ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

31
ΑΛΕΞ. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Σχόλια στα νέα Άπαντα Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Άπαντα» Φιλολογική επιμέλεια Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος Έκδοση «ΤΟ ΒΗΜΑ βιβλιοθήκη» Εφέτος το καλοκαίρι, συγκεκριμένα κάθε Παρασκευή, από τις 22 Μαΐου μέχρι τις 27 Αυγούστου, κυκλοφορούσε και από ένας τόμος των «Απάντων» Παπαδιαμάντη. Πρόκειται για μια δεκαπεντάτομη έκδοση της εφημερίδας «Το Βήμα». Εντάσσεται στις εκδόσεις βιβλίων-προσφορών της εφημερίδας, με τον γενικό τίτλο «Βιβλιοθή- κη». Η έκδοση έγινε με αφορμή το εφετινό «Έτος Παπαδιαμάντη». Ως γνωστόν, τα τελευταία χρόνια, οι προσφορές έχουν αποδειχθεί μεγάλο κεφάλαιο για τις εφημε- ρίδες, στο βαθμό να τείνουν να τις υποκαταστήσουν. Όλο και συχνότερα, η επιλογή μιας εφημερίδας από τον αναγνώστη δεν γίνεται με κριτήριο αυτήν καθ’ εαυτήν την εφημερίδα αλλά τις προσφορές της. Τα βιβλία-προσφορές, είτε συνοδεύουν μαζί με πρόσθετα ένθετα, CD και DVD το πλήρες, διπλάσιας τιμής, κυριακάτικο φύλλο, εί- τε πωλούνται στα περίπτερα, άλλοτε με κουπόνια, που προσφέρει η εφημερίδα, συν πρόσθετο αντίτιμο κι άλλοτε ανεξάρτητα. Αυτά τα τελευταία παίρνουν τη θέση τους δίπλα στις εβδομαδιαίες εφημερίδες και επιστρέφονται στο πρακτορείο μαζί με αυτές στο τέλος της εβδομάδας. Τα δικαιώματα επανέκδοσης, που εξασφαλίζουν οι εφημερίδες από τους εκδοτικούς οίκους, δεν επιτρέπουν, στη συνέχεια, τη διάθε- σή τους και στα βιβλιοπωλεία. Κατά κανόνα, στα βιβλία-προσφορές, το μερίδιο της ελληνικής λογοτεχνίας εί- ναι μικρό, καθώς το ενδιαφέρον ελκύουν οι ταξιδιωτικοί οδηγοί, τα βιβλία Τέχνης και από τη λογοτεχνία, η αφρόκρεμα της ξενόγλωσσης. Ακόμη μικρότερο είναι το κομμάτι της παλαιότερης ελληνικής πεζογραφίας, καθώς προτιμώνται, αναλογικά, 1

description

dsdf

Transcript of ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

Page 1: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

ΑΛΕΞ. ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ Σχόλια στα νέα Άπαντα

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Άπαντα» Φιλολογική επιμέλεια Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος Έκδοση «ΤΟ ΒΗΜΑ βιβλιοθήκη»

Εφέτος το καλοκαίρι, συγκεκριμένα κάθε Παρασκευή, από τις 22 Μαΐου μέχρι τις 27 Αυγούστου, κυκλοφορούσε και από ένας τόμος των «Απάντων» Παπαδιαμάντη. Πρόκειται για μια δεκαπεντάτομη έκδοση της εφημερίδας «Το Βήμα». Εντάσσεται στις εκδόσεις βιβλίων-προσφορών της εφημερίδας, με τον γενικό τίτλο «Βιβλιοθή-κη». Η έκδοση έγινε με αφορμή το εφετινό «Έτος Παπαδιαμάντη». Ως γνωστόν, τα τελευταία χρόνια, οι προσφορές έχουν αποδειχθεί μεγάλο κεφάλαιο για τις εφημε-ρίδες, στο βαθμό να τείνουν να τις υποκαταστήσουν. Όλο και συχνότερα, η επιλογή μιας εφημερίδας από τον αναγνώστη δεν γίνεται με κριτήριο αυτήν καθ’ εαυτήν την εφημερίδα αλλά τις προσφορές της. Τα βιβλία-προσφορές, είτε συνοδεύουν μαζί με πρόσθετα ένθετα, CD και DVD το πλήρες, διπλάσιας τιμής, κυριακάτικο φύλλο, εί-τε πωλούνται στα περίπτερα, άλλοτε με κουπόνια, που προσφέρει η εφημερίδα, συν πρόσθετο αντίτιμο κι άλλοτε ανεξάρτητα. Αυτά τα τελευταία παίρνουν τη θέση τους δίπλα στις εβδομαδιαίες εφημερίδες και επιστρέφονται στο πρακτορείο μαζί με αυτές στο τέλος της εβδομάδας. Τα δικαιώματα επανέκδοσης, που εξασφαλίζουν οι εφημερίδες από τους εκδοτικούς οίκους, δεν επιτρέπουν, στη συνέχεια, τη διάθε-σή τους και στα βιβλιοπωλεία.

Κατά κανόνα, στα βιβλία-προσφορές, το μερίδιο της ελληνικής λογοτεχνίας εί-ναι μικρό, καθώς το ενδιαφέρον ελκύουν οι ταξιδιωτικοί οδηγοί, τα βιβλία Τέχνης και από τη λογοτεχνία, η αφρόκρεμα της ξενόγλωσσης. Ακόμη μικρότερο είναι το κομμάτι της παλαιότερης ελληνικής πεζογραφίας, καθώς προτιμώνται, αναλογικά,

1

Page 2: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

οι πολυδιαβασμένοι του μεσοπολέμου. Κατ’ εξαίρεση, προ διετίας, άνοιξη 2009, η εφημερίδα «Το Βήμα» είχε ξεκινήσει τη «Βιβλιοθήκη Νεοελληνικής Γραμματείας», με παλαιότερους πεζογράφους. Η σειρά είχε διαφημιστεί ότι θα διαρκούσε ολόκλη-ρο το καλοκαίρι και οι τόμοι θα κυκλοφορούσαν σε καθημερινή βάση ως προσφορά, που θα συνόδευε το καθημερινό, τότε ακόμη, φύλλο της εφημερίδας. Τελικά, η σει-ρά διακόπηκε στα μέσα Ιουλίου, φθάνοντας στον 56ο τόμο. Ο εκδοτικός οίκος, από τον οποίον είχαν αγοραστεί τα δικαιώματα, ήταν οι εκδόσεις «Πελεκάνος», όπου η συγκεκριμένη σειρά, με τίτλο «Νεοελληνική Γραμματεία», φθάνει τους 172 τόμους. Σε εκείνη τη σειρά, μεταξύ των βιβλίων “της πεζογραφικής μας παράδοσης”, υπάρ-χουν και οκτώ τόμοι του Παπαδιαμάντη. Στους 56 τόμους, που επανεκδόθηκαν ως προσφορά από το «Βήμα», συμπεριλήφθηκαν οι έξι.

Η εφετινή προσφορά της εφημερίδας δεν επιδέχεται σύγκριση με την προπέρσι-νη. Τώρα πρόκειται για επανέκδοση ολόκληρου του παπαδιαμαντικού έργου. Και μάλιστα, όχι από μια οποιαδήποτε μητρική έκδοση, αλλά από την πεντάτομη των «Απάντων» του εκδοτικού οίκου «Δόμος», που θεωρείται ως η πιο έγκριτη. Αναμ-φιβόλως, αποτελεί μια από τις καλύτερες σειρές βιβλίων–προσφορών. Σωστό δια-μάντι ανάμεσα στα βιβλία περιπτέρου, που θα άξιζε διαφορετική μοίρα από εκείνη της διάθεσης των τόμων μόνο για μια εβδομάδα. Η σειρά, πάντως, έτυχε εξαιρετι-κής προβολής. Ήδη, από το δισέλιδο σαλόνι, που αφιέρωσε η εφημερίδα στο φύλλο της 15ης Μαΐου, προαναγγελλόταν ως η αναμενόμενη “χρηστική έκδοση” των «Απάντων». Και έτσι συνέχισε να διαφημίζεται ολόκληρο το καλοκαίρι. Παρενθετι-κά, να σημειώσουμε, ότι μονίμως στη διαφημιστική καμπάνια χρησιμοποιείτο το έ-να από τα δυο χαρακτικά πορτραίτα (ξυλογραφίες) του Παπαδιαμάντη, που φιλο-τέχνησε ο χαράκτης Α. Τάσσος, χωρίς ούτε μια φορά να αναφερθεί το όνομά του.

Βεβαίως, οι διαφημιστικές καταχωρήσεις λειτουργούν πάντοτε δια της μεγαλη-γορίας. Στη συγκεκριμένη, ωστόσο, περίπτωση, ο χαρακτηρισμός του έργου ως “χρηστική έκδοση”, την οποία ονειρεύονταν, εδώ και χρόνια, ο εκδότης και ο επιμε-λητής της μητρικής έκδοσης, επικυρώθηκε από τους ίδιους, κατά την επίσημη πα-ρουσίαση του έργου, που διοργάνωσε, την 6η Ιουνίου, ο νέος εκδότης στο Μέγαρο Μουσικής. Και προσεπικυρώθηκε, τέσσερις μήνες αργότερα, με την τελική αποτί-μηση της έκδοσης από τον επιμελητή της σε σχετικό κείμενο στο «Βήμα» (9/10). Για την ακρίβεια, όχι μόνο την ονειρεύονταν, αλλά και την είχαν εντάξει στο εκδοτι-κό πρόγραμμα του «Δόμου», όπως αναφέρεται στο «Απάνθισμα Διηγημάτων», που είχαν εκδώσει το 2001. Με βάση αυτά, ανακύπτει το ερώτημα, κατά πόσο πρόκει-ται πράγματι για τη “χρηστική έκδοση” της πλέον έγκριτης έκδοσης των «Απά-ντων» Παπαδιαμάντη. Δεδομένου ότι για μια έκδοση υψηλών απαιτήσεων, όπως οι χρηστικές εκδόσεις κλασικών έργων, δεν αρκούν οι προθέσεις. Μια παρόμοια έκδο-ση υπόκειται σε ορισμένες προδιαγραφές, οι οποίες απαιτούν, πρώτα απ’ όλα, ικανό χρόνο από τον σχεδιασμό τους μέχρι την περαίωσή τους. Η έκδοση, όπως γράφτη-

2

Page 3: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

κε, έγινε εν μια νυκτί. Πιο συγκεκριμένα· μήνα Μάρτιο έκανε την πρόταση ο νέος εκδότης στον παλαιό. Από τη στιγμή που συμφωνήθηκε, το σύνολο του έργου σχε-διάστηκε και υλοποιήθηκε εντός δύο-τριών μηνών. Ενίοτε, όμως, ένας πολυδύναμος μηχανισμός κάνει θαύματα. Ας δούμε, λοιπόν, με μεγαλύτερη προσοχή τη συγκε-κριμένη έκδοση. Έτσι κι αλλιώς, το Έτος Παπαδιαμάντη, τουλάχιστον προσώρας, δεν έχει ευτυχήσει σε έντυπες εκδόσεις.

Κατ’ αρχάς, ως προς τον σχεδιασμό της σειράς, δεν υιοθετήθηκε το μικρό σχήμα βιβλίου τσέπης, με μαλακό εξώφυλλο, όπως εκείνο της προπέρσινης προσφοράς της «Βιβλιοθήκης Νεοελληνικής Γραμματείας». Η σειρά των «Απάντων» είναι σχήματος λίγο μεγαλύτερου του καθιερωμένου από τους εκδοτικούς οίκους για βι-βλία πεζογραφίας. Οι τόμοι είναι χαρτόδετοι, αλλά με σκληρό εξώφυλλο, στο οποίο οι εκδότες καταφεύγουν συνήθως για να δημιουργήσουν εντύπωση πολυτελούς έκ-δοσης. Όπως συνηθίζεται σε παρόμοιες εκδόσεις, το εξώφυλλο φέρει καλαίσθητη κουβερτούρα. Σύμφωνα με το προτασσόμενο σε όλους τους τόμους Σημείωμα για την Έκδοση, το κείμενο λαμβάνεται ως έχει από τη μητρική έκδοση, με ορισμένες διορθώσεις γραφών, που είχαν εισαχθεί στο «Απάνθισμα Διηγημάτων». Επίσης, παραλείπεται η στιχαρίθμηση, οπότε τυχόν λάθη περιορίζονται στην αναδιάταξη των αράδων. Και βεβαίως, μπορούν να παρεισφρήσουν στις καινούριες σελίδες πε-ριεχομένων, που απαιτήθηκαν. Σε αυτές υπάρχουν μικρές αλλαγές των τίτλων: σε έξι περιπτώσεις, τα πρώτα γράμματα των λέξεων μεταπίπτουν από κεφαλαία σε μικρά ή και αντιστρόφως, το «Φώτα Ολόφωτα» αποκτά ενώτιο, το «Πάσχα Ρωμέι-κο» διαλυτικά, «Η Καλλικατζούνα» χάνει το ένα λάμδα, «Το Ιδιόκτητο» αποκτά α-νωφερή, «Στο Χριστό στο Κάστρο» προστίθεται κόμμα. Δυο από τις αλλαγές έχουν υιοθετηθεί και στο «Απάνθισμα Διηγημάτων». Αν πρόκειται, λοιπόν, για ηθελημέ-νες αλλαγές, δεδομένου ότι όλες, πλην μιας, διατηρούνται στον πίνακα περιεχομέ-νων του τελευταίου τόμου, θα αναμενόταν αιτιολόγηση.

Επίσης, χάριν ευχρηστίας, το κείμενο απογυμνώνεται από τον φιλολογικό σχο-λιασμό της μητρικής έκδοσης, τουτέστιν παραλείπονται το κριτικό υπόμνημα, το υ-πόμνημα πηγών, οι πίνακες προσώπων και τοπωνυμίων και τα βιβλιογραφικά. Δια-σώζεται ο γενικός πίνακας περιεχομένων, στον οποίο έχει προστεθεί πίνακας λοι-πών κειμένων εκτός διηγημάτων και μυθιστορημάτων. Είναι ο κανόνας σε παρό-μοιους πίνακες να παρεισφρύουν πηδήματα κατά την αλφαβητική παράθεση. Με δεδομένη τη στενότητα χρόνου, τέσσερις αβλεψίες στην παράθεση και τη σελιδα-ρίθμηση είναι κατόρθωμα.

Η μοναδική σωζόμενη πληροφορία σχετικά με παλαιότερες δημοσιεύσεις ενός κειμένου είναι το έτος πρώτης δημοσίευσης στο τέλος κάθε πεζού. Δεδομένου ότι αυτό, ως συνοδευτικό των πεζών, λαμβάνεται ως έχει από τη μητρική έκδοση, δεν υπάρχει περιθώριο λάθους. Έτσι, όμως, μπορεί να επαναληφθούν τυχόν υπάρχου-σες αβλεψίες. Παράδειγμα, το διήγημα «Ο Αντίκτυπος του νου» δημοσιεύεται και

3

Page 4: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

πάλι με χρονολογία πρώτης δημοσίευσης το 1912. Ωστόσο, στον πρόλογο του επό-μενου τόμου, το λάθος διορθώνεται σιωπηρά. Εκεί προσδιορίζεται ότι η πρώτη δη-μοσίευση αυτού του ημιτελούς διηγήματος έγινε σε δυο τμήματα, το 1910 και το 1929.

