Πρόσωπο και προσωπείο

175
qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηq σwωψerβνtyuςiopasdρfghjklzxcvbn mqwertyuiopasdfghjklzxcvbnφγιmλι qπςπζαwωeτrtνyuτioρνμpκaλsdfghςj klzxcvλοπbnαmqwertyuiopasdfghjklz xcvbnmσγqwφertyuioσδφpγρaηsόρ ωυdfghjργklαzxcvbnβφδγωmζqwert λκοθξyuiύασφdfghjklzxcvbnmqwerty uiopaβsdfghjklzxcεrυtγyεuνiιoαpasdf ghjklzxcηvbnασφδmqwertασδyuiopa sdfασδφγθμκxcvυξσφbnmσφγqwθeξ τσδφrtyuφγςοιopaασδφsdfghjklzxcv ασδφbnγμ,mqwertyuiopasdfgασργκο ϊτbnmqwertyσδφγuiopasσδφγdfghjk lzxσδδγσφγcvbnmqwertyuioβκσλπp asdfghjklzxcvbnmqwertyuiopasdγαε ορlzxcvbnmqwertyuiopasdfghjkαεργ αεργαγρqwertyuiopasdfghjklzxασδφ Πρόσωπο και προσωπείο Η ανθρώπινη προσωπικότητα Αθήνα 2013 Ερευνητική ομάδα Α΄ ΓΕΛ Αχαρνών

description

freud

Transcript of Πρόσωπο και προσωπείο

qwφιertyuiopasdfghjklzxερυυξnmηqσwωψerβνtyuςiopasdρfghjklzxcvbnmqwertyuiopasdfghjklzxcvbnφγιmλιqπςπζαwωeτrtνyuτioρνμpκaλsdfghςjklzxcvλοπbnαmqwertyuiopasdfghjklzxcvbnmσγqwφertyuioσδφpγρaηsόρωυdfghjργklαzxcvbnβφδγωmζqwertλκοθξyuiύασφdfghjklzxcvbnmqwertyuiopaβsdfghjklzxcεrυtγyεuνiιoαpasdfghjklzxcηvbnασφδmqwertασδyuiopasdfασδφγθμκxcvυξσφbnmσφγqwθeξτσδφrtyuφγςοιopaασδφsdfghjklzxcvασδφbnγμ,mqwertyuiopasdfgασργκοϊτbnmqwertyσδφγuiopasσδφγdfghjklzxσδδγσφγcvbnmqwertyuioβκσλπpasdfghjklzxcvbnmqwertyuiopasdγαεορlzxcvbnmqwertyuiopasdfghjkαεργαεργαγρqwertyuiopasdfghjklzxασδφ

Πρόσωπο και προσωπείο

Η ανθρώπινη προσωπικότητα

Αθήνα 2013

Ερευνητική ομάδα Α ́ΓΕΛ Αχαρνών

2

Περιεχόμενα Ομάδα Α: .............................................................................................................................. 7

Α. Πρόλογος: ..................................................................................................................... 7

Εισαγωγή: ......................................................................................................................... 7

Προσωπικότητα – χαρακτήρας – ψυχισμός :................................................................. 7

Γιατί οι ψυχολόγοι κάνουν διάγνωση: ........................................................................... 9

Θεραπευτικός σχεδιασμός: ........................................................................................... 9

Προγνωστικές συνέπειες: ............................................................................................ 10

Πως προστατεύει ο ψυχολόγος τον ασθενή; ............................................................... 10

Η επικοινωνία της ενσυναίσθησης: ............................................................................. 10

Παρεμπόδιση της φυγής: ............................................................................................ 11

Πρόσθετα οφέλη της διάγνωσης: ................................................................................ 11

Περιορισμοί στη χρησιμότητα της διάγνωσης: ............................................................ 11

Β. Ψυχαναλυτική διάγνωση του χαρακτήρα: ................................................................... 12

Η κλασσική Φροϋδική θεωρία των ενορμήσεων: ........................................................ 12

Η ψυχολογία του Εγώ: ................................................................................................. 16

Η θεωρία των σχέσεων με το αντικείμενο ( ή αντικειμενότροπων σχέσεων ): .............. 18

Ψυχολογία του Εαυτού: .............................................................................................. 20

Άλλες ψυχαναλυτικές απόψεις για την εκτίμηση της προσωπικότητας: ...................... 21

Εξελικτική και Τυπολογική Διάσταση της προσωπικότητας: ............................................ 22

Ανάπτυξη της προσωπικότητας -κύκλος της ζωής: ....................................................... 22

Γ. Πρωτογενείς και Δευτερογενείς Μηχανισμοί Άμυνας .................................................. 25

Γ.1 Πρωτογενείς ( ή Πρωτόγονοι ) Μηχανισμοί Άμυνας ............................................... 25

Γ.2. Δευτερογενείς Μηχανισμοί Άμυνας ( Ώριμες ή υψηλότερης τάξης ): .................... 29

Ομάδα Β: ............................................................................................................................ 36

Α. Εξελικτική Διάσταση της προσωπικότητας: ................................................................. 36

Εξελικτικά στάδια οργάνωσης του χαρακτήρα: ............................................................... 37

Ιστορικό πλαίσιο: διαγνωστικό επίπεδο της παθολογίας του χαρακτήρα: ................... 38

Η διάγνωση σύμφωνα με τον Kraepelin: Οι νευρώσεις σε αντίθεση με τις ψυχώσεις: . 38

Οι διαγνωστικές κατηγορίες της ψυχολογίας του Εγώ: Νεύρωση συμπτωμάτων, νευρώσεις του χαρακτήρα και ψύχωση: ...................................................................... 39

3

Διάγνωση των σχέσεων με το αντικείμενο: ψυχοπαθολογία της μεταιχμιακής διαταραχής της προσωπικότητας: ............................................................................... 39

Ψυχοπαθολογία κατά Λακάν: ...................................................................................... 40

Επιμέρους διαστάσεις ενός νευρωτικού - μεταιχμιακού - ψυχωτικού φάσματος: ....... 40

Ομάδα Γ: ............................................................................................................................. 59

Τύποι οργάνωσης του χαρακτήρα: .................................................................................. 59

Η εστιασμένη στα σχήματα θεραπεία για τις διαταραχές προσωπικότητας:.................... 61

Υπό - ομάδα Γ1: Οι εκκεντρικές προσωπικότητες: ........................................................... 69

Παρανοϊκές προσωπικότητες: .................................................................................... 70

Σχιζοειδείς προσωπικότητες: ...................................................................................... 81

Σχιζότυπη προσωπικότητα: ......................................................................................... 92

Διασχιστικές προσωπικότητες: ................................................................................... 93

Υπό - ομάδα Γ2: Οι δραματικές προσωπικότητες: .......................................................... 102

Ψυχοπαθητικές ( Αντικοινωνικές ) προσωπικότητες: ................................................. 103

Υστερικές ( δραματικές / ιστριονικές ) προσωπικότητες : ......................................... 111

Ναρκισσιστικές προσωπικότητες : ............................................................................. 120

Μαζοχιστικές ( αυτοηττώμενες ) προσωπικότητες: ................................................... 129

Υπό - ομάδα Γ3: Αγχώδεις – φοβικές προσωπικότητες: ................................................. 135

Ιδεοληπτικές και ψυχαναγκαστικές προσωπικότητες: ............................................... 136

Αποφευκτική προσωπικότητα: ................................................................................. 145

Εξαρτητική ή εξαρτημένη προσωπικότητα: ............................................................... 147

Υπό - ομάδα Γ4: Προσωπικότητες του καταθλιπτικού συνεχούς: ................................... 149

Δυσθυμία: ................................................................................................................. 152

Καταθλιπτικές προσωπικότητες: ............................................................................... 154

Μανιακές ή μανιοκαταθλιπτικές ή διπολικές προσωπικότητες: ................................. 161

Γενικά συμπεράσματα της ερευνητικής εργασίας: ............................................................ 165

Παράρτημα: ...................................................................................................................... 166

Προτεινόμενη μορφή διαγνωστικής συνέντευξης:......................................................... 166

Ποιήματα: ..................................................................................................................... 168

Μεταίχμιο: ................................................................................................................ 168

Ναρκισσιστική προσωπικότητα: ................................................................................ 172

Καταθλιπτική προσωπικότητα: ......................................... Error! Bookmark not defined.

Ψυχωφελή μηνύματα: ...................................................................................................... 174

Βιβλιογραφία .................................................................................................................... 175

4

Πρόσωπο και προσωπείο

Η ανθρώπινη προσωπικότητα

Εξελικτική και τυπολογική διάσταση της ανθρώπινης προσωπικότητας.

Ερευνητική εργασία της Α΄ Λυκείου

Ομάδα της ερευνητικής εργασίας

υπό την επίβλεψη του Στυλ. Βάσση ( ΠΕ 01 )

Αφιερώνεται στους καλλίτερους γονείς που θα προκύψουν από τη μελέτη της εργασίας.

5

Ποιό είναι το πρόβλημά σας ; Δεν έχετε πρόβλημα ; Μόλις βρήκαμε το πρώτο !!!!

Διηγηθείτε μου ένα όνειρό σας

6

Όροι κλειδιά:

Μεταβίβαση: απόδοση ρόλων στον θεραπευτή από τον θεραπευόμενο. Αντιμεταβίβαση: αποδοχή των παραπάνω ρόλων και αναστάτωσή του

θεραπευτή. Εκδραμάτιση: ο τρόπος με τον οποίο ο ασθενείς καλύπτει μια συμπεριφορά

με κάποια άλλη. Παλινδρόμηση: επιστροφή σε σχέση εξάρτησης μέσα από ποικίλες

συμπεριφορές. Αντικειμενότροπες σχέσεις: οι σχέσεις με τους συνανθρώπους

καθρεφτίζονται από τις σχέσεις με τους γονείς. Διαφοροδιάγνωση: με ποιες άλλες διαταραχές μπορεί να μπερδευτεί ως προς

τη διάγνωση.

7

Ομάδα Α:

Α. Πρόλογος:

B. Σενέγια

Ο σκοπός της παρούσης ερευνητικής εργασίας ήταν η κατανόηση βασικών εννοιών, όπως αυτή της προσωπικότητας, του προσώπου και του προσωπείου και βασικών θεωριών για την κατανόηση της ψυχολογικής εξέλιξης του ανθρώπου, καθώς και την λειτουργία των ψυχολογικών αμυνών του ανθρώπου.

Ερευνητικά ερωτήματα:

1. Τι εννοούμε με τους όρους πρόσωπο και προσωπείο σ’ αυτή την εργασία ; Τι είναι προσωπικότητα ; Τι είναι ο χαρακτήρας ; Τι είναι ο ψυχισμός ;

2. Γιατί οι ψυχολόγοι κάνουν διάγνωση; 3. Ποιος ο θεραπευτικός σχεδιασμός που ακολουθούν ; 4. Ποιες οι κατά καιρούς θεωρίες για την ψυχαναλυτική διάγνωση του

χαρακτήρα ;

Εισαγωγή:

Προσωπικότητα – χαρακτήρας – ψυχισμός 1 : Ο σκοπός της παρούσης ερευνητικής εργασίας ήταν η κατανόηση βασικών

εννοιών, όπως αυτή της προσωπικότητας, του προσώπου και του προσωπείου και βασικών θεωριών για την κατανόηση της ψυχολογικής εξέλιξης του ανθρώπου, καθώς και την λειτουργία των ψυχολογικών αμυνών του ανθρώπου.

Στην παρούσα ερευνητική εργασία χρησιμοποιούμε τον όρο προσωπείο με την έννοια του συνειδητού – Εγώ που συμμορφώνεται στις απαιτήσεις του οικογενειακού - κοινωνικού περιβάλλοντος και των κανόνων του ( Υπερεγώ ) απωθώντας κάθε ασυνείδητη επιθυμία, φόβο ή ότι άλλο προκαλούν τα ένστικτα του ασυνειδήτου ( Εκείνο ). Με τα παραπάνω λοιπόν περιγράφεται η νεύρωση. Με τον

1 Βλ. κεφ. 1 στο Mc Williams, 2000.

8

όρο πρόσωπο πάλι εννοούμε το απαρτιωμένο Εγώ που ισορροπεί ανάμεσα στα ένστικτα και τις κοινωνικές απαιτήσεις, άρα από τη νεύρωση κλίνει προς το φυσιολογικό - υγειές και ξεχωρίζει τον εαυτό του από το περιβάλλον, άρα δεν βρίσκεται στο στάδιο του μεταιχμίου ή της ψύχωσης2.

Ένας γενικός ορισμός της προσωπικότητας αναφέρεται σε αυτήν ως το χαρακτηριστικό τρόπο με τον οποίο το άτομο σκέπτεται, αισθάνεται και συμπεριφέρεται. Με άλλα λόγια αποτελεί ένα σύνθετο σχήμα συμπεριφοράς που αναπτύσσει κάθε άτομο συνειδητά και ασυνείδητα σαν στυλ ζωής ή τρόπο ύπαρξης κατά την διαδικασία προσαρμογής του στο περιβάλλον3.

Η προσωπικότητα είναι μία έννοια πολυδιάστατη. Σαφώς και σχετίζεται με το Χαρακτήρα – Ταμπεραμέντο. Δευτερευόντως επηρεάζεται από το Εγώ ( ικανότητα προσαρμογής ) με αποτέλεσμα να λειτουργεί επιτυχώς ή ανεπιτυχώς στο περιβάλλον. Το κατά πόσο αυτά που κάνει και σκέφτεται συντονίζονται με τις βαθύτερες επιδιώξεις του ή όχι, σχετίζονται με την παράλληλη σχέση της προσωπικότητας με τον Αληθή Εαυτό. Τέλος, η ικανότητα του ατόμου, να μεταβάλλει τον Ορισμό της Προσωπικότητας του ανάλογα με την ιστορία, το παρόν και το προσδοκώμενο μέλλον, σε συνδυασμό με τις προαναφερόμενες αλληλοσυσχετίσεις ολοκληρώνουν, κατά ένα μέρος, αυτό που ονομάζουμε ως προσωπικότητα.

Όπως όμως τονίστηκε, η έννοια της προσωπικότητας δεν περιορίζεται στις σχέσεις με τις ανωτέρω λειτουργίες. Σχετίζεται επίσης με την αλληλεπίδραση και το ρόλο που παίζει τόσο στην ικανοποίηση των ατομικών αναγκών (βιολογικές, συναισθηματικές, νοητικές, υπαρξιακές ανάγκες), όσο και στο περιβάλλον (εθνικό – φυλετικό, οικονομικό, πολιτικό, πολιτισμικό).

Το όλο σχήμα θυμίζει, κατά κάποιο τρόπο, την παλιά κατηγοριοποίηση του ψυχικού οργάνου από το Φρόιντ. Ο πατέρας της ψυχανάλυσης είχε ορίσει το Εγώ ως το όργανο που προσαρμόζεται ανάλογα με τις ανάγκες του Αυτό (ένστικτο) και τις επιταγές του Υπερεγώ (κοινωνικοί κανόνες). Η πραγματικότητα όμως δείχνει να είναι πολύ πιο περίπλοκη. Αφενός η Προσωπικότητα έχει τις δικές της ομοιοστατικές ανάγκες, αφετέρου οι ανάγκες του Ατόμου δεν σχετίζονται μόνο με το ένστικτο (π.χ. οι υπαρξιακές) και το Περιβάλλον δεν είναι μόνο οι κανόνες, αλλά επιδρά άμεσα στις ζωές και τις προσωπικότητες των ανθρώπων (π.χ. η οικονομική κρίση που ευθύνεται για χιλιάδες θανάτους από πείνα και απολύσεις).

Συνεπώς, η έννοια της προσωπικότητας, που διαχειρίζεται α) τα μέρη της ( χαρακτήρας, ικανότητα προσαρμογής, αληθής εαυτός, προσωπική ιστορία και προσδοκώμενο μέλλον ), β) τις ανάγκες του Ατόμου (βιολογικές, συναισθηματικές, νοητικές, υπαρξιακές) και γ) τη σχέση με το Περιβάλλον ( εθνικό – φυλετικό, οικονομικό, πολιτικό, πολιτισμικό ), είναι όντως μία πολυδιάστατη έννοια που η επίσημη επιστήμη ακόμη δεν έχει καταφέρει εν πολλοίς να αποκωδικοποιήσει.

Σχετικά με την ελευθερία της βούλησης και της επιλογής, αυτή ποικίλει ανάλογα με τη χρονική στιγμή, την αντιμετωπιζόμενη κατάσταση, και την

2 Ορισμοί των συντακτών με βάση τους όρους « Πρόσωπο και Προσωπείο », δανεισμένους από την Θεολογία και τα συμπεράσματα τους από την McWilliams, 2000. 3 Γεωργαντά, χχ

9

προετοιμασία που έχει προηγηθεί. Λέγεται ότι η θέληση μετακινεί βουνά. Όχι όμως πάντα, και όχι όλα τα εμπόδια.

Για παράδειγμα, όντως η θέληση του Γκάντι έπεισε τους Ινδούς να επαναστατήσουν και να διώξουν τους Άγγλους από τη χώρα τους. Το ίδιο και η θέληση του Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ ανάγκασε για ίσα δικαιώματα των μαύρων με τους λευκούς. ‘Η τόσα και τόσα παραδείγματα «αουτσάιντερ», που νίκησαν σε αγώνες, διαγωνισμούς κ.λπ. Ωστόσο, σε όλες τις καταστάσεις παίζει ρόλο και η χρονική στιγμή, και η τύχη, και μία «κρυφή» συνομωσία πολλών αθέατων παραγόντων.

