους.

Page 23: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 18

Τράβηξε απότομα τα μικρά της χέρια, τα ακούμπησε ενωμένα στο στήθος της και, παίρνοντας βαθιά ανάσα, του είπε: «Ο Χανς φον Ντραμπ δεν είναι μόνο αφεντικό μου».

«Τι άλλο είναι;» ρώτησε αυτός απορημένα. «Ο Χανς φον Ντραμπ είναι και… πατέρας μου». Έμεινε ο ένας να κοιτά τον άλλον χωρίς να μπορούν

να πουν λέξη. Αυτός έσπασε πρώτος τη σιωπή. «Σου είπε καμιά φορά για κάποιο σχέδιο φυγής ο

πατέρας σου;» «Κάθε φορά που δοκιμάζω να τον ρωτήσω για την

κατάσταση με καθησυχάζει λέγοντας: “Μη φοβάσαι, Μπέρθα, κοριτσάκι μου. Το Γ’ Ράιχ είναι ακόμη πολύ δυνατό. Εξάλλου ο πατέρας σου είναι συνέχεια κοντά σου για να σε προστατεύσει”. Αυτά μου λέει κάθε φορά που τον ρωτώ».

«Ξέρεις με ποιο τρόπο θα σε προστατεύσει, Μπέρθα;» «Όχι», απάντησε εκείνη με απορία. «Να πυροβολήσει πρώτα εσένα κι ύστερα να

αυτοκτονήσει». Τινάχτηκε όρθια. Έβαλε τα δυο χεράκια της στο

στόμα και είπε: «Όχι, όχι, δεν σε πιστεύω. Ο πατέρας μου ποτέ δεν πρόκειται να κάνει κακό σε εμένα».

Ήταν η πιο δύσκολη στιγμή. Έπρεπε να την πείσει. Διαφορετικά, τα πάντα ήταν χαμένα και κινδύνευε άμεσα η ζωή του, αν η Μπέρθα αποκάλυπτε στον πατέρα της όσα της είπε. Δεν μπορούσε φυσικά να την απειλήσει. Όμως θα χρησιμοποιούσε και πάλι τη γοητεία και την

Page 24: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

19 Μπάμπης Ράκης

τεράστια αδυναμία που έδειχνε να του έχει, για να τη μεταπείσει.

Την πλησίασε και κάθισε στην άκρη της πολυθρόνας, της χάιδεψε τα μαλλιά και της είπε: «Μπέρθα, είναι για το καλό όλων αυτό. Ακόμη και του ίδιου σου του πατέρα. Ξέρω αρκετά άτομα που μπορούν να φυγαδέψουν και τους τρεις. Αν ο πατέρας σου εξακολουθεί να πιστεύει ότι το Γ’ Ράιχ είναι ακόμη δυνατό, θα παγιδευτούμε όλοι μέσα σε αυτό το κτίριο και θα μας εκτελέσουν οι μπολσεβίκοι. Μόνο εσύ μπορείς να μας βοηθήσεις να σωθούμε».

Γύρισε και τον κοίταξε τρυφερά και γεμάτη απορία τον ρώτησε: «Τι πρέπει να κάνω;»

«Να πάρεις εσύ στα χέρια σου τον “θησαυρό». Να τον κρατάς κρυφά εσύ μόνο. Να μην το πεις στον πατέρα σου μέχρι τη στιγμή που θα χρειαστεί να το μάθει».

Σταμάτησε για λίγο, έσκυψε, τη φίλησε, την κοίταξε στα μάτια και τη ρώτησε: «Ξέρεις πού έχει κρυμμένο το θησαυρό ο πατέρας σου;»

Του έπιασε το χέρι, σηκώθηκε, στάθηκε μπροστά του και του είπε: «Έλα, πάμε».

«Πού;» «Στο υπόγειο, στη μεγάλη αποθήκη. Εκεί που

βρίσκονται τα αγάλματα που χάρισε ο δήμαρχος του Άμστερνταμ στο Γ’ Ράιχ».