Όπως και στη μητρική έκδοση, το κυρίως σώμα κάθε τόμου συμπληρώνεται με γλωσσάρι, το οποίο, σε σύγκριση με το αρχικό, είναι συνεπτυγμένο. Ενώ, σε μια έκ-δοση, που απευθύνεται στο πλατύ αναγνωστικό κοινό, θα αναμενόταν να συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο περιορισμός δεν αφορά το πλήθος των λέξεων όσο τις επε-ξηγήσεις και τις βιβλιογραφικές παραπομπές. Αυτές, ωστόσο, δεν έχουν μόνο φιλο-λογικό ενδιαφέρον, καθώς, σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι αναγκαία η διάκριση της ιδιωματικής χρήσης από την κανονική και επίσης, του σκιαθίτικου ιδιόλεκτου από εκείνο του Παπαδιαμάντη. Ένα πρόχειρο παράδειγμα είναι η ερμηνεία του α-διαφόρετος ως μακαρίτης, που, χωρίς επεξήγηση, ενδέχεται να προκαλέσει σύγχυ-ση σε ένα νεότερο αναγνώστη. Όσο για το γενικό γλωσσάρι της μητρικής έκδοσης, φαίνεται ότι θεωρήθηκε φιλολογικός φόρτος.

Ένα βασικό χαρακτηριστικό μιας παρόμοιας έκδοσης, όταν, βεβαίως, πρόκειται για ένα κλασικό έργο, όπου μια χρηστική έκδοση πρέπει να μένει πιστή στο πρωτό-τυπο, είναι η παράταξη των κειμένων. Στα «Άπαντα» Παπαδιαμάντη της έκδοσης του «Δόμου» ακολουθείται η χρονολογία πρώτης δημοσίευσης. Δυστυχώς, η νέα σειρά ενέδωσε στις συνήθεις εμπορικές σκοπιμότητες. Ως γνωστόν, στις σειρές των βιβλίων-προσφορών δίνεται ιδιαίτερο βάρος στην επιλογή των πρώτων τόμων, δε-δομένου ότι αυτοί λειτουργούν ως κράχτης της διαφημιστικής καμπάνιας. Όπως, λοιπόν, μια σειρά βιβλίων Τέχνης προβάλλει ως δέλεαρ τον Μιχαήλ Άγγελο, έτσι και μια σειρά της “πεζογραφικής μας παράδοσης”, είτε πρόκειται για μία, όπως η προπέρσινη, χωρίς ιδιαίτερες τυποτεχνικές αξιώσεις, είτε για την εφετινή, υψηλών προδιαγραφών, το δέλεαρ είναι η «Φόνισσα». Σε αυτήν, προς συμπλήρωση των σε-λίδων του πρώτου τόμου, προστέθηκε το «Χρήστος Μηλιόνης». Η διατάραξη, όμως, της μητρικής παράταξης επεκτάθηκε και στους δυο επόμενους τόμους. Στο δεύτερο τόμο, προτιμήθηκε το πεζό, στο οποίο, προ δεκαετίας, είχε στηριχθεί η “ευρωπαϊκή αναβάπτισή” του Παπαδιαμάντη, «Τα Ρόδιν’ ακρογιάλια», συμπληρωμένο με το «Βαρδιάνος στα σπόρκα». Ενώ, για τον τρίτο, επιλέχθηκε το μυθιστόρημα «Οι Έμποροι των Εθνών», καθώς θεωρήθηκε γνωστότερο του χρονολογικά πρώτου, «Η Μετανάστις». Κατά τα άλλα, από τον τέταρτο τόμο και εφεξής ακολουθείται η σει-ρά των τεσσάρων πρώτων τόμων της μητρικής έκδοσης, χωρίς, ωστόσο, κάποια υ-ποσημείωση για τη θέση που είχαν στην αρχική παράταξη τα πέντε πεζά που προ-τάχθηκαν. Εκτεταμένη αναδιάταξη έγινε στα ποιητικά και στα μη λογοτεχνικά κεί-μενα του πέμπτου τόμου.

Ένα από τα desiderata, που λένε οι φιλόλογοι, μιας αναθεωρημένης ή μιας χρη-στικής έκδοσης των «Απάντων» Παπαδιαμάντη είναι να ληφθούν υπόψη τα νέα

4

Page 5: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

στοιχεία, που προέκυψαν στο μακρύ διάστημα μιας εικοσαετίας. Όσο αφορά το κυ-ρίως έργο, η συγκομιδή είναι φτωχή. Προστίθεται ένα διήγημα, «Το Γιαλόξυλο», που εντοπίστηκε πρόπερσι από τον Βασίλειο Τωμαδάκη, και γίνονται αλλαγές σε δυο διηγήματα από τα δημοσιευθέντα μετά το θάνατο του Παπαδιαμάντη. Στο ημι-τελές «Ο Αντίκτυπος του νου» και στο ολοκληρωμένο αλλά άτιτλο, που δημοσιευό-ταν με τον “θετό” τίτλο «Ο Καλούμπας» και εδώ αποκτά τον πλαγίως τεκμηριωμέ-νο τίτλο, «Το Θεοπόντι».

Οι περισσότερες αλλαγές αφορούν τα μη λογοτεχνικά κείμενα του Παπαδιαμά-ντη και αναφέρονται αναλυτικά σε Σημείωμα για τους τόμους 14 και 15, δημοσιευ-μένο στον 14ο τόμο. Ως νόθα αφαιρούνται έξι ανυπόγραφα δημοσιεύματα στην εφη-μερίδα «Εφημερίς», δυο στην εφημερίδα «Ακρόπολις», το ένα ανυπόγραφο και το άλλο και με την υπογραφή Πμ., και ένα στην εφημερίδα «Ακρόπολις Εσπερινή» με την υπογραφή Πδμ. Αντ’ αυτών, προστίθενται πέντε νέα ευρήματα, γνήσια κατά τους ερευνητές, παρόλο που τα δυο από αυτά φέρουν υπογραφή Α.Π.. Στην περί-πτωση που η πατρότητα συνάγεται μόνο από την υπογραφή, η τεκμηρίωση δεν εί-ναι επαρκής, δεδομένου ότι μπορεί να ανήκει σε άλλο συνεργάτη με τα ίδια αρχικά. Όπως και να έχει, σε μια από τις παραπομπές για τα αποδεικτικά στοιχεία, ο δαί-μων του τυπογραφείου αλλοίωσε τον αριθμό τεύχους από 1799 σε 1709.

Και επανερχόμαστε στην αναδιάταξη του πέμπτου τόμου της μητρικής έκδοσης, ο οποίος αποτελείται από εννέα ενότητες. Οι τρεις πρώτες, Ποιήματα, Υμνογραφή-ματα και Σατιρικά, εντάχθηκαν στον 14ο τόμο, που τιτλοφορείται «Ποιητικά και άλλα κείμενα». Μόνο που ταξινομήθηκαν σε δυο ενότητες, όπου τα Σατιρικά ενσω-ματώθηκαν στα Υμνογραφήματα, με κριτήριο το ομότροπο της γραφής, παραβλέ-ποντας τη θεματική ανομοιότητα. Η τέταρτη ενότητα με τα Θρησκευτικά Άρθρα (28, μείον έξι νόθα συν τρία νέα) αποτέλεσε τον κυρίως κορμό του τελευταίου τό-μου. Ενώ, οι υπόλοιπες πέντε ενότητες, Διορθωτικά (3), Μουσικολογικά (4), Φιλο-λογικά (15, μείον δυο νόθα), Διάφορα (12) και Νεκρολογίες (9, μείον ένα νόθο), δια-μοιράστηκαν στους δυο τόμους, με στόχο να συγκεντρωθούν στον τελευταίο τόμο ά-παντα τα θρησκευτικού περιεχομένου κείμενα. Έτσι, για τον 14ο τόμο, απέμειναν: ένα από τα Διορθωτικά, δυο από τα Μουσικολογικά, όλα τα Φιλολογικά πλην του «Η Έννοια του Θεού και ο υλισμός», όλα τα Διάφορα πλην μια σύντομης επιστολής και παραδόξως, ολόκληρη η ενότητα Νεκρολογίες, παρότι δυο αναφέρονται σε πρό-σωπα της Εκκλησίας. Άστοχη δείχνει και η ταξινόμηση αυτών των κειμένων. Αντί του αρχικού ειδολογικού κριτηρίου, προτιμήθηκε εκείνο της έκτασης κάθε κειμέ-νου, με αποτέλεσμα τα κείμενα να κατανεμηθούν σε δυο ενότητες: Εκτεταμένα Πε-ζά και Διάφορα Μικρά Κείμενα. Αυτή η κατάταξη δημιουργεί απίθανες γειτνιάσεις, όπως εκείνη της ευτράπελης “Γνώμης δια τον Σούρην” με τη νεκρολογία για τον Παπα-Αδαμάντιο, Οικονόμο.

5

Page 6: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

Η σημαντικότερη καινοτομία των νέων «Απάντων» είναι η προσθήκη Προλογι-κού Σημειώματος σε κάθε τόμο και στο τέλος, Επίμετρου για το συνολικό έργο. Δεν γνωρίζουμε άλλη έκδοση Απάντων με προλόγους διαφορετικών προσώπων σε κάθε τόμο. Συνήθως προβλέπεται πρόλογος και επίμετρο του όλου έργου. Εννοούμε έκ-δοση Απάντων από κανονικό εκδοτικό οίκο, γιατί, στα βιβλία-προσφορές, όλα παί-ζουν. Θα επανέλθουμε ...

Μ. Θεοδοσοπούλου

Λεζάντα φωτογραφίας: Πορτραίτο (ξυλογραφία) του Παπαδιαμάντη. Φιλοτεχνήθηκε από τον χαράκτη Α. Τάσσο για τα εκατό χρόνια από τη γέννηση του Σκιαθίτη.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 27/11/2011

Απάντων Παπαδιαμάντη συνέχεια

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Άπαντα» Φιλολογική επιμέλεια Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος Έκδοση «ΤΟ ΒΗΜΑ βιβλιοθήκη»

Συνεχίζουμε τον σχολιασμό των νέων «Απάντων» Παπαδιαμάντη, που είχαμε ξεκι-νήσει την προηγούμενη Κυριακή. Όπως ήδη αναφέραμε, πρόκειται για μια από τις σημαντικότερες σειρές, αν όχι τη σημαντικότερη, εν μέσω των σειρών, υπό μορφή βιβλίων-προσφορών, που έχει εκδώσει, μέχρι σήμερα, η εφημερίδα «Το Βήμα» και τις οποίες φιλόδοξα αποκαλεί «Βιβλιοθήκη». Θυμίζουμε ότι αυτή η δεκαπεντάτομη σειρά προέκυψε ως παράγωγο από την πεντάτομη κριτική έκδοση των «Απάντων» του εκδοτικού οίκου «Δόμος». Παλαιό όνειρο του εκδότη Δημήτρη Μαυρόπουλου και του επιμελητή Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου ήταν η έκδοση της χρηστικής έκδο-

6

Page 7: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

σης των «Απάντων». Ένα όνειρο θερινής νυκτός, δεδομένου ότι την κριτική έκδοση είχαν αρχίσει να την ετοιμάζουν από το 1979 και για την ολοκλήρωσή της απαιτή-θηκε κοντά μια δεκαετία. Κι όμως, χάρις στο νέο εκδότη, μέσα στο εορταστικό του Παπαδιαμάντη έαρ, το όνειρό τους μεταμορφώθηκε σε ονειρεμένο θερινό ανάγνω-σμα για χιλιάδες Έλληνες. Σύμφωνα με τον επιμελητή και πρώτον τη τάξει παπα-διαμαντολόγο, η εν λόγω έκδοση αξιολογείται ως η σημαντικότερη προσφορά στη μνήμη του Παπαδιαμάντη για τα εκατό χρόνια από το θάνατό του. Διαπίστωση που συνιστά μέγα έπαινο για την εφημερίδα, η οποία είχε την ιδέα και βεβαίως, διέθετε τα μέσα για την υλοποίησή της, αλλά, άρρητα, και ψόγο για τους εκδοτικούς οί-κους, που δεν έπραξαν τα κατά δύναμη και περιορίστηκαν σε επανεκδόσεις ή και εκ του προχείρου, ανθολογίες διηγημάτων. Με αυτά ως προοίμιο, συνεχίζουμε τον σχολιασμό από το σημείο που τον είχαμε αφήσει, δηλαδή την προσθήκη Προλογι-κού Σημειώματος σε κάθε τόμο και Επίμετρου στο συνολικό έργο.

Πρόλογοι και επίλογος αποτελούν ένα σύνολο δεκαέξι κειμένων, ενώ οι συγγρα-φείς τους συνιστούν μια μικρότερη, δεκαμελή ομάδα, καθώς ο επιμελητής αναλαμ-βάνει τρεις προλόγους και τέσσερις συνεργάτες από δυο. Πρόκειται για συστηματι-κούς μελετητές του Παπαδιαμάντη, αλλά και για συγγραφείς μίας ή δύο σχετικών μελετών, ακόμη και καμίας. Ωστόσο, είναι οι επαγγελματικές και λοιπές ιδιότητές τους, αυτές που τους καθιστούν κατάλληλους για τη συγγραφή ενός παρόμοιου κει-μένου, το οποίο απευθύνεται στο πλατύ κοινό. Επτά από αυτούς θήτευσαν ή και θη-τεύουν στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Δύο, μάλιστα, είναι εν ενεργεία σχολικοί σύμβουλοι. Ο ένας εξ αυτών τυγχάνει μέλος της ομάδας συγγραφής του βιβλίου «Νεοελληνική Λογοτεχνία» για την Τρίτη Λυκείου, στο οποίο ο Παπαδιαμάντης συνιστά τη μια από τις επτά κύριες ενότητες. Πέντε είναι ποιητές. Δύο είναι βρα-βευμένοι διηγηματογράφοι. Δύο είναι θεολόγοι. Δυο είναι εκδότες του Παπαδιαμά-ντη, ο ένας της μητρικής έκδοσης. Σχεδόν όλοι απολαμβάνουν υπόληψης έγκριτου δοκιμιογράφου. Προφανώς, όπως συμβαίνει κατά κανόνα σήμερα με τους πνευματι-κούς ανθρώπους, οι συγγραφείς των κειμένων έχουν περισσότερες της μίας ιδιότη-τες. Γεγονός που θα πρέπει να λειτούργησε καθοριστικά στην επιλογή τους από τον επιμελητή. Από την άλλη, αυτό, ακριβώς, μεγεθύνει τις προσδοκίες για ένα όχι συμβατικό κείμενο, αλλά για έναν πρόλογο, που θα παρακινεί εκείνον, που δεν γνω-ρίζει καλά ή και καθόλου τον Παπαδιαμάντη, να ξεκινήσει την ανάγνωση ενός τό-μου. Ταυτόχρονα, όμως, ο κάθε πρόλογος έχει και ειδικότερο, διττό στόχο. Αφενός μεν θα πρέπει να προϊδεάζει για το κύριο μέρος του συγκεκριμένου τόμου και αφε-τέρου να λειτουργεί ως υποκατάστατο του φιλολογικού σχολιασμού της μητρικής έκδοσης, ο οποίος αφαιρέθηκε χάριν ευχρηστίας.

