ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

27
ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ Kική Δημουλά, «Ο πληθυντικός αριθμός» και «Γας ομφαλός» Κάθομαι στο άδειο παγκάκι με μιαν ηλιαχτίδα. Παλιά μου συμμαθήτρια, όμως αυτή πώς τα κατάφερε και μένει από τότε, όλο στην ίδια ωραία τάξη. («΄Αφετε τα παιδία ήσυχα», Χαίρε ποτέ) Ι. ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ: H ΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ 1. Εργοβιογραφικό σημείωμα Η Κική Δημουλά γεννήθηκε το 1931 στην Αθήνα. Εργάστηκε στην Τράπεζα Ελλάδος από το 1949 ως το 1974. Στα Γράμματα εμφανίστηκε το 1952 με την ποιητική συλλογή Ποιήματα, που σύντομα την απέσυρε η ίδια από την κυκλοφορία. Παντρεμένη από το 1954 με τον ποιητή Άθω Δημουλά (1921-1985), εξέδωσε έκτοτε δέκα ποιητικές συλλογές, το λόγο που εκφώνησε κατά την εισδοχή της στην Ακαδημία Αθηνών (Ο φιλοπαίγμων μύθος, 2003) κι ένα βιβλίο με πεζά, που είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό της Τράπεζας Ο Κύκλος (Εκτός σχεδίου, 2004). Ποιήματα και συλλογές της έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες. Ποιητικές συλλογές Έρεβος (1956), Ερήμην (1958), Επί τα ίχνη (1963), Το Λίγο του κόσμου (1971, Β΄ κρατικό βραβείο), Το τελευταίο σώμα μου (1981), Χαίρε ποτέ (1988, Α΄ κρατικό βραβείο), Η εφηβεία της λήθης (1994, Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών), Ενός λεπτού μαζί (1998), Ποιήματα (1998, συγκεντρωτική έκδοση), Ήχος απομακρύνσεων (2001, Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας 1

description

Λογοτεχνία και θέατρο

Transcript of ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Page 1: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Kική Δημουλά, «Ο πληθυντικός αριθμός» και «Γας ομφαλός»

Κάθομαι στο άδειο παγκάκι με μιαν ηλιαχτίδα.Παλιά μου συμμαθήτρια, όμως αυτή πώς τα κατάφερε και μένει από τότε, όλο στην ίδια ωραία τάξη. («΄Αφετε τα παιδία ήσυχα», Χαίρε ποτέ)

Ι. ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ: H ΕΓΕΡΣΗ ΤΩΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ

1. Εργοβιογραφικό σημείωμα

Η Κική Δημουλά γεννήθηκε το 1931 στην Αθήνα. Εργάστηκε στην Τράπεζα Ελλάδος από το 1949 ως το 1974. Στα Γράμματα εμφανίστηκε το 1952 με την ποιητική συλλογή Ποιήματα, που σύντομα την απέσυρε η ίδια από την κυκλοφορία. Παντρεμένη από το 1954 με τον ποιητή Άθω Δημουλά (1921-1985), εξέδωσε έκτοτε δέκα ποιητικές συλλογές, το λόγο που εκφώνησε κατά την εισδοχή της στην Ακαδημία Αθηνών (Ο φιλοπαίγμων μύθος, 2003) κι ένα βιβλίο με πεζά, που είχαν δημοσιευτεί στο περιοδικό της Τράπεζας Ο Κύκλος (Εκτός σχεδίου, 2004). Ποιήματα και συλλογές της έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες.

Ποιητικές συλλογέςΈρεβος (1956), Ερήμην (1958), Επί τα ίχνη (1963), Το Λίγο του κόσμου (1971, Β΄ κρατικό βραβείο), Το τελευταίο σώμα μου (1981), Χαίρε ποτέ (1988, Α΄ κρατικό βραβείο), Η εφηβεία της λήθης (1994, Βραβείο Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών), Ενός λεπτού μαζί (1998), Ποιήματα (1998, συγκεντρωτική έκδοση), Ήχος απομακρύνσεων (2001, Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου της), Χλόη θερμοκηπίου (2005), Μεταφερθήκαμε παραπλεύρως (2007). 2. Γραμματολογική ένταξη

Ανήκει στη δεύτερη μεταπολεμική ποιητική γενιά, η οποία περιλαμβάνει τους ποιητές που γεννήθηκαν στα χρόνια 1929-1942 και εξέδωσαν συλλογή ανάμεσα στο 1950 και στο 1970 (κυρίως 1955-1965).

Τάσεις Κοινωνική: Θωμάς Γκόρπας, Βύρων Λεοντάρης, Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος,

Πρόδρομος Χ. Μάρκογλου, Μάρκος Μέσκος, Χρίστος Ρουμελιωτάκης κ.ά. Ερωτική: Ανδρέας Αγγελάκης, Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου, Νίκος Γρηγοριάδης,

Χρίστος Λάσκαρης, Λεία Χατζοπούλου-Καραβία, Ντίνος Χριστιανόπουλος κ.ά. Φιλοσοφική-υπαρξιακή: Κική Δημουλά, Ανέστης Ευαγγέλου, Αλέξης Ζακυθηνός,

Μαρία Καραγιάννη, Τάσος Ρούσσος, Θανάσης Τζούλης κ.ά.

1

Page 2: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

3. Περίοδοι του έργου της

Κατά το Δημοσθένη Κούρτοβικ, μυθιστοριογράφο και κριτικό: Α. 1952-1963: αναζήτηση του προσωπικού δρόμου (καβαφικές επιδράσεις)Β. 1971 κ.ε.: διαμόρφωση των ποιητικών τρόπων

(Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς, Πατάκης, Αθήνα 1995, σ. 67-68) Μια άλλη διαίρεση, κατά το φιλόλογο και κριτικό Γιάννη Παπακώστα:

Α. 1952-1963: απόπειρες εύρεσης της τεχνικής τηςΒ. 1971-1981: κατάκτηση του προσωπικού λόγου (ευρηματικότητα στην επιλογή

των λέξεων, νεολογισμοί, επαναλαμβανόμενα μοτίβα)Γ. 1988 κ.ε.: αίσθηση θλίψης και απώλειας (της ομορφιάς, της νεότητας, της ζωής),

«αποφθεγματικότητα»(«Η Κ. Δημουλά και η ποίηση του μέσα χώρου. Τα θέματα, η τεχνική, τα μοτίβα και η γλώσσα της ποιήτριας στα πενήντα χρόνια της διαρκούς παρουσίας της», εφ. Η Καθημερινή, 4-11-2003)

Η συντακτική επιτροπή του περιοδικού Νέες Τομές, που κάνει και την πρώτη ανθολόγηση της δεύτερης μεταπολεμικής ποιητικής γενιάς, συνοψίζει ως εξής την ποίηση της Κικής Δημουλά:«Μια φωνή πολύ διαφορετική και μάλλον αποξενωμένη από το κυρίαρχο κλίμα είναι η Κική Δημουλά. Η αποξένωση αυτή οφείλεται στο είδος της ποίησης που διακονεί η ποιήτρια, θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε ‘‘ποίηση της σκέψης’’. Στην ποίηση αυτή οι επιτυχίες είναι μεγάλες, όταν η σκέψη έπεται του λυρισμού. Η Κική Δημουλά διαθέτει αυτήν ακριβώς την ικανότητα, να αφήνει δηλαδή το λυρισμό της να επιπολάζει» [1 (93) (Άνοιξη 1985) 5].

Η ίδια η ποιήτρια για τη μαθητεία της στον ποιητή και άντρα της Άθω Δημουλά λέει:«Ο Άθως Δημουλάς επέδρασε διακριτικά, πολύτιμα και ανεξίτηλα σε κάθε τομέα του δικού μου Άλλοτε και αλλού. Μιμήθηκα ίσως τις τόσο διορατικές προτιμήσεις του για το παρερχόμενο και το παρελθόν – ΄Ο,τι περίσσεψε απ’ τη μέρα, η μνήμη είναι, λέει σε κάποιο στίχο του. Ήμουν πράγματι καχύποπτη και αρνητική προς το ‘‘εδώ’’ και το ‘‘τώρα’’. Και με δικαίωσαν. Ήταν ασφαλές καταφύγιό μου να θυμάμαι» [Αντώνη Φωστιέρη-Θανάση Θ. Νιάρχο (1989), Σε δεύτερο πρόσωπο. Συνομιλίες με 50 συγγραφείς και καλλιτέχνες, Καστανιώτης, Αθήνα 1990, σ. 85].

4. Θεματολογία

Ποίηση του άστεως και του εσωτερικού χώρου Ποίηση του φθινοπώρου Ο έρωτας, κυρίως ως ανάμνηση Απώλεια της ομορφιάς και της νιότης, η φθορά που επιφέρει ο χρόνος Ο θάνατος, η μόνιμη απουσία

του αγαπημένου προσώπου –το εσύ του ποιήματος (1988 κ.ε.)– και της ίδιας της ποιήτριας ως ενδεχόμενο

Μνήμη-λήθη: Η μνήμη, επώδυνη, πυροδοτείται από τις φωτογραφίες, τη νοσταλγία, την απουσία. Η λήθη ανακουφίζει από τον πόνο και βοηθά στη συνέχιση της ζωής.

Η μοναξιά Υπαρξιακή αγωνία

2

Page 3: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Η αλλοτριωτική καθημερινότητα, κυρίως η γυναικεία. Ευτελή αντικείμενα, κοινότοπες συμπεριφορές: η σκόνη του σπιτιού, η επιτραπέζια λάμπα, το φαρμακείο, ο τηλεφωνικός κατάλογος, μια επίσκεψη στη λαϊκή, το αρνί στο φούρνο.

Οι περιηγητικές εντυπώσεις από το εσωτερικό και το εξωτερικό

Δύο χαρακτηριστικά μοτίβα Αγάλματα

Σε μουσεία, κήπους σπιτιών, πλατείες, πάρκα πόλεων εντός και εκτός Ελλάδας. Προσωποποιημένα (άνθρωποι ή θεοί), αγάλματα-σύμβολα, διακοσμητικά. Περιγραφή ανατρεπτική της φωτογραφικής τους στατικότητας, απόδοση αισθημάτων και διαθέσεων, συσχέτιση της προσωπικής κατάστασης με τη δική τους. Σπάνια η ιστορική συμβολοποίηση, όπως της γυναικείας καταπίεσης λ.χ. («Σημείο Αναγνωρίσεως», Το Λίγο του κόσμου).

