Ηρακλής και Θησέας

59

Transcript of Ηρακλής και Θησέας

Page 1: Ηρακλής και Θησέας
Page 2: Ηρακλής και Θησέας

ΗΡΑΚΛΗΣΗΡΑΚΛΗΣΚείμενο: ΠΟΤΗΣ ΣΤΡΑΤΙΚΗΣ

Εικόνες: S.Β.(έκδοση 8η)

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΣΤΡΑΤΙΚΗΧΑΒΡΙΟΥ 9 και ΠΡΑΞΙΤΕΛΟΥΣ

ΑΘΗΝΑ 10562 - ΤΗΛ. 32.21.834, 32.34.768

Page 3: Ηρακλής και Θησέας

Ο Ηρακλής και τα φίδιαΟ Ηρακλής γεννήθηκε στη Θήβα. Πατέ-ρας του ήταν ο Αμφιτρίωνας και μητέρα του η Αλκμήνη. Ο παππούς του που ονο-μαζόταν Αλκαίος, ήταν γιος του μυθικού βασιλιά του Άργους, του Περσέα. Όμως ο Δίας, ο πατέρας των θεών του Ολύμπου, καυχήθηκε μια μέρα ότι ο Ηρακλής ήταν δικός του γιος. Όταν το έμαθε η θεά Ήρα, που ήταν γυναίκα του Δία, ζήλεψε τόσο πολύ που ορκίστηκε να εξοντώσει τον Ηρακλή.Έτσι, ένα βράδυ αποφάσισε να στείλει δυο πελώρια φίδια στην κούνια του μω-ρού για να το πνίξουν.Ο Ηρακλής, που κοιμόταν μαζί με τον δί-δυμο αδελφό του τον Ιφικλή, ξύπνησε τη στιγμή που τα δυο πελώρια ερπετά πλη-σίαζαν την κούνια τους. Άπλωσε τότε τα χέρια του, άρπαξε τα φίδια από το λαιμό και τα έπνιξε.Εκείνη τη στιγμή μπήκε στο δωμάτιο των παιδιών η μητέρα τους. Είδε τα φίδια που κουλού ριάζονταν και χτυπιόνταν γύρω από την κούνια και άρχισε να φωνάζει σπαρακτικά:-Τα παιδιά μου! Βοήθεια! Δυο φίδια πνί-γουν τα παιδιά μου!Άκουσαν τις φωνές ο Αμφιτρίωνας και οι γείτονες κι έτρεξαν να σκοτώσουν τα φίδια για να γλυτώσουν τα παιδιά. Μα, όταν μπήκαν στο δωμάτιο τους είδαν με έκπλη-ξη και θαυμασμό μια απίστευτη σκηνή! Τα δυο φίδια ήταν νεκρά, ανάμεσα στα τρυ-φερά χέρια του Ηρακλή!Κατάλαβαν τότε ότι αυτό το μωρό, για να μπορέσει να πνίξει δυο τόσο μεγάλα φί-

δια, θα 'πρεπε να είχε θεϊκή δύναμη. Ο Αμφιτρίωνας κάλεσε τότε στο σπίτι του τον φημισμένο και τυφλό μάντη της Θή-βας, τον Τειρεσία για να τον ρωτήσει ποιο θα ήταν το μέλλον αυτού του παιδιού με την τεράστια δύναμη.- Αμφιτρίωνα, του απάντησε ο Τειρεσίας, το παιδί σου δεν μοιάζει με τ' άλλα παιδιά. Θα κάνει στη ζωή του πολλά κατορθώμα-τα και θα σκοτώσει πολλά θηρία και τέρα-τα, στη γη και στη θάλασσα. Θα γίνει ένας από τους πιο δοξασμένους ανθρώπους και τ' όνομά του θα μείνει αθάνατο στους αιώνες που θ' ακολουθήσουν.Η Ήρα, όταν έμαθε πως ο Ηρακλής κατά-φερε να πνίξει τα φίδια, βεβαιώθηκε πια ότι ήταν σίγουρα παιδί του Δία και το μί-σος της φούντωσε πιο πολύ.«Μπορεί αυτή τη φορά να γλίτωσες Ηρα-κλή - είπε με το νου της. Σίγουρα σε βοή-θησε ο Δίας να πνίξεις τα φίδια. Όμως δεν πρόκειται να σε αφήσω ήσυχο. Θα συνα-ντήσεις στο δρόμο της ζωής σου πολλά θηρία και θα σε βρουν αμέτρητες συμφο-ρές. Όσο και αν σε υπαρασπίζει και σε βοηθάει ο Δίας, κάποτε θα νικηθείς!».Πέρασαν τα χρόνια, μεγάλωσε ο Ηρακλής κι έγινε ένα ψηλό και όμορφο παλληκάρι. Ο Αμφιτρίωνας τον έστειλε σε πολλούς δάσκαλους κι έμαθε να γράφει και να διαβάζει, διδάχτηκε να οδηγεί αμάξια, να παλεύει, να χειρίζεται το σπαθί, να τοξεύει και να πολεμά. Κι όταν έκλεισε τα δεκαο-χτώ του χρόνια, τον έστειλε να βόσκει τα κοπάδια του στις πλαγιές του κοντινού βουνού, του Κιθαιρώνα.

Page 4: Ηρακλής και Θησέας

Μια μέρα παρουσιάστηκαν μπροστά του, σ' ένα σταυροδρόμι, δύο γυναίκες. Η μία ήταν όμορφη και πλούσια ντυμένη και η δεύτερη σεμνή και απλά ντυμένη.-Ακολούθησε με και θα σου προσφέρω πολλά πλούτη και χαρές στη ζωή, του είπε η πρώτη. Τ' όνομα μου είναι Κακία.-Εμένα με λένε Αρετή, του είπε η δεύτε-ρη. Δεν σου υπόσχομαι πλούτη και χα-ρές, αλλά ένα δοξασμένο όνομα. Ακο-λούθησε με και δεν θα χάσεις.Ο Ηρακλής, ύστερα από αρκετή σκέψη, αποφάσισε ν' ακολουθήσει το δρόμο της Αρετής.

Τα παιδιά μου! Βοήθεια! Δυο φίδια πνίγουν τα παιδιά μου!

Page 5: Ηρακλής και Θησέας

Το ρόπαλο του ΗρακλήΒοσκός ο Ηρακλής στα δεκαοχτώ του χρόνια, ανεβοκατέβαινε τις πλαγιές του Κιθαιρώνα, έτρωγε κρέας και μαύρο ψωμί, έπινε γάργαρο νερό από τις πηγές και κοιμόταν στις σπηλιές. Είχε όμως ν' αντιμετωπίσει πολλά άγρια θηρία κι έπρε-πε να οπλιστεί. Μια μέρα έκοψε ένα χο-ντρό κλαδί αγριελιάς και μ' αυτό έφτιαξε το μυθικό του ρόπαλο. Ήταν χοντρό και μα-κρύ, πιο σκληρό και από το σίδερο και στα χέρια του Ηρακλή έγινε ένα όπλο επι-κίνδυνο και ακαταμάχητο.Την εποχή εκείνη στον Κιθαιρώνα υπήρχε ένα λιοντάρι που αφάνιζε τα κοπάδια και είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος για τους βοσκούς και τους κατοίκους της περιοχής. Όταν άκουγαν τον άγριο βρυχηθμό του έτρεχαν να κρυφτούν. Ο Ηρακλής όμως πήρε τη μεγάλη απόφαση να το εξοντώ-σει. Έχοντας εμπιστοσύνη στη δύναμη του και στο ρόπαλο του, έστησε καρτέρι στο τρομερό θηρίο σ' ένα μονοπάτι, απ' όπου περνούσε συχνά.Δεν χρειάστηκε να περιμένει για πολύ. Ξαφνικά, ένας βρυχηθμός ακούστηκε πολύ κοντά του και αντιλάλησε πιο φοβε-ρός ακόμα στις χαράδρες του βουνού. Αν ήταν άλλος στη θέση του Ηρακλή θα τό-βαζε στα πόδια από το φόβο. Μα ο θεϊκός έφηβος έμεινε ασάλευτος στη θέση του. Το λιοντάρι τον πήρε αμέσως είδηση και όρμησε καταπάνω του μ' ένα τρομερό σάλτο, να τον γραπώσει από το λαιμό. Μα δεν πρόλαβε να τον αγγίξει. Το ρόπαλο του Ηρακλή ανεβοκατέβηκε, πέτυχε το λιοντάρι στο κεφάλι και το σώριασε νεκρό μπροστά στα πόδια του. Έτσι, η περιοχή του Κιθαιρώνα βρήκε επιτέλους την ησυ-χία της.Πριν μερικά χρόνια, οι Θηβαίοι είχαν έρθει σε πόλεμο με τους κατοίκους του Ορχομε-νού, μιας γειτονικής πολιτείας, και νικήθη-καν. Ο βασιλιάς του Ορχομενού, ο Εργί-νος, υποχρέωσε τότε τον Κρέοντα, το βα-σιλιά της Θήβας, να του παραδίνει κάθε χρόνο εκατό καλοθρεμμένα μοσχάρια.

Μια μέρα ο Ηρακλής συνάντησε στον Κι-θαιρώνα τους στρατιώτες του Ορχομενού που πήγαιναν στη Θήβα να παραλάβουν τα μοσχάρια. Αυτό του κακοφάνηκε πολύ. Στάθηκε τότε στη μέση του δρόμου, κρα-τώντας το ρόπαλο του και φώναξε στους στρατιώτες να γυρίσουν πίσω.- Και ποιος είσαι εσύ που μας διατάζεις να γυρίσουμε πίσω; τον ρώτησε αγριεμένος ο αρχηγός των στρατιωτών.- Είμαι ένας Θηβαίος, του απάντησε ο Ηρακλής, που αποφάσισε να δώσει τέλος σ' αυτό το σκληρό φόρο. Δεν πρόκειται να πάρετε από τη Θήβα ούτε ένα μοσχάρι!- Και ποιος θα μας εμποδίσει; τον ρώτησε ο στρατιώτης του Ορχομενού.- Εγώ! απάντησε αγέρωχος ο Ηρακλής.- Εσύ; Θα μπορέσεις εσύ ν' αντιμετωπί-σεις όλους εμάς; Αν πιστεύεις κάτι τέτοιο τότε, σίγουρα θα έχεις χάσει τα λογικά σου!- Προχωρήστε ένα βήμα ακόμη και τότε θα δείτε αν μπορώ να σας αντιμετωπίσω!- Με τι θα μας αντιμετωπίσεις; Μήπως μ' αυτό το ρόπαλο; Χα... χα.- Ελάτε, λοιπόν, να δοκιμάσετε το ρόπαλο που περιγελάτε!Οι στρατιώτες του Ορχομενού πίστεψαν πως είχαν να κάνουν με κάποιον τρελό βοσκό και προχώρησαν γελώντας. Τότε ο Ηρακλής ξεχύθηκε σαν σίφουνας καταπά-νω τους. Το ρόπαλο του άρχισε ν' ανεβο-κατεβαίνει με τρομερή δύναμη και ταχύτη-τα και οι άνθρωποι του Εργίνου, που δεν πρόλαβαν να κατεβάσουν ούτε τα τόξα από τους ώμους τους τόβαλαν στα πόδια για να γλυτώσουν.Ο Εργίνος όταν πληροφορήθηκε το γεγο-νός, έστειλε όλο το στρατό του να χτυπή-σει τη Θήβα και να πάρει τρομερή εκδίκη-ση. Μα οι Θηβαίοι που είχαν πάρει θάρ-ρος, ύστερα από μια σκληρή και άγρια μάχη όπου θαυματούργησε και πάλι το ρόπαλο του Ηρακλή, νίκησαν τον Εργίνο και σταμάτησαν να πληρώνουν το φόρο των εκατό μοσχαριών.

Page 6: Ηρακλής και Θησέας

Το λιοντάρι τον πήρε αμέσως είδηση και όρμησε καταπάνω του.

Page 7: Ηρακλής και Θησέας

Η εκδίκηση της ΉραςΎστερα από τα κατορθώματα του αυτά, ο Ηρακλής έγινε ο αγαπημένος ήρωας της Θήβας. Όλοι μιλούσαν με θαυμασμό για τη θεϊκή του δύναμη και ο Κρέοντας, ο βα-σιλιάς της πόλης, του ζήτησε να παντρευτεί την κόρη του τη Μέγαρα. Ο Ηρακλής δέχτηκε με χαρά του και αφήνο-ντας τα κοπάδια και τον Κιθαιρώνα, κα-τοικούσε τώρα στο παλάτι.Τρία αγόρια απόκτησε με τη Μεγάρα ο Ηρακλής και η ζωή του κυλούσε ήρεμη κι ευτυχισμένη. Αλλά, ψηλά στον Όλυμπο, η Ήρα ετοίμαζε την εκδίκηση της. Είχε ορκι-στεί να μην αφήσει ήσυχο τον Ηρακλή.

Όταν ήταν μωρό έστειλε στην κούνια του δυο φίδια να τον πνίξουν. Τώρα σχεδίασε κάτι το πολύ τρομερό. Αποφάσισε να τρε-λάνει τον αγαπημένο ή ήρωα της Θήβας. Να του πάρει για λίγο τα λογικά του.Έτσι, ένα πρωί ο Ηρακλής ξύπνησε διαφορετικός. Αστραπές μίσους πετούσαν τα μάτια του και άγριες φωνές έβγαιναν από τα χείλη του. Είχε χάσει τα λογικά του. Είχε τρελαθεί και η τρέλα του ήταν επικίνδυνη.Σε λίγο μια τραγική είδηση απλώθηκε σ' όλη την πόλη. Ο Ηρακλής είχε τρελαθεί και πάνω στην τρέλα του σκότωσε τη γυ-ναίκα του και τα παιδιά του. Αλλά, να τους σκότωσε τάχα ο Ηρακλής ή η ίδια η Ήρα; Κανείς δεν θα το μάθαινε.Όταν συνήλθε από την τρέλα του ο Ηρα-κλής και είδε τι είχε κάνει, ξέσπασε σ' ένα σπαρακτικό κλάμα. Κατάλαβε ότι κάποιος από τους θεούς του Ολύμπου του έκανε αυτό το τρομερό κακό. Τώρα πια δεν μπορούσε να μείνει στη Θήβα. Όλοι θα τον μισούσαν. Έπρεπε να φύγει μακριά. Και το πρώτο που έπρεπε να κάνει, ήταν να πάει ως τους Δελφούς, όπου υπήρχε το φημισμένο μαντείο του Απόλλωνα και να ζητήσει από την Πυθία να τον βοηθή-σει.- Δεν φταις εσύ για το κακό που έγινε στη Θήβα, του είπε η Πυθία, καθισμένη στο θρόνο της, ανάμεσα από τους καπνούς που έβγαζαν τα φύλλα δάφνης μπροστά της. Η θεά Ήρα σε μισεί και σου πήρε τα λογικά. Όμως οι άλλοι θεοί και οι άνθρω-ποι, κατηγορούν εσένα.- Και τι πρέπει να κάνω για να βρω την ησυχία και τη γαλήνη μου; τη ρώτησε ο Ηρακλής.- Άκουσε τι θα κάνεις, του απάντησε η Πυ-θία. Δεν πρέπει να ξαναγυρίσεις στη Θήβα. Να πας στην Τίρυνθα, όπου βασι-λιάς της είναι ο θείος σου ο Ευρυσθέας. Θα μείνεις μαζί του και ο Ευρυσθέας θα σου ζητήσει να κάνεις δέκα

Page 8: Ηρακλής και Θησέας

επικίνδυνους άθλους. Μόνο όταν πραγ-ματοποιήσεις αυτούς τους άθλους θα βρεις την ησυχία και τη γαλήνη που ζη-τάς.- Όταν τελειώσω τους άθλους θα μπορέ-σω να γυρίσω στη Θήβα; τη ρώτησε πάλι ο Ηρακλής.-Θα χρειαστείς πολύ καιρό να τελειώσεις τους άθλους, του απάντησε αινιγματικά η Πυθία. Και τότε δεν θα ανήκεις μόνο στη Θήβα, αλλά σε όλη την Ελλάδα.

Κι ήθελε μ' αυτά τα λόγια να του πει ότι η δόξα και η φήμη του θ' απλωθούν σε όλη την Ελλάδα.Ο Ηρακλής έφυγε αμέσως για την Τίρυνθα, μια πόλη που βρισκόταν κοντά στο Άργος. Ο Ευρυσθέας, οδηγημένος από τη θεά Ήρα, δέχτηκε ψυχρά τον Ηρακλή. Φοβόταν μήπως του πάρε ι το θρόνο. Γι' αυτό απο-φάσισε να του αναθέσει δέκα άθλους. Δέκα δύσκολους και ακατόρθωτους για έναν άν-θρωπο άθλους. Ήταν σίγουρος ο Ευρυ-σθέας ότι ο Ηρακλής δεν θα κατόρθωνε να πραγματοποιήσει ούτε έναν άθλο κι έτσι θα γλίτωνε μια για πάντα από αυτόν.Η θεά Ήρα, με τη βοήθεια του Ευρυσθέα, θα έπαιρνε τη μεγάλη της εκδίκηση. Ο κίν-δυνος του θανάτου για τον Ηρακλή θα παραμόνευε σε κάθε του βήμα...

- Δεν φταις εσύ για το κακό που έγινε στη Θήβα, Ηρακλή, του είπε η Πυθία.

Page 9: Ηρακλής και Θησέας

Το λιοντάρι της Νεμέας- Ηρακλή, του είπε μια μέρα ο Ευρυσθέας, έμαθα ότι είσαι πολύ δυνατός και αψηφάς τους κινδύνους. Για να μείνεις μαζί μου στην Τίρυνθα, θέλω να κάνεις δέκα άθλους. Δέχεσαι τους όρους μου;- Ναι, του απάντησε χωρίς τον παραμικρό δισταγμό ο Ηρακλής. Θα κάνω ό,τι μου ζητήσεις.- Ωραία. Άκουσε λοιπόν ποιος θα είναι ο πρώτος άθλος σου: Στα γειτονικά βουνά

της Νεμέας υπάρχει ένα τρομερό λιοντάρι που κατασπαράζει ζώα και ανθρώπους. Λένε πως το λιοντάρι αυτό φρουρούσε το παλάτι της θεάς Σελήνης και μια μέρα πάνω στο θυμό της το κλώτσησε και το πέταξε στη γη.Άλλοι λένε πως είναι παιδί της φρικτής Έχιδνας, που είναι η μισή φίδι και η μισή γυναίκα.