Η παρουσίαση μιας συναγωγής κειμένων είναι πάντοτε δυσχερής, πόσω μάλλον όταν πρόκειται για προλόγους επιμέρους τμημάτων συγκεκριμένου έργου. Προς διευκόλυνση, ακολουθούμε τον υπάρχοντα χωρισμό των τόμων σε εκτενή πεζά, διη-

7

Page 8: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

γήματα, ποιητικά και μη λογοτεχνικά κείμενα. Ορισμένοι προλογιστές (συνολικά τρεις), όπως επίσης ο επιλογιστής, τιτλοφορούν όλα ή κάποια από τα κείμενά τους, δίνοντάς έτσι σε έξι κείμενα την υπόσταση αυτοτελούς άρθρου, ενώ οι υπόλοιποι αρκούνται στον τίτλο του Προλογικού Σημειώματος. Μια πρώτη ενότητα αποτε-λούν οι πρόλογοι των πέντε πρώτων τόμων με τα εκτενή πεζά. Τους προλόγους των τριών εξ αυτών, εκείνους με περιττό αύξοντα αριθμό, γράφει ο επιμελητής («Η Φό-νισσα»-«Χρήστος Μηλιόνης», «Οι Έμποροι των Εθνών», «Η Γυφτοπούλα»). Του δεύτερου («Τα Ρόδιν’ ακρογιάλια»-«Βαρδιάνος στα σπόρκα»), τον αναλαμβάνει ο Λουκάς Κούσουλας, τρόπον τινά δικαιωματικά, αφού, ήδη από το Πρώτο Συνέδριο Παπαδιαμάντη, το 1991, τον απασχολεί ο πρόλογος στα «Ρόδιν’ ακρογιάλια». Ενώ, του τέταρτου, για το πρώτο μυθιστόρημα του Παπαδιαμάντη, «Η Μετανάστις», τον επωμίζεται ο Δημήτρης Κοσμόπουλος. Και οι τρεις προσδιορίζουν το χρόνο γρα-φής των πεζών, σχολιάζουν το λογοτεχνικό είδος στο οποίο ανήκουν και συνοψίζουν την υπόθεση, ενθέτοντας παραθέματα. Εδώ, αλλά και γενικότερα στους προλόγους, λόγω μερικής ανατροπής της χρονολογικής σειράς κατά την παράταξη των πεζών, παρατηρούνται επικαλύψεις. Στους δυο προλόγους, του Κούσουλα και του Κοσμό-πουλου, ο σχολιασμός μύθου και ηρώων αποτελεί το κυρίως θέμα. Αντιθέτως, ο Τριανταφυλλόπουλος δίνει βάρος στην πρόσληψη του έργου, παραθέτοντας σχετι-κά στοιχεία.

Καλή ιδέα, την οποία μόνο ένας προλογιστής με γνώση του θέματος μπορεί να πραγματώσει. Θα αναμενόταν, ωστόσο, να επιλέξει τις σημαντικότερες μελέτες, δί-νοντας προσιτές σε ένα ευρύτερο κοινό και με κάποια πληρότητα παραπομπές. Για παράδειγμα, το “δοκίμιο” του Κωστή Μπαστιά «Ο Παπαδιαμάντης» είναι μεν αντι-προσωπευτικό του 1962, που εκδόθηκε, αλλά δεν είναι το μόνο, ώστε να αναφέρεται και στα τέσσερα πεζά ως η βασική παραπομπή και μάλιστα, σε ένα εξ αυτών, τους «Εμπόρους των Εθνών», η ανασκευή άποψης του Μπαστιά να καταλαμβάνει σχε-δόν το ένα τρίτο του προλόγου. Μάλλον ο προλογιστής παρασύρεται από τον πρό-λογο της επανέκδοσης του βιβλίου του Μπαστιά, που, όπως έχει εξαγγελθεί, ετοι-μάζει εκ παραλλήλου. Παρασύρεται, όμως, και από το ευρύ γνωστικό του πεδίο, θεωρώντας ως αυτονόητα πρόσωπα και έντυπα. Λ.χ., σχολιάζοντας τη «Φόνισσα», αναφέρει παρατήρηση του Β. Ν. Μπόνου, άνευ λοιπών στοιχείων. Πόσοι, όμως, γνωρίζουν τον ευβοέα ποιητή και την ενασχόλησή του με τον σκιαθίτη γείτονά του; Κατά τα άλλα, στις τρεις, όλες κι όλες, παραπομπές, που δίνει γι’ αυτό το σημαντι-κό πεζό, συμπεριλαμβάνει άρθρο σε αξιόλογο μεν αλλά μικρής εμβέλειας εκκλη-σιαστικό περιοδικό. Ενώ, για τη «Γυφτοπούλα», παραπέμπει σε μελέτημά του, δί-νοντας ως πηγή εξαντλημένο βιβλίο του 1992, παρότι ακέραιο το κείμενο έχει ανα-δημοσιευτεί, τουλάχιστον άλλες δύο φορές, σε βιβλία της τελευταίας εξαετίας. Πα-ρασύρεται, επίσης, από τον οίστρο του, καταλήγοντας έναν εκ των προλόγων με το ρητορικό αλλά σκοτεινό για τους πολλούς ερώτημα: «Ο Παπαδιαμάντης ούτε αν-

8

Page 9: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

θελληνικός ήταν ούτε ανελλήνιστος – μα τι λέω τώρα;» Πράγματι, τι λέει;, απορεί και ο δύσμοιρος αναγνώστης, ποιος και πότε αποκάλεσε τον Παπαδιαμάντη ανθελ-ληνικό και ανελλήνιστο;

Από την άλλη, αξιοσημείωτες είναι οι ασαφείς εκφράσεις στον πρόλογο του πρώτου τόμου της σειράς, στις οποίες αναγκάζεται να καταφύγει αυτός ο ακριβο-λόγος φιλόλογος: «Οι αυτοτελείς εκδόσεις της Φόνισσας είναι πάμπολλες...Το πλή-θος των εκδόσεων, που μάλλον δεν έχουν καταγραφεί, το ανταγωνίζονται οι απειρά-ριθμες και επίσης βιβλιογραφικά ανυπότακτες μελέτες...» Κι αυτό, λόγω απουσίας Βιβλιογραφίας Παπαδιαμάντη. Αυτό το “μέγα καλό και πρώτο στη φιλολογία”, που ο ίδιος στον “εικοσιπεντάχρονο πλουν” του δεν θεώρησε ως πρώτο μέλημα. Και κα-λά ως πρώτο μέλημα, αλλά γιατί όχι ως δεύτερο, υπό τη μορφή προτροπής προς νεότερους, αποτελεσματικής χάρις στο γόητρο που, εδώ και χρόνια, απολαμβάνει; Πιστεύουμε ότι τη μομφή για τη μη κατάρτιση Βιβλιογραφίας κατά την μεταπολι-τευτική τριακονταπενταετία την μοιράζεται δικαιωματικά με τους δυο τρεις παπα-διαμαντολόγους, που κατείχαν ή κατέχουν πανεπιστημιακούς θώκους.

Ερχόμαστε στη δεύτερη ενότητα, αυτή των διηγημάτων, που συγκεντρώνονται στους οκτώ επόμενους τόμους (6-13). Πρόκειται για 167 διηγήματα, στα οποία συ-μπεριλαμβάνεται και το προ διετίας εντοπισθέν. Μαζί με τα δυο “κοινωνικά μυθι-στορήματα” («Η Φόνισσα» και «Τα Ροδιν’ ακρογιάλια) και τα δυο εκτενή πεζά αλ-λά όχι μυθιστορήματα («Χρήστος Μηλιόνης» και «Βαρδιάνος στα σπόρκα») φθά-νουν τα 171 και αποτελούν το διηγηματικό σώμα του Παπαδιαμάντη. Κατά το μοί-ρασμα σε τόμους, ρυθμιστικός παράγων στάθηκε η ανάγκη παραπλήσιου αριθμού σελίδων ανά τόμο. Είναι, ωστόσο, εμφανές, ότι υπήρχε η δυνατότητα να διατηρη-θούν ορισμένες τουλάχιστον χρονολογικές ενότητες, όπως δημιουργούνται από την παράταξη των κειμένων. Το παράδοξο είναι ότι η διατάραξή τους φαίνεται να μην γίνεται αντιληπτή από ορισμένους προλογιστές, ενώ, αντιθέτως, σε μια περίπτωση, γίνεται κατά απαίτησή του.

Αναλυτικότερα, στον έκτο τόμο συμπεριλαμβάνονται τα 17 διηγήματα της πε-ριόδου Χριστούγεννα 1887-Χριστούγεννα 1891, στον επόμενο τα επτά από τα οκτώ διηγήματα του 1892. Ενώ, στον μεθεπόμενο, σύμφωνα με τον προλογιστή, Σταύρο Ζουμπουλάκη, δεκατέσσερα, δημοσιευμένα από τα τέλη του 1893 ως την 1 Ιανουα-ρίου 1896. Άρα, είτε έχουμε κενό γραφής είτε παράλειψη διηγημάτων. Τίποτα από τα δύο. Στον τόμο, συμπεριλαμβάνεται το χριστουγεννιάτικο του 1892, «Οι ελα-φροΐσκιωτοι», που περίσσεψε από τον προηγούμενο, καθώς και τα δύο των πρώτων μηνών του 1893. Ο γράφων μάλλον πρόσεξε μόνο το προτασσόμενο διήγημα, όπου και τον παρέσυρε η διαφορά στις ημερομηνίες γραφής και πρώτης δημοσίευσης. Παρομοίως, ο προλογιστής του δωδέκατου τόμου, Τασούλα Καραγεωργίου, διατεί-νεται ότι τα 30 διηγήματα του τόμου είναι δημοσιευμένα την περίοδο 1907-1912, ε-νώ τα δυο πρώτα δημοσιεύτηκαν Δεκέμβριο 1906. Αντιθέτως, ο προλογιστής του έ-

9

Page 10: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

νατου τόμου, Στέλιος Παπαθανασίου, για να υποστηρίξει τα συμπεράσματά του παρεμβαίνει σε βάρος της χρονολογικής ενότητας. Ο συγκεκριμένος τόμος, με δυο επιπλέον διηγήματα, θα κάλυπτε ακέραια τα έτη 1896 έως και 1900. Εξαιρούνται, όμως, το πρώτο διήγημα του 1896 και το τελευταίο του 1900. Έτσι, προκύπτει ένας τόμος, όπου το πρώτο διήγημα είναι «Ο Ξεπεσμένος Δερβίσης» και το τελευταίο, «Ο Γείτονας με το λαγούτο». Σε αυτήν τη διάταξη, στηρίζει ο Παπαθανασίου τον πρόλογό του, εξαίροντας το πρώτο ως το καλύτερο των αθηναϊκών και υποβιβάζο-ντας το τελευταίο. Επιπροσθέτως, το τελευταίο του 1900, «Η Φαρμακολύτρια», ως εναρκτήριο του επόμενου τόμου, το καθιστά ακρογωνιαίο λίθο του δεύτερου προλό-γου, που συγγράφει.

Και μόνο αυτά τα παραδείγματα δείχνουν ότι τα συγκεκριμένα διηγήματα ενός τόμου δεν είναι το κυρίως θέμα των προλόγων. Αντί για το corpus των διηγημάτων, που κλήθηκε έκαστος να παρουσιάσει, οι περισσότεροι σχολιάζουν ένα διήγημα, κάνοντας αναφορά, δίκην παραδείγματος, σε δυο-τρία από τα υπόλοιπα ή και σε διηγήματα άλλων τόμων, όταν τα λοιπά διηγήματα του τόμου δεν ταιριάζουν με τις προτιμήσεις τους. Κατά κανόνα, προβάλλουν το διήγημα, με το οποίο τιτλοφορεί-ται ο τόμος. Κι αυτό όχι ως αντιπροσωπευτικό της ομάδας, αλλά ως το, κατά τη γνώμη τους, κορυφαίο. Άλλωστε, πιθανώς, με βάση τις προτιμήσεις τους και με τη σύμφωνη γνώμη του επιμελητή, να έγινε η επιλογή του. Όπως και να έχει, θυμί-ζουν τον Λάκη Προγκίδη, αν δεν πατούν στα βήματά του, ο οποίος ανακήρυξε τον Παπαδιαμάντη μυθιστοριογράφο εφάμιλλο των Ευρωπαίων με βάση ένα και μονα-δικό διήγημα. Ακόμη, όμως, και τρεις εξ αυτών, που θεωρούν ότι επιβάλλεται να σχολιάσουν περισσότερα και λειτουργώντας ως φιλότιμοι βιβλιοπαρουσιαστές, γράφουν από μια φράση για μερικά ακόμη, τα αντιμετωπίζουν μεμονωμένα, σκια-γραφώντας την υπόθεση ενός εκάστου.

Ούτε καν τους ενοποιητικούς δεσμούς, που προκύπτουν από την παράταξη των διηγημάτων κατά τη χρονολογική σειρά της πρώτης δημοσίευσης, φαίνεται να λαμ-βάνουν υπόψη. Εκτός κι αν τους παρακάμπτουν σκοπίμως. Παράδειγμα, ο έκτος τόμος, όπου, από τα 17 διηγήματα, τα 11 είναι εορταστικά, και ο όγδοος, με 8 εορτα-στικά διηγήματα από τα 14. Αυτόν τον εμφανή συνδετικό ιστό, οι δυο προλογιστές, ο Άγγελος Μαντάς και ο Ζουμπουλάκης, δεν τον σχολιάζουν. Αντ’ αυτού, αναπτύσ-σουν θέματα, που δείχνουν να συνδέονται με τα προσωπικά τους ενδιαφέροντα. Ο πρώτος δεν αναφέρεται σε κανένα εορταστικό διήγημα, ούτε καν σε εκείνο του τίτ-λου, «Η Σταχομαζώχτρα», αλλά επιλέγει ως κυρίως θέμα ένα από τα πέντε υπολει-πόμενα, «Η Μαυρομαντηλού», που τον απασχολεί εδώ και χρόνια, καθώς αποτέλε-σε μικρό ολίσθημα της διδακτορικής του διατριβής. Ο δεύτερος επικεντρώνεται μεν σε ένα εορταστικό, το «Λαμπριάτικος ψάλτης», αλλά δεν τον ελκύει αυτό καθ’ αυτό το διήγημα ή, έστω, το πολυσυζητημένο προοίμιο. Ακόμη και την ημερομηνία πρώ-της δημοσίευσής του φαίνεται να τη λησμονεί. Ο λόγος είναι πρόσφατο φιλολογικό

10

Page 11: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

εύρημα, για το οποίο ο ενθουσιασμός του είναι ακόμη μεγαλύτερος, καθώς η ανα-κοίνωσή του έγινε στο περιοδικό, που ο ίδιος διευθύνει.

Παρεμπιπτόντως, είναι αξιοσημείωτο, ότι, στα δεκαέξι συνολικά ένθετα κείμενα, σε κανένα δεν αναφέρεται, ούτε ως πληροφορία, ότι ο Παπαδιαμάντης έγραψε εορ-ταστικά διηγήματα ή, ακριβέστερα, ότι, με αυτά ξεκίνησε και με αυτά πορεύτηκε μέχρι σχεδόν το τέλος του 19ου αι. Δηλαδή, μια μεγάλη περίοδο, που αντιστοιχεί στα δύο τρίτα του συγγραφικού του βίου. Επίσης, κανένας τόμος δεν τιτλοφορείται με τίτλο εορταστικού, πλην του έκτου, «Η Σταχομαζώχτρα και άλλα διηγήματα», στη επιλογή του οποίου, όμως, θα πρέπει να βάρυνε η κοινωνιολογική συνιστώσα...

