Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ....

163
Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ Προλογικό Σημείωμα Ο κόσμος στον οποίο ζούμε ονομάζεται «κοιλάδα κλαυθμώνος», τόπος δακρύων». Ίσως δικαιολογημένα. Όπου να γυρίσεις αντικρύζεις πόνο, θλίψη, αδικία, θάνατο, αμαρτία. «Άρχων του κόσμου τούτου» (Ιω. Ιβ΄31), «κοσμοκράτωρ» (Εφ. στ΄ 12) είναι ο διάβολος. Αυτός διαρκώς φαίνεται. Ο Θεός, που το όνομά Του είναι «ο Ων», δηλαδή Αυτός που είναι και από τον Οποίον έρχεται στην ύπαρξη το κάθε τι, δεν φαίνεται. «Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε» (Ιω. α΄18). Γι΄αυτό και αμφισβητείται, ακόμη και η ύπαρξή Του. Αυτός όμως «φανερώνει εαυτόν» (Ιω. κα΄1) και σε όποιον τηρεί τις εντολές Του και τον αγαπά υπόσχεται ότι θα του εμφανίσει τον εαυτό Του ˙ «εμφανίσω αυτώ εμαυτόν» (Ιω. ιδ΄21). Το βιβλίο αυτό, μέσα από απλά γεγονότα, διαλόγους, προβληματισμούς, περιγράφει την πάλη του ανθρώπου να 1

description

Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Transcript of Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ....

Page 1: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Εκεί που δεν φαίνεται

ο Θεός

ΝΙΚΟΛΑΟΥ

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ

Προλογικό Σημείωμα

Ο κόσμος στον οποίο ζούμε ονομάζεται «κοιλάδα κλαυθμώνος»,

τόπος δακρύων». Ίσως δικαιολογημένα. Όπου να γυρίσεις αντικρύζεις

πόνο, θλίψη, αδικία, θάνατο, αμαρτία. «Άρχων του κόσμου τούτου» (Ιω.

Ιβ΄31), «κοσμοκράτωρ» (Εφ. στ΄ 12) είναι ο διάβολος. Αυτός διαρκώς

φαίνεται.

Ο Θεός, που το όνομά Του είναι «ο Ων», δηλαδή Αυτός που είναι

και από τον Οποίον έρχεται στην ύπαρξη το κάθε τι, δεν φαίνεται. «Θεόν

ουδείς εώρακε πώποτε» (Ιω. α΄18). Γι΄αυτό και αμφισβητείται, ακόμη και

η ύπαρξή Του. Αυτός όμως «φανερώνει εαυτόν» (Ιω. κα΄1) και σε όποιον

τηρεί τις εντολές Του και τον αγαπά υπόσχεται ότι θα του εμφανίσει τον

εαυτό Του ˙ «εμφανίσω αυτώ εμαυτόν» (Ιω. ιδ΄21).

Το βιβλίο αυτό, μέσα από απλά γεγονότα, διαλόγους,

προβληματισμούς, περιγράφει την πάλη του ανθρώπου να αποκαλύψει το

πρόσωπο του Θεού εκεί που το σκεπάζει η λογική αυτού του κόσμου, η

φυσική αντίληψη των πραγμάτων και η υπεροπτική απαίτηση της

ανθρώπινης μικρότητος. Είναι γεμάτο απαιτητικά ερωτήματα και έντονο

προβληματισμό, που πολύ φυσιολογικά απασχολούν, ζαλίζουν και ενίοτε

σκανδαλίζουν την ανθρώπινη ψυχή. Δεν δίνει όμως καμία άμεση απάντηση

1

Page 2: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ούτε προσπαθεί να πείσει με λογικό τρόπο και εντυπωσιακές

επιχειρηματολογίες. Επιδιώκει να δώσει τη λεπτή αίσθηση της

διακριτικής αλλά πειστικής παρουσίας το αληθινού Θεού εκεί που Αυτός

δεν διακρίνεται, μέσα στον πόνο, στην αναπηρία, στην τραγικότητα της

ζωής, στον αδυσώπητο θάνατο, όπως αυτή προβάλλεται σε αληθινά

γεγονότα και αντανακλάται στη ζωή αυθεντικών ανθρώπων.

Η όλη παρουσίαση χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος

προσπαθεί να δείξει το πρόσωπο του Θεού μέσα από την πρόκληση του

πόνου και της απειλής του θανάτου. Παρουσιάζει μία πραγματικότητα και

μία λογική πολύ διαφορετική από αυτήν της καθημερινότητος και του

ορθολογισμού. Στο πρώτο κεφάλαιο σχολιάζεται η φαινομενική απουσία

του Θεού ακόμη και μέσα σε ένα θαύμα Του. Τα επόμενα δύο Τον δείχνουν

να επεμβαίνει την τελευταία στιγμή, τότε που εξαφανίζεται και η

τελευταία ελπίδα. Στα κεφάλαια που ακολουθούν, ο Θεός εμφανίζεται με

ένα παράξενο πρόσωπο, κατοπτριζόμενος στον μυστικό κόσμο ατόμων με

νοητική υστέρηση και στη ζωή και το μεγαλείο νέων κυρίως ανθρώπων με

μεγάλης έκτασης αναπηρίες. Το τελευταίο κεφάλαιο του πρώτου μέρους

δίνει το περίγραμμα της θεϊκής παρουσίας μέσα από το δράμα του γονιού

που αντικρύζει το παιδί του να παλεύει με τον καρκίνο και να έρχεται

αντιμέτωπο με την απειλή του θανάτου.

Στο δεύτερο μέρος επιχειρείται ένας διάλογος αμφισβητήσεως και

πίστεως που προξενεί η πρόκληση του θανάτου. Εδώ ο θάνατος δεν

αποτελεί φοβερό ενδεχόμενο, αλλά δεδομένο συμβάν. Η αμφισβήτηση του

Θεού εκφράζεται μέσα από ειλικρινή ερωτήματα και λογικά επιχειρήματα,

ενώ η αλήθεια της παρουσίας Του μέσα από αυθεντικά γεγονότα. Στο

πρώτο κεφάλαιο περιγράφεται η συμπαράσταση των τελευταίων στιγμών

ως πράξη κοινωνικής αγάπης αλλά και ως κίνηση μετάγγισης πίστεως

στην αιώνια προοπτική του ανθρώπου. Ο θάνατος δεν είναι τέλος. Είναι

πέρασμα στην κατάσταση της όντως ζωής «ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη,

ου στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος». Οι περιγραφές που ακολουθούν

στα επόμενα κεφάλαια σταδιακά οδηγούν στην αίσθηση της αιωνίου

αναστάσεως, όπως αυτή εκφράζεται στις καρδιές ανθρώπων που έζησαν

την τραγικότητα του θανάτου των παιδιών τους ή όπως αποτυπώνεται

2

Page 3: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

στο βαθύτερο είναι συνανθρώπων μας που μεταμόρφωσαν την προσμονή

του δικού τους θανάτου σε προσδοκία της βασιλείας του Θεού.

Όλα τα περιστατικά που παρατίθενται είναι απολύτως αληθινά.

Απλά, στα περισσότερα, όπου αυτό κρίθηκε αναγκαίο, έχουν γίνει μικρές

αλλαγές σε ονόματα, τοποθεσίες ή λεπτομέρειες, προκειμένου να μην

αποκαλυφθεί βάναυσα η ταυτότητα των προσώπων. Επίσης, συνειδητά

αποφεύχθηκε κάθε προσπάθεια ωραιοποίησης των πραγμάτων ώστε να

μην τραυματισθεί η αυθεντικότητα και η αλήθεια των περιγραφομένων

νοημάτων. Ορισμένες περιγραφές αποτελούν συγχώνευση δύο

περιστατικών σε ένα. Σκοπός μας δεν είναι να γράψουμε με ακρίβεια

ιστορίες ή γεγονότα, αλλά να δείξουμε όσο πιο καθαρά μπορούμε την

αλήθεια της ανθρώπινης ψυχής και κυρίως τη μεγάλη αλήθεια της θεϊκής

παρουσίας μέσα στην καθημερινότητα, μέσα στον ανθρώπινο κόσμο,

κυρίως «εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός»…

Ο Θεός είναι «έτερος», άλλου είδους, κατά τη μορφή, «ξένος»,

ασυνήθης, κατά τη συνάντηση, «καινός» κατά τη μέλλουσα εμφάνιση.

Σκοπός αυτού του βιβλίου είναι να προκαλέσει ετερότητα λογικής,

«καινότητα ζωής», «ξένωσιν» εκ του κόσμου και να οδηγήσει έτσι στη

θέα των μειζόνων (Ιω. α΄51), στην πίστη των μη νοουμένων και στην

«υπόσταση των ελπιζομένων» (Εβρ. ια΄1). Μόνον έτσι μπορεί ο πονεμένος

από πρόσωπα και γεγονότα άνθρωπος, ο πενθών για τη φύση του και

απογοητευμένος από τη λογική του να αντικρύζει το φως, να «στήκει εν

τη πίστει, να κραταιούται» (Α΄Κορ. ιστ΄ 13) και να «ενδυναμούται εν

Κυρίω» (Εφ. στ΄10) «χαίρων εν τοις παθήμασί του» (Κολ. α΄ 24), και

παραμυθούμενος υπό του Παρακλήτου Πνεύματος.

ΜΕΡΟΣ Α΄

3

Page 4: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

«Δια πυρός και ύδατος…

εις αναψυχήν»

Θεραπεία του παραλύτου της Βηθεσδά

«Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω»

Τι φοβερός που είναι ο κόσμος που ζούμε! Όπου στρέψεις το

βλέμμα σου αντικρύζεις πόνο, αδικία, κακότητα, ένταση, αμαρτία, βία,

πολέμους, δυστυχία. Γιατί άραγε; Και γιατί όλα αυτά να συνυπάρχουν με

φυσική ομορφιά, με απαράμιλλη καλωσύνη, με ανθρώπινο μεγαλείο; Γιατί

να εναλλάσεται το καλό με το κακό; Γιατί να διαπλέκεται η δυστυχία με

την ευτυχία; Γιατί να αντιπαλεύει αδιάκοπα το προκλητικό ερώτημα της

θεϊκής απουσίας ή και ανυπαρξίας με τη μυστική υποψία της θεϊκής

παρουσίας;

Ο κόσμος αυτός δεν παραπέμπει σε εμφανή Θεό, που ψηλαφείται

αισθητά ή ανιχνεύεται λογικά. Αυτόν τον θεό μάλλον τον διαγράφει. Η

λογική θεώρησή του οδηγεί σε επώδυνες αμφιβολίες. Μια δυναμική ζωής,

χωρίς όμως συνέχεια. Μια απέραντη ομορφιά, με επίλογο βέβαιου

θανάτου. Ένα σφιχταγκάλιασμα της ανάγκης του για πάντα με την

απέραντη απογοήτευση του τώρα. Δυστυχία μηδενιστικών

συμπερασμάτων!

Ο κόσμος χωρίς Θεό όμως δεν αντέχεται. Κάθε σκέψη απουσίας

Του προξενεί βαθειά απογοήτευση, αίσθηση κενού, έλλειψη σκοπού,

ασάφεια προορισμού, ανυπαρξία λόγου και αιτίας ύπαρξης. Διευκολύνει

την ασυδοσία του παρόντος, ταυτόχρονα όμως πνίγει την προοπτική του

ατέρμονος μέλλοντος και την προσδοκία της ανώτερης ζωής. Αντίθετα, η

διαπίστωση της παρουσίας του Θεού γεννά ελπίδα, δίνει φως, προσφέρει

κατεύθυνση. Το Ευαγγέλιο παρουσιάζει τον Θεό ζώντα, ενεργούντα,

παρεμβαίνοντα στην ιστορία. Το διαβάζουμε για να φωτιστούμε και να

παρηγορηθούμε. Τόσα και τόσα περιστατικά φανερώνουν την παρουσία

4

Page 5: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

του Θεού! Τα θαύματα πιστοποιούν τη δύναμη και την αγάπη Του. Η

ειλικρίνεια με την οποία είναι γραμμένο πείθει για την αυθεντικότητα των

λεγομένων Του. Το διαβάζεις και αναφωνείς: «μεθ΄ημών ο Θεός. Γνώτε

έθνη και ηττάσθε ότι μεθ΄ημών ο Θεός». Ο Θεός είναι μαζί μας. Αυτή η

πεποίθηση αποτελεί την πηγή της δύναμής μας. Το ανοίγουμε επειδή

πιστεύουμε, με την ελπίδα και να φωτισθούμε.

Να όμως που κάποτε η ανάγνωση του Ευαγγελίου ξενίζει. Αντί να

στηρίζει, σκανδαλίζει ˙ αντί να οικοδομεί, γκρεμίζει ˙ αντί να

ξεκαθαρίζει, σε ζαλίζει. Σου φανερώνει αλήθειες που μόλις τις ακούσεις

σε κάνουν να θαυμάζεις, όταν όμως σκεφτείς, σε υποχρεώνουν να

εγκατασταθείς σε ασφυκτικά αδιέξοδα.

Μια πρώτη ματιά στο θαύμα της θεραπείας του παραλύτου της

Βηθεσδά, όπως αυτή περιγράφεται στο ε΄κεφάλαιο του κατά Ιωάννην

Ευαγγελίου, εντυπωσιάζει για τη θεϊκή δύναμη του Χριστού. Πράγματι, με

μόνο τον λόγο Του συντρίβει το αναμενόμενο αλλά σπάνιο θαύμα και

ανακουφίζει με την έκπληξη μιάς απροσδόκητης θεραπείας με εντελώς

πρωτοφανείς όρους. Μια όμως προσεκτικότερη ανάγνωση των συνθηκών

της περιγραφής ανατρέπει το σκηνικό. Γεννά ερωτήματα που βασανίζουν

τους μηχανισμούς της πίστης. Προκαλεί τον άνθρωπο του ορθού λόγου με

αδυσώπητο τρόπο ˙ τον αναστατώνει.

Ένας άνθρωπος τριάντα οκτώ χρόνια κατάκοιτος ξεχωρίζεται από

τον Κύριο και θεραπεύεται με εντυπωσιακό τρόπο. Ο ευαγγελιστής

Ιωάννης με χαρακτηριστική συντομία παρουσιάζει τη θαυματουργική

θεραπεία. Και ενώ το αποτέλεσμα αναπαύει την πίστη, οι λεπτομέρειες

την κλονίζουν.

Μια δεξαμενή με νερό και γύρω της, κατά την περιγραφή του

Ευαγγελισμού, «πλήθος πολύ των ασθενούντων, τυφλών, χωλών, ξηρών,

εκδεχομένων την του ύδατος κίνησιν». Γύρω από τη δεξαμενή ένα

τραγικό πλήθος δύστυχων, δεινοπαθούντων ανθρώπων, ο καθένας του με

πόνο και όλοι μαζί με μια παράξενη, ανταγωνιστική ελπίδα. Περιμένουν

την ξαφνική έλευση ενός αγγέλου, προκειμένου να ταράξει το νερό της.

Μόλις το πάρουν είδηση, προσπαθούν όλοι αυτοί, με το απομεινάρι των

φυσικών δυνάμεών τους, με την τεράστια πίεση της εσώτερης επιθυμίας

5

Page 6: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

του, να συρθούν προς τη δεξαμενή, διότι ο «πρώτος εμβάς μετά την

ταραχήν του ύδατος υγιής εγίνετο ω δήποτε κατείχετο νοσήματι», αυτός

που θα καταφέρει να βουτήξει μέσα πρώτος θεραπεύεται από

οποιαδήποτε ασθένεια έχει ˙ μόνον ο πρώτος.

Ανάμεσα σε όλους και ένας παράλυτος για τριάντα οκτώ

ολόκληρα χρόνια. «Τούτον ιδών ο Ιησούς κατακείμενον», τον βλέπει

διερχόμενος από την κολυμβήθρα της Βηθεσδά ο Κύριος, τον πλησιάζει

και του λέει: « θέλεις υγιής γενέσθαι;» Τι απλή ερώτηση! Και εκείνος δεν

απαντά ευθέως «φυσικά, θέλω», αλλά λέει «Κύριε, άνθρωπον ουκ έχω, ίνα

όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εις την κολυμβήθραν», δεν έχω κάποιον

άνθρωπο ώστε μόλις ταραχθεί το ύδωρ να μου δώσει μια σπρωξιά και να

μπω εγώ στο νερό πρώτος. Ενώ δε εγώ πλησιάζω «άλλος προ εμού

καταβαίνει», κάποιος άλλος με προλαβαίνει. Ο Κύριος δεν του λέει τίποτε

άλλο παρά μόνον «έγειρε, άρον τον κράββατόν σου και περιπάτει». Και μ΄

αυτόν τον τρόπο, με έναν απλούστατο, εντελώς διαφορετικό απ΄ όλο

αυτό το σκηνικό τρόπο, ο Κύριος του δίνει την υγεία του, τον σηκώνει από

την κλίνη της οδύνης και της δοκιμασίας. Και όχι μόνον αυτό, του δίνει

και τη δύναμη να σηκώσει και το κρεβάτι του και να πάει στην ευχή του

Θεού. Χωρίς καμία κίνηση! Με έναν μόνο λόγο! Ύστερα από τριάντα οκτώ

χρόνια! Ύστερα από μία ολόκληρη ζωή!

Συνήθως μένουμε στο δεύτερο μέρος, στον εντυπωσιασμό του

θαύματος, και ομολογούμε τη δύναμη του Θεού, τη δυνατότητά Του να

υπερβαίνει και τις θαυματουργικές δυνάμεις με αιφνιδιασμούς μειζόνων

ενεργειών, που σοφά θεραπεύουν μαζί με το σώμα και την ψυχή. Αν όμως

αφήσουμε τη σκέψη μας στην περιγραφή της εισαγωγής της περικοπής,

τα εσωτερικά μας αισθήματα είναι πολύ διαφορετικά.

Η εικόνα είναι φοβερή. Το θέαμα αποκρουστικό. Τα ερωτήματα

αδυσώπητα. Ο άγγελος απροειδοποίητα, «κατά καιρόν», ταράσσει το νερό

και μόνον «ο πρώτος» βρίσκει ίαση. Εδώ τελειώνει το θαύμα, εδώ

εξαντλείται και το έλεος του Θεού. Εδώ αρχίζει το δράμα της σκέψης και

της λογικής. Πόνος τεράστιος, αδικία ανεξήγητη, ερωτήματα

αναπάντητα. Το έλεος του Θεού ελάχιστο, μόνο για τον ένα, για τον

πρώτο. Πώς να συμβαδίσει αυτό με τη λογική μας; Πώς να ερμηνεύσει την

6

Page 7: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

αγάπη του Θεού; τη δικαιοσύνη, την ταπείνωσή Του; Πώς να πείσει για

την παρουσία Του; Μάλλον προκαλεί με την απουσία Του.

Πώς είναι δυνατόν να πιστεύσει κανείς ότι με αυτόν τον τρόπο ο

Θεός επιλέγει να δείξει τη θεότητά Του και να θεραπεύσει; Γιατί θα

έπρεπε –ας φανταστούμε το θέαμα- να κατεβεί ο άγγελος, να ταράξει το

νερό σε άγνωστη στιγμή, ώστε δίχως καμία προετοιμασία, ξαφνικά αυτοί

οι δύστυχοι άνθρωποι, τυφλοί, χωλοί, άρρωστοι και ανάπηροι, να

σέρνονται, να ανταγωνίζονται μάλιστα ποιος θα μπει πρώτος για να

θεραπευτεί; Μόνο για έναν υπήρχε το έλεος του Θεού; όχι για τον

δεύτερο; Και με ποιο κριτήριο αυτό προσφέρεται; τη φυσική ετοιμότητα

και επιδεξιότητα των αναπήρων και όχι την αρετή; την επιτυχία στην

ανταγωνιστικότητα και όχι την ταπείνωση και τον πνευματικό αγώνα;

Γιατί στον πρώτο και όχι στον καλύτερο; όλο αυτό δεν καταδεικνύει λίγη

αγάπη και καθόλου δικαιοσύνη;

Εκτός τούτων, ποιός άγγελος του Θεού θα μπορούσε να

προκαλέσει αυτήν την ταραχή, να αντικρίσει αυτό το φαινόμενο και στη

συνέχεια να επιστέψει αναπαυμένος ότι εξεπλήρωσε το θέλημα του Θεού;

Τελικά, τί έχει μεγαλύτερη σημασία; Η χαρά της θεραπείας του ενός ή το

δράμα της τραγωδίας των πολλών; Και πώς ο ένας που θεραπεύθηκε, αν

μάλιστα επιβραβεύεται για την πίστη του ή την αρετή του, είναι δυνατόν

να χαρεί τη θεραπεία του, όταν οι υπόλοιποι συνάνθρωποί του οι

συμπάσχοντες ως τώρα μαζί του, όχι μόνο δεν λυτρώνονται, αλλά

αντικρίζουν την παράξενη αυτήν εύνοια του Θεού να σκεπάζει τον έναν

μόνο και μάλιστα όχι τον πιο καλό ή τον πιο ασθενή αλλά τον πιο

«τυχερό»; Δεν προκαλεί αυτό; Είναι δυνατόν όλα αυτά να γίνονται κάτω

από το βλέμμα του Θεού και σύμφωνα με το θέλημά Του;

Είναι πολύ ανθρώπινη η ζήλεια, όταν θεραπεύεται ο γείτονάς σου

και πνίγεσαι από την αίσθηση ότι έχασες εσύ την ευκαιρία. Δεν ξέρω αν

αυτή η ζήλεια είναι αμαρτία που κολάζει, σίγουρα όμως είναι μαρτύριο

που αφόρητα βασανίζει. Γιατί το επιτρέπει τόσο προκλητικά ο Θεός;

Ο παράλυτος ομολογεί ότι «άνθρωπον ούκ έχω». Τριάντα οκτώ

χρόνια παράλυτος ζει με μια ελπίδα˙ να μπει πρώτος στη δεξαμενή μετά

την ταραχή του ύδατος, για να θεραπευθεί. Πώς όμως συμβαδίζει η

7

Page 8: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

αγάπη του Θεού με την τόσο μακρά διάρκεια της αναπηρίας του

παραλύτου; Γιατί να ζήσει ως ανάπηρος τα νειάτα του και να είναι υγιής

στα γηρατειά του; Γιατί έπρεπε τριάντα οκτώ ολόκληρα χρόνια να

περιμένει αυτός ο άνθρωπος τη θεραπεία του, μάλιστα ύστερα από

συνεχείς απογοητεύσεις αναρίθμητων αποτυχιών; Γιατί έπρεπε η μόνη

παρηγοριά αυτού του δύστυχου ανθρώπου να είναι η συνύπαρξή του με

άλλους ομοιοπαθείς; Η αίσθηση ότι τελικά δεν είναι ο μόνος που υποφέρει

ή ο μόνος που αποτυγχάνει κάθε φορά να θεραπευτεί; Γιατί ο Θεός

επιτρέπει τόσο πόνο και μάλιστα τόσο άδικα και άνισα κατανεμημένο; Και

ενώ τελικά φαίνεται ότι κάνει ένα θαύμα – που αναντίρρητα είναι θαύμα-,

στην ουσία η όλη ατμόσφαιρα δημιουργεί μια αίσθηση απουσίας, όχι τόσο

ανθρώπου – αυτή μπορεί να κατανοηθεί – όσο απουσίας του Θεού; Αυτή με

κανέναν τρόπο δεν δικαιολογείται. Φαίνεται η δύναμή Του, αλλά δεν

διακρίνεται η αγάπη Του. Πώς αυτός ο Θεός συνυπάρχει με τον Θεό του

υπόλοιπου Ευαγγελίου;

Μήπως, όμως, κάτι υπάρχει που όχι μόνο ξεφεύγει από τον φακό της

λογικής αλλά ενδεχομένως, όταν αυτή απομονώνεται, να την

αποπροσανατολίζει και να την παραπλανά;

Αν ανοίξουμε το Ψαλτήρι, αν φυλλομετρήσουμε και μερικά πατερικά

βιβλία, θα δούμε πόσο αυτή η αίσθηση της φαινομενικής απουσίας του

Θεού πολλές φορές εκφράζεται από τα χείλη και του Δαυΐδ και των αγίων.

Λέει κάπου ο Δαυΐδ˙ «ίνα τι, Κύριε, απέστης μακρόθεν» - γιατί κάθεσαι

από μακρυά; «υπεροράς εν ευκαιρίαις εν θλίψεσι;» - γιατί με περιφρονείς

εκεί που πρέπει να έλθεις δίπλα μου, στις θλίψεις και στις ανάγκες μου;

(Ψαλμ. θ’ 22). Νοιώθω ξεχασμένος, νοιώθω εγκαταλελειμμένος. Μιλάω

και δεν έρχεσαι, σε φωνάζω και δεν με ακούς, σε προσδοκώ και μένεις

μακρυά. Απών ο Θεός από τη ζωή μου, τη στιγμή που Τον ζητώ, τη στιγμή

που Τον έχω ανάγκη. «Χριστός καθεύδει», όπως λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο

Θεολόγος (Επιστολή Π’ Ευδοξίω Ρήτορι). Δεν είναι απών ο Θεός από τον

κόσμο της ταραχής, των διενέξεων, των πολέμων, των αδικιών, των

ασθενειών, των αμαρτιών, των παθών; Δεν είναι απών ο Θεός ακόμη και

από το πάθος του Κυρίου, από τη σταύρωση και από την Ταφή Του; Ο Ίδιος

ο Χριστός δεν είπε: «Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τί με εγκατέλιπες; (Ματθ. κζ’

46). Πώς όμως γίνεται ο πανταχού και πάντοτε Παρών να είναι απών;

8

Page 9: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Άραγε ο Θεός είναι πράγματι απών; Τόσο απών; Ή μήπως κάτι άλλο

συμβαίνει; Μήπως πίσω από το λογικό σκάνδαλο κρύβεται μία λεπτή

πνευματική λογική που συνδυάζει την αγάπη Του με την πτώση μας, τη

δύναμή Του, με την ασθένειά μας, τη θεότητά Του με τη λογική αδυναμία

μας, τη σοφία Του με την ανικανότητά μας να κατανοήσουμε το μυστήριό

Του; Τί σημαίνει ότι το κήρυγμα του σταυρωμένου Θεού είναι «Ιουδαίοις

μεν σκάνδαλον Έλλησι δε μωρία, αυτοίς δε τοις κλητοίς Ιουδαίοις τε και

Έλλησι Θεού δύναμις και Θεού σοφία» (Α’ Κορ. α’ 23, 24); Μήπως η

ταπεινή αποδοχή του πεπτωκότος κόσμου κρύβει όχι μόνο σοφία αλλά και

θεϊκή δύναμη;

Σίγουρα ο Θεός δεν μπορεί να συνυπάρχει με τον θάνατο που

καθημερινά διαπιστώνουμε, την κατάρρευση της ανθρώπινης

αξιοπρέπειας που βλέπουμε, το ξέσχισμα της λογικής που περιγράψαμε.

Ούτε η αγάπη Του το αντέχει ούτε η καθαρότητά Του το δικαιολογεί. Ο

Θεός είναι ζωή και μόνο. Και όταν δηλώνει την εξουσία του ο θάνατος, ο

Θεός είναι Ανάσταση. Όλα όσα αναφέραμε προηγουμένως είναι σωστά ως

ερωτήματα που περιγράφουν τον κόσμο όπου κυριαρχεί ο θάνατος και η

πτώση. Το μεγάλο ερώτημα είναι: πώς ο Θεός που εποίησε τα πάντα

«καλά λίαν» αποδέχτηκε την κυριαρχία της πτώσεως και του

«κοσμοκράτορος του αιώνος τούτου» στον δικό Του κόσμο; Σε τελική

ανάλυση, πώς εξηγείται ο θάνατος του Κυρίου και η ολόσωμη ταφή Του;

Φως σε όλα αυτά δίνει τα γεγονός της Αναστάσεως του Χριστού και

μόνο.

Αν προσέξουμε στις ευαγγελικές περικοπές που περιγράφουν την

παρουσία του Θεού, θα διαπιστώσουμε ότι οι ευαγγελιστές αντί να

χρησιμοποιούν τη λέξη ήλθεν ο Κύριος – σαν να ήταν κάπου και ήλθε -.

Προτιμούν την έκφραση εμφανίζει ή φανερώνει ο Χριστός τον εαυτό Του.

Αυτό σημαίνει ότι το ερώτημα δεν είναι ο Χριστός, ο Θεός, είναι παρών,

αλλά πότε Αυτός μας εμφανίζεται και πότε και πώς εμείς Τον βλέπουμε

και ο καθένας μας Τον αισθάνεται. Αν ήμασταν εμείς στην κολυμβήθρα

και βλέπαμε τον άλλον να θεραπεύεται, θα λέγαμε ότι αυτό αποτελεί

φανέρωση του Θεού; Ή θα το ομολογούσαμε μόνον αν θεραπευόμασταν

εμείς οι ίδιοι; Αν δούμε το θαύμα στον διπλανό μας, αυτό δεν είναι

φανέρωση του Θεού; Μόνον αν συμβεί στον εαυτό μας είναι; Μόνον αν

9

Page 10: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

εμφανιστεί στον χρόνο με τον τρόπο και τις προϋποθέσεις τις δικές μας

είναι πειστική η παρουσία Του; Γιατί η ικανοποίηση της δικής μας

επιθυμίας και όχι το γεγονός να είναι καθοριστικό της θεϊκής

φανερώσεως; Τί αξίζει περισσότερο; Το έλασσον που είναι η θεραπεία μας

ή το μείζον που είναι η φανέρωση του Θεού και στους διπλανούς μας;

Μήπως ο εγωισμός μας με κάποιον τρόπο αποτελεί την κύρια αιτία της

παραμορφώσεως της ουσίας και της βαθύτερης αλήθειας των γεγονότων;

Ο Θεός δεν είναι απών που έρχεται αλλά είναι παρών που κρύβεται.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο το ρήμα που συνήθως οι ευαγγελιστές

και οι πατέρες μας αγαπούν να χρησιμοποιούν είναι ότι εμφανίζεται,

βγαίνει από το κρύψιμό Του κα μας φανερώνεται. Και μας φανερώνεται

στους ανθρώπους που μπορούν να βλέπουν. Πρέπει να υπάρξει μία

συνεργασία της στιγμής του Θεού για την ψυχή μας και της καθαρότητος

των οφθαλμών μας, για να αναγνωρίζουμε τον εμφανιζόμενο Θεό.

Το ευαγγελικό ανάγνωσμα δεν μιλάει για έναν μόνο παράλυτο, αλλά

φανερά μεν μιλάει για τη στιγμή του ενός παραλύτου, διακριτικά δε

υπαινίσσεται τη στιγμή όλων των παραλύτων αυτού του κόσμου, και

φυσικά και τη δική μας. Υπάρχει ένα κυνηγητό του ανθρώπου με τον Θεό.

Ο αληθινός Θεός δεν είναι αυτός που ξοδεύεται, αυτός ο οποίος

εξευτελίζεται με πρόχειρες φανερώσεις κατά το θέλημα του ανθρώπου,

αλλά είναι αυτός που κρύβεται στις ταπεινές γωνιές και στις μυστικές

στροφές της πορείας αυτής της ζωής. Ο Θεός πράγματι υπάρχει. Σε εμάς

απομένουν δυό πράγματα: το ένα είναι να κάνουμε την υπομονή του

χρόνου και το δεύτερο είναι να κάνουμε τον αγώνα της καθαρότητος των

οφθαλμών μας. Τότε σαν τον παράλυτο θα έρθει η ώρα μας. Μπορεί να

είναι ύστερα από τριάντα οκτώ χρόνια, μπορεί να είναι αύριο, μπορεί να

είναι πέντε λεπτά πριν σφραγίσουμε τα μάτια μας σε αυτόν τον κόσμο,

αλλά υπάρχει πάντοτε η στιγμή του Θεού για όλους. Και τότε η

μακρόχρονη αναπηρία που συνοδεύεται από θαυματουργική θεραπεία

αποτελεί μεγαλύτερη ευλογία από την υγεία που στερείται εμπειρίας

θεϊκής παρουσίας.

Η φανέρωση του Θεού – πάντα το ζούσε αυτό η Εκκλησία, δεν το

έλεγε σαν μία διπλωματική υπεκφυγή -, η φανέρωση του Θεού στη ζωή

μας είναι μυστική και πνευματική. Ο κόσμος που ζούμε είναι κόσμος

10

Page 11: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

πτώσεως, σύμφυτος με το θάνατο. Κι αν δεν πεθάνουμε σήμερα, θα

πεθάνουμε αύριο. Κι αν σήμερα μας αναστήσει ο Χριστός, όπως τον

Λάζαρο, ύστερα από λίγο καιρό θα φύγουμε απ΄ αυτόν τον κόσμο. Κι αν

δεν φύγουμε με αρρώστια ή αυτοκινητιστικό δυστύχημα, θα φύγουμε με

άλλον τρόπο. Κάπως θα φύγουμε. Η παρουσία του Θεού είναι παρουσία για

να δώσει στον καθένα μας την αίσθηση της σωτηρίας˙ όχι της υγείας,

της δυνάμεως ή της ατέλειωτης ζωής σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά τον πόθο

της αθανασίας, την προσδοκία της αιωνιότητος. Να δώσει τη γλύκα ότι κι

αν πονάμε, κι αν δοκιμαζόμαστε, κι αν αδικούμαστε, κι αν στερούμαστε

ίσως την αμεσότητα της θεϊκής παρουσίας, όπως την αξιώνει η λογική

και την απαιτούν οι φυσικές ανάγκες, μπορεί να ζούμε με ζεστασιά, την

αίσθηση και την εμπειρία της πνευματικής Του παρουσίας στη ζωή μας. Τί

ζυγίζουν οι δυσκολίες και οι δοκιμασίες, όταν ζούμε τον Χριστό μέσα μας,

όταν έχουμε τον Θεό κοντά μας, όταν νοιώθουμε ότι βρισκόμαστε στη

δική Του αγκαλιά! Όταν ο Κύριος ζούσε την εμπειρία της απόλυτης

εγκατάλειψης στον σταυρό, εκεί ήταν η κατ’ εξοχήν στιγμή της θεϊκής

παρουσίας – ήταν αδύνατο να απουσιάζει ο Θεός τη στιγμή που επιτελείτο

το έργο της θείας οικονομίας! Έτσι και μ’ εμάς˙ η παρουσία του Θεού

είναι απόλυτη και τέλεια στις δοκιμασίες και τους πειρασμούς μας, όταν

η αίσθηση της εγκατάλειψής Του είναι εντονότερη. Είναι αδύνατο να

απουσιάζει ο Θεός από τη σωτηρία μας!

Τελικά, κόσμος δεν είναι αυτός που φαίνεται αλλά ένας άλλος που

υπάρχει και που πρέπει εμείς να τον διακρίνουμε, και τότε θα δοξάσουμε

τον Θεό για τις πλούσιες ευλογίες που μας δίνει, για τη δυνατότητα όχι

τόσο να αποκτήσουμε την υγεία μας – αυτήν κάποτε θα τη χάσουμε – ούτε

πάλι να γλυτώσουμε από μία απειλή της ζωής μας – και για αυτήν θα

έρθει το τέλος -, αλλά κυρίως να απολαύσουμε τη σωτηρία μας, τη

δυνατότητα δηλαδή να γίνουμε κι εμείς μέτοχοι και μέλη της βασιλείας

του Θεού αιωνίως και να αντικρίζουμε «πρόσωπον προς πρόσωπον» τον

Θεό και Σωτήρα μας.

Η περιγραφή του θαύματος του παραλύτου της Βηθεσδά έχει και

μερικές άλλου είδους λεπτομέρειες.

Το μεγαλείο του θαύματος εδώ έγκειται στο ότι το έργο Του ο Θεός

δεν το κάνει με έναν άγγελο, αλλά το κάνει ο Ίδιος δια του Θεανθρώπου

11

Page 12: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Ιησού. Αυτός θεραπεύει τον παραλυτικό. Αυτός τον πλησιάζει και στο

θαύμα Του δεν χρειάζεται η τεταμένη προσοχή να παρατηρήσει κανείς τα

σημάδια της αγγελικής καθόδου και της ταραχής του ύδατος,

προκειμένου να μπορέσει να προλάβει. Στην περίπτωσή μας, η προσοχή

είναι του Χριστού: «τούτον ιδών ο Ιησούς», τον είδε ο Κύριος πριν καλά –

καλά εκείνος Τον καταλάβει. Μάλιστα, όταν ο παράλυτος πήγε μετά τη

θεραπεία του στον Ναό κι εκεί τον προκαλούσαν οι σκληρόκαρδοι

Ιουδαίοι, εκείνος ομολογούσε ότι «ούκ ήδει τις εστίν» (στ. 13), δεν ήξερε

ποιός ήταν αυτός ο οποίος τον έκανε καλά. Τότε, λέει ο Ευαγγελιστής,

παρουσιάστηκε ο Κύριος, τον πλησίασε και του φανερώθηκε. Και ο

άνθρωπος αυτός επανήλθε στους Ιουδαίους και ομολόγησε ότι «Ιησούς

εστίν ο ποιήσας αυτόν υγιή» (στ. 15)

Υπάρχει και ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο. Ο παράλυτος δεν

χρειάστηκε άνθρωπο να τον σπρώξει, δεν χρειάστηκε να συρθεί, αλλά ο

Κύριος τον θεραπεύει με έναν λόγο, μια απλή ερώτηση, που έχει προφανή

απάντηση. Τον ρωτά αν θέλει να γίνει καλά. Και αυτός – τί παράξενο! –

δεν Του λέει «θέλω», αλλά κάνοντας μια σειρά λαθών αποκρίνεται:

«Κύριε, άνθρωπον ούκ έχω». Πήγαινε δηλαδή για να θεραπευτεί, έχοντας

απογοητευτεί από τον άγγελο, προφανώς μη έχοντας καμία ελπίδα

θεραπείας από τον Θεό. Η μόνη του ελπίδα ήταν να βρει έναν άνθρωπο

για να τον σπρώξει, «ίνα όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εις την

κολυμβήθραν» (στ. 7)

Το πρώτο του λάθος ήταν ότι δεν απάντησε όπως ένοιωθε, «ναι,

Κύριε, θέλω», αλλά έδωσε εξηγήσεις. Το δεύτερο λάθος ήταν ότι πήγαινε

στον τόπο της θεραπείας και προσδοκούσε θαύμα χωρίς να προσδοκά τον

Θεό. Την θεραπεία δεν την ήθελε προφανώς από τον Θεό, ίσως δεν την

πίστευε. Το τρίτο ήταν ότι έδειξε και μια φιλαυτία, «ενώ δε έρχομαι εγώ,

άλλος προ εμού καταβαίνει» (στ. 7), ενώ εγώ πλησιάζω δυστυχώς με

προλαβαίνει κάποιος άλλος και εκείνος θεραπεύεται. Ίσως είναι μια

δικαιολογημένη φιλαυτία, μια φυσική φιλαυτία, είναι πάντως φιλαυτία και

όχι ανωτερότητα. Θέλω εγώ να γίνω καλά, ο εαυτός μου με ενδιαφέρει.

Και δυστυχώς με προλαβαίνουν οι άλλοι και γίνονται αυτοί καλά και όχι

εγώ. Έτσι μεταφράζεται αυτό που είπε.

12

Page 13: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Θα περίμενε κανείς να τον επιπλήξει κάπως ο Χριστός για όλα αυτά,

αλλά δεν το κάνει. Και δεν κάνει ούτε ένα σχόλιο, ούτε προσπαθεί να τον

αφυπνίσει. Απλά, τον προτρέπει να σηκωθεί, να πάρει το κρεβάτι του και

να περπατήσει. Και τον αφήνει και φεύγει.

Ο Κύριος θεραπεύει χωρίς να αφήσει ίχνη της ταυτότητός Του,

χωρίς να ταράξει με το πομπώδες όνομά Του. Γι’ αυτό και παρέμεινε

άγνωστος στον ευεργετημένο παράλυτο. Δεν τον τάραξε με τον λόγο και

τη νουθεσία Του. Δεν τον αναστάτωσε με την προτροπή της αλλαγής της

ζωή του. Αλλά και κάτι ακόμη˙ δεν του κάνει μισή τη θεραπεία, ώστε το

υπόλοιπο μισό να διαμαρτύρεται και να του δημιουργεί ανειρήνευτη

κατάσταση. Δεν του θεραπεύει μόνο το σώμα, αλλά μετά από λίγο τον

βρίσκει στον Ναό και του κάνει και τη θεραπεία της ψυχής. «Μηκέτι

αμάρτανε», από εδώ και πέρα μην αμαρτάνεις, «ίνα μη χείρόν σοι τι

γένηται» ( στ. 14), για να μη σου συμβεί τίποτε χειρότερο, εξυπονοών ότι

η πηγή της παραλυσίας και του δράματός του ήταν η κατάσταση της

αμαρτίας του. Ο Κύριος δεν βιάζεται να τα κάνει όλα μαζί και στον ίδιο

τόπο, αλλά του θεραπεύει πρώτα το σώμα, μετά του θεραπεύει την ψυχή˙

στην αρχή στον τόπο του δράματός του, και έπειτα στον τόπο της

λατρείας, στον Ναό.

Το Ευαγγέλιο αυτό δεν αποτελεί μια υπόμνηση ενός θαύματος μόνο,

αλλά αποτελεί μια αφορμή αφύπνισης για όλους μας. Όλοι βρισκόμαστε

παράλυτοι με πνευματική τύφλωση, με αναπηρία, με χωλότητα, με

ξηρότητα, με αδυναμία στα πόδια, με ανεπάρκεια στα χέρια,

ξεγελασμένοι από τον ορθολογισμό μας, γύρω από μια κολυμβήθρα, την

κολυμβήθρα των δακρύων και των χαμένων ελπίδων αυτής της ζωής. Η

Εκκλησία προσπαθεί να επαναπροσανατολίσει την καρδιά μας από τη

νοοτροπία των σταγόνων του θεϊκού ελέους της Παλαιάς Διαθήκης προς

τον ωκεανό της αγάπης του Θεανθρώπου.

Όταν διαψεύδεται η επιστήμη.

«Η χάρις του Θεού όπου θέλει πνεί»

Νεαρό ζευγάρι, άνθρωποι πραγματικά δοσμένοι στην Εκκλησία,

αγνά αφιερωμένοι, με απλότητα αφήνουν τη ζωή τους στα χέρια του

Θεού. Και αυτός τους ευλογεί με τα δυό Του χέρια. Πέφτουν στον δρόμο

13

Page 14: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

του π. Πορφυρίου, του γνωστού αυτού σύγχρονου και φωτισμένου αγίου,

που αγκαλιάζει τη ζωή τους σε κάθε λεπτομέρειά της. Αυτός αποτελεί

την ασπίδα τους από κάθε κίνδυνο, την προστασία τους από κάθε απειλή.

Η προσευχή του εξομαλύνει κάθε εμπόδιο. Ήσυχα, ευχάριστα και αμέριμνα

κυλούν οι μέρες. Ο Θεός τους χαρίζει και πέντε χαριτωμένα παιδάκια˙

δύο κοριτσάκια και τρία αγόρια. Το μεγαλύτερο η Εύα. Ένα ταλαντούχο,

σοφό πλάσμα με σύνεση ενηλίκου. Στο πρόσωπό της είναι χαραγμένη η

πρόωρη ωριμότητα. Φυσιογνωμία ουράνια. Στους τρόπους γεμάτη γλύκα.

Αγαπητή σε όλους. Μαγνητίζει και ταυτόχρονα δημιουργεί την αίσθηση

μιας υποχρέωσης για σεβασμό και απόσταση. Γίνεται δώδεκα χρόνων.

Ένας πραγματικός άγγελος. «Τοις αγαπώσι τον Θεόν πάντα συνεργεί εις

αγαθόν». Έτσι νομίζουν ενδόμυχα οι γονείς και πολύ αυθόρμητα Τον

δοξάζουν. Τί ευλογία, Θεέ μου!

Ξαφνικά, μια μέρα, καθώς η Εύα αμέριμνη διασχίζει τον κεντρικό

δρόμο έξω από το γραφείο του πατέρα της, ένα αυτοκίνητο, που ξεφεύγει

από τον έλεγχο του οδηγού, φέρνει τα πάνω κάτω στην αδιατάρακτη ως

τώρα πορεία της οικογένειας, στέλνει το παιδί στο νοσοκομείο και από

κει στον κόσμο «ένθα ούκ έστι πόνος, ού λύπη, ού στεναγμός, αλλά ζωή

ατελεύτητος». Η Εύα, χωρίς κανείς να καταλάβει το πώς και το γιατί,

βρίσκεται μέσα σε ελάχιστες στιγμές στον Παράδεισο του Θεού,

βυθίζοντας τους ανυποψίαστους γονείς της στην κόλαση του πόνου και

του επώδυνου αιφνιδιασμού. Σαν να χάνεται ο Θεός από μπροστά τους.

Όταν όλα έρχονται βολικά, τότε είναι καλός, όταν όμως τα πάντα

ανατρέπονται αδυσώπητα και αιφνιδιαστικά, τότε επιβεβαιώνεται όχι η

απουσία αλλά η ανυπαρξία Του. Ο π. Πορφύριος με πολλή συμπάθεια

μετέχει στον πόνο τους, αλλά επιμένει διακριτικά στην τεράστια αγάπη

του Θεού, την οποία εκφράζει ο ίδιος με τόση καλωσύνη, πίστη και αγάπη,

που εξαφανίζει κάθε αμφιβολία για το λάθος της δικής του αίσθησης.

Η ζωή πλέον γίνεται ανηφόρα. Αντί να εμπνεόμαστε από έναν

επίγειο άγγελο, που δεν χορταίνουμε να τον ψηλαφούμε με τις αισθήσεις

μας, τώρα το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τον ανιχνεύουμε με

την τραυματισμένη πίστη και την πονεμένη προσευχή μας.

Ο χρόνος κυλάει. Τα υπόλοιπα παιδιά μεγαλώνουν και με την

πρόοδο και τα χαρίσματά τους γεμίζουν τη ζωή της μητέρας με πονεμένη

14

Page 15: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ευτυχία και του πατέρα με την ταπείνωση της αποδοχής του θεϊκού

θελήματος. Στήριγμά τους το δεύτερο κορίτσι˙ η Δέσποινα. Ένα εντελώς

διαφορετικό πλάσμα από την Εύα. Πειραχτήρι, γεμάτη ζωντάνια, όλη την

ώρα τρέχει, πάντα χαμογελάει. Ό,τι ακτινοβολεί έχει σχέση με χαρά, με

ελπίδα, με ευτυχία, με τη λαμπρότητα της ανέμελης αθωότητος. Την

αντικρίζεις και εισπράττεις την αίσθηση ότι αποτελεί εικόνα των

«κληρονόμων της γης», αντανάκλαση των πολιτών της βασιλείας του

Θεού. Αυτού του είδους τα πλάσματα θαρρείς πώς δεν έχουν καμία σχέση

με την αμαρτία, την αρρώστια, τον θάνατο. Όταν έρχεσαι σε σχέση μαζί

τους, ξεχνάς κάθε τι αρνητικό, κάθε κίνδυνο, κάθε τι σκοτεινό. Ηρεμείς

και ησυχάζεις απόλυτα. Εκτός αν είσαι μάνα που ‘σου φυγε μια Εύα από

την αγκαλιά χωρίς να το καταλάβεις, που ξέφυγε ένας άγγελος από τον

ορίζοντά σου δίχως να μπορείς να το συνειδητοποιήσεις, που, επειδή

κάποτε πίστευες λάθος, τώρα πρέπει να απιστείς σωστά. Τότε, και μέσα

στην ευτυχία σου, διακρίνεις την απειλή της αδυσώπητης εικόνας της

βασιλείας του Θεού, τη Βυζαντινή αυστηρότητα της μορφής ενός Θεού

που δεν χαζογελάει κοσμικά, αλλά στερεώνει το βλέμμα Του επάνω σε

κάθε άνθρωπο και τον κόσμο όλον πειστικά.

Η οικογένεια ολόκληρη, μια ανοιξιάτικη μέρα, βρίσκεται σε ένα

μοναστηράκι της Ηπείρου. Κοντά στα σύνορα. Ένας φίλος τους γίνεται

μοναχός. Είναι και αυτός λίγο παιχνιδιάρης. Φίλος των παιδιών. Απλός και

εγκάρδιος άνθρωπος. Η όλη του παρουσία, παρά την τραχύτητα της

μοναχικής του εικόνας, παρά την σκληρότητα της απότομης

εμφανισιακής του αλλαγής, παρά την ένταση των απόλυτων μοναχικών

του υποσχέσεων, που αυθεντικά ο άνθρωπος έδωσε, ταιριάζει πολύ με την

εικόνα ενός χαρούμενου μεγάλου παιδιού. Παίζει με τα παιδάκια. Τον

χαίρονται και αυτά. η Δέσποινα τρελαίνεται. Η όλη ατμόσφαιρα έχει μια

μεγάλη χαρά και σίγουρα μεγαλύτερη χάρι. Είναι όλα τόσο μεγάλα, τόσο

όμορφα, τόσο του Θεού, που τίποτε δεν μπορεί να μολύνει αυτήν τη χαρά.