Το συμπέρασμα είναι, ότι η θέληση της προσωπικότητας μπορεί να φέρει κάποιες αλλαγές, υπό κάποιες προϋποθέσεις, και σε άλλες περιπτώσεις δεν μπορεί να κάνει τίποτε (π.χ. στο θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου, ή στους περιορισμούς που θέτει η φύση στο ανθρώπινο σώμα). Γι’ αυτό και είναι πάντα επίκαιρο το σοφό ρητό « Θεέ μου, βοήθησε με να αλλάξω αυτά που μπορώ να αλλάξω, να αντέξω αυτά που δεν μπορώ να αλλάξω, και να έχω τη σοφία να διακρίνω ποιο από τα δύο είναι το κάθε τι »4.

Γιατί οι ψυχολόγοι κάνουν διάγνωση5:

Η λέξη διάγνωση για πολλούς είναι κακή λέξη. Πολλές φορές ήταν προβληματική. Είναι προϊόν του άγχους του θεραπευτή μπροστά στην αίσθηση αβεβαιότητας που του προκαλεί η πολυπλοκότητα του ανθρώπου.

Με τη διάγνωση η οδύνη που νιώθει για τον ασθενή ο θεραπευτής με τη διάγνωση αποστασιοποιείται. Το ίδιο κάνει και η κοινωνία αποδίδοντας σε κάποιους ψυχοπαθολογία.

Όταν όμως η διάγνωση γίνει με θεραπευτική ευαισθησία και μετά από ειδική εκπαίδευση τότε:

o Χρησιμεύει στον θεραπευτικό σχεδιασμό. o Παρέχει πληροφορίας σχετικά με την πρόγνωση της ασθένειας. o Συνεισφέρει στην προστασία των ασθενών. o Βοηθά τον θεραπευτή να δείξει ενσυναίσθηση. o Μειώνει τον κίνδυνο εγκατάλειψης της θεραπείας από λάθος

χειρισμούς του θεραπευτή. o Τα κλειδιά είναι η Συνέντευξη, το Ιστορικό και η Θεραπευτική

Συμμαχία.

Θεραπευτικός σχεδιασμός6:

Η διάγνωση βάζει το πλαίσιο του θεραπευτικού σχεδιασμού. o Εξάρτηση – απεξάρτηση. o Οργανική κατάσταση –εστίαση σ’ αυτήν κι εκπαίδευση του ασθενή

και του περιβάλλοντός του να την αντιμετωπίσει.

4 Βελίκης, χχ 5 Βλ. κεφ. 1 στο Mc Williams, 2000. 6 Ο.π.

10

o Διπολική νόσος – φαρμακευτική αγωγή και ατομική θεραπεία. o Διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας – αναγνώριση όλων των

προσωπικοτήτων και ανάκληση του τραυματικού παρελθόντος. o Χρόνια προβλήματα προσωπικότητας – μακροχρόνια ατομική

ψυχανάλυση η οποία όμως ως προς τη μέθοδό της συνεξελίσσεται με την θεραπευτική σχέση χωρίς να μένει σε άκαμπτες θεωρίες.

Προγνωστικές συνέπειες7:

Άλλο το σύμπτωμα ή ακόμη και αυτό που λέμε διαταραχή σαν κατάσταση κι άλλο η δομή της προσωπικότητας ( κάτι πιο βαθύ ).

Άλλη η φοβία σε ένα άτομο με καταθλιπτική ή ναρκισσιστική προσωπικότητα κι άλλη η φοβία σ’ ένα χαρακτηριολογικά φοβικό άτομο. Δεν πρέπει να εξετάζουμε το πρόβλημα του ασθενή, αλλά το χαρακτήρα του. Άλλο πράγμα ο ιδεοψυχαναγκαστικός χαρακτήρας κι άλλο μια ξαφνική ιδεοληψία ενός ατόμου.

Πως προστατεύει ο ψυχολόγος τον ασθενή8;

Με την ευσυνείδητη, προσεκτική διάγνωση. Με την ενημέρωση του ασθενή για το τι να περιμένει, πόσο θα διαρκέσει,

τι να αποφεύγει και τι να υποσχεθεί. Ο ψυχοθεραπευτής πρέπει να εξηγήσει τις δύο επιλογές:

Σύμπτωμα – ψυχολόγος / βραχεία θεραπεία. Βαθειά γνώση της προσωπικότητας και των εσωτερικών

συγκρούσεων και μόνιμα αποτελέσματα – ψυχαναλυτής / μακρόχρονη θεραπεία.

Η επικοινωνία της ενσυναίσθησης9:

« Νιώθω μαζί » - ενσυναίσθηση – να συμπάσχει με την διαταραχή του ασθενούς.

« Νιώθω για » συμπόνια, λύπηση, φροντίδα, ενδιαφέρον ( αμυντική απόσταση από το άτομο που υποφέρει ).

Η ασθενείς με μεταιχμιακή οργάνωση της προσωπικότητας όταν μιλούν για αυτοκτονία10, ουσιαστικά μιλούν για « κατάθλιψη εγκατάλειψης » (

7 Ο.π. 8 Ο.π. 9 Ο.π. 10 Ο.π. Για τη Γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία βλ. Σίμος, 2010, κεφ. 2.

11

Masterson, 1976 ). Το ενδιαφέρον του θεραπευτή γι’ αυτούς θα τους βοηθήσει. Από μικροί εισέπραξαν από την οικογένεια τους πως τα συναισθήματά τους αγνοούνται μέχρι να απειλήσουν το περιβάλλον τους με μια καταστροφή. Οργίζονται αυτοί οι ασθενείς αν ο κλινικός ασχοληθεί με την επικείμενη αυτοκτονία τους. Επιθυμούν το ενδιαφέρον του.

Ο κλινικός κρίνει την πιθανότητα αυτοκτονίας από το σχέδιο, τα μέσα και την επικινδυνότητα τω μέσων αυτών για βλάβες.

Παρεμπόδιση της φυγής11:

Σχετίζεται με την ενσυναίσθηση. Πολλοί βλέπουν τον θεραπευτή σιγά – σιγά ως απειλή πχ τα άτομα που

φοβούνται την εξάρτηση ή οι υπομανιακοί.

Πρόσθετα οφέλη της διάγνωσης12:

Μια θεραπευτική σχέση για να αρχίσει καλά πρέπει ο ασθενής να αισθάνεται το ενδιαφέρον του κλινικού, την έλλειψη του άγχους του κλινικού, την κατανόηση του προβλήματος και τη θεραπευτική δράση του κλινικού.

Ο ασθενής απαντά σε δύσκολες ερωτήσεις πιο εύκολα στην αρχή πριν τον γνωρίσει καλλίτερα και τον νιώσει σαν τον ηθικολόγο πατέρα του.

Οι μεταιχμιακοί όταν αρχίσουν να δείχνουν εμπιστοσύνη στον θεραπευτή, επειδή φοβούνται την εξάρτηση, επιχειρούν αυτοκτονία.

Περιορισμοί στη χρησιμότητα της διάγνωσης13:

Ιδιαίτερα χρήσιμη η διάγνωση. o Στην αρχή o Σε περίοδο κρίσης ή αδιεξόδου.

Ιδιαίτερα χρήσιμη η διάγνωση, μα δεν είναι αυτοσκοπός. Κάποια στιγμή την θέση της διάγνωσης παίρνει η θεραπευτική σχέση.

Η αξιολόγηση της δομής του χαρακτήρα είναι πάντοτε προσωρινή και ποτέ οριστική.

11 Ο.π. 12 Ο.π. 13 Ο.π.

12

Β. Ψυχαναλυτική διάγνωση του χαρακτήρα14:

Σ. Στροπωνιάτης Δύο προσεγγίσεις:

Θεωρία των ενορμήσεων ( Αρχικά ο Φρόϊντ και αργότερα ο Wilheim Reich, Character Analysis ): Κατανοείται η προσωπικότητα βάσει της καθήλωσης.

Ψυχολογία του Εγώ: Ο χαρακτήρας εκφράζει τον τρόπο της λειτουργίας των αμυντικών διεργασιών.

Αλληλοσυμπληρώνονται. Νεότερες θεωρίες:

Σχέση με το αντικείμενο ( αντικειμενότροπες σχέσεις ). Διαπροσωπική ψυχανάλυση. Ψυχολογία του Εαυτού ( Heinz Kohut ). Η θεωρία του σεναρίου ( Silvan Tomkins ). Περσονολογία ( Henry Murray ). Θεωρία του Ελέγχου – κυριαρχίας (Mount Zion Psychotherapy – Weiss &

Sampson ). Η Mc Williams συνδυάζει όλα τα παραπάνω.

Η κλασσική Φροϋδική θεωρία των ενορμήσεων15:

Μοντέλο με βιολογικές καταβολές. Κεντρικός ρόλος των ενστίκτων. Ανάπτυξη προσωπικότητας μέσω διαδοχικών σταδίων σωματικών

ενασχολήσεων ( ψυχοσεξουαλικά στάδια: στοματικό – πρωκτικό – φαλλικό ).

Τα βρέφη και συνάμα οι βρεφικές πτυχές των ανθρώπων αναζητούν συνεχώς την ικανοποίηση. Υπάρχουν βέβαια και κάποιες ατομικές διαφορές στην ισχύ των ενστίκτων.

Κατά τον Φρόιντ οι γονείς για να φροντίσουν σωστά το παιδί πρέπει να ισορροπούν ανάμεσα στην ικανοποίηση αυτών των απολαύσεων του βρέφους για να νιώθει ασφάλεια και στην μη ικανοποίησή τους με τρόπο αναπτυξιακό για να αντικατασταθεί η αρχή της ευχαρίστησης από την αρχή της πραγματικότητας.

14 Βλ. κεφ. 2 στο Mc Williams, 2000. 15 Ο.π.

13

Σε γνωστικό επίπεδο το βρέφος πρέπει να πάει από την αντίληψη θέλω να ικανοποιήσω άμεσα το κάθε ενόρμησή μου όποια κι αν είναι στην αντίληψη πως κάποιες ενορμήσεις μου είναι προβληματικές και για κάποιες άλλες πρέπει να περιμένω μέχρι να ικανοποιηθούν.

Κατά τον Φρόιντ αν οι γονείς ικανοποιούν υπερβολικά τις ενορμήσεις των παιδιών τότε αυτά δεν έχουν κίνητρο να πάνε στο επόμενο εξελικτικό στάδιο. Αν τα αποθαρρύνουν τότε αυτά δεν θα μπορούν να απορροφήσουν τις ματαιώσεις της ζωής.

Το παιδί « καθηλώνεται » σ’ ένα από τα ψυχοσεξουαλικά στάδια ( στοματικό – πρωκτικό – φαλλικό ) στα ζητήματα που απασχολούν το στάδιο αυτό, όταν ικανοποιούνται σ’ αυτό υπερβολικά ή ματαιώνονται οι ενορμήσεις του.

Με τον παραπάνω τρόπο μέσα από αυτές τις καθηλώσεις διαμορφώνεται ο χαρακτήρας του ανθρώπου.

Η καταθλιπτική προσωπικότητα έχει « καθηλωθεί » στο στοματικό στάδιο ( οι πρώτοι 18 μήνες ζωής του ανθρώπου ). Αυτό σημαίνει πως παραμελήθηκε ή ικανοποιήθηκε υπερβολικά στο στοματικό στάδιο. Η ιδεοληπτική προσωπικότητα έχει « καθηλωθεί » στο πρωκτικό στάδιο ( 18 μηνών – 3 ετών ). Η υστερική προσωπικότητα έχει « καθηλωθεί » στο φαλλικό στάδιο μέσω σεξουαλικής υπερδιέγερσης λόγω αποπλάνησης ή απόρριψης ή και τα δύο (3 – 6 ετών). Το τελευταίο τμήμα του φαλλικού σταδίου έγινε γνωστό ως « Οιδιπόδειο σύμπλεγμα » εξαιτίας της ομοιότητας του σεξουαλικού ανταγωνισμού του βρέφους με τους γονείς του με το μύθο του Οιδίποδα.

Στην αρχή χώριζαν τον χαρακτήρα σε στοματικό, πρωκτικό, φαλλικό. Αργότερα χώριζαν τον χαρακτήρα σ:ε

o Στοματικά εξαρτημένο ή στοματικά επιθετικό, πρωκτικής ενσωμάτωσης ή πρωκτικής αναβολής.

o Πρώιμα ή αργοπορημένα στοματικός, πρωκτικός ή φαλλικός. Ο Erik Erikson στις δεκαετίες του ’50 και του ’60 είναι ο συνδετικός κρίκος

ανάμεσα στην θεωρία των ενορμήσεων ( μέσα από τα δικά του ψυχοσεξουαλικά στάδια σύμφωνα με τα διαπροσωπικά και τα ενδοψυχικά καθήκοντα της κάθε φάσης – τροποποίησε τον Φροϋδικό βιολογισμό ) και στην Ψυχολογία του Εγώ.

Το Στοματικό περιγράφηκε με βάση τη συνθήκη της απόλυτης εξάρτησης του βρέφους στην οποία δημιουργείται όταν ικανοποιείται η βασική εμπιστοσύνη ή η βασική δυσπιστία όταν δεν ικανοποιείται η στοματική ενόρμηση. Υποφάσεις στοματικής ενσωμάτωσης έναντι στοματικής αποβολής. Το πρωκτικό περιγράφηκε με βάση τη συνθήκη της επίτευξης της αυτονομίας ή αντίθετα της ντροπής και της αμφιβολίας ( έλεγχος σφικτήρων, αυτοέλεγχος, αντιμετώπιση προσδοκιών της οικογένειας και ευρύτερα της κοινωνίας ). Υποφάσεις πρωκτικής ενσωμάτωσης έναντι στοματικής αποβολής. Η Οιδιπόδεια φάση ( 6 ετών ) έχει κρίσιμη σημασία για την ανάπτυξη της βασικής αποτελεσματικότητας ( ανάπτυξη πρωτοβουλίας ή

14

ενοχής ) και της αίσθησης ευχαρίστησης στην ταύτιση του ατόμου με τα αντικείμενα της αγάπης του16.

Τη δεκαετία του ’50 ο Harry Stack Sullivan διατύπωσε μια θεωρία για την ανάπτυξη της προσωπικότητας που έδινε έμφαση στα επικοινωνιακά επιτεύγματα του παιδιού, όπως είναι ο λόγος και το παιχνίδι κι όχι στην ικανοποίηση των ενορμήσεων17.

Η Margaret Mahler επικεντρώθηκε στις ευρύτερες, αλλά και τις επιμέρους φάσεις της διαδικασίας αποχωρισμού εξατομίκευσης. Η θεωρία της εντάσσεται στη θεωρία των αντικειμενότροπων σχέσεων, αλλά στηρίχθηκε και στο εξελικτικό μοντέλο του Φρόιντ.

MAHLER Φυσιολογική αυτιστική φάση 0-2 μηνών

Φυσιολογική συμβιωτική φάση

1) Φάση εκκόλαψης 2) Φάση εξάσκησης 3) Φάση επαναπροσέγγισης 4) Φάση πορείας προς την

απόκτηση της σταθερότητας προς το αντικείμενο18

2-10 μηνών

Φάση αποχωρισμού – εξατομίκευσης 4-36 μηνών

(Υποφάσεις)

a) Διαφοροποίηση και ανάπτυξη σωματικής εικόνας

4-10 μηνών

b) Εξάσκηση (στον αποχωρισμό – εξατομίκευση)

6 με 10 – 16 με 18 μηνών

c) Επαναπροσέγγιση 16 με 18 – 24 μηνών

d) Σταθεροποίηση της εξατομίκευσης και έναρξη της σταθερότητας του αντικειμένου

24 – 36 μηνών

16 Ο.π., σ. 78. 17 Ο.π., σ. 79. 18 Ο.π., σσ. 79 - 80.

15

Με βάση τις παραπάνω απόψεις ( Erikson, Sullivan, Mahler ) οι θεραπευτές κατανόησαν καλλίτερα την « καθήλωση » των ασθενών στα εξελικτικά στάδια του Φρόιντ.

Erikson:

1) Βρεφική ηλικία

0 – 12 με 18 μηνών Βασική εμπιστοσύνη- Βασική δυσπιστία ΕΛΠΙΔΑ

2) Νηπιακή ηλικία 12 με 18-36 μηνών Αυτονομία-Ντροπή και Αμφιβολία ΘΕΛΗΣΗ

3) Προσχολική ηλικία 3-6 ετών

(Ηλικία του παιγνιδιού) Πρωτοβουλία – Ενοχή

ΣΚΟΠΟΣ 4) Σχολική ηλικία

6-11 ετών Φιλοπονία (Επιμέλεια)-Κατωτερότητα ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ

5) Εφηβεία 11-21 ετών

Ταυτότητα – Σύγχυση (Διάχυση ταυτότητας) ΠΙΣΤΗ / ΠΙΣΤΟΤΗΤΑ

6) Νεαρή ενήλικη ζωή 21-35 ετών

Στενή σχέση – Απομόνωση ΑΓΑΠΗ

7) Ενήλικη ζωή 35 – 65 ετών

Παραγωγικότητα – Απορρόφηση στον εαυτό ΝΟΙΑΞΙΜΟ (ΦΡΟΝΤΙΔΑ)

8) Γηρατειά (Ώριμη ηλικία) 65 – θάνατος

Ακεραιότητα – Απόγνωση ΣΟΦΙΑ19

Αυτά τα μοντέλα βοήθησαν και τους ασθενείς να κατανοήσουν τον εαυτό

τους, ενώ μέχρι τότε έδιναν εσωτερικές για τα πιο πολύπλοκα χαρακτηριστικά τους: « Είμαι άσχημος », « Είμαι τεμπέλης και απείθαρχος », « Είναι στη φύση μου να με απορρίπτουν » κλπ ( Πυρηνικές Πεποιθήσεις ).