Συνέχεια και Τέλος την επόμενη Κυριακή.

Μ. Θεοδοσοπούλου

Λεζάντα φωτογραφίας: Πορτραίτο (ξυλογραφία) του Παπαδιαμάντη, το πρώτο (1941) α-πό τα δύο, που φιλοτέχνησε ο χαράκτης Α. Τάσσος. Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 4/12/2011.

Απάντων Παπαδιαμάντη τέλος

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης «Άπαντα» Φιλολογική επιμέλεια Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος Έκδοση «ΤΟ ΒΗΜΑ βιβλιοθήκη»

11

Page 12: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

Συνέχεια σχολιασμού από την προηγούμενη Κυριακή. Οι προλογιστές, λοιπόν, ξεκινούν και τελειώνουν με μια γενικευτική αξιολόγηση του Παπαδιαμάντη και του έργου του, εκτός από εκείνους που εκκινούν εστιάζο-ντας σε ένα διήγημα, οπότε τους μένει το κλείσιμο. Όσο γενικευτικές τόσο και δο-ξαστικές αυτές οι εκτιμήσεις, διατυπώνονται με τον απόλυτο τρόπο της αυθεντίας. Παράδειγμα, εκείνη που αποφαίνεται ότι “η σύγχρονη ευρωπαϊκή λογοτεχνία θα παραμείνει φτωχότερη όσο αδυνατεί να κοινωνήσει το έργο και το πνεύμα του Πα-παδιαμάντη”. Κατά κανόνα, πάντως, οι προλογιστές φροντίζουν να αναφέρουν τη χρονική περίοδο, κατά την οποία δημοσιεύτηκαν τα διηγήματα του τόμου. Με βάση αυτό το δεδομένο, ωστόσο, δεν επεκτείνονται στις κοινωνικές και λογοτεχνικές συν-θήκες της εποχής, όπως θα αναμενόταν, αλλά περιορίζονται να σχολιάσουν τη συγ-γραφική φάση, στην οποία βρισκόταν ο Παπαδιαμάντης, σε σχέση και με την ηλι-κία του. Κατ’ εξαίρεση, ο Άγγελος Καλογερόπουλος, στον πρόλογο του έβδομου τό-μου, με τα δημοσιευμένα εντός του 1892 διηγήματα, κάνει σύντομη μνεία στην πο-λιτική κατάσταση της χώρας επί Χαρίλαου Τρικούπη. Ούτε, βέβαια, παραβάλλουν τον Παπαδιαμάντη με άλλους ομότεχνούς του κατά την ίδια περίοδο. Απουσιάζει, δηλαδή, τελείως, μια συγχρονική εικόνα, έστω αδρομερής, που θα βοηθούσε τον α-ναγνώστη να τοποθετήσει τον Παπαδιαμάντη στο περιβάλλον της πεζογραφικής παράδοσης. Πλην ενός ρητορικού παραλληλισμού της γλώσσας με εκείνη των Ροΐδη, Βιζυηνού και Μωραϊτίδη, που επιχειρεί προς αγλαϊσμόν και πάλι ο Καλογε-ρόπουλος, στο δεύτερο πρόλογό του, εκείνον του ενδέκατου τόμου. Επίσης, οι προ-λογιστές δεν προβαίνουν σε συγκρίσεις με μεταγενέστερους συγγραφείς, των ο-ποίων τα έργα τυχόν συνομιλούν με ορισμένα παπαδιαμαντικά διηγήματα, ώστε να διαφαίνονται οι απαραίτητοι δεσμοί συνέχειας. Εκτός από τον Η. Χ. Παπαδημητρα-κόπουλο, στον επίλογο, που αποπειράται συσχέτιση των αφηγηματικών του τρό-πων με εκείνους δυο μεταγενέστερων πεζογράφων, των Ν. Γ. Πεντζίκη και Νίκου Καχτίτση, οι οποίοι αποτελούν προσφιλή του συγγραφικά πρόσωπα.

12

Page 13: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

Ορισμένες διαπιστώσεις των προλογιστών αναιρούνται από το ίδιο το έργο. Πα-ράδειγμα, η απόφανση του Άγγελου Μαντά, ότι το 1887 “ο Παπαδιαμάντης εγκα-ταλείπει οριστικά και αμετάκλητα το λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος”. Ενώ, υπάρχουν τα δυο “κοινωνικά μυθιστορήματα”, το 1903 «Η Φόνισσα» και το 1907 «Τα Ρόδιν’ ακρογιάλια». Αν επρόκειτο για άποψη του προλογιστή, θα ήταν αποδε-κτή ως μια φιλολογική εκτίμηση. Εκείνος, όμως, αποφθέγγεται για τις προθέσεις του συγγραφέα, αποφαινόμενος ότι η στροφή του στο διήγημα συνιστά “κίνηση αυ-τοσυνειδησίας”. Προϋπάρχει, βεβαίως, η θεωρία περί παπαδιαμαντικής παλινωδίας του Στέλιου Ράμφου, αλλά, είκοσι πέντε χρόνια μετά, αυτή απαιτεί επανεξέταση. Συνηθέστερες, πάντως, είναι εκείνες οι εκτιμήσεις, οι οποίες, μέσα στη γενικολογία τους, καταλήγουν να χάνουν μέρος του όποιου νοήματος εμπεριέχουν. Παράδειγμα, η άποψη του Στέλιου Παπαθανασίου ότι το διήγημα «Η Φαρμακολύτρια» είναι “πηγή ακένωτος οντολογικών, θεολογικών, κοινωνιολογικών και ψυχολογικών κα-τηγοριών” ή, του ιδίου, ότι ο Παπαδιαμάντης είναι “ο μεγάλος τραγικός του νέου ελ-ληνισμού”. Επίσης, η διαπίστωση του Μαντά, ότι “ο Παπαδιαμάντης απαρνείται τη μετωνυμικότητα του μυθιστορήματος και αφοσιώνεται στη μεταφορικότητα των μικρών συνθέσεων”, της οποίας το ακριβές νόημα θα δυσκολευόταν να συλλάβει α-κόμη και ένας θεωρητικός της λογοτεχνίας. Παρόμοιες εντυπωσιακής σύλληψης φράσεις πολύ φοβόμαστε ότι για το πλατύ κοινό μένουν σαγηνευτικά σκοτεινές.

Για ορισμένους προλογιστές, η καλλιέπεια του κειμένου δείχνει ως αυτοσκοπός. Σε αυτές τις περιπτώσεις, δεδομένου ότι η υφολογική εκζήτηση έρχεται ως παρε-πόμενο της γενίκευσης, ο πρόλογος, που προκύπτει, θα μπορούσε να συνοδεύει τον οιονδήποτε τόμο ή και ολόκληρα τα «Άπαντα». Ένας αδαής στους τρόπους της ρη-τορείας δεν μπορεί παρά να απορεί με ορισμένες διατυπώσεις. Παράδειγμα, η Τα-σούλα Καραγεωργίου, που παραδομένη στον ποιητικό της οίστρο, κάνει λόγο περί “αφελούς αθωότητας”, “ποιητικής δημοκρατίας” ή και “δημοκρατίας του πολυεπί-πεδου ύφους”. Νεότεροι ποιητές, όπως η Καραγεωργίου και ο Δημήτρης Κοσμόπου-λος, στην δοκιμιογραφία τους, επιτείνουν την φραστική αοριστία με τον φόρτο των επιθέτων. Το πλήθος των κοσμητικών στοιχείων, καθώς και η επανάληψη των εντυ-πωσιακότερων εξ αυτών, τείνει να τα καταστήσει αβαρή. Μπορεί, λ.χ., ο Ελύτης να αναφέρεται “στη μαγεία του Παπαδιαμάντη”, ωστόσο η συνεχής αναφορά στο μαγι-κό και το μαγευτικό, στη μαγεία και το θαύμα, λειτουργεί σε βάρος της όποιας ποιητικότητας του λόγου.

Στους προλόγους, ως κείμενα δοκιμιακού μάλλον χαρακτήρα παρά εισαγωγικού, γίνονται αναφορές σε άλλους μελετητές, καθώς και παραπομπές σε δημοσιεύματα και βιβλία. Δυστυχώς, για τις πηγές δεν έχει προβλεφθεί ενιαίος τρόπος βιβλιογρα-φικής καταγραφής. Άλλοτε οι παραπομπές ενσωματώνονται στο κείμενο, άλλοτε καταχωρίζονται σε υποσελίδιες σημειώσεις, ενώ, συχνότερα, παραλείπονται Όσο αφορά το ποιόν αυτών των επεξηγηματικών συσχετίσεων και αναφορών, δημιουρ-

13

Page 14: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

γείται η εντύπωση, ότι οι προλογιστές απευθύνονται σε κοινότητα ειδημόνων, αδια-φορώντας για το πλατύ αναγνωστικό κοινό. Τις περισσότερες φορές, πάντως, αυτές οι μνείες δείχνουν περισσότερο σαν καρύκευμα του λόγου και λιγότερο ως ανα-γκαία παράθεση για την ανάπτυξη της όποιας συλλογιστικής. Όπως και να το κά-νουμε, μια αναφορά στον Βιττγκενστάιν ή τον Μιχαήλ Μπαχτίν, όταν, μάλιστα, αυ-τή δεν γίνεται άπαξ, αλλά επαναλαμβάνεται δις και τρις, προσδίδει διαφορετικό κύρος σε ένα κείμενο. Λ.χ., ο Παπαθανασίου, για να έχει την ευκαιρία να αναφερθεί στην κατά Μπαχτίν ερμηνεία του Ντοστογιέφσκι, παρακάμπτει – εκτός κι αν του διαφεύγει - την αυτονόητη διαφορά μεταξύ κυριολεκτικής και μεταφορικής χρήσης της λέξης “χαμάλης”, που κάνει ο Παπαδιαμάντης σε δυο διηγήματα. Ως γνωστόν, οι άριστοι των φιλολόγων είναι εκείνοι που κάποτε υποπίπτουν στο ολίσθημα της υπερερμηνείας. Αντίστοιχο ρόλο, πάντως, με εκείνον του Μπαχτίν φαίνεται να επι-φυλάσσουν οι ελληνοκεντρικοί στον Ζήσιμο Λορεντζάτο.

Απομένει η τρίτη ενότητα, με τους προλόγους των δυο τελευταίων τόμων, στους οποίους δημοσιεύονται τα ποιητικά και τα μη λογοτεχνικά κείμενα του Παπαδια-μάντη, και ο επίλογος. Τους προλόγους, τους αναλαμβάνουν οι καθ’ ύλην αρμόδιοι. Ο Κοσμόπουλος, ως ποιητής, τα «Ποιητικά και άλλα κείμενα», ο Δημήτρης Μαυ-ρόπουλος, ως θεολόγος, τα θρησκευτικού περιεχομένου, που συγκεντρώνονται στον τελευταίο τόμο «Η Δίψα του Δαυϊδ και άλλα κείμενα». Αυτός ο δεύτερος δεν θη-ρεύει λεκτικούς και άλλους εντυπωσιασμούς. Σχολιάζει κάποια σημεία, που, σήμε-ρα πλέον, δεν είναι αυτονόητα, όπως, για παράδειγμα, η διάκριση Εκκλησίας και Θρησκείας. Ακόμη, επιμένει σε ορισμένα βιογραφικά του Παπαδιαμάντη, τα οποία τείνουν να διαγραφούν. Έτσι, φωτίζει τις συγγραφικές προθέσεις. Τέλος, τον επίλο-γο αναλαμβάνει ο Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος, που είναι και ο μόνος αμιγής πε-ζογράφος της ομάδας και άρα, ο στενότερος “συγγενής” του Παπαδιαμάντη. Το κεί-μενό του είναι το αναμενόμενο από έναν διηγηματογράφο, που στέκει θαυμαστικός προς τον μακρινό πρόγονο. Ίσως, όμως και να υπερβάλλει, τουλάχιστον φραστικά, στο “εγκώμιο του διηγηματογράφου”, ερχόμενος σε παραφωνία τόσο με το δικό του αφηγηματικό ύφος όσο και με εκείνο του τιμώμενου. Το βασικό, όμως, κατά την ε-κτίμησή μας, είναι ότι αδικεί τις ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις επί του συνόλου του έργου, που συγκεντρώνει και οι οποίες θα χρειάζονταν εκτενέστερη και συστηματι-κότερη ανάπτυξη.

Πρέπει, μεταξύ άλλων, να λάβουμε υπόψη ότι τα δεκαπέντε εισαγωγικά κείμε-να και ο επίλογος δεν λειτουργούν ανεξάρτητα. Συνιστούν ψηφίδες, των οποίων η συνένωση προσφέρει την εικόνα του συνολικού έργου. Οπότε γεννάται το ερώτημα, ποιος είναι ο Παπαδιαμάντης, που παρουσιάζουν. Με άλλα λόγια, ποιος είναι ο Πα-παδιαμάντης, που σχηματίζουν σαν σε κολάζ οι λιγότερο ή περισσότερο γενικευτι-κές αποφάνσεις των δέκα κειμενογράφων. Κατ’ αρχάς, αυτός ο Παπαδιαμάντης δεί-χνει σαν ένας γραφικός περιθωριακός, έτσι όπως ο Καλογερόπουλος συνοψίζει τα

14

Page 15: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

του βίου του, στον πρόλογο του έβδομου τόμου: “Η προσωπική του ζωή κινείται με-ταξύ των γραφείων της «Ακροπόλεως», της ταβέρνας του Καχριμάνη και των ναΐσκων της Αθήνας και των περιχώρων”. Φράση, προσφυώς διατυπωμένη, ώστε να εξυπακούεται η γενίκευσή της, με αλλαγή εφημερίδας και ταβέρνας. Επιπροσθέ-τως, πρόκειται για έναν Παπαδιαμάντη πενόμενο ή και “πένη”, κατά τα γραφόμενα των Παπαθανασίου και Παπαδημητρακόπουλου. Αυτήν την εικόνα την συνθέτουν με φράσεις, που αλιεύουν από την αλληλογραφία του Παπαδιαμάντη με τους γο-νείς του, της οποίας η ανάγνωση, ο ένας τουλάχιστον ομολογεί ότι τον “συγκλονί-ζει”. Δια της μεθόδου της κοπτοραπτικής διαστέλλουν τα γραφόμενα επί το δραμα-τικότερο. Για παράδειγμα, στις 15 Φεβρουαρίου 1881, ο Παπαδιαμάντης γρά-φει:«Με 6 χιλ. δραχμάς διετηρήθην εγώ εις τας Αθήνας επί 10 έτη, πότε νηστικός και πότε χορτάτος.» Και ο προλογιστής γενικεύει:«...έζησε στην Αθήνα περίπου 35 χρόνια, “πότε νηστικός και πότε χορτάτος”, κατά τα λεγόμενά του...» Ή, επίσης, στις 18 Αυγούστου 1889, γράφει: «Ευρίσκομαι χωρίς λεπτόν, διότι επλήρωσα τα χρέη μου και έκαμα και ρούχα. Αλλ’ αν τυχόν έχετε ανάγκην από λεπτά, παρακα-λώ τον κ. Αλέξ. Μωραϊτίδην, όν ασπάζομαι, να σας δώση πενήντα δραχμάς, και άμα έλθη εις Αθήνας τάχιστα συν Θεώ, θα τω τας αποδώσω.» Και ο επιλογιστής μετα-πλάθει: «...όταν (για πολλοστή φορά) γράφει ότι “βρίσκομαι χωρίς λεπτό” και να παρακαλέσουν τον Μωραϊτίδη για δανεικά, έχει πατήσει τα 38...» Και ως κατα-κλείδα, ο επιλογιστής ανάγει τη “στέρηση” σε “δραματική συνιστώσα του παπαδια-μαντικού έργου”.

