Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

12
1 Στοιχεία Σύγχρονης Εργατικής Νομοθεσίας & Εργασιακές Σχέσεις στο σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον. Εργασιακό περιβάλλον και συλλογικές διαπραγματεύσεις στο νέο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο ENOTHTA 1 Εργασιακές Σχέσεις: Ορισμοί και βασικές έννοιες Συγγραφέας: Χριστίνα Καρακιουλάφη Σύμβουλος ανάπτυξης εκπαιδευτικού υλικού: Δέσποινα Μπαμπανέλου ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ «Συνδικαλιστική κατάρτιση και ενίσχυση κοινωνικών δεξιοτήτων εργαζομένων ιδιωτικού τομέα που εκπροσωπούνται από την ΓΣΕΕ στις 2 Περιφέρειες Σταδιακής Εισόδου, στις 3 Περιφέρειες Σταδιακής Εξόδου και στις 8 Περιφέρειες Σύγκλισης»

description

Εργασιακές σχέσεις ορισμοί και βασικές έννοιες.

Transcript of Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

Page 1: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

1

Στοιχεία Σύγχρονης Εργατικής Νομοθεσίας & Εργασιακές Σχέσεις στο

σύγχρονο οικονομικό περιβάλλον. Εργασιακό περιβάλλον και

συλλογικές διαπραγματεύσεις στο νέο κοινωνικοοικονομικό πλαίσιο

ENOTHTA 1

Εργασιακές Σχέσεις: Ορισμοί και βασικές έννοιες

)

Συγγραφέας: Χριστίνα Καρακιουλάφη

Σύμβουλος ανάπτυξης εκπαιδευτικού υλικού:

Δέσποινα Μπαμπανέλου

ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ

«Συνδικαλιστική κατάρτιση και ενίσχυση κοινωνικών δεξιοτήτων εργαζομένων ιδιωτικού τομέα που εκπροσωπούνται

από την ΓΣΕΕ στις 2 Περιφέρειες Σταδιακής Εισόδου, στις 3 Περιφέρειες Σταδιακής Εξόδου και στις 8 Περιφέρειες

Σύγκλισης»

Page 2: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

2

ΠεριεχόμεναΕνότητα 1: Εργασιακές σχέσεις : ορισμοί και βασικές έννοιες .................................................... 3

Σκοπός ....................................................................................................................................... 3

Προσδοκώμενα Αποτελέσματα ................................................................................................ 3

Λέξεις – Κλειδιά ........................................................................................................................ 3

Υποενότητα 1.1: Εισαγωγή ....................................................................................................... 3

Υποενότητα 1.2. : Εργασιακές σχέσεις ..................................................................................... 4

Υποενότητα 1.3: Μορφές ‘ατομικών’ εργασιακών σχέσεων .................................................... 6

Υποενότητα 1.4: Συλλογικές εργασιακές σχέσεις Ι: Συλλογική διαπραγμάτευση ................... 7

Υποενότητα 1.5: Συλλογικές εργασιακές σχέσεις ΙΙ: Κοινωνικός Διάλογος .............................. 8

Υποενότητα 1.6: Συλλογικές εργασιακές σχέσεις ΙΙΙ: Μορφές συλλογικής δράσης

(απεργιακές κινητοποιήσεις κ.ο.κ.) .......................................................................................... 9

Σύνοψη ........................................................................................................................................ 11

Πηγές για περαιτέρω μελέτη ...................................................................................................... 11

Βιογραφικό σημείωμα συγγραφέα ............................................................................................ 12

Page 3: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

3

Ενότητα 1: Εργασιακές σχέσεις : ορισμοί και βασικές έννοιες

Σκοπός Σκοπός της πρώτης ενότητας είναι να εξοικειωθείτε περισσότερο με το αντικείμενο των

εργασιακών σχέσεων έτσι ώστε να είστε σε θέση να εξετάζετε κριτικά εκείνα τα

φαινόμενα, τις πρακτικές και τις μορφές δράσης που περιλαμβάνονται στις εργασιακές

σχέσεις.

Προσδοκώμενα Αποτελέσματα Με την ολοκλήρωση της μελέτης της πρώτης ενότητας, θα είστε σε θέση να:

- Κατανοείτε το περιεχόμενο της έννοιας «εργασιακές σχέσεις».

