ΕΞ ΑΙΜΑΤΟΣ

30
Λιλή Γάτη 1

description

Αντέχεις να δεις τη ζωή σου μέσα από τα μάτια του Μπάμπη; Έστω κι αν αυτός είναι… κουνούπι;

Transcript of ΕΞ ΑΙΜΑΤΟΣ

Λιλή Γάτη 1

2 Εξ αίματος

Η Λιλή Γάτη γεννήθηκε το 1979 στην Αθήνα και έζησε ως τα πρωτοσχολικά της χρόνια στην πατρίδα της καρδιάς της, σ’ ένα μικρό χωριό της Φωκίδας, τα Καστέλλια. Μεγάλωσε στη Νίκαια του Πειραιά και παρόλο που σπούδασε Δίκτυα Η/Υ, εργάστηκε ως επιστημονικός συνεργάτης σε φαρμακευτικές εταιρείες. Τώρα ζει στο Πέραμα του Πειραιά και γράφει για να βλέπει παιδικά μάτια να ταξιδεύουν σε παράξενα μαγικά μέρη, με μικρές εξαιρέσεις τις στιγμές που γράφει για να ταξιδέψει εκείνη στον κόσμο των μεγάλων. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών από την οποία τιμήθηκε το 2009 με το Πρώτο Βραβείο στον πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό της για την νουβέλα «Εξ αίματος». Το 2010 εκδόθηκε το παιδικό διήγημά της «Χελιδονοφωλιά» στην ανθολογία με τίτλο «Γεια σου φίλε» από τις εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή. Το 2011 διακρίθηκε με το Δεύτερο Βραβείο από την Πανελλήνια Ένωση Λογοτεχνών για το παραμύθι «Η βελόνα» και με το Ειδικό Βραβείο «Γιώργης Χαλατσάς» στον πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό «Στέλιος Ξεφλούδας» με το διήγημα «Αθανασία», το οποίο συμπεριελήφθη στην ανθολογία με τίτλο «Έγκλημα στο χωριό» και εκδόθηκε από την OPENBOOK.

Λιλή Γάτη 3

ΛΙΛΗ ΓΑΤΗ

ΕΞ ΑΙΜΑΤΟΣ

Νουβέλα

4 Εξ αίματος

Λιλή Γάτη, Εξ αίματος ISBN: 978-618-5040-68-0 Απρίλιος 2014

Σχέδιο εξωφύλλου: Νίκος Παλαιούδης Σύνθεση εξωφύλλου: Γιάννης Πασχάλης Σοφία Γάτη Νίκος Παλαιούδης Λιλή Γάτη Επιμέλεια, διορθώσεις: Αντωνία Αριστοδήμου [email protected] Σελιδοποίηση: Ηρακλής Λαμπαδαρίου www.lampadariou.eu

Εκδόσεις Σαΐτα Αθανασίου Διάκου 42, 652 01, Καβάλα Τ.: 2510 831856 Κ.: 6977 070729 e-mail: [email protected] website: www.saitapublications.gr

Σημείωση: Η γραμματοσειρά που χρησιμοποιήσαμε είναι προσφορά του Aka-acid (www.aka-acid.com).

Άδεια Creative Commons Αναφορά δημιουργού – Μη εμπορική χρήση

Όχι παράγωγα έργα 3.0 Ελλάδα Με τη σύμφωνη γνώμη του συγγραφέα και του εκδότη, επιτρέπεται σε οποιονδήποτε αναγνώστη η αναπαραγωγή του έργου (ολική, μερική ή περιληπτική, με οποιονδήποτε τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλο), η διανομή και η παρουσίαση στο κοινό υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις: αναφορά της πηγής προέλευσης, μη εμπορική χρήση του έργου. Επίσης, δεν μπορείτε να αλλοιώσετε, να τροποποιήσετε ή να δημιουργήσετε πάνω στο έργο αυτό. Αναλυτικές πληροφορίες για τη συγκεκριμένη άδεια cc, διαβάστε στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/3.0/gr/

Λιλή Γάτη 5

6 Εξ αίματος

Λιλή Γάτη 7

στους γονείς μου, Μηνά και Μαρία

8 Εξ αίματος

χ! Το κεφάλι μου πάει να σπάσει! Αυτό το χθεσινό γεύμα ήταν χειρότερο κι από Baygon. Και πες το Baygon λίγο λίγο, τζούρα στην τζούρα, το παλεύουμε οικογενειακώς.

Αυτόν τον διάολο όμως με τίποτα. Τι ήπιε ο τύπος χθες; Κρασί, ούτε καν! Τριακοσίων ετών ουίσκι ήπιε, το κέρατό μου! Κι έφαγε και τον περίδρομο! Θα σκάσει και μετά θα λιμοκτονήσω. Την προβοσκίδα μου μέσα! Όχι να μιλήσω δεν μπορώ… ούτε να πετάξω. Ε, οχτάρια στον αέρα δεν είναι κι ό,τι καλύτερο μπορεί να σου συμβεί και μάλιστα μέρα μεσημέρι!

Λοιπόν, εμένα με λένε Μπάμπη. Χαραλάμπη δηλαδή. Τα παιδιά με φωνάζουν πατέρα και η γυναίκα ζουζουνάκι. Το όνομά μου δεν το διάλεξα παρ’ ότι βαφτίστηκα με τιμή και δόξα στην εκκλησία του Αϊ-Γιώργη, στα Καστέλλια Φωκίδας, και μάλιστα από τον αρχηγό της φυλής όλης της ορεινής Δωρίδας. Ντάλα καλοκαίρι, κόσμος και ντουνιάς, που λες, στα βαφτίσια και πλουσιοπάροχο το τραπέζι. Πήγαινε το ΑΒ θετικό και το 0 ρέζους αρνητικό σύννεφο για τα θηλυκά! Αρχοντιά! Κι αν πεις για μας τα αγοράκια; Κάθε λογής λουλούδι. Κάθε ποιότητας κι ευωδίας μοναδικό νέκταρ! Έμεινε στην ιστορία τέτοιο φαγοπότι.

Ω

Λιλή Γάτη 9

Αμέσως μετά όμως μετακομίσαμε με τη συγχωρεμένη τη μαμά, χρησιμοποιώντας το φορτηγάκι της οικογένειας που μέναμε τότε, για μια καλύτερη ζωή. Για μια καλύτερη ζωή αυτοί, για μια καλύτερη ζωή κι εμείς. Τώρα, αν με ρωτάς πόσο μυαλό είχε μια ολόκληρη οικογένεια να πάρει τέσσερα κουτσούβελα, ν’ αφήσει αυτό το πανέμορφο χωριό και να έρθει να εγκατασταθεί στο χάος της μεγαλούπολης; Τι να σου πω; Απορώ. Απορώ και με την απόφαση της μαμάς. Τέλος πάντων. Ο Θεός ας συγχωρέσει την καημένη τη μαμά!

Έλεγα λοιπόν πως τ’ όνομά μου δεν το διάλεξα. Έτσι έλεγαν τον παπά που έτυχε να κάνει την άλλη βάφτιση. Τη βάφτιση του μωρού των ανθρώπων. Το άκουσε η μαμά, ενθουσιάστηκε και να ’μαι. Βέβαια, αλήθεια σου λέω, δεν έχω κανένα πρόβλημα με αυτό.