Page 10: Ηρακλής και Θησέας

Ε, λοιπόν, αυτό το λιοντάρι θέλω να σκο-τώσεις και να μου φέρεις το δέρμα του.- Θα γίνει το θέλημα σου, του απάντησε ο Ηρακλής.Πήρε το ρόπαλο του σαν μοναδικό όπλο και βγήκε από το παλάτι ενώ πίσω του ο Ευρυσθέας έτριβε από χαρά τα χέρια του γιατί ήταν σίγουρος ότι ο ανιψιός του δεν θα γύριζε ζωντανός. Θα τον κατασπάραζε οπωσδήποτε το τρομερό λιοντάρι.Ο Ηρακλής έφτασε νύχτα στα βουνά της Νεμέας και ζήτησε φιλοξενία στην καλύβα ενός βοσκού. Όταν του είπε πως είχε έρ-θει για να σκοτώσει το λιοντάρι, ο βοσκός έβαλε τα κλάματα.- Μακάρι να μπορούσες να το σκοτώσεις, του είπε. Γιατί αυτό το καταραμένο έφαγε πριν λίγες μέρες το μονάκριβο παιδί μου.- Μήπως ξέρεις πού θα μπορέσω να το βρω; τον ρώτησε ο Ηρακλής.- Ναι. Μένει σε μια σπηλιά, στην πιο ψηλή κορυφή του βουνού. Θα σε οδηγήσω αύριο ως εκεί και αν σε βοηθήσει ο Δίας θα μπορέσεις να το σκοτώσεις.Το πρωί ο Ηρακλής με τη βοήθεια του βο-σκού έφθασε στη σπηλιά. Πρόσεξε τότε ότι η σπηλιά αυτή είχε δυο τρύπες. Έφρα-ξε τη μια για να μη μπορεί να βγει το λιοντάρι και με θάρρος, κρατώντας το ρό-

παλο του, μπήκε από την άλλη τρύπα.Προχώρησε σιγά - σιγά και με προσοχή. Ξαφνικά το τρομερό λιοντάρι που παρα-μόνευε πίσω από ένα βράχο, τινάχτηκε σαν σαΐτα καταπάνω του. Ο Ηρακλής που είχε σηκώσει ψηλά το ρόπαλο, το κατέβα-σε με δύναμη, έτσι όπως είχε κάνει και με το λιοντάρι στον Κιθαιρώνα.Το φοβερό ζώο ζαλίστηκε από το δυνατό χτύπημα και τότε ο Ηρακλής πέταξε το ρόπαλο και το γράπωσε από το λαιμό. Άνθρωπος και ζώο πάλεψαν αρκετή ώρα. Τα ατσάλινα χέρια του Ηρακλή έσφιγγαν συνέχεια σαν τανάλιες το λαιμό του λιονταριού, ώσπου κατάφερε να το πνίξει.Έσυρε τότε το λιοντάρι έξω από τη σπη-λιά, έβγαλε το δέρμα του και ξεκίνησε για την Τίρυνθα. Πριν μπει στο παλάτι φόρε-σε το δέρμα και όταν τον είδε ο Ευρυσθέ-ας, έτρεξε και χώθηκε σ' ένα πιθάρι για να γλυτώσει, γιατί νόμισε πως μπήκε στο παλάτι του το ίδιο το λιοντάρι της Νεμέας!Όταν πια κατάλαβε το αστείο του Ηρακλή, έτριξε με θυμό τα δόντια του.«Δεν ξέρω πώς κατάφερες να γλυτώσεις», είπε με το νου του, «αλλά τώρα σου ετοιμάζω κάτι που το λιοντάρι της Νεμέας θα μοιάζει με παιχνιδάκι μπροστά του».

Αφού ζάλισε το λιοντάρι χτυπώντας το με το ρό-παλο, άρχισε να του σφίγγει το λαιμό.

Page 11: Ηρακλής και Θησέας

Η Λερναία Ύδρα

Το ένα μετά το άλλο τα κεφάλια της Λερναίας Ύδρας κόπηκαν.

Κοντά στο Άργος και την Τίρυνθα, υπήρχε μια λίμνη που λεγόταν Λέρνα. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι η λίμνη αυτή συνό-ρευε με τον Άδη. Μέσα στα έλη της και στις ρίζες των πελώριων πλατανιών, ζούσε ένα τρομερό φίδι με εννέα κεφάλια, η Λερναία Ύδρα. Τις νύχτες άφηνε τη λί-μνη, έμπαινε στον κάμπο και ρήμαζε τα ζώα.Οι κάτοικοι της περιοχής δεν τολμούσαν να σκοτώσουν το επικίνδυνο νερόφιδο γιατί έλεγαν πως ήταν κι αυτό παιδί της Έχιδνας και αδελφή του λιονταριού της Νεμέας και πως, αν του έκοβαν το ένα κε-φάλι στη θέση του θα φύτρωναν άλλα δύο.- Αυτή την Ύδρα θέλω να σκοτώσεις, είπε ο Ευρυσθέας ύστερα από αρκετό καιρό στον Ηρακλή. Αυτός είναι ο δεύτερος άθλος σου.Αυτή τη φορά ο Ηρακλής πήρε μαζί του τον αγαπημένο του ανιψιό, τον Ιόλαο, που ήταν γιος του αδελφού του Ιφικλή. Έφθα-

σαν στην όχθη της λίμνης και είδαν το τρομερό φίδι με τα εννέα κεφάλια ν' ανα-ταράζει τα νερά και να κρύβεται στη φω-λιά του, ανάμεσα στις ρίζες των δέντρων.- Πρέπει να το βγάλουμε από κει, είπε ο Ηρακλής. Άναψε μια μεγάλη φωτιά Ιόλαε.- Με ποιον τρόπο θα μπορέσουμε να το βγάλουμε από τη φωλιά του; ρώτησε ο Ιόλαος που στη θέα του τρομερού ερπε-τού έχασε την ψυχραιμία του. Αν μπούμε στη λίμνη η Ύδρα θα μας γραπώσει εύκο-λα και θα μας παρασύρει στο βυθό.- Έννοια σου και δε θα μπούμε στη λίμνη, Ιόλαε. Άναψε τη φωτιά και θα δεις με ποιον τρόπο θα βγάλουμε την Ύδρα από τη λίμνη.Ο Ιόλαος κουβάλησε πολλά ξύλα, άναψε φωτιά και ο Ηρακλής έβαλε ανάμεσα στις φλόγες τα σιδερένια βέλη του. Όταν πύ-ρωσαν αρκετά και κοκκίνισαν οι άκρες τους, τα έριξε με το τόξο του ένα - ένα στη φωλιά της Ύδρας.

Page 12: Ηρακλής και Θησέας

Το φοβερό νερόφιδο, που δεν άντεχε στη ζέστη, βγήκε από τη φωλιά του. Ο ατρό-μητος Ηρακλής άρπαξε τότε ένα τσεκούρι που είχε φέρει μαζί του και όρμησε κατα-πάνω στο θεριό της λίμνης. Η Ύδρα τίνα-ξε τα εννιά της κεφάλια για να χτυπήσει τον Ηρακλή. Μα, ξαφνικά το ένα της κεφά-λι κόπηκε πέρα για πέρα από το κοφτερό τσεκούρι.Και τότε, ο Ηρακλής είδε με φρίκη στη θέση του κομμένου κεφαλιού να φυτρώ-νουν άλλα δύο!- Άφησε την!, του φώναξε με τρόμο ο Ιόλαος. Μη της κόψεις άλλο κεφάλι!Ο Ηρακλής δεν ήταν μόνο δυνατός και γενναίος. Ήταν και έξυπνος.- Φέρε γρήγορα ένα αναμμένο ξύλο!, είπε στον Ιόλαο. Κάθε κεφάλι που θα κόβω, θα το καις με τη φωτιά για να μη φυτρώσουν στη θέση του άλλα.Έτσι κι έγινε. Ο Ιόλαος ακούμπησε τον αναμμένο δαυλό στη θέση του δεύτερου κεφαλιού που έκοψε ο Ηρακλής και αυτή τη φορά δεν φύτρωσαν άλλα δύο.

Το ένα μετά το άλλο τα κεφάλια της Ύ-δρας κόπηκαν. Έμεινε το μεσαίο που ήταν πιο μεγάλο και αθάνατο. Το έκοψε κι αυτό ο Ηρακλής, το έθαψε βαθιά στη γη και το σκέπασε με πολλές πέτρες για να μη ζωντανέψει και βγει ξανά στην επιφά-νεια.Όταν γύρισε στην Τίρυνθα, ο Ευρυσθέας δεν τολμούσε να πιστέψει πως έβλεπε μπροστά του τον Ηρακλή. Ήταν βέβαιος ότι αυτή τη φορά δεν θα τα κατάφερνε και θα τον έπνιγε η Ύδρα στα νερά της Λέρ-νας.- Μα... πώς κατάφερες και γύρισες ζωντα-νός; τον ρώτησε. Ή... μήπως φοβήθηκες και δεν πήγες καθόλου στη Λέρνα;- Η Ύδρα δεν υπάρχει πια, του εξήγησε ο Ηρακλής. Στην όχθη της Λέρνας μπορείς να βρεις τα κομμένα κεφάλια της.Αλλά, ο βασιλιάς της Τίρυνθας είχε ακόμα κι άλλους πιο επικίνδυνους άθλους για τον Ηρακλή. Και, σίγουρα, σε κάποιον από αυτούς θα έχανε τη ζωή του.

Page 13: Ηρακλής και Θησέας

Πέρασε αρκετός καιρός. Μια μέρα ο Ευρυσθέας κάλεσε τον Ηρακλή και τον ρώτησε αν ήταν έτοιμος να αναλάβει τον τρίτο άθλο του.- Είμαι πρόθυμος να κάνω ό,τι μου πεις, του απάντησε ο Ηρακλής.- Αυτή τη φορά, άρχισε ο Ευρυσθέας, δεν θα σε στείλω να σκοτώσεις κανένα θηρίο. Ωστόσο η αποστολή που θ' αναλάβεις μη νομίζεις πως είναι εύκολη. Στα ψηλά βουνά που χωρίζουν την Αργολίδα από την Αρκαδία, ζει ένα ελάφι. Είναι το ιερό ελάφι της θεάς Άρτεμης. Ξεχωρίζει από τ' άλλα ελάφια γιατί έχει χρυσά κέρατα και τρέχει τόσο πολύ, γρηγορότερα και από τον πιο δυνατό άνεμο ακόμα. Θέλω, λοιπόν, να μου φέρεις ζωντανό στην Τί-ρυνθα το ιερό ελάφι της Άρτεμης.Ναι, το καταλάβαινε και ο ίδιος ο Ηρακλής ότι ο τρίτος άθλος του δεν ήταν καθόλου εύκολος. Ήταν και δύσκολος και επικίνδυ-νος γιατί, αν έπιανε το ελάφι, σίγουρα θα θύμωνε η θεά Άρτεμη και μπορεί να του έκανε μεγάλο κακό. Ωστόσο δεν μπο-ρούσε ν' αρνηθεί. Έπρεπε να υπακούσει στην προσταγή του θείου του.Ξεκίνησε λοιπόν και λίγες μέρες αργότερα έφθασε στα άγρια βουνά της Αρκαδίας. Σ' ένα από αυτά, στο Αρτεμίσιο, συνάντησε έναν κυνηγό και τον ρώτησε αν είχε δει το ελάφι με τα χρυσά κέρατα.- Το έχω δει πολλές φορές του αποκρίθη-κε ο κυνηγός. Αλλά μην τολμήσεις να το σκοτώσεις γιατί είναι το ιερό ελάφι της Άρ-τεμης.- Θέλω να το πιάσω ζωντανό, του εξήγη-σε ο Ηρακλής.- Δεν θα μπορέσεις γιατί τρέχει σαν αστραπή. Θα σε παρασύρει μακριά και θα βρεθείς σε μια παράξενη χώρα από την οποία δεν θα μπορέσεις ποτέ σου να γυ-ρίσεις. Κυνήγησε άλλα ζώα και μην πειρά-ζεις το ελάφι με τα χρυσά κέρατα.Μα ο Ηρακλής δεν άκουσε τη συμβουλή του κυνηγού. Άρχισε να ψάχνει παντού,

στις πλαγιές των βουνών, στις χαράδρες και τα ποτάμια, να βρει το ελάφι. Κι ένα πρωί το βρήκε επιτέλους να πίνει νερό από μια μικρή πηγή. Ήταν το πιο όμορφο ελάφι που είχε δει ποτέ του και τα χρυσά του κέρατα άστραφταν στον ήλιο του πρωινού.Ο Ηρακλής έτρεξε αμέσως να το πιάσει, μα το ελάφι τόβαλε στα πόδια. Έτσι, άρχι-σε ένα άγριο κυνηγητό που κράτησε αρκε-τές ώρες, ώσπου νύχτωσε. Την άλλη μέρα το κυνηγητό συνεχίστηκε. Έτρεχε το ελάφι, έτρεχε και ο ακούραστος Ηρακλής. Είχαν αφήσει πια πίσω τους τα βουνά, κι έτρεχαν σε μια κοιλάδα. Το ελάφι συνά-ντησε ένα ποτάμι, το Λάδωνα κι έπεσε στα νερά του να βγει κολυμπώντας στην απέναντι όχθη. Έπεσε και ο Ηρακλής στο ποτάμι κι επειδή κολυμπούσε πολύ γρή-γορα, κατάφερε να προλάβει το ελάφι και να το πιάσει. Το φόρτωσε τότε στον ώμο του και πήρε το δρόμο του γυρισμού για την Τίρυνθα. Μα, ξαφνικά, παρουσιάστη-κε μπροστά του η θεά Άρτεμη.- Γιατί σκότωσες το ιερό μου ελάφι; τον ρώτησε αγριεμένη.Ο Ηρακλής της εξήγησε ότι δεν το σκότω-σε, της ζήτησε συγνώμη και της υποσχέ-θηκε ότι σαν έφθανε στην Τίρυνθα και το έδειχνε στον Ευρυσθέα, θα το άφηνε ελεύθερο.

Το ελάφι της Άρτεμης

- Γιατί σκότωσες το ιερό μου ελάφι; τον ρώτησε η θεά Αρτεμη.

Page 14: Ηρακλής και Θησέας

Η Άρτεμη τον συχώρεσε κι έτσι ο Ηρακλής, λίγες μέρες αργότερα, μπήκε στο παλάτι της Τίρυνθας κι έδειξε στο θείο του το ιερό ελάφι για να του αποδείξει ότι κατάφερε να πραγματοποιήσει και τον τρίτο άθλο του.

Page 15: Ηρακλής και Θησέας

Ο Κάπρος του ΕρύμανθουΟ Ερύμανθος είναι ένα βουνό που βρί-σκεται στα σύνορα της Αρκαδίας και της Ηλείας. Στα μέρη εκείνα ζούσε ένα φοβε-ρό αγριογούρουνο που ήταν γνωστό με το όνομα: «Ο κάπρος του Ερύμανθου». Ήταν πελώριο, με τρομερούς χαυλιόδο-ντες και κατάστρεφε τα σπαρτά των γεωρ-γών. Πολλοί κυνηγοί προσπάθησαν να το σκοτώσουν μα δεν τα κατάφεραν. Αρκετοί μάλιστα από αυτούς βρήκαν τραγικό θά-νατο από τα κοφτερά δόντια του κάπρου.Αυτόν τον κάπρο διάλεξε για τον τέταρτο άθλο του Ηρακλή ο Ευρυσθέας.- Θέλω να μου φέρεις τον κάπρο του Ερύ-μανθου ζωντανό στην Τίρυνθα, του είπε. Μόνο έτσι θα πιστέψω ότι τον νίκησες.Κι είχε το λόγο του που ζητούσε ζωντανό τον κάπρο ο Ευρυσθέας.«Στον Ηρακλή είναι εύκολο να σκοτώσει τον κάπρο με τα βέλη ή με το ρόπαλο του, σκέφτηκε πονηρά. Για να τον πιάσει όμως ζωντανό, πρέπει να παλαίψει μαζί του, οπότε ο κάπρος θα τον σκοτώσει οπωσ-δήποτε».Έτσι, ξεκίνησε ο Ηρακλής για τον τέταρτο

άθλο του, Άφησε την Τίρυνθα και χρειάστηκε να ταξιδέψει πολλές μέρες ώσπου να φτάσει στον Ερύμανθο. Σ' ένα από τα πυκνά δάση του βουνού κα-τοικούσαν μερικοί κένταυροι. Οι κένταυροι ήσαν από τη μέση και πάνω άνθρωποι και από τη μέση και κάτω άλογα.Ο Ευρυσθέας ήξερε ότι σε κείνη την πε-ριοχή που βρισκόταν ο κάπρος, ζούσαν οι κένταυροι. Ήξερε ακόμα ότι οι κένταυροι μισούσαν τους ανθρώπους.«Είναι αδύνατο να μου φέρει ζωντανό τον κάπρο - σκέφτηκε με πονηριά ο βασιλιάς της Τίρυνθας - γιατί ίσως δεν θα προλάβει να τον βρει. Θα συναντήσει στο δρόμο του τους φοβερούς κενταύρους και δεν θα καταφέρει να βγει ζωντανός από τα χέρια τους. Θα τον σκοτώσουν οπωσδήποτε, έτσι όπως έχουν σκοτώσει τόσους και τό-σους που ξεγελάστηκαν και μπήκαν στην περιοχή τους.Όμως, και δω έπεσε έξω ο Ευρυσθέας. Γιατί ένας κένταυρος, που ονομαζό-ταν Φόλος, δέχτηκε με χαρά του να φιλο-ξενήσει τον Ηρακλή στη σπηλιά του.