Αν σε αυτά τα κείμενα διογκώνονται τα βιογραφικά δεδομένα, υπάρχουν και ση-μεία άλλων κειμένων, που παρερμηνεύονται. Λ.χ., ο Σταύρος Ζουμπουλάκης, στον πρόλογο του δέκατου τρίτου τόμου, όπου συγκεντρώνονται τα 25 από τα 32 διηγή-ματα, που δημοσιεύτηκαν μετά θάνατο, αποπειράται να αναιρέσει το χαρακτηρισμό του “κατ’ αποκοπήν διηγηματογράφου”, με το σκεπτικό ότι περίπου το 20% των διηγημάτων δημοσιεύθηκε μεταθανάτια. Άρα, καταλήγει, τα φύλαγε στο συρτάρι του. Λησμονεί, ωστόσο, ότι τα δέκα εξ αυτών έμειναν στην τσάντα του Δημητρίου Κακλαμάνου, όταν εκείνος εγκατέλειψε το «Νέον Άστυ» για τα διπλωματικά πό-στα. Ενώ κάποια από τα υπόλοιπα πρέπει να τα ετοίμαζε για συγκεκριμένα έντυ-πα. Παράδειγμα, το δεύτερο περιοδικό του φίλου του Γεράσιμου Βώκου, «Ο Καλλι-τέχνης», που είχε ξεκινήσει Απρίλιο 1910. Εκεί δημοσιεύονται εννέα μεταθανάτια.

Κατά τα άλλα, για το τι εξαίρεται από το έργο του, μια πρώτη απάντηση δίνουν τα διηγήματα, που τιτλοφορούν τους τόμους. Μια δεύτερη, εκείνα που επιλέγουν να σχολιάσουν δια μακρών οι προλογιστές. Και μια τρίτη, όσα εκείνοι ρητά ξεχωρί-ζουν. Σε γενικές γραμμές, υπερισχύει η τρέχουσα επαναξιολόγηση του παπαδιαμα-ντικού έργου. Παράδειγμα, ο Ζουμπουλάκης, στον πρόλογο του όγδοου τόμου, με 14 διηγήματα, μεταξύ των οποίων τα «Λαμπριάτικος Ψάλτης», «Η Νοσταλγός», «Η Γλυκοφιλούσα», «Ο Έρωτας στα χιόνια», προκρίνει το «Πατέρα στο σπίτι!». Κι

15

Page 16: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

αυτό, όπως εξηγεί, γιατί προτάσσει το θέμα, παραμερίζοντας “τα αισθητικά του κριτήρια”. Ένα θέμα κοινωνικό, που αποδίδεται, κατ’ εξαίρεση, συγκινησιακά φορ-τισμένο. Και οι αναγνώστες, καθώς και οι κριτικοί, που, με το ίδιο σκεπτικό, ανακη-ρύσσουν σε μπεστ σέλλερ, καθώς και σε βραβεύσιμο, από τη σοδειά του 2010, το μυθιστόρημα της Ιωάννας Καρυστιάνη, «Τα σακιά», θα συμφωνήσουν μαζί του.

Για την προβολή ενός Παπαδιαμάντη σύμφωνου με τα σημερινά γούστα, δεν γί-νονται υποκειμενικές αναγνώσεις μόνο των επιστολών αλλά και των διηγημάτων. Για παράδειγμα, το προοίμιο του «Λαμπριάτικου ψάλτη» καταλήγει με τη διαβε-βαίωση του αφηγητή ότι θα εξακολουθήσει “να ζωγραφεί μετά στοργής τα γνήσια ελληνικά ήθη”. Και ο προλογιστής συμπεραίνει, δηλαδή τα “αγνά, ανόθευτα, γηγε-νή”. Τα δυο τελευταία επίθετα, πράγματι, συνιστούν ερμηνεία του “γνήσια”, αλλά ε-κείνο το “αγνά”, πόθεν τεκμαίρεται; Δείχνει, μάλιστα, ο προλογιστής να διαφωνεί ό-τι είναι “γνήσια ελληνικά ήθη” τα έθιμα του αρραβώνα, έτσι όπως παραστατικά πε-ριγράφονται στο διήγημα «Τα Συχαρίκια», επειδή, σήμερα, το μόνο που μπορούμε να αντιληφθούμε σε αυτά είναι “δεισιδαιμονία” και “συμβολική βία κατά των γυναι-κών”. Ο ίδιος προλογιστής, συνοψίζοντας την υπόθεση του διηγήματος, «Τα Βενέτι-κα», παρουσιάζει τους τρεις ήρωες, τους δυο ευσεβείς νέους και τον Γιαννιό, τον ο-παδό της Μεγάλης Ιδέας, παρεμβάλλοντας την παρατήρηση: «Όλη η φαντασιό-πληκτη Ελλάδα παρούσα εδώ, σε τούτη τη μικρή παρέα.» Έτσι, όμως, δημιουργεί-ται σύγχυση ανάμεσα στις προθέσεις του Παπαδιαμάντη και την ερμηνεία του με-λετητή, επειδή ο τελευταίος παραγνωρίζει τα συμφραζόμενα της εποχής, αυτά που θεωρούνται ως προεόρτια των Βαλκανικών πολέμων.

Πολύ φοβόμαστε, ότι το σύνολο των συνοδευτικών κειμένων δείχνει μάλλον σαν κολάζ προσωπικών απόψεων, όπου χωλαίνει το πραγματολογικό μέρος, το οποίο και θα αναπλήρωνε το κενό του φιλολογικού σχολιασμού. Προσομοιάζει με τις συ-ναγωγές κειμένων ή και με τα αφιερώματα περιοδικών, που καταρτίζονται για έναν τιμώμενο συγγραφέα. Πρόθεση αυτού του σχολιασμού δεν είναι να μειώσει την ό-ποια αξία των νέων «Απάντων», αλλά να καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται για την χρηστική έκδοση ενός κλασικού έργου. Ουδόλως κατανοούμε τον επιμελητή, που διατείνεται ότι η εν λόγω έκδοση θα πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την κατάρ-τιση μιας μελλοντικής διορθωμένης έκδοσης, είτε κριτική είναι αυτή είτε χρηστική. Όπως και να έχει, η χρηστική έκδοση, που θα ετοίμαζε ένας εκδοτικός οίκος, μη γι-νόμενη υπό το άγχος του χρόνου, θα είχε αποφύγει τα οποία τυπογραφικά λάθη, θα είχε διαφορετικά φροντίσει το γλωσσάρι, θα είχε συστηματικότερα αφαιρέσει τα νόθα κείμενα και προσθέσει τα μεταγενέστερα ευρήματα: το μοναδικό ανευρεθέν διήγημα, τα καινοφανή γνήσια και τις, από παλαιότερα γνωστές, τροποποιήσεις σε δυο διηγήματα. Μια ανάλογη έκδοση, στοχεύοντας μακροπρόθεσμα να αποτελέσει προσφορά στα γράμματα, δεν θα είχε ανάγκη άγρας εντυπώσεων. Θα αρκείτο σε έ-να εκτενές επίμετρο, στο οποίο θα δίνονταν με ακρίβεια ορισμένα απαραίτητα φιλο-

16

Page 17: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

λογικά στοιχεία. Τελικά, η πρόσφατη έκδοση δεν είναι ούτε η χρηστική ενός κλασι-κού έργου ούτε, αναμφίβολα, μια σειρά περιπτέρου. Έχει τον νόθο χαρακτήρα πολ-λών σημερινών εκδοτικών εγχειρημάτων, που μετεωρίζονται μεταξύ λογοτεχνίας και καταναλωτικού προϊόντος, και τα οποία, χάρις ακριβώς σε αυτόν το χαρακτήρα τους, φαίνεται να ευδοκιμούν στην αγορά.

Μ. Θεοδοσοπούλου

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 11/12/2011.

17

Page 18: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

Διασταύρωση επετείων

Λεζάντα φωτογραφίας: Από τα επετειακά κατορθώματα της 6ης Δεκεμβρίου. Ο

Παπαδιαμάντης ως αόμματος (Φωτ. Κ. Λιόντης). Χριστούγεννα 2011 εξέπνευσε το έτος Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη. Πρωτοχρονιά

2012 ανέτειλε το έτος Καρόλου Ντίκενς. Το πρώτο, ούτε καν επισήμως από την ελ-ληνική πολιτεία ανακηρύχτηκε έτος Παπαδιαμάντη. Αντιθέτως, το δεύτερο εξαγ-γέλθηκε, μετά φανών και λαμπάδων, ως παγκόσμιο έτος Ντίκενς, με τις προγραμ-ματισμένες εκδηλώσεις να φτάνουν μέχρι τα πέρατα της άλλοτε ποτέ γηραιάς Αλβιώνος. Το χορό των εορτασμών θα σύρει η πόλη του Ντίκενς, το Λονδίνο. Κατά καλή τύχη της πρωτεύουσας του Ηνωμένου Βασιλείου, η διακοσιετηρίδα του Ντί-κενς συνέπεσε με τη διεξαγωγή στην πόλη των Ολυμπιακών Αγώνων. Ως τη βασι-κή πολιτιστική ατραξιόν ετοιμάζονται οι Λονδρέζοι να προβάλλουν τον κορυφαίο κλασικό τους συγγραφέα. Έχουν ήδη ανακαινίσει το μουσείο του, στο κέντρο της πόλης, και καταστρώσει πλούσιο πρόγραμμα εκδηλώσεων. Το μουσείο στεγάζεται σε ένα από τα σπίτια, στα οποία έζησε ο Ντίκενς. Λιγότερο από τρία χρόνια έμεινε σε αυτό, ήταν όμως η πρώτη κατοικία μεσοαστικών προδιαγραφών που απέκτησε, μόλις είχε αρχίσει να καταξιώνεται ως δημοσιογράφος και έκανε τα πρώτα του συγγραφικά βήματα. Εκεί έγραψε τον «Όλιβερ Τουίστ». Είναι, πάντως, το μοναδι-κό κτίσμα, που έφθασε ακέραιο μέχρι τον 20ο αιώνα. Δραστήριος ο Σύλλογος Ντί-κενς, που έχει συσταθεί από το 1902, το διέσωσε από την κατεδάφιση και το μετέ-τρεψε σε μουσείο, το οποίο λειτουργεί από το 1925.

18

Page 19: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

Σε αντίθεση, ο Παπαδιαμάντης, μια εντοιχισμένη προτομή, όλη κι όλη, ευτύχησε να αποκτήσει στην Αθήνα, στην πλατεία Δεξαμενής, στο Κολωνάκι, όπου έζησε τα τελευταία χρόνια της αθηναϊκής του μετοικεσίας. Κι αυτής, όμως, της βγάλαμε τα μάτια ή, επί το ακριβέστερο, έπεσε θύμα πρόσφατου βανδαλισμού. Κατά τα άλλα, σύμφωνα με τις πομπώδεις εκφράσεις των υπουργών Πολιτισμού, η Αθήνα μας, με το κλέος των αγαλμάτων της, συνιστά ακρογωνιαίο λίθο της βαριάς βιομηχανίας της χώρας μας, που είναι ο τουρισμός.

Όσο για τα υπόλοιπα του έτους Ντίκενς, ο Σύλλογός του έχει ήδη αναγγείλει το Συνέδριο Ντίκενς του 2012, προκρίνοντας ως τόπο διεξαγωγής τη γενέτειρά του, το Πόρτσμουθ. Σε αντίθεση με την Εταιρεία Παπαδιαμάντη, που φαίνεται να νιώθει κάθε φορά συμπλεγματικά να πραγματοποιήσει το Συνέδριο στη Σκιάθο. Να ση-μειώσουμε, επίσης, ότι ο Σύλλογος Ντίκενς έχει ήδη αναγγείλει το πρόγραμμα του Συνεδρίου, προσδιορίζοντας το χρόνο και όλες τις λεπτομέρειες σχετικά και με τη συμμετοχή σε αυτό, τις οποίες ανακοινώνει στον διεθνή Τύπο, ώστε το Συνέδριο να είναι ανοιχτό για κάθε ενδιαφερόμενο απανταχού της γης. Και πάλι, σε αντίθεση με την Εταιρεία Παπαδιαμάντη, που δεν δημοσιοποιεί ευρύτερα τις αποφάσεις της, τις οποίες, ούτως ή άλλως, παίρνει στο παρά πέντε. Τέλος, παρόλο που ο Ντίκενς, ε-κτός από Σύλλογο, έχει και νεότερη Εταιρεία, ένα μόνο διεθνές Συνέδριο προγραμ-ματίζεται, στις 9 με 14 Αυγούστου, και θα αφορά τον Ντίκενς και το έργο του, χωρίς θεματικούς περιορισμούς.

Διαφορές

Η διαφορά στην αντιμετώπιση των δυο συγγραφέων, όσο αφορά τη διεθνή κοινό-

τητα, είναι συνάρτηση πολλών παραγόντων, με καθοριστικό στοιχείο εκείνο της γλώσσας. Πέραν, όμως, των περιορισμένων ορίων της ελληνικής, βασικός συντελε-στής είναι και το είδος της λογοτεχνίας, που καλλιέργησαν οι δυο συγγραφείς. Όσο περιοριστική αποβαίνει η γλώσσα γραφής, αντίστοιχα δεσμευτικό στην απήχηση ενός συγγραφέα είναι το λογοτεχνικό είδος του διηγήματος ή και γενικότερα της σύντομης φόρμας έναντι του μυθιστορήματος. Κορυφαίος μυθιστοριογράφος ο Ντί-κενς, ψυχαγώγησε με τα βιβλία του και τις μεταμορφώσεις τους σε ταινίες, κινημα-τογραφικές και τηλεοπτικές, σε θεατρικά έργα μέχρι και σε κόμικς, όλες τις ηλι-κίες και όλες τις γενιές από την εποχή του και τουλάχιστον μέχρι την ηλεκτρονική επέλαση. Ενώ, ο Παπαδιαμάντης κωδικοποιείται ως διηγηματογράφος και αναλο-γικά παραμένει, περισσότερο σήμερα, δυσπρόσιτος στο ευρύ κοινό. Αυτή η διαφο-ρά, ωστόσο, δεν σηματοδοτεί και διαφορά αναστήματος. Ο Ντίκενς έχει μεν κατα-χωρηθεί ως κλασικός συγγραφέας των αγγλικών γραμμάτων, αλλά η κριτική, κατά καιρούς, του καταλόγισε συναισθηματισμό έως και μελοδραματισμό, χαοτική δομή και ρεαλισμό νοθευμένο με εξωπραγματικά στοιχεία ρομαντικής προέλευσης. Με

19

Page 20: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

βάση όλα αυτά, οι Άγγλοι μοντερνιστές τον εξαίρεσαν από τον λογοτεχνικό Κανόνα που κατάρτισαν. Μένει ζητούμενο, ποια μπορεί να ήταν η άποψή τους για τα διη-γήματα του Παπαδιαμάντη.

