Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

12
1 - Αγγλο-ελληνικό γλωσσάρι των µεταφραστικών σουδών abnormal TT αφύσικο ΚY academia επιστηµονική κοινότη- τα, ακαδηµαϊκοί κύκλοι accepted interpretation αποδε- κτή ερµηνεία accuracy ακρίβεια adaptation διασκευή adequacy of translation µετα- φραστική επάρκεια addressee δέκτης addresser ποµπός adjunct προσδιορισµός admirable translation έξοχη µετάφραση affectation επιτήδευση affective communication style διαδικαστικό επικοινωνιακό ύ- φος affinity συγγένεια/ elective ^ εκ- λεκτική συγγένεια agenda επιδίωξη/ ideological a- genda ιδεολογική επιδίωξη/ po- litical agenda πολιτική επιδίωξη aggression επίθεση alienness αλλοτριότητα/ intra- ctable ^ ατίθαση αλλοτριότητα alliteration of translation πα- ρήχηση µεταφράσεων ambiguity αµφισηµία analysis ανάλυση/ comparative ^ συγκριτική ανάλυση/ compo- nential ^ στοιχειώδης ανάλυση/ computer-assisted ^ ανάλυση υποβοηθούµενη από ΗΥ/ con- trastive ^ αντιπαραβολική ανά- λυση/ critical ^ κριτική ανάλυ- ση/ cultural-studies-oriented ^ προσανατολισµένη στις πολιτι- στικές σπουδές ανάλυση/ dia- chronic ^ διαχρονική ανάλυση/ discourse ^ ανάλυση λόγου/ re- gister ^ ανάλυση του λεκτικού, ανάλυση λόγου/ semantic stru- cture ^ σηµασιολογική δοµική ανάλυση/ stylistic ^ υφολογική ανάλυση/ synchronic ^ συγχρο- νική ανάλυση/ translation-orie- nted text ^ προσανατολισµένη στη µετάφραση κειµενική ανά- λυση/ translationally relevant text ^ µεταφραστικά συναφής κειµενική ανάλυση/ text-rank ^ ανάλυση της κατάταξης του κει- µένου apparatus µηχανισµός applied branch εφαρµοσµένος κλάδος approach προσέγγιση/ analytical ^ αναλυτική προσέγγιση/ com- municative επικοινωνιακή προ- σέγγιση/ culturally-oriented ^ πολιτιστικά προσανατολισµένη προσέγγιση/ feminist ^ φεµινι- στική προσέγγιση/ functionalist ^ λειτουργική προσέγγιση/ in- terventionist ^ παρεµβατική προσέγγιση/ practical criticism ^ πρακτική κριτική προσέγγιση/ poststructuralist ^ µεταδοµιστι- κή προσέγγιση/ reader-oriented ^ προσέγγιση προσανατολισµέ- νη στον αναγνώστη/ receptor- oriented ^ προσέγγιση προσα- νατολισµένη στο δέκτη/ scien- tific ^ επιστηµονική προσέγγι- ση/ systematic ^ συστηµατική προσέγγιση/ taxonomic lingui- stic ^ ταξινοµική γλωσσολογική προσέγγιση/ text-linguisic^ κει- µενογλωσσολογική προσέγγιση/ text-type ^ προσέγγιση που βα- σίζεται στο είδος των κειµένων/ appropriateness καταλληλότητα appropriation ιδιοποίηση/ cultu- ral ^ πολιτιστική ιδιοποίηση appropriative transfer of mea- ning σφετεριστική µεταφορά νο-

description

English-Greek Translation Studies Glossary

Transcript of Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

Page 1: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

1 - Αγγλο-ελληνικό γλωσσάρι των µεταφραστικών σ�ουδών

abnormal TT αφύσικο ΚY academia επιστηµονική κοινότη-

τα, ακαδηµαϊκοί κύκλοι accepted interpretation αποδε-

κτή ερµηνεία accuracy ακρίβεια adaptation διασκευή adequacy of translation µετα-

φραστική επάρκεια addressee δέκτης addresser ποµπός adjunct προσδιορισµός admirable translation έξοχη

µετάφραση affectation επιτήδευση affective communication style

διαδικαστικό επικοινωνιακό ύ-φος

affinity συγγένεια/ elective ^ εκ-λεκτική συγγένεια

agenda επιδίωξη/ ideological a-genda ιδεολογική επιδίωξη/ po-litical agenda πολιτική επιδίωξη

aggression επίθεση alienness αλλοτριότητα/ intra-ctable ^ ατίθαση αλλοτριότητα alliteration of translation πα-

ρήχηση µεταφράσεων ambiguity αµφισηµία analysis ανάλυση/ comparative

^ συγκριτική ανάλυση/ compo-nential ^ στοιχειώδης ανάλυση/ computer-assisted ^ ανάλυση υποβοηθούµενη από ΗΥ/ con-trastive ^ αντιπαραβολική ανά-

λυση/ critical ^ κριτική ανάλυ-ση/ cultural-studies-oriented ^ προσανατολισµένη στις πολιτι-στικές σπουδές ανάλυση/ dia-chronic ^ διαχρονική ανάλυση/ discourse ^ ανάλυση λόγου/ re-gister ^ ανάλυση του λεκτικού, ανάλυση λόγου/ semantic stru-cture ^ σηµασιολογική δοµική ανάλυση/ stylistic ^ υφολογική ανάλυση/ synchronic ^ συγχρο-νική ανάλυση/ translation-orie-nted text ^ προσανατολισµένη στη µετάφραση κειµενική ανά-λυση/ translationally relevant text ^ µεταφραστικά συναφής κειµενική ανάλυση/ text-rank ^ ανάλυση της κατάταξης του κει-µένου

