ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ ΠΟΛΕΩΝ

9
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ ΠΟΛΕΩΝ Ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ. ΕΛΕΝΗ ΜΑΪΣΤΡΟΥ αρχιτέκτων Μάιος 2006 1

description

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΕΛΕΝΗ ΜΑΪΣΤΡΟΥ αρχιτέκτων Μάιος 2006 1 1. Ορισμός και στόχοι της ολοκληρωμένης προστασίας και ανάπλασης 2 2. Σύντομη ιστορική αναδρομή. 3 4

Transcript of ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ ΠΟΛΕΩΝ

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗΣ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ

ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ ΠΟΛΕΩΝ

Ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ.

ΕΛΕΝΗ ΜΑΪΣΤΡΟΥ

αρχιτέκτων

Μάιος 2006

1

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ ΠΟΛΕΩΝ

Ο ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ. 1

ΕΛΕΝΗ ΜΑΪΣΤΡΟΥ

αρχιτέκτων

1. Ορισμός και στόχοι της ολοκληρωμένης προστασίας και ανάπλασης

Η διευρυμένη έννοια της «ολοκληρωμένης προστασίας» των ιστορικών συνόλων,

όπως έχει προσδιοριστεί σε διεθνείς συνθήκες και κείμενα, συνίσταται στη

διαφύλαξη και ανάδειξη του συνόλου των υλικών και άυλων στοιχείων που

εκφράζουν τον ιστορικό τους χαρακτήρα και την ιδιαίτερή τους ταυτότητα και

παράλληλα, στην επιδίωξη της «βιώσιμης» ανάπτυξής τους.

Στον όρο «ιστορικά σύνολα» θα πρέπει να διευκρινιστεί ότι συμπεριλαμβάνονται,

τόσο τα ιστορικά κέντρα πόλεων, όσο και οι παραδοσιακοί οικισμοί, ενώ στον όρο

της «ολοκληρωμένης προστασίας» σύμφωνα με τον παραπάνω ορισμό, είναι σαφές

ότι συμπεριλαμβάνεται και η έννοια της ανάπλασης, η οποία αποτελεί ένα από τα

απαραίτητα εργαλεία επίλυσης των προβλημάτων που προκύπτουν από την

υποβάθμιση των κελυφών και του δημόσιου χώρου της πόλης, και από τις κοινωνικό

– οικονομικές μεταβολές στα ιστορικά σύνολα ενώ παράλληλα συμβάλλει στην

ανάδειξη της φυσιογνωμίας τους, όπως αναλύεται στη συνέχεια.

Τα υλικά στοιχεία που συγκροτούν τη φυσιογνωμία των ιστορικών συνόλων -και τα

οποία αποτελούν το κατ εξοχήν αντικείμενο προστασίας και ενίοτε και ανάπλασης-

είναι τα κάθε είδους ιστορικά ίχνη και κτίρια, το φυσικό περιβάλλον, και βέβαια, η

χάραξη και η μορφή του παραδοσιακού πολεοδομικού ιστού, όπως αυτά έχουν

προκύψει από τη διαχρονική εξέλιξη και την ιδιαίτερη ιστορία του κάθε τόπου.

1 Το κείμενο αποτελεί τμήμα σημειώσεων που δίνονται στα πλαίσια σχετικών μαθημάτων του διατμηματικού μεταπτυχιακού προγράμματος εξειδίκευσης στο Ε.Μ.Π. με τον γενικό τίτλο «Προστασία Μνημείων» και διαχωρίζεται στις κατευθύνσεις «Προστασία και Αποκατάσταση Ιστορικών κτιρίων και Συνόλων», και «Προστασία και Συντήρηση υλικών των μνημείων»

2

Στους στόχους όμως της “ολοκληρωμένης προστασίας” ενός ιστορικού συνόλου,

εκτός από τη διατήρηση και ανάδειξη των υλικών στοιχείων του φυσικού και

δομημένου περιβάλλοντος, συμπεριλαμβάνεται και η διατήρηση της «άυλης»

πολιτιστικής του κληρονομιάς, που είναι απόλυτα καθοριστική της ταυτότητάς του

και αναφέρεται κυρίως στα λειτουργικά του χαρακτηριστικά και στην κοινωνικό

οικονομική του συγκρότηση.