ΦωτογραφίεςΔιευρύνουν το χώρο του δωματίου, όπως τα κάδρα. Παγώνουν το χρόνο, ενεργοποιούν τη μνήμη κι έτσι καλύπτουν το κενό μιας απουσίας.

5. Ποιητική

Φωνή χαμηλών τόνων. Εκκινεί από το μικρό ποίημα, αλλά, καθώς η κουβέντα με τα πράγματα την κάνει

να ξεχνιέται, καταλήγει στο μακροσκελές, συχνά χαλαρό στη δόμηση, διανθισμένο όμως με υπέροχες ζώνες στίχων.

Η πιο ευτυχής στιγμή της: συνδυασμός συναισθήματος και σκέψης. Η Δημουλά περισσότερο μιλά με τα πράγματα που την περιβάλλουν παρά με

τους ανθρώπους. Βασικά μορφολογικά χαρακτηριστικά της ο ανθρωπομορφισμός και οι καινότροπες

φραστικές συνάψεις. Ειδικότερα:

Η πρόταξη της προσδιοριστικής γενικής: τοπίων καραβάνια («Μιμητική», Το Λίγο του κόσμου).

Η προσδιοριστική γενική ανάμεσα στην πρόθεση και στο ουσιαστικό (υπερβατό):

στων μαλλιών τον καλπασμό («Γενική κληρονόμος», Χαίρε ποτέ). Το σύμπλεγμα αυτό διευρύνεται και στις δύο εκδοχές του με την πρόταξη

ενός επιθέτου που προσδιορίζει το βασικό ουσιαστικό: στα κλειστά του συναισθηματισμού μου παράθυρα («Επισκεπτήριο», Ερήμην)· τα μισανθή των φθινοπώρων χέρια («Τα μισανθή χέρια», Το τελευταίο σώμα μου).

Ουσιαστικοποίηση του ουδέτερου των επιθέτων: Στρώσαμε το τραπέζι του αναπάντεχου / με δυο ποτήρια να κεράσουμε το ενδεχόμενο («Προετοιμασία», Έρεβος).

Ουσιαστικοποίηση ρήματος ή φράσης ολόκληρης: καταμεσίς του κλαίγοντας («2001 μεγαθήριο», Ήχος απομακρύνσεων).

Επιθετικοποίηση ουσιαστικών: τουρκογύφτισσες μολόχες («Ο ψυχισμός του δίτροπου», Το τελευταίο σώμα μου).

Απροσδόκητες συνάψεις ρήματος-υποκειμένου/αντικειμένου: Φυσάει άδειο δωμάτιο («Απροσδοκίες», Χαίρε ποτέ)· Σκέπτομαι απόψε να στείλω τη μελαγχολία μου («Τίποτα δε θ’ αντιληφθείς», Χλόη θερμοκηπίου).

3

Page 4: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Επίρρημα σε θέση ουσιαστικού ή και προσώπου: Χαίρε ποτέ (τίτλος συλλογής και ποιήματος).

Παιχνίδι του λόγου με την αξιοποίηση των τόνων, των παρηχήσεων και των ομόηχων λέξεων: Θέρος, θερισμός / δεμάτια φως, δεμάτια τα μάτια / φορτώνονται σε κάρα, άρα / δεν θα σε ξαναδώ («Σημεία των καρπών», Το τελευταίο σώμα μου).

Απρόσμενη αντικατάσταση μιας λέξης με άλλη σε μια τυποποιημένη έκφραση: Εγώ, όταν θα μεγαλώσω / θα γίνω Σεπτέμβρης, έλεγε ο Αύγουστος («Βροχή επιστροφής», Το τελευταίο σώμα μου).

Εύστοχοι νεολογισμοί: Η θάλασσα ψύχραιμη και ασύσπαστη («Πάσχα, προς Σούνιον», Επί τα ίχνη).

Λόγος επιγραμματικός, αποφθεγματικός, κατά τον τρόπο του Καβάφη: Ξέρει να συμβιβάζεται η ανάμνηση («Διά της εις άτοπον λήθης», Χλόη θερμοκηπίου).

Ειρωνεία, σαρκασμός, αυτοσαρκασμός: Ο φούρνος σου δεν καίει, φώναξε / κάνε κάτι αλλιώς θα μείνει νηστική / χρονιάρα μέρα η ωμότητά σας («Πάσχα στο φούρνο», Ενός λεπτού μαζί).

Απόδοση, σε άψυχα ουσιαστικά, επιθέτων που αρμόζουν σε έμψυχα: αποκεφαλισμένα περιβόλια («Σαν να διάλεξες», Η εφηβεία της λήθης).

Εμψύχωση του συγκεκριμένου ή του αφηρημένου ουσιαστικού, έτσι που ο κόσμος στο σύνολό του να προσλαμβάνεται ως έμψυχος: Θα ξανάρθω λέει ο αφρός στα χαλίκια. / Να ξανάρθεις./ Ένα όστρακο άδειο κατάφερε / τη μεγάλη περίληψη. // Φεύγει η μέρα. Το μικρό όνομά της / το αδειάζει βαφή στα μαλλιά της η δύση («Τα υπο-κινούμενα», Το τελευταίο σώμα μου).

Πρόσδεση του αφηρημένου στο συγκεκριμένο, ώστε να καθίσταται απτή πραγματικότητα: Κυμαίνομαι / στους τοίχους του διλήμματος χτυπώ («Ομιχλώδης λύτρωση», Χλόη θερμοκηπίου).

ΙΙ. «Ο ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ»

Το ποίημα ανήκει στη συλλογή του 1971 Το Λίγο του κόσμου, στην οποία ολοκληρώνεται η διαμόρφωση των ποιητικών τρόπων της Δημουλά. Ο τίτλος του ποιήματος ευρηματικός, προδιαγράφει τον τρόπο ανάπτυξης του κειμένου, επιχειρώντας να ορίσει το γραμματικό όρο. Τέχνασμα έξυπνο η τεχνολόγηση. Χαρακτηριστικά της η επιγραμματικότητα και ο α-ρηματικός λόγος.

Το ποίημα, μοιρασμένο σε τέσσερις ενότητες, στηρίζεται σε τέσσερις λέξεις-έννοιες: έρωτας, φόβος, μνήμη, νύχτα. Στο προφανές επίπεδο μιλάει για τεχνολόγηση. Σ’ ένα δεύτερο για τη σημασία αυτών των στοιχείων στη ζωή των ανθρώπων.

Στροφικό σύνολο 1ο: Ο έρωταςΠώς ανατρέπεται η τεχνολόγηση του «έρωτα»; Λόγια κατάληξη: (όνομα) ουσιαστικόν. Αμφισημία: όχι απλώς γραμματικός όρος

αλλά μεγάλης σημασίας για τους ανθρώπους. Επίρρημα πολύ: επιτείνει την προηγούμενη δεύτερη σημασία του επιθέτου. ενικού αριθμού: γραμματικός όρος αλλά και συνδηλωτικός: η ατομική βίωση, η

μοναχικότητα, η αυτοτέλεια κάθε οντότητας μέσα στον έρωτα.Βλ. Γιάννη Ρίτσου Σονάτα του σεληνόφωτος (1956), στ. 33-34: Το ξέρω πως καθένας μονάχος πορεύεται στον έρωτα,μονάχος στη δόξα και στο θάνατο.

ούτε θηλυκού ούτε αρσενικού: Αποκλεισμός του γένους που αφορά τους ανθρώπους. Συνεπώς; Ουδέτερου.

4

Page 5: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

ανυπεράσπιστου: Ανατροπή της αναγνωστικής προσδοκίας. Ο ερωτευμένος είναι ευάλωτος/θύμα.

Πληθυντικός αριθμός / οι ανυπεράσπιστοι έρωτες.Γενίκευση του αισθήματος. Οι ευάλωτοι λόγω του έρωτα είναι πολλοί.

Στροφικό σύνολο 2ο: Ο φόβος ουσιαστικόν: αμφίσημο, όπως στο 2ο στίχο.

Στην αρχή-και μετά: Στην αρχή ο φόβος είναι ένας, φυσιολογικός. Μετά τη συναισθηματική ματαίωση πολλαπλασιάζεται.

οι φόβοι. / Οι φόβοι / για όλα από δω και πέρα (επαναστροφή): Δίχως τον έρωτα, το κενό διευρύνεται, οι φόβοι/αγωνίες πληθαίνουν: μοναξιά, φθορά, θάνατος, ανασφάλεια/αβεβαιότητα για όλα και για το μέλλον.Βλ. Μανόλης Αναγνωστάκης, «Η αγάπη είναι ο φόβος…» (Εποχές 3, 1951), στ. 1: Η αγάπη είναι ο φόβος που μας ενώνει με τους άλλους.

Στροφικό σύνολο 3ο: Η μνήμη Άλλη δόμηση της ενότητας. Όχι ουσιαστικόν, όπως ως τώρα αλλά και μετά (Η νύχτα). κύριο όνομα των θλίψεων: Η μνήμη είναι βασική πηγή ψυχικού πόνου. ενικού αριθμού, / μόνον ενικού αριθμού (αναδίπλωση/παλιλλογία): Έμφαση.

Ένα προφανώς είναι το θέμα της μνήμης: η απώλεια του αγαπημένου. και άκλιτη. / Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη: Η τριπλή αναφορά της μνήμης στην

ίδια πτώση (ονομαστική) α. αναδεικνύει την καταδυναστευτική επικυριαρχία της και κατά συνέπεια

τη βασανιστική απώλεια του αγαπημένου προσώπου,β. μετατρέπει την κλιτή λέξη σε άκλιτη, ανατρέποντας τη γραμματική της

φύση.

Στροφικό σύνολο 4ο: Η νύχτα Η τελευταία ενότητα δομείται σαν τη δεύτερη. Όλα κανονικά εκτός από

α. την αναφορά του γένους (θηλυκού) καιβ. τη φράση για όλα του τελευταίου στίχου.Βλ. πάλι την αμφισημία της λέξης ουσιαστικόν και το πέρασμα στον πληθυντικό: οι νύχτες. / Οι νύχτες από δω και πέρα (επαναστροφή).

