ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες...

93
Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ 1

description

Διηγήματα

Transcript of ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες...

Page 1: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

1

Page 2: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

2

Page 3: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ

και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

3

Page 4: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

4

Page 5: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Περιεχόμενα

ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ…………………………………………………………………………………………….7

Το τέλειο χτένισμα……………………………………………………………………………………………8

Όχι χωρίς λόγο……………………………………………………………………………………………….9

Ένας άγγελος στην Πανεπιστημίου……………………………………………………………………….16

No milk today………………………………………………………………………………………………...23

Η μέρα και η νύχτα της ποίησης…………………………………………………………………………..27

Ναϊάδες στα μαύρα…………………………………………………………………………………………30

On/Off…………………………………………………………………………………………………………32

Το μαύρο κουτί………………………………………………………………………………………………35

Το σκούντηγμα………………………………………………………………………………………………38

Το τελευταίο κλικ…………………………………………………………………………………………….42

Συλλέκτης ήχων……………………………………………………………………………………………..46

Η νεράιδα των κίτρινων λουλουδιών……………………………………………………………………...52

Η Νόρμα στο υπόγειο……………………………………………………………………………………….55

Η Ευτυχία και οι ζωές των άλλων…………………………………………………………………………62

Μεθυσμένα μυρμήγκια……………………………………………………………………………………...65

Πορσελάνες και κρύσταλλα………………………………………………………………………………..67

Οι δώδεκα λίρες……………………………………………………………………………………………..70

Fairytale και άλλες ξένες επιτυχίες………………………………………………………………………..73

Τα απομεινάρια μιας μέρας………………………………………………………………………………..76

Όλα με το μαχαίρι…………………………………………………………………………………………..82

Τα σαλιγκάρια δεν βγαίνουν ποτέ κουνημένα…………………………………………………………..85

Η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά………………………………………………………………………86

Χνάρια……………………………………………………………………………………………………….88

5

Page 6: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Στη Χλόη και στον Τόλη

που με έμαθαν να αγαπώ τα γραπτά μου

6

Page 7: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Αντί προλόγου

Γεννήθηκα στην Αθήνα το 1968. Σπούδασα Ιατρική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών με μεγάλη λαχτάρα

και την εξασκώ με την ίδια αγάπη μέχρι σήμερα. Με νύχια ακόμα απαλά άρχισα να ξύνω τη

λογοτεχνία από όλες τις πλευρές της, διαβάζοντας και γράφοντας. Αργότερα, σε μια δύσκολη

εποχή της ζωής μου, τη χρησιμοποίησα σαν δεκανίκι. Αποδείχτηκε πολύ γερό, αντέχοντας όλο μου

το βάρος και βγάζοντάς με απέναντι. Την εποχή εκείνη άρχισα να γράφω το ιστολόγιο Liquid days,

που μου έδωσε την ευκαιρία να πειραματιστώ στα μονοπάτια της γραφής και να γνωρίσω

επιδέξιους εραστές του ποιητικού και πεζού λόγου.

Τούτη η συλλογή διηγημάτων περιέχει απόπειρες γραφής από τα πρώτα εκείνα χρόνια του

ιστολογίου μέχρι και σήμερα. Αφιερώνεται σε όλους τους φίλους, φυσικούς και διαδικτυακούς,

που με ανέχτηκαν, με στήριξαν και με διάβασαν αυτά τα χρόνια.

Μαρία Δριμή

Καλοκαίρι 2012

7

Page 8: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Το τέλειο χτένισμα

ενήντα χρόνια με τις γυναίκες. Κούρευε και χτένιζε. Χιλιάδες γυναικεία κεφάλια είχαν

περάσει από τα χέρια του. Τα νύχια του είχαν ποτίσει από τις βαφές. Αγαπούσε τις

γυναίκες. Τις αγαπούσε καθώς τις κούρευε. Τις αγαπούσε καθώς κοιτάζονταν στον καθρέφτη,

στρώνοντας μια τούφα, για να φύγουν.

ΠΠενήντα χρόνια και μ’ εκείνη. Πάνω από πεντακόσια κουρέματα και μερικές χιλιάδες

χτενίσματα. Τη γνώρισε μ’ έναν απλό κότσο. Τη λάτρεψε με την πρώτη ματιά. Με τη δεύτερη της

έλυσε τον κότσο και τη χτένισε.

Πενήντα χρόνια έψαχνε να της φτιάξει το τέλειο μαλλί. Σκαρφιζόταν κουρέματα κάθε λογής.

Δοκίμαζε χτενίσματα χωρίς σταματημό. Κανένα κούρεμα και κανένα χτένισμα δεν του φαινόταν να

χωράει όλη της την ομορφιά. Το χαμόγελό της γέμιζε με κοντό καρέ. Το θλιμμένο της ήθελε τη

φράντζα αριστερά. Ο θυμός της γλύκαινε με ανάλαφρες μπούκλες. Ο ύπνος της γαλήνευε με ψιλή

περμανάντ.

Τώρα πια χτένιζε μόνο εκείνη. Ολημερίς έψαχνε και δοκίμαζε μόνο για κείνη. Κάθε

μεσημέρι έφερνε στο σπίτι καινούριες βούρτσες και χτένες. Σαμπουάν, κρέμες και βαφές. Κάθε

απόγευμα τα δοκίμαζαν. Κάθε βράδυ εκείνη κοιταζόταν στον καθρέφτη. Χαμογελούσε φιλάρεσκα.

Μετά έπεφταν για ύπνο.

Εκείνο το μεσημέρι άργησε να γυρίσει. Δεν ήρθε ούτε το απόγευμα. Το βράδυ της

τηλεφώνησαν. Ατύχημα, είπαν. Είχε βρεθεί πεσμένος. Βούρτσες και χτένες σε μια λίμνη αίματος.

Εκείνη κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Έπιασε τα μαλλιά της σ’ έναν απλό κότσο. Μετά έπεσε για

ύπνο.

8

Page 9: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Όχι χωρίς λόγο

ποτε του δινόταν η ευκαιρία, ταξίδευε. Τα ταξίδια ήταν η ζωή του. Κάθε ταξίδι, μια

ξεχωριστή ζωή. Ήταν σαν να έβγαζε κάθε φορά πιστοποιητικό γεννήσεως με το τσεκ-ιν

στο γκισέ της αεροπορικής εταιρείας, ενώ στην επιστροφή, η αποσκευή που παραλάμβανε από

τον κυλιόμενο ιμάντα, λες και περιείχε τη σορό μιας ζωής που είχε μόλις τελειώσει. Δεν

μελαγχολούσε, δεν τον κατέθλιβε το πεπερασμένο του ταξιδιωτικού χρόνου. Αντίθετα, του φαινόταν

ότι ο χρόνος διαστέλλεται μέσα σε κάθε ταξίδι και παραμένει στο μυαλό του αναλλοίωτα

επιμηκυσμένος, σε πείσμα του αντίπαλου χρόνου της καθημερινότητας.

Ό

Συνήθως ταξίδευε χωρίς σκοπό. Για το ίδιο το ταξίδι. Για την ίδια την ομορφιά του «χωρίς

σκοπό». Αυτό το ταξίδι όμως ήταν λίγο διαφορετικό. Αθήνα-Μόναχο, Μόναχο-Βαρκελώνη,

έγραφαν οι κάρτες επιβίβασης που παρέλαβε από το γκισέ της Λουφτχάνσα. Έλληνας ο

υπάλληλος, του ευχήθηκε καλό ταξίδι. Περιττή ευχή. Όλα τα ταξίδια καλά είναι.

Είχε ξαναπάει πολλές φορές στη Βαρκελώνη. Τόσες ώστε να τη θεωρεί πολύ γνώριμη. Είχε

αγαπημένα στέκια για φαγητό, δικές του διαδρομές για βόλτα. Κάθε φορά, ξεφυλλίζοντας τον

ταξιδιωτικό του οδηγό, έψαχνε για συγκεκριμένα μέρη. Δεν είχε όμως ποτέ μέχρι τώρα αναζητήσει

κάποιο συγκεκριμένο άνθρωπο, γνωστό ή άγνωστο. Αυτή ήταν η πρώτη φορά.

Την είχε πρωτοδεί τέσσερις μήνες πριν, το βράδυ της Πρωτοχρονιάς, στην πλατεία.

Τριγυρνούσε μόνος. Εκείνη ήταν παρέα με δυο φίλες της. Τις παρατηρούσε αρκετή ώρα. Τρεις

νεαρές γυναίκες, ανάμεσα εικοσιπέντε και τριάντα, πανύψηλες και εντυπωσιακές. Ούτε ξανθές,

ούτε μελαχρινές. Κάτι απροσδιόριστο, αλλά όμορφο. Ήταν ντυμένες πολύ μοντέρνα, με κοντά

σορτς και ψηλές μπότες πάνω από το γόνατο. Στέκονταν όπως τα μοντέλα στα τηλεοπτικά σόου,

με τα καλλίγραμμα πόδια τους λυγισμένα σε κολακευτικές στάσεις, ενώ με τα μακριά δάκτυλα των

χεριών τους σχημάτιζαν χειρονομίες. σα να διαφωνούσαν.

9

Page 10: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Την ξεχώρισε αμέσως από τις άλλες δύο. Τον μαγνήτισε η παρουσία της, η έκφρασή της.

Τον ξένισε λίγο το γυμνό της κεφάλι. Κεφάλι νεοσύλλεκτου, χωρίς ίχνος τρίχας. Τι τρέλα κι αυτή, να

ξυρίζουν οι γυναίκες τα μαλλιά τους… Και οι άλλες έτσι ήταν, αλλά τουλάχιστον φορούσαν αϊ-

βασιλιάτικους σκούφους. Γυναίκες. Το αλάτι της ζωής του. Μόνο που εδώ και πολύ καιρό έτρωγε

τη ζωή του ανάλατη, έτσι για να μασουλάει κάτι. Ή μάλλον τον έτρωγε εκείνη σιγά-σιγά,

απολαμβάνοντας, μέχρι να τον καταπιεί εντελώς.

Απόμεινε να την κοιτάζει μαγεμένος. Η ψύχρα της γιορτινής νύχτας θα ταίριαζε στις ζωές

άλλων συνομηλίκων του που κάθονταν μπροστά στο τζάκι τους, βολεμένοι ανάμεσα σε

αγαπημένα πρόσωπα. Η δική του ζωή γινόταν ακόμα πιο παγωμένη τις κρύες νύχτες. Απόψε όμως

είχε γίνει απροσδόκητα ζεστή. Τα μάγουλά του ήταν φλογισμένα. Η καρδιά του χτυπούσε δυνατά.

Άραγε σπάνε οι καρδιές των ανθρώπων; Το είχε ακούσει να γίνεται σε λαϊκά τραγούδια, όμως τα

τραγούδια λένε τόσα ψέματα…

Συνέχισε να την κοιτάζει για αρκετή ώρα. Του έδωσε την εντύπωση ότι τον κοίταζε κι

εκείνη. Δεν έκανε όμως ούτε μια κίνηση να αφήσει τις φίλες της και να τον πλησιάσει. Η ώρα ήταν

πια προχωρημένη και οι περαστικοί ελάχιστοι. Τα οικογενειακά τραπέζια στα σπίτια των

Βασίληδων θα είχαν σίγουρα φτάσει στο γλυκό. Βασιλόπιτα, κουραμπιέδες, μελομακάρονα. Είχε

κι εκείνος μια γλυκιά γεύση στο στόμα, παρόλο που δεν τον είχε καλέσει κανένας Βασίλης σε

δείπνο. Πήρε αργά το δρόμο για το σπίτι του, ρίχνοντας πού και πού ματιές πίσω του σαν να τον

παρακολουθούσαν.

Από εκείνο το πρώτο βράδυ της καινούριας χρονιάς, η ζωή του άλλαξε πρόγραμμα.

Άρχισε να συχνάζει περισσότερο στην πλατεία. Με κάθε αφορμή τα βήματά του τον πήγαιναν σ’

εκείνο το ίδιο μέρος που είχε συναντήσει τις πρωτοχρονιάτικες κοπέλες. Ήταν όλες τους πάντα

εκεί, άλλοτε μόνες τους, άλλοτε μαζί με άλλους. Όταν βρισκόταν μαζί με τη δική του κάποιος

άνδρας, η ψυχή του σφιγγόταν. Παρατηρούσε τις εκφράσεις της, τις χειρονομίες της. Κάθε φορά η

ίδια αγωνία. Όχι, δεν πρέπει να έτρεχε κάτι με κανέναν από αυτούς που μπαινόβγαιναν στο

10

Page 11: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

κατάστημα. Είχε πάντα αυτή την ευγενική, χαμογελαστή έκφραση που δεν άφηνε περιθώρια για

περισσότερα.

Οι δουλειές πρέπει να πήγαιναν καλά. Ο κόσμος που έμπαινε, έβγαινε κρατώντας

συνήθως μία ή περισσότερες σακούλες. Χαιρόταν για κείνη. Είναι δύσκολοι οι καιροί. Δεν είναι

εύκολο να έχει κανείς σταθερή δουλειά. Εκείνη όμως έδειχνε ευχαριστημένη. Πάντοτε ντυμένη

εντυπωσιακά, με ξεχωριστούς συνδυασμούς χρωμάτων και ασορτί κοσμήματα. Ψεύτικα, άλλα

όμορφα. Ήταν υπέροχη.

Αυτό κράτησε μερικούς μήνες. Τέλειωσαν και οι εκπτώσεις. Μέχρι εκείνη την καταραμένη

Δευτέρα του Απρίλη, τη μέρα που την έχασε.

Πέρασε πρωί-πρωί, όπως κάθε μέρα από το κατάστημα. Ήταν κλειστό. Ή μάλλον, όχι

κλειστό. Άδειο. Η φωτεινή επιγραφή του ξηλωμένη. Η βιτρίνα άδεια. Μερικά χαρτόκουτα

αραδιασμένα εδώ κι εκεί. Η πόρτα ανοιχτή. Σκόνη, πολλή σκόνη. Δυο άντρες μάζευαν μερικά

τελευταία κομμάτια από τους πάγκους και τα ράφια. Σαν κεραυνοβολημένος ρώτησε τους εργάτες.

«Τι να έγινε, φίλε; Οικονομική κρίση. Εσύ δεν πήρες χαμπάρι»; Όχι, δεν είχε καταλάβει τίποτα. Το

κατάστημα έδειχνε να δουλεύει καλά.

Τους ρώτησε για κείνη. Κάπου στην Ισπανία είχαν πάει όλες μαζί. Στη Βαρκελώνη, στον

κεντρικό δρόμο με τα καλά καταστήματα, συμπλήρωσαν, αφού συζήτησαν κάτι μεταξύ τους

χαμογελώντας. Όχι, τηλέφωνο δεν είχαν να του δώσουν. Ο ένας τους πρέπει να τον λυπήθηκε

βλέποντας το χαμένο του ύφος και τον χτύπησε φιλικά στον ώμο. «Γυναίκες, ρε φίλε. Τι

περιμένεις; Άστατες, ακόμα κι όταν τα οικονομικά είναι καλά». Ο άλλος έπνιξε ένα γέλιο και

συνέχισε να μαζεύει.

Έφυγε όπως-όπως. Περπατούσε σαν χαμένος μέχρι το μεσημέρι. Ένιωθε άδειος. Έρημος.

Πήρε μια εφημερίδα και κάθισε σε ένα καφέ. Τα γράμματα χόρευαν μπροστά στα μάτια του.

Έπαιρναν χρώματα και άλλαζαν σχήματα. Άρχισαν να μοιάζουν με τις ψηφίδες και τα χρωματιστά

11

Page 12: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

πλακάκια του Γκαουντί. Ήξερε τη Βαρκελώνη απέξω κι ανακατωτά. Τη λάτρευε σαν πόλη όσο

λάτρευε κι εκείνη σαν γυναίκα. Μήπως ήταν γραφτό από τη μοίρα να τις ξαναβρεί και τις δύο μαζί;

Το αποφάσισε γρήγορα. Το ίδιο γρήγορα όσο τον καφέ που παρήγγειλε. Θα πήγαινε στη

Βαρκελώνη. Την επομένη κιόλας θα πήγαινε να κλείσει εισιτήρια. Αυτά τα πράγματα δεν είναι να

τα αφήνει κανείς. Μάτια που δεν βλέπονται… Τέλος πάντων, δεν έπρεπε να σκέφτεται το

χειρότερο.

Το Σάββατο της ίδιας εβδομάδας αναχωρούσε για Βαρκελώνη μέσω Μονάχου. Πολύ νωρίς

το πρωί η πτήση. Δεν τον πείραζε. Έτσι κι αλλιώς είχε αρκετά βράδια να κοιμηθεί. Έφτασε στο

«Ελευθέριος Βενιζέλος» με το μετρό, κουβαλώντας μια μικρή αποσκευή. Έκανε τσεκ-ιν στο γκισέ

της Λουφτχάνσα. Τον εξυπηρέτησε ο ευγενικός Έλληνας υπάλληλος που προαναφέραμε, λέγοντάς

του «καλό ταξίδι» μία και μοναδική φορά, την προαναφερθείσα.

Πέρασε τον έλεγχο των διαβατηρίων και προχώρησε στα καταστήματα. Έριξε βιαστικές ματιές,

αλλά δεν μπορούσε να συγκεντρωθεί. Άλλες φορές κάτι αγόραζε. Μια κολόνια, μια γραβάτα, έτσι

για το καλό.

Προχώρησε στον έλεγχο των χειραποσκευών για την επιβίβαση. Του άρεσε που στο

«Ελευθέριος Βενιζέλος» υπήρχε ειδικό μηχάνημα που έλεγχε τις μπότες. Όχι ότι εκείνος φορούσε

ποτέ μπότες, για να το χρειαστεί. Όμως του άρεσε που υπήρχε εκεί. Είχε πάντα λίγο άγχος για τον

σωματικό έλεγχο με τις ακτίνες. Δεν άφηνε ποτέ τίποτα μεταλλικό επάνω του. Κάθε φορά έβαζε

στοίχημα με τον εαυτό του ότι το μηχάνημα θα τον έβρισκε αθώο. Κάθε φορά κέρδιζε το στοίχημα

και πανηγύριζε με τον ίδιο ενθουσιασμό. Συνήθως οι υπάλληλοι τον κοιτούσαν περίεργα, αλλά με

συμπάθεια. Αυτή τη φορά το μηχάνημα τον βρήκε πάλι αθώο, αλλά δεν είχε όρεξη να πανηγυρίσει.

Σε λίγα λεπτά άρχισε η επιβίβαση. Συνηθισμένα τα πόδια του, τον μετέφεραν μέσα από τη

μακριά κατηφορική φυσούνα στην είσοδο του αεροσκάφους. Καλωσήλθατε, του χαμογέλασε μια

όμορφη αεροσυνοδός. Όχι, δεν έμοιαζε σ’ εκείνη. Καμιά δεν μπορούσε να της μοιάζει.

12

Page 13: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Κάθισε στη θέση του κοντά στο παράθυρο και έδεσε τη ζώνη του. Βόλεψε τη μικρή του

χειραποσκευή ανάμεσα στα πόδια του. Η όμορφη αεροσυνοδός έδειχνε πώς ανοίγουν τα σωσίβια.

Δεν είχε ποτέ μέχρι τώρα ακούσει να χάθηκε κάποιος σε αεροπορικό δυστύχημα, επειδή δεν

κατάφερε να ανοίξει το σωσίβιό του. Για να το δείχνουν όμως κάθε φορά, θα υπάρχει λόγος.

Πάντα χρειάζεται να υπάρχει ένας λόγος. Είναι καλύτερα από το «έτσι, χωρίς λόγο». Όπως κι

αυτός τώρα, σε αυτό το ταξίδι, είχε τον λόγο του. Τον αναστάτωνε αυτός ο λόγος. Τον έκανε να

νιώθει ζωντανός, χαρούμενος, ανυπόμονος. Το αεροπλάνο απογειώθηκε και μαζί του και η δική

του αγωνία.

Είχε τα μάτια του κολλημένα στην ενημερωτική οθόνη. Τριάντα χιλιάδες πόδια ύψος, μείον

εξήντα βαθμοί Κελσίου θερμοκρασία. Μία ώρα ακόμα μέχρι το Μόναχο. Στο Μόναχο θα είναι

ακόμα μοναχός του, σκέφτηκε εύθυμα. Μετά, ένα γρήγορο τράνζιτ και… κατευθείαν στη

Βαρκελώνη, μαζί της.

Καθισμένος και δεμένος πειθαρχικά στη θέση του, αγνάντευε έξω από το παράθυρο. Όταν

ταξίδευε με αεροπλάνο, του φαινόταν ότι άφηνε κάτω στη γη όλη του τη ζωή· ότι με το αεροπλάνο

ταξίδευε κάποιος άλλος, με μια ζωή που μόλις άρχιζε. Του άρεσε να χαζεύει τους σχηματισμούς

από σύννεφα και να φαντάζεται τι παρίσταναν. Σ’ ένα από τα τελευταία του ταξίδια είχε αντικρύσει

μια μαγική εικόνα: ένα κυκλικό ουράνιο τόξο, σαν πολύχρωμο δαχτυλίδι, και στο κέντρο του τη

σκιά του αεροπλάνου. Νόμιζε ότι ονειρευόταν. Του ήρθε να ξεφωνίσει από ενθουσιασμό και να

ξυπνήσει τον διπλανό του που κοιμόταν ανυποψίαστος για το θαύμα που συνέβαινε έξω από το

παράθυρο. Η συγκρατημένη του φύση όμως τον συνέτισε και αυτή τη φορά. Ευτυχώς, εδώ που τα

λέμε, γιατί όταν αργότερα έψαξε στις εικόνες του Google «σκιά αεροπλάνου με ουράνιο τόξο»,

κατέβηκαν εκατοντάδες φωτογραφίες παρόμοιες με το δικό του, μοναδικό θαύμα.

Προτιμούσε να κάθεται στο παράθυρο. Το ζητούσε πάντα στο τσεκ-ιν. Δεν ήταν μόνο ότι

μπορούσε να βλέπει έξω. Το κυριότερο ήταν ότι έτσι είχε μονάχα έναν διπλανό. Θα αισθανόταν

πολύ άβολα ανάμεσα σε δύο άγνωστους συνεπιβάτες. Σήμερα καθόταν δίπλα σε έναν μεσήλικα

13

Page 14: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Ιταλό που διάβαζε, μεταφρασμένη στα ιταλικά, τη Λέσχη των τιποτένιων του Τζόναθαν Κόου.

Καταπληκτικό βιβλίο, όπως εξάλλου και όλα τα υπόλοιπα του συγγραφέα. Ο Κόου ήταν από τους

αγαπημένους του σύγχρονους συγγραφείς. Ιδιαίτερα το τελευταίο του βιβλίο με την ιστορία εκείνου

του μοναχικού τύπου, τον είχε συγκινήσει πολύ. Θυμήθηκε σχεδόν ανατριχιάζοντας τη σκηνή όπου

ο Μαξ αποφασίζει να γίνει πιο κοινωνικός και προσπαθεί με αδεξιότητα πρωτάρη να ανοίξει

κουβέντα με τον διπλανό του συνεπιβάτη στο αεροπλάνο. Για πολλή ώρα τού διηγείται τη ζωή του

σε περίληψη, παρασυρμένος σε έναν χειμαρρώδη μονόλογο, μέχρι τη στιγμή που μια

αεροσυνοδός αντιλαμβάνεται ότι ο συνεπιβάτης και ακροατής του Μαξ είναι από ώρα νεκρός.

Έριξε μια λοξή ματιά στον Ιταλό δίπλα του. Καλοθρεμμένος και ολοζώντανος, κρατούσε

τώρα το βιβλίο με τη χαλαρότητα ενός ευκαιριακού ύπνου, ροχαλίζοντας ελαφρά. Ο ίδιος δεν ήξερε

ιταλικά, αλλά και στην αντίθετη περίπτωση, δεν θα του μιλούσε. Ποτέ δεν άνοιγε κουβέντα με τους

διπλανούς του. Δεν ήταν καλός συζητητής, ούτε καν με τους γνωστούς, πόσο μάλλον με ξένους.

Ένιωθε να δένεται η γλώσσα του και να μην βρίσκει κάτι ενδιαφέρον να πει για να προχωρήσει η

συζήτηση. Η θέση κοντά στο παράθυρο, εκτός από τη θέα, του εξασφάλιζε και ότι θα έχει μονάχα

έναν διπλανό. Μειώνονταν έτσι στο μισό οι πιθανότητες να χρειαστεί να μιλήσει με έναν άγνωστο

κατά τη διάρκεια του ταξιδιού. Κουβέντιαζε μόνο με τον εαυτό του. Από μέσα του, εννοείται. Όχι

πως και από αυτή την κουβέντα έβγαινε πάντα συμπέρασμα.

Στη σκέψη του ξαναήρθε εκείνη. Κόντευαν πλέον να προσγειωθούν στο Μόναχο. Έσκυψε

στο μικρό σακίδιο και πήρε από μέσα το σημειωματάριό του και ένα στυλό. Πέρασε μερικές

γραμμένες σελίδες κι έφτασε στην πρώτη άγραφη. Σημείωσε πάνω δεξιά την ημερομηνία και στην

επόμενη σειρά έγραψε με καλλιγραφικό χαρακτήρα:

Κι από τότε είμαι μόνο γιατί εσύ είσαι

κι από τότε είσαι κι είμαι, είμαστε οι δυο μας

και θα είμαι, θα είσαι, θα είμαστε από αγάπη.

14

Page 15: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Ήταν από ένα σονέτο του Πάμπλο Νερούντα που είχε βρει σε μια μέθοδο ισπανικών. Είχε

μάθει να το απαγγέλλει στα ισπανικά. Θα της το έλεγε μόλις τη συναντούσε. Αν έβρισκε το

κουράγιο, βέβαια… Τράβηξε μια διακεκομμένη γραμμή και συνέχισε από κάτω:

Φιλόξενη, αγαπημένη μου πόλη, η μοίρα με φέρνει πάλι σε σένα. Δεν μπορώ παρά να

τηρήσω μια υπόσχεση δοσμένη από καιρό. Από τον καιρό που έφυγε η Γκλεντόρα και έμεινα εγώ.

Έκλεισε το σημειωματάριο και με διπλωμένα χέρια το έσφιξε στην αγκαλιά του. Η οθόνη

τώρα έδειχνε εικοσιοχτώ χιλιάδες πόδια ύψος. Κατέβαιναν. Σε λίγο θα προσγειώνονταν στο

Μόναχο.

……………………………………………………………….

ΕΠΙΚΡΙΣΗ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΟΥ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ

Το ανωτέρω ιστορικό παραπέμπει σε περίπτωση αντικειμενοφιλίας (objectum sexuality) με

συνύπαρξη αυτισμού και ήπιας ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής.

(Σημείωση: το γυναικείο όνομα Γκλεντόρα πιθανόν προέρχεται από το ομώνυμο παλιό τραγούδι του Πέρι Κόμο,

σχετικά με έναν άνδρα ερωτευμένο με μια κούκλα βιτρίνας).

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Εμβόλιμον, τεύχος 65 – 66, Καλοκαίρι-Φθινόπωρο 2012)

15

Page 16: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Ένας άγγελος στην Πανεπιστημίου

Χάρης και ο Πάνος σπάνια πήγαιναν σινεμά. Συνήθως δεν ήταν για καλό λόγο, αλλά για

να ξεφύγουν από κάτι που τους βασάνιζε, μόνο τον ένα ή και τους δύο μαζί. Το σκοτάδι

της κινηματογραφικής αίθουσας θάμπωνε τις δικές τους ζωές και μίκραινε τα βάσανά τους. Πολλά

βασάνιζαν και τους δύο μαζί, με πρώτο και σημαντικότερο αυτό το «οι δύο μαζί». Η σχέση τους

βρισκόταν ήδη στον πέμπτο χρόνο και τα τελευταία τρία χρόνια έμεναν μαζί. Ο Χάρης είχε

μετακομίσει στο διαμέρισμα του Πάνου για να γλιτώσουν το ένα από τα δύο νοίκια. Κανονικός

πόλεμος είχε ξεσπάσει στις δυο οικογένειες μετά από αυτή τη μετακόμιση. Βαριές κουβέντες, λόγια

που δεν ξεχνιούνται. Ένα χρόνο είχε κάνει ο Πάνος να μιλήσει στους δικούς του, εννιά μήνες ο

Χάρης.

Ο

Η ταινία που σύστηναν όλοι οι κριτικοί εκείνη την εβδομάδα ήταν η «Λευκή Κορδέλα» του

Μίκαελ Χάνεκε. Ο Χάρης κι ο Πάνος την είδαν στο Ιντεάλ της Πανεπιστημίου. Προτιμούσαν πάντα

την τελευταία παράσταση. Να φεύγουν όταν έχει πια πέσει για τα καλά η νύχτα. Να μπορούν να

περπατάνε κοντά ο ένας στον άλλο, να αγγίζονται, χωρίς να τους καρφώνουν πολλά μάτια. Τη

νύχτα τα μάτια βλέπουν αλλιώς, συγχωρούν αλλιώς. Η νύχτα είναι ένας κόσμος που η ίδια η νύχτα

φωτίζει, είχε κάπου διαβάσει ο Χάρης.