«Δεν το ήξερα αυτό. Πρώτη φορά το ακούω», απάντησε εκείνος.

«Ναι», είπε η Μπέρθα με όλη την αφέλεια που τη διάκρινε. «Τα έδωσε στον πατέρα μου για να μην πέσουν

Page 25: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 20

στα χέρια των εχθρών τού Γ’ Ράιχ. Εκεί βρίσκονται και άλλα πολλά έργα τέχνης. Είναι τόσο όμορφα».

Προχώρησε πρώτη και πήγε να ανοίξει την πόρτα. Την έπιασε από το μπράτσο και της είπε: «Περίμενε, πώς θα μπούμε στη μεγάλη αποθήκη; Τι θα πούμε στους άνδρες της φρουράς;»

«Με ξέρουν όλοι», είπε αυτή χαμογελαστά. «Εξάλλου, κρατώ πάντα μαζί μου τα χαρτιά που χρειάζονται. Έχουν την υπογραφή του πατέρα μου. Ξέρεις τι σημαίνει αυτό. Με την υπογραφή αυτή ανοίγουν όλες οι πόρτες».

Τα τελευταία της λόγια τον έκαναν να μπει σε σκέψεις. Κρατώ μαζί μου τα χαρτιά με την υπογραφή του πατέρα μου. Με την υπογραφή αυτή ανοίγουν όλες οι πόρτες.

Ο μεγάλος θησαυρός είναι η Μπέρθα, σκέφθηκε. Κρατά μαζί της επίσημα χαρτιά με την υπογραφή του πατέρα της. Αν έπαιρνε και τα χρυσά νομίσματα και τις πολύτιμες πέτρες θα μπορούσε, μαζί της, να δραπετεύσει πολύ πιο εύκολα, χωρίς να τον υποψιάζεται κανένας.

Όμως, σκέφθηκε αμέσως, αν πρόκειται να σχεδιάσει τη φυγή του από το Βερολίνο, δεν χρειάζεται επίσημα χαρτιά, αλλά μόνο την κινητήρια δύναμη που θα εξαγοράσει τα άτομα που θα τον βοηθήσουν. Από καιρό είχε έρθει σε επαφή με το κύκλωμα των «διακινητών».

Ήδη κυκλοφορούσαν σε διάφορα στέκια και σε μπυραρίες διάφορα άτομα έτοιμα να συνεργασθούν ακόμη και με τους μπολσεβίκους, φτάνει να πληρωθούν καλά. Ειδίκευσή τους, η μυστική μεταφορά από κάρα

Page 26: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

21 Μπάμπης Ράκης

με σανό ή παλιά φορτηγά, προς την επαρχία και από εκεί στα σύνορα μιας άλλης χώρας.

Υπήρχαν πολλές αγροικίες που φιλοξενούσαν για μια δύο νύκτες τους φυγάδες μέχρι την άλλη μέρα το πρωί για το νέο τους προορισμό. Προτιμούσαν να μεταφέρουν το «φορτίο» μέρα για να μην κινούν υποψίες στις νυκτερινές περιπολίες. Χωρικοί που μεταφέρουν σανό ή λαχανικά από μια περιοχή στην άλλη ήταν πολύ συνηθισμένο φαινόμενο.

Με τους ανθρώπους αυτούς, τους «διακινητές», είχε από καιρό έρθει σε επαφή και κέρδισε την εμπιστοσύνη τους. Δεν ήταν εύκολο για αυτά τα άτομα που έθεταν σε κίνδυνο την ίδια τους τη ζωή να εμπιστευθούν έναν ανώτερο στρατιωτικό του Γ’ Ράιχ.

Η Μπέρθα, πριν ανοίξει την πόρτα του γραφείου του, γύρισε, τον αγκάλιασε, τον έσφιξε δυνατά πάνω της και του είπε: «Πάμε. Θα με ακολουθάς. Άφησε εμένα να μιλήσω στους φρουρούς».