- Ορίζετε τις βασικές μορφές της εργασιακής σχέσης.

- Αναλύετε τις έννοιες της συλλογικής διαπραγμάτευσης.

- Ευαισθητοποιηθείτε σε σχέση με τις υπάρχουσες μορφές συλλογικής δράσης.

Λέξεις – Κλειδιά Εργασιακές σχέσεις: Οι εργασιακές σχέσεις είναι ένα ευρύ πεδίο που εξετάζει και

συμπεριλαμβάνει διάφορες ατομικές και συλλογικές διαστάσεις της εργασίας και της

εργασιακής σχέσης.

Συλλογική Διαπραγμάτευση: Διαδικασία της διαπραγμάτευσης μεταξύ των

συνδικάτων και των εργοδοτών σχετικά με τους όρους και τις συνθήκες απασχόλησης

των εργαζομένων.

Κοινωνικός Διάλογος : Αναφερόμαστε σε μια πληθώρα διαδικασιών σύμφωνα με τις

οποίες αντιπροσωπευτικές κοινωνικές οργανώσεις συνδιαλέγονται αναζητώντας από

κοινού λύσεις σε θέματα κοινωνικοοικονομικού χαρακτήρα.

Απεργία: Μέσο συλλογικής δράσης που συνίσταται στη συλλογική αποχή των

εργαζομένων από τα εργασιακά τους καθήκοντα με στόχο τη διατύπωση και την

ικανοποίηση των αιτημάτων τους.

Υποενότητα 1.1: Εισαγωγή Στην ενότητα αυτή, εξετάζονται βασικά ζητήματα που σχετίζονται με τις εργασιακές

σχέσεις. Αρχικά ορίζεται η έννοια των εργασιακών σχέσεων, ενώ, στη συνέχεια,

Page 4: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

4

εξετάζονται οι μορφές εργασιακής σχέσης που συναντώνται στην αγορά εργασίας.

Ακολούθως, αναλύονται ειδικότερες πρακτικές στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων,

όπως η συλλογική διαπραγμάτευση και ο κοινωνικός διάλογος. Τέλος, εξετάζονται

βασικές μορφές συλλογικής δράσης, με την έμφαση να δίνεται στο φαινόμενο της

απεργίας.

Υποενότητα 1.2. : Εργασιακές σχέσεις Το πεδίο των εργασιακών σχέσεων είναι ένα πολυεπιστημονικό πεδίο. Έτσι, υπάρχουν

εκείνοι οι οποίοι βλέπουν τις εργασιακές σχέσεις από τη σκοπιά της νομικής επιστήμης,

της πολιτικής επιστήμης, της κοινωνιολογίας, της ψυχολογίας, της ανάπτυξης

ανθρωπίνου δυναμικού, των οικονομικών κλπ.

Τι ακριβώς εννοούμε μιλώντας για εργασιακές σχέσεις; Στην πραγματικότητα, δεν

υπάρχει ένας και μοναδικός ορισμός, αλλά μια πληθώρα ορισμών, από τους οποίους

ορισμένοι είναι πιο γενικοί («ευρείς») και άλλοι πιο εξειδικευμένοι («στενοί»).

Ενδεικτικά και μόνο αναφέρουμε ορισμένους από αυτούς1 :

- Για τον Chamberlain (1960), οι εργασιακές σχέσεις είναι ισοδύναμες με όλες «τις

διαστάσεις της εργασίας».

- Ο Müller-Jentsch (1997: 9) υποστηρίζει ότι οι εργασιακές σχέσεις μπορούν να

ερμηνευθούν ως «οι σχέσεις μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας». Συνεχίζει, ορίζοντας

τις εργασιακές σχέσεις ως την ενδιάμεση σφαίρα ρύθμισης των συμφερόντων στο

πλαίσιο της σχέσης μεταξύ της εργοδοσίας και των εργαζομένων, καθώς και μεταξύ

των συνδικαλιστικών και εργοδοτικών οργανώσεων.

- Σύμφωνα με τον Salamon (2000: 3), οι εργασιακές σχέσεις «συμπεριλαμβάνουν

ένα σύνολο φαινομένων, τόσο εντός, όσο και εκτός των χώρων εργασίας, που

σχετίζονται με τον καθορισμό και την ρύθμιση της σχέσης απασχόλησης».