Page 16: Ηρακλής και Θησέας

Στη θράκα μιας φωτιάς έψησε κρέας για τον ξένο του, ενώ εκείνος το έτρωγε ωμό. Στο βάθος της σπηλιάς υπήρχε μια στά-μνα με μυρωδάτο κρασί. Άνοιξαν τη στά-μνα και άρχισαν να πίνουν. Αλλά ήταν τόσο δυνατή η μυρωδιά του κρασιού, που οι άλλοι κένταυροι την πήραν είδηση κι έτρεξαν να πιουν κι' εκείνοι. Κι' επειδή το κρασί δεν ήταν αρκετό, οι κένταυροι πάνω στο θυμό τους αποφάσισαν να σκοτώ-σουν το Φόλο και τον Ηρακλή. Άρχισε τότε μια άγρια μάχη ανάμεσα τους. Ο Ηρακλής κατάφερε να συντρίψει τους κε-νταύρους, αλλά στη μάχη σκοτώθηκε ο φίλος του ο Φόλος.Με το ξημέρωμα της άλλης ημέρας ο Ηρα-κλής, αφού έθαψε το Φόλο, ξεκίνησε να βρει τον επικίνδυνο κάπρο.Χρειάστηκε να ψάξει αρκετές ώρες. Σε μια χιονισμένη πλαγιά κατάφερε να βρει τα ίχνη του αγριόχοιρου. Τ' ακολούθησε και

σε λίγο βρέθηκε μπροστά του. Ο κάπρος του Ερύμανθου, όταν είδε τον Ηρακλή, έτρεξε να ξεφύγει. Αλλά, ο ήρωας μας, που κρατούσε ένα σκοινί, το πέταξε με τέ-χνη και η θηλιά του γράπωσε τον κάπρο στο κεφάλι. Η θηλιά σφίχτηκε γύρω από το λαιμό του και τον κράτησε ακίνητο. Έτσι ο Ηρακλής, αφού έδεσε και τα πόδια του κάπρου, τον φόρτωσε στην πλάτη του και ξεκίνησε για την Τίρυνθα.Όταν τον είδε ο Ευρυσθέας λίγες μέρες αργότερα να φθάνει στο παλάτι με τον κά-προ στον ώμο του, δεν πίστευε στα μάτια του. Ακόμα μια φορά ο Ηρακλής είχε ξε-φύγει από τον κίνδυνο. Ακόμα μια φορά τον είχε βοηθήσει η τύχη του.«Όμως σου έχω ετοιμάσει έναν καινούριο άθλο Ηρακλή!, είπε ανάμεσα στα δόντια του με πείσμα. Και αυτή τη φορά απο-κλείεται να γυρίσεις ζωντανός!».

Ο κάπρος έτρεξε να ξεφύγει μα ο Ηρακλής πέταξε με τέ-χνη τη θηλιά...

Page 17: Ηρακλής και Θησέας

Οι Στυμφαλίδες ΌρνιθεςΣτα βορειοανατολικά σύνορα του νομού Αρκαδίας βρισκόταν μια λίμνη. Ονομαζό-ταν λίμνη του Στύμφαλου. Εκεί, ανάμεσα στα πυκνά δέντρα της όχθης και τους θά-μνους, έμεναν κάτι παράξενα και επικίν-δυνα πουλιά που έμοιαζαν με κότες. Οι κάτοικοι τα ονόμαζαν Στυμφαλίδες Όρνι-θες. Είχαν μυτερά φτερά και σιδερένια ράμφη. Τα νύχια τους ήταν μακριά και σουβλερά και οι όρνιθες αυτές τρέφονταν με ανθρώπινες σάρκες. Γι'.αυτό κανείς από τους κατοίκους της γύρω περιοχής δεν τολμούσε να πλησιάσει προς τη λί-μνη.- Έχεις ακούσει για τις Στυμφαλίδες όρνι-θες; ρώτησε μια μέρα ο Ευρυσθέας τον Ηρακλή.-Και ποιος δεν έχει ακούσει γι' αυτά τα αν-θρωποφάγα πουλιά; του απάντησε ο Ηρακλής.- Αυτός θα είναι ο επόμενος άθλος σου, Ηρακλή. Θα πας στη λίμνη του Στύμφα-λου και θα εξοντώσεις τις Στυμφαλίδες Όρνιθες.Ο Ηρακλής την άλλη κιόλας μέρα ξεκίνησε να πραγματοποιήσει τον πέμπτο άθλο του. Καταλάβαινε ότι θάταν ο πιο επικίν-δυνος από τους άθλους που είχε κάνει ως τώρα. Αυτά τα τρομερά πουλιά έλεγαν

πως τα προστάτευε ο θεός του πολέμου, ο Άρης. Θα μπορούσε τάχα να τα σκοτώ-σει;Έφθασε στη λίμνη του Στύμφαλου ο Ηρα-κλής κι είδε πολλά πουλιά να πετούν ολό-γυρα του. Μα οι Στυμφαλίδες Όρνιθες είχαν γίνει άφαντες. Στεκόταν απορημένος κοντά στην όχθη ο ήρωας μας όταν, ξαφ-νικά, παρουσιάστηκε μπροστά του μια πολύ όμορφη γυναίκα.Η γυναίκα του χαμογέλασε και προχώρη-σε με θάρρος προς το μέρος του. Ο Ηρα-κλής απόρησε. Πώς βρέθηκε αυτή η γυ-ναίκα κοντά στη λίμνη; Κανείς από τους κατοίκους της περιοχής δεν τολμούσε να πλησιάσει, γιατί θα τον κατασπάραζαν τα ανθρωποφάγα πουλιά. Μήπως ήταν ξένη και δεν γνώριζε τον κίνδυνο που την απειλούσε;- Ποια είσαι; τη ρώτησε.-Είμαι η θεά Αθηνά, Ηρακλή, του είπε η γυναίκα. Σε απασχολεί τίποτε;- Ναι, της απάντησε ο Ηρακλής. Ήρθα να σκοτώσω τις Στυμφαλίδες Όρνιθες μα δεν τις βλέπω.- Βρίσκονται κρυμμένες ανάμεσα στα πυ-κνά κλαδιά των δέντρων, του εξήγησε η Αθηνά. Δεν βγαίνουν γιατί σε φοβούνται. Αλλά, μην ανησυχείς.

Page 18: Ηρακλής και Θησέας

Θα σε βοηθήσω εγώ να τις βγάλεις. Πάρε αυτά τα κρόταλα. Τα έχει φτιάξει ο θεός Ήφαιστος. Κάνουν έναν κρότο σαν τις κραυγές των Στυμφαλίδων. Όταν τον ακούσουν θα ξεγελαστούν και θα βγουν.Του έδωσε τα κρόταλα και έγινε άφαντη η Αθηνά. Ο Ηρακλής άρχισε τότε να τα χτυ-πάει.Δεν πέρασαν ούτε δυο λεπτά, όταν μέσα από τα πυκνά φυλλώματα οι Στυμφαλίδες ξεγελάστηκαν και βγήκαν. Το φτεροκόπη-μα τους θα μπορούσε να φοβίσει και τον πιο γενναίο άνθρωπο. Μα ο Ηρακλής δεν φοβήθηκε. Άφησε τα κρόταλα, τέντωσε το τόξο του και άρχισε να ρίχνει βροχή τα βέλη.Τα ανθρωποφάγα πουλιά άρχισαν να πέ-φτουν νεκρά το ένα πίσω από το άλλο.

Πολύ λίγα κατάφεραν να γλυτώσουν και πέταξαν μακριά, αναζητώντας καταφύγιο στο νησί του Άρη που βρισκόταν στον Εύξεινο Πόντο. Εκεί τα συνάντησε αργότε-ρα ο Ιάσωνας με τους συντρόφους του, στην Αργοναυτική εκστρατεία.Ο Ηρακλής μάζεψε τις νεκρές Όρνιθες, τις φορτώθηκε στην πλάτη του και τις πήγε στην Τίρυνθα, να τις δείξει στον Ευρυσθέα και να τον πείσει ότι κατάφερε να πραγμα-τοποιήσει και τον πέμπτο άθλο του.Για μια ακόμη φορά ο βασιλιάς της Τίρυν-θας αναρωτήθηκε με ποιον τρόπο ο ανι-ψιός του κατάφερε να γλιτώσει.«Ίσως είναι πολύ τυχερός, σκέφτηκε. Αλλά... κάποτε θα τον εγκαταλείψει η τύχη του».

Άφησε το ρόπαλο, άρπαξε το τόξο του και άρχισε να ρίχνει βροχή τα βέλη.

Page 19: Ηρακλής και Θησέας

Ο σταύλος του ΑυγείαΣτην Ηλεία, που βρίσκεται στη δυτική ακτή της Πελοποννήσου, ζούσε ένας ονο-μαστός και πολύ πλούσιος βασιλιάς, ο Αυγείας. Έλεγαν γι' αυτόν ότι ήταν γιος του Ήλιου και ότι τα μάτια του άστραφταν έτσι όπως αστράφτουν οι αχτίδες του Ήλιου το πρωί.Ο Αυγείας είχε στην κατοχή του πολλά κο-πάδια με βόδια, που το βράδυ τα έκλεινε σ' ένα μεγάλο στάβλο. Σιγά - σιγά ο σταύλος αυτός γέμισε από κοπριά.- Στο βασιλιά Αυγεία θα πας, εξήγησε ο Ευρυσθέας στον Ηρακλή. Εκεί θα κάνεις τον έκτο σου άθλο.- Μήπως υπάρχει κανένα λιοντάρι ή κανέ-να τρομερό φίδι που απειλεί τους κα-τοίκους της Ηλείας και πρέπει να το σκο-τώσω; ρώτησε ο Ηρακλής.- Όχι, δεν πρόκειται για κανένα θηρίο, Ηρακλή. Δεν θα χρειαστεί να παλέψεις ούτε να πολεμήσεις εκεί που θα πας. Ωστόσο, μη νομίζεις ότι είναι εύκολος ο άθλος σου αυτός. Ο Αυγείας σε θέλει για να του καθαρίσεις το στάβλο από την κο-πριά, μέσα σε μια μέρα. Αν όμως δεν το καταφέρεις αυτό, θα μείνεις όλη σου τη ζωή στο παλάτι του να τον υπηρετείς και να του καθαρίζεις το στάβλο.Ο Ηρακλής είχε την εντύπωση ότι ο σταύλος του βασιλιά Αυγεία θα ήταν ένας κανονικός σταύλος σαν αυτούς που γνώ-ριζε. Αλλά, όταν έφθασε εκεί και τον είδε, τα χρειάστηκε. Ο σταύλος του Αυγεία ήταν απέραντος και η κοπριά ήταν τόση που ούτε σ' ένα χρόνο δεν θα μπορούσε να την καθαρίσει, έστω και αν εργαζόταν μέρα και νύχτα!Κοίταξε τους σωρούς της κοπριάς συλλο-γισμένος, όταν ο Αυγείας τον ρώτησε αν θα μπορούσε να καθαρίσει το στάβλο του μέσα σε μια μέρα.- Εντάξει, συμφώνησε ο Ηρακλής που τη στιγμή εκείνη άστραψε μια ιδέα στο μυαλό του. Θα καθαρίσω το στάβλο σου σε μια μέρα, αρκεί να μου υποσχεθείς ότι θα μου δώσεις το ένα δέκατο από τα κοπάδια

σου.- Σύμφωνοι, δέχτηκε ο Αυγείας, που ήταν σίγουρος ότι ο Ηρακλής δεν θα μπορούσε να κάνει αυτό το κατόρθωμα. Αν όμως δεν καθαρίσεις μέσα σε μια μέρα το στάβλο μου, τότε θα μείνεις σ' όλη σου τη ζωή υπηρέτης μου.- Θ' αρχίσω αύριο το πρωί και το βράδυ ο στάβλος σου θα είναι πεντακάθαρος, του δήλωσε ο ήρωας μας.Ξύπνησε πολύ πρωί ο Ηρακλής κι' έβαλε σ' εφαρμογή το έξυπνο σχέδιο του. Μόνο με εξυπνάδα μπορούσε να πραγματο-ποιήσει αυτό το κατόρθωμα. Πρόσεξε ότι ο σταύλος του Αυγεία βρισκόταν ανάμεσα σε δυο μεγάλους ποταμούς, τον Αλφειό και τον Πηνειό. Άρχισε να σκάβει τότε ένα φαρδύ αυλάκι από τον Αλφειό και το έφε-ρε ως τη μια πόρτα του στάβλου. Το ίδιο έκανε και με τον Πηνειό. Το δεύτερο αυλά-κι το έφτασε σε μια άλλη πόρτα του στά-βλου. Τα ορμητικά νερά των δύο ποτα-μών ενώθηκαν μέσα στο στάβλο και... μέσα σε λίγες ώρες παρέσυραν την κο-πριά. Έτσι, πριν ακόμα βασιλέψει ο ήλιος, ο βασιλιάς Αυγείας δεν πίστευε στα μάτια του. Βρήκε τον Ηρακλή να τον περιμένει χαμογελώντας μέσα σ' ένα πεντακάθαρο στάβλο, όπου δεν υπήρχε ίχνος κοπριάς!-Όπως βλέπεις, του είπε, ο σταύλος σου καθάρισε σε λιγότερο από μια μέρα.- Μα... πώς τα κατάφερες...Δεν χρειαζόταν να ρωτήσει γιατί είδε με ποιον τρόπο κατάφερε να πραγματοποιή-σει τον τρομερό αυτό άθλο ο Ηρακλής.- Είχαμε βάλει κάποιο στοίχημα, του θύμι-σε ο Ηρακλής.Ο Αυγείας δαγκώθηκε. Είχε χάσει το στοίχημα και αυτό τον πείραξε τρομερά. Αλλά, τι μπορούσε να κάνει;Αλλά, εκείνον που πείραξε πιο πολύ ο απίστευτος άθλος του Ηρακλή, ήταν ο θείος του ο Ευρυσθέας. Δεν θα μπο-ρούσε, λοιπόν, να ξεφορτωθεί εύκολα αυτόν τον ενοχλητικό ανηψιό του;

Page 20: Ηρακλής και Θησέας

Τα ορμητικά νερά των δύο ποταμών ενώθηκαν μέσα στο στάβλο και παρέ-συραν την κοπριά.

Page 21: Ηρακλής και Θησέας

Τα άλογα του ΔιομήδηΈξη άθλους είχε κάνει ο Ηρακλής και ο Ευρυσθέας κόντευε να σκάσει από το κακό του γιατί δεν είχε πάθει τίποτε ο ανι-ψιός του. Αυτή τη φορά, όμως, θα τον έστελνε κάπου μακριά ν' αντιμετωπίσει τον πιο φοβερό κίνδυνο. Θα τον έστελνε στη Θράκη να του φέρει τα άλογα του Διομήδη.Ο Διομήδης ήταν βασιλιάς της Θράκης και γιος του θεού Άρη. Ο Άρης του είχε χαρί-σει τέσσερα άγρια άλογα που αντί για χορτάρι έτρωγαν ανθρώπους! Λεγόταν μάλιστα ότι κάθε ξένο που έφθανε στο παλάτι του, ο Διομήδης τον έριχνε τροφή στα άλογα του. Αυτά τα τρομερά άλογα έπρεπε να πάρει ο Ηρακλής, αφού θ' αντι-μετώπιζε πρώτα το Διομήδη και να τα φέ-ρει από τη Θράκη στην Πελοπόννησο!Ξεκίνησε για το μακρινό του ταξίδι κι ύστε-ρα από πολλές μέρες έφθασε στο παλάτι του βασιλιά της Θεσσαλίας, του Αδμήτου. Τον Άδμητο τον είχε καταραστεί κάποιος από τους θεούς να πεθάνει νέος.Θα μπορούσε να σωθεί μόνο αν κάποιος από τους γονείς του ή τη γυναίκα του

έπαιρνε τη θέση του στο νεκρικό κρεβάτι.Αρρώστησε βαριά ο Άδμητος κι ήταν έτοιμος να πεθάνει. Αλλά, ούτε ο πατέρας του, ούτε η μητέρα του θέλησαν να δώ-σουν τη ζωή τους για να σωθεί ο γιος τους. Μόνο η Άλκηστη, η όμορφη γυναίκα του Αδμήτου, πήρε τη θέση του.Όταν έφθασε στο παλάτι ο Ηρακλής, ο Άδμητος είχε γιατρευτεί και ήταν όρθιος, ενώ η Άλκηστη πέθαινε. Τότε, ο Ηρακλής, συγκινημένος από τη θυσία της Άλκηστης, αποφάσισε να τη σώσει. Μπήκε μόνος του στο δωμάτιο της και όταν είδε το Θά-νατο, που ήταν έτοιμος να πάρει την ψυχή της, όρμησε καταπάνω του, ήρθαν στα χέ-ρια και ύστερα από μια άγρια πάλη κατά-φερε να τον νικήσει και να σώσει την όμορφη βασίλισσα.Το απίστευτο αυτό κατόρθωμα του έκανε τρομερή εντύπωση στον Άδμητο και στους κατοίκους της Θεσσαλίας. Το ευτυ-χισμένο ανδρόγυνο παρακάλεσε τον Ηρα-κλή να μείνει όσο επιθυμούσε κοντά τους για να μπορέσουν να τον ευχαριστήσουν για το καλό που τους έκανε.

Page 22: Ηρακλής και Θησέας

Αφού ξεκουράστηκε αρκετά στο παλάτι του Αδμήτου, συνέχισε το ταξίδι του για τη Θράκη. Έφθασε στο παλάτι του Διομήδη και κείνος τον δέχτηκε πρόθυμα. Δεν ήξε-ρε ποιος ήταν ο ξένος του και σκόπευε να τον ρίξει στα παχνιά των άγριων αλόγων του για να χορτάσουν την πείνα τους.Αλλά ο Ηρακλής μάντεψε το σκοπό του κι όταν οι πολεμιστές του Διομήδη όρμησαν να τον σκοτώσουν, κατάφερε να τους νι-κήσει.Όρμησε τότε ο Διομήδης να σκοτώσει τον ξένο του. Ήταν άγριος σαν τον πατέρα του τον Άρη και τρομερά δυνατός. Ήρθε στα χέρια με τον Ηρακλή και πάλεψαν μα-νιασμένα για αρκετή ώρα. Στο τέλος, κι ενώ είχαν φθάσει παλεύοντας ως το στά-

βλο όπου βρίσκονταν δεμένα τα άγρια άλογα, ο Ηρακλής κατάφερε να νικήσει τον Διομήδη. Τον πέταξε τότε μπροστά στα άλογα του που τον καταβρόχθισαν αμέσως. Έτσι ο Διομήδης τιμωρήθηκε σκληρά γι' αυτό που είχε κάνει στους ξέ-νους του. Βρήκε κι' αυτός τον ίδιο θάνατο.Όταν τα άλογα χόρτασαν με το Διομήδη, ο Ηρακλής κατάφερε εύκολα να τα τιθα-σεύσει και να τα δέσει. Τα έβγαλε τότε δε-μένα με τις βαριές τους αλυσίδες και τα πήγε στην Πελοπόννησο. Τα άγρια άλογα ημέρωσαν σιγά - σιγά και η ράτσα τους έφθασε ως την εποχή του Μ. Αλέξανδρου. Λέγεται μάλιστα ότι ο Βουκεφάλας ήταν από τη ράτσα των αλόγων του Διομήδη.