Ότι τα παιδιά με λένε πατέρα, το θεωρώ πολύ όμορφο. Όχι μπαμπά και βλακείες. Έτσι το νιώθω πιο πολύ. Ε, και καμαρώνω εδώ που τα λέμε. Άλλωστε, αν καμαρώνω για ένα πράγμα σ’ αυτή τη ζωή, αυτό είναι τα παιδιά μου. Πρώτα στις δουλειές, υπάκουα, πρώτα και στις αφαιμάξεις! Μυρίζουν φρέσκο αίμα από τα χιλιόμετρα! Και πάνω απ’ όλα αποφεύγουν τις κακοτοπιές, όπως ο διάολος το λιβάνι. Κι αν πεις για τη μικρή, τη χρυσοφτερούσα μου… Αχ! Καρδιές θα κάψει μεγαλώνοντας!

Η γυναίκα μου τώρα που με λέει ζουζουνάκι… Ε, όχι και ζουζουνάκι, ο Μπάμπης ο πρόεδρος της κουνουπικής κοινότητας Παναγίτσας Νίκαιας! «Τι ζουζουνάκι, ρε γυναίκα; Κατσαρίδα ή σκνίπα;»

Είπα σκνίπα και να το πάλι. Το κεφάλι μου πάει να σπάσει. Σκνίπα κόντεψε να με κάνει ο τύπος. Όπου τύπος, βλέπε ο πατέρας της οικογένειας που πληρώνει το νοίκι για να μένουμε στα 92

10 Εξ αίματος

τετραγωνικά. Large. Άπλας, που λένε και τα κουνουπάκια μου. Τεράστιος, που λέω κι εγώ. Κι όταν λέω Τεράστιος το εννοώ. 144 ολόκληρα κιλά λέει η ζυγαριά του. Σχεδόν βογκάει όταν ανεβαίνει.

Απ’ αυτόν κληρονόμησα κι όλα μου τα προβλήματα. Δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση ν’ αφήσω τα παιδιά μου να τον πλησιάσουν. Αυτό είναι κανόνας απαράβατος. Δεν θα τα πάω και στους Ανώνυμους Αλκοολικούς για το χατίρι του Άπλα. Παρεμπιπτόντως και για την ιστορία, τον τύπο τον λένε Φώτη. Πολύ πετυχημένο, όλη η φώτιση πάνω του έπεσε! Τέλος πάντων!

Το φαΐ, που λες, είναι μοιρασμένο. Η γυναίκα τρώει από την κυρα-Κούλα. Ωραία γυναίκα η κυρα-Κούλα. Με τα τούτα της, με τα άλλα της, με την υγιεινή διατροφή και τα γυμναστήριά της. Και το φαΐ να μυρίζει λουλούδια. Έστω κι αν αυτά είναι από το άρωμά της κυρα-Κούλας. Μεγάλη τύχη! Αλλά και η δικιά μου δεν πάει πίσω. Να δεις φτερά να σου πέσει η προβοσκίδα! Όχι επειδή είναι γυναίκα μου, αλλά περνάει η κυρα-προεδρίνα και σταματούν οι αφαιμάξεις!

Τα παιδιά από την άλλη τρώνε από τα κουτσούβελα του Τεράστιου. Πρώτη ποιότητα. Φιλέτο, που λέει κι αυτός. Και καλά παιδιά. Ούτε πίνουν, ούτε καπνίζουν, ούτε κακές παρέες και ξενύχτια. Και το πιο σημαντικό. Πάντα στην ώρα τους στο σπίτι. Μας συμφέρει αυτό γιατί τα κουνουπάκια μου πρέπει να έχουν γεύματα σε σταθερές ώρες. Α! Έτσι ξέρω εγώ από τη συγχωρεμένη τη μαμά.

Μου έλεγε: «Λαμπάκι μου… ». Ρεζίλι με έκανε μ’ αυτό το υποκοριστικό! Αίμα έφτυσα, που λέει ο λόγος, για να πείσω φίλους και γνωστούς να με φωνάζουν Μπάμπη ή έστω Χαραλάμπη! Λοιπόν ναι, μου έλεγε: «Λαμπάκι μου, το άλφα και το ωμέγα για να γίνεις γερός και δυνατός σαν τον πατέρα σου είναι να τρως σωστά. Σε

Λιλή Γάτη 11

σταθερές ώρες και από πρώτης ποιότητας νέκταρ». Νέκταρ! Αχ, ρε μαμά! Πώς γεννηθήκαμε και πού καταλήξαμε με την άτιμη τη μεγαλούπολη! Με τη μεγαλομανία σου για τις τεράστιες πόλεις και τις απρόβλεπτες ευκαιρίες!

Εγώ, που λες, όπως και κάθε γνήσιο αρσενικό που σέβεται τα λέπια του και τις τριχωτές κεραίες του, μεγάλωσα με λουλούδια! Ναι, άσε τα χασκογελάκια! Με λουλούδια! Με την πιο γκουρμέ κουζίνα! Χρυσάνθεμα, βιολέτες, τριαντάφυλλα, μαργαρίτες! Αχ… Γεννημένος vegan, όχι και καλά χορτοφάγος. Κι από vegan… κατέληξα σχεδόν γυναικωτός. Κύρια πηγή τροφής: αίμα. Μας κοροϊδεύουν και οι μύγες έτσι που καταντήσαμε. Οι άντρες να πίνουν αίμα. Πού ακούστηκε; Κι έχω κάνει και τον γιο μου ανώμαλο! Αλλά τι να κάνεις, αδερφέ; Πού να τα βρεις τα λουλούδια στη μεγαλούπολη;

Η ζωή δεν σου τα φέρνει όπως τα υπολογίζεις. Που λες, δεν φτάνει που γίνεσαι αιμοδιψής, μπαίνουν και στη μέση οι προτεραιότητες. Εννοείται ότι τα παιδιά είναι πάνω απ’ όλα κι αναγκάζεσαι για να επιβιώσεις να κάνεις ακόμα μεγαλύτερο κακό στον εαυτό σου. Όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται αυτό, αυτή είναι η μαύρη αλήθεια!

— Ζζζ… Συναγερμός!!! Οικογένεια! Βάλανε το μηχανάκι με την ταμπλέτα στην πρίζα! Όλοι έξω απ’ τα υπνοδωμάτια. Γρήγορα στο μπάνιο, πίσω από το καλοριφέρ.