Πρώτες μεταφράσεις

Περισσότερο από μια γενιά χωρίζει τον Σκιαθίτη από τον λονδρέζο ομότεχνό του.

Εφέτος εορτάζονται τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Ντίκενς, στις 7 Φεβρουα-ρίου 1812. Ο Παπαδιαμάντης γεννήθηκε 39 χρόνια αργότερα, στις 4 Μαρτίου 1851. Το 2011, συμπληρώθηκε ένας αιώνας από το θάνατό του, στις 2 Ιανουαρίου 1911. Κυ-ριακή γεννήθηκε και Κυριακή πέθανε, λίγο πριν κλείσει τα 60. Σε παραπλήσια ηλι-κία, έχοντας συμπληρώσει τα 58, πέθανε ο Ντίκενς, στις 8 Ιουνίου 1870. Αμφότεροι χαρακτηρίζονται και κοινωνικοί συγγραφείς. Κυρίως κοινωνικός συγγραφέας ο Ντί-κενς, περιέγραψε και επέκρινε όψεις του βικτωριανού κόσμου, μέσα στον οποίο έ-ζησε. Όταν ανέβηκε στο θρόνο η δεκαοχτάχρονη Βικτωρία, το 1837, εκείνος ήταν ή-δη ένας δημοφιλής συγγραφέας, παρότι είχε εκδώσει μόλις ένα βιβλίο τον προη-γούμενο χρόνο. Το έτος της ενθρόνισής της δημοσίευσε σε συνέχειες τον «Όλιβερ Τουίστ». Όταν πέθανε η Βασίλισσα, το 1901, εκείνος είχε ήδη εισέλθει στο πάνθεο των κλασικών.

Δια βίου και σε ολόκληρο το έργο του, ο Ντίκενς στάθηκε υπερασπιστής του λα-ού. Ανέδειξε αυτούς που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα, ορφανά και παρίες, γελοιογρα-φώντας τους τύποις ενάρετους και καταγγέλλοντας τους εκμεταλλευτές. Μεταξύ άλλων, πλάθει στον «Όλιβερ Τουίστ» έναν αντιπροσωπευτικό τύπο φιλοχρήματου κακούργου στον υπόκοσμο του Λονδίνου, τον Εβραίο Φέϊγκιν. Είναι αρχηγός συμ-μορίας, που έχει στήσει “σχολή” πορτοφολάδων, όπου εκπαιδεύει καταλλήλως όσα παιδιά πέφτουν στα χέριά του. Αυτός ο ήρωας πολύ του κόστισε του Ντίκενς και ό-χι μόνο μεταθανατίως, όπως ο Σάϋλωκ του Σαίξπηρ. Οι κατηγορίες για αντισημιτι-σμό επηρέασαν ακόμη και το πλάσιμο, από ένα σημείο και ύστερα, του μυθιστορή-ματος, καθώς γραφόταν και δημοσιευόταν σε συνέχειες. Ο Ντίκενς, ως προς τις πο-λιτικές του αντιλήψεις, παρέμεινε ένας αστός της εποχής του. Γνησιότερα λαϊκός υ-πήρξε ο Παπαδιαμάντης. Μακράν, πάντως, και των δυο, οι ριζοσπαστικές ιδέες. Κι όμως, σε έναν ριζοσπάστη, που ενθουσιάστηκε με την κοινωνική κριτική, που ασκεί ο Ντίκενς, πολύ πιθανόν να οφείλεται η πρώτη μετάφραση βιβλίου του στα ελληνι-κά.

Αυτό το πρώτο βιβλίο του Ντίκενς είναι το κοινωνικό του μυθιστόρημα «Τα δύ-σκολα χρόνια». Εκδόθηκε το 1887 από το περιοδικό «Εβδομάς», χωρίς όνομα μετα-φραστή. Προηγουμένως, είχε δημοσιευθεί σε συνέχειες στο εν λόγω περιοδικό. Το ε-πόμενο έτος, εκδόθηκε ένα δεύτερο βιβλίο του, «Το Άσμα των Χριστουγέννων», ό-πως αποδόθηκε ο πρωτότυπος τίτλος, τα «Χριστουγεννιάτικα κάλαντα». Αυτή τη

20

Page 21: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

φορά, με όνομα μεταφραστή. Πρόκειται για τον Παναγιώτη Πανά, ένα από τα ση-μαντικότερα πρόσωπα, αν όχι το σημαντικότερο, του ελληνικού ριζοσπαστισμού κατά τον 19ο αι. Έχουμε αρκετές ενδείξεις, που οδηγούν στην εικασία ότι εκείνος εί-ναι ο μεταφραστής και του πρώτου βιβλίου. Υπέρ αυτού συνηγορεί, εκτός από το θέμα του βιβλίου, και το ότι ο Πανάς παραμένει μόνιμος συνεργάτης του περιοδι-κού, κυρίως ως μεταφραστής, από το 1884.

Ο Ντίκενς, όμως, είναι από πολύ νωρίτερα δημοφιλής και στη χώρα μας. Ήδη α-πό τα μέσα του 19ου αι. γίνεται γνωστός στο ελληνικό κοινό ως δημοσιογράφος, ι-δίως με μεταφράσεις ταξιδιωτικών του κειμένων. Η θαυμαστική μνημόνευσή του, το 1891, από τον Ιωάννη Καμπούρογλου, εκδότη της εφημερίδας «Νέα Εφημερίς», δείχνει την εξέχουσα θέση που κατέχει στην εκτίμηση των λογίων της εποχής. Ο Καμπούρογλου τον αναφέρει για να καλοσυστήσει τον Παπαδιαμάντη, καθώς δη-μοσιεύει αγγελία για την προσεχή έκδοση συλλογής διηγημάτων του, με τίτλο, «Θαλασσινά Ειδύλλια»: “Αμερικανός σχεδόν εις τα διηγήματά του, ωσάν τον Πόε, ωσάν τον Δίκκενς τον άγγλον είνε ο κ. Παπαδιαμάντης”. Στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, πάντως, για τις οποίες έχουμε κάπως καλύτερη εικόνα του περιοδικού Τύπου, ο Ντίκενς εμφανίζεται με μετρημένα διηγήματα. Όσο για τις μεταφράσεις βιβλίων του, λείπει, και στη δική του περίπτωση, συστηματική βιβλιογραφική κα-ταγραφή. Μια πρώτη απόπειρα έκανε ο Θοδωρής Πετρόπουλος, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον του στα πιο προσιτά μεταπολεμικά χρόνια. Δημοσιεύθηκε το 1989, στο μοναδικό, από όσο γνωρίζουμε, αφιέρωμα περιοδικού στον Ντίκενς, του «Δια-βάζω», σε επιμέλεια Γιώργου Γαλάντη. Ένας από τους πρώτους μεταφραστές του Ντίκενς, κατά την πρώτη μεταπολεμική δεκαετία, είναι ο πολιτικοποιημένος Γιώρ-γος Κοτζιούλας, ο οποίος και προτάσσει στη μετάφραση του μυθιστορήματος «Με-γάλες προσδοκίες» εγκωμιαστικό πρόλογο. Εκεί, πληροφορεί ότι το συγκεκριμένο μυθιστόρημα είχε προκριθεί σε έρευνα των αρχών του ’50 για το καλύτερο ευρω-παϊκό μυθιστόρημα. Τελικά, πολλές είναι οι μεταφράσεις, κυρίως διηγημάτων, του Ντίκενς, που δημοσιεύονται χωρίς όνομα μεταφραστή. Ωστόσο, ουδείς έχει αποδώ-σει κάποια από αυτές στον Παπαδιαμάντη. Αν και πρόσφατα, σε εκπομπή της επε-τειακής για τον Παπαδιαμάντη σειράς «Το σκοτεινό τρυγόνι», το ισχυρίστηκε ο ι-στορικός τέχνης Μάνος Στεφανίδης. Αλλά, το πιθανότερο, επρόκειτο για lapsus linguae.

Εκλεκτική συγγένεια

Ανάμεσα στον Παπαδιαμάντη και τον Ντίκενς υπάρχει μια κάποια εκλεκτική

συγγένεια όσο αφορά την αγάπη τους για τον κόσμο των παιδιών, στο πλάσιμο του οποίου και οι δυο αντανακλούν δικά τους βιώματα. Ενώ, αμφότεροι δείχνουν προτί-μηση στους ταπεινούς και τους παρίες των πόλεων. Ο κατ’ εξοχήν, όμως, λογοτε-

21

Page 22: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

χνικός τόπος στον οποίο συναντιούνται, δεν είναι το κοινωνικό πεζό αλλά το εορτα-στικό διήγημα. Ο Ντίκενς θεωρείται ο εισηγητής του χριστουγεννιάτικου διηγήμα-τος. Από το 1843 μέχρι το 1867 δημοσίευε κάθε χρόνο χριστουγεννιάτικα διηγήματα στα περιοδικά, που εξέδιδε ο ίδιος, Στη συνέχεια, συγκέντρωνε τα χριστουγεννιάτι-κα διηγήματά του σε τόμους, ενώ, τα πρώτα χρόνια, εξέδωσε και πέντε εκτενείς ι-στορίες, που θα χαρακτηρίζονταν μεγάλες νουβέλες. Η πρώτη είναι τα «Χριστου-γεννιάτικα κάλαντα», που αποδόθηκε στα ελληνικά «Το Άσμα των Χριστουγέν-νων».

Ο Ντίκενς συνέβαλε στην καθιέρωση του χριστουγεννιάτικου διηγήματος και στην Ελλάδα. Πολλοί είναι οι έλληνες συγγραφείς που δημοσίευσαν χριστουγεννιά-τικες ιστορίες. Μόνο, όμως, ο Παπαδιαμάντης ακολούθησε το παράδειγμά του, δη-μοσιεύοντας με παρόμοια τακτικότητα. Ξεκίνησε είκοσι χρόνια αφότου εκείνος στα-μάτησε, τα Χριστούγεννα του 1887, όταν έκανε την εμφάνισή του ο πρώτος Ντίκενς στα ελληνικά βιβλιοπωλεία. Οι διαφορές, ωστόσο, ανάμεσα στον Σκιαθίτη και τον Λονδρέζο είναι σημαντικές. Ο Ντίκενς είναι ο εισηγητής του χριστουγεννιάτικου διηγήματος, αλλά όχι καθολικά και του εορταστικού. Ανέστησε μεν το πνεύμα των Χριστουγέννων για τους Άγγλους και τους Αμερικανούς, αλλά συγγραφικά δεν τον απασχόλησε καμία άλλη θρησκευτική εορτή. Ίσως γιατί ήταν Αγγλικανός στο θρή-σκευμα και το Πάσχα είναι εορτή της Ορθοδοξίας. Αλλά και ο ορθόδοξος Ντοστο-γιέφσκι, που δημοσίευσε εορταστικά διηγήματα, μόνο για τα Χριστούγεννα έγρα-ψε. Οπότε είναι ο Παπαδιαμάντης εκείνος που εγκαινιάζει ευρύτερα το εορταστικό διήγημα. Δυστυχώς, όμως, για εκείνον ή μάλλον ορθότερα, για την ελληνική λογο-τεχνία, “Άγγλοι ή Γερμανοί ή Γάλλοι” αξιολογούν το είδος, όχι, όμως, “οι Γρακύλοι της σήμερον”, τουλάχιστον καταπώς συνάγεται από τα δημοσιεύματά τους. Αυτοί, όταν δεν του βγάζουν τα μάτια, του βάζουν τα γυαλιά ή μάλλον, ματογυάλια εξ Εσπερίας ερχόμενα. Βεβαίως, αυτή είναι η κυρίαρχη οπτική και αποκαλείται ευρω-παϊκή αναβάπτιση του Παπαδιαμάντη.

Αλλά κι αν περιοριστούμε στο χριστουγεννιάτικο διήγημα, του Παπαδιαμάντη διαφέρει ουσιαστικά από εκείνο του Ντίκενς. Φανταστικά και ηθοποιητικά έχουν χαρακτηριστεί τα διηγήματα του Ντίκενς. Το κύριο, όμως, γνώρισμά τους είναι η προβολή της οικογένειας και του χαρούμενου εορτασμού στους κόλπους της. Σε α-ντίθεση με του Παπαδιαμάντη, που αγκαλιάζουν ολόκληρη την κοινότητα, με προε-ξάρχον σε ορισμένα το εκκλησιαστικό τελετουργικό. Αυτά, όσο αφορά το περιεχό-μενο, γιατί ειδολογικά, ούτε φανταστικά είναι, πλην ενός που έχει παραμυθιτική μορφή («Άνθος του Γιαλού»), ούτε ηθοποιητικά, τουλάχιστον όχι με τον προφανή τρόπο εκείνων του Ντίκενς.

Διακειμενικότητα

22

Page 23: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

Ο Παπαδιαμάντης δεν φαίνεται να επηρεάστηκε, τουλάχιστον άμεσα, από το έρ-γο του Ντίκενς, ούτε στα χριστουγεννιάτικα διηγήματα ούτε γενικότερα. Αν και πρόσφατα επισημάνθηκε μια πρωτότυπη διακειμενικότητα. Σε δημοσίευμα κυρια-κάτικης εφημερίδας, ανήμερα το Δεκαπενταύγουστο, ο Βαγγέλης Ραπτόπουλος α-φήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο ο Παπαδιαμάντης να δανείστηκε μια φράση από τον «Όλιβερ Τουίστ». Για μια οποιαδήποτε φράση, όσο ποιητική ή άλλως πώς εντυπω-σιακή κι αν είναι, δεν θα άξιζε να γίνει λόγος. Πρόκειται, όμως, για τη διασημότερη φράση του Παπαδιαμάντη από το γνωστότερο έργο του, την «Φόνισσα». Συγκεκρι-μένα, την κατακλείδα: «...Η γραία Χαδούλα εύρε τον θάνατον... εις το ήμισυ του δρόμου, μεταξύ της θείας και της ανθρώπινης δικαιοσύνης.» Ο Ραπτόπουλος εντο-πίζει τη φράση σε ένα από τα τελευταία κεφάλαια του «Όλιβερ Τουίστ», εκεί που περιγράφεται ο θάνατος του πρωτοπαλίκαρου της συμμορίας του Φέϊγκιν, του Μπιλ Σάϊκς. Στη μετάφραση, που έπεσε στα χέριά του, διαβάζει «...Ο φονιάς τινά-χτηκε απελπισμένα και τα πόδια του συσπάστηκαν στο κενό. Κι έμεινε εκεί κρεμα-σμένος, με το μαχαίρι ανοιχτό στη σφιγμένη του παλάμη. Εκεί έμεινε, μετέωρος, α-νάμεσα στη θεία και την ανθρώπινη δικαιοσύνη.»