Ο Ηρακλής κατάφερε να νικήσει τον Διομήδη και τον πέταξε μπροστά στα άγρια άλογα του.

Page 23: Ηρακλής και Θησέας

Όταν ο Ευρυσθέας είδε τον Ηρακλή να μπαίνει στα τείχη της Τίρυνθας φέρνο-ντας τα τέσσερα άγρια άλογα του Διομήδη, έμεινε με ανοιχτό το στόμα από την έκπληξη και την ταραχή του. Ακόμα μια φορά ο ανιψιός του είχε κα-ταφέρει έναν απίστευτο άθλο! Αλλά, πίσω από τον Ευρυσθέα και η θεά Ήρα έβραζε από το θυμό της για την επιτυ-χία του Ηρακλή.Σκέφτηκε λοιπόν ο Ευρυσθέας ποιος θάταν ο επόμενος άθλος που θα έστελ-νε τον Ηρακλή να τον αναλάβει. Και τον βρήκε.- Θα πας στην Κρήτη, Ηρακλή, του είπε, και θα μου φέρεις εδώ τον άγριο ταύρο του βασιλιά Μίνωα.Η θεά Ήρα, που παρακολουθούσε από κοντά τον Ηρακλή και ήταν αυτή που διάλεγε μέσα από τη σκέψη του Ευρυ-σθέα τα τέρατα που τον έστελνε να σκοτώσει ή να δαμάσει, πίστευε ότι αυτή τη φορά θα δείλιαζε και δεν θα δε-χόταν ν' αντιμετωπίσει τον ταύρο του Ποσειδώνα. Μα, έκανε λάθος.-Λοιπόν; ρώτησε ο Ευρυσθέας βλέπο-ντας τον ανιψιό του να μένει αμίλητος. Μήπως δείλιασες και δεν θέλεις να πραγματοποιήσεις αυτόν τον άθλο;-Δεν δείλιασα καθόλου, του απάντησε εκείνος. Σκεφτόμουν με ποιον τρόπο θα καταφέρω να αιχμαλωτίσω τον ταύρο. Φεύγω αμέσως για την Κρήτη.Αλλά, ποιος ήταν αυτός ο ταύρος;Στην Κρήτη βασίλευε εκείνη την εποχή ένας ξακουστός βασιλιάς, ο Μίνωας. Μια μέρα καθόταν μόνος του στην ακτή και κοίταζε την ήσυχη θάλασσα. Η θά-λασσα ήταν το βασίλειο του θεού Ποσειδώνα. Και τότε, έκανε μια σκέψη. Μια κάπως παράξενη σκέψη:«Αν δω κάτι να βγαίνει μέσα από τη θά-λασσα, θα το θυσιάσω στο θεό Ποσειδώνα».Μόλις είχε τελειώσει τη σκέψη του όταν, ξαφνικά, είδε την ήσυχη θάλασσα ν' αναταράζεται μπροστά του και μέσα

από τα κύματα να προβάλει ένας ταύρος! Ο ταύρος έφθασε κολυμπώ-ντας ως την ακτή και τότε, τα μάτια του βασιλιά Μίνωα γέμισαν από θαυμασμό. Πιο όμορφο και ρωμαλέο ταύρο δεν είχε δει ποτέ του! Ήταν κατάμαυρος, με γυαλιστερό τρίχωμα, είχε δυο μεγάλα κέρατα, γερά πόδια και μια αγέρωχη κορμοστασιά.«Είναι κρίμα να θυσιάσω αυτόν τον όμορφο ταύρο, είπε με το νου του, ξε-χνώντας την υπόσχεση που είχε δώσει πιο πριν. Θα τον κρατήσω στο κοπάδι μου και θα θυσιάσω έναν άλλο ταύρο».Όμως ο Ποσειδώνας θύμωσε γιατί δεν κράτησε το λόγο του ο Μίνωας. Έκανε τότε τον ταύρο ν' αγριέψει και να φύγει τρέχοντας για το κοντινό δάσος. Από την ημέρα εκείνη, ο άγριος ταύρος του Ποσειδώνα έγινε ο φόβος και ο τρόμος της Κρήτης. Σκότωνε όποιο ζωντανό πλάσμα έβρισκε μπροστά του, είτε ζώο ήταν αυτό, είτε άνθρωπος.Λέγεται μάλιστα ότι ο φοβερός Μινώ-ταυρος, ήταν γιος αυτού του φοβερού ταύρου.

Ο ταύρος του Ποσειδώνα

Page 24: Ηρακλής και Θησέας

Αυτόν τον άγριο ταύρο του Ποσειδώνα έστελνε τώρα ο Ευρυσθέας τον Ηρακλή να τον τιθασεύσει και να τον φέρει στην Τίρυνθα.Ύστερα από ένα μεγάλο ταξίδι ο Ηρα-κλής έφθασε στην Κρήτη. Έστησε καρτέ-ρι στον ταύρο και όταν τον είδε να βγαίνει πίσω από ένα πυκνό φύλλωμα και να τρέχει να τον χτυπήσει με τα κέρα-τα του, τίναξε με τέχνη το σκοινί του και κατάφερε να φυλακίσει στη θηλιά του το κεφάλι και το ένα μπροστινό πόδι του ταύρου. Όταν το άγριο ζώο έπεσε κατα-γής, το χτύπησε με το ρόπαλο του στο κεφάλι, το ζάλισε κι έτσι το έδεσε με την ησυχία του. Το σήκωσε τότε στους γε-ρούς του ώμους, το φόρτωσε σ' ένα κα-ράβι και το έφερε στην Τίρυνθα.Ο Ευρυσθέας άφησε ελεύθερο τον ταύρο. Έμεινε για λίγο καιρό στην Πελο-πόννησο και περνώντας από τον Ισθμό της Κορίνθου έφθασε στην Αττική, στην περιοχή του Μαραθώνα. Άρχισε και πάλι να σκορπίζει το φόβο και το θάνατο, ώσπου ένας άλλος ήρωας, όπως θα δούμε πιο κάτω, ανάλαβε να τον σκοτώ-σει.

Κατάφερε να φυλα-κίσει στη θηλιά του το κεφάλι και το ένα πόδι του ταύρου.

Page 25: Ηρακλής και Θησέας

Η ζώνη της ΙππολύτηςΣτο μακρινό Πόντο ζούσε μια φυλή Αμα-ζόνων. Ήταν όλες τους όμορφες γυναίκες, αλλά σκληρές και περήφανες πολεμί-στριες. Ήταν άριστες ιππεύτριες και περί-φημες στην τέχνη της τοξοβολίας. Τη βα-σίλισσα τους την έλεγαν Ιππολύτη και την ξεχώριζε εύκολα κανείς από τις άλλες γιατί φορούσε μια ολόχρυση ζώνη.Έλεγαν πως ήταν κόρη του θεού Άρη και πως τη ζώνη της την είχε χαρίσει ο πατέ-ρας της για τη γενναιότητα της στις μάχες.Μια μέρα ο Ευρυσθέας κάλεσε κοντά του τον Ηρακλή:

- Η κόρη μου η Αδμήτη, του είπε, έχει μά-θει ότι η βασίλισσα των Αμαζόνων του Πόντου φοράει μια χρυσή και περίτεχνα κεντημένη ζώνη. Αυτή τη ζώνη μου ζήτη-σε να της χαρίσω και αποφάσισα να στείλω εσένα να μου τη φέρεις. Θα ξεκινή-σεις αμέσως για τον Πόντο και δεν θα ξα-νάρθεις στην Τίρυνθα αν δεν φέρεις μαζί σου τη ζώνη της Ιππολύτης.Άφησε την Τίρυνθα ο Ηρακλής και περνώ-ντας από την Αθήνα, πήρε μαζί του έναν άλλο μεγάλο ήρωα εκείνης της εποχής, το Θησέα.

Ένα βέλος του Ηρακλή γκρέμι-σε από το άλογο τη βασίλισσα των Αμαζόνων Ιππολύτη.

Page 26: Ηρακλής και Θησέας

Ύστερα από ένα μεγάλο και επικίνδυνο ταξίδι, όπου γνώρισαν πολλές περιπέ-τειες, έφθασαν επιτέλους στη χώρα των Αμαζόνων. Μπροστά στο παλάτι βρήκαν συγκεντρωμένες τις Αμαζόνες και ανάμε-σα τους την Ιππολύτη.- Τι ζητούν δυο ξένοι άνδρες στη χώρα μου; τους ρώτησε με αυστηρή φωνή η Ιπ-πολύτη.Ο Ηρακλής της εξήγησε.- Είμαι υποχρεωμένος να πάρω τη χρυσή σου ζώνη και να τη δώσω στον Ευρυ-σθέα, της είπε. Αν δεν μου την προσφέ-ρεις εσύ, θ' αναγκαστώ να την πάρω μό-νος μου. Λυπάμαι πολύ που θ' αναγκα-στώ να πολεμήσω με περήφανες και γεν-ναίες γυναίκες σαν και σας, αλλά δεν μπο-ρώ να κάνω διαφορετικά.Η Ιππολύτη, που φαίνεται πως είχε ακούσει πολλά για τα κατορθώματα του Ηρακλή και του Θησέα, αποφάσισε να δώσει τη ζώνη. Όμως, ξαφνικά, μια από τις Αμαζόνες φώναξε δυνατά:- Όχι, Ιππολύτη! Δεν πρέπει να ταπεινω-θείς και να προσφέρεις τη ζώνη σου σε δυο ξένους!Η γυναίκα που μίλησε ήταν η ίδια η θεά Ήρα, που πήρε τη μορφή μιας Αμαζόνας.

Αποφάσισε ν' ανάψει το μίσος ανά-μεσα στις καρδιές των Αμαζόνων για να πολεμήσουν με τον Ηρακλή και να τον σκοτώσουν.- Όχι, όχι, δεν θα δώσεις τη ζώνη! ακούστηκαν και άλλες αγριεμένες φωνές. Θάνατος στους ξένους!Η Ιππολύτη αναγκάστηκε να συμφωνήσει μαζί τους. Έτσι, οι περήφανες Αμαζόνες άρπαξαν τα τόξα τους και πήδησαν στ' άλογα τους.Ο Ηρακλής και ο Θησέας, θέλοντας και μη μπήκαν στη μάχη. Κι ίσως να βρίσκονταν σε πολύ δύσκολη θέση, αν ένα βέλος του Ηρακλή δεν γκρέμιζε από το άλογο της την Ιππολύτη.Όταν οι άλλες Αμαζόνες είδαν τη βασίλισ-σα τους νεκρή, έχασαν το θάρρος τους και οπισθοχώρησαν. Έτσι, ο Ηρακλής πήρε από τη νεκρή Ιππολύτη την όμορφη ζώνη, ενώ ο Θησέας άρπαξε μια από τις πιο όμορφες Αμαζόνες, που την έλεγαν Αντιόππη, και την πήρε μαζί του στην Αθήνα. Αλλά για την ιστορία του Θησέα και της Αντιόππης θα μιλήσουμε σε άλλο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου.

Page 27: Ηρακλής και Θησέας

Τα βόδια του Γηρυόνη

Κι ήρθε η σειρά του δέκατου και του τε-λευταίου άθλου.Μακριά, προς τη δύση, βρισκόταν μια χώρα όπου κατοικούσε ένας τερατώδης άνθρωπος που ονομαζόταν Γηρυόνης. Ο άνθρωπος αυτός είχε δύο πόδια αλλά από τη μέση και πάνω χωριζόταν σε τρεις ανθρώπους. Είχε, δηλαδή, τρία κορμιά, τρία κεφάλια και έξη χέρια.Ο Γυρυόνης είχε ένα ξακουστό κοπάδι από κόκκινα βόδια, μεγάλα και παχιά, που όμοια τους δεν υπήρχαν πουθενά στον κόσμο. Το κοπάδι του, εκτός από τον ίδιο το φύλαγαν ο πιστός του βοσκός Ευρυτίωνας, που ήταν σωστός γίγαντας και ένας τρομερός σκύλος, με δυο κεφά-λια, που τον έλεγαν Όρθο.

Page 28: Ηρακλής και Θησέας

Ο Ηρακλής, λοιπόν, ύστερα

από προσταγή του Ευρυ-σθέα, έπρεπε να πάει στη χώρα του Γη-ρυόνη, να του κλέψει τα βόδια και να τα φέρει στην Τίρυνθα.Για να φθάσει ως τη χώρα του Γηρυόνη ο Ηρακλής, πέρασε από πολλές χώρες και το ταξίδι του κράτησε πολλούς μήνες. Κα-θώς περνούσε από τη Λιβύη, γνώρισε το βασιλιά εκείνης της περιοχής που ονομα-ζόταν Ανταίος. Ήταν ένας αγριάνθρωπος και τρομερά δυνατός. Καλούσε τους ξέ-νους να παλέψουν μαζί του και τους σκό-τωνε.Κάλεσε και τον Ηρακλή. Η πάλη τους ήταν άγρια και κράτησε πολλές ώρες γιατί είχαν την ίδια δύναμη και οι δύο. Και μπορεί να νικούσε στο τέλος ο Ανταίος αν ο Ηρα-κλής δεν έπαιρνε είδηση ότι ο αντίπαλος του, όταν τον σήκωνε ψηλά, έχανε τη δύ-ναμη του. Δηλαδή, αντλούσε δύναμη από τη γη. Έτσι, τον κράτησε αρκετή ώρα πάν'ω από τη γη και κατάφερε να τον νι-κήσει και να τον σκοτώσει.Όταν ύστερα από πολύ καιρό έφθασε στη χώρα του Γηρυόνη και πλησίασε το ξα-κουστό κοπάδι του, του επιτέθηκε πρώτος ο Όρθος. Με το χοντρό του ρόπαλο ο Ηρακλής τον αντιμετώπισε και κατάφερε

να τον σκοτώσει.Εκείνη τη στιγμή τον πήρε είδηση ο βο-σκός του κοπαδιού, ο Ευρυτίωνας. Έτρε-ξε να σκοτώσει τον ξένο αλλά το ρόπαλο του Ηρακλή θαυματούργησε και πάλι. Μ' ένα δυνατό χτύπημα ξάπλωσε τον πελώ-ριο Ευρυτίωνα νεκρό καταγής.Και να που, από μια σπηλιά, ξεπρόβαλε το τρομερό ανθρώπινο τέρας, ο Γη-ρυόνης. Αν τον πλησίαζε, θα ήταν δύσκο-λο στον Ηρακλή να τον αντιμετωπίσει. Γιατί αν προλάβαινε να σκοτώσει το ένα κορμί του Γηρυόνη, θα τον σκότωναν τα άλλα δύο... Έτσι, χρησιμοποίησε το τόξο του με τα δηλητηριασμένα βέλη και κατά-φερε να σκοτώσει και τα τρία κορμιά του αντιπάλου του πριν προλάβει να τον πλη-σιάσει.Ύστερα από πολλές περιπέτειες κατάφε-ρε να φέρει το κοπάδι του Γηρυόνη στην Τίρυνθα. Αλλά, τα βάσανα του δεν πήραν τέλος.- Πρέπει να κάνεις δυο ακόμα κατορθώ-ματα, του είπε ο Ευρυσθέας. Τη Λερναία Ύδρα τη σκότωσες με τη βοήθεια του Ιόλαου και για τους στάβλους του Αυγεία πληρώθηκες. Έτσι, σβήνω αυτούς τους δύο άθλους και πρέπει να τους αντικατα-στήσεις με άλλους δύο.

Για να σκοτώσει το Γηρυόνη, χρησιμο-ποίησε το τόξο του με τα δηλητη-ριασμένα βέλη.