- Για τον Edwards (2003: 1) ο όρος εργασιακές σχέσεις αφορά πρωτίστως «τις

σχέσεις μεταξύ μάνατζερ και εργαζομένων σε όλες τις σφαίρες της οικονομικής

δραστηριότητας».

- Για τον Laffer (1974: 72), οι εργασιακές σχέσεις μελετούν «τις σχέσεις

διαπραγμάτευσης μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων».

1 Αναλυτικότερα, βλέπε στο: Καρακιουλάφη, Χ. (2012), Εργασιακές Σχέσεις: Θεωρητικές

προσεγγίσεις και εμπειρικά ζητήματα, Αθήνα : Παπαζήσης

Page 5: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

5

- Σύμφωνα με την Jobert (2000: 15) «Το πεδίο μελέτης των εργασιακών σχέσεων …

έχει ως αντικείμενο την ανάλυση των ατομικών και συλλογικών σχέσεων που

διαμορφώνονται στα πλαίσια της μισθωτής εργασίας, κυρίως μεταξύ των

εργοδοτών και των συνδικάτων» .

- Οι Bevort & Jobert (2008: 3) αντιλαμβάνονται τις εργασιακές σχέσεις ως «το

σύνολο των σχέσεων που διαμορφώνονται μεταξύ τριών κατηγοριών δρώντων :

των δημόσιων αρχών, των μισθωτών και των εκπροσώπων τους, των εργοδοτών και

των οργανώσεων τους».

Σε μια προσπάθεια να συγκρατήσουμε τα βασικά σημεία από τους παραπάνω ορισμούς

καταλήγουμε στα εξής :

α) Αν και στο μυαλό αρκετών ‘εργασιακές σχέσεις = συλλογική διαπραγμάτευση’ στην

πραγματικότητα οι εργασιακές σχέσεις έχουν ένα πιο ευρύ περιεχόμενο και υπό μια

έννοια αφορούν όλες τις διαστάσεις της εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, θέματα όπως οι

μορφές εργασίας, η οργάνωση της εργασίας, τα προβλήματα στους εργασιακούς

χώρους κ.ο.κ. μπορούν να θεωρηθούν και να μελετηθούν ως «κομμάτι» των

εργασιακών σχέσεων.

β) Αν και ο όρος εργασιακές σχέσεις συχνά ταυτίζεται με τις συλλογικές εργασιακές

σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ εργοδοτών (και των αντίστοιχων οργανώσεων τους),

συνδικάτων και – ενδεχόμενα – Κράτους, θα πρέπει να συμπεριλάβουμε και τις

ατομικές εργασιακές σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ μεμονωμένων εργαζομένων και

των εργοδοτών τους. Υπό αυτήν την έννοια, η ατομική σύμβαση εργασίας (που

ουσιαστικά παραπέμπει σε ένα συγκεκριμένο είδος εργασιακής σχέσης, θέσης στην

ιεραρχία της επιχείρησης και είδος απασχόλησης) αποτελούν μέρος των «εργασιακών

σχέσεων».

γ) Πέρα από τις επίσημες πρακτικές των εργασιακών σχέσεων (λ.χ. που ρυθμίζονται

από την νομοθεσία ή/και τις εκάστοτε παραδόσεις σε εθνικό πλαίσιο) σκόπιμο είναι να

λάβουμε υπόψη μας και τις λιγότερο τυπικές ή άτυπες πρακτικές που μπορούν να μας

δώσουν σημαντικές πληροφορίες για την «πραγματική φύση» των εργασιακών

σχέσεων. Για παράδειγμα, ο Richard Hyman (1975), είχε τονίσει τη σημασία των

«προσωπικών σχέσεων», θεωρώντας ότι οι εργοδότες, οι συνδικαλιστικοί εκπρόσωποι

και οι κρατικοί υπάλληλοι που παρεμβαίνουν πέρα από τη θεσμική τους ιδιότητα είναι

όλοι τους άνθρωποι. Για παράδειγμα, όπως αναφέρει ο Hyman, μια συζήτηση ανάμεσα

σε έναν εργοδότη και ένα μέλος του σωματείου εργαζομένων σχετικά με τον

ποδοσφαιρικό αγώνα της προηγούμενης βραδιάς μπορεί να φαίνεται ως ασυμβίβαστη

Page 6: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

6

με τη θεώρηση των εργασιακών σχέσεων που έχουν οι περισσότεροι άνθρωποι.

