ΑΝΤΟΝΙΟ ΓΚΡΑΜΣΙ - ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΝ τ.Γ

134
αντονιο γκραροι παρελθόν και παρόν ... Οί μαχητές δέ μπορούν καί δέν πρέπει νά έλεεινολογοΰν τή μοίρα τους, έπειδή πάλεψαν δχι γιατί τούς έξανάγκασε κανείς, άλλα γιατί τό θέλησαν οΐ ίδιοι συνειδητά. Άντόνιο Γκράμσι

description

ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΝ τ.Γ

Transcript of ΑΝΤΟΝΙΟ ΓΚΡΑΜΣΙ - ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΝ τ.Γ

αντονιο γκραροι παρελθόν και παρόν

. . . Ο ί μ αχητές δέ μπορούν κα ί δέν πρέπει νά έλεεινολογοΰν τή μοίρα τους, έπειδή πάλεψαν δχ ι γ ια τ ί τούς έξανάγκασε κανείς, άλλα γ ια τί τό θέλησαν οΐ ίδ ιο ι συνειδητά.

Ά ν τό ν ιο Γκράμσι

ANTONIO ΓΚΡΑΜΣΙ

ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΝ

Μηάφραοη :θανά αης Ά Φ α ναοΙον

ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΕΚΔΟΤΗ

Τό βιβλίο τοδ ’Αντόνω Γχοάμβν «Πα^ίλβόΎ χαΐ Ποφόν», ηρω- τακυκλοφόρησε οτήν ’Ιταλία τό 1951, μί τίτλο «Passato e Presen­ti». Ή παρούσα ΕχΑοση drartcXfi έηιλογή τ ών κυριώτεφων φεμά- των πού «εύχονται. οτήν Ιταλική σνλλογή. Ή μετάφραση fytke άπό τό Ιταλοώ ηφωτότνηο. Τα κείμενα είναι Αλάκληοα καί χω^Ις συντομεύσεις.

Turaôftrpce τό Μάη -Ίούνη τοί 1974 για λογαριασμό τών ίχΜβεων « Σ τ ο χ α σ τ ή ς » , ΜΛς Ί αποκτά τους β, Ε ' 8«οφος, τηλ. 801*6«, Ά*ήνα.

Ή στοιχειοθεσία ϊγιw ατό τυπογραφείο τοΰ Λεντέφη Σταμπου- λίΑη, άδός Μάνης 2 (διεύθυνση κατοικία; Πετσόβου 11), τό τύπωμα ατά πεστήφα τοί Θανάση Φλώρον, ¿84ς Βαλτετσίου και ΖωοΜχου Πηγής, καί ή βιβλιοδεσία «ni βιβλιοδετείο τον Σχύφον Οίκονόμου, ¿βός ΑΙΛλου 70.

ΕΝ Α Μ ΙΚ Ρ Ο Σ ΗΜ Ε ΙΩ Μ Α

M i τό »Παρελθόν χαΐ Παρόν», χνκλοφορεί χαί 6 τρίτος τό­μος dxò ιά Ιργα τού Ά η όνιο Γχράμσι χού άρχισε Μ ύ χαί όυό χρόνια v i ¿χόίόει ύ #Στοχαστής».

“Ηβη χιά, ή φυσιογνωμία τού μβγάλον Ιταλού όιανοητή, άρχίζβι v i γίνεται χερισσότερο χροσηή στόν "Ελληνα άναγνώ- στη, χαβάς άνακαλύχτβι μέσα άχό τό χλήθος τής θεματολογίας .■τού καλύχτουν rd »Ταράύια τής Φυλακής» τόν άνεχανάληχτο τρόπο χροσέγγισης χαί βιαλεχτικής άνατομίας τύν ίζεταζόμε- νων χροβλημάτων.

Ό χ * ς θά χροσίίβ* χανείς, τό όλο χβίμβνο òtv είναι iviaìo, άλλά άχοτκλεΐται άχό ix l μέρους θέματα.

Πρόκειται, βασιχά, γιΔ γραψτά τού Γκράμσι χού άναφίρον- ται a i χοληιχές χαί βιανοητικές του ¿μχειρίες Αχό τήν χερίο- όο τού A ' Παγκόσμιον Πόλεμου μέχρι τό 1926 όχότε βημοσιεύ- τηχαν οΐ Ιχτακτοι φασιστικοί νόμοι τού Μουσσολίνι.

Ό μ ν ς χαρά τό γεγονός fci elvat αύτοτελή χαί «σκόρχια» κείμενα, όλα τους χατά βάση Ιχουν μιά βαθύτερη σύνδεση χαί ένότητα, γιατί ή χλεισψηφία τους τουλάχιστο Ιχει χαραχτήρα χολιτικό ή άφορά ζητήματα κουλτούρας κοιταγμένα χαί αύτά χά· τμ άχό Iva Λγρυχνο καί χολιτιχά στρατευμένο μάτι.

Ή όλη δυσκολία βρίσκεται, χάντα, στό γεγονός ότι γραμ­μένα στή φυλακή χαί *χροσαρμοσμένα» στήν Λναγχαιότητα χού χήγαζε άχό τΙς βυσκολίες μι&ς ένβεχόμενης λογοκρισίας, elvat άναγχαστιχά *ύχαινικτιχΛ» χαί ιάλληγοριχά* μιά καί όχι λίγες φορίς άναψίρονται a i καταστάσεις καί χρόσνχα τής σύγχρονής Ιταλικής χολιτικής ζωής.

Στή βυσκολία αύτή προστίθεται καί μιά άλλη είβιχή, χού

5

σχετίζεται μ ί τό στύλ γραψίματος rot Μιον το9 σνγγραφέα, m f r t i nal Λχύ μόνο τον άρχ*τίς φορίς άχοσχασμαχιχύ nal σνν- θηματολογιηό, άφοβ, άλλωστε, i la αότά ιά γραφτά είχαν γιά τό Γχράμοι τό χαραχτήρα τύν *σημειΛσε**ν» xo i Oi άνάλνε xai ¿χεξεργαζάταν άργότερα xàim dxò ευνοϊκότερες οννθήκις.

T i κείμβνο χωρισμένο, δχως nal roe Ιταλοί Μ ότη , ok âvà ένάτητες μ ί τίτλο : Λ ' »Παρελθόν χαΐ Παρόν» — Β ' *Έγχνχλο- χαιΛιχίς Γνύσεις nal θέματα Κουλτούρας», περιέχει μιά χρώ- τη, βααιχή, σταχνολόγιση τού μβταφραστή, τήν όχοία 6 «Στοχα­στής» δημοσιβύβ* χ*ρΙς χροσθήηβς ή άλλαγίς, έλχίζοντας otó μΜ.λοψ a i (u i Μ ο σ η nal ένός ieéteçoe τόμον xo i Μ xe<j¡¿- Xu άκόμα nal τά ιλιγότερο Μιαφίροντα» χίίμενά τον.

Ο χροσεχτιχός άνσγν·ίστης ΘΛ ύιαχιστΑσει διαβάζοντας, τήν Ιδεολογιχοχολιτιχή σημασία αύτύν τύν μοναόιχΑν «σημηώσε- mV», χον Αν nal χολλίς φορίς φαίνονται νά άφορούν μόνο κατα­στάσεις τβλβίως χροσύιορισμένες τοχιχά nal χρονικά, t i χάνονν ο ί χαμιά χερίχτωση τή βία τού »δάαονς» nal τόν τελιχό στόχο nal onoxi γιά τόν όχοίο Αλλωστε γράφονται.

Κλείνοντας τό σημείωμα αύτό, ό »Στοχαστής» θέλει nal χά­λι v i ευχαριστήσει βλονς δσονς σννετίλεσαν, μόσα στά τόοσερα σχεύόV χρόνια άχό τότε xo i άρχισε ή χρύτη μετάφραση, στήν κατανόηση τής évonoUaç άλλά nal τής σημασίας σννάμα τής Μ οσης τύν Ιργων τού Άντόνιο Γχράμσι nal M in i τούς : Μχόττν Βαχαλοχούλον - Τζονλιάνο, Θανάση Αθανασίαν nal θα- τάοη X. Παχαύόχονλο γιά τή βοήθεια moò μΑς déaavt nal τό Μιαφόρον χοό δείξανε γιά τήν ίχόοση τοβ τόμον αέτοΛ.

ΣΤΟΧΑΣΤΗΣ

ΠΑΡΕΛΘΟΝ ΚΑΙ ΠΑΡΟΝ

Κ Ρ ΙΤ ΙΚ Η Τ Ο Γ Π Α ΡΕΛΘΟΝΤΟΣ

Πώς (καί γιατί) τό παρόν είναι μιά. κ ρ ι τ ι κ ή τοΟ παρελθόντος, έκτός άπό 2να «ξεπέρασμά του». Ό μ ω ς γ ι’ αό- τό τό λόγο πρέπει τό παρελθόν v i άπορριφτεί; Πρέπει νά άπορρίψουμε έκεΐνο πού τό παρόν Εχει κριτικάρει «έσωτερι- κά» καί έκεϊνο τό κομμάτι τοΟ έαυτοΟ μας πού άντιστοιχεί σαύτό. Τ ί σημαίνει αύτό; Ό τ ι έμεϊς πρέπει νά Ιχουμε άκρι- 6ή συνείδηση αότής τής πραγματικής κριτικής καί νά τής προσδώσουμε μιά Ικφραση δχι μόνο θεωρητική, άλλά π ο- λ ι τ ι κ ή. Δηλ. πρέπει νά συνδεόμαστε περισσότερο μέ τό παρόν πού έμείς οί Γδιοι έχουμε συμβάλλει νά δημιουργηθεί, έχοντας συνείδηση τοΟ παρελθόντος καί τής συνέχειάς του (καί τής έπαναβίωσης).

7

01 ΜΕΓΑΛΕΣ ΙΔΕΕΣ

0 t μεγάλες Ιδέες χαΐ ο( άόριστες διατυπώσεις. 01 Ιδέες εΐ- ναι μεγάλες στό βαθμό πού είναι έφαρμόσιμες, δηλαδή στό βαθμό πού φωτίζουν μιά πραγματική σχέση που ένυπάρχει aè μ ι ί κατάσταση, χαΐ τή φωτίζουν στό βαθμό πού δείχνουν συγκεκριμένα τή διαδικασία τών πράξεων, μέ τις όποιες μ ι ί . όργανωμένη συλλογική θέληση φέρνει στό φώς αύτή τή σχέ­ση (τή δημιουργεί) ή άφοΟ τή φέρει στό φώς, τήν καταστρέ­φει, ύποκαθιστώντας την. 0 ( μεγάλοι φλύαροι σχεδιαστές τοΟ μέλλοντος είναι φλύαροι ¿κριβώς γ ιατί άφοΟ ρίξανε τή «με­γάλη Ιδέα» δέν μποροΟν ν ί διακρίνουν τούς δεσμούς της, μέ τή συγκεκριμένη πραγματικότητα, δέν μποροΟν νά καθορί­σουν τήν πραγματική διαδικασία τής πραγμάτωσης. Ό με­γάλος πολιτικός άνδρας συλλαμβάνει ταυτόχρονα τήν ιδέα καί τή σωστή διαδικασία γ ιά τήν πραγματοποίησή της: Συν­θέτει τό σχέδιο καί μαζί ιόν «κανονισμό» γ ιά τήν έφαρμογή του. Ό φλύαρος προγραμματιστής προχωρεί «δοκιμάζοντας καί ξαναδοκιμάζοντας». Γιά τή δραστηριότητά του λένε «ρά­βε ξήλωνε δουλειά νά κάνεις». Τ ί σημαίνει ή «Ιδέα» δτι τό σχέδιο πρέπει ν ί συνδέεται μέ Ινα κανονισμό; Σημαίνει βτι τό σχέδιο πρέπει νά κατανοηθεΐ άπό κάθε δραστήριο στοι­χείο, Ετσι πού αύτό νά δει ποιό πρέπει νά είναι τό καθήκον του γ ιά τήν πραγματοποίηση καί έκτέλεσή του. Ό τ ι προτεί- νοντας μιά δράση πρέπει νά προβλέπει τΙς θετικές καί Αρνη­τικές συνέπειες, τήν συγκατάθεση καί τήν άντίδρααη, καί νά Εχει μέσα του τΙς άπαντήσεις σαύτές τΙς συγκαταθέσεις ή άντιδράσεις, νά προσφέρει δηλ. Εδαφος γ ιά όργάνωση. Αύ­τό είναι μιά πλευρά τής ένότητας θεωρίας καί πράξης.

Πόρισμα: Κάθε μεγάλος πολιτικός άνδρας δέν μπορεί νά μήν Εχει έπίσης καί μεγάλα διοικητικά προσόντα, κάθε με­γάλος στρατηγός μεγάλες Ικανότητες στήν τακτική, κάθε μεγάλος θεωρητικός δέν μπορεί νά μήν είναι καί μεγάλος όργανωτής. Αύτό μάλιστα μπορεί νά είναι Ινα Αξιολογικό κριτήριο: Ό θεωρητικός, δ προγραμματιστής κρίνεται άκρι- βώς άπό τΙς Ικανότητές του νά διοικεΓ καί διοικώ σημαίνει προβλέπω τΙς ένέργειες καί τά έγχειρήματα μέχρι καί τά

8

«μοριακά» (έννοείται καί τά πιό σύνθετα) πού είναι άπα- ραίτητα γ ιά τήν πραγματοποίηση τοΟ σχεδίου.

Φυσικά, είναι σωστό καί τό άντίθετο: ’Από μιά άναγκαία ένέργεια πρέπει νά ξέρουμε νά φτάνουμε στήν Αντίστοιχη άρχή. Βλέποντας κριτικά αύτή τή διαδικασία διαπιστώνου­με δτι Ιχε ι μεγάλη σημασία. Κρίνεται κανένας άπ’ αύτό πού κάνει, δχι άπ’ αύτό πού λέει. Κρατικά Συντάγματα>νό- μοι>κανονισμοί: 01 κανονισμοί καί μάλιστα ή έφαρμογή τους (πού γίνεται μέ βάση τΙς έγκύκλιες) είναι πού δείχνουν τήν

πραγματική πολιτική καί νομική διάρθρωση μι&ς χώρας καί ένός κράτους.

Γ ΙΑ Τ Ι 01 Α Ν Θ ΡΩ Π Ο Ι Ε ΙΝ Α Ι Α Ν Η ΣΓΧ Ο Ι;

Ά π ό τί προέρχεται ή άνησυχία; ’Από τό γεγονός δτι ή πράξη είναι «τυφλή», άπό τό γεγονός δτι δροϋμε γ ιά νά Βρού­με. Εντούτοις δέν είναι άλήθεια πώς άνήσυχοι είναι μόνο οί τυφλά «δραστήριοι»: Συμβαίνει ή άνησυχία νά δδηγεΐ στήν άκινησία: Ό τα ν τά κίνητρα γ ιά δράση είναι πολλά καί άν- τιτιθέμενα, τότε άκριβώς ή άνησυχία γίνεται «άκινησία». Μπορούμε νά πούμε δτι ή άνησυχία όφείλεται στό γεγονός δτι δέν ύπάρχει ταυτότητα θεωρίας καί πράξης, πράγμα πού έπίσης σημαίνει δτι ύπάρχει μιά διπλή ύποκρισία: Δηλαδή δρδ κανείς ένώ στή δράση ένυπάρχει μιά θεωρία ή δικαίωση σιωπηρή πού δέν θέλει νά τήν όμολογήσει, καί «όμολογεί» ή ίπ ικαλεΐται μιά θεωρία πού δέν άνταποκρίνεται στήν πρα­κτική. Έ σύγκρουση αύτή μεταξύ αύτοΰ πού γίνεται καί αύτού πού λέγεται, προκαλεΐ άνησυχία, δηλ. δυσαρέσκεια, μή ικανοποίηση. ’Αλλά ύπάρχει καί μιά τρίτη ύποκρισία: Γιά νά έξηγήσουν τήν άνησυχία άναζητούν μιά πλασματική αί­τια, ή όποία άφού δέν τήν δικαιολογεί καί δέν τήν έξηγεϊ. δέν έπιτρέπει νά δοΟν πότε Β ί τελειώσει αύτή ή άνησυχία. Ά λ λά δταν τοποθετούμε τό ζήτημα Ιτσι τό άπλουστεύουμι. Στήν πραγματικότητα τά πράγματα είναι πιό σύνθετα. Έ τσ! χρειάζεται νά παίρνουμε ύπόψη μας δτι στήν πραγματικό τητα οί άνθρωποι τής δράσης δέν συμπίπτουν μέ τούς ®Άνο-

9

ουμένους χαΐ έξ Αλλου i t t ύπάρχουν ot σχέσεις μεταξύ τών παλιών καί νέων γενιών.

Τ ις μεγαλύτερες εύθΟνες σαύτή τήν περίπτωση Ιχουν οί διανοούμενοι χαΐ μάλιστα οί πιό ήλιχιωμένοι. Ή μεγαλύτε­ρη ύποκρισία άνήκει στους διανοουμένους χαΐ μάλιστα στους ήλιχιωμένους διανοουμένους. Στήν πάλη τών νέων κατά τών παλώτερων, άκόμα χαΐ στίς χαοτικές μορφές τής περίπτω­σης, ύπάρχει ή άντανάκλαση αύτής τής καταδικασηκής χρί­σης, ή όποια είναι άδικη μόνο στή μορφή. Στήν πραγματι­κότητα οί ήλιχιωμένοι «διευθύνουν» τή ζω ή, άλλά προσποι- οΟνται πώς δέν (τήν) διευθύνουν, ότι άφήνουν τή διεύθυνση ατούς νέους. *Ομως σαύτά τά πράγματα χαΐ ή «προσποίηση» Ιχε ι σημασία. CM νέοι βλέπουν πώς τά άποτελέσματα τής δράσης τους είναι άντίθετα μέ τΙς προσδοκίες τους, πιστεύουν δτι «διευθύνουν» (ή κάνουν πώς πιστεύουν) χαΐ γίνονται 8λο χαΐ πιό άνήσυχοι καί άνιχανοποίητοι. Αύτό πού έπιδεινώνει τήν κατάσταση είναι· τό 8xt πρόκειται γ ιά μιά κρίση ή ό- ποία ¿μποδίζει νά άναπτυχθοΟν τά στοιχεία τής λύσης μέ τήν άπαραίτητη ταχύτητα. Αύτός πού κυριαρχεί δέ μπορεΐ νά λύσει τήν κρίση, άλλά ϊ χ ι ι τή δύναμη νά έμποδίζει νά τή λύσουν άλλοι, δηλαδή Ιχει μόνο τή δύναμη νά παρατεί­νει τήν Γδια τήν κρίση. ΆπλοΓχά θά μποροΟσ* Ισως κάνεις νά πει δτι αύτό είναι άναγκαίο άκριβώς γ ιά νά προετοιμα- στοΟν χαΐ άναπτυχθοΟν τά πραγματικά στοιχεία τής λύσης, δεδομένου δτι ή κρίση είναι τόσο σοβαρή χαΐ άπαιτεϊ τόσο έξαιρετικά μέσα, πού μόνο όποιος είδε τήν κόλαση μπορεΐ νά άποφασίσει νά τά μεταχειριστεί χωρίς νά τρέμει καί νά διστάζει.

ΓΙΑ ΤΟ Ο Ν ΕΙΡΟ Μ’ ΑΝΟ ΙΧ ΤΑ Μ ΑΤΙΑ ΚΑΙ ΤΗ Φ Α Ν ΤΑ ΣΙΟ Κ Ο Π ΙΑ

’Αποδείχνει Ιλλειψη χαρακτήρα καί παθητικότητα. Φαν­τάζεται κανένας δτι συμβαίνει Ενα γεγονός καί δτι ό μηχα­νισμός τής άναγκαιότητας άνατρέπεται. Ή πρωτοβουλία του άττελευθερώνεται. Ό λ α είναι εύκολα. Μπορεΐ νά κάμει δ,τι

10

θέλει καί θέλει Ινα σωρό πράγματα πού τώρα στερείται. Κα­τά βάθος πρόκειται γ ιά τή αημ<ρινή άνατροπή πού προβάλ­λεται στό μάλλον. "Ο,τι καταπιέζεται άποδεσμεύεται. Ό ­μως, άντίθετα, χρειάζεται νά έπισυρουμε ¿ποφααιστιχά τήν προσοχή μας στό παρόν Ιτσι δπως είναι, άν θέλουμε νά τό μεταβάλουμε. ’Απαισιοδοξία τοΟ νοΟ, αισιοδοξία τής θέλησης.

Η ΤΑ ΣΗ ΝΑ ΜΕΙΩΝΟΥΜΕ ΤΟΝ Α Ν Τ ΙΠ Α Λ Ο

Ή τάση αύτή είναι άπό μόνη της μιά άπόδειξη τής κα­τωτερότητας αύτοΟ πού τήν Ιχει. Έ χουμε πράγματι τήν τά­ση νά μειώνουμε μέ μανία τόν άντίπαλο γ ιά νά μποροΟμε νά πιστεύουμε δτι θά είμαστε σίγουροι νικητές. Σαύτή τήν τάση ύπάρχει συσκοτισμένα μιά κρίση γ ιά τήν άνικανότητα καί άδυναμία μας (πού θέλουμε νά τήν κάνουμε θάρρος) καί θά μποροΟσε κανείς νά άναγνωρίσει σαύτή μιά άρχή αυτο­κριτικής μας (γιά τήν όποία ντρεπόμαστε, τήν όποία φο­βόμαστε νά έκδηλώσουμε ρητά καί μέ συστηματική συνέ­πεια) . Π ιστεύουμε στή «θέληση τής πίστης» σάν προΟπό- θεση τής νίκης, πρ&γμα πού δέν θά ήταν λάθος έάν αύτό δέν γινόταν άντιληπτό μηχανικά καί δέν μετατρεπόταν σέ αυταπάτη (δταν περιέχει μιά άτοπη σύγχιση μεταξύ μαζών καί άρχηγών καί κατεβάζει τό ρόλο τοϋ άρχηγοϋ στό έπί- πεδο τοΟ πιό καθυστερημένου καί άτακτου στρατιώτη: τή στιγμή τής δράσης 6 άρχηγός μπορεί νά προσπαθήσει νά έμ- πνεύσει στους στρατιώτες τήν πεποίθηση δτι & έχθρός Οπωσ­δήποτε θά νικηθεί, άλλά & Γδιος πρέπει νά ίχ ε ι σωστή κρί­ση καί νά ύπολογίζει δλες τΙς δυνατότητες άκόμα καί τΙς πιό Απαισιόδοξες). Έ ν α στοιχείο αύτής τής τάσης είναι σάν τό δπιο: είναι πραγματικά χαρακτηριστικό τών άδύνατων νά έγκαταλείπονται στίς φαντασιώσεις, νά ¿νειρεύονται μέ τά μάτια άνοιχτά δτι οί έπιθυμίες τους είναι πραγματικότητα, δτι τά πάντα έξελίσσονται σύμφωνα μέ τΙς έπιθυμίες τους. Γιαύτδ άπό τή μιά μεριά βλέπουμε τήν άνικανότητα, τήν ήλιθιότητα, τή βαρβαρότητα, τή δειλία κΛ .π. καί άπό τήν άλλη τά ύψηλότερα χαρίσματα χαρακτήρα καί πνεύματος:

11

Δέν πρέπει νά Εχουμε Αμφιβολία γ ιά τδν άγώνα, φαίνεται δτι Εχουμε κ ι’ δλας τή νίκη στό1 χέρι. 'Ο μω ς 6 άγώνας αύτδς παραμένει δνειρο καί κερδίζεται στ6 δνειρο. Μιά άλλη πλευ­ρά τής τάσης αύτής είναι νά βλέπουμε τά πράγματα έλαιο- γραφικά, σέ στιγμές γεμάτες ήρωΓκή Εξαρση.

Στήν πραγματικότητα Απ’ δπου κι’ Αν Αρχίσουμε νά έ- νεργοΟμε, οί δυσκολίες παρουσιάζονται Αμέσως σοβαρές γιατί ποτέ δέν τΙς σκεφτήκαμε συγκεκριμένα. Καί καθώς πρέπει πάντα ν ' Αρχίζουμε ά π ϊ τά μικρά πράγματα (κατά τδ πλεΐ- στον τά μεγάλα πράγματα είναι ένα σύνολο Απδ μικρά πρά­γματα) τδ «μικρδ πράγμα» τδ περιφρονοΟμε' είναι καλύτερα νά συνεχίζουμε νά ¿νειρευάμαστε καί νάναβάλλουμε τή δρά­ση γ ιά τή στιγμή τοϋ «μεγάλου πράγματος». Ό ρόλος τοϋ σκοποϋ είναι κοπιαστικός, Ανιαρός, έξαντλητικός. Γιατί λοι­πόν νά «σπαταλδμε» έτσι τήν Ανθρώπινη προσωπικότητα καί νά μή τή φυλ&με γ ιά τή μεγάλη στιγμή τοϋ ήρωΓσμοΟ; καί Ιπεται συνέχεια. Δέ σκεφτόμαστε βτι 6 έχθρδς μάς κυριαρ­χεί κι’ έμείς τδν μειώνουμε, Αναγνωρίζουμε τήν ύποδούλωσή μας Απδ Ινα πού τδν θεωροΟμε κατώτερο. ’Αλλά τότε πώς θά πετύχει νά μάς κυριαρχήσει; πώς λοιπόν μάς νίκησε κ ι’ ίγ ινε άνώτερός μας σ’ έκεϊνη τήν Αποφασιστική στιγμή πού Επρεπε νά δώσουμε τδ μέτρο τής Ανωτερότητάς μας καί τής κατωτερότητάς του; ’Ασφαλώς θά μπήκε στή μέση ή «ούρά τού διαβόλου». Έ λοιπόν, Ας μάθουμε νάχουμε τήν ούρά τού διαβόλου μέ τδ μέρος μας.

Λίγη φιλολογία: Στδ X IV κεφάλαιο τού δευτέρου μέρους τού Δ ό ν Κ ι χ ώ τ η, ό Ιπ π ό τη ς τών Καθρεφτών ύπο- στηρίζει πώς νίκησε τδν Δδν Κ ιχώ τη: «Καί τδν Εκαμα νά ό- μολογήσει βτι είναι πώ δμορφη ή Κασιλδέα μου Απδ τή Δουλ- τσινέα του' καί μαύτή καί μόνο τή νίκη μου είναι σάν νά Εχω κερδίσει δλους τούς ιππότες τοϋ κόσμου, γιατί αύτδς 6 Δδν Κ ιχώτης πού σάς λέω, τούς Εχει δλους νικήσει" καί Αφοϋ έγώ τδν νίκησα, ή δόξα του, ή φήμη του, καί ή τιμή του, μεταβιβάστηκαν καί πέρασαν στό πρόσωπό μου,

Καί τόσο ό νικητής είναι πιδ τιμημένοςδσο ό ήττημένος είναι πιδ φημισμένος'

12

κ ι’ Ετσι, γράφονται στό λογαριασμό μου καί γίνονται δικά μου τά Αμέτρητα Ανδραγαθήματα τοΟ ήδη Αναφερθέντος Δόν Κιχώτη».

Α ΙΣΙΟ ΔΟ ΞΙΑ Κ Α Ι Α1Π Α ΙΣΙΟ ΔΟ ΞΙΑ

Πρέπει νά παρατηρήσουμε πώς, πολύ συχνά, ή αισιοδο­ξία δέν είναι τίποτ’ άλλο παρά 2νας τρόπος νά υπερασπίζε­ται κανένας τήν τεμπελιά του, τήν Ανευθυνότητά του, τή θέλησή του νά μή χάνει τίποτα. Είναι έπίσης μιά μορφή μοιρολατρείας χοίΐ μηχανιστικής άντίληψης. Υπολογίζει κα­νείς πάνω σέ παράγοντες ίξω Από τή θέλησή του χαΐ τή δραστηριότητά του, τούς έξυψώνει, φαίνεται πώς φλέγεται άπό ιερό ένθουσιασμό. Καί δ ένθουσιασμός δέν είναι παρά ή έξωτεριχή λατρεία τών φετίχ. ’Απαραίτητη ή άντίδραση πού πρέπει νά ϊχ ε ι σάν Αφετηρία τή λογιχή. Ό μόνος δικαιολο­γημένος ένθουσιασμός είναι έχείνος πού συνοδεύει τήν Ιχανή θέληση, τήν Ικανή δράση, τήν πλούσια έφευρετικότητα σέ συγχεχριμένες πρωτοβουλίες πού μεταβάλλουν τήν όπάρχου- σα πραγματικότητα.

ΙΤ Α Λ ΙΚ Ο Ι Χ Α ΡΑ Κ ΤΗ ΡΕΣ

ΠαρατηρεΙται άπό κάποιους μέν μέ (χανοποίηση άπό Αλ­λους δέ μέ δυσπιστία χαΐ πεσσιμισμό, δτι ό Ιτάλιχός λαός είναι «άτομιστής». Μερικοί λένε «δυστυχώς», άλλοι «εύτυ- χώς» κΛ .π. *0 «άτομικισμός» αύτός, γ ιά νά Αξιολογηθεί έπα- χριβώς, πρέπει νά Αναλυθεί έπειδή ύπάρχουν διάφορες μορ­φές «Ατομικισμού», περισσότερο προοδευτικές, λιγότερο προ­οδευτικές, πού Αντιστοιχούν σέ διαφορετικούς τύπους πολι­τισμοί χαΐ πολιτιστικής ζωής. Ό πισωδρομιχός Ατομικισμός είναι Αντίστοιχος μιάς μορφής «ΑπολιτικισμοΟ» πού σήμερα Αντιστοιχεί στόν παλιό «Ανεθνικισμό» («ΛίκιζκΗνϋΜτηο»): «"Ας (ρθει ή Γαλλία, άς| Ιρθει ή 'Ισπανία Αρκεί νά είναι μεγάλη» λέγανε τότε, όπως σήμερα ύπάρχει Αδιαφορία γ ιά

13

τήν κρατική ζωή, γ ιά τήν πολιτική ζωή τών κομμάτων, κλπ.'Ο μω ς αύτός 6 «άτομικισμός» είναι πραγματικά τέτοιος-;

Τό νά μή συμμετέχει κανείς ένεργητικά στή συλλογική ζωή, δηλ. στήν κρατική ζωή (καί κάτι τέτοιο σημαίνει μόνο νά μή συμμετέχει σαότή τή ζωή μέσω τής προσκόλλησης σέ πο­λιτικά κόμματα «κανονικά»), σημαίνει Γσως νά μήν είναι «όπαδός», νά μήν άνήκει σέ καμιά συγκροτημένη όμάδα; Σ η ­μαίνει μήπως τή «λαμπρή άπομόνωση» τοΟ ξεχωριστοΟ άτό- μου, πού όπολογίζει μονάχα στόν έαυτό του γ ιά νά δημιουρ­γήσει τήν οίκο νομική καί ήθική ζωή του; Κάθε άλλο. Σ η­μαίνει δτι άπό τό «σύγχρονο» πολιτικό κόμμα καί άπό τό «σύγχρονο» οικονομικό συνδικΛτο, δπως δηλαδή είναι έπε- ξεργασμένα άπό τήν έξέλιξη τών πιό προοδευτικών παρα­γωγικών δυνάμεων, «προτιμώνται» όργανωτικές μορφές άλ­λου τύπου, καί συγκεκριμένα τοϋ τύπου τής «κακοζωίας»· δηλ. ο[ συμμορίες, οί κλίκες, ο[ μαφίες είτε λαϊκές είτε συν­δεμένες μέ τΙς άνώτερες τάξεις. Κάθε έπίπεδο ή τύπος πο- λιτισμοΟ ίχ ε ι τόν «άτσμισμό» του' δηλ. Ιχε ι μιά δική του Ιδιόρρυθμη θέση καί δραστηριότητα γ ιά τό ξεχωριστό άτο­μο μέσα στά γενικά πλαίσια. Αύτός ό Ιταλικός «άτομικισμός» (ό όποϊος άλλωστε τονίζεται καί κυριαρχεί περισσότερο ή λι-

γότερο άνάλογα μέ τούς οίκονομικοκοινωνικούς τομείς τής πε­ριοχής) είναι χαρακτηριστικός μιάς φάσης στήν όποία ο( πιό άμεσες οίκονομικές άνάγκες δέν μποροΟν νά βροΟν Ικανοποί­ηση κανονική καί διαρκή (ένδημική άνεργία άνάμεσα στούς έργάτες γής καί άνάμεσα σέ τμήματα μικρών καί μεσαίων διανοουμένων). Ή λογική αύτής τής κατάστασης πραγμάτων Ιχει μακρόχρονη Ιστορική προέλευση, καί γ ιά τήν διατήρηση τής τέτοιος κατάστασης εύθύνεται ή έθνική διευθυντική ό­μάδα. Μπαίνει τό Ιστορικο - πολιτικό πρόβλημα: Μπορεϊ μιά τέτοια κατάσταση νά ξεπεραστεϊ μέ τΙς μέθοδες τοΟ κρατι- κοΟ συγκεντρωτισμοΟ (σχολείο, νομοθεσία, δικαστήρια, άστυ- νομία) πού τείνει νά φέρει τή ζωή στό έπίπεδο ένός έθνικοΟ τύπου, δηλ. μέ μιά δράση πού Ιρχεται άπό τά πάνω καί ή όποία είναι άποφασιστική καί ένεργη-ηκή; Εντούτοις έδώ μπαίνει τό ζήτημα τοΟ πώς σχηματίζεται ή διευθυντική ό­μάδα πού έκφράζει μιά τέτοια δράση: Μέσω τοΟ συναγωνι-

Η

σμοΟ τών κομμάτων καί τών οικονομικών καί πολιτικών τους προγραμμάτων ; μέσω τής δράσης μι Ας όμάδας πού άσκεΐ μο­νοπωλιακά τήν έξουσία ; Καί στί) μ ιά καί στήν άλλη περί­πτωση είναι δύσκολο νά ξεπεραστεϊ τό Ιδιο τό περιβάλλον, πού θά άντανακλ&ται στά μέλη τών κομμάτων, ή στή γρα­φειοκρατία πού έξυπηρετεϊ τή μονοπωλιακή όμάδα, άφοΟ έάν μπορούμε νά σκεφτοϋμε τήν έπιλογή σύμφωνα μέ Ινα τύπο λίγων διευθυνόντων, είναι άδύνατη μιά τέτοια «προλη­πτική» έπιλογή τών μεγάλων μαζών τών άτόμων πού συγκρο- τοϋν δλόκληρο τόν όργανωτικό μηχανισμό (κρατικό καί ήγε- μονιχό) μιάς μεγάλης χώρας. Μέθοδος τής έλευθερίας άλλά δχι νοούμενη μέ τήν «φιλελεύθερη» έννοια: ή νέα τομή δέ μπορεί παρά νά προβάλει άπό τά κάτω, στό βαθμό πού όλόκλη- ρο τό έθνικό στρώμα, τό πιό χαμηλό οικονομικά καί πολιτιστι­κά, συμμετέχει σ’ ένα ριζοσπαστικό Ιστορικό γεγονός πού άγκαλιάζει δλόκληρη τή ζωή τοΟ λαοΟ καί βάζει τό καθέ­να, άναπόδραστα, μπροστά στίς άναπόφευκτες εύθΟνες του. Ή ιστορική ευθύνη τής διευθύνουσας τάξης είναι δτι έμπό- δισε συστηματικά ώστε ένα τέτοιο φαινόμενο νά συμβεί στήν περίοδο τού άγώνα γ ιά τήν Ιτα λ ικ ή ’Ανεξαρτησία (Risor­gimento) καί δτι έχει κάνει λόγο ύπαρξης τής Ιστορικής της συνέχειας τή διατήρηση μιάς τέτοιας άποκρυσταλλωμέ- νης κατάστασης, άπό τόν άγώνα γιά τήν ’Ανεξαρτησία τής 'Ιταλίας καί μετά.

Α Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ ΙΣ Μ Ο Σ

Ά ς έξετάσουμε τΙς σκόρπιες παρατηρήσεις πάνω σαύτό τό χαρακτηριστικό τοΟ Ιταλικού λαοΟ πού μπορεί νά όνομα- στεϊ «άπολιτικισμός». Τό χαρακτηριστικό αύτό, φυσικά, άφο- ρ& τΙς λαϊκές μάζες, δηλ. τΐ« κατώτερες τάξεις. Στά άνώ- τερα καί διευθυντικά στρώματα άντιστοιχεΐ Ινας τρόπος σκέ­ψης πού μπορεί νά όνομαστεί «σωματειακός», οικονομικός, πού άναφέρεται σέ μιά κατηγορία, καί δ όποΙος) έξ’ άλλου στήν ιταλική πολιτική όρολογία είναι καθιερωμένος μέ τόν δρο τής «έταιρίας», μία ιταλική παραλλαγή τής γαλλι­

16

κής «κλίκας», καί τής Ισπανικής «καμαρίλλα», πού δεί­χνουν κάτι διαφορετικό, ΙδιοτελοΟς βέβαια χαρακτήρα, άλλά μέ τήν προσωπική έννοια ή μέ τήν Ιννοια τής όμάδας τής στενά πολίτικο - σεχταριστικής (που συνδέεται μέ τήν πολι­τική δραστηριότητα τών στρατιωτικών όμάδων ή τών αύλι- κώ ν), ένώ στήν ’Ιταλία 4 βρος δείχνει κάτι πιό δεμένο μέ τά οικονομικά συμφέροντα (ειδικά μέ τά άγροτικά καί τά έπαρνιακ ά). Μιά παραλλαγή αύτοϋ τοϋ λαϊκοϋ «άπολιτικι- σμοϋ» είναι τό «περίπου» τής φυσιογνωμίας τών παραδοσια­κών κομμάτων, τό περίπου τών προγραμμάτων καί τών Ιδε­ολογιών. Γιαύτό καί στήν ’Ιταλία έπίσης ύπάρχει ένας Ιδι­αίτερος «σεχταρισμός», βχι γιακωβίνικου τύπου δπως στή Γαλλία ή τή Ρωσσία (δηλ. φανατικής άδιαλλαξίας γ ιά γε ­νικές άρχές έτσι ώστε τό πολιτικό κόμμα γίνεται τό κέντρο βλων τών ένδιαφερόντων τής άτομικής ζω ή ς). Ό σεχταρι­σμός τών λαϊκών στοιχείων άντιστοιχεί στό πνεΟμα τής έ- ταιρίας τών κυρίαρχων τάξεων, δέν στηρίζεται σέ άρχές, άλ- λά σέ πάθη έπίσης ταπεινά καί χυδαία καί καταλήγει στό «ζήτημα τιμής» τοϋ ύπόκοσμου καί στήν άλληλεγγύη τής μαφίας καί τής συμμορίας.

Αύτός 6 άπολιτικισμός, μαζί μέ τΙς άντιπροσωπευτικές μορφές (είδικά τών τοπικών έκλογικών σωμάτων), έξηγεί τΙς άδυναμίες τών πολιτικών κομμάτων, τά όποΐα, βλα, γεννή- θηκαν στό έκλογικό πεδίο (στό συνέδριο τής Γένουας τό θε­μελιακό ζήτημα ήταν τό έκλογικό)- δηλ. τά κόμματα δέν ήταν ?να όργανικό τμήμα τών λαϊκών τάξεων (μιά πρωτο­πορία, μιά έλίτ), άλλά ένα σύνολο ρουσφετολόγων καί έκλο­γικών μηχανορρίφων, μιά συλλογή μικρών διανοουμένων τής έπαρχίας, πού άντιπροσώπευαν μιά άτυχη έπιλογή. "Αν πά­ρουμε ύπόψη μας τή γενική άθλιότητα τής χώρας καί τή χρόνια άνεργία τών στρωμάτων αύτών, οί οικονομικές δυνα­τότητες πού πρόσφεραν τά κόμματα κάθε άλλο παρά περι­φρονητέες ήταν. Είναι γνωστό πώς σέ κάποια περιφέρεια περίπου τό ένα δέκατο τών γραμμένων στά κόμματα τής άρι- στεράς έξοικονομοΟσαν ένα μέρος τών μέσων γιά τήν έπιβίω- σή τους άπό τΙς άστυνομίες, πού έδιναν λίγα χρήματα στούς πληροφοριοδότες, μιά πού ήταν τόσοι πολλοί, ή τούς άποζη-

16

μίωναν μέ άδειες γ ιά περιθωριακές δραστηριότητες τυχοδιω­κτικοί) χαρακτήρα ή μέ τήν άτιμωρησία γ ιά δποπτα κέρδη. Στήν πραγματικότητα, γ ιά νά ήταν κανένας σ’ Ινα κόμμα άρ- κοΟσαν μερικές Ιδέες ¿καθόριστες, άπροσδιόριστες, θολές. Κ ά­θε έπιλογή ήταν άδύνατη, κάθε μηχανισμός έπιλογής Ιλειπε καί οί μάζες ίπρεπε νάκολουθήσουν αύτά τά κόμματα γιατί 5έν υπήρχαν άλλα.

'Ανάμεσα στ’ άλλα στοιχεία πού δείχνουν φανερά αυ­τόν τόν άπολιτικισμό πρέπει νά υπενθυμίσουμε τά άνθεκτικά ύπολείμματα τοπικισμού καί άλλες τάσεις που συνήθως κα­ταγράφονται σάν έκδηλώσεις ένός λεγόμενου «έριστικοΟ καί στασιαστικοΟ πνεύματος» (τοπικές συγκρούσεις γ ιά νά έμ- ποδίζουν τά κορίτσια νά έρωτοτροποΟν μ ί «ξένους», νεαρούς, δηλ. μέ έκείνους που προέρχονται άπό γειτονικές χώρες, κ. λ .π .) . Ό τα ν λέμε δτι αύτός 6 πρωτογονισμός ξεπεράστηκε άπό τήν πρόοδο τοΟ πολιτισμού, θάπρεπε νά άποσαφηνίζου- με δτι αΰτό ίγινε μέ τή διάδοση μι&ς όρισμένης πολιτικής ζωής τοϋ κόμματος που πλάταινε τά πνευματικά καί ήθι- κά ένδιαφέροντα τοΟ λαοΟ. Ό τα ν λείπει αύτή ή ζωή, οί τοπικισμοί ¡¡αναγεννιούνται, γ ιά παράδειγμα μέσω τών άθλη- μάτων καί τών άθλητικών άγώνων, συχνά μέ μορφές άγριες καί αιματηρές. Δίπλα άπό τόν άθλητικό "τύπο» ύπάρχει 6 τοπικιστικός «άθλητικός» «τύπος».

«Α Ν Α ΤΡΕΠ ΤΙΚ Ο Σ»

Έ καθαρά Ιταλική ίννοια τοΟ «άνατρεπτικός» μπορεί νά έξηγηθεΐ !τσι: Μιά ταξική θέση άρνητική καί δχι θετική. Ό «λαός» αίσθάνεται πώς ίχ ε ι έχθρούς καί τούς προσδιο­ρίζει μόνο έμπειρικά στούς λεγόμενους κυρίους. Στήν Ιν- νοια τοϋ «κυρίου» ύπάρχει άρκετή άπό τήν παλιά έχθρότη- τα τής έπαρχίας γ ιά τήν πόλη καί ή ένδυμασία άποτελεΐ βασικό στοιχείο διάκρισης: ύπάρχει έπίσης ή έχθρότητα κα- τά τής γραφειοκρατίας, στήν όποία καί μόνο βλέπουν τό κρά­τος: Ό χωρικός, άκόμα καί 6 μεσαίος Ιδιοκτήτης, μισεί τόν «ύπάλληλο», δχι τό κράτος πού δέν τόν κατανοεί, καί γιαύ-

17

τδν 6 ύπάλληλος είναι δ «κύριος» Ιστω καί Αν οικονομικά 6 χωρικός είναι Ανώτερος Απ’ αύτόν’ Απ’ έδώ προκύπτει καί ή προφανής Αντίθεση κατά τήν δποία γ ιά τό χωρικδ δ κύ­ριος συχνά είναι Ινας λιμασμένος». Αύτδ τδ μίσος γενικά κα­τά των ύπαλλήλων είναι Ακόμα «μισοφεουδαρχικοΟ» τύπου, δχι σύγχρονο, καί γιαύτδ δέ μπορεϊ νά Ανεφερθεΐ σάν στδι- χείο ταξικής συνείδησης: Γιαύτήν μόλις πού ύπάρχει μιά πρώτη Αμυδρή ϊνδειξη , καί είναι Ακριβώς μόνο μιά στοι­χειώδης θέση Αρνησης καί πολεμικής. Ό χωρικός δχι μόνβ δέν Ιχε ι Ακριβή συνείδηση τής ιστορικής προσωπικότητάς του, Αλλά οδτε Ιχε ι κάν συνείδηση τής ιστορικής προσωΚί- κότητας καί τών Ακριβών δρίων τοϋ Αντιπάλου. 01 κατώ­τερες τάξεις έπειδή (Ιστορικά βρίσκονται στήν Αμυνα, Βέν μποροΟν νάποκτήσουν συνείδηση τοϋ έαυτοϋ τους παρά μέάα Απδ Αρνήσεις, μέσα Απδ τή συνείδηση τής προσωπικότητάς καί τών ταξικών δρίων τοϋ Αντιπάλου: 'Ο μω ς αύτδ Ακρι­βώς τδ προτσές, τουλάχιστο σέ έθνική κλίμακα, βρίσκετΛι Ακόμα στή γέννησή του.

*Ενα Αλλο στοιχείο γ ιά νά κατανοήσουμε τήν Ιδέα του «Ανατρεπτικός» είναι τδ -στοιχείο τοϋ στρώματος πού είνΛ·. γνωστδ Απδ τήν τυπική Εκφραση τών «λιασμένων». 01 «λί- μασμένοι» δέν είναι ένα δμοιογενές στρώμα, καί μποροϋν νά γίνουν σοβαρά σφάλματα στδν Αφηρημένο προσδιορισμό τους. Στδ χωριδ καί στά μικρά Αστικά κέντρα μερικών Αγροτικών περιοχών ύπάρχουν δύο ξεχωριστά στρώματα «λιμασμένων»: Τδ Ινα είναι έκεΐνο τών «μεροκαματιΑρηδων Αγροτών» καί τδ Αλλο τών μικρών διανοουμένων. 01 μεροκαματιάρηδες αύ- τοί δέν Ιχουν σά βασικό χαρακτηριστικό τήν οίκονομική τόυς θέση, Αλλά τήν ήθικο - πνευματική τους κατάσταση. Ό τυ­πικός χωρικός αυτών τών περιοχών είναι δ μικροΐδιοκτήτης ή δ παλιός μισακάρης (πού πληρώνει τδ νοίκι μέ τδ μισό, τδ τρίτο ή Ακόμα καί τά δύο τρίτα τής σοδει&ς Ανάλογα μέ τήν Αποδοτικότητα καί τήν τοποθεσία τοϋ κτήματος), δ ¿ποιος κατέχει κάποιο έργαλεΐο γ ιά τή δουλειά του, τδ ζευ­γάρι τών βωδιών καί τό σπιτάκι πού συχνά τδ κατασκευ­άζει δ Γδιος στίς μέρες πού δέν έργάζεται, καί δ όποϊος ί- ξοικονομεϊ τό Αναγκαίο κεφάλαιο μέ κανένα χρόνο μετανά­

18

στευσης ή πηγαίνοντας νά έργαστιΐ στό «μεταλλείο» ή μέ κανένα χρόνο ύπηρεσίας ατούς καραμπινιέρους κ,λ.π., ή χά­νοντας κανένα χρόνο τόν ύπηρέτη κάποιου μεγάλου Ιδιοκτή­τη, δηλ. χάνοντας διάφορους συνδυασμούς καί Αποταμιεύον- τας. Ό «μεροκαματιάρης» άντίθετα δέν ξέρει ή δέν θέλει νά κάμει τέτοιους συνδυασμούς καί δέν κατέχει τίποτα, είναι Ινας «λιμασμένος» γιατί ή έργασία μέ τή μέρα είναι σπάνια καί άποσπαα|1ατιχή.

Ό «λιμαφένος» μικροαστός προέρχεται άπό τήν άγρο- τική μικροαστική τάξη. Έ Ιδιοκτησία κατατεμαχίζεται σέ πολυάριθμες όΐκογένειες καί καταλήγει στό πούλημα, Αλλά τά στοιχεία τής τάξης δέ θέλουν νά δουλέψουν χειρωνακτι­κά: Έ τ σ ι σχηματίζεται iva λιμασμένο στρώμα ύποψήφιων κοινοτικών ύπαλλήλων, γραφιάδων, παραγγελιοδόχων κΑ.π., κ.λ.π. Τό στρώμα αύτό είναι στοιχείο διαταραχής γ ιά τή ζωή τής Επαρχίας, πάντα άπληστο γ ιά Αλλαγές (έκλογές κ.λ.π.) καί προσφέρει τό ντόπιο «άνατρεπτικό», καί μιά πού είναι άρκετά διαδομένο Εχει μιά όρισμένη σημασία. Αύτό συμμαχεί είδι&ά μέ τήν άγροτική Αστική τάξη ένάντια στούς χωρικούς, όργάνώνοντας γ ιά λογαριασμό τους άκόμα καί τούς «μεροκαματιάρήδες λιμασμένους». Σέ κάθε περιοχή ύπάρχουν αύτά τά στρώματα, μέ καταβολάδες έπίσης καί στίς πόλεις, δπου συγχωνεύονται μέ τόν έξ έπαγγέλματος ύπόκοσμο καί μέ τόν εύκαιριακό ύπόκοσμο. Πολλοί μικροΟπάλληλοι τών πό­λεων προέρχονται κοινωνικά Απ’ αύτά τά στρώματα καί γιαύ- τό διατηροΟν τήν άλαζωνική ψυχολογία τοΟ ξεπεσμένου εύ­γε νή, τοΟ Ιδιοκτήτη πού είναι Αναγκασμένος νά ύποφέρει άπόι τήν έργασία. Ό «Ανατρεπτισμός» τών σωμάτων αύτών Εχει δύο δψεις: Πρός τήν Αριστερά καί πρός τή δεξιά, άλ­λά ή στροφή της πρός τ ’ άριστερά άποτελεΐ στοιχείο έκδί- κησης: Π ίν ε πάντα πρός τά δεξιά στίς Αποφασιστικές στι­γμές καί τό Απελπισμένο «θάρρος» τους προτιμά πάντα νά Εχει σύμμαχους τούς καραμπινιέρους. Έ ν α άλλο στοιχείο πού πρέπει νά έξετάσουμε είναι ό λεγόμενος «διεθνισμός» τοΟ ΙταλικοΟ λαοΟ. Αύτός συσχετίζεται μέ τήν Εννοια τοΟ «Ανα- τρεπτισμοϋ». Στήν πραγματικότητα πρόκειται γ ιά Ενα Αόρι­στο «κοσμοπολιτισμό» πού συνδέεται μέ έντελώς προσδιορίσι-

19

μα ιστορικά στοιχεία: Μέ τόν κοσμοπολιτισμό καί τήν με­σαιωνική καί καθολική παγκοσμιότητα, πού είχε τήν ίδρα της στήν ’Ιταλία καί διατηρήθηκε λόγω τής έλλειψης μιδς ιταλικής «έθνικής καί πολιτικής Ιστορίας». Λειψό έθνικό καί κρατικό πνεΟμα μέ τή σύγχρονη Ιννοια. ’ΑλλοΟ Εχω σημει­ώσει πώς γιαύτό ύπήρξε καί ύπάρχει ένας Ιδιαίτερος Ιταλι­κός σωβινισμός, πιό διαδομένος άπ’ δσο φαίνεται. Ot δυό πα­ρατηρήσεις δέν είναι άντιφατικές: Στήν Ι τα λ ία ή πολιτι­κή, έδαφική καί έθνική ένότητα Ιχε ι λειψή παράδοση (ή ί ­σως καμιά παράδοση, γιατί πρίν τό 1870 ή ’Ιταλία δέν ύ- πήρξε ποτέ Ινα ένωμένο σώμα καί άκόμα τό όνομα ’Ιταλία, πού τόν καιρό τών Ρωμαίων σήμαινε τή Μεσημβρινή καί Κεντρική ’Ιταλία μέχρι τή Μάγκρα καί τό Ρουβίκωνα, κα­τά τόν Μεσαίωνα χάνει Ιδαφος μπροστά στό όνομα Λογκο- βαρδία (€λ. τή μελέτη τοϋ C. Cipolla γ ιά τό όνομα Ί τ α- λ ί α πού δημοσιεύτηκε στά «Πρακτικά τής ’Ακαδημίας toO Toupivou». Γιαύτό ή ’Ιταλία είχε καί διατήρησε μ ιά πο­λιτιστική παράδοση πού δέν ¿νάγεται στήν κλασσική άρ- χαιότητα, άλλά στήν περίοδο άπό τό 300 έως τό 700 καί έπανασυνδέθηκε μέ τήν κλασσική έποχή μέ τόν ούμανισμό καί τήν ’Αναγέννηση, Αύτή ή πολιτιστική ένότητα ύπήρξε ή βάση, πολύ άδύνατη άλήίθεια, τοϋ άγώνα γ ιά τήν ’Ανε­ξαρτησία καί τήν ένότητα, ή βάση γ ιά τήν συγκέντρωση γύρω άπό τήν άστική τάξη τών πιό ένεργητικών καί Ικα­νών στρωμάτων τοΟ πληθυσμοϋ καί άποτελεΐ άκόμα τό όπό- στρωμα τοϋ λαϊκοΟ έθνικισμοΟ: έπειδή άπό τό αίσθημα αύ- τό άπουσιάζει τό πολιτικό - στρατιωτικό καί πολίτικο - οίκο- νομικό στοιχείο, δηλ. τά στοιχεία πού βρίσκονται στή βάση τής γαλλικής ή γερμανικής ή άμερικανικής έθνικιστικής ψυ­χολογίας, συμβαίνει πολλοί όνομαζόμενοι «άνατρεπτικοΐ» καί «διεθνιστές» νά είναι «σωβινιστές» μαύτή τήν ϊννοια, χωρίς νά πιστεύουν δτι Αντιφάσκουν. Αύτό πού πρέπει νά σημειωθεί γ ιά νά κατανοήσουμε τό δηλητήριο πού έμπεριέχει καμιά φορά αύτός δ πολιτιστικός σωβινισμός, είναι τό έξής: Ό τ ι στήν ’Ιταλία μιά άνώτερη ίπιστημονική, καλλιτεχνική, φιλολογική άνθιση Εχει συμπέσει μέ τήν περίοδο τής πολιτικής, στρατιω­τικής καί κρατικής παρακμής (600— 600" έξήγηση τοΟ φαι­

20

νομένου αύτοϋ: αύλική κουλτούρα, 2ηλ. τήν έποχή πού ή άατι- κή τάξη τών κοινοτήτων βρισκόταν σέ παρακμή, καί 6 πλοϋ- τος άπό παραγωγικός γίνηκε τοκογλυφικός, μέ τή συγκέν­τρωση τής «πολυτέλειας», προοίμιο πλήρους οικονομικής πα­ρακμής) . Ή Ιννοια τοΟ έπαναστάτη καί τοΟ διεθνιστή, μέ τή σύγχρονη σημασία τής λέξης, συσχετίζεται μέ τήν άκρι- βή γνώση τού κράτους καί τής τάξης: Λειψή κατανόηση τοΟ κράτους σημαίνει λειψή συνείδηση τής τάξης (κατανόηση τοΟ κράτους ύπάρχει όχι μόνο δταν τό υπερασπίζεται κανείς, άλλα έπίσης καί βταν στρέφεται έναντίον του γ ιά νά τό Ανα­τρέψει) ' καί σέ συνέχεια, λειψή άποτελεσματικότητα τών κομμάτων κ.λ.π. Οί τσιγγάνικες συμμορίες, ό πολιτικός νο- μαδισμός δέν είναι έπικίνδυνα φαινόμενα καί γ ι αύτό τό λό­γο δέν ήταν έπικίνδυνος 6 Ιταλικός άνατρεπτισμός καί διεθνι­σμός. Ό λαϊκός «άνατρεπτισμός» είναι σχετικός μέ τόν άπό τά πάνω «άνατρεπτισμό» δηλ. νά μήν όπάρχει ποτέ ή «κυ­ριαρχία τοΟ νόμου» άλλά μόνο μιά πολιτική αύθαιρεσίας, παραταξιακή καί προσωπικής κλίκας. Φυσικά, δλες αύτές οί παρατηρήσεις δέ μποροΟν νά είναι κατηγορηματικές καί άπόλυτες: Χρησιμεύουν στήν προσπάθεια νά περιγράψουμε όρισμένες πλευρές μι&ς κατάστασης, γ ιά νά άξιολογήσουμε καλύτερα τήν δραστηριότητα πού άναπτύσσεται γ ιά τήν άλ- λαγή της (ή τήν μή δραστηριότητα, δηλ. τήν μή κατανόη­ση τών άνάλογων καθηκόντων) καί γ ιά νά δώσουμε μεγα­λύτερη ώθηση στίς όμίδες πού άναδύθηκαν άπ’ αύτή τήν κατάσταση προκειμένου νά τήν κατανοήσουν καί νά τήν τρο­ποποιήσουν στό περιβάλλον τους.