Ο πληθυντικός υπαινίσσεται το δύσκολο μέλλον. Όπως οι φόβοι, έτσι και οι νύχτες πληθαίνουν με την απώλεια του έρωτα και

καθιστούν βασανιστική τη ζωή αυτού που μένει. Η απώλεια του αγαπημένου πολλαπλασιάζει τις αγωνίες, τους φόβους, τις ανασφάλειες. Τη νύχτα όλα είναι πιο δύσκολα. Οι άνθρωποι είναι ακόμα πιο μόνοι δίχως το θόρυβο και τους περισπασμούς της μέρας. Βλ. Μάρκος Μέσκος: Δύσκολα, δύσκολα ξημερώνει (Ελεγείες, 2005).

Συνολική θεώρηση

Η γραμματική αναγνώριση είναι το σχήμα, το όχημα. Η ανατροπή της υποδηλώνει την ανατροπή στο επίπεδο του βιώματος.

Μια μικρή ερωτική ιστορία: Στην αρχή είναι ο έρωτας. Ο/η αγαπημένος/η φεύγει και το κενό αναπληρώνουν οι φόβοι και η μνήμη, στοιχεία που καθιστούν αφόρητες πια τις νύχτες.

Η α-ρηματική σύνταξη

5

Page 6: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

α. επιβάλλεται από την τεχνολόγηση,β. αναδεικνύει τα τέσσερα ονόματα,γ. δίνει την αίσθηση της ακινησίας καιδ. αποκρύπτει το ποιητικό εγώ.

Δίχως ποιητικό εγώ, δίχως εσύ, δίχως τόπο και χρόνο. Αυτό που πραγματεύεται το ποίημα συμβαίνει παντού και στον καθένα.

Βλ. και άλλες περιπτώσεις αξιοποίησης της γραμματικής ή συντακτικής φόρμας και της σχολικής ορολογίας ενγένει:

Κική Δημουλά: «Επί τα αυτά», «Πλάγιος τρόπος» (Επί τα ίχνη), «Φως αποστήθιση» (Χαίρε ποτέ), «Η εφηβεία της λήθης», «Έκθεσις ιδεών» (Η εφηβεία της λήθης), «Τριλαμπές και ομοιοκατάληκτο» (Ενός λεπτού μαζί), «Το διαζευκτικόν ή», « ;» (Ήχος απομακρύνσεων), «Διδακτική ύλη», «Διά της εις άτοπον λήθης», «Ύμνος δισύλλαβος» (Χλόη θερμοκηπίου).

Σταύρος Βαβούρης: «Σε χρόνο υπερσυντέλικο» (Ορφέας κατερχόμενος, 1971), «Στον αστερισμό των εγκλίσεων και των χρόνων του ρήματος ‘‘έρχομαι’’», «Αφαίρεση» (Ημέρες, νύχτες πού ’ναι τες;, 1980), «Μόνο μ’ επιρρήματα, μετά…», «Κι η απαρέμφατος;» (Εξ άλλου, μη ρωτάς, 1988).

Μανόλης Αναγνωστάκης: «Θεσσαλονίκη, Μέρες του 1969 μ. χ.» (Ο στόχος, 1971). Μάριος Χάκκας: «Το ψαράκι της γυάλας» (Ο τυφεκιοφόρος του εχθρού, 1969).

ΙΙΙ. «ΓΑΣ ΟΜΦΑΛΟΣ, ΙΙΙ»

Είναι το τρίτο ποίημα μιας τριλογίας, που έχει στο κέντρο της τον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών αλλά και την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου και ανήκει στη συλλογή του 1988 Χαίρε ποτέ, την πρώτη που γράφει η ποιήτρια μετά το θάνατο του συζύγου της και ποιητή Άθου Δημουλά (1985). Τα άλλα δύο ποιήματα: «Κατάλληλο έδαφος, Ι» και «Αναερείπωση, ΙΙ». Το ποίημα μοιράζεται από μόνο του σε εννιά ενότητες.

1η ενότητα, στ. 1-5 Σχόλια στον τίτλο:Κέντρο της γης – Γας: τύπος δωρικός και αιολικός· γης

Πρόταξη προσδιοριστικής γενικής (βλ. και στ. 18: των αφανών τις κτήσεις, 24: παρακμής χειροκροτήματα, 26: αιώρησης κάνιστρα, 44: «δούλης νεαράς το σπασμένο κάτοπτρο», 57: Γας ομφαλός). Έτσι αποκαλούνταν στην αρχαιότητα ο χώρος των Δελφών (βλ. Πίνδαρος, Αισχύλος, Πλάτων κ.ά.). Γλυπτή παράσταση του ομφαλού βρισκόταν μέσα στο άδυτο του ναού του Απόλλωνα. Αντίγραφο αυτού του ομφαλού συναντάει κανείς ανεβαίνοντας τη σκάλα του Μουσείου. Βλ. και τους τελευταίους στίχους: Μαντείο. / Γας ομφαλός (κύκλος) αλλά και το παρακειμενικό στοιχείο στο τέλος του ποιήματος: Δελφοί.

Διακειμενικότητα: Η παρουσία του ξένου λόγου με διάφορες μορφές στο κείμενό μας (παραθέματα, δηλωμένα ή αδήλωτα, υπαινιγμοί/έμμεσες αναφορές) (βλ. και στ. 18, 38-39, 44, 54).

Τόπος και χρόνος: Πώς αποδίδονται; Χρόνος: Νοέμβρης, φθινόπωρο –απόβροχο, σύννεφα, φύλλων κίτρινων,

ανέμων. Εμψυχωτική λειτουργία/προσωποποιήσεις/ανθρωπομορφισμός: 2, 3

(Νοέμβρης, Σύννεφα). Παιγνιώδης διάθεση: η ορθογραφία / ομοηχία της λέξης: μετώ(ό)πες-μέτωπο.

6

Page 7: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Σύμπλεξη στοιχείων της φύσης και αρχαιολογικών ερειπίων: 2, 3, 4, 5. Φραστικές συνάψεις πρωτότυπες: 1, 2, 4, 5. αντισεισμικά ανάκτορα

ανέμων: ερείπια που κατοικούνται από ανέμους, δίχως τον κίνδυνο να πέσουν από σεισμούς.

Αρχαιολογική ορολογία: Αναστηλώνεται, μετό(ώ)πες, θρόνους, Ζωφόροι, ανάκτορα (βλ. και στίχους 29, 33-35, 38-46, 49-50, 53-54, 56-57).

Γενικό πλάνο – διάθεση μελαγχολική, φθινοπώρου.2η ενότητα, στ. 6-14 Η ακινησία του χώρου μετατρέπεται σε κίνηση. Ρήματα / ουσιαστικά κίνησης

και ενέργειας: προπορεύονται, Ακολουθούν, στέλνει, Πομπή, ροής.Εικόνες που διαπλέκονται: ερείπια, επισκέπτες, η φανταστική επαναφορά στη ζωή ενός κόσμου που άλλοτε σύχναζε εδώ (βασιλείς, αρχηγοί, μάντεις). Αλλεπάλληλες προσωποποιήσεις (του αφηρημένου και του συγκεκριμένου):

Πομπή σκαλοπατιών-ροής (στ. 6, 12) (πομπή: θρησκευτική ή πανηγυρική πορεία πολλών ανθρώπων: γαμήλια/νεκρική

αλλά και πομπή αυτοκινήτων). οι αρχές του τόπου· σαρκοφάγοι: ο θάνατος.

σωματοφύλακες εκατέρωθεν· / σαρκοφάγοι πάλι με τις περικνημίδες τους: 12-13 (βλ. και 35).

σαρκοφάγος: Μαρμάρινη ή πήλινη λάρνακα, στην οποία οι αρχαίοι έθεταν το σώμα του νεκρού. Η λέξη «σαρκοφάγος» εμφανίζεται στα τελευταία χρόνια της ελληνιστικής εποχής, αλλά η χρήση της γενικεύεται στους ρωμαϊκούς χρόνους.

στέλνει η φιλοδοξία: προσωποποίηση του αφηρημένου.αιώνες κοιλαράδες-επαναλήψεις παλλακίδες: Επιθετικοποίηση ουσιαστικών και εμψύχωση.

Δίχως ρήμα η φράση, για να αναδειχθεί η δυσκινησία. κοιλαράδες οι αιώνες λόγω των πολλών χρόνων που κλείνουν έναν κύκλο. Οι επαναλήψεις ακολουθούν πιστά σαν παλλακίδες: τα ίδια πράγματα

γίνονται και ξαναγίνονται. Παλλακίδα: Η γυναίκα που συμβιώνει με άντρα χωρίς νόμιμο γάμο. Πρόκειται για το

θεσμό της παλλακείας, που ήταν αποδεκτός στην αρχαιότητα. Κώστας Βάρναλης, «Πρόλογος», Σκλάβοι πολιορκημένοι, 1927, στ. 9: Χτες και σήμερα ίδια κι όμοια, χρόνια μπρος, χρόνια μετά…

3η ενότητα, στ. 15-18 Είσοδος στο ποίημα του ποιητικού εγώ: έκανα (βλ. και στ. 28 μας, 33 επακολουθώ, 37 κάνω, 50 διαβάζω, 51 έμαθα, 53 αναστηλώνω) και του εσύ (σχήμα αποστροφής): για σένα (βλ. και 17-18 μεγάλωσες, εξάπλωσες, 28 μας).Αποστροφή: «Eίναι το σχήμα, κατά το οποίο γίνεται απότομη διακοπή του λόγου, για να τον στρέψει εκείνος που ομιλεί ή γράφει, σε πρόσωπα παρόντα ή απόντα, σε ζωντανούς ή νεκρούς, σε έμψυχα ή άψυχα, σε αισθητά ή υπεραισθητά. Κατά το σχήμα αυτό έχουμε ζωηρές συγκινήσεις της ψυχής, που δεν μπορούν να συγκρατηθούν, αλλά ξεσπούν απότομα, σε τρόπο, που κορυφώνουν το πάθος» (Κ. Παπανικολάου, Νεοελληνική Καλολογία.