Εντούτοις, η συζήτηση του αυτή μπορεί να είναι ενδεικτική της φύσης της σχέσης τους

σε σχέση με πιο σοβαρά ζητήματα που προκύπτουν στα πλαίσια των επίσημων-

τυπικών διαδικασιών διαπραγμάτευσης. Τέλος, συχνά στις εργασιακές σχέσεις

συναντάμε πρακτικές και μορφές δράσης που ξεφεύγουν από αυτές που προβλέπει η

νομοθεσία. Κάτι τέτοιο βλέπουμε συχνά στην περίπτωση των κινητοποίησεων, όπου τα

συνδικάτα συχνά αξιοποιούν μορφές αντίδρασης και διαμαρτυρία πέραν της

«παραδοσιακής απεργίας» ή μιας απεργιακής συγκέντρωσης, όπως για παράδειγμα τις

διαδικτυακές κινητοποιήσεις, τις καταλήψεις χώρων εργασίας.

Υποενότητα 1.3: Μορφές ‘ατομικών’ εργασιακών σχέσεων

Με βάση τα όσα προαναφέρθηκαν, στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων εντάσσονται

και οι ‘ατομικές’ εργασιακές σχέσεις μεταξύ μεμονωμένων εργαζομένων και των

εργοδοτών. Εδώ αναφερόμαστε κατά κύριο λόγω στο είδος της εργασιακής σχέσης που

συνδέει τον εργαζόμενο με τον εργοδότη του και στο είδος της απασχόλησης του έτσι

όπως ρυθμίζονται μέσα από μια σύμβασης εργασίας.

Μεταπολεμικά και μέχρι περίπου τη δεκαετία του 1980, το κυρίαρχο μοντέλο

απασχόλησης και εργασιακής σχέσης ήταν η λεγόμενη «τυπική/κανονική εργασιακή

σχέση». Με τον όρο αυτόν ορίζουμε εκείνο το εργασιακό πρότυπο που επικράτησε στις

βιομηχανικά αναπτυγμένες κοινωνίες κυρίως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτό το

πρότυπο εργασιακής σχέσης αναπτύχθηκε σε ένα κλίμα οικονομικής ευημερίας

(δεκαετίες 1950-60) και συνδέεται και με την ανάπτυξη του μεταπολεμικού

Κοινωνικού Κράτους.

Από νομικής πλευράς, ως «τυπική» ή «κανονική» νοείται εκείνη η εργασιακή σχέση

που συνίσταται στα ακόλουθα: εξαρτημένη μισθωτή εργασία· σταθερή απασχόληση

(σύμβασης εργασίας αορίστου διαρκείας)· πλήρης απασχόληση· μεγάλη σταθερότητα

του ωραρίου εργασίας· αμοιβή, τουλάχιστον ίση με τις κατώτατες αμοιβές που ορίζουν

οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας· υπαγωγή της εργασιακής σχέσης στις

προστατευτικές ρυθμίσεις της εργατικής και κοινωνικοασφαλιστικής νομοθεσίας και

επαρκής κοινωνική ασφάλιση σε περίπτωση ανεργίας, ασθένειας ή αδυναμίας

εργασίας λόγω ηλικίας (Κουζής, 2001).

Σε αυτό το πρότυπο εργασιακής σχέσης αντιπαραβάλλονται οι μη-τυπικές ή αλλιώς οι

λεγόμενες «ευέλικτες» μορφές απασχόλησης. Μιλώντας για ευελιξία της εργασίας,

αναφερόμαστε σε μια σειρά από ετερογενείς πρακτικές και καθεστώτα απασχόλησης

(όπως οι ομάδες εργασίας, η συμμετοχή των εργαζομένων στα κέρδη της επιχείρησης,

Page 7: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

7

η διευθέτηση του χρόνου εργασίας, ο δανεισμός προσωπικού κ.λπ.) που

απομακρύνονται από το μοντέλο της «τυπικής» ή «κανονικής» εργασιακής σχέσης. Ως

προς τις μορφές της ευελιξίας της εργασίας, αυτή εκδηλώνεται σε τρεις βασικούς

άξονες: α) στην απασχόληση, β) στις αποδοχές και γ) στον χρόνο εργασίας.