apparatus µηχανισµός applied branch εφαρµοσµένος

κλάδος approach προσέγγιση/ analytical

^ αναλυτική προσέγγιση/ com-municative επικοινωνιακή προ-σέγγιση/ culturally-oriented ^ πολιτιστικά προσανατολισµένη προσέγγιση/ feminist ^ φεµινι-στική προσέγγιση/ functionalist ^ λειτουργική προσέγγιση/ in-terventionist ^ παρεµβατική προσέγγιση/ practical criticism ^ πρακτική κριτική προσέγγιση/ poststructuralist ^ µεταδοµιστι-κή προσέγγιση/ reader-oriented ^ προσέγγιση προσανατολισµέ-νη στον αναγνώστη/ receptor-oriented ^ προσέγγιση προσα-νατολισµένη στο δέκτη/ scien-tific ^ επιστηµονική προσέγγι-ση/ systematic ^ συστηµατική προσέγγιση/ taxonomic lingui-stic ^ ταξινοµική γλωσσολογική προσέγγιση/ text-linguisic^ κει-µενογλωσσολογική προσέγγιση/ text-type ^ προσέγγιση που βα-σίζεται στο είδος των κειµένων/

appropriateness καταλληλότητα appropriation ιδιοποίηση/ cultu-

ral ^ πολιτιστική ιδιοποίηση appropriative transfer of mea-

ning σφετεριστική µεταφορά νο-

Page 2: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

Πρόγραµµα ΜΕΤΑ-ΦΡΑΣΕΙΣ– 2

ήµατος archaic αρχαϊζων/ουσα/ον architranseme αρχιυπέρθεµα aspect ποιόν ενεργείας του ρή-

µατος/ literary ^ λογοτεχνική διάσταση

assessing translation αποτίµη-ση της µετάφρασης

assessment criteria κριτήρια αξι-ολόγησης/ ^ of translation αξιο-λόγηση της µετάφρασης association συνειρµός assimilating αφοµιωτικός/η/ο assimilation αφοµοίωση at-homeness οικειότητα attitude συµπεριφορά/ social ^

κοινωνική συµπεριφορά awkwardness αδεξιότητα audiomedial text οπτικοακου-

στικό κείµενο augmentative suffix προσαυξη-

τική κατάληξη author-oriented description

προσανατολισµένη στο συγγρα-φέα προσέγγιση

authorial intention πρόθεση του συγγραφέα

authorship συγγραφική δηµιουρ-γία

Brazilian cannibalism βραζιλιά-

νικη κανιβαλιστική σχολή

Camp talk θηλυπρεπής τρόπος

οµιλίας Cannibalists κανιβαλιστική σχο-

λή canonized classics καθιερωµένα

κλασσικά έργα canonizing process διαδικασία

κανονικοποίησης case study αναλυτικό παράδειγµα,

µελέτη περίπτωσης channel δίαυλος circularity of definitions κυκλι-

κότητα των ορισµών

class based speech ταξική οµι-λία

cleft sentence επιµεριστική πρό-ταση

clichė στερεότυπη φράση co-operative συνεργατικός/ co-

operative principle αρχή της συνεργασίας

code unit µονάδα του [γλωσσι-κού] κώδικα

cognitive process γνωστική δια-δικασία

coherence συνεκτικότητα/cohe-rence rule κανόνας συνεκτικό-τητας/intertextual coherence διακειµενική συνεκτικότητα

cohesion συνοχή/(network of) lexical cohesion (δίκτυο της) λε-ξιλογικής συνοχής

cohesive link συνδετικός κρίκος, συνεκτικό στοιχείο/cohesive tie συνεκτικός δεσµός

coining of a term επινόηση ό-ρου

collection of (Latin American) fiction ανθολογία λατινοαµερι-κανικών διηγηµάτων

collocation παγιωµένη έκφραση, σύµφραση

communicative dynamism επι-κοινωνιακός δυναµισµός

commissioner εντολέας compensation αντιστάθµιση/

compensation strategy αντι-σταθµιστική στρατηγική

conceptual apparatus εννοιο-λογικά εργαλεία

connector συναρθρωτής, συνδε-τικό

connotation συνδήλωση/cultural ^ πολιτιστική συνδήλωση /in-cogruous ^ άτοπη συνδήλωση

connotative value συνδηλωτική αξία

context συγκείµενο, πλαίσιο/ cul-tural ^ πολιτιστικό πλαίσιο/ extralinguistic ^ εξωγλωσσικό κείµενο πλαίσιο/ historical ^ ισ-τορικό πλαίσιο/linguistic ^ γλωσ(σολογ)ικό πλαίσιο/ functi-onal ^ λειτουργικό πλαίσιο/so-ciocultural κοινωνικοπολιτιστικό πλαίσιο

Page 3: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

3 - Αγγλο-ελληνικό γλωσσάρι των µεταφραστικών σ�ουδών convention σύµβαση corpus σωµα κειµένου, γλωσ-

σικό υλικό /corpora σώµατα κει-µένων

correspondence αντιστοιχία/^ in meaning σηµασιολογική αντι-στοιχία/^ in style υφολογική αντιστοιχία/lexical ^ λεξιλογική αντιστοιχία

craft τεχνική creative composition δηµιουρ-

γική γραφή criterion κριτήριο/intralinguistic

extralinguistic instruction ^ εν-δογλωσσικό/εξωγλωσσικό κρι-τήριο

cross-cultural similarity διαπο-λιτισµική οµοιότητα

cross-disciplinary co-operation συνεργασία ανάµεσα στις επι-στήµες

cross linguistic difference δια-γλωσσική διαφορά

cultural filter πολιτιστικό φίλτρο cultural idioms πολιτιστικοί ιδι-

ωµατισµοί cultural hegemony πολιτιστική

ηγεµονία cultural studies πολιτιστικές

σπουδές, πολιτιστικές προσεγγί-σεις

cultural transfer πολιτιστική µε-ταφορά

culture-specific item προσιδιά-ζον πολιτιστικό στοιχείο

data δεδοµένα/^bases βάσεις δε-

δοµένων/ on-line ^ bases ηλεκ-τρονικές βάσεις δεδοµένων στο διαδίκτυο

decision-making processes δια-δικασίες λήψης αποφάσεων

declarative οριστική έγκλιση /^ sentence πρόταση µε ρηµατι-κούς τύπους στην οριστική