7

Page 8: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Αισθητική του λόγου, 41980, σ. 129). στέψη σκέψης: παρήχηση, παιγνίδι (βλ. και στ. 37: Στάση σκέψης). επ’ ανδραγαθία-απουσία: ειρωνεία. μεγάλωσες / εξάπλωσες: υπαινιγμός β΄ ρήματος στην ύπτια στάση των νεκρών (;) των αφανών (= των νεκρών): μία δε κλίνη κενή φέρεται εστρωμένη των αφανών, οι αν μη ευρεθώσιν ες αναίρεσιν (Επιτάφιος Θουκυδίδη· αφανείς = αγνοούμενοι· διακειμενικότητα). Η φράση είναι χαραγμένη ως επιτύμβιο επίγραμμα στο μνημείο του ΄Αγνωστου Στρατιώτη στην πλατεία Συντάγματος της Αθήνας. 4η ενότητα, στ. 19-28Προσωποποιήσεις:

Ενέργειες ανθρώπων αποδίδονται σε άψυχα ή έντομα: κάθονται θυμάρια, μπιζάρουν μέλισσες κλπ., αιώρησης κάνιστρα ραίνουν.

Ιδιότητες ανθρώπινες αποδίδονται σε άψυχα ή αφηρημένες έννοιες: α. Επιθετικοποίηση ουσιαστικών:

Ταξιθέτριες πέτρες, Τζαμπατζήδες βράχοι, η τραγωδός αυλαία, πρωταγωνίστρια ερμηνεία (βλ. και πριν, στ. 10-11, και μετά, στ. 30).

β. Επίθετα εμψύχων: θεατρόφιλοι βράχοι … σκαρφαλωμένοι (βλ. και 43: απόστρατη ασπίδα).

Ανοίκειες αντιστροφές: Τζαμπατζήδες θεατρόφιλοι βράχοι τριγύρω / κρέμονται σκαρφαλωμένοι στον απόηχο.

Οξύμωρο: Ενθουσιώδους παρακμής χειροκροτήματα: μεγάλη φθορά-επιτυχία της

παράστασης: θρίαμβος της φθοράς. Ποιητικό σχόλιο σχετικό με το τραύμα της συνάντησης του αρχαίου πολιτισμού με τη σύγχρονη πραγματικότητα.

Βλ. Γιώργος Σεφέρης, «Ο βασιλιάς της Ασίνης», ΚΝΛ, Γ΄ Λυκείου), στ. 38-39: κι ο τόπος σαν το μεγάλο πλατανόφυλλο που παρασέρνει

ο χείμαρρος του ήλιου με τ’ αρχαία μνημεία και τη σύγχρονη θλίψη. μελιστάλακτα κεντριά: πόνος # μέλι (βλ. και στ. 38-39, 41-42).Πρόσδεση

του αφηρημένου στο συγκεκριμένο: αιώρησης κάνιστρα (κάνιστρο: καλάθι πλατύ και άβαθο, πανέρι).Απροσδόκητη διατάραξη της στερεότυπης φράσης: με φρεσκοκομμένες πεταλούδες αντί με φρεσκοκομμένα λουλούδια.την πρωταγωνίστρια ερμηνεία μας: Το νεκρό θέατρο ζωντανεύει χάρη στη φανταστική συνύπαρξη του απόντος αγαπημένου και εκείνης. Αυτοί δίνουν τη συγκεκριμένη εκδοχή λειτουργίας στο χώρο.

Θεατρική ορολογία: Ταξιθέτριες πέτρες στο θέατρο, Στη σειρά των επισήμων, Τζαμπατζήδες θεατρόφιλοι βράχοι, Στον κορυφαίο ρόλο της η τραγωδός αυλαία, χειροκροτήματα, μπιζάρουν, με φρεσκοκομμένες πεταλούδες ραίνουν την πρωταγωνίστρια ερμηνεία (βλ. και την αρχαιολογική ορολογία πριν, καθώς και την αθλητική μετά, στ. 29-32).5η ενότητα, στ. 29-32 Το στάδιο ζωντανεύει με ένα λεξιλόγιο κίνησης, θορύβου, έντασης, κατάλληλο για τους χώρους αυτούς (αθλητική ορολογία): στάδιο, εξακοντίζονται ιαχές, κύκλοι δρομείς, επευφημούνται, νικητής ανακηρύσσεται. κύκλοι δρομείς: Έξοχη επιθετικοποίηση του έμψυχου ουσιαστικού. Οι κύκλοι που κλείνουν μπορεί να είναι και η ζωή που περνάει και τελειώνει. 6η ενότητα, στ. 33-36Υπόμνηση διακριτική του ποιητικού υποκειμένου/εγώ: Επακολουθώ. Είμαστε λοιπόν σε πορεία επισκεπτών (βλ. στ. 6 πομπή και 12 ροή).

8

Page 9: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Μουσείο: Τα «εκθέματα» παρουσιάζονται με ασύνδετο. Επιμονή στην Πυθία-σαρκοφάγο: η αρχαιότερη Πυθία: / η σαρκοφάγος πάλι (τρίτη αναφορά): Tο μεγαλύτερο αίνιγμα της ζωής, ο θάνατος.

Λόγος αποφθεγματικός: η ζωή / των αποφεύγει το χρησμό της : δε θέλει να ξέρει το τέλος της. Βλ. και 51-52 Το σκληρό έμαθα πώς χαράζει /αλλά όχι πως χαράζεται . / 55 Ακουστό ανά τον κόσμο το Επτοήθη .

7η ενότητα, στ. 37-46 Στάση σκέψης: Παρήχηση και παιγνίδι με την πραγματική ακινησία-στάση (βλ. και στ. 15). Στέκεται, σκέφτεται, σχολιάζει τα ακρωτηριασμένα αγάλματα. Οξύμωρο: σπασμένες αρτιότητες. Διακειμενικότητα: παραθέματα δηλωμένα από πινακίδες-λεζάντες: «το κάτω

μέρος / μαρμάρινης τρεχούσης γυναικός», «δούλης νεαράς το σπασμένο κάτοπτρο».Σχόλιο: αβοήθητο.

Σχήμα υπαλλαγής: η απόδοση μιας λέξης σε μια άλλη, ενώ θα έπρεπε να αποδοθεί σε μια τρίτη της ίδιας φράσης: βήμα αβοήθητο ποδιού: αντί βήμα αβοήθητου ποδιού· η κουλουριασμένη κίνηση / ανώνυμου νεκρού πολεμιστή: αντί η κίνηση κουλουριασμένου κλπ.Σχόλιο:

πώς θα καλλωπίζεται η υποδούλωση (γυναικεία φιλαρέσκεια). Σφιγξ καθρεφτίζει το αναπάντητο: η αδυναμία απάντησης στο ερώτημα αποδίδεται με την επίκληση της Σφίγγας, η οποία

ενγένει υποδηλώνει το αίνιγμα

(βλ. τη Σφίγγα των Δελφών, αφιέρωμα των Ναξίων στον Απόλλωνα, 570-560 π.Χ.).

απόστρατη ασπίδα: επίθετο εμψύχων που αποδίδεται σε άψυχο αντικείμενο (βλ. και στ. 21-22).

8η ενότητα, στ. 47-49 Το ζωντανό παρόν διακόπτει την περιήγηση στο παρελθόν: σύντομες περίοδοι,

δίχως ρήματα, ασύνδετα εκφερόμενες. Σκηνικό σύγχρονο, κινητικότητα.εμφιαλωμένο λάλον ύδωρ: μοντέρνο+απαρχαιωμένη φράση (αναχρονισμός)· υπαι- νικτική αναφορά στο λάλον ύδωρ, που ανάβρυζε από την Κασταλία πηγή, αλλά

και στον περίφημο, τελευταίο κατά την παράδοση, δελφικό χρησμό, που δόθηκε στον αυτοκράτορα Ιουλιανό:

Είπατε τω βασιλεί: Χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά·ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν, ου μάντιδα δάφνην,ου παγάν λαλέουσαν· απέσβετο και λάλον ύδωρ.

9η ενότητα, στ. 50-57

9

Page 10: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

πέτρες / χαραγμένες: αναθηματικές (= αφιερωματικές) επιγραφές στο υπόστεγο του Μουσείου των Δελφών. Το σκληρό έμαθα πώς χαράζει / αλλά όχι πως χαράζεται: Λόγος αποφθεγματικός. Ο θάνατος σημαδεύει τον άνθρωπο, αλλά δεν υπάρχει η γνώση ότι κι αυτός αντιμετωπίζεται (;).

ΕΠΤΟΗΘΗ (ταράχθηκε, φοβήθηκε): οπτική απεικόνιση της γραφής στην πέτρα. Σχόλιο για το δέος που προκαλεί στον άνθρωπο το άγγιγμα της φθοράς.Μόνο; Όχι και μόνο (μοτίβο ερωταπαντήσεων): Το μόνο αμφίσημο. Μόνο μια λέξη εννοείται με την ερώτηση, ενώ η απάντηση αναφέρεται στο νόημα της λέξης. Ακουστό ανά τον κόσμο το Επτοήθη: Λόγος αποφθεγματικός επίσης. Όλοι οι άνθρωποι, όπου γης, γνωρίζουν το φόβο.Δύσκολα διαβάζω: Βλ. το ποίημα του Καβάφη «Εν τω μηνί Αθύρ». Τόσο η ενότητα όσο και το καβαφικό ποίημα αναπαριστούν τη διαδικασία της ανάγνωσης: στην πρώτη περίπτωση υποτυπωδώς, στην άλλη εκτενώς. Η Δημουλά βλέπει τον υπαρξιακό φόβο, το θάνατο, ενώ ο Καβάφης περιγραφικά στοιχεία του νεκρού και την αγάπη που απολάμβανε εν ζωή ο Λεύκιος. Τέλος δημοσιογραφικό, σαν να τελειώνει ανταπόκριση: Μαντείο. / Γας ομφαλός.Και συνάντηση με τον τίτλο: Δελφοί, τόπος γραφής του ποιήματος.