PIAGET 1. Προγλωσσικό αισθητικο-

κινητικό στάδιο 0-2 ετών

2. Αναπαραστασιακό ή προ των λογικών διεργασιών στάδιο

2-7 ετών

3. Στάδιο των συγκεκριμένων λογικών διεργασιών

7-12 ετών

4. Στάδιο των τυπικών λογικών διεργασιών

12-18 ετών

19 Κοτανίδης Α. 3., χ.χ

16

Η ψυχολογία του Εγώ20:

Freud, The Ego and the Id [Εκείνο ] ( 1923 ). Εισαγωγή του δομικού μοντέλου της προσωπικότητας. Η ψυχανάλυση ( Arlow & Brener, 1964 ) άρχισε να εξετάζει όχι τα στοιχεία του ασυνειδήτου, αλλά τις διεργασίες που κρατούν τα περιεχόμενα αυτά μακριά από το συνειδητό.

Άρχισαν λοιπόν να απομακρύνονται στην έρευνα από το ασυνείδητο ( Λειτουργίες του Εκείνο ) και άρχισαν να ερευνούν τις επιθυμίες, τους φόβους, τις φαντασιώσεις ( Λειτουργίες του Εγώ ) που είναι πιο κοντά στη συνείδηση και μπορούσε ο κλινικός να εξετάσει αν εργαζόταν θεραπευτικά με τις αμυντικές λειτουργίες του Εγώ.

Κατά τον Φρόιντ το Εκείνο ( το αυτό κατά το Φρόιντ ) εμπεριέχει πρωτόγονες ενορμήσεις, παρορμήσεις, επιθυμίες που γεννήθηκαν πριν την ανάπτυξη της λογικής σκέψης, συνδυασμούς επιθυμίας – φόβου και διάφορες φαντασιώσεις.

o Το Εκείνο είναι εγωιστικό και απαιτητικό – λειτουργεί σύμφωνα με την αρχή της ευχαρίστησης.

o Σε γνωστικό επίπεδο είναι προγλωσσικό. Κάνει αισθητή την ύπαρξή του μόνο με νοερές απεικονίσεις και σύμβολα. Δεν αντιλαμβάνεται την έννοια του χρόνου, έχει δικού του κανόνες, δεν έχει ηθικούς φραγμούς και δεν αντιλαμβάνεται πως κάτι είναι αντίθετο με κάτι άλλο.

o Κατά τον Φρόιντ πρόκειται για πρωτογενή διεργασία σκέψης που εκφράζεται στα όνειρα, τις ψευδαισθήσεις και στα αστεία. Είναι εξ ολοκλήρου ασυνείδητο. Γίνεται αντιληπτό από τα παράγωγά του (σκέψεις, συναισθήματα και πράξεις ).

Κατά τον Φρόιντ το Εγώ είναι ένα σύνολο λειτουργιών που προσαρμόζεται σε κάθε κατάσταση ανακαλύπτοντας τρόπους που είναι αποδεκτοί από την οικογένεια και την κοινωνία για την αντιμετώπιση των απαιτήσεων του Εκείνο.

o Το Εγώ εξελίσσεται σε όλες τις ηλικίες, αλλά αναπτύσσεται ραγδαία κυρίως στην παιδική ηλικία.

o Το Εγώ λειτουργεί σύμφωνα με την αρχή της πραγματικότητας. o Μεσολαβεί ανάμεσα στα απαιτήσεις του Εκείνο και τα πρέπει του

Υπερεγώ. o Το Εγώ είναι το φυτώριο τις δευτερογενούς διεργασίας της

σκέψης ( γνωστικές λειτουργίες με ακολουθία της σκέψης, λογική και στροφή προς την πραγματικότητα ).

o Στη διάρκεια της παιδικής ηλικίας οι λειτουργίες του Εγώ ( άμυνες ) λειτουργούν προσαρμοστικά, αλλά στην ενήλικη ζωή ενδέχεται να γίνουν δυσπροσαρμοστικές.

20 Ο.π..

17

o Το Εγώ έχει συνειδητές πλευρές ( εαυτός ή εγώ όπως όλοι το εννοούμε ) και ασυνείδητες ( Πρωτογενείς και Δευτερογενείς Μηχανισμοί Άμυνας ).

o Ο κλινικός ενισχύει το Παρατηρησιακό Εγώ του ασθενούς ( συνειδητό κομμάτι του Εγώ ), ενώ το Εγώ που βιώνει έχει μια πιο πρωταρχική αίσθηση γι’ αυτό που συντελείτε στην θεραπευτική σχέση.

o Απαραίτητη συνθήκη της ψυχαναλυτικής θεραπείας αυτή η « θεραπευτική διχοτόμηση » ( Sterba, 1934 ). Έτσι το δυστονικό προς το Εγώ ( το μη παρατηρήσιμο από το Εγώ, αλλά βιώσιμο ) γίνεται συντονικό προς το Εγώ ( παρατηρήσιμο από το Εγώ ).

o Η σχέση Παρατηρησιακού και μη Παρατηρησιακού Εγώ βοηθά στην διάγνωση ( ενόραση του θεραπευτή ) μεταιχμίου ή ψύχωσης. Έτσι ο ασθενής προσέχει μέσα του συγκρούσεις και πράγματα που πριν παραθεωρούσε και γίνεται πιο υγιής.

o Η φράση « η ισχύς του Εγώ » υποδηλώνει την ικανότητα του ατόμου να αναγνωρίζει την πραγματικότητα, ακόμη κι όταν αυτή είναι ιδιαίτερα δυσάρεστη, χωρίς να προσφεύγει σε πρωτόγονες άμυνες, όπως η άρνηση.

o Ο πρωτόγονες άμυνες αποφεύγουν ή διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα που είναι δυσάρεστη.

o Οι δευτερογενείς άμυνες έχουν περισσότερη προσαρμοστικότητα στα δεδομένα της πραγματικότητας και δηλώνουν μεγαλύτερη ψυχική υγεία.

Το Υπερεγώ είναι ( το πάνω από μένα κατά το Φρόιντ ) είναι το τμήμα του εαυτού που επιτηρεί τα πράγματα, ιδιαίτερα από μια ηθική οπτική.

o Με μια πρώτη ματιά ταυτίζεται με τη συνείδηση του ανθρώπου. Μας επιβραβεύει η μας κριτικάρει.

o Είναι μέρος του Εγώ, αν και βιώνεται ξεχωριστά. o Διαμορφώνεται κατά τον Φρόιντ κατά τη διάρκεια της

Οιδιπόδειου φάσεως μέσω της ταυτοποίησης του παιδιού με τις γονικές αξίες.

o Οι πιο σύγχρονοι ψυχαναλυτές υποστηρίζουν πως ανιχνεύεται ήδη στις πρωτόγονες βρεφικές ιδέες περί καλού και κακού.

o Το Υπερεγώ, όπως και το Εγώ είναι εν μέρει συνειδητό και εν μέρει ασυνείδητο.

o Για να θεωρηθεί ακατάλληλα τιμωρητικό προς τον ασθενή πρέπει να αξιολογήσουμε αν είναι δυστονικό ( ταυτίζεις την σκέψη με την πράξη και θεωρείς όλον τον εαυτό σου κακό – υγιές – νευρωτικό ) ή συντονικό προς το Εγώ ( αναγνωρίζεις πως κάποια μέρη του εαυτού σου κάνουν κακές σκέψεις ή έχουν κακές επιθυμίες – μεταίχμιο – ψύχωση ).

18

o Η ψυχανάλυση δεν είναι ανήθικη, ούτε ηδονιστική. Η ύπαρξη ενός άκαμπτου, τιμωρητικού και ηθικιστικού Υπερεγώ συχνά παρακάμπτεται από τους ανθρώπους ή εκλογικεύεται.

o Απλώς με την ψυχανάλυση κάποιος καταλαβαίνει πως όλοι κάνουν κακές σκέψεις ή βιώνουν αρνητικά συναισθήματα, χωρίς αυτό να υποδηλώνει την διεφθαρμένη τους φύση.

o Οι άμυνες προστατεύουν τον εαυτό από το άγχος που νιώθει από τις εσωτερικές συγκρούσεις μέσα του.

o Το Εκείνο βάζει τις ενστικτώδεις συγκρούσεις, το Εγώ τις αναστατώσεις από τις εμπειρίες της πραγματικότητας και το Υπερεγώ τα συναισθήματα και τις φαντασιώσεις ενοχής ( Anna Freud, The Ego and the Mechanisms of Defense, 1936 ).

o Ο Φρόιντ αρχικά υποστήριξε πως το άγχος το δημιουργούν οι άμυνες και κυρίως η απώθηση ( εκούσια λήθη ) για να κρύψει τις συσσωρευμένες ενορμήσεις. Αργότερα με τη δομική θεωρία υποστήριξε το αντίθετο, δηλ. πως το άγχος δημιουργεί την απώθηση.

Η θεωρία των σχέσεων με το αντικείμενο ( ή αντικειμενότροπων σχέσεων ) 21:

Η Melanie Klein ( Βρετανική Σχολή της ψυχανάλυσης ) εξέτασαν τις προ-γλωσσικές και προ – λογικές διεργασίες που βιώνονται ασυνείδητα. Ο W.R.D. Fairbairn (1954 ) αμφισβήτησε τον βιολογισμό του Φρόιντ προτείνοντας ότι οι άνθρωποι δεν αναζητούν τόσο την ικανοποίηση των ενορμήσεών τους, όσο τη δόμηση και τη διατήρηση σχέσεων. Στοματικό στάδιο – τάϊσμα, συναισθηματικός δεσμός, ζεστασιά.

Αντικείμενο: πρόσωπο ( ενίοτε και πράγμα ή μέρος προσώπου ή σώματος ), όπου κατευθύνουμε τη σεξουαλική ή την επιθετική μας ενόρμηση ως παιδιά.

Η Ουγγρική Σχολή της ψυχανάλυσης ( Michael & Alice Balint ) εξέτασε πρωτόγονες εμπειρίες: αγάπη, μοναξιά, δημιουργικότητα, απαρτίωση εαυτού, οι οποίες δεν εξηγούνταν ικανοποιητικά από τη δομική θεωρία του Φρόιντ.

Οι θεωρητικοί των σχέσεων με το αντικείμενο έδωσαν έμφαση στο ποια ήταν τα βασικά αντικείμενα αγάπης στον κόσμο του παιδιού, στο πως αυτό τα είχε βιώσει, πως αυτά εσωτερικεύτηκαν και πως αυτές οι νοερές απεικονίσεις ζουν στην ασυνείδητη ζωή. Δεν έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση ούτε στο είδος της ενόρμησης που είχε υποστεί κακό χειρισμό από τους γονείς, ούτε στον προσδιορισμό της εξελικτικής φάσης κατά την οποία σημειώθηκε η καθήλωση.

21 Ο.π..

19

Τα αντικείμενα βιώνονται ενίοτε από τα παιδιά διαστρεβλωμένα ( ο πατέρας έφυγε για τον πόλεμο – με απορρίπτει, η γιαγιά μου κάνει τα χατίρια γιατί ανταγωνίζεται την κόρη της – μ’ αγαπάει ).

Στη θέση του Οιδιποδείου κυριαρχεί ο αποχωρισμός – εξατομίκευση. Στα μέσα του 20ου αι. στις ΗΠΑ εμφανίστηκαν οι διαπροσωπικοί

ψυχαναλυτές ( Harry Stack Sullivan, Erich Fromm, Karen Horney, Clara Thompson, Otto Will, Frieda Fromm-Reichmann και άλλοι ). Αυτοί έδωσαν έμφαση στην εσωτερίκευση των σχέσεων ( ενδοβολές ) με τα πρώιμα αντικείμενα, τα οποία δεν μπορούσαν οι ασθενείς ακόμη να αποχωριστούν ικανοποιητικά σε ψυχολογικό επίπεδο.

Οι ασθενείς την περίοδο των συγκρούσεων του Εκείνο – Εγώ – Υπερεγώ βιώνουν διαφορετικές καταστάσεις του Εγώ που αντικατοπτρίζουν τις αντικειμενότροπες σχέσεις.

Στόχος του θεραπευτή είναι κάθε φορά που μιλά ο ασθενής να βρει ποιό εσωτερικευμένο αντικείμενο μιλά κι όχι να το αντιμετωπίζει ως ένα ώριμο εαυτό, αφού το κάθε αντικείμενο εσωτερικεύεται σε διάφορες ηλικίες, κυρίως βρεφική, νηπιακή και παιδική.

Όσον αφορά το χαρακτήρα οι άνθρωποι υιοθετούν ένα πρότυπο συμπεριφοράς που στηρίζεται στις συμπεριφορές των αντικειμένων της βρεφικής ηλικίας ή στο πώς να κάνουν τους άλλους να φερθούν, όπως τα αντικείμενα αυτά.

Έτσι κατανοήθηκε η « συνεχής αστάθεια » των μεταιχμιακών ( Kernberg, 1975 ), όπου δεν υπάρχει αυτοπαρατηρησιακό Εγώ. Όταν ο ασθενής εκτοξεύει μια παρανοϊκή δήλωση, τότε ο θεραπευτής γνωρίζει πως ο ασθενής αναδημιουργεί τα συναισθήματα που ένιωσε, όταν ήταν παιδί ( πχ. Άδικος, επικριτικός γονέας ).

Οι θεραπευτές εξετάζοντας πολύ διαταραγμένους ασθενείς βιώνουν πρωτόγνωρες, μα φυσιολογικές « καταιγίδες αντιμεταβιβάσης ». Η ισχυρή αντιμεταβίβαση στον θεραπευτή είναι το ισχυρό διαγνωστικό εργαλείο για τους μεταιχμιακούς – ψυχωτικούς ασθενείς – D. W. Winnicott ( Βρετανική Σχολή της ψυχανάλυσης ).

Ο Heinrich Racker ( 1968 ) επηρεασμένος από την Klein πρότεινε δύο κατηγορίες αντιμεταβίβασης των θεραπευτών: την αρμονική ( το συναίσθημα ενός θεραπευτή ενσυναισθητικά για το τι είχε νιώσει ο ασθενής όταν ήταν παιδί – ταύτιση με το παιδί ) και τη συμπληρωματική ( το συναίσθημα ενός θεραπευτή μη ενσυναισθητικά, από την πλευρά του ασθενή του για το τι είχε νιώσει το συγκεκριμένο αντικείμενο για το παιδί – ταύτιση με τον γονιό ). Πχ ένας ασθενής κάθε φορά που μιλά για κάποιον, βάζει και μια επεξήγηση – υποσημείωση. « Ο Ηλίας, αυτός που βγαίνω μαζί του κάθε Τετάρτη ». Ο θεραπευτής τον ρωτά, αν κάποιος στην οικογένειά του δεν τον άκουγε προσεκτικά. Ο ασθενής υποστηρίζει πως ο θεραπευτής δεν θυμάται καλά το ιστορικό του, αρνείται πεισματικά πως η μητέρα του δεν τον άκουγε (μεταβίβαση ). Ο θεραπευτής αρχίζει να βαριέται αφόρητα (

20

αντιμεταβίβαση ), άρχισε να φαντασιώνεται πως θα παρουσίαζε την περίπτωση του ασθενούς στους συναδέλφους κι έτσι θα τους έπειθε για τις δεξιότητές του ως θεραπευτή ( Ναρκισσιστική ονειροπώληση ). Ο ασθενής υπερασπιζόταν τη μητέρα του λέγοντας πόσο τον φρόντιζε ( υποσυνείδητα για να ανέβη αυτή ως μητέρα ). Τότε ο θεραπευτής συνειδητοποίησε πως κι αυτός φροντίζει τον ασθενή του για να ανέβη αυτός ως θεραπευτής ( Συμπληρωματική Αντιμεταβίβαση ). Αν ο θεραπευτής είχε νιώσει πως ο ασθενής του δεν τον προσέχει ( δηλ. όπως ο ασθενής του με τη μητέρα του ), αλλά θεωρεί την παρουσία του πολύτιμη γιατί ανεβάζει την αυτοεκτίμησή του τότε θα είχαμε Αρμονική Αντιμεταβίβαση .

Όλοι έχουμε βιώσει ενσυναισθητική – μη λεκτική επικοινωνία ως γονείς με τα μωρά μας, ακούγοντας μια μελωδία που μας προκαλεί κλάμα ή με το να ερωτευτούμε με τρόπο ανεξήγητο. Αυτή η ικανότητα προέρχεται από τα δυο πρώτα χρόνια της ζωής μας ( μη λεκτική επικοινωνία ). Αυτή η παράλληλη χρήση λεκτικής – μη λεκτικής επικοινωνίας στους ανθρώπους ονομάστηκε « Παράλληλη διεργασία » ( Ekstein & Wallerstein, 1958).

Η σημαντικότερη προσφορά της θεωρίας των σχέσεων με το αντικείμενο είναι η μετατροπή της αντιμεταβίβασης από εμπόδιο σε πλεονέκτημα.

Ο θεραπευτής παίζει τον ρόλο του αντικειμένου για να αισθανθεί τι αισθανόταν ο ασθενής για το αντικείμενο και τι το αντικείμενο για τον ασθενή. Από την ένταση της αντιμεταβίβασης επισημαίνεται και τον αν έχουμε να κάνουμε με μεταίχμιο ή ψύχωση ( Nancy Mc Williams ).

Ψυχολογία του Εαυτού22:

Κάποιοι ασθενείς αισθάνονταν κενοί από εσωτερικά αντικείμενα, χωρίς να νιώθουν ότι απειλούνται από αυτά και δεν τους κάλυπτε η θεωρία των αντικειμενότροπων σχέσεων, ούτε φυσικά η θεωρία των ενορμήσεων ή η ψυχολογία του Εγώ και των αμυντικών διεργασιών.