Αποκλείεται!

Να όμως που δεν αποκλείεται. Σε τέσσερις μέρες από την κουρά,

εγώ στην Αθήνα, παίρνω ένα απίστευτο τηλεφώνημα από έναν κοινό μας

φίλο οδοντογιατρό.

-Κρατήσου πάτερ, μου λέει, δεν πιστεύεις τί θα ακούσεις.

15

Page 16: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Τί συμβαίνει; Για λέγε, απαντώ.

-Η Δέσποινα είχε ένα πόνο εδώ και λίγες μέρες σε έναν τραπεζίτη

πίσω δεξιά. Συνήθης κατάσταση, που είπαμε να τη διερευνήσουμε μετά

την επιστροφή τους από την Ήπειρο. Έβγαλα ακτινογραφία και είμαι

σχεδόν σίγουρος ότι τελικά έχει οστεοσάρκωμα στην κάτω γνάθο. Δεν

μπορώ να το πιστέψω. Κάνω ό,τι μπορώ να διαψεύσω την αρχική μου

διάγνωση και διαρκώς αυτή επιβεβαιώνεται.

Εγώ εγνώριζα τι σημαίνει αυτό˙ εξαγωγή της κάτω γνάθου,

αντικατάσταση με μία πλευρά ή κάποιο οστό της λεκάνης, επιθετικές

θεραπείες, ποιότητα ζωής τραγικά αποκαρδιωτική και ποσοστό

πενταετούς επιβίωσης κάτω του 10%. Καλύτερα να τελειώσεις παρά να

ζεις έτσι!

Μη μπορώντας να συμφιλιωθώ με μια τέτοια εξέλιξη – ο Θεός τον

οποίο κι εγώ πίστευα δεν επέτρεπε τέτοια πράγματα – ρωτώ δειλά τον

φίλο οδοντογιατρό.

-Μήπως έχεις κάνει κανένα λάθος; Μήπως πρέπει να επαναλάβεις

κάποιες εξετάσεις; Είναι δυνατόν ένας συνήθης πονόδοντος να οφείλεται

σε οστεοσάρκωμα;

-Το οστεοσάρκωμα της κάτω γνάθου δυστυχώς έχουν σαφή και

εύκολη διάγνωση αλλά πολύ άσχημη πρόγνωση, μου απαντά. Σε πήρα

μήπως μπορείς κάπως να βοηθήσεις να φύγουν αμέσως για την Αμερική.

Δεν πρέπει να χάσουμε ούτε λεπτό.

Δεν είχε περάσει και πολύς καιρός που βρισκόμενος στην Αμερική

είχα συναντήσει ένα τέτοιο περιστατικό με Ελληνόπουλο και τους είχα

εξυπηρετήσει στις μεταφράσεις και συνεννοήσεις τους. Κάθε φορά που

επρόκειτο να συναντήσω το παιδάκι – ένα ξανθούλικο αγοράκι επτά

χρόνων – σφιγγόταν η καρδιά μου από το φοβερό θέαμα. Χιλιάδες

ερωτήματα σφυροκοπούσαν το κεφάλι μου, εκατοντάδες συναισθήματα

μπερδεύονταν στην καρδιά μου, ένοιωθα να ζαλίζομαι και να ζορίζομαι

όσο ποτέ άλλοτε στη ζωή μου. το παιδάκι αυτό τελικά δεν τα κατάφερε.

Πέρασε ένα πολύμηνο βασανιστικό διάστημα δήθεν ζωής, το αντίκρισμά

του μαχαίρωνε αιματηρά τους δύστυχους γονείς του και απέδειξε ότι

16

Page 17: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ούτε και η καλύτερη παγκοσμίως επιστήμη μπορούσε να του

συμπαρασταθεί.

Το σενάριο επαναλαμβανόταν για μια ακόμη φορά. Θα πήγαιναν με

ελπίδες στην Αμερική, στο καλύτερο κέντρο, με τους

καταπληκτικότερους ίσως γιατρούς του κόσμου, και θα επέστρεφαν πίσω

στην Ελλάδα με πιθανότητες. Θα έφευγαν με άρρωστο αλλά φυσιολογικό

στην εικόνα του παιδί και θα επέστρεφαν με κάτι που δεν βλέπεται και

κάτι που δεν αντέχεται. Και αυτό στην καλύτερη περίπτωση…

Ο πατέρας, ο ηρωικός αυτός άνθρωπος, έμαθε όλη την αλήθεια. Η

μητέρα όχι και πολλά πράγματα. Πήγαν αμέσως στον παππούλη, όπως τον

ονόμαζαν, τον π. Πορφύριο, για ευλογία. Κι εκείνος, συμπονετικός

άνθρωπος, εκφράζει μεγάλη αγωνία και έντονη ανησυχία. Το μόνο

παραθυράκι που επέτρεπε να χυθεί λίγο φως ελπίδας για την διαίσθησή

του είναι ότι τους συνέστησε να φύγουν αμέσως. Φαίνεται πως μέσα στην

καρδιά του, μαζί με την τεράστια αγωνία της αγάπης, υπήρχε και κάποια

μικρή σπίθα ελπίδας. Αυτή έβγαινε σαν υπόδειξη άμεσης μετάβασης στο

εξωτερικό.

Σε μία εβδομάδα οι δύο γονείς παίρνουν το παιδί και φεύγουν για

την Αμερική. Κάπου στο Ohio. Τι φοβερό αυτό το ταξίδι! Ανάμεικτη η

αγωνία με την προσδοκία, η απόγνωση με την ελπίδα. Ο φόβος πώς και το

πολύ που κάνεις μπορεί να αποδειχθεί εντελώς ανίκανο να βοηθήσει

μοιάζει με μαχαίρι που κουνιέται ρυθμικά στην πληγή και κάνει την ψυχή

να πονάει πιο πολύ από το σώμα. Παρηγορητικός συνοδός τους η ευχή του

π. Πορφυρίου. Και η διαφαινόμενη αχνή ελπίδα του…

Όλα γίνονται με εκπληκτική ταχύτητα. Σε τρείς μέρες μετά την

άφιξή τους ορίζεται το χειρουργείο. Επαναλήφθηκαν οι εξετάσεις,

επιβεβαιώθηκε η πάθηση και οι γιατροί τα είπαν όλα με το όνομά τους.

Έτσι επιβάλλει εκεί ο νόμος και καθορίζει η νοοτροπία.

Ημέρα της εγχειρήσεως. Ώρα 4:10 το απόγευμα στην Ελλάδα.

Χτυπάει το τηλέφωνό μου. Στην άλλη μεριά η φωνή της μητέρας.

-Τί κάνεις, πάτερ μου; Δεν αντέχω. Την πήραν τη Δεσποινούλα προ

ολίγου στο χειρουργείο. Μου είπαν ότι θα κρατήσει περίπου επτά ώρες.

17

Page 18: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Κοντεύω να τρελαθώ. Χθές με πήραν και με εκπαίδευσαν πώς να την

ταΐζω. Μου έδωσαν ένα μικρό βαλιτσάκι με εργαλεία, γιατί θα

ανοιγοκλείνω εγώ το στόμα της μηχανικά. Μου έδειξαν και ένα άλλο

παιδάκι που χειρουργήθηκε την περασμένη εβδομάδα για να εξοικειωθώ

κάπως και κόντεψα να λιποθυμήσω. Δεν αντέχω, πάτερ μου, δεν αντέχω.

Κάνε καμιά προσευχή. Παίρνω και τον π. Πορφύριο, αλλά δεν απαντάει

στο τηλέφωνο. Μακάρι να προσεύχεται για μας.

Εγώ βουβαμάρα. Τί να πώ; Κάτι πρέπει βέβαια να είπα, αλλά δεν

θυμάμαι. Κάτι από αυτά τα αμήχανα λόγια που μοιάζουν με στητές

άκομψες λέξεις που μπαίνουν σωστά η μία δίπλα στην άλλη, αλλά όλες

μαζί δεν δίνουν ούτε υποψία δύναμης και ζωής.

Έκλεισα το τηλέφωνο. Ώρα Αμερικής, στο Ohio, περίπου 8:15 το

πρωί. Μου ζήτησε να κάνω προσευχή. Τί προσευχή να κάνω; Αφού δεν

ελπίζω, αφού δεν πιστεύω, αφού κάνει ο π. Πορφύριος; Τί να πω στον Θεό;

Δεν ξέρει την ανάγκη μας; δεν βλέπει το δράμα μας; αφού δεν λύγισε ως

τώρα η αγάπη Του, γιατί να το κάνει από δω κι εμπρός; Και τί να

ζητιανεύω χωρίς να πιστεύω; Ντρέπομαι.

Τέλος πάντων, είπα κι εγώ δυο λόγια προσευχής. Πήρα το

κομποσχοινάκι μου και ζήτησα να μας ελεήσει όλους ο Θεός. Μάλλον ήταν

πιο εύκολο αυτό, γιατί δεν μπερδευόμουν με σκέψεις. Αν όμως ήμουν Θεός

και έβλεπα έναν τόσο ταλαίπωρο και φτωχό πνευματικά παπά να κάνει

τέτοια προσευχή, θα λυπόμουν και τον ίδιο και την Εκκλησία μου που έχει

τόσο μίζερους λειτουργούς στις τάξεις της.

Η ώρα περνάει χωρίς να το καταλάβω. 5:20 ξαναχτυπάει το

τηλέφωνο. Πάλι η μητέρα από την Αμερική.

-Πάτερ μου, σε λίγο τη βγάζουν από το χειρουργείο. Τελικά, δεν

ήταν τίποτε. Τη γλίτωσε με μια απλή εξαγωγή δοντιού. Μου είπαν ότι

ήταν ακανθώδες κοκκίωμα και αυτό δεν είναι και τόσο κακό. Τί θα πει

αυτό; Ξέρεις εσύ; Εγώ δεν γνωρίζω. Πιστεύω να μου λένε την αλήθεια. Αν

μπορείς δοκίμασε να μιλήσεις με τον π. Πορφύριο, γιατί εμείς δεν τον

βρίσκουμε. Αυτός θα ξέρει.

18

Page 19: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Εξέφρασα με το στόμα μου τη χαρά μου, κράτησα για το μέσα μου

όμως την απόλυτη αμφιβολία και έκλεισα το τηλέφωνο. Είναι απολύτως

αδύνατο, σκέφτηκα. Δεν υπάρχει περίπτωση.

Αμέσως παίρνω τον φίλο οδοντογιατρό από την Ελλάδα και του

αναγγέλλω το συμβάν. Συζητήσαμε για λίγο, βάλαμε τη σκέψη και την

καχυποψία μας, εκείνος τις εξειδικευμένες γνώσεις του, και καταλήξαμε

στο συμπέρασμα: η διάγνωση του οστεοσαρκώματος είναι τόσο σαφής –

μάλιστα έγινε και εδώ και στην Αμερική – και η διαφορά από το

ακανθώδες κοκκίωμα τόσο μεγάλη και εμφανής, που μάλλον διαπίστωσαν

ότι η κατάσταση είναι προχωρημένη και αποφάσισαν να μην προχωρήσουν

σε ριζικές επεμβάσεις. Η ψυχολογική κατάσταση της τόσο

τραυματισμένης μητέρας δεν άντεχε την αλήθεια και έτσι κάποιος της

είπε το όμορφο αυτό παραμύθι για να μην καταρρεύσει. Δυστυχώς,

φαίνεται ότι τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα απ’ ό,τι πιστεύαμε!

Αποφασίζουμε ο φίλος μου να πάρει τηλέφωνο τον π. Πορφύριο,

μήπως εν τω μεταξύ αυτός επικοινώνησε με τον πατέρα της Δέσποινας, ο

οποίος και θα είχε πιο αντικειμενική γνώση της καταστάσεως.

Ο γιατρός τηλεφωνεί.

Ο π. Πορφύριος σηκώνει το τηλέφωνο και απαντά.

-«Διήλθομεν δια πυρός και ύδατος και εξήγαγεν ημάς εις

αναψυχήν». Τελικά δεν ήταν τίποτα το σοβαρό. Της έβγαλαν ένα δοντάκι

και ησύχασε κι αυτή και εμείς. Τώρα αρχίζει η δοξολογία. Τίποτε άλλο.

-Τί έγινε, παππούλη; Σε πήρε ο πατέρας της Δέσποινας;

-Όχι, με κανέναν δεν μίλησα. Έκανα την προσευχή μου και μόλις

τώρα άνοιξα το τηλέφωνο που πήρε παρηγοριά η ψυχή μου. Η Δέσποινα

είναι μια χαρά. Αν μιλήσεις μαζί τους, πές τους να μη βιαστούν να

γυρίσουν, αλλά να μείνουν και καμιά εβδομάδα να δουν την Αμερική.

Αντί για όγκο, βρήκαν κύστη. Αντί για ολόκληρη την κάτω γνάθο,

έβγαλαν μόνον ένα δόντι. Αντί για γεύση θανάτου, όλοι απολαύσαμε μια

μοναδική εμπειρία θαύματος. Ενός θαύματος που έκανε ο Θεός. Ενός

θαύματος όμως που δεν θα έκανε, αν δεν ήταν ο π. Πορφύριος.

19

Page 20: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Η Δέσποινα μόλις τελείωσε το Λύκειο παντρεύτηκε. Σήμερα έχει

πολλά παιδιά, διακρίνεται για την ανοιχτή της καρδιά. Είναι γεμάτη ζωή

και πίστη. Η ζωή της είναι ένα θαύμα. Τα έχει όλα. Το μόνο που της λείπει

είναι ένα …δόντι. Απλά, επειδή είναι τραπεζίτης δεν φαίνεται. Αν όμως

φαινόταν, θα την έκανε πιο όμορφη. Θα έδειχνε όχι αυτό που είναι, αλλά

αυτό που αντανακλά. «Η χάρις του Θεού όπου θέλει πνεί».

Το μεγάλο θαύμα που δεν αντέχουμε

«Όπου Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις»

Απρίλιος του 1985. Εδώ και πέντε περίπου μήνες η μικρή Όλγα,

δέκα χρόνων, με τεράτωμα στον εγκέφαλο υφίσταται μια διαδικασία

ακτινοβολιών, προκειμένου να συρρικνωθεί ο μη χειρουργήσιμος όγκος,

που τον τελευταίο καιρό την ταλαιπωρεί με ανυπόφορους πόνους και

έντονες ζαλάδες.

Οι γονείς της, δύο απλοί άνθρωποι από την Αθήνα. Οι γιατροί στην

Ελλάδα από την αρχή φανέρωσαν τη δυσκολία του προβλήματος. Ελπίδα

τελευταία, ο Θεός κυρίως και λίγο η Αμερική. Ένας συγγενής τους από τη

Βοστώνη, μεγαλόκαρδος τους προσκαλεί. Εκεί, τους είπε, υπάρχει το

καλύτερο νοσοκομείο παίδων στον κόσμο. Μαζεύουν τα αναγκαία, και

αμέσως οι άνθρωποι φτάνουν στον τόπο των τελευταίων ελπίδων τους.

Η ιστορία τους γεμάτη ταλαιπωρία και εσωτερική ένταση. Πώς

επιτρέπει ο Θεός τέτοιες αδικίες! Σε επτά χρόνια γάμου δεν μπόρεσαν να

αποκτήσουν παιδί. Άνθρωποι απλοί, χωρίς γνώση και ιδιαίτερη ζωή

πίστεως. Ενώ έσβηναν οι ελπίδες τους, τους χαρίζει ο Θεός ένα

κοριτσάκι. Τον δοξάζουν για το δώρο και περιστρέφουν τη ζωή τους γύρω

από αυτό. Γίνεται δέκα χρόνων, είναι το μονάκριβο, και αρχίζει να

εμφανίζει παράξενα συμπτώματα, έντονους πονοκεφάλους, παραμένουσα

δυσφορία. Αρχίζουν οι εξετάσεις και καταλήγουν στη διάγνωση που μόλις

20

Page 21: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

την ακούς σου κόβονται τα πόδια, σου σπάει το κεφάλι, σου

κομματιάζεται η ψυχή, σου ξεσχίζεται η καρδιά.

Με αυτό το δράμα συνοδό, παρατάνε τις δουλειές τους και

φτάνουν όλοι μαζί στην Αμερική, χωρίς να γνωρίζουν πότε, πώς και αν

όλοι θα γυρίσουν πίσω. Τους συντροφεύει όμως και απλή, αυθεντική,

δυνατή πίστη. Εδώ και ενάμιση χρόνο έπεσαν στα χέρια τους κάτι

κασέτες με κηρύγματα που τους άλλαξαν εντελώς την προοπτική. Τους

πλημμύρισαν με πίστη. Πίστη που βγαίνει από μέσα. Και η απάντηση του

Θεού; Όταν δεν πήγαιναν στην εκκλησία, η γέννηση της Όλγας. Μόλις

στράφηκαν σε αυτήν, ο καρκίνος! Γιατί τα κάνει αυτά ο Θεός; Γιατί

εκφράζεται όπως δεν θα θέλαμε κανένας και καθόλου; Μήπως τελικά

πιστεύουμε σε Θεό που δεν υπάρχει και αγνοούμε τον Θεό της αλήθειας,

που πρέπει να ανακαλύψουμε, όπως Αυτός είναι και όχι όπως εμείς Τον

θέλουμε;

Η Όλγα συνεργάσθηκε πολύ καλά με την ομάδα του Dr. John

Shillito, του καλύτερου ίσως Νευρο-Ογκολόγου στο Νοσοκομείο Παίδων

της Βοστώνης. Όλοι τους με πολλή αγάπη κατέβαλαν κάθε προσπάθεια –

σαν να ήταν η μόνη τους ασθενής – για να βοηθήσουν αυτό το κοριτσάκι.

Όλα έδειχναν να προχωρούν ομαλά, μέχρις ότου ξαφνικά έπεσε σε κώμα.

Μια σειρά εξετάσεων κατέδειξε ότι ο όγκος εξαπλώθηκε σε μεγάλη

περιοχή του εγκεφάλου. Έχουν εξανεμιστεί και οι τελευταίες ελπίδες.

Επίκειται η ανακοίνωση στους γονείς. Πρέπει να ενημερωθούν, ώστε να

αποφασίσουν εάν προτιμούν το παιδί να καταλήξει στη Βοστώνη και να

μεταφέρουν το σώμα του ή να το πάρουν όπως είναι στην Ελλάδα. Βέβαια,

κάτι τέτοιο, βάσει των διεθνών αεροπορικών συμβάσεων, απαιτεί

βεβαίωση από τον γιατρό του Νοσοκομείου ότι σύμφωνα με την ιατρική

εκτίμηση δεν πρόκειται να πεθάνει κατά τη διάρκεια της πτήσεως.

Όλα αυτά την Κυριακή 28 Απριλίου 1985. Κυριακή των

Μυροφόρων. Οι γονείς ακόμη δεν γνωρίζουν τίποτε. Απλά, αγωνιούν και

υποψιάζονται το χειρότερο. Στις 6 μ.μ. ο Dr. Shillito θα τους μιλήσει με

λεπτομέρειες τέτοιες που θα ξεκαθαρίσουν το τοπίο. Κανείς από τους

Έλληνες εθελοντές του Νοσοκομείου δεν δέχεται να κάνει την μετάφραση

στους γονείς. Όλοι το αποφεύγουν. Είναι τόσο δύσκολο και βαρύ να

21

Page 22: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

πληροφορούνται από τα χείλη σου οι γονείς ότι το παιδί τους δεν έχει

ελπίδα και πεθαίνει!

Τελικά ο κλήρος έπεσε σε μένα. Εγώ είχα ακούσει για το

περιστατικό, αλλά δεν είχα γνωρίσει ούτε το παιδί ούτε τους γονείς. Δεν

μπορούσα να κάνω αλλιώς. Δέχτηκα να σηκώσω μαζί τους αυτό το

πραγματικά ασήκωτο βάρος, που όμως δεν αντέχεται!

Ανεβαίνω με το ασανσέρ στον όγδοο όροφο, στον όροφο με τα

καρκινοπαθή παιδάκια. Νοιώθω πολύ δύσκολα, σφιγμένος, άτονος,

ανήσυχος. Βγαίνω στον διάδρομο. Μπαίνω αμήχανα σε έναν θάλαμο με

τρία μωράκια σε κούνιες με σωλήνες και χημειοθεραπείες. Κάποια μικρά

παιδάκια, με γυμνά τα κεφαλάκια τους, βλέπουν cartoon στην τηλεόραση

και γελούν. Δίπλα, χωμένη σε έναν καναπέ μια κοπελίτσα, δεκατριών ή

δεκατεσσάρων ετών, βυθισμένη σε σκέψεις, κάθεται χαμένη στον κόσμο

του αγνώστου. Δυο πονεμένα εκφραστικά μάτια, με πολύ βαθύ βλέμμα,

διασταυρώνονται με τα δικά μου. Γιατί αυτά τα παιδιά να βασανίζονται;

Γιατί, αντί να γλυκαίνονται με το όραμα του μέλλοντος, να γεύονται την

πίκρα του νοσοκομείου, τη θλίψη της αμφιβολίας; Γιατί, Θεέ μου; μόλις

πριν από λίγα λεπτά, πριν φθάσω στην είσοδο του Νοσοκομείου, σε ένα

πάρκο, είδα μια παρέα μικρών παιδιών να παίζουν σαν να μη συμβαίνει

τίποτα και οι γονείς τους καμαρωτά έσκαζαν στα γέλια. Τί τεράστια, τί

άδικη, τί ανεξήγητη διαφορά!

Συναντώ τρία άτομα που μιλούν ελληνικά. Δύο άντρες και μία

γυναίκα. Δίχως αμφιβολία οι δύο είναι οι γονείς της Όλγας και ο τρίτος ο

θείος της. Τους πλησιάζω και συστήνομαι. Με ευχαριστούν οι άνθρωποι

και πριν προλάβουμε να πούμε δύο κουβέντες, μας καλούν στο γραφείο

του Dr. Shillito. To βλέμμα μου πέφτει σε ένα τρίπτυχο με τρεις

φωτογραφίες. Είναι οι κόρες του. Τρεις δροσερές κοπέλες πάνω στο

γραφείο του. Αυτός καμαρώνει. Φυσικό και ευλογημένο είναι. Στο διπλανό

δωμάτιο, η Όλγα με αλλοιωμένο το πρόσωπο παλεύει με τον θάνατο. Οι

γονείς της λειώνουν.

Ο γιατρός, μετά από μια σύντομη εισαγωγή, μπαίνει στο θέμα.

-Η Όλγα, όπως γνωρίζετε, έχει έναν όγκο στην τρίτη κοιλία του

εγκεφάλου που δεν χειρουργείται. Προσπαθήσαμε να τον

22

Page 23: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ακτινοβολήσουμε, με την ελπίδα ότι θα τον περιορίζαμε αρκετά. Η Όλγα

ανταποκρίθηκε πολύ καλά˙ τόσο που μας έδωσε ελπίδες. Δυστυχώς, όμως,

- στο σημείο αυτό οι δύο γονείς τεντώθηκαν – προχθές έπεσε σε βαθύ

κώμα από το οποίο, καθώς δείχνουν οι εξετάσεις, δεν θα επανέλθει.

Ο πατέρας αναλύεται σε λυγμούς. Η μητέρα κρατάει.

-Δηλαδή, γιατρέ, μιλήστε μας πιο ανοιχτά.

-Κρίνω ότι η Όλγα δεν θα τα καταφέρει, τελειώνει από στιγμή σε

στιγμή.

-Τί εννοείτε από στιγμή σε στιγμή, γιατρέ; Τόλμησα να ρωτήσω.

-Εννοώ τώρα που μιλάμε, σε λίγες ώρες, ίσως κατά τη διάρκεια

της νύχτας. Νομίζω ότι, κατά πάσαν πιθανότητα, δεν θα το βγάλει το

βράδυ. Θα μπορούσα να σας έδινα ένα θεωρητικό όριο μέχρι και την

αυριανή μέρα.

-Δηλαδή, γιατρέ, τώρα μόνον ένα θαύμα, λέγει η μητέρα.

-Ναι, μόνο θαύμα, επαναλαμβάνει ο γιατρός.

Ο πατέρας συνεχίζει να κλαίει με συγκρατημένους λυγμούς.

-Γιατρέ, εμείς θα θέλαμε πολύ να σας ευχαριστήσουμε για όσα

έχετε κάνει τόσο καιρό για την Ολγίτσα μας, συνεχίζει η μητέρα. Μπορεί

να χάνουμε ανθρώπινα τη μάχη, αλλά εμείς ετοιμαζόμαστε για ένα θαύμα.

Ή, παρά τις προβλέψεις σας, να γίνει η κορούλα μας καλά ή να γίνει

αγγελούδι στον θρόνο του Θεού. Μικρό θαύμα είναι αυτό; Ξέρετε τί καλό

κοριτσάκι που είναι; Εμείς, βέβαια, προσευχόμαστε με όλη μας τη δύναμη

μόνο για το πρώτο. Αυτή είναι η ολιγοπιστία μας. Αν όμως ο Θεός

επιτρέψει το δεύτερο, τότε θα το δεχτούμε και αυτό σαν δώρο. Απλά,

τώρα πρέπει να στραφούμε εξ ολοκλήρου στον Θεό. Το λάθος μας είναι

ότι έπρεπε να το είχαμε κάνει νωρίτερα. Βλέπετε εμείς πιστέψαμε πρώτα

στους γιατρούς και μετά στο Θεό.

-Έτσι είναι, η πίστη σας είναι αυτή που τώρα θα σας βοηθήσει,

λέγει ο γιατρός.

23

Page 24: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Όχι, γιατρέ, δεν βοηθάει η πίστη. Αυτή είναι ανθρώπινη, δικό μας

πράγμα. Αυτός που βοηθάει είναι μόνον ο Ίδιος ο Θεός.

Σε όλα αυτά εγώ ένας απλός μεταφραστής αλλά και ένας

εμβρόντητος ακροατής. Τί δύναμη, τί πίστη είχε αυτή η γυναίκα! Και

τούτο, γιατί δεν έδειχνε να είναι ψυχολογικός ο λόγος της ούτε

κηρυγματικός˙ έδειχνε να βγαίνει πηγαία και αυθόρμητα, με

χαρακτηριστική λιτότητα και ψυχραιμία, πείθοντας ότι ό,τι λέει

αντανακλά με διαύγεια τον βαθύτερο κόσμο της. Αξιοπρέπεια, ηρεμία,

ευγένεια, αυτοέλεγχος, αληθινότητα έβγαιναν από το στόμα της. Το ίδιο

και από τα μάτια της, που τόση ώρα εκφράζουν ελπίδα και δεν έχουν

στάξει ούτε ένα δάκρυ.

Βγαίνουμε από το γραφείο και κάθομαι μαζί τους να γνωριστούμε

κάπως. Τέτοιες ώρες οι άνθρωποι δένονται δυνατά και άμεσα. Εδώ όμως

είχα μπροστά μου κάτι ασυνήθιστα μεγάλο. Η γυναίκα αυτή ήταν απλή

αλλά πολύ περιεκτική. Οι λέξεις που έβγαζε το στόμα της είχαν τη

δύναμη και την πειστικότητα του καρδιακού λόγου. Θαύμασα την

εσωτερική της δύναμη όσο τίποτε άλλο.

Με πολλή ζεστασιά με ευχαρίστησαν και χωρίσαμε. Έπρεπε να

φύγω. Είχα μία υποχρέωση. Θα ξαναπερνούσα το βράδυ μετά τις δέκα, με

την ελπίδα βέβαια να προλάβω την Όλγα ζωντανή. Κάθε τόσο

τηλεφωνούσα στο γραφείο ενημέρωσης να πληροφορηθώ για την

κατάστασή της.

Είναι 10:30 το βράδυ. Η Όλγα ακόμη κρατάει. Ο κ. Κώστας και η κ.

Μαρία, οι υπέροχοι αυτοί γονείς, ήρεμοι προετοιμάζονται για όλα, αλλά

ελπίζουν και προσεύχονται για το μικρό θαύμα, όπως λένε. Ο Θεός που

την έφερε στη ζωή – αυτό ήταν το μεγάλο θαύμα – δεν μπορεί να την

κρατήσει; Απλά, το πρόβλημα, λένε, είναι οι αμαρτίες τους!!!

Στις 11:00 μ.μ. ήλθαν με το ασανσέρ τα πτυσσόμενα κρεβάτια για

τους συνοδούς, με μαξιλάρια και σεντόνια. Το Νοσοκομείο αυτό είναι

εκπληκτικό. Οι κοινωνικές υπηρεσίες του προνοούν για όλα. Πολιτική του

Νοσοκομείου είναι οι γονείς να διανυκτερεύουν, όταν το επιθυμούν με τα

παιδιά. Οι γονείς της Όλγας όμως δυσκολεύονται να κοιμηθούν.

Προτιμούν να συζητήσουμε λίγο και να αγρυπνούν. Ο γιατρός εξ άλλου

24

Page 25: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

είχε πει ότι η Όλγα δεν θα την έβγαζε τη νύχτα. Η πίστη τους

απερίγραπτη. Μιλούσαν για τα θαύματα σαν για απλά και φυσικά

γεγονότα. Συζητούσαν για την αιωνιότητα όπως συνήθως κάνουμε για

την καθημερινότητα. Το θέλημα του Θεού, όποιο και αν ήταν, θα

αποτελούσε τη μεγαλύτερη ευλογία. Απλά, στη μία περίπτωση θα το

βίωναν ως απέραντη χαρά, ενώ στη δεύτερη ως δια βίου πάλη με τη

αλήθεια. Το δεύτερο, το δύσκολο, τους φάνταζε πιο αυθεντικό. Το πρώτο,

όμως, πιο επιθυμητό.

Έμεινα μαζί τους μέχρι τη 1:30 μετά τα μεσάνυχτα. Δεν τους

χόρταινα. Στη ζωή μου είχα συναντήσει πραγματικά πιστούς ανθρώπους.

Αλλά τέτοιου είδους πίστη, όχι μετά τον θάνατο του ανθρώπου τους,

πράγμα που μπορεί να λειτουργεί και λίγο ψυχολογικά και παρηγορητικά,

αλλά ελάχιστες μόλις στιγμές πριν από την προβλεπόμενη εκπνοή του

μονάκριβου παιδιού τους, ομολογώ ότι ήταν η πρώτη φορά που

συναντούσα. Δίπλα η Όλγα εντελώς ακίνητη, σε βαθύ κώμα, δίχως καμία

επικοινωνία με αυτόν τον κόσμο. Ίσως σε επικοινωνία με τον άλλο, τον

άγνωστο σε μας δικό της κόσμο. Κάπου – κάπου κλεφτές ματιές πάνω στο

ανέκφραστο σωματάκι της αναμειγνύουν την πονεμένη απορία με τη

λογική αδικαιολόγητη ελπίδα.

Η Όλγα τελικά έβγαλε τη νύχτα. Η χρονική εκτίμηση του γιατρού

απέτυχε. Ποιός ξέρει; Θα μπορούσε να αποτύχει και η ιατρική του

γνωμάτευση. Είναι τόσο ωραίο μερικές φορές να διαψεύδεται η επιστήμη!

Το πρωί τηλεφωνώ σε κάποιες κυρίες και μοιράζομαι μαζί τους τις

εκπληκτικές εντυπώσεις μου. τους συνιστώ να κάνουν μία επίσκεψη αφ’

ενός μέν για συμπαράσταση, αφ’ ετέρου δε για δική τους ενίσχυση.

Η Όλγα άντεξε και ολόκληρη τη Δευτέρα. Το βράδυ,

επιστρέφοντας από την εργασία μου, πέρασα να τους ξανασυναντήσω. Οι

γονείς αποφάσισαν να πάρουν το παιδί στην Ελλάδα να πεθάνει εκεί. Τη

Δευτέρα έγιναν όλες οι απαραίτητες διατυπώσεις. Τελικά, κανονίστηκε να

φύγει, αν θα ζούσε, την Τετάρτη 1η Μαΐου 1985 με την πτήση της

Ολυμπιακής από Νέα Υόρκη. Έμεινα πάλι ως αργά, απολαμβάνοντας την

απίστευτη χάρι αυτών των ανθρώπων και περιμένοντας την αναχώρηση

της Όλγας είτε με το αεροπλάνο για την Ελλάδα είτε με τους αγγέλους

25

Page 26: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

για την αιώνια πατρίδα. Στιγμές έντονες, πολύ αληθινές˙ δίπλα σε έναν

κόσμο εμπειρικής πίστεως απροσμέτρητου μεγέθους.

Τρίτη 30 Απριλίου το πρωί. Χτυπάει το τηλέφωνό μου. Η μία από

τις τρεις κυρίες, με τις οποίες είχα επικοινωνήσει την προηγουμένη, μόλις

έχει μιλήσει με τον πνευματικό της, τον γνωστό π. Πορφύριο. Έχει φήμη

προορατικού ανθρώπου. Παγκοσμίως γνωστός. Άγιος άνθρωπος. Βλέπει

σε μέρη που δεν λειτουργεί η ανθρώπινη όραση. Της είπε, λέει, ότι θα

κάνει και αυτός την προσευχή του, αλλά να μην τον αφήσουμε μόνο. Και

έχει ο Θεός. Εύκολο συμπέρασμά της ότι υπάρχει κάποια ελπίδα.

-Σε παρακαλώ, της λέω, μην βιαστείς και πεις τίποτα. Αφού ξέρεις

την κατάσταση. Είδα και την αξονική. Το κορίτσι τελειώνει. Απορώ πώς

ζει. Το είδες κι εσύ με τα μάτια σου. Καλύτερα να πούμε λίγα και να

γίνουν πολλά, παρά να δώσουμε ελπίδες και να μην γίνει τίποτα, της λέω.

Η Όλγα άντεξε και την Τρίτη. Το βράδυ στις 10 περίπου φτάνω για

τη συνηθισμένη μου επίσκεψη – φροντιστήριο πίστεως. Μπαίνω στο

δωμάτιο και αντικρίζω ένα ασυνήθιστο για αμερικάνικο νοσοκομείο

θέαμα. Η Όλγα στο κρεβατάκι της, στη γνώριμή μας δική της

μακαριότητα. Ο κ. Κώστας λίγο απόμερα. Η κ. Μαρία, η μητέρα, μαζί με

την κ. Βασιλεία, μια εκπληκτική Ελληνοαμερικανίδα εθελόντρια, αληθινή

μάνα όλων αυτών των παιδιών, δίπλα – δίπλα διαβάζουν μια άγνωστη σε

μένα παράκληση. Έχουν ανάψει θυμίαμα, ακούμπησαν μία εικόνα της

Παναγίας πάνω στο παιδί, τοποθέτησαν και ένα καντηλάκι και

προσεύχονται. Εγώ κάθομαι ακριβώς δίπλα στην πόρτα. Ο μισός μέσα

στον θάλαμο και μισός έξω. Με πλησιάζει μια νοσοκόμα, η Debbie.

-Τί κάνουν; Με ρωτάει. Τί είναι αυτό που καπνίζει και μυρίζει;

Ανήκουν σε καμία παραθρησκεία;

-Ανατολικός Ορθόδοξος Χριστιανισμός, της απαντώ εμφατικά,

μήπως και καταλάβει κάτι από την ανατολική κουλτούρα.

Βγαίνει από τον θάλαμο. Μένουμε οι υπόλοιποι. Προσευχές ήξερα

πολλές. Αυτά τα λόγια όμως πρώτη φορά τα άκουγα.

Σε ένα τέταρτο περίπου τέλειωσαν τα γράμματα. Είχαν λίγο

λαδάκι από την Παναγία της Τήνου και λίγο από την Παναγία την Κανάλα

26

Page 27: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

– πρώτη φορά το άκουγα αυτό το όνομα. Σταυρώνουν το μέτωπο, το

στήθος, το δεξί και το αριστερό χέρι. Το παιδί ακίνητο. Μόλις

σταυρώνουν το αριστερό πόδι, η Όλγα το λυγίζει, το κατεβάζει και

επαναλαμβάνει ρυθμικά την ίδια κίνηση. Τίποτε άλλο. Οι δύο γυναίκες

ξεσπούν σε προσευχητικές κραυγές:

-Παναγία μου, κάνε το θαύμα σου, και σταυροκοπιούνται,

φιλώντας το μέτωπο της Όλγας, που όμως παραμένει βυθισμένη κατά τα

άλλα στον κόσμο της.

Το παιδί ησυχάζει. Σε λίγη ώρα πλησιάζει η μητέρα.

-Μας ακούς, Ολγίτσα μου, ρωτάει.

Η Όλγα ελαφρά νεύει καταφατικά.

-Άνοιξε, κοριτσάκι μου, τα μάτια σου.

Το κορίτσι τεντώνει σε μια αποτυχημένη προσπάθεια τα μάτια

του.

-Δώσε ένα φιλάκι στην κ. Βασιλεία.

Ρυθμικά σαλεύουν τα χείλη της.

Εγώ ορθολογίζομαι. Σίγουρα έχουμε την τελευταία αναλαμπή.

Ρωτώ την Debbie αν έχει όλα τα χαρτιά έτοιμα για την επόμενη

νοσοκόμα – η βάρδια αλλάζει στις 11 μ. μ., - γιατί όλα δείχνουν πώς σε

λίγες στιγμές τα παιδί θα αναπαυθεί…

Η ώρα περνάει. Η Όλγα επανήλθε στην προηγούμενη κατάσταση.

Πλήρης σιωπή και ακινησία˙ απόλυτη απουσία επικοινωνίας και

αντανακλαστικών. Κανείς δεν τολμά να την ταράξει. Περασμένα

μεσάνυχτα. Η κ. Μαρία δεν κρατιέται, σκύβει και φιλάει το κοριτσάκι της

στο μέτωπο. Αυτό σαν κάπως να ανταποκρίνεται. Μάλλον είναι της

φαντασίας μας. οι γυναίκες είναι σίγουρες ότι έχει αλλάξει. Ο κ. Κώστας

συγκινημένος παρακολουθεί την κατάσταση με απορία. Εγώ πάλι

ορθολογίζομαι. Τίποτε δεν μου βγάζει από το μυαλό ότι στην καλύτερη

περίπτωση μιλάμε για μικροαναλαμπές. Το παιδί στην ουσία έχει

27

Page 28: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

τελειώσει. Δεν έχω την παραμικρή ελπίδα. Η κ. Βασιλεία μου λέει πώς δεν

έχω πίστη. Ποιός ξέρει; Μπορεί και να ‘χει δίκιο…

Ο γιατρός έλεγε πώς η Όλγα θα τελειώσει το βράδυ της Κυριακής.

Βρισκόμαστε στην Τετάρτη και το κορίτσι σταδιακά, αν και διακριτικά,

αφήνει κάποιες ασαφείς ανάσες ζωής και επικοινωνίας. Και μας χωρίζει

στους πιστεύοντες που ελπίζουν για ζωή και στους σκεπτόμενους που

περιμένουν τον θάνατο.

Εγώ ζω στην κρυάδα των δεύτερων και με παρέα τη λογική μου

αποχαιρετώ την οικογένεια για την Ελλάδα… Ένα ειδικό ιατρικό όχημα

μεταφέρει το παιδί στη Νέα Υόρκη στην κατάσταση που περιγράψαμε.

Συνοδεία νοσοκόμου θα μεταφερθεί με το κρεβατάκι του στην Ελλάδα.

Εκεί αποφασίστηκε να… πεθάνει.

Την Παρασκευή τηλεφωνούμε σε κάποιο τηλέφωνο που μας

έδωσαν να μάθουμε τα νέα. Η Όλγα λένε, σταδιακά βελτιώνεται, αλλά

είναι ακόμη σε λήθαργο. Απλά, κάπως επικοινωνεί. Θα κάνουν εξετάσεις

το Σάββατο. Κανονίσαμε τηλεφωνική επικοινωνία την Τρίτη, δέκα μέρες

μετά την οριστική διάγνωση του επικείμενου θανάτου. Προσπαθούμε

ατέλειωτες φορές να τους βρούμε. Καμία απάντηση… Υποθέτουμε ότι η

Όλγα τελείωσε και οι γονείς της πήγαν στο χωριό να τη θάψουν και

κάπως να ξεκουραστούν. Ύστερα από άλλες δύο εβδομάδες, βρίσκουμε

έναν παπά, και της διαβάζουμε ένα τρισάγιο… από την καρδιά μας.

Πέρασε ο Μάιος, πέρασε ο Ιούνιος, μπήκε και ο Ιούλιος. Καμία

πληροφορία δεν άλλαξε το σκηνικό. Ήλθα άλλα παιδάκια στο Νοσοκομείο

από την Ελλάδα, ανάλογες εντάσεις, ανάμεικτη η χαρά με τον πόνο σε

καθημερινή βάση.

Δευτέρα 8 Ιουλίου. Μόλις έφθασα στην Αθήνα από το Λονδίνο.

Σκέφθηκα να δοκιμάσω να κάνω μερικά τηλεφωνήματα. Παίρνω και την κ.

Μαρία και τον κ. Κώστα. Μπορεί να έχουν επιστρέψει.

-Ποιός είναι, παρακαλώ; Ακούγεται μια λεπτή παιδική φωνούλα

από την άλλη μεριά του καλωδίου.

-Ποιά είσαι εσύ; Ρωτώ αιφνιδιασμένος.

28

Page 29: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Είμαι η Ολγίτσα, απαντά η παιδική φωνή.

-Η Ολγίτσα; Ποιά Ολγίτσα; Ξαναρωτώ αμήχανα.

Μου λέει πλήρες το όνομά της και με αρκετή σπιρτάδα εκφράζει

με επιτυχία την υποψία της για την ταυτότητά μου. η Παναγίτσα, λέει

έκανε το θαύμα της και με προσκαλεί να πάω στο σπίτι τους για να της

κάνω ερωτήσεις στη Γεωγραφία, στην Αριθμητική κλπ. Προσκαλεί εμένα

αυτή, της οποίας εγώ βιάστηκα να κάνω και το τρισάγιο. Για την ψυχή

της…

Ζητώ τη μητέρα της στο τηλέφωνο.

-«Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών!», μου λέει με την καρδιά της η

κ. Μαρία.

Κλείνω το τηλέφωνο και φεύγω. Κατ’ ευθείαν στο σπίτι. Μου

ανοίγει την πόρτα ένα χαριτωμένο κοριτσάκι. Είχαν αρχίσει να

φυτρώνουν τα μαλλάκια της. Ήταν λίγο υπερκινητική, αλλά εκφραστική

και ολοζώντανη. Της έκανα και τις ερωτήσεις που μου ζήτησε. Απαντούσε

χαριτωμένα. Ένοιωθα να παίζω μαζί της. Ένοιωθα να με έχει προδώσει

και ο ορθολογισμός μου. Δεν πίστευα αυτό που έβλεπα. Προηγουμένως

πίστευα αυτό που δεν έβλεπα. Η ζωή της Όλγας αποτελεί το ισχυρότερο

ως τώρα ράπισμα της ολιγοπιστίας μου.

Έχουν περάσει είκοσι χρόνια. Η Όλγα έχει τελειώσει το

Πανεπιστήμιο, δίνει χαρά και σοφία στους γονείς της, έχει αποκτήσει και

μικρότερη αδελφή, έχει γίνει ολόκληρη κοπέλα, έχει διαψεύσει τους

καλύτερους επιστήμονες στον κόσμο, έχει ξεσχίσει και τη λογική και την

εμπειρία των στατιστικών και των αισθήσεων, έχει επιβεβαιώσει ότι

«όπου Θεός βούλεται νικάται φύσεως τάξις» και ότι πράγματι και στις

μέρες μας «ζει Κύριος Παντοκράτωρ».

Υπάρχει ζωή που δεν αξίζει;

«Τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός»

29

Page 30: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Είναι καιρός τώρα που ακούω για τον Dr. Hendrin. Είναι διάσημος

και κάπως μυστήριος ουρολόγος, με εκπληκτική δυνατότητα

αναπλαστικών επεμβάσεων σε μικρά παιδάκια που έχουν γεννηθεί με

συγγενείς ουρολογικές δυσπλασίες. Με εντυπωσιακό τρόπο και ιδιοφυείς

τεχνικές, θεραπεύει παθήσεις όπως εκστροφή κύστεως, υποσπαδίας,

επισπαδίας κλπ. Είναι πολύ δύσκολος να τον πλησιάσεις. Φαίνεται φοβερά

απόμακρος. Αλλά όλοι λένε ότι κάνει θαύματα. Αντοχή απαράμιλλη. Την

περασμένη Τρίτη πήγε στη Φρανκφούρτη, έκανε μια εγχείρηση που μόνον

αυτός αναλαμβάνει να κάνει παγκοσμίως, γύρισε την Παρασκευή στη

Βοστώνη και σήμερα Κυριακή μεσημέρι φεύγει για το Χόνγκ – Κόνγκ, από

όπου θα επιστρέψει την Τετάρτη.

Την Πέμπτη έχουμε ραντεβού. Ύστερα από πολλές συναντήσεις

ανέλαβε να εξετάσει τον Χρυσοβαλάντη, ένα παιδάκι μόλις δυόμιση ετών

από την Κρήτη. Γεννήθηκε το κακόμοιρο με μία σειρά ανατομικών

παθήσεων του ουροποιητικού. Οι γονείς του, δυο απλοί άνθρωποι, δεν

ήξεραν τι να κάνουν. Πήγαν στους γιατρούς στο Ηράκλειο, αυτοί τους

έστειλαν στην Αθήνα. Όλες οι ενδείξεις ήταν αποκαρδιωτικές. Όταν οι

γιατροί δεν απαντούν με σαφήνεια, όταν αρχίζουν να μιλούν για τον Θεό,

όταν σου υποδεικνύουν την υπομονή, καταλαβαίνεις ότι τα πράγματα

είναι ανησυχητικά. Ο Χρυσοβαλάντης χρόνισε και σε λίγο πλησιάζουν τα

δεύτερα γενέθλιά του. Από πουθενά δεν προέκυπτε λίγη ελπίδα.

Μια μέρα, η κ. Ανδρονίκη, η μητέρα του, πηγαίνει στο supermarket

να ψωνίσει. Βρίσκεται μπροστά σε κάτι ράφια. Ακριβώς από πίσω δυο

γυναίκες συνομιλούν:

-Είναι εκπληκτικό αυτό που συμβαίνει. Η ξαδέλφη μου είχε ένα

κοριτσάκι που γεννήθηκε χωρίς κύστη. Μεγάλωσε με σωληνάκια και

ουρολοιμώξεις. Οι άνθρωποι είχαν πραγματικά καταταλαιπωρηθεί και η

μικρούλα ζούσε ένα μαρτύριο. Τελικά, βρήκαν τρόπο και πήγαν στη

Βοστώνη. Εκεί υπάρχει ένας γιατρός που κάνει θαύματα˙ φτιάχνει κύστεις

και μήτρες από παχύ έντερο. Τον βρήκαν και τους δέχτηκε. Η εγχείρηση

κράτησε δεκαέξι ώρες. Πέρασε τώρα μία εβδομάδα και το κοριτσάκι είναι

μια χαρά. Τους είπε μάλιστα ότι, όταν μεγαλώσει, θα μπορέσει να γίνει

και μητέρα.

30

Page 31: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Η κ. Ανδρονίκη αφήνει τα ψώνια και πηγαίνει να συναντήσει τις

γυναίκες. Τους λέει το πρόβλημά της, παίρνει πληροφορίες και σε δύο

εβδομάδες βρίσκεται με τον Χρυσοβαλάντη στην Αμερική.

Αρχίζοντας εξετάσεις η μία μετά την άλλη. Ο γιατρός ακόμη δεν

λέει τίποτα. Μόνο ρωτάει, εξετάζει το παιδί και σκέφτεται. Ούτε

απογοήτευση ούτε όμως και ελπίδες. Τους είπε ότι θέλει να σκεφτεί, για

να δει αν θα προσπαθήσει να κάνει κάτι. Κάθε παιδάκι είναι και ξεχωριστή

περίπτωση. Οι πληροφορίες λένε ότι ο γιατρός αναλαμβάνει μόνο

περιπτώσεις που αισθάνεται ότι τελικά μπορεί κάτι να κάνει. Κλείνει το

περίφημο ραντεβού της Πέμπτης. Μου ζητούν από το Νοσοκομείο να

συνοδεύσω τη μητέρα, για να βοηθήσω στη μετάφραση.

Φρόντισα προηγουμένως να τη γνωρίσω. Μια απλή, συμπαθής

κοπέλα, με εμφανή τα σημάδια της αγωνίας και της ταλαιπωρίας επάνω

της. Έμεινε πίσω στην Ελλάδα ο άνδρας της με το νεογέννητο μωρό τους

και ήλθε αυτή στην Αμερική, χωρίς σιγουριά, χωρίς χρήματα, χωρίς

γνώση της Αγγλικής, χωρίς καμία γνωριμία, με μοναδικούς συνοδούς την

αγάπη στο παιδάκι της και την ελπίδα.