Ο κινηματογράφος ήταν γεμάτος - οι κριτικές πάντα πείθουν. Στην έξοδο, ο Χάρης κόλλησε

αναγκαστικά πάνω στον Πάνο και παρά τη βραδινή παγωνιά, ένιωσε να τον συνεπαίρνει μια

ξαφνική έξαψη. Βγήκαν στον δρόμο και ξεκίνησαν με τα πόδια για το Σύνταγμα. Περπατούσαν

αργά, πρώτες πήγαιναν οι ανάσες τους αχνιστές και πίσω ακολουθούσαν τα απρόθυμα βήματά

τους. Μάζεψαν τον δρόμο μέχρι την Ακαδημία συζητώντας για την ταινία. Είχαν αποφασίσει να μη

χαλάσουν την αποψινή βραδιά με τα άλλα. Έτσι κι αλλιώς, δεν έβγαινε τίποτα.

Στην Κοραή πέρασαν απέναντι. Λες και τα βήματά τους δεν χώραγαν στο ίδιο πεζοδρόμιο

με τα περήφανα κτήρια, τη Βιβλιοθήκη, το Πανεπιστήμιο, την Ακαδημία. Πρόσεξαν και οι δύο τη

16

Page 17: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

σιλουέτα που ήταν κολλημένη σα χαλκομανία στην κολόνα της παλιάς πολυκατοικίας. Τάχυναν το

βήμα τους, όχι όμως πολύ, κι έτσι καθώς περνούσαν από δίπλα, πρόλαβαν να δουν τι έκανε ο

νεαρός άνδρας. Με τον λαιμό σχεδόν κολλημένο στον καθρέφτη της κολόνας, προσπαθούσε να

πετύχει τις επιφανειακές φλέβες με μια σύριγγα γεμάτη λευκωπό υγρό. Ο Πάνος άφησε έναν

υπόκωφο αναστεναγμό, σαν παρατεταμένη εκπνοή. Ο Χάρης γύρισε το κεφάλι του και ξανακοίταξε

τον νεαρό και αμέσως επανέφερε το βλέμμα του στην πορεία μπροστά. «Συγγνώμη». Η λέξη

ακούστηκε από το πουθενά, έμοιαζε όμως αληθινή. Χωρίς ερωτηματικό, χωρίς παράκληση στον

τόνο της. «Συγγνώμη». Δεύτερη φορά. Έτσι απλά. Οι δυο φίλοι κοντοστάθηκαν. Ο Χάρης έκανε

μεταβολή αγνοώντας το «μη, ρε μαλάκα» του Πάνου και πλησίασε τον νεαρό. Αναγκαστικά

ακολούθησε κι ο Πάνος.

Ο νεαρός δεν ήταν πάνω από είκοσι. Το πρόσωπό του, σχεδόν εξαφανισμένο πίσω από

μακριά μαύρα μαλλιά που πρέπει να είχαν μείνει άλουστα για βδομάδες, ήταν χλωμό και

αποστεωμένο. Το βλέμμα του υγρό, σαν να είχε κλάψει. Ήταν αξύριστος και ιδρωμένος, σαν να

είχε ξυπνήσει από άσχημο εφιάλτη. «Συγγνώμη, ρε παιδιά». Ο Χάρης κι ο Πάνος έμειναν να τον

κοιτάζουν αμήχανα. Μια περίεργη αναγνωριστική σιωπή απλώθηκε ανάμεσά τους. «Θες τσιγάρο,

φίλε;» ρώτησε ο Χάρης. Ο νεαρός έγνεψε καταφατικά. Έβαλε πίσω το καπάκι της σύριγγας και τη

γλίστρησε στην τσέπη του μπουφάν του. «Ηρωίνη;» ρώτησε ο Χάρης καθώς του άναβε το τσιγάρο.

Ο νεαρός έγνεψε πάλι καταφατικά, τραβώντας άπληστα την πρώτη ρουφηξιά από το ανέλπιστο

βραδινό δώρο. «Πώς σε λένε;». Αυτή τη φορά ήταν ο Πάνος που ρωτούσε. «Άγγελο», απάντησε ο

νεαρός. Ο Πάνος του έριξε άλλη μια εξεταστική ματιά, μη μπορώντας να συγκρατήσει μια υποψία

χαμόγελου που χαράχτηκε στα χείλη του. Άλλη εικόνα είχε στο μυαλό του για τους αγγέλους.

Ο Άγγελος συνέχισε να είναι αφοσιωμένος στο χαρισμένο τσιγάρο. Τα ακροδάχτυλά του

ήταν κίτρινα από τη νικοτίνη και τα νύχια του βρώμικα. «Έχεις φάει τίποτα σήμερα;» τον ρώτησε ο

Χάρης. Ο Άγγελος σήκωσε αδιάφορα τους ώμους. Δεν με νοιάζει-δεν πεινάω-δεν με νοιάζει που

πεινάω, οι τρεις πιθανές εκδοχές, σκέφτηκε ο Χάρης. «Έλα μαζί μας. Θα πηγαίναμε να

17

Page 18: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

τσιμπήσουμε κάτι», πρότεινε ο Χάρης, αποφεύγοντας το απορημένο, επιφυλακτικό βλέμμα του

Πάνου.

Συνέχισαν να προχωράνε και οι τρεις μαζί προς το Σύνταγμα. Ο Άγγελος κούτσαινε λίγο,

σαν να τον πονούσε το αριστερό του πόδι. Είχε πάθει μια μόλυνση πριν από δυο βδομάδες σ’

εκείνη τη λοξή φλέβα του ποδιού κοντά στον αστράγαλο. Σκέτο πύο έβγαινε και το πόδι είχε

τουμπανιάσει. Είχε πάει στο νοσοκομείο. Ένας γιατρός που δεν καλομιλούσε τα ελληνικά, του το

είχε καθαρίσει με ιώδιο και του το είχε δέσει. Του είχε δώσει μια καρτέλα αντιβιοτικά χάπια - στη

ζούλα από το φαρμακείο του νοσοκομείου - μαζί με τρία τσιγάρα και τον είχε στείλει στο καλό. Ο

Άγγελος δεν ξανατσίμπησε εκείνη τη φλέβα κι ευτυχώς η μόλυνση υποχώρησε. Όμως στο

περπάτημα το πόδι τον ενοχλούσε ακόμα.

Ο Πάνος κοίταξε τα παπούτσια του Άγγελου. Ως μαύρα αρβυλάκια πρέπει να είχαν κάνει

τα πρώτα τους βήματα, όμως τώρα ήταν καλυμμένα από ένα παχύ στρώμα ξεραμένης σκόνης και

ήταν τρύπια σε κάμποσες μεριές. Το τζιν παντελόνι του ήταν κι αυτό βρώμικο και τρυπημένο σε

πολλά σημεία και αυτές οι τρύπες έδειχναν γνήσιες, βασανισμένες κι όχι ακριβοπληρωμένα

κοψίματα από ψαλίδι μεγάλου μόδιστρου. Φορούσε ένα στρατιωτικό μπουφάν χωρίς κουκούλα

και είχε στο λαιμό του περασμένο ένα μαύρο κασκόλ, που τον έκανε να φαίνεται ακόμα πιο

χλωμός.

Οι δυο φίλοι και ο Άγγελος έστριψαν σε έναν κάθετο δρόμο και βγήκαν στη Σταδίου. Ο

Κολοκοτρώνης πάνω στο άλογό του θα είχε γίνει κατεψυγμένος, αν δεν ήταν άγαλμα, σχολίασε ο

Χάρης και ο Άγγελος χαμογέλασε. Τους ζήτησε άλλο ένα τσιγάρο. Ο Χάρης έβγαλε το πακέτο του

και του το έδωσε ολόκληρο. Καιρό τώρα έλεγε να κόψει το κάπνισμα, ο Πάνος συνεχώς

διαμαρτυρόταν ότι του βρόμαγε. Τα μάτια του Άγγελου φάνηκαν να βγαίνουν για λίγο από τις

βαθουλωμένες κόγχες τους και να κοιτάζουν τον Χάρη σχεδόν με ευγνωμοσύνη.

Μπήκαν σ’ ένα φαστφουντάδικο. Οι υπόλοιποι πελάτες τους κοίταζαν με περιέργεια.

Συνηθισμένοι, έτσι κι αλλιώς, οι δυο τους. Πάντα τραβούσαν αδιάκριτα βλέμματα. Πάντα κοντά

18

Page 19: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

τους δεν υπήρχαν παρά αποστάσεις. Ο Χάρης κάθισε με τον Άγγελο σ’ ένα τραπέζι και ο Πάνος

πήγε να φέρει φαγητό. Γύρισε γρήγορα - εξ ορισμού έτρωγε κανείς γρήγορα στα φαστφουντάδικα -

με ένα μεγάλο δίσκο που είχε πάνω του τρία χάμπουργκερ, τηγανητές πατάτες και τρία μεγάλα

ποτήρια μπύρα. Ο Άγγελος είχε σαστίσει.

«Γιατί όμως, ρε παιδιά;» ρώτησε με μπουκωμένο στόμα.

«Έτσι, βρε Άγγελε, χωρίς λόγο. Ή, μάλλον, πάρτο ότι είναι για την ψυχή της μάνας μου»,

πρόλαβε να απαντήσει ο Χάρης.

«Πέθανε η μάνα σου; Τώρα κοντά;»

«Ναι», απάντησε ο Χάρης. «Δεν βαριέσαι, έτσι κι αλλιώς δεν την έβλεπα πολύ εδώ και

χρόνια».

«Πάντως, ρε φίλε, δεν νομίζω ότι η μάνα σου θα χαιρόταν πολύ αν σ’ έβλεπε μαζί μου»,

είπε ο Άγγελος κι ετοιμάστηκε να φάει καμιά δεκαριά πατάτες μαζί, καρφωμένες όπως-όπως στο

πλαστικό πιρούνι.

Οι γονείς του Άγγελου ζούσαν στην επαρχία. Ένα συνηθισμένο πρωινό, τον πρώτο καιρό

που κατάλαβαν ότι ο Άγγελος είχε μπλέξει με ναρκωτικά, ο πατέρας του τον είχε βγάλει σχεδόν με

κλωτσιές από το σπίτι και του είχε κλείσει κατάμουτρα την πόρτα. Η μάνα του μυξόκλαιγε από

μέσα και καθώς ο Άγγελος απομακρυνόταν, την είδε να τον κοιτάζει από το παράθυρο της

κουζίνας. Βρήκε δανεικά, έφυγε για την Αθήνα, νοίκιασε μαζί με άλλους τρεις ένα υπόγειο πίσω

από το Γκάζι και τον πρώτο καιρό «τσούλαγε το πράμα στους πρωτάρηδες». Δυο φορές τον είχαν

πιάσει οι μπάτσοι, ευτυχώς καθαρό και χωρίς «πράμα» επάνω του, και είχε περάσει από μία

νύχτα κάθε φορά στο κρατητήριο. Μετά, ο σπιτονοικοκύρης τους πέταξε έξω από την υπόγα και ο

Άγγελος με τους δύο από τους τρεις φίλους του πήγαν να μείνουν σε μια μισοτελειωμένη

παρατημένη οικοδομή στον Βοτανικό. Ο τέταρτος της παρέας δεν πρόλαβε να δει το καινούριο

σπίτι. Τη μέρα που οι άλλοι έψαχναν πού να μείνουν, είχε βρεθεί νεκρός στις δημόσιες τουαλέτες,

καρφωμένος πάνω σε μια σύριγγα με σκάρτη δόση.

19

Page 20: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Ο Άγγελος έλεγε την ιστορία του, σταματώντας κάθε τόσο για να πιει μια μεγάλη γουλιά

από τη μπίρα του. Καθώς τα μάγουλά του φούσκωναν από το ξανθοκίτρινο ποτό που έρρεε στο

στόμα του, ο Πάνος κι ο Χάρης μπορούσαν να φανταστούν πώς θα έμοιαζε, αν ήταν ένα

συνηθισμένο αγόρι της ηλικίας του, που έτρωγε κάθε μέρα φαγητό, κοιμόταν σε καθαρά

στρωσίδια και πήγαινε τα βράδια για ποτό με τους φίλους του ή για φαγητό με την κοπέλα του. Στο

άπλετο, σχεδόν ενοχλητικό φως της πολύβουης αίθουσας, ο Χάρης παρατήρησε μερικές άσπρες

τρίχες στους κροτάφους του Άγγελου. Οι άσπρες τρίχες ήταν η δική του αγωνία. Κι ας του έλεγε ο

Πάνος πως όταν γκριζάρει, θα μοιάζει με τον Κλούνι. Κοιταζόταν καθημερινά στον καθρέφτη με

τρόμο. Ευτυχώς, μέχρι τώρα έβλεπε έναν καλοδιατηρημένο σαραντάρη, με σφιχτό γυμνασμένο

κορμί. Το πρόσωπό του ήταν λαμπερό και αρυτίδιαστο, αποτέλεσμα της συστηματικής χρήσης

ενυδατικών προϊόντων. Με ειδική μηχανή διατηρούσε γένια «τριών ημερών» και πρόσφατα είχε

βάλει σκουλαρίκι - δώρο του Πάνου - στο αριστερό αυτί.

«Θέλεις τίποτα άλλο, Άγγελε;» τον ρώτησε ο Πάνος.

Τα μάτια του Άγγελου λαμπύρισαν σαν του παιδιού που του τάζουν καινούριο παιχνίδι,

αλλά προς στιγμή δίστασε.

«Έλα, πες το», τον παρότρυνε ο Χάρης.

«Ρε φίλε, ξέρεις τι έχω πεθυμήσει; Ένα παγωτό χωνάκι με σοκολάτα και κρέμα… Να από

αυτά!» έδειξε με το χέρι του ένα κοριτσάκι σε κοντινό τραπέζι που έτρωγε ένα χωνάκι με παγωτό. Η

μητέρα του παιδιού έδειξε να ενοχλείται και τους κοίταξε άγρια.

Αυτή τη φορά σηκώθηκε ο Χάρης να φέρει την παραγγελία. Πήρε και για τους τρεις τους

από ένα παγωτό.

«Άγγελε, προσπάθησες ποτέ να ξεκόψεις;» τον ρώτησε ο Πάνος.

«Στην αρχή με το χασίσι, όχι. Την καταέβρισκα να είμαι φτιαγμένος. Αρχοντιά, φίλε! Δεν

σου καίγεται καρφί για τίποτα… Μετά άρχισα την άσπρη. Δεν έβρισκα πάντα… κι αυτή που

έβρισκα, δεν φτούραγε. Μια φορά, ένας σκατένιος μου έδωσε μπλεγμένο, σκάρτο πράμα. Κόντεψα

20

Page 21: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

να πεθάνω. Σηκωτό με πήγαν στο νοσοκομείο. Μου έκαναν διάφορα μαντζούνια, συνήλθα, τους

την έκανα… Σιγά μην καθόμουν να με δώσουν στους κοινωνικούς λειτουργούς τους…»

Ο Πάνος κοίταξε το ρολόι του. Κόντευε μία. Είχε αρχίσει να νυστάζει. Μάλλον όμως

περισσότερο, είχε αρχίσει να τον στενοχωρεί η παράταση αυτής της συνάντησης. Είχαν τελειώσει

και οι τρεις το παγωτό τους. Ο Άγγελος είχε το στόμα του ελαφρά πασαλειμμένο με σοκολάτα.

Φαινόταν ευχαριστημένος, σχεδόν γαλήνιος. Ο Πάνος αναρωτήθηκε αν θα φαίνεται ακριβώς έτσι,

όταν θα έχει πάρει τη δόση του. Έκανε νόημα με το βλέμμα στον Χάρη να σηκωθούν. Ο Άγγελος

σηκώθηκε κι αυτός.

Βγήκαν από το φαστφουντάδικο. Η νύχτα, ή μάλλον η αρχή της μέρας, είχε παγώσει για τα

καλά. Ο Άγγελος έσφιξε το μαύρο κασκόλ στον λαιμό του και έβγαλε ν’ ανάψει τσιγάρο. Θα έχει

τελειώσει όλο το πακέτο πριν εμείς προλάβουμε να φτάσουμε στο σπίτι, έκαναν και οι δυο την ίδια

σκέψη. Κοντοστάθηκαν επάνω στην πλατεία Συντάγματος. Ο Άγγελος στεκόταν αμήχανος

απέναντί τους.

«Ρε παιδιά, τι να πω… Ευχαριστώ πολύ… Ν’ αγιάσει η ψυχή της μάνας σου, ρε φίλε…

Δεν μου έχει ξαναγίνει αυτό… Όμως, ρε μάγκες, να σας ρωτήσω κάτι; Αν θέλετε, μου απαντάτε…

Είστε... μαζί… εννοώ… είστε… σε… φάση;…»

Ο Χάρης κι ο Πάνος γέλασαν πιο πολύ με το ύφος του Άγγελου, παρά με τη

χιλιοακουσμένη ερώτηση. Αντί για απάντηση, ο Χάρης χάιδεψε απαλά τα φρεσκολουσμένα μαλλιά

του Πάνου. Ο Άγγελος χαμογέλασε κι αυτός.

«Είναι μαγκιά να έχεις κάποιον δίπλα σου… Μεγάλη μαγκιά…», είπε.

Έκανε μεταβολή και άρχισε να απομακρύνεται κουτσαίνοντας. Η καύτρα του τσιγάρου του

έμοιαζε με πυγολαμπίδα που τον ακολουθεί. Οι δυο φίλοι είχαν μείνει αφηρημένοι να τον

παρατηρούν, μέχρι που έστριψε στην αρχή της Σταδίου. Μετά, σαν να ξύπνησαν απότομα,

άρχισαν να βαδίζουν βιαστικά, σχεδόν τρέχοντας, προς τη στάση του μετρό. Ήταν ζήτημα αν θα

προλάβαιναν το τελευταίο δρομολόγιο. Κατέβηκαν τα σκαλιά και σταμάτησαν στα εκδοτήρια των

21

Page 22: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

εισιτηρίων. Ήταν κλειστά. Καθώς γύριζαν να φύγουν, η ματιά του Χάρη έπεσε πάνω σε μια από

τις φωτεινές οθόνες. Δεξιά ο καιρός. Οκτώ βαθμοί Κελσίου, συννεφιά. Αριστερά το εορτολόγιο.

Σήμερα γιορτάζουν: Δεν υπάρχει γνωστή γιορτή. Κι όμως το εορτολόγιο για πρώτη φορά είχε κάνει

λάθος. Μπορούσαν και οι δυο να το βεβαιώσουν. Κάποιος είχε γιορτάσει σήμερα. Και μάλιστα,

μετά από πολύ καιρό.

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ένεκεν, τεύχος 24, Απρίλιος-Μάιος-Ιούνιος 2012)

22

Page 23: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

No milk today

Σταύρος Μίχος βρέθηκε νεκρός στο διαμέρισμά του στο Παγκράτι. Ήταν ένα ανοιξιάτικο

πρωινό, 15 Μαΐου. Στο χέρι του κρατούσε ένα άδειο μπουκάλι γάλα∙ αγελαδινό, πλήρες,

της γνωστής γαλακτοβιομηχανίας. Η αγελαδίτσα της συσκευασίας είχε το ίδιο φιλικό βλέμμα, σα

να επρόκειτο για ένα συνηθισμένο πρωινό του Μαΐου.

Σαν σκηνοθετημένη ειρωνεία, το συμβάν είχε και μουσική υπόκρουση∙ από τα ηχεία του

υπολογιστή ακουγόταν μια playlist με εκτελέσεις του No milk today των Herman’s Hermits. Οι

άνδρες της αστυνομίας μόρφασαν αδιάφορα, ένας ενημερωμένος ακροατής όμως θα είχε

ξεχωρίσει μεταξύ άλλων τους ίδιους τους Herman’s Hermits, τον Vassilikos και τον νεαρό Νορβηγό

νικητή της Γιουροβίζιον Alexander Rybak. O ένοικος του διπλανού διαμερίσματος, παρόλο που δεν

ήταν σε θέση να αναγνωρίσει τους ερμηνευτές, δήλωσε στην κατάθεσή του ότι, πριν από αρκετό

καιρό, ο Μίχος άκουγε αυτό το τραγούδι από το πρωί μέχρι το βράδυ.

Ακριβώς ένα χρόνο πριν, Δευτέρα 15 Μαΐου, ο Μίχος ξεκλείδωνε την πόρτα του καταστήματός

του, ενός μικρού δισκάδικου στο κέντρο της Αθήνας. Είχε αυτή την επιχείρηση σχεδόν είκοσι

χρόνια, στο ίδιο σημείο, σ’ ένα στενό πίσω από την Παλιά Βουλή. Το μαγαζί δεν είχε πολλά κέρδη,

είχε όμως σταθερή πελατεία που το συντηρούσε∙ ο Μίχος έβγαζε τα έξοδά του καταστήματος και

του έμεναν αρκετά χρήματα για να ζει ικανοποιητικά.

Δεν πέρασαν λίγα λεπτά, δεν είχε καν προφτάσει να φτιάξει τον πρώτο καφέ της ημέρας, όταν

το κουδουνάκι της εξώπορτας μαρτύρησε την έλευση του πρώτου πελάτη. Γυναίκα, γύρω στα

τριανταπέντε∙ ο Μίχος θα μπορούσε να την πει όμορφη, ο καθένας όμως σίγουρα θα την έλεγε

λυπημένη.

Ψάχνω ένα τραγούδι στ’ αγγλικά...λέει κάτι σχετικά με το γάλα, είπε σχεδόν ντροπαλά η

γυναίκα. No milk today, σκέφτηκε σχεδόν αυτόματα ο Μίχος και μετακίνησε τον κέρσορα πάνω

Ο

23

Page 24: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

από το αντίστοιχο αρχείο. Οι Herman’s Hermits άρχισαν να παίζουν τη ρυθμική εισαγωγή του

κομματιού. Ναι, είπε η γυναίκα, χωρίς τον ενθουσιασμό που θα περίμενε να διαβάσει ο

αναγνώστης.

Όχι, εκείνη δεν το ήξερε το τραγούδι. Έψαχνε ένα δώρο για τον γιατρό που την

παρακολουθούσε. Ήξερε πως του άρεσε η ποπ μουσική. Τον είχε ακούσει να μουρμουρίζει αυτό

το τραγούδι. Ήταν αιματολόγος, ο γιατρός. Είχε οξεία λευχαιμία, εκείνη. Από την ερχόμενη

εβδομάδα θα άρχιζε θεραπείες. Ήταν χωρισμένη, δεν είχε παιδιά.

Ο Μίχος είχε μουδιάσει. Παρατηρούσε τα μάτια της, υγρά, χωμένα βαθιά σ’ ένα χλωμό,

οστεώδες πρόσωπο. Τη φανταζόταν με μαλλιά αραιωμένα, εξαφανισμένα από τις θεραπείες. Η

κουβέντα όμως συνεχιζόταν αβίαστη. Σε λίγο, άρχισε να της λέει τα δικά του. Χωρισμένος κι αυτός,

με δύο μεγάλα παιδιά. Έμεναν με τη μητέρα τους στην Αλεξανδρούπολη. Θα είχαν πάει και πιο

μακριά, αν γινόταν. Τους μιλούσε στο τηλέφωνο μέρα παρά μέρα. Έπαιρνε πάντα εκείνος, το

βράδυ. Κοιμόταν πιο ήρεμος τα βράδια των τηλεφωνημάτων.

Η Λίζα, έτσι έλεγαν τη γυναίκα, έμεινε μαζί του το ίδιο βράδυ. Και το επόμενο, και το

μεθεπόμενο. Μοιράστηκαν το φαγητό, το μπάνιο, το κρεβάτι του. Έφερε μερικά πράγματά της στο

σπίτι του, να μην τα κουβαλάει πέρα-δώθε. Δεν της χρειάστηκαν όμως για πολύ. Μπήκε στο

νοσοκομείο για την πρώτη θεραπεία. Δηλητήρια τα φάρμακα, εξασθενημένος ο οργανισμός από

την αρρώστια∙ έμεινε μέσα σχεδόν ένα μήνα. Ο πυρετός ερχόταν κάθε απόγευμα∙ με ραντεβού∙ και

κάθε φορά το εξιτήριο πήγαινε πιο πίσω.

Στα μέσα Ιουλίου, έφυγε ο πυρετός, σχεδόν μαζί με τον γιατρό που έφυγε σε άδεια. Σκιάθο και

Αλόννησο θα πήγαινε ο γιατρός, με την οικογένειά του∙ και το σκάφος του∙ δεν το είπε από την

αρχή, γιατί το λογάριαζε κι αυτό μες στην οικογένεια.

Η Λίζα δεν έκανε διακοπές∙ έκανε μεταμόσχευση μυελού. Ο Μίχος την επισκεπτόταν τακτικά.

Η αρχική σχέση τους είχε παγώσει στην πορεία. Όμως συνέχιζαν να μιλάνε σαν δυο πολύ καλοί

φίλοι. Ο πρώην σύζυγος της Λίζας ερχόταν κι αυτός να τη δει. Συμπαθητικός άνθρωπος∙ περίεργο

24

Page 25: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

που δεν τα είχαν βρει μέχρι τότε οι δυο τους. Φυσικό που τα βρήκαν στη συνέχεια.

Η μεταμόσχευση μυελού πέτυχε. Η Λίζα ήταν καλά. Ο γιατρός γύρισε από τις διακοπές,

ηλιοκαμένος και ξεκούραστος. Είχε μάθει από τους βοηθούς του τα ευχάριστα νέα. Έτσι κι αλλιώς,

ενημερωνόταν καθημερινά με το κινητό για την πορεία της Λίζας. Έμαθε και τα άλλα ευχάριστα,

για τον σύζυγό της που ξαναγύρισε κοντά της. Έδειξε ότι χαιρόταν πολύ, με αυτή την

υποδειγματική επαγγελματική ευγένεια, ομοιόμορφα επιβεβλημένη από τον διευθυντή του

τμήματος.

Ο Μίχος συνέχισε να πηγαίνει κάθε πρωί στο δισκάδικο. Η δουλειά λιγόστευε μέρα τη μέρα. Ο

κόσμος δεν αγόραζε πια δίσκους∙ σχεδόν δεν άκουγε μουσική. Μόνο τα πρόσωπα των

τραγουδιστών στα εξώφυλλα των CD τον κοιτούσαν χαμογελαστά, σχεδόν με απάθεια. Όλα τα

άλλα πρόσωπα του φαίνονταν τρομαγμένα, θλιμμένα∙ όπως του είχε φανεί το πρόσωπο της Λίζας

εκείνο το πρωί, στις 15 Μαΐου. Όλοι παρακολουθούσαν ειδήσεις, καρφωμένοι στο ίντερνετ ή στην

τηλεόραση. Φόροι, περικοπές μισθών, απλήρωτα μεροκάματα και μισθοί. Οι πολιτικοί συνέχιζαν

να υπόσχονται∙ φαινόταν όμως ότι κι εκείνοι πια δεν έλπιζαν. Ο Μίχος το έβλεπε στο βλέμμα τους,

ιδιαίτερα στις κατά πρόσωπο συνεντεύξεις.

Το κέντρο της Αθήνας ερημωμένο, χωρίς ζωή. Στα φαρδιά πεζοδρόμια, οι ντόπιοι άστεγοι. Οι

αλλοδαποί χωμένοι στα στενά δρομάκια, σαν κυνηγημένοι. Μάλλον όχι «σαν». Κυνηγημένοι στ’

αλήθεια, από ομάδες εθνικιστών με φουσκωτά μπράτσα, στολισμένα με μαιάνδρους.

Λίγο μετά τα Χριστούγεννα, μια Τετάρτη απόγευμα, του έσπασαν το μαγαζί. Άγνωστοι

κουκουλοφόροι, είπε η Αστυνομία. Βρήκε τη βιτρίνα ρημαγμένη, γεμάτη θρυμματισμένα γυαλιά.

Του είχαν πάρει χιλιάδες CD∙ όλες τις νέες κυκλοφορίες. Στον τοίχο της εισόδου ήταν γραμμένο με

μαύρο σπρέι: «ΔΕΝ ΑΥΤΟΚΤΟΝΟΥΜΕ, ΜΑΣ ΑΥΤΟΚΤΟΝΟΥΝ». Ο Μίχος είχε παραλύσει

εντελώς. Στο καθρέφτισμα της βιτρίνας έβλεπε θρυμματισμένη τη ζωή του.

25

Page 26: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Ο ασφαλιστής του ήρθε την άλλη μέρα να δει τις ζημιές. Η ασφαλιστική εταιρεία πήγαινε για

κλείσιμο. Λεφτά δεν υπήρχαν. Θα του έδιναν μια μικρή προκαταβολή της αποζημίωσης και τα

υπόλοιπα αργότερα, όταν θα έστρωναν τα πράγματα.

Δεν θα έστρωναν τα πράγματα, τουλάχιστον έτσι έλεγαν στις ειδήσεις. Ο Μίχος είχε

σταματήσει να βλέπει τηλεόραση. Την άνοιγε μόνο το πρωί∙ παρακολουθούσε τα κινούμενα

σχέδια, πίνοντας παγωμένο γάλα. Μετά τηλεφωνούσε στα παιδιά του∙ τώρα πια κάθε πρωί,

ανελλιπώς. Μετά στη Λίζα∙ το σήκωνε ο άντρας της∙ κάθε φορά, τον ρωτούσε ευγενικά τι κάνει και

μετά του έδινε τη Λίζα. Συμπαθητικός άνθρωπος∙ ευτυχώς που τα είχαν ξαναβρεί. Κι εκείνη

ακουγόταν καλά.