Ο Ραπτόπουλος, πιθανώς μη αντιλαμβανόμενος τη σημασία ενός παρόμοιου δα-νείου, δεν ανατρέχει στο πρωτότυπο του «Όλιβερ Τουίστ» προς διευκρίνιση. Αφή-νει τη σκιά της “λογοκλοπής” να πλανιέται πάνω από τον Παπαδιαμάντη, για να σώσει την επιφυλλίδα του ή μάλλον τον τίτλο της, «Εις το ήμισυ του δρόμου». Να διαλύσουμε, λοιπόν, τη σκιά. Στο πρωτότυπο δεν υπάρχει η επίμαχη φράση. Άρα πρόκειται για προσθήκη του μεταφραστή. Ο Ραπτόπουλος αναρωτιέται, μήπως ή-ταν ο Παπαδιαμάντης εκείνος που μετέφρασε το βιβλίο. Κι όμως, όπως μας πληρο-φορεί, τη μετάφραση υπογράφει ο/η άγνωστος/στη Ε. ΠΟΛΙΤΟΥ και είναι επανέκ-δοση του 2000, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις DeAgostini Hellas. Γνωστές οι εν λόγω εκδόσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, με πορεία 110 χρόνων, έχουν πάρει το όνομά τους από τον ιταλό γεωγράφο Τζιοβάνι Ντε Αγκοστίνι. Στην Ελλάδα, ωστόσο, εμ-φανίστηκαν το 1995. Οι εκδόσεις τους βιβλίων του Ντίκενς στηρίχτηκαν σε παλαιό-τερες μεταφράσεις άλλων εκδοτών. Η συγκεκριμένη είναι των εκδόσεων Μίνωας του 1968. Την αναφέρει ο Πετρόπουλος στη βιβλιογραφία του, μόνο που γράφει τον μεταφραστή Κ. Πολίτου. Όπως και να έχει, εμάς ο μεταφραστής δεν μας φαίνεται και τόσο άγνωστος. Θα μπορούσε να πρόκειται για την νεοελληνίστρια Ελένη Πο-λίτου-Μαρμαρινού, που, πιθανώς, τότε ακόμη να μην είχε αποκτήσει το δεύτερο ε-πίθετο ούτε να είχε γίνει καθηγήτρια. Μπορεί να μην είχε καν φύγει για τις μετα-πτυχιακές της σπουδές στο Λονδίνο. Φαίνεται, πάντως, πως αγαπούσε από τότε τον Παπαδιαμάντη. Από τότε μέχρι σήμερα, που βάλθηκε να ιχνηλατήσει και με τη βοήθεια της τεχνολογίας τον μεταφραστή Παπαδιαμάντη. Από όσο γνωρίζουμε και αν η εικασία μας ευσταθεί, είναι το πρώτο παράδειγμα παπαδιαμαντολόγου, που λειτουργεί μεταφραστικά κατά το πρότυπο του Παπαδιαμάντη.

23

Page 24: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

Μ. Θεοδοσοπούλου

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 7/1/2012.

24

Page 25: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

Ο αθέατος ιεροφάντης

«Ο Παπαδιαμάντης του Ζήσιμου Λορεντζάτου» Επιμέλεια Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος Εκδόσεις Ίκαρος Νοέμβριος 2011

Ο Ζήσιμος Λορεντζάτος (αριστερά) με τον Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλο. ==================

“Ο Παπαδιαμάντης του Λορεντζάτου” ανέρχεται σε 97 σελίδες. Αντιστρόφως, ο

Λορεντζάτος του Παπαδιαμάντη, που σημαίνει ο Λορεντζάτος στο χώρο των μελε-τητών του Παπαδιαμάντη, ως πρόσωπο αναφοράς, εκτείνεται σε πολλαπλάσιο α-ριθμό σελίδων. Είναι μεγαλύτερος από τον Λορεντζάτο του Σολωμού ή τον Λορε-ντζάτο των Πόε, Πάουντ, Ζιντ και Μπλέηκ αθροισμένους. “Ο Παπαδιαμάντης του Λορεντζάτου” γέννησε μέρος μόνο του Λορεντζάτου του Παπαδιαμάντη. Υπάρχει έ-να άλλο κομμάτι, μη μετρήσιμο, που προέκυψε από τον λόγο του Λορεντζάτου. Αυ-τό, από τη φύση του, δεν επιδέχεται καταγραφής. Εικάζεται, πάντως, σημαντικό, δεδομένου ότι στάθηκε η κινητήρια δύναμη για αρκετούς νεότερους. Δεν θα ήταν υ-περβολή ο ισχυρισμός ότι ο Λορεντζάτος του Παπαδιαμάντη είναι ένας μύθος. Μόνο που, όπως όλοι οι μύθοι, είναι κι αυτός ευπρόσβλητος, ιδιαίτερα καθώς βρίσκεται σε σχέση εξάρτησης από “τον Παπαδιαμάντη του Λορεντζάτου”. Όταν αυτός ο δεύτε-ρος γίνει κτήμα ενός ευρύτερου αναγνωστικού κοινού, που έχει συνηθίσει να κρίνει τα βιβλία από το ζυγισμένο βάρος τους, ο μύθος του Λορεντζάτου κινδυνεύει να πε-ριπέσει από την εύσημη σημασία της λέξης, που δηλώνει την αίγλη του προσώπου, στην κακόσημη του μυθεύματος.

Με την πρόσφατη έκδοση, αυτός ο περιβόητος Λορεντζάτος του Παπαδιαμάντη, το αντίπαλον δέος όσων φωτισμένων με την εξ Εσπερίας σοφία επιδίδονται στην

25

Page 26: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

παπαδιαμάντεια ανατομία, βρίσκεται σε μια, μερικώς τουλάχιστον, προσβάσιμη μορφή. Οπότε όλοι αυτοί και μαζί τους ένα πλήθος από αμφισβητίες θα σπεύσουν να βάλουν τον δάκτυλον εις τον τύπον των ήλων. Πόσω μάλλον, όταν η καταληκτι-κή φράση του κειμένου στο οπισθόφυλλο συνοψίζει: «Στο βιβλίο αυτό έχουν συναχ-θεί όλα όσα ο Ζ. Λ. είπε για τον δεύτερο μεγάλο “εγκρατευτή” της γλώσσας μας.» (Δάνειο από την καταγραφή του Λορεντζάτου: «Ο Σολωμός ή ο Παπαδιαμάντης – δυο μεγάλοι εγκρατευτές στη γλώσσα μας».) Μεγάλη κουβέντα αυτό το “όλα όσα ο Ζ. Λ. είπε” για τον Παπαδιαμάντη. Όπως και να έχει, ακόμη και παρακάμπτο-ντάς την, η πρόσφατη περισυναγωγή “του λορεντζατικού Παπαδιαμάντη” μπορεί να αποβεί ζημιογόνος. Αυτοί που είχαν την αγαθή προαίρεση της εκπόνησής της, φαίνεται να μη διείδαν τον κίνδυνο. Ειδάλλως δεν θα υποβίβαζαν το έργο στην τρέ-χουσα τακτική που ακολουθείται για την κατάρτιση βιβλίων με σκόρπια δημοσιεύ-ματα, παραβλέποντας τον απαιτούμενο άθλο. Έχουμε την εντύπωση ότι ενέδωσαν στον εορταστικό συρμό και όπως φαίνεται εκ του αποτελέσματος, δούλεψαν υπό πίεση χρόνου για να προλάβουν προθεσμίες.

Στο προλογικό σημείωμα, δίνεται το σκεπτικό της έκδοσης. Κατ’ αρχάς, ανα-γνωρίζεται ότι άπαντα τα ευρισκόμενα είναι λιγοστά και τονίζεται η ανάγκη πολυ-σέλιδης εισαγωγής, χωρίς όμως να αιτιολογείται η απουσία της. Ως καθοριστικό στοιχείο για την απόφαση της έκδοσης προβάλλεται το τελευταίο βιβλίο του Λορε-ντζάτου, «Collectanea», για την ετοιμασία του οποίου είχε ο ίδιος μεριμνήσει. Ο τόμος αυτός, χωρίς το σημείωμα του επιμελητή, το υπόμνημα πηγών και τον πίνα-κα των ονομάτων, φτάνει τις 778 σελίδες. Μέσα σε αυτές, η παπαδιαμάντεια νησί-δα, που έγειρε αποφασιστικά την πλάστιγγα υπέρ της έκδοσης, είναι έκτασης μό-λις 25 σελίδων. Λόγω της περιορισμένης έκτασης, θα αναμενόταν κάποιος σχολια-σμός της βαρύτητάς της. Αντ’ αυτού, υπάρχει η απόφανση ότι αυτές οι σελίδες, που προστέθηκαν στις υπάρχουσες 72, κατέστησαν “τον Παπαδιαμάντη του Λορεντζά-του” desideratum της παπαδιαμαντικής βιβλιογραφίας. Η διατύπωση, με το λατι-νιστί λοφίο της, αναμφιβόλως, υποβάλλει. Μόνο που οι φιλόλογοι είθισται να κά-νουν λόγο για desiderata, άπαξ και υπάρχει ένα στέρεο σώμα. Η σκόρπια σε τεμα-χίδια, εν πολλοίς ανυπόληπτα από τους ίδιους, βιβλιογραφία Παπαδιαμάντη είναι λίγο αστείο να έχει και desiderata.

Ας δούμε, όμως, σε τι συνίσταται αυτός “ο Παπαδιαμάντης του Λορεντζάτου”. Εκτός από το κυρίως σώμα, προβλέπονται προλογικό σημείωμα του επιμελητή Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου και επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη. Προς περαιτέρω ανάδειξη του Λορεντζάτου του Παπαδιαμάντη, θα αναμενόταν, στο επίμετρο, και η δημοσίευση του ημερολογίου του Τριανταφυλλόπουλου από την δεκαετή ενασχό-λησή του με την έκδοση των Απάντων Παπαδιαμάντη. Έτσι, θα αποκαλυπτόταν ο αφανής αλλά καθοριστικός ρόλος του Λορεντζάτου στην εκπόνησή τους. Όπως γράφει ο Τριανταφυλλόπουλος, προλογικά, στη δημοσίευση ενός δεύτερου μέρους

26

Page 27: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

του ημερολογίου στο περιοδικό «Νέα Εστία», δεν το συμπεριέλαβε λόγω “της ανα-πόφευκτα ναρκισσιστικής χροιάς του”. Κι όμως, η ανάγνωση του ημερολογίου πι-στοποιεί ακριβώς το αντίθετο.

Το προλογικό σημείωμα είναι γραμμένο με το γνωστό κομψό και ηθελημένα ελ-λειπτικό ύφος του επιμελητή. Ωστόσο, για τις ανάγκες μιας εισαγωγής πιστεύουμε ότι θα χρειαζόταν, εκτός από μεγαλύτερο άπλωμα, περισσότερη σαφήνεια. Ένα πρώτο παράδειγμα προσφέρει το άνοιγμα του κειμένου με την επισήμανση μιας α-ντίφασης, εντυπωσιακής μεν, αλλά η οποία, με την γενικόλογη διατύπωσή της, δη-μιουργεί λάθος εντυπώσεις. Ο Λορεντζάτος, στο δεύτερο κείμενό του για τον Σολω-μό, εκείνο του 1965, διακηρύσσει, καταλήγοντας, ότι μπορεί να περάσει ολόκληρη τη ζωή του μόνο με τον Σολωμό από τους Έλληνες ποιητές και από τους πεζογρά-φους μόνο με τον Παπαδιαμάντη. Στα γραπτά του, όμως, τον Παπαδιαμάντη, μέχρι το 1961 που δημοσιεύει το πρώτο κείμενο για εκείνον, τον μνημονεύει μόνο δυο φο-ρές. Ο επιμελητής, επισημαίνοντας την αντίφαση, συμπεραίνει ότι τουλάχιστον κα-τά το πρώτο μισό της ζωής του (το 1961 είναι 46 ετών και αποδημεί στα 89) και την πρώτη συγγραφική του εικοσιπενταετία (εμφανίζεται το 1936) είναι δοσμένος μι-σός στον Σολωμό και ο άλλος μισός σε ξένους. Εδώ, ωστόσο, είναι απαραίτητη η διευκρίνιση, ότι ο Λορεντζάτος άργησε να δημοσιεύσει και επιπλέον, στάθηκε ολι-γογράφος. Αυτός, λοιπόν, ο μισός Σολωμός συνίσταται σε ένα δοκίμιο, το πρώτο του 1947, στο οποίο και οι δυο μνείες στον Παπαδιαμάντη. Το υπόλοιπο δοκιμιακό έργο της πρώτης περιόδου αφορά αποκλειστικά ξένους.

Ένα δεύτερο παράδειγμα συνιστά η εξήγηση αυτής της αντίφασης, που δίνεται στη συνέχεια. Σύμφωνα με τον Τριανταφυλλόπουλο, η αντίφαση οφείλεται στην αλλαγή του Λορεντζάτου, που φαίνεται, συγκρίνοντας τα γραπτά του πριν το 1961, όπου κρατάει απόσταση από την Εκκλησία, με τα δύο κείμενα εκείνου του έτους (το άρθρο που δημοσιεύει στο περιοδικό «Ο Ταχυδρόμος» για τα πενήντα χρόνια α-πό τον θάνατο του Παπαδιαμάντη και το δοκίμιο «Το χαμένο κέντρο», με το οποίο συμμετέχει στον τόμο «Για τον Σεφέρη. Τιμητικό αφιέρωμα στα τριάντα χρόνια της Στροφής»), στα οποία αποδέχεται το κέντρο του κόσμου του Παπαδιαμάντη, που δεν είναι άλλο από “το χαμένο κέντρο”. Ο προλογιστής παρατηρεί ότι η μεταστρο-φή του Λορεντζάτου έγινε ξαφνικά και προσθέτει, “ίσως όχι τόσο ξαφνικά για τον ί-διο όσο για μας”. Κι όμως, η αργή πορεία της έχει αφήσει ίχνη, τα οποία, όντας δη-μοσιευμένα, συνιστούν κομμάτι από “τον Παπαδιαμάντη του Λορεντζάτου”. Βρί-σκονται στα «Γράμματα Σεφέρη-Λορεντζάτου», τα οποία επιμελήθηκε ο Τριαντα-φυλλόπουλος και μάλιστα, αμέσως μετά τα Άπαντα Παπαδιαμάντη. Πρώτο ίχνος της, στην επιστολή της 18ης Απριλίου 1956, στην οποία ο Λορεντζάτος σχολιάζει τη συλλογή του Σεφέρη «...Κύπρον, ου μ’ εθέσπισεν...», που μόλις είχε λάβει. Ο Σεφέ-ρης, στην απάντησή του, επισημαίνει την αλλαγή και τον αποκαλεί “ο νέος Ζήσι-μος”. Σε δυο μεταγενέστερες επιστολές τους, γίνεται αναφορά στον Παπαδιαμάντη,

27

Page 28: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

με αφορμή το πρώτο κείμενο του Λορεντζάτου για εκείνον. Γράφει ο Σεφέρης: «Αυ-τές τις μέρες διάβασα στον Ταχυδρόμο τη συνεισφορά σου στον Παπαδιαμάντη... χαρά που είδα ένα γραφτό δικό σου. Θά ’λεγα ίσως και λύπη που δεν συνεχίστηκε ο Σολωμός· λέω ίσως γιατί θυμάμαι έναν μαθητή του μακαρίτη Allain μνημονεύοντας το δάσκαλο όταν μπήκε στην τάξη και χωρίς να πει λέξη έγραψε στο μαυροπίνακα: Πρέπει να παίρνουμε το μακρύτερο δρόμο – Πλάτων (δεν ξέρω πού) – πήρες το μα-κρύτερο δρόμο – ο Θεός μαζί σου...» Ο Λορεντζάτος, απαντώντας, ευχαριστεί, αλλά αποφεύγει να κάνει κάποια σχετική νύξη.