— Έρχομαι, ζουζουνάκι μου. — Παρ’ τα φτερά σου, ρε γυναίκα. Δεν πάμε βόλτα. Μάζεψε και

τη μικρή που νομίζει ότι είναι ώρα για πασαρέλα. Γρήγορα! Η κυρα-Κούλα άρπαξε και το σπρέι, την οικολογία τους μέσα! Σβήσανε και τα φώτα, τα βόδια, προχτές για να σώσουν τον πλανήτη! Ναι, τα φώτα

12 Εξ αίματος

σε μαράνανε κυρα-Κούλα! Τα κωλοσπρέι σου, που φτάνουν και περισσεύουν για να κάνουν την τρύπα του όζοντος μεγαλύτερη από τη γη, δεν τα υπολογίζεις! Και σου είπα, ρε Γρηγόρη μου, σιγά σιγά με τα πιτσιρίκια. Κοίτα πώς τον έκανες τον κεφτέ τον γιο του κυρ Φώτη. Πουά! Κράτει, ρε παιδιά. Έχουν γίνει επικίνδυνα τα πράγματα. Μη βάζουμε τα πόδια μας και βγάζουμε τα μάτια μας. Και ρε Γρηγοράκη μου, πίνε κι από το κοριτσάκι που τρώει και φρουτάκια, παιδί μου, να πάρεις καμιά βιταμινούλα. Κι εσύ μικρή, πώς το βλέπεις; Ο αδελφός σου θα είναι με παιδική παχυσαρκία κι εσύ με νευρική ανορεξία; Συμμορφωθείτε, ρε παιδιά.

— Έλα, ζουζουνάκι μου! — Ρε γυναίκα, μ’ αυτό το ζουζουνάκι! — Έλα μωρό μου, άσε τα παιδιά. Δεν βλέπεις ότι είναι

τρομαγμένα; Τους τα λες μετά. Άντε τώρα να τα ησυχάσεις… Θα κάτσουμε καμιά ωρίτσα πίσω

από το καλοριφέρ να περάσει η επίδραση από τα δηλητήρια και μετά πάλι έξω. Να φάμε και λιγάκι. Πω πω! Τι είπα; Μέσα σ’ όλη αυτή την καταστροφή να φάμε; Γαμώ την καταδίκη μου! Ίδιος με τον Φώτη κατάντησα. Κοιλιόδουλος!

Είχα μείνει λοιπόν στο ότι όσο οξύμωρο κι αν ακούγεται, για να επιβιώσεις αναγκάζεσαι να κάνεις κακό στον εαυτό σου. Γιατί ο άρτος ο επιούσιος καμιά φορά είναι γεμάτος με ανούσιες και καταστροφικές ουσίες. Ο Large λοιπόν που λέγαμε, ο οποίος είναι και η μοναδική πηγή της επιβίωσής μου, μοχθεί καθημερινά για να διατηρήσει και να αυγατίσει τα 144 ολόκληρα κιλά του. Αυγά με μπέικον για πρωινό, κοψίδια για μεσημεριανό, μπινελίκια στα ενδιάμεσα κι έξτρα κοψίδια με μπινελίκια για βραδινό. Θα σκάσεις, ρε φίλε μου!

Λιλή Γάτη 13

Οι εξετάσεις που πήρε από τον γιατρό ήταν περισσότερες κι από τη λίστα που φτιάχνει η κυρα-Κούλα για το σουπερμάρκετ. Και καταλαβαίνεις για τι λίστα μιλάμε. Και τα φάρμακα που του πήρε; Τύφλα να έχει η λίστα του Schindler1!

Έχουμε και λέμε. Χοληστερίνη, τριγλυκερίδια, υπέρταση, ουρία και κρεατινίνη στο φουλ και ζάχαρο για μπακλαβά! Και τα τελευταία λόγια του γιατρού: «Το ζάχαρο καταστρέφει πρώτα τα μικρά αγγεία». Με ρέγουλα, κυρ Φώτη! Σκοτώνεις κόσμο, το κέρατό μου! Αν ο διαβήτης σκοτώνει πρώτα τα μικρά αγγεία… Ζήτω που καήκαμε! Με το πετιμέζι που κυλάει στο αίμα μου σε συνδυασμό με τα αγγειάκια μου, μάλλον μου λείπει το καρτελάκι με την ημερομηνία λήξης.

Αν πεις για τη χοληστερίνη; Πού πας, ρε χριστιανέ μου, με LDL2 190; Καλά που εγώ πετάω πολύ και η HDL3 μου μπορεί και να με σώσει! Στην τελική ας μας το πει: «Δεν έχω αίμα, ρε παιδιά. Στις φλέβες μου κυλάει όμορφο, αγνό λίπος». Το κέρατο μου! Την προβοσκίδα μου μέσα! Ρε, έρχεται βούζοντας4 το έμφραγμα!

Αλλά, αδερφέ, δεν φτάνει αυτό! Όοοχι! Πίνει από το μεσημέρι όλο τον Βόσπορο και καπνίζει από το χάραμα όλη την Ξάνθη! Κι άμα του βάζει πάγο για το αλκοόλ η κυρα-Κούλα, έχει πάντα έτοιμη την ίδια ατάκα: «Ένα, ρε γυναίκα». Και τότε, η κυρα-Κούλα βάζει τέρμα ένταση στην κασέτα: «Ένα δάχτυλο σου είπε ο γιατρός, Φώτη, όχι ένα βαρέλι! Θα πεθάνεις! Θα μου κλείσεις το σπίτι! Θα μ’ αφήσεις χήρα

1 «Η λίστα του Σίντλερ» (Schindler’s List) είναι μια αμερικανική δραματική ταινία. 2 Λιποπρωτεΐνη χαμηλής πυκνότητας, γνωστή και ως κακή χοληστερίνη. 3 Λιποπρωτεΐνη υψηλής πυκνότητας, γνωστή και ως καλή χοληστερίνη. 4 Βουίζοντας.

14 Εξ αίματος

και τα παιδιά μου ορφανά στους πέντε δρόμους». Κι εμάς άστεγους, στο συσσίτιο της εκκλησίας, να συμπληρώσω εγώ. Και συνεχίζει: «Περισσότερο μυαλό έχει ο Θανασάκης μας. Αλλά δεν φταις εσύ, καλά μου τα ’λεγε η μάνα μου να μην τον πάρω τον κοιλιόδουλο! Πού μυαλό! Με τύφλωσαν οι έρωτες!» Και μετά ξεκινάει αυτά που κλασικά ξεκινάνε όλες οι γυναίκες. Ότι της έφαγε τα καλύτερά της χρόνια, ότι την πήρε μπουμπούκι και τη μάρανε και τέτοια.

Λα μινόρε η κυρα-Κούλα, λα μινόρε και η δικιά μου! Θα το πει όλο το τραγούδι! Μπλέξαμε, Φώτη! «Ρε γυναίκα,» της λέω «άσε την κατσάδα! Εγώ ευθύνομαι για τις κραιπάλες του Φώτη; Που καταστρέφομαι να μη σας λείψει τίποτα; Που είμαι όλη μέρα στο σπίτι; Που δεν σηκώνω τα μάτια μου να δω άλλο θηλυκό; Που κάθε βράδυ τέλος πάντων… κοιμάσαι στην αγκαλίτσα μου;» Τίποτα η προεδρίνα! Κι άμα ζωστεί τα άρματα, δεν σε ξεπλένει ούτε ο Νείλος. Βγάζει και τις έξι καρφίτσες που έχει στο στόμα και σε πιάνει ρίγος, φίλε μου!

— Συναγερμός τέλος, οικογένεια! Πέρασε η επίδραση από τα δηλητήρια. Άντε, γυναικάρα μου, να στρώσεις τη φωλίτσα να πάρουμε κανέναν υπνάκο! Κι έρχομαι κι εγώ. Κι εσείς, αγρίμια, όμορφα στη βόλτα. Είναι επικίνδυνα τα πράγματα. Ένα λάθος μπορεί να αποβεί και μοιραίο. Τα μάτια σας δεκατέσσερα!