Στις 15 Μαΐου έκλεινε ένας χρόνος από την ημέρα που είχαν γνωριστεί. Η Λίζα τον είχε καλέσει

το βράδυ στο σπίτι της. Θα μαζεύονταν μερικοί φίλοι για φαγητό. Ο άντρας της του είχε μιλήσει κι

εκείνος στο τηλέφωνο, τονίζοντας την πρόσκληση. Εντάξει, είχε πει ο Μίχος μάλλον ανόρεχτα. Την

επόμενη στιγμή το είχε ήδη μετανιώσει.

Σκέφτηκε να της γράψει ένα CD με μουσική. Ευτυχώς, η προσωπική του δισκοθήκη παρέμενε

ακέραια, καλά προστατευμένη μέσα στο ειδικό έπιπλο, στο καθιστικό. Θυμήθηκε το τραγούδι που

είχε γίνει αφορμή να γνωριστούν. No milk today. Θα της έγραφε μια συλλογή με όλες τις εκτελέσεις

του κομματιού. Για πρώτη φορά μετά από καιρό, ένιωσε ενθουσιασμένος με την ιδέα του∙ τόσο

πολύ, που αισθάνθηκε ένα μικρό κάψιμο στο στήθος.

Έσβησε το τσιγάρο στο τασάκι και άρχισε να κατεβάζει από τα ράφια της δισκοθήκης τις

διαφορετικές εκτελέσεις του κομματιού. Πρώτοι οι Herman’s Hermits… δεύτερος ο Vassilikos….

26

Page 27: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Η μέρα και η νύχτα της ποίησης

συγγραφέας έξυσε το μολύβι του να γίνει μυτερό. Μια φράση μόνο έμενε∙ η τελευταία.

Ήταν κατάκοπος, όπως κάθε φορά που τέλειωνε κάτι μεγάλο. Είχε βολέψει όλους τους

ήρωές του. Άλλους στη ζωή, άλλους στον θάνατο. Κρατούσε το κεφάλι του βαρύ με την αριστερή

παλάμη. Με το άλλο χέρι βάσταγε το μολύβι όρθιο πάνω στο χαρτί, εκείνο όμως δεν έλεγε να

πάρει το μυτερό πόδι του και να γράψει την τελευταία εκείνη φράση.

Ο συγγραφέας ξαναδιάβασε την τελευταία παράγραφο.

«…..Ο Άλμπερτ έκλεισε την πόρτα και γύρισε το κλειδί δύο φορές στην κλειδαριά. Ο αφηγητής

απόμεινε μόνος στην κρύα νύχτα. Κατέβηκε τα σκαλιά της εξώπορτας και βγήκε στον δρόμο….»

Εκεί είχε κολλήσει. Ήθελε τη μία και μοναδική φράση που θα έκλεινε το βιβλίο. Τέσσερα

χρόνια δουλειάς και τώρα τον κρατούσε αιχμάλωτο μια πρόταση. Ήξερε πώς την ήθελε∙ σχετική με

το φεγγάρι. Η μικρή εργατούπολη της ιστορίας του ήταν αδικημένη από χρόνο κι από τόπο. Οι

ήρωές του ένας-ένας είχαν παρελάσει τις ζωές τους με τα μικρά και μεγάλα γεγονότα που είχε

σκαρφιστεί ο συγγραφέας γι’ αυτούς. Σε ολόκληρο το βιβλίο το φεγγάρι ακολουθούσε τη μικρή

πόλη σαν σε εντεταλμένη υπηρεσία∙ τη φώτιζε, την ομόρφαινε, την έκρινε.

Ο συγγραφέας χτυπούσε νευρικά τα δάχτυλά του στο χαρτί. Take five για το μολύβι∙

αναπαυόταν ξαπλωμένο πάνω στα κλειδιά του Άλμπερτ. Ο συγγραφέας κλωθογύριζε το φεγγάρι

στο μυαλό του. Μισό ή ολόκληρο, χλωμό, ασημένιο, θλιμμένο ή χαμογελαστό, ανέγγιχτο, μακρινό∙

ό,τι κι αν σκεφτόταν, του φαινόταν αταίριαστο, λίγο. Εκείνος ήθελε να αφήσει την πόλη στο

φεγγάρι της και να απελευθερώσει τον αφηγητή∙ να του επιτρέψει να τρυπώσει σε άλλη ιστορία.

Είχε να κοιμηθεί τρία βράδια. Συλλογιζόταν τη φράση και ξαγρυπνούσε. Το πρωί τον

Ο

27

Page 28: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

έβρισκε στην ίδια θέση, με το μολύβι του, που συνεχώς κόνταινε, ξυσμένο στην εντέλεια. Τα μάτια

του είχαν γίνει δυο μαύροι κύκλοι με δύο κουρασμένους βολβούς στο κέντρο τους.

Τα παράτησε για άλλη μία φορά. Δεν του ερχόταν τίποτα. Ξάπλωσε στο κρεβάτι.

Προσπάθησε να ξεκουράσει το μυαλό του, που ήταν θολωμένο, σαν ανάπηρο. Πήρε από το

κομοδίνο του ένα βιβλίο. Δεν διάβαζε τις αφηγήσεις άλλων συγγραφέων. Διάβαζε μόνο ποιητές.

Έβρισκε κάτι σ’ εκείνους, που δεν το είχε αυτός. Οι λέξεις τους έκοβαν σαν νυστέρι, αφού είχαν

θωπεύσει προηγουμένως την ψυχή. Ζήλευε τους ποιητές. Οι αναγνώστες τους μάθαιναν απέξω

στίχους ή και ολόκληρα ποιήματα. Κανείς ποτέ- ούτε και ο ίδιος εξάλλου- δεν μπορούσε να

αποστηθίσει έστω και ένα μέρος από κάποιο δικό του βιβλίο.

Άνοιξε τον τόμο με τα ποιήματα σε μια τυχαία σελίδα. Έτσι διάβαζε πάντα την ποίηση.

Χωρίς αρχή και τέλος∙ γιατί η ποίηση δεν είχε αρχή και τέλος∙ ήταν η ίδια αρχή και τέλος.

Έμεινε να κοιτάει σαν κεραυνοβολημένος το ποίημα. Η άνεση της νύχτας, ο τίτλος του. Ένας

στίχος όλο το ποίημα. Μία φράση όλη κι όλη. Και….. ναι.... Βέβαια! Ήταν η δική του φράση. Η

φράση που έψαχνε τόσες μέρες. Πέντε λέξεις, ένα ολόκληρο ποίημα. Η καρδιά του χτυπούσε

δυνατά, σα να είχε τρέξει σε ανηφόρα. Διάβασε και ξαναδιάβασε τη φράση∙ με τα δικά του χείλη∙

ύστερα με τα χείλη του αφηγητή. Αυτή ήταν. Τέλεια. Μοναδική. Ξεχωριστή. Η φράση του ποιητή.

Το ποίημα του ποιητή.

Αδειάζουμε τα πάντα στην πανσέληνο.*

Ο συγγραφέας δεν μπορούσε να ξεκολλήσει τα μάτια του από την πλαγιαστή

γραμματοσειρά του βιβλίου. Άλλαζε τη σειρά των λέξεων. Η φράση παρέμενε ακέραιη. Τέλεια.

Ένιωθε γαλήνιος τώρα. Ο ποιητής του είχε στραγγίξει την αγωνία∙ του είχε πάρει όλη την

κούραση. Δεν μπορούσε πια να κρατήσει τα βλέφαρά του ανοιχτά. Κοιμήθηκε με τα ρούχα,

κρατώντας στο ένα χέρι το βιβλίο με το λυτρωτικό ποίημα. Η άνεση της νύχτας. Σε λίγο το χέρι του

28

Page 29: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

χαλάρωσε και το βιβλίο έπεσε στο πάτωμα. Ο συγγραφέας κοιμόταν βαθιά. Είχε πάρει πια να

ξημερώνει∙ 21 Μαρτίου.

*Το ποίημα που αναφέρεται είναι η Άνεση της Νύχτας του Νίκου Καρούζου από τη συλλογή Πενθήματα (1969).

29

Page 30: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Ναϊάδες στα μαύρα

Οι Ναϊάδες ήταν μυθικές νύμφες των λιμνών, των πηγών και των ποταμών. Ήταν κόρες του Δία

και ζούσαν χιλιάδες χρόνια, ανέγγιχτες από τη φθορά του χρόνου, αιώνια νέες και όμορφες…

συγγραφέας, καθισμένος στο εστιατόριο του «Ξενοδοχείου της

Λίμνης», σήκωσε τα μάτια του από τη σελίδα του ταξιδιωτικού

οδηγού και σάρωσε με τη ματιά του τον ορίζοντα της λίμνης. Τα νερά ήταν γαλανά σαν της

θάλασσας, χωρίς όμως τη δική της αγριάδα. Η στεριά άπλωνε πράσινες γλώσσες γης μέσα στη

λίμνη, φτιάχνοντας μια μακριά δαντέλα σε όλο το μήκος της λίμνης.

Όλα τα παραλίμνια ξενοδοχεία μοιάζουν να έχουν να διηγηθούν αξιοπερίεργες ιστορίες. Ίσως

είναι οι ίδιες οι λίμνες που δημιουργούν αυτή την εντύπωση∙ γεμάτες από τέρατα, ξωτικά και

θεότητες του γλυκού νερού. Το «Ξενοδοχείο της Λίμνης», σε αλλοτινούς καιρούς πολυσύχναστο

και πολυδιαφημισμένο, τώρα σχεδόν έρημο.

Ούτε οι Ναϊάδες δεν γλιτώνουν από αυτή τη ρημάδα την κρίση, σκέφτηκε ο συγγραφέας και

ήπιε μια μεγάλη γουλιά τσίπουρο. Ένιωσε την αψιά γεύση του γλυκάνισου να διασχίζει την

απόσταση από τα χείλη στον οισοφάγο, αρωματίζοντας ελαφρά τον ουρανίσκο του.

Μόνο ένα ακόμα τραπέζι ήταν κατειλημμένο. Πέντε γυναίκες ντυμένες στα μαύρα, δύο μοναχές

και τρεις λαϊκές. Οι Ναϊάδες σε μαύρη εκδοχή, ήταν η αρχική σκέψη του συγγραφεά. Εδώ και ώρα

τις χάζευε. Οι άκρες των ματιών του, όπως και στους περισσότερους συγγραφείς, ήταν

εξασκημένες να παρακολουθούν με διακριτικότητα, κινούμενες ανεξάρτητα από το υπόλοιπο μάτι,

που συνέχιζε να εκτελεί ευθέως και φανερά τη λειτουργία της νόμιμης όρασης.

Οι δύο μοναχές φαίνονταν πολύ νέες. Σκεπασμένες εντελώς με τα ράσα και τις μαντίλες τους,

άφηναν ακάλυπτα μόνο τα πρόσωπά τους και δύο ζευγάρια κατάλευκα χέρια, που εκείνη τη στιγμή

ανακάτευαν στο πιάτο μακαρόνια με κόκκινη σάλτσα, γεύμα νόστιμο, χορταστικό και αγνό,

        Ο

30

Page 31: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

απαλλαγμένο από το αμάρτημα της γευστικής λαγνείας. Οι άλλες τρεις γυναίκες έμοιαζαν μάνα με

κόρες (ή μήπως όλες μαζί ήταν μάνα με κόρες;). Η μεγαλύτερη γυναίκα σέρβιρε τσίπουρο στις δύο

νέες. Είχε τα ίδια χρώματα με αυτές και την ίδια ποιότητα μαλλιών (ξανθοκόκκινα και οι τρεις-η

μάνα μάλλον τα διατηρούσε πλέον με βαφή). Οι κοπέλες είχαν τα μαλλιά τους μακριά, ριγμένα

στους ώμους. Ήταν απλά ντυμένες, χωρίς κοσμήματα ή μακιγιάζ, με μαύρα παντελόνια και μαύρες

κοντομάνικες μπλούζες που άφηναν ακάλυπτα τα χέρια και τον λαιμό, να γεύονται ανεμπόδιστα τη

λιακάδα της λίμνης.

Συζητούσαν για συνταγές μαγειρικής. Οι μοναχές άκουγαν με ενδιαφέρον τη μία από τις

κοπέλες να απαριθμεί συνταγές για θαλασσινά. Ο συγγραφέας μπορούσε να πιάσει μόνο

σκόρπιες λέξεις. Πήρε το αυτί του κάτι για σβήσιμο με κρασί, για ζάχαρη μέσα στη σάλτσα και για

φρέσκο άνηθο. Μια και δεν μπορούσε να έχει πλήρη τη συνταγή, έπιασε πάλι το βιβλίο του. Όμως

η έννοια του ήταν ακόμα στις γυναίκες. Περίεργη σύνθεση γυναικείας παρέας για μεσημέρι στη

λίμνη. Να είχαν έλθει για την αποψινή πανσέληνο; Εντελώς απίθανο∙ ιδιαίτερα για τις μοναχές. Ο

συγγραφέας βασανιζόταν από την περιέργειά του. Το είχε αυτό το κουσούρι∙ να φτιάχνει με το

μυαλό του μια ιστορία για κάθε άγνωστο που συναντούσε.

Η απορία του έμελλε να λυθεί το ίδιο εκείνο βράδυ, όταν κατέβηκε πάλι στο εστιατόριο του

ξενοδοχείου για το δείπνο. Η πανσέληνος ήταν ολόλαμπρη και ο δρόμος της στιλβωμένος με

χρυσό πάνω στη λίμνη. Κάθισε στο ίδιο πανοραμικό του τραπέζι και ακούμπησε το

σημειωματάριο και τα μολύβια του δίπλα στο κηροπήγιο του τραπεζιού. Δεν πέρασαν λίγα λεπτά

και - σαν να είχαν ραντεβού - η μεγαλύτερη από τις μαυροντυμένες Ναϊάδες του μεσημεριού

πέρασε αθόρυβα από δίπλα του ψιθυρίζοντας ένα εγκάρδιο και ταυτόχρονα διακριτικό

«καλησπέρα» και έπιασε το ίδιο μεσημεριανό τραπέζι, αφήνοντας μπροστά της μια ταμπακιέρα

από σκαλιστό ασήμι και το τελευταίο βιβλίο του συγγραφέα, αυτό με την κυρά της λίμνης που

εξαφανίστηκε ένα βράδυ και δεν την ξαναείδε ποτέ κανείς.

31

Page 32: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

On/Off

1.Πόσες πυγολαμπίδες στη σειρά χρειάζονται για να διατρέξει το όνειρο μία πλήρη τροχιά;

2.Πόση θλίψη μπορεί να αντέξει ένα ηλιοτρόπιο, ώστε να συνεχίσει να υψώνει το κεφάλι του

στον ήλιο;

τινγκκκ…. Ντινγκκκ… Οκτώ "ντινγκ" στη σειρά. Ο ήχος από το επιτοίχιο εκκρεμές

παραμέρισε το ποτάμι των σκέψεων του Ανέστη. Δρύινο το κουτί του, ελβετική

κατασκευή, οι ώρες με λατινικούς αριθμούς. Ενθύμιο από τους γονείς του, δώρο του γάμου τους

από κάποιο μακρινό εξάδελφο ναυτικό. Τούτο το εκκρεμές, αλλόκοτο από τη γέννησή του, σαν και

του λόγου του, χτυπούσε τις μισές ώρες. Μιάμιση, δυόμισι, τρεισήμισι. Δεν έπαιρνε επισκευή,

κανένας δεν μπορούσε να βρει τι του έφταιγε. Τώρα χτυπούσε οκτώμισι. Αυτό και το παλιό

ραδιόφωνο ήταν τα μόνα αντικείμενα που είχε πάρει μαζί του στο ίδρυμα.

Ν

Ο Ανέστης έκλεισε το σημειωματάριό του και άφησε στο τραπέζι το μολύβι του,

μαύρο Faber-Castell Νο 2, χιλιοδαγκωμένο στην κορυφή, δαγκωνιά και στίχος. Ο «Ποιητής των

Αοράτων», έτσι συστηνόταν ο Ανέστης κι έτσι ήθελε να τον αποκαλούν. Είχε αφήσει τα ορατά

στον Παντοδύναμο και είχε ιδιοποιηθεί τα αόρατα. Παντού όμως έλεγε ότι κι ο ίδιος ένας

απεσταλμένος ήταν, με εντολή να τα δημιουργήσει. Όλα κι όλα, δεν ήταν ξιπασμένος. Τα χέρια του

έτρεμαν λιγότερο τις τελευταίες εβδομάδες. Είχαν φύγει και οι φωνές. Αυτά τα μικρά, χρώματος

ώχρας χάπια ήταν θαυματουργά.

Σηκώθηκε από το τραπέζι και κάθισε στην άκρη του κρεβατιού. Στο κομοδίνο του

φάνταζε καμαρωτό το ραδιόφωνό του, Siemens 1960. Ο Ανέστης γύρισε τον διακόπτη του, μέχρι ν’

ακουστεί ένα απαλό «κλικ». On/Οff…. Οff/Οn. Όλα στη ζωή έχουν off και on. Ποια είναι

περισσότερα, αυτά που είναι off και γίνονται on ή όσα είναι on και γίνονται off; Ο Ανέστης δεν είχε

ακόμα καταλήξει σε σίγουρο συμπέρασμα. Γύρισε το κουμπί μέχρι που η βελόνα έδειξε τη

32

Page 33: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

συχνότητα του αγαπημένου του σταθμού. Τα ακροδάχτυλά του είχαν το ίδιο καφεκίτρινο χρώμα με

τα πλήκτρα του ραδιοφώνου. Χιλιάδες τσιγάρα, χιλιάδες on/off… on/off… on/off….

Η συναυλία δεν είχε αρχίσει ακόμα. Η εκφωνήτρια, με βραχνή ναζιάρικη φωνή κι ένα

ελαφρό ψεύδισμα στο ρο, εξαντλούσε τα λίγα ραδιοφωνικά λεπτά με στοιχεία από τη ζωή της

πιανίστριας. Ο Ανέστης τα ήξερε όλα απέξω κι ανακατωτά. Ήταν η θεά του από τον καιρό που

ήταν νέος, πριν ακόμα έρθουν οι φωνές. Δεν είχε δίσκους της, την άκουγε όμως στο ραδιόφωνο

και μάζευε από τις εφημερίδες και τα περιοδικά ό,τι δημοσιευόταν για κείνη. Είχε παρακολουθήσει

τους τρεις γάμους της, είχε χαρεί με τις γέννες της (μία κόρη από κάθε γάμο), είχε πανικοβληθεί με

την αρρώστια της, προσευχόταν νύχτα-μέρα για κείνη (πότε στο Θεό, πότε στον Μπαχ και τον

Μπετόβεν). Έγινε επιτέλους καλά, συνέχιζε να γυρίζει τον κόσμο με συναυλίες, μαζί με τους φίλους

της. Σπάνια έπαιζε μόνη, ήθελε παρέα πάνω στη σκηνή. Βοηθούσε νεαρούς μουσικούς να

ανοίξουν τα φτερά τους, διοργάνωνε μουσικά φεστιβάλ, συμμετείχε ως κριτής σε διαγωνισμούς

πιάνου. Ο Ανέστης μάζευε κομματάκι-κομματάκι τη ζωή της. Μετά ήρθαν οι φωνές∙ η δική του ζωή

άρχισε να θολώνει και τα κομματάκια σκόρπισαν. Ούτε θυμόταν πια πού ήταν αυτό το παλιό

λεύκωμα με τα αποκόμματα.

Πριν από τρεις μήνες είχαν αναγγείλει στις ειδήσεις τη συναυλία της. Στο Μέγαρο

Μουσικής, τρεις απανωτές μέρες. Σκέφτηκε να πάει. Παρακάλεσε τους γιατρούς. Με τα πολλά τον

άφησαν. Θα τον συνόδευε ένας νοσοκόμος. Ο Ανέστης θα πλήρωνε και τα δύο εισιτήρια. Βρήκε το

τηλέφωνο του Μεγάρου∙ πήρε να ρωτήσει. Δεν υπήρχε τίποτα. Όλα τα εισιτήρια είχαν πουληθεί

από τις πρώτες κιόλας μέρες. Έτσι κι αλλιώς, δεν κρατούσαν εισιτήρια τηλεφωνικά. Έπρεπε να

πάει στα εκδοτήρια ή να τα κλείσει μέσω ίντερνετ με πιστωτική κάρτα. Ο Ανέστης πανικοβλήθηκε.

Ένιωσε όπως τον προηγούμενο καιρό∙ φοβήθηκε ότι θα ξαναέρχονταν οι φωνές. Οι συναυλίες θα

μεταδίδονταν απευθείας από το ραδιόφωνο, του είχε πει η ευγενική κυρία στο τηλέφωνο. Εσείς θα

πάτε; τη ρώτησε ο Ανέστης. Δεν δούλευε σαββατοκύριακα, ήταν η απάντησή της∙ κοφτή, δεν άφηνε

33

Page 34: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

περιθώρια. Ο Ανέστης δεν κατάλαβε τι σήμαινε αυτό: θα πήγαινε ή όχι; Δεν συνέχισε όμως την

κουβέντα. «Έχω άλλη γραμμή», του είπε η κυρία και το τηλεφώνημα διακόπηκε απότομα.

Ο Ανέστης μετρούσε τις μέρες και τις μισές ώρες με το εκκρεμές του. Έπινε τα χαπάκια του

σχολαστικά, έτρωγε καλά και ξεκουραζόταν∙ κατά γράμμα το πρόγραμμα του γιατρού. Ήθελε να

είναι σε φόρμα εκείνο το Σαββατοκύριακο.

Και πραγματικά, ήταν σε τέλεια φόρμα εκείνο το Σάββατο απόγευμα. Είχε τακτοποιήσει το

δωμάτιο, είχε κάνει μπάνιο και φορούσε καθαρές πιζάμες. Της είχε γράψει ένα ποίημα το πρωί και

το διόρθωνε, αλλάζοντας τις φράσεις ξανά και ξανά, μέχρι το απόγευμα. Επιτέλους, η μεγάλη ώρα

είχε φτάσει.

Χειροκρότημα. Η εκφωνήτρια περιέγραφε την είσοδο της πιανίστριας στη σκηνή. Φορούσε

μακρύ μαύρο φόρεμα. Τα λευκά μαλλιά της-είπε η εκφωνήτρια-έπεφταν «ελεύθερα» στους ώμους.

Ατίθασα σαν κι εκείνη, σκέφτηκε ο Ανέστης με αγάπη∙ λευκά μαλλιά και μαύρο φόρεμα, άσπρο-

μαύρο, η θεά των πλήκτρων. Ακούστηκαν τα έγχορδα να κουρδίζουν∙ κούρδιζαν πάντα σε ρε, ο

Ανέστης το ήξερε αυτό καλά. Έπιανε με το αυτί του όλα τα διαστήματα της Πυθαγόρειας κλίμακας.

Το κούρδισμα σταμάτησε. Σιγή. Η εκφωνήτρια είχε σταματήσει κι αυτή να μιλάει. Τα βιολιά

άρχισαν χαμηλόφωνα την εισαγωγή του πρώτου μέρους του κοντσέρτου.

Ο Ανέστης πήρε από το κομοδίνο το χάρτινο φακελάκι με το βραδινό του «ωχροκίτρινο»

(έτσι το έλεγε ο γιατρός) χαπάκι. Έβαλε το χάπι στο στόμα του, ξάπλωσε στο μαξιλάρι και έκλεισε

τα μάτια. Άκουγε τα χέρια της να μαγεύουν τα πλήκτρα. Άσπρο/μαύρο, άσπρο μαύρο, άσπρο

μαύρο…. Η φωνή της σιγοτραγουδούσε: on/off… on/off… (μα έχει φωνητικό μέρος το κοντσέρτο; ο

Ανέστης είχε σαστίσει) on/off…on/off… on/off…

34

Page 35: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Το μαύρο κουτί

ρώτη φορά συναντούσε η Αθηνά τέτοιον άνθρωπο από κοντά. Ενεχυροδανειστής, με

όλη τη σημασία της λέξης. Μέσα στο κέντρο της Αθήνας, στα Χαυτεία. «Αγοράζω

χρυσαφικά-ρολόγια-χρυσά δόντια στις καλύτερες τιμές της αγοράς». Ίδια η επιγραφή στην πόρτα

του ενεχυροδανειστηρίου με αυτή που είχε δει η Αθηνά στην εφημερίδα∙ μόνο που η επιγραφή της

πόρτας διευκρίνιζε με μαρκαδόρο δίπλα στο «χρυσά δόντια», «δεκτά και με σφραγίσματα».

Η Αθηνά άγγιξε απαλά το κιτρινισμένο πορσελάνινο κουδούνι. Ανατρίχιασε στη σκέψη ότι

έμοιαζε με γεροντικό δόντι, ενεχυριασμένο λόγω έλλειψης χρυσών. Η πόρτα άνοιξε με έναν θαμπό

ήχο, αποκαλύπτοντας ένα κακοφωτισμένο δωμάτιο που μύριζε ξινίλα και καπνό τσιγάρου. Ο

κύριος Μάριος, έτσι της είχε συστηθεί στο τηλέφωνο - η Αθηνά γελούσε με όσους

αυτοσυστήνονταν ως «κύριος» ή «κυρία», ήταν ένας κοντόχοντρος πενηντάρης με αραιά μαλλιά

βαμμένα στο χρώμα του έβενου και ένα ροδαλό πρόσωπο μωρού. Της έτεινε μια παχουλή,

ιδρωμένη παλάμη για χειραψία. Η ίδια παλάμη στη συνέχεια την οδήγησε με στοργή

επαγγελματικών προδιαγραφών σε μια ταλαιπωρημένη δερμάτινη πολυθρόνα. Ο ίδιος κάθισε στο

γραφείο του και πήρε τον μεγεθυντικό φακό.

Η Αθηνά έβγαλε με τρεμάμενα χέρια από την τσάντα της ένα μικρό μαύρο βελούδινο κουτί∙

το δικό της κουτί της Πανδώρας. Δεν το άνοιγε συχνά, γιατί θυμόταν. Θυμόταν τον πρώτο καιρό

μαζί του∙ τις ατέλειωτες αγκαλιές, τα παιχνίδια στο κρεβάτι∙ τη μυρωδιά του καφέ-φρεσκοκομμένος

Λουμίδης-και των Κυριακάτικων εφημερίδων∙ τις νυχτερινές εξόδους στο κέντρο της Αθήνας∙

σινεμά στο Έμπασυ, περπάτημα μέχρι την Ιπποκράτους για κρέπες στις "Μαριονέτες" και ύστερα

βόλτα για βιτρίνες μέχρι το Σύνταγμα∙ η Πανεπιστημίου και η Ακαδημίας φωτισμένες, γιορτινές∙ τα

αυτοκίνητα να έρχονται ανάποδα και τα φώτα τους να θαμπώνουν τις σιλουέτες των περαστικών∙

η ανάσα του ζεστή στο λαιμό της, τσίχλα με άρωμα κανέλας ανακατεμένη με την πρώτη

ανεπανάληπτη ανδρική Αρμάνι. Σε μια τέτοια βόλτα της είχε δώσει το δαχτυλίδι. Αγάπη μου, ήταν

Π

35

Page 36: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

το μόνο που της είχε πει∙ δεν μπορούσε να ξεχωρίσει ποια από τις δύο λέξεις την είχε κάνει να

βουρκώσει.

Ήταν μαζί για δέκα χρόνια. Δεν παντρεύτηκαν, δεν έκαναν παιδιά∙ κανένα από τα δύο

«δεν» δεν ήταν αιτία του άλλου. Η Αθηνά έγινε καθηγήτρια φιλόλογος, εκείνος δικηγόρος. Σε ένα

μικρό ιδιωτικό σχολείο εκείνη, μεγαλοδικηγόρος εκείνος. Ο κύκλος του διευρύνθηκε. Ανέλαβε

μεγάλες υποθέσεις. Πήγαινε στο γραφείο ακόμα και τις Κυριακές. Ανάσαινε ακριβά πούρα και είχε

από χρόνια αποχωριστεί την παλιομοδίτικη Αρμάνι. Πρέπει να έβρισκε και την Αθηνά

παλιομοδίτικη, αλλά δεν την είχε αποχωριστεί, τουλάχιστον όχι τυπικά. Πήγαινε με τις παρέες του,

χωρίς εκείνη, σε gourmet εστιατόρια στο Κολωνάκι. Παράγγελνε ακριβά πιάτα και συλλεκτικά

κρασιά. Η Αθηνά έμενε πίσω με τα βιβλία και τις μουσικές της ή πήγαινε σινεμά με φίλες. Σύντομα

χώρισαν.

Δεν βλέπονταν πια καθόλου, ούτε σαν φίλοι. Δεν είχαν συναντηθεί ούτε τυχαία, έτσι σε

κάποιο κατάστημα ή στον δρόμο. Φαίνεται ότι ακόμα και η τύχη είχε απογοητευθεί από τον

συνδυασμό τους και δίσταζε να τον ξαναδοκιμάσει σε οποιαδήποτε μορφή.

Η Αθηνά έδωσε το κουτί στον κύριο Μάριο. Δεν στενοχωριόταν για το ίδιο το δαχτυλίδι.

Έτσι κι αλλιώς από χρόνια δεν το φορούσε. Το κρατούσε φυλαγμένο μέσα στο μαύρο του κουτί,

βαθιά μέσα στο συρτάρι του κομοδίνου της. Είχε σκοπό να το εξαργυρώσει κάποια στιγμή, ίσως

για να πάρει κάτι άλλο που θα της άρεσε. Έτσι όμως αναγκεμένοι που ήταν οι καιροί, μάλλον

τελικά θα το έδινε για να φάει. Χρώσταγε νοίκια δύο μηνών και τη δόση του αυτοκινήτου. Το

σχολείο φέτος δεν πήγαινε καλά. Θα γίνονταν απολύσεις.