2. Σύντομη ιστορική αναδρομή.

Κατά το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, η έννοια της ανάπλασης της πόλης, είχε αρκετά

διαφορετικό περιεχόμενο από το σημερινό. Σήμαινε κατεδαφίσεις παλαιών κτιρίων

για την ανέγερση νέων και διαπλατύνσεις οδών για την εξυπηρέτηση των κινήσεων

των αυτοκινήτων και για τον καλύτερο φωτισμό και αερισμό των κτιρίων. Σήμαινε

δηλαδή πλήρη μετασχηματισμό της εικόνας της πόλης και απώλεια όλων των

τεκμηρίων της ιστορίας της. Τα τελευταία όμως χρόνια η ανακάλυψη των αξιών που

περικλείουν οι παλιές πόλεις και τα παλαιά κελύφη -αξίες ιστορικές, αισθητικές,

ακόμη και οικονομικές- που εξαφανίζονταν ταχύτατα μέσα από τις καταστροφές του

πολέμου, τα μεγάλης κλίμακας τεχνικά έργα, την ταχύτατη ανανέωση του κτισμένου

χώρου και τις εκτεταμένες κατεδαφίσεις με στόχο την ανάπλαση, σε συνδυασμό και

με την πρόσφατη σχετικά συνειδητοποίηση της ανάγκης διαφύλαξης των

ενεργειακών πόρων που έχουν κατασπαταληθεί, οδήγησαν σε αλλαγή των

παλαιοτέρων αντιλήψεων και στην προσπάθεια εκτέλεσης έργων ανάπλασης με

γνώμονα τον σεβασμό των αξιών που έχουν αποκτηθεί μέσα στο χρόνο και την

προστασία του περιβάλλοντος.

Η συνειδητοποίηση της ανάγκης προστασίας και ανάπλασης των ιστορικών συνόλων

στον Ευρωπαϊκό χώρο, εξελίχθηκε στο 2ο ήμισυ του 20ου αι, σταδιακά. Από το 1960

και μετά, εισάγεται βαθμιαία στον ευρωπαϊκό χώρο με νομοθετικές πράξεις η

«προστασία των ιστορικών συνόλων» και συνδέεται με τον πολεοδομικό σχεδιασμό

και την εκτέλεση έργων ανάπλασης, με στόχο την ανάδειξή τους .

Το 1969 συντάσσεται με βάση το νόμο Malraux, το πρώτο σχέδιο προστασίας για το

Marais, το οποίο προέβλεπε μεταξύ άλλων και εκτεταμένες παρεμβάσεις ανάπλασης.

Στη Bologna το 1960 και στη Ρώμη το 1965, συντάσσονται ρυθμιστικά σχέδια. Από

3

το 1976 ξεκινούν οι πρώτες μελέτες ανάπλασης στη Ρώμη, ενώ οι πρώτες

παρεμβάσεις ξεκινούν το 1979. Στο Split της τέως Γιουγκοσλαβίας, ξεκινά μελέτη

του ιστορικού κέντρου το 1955 και συντάσσεται σχέδιο προστασίας το 1961.

Το 1975 το Συμβούλιο της Ευρώπης εκδίδει το «Χάρτη του Άμστερνταμ και το 1985

τη «Σύμβαση της Γρανάδας» ενώ το 1987 το ICOMOS την «Xάρτα των ιστορικών

πόλεων».

Στην Ελλάδα ανατίθεται το 1972 η μελέτη της Πλάκας, και από το 1979 ξεκινά η

έκδοση ειδικών διαταγμάτων, η λήψη μέτρων προστασίας της και η εφαρμογή έργων

ανάπλασης του δημόσιου χώρου της.