— Μην αργήσεις, ζου… Μπάμπη μου! Κι αμέσως, φίλε, να σε περιμένει έτοιμο στρωμένο το κρεβατάκι

σου, η γυναίκα νωχελικά ξαπλωμένη δίπλα σου κι ένα Βloody Mary5 στο ποτήρι για να χαλαρώσεις… Αχ! Αυτή είναι ζωή! Αν δεν είχα τόσο

5 Κοκτέιλ με βότκα και χυμό ντομάτας.

Λιλή Γάτη 15

σοβαρά ιατρικά προβλήματα, θα ήμουν πραγματικά ευτυχισμένος! Ξαπλώνω αγκαλιά με τη γυναίκα όμως και προς στιγμήν τα ξεχνάω όλα.

— Θυμάσαι; — Μπορώ να ξεχάσω, ζουζουνάκι μου; — Ρε γυναίκα, μ’ αυτό το ζουζουνάκι! — Έλα μωρό μου… Πες μου… — Θυμάσαι… εκείνο το βράδυ… στο μπαλκόνι της κυρα-Κούλας;

Πετούσες γύρω από την παράξενη τριανταφυλλιά κι έπινες το νερό από το πιατάκι της… Αχ…

Η γυναίκα της ζωής μου, φίλε. Όταν την είδα, μου έπεσε το σαγόνι μαζί με την προβοσκίδα! Έχασα το φως μου! Μόλις είχα χάσει τη συγχωρεμένη τη μαμά κι όπως καταλαβαίνεις ταυτόχρονα τα είχα χάσει κανονικά. Είχα πρόσφατα μετακομίσει στην καινούργια γειτονιά –δεν άντεχα λεπτό στο παλιό σπίτι, όλα μου θύμιζαν τη μαμά– και βόλταρα με τον κολλητό μου για την αναγνώριση του νέου περιβάλλοντος. Κι έμεινα στήλη άλατος. «Φίλε» του λέω «μ’ αυτή τη γυναίκα θα κάνω οικογένεια και παιδιά». Αυτός γέλασε με την καρδιά του, αλλά εγώ πέταξα με φόρα προς το μέρος της. Τα υπόλοιπα είναι πολύ προσωπικά. Σημασία έχει πως δεν σταμάτησα ποτέ από τότε να τη λατρεύω. Ούτε για ένα λεπτό. Μη με ρωτήσεις αν της το λέω. Το ξέρει.

Επιστροφή όμως στην πεζή πραγματικότητα και το σχέδιο έχει ως εξής. Ο γιατρός είπε του τύπου να παίρνει το φάρμακο για τη χοληστερίνη το βράδυ πριν από τον ύπνο. Κάνει, λέει, καλύτερη δουλειά όταν το παίρνει κανείς το βράδυ και για να το λέει ο επιστήμονας κάτι θα ξέρει. Το μόνο που με φόβισε λιγάκι είναι πως ο

16 Εξ αίματος

γιατρός του Φώτη είναι πάνω κάτω στα κιλά του. Ε, όσο να ’ναι, λέω τώρα εγώ, γιατρός και να τρώει τον άμπακο; Αφού υποτίθεται πως τις ξέρει τις συνέπειες. Τέλος πάντων. Σημασία έχει πως αν ο Φώτης παίρνει το φάρμακο πριν από τον ύπνο, πρέπει να στήνω καραούλι καμιά ώρα μετά που θα έχει περάσει στο αίμα του, για να το παίρνω κι εγώ. Ωραία ως εδώ. Το φάρμακο για το ζάχαρο πρέπει να το παίρνει το πρωί πριν από τον καφέ και το μεσημέρι πριν από το φαγητό. Πριν από το πρωινό χάπι του ζαχάρου όμως πρέπει να παίρνει τη γαστροπροστασία για το στομάχι. Άρα, τσιμπώ μετά τον πρωινό καφέ και μετά το μεσημεριανό φαγητό. Τα ωμέγα-3 για τα τριγλυκερίδια πρέπει να τα παίρνει μετά το μεσημεριανό και μετά το βραδινό, άρα καλά είμαστε μέχρι εδώ. Το αντιυπερτασικό του είπε να το παίρνει κατά τις 9 το πρωί, άρα το χάνω, το κέρατό μου, γιατί ο Φώτης θα είναι στη δουλειά. Την πάτησα. Και καμιά ώρα πριν από τον ύπνο για την πίεση και προκειμένου να χαλαρώσει πρέπει να παίρνει και βενζοδιαζεπίνες! Ωραία! Μόνο τα ηρεμιστικά μου έλειπαν. Αλλά αφού χάνω το πρωινό χάπι της πίεσης, αναγκαστικά θα πέσω και στα κοκκινόγραμμα. Ωραία! Ηρεμιστικά κι ένα βαρέλι κρασί το βράδυ. Καλά πάμε! Αχ, ρε μαμά! Με την άτιμη τη μεγαλούπολη. Που θα έπινα τώρα το νέκταρ μου στην αυλή του Αϊ-Γιώργη και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Άρχοντας θα ήμουν, το κερατάκι μου μέσα!

Τι βρώμα είναι αυτή, ρε γαμώτο; Πω πω! Άγνωστη! Ή μάλλον κάτι μου θυμίζει. Αμάν! Όχι, ρε φίλε! Η τρελο-Κούλα ανακάλυψε και τη σιτρονέλα. Ε, βέβαια! Τέτοια οικολόγος με τέτοιες περγαμηνές, αυτό θα τις ξέφευγε; Και δεν έχουν γυρίσει και τα παιδιά ακόμα στο σπίτι. Έχουν μουδιάσει και τα λέπια από τα πόδια μου. Ούτε όταν

Λιλή Γάτη 17

πίνει ο Φώτης όλο το Αιγαίο, δεν νιώθω έτσι. Πού είναι τα παιδιά; Θα μου σακατευτούνε πουθενά με τις εξυπνάδες της βαρεμένης. Ελπίζω να σκεφτούνε τις οδηγίες επιβίωσης που έχω δώσει για τις περιπτώσεις άγνωστων κινδύνων. Τι θα κάνω; Δεν μπορώ να κουνηθώ.

— Γυναίκα, τα παιδιά μας βρίσκονται σε κίνδυνο! Γυναίκα! Γυναίκα!