Τα χέρια της ήταν παγωμένα, σαν ξύλα. Θύμωνε κάθε φορά που της συνέβαινε αυτό∙ πολύ

περισσότερο, γιατί το περίμενε να γίνει. Αυτή τη φορά ήταν χειρότερα∙ της φαινόταν ότι είχε μείνει

αλειμμένη επάνω τους η υγρή και μαλακή-σαν σφουγγάρι-χειραψία του κυρίου Μάριου. Αηδίασε.

Ο κύριος Μάριος εξέτασε προσεκτικά το δαχτυλίδι με τον μεγεθυντικό φακό του,

σουφρώνοντας τα φρύδια του. Ψεύτικο. Είναι ψεύτικο. Η ετυμηγορία, ειπωμένη δύο φορές, ήχησε

36

Page 37: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

σαν ιατροδικαστικό πόρισμα. Το πρόσωπο του κυρίου Μάριου γυάλιζε στο ημίφως. Από ροδαλό,

έμοιαζε τώρα πορσελάνινο, σαν πεθαμένου. Έβαλε ξανά τον φακό στη θήκη του και το δαχτυλίδι

στο κουτί του. Η Αθηνά πήρε πίσω το κουτί, μουδιασμένη∙ μια σχέση που συνετρίβη κατά την

απογείωση και μέσα στα συντρίμμια της το μαύρο κουτί με την εξήγηση.

Βγήκε έξω στη στοά. Μπροστά της ένα κατάστημα «1 ευρώ». Ομπρέλες, μαντίλια, στέκες

για τα μαλλιά, στυλό, κάλτσες∙ όλα με 1 ευρώ. Στην είσοδο, ένας μελαψός Ασιάτης της χαμογέλασε

με μια κατάλευκη οδοντοστοιχία. Η Αθηνά μπήκε μέσα και άρχισε να ξεδιπλώνει ένα προς ένα όλα

τα μαντίλια.

37

Page 38: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Το σκούντηγμα

Ο Αλέξης σας σκούντηξε. Ανταποδώστε το σκούντηγμα.

τσι απλά μπήκε στη ζωή της Θάλειας ο Αλέξης. Με ένα σκούντηγμα, μια χειμωνιάτικη

Κυριακή. Η σελίδα της δεν είχε τίποτα άλλο εκείνο το πρωί. Κανένας φίλος δεν είχε

γενέθλια, δεν υπήρχαν μηνύματα, ούτε ειδοποιήσεις, ούτε προσκλήσεις σε εκδηλώσεις. Μόνο το

σκούντηγμα του Αλέξη. Η Θάλεια ανταπέδωσε το σκούντηγμα και έμεινε όλη την υπόλοιπη μέρα

συνδεδεμένη περιμένοντας. Μπήκε πολλές φορές στο προφίλ του Αλέξη. Ωραίος άντρας,

μελαχρινός, γύρω στα τριάντα, μάτια δεν φαίνονταν πίσω από τα μαύρα γυαλιά, το ύψος δεν

μπορούσε να το μαντέψει, ο τοίχος και οι πληροφορίες μόνο για τους φίλους.

Ο Αλέξης την ξανασκούντηξε το απόγευμα, αλλά δεν της έστειλε αίτημα φιλίας παρά μόνο το

άλλο πρωί. Η Θάλεια το δέχτηκε και πήγε αμέσως στο προφίλ του. Άντρας, άθεος, γενέθλια στις 5

Φεβρουαρίου, δηλαδή Υδροχόος. Αγαπημένη μουσική ο Ραχμάνινοφ, ο Μπαχ και ο Χατζιδάκις,

αγαπημένοι συγγραφείς ο Ντοστογιέφσκι, ο Κάφκα και ο Παπαδιαμάντης. Αγαπημένες ταινίες,

όλες του Μπέργκμαν.

Η Θάλεια ενθουσιάστηκε. Να ένας άντρας που θα μπορούσε να μιλήσει για κάτι άλλο εκτός

από ποδόσφαιρο και αυτοκίνητα… Με τον Μίλτο είχε πια κουραστεί. Τρία χρόνια μαζί, εκτός από

το κρεβάτι και το φαγητό, δεν μπορούσαν να μοιραστούν τίποτα άλλο. Όχι ότι δεν την αγαπούσε.

Τη λάτρευε με τον τρόπο του και της το έλεγε, επίσης με τον τρόπο του. Διαρκώς την πείραζε για

όλα εκείνα που της άρεσαν. Της έπαιρνε το βιβλίο από τα χέρια και άρχιζε να απαγγέλλει με

στόμφο ποίηση, συνόδευε με φωνή φάλτσου τενόρου τη μουσική της, άλλαζε με το τηλεκοντρόλ το

κανάλι την ώρα που εκείνη παρακολουθούσε μια ταινία.

Με το σκούντηγμα του Αλέξη η ζωή της Θάλειας άλλαξε. Έμπαινε πολλές φορές την ημέρα στη

σελίδα του και παρακολουθούσε τις αναρτήσεις του. Του έβαζε like με κάθε ευκαιρία. Της άρεσαν

 Έ

38

Page 39: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

αυτά που ανέβαζε, ποιήματα, αποσπάσματα από βιβλία, μουσικές και κομμάτια από ταινίες.

Έμοιαζαν τα γούστα τους, διάβαζαν τα ίδια βιβλία, άκουγαν την ίδια μουσική. Δεν προλάβαινε η

Θάλεια να σκεφτεί ότι της αρέσει ένα κομμάτι και ο Αλέξης το είχε ήδη ανεβάσει στον τοίχο του.

Η Θάλεια ανυπομονούσε να τον γνωρίσει, αν όχι από κοντά, έστω από το chat. Όμως ο Αλέξης

δεν άφηνε σχόλια, δεν έβαζε likes. Μια μέρα που εκείνος ανέβασε μια σκηνή από τις «Αγριες

φράουλες» του Μπέργκμαν, την αγαπημένη της ταινία, η Θάλεια δεν άντεξε και του είπε

καλησπέρα στο chat. Μια στίξη-χαμόγελο ήταν όλη η απάντησή του. Ο Μπέργκμαν, άλλο ένα

κοινό τους σημείο. Θυμόταν μια φορά που είχε ρωτήσει τον Μίλτο αν του άρεσαν οι Άγριες

Φράουλες κι εκείνος είχε απαντήσει ότι του αρέσουν, αλλά μόνο με σαντιγί.

Ο Μίλτος πρέπει να ζήλευε τον καινούριο της φίλο. Την έβρισκε κολλημένη στη σελίδα του

Αλέξη και σούφρωνε τα χείλη του. Συχνά της πεταγόταν στο chat την ώρα που εκείνη άκουγε

κάποιο από τα κομμάτια του Αλέξη.

Όμως οι μέρες περνούσαν και καμία πρόοδος δεν φαινόταν σε αυτή την εικονική φιλία της

Θάλειας. Εκείνη αδημονούσε πια να γνωρίσει τον Αλέξη, να τον δει από κοντά. Εκτός από τη

φωτογραφία του προφίλ του, δεν είχε βάλει καμία άλλη. Εκείνη αντίθετα ανέβαζε τις πιο ωραίες

φωτογραφίες της, περιμένοντας ένα like. Μόνο ο Μίλτος όμως ήταν σταθερός θαυμαστής της.

Έβαζε likes σε όλες και άφηνε ενθουσιώδη σχόλια-«κουκλάρα», «θεά» και άλλα παρόμοια.

Την ημέρα των γενεθλίων της, ο Αλέξης ανέβασε στον τοίχο της το ποίημα του Πεσσόα για τα

γενέθλια. Αρκετά απαισιόδοξο, αλλά η Θάλεια ενθουσιάστηκε για άλλη μια φορά. Ήταν ένα από τα

πιο αγαπημένα της. Το ήξερε σχεδόν απέξω… Του έστειλε μήνυμα. «Θέλεις να βρεθούμε κάποια

μέρα για καφέ;» Δεν είχε ξαναπροτείνει ποτέ πρώτη εκείνη ραντεβού. Άφηνε πάντα τον άλλο να

κάνει το πρώτο βήμα. Όμως η ιστορία με τον Αλέξη κόντευε να πάρει την έκταση του «Μεγάλου

Ανατολικού» και λιμάνι δεν φαινόταν πουθενά. Ο Αλέξης άργησε να απαντήσει. Δεν απάντησε την

ίδια μέρα, ούτε την επόμενη, ούτε τη μεθεπόμενη. Η Θάλεια είχε απελπιστεί, ώσπου, το πρωί της

τρίτης μέρας, βρήκε το πολυπόθητο μήνυμα: «Να συναντηθούμε αύριο το απόγευμα στη Στέγη

39

Page 40: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Γραμμάτων και Τεχνών, στη συναυλία Αναγεννησιακής και Μπαρόκ Μουσικής; Θα έχω εγώ τα

εισιτήρια».

Η Θάλεια πέταξε από τη χαρά της. Τουλάχιστον στην αρχή, γιατί μετά την κατέλαβε πανικός.

Δεν είχε ιδέα από Αναγεννησιακή Μουσική, μα ούτε κι από μπαρόκ. Θα γινόταν ρεζίλι στον

Αλέξη… Άρχισε να κατεβάζει κομμάτια από το youtube. Άκουγε χωρίς διακοπή. Ξεκίνησε από τον

Μπαχ που της φαινόταν πιο οικείος και προχώρησε στον Παλεστρίνα, τον Μοντεβέρντι, τον

Σκαρλάτι, φτάνοντας μέχρι τον Περγκολέζι και τον Βιβάλντι. Για ώρες μπερδεύονταν στα αυτιά της

λειτουργίες, μαδριγάλια και καντάτες. Σερφάριζε από το ένα Stabat Mater στο άλλο και τελειωμό

δεν είχαν. Αργά το βράδυ έκλεισε τον υπολογιστή. Τη βασάνιζε μια δυνατή ημικρανία. Το μυαλό

της ήταν τόσο θολωμένο που δεν θα μπορούσε να απαντήσει ούτε πόσες ήταν οι Τέσσερις Εποχές

του Βιβάλντι. Πήρε ένα Ponstan και ξάπλωσε. Ο ύπνος της ήταν ανήσυχος. Την καταδίωκε μια

ιπτάμενη βιόλα ντα γκάμπα. Εκείνη έτρεχε φωνάζοντας «Κλαούντιοοο!!...» Πετάχτηκε

αλαφιασμένη. Πού ακούστηκε να καλεί τον Μοντεβέρντι για βοήθεια… Η ώρα ήταν μόλις τέσσερις

και είκοσι το πρωί.

Το επόμενο απόγευμα έφτασε αγχωμένη στα σκαλιά της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών. Της

φαινόταν πως είχε έρθει να δώσει εξετάσεις στην Ιστορία της Μουσικής. Είχε ντυθεί με μεγάλη

φροντίδα και είχε προσέξει πολύ το μακιγιάζ της. Σε άλλη περίπτωση - αν ήταν ας πούμε με τον

Μίλτο - θα ένιωθε πως έσκιζε. Όμως τώρα ένιωθε χάλια. Είχε ξεχάσει τους μισούς από τους

συνθέτες της Αναγέννησης. Μόνο ο Μπαχ καθόταν ατάραχος στη μπαρόκ θέση του μέσα στο

μυαλό της. Ανέβηκε τα σκαλιά και μπήκε στην αίθουσα υποδοχής. Κοίταξε γύρω της τον κόσμο

που περίμενε για τη συναυλία. Κοινό πολύχρωμο, κάθε ηλικίας. Παρέες νέων αλλά και

μεγαλύτερων ανθρώπων συζητούσαν και γελούσαν δυνατά. Μοναχικοί μουσικόφιλοι μελετούσαν

το πρόγραμμα της Στέγης, μια γυναίκα σε αναπηρικό καρότσι, μια ομάδα μαθητών σχολείου.

Πουθενά ο Αλέξης… Έτρωγε με τα μάτια της κάθε νέο άντρα που του έμοιαζε. Καμία

ανταπόκριση…

40

Page 41: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

«Θάλεια!...»

Γύρισε απότομα. Μπροστά της στεκόταν ο… Μίλτος! Φορούσε το καλό του πουκάμισο, εκείνο

που του είχε χαρίσει εκείνη στα προηγούμενα γενέθλιά του. Έχασε τον κόσμο κάτω από τα πόδια

της… Η Στέγη κουνιόταν ολόκληρη. Οι φίλοι της Αναγεννησιακής Μουσικής πήγαιναν πέρα-δώθε,

σαν παρασυρμένοι από νοερό μαδριγάλι. Ίσως όμως να έφταιγε που έτρεμε εκείνη. Μα βέβαια…

Έτσι εξηγείται ο εξαφανισμένος Καβάφης τις προάλλες…. Είχε φάει όλο το σπίτι ψάχνοντας και

τον είχε βρει κάτω από το μαξιλάρι του Μίλτου. Και το ραδιόφωνο κολλημένο στο Τρίτο

Πρόγραμμα μια-δυο φορές τώρα τελευταία. Από πού κι ως πού Musica reservata ο Μίλτος… Με

τίποτα όμως δεν είχε πάει το μυαλό της… Η Θάλεια είχε απομείνει άφωνη. Παρατεταμένη παύση,

τέσσερα ολόκληρα μέτρα, σε μοτέτο. Δεν ήξερε αν έπρεπε να γελάσει, να κλάψει ή να θυμώσει.

Ακριβώς εκείνη τη στιγμή, μια φωνή από το μεγάφωνο ανήγγειλε την έναρξη της συναυλίας.

41

Page 42: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Το τελευταίο κλικ

ίναι μια ιστορία από τα άγουρα χρόνια, από κείνες που κρατάς για να αποδεικνύεις στα

εγγόνια σου ότι η γιαγιά τους υπήρξε κάποτε νέα γυναίκα. Μια πόλη μεγάλου ελληνικού

νησιού ο τόπος, φθινόπωρο η εποχή, δραχμή το νόμισμα. Με φιλοξενεί στο σπίτι του ένας φίλος

μου, που δεν θα πάρει μέρος στην ιστορία, γιατί την ώρα αυτή έχει μάθημα στη σχολή του.

ΕΤα πεζοδρόμια της πόλης στρωμένα με κιτρινοπράσινα κιλίμια από φύλλα, ο ουρανός

δραματικός, γκριζογάλανος, παραγεμισμένος με λευκά σύννεφα. Έτοιμο θέμα για φωτογραφία,

πανέτοιμη και η καινούρια μου Canon για την επίσημη πρεμιέρα της. Την κρατάω φασκιωμένη

σαν χρονιάρικο μωρό και περιπλανιέμαι στους δρόμους. Φυσάει μανιασμένος αέρας, νιώθω το

χώμα από τα παρτέρια να σηκώνεται και να εισχωρεί στις τρύπες της πλεκτής μπλούζας μου.

Περπατώ χωρίς καμιά από τις ύστερες έννοιες, αγωνιώντας μόνο για το βάθος πεδίου, το κάδρο

και την εστίαση του φακού. Φωτογραφίζω με περίσκεψη, καθότι δεν έχει φτάσει η εποχή της

ψηφιακής φωτογραφίας και η εμφάνιση και εκτύπωση είναι αρκετά αλμυρές για το φοιτητικό μου

χαρτζιλίκι.

Πλησιάζω τα παρτέρια με τα φυτεμένα λουλούδια εστιάζοντας, μέχρι να μη μπορεί να

διορθωθεί με κανένα τρόπο η θολούρα. Χρειάζεσαι φακό macro, μου υπαγορεύει ο ακόρεστος

νεανικός εαυτός μου. Οι ρυτίδες των φύλλων δεν καθαρίζουν καθόλου με τον εξοπλισμό που

διαθέτω. Οι ντόπιοι πηγαίνουν βιαστικοί στις δουλειές τους και είμαι η μοναδική παραφωνία στην

περιοχή, μαζί μ’ ένα ηλικιωμένο ζευγάρι που κάνει την πρωινή βόλτα του (πιθανόν καθ’ υπόδειξη

του οικογενειακού γιατρού) κι ένα μαύρο κοκκαλιάρικο σκυλί που με κοιτάει με μαύρο παρακλητικό

βλέμμα ζητιάνου.

Σταματάω σε έναν κατακόκκινο ιβίσκο και εστιάζω. Κλικ! ακούγεται ο ηδονικός ήχος

σύλληψης της φωτογραφίας και… τι στο καλό… μαυρίλα… σκοτείνιασε το μάτι της μηχανής…

έγινε ίδιο με του σκύλου (με μάτιασε το παλιόσκυλο)… ο φωτοφράχτης παραμένει κλειστός…

42

Page 43: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

πατάω ξανά και ξανά το κουμπάκι… τίποτα… Μαύρες σκέψεις κυκλώνουν το θολωμένο μου

μυαλό-μήπως εκείνο το τελευταίο κλικ ήταν το κύκνειο άσμα; Μη δώσει ο Θεός σε άνθρωπο τέτοια

λαχτάρα… Κοιτάζω γύρω μου, δεν ξέρω πολύ καλά την πόλη. Εκτός από φθινόπωρο είναι και η

προ κινητών εποχή. Μπαίνω σε ένα-δυο καταστήματα και ρωτάω. Η απάντηση είναι μία: ο

Γιώργος. Μόνο αυτός μπορεί να ξέρει. Ο Γιώργος και η Canon σκέφτομαι (ορθολογικά), όμως η

ανυπόμονη φύση μου έχει ήδη επιλέξει τον Γιώργο.

Δρόμο παίρνω, δρόμο αφήνω, δρόμο ξαναπαίρνω και πριν τον ξαναφήσω, βρίσκω το

φωτογραφείο του Γιώργου, σε ήσυχη γειτονιά πίσω από το παλιό λιμάνι. Ανοίγω την πόρτα. Ένα

κουδούνισμα προειδοποιεί για την έλευση υποψήφιου πελάτη. Ο Γιώργος είναι γύρω στα

σαράντα, μελαχρινός με διακριτικό μουστάκι και γυαλιά με ασημένιο σκελετό. Του λέω το

πρόβλημα (η αγωνία μου έχει φτάσει στο αποκορύφωμα). Θέλει να δει τη μηχανή. Χρειάζεται

μερικό χρόνο, μία ώρα, ίσως μιάμιση. Να φύγω και να ξαναπεράσω. Νιώθω σαν τον μαύρο

σκύλο. Αφήνω τη μηχανή, μαζεύω τα κομμάτια μου και φεύγω.

Τριγυρίζω τώρα στην πόλη με άδεια χέρια. Οι φθινοπωρινές εικόνες με νευριάζουν.

Ξαναπερνάω δίπλα από τον μοιραίο ιβίσκο (τώρα που δεν έχω τον πυρετό της φωτογραφίας,

προλαβαίνω να παραδεχτώ το κενό γνώσεών μου στα λουλούδια-αν ο ιβίσκος δεν ανθίζει το

φθινόπωρο, κάτι άλλο πρέπει να είναι-τουλάχιστον το κόκκινο παραμένει αδιαφιλονίκητο).

Αισθάνομαι τα μαλλιά μου ανακατεμένα και κοκκαλωμένα από τη σκόνη. Η ώρα δεν περνάει.

Περπατάω χωρίς σκοπό. Ο οικοδεσπότης φίλος μου τώρα θα παρακολουθεί την

παράδοση των μαθημάτων Οικονομίας (Μικρο-Μακρο τα λέει για συντομία). Μακάρι να υπήρχαν

κινητά, να τον καλούσα για έναν καφέ της παρηγοριάς, θα είχα σκεφτεί αν έβλεπα μπροστά από

την εποχή μου. Με το συνηθισμένο μου μυαλό όμως περιορίζομαι μακάρια στο παρόν και

συνεχίζω το άσκοπο περπάτημα.

Η πιο μεγάλη ώρα φτάνει και να’ μαι ξανά στο κατώφλι του Γιώργου. Τραβήξτε, ακούω

από μέσα τη φωνή. Ανοίγω την πόρτα και μπαίνω. Εκεί, με μουσική υπόκρουση την Εισαγωγή

43

Page 44: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

από τη Δύναμη του Πεπρωμένου, αντικρίζω το πιο φρικιαστικό θέαμα της μέχρι τώρα ζωής μου. Η

μηχανή μου διαλυμένη εις τα εξ ων την είχε συνθέσει η τεχνολογία της Canon και o Γιώργος με

ματογυάλι ωρολογοποιού και μικροσκοπικά κατσαβίδια και λαβίδες (Μικρο-Μακρο-Μικρο-Μακρο,

μήπως άρχισε να μου σαλεύει;) παίρνει ανυπόστατα βιδάκια και τα τοποθετεί σε αόρατες με γυμνό

μάτι τρύπες. (Αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, τι θα γραφτεί άραγε

στο ιστορικό μου;)

Είχε μπει ένας κόκκος άμμου. Εντάξει, είναι τώρα. Ο Γιώργος μου λέει τη διάγνωση,

διακόπτοντας το μουρμούρισμα της θεϊκής μελωδίας του Βέρντι. Συνεχίζει να συναρμολογεί τη

μηχανή, ενώ εγώ δίπλα του νιώθω την ανάγκη να προσευχηθώ. Λόγω σχετικής απειρίας, αργώ να

επιλέξω ιερό πάροχο και ο Γιώργος προλαβαίνει να τελειώσει το παζλ. Η μηχανή μου είναι πάλι

ολόκληρη και λειτουργεί τέλεια!

Αφήνει το ματογυάλι και ξαναφοράει τα ασημένια γυαλιά του. Η όπερα έχει προχωρήσει

στην πρώτη πράξη της. Πιάνουμε μια ανάλαφρη κουβέντα για τη φωτογραφία, την ιατρική, τις

μεγάλες και τις μικρές πόλεις. Μου ζητάει να ποζάρω για πορτρέτο. Σκέφτομαι τα κολλημένα

μαλλιά μου και διστάζω, όμως τελικά η ευγνωμοσύνη υπερισχύει. Μου τραβάει κάποιες κοντινές

και κάποιες πιο μακρινές λήψεις. Διορθώνει τη στάση του κεφαλιού μου και φτιάχνει τις λάμπες

και τη λευκή ομπρέλα του ανάλογα. Νιώθω αμήχανα. Δεν μου έχει ξανατύχει. Μου ζητάει να

ξεκουμπώσω τα πάνω κουμπιά της μπλούζας μου (πόσο μπορεί να κοστίζει η επισκευή;

σκέφτομαι). Αρνούμαι περαιτέρω φωτογράφιση και τον ρωτάω τι του οφείλω. Τίποτα, μόνο τη

διεύθυνσή μου για να μου στείλει τις φωτογραφίες. Φεύγω από το φωτογραφείο με διπλή

ανακούφιση.

Περίπου τρεις εβδομάδες μετά, ο ταχυδρόμος μου παραδίδει ένα φάκελο από χοντρό

χαρτί. Η διεύθυνσή μου γραμμένη καλλιγραφικά με μαύρο μαρκαδόρο. Μέσα στον φάκελο τα

πορτρέτα μου, ασπρόμαυρα, σε διάφορα μεγέθη, εκτυπωμένα σε ματ φωτογραφικό χαρτί.

Απλώνω τις φωτογραφίες πάνω στο κρεβάτι μου και τις κοιτάζω. Η πλεκτή μου μπλούζα είναι

44

Page 45: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

κουμπωμένη μέχρι απάνω, τα μαλλιά μου κολλημένα και το βλέμμα μου μαύρο και παρακλητικό

σαν του σκύλου της ιστορίας.

45

Page 46: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Συλλέκτης ήχων

ίμαι συλλέκτης. Μαζεύω ήχους, ακριβώς όπως άλλοι μαζεύουν γραμματόσημα, νομίσματα

ή παλιά βιβλία. Με την ίδια μανία αποθηκεύω τα κομμάτια της συλλογής μου, παλαιότερα

σε κασέτες και τώρα σε CD. Με την ίδια λαχτάρα τα ταξινομώ. Με το ίδιο καμάρι τα επιδεικνύω.

Κάνω αυτή τη συλλογή από μικρός. Σχεδόν από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Πώς σκέφτηκα

να κάνω τη συγκεκριμένη συλλογή; Δεν το θυμάμαι. Ίσως είναι και το ότι σε αυτές τις νεαρές

ηλικίες δεν χρειάζεται να το πολυσκεφτεί κανείς για να κάνει κάτι.

Ε

Ο πρώτος ήχος που έβαλα στη συλλογή μου ήταν ο θόρυβος που έκανε η ραπτομηχανή

της γιαγιάς, μια παλιά μαύρη Singer στηριγμένη σε ένα μαρμάρινο τραπεζάκι με μαντεμένια

πόδια. Η γιαγιά καθόταν με τις ώρες πάνω από τη μηχανή, με τα πρεσβυωπικά γυαλιά έτοιμα

σχεδόν να κυλίσουν από τη μύτη της, και διόρθωνε τα ρούχα μας. Στρίφωνε τα παντελόνια και τις

φούστες (ο μπαμπάς και η μαμά δεν ήταν πρώτο ανάστημα) και μπάλωνε τους αγκώνες και τα

γόνατα στα δικά μου ρούχα (σαν παιδί κι εγώ, δεν μάζευα ήχους ολημερίς). Γελούσαν ο μπαμπάς

κι η μαμά με τη σοβαρότητα που είχα την ώρα της «ηχογράφησης». Πολλά χρόνια αργότερα όμως,

όταν η γιαγιά είχε πια αφήσει ορφανή την πιστή της ραπτομηχανή, μου ζητούσαν από καιρό σε

καιρό να τους παίξω τη μαγνητοταινία με τον πρώτο αυτό ήχο και τότε κατάλαβα ότι η συλλογή μου

είχε την ίδια ή ίσως και μεγαλύτερη αξία με τις άλλες πιο δημοφιλείς συλλογές γραμματοσήμων και

νομισμάτων.

Πάντως, ήξερα καλά ότι οι συμμαθητές μου στο σχολείο με κορόιδευαν. Στα διαλείμματα,

την ώρα που εκείνοι καθισμένοι κατάχαμα αντάλλασσαν μεταξύ τους εικονίτσες ποδοσφαιριστών

και αεροπλάνων, εγώ τριγυρνούσα με το μαγνητοφωνάκι μου και έγραφα τη βαβούρα του

διαλείμματος. Παραμόνευα τα κορίτσια στα αποδυτήρια, όχι για να τις δω που γδύνονταν, αλλά

για να ηχογραφήσω τα γέλια και τις κουβέντες τους. Μιλούσαν όλες μαζί και ξεκαρδίζονταν

εντελώς απροειδοποίητα. Αραιά και πού, το μαγνητοφωνάκι μου έπιανε κανένα αγορίστικο όνομα.

46

Page 47: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Άκουγα τις μαγνητοταινίες ξανά και ξανά, προσπαθώντας με αγωνία να ξεχωρίσω μέσα στην

κοριτσίστικη φασαρία και το δικό μου όνομα. Θες η κακή ποιότητα εγγραφής (δεν έφτιαξε ούτε

όταν πήρα κασέτες χρωμίου και μετάλλου), θες το ότι δεν ήμουν και κανένας κούκλος, η συλλογή

εκείνης της εποχής μπορεί να μου έδωσε άλλες χαρές, ποτέ όμως την πολυπόθητη.

Αργότερα, στο πανεπιστήμιο, οι συμφοιτητές μου με αντιμετώπιζαν ως φαινόμενο υπό

παρατήρηση. Φρόντιζαν μάλιστα να είναι όσο το δυνατόν πιο αθόρυβοι όταν βρισκόμουν

ανάμεσά τους, με τον φόβο ότι οποιαδήποτε κουβέντα τους μπορούσε να περάσει στη

μαγνητοφωνημένη αιωνιότητα. Ακόμα και σήμερα, οι συνάδελφοί μου στο γραφείο, αλλά και η

Χριστίνα, πρέπει-μεταξύ μας-να με θεωρούν ιδιόρρυθμο, για να μη με χαρακτηρίσω αλλιώς.

Έχω μαζέψει ως τώρα περίπου δώδεκα χιλιάδες ήχους. Φυλάω τα λάφυρά μου σε μια

βιβλιοθήκη. Όλοι οι ήχοι ταξινομημένοι κατά είδος και κατά ημερομηνία ηχογράφησης.

Πραγματικός θησαυρός.

Ήχοι από την καθημερινότητα, η βροχή που πέφτει στις πλάκες του πεζοδρομίου και στα

παρμπρίζ των αυτοκινήτων, ο ήχος του κρασιού καθώς σερβίρεται στο ποτήρι, το ξεφύλλισμα των

κυριακάτικων εφημερίδων, το απορριμματοφόρο που μαζεύει τα σκουπίδια τις πρώτες πρωινές

ώρες, ήχοι και μουσικές από τα παιχνίδια της Άλκηστης.