decoding αποκωδικοποίηση deconstruction αποδόµηση/de-

constructionist αποδοµιστής/ deconstructionist perspective αποδοµιστική προσέγγιση

decontextualized εκτός συγκει-µένου

deforming tendency παραµορ-φωτική τάση

deixis δείξη denote δηλώνω destabilization αποσταθεροποί-

ηση devaluation of translation υπο-

τίµηση της µετάφρασης dialect διάλεκτος/dialectology

διαλεκτολογία differential system σύστηµα ει-

δοποιών διαφορών discipline επιστηµονικός κλάδος,

πειθαρχία discourse λόγος/ bureaucratese

^ γραφειοκρατικός λόγος/racist ^ ρατσιστικός λόγος/ ^ com-munity γλωσσική κοινότητα, κοινότητα λόγου/ ^ marker κειµενικός δείκτης/ ^-oriented approaches προσεγγίσεις προσανατολισµένες στο λόγο/^ semantics σηµασιολογία του λόγου/^ type είδος λόγου/ ^ worlds γλωσσικό σύµπαν

dislocation µετατόπιση/tempo-ral & spatial ^ χρονική & τοπική µετατόπιση

dislocationary translation pra-ctice dislocationary translation practice

displacement µετατόπιση/tem-poral-cultural ^ χρονική-πολιτι-στική µετατόπιση

dispossession αποστέρηση/ cul-tural ^ πολιτιστική αποστέρηση

DTS ( Descriptive Translation Studies) περιγραφική µεταφρα-σεολογία (ΠΜ)/ function –orien-ted DTS προσαρµοσµένη στη λειτουργία ΠΜ/ process-orien-ted DTS προσανατολισµένη στη διαδικασία ΠΜ/ product-orien-ted DTS προσαρµοσµένη στο προϊόν ΠΜ/ target-oriented DTS/ προσανατολισµένη στη γλώσσα-στόχο ΠΜ

documentation τεκµηρίωση domesticating translation οι-

Page 4: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

Πρόγραµµα ΜΕΤΑ-ΦΡΑΣΕΙΣ– 4

κειοποιητική/ επιχώρια µετά-φραση

domestication οικειοποιητική/ ε-πιχώρια µεταφραστική στρατη-γική, αφοµοίωση

dominance κυριαρχία draft of a translation προσχέδιο

για µια µετάφραση dubbing µεταγλώττιση

elaborate structures επεξεργα-

σµένες δοµές elitist attitude ελιτιστική στάση embodiment ένταξη emotive lexis συναισθηµατικά

φορτισµένες λέξεις encoding κωδικοποίηση enhancement εµπλουτισµός ennoblement εξευγενισµός error λάθος/covertly erroneous ^

συγκαλυµένα εσφαλµένο λάθος/ overtly erroneous ^ έκδηλα ε-σφαλµένο λάθος

evaluation of translations αξιο-λόγηση µεταφράσεων

equivalence ισοδυναµία/ conno-tative ^ συνδηλωτική ισοδυνα-µία/ denotative ^ δηλωτική ισο-δυναµία/ dynamic ^ δυναµική ισοδυναµία/expressive ^ εκ-φραστική ισοδυναµία/ formal ^ µορφική ισοδυναµία/functional ^ λειτουργική ισοδυναµία/ pra-gmatic ^ πραγµατολογική ισο-δυναµία/second-level ^ ισοδυ-ναµία δευτέρου επιπέδου/ sty-listic ^ υφολογική ισοδυναµία/ text-normative ^ κειµενοκανο-νιστική ισοδυναµία/ textual ^ κειµενική ισοδυναµία/ ^ in meaning σηµασιολογική ισοδυ-ναµία

equivalent effect ισοδύναµο α-ποτέλεσµα

equivalent response ισοδύναµη αντίδραση

ethnocentric εθνοκεντρικός exoticization εξωτικοποίηση extralinguistic εξωγλωσσικός

face-threatening act απειλητική

πράξη factor συντελεστής/ interlinked

extratextual ^ αλληλένδετος εξωκειµενικός συντελεστής/

factual information φατικές πληροφορίες

faithful to the meaning πιστός στο νόηµα

faithfulness πιστότητα false friends λέξεις που µοιάζουν

αλλά δεν είναι οµώνυµες, ταυ-τόσηµες λέξεις

feature ιδιότητα/ communicative ^ επικοινωνιακή ιδιότητα/ intra-textual ^ ενδοκειµενικό γνώ-ρισµα/microlevel ^ µικροεπιπε-δικό γλωσσικό γνώρισµα/ ma-crolevel ^ µακροεπιπεδικό γλωσσικό γνώρισµα/ phonetic ^ φωνητικo στοιχείo/suprasegme-ntal ^ υπερτεµαχιακό φαινόµε-νο/ textual ^ κειµενική ιδιοµορ-φία