Page 29: Ηρακλής και Θησέας

Τα μήλα των ΕσπερίδωνΈτσι, ο Ηρακλής ξεκίνησε για τον ενδέκα-το άθλο του που ήταν ο πιο δύσκολος και επικίνδυνος από τους προηγούμενους. Σε μια μακρινή χώρα υπήρχε ένας κήπος με μια πελώρια μηλιά, που έκανε χρυσά μήλα. Σ' αυτό τον κήπο κατοικούσαν μερι-κές νύμφες, οι Εσπερίδες και μόνον αυτές μπορούσαν να κόβουν τα χρυσά μήλα. Για να μην πλησιάζει κανείς αυτό το μονα-δικό δέντρο, το φύλαγε μέρα και νύχτα ένα πελώριο φίδι με εκατό κεφάλια, τυλιγ-μένο στον κορμό του.Καθώς προχωρούσε προς τη χώρα των Εσπερίδων ο Ηρακλής, έφθασε στον Καύκασο. Στο βουνό αυτό ο Δίας είχε αλυσοδέσει τον Προμηθέα για να τον τι-μωρήσει επειδή είχε κλέψει τη φωτιά από τους θεούς και την είχε δώσει στους αν-θρώπους. Και σα να μην έφθανε αυτό, ένας πελώριος αετός ερχόταν κάθε μέρα και του έτρωγε το συκώτι, που τα βράδια ξαναφύτρωνε στο σώμα του καινούργιο.Ο Ηρακλής που συγκινήθηκε από το μαρ-τύριο του Προμηθέα, με ένα βέλος του σκότωσε τον αετό και ελευθέρωσε από τις αλυσίδες του τον ευεργέτη των ανθρώ-πων. Ο Προμηθέας τον ευχαρίστησε για τη σωτηρία του και τον ρώτησε πού πη-γαίνει. Ο Ηρακλής του εξήγησε τότε ότι πήγαινε να κλέψει τα μήλα των Εσπερί-δων.- Δεν θα τα καταφέρεις, Ηρακλή.- Γιατί, είναι τόσο δύσκολο;- Να μη μπεις στον κήπο των Εσπερίδων, που ανήκει στην Ήρα, τον συμβούλεψε ο Προμηθέας. Όποιος θνητός μπαίνει σ' αυτόν τον κήπο, πεθαίνει. Άκουσε τι θα κάνεις. Κοντά στον κήπο των Εσπερίδων βρίσκεται ο Άτλαντας, που έχει σαν χρέος από τους θεούς να κρατάει τον ουρανό για να μην ακουμπήσει στη γη. Πάρε τη θέση του για λίγο, κράτησε τον ουρανό και παρακάλεσε τον να μπει εκείνος, που είναι αθάνατος, στον κήπο των Εσπερί-

δων για να κλέψει τα χρυσά μήλα.Ο Ηρακλής τον ευχαρίστησε για τη συμ-βουλή του κι ύστερα από αρκετές μέρες έφθασε σ' ένα ψηλό βουνό όπου στην κο-ρυφή του, στεκόταν όρθιος, μέρα και νύ-χτα ο Άτλαντας και κρατούσε τον ουρανό.- Τι ζητάς άνθρωπε σ' αυτό το μέρος; τον ρώτησε ο Άτλαντας.Ο Ηρακλής του εξήγησε και τον παρακά-λεσε να τον βοηθήσει ν' αποκτήσει τα μήλα των Εσπερίδων.- Θα σου κάνω τη χάρη, του απάντησε ο Άτλαντας. Έλα πάρε τη θέση μου και σε λίγο θα σου φέρω τα χρυσά μήλα.Έτσι κι έγινε. Ο Ηρακλής πήρε τη θέση του Άτλαντα κι εκείνος έφυγε για τον κήπο των Εσπερίδων.Δεν άργησε να γυρίσει. Κρατούσε τα με-γάλα ολόχρυσα μήλα, που τα έκλεψε αφού σκότωσε το φίδι με τα εκατό κεφά-λια.- Σ' ευχαριστώ, του είπε ο Ηρακλής. Έλα πάρε τώρα τη θέση σου.Όμως, ο Άτλαντας κούνησε το κεφάλι του χαμογελώντας πονηρά.- Τώρα που βρήκα άλλον να με αντικατα-στήσει, κουτός είμαι να κρατάω μερόνυ-χτα τον ουρανό; απάντησε στον Ηρακλή. Σ' ευχαριστώ που με λύτρωσες από αυτό το μαρτύριο.Αλλά, αν ήταν μια φορά πονηρός ο Άτλα-ντας, ο Ηρακλής ήταν δέκα.- Εντάξει, θα μείνω εγώ να κρατάω τον ουρανό, του είπε, αλλά επειδή δεν έχω συνηθίσει και με πιέζει στην κορυφή του κεφαλιού, κάθισε λίγο να βρω ένα μαλακό μαξιλάρι και θα γυρίσω.Τον πίστεψε ο Άτλαντας. Έτσι, αφού στή-ριξε με το κεφάλι του τον ουρανό, ο Ηρα-κλής πήρε τα χρυσά μήλα κι απομακρύν-θηκε γελώντας.Έφερε τα μήλα στον Ευρυσθέα και κείνος που φοβόταν να τα κρατήσει, τα πρόσφε-ρε στη θεά Αθηνά.

Page 30: Ηρακλής και Θησέας

Αφού ξεγέλασε τον Άτλαντα ο Ηρα-κλής, πήρε τα μήλα των Εσπερίδων κι έφυγε γελώντας.

Page 31: Ηρακλής και Θησέας

Ο ΚέρβεροςΑν ο Ηρακλής κατάφερε να πραγματο-ποιήσει τους έντεκα άθλους και να γυρίσει ζωντανός στην Τίρυνθα, στο δωδέκατο και τελευταίο άθλο, ο Ευρυσθέας ήταν σί-γουρος ότι δεν θα τα κατάφερνε. Γιατί, τον έστειλε να μπει στον Άδη και να του φέρει ζωντανό τον Κέρβερο!Ο Κέρβερος ήταν ένας τρομερός σκύλος με τρία κεφάλια και ουρά που είχε στην άκρη της ένα κεφάλι φιδιού. Στεκόταν άγρυπνος φρουρός στην πύλη του Άδη, δεν πείραζε εκείνους που ήθελαν να μπουν αλλά κατασπάραζε όλους όσους τολμούσαν να βγουν. Πώς ήταν λοιπόν δυνατόν να μπει ο Ηρακλής, που ήταν άν-θρωπος θνητός, στον Άδη και να καταφέ-ρει να βγει;Όμως, ο Ηρακλής τόλμησε να ξεκινήσει και γι' αυτό τον άθλο. Έφθασε στην άκρη του ακρωτηρίου Ταίναρο και βρήκε την είσοδο του Άδη. Ο Κέρβερος τον πήρε αμέσως είδηση αλλά δεν έμεινε στη θέση του. Τρόμαξε τόσο πολύ από το αγέρωχο ανάστημα του Ηρακλή και την άγρια και αποφασιστική ματιά του και τόβαλε στα πόδια, ζητώντας καταφύγιο στο θρόνο του θεού του Άδη, του Πλούτωνα.

Ο Ηρακλής προχώρησε στον Άδη. Δεξιά και αριστερά του έβλεπε τις ψυχές των νε-κρών, που αρκετούς απ' αυτούς τους γνώριζε. Σε μια στιγμή, ένας από τους νε-κρούς, ο ήρωας της Αιτωλίας Μελέαγρος, προχώρησε προς το μέρος του. Ο Μελέα-γρος, που την ιστορία του θα τη διηγη-θούμε σε άλλο βιβλίο, είχε πεθάνει εκείνες τις μέρες. Ο Ηρακλής, όταν τον είδε να πλησιάζει, ετοίμασε το τόξο του.- Μη φοβάσαι, δεν πρόκειται να σου κάνω κακό, του είπε ο Μελέαγρος. Θέλω μόνο να μου κάνεις μια χάρη. Πεθαίνοντας άφη-σα πίσω μου την αδελφή μου, την όμορ-φη Δηιάνειρα. Μου δίνεις το λόγο σου ότι θα την παντρευτείς όταν βγεις από τον Άδη;- Σου δίνω το λόγο μου, του υποσχέθηκε συγκινημένος ο Ηρακλής. Θα παντρευτώ την αδελφή σου.Αμέσως μετά προχώρησε προς το θρόνο του Πλούτωνα. Ο θεός του Άδη, που δί-πλα του καθόταν η Περσεφόνη, η κόρη της θεάς Δήμητρας, ρώτησε τον Ηρακλή για ποιο λόγο κατέβηκε στον κόσμο των νεκρών.

Page 32: Ηρακλής και Θησέας

- Για να πάρω ζωντανό τον Κέρβερο και να τον δείξω στο βασιλιά της Τίρυνθας Ευρυσθέα, του αποκρίθηκε με θάρρος ο Ηρακλής.Ο Πλούτωνας θύμωσε γιατί ένας θνητός μπήκε ακάλεστος στο βασίλειο του, αλλά η Περσεφόνη, που ήταν κι αυτή κόρη του Δία και δεν ήθελε να πάθει κακό ο Ηρα-κλής, παρακάλεσε τον Πλούτωνα να του κάνει τη χάρη και να του επιτρέψει να πάει τον Κέρβερο στον Ευρυσθέα.- Αν καταφέρεις να τον πιάσεις, πάρε τον, του είπε ο Πλούτωνας, αλλά να τον ξανα-φέρεις.Ο Ηρακλής κυνήγησε τότε τον Κέρβερο, τον έφθασε, τον άρπαξε από τους λαιμούς του, έσφιξε με δύναμη και όταν τον ζάλισε

τον έδεσε με αλυσίδες και τον έβγαλε από τον Άδη.Όταν παρουσίασε τον Κέρβερο ζωντανό στο παλάτι, ο Ευρυσθέας κατακίτρινος από το φόβο του έτρεξε να κρυφτεί ακόμα μια φορά στο πιθάρι.Έτσι, ο Ηρακλής πραγματοποίησε τους δώδεκα άθλους και συγχωρέθηκε από τους θεούς γι' αυτό που είχε κάνει πριν αρκετά χρόνια στη Θήβα πάνω στην τρέ-λα του.

Ο Ευρυσθέας, κατακίτρινος από το φόβο του, έτρεξε να κρυφτεί ακόμα μια φορά στο πιθάρι...

Page 33: Ηρακλής και Θησέας

Ο Ηρακλής και η Δηιάνειρα

Το δηλητηριασμένο βέλος του Ηρακλή πέτυχε το Νέσσο και τον έριξε καταγής.

Αφού πραγματοποίησε τους δώδεκα άθλους του ο Ηρακλής, έφυγε από την Τί-ρυνθα και επισκέφθηκε πολλά μέρη της Ελλάδας. Έκανε και άλλους άθλους, σκο-τώνοντας διάφορα θηρία και βοηθώντας όσους είχαν την ανάγκη του. Αφού περι-πλανήθηκε αρκετά, θυμήθηκε την υπό-σχεση που είχε δώσει στο νεκρό Μελέα-γρο, να παντρευτεί την αδελφή του τη Δη-ιάνειρα. Έτσι, έφθασε στην Αιτωλία όπου, ανάμεσα στον ποταμό Αχελώο και τον Εύηνο βρισκόταν το παλάτι της Δη-ιάνειρας.Της διηγήθηκε τότε την επίσκεψη του στον Άδη και τη ρώτησε αν θέλει να τον παντρευτεί. Αντί για απάντηση η Δη-ιάνειρα έβαλε τα κλάματα.Ο Ηρακλής νόμισε ότι η Δηιάνειρα έκλαιγε γιατί της θύμισε το νεκρό αδελφό της.- Ο Μελέαγρος θα χαρεί όταν μάθει ότι με

παντρεύτηκες, Δηιάνειρα, της είπε. Του έδωσα το λόγο μου και θα τον κρατήσω.Η Δηιάνειρα συνέχισε να κλαίει.-Ηρακλή, του είπε σε λίγο, σ' ευχαριστώ για την υπόσχεση που έδωσες στο νεκρό αδελφό μου, σ' ευχαριστώ για τον κόπο που έκανες νάρθεις ως εδώ, αλλά...-Τι συμβαίνει; τη ρώτησε ο Ηρακλής βλέ-ποντας την να διστάζει να συνεχίσει.-Δεν μπορώ να σε παντρευτώ, Ηρακλή, του εξήγησε σε λίγο. Ένας θεός της πε-ριοχής μας, ο Αχελώος, παίρνει διάφορες μορφές κι έρχεται και μου ζητάει να τον παντρευτώ. Πότε παίρνει τη μορφή φι-διού, πότε ταύρου και πότε ταύρου και αν-θρώπου μαζί και με απειλεί πως αν παντρευτώ άλλον θα με σκοτώσει.-Εσύ, θέλεις να με παντρευτείς; τη ρώτησε ο Ηρακλής.

Page 34: Ηρακλής και Θησέας

-Με όλη μου την καρδιά, Ηρακλή, αλλά φοβάμαι. Ο Αχελώος δεν αστειεύεται. Θα με σκοτώσει.-Μην ανησυχείς, της είπε ο Ηρακλής. Θ' αναλάβω εγώ τον Αχελώο και όταν τον βγάλω από τη μέση, θα με παντρευτείς άφοβα.Ο Ηρακλής αποφάσισε να στήσει καρτέρι στον Αχελώο. Και μια μέρα που η Δη-ιάνειρα βρισκόταν κοντά στο ποτάμι, μέσα από τα αφρισμένα νερά του βγήκε ένας ταύρος και την πλησίασε. Ο Ηρακλής έτρεξε αμέσως κοντά τους και άρπαξε τον ταύρο από τα κέρατα. Ύστερα από πολλή προσπάθεια κατάφερε να τον νικήσει. Ο Αχελώος, ταπεινωμένος, του υποσχέθηκε ότι δεν θα ξαναενοχλούσε τη Δηιάνειρα. Έτσι ο Ηρακλής την παντρεύτηκε αμέσως και έζησε αρκετά χρόνια ευτυχισμένος μαζί της.Μια μέρα θέλησε να περάσει με τη Δη-ιάνειρα τον ποταμό Εύηνο. Τότε παρουσιάστηκε μπροστά τους ένας κέ-νταυρος που τον έλεγαν Νέσσο.- Τα νερά είναι πολύ βαθιά, είπε στον Ηρακλή. Ας ανεβεί στη ράχη μου η γυ-ναίκα σου να την περάσω απέναντι.Ο Ηρακλής δέχτηκε πρόθυμα και τον ευχαρίστησε μάλιστα για την εξυπηρέτηση

που του έκανε. Δεν μπορούσε να υπο-ψιαστεί το σχέδιο του κενταύρου...Ο σκοπός του Νέσσου ήταν πονηρός. Ήθελε ν' αρπάξει τη Δηιάνειρα από τον Ηρακλή. Έτσι, όταν έφθασε στην άλλη όχθη με τη Δηιάνειρα στην πλάτη του, δεν σταμάτησε αλλά συνέχισε να καλπάζει. Ο Ηρακλής βρισκόταν ακόμα στο ποτάμι και κατάλαβε το σκοπό του. Κατέβασε γρήγο-ρα το τόξο του κι έστειλε ένα δηλητη-ριασμένο βέλος που πέτυχε το Νέσσο και τον έριξε καταγής.Λίγο πριν ξεψυχήσει ο κένταυρος, για να εκδικηθεί τον Ηρακλή είπε στη Δηιάνειρα:- Μετάνιωσα γι' αυτό που έκανα... Θέλω τώρα, πριν πεθάνω, να σου κάνω ένα με-γάλο καλό. Πάρε λίγο από το αίμα της πληγής μου και ράντισε ένα μανδύα. Όταν δώσεις αυτό το μανδύα να τον φορέσει ο Ηρακλής, δεν πρόκειται να σ' εγκαταλείψει ποτέ του και θα μείνει μαζί σου ως το θά-νατο του.Η Δηιάνειρα τον πίστεψε και ώσπου να βγει ο Ηρακλής από το ποτάμι και να φθά-σει κοντά της, έβαλε σ' ένα μικρό λαγήνι που είχε μαζί της λίγο από το αίμα του Νέσσου, χωρίς να πει τίποτε στον άντρα της...

Page 35: Ηρακλής και Θησέας

Ο θάνατος του Ηρακλή

Έβλεπαν μπροστά τους τον ημίθεο Ηρα-κλή να βασανίζεται από τους πόνους χω-ρίς να μπορούν να τον βοηθήσουν.

Πέρασε αρκετός καιρός. Μια μέρα ο Ηρα-κλής αποφάσισε να προσφέρει Θυσία στο Δία. Η Δηιάνειρα του έδωσε τότε να φορέ-σει τον καινούριο κατακόκκινο μανδύα του, που τον είχε ραντίσει με το αίμα του Νέσσου, χωρίς ο Ηρακλής να ξέρει τίπο-τα.-Φόρεσε τον, του είπε. Μια και Θα προ-σφέρεις Θυσία στον πατέρα των Θεών, πρέπει να φορέσεις ένα καινούριο και κα-θαρό ρούχο.Φόρεσε ανυποψίαστος τον μανδύα ο Ηρακλής και, σε λίγο, καθώς είχε πλη-σιάσει το βωμό και ήταν έτοιμος να θυ-σιάσει, άρχισε να αισθάνεται τρομερούς πόνους σε όλο του το σώμα. Ο μανδύας είχε κολλήσει πάνω του και καθώς προ-σπαθούσε να τον τραβήξει, ξεκολλούσαν μαζί με το ύφασμα και κομμάτια από τη σάρκα του.

Στριφογύριζε ο Ηρακλής, βογκούσε από τους πόνους, προσπαθούσε να ελευθε-ρωθεί από αυτόν τον καταραμένο μανδύα αλλά η προσπάθεια του ήταν μάταιη. Το ύφασμα κολλούσε όλο και πιο πολύ πάνω στις σάρκες του.Η Δηιάνειρα, όταν είδε το φοβερό μαρτύ-ριο του Ηρακλή, προσπάθησε να τον βοη-θήσει, αλλά δεν άργησε να καταλάβει ότι δεν μπορούσε να του προσφέρει καμιά βοήθεια. 0 μανδύας με το δηλητηριασμένο αίμα του Νέσσου, θα σκότωνε τον άνδρα της. Είχε πιστέψει στα λόγια κείνου του καταραμένου κενταύρου και τον βοήθησε, χωρίς να το ξέρει, να σκοτώσει τον Ηρα-κλή.Ήταν τόσος ο σπαραγμός της για το κακό που είχε κάνει, που δεν άντεξε. Μπήκε στο σπίτι τους, πήρε ένα ξίφος και αυτο-κτόνησε.

Page 36: Ηρακλής και Θησέας

Ο Ηρακλής, στο μεταξύ, που δεν μπο-ρούσε να βρει λύτρωση στο φοβερό του μαρτύριο, άρχισε να τρέχει δεξιά και αρι-στερά, σαν τρελός. Σε μια στιγμή, στην άκρη του δάσους, είδε ένα γνωστό του βοσκό που τον έλεγαν Ποία.- Σε παρακαλώ!, του φώναξε, λύτρωσε με από το μαρτύριο μου! Μάζεψε αρκετά ξύλα και βάλε φωτιά να καώ μαζί τους! Δεν μπορώ ν' αντέξω πια αυτούς τους τρομερούς πόνους!Μαζί με τον Ποία συγκεντρώθηκαν τώρα και άλλοι βοσκοί, που άκουσαν τις κραυγές και τα βογγητά του Ηρακλή. Έβλεπαν μπροστά τους τον ημίθεο να βα-σανίζεται από τους πόνους και δεν ήξεραν με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να τον βο-ηθήσουν. Τα είχαν χαμένα.- Ποία! ικέτεψε ξανά ο Ηρακλής το βοσκό. Κάνε γρήγορα αυτό που σου είπα γιατί δεν αντέχω άλλο!Ο Ποίας συγκέντρωσε αμέσως ένα σωρό από ξερά ξύλα και ο Ηρακλής ξάπλωσε πάνω τους.- Γρήγορα άναψε φωτιά! παρακάλεσε το βοσκό.Αλλά, μόλις ο Ποίας έβαλε φωτιά στα ξύλα, ένα σύννεφο κατέβηκε από τον ουρανό και σκέπασε τον Ηρακλή. Μέσα σ' αυτό το σύννεφο βρισκόταν ο Δίας. Πήρε μαζί του τον Ηρακλή και τον ανέβασε στην κορυφή του Ολύμπου να τον κάνει αθάνα-το. Δεν ήταν η πρώτη φορά που τον βοη-θούσε. Με τη δική του βοήθεια ο Ηρακλής είχε κατορθώσει τόσους και τόσους επι-κίνδυνους άθλους.Και η Ήρα που μισούσε τόσο πολύ τον Ηρακλή και είχε κάνει το παν για να τον εκδικηθεί;Όταν έμαθε ότι ο Δίας τον έκανε αθάνατο, έσβησε το μίσος της και τον δέχτηκε με χαρά της στον Όλυμπο. ΚΓ όχι μόνο τον δέχτηκε, αλλά τον πάντρεψε και με την

κόρη της την Ήβη.Έφυγε από τη γη ο Ηρακλής αλλά το όνο-μα του έμεινε αθάνατο στους αιώνες που ακολούθησαν και τα κατορθώματα του έμειναν ζωντανά στις μνήμες των ανθρώ-πων. Τέτοια κατορθώματα μόνο ένας άλ-λος ήρωας μπόρεσε να κάνει. Ήταν ο βα-σιλιάς της Αθήνας, ο Θησέας, που έζησε στην ίδια εποχή με τον Ηρακλή. Τα κατορ-θώματα του Θησέα θα τα διαβάσετε πιο κάτω.Ο Ηρακλής άφησε πολλά παιδιά πίσω του. Λένε ότι τα περισσότερα από αυτά έφυγαν από την Ελλάδα και πήγαν να μείνουν σ' ένα μακρινό νησί της Μεσο-γείου, τη Σαρδηνία.