Κατέβηκαν στο υπόγειο της καγκελαρίας. Ήταν μια πελώρια μισοφωτισμένη αίθουσα. Υπήρχαν εκεί πολλά και διάφορα αντικείμενα μικρά ή μεγάλα, όπως σκαλιστά έπιπλα, γραφεία, καθρέπτες, ακόμη και κινέζικα βάζα. Ήταν όλα τοποθετημένα πρόχειρα. Δεν μπορούσε να καταλάβει τι γύρευαν όλα αυτά τα αντικείμενα που δεν έδειχναν να έχουν καμία αξία σε ένα τόσο καλά φυλαγμένο οχυρό που φιλοξενούσε τον Φύρερ.

Page 27: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

Χουανίτα: Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο 22

Έμοιαζε με μια μεγάλη αποθήκη παλαιών επίπλων, τίποτε άλλο. Κανένας δεν πρόσεχε το μέρος αυτό. Λες και επίτηδες το άφησαν έρημο.

Η Μπέρθα συνέχιζε να προχωρά αργά αλλά σταθερά προς την απέναντι πλευρά της αίθουσας. Καθώς πλησίαζαν, φάνηκε μπροστά τους η είσοδος ενός τούνελ. Στο μισοσκόταδο δεν μπορούσε να το διακρίνει. Η Μπέρθα ήξερε καλά τον τόπο. Φανερό ότι είχε επισκεφθεί πολλές φορές το μέρος αυτό. Είχαν προχωρήσει αρκετά όταν φάνηκε μπροστά τους μια τεράστια σιδερένια πόρτα.

Εκείνη χτύπησε το κουδούνι που βρισκόταν στη δεξιά άκρη της πόρτας. Αμέσως άνοιξε ένα μικρό παραθυράκι χαμηλά, στο ύψος της μέσης της. Η Μπέρθα έβαλε τότε τα χαρτιά που κρατούσε στο μικρό άνοιγμα. Κάποια χέρια τα πήραν και το παραθυράκι έκλεισε.

Περίμεναν χωρίς να πουν λέξη. Σε λίγο άνοιξε ένα μεγαλύτερο παράθυρο στο ύψος του προσώπου τους. Ο φρουρός απευθύνθηκε στην Μπέρθα: «Δεσποινίς Μπέρθα Ντραμπ, δικαιούσαι μόνο εσύ να εισέλθεις στην αίθουσα. Ο αξιωματικός που σε συνοδεύει πρέπει να περιμένει έξω. Αυτές είναι οι εντολές που έχω από τον Χανς φον Ντραμπ».

«Θα ακολουθήσουμε τις εντολές», απάντησε η Μπέρθα. «O αξιωματικός που με συνοδεύει θα περιμένει έξω». Γύρισε προς το μέρος του και τον κοίταξε με μια ματιά όλο νόημα. Εκείνος κατάλαβε. Χαιρέτησε στρατιωτικά και στάθηκε σε στάση προσοχής.

Page 28: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

23 Μπάμπης Ράκης

Ένα μεγάλο μέρος της σιδερένιας πόρτας άρχισε να ανοίγει. Η Μπέρθα προχώρησε μέσα και η πόρτα άρχισε να κλείνει κάνοντας ένα συνεχή δυνατό θόρυβο. Αυτός δεν πρόλαβε να δει έστω και κάτι, αφού ο δυνατός προβολέας που βρισκόταν στο εσωτερικό της αίθουσας, πάνω από το άνοιγμα της πόρτας, δεν άφηνε περιθώριο να ξεχωρίσει οτιδήποτε.

Page 29: ΧΟΥΑΝΙΤΑ - Η κόρη του ζωγράφου από τη Σάμο (Μπάμπης Ράκης)

η συνέχεια στο...

http://www.easywriter.gr/ebooks/item/396