feminist translation theory φεµι-νιστική µεταφραστική θεωρία

field πεδίο/ lexical ^ λεξιλογικό πεδίο/semantic ^ σηµασιολογι-κό πεδίο

fidelity πιστότητα/ abusive ^ καταχρηστική πιστότητα/ ^ rule κανόνας πιστότητας

fixed expression παγιωµένη έκ-φραση

fluency ευγλωττία flattening ισοπέδωση focus εστίαση/ addressee ^ εστί-

αση στο δέκτη/transmitter ^ ε-στίαση στον ποµπό

foreignness ξενικότητα foreignization ξενική µεταφρα-

στική στρατηγική formal aesthetic characteristic

µορφικό-αισθητικό χαρακτηρι-στικό/ ^ syntactic device µορ-φοσυντακτική τεχνική

formality τυπική µορφή/ poetic ^ ποιητική µορφή/ slang ^ ιδι-ωµατική µορφή

framework πλαίσιο/linguacultu-

Page 5: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

5 - Αγγλο-ελληνικό γλωσσάρι των µεταφραστικών σ�ουδών

ral ^ γλωσσολολιτιστικό πλαίσι-ο/ cultural studies ^ πολιτιστικό πλαίσιο/sociocultural ^ κοινωνι-κοπολιτιστικό πλαίσιο/ systemic ^ συστηµικό πλαίσιο

function λειτουργία/ appellative ^ κλητική λειτουργία/expressi-ve ^ εκφραστική λειτουργία/ operative ^ κλητική λειτουρ-γία/ phatic ^ φατική λειτουρ-γία/ text ^ κειµενική λειτουρ-γία/ ^ profile λειτουργική φυ-σιογνωµία

functional constancy λειτουργι-κή πιστότητα, συνέπεια/

functional grammar λειτουργική γραµµατική/ systemic ^ gram-mar συστηµική λειτουργική γραµµατική/ ^ definition of meaning λειτουργικός ορισµός της σηµασίας/ ^ priority λει-τουργική προτεραιότητα/ ^ sen-tence perspective λειτουργική προοπτική της πρότασης

functionalist tradition παράδοση του λειτουργισµού

functionally oriented communi-cation/ λειτουργικά προσανατο-λισµένη επικοινωνία

game theory θεωρία των παιγνί-

ων gay theorizing οµοφυλοφιλική

θεωρητικοποίηση gender γραµµατικό γένος, φύλο/

linguistic marker of ^ γραµµατι-ό γένος/ ^ studies σπουδές φύ-λου, φεµινιστική θεώρηση

genre κατηγορία λόγου gloss translations υποµνηµατι-

σµένες µεταφράσεις (µε εξειδι-κευµένα σχόλια)

graded notion διαβαθµισµένη έννοια

grammar-translation method γραµµατική µεταφραστική µέθο-δος

hackneyed expression κοινότυ-

πη φράση hegemonic language ηγεµονική

γλώσσα hermeneutic motion ερµηνευτι-

κή κίνηση hermeneutics ερµηνευτική προ-

σέγγιση/ ^ of translation ερµη-νευτική θεώρηση της µετάφρα-σης

heterogeneous discourse ετε-ρογενής λόγος

heuristic concept ευρετική έννοι-α

hierarchical structuring ιεραρχι-κή δόµηση

hierarchy of values ιεραρχία αξι-ών

homogenization οµογενοποίηση Humanities computing υπολογι-

στικές ανθρωπιστικές σπουδές hyponym υπώνυµο

iconicity εικονικότητα idiolect ιδιόλεκτος ideological component ιδεολογι-

κή συνιστώσα idiosyncratic classification ιδιό-

τυπη ταξινόµηση imaginative word επινοηµένη

λέξη imitation µίµηση imperative προστακτική/ polite

^ προστακτική ευγενείας implausibility (of equivalent re-

sponse) το ανέφικτο (της ισοδύ-ναµης αντίδρασης)

implication υπονόηµα, επενέρ-γεια/ sociolinguistic/semiotic ^ of discourse κοινωνιογλωσσο-λογική/σηµειολογική επενέργεια του λόγου/

implicature υποδήλωση impoverishment εκπτώχευση/

qualitative-quantitative ^ ποιο-τική-ποσοτική εκπτώχευση

imprint of a publishing house

Page 6: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

Πρόγραµµα ΜΕΤΑ-ΦΡΑΣΕΙΣ– 6

θυγατρική εταιρία εκδοτικού οί-κου

incorporation ενσωµάτωση individuality of style ατοµικότη-

τα του ύφους inflection κλίση/verb-inflected

form κλιτός ρηµατικός τύπος initiative trust αρχική εµπιστο-

σύνη intended επιδιωκόµενος intensifier εµφατικός τύπος initiating institution εντολοδό-

της θεσµός initiator εµπνευστής information structure δόµηση

της πληροφορίας/ ^ transfer µεταφορά πληροφοριών

informative value of text πλη-ροφοριακή αξία του κειµένου

integrated approach ολοκλη-ρωµένη προσέγγιση

intercultural transfer διαπολιτι-σµική µεταφορά

interdisciplinary approach διε-πιστηµονική προσέγγιση

interdisciplinarity διεπιστηµονι-κή προσέγγιση

interlingual transaction δια-γλωσσική ανταλλαγή

interference παρεµβολή, παρείσ-φρηση/lexical ^ λεξιλογική πα-ρέµβαση/tolerance of interfere-nce ανοχή στην παρείσφρηση

internet διαδίκτυο interpreting διερµηνεία/con-

secutive ^ διαδοχική διερµη-νεία/ simultaneous ^ ταυτό-χρονη διερµηνεία/ ^ studies διερµηνειολογία