Page 37: Ηρακλής και Θησέας

ΘΗΣΕΑΣΘΗΣΕΑΣ

Page 38: Ηρακλής και Θησέας
Page 39: Ηρακλής και Θησέας

Ο Κέκροπας και η ΑθήναΔεύτερος μεγάλος ήρωας της αρχαίας Ελ-λάδας ήταν ο Θησέας. Για τον Ηρακλή μι-λούσαν οι μύθοι της Θήβας και του Άρ-γους. Για τον Θησέα μιλούσαν οι μύθοι της Αθήνας, γιατί ήταν ένας από τους βα-σιλιάδες της. Αλλά, πριν αρχίσουμε τη διήγηση των μύθων του Θησέα, αξίζει τον κόπο να πούμε κάτι και για την Αθήνα, την πιο όμορφη, την πιο πλούσια και δο-ξασμένη πόλη της αρχαίας Ελλάδας.Ο μύθος λέει ότι ο πρώτος βασιλιάς της Αθήνας ήταν ο Κέκροπας, που δεν είχε γεννηθεί από κανένα αλλά είχε φυτρώσει από τη γη. Από τη μέση και πάνω ήταν άνθρωπος και από τη μέση και κάτω φίδι. Κατοικούσε στην κορυφή ενός λόφου που τον ονόμασε ο ίδιος: Ακρόπολη. Οι αρ-χαίοι έλεγαν ότι την Ακρόπολη την έστησε η θεά Αθηνά, που κουβαλούσε πελώριους βράχους από την περιοχή της Παλλήνης. Ένας μάλιστα από αυτούς τους βράχους της ξέφυγε από τα χέρια καθώς πετούσε και... δημιουργήθηκε ο Λυκαβηττός.Η Αθήνα, στην εποχή του Κέκροπα, ονο-μαζόταν Κεκροπία. Το σημερινό της όνο-μα της το έδωσε η θεά Αθηνά, και να πώς έχει αυτή η ιστορία:Μια μέρα, ο θεός Ποσειδώνας και η θεά Αθηνά, βρέθηκαν πάνω στην Ακρόπολη και άρχισαν να μαλώνουν, γιατί ο καθένας τους ήθελε να δώσει το δικό του όνομα σ' αυτή την όμορφη πόλη. Επειδή δεν υπο-χωρούσε ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος, κάλε-σαν κοντά τους τον Κέκροπα και ο Ποσειδώνας του είπε:- Ο καθένας από μας τους δύο θα προ-

σφέρει ένα δώρο στο λαό της πόλης του. Εσύ θα διαλέξεις ποιο από τα δύο δώρα σου αρέσει. Αν διαλέξεις το δικό μου δώρο, θα ονομάσω την πόλη σου Ποσειδώνια. Αν διαλέξεις το δώρο της Αθηνάς, θα την ονομάσει Αθήνα. Λοιπόν, προσφέρω πρώτος το δώρο μου στην πόλη σου.Και λέγοντας αυτά, σήκωσε την τρίαινα του και τη χτύπησε με δύναμη πάνω σ' ένα βράχο. Αμέσως από το σημείο εκείνο του βράχου, άρχισε να αναβλύζει γάργα-ρο νερό.- Αυτό είναι το δώρο που προσφέρω στην πόλη σου, Κέκροπα! του είπε ο Ποσειδώ-νας.

-Αυτό είναι το δικό μου δώρο που προσφέρω στην πόλη σου Κέκροπα, είπε η Αθηνά.

Page 40: Ηρακλής και Θησέας

Τώρα ήρθε η σειρά της Αθηνάς. Σήκωσε ψηλά το κοντάρι της και χτύπησε το χώμα, λίγο πιο πέρα από την πηγή του Ποσειδώνα. Αμέσως, όταν τράβηξε το κοντάρι της, ξεπετάχτηκε ένα δεντράκι με ασημόχρωμα φύλλα. Ήταν η ελιά, που φύτρωνε για πρώτη φορά στη γη.

-Αυτό είναι το δικό μου δώρο, είπε η Αθηνά στον Κέκροπα. Ένα δέ-ντρο πολύ χρήσιμο, που ο χυμός των καρπών του θα τρέφει το λαό σου. Ένα δέντρο που θα συμβολίζει την ειρήνη.Ο Κέκροπας κοίταξε αρκετή ώρα το δεντράκι που αργοσάλευε τα κλα-διά του στην αύρα της θάλασσας κι έπειτα έσκυψε να πιει νερό από την πηγή του Ποσειδώνα. Μα το νερό της δεν του άρεσε. Ήταν γλυφό.-Τέτοιες πηγές έχουμε πολλές στην πόλη μας, είπε στον Ποσειδώνα. Γι' αυτό θα διαλέξω το δώρο της Αθηνάς.Έτσι, η Κεκροπία ονομάστηκε από τη στιγμή εκείνη Αθήνα. Έγινε η πόλη της Αθηνάς που την αγαπούσε και την προστάτευε. Και οι Αθη-ναίοι τιμούσαν και λάτρευαν την Αθηνά, όσο κανέναν άλλο θεό. Όσο για τον Ποσειδώνα, θύμωσε τόσο πολύ που καταράστηκε την Αθήνα να της λείπει πάντα το νερό. Και πραγματικά, η Αθήνα, ως την εποχή μας ακόμα, υπόφερε πολύ από την έλλειψη του νερού.

Page 41: Ηρακλής και Θησέας

Ο Ερεχθέας και οι κόρες τουΈνας από τους πιο ονομαστούς βασι-λιάδες της Αθήνας ήταν και ο Ερεχθέας. Ο μύθος έλεγε ότι ο Ερεχθέας ήταν παιδί του Ηφαίστου και της Αθηνάς. Άλλος μύ-θος βεβαίωνε πως ήταν παιδί του Ηφαίστου και της θεάς Γης. Υπήρχε όμως και τρίτος μύθος σύμφωνα με τον οποίο ο Ερεχθέας ήταν δισέγγονος του Κέκροπα.Ο Ερεχθέας είχε έξη γιους και τρεις όμορ-φες κόρες που τις λάτρευε. Οι τρεις αυτές αδελφές ήσαν τόσο πολύ αγαπημένες με-ταξύ τους, που είχαν δώσει έναν μυστικό όρκο: αν πέθαινε η μία από τις τρεις οι άλ-λες δύο θα την ακολουθούσαν στον τάφο, ώστε να μη τις χωρίσει ούτε ο θάνατος.Στη Θράκη, την εποχή εκείνη βασίλευε ο Εύμολπος, ένας πολύ δυνατός και φιλό-δοξος άνθρωπος που αποφάσισε να κυ-ριεύσει την Αθήνα. Συγκέντρωσε λοιπόν αρκετό στρατό και ξεκίνησε για τη μεγάλη εκστρατεία του.Ο Ερεχθέας, που η πόλη του δεν ήταν αρ-κετά μεγάλη, ανησύχησε και αποφάσισε να καταφύγει στο μαντείο των Δελφών και να ρωτήσει την Πυθία τι έπρεπε να κάνει για να μπορέσει να νικήσει τους Θράκες.- Ο Εύμολπος είναι γιος του Ποσειδώνα, του απάντησε η Πυθία, και ο Ποσειδώνας μισεί την Αθήνα. Έτσι, θα βοηθήσει το γιο του να νικήσει. Αν θέλεις όμως να νικήσεις εσύ, πρέπει να πληρώσεις με δάκρυα και αίμα τη νίκη σου. Πρέπει να θυσιάσεις μια από τις κόρες σου.Ο Ερεχθέας γύρισε πικραμένος στην Αθή-να. Λάτρευε τις κόρες του αλλά είχε καθή-κον απέναντι στο λαό του να κάνει οποιαδήποτε θυσία για να μείνει ελεύθε-ρος.Μίλησε για το χρησμό της Πυθίας στη γυ-ναίκα του την Πραξιθέα. Εκείνη άρχισε να κλαίει και να χτυπιέται.- Καταλαβαίνω τον πόνο σου, που είναι και δικός μου πόνος, της είπε ο Ερεχθέας. Ξέρεις πόσο πολύ αγαπώ τις κόρες μας. Σκέψου, όμως και τ' άλλα κορίτσια, και τ'

άλλα αγόρια της Αθήνας. Εμείς θα χά-σουμε ένα παιδί μας αλλά με τη θυσία μας αυτή θα σωθούν όλα τα παιδιά και όλοι οι κάτοικοι της Αθήνας.Η Πραξιθέα, μ' όλο το σπαραγμό της, συμφώνησε με τα λόγια του άντρα της.- Πρέπει να μιλήσουμε στις κόρες μας Ερεχθέα, του είπε. Δεν μπορούμε να κά-νουμε διαφορετικά.Έτσι κι έγινε. Και τα τρία κορίτσια δέχτη-καν πρόθυμα τη θυσία. Στο τέλος έριξαν κλήρο, που έπεσε στην πιο μικρή.Στο μεταξύ ο στρατός του Εύμολπου πλη-σίαζε στην Αθήνα. Έτσι, η ίδια η Πραξιθέα οδήγησε βιαστικά τη μικρή της κόρη να θυσιαστεί για να σωθεί η πόλη τους.Οι Θράκες, σίγουροι για τη νίκη τους, επι-τέθηκαν με άγριους αλαλαγμούς. Ο Ερε-χθέας, όμως, με τους Αθηναίους πολέμη-σαν γενναία και, ύστερα από μερικές ώρες οι Θράκες λύγισαν και άρχισαν να οπισθοχωρούν, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης εκατοντάδες νεκρούς. Μαζί μ' αυτούς ήταν και ο βασιλιάς τους ο Εύμολ-πος, που τον σκότωσε ο ίδιος ο Ερεχθέ-ας.Ο Ποσειδώνας, που παρακολουθούσε από την κορυφή του Υμηττού τη μάχη, όταν είδε τον Ερεχθέα να σκοτώνει το γιο του, τίναξε τη φοβερή του τρίαινα και τον χτύπησε στο κεφάλι. Έτσι πέθανε ο Ερε-χθέας, αφού κέρδισε τη μεγάλη νίκη και έσωσε την Αθήνα. Κι' ίσως να 'ταν τυχε-ρός που πέθανε, γιατί αν γυρνούσε ζω-ντανός στο παλάτι του, θα έβρισκε και τις άλλες δυο κόρες του νεκρές. Πιστές στον όρκο που είχαν δώσει, ακολούθησαν τη μικρή αδελφή τους στον Άδη, για να μείνουν για πάντα αχώριστες. Κι' η θεά Αθηνά, που συγκινήθηκε για το θάνατο τους, ανέβασε τις τρεις κόρες στον ουρα-νό και τις έκανε άστρα λαμπερά και αθά-νατα, που βρίσκονται στον αστερισμό των Υάδων.

Page 42: Ηρακλής και Θησέας

Ο Ποσειδώνας τίναξε τη φοβε-ρή του τρίαινα και χτύπησε τον Ερεχθέα στο κεφάλι.

Page 43: Ηρακλής και Θησέας

Ο Αιγέας και η ΑίθραΜετά το θάνατο του Ερεχθέα βασίλεψε στην Αθήνα ο γιος του που ονομαζόταν και αυτός Κέκροπας. Εγγονός του Κέκρο-πα ήταν ο Αιγέας, ο πατέρας του Θησέα.Ο Αιγέας παντρεύτηκε δυο φορές αλλά δεν μπόρεσε ν' αποκτήσει τον πολυπόθη-το διάδοχο. Έτσι, πήγε κι' αυτός να συμ-βουλευτεί την Πυθία, στο μαντείο των Δελ-φών. Η Πυθία τον συμβούλεψε να πάει στην Τροιζήνα και να φιλοξενηθεί στο παλάτι του βασιλιά της, του Πιτθέα.- Και τι θα κάνω στο παλάτι του Πιτθέα; ρώτησε την Πυθία ο Αιγέας, που δεν μπό-ρεσε να καταλάβει το χρησμό της.- Θα μείνεις εκεί και θ' αποκτήσεις το διάδοχο του θρόνου σου, του απάντησε το ίδιο αινιγματικά εκείνη.Ο Αιγέας έφυγε αμέσως κατευθείαν από τους Δελφούς και πήγε στην Τροιζήνα.Ο Πιτθέας φιλοξένησε με μεγάλη του χαρά το βασιλιά της Αθήνας. Έτσι, ο Αιγέας γνωρίστηκε με την όμορφη κόρη του, την Αίθρα και απόκτησαν ένα αγοράκι. Ήταν ο Θησέας.- Άκουσε, είπε μια μέρα ο Αιγέας στην Αίθρα. Εγώ πρέπει πια να γυρίσω στην Αθήνα, μα δεν μπορώ να σε πάρω μαζί μου. Μεγάλωσε το γιο μας με αγάπη και φροντίδα και αν αξίζει να γίνει βασιλιάς στην Αθήνα, τότε να του πεις ποιος είναι ο πατέρας του για νάρθει να με βρει. Θα κρύψω τα σαντάλια και το ξίφος μου κάτω από ένα μεγάλο βράχο και αν ο Θησέας καταφέρει να κυλήσει το βράχο και να τα πάρει, τότε θα σημαίνει ότι είναι άξιος γιος μου και ικανός να γίνει βασιλιάς της Αθή-νας. Διαφορετικά να μη του φανερώσεις το μυστικό του πατέρα του.Μεγάλωσε ο Θησέας κι έγινε ένα όμορφο και δυνατό αγόρι. Μια μέρα επισκέφθηκε την Τροιζήνα ο θρυλικός Ηρακλής και φι-λοξενήθηκε στο παλάτι του Πιτθέα. Ο Θη-σέας, μικρό παιδί ακόμα, έπαιζε με τους φίλους του και σε μια στιγμή μπήκαν στο δωμάτιο όπου έμενε ο Ηρακλής. Πολλές φορές ο Ηρακλής έπαιρνε μαζί του το δέρ-

μα του λιονταριού που είχε σκοτώσει στον Κιθαιρώνα. Εκείνη τη στιγμή είχε ρίξει το δέρμα πάνω σε ένα κάθισμα. Τ' άλλα παιδιά όταν το είδαν νόμισαν πως ήταν πραγματικό λιοντάρι και το 'βαλαν στα πό-δια για να γλυτώσουν. Μόνο ο Θησέας δεν τρόμαξε. Άρπαξε το ρόπαλο από τα χέρια ενός φρουρού κι ετοιμάστηκε να χτυπήσει το λιοντάρι.- Μπράβο, του είπε ο Ηρακλής γελώντας. Όταν μεγαλώσεις είμαι σίγουρος ότι θα γί-νεις δυνατός και ατρόμητος σαν και μένα.

Page 44: Ηρακλής και Θησέας

Όταν έκλεισε τα δεκάξι του χρόνια, η μητέ-ρα του τον οδήγησε ως το μεγάλο βράχο όπου κάτω από αυτόν είχε κρύψει ο Αιγέ-ας τα σαντάλια και το ξίφος του.- Μπορείς να κυλήσεις αυτό το βράχο; τον ρώτησε η Αίθρα.Ο Θησέας έπιασε γερά το βράχο, τράβηξε με δύναμη και... κατάφερε να τον αναση-κώσει. Είδε τότε τα πορφυρά σαντάλια και το ξίφος και απόρησε.- Είναι δώρα του πατέρα σου για σένα, του είπε η μητέρα του.- Και... ποιος είναι ο πατέρας μου; τη ρώ-τησε ο Θησέας αφού εξέτασε με περιέρ-γεια τα σαντάλια και το ξίφος. Πολλές φο-ρές σε είχα ρωτήσει και δεν μου απα-ντούσες.- Είναι ο Αιγέας, ο βασιλιάς της Αθήνας,

του εξήγησε η Αίθρα. Μπορείς από τη στιγμή αυτή να πας να τον βρεις και όταν μεγαλώσεις θα πάρεις το θρόνο του. Να του δείξεις το ξίφος για να πιστέψει ότι είσαι γιος του.-Κι εσύ; Δεν θα 'ρθεις και συ μαζί μου; τη ρώτησε ο Θησέας.- Εγώ δεν μπορώ να έρθω, Θησέα. Θα χάσω το γιο μου αλλά θα είμαι ευτυχισμέ-νη στη σκέψη πως σε περιμένει ο θρόνος της Αθήνας και πολλές - πολλές δόξες.Συγκινημένος ο Θησέας για το μυστικό που είχε μάθει, αποφάσισε να αφήσει το παλάτι του παππού του Πιτθέα και την αγαπημένη του μητέρα και να ξεκινήσει για την Αθήνα, την ιερή και δοξασμένη πόλη όπου βασίλευε ο πατέρας του.

Ο Θησέας έπιασε γερά το βράχο, τράβηξε με δύναμη και κατάφερε να τον ανασηκώσει.