Μερικοί ήχοι έχουν ιστορική σημασία, όπως ο ήχος από τα κλειδιά που κουδούνιζαν

κρεμασμένα στις πόρτες του διαμερίσματός μας, ολοκαίνουργιου τότε, το βράδυ που έγινε ο

μεγάλος σεισμός της Αθήνας. Θυμάμαι, ήμουν ξαπλωμένος και διάβαζα το «Πορτρέτο του Ντόριαν

Γκρέι». Ήμουν εντελώς απορροφημένος στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου. Στο σημείο όπου ο

Ντόριαν μαχαίρωνε το πορτρέτο του, άρχισε το σπίτι να τρέμει και μια υπόκωφη βουή, σαν

κροτάλισμα τυμπάνων, κάλυψε τους σπιτικούς θορύβους. Προς στιγμή θαύμασα την πένα του

Όσκαρ Ουάιλντ (τι συγγραφέας! να μπορεί να ταρακουνάει τον αναγνώστη με τόση αμεσότητα!),

γρήγορα όμως κατάλαβα ότι δεν με κούναγε ο Όσκαρ, αλλά ο Εγκέλαδος. Ίσα που πρόλαβα να

πατήσω το record στο μαγνητοφωνάκι και να γράψω λίγα δευτερόλεπτα από την ηχητική πλευρά

47

Page 48: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

της γης που σείεται, ηχογράφησα όμως σε όλο της το μεγαλείο μια πραγματική συμφωνία για έξι

διπλά κλειδιά κρεμασμένα σε πόρτες, που ακολούθησε το συθέμελο ταρακούνημα του καινούργιου

μας σπιτιού.

Τα κορναρίσματα στους δρόμους τη χρονιά που η ελληνική ομάδα κέρδισε το

πανευρωπαϊκό πρωτάθλημα μπάσκετ: άλλος ιστορικός ήχος. Εκείνες τις ημέρες, έδινα

Πανελλήνιες και αναγκαστικά είχα περιορίσει τόσο τη συλλεκτική όσο και τις υπόλοιπες

δραστηριότητές μου. Το επόμενο πρωί έδινα Χημεία. Ένιωθα δεμένος πισθάγκωνα στην καρέκλα

του γραφείου μου με αλυσίδες άνθρακα. Τις προηγούμενες νύχτες έβλεπα όνειρα γεμάτα με

κετόνες και αλδεΰδες. Τα μαλλιά μου και τα ρούχα μου είχαν ποτίσει από νικοτίνη: ο χημικός που

μου έκανε ιδιαίτερα μαθήματα για τις εξετάσεις κάπνιζε απανωτά τσιγάρα και ήταν κι αυτός

περισσότερο αγχωμένος απ’ ό,τι συνήθως. Τον θυμάμαι να φυσάει τις λύσεις των δύσκολων

προβλημάτων ανάμεσα σε δαχτυλίδια καπνού που διαλύονταν άδοξα στο πρόσωπό μου. Η νίκη

της Εθνικής ομάδας μπάσκετ μου είχε δώσει μια ξαφνική και μεγάλη χαρά, αφού μέχρι τότε δεν

είχα ποτέ ζήσει άλλη διάκριση της Ελλάδας σε διεθνή διοργάνωση. Θυμάμαι ότι είχα παρατήσει

για λίγο το τσαλακωμένο βιβλίο με τις κετόνες και είχα βγει στο μπαλκόνι. Αυτοκίνητα περνούσαν

κορνάροντας, μερικές φορές μελωδικά, ενώ από τα παράθυρά τους ανέμιζαν γαλανόλευκες.

Τραγούδια ακούγονταν από μακριά. “It is the final countdown”, η επιτυχία της εποχής με το

χαρακτηριστικό σάλπισμα. Στο κατώφλι της ενηλικίωσης τυπικά, αλλά με παιδική σκέψη ακόμα,

δεν ήμουν τότε σε θέση να συνειδητοποιήσω πόσο λίγες, σχεδόν συλλεκτικές, είναι οι στιγμές

που νιώθει κανείς υπερήφανος για την Ελλάδα, όμως αργότερα ταξινόμησα την ηχογράφηση αυτή

στους σπάνιους ήχους.

Οφείλω να σας αποκαλύψω την πιο αστεία ηχογράφηση της συλλογής μου. Φθινόπωρο

στη Θεσσαλονίκη, μέρες του Φεστιβάλ Κινηματογράφου και η Χριστίνα έγκυος στην Άλκηστη.

Μέναμε στην Πλατεία Αριστοτέλους, σε πολύ καλό ξενοδοχείο. Η Χριστίνα μπαινόβγαινε στις

κινηματογραφικές αίθουσες και ερχόταν στο ξενοδοχείο σχεδόν μόνο για να κοιμηθεί. Εγώ είχα

48

Page 49: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

πάρει μαζί μου δουλειά του γραφείου και έκανα μικρά διαλείμματα μόνο για να γράψω κανέναν

ήχο. Το δεύτερο βράδυ δεν μου κόλλαγε ύπνος. Πρέπει να ήταν περίπου δύο τα ξημερώματα κι

εγώ στριφογύριζα στο κρεβάτι, προσπαθώντας να μην ξυπνήσω τη Χριστίνα. Ξαφνικά, ο τοίχος

που ήταν κολλητά στην πλάτη του κρεβατιού άρχισε να δονείται ρυθμικά, σαν κάτι να τον

έσπρωχνε από πίσω. Προστέθηκε ένα ρυθμικό κρεσέντο από χτυπήματα ξύλου πάνω σε τσιμέντο.

Το μαγνητόφωνό μου είχε ήδη αρχίσει να γράφει. Μετά από την κρουστή αυτή εισαγωγή,

ακολούθησε το φωνητικό μέρος, εξίσου ρυθμικό και διεγερτικό. Μια γυναικεία κραυγή, ένα

επαναλαμβανόμενο «α-α-α-α-...» με διαφορετικό χρωματισμό σε κάθε εκφορά του: πόνος, αγωνία,

ηδονή, θυμός. Μια οργασμική άρια για σοπράνο με συνοδεία κρουστών, ένα ηχητικό διαμάντι.

Ηχογραφούσα γελώντας. Τρία λεπτά και σαράντα δευτερόλεπτα. Άξιος ο βαρύτονος, σκέφτηκα. Η

Χριστίνα δίπλα μου, παρέμενε βυθισμένη σε όνειρα σινεμασκόπ με πρόσωπο γλυκό και

αφρατεμένο από την πλημμύρα των ορμονών.

Οι πιο αγαπημένοι μου ήχοι είναι αυτοί που επιγράφονται ως «ήχοι της φύσης». Ήχοι

ηχογραφημένοι κατά τη διάρκεια μακρινών περιπάτων μέσα σε δάση ή πάνω σε λόφους και

βουνά. Τριζόνια, τζιτζίκια, μέλισσες, αλλά και το κελάρυσμα ενός ρυακιού, το θρόισμα που κάνουν

τα στάχυα μέσα στο κατακαλόκαιρο, το κόασμα των βατράχων μέσα στις καλαμιές.

Η πιο κατάλληλη ώρα για να μαζέψει κανείς ήχους είναι το βράδυ. Είναι η ώρα που οι

ήχοι αποκτούν τη μέγιστη καθαρότητά τους και γίνονται πιο ευδιάκριτοι. Ξεφυτρώνουν και άλλοι

ήχοι, εντελώς ιδιαίτεροι. Ήχοι που λες και κρύβονταν από τη μέρα, περιμένοντας το σούρουπο για

να ξεμυτίσουν από την κρυψώνα τους.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ εκείνο το βράδυ. Αρχές καλοκαιριού, με μια ασυνήθιστη ψύχρα για

την εποχή. Περασμένες έντεκα. Έκλεισα τα βιβλία στο γραφείο και ξεκίνησα για το σπίτι. Η

γνωστή διαδρομή με το αυτοκίνητο, αρκετά κοντινή για να μην κουράζει, αλλά και αρκετά μακρινή,

για να μου επιτρέπει να ακούσω ήχους. Υπάρχει ένα σημείο της διαδρομής που μοιάζει σαν να

μην είναι μέσα στην πόλη. Είναι ένα ήσυχο δρομάκι, παράλληλο με την κεντρική οδό. Σε ένα

49

Page 50: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

σημείο, δύο πανύψηλα πεύκα εκατέρωθεν στενεύουν τόσο το δρομάκι, ώστε ίσα που χωράει να

περάσει ένα μικρό αυτοκίνητο. Αυτό το σχεδόν εξωτικό σημείο αποτελεί πραγματικό καταφύγιο

για σπάνιους ήχους. Εκεί έχω συλλέξει μερικούς από τους πιο αγαπημένους μου ήχους.

Εκείνο το βράδυ, καθώς περνούσα από το σημείο αυτό, άκουσα τη γλυκιά, εύθραυστη

λαλιά ενός αηδονιού. Σταμάτησα επιτόπου το αυτοκίνητο. Ο ήχος της μηχανής ακουγόταν

προσβλητικά άσχημος πλάι στις τρίλιες του πουλιού. Απόμεινα μαγεμένος να ακούω. Το

δημοσιογραφικό μου μαγνητοφωνάκι άκουγε κι αυτό και έγραφε νότες κρυστάλλινες σε μια

μελωδία υπέρτατης έμπνευσης, ικανή να κάνει και τον πιο προικισμένο συνθέτη να σκάσει από

ζήλια. Θυμήθηκα εκείνο το έργο του Messiaen με τα πουλιά, συνειδητοποιώντας ξαφνικά πόση

δεξιοτεχνία χρειάστηκε για να αποδώσει τις φωνές των πουλιών με μουσικά όργανα, πόσα χρόνια

πειραματισμών και πόσες παρτιτούρες πρέπει να είχε σκίσει και ξαναγράψει στην προσπάθειά

του να πλησιάσει την αρμονία των μικρών φτερωτών μουσικών.

Καθώς τα σκεφτόμουν όλα αυτά, το αηδόνι συνέχιζε αμέριμνο το ρεσιτάλ του κι εγώ, ο

μοναδικός τυχερός ακροατής, είχα ξεχαστεί εντελώς. Σχεδόν δεν θυμόμουν από πού ερχόμουν και

προς τα πού πήγαινα. Με επανέφερε απότομα στην πραγματικότητα ο ήχος της μηχανής ενός

αυτοκινήτου και ένα γαλάζιο φως που αναβόσβηνε ρυθμικά. Ένα περιπολικό.

«Καλησπέρα. Πάθατε τίποτα;» με ρωτούσε ένα πρόσωπο νεαρού αστυνομικού από το

δικό μου μισάνοιχτο παράθυρο του οδηγού. Ελαφρώς αξύριστο με παλιά σημάδια ακμής στα

μάγουλα. Βλέμμα που μαρτυρούσε ενδιαφέρον και καχυποψία σε ίσες αναλογίες.

«Όχι…», ψέλλισα ξαφνιασμένος, αποσιωπώντας την αλήθεια. Κάτι είχα πάθει: είχα

σαστίσει από την απερίγραπτη ομορφιά, από την απαράμιλλη μελωδία. Θυμήθηκα τους

συμμαθητές μου και ενέμεινα στην αρχική απάντηση.

«Μπορώ να έχω το δίπλωμα οδήγησης και την άδεια κυκλοφορίας του αυτοκινήτου σας;»

«Πώς… Βέβαια… Αμέσως…», απάντησα και άρχισα να ψάχνω στο ντουλαπάκι του

αυτοκινήτου.

50

Page 51: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Μα πού ήταν; Εκεί πρέπει να τα είχα αφήσει. Ανακάτεψα διάφορα άχρηστα χαρτιά που

ήταν παραχωμένα όπως-όπως στο ντουλαπάκι. Δεν είχε άδικο η Χριστίνα που με έλεγε

ακατάστατο. Πουθενά τα χαρτιά…. Ούτε το δίπλωμα, ούτε η άδεια…. Από το ύφος του

αστυνομικού κατάλαβα ότι μάλλον είχα μπλέξει. Πόσο άσχημα άραγε; Αυτό το συνειδητοποίησα

λίγο αργότερα, όταν έφτασα συνοδευόμενος από το περιπολικό στο Αστυνομικό Τμήμα της

περιοχής για εξακρίβωση στοιχείων.

51

Page 52: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Η νεράιδα των κίτρινων λουλουδιών

υτυχώς. Αυτό να λες, για να είσαι πάντα ευτυχισμένη. Της το είχε μάθει η γιαγιά της και η

Ρένα το χρησιμοποιούσε σχεδόν σαν γιατρικό. Ευτυχώς. Κι έπαιρνε κουράγιο.

Ευτυχώς που ήταν γεροί όλοι, η Χριστίνα της, ο Τάκης κι εκείνη. Και οι γονείς της. Ευτυχώς

που είχε τη μάνα της να μεγαλώνει το παιδί. Ο Τάκης ταξίδευε τον περισσότερο καιρό με το

φορτηγό. Έλειπε μήνες στο εξωτερικό κάθε φορά. Εκείνη δούλευε στην Αθήνα, όμως ευτυχώς

μπορούσε και πήγαινε στο χωριό κάθε δεύτερο Σαββατοκύριακο.

Ευτυχώς που είχαν το κάτω σπίτι, γιατί το επάνω δεν θα μπορούσαν να το προχωρήσουν.

Η Ελλάδα πήγαινε για φούντο. Το έβλεπε παντού. Ευτυχώς όμως εκείνη είχε ακόμα δουλειά.

Καθαρίστρια σε συνεργείο καθαρισμού σε ένα μεγάλο νοσοκομείο. Όχι πολλά λεφτά. Τετρακόσια

κάθε μήνα και η ασφάλεια. Ο εργοδότης της την είχε δηλώσει ανύπαντρη και χωρίς παιδιά. Αν της

άρεσε, της είχε πει στην αρχή της συμφωνίας τους.

Βρώμικη δουλειά. Όχι τόσο οι άρρωστοι. Περισσότερο οι γιατροί. Δεν την πείραζε ν’

αδειάζει τα χάρτινα κουτιά με τα μολυσματικά. Πιο πολύ από τις ματωμένες γάζες και τις

κατουρημένες πάνες των αρρώστων, την αηδίαζαν οι παρατημένες κούπες πάνω στα γραφεία των

γιατρών στο τέλος της μέρας. Με κόκκινα χείλη από κραγιόν αποτυπωμένα στα στόμια, με τσίχλες

και τσαλακωμένα χαρτομάντιλα να κολυμπάνε στα υπολείμματα του παγωμένου καφέ. Έπρεπε να

τις μαζέψει εκείνη και να τις πλύνει. Έτσι τους είχε συνηθίσει.

Ευτυχώς, δύο Σαββατοκύριακα το μήνα τα είχε ελεύθερα. Έμπαινε στο ΚΤΕΛ και πήγαινε

στο χωριό. Μόλις την αντίκριζε η Χριστίνα, έτρεχε καταπάνω της. Ευτυχώς που είχε αυτή τη μικρή

αγκαλιά να την περιμένει. Η κόρη της ήταν καλό παιδί, υπάκουη και άριστη στο σχολείο.

Αυτόν το μήνα ήταν οι Απόκριες. Ήταν όμως και το άλλο καρναβάλι, το μεγάλο, που

κρατούσε μήνες πολλούς και χρόνια. Αυτό με τους μασκαράδες βουλευτές που ξεπούλαγαν τη

χώρα. Ο εργοδότης της είχε μειώσει το προσωπικό του συνεργείου. Ευτυχώς η Ρένα παρέμεινε.

Ε

52

Page 53: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Μάλιστα, την παίνεσαν για την οικονομία που έκανε στα υλικά. Φθηνά υλικά, τα χειρότερα.

Κόβονταν τα χέρια της από τα απορρυπαντικά. Τρύπαγαν τα γάντια. Όμως εκείνη τα μέτραγε,

όπως έκανε και στο σπίτι της.

Στο τηλέφωνο η Χριστίνα της είχε πει ότι είχαν αποκριάτικη γιορτή στο σχολείο. Ήθελε να

ντυθεί. Κάτι σε νεράιδα. Οποιοδήποτε είδος νεράιδας, δεν την πείραζε. Έψαξε η Ρένα όλα τα

μαγαζιά με αποκριάτικες στολές. Απλησίαστες οι τιμές. Σαράντα και πενήντα ευρώ όλες οι

νεράιδες. Καλύτερη τιμή αδύνατον. Τώρα περίμεναν κι εκείνοι να πουλήσουν. Μετά την Καθαρά

Δευτέρα, τέλος. Όλες οι νεράιδες και οι ιππότες έμπαιναν σε χαρτοκιβώτια και καταχωνιάζονταν

στις αποθήκες μέχρι του χρόνου.

Ευτυχώς, σε ένα μικρό μαγαζάκι στο κέντρο βρήκε μια νεράιδα μισοτιμής. Ελαττωματική,

της είπε ο πωλητής. Τι ελάττωμα, τον ρώτησε. Ξέχασαν να της ράψουν λουλούδια. Νεράιδα των

λουλουδιών χωρίς λουλούδια, ποιος να την αγοράσει… Ευτυχώς, τα χέρια της Ρένας έπιαναν.

Ένα απόγευμα μετά το νοσοκομείο, πήρε μια δική της παλιά κίτρινη μπλούζα, την έκοψε σε

κομμάτια και έραψε τρία μεγάλα λουλούδια, ένα για το καπέλο και δύο για τους ώμους. Η στολή

ήταν έτοιμη. Κανονική νεράιδα των λουλουδιών.

Η Ρένα πήγε η ίδια την κόρη της εκείνη την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς στο σχολείο.

Σε όλο τον δρόμο, η Χριστίνα την κρατούσε σφιχτά από το χέρι και περπατούσε με καμάρι,

πραγματική νεράιδα. Στο προαύλιο του σχολείου, οι φίλες της ξεφώνισαν ενθουσιασμένες με τη

στολή της.

«Μου την έφερε η μαμά μου από την Αθήνα! Είμαι η Νεράιδα των Κίτρινων Λουλουδιών».

Η Ρένα άφησε τη Χριστίνα στη γιορτή και πήρε τον δρόμο για το σπίτι κρυφογελώντας.

Ευτυχώς, η μικρή δεν είχε καταλάβει τίποτα. Από όλες τις μπλούζες της μαμάς της, αυτή την

κίτρινη αγαπούσε η Χριστίνα περισσότερο. Δεν την άφηνε να την δώσει πουθενά. Η ίδια η Ρένα

την είχε βαρεθεί. Ευτυχώς, είχε επιτέλους βρει τρόπο να την ξεφορτωθεί μια για πάντα.

53

Page 54: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Η Νόρμα στο υπόγειο

σελήνη ήταν έτοιμη να ανατείλει πάνω από το ιερό δάσος των Δρυΐδων. Κρεμόταν από

ψηλά, στο μέσο της σκηνής. Το κοινό δεν μπορούσε ακόμα να τη δει. Έβλεπε όμως ένα

μεγάλο, ελαφρώς κακόγουστο δέντρο, φτιαγμένο από πεπιεσμένο χαρτί ανακύκλωσης. Ήταν μια

βελανιδιά. Δίπλα της ο βωμός του Γαλάτη θεού Ιρμίνσουλ, φτιαγμένος από τούβλα, περασμένα ένα

χέρι από χοντρό γκρίζο σοβά. Ένα κομμάτι αγκαθωτού θάμνου, ο υποτιθέμενος ιερός ιξός, ήταν

στερεωμένο πίσω από το βωμό. Η Νόρμα, με ένα στεφάνι από πλεγμένη λουΐζα στο μέτωπο και

ασημί δρεπάνι στο χέρι, ανέβηκε πάνω στην ιερή πέτρα.

- Sediziose voci, voci di guerra… (Εξεγερμένες φωνές, φωνές του πολέμου…)

Εξεγερμένη κι εκείνη μέσα της. Σε έναν πόλεμο που δειλά-δειλά άρχιζε. Τον πόλεμο της

επιβίωσης. Η φωνή της κρυστάλλινη και σταθερή, αληθινή ιαχή. Τόσοι μήνες πρόβας έφεραν

αποτέλεσμα. Τέσσερις ώρες το πρωί και άλλες τόσες το απόγευμα. Σκάλες, αρπισμοί, ακρόαση.

Έφτασε να βλέπει την Κάλλας στον ύπνο της. Τουλάχιστον εκείνη είχε μια σιγουριά με τον Ωνάση.

Και τις βαρκάδες της στο Σκορπιό, και τα μαργαριταρένια της κολιέ, και τα ακριβά ρούχα. Ενώ η

ίδια με τον Αντώνη τι σιγουριά να έχει; Όλη την ημέρα γύριζε με έναν φραπέ στο χέρι (για την

ακρίβεια, όχι τον ίδιο - τον άλλαζε κάθε δυο-τρεις ώρες) και τη «Χρυσή Ευκαιρία». Όλο έψαχνε για

δουλειά και δουλειά δεν έβρισκε. Του κόψανε και το επίδομα. Είπε χθες ότι από Δευτέρα θα

ξεκινούσε σε ένα μουσικό μεζεδοπωλείο. Θα έπαιζε τέσσερα βράδια τη βδομάδα, τις καθημερινές.

Τα Σαββατοκύριακα τα κρατούσαν για τις φίρμες. Διακόσια ευρώ τη βδομάδα. Κάτι ήταν κι αυτό.

Μακάρι να στέριωνε.

Η

54

Page 55: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

- L’ ora aspettate, l’ ora fatal… (Περιμένετε την ώρα, τη μοιραία ώρα…)

Προχώρησε και έκοψε τον ιξό με το δρεπάνι. Δυσκολεύτηκε. Παρότι αστραφτερό, το δρεπάνι

δεν ήταν καλά ακονισμένο. Ερχόταν και για κείνη η μεγάλη ώρα. Σε επτά μήνες ακριβώς. Χθες

έκανε το τεστ εγκυμοσύνης. Είχε λίγες ζαλάδες την τελευταία εβδομάδα. Την πρόδωσε και η

περίοδός της για πρώτη φορά. Το κατάλαβε. Πήρε τρία κιλά μέσα σε δέκα μέρες. Παραλίγο να μην

της κάνουν τα φορέματα της Νόρμα. Το πρόσεξε και ο μαέστρος και την παρατήρησε ευγενικά,

αλλά αυστηρά. Ήταν δύσκολοι οι καιροί. Δεν θα μπορούσαν να βρουν άλλα κοστούμια. Δεν

υπήρχαν χρήματα. Έπρεπε να βολευτούν με ό,τι υπήρχε στο βεστιάριο από προηγούμενες

παραστάσεις. Βέβαια, εκείνη πάντα λαχταρούσε να γίνει μητέρα. Το είχε όμως φανταστεί αλλιώς.

Να μένει σε ένα μεγάλο και όμορφο σπίτι. Το μωρό να έχει ένα φωτεινό, ευχάριστο δωμάτιο με

πολλά παιχνίδια. Ο Αντώνης να έρχεται από τη δουλειά χαμογελαστός και να την κρατά στην

αγκαλιά του, καθώς εκείνη θα θηλάζει το μωρό.

Προχώρησε μπροστά, πάνω στη σκηνή, και έτεινε τα χέρια της προς τον ουρανό. Ένα λεπτό

σκοινί κατέβασε το χρυσαφί φεγγάρι ακριβώς πάνω από το κεφάλι της.

-Casta Diva, che inargenti queste sacre antiche piante… (Αγνή θεά, που ασημώνεις τα δέντρα

αυτά τα αρχαία, τα ιερά)

Ανατρίχιαζε κάθε φορά που έλεγε αυτή την άρια. Της φαινόταν σαν να έκανε επίκληση στη

Μαρία Κάλλας. Ποτέ και πουθενά δεν επρόκειτο καμία σοπράνο να τραγουδήσει αυτή την άρια

όπως την είχε τραγουδήσει εκείνη. Έβαζε τις ηχογραφήσεις της και τις άκουγε σχεδόν κάθε μέρα,

ειδικά τώρα τελευταία που προετοιμαζόταν για την παράσταση. Συχνά της έρχονταν δάκρυα στα

μάτια, ιδιαίτερα στο καταπληκτικό ντουέτο της Κάλλας με τη Στινιάνι στο “Mira, o Norma”. Αυτή η

άρια ήταν η αγαπημένη της. Η Ανταλγκίζα εκλιπαρεί τη Νόρμα να λυπηθεί τα παιδιά της και να τα

55

Page 56: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

κρατήσει κοντά της. Η μελωδία της άριας και το αρμονικό συνταίριασμα των φωνών λες και είχαν

γραφτεί από θεϊκό χέρι.

Μόνο στη μουσική έβρισκε πια ανακούφιση. Τις ώρες που ήταν πάνω στη σκηνή, ζούσε

άλλες ζωές. Πότε Νόρμα να πέφτει στα πόδια του Πολιόνε ζητιανεύοντας την αγάπη του, πότε

Αΐντα να ξεψυχά στην αγκαλιά του Ρανταμές, πότε Σαλώμη να χορεύει τον χορό των Επτά Πέπλων

μπροστά στον Ηρώδη. Κρυβόταν μέσα στους ρόλους, όσο μπορούσε καλύτερα, μην τυχόν και τη

βρει η πραγματική ζωή. Εκείνη όμως κάθε φορά την ξετρύπωνε στο τέλος. Την ώρα που ο κόσμος

σταματούσε το χειροκρότημα. Την ώρα που κατέβαινε στο υπόγειο να ξεβαφτεί, στο στενό και

σκοτεινό καμαρίνι της που μύριζε κλεισούρα και αρώματα από τα διπλανά καμαρίνια. Τενόροι,

σοπράνο, χορευτές, τσελίστες, βιολονίστες και χορωδοί, όλοι γίνονταν ένα μέσα σε αυτά τα

στενάχωρα δωμάτια. Τσαλαπατούσε ο ένας τον άλλον, να προλάβουν τις τουαλέτες και τις

βρύσες, για να ετοιμαστούν και να φύγουν. Και από κοντά οι θαυμαστές. Συγγενείς, φίλοι, αλλά

και άγνωστοι που λάτρευαν την όπερα, κρατώντας λουλούδια για να προσφέρουν ή προγράμματα

για να πάρουν αυτόγραφα. Να μοιραστούν λίγη από τη λάμψη των πρωταγωνιστών.

- T’ inoltra, o giovinetta, t’ inoltra… (Πλησίασε, ω κόρη, πλησίασε…)

Η άλλη σοπράνο που υποδύεται την Ανταλγκίζα είχε ανεβεί στη σκηνή. Αντίπαλοι στο

έργο, αντίπαλοι και στην πραγματικότητα. Ποτέ δεν τη χώνεψε αυτή τη γυναίκα. Τους κοίταζε

όλους με ένα υπεροπτικό ύφος, λες και ήταν μυρμήγκια. Τραβούσε τις φράσεις της και χρωμάτιζε

τη φωνή της, σαν να έλεγε κάποιο ρετσιτατίβο. Εντάξει, ήταν σε καλύτερη μοίρα από πολλούς

άλλους. Είχε πλούσιο άντρα, βιομήχανο. Τραγουδούσε από χόμπι, όπως είχε δηλώσει. Ή μάλλον

δεν το είχε πει ακριβώς έτσι. Από πάθος για τη μουσική. Ναι, έτσι το είχε πει μια μέρα. Δεν έφτανε

όμως μόνο το πάθος. Ας έριχνε καμιά ματιά και στο λιμπρέτο. Ας ερχόταν λίγο προετοιμασμένη, να

μην καθυστερεί τις πρόβες και να μην εκνευρίζει τον μαέστρο. Την τελευταία φορά, στη «Μποέμ»,

56

Page 57: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

ο μαέστρος έξαλλος της είχε πει ότι δεν θα ξανατραγουδήσει ποτέ ξανά σε δική του παράσταση.

Μεσολάβησε τότε ο σύζυγος-βιομήχανος, απειλώντας ότι θα σταματήσει την επιχορήγηση. Ο

μαέστρος μαζεύτηκε. Έριξε νερό στο κρασί του. Είπαμε, ήταν δύσκολοι οι καιροί. Κινδύνευαν να

βρεθούν όλοι στο δρόμο με την οικονομική κρίση που υπήρχε. Μήνες πολλούς απλήρωτοι οι

μουσικοί. Στο θέατρο, για πολύ καιρό, δεν είχε μπει ούτε καρφί.

-Tremi tu? E per chi? (Τρέμεις; Για ποιον τρέμεις;)

Ο τενόρος που έκανε τον Πολιόνε στεκόταν απέναντί της με ύφος κωμικά λυπημένο. Ε,

λοιπόν, δεν έπειθε. Πολύ καλό παιδί, συνεπής στη δουλειά του, σωστή φωνή, αλλά από σκηνική

παρουσία, τίποτα. Καταρχήν ήταν τόσο παχύς, που λαχάνιαζε και στα λίγα σκαλοπάτια της

σκηνής. Νέος άνθρωπος, είχε παραμελήσει τόσο τον εαυτό του. Πώς να πείσει ότι τον διεκδικούν

δύο γυναίκες, όταν στην πραγματικότητα και η πιο απελπισμένη δεν θα γύριζε να τον κοιτάξει;

Πόσο αηδίαζε εκείνη, όταν της κρατούσε το χέρι με την ιδρωμένη παχουλή παλάμη του στα

ντουέτα που είχαν μαζί…

Ο τενόρος-Πολιόνε ερμήνευε με υπερβολικά δραματικό τρόπο.

- Dio non v’ha che mali inventi de’ miei mali, ah, più cocenti! (Δεν υπάρχει Θεός που από τις

δικές μου δυστυχίες χειρότερες να μπορεί να εφεύρει!)

Εντάξει, τον λυπόταν. Είχε τρία παιδιά και μια γυναίκα με ψυχική νόσο. Πάσχιζε να τα

φέρει βόλτα. Όταν δεν είχε παράσταση, τραγουδούσε σε ένα πιάνο-μπαρ. Συχνά ερχόταν στις

πρόβες ξενυχτισμένος και τον έπαιρνε ο ύπνος στα μεσοδιαστήματα των δικών του κομματιών.