Ρώτησα για το όνομα του παιδιού και μου είπε ότι λέγεται

Χρυσοβαλάντης. Το παιδάκι είναι ταμένο, σκέφτηκα. Τί ευλογία! Δεν

είμαστε μόνοι. Από κάπου μας παρακολουθεί ειδικά ο Θεός. Δεν θα μας

αφήσει. Η μητέρα μιλάει για τον γιατρό και το Νοσοκομείο, αλλά κάπου –

κάπου αναφέρει και το όνομα της Παναγίας και την αγία Ειρήνη. Εμφανής

πίστη λαϊκού χαρακτήρα αλλά καλής ποιότητος. Ό,τι πρέπει για την

περίπτωσή μας.

Ήλθε η Πέμπτη. Ανεβαίνουμε με το ασανσέρ στον 5ο όροφο του

Νοσοκομείου. Εκεί είναι το γραφείο του περίφημου γιατρού. Να δούμε τι

θα πει. Θα αναλάβει την εγχείρηση ή θα μας πει ότι δεν μπορεί; Η κ.

Ανδρονίκη αγχωμένη σταυροκοπιέται. Ίσως δεν καταλαβαίνει ακριβώς

γιατί.

Φτάνουμε στο γραφείο. Μας περιμένει η γραμματέας χαμογελαστή

εξωτερικά αλλά ανέκφραστη στην ουσία. Περιμένουμε περίπου δέκα

λεπτά. Η κακομοίρα η κ. Ανδρονίκη δεν βολεύεται με τίποτα. Θέλει μόνο

την επιβεβαίωση ότι κάτι μπορεί να κάνει αυτός ο άνθρωπος. Σε λίγο

31

Page 32: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

εμφανίζεται ο γιατρός. Πομπώδης, επιβλητικός, σοβαρός, αδιαπέραστος

στην έκφραση. Περιγράφει την όλη κατάσταση, αναφέρεται αναλυτικά

στον προβληματισμό του, εξηγεί περίφημα τη σκέψη του, αλλά δεν

βιάζεται καθόλου. Τελικά, μας κλείνει ημερομηνία για εγχείρηση και λέει

ότι θα προσπαθήσει. Η μητέρα εκτονώνεται πέφτοντας επάνω του και

ρωτώντας:

-Δηλαδή, τί θα κάνετε, γιατρέ;

Ο γιατρός ψυχρός της απαντά.

-Πιστεύεις στον Θεό;

- Πιστεύω, αποκρίνεται εκείνη.

- Εγώ είμαι ο Θεός.

Κάνει μια παύση και συνεχίζει:

-Δηλαδή, όταν κάποιος πιστεύει στον Θεό, δεν ρωτάει τί Αυτός θα

κάνει˙ απλά Τον εμπιστεύεται. Κι εγώ δεν ξέρω τι θα κάνω. Θα αποφασίσω

την ώρα της εγχείρησης. Πάντως ο Βαλάντης θα πάει καλά.

Ο άνθρωπος κεντάει. Η εγχείρηση κράτησε σχεδόν είκοσι δύο

ώρες. Άλλαξαν τρεις βάρδιες τεχνικώς και νοσηλευτών. Αυτός άγρυπνος.

Λίγο ξεκουράζεται και επανέρχεται. Κοιτάζει, σκέφτεται, επινοεί,

σχεδιάζει, αποφασίζει και προχωράει. Κανείς δεν ξέρει τι τελικά θα κάνει.

Ούτε και ο ίδιος. Άρχισε στις 11 το πρωί και τελείωσε την επομένη στις

8:30. Τα έφτιαξε όλα. Ο μικρός όμως Χρυσοβαλάντης θα έπρεπε για οκτώ

μήνες στην αρχή να περάσει από βασανιστικές διαδικασίες και στη

συνέχεια να κάνει άλλες τρεις μικρές επεμβάσεις.

Ταλαιπωρία αφάνταστη για ένα μικρό παιδάκι. Ταλαιπωρία

φυσική και ψυχική και για τους γονείς του τεράστια. Τα ερωτήματα για το

μέλλον του παιδιού πολλά και αναπάντητα. Τελικά η χειρουργική επιτυχία

είναι αδιαμφισβήτητη. Το παιδί θα ζήσει. Πώς όμως, κανείς δεν γνωρίζει

ούτε μπορεί να εγγυηθεί. Αν για να ζήσει κανείς δεν πρέπει να ζει, τότε τί

αξία έχει η ζωή;

32

Page 33: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Από την άλλη πλευρά, αν αυτή η προσπάθεια της επιστήμης να

δώσει ζωή δεν βασίζεται στην αλαζονεία, αλλά κυριαρχείται από αγάπη,

τότε ποιός, αλήθεια, μπορεί να αμφισβητήσει το επίτευγμά της; Ποιός

μπορεί να ισχυριστεί ότι η αξία του ανθρώπου υποβιβάζεται από το μέτρο

της αναπηρίας του; Πόσες φορές ο θησαυρός του προσώπου δεν

αναδεικνύεται από το μέγεθος ακόμη και της διανοητικής ανεπάρκειάς

του;

Σήμερα ο Βαλάντης είναι ολόκληρος άνδρας. Ένας πανέμορφος

λεβέντης. Προ καιρού παντρεύτηκε. Πήρε μια γυναίκα εξαιρετική.

Σύντομα περιμένει να γίνει και πατέρας. Η γέννησή του είναι ένα θαύμα

του Θεού˙ Αυτός δίνει μόνο ζωή. Η επιβίωση του ένα θαύμα της

επιστήμης˙ αυτή δυστυχώς δίνει και τον θάνατο. Αν γεννιόταν είκοσι

χρόνια πριν, δεν θα μπορούσε να επιβιώσει. Αν πάλι μπορούσε η πάθησή

του να διαγνωσθεί προγεννητικά, μάλλον θα του είχαμε στερήσει τη ζωή.

Όλη αυτή η αγάπη που εκφράστηκε σαν αγώνας για να ζήσει αυτό το

μικρό παιδί θα είχε πνιγεί βάναυσα από την απάνθρωπη επιθυμία να μην

ζήσει, όπως εμείς θέλουμε, όπως εμείς θεωρούμε πώς αξίζει. Ο

Χρυσοβαλάντης θα γλίτωνε την εγχείρηση και έχανε τη ζωή. Οι γονείς

του θα γλίτωναν την ταλαιπωρία και θα έχαναν την αγάπη τους. Θα

έχαναν και την αγάπη του.

Ο Ανδρέας της Ανδρούλας

Το φθινόπωρο του 1987 βρισκόμουν στην Αμερική. Εντελώς

συμπτωματικά πληροφορήθηκα ότι σε κάποιο νοσοκομείο εγκαυμάτων και

δερματικών παθήσεων, κοντά σε αυτό που εγώ εργαζόμουν, νοσηλεύεται

ένα παιδάκι από την Κύπρο. Ο μικρός Ανδρέας γεννήθηκε με σπίλο, με

κρεατοελιά, η οποία κάλυπτε περίπου τα δύο τρίτα του σώματός του˙

ολόκληρη την πλάτη, το μισό στήθος και την κοιλιά, το ένα χέρι από τον

αγκώνα και πάνω, τη μεγαλύτερη επιφάνεια των ποδιών και μέρος του

προσώπου. Η μόνη λύση ήταν να επιχειρηθεί συστηματική μεταμόσχευση

υγιούς ιστού σε στάδια. Η ιατρική ομάδα αφαιρούσε μέρος του υγιούς

δέρματος, το καλλιεργούσε στο εργαστήριο, προέκυπτε ένα πολλαπλάσιο

σε μέγεθος τεμάχιο και το μεταμόσχευε ύστερα από κατάλληλη

προεργασία στο άρρωστο τμήμα του τρυφερού παιδικού σώματος. Πριν

συμπληρώσει το πρώτο έτος της ηλικίας του, ο Ανδρέας υποχρεώθηκε να

33

Page 34: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

υποβληθεί σε δεκατρείς εγχειρήσεις μεταμοσχεύσεως δέρματος και να

δεχθεί ισάριθμες ναρκώσεις. Η ταλαιπωρία του μικρού παιδιού

απροσμέτρητη, η εγκαρτέρηση και υπομονή του απαράμιλλη, η αγωνία

των γονέων και ο ψυχικός πόνος ανέκφραστος.

Είχαν καθυστερήσει να αποκτήσουν παιδί. Με πόση χαρά δεν

διαπίστωσαν την εγκυμοσύνη! Μήνες φροντίδας και προσδοκίας.

Πρακτικές και ψυχικές προετοιμασίες. Πλησιάζει η ώρα του τοκετού.

Βγαίνει το κεφαλάκι του. Ακολουθεί το σώμα του… Μαύρο και τραχύ,

κατάστικτο από σπιλώματα. Φαντάζεται κανείς την αιφνίδια αναστροφή

του όλου τους κόσμου˙ να ετοιμάζεσαι για πανηγύρι και να διαπιστώνεις

τις πρώτες ενδείξεις ενός συνεχιζόμενου και ασύλληπτου στις

προεκτάσεις του και το μέγεθος δράματος. Τα διλήμματα, τα εμπόδια, η

ανατροπή των αποφάσεων ξεπερνούν τον κάθε άνθρωπο και όλους μαζί.

Πήραν το παιδάκι τους και ήλθαν στη Βοστώνη. Άγνωστοι μεταξύ

αγνώστων. Άγνωστη και η έκβαση της προσπάθειας. Απροσδιόριστο το

διάστημα της παραμονής. Θολό το μέλλον του παιδιού και της

οικογένειας. Γράφει κάπου ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος «έρρει τα καλά,

γυμνά τα κακά, ο πλους εν νυκτί, πυρσός ουδαμού, Χριστός καθεύδει»

(Επιστολή Π΄Ευδοξίω Ρήτορι)˙ δεν υπάρχει τίποτε καλό, μόνο δεινά, η

πορεία στο σκοτάδι, φως πουθενά, ο Χριστός κοιμάται. Αυτή ήταν η

κατάσταση των γονέων όταν τους γνώρισα.

Γιατί να γεννηθεί αυτό το παιδί; Γιατί να ταλαιπωρείται και να

βασανίζεται τόσο; Γιατί να πονάει το ίδιο και να πληγώνει αφόρητα τους

γονείς του; Γιατί, αντί να κάνουν όραμα και όνειρα γι’ αυτό, αυτοί

τρομάζουν και να φανταστούν το μέλλον τους; Η πιθανότητα, αν

εγνώριζαν κατά την εγκυμοσύνη το αποτέλεσμα, να διακόψουν την κύηση

εγγίζει τα όρια της βεβαιότητος. Η κοσμική λογική λέει ότι καλά θα

έκαναν. Ίσως να το υποστηρίζει και η κοσμική ηθική.

Με τέτοιου τύπου συζητήσεις περάσαμε οκτώ περίπου μήνες μαζί.

Στα παρακάτω ερωτήματα δεν έδωσα ποτέ άμεση φραστική απάντηση.

Δεν μπορούσα και μέσα μου να απαντήσω ψυχρά. Απλά μοιραζόμουν την

αγάπη, τη συμπαράσταση και τη συμπόνια. Όσο μπορούσα. Οι ίδιοι,

άνθρωποι με αξιοθαύμαστη εγκαρτέρηση. Τέλεια μάνα η μητέρα, γεμάτη

34

Page 35: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

πλούσιο συναίσθημα και εκδηλωτικότητα, με διακυμάνσεις πίστεως και

δικαιολογημένου παραπόνου. Λεβέντης και αξιοπρεπής ο πατέρας. Δυο

νέα παιδιά οι γονείς, που ωρίμασαν σε ένα χρόνο όσο δεν πρόκειται να

ωριμάσουν μαζί στη διάρκεια της υπόλοιπης ζωής τους. Άνθρωποι με

απλή πίστη και συνήθη λογική. Όχι και πολύ της Εκκλησίας. Κανονικοί

άνθρωποι…

Μόνη παρηγοριά ο πλούσιος Κύπριος που ανέλαβε τα τεράστια

έξοδα θεραπείας του παιδιού. Και οι άγνωστοι που έγιναν στενοί φίλοι στο

νοσοκομείο. Μπορεί να φαινόταν ο Θεός δύσκολος στην αγάπη Του σ’

αυτούς, ίσως άδικος, αλλά οι άνθρωποι τους φέρθηκαν μάλλον καλύτερα.

Πέρασαν δώδεκα περίπου χρόνια. Εγώ γύρισα στην Ελλάδα, πήγα

στο Άγιον Όρος, έγινα ιερέας. Αυτοί πρέπει να βρίσκονταν στην Κύπρο. Η

πιθανότητα να ζει ο μικρός Ανδρέας ήταν πολύ μικρή. Έτσι τουλάχιστον

εκτιμούσαν οι γιατροί βασιζόμενοι σε γνώσεις και στατιστικές. Κι εγώ

τους πίστευα. Οι δρόμοι μας χώρισαν.

Έτος 1999. Βρισκόμουν στη Λευκωσία. Μου ζήτησαν μια

τηλεοπτική συνέντευξη με τον τότε Υπουργό Υγείας. Επρόκειτο να

απαντήσουμε και σε ερωτήσεις που μας υποβάλλονταν τηλεφωνικά. Με

ειδοποιούν στο στούντιο ότι κάποιος παλιός γνωστός μου από την

Αμερική είναι στη γραμμή και ζητεί να βγει στον αέρα. Ήταν ο πατέρας

του Ανδρέα. μου ζητάει να βρεθούμε. Σε λίγη ώρα τελειώνει η εκπομπή.

Βγαίνω και τον συναντώ. Πρώτη μου ερώτηση τί γίνεται ο Ανδρέας.

-Είναι σε άλλο κόσμο, μου απαντά.

-Πέθανε; Ρωτώ.

-Δεν είπα στον άλλο κόσμο. Είπα σε άλλο κόσμο.

-Εσείς που βρίσκεστε; Τολμώ να συνεχίσω.

-Εμείς πάντα μαζί του στον δικό του κόσμο.

Δεν κατάλαβα πολλά. Δεν μου είπε και περισσότερα. Με πολλή

εγκαρδιότητα και αξιοπρέπεια με κάλεσε να πάω στο σπίτι να δω το

παιδί. Πηγαίνουμε στο σπίτι κατ’ ευθείαν.

35

Page 36: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Ο Ανδρέας τώρα δεκατριών χρόνων. Τον αντικρίζω. Ένα ψηλό

παλληκαράκι περίπου ένα και εβδομήντα. Η μορφή του, η εξωτερική του

όψη μάλλον ικανοποιητική. Σκόρπιες κρεατοελιές στο πρόσωπο και στα

χέρια αλλά όχι τίποτε το αποκρουστικό. Τελικά όμως το πρόβλημά του

δεν βρίσκεται στο σώμα αλλά στην όλη του έκφραση. Ο Ανδρέας πάσχει

από προχωρημένο αυτισμό. Δεν εξυπηρετείται σε τίποτα μόνος. Δεν μιλάει

καθόλου. Δεν αντιδρά σε κανένα ακουστικό ερέθισμα. Δεν συζητεί. Δεν

θέλει καθόλου τη μουσική. Δεν μπορούσαν με τίποτα να τον

ανακουφίσουν. Με τίποτα απολύτως, έως ότου έγινε περίπου δέκα

χρόνων.

Μια μέρα, τον παίρνει η νονά του στο καινούργιο της σπίτι, δίπλα

σε μια εκκλησία. Χτυπάει η καμπάνα. Ο Ανδρέας χαμογελάει για πρώτη

φορά. Ενθουσιάζεται. Αντιδρά δυναμικά. Ζητάει να πάει προς το

ακουστικό ερέθισμα. Η καμπάνα σταματά. Ο Ανδρέας επιμένει. Πηγαίνουν

στον εσπερινό. Ο Ανδρέας μουρμουρίζει, κάπως συνοδεύει. Γυρίζουν στο

σπίτι. Η νονά ανοίγει το ραδιόφωνο. Ο Ανδρέας ζητάει να το κλείσει. Του

βάζει σε κασέτα βυζαντινούς ύμνους. Ο Ανδρέας ξαναζωντανεύει.

Σήμερα, είκοσι και πλέον χρόνια αργότερα, ο Ανδρέας πηγαίνει μόνο

στην Εκκλησία, γνωρίζει μόνο το «Πιστεύω» και το «Πάτερ ημών», όλο

απ΄ έξω, και από τραγούδια μόνο το «Αγνή Παρθένε, Δέσποινα». Αρνείται

να πάει οπουδήποτε αλλού. Κάνει πολύ σωστά το σταυρό του και χαίρεται

να χαϊδεύει τα γένεια των ιερέων και να κοινωνεί. Αυτή είναι η ζωή του.

Μόνον αυτή. Τίποτε απολύτως άλλο. Έχει κάνει και τους γονείς του να

ζουν πλέον δοξάζοντας τον Θεό στον «άλλο», δικό του κόσμο.

Ένα παιδί άρρωστο, ταλαιπωρημένο, κατεστραμμένο, αυτιστικό,

άχρηστο γι΄ αυτόν τον κόσμο, με καμία σχέση μαζί του. Ένα παιδί

ευλογημένο, με ανεξήγητη μυστική επικοινωνία μόνο με τον Θεό, ένα

πολύτιμο πνευματικό διαμάντι γι’ αυτόν τον κόσμο. «Τα μωρά του κόσμου

εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη, και τα ασθενή και τα

εξουθενημένα εξελέξατο ο Θεός, και τα μη όντα, ίνα τα όντα καταργήση»

(Α΄ Κορ. α’ 27, 28).

Ο Ανδρέας, αν προγνωρίζαμε την κατάστασή του, δεν θα υπήρχε˙

δεν θα του επιτρέπαμε να υπάρχει. Θα ήταν «μη όν». Μας ξεγέλασε όμως

36

Page 37: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ο Θεός και τον εξέλεξε. Αυτό το παιδί αποτελεί το κόσμημα του Θεού σε

αυτόν τον κόσμο. «Το μωρόν του Θεού σοφώτερον των ανθρώπων εστί,

και το ασθενές του Θεού ισχυρότερον των ανθρώπων» (Α’ Κορ. α’ 25).

Η Αλεξάνδρα με νοητική υστέρηση.

Προ ετών, γνώρισα ένα μικρό κοριτσάκι, την Αλεξάνδρα, με

κάποιας μορφής αυτισμό και εμφανή δυσκολία στην επικοινωνία. Οι

ψυχολόγοι ήταν αποκαρδιωτικοί για την εξέλιξη του παιδιού. Οι γονείς

δεν το άντεχαν, ιδίως η μητέρα, τρελαινόταν στη σκέψη και μόνο.

Περιήλθαν διάφορους ειδικούς. Όλοι το ίδιο. Το παιδί έδειχνε να

δυσκολεύεται πολύ στην επικοινωνία και την αντίληψη. Ήταν κλεισμένο

στον εαυτό του. Έγινε οκτώ χρονών. Δεν το δεχόταν κανένα σχολείο.

Έχασε δύο τάξεις.

Οι γονείς δεν είχαν σχέση με την Εκκλησία. Ήταν κάπως

αδιάφοροι, ίσως ορθολογιζόμενοι άθεοι. Δεν είχαν σχέσεις με εικόνες και

καντήλια. Δήλωναν αγνωστικιστές. Κάποιοι φίλοι τους τους έπεισαν να

πάνε σε έναν πνευματικό, γλυκό άνθρωπο, αληθινό ψυχολόγο.

Μέσα στην απόγνωσή τους, πήγαν και τον συνάντησαν. Ο

άνθρωπος με πολλή αγάπη και γλυκύτητα τους ειρήνευσε κάπως.

-Τη λύση, τους είπε, θα τη δώσει μόνη της η Αλεξάνδρα. Αυτά τα

παιδιά προσελκύουν τη χάρι του Θεού με ιδιάζοντα και ασυνήθη τρόπο.

Την «αδικία» που σας έκανε ο Θεός θα βρεί τρόπο να την αποκαταστήσει

ο Ίδιος.

-Μά, πάτερ, πήγαμε στους πιο ειδικούς και όχι μόνο σε έναν και

δύο. Κανείς δεν μας δίνει κάποια ελπίδα. Το εξέτασαν το παιδί, το είδαν

και ξαναείδαν, όλοι μας τονίζουν ότι πρέπει να συμφιλιωθούμε με την

πραγματικότητα, μια ώρα γρηγορότερα για να ηρεμήσουμε κάπως. Αλλά

εγώ δεν το αντέχω, λέει η μητέρα. Δηλαδή δεν θα πάει στο σχολείο με τα

άλλα παιδιά; Θα γίνει τριάντα χρονών και θα περιφέρεται σαν μια

ανέκφραστη μάζα μέσα στο σπίτι;

37

Page 38: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Πολύ καλά κάνατε και πήγατε στους επιστήμονες. Ο Θεός όμως

ξέρει να διαψεύδει και τους κορυφαίους της γνώσης. Αυτοί ξέρουν τα

φαινόμενα. Εκείνος παρεμβαίνει στα μυστικά. Η Αλεξάνδρα, να ξέρετε,

κρύβει μέσα της ένα πλούτο που μόλις βρει τον τρόπο και τον φανερώσει,

θα θαυμάσετε όχι μόνο το παιδί αλλά και τον Θεό. Αυτά τα παιδιά τα

αγαπάει διπλά ο Θεός, απάντησε ο ιερέας και σιώπησε. Εσείς να επιμένετε

να βρείτε σχολείο για να πάει. Ρωτήστε, πιέστε, διαμαρτυρηθείτε με

ευγένεια. Κάτι τελικά θα γίνει.

Πράγματι, ύστερα από πολλές απογοητεύσεις και απορρίψεις,

συναντούν μια νεαρή ψυχολόγο, η οποία δείχνει ενδιαφέρον για την

περίπτωση, όσο κανείς άλλος. Μέσα στο γραφείο υπάρχουν βιβλία,

μολύβια, ένα σωρός αντικείμενα. Υπάρχει και μία εικόνα της Παναγίας. Το

κορίτσι περιφρονεί τα πάντα και πλησιάζει την εικόνα προσπαθώντας να

τη χαϊδέψει. Είναι κοντό και δεν φτάνει. Επιμένει. Πλησιάζει η ψυχολόγος

και το σηκώνει στα χέρια της. Αυτό απλώνει το χεράκι του και με

χαρακτηριστική τρυφερότητα θωπεύει την εικόνα. Σε λίγο, κατά τη

διάρκεια της συζητήσεως, η μικρή Αλεξάνδρα προσέχει τον σταυρό στο

στήθος της κοπέλας, που την κρατάει στην αγκαλιά, και θέλει να παίξει

με αυτόν. Σκύβει και τον φιλάει. Ποτέ δεν είχε δει στο σπίτι της εικόνα

και φυσικά δεν ήταν καθόλου εξοικειωμένη με ασπασμούς σταυρών και

εκκλησιαστικών αντικειμένων. Όλο αυτό αιφνιδιάζει τους γονείς, οι

οποίοι και εκφράζουν την απορία τους. Η ψυχολόγος υποδουλώθηκε στην

αγάπη της Αλεξάνδρας. Την κατέκτησε.

Με τη βοήθειά της, ύστερα από δύο χρόνια βρίσκεται ειδικό

σχολείο που την δέχεται δοκιμαστικά. Με την πολλή της αγάπη, η

ψυχολόγος αναδεικνύει τα κρυμμένα χαρίσματά της. Η Αλεξάνδρα

ξαφνιάζει με τις ικανότητές της. Κερδίζει τη συμπάθεια όλων

ανεξαιρέτως. Οι γονείς ζητούν να περάσει από tests, μήπως και κερδίσει

καμία τάξη. Δίνει εξετάσεις και πράγματι εντυπωσιάζει. Σε τρεις μήνες

είναι σαφώς καλύτερη από όλους τους συμμαθητές της. Είναι από τους

πρώτους. Μεταπηδάει σε κανονικό σχολείο. Έχει τρομακτική μνήμη.

Θυμάται τις πρωτεύουσες όλων των χωρών. Μαθαίνει Αγγλικά και

Γαλλικά, που όλοι τρίβουν τα μάτια τους. Δυσκολεύεται στα Μαθηματικά.

Είναι όμως καταπληκτική στην ανάγνωση και την ορθογραφία. Δεν κάνει

38

Page 39: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

λάθη. Ζωγραφίζει εξαιρετικά και επινοητικά. Δεν αντιγράφει. Και κυρίως

είναι ένα εξαίρετο και ταπεινό παιδάκι. Όλοι τη λατρεύουν και παίζουν

μαζί της. Μερικά παιδιά βλέπουν τη διαφορετικότητά της και την

προκαλούν. Αυτή μπερδεύεται, αλλά δείχνει να συγχωρεί αμέσως. Το

χόμπυ της, η Εκκλησία και τα τροπάρια. Κανείς δεν καταλαβαίνει τι

νοιώθει μέσα της.

Ο ευλαβής ιερέας μου εξομολογείται:

-Αυτό το παιδάκι έχει κάτι το μοναδικό. Εγώ όποτε έχω πρόβλημα

αξεπέραστο, όποτε οι πιστοί μου ζητούν για κάτι μεγάλο να προσευχηθώ,

ζητώ από την Αλεξάνδρα να κάνει την προσευχούλα της. Και μην

ξενίζεσαι, την ακούει ο Θεός, όπως ακούει τους αγίους. Υπάρχουν

άρρωστοι για τους οποίους προσεύχεται, για ζευγάρια που δεν έχουν

παιδιά, για ανθρώπους που ταλαιπωρούνται ψυχολογικά. Της δίνω τα

ονόματα, της εξηγώ απλά το περιστατικό για να μην στενοχωρηθεί πολύ,

είναι πολύ συμπονετική, -αυτή προσεύχεται και ο Θεός απαντά.

Αυτός ο θησαυρός, αν υπήρχε η διαγνωστική δυνατότητα και είχε

προηγηθεί κάποιος έλεγχος προγεννητικά, δεν θα υπήρχε. Ο κόσμος μας

σίγουρα θα ήταν πιο φτωχός σε αποδείξεις της πτώσεώς του. Θα ήταν

όμως και πολύ πιο φτωχός σε φανερώσεις της χάριτος του Θεού. Η

παρουσία της μικρής Αλεξάνδρας δίνει πόνο, αλλά προσφέρει τόση χάρι

στον πονεμένο κόσμο μας. Και κυρίως παρουσιάζει την υποψία κάποιου

Θεού, αρκετά διαφορετικού από τον ανθρώπινο που φανταζόμαστε και

φυσικά δεν υπάρχει.

Κάθε τέτοιο άρρωστο παιδάκι δεν έρχεται στον κόσμο για να

αγανακτούμε και για να ταλαιπωρούμαστε. Το καθένα έχει τον λόγο του

και τη μυστική φωνή του. Σε μας μένει η προσφορά της αγάπης, το

«αλλήλων τα βάρη βαστάζειν», η εμπειρία της κοινής ταπείνωσης –ότι

δεν είμαστε και τόσο δυνατοί και σπουδαίοι, όσο νομίζουμε – και η

προσπάθεια να απαλύνουμε το βάρος του και να κατανοήσουμε τη γλώσσα

του. Τα παιδιά αυτά μιλούν καλύτερα τη γλώσσα του Θεού.

Από την αδικία στη σωτηρία.

39

Page 40: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

«χαρά και ειρήνη πάντα νούν υπερέχουσα»

Συνήθως η ζωή αντιμετωπίζει την τραγικότητά της με το

φάρμακο της λήθης. Επισκεπτόμαστε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο.

Χιλιάδες κόσμος τρέχουν βιαστικά, λαίμαργα και ξεχασμένα. Χωρίς να το

συνειδητοποιούμε, όλοι μας θέλουμε να ξεχαστούμε και να αναβάλουμε

κάθε φιλοσοφική ενασχόληση. Για κάποιον λόγο φοβούμαστε μήπως, αντί

για ανακούφιση, μας προκαλέσει θλίψη και απογοήτευση. Και επινοούμε

συνέχεια τρόπους διαφυγής από την πραγματικότητα. Η μέριμνα για τα

ψώνια σε κάνει να ξεχνάς. Το ίδιο οι σπουδές στα πανεπιστήμια, ο χρόνος

στα κέντρα αναψυχής και διασκέδασης, οι χώροι εργασίας. Όλα αυτά

βοηθούν να ξεχαστείς και να ξεγελαστείς. Στρέφουν αλλού τη σκέψη και

το ενδιαφέρον σου. Και καλά κάνουν. Αλλιώς δεν αντέχεται η ζωή.

Υπάρχουν όμως άλλοι χώροι που σε υποχρεώνουν σε σκέψεις.

Χώροι μυστηριώδεις, παράξενοι˙ αλλά πολύ διεισδυτικοί. Σε ένα

αεροδρόμιο, για παράδειγμα, γίνονται αφίξεις και αναχωρήσεις πλήθους

ανθρώπων με συμβατικότητα, γίνονται όμως χωρισμοί και συναντήσεις

με πολύ βαθύ νόημα. Χωρισμοί που κρύβουν τον πόνο της αγωνίας και του

αγνώστου ή συναντήσεις που εκφράζουν την ανείπωτη χαρά ενός

ξανανταμώματος, μιας επιτυχίας ή μιας γνωριμίας. Εκεί έχεις χρόνο να

περιμένεις. Έχεις τη δυνατότητα να συγκινηθείς, να ενθουσιαστείς, να

πονέσεις, να σκεφτείς.

Μια επίσκεψη σε ένα αστεροσκοπείο, μία παρατήρηση με ένα

τηλεσκόπιο, δεν μπορούν να σε αφήσουν ασυγκίνητο, δίχως παραγωγικές

σκέψεις. Βλέπεις αυτό που ποτέ δεν είχες αντικρίσει. Το βλέπεις όπως

ποτέ δεν μπόρεσες να φανταστείς. Καταλαβαίνεις τι θα πει μεγάλο και

μακρινό. Πλησιάζεις έννοιες όπως το άπειρο ή το αιώνιο. Ταυτόχρονα,

αισθάνεσαι αφάνταστα μικρός. Κοιτάς μακρυά και γνωρίζεις το μέσα σου˙

πολύ μέσα σου. Ίσως όσο ποτέ άλλοτε. Συγκρίνεσαι με το απέραντο, το

άγνωστο, το σχεδόν αιώνιο. Νοιώθεις το τίποτά σου ψηλαφητό, τη

θνητότητά σου δίπλα σου, τη μικρότητά σου πειστική και επίμονη. Θέλεις

από κάπου να γαντζωθείς. Σκέπτεσαι και δεν τα καταφέρνεις. Προσπαθείς

να ξεχάσεις και δεν μπορείς.

40

Page 41: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Αλλά και οι φυλακές είναι χώροι που αναμορφώνουν και

αναπλάθουν τη λογική. Νέα παλληκάρια, φρέσκες κοπέλες, συνάνθρωποί

μας, εικόνες του Θεού, αντί να κλέψουν τη ζωή, κλέβουν από τη ζωή τους,

ληστεύουν τη ζωή που δεν τους ανήκει, μεταμορφώνονται σε πηγές

εκδίκησης, σε επιστήμονες της διαστροφής, σε εκφραστές αφύσικης

κακότητος και αλόγιστης σκληρότητος, σε μηχανές απάνθρωπων

ενστίκτων και κληρονομούν εγκλεισμό, νοσηρή συμβίωση, κοινωνική

απόρριψη, ποινή, βαρύ χαρακτηρισμό, χωρισμό, κατεστραμμένο μέλλον,

εξαφάνιση ελπίδων, παντελή απαξίωση. Πώς είναι δυνατόν ο «βραχύ τι

παρ’ αγγέλους ηλαττωμένος» άνθρωπος να ζει κάτω από τέτοιες

συνθήκες; Πώς είναι δυνατόν, μαζί με το κηλίδωμα της αιώνιας

προοπτικής του, να τσαλακώνεται και το επίγειο μέλλον του; Μπορεί ένας

άνθρωπος να είναι μόνο λάθος παρελθόν; Βλέπεις σε μερικούς

φυλακισμένους το βλέμμα τους και έχει τόσο πόνο, τόση απορία, τόση

μετάνοια, τόση αλήθεια! Στο καρφί μιας στιγμής μπορεί να ξεσχιστεί μια

ολόκληρη ζωή. Γιατί ο Θεός που μας λένε ότι δίνει σε όλους ευκαιρίες,

επιτρέπει την αποτυχία, την ατυχία, την αδικία, μάλιστα όταν αυτές

έχουν ισόβιες συνέπειες;

Η σκέψη κάνει και έναν σταθμό στα ψυχιατρεία ή σε ιδρύματα

που φιλοξενούν άτομα με νοητική υστέρηση. Δεν αντέχεται αυτό το

πράγμα. Πήγα προ καιρού και επισκέφθηκα ένα τέτοιο κέντρο. Με

πλησίασε ένα παλληκάρι είκοσι πέντε χρόνων. Του άρεσαν τα γένεια μου,

η επισκοπική ράβδος και το εγκόλπιο. Έκανε σαν μικρό παιδί. Στην αρχή

προσπάθησε να με αγκαλιάσει, η σπαστικότητά του όμως τον υποχρέωσε

εντελώς άκομψα να με χτυπήσει. Μου έριξε τα γυαλιά, με έσπρωξε άθελά

του και έπεσε εντελώς βίαια επάνω μου. Βλέποντας την έκφραση του

πόνου στο πρόσωπό μου, άρχισε να βγάζει άναρθρες κραυγές. Ο

άνθρωπος αυτός δεν μπορούσε να εκφράσει την αγάπη του, δεν μπορούσε

να χαρεί τη ζωή του, δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει τη χαρά και τη

λύπη, να διακρίνει εμφανείς διαφορές. Κλεισμένος μέσα σε ένα ίδρυμα

μαζί με άλλους, δεν αποφασίζει για τίποτα στη ζωή του. Το αυτεξούσιό

του είναι συμπιεσμένο στο ελάχιστο. Πόσο άνθρωπος είναι αυτός; Πόσο

ανήκει στον εαυτό του και πόσο ρυθμίζεται και διαμορφώνεται από εμάς,

το περιβάλλον του; Κι αν είναι λίγο από αυτό που έχει δώσει ο Θεός στον

κάθε άνθρωπο, γιατί τον δημιούργησε έτσι, ώστε ο ίδιος να μην

41

Page 42: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

εκφράζεται, οι συγγενείς του να υποφέρουν, το κοινό αίσθημα να πάσχει

και η λογική να κομματιάζεται;

Εκεί όμως που καταρρέουν όλες οι σταθερές αυτού του κόσμου

είναι τα νοσηλευτικά ιδρύματα. Σε αυτά, συνυπάρχουν η μεγαλύτερη χαρά

με τον αβάσταχτο πόνο, η αγωνία με την ελπίδα, η έντονη επιθυμία να

γίνεις καλά με τη βαθειά ανάγκη σου να θεραπευτεί και ο άλλος, η αγάπη

γι’ αυτήν τη ζωή με την αναζήτηση της άλλης ή… μιας άλλης. Μια

επίσκεψη σε ένα ογκολογικό κέντρο με παιδάκια ή σε ένα ίδρυμα με άτομα

με ειδικές ανάγκες, γκρεμίζει τη λογική σου, ξεσχίζει το συναίσθημά σου,

καταστρέφει την εσωτερική ησυχία σου, προκαλεί υπαρξιακή απόρριψη

του κόσμου, των κοινωνιών, των επιδιώξεων, των προοπτικών και γεννά

ερωτήματα για το λόγο της υπάρξεώς σου, για την αντιμετώπισή της, για

το τι αξίζει και τι όχι, για την εξουσία, για τον Θεό. Πώς είναι δυνατόν ο

Θεός να συμβαδίζει με αυτήν την τραγικότητα και αδικία; Ποιός από μας,

αν ήταν θεός, θα έφτιαχνε τέτοιον κόσμο; Και γιατί; Μήπως τελικά η

ανθρώπινη φύση κρύβει περισσότερη καλωσύνη από τη θεϊκή; Ή τί και

ποιός είναι σε τελική ανάλυση ο Θεός; Ο λάθος δημιουργός; Ο Δημιουργός

του λάθος κόσμου; Ο ηττημένος από το κακό καλός; Ο Άγιος που δεν έχει

όλη τη δύναμη; Ο Παντοδύναμος που δεν έχει τέλεια αγάπη;

Η μόνη άμυνά σου είναι όλα αυτά να τα απωθείς από την ενεργό

μνήμη. Η αποστασιοποίηση από την αφορμή από τη μια μεριά και το

πέρασμα του χρόνου από την άλλη, είναι οι πάγιοι μηχανισμοί που

κομίζουν το πρόβλημα. Δεν μπορούν όμως να το λύσουν. Κάθε τόσο

εμφανίζονται αφορμές, εκεί που δεν το περιμένεις, που το ξυπνούν. Κάπου

χρειάζεσαι μία απάντηση, κάποια λύση, ένα στήριγμα, λίγη ελπίδα φωτός.

Η παρατήρηση απογοητεύει. Η λογική ανεπαρκεί. Οι στερεότυπες

θρησκευτικές απαντήσεις, αν δεν προκαλούν, δεν πείθουν. Αυτό που πείθει

είναι η πίστη˙ μόνον η πίστη˙ η βαθειά πίστη. Αυτή το αγκαλιάζει κάπως.

Το μεταμορφώνει από πρόβλημα που φοβάσαι, σε ευκαιρία που αποζητείς.

Είναι μονόδρομος η πίστη. Αρκεί να είναι αυθεντική˙ και αληθινή.

Προ καιρού, κάποιοι φίλοι μου μου ζήτησαν να επισκεφτώ ένα

παράλυτο παλληκάρι. Δεν μου είπαν λεπτομέρειες. Μόνον ότι προκάλεσε ο

ίδιος να με συναντήσει. Κάτι είχε ακούσει για μένα και ήθελε να

γνωριστούμε. Είχε πολλά επιστημονικά ενδιαφέροντα, μου είπαν. Όταν

42

Page 43: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ήταν μόλις πέντε ετών, διεπίστωσαν ότι πάσχει από μυϊκή δυστροφία

Duchenne.

Πήγα να τον επισκεφθώ. Στην αυλή του σπιτιού του μας περίμεναν

οι δύο γονείς. Σοβαροί αλλά γλυκύτατοι και ανοιχτόκαρδοι άνθρωποι.

Έδειχναν πανευτυχείς που γνωριζόμασταν – δεν κατάλαβα γιατί – και

εξέφραζαν πληθωρικά την ευγνωμοσύνη τους που… τους έκανα την τιμή

να πάω στο σπίτι τους. Η ευγενής και πρόσχαρη υποδοχή τους εξέφραζε,

όχι φραστικά αλλά ως στάση και συμπεριφορά, ότι η ζωή τους περιείχε

μια έκπληξη χαράς. Κάτι σπάνιο και ασύνηθες, για το οποίο μόνο

καμάρωναν. Αυτό για το οποίο με υποψίασαν οι φίλοι μου ήταν εντελώς

ασύμβατο, με αυτό που εισέπραττα ως αρχικό ερέθισμα. Δεν διέκρινα

καμία υποψία πόνου και φυσικά ούτε ίχνος κακομοιριάς. Κυριαρχούσε μια

λεπτή αίσθηση μεγαλείου.

Ανεβήκαμε τις σκάλες και μπήκα διστακτικά στο σαλόνι.

Κοντοστάθηκα νομίζοντας ότι εκεί θα καθόμασταν.

-Προχωρήστε στο δωμάτιο του Σταύρου. Εκεί είναι ο λεβέντης

μας, η χαρά και η ευλογία μας, μου λένε πηγαία, όχι ψεύτικα ή ψυχο-

υποκριτικά.

Προχωρώ και διακρίνω την… χαρά και ευλογία τους! Ένας νέος

άντρας, τριάντα περίπου ετών, ξαπλωμένος στο κρεβάτι, σκεπασμένος με

μια λινή κουβερτούλα, εδώ και πέντε χρόνια αδυνατεί να κουνήσει και το

κεφάλι του, δύσκολα παίζει το βλέμμα του, μπορεί όμως να κουνάει τα

χείλη του αργά και τον δείκτη από το δεξί του χέρι. Ένα σύστημα

παροχής οξυγόνου βοηθεί την αναπνοή του, ένα σύγχρονο τεχνολογικό

κατασκεύασμα ενισχύει μικροφωνικά τη φωνή του και ένα άλλο

μεταμορφώνει τις κινήσεις του δαχτύλου του σε κείμενο και εικόνα. Μία

ψηφιακή οθόνη πάνω από το κεφάλι του, αποτελεί τον κοντινό σύντροφο

και συνομιλητή του, και ένα εξελιγμένο πρόγραμμα πληροφορικής του

επιτρέπει να ακούει ομιλίες, να αλληλογραφεί, να συνθέτει μουσικά

κομμάτια, να χειρίζεται άριστα με ιδιοφυείς δημιουργίες τα πολυμέσα, να

εκφράζει τον πλούσιο κόσμο του.

Εκδηλώνει θερμά τη χαρά του για την επίσκεψή μου και φυσικά

την ευγνωμοσύνη του για τον… κόπο στον οποίο υποβλήθηκα.

43

Page 44: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Σταύρε, άκουσα πολλά για σένα και γι’ αυτό ήλθα, του λέω.

-Πάτερ, δεν με βλέπετε; Τί ν’ ακούσετε για μένα; Εγώ άκουσα για

σας και ήθελα πολύ να σας γνωρίσω, απαντά με αργή άρθρωση,

κουνώντας δύσκολα τα χείλη, χωρίς καμία σύσπαση του προσώπου του.

-Συγκρινόμαστε; Του λέω. Εγώ είμαι ένας ευνοημένος

ψευτοεπιτυχημένος. Εσύ είσαι ένας αδικημένος ήρωας, τολμώ να

συνεχίσω, βλέποντας ότι η όλη ατμόσφαιρα αντέχει τις σκληρές

αλήθειες.

-Ίσως να είστε πιο ευλογημένος από μένα. Όχι όμως και πιο

ευνοημένος, μου απαντά.

Έκανε μία παύση. Τον δυσκόλευε ο διάλογος στην αναπνοή.

Άρχισε να γράφει στην οθόνη:

-Δοξάζω τον Θεό, διότι μέσα από τη δοκιμασία του σώματός μου,

έχει ζωντανέψει η ψυχή μου και δεν χορταίνει να τρέχει στις πιο όμορφες

γωνιές του νοητού κόσμου. Αν ήμουν όπως οι άλλοι άνθρωποι, δεν θα

μπορούσα να χαρώ την αγάπη του Θεού. Τώρα την απολαμβάνω.

-Ποια αγάπη; Τόλμησα να ρωτήσω λίγο προκλητικά, με τη

σιγουριά ότι θα έπαιρνα την πιο όμορφη και πειστική απάντηση.

Κούνησε τα μάτια του και ελαφριά μειδίασε.

-Αυτή για την οποία εσείς μιλάτε στα κηρύγματά σας, μου

απαντά. Από τον τρόπο που μιλάτε φαίνεται πώς βγαίνουν από μέσα σας.

Εγώ θέλω να σας πώ ότι είναι και πολύ αληθινή. Η αγάπη πρέπει να είναι

αληθινή, δεν αρκεί να είναι αυθεντική.

Ακολουθεί λίγη σιωπή.

-«ΕΙΜΑΙ ΠΟΛΥ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ!!!» γράφει στην οθόνη. «Ούτε τους

γονείς μου δεν λυπάμαι που τόσο ταλαιπωρούνται μαζί μου, γιατί είναι κι

αυτοί ευτυχισμένοι. Ο Θεός είναι δίπλα μας. Τί λέω; Είναι μέσα μας. Όλος

ο Παράδεισος χωράει στο δωμάτιό μου».

-Δεν σου έρχονται καθόλου σκέψεις απελπισίας ή παράπονου;

44

Page 45: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

- Παράπονου, γιατί; «ΖΩ ΑΛΗΘΙΝΑ!!!», γράφει στην οθόνη.

-Τί επιθυμείς από τη ζωή σου;

-«Μόνο να ολοκληρώσω τη σύνθεση κάποιων κομματιών και μετά

ας φύγω. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο Θεός είναι πολύ αληθινός εδώ,

αλλά θα γίνει πιο κοντινός, μόλις τελειώσω με τους εδώ λογαριασμούς.

Λίγο λυπάμαι τους γονείς μου που θα τους λείψω. Με παρηγορεί που θα

ξεκουραστούν λιγάκι και θα με ξανασυναντήσουν».

Άλλαξα τη συζήτηση. Πιάσαμε μάλλον κουβέντα με τους

υπέροχους γονείς του που τόση ώρα καμάρωναν το… θαύμα τους. Έπρεπε

να ξεκουραστεί και ο Σταύρος. Με κέρασαν, μου ανέφεραν την ιστορία

τους, την εξέλιξη της ασθένειας και τη χαρά τους γι’ αυτό το παιδί, που

από τα οκτώ του χρόνια ήταν πλήρως εξαρτώμενο.

Έχω κι άλλον έναν τέτοιο φίλο. Αυτός αρνείται να καθίσει σε

καροτσάκι, για να μην καθηλωθεί. Έχει άλλα τέσσερα αδέλφια και δύο

πεντάγλυκους γονείς. Είναι φοιτητής της Νομικής και ο πατέρας του, με

τη βοήθεια της μητέρας ή κάποιου άλλου, τον σέρνει κυριολεκτικά όπου

χρειάζεται σε καθημερινή βάση. Τα πόδια του αδυνατούν εντελώς να τον

στηρίξουν, δεν μπορεί να πατήσει, ούτε να τα κουνήσει. Παντού πηγαίνει

κουβαλητός. Με πολλή δυσκολία, αν τον βάλουν να καθίσει, μπορεί να

κρατηθεί σε αυτήν τη στάση. Μυαλό ξυράφι. Ψυχολογικά τέλειος.

Χαμόγελο λίγο άκομψο λόγω των μυϊκών προβλημάτων στο πρόσωπο αλλά

το πιο μόνιμα χαρούμενο και εκφραστικό που υπάρχει. Σε κάθε προκλητική

ερώτηση, ετοιμόλογα απαντά γεμάτος καλωσύνη, ευτυχία και αισιοδοξία.

-Καλέ μου φίλε, Νεκτάριε, πόσο χαίρομαι που σε βλέπω.

-Εγώ να δείτε. Πετάω από τη χαρά μου.

-Δεν σε κουράζει που τόσο ταλαιπωρείσαι, που ξοδεύεις τόσο

χρόνο για λίγα λεπτά συνάντησης;

-Τα λίγα λεπτά συνάντησης αξίζουν περισσότερο από κάθε

ταλαιπωρία. Τί λέω; Δεν υπάρχει ταλαιπωρία. Μόνο χαρά, μόνον ευτυχία.

Είμαι πολύ ευτυχισμένος. Βοηθάει κι ο μπαμπούλης μου. Δόξα τω Θεώ.

-Δόξα τω Θεώ για τον πατέρα σου;

45

Page 46: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Και για τον πατέρα μου και για όλα. Είναι πολύ καλός σε μένα ο

Θεός. Μου έχει δώσει δύο σπουδαίες πατερίτσες. Την αγάπη όλων σας και

την πίστη μου. Με αυτές κάνω τα βήματά μου σ’ αυτήν τη ζωή. Χαίρομαι

αφάνταστα. Μου έρχεται να τρέξω. Νομίζω θα τα καταφέρω. Τί λέω; Αφού

ήδη τρέχω.

-Δεν μου λές; Σε βλέπω πάντοτε χαρούμενο. Δεν χάνεις ποτέ το

ηθικό σου; Δεν πέφτεις ποτέ;

-Ποτέ, απαντάει κοφτά. Είμαι ευτυχισμένος.

-Του πρότεινα να συνδεθεί με μια ζωντανή νεανική παρέα, τη

φροντίδα της οποίας έχει ένας νεαρός κληρικός, γεμάτος ζήλο και

αυθεντικότητα. Τον έστειλα όχι τόσο για να βοηθηθεί, όσο για να

βοηθήσει. Εκεί ανέβασε το πνευματικό δυναμικό ολόκληρης της

συντροφιάς. Με τον τρόπο του, με το ύφος του, με την εσωτερική δύναμή

του, με την ελευθερία και ανωτερότητά του, με την πηγαιότητα της

χαράς του, τους άλλαξε την προοπτική, τους προσγείωσε στη ζωή, τους

έδειξε τι σημαίνει αλήθεια και χαρά. Αγάπησε και αγαπήθηκε υπέρμετρα.

Προ καιρού έστειλε ένα γράμμα στον ιερέα, γραμμένο με μεγάλη

πηγαιότητα.

Σεβαστέ πνευματικέ μας, πατέρα Γεώργιε, φιλώ το χέρι σας και

ζητώ την ευχή σας.

Θέλω να σας ευχαριστήσω για το μεγάλο δώρο που μου κάνατε,

την Καινή Διαθήκη, που ποτέ δεν είχα μελετήσει. Έγινε η συντροφιά μου

και η γλυκειά παρηγοριά μου. Κάθε κομμάτι που μελετώ είναι και μια

δροσερή ανάσα στη ζωή μου. την ημέρα και την νύχτα πλέον δεν φοβάμαι.