interpretive process ερµηνευ-τική διαδικασία

intralinguistic ενδογλωσσικός invariant concept αµετάβλητος

συντελεστής invisibility of the translator δι-

αφάνεια του µεταφραστή IT applications εφαρµογές τεχ-

νολογίας πληροφοριών jargon εξειδικευµένοι όροι/ scie-

ntific ^ επιστηµονική ορολογία

key concept θεµελιώδης έννοια/

^ role κοµβικός ρόλος/^text κείµενο αναφοράς

language combination γλωσσι-

κός συνδυασµός language competence γλωσσι-

κή ικανότητα, επάρκεια language of power γλώσσα ισχύ-

ος, εξουσίας/l ^ of sexism σεξι-στική γλώσσα

language teaching διδασκαλία γλωσσών

langue γλώσσα learning curriculum προγράµ-

µατα σπουδών lexicogrammatical patterns

λεξικογραµµατικά στοιχεία linguistic ability γλωσσική δεξιό-

τητα/ ^ needs γλωσσικές ανά-γκες

linguistics γλωσσολογία/ applied ^ εφαρµοσµένη γλωσσολογία/ contrastive ^ αντιπαραβολική γλωςσολογία/ text ^ κειµενο-γλωσσολογία/text-type restri-cted ^θεωρίες µε κριτήριο το είδος του κειµένου/

linkage σύνδεση/additiv^ συµ-πλεκτική σύνδεση/adversative ^ αντιθετική σύνδεση/clausal ^ προτασιακή σύνδεση/iconic ^ εικονική σύνδεση

literary canon λογοτεχνικός κα-νόνας

literature λογοτεχνία/ compara-tive ^ συγκριτική λογοτεχνία/ translation-focused comparative ^ εστιασµένη στη µετάφραση συγκριτική λογοτεχνία/ popular ^ λαϊκή λογοτεχνία

loyalty to the author σεβασµός στον συγγραφέα

Page 7: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

7 - Αγγλο-ελληνικό γλωσσάρι των µεταφραστικών σ�ουδών

machine-translation software λογισµικά υποβοηθούµενη µετά-

φραση Manipulation School Σχολή Χει-

ραγώγησης marginalization of translation

περιθωριοποίηση της µετάφρα-σης

master language κυρίαρχη γλώσ-σα

maxim of politeness αξίωµα, απόφθεγµα της ευγένειας

meaning σηµασία/denotative ^ δηλωτική σηµασία/emotive ^ συγκινησιακή σηµασία/ ideatio-nal ^σχηµατιστικό νόηµα/ inter-personal ^ διαπροσωπικό νόη-µα/linguistic ^ γλωσσική σηµα-σία/metaphorical ^µεταφορική σηµασία/referential ^ αναφορι-κή σηµασία/textual ^ κειµενικό νόηµα

metafunction µεταλειτουργία/ ideational ^ σχηµατιστική µετα-λειτουργία/interpersonal ^ δια-προσωπική µεταλειτουργία/ tex-tual ^κειµενική µεταλειτουργία

method µέθοδος/adaptive^ προ-σαρµοστική µέθοδος/ identifying ^µέθοδος της ταύτισης/supple-mentary ^συµπληρωµατική µέ-θοδος/

method of translation µέθοδος της µετάφρασης/ alienating ^ αλλοτροπική µέθοδος της µετά-φρασης/ naturalizing^ πολιτο-γραφική µέθοδος της µετάφρα-σης/ / transparent ^ διαυγής µεταφραστική µέθοδος

minimal transfer ελάχιστη µετα-φορά

minority culture µειονοτική κου-λτούρα

modality τροπικότητα mode τρόπος model µοντέλο/comparative ^

συγκριτικό µοντέλο ανάλυσης/ comprehensive ^ περιεκτικό µο-ντέλο/ descriptive ^ περιγρα-φικό µοντέλο ανάλυσης/establi-

shed ^ καθιερωµένο µοντέλο/ formalist ^ φορµαλιστικό µο-ντέλο/macrostructural ^ µακρο-δοµικό µοντέλο/research ^ ε-ρευνητικό µοντέλο/set ^ εδραι-ωµένο µοντέλο /systemic fun-ctional ^ συστηµικό λειτουργικό µοντέλο/ stratification ^ µοντέ-λο διαστρωµάτωσης/ text-ana-lysis ^ µοντέλο κειµενικής ανά-λυσης/ text-linguistic ^ κειµε-νογλωσσικό µοντέλο/ genera-tive-influenced ^ of translation µοντέλο επηρεασµένο από τη γενετική-µετασχηµατιστική γραµµατική

modulation of the message µε-τατροπία του µηνύµατος/ obli-gatory ^ υποχρεωτική µετατρο-πία/ optional^ προαιρετική µε-τατροπία

mother tongue µητρική γλώσσα moves of translation µεταφρα-

στικές κινήσεις mutation µετάλλαξη

narratology αφηγηµατολογία naturalizing (option) πολιτογρα-

φηµένο near-synonym σχεδόν-συνώνυ-

µος nominal form ονοµατικός τύπος nominalization ονοµατοποίηση nominalized form ονοµατοποι-

ηµένος τύπος non-fluent strategy µη εύγλωττη

στρατηγική non-native speaker µη γηγενής

οµιλητής non-prescriptive definition µη

κανονιστικός ορισµός non-verbal element µη λεκτικό

στοιχείο norm νόρµα/accountability ^ νό-

ρµα της υπευθυνότητας/com-munication ^ νόρµα της επικοι-νωνίας/ethical ^ ηθική νόρµα/ expectancy ^ προσδοκώµενη νόρµα/initial ^ αρχική νόρµα/ linguistic^γλωσσική νόρµα/ ma-

Page 8: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

Πρόγραµµα ΜΕΤΑ-ΦΡΑΣΕΙΣ– 8

tricial^ µητρική νόρµα/ ope-rational^ λειτουργική νόρµα/ preliminary^ προκαταρκτική νό-ρµα/product^ νόρµα του προϊό-ντος/professional ^επαγγελµα-τική νόρµα/relation^νόρµα των σχέσεων/social^ κοινωνική νό-ρµα/textual-linguistic^ κειµενο-γλωσσική νόρµα/translational ^ µεταφραστική νόρµα

normality κανονικότητα norm-governed activity δραστη-

ριότα διεπόµενη από νόρµες normative judgement κανονι-

στική αξιολόγηση nuance of message απόχρωση

µηνύµατος

opaque αδιαφανής operational term λειτουργικός

όρος operativity λειτουργικότητα option επιλογή original work πρωτότυπο έργο overtranslations υπερµεταφρά-