Η Θ ΙΚΗ ΚΑΙ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η

Πρέπει νά σημειώσουμε τό δηλητήριο πού Ιχουν όρισμέ­νες φιλονεικίες άνάμεσα ατούς πολιτικούς άνδρες έξαιτίας τοΟ προσωπικοϋ ή ήθικολογικοϋ τους χαρακτήρα. Έ άν θέλει κα­νείς νά μειώσει ή νά έκμηδενίσει τήν πολιτική έπιρροή μιΛς προσωπικότητας ή ένός κόμματος, δέν προσπαθεί νά δείξει δτι ή πολιτική τους είναι άνίκανη καί βλαβερή, άλλά δτι

91

δρισμένα πρόσωπα είναι καθάρματα, χΧ .π ., δτι δέν ύπ άρ­χει «καλή πίστις», δτι, δρισμένες πράξεις είναι «ίδιοτελείς» (μέ τήν προσωπική ή ιδιωτική Ιννοια) κ.λ.π. Αύτή ή νοο­

τροπία είναι Απόδειξη τής Απλοϊκότητας τής πολιτικής λο­γικής, τοΟ πιό χαμηλοΟ έπιπέδου τής έθνικής ζωής. Αότό όφείλεται στό γεγονός δτι ύπάρχει πραγματικά Ενα τεράστιο στρώμα πού «ζεΐ» τήν πολιτική μέ «κακοπιστία», δηλ. χω ­ρίς νά Ιχε ι πεποιθήσεις. Συνδέεται έπίαης μέ τή γενική Αθλι­ότητα, λόγω τής δποίας εύκολα πιστεύει κανείς δτι μιά πο­λιτική πράξη όφείλεται σέ χρηματικούς λόγους κ,λ.π. «Ανί­κανος άλλά Ιντιμος», παράξενος τρόπος Εκφρασης στήν πο­λιτική: ’Αναγνωρίζεται κανείς σάν άνίκανος, άλλά μετά τόν ΘεωροΟν «Ιντιμο» καί τόν Εμπιστεύονται" δμως 6 «άνίκανος» στήν πολιτική δέν Αντιστοιχεί στόν «άχρείο» στήν ήθική; Είναι Αλήθεια δτι οί συνέπειες αύτών τών Αγώνων ήθικολο- γικοΟ χαρακτήρα συνήθως πέφτουν στό κενό, έάν δέν είναι Iva μέσο γ ιά νά διαμορφώσουν τή λαϊκή κοινή γνώμη ώστε νά Αποδεχτεί μιά καθορισμένη πολιτική «έκκαθάριση» ή νά τήν Απαιτήσει, κ.λ.π.

ΙΣΧ ΓΣ ΚΑΙ Β ΙΟ Τ ΙΚ Ο Ε Π ΙΠ Ε Δ Ο ΤΟ Γ ΛΑΟΓ

θ ά Ιπρεπε νά είναι Αξίωμα γ ιά μιά κυβέρνηση ή Ανα­ζήτηση τής Ανύψωσης τοΟ έπιπέδου τής ύλικής ζωής τοΟ λαοΟ πέρα Από Ενα δρισμένο δριο. Πρός αύτήν τήν κατεύ­θυνση δέν πρέπει νά Αναζητήσουμε Ενα ειδικό «Ανθρωπιστι­κό» κίνητρο οδτε μιά «δημοκρατική» τάση: ’Ακόμα καί ή πιό όλιγαρχική καί Αντιδραστική κυβέρνηση θ&πρεπε νά Α­ναγνωρίζει τήν «Αντικειμενική» ίσχύ αότοΟ τοΟ Αξιώματος, δηλ. τήν ούσιώδη πολιτική του Αξία (καθολική στή σφαίρα τής πολιτικής, στήν τέχνη τής διατήρησης καί αδξηαης τής δύναμης τοΟ Κράτους). Κάθε κυβέρνηση δέ μπορεΐ νά Απο­κλείσει τήν πιθανότητα μι&ς οικονομικής κρίσης καί ειδικά δέν μπορεΐ νά Αποκλείσει τήν περίπτωση δτι Γσως Αναγκα­στεί νά διεξάγει Ενα πόλεμο, δηλ. νά ύποχρεωθεΐ νά ξεπε- ράσει τή μέγιστη κρίση, πρ&γμα πού προΟποθέτει μιά κρα­

22

τική χαΐ κοινωνική σύνδεση. Καί έπειδή κάθε κρίση συνί- πάγεται μιά καθυστέρηση τοϋ έπιπέδου τής ζωής τοΟ λαοΟ, είναι προφανές δτι χρειάζεται ή προΰπαρξη μ ιίς ζώνης ύ- ποχώρησης έπαρκοϋς Ιτσι ώστε νά μή καταρρεύσει ή «βιο­λογική» καί μετά ή ψυχολογική άντίσταση τοϋ λαοΟ στήν πρώτη σύγκρουση μέ τή νέα πραγματικότητα. *0 βαθμός τής πραγματικής δύναμης ένός κράτους πρέπει ώστόσο νά μετρηθεί έπίσης μέ τό μέτρο αύτοΟ τοϋ στοιχείου, τό όποίο μετά συνταιριάζεται μέ τά άλλα στοιχεία πού άναφέροντα: στήν έκτίμηση τής δομικής στερεότητας μι4ς χώρας. ’Εάν πραγματικά οί κυρίαρχες τάξεις ένός Εθνους δέν κατορθώ­σουν νά ξεπεράσουν τήν οίκονομικο - συνεταιρική φάση πού τΙς όδηγεϊ νά έκμεταλλεύονται τΙς λαϊκές μάζες μέχρι τό δ- ριο πού έπιτρέπουν ο( συνθήκες έξαναγκασμοΟ, δηλ. νά τΙς περιορίζουν μόνο στή βιολογική τους φυτοζωία, τότε (Ιναι φανερό πώς δέν μπορεΐ κανείς νά μ ιλά« γ ιά δύναμη τοϋ Κράτους άλλά μονάχα γ ιά έπιφανειακή δύναμη. ΜοΟ φαί­νεται δτι σαύτή τήν έξέταση ένός ούσιαστικοΟ σημείου τής πολιτικής τέχνης (Ιναι σημαντικό νά άποφεύγει κανείς κάθε έξωπολιτικό ύπαινιγμό (μέ τήν τεχνική Ιννοια, δηλ. Ιξω άπό τή σφαίρα τήν τεχνικά πολ ιτική), δηλ. Ανθρωπιστικό ή μιΛς καθορισμένης πολιτικής Ιδεολογίας (δχι γ ιατί ό «φιλανθρω- πισμός» δέν είναι καί αύτός πολιτική κ ,λ .π .) .

«ΚΓΜΑ ΓΛΙΣΜΟΓ» Κ Α Ι «Κ ΡΙΣΗ ΕΞΟΓΣΙΑΣ»

Ή φυσιογνωμία τής σύγχρονης κρίσης πού θρηνολογεί- ται σάν «κΟμα ύλισμοϋ» συνδέεται μέ τήν λεγόμενη «κρίση έξουσίας». Έ ά ν ή κυρίαρχη τάξη Ιχ ε ι χάσει τή λαϊκή συγ­κατάθεση, δηλ. δέν είναι πιά «διευβύνουσα», άλλά μονάχα «κυρίαρχη», κάτοχος τής καθαρής δύναμης καταναγκασμοί), αύτό άκριβώς σημαίνει δτι ο( μεγάλες μ&ζες είναι Αποκομ­μένες άπό τΙς παραδοσιακές ιδεολογίες, δέν πιστεύουν πιά σ’ αύτό πού πίστευαν προηγούμενα κ,λ.π. Ό κρίση συνίστα- ται Ακριβώς στό γεγονός δτι τό παλιό πεθαίνει καί τό και­νούργιο δέ μπορεΐ νά γεννηθεί* καί σαύτό τό μεσοδιάστημα

συμβαίνουν τά πιό ποικίλα παθολογικά φαινόμενα. Σαύτή τήν παράγραφο πρέπει νά προσθέσουμε δρισμένες παρατηρήσεις πού άφοροϋν τό λεγόμενο «ζήτημα τών νέων», πού καθορίζε­ται άπό τήν «κρίση τής έξουσίας» τών παλιών διευθυντικών γενιών καί άπό τή μηχανική παρεμπόδιση αύτοϋ πού θά μποροΟσε νά διευθύνει, γ ιά νά έκπληρώσει τήν άποστολή του.

Τό πρόβλημα είναι αύτό: 'Ε ν α ρήγμα τόσο σοβαρό άνά- μεσα στίς λαϊκές μάζες καί τΙς κυρίαρχες Ιδεολογίες, δπως έκεΐνο πού παρουσιάστηκε μεταπολεμικά, μπορεΐ νά «θερα­πευτεί» μέ τήν καθαρή άσκηση τής βίας πού Εμποδίζει τήν έπικράτηση τών νέων Ιδεολογιών; Ή μεσοβασιλεία, ή κρίση πού έμποδίζει τήν Ιστορικά φυσιολογική λύση, θά λυθεί ά- ναγκαστικά γ ιά χάρη τής παλινόρθωσης τοϋ παλιοΟ; δεδο­μένου τοϋ χαρακτήρα τών ιδεολογιών, κάτι τέτοιο πρέπει νά τό ’άποκλείσουμε άλλά δχι μέ τήν άπόλυτη Εννοια. Ωστόσο ή φυσική καταπίεση θά καταλήξει μακροπρόθεσμα σ’ Ινα διά­χυτο σκεπτικισμό καί θά γεννήσει Ινα καινούργιο «συνδυα­σμό», στόν όποιο γ ιά παράδειγμα 6 καθολικισμός θά γίνει άκόμα πιό καθαρός Ιησουιτισμός, κ.λ.π.

Ε πίσης άπ’ αύτό μπορεΐ κανείς νά συμπεραίνει βτι δια­μορφώνονται οί πιό εύνοΓκές συνθήκες γ ιά μιά πρωτοφανή διάδοση τοϋ ίστορικοϋ ύλισμοΰ. Ή ίδια άρχική φτώχεια τήν δποία δ Ιστορικός ύλισμός δέν μπορεΐ νά μή τήν Ιχε ι σά μα­ζική διαδομένη θεωρία, θά τδν κάμει νά διαδοθεί περισσό­τερο. Ό θάνατος τών παλιών Ιδεολογιών έπικυρώνεται σάν σκεπτικισμός ϊναντι δλων τών θεωριών καί τών γενικών δια­τυπώσεων καί έφαρμογών στδ καθαρό οίκονομικό γεγονός (κέρδος κλπ.) καί στήν πολιτική πού είναι δχι μόνο ρεαλιστι­

κή άπό τά πράγματα (δπως είναι πάντα) άλλά καί κυνική μέσα στήν άμεση έκδήλωσή της' (θυμηθείτε τήν ιστορία τοϋ Preludio al M achiavelli1 , γραμμένη ίσως κάτω άπδ τήν έπιρ- ροή τοϋ καθηγητή Rensi, δ όποιος σέ μιά δρισμένη περίοδο, στα 21 ή 22 Εξύψωνε τή δουλεία σά σύγχρονο μέσο οικονο­μικής πολιτικής). Ό μ ω ς αύτδς δ περιορισμός στήν οίκονόμία καί στήν πολιτική σημαίνει άκριβώς περιορισμό τοϋ πιό άνώ- τερου Εποικοδομήματος σ’ έκεΐνο πού συνδέεται περισσότερο

34

μέ τή βάση δηλ. σημαίνει τή δυνατότητα καί τήν άναγκαιό- τητα τοϋ σχηματισμοϋ μιας καινούργιας κουλτούρας.

ΛΓΘΟΡΜΗΤ1ΣΜΟΣ ΚΑΙ ΣΓΝ ΕΙΔ Η ΤΗ ΔΙΕΓΘΓΝΣΗ

Γιά τήν έκφραση «αύθορμητιαμός» μπορούν νά δοθοϋν διάφοροι όρισμοί, γιατί τό φαινόμενο στό δποϊο άναφέρεται είναι πολύπλευρο. 'Ωστόσο χρειάζεται να ξαναποϋμε δτι στήν 'Ιστορία δέν ύπάρχει ό «καθαρός» αύθορμητισμός: αύτός θά συνέπεφτε μέ τόν καθαρό μηχανικισμό. Στό «πιό αύθόρ- μητο» κίνημα τά στοιχεία τής «συνειδητής διεύθυνσης» είναι άπλώς έξω άπό έλεγχο, δέν έχουν άφήσει έπιβεβαιώσιμα ντο­κουμέντα. ΜπορεΙ νά πεϊ κανείς δτι τό στοιχείο τοϋ αύθορμη- τισμοϋ είναι γιαύτό χαρακτηριστικό τής «Ιστορίας τών κα­τώτερων τάξεων» καί μάλιστα τών πιό περιθωριακών καί περιφερειακών στοιχείων αότών τών τάξεων, πού δέν ίχουν άποκτήσει τήν συνείδηση τής τάξης «γιά τόν έαυτό της» καί πού γιαύτό ούτε κάν ύποπτεύονται δτι ή Ιστορία τους μπορεί νά έχει όποιαδήποτε σημασία καί όποιαδήποτε άξία γ ιά νά άφήσουν άποδειχτικά Γχνη. Υ πάρχει λοιπόν, μιά «πολ­λαπλότητα» στοιχείων «συνειδητής διεύθυνσης» στά κινήμα­τα αύτά, άλλά κανένα άπ’ αύτά δέν είναι κυρίαρχο, ή δέν ξεπερνά τό έπίπεδο τής «λαϊκής έπιστήμης» ένός καθορισμέ­νου κοινωνικοϋ στρώματος, τοϋ «κοινοϋ νοϋ» δηλ. τής παρα­δοσιακής άντίληψης τοϋ κόσμου αύτοϋ τοϋ καθορισμένου στρώ­ματος. ’Ακριβώς αύτό τό στοιχείο είναι πού 6 Ντέ Μάν Λ τό άντιπαραθέτει στό μαρξισμό, έμπειρικά, χωρίς νά κατα­λαβαίνει (προφανώς) δτι ξεπέφτει στήν Γδια θέση μ’ έκεί- νους πού έχοντας περιγράφει τό φολκλόρ, τή μαγεία, κ.λ.π., καί έχοντας δείξει δτι αύτοί οί τρόποι θεώρησης έχουν μια ρίζα Ιστορικά Ισχυρή καί συνδέονται σταθερά μέ τήν ψυχο­λογία καθορισμένων λαϊκών στρωμάτων, πίστευαν δτι ίχουν «ξεπεράσει» τή «σύγχρονη έπιστήμη» καί έπαιρναν γ ιά «σύγχρονη έπιστήμη» τά άρθρίδια τών έπιστημονικών έ- φημερίδων γ ιά τό λαό καί τΙς πληρωμένες δημοσιεύσεις. Αύτό άποτελεϊ πραγματική περίπτωση πνευματικής τερα­

τολογίας, γ ιά τήν δποία Υπάρχουν καί άλλα παραδείγμα­τα: 01 θαυμαστές τοΟ φολκλόρ, πού ύποστηρίζουν τή διατή­ρησή του, οί «μάγοι» οί δεμένοι μέ τόν Μ αίτερλιγκ πού ύπο- βτηρίζουν 5τι πρέπει νά ξαναπάρουν τό νήμα τής Αλχημείας χαΐ τής μαγιίας, πού ξιρριζώθηκ* βίαια γ ιά νά ξαναβάλουν ϊήν έηιστήμη σέ τροχιά πιό γόνιμων Ανακαλύψεων κ.λ.π. 'Ωστόσο, ό Ντέ Μάν ϊχ ε ι μιά συμπτωματική άξία: Δείχνει τήν Ανάγκη νά μελετήσουμε καί νά έπεξεργαστοϋμε τά στοι­χεία τής λαϊκής ψυχολογίας Ιστορικά καί δχι κοινωνιολογι­κά, ένιργητικά (δηλ. γ ιά νά τά μετασχηματίσουμε, έκπαιδεύ- οντάς τα, σέ μιά σύγχρονη νοοτροπία) καί δχι περιγραφικά δπως κάνει αύτός. ’Ομως αύτή ή Ανάγκη τουλάχιστο έξυ- πονοεϊται (Γσως μάλιστα ξεκαθαρίζεται ρητά) στή θεωρία τοΟ Ί λ ιτ ς *, πρ&γμα πού ό Ντέ Μάν Αγνοεί έντελώς. Τό δτι σέ κάθε «αύθόρμητο» κίνημα ύπάρχει ίνα πρωτογενές στοιχείο βυνειδητής διεύθυνσης, πειθαρχίας, Αποδείχνεται Εμμεσα Από τό γεγονός δτι ύπάρχουν ρεύματα καί όμάδες πού ύποστηρί- ζουν τό αύθόρμητο σάν μέθοδο. Μαύτή τήν εύκαιρία χρειά­ζεται νά κάνουμε μιά διάκριση Ανάμεσα στά καθαρώς «Ιδεο­λογικά» στοιχεία, καί στά στοιχεία τής πρακτικής δράσης, άνάμεσα στούς μελετητές πού ύποστηρίζουν τό αύθόρμητο σά σταθερή καί Αντικειμενική «μέθοδο» τού Ιστορικού γίγνεσθαι καί στούς πολιτικάντες πού τό ύποστηρίζουν σά «πολιτική» μέθοδο. Στούς πρώτους πρόκειται γ ιά ¿σφαλμένη Αντίληψη, στούς δεύτερους πρόκειται γ ιά άμεση καί άθλια άντίφαση πού μΟς έπιτρέπει νά βλέπουμε τήν προφανή πρακτική προέλευ­ση, δηλ. τήν άμεση θέληση πού ύποκαθιστΛ μιά καθορισμέ­νη διεύθυνση μέ μιά άλλη. Ε π ίσης καί στούς μελετητές τό σφάλμα Ιχε ι πρακτική προέλευση, άλλά δχι άμεσα δπως στούς δεύτερους. Ό άπολιτικισμός τών γάλλων συνδικαλιστών πρίν Απ’ τόν πόλεμο περιείχε καί τά δυό αύτά στοιχεία: Ή τα ν καί θεωρητικό σφάλμα καί άντίφαση (ύπήρχε τό στοιχείο τής θεωρίας τοΟ Σορέλ καί τό στοιχείο τοΟ Ανταγωνισμού Ανάμεσα στήν άναρχικοσυνδικαλιστική πολιτική τάση καί τό σοσιαλιστικό ρεΟμα). Ή τα ν άκόμα ή συνέπεια τών τρομερών γεγονότων τοΟ ΠαρισιοΟ στά 1871: ή συνέχιση μέ μέθοδες νέες καί μέ μιά λαμπρή θεωρία, τής τριαντάχρονης παθητικό-

τητας (1870— 1900) ιών γάλλων έργαιών. Ό καθαρά «οικο­νομικός» άγώνας δέν δυσαριστοϋσε τήν κυρίαρχη τάξΊ|), κάβε άλλο. Έ τ σ ι λέγεται γ ιά χό καχαλανιχό κίνημα, τό όποίο έάν «δυσαρεστοΟσε» χή κυρίαρχη Ισπανική χάξη, ήχαν μ^νο γ ιά χό γεγονός δχι άνχικειμενικά ένίσχυε χήν καχαλάνικη δημοκραχική χωριστική χάση, δημιουργώντας συνθήκες γ ιά Sva άληθινό καί (κανό βιομηχανικό δημοκρατικό μπλόκ κατά χών τιμαριούχων, τής μικρομπουρζουαζίας καί τοΟ μοναρχι­κοί) στρατεύματος. Τό κίνημα τοΟ Toupivou 4 κατηγορή&ηκε ταυτόχρονα δχι ήχαν ύπέρ χοΟ «αύθορμητισμοΟ» καί τοΟ <βο- λόγταρισμοΟ» ή μπερκσονικό ( ! ) . Ή άντιφατική κατηγορία, δταν Αναλυθεί, δείχνει τή γονιμότητα καί τήν ορθότητα της κατεύθυνσης πού χοΟ δόθηκε. Αύτή ή διεύθυνση δέν ήχο^ν «άφήρημένη», δέν συνίσταχο σχήν μηχανική έπανάληψη 'των έπιστημβνικών ή θεωρητικών χύπων. Δέν μπέρδευε χήν πολι­τική, χήν πραγμαχική δράση μέ χή θεωρηχική συζήτηση. ’Απευθυνόταν σέ πραγματικούς άνθρώπους διαμορφωμένους σέ καθορισμένες ιστορικές σχέσεις, μ ϊ καθορισμένα αίσθήμα- χα, τρόπους θεώρησης, μέ άποσπαομαχική κοσμοαντίληψη κ.λ.π., πού προέρχονταν άπό «αύθόρμηχους» συνδυασμούς έ- νός δοσμένου περιβάλλοντος ύλιχής παραγω γής, μέ χήν «τυ­χαία» συσσώρευση σαύτό, χών σκόρπιων κοινωνικών στοιχεί­ων. Αύτό χό στοιχείο χοΟ «αύθορμητισμοΟ» δέν παραλείφτη- xe καί άκόμα λιγότερο δέν ύποτιμήθηκε: διαπλάστηκε, διευ- θύνθηκε, άποκαθαρίστηκε άπ’ δ,τιδήποχε έξωτερικό μπόρεσε νά τό μολύνει, γ ιά νά γίνει όμοιογενές, άλλά κατά τρόπο ζων­τανό καί Ιστορικά άποτελεσματικό, μέ τή σύγχρονη θεωρία. 0 ( Τδιοι ot διευθύνοντες μίλαγαν γ ιά «αύθορμηχισμό» χοΟ κι­νήματος. Καί σωστά Εκαναν πού μίλαγαν γιαύχό: Αύτή ή κατάφαση ήχαν κάχι χό διεγερχικό, χό ίνεργηχικό, Iva στοι­χείο ένοποίησης σέ βάθος, πάνω άπ’ δλα ήχαν ή άρνηση δχι έπρόκειχο γ ιά κάχι τό αόθαίρεχο, χό περιπετειώδες, τό τεχνητό καί δχι τό Ισχορικά άναγκαίο. Έ δ ιν ε στή μάζα μιά «θεωρηχική» συνείδηση, δημιουργό Ιστορικών καί θεσμικών άξιών, μιά συνείδηση θεμελιώχρια κρατών. Αύτή ή ένότητα τοϋ «αύθόρμητου» καί τής «συνειδητής διεύθυνσης» δηλ. τής «πειθαρχίας», είναι άκριβώς ή πραγματική πολιτική πράξη

27

τών κατώτερων τάξεων, στό βαθμό πού είναι πολιτική τής μάζας καί δχι άπλή περιπέτεια δμάδων πού έπικαλοϋνται τή μ&ζα.

Παρουσιάζεται έδώ Ενα θεμελιώδες θεωρητικό ζήτημα: Ή σύγχρονη θεωρία μπορεί νά βρίσκεται σέ άντίθεση μέ τά «αύθόρμητα» αίσθήματα τών μαζών; («αύθόρμητα» μέ τήν Ιννοια δτι δχι μόνο όφείλονται σέ μιά συστηματική δια- παιδαγωγητική δραστηριότητα άπό μέρος μιας διευθύνουσας δμάδας ήδη συνειδητής, άλλά διαμορφωμένων μέσα άπό τήν καθημερινή έμπειρία πού φωτίζεται άπό τήν «κοινή λογι­κή», δηλ. άπό τήν παραδοσιακή λαϊκή άντίληψη τοϋ κόσμου, έκεΐνο πού πολύ πεζά όνομάζεται «’Ενστικτο» καί τό δποίο έπίσης δέν είναι παρά Ενα πρωταρχικό καί στοιχειώδες ιστο­ρικό άπόκτημα). Δέ μπορεί νά βρίσκεται σέ άντίθεση: Άνάμε- σά της ύπάρχει «ποσοτική» διαφορά, διαφορά βαθμοϋ, δχι ποι­ότητας: Πρέπει νά είναι δυνατή μιά «άναγωγή» γ ιά νά ποϋ- με Ιτσι, άμοιβαία, Ενα πέρασμα άπό τή μιά στήν άλλη καί άντίστροφα. ( Ά ς θυμηθοϋμε δτι δ ’Εμμανουήλ Κάντ έπέμε- νε δτι ο£ φιλοσοφικές του θεωρίες συμφωνοΟσαν μέ τήν κοι­νή λογική. Ή Γδια θέση έπικυρώνεται στόν Κρότσε: Ά ς θυμηθούμε τήν έπιβεβαίωση τοϋ Μάρξ στήν Ά γ ι α ο I- κ ο γ έ ν ε ι α δτι οί φόρμουλες τής γαλλικής πολιτικής τής έπανάστασης άνάγονταν στις άρχές τής γερμανικής κλασ­σικής φιλοσοφίας). Τό νά παραβλέψουμε κι’ άκόμα-χειρό­τερο νά περιφρονήσουμε τά λεγόμενα «αύθόρμητα» κινήμα­τα, δηλ. νά άρνηθόϋμε νά τούς προσδώσουμε συνειδητή διεύ­θυνση, καί νά τά έξυψώσουμε σ’ Ινα άνώτερο έπίπεδο μπά- ζοντάς τα στήν πολιτική, μπορεί νά Εχει πολύ σοβαρές καί βαρειές συνέπειες. Σχεδόν πάντα συμβαίνει ώστε Ενα «αυ­θόρμητο» κίνημα τών κατώτερων τάξεων νά συνοδεύει Ενα άντιδραστικό κίνημα τής δεξιάς τής κυρίαρχης τάξης, γ ιά συνακόλουθους λόγους: Μιά οίκονομική κρίση, γ ιά παράδει­γμα, δημιουργεί δυσαρέσκεια στις κατώτερες τάξεις καί στά αύθόρμητα κινήματα τής μάζας άπό τό Ενα μέρος, καί άπό τ ’ άλλο δημιουργεί συνομωσίες άντιδραστικών δμάδων, πού Επωφελοϋνται άπό τήν άντικειμενική άδυναμία τής κυβέρ­νησης γ ιά νά άποπειραθοϋν πραξικοπήματα. ’Ανάμεσα στούς

ίκανούς λόγους αυτών τών πραξικοπημάτων πρέπει νά θέ­σουμε τήν άρνηση τών ύπεύθυνων όμάδων νά προσδώσουν μιά συνειδητή διεύθυνση στίς αύθόρμητες κινήσεις καί νά τά μβτα- -ρέψουν σέ θετικό πολιτικό παράγοντα. Τδ παράδειγμα τών Σικελικών Ε σπερινώ ν5 καί οί συζητήσεις τών ιστορικών για νά έπιβεβαιώσουν έάν πρόκειται γ ιά αύθόρμητο κίνημα ή γ ια κίνημα συγκροτημένο: Μοϋ φαίνεται δτι καί τά δυδ στοιχεία συνδυάζονται στούς σικελικούς έσπερινούς, ή αύθόρ- μητη δηλαδή έξέγερση τοϋ λαοϋ τής Σικελίας ένάντια στούς Προβηγκιανούς, πού έπεκτάθηκε γρήγορα τόσο γ ιά νά δώσει τήν έντύπωση τοϋ ταυτόχρονου καί έτσι τοϋ συγκροτημένου, έπειδή ή καταπίεση γίνηκε στδ έξής άφόρητη σ’ όλόκληρη -ήν έπικράτεια, καί τδ συνειδητδ στοιχείο διάφορης σημασίας καί άποτελεσματικότητας, μέ τήν έπικράτηση τής συνομω- αίας τοϋ Τζιοβάννι Ντά Προτσίντα μέ τούς Άραγωνέζους. Ά λ λ α παραδείγματα μποροϋν νά παρθοϋν άπδ δλες τΙς πε­ρασμένες έπαναστάσεις, στίς όποΐες οί κατώτερες τάξεις ή ­ταν Αρκετές καί ιεραρχημένες άπδ τήν οικονομική θέση καί τήν όμοιογένεια. Τ ά «αύθόρμητα» κινήματα τών πιδ μεγά­λων λαϊκών στρωμάτων κάνουν δυνατή τήν άναρρίχηση στήν έξουσία τής πιδ προοδευτικής κατώτερης τάξης λόγω τής άντικειμενικής άποδυνάμωσης τοϋ Κράτους. Αύτδ είναι Α- κόμα Ινα «προοδευτικό» παράδειγμα1 Αλλά στδ σύγχρονο κό­σμο είναι πιδ πυκνά τά δπισθοδρομικά παραδείγματα. Σχο­λαστική καί Ακαδημαϊκή ίστορικο - πολιτική Αντίληψη, κατά τήν όποία είναι πραγματική καί άξίζει μόνο έ κείνη ή κ ί­νηση πού είναι έκατό τοίς έκατδ συνειδητή καί ή όποία μάλιστα καθορίζεται άπδ κάποιο σχέδιο πού νά Ανάγεται λεπτομ£ρώς στά προηγούμενα ή πού νά άνταποκρίνεται (πρά­γμα πού είναι τδ ίδιο) στήν άφηρημένη θεωρία. Ά λ λά ή πραγματικότητα είναι πλούσια άπδ πιδ παράδοξους συνδυα­σμούς καί είναι ό θεωρητικός πού σαύτδ τδ παράδοξο πρέ­πει νά πιστοποιήσει τήν άπόδειξη τής θεωρίας του, «νά με­ταφράσει» στή θεωρητική γλώσσα τά στοιχεία τής ιστορικής ζωής καί ίχ ι Αντίστροφα δηλ. νά έκφράζεται ή πραγματι­κότητα σύμφωνα μέ τδ άφηρημένο σχήμα. Αύτδ δέ θά συμ- βεί ποτέ κι’ Ιτσι ή Αντίληψη αύτή δέν είναι παρά μιά Ικ-

98

φράση παθητικότητας- (δ Λεονάρδο γνώριζε νά βρίσκει τήν άρμονία σ’ δλες τΙς Εκδηλώσεις τής κοσμικής ζωής, άκόμα κ ι’ δταν τά άπαίδευτα μάτια του δέν Εβλεπαν παρά αύθαι- ρεσία καί ά ταξ ία ).

ΖΓΜΩΣΗ Κ Α Ι ΠΡΟ Π Α ΓΑ Ν ΔΑ

Ή άδυναμία τών ιταλικών πολιτικών κομμάτων σ’ δλό- κληρη τήν περίοδο τής δραστηριότητάς τους, άπδ τδν ’Αγώ­να τής ’Ανεξαρτησίας κ ι’ ύστερα (μέ Εξαίρεση έν μέρει τοΟ ΈθνικιστικοΟ ' Κόμματος) βρισκόταν σαύτδ πού θά μπορού­σαμε νά τδ ¿νομίσουμε Ελλειψη Ισορροπίας μεταξύ ζύμωσης καί προπαγάνδας καί τδ δποίο, μέ άλλα λόγια, ¿νομάζεται Ελλειψη άρχών, καιροσκοπισμός, Ιλλειψη όργανικής συνέ­χειας, Ελλειψη ισορροπίας μεταξύ στρατηγικής καί τακτικής κ.λ.π. Ή κύρια αιτία τοΟ τέτοιου τρόπου ύπαρξης τών κομ­μάτων θά πρέπει νά άναζητηθεΐ στή λιποψυχία τών οικο­νομικών τάξεων, στή ζελατινώΒη οικονομική καί κοινωνική διάρθρωση τής χώρας, άλλά αύτή ή Εξήγηση είναι λίγο μοι­ρολατρική: πραγματικά άν είν’ άλήθεια δτι τά κόμματα Βέν είναι παρά ή όνοματολογία τών τάξεων είναι έπίσης Αλή­θεια δτι τά κόμματα Βέν είναι μόνο ή μηχανική καί παθη­τική Εκφραση τών ΓΒιων τών τάξεων, άλλά Επιδρούν Ενεργη­τικά πάνω σαύτές γ ιά νά τΙς άναπτύξουν, νά τΙς σταθεροποι­ήσου ν νά τΙς καθολικοποιήσουν. Αύτδ άκριβώς Biv συνέβη στήν ’Ιταλία, καί έκΒήλωση αύτής τής «παράλειψης» είναι αύτή άκριβώς ή Ελλειψη Ισορροπίας μεταξύ ζύμωσης καί προπαγάνδας ή ¿πως ¿λλιώς θέλετε νά τήν πείτε. Τδ Κράτος - κυβέρνηση Εχει μιά δρισμένη ευθύνη γιαύτή τήν κατάσταση τών πραγμάτων (μποροΟμε νά τήν όνομάσουμε εύθύνη στδ βαθμδ πού Εμπόδισε τδ δυνάμωμα τοΟ Ιδιου τοΟ Κράτους, δηλ. στδ βαθμδ πού Εδειξε δτι τδ Κράτος - κυβέρνηση, δέν ήταν έθνικδς παράγοντας) : ή κυβέρνηση ένέργησε πραγματικά σάν iv a «κόμμα», τοποθετήθηκε πάνω άπδ κόμματα δχι γ ιά νά έναρμονίσει τά συμφέροντα καί τή δραστηριότητα στά δι­αρκή πλαίσια τής ζωής καί τών ίθνικών κρατικών συμφε­

80

ρόντων, άλλά γ ιά νά τά διαλύσει, νά τά άποσπάσει άπό τΙς μεγάλες μ&ζες χαΐ νά Ιχε ι «μιά δύναμη άκομμάτιστη δε­μένη μέ τήν κυβέρνηση μέ πατερναλιστικούς δεαμους βονα- παρτικοϋ - καισαρικού τύπου»: Έ τ σ ι πρέπει νά άναλύοουμε τΙς λεγάμενες δ ι κ τ α τ ο ρ ί ε ς τών Ν τεπρέτις*, Κρί- σπι *, Τ ζιολ ίχχι6, καί τό κοινοβουλευτικό φαινόμενο τοϋ με­ταμορφισμού. ΤΙς τάξεις τΙς έκφράζουν τά κόμματα, τά κόμ­ματα έπεξεργάζονται τους πολιτικούς καί κυβερνητικούς πα­ράγοντες, τούς ήγέτες τής Ιδιωτικής κοινωνίας καί τής πολι­τικής κοινωνίας. Σαύτές τΙς έκδηλώσεις καί σαύτές τΙς λει­τουργίες πρέπει νά ύπάρχει μιά κάποια αχέση χρήσιμη καί γόνιμη. Δέν μπορεΐ νά ύπάρξει έπεξεργασία τών ήγετών έκεϊ δπου λείπει ή θεωρητική δραστηριότητα, έκεϊ δπου δέν ά- ναζητοϋνται συστηματικά καί δέν μελετοϋνται οί λόγοι ύ­παρξης καί άνάπτυξης τής έκπροσωπευόμενης τάξης. Έ τ σ ι προκύπτει στενότητα τών πολιτικών καί κυβερνητικών άν- θρώπων, άθλιότητα τής κοινοβουλευτικής ζωής, εύκολία στή διάλυση τών κομμάτων μέσω τής διαφθοράς καί άπορρόφη- σης τών λίγων άπαραίτητων άνθρώπων. Συνεπώς, άθλιότητα τής πνευματικής ζωής, καί άθλια φτώχεια τής άνώτερης κουλτούρας: άντί πολιτική Ιστορία, Ιαχνή πολυμάθεια' άντί βιβλία καί μεγάλα περιοδικά ή καθημερινή έφημερίδα καί τό βιβλιαράκι* ή καθημερινή ρουτίνα μέ τούς φατριασμούς της καί τΙς προσωπικές συγκρούσεις άντί γ ιά σοβαρή πολι­τική. Τ ά πανεπιστήμια, βλα τά Ιδρύματα πού καλλιεργού­σαν τΙς πνευματικές καί τεχνικές Ικανότητες, έπειδή δέν δια- ποτίζονταν άπό τή ζωή τών κομμάτων, άπ’ τόν ζωντανό ρε­αλισμό τής έθνικής ζωής, διαμόρφωσαν άπολιτικά έθνικά στε­λέχη, μέ νοοτροπία καθαρά ρητορική, δχι έθνική. Έ τ σ ι ή γραφειοκρατία άποξενώθηκε άπό τή χώρα καί μέσω τών διοικητικών θέσεων Ιγινε 2να άληθινό πολιτικό κόμμα, τό χειρότερο άπ’ βλα, γιατί ή γραφειοκρατική Ιεραρχία ύπο- καθιστοΟσε τήν πνευματική καί πολιτική ιεραρχία: ή γρα­φειοκρατία γίνηκε άκριβώς τό κρατικό - βοναπαρτικό κόμμα. Συμβουλευτείτε τά βιβλία τά όποια μετά τό 19 κριτικάρουν μιά «παρόμοια» (άλλά πολύ πλουσιώτερη στή ζωή τής «Ιδιω­τικής κοινωνία;») κατάσταση πραγμάτων στή Γερμανία τοϋ

81

Γουλιέλμου* π .χ . τό βιβλίο τοϋ Μάξ Βέμπερ, «Κοινοβούλιο καί κυβέρνηση στή νέα τάξη τής Γερμανίας' πολιτική κρι­τική τής γραφειοκρατίας καί τής ζωής τών κομμάτων». Με­τάφραση καί πρόλογος τοϋ Ένρίκο Ρούτα, σ.σ. X V I— 200 (ή μετάφραση είναι πολύ άτελής καί Ασαφής).

ΕΝ Α Ν ΤΙΑ ΣΤΟ Β ΓΖΑΝΤΙΝΙΣΜ Ο

Μποροϋμε νά ¿νομάσουμε «Βυζαντινισμό» ή «σχολαστι­κισμό» τήν έκφυλιστική τάση να έξετάζονται τά λεγόμενα θεωρητικά ζητήματα σ ίν νά είχαν μιά Αξία αύτά καθεαυτά Ανεξάρτητα άπό όποιαδήποτε καθορισμένη πρακτική. Έ ν α τυπικό παράδειγμα βυζαντινισμοί) είναι οί λεγάμενες θέσεις τής Ρώμης 7, δπου έφαρμόζεται στά ζητήματα ή μαθηματι­κή μέθοδος δπως στήν καθαρή οίκονομία. Μπαίνει τό ζήτημα έάν μιά θεωρητική άλήθεια πού Ανακαλύφτηκε σέ Αντιστοι­χ ία μέ μιά καθορισμένη πρακτική μπορεί νά γενικευτεί καί νά θεωρηθεί καθολική σέ μιά Ιστορική έποχή. Ή άπόδειξη τής καθολικότητάς της βρίσκεται Ακριβώς στό δτι αύτή γ ί­νεται: 1) Κίνητρο γ ιά νά γνωρίσουμε καλύτερα τήν ίσχύου- σα πραγματικότητα σ’ £να περιβάλλον διαφορετικό άπό κεί­νο δπου Ανακαλύφτηκε ή θεωρητική άλήθεια, καί έδώ βρί­σκεται 6 πρώτος βαθμός γονιμότητας. 2) Έ χοντας παρακι­νήσει καί βοηθήσει αύτή τήν καλύτερη κατανόηση τής Ισχύ- ουσας πραγματικότητας σάν νά ήταν ή άρχική της Ικφραση. Σ ’ αύτή τήν ένσωμάτωση βρίσκεται ή συγκεκριμένη καθο- λικότητά της δχι άπλώς στή λογική καί τυπική της συνα- κολουθία καί στό δτι Αποτελεΐ χρήσιμο δπλο πολεμικής γ ιά νά Αποστομώνεις τόν Αντίπαλο. Τελικά, πρέπει πάντα νά Ι­σχύει ή Αρχή δτι οί Ιδέες δέν γεννιούνται άπό άλλες Ιδέες, δτι οί φιλοσοφίες δέν γεννιούνται άπό άλλες φιλοσοφίες, Αλ­λά δτι αύτές Αποτελοϋν μιά διαρκώς Ανανεωνόμενη ϊκφραση τής πραγματικής Ιστορικής έξέλιξης. Ή ένότητα τής ιστο­ρίας, αύτό πού οί Ιδεαλιστές όνομάζουν ένότητα τού πνεύ­ματος, δέν είναι μιά προϋπόθεση, άλλά Ινα Αδιάκοπο προο­δευτικό γίγνεσθαι. Ή ταυτότητα τής Αληθινής πραγματικό­

89

τητας καθορίζει τήν ταυτότητα σκέψης καί ί χ ι τδ Αντίστρο­φο. 'Ε π ετα ι έπίσης άπ& δώ δτι κάθε Αλήθεια πού είναι έπίσης καθολική καί πού έπίσης μπορεί νά έκφραστεί μέ μιάν άφηρημένη διατύπωση, μαθηματικοΟ τύπου (γιά τή φυλή τώ.» θεωρητικών), χρωστάει τήν άποτελεσματικότητά της στό δη έχε: έκφραστεί στίς διαλέκτους τών ιδιαίτερων συγκεκριμέ­νων συνθηκών: Έ ά ν δέν είναι έκφράσιμη σέ Ιδιαίτερες γλώσ­σες τότε είναι μιά βυζαντινή καί σχολαστική άφαίρειη, κα­λή γ ιά νά τέρπει αύτούς πού άναμασοϋν φράσεις.

ΟΡΓΑΝΙΚΟΣ ΣΓΓΚ ΕΝ ΤΡΩ ΤΙΣ Μ Ο Σ, ΔΗΜ ΟΚΡΑΤΙΚΟΣ Σ ΪΤ Κ Ε Ν Τ ΡΩ Τ ΙΣ Μ Ό Σ , Π Ε ΙΘ Α ΡΧ ΙΑ

Πώς πρέπει νά Αντιλαμβανόμαστε τήν πειθαρχία, 4ν μέ τήν λέξη αύτή έννοοϋμε μιά συνεχή καί διαρκή σχέση με­ταξύ καθοδηγητών καί καθοδηγουμένων πού πραγματώνει μιά συλλογική θέληση; Ό χ ι βέβαια σά μιά παθητική καί Αβα­σάνιστη άποδοχή τών έντολών, σά μηχανική έκτέλεση ένδς καθήκοντος (πού δμως θά είναι Αναγκαίο σέ βρισμένες περι­πτώσεις, δπως π .χ . στήν περίπτωση πού μιά ένέργεια άπο- φασίστηκ* καί άρχισε ή έκτέλεσή τη ς ) , άλλά σά μιά συνει­δητή καί ξεκάθαρη Αφομοίωση τής κατεύθυνσης πού πρέπει νά πραγματοποιηθεί. Ή πειθαρχία ώστόσο δέν έκμηδενίζει τήν προσωπικότητα, μέ τήν δργανική σημασία τής λέξης, άλλά περιορίζει τήν αύθαιρεσία καί τήν άνεύθυνη παρόρμη- ση, γ ιά νά μή ποϋμε γ ιά τήν κενή ματαιοδοξία τής Ανά­δειξης. 'Α ν τ& σκεφτοϋμε, άκόμα καί ή άντίληψη τοΟ «προ- ορισμοΟ» πού χαρακτηρίζει μερικά χριστιανικά ρεύματα, δέν έκμηδενίζει τήν άποκαλούμενη «έλεύθερη βούληση» μέ τήν έννοια τοϋ καθολικισμοΟ, άφοΟ τ6 άτομο Αποδέχεται «μέ τή θέλησή του», τή θεία βούληση (Ιτσι θέτει τδ ζήτημα 6 Μαν- τζόνι στήν Π ε ν τ η κ ο σ τ ή ) , στήν δποία, είν’ Αλή­θεια, δέ θά μπορούσε νΑντισταθεΙ κανείς, Αλλά μέ τήν ¿ποία συνεργάζεται τουλάχιστο μέ δλες τΙς ήθικές του δυνάμεις. Ή πειθαρχία ώστόσο δέν έξαφανίζει τήν προσωπικότητα καί τήν έλευθιρία: Τδ ζήτημα τής «προσωπικότητας καί τής έ·

89

λευθερίας» δέν τίθεται έξ’ αίτιας τοΟ γεγονότος τί)ς πειθαρ­χίας, άλλά έξαιτίας τής «πηγής τής έξουσίας πού διατάζει τήν πειθαρχία». "Αν ή πη γή αύτή είναι «δημοκρατική»,“ άν δηλαδή ή έξουσία είναι μιά ειδική τεχνική λειτουργία καί δχι μιά «αύθαιρισία» ή μιά ίξωτερική έπιβολή, τότε ή πει­θαρχία είναι ϊνα άπαραίτητο στοιχείο δημοκρατικής τά­ξης, Ιλευθερίας. Γιά ειδικευμένη τεχνική λειτουργία μπο- ροϋμε νά μιλ&με δταν ή ίξουοία άσκεΐται σέ μιά όμοιογε'νή κοινωνικά (ή έθνικά) δμάδα* δταν άσκεΐται άπό μιά όμάδα πάνω σέ μιάν άλλη, ή πειθαρχία θά είναι αυτόνομη χαΐ έ- λεύθερη γ ιά τήν πρώτη, άλλά δχι γ ιά τή δεύτερη. Σέ πιρί- πτωση πού ή δράση άρχιοε ή άκόμα άποφασίστηκε (χωρίς νά ύπάρξει ό άναγκαίος χρόνος νά συζητηθεί γόνιμα ή άπό- φαση), τότε ή πειθαρχία μπορεί ίπίσης νά φαίνεται σά νάρ- χεται άπό τά Ιξω καί αύταρχιχή. Ά λ λά τότε άλλα στοιχεία τή διχαιολογοΟν. Είναι κοινή διαπίστωση άν μιά άπόφαση έν μέρει λαθεμένη μπορεί νά χάνει λιγότερες ζημιές άπό μιάν άπειθαρχία Ιστω καί δικαιολογημένη γ ιά γενικούς λόγους, έπειδή άχριβώς στίς μικρές ζημιές άπδ μιάν άπόφαση !ν μέρει λαθεμένη προστίθενται χαΐ οΐ άλλες ζημιές άπδ τήν άπειθαρχία καί άπδ τή διπλή γραμμή (πράγμα πού έπαλη- θεύτηκε συχνά στούς πολέμους, δταν οί στρατηγοί δέν είχαν ύπακούσει σέ διαταγές έν μέρει λαθεμένες ή έπικίνδυνες, προ- χαλώντας Ιτσι καταστροφές χειρότερε; καί συχνά άθεράπευ- τ ι ς ) .

ΣΓΝ ΕΧ ΕΙΑ Κ ΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗ

Μιά πλευρά τοϋ ζητήματος πού ύπαινιχθήκαμε άλλοϋ 8. Ερασιτεχνισμός καί Π ειθαρχία, άπό τήν άποψη τοϋ όργα- νωτικοΟ κέντρου μιάς δμάδας, είναι ή πλευρά τής «συνέχειας» πού τείνει νά δημιουργήσει μιά «παράδοση» μέ τήν ένεργητι- κή φυσικά Ιννοια καί δχι τήν παθητική: σάν συνέχεια σέ διαρκή άνάπτυξη, άλλά «άνάπτυξη δργανική». Τό πρόβλη­μα αύτδ περιέχει (έν σπέρματι) δλο τδ «νομικό πρόβλημα», δηλ. τδ πρόβλημα νά έξομοιώνεται μέ τδ πιδ προωθημένο

34

τμήμα τής όμάδας ίλ η ή όμάδα: είναι Iva πρόβλημα δια- παιδαγώγισης τών μαζών, τής «συμμόρφωσής» τους σύμφω­να μέ τΙς άπαιτήσεις τοΟ έπιδιωκόμενου σκοποΟ. Αύτή άκρι- βώς είναι ή λειτουργία τοΟ δικαίου στό κράτος χαΐ τήν κοι­νωνία* διά μέσου τοΟ «δικαίου» τό κράτος καθιστά «όμοιο- γενή» τήν κυρίαρχη όμάδα καί τείνει νά δημιουργήσει ένα κοινωνικό χονφορμισμό πού νά είναι χρήσιμος στή γραμμή άνάπτυξης τής διευθύνουσας όμάδας. Ή γενική δραστηριό­τητα τοΟ δικαίου (πού είναι εύρύτερη άπό τήν καθαρά κρα­τική καί κυβερνητική δραστηριότητα καί περιλαμβάνει έπί- σης τήν κατευθυντήρια δραστηριότητα τής Ιδιωτικής κοινω­νίας, σ' έκεϊνες τΙς ζώνες τΙς όποιες ot τεχνικοί τοΟ δικαίου άποκαλοΟν νομικό ¿διάφορο, δηλ. στήν ήθική καί τά Εθιμα έν γίνει) χρησιμεύει γ ιά νά καταλαβαίνουμε καλύτερα, συγ­κεκριμένα, τό ήίθικό πρόβλημα, πού στήν πράξη είναι ή άν- τιστοιχία «αυθόρμητα καί έλεύθερα άποδεκτή» μεταξύ τών πράξεων καί τών πεποιθήσεων κάθε άτόμου, μεταξύ τής συμ­περιφοράς κάθε άτόμου καί τών σχοπών πού ή κοινωνία βά­ζει σάν άναγχαίους, άντιστοιχία που είναι καταναγκαστική στή σφαίρα τοΟ θετικοΟ δικαίου νοουμένου τεχνικά, καί εί­ναι αύθόρμητη καί έλεύθερη (πιό στενά ήθική) σ’ έκεΐνες τΙς ζώνες στίς όποιες ό «καταναγκασμός» δέν είναι κρατικός άλλά τής κοινής γνώμης, τοΟ ήθικοΟ περιβάλλοντος κ.λ.π. Ή «νομική» συνέχεια τοΟ όργανωτικοΟ κέντρου δέν πρέπει νά είναι βυζαντινό - ναπολεόντειου τύπου, δηλαδή σύμφωνη μ’ Iva κώδικα πού νά νοείται σάν διηνεκής, άλλά ρωμαίο - άγ- γλοσαξωνικοΟ, δηλ. μιά συνέχεια τής όποίας τό ούσιαστικό χαρακτηριστικό συνίσταται στή μέθοδο, στόν ρεαλισμό, μιά συνέχεια πού είναι πάντα προσκολλημένη στή συγκεκριμέ­νη ζωή πού βρίσκεται σέ διαρκή έξέλιξη. Αύτή ή όργανική συνέχεια άναζητδ Iva καλό άρχείο, καλοεξοπλισμένο καί εδ- κολο στή μεταχείρισή του, στό όποιο όλόκληρη ή δραστηριό­τητα τοΟ παρελθόντος νά μπορεί νά Ιπαληθεύεται χα ϊ νά «χριτιχάρεται» εδχολα. Ot πιό ίνδιαφέρουσες έχδηλώσεις αύ- τής τής δραστηριότητας δέν είναι τόσο ot «όργανικές άπο- φάσεις», όσο ot έπεξηγηματικές χαϊ αξιολογημένες' (διαπαι- δαγωγητικές) έγχύχλιοι.