10

Page 11: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Α. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ «Ο ΠΛΗΘΥΝΤΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ»Η Κική Δημουλά χρησιμοποιεί απλές καθημερινές λέξεις, οι οποίες συνδυάζονται με πρωτότυπο τρόπο. Μπορείτε να εντοπίσετε στο συγκεκριμένο ποίημα πέντε δείγματα αυτής της γραφής;1. Με ποιους τρόπους υπονομεύεται η γραμματική αναγνώριση του έρωτα στην πρώτη ενότητα;2. Καταγράψτε τις επαναλήψεις στις ενότητες 2, 3 και 4 και σχολιάστε τη λειτουργία τους.3. Πώς μεταβάλλονται οι έννοιες «έρωτας», «φόβος», «νύχτα» με την απόδοσή τους σε πληθυντικό

αριθμό και γιατί σε σχέση μ’ αυτές η μνήμη είναι μονάχα ενικού αριθμού και άκλιτη; 4. Στο ποίημα δε γίνεται καμιά συγκεκριμένη αναφορά σε χώρο και πρόσωπα. Τι νομίζετε πως

επιτυγχάνεται με τον τρόπο αυτόν;5. Τα ρήματα απουσιάζουν εντελώς από το κείμενο. Πού νομίζετε ότι οφείλεται αυτή η απουσία και

πώς λειτουργεί;6. «Ενδιαφέρον παρουσιάζει το παιχνίδι με τις αμφισημίες των λέξεων, το οποίο ήδη από τους

πρώτους στίχους του ποιήματος αίρει την τυπικότητα του γραμματικού ορισμού, εισάγοντας έντεχνα στο ποιητικό σκηνικό τα πάθη του ποιητικού υποκειμένου». Να τεκμηριώσετε με συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο την άποψη αυτήν της κριτικής.

7. Δύο από τα χαρακτηριστικά της Κικής Δημουλά είναι, κατά την κριτική, η παιγνιώδης διάθεση και η ειρωνεία. Να δείξετε με συγκεκριμένα παραδείγματα την ύπαρξη αυτών των στοιχείων στο ποίημα.

8. «Λόγος λιτός, αλλά πυκνός. Λόγος, κι αυτός είναι κι ο πιο δύσκολος να επιτευχθεί, έμμεσος, υπαινικτικός και, ταυτόχρονα, καίριος». Νομίζετε πως επιβεβαιώνεται η άποψη αυτή της κριτικής στο συγκεκριμένο ποίημα;

9. Να σχολιάσετε την τρίτη ενότητα ως προς το περιεχόμενο (στίχοι 16-21).10. Να συγκρίνετε το ποίημα «Ο πληθυντικός αριθμός» με το απόσπασμα από τη Μήδεια του Ευριπίδη

[«Ερωτα εσύ»] ως προς το περιεχόμενο.11. Πώς λειτουργεί το μοτίβο της μνήμης στα ποιήματα της Κικής Δημουλά «Ο πληθυντικός αριθμός»,

«Γράμμα», «Μεσιτείες» και σ’ αυτό του Άθου Δημουλά «Ο χρόνος»;12. Ποιο νόημα έχουν οι νύχτες στα ποιήματα της Κικής Δημουλά και του Κώστα Μόντη «Ο

πληθυντικός αριθμός» και «Οι νύχτες»; 13. Πώς αξιοποιεί τους γραμματικούς όρους το ποίημα του Σταύρου Βαβούρη «Σε χρόνο

υπερσυντέλικο» και ποιες αναλογίες παρουσιάζει με αυτό της Κικής Δημουλά «Ο πληθυντικός αριθμός»;

14. Να συγκρίνετε τα ποιήματα της Κικής Δημουλά και του Σταύρου Βαβούρη «Ο πληθυντικός αριθμός» και «Αφαίρεση» ως προς τη μορφή και το περιεχόμενο.

Έρωτα εσύ

Από τη Μήδεια του ΕυριπίδηΜετάφραση Παντελή ΠρεβελάκηΜουσική Μάνου Χατζιδάκι

 Έρωτα εσύ, με περισσήόταν λαβώνεις δύναμημηδ’ όνομα καλό από σεμηδ’ αρετή μπορεί να βγει. Μα μετρημένα αν πορευτείη Κύπριδα, άλλη σαν αυτήθεά δεν έχει νοστιμιά. Ω δέσποινά μου, απάνου μουμε το χρυσό δοξάρι σουμη ρίξεις την αφεύγατησαγίτα, που ’χει την αιχμήβαμμένη στην αποθυμιά.

(Ο Μεγάλος Ερωτικός, 1972) Κική Δημουλά

Γράμμα

Ο ταχυδρόμος,σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου,μου ’φερε και σήμερα ένα φάκελομε τη σιωπή σου.Τ’ όνομά μου γραμμένο απ’ έξω με λήθη.  Η διεύθυνσή μου ένας ανύπαρκτος δρόμος.΄Ομως ο ταχυδρόμοςτον βρήκε αποσυρμένο στη μορφή μου,κοιτώντας τα παράθυρα που έσκυβαν μαζί

μου,διαβάζοντας τα χέρια μουπου έπλαθαν κιόλας μιαν απάντηση.Θα τον ανοίξω με την καρτερία μου,και θα ξεσηκώσω με τη μελαγχολία μουτ’ άγραφά σου.Κι αύριο θα σου απαντήσωστέλνοντάς σου μια φωτογραφία μου.Στο πέτο θα έχω σπασμένα τριφύλλια,στο στήθος σκαμμένοτο μενταγιόν της συντριβής. Και στ’ αυτιά μου θα κρεμάσω, –συλλογίσου–τη σιωπή σου.

11

Page 12: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

(Έρεβος, 1956)

Μεσιτείες Με γυροφέρνει η άνοιξηαλλά εγώ άλλη φοράπορεία δεν αλλάζω για ένα έαρ.Ας μοιάζει μ’ οτιδήποτε το σούρουπο.Δεν θα ποτίζω με το αίμα μου ομοιότητες.Τα όνειρα που είδα αποδειχτήκαν ανυπόληπτα:πήγαν και μ’ άλλους ύπνους. ΄Οχι, δεν παίρνω άλλο διαταγές.΄Οταν μου λέγανε τα σύννεφα ταξίδευεταξίδευακι όταν μου λέγανε τα όνειρα περίμενεπερίμενα. ΄Οχι, δεν παίρνω άλλο διαταγές.Τα δούλεψα πιστά τα διαλυτά. Με γυροφέρνει από χθες η άνοιξη. Μια νεραντζιά με κοίταξε με διάθεση υπόπικρη, και μου ’κλεισε το δρόμο μια μυρωδιά επιστροφής.Με παζαρεύει η τοκογλύφος μνήμη:για να μου δώσει έναν Μάιο παλιό,μαζί και με τις νεραντζιές,για να μου δώσει κυρίως τη μορφή,που στη μεταφορά τηςαπό σταθμό της λήθης σε σταθμόχτυπήθηκε στα μάτια και στο στόμα–γι’ αυτά πληρώνεις–,μου παίρνει ένα μέλλον.

(Το Λίγο του κόσμου, 1971)

Άθως Δημουλάς (1921-1985)

Ο χρόνος Ό,τι περίσσεψε απ’ τη μέρα, η μνήμη είναι.Που συγκεντρώνει όλα τα σήμερα σε μια σειρά, σε απεικόνιση επίπεδη, στίβο για μια αναμέτρησή της με τη λήθη. Ό,τι περισσέψει απ’ τον αγώνα, η μνήμη είναι. Που συγκεντρώνει όλες τις νίκες της σε μια σειρά, σε απεικόνιση επίπεδη, για μια καινούργια αναμέτρησή της με τη λήθη. Ό,τι θα περισσέψει πάλι, η μνήμη είναι. Η λήθη είναι του επιπέδου η στρέβλωση,η παραμόρφωση είναι της σειράς,η αίσθηση του βάθους είναι. Ο χρόνος.

(Περί μνήμης, 1964)

Κώστας Μόντης (1914-2004)

Οι νύχτες

 Καλά, θ’ απορροφήσουν κάτι απ’ την έγνοια

σουη μέρα, η κίνηση, η δουλειά σου, οι φίλοι,και θα μπορέσεις ύστερα να παςσε κάνα θέατρο ή κέντρον ή όπου αλλού.Όμως όταν τελειώσουν όλατα θέατρα και τα κέντρα κλείσουν,και πουν οι φίλοι καληνύχτα,και πρέπει να γυρίσεις πια στο σπίτι, τι θα

γίνει;Το ξέρεις πως σκληρή, αδυσώπητησε περιμένει στο κρεβάτι σου η έγνοια.Θα ’σαι μονάχος.Και τότες θα λογαριαστείτε.Θες ή δε θες θα μπουν κάτω όλα, να

λογαριαστείτε. Θα ’σαι μονάχοςκι ανυπεράσπιστος απ’ τα θέατρα και τα

κέντρα, κι απ’ τη δουλειά σου και τους φίλους.Σε περιμένει στο κρεβάτι σου η έγνοια.Θά ’ρθεις, δεν γίνεται. Είν’ τόσο σίγουρη γι’

αυτό, και περιμένει.Είναι στο σπίτι και σε περιμένει.

(Τα τραγούδια της ταπεινής ζωής, 1954)

Σταύρος Βαβούρης (1925)

Σε χρόνο υπερσυντέλικο Αισθήματα και πρόσωπα σε χρόνο

υπερσυντέλικοΠαρωχημένα ανέκαθενκαι τότε ακόμη που τα ενόμιζα, ενεστώτα.  «Είχα ζητήσει» λόγου χάριν – τόσο να σε βρωδεν σ’ είχα βρει,αν κι ισχυρίζεσαι πως πιο πολύμ’ είχες εσύ αναζητήσει,γράφοντας γράμματα αναρίθμηταθαμμένα τώρακάτω από την κάθετη ψυχρή βροχή της

Δοτικής: Εν Λαμία – θυμάμαι –Εν Αθήναις – θυμόσαστε –τη δωδεκάτη πρώτου, έτουςέτους... ποίου;Δεν είναι δυνατό να ξέρω πια, Πάντως, εκείνων των εντάφιων ημερών παρωχημένα αισθήματα και πρόσωπα σε χρόνο πάντα υπερσυντέλικο κι όταν ακόμη τα πιστεύαμε ενεστώτα.