Πολλές φορές, έπιναν καφέ μετά τις πρόβες και κουβέντιαζαν. Της έδινε την εντύπωση ότι ήταν

57

Page 58: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

τσιμπημένος μαζί της. Ο τρόπος που την κοιτούσε, ιδιαίτερα όταν εκείνη τραγουδούσε, κάτι τέτοιο

μαρτυρούσε. Εκείνη όμως δεν του άφηνε ποτέ κανένα περιθώριο.

Μπήκε η χορωδία στο δικό της κάλεσμα.

-Norma, Norma, all’ ara! (Νόρμα, Νόρμα, στο βωμό!)

Εκείνη συγκεντρώθηκε στο ρόλο της. Το πρώτο μέρος τέλειωνε σε λίγο.

- Αh! Suon di morte, suon di morte! (Α! Θανάτου ιαχή, θανάτου ιαχή!)

Η Ανταλγκίζα και ο Πολιόνε έκλεισαν και τα δικά τους μέρη. Έμενε η αγκωνιά που είχε να

δώσει εκείνη στον Πολιόνε. Πόσες φορές δεν είχαν προβάρει αυτή την αγκωνιά. Ο σκηνοθέτης με

το μαέστρο διαφωνούσαν. Πολύ τρυφερή, πολύ σκληρή, πολύ απότομη, πολύ αδιάφορη,

χαδιάρικη, άτσαλη… Και τι δε είχαν ακούσει! Μετά από μια πρόβα, ο τενόρος της είχε δείξει το

μελανιασμένο πλευρό του, εκεί που έτρωγε τις αγκωνιές σύμφωνα με τις οδηγίες των αρχηγών.

Πρέπει να κάνω πιο ήπιες κινήσεις, είχε σκεφτεί εκείνη με τύψεις.

Η ιαχή του θανάτου ξεθύμανε. Η σκηνή άδειασε και τα φώτα άναψαν. Κατέβηκε από τη

στενή σκάλα στο καμαρίνι της. Κατουριόταν εδώ και ώρα. Είναι κι αυτή η εγκυμοσύνη… Η

τουαλέτα των γυναικών κατειλημμένη. Μπήκε στο καμαρίνι της. Το κινητό της είχε τέσσερις

αναπάντητες κλήσεις. Ο Αντώνης. Τι να ήθελε άραγε; Σχημάτισε τον αριθμό του.

-Έλα… Ναι, καλά τα έχουμε πάει μέχρι τώρα. Έχει κόσμο, αρκετό. Τι;… Τι είπες;… Πότε;….

Πού την πήγανε, σε ποιο νοσοκομείο;…. Τι λένε οι γιατροί;

Από τα μάτια της έτρεχαν ασυγκράτητα τα δάκρυα αφήνοντας υγρούς λεκέδες στο πράσινο

58

Page 59: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

βελούδινο φόρεμα της Νόρμα. Ίδια δάκρυα με κείνα που έρχονταν όταν άκουγε την Κάλλας με τη

Στινιάνι. Μόνο που τώρα ήταν περισσότερα. Πολύ περισσότερα. Τα χέρια της έτρεμαν. Της ήρθε

ναυτία. Πήρε βαθιές ανάσες. Ευτυχώς τις περισσότερες φορές κατάφερνε να το ελέγχει. Το

δεύτερο μέρος θα άρχιζε σε λίγα λεπτά. Κοίταξε το πρόσωπό της στον καθρέφτη και διόρθωσε

λίγο το μακιγιάζ. Φαινόταν χλωμή και λυπημένη. Έτσι ακριβώς όπως την ήθελε αυτό το δεύτερο

μέρος του ρόλου.

Ανέβηκε στη σκηνή. Κρατούσε στο χέρι της ένα φανάρι και ένα μαχαίρι. Στο κέντρο της

σκηνής υπήρχε τώρα ένα ανάκλιντρο και δίπλα του ένα τραπέζι. Πάνω του ξαπλωμένα δυο

παιδάκια, ένα αγόρι κι ένα κορίτσι. Οι δυο μικροί πρωταγωνιστές του έργου, οι μασκότ όλων τους.

Ήταν αστεία με έναν αθώο τρόπο, καθώς τρεμόπαιζαν τα κλειστά τους βλέφαρα, προσπαθώντας

να παραστήσουν ότι κοιμούνται. Πόσες παρατηρήσεις δεν τους είχε κάνει ο μαέστρος μέχρι να

καταφέρουν να παραμένουν σοβαρά για τα λίγα λεπτά των ρόλων τους… Της φάνηκαν τόσο

όμορφα…

Άφησε το φανάρι πάνω στο τραπέζι, όπως ακριβώς προέβλεπε ο ρόλος. Κάθισε στην άκρη

του ανάκλιντρου με το πρόσωπο στραμμένο στα κοιμισμένα παιδιά.

-Dormono entrambi… Non vedran la mano che li percuote. (Κοιμούνται και τα δύο… Δεν θα

δουν το χέρι που τα χτυπά).

Η φωνή της ακουγόταν φορτισμένη με την τραγικότητα που απαιτούσε αυτό ακριβώς το

σημείο του ρόλου. Είχε μελετήσει αυτό το κομμάτι πολλές φορές και είχε προσπαθήσει να μπει στη

θέση της Νόρμα. Της ήταν αδύνατο να φανταστεί ότι θα μπορούσε ποτέ μια μάνα, για

οποιοδήποτε λόγο, να σκοτώσει τα παιδιά της. Ευτυχώς που ο λιμπρετίστας της Νόρμα

αποδείχτηκε πιο φιλεύσπλαχνος από τον Ευριπίδη κι έτσι η Νόρμα τελικά δεν είχε γίνει φόνισσα.

Ξαφνικά την κυρίευσε ένα δυνατό κι ευχάριστο συναίσθημα, όπως όταν κάποιος ανυπομονεί

59

Page 60: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

για κάτι καλό που έρχεται. Τα έγχορδα της ορχήστρας συνέπραξαν μαζί της σε ένα ηχηρό

ιντερλούδιο. Ναι, αλήθεια, κάτι πολύ καλό ερχόταν. Σε επτά μήνες θα είχε κι εκείνη το δικό της

παιδί.

60

Page 61: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Η Ευτυχία και οι ζωές των άλλων

Ευτυχία σήμερα είχε τα γενέθλιά της. Γινόταν πενηνταπέντε ετών. Ήταν μια γυναίκα

μετρίου αναστήματος, μετρίου βάρους και μέτριας ομορφιάς. Έτσι ήταν από νέα. Μόνο

σε ένα πράγμα ήταν «υπέρ του δέοντος», όπως της έλεγαν: στη δουλειά της. Ήταν πραγματική

μαστόρισσα. Με περισσή επιδεξιότητα μαστόρευε τις ζωές των άλλων. Διατηρούσε γραφείο

συνοικεσίων. Κοινώς, ήταν προξενήτρα.

Κέντρο προσωπικών διασυνδέσεων «Η Ευτυχία» έγραφε η ταμπέλα πάνω από την είσοδο.

Και δεν έλεγε ψέματα. Ήταν, θες, το όνομά της που προδιέθετε θετικά, ήταν η ανάλαφρη και

εγκαρδιωτική παρουσία της που χαλάρωνε τα υποψήφια ζευγάρια, το γραφείο δούλευε καλά.

Είκοσι χρόνια στην ίδια διεύθυνση, είχε στήσει εκατοντάδες οικογένειες. Η Ευτυχία είχε μια

ιδιαίτερη ικανότητα να σκάβει και να βρίσκει στον καθένα τα βαθύτερα χαρακτηριστικά της

προσωπικότητάς του με απλή παρατήρηση. Έπιανε στον αέρα μικρές λεπτομέρειες: τον τρόπο

που σταύρωνε κάποιος τα χέρια του αμήχανα ή αποφασιστικά, τον γραφικό χαρακτήρα, τον

συνδυασμό των χρωμάτων στα ρούχα, το άρωμα. Με τα χρόνια μπορούσε να διακρίνει αν

κάποιος προσπαθούσε να προσποιηθεί έναν άλλο εαυτό.

Έτσι τα ζευγάρια που έφτιαχνε ήταν στην πλειοψηφία τους ταιριαστά και η «διασύνδεση»

είχε συνήθως αίσια κατάληξη. Άνοιγε κανονικό δικαστικό φάκελο με φωτογραφίες, γραπτά

τεκμήρια και εβδομαδιαία ημερολογιακή καταγραφή περί της προόδου της διασύνδεσης.

Όταν ολοκληρωνόταν επιτυχώς η υπόθεση, και ως επιτυχία νοείται ο γάμος, η Ευτυχία

έπαιρνε μεγάλη χαρά. Τόση περίπου, όση και το ζευγάρι. Πήγαινε στους γάμους των ζευγαριών

της. Τους έπαιρνε και δώρο, συνήθως ένα «καλό ασημικό». Χόρευε στα γλέντια και κάποια στιγμή

έσερνε και το χορό, κρατώντας δίπλα της τη νύφη και τον γαμπρό. Εξάλλου, εκείνοι της το

ζητούσαν.

Κάθε χρόνο, ανήμερα του Αγίου Βαλεντίνου, γινόταν πάρτι στο γραφείο. Έρχονταν

Η

61

Page 62: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

ζευγάρια, παλιά και καινούρια, με κόκκινα μπαλόνια και σοκολατάκια σε σχήμα καρδιάς.

Κοκκίνιζε το γραφείο και γλύκαιναν οι καρδιές με τη σοκολάτα.

Εκτός από την ευτυχία που έπαιρνε από τη δουλειά της, η Ευτυχία έβγαζε και καλά λεφτά.

Έμενε πια σε ένα άνετο οροφοδιαμέρισμα στα βόρεια προάστια και είχε ένα καινούριο αυτοκίνητο

πολλών κυβικών. Της περίσσευαν χρήματα. Τόσα ώστε να μπορεί να δανείζει σε κάποια από τα

νέα ζευγάρια που είχαν ανάγκη. Τις περισσότερες φορές της τα επέστρεφαν στο ακέραιο. Μερικές

πάλι, όχι. Δεν τους κρατούσε κακία. Έβγαζε περισσότερα από όσα της χρειάζονταν.

Σήμερα έκλεισε το γραφείο πιο νωρίς απ’ ό,τι συνήθως. Πάντα έτσι έκανε στα γενέθλιά της.

Ασφάλισε τις μπαλκονόπορτες και έσπρωξε την καρέκλα του γραφείου στη θέση της. Έριξε μια

βιαστική ματιά στο ταμπλό με τις γαμήλιες φωτογραφίες των παλιών πελατών της που κρεμόταν

στον τοίχο πίσω από το γραφείο και χαμογέλασε στα ευτυχισμένα ζευγάρια. Έβαλε το συναγερμό

σε λειτουργία και βγήκε από το γραφείο κλειδώνοντας την πόρτα.

Το σπίτι της ήταν κοντά. Μετά τη δουλειά, της άρεσε να περπατάει τη διαδρομή. Της

φαινόταν ξέγνοιαστος και δροσερός ο αέρας που ανάσαινε στην επιστροφή. Σήμερα σταμάτησε

στο καλό ζαχαροπλαστείο της περιοχής. Ζήτησε τέσσερις πάστες σοκολατίνες. Λάτρευε τη

σοκολάτα.

«Να τις τυλίξω για δώρο;» ρώτησε η κοπέλα στο ταμείο.

«Ναι», απάντησε αδιάφορα η Ευτυχία.

Πήρε το μικρό κουτί με την κόκκινη κορδέλα και ανηφόρισε το στενό που οδηγούσε στο

σπίτι της.

Μπήκε στο διαμέρισμά της και άφησε ανέμελα τη ζακέτα και την τσάντα της στον δερμάτινο

καναπέ του καθιστικού. Προχώρησε στην κρεβατοκάμαρα, έβγαλε από το κομοδίνο της ένα

μακρόστενο μεταλλικό κουτάκι και το άνοιξε. Μέσα ήταν ένα λεπτό ροζ κεράκι γενεθλίων. Άνοιξε

βιαστικά το κουτί με τις πάστες και σέρβιρε τη μεγαλύτερη σε ένα πορσελάνινο πιάτο. Έμπηξε το

κεράκι στο κέντρο της γυαλιστερής επιφάνειας, σηκώνοντας ένα στρογγυλό σοκολατένιο κύμα

62

Page 63: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

γύρω του. Πήρε έναν αναπτήρα και άναψε το κεράκι. Η λαμπερή αντανάκλαση φώτισε τη

γυαλιστερή σοκολάτα. Με ένα ενθουσιώδες «φου» η Ευτυχία έσβησε το κεράκι.

«Χρόνια μου πολλά», ευχήθηκε η Ευτυχία στον εαυτό της. «Και ευτυχισμένα»,

συμπλήρωσε.

Έβαλε στο στόμα της μια γεμάτη κουταλιά από τη λαχταριστή πάστα. Λοιπόν, η

σπουδαιότερη ανακάλυψη του ανθρώπου είναι η σοκολάτα. Με διαφορά, μάλιστα…

63

Page 64: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Μεθυσμένα μυρμήγκια

α μυρμήγκια ζήλευαν τη μεγάλη, λαμπερή ζωή των ανθρώπων. Τους παρατηρούσαν

κρυμμένα στις γωνιές των επίπλων και στις χαραμάδες των τοίχων. Όταν εκείνοι έδειχναν

απασχολημένοι, αυτά έβγαιναν από τις κρυψώνες τους και κρυφοκοίταζαν. Όρθωναν τα κόμπια

του κορμιού τους το ένα πάνω στ’ άλλο για να μπορούν να αγναντεύουν όσο πιο ψηλά γινόταν.

Τους έβλεπαν να πηγαινοέρχονται βιαστικοί, άλλοτε χαμογελαστοί και άλλοτε κατσούφηδες. Τους

άκουγαν να κουβεντιάζουν, να γελάνε, να μαλώνουν. Μάζευαν τα ψίχουλα που έπεφταν από τα

τραπέζια τους και σάστιζαν από τις ονειρεμένες γεύσεις της πίτσας, της τούρτας και των

μπισκότων. Η ζωή των ανθρώπων πρέπει να ήταν ο παράδεισος για τον οποίο είχαν ακούσει να

γίνεται λόγος.

Συχνά τα μυρμήγκια πλήρωναν ακριβά αυτή τους την αδιακρισία. Οι άνθρωποι πλησίαζαν

απειλητικά με κάτι κυλινδρικά όπλα που έκαναν «φσσιιττ» και εκτόξευαν δηλητηριώδη βροχή. Δεν

γλίτωνε κανένα τους σε τέτοιες πολεμικές επιχειρήσεις. Άλλες φορές οι φωλιές τους πλημμύριζαν

από σαπουνάδες που μύριζαν όμορφα. Τότε τα μυρμήγκια πνίγονταν αρωματισμένα. Ποτέ όμως

δεν το έβαζαν κάτω. Συνέχιζαν τη διακριτική τους κατασκοπεία μέσα από τα υπόγεια

παρατηρητήριά τους.

Χθες το βράδυ έζησαν μια καταπληκτική εμπειρία από τον ανθρώπινο κόσμο. Μια παρέα

ανθρώπων είχε μαζευτεί στη βεράντα ενός σπιτιού. Έτρωγαν, έπιναν, γελούσαν. Κάποια στιγμή ο

οικοδεσπότης εμφανίστηκε με ένα μπουκάλι που περιείχε ένα ροζέ υγρό. Κούνησε λίγο το

μπουκάλι και έβγαλε το αλουμινόχαρτο που κάλυπτε το λαιμό του. Ένας δυνατός κρότος

ακούστηκε και ένα αντικείμενο, μάλλον ξύλινο, εκτοξεύτηκε από το μπουκάλι, διέγραψε μια

ατρακτοειδή τροχιά πάνω από τα κάγκελα του μπαλκονιού και προσγειώθηκε στα μαρμάρινα

σκαλιά του σπιτιού. Έκπληκτα τα μυρμήγκια έσπευσαν να το περιεργαστούν.

Το ξύλινο αντικείμενο ήταν ένας φελλός, σημαδεμένος με ακαταλαβίστικα γράμματα και

Τ

64

Page 65: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

αριθμούς. Ήταν μουσκεμένος με το ροζέ υγρό. Τα σκαλοπάτια είχαν πασαλειφτεί και γυάλιζαν στο

φεγγαρόφωτο. Τα μυρμήγκια πλησίασαν πιο κοντά και άρχισαν να δοκιμάζουν τους ροζέ λεκέδες.

Μύριζαν όμορφα και η γεύση τους είχε μια γλυκιά σπιρτάδα. Μαζεύτηκαν καμιά τριανταριά

μυρμήγκια και μέσα σε λίγη ώρα είχαν σχεδόν καθαρίσει τους λεκέδες.

Αισθάνθηκαν ξαφνικά ότι είχαν βαρύνει. Τα πόδια τους λες και ήταν κολλημένα στο

σκαλοπάτι. Τα κεφάλια τους στριφογύριζαν ή το σκαλοπάτι στριφογύριζε ή και τα δύο. Ξάπλωσαν

ευτυχισμένα πάνω στο σκαλοπάτι που κόλλαγε ελαφρά. Συνέχισαν να ακούνε τις φωνές και τα

γέλια των ανθρώπων.

Το άλλο πρωί η οικοδέσποινα κατέβηκε με σκούπα και λάστιχο να πλύνει τη σκάλα. «Για

δες», σκέφτηκε και χαμογέλασε. «Μεθυσμένα μυρμήγκια».

65

Page 66: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Πορσελάνες και κρύσταλλα

άθε μέρα δυσκολεύομαι όλο και περισσότερο να ζήσω σύμφωνα με τη γαλάζια

πορσελάνη μου. Δεν το λέω εγώ. Το είχε πει ο Όσκαρ Ουάιλντ. Το διαβάζω στην ογκώδη

βιογραφία του που κουβάλησα σήμερα μαζί μου στην παραλία. Εννιακόσιες και κάτι σελίδες.

Σκοπεύω να κάνω κάμποσα μπάνια φέτος. Ήθελα λοιπόν κάτι σοβαρό και πολυσέλιδο. Κάνουμε

καλή παρέα οι τρεις μας: ο Όσκαρ, ο φραπέ κι εγώ. Πνευματώδης ο πρώτος. Γλυκός ο δεύτερος.

Πνευματώδης, γλυκιά και μπακούρι εγώ. Η πιο ταιριαστή τριάδα κάτω από την ομπρέλα.

Ομοούσια και αχώριστη.

Τον καταλαβαίνω τον Όσκαρ. Κι εγώ δυσκολεύομαι να ζήσω με πορσελάνες και

κρύσταλλα. Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον καβγά με τη μάνα μου την ημέρα που μετακόμιζα στο δικό

μου διαμέρισμα.

Κ

«Θα σου φέρω το πορσελάνινο σερβίτσιο του τσαγιού και τα δύο κρυστάλλινα βάζα, να τα

βάλεις στη ραφιέρα δίπλα στο τζάκι».

«Όχι, μαμά. Στη ραφιέρα αυτή θα βάλω βιβλία».

«Είσαι με τα καλά σου, Βιργινία; Τόσες βιβλιοθήκες έχεις. Στο τζάκι δίπλα δεν πάνε βιβλία.

Θέλει κάτι φίνο για να δείξει».

«Θα βάλω νομπελίστες. Θα βάλω ποιητές. Σεφέρη, Ελύτη. Θα βάλω ό,τι θέλω. Στο κάτω-

κάτω δικό μου είναι το σπίτι».

Και η ζωή δική μου. Μια ζωή που δεν ταιριάζει με πορσελάνες και κρύσταλλα. Γεμάτη από

πλαστικό.

Ζω μέσα στο πλαστικό. Δουλεύω σε μια βιομηχανία πλαστικών ειδών. Κατασκευάζουμε

πλαστικά αντικείμενα οικιακής χρήσης. Πιάτα, ποτήρια, κουτάλια και άλλα μικροαντικείμενα. Είμαι

στην ίδια δουλειά εδώ και δέκα περίπου χρόνια, υπεύθυνη για τις προμήθειες πρώτων υλών.

Μέσα στη γενική απαισιοδοξία, οι δικές μας δουλειές πάνε καλά. Φαίνεται πως ο πολύς κόσμος

66

Page 67: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

συμμερίζεται κι αυτός τη γνώμη του Όσκαρ Ουάιλντ. Το βλέπω κι εγώ στον εαυτό μου. Τα μισά

γεύματα της εβδομάδας είναι πλαστική τροφή που φτάνει με delivery στην πόρτα του σπιτιού ή του

γραφείου μου. Κοντεύω να γίνω φίλη με τα παιδιά του delivery. Τους ξέρω με τα μικρά τους

ονόματα.

Και εκτός δουλειάς οι περισσότερες ώρες της ημέρας μου έχουν κάτι από πλαστικό. Οι φίλες

μου θυμίζουν τις πλαστικές κούκλες που βλέπω στις βιτρίνες. Η Χριστίνα είναι σαν Μπάρμπι.

Ξανθιά, αδύνατη, με ψηλοτάκουνες γόβες και εφαρμοστά ρούχα. Τρεις ώρες την ημέρα

γυμναστήριο, δύο φορές την εβδομάδα κομμωτήριο και δύο φορές το μήνα περιποίηση νυχιών.

Τώρα τελευταία, αντικατέστησε τη γιόγκα με pilates. «Το pilates λέει, η γιόγκα δεν λέει πια», μου

εξήγησε πρόσφατα χωρίς να διευκρινίσει τι κουβέντιασαν μεταξύ τους και κατέληξε σε αυτό το

συμπέρασμα. Η Ντόρα φέρνει πιο πολύ σε Μπρατζ. Δυναμική, με επιμελώς ατημέλητο ντύσιμο και

έντονο μακιγιάζ. Η οικολόγος της παρέας. Τσακωνόμαστε συχνά για τη δουλειά μου. Με θεωρεί

υπεύθυνη για το σύνολο της οικολογικής καταστροφής του πλανήτη.

Φέτος κάναμε και οι τρεις τις πρώτες μας πλαστικές. Πενήντα παρά κάτι όλες μας.

«Καθυστερήσατε», είπε ο πλαστικός χειρουργός. «Αναγκαστικά θα πάμε κατευθείαν σε λίφτινγκ».

Αποκτήσαμε και οι τρεις τα ίδια πλαστικά χαμόγελα. Τα πληρώσαμε αδρά με πλαστικό χρήμα,

κατευθείαν στον λογαριασμό του πλαστικού γιατρού. Από τότε αποφεύγουμε τα δυνατά

συναισθήματα που προκαλούν ρυτίδες. Δεν ξεκαρδιζόμαστε στο γέλιο, αλλά ούτε κλαίμε με

λυγμούς. Για να πω την αλήθεια, δεν μας προκύπτουν κιόλας. Πλαστικές σχέσεις μίας χρήσεως

είναι αυτό που επιδιώκουμε για να μακροημερεύσουν οι πλαστικές μας. Όχι τίποτα άλλο, τα

οικονομικά μας δεν επιτρέπουν άλλο λίφτινγκ.

Κάθομαι λοιπόν κάτω από την ομπρέλα με τον Όσκαρ στα γόνατά μου. Το φούξια καλαμάκι

ανεβάζει τον απολαυστικό φραπέ από το πλαστικό ποτήρι στα διψασμένα χείλη μου. Αυτά τα

διαφανή ποτήρια με το τρύπιο θολωτό καπάκι ήταν η μεγάλη επιτυχία του εργοστασίου μας.

Πρώτοι εμείς τα λανσάραμε στην αγορά και από τότε αντικατέστησαν σχεδόν ολοκληρωτικά κάθε

67

Page 68: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

άλλο τύπο ποτηριού. Η Ντόρα δεν μου μιλούσε καθόλου εκείνο τον καιρό. Με κοιτούσε με

δολοφονικό ύφος κάθε φορά που παραγγέλναμε καφέ και μας τον έφερναν σε τέτοια ποτήρια. Είχα

φοβηθεί ότι θα με καρφώσει σε οικολόγους ακτιβιστές. Ότι θα με απαγάγουν και θα ζητήσουν από

την εταιρεία ως λύτρα όλες τις παρτίδες των εγκληματικών ποτηριών. Ευτυχώς, με τον καιρό

μαλάκωσε. Τώρα πίνει κι εκείνη αναγκαστικά από τέτοια ποτήρια, παρόλο που κάθε φορά θα

κάνει ένα σχόλιο.

Ο ήχος του κινητού μου. Το Καλοκαίρι από τις Τέσσερις Εποχές του Βιβάλντι. Κουλτουριάρα

γκόμενα από μικρή. Γι’ αυτό ξέμεινα.

«Ναι;»

«…………»

«Έλα, Πέτρο. Πού είσαι;»

«…………»

«Όχι. Δεν κάνω τίποτα. Σε πόση ώρα;»

«………»

«Βέβαια, θα προλάβω. Κλείνω για να τα μαζέψω. Έρχομαι. Όχι, βρε παιδί μου. Δεν με

αναστατώνεις. Θέλω κι εγώ να σε δω. Σε μισή ώρα θα είμαι εκεί».

Δεν ξέρω αν έχει κατορθώσει ποτέ κανείς να είναι από το Καβούρι στου Ζωγράφου σε μισή

ώρα. Εγώ πρέπει όμως με κάθε τρόπο να το καταφέρω. Ο Πέτρος θέλει να με ξαναδεί…

68

Page 69: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Οι δώδεκα λίρες

ταν με κοροϊδεύουν γίνομαι Τούρκος. Και μάλιστα όταν αυτό γίνεται μπροστά σε

άλλους. Και κατάμουτρα. Ακούς εκεί να πει ότι δεν είχε άλλη λίρα! Ήταν, λέει, μόνο

δώδεκα κι εγώ ήμουν ο δέκατος τρίτος. Μα πώς κάνεις την αρίθμηση, κυρία μου; Αλφαβητικά,

έπρεπε να είμαι πρώτος. Με λένε Αργύρη. Με σειρά ηλικίας πάλι πρώτος, αφού είμαι ο

μεγαλύτερος από όλα τα εγγόνια. Πώς στο καλό βγήκα δέκατος τρίτος; Όχι, κλήρωση-που θα ήταν

το πιο δίκαιο-δεν έκανε, μου το είπε.

Ό

Και από την άλλη, ποιο από τα εγγόνια της την έχει όπως εγώ; Τι θέλει η γιαγιά; Βόλτα για

παγωτό; Να ο Αργύρης με το Κόρσα από κάτω, έτοιμος. Φάρμακα στο βιβλιάριο; Τρέχα, Αργύρη,

στήσου στην ουρά του ΙΚΑ. Χάλασε η τηλεόραση της γιαγιάς; Ψάχνει ο Αργύρης για μάστορα.

Ούτε κόκκινη γραμμή βοήθειας να ήμουν.

Δηλαδή τι παραπάνω έχουν οι άλλοι; Οι δίδυμες ούτε πατάνε στο σπίτι της. Δεν έχουν

χρόνο από τα διαβάσματα, λένε. Είναι που η γιαγιά δεν κάνει μπαρότσαρκες (μόνο αυτό δεν μου

έχει ζητήσει ακόμα). Γιατί αν έκανε, όλο και κάπου θα τις τράκαρε. Μα στο Bios, μα στο Loft. Ο

Γιάννης και η Στέλλα; Σπουδάζουν έξω. Μα και στις γιορτές που έρχονται, ούτε που τους βλέπει.

Εδώ δεν βλέπει ούτε τους γονείς τους. Να μη μιλήσω για τη Μαρίνα και τη Βίκυ. Πού να τους

αφήσει χρόνο το γκομενιλίκι να κοιτάξουν και κανένα συγγενή! Και οι υπόλοιποι μία από τα ίδια…

Ο Αργύρης όμως πάντα εκεί. Και στις εκλογές κάθε φορά να την πάω να ψηφίσει, μη χαθεί

η ψήφος της. Λες και θα βγει ποτέ το ΚΚΕ… «Για τον παππού σου που έκανε στη Μακρόνησο

πάω, παιδί μου». Ναι, αλλά εγώ την πληρώνω την εξορία, βρε γιαγιά, που με εξορίζεις κάθε φορά

από την παρέα. Όλοι μαζεύονται στην πλατεία με φραπεδιές κι εγώ κουβαλάω την ψηφοφόρο του

69

Page 70: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

κόμματος. Θα γραφτώ σε καμιά ΚΟΒΑ στο τέλος, να μην πηγαίνει χαμένη τόση ενεργός

συμμετοχή.

Και στο κάτω-κάτω, πάντα μου έλεγες ότι ήμουν ο αγαπημένος σου. Ότι κάθε βράδυ πριν

κοιμηθείς, φιλάς τη φωτογραφία μου. Λόγια μόνο.

Ήρθα κι εγώ στα γενέθλια. Με τα γλυκά μου. Με τα λουλούδια μου. Οι άλλοι ούτε που

θυμήθηκαν ότι γίνεσαι ενενήντα χρονών. Ήρθαν με τα χέρια κρεμασμένα. Περίεργοι να δουν τι

τους θέλει η γιαγιά. Καταβρόχθισαν την τούρτα που είχα φέρει εγώ. Ήπιαν τα ποτάκια τους. Και

έφυγαν με τις λιρίτσες τους. Χρυσές αγγλικές παλαιάς κοπής. Καθεμιά σε ένα μπλε βελούδινο

κουτάκι. Δώδεκα. Είχα μείνει εγώ τελευταίος. Περίμενα τη δική μου. Δεν έβλεπα, βέβαια, άλλο

κουτάκι. Μόνο έναν μικρό άσπρο φάκελο.