Υποενότητα 1.4: Συλλογικές εργασιακές σχέσεις Ι: Συλλογική

διαπραγμάτευση

Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις είναι η διαδικασία της διαπραγμάτευσης μεταξύ των

συνδικάτων και των εργοδοτών σχετικά με τους όρους και τις συνθήκες απασχόλησης

των εργαζομένων, καθώς και σχετικά με τα δικαιώματα και τις ευθύνες των

συνδικάτων. Είναι μια διαδικασία παραγωγής κανόνων που οδηγεί σε μια από κοινού

ρύθμιση2.

Σε γενικές γραμμές, μπορεί κανείς να πει ότι η συλλογική διαπραγμάτευση αποσκοπεί

στη βελτίωση του θεσμικού πλαισίου των εργασιακών σχέσεων, καθώς και στη

διαμόρφωση των αμοιβών.

Σύμφωνα με τον Βρετανό Allan Flanders, η συλλογική διαπραγμάτευση δεν είναι το

αντίστοιχο της ατομικής διαπραγμάτευσης σε συλλογικό επίπεδο, δηλαδή μια απλή

οικονομική διαδικασία που αντικαθιστά μια άλλη οικονομική διαδικασία. Με άλλα

λόγια, η συλλογική διαπραγμάτευση δεν περιορίζεται στον οικονομικό της ρόλο. Είναι

παράλληλα ένας πολιτικός θεσμός, γιατί σημαντικό ρόλο στις συλλογικές

διαπραγματεύσεις πάιζουν οι σχέσεις εξουσίας και ισχύος μεταξύ των εμπλεκόμενων

οργανώσεων (συνδικαλιστικών και οργανωτικών). Επίσης, είναι ένας κοινωνικός

θεσμός με κοινωνικές συνέπειες με δεδομένο ότι θεσπίζει δικαιώματα, όχι μόνο

μισθολογικά αλλά και θεσμικά (Flanders, 1968: 12).

Οι πιο συνηθισμένες μορφές διαπραγμάτευσης που παρατηρούνται στον ευρωπαϊκό

χώρο είναι: α) η διεπαγγελματική/διακλαδική εθνική, β) η κλαδική εθνική, γ) η

κλαδική περιφερειακή, δ) η επιχειρησιακή, ε) ανά μονάδα εγκατάστασης.

Συνήθως σε κάθε χώρα υπάρχει ένα πολύ-επίπεδο σύστημα συλλογικής

διαπραγμάτευσης, ενώ μεταξύ των διαφόρων επιπέδων διαπραγμάτευσης υπάρχει ένα

είδος ιεραρχίας. Η ιεραρχία αυτή διέπεται από την αρχή σύμφωνα με την οποία τα

κατώτερα επίπεδα (λ.χ. το επιχειρησιακό) δεν μπορούν να εισάγουν παρά ευνοϊκότερες

ρυθμίσεις σε σχέση με τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας (ΣΣΕ) των ανωτέρων

2 http://www.eurofound.europa.eu/areas/industrialrelations/dictionary/definitions/collectivebargaining.htm

Page 8: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

8

επιπέδων (λ.χ. το κλαδικό) και τα ελάχιστα που καθορίζει συνήθως η νομοθεσία στους

διάφορους τομείς.

Ανάλογα με το είδος της διαπραγμάτευσης που είναι κυρίαρχο σε κάθε χώρα,

διακρίνουμε μεταξύ περισσότερο συγκεντρωτικών και αποκεντρωμένων συστημάτων.

Με βάση, λοιπόν, αυτό το κριτήριο προβαίνουμε στη διάκριση μεταξύ :

- Συγκεντρωτικών συστημάτων, όπου τον πρωτεύοντα ρόλο διαδραματίζει το

διακλαδικό επίπεδο. Παράλληλα υπάρχουν χώρες όπου ο κατώτατος μισθός

καθορίζεται σε εθνικό επίπεδο μέσα από διμερείς ή τριμερείς συμφωνίες.

- Σχετικά συγκεντρωτικών συστημάτων, όπου τον πρωτεύοντα ρόλο διαδραματίζει

το κλαδικό επίπεδο.