— Ζζζ… — Τέλεια! Αυτήν την έπιασε για τα καλά η σιτρονέλα. Κι εγώ

σκέφτομαι πλέον με δυσκολία. Τα παιδιά… Ο Γρηγόρης μου έχει και το άσθμα… Τα παιδιά… Έχει μουδιάσει το μυαλό μου… Τα παιδ…

«Λαμπάκι μου… Μια φορά κι έναν καιρό στο κέντρο του κόσμου ζούσε ένας τεράστιος γίγαντας που τον έλεγαν Φονιά. Ήταν ένα πολύ άγριο, φοβερό και τρομερό ανθρωπόμορφο τέρας που ζούσε πίνοντας το αίμα των ανθρώπων. Δεν σταματούσε λοιπόν ποτέ η όρεξή του και κάθε φορά που έπινε το αίμα ενός ανθρώπου τον έπιανε ακόμη μεγαλύτερη δίψα. Κι έτσι, σιγά σιγά έφτασε στο σημείο σ’ ένα και μόνο γλέντι του να εξαφανίζει ολόκληρα χωριά. Ξεκινούσε από τους παππούδες κι έφτανε στο επιδόρπιο με μανία. Ξεκλήριζε ακόμη και τα νηπιαγωγεία. Οι άνθρωποι είδαν κι αποείδαν μ’ αυτή την κατάσταση κι αποφάσισαν, όσοι ζούσαν ακόμη, να βάλουν ένα τέλος σ’ αυτήν τη θηριωδία. Βρήκαν το πιο γενναίο παλικάρι της γης κι αποφάσισαν να το στείλουν σε μια αποστολή που θα ήταν είτε η αυτοκτονία του είτε η σωτηρία ολόκληρου του πλανήτη. Έτσι λοιπόν κι έγινε. Ο γενναίος ξάπλωσε ένα πρωινό φαρδύς πλατύς εκεί που ο Φονιάς έπινε νερό. Ο γίγαντας τον είδε ξαπλωμένο και τον πήρε για νεκρό. Το μόνο που σκέφτηκε, αφού διαπίστωσε πως ήταν ακόμη ζεστός, ήταν πως οι

18 Εξ αίματος

άνθρωποι είναι τόσο χαζοί που διευκολύνουν ακόμη πιο πολύ τα γεύματά του. Και με τούτα και με τα άλλα τον πήρε στη σπηλιά του για να του πιει το αίμα, αφού πρώτα τον βράσει καλά. Όταν έφτασε στη γεμάτη βρώμα και υγρασία σπηλιά του, είδε ότι δεν είχε ξύλα για τη φωτιά και βγήκε να μαζέψει. Ο μικρός του γιος που ήταν εκεί και ήταν τόσο μικρός, σχεδόν σαν άνθρωπος, βγήκε να περιεργαστεί το πτώμα. Τότε, ο γενναίος με ένα σάλτο έβαλε το μαχαίρι του στο λαιμό του παιδιού-γίγαντα και τον ρώτησε πού είχε ο Φονιάς την καρδιά του. Το παιδί-γίγαντας του αποκάλυψε πως ο πατέρας του είχε την καρδιά στη φτέρνα. Ο γενναίος τον άφησε να φύγει κι έστησε καρτέρι περιμένοντας τον Φονιά. Μόλις ο γίγαντας μπήκε σπίτι, ο γενναίος του έμπηξε το μαχαίρι στη φτέρνα και τον σκότωσε. Τότε ο Φονιάς είπε την τελευταία του λέξη: “Θα σας πίνω το αίμα μια ζωή” κι έσβησε. Ο γενναίος τον έκοψε κομματάκια και τον σκόρπισε στους πέντε ανέμους. Όμως ξαφνικά τα κομμάτια έγιναν καπνός κι ο καπνός σμήνη από κουνούπια. Κι ένα, το πιο γιγαντόσωμο, τσίμπησε στο χέρι τον γενναίο. Και η φωνή ξανακούστηκε: “Θα σας πίνω το αίμα για πάντα”. Κι έτσι γεννήθηκαν τα κουνούπια, Λαμπάκι μου»6.

— Μαμά; Γυναίκα, ξύπνα! Ξύπνα! Είδα εφιάλτη! — Μμμ… Πάλι η μαμά σου με τον μύθο της γένεσής μας,

ζουζουνάκι μου; — Ρε γυναίκα, μ’ αυτό το ζουζουνάκι! Τα παιδιά! Πού είναι τα

παιδιά; Δεν την είδα για καλό τη μάνα μου, σου λέω. Προειδοποίηση ήταν!

6 Παραλλαγή παλιού ινδιάνικου μύθου.

Λιλή Γάτη 19

— Να τα παιδιά, Μπάμπη μου, μην κάνεις σαν τρελός. Σκέψου την υγεία σου που είναι τόσο βεβαρημένη. Θα πάθεις κανένα έμφραγμα. Κοιμούνται του καλού καιρού. Ποιος ξέρει τι ώρα γύρισαν. Μη θυμώνεις! Τα ξέχασες τα δικά μας;

Φίλε μου, χαμπάρι δεν πήρε! Το δικό μου κεφάλι απ’ την άλλη πάει να σπάσει. Σου λέω, οι γυναίκες έχουν τρελές αντοχές. Σε ενδεχόμενη καταστροφή δυο είδη θα επιβιώσουν. Οι γυναίκες και οι κατσαρίδες. Μη γελάς. Θα το δεις ότι θα επιβεβαιωθώ. Πρέπει να πάω να πιω τα πρωινά μου φάρμακα κι αμέσως μετά να συγκαλέσω έκτακτο κουνουπικό συμβούλιο της περιοχής. Αν διαδώσει στα κουτσομπολιά η κυρα-Κούλα τα νέα για τη φονική σιτρονέλα, χαθήκαμε. Ξεκληριστήκαμε! Αφανιστήκαμε! Αχ, ρε μαμά! Τι είχαμε να αντιμετωπίσουμε στο χωριό; Άντε και καμιά γλάστρα με βασιλικό. Κι εδώ έχουμε πόλεμο κάθε μέρα. Την προβοσκίδα μου μέσα! Δεν μας φτάνουν τόσα προβλήματα! Κάθε μέρα αγώνας! Κάτσε, ρε Φώτη, σε μια μεριά, να τελειώνουμε και με τα φάρμακα. Μη μου δυσκολεύεις κι εσύ τη ζωή. Αχ! Τούμπανο έγινε το στομάχι μου! Ωραίο πρωινό! Χημικό, θα μου πεις! Αλλά τι να γίνει; Τρέχουμε τώρα! Τα πήρε στο κρανίο ο Άπλας! Ε, όχι και μυγοσκοτώστρα, μεγάλε! Με σκοτώνεις κάθε μέρα με τα λιπίδιά σου θα με φας και λάχανο για ένα τσίμπημα; Μέγας είσαι, Κύριε! Τα φτερά στην πλάτη και δρόμο! Όπου φύγει, φύγει!