35

Υ πάρχει 6 κίνδυνος τής «γραφειοκρατικοποίησης» είν" Αλήθεια* Αλλά κάθε όργανική συνέχεια παρουσιάζει αύτόν τδν κίνδυνο, καί πρέπει νά έπαγρυπνοϋμε. Ό κίνδυνος τής Ασυ- νέχειας, τοΟ Απρόβλεπτου, είναι Ακόμα μεγαλύτερος. Ό ρ γ α ­νο, τό «Δελτίο» πού ίχ ε ι τρία κύρια μέρη: 1) άρθρα κατεύ­θυνσης* 2) Αποφάσεις καί έγκύκλιες* 3) κριτική τοϋ παρελ­θόντος, δηλ. συνεχή έπίκληση τοϋ παρελθόντος γ ιά τό πα­ρόν, γ ιά νά δείξουμε τΙς διαφοροποιήσεις καί τΙς διασαφη­νίσεις καί γ ιά νά τΙς δικαιολογήσουμε κριτικά.

ΜΕΓΑΛΕΣ ΦΙΛΟΔΟΞΙΕΣ ΚΑΙ Μ ΙΚΡΕΣ ΦΙΛΟΔΟΞΙΕΣ

Μπορεΐ νά ύπάρξει πολιτική, δηλ. Ιστορία στήν πράξη, χωρίς φιλοδοξίες; Ή «φιλοδοξίαν ίχ ε ι πάρει μιά σημασία άσχημη καί Αξιοκαταφρόνητη γ ιά δυδ βασικούς λόγους: 1) γιατί συγχέεται ή φιλοδοξία (ή μεγάλη) μέ τΙς μικρές φ ι­λοδοξίες* 2) γ ιατί ή φιλοδοξία πολύ συχνά δδηγεϊ στόν πιό ταπεινό καιροσκοπισμό, στήν προδοσία τών παλαιών Αρχών καί τών παλαιών κοινωνικών σχηματισμών πού είχαν δώσίι στό φιλόδοξο τούς δρους γ ιά νά περάσει σέ ύπηρεσία πιό έπι- κερδή καί γρήγορης άπόδοσης. Κατά βάθος, κιαότός δ δεύ­τερος λόγος μπορεΐ νά ένταχθεΐ στόν πρώτο: πρόκειται γ ιά μικρές φιλοδοξίες έπειδή βιάζονται καί δέ θέλουν νάχουν νά ύπερνικήσουν ύπερβολικές δυσκολίες ή πολύ μεγάλες δυ­σκολίες ή; νά διατρέξουν πολύ μεγάλους κινδύνους.

Είναι στό χαρακτήρα κάθε άρχηγοϋ νά είναι φιλόδοξος, δηλαδή νά έπιδιώκει μ’ δλες του τίς δυνάμεις τήν άσκηση τής κρατικής έξουσίας. Έ να ς μή φιλόδοξος άρχηγδς δέν εί­ναι άρχηγδς καί ΑποτελεΙ έπικίνδυνο στοιχείο γ ιά τούς δπα- δούς του: αύτδς είναι Ανίκανος ή δειλός. "Ας θυμηθοΟμε τή διαβεβαίωση τοϋ Άρτοϋρο Βέλλα: «Τδ κόμμα μας δέ θά γ ί­νει ποτέ κυβερνητικό κόμμα», δηλ. θά είναι πάντα κόμμα τής Αντιπολίτευσης: Αλλά τί σημαίνει νά προτίθεσαι νά μέ­νεις πάντα στήν Αντιπολίτευση; Σημαίνει νά προετοιμάζεις τίς χειρότερες συμφορές γ ιατί, Αν τδ νά είσαι στήν Αντιπο­λίτευση είναι βολικό γ ιά τούς Αντιπολιτευόμενους, δέν εί­

86

ναι «βολικό» (άνάλογα, φυσικά, μέ τις άνιιπολιι*υάμ*νες δυ νάμεις καί τή φύση τους) γ ιά τούς ήγέτες τής κυβέρνησης, ο( ¿ποιοι σ’ ένα όρισμένο σημείο όφίίλουν νά θέσουν χ6 πρό­βλημα τής συντριβής καί τοΟ ξεπαστρέματος τής άντιπολί- τευσης. Ή μεγάλη φιλοδοξία, έκτός τοΟ δτι είναι άναγκαία γ ιά τήν πάλη, δέν είναι ούτε άξιοκαταφρόνητη ήθικά' κά­θε άλλο: δλα έξαρτιώνται άπό χ6 άν δ φιλόδοξος ύψοινεχαι άφοΟ Εχει προκαλέσει γύρω του τήν έρήμωση, ή άν ή άνά- δειξή του καθορίζεται συνειδητά άπό τήν έξύψωση ένός δ- λόκληρου κοινωνικού στρώματος καί άπό τό άν δ φιλόδο­ξος βλέπει άκριβώς τή δική του άνύψωση σά στοιχείο τής γενικής έξύψωσης.

Συνήθως βλέπουμε τήν πάλη τών μικρών φιλοδοξιών (τών έντελώς προσωπικών) κατά τής μεγάλης φιλοδοξίας (πού (Ιναι άξεχώριστη άπό τό συλλογικό κα λό). Αύτές ο(

παρατηρήσεις γ ιά τή φιλοδοξία, μπορούν καί πρέπει νά συν- δίθούν μέ άλλες πάνω στή λεγόμενη δημαγωγία. «Δημαγω­γία» σημαίνει κάμποσα πράγματα: μέ τή μειωτική της Εν­νοια σημαίνει νά μεταχειρίζεσαι τΙς λαϊκές μάζες, τά πάθη τους τά σοφά έξημμένα καί τροφοδοτημένα, γ ιά τούς δικούς σου Ιδιαίτερους σκοπούς, γ ιά τΙς δικιές σου μικροφιλοδοξίες (ή κοινοβουλευτική καί έκλογική νοοτροπία προσφέρουν Ε­

δαφος γιαύτή τήν Ιδιαίτερη μορφή δημαγωγίας, πού κορυ- φώνεται στόν καισαρισμό καί βοναπαρτισμό μέ τά λαϊκιστι- κά τους καθεστώτα). ’Αλλά άν ό άρχηγός δέ θεωρεί τΙς άν- θρώπινες μΑζες σάν Εργαλείο, Εξυπηρετικό, καλό γ ιά νά πε- τύχει τούς σκοπούς του καί μετά νά τΙς παραπετάξει, άλλά άποβλέπει στήν Επίτευξη όργανικών πολιτικών σκοπών γιά τούς όποιους οί μΛζες αύτές είναι ό άπαραίτητος Ιστορικός πρωταγωνιστής, άν ό άρχηγός άναπτύσσει «συνταγματικό» Εποικοδομητικό Εργο, τότε Εχομε μιά άνώτερη «δημαγωγία»’ οί μάζες δέ μπορούν παρά νά βοηθηθούν νά Εξυψωθούν μέ τήν άνύψωση μεμονωνιένων άτόμων καί δλόκληρων «πολιτι­στικών» στρωμάτων. Ό κακός «δημαγωγός» θεωρεί τόν Εαυ­τό του σάν άναντικατάστατο, δημιουργεί γύρω του τήν Ερη- μιά, συστηματικά έκμηδενίζει καί έξαλείφει τούς πιθανούς άνταγωνιστές του, θέλει νά Ερχεται κατ’ εύθεΐα σέ σχέση

87

p i τις μάζες (δημοψήφισμα κ.λ.π., μεγάλη ρητορία, έντυ- πωσιακίς ένέργειες, φαντασμαγορικό χορογραφικό σκηνικό: πρόκειται γιαύτόν πού 6 Μισίλ άποκάλεαε «χαρισματικό ή- γ έτη» ). ’Αντίθετα, 6 πολιτικός άρχηγός μέ μεγάλες φιλο­δοξίες τείνει νά δημιουργήσει 2να ένδιάμίσο στρώμα μετα­ξύ αύτοΟ καί τών μαζών, νά δημιουργήσω, ικανούς καί 8- μοιούς του «άνταγωνιστές» γ ιά νά άνεβάσει τό έπίπεδο τής ικανότητας τών μαζών, νά δημιουργήσω στοιχεία πού θά μπο- ροΟν νά τόν άντικαταστήσουν στήν λειτουργία τοΟ άρχηγοϋ. Αύτός σκέφτεται σύμφωνα μέ τά συμφέροντα τών μαζών καί αύτά άπαιτοΟν νά μή διαλυθεί 6 μηχανισμός κατάκτησης καί κατοχής τής έξουσίας Ιξαιτίας τοΟ θανάτου ή τής άνημπο- ρι&ς τοΟ ξεχωριστού άρχηγοΟ ξαναρίχνοντας Ιτσι τή μάζα στό χάος καί στήν άρχική άδυναμία. 'Α ν είναι' ¿λήθεια πώς κάθε κόμμα είναι κόμμα μιΛς μόνο τάξης, ό άρχηγός πρέπει νά στηρίζεται πάνω σαύτή καί νά έπεξεργάζεται γιαύτήν ?να έπιτελεϊο καί μιά όλόκληρη Ιεραρχία: άν 6 άρχηγός είναι «χαρισματικής» προέλευσης, όφείλει νά άπαρνηθεΤ τήν προέλευσή του καί νά έργαστεΐ γ ιά νά καταστήσω όργανική τή λειτουργία τής καθοδήγησης, όργανική καί μέ τά χαρα­κτηριστικά τής διάρκειας καί τής συνέχειας.

Κ ΡΑ ΤΟ Σ Κ Α Ι ΚΟΜΜΑΤΑ

Ή ήγεμονική ή ή διευθυντική πολιτική λειτουργία τών κομμάτων μπορεί νά έκτιμηθεΐ ¿πό τήν άνάπτυξη τής έσω- τερικής ζωής τών Ιδίων τών κομμάτων. Έ ά ν τό κράτος άν- τιπροσωπεύει τή δύναμη καταναγκασμοΟ καί έπιβολής ποι­νής ατούς νομικούς διακανονισμούς μ ιίς χώρας, τά κόμματα, άντιπροσωπεύοντας τήν αύθόρμητη συναίνεση μιάς έλίτ στήν τίτοια ρύθμιση, πού θεωρείται σάν τύπος συλλογικής συμ­βίωσης στόν όποίο πρέπει νά έκπαιδευ-ίεϊ 8λη ή μάζα, πρέ­πει νά άποδείχνουν στήν Ιδιαίτερη έσωτερική τους ζωή 8τι Ιχουν άφομοιώσει σάν ήθικές άρχές συμπεριφοράς έκείνους τούς κανόνες πού μέσα στό Κράτος είναι Ιννομες Υποχρεώ­σεις. Στά κόμματα ή άναγκαιότητα ϊγινε ήδη έλευθερία, καί

38

άπ’ αύτό γεννιέται ή μέγιστη πολιτική άξία (δηλαδή τής πολιτικής διεύθυνσης) τής έσωτερικής πειθαρχίας ένός κόμ­ματος, καί συνεπώς ή άξία τοΟ κριτηρίου τής τέτοιος πει­θαρχίας γ ιά τήν άξιολόγηση τής δύναμης γ ιά έπέκταση τών διαφόρων κομμάτων. Ά πό τήν άποψη αυτή τά κόμματα μπο- ροΟν νά θεωροΟνται σάν βχολές τής κρατικής ζωής. Στοι­χεία τής ζωής τών κομμάτων: χαρακτήρας (άντίσταση στίς παρωθήσεις τής ξεπερασμένης κουλτούρας), ύπόληψη (άκλό- νητη θέληση στήν ύποστήριξη τοΟ νέου τύπου κουλτούρας καί ζω ή ς), άξιοπρέπεια (συνείδηση δτι έργαζόμαστε γ ιά I- να άνώτερο σκοπό) κ.λ.π.

ΔΙΕΓΘ ΓΝ ΣΗ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΣΗ

Κάθε μέρα ριζώνει περισσότερο ή πεποίθηση πώς όπωσ- δήποτε γ ιά τΙς πρωτοβουλίες μετράει 6 ίλεγχος γ ιά τήν πρα­γματοποίηση τής πρωτοβουλίας, δτι μέσα καί σκοποί πρέπει νά συμπίπτουν τέλεια (άν καί αύτό δέν πρέπει νά νοηθεί ύλικά) καί ¿τι μπορεί κανείς νά λέει πώς θέλει κάποιο σκο­πό μόνο δταν είναι διαθέσιμα μέ άκρίβεια, έπιμέλεια, καί σχολαστική λεπτομέρεια τά άπαραίτητα, έπαρκή καί άναγ- καΐα μέσα (ούτε λιγότερο ούτε περισσότερο, οδτε δώθε ού­τε κείθε άπό τό στόχο). Ε πίσης ριζωμένη πεποίθηση είναι δχι άφοΟ ο( ιδέες διαδίδονται καί πραγματοποιούνται Ιστο­ρικά μ ΐ τούς άνθρώπους καλής θέλησης, ή μελέτη τών άν- θρώπων, ή έπιλογή τους, 6 Ελεγχος τών πράξεών τους είναι άλλο τόσο ίναγκα ΐα δσο καί ή μελέτη τών ιδεών κ.λ.π. Γιαύ- τό κάθε διάκριση άνάμεσα στή διεύθυνση καί τήν όργάνω- ση (καί μέσα στή διαδικασία τής δργάνωσης συμπεριλαμ- βάνεται «ή έπαλήθευση ή 6 Ελεγχος») : δείχνει μιά άπόκλι- ση καί συχνά προδοσία.

ΕΚ ΔΗ Λ Ω ΣΕΙΣ ΤΟ Γ ΣΕΧΤΑΡΙΣΜ ΟΥ

Μιά άπό τΙς πιό τυπικές έκδηλώσεις σεχταριστικής σκέ­

ψης (αιχταριατική οκίψη tivat έ κείνη πού δέν κατορθώνει νά βλέπει δτι τό πολιτικό κόμμα δέν είναι μόνο ή τεχνική όργάνωση τοΟ Ιδιου τού κόμματος, άλλά δλο τό ένεργητικό κοινωνικό μπλόκ τοΟ δποίου τό κόμμα είναι δ δδηγός, γιατί είναι ή ¿ναγκαία Ικφρασή του) είναι έκε(νη σύμφωνα μέ τήν δποία ύποοτηρίζεται δτι μποροΟν νά γίνουν δποιαδήπο- τε στιγμή δρισμένα πράγματα άκόμα καί δταν ή «πολιτικο- στρατιωτική κατάσταση» ίχ ε ι άλλάξει. *0 Tizio 9 βγάζει μια φωνή καί δλοι χειροκροτούν καί ένθουσιάζονται : Τήν έπο- |ΐένη, οΐ ίδιοι άνθρωποι που χειροκρότησαν κ ι' ένθουσιάστη- καν δταν άκούνε τήν ίδια φωνή, προσποιοΟνται πώς δέν ά- κούνε, άλλάζουν δρόμο κ.λ.π. Τήν τρίτη ήμέρα οί ίδιοι 4ν- θρωποι κατηγοροΟν τόν Tizio, τόν έξευτελίζουν κι’ άκόμα τόν δέρνουν ή τόν καταγγέλλουν. Ό Tizio δέν καταλαβαί­νει τίποτα άπ’ δλα αύτά. Ά λ λά δ Γάϊος πού καθοδηγεί τόν T in o τόν κατηγορεί γ ιατί δέν φώναξε καλά ή δτι είναι δει­λός ή άΒέξιος κ λ .π . *0 ΓάΓος είναι πεπεισμένος δτι αύτή ή φωνή, έπεξεργασμένη μέ τήν έξαίρετη θεωρητική του Ικα­νότητα πρέπει πάντα v i ένθουσιάζει καί νά παρασύρει, γιατί στή μυστική συνεδρίασή του, πραγματικά ot παρόντες προσ­ποιούνται άκόμα πώ ς ένθουσιάζονται κ λ .π . θ ά ήταν ένδια- φέρον νά περιγράφει ή ψυχική κατάσταση τής Ικπληξης καί άκόμα τής άγανάκτησης τού πρώτου γάλλου πού είδε νά έ- παναστατεϊ δ σικελικός λαός τών Εσπερινών.

ΠΕΡΑΣΜ Α Α Π Ο ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΕΛΙΓΜΩΝ (ΚΑΙ Α­ΠΟ ΤΗ Ν ΚΑΤΑ Μ ΕΤΩ Π Ο Ε Π ΙΘ Ε Σ Η ) ΣΤΟ Ν Π Ο Λ Ε­ΜΟ ΘΕΣΕΩΝ Ε Π ΙΣ Η Σ Κ Α Ι ΣΤΟ Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Ο Π ΕΔΙΟ

ΜοΟ φαίνεται δτι αύτό είναι τό σημαντικότερο πρόβλημα πολιτικής θεωρίας πού Ιβαλε ή μεταπολεμική περίοδος καί πού είναι τό δυσκολότερο νά λυθεί σωστά. Αύτό συνδέεται μέ τά προβλήματα πού άνακίνησε δ ΜπρονστάΓν 10, δ δποίος κατά τόν Iva ή τόν άλλο τρόπο μπορεΐ νά θεωρηθεί σάν δ πολιτικός θεωρητικός τής κατά μέτωπο έπίθεσης σέ μιά πε­ρίοδο πού κάτι τέτοιο μόνο ήττες μπορεΐ νά έπιφέρει. Μο­

40

νάχα Ιμμεσα (δχι απευθεία;) συνδέεται ι6 πέρασμα αυ­τό στην πολιτική έπιστήμη μέ αύτό πού ίγινε στό στρατιω­τικό πεδίο, παρόλο πού ύπάρχει άσφαλώς μιά σύνδεση καί μάλιστα ούσιαστική. Ό πόλεμος θέσεων άπαιτεί Υπέρμετρες Θυσίες άπό τεράστιες μάζες πληθυσμού. Γ ι’ αύτό είναι άναγ- καία μιά πρωτοφανής συγκέντρωση τής ήγεμονίας καί έπο- μένως μιά μορφή διακυβέρνησης περισσότερο «έπεμβατική» πού νά άναλαίβαίνει πιό άνοιχτά τήν έπίθεση έναντίον τών άντιπάλων καί νά όργανώνει άκατάπαυστα τό «άδύνατο» τής έσωτερικής διάλυσης: ίλεγχοι κάθε είδους, πολιτικοί, διοι­κητικοί, κ.λ.π., ένίσχυση τών ήγεμονικών «θέσεων» τής κυ­ρίαρχης όμάδας κ.λ.π. Ό λ α αύτά δείχνουν δτι Ιχουμε μπει σέ μιά άποκορυφωμένη φάση τής πολίτικο - Ιστορικής κα­τάστασης, έφ’ δσον στήν πολιτική «πόλεμος θέσεων», σημαί­νει, ίτσι καί κερδίσεις, χορδίζεις τελειωτικά. Στήν πολιτική δηλ. διατηρείται ό πόλεμος τών κινήσεων, όσο πρόκειται γ ιά τήν κατάχτηση όχι άποφασιστικών θέσεων καί έπομένως δέν κινητοποιούνται δλοι οί πόροι τής ήγεμονίας τοΟ κράτους· άλ- λά δταν γ ιά τόν Ινα ή τόν άλλο λόγο οί θέσεις αύτές ϊχουν χάσει τήν άξία τους καί μόνο ο( άποφασιστικές Εχουν σημα­σία, τότε περνάμε στόν πόλεμο πολιορκίας πού είναι πεισμα­τικός, δύσκολος καί γ ιά τόν όποίο άπαιτοΟνται έζαιρετικές ικανότητες ύπομονής καί έφευρετικοΟ πνεύματος. Στήν πο­λιτική ή πολιορκία είναι άμοιβαία, παρά τά φαινόμενα, καί τό γεγονός καί μόνο δτι ό κυρίαρχος πρέπει νά κάνει έπί- δειξη δλων τών δυνατοτήτων του δείχνει πόσο ύπολογίζει τόν άντίπαλο.

Μ ιά άντίσταση πού παρατείνεται γ ιά πολύ σέ μιά περι- κυκλωμένη θέση, φέρνει αύτή καθεαυτή τήν άποθάρρυνση. Συνεπάγεται βάσανα, κόπους, στέρηση άνάπαυσης, άρρώστει- ες καί τή συνεχή παρουσία 8χι π ιά τού ίντονου κινδύνου πού άτσαλώνει, άλλά τοΟ χρόνιου κινδύνου πού «καταβάλλει» (Καρλ Μάρξ Ανατολικό ζήτημα Ιρθρο τής 14ης Σεπτέμ­βρη 1855).

41

ί ίΟ Λ ΙΤ ΙΚ Η ΚΑΙ Σ Τ Ρ Α Τ ΙΩ Τ ΙΚ Η ΤΕΧΝΗ

Ταχτική τών μεγάλων μαζών καί άμεση τακτική τών μι­κρών δμάδων. Ξαναρχόμαστε στή συζήτηση γ ιά τόν πόλε­μο θέσεων καί γ ιά τό κίνημα στό βαθμό πού τό πρόβλημα αύτό άντανακλ&ται στήν ψυχολογία τών μεγάλων άρχηγών (στρατηγών) καί τών κατωτέρων. Ε πίσης είναι (έάν μπο-

ροϋμε νά πούμε ϊτσι) τό σημείο σύνδεσης άνάμεσα στή στρα­τηγική καί τήν τακτική, τόσο στήν πολιτική δσο καί στή στρατιωτική τέχνη. Τ ά ξεχωριστά Ατομα (έπίσης σάν συ­στατικά τεράστιων μαζών) καταλήγουν νά κατανοοΟν τόν πόλεμο ένστικτωδώς, σάν «πόλεμο παρτιζάνων» ή σάν «πό­λεμο γαριβαλδινό» (6 όποίος είναι μιά άνώτερη πλευρά τοΟ «πολέμου τών παρτιζάνων»). Στήν πολιτική, τό σφάλμα δια- πράττεται έξαιτίας μι&ς άνακριβοΟς άντίληψης γ ιά τό τί εί­ναι τό Κράτος (μέ τήν δλοκληρωμένη σημασία: δικτατορία σύν ήγεμονία), στόν πόλεμο κάνουν ¿να παρόμοιο σφάλμα, πού τό μεταφέρουν στό έχθρικό στρατόπεδο (δέν κατανοοΟν δχι μόνο τό δικό τους κράτος, άλλά οδτε καί τό έχθρ ικό). Τό σφάλμα καί στή μιά καί στήν άλλη περίπτωση συνδέε­ται μέ τόν άτομικό κοντοφθαλμισμό, τής κοινότητας, τής πε­ριοχής, πού καταλήγει στήν ύποτίμηση τοΟ άντιπάλου καί τής μαχητικής του όργάνωσης.

Ο Λ ΙΠ Ο Τ Α Κ Τ Η Σ

ΙΙαρατηρεΙται συχνά σάν μιά άνακολουθία καί σύμπτω­μα τοΟ δτι ή πολιτική άπό μόνη της διαφθείρει τΙς ψυχές, τό γεγονός δτι μετά άπό μιά διάσπαση «άνακαλύπτουν» ένάν- τια στόν λιποτάκτη ή τόν προδότη Ινα πλήθος κακές πράξεις πού πρώτα φαινόταν δτι τΙς άγνοοΟσαν. Τό ζήτημα δμως δέν είναι Ιτσι άπλό. Κατά πρώτο λόγο ή διάσπαση συνήθως εί­ναι μ ιά μακρόχρονη διαδικασία, τής όποίας μόνο ή τελευ­ταία πράξη άποκαλύπτεται στό κοινό: σ’ αύτή τήν «Ανά­κριση» συγκεντρώνονται δλα τά άρνητικά γεγονότα καί εί­ναι φυσικό νά ζητιέται νά άποδοθεΐ τό άδικο στόν «λιποτά­

κτη»’ δηλαδή προσποιείται κανείς δτι είναι «μεγαλόψυχος» γ ιά νά δείξει δτι ή ρήξη ήταν άναγκαία και άναπόφευκτη. Φαίνεται δτι αύτό είναι άρκετά κατανοητό άπό πολιτική 4- ποψη. Μάλιστα δείχνει δτι τό νά άνήκει κανείς σ’ Iva κόμ­μα θεωρείται σημαντικό καί παίρνει κανείς τήν τελευταία του άπόφαση μόνο δταν Ιχει ύπολογίσει τά πάντα. Τό δτι ή άπαρίθμηση τών «γεγονότων» είναι εύκολη «έκ τών ύστέ- ρων» είναι λοιπόν φανερό: αύτό δέν είναι παρά ή γνωστο­ποίηση μιΛς διαδικασίας πού διαρκοΟσε ήδη άπό καιρό χω ­ρίς νά είναι δημόσια γνωστή. Κατά δεύτερο λόγο, έπίσης είναι σαφές δτι Iva όλόκληρο σύνολο περασμένων γεγονότων μπορεί νά φωτιστεί έξ αιτίας ένός τελευταίου γεγονότος κα­τά τρόπο που νά μήν έπιδέχεται άμφισβήτηση. Ό Tizio συ­χνάζει καθημερινά σ’ Iva σπίτι: τίποτα τό άξιόλογο Ιως δτου γίνεται γνωστό, γ ιά παράδειγμα, δτι αύτό τό σπίτι εί­ναι άντρο κατασκοπείας καί 6 Tizio κατάσκοπος. Π ραγμα­τικά δποιος είχε παρατηρήσει δλες τΙς φορές πού 6 Tizio πήγε σ’ αύτό τό σπίτι, μπορεί νά άπαριθμήσει πόσες φορές συναντήθηκε συνειδητά μέ τους κατασκόπους χωρίς νά προ- καλέσει Ικπληξη σέ κανένα.

Κ ΙΝ ΕΖΙΚ Η ΓΛΩΣΣΑ

Έ ά ν ζητήσουμε άπό τόν Tizio που δέν Ιχε ι μελετήσει ποτέ τά κινέζικα καί γνωρίζει καλά μόνο τή διάλεκτο τής έπαρχίας του νά μεταφράσει Iva κινέζικο κείμενο, αύτός πο­λύ λογικά θά άπορήσει, θά πάρει τήν έρώτηση στ’ άστεΐα καί, έάν έπιμείνουμε, θά πιστέψει δτι τόν κοροϊδεύουμε, θά προσβληθεί καί θά όργισθεί. Έ ν τούτοις, 6 Γδιος 6 Tizio, χωρίς κάν νά παρακινηθεί, θά πιστεύει δτι δικαιοϋται νά μιλάει γ ιά μιά σειρά ζητήματα τά όποια γνωρίζει δσο καί τά κινέζικα, γ ιά τά όποια άγνοεΐ τήν τεχνική όρολογία, τήν ιστορική θέση, τήν σύνδεσή τους μέ τ’ άλλα ζητήματα, καμιά φορά καί τά ίδια τά θεμελιώδη διακριτικά τους στοιχεία. Γ ιά τά κινέζικα τουλάχιστο γνωρίζει δτι είναι μιά γλώσσα ένός όρισμένου λαοϋ που κατοικεί σ’ Iva καθορισμένο σημείο τής

43

ύδρογείου: γ ιά κείνα τά ζητήματα άγνοεί τήν τοπογραφία τών ίδιών καί τά δρια πού τήν προσδιορίζουν.

Στόν δεύτερο ΐόμο τών ’Α π ο μ ν η μ ο ν ε υ μ ά τ ω ν του (γαλλική Ικδ. σελ. 233) 6 W. Steed διηγείται πώς στις 30 Όκτώβρη 1918 6 δόκτορ Κραμάρ, άρχηγός τοΟ κόμμα­τος τών νέων - Τσέχων, πού φυλακίστηκε καί καταδικάστηκε σέ θάνατο στήν Αυστρία, συναντήθηκε στήν Γενεύη μέ τόν Μπένες. Οί δυό τους κατέβαλαν μεγάλη προσπάθεια γ ιά νά «συνεννοηθοϋν». ’Από τό 1915 ό Μπένες είχε ζήσει καί έρ- γαστεί στίς χώρες τής Α Ν ΤΑ Ν Τ καί είχε άφομοιώσει τόν τρόπο σκέψης τους, ένώ ό Κραμάρ παραμένοντας στήν Αύ- στρία, είχε δεχτεί τό μεγαλύτερο μέρος τών έντυπώσεών του γ ιά τόν πόλεμο μέσα άπό τή Γερμανική Αύστριακή κουλ­τούρα καί προπαγάνδα. «Σιγά - σιγά δσο διαρκοδσε ή συ­νομιλία ό Μπένες καταλάβαινε τί χάσμα ύπήρχε στόν τρό­πο πού Ιβλεπαν τόν πόλεμο τών συμμάχων καί τής Κεντρι­κής Εύρώπης. ΜοΟ άνέφερε τΙς έντυπώσεις του άπ’ τήν έπισ- τροφή του στό Παρίσι και έγώ κατάλαβα δτι άν ή διαφορά σκέψης μπορούσε νά είναι τόσο μεγάλη άνάμεσα σέ δυό Τσέ- χους στρατιώτες, τόσο πιό μεγάλη Ιπρεπε νά είναι άνάμεσα στούς συμμάχους καί τούς Γερμανικούς λαούς, τόσο μεγάλη, άλήθεια, ώστε νά άποκλείεται κάθε δυνατότητα συνεννόησης άνάμεσά τους, έφ’ δσον δέν σχηματιζόταν 2να λεξιλόγιο ή £να σύνολο κοινών σκέψεων».

Γ ι’ αύτό ό Steed προτείνει στό Northdiffe νά άναμορφώ- σει τήν ύπηρεσία προπαγάνδας καί νά τήν άφιερώσει σ’ αύ· τό τό σκοπό: νά δημιουργήσει δηλ. τή δυνατότητα ώστε νά κατανοήσουν οί Γερμανοί αύτό πού συνέβη καί τήν αιτία του, κατά τρόπο, γ ιά νά ποΟμε £τσι, πού νά «άπογοητεύσουν» τό Γερμανικό λαό καί νά τόν κάνουν νά δεχτεί σάν άναγκαία τήν εΙρήνη πού είχαν προτείνει οί σύμμαχοι. 'Ο πω ς φαίνε­ται, πρόκειται γ ιά δυό τάξεις γεγονότων καί παρατηρήσεων: 1) δτι άνθρωποι τών όποιων ή σκέψη ήταν βασικά ταυτό­σημη, άφοΟ είχαν ζήσει άποκομμένοι καί a i συνθήκες ζωής τόσο διαφορετικές, κατορθώνουν νά συνεννοηθοΟν μέ μεγάλο κόπο, Ιτσι ώστε νά προκύπτει άνάγκη μι*ς περιόδου κοινής έργασίας, άναγκαίας γ ιά νά συγχρονισθοϋν πάλι στήν Γδια

44

διαπασόν. "Αν δέν κατανοεί κανείς αύτή τήν άνάγκη, δια­τρέχει τόν συνηθισμένο κίνδυνο νά άνοίγει πολεμική χωρίς σκοπό, σέ ζητήματα «λεξιλογίου», ένώ θά χρειαζόταν νά κά­νει κάτι έντελώς διαφορετικό. Αύτό ένισχύει τήν άρχή 8τι σέ κάθε κίνημα ό βαθμός τής προσωπικής προετοιμασίας δέν πρέπει νά νοείται άφηρημένα (σάν γεγονός έξωτερικά πολιτιστικό, πολιτιστικής άνύψωσης), άλλά σάν προετοιμα­σίας «σύμπνοιας» καί συστοιχίας, κατά τρόπο ώστε προσωπι­κά καί συνολικά νά ύπάρχει ταυτότητα στόν τρόπο τοϋ σκέ- πτεσθαι καί Ετσι ευχέρεια κατανόησης γ ιά άπό κοινού δράση μέ ταχύτητα. 2) "Οτι δχι μόνο δυό έχθρικά στρατόπεδα δέν θά κατανοοϋνται π ιά μεταξύ τους έπΐ πολύ καιρό μετά τό τέλος τοϋ άγώνα, άλλά δέν θά κατανοοΟνται ούτε καί τά συγγενικά στοιχεία πού ύπάρχουν στά δυό στρατόπεδα σάν μάζα καί τά όποϊα μετά τόν άγώνα θάπρεπε νά άναχωνευ- θοϋν γρήγορα. Ό τ ι δέν πρέπει νά νομίζουμε πώς έπειδή ύ- πάρχει ή συγγένεια ίτ ι καί ή έπανένωση θά πραγματοποιη­θεί αύτόματα, άλλά χρειάζεται νά προετοιμασθεΐ μέ δουλειά μακρόπνοη σ’ όλόκληρη τήν Εκταση, δηλ. σ’ όλόκληρο τό χώρο τής κουλτούρας καί δχι άφηρημένα, δηλ. ξεκινώντας άπό γενικές άρχές πάντα Ισχύουσες, άλλά συγκεκριμένα μέ βάση τήν πείρα τοϋ άμεσου παρελθόντος καί τοϋ άαεσου πα­ρόντος άπ’ δπου οΐ άρχές πρέπει νά φαίνονται δτι ξεπηδοϋν σάν σιδερένια άναγκαιότητα καί δχι σάν & ρποπ.

ΣΓΝ ΔΙΚ Α ΤΟ Κ Α Ι ΣΓΝ ΤΕΧ Ν ΙΑ

Δυσκολία πού συναντούν οΐ θεωρητικοί τοϋ συντεχνισμοϋ νά προσδιορίσουν τό συνδικαλιστικό γεγονός (όργάνωση κα­τηγοριών) καί άνόητος άγώνας άνάμεσα ατούς παραδοσια­κούς συνδικαλιστές (γιά παράδειγμα, Ε. Ροσσόνι) καί τούς δπαδούς τοϋ συντεχνισμοϋ τής νέας νοοτροπίας (γιά παρά­δειγμα, ό Γκιουζέππε ΜποττάΓ καί ό Οδγκο Σ π ιρ ίτο ). Στήν πραγματικότητα, ό Ροσσόνι δέ καταφέρνει νά ξεπεράσει τή παλιά άντίληψη τοϋ τυπικοϋ καί άφηρημένου συνδικαλισμού, άλλά δμως είναι έπίσης άλήθεια δτι ούτε καί ό ΜποττάΓ καί

46

ό Σπιρίτο καταφέρνουν νά κατανοήσουν καί νά ξεπεράσουν τήν ά ν ίγκ η πού έπίσης χοντροκομμένα καί άνόητα Αντιπρο­σωπεύω 6 Ροσσόνι. ’Εξ Αλλου, ούτε καί 6 Μποττάΐ καί 6 Σ π ι­ρίτο συμφωνοΟν. Ό Μποττάΐ ύποστηρίζει δτι τό συνδικάτο εΐ- ναι ¿νας Αναγκαίος θεσμός ποίι δέν μπορεΐ νά άπορροφηθεΐ ά- πό τή συντεχνία, άλλά δέν κατορθώνω νά προσδιορίσω τί πρέ- πω νά tlvoii καί ποιά λωτουργία πρέπω νά ϊχ ω τό συνδικάτο. Ό Σπιρίτο, άντίθετα, μέ μιά τυπική Αλληλουχία, ύποστηρί- ζω δτι τό συνδικάτο πρέπω νά Απορροφηθεΐ μέσα στή συν­τεχνία, άλλά σαύτήν τήν Απορρόφηση δέ φαίνεται ποιά νέα καθήκοντα καί ποιές καινούργιες μορφές πρέπω νά ξεπηδή- σουν. Ό Σπιρίτο σέ δυό γραφτά γ ιά τό βιβλίο τοΟ Μποττά'ι (τό έθνικό συμβούλιο τών συντεχνιών, Mondatori, Μιλάνο 1932, σιλ. X I— 4 2 7 ), άπό τά 6ποϊα τό πρώτο δημοσιεύτη­κε στό «Λεονάρδο» τοΟ Μάρτη τοΟ 1933 (ό φασισμός στή συντεχνιακή του φάση) καί τό δεύτερο στό «Italia Lettera­ria» τής 26 Μάρτη 1933 (προέλευση καί μέλλον τής φασι­στικές συντεχνίας) ύπαινίσσεται τή διαφωνία του μέ τόν Μποττάΐ. Γράφει ό Σπιρίτο σαύτό τό δεύτερο άρθρο: «Γιά τό ποιές προοπτικές θέλω νά μιλάω 6 Μποττάΐ, φαίνεται άπό κείνο πού παρατηρεί στό Ιδιο άρθρο (άρθρο στό «Spet­tacolo Italiano» τοΟ Σεπτέμβρη τοΟ 1930) γ ιά τή σχέση μεταξύ συνδικαλισμού καί συντεχνιακής άντίληψης καί με­ταξύ συνδικάτων καί συντεχνιών καί άκόμα μεταξύ έθνικών συντεχνιών καί συντεχνιών κατηγορίας. Σ ’ ένα σημείωμα πού δημοσιεύτηκε στόν «Λεονάρδο» ϊχω ήδη ύπαινιχθεΐ τήν τολ­μηρή στάση πού πήρε ό Μποττάΐ ένάντια σέ κάθε προσπάθεια γ ιά ένα όλοκληρωτικό συντεχνισμό πού άπορροφάω μέσα του τόν συνδικαλισμό. ’Εντούτοις, σκέφτομαι δτι ή σύλληψη κατ’ αύτόν τόν τρόπο τής παραπέρα έξέλιξης τοΟ κορπορατιβισμοϋ πού είναι μέσα στήν Γδια τή λογική όλόκληρης τής σκέψης του καί τής πολιτικής του δράσης καταλήγει νά προσδίνει πραγματική ύπόσταση καί συγκεκριμένη έπικύρωση στή συν­τεχνία. ’Εάν ή συντεχνία κοπιάζει άκόμα νά βρει αυτόν τόν πλούτο πού άναμφίβολα τοΟ έπιφυλάσσεται, είναι μόνο γιατί δέν κατορθώνει νά ξανααπορροφήσει μέσα της τό συνδικά­το, μέ τό όποιο έφάπτεται καί πρός τό (molo σέ μεγάλο βαθμό

46

είναι ξένη. Ό κρατικός συνδικαλισμός Ι χ ί ΐ σημειώσει τό πρώ­το βήμα πρός τόν συντεχνισμό. Σήμερα χρειάζεται νά θέσου­με τό πρόβλημα τοΟ δριστικοΟ ξεπεράσματος μιάς κοινωνικής μορφής πού άκόμα είναι πολύ δεμένη μέ τό παρελθόν καί ή δποία γιαύτό τό λόγο περιορίζει κατά κάποιο τρόπο τήν πρωτοτυπία τοΟ φασισμοί). Ό Συνδικαλισμός είναι (κφραση τής ταξικής θεωρίας. Μέ τόν κρατικό συνδικαλισμό οι τά­ξεις μπαίνουν στό ίδιο έπίπεδο καί όδηγοϋνται σέ μιά πε­ρισσότερο πνευματική συνεργασία, άλλά μόνο μέ τή συντε­χνία θά ξεπεραστεί στά σοβαρά ή ταξική άντίληψη καί μαύ- τή ή άρχή τοΟ έλεύθερου συναγωνισμοί) (φιλελευθερισμός) καί τοΟ ύλιστικοΟ άγώνα (σοσιαλισμός). ’Ετσι ή συντεχνία θά πλουτιστεί μέ δλόκληρη τή ζωή τοΟ συνδικάτου καί άπε- λευθερωμένη ίπ ό τή λειτουργία νά συνθέτει τόν δυϊσμό πού είναι σύμφυτος μέ τόν συνδικαλιστικό όργανισμό, θά μπορέ­σει νά λειτουργήσει χωρίς περιορισμούς στήν οίκοδόμηση τής καινούργιας οίκονομικής καί πολιτικής ζωής».

Είναι, φανεροί οί λόγοι γ ιά τούς όποίους ό Μποττάΐ δέ δέχεται τή θέση τοΟ Σπιρίτο, λόγοι πολιτικοί καί οικονομι­κοί, δπως έπίσης είναι φανερό δτι ή οίκοδόμηση τοϋ Σ π ι­ρίτο είναι μιά δχι πολύ λαμπρή καί γόνιμη ούτοπία τοϋ βι­βλίου. 'Ο μω ς είναι ένδιαφέρον νά τονίσουμε δτι στ’ άλήθεια δέν γίνεται κατανοητά οδτε τί έννοεϊ ό Σπιρίτο μέ τούς 8- ρους συνδικάτο καί κατηγορία καί πώς παρουσιάζεται νά μή γνωρίζει τή σχετική φιλολογία, θ ά μποροϋσε κανείς νά τοϋ θυμίσει τΙς λογομαχίες γ ιά τήν όργάνωση μέ βάση τό έρ- γοστάσιο (βιομηχανικοί) τύπου) σ’ άντίθεση μέ τήν όργά­νωση μέ βάση τήν κατηγορία. Ή διαφορετική σημασία πού είχε πάρει ή λέξη «κατηγορία» (άπό τό άπλό έπάγγελμα, γ ιά παράδειγμα, τοϋ τορναδόρου, μέχρι έκεΐνο τοϋ έργάτη μεταλλωρύχου, κ .λ .π .) , καί ή ίδια ή συζήτηση, μολονότι ή­ταν μιά πρόοδος ή συγχώνευση δλων τών στοιχείων μιάς βιομηχανίας σ’ Ινα μοναδικό ένιαίο συνδικάτο, έάν ωστόσο δέν θά ήταν άναγκαίο, γ ιά λόγους τεχνικό - έπαγγελματι- κούς (άνάπτυξη τών μορφών έργασίας, τών έργαλείων κ. λ .π .) , νά διατηρήσουν ένα ίχνος έπαγγελματικής όργάνωσης,

47

έφ’ βσον τό έπάγγελμα τεχνικά είναι άνεξάρτητο καί ξεχω­ρίζει.

Πάντως, πρέπει νά σημειώσουμε τή θεμελιακή όρθότη- τα τής διαίσθησης τοΟ Σπιρίτο, σύμφωνα μέ τήν όποία, ά- φού δέχεται δτι ή ταξική άντίληψη ξεπερνιέται άπό τόν συν- τεχνισμό καί άπό μιά όποιαδήποτε μορφή προγραμματισμέ­νης καί διευθυνομένης οικονομίας, οί παλιές συνδικαλιστικές φόρμες πού γεννήθηκαν στό πεδίο τού ταξισμού, πρέπει νά έκαυγχρονιστούν, πράγμα πού θά μπορούσε έπίσης νά ση­μαίνει άπορρόφηση άπό τή συντεχνία- άπ’ αύτό συνάγεται δτι ή άντίσταση τού παλιού τυπικού καί άφηρημένου συν­δικαλισμού είναι μιά μορφή πραγματικής κριτικής στίς δια­βεβαιώσεις πού μπορούν νά γίνουν μόνο στά χαρτιά. Δηλα­δή 6 άφηρημένος καί τυπικός συνδικαλισμός είναι μόνο μιά μορφή φετιχισμοΟ καί δεισιδαιμονίας; Στό στοιχείο σ υ ν ­δ ι κ ά τ ο , έπικρατεί άκόμα ό μισθωτός, άπό τό iva μέ­ρος, καί 6 κυνηγός τού κέρδους, άπό τάλλο, ή πραγματικά τό παραγωγικό γεγονός ίχ ε ι ξεπεράσει τό γεγονός τής δια­νομής τού βιομηχανικού εισοδήματος άνάμεσα στά διάφορα στοιχεία τής παραγω γής; Έ φ ’ βσον ό έργάτης, άπό τό Iva μέρος, καί 6 βιομήχανος, άπό τό άλλο, θά πρέπει νά άπα- σχολούνται γ ιά τό μισθό καί τό κέρδος άντίστοιχα, είναι φα­νερό δτι ό παλιού τύπου συνδικαλισμός δέν ϊχ ε ι ξεπεραστεί καί δέ μπορεί νά άπορροφηθεΐ σέ άλλους θεσμούς. Τό έπι- στημονικό σφάλμα τού Σπιρίτο είναι δτι δέν έξετάζει συγκε­κριμένα αύτά τά προβλήματα, άλλά τά παρουσιάζει μέ τήν τυπική καί άποδεικτική τους πλευρά, χωρίς τΙς άναγκαΐες διακρίσεις καί τΙς άναπόφευκτες μεταβατικές φάσεις: Ά π ’ αύτό προκύπτει ίσως 8χι μόνο ή άντίθεσή του μέ τόν Ροσ- σόνι άλλ’ έπίσης καί μέ τόν Μποττάϊ-, τού δποίου τ& πολι­τικό αισθητήριο δέ μπορεί νά μή συλλαμβάνει αύτές τΙς ά- νάγκες. ’Εάν ξεκινήσει κανείς άπό τήν άποψη τής παραγω­γής καί βχι άπό τήν άποψη τού άνταγωνισμού γ ιά τή δια­νομή τού είσοδήματος, είναι φανερό δτι τό συνδικαλιστικό πεδίο πρέπει νάλλάξει έντελώς. Σ ’ Iva έργοστάσιο αύτοκι- νήτων μιάς όρισμένης Ικτασης, έκτός άπό τούς μηχανικούς έργάτες, δουλεύει ίνας όρισμένος άριθμός έργατών άλλων

48

«κατηγοριών»: χτίστες, ήλεκτρολάγοι, στρωματοποιοί, καρο­τσέρηδες, δερματάδες, γ υ ά λ α ς , κ λ .π . ΑύτοΙ οΐ έργάτες a i ποιό συνδικάτο θά πρέπει νά άνήκουν i n i τήν Αποψη τής παραγω γής; Φυσικά στό μεταλλουργικό συνδικάτο ή άκόμα καλύτερα, στό συνδικάτο τών αυτοκινήτων, γιατί ή δουλειά τους είναι άναγκαία γ ιά τήν κατασκευή τοϋ αύτοκινήτου. Δηλαδή σέ κάθε παραγωγικό σύνολο, δλοι ot έπαγγελματίες άναφέρονται στήν κατασκευή τοϋ κύριου άντικειμένου γ ιά τό ¿ποιο ϊχ ε ι ειδικευτεί τό σύνολο. ’Αλλά 8ταν ή βάση εί­ναι 5 μισθός, είναι φανερό 8τι ot χτίστες θά πρέπει νά ίνω- θοΰν μέ τούς χτίστες, κ λ .π ., γ ιά νά ρυθμίζουν τήν άγορά τής έργασίας, κ λ .π . Ά π ό τό άλλο μέρος, 8ταν άναγνωρι- στεί ή άνάγκη 8τι δλοι ot τεχνίτες μιάς παραγω γικής έπι- χείρησης ένώνονται μίσω τής παραγωγής, γύρω άπό τό Ιδιο προϊόν, χρειάζεται νά πάρουμε ύπάψη μας δτι κάβε τεχνίτης είναι ένα τεχνικό γεγονός σέ συνεχή έξέλιξη καί 8τι γιαύ- τή τήν έξέλιξη χρειάζεται νά ύπάρχει ένα δργανο πού νά ρυθμίζει, νά διαδίδει καί νά εύνοεί τΙς προοδευτικές άνα- καινίσεις. Μπορεί νά άναγνωρίσει κανείς δτι στήν σημερινή μεγάλη όρθολογική έπιχείρηση, ot παλιές Ικανότητες τοϋ τεχνίτη δλο καί χάνουν τή σημασία τους καί άναπτύσσον- ται καινούργιες ot όποίες συχνά περιορίζονται σέ μιά έπι­χείρηση ή σέ μιά όμάδα έπιχειρήσεων: Ωστόσο ή άνάγκη πα­ραμένει καί άποδείχνεται άπό τΙς δυσκολίες τοΟ turnover (κύ­κλου έργασιών) καί άπό τή δαπάνη πού 6 ύπερβολικός turno- va· άντιπροσωπεύει γ ιά τήν R ía τήν έπιχείρηση. Ή λύση πού άντιπροσωπεύεται άπό τούς άντιπροσώπους τών τμημάτων πού έκλέγονται άπό τά συνεργεία έργασίας, γ ιά τά όποια στό άντιπροσωπευτικό σύνολο δλοι ot τεχνίτες Ιχουν μιά σημασία, φαίνεται δτι μέχρι στιγμής είναι ή καλύτερη πού έχει βρεθεί. Πραγματικά είναι δυνατό νά ένώνονται ξανά ot άντιπρόσωποι κατά έπάγγελμα στά τεχνικά ζητήματα και τό σύνολο τών άντιπροσώπων στά παραγω γικά ζητήματα. Μέχρι τώρα 6 Σπιρίτο δέν ένδιαφέρθηκε ποτέ γ ιά τά ζητή­ματα τοΟ έργοστασίου καί τής έπιχείρησης: Εντούτοις, δέν είναι δυνατό νά μιλάμε μέ άρμοδώτητα γ ιά τά συνδικάτα καί γ ιά τά προβλήματα πού παρουσιάζουν χωρίς νά ένδια-

φερόμαστε γ ιά τδ Εργοστάσιο ή τήν διανοητική Επιχείρηση, γ ιά τΙς τεχνικές τους άνάγκες, γ ι4 τΙς πραγματικές σχέ­σεις πού δήμιουργοΟν καί γ ι4 τΙς διάφορες ζωτικές θέσεις πού παίρνουν οί ύπεύθυνοι. Λόγω τής Ελλειψης αύτών τών ζωτικών Ενδιαφερόντων, δλόκληρο τδ οικοδόμημα τοΟ Σπι- ρίτο είναι καθαρά Εγκεφαλικό καί, έ4ν πραγματοποιόταν, θά προκαλοΟσε μόνο γραφειοκρατικ4 σχήματα χωρίς δρμή καί χωρίς δυνατότητα Εξέλιξης.

Ο ΣΓΛ ΛΟΓΙΚΟΣ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΣ

Στήν κριτική Εκθεση τών συμβάντων πού άκολούθησαν τόν πόλεμο καί τών συνταγματικών (όργανικών) προσπα­θειών γ ιά νά βγοϋμε άπό τήν κατάσταση τής ¿ταξίας καί τής διασπάθισης τών δυνάμεων, πρέπει νά δείξουμε πώ ς τό κίνημα γ ι4 τήν άξιοποίηση τοΟ Εργοστασίου'1'1, σ’ άντίθε- ση (ή καλύτερα αότόνομα) μέ τήν (άπό τήν) Επαγγελμα- τική όργάνωση, Θ4 άνταποκρινόταν τέλεια στήν άνάλυση πού Ιχε ι γίνει στδν πρώτο τόμο τής Κριτικής τής Πολιτικής Οι­κονομίας 112 γ ιά τήν άνάπτυξη τοϋ έργοστασιακοϋ συστήματος. Τό δτι Ινας δλο καί πιό τέλειος καταμερισμός τής έργασίας περιορίζει άντικειμενικά τή θέση τοϋ Εργάτη στδ Εργοστά- σιο σέ έπΐ μέρους κινήσεις πάντα πιό «άναλυτικές», κατά τρόπο πού στδ άτομο ξεφεύγει ή ουνολικότητα τοϋ κοίνοΟ Ιργου, καί Ιτσι μέσα στή συνείδησή του ή δίκιά του συμβο­λή ύποβιβάζεται μέχρι τοϋ σημείου πού νά φαίνεται δτι μπο- ρεϊ νά ύποκατασταθεΐ σέ κάθε στιγμή, τδ δτι ταυτόχρονα ή έναρμονισμένη καί καλά διατεταγμένη έργασία δίνει μιά μεγαλύτερη «κοινωνική» παραγωγικότητα, καί τδ δτι τδ σύ­νολο τών τεχνιτών ένδς έργοστασίου πρέπει νά κατανοεϊται σάν «συλλογικός Εργαζόμενος», δλα αύτά είναι ο( προΟποθέ- σεις τοΟ έργοστασιακοΟ κινήματος πού τείνει νά μετατρέψει σέ «ύποκειμενικό» αύτδ πού δίνεται «άντικειμενικά». Τ ί ση­μαίνει δμως σαύτή τήν περίπτωση άντικειμενικό; Γιά τόν ξεχωριστό Εργαζόμενο «άντικειμενικό» είναι ή σύμπτωση τών άπαιτήσεων τής τεχνικής έξέλιξης μέ τά συμφέροντα τής κυ­

60

ρίαρχης τάξης. ’Αλλά αύτή ή σύμπτωση, αύτή ή ένότητα άνάμεσα στήν τεχνική έξέλιξη καί στά συμφέροντα τής κυρί- αρχης τάξης που είναι μόνο μιά Ιστορική φάση τής βιομη­χανικής άνάπτυξης, πρέπει νά κατανοείται σά μεταβατική. Ό δεσμός μπορεΐ νά διαλυθεΓ ή τεχνική άνάγκη μπορεΐ νά θεωρηθεί συγκεκριμένα ξεχωρισμένη άπό τά συμφέροντα τής τάξης, καί δχι μόνο αύτό, άλλά καί συνδεδεμένη μ ϊ τά συμ­φέροντα τής τάξης που άκόμα είναι κατώτερη. Τό δτι μια τέτοια «διάσταση» καί καινούργια σύνθεση είναι Ιστορικά ώ­ριμη έχει καταδειχτεί καθαρά άπό τό ϊδιο τό γεγονός δτι Ινα τέτοιο προτσές κατανοείται άπό τήν κατώτερη τάξη, ή όποια άκριβώς γιαύτό δέν είναι πλέον κατώτερη, ή δείχνει δτι τείνει νά βγεί άπό τή θέση ύποταγής. *0 «συλλογικός έργαζόμενος» κατανοεί δτι είναι τέτοιος καί δχι μόνο σΐ κά­θε ξεχωριστό έργοστάσιο, άλλά σΐ πιό πλατειές σφαίρες τοϋ καταμερισμοί} τής έθνικής καί διεθνοΟς έργασίας καί έφ’ δσον άποκτηθεΐ αύτή ή συνείδηση προσδίνει μιά ϊξωτερική δψη πολιτική, άκριβώς στούς όργανισμούς πού άντιπροσω- πεύουν τό έργοστάσιο σάν παραγωγό πραγματικών άγαθών καί δχι κέρδους.