- Αποκεντρωμένων συστημάτων, όπου το επιχειρησιακό επίπεδο είναι το βασικό

επίπεδο διαπραγμάτευσης.

Υποενότητα 1.5: Συλλογικές εργασιακές σχέσεις ΙΙ: Κοινωνικός

Διάλογος

Μιλώντας για κοινωνικό διάλογο αναφερόμαστε σε μια πληθώρα διαδικασιών

σύμφωνα με τις οποίες αντιπροσωπευτικές κοινωνικές οργανώσεις συνδιαλέγονται

αναζητώντας από κοινού λύσεις σε θέματα κοινωνικοοικονομικού χαρακτήρα στα

πλαίσια του πεδίου χάραξης και άσκησης οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής.

Πρόκειται για έναν γενικό όρο που αναφέρεται στην ανάγκη εύρεσης κοινά αποδεκτών

λύσεων που επιβάλλουν τα αυξημένα και σύνθετα προβλήματα των σύγχρονων

κοινωνιών.

Ο κοινωνικός διάλογος μπορεί να λάβει χώρα σε περισσότερα επίπεδα: την επιχείρηση,

την περιφέρεια, τους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας, το εθνικό και το

υπερεθνικό επίπεδο.

Ο κοινωνικός διάλογος μπορεί να είναι: α) διμερής, όπου συμμετέχουν μέσω των

εκπροσώπων τους οι μισθωτοί και οι εργοδότες · β) τριμερής, όπου πέρα από τους

εκπροσώπους των μισθωτών και των εργοδοτών συμμετέχουν και εκπρόσωποι του

Κράτους ή εκπρόσωποι κάποιας άλλης βασικής ομάδας κοινωνικών συμφερόντων (λ.χ.

ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες) ·γ) πολυμερής, όπου συμμετέχουν εκπρόσωποι από

πολλές ομάδες συμφερόντων.

Ως προς την μορφή που μπορεί να λάβει ο κοινωνικός διάλογος παρατηρούνται

διαφοροποιήσεις, ξεκινώντας από την απλή πληροφόρηση των κοινωνικών

Page 9: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

9

συνομιλητών, περνώντας μέσα από τη διαδικασία διαβούλευσης και διατύπωσης

προτάσεων και φτάνοντας μέχρι και την υπογραφή κειμένων, τα οποία έχουν

επικρατήσει να ονομάζονται «κοινωνικά σύμφωνα», «κοινωνικά συμβόλαια» ή

«σύμφωνα εμπιστοσύνης».

Υποενότητα 1.6: Συλλογικές εργασιακές σχέσεις ΙΙΙ: Μορφές

συλλογικής δράσης (απεργιακές κινητοποιήσεις κ.ο.κ.) Η συλλογική δράση στο πεδίο των εργασιακών σχέσεων λαμβάνει διάφορες μορφές,

ξεκινώντας από τις θεσμοθετημένες μορφές απεργίας και φτάνοντας μέχρι μη-

ρυθμισμένες μορφές πάλης και κινητοποίησης, οι οποίες μπορεί όμως να είναι εξίσου

αποτελεσματικές (λ.χ. πορείες, εκδηλώσεις ή παραστάσεις διαμαρτυρίας, διαδικτυακές

κινητοποιήσεις ή αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών για τον συντονισμό της δράσης).

Η απεργία ορίζεται ως: «Μέσο συλλογικής δράσης με αγωνιστικό σκοπό που

συνίσταται στην προσωρινή και συλλογική αποχή από την εργασία, με στόχο την

άσκηση πίεσης προς τον εργοδότη προκειμένου να επιτευχθούν οι συλλογικές

διεκδικήσεις» (Βέργου & Σταμάτη, 2012:2). Θεωρείται ως το σημαντικό μέσο

οικονομικής (προς τους εργοδότες) και πολιτικής (προς τις κυβερνήσεις) πίεσης που

διαθέτουν τα συνδικάτα προκειμένου να ικανοποιηθούν τα οικονομικά και θεσμικά

τους αιτήματα. Το απεργιακό φαινόμενο εξαρτάται από τα οικονομικά και πολιτικά

δεδομένα μιας χώρας και είναι ενδεικτικό της φύσης των εργασιακών σχέσεων σε μια

χώρα (Κατσορίδας & Λαμπουσάκη, 2013).