Είναι λοιπόν τρελοί αυτοί οι άνθρωποι. Καλά τους έκανε ο Φονιάς και τους έπινε το αίμα. Καλά κάνουμε κι εμείς. Αλλά ξέρεις τι μου τη δίνει περισσότερο απ’ όλα, μεγάλε; Μου τη σπάει όσο τίποτα που λένε εμάς παράσιτα. Εμείς είμαστε δηλαδή το πρόβλημα του κόσμου τους. Δεν μπορούν να καταλάβουν ότι αυτό που ζούμε δεν

20 Εξ αίματος

είναι κόσμος τους αλλά κόσμος μας. Εντοπίζουν ένα πρόβλημα, μεταθέτουν τις ευθύνες τους όπου μπορούν ή αν δεν μπορούν να βρουν εξιλαστήριο θύμα, μεταφέρουν τις ευθύνες τους στο ίδιο το πρόβλημα. Παρά τα χιλιόμετρα του ύψους τους, το τεράστιο κεφάλι τους και τα απεριόριστα λίτρα του αίματός τους, δυστυχώς δεν μπορούν να χωρίσουν δυο γαϊδουριών άχυρα, που λένε και στα Καστέλλια Φωκίδας. Είναι τόσο υπερφίαλοι κι εγωιστές! Νομίζουν πως τους ανήκουν τα πάντα. Από τη μια λένε πως νοιάζονται για το περιβάλλον όπου ζουν –ξεχνάνε όμως πάντα ότι σ’ αυτό ζουν κι άλλα όντα– κι από την άλλη το καταστρέφουν με τα ίδια τους τα χέρια. Τώρα τελευταία, φίλε μου, είναι της μόδας να είσαι οικολόγος. Έχει κάνει λοιπόν σημαία την οικολογία ο κάθε τυχάρπαστος για να είναι in ανάμεσα στους άλλους άσχετους που πουλάνε φύκια για μεταξωτές κορδέλες για να είναι περισσότερο in. In και άντε μην πω καμιά βαριά κουβέντα. Η κυρα-Κούλα δηλαδή οικολόγος. Δεν μπορώ και να γελάσω, με τόσο που έφαγα πονάει το στομάχι μου. Μπορεί και να μην είναι από το φαγητό όμως. Την πήρα δεν την πήρα τη γαστροπροστασία, η μετφορμίνη, η ουσία για το ζάχαρο ντε, προκαλεί γαστρεντερικές διαταραχές. Το κέρατό μου! Τι έλεγα; Α, ναι. Η κυρα-Κούλα οικολόγος. Επειδή έσβησε τα φώτα για μια ώρα. Μετά που άναψε και της αποθήκης τα προβολάκια για να σώσει από το στραβοπάτημα τα ποντίκια, δεν μετράει! Πάρα πολύ οικολόγος! Πως λέμε πάρα πολύ καλό παιδί; Αυτό! Έτσι μου έρχεται να εισηγηθώ στην κοινότητα να της στήσουμε άγαλμα! Για να μείνει στην αιωνιότητα η προσπάθειά της για τη σωτηρία του πλανήτη. Βέβαια, δεν ξέρω ακόμα πιο θέμα να διαλέξω για το άγαλμα. Τη σκηνή που μας ψεκάζει με το Baygon; Τη σκηνή που βάζει λακ στα μαλλιά της;

Λιλή Γάτη 21

Ή λες καλύτερα τη σκηνή που πήρε τηλέφωνο τις υπηρεσίες του δήμου για να καταγγείλει ότι έπρεπε να κοπεί το δέντρο που είναι μπροστά από το σπίτι της, γιατί της κόβει τη θέα; Κατά τα άλλα, η σιτρονέλα τη μάρανε. Να μην επιβαρύνει και τη φύση! Να προτείνω μήπως για ανδριάντα τον Τεράστιο; Του πάει του κυρ Φώτη! Μόνο που θα χαλάσουμε πολύ μάρμαρο. Ο όγκος βλέπεις! Του αξίζει όμως η τιμή. Ούτε πέντε κοπάδια κατσίκια δεν έχει φάει! Και κάθε Σαββατοκύριακο που πάει για κυνήγι –επιτρέπεται δεν επιτρέπεται, δεν έχει σημασία– όλο και κάτι φέρνει. Ξέρω, ξέρω… για τα παιδιά! Να φάνε αγνό κρεατάκι! Τα πουλάκια μου! Για να μη θυμηθώ τις εκδρομές στη θάλασσα. Που πάνε φορτωμένοι πολεμοφόδια, λες και θα έρθει η κατοχή! Και να τα πλαστικά σωσίβια για τα θηρία τους και να οι πλαστικές βάρκες και να τα πλαστικά παιχνίδια και να οι πλαστικές σακούλες και τα πλαστικά μπουκάλια να ταξιδεύουν στο απέραντο γαλάζιο. Λες και της έλειπε της θάλασσας και της ακτής το ντεκόρ του κάθε ανεγκέφαλου. Και τι ντεκόρ! Παντοτινό! Μάγκα μου, εγώ γράμματα δεν ξέρω, αλλά μα τα δώδεκα, θα ήθελα πάρα πολύ να ρωτήσω έναν νεο-οικολόγο της τάξης της κυρα-Κούλας και της τάξης του Φώτη του Άπλα τι σημαίνει ετυμολογικά «οικολογία». Όχι για να ξεστραβωθώ εγώ. Αλλά μπας και ξεστραβωθούν αυτοί. Οι δήθεν. Οι και καλά οικολόγοι. Συγχύστηκα, ρε παιδί μου. Αυτό το θέμα μου ανεβάζει το αίμα από το στομάχι στο κεφάλι. Λες να μου ’ρθει κανένα εγκεφαλικό να φύγω αδιάβαστος; Χαλάρωσε, Μπάμπη… Χαλάρωσε…

Αλλά πού να χαλαρώσω, ρε φίλε, όταν βλέπω το έγκλημα; Που μακάρι να είχα καλαμάκι αντί για προβοσκίδα, να τους στέγνωνα τελείως τους υποκριτές! Εδώ με τις αλλαγές που προκάλεσαν στο περιβάλλον –όχι η κυρα-Κούλα κι ο Φώτης προσωπικά, αλλά όλο το

22 Εξ αίματος

σινάφι τους– έκαναν και τα αρσενικά κουνούπια να πίνουν αίμα. Κι αν γίναμε μέχρι κι εμείς, τα παράσιτα, άλλα αντί άλλων, βάλε με το μυαλό σου τι γίνεται παραέξω. Από φαρισαϊσμό άλλο τίποτα! Συζητάει η κυρα-Κούλα με τις άλλες οικολογίνες για τη σωτηρία του πλανήτη! Να βρούνε τη λύση που θα σώσει τον κόσμο! Μη με ρωτάς πού τα συζητάνε. Στο ναό της λακ! Στο κομμωτήριο, βρε καλέ μου! Πού θα μεγαλώσουν, λέει, τα παιδιά τους; Στον κόσμο που χτίζετε εσείς, κυρα-Κούλα. Σ’ αυτόν τον κόσμο θα μεγαλώσουν τα παιδιά σας. Στην κοσμάρα σας. Ή στην κοσμάρα τους. Έτσι κι αλλιώς, τα πλαστικά εσείς τους τα μάθατε να τα πετάνε στην παραλία! Δίπλα στην ταμπέλα με την προτροπή «όχι σκουπίδια, όχι πλαστικά σε θάλασσες και ακτές, για να χαρούμε και φέτος ένα όμορφο καλοκαίρι». Τον καημένο τον πελεκάνο! Τον έπνιξαν τα σκουπίδια! Ξεθώριασε και η φωτογραφία του στις ακτές. Την προβοσκίδα μου μέσα! Μονολογώ σαν την προγιαγιά μου όταν της σάλεψε το μυαλό. Το χάνω! Την κοπανάει λάου λάου, που λένε και τα παιδιά μου! Είναι να μην τα χάσω; Μισό χιλιοστό μυαλό έχω, γαμώ την καταδίκη μου! Κι αυτό χειμώνα καλοκαίρι. Πόσα ν’ αντέξω πια;