Επιφανειακά έδειχναν αυτοπεποίθηση, εσωτερικά όμως στερούνταν από αξίες και κατευθύνσεις. Γι’ αυτό αναζητούσαν συνεχώς την αυτοεπιβεβαίωση. Τελικά ήρθαν στην θεραπεία για να βρουν αξίες και κατευθύνσεις. Παρουσίαζαν εσωτερική σύγχυση σε σχέση με την αυτοπεποίθησή τους και τις αξίες τους. Προσπαθούσαν χρόνια να δουν το είδωλό τους σε εξωτερικές πηγές.

Αυτοί θεωρήθηκαν Ναρκισσιστικά άτομα, ακόμη κι όταν στην περίπτωση τους δεν ταίριαζε το στερεότυπο του « φαλλικού » Ναρκισσιστικού χαρακτήρα ( αλαζονικός, ματαιόδοξος, σαγηνευτικός ) για τον οποίο είχε μιλήσει ο Reich.

Η αντιμεταβίβαση που προκαλούσαν στην θεραπευτική σχέση δεν χαρακτηρίζονταν από ένταση, αλλά από πλήξη, εκνευρισμό, αίσθηση

22 Ο.π..

21

ματαιότητας κλπ. Οι θεραπευτές ένιωθαν ασήμαντοι, μικροί, αόρατοι, υποτιμημένοι κλπ.

Οι ασθενείς αντιμετώπιζαν τους κλινικούς ως μια αναντικατάστατη πηγή για την προσωπική συγκινησιακή τους φόρτιση και αποφόρτιση.

Οι ασθενείς αυτοί δεν είχαν διαμορφώσει εαυτό κι η θεραπεία τους ήταν πιο δύσκολη από αυτή των ασθενών που χρειαζόταν να επαναπροσδιορίσουν τον εαυτό τους.

Άλλοι χρησιμοποίησαν τα ήδη υπάρχοντα μοντέλα: ψυχολογία του Εγώ ( Erikson, Rollo May ), τις αντικειμενότροπες σχέσεις ( Kernberg, Masterson ). Άλλοι προχώρησαν σε μια νέα θεωρία εκτός ψυχανάλυσης που εστίαζε στον εαυτό του ατόμου και στην αυτοεκτίμησή του ( Carl Rogers ).

Στα πλαίσια της ψυχαναλυτικής παράδοσης δημιουργήθηκε η ψυχολογία του Εαυτού ( Heinz Kohut ). Αυτός εξέταζε την εξέλιξη του εαυτού, την πιθανή παραμόρφωση που μπορεί να υποστεί και την θεραπεία του. Έδωσε έμφαση στη φυσιολογική ανάγκη του ανθρώπου για εξιδανίκευση, την ψυχοπαθολογία των ανθρώπων που μεγαλώνουν χωρίς αντικείμενα ( καθώς πρώτα τα εξιδανικεύει και μετά τα υποτιμά ).

Επίσης διατυπώθηκε μια νέα άποψη. Οι άμυνες δεν υπάρχουν μόνο για να προστατεύουν από το άγχος που προκαλείται από το Εγώ, Το Εκείνο και το Υπερεγώ, αλλά και για να συγκροτήσουν μια σταθερή, θετικά αξιολογημένη αίσθηση του Εαυτού. ( Goldberg, 1970a). Πχ τα καταθλιπτικά συμπτώματα/ Ένας ασθενής αισθάνεται κακός και θέλει να αυτοκτονήσει γιατί νιώθει βάρος στην κοινωνία. Αυτός έχει ενοχή και είναι καταθλιπτικός. Άλλος ασθενής με παρόμοια συμπτώματα νιώθει κενός γιατί νιώθει ντροπή. Αυτός είναι Ναρκισσιστής.

Η ψυχολογία του Εαυτού βοήθησε στην εξέταση της Ναρκισσιστικής διαταραχής.

Άλλες ψυχαναλυτικές απόψεις για την εκτίμηση της προσωπικότητας23:

Οι ιδέες των Jung, Adler και Rank Η « περσονολογία » του Murray. Η μοντέρνα ψυχανάλυση του Spotnitz. Η « συνδιαλεκτική ανάλυση » του Berne. Η « θεωρία των σεναρίων » του Tomkins. Η « θεωρία ελέγχου – κυριαρχίας » των Samson και Weiss. Το « εξελικτικό βιολογικό μοντέλο » των Slavin και Kriegman ( 1990 ). Σε αντίθεση με την περιγραφή των χαρακτηριστικών της

προσωπικότητας ως διαταραχή στα διάφορα DSM, η ψυχοδυναμική προσέγγιση εξετάζει τη δυναμική της προσωπικότητας λαμβάνοντας

23 Ο.π..

22

υπόψη και το εξελικτικό στάδιο ( υγιές – νευρωτικό, μεταιχμιακό, ψυχωτικό ) και όχι μόνο την τυπολογία ( πχ. Ναρκισιστική, διασχιστική, αντικοινωνική κλπ προσωπικότητα ).

Όλα τα γνωρίσματα του χαρακτήρα πάντα συνυπάρχουν με τα αντίθετά τους. Αυτοί που έχουν συγκρούσεις που σχετίζονται με την εγγύτητα είναι δυνατόν να αναστατώνονται τόσο με την εγγύτητα, όσο και με την απόσταση από τους άλλους. Αυτοί που λαχταρούν την επιτυχία, την υπονομεύουν παράλληλα. Ο υπερσεξουαλικός, ομοιάζει περισσότερο με κάποιον που διατηρεί την παρθενία του. Ο άνθρωπος είναι πολύπλοκος. Η πολυπλοκότητα αυτή δεν είναι τυχαία.

Εξελικτική και Τυπολογική Διάσταση της προσωπικότητας24:

Ανάπτυξη της προσωπικότητας -κύκλος της ζωής:

Το νευρικό σύστημα του ανθρώπου έχει την ικανότητα να καταγράφει, αποθηκεύει και συνθέτει τις εμπειρίες του ατόμου, έτσι ώστε να παράγονται τα πιο αποτελεσματικά για την προσαρμογή σχήματα συμπεριφοράς. Με την πάροδο του χρόνου και κάτω από την επίδραση των εμπειριών που προέρχονται από το κοινωνικό περιβάλλον αναπτύσσεται ένα σύστημα βασικά σταθερών διαθέσεων, τάσεων, πεποιθήσεων, επιθυμιών, αξιών και σχημάτων προσαρμογής, που χαρακτηρίζουν το συγκεκριμένο άτομο και του δίνουν τη μοναδικότητα του. Το διακριτό αυτό όλο, που αποτελείται από σχετικά μόνιμες τάσεις και σχήματα συμπεριφοράς ενός ατόμου, το ονομάζουμε προσωπικότητα.

Ελάχιστα σχήματα συμπεριφοράς έχουν ήδη αναπτυχθεί στη γέννηση. Τα περισσότερα αναπτύσσονται προοδευτικά ως αποτέλεσμα της βιοψυχολογικής ωρίμανσης του ατόμου, που ακολουθεί ορισμένα στάδια ή φάσεις. Τα στάδια αυτά είναι η προσχολική ηλικία, η λανθάνουσα περίοδος, η εφηβεία, η ώριμη ηλικία και τα γηρατειά.

Πολύπλοκοι γενετικοί, περιβαλλοντικοί, κοινωνικοί και συναισθηματικοί παράγοντες, που λειτουργούν σ' όλα τα στάδια, καθορίζουν κατά πόσο η ανάπτυξη της προσωπικότητας θα είναι αρμονική και φυσιολογική ή θα παρουσιάσει παρεκκλίσεις και διαταραχές.

Οπωσδήποτε δεχόμαστε ότι γενετικοί παράγοντες που επιδρούν μέσα από βιοχημικούς, ορμονικούς κ.ά. μηχανισμούς δημιουργούν βιολογικές προδιαθέσεις για τα ιδιοσυγκρασιακά στοιχεία της αναπτυσσόμενης προσωπικότητας. Ενώ, όμως, ακραίες διαταραχές του αυτόνομου, κεντρικού νευρικού και του

24 Βλ. κεφ. 3 στο Mc Williams, 2000.

23

ενδοκρινικού συστήματος μπορούν να συνδεθούν με χαρακτηριστικά της προσωπικότητας, φαίνεται να υπάρχει μικρή μόνο σχέση ανάμεσα στη λειτουργία των συστημάτων αυτών και τα μόνιμα χαρακτηριστικά της φυσιολογικής προσωπικότητας.

Η Ανάπτυξη της Προσωπικότητας - Κύκλος της ζωής που περιγράφουμε παρακάτω είναι μία σύνθεση της βιολογικής, ψυχολογικής και κοινωνικής ανάπτυξης του ανθρώπου βασισμένη κυρίως στις θεωρίες αναπτυξιακών ψυχιάτρων και ψυχολόγων όπως ο Sigmund Freud ο Erik Erikson η Margaret Mahler η Melanie Klein ο Jean Piaget, κ.ά. (βλέπε Πίνακα 3-1) Πίνακας 3-1. Tα στάδια Ανάπτυξης της προσωπικότητας - Κύκλου της ζωής κατά Freud Mahler, Piaget και Erikson

Στάδιο Ηλικία FREUD

1) Στοματικό στάδιο 0-18 μηνών 2) Πρωκτικό στάδιο 1 1/2 - 2 1/2 με 3 ετών 3) Ουρηθρικό στάδιο Μεταβατικό

στάδιο μεταξύ πρωκτικού και φαλλικού

4) Φαλλικό ή οιδιπόδειο στάδιο 2 1/2 με 3 - 5 με 6 ετών

5) Λανθάνουσα περίοδος 5 με 6 - 11 με 13 ετών

6) Γεννητικό στάδιο 11 με 13 - ενηλικίωση MAHLER

1. Φυσιολογική αυτιστική φάση 0-2 μηνών

2. Φυσιολογική συμβιωτική φάση 2-10 μηνών

3. Φάση αποχωρισμού -

εξατομίκευσης 4-36 μηνών

(Υποφάσεις)

a) Διαφοροποίηση και ανάπτυξη σωματικής εικόνας

4-10 μηνών

b) Εξάσκηση (στον αποχωρισμό -εξατομίκευση)

6 με 10 - 16 με 18 μηνών

c) Επαναπροσέγγιση 16 με 18 - 24 μηνών

d) Σταθεροποίηση της

24

εξατομίκευσης και έναρξη της σταθερότητας του αντικειμένου

24 - 36 μηνών

PIAGET

1) Προγλωσσικό αισθητικο-κινητικό

2) στάδιο

0-2 ετών

3) Αναπαραστασιακό ή προ των λογικών διεργασιών στάδιο

2-7 ετών

4) Στάδιο των συγκεκριμένων λογικών διεργασιών

7-12 ετών

5) Στάδιο των τυπικών λογικών διεργασιών

12-18 ετών

ERIKSON

1. Βρεφική ηλικία

0 - 12 με 18 μηνών Βασική εμπιστοσύνη- Βασική δυσπιστία ΕΛΠΙΔΑ

2. Νηπιακή ηλικία 12 με 18-36 μηνών Αυτονομία-Ντροπή και Αμφιβολία ΘΕΛΗΣΗ

3. Προσχολική ηλικία 3-6 ετών

(Ηλικία του παιγνιδιού) Πρωτοβουλία - Ενοχή ΣΚΟΠΟΣ

ΣΚΟΠΟΣ 4. Σχολική ηλικία

6-11 ετών Φιλοπονία (Επιμέλεια)-Κατωτερότητα ΙΚΑΝΟΤΗΤΑ

5. Εφηβεία 11-21 ετών

Ταυτότητα - Σύγχυση (Διάχυση ταυτότητας) ΠΙΣΤΗ / ΠΙΣΤΟΤΗΤΑ

6. Νεαρή ενήλικη ζωή 21-35 ετών

Στενή σχέση – Απομόνωση ΑΓΑΠΗ

7. Ενήλικη ζωή 35 - 65 ετών

9) Παραγωγικότητα – Απορρόφηση στον εαυτό ΝΟΙΑΞΙΜΟ (ΦΡΟΝΤΙΔΑ)

8. Γηρατειά (Ώριμη ηλικία)

65 - θάνατος Ακεραιότητα – Απόγνωση ΣΟΦΙΑ25

25 Κοτανίδης Α. 3., χ.χ

25

Γ. Πρωτογενείς και Δευτερογενείς Μηχανισμοί Άμυνας26

Ε. Μουστάκα

Γ.1 Πρωτογενείς ( ή Πρωτόγονοι ) Μηχανισμοί Άμυνας

Προβολή και ενδοβολή:

Και στα δύο δεν υπάρχει όριο ανάμεσα στο πρόσωπο και το περιβάλλον που το περιβάλει.

Η προβολή αναφέρεται στη διεργασία μέσω της οποίας το άτομο εντοπίζει σε άλλα πρόσωπα ή πράγματα ιδιότητες, συναισθήματα, επιθυμίες, που αρνείται ή παραβλέπει στον εαυτό του. Είναι δηλαδή η διεργασία κατά την οποία ένα ψυχικό φαινόμενο που έχει ενδογενή προέλευση παρερμηνεύεται και γίνεται αντιληπτό ως εξωγενές. Η προβολή με υγιή τρόπο μπορεί να γίνει ενσυναίσθηση, αδελφές ψυχές, κρίνεις εξ ιδίων τα αλλότρια. Με δυσλειτουργικό τρόπο μπορεί να γίνει έτσι ώστε να είμαστε άδικοι με τους άλλους και να τους προσάπτουμε πράγματα που δεν τους χαρακτηρίζουν. Προβάλουμε δικά μας πράγματα που δεν αναγνωρίζουμε στον εαυτό μας δεν δεχόμαστε.

Η ενδοβολή είναι η ψυχική διεργασία κατά την οποία το άτομο μεταφέρει, με φαντασιωσικό τρόπο, από ‘έξω’ προς τα ‘μέσα’ αντικείμενα και τις ιδιότητές τους. Στην ενδοβολή ένα εξωγενές φαινόμενο παρερμηνεύεται ως να έχει ενδογενή προέλευση. Αυτή η διεργασία είναι συναφής αλλά διαφορετική από την ταύτιση, η οποία θεωρείται είτε εκούσια και συνειδητή είτε αμυντική μεν αλλά πιο ώριμη.

Η ενδοβολή με υγιή τρόπο μπορεί να γίνει ταύτιση με πρότυπα. Με δυσλειτουργικό τρόπο μπορεί να γίνει έτσι ώστε το θύμα να ταυτιστεί με τον θύτη (ταύτιση με τον επιτιθέμενο). Μπορεί έτσι να έχουμε παρορμητικότητα, εκρήξεις θυμού, σαδισμό. Επίσης αν έχουμε ενδοβάλει ένα αγαπημένο μας πρόσωπο και πεθάνει, τότε αισθανόμαστε κενό, σαν να χάσαμε κομμάτι μας. Δεν παραιτούμαστε από αυτό το πρόσωπο και αισθανόμαστε ενοχές πως δεν κάναμε ότι έπρεπε για να αποφευχθεί ο θάνατός του. Η σκιά του αντικειμένου πέφτει επάνω στο Εγώ.

Άρνηση:

Αναφέρεται στην τάση να αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε και να δεχτούμε την πραγματικότητα (ή στοιχεία του εσωτερικού μας κόσμου), όταν αυτή είναι τραυματική. Η άρνηση με υγιή τρόπο μπορεί να δώσει σε κάποιον ψυχραιμία και να τον κάνει ήρωα. Με δυσλειτουργικό τρόπο μπορεί να οδηγήσει σε άρνηση της αλήθειας. Η μανία είναι η άρνηση των σωματικών μας ορίων.

26 Βλ. κεφ. 5 και 6 στο McWilliams, 2000, σσ. 223 – 262.

26

Παντοδύναμος έλεγχος:

Τα βρέφη βιώνουν καθετί που συμβαίνει είτε προέρχεται από μέσα τους είτε από έξω σαν κάτι που προέρχεται από μέσα τους. Έχει την αίσθηση πως μπορεί να επηρεάσει τον κόσμο. Αποτελεί αυτή η φάση μια κρίσιμη περίοδο της αυτοεκτίμησής του. Αυτή η έχει τις ρίζες της στις βρεφικές, εξωπραγματικές, αλλά φυσιολογικές για εκείνη την ηλικία φαντασιώσεις παντοδυναμίας. Αν κάποιος το σκεπάσει με μια κουβέρτα, νομίζει πως ζεστάθηκε μόνο του. Κατά το Φρόυντ η περίοδος αυτή είναι του « πρωτογενούς ναρκισσισμού » και κατά τον Piaget « πρωτογενής εγωκεντρισμός ». Στη συνέχεια αυτό θα εξελιχτεί σε « δευτερογενή αίσθηση παντοδυναμίας », δηλ. αυτός που το φροντίσει είναι παντοδύναμος. Λίγο αργότερα, καθώς ωριμάζει θα μάθει πως κανείς δεν είναι παντοδύναμος. Για να φτάσει κανείς σ’ αυτή την ενήλικη διαπίστωση θα πρέπει να προηγηθεί η « πρωτογενής αίσθηση παντοδυναμίας ».