(Ορφέας κατερχόμενος, 1971)

Η αφαίρεση Μου ’πες: ένα· το κρατούμενο

12

Page 13: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

δύο, τρία, τέσσερακαι συνέχισες –θυμάμαι– να μετράς και να

κρατάς. Μόνο που δεν άκουσα καλά:Ήτανε κρατούμενα, αφαιρετέου ή προσθετέου; Η ελπίδα βέβαια μιας πρόσθεσης σπαρτάριζε βαθιά κι αόριστα στους

υπολογισμούς μου. Ωστόσο στο τέλος όλα σχεδόν απόμειναν

κρατούμενα

–τα υπόλοιπα μηδέν– κι όπως ετελείωσες τα πήρες φεύγοντας μαζί σου. Επρόκειτο λοιπόν γι’ αφαίρεση. Δε σου ’πα λέξη· κι άλλωστε για τι; Ακόμα κι αν δεν ήταν μία αφαίρεση σωστή την είχες κάνει μ’ όλους τους κανόνες.

(Ημέρες, νύχτες πού’ναι τες;, 1980)

Β. ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΠΟΙΗΜΑ «ΓΑΣ ΟΜΦΑΛΟΣ»

1. Να γράψετε πέντε χαρακτηριστικά της ποίησης της Κικής Δημουλά και να δώσετε ένα παράδειγμα για το καθένα από το συγκεκριμένο κείμενο.

2. Αφού επισημάνετε τις αναφορές του ποιήματος στις σαρκοφάγους, να εντοπίσετε τα σχήματα λόγου που τις συνοδεύουν και να τα σχολιάστε.

3. Ποια είναι η συναισθηματική κατάσταση του προσώπου που αφηγείται; Να αιτιολογήσετε την απάντηση με συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο.

4. Θα συμφωνούσατε με την άποψη πως στην περιγραφή του αρχαίου θεάτρου και του σταδίου δίνεται η εντύπωση μιας κίνησης, για να υπογραμμισθεί η ερήμωση και η ακινησία; Να αιτιολογήσετε την απάντηση σας.

5. Παρακολουθήστε τη φανταστική παράσταση στο αρχαίο θέατρο. Με ποιους εκφραστικούς τρόπους αποδίδεται;

6. Να σημειώσετε τους στίχους στους οποίους εμφανίζεται το σχήμα της αποστροφής και να σχολιάσετε τη λειτουργία της.

7. Πώς σχολιάζει το ποιητικό εγώ τις «σπασμένες αρτιότητες» (στ. 38);8. Σε ποιους στίχους εμφανίζεται η σύγχρονη πραγματικότητα και ποια χαρακτηριστικά

παρουσιάζει;9. Στο έργο της Κικής Δημουλά το κρυμμένο βίωμα μετατρέπεται σε απόσταγμα σοφίας, που αποδίδεται

με τρόπο αποφθεγματικό. Σε ποια σημεία του ποιήματος επαληθεύεται, κατά τη γνώμη σας, η παραπάνω άποψη; Να τα σχολιάσετε.

10. Να εντοπίσετε τρεις περιπτώσεις διακειμενικότητας στο ποίημα και να σχολιάσετε τη λειτουργία τους.

11. Η Κική Δημουλά στα ποιήματά της πάει κι έρχεται από το παρόν στο παρελθόν και αντίστροφα. Πώς επαληθεύεται αυτή η άποψη στο συγκεκριμένο ποίημα;

12. Πού παραπέμπουν οι φράσεις «στέψη», «επ’ ανδραγαθία», «των αφανών τις κτήσεις» και ποια διάσταση δίνουν στην ‘‘απουσία’’ (στ. 17-18);

13. Να γράψετε πέντε ασυνήθιστους συνδυασμούς λέξεων και να εξηγήσετε σε τι συνίσταται η πρωτοτυπία τους;

14. Γιατί, κατά τη γνώμη σας, η αφηγήτρια συλλαβίζοντας αναστηλώνει μόνο τη λέξη «Επτοήθη»;15. εμφιαλωμένο λάλον ύδωρ (στ. 48): Να σχολιάσετε τη φράση.16. Να εντοπίσετε στο ποίημα τέσσερα υπερρεαλιστικά στοιχεία (εικόνες, μεταφορές, λεξιλόγιο

κλπ.) και να τα σχολιάσετε.17. Να αναζητήσετε κοινά θεματικά μοτίβα στα ποιήματα της Κικής Δημουλά «Γας ομφαλός»,

«Κατάλληλο έδαφος, Ι» και «Αναερείπωση, ΙΙ» και να τα σχολιάσετε.18. Πώς αντιμετωπίζει τα αγάλματα η ποιήτρια στα κείμενά της «Γας ομφαλός» και «Πέρασε τόσο

σώμα»;19. Να γράψετε τους στίχους του κειμένου σας στους οποίους απηχείται το καβαφικό ποίημα «Εν

τω μηνί Αθύρ» και να σχολιάσετε τη μεταξύ τους σχέση.20. Να εντοπίσετε κοινές τοπογραφικές και αρχαιολογικές αναφορές στα ποιήματα της Κικής

Δημουλά και του Γιάννη Ρίτσου «Γας ομφαλός» και Δελφοί [απόσπασμα].21. Ποιες θεματικές αναλογίες διακρίνετε ανάμεσα στο ποίημα «Γας Ομφαλός» και τα ποιήματα

του Γιάννη Ρίτσου και του Άθου Δημουλά «Ηνίοχος 1970» και «Στο μουσείο»;22. Πώς αντιμετωπίζουν τα αρχαία ερείπια η Κική Δημουλά και οι Άθως Δημουλάς, Κώστας

Στεργιόπουλος και Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου στα αντίστοιχα ποιήματά τους «Γας ομφαλός», «Μυκήναι», «Τ’ αρχαία μάρμαρα» και «Ερείπια της Παλμύρας»;

13

Page 14: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Κική Δημουλά

Κατάλληλο έδαφος

Ι΄Ηρθα εδώ να μορφωθώ ερείπια. Αλλά η δυνατή βροχήμε κράτησε μέσα κλεισμένη ημιμάθεια. ΄Ηθελα να ξαναδώ τον ωραίο αγωγιάτητου εκτροχιασμούθα με πέταγε μια στιγμή ως τη σαρκοφάγοέχω νέα να της πω.

Ας πρόσεχε ο Ηνίοχος. Μπορούσε να κάνει τον αμαξά μιας άλλης πιο υπάκουης ανάγκης μας για ήλιο αφηνιασμένο μιας έντασης λιγότερο αμφίθυμης απ’ όσο είναι η λάμψη και η θερμότης. Το φως δεν οδηγείται οδηγεί.

Κλεισμένη στο δωμάτιο ακούωτην προφητική διάρκεια της μέρας. Εποχή κυνηγών επισήμως. Κελαϊδισμών κατολισθήσεις στον γκρεμό. Βόλιαοδηγούν φτερά στο μαντείο της ευστοχίας. Σκύλος τρέχει η ακοή μου και μαζεύει νεκρότητες.Μικροτραυματισμοί του ήχου της βροχής προς στιγμήν κουτσαίνει.

Ατμών αναδιπλώσεις στις κορφέςκαι στις πλαγιές της Κίρφης. Ομίχλη ερμηνεύεται. Για μέναείναι κόχλασμα υπόγειο από ιαματικέςψυχές. Για κάθε αθεράπευτο.

Λαθρέμπορες εικόνες αρχαιοκάπηλες κινούν από μακριά προς το μέρος μου τρεμουλιαστή προειδοποίηση πως φέρνουν ορατότητα κλεμμένη απ’ το στιγμιαίο: αστραφτερή πατημασιά στην άκρη της Ιτέας·κραυγή ναυπηγώ –η θάλασσα. Και παρακεί μουντό πειθαρχημένο ένα πολύ λεβέντικο κυπαρισσιών στρατόπεδο. Κοιμητήρι θα είναι, εν δυο εν δυο. Ανάπαυση.

Μη θυμώνεις δεν σου κάνω διαφήμιση. Απλά ξαναπικραίνομαι που βλέπω πως και τα κυπαρίσσια ακόμα πατάνε επί πτωμάτων για ν’ ανέλθουν·λυγερόκορμα.

Αναερείπωση

ΙΙΚαιφοβάμαι ακόμη των χεριών μουτο άγγιγμα στις πέτρες τούτες

μην επιτείνει τη φθορά, μην επισπεύδειτων ερειπίων την ερείπωση.

Άθως Δημουλάς

Πότε με είχες φέρει εδώ να με ξεναγήσεις στους χρησμούς; Να ρωτήσω τη μάντιδα Μνήμη. Η άλλη, η διπλανή ιέρεια Λήθη, έχει πολύ κόσμο πνίγεται στη δουλειά αμάσητα καταπίνει τα καπνώδη φύλλα των λησμονητέων.

Βρέχει από χτες.Ό,τι βλέπω απ’ το παράθυρο του εστιατορίου θέλει να χαθεί. Με το ζόρι συγκρατώ αντίκρυ τους κίονες μην πέσουν της Αθηνάς

Προναίας –να προσέξω όταν θα καθαρογράφω αυτή τη

θέα μη με παρασύρει ο δαίμων της συνήχησης και γράψω Προνέας. Θα πουν πως ξεναγώ στα ερείπια καθρέφτη.

Βρέχει. Καταφεύγουν στο εστιατόριομεγάλες παρέες θορύβων.Συντοπίτες, εραστές της ιστορίας, ζευγάριαερωτευμένα – σπουδαστές του μέλλοντός

τουςπεριηγητικοί συνταξιούχοι,αναπαλαιωτές της ανίας οικογένειεςσωματεία πρόεδροι ομιλήτριες ανθοδέσμες.

Ρέουν ξένες γλώσσες σε ποτηράκια της δικής μας

ξιφομαχεί με τα μαχαιροπήρουνα η βροχήκαταβροχθίζονται μερίδες συζητήσεων,

μπουκάλιακρασιού ξελαιμιάζονται να διηγούνταιανέκδοτα αστεία σπάνε γέλια.Οι σερβιτόρες εντυπώσεις πηδούν

εκστασιασμένεςαπό τραπέζι σε τραπέζικραυγαλέα επιδόρπια παραγγέλνει η

συντροφικότης.Ενώ εγώ σέβομαι – συντρώγω χαμηλόφωνα με το ένα απολλώνειο κουβέρ μου.

(Χαίρε ποτέ, 1988)

Πέρασε τόσο σώμα

Ποιο ταξίδι θα με συνοδεύσει.