Το 1983 εκδίδεται ο Ν.1337 ο πρώτος οικιστικός νόμος και ξεκινά ένα μαζικό

πρόγραμμα πολεοδόμησης των πόλεων και οικισμών της χώρας στα πλαίσια της

Ε.Π.Α. Στις προδιαγραφές των μελετών εμπεριέχεται ρητά και ο όρος της

«προστασίας»

Σήμερα, με το Ν.2508 / 1997 « Βιώσιμη ανάπτυξη των πόλεων και οικισμών της

χώρας» που αντικατέστησε τον προηγούμενο οικιστικό νόμο έχει εισαχθεί η έννοια

της «βιώσιμης ανάπτυξης» η οποία προωθείται μέσα από τον πολεοδομικό σχεδιασμό

και έχει στόχους ταυτόσημους με τους στόχους της «ολοκληρωμένης προστασίας»:

Διατήρηση και αναβάθμιση των υφιστάμενων κτιρίων, ενίσχυση των κινήσεων των

πεζών, προσέλκυση επενδύσεων φιλικών προς το περιβάλλον, ισορροπία

οικονομικών και περιβαλλοντικών στόχων, πολυλειτουργικότητα, κλπ.

4

3. Τα προβλήματα

Σήμερα, τα κύρια προβλήματα που υποβαθμίζουν ή καταστρέφουν τη φυσιογνωμία

και το λειτουργικό χαρακτήρα της ιστορικής πόλης και ζητούν επίλυση, είναι

συνοπτικά τα παρακάτω:

3.1. Η αλλοίωση της σχέσης του φυσικού και κτισμένου χώρου που οφείλεται στις

υπέρμετρες επεκτάσεις των πόλεων, και συχνά στη δόμηση και των τελευταίων

ελεύθερων χώρων τους.

3.2. Η αλλοίωση ή καταστροφή των ιστορικών κελυφών, είτε λόγω της γήρανσης και

μη συντήρησής τους, είτε λόγω αγνοίας των ορθών τρόπων παρέμβασης σε αυτά ή

ακόμη λόγω επιθυμίας υπερεκμετάλλευσης τους με χρήσεις που δεν συμβιβάζονται

με τη δομή τους.

3.3 Οι κοινωνικό - οικονομικές μεταβολές που άλλοτε δημιουργούν καταστροφικές

για την κλίμακα της ιστορικής πόλης, απαιτήσεις, σε χώρους κυκλοφορίας,

αναψυχής, εργασίας, είτε προκαλούν εγκατάλειψη, γήρανση της δημογραφικής

πυραμίδας και εισαγωγή νέων κατηγοριών κατοίκων.

3.4. Η αλλοίωση της μορφής και λειτουργίας του δημόσιου χώρου, με την

ολοκληρωτική του κατάληψη είτε από αυτοκίνητα, είτε από χώρους

εμπορευματοποιημένης αναψυχής που προκαλούν ηχορύπανση, καυσαέρια, οπτική

ρύπανση, και υποβάθμιση της ποιότητας ζωής.

3.5. Η εμπορευματοποίηση της γης που οδηγεί σε υπέρμετρη εκμετάλλευση και

εντατική δόμηση των ιδιοκτησιών και σε πιέσεις για αντικατάσταση των ιστορικών

κελυφών από νέα μεγαλύτερα, με αποτέλεσμα την αύξηση της πυκνότητας δόμησης,

την υποβάθμιση των συνθηκών κατοίκησης, την αύξηση των αυτοκινήτων και των

μετακινήσεων και βέβαια στην απώλεια της ιστορικής ταυτότητας

5

4. Ο σχεδιασμός της ολοκληρωμένης προστασίας.