Θετικό απομεινάρι της « πρωτογενούς αίσθηση παντοδυναμίας » είναι το ένστικτο πως θα κερδίσουμε σ’ ένα τυχερό παιχνίδι κι αν τύχει να το καταφέρουμε νιώθουμε παντοδύναμοί. Επίσης η φράση « αν θέλεις κάτι το πετυχαίνεις » - το αμερικάνικο όνειρο ανήκει στο ίδιο κλισέ. Αρνητικό απομεινάρι της είναι η ψυχοπαθητική / κοινωνιοπαθητική / αντικοινωνική προσωπικότητα ( θέλουν να ξεγελούν τους άλλους και να πετυχαίνουν ως αρπακτικά ότι θελήσουν χωρίς φραγμούς ). Η παραπάνω τακτική συναντάται στους διαφημιστές, τα στελέχη επιχειρήσεων, τους απατεώνες, τους αρχηγούς αιρέσεων, τους τηλεαστέρες και τους εγκληματίες.

Πρωτόγονη εξιδανίκευση και υποτίμηση:

Τα παιδιά καθώς εγκαταλείπουν την αίσθηση του παντοδύναμου ελέγχου από τα ίδια αισθάνονται τη παντοδυναμία άλλων προσώπων όπως οι γονείς που έχουν μια καλοκάγαθη σοφία και δύναμη να διώξουν καθετί κακό, ασθένεια, κακοτυχία, εχθρούς κλπ. Αυτό είναι ευλογία και κατάρα για τους γονείς γιατί από τη μια αποτελούν πρότυπα κι από την άλλη κατάρα γιατί μπορεί να τα απογοητεύσουν γιατί δεν είναι παντοδύναμοι. Θετική εκδοχή της αίσθησης αυτής η ώριμη αγάπη, αρνητική εκδοχή η θρησκοληψία, η εξιδανίκευση ενός συντρόφου ή δασκάλου που δεν το αξίζει, η εξάρτηση της ζωής μας από τη γνώμη των άλλων, η εξάρτηση από άλλους που δημιουργεί εξιδανίκευσή τους και ο Ναρκισσισμός ( αναζητά τα μπράβο των άλλων εξιδανικεύοντας τη γνώμη τους και συγχωνεύεται μ’ αυτά τα άτομα ).

Πρωτόγονη απόσυρση: Όταν ένα βρέφος νιώθει υπερβολικό στρες ή διέγερση συνήθως καταφεύγει στον ύπνο. Η απόσυρση σε μια διαφορετική κατάσταση συνείδησης είναι μια αυτόματη αντίδραση αυτοπροστασίας στα βρέφη. Οι ενήλικες αποσύρονται από κοινωνικές και άλλες στρεσσογόνες καταστάσεις σ’ ένα φαντασιακό κόσμο ( αυτιστική φαντασίωση ) ή ουσίες. Κάποια βρέφη από ιδιοσυγκρασία (

27

συναισθηματικά ευαίσθητα ) έχουν την τάση να κοιμούνται περισσότερο ( αποσύρονται ) και ως ενήλικες μπορεί να θεωρήσουν τον κόσμο συναισθηματικά γυμνωμένο και προβληματικό και να προτιμήσουν μια πλούσια φαντασιώζικη ζωή. Ο ενήλικος μ’ αυτή τη συμπεριφορά λέγεται άτομο « σχιζοειδές ». Ακόμη κι όταν είναι παντρεμένοι είναι απόμακροι, παίζουν όλοι μέρα μ’ ένα τηλεκοντρόλ. Ανακουφίζουν τον εαυτό τους όχι με διαστρέβλωση της πραγματικότητας, αλλά με φυγή από αυτήν. Μοιάζουν αδιάφοροι, αλλά είναι απίστευτα ευαίσθητοι. Δεν εκφράζουν τα συναισθήματά τους, αλλά αντιλαμβάνονται τα συναισθήματα των άλλων. Στο πιο υγειές επίπεδο σχιζοειδούς κατάστασης βλέπουμε, καλλιτέχνες, θεωρητικούς, συγγραφείς, φιλοσόφους, μύστες και ταλαντούχους θεατές του κόσμου. Η απόσυρση και η τέχνη της παρατήρησης τους δίνει το πλεονέκτημα της πρωτοτυπίας27.

Διχοτόμηση του Εγώ: Δεν είναι απόλυτα ορθός ο όρος ψυχαναλυτικά γιατί θα έπρεπε να έχει ολοκληρωθεί το Εγώ για να διχοτομηθεί. Προέρχεται από την προγλωσσική περίοδο κι επηρεάζει αρνητικά τις ανθρώπινες σχέσεις. Το παιδί δεν μπορεί να συλλάβει πως το ίδιο πρόσωπο μπορεί με βάσει την εμπειρία να έχει καλές και κακές πλευρές. Χωρίζει τον κόσμο σε απόλυτα καλούς και απόλυτα κακούς.

Οι πολιτικοί για να ανακουφίσουν την δυστυχία των φτωχών επινοούν εξωτερικούς εχθρούς. Μανιχαϊκή είναι και η άποψη του καλού – κακού, Θεού - Διαβόλου. Οι μεταιχμιακοί ασθενείς εξιδανικεύουν ή καταβαραθρώνουν τον θεραπευτή. Υπερβολή ως προς το απόλυτο καλό ή το απόλυτο κακό ( Υπάρχει και στα διεργασιακά λάθη στη Γνωσιακή Ψυχολογία ). Οι μεταιχμιακοί ασθενείς μέσω των διαπληκτισμών με τους κακούς θεραπευτές προβάλουν σ’ αυτούς πως έτσι είναι28.

Σχάση (ή διχοτόμηση ή διχασμός - splitting):

Διάσχιση: Την κατατάξαμε στις πρωτογενείς άμυνες γιατί επιδρά σε όλη τη προσωπικότητα και επειδή πολλές καταστάσεις διάσχισης είναι ψυχωτικές. Οι άλλοι πρωτογενείς μηχανισμοί άμυνας είναι προβληματικοί όταν επιμένουν ως μόνιμη συμπεριφορά για μακρό χρονικό διάστημα. Ο καθένας από εμάς μπορεί να την πραγματοποιήσει κάτω από κάποιες συνθήκες, αλλά είμαστε τυχεροί και δεν συμβαίνει. Μόνο τα άτομα που πέφτουν εύκολα σε ύπνωση μπορούν να χρησιμοποιήσουν αυτή την άμυνα. Μπροστά στο τραύμα ( κακοποίηση, σεισμός, πόλεμος κλπ ) ο άνθρωπος βιώνει την διάσχιση για να αντέξει τον πόνο. Ένα παιδί 27 Ο.π. σ. 231, παραγρ 2. 28 Ο.π. σ. 256, παραγρ 2.

28

που βιώνει μακροχρόνια κακοποίηση αντιδρά στο στρες με διάσχιση. Έτσι εξηγούνται η εξωσωματικές εμπειρίες σε πολέμους και καταστροφές. Ο ενήλικας παρουσιάζει διασχιστική διαταραχή ( πολλαπλή προσωπικότητα ). Ξεχνά πράγματα που έκανε ή αλλάζει έκδηλα συμπεριφορά29.

Προβλητική ταύτιση:

Ο ασθενής προβάλει αφενός σε άλλο πρόσωπο εσωτερικά αντικείμενα κι αφετέρου πιστεύει ότι τα πρόσωπα αυτά συμπεριφέρονται όπως εκείνα τα αντικείμενα, σαν να είχε κάνει τις ίδιες τις ενδοβολές. Είναι πιο πρωτόγονη από την προβολή και την ενδοβολή. Παράδειγμα:

Προβολή: « Ξέρω ότι δεν είστε έτσι απέναντί μου [ Εγώ ], αλλά δεν μπορώ

να μην το σκέφτομαι [ Φαντασίωση – δυστονική προβολή προς το Εγώ ] . . . » ο ασθενής λεκτικοποιεί την φαντασίωση και προσπαθεί να κρατήσει απόσταση.

Προβλητική ταύτιση: « Όλοι εσείς έτσι είσαστε και δεν δίνω δεκάρα γι’

αυτά που λέτε [ Φαντασίωση – συντονική προβολή προς το Εγώ ] » Διατηρεί το λάθος. Δεν μπορεί να ξεχωρίσει το φαντασιακό από το αληθινό κι επιτίθεται. Κάνει ( μεταβίβαση – πιέζει ) τον θεραπευτή να αισθάνεται πως έτσι είναι ( αντιμεταβίβαση ). Λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Συγχωνεύει τον προβλητικό και τον ενδοβλητικό μηχανισμό. Αποτελεί σχεδόν ένα είδος ψύχωσης και είναι πιο πρωτόγονος μηχανισμός, από τους πιο ισχυρούς μαζί με τη διχοτόμηση.

29 Ο.π. σ. 259, παραγρ 2.

29

Γ.2. Δευτερογενείς Μηχανισμοί Άμυνας ( Ώριμες ή υψηλότερης τάξης ):

Β. Ρίαμπιτς

Απώθηση: Η πιο σημαντική δευτερογενής άμυνα. Πρόκειται για εκούσια λήθη ή άγνοια του ατόμου. Οι παρορμήσεις και τα συναισθήματα ασκούν φόρτιση στο άτομο κι αυτός ο μηχανισμός βοηθά στην εκφόρτιση. Κρατά τα παραπάνω μακριά από τη συνείδηση. Μια δυσάρεστη εσωτερική προδιάθεση ή μια εξωτερική κατάσταση απωθούνται στο ασυνείδητο. Στην απώθηση συμπεριλαμβάνεται η εμπειρία, το συναίσθημα κι η φαντασίωση που προκαλείται από αυτή. Η φαντασίωση των παιδιών σε κάθε εξελικτικό στάδιο να καταστρέψουν τον ένα γονέα και να κατακτήσουν τον άλλο απωθείται. Όταν πάμε να συστήσουμε κάποιον και δεν θυμόμαστε το όνομά του, ασυνείδητα τον αντιπαθούμε. Όταν δεν θυμόμαστε κάτι φρικιαστικό το απωθούμε. Πρόκειται για προσαρμοστική άμυνα. Αποτυγχάνει όταν δεν συγκρατεί τις ενοχλητικές ιδέες, όταν εμποδίζει να απολαύσεις τη ζωή κι όταν αποκλείει άλλους πιο επιτυχημένους τρόπους αντιμετώπισης της πραγματικότητας. Μαζί με άλλες άμυνες αποτελεί όταν χρησιμοποιείται υπερβολικά το σήμα κατατεθέν της υστερικής προσωπικότητας. Η υστερία στηρίζεται στην απώθηση των ενορμήσεων και των συναισθημάτων που τις συνοδεύουν. Αποτελεί αποτέλεσμα του άγχους που προκαλείται από τις δυσάρεστες ενορμήσεις και τα δυσάρεστα συναισθήματα. Νευρωτικό παράδοξο είναι πως η υπερβολική χρήση της απώθησης δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που μπορεί να λύσει. Προκαλεί περισσότερο άγχος. Φέρνει σ’ ένα στάδιο που παλιά ονομαζόταν νεύρωση. Μπορεί η απώθηση να μετατρέψει κάτι στο αντίθετό του ( π.χ αγάπη – μίσος ), αυτό λέγεται αντιστροφή ). Η απώθηση κατά το Φρόιντ είναι ο πρόγονος όλων των άλλων αμυντικών διαδικασιών ( αν και οι πρωτογενείς προηγούνται στο παιδί κατά ενάμιση έτος ). Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα.

Παλλινδρόμηση: Απλός μηχανισμός άμυνας που μας οδηγεί να υιοθετούμε συμπεριφορές που ταιριάζουν σε μικρότερες ηλικίες ( προηγούμενο στάδιο ωρίμανσης ). Η διακύμανση στην ψυχολογική εξέλιξη του ανθρώπου στην παιδική ηλικία έχει διακυμάνσεις, ενώ μεγαλώνοντας σταθεροποιείται, αλλά δεν σταματά ποτέ. Όταν πεινάμε ή κουραστήκαμε γκρινιάζουμε.

Ο μηχανισμός αυτός, αλλιώς και επαναπροσέγγιση εμφανίζεται στο δεύτερο έτος. Μόλις το παιδί αποκτήσει κάποια ανεξαρτησία ξαναγυρνά στη μητέρα του και γαντζώνεται στην φούστα της πάλι. Ο ενήλικας που παρουσιάζει αυτό τον μηχανισμό

30

στη θεραπευτική σχέση εκδηλώνει συμπεριφορές όπως: καθυστερεί να πληρώσει, αλλάζει τις ώρες των συναντήσεων, κριτικάρει αρνητικά τον θεραπευτή. Όταν του περάσει η φάση του διεκδικητικού παιδιού θα γυρίσει στην προηγούμενη φυσιολογική του συμπεριφορά.

Ο θεραπευτής δεν πρέπει να υποκύψει και να νιώσει ως αντιμεταβίβαση απογοήτευση. Πρέπει να εξετάσει αν η πορεία του ασθενή παρά τις παλινδρομήσεις είναι ανοδική. Η παλινδρόμηση στους ασθενείς λειτουργεί ως παλίρροια και άμπωτη. Για να είναι άμυνα δεν πρέπει να γίνεται σκόπιμα, αλλά ασυνείδητα. Όταν πραγματοποιούμε μια φιλοδοξία μας και μετά μαζευόμαστε και ρίχνουμε τους τόνους, όταν μετά από μια τρυφερή σκηνή με τη σύντροφο ξεσπάμε σ’ αυτή, όταν κάνουμε ανταγωνιστικά σπορ για να βγάλουμε τις πρωτόγονες ενορμήσεις μας, η σωματοποίηση της ψυχικής ασθένειας είναι παλινδρόμηση.

Κάποιος αρρωσταίνει όταν ασυνείδητα ασκεί παλινδρόμηση που προκαλείται από εσωτερικό άγχος. Από την άλλη η σωματική ασθένεια κάνει περισσότερο το άγχος. Η προσωπικότητες που χρησιμοποιούν κατά κόρο την παλινδρόμηση χαρακτηρίζονται νηπιακές ( Υστερική – Δραματική προσωπικότητα και Εξαρτημένη διαταραχή της προσωπικότητας ). Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα.

Μόνωση του συναισθήματος: Μια από τις στρατηγικές που έχουν οι άνθρωποι να αντιμετωπίζουν τις αγχογόνες και οδυνηρές καταστάσεις είναι η μόνωση του συναισθήματος, δηλ ο χωρισμός του συναισθήματος από τη γνωστική διάσταση ενός γεγονότος. Οι χειρούργοι, οι αστυνομικοί κι οι στρατιωτικοί την χρησιμοποιούν κατά κόρο για να μην εμπλέκονται συναισθηματικά και δεν μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους. Ο Spock Star Trek είχε μόνωση του συναισθήματος ως προϊόν ενός ανώτερου πολιτισμού. Μερικοί εξαιτίας ιδιοσυγκρασίας και οικογενειακής εκπαίδευσης θέλουν να επιμένουν στη λογική και να καταπιέζουν το συναίσθημα. Μετά από κάποιο σοβαρό τραύμα ο ασθενής το διηγείται αποστασιοποιημένα και ψυχρά σαν να μην τον αφορά. Η μόνωση του συναισθήματος αποτελεί την πιο πρωτόγονη « διανοητική » άμυνα και το βασικό στοιχείο των ψυχολογικών μηχανισμών όπως η διανοητικοποίηση, η εκλογίκευση και η ηθικοποίηση. Το κοινό χαρακτηριστικό των παραπάνω αμυντικών μηχανισμών είναι η απώθηση στο ασυνείδητο των προσωπικών συναισθημματικών επιπτώσεων της κάθε κατάστασης. Τα παραπάνω υποδηλώνουν τον ψυχαναγκαστικό χαρακτήρα. Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα30.

Διανοητικοποίηση:

Πρόκειται για μια πιο εξελιγμένη παραλλαγή της μόνωσης του συναισθήματος από τη νόηση. Χρειάζεται κάποιο ισχυρό Εγώ. Δεν λέει πως δεν έχει

30 Ο.π. σ. 275, παραγρ 1.

31

συναισθήματα, αλλά με ανέμελο τρόπο « Όπως είναι φυσικό λοιπόν έχω θυμώσει γι’ αυτό ». Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα.

Εκλογίκευση: Πρόκειται για εκλογικευμένες δικαιολογίες όταν αποτυγχάνουμε στους στόχους μας ( Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια, η ακριβή και μεγάλη κατοικία, τελικά ήταν πολύ μεγάλο σπίτι για μένα ), ή όταν συμβεί κάτι κακό και προσπαθούμε νε πείσουμε τον εαυτό μας πως τελικά ήταν για καλό ( Ουδέν κακό αμειγές καλού, τουλάχιστον μάθαμε κάτι από αυτό ). Τα έξυπνα άτομα με αυτό τον τρόπο ( πολύ καλές εκλογικεύσεις ) περιορίζουν τη μνησικακία τους και πετυχαίνουν το καλλίτερο αποτέλεσμα να ξεπεράσουν μια δύσκολη κατάσταση. Ο γονιός που χτυπά το παιδί του εκλογικεύει την επιθετικότητα του για να νιώθει ο ίδιος καλά λέγοντας πως το κάνει για το καλό του. Το άτομο που κάνει συνεχώς δίαιτα εκλογικεύει τη ματαιοδοξία του λέγοντας πως το κάνει για την υγεία του. Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα31.

Ηθικοποίηση:

Συνδέεται με την εκλογίκευση. Εκεί γίνεται ασυνείδητα, ενώ στην ηθικοποίηση συνειδητά. Τοποθετεί την πράξη του στη σφαίρα του ηθικού καθήκοντος. Δεν λέει πως το πάθημά του τον έκανε απλά να μάθει, αλλά πως χαλύβδωσε το χαρακτήρα του. Αυτοδικαιώνεται. Αυτό είναι διασκεδαστικό ή ακαθόριστα δυσάρεστο. Αρνητικά χρησιμοποίησαν την ηθικοποίηση οι αποικιοκράτες με την προπαγάνδα για έναν ανώτερο πολιτισμό, ο Χίτλερ της δολοφονικές φαντασιώσεις του ως καθαρότητα της φυλής, η Ιερά εξέταση για να δικαιολογήσει την απληστία και την ανάγκη για παντοδυναμία. Η ηθικοποίηση αποτελεί και μια εξελιγμένη εκδοχή της διχοτόμησης ή ένα μεταγενέστερο στάδιο της διάκρισης καλού – κακού. Το Υπερεγώ είναι αυστηρό κα τιμωρητικό.