Όταν την αγγίζω με το χέρι μου, ο φόβος της αβεβαιότητος για το μέλλον

μου εξαφανίζεται.

Θέλω να σας βεβαιώσω ότι από την ημέρα που σας γνώρισα, η

πατρική φωνή σας και εκείνη η απέραντη αγκαλιά αγάπης, με έχουν κάνει

απέραντα ευτυχισμένο. Επίσης θέλω να σας ευχαριστήσω θερμά, μέσα

από την ψυχή μου, και για όσα μεγάλα μου προσφέρετε.

46

Page 47: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Θέλω, επιθυμώ, με όλο το είναι της ψυχής μου, να σας βλέπω, να

σας ακούω, να σας αγγίζω, όσο πιο συχνά μπορούν και οι γονείς μου να με

φέρνουν, όπου θα βρίσκεστε εσείς.

Σεβαστέ, αγαπημένε μας πατέρα, ζητώ την ευχή σας, και είμαι

βέβαιος ότι νοερά θα φτάνει στην ψυχή μου τη στιγμή που θα διαβάζετε

αυτές τις γραμμές, κλέβοντας λίγο από τον πολύτιμο χρόνο σας.

Σας ευχαριστώ θερμά.

Νεκτάριος

Με όλα αυτά, τον Νεκτάριο δεν μπορείς να τον λυπηθείς. Ούτε

τον φοβάσαι. Αισθάνεσαι ότι έχει ανεξάντλητα αποθέματα αντοχών.

Τίποτα δεν μπορεί να τον λυγίσει. Απλά, τον θαυμάζεις. Θαυμάζεις το

πρόσωπο και τη δύναμη της ανθρώπινης φύσης, αλλά και την ετερότητα

της θεϊκής λογικής. Αυτός αντέχει κι άλλα. Και ο Θεός επιτρέπει πολλά…

Πριν από λίγο καιρό, εντελώς ξαφνικά, ο πατέρας του έφυγε από

αυτόν τον κόσμο, από καρδιακή ανακοπή, αφήνοντάς τον χωρίς το

στήριγμα της πολύτιμης παρουσίας του, φορτωμένον από ανησυχίες για

το μέλλον του, να σηκώνει με ανυπολόγιστη κατάθεση πνευματικής

δυνάμεως, πίστεως και αξιοπρέπειας, τη νέα ξαφνική… «αδικία» του. Δεν

αρκούσε το υπόλοιπο δράμα του; Τί χρειαζόταν αυτό το απρόσμενο πικρό

συμπλήρωμα; Αυτός έχει τόσο φιλότιμο! Τί θα πείραζε ένα βραβείο

παρηγοριάς σε έναν τόσο άριστο μαθητή του πανεπιστημίου του πόνου

και της δοκιμασίας; Τελικά δεν πληγώνει τόσο το συμβάν, όσο το αίσθημα

της αδικίας. Δεν υποφέρεις τόσο από το τι, όσο από το γιατί. Ο Νεκτάριος

άξιζε καλύτερης τύχης.

Αυτός όμως πορεύεται σταθερά. Επιμένει να σκέφτεται και να

λειτουργεί σε άλλες συχνότητες. Τα γιατί δεν τον βασανίζουν καθόλου.

Περιμένει ταπεινά στον παρονομαστή του κλάσματος των απαιτήσεων και

των δικαιωμάτων αυτής της ζωής, βεβαιώνοντας όλους με το ήθος του,

ότι η θέση του είναι στον αριθμητή της βασιλείας του Θεού, μαζί με

αδικημένους αγίους, με ματωμένους μάρτυρες, με διωγμένους

ομολογητές, με δοξασμένους αδικημένους, με το «εσφαγμένον αρνίον»

της Αποκαλύψεως, με τον Βασιλέα της δόξης Εσταυρωμένον. Το πρόσωπό

47

Page 48: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

του τώρα βγάζει μυστικό μεγαλείο, ιερή έκφραση, μαρτυρική δόξα. Και ο

λόγος του αναδίδει υπερκόσμια ελπίδα, ανερμήνευτη χάρι, άλλης

διάστασης χαρά. Λάμπει «ωσεί πρόσωπον αγγέλου» (Πράξ. στ’ 15).

Είναι φοβερό! Πώς αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν τα ίδια

ερωτήματα με μας μέσα τους; Πάντα χαμογελαστοί, πάντα χαρούμενοι,

πάντα μεγαλειώδεις. Ίσως τελικά για τον Θεό, η τραγικότητα του

θανάτου ή μιας αναπάντεχης δοκιμασίας, να μην ζυγίζει το ίδιο με τη

δική μας ζυγαριά. Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο, οι άγιοι εκφράζονται με

προκλητικά θετικό τρόπο για τους πειρασμούς, τις θλίψεις και τις

δοκιμασίες. «Δόξα τω δεσπότη, τω εν φαρμάκοις στριφνοίς, την τρυφήν

της υγείας προσάγοντι», γράφει ο μέγας ασκητής και ησυχαστής αββάς

Ισαάκ (Ασκητικά, σ. 199). Ονομάζει τρυφή της πνευματικής ζωής τα πικρά

φαρμάκια. Μέτοχοι αυτής της λογικής και εμπειρίας, κάποιοι

συνάνθρωποί μας, μεταμορφώνουν τις φοβερές δοκιμασίες τους σε

εξωτερική μόνον εικόνα, με περιεχόμενο όμως αδύναμο να καταστρέψει

την ευτυχία της ψυχής τους και με τη ζωή τους, αναδίδουν την αίσθηση

μιας μυστικής τρυφής, ενώ με τον λόγο τους εκφράζουν μια συνεχή και

βαθειά δοξολογία.

Δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό να κάνω μία μικρή

αναφορά σε έναν από τους καλύτερους φίλους μου και ίσως μοναδικό

πνευματικό δάσκαλό μου. Παλιός ποδοσφαιριστής της Εθνικής.

Πρωταθλητής και προπονητής στο δέκαθλο. Χάρισμά του να διαλέγει τα

ταλέντα. Αποφασίζει να παντρευτεί. Τον βοηθάει το χάρισμα. Βρίσκει μια

θαυμάσια κοπέλα. Παντρεύονται και ακριβώς σε ένα μήνα καρφώνεται με

το μηχανάκι του σε μια κολόνα. Επτά μήνες σε αφασία. Όλες οι λοιμώξεις

επάνω του. Τις αντιμετωπίζει επιτυχώς. Σταδιακά συνέρχεται. Ανατρέπει

τα ιατρικά προγνωστικά. Ανοίγει τα μάτια. Αρχίζει να μιλάει. Σηκώνεται.

Στον χρόνο επάνω περπατάει. Κάπως ιδιόμορφα. Νέες εγχειρήσεις

αποκατάστασης. Δεν το βάζει κάτω. Πανελλήνιος πρωταθλητής

κολύμβησης στην παραολυμπιακή ομάδα.

-Είμαι πανευτυχής. Δόξα τω Θεώ. Όλα τέλεια.

Αυτό συνέχεια επαναλαμβάνει. Καταστράφηκε η περιουσία του,

έχασε το επάγγελμά του, γκρεμίστηκε το μέλλον του, παρέλυσε ο κόσμος

48

Page 49: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

των στοιχειωδών ανέσεών του, φτώχυνε εξωτερικά η οικογενειακή

προοπτική του. Έγινε όμως πιο αληθινή η ζωή του, πιο αυθεντική η σχέση

με τη γυναίκα του, πιο βαθειά η κοινωνία του με τον Θεό. Μηδενίστηκαν

τα παράπονα, τα άδεια λόγια, οι άσοφες επιλογές.

Ο Γιάννης παραμένει κοντά μας για να μας εμπνέει σε μια άλλη

πορεία, να μας πείθει σε μια άλλη λογική, να μας διδάσκει έναν άλλον

Θεό. Τον Θεό που δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά στα γεγονότα, αλλά

αποδεικνύεται πάνω στη ματιά και τον λόγο κάποιων «άτυχων» και

σπάνιων ανθρώπων. Κάποιων ανθρώπων που ο οδοστρωτήρας των

δοκιμασιών τσαλάκωσε το σώμα τους, δεν κατάφερε όμως να συνθλίψει

την ψυχή τους. Ο δικός της οδοστρωτήρας έκανε συντρίμμια τον

ορθολογισμό και τη στενοκαρδία του σύγχρονου ανθρώπου.

Να προσθέσω και ένα τέταρτο περιστατικό.

Πάνε δέκα χρόνια που γνώρισα μια κοπέλα κοντά στα σαράντα.

Ψυχή καθαρή. Βλέμμα διάφανο. Πίστη βαθειά. Εκκλησιαστικό στήσιμο μη

εμφανές. Η καλωσύνη αποτυπωμένη σε όλα τα μέρη του προσώπου της,

στις κινήσεις της, στις εκφράσεις και στη χροιά της φωνής της.

Με αρκετά χρόνια καθυστέρηση φέρνει στον κόσμο ένα κοριτσάκι

με βαρειά συγγενή καρδιοπάθεια, εμφανή υδροκεφαλία, ανισοσκελία και

ενδεχόμενη νοητική υστέρηση. Ο άντρας της επιμένει κάπου να το

εγκαταλείψουν. Επιμένει αφόρητα. Την απειλεί ότι θα την αφήσει. Αυτή με

κανέναν τρόπο δεν αντέχει στη σκέψη. Την παρατάει και φεύγει. Μένει

μόνη, συντροφιά με τον ασήκωτο σταυρό της. Προβλήματα οικονομικά,

κοινωνικά, προσωπικά ανυπέρβλητα. Εργάζεται ως παρασκευάστρια στο

Νοσοκομείο Παίδων. Πάνω στο δράμα της σπάει η λογική της. Ανοίγει η

καρδιά της. Ξεπερνά τη φύση της και παραβιάζει τη λογική μας˙ τη

λογική του κάθε ανθρώπου. Τότε για πρώτη φορά συνειδητοποιεί ότι δεν

είναι μόνη η δική της περίπτωση. Υπάρχουν και άλλα παιδάκια με

ανάλογα προβλήματα, που φτάνουν στα νοσοκομεία, εγκαταλελειμμένα

από τους γονείς τους.

Αποφασίζει και κάνει την πιο «τρελή», πολύ αυθόρμητη και

λογική γι’ αυτήν κίνηση. Ύστερα από πολλές ταλαιπωρίες τα καταφέρνει.

Μαζί με το δικό της παιδάκι, αναλαμβάνει να μεγαλώσει και δύο ακόμη

49

Page 50: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

παιδιά, ένα με σύνδρομο Down και ένα με μυϊκή δυστροφία. Χάνει τον

σύζυγό της και γίνεται μάνα τρεις φορές. Αληθινή μάνα και πολύ μάνα.

-Εγώ δεν είχα πίστη να εξηγήσω γιατί ο Θεός επιτρέπει αυτά τα

δράματα, λέει. Το έλλειμμα της πίστης μου αποφάσισα να το καλύψω με

πλεόνασμα αγάπης, που τη βρήκα να κοιμάται μέσα μου. την ξύπνησα και

προχώρησα. Απλά, ο Θεός μου δίνει και τη δύναμη να τα βγάλω πέρα. Και

δεν μου δίνει μόνο δύναμη˙ μου δίνει καθημερινά θαύματα. Αν με

ρωτήσετε γιατί το επιτρέπει, δεν γνωρίζω την απάντηση. Αυτό που

γνωρίζω είναι ότι υπάρχει και ότι είναι γεμάτος αγάπη πολλή και μεγάλη.

Από αυτήν παίρνω και εγώ. Δοξασμένο το όνομά Του!

Τα παιδάκια πηγαίνουν όλα πολύ καλά. Συνεχώς διαψεύδουν τους

γιατρούς τους. Να δείτε τον Κωστάκη μου με το Down, είναι ένα κουκλί.

Μεγάλη ευλογία του Θεού! Κάνω εγώ ό,τι μπορώ και ο Θεός συμπληρώνει.

Να δείτε τι λόγια μου λένε. Όλη η σοφία του Θεού είναι επάνω τους. Τώρα

που έχουν λίγο μεγαλώσει, αισθάνομαι ότι έχω την καλύτερη οικογένεια.

Δεμένη με αγάπη και ειλικρίνεια. Δεμένη με την ευλογία του Θεού. Έχει

κόπο, έχει πόνο, αλλά κυριαρχεί η αληθινή χαρά. Αυτοί που απορρίπτουν

αυτά τα παιδιά, διώχνουν την πιο λεπτή ευλογία του Θεού.

Πράγματι, πολλές φορές μέσα σε τέτοια παιδιά, που τα

περιφρονεί ο ορθολογισμός και η σκληροκαρδία της εποχής και του

πολιτισμού μας, βλέπει κανείς να αναπαύεται ο Θεός. Αλλά πάλι, μέσα στη

δοκιμασία τους, μας διδάσκουν θαυμαστά.

Θυμούμαι τη Μυρτώ. Ένα μικρό χαριτωμένο κοριτσάκι.

Προσβλήθηκε από οξεία λευχαιμία. Με απαράμιλλη σιωπή και υπομονή, με

ένα γλυκύτατο βλέμμα που εξέπεμπε συνεχώς το χλωμό προσωπάκι της,

αντιμετώπιζε τις πιο επιθετικές θεραπείες που της έκαναν. Κι όσο ήταν

αυτή ανεκτική, τόσο κατέρρεαν οι γονείς της, που σταδιακά έχασαν μαζί

με τις ελπίδες τους και τα τελευταία ψήγματα της πίστεώς τους. Δεν

ήταν άνθρωποι πιστοί ούτως ή άλλως. Κάτι όμως υπήρχε μέσα τους. Την

είχαν στείλει και σε καλό σχολείο. Είχε μια δασκάλα που την

υπεραγαπούσε. Κάθε φορά πριν κοιμηθεί έκανε το σταυρό της λέγοντας˙

«Σταυρέ του Χριστού, σώσον ημάς τη δυνάμει Σου». Έτσι της είχε πει η

δασκάλα.

50

Page 51: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Γιατί κάνεις το σταυρό σου; Ρωτούσε η μητέρα της.

-Για να μου δίνει δύναμη ο Χριστός, απαντούσε. Έτσι μας είπε η κ.

Παρασκευή στο σχολείο.

-Δεν του λές καλύτερα να σε κάνει καλά;

-Δεν χρειάζεται, αφού μου δίνει δύναμη και χαρά.

Οι γονείς δεν επέμειναν. Δεν καταλάβαιναν και πολλά. Καθώς

όμως προχωρούσε η ασθένεια, τα έβαλαν με το Θεό. Παρά ταύτα δεν

μπορούσαν να τα βάλουν με το παιδί, που συνέχισε να κάνει τον σταυρό

του και να λέει προσευχούλες.

Η Μυρτώ πέθανε οκτώ χρόνων, ζητώντας από τη μητέρα της να

της πει το «Πάτερ ημών», γιατί αυτή δεν μπορούσε πλέον. Άφησε την

κούκλα από την αγκαλιά της, σταύρωσε τα χεράκια της και ζήτησε την

προσευχή. Η μητέρα της δεν μπόρεσε να της χαλάσει το χατίρι. Το έκανε

με λυγμούς. Άφησε τη λογική των επιχειρημάτων και των αποδείξεων, του

στενού μυαλού και της σκέψης και λειτούργησε στον κόσμο του παιδιού

της. Μαζί με τα δάκρυα από τα μάτια της, έβγαλε και πίστη από την

καρδιά της. Καθώς έχανε τη Μυρτώ, κέρδιζε τον Θεό. Η κορούλα της

είναι η πνευματική της μητέρα. Θυμήθηκε τα λόγια της. Δεν είχε το παιδί

της ζωντανό στην αγκαλιά της. Είχε όμως δύναμη, αντοχή και χαρά.

Γιατί σε μένα, Θεέ μου;

Ευλογημένα «γιατί»!

Ερώτημα τόσο συχνό, τόσο βαθύ, τόσο δυνατό στην εκφορά του,

τόσο δύσκολο στην απάντησή του. Ερώτημα τόσο αληθινό, τόσο

ανθρώπινο, τόσο απαιτητικό, πού όμως από τη φύση του δεν αντέχει στον

λόγο, δεν εκφράζεται με το στόμα, δεν μπαίνει σε λέξεις, δεν

δημοσιοποιείται σε ακροατήριο, πολύ δε περισσότερο, δεν επιδέχεται

μονοσήμαντες απαντήσεις από κάποιους που δήθεν γνωρίζουν προς

κάποιους άλλους που σίγουρα πονούν. Ίσως είναι το κατ’ εξοχήν θέμα για

το οποίο δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνονται ομιλίες. Είναι πολύ βαθύ

για να έλθει στην επιφάνεια της συνειδητοποίησης. Είναι πολύ επώδυνο

51

Page 52: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

για να χωρέσει στον ορίζοντα των αντοχών μας. Είναι πολύ προσωπικό

για να εντοπισθεί στο στερέωμα του δημόσιου λόγου. Ίσως αυτό το

ερώτημα να πονάει πιο πολύ και από την αιτία που το δημιουργεί. Γιατί

όλοι ξέρουμε πως δεν έχει εύκολη απάντηση. Και όμως είναι τόσο επίμονο

και αληθινό.

Γιατί σε μένα, Θεέ μου; Ηχεί στα αυτιά μου αυτό το ερώτημα και

αντηχεί βαθιά στην καρδιά μου. Είναι το ερώτημα κάθε γονιού που το

παιδί του πάσχει ή κάθε ανθρώπου που έχει χτυπηθεί από ανίατη

ασθένεια. Πώς είναι δυνατόν αυτό το ερώτημα να μεταμορφωθεί σε

ομιλία, συμβουλή, γνώμη ή απάντηση;

Το ερώτημα αυτό συνεχώς διατυπώνεται και απαντάται μόνο με

δάκρυα, όχι με λέξεις, με αισθήματα, όχι με σκέψεις, με σιωπή, όχι με

απόψεις, με συμπόνια, όχι με απαντήσεις. Πώς να το κάνουμε; Συχνά τα

μάτια μιλούν πιο εύγλωττα από το στόμα, ο αναστεναγμός πιο δυνατά

από τη σκέψη και η πονεμένη απορία εκφράζει περισσότερο την αλήθεια

από την όποια απάντηση.

Στρέφω το βλέμμα μου τριγύρω και αντικρίζω συνανθρώπους μας

που πάσχουν, αδελφούς μας που λυγίζουν, που θα ήθελαν κάπως να

εκφραστούν, αλλά είτε αδυνατούν είτε διστάζουν είτε και φοβούνται.

Όλοι αυτοί, τελικά, δεν είναι… άλλοι, ξένοι, αδιάφοροι για μας, αλλά είναι

το αγνότερο και αναγκαιότερο κομμάτι του εαυτού μας, μια που η

συνάντηση μαζί τους μέσα μας, καταργεί το εγώ μας. Θα ήθελα λοιπόν

για λίγο να δανείσω τα χείλη της δικής μου ψυχής στην ανάγκη της δικής

τους να εκφράσει τον βουβό της πόνο και να διατυπώσει την επίμονη

απορία της.

Προ καιρού μου δόθηκε η ευκαιρία να επισκεφθώ το Νοσοκομείο

Παίδων. Πήγα στο γραφείο της διευθύντριας του Ογκολογικού που έτυχε

να γνωρίζω. Μου πρότεινε να επισκεφθούμε τους θαλάμους των παιδιών.

Απέφυγα να συναινέσω. Έριξα μια ματιά στους τοίχους του πρωτότυπου

γραφείου της, που ήταν γεμάτοι από πρόσωπα πονεμένα και ελπιδοφόρα,

πληγωμένα και αγωνιστικά. Άλλα ακόμη βρίσκονται κοντά μας για να

πολλαπλασιάζουν τη χαρά και άλλα μας έχουν φύγει για να προκαλούν την

ανάγκη της συνάντησης μαζί τους στην αγκαλιά του Θεού.

52

Page 53: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Τα βιβλία σ’ αυτό το γραφείο ήταν πιο λίγα από τις φωτογραφίες.

Οι πολλές επιστημονικές γνώσεις πιο φτωχές από το περίσσευμα της

αληθινότητας της ζωής. Οι απορίες και το άγνωστο πιο ξέθωρα από τη

λάμψη της παράξενης αγάπης αυτού του χώρου.

Βγήκαμε από το γραφείο της και νόμιζα ότι έβγαινα από την

αλήθεια για να μπω στο ψέμα αυτής της ζωής, αλλά με μια ανομολόγητη

ανακούφιση. Σκόνταψα όμως στη μεγαλύτερη αλήθεια. Στο σαλόνι, σε ένα

τραπεζάκι, έπαιζαν επιτραπέζια παιχνίδια τρία παιδάκια, δίχως μαλλιά, με

πρόσωπα ωχρά, με ενδοφλέβιες χημειοθεραπευτικές παροχές στα χέρια.

Δίπλα τους ισάριθμες νεαρές μητέρες και ένας παππούς. Τα μάτια των

μεγάλων μονομιάς καρφώθηκαν επάνω μου. τα παιδάκια αμέριμνα

συνέχισαν τη διασκέδασή τους. Εγώ αμήχανα δεν τολμούσα να δώσω το

ψεύτικο χαμόγελο του… καλού παπά που ήλθε να κάνει την καλή του

πράξη. Ποτέ το βλέμμα των γονέων και η αμεριμνία των παιδιών δεν με

είχαν τόσο βαθιά τρυπήσει. Η εικόνα αυτή αυτόματα μεταμορφώθηκε σε

ερώτημα που ηχεί στα αυτιά μου μέχρι αυτήν τη στιγμή. Τα μάτια αυτά

διψούσαν για μια γουλιά απάντησης στην πιο λακωνική, αλλά πιο εσώτερη

απορία που σχηματίζεται στην καρδιά κάθε φυσιολογικού ανθρώπου

«Γιατί σε μένα, Θεέ μου»;

Τελικά, τα πονεμένα μάτια μπορούν να ξεδιψάσουν μόνο με το

δάκρυ τους. Όχι με τον λόγο μου, σκέφτηκα. Τους αποχαιρέτησα και πήρα

μαζί μου, μαζί με την ανάμνηση της έκφρασής τους, το ερώτημα.

Γιατί;

Γιατί ο πόνος; Γιατί η αδικία; Γιατί τα παιδάκια; Γιατί τόσο

πρόωρα; Γιατί με αυτόν τον τρόπο; Γιατί την απερίγραπτη χαρά της

αθώας παρουσίας τους να τη διαδέχεται ο αβάσταχτος πόνος; Γιατί; Και

αν είναι για το άγνωστο καλό μας, γιατί αυτό το καλό μας να είναι τόσο

πικρό;

Γιατί σε μένα;

Τί κακό έκανα; Πού να ψάξω να βρω μέσα μου την άγνωστη σε

μένα αιτία; Και αν φταίω εγώ, δεν μπορώ κάτι να κάνω για να ανατρέψω

τα πράγματα; Και ποιός ο λόγος εξ αιτίας μου να υποφέρει αυτό το αθώο

53

Page 54: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

πλασματάκι; Αυτό μου φαίνεται πιο αδύνατο να το αντέξω. Κινδυνεύω να

χάσω και τη λίγη και ασθενική πίστη μου. Τελικά, ποιό το όφελος αυτής

της ιστορίας;

Γιατί σε μένα, Θεέ μου;

Δεν είμαι παιδί σου; Δεν είσαι Θεός αγάπης; Τί σχέση μπορεί να

έχει η αγάπη Σου με το μαρτύριο μου; Πώς να με προσελκύουν τα

μαστιγώματά Σου; Πώς συνδυάζεται η καλωσύνη Σου με την ανερμήνευτη

λογική του πόνου, με τη θλίψη, με το ενδεχόμενο του σκανδαλισμού;

Νέο ζευγάρι! Μόλις έχουν γνωριστεί. Το όραμά τους να ζήσουν

την αγάπη τους. Όσο πιο έντονα γίνεται! Όσο πιο πλούσια! Όσο πιο βαθιά!

Αυτό είναι ζωή! Αυτό δεν έχει μόνο γλύκα και ομορφιά˙ έχει δύναμη. Δεν

αντέχει μόνο του δεν περιορίζεται από την αυτάρκειά του. Αυτό γεννά,

πολλαπλασιάζεται, δίνει ζωή.

Μέσα στη ζάλη της αγάπης τους παντρεύονται. Περνάει τόσο

όμορφα ο πρώτος καιρός! Κοιτιούνται στα μάτια και επιβεβαιώνουν την

πεποίθησή τους ότι όλα θα πάνε καλά. Κανένα συννεφάκι δεν θα σκιάσει

τη λιακάδα των ονείρων τους.

Τώρα περιμένουν ένα παιδί. Αυτό επικεντρώνει την καταξίωση

της κοινής ζωής τους. Αυτό προσδιορίζει το όνειρό τους. Αυτό

περιμαζεύει τις ελπίδες τους. Η κοπέλα είναι έγκυος. Το χαμόγελό τους

ξεπερνά σε άνοιγμα την αγκαλιά τους. Είναι η πρώτη φορά που στην

αγάπη τους μπαίνει κάποιος άλλος που, ενώ δεν φαίνεται, την

πολλαπλασιάζει και την στερεώνει. Οι αλλοιώσεις του γυναικείου

σώματος πιστοποιούν τα σημάδια μιας νέας ζωής που γεννιέται από

αγάπη, αλλά και η ίδια γεννά αγάπη. Το μικρό, αόρατο έμβρυο, που το

καταλαβαίνουν χωρίς να το βλέπουν, δίνει το ίδιο ζωή στους γονείς.

Πράγματι ανακαλύπτουν ότι αγαπιούνται, όχι μόνο πιο πολύ αλλά και

διαφορετικά. Η ποιότητα της σχέσης τους αναβαθμίζεται.

Η κοπέλα είναι ήδη μητέρα. Απλά, περιμένει να σφίξει στην

αγκαλιά της το παιδάκι της. Η μέρα του τοκετού έρχεται. Τον φυσικό

πόνο τον διαδέχεται η χαράς μιας καινούργιας ζωής, η ομορφιά μιας νέας

παρουσίας στο σπίτι, η έκπληξη ενός ανεπανάληπτου προσώπου. Δυο

54

Page 55: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

γονείς μπορούν να δώσουν 1040 διαφορετικά παιδιά. Αυτό είναι ένα από

αυτά. Μαζί του περνούν χαρές, ξενύχτια, αγωνίες, φροντίδα, αγκαλιές,

φιλιά, παιχνίδια, όνειρα. Το παιδάκι μεγαλώνει. Αρχίζει να κουνιέται, να

χαμογελάει, να μιλάει, να περπατάει, να κάνει τις πρώτες του ζημιές,

ίσως να πηγαίνει στο σχολείο.

Ο σύνδεσμος αυξάνει. Οι φόβοι διαδέχονται ο ένας τον άλλον.

Ακούμε ότι κάποιο άλλο παιδί προσβάλλεται από σοβαρή ασθένεια. Το

χαμόγελό μας κόβεται. Αλλά για λίγο. Βαθείς φόβοι, ενδόμυχοι,

περιγράφουν την ατμόσφαιρα της ψυχής και προσδιορίζουν την

ταυτότητα της διαθέσεώς μας. Όχι, αποκλείεται! Αυτό δεν θα συμβεί σε

μας. Κάποιος λόγος υπάρχει και η αρρώστια χτύπησε το άλλο σπίτι. Η

πιθανότητα να επισκεφθεί και το δικό μας είναι από μικρή έως σχεδόν

ανύπαρκτη. Με τα ψήγματα της πίστης που έχουμε σταυροκοπιόμαστε

μυστικά. Αν υπάρχει Θεός, θα μας δει, θα μας προστατεύσει τώρα που

προλάβαμε, έστω ψυχολογικά, να Τον επικαλεστούμε. Εξ άλλου ο Θεός

είναι αγάπη. Αν δεν λυπηθεί εμάς, θα λυπηθεί το καημένο το παιδάκι μας.

Είναι τόσο αθώο.

Το παιδί μας όμως εκεί που παίζει ζαλίζεται ή κάποιο πρωινό

εμφανίζει υψηλό πυρετό που διαρκεί για μέρες και δεν πέφτει ή πονάει

επίμονα και ανεξήγητα. Φοβούμαστε. Είμαστε όμως βέβαιοι πως οι

εξετάσεις θα δείξουν ίωση, ή , στη χειρότερη περίπτωση, κάποια παιδική

ασθένεια που στο παρελθόν μεν ταλαιπωρούσε τον κόσμο, στις μέρες μας

όμως η ιατρική την αντιμετωπίζει με επιτυχία.

Έχουν περάσει αρκετές μέρες. Την αιθρία της χαράς μας τη

διακόπτουν οι αλλεπάλληλοι κεραυνοί των ιατρικών γνωματεύσεων. Η

διάγνωση θυμίζει το νόστιμο θαλασσινό που όμως η μία δαγκάνα του

σφίγγει το μυαλό μας και η άλλη κατατρυπάει την καρδιά μας. Είναι

καρκίνος (κάβουρας). Αυτό που με λαιμαργία συνήθως καταβροχθίζουμε,

τώρα κατατρώει την ύπαρξή μας. Ούτε που θέλουμε να το σκεφτούμε

ούτε που μπορούμε να το συνειδητοποιήσουμε. Πριν από λίγες μέρες

σφιχταγκαλιαζόμασταν που ο Θεός μας χάρισε ένα δικό Του αγγελούδι.

Σήμερα η αγκαλιά μας σαν λεκάνη μαζεύει τα δάκρυά μας, μήπως πρόωρα

περιμαζέψει το δικό μας τώρα αγγελούδι.

55

Page 56: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Την καταιγίδα των ιατρικών εξετάσεων τη διαδέχεται το

σφυροκόπημα των αναπάντητων γιατί. Γιατί, Θεέ μου τόσος πόνος; Τί

φταίει αυτό το αθώο πλασματάκι; Γιατί το δικό μου το παιδί που μου

φαντάζει το καλύτερο και όχι ένα άγνωστο και απόμακρο; Γιατί να πονάει,

να ταλαιπωρείται, να βασανίζεται, αμίλητα και αδιαμαρτύρητα

ανυποψίαστο να υπομένει; Γιατί να κινδυνεύει πρόωρα να εγκαταλείψει τα

παιχνιδάκια του, τα όνειρά μας, την προοπτική του, τα αδελφάκια του,

εμάς, τους γονείς του, αυτόν τον κόσμο; Γιατί να συμβαίνουν όλα αυτά

και καμιά λογική να μην μπορεί να μας συμπαρασταθεί, καμιά ερμηνεία να

μας παρηγορήσει, κανένας λόγος να μας στηρίξει, κανένας θεός να μας

αγγίξει;

Ξεφεύγουμε από αυτά και ζητούμε καταφύγιο στη λογική κάποιου

θαύματος. Πού ξέρεις; Ο Χριστός ανέστησε την κόρη του Ιαρείου και τον

γυιό της χήρας της Ναΐν˙ θεράπευσε την κόρη της Χαναναίας και τον

δούλο του εκατοντάρχου. Ο Θεός αγαπά ιδιαίτερα τα παιδάκια και στην

αθωότητά τους διαρκώς μας προτρέπει να μαθητεύουμε. Η αγάπη Του

είναι ανεξάντλητη. Τόσα θαύματα γίνονται μακρυά μας και έγιναν στο

παρελθόν, γιατί να μην γίνει και ένα στις μέρες μας και στο παιδάκι μας;

Τί Θεός είναι; Ένα θαύμα δεν μπορεί να κάνει;

Η προσπάθεια όμως να παρηγορηθούμε επιτείνει τη δοκιμασία

μας. Τα θαύματα είναι θαύματα γιατί δεν είναι και τόσο συχνά. Κι αν πάλι

κάνει το θαύμα σε μας, αυτό δεν είναι αδικία; Γιατί μερικοί να ζουν την

ευεργετική παρουσία Του και άλλοι να τη στερούνται; Γιατί κάποιοι να

Τον δοξάζουν και οι πολλοί υπόλοιποι να ταπεινώνονται απίστευτα και να

Τον εκλιπαρούν; Και αν πάλι μπορεί να κάνει το θαύμα, γιατί δεν

θεραπεύει όλους ή πολύ περισσότερο δεν καταργεί τις ασθένειες να

ζήσουμε τα λίγα χρόνια μας ήσυχα και με χαρά; Μήπως τελικά ή υπάρχει

Θεός για να βασανιζόμαστε ή δεν υπάρχει και βασανιζόμαστε;

Κάποιοι μας πλησιάζουν και μας λένε ότι μας αγαπάει ο Θεός και

γι’ αυτό επιτρέπει τη δοκιμασία. Αυτούς που μας παρηγορούν και

απαντούν στον πόνο μας με συμβουλές και λόγια, γιατί δεν τους αγαπάει

και αγαπάει μόνον εμάς; Γιατί τα δικά τους τα παιδιά να παίζουν

αμέριμνα και να γελούν και το δικό μας χλωμό να ζει μέσα στα φάρμακα

και τις μπουκάλες; Γιατί τα παιδιά τους να διασκεδάζουν με αστεία και

56

Page 57: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

παιδικές αταξίες και το δικό μας να ξεγελιέται με τα ψεματάκια μας και

τις χαζοελπίδες ότι δήθεν θα γίνει καλά και θα ξαναπάει στο σχολείο;

Γιατί αυτοί να μπορούν να χτίσουν όραμα για τα παιδιά τους κι εμείς να

τρέμουμε στη σκέψη του μέλλοντος και της προοπτικής τους;

Κι αν υποθέσουμε ότι ο Θεός αποφασίζει να μην αρρωσταίνουν τα

παιδάκια, πώς αντέχεται και πώς συμβαδίζει με την αγάπη και θεότητά

Του να βασανίζονται οι μεγαλύτεροι;

Αλλά και η ζωή γιατί να είναι τόσο τραγική; Γιατί να φοβάσαι να

αγαπήσεις; Να διστάζεις να δοθείς; Να το σκέφτεσαι να συνδεθείς; Όσο

πιο δυνατή είναι η αγάπη, τόσο περισσότερο πονάει ο χωρισμός. Όσο πιο

βαθιά είναι τα αισθήματα, τόσο πιο πολύ πληγώνει ο πόνος. Αλήθεια,

γιατί;

Μοιάζει ώρες – ώρες αυτά τα «γιατί» να φταίνε που υποφέρουμε.

Κάποιοι μας συμβουλεύουν να μην ρωτάμε˙ δεν επιτρέπονται τα «γιατί»

στον Θεό. Ίσως αυτή η αμαρτία μας να είναι υπεύθυνη για την

ταλαιπωρία του παιδιού μας.

Και όμως αυτά τα «γιατί», όταν διατυπώνονται ταπεινά και με

ήσυχο πόνο συνθέτουν όχι μόνο την εικόνα του πιο αληθινού εαυτού μας,

αλλά και εκφράζουν την πιο αληθινή υπαρξιακή απορία αυτού του κόσμου.

Η «ευλογία» του πόνου

Ευλογημένα «γιατί»!

Τα καθαγίασε ο Ίδιος ο Χριστός στο σταυρό «Θεέ μου, Θεέ μου,

ίνα τί με εγκατέλειπες;» Θεέ μου, γιατί μου το ΄κανες αυτό; Τί σου έκανα;

Δεν είμαι ο Υιός σου; Το ίδιο ακριβώς ερώτημα με το δικό μου το οποίο

έμεινε και αυτό αναπάντητο. Έμεινε αναπάντητο στα φαινόμενα. Τα

γεγονότα όμως φανέρωσαν την απάντηση.

Τέτοια πολλά «γιατί» βγήκαν και από το στόμα του πολύαθλου

Ιώβ ή τη γραφίδα του τραυματισμένου Δαυΐδ, δυο ανθρώπων που οι

τραγικοί θάνατοι των παιδιών τους σφράγισαν το πέρασμά τους από την

ιστορία και που μας παρουσιάζονται συχνά ως μοναδικά πρότυπα πίστης,

εγκαρτέρησης και υπομονής.

57

Page 58: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Το ερώτημα αυτό το απευθύνουμε στον Θεό, το λέμε στον εαυτό

μας, το επαναλαμβάνουμε στους ανθρώπους που νοιώθουμε ότι ιδιαίτερα

μας αγαπούν. Το λέμε κυρίως για να εκφράσουμε το μέσα μας, το λέμε

όμως και προσδοκώντας το χάδι μιάς απάντησης. Ποιός όμως μπορεί να

δώσει μια απάντηση; Ακόμη κι αν την ξέρει, ποιός μπορεί να μας την πει;

Λέγει ο Μέγας Βασίλειος προς πενθούντα πατέρα ότι ο πόνος

κάνει τον άνθρωπο τόσο ευαίσθητο, ώστε μοιάζει με το μάτι που δεν

ανέχεται ούτε το πούπουλο. Και η πιο τρυφερή κίνηση αυξάνει τον πόνο

του πονεμένου. Και η πιο διακριτική αναλογία δεν αντέχεται. Ο λόγος που

εκφέρεται ως λογικό επιχείρημα ενοχλεί αβάσταχτα. Μόνο το δάκρυ, η

κοινωνία της απορίας, η σιωπή, η εσωτερική προσευχή θα μπορούσαν να

ανακουφίσουν τον πόνο, να φωτίσουν το σκοτάδι ή να γεννήσουν μια

μικρή ελπίδα.

Ο πόνος γεννά αλήθεια, συμπόνια, κοινωνία.

Ο πόνος δεν ξυπνάει μόνον εμάς, αλλά γεννάει και την αγάπη

στους γύρω μας. Προσπαθούν να μπουν στη θέση μας. Αγωνίζονται στον

καιρό της ασφάλειά τους να μοιραστούν τα πιο ανεπιθύμητα γι’ αυτούς

δικά μας αισθήματα. Και το κάνουν. Ο πόνος γεννά την υπομονή μας,

ταυτόχρονα όμως γεννά και τον εξ’ αγάπης σύνδεσμο με τους αδελφούς

μας. Ο πόνος γεννά την αλήθεια. Η συμπόνια των άλλων τη φυτεύει στη

δική μας καρδιά. Εκεί διακριτικά κρύβεται και η απάντηση.

Έτσι γεννιέται στην καρδιά η παρηγοριά, η γλύκα και η

ανακούφιση της οποίας είναι πολύ εντονότερες ως εμπειρίες από το

βάρος του πόνου.

Η απάντηση γεννιέται μέσα μας.

Δυο γονείς, μας λέγουν οι επιστήμονες, μπορούν να κάνουν

άπειρα διαφορετικά παιδιά. Όσο διαφέρουν οι φυσιογνωμίες μας, άλλο

τόσο και παραπάνω ποικίλουν οι εκφράσεις του εσωτερικού κόσμου μας.

Το ίδιο και οι απαντήσεις στα μεγάλα αυτά ερωτήματα. Αν ένας τρίτος

μας δώσει τη μία «σωστή» δήθεν απάντησή του, θα καταστρέψει την

ποικιλότητα και την προσωπικότητα των δικών μας απαντήσεων˙ των

ιερών απαντήσεων που για τον καθένα μας επιφυλάσσει ο Θεός. Η

58

Page 59: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

υποτιθέμενη σοφία του όποιου σοφού θα συντρίψει την αλήθεια και την

ελευθερία του Θεού μέσα μας.

Το μεγάλο λάθος είναι να περιμένουμε την απάντηση απ’ έξω μας,

από τους άλλους. Ποιός σοφός; Ποιός φωτισμένος; Ποιός φιλόσοφος;

Ποιός ασφαλισμένος στην ορθότητα των επιχειρημάτων του ιερέας

γνωρίζει την απάντηση των τόσο προσωπικών μας «γιατί»;

Η απάντηση μπορεί να ανιχνευθεί μόνο μέσα μας. Ούτε στις

ανάλογες δήθεν περιπτώσεις. Ούτε σε βαρύγδουπα βιβλία. Ούτε σε

συνταγές παρηγοριάς κα σοφίας. Η απάντηση δεν υπάρχει κάπου, δεν την

ξέρει κάποιος. Η απάντηση γεννιέται μέσα μας. Η δική μας απάντηση

είναι το δώρο του Θεού.

Ο πόνος μας βγάζει από τα ανθρώπινα μέτρα.

Τελικά αυτά τα «γιατί» δεν έχουν τις απαντήσεις που η φτώχια

και η αδυναμία μας περιμένει. Στη λογική αυτή συνήθως παραμένουν

αναπάντητα. Γι’ αυτό και ο Χριστός για τον θάνατο δεν είπε παρά

ελάχιστα. Απλά, ο Ίδιος επέλεξε και πόνεσε όσο κανένας άλλος. Και όταν

αναστήθηκε, το στόμα Του έβγαλε περισσότερη πνοή και λιγότερα λόγια.

Δεν είπε τίποτε για ζωή και θάνατο – μόνο προφήτευσε το μαρτύριο του

Πέτρου. Ο πόνος δεν απαντιέται με επιχειρήματα. Ούτε η αδικία και ο

θάνατος αντιμετωπίζονται με τη λογική. Τα προβλήματα αυτά λύνονται

με το εμφύσημα και την πνοή που μόνον ο Θεός δίνει. Λύνονται με το Άγιο

Πνεύμα. Ξεπερνιούνται με την ταπεινή αποδοχή του θελήματος του Θεού

που είναι τόσο αληθινό αλλά συνήθως και τόσο ακατανόητο.

Στο διάβα της η δοκιμασία συνοδεύεται από το σφυροκόπημα

των αναπάντητων ερωτημάτων. Κι εμείς, γαντζωμένοι στα «μήπως», στα

«γιατί», στα «αν» συντηρούμε τις ελπίδες και αντέχουμε την επιβίωση σε

αυτόν τον κόσμο, προσδοκώντας κάτι σίγουρο ή κάτι σταθερό. Αυτό όμως

συνήθως δεν εντοπίζεται στην προτεινόμενη από μας λύση, αλλά

επικεντρώνεται στην απροσδόκητη υπέρλογη θεϊκή παρηγοριά. Κάθε

προσπάθεια αντικατάστασή της με ανθρώπινα υποκατάστατα αδικεί εμάς

τους ίδιους. Κάθε περιορισμός στην ασφυκτική θηλιά των ορθολογιστικών

απαντήσεων μας παγιδεύει βαθύτερα στο δράμα μας. Στον διάλογο με τον

πόνο, την αδικία και τον θάνατο είμαστε υποχρεωμένοι να βγούμε από τα

59

Page 60: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ανθρώπινα μέτρα. Αυτή είναι όχι μόνον η έξοδος από τη δοκιμασία αλλά

και η ευεργεσία της.

Η μοναδική ευκαιρία.

Τελικά, το μεν ερώτημα μπορούμε να το υποβάλλουμε, την δε

απάντηση πρέπει να την περιμένουμε. Ή ο Θεός δεν υπάρχει ή παραχωρεί

μια δοκιμασία για να μας δώσει μια μοναδική ευκαιρία. Αν δεν γινόταν η

Σταύρωση, δεν θα υπήρχε η Ανάσταση. Ο Χριστός θα ήταν ένας καλός

δάσκαλος˙ όχι ο Θεός. Ο Θεός δίνει την ευκαιρία. Σε μας μένει να τη

δούμε και να την αξιοποιήσουμε. Η δε χαρά και το περιεχόμενη αυτής της

ευκαιρίας είναι πολύ μεγαλύτερο από την ένταση και τον πόνο της

δοκιμασίας.

Ο θάνατος, ο πόνος, η αδικία αποτελούν μυστήριο που η όποια

απάντηση το διασαλεύει. Στις περιπτώσεις αυτές, η αλήθεια δεν

εκφράζεται ως άποψη ή επιχείρημα, αλλά προσφέρεται ως ταπείνωση και

κοινός πόνος. Η πορεία στο μεθόριο της ζωής και του θανάτου, του

σκανδαλισμού και της δοξολογίας, του θαύματος και της αδικίας

παρουσιάζει στροφές και κρυμμένες γωνιές, όπου διασφαλίζεται η

αλήθεια της ζωής. Αν ξεφύγει κανείς τον πειρασμό να λυγίσει, τότε

αντικρίζει την αλήθεια με τέτοια όψη, που ποτέ του δεν είχε καν

φαντασθεί. Ο πόνος, αν κάποιος καταφέρει να τον αγκαλιάσει, γεννά

πρωτόγνωρες ευαισθησίες και ξεδιπλώνει πραγματικότητες που κανείς

αλλιώς δεν βλέπει. Η πρόκληση δεν είναι να συμβούν γεγονότα και

αποκαλύψεις˙ αυτά υπάρχουν. Η πρόκληση είναι να ανοίξει κανείς τα

μάτια του για να μπορεί να τα αντικρίσει.

Είναι αναντίλεκτη αλήθεια δυστυχώς, συνήθως μόνο χάνοντας τα

πολύ επιθυμητά, γνωρίζουμε και κερδίζουμε τα πολύ μεγάλα.

Σίγουρα ο πόνος και η αδικία δεν μπορούν να καταργήσουν την

αγάπη του Θεού. Ο Θεός υπάρχει. Και είναι αγάπη και ζωή. Η τέλεια

αγάπη και το πλήρωμα της ζωής. Και το μεγαλύτερο θαύμα της ύπαρξής

Του είναι η συνύπαρξή Του με τον πόνο, την αδικία και το θάνατο.

Ίσως και η μεγαλύτερη πρόκληση για τον καθένα μας να είναι η

συνύπαρξη με τον δικό του προσωπικό πόνο, το ελπιδοφόρο

60

Page 61: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

σφιχταγκάλιασμα με τα βαθύτερα αυτά «γιατί», η ταπεινή εσωτερική

περιχώρηση στην προσδοκία του Θεού μέσα από τις «αδικίες» που

νομίζουμε πώς Αυτός μας κάνει.

Προ καιρού, με πλησίασε κάποια νεαρή κοπέλα που το καντηλάκι

της ζωής της φαίνεται να τρεμοσβήνει. Μέσα στον αβάσταχτο πόνο της

διέκρινα την ελπίδα. Μέσα από τα δακρυσμένα μάτια της αντίκρισα τη

χαρά, τη δύναμη και τη σοφία.

-Θέλω να ζήσω, μου είπε. Αλλά δεν ήλθα για να μου το

επιβεβαιώσετε. Ήλθα για να με βοηθήσετε να φύγω έτοιμη από αυτόν τον

κόσμο.

-Εγώ είμαι παπάς της ζωής και όχι του θανάτου, της απαντώ. Γι’

αυτό και θέλω να ζήσεις. Επίτρεψέ μου, όμως, να σε ρωτήσω κάτι: μέσα

στη δοκιμασία στου, ρωτάς ποτέ «γιατί σε μένα, Θεέ μου;»

-Δεν σας καταλαβαίνω, πάτερ, μου λέει. Εγώ ρωτώ «γιατί όχι σε

μένα, Θεέ μου; Και περιμένω όχι τον θάνατο μου˙ προσδοκώ τον φωτισμό

μου»!

61

Page 62: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ΜΕΡΟΣ Β’

«Εκ του θανάτου εις την ζωήν».

Κοντά σε αυτόν που φεύγει

«Θάνατος ουκέτι κυριεύει»

Ο καρκίνος είναι μια πολύ δύσκολη ασθένεια, που κυριολεκτικά

ξεσχίζει το σώμα και κουρελιάζει την ψυχή του ασθενούς, των οικείων και

φίλων του, και πραγματικά ταλαιπωρεί γιατρούς και νοσηλευτές, την

κοινωνία ολόκληρη. Όσοι εργάζονται στα ογκολογικά κέντρα βλέπουν,

καθημερινά και από κοντά, να μάχονται η ζωή με τον θάνατο στήθος

προς στήθος, κάθε στιγμή, σε κάθε θάλαμο, μα πλείστες μορφές.

Αντικρίζουν την ανθρώπινη φύση σε έσχατο πόνο, μέγιστη αγωνία και

απόλυτη αδυναμία, τον άνθρωπο στις πιο ακραίες καταστάσεις, στις πιο

οριακές του στιγμές.

Η φρικτότητα του θανάτου.

Ο θάνατος είναι φοβερός ως κατάσταση. Κατανοητός στο

αποτέλεσμά του αλλά ασύλληπτος στην ουσία, στην αιτία, στους τρόπους

και στο μέγεθος των συνεπειών του. Κατά τη διάρκεια της ζωής μας,

όταν κάποιος πεθαίνει, λέμε ότι «τον χάσαμε». Στην καθημερινή

διάλεκτο, όταν κάποιος δικός μας φύγει για πάντα από αυτόν τον κόσμο

μιλάμε για «απώλεια». Ο θάνατος βιώνεται ως αμετάκλητο «τέλος»,

«χωρισμός» οριστικός. Το χρώμα του είναι μαύρο. Η έκφρασή του έχει

πόνο, δάκρυα, θλίψη, απορία. Η πορεία του είναι ή προς το τίποτα, ή στην

καλύτερη περίπτωση, προς το άγνωστο. Μόνον οι θρησκείες μιλούν για

συνέχεια. Μόνον ο Χριστιανισμός μιλάει για Ανάσταση. Μόνον η Εκκλησία

62

Page 63: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

μιλάει για μεταθανάτια δόξα, για μακαριότητα και ανάπαυση˙ το

γιορτάζει, το διαλαλεί. Το ερώτημα είναι αν και πώς ο καθένας μας το

ζει.