Π «ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗ Σ ΕΠΟΧΗΣ»

Ή συζήτηση γ ιά τή βία καί τή συγκατάθεση Ιχε ι δείξει πώς ίχ ε ι προοδεύσει σχετικά στήν ’Ιταλία ή1 πολιτική έπι- στήμη καί πώς στίς σχετικές πραγματείες, έπίοης καί άπό μέρος τών ύπεύθυνων πολιτικών, ύπάρχει μιά όρισμένη ειλ ι­κρίνεια ίκφρασης. Αύτή ή συζήτηση άφορά τή «φιλοσοφία τής έποχής», τό κεντρικό θέμα τής ζωής τών κρατών στήν μεταπολεμική περίοδο. Πώς νά ξανασυγκροτηθεΐ ό ήγεμονι- κός μηχανισμός τής κυρίαρχης όμάδας, μηχανισμός διαλυμέ­νος λόγω τών συνεπειών τοΟ πολέμου σ’ δλα τά κράτη τοϋ κό­σμου; καί γ ιατί νά διαλυθεί; Ί σ ω ς γιατί Ιχ ε ι άναπτυχθεΐ μιά άνταγωνιστική συλλογική πολιτική θέληση; Έ ά ν ήταν ίτσ ι, τό ζήτημα θά είχε λυθεί πρός δφελος αύτοϋ τοϋ άντα- γωνιστή. ’Αντίθετα διαλύθηκε γ ιά λόγους καθαρά μηχανι­

61

κούς διαφορετικού εϊδους: 1) Γιατί μεγάλες μάζες, που προ­ηγούμενα ήταν παθητικές, μπήκαν στό κίνημα, άλλά σ’ ϊνα κίνημα χαοτικό καί άτακτο, χωρίς κατεύθυνση, δηλαδή χω ­ρίς άκριβή συλλογική πολιτική θέληση. 2) Γιατί ot μεσαίες τάξεις που κατά τόν πόλεμο είχαν διευθυντικές λειτουργίες καί ύπευθυνότητα άποστερήθηκαν αύτά μέ τήν είρήνη, καί παρέμειναν άνεργες κυρίως άφού είχαν κάμει μιά προπαί- δευση στή διοίκηση κ ΐ .π . 3) Γιατί ot άνταγωνιστικές δυ­νάμεις άποδείχτηκαν άνίκανες νά όργανώσουν πρός δφελός τους αύτή τήν άντικειμενική άταξία. Τό πρόβλημα ήταν νά ξανασυγκροτηθεΐ ό ήγεμονικός μηχανισμός αύτών τών στοι­χείων που πρώτα ήταν παθητικά καί άπολιτικά, καί αότό δέ μποροΟσε νά γίνει χωρίς τή βία: δμως αύτή ή βία δέ μπορούσε νά είναι ή «νόμιμη» κ.λ.π. ’Αφού σέ κάθε κράτος τό πλέγμα τών κοινωνικών σχέσεων ήταν διαφορετικό, Ιπρεπε νά είναι διαφορετικές καί οί πολιτικές μέθοδοι τής χρησι­μοποίησης τής βίας καί ό συνδυασμός τής νόμιμης καί πα ­ράνομης βίας. Ό σ ο πιό μεγάλη είναι ή μ&ζα τών άπολι- τικών, τόσο πιό μεγάλη πρέπει νά είναι ή συμβολή τής πα ­ράνομης βίας. Ό σ ο πιό μεγάλες είναι ot μορφωμένες καί πολιτικά όργανωμένες δυνάμεις τόσο περισσότερα χρειάζεται νά «συγκαλείψει» τό νόμιμο κράτος, κ.λ.π.

Η ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ ΤΩΝ 45 Ο ϊΤ Γ ΡΩ Ν ΙΠ Π Ε Ω Ν

Ό Έ κ τω ρ Τσικόττι κατά τή διάρκεια τής κυβέρνησης Τζιολίττι, τής πρό τοΟ 1914, ύπενθύμιζε συχνά ϊνα έπε^σό- διο τοΟ τριακονταετή πολέμου: φαίνεται δτι 45 Ούγγροι Ιπ­πείς είχαν στρατοπεδεύσει στή Φλάνδρα καί έπειδή ό πληθυ­σμός ήταν άοπλος καί διεφθαρμένος άπ’ τό μακροχρόνιο πόλεμο, κατάφεραν νά διοικούν τυραννικά τή χώρα γ ιά άλ­λους έξη μήνες. Στήν πραγματικότητα σέ κάθε περίπτωση είναι δυνατό νά παρουσιαστούν «45 Ούγγροι Ιππείς» έκεΐ δ- που δέν ύπάρχει ϊνα προστατευτικό σύστημα τών άοπλων πλη­θυσμών, τών διασκορπισμένων, πού περιορίζονται στήν έρ- γασία γ ιά τήν έπιβίωαη, κ ι’ ίτσι δέν Ιχουν τήν έτοιμότητα,

οέ κάθε στιγμή, νά Αναχαιτίσουν τούς έπιδρομείς, τΙς εισβο­λές, τΙς λεηλασίες, τούς αιφνιδιασμούς πού έκτελοΟνται μέ κάποιο πνεΟμα συστήματος καί μέ ένα έλάχιστο «στρατηγι­κής» πρόβλεψης. Έ ν τούτοις σχεδόν σ’ δλους φαίνεται Αδύ­νατον δτι μ ιά κατάσταση δπως αύτή τών «45 Οδγγρων Ιπ­πέων» μπορεΐ ποτέ νά έπαληθεύσει: καί σ’ αύτή τή «δυσπι­στία» πρέπει νά δούμε μιά Απόδειξη πολιτικής Αφέλειας. Στοι­χεία τής τέτοιας «δυσπιστίας» είναι είδικά μιά σειρά «φετι- χισμών» ή δόλων καί κατά πρώτο λόγο μεταξύ άλλων έκεϊ- νο τοΟ «λαοΟ» πού πάντα φρικιά καί είναι γενναιόφρων έναν­τι τών τυράννων καί τών καταπιέσεων. ’Αλλά μήπως Ανα­λογικά, είναι πιό πολλοί οΕ Ε γγλέζο ι στήν ’Ινδία άπ’ δ,τι ήταν οί Οδγγροι στή Φλάνδρα; καί άκόμα: οΕ Ε γγλέζο ι έ­χουν τούς δπαδούς τους άνάμεσα στούς Ινδούς, έκείνους πού δχι μονάχα έχουν πάντα τή μεγαλύτερη δύναμη, άλλά έπί- σης είναι συνειδητοί καί γνωρίζουν κ.λ.π. Δέν καταλαβαίνουν, δτι σέ κάθε πολιτική κατάσταση τό ένεργητικό τμήμα είναι πάντα μιά μειοψηφία καί ή όποία δταν Ακολουθιέται άπό τούς πολλούς άν δέν δργανώνει σταθερά αύτή τήν Ακολου­θία, διασκορπίζεται μέ όποιαδήποτε πρόσφορη εύκαιρία τής Αντίπαλης μειοψηφίας καί δλόκληρος δ μηχανισμός καταα- τρέφεται καί στή θέση του σχηματίζεται ένας καινούργιος στόν δποίο τά παλιά πλήθη δέν ύπολογίζονται καθόλου καί δέν μποροΟν πιά νά κινηθούν καί νά δράσουν. Αύτό πού δνο- μαζόταν «μάζα» κονιορτοποιείται σέ τόσα άτομα χωρίς θέ­ληση καί προσανατολισμό καί διαμορφώνεται μιά καινούρ­για «μάζα», έστω καί κατώτερη σέ δγκο Από τήν πρώτη, Αλλά πιό συμπαγής καί Ανθεκτική, ή όποία Αναλαβαίνει νά έμποδίσει τήν πρωτογενή μάζα νά μεταρρυθμιστεί καί νά γίνει άποτελεσματική. 'Ωστόσο πολλοί συνεχίζουν νά έπι- καλοΟνται αύτό τό φάντασμα τοϋ παρελθόντος, τό φαντάζον­ται πάντα νά ύπάρχει, πάντα νά φρικιά κ.λ.π. Έ τ σ ι δ Μα- τσίνι φανταζόταν πάντα τήν ’Ιταλία τοΟ ’48 σάν μιά δντό- τητα διαρκή πού θά χρειαζόταν μόνο νά δδηγηθεΐ μέ κά­ποιο τέχνασμα, γ ιά νά έπανέλθει στό προσκήνιο. Τό λάθος έπίσης συνδέεται μέ τήν Απουσία «πειραματισμοΟ». Ό ρεα­λιστής πολιτικός, πού γνωρίζει τή δυσκολία τής δργάνωσης

53

μιΑς ουλλογικί)ς θέλησης, δέ φτάνει νά πιστεύει εύκολα δτι αύτή μετασχηματίζεται μηχανικά δταν Εχει διαλυθεί. Ό Ιδε­ολόγος, δ δποΐος δπως τδ κουκούλι Εβαλε τά αύγά σέ μιά φω­λιά ήδη Ετοιμη καί πού δέ γνωρίζει νά φτιάχνει φωλιές, σκέφτεται δτι οΕ συλλογικές θελήσεις είναι Ενα δεδομένο να- τουραλιστικοϋ χαρακτήρα, πού γεννιούνται καί Αναπτύσσον­ται άπδ αίτιες σύμφωνες μέ τά πράγματα κ.λ.π.

Μιά ούσιώδης πλευρά τής δομής τής χώρας είναι ή ση­μασία πού Εχει ή γραφειοκρατία στή σύνθεσή της. Πόσοι είναι οΕ ύπάλληλοι τής κρατικής καί τοπικής διοίκησης; πρέ­πει νά δούμε τδ βιβλίο τού δόκτορα Ρενάτους Παβέντα, «Γρα­φειοκρατία, διοικητικά διατάγματα καί φασισμός», 1928, Ικδ. Treves. Αυτός Επανέρχεται στήν κρίση ένδς «λαμπρού οίκο- νομολόγου» δ δποΐος 17 χρόνια πρίν, δηλαδή δταν δ πληθυ­σμός ήταν 35 Εκατομμύρια ύπολόγιζε δτι «Εκείνοι πού συν­τηρούνται σάν δημόσιοι ύπάλληλοι κυμαίνονται σέ δυό Εκα­τομμύρια πρόσωπα». Φαίνεται δτι σ’ αύτούς δέν ύπολογίστη- καν οΕ ύπάλληλοι τών τοπικών όντοτήτων, Ενώ φαίνεται δτι ύπολογίστηκαν οΕ Απασχολούμενοι στούς σιδηροδρόμους καί στίς μονοπωλιακές βιομηχανίες οΕ δποίοι δέν μπορούν νά θε­ωρηθούν σάν διοικητικοί ύπάλληλοι, άλλά πρέπει νά κριθούν ξεχωριστά γιατί καλά ή άσχημα παράγουν Αγαθά πού μπο­ρούν νά Ελεγχθούν καί τά δποΐα λόγω τών βιομηχανικών Α­ναγκών προορίζονται νά Ελέγχονται μέ Ακρίβεια. Ή σύγκριση Ανάμεσα στά διάφορα κράτη μπορεΐ νά γίνει γ ιά τούς κεν­τρικούς διοικητικούς καί τοπικούς ύπαλλήλους καί γ ιά τδ τμή­μα τού Ισοζυγίου πού καταναλώνουν καθώς Επίσης καί γιά τδ τμήμα τού πληθυσμού πού Αντιπροσωπεύουν καί δχι γ ιά τούς Απασχολούμενους στίς βιομηχανίες καί στίς κρατικοποι­ημένες ύπηρεσίες, πού δέν είναι δμοιες καί δμοιογενεΐς Απδ κράτος σΕ κράτος. Γ ιά τδν Γδιο λόγο δΕν μπορεΐ νά περιλη- φθούν Ανάμεσα στούς κρατικούς ύπαλλήλους οΐ δάσκαλοι τών σχολείων, πού πρέπει νά Εξεταστούν χωριστά κ.λ.π. Χρειά­ζεται νά Απομονώσουμε καί νά Αντιμετωπίσουμε Εκείνα τά στοιχεία τής κρατικής καί τοπικής Απασχόλησης πού ύπάρ- χουν σέ κάθε σύγχρονο κράτος καί στδ πιδ «φιλελεύθερο»

54

άκόμα, καί νά μελετήσουμε ξεχωριστά δλες τΙς Αλλες μορφές άπασχόλησης χ.λ.π.

ΤΟ Κ ΡΑ ΤΟ Σ Κ Α Ι Ο Ι ΔΗΜ ΟΣΙΟΙ ΓΠΑΛΛ ΗΛΟΙ

Μιά διαδομένη γνώμη είναι αύτή: Ό τ ι ένώ γ ιά τούς πο­λίτες ή τήρηση τών νόμων είναι μιά νομική ύποχρέωση, γ ιά τό «κράτος» ή τήρηση είναι μόνο ήθική ύποχρέωση, δηλα­δή μιά ύποχρέωση χωρίς ποινικές κυρώσεις γ ιά τήν παρά­βαση. Μπαίνει τό ζήτημα: Τ ί έννοοΰμε μέ τόν δρο «Κρά­τος»· δηλαδή ποιός είναι αυτός πού έχει τήν «ήθική» ύπο­χρέωση τής τήρησης τών νόμων καί δέν παύει ποτέ νά μάς διαβεβαιώνει πόσος κόσμος πιστεύει δτι δέν Ιχε ι «νομικές» ύποχρεώσεις καί λειτουργεί μέ τό πλεονέκτημα τής αύθαι- ρεσίας καί τής άτιμωρησίας. Αύτή ή «ψυχική διάθεση» συνδέ­εται μέ κάποιο ίθιμο ή ίχ ε ι δημιουργήσει Ινα ίθιμο; Καί τό Ινα καί τό άλλο είναι άλήθεια. Δηλ. τό κράτος, έφ’ δσον είναι 6 μόνιμος γραφτός νόμος, ποτέ δέν κατανοεΐται (καί ποτέ δέν προσπαθεί νά τό κατανοήσουν) σάν άντικειμενική καί συνολι­κή ύποχρέωση. Αύτός ό τρόπος σκέψης συνδέεται μέ τήν πα­ράξενη άντίληψη τοΟ «πολιτικοΟ χρέους» πού είναι άνεξάρτη- το άπό «δικαιώματα», σάν νά ύπήρχαν ύποχρεώσεις χωρίς δικαιώματα καί άντίστροφα: αύτή ή άντίληψη είναι συν- δεδεμένη άκριβώς μέ τήν άλλη τής μή ύποχρεωτικότητας τών νόμων γ ιά τό κράτος, δηλαδή γ ιά τούς δημοσίους ύπαλ- λήλους καί τούς κρατικούς παράγοντες οί δποίοι φαίνεται δτι ίχουν πολλά νά κάνουν γ ιά νά ύποχρεώνουν τούς άλλους ώστε νά τούς περισσεύει καιρός γ ιά νά ύποχρεώσουν τόν έαυ- τό τους.

Η Κ ΡΙΣ Η

Ή μελέτη τών γεγονότων πού τούς δίνουμε τό δνομα τής κρίσης καί τά όποια παρατείνονται μέ καταστροφική μορφή άπό τό 1929 μέχρι σήμερα, θά πρέπει νά τραβήξει Ιδιαίτερα τήν προσοχή μας. θ ά χρειαστεί νά άντιπαλαίψουμε όποιον-

66

δήποτε θέλει νά δώσει σαύτά τά γεγονότα ένα μοναδικά όρι- σμό ή, πράγμα πού είναι τό Γδιο, νά βρεϊ μιά αΙτία ή προέ­λευση μοναδική. Πρόκειται γ ιά Ινα προτσές πού Εχει πολ­λές Εκδηλώσεις καί στό όποίο αΙτίες καί Αποτελέσματα συμ­πλέκονται καί άλληλοεπικαλύπτονται. 'Απλοποιώ σημαίνει Εκ­φυλίζω καί νοθεύω. Λοιπόν) 1) Πρόκειται γ ιά πολύπλοκο προτσές δπως σέ πολλά άλλα φαινόμενα, καί δχι γ ιά μονα­δικό «γεγονός» πού Επαναλαμβάνεται μέ διάφορες μορφές άπό μ ιά αιτία μοναδικής προέλευσης. 2) Πότε άρχισε ή κρί­ση; Τό Ερώτημα συνδέεται μέ τό πρώτο. Έ φ ’ δσον πρόκειται γ ιά μιά Εξέλιξη καί δχι γ ιά Ενα γεγονός, τό Ερώτημα εί­ναι σημαντικό. ΜπορεΤ νά πεί κανείς, δτι γ ιά τήν κρ(ση σάν τέτοια δέν ύπάρχει χρονικός προσδιορισμός, άλλά μόνο μερι­κές «Εκδηλώσεις» πιό κραυγαλέες πού ταυτίζονται μέ τήν κρί­ση Εσφαλμένα καί κακόβουλα. Τό φθινόπωρο τοΟ 1929 μέ τό κ ρ ά χ τοϋ χρηματιστηρίου τής Ν. Ύόρκης θεωρεί­ται άπό μερικούς σάν άρχή τής κρίσης καί, Εννοείται, άπό κείνους πού θέλουν νά βροΟν τήν προέλευση καί τήν αίτία τής κρίσης στόν «Άμερικανισμό». Ά λ λά τά γεγονότα τοϋ φθινοπώρου τοϋ 1929 στήν Α μερική είναι άκριβώς μόνο μιά άπό τΙς κραυγαλέες Εκδηλώσεις κρίσιμης Εξέλιξης, χαΐ τ ί­ποτα άλλο. 'Ολόκληρη ή μεταπολεμική περίοδος είναι μιά κρίση, μέ προσπάθειες νά τήν άποφύγουν, προσπάθειες πού καμιά φορά πετυχαίνουν σαύτήν ή Εκείνη τή χώρα. Τίποτα άλλο. Γ ιά μερικούς (καί Γσως δχι άδικα) 6 Γδιος 6 πόλε­μος είναι μιά Εκδήλωση τής κρίσης, καί μάλιστα ή πρώτη Εκδήλωση. Ά κριβώ ς δ πόλεμος ύπήρξε ή πολιτική καί όρ- γανωτική άπάντηση τών ύπεύθυνων" (αύτό θά Εδειχνε δτ: είναι δύσκολο νά ξεχωρίσουμε μέσα στά γεγονότα τήν οικο­νομική άπό τήν πολιτική κρίση, τήν Ιδεολογική, κ.λ.π., άν καί Επιστημονικά είναι δυνατό, δηλαδή σέ μιά άφαιρετική Εργασία. 3) *Η κρίση Εχει τή ρίζα της στίς τεχνικές σχέ­σεις, δηλαδή στίς άντίστοιχες ταξικές τοποθετήσεις, ή σέ άλ­λα γεγονότα; Νομοθεσίες, άταξίες κ.λ.π.; Βέβαια φαίνεται εύαπόδεικτο δτι ή κρίση Εχει «τεχνική» προέλευση δηλαδή βρίσκεται στίς άντίστοιχες ταξικές σχέσεις, άλλά στίς άρχές της οΐ πρώτες Εκδηλώσεις ή προβλέψεις Εδωσαν τή θέση τους

δβ

σέ ανταγωνισμούς διαφόρων είδών καί σέ νομοθετικές παρεμ­βάσεις, πού Ανέδειξαν πιό καθαρά τήν ΓΒια τήν «κρίση», δέν τήν καθόρισαν ή τής αύξησαν Απλώς μερικούς παράγοντες. Αύτά τά τρία σημεία: 1) δτι ή κρίση είναι-ίνα πολύπλοκο προτσές, 2) δτι Αρχίζει σχεδόν μέ τόν πόλεμο, έάν αύτός δέν είναι καί ή πρώτη της έκδήλωση, 3) δτι ή κρίση Ιχε ι έσω- τερικές αιτίες, στούς τρόπους παραγωγής καί, έποαένως, Αν­ταλλαγής, καί δχι oi πολιτικά καί νομικά γεγονότα, είναι τά τρία πρώτα σημεία πού πρέπει νά Αποσαφηνιστούν μέ Ακρίβεια. ’Αλλο σημ«Ιο είναι δτι ξεχνούν τά Απλά γεγονό­τα, δηλαδή τΙς θεμελιώδεις Αντιφάσεις τής σημερινής κοι­νωνίας, γ ιά πολύπλοκους προφανώς λόγους (Αλλά θάπρεπε νά πούμε καλύτερα «ξεκαθαρισμένους»). Μιά Από τΙς θεμε­λιακές Αντιφάσεις είναι αύτή: Ό τ ι ένώ ή οικονομική ζωή ίχ ε ι σάν Αναγκαία προϋπόθεση τό διεθνισμό ή καλύτερα τόν κοσμοπολιτισμό, ή κρατική ζωή έξελίσσεται πάντα μέ τή λο­γική τοϋ «έθνισμού», τής «αύτάρκειας» κ,λ.π. Έ ν α Από τά πιό Ικδηλα χαρακτηριστικά τής «σημερινής» κρίσης, δέν εί­ναι Αλλο Από τήν δξυνση τοΟ στοιχείου τοΟ έθνικιστικοΟ (τοΟ κρατικού έθνικιστικοΟ) στήν οίκονομία: καταναλωτικοί πε­ριορισμοί, clearings, συναλλαγματικοί περιορισμοί, έμπόριο ισοζυγισμένο Ανάμεσα σέ δύο κράτη, κ.λ.π. θ ά μπορούσε λοι­πόν νά πει κανείς, καί αύτό θά ήταν τό πιό σωστό, δτι ή «κρίση» δέν είναι τίποτα Αλλο Από τήν ποσοτική Ινταση όρι- σμένων στοιχείων, δχι καινούργιων καί πρωτότυπων, Αλλά εϊδικά ή Ινταση βρισμένων φαινομένων, ένώ Αλλα πού πρώτα φαίνονταν καί λειτουργούσαν μαζί μέ τά πρώτα, Αδρανοποι- ώντας τα, Ιγιναν Ανενεργά ή χάθηκαν έντελώς. Τελικά, ή έξέλιξη τού καπιταλισμού Ιγινε μιά «συνεχής κρίση», έάν μπορούμε νά πούμε Ιτσι, δηλαδή μιά ταχύτατη κίνηση στοι­χείων πού έξισορροπούνταν καί Αδρανοποιούνταν. Μ έχρι; έ- νός σημείου, σαύτή τήν κίνηση, μερικά στοιχεία υπερέχουν, Αλλα χάνονται ή γίνονται Ανίσχυρα στή γενική εικόνα. Υ ­περέχουν λοιπόν γεγονότα στά όποΐα δίνεται τό δνομα τής «κρίσης», καί τά όποια είναι περισσότερο ή λιγότερο σοβαρά Ακριβώς Ανάλογα τού πώς έπικυρώνονται τά μεγαλύτερα ή μικρότερα στοιχεία τής Ισορροπίας. Δεδομένης αύτής τής γ ε ­

57

νικής εικόνας, μπορούμε νά μελετήσουμε τό φαινόμενο στά διάφορα έπίπεδα καί πλευρές του: νομισματικό, χρηματικό, παραγωγικό, έσωτερικδ έμπόριο, διεθνές έμπόριο κ,λ.π. χαΐ δέ λέμε δτι κάθε μία άπδ τΙς πλευρές αύτές, μέ δοσμένο τό διεθνή καταμερισμό τής έργασίας χαΐ τΙς λειτουργίες ατίς διάφορες χώρες, δέν παρουσιάζεται σάν κυρίαρχη ή μέγιστη έχδήλωση. 'Ο μω ς τό θεμελιακό πρόβλημα είναι τό παραγω­γικό, καί μέσα στήν παραγω γή, ή Ανισορροπία άνάμεσα στίς προοδευτικές βιομηχανίες (στίς δποϊες τό σταθερό κεφάλαιο αύξάνεται) καί στίς στάσιμες βιομηχανίες (όπου μετράει πο­λύ ή άμεση έργατική δύναμη). Εννοείται δτι, ίχοντας έπί- σης στό διεθνές πεδίο μιά διαστρωμάτωση μεταξύ προο­δευτικών καί στάσιμων βιομηχανιών, οΐ χώρες στίς όποιες οί προοδευτικές βιομηχανίες ύπεραφθονοΟν αισθάνονται περισ­σότερο τήν κρίση κ.λ.π. ’Αποδώ προκύπτουν ο( ποικίλες αύ- ταπάτες πού σχετίζονται μέ τό γεγονός δτι δέν κατανοεϊται πώς δ κόσμος, θέλουμε δέ θέλουμε, είναι μιά ένότητα καί δτι δλες ο! χώρες, έπιμένοντας σέ δρισμένες δομικές συνθήκες, θά περάσουν άπό δρισμένες «κρίσεις»' (γιά δλους αύτούς τούς λόγους θά πρέπει νά δοΟμε τή φιλολογία τής Κοινωνίας τών Εθνώ ν, τών Εμπειρογνωμόνων της καί τήν οικονομική της έπιτροπή, πού θά μάς χρησιμεύσει τουλάχιστο έπειδή Ιχε ι δλα τά ύλικά τοΟ ζητήματος, ίπ ίσης καί τΙς δημοσιεύσεις τών πιό σημαντικών διεθνών έπιθεωρήσεων καί τών κοινοβου­λίων) .

ΤΟ ΑΤΟΜΟ Κ Α Ι ΤΟ Κ ΡΑ ΤΟ Σ

Π ώ ς ή οίκονομική κατάσταση άλλαξε σέ «βάρος» τοϋ παλιού φιλελευθερισμού: Είναι άλήθεια δτι κάθε πολίτης γνω­ρίζει τΙς ύποθέσεις του καλύτερα άπό δποιονδήποτε άλλον στίς σημερινές συνθήκες; είναι άλήθεια δτι γίνεται, στίς ση­μερινές συνθήκες, μιά έπιλογή σύμφωνα μέ τΙς άξιες; «Κάθε πολίτης», έφ’ δσον δέ μπορεί νά γνωρίζει καί ειδικά έφ’ ί ­σον δέ μπορεΐ νά έλέγχει τΙς γενικές συνθήκες μέσα στίς δ- ποϊες έξελίσσονται τά ζητήματα, δεδομένου τοϋ εύρους τής

68

παγκόσμιας άγοράς χαΐ τής πολι/πλοκότητάς της, στήν πρα­γματικότητα δέ γνωρίζει κ ϊν τΙς δικές του ύποθέσεις: άνάγ- κη μεγάλων βιομηχανικών όργανισμών κ.λ.π. έξ άλλου τδ κράτος, μέ τό πάντα βαρύτερο καθεστώς τών φόρων, χτυ­πάει τούς πολίτες του, άλλά δέ μπορεΐ νά χτυπήσει τούς πο­λίτες τών άλλων έθνών (πού ίχουν λιγότερους φόρους ή φο­ρολογικά καθεστώτα πού καταμερίζουν διαφορετικά τούς φό­ρους) . Τ ά μεγάλα κράτη πού πρέπει νά ίχουν μεγάλες δα­πάνες γ ιά έπιβλητικές δημόσιες ύπηρεσίες (μαζί καί τοϋ στρατού, τοϋ ναυτικού κ.λ.π.) χτυπούν περισσότερο τούς πο­λίτες τους (προστίθεται ή έπιδοτούμενη άνεργία κ.λ.π.) ’ άλ- λά ή κρατική παρέμβαση μέ τούς τελωνειακούς δασμούς δη­μιουργεί μιά καινούργια βάση; Τό κράτος, μέ τούς δασμούς «έπιλέγει», άνάμεσα άπδ τούς πολίτες έκείνους πού πρέπει νά προστατέψει ίστω καί άν δέν είναι «άξιόλογοι», καί προ- καλεΐ άνταγωνισμούς μεταξύ τών δμάδων γ ιά τή διανομή τού έθνικοϋ είσοδήματος κ,λ.π.

ΤΑ ΒΕΛΑΝΙΔΙΑ Κ Α Ι Η ΒΕΛ Α Ν ΙΔΙΑ

Ή σημερινή γενιά ίχ ε ι μιά παράξενη μορφή αότοσυνεί- δησης καί άσκεΐ στδν έαυτό της μιά παράξενη μορφή αύτο- κριτικής. Έ χ ε ι τή συνείδηση δτι είναι μιά γενιά μεταβα­τική, ή άκόμα καλύτερα, πιστεύει γ ιά τδν έαυτό της δτι εί­ναι κάτι σάν μιά ίγγυος γυναίκα: Νομίζει δτι είναι ίτοι- μη νά γεννήσει καί περιμένει νά γεννήσει Ινα μεγάλο πα ι­δί. Διαβάζουμε συχνά δτι «βρισκόμαστε έν άναμονή ένός Χρι­στόφορου Κολόμβου πού θά άνακαλύψει μιά καινούργια ’Αμε­ρική τής τέχνης, τού πολιτισμού, τής ήθικής». Διαβάζουμε έπίσης δτι ζοϋμε σέ μιά προδαντική έποχή: περιμένουμε τδν καινούργιο Δάντη πού θά συνθέσει ρωμαλέα τδ παλιό καί τδ καινούργιο καί θά δώσει στδ καινούργιο τή ζωτική ώθη­ση. Αύτδς δ τρόπος σκέψης, δ δποίος άνατρέχει σέ μυθικές εΙκόνες παρμένες άπδ τήν Ιστορική έξέλιξη τού παρελθόντος, είναι άπδ τούς πιδ παράξενους καί ένδιαφέροντες γ ιά τήν κατανόηση τού παρόντος, τής κενότητάς του, τής ήθικής καί

59

πνευματικής άργίας. Πρόκειται γ ιά μιά μορφή τής «σύνθε­σης τού μετά» ίπ ό τΙς πιό έκπληκτικές. Στήν πραγματικό­τητα μέ δλες τΙς διακηρύξεις σπιριτουαλιστικής καί βολοντα- ριστικής, Ιστορικιστικής καί διαλεκτικής πίστης, κ-λ.π., ή σκέψη πού κυριαρχεί είναι èκείνη τοΟ χιΛαίου έξελικτισμοΟ, τοΟ φαταλιστικοΟ καί θετικιστικοϋ. Τό ζήτημα θά μποροΟσε v i μπεί Ετσι: κάθε «βελανίδι» μπορεί νά σκέφτεται δτι θά γίνει βελανιδιά. Έ ά ν τά βελανίδια είχαν Ιδεολογία, αύτή θά ήταν άκριβώς νά αίσθάνονται δτι «έγκυμονοΟν» βελανι­διές. ’Αλλά στήν πραγματικότητα, τά 999%· τών βελανιδιών χρησιμεύουν γ ιά τό φαγητό τών χοίρων, καί τό πολύ, συμ­βάλλουν στήν παρασκευή λουκάνικων καί μορταδέλλας.

ΓΕΡΟ Ι Κ Α Ι ΝΕΟΙ

Καθώς διαδέχονται ot γενιές ή μιά τήν άλλη (καί έφ’ δσον κάθε γενιά έκφράζει τή νοοτροπία μι&ς ιστορικής έπο- χής) μπορεί νά συμβεί νά ύπάρχει μιά παλιά γενιά μέ πα­λιωμένες Ιδέες καί μιά νέα γενιά μέ παιδιάστικες Ιδέες, νά λείπει δηλαδή ό ένδιάμεσος ιστορικός κρίκος, ή γενιά που θά μποροΟσε νά διαπαιδαγωγήσει τους νέους. Ό λ α αύτά έν- νοείται είναι σχετικά. Αύτός ό ένδιάμεσος κρίκος δέν λείπει ποτέ όλοκληρωτικά, άλλά μπορεί νά είναι πολύ άδύνατο; «ποσοτικά» καί έπομένως υλικά άνίσχυρος νά κρατήσει στους ώμους του αύτό τό καθήκον. ’Ακόμα, αύτό μπορεί νά συμ- βεί γ ιά 2να κοινωνικό στρώμα καί δχι γ ιά ένα άλλο. Στις κατώτερες όμάδες τό φαινόμενο παρατηρείται συχνότερα καί είναι σοβαρότερο γιατί τό γεγονός δτι είναι «κατώτερες», συνε­πάγεται φυσιολογικά τή δυσκολία νά ύπάρχει μιά όργανική συνέχεια τών ήγετικών διανοουμένων στρωμάτων καί Ιπει- δή γ ιά τά λίγα στοιχεία που μπορούν νά βρίσκονται στό δ- ψος τής ιστορικής έποχής είναι δύσκολο νά όργανώσουν αύ­τό που οΕ Άμερικάνοι όνομάζουν τράστ τών Ιγκεφάλων.

Η Π Α ΡΟ ΙΜ ΙΑ : «ΑΔΕΡΦΙΑ, ΜΑΧΑΙΡΙΑ»

ΕΓναι λοιπόν τόσο παράξενο καί παράλογο πού οί άγω-

νες καί τά μίση γίνονται τόσο πιό λυσσώδεις καί μεγάλοι Seo περισσότερο δύο στοιχεία φαίνονται συγγενικά και όδηγημέ- να Από τήν «δύναμη τών πραγμάτων» νά συ ννε νοηθούν καί νά συνεργαστούν; Δέν φαίνεται. Τουλάχιστο «ψυχολογικά» τό γεγονός έξηγείται. Π ραγματικά, κάποιος δέν μπορ«Ι νά περιμένει τίποτα τό καλό Από Ινα έχθρό ή Από ένα Αντίπα­λο’ Αντίθετα ϊχ ε ι τό δικαίωμα νά προσμένει ή πραγματικά προσμένει βοήθκα καί συνεργασία Από δποιον τοΟ παραστέ­κεται, Από δποιον συνδέεται μαύτόν μέ δεσμούς Αλληλεγγύης ή δποιουδήποτε εΓδους. Πραγματικά, ή παροιμία «Αδέρφια, μαχαίρια», έφαρμόζεται δχι μόνον σέ δεσμούς Αγάπης, Αλ­λα έπίσης σέ δεσμούς πού συγκροτούνται Από νομικές ύ- ποχρεώσεις. Νά σοΟ κάνει κακό κάποιος πού σού είναι έχθρός ή έστω καί μόνο Αδιάφορος δέν σέ πειράζει, σοΟ είναι «Αδιάφορο», δέν διεγείρει συναισθηματικές Αντιδράσεις όργής. ’Αλλά έάν αύτός πού σοΟ κάνει τό κακό είχε τήν ήθική ύποχρέωση νά σέ βοηθήσει (μέσα σέ έθελοντικές έ- νώσεις) ή τήν νομική ύποχρέωση νά πράξει διαφορετικά (στίς όργανώσεις κρατικού τύπου), αύτό σέ έξοργίζει καί μεγαλώ­νει τό κακό, ΑφοΟ σέ δυσκολεύει νά προβλέψεις τό μέλλον, σ' έμποδίζει νά κάμεις σχέδια καί προγράμματα, νά καθο­ρίσεις μιά γραμμή συμπεριφοράς. Είναι βέβαιο δτι κάθε άν­θρωπος ΑναζητΛ νά καθορίσει δσα περισσότερα στοιχεία σί­γουρης ΑναφορΛς μέσα στή συμπεριφορά του είναι δυνατό, νά περιορίσει τό «τυχαίο» καί τήν «Ανώτερη βία». Στήν προσ­πάθεια αύτού τοΟ περιορισμού ύπολογίζβται ή Αλληλεγγύη, 6 δοσμένος λόγος, ot ύποσχέσεις τών Αλλων, πού θ&πρεπε νά όδηγήσουν σέ δρισμένα γεγονότα. Έ ά ν αύτά παραλείπονται λόγω Αμέλειας, Αδιαφορίας, Απειρίας, λόγω δολιότητας, τό­τε, στό κακό πού προκύπτει Απ’ αύτά, προστίθεται ή ήθική όργή, πού είναι τυπική αύτής τής τάξης τών σχέσεων. Έ άν Ινας έχθρός σοΟ προκαλέσει μιά ζημιά καί σύ θρηνείς γιαύτό, είσαι Ινας Ανόητος γιατί εϊναι χαρακτηριστικό τών έχθρών νά προκαλοΟν ζημιές. ’Αλλά έάν ένας φίλος σού προκαλέ- σει Ινα κακό, δικαιολογείται ή μνησικακία σου. Έ τ σ ι έάν ένας Αντιπρόσωπος τοΟ νόμου διαπράττει μιά παρανομία, ή Αντίδραση εϊναι διαφορετική Απ’ δ,τι έάν τήν παρανομία τήν

61

διέπραττε Ινας ληστής. Γιαύτδ μοΟ φαίνεται δέν πρέπει να έκπλήττεται κανείς άπό τήν λύσσα τών άγώνων καί τοΟ μί­σους άνάμεσα σέ γείτονες (γιά παράδειγμα, άνάμεσα σέ δύο κόμματα πού λέγονται συγγενικά) - τό άντίβετο θά ήταν έκ- πληκτικό, δηλαδή ή ίδιαφορία καί ή ήθική άναισθησία δπω; συμβαίνει στίς συγκρούσεις μεταξύ άνοιχτών καί δεδηλωμέ­νων έχθρών.

«ΕΡΑ ΣΙΤΕΧ Ν ΙΚ Η ΙΣΤΟ ΡΙΑ »

Στήν «Κριτική» τής 20ης Νοέμβρη 1930, σέ μιά άνάλυ- ση τών Ffirode Bismarcks τοΟ Otto W estphal, δ Μπενεντέτ- το Κρότσε γράφει δτι «ή αίτία τής εύνοιας πού θά Αντιμετω­πίσουν οΐ τόμοι» τοΟ Λούντβιχ, «καί ot πολλοί άλλοι παρόμοιοι μέ τούς δικούς του, γεννιέται άπό... μιά δρισμένη άδυναμία καί διανοητική μηδαμινότητα, πού δ πόλεμος δημιούργησε στδν κόσμο». Τ ί μπορεί v i σημαίνει αύτός δ Ισχυρισμός; 'Ο ­ταν τύν ϊναλύσουμε δέν σημαίνει τίποτε, έντελώς τίποτε. ΜοΟ φαίνεται δτι τό φαινόμενο μπορεί νά έξηγηθεΐ κατά τρόπο πιδ ρεαλιστικό: Στή μεταπολεμική περίοδο άνθισε στύν κό­σμο τής κουλτούρας καί τοΟ ένδιαφέροντος γ ιά τήν Ιστορία iva κοινωνικό στρώμα άρκετά σημαντικό, τοΟ δποίου ot συγ­γραφείς τύπου Λούντβιχ είναι ή φιλολογική Ικφραση. Τύ φαι­νόμενο Λούντβιχ σημαίνει πρόοδο ή πνευματική Οπισθοδρό­μηση ; Νομίζω δτι δείχνει πρόοδο, άρκεΐ ή κρίση αύτή νά νο­ηθεί έπακριβώς: Ot σημερινοί άναγνώστες τής «έρασιτεχνι- κής» Ιστορίας (σύμφωνα μέ τήν Ικφραση τοΟ Κρότσε) άντι- στοιχοΟν σ' έ κείνα τά κοινωνικά στοιχεία πού στύ παρελθόν διάβαζαν τά Ιστορικά μυθιστορήματα, μάθαιναν τήν Ιστορία άπό τά μυθιστορήματα τοΟ Δουμά, τοΟ Ούγκώ, κΛ.π. Γιαύ­τό μοΟ φαίνεται δτι Ιγινε «πρόοδος». Γ ιατί γ ιά νά μπορεί κα­νείς νά μιλά γ ιά πνευματική άδυναμία καί μηδαμινότητα θά- πρεπε νά είχε έξαλειφθεΐ ή Ιστορία τών Ιστορικών, άλλά αύ- τ ί δέν συμβαίνει- Γσως συμβαίνει τό άντίθετο: Ό τ ι , δηλαδή, έπίσης καί ή σοβαρή (στορία διαβάζεται σήμερα περισσότε­ρο, δπως άποδείχνει, τουλάχιστο στήν ’Ιταλία, δ πολλαπλα-

02

αιασμός των Ιστορικών συλλογών (συλλογές ΐοϋ Βαλλέκι καί τής «Νέας ’Ιταλίας», γ ιά παράδειγμα). Ε π ίσης τά Ιστορικά βιβλία τοΟ Κρότσε σήμερα διαβάζονται περισσότερο άπ’ δ,τι πρίν τόν πόλεμο: Σήμερα ύπάρχει περισσότερο πνευματικό έν- διαφέρον γ ιά τήν πολιτική καί κατά συνέπεια γ ιά τήν Ιστορία στά μικροαστικά στρώματα, τά όποΐα Ικανοποιούν άμεσα τΙς άνάγκες τους μέ τήν «έρασιτεχνική Ιστορία». Ό μ ω ς Ινα εί­ναι βέβαιο: 8τι δηλαδή στήν όργάνωση τής κουλτούρας, τό σχετικό άνάστημα τών «σοβαρών Ιστορικών» έλαττώθηκε έξ αΙτίας τής εισόδου στό χώρο αύτό τών Λούντβιχ καί Σία. Ό Κρότσε έκφράζει τή λύπη του γ ιά τό γεγονός αύτό, πού έκ- φράζει μιά «κρίση κύρους» στή σφαίρα τής έπιστήμης καί τής ύψηλής κουλτούρας. Ή λειτουργία τών μεγάλων διανοου­μένων, έάν παραμένει άνέπαφη, βρίσκει δμως ίν α περιβάλλον πολύ πιό δύσκολο γ ιά νά έπιβεβαιωθεΐ καί άναπτυχθεΐ: *0 μεγάλος διανοούμενος πρέπει έπίσης κ ι’ αύτός νά ρίχνεται στήν πρακτική ζωή, νά γίνεται όργανωτής τών πρακτικών πλευρών τής κουλτούρας, έάν θέλει νά συνεχίσει νά διευθύ­νει’ πρέπει νά δημοκρατικοποιηθεΐ, νά γίνει πιό έπίκαιρος: ό άνθρωπος τής Αναγέννησης δέν είναι π ιά δυνατός στό σύγ­χρονο κόσμο, δταν συμμετέχουν στήν Ιστορία, ένεργητικά καί άμεσα, άνθρώπινες μ&ζες πάντα πιό μεγάλες.

Στήν πραγματικότητα, τό φαινόμενο Λούντβιχ καί ή «έ- ρασιτεχνική Ιστορία», δέν είναι νεωτερισμός τοϋ μεταπολί- μου: Τέτοια φαινόμενα περιέχονται έν σπέρματι στή δημο­σιογραφία, στή μεγάλη λαϊκή έφημερίδα: Πρόδρομοι τού Λούντβιχ καί Σ ία είναι άρθρογράφοι τής τρίτης σελίδας, οΐ συγγραφείς τών Ιστορικών σχεδιασμάτων, κΛ .π. Τό φαι­νόμενο λοιπόν είναι ούσιαστικά πολιτικό, πρακτικό' άνήκει σ’ έκείνη τή σειρά τών πρακτικών κινημάτων πού δ Κρότσε περικλείει στή γενική έπιγραφή «άντιστορικιαμός», πού δταν άναλυθεΐ άπ* αύτή τή σκοπιά, θά μπορούσαμε νά τήν δρί- σουμε: Κριτική τών πρακτικών κινημάτων πού τείνουν νά γίνουν Ιστορία, πού άκόμα δέν Ιχουν τό χρίσμα τής έπιτυχίας, πού άκόμα είναι ξεκομίνα καί Ιτσι «άφηρημένα», παράλογα έπεισόδια τοΟ Ιστορικού κινήματος, τής γενικής έξέλιξης τής παγκόσμιας Ιστορίας. Ξεχνούν συχνά (καί δταν ό κριτικός

68

τής Ιστορίας έ ν τ φ γ ί γ ν ε σ θ α ι τό ξεχνάει αύ- τό, σημαίνει δχι αύτός δέν είναι Ιστορικός, άλλά πολιτικός Ανθρωπος ni δράση) δχι ni κάθε στιγμή τής Ιστορίας έ ν τ φ γ ί γ ν ε σ θ α ι 6πάρχ(ΐ Ανταγωνισμός άνάμεσα στό όρθολογικό χαΐ τό παράλογο, καί έννοούμ« σάν παράλογο έ- κεϊνο που δέν θά θριαμβεύσει σέ τελευταία Ανάλυση, πού δέν θά γίνει ποτέ Ιστορία πραγματική, Αλλά τό όποίο στήν πρα­γματικότητα κ ι’ αύτό έπίσης είναι όρθολογιχό γιατί είναι κατά τρόπο Αναγκαία δεμένο μέ τό όβθολογικό, τοϋ όποίου ΑποτελεΙ μια στιγμή Αξεδιάλυτη* δτι στήν Ιστορία, έάν θρι­αμβεύσει πάντα τό γενικό, έπίσης καί τό «Ιδιαίτερο» Αγω­νίζεται γ ιά νά έπιβληθεΐ καί, σέ τελευταία Ανάλυση, έπιβάλ- λεται κι’ αύτό έφ’ δσον καθορίζει μιά όρισμένη έξέλιξη τοϋ γενικοΰ χαΐ δχι κάποια Αλλη. Ά λ λά στή σύγχρονη Ιστορία, τό «ιδιαίτερο» δέν Ιχε ι π ιά τήν Γδια σημασία πού είχε στόν Μακιαβέλλι καί στόν G uicdardm i’ δέν δείχνει πιά τό Απλό Ατομικό συμφέρον, γιατί στή σύγχρονη Ιστορία τό Ιστορικο - πολιτικό «Ατομο» δέν είναι τό «βιολογικό» Ατομο άλλά ή κοι­νωνική όμάδα. Μόνο 6 άγώνας, μέ τήν Ικβασή του, καί ούτε μέ τήν Αμεση Ικβασή του, Αλλά μέ έ κείνη πού έκδηλώνεται σέ μιά διαρκή νίκη, θά πεί ποιό είναι όρθολογικό ή παρά­λογο, ποιό «Αξίζει» νά νικήσει γιατί συνεχίζει, μέ τό δικό του τρόπο, καί ξεπερνά τό παρελθόν.

Ή πρακτική στάση τοϋ Κρότσε είναι Ινα στοιχείο γ ιά τήν άνάλυση χαΐ τήν κριτική τής φιλοσοφικής του στάσης, τής όποίας μάλιστα είναι τό θεμελιακό στοιχείο. Στόν Κρότσε φι­λοσοφία καί «Ιδεολογία» τελικά ταυτίζονται, έπίσης ή φιλο­σοφία δέν Αποδείχνεται τίποτα άλλο Από Ινα «πρακτικό έρ- γαλεϊο» όργάνωσης καί δράσης: τής όργάνωσης ένός κόμμα­τος, μάλιστα μι Ας διεθνούς κομμάτων, καί μι Ας γραμμής πρα­κτικής δράσης. Ή όμιλία τού Κρότσε στό συνέδριο φιλοσο­φίας τής ’Οξφόρδης στήν πραγματικότητα είναι πολιτικό μα­νιφέστο, μιάς διεθνούς ίνωσης τών μεγάλων διανοουμένων κά­θε ίθνους, ειδικά τής Εύρώπης: καί δέν μπορεί χανείς νά άρνηθεΐ δτι αύτό μπορεί νά γίνει Ινα κόμμα σημαντικό καί δτι μπορεί νά Ιχε ι μιά λειτουργία δχι μικρή, θ ά μπορούσε ήδη νά πεί κανείς, Ιτσι χοντρικά, δτι ήδη σήμερα έπαληθίύ

Μ

εται στό σύγχρονο κόσμο £να φαινόμενο παρόμοιο μέ Εκείνο τής άπόσπασης μεταξύ τοΟ «πνευματικού» χαΐ τοΟ «Εγκόσμιου» στό Μεσαίωνα: φαινόμενο πολύ πιό περίπλοκο άπό χείνο τό­τε, Εφόσον ή σύγχρονη ζωή ίχ ε ι γίνει πιό περίπλοκη. ΟΙ ¿πισθοδρομικές χαΐ συντηρητικές κοινωνικές όμάδες περιορί­ζονται πάντα περισσότερο στήν άρχιχή τους οίκονομικο - συν­τεχνιακή φάση, ένώ οΐ προοδευτικές xai άνανεωτικές όμά­δες βρίσχονται άκόμα στήν άρχιχή τους άκριβώς οίχονομιχο · συντεχνιακή φάση. 0 ( παραδοσιακοί διανοούμενοι, Απομακρυ­νόμενοι άπό τήν κοινωνική δμάδα στήν όποία μέχρι τώρα είχαν δώσει τήν πιό ύψηλή xal περιεκτική μορφή καί γιαύ- τό τήν πιό Εκτεταμένη καί τέλεια συνείδηση τοΟ σύγχρονου κράτους, στήν πραγματικότητα έκπληρώνουν μιά πράξη άνυ- πολόγιστης Ιστορικής άξίας: Σημειώνουν καί έπικυρώνουν τήν κρατική ^ρίση στήν άποφασιστική της μορφή. Ό μ ω ς αυτοί οί διανοούμενοι δέν ϊχουν οδτε τήν Εκκλησιαστική όρ- γάνωση, οδτε κάτι πού νά τής μοιάζει, καί σαύτό ή σύγ­χρονη κρίση Επιβαρύνεται σέ σύγκριση μέ τή μεσαιωνική κρίση πού Αναπτύχθηκε γ ιά μερικούς αιώνες, μέχρι τή Γαλ­λική ’Επανάσταση, δταν ή κοινωνική όμάδα πού μετά τό 1000 ύπήρξε ή κινητήρια οικονομική δύναμη τής Εύρώπης μπόρεσε νά παρουσιαστεί σάν όλοκληρωμένο «κράτος» μέ δ- λες τΙς ήθικές'καί πνευματικές δυνάμεις πού ήταν άναγκαΐες καί Ικανές γι& νά όργανώσουν μιά πλήρη καί τέλεια κοινω­νία. Σήμερα τό «πνευματικό» πού άποκόβεται άπό τό «Εγ­κόσμιο», καί ξεχωρίζει άπ’ αύτό σάν νά είναι αύθύπαρκτο, είναι κάτι τό μή όργανικό, τό Αποκεντρωμένο, Ινας άστα- θής κουρνιαχτός μεγάλων πολιτιστικών προσωπικοτήτων «χω­ρίς Πάπα» καί χωρίς έπικράτεια. Αύτή ή διαδικασία τής άποσύνθεσης τοΟ σύγχρονου κράτους είναι, ώστόσο, πολύ πιό καταστροφική άπό τήν μεσαιωνική Ιστορική διαδικασία, ή δποία ¿δηγοΟσε ταυτόχρονα στήν όλοκλήρωση καί τήν διά­σπαση, δοθείσης τής είδικής ¿μίδας ή όποία ήταν ή κινητή­ρια δύναμη τής Ιστορικής διαδικασίας καί δοθέντος τοΟ τύ­που τοΟ κράτους πού ύπήρξε μετά τό 1000 στήν Εύρώπη, πού δέν γνώριζε τόν σύγχρονο συγκεντρωτισμό καί θά μπο­ρούσαμε νά τό άποκαλέαουμε περισσότερο «¿μοσπονδιακό τών

a06

κυρίαρχων τάξεων» παρά κράτος μιάς μόνο κυρίαρχης τά­ξης·

Πρέπει νά δοΟμε κατά πόσο «έπικαιριαμός» τοΟ Τζεν- τίλε άντιστοιχεί στή θετική κρατική φάση, στήν όποία άν- τίθετα, άντιτίθεται ό Κρότσε. Ή «ένότητα στήν πράξη» δί­νει στόν Τζεντίλε τή δυνατότητα νά άναγνωρίσει σάν «Ιστο­ρία» αύτό πού γ ιά τόν Κρότσε είναι άντιϊστορία. Γ ιά τόν Τζεντίλε ή Ιστορία είναι όλόκληρη Ιστορία τοΟ κράτους. Γιά τόν Κρότσε άντίθετα είναι «ήθικο - πολιτική», δηλαδή ό Κρό­τσε θέλει νά διατηρήσει μιά διάκριση άνάμεσα στήν Ιδιω­τική κοινωνία (società civile) καί τήν πολιτική κοινωνία, ά­νάμεσα στήν ήγεμονία καί τή δικτατορία1 οΐ μεγάλοι διανο­ούμενοι άσκοΟν τήν ήγεμονία, ή όποία προΟποθέτα μια όρισμένη συνεργασία, δηλαδή μιά ένεργητική καί θεληματι­κή (έλεύθερη)Ι συγκατάθεση, δηλαδή Ινα φιλελεύθερο, δη­μοκρατικό, καθεστώς. Ό Τζεντίλε τοποθετεί τήν συντεχνια­κή J οικονομική φάση σάν φάση ήθική μέσα στήν Ιστορική πράξη: ήγεμονία καί δικτατορία δέν μποροΟν νά διακριθοΟν, ¿πωσδήποτε ή βία είναι ή συγκατάθεση. Δέν μπορεί κανείς νά διακρίνει τήν πολιτική κοινωνία άπό τήν ιδιωτική κοινω­νία’ ύπάρχει μόνο τό κράτος καί φυσικά τό κράτος - κυβέρ­νηση, κ.λ.π.