Αποτελεί κεντρικό μηχανισμό άμυνας σε μαζοχιστικές ( Ηθικός μαζοχισμός ) και ιδεοψυχαναγκαστικές προσωπικότητες. Όταν ο θεραπευτής επιχειρεί κατά πρόσωπο προσέγγιση των θεμάτων των ασθενών αυτών θεωρείται ανήθικος. « Πως θα αισθανόσουν, αν σου έλεγα ότι η συμπεριφορά αυτή εμποδίζει τη δημιουργία σχέσεων με το άλλο φύλλο ; » « Βαθιά ντροπιασμένος και πως μου κάνετε κριτική ». Έτσι ένας νευρωτικός ασθενής με ανελαστικό φάσμα χρήσης μιας αμυντικής στρατηγικής γίνεται το ίδιο δύσκολος μ’ ένα ψυχωτικό. Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα.

31 Ο.π. σ. 279, παραγρ 1.

32

Γνωστική απόσπαση: Η Γνωστική απόσπαση είναι άλλη μια διανοητική άμυνα, η οποία σχετίζεται στενότερα με τις διεργασίες διάσχισης παρά με την εκλογίκευση και την ηθικοποίηση. Παρολαυτά η εκλογίκευση επιστρατεύεται συχνά για να τη στηρίξει. Ως άμυνα βρίσκεται πλησιέστερα στον πρωτόγονο πόλο του εξελικτικού συνεχούς. Προϋποθέτει την υιοθέτηση δύο αλληλοσυγκρουόμενων τάσεων, χωρίς να δημιουργεί συνειδητή σύγχυση ή άγχος ή ενοχή ή ντροπή. Το άτομο δεν αντιλαμβάνεται την ασυμβατότητα. Μερικοί θέλουν το μέτρο, παρολαυτά και την πρωτιά, την ανοικτή επικοινωνία και ταυτόχρονα δεν μιλούν σε κάποιον συγκεκριμένο άνθρωπο, η την αντίθεση προς τον ρατσισμό, αλλά γελά με ρατσιστικά αστεία. Πιο σοβαρές περιπτώσεις αυτές των ανθρωπιστών δημοσίως και κακοποιητών στο σπίτι, την καταδίκη της αμαρτίας, αλλά και τη συνεχή πτώση σ’ αυτή κλπ. Όταν υπάρχει συνειδητή ενοχή ή διάσχιση τότε δεν θεωρούμε πως έχουμε αυτή την άμυνα .Όταν ο θεραπευτής φέρει τον ασθενή μπροστά στο ασυμβίβαστο των απόψεών ή των πράξεων του τότε αυτό θα αμύνεται εκλογικεύοντας τις αντιθέσεις ( είναι φυσικό να αμαρτάνουμε κλπ ). Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα.

Ακύρωση:

Η ακύρωση αποτελεί τον φυσικό διάδοχο του παντοδύναμου ελέγχου. Ο ασθενής μέσω του παρατηρησιακού του εγώ βλέπει πως αυτό που κάνει είναι δεισιδαιμονία. Αποτελεί τον μαγικό τρόπο εξάλειψης μιας ντροπής ή ενοχής για κάτι. Ένας σύζυγος μαλώνει με τη σύζυγο. Για να εξιλεωθεί ασυνείδητα επιστρέφει μ’ ένα δώρο. Το παιδί περπατάει πάνω στους αρμούς των πλακών του πεζοδρομίου για να μην πεθάνει η μαμά ( ακύρωση των ασυνειδήτων επιθυμιών να πεθάνει η μαμά ), ανάβω κεριά για να πάνε όλα καλά ( τύψεις για τις αμαρτίες και τα λάθη μας ). Όταν εκφράζεται αρνητικά και συναντά μια κεντρική άμυνά μας ονομάζεται ψυχαναγκασμός ( αρνητικός / πότης, θετικός / ανθρωπιστής ). Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα32.

Στροφή της επιθετικότητας ενάντια στον εαυτό: Το αρνητικό συναίσθημα αντί να απευθύνεται σ’ ένα εξωτερικό πρόσωπο στρέφεται στον ίδιο τον εαυτό. Όταν ένα άτομο έχει επικριτική στάση απέναντι σ’ ένα πρόσωπο εξουσίας, από το οποίο εξαρτάται η ασφάλεια του και θεωρήσει πως αυτό δεν θα αντέξει την κριτική, τότε στρέφει την κριτική προς τον εαυτό του. Τέτοιο πρόσωπο μπορεί να είναι ένας ευερέθιστος γονέας. Αν γίνεις καλλίτερος τότε νομίζεις πως θα σ’ αγαπήσουν οι προβληματικοί γονείς σου. Έτσι σε κάθε αποτυχία τα βάζεις με τον εαυτό σου. Προσαρμοστικός ο χαρακτήρας της στρατηγικής αυτής για την

32 Ο.π. σ. 286, παραγρ 2.

33

παιδική φάση, όχι όμως για την ενήλικη ζωή. Αυτό το μηχανισμό τον χρησιμοποιούν υγιέστεροι άνθρωποι από αυτούς που χρησιμοποιούν την προβολή ή την άρνηση. Είναι δημοφιλής άμυνα σε καταθλιπτικούς και μαζοχιστικούς χαρακτήρες33.

Μετάθεση:

Το αρνητικό συναίσθημα αντί να απευθύνεται σ’ ένα εξωτερικό πρόσωπο στρέφεται σε κάποιο άλλο πρόσωπο επειδή η αρχική κατεύθυνση δημιουργεί για κάποιο λόγο άγχος. Ο κερατάς τα βάζει με το τρίτο πρόσωπο, όχι με την άπιστη συζύγο ( τριγωνοποίηση ) για να μην κινδυνεύσει άλλο η σχέση – Θεωρία Murray Bowen. Σεξουαλικά φετίχ: Η μεταφορά του σεξουαλικού πόθου από πρόσωπα σε αντικείμενα. Η υπερβολική ενασχόληση με το σκάλισμα της μύτης = φόβος ακρωτηριασμού του πέους ( Φρόιντ, Ο άνθρωπος με τους λύκους ). Φοβίες: Όταν ένα άτομο μεταθέτει το άγχος του από μια περιοχή σ’ ένα συγκεκριμένο αντικείμενο. Φόβος για τις αράχνες ( = φόβος εγκόλπωσης από τη μητέρα ), φόβος για τα μαχαίρια ( = φόβος διείσδυσης του πέους ). Το άτομο ονομάζεται φοβικό. Ο ρατσισμός, ο σεξισμός, ο ετεροσεξισμός κλπ. Ο ασθενής μεταθέτει τα αρνητικά συναισθήματα από τα σημαντικά πρώιμα αντικείμενα και τα εσωτερικά γνωρίσματα του εαυτού σε άλλους. Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα.

Αντιδραστικός σχηματισμός: Πρόκειται για περίεργο μηχανισμό που μετατρέπει κάτι στο αντίθετό του για να το κάνει λιγότερο απειλητικό ( αγάπη – μίσος, φθόνος – έλξη, περιφρόνηση – λαχτάρα). Εμφανίζεται ως μηχανισμός σε άτομα 3 – 4 ετών ( προσποιητή αγάπη για το νεογέννητο αδερφό, σφιχτές αγκαλιές, τραγούδια που ξεκουφαίνουν και τρομάζουν το μωρό, επιθετικά παιχνίδια με το μωρό ). Αποφεύγει έτσι να υποκύψει στο μίσος του γι’ αυτόν που τον παραγκώνισε. Καμία προδιάθεση δεν είναι αμιγής, όλα έχουν και το αντίθετό τους μέσα. Ασυναίσθητα βιώνονται και τα αντίθετα συναισθήματα. Ο θαυμασμός προς ένα φίλο μπορεί να γίνει άμιλλα και όχι στην απόρριψή του. Στην αρνητική του μορφή ο μηχανισμός αυτός χρησιμοποιείται από τους παρανοϊκούς που δηλώνουν πως μισούν τους πάντες ενώ λαχταρούν την επαφή και την εξάρτηση. Οι ιδεοψυχαναγκαστικοί πιστεύουν πως απέναντι στα πρόσωπα εξουσίας τρέφουν μόνο σεβασμό κι εκτίμηση, ενώ νιώθουν μνησικακία. Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα.

33 Ο.π. σ. 287, παραγρ 21.

34

Αντιστροφή: Η κατασκευή ενός σεναρίου για να αντιμετωπισθεί η ψυχολογική απειλή για τον οργανισμό και αλλάζει την θέση του υποκειμένου από υποκείμενο σε αντικείμενο ή το αντίστροφο. Τα καψόνια: η αντιστροφή από θύμα σε θύτης, αυτός που χρειάζεται φροντίδα δίνει φροντίδα, ο ασθενής να παριστάνει τον θεραπευτή στον θεραπευτή γιατί ήταν δύσκολο γι’ αυτόν, ο υιοθετημένος βοηθά τα υιοθετημένα ως εθελοντής κλπ. Το μηχανισμό αυτό δευτερογενής άμυνας τον χρησιμοποιούν τα υγιή ψυχικά άτομα.

Ταύτιση:

Ως μηχανισμός έχει ελάχιστα στοιχεία άμυνας. Κινητοποιείται για να αποφευχθεί το άγχος, το πένθος, η ντροπή κι άλλα δυσάρεστα συναισθήματα. Είναι μη αμυντική όταν ο άνθρωπος μιμείται κάποιο αξιοσέβαστο πρόσωπο ( η μαμά είναι καλή ), ενώ είναι αμυντική όταν προέρχεται από απειλή που εκπέμπει το πρόσωπο που μιμούμαστε κι έτσι θέλουμε να ενσωματώσουμε την δύναμή του ( η μαμά με τιμωρεί, αν γίνω τιμωρός θα είμαι δυνατός σαν αυτή, το Οιδιπόδειο – ταυτίζομαι με τον πατέρα μου, αφού δεν μπορώ να τον σκοτώσω κι όταν μεγαλώσω θα παντρευτώ κάποια σαν τη μητέρα μου – πρότυπο για την ταύτιση με τον επιτιθέμενο ). Ο θεραπευόμενος έχει την τάση να ταυτιστεί με τον θεραπευτή, αλλά δεν πρέπει να γίνονται καταχρήσεις.

Εκδραμάτιση: Με την εκδραμάτιση το ασυνείδητα αγχωμένο άτομο με απαγορευμένα συναισθήματα, επιθυμίες, φόβους κλπ. μετατρέπει την παθητική σε ενεργητική συμπεριφορά. Πρόκειται για συμπεριφορές που υιοθετούνται ασυνείδητα για να διώξουν τους φόβους μας: ηδονοβλεψία, σαδισμός, μαζοχισμός, διαστροφή, επιδειξιομανία, παρορμητικότητα, ψυχαναγκαστική συμπεριφορά, χειρισμός των άλλων, εξαρτήσεις.

Σεξουαλική επένδυση (Ενστικτοποίηση) : Κάποιο φόβο ή επιθυμία απαγορευμένη την μετατρέπουμε σε κάτι σεξουαλικό. Ο πόνος μπορεί να γίνει μαζοχισμός, ο φόβος του θανάτου υπερσεξουαλικότητα, η επιθετικότητα ανδρική σεξουαλικότητα, η εξάρτηση γυναικεία σεξουαλικότητα, η γνώση έρωτας προς τη δασκάλα, η βρωμιά βρώμικο σεξ, η δύναμη και το χρήμα πελάτης σε πόρνη, την αδυναμία σε έρωτα προς τον

35

ανώτερο, να μου φτιάχνει η μητέρα μου τα μαλλιά με το να μου χαϊδεύει ο σύντροφος τα μαλλιά, παιδική κακοποίηση σε κακοποίηση από τους συντρόφους κλπ34.

Μετουσίωση: Πρόκειται για υγιή και κοινωνικά αποδεκτή άμυνα που μετατρέπει βασικές ενορμήσεις ( πείνα, βία, αφόδευση, σεξ, δάγκωμα κλπ ) σε κάτι κοινωνικά αποδεκτό, π.χ επιθετικότητα σε αθλήματα. Προλαμβάνει τον αντιδραστικό σχηματισμό και μετατρέπει την ενόρμηση σε κάτι καλό κι όχι κάτι διαφορετικό.

Η ψυχανάλυση βοηθά τον άνθρωπο όχι να απαλλαγεί από τα βρεφικά του τμήματα που παραμένουν για πάντα ενεργά, αλλά να τα χειρίζεται καλλίτερα.

34 Ο.π. σ. 309, παραγρ 2.

36

Ομάδα Β:

Α. Εξελικτική Διάσταση της προσωπικότητας35: Α. Δοξαστάκη

Ο σκοπός της παρούσης ερευνητικής εργασίας ήταν η κατανόηση των εξελικτικών σταδίων της προσωπικότητας, όπως αυτά καθρεφτίζονται στην ένταση – διαταραχή των επιμέρους οργανώσεων προσωπικότητας.

Ερευνητικά ερωτήματα:

1. Τι εννοούμε με τους όρους νευρωτικό, μεταιχμιακό και ψυχωτικό στάδιο οργάνωσης της προσωπικότητας ;

2. Ποιά είναι τα χαρακτηριστικά τους ; 3. Ποιά είναι τα αίτια που τις διαμορφώνουν ; 4. Πως αντιμετωπίζονται από τους κλινικούς ψυχολόγους ;

Ο κάθετος άξονας δείχνει την ένταση κι ο οριζόντιος τους τύπους

προσωπικότητας που ενυπάρχουν μέσα μας. Μόνο οι πρωτογενείς μηχανισμοί άμυνας συναντώνται στο μεταιχμιακό και στον ψυχωτικό τύπο οργάνωσης των προσωπικοτήτων. Οι δευτερογενείς και οι πρωτογενείς μηχανισμοί άμυνας συναντώνται στον φυσιολογικό και στο νευρωτικό τύπο οργάνωσης των προσωπικοτήτων. Έτσι φτιάχνεται το ψυχολογικό μας προφίλ36.

Τυπολογική Διάσταση:

Εξελικτική Διάσταση:

Αντικοινω νική

Ναρκισσι στική

Σχιζο ειδής

Παρά νοϊκή

Καταθλι πτική

Μαζο χιστική

Ιδεοψυ χαναγκαστική

Υστε ρική

Διασχι στική

Άλλη

Νευρωτικό προς Υγειές επίπεδο: Απαρτίωση ταυτότητας ( Mahler ) και σταθερότητα αντικειμένου Οιδιπόδειο κατά Freud Πρωτοβουλία έναντι ενοχής κατά Erikson.

35 Βλ. κεφ. 3 στο Mc Williams, 2000. 36 Ο.π, σ. 217. Πρόκειται για βασικό βιβλίο ψυχαναλυτικής διάγνωσης.

37

Μεταιχμιακό επίπεδο: Αποχωρισμός – εξατομίκευση ( Mahler ) Πρωκτικό κατά Freud Αυτονομία έναντι ντροπής και αμφιβολίας κατά Erikson.

Ψυχωτικό επίπεδο: Συμβίωση ( Mahler ) Στοματικό στάδιο κατά Freud. Βασική εμπιστοσύνης έναντι δυσπιστίας κατά Erikson.

Εξελικτικά στάδια οργάνωσης του χαρακτήρα37:

Θ’ ασχοληθούμε με: o Τη δομή του χαρακτήρα ( καθήλωση σ’ ένα από τα τρία επίπεδα της

ψυχολογικής ανάπτυξης: στοματικό, πρωκτικό, φαλλικό ). o Το εξελικτικό στάδιο: βαθμός εξατομίκευσης ή παθολογίας (

φυσιολογικό, νευρωτικό, μεταιχμιακό, ψυχωτικό ) o Τις άμυνες που κυριαρχούν σ’ αυτό και καθορίζουν τον τύπο του

χαρακτήρα: παρανοϊκός, καταθλιπτικός, σχιζοειδής κλπ. Πολλοί απλοί άνθρωποι λένε πως στον κόσμο υπάρχουν οι τρελοί και οι μη

τρελοί. Στην ψυχανάλυση εξετάζουμε το πόσο τρελός είναι κάποιος ( εξελικτικό στάδιο ) και τι είδους τρέλα κουβαλάς ( τυπολογία χαρακτήρα ).

Από τις Φροϋδικές αρχές ( θεωρία των ενορμήσεων ), όσο κι αν αμφισβητήθηκαν σίγουρα ισχύουν τρία πράγματα:

Οι τρέχουσες ψυχολογικές δυσκολίες ενός ατόμου πηγάζουν από τη βρεφική του ηλικία ( όλη η προσχολική ηλικία κατά το Φρόιντ ).

Ο τρόπος με τον οποίο αφομοιώνουμε την εμπειρία επηρεάζεται από τις αλληλεπιδράσεις των πρώτων χρόνων της ζωής.

Ο προσδιορισμός του εξελικτικού σταδίου ενός ατόμου μας βοηθά να το κατανοήσουμε.

Μπορεί να έχει ταυτιστεί το νευρωτικό με το Οιδιπόδειο στάδιο, το μεταιχμιακό με το πρωκτικό στάδιο και το ψυχωτικό επίπεδο με το στοματικό

37 Βλ. κεφ. 3 στο Mc Williams, 2000.