Υπάρχουν διάφορες μορφές απεργίας ανάλογα με το ποιος ξεκινά την απεργία, τα

αιτήματα, τον αποδέκτη των αιτημάτων, τις αιτίες που προκηρύσσεται, τα

επιδιωκόμενα αποτελέσματα, την στρατηγική ακολουθείται από τους απεργούς κ.λπ.3

Από τη σκοπιά της απεργιακής στρατηγικής, διακρίνονται οι ακόλουθες μορφές

απεργίας: α) Μερική απεργία: όπου δεν απεργεί το σύνολο των εργαζομένων σε μια

επιχείρηση, αλλά μόνο μερίδα εργαζομένων οι οποίοι όμως ενδεχόμενα να κατέχουν

θέσεις -«κλειδιά» με αποτέλεσμα να μη λειτουργεί συνολικά μια επιχείρηση ∙ β)

Κυκλική απεργία: Πρόκειται για μια μορφή μερικής απεργία, όπου διάφορα τμήματα

μιας επιχείρησης απεργούν διαδοχικά ∙γ) Στάση εργασίας: μορφή απεργίας, όπου οι

εργαζόμενοι απέχουν από την εργασία τους και διαρκεί ορισμένες ώρες εντός της

3 Η τυπολογία και η ανάλυση που ακολουθεί σχετικά με τις απεργίες βασίζεται στους: Βέργου &

Σταμάτη, 2012 και Κατσορίδα & Λαμπουσάκη, 2013.

Page 10: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

10

ημέρας. Όταν οι στάσεις εργασίας είναι επαναλαμβανόμενες μιλάμε για διαλείπουσα

απεργία ∙ δ) Λευκή απεργία: στην περίπτωση αυτή οι εργαζόμενοι δεν απέχουν από τα

εργασιακά τους καθήκοντα, αλλά μειώνουν την αποδοτικότητά τους (π.χ. επιβράδυνση

ρυθμού παραγωγής).

Από την πλευρά του επιδιωκόμενου αποτελέσματος, διακρίνονται οι ακόλουθες μορφές

απεργίας: α) Διεκδικητική απεργία: Εδώ οι απεργοί διατυπώνουν θεσμικά και

οικονομικά αιτήματα ∙ β) Προειδοποιητική απεργία: είναι μια μορφή απεργίας με

μικρή διάρκεια που πραγματοποιείται συνήθως κατά το στάδιο των διαπραγματεύσεων

με την εργοδοτική πλευρά ως μέσο άσκησης πίεσης∙ γ) Απεργία διαμαρτυρίας:

πρόκειται για μια μορφή απεργίας μικρής διάρκειας, η οποία συχνά δε στρέφεται κατά

συγκεκριμένου εργοδότη αλλά του κράτους και οι απεργοί θέλουν να εκφράσουν με

αυτήν την έντονη διαμαρτυρία τους σχετικά με συγκεκριμένα θέματα.

Ανάλογα με το ποιος είναι ο αποδέκτης των απεργιακών διεκδικήσεων, διακρίνουμε τις

ακόλουθες μορφές απεργίας : α) Εργασιακή απεργία: αυτή αφορά στενά εργασιακές

(θεσμικές και οικονομικές) διεκδικήσεις απέναντι στον εργοδότη (όποιος και εάν είναι

αυτός, ιδιωτικός ή δημόσιος φορέας) ∙ β) Πολιτική απεργία: εδώ αποδέκτης είναι το

κράτος και εδώ στόχος είναι η άσκηση πίεσης πάνω σε πολιτικές ή νομοθετικές

αποφάσεις ∙ γ) Εργασιακή – πολιτική απεργία: συνδυάζει στοιχεία των δύο

προηγούμενων μορφών απεργίας. Συχνά μια γενική απεργία έχει αυτόν τον

χαρακτήρα∙ δ) Απεργία αλληλεγγύης: κηρύσσεται για συμπαράσταση στις διεκδικήσεις

ή κινητοποιήσεις εργαζομένων από άλλους εργασιακούς χώρους.