Μέσα σ΄ όλην αυτήν την κατάσταση υπάρχει κάτι το πολύ

τραγικό. Αν ο θάνατος δεν οδηγεί στην όντως ζωή, τότε όσο περισσότερη

είναι η αγάπη τόσο μεγαλύτερο είναι το τραύμα του χωρισμού. Δεν είναι

το ίδιο να χωρίζουν δύο διαρκώς διαφωνούντες ή και αντίπαλοι ή

αμοιβαίως μισούμενοι από τη μία μεριά και δύο πολύ αγαπημένοι από την

άλλη. Η βεβαία παρουσία του θανάτου στη ζωή μας μας κάνει να

φοβόμαστε την αγάπη μας, να δυσκολευόμαστε να δοθούμε.

Πεθαίνει ένας νέος και μας πνίγει αφ’ ενός μεν το ασύνηθες του

γεγονότος, αφ’ ετέρου δε η απώλεια των ωραίων οραμάτων μας για

αυτόν, για το μέλλον του. Πεθαίνει ένας γέροντας και μας συντρίβει το

σβήσιμο μιας ζωής γεμάτης αναμνήσεις, εμπειρίες, στιγμές κοινής

πορείας, το παρελθόν του. Ο μακροχρόνιος θάνατος ταλαιπωρεί, ο

ξαφνικός αιφνιδιάζει. Ο μεμονωμένος επικεντρώνει τον πόνο, ο ομαδικός

συγκλονίζει την κοινωνία. Όποια και να είναι η μορφή του θανάτου, η

γεύση του είναι ό,τι πιο πικρό υπάρχει.

Η αίσθηση του οριστικού χωρισμού από τον αγαπημένο μας, η

πορεία του προς το άγνωστο, η απειλή του τέλους πραγματικά

συντρίβουν αμφότερους. Η αντικατάσταση της εικόνας, της φωνής, της

φυσικής επαφής, της ζωντανής επικοινωνίας, του διαλόγου με την

ανάμνηση μόνο και τη φαντασία, αντί να παρηγορούν, βαθαίνουν το

τραύμα του χωρισμού και δίνουν στην πληγή υπαρξιακό διαμέτρημα.

Ο ερχομός του είναι καθολικός και δεν έχει ούτε μία εξαίρεση.

Είναι και αδυσώπητος. Δεν τον αναχαιτίζει ούτε η γνώση ούτε η

τεχνολογία ούτε η κοσμική δύναμη ούτε η οικονομική παντοδυναμία ούτε

και το θαύμα. Όλα αυτά ίσως λίγο τον μεταμορφώνουν και κάποιες φορές

μπορούν λίγο να τον αναβάλλουν, αδυνατούν όμως να αντισταθούν στην

παντοδυναμία του.

Η τραγικότητα της μοναξιάς.

63

Page 64: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

«Ο άνθρωπος ζώόν εστί πολιτικόν», έλεγε ο Αριστοτέλης.

Είμαστε κοινωνικά όντα. Έχουμε ανάγκη ο ένας τον άλλον. Θέλουμε να

ζούμε ο ένας με τον άλλον. Γι’ αυτό και η αγάπη και η αλληλεγγύη είναι

μεγάλες αρετές, γιατί ενισχύουν την αμοιβαιότητα, την κοινωνία, την

αδελφοσύνη. Η Εκκλησία μας αποκαλεί αδελφούς, διότι προερχόμαστε από

την «ιδίαν δελφύν», την ίδια μύτρα. Κάθε τι που διασπά την ενότητά μας

είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να μας συμβεί. Η μοναξιά, η απουσία

κοινωνίας, είναι βασανιστήριο, κόλαση και δράμα. Είναι σαν δεύτερος,

αργός θάνατος. Είναι τόσο διαπεραστική όσο και ο θάνατος. Η μόνη της

διαφορά έγκειται στο ότι μπορεί να συνοδεύεται από ανθρώπινη ελπίδα,

ενώ η σκέψη του θανάτου όχι.

Όταν τη βιώνεις νοιώθεις σαν να γκρεμοτσακίζεσαι και να μην

μπορείς από κάπου να πιαστείς. Σαν να ασφυκτιάς και να μη βρίσκεις λίγο

αέρα να αναπνεύσεις. Σαν να τρελαίνεσαι μέσα στο σκοτάδι και να μη

βρίσκεις ένα σπίρτο να ανάψεις. Και η μοναξιά χρωματικά εκφράζεται με

το μαύρο.

Η μοναξιά λοιπόν κατά τη διαδικασία του επερχόμενου θανάτου,

αποτελεί μια από τις πλέον επώδυνες καταστάσεις. Και μάλιστα, όταν

συνοδεύεται από αίσθημα έντονου σωματικού πόνου και ψυχική αγωνία.

Όλα αυτά μαζί, συνθλίβουν κυριολεκτικά την ανθρώπινη υπόσταση.

Ο καρκίνος ως ασθένεια και απειλή.

Ο καρκίνος είναι μία λέξη που και η απλή εκφορά της αλλάζει τη

διάθεση. Ο μόνος διάλογος μαζί της είναι η απώθηση ακόμη και ως

φραστικής διατύπωσης. Εκφράζει μια αρρώστια - ίσως αδικαιολόγητα-

πάντως εντελώς διαφορετική από τις συνήθεις. Ίσως όμως και

δικαιολογημένα, μια και παρουσιάζει κάποια μοναδικά χαρακτηριστικά.

Κατ’ αρχάς, συνοδεύεται από στατιστικά αυξημένο κίνδυνο

θανάτου, με συνέπεια την πτώση των ελπίδων και το περιορισμό της

αισιοδοξίας. Αυτό πολύ εύκολα δημιουργεί νοοτροπία μελλοθανάτου και

στον ασθενή, αν το πληροφορηθεί, και στο περιβάλλον του. Ίσως για τον

λόγο αυτόν, ο καρκίνος σε όλες του τις μορφές, ακόμη και σε αυτές που

64

Page 65: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

έχουν καλή πρόγνωση, είναι μία από τις λίγες ασθένειες που συνήθως

αποκρύπτονται από τον ασθενή.

Συχνά η θεραπεία είναι πολύ επώδυνη και μακροχρόνια. Απαιτεί

υπομονή και αντοχή, προϋποθέτει δύναμη και τόλμη που δεν διαθέτουν

όλοι, συνεπάγεται αγωνία, δυσφορία, σωματική και ψυχική ταλαιπωρία.

Τούτο δεν συμβαίνει με πολλές ασθένειες.

Εκτός τούτου, στη γενική αντίληψη και εμπειρία του κόσμου,

παρά τις στατιστικές ενίοτε διαψεύσεις, η θεραπευτική αγωγή συνήθως

δεν θεραπεύει, αλλά απλώς μεταθέτει τον θάνατο. Αυτό κάνει τον ασθενή

δύσπιστο και εσωτερικά απαισιόδοξο.

Ο καρκίνος επίσης είναι μία ασθένεια που κατά κανόνα η εξέλιξη

ή επανεμφάνισή της δεν εξαρτάται από την ιατρική γνώση ή κάποιους

προληπτικούς κανόνες, αλλά η τελική έκβασή της σε πλείστες

περιπτώσεις είναι μη προβλέψιμη ή εξαρτάται από τον ίδιο τον

οργανισμό. Η πρόληψη είναι προβληματική, οι δε προεκτιμήσεις για την

έκβασή της συχνά αποδεικνύονται εσφαλμένες.

Επί πλέον, η εξέλιξη της ασθένειας, ακόμη και η θεραπευτική της

αντιμετώπιση, συνοδεύονται από πολλές και έντονες ανεπιθύμητες

παρενέργειες (πτώση μαλλιών, εξασθένηση, ζαλάδες, έμμετοι κ.λ.π.). Οι

προτεινόμενες θεραπείες σε κάνουν συχνά να νοιώθεις ότι για να ζήσεις

πρέπει προηγουμένως να πεθάνεις. Η αρρώστια αυτή δεν σε εξασθενίζει

σταδιακά, αλλά σε αλλοιώνει, σε κάνει μη αναγνωρίσιμο και από τους

φίλους σου.

Είναι χαρακτηριστικό το βλέμμα του καρκινοπαθούς. Ένα βλέμμα

που ζητάει να ζήσει, που με εκφραστικότατη λαιμαργία διψάει για λίγη

ελπίδα, θέλει από κάπου να πιαστεί, να στηριχθεί.

Τέλος, η αρρώστια αυτή προσφέρει και ικανό χρόνο για

αδυσώπητα και βασανιστικά ερωτήματα του τύπου «γιατί;», «μήπως;»,

«πώς το επιτρέπει ο Θεός;», «που είναι ο Θεός;». Ταυτόχρονα

συνδυάζεται και με έκφραση έντονης επιθυμίας για προσευχή – αν υπάρχει

Θεός που ακούει – ή γογγυσμό, που ενίοτε οδηγεί και σε συνειδησιακές

συγκρούσεις ομολογημένες ή μη.

65

Page 66: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Ο ογκολογικός θάνατος.

Ανάλογα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά με τον καρκίνο ως ασθένεια,

παρουσιάζει και ο θάνατος από ογκολογικές παθήσεις.

Βασικό του χαρακτηριστικό η διάρκεια. Τον ζεις ως διαδικασία.

Δεν είναι ξαφνικός. Βιώνεις την κάθε του στιγμή, και μάλιστα ως

χειρότερη από την προηγούμενη.

Αυτό μαζί με τη φυσική εξάντληση φέρνει και σκέψεις που

επιδεινώνουν την κατάσταση. Μπορείς να σκέπτεσαι το τέλος σου και

συχνά βλέπεις σκοτάδι μπροστά σου, το τίποτα, το μηδέν και

συντρίβεσαι. Ο διάλογος με τον επικείμενο θάνατο φαίνεται να αποκτά

στοιχεία συνεχιζόμενου μαρτυρίου.

Στον ογκολογικό θάνατο φτάνει κανείς με πολύ πόνο, ταλαιπωρία,

έντονα ανεπιθύμητες αλλοιώσεις και όλα τα προαναφερθέντα. Έτσι

αποδυναμώνονται προοδευτικά οι αντοχές και ο ψυχισμός του ασθενούς.

Κλονίζεται το νευρικό σύστημα από την αρρώστια και τη δοκιμασία

πράγμα που επιτείνει και επιταχύνει την ψυχολογική κατάρρευση.

Τέλος, το περιβάλλον δυσκολεύεται αφόρητα και να βλέπει τον

άνθρωπό τους, σε αυτήν την κατάσταση και να φαντάζεται την έκβαση˙

έτσι, ή αποφεύγει και απωθεί να τον συναντά ή έρχεται και του αραδιάζει

ψέματα που αυτός ή τα καταλαβαίνει ή υποκρίνεται καλοπροαίρετα.

Με άλλα λόγια, στην πιο δύσκολη φάση της ανθρώπινης φύσης και

ο ασθενής δυσκολεύεται και βρίσκεται σε έντονη αδυναμία, οπότε

απομονώνεται από μόνος του, και το περιβάλλον του δεν ξέρει τι ακριβώς

να πει ή να κάνει, οπότε άμεσα ή έμμεσα απομακρύνεται, με αποτέλεσμα ο

ασθενής να αισθάνεται απομονωμένος από τους άλλους.

Πώς να ξεπεράσουμε τη μοναξιά του θανάτου;

66

Page 67: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Μέσα στην κατάσταση αυτήν, ο ασθενής νοιώθει αδιεξοδικά και

απεγνωσμένα ψάχνει για λίγη βοήθεια. Πώς λοιπόν θα ήταν δυνατόν να

υπερβεί το δράμα του μοναχικού του τέλους;

Λογικά ένας τρόπος είναι να αντλήσει κανείς δυνάμεις από μέσα

του, από τον δυνατό εαυτό του. Άλλος τρόπος θα μπορούσε να είναι οι

συνάνθρωποί μας, φίλοι, συγγενείς, γιατροί, νοσηλευτές, κάποιος να

δώσει κουράγιο και δύναμη.

Ο άρρωστος όμως πώς να αντλήσει από τον εαυτό του, αφού

καταρρέει; Μήπως από τη ζωή που του φεύγει; Από το μέλλον του που

είναι σκοτεινό; Από τους δικούς του που τους αφήνει και χωρίζεται και

τους βλέπει και αυτοί να λυγίζουν; Από το επαναλαμβανόμενο ψέμα ότι θα

γίνει καλά;

Και οι συγγενείς και φίλοι πώς να τον ενισχύσουν; Λέγοντας ότι

όλα θα πάνε καλά; Μα αφού τα γεγονότα και η πραγματικότητα τους

διαψεύδουν. Λέγοντας ότι τον αγαπούν; Μα τόσο χειρότερο, αφού η αγάπη

τους θα διακοπεί. Λέγοντας τι να κάνουμε, αυτή είναι η μοίρα μας; μα

αυτό είναι που θα τον διαλύσει. Κάνοντας αστεία, αλλάζοντας τη

συζήτηση, προκαλώντας ψευτοπαρηγορητικούς περισπασμούς και

προσποιούμενοι ψυχολογική άνεση; Μα αυτό προσφέρει μόνο προσωρινή

ανακούφιση.

Το ίδιο και οι γιατροί και οι νοσηλευτές. Τί να πούν;

Ότι θα εφαρμόσουν νέες θεραπείες; Μα έχουν εξαντλήσει τις

δυνατότητές τους. Ότι όλα αυτά είναι παρενέργειες και όχι συμπτώματα

της κατιούσας εξέλιξης της ασθένειας; Δεν θα γίνουν πιστευτοί. Ότι

έχασαν τη μάχη και το μόνο που μένει είναι το μοιραίο; Τότε είναι που θα

καταρρεύσει ο ασθενής.

Κάτι πολύ σημαντικό που μπορούμε να κάνουμε για να

βοηθήσουμε είναι να δώσουμε στον πάσχοντα αυθεντική αγάπη και

ταυτόχρονα αλήθεια. Όχι αγάπη χωρίς αλήθεια. Ούτε αλήθεια χωρίς

αγάπη, χωρίς φιλάνθρωπη έκφραση. Αυτά τα δύο θα προσφέρουν

ξεκούραση και θα εμπνεύσουν εμπιστοσύνη. Απλά, χρειάζεται

αυθεντικότητα και διάκριση.

67

Page 68: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Η αγάπη δεν μπορεί να έχει τα στοιχεία της «καλής πράξης» αλλά

της ολόκαρδης συμπαράστασης. Ο ασθενής εκείνη τη στιγμή θέλει λίγο

φως, λίγη ανάπαυση και λίγη αγάπη όχι ως υπερβολή συναισθήματος

(κλάματα, γλυκά λόγια, συγκινήσεις κ.λ.π.), αλλά ως ενδιαφέρον, ως

στηριγμό, ως κατανόηση, ως καρδιακή συμμετοχή στη δυσκολία και ως

ελπίδα. Η αγάπη πρέπει να έχει δύναμη και στιβαρότητα. Μόνον έτσι

στηρίζει.

Αλλά και η δυσκολία να πούμε την αλήθεια είναι στοιχείο της

δικής μας αδυναμίας που το συνειδητοποιεί ο ασθενής. Αν εμείς αντέχαμε

το γεγονός, αν είχαμε ψυχικά και πνευματικά αποθέματα να το

αντιμετωπίσουμε μέσα μας ως δικό μας προσωπικό αγώνα, τότε θα

υπήρχαν περιθώρια διακριτικής και συνετής φανέρωσης της αλήθειας. Η

ειλικρίνεια μόνον εμπνέει εμπιστοσύνη˙ ποτέ το ψέμα.

Από την άλλη πλευρά, ο σκοπός μας δεν είναι να περιγράψουμε με

ακρίβεια το ιατρικό πρόβλημα, αλλά να στηρίξουμε ψυχικά τον ασθενή ως

αδελφό και συνάνθρωπο. Σίγουρα τα απροκάλυπτα ψεύδη μόνο ζημιά

κάνουν. Αλλά και η σκληρή διατύπωση της αληθείας δεν είναι λιγότερο

επικίνδυνη. Καλό θα είναι οι απαντήσεις μας να περιγράφουν πραγματικά

θετικά στοιχεία που μπορούν να οικοδομήσουν λίγη ελπίδα. Να λέμε ότι

υπάρχει κάποια δυσκολία, αλλά εμείς ελπίζουμε και όλοι μαζί

προσπαθούμε.

Χωρίς αμφιβολία, ο γλυκός λόγος, η ήσυχη και υπομονετική

παρουσία αυξάνουν την εμπιστοσύνη και εξασθενίζουν το αίσθημα της

μοναξιάς. Το ίδιο και η ειλικρίνεια. Είναι το καλύτερο χάδι που μπορεί

κανείς να δώσει σε έναν συνάνθρωπο που διαλέγεται πρόσωπο προς

πρόσωπο με τον θάνατο.

Μυστήριο που μας υπερβαίνει

Δεύτερος τρόπος να βοηθηθούμε και να βοηθήσουμε είναι η

συναίσθηση ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα μυστήριο, που μας

υπερβαίνει ως γνώση, ως ψυχική αντοχή, ως γεγονός που ανεξέλεγκτα

συμβαίνει στη ζωή του κάθε ανθρώπου.

68

Page 69: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Βρισκόμαστε μπροστά στο μυστήριο του πόνου.

Γιατί να πονάει τόσο ένας άνθρωπος; Γιατί να μην μπορεί κανείς

να τον ανακουφίσει; Ποιός να του πάρει τον ψυχικό πόνο; Πώς αυτός ο

πόνος συνάδει με τα λεγόμενα περί αγάπης του Θεού; Γιατί ο πόνος να

επιλέγει τους πελάτες του; Γιατί να μην μπορούμε να τον προβλέψουμε

και να τον προλάβουμε;

Βρισκόμαστε μπροστά στο μυστήριο του επικείμενου θανάτου.

Τί ακολουθεί μετά την τελική εκπνοή ενός ανθρώπου; Γιατί το

μέλλον μας, αν υπάρχει, να είναι άγνωστο; Τί είναι τελικά ο θάνατος; Πώς

συνδέεται με την εδώ ζωή; Αν όλα οδηγούνται στο τίποτα, τί αξία έχει

ακόμη και η καλύτερη και ευτυχέστερη ζωή; Αν ο χωρισμός μας είναι

οριστικός, σε τί μας βοηθάει η αγάπη μας; Αν η ζωή και η αγάπη είναι τα

μεγαλύτερα δώρα, τότε ο θάνατος ταυτίζεται με τη μεγαλύτερη απώλεια.

Και το τραγικότερο είναι ότι το μέν πρώτο αποτελεί υπόθεση, ενώ το

δεύτερο αδιαμφισβήτητο δεδομένο. Αν πάλι η μετά θάνατον κατάσταση

είναι αιώνια και εκφραστική μιας δυνατής και τέλειας σχέσης με τον Θεό

ή μιας συνειδητής οριστικής απομάκρυνσης από Αυτόν, γιατί αυτό να μας

είναι άγνωστο και όχι αμεσότερα προσβάσιμο; Αν, τέλος, είναι

προσβάσιμη η αλήθεια του θανάτου, γιατί η πόρτα αυτού του δρόμου να

είναι τόσο κρυμμένη;

Γιατί ο θάνατος να είναι άγνωστος στην ώρα του, αδυσώπητος

στις επιλογές του και ο πιο βέβαιος στην παρουσία του στη ζωή του κάθε

ανθρώπου;

Βρισκόμαστε μπροστά στο μυστήριο της ζωής και του κόσμου.

Τελικά σε τί κόσμο ζούμε; Αν είμαστε ένα μηδέν ριγμένο τυχαία

μέσα στη θάλασσα του τίποτα, τί αξία έχει το παρόν μας, η γνώση, η

τεχνολογία, οι κοινωνίες μας, η ιστορία; Η ίδια η ζωή γιατί να θεωρείται

αγαθό; Και αυτό ποιός μπορεί να μας το αποδείξει; η επιστήμη; Η ευφυΐα;

Κάποιες ικανότητές μας; κάποιος ιδιαίτερα χαρισματικός άνθρωπος;

Βρισκόμαστε μπροστά στο μυστήριο του κάθε ανθρώπου και της

ιστορίας του.

69

Page 70: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που μας μιλούσε, που εξέφραζε

έναν πλούτο εσωτερικού κόσμου, που φανέρωνε μοναδικά το πρόσωπό

του, που έγραψε μια ιστορία, γεμάτος δύναμη και ζωή, τώρα να βρίσκεται

λιωμένος πάνω σε ένα κρεβάτι και σε λίγο αιώνια σιωπηλός; Είναι

δυνατόν τα χαρίσματά του, οι αγώνες του, τα πνευματικά επιτεύγματά

του, οι αποτυπώσεις της αγάπης και του προσώπου του στις καρδιές μας

να έχουν τέλος; Να έχουν την ίδια τύχη με τα φθαρτά και υλικά έργα του;

Να σβήνουν όπως το σώμα του; Κι αν όχι, τι τελικά μένει από τον

άνθρωπό μας; και πώς μπορούμε με το κομμάτι του που ζει και δεν

φθείρεται κάπως να επικοινωνούμε;

Αναντίρρητα βρισκόμαστε μπροστά σε ένα μυστήριο. Δεν έχουμε

σαφείς ή τουλάχιστον εύκολες απαντήσεις. Ή δεν υπάρχουν ή δεν τις

ξέρουμε. Η κατάσταση μας υπερβαίνει. Δεν υπάρχει ο σοφός που γνωρίζει

ή ο έξυπνος που συλλαμβάνει και πρέπει οπωσδήποτε να γεμίσουν το

κεφάλι μας με απαντήσεις. Κάτι άλλο πρέπει να γίνει. Σε άλλο χώρο

πρέπει να ψάξουμε την παρηγοριά και τον φωτισμό μας. Εμείς απλώς

αρκούμεθα στη συναίσθηση ότι ζούμε κάτι που μας ξεπερνά.

Το μυστήριο δεν ζητεί τον λόγο μας, αλλά περιμένει την ταπεινή

και διακριτική σιωπή μας.

Κοντά σε αυτόν που φεύγει αλλά δεν τελειώνει.

Τελικά δεν είναι δυνατόν τη στιγμή που σβήνει κάποιος στο

κρεβάτι, τότε από μόνος του να ανακαλύψει μέσα του δυνάμεις που του

χρειάζονται να στηριχθεί. Δεν υπάρχουν ανθρώπινες δυνάμεις που

απουσίασαν στη διάρκεια της ζωής και εμφανίζονται ξαφνικά να

βοηθήσουν στην εκπνοή της. Αναφέρεται σε κείμενα της ασκητικής

βιβλιογραφίας ότι μεγάλοι, επώνυμοι ασκητές, οι οποίοι έζησαν μονίμως

προσευχόμενοι, στις τελευταίες τους στιγμές, δεν είχαν τη δύναμη ούτε

προσευχή να κάνουν. Κρατούσαν μέσα τους μόνο την πίστη τους. Και αυτό

σε εποχές που ο άνθρωπος μπορούσε να πεθάνει αρκετά πριν φθάσει στην

κατάσταση που η σύγχρονη τεχνολογία συνήθως προκαλεί στους

καρκινικούς ασθενείς. Δυστυχώς ό,τι κερδίζουμε σε χρόνο το πληρώνουμε

συχνά σε βάσανο και ταλαιπωρία.

70

Page 71: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Αλλά και η γεμάτη αγάπη παρουσία μας δίπλα στον ασθενή

σίγουρα ανακουφίζει από το βασανιστήριο της μοναξιάς. Η κατανόηση

του πόνου του άλλου και η βίωσή του ως δικού μας πόνου, της αγωνίας

του, της ανάγκης του, του σκανδαλισμού του ως δικών μας περιορίζουν

τα κουραστικά και συνήθως ανόητα λόγια, όπως «όλα θα πάνε καλά»,

«δεν έχεις τίποτα», «σε λίγες μέρες θα κάνουμε το ένα και το άλλο»,

«κάνε υπομονή» κ.λ.π., και εκφράζουν πιο πολύ την αγάπη μας ως

σεβασμό που πείθει παρά ως καθήκον ή ψυχολογικό τέχνασμα που

ξεγελάει.

Από μόνη της όμως αυτή η αγάπη, όσο αγνή και ποιοτική κι αν

είναι, δεν επαρκεί να απαλύνει το κεντρί του θανάτου. Το σημαντικό δεν

είναι να στεκόμαστε με αξιοπρέπεια κοντά σε κάποιον που φεύγει. Το

μεγάλο είναι να υπάρχουμε στο πλευρό αυτού που φεύγει και ταυτόχρονα

μαζί με αυτόν που δεν τελειώνει.

Σίγουρα το μυστήριο υπάρχει όχι για να το διδάξουμε εκείνη τη

στιγμή στον ετοιμοθάνατο συνάνθρωπό μας, αλλά αφ’ ενός μεν για να

κλείσουμε ταπεινά και με δέος ιερό το στόμα μας, αφ’ ετέρου δε για να

γεμίζουμε εμείς με πίστη, ώστε από την πίστη μας να μπορούμε να

δώσουμε ελπίδα. Η πίστη είναι «Θεού δώρον». Η πίστη είναι για να τη

δώσει ο Θεός. Η ελπίδα είναι για να τη δώσουμε εμείς. Εμείς λοιπόν

μπορούμε και πρέπει να δώσουμε την ελπίδα της πίστεως, με το δεδομένο

ότι υπάρχει μέσα μας η βεβαιότητα της αλήθειας της.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία ονομάζεται Εκκλησία της Αναστάσεως,

γιατί στο επίκεντρο της θεολογίας και ζωής της έχει το γεγονός της

νίκης και συντριβής του θανάτου, το γεγονός της Αναστάσεως του

Χριστού. το αναστάσιμο εφύμνιο «Χριστός ανέστη εκ νεκρών», που τη

νύχτα της Αναστάσεως ατέλειωτες φορές ψάλλουμε στην Εκκλησία,

μιλάει για ζωή αυτών που βρίσκονται «εν τοις μνήμασι»,

υπογραμμίζοντας διακριτικά ότι ο θάνατος δεν είναι τέλος αλλά

μετάβαση σε άλλη ζωή, σε θεϊκότερη κατάσταση.

Η αίσθηση ότι με τον θάνατο δεν τελειώνουν τα πάντα, η

σταθερή πίστη στη συνεχιζόμενη άλλη ζωή, η βεβαιότητα της

συνάντησης με το Θεό, μπορούν να μεταβάλουν τον θάνατο από

71

Page 72: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

αποτρόπαιο γεγονός σε ποθούμενο, και από εμπειρία ανθρώπινης

μοναξιάς σε συνείδηση θεϊκής παρουσίας. Αν την πίστη την έχει ο

συγγενής, τότε αυτός τη μεταγγίζει στον ασθενή. Αν τη διαθέτει ο

ασθενής, τότε αυτός τη μεταδίδει στο περιβάλλον του. Όποιος τη έχει

δημιουργεί γύρω του τη ζεστασιά της κοινωνίας και μπολιάζει τον

θάνατο με την ελπίδα της ζωής.

Δίπλα λοιπόν σε κάποιον που πεθαίνει, απλώς είμαστε παρόντες,

σιωπούμε διακριτικά, μιλούμε περιορισμένα και ταπεινά, κυρίως

προσευχόμαστε μυστικά˙ δεν είμαστε δίπλα, είμαστε μαζί.

Η απάντηση στο ερώτημα του τίτλου αν μπορεί κανείς να πεθάνει

μόνος, είναι ότι δεν μπορούμε εμείς να αφήσουμε κάποιον ούτε να πεθάνει

ούτε πολύ περισσότερο να είναι μόνος.

Που πηγαίνουν οι άγγελοι;

«Δίκαιοι εις τον αιώνα ζώσι»

Όταν σκέπτομαι τον θάνατο, ιδίως ενός μικρού παιδιού, μου είναι

πολύ δύσκολο να φανταστώ τον εαυτό μου στη θέση κάποιου που γνωρίζει

και φωτίζει τους άλλους που αγνοούν.

Είναι πολύ δύσκολο σε μία τέτοια περίπτωση να σκέπτεσαι ή να

μιλάς. Αντίθετα, είναι τόσο σοφό να μαθαίνεις από τη ζωή αυτών που

πονούν πολύ, που αγωνίζονται περισσότερο, που παλεύουν με την πίστη

τους, που διαρκώς σχοινοβατούν πάνω στα όρια των δυνάμεων και

αντοχών τους ή τουλάχιστον αυτών που ουσιαστικά συναγωνίζονται να

δώσουν ζωή και υγεία σε παιδιά που πάσχουν, βάσιμη παρηγοριά και

ουσιαστική ελπίδα σε γονείς που πασχίζουν να κρατηθούν στα πόδια τους.

Η πικρή πραγματικότητα.

Δεν υπάρχει πιο οξύς πόνος από τον πόνο του παιδιού. Δεν

υπάρχει πιο μεγάλη δοκιμασία από το να το βλέπεις να υποφέρει και να

αδυνατείς να του συμπαρασταθείς αποτελεσματικά, να μην μπορείς να

72

Page 73: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

βεβαιωθείς για την τελική αποθεραπεία του. Ιδίως όταν αυτό είναι

υπομονετικό, ευγενικό, ανυποψίαστο και αθώο. Τα ερωτήματα του τύπου

«γιατί;» «σε τί κόσμο ζούμε;», «ποιός φταίει για τη δοκιμασία μας;»,

«ποιά ηθική, ποιά λογική, ποιοί νόμοι διέπουν και ερμηνεύουν τη

μεταμόρφωση της ανέκφραστης χαράς για το παιδί μας σε μαρτύριο

ανείπωτου πόνου για την ξαφνική εξέλιξη της υγείας του;» διαπλέκονται

μαζί με τα πιο κοινά και ανθρώπινα του τύπου «θα γίνει τελικά καλά;»,

«τί πρέπει να κάνουμε;», «μήπως πρέπει να πάμε στο εξωτερικό;» και

δημιουργούν μία κατάσταση αξεπέραστου πόνου και αίσθησης αδιεξόδου.

Οι ελπίδες συνήθως καταρρέουν, χωρίς όμως εντελώς να εξαφανίζονται

από τον ορίζοντα της καρδιάς μας.

Και ενώ κάνουμε τα πάντα, τρέχουμε στους καλύτερους γιατρούς,

δείχνουμε την περισσότερη αγάπη, προσπαθούμε να πείσουμε τους

εαυτούς μας να λειτουργήσουν με τις καλύτερες και περισσότερες

ελπίδες, προσφεύγουμε στις θερμότερες προσευχές, ζητούμε

συμπαράσταση από τους κοντινότερους και δυνατότερους φίλους μας,

κάποτε έρχεται αδυσώπητη η πραγματικότητα να μας διαψεύσει. Έρχεται

να γκρεμίσει μαζί με τις ελπίδες μας και την πίστη μας σε κάτι καλό, σε

κάτι αληθινό, σε κάτι που αξίζει να το πιστεύουμε, σε κάτι που αποτελεί

πραγματικό στήριγμα.

Τελικά, το παιδί μας έχει φύγει. Δεν το έχουμε κοντά μας. Μας

λείπει το αντίκρυσμα του βλέμματός του, μας πληγώνει η απουσία της

μυρωδιάς του, της υφής του. Η αδυναμία να το χαϊδέψουμε, να το

φιλήσουμε, να το σφίξουμε στην αγκαλιά μας, να τρίψουμε το πρόσωπό

μας στο δικό του, μοιάζει σαν εμπειρία δικού μας πλέον θανάτου. Δεν

θέλουμε να ζούμε. Η έλλειψη της φωνής, του χαμόγελου, της έκφρασης

του προσώπου, του σκέρτσου του ξεσκίζει το μέσα μας. Το κενό του δεν

αναπληρώνεται. Δεν μας το γεμίζουν ούτε τα άλλα ενδεχομένως παιδιά

μας, που ούτε τα καημένα φταίνε ούτε ασφαλώς τα αγαπούμε λιγότερο.

Τα κάθε μας παιδί είναι αναντικατάστατο και κατέχει το πλήρωμα της

αγάπης και των ευγενέστερων αισθημάτων μας.

Έρχονται πολλοί, με πολλή αγάπη να μας συμπαρασταθούν˙

σοφίζονται μύρια όσα επιχειρήματα, προκειμένου να γυρίσουν το μυαλό

και τη σκέψη μας ξανά στη ζωή, σε όλα τα υπόλοιπα, να ρίξουν λίγο φως

73

Page 74: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

στο αδιαπέραστο σκοτάδι μας. τους ευγνωμονούμε για την αγάπη, το

ενδιαφέρον, τη συμπαράσταση, αλλά το φορτίο μας ίσως και να γίνεται

βαρύτερο. Τίποτε από όλα αυτά δεν ακουμπά θεραπευτικά το δράμα μας.

Κάτι άλλο έχουμε ανάγκη. Έχει αλλάξει όλος ο κόσμος μας. Έχει

σκοτεινιάσει όλος ο ορίζοντας μέσα μας. Από κάπου προσδοκούμε λίγη

ελπίδα, ένα μικρό έστω στήριγμα, κάπως να γαντζωθούμε.

Παλινδρομούμε ανάμεσα στις ψευδαισθήσεις και την αλήθεια.

Κάποιοι αποκαλούν το παιδί μας αγγελούδι. Το έλεγαν και όταν

ήταν στη ζωή, θέλοντας να περιγράψουν τη γλύκα της παρουσίας του και

την τρυφερότητα της ομορφιάς του. Τώρα όμως το λένε διαφορετικά.

Μήπως το αποκαλούν έτσι για να παρηγορηθούν οι ίδιοι; Μήπως για να

στηρίξουν εμάς;

Ή μήπως εξυπονοώντας πώς ζει χωρίς να φαίνεται, όπως οι

άγγελοι; Ότι μετέστη σε ζωή καλύτερη και ανώτερη από την υλική και

ανθρώπινη; Ότι μας βλέπει και κοινωνεί μυστικά μαζί μας; ότι η σχέση

του τώρα είναι πιο συγγενική με τον Θεό παρά με την παχύτητα της

ανθρώπινης φύσης; Ότι άφησε τα ρούχο της χρονικότητος και φόρεσε

αυτό της αιωνιότητος; Ότι ξέφυγε από τα δεσμά της φθοράς και ζει πλέον

σε κόσμο «ένθα ούκ έστι πόνος, ού λύπη, ού στεναγμός, αλλά ζωή

ατελεύτητος»;

Μας λένε ότι βρίσκεται κοντά στο Θεό. Πού το ξέρουν; Το

γνωρίζουν; Το αισθάνονται; Ή μήπως τα φαντάζονται ή έτσι το λένε για

να μας παρηγορήσουν; Τί τελικά συμβαίνει; Ποιά είναι η αλήθεια; Πόσο θα

θέλαμε να αισθανθούμε το παιδί μας ότι ζει, ότι βρίσκεται σε κατάσταση

απείρως καλύτερη από αυτήν που ζούσε κοντά μας, ότι κάπως επικοινωνεί

μαζί μας, μας ακούει, μας βλέπει, μας παρακολουθεί! Ίσως η σχέση του

μαζί μας να είναι πιο δυνατή από πρώτα, ίσως να είναι πιο κοντά μας από

πρίν. Όντως να έχει ησυχάσει, να έχει αναπαυθεί. Η αγάπη μας μαζί του

να ήταν δυνατή αλλά ανθρώπινη, με όρια, με τέλος. Τώρα η σχέση μας να

είναι μυστική. Ο σύνδεσμος μαζί του να μας ξανοίγει σε κόσμους που,

μόνον αν προσεγγίσουμε πνευματικά, θα μπορούσαμε να

ξανασυναντήσουμε το λατρευτό μας το παιδί, αν και «εν ετέρα μορφή».

Όχι όπως το ξέραμε, αλλά όπως τώρα είναι˙ δίχως αρρώστια, δίχως

κίνδυνο να μας φύγει, να το χάσουμε.

74

Page 75: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Η κρυφή αλήθεια.

Προ ετών με πλησίασε κάποια νεαρή κοπέλα. Είχε χάσει με πολύ

τραγικό τρόπο το παιδάκι της και σε λίγες ώρες και τον άνδρα της. Η

σχέση της κυρίως με το παιδί ήταν σπάνια έντονη και δυνατή. Ήταν

αδύνατο να σκεφτεί τον εαυτό της χώρια από το κοριτσάκι της. Αυτό

αποτελούσε την επιτομή της ευτυχίας αλλά και ολόκληρης της ζωής της.

Αυτό πάλι, τόσο χαριτωμένο, με ενδείξεις πρόωρης ωριμότητος, με

εντελώς ασυνήθη εξυπνάδα, με γλυκό και ελκυστικά τρυφερό λόγο, με

καλοσύνη και αφοπλιστική αθωότητα, άθελά του καλλιεργούσε και

ενίσχυε τον σύνδεσμο με τη μητέρα του. Σίγουρα δημιουργήθηκε κάτι

υπερβολικό˙ ίσως κάτι παθολογικό. Πάντως, πολύ δικαιολογημένο,

ανθρώπινο και δυνατό.

Έγινε η κηδεία. Η μητέρα, σε σπαρακτική κατάσταση, αδυνατούσε

κυριολεκτικά να συμφιλιωθεί με το γεγονός. Ζαλισμένη από τα φάρμακα,

κομματιασμένη από τον πόνο, εκφραζόταν εντελώς παραληρηματικά.

Πέρασαν εκατοντάδες άνθρωποι να συλληπηθούν. Άλλοι βουβοί, άλλοι

μηχανικά παρηγορητικοί, άλλοι τυπικοί, όλοι συγκλονισμένοι. Πάντως, οι

περισσότεροι κάτι ψέλλισαν στο αυτί της με συμπάθεια. Η ίδια έδειχνε να

μην μπορεί να ακούσει τίποτα, να μην καταλαβαίνει και πολλά.

Θα ήθελε πολύ να είχε τελειώσει και αυτής η ζωή, μα δεν εύρισκε

τρόπο να την τερματίσει. Έφυγε για κάποιες εβδομάδες κάπου να

ξεχαστεί˙ ήταν αδύνατον. Απομακρύνθηκε να ξεκουραστεί σχετικά

βοηθήθηκε. Άρχισε κάπως να προσπαθεί να πατήσει στα πόδια της˙ δεν

είχε από πουθενά να αντλήσει ελπίδα και προοπτική. Δεν είχε πίστη, δεν

είχε αγωγή σχέσης με τον Θεό, δεν ήταν εξοικειωμένη με τα επέκεινα, μα

την ατμόσφαιρα μιας άλλης λογικής, με την πραγματικότητα ενός άλλου

κόσμου. Ήταν αδύνατον από κάπου να πιαστεί. Από κάπου να αντικρύσει

σπαράγματα αλήθειας.

Πέρασαν τρεις μήνες. Κάποια στιγμή, ανακάλεσε στο συνειδητό

της κάτι που την ημέρα της κηδείας, μέσα στο πλήθος του αμήχανου

κόσμου, ένας παλιός της φίλος της ψιθύρισε στα ανήμπορα να ακούσουν

τότε αυτιά της.

75

Page 76: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Να ξέρεις˙ η Αναστασία ζει.

Τρείς μήνες αργότερα ζωντάνεψε μέσα της αυτός ο λόγος. Αυτός

ζωντάνεψε και το άγνωστο στην ίδια μέσα της. Αυτός ζωντάνεψε και τις

ελπίδες της. Αυτός τελικά κατάφερε να ζωντανέψει μέσα της και το παιδί

της.

Άρχισε να διερωτάται για τη σημασία αυτού του λόγου, να

διερευνά την αλήθεια του, να ψάχνει για πειστικές αποδείξεις – όχι

θεωρητικές και ασαφείς ψυχολογικέ παρηγοριές. Όταν ένα παιδάκι φεύγει

από αυτόν τον κόσμο, ζει; Και αν ναι, που βρίσκεται και πώς κανείς μπορεί

να επικοινωνήσει μαζί του;

-Θέλω να πεθάνω, πάτερ, μου επαναλάμβανε, για να συναντήσω

την Αναστασία. Μου λείπει πολύ το παιδί μου. Έχω θλίψη μέσα μου. δεν

αντέχω. Καταλάβετέ με.

-Δεν ξέρω αν μιλώ με θράσος και εκ του ασφαλούς, της

απαντούσα, αλλά ο λογισμός μου λέει ότι τότε θα λυτρωθείς όταν θα

θέλεις να φύγεις από αυτόν τον κόσμο για να συναντήσεις κυρίως τον

Θεό. Αν δεν υπάρχει Θεός, δεν θα συναντήσεις την Αναστασία. Αν όμως

υπάρχει Αναστημένος Θεός, Αυτόν χρειάζεσαι περισσότερο από το παιδί

σου και μαζί με το παιδί σου. Αυτός θα σου αποκαλύψει την

Αναστασία από αυτήν κιόλας τη ζωή. Τί είναι προτιμότερο, να είστε

οι δυό σας μόνες για πάντα στο κοσμικό τίποτα ή να είναι μαζί σας κι ο

Θεός αιωνίως;

-Ίσως η κόρη σου να γίνει μητέρα σου. Αυτή που γέννησες

βιολογικά να σε γεννήσει πνευματικά. Αυτή που της χάρισες τη ζωή να

σου ανταποδώσει την ευεργεσία προσφέροντάς του την όντως Ζωή. Αυτή

που νομίζεις πως την έχασες, αυτή να σε συνδέσει με το τόσο αληθινό

τωρινό κόσμο της. Αυτή που αποκαλείς αγγελούδι συναισθηματικά για να

παρηγορηθείς να γίνει ο άγγελος σου πνευματικά για να φωτιστείς.

Σε τελική ανάλυση δεν μας ενδιαφέρει το που είναι το παιδί μας

αλλά το αν υπάρχει, αν ζει, αν είναι και το πώς είναι, σε ποια κατάσταση

βρίσκεται.

Θα ήθελα να αναφερθώ και σε ένα δεύτερο περιστατικό.

76

Page 77: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Οι γονείς έμπρακτοι υπερασπιστές της σκληρής άποψης ότι τα

πάντα τελειώνουν εδώ. Το παιδάκι τους υποφέρει από μια σειρά παθήσεων

της καρδιάς. Το μαντάτο είναι ότι μόλις πιάσει την εφηβεία το αργότερο

θα φύγει. Ταξίδια στην Αμερική, αλλεπάλληλες προσπάθειες, δοκιμές

σύγχρονων θεραπευτικών σχημάτων φαίνεται πως αδυνατούν να

αναχαιτίσουν το γεγονός. Η κατάσταση χειροτερεύει. Το παιδί όμως

ξεχωρίζει σε εξυπνάδα. Πρώτο στα μαθήματα, πρώτο σε δημοφιλία στη

τάξη, σπάνιο σε σεμνότητα και ταπεινότητα, επιβάλλεται σε όλους.

Γράφει εκθέσεις και ποιήματα που, ενώ καταδεικνύουν ένα μοναδικό

ταλέντο και μία μοναδική σε ευαισθησία ψυχή, εκφράζονται από ένα

εύθραυστο βιολογικό σκεύος που απ’ ότι όλα δείχνουν έχει πολύ

περιορισμένο χρονικό ορίζοντα.

Το παιδί κλείνει τα δώδεκά του χρόνια. Σύντομα η εξυπνάδα αλλά

κυρίως η διαισθητική καρδιά του το βοηθούν να καταλάβει ότι σε λίγο

καιρό θα σβήσει η αναπνοή του σ’ αυτόν τον κόσμο. Μοιράζεται τη

αίσθησή του με τους αρνητικούς σε κάθε σκέψη πίστης γονείς του. Και οι

δύο σοκάρονται. Προσπαθούν να το παρηγορήσουν με ψευτόλογα μη

πειστικής επιχειρηματολογίας του τύπου ότι «μην υπερβάλεις, όλα θα

πάνε καλά». Στην ουσία αρνούνται να συνομιλήσουν με το γεγονός. Το

παιδί πολύ ψύχραιμα τους μιλάει για την άλλη ζωή, για τον Θεό, για την

ματαιότητα αυτού του κόσμου, για την ανάγκη να είμαστε όλοι κάπως πιο

φιλοσοφημένοι, για τον θάνατο σαν γλίστρημα στην πραγματικότητα της

άληκτης ζωής.

Ο πατέρας αντιδρά με απαγόρευση συζήτησης σε τέτοιους

τόνους και διάλεκτο.

-Αν υπήρχε Θεός, θα σε θεράπευε τώρα.

-Αν υπήρχε τέτοιος Θεός που λες, δεν θα αρρώσταινα καθόλου,

απαντά το παιδί.

Η μητέρα, πιο μαλακή, δείχνει να αντικρίζει με σεβασμό τις

απόψεις του παιδιού και σιωπά.

Η κατάσταση χειροτερεύει. Οι γονείς χωρίζουν. Ο πατέρας

απομακρύνεται. Κάπως εξαφανίζεται. Το παιδί διαρκώς επαναλαμβάνει

77

Page 78: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

μηνύματα άλλης ζωής. Η μητέρα συνήθως κλαίει. Παγιωμένη σε

θεωρητικές αθεΐας, απλά ανέχεται το παιδί. Η ζωή του σιγά –σιγά σβήνει.

Ήδη διανύει τις τελευταίες του στιγμές στη γη. Παρουσιάζει πνευμονική

υπέρταση. Τα πνευμόνια του είναι γεμάτα αίμα. Η αναπνοή του σταδιακά

εξασθενίζει. Η μητέρα αγκαλιά μαζί του.

-Άχ, Θεέ μου, δεν μπορώ άλλο, ψελλίζει.

- Τί, Θεέ μου, Δεν υπάρχει Θεός, λέει με αγανάκτηση η μητέρα.

-Υπάρχει, μανούλα, ψιθυρίζει το παιδί και ξεψυχάει.

Το παιδί άφησε την τελευταία του πνοή σε αυτόν τον κόσμο.

Έφερε όμως και πνοή ση μάνα του από τον άλλο κόσμο. Την πήρε μαζί του

εκεί που πήγε. Της πρόσφερε κάποιες εμφανίσεις του διαβεβαιωτικές της

άλλης τώρα ευλογημένης καταστάσεώς του.

Υποψία μυστικής παρουσίας.

Δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό να καταθέσω και δυο

εντυπωσιακά και ταυτόχρονα αποκαλυπτικά περιστατικά από την

τετραετή εμπειρία μου στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης.

Δεν ήταν τόσο η τεχνολογική και επιστημονική αρτιότητα και

πληρότητα αυτού του Νοσοκομείου που μίλησε στην καρδιά μου. Ούτε τα

συγκλονιστικά και ιδιοφυή κατορθώματα των εκεί γιατρών, ούτε ακόμη

και οι πραγματικές νεκραναστάσεις μικρών παιδιών που αντίκρισαν από

πολύ κοντά και σε μεγάλους αριθμούς τα μάτια μου, ούτε η αρμονική

συνεργασία των μονάδων ψυχολογικής στήριξης και του διοικητικού

προσωπικού με τον καταπληκτικό ιατρονοσηλευτικό κόσμο. Ήταν οι

στρατιές των εθελοντών, που τόσο ενεργά συμμετείχαν στη ζωή του

Νοσοκομείου, έπαιρναν ζωή από τη ζωή του και έδιναν ζωή από τη δική

τους ζωή.

Εκεί γνώρισα μια γυναίκα, την κ. Βασιλεία, που μου άνοιξε τα

μάτια στα επέκεινα, που με έπεισε για την ομορφιά και τη δύναμη της

άλλης λογικής, που μου διηύρυνε τον ορίζοντα των ελπίδων, των

προοπτικών, της αλήθειας. Εκεί έζησα έναν άνθρωπο που αγωνιζόταν με

78

Page 79: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

πάθος να παραμείνουν κοντά μας, με τους καλύτερους όρους και για

περισσότερο χρόνο αυτοί οι άγγελοι, τη στιγμή που ήξερε να επικοινωνεί

μαζί τους και μετά το σταμάτημα της τρυφερής καρδιάς τους σε αυτόν

τον κόσμο. Ζούσε την ανακούφιση της αιώνιας ζωής τους τόσο έντονα

όσο και τον αγώνα τους για την εφήμερη. Ποτέ δεν παρηγόρησε με

τυποποιημένα λόγια. Ποτέ δεν συμπαραστάθηκε με συμβουλές και

συνταγές. Συνδύαζε τη βίωση του βαθύ πόνου με την εμπειρία της

ολοζώντανης ελπίδας, της εμφανούς και πηγαίας χαράς με τα συνεχώς

δακρυσμένα μάτια, την ευγλωττία της σιωπής με τη μεστότητα του

λακωνικού λόγου, την αγάπη γι’ αυτήν τη ζωή με την ισχυρή πίστη στην

άλλη.