σεις

parameter of language παράµετ-

ρος γλώσσας/ aesthetic ^ αι-σθητική παράµετρος της γλώσ-σας/ stylistic^ υφολογική παρά-µετρος της γλώσσας

paraphrase παράφραση parole οµιλία participant συµµετέχων patronage πατρωνία pejorative word υποτιµητική λέ-

ξη penetration (of the translator)

διείσδυση phonetically identical οµόηχος platform φόρουµ poetics ποιητική performative dimension επιτε-

λεστική διάσταση polysystem πολυσύστηµα/ lite-

rary ^ λογοτεχνικό πολυσύστη-

µα/ ^ theory θεωρία του πολυ-συστήµατος

post-colonialism µετα-αποικιο-κρατική θεώρηση

poststructuralism µεταδοµισµός poststructuralist perspective

µεταδοµιστικό πρίσµα potency δυναµικότητα/ mythic^

µυθική δυναµικότητα power imbalance ανισορροπία

ισχύος/ ^play παιχνίδι ισχύος/^ relations σχέσεις ισχύος/

practices πρακτικές/ working^ εργασιακές πρακτικές

pragmatic inference πραγµατο-λογική εξαγωγή συµπερασµά-των/^ studies πραγµατολογική ανάλυση/ comparative^ studies συγκριτική πραγµατολογική α-νάλυση

pragmatics πραγµατολογία pre-linguistic period of transla-

tion προ-γλωσσολογική περίο-δος της µετάφρασης

prescriptive pressure κανονι-στική πίεση

prescriptivism κανονιστική διά-σταση

presupposition προϋπόθεση provenance προέλευση/ geogra-

phical^ γεωγραφική προέλευ-ση/ social^ κοινωνική προέλευ-ση/ temporal^ χρονική προέ-λευση

pro-Western ideology φιλοδυτι-κή ιδεολογία

psycholinguistics ψυχογλωσσο-λογία

publishing hegemony pun λογοπαίγνιο punctuation στίξη/ stylistic ^

υφολογική στίξη pure language καθαρή γλώσσα

quantitative aspect (of transla-

tion policy) ποσοτική πτυχή (της µεταφραστικής πολιτικής)

queer theory οµοφυλοφιλική θε-ωρία

Page 9: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

9 - Αγγλο-ελληνικό γλωσσάρι των µεταφραστικών σ�ουδών

rationalization εκλογίκευση readable ευανάγνωστος realization πραγµάτωση receiver δέκτης reception πρόσληψη/ interpreta-

tive^ ερµηνευτική πρόσληψη/ ^ theory θεωρία της πρόσλη-ψης/

receptor δέκτης/^ language γλώςσα του δέκτη

reciprocity αµοιβαιότητα/ enact-ment of ^ θέσπιση της αµοιβαι-ότητας

recode επανακωδικοποιώ re-energizing of the language α-

ναζωογόνηση της γλώσσας register (γλωσσικό επίπεδο)/ mix

of registers διαφορετικά λεκτικά regularity of behavior κανονι-

κότητα στη συµπεριφορά reference παραποµπή reformulation αναδιατύπωση re-invigoration αναζωογόνηση relational συνδετικός relevance συνάφεια representational theory of lan-

guage απεικονιστική θεωρία της γλώσσας

resistancy αντίσταση resistant difference ανθιστάµε-

νη διαφορά restitution αποκατάσταση re-reading επανάγνωση requirement προαπαιτούµενο/

metalinguistic ^ µεταγλωσσικό προαπαιτούµενο/structural^ δο-µικό προαπαιτούµενο

review κριτική παρουσίαση revision αναθεώρηση rewording αναδιατύπωση re-writing επανασυγγραφή rewriting µεταγραφή rheme ρηµατικό σύνολο rhetoric ρητορική rhyme οµοικαταληξία rule κανόνας/phrase-structure^

κανόνας φραστικής δοµής/ tra-nsformational ^ µετασχηµατι-στικός κανόνας

sacramental intake τελετουργι-

κή πρόσληψη schema διάγραµµα scope πεδίο έρευνας/^ of inter-

pretation εύρος ερµηνείας scopos theory θεωρία του σκο-

πού semantic value σηµασιολογικό

περιεχόµενο seminal concept πρωτοποριακή

έννοια/^ text θεµελιώδες κείµε-νο

semiotic σηµειολογικός/social^ κοινωνική σηµειολογία/^angle σηµειολογική άποψη/^ web ση-µειολογικό πλέγµα

sender ποµπός servitude εξαναγκασµός shift αλλαγή/category^ αλλαγή

κατηγορίας/class ^ αλλαγή γραµµατικής κατηγορίας/level ^ αλλαγή επιπέδου/macrostructu-ral ^µακροδοµική αλλαγή/mi-crostructural ^ µικροδοµική αλ-λαγή/rank ^ αλλαγή βαθµίδας/ semantic ^ σηµασιολογική αλ-λαγή/structural^ δοµική αλλα-γή/stylistic^υφολογική αλλαγή/ unit αλλαγή µονάδας/ word-order αλλαγή στη σειρά των λέ-ξεων

sign system σηµειακό σύστηµα signified σηµαινόµενο signifier σηµαίνον signifying process σηµασιολο-