Τέλος, υπάρχει και η αδέσποτη απεργία, η οποία δεν κηρύσσεται από νόμιμα

συστημένη συνδικαλιστική οργάνωση, αλλά από ομάδα μεμονωμένων εργαζομένων

είτε αυθόρμητα είτε μέσω άτυπων απεργιακών επιτροπών. Πρόκειται για απεργία που

γίνεται χωρίς την έγκριση των επίσημων συνδικάτων.

Page 11: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

11

Σύνοψη Οι εργασιακές σχέσεις είναι ένα ευρύ πεδίο που εξετάζει και συμπεριλαμβάνει

διάφορες ατομικές και συλλογικές διαστάσεις της εργασίας και της εργασιακής σχέσης.

Στην πρώτη ενότητα, αφού ορίσαμε την έννοια αυτή, εξετάσαμε τις επιμέρους μορφές

των ατομικών εργασιακών σχέσεων. Στη συνέχεια, εστιάσαμε σε επιμέρους μορφές

των λεγόμενων συλλογικών εργασιακών σχέσεων, όπως είναι η συλλογική

διαπραγμάτευση, ο κοινωνικός διάλογος και η απεργία.

Πηγές για περαιτέρω μελέτη http://www.inegsee.gr/ekdoseis/meletes/ergasiakes-sxeseis/

http://www.inegsee.gr/ekdosi/anadiarthrwseis-stin-ellada-oi-apergies-to-2011/

http://www.inegsee.gr/wp-content/uploads/2014/02/ekp_yliko_erg_sxe_dik1.pdf

Βιβλιογραφία

Flanders, A. (1968). Éléments pour une théorie de la négociation collective. Sociologie

du Travail, 1 : 13-35.

Hyman, R., (1975). Industrial Relations: A Marxist introduction. London : Macmillan.

Βέργου, Σ.-Α. & Σταμάτη, Α. (2012). Εργασιακά θέματα : Απεργία. Αθήνα: Δίκτυο

Υπηρεσιών Πληροφόρησης και Συμβουλευτικής Εργαζομένων/ΙΝΕ-ΓΣΕΕ.

(στο: http://www.inegsee.gr/wp-content/uploads/2013/11/apergia.pdf )

Καρακιουλάφη, Χ. (2012). Εργασιακές Σχέσεις : Θεωρητικές προσεγγίσεις και

εμπειρικά ζητήματα. Αθήνα : Παπαζήσης.

Κατσορίδας, Δ. & Λαμπουσάκη, Σ. (2013). Οι απεργίες το 2011. Αθήνα : ΙΝΕ-ΓΣΕΕ.

(στο : http://www.inegsee.gr/wp-content/uploads/2014/02/files/meleti37.pdf)

Κουζής, Γ. (2001). Εργασιακές σχέσεις και Ευρωπαϊκή Ενοποίηση : ευελιξία και

απορύθμιση ή αναβάθμιση της εργασίας. Αθήνα : ΙΝΕ ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ.

Page 12: Εργασιακές Σχέσεις Ορισμοί Και Βασικές Έννοιες

12

Βιογραφικό σημείωμα συγγραφέα Η Χριστίνα Καρακιουλάφη είναι Επίκουρη Καθηγήτρια του Τμήματος Κοινωνιολογίας

του Πανεπιστημίου Κρήτης, όπου διδάσκει μαθήματα σχετικά με τις εργασιακές

σχέσεις και την κοινωνιολογία της εργασίας. Έχει αποφοιτήσει από το Τμήμα

Κοινωνικής Πολιτικής και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου

και έχει πραγματοποιήσει μεταπτυχιακές σπουδές στη Γαλλία, όπου υποστήριξε και τη

διδακτορική της διατριβή. Έχει συνεργαστεί στο πλαίσιο ερευνητικών προγραμμάτων

με το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ. Από το 2005 διδάσκει στην Ακαδημία Εργασίας

της ΓΣΕΕ και στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Οι επιστημονικές της δημοσιεύσεις

και τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα αφορούν σε θέματα ποιότητας της εργασίας και

ψυχοκοινωνικών κινδύνων στους χώρους εργασίας, θεωρίας των εργασιακών σχέσεων

και συνδικαλισμού, καθώς και σε ζητήματα που σχετίζονται με την καλλιτεχνική

εργασία και τα καλλιτεχνικά επαγγέλματα.