Η αντιμετώπιση των παραπάνω προβλημάτων και παράλληλα η προστασία και

ανάπλαση του ιστορικού συνόλου στο οποίο επεμβαίνουμε, είναι προφανές ότι

απαιτεί ένα στρατηγικό πρόγραμμα που θα περιλαμβάνει νομοθετικές και διοικητικές

ρυθμίσεις, καθώς και κοινωνικά και οικονομικά μέτρα σε συνδυασμό με επεμβάσεις

ανάπλασης του δημόσιου χώρου.

Οι νομοθετικές ρυθμίσεις που προκύπτουν με βάση εξειδικευμένες πολεοδομικές

μελέτες, είναι απαραίτητες για την προστασία της μορφής και λειτουργίας του

παραδοσιακού πολεοδομικού ιστού, τη διατήρηση των ιστορικών κτιρίων και

στοιχείων, τον έλεγχο των νέων κατασκευών μέσω ειδικών όρων δόμησης, και τον

καθορισμό των επιτρεπόμενων χρήσεων γης.

Μέσω των διοικητικών μέτρων είναι δυνατή η επιβολή κυκλοφοριακών ρυθμίσεων

και κανονισμών και η εφαρμογή πολεοδομικών μηχανισμών και ειδικών κινήτρων

που βοηθούν στην υλοποίηση των νομοθετικών ρυθμίσεων.

Τα οικονομικά - αναπτυξιακά μέτρα είναι επίσης απαραίτητα για την προσέγγιση της

επιθυμητής μορφής ανάπτυξης με πιθανά δάνεια, επιδοτήσεις, φοροαπαλλαγές, και

λοιπά οικονομικά κίνητρα π.χ για αποκατάσταση παραδοσιακών κτιρίων, για

ενίσχυση επαγγελμάτων κλπ.

Τα κοινωνικά μέτρα, είναι ιδιαίτερα σημαντικά και περιλαμβάνουν, την ενημέρωση

και ευαισθητοποίηση των κατοίκων στα ζητήματα διατήρησης της ιστορικής

φυσιογνωμίας του τόπου τους, την οργάνωση ειδικών εκπαιδευτικών προγραμμάτων

και σεμιναρίων τεχνιτών η μηχανικών, τη συμπλήρωση του κοινωνικού εξοπλισμού,

ειδικές διευκολύνσεις κυκλοφορίας κατοίκων κλπ.

Τέλος, η εκτέλεση έργων ανάπλασης του δημόσιου χώρου, έχει ιδιαίτερη σημασία για

την ανάδειξη και προστασία των ιστορικών συνόλων, στα οποία το διαμορφωμένο

ιδιοκτησιακό καθεστώς και οι κοινωνικές και οικονομικές δομές δεν επιτρέπουν την

εκτέλεση μαζικών έργων αποκατάστασης και εξυγίανσης των ιδιωτικών κελυφών.

Είναι έργα που συμβάλλουν μεταξύ άλλων στην οικονομική ενεργοποίηση του τόπου

και δραστηριοποιούν την ιδιωτική πρωτοβουλία προς την κατεύθυνση

αποκατάστασης, εξυγίανσης και επανάχρησης των παλαιών κελυφών.

6

Περιλαμβάνουν βελτίωση δικτύων υποδομής, διαμορφώσεις δικτύων κίνησης πεζών

σε άμεση σχέση με σημαντικά δημόσια κτίρια και ελεύθερους χώρους,

αποκατάσταση ή αναβάθμιση όψεων, επανάχρηση σημαντικών για την πόλη

ιστορικών κτιρίων, συμπλήρωση κενών του αστικού ιστού, συμπλήρωση αστικού

εξοπλισμού κλπ.

Ο ανασχεδιασμός του δημόσιου χώρου, προϋποθέτει τη μελέτη της μορφής, της

λειτουργίας και της σημασίας του χώρου επέμβασης, την ανάδειξη των ιδιαίτερων

στοιχείων του χαρακτήρα του, και τη διατήρησή του ως ενεργητικού και

πολυλειτουργικού χώρου: ως χώρου συνάντησης, συνάθροισης, επικοινωνίας.