Ή Ιδια άντιθετική θέση πού, στή φιλοσοφική σφαίρα, έπαληθεύεται άνάμεσα στόν Κρότσε καί τόν Τζεντίλε, έπα- ληθεύεται στό πεδίο τής πολιτικής οικονομίας άνάμεσα στόν Einaudi καί τούς μαθητές τοϋ Τζεντίλε. Ή ιδέα τοϋ πολί­τη - ύπαλλήλου τοϋ Κράτους, χαρακτηριστική τοϋ Σπιρίτο, προέρχεται άμεσα άπό τήν έλλείπουσα διαίρεση μεταξύ πο­λιτικής κοινωνίας καί Ιδιωτικής κοινωνίας, (ΐεταξύ πολιτικής ήγεμονίας καί κρατικό - πολιτικής διακυβέρνησης. Στήν πραγματικότητα, προέρχεται, άπό τήν άντιίστορικότητα τής σύλληψης τοϋ Κράτους πού έξυπονοεϊται στήν άντίληψη τοϋ Σπιρίτο, παρά τΙς άνατρεπτικές του διαβεβαιώσεις καί τΙς θορυβώδεις πολεμικές του. Ό Σπιρίτο δέν θέλει νά Αναγνω­ρίσει δτι έξαιτίας τοϋ γεγονότος δτι κάθε μορφή Ιδιοκτησίας συνδέεται μέ τό Κράτος, έπίσης καί γ ιά τούς κλασσικούς οι­κονομολόγους τό Κράτος παρεμβαίνει σέ κάθε στιγμή στήν

οικονομική ζωή, πού είναι Ινας συνεχής ιστός διαβάσεων τής ιδιοκτησίας. Ή Ιδέα τοϋ Σπιρίτο συγκεκριμένα, Αντιπροσω­πεύει μιά έπιστροφή στήν καθαρή οίκονομική Αντίληψη, τήν όποια αϋτός άποδοκιμάζει γ ια τΙς άντιφατικότητές της. Ε ί­ναι ένδιαφέρον νά σημειώσουμε δτι σαύτή τήν Ιδία περιέχει ται 6 «Άμερικανιαμός», ΑφοΟ ή ’Αμερική δέν ίχ ε ι Ακόμα ξε- περάσει τήν οΙκονομικο - συντεχνιακή φάση, πού Από τους Ευρωπαίους ί χ ΐ ΐ διανυθεΐ στό Μεσαίωνα, δηλαδή δίν ίχ ε ι δημιουργήσει άκόμα μιά ¿ντίληψη τοΟ κόσμου καί μιά 6- μάδα μεγάλων διανοουμένων πού να διευθύνουν τό λαό ατό περιβάλλον τής Ιδιωτικής κοινωνίας: Μαύτή τήν ίννοια εί­ναι Αλήθεια δτι ή ’Αμερική βρίσκεται κάτω Από τήν Εύρω- παϊκή έπιρροή, Από τήν έπιρροή τής εύρωπαΐκής Ιστορίας. (Αυτό τό ζήτημα τής κρατικής μορφής - βάσης τών Η ν ω ­

μένων Πολιτειών είναι πολύπλοκο, Αλλά 6 πυρήνας τοΟ ζη ­τήματος μοΟ φαίνεται Ακριβώς αότός).

Α ΓΤΟ Ι Π ΟΓ ΚΑΤΑΣΚΕ1ΓΑΖΟΓΝ ΣΟ Φ ΙΤΕΣ

Μιά γενιά μπορεί νά κριθεΐ μ ΐ τήν Ιδια κρίση πού αύτή κάνει γ ιά τήν προηγούμενη γενιά, μιά Ιστορική περίοδος μ ΐ τόν ίδιο τρόπο θεώρησης τής περιόδου ή όποία προηγήθηκε Απ’ αύτήν. Μιά γενιά πού μειώνει τήν προηγούμενη γενιά, πού δέν καταφέρνει νά δει τά έπιτεύγματά της καί τήν Αναγκαία σημασία της, δέ μπορεί παρά νά είναι πενιχρή καί χωρίς έμπιστοσύνη στόν έαυτό της, έστω καί Αν κομπάζει παράφο­ρα γ ιά τό μεγαλείο της. Είναι ή συνηθισμένη σχέση Ανάμε­σα στό μεγάλο Ανθρωπο καί τόν καμαριέρη. 'Ερημώνεις γ ιά νά φανείς καί νά διακριθεϊς: Μιά γενιά ζωηρή καί Ισχυρή, πού έτοιμάζεται νά έργαστεί καί νά έπιβεβαιωθεΐ, τείνει Αν­τίθετα νά ύπερεκτιμήσιι τήν προηγούμενη γενιά γ ιατί ή ένέρ- γειά της τής δίνει τή σιγουριά δτι θά πάει Ακόμα πιό μπρο­στά* Απλώς τό νά φυτοζωείς είναι ήδη ξεπέρασμα έκείνου πού είκονίζεται σάν πεθαμένο.

Ά ποδοκιμάζει κανείς τό παρελθόν γ ιά νά μήν ύπολογί- σει τό καθήκον τοΟ παρόντος. Πώς Θά ήταν πιό εδκολα τά

67

πράγματα έάν ot γεννήτορες είχαν ήδη κάμει τό Ιργο τών γ ιών: Στήν ύποτίμηση τοΟ παρελθόντος ένυπάρχει μιά δι­καιολογία γ ιά τήν μηδαμινότητα τοΟ παρόντος: Ποιός ξέρει τί θά είχαμε κάμει έμείς έάν ot πατεράδες μας είχαν κάμει αύτό καί τό άλλο...... άλλά δέν τό έκαμαν καί, Ιτσι, δέν κά­ναμε κ ι' ΙμεΙς τίποτα περισσότερο. Μιά σοφίτα πάνω σ’ Ινα ισόγειο είναι λιγότερο σοφίτα άπ έκείνη τού δέκατου πατώ­ματος ή τοΟ είκοστοΟ; Μιά γενιά πού ξέρει νά κάνει μόνο σοφίτες παραπονεΐται πού ot προγενέστεροι δέν είχαν κτίσει παλάτια τών δέκα ή 30 όρόφων. Λέτε δτι εΓσαστε Ικανοί νά χτίζετε μητροπόλεις, άλλά δέν εΓσαστε Ικανοί παρά νά χ τ ί­ζετε σοφίτες' διαφορά μέ τό Μανιφέστο 13,που έξαίρει τό μεγαλείο τής έτοιμοθάνατης τάξης.

Η Φ1ΓΛΑΚΗ

Σ ' Ινα άρθρο τού Μάριο Μπονφαντίνι, «Ή τέχνη τοΟ Κ ά­ρολο Μπίνι», στήν «Φορολογική Ιταλία» τής 22 Μάη 1932, άναφέρονται αυτοί ot δυό στίχοι (ή σχεδόν) : «Ή φυλακή είναι μιά λίμα τόσο λεπτή — που όξύνοντας τή σκέψη τής προσδίνει Ινα στύλ». Ποιός τό Ιχε ι γράψει αύτό; δ ίδιος δ Μ πίνι; Ά λ λά δ Μπίνι Ιχε ι μείνει πραγματικά σέ φυλακή (ίσως δχι πολύ) ; Ή φυλακή είναι μιά λίμα τόσο λεπτή πού

καταστρέφει πλήρως τή σκέψη, ή κάνει 8,τι κι’ έκείνος δ Αρχιεργάτης στόν δποΐον είχε παραδοθεΐ Ινας ώραίος κορμός άπό ξύλο ξηραμένης έλιάς γ ιά νά κάμει Ινα άγαλμα τοΟ ά- γίου Πέτρου καί κόβει έδώ, κόβει έκεϊ, διορθώνει, σχεδιάζει καί τελειώνει έχοντας φτιάξει μιά λαβή γ ιά σουβλί.

Ο ΦΟΒΟΣ T o r Κ ΕΡΕΝ ΣΚ ΙΣΜ Ο Γ

Είναι Ινα άπό τά πιό άξιόλογα χαρακτηριστικά τών με­ταπολεμικών χρόνων. ’Αντιστοιχεί Γσως, σ’ Ινα δριομένο μέ­τρο, στόν φόβο τοΟ ΛαφαγιετισμοΟ στήν περίοδο πού άκολού- θησε τή Γαλλική ’Επανάσταση. Γύρω άπό τόν Κερενσκισμό

σχηματίστηκε ?νας όλόκληρος «άρνητικός μΟθος». ’Αποδόθη­καν στόν Κερένσχι δλες οί Αρνητικές ιδιότητες, ot Αδυναμίες, ot δισταγμοί, ot Ανεπάρκειες μιάς όλόχληρης Ιστορικής έπο- χής. Τό νά μή γίνουν Κερένσχι τής διχι&ς τους χώρας, Εγι- νε ή έμμονη ιδέα μιάς όλόχληρης σειράς Αρχηγών κυβερνή­σεων. ’Α π’ αότόν τό φόβο προήλθαν μερικά άπό τά πολιτικά άξιώματα τοϋ σημερινού Μακιαβελισμού χαΐ τών κριτικών Αρχών π ίνω ατά όποΐα άναπτύσσεται ή μαζική προπαγάνδα. ’Αλλά τί τό πραγματικό Υπάρχει σαύτόν τό φόβο; Δέν πα­ρατηρούμε δτι Ενα άπό τά στοιχεία τοϋ Κερενσκισμοϋ είναι Ακριβώς αύτός ό Ιδιος φόβος νά γίνει χανείς Κερένσχι, δηλαδή τό γεγονός δτι μιά θετική κατεύθυνση Υποκαθίσταται άπό μιά άρνητιχή κατεύθυνση στήν πολιτική ζωή, δτι σκέφτεται κανείς περισσότερο νά «μή δρά» παρά νά «5ρ4 συγκεκριμέ­να», διακατέχεται άπό τόν άντίπαλο πού τόν αίσθάνεται νά κυριαρχεί μέσα στήν Ιδια του τήν προσωπικότητα. ’Εξ άλλου, γίνεται κανείς «Κερένσχι» δχι άπό θέληση, Ετσι δπως ή θέ­ληση 6èv μπορεί νά μάς κάνει νά Αποφύγουμε νά είμαστε Κερένσχι. Ό Κερένσχι Υπήρξε ή Εχφραση ένός καθορισμέ­νου συσχετισμοΟ, πολιτικών δυνάμεων, όργανωτικών, Αμεσων στρατιωτικών, πού δέν δημιουργήθηχε άπ’ αότόν χαΐ που αύτός δέν χατάφερε νά διορθώσει, παρά τΙς Απελπισμένες του προσπάθειες, τόσο άπελπισμένες χαΐ άσύνδετες ώστε νά τοϋ δίνουν τή μορφή ένός ’Αρλεκίνου. Παίρνεται στά σοβαρά ή ή- θιχή καί διανοητική εΙκόνα τοϋ Κερένσχι πού σχεδιάστηκε άπό τούς έχθρούς του σάν δπλο άγώνα έναντίον του, σάν ά­μεσο μέσο γ ιά νά τόν βγάλουν άπ’ τή μέση καί νά τόν Απο­μονώσουν, καί πού γιαύτό τόν παραστήσανε σάν άνθρωπο μη­δαμινό άπολύτως έκτός χρόνου καί χώρου, Ινα τυπικό «εί­λωτα» πού νά τόν δείχνουν στούς «Σπαρτιάτες» γ ιά νά τούς διαπαιδαγωγοΟν. θ ά μπορούσε κανείς νά άποδείξει δτι δέν είναι άλήθεια δτι ό Κερένσχι δέν χατέφυγε στά μέτρα βίας, κάθε άλλο' άλλά Ισως άχριβώς αότή του ή προσφυγή στή βία έπιτάχυνε τήν πολιτική διαδικασία άπό τήν δποία άνα- τράπηκε. Στήν πραγματικότητα, ό Κερένσκι είχε πολλές σχε­τικές έπιτυχίες, καί ή πολιτική του γραμμή δέν ήταν έσφαλ- μένη καθ’ έαυτή, άλλά αύτό λίγο μέτρησε μέσα στό σύνολο

69

τών δυνάμεων πού άποδεσμεύτηκαν γύρω του, ot όποΐες δέν μπορούσαν νά έλεγχθοΟν άπό πολιτικούς τοΟ τύπου Κερέν- οχι, δηλαδή άπό τό σύνολο τών κοινωνικών δυνάμεων τών όποιων ό Κερένσχι ήταν ή πιό Ικανοποιητική Ικφραση.

«Ο ΚΟΣΜΟΣ ΘΑ Π Α ΕΙ Π Ρ Ο Σ . .

Στήν «Κριτική» τής 20 Μάρτη 1933 περιέχεται μιά «πα- ρασημείωση» τοΟ Κρότσε: ό κ ό σ μ ο ς π ά ε ι π ρ ό ς... Φαίνεται δμως δτι ό Κρότσε δέν άγγιξε δλες τΙς πλευρές τής διατύπωσης ή όποια ούσιαστικά είναι μιά διατύπωση πολι­τική, πολιτικής δράσης. Τό νά κατορθώσεις νά πείσεις κά­ποιον δτι ό «κόσμος πάει πρός....» μιά όρισμένη κατεύθυνση δέν σημαίνει τίποτα άλλο άπό τό νά κατορθώσεις νά πείσεις γ ιά τό μοιραίο τής δικιάς σου δράσης καί νά άποκτήσεις τήν παθητική συγκατάθεση μέσω τής Ιξήγησής της. Τό πώς σχηματίζεται αύτή ή πεποίθηση είναι βέβαια ένδιαφέρον ζή ­τημα: δτι έδώ συμβάλλουν ή «δειλία» καί άλλες μορφές ή- θικής μικρότητας είναι άναμφίβολο* άλλα έπίσης τό γεγονός δτι τόση «δειλία» καί τόση μικρότητα είναι διαδεδομένα εί­ναι ένα πολιτικό γεγονός πού θάπρεπε νά άναλυθεΐ καί γ ιά τό όποίο θά χρειαζόταν νά βροΟμε τή συγκεκριμένη προέλευ­ση. ’Απ’ αύτή τήν άνάλυση θά προέκυπτε ϊσως τό άποτέλε- σμα δτι ή Γδια ή στάση τοΟ Κρότσε πρός τή ζωή είναι μιά άπό τΙς πηγές αύτής τής διάδοσης: Τό νά μή θέλεις νά ύπο- χρεωθεΐς σέ βάθος, τό νά μή κάνεις διάκριση άνάμεσα σαύ- τό πού πρέπει νά χάνει 2νας διανοούμενος χαΐ σαάτό πού πρέπει νά χάνει ό πολιτικός (λές καί ό διανοούμενος δέν εί­ναι έπίσης ?νας πολιτικός, καί δχι μόνο Ινας πολιτικός.... τής «διανοητικότητας») καί, κατά βάθος, όλόχληρη ή Ιστορική άντίληψη τοΟ Κρότσε βρίσκεται <πή βάση αύτής τής διάδο­σης. Βλέπομε δτι τό νά είναι κανείς θιασώτης τής έλευθε- ρίας κατά τρόπο άφηρημένο δέν μετράει καθόλου, είναι άπλώ; μιά θέση τοΟ άνθρώπου τοΟ γραφείου πού μελετάει τά γεγονό­τα τοϋ παρελθόντος, άλλά δχι τοΟ σημερινοί) άνθρώπου πού συμμετέχει στούς άγώνες τοΟ καιροΟ του. Ή διατύπωση αύ-

70

τή τού «κόσμου πού πάει» πρός τάριστερά ή δεξιά ή πρός iva συμβιβασμό, κ.λ.π., Αρχισε να διαδίδεται στην Ιτα λ ία στα 1921, καί ήταν Iva προφανές σημείο τής άποθάρρυν* σης πού κατακτούσε τεράστια στρώματα τοΟ πληθυσμού. Θά μπορούσε κανείς νά ξανασυγκροτήσει αύτό τό κίνημα τών διανοουμένων σχεδόν σέ iv a όρισμένο χρόνο. Τό δτι οί δια­τύπωση καθαυτή δέ σημαίνει τίποτα, είναι άλήθεια. 'Ωστό­σο είναι βολική ή έκφραση τού εότραφή «κόσμου», πού πάει πρός κάποια μεριά. Πρόκειται γ ιά μιά «πρόβλεψη» πού δέν είναι τίποτα Αλλο άπό μιά κρίση γ ιά τό σήμερα, πού έρμη- νεύεται μέ τόν πιό διευκολυντικό τρόπο, γ ιά νά ένισχύσει ενα όρισμένο πρόγραμμα δράσης μέ τήν ύπαγόρευση τών Ανό­ητων καί τών δειλών. Ά λ λά έάν τό χρέος τών διανοουμένων θεωρείται σάν τό χρέος τοΟ μεσολαβητή Ανάμεσα σέ δυό έξ- τρεμιαμούς καί αύτό τό χρέος τής μεσολάβησης δέν Αφήνε­ται στήν ίδια τήν ιστορική έξέλιξη, τί θά κάνει ό διανοού­μενος παρά νά συνεργαστεί μέ τό δράστη τοΟ ιστορικού δρά­ματος πού 2χει λιγότερες Ανησυχίες καί λιγότερη αίσθηση ευθύνης; Αύτή φαίνεται νά είναι ή στάση τοΟ Κρότοι. Δέν θά ήταν πνευματικά πιό τίμιο νά παρουσιαστεί στή σκηνή μέ τό Αληθινό χρέος τοΟ συμμάχου μέ «έπιφυλάξεις», ένός άπό τά δύο κόμμαία, Αντί νά θέλει νά φανεί σάν άνώτερος άπό τΙς Αθλιότητες τοΟ πάθους τών Ιδιων τών κομμάτων καί σάν ένσαρκωτής τής «ιστορίας»; ’ Οπως σημειώσαμε Αλλοτε, αύτός ό «ρόλος» τής αυθαίρετης διαλεκτικής μεσολάβησης S- χει μιά μακρόχρονη καί Ατυχη ιστορία: 6 Προυντόν στή Γαλλία γ ιά τόν όποίο ό Ναπολέοντας ό τρίτος δέν Ικρυβε τΙς συμπάθειές του (τό βιβλίο του Sainte B euve), ό Τζιομπέρ- -ι στήν ’Ιταλία, πού δίκαια μπορεί νά θεωρηθεί σύμβολο τής πνευματικής καί πολιτικής άταξίας τοΟ 1848 κ.λ.π. Σαύτή τή σύνδεση τών προβλημάτων πρέπει νά δούμε τό Αρθρο τού Οδγκο Σπιρίτο στήν «Italia Letteraria», τής 13 Νοέμβρη 1932 (storicismo rivolurionario e storicismo an tistorico). Είναι Αξιοσημείωτο τό γεγονός ,δτι καί ό Σπιρίτο συνδέει τή σημερινή πολεμική γ ιά τόν «Ιστορικισμό» μέ τήν πολεμική πού Αναπτύχθηκε στόν προηγούμενο αιώνα γύρω άπό τήν διατύπωση δτι ή φύση δέν κάνει Αλματα, άλλά ό Σπιρίτο 6έν

71

ξέρει νά προχωρήσει πέρα άπό τήν έπιφάνεια τών γεγονό­των καί τών Ιδεών. Καί άν Ισχυρίζεται σάν 6 Ά ντ ι - Π ρουν- τόν, βτι είναι άναγκαϊο ώστε ot διαλεκτικοί δροι νά άναπτυ- χθοϋν μέ δλη τους τή δύναμη καί σάν «έξτρεμισμοί» άντιτι- θέμενοι, δέν μπορεί νά δει δτι ή Γδια του ή θέση είναι μια μεσολάβηση ή αυθαίρετο ξεπέρασμα έφ’ δσον βασίζεται πά ­νω στό δτι ή ¿ντίθεση ξεπερνιέται βίαια καί μπαίνει σάν άντίθεση άκριβώς μιά προσπάθεια μεσολάβησης έντελώς δια- νοουμενίστικης πού ζε ΐ μόνο στό μυαλό λίγων διανοουμένων ί χ ι μεγάλου άναστήματος. ’Επίσης καί 6 Σπιρίτο πρέπει νά τοποθετεϊ άνάμεσα στούς θεωρητικούς (περισσότερο ή λιγό- τερο άσύνειδους, άφοϋ στά γραφτά του, ειδικά στήν «Critica Fascista» φανερώνει τήν προκατάληψή του νά «δώσει κάτι γ ιά νά μή χάσει τά πάντα»: Πρέπει νά δοΟμε στήν προκει­μένη περίπτωση ειδικά Iva άρθρο γραμμένο μετά τό συντε­χνιακό συνέδριο τής Ferrara καί τήν Ικθεση τής θέσης τής «’Ενωσης τών ’Ιδιοκτητών» τής «παθητικής έπανάστασης ή τής έπανάστασης άποκατάστασης» καί δχι ήδη, δπως προσ- ποιόταν αύτός, άνάμεσα στούς «έξτρεμισϋς» μιΑς δποιασδή- ποτε ιδανικής διαλεκτικής ή πραγματικής· έάν τό λάβος τοΟ Κρότσε είναι δτι θέλει νά φανεί διαφορετικός άπό κείνο πού πραγματικά είναι, τό Ιδιο λάθος ισχύει γ ιά τόν Σπιρίτο καί τήν όμάδα του. Κ αί, κατά βάθος, τά 6υό σφάλματα πρακτι­κά ταυτίζονται: πρόκειται γ ιά δυό σιαμαίους άδελφούς πού φιλονεικοΟν γ ιατί είναι πολύ ένωμένοι. .

72

ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΘΕΜΑΤΑ ΚΟΥΛΤΟΥΡΑΣ

ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ Ή ΓΙΑ ΤΟ ΝΑ ΛΕΜΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΗ Ν Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η

Είναι πολύ διαδομένη ή γνώμη σέ μερικούς κύκλους (και αυτό τδ &πλωμα είναι Ινα σημάδι τής πολιτικής καί πολι­τιστικής δομής αύτών τών κύκλων) δτι είναι ούσιαστικό στήν πολιτική τέχνη τδ ψέμα, ή Ικανότητα νά κρύβουμε πονηρά τΙς πραγματικές μας γνώμες, τούς άληθινούς μας στόχους γ ιά τούς δποίους παλεύουμε, ή Ικανότητα νά κάνουμε τούς άλλους νά πιστεύουν τδ άντίθιτο άπ’ αύτδ πού πραγματικά θέλουμε κ.λ.π. κ λ .π . Ή γνώμη αύτή είναι τόσο ριζωμένη καί διάχυτη ώστε, γ ιά νά ποΟμε τήν άλήθεια, δέν γίνεται πιστευτή. Οί ’Ιταλοί γενικά θεωρούνται στδ έξωτερικδ σάν

78

μαέστροι στήν τέχνη τΐ)ς προσποίησης καί τί)ς ύποκρισίας κ.λ.π. "Ας θυμηθοΟμε τ ί Εβραϊκό Ανέκδοτο: «ποΟ π*ς; — Ρωτά 6 ’Ισαάκ τόν Βενιαμίν — στήν Κρακοβία — άπαντά 6 Βενιαμίν.— Πονηρός πού είσαι! ’Εσύ λές πώς πάς στήν Κρακοβία γιατί έγώ πιστεύω άντίθετα δτι πάς στό Λεμπέργκ' άλλά έγώ γνωρίζω κάλλιστα δτι πάς στήν Κραχοβία: τί χρειάζεται λοιπόν νά ψεύδεσαι;» Στήν πολιτική θά μπορε! κανείς νά μιλήσει γ ιά έπιφύλαξη, 8χι γ ιά κοροϊδία μέ την ταπεινή Εννοια πού πολλοί σκέφτονται: τό νά λέμε τήν άλή- θεια στή μαζική πολιτική είναι δπωσδήποτε μια πολιτική Αναγκαιότητα.

«ΕΊΙΙΣΤΗ Μ Ο Ν ΙΚ Ο Σ». Τ Ι ΣΗΜ ΑΙΝΕΙ «ΕΠ ΙΣΤΗ Μ Ο Ν ΙΚ Ο Σ»;

Ή διφορούμενη Ιννοια τών δρων «έπιστήμη» καί «έπι- στημονικός» γεννήθηκε άπό τό δτι ϊχουν πάρει τή σημα­σία τους άπό μιά καθορισμένη όμάδα έπιστημών καί συγ­κεκριμένα άπό τις φυσικές έπιστΐ^μες. ’Ονομάστηκε «έπι- στημονική» κάθε μέθοδος πού ήταν παρόμοια μέ τή μέθοδο Ερευνας καί έξέτασης τών φυσικών έπιστημών, πού Ιγιναν οϊ «κατεξοχήν» έπιστ?)μες, οΐ έπιστί)μ£ς - φετίχ. Δέν ύπάρ- χουν «κατεξοχήν» έπιστ?)μες καί δέν όπάρχει «κατεξοχήν» μέθοδος, «μιά μέθοδος καθεαυτή». Κάθε έπιστημονική Ερευ­να δημιουργεί γ ιά τόν έαυτό της μιά κατάλληλη μέθοδο, μιά δική της λογική, πού ή γενικότητά της είτε ή καθολικότητά της βρίσκεται μόνο στό δτι είναι «σύμφωνη μέ τό σκοπό . Ή πιό γενική καί καθολική μεθοδολογία δέν είναι τίποτε άλλο άπό τήν τυπική λογική καί τά μαθηματικά, δηλαδή στό σύνολο έκείνων τών άφηρημένων έργαλείων τΐ]ς σκέψης πού άνακαλύφθηκαν, καθαρίοθηκαν καί έκλεπτύνθηκαν στήν πορεία τΐ]ς ιστορίας τΐ]ς φιλοσοφίας καί τοΟ πολιτισμού. Αυ­τή ή άφηρημένη μεθοδολογία, δηλαδή ή τυπική λογική, πε- ριφρονεϊται άπό τούς Ιδεαλιστές φιλόσοφους, άλλά Ιχουν λά­θος: ή μελέτη της άντιστοιχεϊ στή μελέτη τΐ]ς γραμματικής, δηλαδή Αντιστοιχεί 8χι μόνο σέ μιά ίμβάθυνση τών έμπει-

η

βιών τοΟ παρελθόντος γ ιά χή μεθοδολογία τής σκέψης (τής τεχνικής τής σκέψης), σέ μιά Απορρόφηση τής έπιστήμης τοΟ παρελθόντος, Αλλά είναι ένας δρος γ ιά τήν παραπέρα Ανάπτυξη τής Ιδιας τής έπιστήμης. Νά μελετηθεί γ ιά ποιό λόγο ή «λογική» Ιχε ι γίνει Ινας κλάδος πού συνδέεται δλο καί περισσότερο μέ τΙς μαθηματικές έπιστήμες — Ράσσιλ στήν Α γγλ ία ' Πλάνο στήν ’Ιταλία— Ιτσι πού νά τήν I- χουν Ανυψώσει, δπως δ Ράσσελ, στό σημείο πού νά διεκδι- κεϊ τή θέση τής πραγματικής «μοναδικής φιλοσοφίας». Τό σημείο Αφετηρίας θά μπορούσαμε νά τό πάρουμε άπό τόν Έ γκ ελ ς , πού Αντιπαραθέτει τό «έπιστημονικό» στό «ούτοπι- στικό». Ό ύπότιτλος τής «Κοινωνικής Κριτικής» τοΟ Τουρά- τι Ιχε ι τήν Γδια σημασία δπως στόν Έ γ κ ελ ς ; Ασφαλώς δχι* γ ιά τόν Τουράτι τό «έπιστημονικό» προσεγγίζει πρός τή ση­μασία τής «μεθόδου πού χαρακτηρίζει τΙς φυσικές έπιστή- μες» (δ ύπότιτλος έξαφανίστηκε σέ μίαν όρισμένη στιγμή: νά δοϋμε πότε, Ασφαλώς ήδη τό 1917) καί Ακόμα καί μ’ αύτήν τήν Ιννοια είναι πολύ γενικός καί έξυπηρετεϊ μιά σκο­πιμότητα.

Ό Dubreuil στό βιβλίο S tadards σημειώνει όρθά τό έπί- θετο «έπιστημονικός» πού τόσο Ιχε ι χρησιμοποιηθεί γ ιά νά συνοδεύει τά λόγια: έπιστημονική διεύθυνση τής έργασίας, έπιστημονική όργάνωση, κ.λ.π., δέν Ιχ ε ι τή σχολαστική καί Απειλητική σημασία πού πολλοί τοΟ Αποδίδουν, Αλλά καί δέν έξηγεί δστερα μέ Ακρίβεια πώς θά πρέπει νά τό έννοοϋμε. Στήν πραγματικότητα «έπιστημονικός» σημαίνει «όρθολογι- κός» καί Ακριβέστερα «όρθολογιστικά σύμφωνος μέ τό σκο­πό» πού θέλουμε νά πετύχουμε, δηλαδή νά παράγουμε τό μέγιστο μέ τήν έλάχιστη προσπάθεια, νά έξασφαλίσουμε τό μέγιστο τής οίκονομικής Αποτελεσματικότατος κ.τ.λ., έπιλέ- γοντας καί προσδιορίζοντας όρθολογιστικά δλα τά έγχειρή- ματα καί τΙς πράξεις πού όδηγοΟν στό σκοπό. Τό ίπίθετο «έπιστημονικός» χρησιμοποιείται σήμερα έκτεταμένα, Αλλά ή σημασία του μπορεΐ πάντοτε νά Αναχθεΐ στό «σύμφωνα μέ τό σκοπό», έφ’ δσον μιά τέτοια «συμφωνία» τήν έρευνοϋμε όρθολο- γιστικά (μεθοδικά) δστερα άπό μιά λεπτομερέστατη Ανάλυ­ση δλων τών στοιχείων (Ακόμα καί μέ μικροσκοπική έξέτα-

76

ση) καί τών συστατικών καί τών άναγκαία συστατικών (ή έξάλειψη τών συγκινησιακών στοιχείων συμπεριλαμβάνετα: στόν ύπολογιαμό).

ΔΙΑ Κ ΓΒΕΡΝ Η ΣΗ Κ Α Ι ΕΘΝΙΚΟ Π Ο Λ ΙΤ ΙΣ Τ ΙΚ Ο Ε Π ΙΠ Ε Δ Ο

Κάθε τρόπος διακυβέρνησης Εχει μιά πολιτιστική πολι­τική καί μπορεΐ νά τήν ύπεραοπίζεται άπό τήν άποψή του καί νά δείχνει δτι Εχει έξυψώσει τό έθνικό πολιτιστικό Επί­πεδο. Ό λ ο τό ζήτημα βρίσκεται στό νά δοϋμε ποιό είναι τό μέτρο αύτοΟ τοϋ έπιπέδου. Έ ν α σύστημα διακυβέρνησης μπο­ρεΐ νά όργανώσει καλύτερα τήν άνώτερη κουλτούρα καί να συμπιέσει τή λαϊκή κουλτούρα" καί άκάμα, άπό τήν άνώτερη κουλτούρα μπορεΐ v i όργανώσει καλύτερα τόν τομέα που άφορά τήν τεχνολογία καί τΙς φυσικές έπιστήμες, θέτοντας πατερναλιστικά στή διάθεσή του χρηματικά ποσά πράγμα πού προηγούμενα δέν γινόταν κ.λ.π. Τό κριτήριο άξιολόγη- σης μπορεΐ νάναι μόνο αύτό: Ινα σύστημα διακυβέρνησης εί­ναι άνασχετικό ή ίπεκτατικό γ ιά ^ούς άλλους; Κ ι’ αύτό έπί- σης τό κριτήριο πρέπει νά προσδιοριστεί: μιά διακυβέρνηση άνασχετιχή γ ιά μερικά ζητήματα είναι Επεκτατική γ ιά άλ­λα; Έ ν α σύστημα διακυβέρνησης είναι έπεκτατικό δταν δι­ευκολύνει καί προάγει τήν έξέλιξη άπό κάτω πρός τά πά­νω, δταν έξυψώνει τό έθνικό - λαϊκό Επίπεδο τής κουλτού­ρας καί Ιτσι κάνει δυνατή μιά έπιλογή «πνευματικών κορυ­φών» σέ πιό μεγάλη Εκταση. Μιά Ερημος μέ μιά συστάδα ά­πό ψηλούς φοίνικες είναι πάντα μιά Ερημος: άντίθετα είναι χαρακτηριστικό τής ίρήμου νά Εχει μικρές όάσεις μέ συστά­δες άπό ψηλούς φοίνικες.

Α ΓΝ Ω ΣΤΙΚ ΙΣΜ Ο Σ

Ό δρος αύτός χρησιμοποιείται συχνά· στήν πολιτική γλώσ­σα μέ σημασίες συχνά περίεργες καί έκπληκτικές: αύτό συμ­

76

βαίνει είδιχά στίς «έπαρχιακές» λογομαχίες, στίς ¿ποιες 6 συγ­γραφέας χάνει έπιδειξη δύσκολων λέξεων. Λέγεται γ ιά πα ­ράδειγμα δτι 6 Tizio είναι Αγνωστικιστής στήν περίπτωση πού δέν θέλει να συζητήσει γιατί δέν παίρνει στά σοβαρά ενα όρισμένο έπιχείρημα χ.λ.π. Ό δρος είναι θρησκευτικής προέλευσης χαΐ ¿ναφέρεται στά θ ε δ ς Α γ ν ω σ τ ο ς 14, deus ignotus (ignoramus, tgnorabimus su D io ). ΑΓρεση τών άγνωστιχών, χ .λ.π. Ό Αγνωστικισμός είναι ωστόσο Ισοδύνα­μος μέ τδν έμπειρισμό χαΐ τδν ύλισμό (νομιναλισμό χ .λ .π .) ’ Αδυναμία γνώσης τοϋ Απόλυτου, τοϋ καθολικού χ.λ.π., έφ’ δσον είναι συνδεδεμένα μέ τή θρησκευτική μεταφυσική.

ΒΙΟ ΤΕΧ Ν ΙΑ — Μ ΙΚ ΡΗ , Μ ΕΣΑΙΑ, ΜΕΓΑΛΗ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ

Έ ννοιες ποσοτικές καί έννοιες ποιοτικές. ’Από ποσοτική Αποψη ξεκινάει κανείς Απδ τδν Αριθμό τών Απασχολουμένων έργατών στίς ξεχωριστές έπιχειρήσεις, προσδιορίζοντας τούς μέσους Αριθμούς γ ιά κάθε τύπο: Απδ 1 - 5 βιοτεχνία, Από 5 - 50 μικρή βιομηχανία, Απδ 50 -1 0 0 μεσαία βιομηχανία, Από 100 καί πάνω μεγάλη βιομηχανία. Πρόκειται γ ιά τύ­πους ή γενικεύσεις πολύ σχετικές πού μπορούν νά Αλλάξουν Από χώρα σέ χώρα. Ή ποιοτική έννοια θά ήταν πιό έπιστη- μονιχή χαΐ Ακριβής, Αλλά είναι πολύ πιό περίπλοκη καί πα­ρουσιάζει πολλές δυσκολίες. Ποιοτικά οΐ τύποι θ&πρεπε νά προσδιορίζονται Απδ τδ συνδυασμό ποιχίλων στοιχείων: έκτός Απδ τδν Αριθμό τών έργατών, Απδ τδν τύπο τών μηχανών καί τδν τρόπο σύνδεσης Ανάμεσά τους, Απδ τδ βαθμό κα­ταμερισμού τής έργασίας, Από τή σχέση Ανάμεσα σέ δια­φορετικούς τύπους έργατών* (χειρώνακτες, χειρώναχτες ει­δικευμένοι ή ύπεύθυνοι μηχανικοί, ειδικευμένοι έργάτες εΐ- διχοΐ) χαΐ Από τόν βαθμό τού όρθολογισμού (έκτός τού έκ- βιομηχανισμοΟ) τοΟ συνόλου τού παραγωγικού καί διοικη­τικού μηχανισμού. ΜιΑ έπιχείρηση όρθολογικά όργανωμένη έχει λιγότερους έργάτες Από μιά έπιχείρηση μή όρθολογικά όργανωμέ νη καί γ ι’ αύτό μέ 60 έργάτες μπορεί νά είναι

77

πιό «μεγάλη βιομηχανία» άπό μιά μέ 200 έργάτες. Αύτδ συμβαίνει δταν δρισμένες έπιχειρήσεις μέ δριαμένα τμήμα­τα τής παραγωγής τους έξυπηρετοΟνται άπδ μιά έξωτερική έπιχείρηση ή όποία είναι τδ ειδικευμένο τμήμα μιάς δλό- χληρης όμάδας έπιχειρήσεων πού δέν συνδέονται οργανικά κ,λ.π. Αύτά τά ξεχωριστά στοιχεία έχουν διαφορετική σχε­τική βαρύτητα, άνάλογα μέ τδ βιομηχανικό κλάδο: στήν οι­κοδομική βιομηχανία δ έκμηχανισμός δέν θά άναπτυχθεΐ πο­τέ δπως στήν μηχανική βιομηχανία. Ό τύπος τής ύφαντι- κής μηχανής έξελίσσεται κατά τρόπο διαφορετικό άπδ έκεΐ- νο τής βιομηχανίας μηχανοκατασκευών. Μ’ αύτή τήν Εννοια τοΟ μεγέθους τής βιομηχανίας συνδέεται ή Ιδέα τής μηχα­νής. Ε π ίσης συνδέεται ή άντίληψη «τού διασπαρμένου έρ- γοστασίου» τδ όποίο είναι μ ιά πλευρά τής βιοτεχνίας, τής οίκιακής έργασίας καί τής μικρής βιομηχανίας. *Ομως μή­πως μιά μεγάλη οίκοδομική έπιχείρηση δέν μπορεΐ σέ μιά δρισμένη λογική νά θεωρηθεί σάν διασπαρμένο έργοστάσιο; Καί έκείνη τών τροχιοδρόμων καί τών σιδηροδρόμων; ’Από τήν άποψη τής έδαφικής δργάνωσης δηλαδή τής τεχνικής συγκέντρωσης, οί έπιχειρήσεις αύτές είναι διάσπαρτες καί αύτδ Εχει μιά σημασία γ ιά τήν ψυχολογία τών έργατών. Έ να ς σιδηροδρομικός φύλακας δέν θάχει ποτέ τήν ίδ ια ψυ­χολογία τοΟ χειρώνακτα μιάς μεγάλης φάμπρικας κλπ. "Αλ­λο σημαντικό στοιχείο είναι ή κινητήρια δύναμη πού χρη­σιμοποιείται: Ενας βιοτέχνης πού χρησιμοποιεί ήλεκτρική έ- νέργεια είναι πιά βιοτέχνης μέ τήν παραδοσιακή Εννοια; Τδ σύγχρονο γεγονός τής εύκολίας τής διανομής τής ήλεκτρικής κινητήριας δύναμης' έπίσης καί γ ιά μικρές μονάδες μετα­μορφώνει καί άνανεώνει δλους τούς τύπους βιομηχανίας καί έπιχείρηοης.

Φ ΓΣΙΚ Ο , ΑΦΥΣΙΚΟ, ΤΕΧΝΗΤΟ Κ .Τ.Λ .

Τ ί σημαίνει δταν λέμε μιά δρισμένη δράση, Ενας δρισμέ- νος τρόπος ζωής, μιά δρισμένη στάση ή Εθιμο είναι «φυσικά» ή δτι άντίθετα είναι «άφύσικα»; Καθένας μέσα του πιστεύει

78

δτι ξέρει άκριβώς τί σημαίνει αύτό, άλλά έάν άναζητήσει μιά άπάντηση σαφή καί αίτιολογημένη θά δεΖ τότε δτι τό πράγμα δέν είναι π ιά τόσο εύκολο δσο νόμιζε. Πρέπει ωστό­σο νά διευκρινίσουμε δτι δέν μπορούμε νά μιλάμε γ ιά «φύ­ση» σάν κάτι τό σταθερό, άναλλοίωτο καί άντικειμενικό. Π α­ρατηρούμε δτι σχεδόν πάντα «φυσικό» σημαίνει «σωστό» καί «φυσιολογικό» σύμφωνα μέ τήν τωρινή Ιστορική μας συνεί­δηση' άλλά οί περισσότεροι δέν ϊχουν συνείδηση αύτής τής κατάστασής μας, πού είναι καθορισμένη ιστορικά, καί Θε­ωροΟν τόν τρόπο τής σκέψης τους αΙώνιο καί άναλλοίωτο.

Βλέπουμε σέ όρισμένους φανατισμένους όπαδούς τής «φυ­σικότητας» τήν παρακάτω γνώμη: πράξεις πού γ ιά τήν συ­νείδησή μας έμφανίζονται «άφύσικες» είναι γ ι’ αύτούς «φυ­σικές» γιατί παρατηρούνται στά ζώ α, καί λένε: δέν είναι τά ζώα «τά πιό φυσικά δντα τοΟ κόσμου»; Τ ή γνώμη αύτή τήν άκοΟμε νά διατυπώνεται συχνά σέ όρισμίένους κύκλους σέ σχέση κυρίως μέ τά προβλήματα πού συνδέονται μέ τΙς σε­ξουαλικές σχέσεις. Γ ιά παράδειγμα: γιατί ή αιμομιξία 'νά θεωρείται «άφύσικη» άφοΟ είναι διαδομένη στή «φύση»; Ω ­στόσο οί τέτοιοι Ισχυρισμοί γ ιά τά ζώα δέν είναι πάντα σω­στοί, γιατί οί παρατηρήσεις γίνονται πάνω σέ ζώα ¿ξημε­ρωμένα άπ’ τόν άνθρωπο γιά δικό του δφελος καί Εξαναγ­κασμένα σ’ Ενα τρόπο ζωής πού γ ιά τά ζώα αύτά δέν είναι «φυσικός», άλλά σύμφωνος μέ τούς σκοπούς τών άνθρώπων. Ά λ λά καί ϊν ήταν άλήθεια πώς όρισμένες πράξεις τΙς συ­ναντάμε στά ζώα, τί σημασία θά είχε αύτό γ ιά τόν άνθρω­πο; Γιατί θά ϊπρεπε νά βγάλει άπό δώ Εναν κανόνα συμ­περιφοράς; Ή «φύση» τοΟ άνθρώπου είναι τό σύνολο τών κοι­νωνικών σχέσεων πού προσδιορίζει μιά συνείδηση Ιστορικά καθορισμένη* μόνο αύτή ή συνείδηση μπορεί νά δείξει τί εί­ναι «φυσικό» καί τί «άφύσικο». Καί πιό πέρα: τό σύνολο τών κοινωνικών σχέσεων είναι άντιφατικό σέ κάθε στιγμή καί βρίσκεται σέ συνεχή έξέλιξη, Ετσι πού ή «φύση» τοΟ άνθρώ­που δέν είναι κάτι δμοιογενές σέ δλους τούς άνθρώπους, σέ δλους τούς καιρούς.

ΆκοΟμε νά λένε συχνά δτι μιά όρισμένη συνήθεια Εγινε «δεύτερη φύση»* άλλά ή «πρώτη φύση» ήταν πραγματικά ή

79

«πρώτη»; Σαύτό τόν τρόπο ίχφρααης τού κοινού νοΟ δέν ί- ξυπακούεται ό υπαινιγμός γ ιά τήν ιστορικότητα τής «Ανθρώ- πινης φύσης»; Διαπιστώνουμε δτι έπειδή ήταν Αντιφατικό τό σύνολο των κοινωνικών σχέσεων, δέ μπορεί νά μήν είναι Αν­τιφατική καί ή συνείδηση των άνθρώπων, όπότε μπαίνει τό πρόβλημα πώς έκδηλώνεται ή τέτοια Αντίθεση καί πώς μπο- ροΟμε νά πετύχουμε τήν ένοποίηση πρός τήν προοδευτική κα­τεύθυνση. Εκδηλώνεται μέσα σ’ όλόκληρο τό κοινωνικό σώ­μα μέ τήν ύπαρξη όμαδικών Ιστορικών συνειδήσεων (μέ τήν ύπαρξη στρωμάτων πού Αντιστοιχούν σέ διάφορες φάσεις τής ιστορικής έξέλιξης τοΟ πολιτισμού καί μέ Αντίθεση μέσα στίς όμάδες πού Αντιστοιχούν σ' Sva Ιδιο Ιστορικά έπίπεδο) καί έκδηλώνεται στά ξεχωριστά Ατομα σάν Αντανάκλαση ένός τέ­τοιου διαχωρισμοί) «κάθετου καί όριζόντιου». Μέσα στίς κα­τώτερες όμάδες, έπειδή λείπει ή αύτονομία στήν Εστορική πρωτοβουλία, ό διαχωρισμός είναι πιό σοβαρός καί πιό σφο­δρός ό Αγώνας γ ιά τήν Απολύτρωση Από Αρχές που ίχουν έπιβληθεΐ καί δέν Ιχουν προβληθεί Από μιά αύτόνομη Ιστο­ρική συνείδηση: Τ ά σημεία Αναφοράς σ’ Iva τέτοιο Αγώνα είναι διάφορα καί Iva Απ’ αυτά, έκεΐνο Ακριβώς πού βρίσκε­ται στή «φυσικότητα», στό νά παίρνεται σάν ύπόδειγμα ή «φύση», ευδοκιμεί πολύ γιατί φαίνεται φανερό καί Απλό. Πώς θά Ιπρεπε Αντίθετα νά διαμορφωθεί αύτή ή Εστορική συνεί­δηση γ ιά νά προβληθεί αύτόνομα; Πώς θά Ιπρεπε ό καθένας νά διαλέγει καί νά συνδυάζει τά στοιχεία γ ιά τή συγκρό­τηση μιάς τέτοιος αύτόνομης συνείδησης; Κάθε στοιχείο πού Ιχει «έπιβληθεΐ» θά πρέπει νά τό Απορίψουμε a priori; θ ά πρέπει νά τό Απορρίψουμε γιατί Ιχε ι έπιβληθεΐ, Αλλά ίχ ι αύτό καθεαυτό' θά χρειασθε! δηλαδή νά τού δώσουμε μιά και­νούργια μορφή πού νά είναι κατάλληλη γ ιά τή δεδομένη ό- μάδα. Τό γεγονός δτι καί ή έκπαίδευση είναι ύποχρεωτική δέ σημαίνει, πραγματικά, δτι πρέπει νά ΑπορριφθεΙ κι’ ούτε δτι δέ μπορε! νά δικαιολογηθεί μέ καινούργια μέσα μιά και­νούργια μορφή ύποχρεωτικότητας: Χρειάζεται νά κάνουμε «έλευθερία» αύτό πού είναι «Αναγκαίο», Αλλά γιαύτό χρειά­ζεται νάναγνωρίσουμε μιάν «Αντικειμενική» Αναγκαιότητα, δηλαδή πού νά είναι Αντικειμενική κυρίως γ ιά τήν 6μά8α

ΘΟ

πού μιλάμε. Είναι Ανάγκη γιαύτό νά Αναφερθοδμε στίς τε­χνικές σχέσεις παραγωγής, σ’ Ινα καθορισμένο τύπο οίκονο- μικοΟ πολιτισμοΟ πού γ ιά νά Αναπτυχθεί Απαιτεί Ινα δρι- σμένο τρόπο ζωής, δρισμένους κανόνες συμπεριφοράς, Ινα δ- ρισμένο έθιμο. Πρέπει νά πειστούμε δτι δχι μόνο είναι «Αν­τικειμενικός» καί Αναγκαίος ένας δρισμένος έξοπλισμός, Αλλά καί Ινας τρόπος συμπεριφοράς, μιά δρισμένη έκπαίδευση, έ­νας όρισμένος τρόπος συμβίωσης κ.λ.π. Σ ’ αύτή τήν Αντικει­μενικότητα καί ιστορική Αναγκαιότητα (πού έξάλλου δέν είναι προφανής Αλλά χρειΑζεται αυτόν πού ΘΑ τήν Αναγνω­ρίσει κριτικά κ ϊ ί θά γίνει ύποστηρικτής της μέ τρόπο πλή­ρη καί σχεδόν «τριχοειδή») μπορούμε νά βασίσουμε τήν «κα- Βολικότητα» ,τής ήθικής Αρχής ; μΑλιστα ποτέ δέν ϊχ ε ι ύπΑρ- ςει άλλη καθολικότητα έκτός Από τήν Αντικειμενική Αναγ­καιότητα τής τεχνικής τοΟ ΑστικοΟ δικαίου, Ακόμα κι’ δταν έρμηνεύεται μέ ιδεολογίες μεταφυσικές καί ύπερβολικές καί παρουσιάζεται φορές - φορές μέ τό πιό Αποτελεσματικό Ιστο­ρικό τρόπο γ ιά νά έπιτευχθεί δ έπιθυμητός σκοπός.

Μιά Αντίληψη σάν αύτή πού έκθέσαμε πιό πάνω φαίνεται νά δδηγεί σέ μιά μορφή σχετικισμοΟ καί έπομένως ήθικοΟ σκεπτικισμοΟ. Τό ίδιο δμως μπορούμε νά ποΟμε γ ιά δλες τις Αντιλήψεις πόύ Εχει ώς τώρα έπεξεργαστεί ή φιλοσοφία πού ή κατηγορική τους προστακτικότητα καί Αντικειμενικότητα πΑντα ήταν δυνατό νά Αναχθεΐ Από τήν «καλή θέληση» σέ μορφές σχετικισμοΟ καί σκεπτικισμοΟ. Γιά νά μπορεί ή θρη­σκευτική Αντίληψη τουλάχιστο νά έμφανίζεται Απόλυτη καί Αντικειμενικά καθολική θά ήταν Αναγκαίο νά παρουσιάζεται μονολιθική τουλάχιστο πνευματικά όμοιόμορφη σέ δλους τούς πιστούς, πράγμα πού Απέχει πολύ Από τήν πραγματικότητα (διαφορές σχολών, αιρέσεις, ταξικές τάσεις καί διαφορές:

Απλοϊκοί, καλλιεργημένοι κΑ.π.) : Ά π ό δώ προκύπτει δ ρό­λος τοΟ Π άπα όά δάσκαλου Αλάθητου. Τό ίδιο μπορούμε νά ποΟμε γ ιά τήν κατηγορική προσταγή τού Κάντ: «Νά ένερ- γεΐς δπως θά «ίθελες νά ένεργοΟν δλοι ot Ανθρωποι στίς ίδιες συνθήκες*. Είναι φανερό δτι καθένας μπορεί νά σκεφτεί, κα­λόπιστα, δτ: δλοι θά Ιπρεπ* νά ένεργοϋν σάν αύτόν, Ακόμα καί βταν κάνει πράξεις πού Αντίθετα είναι άποκρουστικές σέ

«81

συνειδήσεις περισσότερο Αναπτυγμένες ή διαφορετικού πολι­τισμού. 'Ε να ς ζηλιάρης σύζυγος πού σκοτών« τήν άπιστη γυναίκα του πιστεύει δτι δλοι οΐ σύζυγοι πρέπει νά σκοτώ­νουν τΙς άπιστες γυναίκας τους κ λ .π . Μπορούμε νά παρατη- ρήσουμ* δτι δέν ύπάρχει έγκληματίας πού νά μή δικαιολο­γεί μέσα του τό Εγκλημα πού ϊκανε, δσο Ανόσιο κ ι’ άν εί­ναι: Καί γιαύτό δέν είναι χωρίς κάποια πεποίθηση καλής πίστης ο( διαμαρτυρίες τόσων καταδίκων δτι είναι Αθώοι. Στήν πραγματικότητα καθένας τους ξέρει Ακριβώς σέ πςιές Αντικειμενικές καί Υποκειμενικές περιστάσεις διέπραξε τό Εγ­κλημα καί Από τή γνώση αύτή πού συχνά δέ μπορεί νά τη μεταδώσει στούς άλλους, όρθολογικά τοΟ δημιουργείται ή πε­ποίθηση δτι είναι «δικαιολογημένος». Μόνο άν Αλλάξει 6 τρό­πος πού καταλαβαίνει τή ζωή, καταλήγει σέ μιά διαφορά τική κρίση, πράγμα πού συμβαίνει συχνά καί έξηγεί πολλές αύτοκτονίες. Ή διατύπωση τοΟ Κάντ άν άναλυθεΐ ρεαλιστι­κά δέν ξεπερνάει όποιοδήποτε δεδομένο περιβάλλον μέ δλες τΙς ήθικές του προλήψεις καί τά βαρβαρικά του Εθιμα: είναι στατική είναι μιά μορφή άδεια πού μπορεί νά γεμίσει μέ όποιοδήποτε τωρινό καί Αναχρονιστικό περιεχόμενο (μέ τΙς Αντιφάσεις του φυσικά καί δπου αύτό πού είναι άλήθεια δφθε άπό τά Πυρηναία είναι ψέμα πέρα Από τά Π υρηναία). Ή διατύπωση μοιάζει άνώτερη γ ιατί ο( διανοούμενοι τή γεμί­ζουν μέ τό δικό τους τρόπο ζωής καί ένέργειας καί μπορού­με νά δεχτούμε δτι πολλές φορές όρισμένες όμάδες διανοου­μένων είναι πιό προχωρημένες καί πολιτισμένες άπό τό πε­ριβάλλον τους.

Τό έπιχείρημα λοιπόν γ ιά τόν κίνδυνο τοϋ σχετικισμού καί τοΟ σκεπτικισμοϋ δέν Ισχύει. Τό πρόβλημα πού πρέπει νά βάλουμε είναι άλλο: ή δοσμένη αύτή ήθική άντίληψη έχει μέσα της τά χαρακτηριστικά μιάς όρισμένης διάρκειας; ή μήπως είναι κάθε μέρα μεταβλητή ή δίνει άφορμή μέσα στήν ίδια όμάδα νά διατυπώνεται ή θεωρία τής διπλής θέ­λησης; Πέρα άπ’ αύτό: πάνω στή βάση τής διάρκειας εί­ναι δυνατό νά συγκροτηθεί μιά έλίτ πού νά όδηγεί τίς μά­ζες, νά τΙς διαπαιδαγωγεί καί νά είναι Ικανή νά παρουσιά­ζεται σάν «ύπόδειγμα»; Ό τα ν δοθεϊ ατά σημεία αύτά Απάν­

82

τηση καταφατική, τότε ή Αντίληψη είναι δικαιολογημένη καί ϊγκυρη. ’Αλλά θά ύπάρξει μ ιά περίοδος χαλάρωσης καί μά­λιστα άκολασίας καί ήθικής διάλυσης. Αύτό δέ θά μποροΟ- ac νά Αποκλεισθεί, κάθε άλλο, οδτε είναι κ ι’ αύτό έπιχείρη- μα ίγκυρο. Περίοδοι ήθικής διάλυσης, ίχουν συχνά παρου­σιαστεί στήν 'Ιστορία, ένώ διατηρεί τήν κυριαρχία της ή Γ- δια γενική ήθική Αντίληψη καί ίχουν τήν πηγή τους σέ αΙτίες πραγματικές καί συγκεκριμένες, καί βχι σέ ήθικές Αντιλή­ψεις: αύτές πολύ συχνά δείχνουν δτι μιά Αντίληψη ϊχ ε ι πα ­λιώσει, Ιχε ι Αποσυντεθεί, ίχ ε ι γίνει καθαρή φορμαλιστική ύ- ποκρισία, Αλλά προσπαθεί νά διατηρηθεί στή ζωή καταναγ- καστικά, Υποχρεώνοντας τήν κοινωνία σέ μ ιά διπλή ζωή: Στήν ύποκρισία Ακριβώς καί τή διπλοπροσωπία ΑντιδροΟν μέ μορφές έξογκωμένες ο( περίοδες Ακολασίας καί διάλυσης πού Αναγγέλλουν σχεδόν πάντα δτι μιά καινούργια άντίλη- ψη βρίσκεται ατό δρόμο τής διαμόρφωσης.