Αργύρη μου, δεν είχα άλλη λίρα. Ήταν δώδεκα όλες κι όλες. Γι’ αυτό σου πήρα μια

δωδεκάδα λαχεία. Όσες οι λίρες των άλλων. Καλότυχα να είναι.

Έμεινα σύξυλος. Συγκρατήθηκα. Είμαι από τη φύση μου έτσι. Ένιωσα όμως τελείως

μαλάκας. Έβαλα τον φάκελο στην τσέπη. Λαχείο... Δεν μου έδινε τουλάχιστον τα χρήματα να

πάρω κανένα ρούχο; Όσο να’ ναι, ένα πουκαμισάκι Tommy θα το χτύπαγα. Εκείνο το γαλάζιο που

μου έδειχνε η Φανή προχτές.

Δε βαριέσαι, Αργύρη, λέω πάλι. Κάθομαι και συνερίζομαι μια γριά. Πόσο άραγε θα την έχω

ακόμα; Εγώ να είμαι καλά και η Φανή μου. Ας πάει στο καλό και το παλιολαχείο. Ή μάλλον… Ας

ρίξω μια ματιά, πριν το πετάξω. Δεν ξέρεις καμιά φορά. Πού το έχει η εφημερίδα, για να δω…. Α,

εδώ είναι. Κλήρωση Λαϊκού Λαχείου. Ο αριθμός Κ3467892312…………………………

70

Page 71: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Κ..3..46..78..92…12….. Κ…346….789…..2312….. Κ… Κ….. Κ….3…. Κ…346…. Κ…Κ…. Κ…34…

67…89!!;;…23…12………Κ…!;; Κ……Κ….Κ………;;;;;!!!!……….

71

Page 72: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Fairytale και άλλες ξένες επιτυχίες

ε μαύρη διάθεση οδηγούσε το μαύρο του αυτοκίνητο. Σχεδόν άσπρο, βέβαια, εδώ και

μέρες, από τη σκόνη της ερήμου που είχε κάνει πάλι τη βόλτα της στα μέρη του.

Πανάθεμά σε, Χρηστάκη, εσένα και τα δίκτυά σου, σκεφτόταν καθώς άλλαζε ταχύτητα.

Σήμερα, ούτε η μουσική δεν μπορούσε να ελαφρύνει τη διάθεσή του. Άνοιξε το ντουλαπάκι

του αυτοκινήτου και ψαχούλεψε τη θήκη με τα σι-ντι. Πλατύραχος, Πετσάλης: τα καινούρια του

λάφυρα. Κατευθείαν από τον ιστό. Και άλλα πολλά. Μπαχ, Σοπέν, Σοστακόβιτς, αλλά και Φίλιπ

Γκλας. Και Ντύλαν. Την έψαχνε τη μουσική από μικρός. Και αυτή του φανερωνόταν.

Με τα δάκτυλά του έσπρωξε το σι-ντι απαλά, σχεδόν στοργικά, στη σχισμή του

στερεοφωνικού. Η βροχερή μουσική του Νίκου Πλατύραχου πλημμύρισε το σαλόνι του

αυτοκινήτου. Ταιριαστή με την κατήφεια της ημέρας και τον συννεφιασμένο, σχεδόν φθινοπωρινό

καιρό. Όμως ήταν άνοιξη. Εδώ και μία εβδομάδα είχε αλλάξει τον ήχο του κινητού του. Να ταιριάζει

με την εποχή.

Το κινητό άρχισε να καλεί. Η Άνοιξη του Βιβάλντι εισέβαλε απότομα, δίνοντάς του με

δικαιολογημένη αλαζονεία το παράγγελμα να χαμηλώσει την άλλη μουσική.

«Ναι;»

«……..»

«Ωραία, λοιπόν. Μάλλον καλά φαίνονται τα πράγματα….», απάντησε αναστενάζοντας με

Μ

72

Page 73: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

ανακούφιση. Δεν ήταν τα πάντα, μα οπωσδήποτε ήταν κάτι. Μια αισιόδοξη διάθεση τον κυρίευσε.

Το φανάρι έγινε κόκκινο. Και ήταν αυτό που αργούσε πολύ. Πάλι θα καθυστερούσε στο

γραφείο. Σκέφτηκε ότι δεν τον ένοιαζε και πολύ. Είδε από μακριά τον νεαρό να πλησιάζει. Μάλλον

Πακιστανός, καμιά εικοσαριά χρονών. Κρατούσε έναν υαλοκαθαριστήρα και ένα μπουκαλάκι με

νερό που άφριζε. Μόλις έφτασε κοντά στο τζάμι του, σήκωσε παρακλητικά τον υαλοκαθαριστήρα.

Εκείνος δεν έγνεψε ούτε αρνητικά ούτε καταφατικά. Ήταν βυθισμένος στις σκέψεις του. Για πρώτη

φορά όμως ήταν χαρούμενος. Δεν σκέφτηκε ούτε να σηκώσει τα τζάμια, όπως έκανε συνήθως,

ούτε να προχωρήσει σιγά-σιγά το αυτοκίνητο. Ο Πακιστανός το πήρε ως κατάφαση και άρχισε να

καθαρίζει το παρμπρίζ. Νερό, σαπουνάδα, θολούρα και στο τέλος ο Πακιστανός να τον κοιτάζει

μέσα από το διάφανο κρύσταλλο του παρμπρίζ. Ένα κατάλευκο χαμόγελο ήταν χαραγμένο απ'

άκρη σ' άκρη στο μελαψό πρόσωπό του.

Λευκό χαμόγελο σε μαύρο φόντο, θυμήθηκε ένα βιβλίο που είχε διαβάσει παλιότερα.

Ψαχούλεψε τις τσέπες του. Ήξερε από πριν ότι δεν θα έβρισκε τίποτα. Δεν άφηνε ποτέ

κέρματα χύμα. Γενικά, δεν άφηνε τίποτα χύμα στη ζωή του. Όλα τα προγραμμάτιζε και τα

τακτοποιούσε. Σκέφτηκε να βγει και να πάρει από το πορτ-μπαγκάζ την τσάντα με το πορτοφόλι

του. Μπορεί όμως να άνοιγε το φανάρι.

Να πάρει. Κάτι πρέπει να του δώσω, σκέφτηκε.

Πήρε τη θήκη με τα σι-ντι στα χέρια του.

Να του χαρίσω ένα σι-ντι.

73

Page 74: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Όμως ποιο; Θα άκουγε ο Πακιστανός τις Καντάτες του Μπαχ ή τα Νυχτερινά του Σοπέν;

Χλωμό, που θα’λεγε κι η κόρη του. Νάτο. Το βρήκε. Ένα σι-ντι με ξένες επιτυχίες. Πρώτο το

Παραμύθι με τον νεαρό Νορβηγό βιολιστή που κέρδισε στη Γιουροβίζιον. Το αγαπημένο τραγούδι

της κόρης του. Έβαλε το σι-ντι σε μια ζελατίνα και το έδωσε στον Πακιστανό.

«Ελληνικά;» ρώτησε ο νεαρός.

«Όχι. Ξένα. Επιτυχίες».

Ο Πακιστανός έβαλε το μπουκάλι παραμάσχαλα και ακούμπησε την ελεύθερη παλάμη του

στο μέρος της καρδιάς. Το λευκό χαμόγελο κολλημένο στα σκούρα καστανά χείλη.

Μα πώς στο καλό έχουν τέτοια κατάλευκα δόντια χωρίς καμιά ιδιαίτερη φροντίδα; σκέφτηκε

και χαμογέλασε ασυναίσθητα.

Το φανάρι άναψε πράσινο. Κορναρίσματα ακούστηκαν. Το αυτοκίνητο ξεκίνησε. Η μουσική

του Πλατύραχου άρχισε να ξεμακραίνει. Ο Πακιστανός τίναξε τον υαλοκαθαριστήρα και έβαλε

στην τσέπη του πουκαμίσου του το σι-ντι.

74

Page 75: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Τα απομεινάρια μιας μέρας

άντα με αναστάτωναν οι επόμενες μέρες. Ανεξάρτητα από αυτό που έχει προηγηθεί,

καλό ή κακό, τα απομεινάρια μιας μέρας περιέχουν ίσες δόσεις ημικρανίας, φασίνας,

θανάτου και χαλάρωσης. Η χαλάρωση είναι επιθυμητή. Αρκεί να μην καταντά να γίνει τεμπελιά,

όπως συχνά συμβαίνει σε μένα. Από τα άλλα τρία συστατικά, το πιο ενοχλητικό δεν είναι η

ημικρανία. Αυτή αντιμετωπίζεται συνήθως εύκολα με τα θαυματουργά καραμελάκια

παρακεταμόλης, μεφεναμικού ή άλλων πιο εξωτικών ουσιών. Δεν είναι ούτε η ιδέα του θανάτου, με

τη μελαγχολία ότι κάτι σημαντικό τελείωσε και έφυγε μακριά. Η φασίνα είναι η πιο επώδυνη

διαδικασία της επόμενης μέρας, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Γιατί δεν υπάρχει μόνο η

κυριολεκτική φασίνα με σκούπες και ξεσκονόπανα, στην οποία πρέπει να συμμαζευτεί το σκηνικό

στάβλου που ακολουθεί σημαντικά γεγονότα. Είναι μεταφορικά και η φασίνα του εαυτού, όταν

μαζεύεις κομμάτια ψυχής και σώματος, προσπαθώντας να συναρμολογήσεις την ύπαρξή σου μετά

από κάποιο κομβικό γεγονός. Με τρομάζουν και τα δύο είδη φασίνας, γι’ αυτό και δεν μου

αρέσουν οι επόμενες μέρες.

Π

Η σημερινή είναι μια τέτοια επόμενη μέρα. Επόμενη μετά από κάτι ευχάριστο: ένα

οικογενειακό δείπνο. Μια από αυτές τις συγκεντρώσεις, για τις οποίες ακόμα κι αν δεν έχει οριστεί

η ακριβής ημερομηνία, ξέρεις πάντα πως σε περιμένουν σε κάποια γωνιά έτοιμες να προκύψουν.

Ξέρεις ακόμα ότι πρέπει από καιρό σε καιρό να τις ανταποδώσεις κι εσύ, αν δεν θέλεις να

χαρακτηριστείς ανοικοκύρευτος, ακοινώνητος ή σνομπ.

Χθες ήταν τα γενέθλιά μου. Μετά από αρκετά χρόνια, είπα κι εγώ να καλέσω στο σπίτι τους

κοντινούς συγγενείς. Μια και μέχρι τώρα δεν έχω παντρευτεί, δεν υπάρχουν πολλές άλλες

ευκαιρίες όπως γενέθλια παιδιών, επέτειος γάμου ή άλλα τέτοια συγκινητικά, για να

75

Page 76: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

δικαιολογήσουν τη συνάθροιση της ευρύτερης οικογένειας στο τριάρι όπου κατοικώ. Η ονομαστική

εορτή είναι μια πονεμένη ιστορία. Με το όνομα Φεβρωνία, που μου έδωσε η νονά μου μετά από

γόνιμη συνεργασία με τους γονείς μου-εξίσου ασυνήθιστο με το παράξενο όνομα Ραμάνθυς

Ερέβους που διάβαζα σε ένα βιβλίο-δεν μπορώ να απαιτήσω από συγγενείς και φίλους να με

θυμούνται στη γιορτή μου. Για να πω την αλήθεια, αν μπορούσα, θα το ξεχνούσα κι εγώ και θα

υιοθετούσα δια παντός το Φοίβη, που χρησιμοποιώ στην ανεπίσημη καθημερινότητά μου.

Τα τεσσαρακοστά γενέθλια είναι οπωσδήποτε ένα κομβικό γεγονός. Σύμφωνα με τις

διεθνείς στατιστικές, αφορίζουν περίπου τη μέση της ζωής μιας σύγχρονης γυναίκας. Έτσι πρέπει

να το είδαν και οι προσκεκλημένοι θείοι, θείες και εξαδέλφια που κατέφθασαν χθες βράδυ

ολάνθιστοι με γλάστρες, ανθοδέσμες και λουλουδάτα φορέματα. Μαζεύτηκαν είκοσι άτομα. Το

μικρό μου καθιστικό έμοιαζε με αίθουσα αναμονής υπουργείου. Όσοι είχαν προλάβει να καθίσουν

στους δυο καναπέδες, τον μικρό και τον μεγάλο, δεν τολμούσαν να σηκωθούν, μην τυχόν και

χάσουν τη θέση τους. Οι υπόλοιποι πηγαινοέρχονταν πέρα-δώθε στα εξήντα τετραγωνικά

συζητώντας περί ανέμων και υδάτων.

Το φαγητό ήταν παραγγελία από την ταβέρνα του Νικήτα. Δοκιμασμένο και αποδεδειγμένα

καλό. Εγώ είχα φτιάξει μόνο τις σαλάτες. Κρασί έφερε μπόλικο ο θείος Μάνθος από το κτήμα του

στα Μεσόγεια. Η ατμόσφαιρα αρχικά ήταν χλιαρή. Οι θείες έκαναν αναγνωριστικές ερωτήσεις

μεταξύ τους, λες και συναντιούνταν για πρώτη φορά, ενώ οι θείοι ανακάτευαν τα ράφια με τα ποτά

και τους δίσκους. Δεν ξέρω τι μπορεί να έψαχναν. Έχω μεγάλη συλλογή και από τα δύο είδη, αλλά

όχι από αυτά που πιθανολογώ ότι τους αρέσουν. Γρήγορα όμως το κέφι έγινε μεγαλύτερο και

άρχισαν τα πειράγματα και τα αστεία. Βοήθησε σίγουρα και το κρασί του θείου Μάνθου. Μετά το

φαγητό και το γλυκό, η παρέα βάρυνε και τα γέλια λιγόστεψαν. Έμεινε η μουσική, ένα σι-ντί με

76

Page 77: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

αρχοντορεμπέτικα που έφερνε πάντα μαζί του ο θείος Γιάννης, να ντύνει μελωδικά την

οικογενειακή λειτουργία της πέψης.

Δεν έσβησα κεράκια. Το θεώρησα μεγάλη δοκιμασία να προσπαθήσω να αφανίσω

σαράντα φλογίτσες με το ένα και μοναδικό φύσημα που δικαιούνταν τα μισοχαλασμένα από τον

καπνό πνευμόνια μου. Γύρω στις δώδεκα, η γιορτή είχε πρακτικά τελειώσει και μέχρι τις

δωδεκάμισι, είχαν φύγει και οι τελευταίοι καλεσμένοι. Δεν μάζεψα τίποτα το βράδυ. Έπεσα

κατευθείαν στο κρεβάτι, για να συγκεντρώσω δυνάμεις για την επόμενη μέρα.

Σήμερα ξύπνησα νωρίς με το πρώτο συστατικό της επόμενης μέρας, την ημικρανία.

Κατάπια μηχανικά ένα πονστάν και έριξα μια πανοραμική ματιά, τέτοια που θα ζήλευε και η Nelly,

στο ανάστατο σπίτι. Το δεύτερο συστατικό της επόμενης μέρας, η φασίνα, μόλις άρχιζε.

Είμαι σίγουρη ότι και να μην είχα παρευρεθεί στο τραπέζι, την επόμενη μέρα θα

καταλάβαινα ποιος είχε έρθει και πού είχε καθίσει. Δεν ήταν λόγου χάρη δύσκολο να μαντέψω

από τα στριφτά αποτσίγαρα στο τασάκι, ότι στην άκρη του μεγάλου καναπέ καθόταν ο εξάδελφός

μου ο Πάνος. Μανιώδης καπνιστής και αμετανόητος ροκάς, παρόλο που είχε προ πολλού πατήσει

τα πενήντα. Κυκλοφορούσε με τσόπερ μηχανή, μπότες με σπιρούνια, δερμάτινο μπουφάν και

ξεβαμμένο τζιν. Άλλες φορές στα οικογενειακά τραπέζια συνοδευόταν κάθε φορά και από

διαφορετική κοπέλα, τουλάχιστον κατά μία εικοσαετία νεότερη, προκαλώντας τα σχόλια της

οικογένειας που τον είχε κατατάξει στα άσωτα στελέχη της. Στην ίδια βέβαια κατηγορία ανήκα κι

εγώ, αφού στα σαράντα ξεσκόνιζα ακόμα το ράφι μου. Από την κατηγορία αυτή είχε οριακά

ξεφύγει η Ασημίνα, η αδελφή του Πάνου. Παντρεύτηκε έναν χήρο, είκοσι χρόνια μεγαλύτερό της.

Μετά από δύο χρόνια αναγκαστικής συνύπαρξης, ο πρώην χήρος απεβίωσε μεταβιβάζοντάς της

τον τίτλο, αφού όμως πρόλαβε να την γλιτώσει από τον απείρως βαρύτερο τίτλο της γεροντοκόρης.

77

Page 78: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Μάζεψα το ποτήρι με τα ίχνη από το κραγιόν της Ασημίνας. Κολλημένο δίπλα στο τασάκι του

Πάνου, όπως κολλημένοι ήταν πάντα οι δυο τους, παρά τις φαινομενικά μεγάλες διαφορές τους.

Η Αλεξάνδρα και ο εξάδελφός μου ο Πέτρος με τα παιδιά τους είχαν πιάσει μόνοι τους τον

μικρό καναπέ. Αυτό θα μπορούσε κανείς εύκολα και να το συμπεράνει από τα χιλιοτριμμένα τσιπς

που είχαν επενδύσει με σχεδόν ιμπρεσιονιστικό ύφος τις πτυχές του καναπέ. Όλη η οικογένεια

μασούλαγε τσιπς. Όχι μόνο στα τραπέζια, αλλά και στο σπίτι τους. Και έξω. Στο σινεμά, στο

θέατρο, στη στάση του λεωφορείου. Κατά διαβολική σύμπτωση, το επώνυμο της Αλεξάνδρας ήταν

Τσακίρη. Κανείς ποτέ δεν κατάλαβε, αν η οικογενειακή αυτή τρέλα για τα τσιπς πήγαζε από τη θέα

του επώνυμου της μητέρας στις πολύχρωμες συσκευασίες που γέμιζαν τα ντουλάπια της κουζίνας.

Κάτι σαν καταξίωση που δεν φαινόταν πιθανό να έρθει με άλλο τρόπο.

Ο θείος Γιάννης είχε πάλι ανακατέψει τη δισκοθήκη μου και είχε φτιάξει στοίβες από σι-ντι

στο τραπέζι. Τον αγαπούσα πολύ και ήταν ίσως ο μόνος από την οικογένεια με τον οποίο είχα να

πω κάτι παραπάνω από τα συνηθισμένα τυπικά. Συχνά-πυκνά μου έφερνε βιβλία και δίσκους που

του άρεσαν για να του πω τη γνώμη μου. Η θεία Βασιλική τον στραβοκοίταζε. Η ίδια διάβαζε μόνο

τα γυναικεία περιοδικά στο κομμωτήριο όπου πήγαινε τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα. «Η

γυναίκα μου ενσαρκώνει άριστα την ηρωίδα της Κατερίνας Γώγου: όμορφη, έξυπνη κι

ενημερωμένη στα κοινά», την πείραζε ο θείος Γιάννης. Δεν νομίζω ότι η ίδια γέλασε ποτέ με αυτό

το αστείο.

Εδώ και δύο χρόνια, έλειπε από τις επόμενες μέρες των οικογενειακών τραπεζιών το

κατακόκκινο πακέτο Santé του θείου Τάκη. Ο θείος αυτός ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός της μητέρας

μου και πρακτικά ο πιο αγαπημένος όλων των μελών της οικογένειας. Συνταξιούχος καπετάνιος,

κοσμογυρισμένος. Είχε να διηγηθεί από μια καταπληκτική ιστορία για κάθε περίσταση. Οι

διηγήσεις του άρχιζαν συνήθως μετά το φαγητό. Ευωδίαζαν χαρμάνια της Ανατολής, κανέλλα και

78

Page 79: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

εξωτικά λουλούδια. Ήταν συνήθως πιπεράτες, γι’ αυτό και όταν εμείς τα παιδιά ήμαστε μικρότερα,

μας έστελναν να παίξουμε σε άλλο δωμάτιο. Σε κάποιο ταξίδι του στην Αργεντινή, ο θείος είχε

αγαπήσει παθιασμένα μια καλλονή. Ξεμπάρκαρε και έμεινε μαζί με τη Μαρία-Ντολόρες για

μερικούς μήνες. Αυτοί οι μήνες αντιπροσώπευαν για το θείο ολόκληρη τη ζωή του. Χώρισαν μετά

και ο θείος μπήκε πάλι στο καράβι και έκανε να ξανακατέβει στη στεριά τρία ολόκληρα χρόνια.

Αυτός ο θείος ήταν η ψυχή των οικογενειακών συναντήσεων. Στα νιάτα του ήταν πολύ όμορφος

άντρας, όπως μπορούσαμε εμείς οι μικρότεροι να δούμε στις παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες

των οικογενειακών λευκωμάτων. Έφυγε νωρίς από την κακιά αρρώστια στα πνευμόνια,

παίρνοντας μαζί του και την ξανθιά κοπέλα του πακέτου, αφού δεν μπορούσε να έχει τη λατρεμένη

του Μαρία-Ντολόρες. Παρότι είχαν περάσει κιόλας τρία χρόνια από το θάνατό του, συνέχιζε να

είναι ως ει παρών στις οικογενειακές συγκεντρώσεις. Μετά το φαγητό, όλο και κάποιος τον

μνημόνευε: «αυτό θα έλεγε ο Τάκης» ή «θυμάστε εκείνη την ιστορία του Τάκη;»

Η απουσία του θείου Τάκη εξασφάλιζε τη δόση θανάτου στα συστατικά της επόμενης

μέρας των οικογενειακών τραπεζιών. Και ήταν βέβαιο ότι για όσα χρόνια θα ζούσαν αυτοί που τον

είχαν γνωρίσει, το συστατικό αυτό θα ήταν πάντα μέσα στη συνταγή.

Μάζεψα και τα τελευταία ποτήρια από το τραπεζάκι του καθιστικού. Τώρα ήταν όλα τακτικά

βαλμένα μέσα στο πλυντήριο πιάτων, έτοιμα να πλυθούν και να γυαλιστούν για το επόμενο

τραπέζι. Πότε θα ήταν αυτό; Στα πενήντα; Στα εξήντα; Και ποιοι άραγε θα έρχονταν;

Έβαλα την ταμπλέτα του απορρυπαντικού, έκλεισα την πόρτα του πλυντηρίου και γύρισα

το διακόπτη στην ένδειξη της πλύσης στους 65 βαθμούς Κελσίου. Ο υπόκωφος θόρυβος της

μηχανής ξεκίνησε. Γύρισα στο καθιστικό και άνοιξα το ραδιόφωνο. Τρίτο σταθερά. Αφιέρωμα στον

Μάνο Χατζιδάκι. Ούτε παραγγελία να το είχα κάνει. Πήρα το ΒΗΜΑ της Κυριακής από το τραπέζι

79

Page 80: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

και ξάπλωσα κατά μήκος του μεγάλου καναπέ. Ώρα για χαλάρωση, ανακοίνωσα νοερά στον

ταλαιπωρημένο από τα τρία άλλα συστατικά εαυτό μου.

Από τα ηχεία, ο Γιώργος Μαρίνος τραγουδούσε γλυκά, με σχεδόν εφηβική αθωότητα:

«…Κάθε κήπος έχει μια φωλιά για τα πουλιά…»

Κοίταξα έξω στο μπαλκόνι. Δεν πάνε μέρες που διαπίστωσα ότι τα χελιδόνια είχαν αρχίσει

να φτιάχνουν μια φωλίτσα στη γωνιά που σχημάτιζε το μπαλκόνι με την τέντα. Έλεγα να την

χαλάσω. Θα φέρει ανακατωσούρα και βρωμιά. Μήπως όμως καλύτερα να την αφήσω;

80

Page 81: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Όλα με το μαχαίρι

υο καρπούζα ένα τάλιρο, … δυο καρπούζα ένα τάλιρο, δύο καρπουζάρες πέντε

ευρώ,… ελάτε κυρίες και κύριοι, δυο καρπούζα ένα τάλιρο, … γλύκισμα.... Όλα τα

σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω».

«ΔΤο βραχνό μισοχαλασμένο μεγάφωνο ακούστηκε από μακριά διακόπτοντας παράφωνα

τους απαλούς σαν χάδι πιανιστικούς αυτοσχεδιασμούς του Bill Evans. H Λία άφησε το βιβλίο της

και βγήκε στον κήπο. Ο Θάνος σκάλιζε τα λουλούδια. Τριαντάφυλλα κατακόκκινα σαν αίμα. Πάλι

όμως είχαν αραχνιάσει· κάθε χρόνο η ίδια παλιοαρρώστια. Τον πλησίασε και τον φίλησε απαλά

στα ιδρωμένα χείλη του.

«….ένα τάλιρο δύο καρπούζα…. Πάρτε κυρίες…»

Ο ήχος του μεγαφώνου πλησίαζε. Από την αρχή του δρόμου πρόβαλε το τρίκυκλο

φορτηγάκι. Προχωρούσε γέρνοντας πότε από τη μια και πότε από την άλλη.

Η Λία κάθισε στο τραπεζάκι της αυλής. Απολάμβανε τις τελευταίες ανάσες της πρωινής

δροσιάς. Σε λίγο η ζέστη θα γινόταν αφόρητη. Εντελώς ξαφνικά της ήρθε η επιθυμία για καρπούζι.

Σπάνια έτρωγε καρπούζι πια· τι περίεργο που τώρα ξαφνικά το ήθελε σαν τρελή… Παγωμένο

κόκκινο καρπούζι, γλυκό, σχεδόν ζαχαρωμένο, όπως το έτρωγε μικρή. Η σκέψη της έφερε στο

στόμα τη λησμονημένη γεύση και ο χαμένος χρόνος των παιδικών της καρπουζιών εισέβαλε

ανεμπόδιστος. Η φέτα του φρούτου, καθαρισμένη από τον πράσινο «πάτο» - έτσι τον έλεγε η

γιαγιά της- χωρισμένη σε κομμάτια που στέκονταν όρθια στο ύψος τους μέσα στο πιάτο. Η Λία τα

έκοβε με ένα παιδικό πιρούνι, ξεχωρίζοντας τα κουκούτσια. «Μην τρως κουκούτσια. Θα κάνεις

σκουλήκι», της έλεγε η γιαγιά. Σε λίγο η Λία άφηνε κάτω το πιρούνι και έπιανε τα τελευταία

κομμάτια με το χέρι της· ζουμιά έσταζαν στο πλαστικό τραπεζομάντιλο και στα ρούχα της. Η γιαγιά

την κοίταζε με προσποιητή απόγνωση. «Πάλι πασαλείφτηκες…», έλεγε γελώντας. Μέχρι να της

81

Page 82: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

πάρουν το πιάτο από το τραπέζι, πασαλειμμένη, με δάχτυλα να κολλάνε, έγραφε λέξεις με τα

κουκούτσια: Λία, θάλασσα, Σάκης.

«….όλα τα σφάζω…. όλα με το μαχαίρι…. Γλύκισμα, κυρίες….»

Το φορτηγάκι ήταν έξω από την πόρτα. Ένας κατάμαυρος γύφτος το οδηγούσε, στριμωγμένος στη

στενή καμπίνα του οδηγού. Το παχουλό ηλιοκαμένο μπράτσο του κρεμόταν έξω από το παράθυρο,

πάνω στη βρώμικη πόρτα του φορτηγού. Η καρότσα ήταν παραφορτωμένη με πράσινα ριγωτά

καρπούζια. Στην κορυφή, ένα καρπούζι κομμένο στη μέση γυάλιζε κατακόκκινο και υγρό. Ένα

γυφτόπουλο ήταν ξαπλωμένο πάνω στα καρπούζια. Η Λία νόμισε ότι της έσκασε ένα λευκό

χαμόγελο, αλλά μετά κατάλαβε ότι το στράβωσε ο ήλιος, καθώς το φορτηγάκι έπαιρνε τη στροφή.

Ο γύφτος το σταμάτησε μπροστά στην εξώπορτα του σπιτιού. Στο κάτω μέρος της καρότσας

κρεμόταν μια ζυγαριά και δίπλα της ήταν στερεωμένο ένα μεγάλο χαρτόνι που έγραφε με χοντρό

μαύρο μαρκαδόρο «2 ΚΑΡΠΟΥΖΑ 5 ΕΥΡΟ».

«Πάρε κυρία…. Δυο καρπούζα ένα τάλιρο».

Η Λία κοίταξε τον Θάνο που είχε στο μεταξύ βγει από τον κήπο. Πήγε κοντά του. «Ας πάρουμε ένα

καρπούζι…», του είπε με ναζιάρικο ύφος. «Τρελάθηκες, ρε Λία, που θα πάρω καρπούζι από τον

γύφτο;»

Η μηχανή του φορτηγού ήταν σβηστή. Προφανώς ο γύφτος περίμενε ότι η κυρία θα

αγόραζε καρπούζι. Έτσι η φράση του Θάνου ακούστηκε ενισχυμένη και ντυμένη στο βάθος με το

πιάνο του Bill Evans. Ο γύφτος έπιασε με το κρεμασμένο χέρι του το χερούλι της πόρτας του

φορτηγού και την άνοιξε απ’ έξω. Βγήκε από το φορτηγάκι και πλησίασε την πόρτα του σπιτιού.