Στα τέσσερα χρόνια που συνεργάσθηκα μαζί της πέρασαν από τα

χέρια της πάνω από εκατό παιδάκια από την Ελλάδα, όλα με σοβαρότατες

παθήσεις. Βαριές καρδιοπάθειες, ανατομικές δυσπλασίες, σπάνιων

μορφών και δύσκολης πρόγνωσης κακοήθειες, ουσιαστικά αδιάγνωστες

συστηματικές ασθένειες υποχρέωσαν μικρά παιδιά με τους γονείς τους να

πάρουν τον δρόμο της μακρινής Αμερικής, ψάχνοντας απεγνωσμένα λίγη

ελπίδα και ψήγματα ζωής. Το μυαλό της ευκίνητα μεταφερόταν από

λεπτομέρειες σε γεγονότα, εύκολα πηδούσε από τα τωρινά περιστατικά

στα πιο παλιά, είχε την απίστευτη ικανότητα να συγκρατεί χιλιάδες

ονόματα και σχεδόν ποτέ να μην ξεχνά. Η αγκαλιά αυτής της γυναίκας

ήταν τόσο χωρητική, που μπορούσε να δεχθεί εύκολα εκατοντάδες παιδιά,

πλήθος γονέων, χαρές μοναδικές, λύπες, ξαφνικούς θανάτους, αιφνίδιες

αναστροφές της πορείας, ονόματα, τα πάντα.

Η μικρή Μιχαλίτσα πάλευε για τη ζωή. Επτά ανατομικές

καρδιακές παθήσεις την υποχρέωσαν, πριν κλείσει τα τρία της χρόνια, να

έχει υποστεί, πέντε μεγάλα χειρουργεία. Όλο το νοσοκομείο πάλευε για να

ζήσει αυτό το κοριτσάκι. Τριάντα μία μέρες στον αναπνευστήρα. Τέσσερις

άκαρπες προσπάθειες να αποδιασωληνωθεί. Καρδιοχειρουργοί,

καρδιολόγοι, νοσηλευτές, γονείς και η κ. Βασιλεία ήταν αδύνατο να

αναχαιτίσουν την πορεία της υγείας της. Γνώση, επιδεξιότητα,

νοσηλευτική αρτιότητα, συντονισμένες προσπάθειες δεκάδων ανθρώπων,

πλεόνασμα αγάπης, ατέλειωτες προσευχές δεν μπορούσαν να κάνουν τα

πνευμόνια της να λειτουργήσουν από μόνα τους. Ο οργανισμός της

79

Page 80: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

παλεύει ηρωικά με την ασθένεια. Όλος ο νοσοκομειακός κόσμος

παρακολουθεί ως θεατής και διακριτικός συμπαραστάτης τον άνισο αλλά

επίμονο αγώνα της.

Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 1987. Πρωί – πρωί πηγαίνω στη Μονάδα

να συναντήσω τη Μιχαλίτσα. Την αντικρίζω στη ζεστή αγκαλιά της κ.

Βασιλείας. Η εικόνα συγκινητική. Το μικρό κουρασμένο σωματάκι του

παιδιού ξεκουράζεται στην πιο ζεστή αγκαλιά αυτού του κόσμου. Το σώμα

του τυλιγμένο στα καλώδια, η καρδιά του συνδεδεμένη με άλλο κόσμο.

Γύρω – γύρω παλμογράφοι, συσκευές τελευταίας τεχνολογίας, μερικές

κούκλες. Πάνω της στάζουν λίγα δάκρυα πολύ αγνής, πολύ ποιοτικής

αγάπης. Σε λίγο η Μιχαλίτσα επιστρέφει στο κρεβατάκι της. Η κ. Βασιλεία

βγαίνει στην αίθουσα αναμονής.

-Νομίζω σήμερα θα μας φύγει η Μιχαλίτσα. Είναι τόσο παράξενο.

Έχω μια γλάστρα με χρυσάνθεμα, που αρκετές φορές, όταν κάποιο

παιδάκι πετάει για τον ουρανό, ανθίζει ένα χρυσάνθεμο. Μου έχει συμβεί

κατ’ επανάληψιν. Την έχω δίπλα στο εικονοστάσι για να μην ξεχνώ τα

παιδάκια που βρίσκονται στον ουρανό. Σήμερα, δεν το περίμενα καθόλου,

άνθισαν δεκατέσσερα χρυσάνθεμα˙ όσα και τα παιδάκια που μας έχουν

πεθάνει. Αισθάνομαι πως της ετοιμάζουν υποδοχή.

Αυτά είπε και σιώπησε. Τα μάτια της έτρεχαν ασταμάτητα.

-Γιατί κλαίς κ. Βασιλεία, της λέω, αφού πιστεύεις πώς δεν

πεθαίνουν τα παιδιά;

-Δεν κλαίω για την Μιχαλίτσα. Κλαίω για τον κόσμο μας που

φτωχαίνει σε χαμόγελο, που στερεύει σε αθωότητα, που λιγοστεύει σε

τρυφεράδα. Κλαίω για τους γονείς που αδειάζει η ζωή τους, που το

μαχαίρι φτάνει μέχρι το τέρμα και δεν μπορούμε κάτι να τους πούμε.

Παρηγοριέμαι όμως που σκέφτομαι τον θρόνο του Θεού να στολίζεται με

τέτοιες καθαρές ψυχούλες. Εγώ τις καλύτερες προσευχές μου δεν τις

κάνω στους αγίους αλλά στα δεκατέσσερα χρυσάνθεμά μου, στα

δεκατέσσερα αγγελούδια μου, στην πνευματική ανθοδέσμη μου…

Καθίσαμε αρκετή ώρα. Σε λίγο ήλθαν οι γονείς. Πήρε την μητέρα

στη άκρη και της είπε.

80

Page 81: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Νομίζω ότι σε λίγη ώρα μας φεύγει η Μιχαλίτσα. Πάμε να την

κρατήσεις στην αγκαλιά σου.

-Φοβάμαι, της απαντά.

-Μην φοβάσαι, είναι καλύτερα να σβήσει η πνοή της στα χέρια

σου παρά στο κρεβάτι. Είναι καλύτερα και για κείνη και για σένα. Θα το

θυμάσαι σε όλη σου τη ζωή. Έτσι θα μπορέσεις να μείνετε αχώριστες.

Γυρίζει και μου λέει, ψιθυριστά.

-Τί παράξενο που είναι! Τα παιδάκια, ακόμη και τα βρέφη, ακόμη

και αυτά που είναι σε κώμα, διαλέγουν να φύγουν ή στην αγκαλιά της

μητέρας τους ή στη βάρδια της νοσοκόμας τους. Πάνω από το 90%.

Στο σημείο αυτό άρχισαν να πέφτουν οι χτύποι της καρδούλας του

μικρού κοριτσιού. Σε είκοσι λεπτά, είχε ξεκουραστεί για πάντα. Την

επόμενη φορά θα άνθιζαν δεκαπέντε χρυσάνθεμα. Ο άλλος κόσμος είναι

τόσο απαλός και λεπτός. Μακάριοι όσοι διακριτικά αισθάνονται το χάδι

του. Μακάριοι όσοι υπερβατικά απολαμβάνουνε το χάδι των αιώνιων

κατοίκων του. Μακάριοι όσοι ζουν την παρηγορητική παρουσία τους.

Η κ. Βασιλεία ζούσε και ζει μέχρι σήμερα συντροφιά με τον πόνο

και το ξεχείλισμα της αγάπης. Όλο τον χρόνο της τον χαρίζει στα παιδιά

του νοσοκομείου. Όλη της την ελπίδα την ακουμπά στα παιδάκια της του

ουρανού. Όλη της η ζωή έχει στοιχεία παιδικά. Στα πενήντα δύο της

χρόνια εμφάνισε και παιδικές ασθένειες. Όσοι την έβλεπαν ιατρικά

απορούσαν. Όσοι την εγνώριζαν πνευματικά επιβεβαίωναν την εικόνα

τους τι’ αυτήν.

Εντελώς απρόσμενα εμφάνισε ένα αιμαγγείωμα στο πρόσωπο, που

κανείς δεν μπορούσε να τη βοηθήσει. Την εξέτασαν όλοι οι γνωστοί.

Ακόμη και οι… παιδίατροι. Κάποια μέρα άνθισε η γλάστρα με δεκαπέντε

αυτήν τη φορά χρυσάνθεμα. Έκανε την καλή της προσευχή στην

αγαπημένη της οικογένεια του ουρανού. Την ίδια μέρα, δέχτηκε έξι

τηλεφωνήματα από τους γονείς των έξι τελευταίων παιδιών, που η

ουράνια προοπτική τους δεν νικήθηκε από την αγάπη της. Κανείς φυσικά

δεν είχε συνεννοηθεί με τον άλλον, αφού δεν γνωρίζονταν μεταξύ τους.

Σε λίγες ώρες το αιμαγγείωμα εξαφανίστηκε…

81

Page 82: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

«Θάνατος ουκέτι κυριεύει»

Τα περιστατικά είναι πραγματικά. Είναι όμως και τόσο αληθινά.

Από μόνα τους ρίχνουν λίγο φως, όχι στο παρελθόν, αλλά στο ευλογημένο

–αν και δυστυχώς άγνωστο σε μας – παρόν τους. Η παρηγοριά μας δεν θα

έλθει από δυνατά επιχειρήματα ούτε από υπερβολικά ωραιοποιημένες

ψευδαισθήσεις ούτε από ψυχολογικά τεχνάσματα ούτε από ανθρώπινη

αγάπη. Όλα αυτά ή είναι από μόνα τους ανεπαρκή ή ξεγελούν. Η αληθινή

παρηγοριά μας θα έλθει από τα ίδια τα παιδιά μας˙ όχι αν τα

σκεφτόμαστε όπως τα ξέραμε, αλλά αν τα γνωρίσουμε όπως τώρα είναι.

Υπάρχουν τρεις μεγάλες αλήθειες που θα μπορούσαν να φωτίσουν

την ψυχή μας. Η πρώτη είναι ότι τα παιδιά μας, που πρόωρα μας έχουν

φύγει, ζουν, δεν βρίσκονται χαμένα κάπου στο πουθενά και το τίποτα. Η

δεύτερη ότι ο Θεός δεν είναι αφηρημένη έννοια, ούτε απροσδιόριστη

δύναμη, ούτε ανθρώπινο επινόημα, αλλά είναι υπαρκτός, ζών και

αληθινός, που στη ζωή αυτήν οράται μόνον ως κατοπτρικό είδωλο, ενώ

από τα παιδιά μας αντικρύζεται «πρόσωπον προς πρόσωπον». Και η Τρίτη

ότι μπορεί εμείς με τη φυσική παχύτητά μας να δυσκολευόμαστε στην

επικοινωνία μας μαζί τους, αυτά όμως πολύ καθαρότερα από μας έχουν

τους τρόπους τους να δείχνουν σημάδια της αιώνιας ζωής τους.

Το ερώτημα «πού βρίσκονται οι μικροί μας άγγελοι», που τόσο μας

τραυμάτισαν με την αγάπη μας, ίσως δεν χρειάζεται την απάντησή του.

Το «πού» δεν έχει και τόση σημασία. Αυτό που έχει σημασία είναι η

αληθινή αίσθηση της ζωής τους, η δυνατότητα της επικοινωνίας μας και

η προοπτική της αιώνιας επανασυνάντησης μαζί τους.

Σίγουρα στις μέρες μας η πίστη φαντάζει όλο και πιο δύσκολη, όλο

και πιο αμφισβητούμενη. Ίσως αυτό να είναι η αιτία που και ο πόνος των

γονέων γίνεται όλο και πιο δυσβάσταχτος, ο θάνατος όλο και πιο

ευδιάκριτος από τη ζωή. Είναι πράγματι να τρελαίνεσαι όταν αισθάνεσαι

τον θάνατο ως αμετάκλητο τέλος. Είναι φοβερά επώδυνο και όταν τον

ζεις ως οριστικό χωρισμό. Είναι όμως τόσο παρήγορο, όταν ο θάνατος,

δίπλα στον πόνο που αφήνει, συνοδεύεται και από την πίστη ότι

παραπέμπει στην όντως ζωή. Αν δεν έχουμε καταφέρει να μεταφέρουμε

82

Page 83: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

εμείς μηνύματα στα παιδιά μας, τουλάχιστον ας ακούμε τα δικά τους.

Τότε ο θάνατός τους δεν θα είναι σκοτεινό τέλος˙ ούτε ομιχλώδης

χωρισμός. Θα είναι κοίμηση και φως. Θα έχει μεταμορφώσει τα βιολογικά

παιδιά μας σε πνευματικούς αναγεννητές μας.

Η όξυνση της πνευματικής μας ακοής, εκτός από την παρηγοριά

της πίστης, χαρίζει στην ψυχή μας τον φωτισμό και τη χαρά του μυστικού

διαλόγου μαζί τους.

Στο μεθόριο ζωής και θανάτου

Το «μείζον» και το «περισσόν» της αγάπης

Η ζωή στο Νοσοκομείο έχει απίστευτες ταλαντώσεις. Σήμερα ζω

την τεράστια πάλη που μια ολόκληρη ομάδα γιατρών κάνει για να ζήσει

ένα μικρό κοριτσάκι μόλις διόμισυ χρόνων˙ η Μαργαρίτα από τη Λέρο.

Καρδιολόγοι, εντατικολόγοι, χειρουργοί, νοσηλευτές, τεχνικοί, οι πάντες

δίνουν μια υπεράνθρωπη μάχη για να συνεχίσει να χτυπάει όσο

περισσότερο γίνεται μια μικρή καρδούλα με ένδεκα συγγενείς ανατομικές

παθήσεις, τη στιγμή που, αν αυτό δεν γίνει, πάνε να σπάσουν οι καρδιές

τόσων ανθρώπων.

Μέχρι σήμερα έξι επεμβάσεις δεν κατάφεραν να της χαρίσουν την

υγεία και να της προσφέρουν την προοπτική της ζωής. Δεν κατάφεραν να

ανακουφίσουν δυο γονείς που ξεροσταλιάζουν νύχτα και μέρα στα

νοσοκομεία, ακούγοντας ξένες γλώσσες που δεν κατανοούν,

επιστημονικές ερμηνείες που τους υπερβαίνουν, διαρκείς ιατρικές

προτάσεις που δεν χαρίζουν λίγη σιγουριά˙ όλο πιθανότητες, όλο «θα

δούμε», όλο «μπορεί», όλο ασαφές τοπίο. Δεν κατάφεραν να

ικανοποιήσουν έναν κόσμο που κυριολεκτικά εκφράζει την ανθρώπινη

ψυχή και δυνατότητα στη μεγαλύτερή της ένταση.

O Dr. Aldo Castaneda, ένας λευκός και λεπτός, ψηλός

καρδιοχειρουργός από τη Γουατεμάλα, ο «μάγος» όπως τον αποκαλούν, ο

καλύτερος καρδιοχειρουργός παίδων στον κόσμο, ένας αξιοπρεπέστατος

κύριος δεν δίνει και πολλές ελπίδες. Χθές, μετά το χειρουργείο της

Μαργαρίτας, καθώς κατέβαινα τις σκάλες του Νοσοκομείου, τον είδα

83

Page 84: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

μόνο του στο κλιμακοστάσιο, σκεπτικό και περίλυπο, με το χέρι του

ακουμπημένο στο κράσπεδο του παραθύρου και το κεφάλι του στηριγμένο

στον τοίχο. Αδυνατούσε να αποδεχθεί την αδυναμία του να δώσει ζωή στο

μικρό αυτό κοριτσάκι από την Ελλάδα. Δεν είναι και τόσο συνηθισμένος

να χάνει τις μάχες. Σπάνια του φεύγει παιδί. Κάνει θαύματα ο άνθρωπος!

Φοβερά αποφασιστικός, ασύλληπτα επινοητικός, θετικός και σταθερός,

παράλληλα όμως και ασυνήθιστα ευγενής και λεπτός στους τρόπους,

σπάνια δε για χειρουργό τρυφερός και σεμνός.

-Τί έγινε, γιατρέ; Ρωτώ. Η αίσθησή σας τί λέει; Υπάρχει καμιά

ελπίδα;

-Ανθρωπίνως τελειώσαμε. Δώσαμε ότι είχαμε. Αλλά αυτό το

κοριτσάκι, που τόσο παλεύει να ζήσει φαίνεται πως δυσκολεύεται και να

πεθάνει. Στο χειρουργείο τρεις φορές κόντεψε να μας μείνει στο τραπέζι

και τα κατάφερε. Σαν να μην τη θέλει ο Θεός στον ουρανό.

Παρά την περί του αντιθέτου επιθυμία όλων μας, κατάλαβα ότι

μάλλον θα υποχωρήσει ο Θεός και θα της ανοίξει τελικά την πόρτα. Αν ο

Castaneda δεν μπορεί, τότε και ο Θεός υποχωρεί!

Κατέβηκα τα σκαλιά και πήγα στη Μονάδα. Δεκαοκτώ κρεβατάκια

ακτινωτά διατεταγμένα, καθένα με τη νοσοκόμα του, τον υπερσύγχρονο

εξοπλισμό του, τον κρυφό ή φανερό αγώνα του, τις άπειρες και θερμές

προσευχές του, τους φανερούς επίγειους αγγέλους του να παλεύουν και

τους αφανείς επουράνιους φίλους του να συντροφεύουν. Στο κέντρο η

μονάδα ελέγχου. Ένα ολόκληρο επιτελείο, τέλεια εκπαιδευμένο, με

επιλεγμένα στελέχη, ίσως τα καλύτερα στον κόσμο, βλέπει καθημερινά,

κάθε στιγμή τη ζωή να ανταλλάσσει ιερά φιλήματα με τον θάνατο και

τους αγγέλους του Θεού να δυσκολεύονται να σφιχταγκαλιάσουν τα

παιδάκια Του. Και όταν το κάνουν, το κάνουν με έναν πολύ λεπτό και

αληθινό πόνο, που συνοδεύεται όμως και από πολύ λεπτή και διεισδυτική

ελπίδα. Πόνος και αγωνία, χαρά και προσδοκία συνυπάρχουν όλα μαζί στη

μεγαλύτερή τους ένταση.

Στο νοσοκομείο καταλαβαίνεις τι αξία έχει η υγεία, τι θα πεί ζωή,

πόσο μικρός είναι ο άνθρωπος από μόνος του, πόσο μεγάλος γίνεται με

τον Θεό. Ο άνθρωπος είναι πολύ μικρός και αδύναμος και μέσα στα

84

Page 85: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

επιτεύγματα και τη θαυμαστή τεχνολογία και ιδιοφυΐα του. Τα θαύματα

του ανθρώπου είναι πολύ μικρά. Ο Θεός διακρίνεται μεγάλος και μέσα από

τις … ήττες Του, μέσα από τον θάνατο και τις φαινομενικές αποτυχίες

Του. Η ζωή που χαρίζει ο άνθρωπος πάντα καταλήγει στον θάνατο˙ ο

θάνατος που επιτρέπει ο Θεός πάντα οδηγεί σε αιώνια κατάσταση και

ζωή.

Η Μαργαρίτα τελικά δεν άντεξε τη βαρύτητα του χρόνου.

Βιάστηκε να γλυστρήσει στην απαλότητα της αιωνιότητος. Την

ακούμπησε ελάχιστα η παχύτητα αυτής της ζωής, δεν πρόφθασε να γευτεί

ούτε χαρές ούτε λύπες˙ μόλις που την άγγιξε ο πόνος, η ανθρώπινη

αγάπη˙ ίσα που τη χάιδεψε ο χρόνος.

Άφησε πίσω της την ταπείνωση της αποτυχίας στους καλύτερους

γιατρούς, την αίσθηση της ανεπάρκειας στη θαυματουργό τεχνολογία

μας. Άφησε πόνο στους γονείς, βασανιστικά ερωτήματα δίχως απαντήσεις

σε όλους όσους τη γνώρισαν. Άφησε παράλληλα και την υποψία ενός Θεού

πολύ διαφορετικού από αυτόν που κατασκευάζουν οι θρησκείες της

ανθρώπινης ψυχοπαθολογίας και της ξερής λογικής. Άφησε την

εσωτερική βεβαιότητα του Θεού που δεν παίρνει ανθρώπους για να τους

στερήσει τη ζωή, αλλά που υποδέχεται τους ανθρώπους για να τους

χαρίσει την όντως ζωή.

Στο κεφάλι της νεκρής Νατάσας.

Είναι μερικές στιγμές που η εσωτερική πάλη, τα λεπτά διλήμματα,

η μικρή απόσταση ανάμεσα στη σωστή επιλογή και το λάθος κυριολεκτικά

υπογραμμίζουν την ανθρώπινη αδυναμία, ενώ ταυτόχρονα τονίζουν και το

ανθρώπινο μεγαλείο. Εκεί συναντάται η δυνατότητα για κάτι μεγάλο και

καλό με την ανθρώπινη αβεβαιότητα για κάτι σίγουρο και κοινά

αποδεκτό. Εκεί διασταυρώνεται η ιδιοφυΐα της φυσικής αγάπης με τη

συστολή του πνευματικού σεβασμού. Και είναι τόσο σφιχταγκαλιασμένα

αυτά, όπως η ψυχή με το σώμα, όπως η σκέψη με τον νου. Εκεί φαίνεται ο

άνθρωπος ως σιωπή και λόγος, ως μυστήριο και αποκάλυψη, ως πτώση

και ανάσταση. Εκεί υφαίνεται η πλοκή του ελέους του Θεού με νήματα

85

Page 86: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

λεπτά, δυσδιάκριτα στην ανθρώπινή λογική και διαφαίνεται η εκπληκτική

εύνοιά Του, με τρόπους «ξένους», μη συνήθεις προς την ανθρώπινη φύση.

Ένα τέτοιο σημείο μπροστά στο οποίο στέκεται ο άνθρωπος με

θαυμασμό αλλά και τεράστια δυσκολία είναι το κεφάλαιο των

μεταμοσχεύσεων. Τι φοβερό, αλήθεια, επίτευγμα να μπορούν η ιατρική

επιστήμη και τεχνολογία σήμερα να μεταφυτεύουν όργανα από τον έναν

άνθρωπο στον άλλο! Να πείθουν τον οργανισμό να δέχεται σαν δικό του

το ξένο όργανο! Τι ευκαιρία, με τον μεγαλοφυή αυτόν τρόπο, να δίνουν

ζωή σε άλλως τελειωμένους βιολογικά συνανθρώπους μας!

Αλλά και τι κρίσεις δεν δημιουργεί! Πώς είναι δυνατόν κομμάτι

της υποστάσεως ενός ανθρώπου, ο νεφρός, το δέρμα, το έντερο, αλλά και

το συκώτι ή η καρδιά να αποτελεί στο μέσο της διαδρομής του κομμάτι

κάποιου άλλου ανθρώπου, μέρος της προσωπικής του έκφρασης; Πώς

είναι δυνατόν να μεταφυτεύονται από τον έναν στον άλλο συνολικά επτά

ή οκτώ όργανα μαζί, νεφροί, ήπαρ, νησίδες παγκρέατος, λεπτό και παχύ

έντερο, στομάχι, να αλλάζει κατά κάποιον τρόπο το σώμα και να

παραμένει η ταυτότητα του προσώπου αναλλοίωτη! Πόσο δεμένο με την

πνευματική υπόστασή μας είναι το σώμα; Είναι τελικά σεβασμός ή

ασέβεια αυτό που γίνεται; Είναι ευλογία ή θράσος; Μήπως έχουμε

ξεπεράσει ανεπίτρεπτα το όριο της ανθρώπινης ιερότητος; Μήπως,

δίνοντας βιολογική ζωή με τόσο παρεμβατικούς τρόπους σε λίγους

συνανθρώπους μας, στερούμε από βασικά στοιχεία πνευματικής ζωής τον

άνθρωπο στο σύνολό του; Μήπως προφασιζόμενοι την αγάπη,

τροφοδοτούμαστε με θράσος, έπαρση, ανεξέλεγκτα συμφέροντα,

μεροληπτικές αποφάσεις;

Και όταν το μόσχευμα προέρχεται από εγκεφαλικά νεκρό, από

νεκρό που… ζει, από νεκρό που αναπνέει, από νεκρό που δεν φαίνεται

νεκρός, αλλά ονομάζεται νεκρός από τους γιατρούς, τους νόμους, τις

κοινωνίες, δεν παραβιάζουμε την ιερότητα του μυστηρίου του θανάτου,

που μας υπερβαίνει ως γεγονός, με αλαζονικές εξαγγελίες που

πνευματικά μας μειώνουν; Πώς πάλι μπορούμε τη στιγμή που παλεύουμε

κάποιος να μείνει κοντά μας όσο γίνεται περισσότερο, την ίδια στιγμή με

σπουδή και ελπίδα για κάποιον άλλον να του παίρνουμε τα όργανα,

86

Page 87: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

αφήνοντας η χαρά μας για τη ζωή του λήπτη να εξαφανίζει τον πόνο μας

για τον θάνατο του δότη;

Αλλά και αυτού που εμείς τον κάναμε να φαίνεται πως ζει, είναι το

μηχανικό ανεβοκατέβασμα του στήθους του αναπνοή; Είναι ο χτύπος της

καρδιάς του ένδειξη λειτουργίας της; Μήπως έχει τελειώσει η

συμπόρευση της ψυχής με το σώμα του κι εμείς στενόψυχα το

ταλαιπωρούμε δίχως ελπίδα, δίχως προοπτική, δίχως λόγο; Με συνοδό

μόνο το φόβο, τους γεμάτους σχολαστικότητα προβληματισμούς, την

υπερβολή της εξάρτησης από την προσωρινότητα και την αμεσότητα

αυτού του κόσμου;

Χτυπάει το τηλέφωνο. Από την άλλη μεριά η Διευθύνουσα του

Γενικού Κρατικού. Γρήγορα μπαίνει στο θέμα. Μία κοπέλα δεκαεννέα

ετών, η Νατάσα, έκανε κατακλυσμιαία εγκεφαλική αιμορραγία και

διαγνώστηκε εγκεφαλικά νεκρή. Δυστυχώς, έγιναν και οι προβλεπόμενες

επαναληπτικές διαγνωστικές δοκιμασίες και όλα επιβεβαιώνουν την

οριστική νέκρωση του εγκεφάλου. Στο Ωνάσειο ένα νέο παλληκάρι

περιμένει απεγνωσμένα μια καρδιά. Στις λίστες για νεφρικές ή ηπατικές

μεταμοσχεύσεις κοντά στα χίλια άτομα. Το δίλημμα είναι μεγάλο: ή σε

λίγες ώρες η αποσύνθεση των οργάνων της Νατάσας ή για χρόνια το

δώρο της ζωής σε εννέα περίπου συνανθρώπους μας.

Οι αρμόδιοι προσπάθησαν διστακτικά να μιλήσουν για τη

δυνατότητα δωρεάς οργάνων στους γονείς. Πώς όμως να φορτώσουν

στον αβάσταχτο πόνο τους, ένα πρόσθετο ασήκωτο δίλημμα; Πώς να

προσθέσουν στη ζάλη τους την πίεση για μια άμεση απόφαση που απαιτεί

γνώση, ψυχραιμία, ψυχικό σθένος, χρόνο, ξεκάθαρη συνείδηση. Ποιός

είναι αυτός που γνωρίζει τις σωστές και σίγουρες απαντήσεις στα

ερωτήματα που εγείρονται για να βοηθήσει;

Μέσα στην όλη έντονη αυτήν ατμόσφαιρα, οι γονείς ζητούν την

γνώμη της Εκκλησίας. Έτσι δικαιολογείται το τηλεφώνημα της

Διευθύνουσας σε μένα.

Σε λίγη ώρα βρίσκομαι σε ένα γραφείο με τους γονείς, τον

διευθυντή της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας, έναν γιατρό και την

87

Page 88: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

προϊσταμένη. Η ένταση εμφανής. Αρχικά σύντομη σιωπή. Παίρνω εγώ την

πρωτοβουλία να σπάσω την αμηχανία.

-Γιατρέ, τί ακριβώς έχει η Νατάσα; ρωτώ.

-Είναι, δυστυχώς, εγκεφαλικά νεκρή, απαντά ξερά, όχι από

σκληρότητα αλλά από ψυχολογική αμηχανία και δυσκολία.

-Γιατί λέτε «εγκεφαλικά νεκρή» και όχι «νεκρή»; Μήπως κάπως

ζει;

-Ζουν κάποια όργανα της υποστηριζόμενα μηχανικά και έχει

νεκρωθεί ο εγκέφαλος από την αιμορραγία, συνεχίζει.

-Αυτό τί ακριβώς σημαίνει; Ξαναρωτώ.

-Σημαίνει ότι δεν αισθάνεται, δεν καταλαβαίνει, δεν πονάει, και το

χειρότερο δεν μπορεί πλέον να επανέλθει. Αν της κόψουμε το πόδι με ένα

πριόνι δεν θα αντιδράσει. Αν ρίξουμε επάνω της μία ισχυρή δέσμη φωτός

μέσα στο σκοτάδι τα μάτια της δεν θα καταλάβουν τη διαφορά. Ο

εγκέφαλός της έχει ήδη αρχίσει να αυτολύεται. Ό,τι λειτουργεί,

λειτουργεί με τη βοήθεια των μηχανημάτων και μόνο. Μάλιστα σε λίγο

και τα υπόλοιπα όργανά της σταδιακά θα καταστραφούν παρά ταύτα. Εγώ

θα έλεγα ότι είναι νεκρή.

-Λέτε «εγώ θα έλεγα» και όχι ότι «είναι νεκρή»; Αυτό δεν δείχνει

ασάφεια;

-Η ασάφεια προκύπτει από τη μηχανική εικόνα της ότι αναπνέει, η

καρδιά της χτυπάει.

-Και είστε τόσο σίγουρος, γιατρέ, ότι δεν μπορεί να επανέλθει;

Συνέχισα να ρωτώ.

-Δυστυχώς, είμαστε σίγουροι, διότι υπάρχουν έξι tests που πρέπει

να το αποδείξουν και να ισχύουν όλα μαζί και μάλιστα είμαστε

υποχρεωμένοι και να επαναλάβουμε μετά από λίγες ώρες τη διάγνωσή

μας ώστε να μπορέσουμε να την επιβεβαιώσουμε. Ποτέ δεν έχει επανέλθει

κάποιος που σωστά διαγνώστηκε εγκεφαλικά νεκρός.

Μας διακόπτει κάπως η μητέρα λέγοντας:

88

Page 89: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Δηλαδή τώρα μόνο ένα θαύμα.

-Ναι! μόνο θαύμα, απαντά αμήχανα ο γιατρός, συντηρώντας όμως

έτσι κάποιες λάθος ελπίδες.

Ακολουθεί σιωπή, την οποία σε λίγο διακόπτω με παρέμβασή μου.

-Γιατρέ, τι θαύμα; Ανάσταση νεκρού η θεραπεία ασθενούς;

-Ανάσταση νεκρού, απαντά ο γιατρός, σαφώς ανακουφισμένος για

τη δυνατότητα εξόδου από το αδιέξοδο που προηγουμένως είχε ο ίδιος

προκαλέσει.

Νέα αμηχανία και σιωπή.

-Θα θέλατε να διαβάσουμε μια ευχούλα στο παιδί; Ρωτώ κάπως

δειλά.

-Βεβαίως, πάτερ, απαντούν με μια φωνή οι δύστυχοι γονείς.

Προφανώς, διατηρούν ακόμη ελπίδες, σκέφτηκα. Και πώς να μην

τις διατηρούν; Όταν βλέπουν το παιδί τους να αναπνέει, έστω και

μηχανικά, όταν ακούν τους χτύπους της καρδιάς του, όταν το ασπάζονται

και είναι ακόμη ζεστό, όταν δεν διαφέρει καθόλου η εικόνα του από

αυτήν του κώματος, τότε εύκολα κανείς λειτουργεί στη λογική του

«μήπως έχει γίνει κάποιο λάθος», του «μήπως γίνει θαύμα», του «λίγο

ακόμα», των πάσης φύσεως δικαιολογιών. Είναι τόσο φυσικό˙ τον γιατρό

τον εμπιστευόμαστε περισσότερο, όταν δίνει ελπίδες θεραπείας, παρά

όταν τις εξαφανίζει.

Προχωρούμε νευρικά στον διάδρομο, χωρίς να συνομιλούμε. Σαν

να περιμένουμε την τελική απάντηση. Στο μεταξύ σκεφτόμουν τι

προσευχή να διαβάσω. Υπέρ υγείας; Ούτε το πιστεύω ούτε και είμαι

βέβαιος ότι δεν έχει πεθάνει. Νοιώθω πώς μάλλον πέθανε και απλά της

φουσκώνουμε και ξεφουσκώνουμε τα πνευμόνια με τεχνητό

αναπνευστήρα, προφέροντας σε αυτήν αέρα και σε μας παρατεινόμενη

τυραννία. Είναι στιγμές που η ίδια επιστήμη και τεχνολογία που χαρίζει

ζωή, η ίδια οδηγεί και σε βασανιστικά αδιέξοδα. Να διαβάσω την ευχή εις

ψυχορραγούντα; Με δεν ταιριάζει, δεν δείχνει ζόρι και δυσκολία, δεν

89

Page 90: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ψυχορραγεί. Να διαβάσω τρισάγιο; Ούτε γι’ αυτό είμαι σίγουρος ούτε πάλι

είναι έτοιμοι οι συγγενείς.

Φτάνουμε στο κρεβάτι. Η Νατάσα πρησμένη, παραμορφωμένη,

αναπνέει βαριά με τον αναπνευστήρα, η μητέρα πέφτει πάνω στο

ανήμπορο να ανταποκριθεί στο όποιο ερέθισμα ανέκφραστο σώμα της

δύστυχης κόρης της, ο πατέρας γονατιστός στο πάτωμα, ο γιατρός –

ένας εξαιρετικός άνθρωπος – τόσο εξοικειωμένος από ανάλογα

περιστατικά, χωρίς όμως καθόλου κατεστραμμένο τον κόσμο των

ευαισθησιών του, παρακολουθεί εμφανώς συγκινημένος. Γύρω – γύρω

εικονούλες. Όλοι, ο καθένας με τον διαφορετικό αλλά άγνωστο σε μένα

τρόπο τους, περιμένουν να διαβάσω την ευχή. Εγώ διαλέγω μια ευχή από

το Ευχολόγιο και στη μέση κάνω τροποποιήσεις αυτοσχεδιάζοντας. Ούτε

τον Θεό να κοροϊδέψω μπορώ ούτε και τον εαυτό μου ούτε πάλι και την

ελπίδα των γονέων εγώ να πνίξω. Ζητούμε από τον Θεό να σκεπάσει τη

ζωή της Νατάσας, να τη συνοδεύει στην κρίση που περνά και να χαρίζει

σε μας αφ’ ενός μεν δύναμη να δεχθούμε το θέλημά Του, αφ’ ετέρου δε

φωτισμό να ξεπεράσουμε τα διλήμματά μας με ταπείνωση, σεβασμό και

πίστη.

Κάνω την απόλυση και βγάζω το πετραχήλι μου. η μητέρα

ψύχραιμη στρέφεται στον άνδρα της λέγοντας:

-Νομίζω να δώσουμε τα όργανα.

-Ίσως με τον τρόπο αυτόν, και τη ζωή της κάπως να

παρατείνουμε και αγάπη και ζωή σε κάποιους να δώσουμε. Εγώ έτσι

αισθάνομαι, πάτερ.

Με μουσκεμένα τα μάτια, δείχνει και ο πατέρας να συναινεί. Και

μόνον η απόφαση τους μεταμορφώνει, τους δυναμώνει, τους δίνει κάτι το

ηρωικό στην έκφραση. Τώρα ο πόθος τους να ζήσει το παιδί τους

μεταμορφώνεται σε αγωνιώδη επιθυμία να ζήσουν κάποιοι άλλοι.

Τους χαιρέτησα και έφυγα. Έφυγα συγκλονισμένος όχι τόσο από

την απόφαση των γονέων, όσο από την ένταση της ανθρώπινης φύσης.

Εγώ δεν είχα καμία ευθύνη για την απόφασή τους. Δεν είχα συνεισφέρει σε

90

Page 91: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

αυτήν ούτε θετικά ούτε αρνητικά. Την πήραν μόνοι τους. Απλά, ήμουν

παρών σε μια εξαιρετικά δύσκολη στιγμή.

Σε λίγες μέρες, μου ζήτησαν να έλθουν να με συναντήσουν. Τους

δέχτηκα με πολλή χαρά. Άνθρωποι πονεμένοι, ευγενείς, αξιοπρεπείς, με

λεπτή και ευαίσθητη συνείδηση. Έκλαιγαν ασταμάτητα. Τους ενοχλούσε

όμως πολύ που τελικά δεν μπόρεσαν να προσφέρουν το όργανα του

παιδιού τους. Αυτό θα τους ανακούφιζε κάπως, όπως ομολογούσαν.

Δυστυχώς, τα όργανα δεν ήταν μεταμοσχεύσιμα. Είχαν καθυστερήσει να

αποφασίσουν. Λίγη ώρα μετά τις πρώτες σχετικά εξετάσεις και

διαπιστώσεις ούτε και τα μηχανήματα μπορούσαν να επιβάλουν

λειτουργία στα ταλαιπωρημένα όργανα της Νατάσας. Οι δύο γονείς είχαν

κρίση συνειδήσεως˙ ελέγχονταν μήπως τελικά η προσκόλληση στο παιδί

τους στέρησε τη ζωή και από τους άλλους που θα μπορούσαν, αν αυτοί

έπαιρναν έγκαιρα την απόφαση, να ζήσουν. Θα ήθελαν πολύ η καρδιά, οι

νεφροί, το ήπαρ, του παιδιού τους να λειτουργούσαν ακόμη, έστω στα

σώματα άλλων συνανθρώπων μας. τα ίδια όργανα να συντηρούσαν στην

επίγεια πορεία τους άλλες ψυχές.

Τι μεγάλο πράγμα που είναι η αγάπη! Να μπορείς να δώσεις ζωή

από τον θάνατό σου! Ή από τον θάνατο του πολύ δικού σου ανθρώπου να

δώσεις παράταση σε κάποιον άλλον που πιθανότατα δεν γνωρίζεις! Να

μπορείς να μοιραστείς το σώμα σου με κάποιον συνάνθρωπό σου!

Δίνοντας κομμάτια της υπόστασής σου να προσφέρεις την αγάπη σου ως

ζωή στον άγνωστο πλησίον σου που αδυνατεί διαφορετικά να ζήσει! Είναι

σαν φεύγοντας από αυτόν τον κόσμο να πετάς τη μηλωτή σου, όπως ο

προφήτης Ηλίας στον Ελισαίο, προκειμένου ο Ελισαίος της αγάπης σου να

συνεχίζει να αξιοποιεί τη χάρι της. «Μείζονα ταύτης αγάπην ουδείς εύρεν

ίνα τις την ψυχήν αυτού θη υπέρ των φίλων αυτού».

Στις μεταμοσχεύσεις παλεύει ο σεβασμός στον δότη με το

αγκάλιασμα του λήπτη˙ το δώρο της ζωής που δεν μας ανήκει με την

προσφορά της αγάπης που σε όλους την οφείλουμε. Φαίνεται ότι το

πρώτο είναι πολύ μεγάλο που δικαιολογεί συστολή. Το δεύτερο όμως είναι

το μείζον που οδηγεί στην ευλογία της συναίνεσης. Γι’ αυτό και το

μεγαλύτερο προσωπικό δίλημμα δεν είναι αν πρέπει κανείς να γίνει δότης,

αλλά αν πρέπει να δεχθεί να γίνει λήπτης.

91

Page 92: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Μαύρο Βουνό Γραμματικού

Ένας απέραντος τάφος

Κυριακή 14 Αυγούστου 2005. Παραμονή της Παναγίας. Όλη η

Ελλάδα ανάσταση. Η Κύπρος για μια ακόμη φορά βυθισμένη στο πένθος.

Ένα αεροσκάφος, προερχόμενο από τη Λάρνακα και με προορισμό την

Αθήνα, μένει ακυβέρνητο και ύστερα από περιπλάνηση δύο και πλέον

ωρών συντρίβεται στο Μαύρο Βουνό του Γραμματικού. Δεν έχει καμία

σημασία ποια είναι τα αίτια, ποιος ευθύνεται, πώς συνέβη. Σημασία έχει

ότι εκατόν είκοσι ένα άτομα, όλα μαζί, τέτοια μέρα, εντελώς άδικα και

τραγικά άφησαν την τελευταία τους πνοή σε μια γωνιά της Αττικής.

Πληροφορήθηκα το γεγονός και ξεκίνησα με κομματιασμένη την

καρδιά για τον πόνο του ατυχήματος. Έφτασα στις δύο παρά δέκα. Λίγο

λιγότερο από δύο ώρες μετά το τραγικό ατύχημα. Προχώρησα βιαστικά.

Δεν ήθελα να με αντιμετωπίσουν σαν επίσημο. Αναπόφευκτα όμως έγινε

και αυτό. Ήλθαν οι αρμόδιοι να με ενημερώσουν. Βρήκα τρόπο να μην

πολυασχοληθούν μαζί μου. Είχα την πεποίθηση ότι ήμουν ο πιο άχρηστος

εκεί επάνω. Δεν ήθελα να γίνω και ο πλέον βλαβερός.

Εντυπωσιακή η κινητοποίηση. Δεκάδες ασθενοφόρα, στρατός,

αστυνομικές και πυροσβεστικές δυνάμεις, πλήθος κόσμου, ένας

πραγματικός πανικός. Μπροστά μας συντρίμμια από το αεροσκάφος,

καπνοί και φλόγες από την πυρκαγιά που από άγνωστη αιτία ξέσπασε,

πυροσβεστικά αεροπλάνα και ελικόπτερα σε έντονη προσπάθεια

κατάσβεσης της φωτιάς. Επιπλέον, σκόρπια πτώματα που, σαν να μην

έφτανε η κακοποίησή τους από την συντριβή, έπρεπε να μεταμορφωθούν

και σε στάχτες. Ανθρώπινα σώματα όχι μόνο νεκρά ούτε μόνον

αλλοιωμένα, αλλά κυριολεκτικά εξαφανισμένα. Όχι μόνο μη αναγνωρίσιμα

αλλά και μη ανιχνεύσιμα.

Μόλις βρήκα την ευκαιρία, κάθισα κάπως παράμερα. Περνούσαν

οι ώρες και η φωτιά δεν έσβηνε. Τη μάχη την έδιναν λίγοι άνθρωποι: οι

ειδικές δυνάμεις από τη γη και οι πιλότοι από τον αέρα. Οι υπόλοιποι

θεατές. Ένας από αυτούς και εγώ. Όλοι οι άλλοι έτοιμοι, μόλις δοθεί το

92

Page 93: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

σύνθημα να βοηθήσουν. Εγώ δίχως καμία αιτιολογία της παρουσίας μου.

Δεν έχω να προσφέρω τίποτα. Με πυρκαγιά όμως εσωτερική ανεξέλεγκτη.

Το συναίσθημά μου κουρελιασμένο. Θλίψη, πόνος, παράπονο. Η σκέψη να

τυραννιέται από την προσπάθεια προσδιορισμού των παραμέτρων της

τραγωδίας αφ’ ενός και από το σφυροκόπημα των απαιτητικών

ερωτημάτων αφ’ ετέρου. Η πίστη μου ξανά σε αμφισβήτηση. Της το

επιτρέπω εγώ. Ίσως και να το προκαλώ.

Ο κλασικός θεός των θρησκευτικών εγχειριδίων και της

επικρατούσης αγωγής ή ένοχα απών ή συντριπτικά υπεύθυνος ή τελικά

ανύπαρκτος. Στις δύο πρώτες περιπτώσεις να τρελαίνεσαι από την

αντίφαση και τη συνείδηση της κυριαρχίας του κακού στον κόσμο˙ οι

άνθρωποι δυστυχισμένα αντικείμενα, παθητικά εργαλεία στα χέρια ενός

αδιάφορου και ίσως κακού θεού. Στην Τρίτη να καταρρέεις από το

αίσθημα της τρομακτικής μοναξιάς˙ όλοι μας τραγικά μόνοι στον αχανή

κόσμο μας, θύματα τυχαίων συμβάντων και συγκυριών, εντελώς

αβοήθητοι στην τρικυμισμένη θάλασσα της τραγικής τυχαιότητος, με

εντελώς συγκυριακή αρχή και αδυσώπητα βεβαιωμένο τέλος˙

αναπότρεπτο ως γεγονός, ανεξέλεγκτο ως προς τον χρόνο και τον τρόπο

του. Όλοι θα πεθάνουμε, αλλά δεν ξέρουμε το πώς και το πότε. Κανένας

μας και καθόλου δεν μπορεί να ελέγξει καμία παράμετρο του θανάτου

μας. Ακόμη και η ιατρική παρέμβαση λειτουργεί με στατιστικές και

πιθανότητες. Και αυτό κάνει το τέλος ακόμη τραγικότερο. Ιδίως όταν έχει

προηγηθεί μια όμορφη ζωή.

Πού είναι τελικά ο Θεός; Ποιός είναι ο αληθινός Θεός; Πώς

διακρίνεται μέσα από αυτό το γεγονός ο Θεός; Κι αν τέτοιος δεν υπάρχει,

γιατί είναι τραγικό το τέλος μας; Γιατί είναι τραγικός ο αιφνίδιος, ο

μαζικός, ο ασυνήθιστος στον τρόπο του θάνατος; Γιατί είναι καλύτερο να

σβήνει κάποιος στο ενενήντα πέντε του χρόνια την ώρα του ύπνου και

θεωρείται αποτρόπαιο, όταν η ζωή του καταλήγει με τη συντριβή ενός

αεροπλάνου πάνω σ’ ένα βουνό, συντροφιά με τα παιδιά και τη γυναίκα

του; Τραγική είναι η αρχή μας, τραγικότερη η αξία μας, τυραννικότερη η

σκέψη μας.

Κάπου πρέπει όμως να υπάρχει ο Θεός, χωρίς εύκολα να

διακρίνεται. Αν εδώ στο Γραμματικό δεν είναι παρών ο αληθινός Θεός,

93

Page 94: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

τότε δεν υπάρχει πουθενά. Λέω δυο λόγια προσευχής από μέσα μου. Έχω

ένα μικρό κομποσχοινάκι στην τσέπη μου, βάζω το χέρι μου και χωρίς

κανείς να με αντιλαμβάνεται αφήνω την ψυχή μου να περπατήσει στα

ακανθώδη μονοπάτια της έμπονης ελπίδας για λίγη παρηγοριά, αλλά και

του τιμίου και ασυνθηκολόγητου προβληματισμού για ακέραια την

αλήθεια.

Η φωτιά συνεχίζει ανεξέλεγκτη. Με πλησιάζει ο επικεφαλής της

όλης επιχείρησης:

-Χαίρομαι πάρα πολύ, Σεβασμιώτατε, που σας γνωρίζω. Έχω

ακούσει τόσα πολλά. Συγκινούμαι ιδιαίτερα που τέτοια μέρα βρίσκεστε

εδώ, μέσα στη σκόνη, στην αγωνία, στην ένταση, στον πόνο.

Αυτός ο υπερθετικός, «Σεβασμιώτατε», μου ακούστηκε τόσο

αταίριαστος, τόσο άχαρος, τόσο ψεύτικος. Εδώ έχουμε μπροστά μας την

ανθρώπινη αδυναμία σε όλο της το μεγαλείο και μιλάμε με υπερβολές

προσφωνήσεων και βαρύγδουπους όρους;

-Δηλαδή που έπρεπε να βρίσκομαι; Τολμώ να ρωτήσω. Εγώ κ….

είτε το καταλαβαίνετε είτε όχι, αντιλαμβάνομαι ότι είμαι ο πιο άχρηστος

απ’ όλους. Κάθομαι και σκέπτομαι˙ οι πυροσβέστες έχουν ρόλο, να

σβήσουν τη φωτιά˙ οι αστυνομικοί να περιφρουρήσουν την περιοχή˙ οι

στρατιώτες, να τρέξουν όπου χρειασθεί˙ οι επικεφαλής της Περιφέρειας

και της Νομαρχίας, να συντονίσουν το έργο˙ ακόμη και οι δημοσιογράφοι,

να μεταφέρουν την είδηση. Εγώ τί να προσφέρω; Τίποτε απολύτως. Είμαι

σαφώς ο πιο άχρηστος. Απλά, κάθομαι εδώ γιατί δεν με χωράει το σπίτι

μου. Τί να έκανα; Να άναβα ένα κλιματιστικό για να δροσίζομαι, να

καθόμουν σε μια πολυθρόνα και μπροστά σε μια τηλεόραση να

παρακολουθούσα τι κάνετε εσείς εδώ; Δεν το άντεχα.

-Μα τί λέτε, Σεβασμιώτατε; Εσείς μας εμπνέετε, μας δίνετε

δύναμη. Εσάς βλέπουμε και ενισχυόμαστε.

-Το μόνο που με δικαιολογεί δεν είναι αυτά που λέτε. Οι άνθρωποι

δεν ενισχύονται με λόγια και εξουσιαστική επίδειξη ή έστω παρουσία.