Οι επεμβάσεις ανάπλασης που σχεδιάζονται και εφαρμόζονται στα ιστορικά σύνολα,

εμπεριέχουν εξ αρχής τον ειδικό στόχο “αποκατάστασης” και “ανάδειξης” όλων

εκείνων των στοιχείων που συγκροτούν τον ιδιαίτερο χαρακτήρα, την αξία αλλά και

την ποιότητα του ιστορικού συνόλου. Οφείλουν να σχεδιάζονται στα πλαίσια του

γενικού προγράμματος προστασίας, μέσω του οποίου προτείνεται το απαραίτητο

πλαίσιο για την εφαρμογή τους, και ελέγχονται οι τυχόν ανεπιθύμητες αλλαγές στον

ιστορικό αρχιτεκτονικό και λειτουργικό χαρακτήρα της περιοχής επέμβασης, που

είναι δυνατόν να προκύψουν με την ανάπλαση.

Το παραπάνω πρόγραμμα δεν μπορεί παρά να βασίζεται σε μία εις βάθος μελέτη της

ιστορικής αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής φυσιογνωμίας του ιστορικού συνόλου

στο οποίο αναφέρεται και στην κατανόηση των λειτουργικών του χαρακτηριστικών,

της κοινωνικό-οικονομικής του οργάνωσης, των διαχρονικών του μεταβολών, των

προβλημάτων αλλοίωσης ή υποβάθμισης που αντιμετωπίζει και των αναπτυξιακών

του δυνατοτήτων.

7

5. Η σημερινή πραγματικότητα

Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η κύρια ευθύνη για τον σχεδιασμό της

ολοκληρωμένης προστασίας -όπου εμπεριέχεται και η έννοια της ανάπλασης- ανήκει

στο ΥΠΕΧΩΔΕ, που είναι ο αρμόδιος φορέας για το σχεδιασμό του χώρου και την

έκδοση του σχετικού νομοθετικού πλαισίου, αλλά και της τοπικής αυτοδιοίκησης, η

οποία σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να κινητοποιείται προς την κατεύθυνση

ανάθεσης σχετικών μελετών και επιδίωξης της εφαρμογής τους. Παράλληλα είναι

απαραίτητη η στενή συνεργασία με το ΥΠΠΟ τον κατ΄ εξοχήν αρμόδιο φορέα για την

προστασία μνημείων, ιστορικών κτιρίων, αλλά και ιστορικών τόπων.

Ακόμη, δεδομένου ότι η ολοκληρωμένη προστασία προϋποθέτει την ευθύνη των

φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης και τη συμμετοχή των πολιτών, σύμφωνα και

πάλι με τις διεθνείς συμβάσεις και διακηρύξεις είμαστε υποχρεωμένοι να

καθιερώσουμε μηχανισμούς πληροφόρησης, συμβουλής και συνεργασίας ανάμεσα

στο κράτος την τοπική αυτοδιοίκηση και τα πολιτιστικά ιδρύματα και σωματεία.

Τέλος, η οικονομική και αναπτυξιακή διάσταση της προστασίας θέτει επί τάπητος ένα

ακόμη σοβαρό ζήτημα. Την ανάγκη συγκρότησης αναπτυξιακής – οικονομικής

πολιτικής άμεσα συσχετισμένης με την πολιτική της ολοκληρωμένης προστασίας, και

κατά συνέπεια την ανάγκη ευαισθητοποίησης της πολιτικής εξουσίας και

συνεργασίας και των οικονομικών υπουργείων προς την κατεύθυνση αυτή.