γική δηλωτική διαδικασία situation κατάσταση, περίσταση/

communivative ^ επικοινωνιακή κατάσταση

situational variable καταστασι-ακή µεταβλητή

slang συνθηµατική ιδιωµατική έκ-φραση

slipperiness of meaning ολι-σθηρότητα του νοήµατος

sociolect κοινωνιόλεκτος sociolinguistic κοινωνιογλωσσο-

λογικός source culture κουλτούρα-πηγή,

πολιτισµός αφετηρίας/ ^ text

Page 10: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

Πρόγραµµα ΜΕΤΑ-ΦΡΑΣΕΙΣ– 10

κείµενο-πηγή, κείµενο αφετηρί-ας/^ writing κείµενα πηγές

speakability of stage translation οµιλητικότητα µεταφράσεων θε-ατρικών έργων, απαγγελσιµότη-τα

specification ειδίκευση speech act λεκτική πράξη stance στάση/ affective^ συγκι-

νησιακή στάση/ emotional ^ συναισθηµατική στάση/ intelle-ctual ^ διανοητική στάση/

standardization τυποποίηση story διήγηµα/ facile^ επιφα-

νειακό διήγηµα/ poorly focused ^ διήγηµα χωρίς σφιχτοδεµένη πλοκή/ soft-centered^ ανάλα-φρο διήγηµα

strategy στρατηγική/ minimax ^ ελαχιστοµέγιστη στρατηγική

stress επιτονισµός structure δοµή/ active ^ ενερ-

γητική δοµή/ conceptual^ εν-νοιoλογική δοµή/ deep^ βαθεία δοµή/ information^ πληροφορι-ακή δόµηση/ macrostructure µακροδοµή/ microstructure µικ-ροδοµή/ narrative ^ αφηγηµα-τική δοµή/ passive^ παθητική δοµή/ sentence ^ προτασιακή δοµή/ surface ^ επιφανειακή δοµή/ syntactic ^ συντακτική δοµή/ thematic ^ θεµατική δό-µηση/ transitivity ^ δοµή µεταβατικότητας

structuralist δοµιστής style ύφος/consultive ^ παραινε-

τικό ύφος/ in/formal^ αν/επί-σηµο ύφος

stylistics υφολογία subjectivity υποκειµενικότητα subjunctive υποτακτική έγκλιση subtitled film υποτιτλισµένη κι-

νηµατογραφική ταινία superlatives υπερθετικά superordinate υπερώνυµος suppression of language κατάρ-

γηση της γλώσσας systematization συστηµατοποί-

ηση

target audience κοινό-στόχος,

κοινό υποδοχής/ ^language (ΤL) γλώσσα στόχος (ΓΣ), γλώσσα υποδοχής (ΓY)/^ text κείµενο στόχος (ΚΣ), κείµενο υποδοχής (ΚY)

tectonics τεκτονική tenor τόνος testing techniques τεχνικές

ελέγχου σπουδών terminology ορολογία text operation κειµενική λει-

τουργία text type είδος του κειµένου/

conventional^ συµβατικό είδος κειµένου/ hybrid^ υβριδικό εί-δος του κειµένου/ informative ^ πληροφοριακό είδος κειµένου/ form-focused ^ είδος του κειµέ-νου εστιασµένο στη µορφή/ operative^ λειτουργικό είδος του κειµένου

text typology τυπολογία των κειµένων

textual authority κειµενική αυ-θεντία/ ^ deformation κειµε-νική παραµόρφωση

texture of text αρχιτεκτονική, υφή κειµένου

thematic position θέση του θέ-µατος/ ^ progression θεµατική πρόοδος

theme-dynamics θεµατική δυ-ναµική

theological standpoint θεολογι-κή οπτική γωνία

theoretical background θεωρη-τικό υπόβαθρο

theoretical framework θεωρη-τικό πλαίσιο

theoretical studies θεωρητική ανάλυση/ partial ^ µερική θεωρητική ανάλυση

theoretical underpinning θεω-ρητικό υπόβαθρο

theories θεωρίες/area-restricted ^ θεωρίες µε κριτήριο το πεδίο /medium-restricted ^ θεωρίες µε κριτήριο το µέσο/ problem-restricted ^ θεωρίες µε κριτήριο

Page 11: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

11 - Αγγλο-ελληνικό γλωσσάρι των µεταφραστικών σ�ουδών

το πρόβληµα/rank-restricted ^ θεωρίες µε κριτήριο την κατά-ταξη/systems ^ θεωρίες των συστηµάτων/time-restricted ^ θεωρίες µε κριτήριο το χρόνο/

theory of interpretation θεωρία της διερµηνείας/ ^ of translati-on θεωρία για τη µετάφραση/

think-aloud protocols µέθοδος µεγαλόφωνης σκέψης

tolerated behavior ανεκτές συµ-περιφορές

transadaptation διασκευή transcript of the ideas µεταγρα-

φή των ιδεών transformation µετασχηµατι-

σµός/back-transformation ανα-ροµικός µετασχηµατισµός

transformational grammar model µοντέλο µετασχηµατιστι-κής γραµµατικής

transitive material processes µεταβατικές διαδικασίες

transitivity µεταβατικότητα transnational υπερεθνικός translatability µεταφρασιµότητα translatability or untranslata-

bility issue ζήτηµα της µετα-φρασιµότητας

translated languages µεταφρα-ζόµενες γλώσσες

translation µετάφραση/annexa-tionist ^ προσαρτιστική µετά-φραση/artistic^µετάφραση καλ-λιτεχνικών κειµένων/ awkward ^ αδέξια µετάφραση/ business ^ εµπορική µετάφραση/ calque ^ έκτυπη µετάφραση/ close lexical ^ λεξιλογικά πιστή µετά-φραση/ commercial ^ εµπορική µετάφραση, µετάφραση εµπορι-κών κειµένων/ communicative ^ επικοινωνιακή µετάφραση/ covert ^ συγκαλυµµένη µετά-φραση/culturally-oriented ^ προσανατολισµένη στην πολιτι-στική διάσταση µετάφραση/ cul-tural-studies-oriented ^ προσα-νατολισµένη στις πολιτιστικές σπουδές µεταφρασεολογία/ deli-berately archaic ^ εσκεµµένη χρησιµοποίηση αρχαϊσµων κατά