Ενισχύονται με έργα. Και το μερίδιο των έργων ανήκει αποκλειστικά σε

σας. Το μόνο που εγώ κάνω είναι να πω δυο λόγια προσευχής για τους

94

Page 95: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

ανθρώπους αυτούς, που πριν από λίγο έχασαν τη ζωή τους σ’ αυτόν τον

τόπο. Να πώ δυο λόγια για όλους τους συγγενείς που αυτήν τη στιγμή

σπαράζουν. Για όλους εσάς που σήμερα Κυριακή, παραμονή τέτοιας

γιορτής, που η Αθήνα είναι άδεια, εσείς αντί να αγκαλιάζετε τα παιδιά

σας, αντικρίζετε άγνωστα κακοποιημένα πτώματα, φρικιαστικά στην όψη

τους. Που αντί να κάθεστε στο σπίτι σας, ιδρώνετε μέσα στη σκόνη,

ανεβοκατεβαίνοντας στους άχαρους λόφους του κατά τα άλλα γραφικού

Γραμματικού. Κυρίως όμως είμαι εδώ για να πώ εγώ ως Επίσκοπος το

γιατί στον Θεό. Με όση δύναμη έχω, με όσο παράπονο μπορώ να εκφράσω.

Όχι εσείς˙ ούτε οι συγγενείς. Αλλά εγώ ο Επίσκοπος της περιοχής που

μιλάω για την αγάπη του Θεού, για την παντοδυναμία Του, για τη

δικαιοσύνη Του. Πού είναι η αγάπη; Πού είναι η δύναμη, η δικαιοσύνη Του;

Εδώ εκτός από πτώματα και συντρίμμια, δεν φαίνεται τίποτα. Γι’ αυτό

ήλθα. Για να πώ το γιατί, όχι της αντίδρασης, αλλά το γιατί της πίστης

και της ταπείνωσης.

Τι φοβερό πράγμα! Να αποχαιρετάς στο αεροδρόμιο τα

αγαπημένα σου πρόσωπα που πηγαίνουν ταξίδι για τη γιορτή της

Παναγίας. Να σταυροκοπιέσαι για να πάνε όλα καλά. Να μην υποψιάζεσαι

τίποτε κακό. Να ετοιμάζεσαι για τη γιορτή. Και να πληροφορείσαι ότι

κάποιο αεροπορικό ατύχημα με Κυπριακό αεροπλάνο έγινε έξω από την

Αθήνα. Η πρώτη σου σκέψη είναι ότι μάλλον πρόκειται για άλλο

αεροπλάνο. Τόσα πολλά εξ΄ άλλου πετούν καθημερινά. Το σκουλήκι όμως

της ανησυχίας αρχίζει κάπως να μεγαλώνει. πληροφορείσαι ότι είναι της

εταιρείας με την οποία πέταξαν οι δικοί σου. Η αγωνία σου αυξάνει

επικίνδυνα. Διατηρείς όμως την ελπίδα ότι ίσως είναι άλλη πτήση. Τα

πράγματα σφίγγουν αφόρητα μόλις φθάσει και η είδηση ότι ο αριθμός της

πτήσης είναι αυτός που δεν θέλεις με τίποτα να ακούσεις. Τότε αρχίζεις

να παλεύεις με την απίστευτα μικρή ελπίδα της σωτηρίας των ανθρώπων

σου, έστω και αν αυτό σπάνια συμβαίνει. Ίσως να μην σκοτώθηκαν όλοι,

σκέπτεσαι. Θα βοηθήσει και η Παναγία. Τέτοια μέρα, είναι δυνατόν;

Πέρασαν περίπου τρεις ώρες. Εγώ έπρεπε να φύγω για τον

εσπερινό της Παναγίας. Θα πήγαινα σε πανηγύρι… Δεν είχα όρεξη! Αλλά

το είχα τόση ανάγκη! Η ανθρώπινη φύση μου, το συναίσθημα, η λογική

μου αντιπάλευαν με την πίστη, με την «άλλη» εικόνα του Θεού. Αυτού που

95

Page 96: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

σταυρωμένος δοξάζεται˙ Αυτού που στον τάφο ζει και από τον τάφο Του

δίνει ζωή˙ Αυτού που μακαρίζει τους «κλαίοντες» και προκρίνει τους

«έσχατους», τους αδικημένους και τους μετανιωμένους αμαρτωλούς˙

Αυτού που θεμελιώνει την Εκκλησία Του πάνω στο δικό Του αίμα και τη

διδασκαλία Του στα μαρτυρικά αίματα των μαθητών Του˙ Αυτού που

επειδή διαρκώς αποκαλύπτει την αιώνια ζωή, καταργεί στην ουσία την

τραγικότητα του θανάτου.

Πόσο χαίρομαι που γεννήθηκα Ορθόδοξος! Όλα αυτά με πείθουν

πολύ μέσα μου. και αποτελούν μονοπώλιο της Ορθόδοξης διδασκαλίας,

παράδοσης και ζωής. Από πουθενά αλλού δεν μου προκύπτει μια έστω

παρεμφερής λογική. Μέσα στην τρέλα του προβληματισμού μου, μου

βγαίνει λίγη αλλά πηγαία και αυθόρμητη δοξολογία. Τα δάκρυα

αναμειγνύονται με λίγη ελπίδα. Στο πικρό σκοτάδι διακρίνεται λίγο ιλαρό

φως. Όλα μεγάλα αλλά όλα… λίγα.

Την επομένη στο αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος». Φτάνουν οι

συγγενείς από την Κύπρο και την Ελλάδα, προκειμένου να βοηθήσουν στην

αναγνώριση των πτωμάτων. Η τραγικότητα επιμένει να πιέζει το

γεγονός˙ δεν αφήνει ίχνος πόνου που να μην το αξιοποιήσει. Όλοι μαζί,

πάνω από εκατόν είκοσι άνθρωποι, σε μια μεγάλη αίθουσα, εξοπλισμένη

με πολλή αγάπη και φροντίδα, με τριάντα περίπου ψυχολόγους, με

παρόντα τον πρέσβυ της Κύπρου και όλους τους αρμόδιους για την

περίπτωση, σε κατάσταση αβάσταχτου πόνου. Κάποιοι έχουν ήδη περάσει

από τη δοκιμασία της αναγνώρισης στο νεκροτομείο και έχουν επιστρέψει

και κάποιοι άλλοι περιμένουν να έλθει η τόσο αναγκαία αλλά και τόσο

φοβερή αυτή ώρα.

Με ειδοποιεί ο Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Υγείας να πάω

με δυο – τρεις ιερείς για μια συμπαράσταση και ανακούφιση.

Συμπαράσταση και ανακούφιση διερωτήθηκα; Ποιός μπορεί να δώσει

τέτοια πράγματα; ποιός είναι αυτός που γνωρίζει τις απαντήσεις και δεν

μας τις αποκαλύπτει; Ποιός είναι αυτός που έχει τη δύναμη να

συναρμολογήσει τον κατακομματιασμένο, να ξανακτίσει τον γκρεμισμένο,

να αναστήσει τον σκοτωμένο; Και πώς και γιατί περιμένουν αυτοί οι

άνθρωποι κάτι από μένα και την Εκκλησία; Αλλά η θέση των ψυχολόγων

είναι ακόμη πιο δύσκολη. Οι ιερείς μπορούν ενδεχομένως και να

96

Page 97: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

σιωπήσουν. Απλά, να κλάψουν, να συμπαθήσουν, να ακούσουν, να δώσουν

αγάπη, να που δυο λόγια μυστικής προσευχής. Οι ψυχολόγοι πρέπει

οπωσδήποτε να μιλήσουν. Κάτι πρέπει να κάνουν.

Κάθομαι σε μία άκρη και αφήνω λίγο την ψυχή μου να φύγει από

τους πονεμένους ανθρώπους και να ακουμπήσει στον αιώνια Σταυρωμένο

Χριστό. Πέρασαν περίπου τρείς ώρες. Όλοι έχουν επιστρέψει. Όλοι τους

σοκαρισμένοι, ξενυχτισμένοι, τσακισμένοι, κάθονται δεξιά και αριστερά

περιμένοντας μόνο να περάσει η ώρα, να πάρουν το αεροπλάνο να

επιστρέψουν στην Κύπρο και να ετοιμαστούν για τις ομαδικές κηδείες.

Κάποιοι περπατούν νευρικά. Άλλοι καπνίζουν αμήχανα. Κάπου – κάπου

ακούγονται αναφιλητά από μια μητέρα πού έχασε την κόρη, τον γαμπρό

και τρία εγγόνια. Πόνος βουβός. Τόσο δυνατός, που αδυνατείς να τον

συνειδητοποιήσεις.

Κάποιοι ζητούν, πριν φύγουν, να κάνουμε ένα τρισάγιο. Οι

ψυχολόγοι εκφράζουν δισταγμό μήπως κάτι τέτοιο αναστατώσει τους πιο

ευαίσθητους. Το ανακοινώνει ο πρέσβυς διακριτικά˙ για όποιον θέλει.

Σβήνουν όλοι τα τσιγάρα, σηκώνονται οι πάντες ανεξαιρέτως και

πλησιάζουν στο κέντρο. Οι καημένοι δεν είχαν θυμώσει με τον Θεό! Αφού

δεν έπιασαν οι προσευχές μας όμως πριν το ατύχημα, γιατί να πιάσουν

τώρα, που μάλιστα δεν μπορούμε να διαπιστώσουμε το αποτέλεσμά τους;

Το τρισάγιο αρχίζει. Μπροστά μας η γυναίκα και η αδελφή του

συγκυβερνήτη. Με λυγμούς όλοι μαζί συμψάλλουν. Το χειρότερο που

μπορούσε να συμβεί, να μου ζητήσουν να πω δυο λόγια. Το λάθος το κάνει

ο διευθυντής των Κυπριακών Αερογραμμών. Αποφεύγω να μιλήσω…

λέγοντας πώς εμείς όλοι δεν βρισκόμαστε κοντά τους για να τους

παρηγορήσουμε – αφού είμαστε κι εμείς απαρηγόρητοι, αλλά για να

συμπονέσουμε, να μοιραστούμε λίγο – όσο μπορούμε – από το μεγάλο

ασήκωτο δικό τους βάρος. Θα ήθελα πολύ να τους συνόδευα στην Κύπρο,

μα κάτι τέτοιο ήταν πρακτικά αδύνατο. Υποσχέθηκα να πάω στο

μνημόσυνο.

Μνημόσυνο στο Παραλίμνι της Κύπρου. Μια εκκλησία κατάμεστη.

Καθώς κοιτάζει κανείς από την Ωραία Πύλη προς τον κόσμο, κυριαρχεί το

μαύρο χρώμα. Δεκαέξι άτομα μαζί από τον ίδιο τόπο, την ίδια ώρα στον

97

Page 98: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

τάφο. Πόνος αβάσταχτος, απερίγραπτος, λογικά αδικαιολόγητος,

πνευματικά αναπάντητος.

Πηγαίνουμε στο κοιμητήριο. Χιλιάδες συγγενείς, φίλοι και

γνωστοί περιβάλλουν τους σκεπασμένους με γλάστρες και λουλούδια

τάφους. Θέαμα μακάβριο. Τρεις τάφοι δίπλα – δίπλα. Στον πρώτο ένα

ζευγάρι με τα τρία μικρούλια παιδιά τους. Στον διπλανό ένα άλλο ζευγάρι

με τα δυο τους παιδάκια. Και δίπλα ένα τρίτο με το ένα τους. Δίπλα

ακριβώς μια γιαγιά κρατάει στην αγκαλιά της ένα της εγγονάκι, δυο-

τριών ετών, που ποτέ ίσως δεν θα μπορέσει να ανακαλέσει στη μνήμη του

τις γλυκειές μορφές των γονιών και αδελφών του. Αν δεν κάνω λάθος,

όλοι οι παπούδες και οι γιαγιάδες, δώδεκα τον αριθμό, ζωντανοί. Η

Εκκλησία ψάλλει « Μακαρία η οδός, ή πορεύη σήμερον ότι ητοιμάσθη σοι

τόπος αναπαύσεως». Και αν υποθέσουμε ότι αυτό ισχύει για τους νεκρούς,

τί θα μπορούσε να ψάλει για τους εναπομείναντες στη ζωή… νεκρούς;

Έκανα την προσευχή μου όσο καλύτερα μπορούσα. Η σκέψη μου, η

πίστη μου, η ψυχή μου έψαχναν τον δικό τους τόπο… αναπαύσεως. Πολύ

δύσκολη η προσευχή κάτω από τέτοιες συνθήκες. Πώς να μιλήσει η

καρδιά σε Θεό που δεν φαίνεται; Τα γεγονότα, η πραγματικότητα, η

λογική, τα όποια ερεθίσματα εκείνης της στιγμής φανερώνουν ή θεό που

δεν υπάρχει ή θεό που έχασε τον έλεγχο του κόσμου ή θεό τύραννο,

δυνάστη, απαίσιο, τέτοιον που δεν θέλουμε να υπάρχει. Και ο Θεός της

αγάπης ο Παντοδύναμος; Αυτός που με την Ανάστασή Του συνέτριψε τον

θάνατο; Αυτός στον οποίο τώρα θέλουμε να προσευχηθούμε για να μας

φωτίσει και να μας ενισχύσει, γιατί επέτρεψε αυτό; Γιατί δεν μας απαντά;

Αυτός που είναι;

Ο περισσότερος κόσμος φοβάται λίγο αυτά τα ερωτήματα και τα

απωθεί. Κάποιοι με σκληρότητα φιλοσοφική και περισσή έπαρση τα

θέτουν, αλλά με αρκετά βλάσφημη θρασύτητα που δεν αφήνει περιθώρια

σε αγνό διαφωτιστικό προβληματισμό. Οι συγγενείς είναι τόσο

συντετριμμένοι που δεν έχουν κουράγιο ούτε και να υποβάλουν τέτοια

ερωτήματα μέσα τους. Ζούν όμως μέσα στις πικρές αναθυμιάσεις τους.

Εγώ ούτε να υποκρίνομαι μπορώ ούτε και τις εύκολες και άμεσες

απαντήσεις διαθέτω. Επιτρέπω όμως στην ψυχή μου να προβληματίζεται.

Και αντί να σκέπτομαι μόνος μου αν υπάρχει Θεός και να του προσδιορίζω

98

Page 99: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

τις ιδιότητες, θέτω απ’ ευθείας το ερώτημα στον Ίδιο. Αυτός θα μου

δώσει ό,τι μου χρειάζεται κι ό,τι εγώ αντέχω. Παραδέχομαι τη μικρότητά

μου και τη μικρότητα όλων μας, συστέλλομαι και προσεύχομαι.

Το τρισάγιο τελείωσε. Πηγαίνουμε βουβοί όλοι για καφέ. Νομίζω

πως η σιωπή μου τους γλύκανε τους ανθρώπους λίγο. Ήταν καλύτερα που

απέφυγα τις μεγαλόστομες αποδείξεις περί της αγάπης του Θεού, τις

φοβερές περιγραφές της βασιλείας Του και τα άλλα λόγια που ταπεινά μεν

λέγει η Εκκλησία μας, αλλά συνήθως μη βιωματικά επαναλαμβάνουν οι

ιεροκήρυκες. Είναι φοβερό να υποκαθιστάς το βίωμα με σκέψεις, τη

συμπόνια με συμβουλές, τη δοκιμασία της πίστεως με θεολογικές

απόψεις. Εκείνη την ώρα που γκρεμίζεται η όλη ύπαρξη και σκανδαλίζεται

η πίστη, αυτό που χρειάζεται περισσότερο κανείς δεν είναι οι κούφιες

διδασκαλίες περί πίστεως, αλλά η κατανόηση της απιστίας ως πολύ

φυσιολογικού στοιχείου του ανθρώπου. Εγώ έτσι φέρθηκα στους

ανθρώπους και προτίμησα να ανοίξω τα αυτιά μου και να κλείσω το

στόμα μου.

Με πλησιάζει κλαίγοντας μια γιαγιούλα. Έχει χάσει την κόρη, τον

γαμπρό και τα εγγόνια της. Έχει τελειώσει γι΄ αυτήν η ζωή. Η ομορφιά

της αποδείχθηκε κίβδηλη. Η αλήθεια της μαρτυρική. Με αγκαλιάζει και

ασπάζεται το χέρι μου με πολλή δύναμη και πίστη. Λέει πολλά η κίνηση

αυτή. Δεν ξέρω τί περιμένει ή τί θέλει να εκφράσει.

-Πανιερώτατε, πονάω πολύ, θέλω να φύγω από αυτόν τον κόσμο.

Δεν με χωράει ο τόπος. Δεν έχω παράπονο από τον Θεό. Κανένα. Αυτός

μόνο ευλογίες δίνει. Ούτε θέλω να ‘ρθουν τα παιδιά μου εδώ. Δεν αξίζει.

Θέλω όμως εγώ να φύγω. Μήπως είναι αμαρτία;

Το ύφος της ήταν πονεμένο, αλλά ιερά πονεμένο. Δεν ήταν

πληγωμένο, γιατί είχε μια μυστική ταπείνωση˙ την ταπείνωση της

αποδοχής του τραγικού γεγονότος ως ασύλληπτα επώδυνου αλλά απλού.

Έμοιαζε η δική μας καρδιά, που έπασχε από τον συγκλονισμό του

γεγονότος, να ήταν πιο πληγωμένη από τη δική της, που τραυματίστηκε

από τον χωρισμό των προσφιλών της προσώπων. Κάπως η ταπεινή

αποδοχή του συμβάντος μαλάκωσε το βαθύ τραύμα του χωρισμού. Κάποια

μορφή ταπείνωσης της έβγαζε πίστη. Και η πίστη της της έδινε ισορροπία

99

Page 100: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

και γαλήνη. Έδειχνε η μαχαιριά στο στήθος της να έβγαζε μόνο μορφασμό

και δάκρυ και όχι αίμα.

Δεν απάντησα με λόγια. Την αγκάλιασα και την ασπάσθηκα στο

κεφάλι. Η ίδια σαν να αρκέστηκε σε αυτό. Αν μπορούσα, θα τη φιλούσα

στην καρδιά. Με κοίταξε στο πρόσωπο προσπαθώντας να ρουφήξει την

ψυχή μου, μου κράτησε ευλαβικά το χέρι και κόλλησε τα χείλη της επάνω.

Γιαγιούλα μου, τί θέλεις από μένα; Τόλμησα να ρωτήσω.

-Τίποτα, γυιέ μου, μόνο την προσευχή σου για τα παιδάκια μου και

την ευχή σου να με πάρει και μένα έτοιμη ο Θεός, στην ώρα μου.

Δεν σε πληγώνει που ‘φυγαν όλοι μαζί;

-Αν είναι τώρα κοντά στο Θεό, δεν υπήρχε λόγος να ‘μαστε μαζί.

Εξ άλλου τα παιδιά μας είναι πιο πολύ δικά Του και λιγότερο δικά μας.

Ίσως τώρα αγαπήσω πιο πολύ το Θεό. Προσπαθώντας να είμαι κοντά Του

θα είμαι μαζί με τα παιδιά μου. Έτσι είπε ο π. Αθανάσιος.

Ήλθαν αρκετοί και μου ‘δωσαν ονόματα. Σαν να μην ήθελαν τίποτε

άλλο. Με εκπληκτική ανωτερότητα και πνευματική ευγένεια έβρισκαν

τρόπους να μου δίνουν αγάπη και ευγνωμοσύνη. Μια κυρία που έχασε την

κόρη της καθόταν παράμερα απαρηγόρητη. Ένας ηλιοκαμένος μεσήλικας

- είχε κιόλας αφήσει γένεια – κάπνιζε απορροφημένος στον εαυτό του.

Μου έριξε μια ματιά απροσδιόριστης ερμηνείας και καθώς πλησίασα μου

είπε:

-Θέλω να σε ευχαριστήσω. Φαίνεται πώς οι άνθρωποι αγαπούν

περισσότερο από τον Θεό. Νάσαι καλά, κι ας είσαι του… Θεού!

-Μη το λές αυτό αδελφέ μου. Κάτι άλλο πρέπει να συμβαίνει.

-Μα δε βλέπεις, Δέσποτα τί πάθαμε; Τί ήταν αυτό το πράγμα που

μας βρήκε; Μαύρισε ο τόπος μας. τί Θεός είναι αυτός; Δεν μπορούσε

αυτό το αεροπλάνο να το σώσει; Εγώ δεν είχα κανέναν δικό μου, αλλά

κοντεύω να τρελαθώ. Τους βλέπεις όλους αυτούς; Γιατί να ζουν πλέον;

-Σε τέτοιο κόσμο, γιατί κι εμείς να ζούμε πλέον; Τον ρωτώ.

100

Page 101: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Πράγματι, αν ο κόσμος είναι όπως τον απαιτούμε, με θεό σαν

αυτόν που κατανοούμε, τότε δεν αξίζει καθόλου να ζούμε. Ζωή που

τελειώνει, θεός που εκλογικεύεται, κόσμους που λογικά κατανοείται, ούτε

αξίζουν ούτε φυσικά υπάρχουν. Κάπου αλλού κρύβεται το μυστικό. Η

προσπάθεια να δεις τον Θεό μέσα από τον πόνο είναι συχνά ματαιοπονία.

Χωρίς Θεό δεν ερμηνεύεται ο πόνος. Με λάθος πάλι Θεό, δεν

παρηγορείσαι. Πιο φυσικό είναι να δεις τον πόνο μέσα από τον Θεό και

τότε από τον πόνο να αναγνωρίσεις τον αληθινό Θεό. Τί φοβερό που η

Εκκλησία μας κηρύσσει Θεό Σταυρωμένο! Πόσο τίμιο και πόσο αληθινό!

Πόσο επαναστατικό για τη σκέψη μας και πόσο ανατρεπτικό! Ομολογεί

Θεό που είναι για μεν του Έλληνες «μωρία» για δε τους Ιουδαίους

«σκάνδαλο». Θεό εκούσια ηττημένο, που δεν Τον αντέχει η ορθή λογική.

Θεό που ομολογείται με θυσία τόσων μαρτύρων και θριαμβεύει. Θεό που

διωκόμενος ζωντανεύει και θανατούμενος ανασταίνεται. Θεό που

φτιάχνει ανθρώπους κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του και αυτοί μόνοι τους

αυτοκαταστρέφονται, μεταξύ τους σφάζονται, όλοι τους αποστατούν.

Δημιουργεί αθάνατους ανθρώπους και αυτοί πεθαίνουν, δοξασμένους και

αυτοί επιλέγουν την ατίμωση. Έρχεται στον κόσμο ταπεινά και εξαγγέλλει

«επί γης ειρήνη» και ο ερχομός Του συνοδεύεται από τη σφαγή χιλιάδων

αθώων νηπίων αντί Αυτού. Πώς να ερμηνεύσει κανείς αυτό το μαζικό

αποτρόπαιο έγκλημα; Και αν ο άγγελος διεμήνυσε στον Ιωσήφ να φύγει

στην Αίγυπτο, γιατί δεν έκανε κάτι άλλο πιο καλό, προκειμένου να σώσει

αυτά τα αθώα παιδάκια από τη σφαγή, τους γονείς τους από τον

αβάσταχτο πόνο και την ιστορία από μία τεράστια κηλίδα;

Στο φόντο της γήινης εφημερότητος και ματαιότητος, παρά τον

καθημερινό του χαρακτήρα, το γεγονός του Γραμματικού είναι τραγικό,

άδικο και αδιεξοδικό. Στο φόντο της αιώνιας προοπτικής του κάθε

ανθρώπου αποτελεί ένα απλό συμβάν. Όποιος ζει εφήμερα, τρελαίνεται˙

βλέπει τους ανθρώπους του να χάνονται. Όποιος επιθυμεί τα αιώνια

πονάει ανθρώπινα, αλλά παρηγοριέται «υπέρ έννοιαν»˙ αντικρίζει τους

δικούς του, όταν αδικούνται να δοξάζονται και, όταν τελειώνουν να

τελειώνονται. Μαζί τους διακρίνει σαφές το περίγραμμα του Προσώπου

του Θεού. Μέσα από τον πόνο των φαινομένων, ζει τη γλυκειά ελπίδα και

την αίσθηση των μη ορωμένων.

101

Page 102: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Σταυροαναστάσιμη έξοδος

«Θέλω να κρατηθώ από την αιωνιότητα»

Συχνά με πιάνει ένα παράπονο από τον Θεό. Έχει φτιάξει έναν

κόσμο, όπως λέγει η Γραφή, «καλόν λίαν», ο οποίος όμως, όταν τον

αντικρύζεις, σε απογοητεύει. Ο άρχων του κόσμου τούτου είναι ο

διάβολος. Γιατί; Δεν καταλαβαίνω˙ γιατί να δημιουργεί έναν εκπληκτικό

κόσμο και τελικά αυτός να κυβερνάται από τις δυνάμεις του κακού και

του σκότους; Και, εν πάση περιπτώσει, όταν μέσα σε αυτήν την

κατάσταση σαν αστέρια εμφανίζονται λίγοι αλλά μεγαλειώδεις άνθρωποι,

πώς γίνεται και αυτοί υποφέρουν, διώκονται, πικραίνονται, συχνά δε και

πεθαίνουν πρόωρα; Θεέ μου, γιατί μας το κάνεις αυτό; Γιατί μέσα στον

απαράκλητο βίο μας, τόσο επώδυνα μας παίρνεις και την ελάχιστη

παρηγοριά; Πώς αυτό να το συνδυάσουμε με την αγάπη Σου; Πώς να το

δικαιολογήσουμε με την παντοδυναμία Σου;

Έχω μεγάλη δυσκολία να βρώ ικανοποιητικές απαντήσεις σε αυτά

τα ερωτήματα. Από την άλλη πλευρά, η αγάπη του Θεού και η δύναμή Του

μου είναι δεδομένα. Δεν μπορώ με τίποτα να τα αμφισβητήσω. Ή μάλλον

δοκιμάζω να τα αμφισβητήσω και μου επιστέφουν επιβεβαιωμένα.

Από τη ζωή στην όντως ζωή.

Γνώρισα μια γλυκύτατη κοπέλα. Το βλέμμα της φοβερά

διεισδυτικό, αποκαλυπτικό. Στολισμένη με μοναδικά χαρίσματα: σπάνια

αξιοπρέπεια, αρχοντική ευγένεια, σεμνότητα και ταπείνωση

ετεροκοσμική. Δεν μπορώ να φαντασθώ άνθρωπο που να την γνώρισε και

να μην αισθάνεται δέος και ανομολόγητο θαυμασμό. Το λουλούδι αυτό για

οκτώ χρόνια βασανίστηκε από ανίατη ασθένεια. Ποτέ δεν παραπονέθηκε.

Ποτέ δεν διερωτήθηκε. Ο τρόπος της, το ύφος της, η ζωή της επαλήθευαν

το προφητικό «εγώ δε ούκ απειθώ ουδέ αντιλέγω». Με άγνωστους

μυστικούς μηχανισμούς κατάφερε να διαψεύδει συνεχώς τις προβλέψεις

των γιατρών. Επί τέσσερα ολόκληρα χρόνια όλοι την περίμεναν, αυτή

102

Page 103: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

χαμογελαστά άντεχε και επαναληπτικά κέρδιζε τις μικρομάχες και

υποχρέωνε τον Θεό να μεταβάλλει τα προγράμματά Του.

Είχα την ευλογία να φιλοξενήσω τα μυστικά της αδαμάντινης

ψυχής της καθ’ όλην αυτήν την περίοδο. Ποτέ δεν συζητήσαμε γι’ αυτήν

την ζωή, γιατί να της συμβεί αυτό ή πώς θα γίνει ένα θαύμα ώστε να μην

πεθάνει. Μονίμως διερευνούσαμε την ομορφιά και την αλήθεια των

επέκεινα. Με εντυπωσίαζε η τόλμη της. Δείλιαζε ανθρώπινα μπροστά στον

πόνο, όχι όμως και στον θάνατο. Πολύ εύκολα δεχόταν έναν κόσμο χωρίς

αυτήν, έναν κόσμο με άλλους να χαίρονται και αυτή να υποφέρει. Η

ύπαρξή της προκλητικά ανάλαφρη και απαλή. Αγγελική!

Λίγους μήνες πριν πεθάνει, με επισκέφθηκε για την τελευταία της

πιθανόν εξομολόγηση. Στο τέλος μου ζήτησε να της κάνω μία χάρι˙ μου

ζήτησε να μου προσφέρει το λείψανό του σώματός της- εγώ να τελέσω

την εξόδιο ακολουθία της- και το υπόλειμμα σ’ αυτόν τον κόσμο της

ψυχής της. Μου άφησε όλες τις οικονομίες της.

-Όταν θα τα χρησιμοποιήσετε μετά τον θάνατό μου, να ξέρετε ότι

εγώ θα ζω. Αυτή είναι η απόδειξη ότι φεύγω, αλλά δεν τελειώνω.

-Όποιος φύγει πρώτος, Νάντια, να ετοιμάσει την υποδοχή για τον

άλλον.

-Εγώ θα φύγω πρώτη, πάτερ. Δεν βλέπετε; Τα πνευμόνια μου είναι

γεμάτα. Με το ζόρι αναπνέω.

-Αυτό δεν λέει τίποτα. Ένα δυστύχημα ή ένα εγκεφαλικό μπορεί να

ανατρέψει τα προγνωστικά.

-Εσείς χρειάζεστε πολύ.

-Γιατί εσύ χρειάζεσαι λιγότερο;

-Εγώ πλέον έβαλα πλώρη για τον άλλον κόσμο.

Πού ξέρεις; Ο Θεός μπορεί να κάνει το θαύμα Του. Λίγες φορές

διαψεύσθηκαν οι εκτιμήσεις˙ και προβλέψεις των γιατρών; Δεν μου λές;

Δεν κάνεις ποτέ την προσευχή σου να κάνει ένα θαύμα ο Θεός;

-Για μένα;

103

Page 104: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Φυσικά για σένα.

-Ασφαλώς όχι, πάτερ μου. Εμένα μου έχει κάνει τόσα θαύματα που

δεν τολμώ να ζητήσω άλλα. Ας κάνει θαύμα και σε κανέναν άλλο. Είναι

τόσοι οι πονεμένοι που περιμένουν.

Πώς είναι δυνατόν ο Θεός να μην κάνει ένα θαύμα σε έναν τέτοιο

άνθρωπο; Πώς είναι δυνατόν να μη δίνει σε αυτόν που δεν ζητάει; Πώς

είναι δυνατόν να μην ακούει την καρδιά αυτού που ταπεινά κι ευγενικά

σκέπτεται τους άλλους; Η Νάντια βιάστηκε να ανεβεί ψηλά, «τελειωθείσα

εν ολίγω επλήρωσε χρόνους μακρούς, αρεστή γαρ ήν Κυρίω η αρετή

αυτής». Ίσως είναι κρίμα που κάποιοι άνθρωποι φτάνουν τόσο γρήγορα

στην τελειότητα, που ανήκουν περισσότερο στον χώρο της βασιλείας του

Θεού παρά ταιριάζουν στο σενάριο αυτού του κόσμου.

Πέρασαν μερικοί μήνες. Η Νάντια μπαίνει στο Νοσοκομείο. Όλες

οι ενδείξεις συνηγορούν ότι εδώ θα καταλήξει. Το πληροφορήθηκα και

πήγα να την επισκεφθώ.

-Νάντια, τί κάνεις; Ήλθα.

-Πάτερ, πόσο χαίρομαι που σας βλέπω! Θέλω την ευχή σας, όχι

για να ζήσω, αλλά για να με συνοδεύει στο αιώνιο ταξίδι μου. Γι’ αυτό και

σας ζήτησα. Τώρα πλέον τελείωσαν τα θαύματα. Πονάω αφόρητα. Θέλω

να φύγω. Είναι αμαρτία;

-Τί είναι καλύτερα; Να είσαι στα χέρια του Θεού και να πονάς ή να

φύγεις μια ώρα νωρίτερα και να πονάμε εμείς για το χωρισμό;

-Προτιμώ να μην πονάτε και να είμαι εγώ στα χέρια του Θεού. Το

αισθάνομαι. Τί ευλογία! Γιατί να είμαι όμως τόσο αχάριστη;

-Ξέρεις, δεν σε λυπάμαι που φεύγεις. Γιατί δεν χωριζόμαστε. Ούτε

τελειώνεις εσύ και περιμένουμε εμείς. Απλά, πολύ πονάμε που τόσο

ταλαιπωρείσαι.

-Να ξέρετε, τώρα που συζητούμε πονώ, αλλά δεν ταλαιπωρούμαι.

Χαίρομαι αφάνταστα την παρουσία του Θεού. Για φανταστείτε να μην

πονούσε το σώμα και να μην ένοιωθε την παρουσία Του η ψυχή μου! Είμαι

πολύ ευτυχισμένη.

104

Page 105: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Πές μου, πώς νοιώθεις την άλλη ζωή; Αισθάνεσαι πώς πλησιάζει;

Φοβάσαι; Αγωνιάς;

Εγώ, πάτερ, τη νοιώθω σαν όντως ζωή. Όχι σαν άλλη ζωή. Είναι

σωστό αυτό; Απλά, μπαίνω και βγαίνω στο χώρο της. Πηγαίνω εκεί και με

χαϊδεύει η αιωνιότητα. Γυρίζω εδώ και πονάω μεν πολύ, λίγο φοβάμαι,

αλλά με γλυκαίνει η αγάπη και η συντροφιά όλων σας. Και το ένα του

Θεού και το άλλο. Ας γίνει, λοιπόν, το θέλημά Του. Η χαρά που παίρνω

μαζί σας δεν περιγράφεται. Σας αγαπώ όλους πάρα πολύ. Μόνο που δεν

θέλω να με βλέπετε έτσι και να πονάτε. Συγχωρέστε με.

-Μα εμείς είμαστε αδέλφια σου και πονάμε μαζί σου, αλλά

χαιρόμαστε πολύ την αγάπη μας. Εγώ ένα μόνο θα σου πω: όταν κανείς

βρίσκεται σε δοκιμασία σαν τη δική σου και αισθάνεται πώς φεύγει, δύο

πράγματα νοιώθει μέσα του βαθιά˙ την ψύχρα της μοναξιάς και το

σκοτάδι του τέλους. Η αγάπη ζεσταίνει και η πίστη φωτίζει με ελπίδα. Εσύ

μοιράζεσαι πολλή αγάπη μαζί μας και έχεις μεγάλη πίστη. Έτσι ούτε μόνη

νοιώθεις ούτε σε σκοτάδι βρίσκεσαι.

-Εγώ, πάτερ, δεν έχω μεγάλη πίστη, δεν είμαι καλή χριστιανή, δεν

είμαι και πολύ της εκκλησίας. Πήγαινα στην εκκλησία, αλλά ένοιωθα πολύ

ξένη εκεί μέσα. Δεν καταλάβαινα και πολλά, αλλά αισθάνομαι πώς

βρίσκομαι σε σκοτάδι όσο συνεχίζω να παραμένω εδώ. Μάλλον σε ομίχλη.

Προσδοκώ όμως το μέλλον μου, για το οποίο μας μιλάτε συχνά. Δεν αξίζει

ο κόσμος. Πολύ σας ευχαριστώ. Δώστε μου το χέρι σας να το φιλήσω.

Ακούμπησε τα χείλη της στο χέρι μου. Ένοιωθα να μου παίρνει

όση ευχή είχα. Αναντίρρητα, ήταν το αληθινότερο, το δυνατότερο, το

καλύτερο χειροφίλημα που δέχτηκα στη διάρκεια της ζωής μου ως

κληρικός. Ένοιωσα «δύναμιν εξελθούσαν»(Λουκ. η’ 46). Αισθάνθηκα

ζωντανά τη δύναμη της ιεροσύνης μου.

-Γιατί μου κρατάς σφιχτά το χέρι; Τη ρωτώ.

-Θέλω να κρατηθώ από την αιωνιότητα.

-Μα έτσι κρατιέσαι από την προσωρινότητα.

105

Page 106: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Πάτερ, δεν φιλώ το χέρι του ανθρώπου που γνώρισα, αλλά το χέρι

αυτού που μου γνώρισε το Θεό.

Είχα μαζί μου ένα κουτάκι με λείψανο του Αγίου Νεκταρίου από το

Προσκύνημα του Αγίου στην Καμάριζα. Το πήρα γι’ αυτόν τον σκοπό. Το

έβγαλα για να προσκυνήσει τον Άγιο. Αυτός θα την στήριζε πολύ

καλύτερα στην αιωνιότητα. Άνοιξα το κουτάκι. Ευωδίαζε υπέροχα. Δεν

συμβαίνει αυτό πάντοτε. Πολύ χάρηκα γι’ αυτό το ασύνηθες γεγονός. Σαν

να μας έλεγε ο Άγιος – μη βασανίζεστε με ερωτήματα˙ δεν θα βρείτε

απαντήσεις, ούτε τις χρειάζεστε. Αρκεστείτε στην παρουσία του Θεού.

-Προσκύνησε, της λέω, ο Άγιος ευωδιάζει. Αυτό δεν σημαίνει ότι

θα σε κρατήσει περισσότερο στη γη. Αυτό σημαίνει ότι σου ετοιμάζει

υποδοχή στον ουρανό. Αυτές οι άρρητες ευωδίες φανερώνουν την

αλήθεια της αιώνιας βασιλείας του Θεού.

Έσκυψε με όση δύναμη της είχε μείνει, σταυροκοπήθηκε και

ασπάσθηκε το ιερό λείψανο. Τα μάτια της έτρεχαν.

-Είμαι αμαρτωλή. Μήπως δεν είμαι έτοιμη να φύγω; Είπε και

κράτησε σφιχτά το χέρι μου. Μου φαίνεται πώς θέλω να φύγω

περισσότερο για να γλυτώσω από δω από όσο για να πάω εκεί. Νοιώθω

κοσμική και ολιγόπιστη. Μπορώ να εξομολογηθώ;

Έβγαλα το πετραχήλι και το ωμοφόριό μου.

Με εκπληκτική ευαισθησία συνειδήσεως μου περιέγραψε κάτι από

το βάθος της καρδιάς και το μακρινό σχετικά παρελθόν της.

-Μην έχεις ενοχές. Ησύχασε. Η μετάνοιά σου είναι αληθινή. Ακόμη

κι αν κάτι ξέχασες δεν χάθηκε ο κόσμος.

-Δεν έχω ενοχές. Απλά, αν βρεθώ στην αγκαλιά του Θεού θέλω να

τη λερώσω όσο γίνεται λιγότερο. Αισθάνομαι ότι με περιμένει ο Θεός,

αλλά εγώ δεν το αξίζω. Δεν είμαι σίγουρη αν θα μου το δώσει. Η σιγουριά

μου φαίνεται θράσος. Η αβεβαιότητα ολιγοπιστία. Και τα δύο είναι

αμαρτίες.

-Εσύ ποιό από τα δύο έχεις;

106

Page 107: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Και τα δύο, πάτερ.

-Άκου, Νάντια, στον παράδεισο δεν πηγαίνουμε επειδή το

αξίζουμε, αλλά επειδή ποθούμε και το ζητούμε. Η αγάπη του Θεού ζυγίζει

πολύ περισσότερο από την όποια αξία μας. Ακόμη και των αγίων. Και

όλων μάλιστα μαζί. Εσύ δεν τα ποθείς ταπεινά και ειλικρινά;

-Με όλη μου την καρδιά. Το θέλω πιο πολύ και από την

ανακούφισή μου από τους πόνους.

Δεν ήταν καθόλου συναισθηματικά φορτισμένη. Γύρισε το βλέμμα

της επάνω μου. Η ειρήνη ήταν ζωγραφισμένη επάνω του˙ «πάντα νούν

υπερέχουσα» (Φιλιπ. δ’ 7). Είχε ήδη αρχίσει να παίρνει τα χαρακτηριστικά

του ετέρου προσώπου της. Είχε αρχίσει να συγγενεύει περισσότερο με την

αιωνιότητα παρά με την εφημερότητα αυτού του κόσμου. Δίπλα σε έναν

τέτοιον άνθρωπο καταρρέει το ερώτημα της μετά θάνατον ζωής. Αυτοί οι

άνθρωποι μένουν περισσότερο κοντά μας για να μας επιβεβαιώνουν.

Ακόμη κι αν ταλαιπωρούνται.

Της διάβασα τη συγχωρητική ευχή. Άδειασε και από τις

τελευταίες αμαρτίες. Το μόνο που απέμεινε πλέον είναι να πλημμυρίσει ο

παράδεισος από την ευωδία μιας ακόμη πεντακάθαρης ψυχής, της ψυχής

της δούλης του Θεού Κωνσταντίνας. Όταν ο Θεός το κρίνει. Μέχρι τότε,

απολαμβάνουμε εμείς το άρωμα της ευλογημένης ζωής της. Η αγάπη μας

προτιμάει περισσότερο το άρωμά της παρά την ανακούφισή της.

Ευτυχώς που ο Θεός δεν βιάστηκε…

Πέρασαν ακόμη λίγες μέρες. Η Νάντια παλινδρομούσε μεταξύ του

δικού της ευλογημένου κόσμου και του δικού μας, που με όλες του τις

ατέλειες είχε την ομορφιά μιας υποβάλλουσας αγάπης. Μιάς αγάπης που

εκφράζεται λιγότερο με το συναίσθημα και περισσότερο με την πίστη.

Μιας αγάπης που σε κάνει να αντικρύζεις τον αδελφό σου που πάσχοντας

φεύγει, με περισσότερη μυστική χαρά για το μεγαλείο του παρά με

συναισθηματική λύπη για την ταλαιπωρία του ή τον χωρισμό.

Οι μέρες κυλούν. Η Νάντια αντέχει. Για κάποιον λόγο ο Θεός την

κρατάει. Πηγαίνω στο Νοσοκομείο με τα γνωστά ανάμεικτα αισθήματα.

107

Page 108: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως χθές, μου λέει. Άκουσα από

το ραδιόφωνο για το νόημά της. Δεν το ήξερα ακριβώς. Η Ανάσταση του

Χριστού, έλεγε, έχει σαν αποτέλεσμα τη δική μας ανάσταση. Εγώ όμως

τον φοβάμαι τον θάνατο.

-Χωρίς τον θάνατο, δεν υπάρχει ανάσταση, της απαντώ. Η

ανάσταση προϋποθέτει τον θάνατο. Πώς να γυρίσεις στη ζωή χωρίς να

έχεις προηγουμένως φύγει από αυτήν; Γι’ αυτό και στην Εκκλησία όλα όσα

λέμε είναι σταυροαναστάσιμα.

-Έχετε δίκιο, κάτι τέτοιο έλεγε και στην εκπομπή που σας

ανέφερα. Εγώ όμως λυγίζω.

-Μα και ο Χριστός δεν λύγισε προ του θανάτου;

-Δεν πιστεύω να λύγισε όπως εγώ. Άλλο πράγμα ήταν εκείνο που

εμένα τουλάχιστον με ξεπερνάει. Εγώ νοιώθω φοβισμένη και αρκετά

γήινη. Ενώ όλη μου η ζωή είναι ένα διαρκές θαύμα, ενώ ο Θεός ήταν

πάντα στο πλευρό μου, τώρα φοβούμαι μήπως με αφήσει μόνη.

-Δηλαδή θέλεις να μείνεις εδώ για πάντα;

-Όχι! Δεν θέλω να μείνω άλλο. Τώρα το έχω πιστέψει ότι φεύγω

και δεν με πειράζει. Απλά, ο τρόπος του θανάτου με τρομάζει.

Φαντάζομαι πόνους, δυσφορία, ασφυκτική κατάσταση κα με πιάνει

αγωνία. Κάντε μια παράκληση να φύγω στον ύπνο μου χωρίς να το

καταλάβω; Επίσης δεν θέλω να στενοχωριέστε εσείς.

-Θα ήθελες να φύγεις αναστάσιμα;

-Θα προτιμούσα να φύγω σταυροαναστάσιμα.

-Τί εννοείς;

-Δεν ξέρω τι ακριβώς εννοώ, αλλά μου αρέσει πολύ αυτός ο

συνδυασμός θανάτου και αναστάσεως που είπατε προηγουμένως.

-Τί θα ‘ λεγες να φύγεις τη Μεγάλη Παρασκευή και να σου

ψάλουμε αναστάσιμη ακολουθία;

-Λέτε ως τότε να ζω ακόμη;

108

Page 109: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Εγώ λέω και ακόμη παραπάνω.

-Νομίζω ότι ως εδώ ήταν, πάτερ. Δεν χρειάζομαι άλλο σ’ αυτόν

τον κόσμο.

-Πού ξέρεις; Μπορεί να σε χρειάζεται ο κόσμος.

-Εμένα έτσι όπως είμαι;

-Εσένα, όπως πράγματι είσαι.

-Πάντως είμαι πολύ ευτυχισμένη γι’ αυτές τις συζητήσεις.

Η καρδιά της Νάντιας χτυπούσε μέχρι και την Μεγάλη Πέμπτη.

Διαβάσαμε τα δώδεκα ευαγγέλια. Εδώ και μέρες δεν δείχνει να

επικοινωνεί. Οι ρυθμοί της πέφτουν. Η αναπνοή εξασθενίζει. Φαίνεται πώς

της τελείωσε όλος ο αέρας αυτού του κόσμου. Το ρολόι δείχνει 23:58. Η

καρδιά κρατάει λίγους ακόμη κτύπους. Στις 12 τα μεσάνυχτα, με την

είσοδο στη Μεγάλη Παρασκευή, η Νάντια τελείωσε γι’ αυτόν τον κόσμο.

Άφησε πίσω ζωντανές αναμνήσεις μιας σπάνια διακριτικής και λεπτής

παρουσίας. Άφησε τα ίχνη ενός πολύ επώδυνου χωρισμού. Άφησε κυρίως

την αίσθηση ενός ανθρώπου που του άξιζε περισσότερο ο κόσμος της

βασιλείας του Θεού, παρά της κυριαρχίας της προσωρινότητος.

Όπως ήθελε, έφυγε σε σταυρώσιμη μέρα. Η κηδεία της έγινε την

Τρίτη της Διακαινησήμου, αναστάσιμη. Η αναχώρησή της δεν θα

μπορούσε να είναι πιο σταυροαναστάσιμη!

Πήγα και στην ταφή. Ήμουν μόνος μου. Δεν υπήρχε άλλος ιερέας.

Έκανα και το τελευταίο αναστάσιμο τρισάγιο. Δεν χόρταινα να ψέλνω το

«Χριστός Ανέστη». Εκείνο το «και τοις εν τοις μνήμασι ζωήν

χαρισάμενος» εύρισκε πανηγυρική την επαλήθευσή του στο πρόσωπό της

Νάντιας. Το σωματικό της πρόσωπο πανέμορφο. Σαν να κοιμόταν πλέον

ειρηνικά. Σαν να ενοράτο τον πιο αληθινό κόσμο πνευματικά. Πραγματικά

αναπαυμένη. Ο Θεός για μια ακόμη φορά μας είχε πικράνει, γιατί δεν Τον

κατανοούμε. Η Νάντια όμως είχε φροντίσει να μας παρηγορήσει, γιατί

αυτή μας κατανοεί. Μας έκανε να πονέσουμε λιγότερο και να Τον

αγαπήσουμε περισσότερο. Γιατί δεν έφτιαξε μόνον αυτόν τον κόσμο που

πεθαίνουμε. Έφτιαξε και τον άλλο που μόνο ζούμε. Η Νάντια αντανακλά

109

Page 110: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

το φως του Θεού σε αυτόν τον κόσμο. Τελικά, δεν την νίκησε ο θάνατος˙

τη δόξασε η ζωή της. Ίσως πιο σωστά, τη δόξασε ο Θεός, η Ζωή της.

«Στον παπά- Νικόλα να μου κάνει δέοντα»

Η διακονία μου σε μεγάλο βαθμό στηρίζεται στη χάρι που

διαθέτουν μερικοί γέροντες. Σαν αυτούς δεν ξαναγεννιούνται σ’ αυτόν

τον κόσμο. Πάντα είχα ιδιαίτερο σεβασμό σε αυτά τα γεροντάκια. Και στο

Άγιον Όρος, στα δυόμιση χρόνια που έζησα εκεί, σε τέτοιους θησαυρούς

ήταν στραμμένη η προσοχή μου. Μόρφωση περιορισμένη, εξωτερική

εικόνα καθόλου εντυπωσιακή, ζωή εντελώς αφανής. Μου μοιάζουν σαν τις

μαύρες τρύπες. Δεν δείχνουν τίποτα από τον πλούσιο κόσμο του, αλλά

διαθέτουν το ισχυρότερο βαρυτικό πεδίο.

Από τέτοιους γέροντες έμαθα για τη ζωή, διδάχθηκα για τη ζωή

μου, υποψιάσθηκα για τα μυστικά της αληθούς φιλοσοφίας, πήρα

μαθήματα ιερωσύνης…

Στην Αμερική, τη δεκαετία του ’80, θυμάμαι ότι η καλύτερη

παρέα μου δεν ήταν αυτή με τους συνομήλικους συμφοιτητές μου. Ήταν ο

κ. Γιάννης 92 ετών, ο αδελφός του ο Κώστας από το Winthrop, 96 ετών, η

κ. Σταυρούλα γύρω στα 85 και ο νέος της παρέας, ο κ. Κώστας, 78 ετών.