Πήγαινα κάποτε συχνάστην Ολυμπία τις Μυκήνες τους Δελφούς.Πριν πόσες μπόρες ακριβώςπριν πόση ακινησία δε θυμάμαι.Θα λένε τα αγάλματακαι η καχύποπτη των τάφων βασιλείαότι απ’ τα πολλά και τα πολλάσυμφώνησα να μείνω με τους ζώντες

Page 15: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

και με τα εν ολίγοις.Αγαμέμνονα χαίρε· το ερώτημα μου ποιο το κρυμμένο νόημα της νεκρικής σου προσωπίδας ποιο επιπλέον άγνωστο υπαινίσσεται ποιαν άραγε δυσδιάκριτη ωφέλεια παρέχει στο φθαρτόή αν απλώς θαμμένη κείται ως κτέρισμα κι

αυτήδίπλα στην εχεμύθεια εκάμφθη πια. Μετά από σέναόσους επιφανείς και άφαντους νεκρούςανέσκαψα ρωτώνταςμιαν άφθαρτη ισότητα σιωπής μονάχα

βρήκα.

Οι οδηγοί τεθρίππων στ’ αετώματα–εγώ πετάλωνα τις νίκες και τις ήττεςπου σήκωνε η σκόνη–θα με κακίζουν τώρα πως διορίστηκασοφέρ ηλεκτροκίνητος της αχαλίνωτης

παρόδου.

Θα ’χουν αλλάξει κομμωτή οι σιταρόχροες βόστρυχοι.

Χτενίζοντάς τους τότε με το βλέμμα μουείχα κι εγώ κατά τι συντελέσεινα δείχνουν θεϊκότεροτο θείο του Αντίνοου προφίλ.

Όχι δεν είναι αυτό δεν είναι πως ξαναπίστεψα στους ζώντες.

Αλλά μετά από τόσα έτη μετά από τόσο σώμα σαν κάτι να ’χει αλλάξει κι απ’ τη μεριά των αγαλμάτων που

αγάπησα.

Όσες φορές τα πλησιάζει η σκέψη μου και το άγγιγμά μου εξ αποστάσεως διατρέχει την ποθητή απόκρυφη ζωντάνια τους που άλλοτε μου έδιναν με λάγνα προθυμία τώρα μόνο το μάρμαρο να πάρω με αφήνουν. Ναι μεν διαχυτικό αλλά η περίπτυξή του σάμπως μελλοντικά να με ποθεί.

Και κάτι κρύο παγωμένο με σμιλεύει.(Χλόη θερμοκηπίου, 2005)

Κ.Π. Καβάφης (1863-1933)

Εν τω μηνί Αθύρ

Με δυσκολία διαβάζω στην πέτρα την αρχαία.

«Κύ[ρι]ε Ιησού Χριστέ». Ένα «Ψυ[χ]ήν» διακρίνω.

«Εν τω μη[νί] Αθύρ» «Ο Λεύκιο[ς] ε[κοιμ]ή- θη».

Στη μνεία της ηλικίας «Εβί[ωσ]εν ετών», το Κάππα Ζήτα δείχνει που νέος

εκοιμήθη. Μες στα φθαρμένα βλέπω «Αυτό[ν]...

Αλεξανδρέα». Μετά έχει τρεις γραμμές πολύ

ακρωτηριασμένες· μα κάτι λέξεις βγάζω– σαν «δ[ά]κρυα

ημών», «οδύνην», κατόπιν πάλι «δάκρυα», και «[ημ]ίν τοις

[φ]ίλοις πένθος». Με φαίνεται που ο Λεύκιος μεγάλως θ’

αγαπήθη. Εν τω μηνί Αθύρ ο Λεύκιος εκοιμήθη.

Γιάννης Ρίτσος (1909-1990)

Δελφοί [απόσπασμα]

[Ένας γέρος οδηγός αρχαιοτήτων μιλάει σ’ ένα νέο επίσης οδηγό αρχαιοτήτων]

Κουράστηκα σήμερα πολύ· – βλέπεις κι ετούτη η ζέστη· – όλα τα χρόνια κουράστηκα

ανεβοκατεβαίνοντας απ’ το Γυμνάσιο στο Μουσείο, απ’ το Μουσείο στο Θέατρο,

απ’ το Θέατρο στο Στάδιο κι ανάστροφα. Κουράστηκα να δείχνω

δίχως να βλέπουν· να μιλώ δίχως ν’ ακούν. ΄Ισως γιατί ’μαι γέρος. Μα, το ξέρω,

τίποτα κι από σένα δεν άκουσαν κι ας κοιτούσαν τα χείλη σου. Ίσως μάλιστα

εσένα να σ’ άκουσαν λιγότερο, επειδή σε προσέχανε.

Κουράστηκα να περπατώ πέρα-δώθε στην Ιερά Οδό στη Στοά των Αθηναίων,

στην Κρήνη, στο Ναό του Απόλλωνα, στο χώρο των Κιόνων,– κουράστηκα

σάμπως να περπατάω αιώνες. Θαρρώ πως ανήκω

στην οικογένεια κι εγώ των αγαλμάτων, πως έχω τα χρόνια τους

και πιότερο ακόμη. Τούτη η κούραση μόνο μου απομένει δική μου, – και μ’ αρέσει· – τι

άλλο να πούμε;

Τι λίγο που κρατάνε – όχι μονάχα οι ανθρώποι, μα και τ’ αγάλματα, οι πέτρες.

Ερείπια. Ερείπια. Πόλεμος πάνω στον πόλεμο.

Φωτιά, σεισμός, λεηλασία. Κι ύστερα η γαλήνη

των ερειπίων, καθησυχαστική, παρηγορητική, ατελεύτητη. Ανεβαίνεις

τον έρημο ανήφορο ως το Στάδιο· μια πέτρα

Page 16: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

κατρακυλάει σ’ ένα βάθος απίθανο, αφήνοντας

μιαν οπή στον αέρα δίχως αντήχηση· – μπορείς να χώσεις

εκεί μέσα το χέρι σου σαν κάτω απ’ το προσκέφαλό σου. Τίποτα.

Πηγμένη σιγαλιά σ’ όλο το μάκρος των κερκίδων.

Μόνο ο δυνάστης ήλιος, παντεπόπτης αδιάφορος, μπορεί και χαιρέκακος,

δείχνει απερίφραστα τ’ ακρωτηριασμένα μάρμαρα κάθε μέρα πιο μέσα.(1961-1962)

Ηνίοχος 1970

Εδώ ’ναι ο χάλκινος νέοςμε την ίσια ταινία στο μέτωπο,με τ’ ασάλευτα μάτια–ενδοτικός και ξένος,κρατώντας τα σπασμένα ηνίαμε ήσυχο χέρι,όρθιοςπάνω στην απουσία του άρματός του–όρθιος είπες;όρθιος. Τα υπόλοιπακάτω απ’ τις πέτρες και τα χρόνιαανεξαργύρωτα, ανεπίστρεφτα, χαμένα.«Μόνο το τίποτε ατεμάχιστο», είπεκαι σάλιωσε τα δυο του δάχτυλαεγγίζοντας το χάλκινο χιτώνα του Ηνιόχου.

(Διάδρομος και σκάλα, 1970)

Άθως Δημουλάς (1921-1985)

Στο μουσείο

Το ακέφαλο άγαλμα, στημένοστη μέση της αίθουσας, κοιτάζω.Απ’ τα πόδια ως το λαιμό, σπουδάζωτις λεπτομέρειες: το λυγισμένο

κάπως γόνατο, το τεντωμένοχέρι, τους μυς του στήθους. Αλλάζωθέση κι απόσταση. Θαυμάζωστο σύνολο το σώμα. Και προσμένω

από τη μια στιγμή ως την άλλη(της φαντασίας η δύναμη μεγάληόταν σε τούτο η τέχνη βοηθεί),

ασύγκριτα προσθέτοντας κάλλη,στη θέση, απ’ όπου λείπει, να φανείυπέροχο, απολλώνειο, το κεφάλι.

(Σονέττα, 1953)

Μυκήναι

Δε θλίβομαι για ό,τι χάθηκε. Η τωρινήμορφή δε θέλω να χαλάσει, αυτή

που –έτσι άνετα– χαίρομαι. Καιφοβάμαι ακόμη των χεριών μουτο άγγιγμα στις πέτρες τούτεςμην επιτείνει τη φθορά, μην επισπεύδειτων ερειπίων την ερείπωση. Σανεγώ να ’μαι που, έπειτ’ απ’ άλλα τόσα χρόνιαθα ξανάρθω, στου Αγαμέμνονα και του

Αιγίσθουτο παλάτι –έτσι άνετα– να ξαναμπώ.

(Ένδον, 1960)

Κώστας Στεργιόπουλος (1926)

Τ’ αρχαία μάρμαρα

Τ’ αρχαία τα μάρμαρα ζωντάνεψαν μέσα στη χλόη

ραντίσματα βροχής με ήλιο του Μάρτη. Το φως ποτέ άλλοτε σου φαίνεται δε λάμπει

σαν και τώρα.

Μην ανοίξεις να δεις πιο μέσα.

Όλα τ’ αγάλματα χαμογελάνε στο μουσείο. Κορμοί σπασμένοι και κιονόκρανα στους

παιδικούς μας λόφους.

Αυτά τα μάρμαρα είναι δικά μας σαν τον ήλιο μας

βόσκουν χωμένα στο γρασίδι σαν τα πρόβατα.

Δεν έχουν μνήμη και δεν ξέρουν να θυμούνται.