Ένα τρίτο παράδειγμα του γριφώδους χαρακτήρα του προλογικού σημειώματος συνιστά η αναφορά στην παλαιότερη κριτική υποδοχή του Παπαδιαμάντη. Ο Τρια-νταφυλλόπουλος παραθέτει τις απόψεις δυο συγγραφέων, χωρίς αναφορά ονομά-των, αποδίδοντάς τες, γενικώς και αορίστως, “στήν επίσημη γραμματολογική κρί-ση”. Μένει ζητούμενο ποιός και πότε όρισε μια παρόμοια κρίση. Την ίδια απορία γεννά και η αναφορά στο επίμετρο “στους σοβαρούς κριτικούς”. Αυτές οι μνείες, με την αοριστία τους, προσβάλλουν σύνολα πνευματικών ανθρώπων, χωρίς να προ-στατεύουν από τους Ιεροσολυμίτες συγκεκριμένα πρόσωπα.

Στο τέλος του προλογικού σημειώματος, παρουσιάζονται τα περιεχόμενα του βι-βλίου. Η σειρά της παράταξης δεν είναι η συνήθης χρονολογική. Προτάσσονται τα δυο δοκίμια, του 1961 και του 1985, έπεται το Νο 930 από τα «Collectanea», το μο-ναδικό εξ ολοκλήρου αφιερωμένο στον Παπαδιαμάντη, και ακολουθεί ένα μέρος της μελέτης «Οι Ρωμιές», του 1976 (τα δυο τελευταία διέλαθαν από τον πίνακα περιε-χομένων). Σε δυο κεφάλαια, παρατίθενται οι αποσπασματικές μνημονεύσεις Παπα-διαμάντη. Στο πρώτο, οι 19 (και όχι 20, όπως αναφέρεται στον πρόλογο) μνείες από τις τρίτομες «Μελέτες», στο δεύτερο οι 23 (όχι 22) υπολειπόμενες μνείες από τα «Collectanea». Ενώ, σε ένα τελευταίο κεφάλαιο, συγκεντρώνονται τα εναπομείνα-ντα.

Η κατάρτιση του βιβλίου δείχνει τη διάθεση να γίνει οικονομία σελίδων. Από τα κείμενα ανθολογούνται αποσπάσματα, τα οποία δεν σηματοδοτούνται σε όλες τις περιπτώσεις με τις καθιερωμένες τελίτσες στα σημεία που αποκόπηκαν. Όσο αφο-ρά τις «Μελέτες», κατά κανόνα επιλέγονται ακέραιες παράγραφοι. Υπάρχουν, ω-στόσο, δυο περιπτώσεις, όπου οι φράσεις κόβονται στη μέση. Ούτε καν χώρος για ολόκληρη τη φράση. Σαν να μην ενδιαφέρουν οι σκέψεις που ξεδιπλώνει ο Λορε-ντζάτος και για την διατύπωση των οποίων καταφεύγει σε μια φράση του Παπα-διαμάντη ή σε μνημόνευση του ονόματός του. Κι όμως, πρόκειται για σημαντικές περικοπές, που θα άξιζε να διαβάσει ο σημερινός αναγνώστης. Η μια αναφέρεται στη σχέση μας με την Ευρώπη και η άλλη, στην παραλληλία Παπαδιαμάντη και Μακρυγιάννη, όσο αφορά την αξία του έργου τους για τους κατοπινούς. Για τα «Collectanea», όπου το καθένα αποτελεί αυτόνομο κείμενο, σύντομο μεν αλλά πε-ριεκτικό, ο τεμαχισμός είναι ακόμη πιο απρόσφορος. Τα 19 αναδημοσιεύονται ακέ-

28

Page 29: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

ραια. Από τα υπόλοιπα τέσσερα επιλέγονται αποσπάσματα. Εξ αυτών, στο πρώτο αφαιρείται το τελευταίο κομμάτι, περί τα 2/3 του κειμένου, όπου εξαίρεται η μονα-δικότητα της μητρικής γλώσσας, στο δεύτερο, μικρό τμήμα της αρχής, στο τρίτο, το αρχικό κομμάτι, σχεδόν το μισό του κειμένου, περί του πολιτικά στρατευμένου ανθρώπου, στο τέταρτο, το μεσαίο κομμάτι, γύρω από τη σχέση των ποιητών με το γάμο.

Απομένουν τα τέσσερα προτασσόμενα κείμενα, από τα οποία κυρίως θα σχημα-τίσει ο αναγνώστης εικόνα για τον Λορεντζάτο. Ωστόσο, και αυτά, συγκεκριμένα το πρώτο και το τέταρτο, αναδημοσιεύονται μετά φειδούς σελίδων. Το πρώτο κείμενο, του 1961, αναδημοσιεύεται στην τελική του μορφή, διαφορετική από εκείνη του άρ-θρου. Πιο συγκεκριμένα, έχουν προστεθεί δώδεκα σχετικά μεγάλα κομμάτια. Μπο-ρεί απαραίτητα για τη μεταμόρφωση του άρθρου σε μελέτημα, ωστόσο, με την πα-ράθεσή τους, αμβλύνεται ο μαχητικός τόνος του άρθρου. Πιστεύουμε πως θα έπρε-πε να δοθεί και η πρώτη μορφή και μάλιστα, με το σημείωμα της σύνταξης του πε-ριοδικού, που επείχε θέση προλόγου. Ιδιαίτερα σημαντικό το σημείωμα αυτό, απο-τυπώνει την ανησυχία των υπευθύνων του περιοδικού για τον “αιρετικό”, όπως τον αποκαλούν, χαρακτήρα του κειμένου του Λορεντζάτου, τον οποίον είχαν οι ίδιοι προσκαλέσει “να τελέσει μνημόσυνο όχι φιλολογικό αλλά πνευματικό και εθνικό” για τον Παπαδιαμάντη. Θυμίζουμε ότι πρόκειται για τον Γιώργο και την Λένα Σαβ-βίδη. Καθόλου τυχαία πρόσωπα στον τότε «Ταχυδρόμο». Στο σημείωμά τους, απο-καλούν τον Λορεντζάτο, “έναν από τους πιο στοχαστικούς και δυστυχώς πιο ολιγο-γράφους εκπροσώπους της μεταπολεμικής γενεάς”.

Όσο για το τέταρτο κείμενο, την τετραμερή μελέτη «Οι Ρωμιές», αναδημοσιεύο-νται το πρώτο μέρος και η αρχή του τέταρτου. Πιστεύουμε ότι στο τέλος του πρώ-του μέρους, που αφορά τις Ρωμιές του Παπαδιαμάντη, θα έπρεπε να υπάρχει ση-μείωση με τα ονόματα των άλλων τριών λογοτεχνών, των οποίων, τις Ρωμιές, ο με-λετητής συμπαρατάσσει με εκείνες του Παπαδιαμάντη. Τουτέστιν, Καβάφης, Σικε-λιανός, Χατζής. Όσο για την παράθεση των έξι πρώτων αράδων από το τέταρτο μέ-ρος, επειδή σε αυτές αναφέρεται ο Παπαδιαμάντης, καλύπτουν μεν το φιλολογικό στόχο να ανθολογηθούν όλες οι αναφορές στον Σκιαθίτη, αλλά δίνουν μια πρώτη γεύση της Ρωμιάς του Χατζή, που έχουμε την εντύπωση ότι δεν συμφωνεί με το πνεύμα του σχετικά εκτενούς τέταρτου μέρους.

Και ερχόμαστε στο επίμετρο, όπου παρουσιάζεται ο Λορεντζάτος του Παπαδια-μάντη. Όχι όπως θα τον παρουσίαζε το ημερολόγιο του Τριανταφυλλόπουλου ως καθοριστικό συντελεστή ενός σημαντικού έργου, αλλά, πιο φιλόδοξα, σαν εμπνευ-στή προσώπων. Ο Ζουμπουλάκης δεν αρκείται να δείξει πότε εμφανίστηκαν και ποιοι ήταν οι πρώτοι πιστοί του, αλλά δίνει εικόνα μιας λαμπαδηδρομίας πενήντα χρόνων για τη διάδοση του λόγου του. Για τη διήγηση αυτής της μακριάς ιστορίας εκκινεί από τις πρόσφατες διαπιστώσεις δυο μελετητριών σχετικά με την απήχηση

29

Page 30: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

του πρώτου άρθρου του Λορεντζάτου, εκείνου του 1961. Δεδομένου ότι μαγιά του ε-πίμετρου στάθηκε η παρουσίαση του τόμου «Εισαγωγή στην πεζογραφία του Πα-παδιαμάντη», που επιμελήθηκε η Γ. Φαρίνου –Μαλαματάρη, προτάσσει τη δική της άποψη, ενώ επικουρικά παραθέτει και εκείνη της Σοφίας Μπόρα, διατυπωμένη στη διδακτορική της διατριβή, ανέκδοτη μεν αλλά διαδικτυακώς προσβάσιμη. Μό-νο που, όπως συμβαίνει συχνά όταν συνοψίζουμε ξένα κείμενα, η σύντμηση και η λεκτική παραλλαγή μιας φράσης μπορούν να οξύνουν ή και να αμβλύνούν το νόημα ανάλογα με τη διάθεση του γράφοντα. Έτσι, από τη γενικότερα αποδεκτή θέση ότι ο Λορεντζάτος, με το άρθρο του, εγκαινιάζει “μια διαφορετική γραμμή αναγνώσεων στο πλαίσιο της ορθόδοξης παράδοσης, τουλάχιστον όπως αρχίζει (αυτή) να προσ-λαμβάνεται από εκπρόσώπους της ελληνικής διανόησης στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα”, προκύπτει ότι “η Ορθόδοξη ανάγνωση του Παπαδιαμάντη εγκαινιάζεται το 1961”. Απόφανση που διαγράφει τους θρησκευόμενους και λοιπούς παραπλήσιας α-ντίληψης του προηγούμενου μισού αιώνα. Αμέσως μετά δίνεται μια εναλλακτική, μάλλον κατηγορηματική, διατύπωση: «Κανείς από τους σοβαρούς κριτικούς δεν σκέφτηκε ή δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να προβάλλει τον Παπαδιαμάντη ως πνευματι-κό οδηγό για μια Ορθόδοξη ζωή. Αυτό πράγματι θα το προτείνει ο Λορεντζάτος με εκείνο το μαχητικό κείμενο του 1961.» Πιστεύουμε ότι πρόκειται για μια γενικευτι-κή επίταση, που παραβλέπει τις αποχρώσεις, τόσο σημαντικές στα κείμενα των λι-γοστών εγκρατευτών στη γλώσσα μας, όπως και ο Λορεντζάτος. Εκείνος, πρώτα προβάλλει τον Παπαδιαμάντη σαν πνευματικό μας κεφάλαιο, μετά αναφέρει το πό-σο σημαντική είναι η σχέση του ανθρώπου με κάποια παράδοση, δίνοντας παρα-δείγματα και άλλων παραδόσεων πλην της χριστιανικής, όπως εκείνης που υπήρχε στους Δελφούς και την οποία ακολουθούσε ο Σωκράτης, και ύστερα, κάνει λόγο, για τον Παπαδιαμάντη ως πνευματικό οδηγό. Μακράν του Λορεντζάτου βρίσκεται ένα κήρυγμα θρησκευτικής φύσης. Ίσως και να ηχεί ακόμη εντός του η προειδο-ποίηση του Σεφέρη: “Ο κίνδυνός σου είναι ο θεωρητικός ιεροφάντης. Πρόσεξε.”

Στη συνέχεια, ο Ζουμπουλάκης αναφέρει επιλεκτικά τρεις μελετητές (Φ. Κόντο-γλου, Τ. Κ. Παπατσώνης, Κ. Μπαστιάς), που διατύπωσαν παραπλήσιες απόψεις με εκείνες του Λορεντζάτου, κατά το επετειακό 1961 ή και νωρίτερα, επισημαίνοντας τα σημεία στα οποία υστερούν σε σχέση με εκείνον. Εδώ, όπως και στην ακόλουθη πρόκριση όσων έπαιξαν ρόλο λαμπαδηφόρων, στηρίζεται στη σημερινή αποτίμηση των προσώπων, διαφορετική εκείνης παλαιότερων δεκαετιών. Άρα η απάντηση στο ερώτημα, “γιατί το κείμενο του Λορεντζάτου προκρίθηκε ως το ιδρυτικό”, αντιστοι-χεί σε μια τρέχουσα εκτίμηση προσώπων και φιλολογικών αντιλήψεων. Όσο αφο-ρά το δεύτερο ερώτημα, “γιατί το 1961 να σταθεί σημείο εκκίνησης”, διατυπώνει την άποψη ότι οφείλεται στο ρεύμα της θεολογίας του ’60, όπως αυτό εκφράστηκε μέ-σα από το τριμηνιαίο περιοδικό «Σύνορο», που προέκυψε το 1964 σαν συνέχεια της μηνιαίας «Σκαπάνης», που είχε ξεκινήσει τρία χρόνια νωρίτερα. Αυτήν την ιστορία

30

Page 31: ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗΣ. Σχόλια Στα Νέα Άπαντα

την έχει διηγηθεί ο Χρήστος Γιανναράς σε πολυσέλιδη μελέτη του, το 1992. Εκεί, σε ένα κεφάλαιο παραθέτει τα του Παπαδιαμάντη και της “σχολής” του και στο επό-μενο, τα της δεκαετίας του ’60. Δεν συνδέει, όμως, αυτά τα δυο. Τη γέφυρα, που ο-ρίζει τον Παπαδιαμάντη ως “τη μεγάλη σύγχρονη Ορθόδοξη φυσιογνωμία εκείνου του θεολογικού ρεύματος”, την αποκαθιστά, κατά τη γνώμη μας αυθαίρετα, ο Ζου-μπουλάκης. Για παράδειγμα, ο ενθουσιασμός του Τριανταφυλλόπουλου με το άρ-θρο του Λορεντζάτου και η μεταλαμπάδευσή του στον φίλο του Γιανναρά, προηγού-νται του περιοδικού και εν πολλοίς, εξελίσσονται σε προσωπική βάση και ανεξάρ-τητα από εκείνο.

Ο Ζουμπουλάκης προχωρά και στη δεκαετία του ’80 με “την έκπληξη των νεορ-θόδοξων”, για να καταλήξει με “τους σημερινούς θιασώτες της Ορθόδοξης ερμηνευ-τικής του Παπαδιαμάντη”, πολλοί από αυτούς “μαθητές του Τριανταφυλλόπου-λου”. Μόνο που στη συνέχεια μάλλον αντιφάσκει. Υποστηρίζει μεν ότι ο Λορεντζά-τος “δεν έμεινε πιστός στην ακραία και εντέλει αδιέξοδη θέση που υποστήριξε τό-τε”. Αλλά δεν διευκρινίζει σε τι θέσεις κατέληξαν οι πιστοί του, οι μαθητές των πι-στών του, αλλά και οι θεολογικές ενώσεις ή όπως αλλιώς ονομάζονται, που ισχυρί-στηκε προηγουμένως ότι συνεχίζουν στη γραμμή των θεολόγων του ’60 και των νε-ορθόδοξων.

Μ. Θεοδοσοπούλου

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 29/1/2012.

31