Ωχ, αδερφέ! Που λένε και οι φίλοι μου, οι άνθρωποι! Η ζωή, θες δεν θες, συνεχίζεται. Δεν έχει σημασία ο τρόπος και η ποιότητα. Απλά συνεχίζεται. Θα περιμένω το μεσημεράκι να γυρίσει ο Φώτης, να πάρω και τα μεσημεριανά μου φάρμακα. Ελπίζω μόνο να του έχουν περάσει τα νεύρα από το πρωινό τσίμπημα και να μην κυκλοφορεί παραμάσχαλα με τη μυγοσκοτώστρα! Ωραία ανακάλυψη κι αυτή. Ήθελα να ήξερα ποιο φωτεινό μυαλό τη βρήκε. Κατ’ αρχάς, κύριοι με το μυαλό των διακοσίων κιλών, το αντικείμενο προορίζεται για μύγες. Κι εσείς το έχετε κάνει κουνουποκτόνο. Κι ύστερα, θα σας

Λιλή Γάτη 23

άρεζε να κρατάει κάποιος ένα τετράγωνο πράγμα με πλέγμα και να το στρέφει προς το μέρος σας με μίσος και φονικές διαθέσεις; Αλλά ναι, συγγνώμη που το λησμόνησα προς στιγμήν! Εμείς δεν πιανόμαστε για απόπειρα δολοφονίας κατά ζωής. Εμείς είμαστε παράσιτα! Μικρά ανεπιθύμητα παράσιτα που προσβάλλουμε τον χώρο σας και διαταράσσουμε την ησυχία σας. Τη γαλήνη σας… Ε, θα γελάσω, δεν μπορώ! Ποια ησυχία σας, ρε γελοίοι, που μέχρι και η μουσική σας είναι θόρυβος; Άντε μην το ανοίξω το κουτάκι μου πάλι. Βαρέθηκα! Και θα πάθω και κανένα εγκεφαλικό απ’ την πίεση. Πού είσαι Φώτη; Θα τα πάρουμε τα φάρμακα σήμερα ή θα μετρήσουμε τα ραδίκια ανάποδα, μεγάλε; Έλα, χριστιανέ μου. Πάλι καλά. Νόμιζα πως δεν θα ερχόταν. Αλλά τι λέω, ο χαζός, το χάνει αυτός το μεσημεριανό φαγητό; Καλύτερα να τον βρίσεις, που λέει ο λόγος, παρά να του στερήσεις τα κοψίδια του. Γι’ αυτό τον έχει στην μπούκα τον γιατρό. Τον είδε έτσι τεραστίων διαστάσεων και φοβήθηκε πως τις οδηγίες για τον περιορισμό των λιπαρών δεν τις έδινε για να τον σώσει, αλλά για να τα φάει αυτός. Πράσσειν άλογα δηλαδή! Σαν να τον βλέπω λίγο κομμένο τον Τεράστιο. Τι έγινε, Φωτάκο; Έπεσαν τα καράβια σου έξω; Λευκός σαν το πανί είναι, ρε φίλε. Και η κυρα-Κούλα από πάνω του έχει βάλει πάλι την κλασική κασέτα, τέρμα ένταση. Τον τρελαίνεις, κυρά μου, με τη φασαρία σου. Βούλωσέ το και λίγο. Θα τον στείλεις μια ώρα αρχύτερα τον άνθρωπο! Ναι, καλά. Ήταν να μην ξεκινήσει. Αργά το βράδυ θα τελειώσει. Μπορεί και αύριο το πρωί. Καημένε Φώτη! Χαρά στην υπομονή σου, φιλαράκο μου!

Δεν πάει άλλο, ρε φίλε. Το φέραμε από ’δω, το φέραμε από ’κει, τίποτα. Δεν γίνεται άλλο. Μπορεί οι άνθρωποι να είναι εγκλωβισμένοι στον δήθεν, στον άδικο, στον άρρωστο κόσμο τους ή

24 Εξ αίματος

μάλλον στην κοσμάρα τους, αλλά εγώ πραγματικά κάτι πρέπει να κάνω. Κι αφού δεν έχω τη δύναμη να επέμβω και να τον κάνω λαμπόγυαλο τον κόσμο τους, θα πάρω τα παιδιά μου και τη γυναίκα και θα φύγω. Πού; Όσο πιο μακριά, τόσο το καλύτερο. Αρκεί να μυρίζει ο αέρας λουλούδια κι όχι καυσαέρια. Ρε, μακριά σου λέω. Όχι θα κάτσω εδώ να σκάσω. Να αρρωστήσει αύριο μεθαύριο κανένα κουτσούβελο του Άπλα και να πάρει και στο λαιμό του τα παιδιά μου. Ρε, μακριά! Αχ, ρε μαμά. Τις είδαμε τις απρόβλεπτες ευκαιρίες. Τη χορτάσαμε τη μαγευτική μεγαλούπολη. Τους είδαμε τους μορφωμένους ανθρώπους με το υψηλό επίπεδο! Κι όσο πιο υψηλός ο μισθός τους, τόσο πιο υψηλό το επίπεδο! Χορτάσαμε! Χορτάσαμε κι επίπεδο και υψηλή κοινωνία και καλές συναναστροφές. Αλλά πάνω απ’ όλα, μαμά, χορτάσαμε υποκρισία! Θα πάρω την οικογένεια και μην τον είδατε! Όχι, θα κάτσω να σκάσω! Θα πάω στην κυρα-προεδρίνα και θα της πω, το και το. Τέλος. Και μετά θα ενημερώσω και το σινάφι. Να μην πούνε πως την κοπανάει ο πρόεδρος σαν τον κλέφτη. Στην τελική θα τους πω πως βάζω μπροστά το σχέδιο αποκέντρωσης και φεύγω πρώτος εγώ, για να δώσω το καλό παράδειγμα. Θα αντιδράσουν, αλλά τι να γίνει; Το έχω κάνει και με το παραπάνω το χρέος μου προς την κοινότητα. Ήρθε η ώρα να κάνω κάτι και για μένα. Θα μου πεις βέβαια, και με τα φάρμακα τι θα γίνει; Και θα έχεις και δίκιο. Είμαι άρρηκτα συνδεδεμένος με τον Φώτη. Σχεδόν συγγενείς. Συγγενείς εξ αίματος. Αλλά… Θα τα τεζάρω που θα τα τεζάρω με τόσα προβλήματα υγείας, ας τα τεζάρω στην αυλή του Αϊ–Γιώργη, στα Καστέλλια Φωκίδας. Να μυρίζει και λουλούδια, όχι σιτρονέλες και αντικουνουπικά. Αυτό που φοβάμαι πάνω απ’ όλα όμως είναι η αντίδραση των παιδιών. Εδώ έχουν τους φίλους τους, τη

Λιλή Γάτη 25

βολή τους. Η χρυσοφτερούσα μου ήδη έχει ξεκινήσει τα πρώτα της φλερτάκια κι ο Γρηγόρης μου λύνει και δένει πια στην κοινότητα. Όχι. Μπάμπη, μη σε πιάνει το συναισθηματικό και τα χαλάσεις όλα! Τέλος! Θα φύγουμε από ’δω με την πρώτη ευκαιρία. Κι όποιος θέλει ας αντιδράσει. Μια μέρα θα πίνουν αίμα στο όνομά μου γι’ αυτή μου την απόφαση. Και θα λένε: «Μπράβο, ρε πατέρα!» Και θα εξιστορούν στα παιδιά τους τη μεγάλη απόφαση. Όχι όπως εγώ, που κάθε λίγο και λιγάκι σκέπτομαι με τόση νοσταλγία το χωριό και μαλώνω με τη σκέψη μου τη συγχωρεμένη τη μαμά για τη λάθος απόφασή της. Τελεία και παύλα. Ως εδώ ήταν για μας η μεγαλούπολη. Σας τη χαρίζουμε, κύριοι. Όλη δική σας.