Τόν κίνδυνο τής Ελλειψης ήθικής ύγείας τόν Αντιπρο­σωπεύει ή μοιρολατρική θεωρία των όμάδων έκείνων πού συμ­μερίζονται τήν άντίληψη τής «φυσικότητας» σύμφωνα μέ τή «φύση» τών κτηνών καί πού πιστεύουν πώς δλα δικαιολογοΟν- ται μέ τόν κοινωνικό περίγυρο. Έ τσ ι Αμβλύνεται κάθε ίν- νοια Ατομικής εύθύνης καί κάθε ξεχωριστή εύθύνη πνίγεται μέσα αέ μιάν άφηρημένη καί Απροσδιόριστη κοινωνική εύ­θύνη. ’Αν ή άντίληψη αύτή ήταν Αληθινή, τότε ό κόσμος καί ή Ιστορία θά ήταν πάντοτε άκίνητα. "Αν πραγματικά, τό άτομο γ ιά νάλλάξει χρειαζόταν νάλλάξει όλόκληρη ή κοι­νωνία πρίν άπ’ αύτό, μηχανικά, καί ποιός ξέρει μέ ποιά έξω- ανθρώπινη δύναμη, τότε δέ θά γινόταν ποτέ καμιά Αλλαγή. Ή ιστορία, άντίθετα είναι Ινας άδιάκοπος άγώνας Ατόμων καί 6- μάιδων γ ιά νάλλάξει αύτό πού ύπάρχει σέ κάθε δοσμένη στι­γμή, άλλά γ ιά νά γίνει 6 άγώνας Αποτελεσματικός, αύτά τά άτομα καί οί όμάδες πρέπει νά νιώθουν δτι στέκουν ψηλότερα Απ’ αύτό πού ύπάρχει, δτι είναι παιδαγωγοί τής κοινωνίας κλπ. Τό περιβάλλον έπομένως δέ δικαιολογεί, Αλλά μονάχα «έξηγεί* τή συμπεριφορά τών άτόμων. Καί ειδικά έκείνων πού Ιστορικά παρουσιάζουν τή μεγαλύτερη παθητικότητα. Ή «έ- ςήγηαη», θά χρησιμεύσει πολλές φορές γιά νά ύπάρξει έπιεί-

83

κεια πρδς τά ξεχωριστά άτομα καί θά δώσει ύλικδ γ ιά τή διαπαιδαγώγηση άλλά δέν πρέπει ποτέ v i γίνεται «δικαιο­λογία» γ ιατί τότε δδηγεϊ άναγκαστικά σέ μιά άπδ τΙς πιδ υποκριτικές καί έξοργιστικές μορφές συντηρητικότητας καί «όπισθοδρομικότητας».

Στήν έννοια τού «φυσικού» άντιπαρατίθεται ή ίννοια τού «τεχνητού», τού «συμβατικού». Ά λλά τί σημαίνει «τεχνητό» καί «συμβατικό» δταν ¿ναφέρεται σέ μαζικά φαινόμενα; Σ η ­μαίνει άπλώς «ιστορικό», κάτι δηλαδή πού είναι άποκτημένο μέσα στήν πορεία τής ιστορικής έξέλιξης, καί μάταια προσπα­θούν νά προσδώσουν μιά κακή ίννοια στδ πράγμα, γιατί αυ­τό ίχ ε ι διεισδύσει έπίσης καί στήν κοινή συνείδηση μέ τήν έκφραση τής «δεύτερης φύσης», θ ά μπορούμε έπομένως νά μιλάμε γ ιά τεχνητό καί γ ιά συμβατικότητα, δταν άναφερό- μαστε σέ προσωπικές Ιδιοσυγκρασίες, δχι σέ φαινόμενα λογι­κά, πού βρίσκονται ήδη σέ δράση. Τδ νά ταξιδεύεις μέ τραί­νο είναι «τεχνητό* άλλά όχι βέβαια όπως τό φτιασίδωμα τοΟ προσώπου.

Σύμφωνα μέ τούς ύπαινιγμούς πού κάναμε στις προη­γούμενες παραγράφους, μπαίνει τό πρόβλημα ποιός θά πρέ­πει νά άποφασίσει δτι μιά δρισμένη ήθική συμπεριφορά ,εί­ναι ή πιό ταιριαστή σέ Ινα δρισμένο στάδιο άνάπτυξης τφν παραγωγικών δυνάμεων. Ασφαλώς δέ μπορεΐ νά γίνει }.{>- γος δτι θά δημιουργήσουμε Ινα είδικδ «Πάπα» ή μιά άρ- μόδια ύπηρεσία' οι διευθυντικές δυνάμεις θά γεννηθούν χ ά ­ρη στδ Γδιο τό γεγονός δτι 6 τρόπος τής σκέψης θά δδηγεϊ- ται πρδς αύτή τή ρεαλιστική κατεύθυνση καί θά γεννηθούν άπδ τήν Γδια τή σύγκρουση τών διαφορετικών γνωμών χω- ρί; «συμβατικότητα» καί δχι «τεχνητά* άλλά φυσικά.

Β ΙΟ ΤΕΧ Ν Η Σ — Β ΙΟ ΤΕΧ Ν ΙΑ

Ά π δ Ινα άρθρο τού Ούγκο Ό τζέττ ι (Τέχνες καί Βιο- τέχνες τής ’Ιταλίας, στδν «Ταχυδρόμο» τής 10ης Α πρίλη 1933) παίρνω μερικά σημεία: Γιά τδν Ιταλικό νόμο θεωρεί­ται βιοτέχνης αύτδς πού δέν άπασχολεΐ περισσότερους άπδ

84

5 έργαζόμενους, έάν άσκίϊ ένα έπάγγελμα τέχνης, καί περισ σότερους άπό 3 έάν άσκεΐ ένα συνηθισμένο έπάγγελμα. 'Ο ­ρισμός άσαφής. «Τό χαρακτηριστικό τοϋ βιοτέχνη είναι δτι έργάζεται 6 Γδιος μέ τά χέρια του στήν τέχνη του ή στό έ- πάγγελμά του. Τό δτι άπ’ αύτόν έξαρτώνται πέντε, δέκα πρόσωπα, αότό δέν άλλάζει τόν χαρακτήρα του σλν βιοτέ- χνη, έκείνο πού τόν ξεχωρίζει άπό τόν βιομήχανο». Ά λλά καί αύτός έπίσης ό όρισμός είναι άσαφής, γιατί ό βιοτέχνης μπορεί νά μήν έργάζεται άλλά νά διευθύνει τήν έργασία έ- νός καταστήματος: Ό όρισμός πρέπει νά άναζητηθεΐ στόν τρόπο τής παραγωγής καί τής έργασίας. Στή Γερμανία 6- πάρχει τό δίπλωμα τοϋ έπαγγέλματος, πού Εχει τρείς δια­βαθμίσεις δπως είναι: τοϋ μαθητευόμενου «πού θά τόν λέμε καλύτερα βοηθό ή δόκιμο» τοϋ «σύντροφου» πού ίχ ε ι τελειώ­σει τήν προεξάσκηση τοϋ βοηθοϋ, τοϋ «Αρχιτεχνίτη»’ (6 ’Οτ- ζέττι χρησιμοποιεί τή λέξη «σύντροφος» γ ιά νά δείξει τόν έρ- γαζόμενο πού έχει ήδη διαμορφωθεί έπαγγελματικά, άλλά πώς δικαιολογείται αύτή ή λέξη; δχι Ιστορικά, γιατί στήν ’Ιταλική δέν έχει παραμείνει ή χρήση δπως στά Γαλλικά καί Γερμανικά μιάς λέξης πού κάποτε είχε μιά $κριβή νομική σημασία, καί σήμερα δέν ϊχ ε ι «έπαγγελματική» σημασία, άλ­λά μόνο σημασία «οικονομικής» θέσης. Ε παγγελματικά 6 «σύντροφος» είναι Ινας «άρχιτεχνίτης», άλλά δέν Εχει τήν ίδιοκΐησία ένός καταστήματος καί πρέπει νά έργάζεται γ ιά κάποιον άλλο πού άκριβώς είναι ιδ ιοκτήτης).

Η ΕΝΤΟΛΗ ΚΑΙ Η ΓΠ Α Κ Ο Η

Σέ ποιό μέτρο είναι άλήθεια δτι ή ύπακοή είναι πιό εύ­κολη άπό τό νά δίνεις έντολές. Έ έντολή είναι χαρακτηρι­στικό τοϋ δεκανέα. Ή παθητική άναμονή τών διαταγών. Στήν ύπακοή ύπάρχει ένα στοιχείο έντολής καί στήν έντολή ένα στοιχείο ύπακοής (αυτοδιοίκηση καί αύθυπακοή). Τό perinde ac cadaver 15 τών ’Ιησουιτών. Ό χαρακτήρας τής έντολής καί τής ύπακοής στή στρατιωτική διαταγή. Πρέπει νά ύ- πακούει κανείς χωρίς νά κατανοεί ποϋ δδηγεί ή ύπακοή καί

86

οέ τί άποσχοπεί; ύπακούει κανείς μαύτή τήν Ιννοια θελη­ματικά, δηλαδή έλεύθερα, δταν καταλαβαίνει δτι πρόκειται γ ιά άνώτερη βία: 'Ο μω ς γ ιά νά είμαστε πεπεισμένοι γιά τήν άνώτερη βία χρειάζεται νά ύπάρχει άποτελεσματική συ­νεργασία δτάν ή άνώτερη βία δέν ύπάρχει. Ή έντολή γιά τήν έντολή είναι χαρακτηριστικό τοΟ δεκανέα: δμως δίνει κανείς μ ιά έντολή γιά νά πετύχει κάποιο στόχο, δχι μόνο γ ιά νά καλύψει τΙς νομικές του εύθϋνες: «έγώ Ιδωσα τή διαταγή: δέν είμαι ύπεύθυνος άν δέν έκτελέστηκ«, ή άν έκτε- λέστηχι άσχημα κ λ .π . ύπεύθυνος είναι δ έκτελεστής πού άπότυχε». Ή έντολή τοΟ διευθυντή όρχήστρας: Ιχε ι έπιτευ- χθεΐ έκ τών προτέρων συμφωνία, συνεργασία καί ή διεύθυν­ση είναι διακεκριμένη λειτουργία, δχι έπιβεβλημένη Ιεραρ- χ ικά.

Η Μ ΕΛΟΔΡΑΜ ΑΤΙΚΗ Α Ν ΤΙΛ Η Ψ Η ΤΗ Σ ΖΩΗΣ

Δέν είναι άλήθεια δτι μόνο σέ μερικά στρώματα κατώτε­ρης εύφυίας μπορεί κανείς νά βρεί μιάν αίσθηση τής ζωής «τοΟ βιβλίου» καί δχι φυσική. ΣτΙς λαΓκές τάξεις ύπάρχει δμοίως 6 «βιβλιακός» έκφυλισμός τής ζωής, πού δχι μόνο δίνεται άπό τά βιβλία, άλλά έπίσης καί άπό άλλα μέσα διά­δοσης τής κουλτούρας καί τών Ιδεών. Ή Μουσική τοΟ Βέρν- τι, ή καλύτερα τό λιμπρέττο καί ή πλοκή τών δραμάτων πού συνέθεσε δ Βέρντι, εύθΰνονται γ ιά μιά σειρά «τεχνητών» στά­σεων τής λαϊκής ζωής, τρόπων σκέψης, ένός «στύλ». «Τε­χνητό» ίσως δέν είναι ή κατάλληλη λέξη, γιατί στά λαϊκά στοιχεία αύτή ή τεχνητότητα παίρνει άπλοΓκές καί συγκινη­σιακές μορφές. Τό μπαρόκ, τό μελοδραματικό φαίνονται σέ πολλούς άνθρώπους τοΟ λαοΟ, σάν τρόπος τοΟ νά αίσθάνεσαι καί νά ένεργεΐς έξαιρετικά μαγευτικός, σάν Ινας τρόπος νά ξεφεύγεις άπό κείνο πού αύτοί ΘεωροΟν χαμηλό, άθλιο, καί περιφρονητικό γ ιά τή ζωή τους καί τήν ίκπαίδευσή τους γ ιά νά μπεις σέ μιά σφαίρα πιό έχλεκτών, ύψηλών αίσθημά- των καί ευγενικών παθών. Τ ά ρομάντσα τής έπιφυλλίδας καί τά κατώτερα (δλόχληρη ή γλυκανάλατη, μελιστάλλακτη καί

86

δακρύβρεχτη φιλολογία) προσφέρουν ήρωες καί ήρωΐδες. ’Αλ­λά τό μελλόδραμα είναι τό πιό μολυσματικό, γιατί τά μελ- λοποιημένα λόγια τά θυμάται κανείς περισσότερο καί δια­μορφώνουν Ινα είδος μήτρας στήν όποια ή σκέψη παίρνει μιά μορφή μέσα στή ροή της. ’Ας παρατηρήσουμε τόν τρό­πο γραψίματος πολλών Ανθρώπων τοΟ λαοΟ: άπο τυπώνεται σ’ Ινα όρισμένο Αριθμό έτοιμων φράσεων. ’Από τό Αλλο μέ­ρος ό σαρκασμός είναι πολύ διαβρωτικός. Χρειάζεται νά θυ­μόμαστε δτι πρόκειται δχι γ ιά ένα έρασιτεχνικοΟ χαρακτή­ρα σνόμπ, Αλλά γ ιά κάτι πού βιώνεται καί αισθητοποιείται βαθειά.

Σ ΪΤ Κ Γ Ρ ΙΑ

ΜποροΟμε νά όρίσουμε τή συγκυρία σάν τό σύνολο τών περιστάσεων πού προσδιορίζουν τήν Αγορά σέ μιά δοσμέ­νη φάση, ίφ ’ δσον δμως οΐ περιστάσεις αύτές γίνονται Αντι­ληπτές στήν κίνησή τους, δηλαδή σάν σύνολο πού διαμορφώ­νει Ινα προτσές πάντα νέων συνδυασμών, προτσές πού εί­ναι ό οίκονομικός κύκλος. ΜελετΑμε τή συγκυρία γ ιά νά προ- βλέψουμε καί έπίσης, μέσα σέ όρισμένα δρια, νά προσδιορί­σουμε τόν οικονομικό κύκλο μέ «ύνοΐκή κατεύθυνση γ ιά τΙς όποθέσεις. Γ ι’ αύτό ή συγκυρία προσδιορίζεται Ιπίσης Από τή διακύμανση τής οίκονομικής κατάστασης ή Από τό σύνολο τών διακυμάνσεων.

Ή προέλευση τής Ικφρασης χρησιμεύει στό νά κατα­λάβουμε καλύτερα τήν Ιδέα. Στά Ιταλικά=οΙκονομική δια­κύμανση. Είναι συνδεδεμένη μέ τά φαινόμενα τοΟ μεταπο- λέμου πού είναι πολύ γρήγορα μέσα στό χρόνο. Στά Ιταλι­κά ή σημασία τής «εύνοΐκής ή δυσμενοΟς οίκονομικής «ύ- καιρίας» ίνυπάρχιι στή λέξη «συγκυρία». Διαφορά ΑνΑμε- σα στήν «κατάσταση» καί τή «συγκυρία»: Έ συγκυρία θά ήταν τό σύνολο τών Αμεσων καί μεταβατικών χαρακτηριστι­κών τής οίκονομικής κατάστασης καί μέ τόν δρο αύτό θά χρειαζόταν τώρα νά έννοήσουμε τά πιό θεμελιακά καί διαρ­κή χαρακτηριστικά τής Γδιας τής κατάστασης. Ή μβλέτη τής συγκυρίας δστ«ρα συνδέεται στενά μέ τήν Αμεση πολι­

87

τική μέ τήν «τακτική» καί τήν ζύμωση γιά δράση, ένώ ή «κατάσταση» μέ τή «στρατηγική» καί τήν προπαγάνδα, κ.λ.π.

Δ Ο ΓΜ Α ΤΙΣΤΕΣ, Κ .Λ .ΙΙ.

Ό «δογματικός» χαρακτήρας (στενά νοούμενος) μιάς 6- μάδας μπορεί νά καθοριστεί άπό τήν πραγματική της δραστη­ριότητα (πολιτική καί όργανωτική) καί 8χι άπό τό «άφη- ρημένο» περιεχόμενο τοΟ ίδιου τοΟ δόγματος. Μιά όμάδα «δια­νοουμένων» γ ιά τό ίδιο γεγονός πού συγκροτείται σ’ Ενα όρισμένο ποσοτικό μέτρο, δείχνει δτι Αντιπροσωπεύει «κοινω­νικά προβλήματα», οΐ συνθήκες γ ιά τή λύση τών όποιων ύ- πάρχουν ήδη ή βρίσκονται στή διαδικασία τής έμφάνισής τους. ’Ονομάζεται «δογματικός» γιατί έκφράζει 8χι μόνο ά- |ΐεσα συμφέροντα άλλά καί τά μελλοντικά (τά προβλέψιμα) μι&ς ¿ρισμένης όμάδας: Είναι «δογματικός» μέ τήν κακή έννοια, δταν έμμένει σέ κάποια καθαρή άφηρημένη καί άκα- δημαΓκή θέση, καί στό μέτρο τών «ήδη ύπαρχόντων δρων ή τών εύρισκομένων στή διαδικασία έμφάνισής», δέν προσ­παθεί νά όργανώσει, νά έκπαιδεύσει καί νά κατευθύνει μιά άνάλογη πολιτική προσπάθεια. Μαύτή τήν ϊννοια οΐ «γιακω- βίνοι» δέν είναι καθόλου «δογματιστές». Δογματιστής Ιτσι ση­μαίνει κατά βάθος αότόν πού είναι «έχθρικός πρός τούς συμ­βιβασμούς», «τόν πιστό στίς άρχές». Λέξη παρμένη άπό τή γαλλική πολιτική διάλεκτο. Κ ό μ μ α τ ώ ν Δ ο γ μ ά­τ ι α τ ώ ν ύπό τόν Κάρολο τόν 10ο καί Λουίτζι Φίλιππο: Royer - Collard, Guirot κ.λ.π.

ε μ ;π ε ι ρ ι ς μ ο ς

Ά μφίλογη σημασία τοϋ δρου. Χρησιμοποιούμε τόν δρο τοΟ έμπειρισμοΟ, συνήθως μέ τήν ϊννοια τού μή έπιστημο- νικοΟ. Ά λλά έπίσης τόν χρησιμοποιούμε μέ τήν ϊννοια τή μή κατηγορική (χαρακτηριστικό τών φιλοσοφικών κατηγο­ριών) καί, μετά, τού «συγκεκριμένου» καί πραγματικού μέ

τήν έννοια τή «σημαντική· τής λέξης. Εμπειρική πραγματι­κότητα καί κατηγορική πραγματικότητα κ.λ.π. Γιά τόν Κρό- τσε, γ ιά παράδειγμα, οί φιλοσοφικές έπιστήμες είναι οί μο­ναδικές καί άληθινές έπιστήμες, ένώ οΐ φυσικές έπιστήμες η άκριβεϊς είναι «έμπειρικές» καί άφηρημένες, γιατί γ ιά τδν ιδεαλισμό είναι μιά συμβατική άφαίρεση «ευκολίας» χ.λ.π.

Ε Π ΙΓΟ Ν Ο Ι ΚΑΙ ΔΙΑΔΟΧΟΙ

Κάποιοι χρησιμοποιούν τδν δρο «έπίγονοι» κατά άρκετά παράξενο τρόπο καί γύρω άπ’ αύτδν πλάθουν μιά όλόκληρη κοινωνιολογική θεωρία άρκετά παράξενη καί άτελέσφορη. Γιατί οί έπίγονοι θάπρεπε νά είναι κατώτεροι άπδ τούς προ­γόνους; Στήν Ε λληνική τραγωδία οί «έπίγονοι» πραγματι­κά κατώρθωσαν νά πετύχουν τδ ϊργο πού οί «έπτά έπί θή - βαις» δέν κατώρθωσαν. Ή ϊδέα τοΟ έκφυλισμοϋ, άντίθετα, είναι συνδεδεμένη μέ τούς διαδόχους, τοΟ ’Αλεξάνδρου.

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗ Σ Π Ρ Α Ξ Η Σ 16 ΚΑΙ «ΙΣΤΟ ΡΙΚ Ο Σ ΟΙΚΟΝΟΜΙΣΜΟΣ»

Σύγχυση άνάμεσα στις δύο έννοιες. 'Ωστόσο πρέπει νά βάλουμε τδ πρόβλημα: Ποιά σημασία πρέπει νά άποδώσου- με στδν «Οίκονομισμό» δταν άναπτύσσουμε τις μέθοδες τής Ιστοριογραφικής έρευνας, καί δταν δεχόμαστε δτι ό οίκονο- μισμός δέ μπορεί νά συγχέεται μέ τή φιλοσοφία τής πράξης; Τδ δτι μιά όμάδα τραπεζίτες, πού ϊχουν συμφέροντα σέ μιάν όρισμένη χώρα μπορούν νά διευθύνουν τήν πολιτική αύτής τής χώρας, νά φέρουν σαύτή τδν πόλεμο ή νά τδν άπομα- κρύνουν άπ’ αύτήν είναι άναμφισβήτητο: άλλά ή διαβεβαί- ο>ση αύτοϋ τού γεγονότος δέν είναι «Φιλοσοφία τής πράξης» είναι «ίστορικδς οίχονομισμός», δηλαδή πρόκειται γ ιά τή δια­βεβαίωση δτι «άμεσα» σάν «περίπτωση», τά γεγονότα έχουν ύποστεϊ τήν έπίδραση καθορισμένων συμφερόντων μιάς δμά- δας κ.τ.λ. 'Ο τ ι «ή μυρωδιά τού πετρελαίου» μπορεί νά έπι-

φέρει σοβαρές συμφόρές πάνω ai μιά χώρα είναι έπίσης βέ­βαιο κ.τΑ., κ.τΑ. ’Αλλά αύτές οΐ διαβεβαιώσεις, οΐ Ελεγμέ- ν(ς, οΐ άποδειγμένες κΛ .π., δέν άποτελοΟν άκόμα φιλοσοφία τής πράξης, μάλιστα μποροΟν νά γίνουν άποδεκτές χα ΐ νά γίνουν πράξη χαΐ άπό κείνους πού Απορρίπτουν συνολικά τή Φιλοσοφία τής Πράξης. Μποροϋμι νά ποϋμι δτι 6 οίκονο- μικός παράγοντας (Εννοούμενος μέ τήν άμεση καί ’Ιουδαϊ­κή σημασία τοΟ ΙστορικοΟ οΙκονομισμοΟ) Siv είναι παρά Ε­νας άπό τούς τόσους τρόπους που παρουσιάζεται ή βαθύτερη Ιστορική διαδικασία (παράγοντας τής ράτσας, θρησκείας κ. τ ΐ . ) , άλλά αυτήν άκριβώς τή βαθύτερη διαδικασία, θέλει νά Εξηγήσει ή φιλοσοφία τής πράξης καί μάλιστα γιαύτό είναι μιά φιλοσοφία, μιά «άνθρωπολογία» καί δχι Ενας άπλός κανόνας Ιστορικής Ερευνας.

ΦΑ ΤΡΙΑ

Ό δρος χρησιμεύει σήμερα γ ιά νά δείχνει γενικά Ενα όρισμένο Εκφυλισμό τοΟ κομματικοΟ πνεύματος, μιά όρισμέ- νη φανατική Εξτρεμιστική μονομέρεια μακρυά άπό συμβιβα­σμούς, καί Επίσης, είδικά μάλιστα γ ιά δευτερεύοντα καί Υ­ποδεέστερα ζητήματα. Έ σκοπιά αύτής τής κρίσης είναι τό Εθνικό πνεΟμα, δηλαδή Ενας όρισμένος τρόπος σύλληψης τής πολιτικής κατεύθυνσης μιάς χώρας. «Φατρία» καί «Φα­τριαστικός» χρησιμοποιήθ>ηκαν άπό τά κόμματα τής δεξιάς κατά τών άντιπάλων της, ο( όποιοι άνταπάντησαν μέ τούς δρους τής «συμμορίας» καί τοΟ «συμμοριακοΟ πνεύματος» κ,λ.π., γ ιά νά δείξουν τήν τάση όρισμένων κυβερνητικών πο­λιτικών όμάδων νά ταυτίζουν τά ξεχωριστά Ιδιαίτερα συμ- φέροντά τους μέ Εκείνα τοΟ κράτους καί τοΟ Ιθνους, καί νά τά Υπερασπίζουν μέ άλλο τόσο φανατισμό καί άποκλειοτικότη- τα. Έ λέξη «φατρία» πού (χε ι στρατιωτική προέλευση (πι· θανώς) Εχει γίνει κοινή στήν ’Ιταλία γ ιά νά δείχνει τά κόμ­ματα πού άνταγωνίζονταν στίς Μεσαιωνικές κοινότητες κ,λ.π. καί ΕξυπονοεΙται στή χρήση της ή άντίληψη δτι ο( τέτοιοι άγώνες θά Εμπόδιζαν τήν Εθνική Ενοποίηση πρίν τόν πόλε­

,90

μο τής Άν«ξαρτησίας, δηλαδή συνολικά μιά Αριστοκρατική Αντίληψη τής ίτοϊλικής έθνικής έξέλιξης. «Φατρία» δ«ίχν«ι τό χαρακτήρα τών Μ«σαιωνικών πολιτικών άγώνων, τών ά- ποκλ«ιστικών, πού τίίνουν νά καταστρίψουν φυσικά τόν Αν­τίπαλο, δχι νά δημιουργήσουν μιά ισορροπία κομμάτων πού νά βρίσκονται σέ όργανική σχίση μέ τήν ήγιμονία τού πιό ισχυρού κόμματος κΑ.π. «Κόμμα» «Ιναι τμήμα ένός βλου, «φατρία» ίνοπλη δύναμη πού άκολουθιΐ τούς άποκλ«ιστικούς στρατιωτικούς κανόν«ς κΛ.π.

ΕΘ Ν ΙΚ ΕΣ ΜΕΓΑΛΟΦΓ ΙΈ Σ

Κάθ* Έ θνος Ι χ ι ι τόν ποιητή του ή τόν συγγραφέα στόν όποίο συμπυκνώνιται ή πνιυματική δόξα τού Έ θνους καί τής φυλής: *0 Ό μηρος γ ιά τήν Ε λλάδα , 6 Δάντης γ ιά τήν ’Ιταλία, 6 Θ*ρ6άντ«ς γ ιά τήν 'Ισπανία, 6 Κάμο«νς γ ιά τήν Πορτογαλία, 6 Σαίξπηρ γ ιά τήν ’Α γγλία , 6 ΓκαΙτι γ ιά τή Γιρμανία. Π ρέπ ιι νά σημιιώσουμ* δτι ή Γαλλία δέν δια­θέτη καμμιά άπό τΙς μ*γάλ«ς έκ ιΐν ις μορφές πού νά «Ιναι άντιπροσωπ*υτική χωρίς άμφισ6ητήσ«ις. Τό Ιδιο καί ο( Ή - νωμένις Π ολ ιτιΐις. Γιά τή Ρωσσία θά μπορούσαμι νά μι- λήσουμ* γ ιά τόν ΤολστόΓ; Γιά τήν Κίνα γ ιά τόν Κομφού- κιο; ή γαλλική π«ρίπτωση «Ιναι άξιοσημιίωτη γιατί άπό παράδοση ή Γαλλία ιΐνα ι ή ίνοποιημένη κατ’ ίξοχήν χώρα (Βίκτωρ Ούγκώ;) έπίσης ατό πιδίο τής κουλτούρα καί

μάλιστα ιΐδ ικά σ’ αύτό. Ό χρόνος στόν όποιον έμφανίστη- καν οΐ μορφές αύτές στήν Ιστορία κάθ* Έθνους ιΐνα ι ένδια- φίρον στοιχιΐο γ ιά νά προσδιορίσουμ* τή συμβολή κάθι λαού στόν κοινό πολιτισμό καί έπίσης τήν «πολιτιστική της πρα­γματικότητα». Σάν «Ιδβολογικό στοιχιΐο» πού πραγματικά λ ιιτουργιΐ προσδίνιι δόξα στήν Ε λλάδα ή μεγαλοσύνη τού 'Ο μήρου; 01 θαυμαστές τού 'Ομήρου συνήθισαν νά διακρί­νουν τήν άρχαία Ε λλάδα άπό τή σύγχρονη Ε λλάδα.

Ύ παινίχθηκα τήν πολιτική σημασία πού σί κάθ* χώ ­ρα Ιχουν οΐ μ*γαλοφυί*ς (ίπως ό Σαίξπηρ γ ιά τήν ’Α γγλία , ό Δάντης γ ιά τήν ’Ιταλία, ό Γκα ΐτι γ ιά τή Γ«ρμαν(α). ’Απ’

91

αύτούς, ισχύουν άκόμα καί σήμερα ή Ισχυσαν μέχρι πρίν τόν πόλεμο, μόνο δύο: ό Σαίξπηρ καί ό Γκαϊτε, ειδικά 6 τελευταίος λόγω τής μοναδικότητας τής προσωπικότητάς του. Υποστηρίζεται δτι ή ύπηρεσία αύτών τών μεγαλοφυών μορ­φών είναι v i διδάσκουν, σάν φιλόσοφοι, έκεινο πού πρέπει νΑ πιστεύουμε, σΑν ποιητές, έκεΐνο που πρέπει νΑ μαντεύου­με (αίσθανόμαστε), σάν άνθρωποι, è κείνο που πρέπει νά κάνουμε. Ά λλα πόσοι μπορούν νά περιληφθοΟν σαύτόν τόν προσδιορισμό; δχι ό Δάντης, λόγω τής χρονική; Απόστασης, καί γιΑ τήν περίοδο πού έκφράζει, τό πέρασμα φπό τό Με­σαίωνα στή σύγχρονη έποχή. Μόνο δ ΓκαΙτε Ιχε ι κάποια ισχύ, γιατί έκφράζει μιά γλυκεία καί κλασσική μορφή, αύ- τό πού στόν Λεοπάρντι, γ ιά παράδειγμα, είναι άκόμα θολός ρομαντισμός: Τήν έμπιστοσύνη στή δημιουργική δραστηριό­τητα τού Ανθρώπου, σέ μιά φύση είδομένη δχι σάν έχθρική καί Ανταγωνιστική Αλλά σάν μιά δύναμη πού πρέπει νά γνω­ρίσουμε καί νά δαμάσουμε έγκαταλείποντας χωρίς κλάματα καί Απελπισίες τά «Αρχαία παραμύθια» τα όποΐα διατηρούν τό Αρωμα τής ποίησης, πού τά κάνουν Ακόμα πιό trx p à σάν πεποιθήσεις καί πίστη. (Π ρέπει νά δοϋμ* τό βιβλίο του Έ - μερσον, Vomini rappresentativi καί τούς *Ηρωες τού Καρ- λάΟλ).

Η ΑΤΟΜ ΙΚΗ Π ΡΩ ΤΟ ΒΟ ΓΛ ΙΑ

(θέμα πού συνδέεται μέ έκεϊνο τής «κρατολατρείας»). Στοιχεία γ ιά τήν τοποθέτηση τού ζητήματος: ταυτότητα - διά­κριση μεταξύ Ιδιωτικής κοινωνίας (società civ ile), καί πο­λιτικής κοινωνίας καί Ιπειτα, όργανική συνταύτιση μετα­ξύ Ατόμων (μιάς καθορισμένης όμάδας) καί κράτους, γ ιά τό όποίο «κάθε Ατομο είναι ύπάλληλος» δχι γιατί είναι Εμ­μισθος Απασχολούμενος Από τό κράτος καί ύπάγεται στόν «ίεραρχικό» Ελεγχο τής κρατικής γραφειοκρατίας άλλΑ γ ια ­τί «ένεργώντας αύθόρμητα» ή λειτουργικότητά του ταυτίζε­ται μέ τούς σκοπούς τοϋ κράτους (δηλαδή τής καθορισμένης κοινωνικής όμάδας ή τής Ιδιωτικής κοινωνίας). Έ τ σ ι ή άτο-

92

μική πρωτοβουλία δέν είναι ύπόθεση «καλής θέλησης» άλ- λά άναγκαία προϋπόθεση. ’Αλλά «άτομική πρωτοβουλία» νο­είται στό οΙκονομικό πεδίο καί άκριβώς νοείται μέ τήν Ιν- νοια τής πρωτοβουλίας μέ χαρακτήρα άμεσης «χρησιμότητας» καί στενά προσωπικής, μέ τήν ιδιοποίηση τοΟ κέρδους πού ή ίδια ή πρωτοβουλία προσδιορίζει σ’ Ινα καθορισμένο σύ­στημα νομικών σχέσεων. Ό μ ω ς δέν είναι αύτή ή μοναδική μορφή «οικονομικής» πρωτοβουλίας πού Ιχει έκδηλωθεΐ Ιστο­ρικά (κατάλογος των μεγάλων άτομικών πρωτοβουλιών πού κατέληξαν σέ καταστροφή στις τελευταίες δεκαετίες :J£ren- ger,' Stinnes' στήν ’Ιταλία, ot άδελφοί Περρόνε' Γαως σαύ- τή τήν περίπτωση είναι χρήσιμα τά βιβλία τοϋ Lewinsohn). Υπάρχουν παραδείγματα τέτοιων πρωτοβουλιών δχι «άμεσα ίδιοτελών» δηλαδή «ίδιοτελών» μέ τήν πιό έξυψωμένη Ιν- νοια, τοΟ κρατικού συμφέροντος ή τού συμφέροντος τής όμά- δας πού συγκροτεί τήν ιδιωτική κοινωνία' Ινα άξιοθαύίια- στο παράδειγμα, είναι ή ίδια ή ιταλική «υψηλή γραφειοκρα­τία», τά στοιχεία τής όποίας, έάν εΓθελαν v i χρησιμοποιή­σουν πρός τό σκοπό μιας οικονομικής δραστηριότητας, ίδιο- τελούς χαρακτήρα, τήν Ικανότητα τών όργανωτών καί ειδι­κών τούς όποίους διαθέτουν, θά είχαν τή δυνατότητα νά δη­μιουργήσουν γ ιά τόν έαυτό τους μιά οικονομική θέση πολύ διαφορετική άπ’ έκείνη πού τούς προσφέρει τό κράτος έργο- δότης: ούτε μπορούμε νά πούμε δτι ή Ιδέα τής σύνταξης τούς κρατά πιστούς στό κράτος, δπως συμβαίνει μέ τό πιό χαμηλό γραφειοκρατικό στρώμα.

Ε Γ Φ Γ Τ Α

«Συχνά αύτό πού 6 κόσμος όνομάζει «εύφυία» δέν είναι παρά ή Ικανότητα νά κατανοεί κανείς τΙς δευτερεύουσες άλή- θειες παρανοώντας τΙς θεμελειώδεις άλήθειες». «Αύτό πού κατ’ έξοχήν μπορεί νά μάς κάνει νά άπονοητευόμαστε άπό τούς άνθρώπους είναι ή έπιπολαιότητα». (Δυό άφορισμοί τού Ούγ- κο Μπερνασκόνι στό «Πήγασσος» τοΟ Αδγούστου τοΟ 1930: Parole alla buona gen te ). Αύτή ή εύφυία δνομάζεται έπίσης

98

«Ταλέντο* γενικά καί είναι φανερή σ’ έκείνη τή μορφή τής έπιφανειακής πολεμικής πού ύπαγορεύεται άπό τήν ματαιο- δοξία νά φαίνεται κανείς άνεξάρτητος καί νά μή δέχεται τό κύρος κανενός, σύμφωνα μέ τήν 6πο£α ψάχνει νά άντιπαρα- θέσει σάν άντιρρήσεις, σέ μιά θεμελιακή άλήθεια, μιά όλό- χληρη σειρά μερικών ή δευτερευουσών άληθειών. Ή «έπι- πολαιότητα» συχνά πρέπει νά άναζητηθεΐ στή σοβαρή άδε- ξιότητα: μάλιστα όνομάζεται «έπιπολαιότητα» σέ βρισμένους διανοουμένους καί στίς γυναίκες αυτό πού στήν πολιτική γ ιά παράδειγμα, είναι άκριβώς άδεξιότητα καί πενιχρός έπαρ- χιωτισμός.

ΕΑ ΕΓΘ ΕΡΙΑ , Π Ε ΙΘ Α ΡΧ ΙΑ

Μέ τήν έννοια τής έλευθερίας θάπρεπε νά συνταιριάσου- 1« τήν Ιννοια τής ύπευθυνότητας πού γεννά τήν πειθαρχία κΛαΙ βχι άμεσα τήν πειθαρχία, πού σαύτή τήν περίπτωση νο­είται έπιβεβλημένη άπό τά ίξω , σάν συνακόλουθος περιορι­σμός τής έλευθερίας. Υπευθυνότητα ένάντια στήν άτομική αύ- θαιρεσία: Μοναδική έλευθερία είναι έχείνη που είναι «ύπεύ- θυνη», δηλαδή «καθολική*, έφ’ δσον τίθεται σάν άτομική πλευ­ρά μιάς «έλευθερίας» συλλογικής ή όμαδικής, σάν άτομική Ικφραση ένός νόμου.

ΔΕΝ Μ ΠΟΡΟΓΜ Ε ΝΑ Κ ΑΤΑΣΤΡΕΦΟΓΜ Ε Χ Ω ΡΙΣ ΝΑ ΔΗΜΙΟΓΡΓΟΓΜΕ

Ό ισχυρισμός δτι «δέν μπορούμε νά καταστρέφουμε χω ­ρίς νά δημιουργούμε» είναι πολύ διαδομένος. Τόν ϊχω δια­βάσει ήδη πρίν άπό τό 1914, στήν «Εθνική ’Ιδέα», ή όποία ήταν Ινα εύτελές συνοθύλευμα μηδαμινότητας καί κοινοτο­πιών. Κάθε όμάδα ή όμαδούλα πού πιστεύει δτι είναι φορέας ιστορικών καινοτομιών (καί πρόκειται γ ιά ξεπερασμένα πρά­γματα) θεωρείται άξιοπρεπώς καταστροφέας - δημιουργός. Χρειάζεται νά συνάγουμε τή μηδαμινότητα άπό τόν Ισχυρι­

Η

σμό πού Ιγινε μηδαμινός. Δέν είναι Αλήθεια δτι «καταστρέ­φει» όποιοσδήποτε θέλει νά καταστρέφει. Τό νά καταστρέφεις είναι πολύ δύσκολο, τόσο δύσκολο Ακριβώς δσο τό νά δημιουρ­γήσεις. 'Γστερα, δέν πρόκειται νά καταστρέφεις ύλικά πρά­γματα, άλλά «σχέσεις» άόρατες πού δέν μπορούν νά ψαυ- στοΟν, ϊστω καί1 άν γεννιοΟνται μέσα στά ύλικά πράγματα. Είναι καταστροφέας - δημιουργός αύτός πού καταστρέφει τό παλιό γ ιά νά φέρει στό φώς, νά κάμει νάνθίσει τό καινούρ­γιο πού ϊχ ε ι καταστεί «άναγκαίο* καί έπείγεται Αναπόφευ­κτα νά προσδιορίσει τήν Ιστορία. Γ ι’ αύτό μπορούμε νά πού­με δτι καταστρέφουμε έφ' δσον δημιουργούμε. Πολλοί δή­θεν καταστροφείς δέν είναι άλλο άπό «έκτελεστές Αποτυχη­μένων έκτρώσεων», ύποκείμενοι στόν ποινικό κώδικα τής Ι­στορίας.

Η ΚΟΙΝΗ ΓΝΩΜΗ

Αύτό πού άποκαλεΐται «κοινή γνώμη«, συνδέεται στε­νά μέ τήν πολιτική ήγεμονία, είναι δηλαδή τό σημείο έπα- φής άνάμεσα στήν «ιδιωτική κοινωνία» καί τήν «πολιτική κοινωνία», Ανάμεσα στήν συγκατάθεση καί τή βία. Τό κρά­τος, δταν θέλει νά άναλάβει μιά δράση λίγο λαϊκή, δημιουρ­γεί παρεμβατικά τήν κατάλληλη κοινή γνώμη, δηλαδή όρ- γανώνει καί συγκεντρώνει όρισμένα στοιχεία τής Ιδιωτικής κοινωνίας. Ιστορία τής «κοινής γνώμης»: Φυσικά στοι­χεία τής κοινής γνώμης πάντα ύπάρχουν, άκόμα καί στίς Ασιατικές σατραπείες’ Αλλά ή κοινή γνώμη δπως νοείται σήμερα γεννήθηκε τήν παραμονή τής πτώσης τών άπολυταρ- χικών κρατών, δηλαδή στήν περίοδο τοΟ άγώνα τής νέας τά­ξης τής μπουρζουαζίας γ ιά τήν πολιτική ήγεμονία καί γ ιά τήν κατάκτηση τής έξουσίας. Ή κοινή γνώμη είναι τό πολιτικό περιεχόμενο τής δημόσιας πολιτικής θέλησης πού θά μπορούσε νά μήν είναι σύμφωνη. Γιαύτό ύπάρχει ό άγώ- νας γ ιά τό μονοπώλιο τών όργάνων τής κοινής γνώμης: έφημερίδες, κόμματα, κοινοβούλιο, κατά τρόπο πού μόνο μιά δύναμη νά διαμορφώνει τή γνώμη κι’ ϊτσι τήν έθνική πολι­τική θέληαη, διαλύοντα; αύτούς πού διαφωνούν σ’ ?να Ατο­

μι x i καί άνοργάνωτο κουρνιαχτό. 'Ανάμεσα στά στοιχεία που πρόσφατα διατάραξαν τήν όμαλή χειραγώγηση τής κοινής γνώμης άπό μέρος των κομμάτων που είναι όργανωμένα καί προσανατολισμένα γύρω άπό όρισμένα προγράμματα, πρέπει νά βάλουμε σέ πρώτη γραμμή τόν κίτρινο τύπο καί τό ρά­διο (πού «Ιναι πολύ διαδομένο). Αυτά δίνουν τή δυνατότη­τα νά ύποκινήσει κανείς αυτοσχέδια έκρήξεις πανικοϋ ή ψεύ- τικου ένθουσιασμοϋ πού έπιτρέπουν τήν πραγματοποίηση των καθορισμένων σκοπών, γ ια παράδειγμα στίς έκλογές. Τό παν συνδέεται μέ τόν χαρακτήρα τής λαϊκής κυριαρχία;, πού άσκεΐται μιά φορά κάθε 3 - 4 - 5 χρόνια: άρκεΐ νά Εχει κα­νείς τήν ιδεολογική κυριαρχία (ή καλύτερα τή συγκινησια­κή) . Ε κείνη τήν καθορισμένη μέρα, γ ιά νά άποκτήσει μιά πλειοψηφία πού θά διαφεντέψει γ ιά 3 - 4 - 5 χρόνια, Εστω καί άν άφοϋ περάσει ή συγκίνηση, ή Εκλογική μάζα άποσπά- ται άπό τή νομική της Εκφραση (χώρα νομική δέν «Ιναι Ισο­δύναμη μέ χώρα πρα γμ ατική ). ’Οργανισμοί πού μπορούν νά έμποδίσουν ή νά περιορίσουν αυτό τό boom τής κοινής γνώ­μης περισσότερο άπό τά κόμματα είναι τά έλεύθερα Επαγ­γελματικά συνδικάτα: ’Α π’ αύτό είναι πού γεννιέται 6 άγώ- νας Ενάντια στά έλεύθερα συνδικάτα καί ή τάση νά τά θέ­σουν ύπό κρατικό Ελεγχο. Ωστόσο τό τμήμα τής κοινή; γνώμης πού δέ μπορεί νά όργανωθεΐ (ειδικά ot γυναίκες, δ- που ύπάρχει ψήφος γ ιά τΙς γυναίκες), είναι τόσο μεγάλο, ώ­στε νά κάνει πάντα δυνατά τά booms καί τά έκλογικά πρα­ξικοπήματα δπου 6 κίτρινος τύπος είναι πολύ διαδομένος καί πολύ διαδομένο τό ράδιο (μονοπώλιο έλεγχόμενο άπό τήν κυβέρνηση). Έ ν α άπό τά προβλήματα τής πολιτικής τεχνι­κής πού παρουσιάζονται σήμερα άλλά πού οΐ δημοκρατίες δέν κατορθώνουν νά βροϋν τόν τρόπο νά λύσουν, είναι άκρι- βώς αύτό: Νά δημιουργήσουν Ενδιάμεσους όργανισμούς άνά- μεσα στίς μεγάλες μάζες πού Επαγγελματικά δέ μπορούν νά όργανωθοϋν (ή δύσκολα όργανώνονται) στά Επαγγελματικά συνδικάτα, τά κόμματα καί τΙς νομοθετικές συνελεύσεις. Τ ά κοινοτικά καί Επαρχιακά συμβούλια είχαν στό παρελθόν μιά λειτουργία προσεγγιστικά συγγενή μαύτή, άλλά στήν πρα­κτική αύτά Εχουν χάσει τή σημασία του;. Τ ά σύγχρονα κρά­

98

τη τείνουν στό μέγιστο συγκεντρωτισμό, Ινώ άναπτύσσονται, σέ Αντίδραση, οί όμοσπονδιακές καί τοπικιστικές τάσεις, ώστε τό χράτος ταλαντεύεται Ανάμεσα στόν κεντρικό δεσποτισμό καί τήν πλήρη διάλυση (μέχρι τήν «Συνομοσπονδία τών τριών καταπιεσμένων»).

ΑΙΤΗΜΑ

ΣτΙς μαθηματικές έπιστήμες, είδικά, μέ τόν δρο «αίτη­μα» νοείται μιά πρόταση ή 6πο£α, μή έχοντας τήν άμεση σαφήνεια καί τό Αδύνατο τής Απόδειξης τών Αξιωμάτων, καί χωρίς νά μπορεΐ, άπό τό άλλο μέρος, νά Αποδειχτεί Ικανο­ποιητικά σάν Ινα θεώρημα, ένέχει ώστόσο, μέ βάση τά δε­δομένα τής έμπειρίας, μ ιά τέτοια άληθοφάνεια πού μπορεΐ νά γίνει Αποδεκτή ή νά κατανοηθεΐ καί άπό τόν Αντίπαλο Ακόμα καί νά τεθεί στή βάση τέτοιων Αποδείξεων. Έ τ σ ι τό αίτημα μαύτήν τήν έννοια είναι μιά πρόταση κατ’ έπιτα- γήν τών σκοπών τής Απόδειξης καί τής έπιστημονικής δο­μής. Στήν κοινή χρήση, Αντίθετα, α ί τ η μ α σημαίνει ένα τρόπο δπαρξης καί λειτουργίας που Απαιτεί πραγμάτω­ση (ή διατήρηση, έάν έχει ήδη πραγματοποιηθεί, ή μάλιστα, έάν θέλετε, καί σέ όρισμένες περιπτώσεις πού ~ Π ρ έ π ε ι νά πραγματοποιηθεί ή διατηρηθεί) ή Ισχυρίζεται δτι είναι τό Αποτέλεσμα μιάς έπιστημονικής έρευνας (Ιστορία, οίκονο- μία, φυσιολογία κ Α .π .) . Γιαύτό συχνά δημιουργεΐται σύγχυ­ση (ή Ανακάτωμα) Ανάμεσα στή σημασία τής «διεκδίκησης» τοΟ έ π ι θ υ μ η τ ο 0, τής «Απαίτησης» καί τή σημασία τοΟ «αΐτήματος» καί τής «Αρχής». Τ ά αΐτήματα ένός κόμ­ματος πολιτικοΟ ή ένός κράτους θά ήταν οΐ πρακτικές «Αρχές» τους, Από τΙς όποιες προκύπτουν Αμεσα οΐ διεκδικήσεις πιό συγκεκριμένου καί Ιδιαίτερου χαρακτήρα.

Θ ΡΗΣΚΕΙΑ Κ Α Ι Π Ο Λ ΙΤ ΙΚ Η

Έ ν α θέμα πού πρέπει νά μελετήσουμε είναι αύτό: έάν

97

ύπάρχιι σχέση καί ποιά ιίνα ι άνάμεσα στή θρησκιυτική ε­νότητα μιάς χώρας καί τήν πολλαπλότητα τών κομμάτων, χαΐ άντίστροφα, άνάμισα στή σχιτική ένότητα τών κομμά­των καί τήν πολλαπλότητα τών έκκλησιών χαΐ τών θρησκιυ- τικών αίρέσιων. ΙΙαρατηριΙται δτι στΙς Έ ν ω μ ίν ις Π ολ ιτιΙις , δπου τά ουσιαστικά πολιτικά κόμματα ιίνα ι δύο ή τρία, ύ- πά ρχιι μιά έκατοντάδα έκκλησιών καί θρησκιυτικών αίρέ­σιων. Στή Γαλλία, δπου ή θρησκιυτική ένότητα ιίναι άξιό- λογη, ύπάρχουν δικάδ ις καί δικάδις κομμάτων. Έ κ ιϊνο πού ιίνα ι χτυπητό, ιίνα ι ή πιρίπτωση τής Τσαρικής Ρωσσίας δ­που δίν ύπήρχαν κανονικά καί νόμιμα πολιτικά χόμματα ή ήταν ύπό άναστολή καί ύπήρχι ή τάση γ ιά πολλαπλότητα τών διαποτισμένων άπό φανατισμό θρησκιυτικών αίρίσιων. θ ά μποροΟ« νά έξηγηθιΐ αύτό παρατηρώντας δτι ι ίτ ι τό κόμμα ι ίτ ι ή θρησχιία ιίνα ι μορφές κοσμοαντίληψης καί δτι ή θρησχιυτική ένότητα ιίναι προφανής, δπως ιίναι προφα­νής ή πολιτική ένότητα: Ή θρησκιυτική ένότητα γ ιννά μιά πραγματική πολλαπλότητα κοσμοαντιλήψιων πού βρίσκουν Ιχφραση στίς θρησκευτικές α ίρίσ ιις κλ,.π. Κ άθι Ανθρωπος Ϋιίνιι νά Ι χ ι ι μιά μοναδική όργανική καί συστηματική κο­σμοαντίληψη, άλλά έπιιδή οϊ πολιτιστικές διαφορές ιίναι πολ­λές χαΐ βαθιιές, ή κοινωνία προσλαμβάνω μιά παράξινη ποι­κιλία ριυμάτων πού άντιπροσωπιύουν μιά θρησκιυτική ή πο­λιτική χροιά άνάλογη μέ τήν Ιστορική παράδοση.

ΑΓΤΟ - Δ ΙΑ Κ ΓΒΕΡΝ Η ΣΗ Κ Α Ι ΓΡΑ Φ ΕΙΟ Κ ΡΑ ΤΙΑ

Ή αύτοδιακυβέρνηση ιίνα ι £νας θισμός ή μιά πολιτική συνήθιια, διοικητική, πού προΟποθέτιι συνθήκις έντιλώς κα­θορισμέ ν ις: Τήν ύπαρξη ένός κοινωνικοί) στρώματος πού ζ ι ΐ άπό ιίσοδήματα, πού £χιι μιά πρβηιτική παράδοση γ ιά τΙς ύ- ποθέσιις κ*1 διαθέτιι £να όρισμένο χΟρος άνάμισα στίς μ ι- γάλ ις λαϊκές μ£ζ«ς γ ιά τήν χρηστότητά του καί τήν άνι- διοτέλιιά του (καί άκόμα γ ιά μ ιρ ικά ψυχολογικά χαρίσμα­τα, δπως τό χάρισμα νά γνω ρίζιι νά άσκιϊ τήν έξουσία μέ άξιοπριπή σταθερότητα άλλά χωρίς ύπιροψία καί άλλαζω-

νική Απόσταση). ’Εννοείται δτι γιαύτό ή αύτοδιακυβέρνηση Εγινε δυνατή μόνο στήν ’Α γγλία , όπου οΐ τάξεις τών γαιο­κτημόνων, έκτός Από τήν οίκονομική Ανεξαρτησία, δέν βρέ­θηκαν ποτέ σέ λυσσώδη πάλη μέ τόν πληθυσμό (πρ&γμα πού συνέβη στή Γαλλία) χαΐ δέν είχαν μεγάλες παραδόσεις στρα- τιωτικοΟ σώματος (δπως στή Γ αλλία), μέ τΙς συνέπειες τής άπόσπασης χαΐ τής αύταρχικής στάσης. Σημαντική Αλλαγή τής αύτοδιακυβέρνησης μέ τΙς Αγγλοσαξωνικές χώρες: Αγώ­νας ένάντια στό συγκεντρωτισμό τής ύψηλής κυβερνητικής γραφειοκρατίας, ΑλλΑ θεσμοί έμπιστευμένοι σέ μιΑ γραφειο­κρατία έλεγχόμενη Αμεσα Από τΑ κάτω. Γραφειοκρατία πού γίνεται Αναγκαία: Π ρέπει νΑ μπεί τό ζήτημα τής διαμόρφω­σης μιΑς γραφειοκρατίας τίμιας καί Ανιδιοτελούς, πού νΑ μή καταχρ&ται τήν λειτουργία της γιΑ νΑ ΑνεξαρτητοποιεΙται Α­πό τόν Ελεγχο τού Αντιπροσωπευτικού συστήματος. Μπορού­με νΑ πούμε δτι χΑθε μορφή κοινωνίας Εχει τόν δικό της τρόπο τοποθέτησης καί λύσης τού προβλήματος τής γραφειο­κρατίας, καί 6 ένας δέν μπορεί νΑ μοιάζει μέ τόν Αλλον.