38

στάδιο, αλλά και οι τύποι οργάνωσης της προσωπικότητας σε όλα τα στάδια έχουν στοματικά ( καταθλιπτικοί ), πρωκτικά ( ψυχαναγκαστικοί ) και Οιδιπόδεια ζητήματα.

Τα εξελικτικά στάδια ( βαθμό παθολογίας ) άλλοι τα συσχέτισαν με την οργάνωση του Εγώ και τη διαφοροποίηση εαυτού - άλλου.

Το DSM – χαρακτηριολογία δεν περιέχει στοιχεία βαθμού παθολογίας.

Ιστορικό πλαίσιο: διαγνωστικό επίπεδο της παθολογίας του χαρακτήρα:

Τον 19ο αιώνα χώριζαν τον κόσμο σε φυσιολογικούς ( όσοι είχαν δομή προσωπικότητας που ταίριαζε με τους περισσοτέρους ) και παράφρονες ( όσοι δεν ταίριαζαν: ψευδαισθήσεις, παραλληρητικές ιδέες, διαταραχές σκέψεις, ηθική παραφροσύνη { αντικοινωνική διαταραχή } ).

Ιδεοληπτικοί, ψυχαναγκαστικοί, φοβικοί, υστερικοί κλπ θεωρούνταν πως βρίσκονταν λίγο πριν την ολοκληρωτική τρέλα.

Η διάγνωση σύμφωνα με τον Kraepelin: Οι νευρώσεις σε αντίθεση με τις ψυχώσεις:

Ο Emil Kraepelin ( 1856 - 1926 ) είναι ο πρωτεργάτης της σημερινής διαγνωστικής ταξινόμησης.

Παρατήρησε σύνδρομα με κοινά χαρακτηριστικά και ενδογενή ( ανίατα / σχιζοφρένεια ) ή εξωγενή αίτια ( ιάσιμα / μανιοκατάθλιψη ).

Ο Φρόυντ προχώρησε τις θεωρίες του Emil Kraepelin. Στο τέλος της καριέρας του ο Φρόιντ άρχισε να διακρίνει τον χαρακτήρα ( πχ ψυχαναγκαστικό ) από την εκδήλωση μιας συμπεριφοράς για μια ορισμένη περίοδο ( ψυχαναγκαστική ).

Αυτό προχώρησε πολύ αργότερα (Eissler, 1953, Horner, 1990 ): Ιδεοληπτικός νευρωτικού, μεταιχμιακού, ψυχωτικού τύπου .

Πριν από την ανακάλυψη του μεταιχμιακού βαθμού στα μέσα του 20ου αι. διέκριναν το νευρωτικό ( εκτίμηση της πραγματικότητας, απαρτιωμένο Εγώ, δυνατές άμυνες κυριαρχία του Εγώ, άλυτα κάποια θέματα μόνο ) και το ψυχωτικό ( με εκτίμηση της πραγματικότητας, αδύναμο Εγώ με αδύναμες άμυνες, κατακλύζεται από το πρωτόγονο υλικό του Εκείνο ).

Στόχος στους νευρωτικούς η εξασθένηση των αμυνών και η επαφή με το Εκείνο και θετικές δραστηριότητες.

Στόχος στους ψυχωτικούς ενίσχυση των αμυνών και επαφή με το Εγώ και δοκιμή της πραγματικότητας.

39

Οι διαγνωστικές κατηγορίες της ψυχολογίας του Εγώ: Νεύρωση συμπτωμάτων, νευρώσεις του χαρακτήρα και ψύχωση:

Διαχωρισμός σε Νεύρωση συμπτωμάτων ( μεμονωμένη νεύρωση / νεύρωση DSM ), νευρώσεις του χαρακτήρα ( διαποτισμένος από νευρωτικά πρότυπα / διαταραχή προσωπικότητας DSM ) ( W. Reich, 1933 ).

Πότε άρχισαν τα προβλήματα; Από πάντα ή κάποια στιγμή; Άγχος στα νευρωτικά συμπτώματα ή αυξανόμενη επιδείνωση της σύνολης συναισθηματικής κατάστασης του ατόμου; Ήρθε μόνος του ή τον έφεραν;

Αν ισχύουν οι πρώτες απαντήσεις σε κάθε ερώτηση είναι νευρωτικός στα συμπτώματα ( Εγώ - συντονικός ), αν οι δεύτερες έχει νεύρωση στον χαρακτήρα ( Εγώ - δυστονικός ).

Κάποιες διαταραχές του χαρακτήρα ( αντικοινωνική και σοβαρή ναρκισσιστική παθολογία ) θεωρήθηκαν τόσο δύσκολες που θεωρήθηκαν ψύχωση.

Το σχήμα που έχουμε μέχρι τότε είναι νεύρωση – διαταραχή προσωπικότητας – ψύχωση.

Διάγνωση των σχέσεων με το αντικείμενο: ψυχοπαθολογία της μεταιχμιακής διαταραχής της προσωπικότητας:

Από τα τέλη του 19ου αι. είχαν παρατηρήσει ορισμένοι ψυχίατροι πως ορισμένοι ασθενείς βρίσκοντας σε οριακή κατάσταση μεταξύ νεύρωσης και ψύχωσης.

Αυτοί δεν είχαν παραλήρημα η ψευδαισθήσεις, όπως οι ψυχωτικοί. Χαρακτηρίζονταν από έλλειψη σταθερότητας και προβλεψιμότητας, όπως οι νευρωτικοί, αλλά ήταν πολύ πιο δυστυχισμένοι από αυτούς.

Στα μέσα του ’50 αυτοί ονομάστηκαν οριακοί ή μεταιχμιακοί. Κακώς το DSM III ( 1980 ) τους έχει ως τύπο – διαταραχής προσωπικότητας,

αποτελούν επίπεδο εξέλιξης. Οι μεταιχμιακοί έχουν προβλήματα συμβιωτικού περιεχομένου,

προσκόλλησης – αποχωρισμού, εσωτερικευμένα αντικείμενα κλπ ( Αντικειμενοτροπες σχέσεις ).

Καθήλωση: o Οι νευρωτικοί καθηλώθηκαν σε Οιδιπόδεια φάση. o Οι μεταιχμιακοί καθηλώθηκαν σε επίπεδο δυαδικό συγχώνευσης –

απομόνωσης. o Οι ψυχωτικοί καθηλώθηκαν σε επίπεδο απόλυτης συγχώνευσης (

πρώϊμη συμβιωτική φάση ). Η αιμομιξία παίζει μεγάλο ρόλο στη μεταιχμιακότητα ( Wolf & Alert, 1991 ). Ο κλινικός πρέπει να αποφασίσει ποιος είναι ο στόχος, δηλ. σε ποιο τύπο

προσωπικότητας και ποιανού βαθμού θα επικεντρωθεί γιατί αυτός κυριαρχεί στην προσωπικότητα.

40

Ψυχοπαθολογία κατά Λακάν:

Η ψυχιατρική και η ψυχολογία δέχονται, επηρεασμένες πλέον από την ψυχανάλυση, ότι η παθολογία και η φυσιολογία ενός ατόμου, δομούνται κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού. Για την ψυχανάλυση, το οιδιπόδειο σύμπλεγμα είναι ο θεμέλιος λίθος όπου το παιδί βάζοντας τον, θα γλιτώσει από την ψύχωση.

Σύμφωνα με τον Lacan, τρεις είναι οι μεγάλες κατηγορίες ψυχικών δομών. Η ψυχωσική δομή, η διαστροφική ( εννοεί τη μεταιχμιακή ) και η νευρωσική. Αυτές οι « κλινικές δομές » δηλαδή διαγνωστικές κατηγορίες, δεν διαφοροποιούνται βάση των συμπτωμάτων όπως στην κλασική ψυχιατρική αλλά βάση των διαφορετικών θέσεων που καταλαμβάνει το υποκείμενο απέναντι στην « επιθυμία » ή την « απόλαυση » 38.

Επιμέρους διαστάσεις ενός νευρωτικού - μεταιχμιακού - ψυχωτικού φάσματος39:

Για να χωρίσουμε τα τρία στάδια του παραπάνω φάσματος εξετάζουμε συγκεκριμένες περιοχές:

o Οι προτιμώμενες άμυνες o Το επίπεδο απαρτίωσης της ταυτότητας o Η επάρκεια στη λειτουργία της δοκιμασίας της πραγματικότητας o Η ύπαρξη ενός αυτοπαρατηρησιακού Εγώ ως προς την παθολογία. o Η φύση της πρωταρχικής σύγκρουσης του ατόμου o Η δυνατότητα ανάπτυξης μεταβιβαστικών και αντιμεταβιβαστικών

αντιδράσεων καθώς ο ασθενής ενημερώνεται για την κατάστασή του. o Στο κεφ. 4 θα ασχοληθούμε με τις κλινκές επιπτώσεις της διάγνωσης

του εξελικτικού σταδίου ως προς την τεχνική της ψυχανάλυσης.

38 Κυβέλου, 2010. 39 Βλ. κεφ. 3 στο Mc Williams, 2000.

41

Νευρωτική οργάνωση του χαρακτήρα40:

40 Ο.π.

42

Ορισμός41:

Με τον όρο νεύρωση εννοείται εκείνη η διαταραχή συμπεριφοράς σύμφωνα με την οποία το άτομο αδυνατεί ενίοτε να αντιμετωπίσει άγχος και τις ενδοψυχικές συγκρούσεις του. Κεντρική θέση στην ψυχοπαθολογία των νευρώσεων κατέχουν οι ενοχές και το Υπερεγώ του ατόμου. Τον ασθενή βασανίζουν νοητικές συγκρούσεις μεταξύ του εγώ (περιλαμβάνεται ο ηθικός κώδικας τους ασθενούς) και ασυνείδητων ιδεών. Ο όρος εισήχθη για πρώτη φορά το 1789 από τον ιατρό William Cullen. Η πρώτη συστηματική έρευνα πάνω στις νευρώσεις έγινε από τους Σίγκμουντ Φρόυντ και Καρλ Γιουνγκ στις αρχές του εικοστού αιώνα. Το άτομο που υπόκειται σε συμπτώματα νεύρωσης παρουσιάζει συνήθως φοβία, ψυχαναγκασμό και αγχωτικά επεισόδια.

Η δυναμική και οικονομική συνεισφορά δύο όρων είναι πηγή νεύρωσης: προδιάθεση από καθήλωση του λίμπιντο - σεξουαλική δομή του ανθρώπου + Τυχαίες τραυματικές εμπειρίες ( όπου οι παιδικές εμπειρίες έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα )

Βασική διαφορά με ψυχώσεις κατά Λακάν:

Οι νευρώσεις δεν αποδιοργανώνουν την προσωπικότητα, ούτε αποκόπτουν την επικοινωνία της με την πραγματικότητα και δεν συνοδεύονται από ψευδαισθήσεις, χαρακτηριστικά που τις διαχωρίζουν απ’ τις ψυχώσεις. Στη νεύρωση ο ασθενής έχει πλήρη επίγνωση της πραγματικότητας, στη ψύχωση είναι απαραίτητα τα ψυχιατρικά φάρμακα42.

Χαρακτηριστικά43:

Στην εποχή του Φρόιντ νευρωτικός ήταν όποιος δεν ήταν ψυχωτικός, κι όποιος δεν είχε οργανικό πρόβλημα όπως η σχιζοφρένεια.

Σήμερα θεωρείται ο κάθε ασθενής στα όρια του φυσιολογικού. Αποτελούν τους πιο εύκολους κι ευχάριστους ασθενείς των θεραπευτών. Έχουν υψηλό λειτουργικό επίπεδο παρά το ψυχικό κόστος σε ορισμένες

πλευρές της ζωής τους. Χρησιμοποιούν ως επί το πλείστον τις πιο ώριμες δευτερογενείς άμυνες. Χρησιμοποιούν και πρωτόγονες άμυνες κυρίως κάτω από πίεση κι όχι

στην καθημερινότητά τους. Χρησιμοποιούν πιο συχνά την απώθηση, παρά την άρνηση, τη

διχοτόμηση, την προβλητική ταύτιση και άλλους πιο αρχαϊκούς αμυντικούς μηχανισμούς.

41 Ορισμός κατά Λακάν. 42 Κυβέλου, 2010. 43 Βλ. κεφ. 3 στο Mc Williams, 2000.

43

Η έκφραση ενσυναίσθησης από τους γονείς στα πρώτα χρόνια της ζωής των νευρωτικών τους κάνει να νιώθουν πρωτόγονα συναισθήματα και να μην καταφεύγουν σε βρεφικούς τρόπους για την αντιμετώπιση των συναισθημάτων ( Myerson, 1991 ).

Οι οδυνηρές εμπειρίες των συναισθημάτων σιγά – σιγά απωθούνται κι έτσι λησμονούνται, χωρίς να αναβιωθούν κι επεξεργαστούν μέσω της άρνησης, της διχοτόμησης ή της προβολής ( Myerson, 1991 ).

Αυτές οι άμυνες μπορεί να εμφανιστούν κατά τη θεραπεία καθώς ο θεραπευτής ασχολείται με τη νεύρωση του ασθενούς. Αυτό γίνεται σε ασφαλές περιβάλλον ( Myerson, 1991 ).

Άτομα με πιο υγιή οργάνωση του χαρακτήρα παρουσιάζουν επίσης μια καλλίτερα απαρτιωμένη αίσθηση της ταυτότητας τους ( Erikson, 1968 ).

Η συμπεριφορά τους διακρίνεται από συνέπεια και ο τρόπος που βιώνουν υποκειμενικά τον εαυτό τους χαρακτηρίζεται από συνέχεια μέσα στον χρόνο. 140 P2. Δεν προβαίνουν σε ψευδαισθητικές και παραληρητικές διαστρεβλώσεις της εμπειρίας, εκτός κι αν βρίσκονται υπό την επήρεια ναρκωτικών ή σωματικά συμπτώματα μετατραυματικού στρες ( flashbacks ).

Λίγο πολύ νευρωτικός ασθενής και θεραπευτής ζουν στον ίδιο κόσμο. Ο νευρωτικός ασθενής βλέπει το πρόβλημά του ως κάτι δυστονικό προς

το Εγώ του. Ακόμη κι αν βιώνεται ως συντονικό εύκολα μετατρέπεται σε δυστονικό προς το Εγώ.

Εύκολα στην θεραπεία επιδεικνύουν σχετικά γρήγορα τη « θεραπευτική διχοτόμηση » ανάμεσα σ’ αυτό που παρατηρεί και σ’ αυτό που βιώνει ( Sterba 1934 ).

Ο νευρωτικός ασθενής υποψιάζεται έστω και λίγο πως το πρόβλημα προέρχεται από μέσα του. Οι παρανοϊκοί νευρωτικοί καταλαβαίνουν πως δεν είναι σίγουρο πως οι άλλοι τους καταδιώκουν. Οι ψυχαναγκαστικοί νευρωτικοί παραπονιούνται για τις καθημερινές τελετουργίες, αλλά αισθάνονται άγχος αν τις εγκαταλείψουν44, ενώ οι μεταιχμιακοί – ψυχωτικοί τις πιστεύουν τις τελετουργίες ή τις εκλογικεύουν και κάνουν χρόνια να τις παραδεχτούν.

Οι νευρωτικοί έχουν περάσει με επιτυχία τα δυο πρώτα στάδια ανάπτυξης κατά Ericson ( της βασικής εμπιστοσύνης και της βασικής αυτονομίας ) και ως ένα σημείο το τρίτο στάδιο ( της δόμησης της αίσθησης της ταυτότητας και η ανάληψη πρωτοβουλίας ).

Το πρόβλημά τους δεν είναι η αρχική τους ασφάλεια, όπως στους μεταιχμιακούς – ψυχωτικούς, αλλά οι εσωτερικές τους συγκρούσεις ( αυτό που θέλουν και τα εμπόδια που αυτοί κατασκευάζουν, όπως υποψιάζονται ).

Στόχος για το νευρωτικό ασθενή η χαλάρωση και η απόλαυση της ικανότητας να μένουν μόνοι.

44 Ο.π. σ. 142, παραγρ 2.

44

Η αντιμεταβίβαση του θεραπευτή αρνητική ή θετική δεν είναι ισχυρή, ούτε θέλει να τον σκοτώσει ούτε να τον σώσει.

Κλινικές επιπτώσεις45:

Ψυχαναλυτική θεραπεία:

Η θεραπεία τους είναι πιο εύκολη. Οι νευρωτικοί έχουν περάσει με επιτυχία τα δυο πρώτα στάδια ανάπτυξης κατά Ericson ( της βασικής εμπιστοσύνης και της βασικής αυτονομίας ) και ως ένα σημείο το τρίτο στάδιο ( της δόμησης της αίσθησης της ταυτότητας και η ανάληψη πρωτοβουλίας ). Στόχος η απόσυρση των ασυνείδητων εμποδίων έτσι ώστε να ευχαριστηθούν το παιχνίδι, τον έρωτα και την εργασία.

Παραδοσιακοί τρόποι θεραπείας με τους πιο υγιείς ασθενείς: Ο κλινικός και το παρατηρησιακό Εγώ του ασθενούς συμμαχούν για την αποκάλυψη των έως τότε ασυνείδητων αμυντικών διεργασιών, συναισθημάτων, φαντασιώσεων, πεποιθήσεων, συγκρούσεων και στόχων.

Η κλασσική ψυχανάλυση ( 3-4 φορές την εβδομάδα ). Πρόσωπο με πρόσωπο συνάντηση. Περιορισμός της συναισθηματικής παλινδρόμησης και της μεταβιβαστικής νεύρωσης. Καθοδήγηση στην θεματολογία.