Page 45: Ηρακλής και Θησέας

Οι πρώτοι άθλοι του Θησέα

Αλλά, το ταξίδι αυτό που σκόπευε να κά-νει ο Θησέας δεν ήταν καθόλου εύκολο. Γιατί στη διαδρομή, από την Τροιζήνα ως έξω από την Αθήνα, υπήρχαν διάφο-ροι ληστές και κακούργοι που σκότωναν τους περαστικούς.

Page 46: Ηρακλής και Θησέας

Στο σημείο όπου βρίσκεται σήμερα το πε-ρίφημο θέατρο της Επιδαύρου, είχε το λη-μέρι του την εποχή εκείνη ένας τρομερός ληστής, που τον έλεγαν Περιφήτη. Κρα-τούσε ένα σιδερένιο λοστό και αλλοίμονο σ' εκείνον που θα συναντούσε στο δρόμο του. Μ' ένα χτύπημα στο κεφάλι τον σκό-τωνε κι' ύστερα τον λήστευε.Ο Θησέας θα μπορούσε ν' αλλάξει δρόμο για ν' αποφύγει την επικίνδυνη συνάντηση του με τον Περιφήτη, μα δεν το θέλησε. Αποφάσισε να τον αντιμετωπίσει.Ξαφνικά κι' ενώ προχωρούσε ανάμεσα σε μερικά δέντρα, είδε την πελώρια σιλουέτα του Περιφήτη να του κλείνει το δρόμο.

- Ποιος είσαι εσύ που αψηφάς τον κίνδυνο του Περιφήτη; ρώτησε γελώντας κο-ροϊδευτικά το Θησέα.- Κι' εσύ ποιος είσαι που αψηφάς τη δύνα-μη του σπαθιού μου; του απάντησε ψύ-χραιμα ο Θησέας.Ο Περιφήτης θύμωσε και σηκώνοντας ψηλά το σιδερένιο ρόπαλο, όρμησε κατα-πάνω στο νεαρό άντρα. Μα ο Θησέας, τρομερά ευκίνητος, παραμέρισε απότομα, απόφυγε το χτύπημα και, με μια επιδέξια κίνηση του σπαθιού του αποκεφάλισε τον τρομερό Περιφήτη.Προχωρώντας, έφθασε στο σημείο εκείνο της Κορινθίας όπου βρίσκονται σήμερα οι Κεχριές, λίγο πριν από τον Ισθμό. Εκεί παραμόνευε κρυμμένος ένας άλλος λη-στής, που είχε γίνει ο εφιάλτης όλης της περιοχής. Τον έλεγαν Σίνη. Είχε κακούρ-γο ένστικτα και όσοι έπεφταν στα χέρια του έβρισκαν έναν άγριο θάνατο. Και να πώς σκότωνε τα θύματα του: έβρισκε δύο ευλύγιστα δέντρα με ψηλούς κλώνους, που βρίσκονταν το ένα κοντά στο άλλο. Στο ένα δέντρο έδενε το ένα πόδι του θύ-ματος του και τραβώντας προς το μέρος του το διπλανό δέντρο, έδενε στον κλώνο του το άλλο πόδι. Άφινε τότε το δεύτερο δέντρο ελεύθερο και... μπορεί να καταλά-βει κανείς τι γινόταν. Ο άνθρωπος χώριζε στα δύο.Όταν είδε το Θησέα να τον πλησιάζει, άστραψαν τα μάτια του από άγρια χαρά. Θα διασκέδαζε και σήμερα σκοτώνοντας αυτό το νεαρό διαβάτη.Μα ο Θησέας δεν ήταν εύκολος αντίπα-λος. Ήρθε στα χέρια με το Σίνη, άρχισε μια άγρια πάλη ανάμεσα τους και στο τέ-λος βγήκε νικητής ο νεαρός γιος του Αιγέα. Μ' ένα τελευταίο χτύπημα ζάλισε τον Σίνη κι ύστερα, φορτώνοντας τον στον ώμο, τον έφερε ανάμεσα στα δυο δέντρα με τις ευλύγιστες κορυφές.Σε λίγο ο Σίνης βρήκε τον ίδιο τρομερό θάνατο με τον οποίο είχε καταδικάσει τόσα και τόσα θύματα του. Από δω και μπρος όλοι θα περνούσαν άφοβα από την όμορφη εκείνη περιοχή.- Κι εσύ ποιος είσαι που αψηφάς τη δύναμη του σπαθιού

μου; του απάντησε ψύχραιμα ο Θησέας.

Page 47: Ηρακλής και Θησέας

Ο Σκίρωνας και ο ΠροκρούστηςΆφησε πίσω του την Πελοπόννησο ο Θη-σέας και μπήκε στην Αττική. Πριν φθάσει στα Μέγαρα, έπρεπε να περάσει από ένα μονοπάτι όπου από το ένα μέρος υψώνο-νταν πελώριοι και κοφτοί βράχοι και από το άλλο μέρος υπήρχε ένας γκρεμός που οδηγούσε στη θάλασσα. Το τοπίο δεν έχει αλλάξει όψη ως την εποχή μας. Είναι η γνωστή μας Κακιά Σκάλα.Στο μονοπάτι εκείνο είχε το λημέρι του ένας τρομερός κακούργος, ο Σκίρωνας. Αν τύχαινε και περνούσε κάποιος ανύπο-πτος διαβάτης από κει, τον ανάγκαζε να του πλύνει τα πόδια σε μια λεκάνη. Τη στιγμή όμως που εκείνος του έπλενε τα πόδια, τον κλοτσούσε ξαφνικά με δύναμη και τον έριχνε στη θάλασσα. Πολλοί σκο-τώνονταν χτυπώντας στους βράχους. Αλλά, αν κάποιος τύχαινε να πέσει στη θάλασσα χωρίς να χτυπήσει στους βρά-χους, τον περίμενε μια φοβερότερη μοίρα. Γιατί, στο σημείο εκείνο της θάλασσας, υπήρχε μια τεράστια χελώνα, που τρεφό-ταν μόνο με ανθρώπους.Θα μπορούσε να λοξοδρομήσει ο Θησέας και να κάνει ένα μεγάλο κύκλο για να φθά-σει στα Μέγαρα, αλλά δεν θέλησε. Απο-φάσισε ν' αντιμετωπίσει τον Σκίρωνα και να τον εξοντώσει.Προχωρούσε στο μονοπάτι όταν ξαφνικά παρουσιάστηκε ο φοβερός Σκίρωνας και του έκλεισε με το πελώριο σώμα του το πέρασμα.Ο Θησέας υποκρίθηκε τον τρομοκρατημέ-νο.- Σε παρακαλώ, μη με σκοτώσεις, του είπε. Λυπήσουμε, είμαι νέος ακόμα και δεν πρόλαβα να χαρώ τη ζωή.- Μη φοβάσαι, του απάντησε ο Σκίρωνας. Σκύψε να μου πλύνεις τα πόδια και σου υπόσχομαι να σου χαρίσω τη ζωή και να σε αφήσω να περάσεις.- Θα κάνω ό,τι μου πεις. Θα σου πλύνω τα πόδια έτσι όπως δεν σου τα έχει πλύνει κανείς ως τώρα!Κι' από μέσα του έλεγε: «Έννοια σου, Σκί-

ρωνα, θα σε ρίξω στη θάλασσα για να πλύνεις με αλμυρό νερό τα πόδια σου!».- Σκύψε να μου πλύνεις τα πόδια! τον διάταξε, δείχνοντας του μια πήλινη λεκάνη που ήταν γεμάτη νερό.Ο Σκίρωνας κάθισε και του άπλωσε το ένα του πόδι. Ο Θησέας έσκυψε και, με μια ξαφνική κίνηση, άρπαξε τη λεκάνη και την άδειασε πάνω στο κεφάλι του ανύπο-πτου Σκίρωνα, χτυπώντας τον με δύναμη. Και, καθώς εκείνος σάστισε για μια στιγ-μή, τον έσπρωξε με δύναμη και τον έριξε στο γκρεμό.Μ' ένα δυνατό παφλασμό το σώμα του γί-γαντα έπεσε στη θάλασσα. Αμέσως σχε-δόν αντήχησαν κραυγές τρόμου. Ο Σκίρω-νας είδε την πελώρια χελώνα να τον πλη-σιάζει. Προσπάθησε να της ξεφύγει μα δεν μπόρεσε. Έτσι, ο Σκίρωνας βρήκε τον ίδιο τραγικό θάνατο με τα θύματα του.Λίγο πριν μπει στην Αθήνα ο Θησέας, τον περίμενε ένας ακόμα τρομερός κακούρ-γος. Λεγόταν Προκρούστης και είχε στήσει το λημέρι του σ' ένα στενό πέρασμα, λίγο πιο έξω από το σημερινό Δαφνί. Ο Προ-κρούστης είχε στήσει ένα σιδερένιο κρε-βάτι και ανάγκαζε τα θύματα του να ξα-πλώσουν πάνω του.Αν ο άνθρωπος που ξάπλωνε στο κρεβάτι ήταν κοντός, τον σκότωνε με τον πιο άγριο τρόπο.

Page 48: Ηρακλής και Θησέας

Του τραβούσε τα πόδια και το κεφάλι ώσπου να απλώσει το σώμα του και να γεμίσει το κρεβάτι. Κι' αν το θύμα ήταν ψηλό και περίσσευαν τα πόδια και το κε-φάλι του τα έκοβε.Ο Θησέας, αφού πάλεψε με τον Προ-κρούστη τον νίκησε και τον ξάπλωσε πάνω στο κρεβάτι του. Έτσι, ο φοβερός εκείνος κακούργος πέθανε με τον ίδιο τρόπο που πέθαναν και τα θύματα του.Και το τελευταίο εμπόδιο παραμερίστηκε από το δρόμο του Θησέα. Έτσι προχώ-ρησε με συγκίνηση προς την Αθήνα, την πόλη όπου βασίλευε ο άγνωστος ακόμα πατέρας του.

Έσπρωξε τότε με δύναμη το Σκίρωνα και τον έριξε στο γκρεμό.

Page 49: Ηρακλής και Θησέας

Ο Θησέας και η ΜήδειαΣε λίγο ο Θησέας ακολούθησε την Ιερά Οδό, το μεγάλο δρόμο που ένωνε την Αθήνα με την Ελευσίνα. Σ' ένα σημείο του δρόμου χτιζόταν ένας ναός του Απόλλω-να. Ήταν έτοιμοι οι τοίχοι και οι κολώνες και πάνω σε μια βοϊδάμαξα είχαν φέρει τη σκεπή για να την τοποθετήσουν στη θέση της. Ένας από τους χτίστες, όταν είδε το Θησέα που ήταν ακόμα αμούστακος κι είχε τα μαλλιά του χτενισμένα σε κοτσίδες, τον πείραξε μ' αυτά τα λόγια:- Τι ζητάει ένα κορίτσι της παντρειάς μόνο του στους δρόμους;Όλοι γέλασαν με το πείραγμα. Ο Θησέας άρπαξε τότε με τα γερά του μπράτσα τη σκεπή, τη σήκωσε ψηλά και την πέταξε με δύναμη καταπάνω τους. Οι χτίστες τρο-

μαγμένοι τo 'βαλαν στα πόδια για να γλυ-τώσουν από αυτό το νέο με την τρομερή δύναμη.Στην Αθήνα είχε φθάσει η φήμη κάποιου νέου που έκανε πολλά κατορθώματα κα-θώς προχωρούσε από την Πελοπόννησο προς την Αθήνα, αλλά κανείς δεν ήξερε ότι ο νέος αυτός ήταν ο γιος του βασιλιά τους. Κι' όταν ο Θησέας έφθασε στο παλάτι, τον υποδέχτηκαν σαν ήρωα κι' όχι σαν γιο του Αιγέα.Μόνο ένας ήξερε ποιο ήταν αυτό το όμορ-φο παλικάρι. Ήταν η Μήδεια, η γυναίκα του Αιγέα. Είχε μαντικές ικανότητες κι έτσι, όταν έμαθε ότι ο νεαρός ήρωας ερχόταν προς την Αθήνα, κατάλαβε πως ήταν ο Θησέας.

Page 50: Ηρακλής και Θησέας

- Μη, παιδί μου!, του φώ-ναξε ο Αιγέας. Μην πίνεις παιδί μου!

Η Μήδεια είχε ένα γιο από άλλον άνδρα και τον προόριζε να τον κάνει βασιλιά της Αθήνας, μετά το θάνατο του Αιγέα.Τώρα όμως έβλεπε τα όνειρα της να ναυαγούν. Το θρόνο θα τον έπαιρνε ο γιος του Αιγέα και όχι ο δικός της.Με το πανούργο της μυαλό αποφάσισε τότε να εξόντωσε το Θησέα. Κατάφερε να πείσει τον Αιγέα ότι ο νεαρός που ερχόταν προς την Αθήνα, ήταν επικίνδυνος και σί-γουρα θα του έπαιρνε το θρόνο.- Και τι πρέπει να κάνω για να τον αποφύ-γω; ρώτησε τη Μήδεια. Πώς θα καταφέρω να τον διώξω από την Αθήνα;- Άκουσε τι θα κάνεις Αιγέα, τον συμ-βούλεψε. Θα τον καλέσουμε στο παλάτι να του κάνουμε το τραπέζι και θα του δώ-σεις να πιει κρασί από ένα κύπελλο που θα έχω ρίξει μέσα δηλητήριο. Μόνο μ' αυτόν τον τρόπο μπορούμε να τον σκοτώ-σουμε. Είναι τόσο δυνατός, όπως άκουσα

να λένε, ώστε μόνο με το δηλητήριο θα 'μαστε σίγουροι ότι θα πεθάνει.Ο Αιγέας την άκουσε. Έτσι, όταν ο Θησέ-ας μπήκε στην Αθήνα, τον κάλεσε στο παλάτι, όπου τον περίμενε ένα πλούσια στρωμένο τραπέζι. Ο Θησέας δεν του φα-νέρωσε αμέσως το μυστικό του. Κάθησε στο τραπέζι και ήρθε η στιγμή να πιει το κρασί. Με το ένα χέρι έπιασε το κύπελλο και με το άλλο έβγαλε το σπαθί από τη θήκη του - το σπαθί του πατέρα του - για να κόψει ένα κομμάτι κρέας. Ο Αιγέας αναγνώρισε αμέσως το σπαθί που είχε κρύψει κάτω από ένα βράχο στην Τροιζή-να και κατάλαβε ότι αυτός ήταν ο γιος του.- Μη, παιδί μου!, του φώναξε τότε καθώς τον είδε να φέρνει το κύπελλο στα χείλη του. Μην πίνεις, παιδί μου!Έτσι γλύτωσε ο Θησέας, ενώ τη Μήδεια μαζί με το γιο της, ο Αιγέας τους εξόρισε μακριά από την Αθήνα, στη Μικρά Ασία.

Page 51: Ηρακλής και Θησέας

Ο ταύρος του ΜαραθώναΟ Αιγέας ήταν περήφανος για το γιο του. Σε τόσο μικρή ηλικία είχε κάνει μεγάλα και απίστευτα κατορθώματα. Επειδή όμως ήταν ο μοναδικός του γιος και κληρονόμος του θρόνου του, φοβόταν για τη ζωή του και τον παρακάλεσε να σταματήσει τους άθλους του και να μένει συνέχεια κοντά του.Εκείνη την εποχή, στην πεδιάδα του Μα-ραθώνα, όπου υπήρχαν πολλά νερά και δάση, είχε καταφύγει ο άγριος ταύρος του Μίνωα, που κατάφερε να τον τιθασεύσει ο Ηρακλής και να τον φέρει στην Τίρυνθα. Ο βασιλιάς της Τίρυνθας, όπως είδαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο, άφησε ελεύθερο τον ταύρο ο οποίος αφού περιπλανήθηκε στην Πελοπόννησο και πέρασε από τον Ισθμό στην Αττική, κατέφυγε στο Μαρα-θώνα, όπου έγινε ο φόβος και ο τρόμος των κατοίκων. Αλίμονο σ' εκείνον που θα τύχαινε να συναντηθεί με τον ταύρο.Ο Θησέας, όταν έμαθε ότι η περιοχή του Μαραθώνα ζούσε με το φόβο του ταύρου, αποφάσισε να τον εξοντώσει. Έφυγε ένα μεσημέρι κρυφά από το παλάτι για να μη τον δει ο πατέρας του και όταν νύχτωσε, είχε φθάσει στην περιοχή του βουνού. Μαύρα σύννεφα είχαν σκεπάσει τον ουρανό της Αττικής και δεν θ' αργούσε να ξεσπάσει άγρια θύελλα.Σε μια στιγμή, είδε ένα μικρό φως ανάμε-σα στα δέντρα. Πλησίασε και βρέθηκε μπροστά σε μια καλύβα. Χτύπησε την πόρτα και του άνοιξε μια γριούλα που την έλεγαν Εκάλη. Δέχτηκε πρόθυμα να τον φιλοξενήσει, χωρίς να φαντάζεται ποιος είναι ο ξένος της.- Παλικάρι μου, ποιος καλός θεός σ' έφερε απόψε στην καλύβα μου; τον ρώτησε. Φαίνεσαι άνθρωπος από βασιλική γενιά, αν δεν είσαι κάποιος από τους θεούς του Ολύμπου. Ποιος είναι ο σκοπός σου;- Πηγαίνω για το Μαραθώνα και νύχτωσα στο δάσος, της απάντησε χαμογελώντας ο Θησέας.- Αν πηγαίνεις στο Μαραθώνα να προσέ-

ξεις μη συναντηθείς με το φοβερό ταύρο του Ποσειδώνα, παλικάρι μου. Είναι κρίμα να πάθεις τίποτε, τόσο νέος και όμορφος που είσαι. Δεν ξέρω αν θα βρεθεί ένας δεύτερος Ηρακλής για να τον σκοτώσει...Το πρωί, μ' έναν ξάστερο ουρανό, ο Θη-σέας συνέχισε το δρόμο του για το Μαρα-θώνα. Προχωρούσε με προσοχή ανάμεσα στα δέντρα όταν, σε μια στιγμή, ένα άγριο μουγκρητό τον ανάγκασε να σταματήσει. Ήταν ο φοβερός ταύρος του Μίνωα, που τον είχε πάρει είδηση.Ο Θησέας δεν έμεινε στη θέση του περι-μένοντας την επίθεση του ταύρου. Προτί-μησε να επιτεθεί πρώτος εκείνος. Με δυο πηδήματα έφθασε κοντά του και τον άρ-παξε από τα κέρατα. Ο ταύρος ξαφ-νιάστηκε και προσπάθησε να τον χτυπή-σει. Μα τα πόδια του Θησέα καρφώθηκαν αλύγιστα στη γη και δεν έκανε ούτε βήμα πίσω. Με τη φοβερή δύναμη των μπρά-τσων του, χαμήλωσε το κεφάλι του ταύρου και άρχισε να τρίβει τη μουσούδα του στο χώμα. Την έτριψε πολλές φορές με δύναμη, ώσπου ο ταύρος έμεινε ακίνη-τος και ανίσχυρος να αντιδράσει, από τους φοβερούς πόνους. Έπειτα, κρατώ-ντας τον συνέχεια από τα κέρατα, τον οδήγησε στην Αθήνα.Οι Αθηναίοι τρόμαξαν βλέποντας στην πόλη τους τον άγριο ταύρο και το 'βαλαν στα πόδια. Μα όταν συνήλθαν, άρχισαν να ραίνουν το Θησέα με άνθη και φύλλα δάφνης. Όσο για τον Αιγέα, τον δέχτηκε γεμάτος χαρά και περηφάνια και θυσίασε τον ταύρο του Μίνωα στον Απόλλωνα.Το πρωί ο Θησέας πήγε στο βουνό να βρει τη γριούλα, για να τη φέρει στην Αθή-να και να την τιμήσει. Μα η γριούλα είχε πεθάνει. Ωστόσο την τίμησε με άλλο τρό-πο. Έδωσε στην τοποθεσία εκείνη του βουνού το όνομα της. Είναι η σημερινή Εκάλη της Αττικής. Έτσι, το όνομα της γριούλας που φιλοξένησε το Θησέα, έμεινε αθάνατο.