Η ΙΔ ΙΩ Τ ΙΚ Η Κ Ο ΙΝ Ω Ν ΙΑ «

Χρειάζεται νΑ διακρίνουμε τήν Ιδιωτική κοινωνία, δπως νοείται άπό τόν Χ έγχελ, χαΐ μέ τήν Εννοια μέ τήν όποία συχνΑ χρησιμοποιείται οαύτές τΙς σημειώσεις (δηλαδή μέ τήν Εννοια τής πολιτικής καί πολιτιστικής ήγεμονίας μι Ας κοινωνικής όμάδας μέσα στό σύνολο τής κοινωνίας, σΑν τό ήθικό περιεχόμενο τού κράτους) Από τήν Εννοια πού τής δίνουν οΐ καθολικοί, γιΑ τούς όποίους ή Ιδιωτική κοινωνία είναι Αντίθετα ή πολιτική κοινωνία ή τό κρΑτος σ' Αντίθεση μέ τήν οίκογενειακή κοινωνία ή έκείνη τής έκκλησίας. Λέει ό Πίος ό X I στήν έγκύκλιό του γιΑ τήν έκπαίδευση («Καθο­λικός Πολιτισμός» τής 1ης ΦλεβΑρη 1930) : «ΤρεΙς είναι οΐ Α ν α γ κ α ί ε ς κοινωνίες, διακεκριμένες καί βμώς Αρμονικά συνδεμένες Από τόν θεό , στό κέντρο τών όποίων γεννιέται ό Ανθρωπος: δύο κοινωνίες φυσικής τΑξης, οΐ όποι­ες είναι ή οικογένεια καί ή Ιδιωτική κοινωνία' ή τρίτη, ή

99

έκκλησία ύπερφυαικής τάξης. Κατά πρώτο λόγο ή οικο­γένεια, θεσμοθετημένη Αμεσα άπό τόν θεό γ ιά τόν δι­κό της σκοπό πού είναι ή γέννηση καί ή έκπαίδευση τών τέκνων, ή (moia γιαύτό Ιχε ι φυσική προτεραιότητα, καί μετά προτεραιότητα δικαιωμάτων σέ σχέση μέ τήν Ιδιω­τική κοινωνία. 'Ο μω ς, ή οικογένεια είναι άτελής κοινωνία, γιατί δέν ένυπάρχουν σαύτήν δλα τά μέσα γ ιά τήν τελειοποί­ησή της: Σαύτό άκριβώς ή Ιδιωτική κοινωνία είναι τέλεια κοινωνία, Ιχοντας μέσα της δλα τά μέσα γ ιά τόν σκοπό της, πού είναι τό έγκόσμιο κοινό άγαθό, καί γιαύτό, σχετικά μαύ- τό, δηλαδή μέ τήν τάξη τοϋ κοινοϋ άγαθοϋ, αύτή ίχ ε ι προ­τεραιότητα Ιναντι τής οίκογένειας, ή όποία πραγματοποιεί άκριβώς μέσα στήν Ιδιωτική κοινωνία τήν πρέπουσα έγκό- σμια τελειότητα. Ή τρίτη κοινωνία, στήν όποία γεννιέται ό άνθρωπος, μέσω τής βάφτισης, γ ιά νά μπεϊ στή ζωή που άπονέμεται άπό τή θεία χάρη, είναι ή έκκλησία, κοινωνία ύπερφυσικής τάξης καί παγκόσμια, κοινωνία τέλεια, γιατί ίχ ε ι μέσα της δλα τά άναγκαϊα μέσα γ ιά τόν σκοπό της, πού είναι ή αιώνια σωτηρία τών άνθρώπων, καί γιαύτό ύ- πέρτατη στήν τάξη της». Γιά τόν καθολικισμό, αύτή πού όνομάζεται «Ιδιωτική κοινωνία» στή χεγκελιακή διάλεκτο δέν είναι «άναγκαία», δηλαδή είναι καθαρά Ιστορική ή τυχαία. Στήν καθολική ίννοια τό Κράτος είναι μόνο ή Έκκλησία, καί είναι ίνα παγκόσμιο καί ύπερφυσικό Κράτος: Έ μεσαιω­νική άντίληψη θεωρητικά διατηρείται πλήρως.

ΕΠ Α ΓΓΕΛ Μ Α ΤΙΚ Η ΝΟΟΤΡΟ,ΠΙΑ

Μέ τήν καλύτερη ίννοια τοΟ δρου θά μπορούσε νά ση­μαίνει τήν σύμπτωση τών προθέσεων καί τών θελήσεων, τήν συμπαγή ήθική ένότητα γ ιά τήν όποία ίχ ε ι σημασία τά κα­λά πράγματα νά γίνονται πρός τό συμφέρον τοΟ δλου, άδιά- φορο έάν γίνονται άπό τό Ινα ή τό άλλο στοιχείο τοΟ συνό­λου. Συνήθως δμως ή ίκφραση «έπαγγελματική νοοτροπία» πήρε μιά σημασία άσχημη, δηλαδή τής «ύπεράσπισης» τοϋ δλου ίναντίον τών κυρώσεων γιά τό κακό πού Ιγινε άπό τά

100

άτομα. Καί καταλαβαίνει κανείς ποιά είναι ή ρίζα χοΟ έκ- φυλισμοϋ: είναι μιά έσφαλμένη κατανόηση αύτοϋ πού είναι τό «δλο». Παίρνεται γ ιά «δλο» μόνο ένα τμήμα αύτοϋ, 2να τμήμα, έννοείται, ύποδεέστερο, καί διά μέσου τής «δύναμης» πού τοΟ προσφέρεται Από τό πνεΟμα τοϋ σώματος, τείνει καί προσπαθεί νά κάνει τό τμήμα (τόν ύποδεέστερο) νά έπικρα- τήσει στό δλο γ ιά νά Ασκήσει μιά έμμεση έξουσία (έάν δέν είναι δυνατή ή άμεση) καί νά άποκτήσει προνόμια. Έ άν προχωρήσουμε περισσότερο στήν Ανάλυση θά δοΟμε δτι στή ρίζα αύτής τής έπαγγελματικής νοοτροπίας βρίσκεται ή φιλο­δοξία ένός προσώπου ή μι&ς μικρής δμάδας προσώπων (πού τώρα όνομάζεται «έταιρία», «συμμορία», «κλίκα», «καμαρίλ- λα», κ .λ .π .) . Τό γραφειοκρατικό Ιδιωτικό, άλλά είδικά στρα­τιωτικό στοιχείο, έχει τΙς μεγαλύτερες τάσεις γ ιά τήν έπαγ- γελματική νοοτροπία πού δδηγεί στόν σχηματισμό τών «κα- στών». Τό πιό Ισχυρό ήθικό καί ψυχολογικό στοιχείο τοϋ αωματειακοϋ πνεύματος είναι τό ζήτημα τιμής, τής τιμής τοΟ σώματος, έννοείται αύτό πού δημιουργεί τά πιό Αχαλί­νωτα καί ποταπά πάθη. Ό Αγώνας ένάντια στήν ταπεινή έ- παγγελματική νοοτροπία είναι 6 Αγώνας τοϋ δλου ένάντια στό μέρος, τής συλλογικότητας ένάντια στίς φιλοδοξίες τών ξε­χωριστών Ατόμων καί ένΑντια στά προνόμια, τοϋ κράτους ένάντια στίς κάστες καί τις «έταιρίες τοϋ έγκλήματος».

Κ ΡΑ ΤΟ Λ Α ΤΡΕΙΑ

Στάση κάθε διαφορετικής κοινωνικής όμάδας έναντι τοϋ Κράτους της. Ή ΑνΑλυση δέ θάταν Ακριβής άν δέν ύπολογί- ζαμε τΙς δύο μορφές μέ τΙς όποϊες παρουσιΑζεται τό ΚρΑτος στή γλώσσα καί τήν κουλτούρα τών καθορισμένων έποχών, δηλαδή σάν ιδιωτική κοινωνία καί σάν πολιτική κοινωνία, σάν «αύτοκυβέρνηση» καί σάν «κυβέρνηση τών κρατικών ύ- παλλήλων». Δίνουμε τό δνομα, τής «κρατολατρείας» σέ μιά καθορισμένη στάση έναντι τής «κυβέρνησης τών κρατικών ύπαλλήλων» ή τής πολιτικής κοινωνίας, ή δποία στήν κοινή γλώσσα είναι ή μορφή τής κρατικής ζωής, στήν δποία δί­

101

νεται τό δνομα τοΟ Κράτους καί ή δποία έκχυδαΓσμένα νο­είται σάν δλόκληρο τό Κράτος. Ό ισχυρισμός δτι τό Κρά­τος ταυτίζεται μέ τά άτομα (μέ τά &xo\ut μιΛς κοινωνικής όαάδας), σάν στοιχείο ένεργητικής κουλτούρας (δηλ. σάν κίνημα γ ιά τήν δημιουργία ένός καινούργιου πολιτισμού, έ- νός νίου τύπου άνθρώπου καί πολ ίτη ), πρέπει νά χρησιμεύ­σει γ ιά νά προσδιοριστεί ή θέληση γιά τήν οικοδόμηση, μέ­σα στό περίβλημα τής πολιτικής κοινωνίας, μιΛς σύνθετης καί έντελώς διαρθρωμένης Ιδιωτικής κοινωνίας, στήν δποία τό ξεχωριστό άτομο αύτοκυβερνΛται, χωρίς αύτή του ή αυ­τοκυβέρνηση νά έρχεται σέ σύγκρουση μέ τήν πολιτική κοι­νωνία, άντίθετα δέ νά δημιουργεί τήν δμαλή συνέχιση, τό όργανικό συμπλήρωμα. Γ ιά δρισμένες κοινωνικές δμάδες, που προτού νά άνέλθουν στήν αύτόνομη κρατική ζωή δέν είχαν μιά μακρόχρονη περίοδο δικιΛς τους πολιτιστικής καί ήθι- κής ¿νάπτυξης, καί άνεξάρτητη, (δπως στή μεσαιωνική κοι­νωνία καί στίς ¿πολυταρχικές κυβερνήσεις δημιουργήθηκε τέτοια δυνατότητα ¿πό τήν νομική ¿παίτηση τών κρατών ή τών προνομιούχων τάξεων) μιά περίοδος κρατολατρείας είναι ¿ναγκαία καί μάλιστα έπωφελής. Αύτή ή «κρατολα­τρεία» δέν είναι άλλο ¿πό τήν κανονική μορφή τής «κρατι- κής ζωής» τής μύησης τουλάχιστον, στήν αύτόνομη κρατική ζωή καί στή δημιουργία μι5ς «Ιδιωτικής κοινωνίας» πού δέν ήταν Ιστορικά δυνατόν νά δημιουργηθεΤ πρίν τήν εΤσοδο στήν ¿νεξάρτητη κρατική ζωή. 'Ωστόσο ή τέτοια «κρατολατρεία» δέν πρέπει νά ¿φεθεΐ στόν έαυτό της, δέν πρέπει, είδικά νά γίνει θεωρητικός φανατισμός, καί νά θεωρηθεί σάν «διαρ­κής»: πρέπει νά κριτικάρεται, ¿κριβώς γ ιά νά άναπτύσσε- ται καί νά δημιουργεί καινούργιες μορφές κρατικής ζωής, στήν δποία ή πρωτοβουλία τών ¿τόμων καί τών δμάδων νά είναι «κρατική», Ιστω κι’ άν δέν όφείλεται στήν «κυβέρνηση τών κρατικών ύπαλλήλων» (νά κάνει «αυθόρμητη» τήν κρα­τική ζ ω ή ) .

ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΟ ΓΛΙΚΟ

Μιά μελέτη γ ιά τό πώς είναι όργανωμένη πραγματικά

102

ή ιδεολογική δομή μιάς κυρίαρχης τάξης, δηλαδή ή Ολική όργάνωοη πού άποσκοπεϊ στή διατήρηση, ύπεράσπιση καί ά- νάπτυξη τοΟ θεωρητικοΟ ΙδεολογικοΟ «μετώπου». Τό πιό ά- ξιόλογο καί «ιό δυναμικό τμήμα αύτής είναι ό τύπος γενι- κά: έκδοτικοΐ οίκοι (πού Ιχουν σιωπηρά ή ρητά iva πρό­γραμμα καί στηρίζονται σ’ iva καθορισμένο ριΟμα), πολι­τικές έφημερίδες, έπιθεωρήσεις κάθε εϊδους, έπιστημονικές, φιλολογικές, λογοτεχνικές, ένημερωτικές κ λ .π ., διάφορα πε­ριοδικά μέχρι ένοριακά δελτία. Μιά τέτοια μελέτη θά ήταν έπίπονη 4ν γινόταν σέ έθνική κλίμακα. Γ ι’ αότό θά μπο- ροΟσε νά γίνουν γ ιά μιά πόλη ή γ ιά μιά σειρά πόλεις μιά σειρά μελέτες. 'Ε νας καθημερινός χρονικογράφος θάπρεπε νά Ιχει τή μελέτη αύτή σάν γενικό όδηγό γ ιά τήν έργασία του, καί μάλιστα θδπρεπε νά τήν κάνει γ ιά δικό του λογα­ριασμό: «όσα ώραιότατα χρονικογραφήματα θά μποροϋσάν νά γραφοΟν γ ι’ αότό τό θέμα!

Ό τύπος εΓναι τό πιό δυναμικό τμήμα αότής τής ιδεολο­γικής δομής, άλλά δχι τό μόνο: δ,τιδήποτε που έπηρεάζει ή μπορεΐ νά έπηρεάσει τήν κοινή γνώμη Αμεσα ή Ιμμεσα τί)ς άνήκει: οΐ βιβλιοθήκες, τά σχολεία, οι κύκλοι καί τ ί d ubs κάθε είδους, μέχρι ή άρχιτεκτονική, ή διάθεση των όδών καί τά όνόματά τους. Δέν θά μποροΟσε κανείς νά έξη- γήσει τή συντηρητική θέση τής έκκλησίας ατή σύγχρονη κοι­νωνία, Λν δέν γνωρίζει τΙς πολύχρονες καί ύπομονετικές προ- αηάθειες πού αύτή καταβάλλει γ ιά νά άναπτύσσει συνεχώς t iv Ιδιαίτερο τομέα αύτής τής ύλικής δομής τής Ιδεολογίας. Μιά τέτοια μελέτη, άν γινόταν σοβαρά, θά είχε μιά δρισμένη σημασία: πέρα άπό τό νά δώσει Iva ζωντανό Ιστορικό μον­τέλο μιάς τέτοιος δομής, θά μάς συνήθιζε σ’ Iva πιό προ­σεκτικό καί άκριβή ύπολογισμό τών ένεργητικών δυνάμεων τής κοινωνίας. Τ ί μπορεΐ κανείς νά άντιπαραθέσει, άπ’ τή μεριά μιάς άνανεωτικής τάξης, σ’ αότό τό άπαγορευτικό σύμ­πλεγμα τών χαρακωμάτων καί όχυρώσεων τής κυρίαρχης τά­ξης; Τό πνεΟμα τής άπόσχισης, δηλαδή τήν προοδευτική κατάκτηαη τής συνείδησης τής δικιδς της Ιστορικής προσω­πικότητας, πνεΟμα άπόσχιοης πού πρέπει νά τείνει νά διευ- ρυνθεϊ άπό τήν τάξη πού είναι πρωταγωνιστής μέχρι τΙς δυ-

103

ναχές συμμαχικές τάξεις: δλο αύτό άπαιχεί Sva σύνολο ιδεο­λογικής δουλειάς ό πρώχος δρος τής δποίας είναι ή άκρι- βής γνώση τοΟ πεδίου στό δποίο πρέπει νά διοχετεύει τό στοιχείο τής άνθρώπινης μάζας.

ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΚΑ Κ Ρ ΙΤ Η Ρ ΙΑ

Μιά τυπική έκδήλωση τοΟ πνευματικοΟ έρασιχεχνισμοΟ (καί τής πνευματικής δραστηριότητας τών έρασιτεχνών) εί­ναι αύτό: δτι στήν πραγμάτευση ένός ζητήματος καταβάλλε­ται προσπάθεια νά έκθέτει κανείς ό,τιδήποτε γνωρίζει καί δχι μόνο αύτό πού είναι Αναγκαίο καί σημαντικό γ ιά iv a θέμα. Πιάνει κάθε εύκαιρία γ ιά νά κάνει έπίδειξη τών γυ­μνασμάτων του, δλων τών κουρελιών καί τών σπάγγων τοΟ παζαριοΟ του. Κάθε μικρό ¿νέκδοτο άνυψώνεται σέ παγκό­σμιο γεγονός γ ιά νά μπορέσει ίτσι νά προβάλει τήν δίκιά του κοσμοαντίληψη κ.λ.π. Έ τ σ ι συμβαίνει ώστε, έπειδή θέ­λε« κανείς νά είναι πρωτότυπος καί νά μήν έπαναλαμβάνει πράγματα πού ήδη ίχουν είπωθεΐ, κάθε άλλη φορά πρέπει νά Υποστηρίζει δτι ύπάρχει μιά σοβαρή άλλαγή τών θεμε­λιωδών «παραγόντων» τής εΙκόνας καί ίτσι πέφτει σέ άνοη- σίες κάθε είδους.

Π Ω Σ ΝΑ ΜΕΛΕΤΑΜΕ ΤΗΝ ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ ;

Διάβασα τήν παρατήρηση τοΟ Ά γγλ ο υ ιστορικού δτι, στόν καιρό του, ήι ιστορία τής άμερικάνικης Ανεξαρτη­σίας τραβούσε λιγότερο τήν προσοχή άπό τή μάχη τοΟ Τρά- φαλγκαρ, άπό τούς ίρωτες τοΟ Νέλσωνα, άπό τά έπεισόδια τής ζωής χοΟ Ναπολέοντα κ.λ.π. Κ ι’ δμως άπό τά γεγονό­τα αυτά ίπρεπβ νά συνάγονται συμπεράσματα μεγάλης άξίας γ ιά τήν παγκόσμια ιστορία: ή ύπαρξη τών Ηνωμένων Π ο­λιτειών σάν παγκόσμιας δύναμης δέν είναι βέβαια μικρό πρά­γμα στήν ίξέλιξη τών γεγονότων τών τελευταίων έτών. ϋ ώ ; λοιπόν νά κάνουμε τή μελέτη τής ιστορίας; θάπρεπε νά στα-

104

ματ&με σέ γεγονότα που είναι πλούσια αέ συνέπειες; Αλλά καχ4 τή στιγμή πού γεννιοΟνται τ4 γεγονότα αύτ4 πώς γ ί­νεται νά ξέρει κανείς τήν μελλοντική τους γονιμότητα; Τό ζήτημα είναι πραγματικά άλυτο. Στόν Ισχυρισμό τοΟ Υπονοείται ή διεκδίκηση μιάς Αντικειμενικής ιστορίας, στήν δποία ή ¿ντικειμενικότητα νοείται σάν δεσμός αίτιας καί Α­ποτελέσματος. Ά λ λά πόσα γεγονότα δχι μόνο ξεφεύγουν άλ- λ4 καί παραμελοΟνται ¿πό τούς Ιστορικούς καί άπό τό έν- διαφέρον τών άναγνωστών, πού ¿ντικειμενικ4 είναι σπου­δαία; Ή άνάγνωση τών βιβλίων τοΟ Ούέλς γ ια τήν παγκό­σμια Ιστορία μάς θυμίζει αύτή τήν άμέλεια καί ξεχασιά. Στήν πραγματικότητα, ίχουμε, μέχρι στιγμής, ένδιαφερθεί γ ι4 τήν εύρωπαΓκή Ιστορία καί άποκαλοϋμε «παγκόσμια Ιστορία» τήν εύρωπαΐκή μέ τΙς μή ευρωπαϊκές της έξαρτήσεις. Γιατί ή Ιστορία μάς ένδιαφέρει γ ι4 λόγους «πολιτικούς» καί δχι Αν­τικειμενικούς ίστω καί ί ν λέγοντας Αντικειμενικούς έννοοϋ- με έπιστημονικούς. Ίσ ω ς σήμερα αύτ4 τ4 ένδιαφέροντα γ ί­νονται πιό μεγάλα μέ τήν φιλοσοφία τής πράξης, έφ’ δσον πιστεύουμε δτι μόνο ή γνώση ένός δλόκληρου Ιστορικοϋ προ­τσές μπορεΐ ν4 μάς κάνει νά έκτιμήσουμε τό παρόν καί νά δόσει μ ι4 όρισμένη πιθανότητα, ώστε οΐ πολιτικές μας προβλέ­ψεις νά είναι συγκεκριμένες. Δέν πρέπει δμως νά αύταπα- τόμαστε ούτε σ’ αύτό τό ζήτημα. "Αν στή Ρωσσία ύπάρχει πολύ ένδιαφέρον γ ιά τ4 άνατολικά ζητήματα, αύτό τό έν- διαφέρον γεννιέται άπό τήν γεωπολιτική θέση τής Ρωσσίας καί δχι άπό πολιτιστικές έπιρροές πιό καθολικές καί έπιστη- μονικές. Πρέπει νά ποϋμε τήν άλήθεια: τόσος κόσμος δέν γνωρίζει τήν Ιστορία τής ’Ιταλίας, ίστω καί άν έξηγεί τό παρόν, ώστε μοϋ φαίνεται άπαραίτητο νά γίνει γνωστή αύ­τή πρίν άπό κάθε άλλη. 'Ο μω ς μιά έταιρία έξωτερικής πο­λιτικής πού θά μελετοΟσε σέ βάθος τά ζητήματα τής Εοχιν- κίνας καί τοΟ Ά ννάμ δέν θά μέ δυσαρεστοΟσε πνευματικά: άλλά πόσους θά μάς Ινδιέφερε; ·

105

«ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟΣ» ΡΟΜ ΑΝΤΙΚΗ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΓ Ν Ε Ω Τ Ε ΡΙΣΤ Η

Σύμφωνα μέ τήν Ιννοια αύτή νεωτεριστής είναι αύτό; πού θέλει νά καταστρέψει δ,τι ύπάρχει, χωρίς νά φροντίζει γ ι ’ αύτό πού θά έπακολουθήσει, άφοΟ, είναι ήδη γνωστό με­ταφυσικά, δτι κάθε καταστροφή είναι δημιουργία, χαΐ μά­λιστα δέν χαταστρέφιται παρά έκεΐνο πού Αντικαθίσταται μέ Αναδημιουργία. Μ’ αύτή τή ρομαντική Ιννοια συνταιριάζε­ται μ ιά όρθολογική ή «διαφωτιστική» Ιννοια. θεωρείται πώς δ,τι ύπάρχει είναι μιά «παγίδα» τών Ισχυρών ένάντια ατούς άδύνατους, τών πονηρών ένάντια στούς Αγαθούς. Ό χίνδυνος προέρχεται άπό τό γεγονός δτι «διαφωτιστικά» ο£ λέξεις Ε- χουν παρθεΐ χατά γράμμα, ύλιχά. Ή φιλοσοφία τής πρά­ξης είναι άντίθετη μ’ αύτόν τόν τρόπο σύλληψης τών πρα­γμάτων. Ή άλήθεια, Αντίθετα, είναι αύτή: δτι κάθε πρ&γμα πού ύπάρχει είναι «όρθολογικό», δηλαδή είχε ή Εχει μιά χρή­σιμη λειτουργία. Τό δτι αύτό πού ύπάρχει Εχει ύπάρξει, δηλ. είχε τό δικό του λόγο ύπαρξης, έφ’ δσον «συμμορφώνεται» μέ τόν τρόπο ζωής, σκέψης χαΐ δράσης τής διευθύνουσας τά; ξης, δέν σημαίνει δτι Εχει γίνει «παράλογο» έπειδή ή κυ­ρίαρχη τάξη δέν Εχει π ιά τήν έξουσία χαΐ τή δύναμη νά προωθεί όλόκληρη τήν χοινωνία. Μιά άλήθεια πού ξεχνιέ­ται «Ιναι αύτή: δτι αύτό πού ύπάρχει είχε τό δικό του λόγο ύπαρξης, έξυπηρέτησε, ήταν όρθολογιχό, Εχει «διευκολύνει» τήν «Ιστορική έξέλιξη» καί τή ζωή. Τό δτι μέχρις ένός 6ρι- σμένου σημείου αύτό δέν συμβαίνει πιά, τό δτι άπό τήν άπο­ψη τής προόδου όρισμένες μορφές ζωής γίνονται πρόσκομμα καί έμπόδιο, είναι άλήθεια, άλλά δέν άληθεύει «σ' ¿λόκλη­ρη τήν Εκταση»: είναι άλήθεια δπου είναι άλήθεια, δηλαδή στίς πιό ψηλές μορφές τής ζωής σ’ έκεΐνες πούναι άποφα- σιστικές, σ’ έκεΐνες πού άποτελοϋν τήν αΙχμή τής προόδου κ.λ.π. ’Αλλά ή ζωή δέν έξελίσσεται μέ όμοιογένεια, έξελίσ- σεται Αντίθετα μέ έπΐ μέρους άλματα, άλματα αιχμών, έξε- λίσσεται γ ιά νά ποΟμε Ετσι μέ «πυραμιδοειδή» αύξηση. Έ ­τσι σέ κάθε τρόπο ζωής, χρειάζεται νά μελετήσουμε τήν ι­στορία, δηλαδή τήν πρωταρχική «¿ρθολογικότητα» καί μετά

106

άφοϋ γνωρίσουμε αύτήν, νά θέσουμε τό έρώτημα δν αύτή ή όρθολογικότητα ύπάρχει άκόμα σέ κάθε ξεχωριοτή περίπτω­ση, άν ύπάρχουν άκόμα ο! δροι πάνω στούς όποίους βασιζό­ταν 6 Ορθολογισμός αυτός. Τό ζήτημα, άντίθετα πού δέν προ­σέχουμε είναι αύτό: δτι οΐ τρόποι ζωής φαίνονται σαύτόν πού τούς ζεϊ σάν άπόλυτοι, «σάν φυσικοί», Ιτσι δπως λένε, όπότε είναι μέγιστο ζήτημα ή άπόδειξη τής «Ιστορικότητας», ή άπόδειξη δτι αύτοί είναι δικαιολογημένοι έφ’ δσον ύπάρ­χουν όρισμένοι δροι, άλλά δταν αύτοί άλλαχτοϋν δέν δικαιο­λογούνται πιά, καί γίνονται «παράλογοι». 'Ωστόσο ή συζή­τηση ένάντια σέ βρισμένους τρόπους ζωής καί δράσης παίρνει άνιαρό, ένοχλητικό χαρακτήρα, γίνεται ζήτημα «εύφυίας» ή «βλακείας», κ.λ.π., διανοουμενισμός, καθαρός διαφωτισμός, ένάντια στούς όποίους χρειάζεται νά άγωνιζόμαστε άκατά- παυστα.

Ά π ’ αύτά συνάγεται: 1) δτι κάθε γεγονός είναι «Ορθο­λογικό* 2) δτι πρέπει νά έναντιωνόμαστε σ’ αύτό στό βαθμό πού δέν είναι π ιά Ορθολογικό, δηλαδή πού δέν συμβιβάζεται πιά μέ τό σκοπό άλλά σέρνεται άπό τόν παρασιτισμό τής συνήθειας* 3) δτι δέν χρειάζεται νά πιστεύουμε πώ ς, άφοϋ Ινας τρόπος ζωής καί δράσης ή σκέψης Ιχε ι γίνει «παρά­λογος» σ’ ένα δοσμένο περιβάλλον, Ιχε ι γίνει παράλογος συ­νολικά καί γ ιά δλους καί δτι μόνο ή κακία ή βλακεία τόν κάνουν άκόμα νά ύπάρχει* 4) δτι δμως τό γεγονός πώς Ινας τρόπος ζωής, σκέψης καί δράσης Ιχε ι γίνει άνορθολογικός σέ κάποια θέση Ιχε ι μέγιστη σημασία, είναι άλήθεια καί χρειάζεται νά τό βγάλουμε στό φώς μέ κάθε τρόπο: Έ τ σ ι τροποποιείται άπό τήν άρχή τό Ιθιμο, είσάγοντας ¿να τρό­πο σκέψης Ιστορικιστικό, πού θά διευκολύνει τΙς άλλαγές τοϋ πράγματος μόλις άλλάξουν οί συνθήκες, πού θά γίνει δηλα­δή λιγότερο «παρασιτικό» τό άπό συνήθεια Εθιμο. Έ ν α 4λ- λο σημείο πού πρέπει νά ξεκαθαρίσουμε είναι αύτό: δτι Ινας τρόπος ζωής, δράσης, σκέψης πού είσάγεται σ’ όλόκληρη τήν κοινωνία γιατί άρμόζει στή διευθυντική τάξη, δέν ση­μαίνει άπό μόνος του δτι είναι παράλογος κ ι’ δτι πρέπει νά άπορριφτεΐ. "Αν παρατηρήσει κανείς άπό κοντά τό ζήτη­μα βλέπει δτι σέ κάθε γεγονός Ιχε ι δυό πλευρές: μιά «όρ-

107

θολογική», δηλαδή σύμφωνη μέ τό σκοπό ή «οίκονομική» καί μιά τής «μόδας» πού είναι ένας καθορισμένος τρόπος δπαρ- ξης τής πρώτης όρθολογικής πλευράς. Τό νά φοράει κανείς παπούτσια είναι λογικό, άλλά τό καβορισμένο καλούπι τών παπουτσιών θά όφείλεται στή μόδα. Τό νά φοράει κανείς κολλάρο είναι όρθολογικό, γιατί τοΟ έπιτρέπει νά άλλάζει συχνά έκείνο τό μέρος τοΟ «πουκάμισου» πού λεοώνεται πιό εύκολα, άλλά ή μορφή τοΟ κολλάρου θά ίξαρτιέται άπό τή μόδα κλ,.π. Βλέπει δηλαδή κανείς μέ λ ίγα λόγια δτι «Εφευ­ρίσκοντας» ή διευθύνουσα τάξη μιά καινούργια χρησιμότητα, πιό οικονομική ή πιό σύμφωνη μέ τΙς δοσμένες συνθήκες ή τό δοσμένο σκοπό, δίνει ταυτόχρονα μιά Ιδιαίτερη δίκιά της μορφή στή Εφεύρεση, στήν καινούργια χρησιμότητα.

Είναι τρόπος σκέψης τών πεισματάρηδων νά συγχέουν τή διαρκή χρησιμότητα (στό βαθμό πού ύπάρχει) μέ τή μό­δα. ’Αντίθετα καθήκον τοΟ ήθικολόγου καί τοΟ δημιουργού τών Εθίμων είναι'νά άναλύει τούς τρόπους ύπαρξης καί ζω­ής καί νά τούς κριτικάρει, ξεχωρίζοντας τό σταθερό, τό χρή­σιμο, τό όρθολογικό, τή συμφωνία μέ τό σκοπό (Εφ’ δσον Ε­ξακολουθεί νά ύπάρχει ό σκοπός), άπό τό Επεισοδιακό, τό ανομπίστικο, τό μαϊμουδίστικο κ-λ.π. Στή βάση τοΟ «όρθο- λογικοΟ», μπορεί νά είναι χρήσιμο νά δημιουργηθεί μιά «μό- δα»πρωτότυπη, δηλαδή μιά νέα μορφή πού νά Εχει Ενδια­φέρον. Ό τ ι αύτός ό τρόπος σκέψης πού σημειώσαμε παρα­πάνω δέν είναι όρθός φαίνεται άπό τό γεγονός δτι Εχει ό­ρια: γιά παράδειγμα κανένας (Εκτός ί ν είναι τρελός) δέν θά θέλει νά μή διδάσκεται πιά ή άνάγνωση καί ή γραφή, γιατί ή άνάγνωση καί ή γραφή καθιερώθηκε άσφαλώς άπό τή διευθυντική τάξη, γιατί ή γραφή χρησιμεύει στή διάδο­ση όρισμένης φιλολογίας ή στό γράψιμο Εκβιαστικών γραμ­μάτων ή άναφορών τών πρακτόρων.

Ο Α ΪΤ Ο Δ ΙΔ Α Κ Τ Ο Σ

Δέν χρειάζεται νά Επαναλάβουμε τή συνηθισμένη κοινο­τυπία δτι δλοι οί πολυμαθείς είναι αύτοδίδακτοι, έφ’ δσον ή

108

μόρφωση είναι αύτονομία, χαΐ όχι έντύπωση άπό τά έξω. Κοινοτυπία κακόβουλη πού έπιτρέπει νά μήν όργανώνεται κανένας μηχανισμός κουλτούρας καί νά ¿ρνούνται ατούς φτω­χούς τό χρόνο νά ¿φιερωθούν στή μελέτη, προσθέτοντας στή ντροπή τόν έμπαιγμό, δηλαδή τή θεωρητική ¿πόδειξη δτι &ν δέν είναι πολυμαθείς τό σφάλμα είναι δικό τους ¿φού κ.λ.π., κ,λ.π. Παραδεχόμαστε λοιπόν δτι, έκτός ¿πό μερι­κούς ήρωες τής κουλτούρας (καί καμιά πολιτική δέν μπορεί νά θεμελιώνεται στόν ήρωϊσμό), γ ιά νά μορφωθεί κανείς ¿· παιτεΐται ένας μηχανισμός κουλτούρας, διά μέσου τοΟ δποίου ή παλιά γενιά μεταβιβάζει στήν καινούργια γενιά δλη τήν έμπειρία τοΟ παρελθόντος (δλων τών παλιών γενιών πού πε- ράσανε), τ ΐ; κάνει νάποκτήσουν τΙς δικές της καθορισμένες κλίσεις καί συνήθειες (φυσικές καί τεχνικές έπίσης πού Α­φομοιώνονται μέ τήν έπανάληψη) καί μεταβιβάζει έμπλου- τισμένα μέ τήν κληρονομιά τού παρελθόντος. Ά λ λά δέν θέ­λουμε νά μιλήσουμε γΓ αύτό. θέλουμε κυρίως νά μιλήσουμε γ ιά τούς αύτοδίδακτους μέ τή στενή έννοια, δηλαδή γ ιά έ- κείνους πού θυσιάζουν ένα μέρος ή δλο τό χρόνο πού οί άλ­λοι πού ¿νήκουν στή γενιά τους ¿φιερώνουν σέ διασκεδάσεις ή σέ άλλες Απασχολήσεις, γ ιά νά διδαχτούν καί νά μορφω­θούν, καί νά ¿παντήσουμε στό έρώτημα: έκτός ¿πό τά έπί- σημα Ιδρύματα όπάρχουν δραστηριότητες πού Ικανοποιούν τΙς ¿νάγκες πού γεννιούνται ¿π ’ αύτές τΙς τάσεις καί πώς τΙς Ικανοποιούν; Α κόμα: οί όπάρχοντες πολιτικοί θεσμοί, έφ’ δσον θάπρεπε, ¿ντιμετωπίζουν αύτό τό καθήκον τής ικανο­ποίησης τών τέτοιων ¿ναγκών; Μού φαίνεται δτι αύτό εί­ναι ένα κριτήριο κριτικής πού δέν πρέπει νά τό ¿πορρίψου- με, πού δέν πρέπει νά τό παραλείψουμε κατά κανένα τρόπο. Μπορούμε νά παρατηρήσουμε δτι οί αύτοδίδακτοι μέ τήν στε­νή έννοια παρουσιάζονται σέ βρισμένα κοινωνικά στρώματα κατά προτίμηση ¿πό άλλα, πρ&γμα πού έννοεΐται. ΜιλΑμε γιαύτούς πού έχουν στή διάθεσή τους μόνο τήν καλή τους θέληση νά ξοδέψουν πολύ λίγα ή σχεδόν τίποτα. Π ρέπει νά μή τούς πάρουμε όπόψη μας; Δέν πιστεύω, έφ’ δσον νομίζω ¿κριβώς πώς γεννιούνται κόμματα ¿φιερωμένα κυρίως σ’ αύ- τά τά στοιχεία, κόμματα τά δποία ¿κριβώς ξεκινούν ¿πό τήν

109

Ιδέα ¿τι ξέρουν τί νά χάνουν μέ παρόμοια στοιχεία. Λοιπόν, άν ύπάρχουν τέτοια κοινωνικά στοιχεία, δέν Υπάρχουν οί δυ­νάμεις πού άναζητοΟν νά Αντιμετωπίσουν τΙς άνάγκες τους, νά έπεξεργαστοΟν αύτό τό ύλικό, ή καλύτερα: τέτοιες κοι­νωνικές δυνάμεις ύπάρχουν στά λόγια άλλά δχι στήν πρά­ξη, σάν ισχυρισμός άλλά δχι σάν πραγμάτωση. Έ ξ ’ άλλου, δέ λέει κανείς δτι δέν ύπάρχουν σχετικές κοινωνικές δυνά­μεις πού νά άπασχολοΟνται μ ’ αυτές τΙς άνάγκες, Αντίθετα κάνουν τΙς άνάγκες αύτές μοναδική τους έργααία, κύρια δρα- στηριότητά τους, μ ’ αύτό τό άποτέλεσμα: δτι δηλαδή κα­ταλήγουν νά καταβάλουν περισσότερα Απ’ δτι θ&πρεπε, να Ιχουν μιά έπιρροή πιό μεγάλη άπό κείνη πού θά «άξιζαν» καί συχνά νά «κερδοσκοπούν» οικονομικά άμέσως, πάνω σ’ αύτές τΙς άνάγκες, γιατί οί αύτοδίδακτοι, μέ τήν ύποκίνησή τους, άν ξοδεύουν λ ίγα άτομικά, καταλήγουν νά ξοδεύουν Α- ξιόλογα ποσά σάν σύνολο (Αξιόλογα μέ τήν ϊννοια δτι έπι- τρέπουν μέ τΙς δικές τους δαπάνες νά ζοΟν άρκετά πρόσω­πα) . Τό κίνημα γ ιά τό όποίο γίνεται λόγος (ή γινόταν λό­γος) είναι τό Αναρχικό κίνημα **, καί ό Αντιιστορικισμός του, ό Αναχρονισμός του, φαίνεται άπό τό χαρακτήρα τοΟ αύτοδι- δακτισμοΟ, πού διαμορφώνει πρόσωπα «άναχρονιστικά» πού σκέφτονται μέ παλιούς καί ξεπερασμένους τρόπους οί όποΙοι μεταβιβάζονται «συγκολλητικά». Έ τ σ ι: 1) Έ ν α κίνημα πα­ρωχημένο, ξεπερασμένο, έφ’ δσον Ικανοποιεί όρισμένες παρορ­μητικές άνάγκες, καταλήγει νά ίχ ε ι μιά μεγαλύτερη έπιρ­ροή άπ ' δση Ιστορικά θά περίμενε κανείς. 2) Τό κίνημα αύ­τό κρατάει σέ καθυστέρηση τόν πνευματικό κόσμο γ ιά τούς ίδιους λόγους κ.λ.π. θάπρεπε νά δεί κανείς δλες τΙς αιτίες πού στήν ’Ιταλία γ ιά τόσο καιρό έπέτρεψαν ώστε Ινα κίνη­μα καθυστερημένο, ξεπερασμένο, νά κρατάει περισσότερο χώ ­ρο άπ’ δ,τι θά περίμενε κανείς, προκαλώντας συχνά συγχί- σεις καί καταστροφές έπίσης. Έ ξ ' άλλου χρειάζεται νά Επι­βεβαιώνουμε ένεργητικά δτι στήν ’Ιταλία ή κίνηση γ ιά τήν κουλτούρα ήταν μεγάλη, προκάλεσε θυσίες, δτι δηλαδή οί άν- τικειμενικές συνθήκες ήταν πολύ εύνοΓκές. Ή Αρχή δτι αιά δύναμη δέν άξίζει τόσο έξαιτίας τής δικής της «Ισωτερικής» δύναμης δσο έξαιτίας τής Αδυναμίας τών Αντιπάλων καί τών

110

δυνάμεων στΙς δποίες βρίσκεται καταχωρημένη, πουθενά δέν είναι τόσο άληθινή δπως στήν ’Ιταλία. 'Ε ν α άλλο στοιχείο τής σχετικής δύναμης τών όπαδών τοΟ άναρχισμοΟ είναι αυ­τό: δτι αύτοί περιέχουν περισσότερο πνεύμα άτομικής πρω­τοβουλίας, περισσότερη προσωπική δραστηριότητα. Τό γ ιατί συμβαίνει αύτό έξαρτιέται άπό σύνθετους λόγους* 1) δτι έ­χουν μεγαλύτερη προσωπική ικανοποίηση γ ιά τήν έργασία τους* 2) δτι είναι λιγότερο μπλεγμένοι σέ γραφειοκρατικά έμπόδια τά όποια δέν θ&πρεπε νά ύπάρχουν γ ιά τΙς άλλες όργανώσεις (γιατί τότε ή όργάνωση πού θ&πρεπε νά ένι- σχύσει τήν άτομική πρωτοβουλία θάπρεπε νά μεταβληθεΐ σέ γραφειοκρατία, αότό είναι ϊνα ¿μπόδιο γ ιά τΙς άτομικές δυ­νάμεις) * 3) (καί ίσως τό σπουδαιότερο), δτι ίνας άριθμός προσώπων ζοΟν άπό τό κίνημα άλλά ζοΟν έλεύθερα* δηλαδή ίχ ι γ ιά θέσεις που κατέχονται λόγω διορισμοΟ, άλλά ¿φ’ δσον ή δραστηριότητά τους τούς καταξιώνει γ ι ' αότές: γ ιά νά διατηρήσουν αότό τό πόστο, δηλαδή γ ιά νά διατηρήσουν τό κέρδος τους, καταβάλλουν προσπάθειες πού άλλοιώς δέν θά κατέβαλαν.

ΡΗ Τ Ο ΡΙΚ Η , ΣΓΖΗ ΤΗ ΣΗ , Κ Ο ΓΑ ΤΟ ΪΡΑ

Ό στό δοκίμιό του γ ιά τούς άττικούς ρήτο­ρες, άποδίίει τήν εύκολία μέ τήν δποία άφήνονταν νά θαμπώ· νονται άπό σοφίσματα σχεδόν παιδιάστικα, χαρακτηριστικό τών Ελλήνων καί τών πιό καλλιεργημένων άκόμα, στήν κυ­ριαρχία πού στήν έκπαίδευση καί στήν έλληνική ζωή είχε δ ζωντανός καί προφορικός λόγος. Ή συνήθεια τής συνομιλίας καί τής ρητορικής δημιουργεί μιά δρισμίνη εύκολία νά βρί­σκει κανείς μέ μεγάλη ίτοιμότητα έπιχειρήματα μιΑς κάποιας έκθαμβωτικής πρόσοψης πού κλείνουν πρός στιγμήν τό στό­μα τοΟ άντίπαλου καί άφήνουν άναυδο τόν άκροατή. Αύτή ή παρατήρηση μπορεϊ νά μεταφερθεί έπίσης σέ δρισμένα φαι­νόμενα τής σύγχρονης ζωής καί στήν άδυναμία τής πολιτι­στικής βάσης δρισμένων κοινωνικών δμάδων, δπως οί έργά- τες τής πόλης. Αύτή έξηγιΐ έν μέρει τή δυσπιστία τών χω ­

111

ρικών άπέναντι στούς διανοουμένους που μιλούν στίς συγ­κεντρώσεις. 01 χωρικοί πού έξετάζουν έπΐ πολύ τΙς διαβε­βαιώσεις πού έχουν Ακούσει νά διακηρύσσονται καί Από τή λάμψη τών Αποίων θαμπώθηκαν πρός στιγμήν καταλήγουν, μέ σωστή λογική πού ξαναζωντανεύει μετά τή συγκίνηση πού ξεσηκώθηκε Από τΙς θελκτικές λέξεις, νά βρίσκουν τά έλατ- τώματα καί τήν έπιπολαιότητα, κ ι’ Ιπειτα νά γίνονται καί έκ συστήματος δύσπιστοι. (Π ρέπει νά προσέξουμε μιά άλλη παρατήρηση τοΟ Macaulay: αυτός Αναφέρει μιά πρόταση τοϋ Εύγένιου τής Σαβοΐας, 6 όποίος έλεγε, δτι μεγαλύτεροι στρα­τηγοί άναδείχτηκαν έκεΐνοι πού ξεπετάχτηκαν ξαφνικά στήν κορυφή τοϋ στρατεύματος, καί βρέθηκαν στήν Ανάγκη νά σκέ­φτονται τΙς μεγάλες καί περίπλοκες στρατιωτικές έπιχειρή- σεις. Δηλαδή δποιος κατ’ έπάγγελμα γίνεται δούλος τών λε­πτομερειών γραφειοκρατικοποιείται' βλέπει τό δένδρο κι* δ- χ ι π ιά τό δάσος, τόν κανονισμό κ ι’ δχι τό στρατηγικό σχέ­διο. Ωστόσο οΐ μεγάλοι Αρχηγοί γνώριζαν νά συνδυάζουν τό ένα μέ τάλλο: τόν έλεγχο τοϋ γεύματος τών στρατιωτών καί τή μεγάλη στρατιωτική άσκηση κ ,λ .π .) .

ΜπορεΙ άκόμα νά προσθέσει κανείς δτι ή έφημερίδα πλη­σιάζει πολύ στή ρητορική καί στή συζήτηση. Τ ά άρθρα τής έφημερίδας συνήθως είναι βιαστικά, αύτοσχέδια, δμοια, στό μεγαλύτερο μέρος τους, χάρις στήν ταχύτητα τής σύλληψης καί τής έπιχειρηματολογίας, μέ τις συζητήσεις μιάς συγκέν­τρωσης. Λ ίγες είναι οΐ έφημερίδες πού έχουν είδικευμένους συντάκτες καί πάλι, καί αύτών ή δραστηριότητα σέ μεγάλο μέρος είναι αυτοσχέδια: Ή ειδίκευση χρησιμεύει γ ιά νά αύ- τοσχεδιάζει κανείς καλύτερα καί πιό γρήγορα. Λείπουν, ει­δικά στίς Ιταλικές έφημερίδες, οί περιοδικές Ανασκοπήσεις πού είναι πιό έπεξεργασμένες καί άκριβολογημένες (γιά τό θέα­τρο, τήν οίκονομία κ,λ.π.) ' οί συνεργάτες συμπληρώνουν μό­νο έν μέρει, καί μή έχοντας μιά μοναδική κατεύθυνση, Αφή­νουν άραιά ίχνη. Ή στερεότητα μιΑς κουλτούρας μπορεί γΓ αύτό νά μετρηθεί μέ τρείς κύριες διαβαθμήσεις: 1) Οί Ανα­γνώστες τών έφημερίδων μονάχα. 2) ΑύτοΙ πού διαβάζουν έπιθεωρήσεις δχι ποικιλίας. 3) Οί Αναγνώστες βιβλίων' χω ­ρίς νά ύπολογίζουμε ένα μεγάλο πλήθος (τήν πλειοψηφία)

118

που δέν διαβάζει ούτε τΙς έφημερίδες χαΐ πού διαμορφώνει κάποια γνώμη παρευρισκόμενο σέ περιοδικές συγκεντρώσεις χα ΐ σέ έχλογιχές περιόδους, οί δποΐες διευθύνονται άπδ ρή­τορες πολύ διαφορετικών έπιπέδων. Παρατήρηση πού ϊγ ινε ατή φυλακή τοΟ Μιλάνου, δπου πουλιόταν δ «Ή λιος»: Ή πλειοψηφία τών φυλακισμένων, καί έπίσης τών πολιτικών, διάβαζε τήν «’Εφημερίδα τών σπόρ». Μεταξύ 2.500 περίπου φυλακισμένων πουλιόνταν τδ πολύ 80 φύλλα τής έφημερίδας «Ή λιος». Μετά τήν «Εφημερίδα τών σπδρ» οί έκδόσεις πού διαβάζονταν περισσότερο ήταν «Ή Κυριακή τοΟ Ταχυδρό­μου» καί «Ό Ταχυδρόμος τών Μικρών».

£(ναι βέβαιο δτι ή διαδικασία τοΟ διανοητικοί) έκπολιτι- σμοΟ έξελιχτηκε γ ιά μιά πολύ μακρόχρονη περίοδο είδικά μέ τή ρητορική καί προφορική μορφή, δηλαδή μέ καθόλου ή σπάνια βοήθεια τών γραφτών: ή άναθύμηση τών γνώσεων πού άκούγονταν νά έκτίθενται μέ ζωντανή φωνή ήταν ή βά­ση κάθε μάθησης (καί τέτοια παραμένει άκόμα σέ μερικές χώρες, γ ιά παράδειγμα στήν ’Αβησσυνία). Μιά καινούργια παράδοση άρχίζει μέ τδν Ούμανισμό, πού μπάζει τδ καθή­κον τής γραφής καί ατά σχολεία καί στή διδασκαλία: άλλά μπορούμε νά ποΟμ* δτι ήδη στδ Μεσαίωνα, μέ τή σχολαστι­κή, κριτικάρεται σιωπηρά ή παράδοση τής παιδαγωγικής πού ήταν θεμελιωμένη στή ρητορική καί άναζητιέται νά δοθεί στή μνημονική Ικανότητα ίν α πιδ σταθερό καί διαρκές πλαί­σιο. "Αν τδ καλοσκεφτοΟμ«, μποροδμε νά παρατηρήσουμε δτι ή σημασία πού δόθηκε άπδ τή σχολαστική στή μελέτη τής τυπικής λογικής στήν πραγματικότητα είναι μιά άντίδραση ένάντια στήν άποδεικτική «ευκολία» τών παλιών μεθόδων τής κουλτούρας. Τ ά σφάλματα τής τυπικής λογικής είναι κατ' έξοχήν κοινά στή ρητορική έπιχειρηματολογία. Ή τέχνη τού τύπου μετά έπαναστατικοποίησε δλόκληρο τδν κόσμο τής κουλ­τούρας, προσφέροντας στή μνήμη μιά βοήθεια άνεκτίμητης άξίας καί έπιτρέποντας μιά έπέκταση τής μορφωτικής δρα­στηριότητας πρωτοείδοτη. Μ’ αύτή τήν ίρευνα ώστόσο έξυ- πακούεται καί ή άλλη, δηλαδή ή Ιρευνα τών ποιοτικών με­ταβολών έκτδς τών ποσοτικών (μαζική έπέκταση) πού έπι-

113

φέρονται στδν τρόπο τής σκέψης άπδ τήν έξέλιξη τής τεχνι­κής καί τών όργάνων τής όργάνωσης τής κουλτούρας.

Ε π ίσης σήμερα ή προφορική έπικοινωνία elvai Iva μέσο Ιδεολογικής διάδοσης πού Ιχει μιά ταχύτητα, Iva πεδίο δρά­σης καί μιά. συγκινησιακή άμεσότητα πολύ πιδ μεγάλη άπ’ τή γραφτή έπικοινωνία (τδ θέατρο, 6 κινηματογράφος καί τδ ράδιο μ ΐ τή διάδοση τών μεγαφώνων στίς πλατείες ύπερ- κερνούν δλες τΙς μορφές τής γραφτής έπικοινωνίας, άπδ τδ βιβλίο μέχρι τήν έπιθεώρηση, τήν έφημερίδα, τήν έφημερίδα τοίχου), άλλά έπιφανειακά, δχι σέ βάθος. (Μ άκαδημίες, καί τά πανεπιστήμια, σάν όργανώσεις κουλτούρας καί μέσα γιά τήν διάδοσή τους. Στά πανεπιστήμια τά προφορικά μαθήμα­τα καί ot έργασίες σεμιναρίου καί τοΟ πειραματικού έργα- στηρίου, 6 ρόλος τού μεγάλου καθηγητή καί 6 ρόλος τού βο­ηθού. Ό ρόλος τού έπαγγελματία βοηθού καί 6 ρόλος τών «άρχαίων τής άγίας Τζίτα» τής σχολής τού Βασιλείου Πουό- τι, γ ιά τδν (molo μιλά 6 Ντέ Σάνκτις'119, δηλαδή ή διαμόρφω­ση μέσα στήν ίδια τάξη τών «έθελοντών» βοηθών πού γίνεται μέ αύθόρμητη έπιλογή ή όποία όφείλεται στους Ιδιους τούς μαθητές, πού βοηθούν τδ διδάσκοντα καί συνεχίζουν τά μα· θήματά του, διδάσκοντας πρακτικά πώς νά γίνεται ή με­λέτη.