Ο πρώτος ήθελε στη γιορτή μου να μου κάνει δώρο το καλό του

κουστούμι. Το είχε ράψει για τον γάμο του, που όμως – ποτέ δεν έγινε.

Ήταν ό,τι πολυτιμότερο είχε. Ήταν αδύνατο να το δεχθώ. Η προσφορά

του είχε πολλή αγάπη αλλά καθόλου λογική. Ίσως και γι’ αυτό να είχε και

μεγαλύτερη αξία.

Στις μεγάλες γιορτές, μετά την εκκλησία, πηγαίναμε μαζί στα

Dunkin’ Donuts για λουκουμάδες. Ασύλληπτη παρέα. Η σύνθεσή της και

μόνο με τρέλαινε. Τί δεν έχω μάθει όμως από αυτούς τους ανθρώπους! Ο

κ. Γιάννης, γεννημένος το 1895, είχε πάει στην Αμερική το 1916. Είχε

προηγηθεί ο αδελφός του, ο κ. Κώστας το 1911, σε ηλικία είκοσι ετών. Το

μεγαλείο τους δεν έγκειτο στην πείρα της μακράς ζωής τους, όσο στη

μεταφορά εσωτερικών βιωματικών εμπειριών μιας άλλης εποχής, όπου

110

Page 111: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

πολύτιμοι θησαυροί που σήμερα χάνονται, τότε αποτελούσαν τη φυσική

πνευματική διάλεκτο.

Στο μετόχι που διακονούσα η προσοχή μου έπεσε στην κ. Άννα.

Μια καμπουριασμένη γριούλα, 87 ετών˙ ερχόταν κάθε μέρα στην εκκλησία

σιγά –σιγά με το μπαστουνάκι της. Η καταγωγή της από την Καππαδοκία.

Τα μάτια της κατακόκκινα. Η γλώσσα της με ελάχιστη χρήση. Το πρόσωπό

της μόνιμα κρυμμένο κάτω από ένα μαύρο τσεμπεράκι. Χήρα από τα

νεανικά της χρόνια, της έφυγαν νωρίς τα δυο παιδιά. Τώρα ολομόναχη.

Συντροφιά της τα εικονίσματα, οι παρακλήσεις, οι ατέλειωτες προσευχές.

Παρηγοριά και ελπίδα της η Εκκλησία. Πίστη στηριγμένη σε θαύματα, σε

προσωπικές εμπειρίες σε ζώσα παράδοση.

Έστελνα κοπέλες να την εξυπηρετούν αλλά και παράλληλα να

μαθητεύουν στο μεγαλείο της.

Η κ. Άννα αρρώστησε. Έβγαλε έναν όγκο πίσω στο αυτί της,

μεγάλο σαν μικρό μανταρίνι. Σήκωσε το τσεμπέρι της και τον είδα. Την

έστειλα σε κάτι φίλους μου γιατρούς στον «Ευαγγελισμό» και μετά στον

«Άγιο Σάββα». Κοινή ιατρική πρόταση, λόγω και της ηλικίας της, να μην

το πειράξουμε, αλλά να περιμένουμε. Εξ΄ άλλου σ’ αυτήν την ηλικία η

εξέλιξη τέτοιων όγκων είναι σχετικά βραδεία.

Η κ. Άννα όμως είχε ενοχλήσεις. Ήλθε στην εκκλησία, με βρήκε

μετά τη Θεία Λειτουργία και μου ζήτησε να τη σταυρώσω, όπως μου είπε,

με την αγία λόγχη. Εγώ νέος παπάς, χωρίς κλασική εκκλησιαστική

παιδεία, δεν γνώριζα τι είναι αυτό. Με υπόδειξή της, άνοιξα το Ευχολόγιο

και βρήκα τις κατάλληλες ευχές. Πλησίασε, ξεσκέπασε το κεφάλι της και

τη σταύρωσα.

Σε δύο εβδομάδες, έρχεται μια κοπέλα που την είχε επισκεφθεί και

μου φέρνει ένα μικρό φακελάκι από την κ. Άννα.

-Τί είναι αυτό; Ρώτησα.

-Δεν ξέρω, μου απάντησε. Μου το έδωσε η κ. Άννα για σας,

χωρίς να μου πει τίποτα. Θα σας ενημερώσει η ίδια υποθέτω. Πάντως να

ξέρετε ότι το αυτί της είναι καλά.

111

Page 112: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Το πήρα και το άνοιξα. Είχε μέσα 40.000 δραχμές. Και ένα

χαρτάκι που έγραφε «Υπέρ υγείας και μετανοίας της δούλης του Θεού

Άννης».

Έβγαλα το χαρτάκι, το κράτησα, έβαλα και άλλες 40.000

δραχμές, το έκλεισα και το έδωσα στην κοπέλα να το επιστρέψει,

λέγοντάς της να πει στην κ. Άννα ότι επιστρέφω τα… ρέστα.

Το ίδιο απόγευμα, η κ. Άννα κατέφθασε στην εκκλησία εμφανώς

αναστατωμένη.

-Τί κάνεις κ. Άννα; Αφού είσαι στο κρεβάτι γιατί σηκώθηκες;

Πάτερ μου, μη μου το κάνετε αυτό. Θα τα κρατήσετε τα χρήματα.

Δεν τα δίνω σε σας. Αυτά ανήκουν στην Εκκλησία.

-Κυρία Άννα μου, δεν χρειάζονται χρήματα.

Δεν απάντησε. Σήκωσε τη μαντήλα της και μου δείχνει το αυτί

της. Ο όγκος είχε σχεδόν εξαφανιστεί. Δεν μπορούσα να το πιστέψω.

-Τί έγινε, κ. Άννα; Ρώτησα με έκπληξη.

-Πάτερ, τα φάρμακα της Εκκλησίας είναι καλύτερα από των

γιατρών. Γι΄ αυτό σου έστειλα τα χρήματα.

-Ναι, αλλά της Εκκλησίας δεν κοστίζουν καθόλου. Εσύ είσαι

φτωχούλα, γι’ αυτό κι εγώ σου έστειλα τα ρέστα.

-Πάτερ μου, σε παρακαλώ, μη μου ξοδεύεις την ευγνωμοσύνη.

Κάθε Πάσχα, πήγαινα στους γνωστούς κατάκοιτους γέροντες και

τις γιαγιούλες της περιοχής με έναν επίτροπο, τους έδινα ένα αυγουλάκι

κόκκινο και κουλουράκι από την εκκλησία ως ευλογία, και ψέλναμε το

«Χριστός Ανέστη». Η κ. Άννα δεν μπορούσε πλέον να βγεί από το σπίτι

της. Πήγα μια χρονιά να την επισκεφθώ. Μπήκαμε στο δωμάτιό της

ψάλλοντας το «Χριστός Ανέστη». Μας ζήτησε να πούμε και το «θανάτου

εορτάζομεν νέκρωσιν». Ενθουσιάστηκε. Καθίσαμε και απολύσαμε την

πίστη και τη σοφία της. Πόσο λαχταρούσε να φύγει από αυτόν τον κόσμο!

112

Page 113: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

-Εκεί δεν θα ψάλλουμε για τον θάνατο. Εκεί θα υμνούμε τη ζωή.

Μακάριος όποιος καταλαβαίνει τη ματαιότητα αυτού του κόσμου και την

πραγματικότητα του Θεού.

Τα λόγια και η φωνή της ηχούν ακόμη στα αυτιά μου. τα έλεγε με

έναν τέτοιον τρόπο που έπειθε και τον πλέον δύσπιστο. Διάβαζε και

κατανοούσε καλά την Αγία Γραφή. Δεν ήταν μορφωμένη, αλλά ήταν

έξυπνη γυναίκα με απύθμενο βάθος. Στα λόγια φοβερά φειδωλή, στην

έκφραση του προσώπου της έντονα πληθωρική. Έκρυβε μεγάλο πλούτο.

Το διέκρινες με την πρώτη ματιά.

-Κουράστηκες από τη ζωή, κ. Άννα; Ρώτησα.

-Όχι, πάτερ. Κουράστηκα να περιμένω τη ζωή. Ο κόσμος αυτός

αξίζει μόνον όταν βλέπει κανείς πίσω από τον θάνατο.

-Θέλεις να συναντήσεις και τον άνδρα σου και τα παιδιά σου,

ασφαλώς.

-Το θέλω. Θέλω όμως να συναντήσω τον Χριστό, όπως γράφει

στην Αποκάλυψη. Ζηλεύω τους αγίους. Και εσάς τους ιερείς, πάτερ μου,

που βλέπετε «πρόσωπον προς πρόσωπον» τη δόξα του Θεού από αυτόν

τον κόσμο. Ενώ εμείς στην άλλη ζωή. Γι’ αυτό, ενώ εύχομαι εγώ να φύγω

μία ώρα γρηγορότερα, προσεύχομαι εσείς να ζήσετε όσο περισσότερο

γίνεται. Εσείς μπορείτε να ζείτε την αιωνιότητα από τώρα.

Έτος 1998. Είχα αρκετό καιρό να την επισκεφθώ. Μάλιστα όλη τη

Μεγάλη Τεσσαρακοστή έλειπα στο Άγιον Όρος. Επέστρεψα την Παρασκευή

του Λαζάρου. Τη Μεγάλη Δευτέρα την ειδοποίησα με μια γειτόνισσα ότι

προγραμματίζω να πάω σπίτι της, όπως κάθε χρόνο το Πάσχα, για το

«Χριστός Ανέστη». Το απόγευμα της Μεγάλης Πέμπτης, πριν από την

ακολουθία, συναντώ την κυρία αυτήν, η οποία μου περιέγραψε τον

ενθουσιασμό της κ. Άννας για την επικείμενη Πασχαλινή συνάντηση.

-Μόνο που θα ψάλουμε το «Χριστός Ανέστη» θα φθάσω στον

ουρανό, πες του, της είπε, γιατί μου φαίνεται πώς με ξέχασε ο Θεός.

Η ακολουθία τελείωσε στις 10:30 το βράδυ. Βγαίνοντας μου

τηλεφωνούν ότι η κ. Άννα βιάστηκε να μας φύγει πριν από το Πάσχα.

113

Page 114: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Προτίμησε να ψάλει το «Χριστός Ανέστη» με τους αγγέλους για πάντα,

παρά με τους αγαπημένους της ιερείς το Πάσχα. Έφυγα και πήγα σπίτι

της να τακτοποιήσουμε τα διαδικαστικά της κηδείας της. Την

ασπάσθηκα. Ήταν ακόμη ζεστή. Καθώς την αλλάζαμε, σηκώνουμε το

μαξιλάρι της. Ένα φακελάκι έγραφε απ’ έξω: «Για τον παπά – Νικόλα να

μου κάνει τα δέοντα». Είχε μέσα 100.000 δραχμές. Αιωνία της η μνήμη.

Η εξόδιος ακολουθία της έγινε την Τρίτη της Διακαινησίμου.

Παρόντες μια ανεψιά της και λίγος κόσμος από την εκκλησία. Το πολύ

είκοσι άτομα. Ήταν η πρώτη αναστάσιμη κηδεία που τελούσα. Ατέλειωτα

«Χριστός Ανέστη» συνόδευαν την ευγενέστατη ψυχή της. Και σίγουρα

πλήθος αγγέλων τη συντρόφευαν στ αιώνιο ταξίδι της. Πολύ διακριτικά

κατάφερε να γλυστρήσει στην αιωνιότητα. Όπως ο Πάγκαλος Ιωσήφ,

«κατέλιπε τον χιτώνα» του σώματός της «και γυμνή ως οι Πρωτόπλαστοι

προ της παρακοής» ανέβηκε ανάλαφρη στον τόπο της αιώνιας ανάπαυσής

της.

Η κοίμηση ενός άγνωστου αγίου

«Επιθυμίαν έχω αναλύσαι»

Άνθρωπος πολύ πονεμένος, αλλά και ασυνήθιστα γλυκύς και

ευτυχισμένος. «Η πάντα νουν υπερέχουσα ειρήνη» ιδίωμά του. Ορατό δια

γυμνού οφθαλμού. Μικρό παιδί, στις τελευταίες τάξεις του Δημοτικού,

όταν μπροστά στα μάτια του πήραν τη μητέρα και την αδελφή του οι

αντάρτες και σε λίγο άκουσε τους πυροβολισμούς. Δεν τους ξαναείδε,

αλλά και δεν λησμόνησε ποτέ ούτε την εικόνα του χωρισμού ούτε τις

εκφράσεις του προσώπου τους ούτε τα ως τότε γεγονότα της κοινής

ζωής τους. Αιτία το μίσος του πατέρα τους, που και αυτός εξαφανίστηκε.

Αυτός τις κατήγγειλε. Η παιδική ψυχή του μια πληγή χαίνουσα.

114

Page 115: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Τον μάζεψαν σε μια παιδόπολη. Εκεί έμαθε την τέχνη του

λούστρου. Εντελώς συμπτωματικά συναντά έναν έφεδρο αξιωματικό του

Ελληνικού Στρατού που πήγε να του βάψει τα παπούτσια σε ένα δρόμο της

Θεσσαλονίκης. Πιάνουν την κουβέντα και γίνονται φίλοι. Αυτός του μιλάει

για αγάπη, την οποία και του δείχνει έμπρακτα. Του δίνει ελπίδα και

παρηγοριά. Τον οδηγεί στην Εκκλησία και του ανοίγει όλους τους

πνευματικούς ορίζοντες. Γίνεται μοναχός σε ένα γνωστό ευλογημένο

μοναστήρι με εκλεκτούς αδελφούς. Διάκονος και υπηρέτης όλων. Ο

τελευταίος των τελευταίων κατ’ επιλογήν. Χαιρόταν να απολαμβάνει σαν

δική του τη δόξα των άλλων. Αυθεντικά απολάμβανε τα χαρίσματα και

τις επιτυχίες τους. Βρήκε τον τόπο του, ανακάλυψε τον εαυτό του,

συνάντησε τον Θεό. Το νέο του όνομα Κύριλλος.

-Είμαι ο ευτυχέστερος άνθρωπος του κόσμου, συνήθιζε να λέγει,

χρεωμένος στον Θεό μέχρι το κεφάλι.

Στο στόμα του έβγαζε συνεχή δοξολογία. Είχε και μία γλυκύτατη

φωνή. Και πολύ δυνατή μνήμη. Ήξερε την Αγία Γραφή σχεδόν ολόκληρη

απ’ έξω. Το μοναστήρι έγινε πανεπιστήμιό του. Έψελνε με το ευγενές

περιεχόμενο της καρδιά του, όχι με τις φωνητικές χορδές και τα χείλη.

Χαιρόσουν να τον βλέπεις και να τον ακούς. Είχε τιμήσει το κατ’ εικόνα

όσο ελάχιστοι και ακτινοβολούσε τα χαρίσματα της καθ’ ομοίωσιν Θεού

καταστάσεως με τρόπο φανερό και μυστικό. Καταλαβαίνεις ότι ο π.

Κύριλλος ήταν πολύ περισσότερο απ΄ ό,τι έδειχνε. Ένα μικρό παιδί εξήντα

ετών… Ένας άγγελος με υλική περιβολή.

Το αγαπημένο του θέμα η βασιλεία του Θεού. Επιθυμία του

εμφανής και τελειώνει με την εκκρεμότητα αυτής της ζωής και να ζήσει

στο πλήρωμα της άλλης. Η μετοχή στην αιώνια μακαριότητα, η άληκτη

θέα της δόξης του Θεού, η βίωση του κόσμου των θείων επαγγελιών, η

ανέσπερη ογδόη ημέρα, η ακοή των «αρρήτων ρημάτων, α ούκ εξόν

ανθρώπω λαλήσαι» (Β’ Κορ. ιβ’ 4), η κοινωνία των αγγέλων, η αποκάλυψη

της χάριτος των αγίων, η φανέρωση του Θεομητορικού μυστηρίου, η

κατάργηση των φθαρτών και προσκαίρων, αποτελούσαν μόνιμο

εντρύφημά του. Κάθε τι που έλεγε, ακόμη και υποχρέωση να αναφερθεί

στα καθυμερινά, ήταν «εν χάριτι, άλατι ηρτυμένο» (Κολ. δ’ 6) και απέπνεε

ζωή και όχι θάνατο.

115

Page 116: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Όλοι στην αδελφότητα τον λάτρευαν με ανομολόγητο θαυμασμό.

Δεν το έλεγε εύκολα, αλλά λαχταρούσε να φύγει από αυτόν τον κόσμο.

Δεν ήταν μόνο «πάροικος και παρεπίδημος» εδώ (Α’ Πέτρ. β’ 11), αλλά και

ξένος. Είχε σαφή πόθο Θεού και θανάτου. Η σχέση του με τον θάνατο

ήταν σχέση φιλική. Με την ιδέα του πολύ εξοικειωμένος. Η καρδιά του δεν

ακουμπούσε σε αυτόν τον κόσμο. Γι’ αυτό και η εξωτερική του εμφάνιση

υπερβολικά απλή, τα ράσα του παλιά, δεύτερης χρήσης.

Ερχόταν ευκαιριακά και με επισκεπτόταν στο Μετόχι της

Αναλήψεως που διακονούσα. Πάντοτε με ευλογία που εγώ έπαιρνα από τον

γέροντα. Έφερνε και ευλογίες˙ σταφίδες, αμύγδαλα, παστέλια, καμία

σοκολάτα και κάποιο βιβλιαράκι. Ποτέ με άδεια χέρια. Πάντα με γεμάτη

την καρδιά. Μόλις έπαιρνε την ευχή, έψαλλε κάτι επίκαιρο και άρχιζε το

δοξολογικό του στόμα τις ωραίες αφηγήσεις από τη ζωή γερόντων που

γνώρισε, αναλύσεις ψαλμικών χωρίων που έτυχε να μελετήσει ή ακούσει

και του έκαναν εντύπωση, πατερικές σκέψεις και υπομνηματισμούς,

εντυπωσιακές αναφορές στους βίους των αγίων, αγιογραφικές

εμβαθύνσεις. Και κατέληγε στο αγαπημένο του θέμα, την περιγραφή της

βασιλείας του Θεού˙ πώς θα είναι στον παράδεισο. Ποταμός βιωματικής

θεολογίας. όλα με πολύ πόθο και βαθειά ταπείνωση.

Εκοιμήθη ξαφνικά ο γέροντας της Μονής, ο π. Λεόντιος. Έφυγε

μέσα στη Μονάδα Εντατικής Παρακολούθησης, πριν προλάβει κάποιος να

του συμπαρασταθεί, χωρίς να τον πάρει κανείς είδηση˙ ούτε οι

νοσηλεύτριες. Κανείς δεν το φανταζόταν. Ένας μεγαλειώδης μυστικός

άνθρωπος. Πήρε μαζί του όση χάρι του έδωσε ο Θεός και άφησε πίσω του,

σε όσους τον γνώρισαν, την ανάμνηση ενός άγνωστου αλλά πολύ μεγάλου

αγίου, την αίσθηση ενός ιερού αγγίγματος του κόσμου των ορωμένων.

Κανείς δεν ήξερε πως ζούσε. Ούτε ο π. Κύριλλος που τον υπεραγαπούσε

και το κελλί του ήταν δίπλα στο δικό του. Μέχρι σήμερα παραμένει

άγνωστος. Ανεξιχνίαστο μυστήριο. Πάντως μυστήριο. Απόλυτη κένωση,

πλήρωμα χάριτος!

Στην εξόδιο ακολουθία, ο π. Κύριλλος σε μια γωνιά έδειχνε

συντετριμμένος. Δεν σήκωσε κεφάλι. Τον καταλάβαινα. Έμενε πάλι

ορφανός. Πάλι απρόσμενα και ξαφνικά. Τώρα από κάθε ανθρώπινο

στήριγμα.

116

Page 117: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Τον πλησίασα στο τέλος, θεωρώντας ότι έπρεπε να του πω έναν

λόγο παρηγορίας.

-Σε είδα, π. Κύριλλε, σκυμμένο την ώρα της κηδείας. Πάλι

ορφάνια. Τώρα μάλιστα μεγαλύτερη από τις προηγούμενες.

-Δεν είναι ακριβώς έτσι, πάτερ μου. Τώρα αποκτήσαμε πρεσβευτή

στον ουρανό πρώτης κατηγορίας, πραγματικό στρατηγό.

-Καταλαβαίνω όμως και το κενό σου, συνέχισα. Πώς να το

κάνουμε; Θα μας λείψει. Σε κοίταζα κατά τη διάρκεια της ακολουθίας

γεμάτο σκέψεις και συνοχή.

-Δεν υπάρχει κενό. Κενό αφήνει η απουσία του Θεού, όχι ο

πνευματικός προορισμός των ανθρώπων. «Ποθεινήν πατρίδα παράσχου

μοι, παραδείσου πάλιν ποιών πολίτην με» (το είπε σιγοψέλνοντάς το). Ή

είναι ποθεινή πατρίδα και παράδεισος η βασιλεία του Θεού και για όποιον

την κληρονομεί πανηγυρίζουμε ή όλα αυτά είναι υπερβολές και άδεια

λόγια, οπότε τα δάκρυα είναι για το δράμα μας.

Δεν μπορείς να φανταστείς, πατερούλη μου, πόσο τον ζήλεψα

σήμερα τον π. Λεόντιο. Σκέπτομαι την υποδοχή που του επεφύλαξαν τα

αγγελικά τάγματα, αυτά τα «πρόσωπον προς πρόσωπον» που τώρα

απολαμβάνει, και πανηγυρίζει η ψυχή μου για τη δόξα του. Φαντάσου τον

ανάμεσα σε αγγέλους, σε δοξασμένους οσίους, σε αγιασμένους

ματωμένους μάρτυρες, κοντά στον Απόστολο Παύλο, μαζί με τον Τίμιο

Πρόδρομο, με τον Μέγα Βασίλειο, με τον Χρυσόστομο, με την Παναγία, με

τη θέα του εσφαγμένου αρνίου. Θεέ μου! Κι εμείς εδώ πενθούμε, λέει.

Σήμερα που ήταν φρέσκος στον ουρανό τον χιλιοπαρακαλούσα να

ανοιξει τον δρόμο και για μας. Νομίζω θα τον ακούσει ο Θεός. Σίγουρα θα

έχει παρρησία.

Σε μια εβδομάδα ο π. Κύριλλος εμφανίζει ίκτερο. Τον πηγαίνουμε

στο Νοσοκομείο. Αρχίζει εξετάσεις. Προχωρημένος καρκίνος του ήπατος.

Καλπάζουσα μορφή. Κεραυνός εν αιθρία. Ο χειρουργός, κοινός φίλος μας,

αποφασίζει να τον ανοίξει άμεσα. Είναι όλος γεμάτος. Δεν πιστεύει στα

μάτια του. Κάνει δυό- τρεις αναστομώσεις και τον κλείνει.

117

Page 118: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Τον χάνουμε τον πάτερ, μας λέει. Ό,τι χειρότερο υπάρχει. Ούτε

δυο μήνες δεν έχει μπροστά του. Θα του κάνουμε λίγες χημειοθεραπείες

για να λέμε ότι κάτι κάναμε, μήπως και πιάσει και τον τρίτο μήνα.

Το μοναστήρι ανάστατο. Κανείς δεν μπορεί να πιστέψει ότι ο

γέροντας έφυγε για να μαζεύει τους πατέρες επάνω. Ας πάρει άλλους, ότι

τον π. Κύριλλο. Αυτός όμως, πληροφορείται τα πάντα και λάμπει από

χαρά.

-Τέτοιο δωράκι δεν το περίμενα. Είχαμε συμφωνήσει με τον π.

Λεόντιο όποιος φύγει πρώτος να προσκαλέσει τον επόμενο. Πρέπει να

βρήκε παρρησία στον Θεό. Γι’ αυτό και έκανε το θαύμα. Είδατε; «αιτείτε

και δοθήσετε υμίν». Αν θέλετε, ζητήστε κι εσείς.

-Εμείς, του έλεγε ο π. Γερόντιος, θα ζητήσουμε να μη φύγεις εσύ.

Και να δεις που θα πάνε οι προσευχές σου.

-Εγώ, έχω καρκινάκι στο συκώτι μου. βρίσκομαι ήδη στον

διάδρομο απογειώσεως με αναμμένες τις τουρμπίνες. Δεν με κρατάει

τίποτε.

-Θα σκάσω, μονολογούσε ο π. Γερόντιος, δεν μπορεί κανείς να τον

πείσει να σταματήσει αυτές τις προσευχές του. Δεν γίνεται, τον θέλουμε

κάτω. Όλοι πρέπει να κάνουμε προσευχή να μην τον ακούσει ο Θεός.

Δηλαδή θα μας κάνει ό,τι θέλει αυτός; Στο κάτω –κάτω ο ουρανός είναι

γεμάτος από αγίους. Τί θα γίνουμε αν μας φεύγουν ένας – ένας;

Έπεσε τηλεφώνημα και σε μένα. Απολάμβανα αυτούς τους

πατέρες. Τί ωραίο πνεύμα! Τί ελεύθερο φρόνημα! Τί ανώτερη κατάσταση!

Πήγα να τον επισκεφθώ στο Νοσοκομείο.

-Πάτερ μου, καλά σε βλέπω, του λέω.

-Περίμενε λίγο και θα είμαι ακόμη καλύτερα. Αρκεί να μη μου

κάνει τη ζημιά ο π . Γερόντιος. Βάλθηκε να με κρατήσει και το πρόβλημα

είναι ότι αυτός ξέρει να προσεύχεται και τον ακούει συνήθως ο Θεός.

Ξεσήκωσε και κόσμο. Νομίζω όμως ότι εγώ θα νικήσω. Από την άλλη, το

πρόβλημα είναι ότι εκείνος κάνει προσευχή για άλλον, ενώ εγώ για τον

εαυτό μου. Έλεγε ο π. Τρύφων ότι οι προσευχές για τους άλλους είναι πιο

118

Page 119: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

δυνατές. Αλλά και που να τα βγάλει πέρα ένας αμαρτωλός Κύριλλος με

όλους αυτούς; Και πολλοί είναι και ενάρετοι. Δεν κάνεις κι εσύ καμμιά

ευχούλα να ξεμπερδεύουμε;

Σε παρακαλώ πολύ, όταν οι άλλοι θα χάνουν το παιχνίδι, θα ήθελα

να έλθεις κοντά μου να μου διαβάσεις εσύ την ευχή εις ψυχορραγούντα.

Την άλλη φορά που θα έλθεις, φέρε και το Ευχολόγιο για πρόβα. Εγώ τώρα

κλείνω τα μάτια, σταυρώνω τα χέρια και αρχίζουμε μαζί την εξόδιο…

«Έτι δεόμεθα υπέρ αναπαύσεως του δούλου του Θεού Κυρίλλου μοναχού,

του αμαρτωλού, και υπέρ του συγχωρηθήναι αυτώ πάν πλημμέλημα

εκούσιόν τε και ακούσιον», έλεγε γεμάτος χαρά και δοξολογική διάθεση.

Πέρασαν οι δυο μήνες, πέρασαν τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Ο π.

Κύριλλος δεν μπορούσε να πιστέψει ότι μπήκε στο αεροπλάνο και

ακυρώθηκε η πτήση. Για όλα έφταιγε ο πολύ αγαπητός του π. Γερόντιος.

Τελικά αυτόν άκουσε ο Θεός. Και όσους τον υποστήριζαν με τις

προσευχές τους. Ο π. Κύριλλος όμως δεν το έβαζε κάτω.

-Μπορεί να κέρδισε σε πρώτη φάση η αγάπη του π. Γεροντίου,

αλλά υπάρχει και ο π. Λεόντιος. Και μάλιστα από τον ουρανό. Του το είχα

ζητήσει σαν χάρι, τότε που κανείς δεν υποψιαζόταν ότι θα μας φύγει.

Κάποτε θα τον ακούσει και αυτόν ο Θεός, έλεγε χαμογελώντας.

Ήταν παραμονές Χριστουγέννων. Ζήτησε να βρεθούμε. Η ψυχή

του πετούσε σαν τους αγγέλους, τα χείλη του διαρκώς δοξολογούσαν, το

πρόσωπό του έλαμπε, η καρδιά του ξεχείλιζε από άρρητη χάρη. Η υγεία

του φαινόταν μια χαρά.

-Νομίζω πλησιάζουμε στην ώρα μας. αισθάνομαι ότι η αντίστροφη

μέτρηση όπου να ‘ ναι θα αρχίσει. Και η αναχώρηση θα γίνει αυτήν τη

φορά με πύραυλο. Μια και έξω. Για να μην προλάβουν οι Γερόντιοι να

χαλάσουν το σχέδιο. Αυτήν τη φορά το εισιτήριο έχει και εγγύηση.

Έχουμε κι εμείς ψυχή, μου εμπιστεύτηκε χαριτωμένα. Μόνο μη μου κάνεις

εσύ τη ζημιά. Σε θέλω σύμμαχο. Τί να κάνουμε σε αυτόν τον κόσμο όταν

υπάρχει ο άλλος;

Αμέσως μετά τη γιορτή, ο π. Κύριλλος κάτι έπαθε. Ζαλίστηκε,

αισθάνθηκε δυνατούς πόνους, τον πήγαν στο Νοσοκομείο. Φάνηκε ότι η

119

Page 120: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

πορεία της υγείας του άνοιγε τον δρόμο στην πορεία της ψυχής του.

Γεμάτος μεταστάσεις. Τα νέα τα έμαθε από τους πολυαγαπημένους του…

αντιπάλους, που απαρηγόρητοι τον επισκέφθηκαν διαμαρτυρόμενοι. Με

ένα γλυκύτατο μειδίαμα δέχτηκε την είδηση. Έκανε το σταυρό του και

έβγαλε ένα «Δόξα σοι, ο Θεός» από το βαθύτερο σημείο της καρδιά του,

σαν να αντίκριζε τη γη της επαγγελίας ύστερα από σαραντάχρονη

περιπλάνηση στην έρημο, σαν να περπατούσε ύστερα από τριάντα οκτώ

χρόνια, όπως ο παράλυτος του Ευαγγελίου.

Από τη στιγμή εκείνη, σταμάτησε τα αστεία και άρχισε την πιο

εντατική του προετοιμασία. Ήδη είχε εξασφαλίσει το εισιτήριο και έπρεπε

να επιμεληθεί όσο μπορούσε την αναχώρησή του. Μονίμως προσευχόμενος

ενώπιον του Θεού. Η αγάπη του προς τον Θεό και η πίστη του στη

μεγαλύτερή τους ένταση. Ο π. Κύριλλος είχε λίγη πνοή γι’ αυτόν τον

κόσμο και ετοίμαζε τη βαθειά ανάσα του για τον άλλο, τον αληθινό, τον

αιώνιο.

Με ειδοποίησε να πάρω το Ευχολόγιο και ναν πάω να εκπληρώσω

τη συμφωνία μας, την ευχή εις ψυχορραγούντα. Ήταν Τετάρτη, αν

θυμάμαι καλά, 7 Ιανουαρίου. Πήρα μαζί μου και έναν ασημένιο σταυρό με

τίμιο ξύλο, αφιέρωμα στη Μονή Σίμωνος Πέτρας του Αγίου Όρους, του

«ταπεινού» Μητροπολίτου Αρσενίου από το 1692, όπως έγραφε από πίσω.

Κοντά στα δέκα χρόνια στο Μετόχι της Αναλήψεως, συχνά τον

προσκυνούσα, σπάνια ευωδίαζε, πολύ διακριτικά, κυρίως την ημέρα της

Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, ή της Σταυροπροσκυνήσεως.

Τον πήρα μαζί μου για ευλογία. Τον έβγαλα από τη λειψανοθήκη

και τον ασπάστηκα. Δεν ευωδίαζε καθόλου. Τον τοποθέτησα σε ένα

βελούδινο σακουλάκι και έφυγα για το νοσοκομείο.

Γύρω στις 10:30 π.μ. ήμουν δίπλα στο κρεβάτι. Περιμέναμε να

έλθει κι η αδελφή του. Είπε ότι θα έφευγε του Τιμίου Προδρόμου. Ουρανοί

ανοιχτοί, ο Πρόδρομος εν υψίστη τιμή, η Αγία Τριάδα σε φανέρωση, ο π.

Κύριλλος πανέτοιμος, ό,τι πρέπει για αναχώρηση.

Η επικοινωνία του με τον κόσμο των αισθήσεων διακοπτόμενη.

Σαφώς βυθισμένος σε προσευχή, αλλά και με εμφανή δυσφορία. Κάθε

τόσο, επανελάμβανε «Αμήν, ναι έρχου, Κύριε Ιησού». Έβγαλα το σταυρό

120

Page 121: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

από το σακουλάκι να προσκυνήσει. Ήταν η διευθύνουσα του Νοσοκομείου,

μία αδελφή νοσοκόμα και δύο πατέρες από το Μοναστήρι. Έκανε το

σημείο του σταυρού. Προσκυνήσαμε όλοι.

-Τί γίνεται, πάτερ μου; πώς είσαι; Δυσκολεύεσαι; Μπορούμε κάτι

να κάνουμε για σένα;

-Είμαι ευτυχής, τίποτε δεν με ενδιαφέρει, φεύγω. Περιμένω μόνο

τη Μαρία (την αδελφή του) και αμέσως η… εκτόξευση. Ήδη είμαι στην

εξέδρα και άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Δεν σας λυπάμαι γιατί δεν

χωριζόμαστε. Απλά, ένας – ένας πηγαίνουμε στην «οικία του Πατρός,

ένθα ούκ έστι πόνος, ού λύπη ού στεναγμός αλλά ζωή ατελεύτητος…» και

η φωνή του έσβησε.

-Πότε να διαβάσω την ευχή; Να βάλω ευλογητός; Ρώτησα.

-Όχι ακόμα. Σε λίγο θα σου πω.

Πέρασε λίγη ώρα σιωπής. Ήλθαν και δύο ακόμη πατέρες. Ο π.

Κύριλλος σαν να μην καταλάβαινε. Ο ένας, ο π. Ευστάθιος, τον πλησιάζει

στο αυτί και του λέει δυνατά:

-«Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Ου γαρ παύσομαι αεί τούτο

επιλέγων…» και συμπληρώνει ο άλλος, ο π. Σταυριανός.

-«επί πάσι μοι τοις συμβεβηκόσι».

Ο π. Κύριλλος ανοίγει τα μάτια και αργά, μόλις που ακούγεται, και

διορθώνει:

-«Επί πάσι μοι τοις συμβαίνουσι». Έχει σημασία.

Μου κάνει νόημα και τον πλησιάζω.

-Πρόσεχέ τον αυτόν, είναι πολύ καλός, τον αγαπώ πολύ, αλλά είναι

άνθρωπος του π. Γεροντίου. Μη μας κάνει καμιά ζημιά τελευταία ώρα. Και

χαμογελά μέσα στη δυσφορία του.

Αυτές οι χαριτωμένες εναλλαγές συναίσθησης της μοναδικής

ιερότητος των στιγμών και της ανάλαφρης αντιμετώπισής τους είναι

κάτι το μοναδικό. Ζει στην αιωνιότητα και ασπάζεται την

121

Page 122: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

καθημερινότητα. Μιλάει και τις δύο γλώσσες υπέροχα. Τις τελευταίες του

στιγμές!

Βυθίζεται! Γύρω του σιωπή. Τί να πεις τέτοια ώρα, δίπλα σε έναν

τέτοιον άνθρωπο; Όλοι στεκόμαστε με δέος. Λίγοι άνθρωποι, πολλοί

άγγελοι. Η ώρα του κτιστού κόσμου πήγε 12:00 ακριβώς το μεσημέρι. Η

αιωνιότητα ρυθμίζει το δικό της ρολόι˙ ένα ρολόι δίχως δείκτες και

δίχως νούμερα. Δίχως χρόνο! Δίχως τέλος!

Ο π. Κύριλλος σαν να μην επικοινωνεί πλέον. Η αναπνοή του

βαρειά. Η πνοή του ανάλαφρη. Η θέα του προσώπου του αγγελική. Έχει

πάνω από μισή ώρα να πει λέξη. Του έχει μείνει μόνον η τελευταία πνοή.

Έτσι δείχνει…

Όχι, ακριβώς. Κάνει νόημα. Κάτι θέλει να πει.

Πλησιάζει τις δύο του παλάμες ανοιχτές δίπλα – δίπλα.

-Να διαβάσω την ευχή; Ρωτώ.

Νεύει καταφατικά.

Βάζω το πετραχήλι μου και αρχίζω τους ψαλμούς της ακολουθίας

εις ψυχορραγούντα. Υπέροχη αλλά και φοβερή ακολουθία! Σιγοκουνάει τα

χείλη του, παρακολουθώντας το νόημα και προσπαθεί να κάνει τον

σταυρό του στα κατάλληλα σημεία. Όταν διάβαζα τους κανόνες – μου

είχε πει να τα διαβάσω όλα – ησύχαζε. Διάβασα και τις ευχές και έκανα

την απόλυση. Του έδωσα το πετραχήλι να το ασπαστεί. Με περισσή

ευλάβεια, μέσα στη βύθισή του, ακουμπάει με τα χείλη του το χέρι μου.

Αυτός μου φίλησε το χέρι ως ιερέως. Εγώ αισθάνθηκα ότι άγγιξα το ιερό

του πρόσωπο ως αγίου. Έσκυψα και τον ασπάστηκα. Ένα ζωντανό

εικόνισμα! Άνθρωπος «ούκ εκ του κόσμου τούτου».

Κουνάει τα χείλη του, σαν να θέλει κάτι να προσκυνήσει. Ρωτώ αν

θέλει τον Τίμιο Σταυρό και το επιβεβαιώνει.

Βγάζω τον σταυρό ξανά από το σακουλάκι. Τον ασπάζομαι πρώτος

εγώ. Ευωδία υπέροχη και έντονη. Δεν βγάζω λέξη. Τον προσφέρω για

προσκύνηση στον άγιο του Θεού, ανοίγει τα μάτια του, κάνει το σημείο

του σταυρού, τον ασπάζεται, ένα δάκρυ γλείφει το μάγουλό του και

122

Page 123: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

βυθίζεται για πάντα στη σιωπή. Σε λίγη ώρα αφήνει και την τελευταία του

πνοή και γλιστράει στον κόσμο της μακαρίας αιωνιότητος, στη γη των

πραέων…

Προσκύνησαν όλοι οι παρόντες με ευλάβεια και γεύτηκαν μαζί με

τη χάρι του σταυρού και την ευλογία του ταπεινού Κυρίλλου μοναχού.

Προηγουμένως κανείς μας δεν αντελήφθη καμία ευωδία. Τώρα όλοι μας

ανεξαιρέτως. Και μάλιστα έντονη. Έδειξε ο Θεός την ευαρέσκειά του. Ο

άνθρωπος αναπαύθηκε με όλη τη σημασία της λέξεως.

«Δίκαιοι εις τον αιώνα ζώσι και το μνημόσυνον αυτών εις γενεάν

και γενεάν».

Αντί επιλόγου

Ίσως δεν είναι ο πιο κοντινός σύντροφος της ζωή μας, είναι όμως

ο πιο σίγουρος. Τη χαρά της γέννησης στη ζωή την ακολουθεί για όλους

ανεξαιρέτως η αλυσίδα των δοκιμασιών και την ολοκληρώνει η σφραγίδα

του θανάτου. Του θανάτου που έχει όψη τραγική, χρώματα μελανά, σκέψη

και παρουσία φοβερή.

Η εμπειρία του είναι βασανιστική. Πληγώνει ο επώδυνος

χωρισμός, και το κενό, τα ανεκπλήρωτα όνειρα, οι ζωντανές αναμνήσεις,

η αίσθηση της άγνωστης συνέχειας, ο φόβος του οριστικού τέλους, η

υποψία ότι μπορεί να ξεχάσουμε το πρόσωπο, οι τύψεις, τα αν, τα μήπως,

οι ενοχές, οι αμφιβολίες. Μας λείπει το σώμα, αυτό που βλέπουμε, που

εκφράζει την εικόνα του προσώπου που μιλάει και σκέπτεται, αυτό που

φιλούμε, που αγκαλιάζουμε. Και μάλιστα βρίσκεται στη γη και σαπίζει,

αλλοιώνεται, παραμορφώνεται. Μας τυραννάει και η συνειδητή ή

υποσυνείδητη σκέψη του δικού μας θανάτου.

Όλα αυτά δημιουργούν βαθύ φυσικό πόνο στην ψυχή. Και αυτό

είναι καθολικό γεγονός, το ζούμε όλοι, δεν έχει εξαιρέσεις. Ακόμη και η

Εκκλησία, κατά την εξόδιο ακολουθία, ψάλλει: «Θρηνώ και

οδύρομαι όταν εννοήσω τον θάνατον». Οι ύμνοι της Μεγάλης Παρασκευής

και τα εγκώμια δεν δυσκολεύονται να περιγράψουν με πολύ έντονους

όρους το ανθρώπινο δράμα της Παναγίας.

123

Page 124: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Παρά ταύτα, η Εκκλησία μας δίνει και μία άλλη διάσταση του

θανάτου. Μας μιλάει για μακαριότητα, για ανάπαυση, για βασιλεία Θεού,

για κατάσταση «ένθα ούκ έστι πόνος, ου λύπη ού στεναγμός, αλλά ζωή

ατελεύτητος». Μιλάει για ζωή και ανάσταση που κρύβονται πίσω από τη

θλίψη, το αδιέξοδο, την τραγικότητα του θανάτου, τον οποίο μάλιστα

ονομάζει κοίμηση. Και όλα αυτά δεν προσφέρονται ως παρηγορητική

διδασκαλία, ως ανακουφιστική ψευδαίσθηση, ως αναγκαία τεχνητή

απομάκρυνση από την πραγματικότητα, ως ενδεχόμενο, αλλά ως η μόνη,

μεγάλη και κεντρική αλήθεια, ως η διαχρονική εμπειρία της Εκκλησίας

και ως η βιωματική απόδειξη της χάριτος των αγίων.

Όλη αυτή η πίστη στηρίζεται στο μεγάλο γεγονός της

Αναστάσεως του Χριστού. το Πάσχα είναι αναντίρρητα η μεγαλύτερη

γιορτή στην Ορθόδοξη παράδοση. Είναι η συμπύκνωση όλης της

θεολογίας. Η ψηλάφηση του μυστηρίου του θανάτου και της αληθινής

ζωής. Μια γιορτή που συγκερνά τον τάφο του Κυρίου με το κενό μνήμα

της Αναστάσεώς Του. Μόλις βγαίνει ο σταυρός τη Μεγάλη Πέμπτη,

ψάλλουμε: «Ο σταυρός Σου, Κύριε, ζωή και ανάστασις υπάρχει τω λαώ

Σου», αλλά και όταν απαγγέλουμε το «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι…»,

πάλι θυμούμαστε τον σταυρό: «τον σταυρόν Σου, Χριστέ, προσκυνούμεν

και την αγίαν Σου ανάστασιν υμνούμεν και δοξάζομεν…».

Η λέξη Ανάσταση – τόσο προσφιλής στην Ορθόδοξη ζωή και

θεολογία – από μόνη της μιλάει με έναν μοναδικό τρόπο και για τη ζωή

και για το θάνατο, ταυτόχρονα. Δεν τα διαχωρίζει. Προβάλλει τη ζωή

πάνω στον θάνατο και διακρίνει την αλήθεια του θανάτου μέσα από το

φώς της μη διακοπτόμενης αιώνιας ζωής.

Στο θριαμβευτικό εφύμνιο της Αναστάσεως, το «Χριστός Ανέστη»,

τον κατ’ εξοχήν παιάνα της ζωής , από τις δεκατέσσερις λέξεις του, οι

τέσσερις έχουν να κάνουν με το θάνατο: «νεκρών», «θανάτω», «θάνατον»

και «μνήμασι».

«Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν…» Ψάλλουμε στον Κανόνα της

Αναστάσεως. Η Ανάσταση μεταμόρφωσε τον σταυρό και τον θάνατο του

Χριστού σε σύμβολο νίκης και ζωής. Όχι νίκη και ζωής αποκλειστικά

δικής Του, αλλά δικής Του νίκης και ζωής για μας. Ο Χριστός δεν

124

Page 125: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

αναστήθηκε για να μας αναγκάσει να πιστέψουμε στη θεότητά Του, αλλά

για να μας χαρίσει την αιώνια ζωή και αιώνια τη ζωή Του.

Αυτός είναι ο λόγος που η πίστη στη θεότητα του Χριστού και την

Ανάστασή Του αποτελεί το καλύτερο μέσο ερμηνείας του πόνου, το

καλύτερο εργαλείο αντιμετώπισης του θανάτου, το καλύτερο όργανο

παρηγορίας και στηριγμού.

Τελικά, η ανατροπή και επανάσταση της Εκκλησίας είναι

ασφαλώς και στη ζωή που προτείνει, είναι οι μακαρισμοί, η επί του Όρους

ομιλία, η διδασκαλία της αγάπης, κυρίως όμως είναι η λογική της, η

λογική του σταυρού. Με όπλο αυτήν, αποκτά κανείς «ετερότητα»

πίστεως, «καινότητα» ζωής και «μακαριότητα» αιωνίου αναστάσεως.

Στην Εκκλησία δοξάζεται ο σταυρωμένος, προκρίνεται ο

τελευταίος (Λουκ. ιγ’ 30), πείθει ο μη προμελετών, αλλά αυτός που του

δίδεται στόμα και σοφία (Λουκ. κα’ 14), ζει ο νεκρωμένος (Ιω. ια’ 26). Οι

οφθαλμοί διανοίγονται και το μυστήριο φανερώνεται, όταν ο Κύριος

γίνεται «άφαντος» (Λουκ. κδ’ 31), η χαρά των μαθητών πληρούται όταν ο

Χριστός αναλαμβάνεται, χωρίζεται (Λουκ. κδ’ 52), ο θάνατος συντρίβεται

όταν ο Θεάνθρωπος σταυρώνεται (Εβρ. β’. 14), η ζωή αποκτά αξία όταν

χάνεται (Μάρκ. η’ 35), ο άνθρωπος μακαρίζεται όταν πεθαίνει (μακαρία η

οδός…), οδηγείται κανείς εις «πάσαν την αλήθειαν» (Ιω. ιστ’ 13) από το

Άγιο Πνεύμα που δεν ενσαρκώνεται.

Ο Χριστός δοξάζεται στη Βηθλεέμ όταν κενώνεται, στον Ιορδάνη

όταν ταπεινώνεται, στο Θαβώρ όταν μεταμορφώνεται, στο Όρος των

Ελαιών όταν αναλαμβάνεται, στον Γολγοθά όταν θυσιάζεται, στον τάφο

όταν ανασταίνεται. Τότε αποκαλείται ο βασιλεύς της δόξης. Όλα αυτά

ανατρέπουν τη συνήθη λογική. Την συντρίβουν. Αναδεικνύουν όμως το

μεγαλείο του μυστικού ανθρώπου. Αυτό που κρύβει ο καθένας μέσα του,

έστω κι αν το αγνοεί. Αυτό που καλείται να αναδείξει.

Η Εκκλησία είναι Εκκλησία της Αναστάσεως γιατί ξέρει να

προτρέπει τους πιστούς να εισέρχονται δια της στενής πύλης, να

βαδίζουν την τεθλιμμένη οδό (Ματθ. ζ’ 14), να ακολουθούν τον Κύριο

αίροντες τον σταυρό τους (Ματθ. ιστ. 24), να ζουν συσταυρωμένοι με τον

125

Page 126: Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός - Νικολάου Μητροπ. Μεσογαίας και Λαυρεωτικής

Χριστό (Γαλ. Β’ 20), να βλέπουν τη ζωή μέσα από τον θάνατο και να

διακρίνουν τη σωτηρία μέσα από τον πόνο.

Προβάλλοντας τα παθήματά μας πάνω στον σταυρό του Κυρίου

«εν ώ παθών έκτεινε τα πάθη», και τον θάνατο πάνω στον τάφο Του, τον

οποίο μετέβαλε σε θρόνο Του, μπορούμε να ζούμε τα μεγάλα

αποτελέσματα της πίστεως στον Νικητή του θανάτου: «ο πιστεύων εις

εμέ ποταμοί εκ της κοιλίας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος» (Ιω. ζ’ 28), «

ο πιστεύων εις εμέ τα έργα α εγώ ποιώ κακείνος ποιήσει και μείζονα

τούτων ποιήσει» (Ιω. ιδ΄12) και «ο πιστεύων εις εμέ καν αποθάνη ζήσεται

και πας ο ζών και πιστεύων εις εμέ ού μη αποθάνη εις τον αιώνα» (Ιω. ια’

26).

Η πίστη, η αυθεντική, αθώα, παιδική πίστη στη θεότητα του

Χριστού δείχνει τον Θεό… εκεί που Αυτός δεν φαίνεται.

Η/Υ επιμέλεια, Σοφίας Μερκούρη.

126