Χαρακτηριστικό και ίσως μοναδικό σε αυτή την έκταση παράδειγμα, αποτελεί η

παρέμβαση ολοκληρωμένης προστασίας, που πραγματοποιήθηκε στο χρονικό

διάστημα 1979 – 1983 στην περιοχή της Πλάκας. Πρόκειται για ένα παράδειγμα

διεθνώς γνωστό, που έχει μάλιστα τύχει και ανάλογων διακρίσεων. Το όλο έργο

υλοποιήθηκε με την εφαρμογή νομοθετικών και διοικητικών μέτρων και

πολεοδομικών ρυθμίσεων, αλλά και με μέτρα κοινωνικού χαρακτήρα. Οι εκτεταμένες

διαμορφώσεις στο δημόσιο χώρο αποτελούσαν τμήμα του συνολικού

προγραμματισμού και εξυπηρετούσαν ταυτόχρονα πολλούς στόχους. Η μεθοδολογία

μελέτης και παρέμβασης και η ύπαρξη του ειδικού γραφείου που παρακολουθεί την

εξέλιξη της περιοχής ήταν υποδειγματικά για την εποχή που εφαρμόστηκαν. Στην

8

9

εφαρμογή του προγράμματος ήταν καθοριστική η πίεση που ασκούσαν οι τοπικοί

φορείς και η ύπαρξη σταθερής πολιτικής βούλησης

Σήμερα ο εντοπισμός των σημείων επιτυχίας ή αποτυχίας της με δεδομένη μάλιστα

την εμπειρία των μικρότερης κλίμακας παρεμβάσεων ανάπλασης και των

μεταλλαγών της λειτουργικής φυσιογνωμίας που έγιναν στο ευρύτερο ιστορικό

κέντρο, έχει πολλά να μας διδάξει. Δύο από τα κυρίαρχα προβλήματα που είχαν

υποβαθμίσει την περιοχή και είχαν εκδιώξει τους κατοίκους της -η κυκλοφορία και

στάθμευση αυτοκινήτων στους στενούς δρόμους και στα άκτιστα οικόπεδα της

Πλάκας και η θορυβώδης νυκτερινή αναψυχή- ενώ τα πρώτα χρόνια είχαν

αντιμετωπιστεί, σήμερα εμφανίζονται με την ίδια σχεδόν οξύτητα παραβιάζοντας, ή

ερμηνεύοντας με ιδιόρρυθμο τρόπο το ισχύον νομικό πλαίσιο.

Το ζήτημα τέλος των «ειδικών ρυθμίσεων» που μπορεί να αποτελέσει βασικό

εργαλείο ανάπλασης, στην περίπτωση των διατηρητέων κελυφών, λειτουργεί ενίοτε

αντίθετα στη λογική των ειδικών διαταγμάτων προστασίας και δημιουργεί

προβλήματα, είτε με την εισαγωγή χρήσεων που αλλοιώνουν το χώρο και τα κελύφη,

είτε με τη σκηνογραφική διατήρηση μόνον των όψεών τους, την πλήρη αλλοίωση της

δομής τους και την υπέρβαση της «χωρητικότητάς» τους.

6. Η στρατηγική της εφαρμογής.

Ο σχεδιασμός ενός προγράμματος προστασίας και ανάπλασης απαιτεί

πολυεπιστημονική προσέγγιση, και τη συμμετοχή και συνεργασία των αρμόδιων

δημόσιων και τοπικών φορέων. Απαιτεί παράλληλα ολοκληρωμένες μελέτες για την

πολύπλευρη αντιμετώπιση των σύνθετων προβλημάτων της πόλης.

Η εφαρμογή του, επιτυγχάνεται μέσα από διαδοχικά βήματα και την κατάλληλη κάθε

φορά στρατηγική, αλλά και μέσα από τη συναίνεση και στήριξη των κατοίκων. Το

πρόγραμμα, θα πρέπει να εξασφαλίσει σταθερή πολιτική και οικονομικούς πόρους

που θα το στηρίζουν και θα του εξασφαλίζουν σταθερότητα στο ρυθμό προόδου.

Πρέπει ακόμη να βρίσκεται σε μία διαρκή διαδικασία ελέγχου και παρακολούθησης

των αποτελεσμάτων του, με στόχο την εξασφάλιση ενός συνεχιζόμενου και

ανατροφοδοτούμενου σχεδιασμού.