Νιώθουν την άνοιξη ως τις ρίζες τους κι αναταράζονται·

ξυπνούν, και πέφτουνε ξανά σε λήθαργο σαν τη ζωή μας.(Έκλειψη, 1974)

Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου (1931-1996)

Ερείπια της Παλμύρας

΄Οσο περνά ο καιρός και κάνω ένα προχώρημα

βαθύτερο μες στην παραδοχή, τόσο καταλαβαίνω

γιατί βαραίνεις κι αποχτάς τη σημασία που δίνουν στα ερείπια οι άνθρωποι. Εδώ

που όλασκουπίζονται, τα μάρμαρα κι οι πέτρες κι η

ιστορίαμένεις εσύ με την πυρακτωμένη σου πνοή για

να θυμίζεις το πέρασμα ανάμεσα στην ομορφιά, τη

μνήμηεκείνου που εσίγησε ανεπαίσθητα εντός μουσφαδάζοντας στην ίδια του κατάρρευση κι

ακόμα

Page 17: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

τους άλλους που ανύποπτοι μες σε βαθύν ύπνο διαρρέουν

΄Οσο περνά ο καιρός και προχωρώ βαθύτερα στο ακίνητο φθινόπωρο που μαλακώνει

πλένοντας με φως τα πεζοδρόμια, τόσο βλέπω στη χρυσωμένη δωρεά του ήλιου μια

εγκατάλειψη για όσα περιμένω και δεν πήρα, για όσαμου ζήτησαν κι αρνήθηκα μη έχοντας, για

όσα μοιράστηκα απερίσκεπτα και μένω

ξένος και κουρελιάρης τώρα Μα ότανμες στη θρυμματισμένη θύμηση αναδεύω ερείπια, βρίσκω απόκριση βαθιά γιατί τα

μάρμαρα κι οι πέτρες κι η ιστορία μένουν για να

θυμίζουν το πέρασμά σου ανάμεσα στην ομορφιά –

απόκριση για όσα περιμένω και δεν πήρα

(Ο θάνατος του Μύρωνα, 1960)

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αρανίτσης Ευγένιος, «‘‘Τι θα φοράς, συνεννόηση;’’», εφ. Ελευθεροτυπία (30-11-1994) [Η εφηβεία της λήθης].

Βαβούρης Σταύρος, περ. Η Λέξη 83 (Μάρτιος-Απρίλιος 1989) 315-316 [Χαίρε ποτέ].Βαρβέρης Γιάννης, «Για την Κική Δημουλά, στους μαθητές της Γ΄ Λυκείου της Σχολής

Μωραΐτη», Σωσίβια λέμβος, Καστανιώτης, Αθήνα 1999, σ. 111-113. Γεωργιάδου Αγάθη-Δεληγιάννη Εριέττα, Διαβάζοντας Κική Δημουλά, Ελληνικά Γράμματα,

Αθήνα 2001.Γόγολος Θοδωρής, «Δυο ‘‘σχολικά’’ ποιήματα της Κικής Δημουλά» [«Ο πληθυντικός

αριθμός», «Τα πάθη της βροχής», Νεοελληνική Λογοτεχνία Θ.Κ. Γ΄ Λυκείου], περ. Νέα Παιδεία 111 (Ιούλιος-Αύγουστος-Σεπτέμβριος 2004) 64-78.

Δαββέτας Νίκος, «Η λογική του σώματος», εφ. Το Βήμα της Κυριακής (15-11-1998) [Ενός λεπτού μαζί]· «Ελεγείο για μικρομεσαίες πλάνες», εφ. Το Βήμα της Κυριακής-Βιβλία (3-6-2001) [Ήχος απομακρύνσεων].

Δασκαλόπουλος Δημήτρης, «Διάλογος με την απουσία» (1995) [Η εφηβεία της λήθης] = Ανισόπεδες διαβάσεις, Πατάκης, Αθήνα 1999, σ. 156-157.

Δήμου Νίκος, Δοκίμια ΙΙ: Τα Πρόσωπα της Ποίησης, Νεφέλη, Αθήνα 1993, σ. 37-60. Δικταίος ΄Αρης, «Κική Δημουλά, Έρεβος-Ερήμην» (1958), Θεωρία ποιήσεως, Γ. Φέξης, Αθήνα

1962, σ. 60· «Εγεννήθη ημίν ποιήτρια…», Αναζητητές προσώπου, Γ. Φέξης, Αθήνα 1963, σ. 109-114. Ευαγγέλου Ανέστης, Η δεύτερη μεταπολεμική ποιητική γενιά (1950-1970). Ανθολογία,

Εισαγωγή: Γιώργος Αράγης, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 99-112.Η ελληνική ποίηση. Γραμματολογία-Ανθολογία. Η δεύτερη μεταπολεμική γενιά, Επιμέλεια:

Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, Σοκόλης, Αθήνα 2002, σ. 75-76 και 148-163.Καραγεωργίου Τασούλα, Στην αίθουσα της ποίησης (Δοκίμια), Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα

2001, σ. 141-164.Καραντώνης Αντρέας, περ. Νέα Εστία 765 (15-5-1959) 695 [Ερήμην]· περ. Νέα Εστία 1146 (1-4-

1975) 484-485 [Το λίγο του κόσμου]· περ. Νέα Εστία 1299 (15-8-1981) 1107-1108 [Το τελευταίο σώμα μου].

Καρβέλης Τάκης, «3. Υπαρξιακή ποίηση. Κική Δημουλά», Η νεότερη ποίηση. Θεωρία και πράξη, Κώδικας, Θεσσαλονίκη 1983, σ. 206-212· «Η ποίηση της ‘‘πολλαπλασιαστικής ευαισθησίας’’ και της ‘‘λυρικής αφαίρεσης’’», Δεύτερη ανάγνωση. Δοκίμια, Καστανιώτης, Αθήνα 1984, σ. 91-98.

Κοκκινάκη Νένα Ι., Νεοελληνική Ποίηση: Γιάννης Ρίτσος. Κική Δημουλά, Πατάκης, Αθήνα 2000.

Κόρφης Τάσος, «Κική Δημουλά», Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάν- νικα, τόμ. 20, Αθήνα 1986, σ. 228.

Κουλουφάκος Κώστας, «Κικής Ράδου Έρεβος», περ. Επιθεώρηση Τέχνης 23-24 (Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1956) 474-475.

Κούρτοβικ Δημοσθένης, Έλληνες μεταπολεμικοί συγγραφείς. Κριτικός οδηγός, Πατάκης, Αθήνα 1995, σ. 67-68.

Λειβαδίτης Τάσος, εφ. Η Αυγή (10- 8- 1956) [Έρεβος].Μαρκίδης Μάριος, Είναι και ποτέ (Ερμηνευτική πρόσβαση στα ποιήματα της Κ. Δημουλά),

Έρασμος, Αθήνα 1989. Μπουκάλας Παντελής, «‘‘Άπληστο που είσαι ανεξήγητο’’…» (1994) [Η εφηβεία της λήθης],

Ενδεχομένως. Στάσεις στην ελληνική και ξένη τέχνη του λόγου, Άγρα, Αθήνα 1996, σ. 149-153· «Η ποίηση της Κικής Δημουλά και το τρισευλογημένο εμπόδιο» [Ποιήματα], εφ. Η Καθημερινή (30-3-1999).

Page 18: ΣΕΝΑΡΙΑΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ

Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ΄ Ενιαίου Λυκείου. Θεωρητική κατεύθυνση. Θετική κατεύθυνση (επιλογής). Βιβλίο του καθηγητή, ΟΕΔΒ, Αθήνα 1999, σ. 198-216.

Παπαγεωργίου Κώστας Γ., «Χρονικογράφος του εφήμερου», εφ. Ελευθεροτυπία-Βιβλιοθήκη 159 (29-6-2001) [Ήχος απομακρύνσεων].

Παπακώστας Γιάννης, «Η Κ. Δημουλά και η ποίηση του μέσα χώρου. Τα θέματα, η τεχνική, τα μοτίβα και η γλώσσα της ποιήτριας στα πενήντα χρόνια της διαρκούς παρουσίας της», εφ. Η Καθημερινή (4-11-2003).

Ροζάνης Στέφανος, «Οι περιπέτειες του [ποιητικού] σώματος· σχόλιο στην ποιητική της Κικής Δημουλά» [Ενός λεπτού μαζί], περ. Ποίηση 13 (Άνοιξη-Καλοκαίρι 1999) 251-255.

Σινόπουλος Τάκης, «Η γλώσσα και το προσωπείο» [Επί τα ίχνη](1964), Χρονικό αναγνώσεων. Βιβλιοκρισίες για τη μεταπολεμική ποίηση, Φιλολογική επιμέλεια: Ευριπίδης -Δώρα Μέντη, Σοκόλης, Αθήνα 1999, σ. 168-172.

Φωστιέρης Αντώνης, «Κικής Δημουλά, Το τελευταίο σώμα μου», περ. Η Λέξη 5 (Ιούνιος 1981) 402-403.

Χατζηβασιλείου Βαγγέλης, «Κατ’ όναρ», περ. Ποίηση 5 (Άνοιξη 1995) 234-236 [Η εφηβεία της λήθης].

Petroff Saskia, Memoire de licence, Unité des Greques Modernes, Facilté des lettres, Το λίγο του στίχου. Μια προσέγγιση στο έργο της Κικής Δημουλά (διδακτορική διατριβή) , Université de Génève, 1998.

Αφιερώματα περιοδικώνΕντευκτήριο 57 (Απρίλιος-Ιούνιος 2002).Η Λέξη 84 (Μάιος 1989).Φιλολογική 71 (Απρίλιος-Ιούνιος 2000).

ΣυνεντεύξειςΜια ηχογραφημένη συνέντευξη του Νίκου Δήμου με τις ποιήτριες Κ. Αγγελάκη-Ρουκ,

Κική Δημουλά, Νανά Ησαΐα και Λύντια Στεφάνου, περ. Καινούρια Εποχή, Β΄ περίοδος, Χειμώνας 1976, σ. 113-133.

«Κική Δημουλά» (1989), Αντώνης Φωστιέρης-Θανάσης Θ. Νιάρχος, Σε δεύτερο πρόσωπο. Συνομιλίες με 50 συγγραφείς και καλλιτέχνες, Καστανιώτης, Αθήνα 1990, σ. 82-85.

«Αυτό το τύμπανο, του έρωτα, θα ήθελα να τ’ ακούμε συνεχώς να βαράει κάπου μακριά» [στη Μαρία Κυρτζάκη], περ. Ποίηση 10 (Φθινόπωρο-Χειμώνας 1997) 6-24.

«Το ωραίο ζητούμενο» [στη Μαίρη Παπαγιαννίδου], εφ. Το Βήμα της Κυριακής (29-11-1998). «Φτασμένοι είναι μόνο οι νεκροί» [στη Μικέλα Χαρτουλάρη], εφ. Τα Νέα-Πρόσωπα / 21ος

Αιώνας 115 (19-5-2001).«Η ποίηση αναπληρώνει αυτό που δεν μπορείς να ζήσεις» [στην Όλγα Μπακομάρου], εφ.

Ελευθεροτυπία (16-3-2002).

ΔισκογραφίαΘάνος Μικρούτσικος, Κική Δημουλά. Στην αγκαλιά της άκρης, MINOS-EMI, 1998.