Page 52: Ηρακλής και Θησέας

Χαμήλωσε το κε-φάλι του ταύρου και άρχισε να τρί-βει τη μουσούδα του στο χώμα.

Page 53: Ηρακλής και Θησέας

Ο Θησέας στην ΚρήτηΈνα πρωί, ξυπνώντας ο Θησέας, είδε τον πατέρα του περίλυπο και κατσουφιασμέ-νο. Μερικοί από τους δούλους του παλα-τιού έκλαιγαν.- Τι συμβαίνει πατέρα; ρώτησε τον Αιγέα. Έχουμε καμιά άσχημη είδηση;- Ναι, παιδί μου, αποκρίθηκε ο Αιγέας. Είναι έτοιμο το καράβι που θα σαλπάρει για την Κρήτη, με τις εφτά κοπέλες και τα εφτά παλικάρια.Ο Θησέας μπήκε αμέσως στο νόημα. Είχε ακούσει γι' αυτή την ιστορία στο παλάτι του Πιτθέα, στην Τροιζήνα. Πριν δεκαο-χτώ περίπου χρόνια, έγιναν αγώνες στην Αττική και ανάμεσα στους αθλητές ήταν και ο γιος του Μίνωα, ο Ανδρόγειος. Ο Αν-δρόγειος νίκησε σ' έναν αγώνα και την άλλη μέρα βρέθηκε νεκρός. Ο Μίνωας κα-τηγόρησε τους Αθηναίους ότι τον σκότω-σαν από τη ζήλια τους, και αποφάσισε να τους κηρύξει τον πόλεμο για να τους εκδι-κηθεί.Ο στρατός του Μίνωα πολιόρκησε την Αθήνα και δεν άργησε να την κυριεύσει. Για να τους τιμωρήσει, απαίτησε να του στέλνουν στην Κνωσσό, κάθε εννέα χρό-νια εφτά νέες και εφτά παλληκάρια. Οι δε-κατέσσερις νέοι της Αθήνας έβρισκαν τρα-γικό θάνατο όταν έφθαναν στην Κρήτη, γιατί ο Μίνωας τους έριχνε στο λαβύρινθο να τους κατασπαράξει ο Μινώταυρος.Ο Μινώταυρος ήταν ένα τέρας, μισός άν-θρωπος και μισός ταύρος. Τρεφόταν με ανθρώπινες σάρκες και έμενε στο λαβύ-ρινθο. Το λαβύρινθο τον είχε κατα-σκευάσει ο ονομαστός Αθηναίος μηχανι-κός, ο Δαίδαλος, μαζί με το γιο του τον Ίκαρο, που τους είχε καλέσει στην Κρήτη ο Μίνωας γι' αυτό το σκοπό. Όποιος έμπαινε στις υπόγειες στοές του λαβύριν-θου, δεν μπορούσε ποτέ να βρει την έξο-δο και έπεφτε θύμα του Μινώταυρου.Ο Θησέας, όταν άκουσε τα λόγια του πατέρα του, πήρε τη μεγάλη απόφαση:- Ένας από τους εφτά νέους θα είμαι εγώ, είπε στον Αιγέα. Θα πάω στην Κρήτη.

- Τρελάθηκες; του είπε με τρόμο ο Αιγέας. Θα πας στην Κρήτη να γίνεις τροφή για το Μινώταυρο, εσύ ο μοναχογιός μου, που μια μέρα θα βασιλέψεις σ' αυτή την πόλη;- Δεν έχω σκοπό να γίνω τροφή του Μι-νώταυρου, τον καθησύχασε ο Θησέας. Θα πάω στην Κνωσσό για να σκοτώσω αυτό το τέρας και να ησυχάσει μια για πά-ντα η Αθήνα.

Το καράβι με το Θησέα και τους νέους της Αθήνας, ξεκίνησε για το δραματικό του ταξίδι στην Κρήτη.

Page 54: Ηρακλής και Θησέας

Μάταια τον παρακάλεσε ν' αλλάξει γνώμη ο Αιγέας. Ο Θησέας ήταν αποφασισμένος.Έτσι, την άλλη μέρα αποχαιρέτησε τον πατέρα του στο λιμάνι του Πειραιά.- Πρόσεξε, παιδί μου, τον συμβούλεψε με δάκρυα στα μάτια ο Αιγέας. Αν πάθεις τί-ποτα θα πεθάνω από τον καημό μου. Θα περιμένω με λαχτάρα το γυρισμό του κα-ραβιού. Θ' αγναντεύω κάθε μέρα τη θά-λασσα ν' αντικρίσω τα πανιά του. Και για να ξέρω ποια θα είναι η μοίρα σου, αν γυ-ρίσεις ζωντανός να πετάξεις τα μαύρα πανιά του καραβιού και ν' απλώσεις τα

λευκά. Έτσι θα καταλάβω αν το μονάκρι-βο παιδί μου γυρίζει περήφανος νικητής στην Αθήνα, ή αν άφησε για πάντα τα κόκκαλά του στην Κρήτη. Μην το ξεχάσεις αυτό, παιδί μου.Ο Θησέας του το υποσχέθηκε κι' έτσι, λί-γες μέρες αργότερα, πάτησε το πόδι του στην Κρήτη, αποφασισμένος να σκοτώσει το Μινώταυρο και να λυτρώσει μια για πά-ντα τους Αθηναίους από τη θυσία του αίματος που πρόσφεραν κάθε εννέα χρό-νια...

Page 55: Ηρακλής και Θησέας

Ο θησέας και ο ΜινώταυροςΌταν έφθασαν στην Κνωσσό οι δεκατέσ-σερις νέοι της Αθήνας, τα εφτά αγόρια και τα εφτά κορίτσια, ο Μίνωας πρόσταξε να παρουσιαστούν μπροστά του.- Ξέρετε ποια είναι η μοίρα σας, τους είπε. Θα γίνετε όλοι τροφή για το Μινώταυρο. Μήπως κάποιος από σας θέλει ν' αναμε-τρηθεί με το τέρας του λαβύρινθου;- Εγώ! απάντησε ο Θησέας κι' έκανε ένα βήμα μπροστά.Ο Μίνωας τον κοίταξε χαμογελώντας ειρωνικά.- Πώς σε λένε, παλικάρι; ρώτησε.- Με λένε Θησέα και είμαι γιος του Αιγέα, του βασιλιά της Αθήνας!-Είσαι γιος του βασιλιά Αιγέα; απόρησε ο Μίνωας. Και σ' έστειλε και σένα ο πατέρας σου μαζί με τους άλλους να πεθάνεις;- Μόνος μου ζήτησα να έρθω, Μίνωα!- Και... θέλεις ν' αναμετρηθείς με το Μινώ-ταυρο;- Ναι. Αν τον σκοτώσω, μου δίνεις το λόγο σου ότι θα μας αφήσεις να γυρίσουμε στην Αθήνα;- Σου δίνω το λόγο μου, του υποσχέθηκε ο Μίνωας, σίγουρος ότι ο Θησέας δεν θα κατάφερνε να σκοτώσει το Μινώταυρο αλλά, κι' αν ακόμα τον σκότωνε, δεν θα κατάφερνε να βγει από τη σκοτεινή φυλα-κή του λαβύρινθου.- Τότε, αύριο το πρωί θα μπω στο λαβύ-ρινθο κρατώντας το σπαθί μου, του είπε ο Θησέας.Από το διπλανό δωμάτιο, η όμορφη κόρη του Μίνωα, η Αριάδνη, ακούγοντας τα λό-για του Θησέα, θαύμασε το θάρρος του. Το αγέρωχο παράστημα του και το όμορ-φο πρόσωπο του, της έκαναν μεγάλη εντύπωση. Και πήρε αμέσως την απόφα-ση να βοηθήσει το γιο του Αιγέα να σκο-τώσει το Μινώταυρο.Το βράδυ, κατάφερε να μπει στο δωμάτιο που έμενε ο Θησέας, χωρίς να την πάρει κανείς είδηση.

- Ποια είσαι; τη ρώτησε ο Θησέας κοιτάζο-ντας την με περιέργεια και θαυμάζοντας την υπέροχη ομορφιά της.- Με λένε Αριάδνη και είμαι κόρη του Μί-νωα, του εξήγησε η κοπέλα. Άκουσα την απόφαση που πήρες να σκοτώσεις το Μι-νώταυρο και ήρθα να σε βοηθήσω. Θα μπεις εύκολα στο λαβύρινθο κι' ίσως κα-ταφέρεις να σκοτώσεις το Μινώταυρο, αλλά δεν θα μπορέσεις ποτέ σου να βγεις από κει μέσα. Ωστόσο, αν σου βρω εγώ τρόπο να βγεις, υπόσχεσαι πως θα με παντρευτείς και θα με πάρεις μαζί σου στην Αθήνα;Ο Θησέας της το υποσχέθηκε. Τότε, η Αριάδνη του έδωσε ένα κουβάρι.- Θα δέσεις την άκρη του κουβαριού έξω από το λαβύρινθο και μπαίνοντας θα το ξετυλίγεις σιγά - σιγά, του είπε. Και για να βγεις, δεν έχεις παρά ν' ακολουθήσεις την κλωστή του κουβαριού.Το πρωί της επόμενης ημέρας ο Θησέας μπήκε με θάρρος στο λαβύρινθο, ενώ οι σύντροφοι του από την Αθήνα έκλαιγαν με σπαραγμό, σίγουροι ότι δεν θα τον ξα-νάβλεπαν ζωντανό.Στην καρδιά του λαβύρινθου, ο ήρωας μας συναντήθηκε με το Μινώταυρο. Τότε, το αιμοβόρο τέρας επιτέθηκε αμέσως ενα-ντίον του. Μα δεν ήταν εύκολος αντίπαλος ο Θησέας. Ήταν ο πρώτος άνθρωπος στη γη που γνώριζε στην εντέλεια τα μυστικά της πάλης. Με μερικές έξυπνες λαβές κράτησε ακίνητο το Μινώταυρο και με ένα χτύπημα του σπαθιού του τον σκότωσε. Έπειτα, μαζεύοντας την κλωστή του κουβαριού, βγήκε εύκολα από το λαβύριν-θο.Οι σύντροφοι του, όταν τον είδαν να βγαίνει ζωντανός και με ματωμένο σπαθί, έτρεξαν να τον αγκαλιάσουν με κλάματα χαράς. Η σωτηρία του Θησέα ήταν και δική τους σωτηρία.

Page 56: Ηρακλής και Θησέας

Τότε, το αιμοβόρο τέρας του λαβύρινθου, επιτέθηκε αμέσως εναντίον του Θησέα.

Page 57: Ηρακλής και Θησέας

Ο Θησέας καιοι Αμαζόνες

Γέλια, φωνές και τραγούδια αντηχούσαν από το Αθηναϊκό καράβι, καθώς άφηνε την Κρήτη. Γύριζαν σαν από θαύμα ζω-ντανοί στην πατρίδα τους. Ο φοβερός Μι-νώταυρος δεν υπήρχε πια. Πιο χαρούμε-νος κι' ευτυχισμένος απ' όλους ήταν ο Θη-σέας. Όχι μόνο γιατί σκότωσε το Μινώ-ταυρο και γλύτωσαν τη ζωή τους, αλλά και γιατί έφερνε μαζί του και την όμορφη κόρη του Μίνωα, την Αριάδνη, που θα την παντρευόταν όταν έφθαναν στην Αθήνα. Η Αριάδνη έφυγε κρυφά από το παλάτι του Μίνωα, για ν' ακολουθήσει το Θησέα.Όμως, η χαρά στο καράβι δεν κράτησε για πολύ. Δυο μέρες αργότερα αγκυροβόλη-σαν στο νησί της Νάξου και αποφάσισαν να περάσουν τη νύχτα τους εκεί και να συνεχίσουν το ταξίδι τους το πρωί. Στο νησί, όμως, έτυχε να βρίσκεται ο θεός Διόνυσος. Είδε την Αριάδνη, μαγεύτηκε από την ομορφιά της και την πήρε μαζί του, κλέβοντας την από το Θησέα.Ανέβασε στον Όλυμπο την Αριάδνη ο Διόνυσος, την παντρεύτηκε και της χάρισε ένα χρυσό στεφάνι με διαμάντια, που το είχε φτιάξει ο ίδιος ο θεός Ήφαιστος. Ο Δίας της πρόσφερε ακόμα πιο ακριβό δώρο. Την έκανε αθάνατη.Το πρωί ο Θησέας δεν βρήκε την Αριάδνη στη θέση της και άρχισε να ψάχνει σ' όλο το νησί για να την βρει. Μια νύμφη της θά-λασσας τον λυπήθηκε και του είπε την πι-κρή αλήθεια. Πως την πεντάμορφη κόρη του Μίνωα την άρπαξε ο Διόνυσος...Στοίχισε πολύ αυτό στο Θησέα. Ωστόσο παρηγορήθηκε με τη σκέψη ότι η Αριάδνη θα γινόταν αθάνατη.Η χαρά του Θησέα για τη σωτηρία τους, τον έκανε να ξεχάσει την παράκληση του πατέρα του, τη στιγμή που τον αποχαιρε-τούσε για το θλιβερό ταξίδι της Κρήτης, ν' απλώσει τα λευκά πανιά, αν γύριζε ζωντα-νός.

Έτσι, καθώς το καράβι πλησίαζε με τα μαύρα ακόμα πανιά στην Αττική, τα είδε ο Αιγέας που περίμενε με λαχτάρα στην ακτή και, πάνω στην απελπισία του για το χαμό του γιου του, όπως πίστευε, έπεσε στη θάλασσα και πνίγηκε.Το πέλαγος που δέχτηκε το κορμί του, ονομάστηκε Αιγαίο. Και ο Θησέας ανέβη-κε στο θρόνο του. Έγινε ένας από τους πιο μεγάλους και δοξασμένους βασιλιάδες της Αθήνας.Λίγο καιρό αργότερα ακολούθησε τον Ηρακλή στον Πόντο, όπου πήγαινε να πά-ρει τη ζώνη της βασίλισσας των Αμαζό-νων. Τον βοήθησε να νικήσουν τις Αμαζό-νες και φεύγοντας, πήρε μαζί του μια από τις πιο όμορφες από αυτές, την Αντιόππη. Την παντρεύτηκε και απόχτησαν ένα γιο, τον Ιππόλυτο.Οι Αμαζόνες, όμως, που ήταν φημισμένες για το θάρρος τους και την πολεμική τους τέχνη, ξεκίνησαν από τον Πόντο και ήρ-θαν στην Αθήνα για να εκδικηθούν το Θη-σέα και να πάρουν πίσω την Αντιόππη. Οι Αθηναίοι κατάφεραν να νικήσουν τις Αμα-ζόνες κοντά στην Πνύκα και τις έδιωξαν από την Αττική. Πλάι στο Θησέα πολέμη-σε γενναία τις παλιές συντρόφισσες της και η Αντιόππη, γιατί δεν ήθελε να γυρίσει στην πατρίδα της.

Page 58: Ηρακλής και Θησέας

Η ανδρεία των Αμαζόνων και η παράτολ-μη απόφαση τους να ξεκινήσουν από τον μάκρυνα Πόντο και να 'λθουν ως την Αθήνα για να τιμωρήσουν το Θησέα και να πάρουν πίσω την Αντιόππη, είχε συ-γκινήσει τους Αθηναίους.Για πολλά-πολλά χρόνια μιλούσαν για τις θρυλικές Αμαζόνες και για τη φοβερή μάχη που έγινε στην Πνύκα. Αυτή τη μάχη με τις Αμαζόνες την αποθανάτισε στο γλυπτό του Παρθενώνα ο μεγαλύτε-ρος γλύπτης των αιώνων, ο Φειδίας.Αυτός ήταν ο Θησέας, ο δεύτερος μεγά-λος μυθικός ήρωας των Ελλήνων. Αφού βασίλεψε για πολλά χρόνια στην Αθήνα, μετά το θάνατο του, οι Αθηναίοι, για να τον τιμήσουν έχτισαν έναν όμορφο ναό, κοντά στην Ακρόπολη, που τον ονόμα-σαν Θησείο και που υπάρχει ως τις μέ-ρες μας.

Πλάι στο Θησέα πολέμησε γενναία τις παλιές συντρόφισσες της η Αντιόππη, γιατί δεν ήθελε να γυρίσει στην πατρίδα της.

Page 59: Ηρακλής και Θησέας

Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝΟμήρου ΟδύσσειαΟμήρου ΙλιάδαΕλληνική Μυθολογία (Α')Ελληνική Μυθολογία (Β')Μέγας ΑλέξανδροςΠερσικοί ΠόλεμοιΗρακλής και ΘησέαςΙφιγένειαΑργοναυτική ΕκστρατείαΑρχαία Ολυμπία