Μερικές άπδ τΙς προηγούμενες παρατηρήσεις ύποβάλλον- ται άπδ τήν άνάγκη τού Λ α ϊ κ ο ύ Δ ο κ ι μ ί ο υ Κ ο ι- ν ω ν ι ο λ ο γ ί α ς 2» πού άπηχεί άκριβώς δλες τΙς έλλεί- ψεις τής συζήτησης, τήν έπιχειρηματολογική εύκολία τής ρη­τορικής τήν άδύνατη δομή τής τυπικής λογικής. Είναι πα ­ράξενο τδ πώς μπορείς v i βρεις σαύτδ τδ .βιβλίο παραδείγμα­τα δλων τών λογικών σφαλμάτων τά όποία δείχνουν ot σχο­λαστικοί ξαναθυμίζοντας τήν σωστότατη παρατήρηση δτι ot τρόποι σκέψης έπίσης είναι στοιχεία πού άποκτιούνται καί δχι Ιμφυτα, τών όποίων ή σωστή χρήση (μετά τήν άπόκτη- ση) άντιστ'οιχεί σέ μιά έπαγγελματική εΙδίκευση. TÒ νά μήν τούς κατέχει κανείς, v i μήν αισθάνεται δτι τούς κατέχει, v i μήν θέτει τό πρόβλημα v i τούς Αποκτήσει μέσω μιΛς «προε- ξάσκησης» Ισοδύναμε! μέ τήν άξίωση νά κατασκευάσει Iva αύτοκίνητο πού γνωρίζει νά τό χρησιμοποιεί, άλλά Ιχε ι στή

114

διάθεσή του τό έργαστήρι καί τόν Εξοπλισμό ένός σιδηρουρ- γοΟ τοΟ χωριού. Ή μελέτη τής «παλιβς τυπικής λογικής» στό έξής Ιπεοε σέ Ανυποληψία καί έν μέρει δίκαια. 'Ο μω ς τό πρόβλημα, ή προεξάσκηση τής τυπικής λογικής νά Αποτελεΐ αιτία έλέγχου τής Αποδεικτικής ευκολίας τής ρητορικής, δέν παρουσιάζεται μόλις μπαίνει τό θεμελιακό πρόβλημα τής δη­μιουργίας μι&ς καινούργιας κουλτούρας, σέ μιά καινούργια κοινωνική βάση πού δέν Εχει παραδόσεις όπως οΐ παλιές τά- ξεις τών διανοουμένων. Έ ν α «παραδοσιακό διανοητικό μπλόκ» μέ τή συνθετότητα καί τή λεπτότητα τών διαρθρώ­σεων, πετυχαίνει νά Αφομοιώνει μέσα στήν δργανική Εξέλιξη κάθε ξεχωριστοΟ συστατικοΟ τό στοιχείο «προεξΑσκησης τής λογικής» έπίσης χωρίς νά ύπάρχει Ανάγκη μι4ς διακεκριμέ­νης καί έξατομικευμένης προεξΑσκησης (Ετσι δπως τά πα ι­διά τών καλλιεργημένων οικογενειών μαθαίνουν νά μιλΑνε «σύμφωνα μέ τή γραμματική», δηλαδή μάθαιναν τόν τύπο τής γλώσσας τών καλλιεργημένων Ατόμων έπίσης χωρίς Α­νάγκη τών Ιδιαίτερων καί Επίμοχθων γραμματικών μελετών, σέ Αντίθεση μέ τά παιδιά τών οικογενειών δπου μιλοΟν μιά διάλεκτο καί μιά γλώσσα πού Εχει μετατραπεΐ σέ διάλεκτο). Ά λ λά ούτε βέβαια κ ι’ αύτό γίνεται χωρίς δυσκολία, προστρι­βές καί χαμένη Ενέργεια. Ή έξέλιξη τώ>ι τεχνικό - Επαγγελ­ματικών σχολείων σέ δλες τΙς μετα · στοιχειώδεις βαθμίδες παρουσίασε τό πρόβλημα μέ Αλλες μορφές. Π ρέπει νά θυμη­θούμε τόν Ισχυρισμό τοΟ καθηγητή Τ ζ . Πεάνο, δτι καί στό πολυτεχνείο έπίσης καί στίς Ανώτερες μαθηματικές σχολές παρουσιάζονται καλύτερα προετοιμασμένοι οΐ μαθητές πού προέρχονται Από τό γυμνΑσιο - λύκειο σέ σύγκριση μέ Εκεί­νους πού προέρχονται Από τά τεχνικά ΙνστιτοΟτα. Αύτή ή καλύτερη προετοιμασία παρέχεται Από τήν σύνθετη «ούμα- νιστική» διδασκαλία (Ιστορία, λογοτεχνία, φιλοσοφία), δπως Αποδείχτηκε πλατύτερα σέ άλλες σημειώσεις (οΐ σειρές γ ιά τούς «διανοουμένους» καί τό σχολικό πρόβλημα)21. Γ ιατί τά μαθηματικά (ή μελέτη τών μαθηματικών) δέν μπορούν νά δόσουν τά ίδια Αποτελέσματα, έφ* δσον τά μαθηματικά είναι τόσο κοντά στήν τυπική λογική πού συγχέονται μ’ αύτήν; Μέ τά μέτρα τής παιδαγωγικής, 4ν ύπάρχει δμοιότητα, όπάρ-

115

χει έπίσης καί τεράστια διαφορά. Ή μαθηματική βασίζεται ούσιαστικά στίς Αριθμητικές σειρές, δηλαδή πάνω στίς άπει­ρες σειρές τών ισοτήτων (1 = 1) πού μποροΟν νά συνδυαστούν κατά άπειρους τρόπους. Ή τυπική λογική τείνει νά κάνει τό Γδιο, Αλλά μόνο μέχρις ένός δρισμένου σημείου: ή Αφαί­ρεσή της διατηρείται μόνο στήν Αρχή τής μάθησης, στήν άμεση γυμνή καί πρωτόλεια διαμόρφωση τών Αρχών της, Αλλά λειτουργεί συγκεκριμένα στήν ίδια τήν συζήτηση μέ­σα στήν δποία πραγματοποιείται ή Αφηρημένη διατύπωση. Οί γλωσσικές Ασκήσεις πού γίνονται ατό γυμνάσιο - λύκειο δείχνουν μετά Από δρισμένο χρόνο δτι στίς λατινο - ιταλικές καί έλληνο - Ιταλικές μεταφράσεις δέν ύπάρχει πάντα ταυ­τότητα στους δρους τών γλωσσών πού συγκρίνονται, ή του­λάχιστο δτι αύτή ή ταυτότητα πού φαίνεται νά ύπάρχει στίς άρχές τής μελέτης (ρόδο στήν ιταλική= ρόδο στή λατινική) γ ίνεται δλο καί πιό πολύπλοκη μέ τήν πρόοδο τής «προεξά- σκησης», δηλαδή Απομακρύνεται άπό τό μαθηματικό σχήμα γ ιά νά φτάσει σέ μιά Ιστορική καί δρθή κρίση, στήν δποία κυριαρχοΟν οί Αποχρώσεις, «ή μοναδική καί έξατομικευμέ- νη» έκφραστικότητα. Καί αύτδ συμβαίνει δχι μόνο στή σύγ­κριση άνάμεσα σέ δυό γλώσσες, Αλλά έπίσης καί στή μελέ­τη τής Ιστορίας τής Γδιας «γλώσσας» πού κάνει νά φαίνεται Από άποψη σημαντικής σάν διαφορετικός δ ίδιος ήχος - λέξη μέσα στό χρόνο καί σάν διαφορετική λειτουργία ή λειτουρ­γ ία του στήν περίοδο (άλλαγές μορφολογικές, συντακτικές, σημασιολογικές πέρα Από φω νητικές).

Σημ. Έ να πείραμα πού lym t γιά νά δείξουν πόσο οαθφή εί­ναι ή μάθηση πού γίνεται fttà τής «flrrtogixf>;» : βώ&εχα ΐφόσωηα iv i; δοσμένου έξνψωμένσυ βαθμού χουλτούρας έπαναλαβοΧνουν τό iva μετά τό Αλλο iva περίπλοκο συμβάν xal μετά τό καθένα γρά­ψει αντό πού θυμβται άπό τήν υπόθεση πού δχουσε : ol βώΑεκα έχβοχές faupéeow άπό τήν όφχική Αφήγηση (πού είνα* χο.·κιγραμ­μένη γιά ίλεγχο) συχνά κατά τ<?όπ» ¿κπληκτιχό. Avrò τό πέρα­μα, έπαναλο^ιβανάμτνο, μποοεΐ νά χρησιμεύσει γιά νά δείξει πόση δυσπβττία χοειάζεται νά δϊίξσυμ* <πή μνήμη πού βέν ¿χπαιίεϋ- τηκε μέ κατάλληλες μέθοβε;.

116

Trn iK fl λ ο γ ι κ ή κ α ι ε ι ι ι ς τ η μ ο ν ι κ ηΝ Ο Ο Τ ΡΟ Π ΙΑ

Γιά νά καταλάβουμε πόσο έπιφανειακή καί θεμελιωμένη σέ Αδύνατες βάσεις είναι ή σύγχρονη έπιστημονική νοοτροπία (ίσως δμως, θά χρειαστεί νά κάνουμε διάκριση Από χώρα σέ χώρα) Αρκεί νά θυμηθούμε τήν πρόσφατη πολεμική πάνω στόν λεγόμενο homo oeconomicus, θεμελιακή Ιννοια τής οΐ- κονομικής έπιστήμης, τό Ιδιο παραδεκτή καί άναγκαία δσο δλες ot ¿φαιρέσεις πάνω στίς όποΙες βασίζονται οί φυσικές έπιστήμες (καί έπίσης, Αν καί μέ διαφορετική μορφή, οί Ι­στορικές καί Ανθρωπιστικές έπιστήμες). 'Α ν θά ήταν ¿βά­σιμη, λόγω τής Αφαίρεσής της, ή χαρακτηριστική Ιδέα τοΟ homo oeconomicus, άλλο τόσο ¿βάσιμο θά ήταν τό σύμβολο ΗιΟ γ ιά τό νερό, δεδομένου δτι στήν πραγματικότητα δέν Υπάρχει κανένα νερό ΗιΟ άλλά μιά ¿πειρία ποσοτήτων ξε­χωριστών «νερών». Ή χυδαία νομιναλιστική ¿ντίρηση θά ξα- νάπαιρνε δλη της τήν αύστηρότητα κ.λ.π.

Ή έπιστημονική νοοτροπία είναι ¿δύναμη σάν φαινόμε­νο λαϊκής κουλτούρας, άλλά έπίσης είναι ¿δύναμη στό στρώ­μα τών έπιστημόνων, οί όποιοι έχουν μιά έπιστημονική νοο­τροπία τεχνικής όμάδας, δηλαδή ¿vτιλαμβ¿vovται τήν Αφαί- ρεση στή δίκιά τους ιδιαίτερη έπιστήμη, άλλά δχι σάν «δια­νοητική μορφή» καί ¿κόμα: κατανοοΟν τήν Ιδιαίτερή τους «¿φαίρεση», τήν δίκιά τους ¿φαιρετική μέθοδο, ¿λλά δχι καί έκείνη τών άλλων έπιστημών, ένώ πρέπει νά Υποστηρίξουμε δτι Υπάρχουν διάφοροι τύποι άφαίρεσής καί δτι έπιστημονι­κή είναι έκείνη ή νοοτροπία πού πετυχαίνει νά κατανοεί δ- λους τους τύπους ¿φαίρεσης καί νά τούς δικαιώνει. Ό πιό σοβαρή σύγκρουση «νοοτροπίας» είναι δμως Ανάμεσα σέ κεί­νη τών όνομαζόμενων Ακριβών έπιστημών ή μαθηματικών, που έξ’ Αλλου δέν είναι δλες οί φυσικές έπιστήμες καί έκεί­νη τών «¿νθρωπιστικών» έπιστημών ή «Ιστορικών», δηλαδή αυτών πού Αναφέρονται στήν Ιστορική δραστηριότητα τοΟ Ανθρώπου, στήν ένεργητική του έπέμβαση , στή διαδικασία τής ζωής μέσα στό σύμπαν. (Π ρέπει νά Αναλύσουμε τήν κρί­ση τοϋ Χέγκελ γιά τήν πολιτική οίκονομία καί Ακριβώς γιά

117

τήν Ικανότητα πού ϊδειξαν οΐ οικονομολόγοι νά «κάνουν Α­φαιρέσεις» σαύτό τό πεδίο.

Ο Μ Π ΕΡΚ ΣΟ Ν , Ο Θ Ε Τ ΙΚ ΙΣ Τ ΙΚ Ο Σ ΓΛΙΣΜ ΟΣ, Ο ΠΡΑΓΜ ΑΤΙΣΜ ΟΣ

Ό Μπέρκσον συνδεδεμένος μέ τόν θετικιομό: «ίξεγείρε- ται» κανείς κατά τοϋ «άπλοϊκοϋ» του δογματισμοΟ. Ό θετι­κισμός είχε τήν Αξία δτι ξανΑδοσε στήν εόρωπαΐκή κουλτού­ρα τήν αΓσθηση τής πραγματικότητας, πού είχε έξαντληθεΐ μέσα -στίς άρχαΐες όρθολογιστικές Ιδεολογίες' Αλλά μετά ϊ- καμε τό λάθος νά κλείσει τήν πραγματικότητα στή σφαίρα τής νεκρής φύσης καί ϊτσι ίπίσης νά κλείσει τή φιλοσοφική Α- ναζήτηση σ' Sva είδος καινούργιας ύλιστικής θεολογίας. Ή Απόδειξη αύτοϋ τοϋ «λάθους» είναι τό ϊργο τοϋ Μπέρκσον. Ή κριτική τοϋ Μπέρκσον... διεισδύει, βεβηλώνοντας τά είδω­λα τοϋ άπόλυτου καί διαλύοντάς τα σέ μορφές πρόσκαιρης σύμπτωσης, μέσα άπ’ δλους τούς μαίανδρους τοϋ θετικιστικοϋ δογματισμοϋ, ύποβάλλει σέ μιά τρομερή δοκιμασία τήν έσώ- τατη δομή τών όργανικών είδών καί τής άνθρώπινης προσω­πικότητας, καί συντρίβει δλα τά σχήματα έκείνης τής μηχα­νικής στατικότητας, οτήν όποία ή σκέψη κλείνει τήν άέναη ροή τής ζωής καί τής συνείδησης. Επιβεβαιώνοντας τήν Αρ- χή τής αιώνιας ροής καί τήβ π ρ α κ τ ι κ ή ς προέλευσης κάθε διανοητικοϋ συστήματος, έπίσης καί οΐ Ανώτερες Αλή­θειες (!) διατρέχουν τόν κίνδυνο νά διαλυθοϋν. Κ ι’ έδώ, σ’ αότή τήν Αναπόφευκτη τ ά σ η είναι τόδ ρ ιο (I) τοϋΜπερ- κσονισμοϋ. ('Αποσπάσματα άπό Ενα Αρθρο τοϋ Μπαλμπίνο Τζουλιάνο παρμένα Από τήν «Fiera Letteraria» τής 26 Νοέμ­βρη 1928.

ΑΤΟΜ ΙΚΙΣΜ ΟΣ ΚΑΙ ΑΤΟΜ ΙΚΟΤΗΤΑ (ΣΓΝΕΙΔΗΣΗ ΤΗ Σ ΑΤΟΜ ΙΚΗΣ ΕΓΘΓΝΗΣ) Ή Π ΡΟ Σ Ω Π ΙΚ Ο Τ Η Τ Α

Πρέπει νά δοϋμε τί σωστό όπΑρχει στήν τάση έναντίον τοϋ άτομικισμοϋ καί τί τό έσφαλμένο καί έπικίνδυνο. Ά να γ-

118

χαοτικά ή στάση «Ιναι άντιφατική. Δύο πλευρές, Αρνητική καί θετική, τού Ατομικισμού. Ά ρ α τό ζήτημα πρέπει νά μπαί- ν ιι Ιστορικά καί δχι Αφηρημένα, σχηματικά. Μεταρρύθμιση καί Αντιμεταρρύθμιση. Τό ζήτημα μπαίνει διαφορετικά στίς χώρες πού Ιγιν« ή μεταρρύθμιση ή πού παραλύσαν« Από τήν άντιμ«ταρρύθμιση. *0 συλλογικός Ανθρωπος ή ό έπιβληθείς κονφορμισμός καί ό συλλογικός Ανθρωπος ή 6 προταθείς κον- φρρμισμός (άλλά μπορεί τότε νά όνομάζεται καί κονφορμι- σμός;). Ή κριτική συνείδηση δέν μπορεί νά γεννηθεί χωρίς μιά ρήξη μέ τόν καθολικό κονφορμισμό ή τόν αύταρχισμό καί έτσι, χωρίς μιά Ανθηση τής Ατομικότητας. Ή σχέση άνάμ«- σα στόν Ανθρωπο καί τήν πραγματικότητα μπορεί νά είναι άμεση ή διά μέσου μιΑς Ιερατικής κάστας (δπως ή σχέση Ανάμεσα στόν Ανθρωπο καί τό θεό στόν καθολικισμό; πού εί­ναι μιά μ«ταφορά τής σχέσης Ανάμεσα στόν Ανθρωπο καί τήν πραγματικότητα;). Ό Αγώνας ένάντια στόν Ατομικισμό εί­ναι ένάντια σ’ ένα καθορισμένο Ατομικισμό, μέ Ενα καθορι­σμένο κοινωνικό περιεχόμενο, καί Ακριβώς ένάντια στόν οικο­νομικό Ατομικισμό σέ μιά περίοδο στήν δποία έχει γίνει Ανα­χρονιστικός καί ΑντιΓστορικός (νά μή ξεχνβμε δμως δτι ύπήρ- ξε Ιστορικά άν,αγκαΐος καί άποτέλεσε μιά φάση τής προο­δευτικής έξέλιξης). Ν ά Αγωνίζεται κανένας γ ιά νά κατα­στρέψει ένα αύταρχικό κονφορμισμό πού Εγινε Αναχρονιστι­κός καί τροχοπέδη, καί διά μέσου μι Ας φάσης Ανάπτυξης τής Ατομικότητας χαϋ τής κριτικής προσωπικότητας, νά φτάνει στό συλλογικό Ανθρωπο, αύτό είναι μιά δύσκολη διαλεκτική έννοια γ ιά νά μπορούν νά τήν κατανοήσουν οΐ Αφηρημένες καί σχηματικές νοοτροπίες. 'Ο πω ς εΓναι δύσκολο νά κατα­νοήσουν δτι ύποστηρίζουμε πώς μέσα Απ’ τήν καταστροφή μιΑς κρατικής μηχανής φτάνει κανείς στή δημιουργία μιάς άλλης πιό δυνατής καί περίπλοκης κ.λ.π.

Η Π Ρ Ω Τ Ο Τ Γ Π ΙΑ Κ Α Ι Η ΔΙΑ Ν Ο Η ΤΙΚ Η ΤΑΞΗ

Έ ν α Αξίωμα τού νβυναιβτ^ριβ : «Είναι πιό εύκολο νά πει κανείς καινούργια πράγματα παρά νά συναρμονίσει έκεΐ-

119

να πού ήδη Ιχουν ειπωθεί». Μπορούμε νά άναλύσουμε αυτό τό άξίωμα στά στοιχεία του. Είναι πιό δύσκολο νά άποκα- ταστήσουμε μιά αυλλογική διανοητική τάξη παρά νά έφεύ- ρουμε αύθαίρετα καινούργιες καί πρωτότυπες άρχές. ’Αναγ­καιότητα μι4ς διανοητικής τάξης, δίπλα στήν ήθική τάξη καί στή... δημόσια τάξη. Γιά τή δημιουργία μιάς διανοητι­κής τάξης, είναι άπαραίτητη μιά «κοινή γλώσσα» (ένάντια ατό διανοητικό νεολαλισμό καί μποεμισμό). «’Ορθολογική» πρωτοτυπία: έπίσης καί 6 Φιλισταίος είναι πρωτότυπος, £τσι δπως Ò άκόλαστος. Στήν άξίωση τής πρωτοτυπίας ένυπάρχει πολλή ματαιοδοξία καί άτομισμός, καί λίγο δημιουργικό πνεΟ- μα κ,λ.π.

Ο Φ Ρ Ο Γ Ν Τ ΚΑΙ Ο ΣΓΑΛ ΟΓΙΚΟΣ Α Ν ΘΡΩ ΠΟΣ

Ό πιό ύγιής καί άμεσα άποδεκτός πυρήνας τοδ ΦροΟδι- ομοΟ είναι ή άπαίτηση τής μελέτης τών νοσηρών άντικτύ- πων πού Εχει κάθε συγκρότηση τοΟ αυλλογικοΟ άνθρώπου» κάθε «κοινωνικοΟ κονφορμισμοδ», κάθε έπιπέδου πολιτισμοΟ, ειδικά σέ κείνες τΙς τάξεις, οί όποΐες κάνουν τόν καινούργιο τύπο άνθρώπου νά δημιουργεί «φανατικά» μιά «θρησκεία» iva μυστικισμό κ,λ.π. Πρέπει νά δοϋμε άν 6 ΦροΟδισμός δέν θδπρεπε άναγκαστικά νά χαρακτηρίζει τή φιλελεύθερη πε­ρίοδο, ή όποία χαρακτηρίζεται άκριβώς άπό μιά μεγαλύτερη Υπευθυνότητα (καί αίσθηση τής τέτοιος Υπευθυνότητας) τών έπίλεκτων όμάδων στήν οίκοδόμηση τών μή αυταρχικών, αύ- θόρμητων, έλεύθερων «θρησκειών» κ,λ.π. 'Ε νας στρατολογη- μένος στρατιώτης δέν θά αισθάνεται γ ιά τούς πιθανούς σκο­τωμούς σ’ Iva πόλεμο τόν Γδιο βαθμό τύψεων δπως Ινας έθε- λοντής κ,λ.π. (’Αλλά θά πεί: μέ διέταξαν, δέν μποροΟσα νά κάνω διαφορετικά κ .λ .π .) . Τό ίδιο μποροϋμε νά παρατηρή­σουμε γ ιά τΙς διάφορες τάξεις: Οί κατώτερες τάξεις ϊχουν λιγότερες ήθικές «τύψεις», γιατί αυτό πού κάνουν δέν τούς άφορά παρά ϊμμεσα κ.λ.π. Γ ι’ αύτό δ φροΟδισμός είναι πε ­ρισσότερο μιά «έπιστήμη» πού μπορεί νά έφαρμοστεί στίς ά- νώτερες τάξεις καί θά μπορούσαμε νά ποΟμε, παραφράζοντας

120

τόν Μπουρζέ (ή ένα έπίγραμμα γ ιά τόν Μπουρζέ) δτι τό «άσυνείδητο» άρχίζει μόνο μετά άπό τόσες δεκάδες χ ιλ ιά ­δες λίρες εισοδήματος. Ε π ίσης καί ή θρησκεία γίνεται λι- γότερο Ιντονα αισθητή αάν αΙτία τύψεων άπό τΙς λαϊκές τά­ξεις, οί δποΐες δέν ξεφεύγουν άπό τήν πίατη δτι πάντως καί δ ΊησοΟς Χριστός σταυρώθηκε γ ιά τΙς άμαρτίες τών πλου­σίων. Μπαίνει τό πρόβλημα ϊν είναι δυνατό νά δημιουργη- θεΐ Ινας «κονφορμισμός», Ινας συλλογικός άνθρωπος χωρίς νά ξεσπάει Ινας δρισμένος βαθμός φανατισμού, χωρίς νά δη- μιουργηθοΟν ταμποΟ, κριτικά, μέ λίγα λόγια, σάν συνείδηση τής έλεύθερα άποδεκτής άναγκαιότητας, έπειδή «πρακτικά» άναγνωρίζεται σάν τέτοια, γ ιά τήν άρμονία μέσων καί σκο­πών κ.λ.π.

Η ΓΡΑ Φ ΕΙΟ Κ ΡΑ ΤΙΑ

ΜοΟ φαίνεται 3τι, άπό τήν οίκονομικο - κοινωνική άπο­ψη, τό πρόβλημα τής γραφειοκρατίας καί τών κρατικών ό- παλλήλων χρειάζεται νά τό μελετήσουμε σ’ ϊνα πολύ εύρύ πλαίσιο: Στό πλαίσιο τής κοινωνικής «παθητιχότητας», πα- θητικότητα σχετική, καί νοούμενη άπό τήν άποψη τής πα­ραγωγικής δραστηριότητας τών ύλικών άγαθών. Δηλαδή ά­πό τήν άποψη έκείνων τών Ιδιαίτερων άγαθών ή άξιών πού οί φιλελεύθεροι οίκονομολόγοι όνομάζουν «ύπηρεσίες». Σέ μιά καθορισμένη κοινωνία, ποιά είναι ή διανομή τοΟ πληθυσμού σέ σχέση μέ τά «έμπορεύματα» χαΐ σέ σχέση μέ τΙς «ύπηρε­σίες»; (Καί έννοοΟμε τά «έμπορεύματα» μέ τή στενή έννοια τών ύλικών «έμπορευμάτων», τών άγαθών πού μποροΟν νά χαταναλωθοΟν άπό φυσική άποψη αάν «χώρος καί δγκος»). Είναι βέβαιο 3τι δσο περισσότερο έκτεταμένο είναι τό τμήμα «ύπηρεσίες», τόσο περισσότερο μιά κοινωνία είναι χαχά όργα- νωμένη. Έ ν α ς άπό τούς στόχους τής «όρθολογικοποίηαη;^ είναι βέβαια νά περιοριστεί ή σφαίρα τών ύπηρεοιών στό καθαρώς άναγχαίο. Ό παρασιτισμός άναπτύσσεται ειδικά σαύτή τή σφαίρα. Τό έμπόριο καί ή διανομή γενικά άνήκουν σαύτή τή σφαίρα. Έ «παραγωγική» άνεργία καθορίζει τόν

121

«πληθωρισμό» τών ύπηρεσιών: τόν πολλαπλασιασμό τοΟ μι- κρεμπορίου. ■

ΣΧ Ο ΙΝ Ο ΤΕΝ ΕΙΣ ΣΥ ΖΗ ΤΗ ΣΕΙΣ, ΝΑ Κ Ο ΒΕΙΣ ΤΗΝ Τ ΡΙΧ Α Σ Τ Α Τ Ε Σ Σ Ε ΡΑ , Κ -Α ,Η .

Είναι στάαη τοΟ διανοουμένου νά δυσανασχετεί μέ τΙς συ­ζητήσεις πού τραβούν σέ μάκρος, πού θρυμματίζονται άναλυ- τικά στις πιό έλάχιστες λεπτομέρειες καί δέν λένε νά τελειώ­σουν παρά μόνο δταν έπιτευχθεΐ μιά τέλεια συμφωνία άνά- μεσα στούς όμιλητές πάνω σ’ ¿λόκληρη τήν Εκταση τοΟ θέ­ματος ή τουλάχιστο μέχρις δτου οΐ άντιτιθέμενες άπόψεις νά συγκρουστοΟν ¿λοκληρωτικά. Ό έπαγγελματίας διανοούμ«- νος πιστεύει δτι είναι έπαρκής μιά συνολική συμφωνία πάνω σέ γενικές άρχές, πάνω στίς θεμελιακές κατευθυντήριες γραμ­μές, γιατί προΟποθέτει δτι ή άτομική έργασία τής σκέψης θά δδηγήσει άναγκαστικά σέ συμφωνία πάνω στίς «λεπτομέ­ρειες». Γιαύτό οΐ συζητήσεις άνάμεσα σέ διανοουμένους προ­χωρούν συχνά μέ γρήγορους ύπαινιγμούς: ψηλαφίζεται, γ ιά νά ποΟμε Ετσι, ή άμοιβαία πολιτιστική διαμόρφωση, ή Αμοι­βαία «διάλεκτος» καί δταν βεβαιωθούν δτι βρίσκονται σέ κοι­νό Εδαφος, μέ μιά κοινή γλώσσα, μέ κοινούς τρόπους διαλο­γισμού, προχωρούν παραπέρα μέ ταχύτητα. Ά λ λά τό ούσια- στικό ζήτημα συνίσταται άκριβώς σαύτό: δτι οΐ συζητήσεις δέν γίνονται άνάμεσα σέ έπαγγ«λματίες διανοουμένους, άλ­λά άντίθετα χρειάζεται νά δημιουργηθεΐ προηγούμίνα Ενα κοινό πολιτιστικό πεδίο, μιά κοινή γλώσσα, κοινοί τρόποι λογισμού άνάμεσα σέ πρόσωπα πού δέν είναι έπαγγελματίες διανοούμενοι, πού άκόμα δέν Εχουν άποκτήσει τή συνήθεια καί τήν διανοητική πειθαρχία πού είναι άναγκαΐα γ ιά νά συνδέσουν γρήγορα Εννοιες φαινομενικά σκόρπιες, δπως Αν­τίστροφα γ ιά νά άναλύσουν γρήγορα, νά άποσυνθέσουν, νά μαντέψουν, νά άποκαλύψουν ούσιαστικές διαφορές άνάμεσα <ιέ Εννοιες φαινομενικά δμοιες.

Τπα ινιχθήκαμε ήδη, σέ άλλη παράγραφο, τήν ίσωτερι- κή άδυναμίβ τής προφορικής διαμόρφωσης τής κουλτούρας

\ 2 2

καί ,τίς δυσκολίες τής συνομιλίας ή διαλόγου σέ σύγκριση μέ τό γραφτό. 'Ωστόσο έκεΐνες οΐ παρατηρήσεις, σωστές καθεαυ- τές, πρέπει νά όλοκληρωθοΟν μαύτές πού έκτέθηκαν παρα­πάνω, δηλαδή μέ τή συνείδηση τής άνάγκης, γ ιά νά διαδο­θεί όργανικά μιά καινούργια πολιτιστική μορφή, τοΟ προφο- ρικοΟ λόγου, τής λεπτομερειακής καί «σχολαστικής» συζήτη­σης. Σωστός συνταιριασμός τοΟ προφορικοΟ καί τοΟ γραφτοΟ λόγου. Ό λ α αύτά παρατηροΟνται στίς σχέσεις μεταξύ έπαγ- γελματιών διανοουμένων καί μή σχηματισμένων διανοουμέ­νων,1 πρ&γμα πού άλλωστε είναι ή περίπτωση κάθε σχολικής βαθμίδας άπό τή στοιχειώδη μέχρι τήν πανεπιστημιακή.

Ό μή τεχνικός τής πνευματικής έργασίας, στήν «προσω­πική» του έργασία πάνω στά βιβλία, προσκρούει σέ δυσκολίες πού τόν σταματοΟν καί συχνά τόν ¿μποδίζουν νά προχωρή­σει, γιατί αύτός είναι άνίκανος νά τΙς λύσει άμέσως, πρ&γμα πού άντίθετα είναι δυνατό στίς προφορικές συζητήσεις. Π α ­ρατηρεί κανείς, έν μέρει ό κακόπιστος, δτι Επιμηκύνονται οί γραφτές συζητήσεις γιαύτόν τόν φυσιολογικό λόγο: γιατί κά­τι πού είναι άκατανόητο άπαιτεί διασαφηνίσεις καί στήν πο­ρεία τής πολεμικής πολλαπλασιάζονται οί δυσκολίες τ!)ς ά- μοιβαίας κατανόησης καί τής άνάγκης των έπεξηγήσεων«

Ο ΜΑΚΙΑΒΕΛΛΙΣΜ ΟΣ ΤΟ Γ ΣΤΕΝ ΤΕΡΕΛ Λ Ο »

Ό Στεντερέλλο είναι πολύ πιό πανοΟργος άπό τόν Μα- κιαβέλλι. Ό τα ν ό Στεντερέλλο προσχωρεί σέ μιά πολιτική πρωτοβουλία, θέλει νά μάθουν δλοι δτι είναι πολύ πανοΟργος καί δτι αότόν κανένας δέν τόν έξαπατΑ, οδτε καί ό έαυτός του άκόμα. Αύτός προσκολλΑται στήν πρωτοβουλία, γ ιατί εί­ναι πανοΟργος, άλλά είναι άκόμα πιό πανοΟργος γ ιατί γνω­ρίζει νά είναι τέτοιος καί θέλει νά τό μάθουν δλοι. Γ ι’ αότό θά έξηγήσει σέ δλους τί σημαίνει «άκριβώς» ή Ιδέα στήν ό- ποία προσκολλήθηκε. Πρόκειται, δπως είναι αότονόητο, γ ιά μιά καλομονταρισμένη καί καλοντυμένη μηχανή, καί ή με­γαλύτερη πονηριά της συνίσταται στό γεγονός δτι προετοι­μάστηκε μέ τήν πεποίθηση δτι δλοι είναι ήλίθιοι καί θά ά-

123

φεθοϋν νά τούς παγιδεύαει. ’Ακριβώς: 6 Στεντερέλλο θέλει νά κάμει γνωστό 8τι δέν είναι παρά αύτός που άωήνεται νά παγιδευτεί, αύτδς ό τόσο πανούργος’ τό άποδέχεται γιατί Θ4 παγιδευτούν οί άλλοι, δχι αυτός. Καί έπειδή άνάμεσα στούς άλλους ύπάρχει κάποιος πανούργος, ό Στεντερέλλο γνέφει σαύτόν καί έξηγεϊ καί άναλύει: «Είμαι άπό τούς δικούς σου, ?! ’Εμείς καταλαβαινόμαστε. Προσέξτε νά μή νομίζετε δτι έγώ ν ομ ίζω .. . . Πρόκειται γ ιά κάτι «Μακιαβελλικό», σύμ­φωνοι;» Καί έπειδή ό Στεντερέλλο περνιέται σάν ό πιό πα­νούργος άπό τούς πανούργους, ό πιό έξυπνος άπδ τούς έξυ­πνους, ό Αμεσος κληρονόμος καί χωρίς τή φροντίδα τής κα­ταγραφής, τής παράδοσης τού Μακιαβέλλι.

Ά λ λ η πλευρά τού ζητήματος: Ό τα ν γίνεται ή πρόταση μι&ς πολιτικής πρωτοβουλίας, ό Στεντερέλλο δέ νοιάζεται νά δεϊ τή σπουδαιότητα τής πρότασης, γ ιά νά τήν άποδεχθεΐ καί νά έργαστεϊ γ ιά νά τήν μεταδώσει, νά τήν ύπερασπιστεί, νά τήν ύποστηρίξει. Ό Στεντερέλλο πιστεύει δτι ή άποστο- λή του εΓναι νά είναι ή Ιέρεια τού άγίου πυρός. ’Αναγνωρί­ζει δτι ή πρωτοβουλία δέν είναι έναντίον τών άγίων τραπε­ζών καί έτσι πιστεύει δτι Εχει έξαντλήσει τό ρόλο του. Αύ- τός ξέρει δτι μάς περιβάλλουν προδότες, έκτροπεΤς, καί εΓ­ναι Ετοιμος μέ τό τουφέκι νά άμυνθεΐ ύπέρ βωμών καί έστιών. Χειροκροτεί ή πυροβολεί, κι’ Ετσι έχει κάνει τήν ιστορία π ί­νοντας πάνω σ’ ένα μισόλιτρο.

Ό Στεντερέλλο σκέφτεται ειδικά τό μέλλον. Τό παρόν τόν άπασχολέί λιγότερο άπό τό μέλλον. Έ χ ε ι ένα έχθρό έ- νάντια στόν δποΐο θ&πρεπε νά πολεμήσει. ’Αλλά γιατί νά πο­λεμήσει, έφόσον ό έχθρός θά πρέπει νά έξαφανιστεϊ άναγκα- στικά, παρασυρμένος άπό τήν μοιραία Ιστορική έξέλιξη... Έ ­χει άλλα καλύτερα νά κάμει άπό τό νά πολεμά τόν άμεσο έχθρό. Π ιό έπικίνδυνοι είναι οί έμμεσοι έχθροί, έκεΐνοι πού φθονούν τήν κληρονομιά τού Στεντερέλλο, έκεΐνοι πού μά­χονται τόν Γδιο έχθρό τού Στεντερέλλο, έπιδιώκοντας νά γίνουν αύτοί οί κληρονόμοι. Τ ί άξιώσεις εΓναι αύτές; Πώς τολμούν νάμφιβάλλουν δτι ό Στεντερέλλο θά εΓναι ό κληρο­νόμος; Λοιπόν ό Στεντερέλλο δέν πολεμά τόν έχθρό πού εΓ­ναι άμεσος, άλλά έκείνους πού έπιδιώκουν νά πολεμήσουν αύ-

124

τόν τόν Γδιο έχθρό γ ιά νά τόν διαδεχτοΟν. Ό Στεντβρέλλο είναι τόσο πανοΟργος πού μόνο αύτός καταλαβαίνει δτι αύτοί είναι ο! άληθινοί καί μοναδικοί έχθροί. Τό ξέρει χαλά, 6 Στεντερέλλο! (Γύρω άπ’ αύτή τήν έπιγραφή, μέ τή μορφή σχεδιασμάτων πάνω στόν πολιτικό Στεντερέλλο, μποροΟν νά συγκεντρωθούν άλλα θέματα, δπως τά θέματα τής κακής έκ- τίμησης τοΟ άντίπαλου πού γίνεται στήν πολιτική, άλλά πού μετατρέπεται σέ πεποίθηση καί μετά καταλήγει στήν έπιπο- λαιότητα καί τήν καταστροφή).

ΤΟ Μ ΙΚ ΡΟ ΤΕΡΟ ΚΑΚΟ Ή ΤΟ Λ ΙΓΟΤΕΡΟ Χ ΕΙΡΟ ΤΕΡΟ

(Π ρέπει νά συνταιριαστεί μέ τήν άλλη άκριτη διατύπω­ση τοΟ «δσο χειρότερο τόσο καλύτερα»). θ ά μπορούσαμε νά τή χρησιμοποιήσουμε μέ μορφή ήθικοΟ μύθου' (νά θυμηθοΟ- με τή λαϊκή ρήση δτι «τό χειρότερο δέν είναι ποτέ θάνατος»). Ή Ιννοια τοΟ «μικρότερου κακοΟ» ή τοΟ «λιγότερου χειρότε­ρου» είναι άπό τΙς πιό σχετικές. Έ ν α κακό είναι πάντα μι­κρότερο άπό Iva έπόμενο μεγαλύτερο καί ένας κίνδυνος εί­ναι πάντα μικρότερος άπό Ιναν άλλον έπόμενο πιθανώς με­γαλύτερο. Κάθε κακό γίνεται μικρότερο σέ σύγκριση μ’ Ινα άλλο πού άναμένεται μεγαλύτερο καί οδτω καθεξής. Ή δια­τύπωση τοΟ μικρότερου κακοΟ, τοΟ λιγότερου χειρότερου δέν είναι λοιπόν τίποτε άλλο παρά ή μορφή πού παίρνει ή διαδι­κασία τής προσαρμογής σ’ iva κίνημα Ιστορικά όπισθοδρο- μικό, κίνημα τοΟ όποιου μιά δύναμη τολμηρά έπαρκής όδη- γε ί τήν έξέλιξη, ένώ οί άνταγωνιστικές δυνάιιεις (ή καλύτε­ρα οί ήγέτες τους) είναι άποφασισμένοι νά συμβιβαοτοΟν προ­οδευτικά, μέ μικρούς σταθμούς καί δχι άμέσως (πρ&γμα πού θάχε έντελώς άλλη σημασία, έξαιτίας τοΟ συμπυκνωμένου ψυχολογικοΟ άποτελέσματος καί θά μποροΟσε νά προκαλέ- σει τή γέννηση μιάς άνταγωνιστικής ένεργητικής δύναμης πρός έκείνη πού προσαρμόζεται παθητικά στήν «μοιρολα- τρεία» ή νά τήν ένισχύσει έάν ήδη όπάρχει. ΆφοΟ είναι σω­στή ή μεθοδολογική άρχή δτι ot πιό προχωρημένες χώρες

126

(μέσα στό προοδευτικό ή Αναχρονιστικό κίνημα) είναι ή έκ τών προτέρων εΙκόνα τών Αλλων χωρών δπου ή Ιδια ή Εξέ­λιξη βρίσκεται στίς άρχές, ή σύγκριση είναι σωστή σαύτό τδ πεδίο, πού μπορεί νά χρησιμεύσει. (θ ά χρησιμεύσει 8μως πάντα άπδ τήν διαπαιδαγωγητική άποψ η).

Η Κ ΙΝ Η ΣΗ Κ Α Ι Ο ΣΚ Ο Π Ο Σ

Είναι δυνατδ νά διατηρηθεί ζωντανή καί Ικανή μιά κ ί­νηση χωρίς τήν προοπτική τών άμεσων καί Ιμμεσων σκοπών; Ό Ισχυρισμός τοΟ Μπερνστάΐν σύμφωνα μέ τόν όποιο ή κ ί­νηση είναι τδ πδν καί δ σκοπός τίποτα, κάτω άπδ τήν πρόσοψη μιάς «όρθόδοξης» έρμηνείας τής διαλεκτικής, γεν- νδ μιά μηχανιστική άντίληψη τής ζωής καί τής Ιστορικής κίνησης: Οί άνθρώπινες δυνάμεις θεωροΟνται σάν παθητι­κές καί βχι συνειδητές, σάν Ενα στοιχείο βχι διαφορετικό ά­πδ τά ύλικά πράγματα, καί ή χυδαία άντίληψη τής Εξέ­λιξης μέ τήν νατουραλιστική Εννοια, ύποκαθιστβ τήν άντίλη­ψη τής Εξέλιξης καί τής άνάπτυξης. Αύτδ είναι τόσο πιό Ενδιαφέρον νά τδ σημειώσουμε έφ’ δσον δ Μπερνστάΐν πήρε τά δπλα του άπδ τδ δπλοστάσιο τοΟ ΙδεαλιστικοΟ ρεβιζιονι- σμοΟ (ξεχνώντας τΙς θέσεις γ ιά τδ ΦόΟερμπαχ) πού άντίθε- τα θά Ιπρεπε νά τδν δδηγήσει νά άξιολογεί τήν παρέμβαση τών άνθρώπων (πού ΕνεργοΟν καί πού Επιδιώκουν δρισμένους άμεσους καί Εμμεσους σκοπούς), σάν άποφασιστικό στοιχείο στί)ν Ιστορική Εξέλιξη (Εννοείται μέσα στίς δοσμένες συνθή­κες) . ’Αλλά, έάν άναλυθεΐ περισσότερο σέ βάθος, βλέπει κα­νείς δτι στδν Μπερνστάΐν καί στούς όπαδούς του ή άνθρώ- πινη παρέμβαση δέν Αποκλείεται Εντελώς, τουλάχιστο σιω­πηρά (πρΛγμα πού θά ήταν πολύ άνόητο), άλλά γίνεται δε­χτή κατά τρόπο μονόπλευρο, γ ιατί γίνεται άποδεχτή σάν «θέση», άλλά άποκλείεται σάν «άντίθεση». Αύτή, θεωρούμε­νη Επαρκής σάν θέση, δηλαδή στή στιγμή τής άντίστασης καί τής συντήρησης, άποβάλλεται σάν άντίθεση, δηλαδή σάν πρω­τοβουλία καί προοδευτική ώθηση τοΟ άνταγωνιστή. ΜποροΟν νά ύπάρχουν «σκοποί» γ ιά τήν άντίσταση καί τήν συντήρη-

126

βη (οί Ιδιες «άντίσταση χαΐ συντήρηση» είναι σκοποί πού άπαιτοϋν μιά ειδική άστιχή (μέ τή νομική ίννοια) στρατιω­τική όργάνωση, τόν ένεργητικό έλεγχο τοΟ άντίπαλου, τήν ίγκαιρη παρέμβαση γ ιά v i έμποδιστεί δ άντίπαλος νά δυ­ναμώσει πολύ χ .λ .π .), ί χ ι γ ιά τήν πρόοδο xal τήν άνανεω- τική πρωτοβουλία. Δέν πρόκειται γ ιά άλλο άπό μιά σοφι­στική θεωρητικοποίηση τής παθητικότητας, άπό Iva τρόπο «δόλιο» (μέ τήν Ιννοια τών «δολιοτήτων τής θ ε ία ς Πρόνοιας» B ino ), μέ τόν όποιο ή «θέση» παρεμβαίνει γ ιά νά άποίυνα- μώσει τήν «άντίθεση» άφοΟ κυρίως ή άντίθεση, πού προϋπο­θέτει τήν έπαγρύπνηση τών λανθανουσών καί κοιμισμένων δυνάμεων γ ιά νά παρακινηθεί δραστικά, Εχει άνάγκη νά Εχει τήν προοπτική τών σκοπών, τών άμεσων καί Ιμμεσων, γ ιά νά ένισχύσει τή δίκιά της κίνηση πού θά προκαλέσει τό ξεπέ­ρασμα. Χωρίς τήν προοπτική τών συγκεκριμένων σκοπών, δέν μπορεί νά ύπάρξει καθόλου κίνηση.

127

ΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΕΚΔΟΤΗ

1. ’Εννοεί τόν Μπ. Μουσσολίνι.2. Ά ν ο I Ν τ έ Μ ά ν (1886—1»5#). Βέλγο; σοσιαλδημο­

κράτης καί συγγραφέας. Γραμματέας του Κέντρου ¿ργατιχή; εκπαίδευσης, έγκαταλείπει τνς σοσιαλιστικές του τάσεις καί γίνεται καθηγητής τής ’Ακαδημίας έργασίας τής Φραγχφοΰρ- τη;. Τα χυριώτερα ίργα του είναι ή «Ψυχολογία του Σοσια- λιβμοϋ» καί τό « Π èpa από τό Μαρξισμό».

#. ’Εννοεί τόν Βλαντιμίρ Ίλ ιτς Λένιν.4. Πρόκειται για τό κίνημα τών έργοστασιαχών συμβουλίων nuù

χατευθύνονταν άπό την ¿π«θεώρηση «Ordine Nuovo» — «Νέα Τάξη», ¿»κεφαλής τής όποίας βρίσχονταν ό Άντόνιο Γκράμσι καί μια Αμάδα Ιταλών Μαρξιστών.

6. Σ ι κ ε λ ι κ ό ς Έ σ π ε ρ κ ν ό ς όνομάβθηρκ ή έξέγερση ποδγινε στα 1282, τή Δευτέρα τοΟ Πάσχα, άπό τό λαό τής Σικελίας ένάντια στους Γάλλους χατακτητές. Ή έξέγερση ό- δηγηβε στη σφαγή χιλιάδων Γάλλων, καί χατάληξε στην ίπι- χράτηση τού βασιληά τή; Άραγώνας Πέτρου Γ ', ό όποιος ίγινε 6α<*ληάς τή; νησιωτικής Σικελία;.

6. Α. Α υ γ ο υ σ τ ί ν ο ; Ν τ ε π ρ έ τ ι ς (1813—1817). ’Ιταλό; πολιτκός. Φίλος τών ΓαριΑάλδη χαΐ Μαντσίνι. 'Ε να; από τούς κοινοβουλευτικούς έχπρόοωπους τής αριστερά;. ’Ε­κλέχτηκε αρκετές φορές πρωθυπουργό;. Β. Φ ρ α γ κ ί ­σ κ ο ς Κ ο ί σ π ι (1818—1901). ΊταΛΑς πολιτικός. Προσ­χώρησε στό επαναστατικό κίνημα τής Σικελίας (1848) καί άντιτάχθηκε στήν παλινόρθωση τών ΒουρΑώνων. Τό 1865 Ι­δρυσε το ριζοσπαστικό κόμμα. ’Αργότερα ίγινε πρόεδρος τής

129

Βουλής καί πρωβ«τοι·ρΥος. Ή πολιτική του άντιδραΛ ιχή κα άηοικΜΜρατική, όδήγησε oè έξεγέρσεις έρνατών κοϊ αγροτών στό έσωτερικό καί στην «άποτνχημένη» έκοτρατεία κατά τής ’Αβησσυνίας. Γ. ’Ι ω ά ν ν η ; Τ ζ ι ο λ ί τ τ ι (1842 — 1928). Κεντρική φιγούρα τής Ιταλικής πολιτικής ζωής. ’Εκλέ­χτηκε πολλές φορές βουλευτή; καί εγΛ·ε αρκετές φορές υπουρ­γό ; καί πρωθυπουργός. Ή εύνοική του στάση άπένβντι στο Μονσσολίνι (κλασσικά όμοιότροπη μ* έκείνη των υπόλοιπων άστών κοινοβουλευτικών ηγετών τον μεσοπολέμου), σννέτιινε στό ν« ανοίξει ακόμα περισσότερο ό δρόμο; στο φασισμό.

7. « Θ έ σ ε ι ; τ ή ς Ρ ώ μ η ς » όνομά fri ηκαν οί άριστε- ρίστικες πολιτικές θέσεις τού Ά μαντέο Μπορντίγκα, πού ψη­φίστηκαν το 1922 στή Ρώμη κατά τή διάρκέια τού δεύτεροι' συνέδριου τοΰ Κ.Κ. ’Ιταλίας.

8. Για περισ. βλέπε: Άντόν«ο Γκράμσι: «Ή όργάνο»ση τής Κουλ­τούρας», τόμος Β ', σελ. €5, «Στοχαστής», ’Αθήνα, J973.

9. T i z i o : Ρωμαϊκό δνομα γ*χ κάποιο πρόσωπο. "Ενα κάποιο πρόσωπο, απροσδιόριστο καί άγνωστο. ’Αντιστοιχεί μέ το δ ι­κό μας «τάδε».

10. ’Dwoeî τόν Λέοντα Τρότσκι. (Τό πραγματικό του δνομα ήταν Λέων Νταβίντοβιτς Μπρονστάϊν).

11. Πρόκειται για τό κίνημα των ¿ργοστασιακών σινώουλίων. Για περισ. 6λ « « σημείωση No 4.

12. ’Εννοεί τό «Κεφάλαιο» τοΰ Κάρλ Μάρξ.13. ’Εννοεί το «Μανιφέστο τοϋ Κομμουνιστικοί Κόμματος» των

Κάρλ Μάρξ καί Φρίντρνχ ”Ενγκελς.14. θ ε ό ς ά γ ν ω σ τ ο ς . 'Ελληνικά στο κείμενο.15. Στό κείμενο λατινικά «Pende ac cadaver» — «Σαν Ενα .-πώ­

μα«.16. Μέ τον δρο «Φιλοσοφία τής Π ράξης» 6 Γκράμσι έννοεί τό

Μαρξκφό.17. Στό κείμενο «sodeU civile». Σχετικά μέ τις δυσκολίες μετά­

φρασης τοΰ δρου, πον έκτο; από «Ιδιωτική κοινωνία» μεταφρά­ζεται καί «κοινωνία των πολιτών», βλέπε τΙς σημειώσεις 8, σ ιλ. Ιββ ίπ . καί 8 βελ. 110 έπ. στους τόμους τοΰ Ά . Γκράμσι: «ΟΙ ΔβνοούμίΥοο καί «Ή Αργάνωση τής Κουλτούρας», Μ . «Στοχαστής», Ά #ηνα 19721—73.

130

18. Ή άχριβη: μετάφραση είναι «Ηίνηιιιι ><η> Έλευβεριωτισμον». Δηλα&ή «Κίνημα τϋη ό.ταδών τή; <ί.ι0ΛΓτη; rl.t ι>θερίας* Tj «Ά ναρχικό κίνημα».

19. t ( α ν ι ο ί ο χ « X r r 21 i ( μ ι ; ( 1817ι—1883». Ιταλός συγγραφέα; καί πολίτικος. Γεννήβηχε στη Μόρρα ’Ip- πίνα χαί ÒÌÒaSf αρχικά στή Χάπυ/.η. Τό 1846 πήρε μέρος μα­ζί με τού; μαθητές του στήν έπανάσταση χατά τών Βουρβώ- νων. Ά χο τό 1850 f μείνε κλεισμένος στί; φυλαχές χαί άργό- τερ« έξορίσιηκε. Μετά τό 1860 άσχολήθηχε μέ τήν πολιτική. Κράτησε από τό 1871 ώς τό 1877 τήν εδρα τής Συγκριτικής Λογοτεχνίας τού Π uvrτπστημίον τής Νάπολης. Κιχρώτερα Eg- γα του ή «Ιστορία τής ’Ιταλικής Λογοτεχνίας» χαί τά «Δο­κίμια». Για περισ. βλέπε Ναταλίνο Χαπένιο «Ιστορία τής 'Ι ­ταλικής Λογοτεχνίας», or).. 348 ί,τ., ?χ6. «ΠοσεΛώνας», Θ«σ· σαλονίκη, 1972 χαί ’Avróvw Γχράμσι: «I>etteratm e Vita Nazionak»— «Λογοτεχνία χαί ’Εθνική Ζωή», « L 19 in., edi­tori Riuniti, Roma, 1971.

20. c A u i x ò Δ ο κ ί μ ι α Κ ο ι ν ω v i o λ ό γ ι α ς » όνό- μαζε ό Γχράμσι τό βιβλίο τού Ν. Μπουχάριν: «Θεωρία τον 'Ι ­στορικού "Γλισμοί — Λαϊκό 'Εγχειρίδιο Μαρξιστικής Kocvco νιολογίας» στο όποιο άσκησε αυστηρή κριτική πού περιέχεται στο βιβλίο του «Ό ’Ιστορικό; 'Τλλσμό; καί ή Φιλοσοφία τού Μπενεντέττο Κρότσε». Για πτρισ. Mine: Ν. Μηοιτχάριν: «Θε­ωρία τού ΊστορικοΟ ’Τλισμοί·», Εκ6. «Άναγνωστίδη», ’Αθή­να, ίκδοση άχρονολόγητη χαί Ά . Γχράμσι: «Ιστορικός *Τλι- βμός», σελ. 179 in., ίχ6. «’Οδυσοέας», Άθήκτα, 1973.

21. ’Εννοεί τνς σημειώσεις πού πχριέχονται στα βιβλία «ΟΙ Διανοούμενοι· καί «Ή ’Οργάνωση τής Κουλτούρας», τόμοι 2, &c4. «Στοχαστής», ’Αθήνα, 1972—73.

22. Π ώ λ Μ π ο υ ρ ζ έ (1852!—1935). Γάλλος συγγραφέας καί άκαδημαϊχός. Στην Έλλά&α γνωστός άπό τό μεταφρα­σμένο από τόν Κώστα Οΰράνη βιβλίο του «Φυσιολογία τού Συγ­χρόνου ’Ερωτος». Άλλα γνωστά του ?ργα είναι τά «&ληρό Αίνιγμα», «Δύο ’Αδελφές», «Τό Διαζύγιο», «Νέμεβις», χ.λ.π.

23. Σ τ ε ν τ ε ρ έ λ λ ο : Μορφή του λάτρου τής Φλωρεντίας. Μεταφράζεται χαχεχτιχός, άχαρος καί ανόητος.

131

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

ΣΗΜΕΙΟΜΛ ΕΚ ΔΟ ΤΗ ....................................................Σ*λίς β

ΠΑΡΕΛΦΟΝ ΚΑΙ Π Α Ρ Ο Ν ......................................... * 7

ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΕΣ ΓΝΩΣΕΙΣ ΚΑΙ -ΘΕΜΑΤΑΚΟΤΛΤΟΤΡΑΣ............................................................... > 73

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ 12»