«Καλημέρα κύριος…»

Ήταν τεράστιος και ξυπόλητος· φαίνεται πως οι φαρδιές πατούσες του οδηγούσαν γυμνές

το φορτηγό. Φορούσε μια ξεθωριασμένη μαύρη μπλούζα με λευκά σταμπωμένα γράμματα:

«SIFNOS». O Θάνος τον φαντάστηκε να περπατάει ξυπόλητος στα σοκάκια του νησιού με τα

καρπούζια παραμάσχαλα.

82

Page 83: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

«Θα πάρει καρπούζι από τον γύφτο η κυρία;»

Πήρε από την καρότσα ένα μεγάλο μαχαίρι με πλατιά κάμα. Το στριφογύρισε κοιτώντας τον

Θάνο με νόημα. Η κάμα στραφτάλισε στον ήλιο. Είχε πάνω της ροζ λεκέδες.

«Όλα τα σφάζω… Όλα με το μαχαίρι».

«…Πιάσε δύο καρπούζια», είπε ο Θάνος έχοντας χάσει το χρώμα του.

Ψαχούλεψε την τσέπη του παντελονιού του, ξεχνώντας πως ήταν το πρόχειρο, του κήπου.

Έριξε ένα απεγνωσμένο βλέμμα στη Λία. Εκείνη κατάλαβε και κατευθύνθηκε προς το σπίτι. Ο

Θάνος έμεινε μόνος του με τον γύφτο. Ήταν ακίνητος, σαν μαρμαρωμένος, με ένα αίσθημα

επικείμενης καταστροφής. Ο γύφτος κατέβασε δύο καρπούζια από την καρότσα και τα εναπόθεσε

πάνω στη μάντρα του σπιτιού.

«Να τα μαχαιρώσω κύριος;», ρώτησε κουνώντας το μαχαίρι πάνω από τα καρπούζια και λίγα

εκατοστά από την κοιλιά του Θάνου.

«Όοοχιι…»

«Ορίστε, κύριε. Τα χρήματα».

Η Λία έκανε την εμφάνισή της με ένα ολοκαίνουργιο κολλαριστό πεντόευρο. Ο γύφτος το

τσαλάκωσε και το έβαλε στην τσέπη του. Μπήκε στο φορτηγάκι και άναψε τη μηχανή. Τα

ρουθούνια του Θάνου γέμισαν με καυσαέριο και η ψυχή του με μια παράξενη ανακούφιση.

Αναστέναξε βαθιά. Το φορτηγάκι ξεκίνησε. Φορτώθηκαν τα καρπούζια και μπήκαν στο σπίτι.

Η Λία έκοψε το ένα στη μέση για να το βάλει στο ψυγείο. Με το μαχαίρι φιλοδώρησε τον

εαυτό της την άκρη της καρδιάς. Ήταν ζεστή, ζουμερή και γλυκιά. Μπουκωμένη λαίμαργα, φώναξε

στον Θάνο: «Γλύκισμα είναι». Ένα λεπτό ρυάκι από ζουμί κύλησε από την άκρη των χειλιών της

και έφτιαξε μια ροζ στάμπα στο λευκό μπλουζάκι της. Πάλι πασαλείφτηκες, μάλωσε τον εαυτό της.

Ο Bill Evans έπαιζε τώρα το Emily. Στο βάθος του κομματιού, εκεί που ο ήχος σβήνει και

αναμιγνύεται με τους θορύβους του δρόμου, ακουγόταν ο γύφτος, σαν solo performer, να διαλαλεί:

«Δυο καρπούζα ένα τάλιρο…. Όλα με το μαχαίρι».

83

Page 84: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Τα σαλιγκάρια δεν βγαίνουν ποτέ κουνημένα

γρό πρωινό γενικού νοσοκομείου. Το προαύλιο καθρεφτίζει συγγενείς να καπνίζουν

κρεμασμένοι από τα μπαλκόνια. Ο αέρας μυρίζει φαγητό και αντισηπτικό. ΥΈνα σαλιγκάρι γλείφει την ασήμαντη ύπαρξή του σε διαδρομές χωρίς προορισμό.

Αδιάφορο στα ουρλιαχτά των ασθενοφόρων και στις βιαστικές ρόδες των φορείων. Οι κεραίες του

ταλαντεύονται σε κάθε κίνηση, μετρώντας την επικράτεια των επειγόντων περιστατικών.

Εντοπίζουν ξαφνικά ρόδες τροχήλατου. Ο ακρωτηριασμένος άνδρας που το οδηγεί,

υπολογίζει με σταγόνες τις βροχές που έρχονται. Σβήνει την καύτρα του τσιγάρου του στο άψυχο

νερό. Τελευταία φορά, υπόσχεται στον άπιστο εαυτό του.

Το μικρό σαλιγκάρι πέφτει στη ματιά του. Στρογγυλό σπίτι που κλυδωνίζεται άνισα πάνω

στο μαλακό σαρκίο. Η στίλβουσα αθωότητά του δεν αγωνιά για αποτελέσματα εξετάσεων

ούτε αδημονεί για ενημέρωση από τους γιατρούς.

Το βλέμμα του άνδρα ακολουθεί το σαλιωμένο ίχνος, καθώς το σαλιγκάρι απομακρύνεται.

Από συνήθεια φέρνει το χέρι του στην τσέπη του πουκάμισου. Πιάνει μόνο το πακέτο των

τσιγάρων. Η φωτογραφική του μηχανή δεν είναι από καιρό εκεί. Κρίμα, σκέφτεται. Τα σαλιγκάρια

δεν βγαίνουν ποτέ κουνημένα.

84

Page 85: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά

καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά. Την άλλη μισή μόνο λίγοι τυχεροί την έχουν από

κούνια. Οι πολλοί πασχίζουν για το πρώτο μισό. Οι πραγματικοί άρχοντες, μάλιστα, δεν

το κάνουν μόνοι τους. Προσλαμβάνουν υπηρέτες.

Η Στο σπίτι μας, η μέρα της καθαριότητας ήταν πάντα μια μέρα αναστάτωσης. Κάτι σαν

εκστρατεία. Άγνωστες γυναίκες εμφανίζονταν. Καθεμιά έκανε τη θητεία της, μικρότερη ή

μεγαλύτερη. Αργά ή γρήγορα έπαιρνε το απολυτήριό της. Με την ίδια επίκριση κάθε φορά: "όλη

μέρα δεν έκανε τίποτα".

Δεν θα ξεχάσω μία από αυτές τις γυναίκες. Μόλις είχα μπει στο γυμνάσιο. Πρέπει να

πρωτοήρθε στο σπίτι κάποιο Σάββατο. Θυμάμαι ότι δεν είχα σχολείο. Μελετούσα στο δωμάτιό

μου. Διέκοψα τη μελέτη και πήγα για λίγο σε άλλο δωμάτιο, για να την αφήσω να καθαρίσει το

δικό μου.

Ήταν μικροκαμωμένη και υπερβολικά αδύνατη. Μελαχρινή με προέχοντα ζυγωματικά.

Γύρω στα τριανταπέντε. Είχε ένα πολύ λυπημένο βλέμμα. Σαν του ανθρώπου που έχει χάσει

κάποιον πρόσφατα. Φορούσε ρούχα αταίριαστα μεταξύ τους και με την ίδια. Και αρκετά φθαρμένα

επίσης. Αφού έκανε ό,τι είχε να κάνει στο δωμάτιό μου, βγήκε να συνεχίσει στο διάδρομο. Εγώ

ξαναγύρισα στη μελέτη μου. Την παρακολουθούσα όμως κρυφά.

Μυρωδιά απορρυπαντικού ερχόταν από το διάδρομο. Την άκουγα να ρουφάει τη μύτη της,

σα να έκλαιγε βουβά. Το παιδικό μου μυαλό έφτιαχνε ιστορίες, βγαλμένες, λες, από τα

μυθιστορήματα που διάβαζα εκείνον τον καιρό. Φανταζόμουν ότι μπορεί να μην είχε να φάει, γι’

αυτό ήταν τόσο αδύνατη. Ότι είχε μικρά παιδιά και κρατούσε το λίγο φαγητό για εκείνα. Ότι

έβρισκε ρούχα από δεύτερο και τρίτο χέρι.

85

Page 86: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Όσο τα σκεφτόμουν αυτά, τόσο δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ στο διάβασμά μου.

Ανησυχούσα ότι ο τρόπος που καθάριζε η γυναίκα το σπίτι δεν θα ικανοποιούσε τη μητέρα μου

και δεν θα την κρατούσε για επόμενη φορά. Και τι θα γινόταν τότε εκείνη;

Οι μαύρες σκέψεις είχαν αποκλείσει κάθε άλλο πιθανό ενδεχόμενο στο μυαλό μου. Δεν μου

περνούσε καν από το μυαλό ότι μπορεί η γυναίκα να είχε αλλεργική ρινίτιδα από τα

απορρυπαντικά που χρησιμοποιούσε. Ότι τα ρούχα που φορούσε μπορεί να τα είχε μόνο για τη

δουλειά, γι’ αυτό ήταν παλιά και αταίριαστα. Ότι μπορεί να ήταν λεπτοκαμωμένη από το σκαρί της

και να μην έβαζε κρέας επάνω της, όσο κι αν έτρωγε.

Άκουγα τη φωνή της μητέρας μου που της έκανε παρατηρήσεις. Ήμουν σχεδόν σίγουρη ότι

δεν θα υπήρχε δεύτερη φορά. Και βγήκα αληθινή. Πρέπει να την κοίταξα με σχεδόν δολοφονικό

βλέμμα, όταν ανακοίνωσε στο μεσημεριανό τραπέζι ότι θα έβρισκε άλλη καθαρίστρια, αφού η

γυναίκα με το λυπημένο βλέμμα «δεν έκανε όλη μέρα τίποτα».

86

Page 87: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Χνάρια

καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά, έλεγε η ξύλινη διακοσμητική επιγραφή πάνω από το

ψυγείο και η κυρα-Λένη το πίστευε τόσο βαθιά, που σε όλη της τη ζωή, μέχρι τώρα στα

γεράματα, ένιωθε μισή αρχόντισσα. Κάθε πρωί, καθώς άνοιγε το ψυγείο για να ετοιμάσει το

μοναχικό πρωινό της, η ταμπελίτσα λες και την έσπρωχνε να ξεκινήσει τη μέρα της. Το σημερινό

σπρώξιμο ήταν πιο δυνατό, κανονική διαταγή. «Να συμμαζέψω λίγο. Μη με περάσουν και για

εντελώς ανοικοκύρευτη», μονολόγησε κλείνοντας το ψυγείο. Το πρωινό της σήμερα είχε βιολογικό

γάλα, σαν κι αυτό που αγόραζε η νύφη της. Πιο ακριβό, όμως ας το δοκίμαζε κι εκείνη μια φορά,

δεν χάλασε ο κόσμος. Γέμισε το ποτήρι και το ήπιε βιαστικά. Δεν βρήκε διαφορά από τα

συνηθισμένα γάλατα, αλλά πάλι τι να καταλάβαινε εκείνη, γριά γυναίκα… Η ματιά της ξανάπεσε

στην ταμπέλα και σηκώθηκε, κάνοντας την παλιά πολυθρόνα της να τρίξει συγκαταβατικά. Ήταν

σπάνιες πια οι φορές που έμπαινε στο σπίτι κάποιος επισκέπτης, όμως σήμερα ήταν μια

αλλιώτικη μέρα.

H

Πήρε τη σκούπα και τράβηξε τις καρέκλες μακριά από το τραπέζι. Το σπίτι βρωμάει, έλεγε

κρυφά και φανερά η νύφη της, φαρμάκι σκέτο οι κουβέντες της, ευτυχώς που ο γιος της δεν έδινε

σημασία. Όταν η Έλενα σχολίαζε το νοικοκυριό της μάνας του, εκείνος έπαιρνε την εφημερίδα του

και έβγαινε στην αυλή. Η Έλενα τον έπαιρνε στο κατόπι μουρμουρίζοντας, όμως ο Νάσος πάντα

συγκαταβατικός: «Έλα, βρε αγάπη μου. Σάμπως θα κάτσουμε για πολύ; Να κάνουν τα παιδιά

μερικά μπάνια, να πάρουν καθαρό αέρα».

Η Έλενα ήταν πολύ όμορφη γυναίκα, μετρίου αναστήματος, καστανόξανθη με μελιά μάτια

και χαριτωμένο λικνιστικό βάδισμα. Όταν ο Νάσος την έφερε για πρώτη φορά στο σπίτι, ο Στράτος

είχε απομείνει να την κοιτάζει. «Γέρος άνθρωπος, δεν ντρέπεσαι…» του είχε πει γελώντας πονηρά

η Λένη. Το μεσημέρι, σ’ εκείνο το πρώτο τραπέζι, σήκωσε συγκινημένος το ποτήρι του να την

καλωσορίσει, μια και το πράμα φαινόταν σοβαρό. «Στην υγειά σου και στη σπάνια ομορφιά σου,

μωρή Λένη! Έχεις και το ίδιο όνομα με την κυρά μου.» Η Έλενα ξαφνικά κοκκίνισε, γούρλωσε τα

87

Page 88: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

μάτια και πνίγηκε από ένα θυμωμένο βήχα που μύριζε μοσχοφίλερο. «Με…. λένε..Έ..λε..να»,

προσπαθούσε να αρθρώσει βήχοντας, «και θα.. χμ..σας παρακαλούσα να μην με ξαναποκαλέσετε

μωρή!»

Όσες φορές η Λένη θυμόταν αυτό το γεγονός, γελούσε κρυφά. Δύσκολος άνθρωπος η νύφη

της, γιατρίνα με μεγάλη πελατεία στον Πειραιά και ακόμα μεγαλύτερη αγάπη για τα ακριβά και

φανταχτερά πράγματα. Από τότε που παντρεύτηκαν, ο Νάσος είχε αλλάξει καμιά δεκαριά

αυτοκίνητα. Λίγο να πάλιωνε το αμάξι, άρχιζε εκείνη να του τρώγεται. Έμεναν σε ένα μεγάλο

διαμέρισμα με θέα τη θάλασσα. Ο Νάσος ήταν καθηγητής σε λύκειο και επιπλέον έκανε

απογευματινά ιδιαίτερα μαθήματα. Πού να βγουν τόσα έξοδα; Η Έλενα έβγαζε καλά λεφτά, αλλά

συνέχεια «ήθελε», ή-για την ακρίβεια- «δεν ήταν απαραίτητο, όμως θα ήταν τόσο ωραίο…». Ο

Νάσος την αγαπούσε όπως τότε στην αρχή και ικανοποιούσε αγόγγυστα κάθε της επιθυμία.

Η κυρα-Λένη είχε φτάσει σκουπίζοντας στο υπνοδωμάτιο και κοίταζε τις φωτογραφίες πάνω

στο παλιό κομό. Μπροστά η φωτογραφία από το γάμο του Νάσου με την Έλενα. Λεβέντης ο γιος

της, ίδιος ο πατέρας της, αλλά και η Έλενα μια καλλονή. Δίπλα η φωτογραφία των παιδιών, του

Κυριάκου και της Δάφνης, καλά παιδιά, πρώτοι μαθητές στο σχολείο.

Ο Κυριάκος ήταν ασκούμενος δικηγόρος, ένα παλικάρι ξανθό μέχρι εκεί πάνω. Είχε πάρει τα

μάτια της, ανοιχτοπράσινα σαν το άγουρο σταφύλι. Περηφανευόταν στο χωριό ο Στράτος για την

κυρά του, καμιά δεν είχε τέτοια ομορφιά στη ματιά. Του κακοφάνηκε λίγο που ο μοναχογιός του

δεν είχε πάρει αυτά τα σπάνια μάτια, αναγάλλιασε όμως όταν γεννήθηκε ο πρασινομάτης εγγονός

που όπως-μάταια-περίμενε, θα έπαιρνε τ’ όνομά του. Κι ας μην το παραδεχόταν η Έλενα πως τα

μάτια ήταν της πεθεράς της, ας έλεγε ότι ήταν του θείου της του συμβολαιογράφου. Απ’ όποιον κι

αν είχε πάρει τα μάτια, ο Κυριάκος έβλεπε με αυτά το σωστό δρόμο στη ζωή του. Τέλειωσε το

πανεπιστήμιο στα τέσσερα χρόνια, πήγε φαντάρος και τώρα έκανε την άσκησή του σ’ ένα μεγάλο

δικηγορικό γραφείο. Την έπαιρνε τηλέφωνο κάθε βδομάδα να της πει τα νέα του και ν’ ακούσει τα

88

Page 89: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

δικά της. Πολλά τα δικά του νέα, ανύπαρκτα τα δικά της, πάσχιζε όμως κι εκείνη κάθε φορά κάτι να

βρει να του πει, αλλιώς καταλάβαινε ότι ο εγγονός της στενοχωριόταν.

Και η Δαφνούλα της, πότε ήταν τόσο μικρή όσο στη φωτογραφία… Την έφαγε η ξένη χώρα.

Δεν θα μπορέσει ποτέ αυτός ο τόπος να κρατήσει τα καλά παιδιά του. Τέλειωσε το κορίτσι το

Πανεπιστήμιο, γιατρίνα κι αυτή σαν τη μάνα της, αλλά πού να περιμένει εδώ για να ειδικευθεί…

Παιδίατρος… Ούτε σε δέκα χρόνια. Έφυγε για την Αγγλία. Η Λένη την έβλεπε πια μόνο τα

καλοκαίρια. Ερχόταν η Δάφνη με φίλες της και κάθονταν στο χωριό λίγες μέρες και τότε γέμιζε το

σπίτι φωνές, γέλια, αρώματα, νιάτα. Τα πρωινά, μόλις η Λένη τέλειωνε με τις δουλειές της, τις

ξύπναγε, αλλιώς μπορεί να έφτανε μεσημέρι κι εκείνες να ήταν ακόμα χωμένες στα κρεβάτια τους.

«Ξυπνάτε, μωρέ κοπελούδες! Μη σπαταλάτε τα νιάτα σας. Ο ύπνος είναι χαμένη ζωή!»

Η Δάφνη νοιαζόταν πολύ για τη γιαγιά της. Όποτε ερχόταν στο χωριό, κρατούσε για κείνη

μια στοίβα βιβλία. Της Λένης της άρεσε να διαβάζει, μυθιστορήματα, συνταγές μαγειρικής,

περιοδικά, εφημερίδες, την Αγία Γραφή, ο,τιδήποτε έπεφτε στα χέρια της. Δεν είχε πάει γυμνάσιο,

δύσκολα εκείνα τα χρόνια για τα κορίτσια. Όταν ήταν εννιά χρονών, ο πατέρας της τη σταμάτησε

από το σχολείο και την έβαλε στα κτήματα, τουλάχιστον όμως είχε προλάβει να μάθει γραφή κι

ανάγνωση. Το διάβασμα της άρεσε πιο πολύ και από την τηλεόραση. Την τηλεόραση την κράταγε

ανοιχτή για παρέα, δεν την παρακολουθούσε, ήταν όμως σα να είχε άνθρωπο στο σπίτι. Από τότε

που συγχωρέθηκε ο Στράτος, σπάνιες ήταν οι μέρες που κάποιος διάβαινε το κατώφλι της. Η

γειτόνισσά της η Πολυξένη είχε φύγει κι αυτή, πάει καιρός, μόνο τα παιδιά της-να’ ναι καλά-

πέρναγαν τακτικά απέξω και τη ρωτούσαν αν χρειαζόταν κάτι. Μέχρι εκεί όμως. Σπάνια έμπαιναν

μέσα. Παλικάρια κι αυτά, όλη μέρα στις δουλειές τους, τι να’ χουν να πουν με μια γριά…

Ο Νάσος ερχόταν όσο πιο συχνά μπορούσε, θα’ πεφτε ο ουρανός να την πλακώσει, αν είχε

παράπονο από το παιδί της. Μια φορά στις δεκαπέντε, ό,τι καιρό κι αν έκανε, έπαιρνε τον

κατήφορο με τ’ αμάξι κι ερχόταν να δει τη μάνα του, και κάθε φορά με τα χέρια γεμάτα. «Τι να τα

κάνω, βρε Νάσο μου, τόσα πράματα; Μια ψυχή είμαι, πόσο να φάω;» Έβλεπε στα μάτια του γιου

89

Page 90: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

της την έννοια. Ο Νάσος τρωγόταν που την έβλεπε μόνη της. Για έναν καιρό της είχε κουβαλήσει

μια «κοπέλα να την προσέχει». Είχε καταφτάσει ένα πρωί η Νόνα, μια πενηντάρα, ξανθιά και

ψηλή σα λελέκι. Διαρκώς γέλαγε κι έλεγε «ντα, …ντα». Γρυ ελληνικά δεν μίλαγε. Κάθισε μαζί της

τρεις μέρες. Από το πρωί μέχρι το βράδυ βαφόταν κι αρωματιζόταν στον καθρέφτη και ύστερα

μίλαγε στο κινητό. Κι εκεί «ντα» και «ντα», αλλά και άλλες κουβέντες που η κυρα-Λένη δεν

καταλάβαινε. Και χαχανητά, πω, πω αυτά τα χαχανητά… Κολάστηκε και την ξαπόστειλε.

Μάλωσαν με το γιο της. Ο Νάσος επέμενε ότι έπρεπε κάποιος να την προσέχει, δεν μπορούσε να

καταλάβει ότι η κυρα-Λένη ήθελε την ησυχία της, το σπίτι της, τη σειρά της. Τον τελευταίο καιρό

του είχε έρθει άλλη ιδέα, να τη βάλει-λέει-για το χειμώνα σε μια «μονάδα φροντίδας ηλικιωμένων».

Γηροκομείο, δηλαδή, αλλά με άλλα λόγια. Κόντεψαν να σφαχτούν στο τηλέφωνο την τελευταία

φορά. «Καλύτερα να πεθάνω, να πάω να βρω τον πατέρα σου!» του είχε πει η Λένη φουρκισμένη.

Ήξερε ότι ο γιος της θα επέμενε κι άλλο, θα της το έλεγε από κοντά. Είχε τον τρόπο του να περνάει

το δικό του, μ’ αυτόν κατάφερνε και την Έλενα, ένα τρόπο ήρεμο, επίμονο και διεισδυτικό. Από τη

μάνα του εξάλλου τον είχε κληρονομήσει, έτσι ήταν και η Λένη στα νιάτα της, υπομονετική και

επίμονη. Δεν γύριζε κουβέντα, αλλά θα έκανε τελικά αυτό που ήθελε εκείνη, κι ας της βρόνταγε τη

γροθιά στο τραπέζι ο Στράτος, στο τέλος εκείνος ήταν που θα υποχωρούσε. Διαφωνούσαν σε

πολλά με τον άντρα της, ή μάλλον όχι απλώς σε πολλά, σε όλα. Μαύρο έλεγε εκείνος, άσπρο αυτή,

μέχρι το τέλος. Δεν είχαν όμως μαλώσει ποτέ στα σοβαρά.

Τουλάχιστον όχι σαν τους καβγάδες του γιου της με τη νύφη της, που τους άκουγε όλη η

γειτονιά. Πόσο ντρεπόταν τους γείτονες, όταν η Έλενα άρχιζε να τσιρίζει… Ήθελε ν’ ανοίξει η γη

να την καταπιεί. Τι στο καλό της έφταιγε αυτής της κοπέλας; Μονίμως με τα μούτρα κατεβασμένα

στο πάτωμα, πάντα δυσαρεστημένη. Όλα τα είχανε με τον άντρα της, το σπίτι τους, το λάδι τους…

Γιατί γκρίνιαζε από το πρωί μέχρι το βράδυ; Ευτυχώς, ο Νάσος δεν έδειχνε να πτοείται. Έπαιρνε

την εφημερίδα του να διαβάσει ή έμπαινε στο αυτοκίνητο και πήγαινε βόλτα στην αγορά.

Δεκαπέντε μέρες έρχονταν το καλοκαίρι για διακοπές, τριάντα φορές θα μάλωναν. Φοβήθηκαν

90

Page 91: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

όμως και λιγόστεψαν τους καβγάδες, τουλάχιστον στα φανερά, όταν στα μέσα του δημοτικού η

Δάφνη άρχισε να υπνοβατεί. Ρώτησαν τότε ψυχολόγους και αυτοί τους είπαν ότι το παιδί

στενοχωριέται πολύ και φοβάται, γι’ αυτό υπνοβατεί. Ευτυχώς που μεγαλώνοντας, έγιανε το

κορίτσι. Τώρα δεν ξυπνάει που να χαλάει ο κόσμος…

Η κυρα-Λένη αποτέλειωσε το συμμάζεμα και άφησε τη σκούπα ξανά στη γωνιά της. «Δεν

βαριέσαι, καλό είναι. Δεν θα’ ρθουν και για προξενιό», μονολόγησε. Μπήκε στο μπάνιο και

κοιτάχτηκε στον καθρέφτη. Τα μάτια της σήμερα έμοιαζαν θολά, σαν του μπαγιάτικου ψαριού.

Έβγαλε το μαντίλι της και το δίπλωσε πάνω στο πλυντήριο. Πήρε μια ξεδοντιασμένη χτένα και

έστρωσε λίγο τα κατάλευκα μαλλιά της. Γύρισε πίσω στο δωμάτιο που είχε για καθιστικό.

Ο φθινοπωρινός ήλιος έμπαινε από τις γρίλιες κάνοντας την πολυθρόνα της να μοιάζει με

γέρικη ζέβρα. Πάνω στις ακτίνες του, τα σωματίδια της σκόνης είχαν στήσει για άλλη μια φορά

έναν αργό, μονότονο χορό. Κάθε μέρα η Λένη χάζευε αυτό τον χορό. Της φαινόταν πως τούτη η

σκόνη ήταν ό,τι είχε απομείνει από τους ανθρώπους του σπιτιού. Μάλιστα, κάποιες φορές, τους

έβλεπε και τους άκουγε μέσα στις σκονισμένες ηλιαχτίδες: ο Στράτος να γκρινιάζει για τον καιρό

και για τους πόνους στα κόκκαλά του, η Δάφνη να αρωματίζεται για να βγει βόλτα στην παραλία,

ο Νάσος να διορθώνει τα γραπτά των μαθητών του καπνίζοντας ασταμάτητα, το ραδιόφωνο να

παίζει τη λειτουργία της Κυριακής, η Έλενα να τραγουδάει με τον Κυριάκο μωρό στην αγκαλιά της,

η Πολυξένη με το πλεκτό της να αραδιάζει όλα τα νέα του χωριού. Και πολλοί άλλοι, φίλοι και

συγγενείς, να τρώνε μαζεμένοι γύρω από το μεγάλο τραπέζι. Όλων τους τα χνάρια υπήρχαν μέσα

σε αυτό το χορευτικό νέφος. Τώρα πια μόνο με χνάρια γέμιζε η μέρα της. Με χνάρια και με την

Παναγία. Την είχε πάντα συντροφιά, σε όλη της τη ζωή. Συχνά-πυκνά, όταν την έπαιρνε το

παράπονο, της μιλούσε κρυφά. Εκείνη την άκουγε προσεκτικά και στο τέλος τη βύθιζε σ’ ένα

γλυκό, λυτρωτικό ύπνο πάνω στην πολυθρόνα της, ίσα ν’ αδειάσει το μυαλό της από τη

στενοχώρια.

91

Page 92: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Η Λένη ίσιωσε την εικόνα της Παναγίας που κρεμόταν στον τοίχο, πάνω από το τραπέζι.

Έπιασε την πολυθρόνα από τα μπράτσα και την έσυρε αγκομαχώντας στη μέση της αυλής. Μπήκε

στην κουζίνα και άνοιξε το ντουλάπι κάτω από το νεροχύτη με τα λογής-λογής μπουκάλια. Πήρε

ένα μικρό πλαστικό μπουκάλι από την πρώτη σειρά. Είχε ακόμα επάνω του την τιμή. Ψαχούλεψε

μέσα στην τσέπη της ποδιάς της το κουτί με τα σπίρτα, σα να ήθελε να βεβαιωθεί ότι ήταν εκεί.

Κάθισε στην πολυθρόνα της και έκανε την προσευχή της. «Σ’ ευχαριστώ, Παναγία μου», ψιθύρισε

συγκινημένη. Άνοιξε το μπουκάλι και μούσκεψε τα μαλλιά της, τα ρούχα της και τα παπούτσια της.

Η διαπεραστική μυρωδιά της βενζίνης και μια αναπάντεχα μεγάλη λάμψη από το αναμμένο σπίρτο

ήταν τα τελευταία πράγματα που ένιωσε.

Όταν έφτασαν οι γείτονες, το σώμα της ήταν ήδη καρβουνιασμένο. Κανείς δεν μπορούσε να

πει με σιγουριά αν η φλόγα είχε καταφέρει να φτάσει μέχρι την ψυχή της και να τη ζεστάνει, όμως

ένα άκαμπτο μαύρο χαμόγελο, αποτυπωμένο πάνω σε αυτό που κάποτε ήταν το πρόσωπό της,

μαρτυρούσε πως η ζωή της πρέπει τώρα στο τέλος να έγινε πιο φωτεινή, έστω και για λίγο.

(Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Παρέμβαση, τεύχος 163, Καλοκαίρι 2012)

92

Page 93: ΤΟ ΤΕΛΕΙΟ ΧΤΕΝΙΣΜΑ και άλλες συνηθισμένες ιστορίες-ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ

ΜΑΡΙΑ ΔΡΙΜΗ – Το τέλειο χτένισμα και άλλες συνηθισμένες ιστορίες

Η φωτογραφία του εξωφύλλου είναι τραβηγμένη στα στενά της Βαρκελώνης, το φθινόπωρο του

2010.

© Μαρία Δριμή

93