Ρε Φώτη! Αυτός είναι σαν πεθαμένος, ρε παιδιά! Ρε Φώτη! Σήκωσε, ρε φίλε, τα μάτια σου που τα σφάλισες λες και βαρέθηκες το φως. Έλα, ρε Φώτη! Κάνε μια προσπάθεια, το κέρατό μου. Όχι για σένα, ρε. Για τα κουτσούβελά σου!

— Μη μου το κάνεις αυτό, Φώτη μου! Άνοιξε τα μάτια σου, σου λέω! Φώτη!

Σαν την τρελή, ουρλιάζει η κυρα-Κούλα! Σε λίγο και μέσα στον πανικό χτυπάει το κουδούνι της εξώπορτας. Ο γιατρός. Και με τούτα και με τα άλλα, στο τσακ το γλίτωσε το έμφραγμα ο Τεράστιος. «Ασταθής στηθάγχη» είπε ο επιστήμονας. Αλλά θέλει, λέει, προσοχή. Ναι, άμα προσέξει ο Φώτης να μας το κάνουν και γραπτώς! Θα είναι ιστορικό το ντοκουμέντο. Του έκανε ο δόκτορας μια ηρεμιστική ενεσούλα και τον έβαλαν για ύπνο τον τύπο. Κανονικά την ηρεμιστική έπρεπε να την κάνουν στην κυρα-Κούλα. Τέρας ψυχραιμίας! Και τώρα τι κάνουμε, Μπάμπη, που ξέρεις τα πολλά; Τον τσιμπάμε τον τύπο ή δεν τον τσιμπάμε; Γιατί μετά την ένεση

26 Εξ αίματος

προβλέπω όχι οχτάρια στον αέρα. Δεκαοχτάρια και βάλε, μη σου πω! Ε; Τώρα να σε δω! Λοιπόν, τον τσιμπάμε. Τον τσιμπάμε τον παλιο-Φώτη και τρέχουμε προς τη φωλιά, μπας και προλάβουμε να φτάσουμε. Γιατί αν δεν πάω από υπερβολική δόση ηρεμιστικού ή από πτώση, αφού θα πετάξω υπό την επήρεια, μάλλον θα πάω από σίγουρο έμφραγμα. Α, ρε Φώτη. Σκοτώνεις κόσμο, το κέρατό μου! «Πάρε τα πάνω σου, Λαμπάκι –αυτό ελπίζω να μην το άκουσε κανείς– πάρε τα πάνω σου και ξεκίνα. Έλα, σταθερές κινήσεις. Έχεις κάνει και χειρότερα. Εύκολος είναι ο στόχος. Κοιμάται του καλού καιρού. Και ροχαλίζει σαν βόδι. Λες να έχει και κανένα αναπνευστικό πρόβλημα και να μην το έχει πάρει γραμμή ο επιστήμονας; Ήρεμα, Μπάμπη… Μην ψάχνεις να βρεις προβλήματα από το πουθενά! Μια αναγνωριστική πάνω από το κεφάλι του. Ωραία. Στάσου λίγο στον τοίχο πάνω από το μαξιλάρι. Ωραία. Σκοτεινά είναι, δεν με βλέπει κανείς».

— Πλαφ! — Όχι, ρε φίλε. — Πλαφ! Την προβοσκίδα μου, μέσα. Ποτέ δεν με φανταζόμουν να

ξεψυχάω ανάμεσα σε πλέγμα. Και ούτε καν από μυγοσκοτώστρα. Είμαι μέσα στο αποτύπωμα από το παπούτσι του Τεράστιου. Και η κυρα-Κούλα να φωνάζει στον Θανασάκη τους για τη βρωμιά στον τοίχο. Φίλε, αν δεις τη γυναίκα μου, πες της ότι τη λατρεύω. Δεν της το είπα ποτέ. Αλλά σίγουρα το ξέρει.

Χαρτοπετσέτα και σκουπιδοτενεκές. Το νεκροταφείο για τα παράσιτα.

Λιλή Γάτη 27

28 Εξ αίματος

Λιλή Γάτη 29

Η ιδέα για τις Εκδόσεις Σαΐτα ξεπήδησε τον Ιούλιο του 2012 με πρωταρχικό σκοπό τη δημιουργία ενός χώρου όπου τα έργα νέων συγγραφέων θα συνομιλούν άμεσα, δωρεάν και ελεύθερα με το αναγνωστικό κοινό. Μακριά από το κέρδος, την εκμετάλλευση και την εμπορευματοποίηση της πνευματικής ιδιοκτησίας, οι Εκδόσεις Σαΐτα επιδιώκουν να επαναπροσδιορίσουν τις σχέσεις Εκδότη-Συγγραφέα-Αναγνώστη, καλλιεργώντας τον πραγματικό διάλογο, την αλληλεπίδραση και την ουσιαστική επικοινωνία του έργου με τον αναγνώστη δίχως προϋποθέσεις και περιορισμούς.

Ο ισχυρός άνεμος της αγάπης για το βιβλίο, το γλυκό αεράκι της δημιουργικότητας,

ο ζέφυρος της καινοτομίας, ο σιρόκος της φαντασίας, ο λεβάντες της επιμονής, ο γραίγος του οράματος,

καθοδηγούν τη σαΐτα των Εκδόσεών μας.

Σας καλούμε λοιπόν να αφήσετε τα βιβλία να πετάξουν ελεύθερα!

30 Εξ αίματος

ISBN: 978-618-5040-68-0

Ο Μπάμπης είναι ένας από μας. Ένας απλός μεσόκοπος οικογενειάρχης που παλεύει καθημερινά για την επιβίωσή του και την επιβίωση της οικογένειάς του. Εσωτερικός μετανάστης (από το χωριό του στην πρωτεύουσα) με ένα σύντομο love story που κατέληξε σε γάμο, με μια μάνα κορόνα στο κεφάλι του, με έντονες κοινωνικο-οικολογικές ανησυχίες και φυσικά πολιτική δραστηριότητα. Αν είχε τσέπες, θα ήταν παραγεμισμένες με φάρμακα μιας κι έχει όλες τις ασθένειες του σύγχρονου δυτικού τρόπου ζωής (από ζάχαρο μέχρι τριγλυκερίδια), αλλά το μόνο που φαίνεται να έχει είναι ένα όνειρο: την επιστροφή στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Αυτή θα ήταν μια χιλιοειπωμένη ιστορία αν ο πρωταγωνιστής δεν είχε… προβοσκίδα. Αντέχεις να δεις τη ζωή σου μέσα από τα μάτια του Μπάμπη; Έστω κι αν αυτός είναι… κουνούπι;