τη µετάφραση/ direct^ άµεση µετάφραση/documentary ^ τεκ-µηριωτική µετάφραση/exotici-zing ^ εξωτικίζουσα µετάφρα-ση/faithful ^ πιστή µετάφραση/ free ^ ελεύθερη µετάφραση/ function preserving^ µετάφρα-ση που διατηρεί τη λειτουργία/ human ^ ανθρώπινη µετάφρα-ση/ hypertextual^υπερκειµενική µετάφραση/idiomatic ^ ιδιωµα-τική µετάφραση/imaginative ^ δηµιουργική µετάφραση/instru-mental^εργαλειακή µετάφραση, µετάφραση καθοδηγητικών κει-µένων/integral ^ ολοκληρωµέ-νη µετάφραση/ intralingual ^ ενδογλωσσική µετάφραση/ in-terlingual ^ διαγλωσσική µετά-φραση/intersemiotic ^ διαση-µειολογική µετάφραση, διαση-µειωτική µετάφραση/legal ^ νο-µική µετάφραση, µετάφραση νοµικών όρων, κειµένων/ literal ^ κατά λέξη µετάφραση/ litera-ry λογοτεχνική µετάφραση/ machine^µηχανική µετάφραση/ machine-assisted ^ µηχανικά υ-ποβοηθούµενη µετάφραση/ ob-lique ^ έµµεση µετάφραση/ o-vert ^ έκδηλη µετάφραση/ pro-fessional^ επαγγελµατική µετά-φραση/ revised language^ ανα-θεωρηµένη/ semantic ^ σηµασι-ολογική µετάφραση/ sense-for-sense ^ έννοια-προς-έννοια µε-τάφραση/ smooth ^ στρωτή µε-τάφραση/ technical ^ τεχνική µετάφραση/ spoken ^ (inter-preting) προφορική µετάφραση (διερµηνεία)/ word-for-word ^ λέξη-προς-λέξη µετάφραση/ ^ action µεταφραστική δράση/ ^ activity µεταφραστική δραστη-ριότητα/ ^ agency µεταφραστι-κό γραφείο, προσανατολισµός στον µεταφραστή/^ aids µετα-φραστικά βοηθήµατα/^ analysis µεταφρασεολογική ανάλυση/ ^ approach µεταφραστική προ-σέγγιση/^ commission µετα-φραστική εντολή/ ^cost µετα-

Page 12: Αγγλο-ελληνικό ΓΛΩΣΣΑΡΙ μεταφραστικών σπουδών

Πρόγραµµα ΜΕΤΑ-ΦΡΑΣΕΙΣ– 12

φραστικό κόστος/^ criticism κριτική της µετάφρασης/^ error µεταφραστικό λάθος/^ pattern µεταφραστικό πρότυπο/^ policy µεταφραστική πολιτική/ ^ pro-cedure µεταφραστική διαδικασί-α/^ process µεταφραστική δια-δικασία/^ shift µεταφραστική αλλαγή/^ shift approach προ-σέγγιση για τις µεταφραστικές αλλαγές/^ software λογισµικό µετάφρασης/ ^ strategy µετα-φραστική στρατηγική/^ theorist θεωρητικός της µετάφρασης/^ theory θεωρία της µετάφρασης/ descriptive ^ theory περιγραφι-κή θεωρία της µετάφρασης/ early ^ theory πρώιµη θεωρία για τη µετάφραση/ postcolonial ^ theory µετα-αποικιοκρατική θεώρηση της µετάφρασης/^ transfer µεταφορά κατά τη µε-ταφραστική διαδικασία/^ work-shop εργαστήριο µετάφρασης/

translation studies (TS) µετα-φρασεολογία/ applied ^ εφαρ-µοσµένη µεταφρασεολογία/ socio-^ κοινωνιοµεταφρασεολο-γία/pure^ καθαρή µεταφρασεο-λογία/ research-based^ µετα-φρασεολογική έρευνα

translator µεταφραστής/τρια/ novice ^ νέος µεταφραστής/ professional ^ επαγγελµατίας µεταφραστής/ trainee ^ εκπαι-δευόµενος µεταφραστής/ ^ scholar µεταφρασεολόγος/^ training εκπαίδευση των µετα-φραστών /^ 's idiolect ιδιόλε-κτος του µεταφραστή/

translatum µετάφρασµα transliteration µεταγραφή transmitting µεταβίβαση transmutation µετάλλαξη, µε-

ταλλαγή transparency διαύγεια transparent translation method

διαυγής µεταφραστική µέθοδος transposition µετατόπιση/ obli-

gatory ^ υποχρεωτική µετατό-πιση/ optional^ προαιρετική µε-τατόπιση

treatise πραγµατεία

underlying network of signifi-

cation λανθάνον σηµασιολογικό δηλωτικό δίκτυο

universal law of translation καθολικός νόµος της µετάφρα-σης

universalist view καθολική θεώ-ρηση

universals of translated langua-ges (τα) καθολικά στις µετα-φραζόµενες γλώσσες

unit µονάδα/lexicological ^ λεξι-λογική µονάδα/^of thought νο-ηµατική µονάδα/^ of translation µεταφραστική µονάδα

untranslatable µη µεταφράσιµος utterance εκφορά του λόγου

variables µεταβλητές vernacular τοπικό ιδίωµα/^

culture παγανιστική κουλτούρα/ verse rendering έµµετρη απόδο-

ση version εκδοχή visible αδιαφανής vowel length διάρκεια προφοράς

των φωνηέντων wordplay λογοπαίγνιο/^facile

ρηχό παιγνίδι µε τις λέξεις