Η εντατική ψυχανάλυση ( 2 φορές την εβδομάδα ιδιαίτερα γι’ αυτούς που είναι στα πρώτα χρόνια της ενηλικίωσης για να προλάβουν να απολαύσουν τα οφέλη της ψυχανάλυσης ) βοηθά στην κατανόηση της προσωπικότητας και τη μεγαλύτερη δυνατή ανάπτυξη και αλλαγή.

Άλλες προσεγγίσεις με υγιέστερους ασθενείς:

Βραχεία ψυχανάλυση. Ο θεραπευτής επιτίθεται σε μια περιοχή σύγκρουσης στον ασθενή. Αυτό κεντρίζει το ενδιαφέρον στους νευρωτικούς και αποτελεί κάτι συγκλονιστικό για τους μεταιχμιακούς – ψυχωτικούς.

Αναλυτικού τύπου ομαδική θεραπεία για τους πιο λειτουργικούς.

45 Βλ. κεφ. 4 στο Mc Williams, 2000.

45

Β. Μεταιχμιακή οργάνωση του χαρακτήρα46:47

Ε. Ζαμπέλη.

46 Βλ. κεφ. 3 στο Mc Williams, 2000. Στο κείμενο έχουν ενσωματωθεί από τη μαθήτρια και πληροφορίες από συνέντευξη με διαγνωσμένο μεταιχμιακό ασθενή και από κλινικό ψυχολόγο – ψυχίατρο. Για τη Γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία βλ. Σίμος, 2010, κεφ. 9. 47 Ο.π. Για τη Γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία βλ. Σίμος, 2010, κεφ. 1.

46

Χαρακτηριστικά:

Παλινδρόμηση – αρχαϊκές άμυνες [ υποτίμηση ( καταβαράθρωση ), άρνηση, προβλητική ταύτιση, διχοτόμηση ]. Οι Μεταιχμιακοί κι οι ψυχωτικοί υιοθετούν υπέρμετρα πρωτόγονους μηχανισμούς άμυνας σε αντίθεση με τους νευρωτικούς.

Δύσκολο να διακριθούν από τους ψυχωτικούς ασθενείς. Οι μεταιχμιακοί ανταποκρίνονται για λίγο καιρό στην ερμηνεία των μηχανισμών από τον θεραπευτή, ενώ οι ψυχωτικοί τρομάζουν εντελώς. Υποτίμηση: Θεραπευτής: πιστεύω ότι θα ένιωθες νικημένος αν δεν μου πρόσαπτες τα παραπάνω και δεν με υποτιμούσες. Ξέρεις, όμως πως με χρειάζεσαι. Ο μεταιχμιακός εν μέρει θα το δεχόταν, ο ψυχωτικός θα το αντιμετώπιζε με τρόμο.

Μεταιχμιακοί και ψυχωτικοί δεν μπορούν να περιγράψουν τον εαυτό τους ή σημαντικά γι’ αυτούς πρόσωπα με συνέχεια και συνέπεια48.

Οι Μεταιχμιακοί δεν αντιλαμβάνονται το ενδιαφέρον του θεραπευτή για την πολυπλοκότητα της προσωπικότητάς τους.

Οι Μεταιχμιακοί αντιδρούν με εχθρότητα σ’ αυτούς που αμφισβητούν την απαρτιότητα της προσωπικότητάς τους. Δυσκολεύονται στα ερωτηματολόγια προσωπικότητας. Δεν έχουν όμως τον τρόμο που παρουσιάζει ένας ψυχωτικός σχιζοφρενής, Οι ψυχωτικοί δεν αντιδρούν με

48 Ο.π. σ. 154, παραγρ 3.

47

εχθρότητα προς τις ερωτήσεις ταυτότητας όπως οι μεταιχμιακοί, αλλά με ανησυχία.

Οι Μεταιχμιακοί αν έχουν περίεργη εμφάνιση το κατανοούν ως ένα βαθμό πως σε κάποιους μπορεί να φαίνονται περίεργοι, ενώ οι ψυχωτικοί το αγνοούν και τρομάζουν ( η αίσθηση πως δεν τον καταλαβαίνουν του δημιουργεί μεγάλη σύγχυση ) 49.

Τα συμπτώματα των μεταιχμιακών είναι ασθένειες από στρες, διαταραχή πανικού, ζητούν ανακούφιση από την κριτική των άλλων, δεν ανέχονται την αμφιθυμία και το διφορούμενο κλίμα, θέλουν άμεση ευχαρίστηση κλπ.

Βιώνουν τις παρεμβάσεις του θεραπευτή ως επιθετικές. Δεν διαθέτουν παρατηρησιακό Εγώ. Ξέρουν μόνο πως κάποια πλευρά του

Εγώ τους δέχεται έντονη κριτική. Είναι πιο δύσκολη η θεραπευτική συμμαχία απ’ ότι με τους νευρωτικούς

ασθενείς. Στόχος του θεραπευτή η αντιμετώπιση των συναισθηματικών καταιγίδων

του μεταιχμιακού ασθενή. Η θεραπεία κρατά περίπου 2 έτη. Οι μεταιχμιακοί ασθενείς όταν αισθάνονται εγγύτητα προς ένα πρόσωπο

πανικοβάλλονται ( φόβος εγκόλπωσης και απολύτου ελέγχου ), όταν αισθάνονται μόνοι βιώνουν μια δραματική εγκατάλειψη. Ούτε μέσα ούτε έξω από τις σχέσεις, ακόμη και την θεραπευτική. Αυτό είναι η παγίδα τους. Αναζητούν βοήθεια και ταυτόχρονα την απορρίπτουν.

Η συγκρουσιακή ζωή τους είναι κουραστική και για τους ίδιους και για τους άλλους και συχνά καταρρέουν.

Βιώνουν την δυσκολία αποχωρισμού – εξατομίκευσης. Ασκούν ισχυρή μεταβίβαση και αντιστέκονται στις ψυχολογικές ερμηνείες.

Κάνουν πως συμφωνούν, αλλά δεν τις πιστεύουν. Εξιδανικεύουν και καταβαραθρώνουν τους ψυχαναλυτές τους. Ο θεραπευτής νιώθει την αντιμεταβίβαση να σώσει το μικρό πληγωμένο

παιδί στον μεταιχμιακό ασθενή ( συμπάθεια ) ή να φανεί σκληρός απέναντι σ’ αυτόν τον « χειριστικό » προσκολλητικό ασθενή. Και οι δυο αντιδράσεις του θεραπευτή είναι λανθασμένες. Δεν πρέπει οι μεταιχμιακοί να θεωρούνται χειριστικοί σαν τους ψυχοπαθητικούς ασθενείς γιατί δεν έχουν δόλο, αλλά ανάγκη για ανθρώπινη ζεστασιά.

Είδη:

Καταθλιπτικός με Μεταιχμιακή οργάνωση της προσωπικότητας Ναρκισσιστής με Μεταιχμιακή οργάνωση της προσωπικότητας Παρανοϊκός με Μεταιχμιακή οργάνωση της προσωπικότητας

49 Ο.π. σ. 157, παραγρ 2.

48

Κλινικές επιπτώσεις50:

Ψυχαναλυτική θεραπεία:

Εκφραστική τεχνική: Ο ασθενής ενθαρρύνεται να εκφραστεί. Ο θεραπευτής θα τον βοηθήσει να αντιληφθεί το νόημά τους.

Εκφραστική τεχνική: η διαφύλαξη των ορίων: Οι μεταιχμιακοί εμπιστεύονται τον θεραπευτή περισσότερο από τους ψυχωτικούς. Δεν διαθέτουν παρατηρησιακό Εγώ κι έτσι δεν ξέρουν τα όρια. Σε σχέση με τον ψυχαναλυτή ταλαντεύεται μεταξύ της συμβιωτικής προσκόλλησης ( κίνδυνος εγκόλπωσης ) και της εχθρικής απομάκρυνσης ( κίνδυνος εγκατάλειψης ) προκαλώντας σύγχυση στον εαυτό του και στους άλλους51. Η θεραπεία πρέπει να γίνεται πρόσωπο με πρόσωπο. Είναι δύσκολο να διακρίνεις πότε δουλεύει η θεραπευτική συμμαχία και πότε θα βάλεις τους στόχους ως θεραπευτής γιατί οι μεταιχμιακοί έχουν παλινδρομήσεις. Ως θεραπευτής μπορεί να νιώσεις αποτυχημένος. Υπάρχουν εντάσεις στην θεραπευτική σχέση, ακόμη και απόπειρες αυτοκτονίας. Τότε αυξάνει ο θεραπευτής τις συνεδρίες σε 3 την εβδομάδα, όπως στην κλασσική ψυχανάλυση.

Εκφραστική τεχνική: λεκτική έκφραση αντιθετικών συναισθηματικών καταστάσεων: Ο θεραπευτής πρέπει να είναι προσεκτικός στην διατύπωση των ερμηνειών του γιατί οι μεταιχμιακοί είναι άκαμπτοι στις απόψεις τους. Δεν είναι απαρτιωμένο το Εγώ τους, ώστε να αντέχουν την αμφιθυμία ή την ασάφεια. Γι’ αυτό οι μεταιχμιακοί είναι των άκρων52. Ο θεραπευτής δεν λέει κοφτά ξεκάθαρα « Θέλεις να σκοτώσεις την τάδε », όπως θα έλεγε στο νευρωτικό ασθενή, αλλά « Βλέπω πόσο σημαντική είναι η τάδε για σένα. Μήπως μέσα σου υπάρχει κι ένα κρυμμένο κομμάτι που θα ήθελε να σκοτώσει την τάδε ; »

Εκφραστική τεχνική: ερμηνεία πρωτόγονων αμυνών: όπως αυτές εντοπίζονται στη σχέση με τον θεραπευτή. Οι άμυνες του μεταιχμιακού είναι απόλυτες κι αλλάζουν ανάλογα με την εναλλασσόμενη εικόνα που έχει για το Εγώ του και τους άλλους. Εξάλλου κι ο ίδιος αισθάνεται διαφορετικός σε σχέση με τον εαυτό του και τους άλλους53. Δεν είναι χρήσιμο από τη μεριά του θεραπευτή να συνδέει τη μεταβιβαστική αντίδραση του ασθενή με συναισθήματα του για κάποιο σημαντικό πρόσωπο στο παρελθόν του ( γενετική ερμηνεία: αισθάνεσαι νευριασμένος απέναντι μου γιατί είσαστε νευριασμένος με τη μητέρα σας ). Αυτό πιάνει στους νευρωτικούς. Ο μεταιχμιακός θα πει « και λοιπόν », « φυσικό είναι », « Πως θα με βοηθήσει αυτό που λες ; », « Τώρα μιλάς σαν τους τρελογιατρούς στην τηλεόραση », «

50 Βλ. κεφ. 4 στο Mc Williams, 2000. 51 Ο.π. σ. 195, παραγρ 2. 52 Ο.π. σ. 299, παραγρ 1. 53 Ο.π. σ. 201, παραγρ 2.

49

Πότε θα στρωθείς στη δουλειά και θα με βοηθήσεις ; », « Σωστά. Πως θα γίνει να την αλλάξεις ; ». Ο θεραπευτής που αρέσκεται στις γενετικές ερμηνείες θα νιώσει άοπλος σε τέτοιες αντιδράσεις. Ο μεταιχμιακός ασθενής προσπαθεί να ξεφορτωθεί τον κακό του εαυτό και τον αποδίδει στην κριτική του θεραπευτή – προβλητική ταύτιση ( κι όχι η μετάθεση ή η προβολή που χρησιμοποιούν οι νευρωτικοί. Διαφέρει κι από τους ψυχωτικούς που όταν κάνουν μια προβολή είναι εκτός πραγματικότητας ). Παρά την προβολή ο ασθενής διατηρεί ακόμη κάποια κακία ή θυμό. Ο μεταιχμιακός ασθενής όταν κάνει προβολή δεν μπορεί να απαλλαγή από το συναίσθημα το οποίο προβάλουν. Δεν βιώνουν τη διαφοροποίηση ανάμεσα στο Εγώ που παρατηρεί και στο Εγώ που βιώνει. Εξακολουθούν να αισθάνονται ότι προβάλουν προσπαθώντας να το εναρμονίσουν με την πραγματικότητα για να μην τρελαθούν. Γι’ αυτό ο μεταιχμιακός ασθενής ασκεί ισχυρή μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση στον θεραπευτή καθιστώντας τον εχθρικό ή συμπονετικό ( λάθος και τα δυο ). Η σωστή στρατηγική του θεραπευτή « Φαίνεται να πιστεύεις πως είσαι κακός. Νιώθεις θυμωμένος μ’ αυτό και χειρίζεσαι τον θυμό σου λέγοντας ότι είμαι εγώ κακός και πως ο δικός μου θυμός προκαλεί τον δικό σου . Είσαι σε θέση να φανταστείς ότι εμείς οι δυο θα αποτελούσαμε ένα συνδυασμό καλού – κακού, χωρίς να είναι κάτι τρομερό ; ». Έτσι ο θεραπευτής σπάει στο εδώ και τώρα την αντίληψη του ασθενή όλα ή τίποτα, άσπρο – μαύρο. Προσπαθεί να ενώσει το καλό με το κακό, ως συνύπαρξη σε ενιαία ταυτότητα.

Εκφραστική τεχνική: ανατροφοδότηση κι ερμηνεία από τον ασθενή: Οι μεταιχμιακοί πιστεύουν στο όλα ή τίποτα. Για κάθε πρόβλημα υπάρχουν μόνο δυο λύσεις ( στα άκρα ) και οι δυο είναι λανθασμένες για άλλους λόγους. Προκαλούν τον θεραπευτή να πάει στο ένα άκρο ή στο άλλο για να αποτύχει. Έτσι εκφράζεται με πρωτόγονο τρόπο ο τρόμος που αισθάνονται πως θα εγκολπωθούν ή πως θα εγκαταλειφθούν54. Ο θεραπευτής τότε τον ρωτά πως θα ήθελε να αντιδράσει απέναντι στον ασθενή του. Περιμένουν οι άλλοι να διαβάσουν την σκέψη τους με τον ίδιο τρόπο που στη βρεφική τους ηλικία την διάβαζε η παντοδύναμη φαντασιακή μητέρα τους. Ο θεραπευτής πρέπει με τρόπο να τους προσγειώσει στην πραγματικότητα. Όταν τους δίνεις την πρωτοβουλία να διαλέξουν νιώθουν ξεχωριστά πρόσωπα στην παρουσία κάποιου άλλου.

Εκφραστική τεχνική: προαγωγή της εξατομίκευσης και αποθάρρυνση της παλινδρόμησης: Οι μεταιχμιακοί έχουν ανάγκη από την ενσυναίσθηση των γύρω τους περισσότερα από κάθε άλλο. Οι διακυμάνσεις στην κατάσταση του Εγώ τους δυσκολεύει τους θεραπευτές να αποφασίζουν τον χρόνο και τον τρόπο της έκφρασης αυτής της ενσυναίσθησης. Οι μεταιχμιακοί όταν νιώθουν φόβο και θλίψη δημιουργούν αντιμεταβιβάσεις συμπάθειας κι όταν αισθάνονται ανταγωνιστικά

54 Ο.π. σ. 206, παραγρ 1.

50

αντιμεταβιβάσεις μίσους55 ο θεραπευτής μπερδεύεται και τους ανταμείβει όταν παλινδρομούν ( εκφράζει συμπάθεια ) και τους τιμωρεί όταν εξατομικεύονται ( εκφράζει αντίδραση στην διεκδικητικότητα του ασθενούς ή αντιπαράθεση ). Ο θεραπευτής πρέπει να προσέχει σε θέματα εγγύτητας και απόστασης. Οι μεταιχμιακοί ασθενείς είχαν μητέρες που ήταν δεμένες κι ανταποκρινόταν άμεσα στο κάλεσμα του βρέφους, αλλά από την ηλικία των 18 μηνών έως 3 ετών αποθάρρυναν την εξατομίκευσή του. Οι μεταιχμιακοί όταν βρίσκονται σε σχέση που τους επιτρέπεται να παλλινδρομούν και να εξαρτώνται αισθάνονται ασφαλείς. Όταν μένουν μόνοι νιώθουν μια δραματική εγκατάλειψη ( κατάθλιψη της εγκατάλειψης – Masterson )56. Η εγγύτητα από τη μια μεριά προσφέρει ανακούφιση κι ασφάλεια κι από την άλλη τον τρόμο της εγκόλπωσης. Ο θεραπευτής ( Masterson ) πρέπει να αντιμετωπίζει τις παλλινδρομήσεις και τις αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές των μεταιχμιακών με ενεργητικό τρόπο ( γιατί θα επιθυμούσατε να το κάνετε αυτό ; ) κι ενσυναίσθηση – κατανόηση σε κάθε προσπάθεια αυτονόμησης του ασθενούς ( χαίρομαι που μου το λες όταν θυμώνεις ). Έτσι αποθαρρύνεται η εξάρτηση και ενθαρρύνεται η αυτοεκτίμηση ( Masterson ).

Εκφραστική τεχνική: ερμηνεία στη διάρκεια της αδράνειας: Στους νευρωτικούς ο θεραπευτής δίδει ερμηνεία όταν ο ασθενής βρίσκεται σε συγκινησιακή φόρτιση για μη μην διανοητικοποιηθεί η ερμηνεία, με τους μεταιχμιακούς γίνεται ακριβώς το αντίθετο γιατί όταν φοβούνται δεν μπορούν να αντιληφθούν τίποτα. Μπορούν και οι ίδιοι να περιγράψουν την παλινδρόμηση τους ( θυμό, άγχος, πανικό, ταραχή απελπισία / ανάγκη για εξάρτηση και ασφάλεια ) μόνο όταν απομακρυνθούν ( αδράνεια ) από αυτή την κατάσταση και τα συναισθήματα που πηγάζουν από αυτή. Όταν ηρεμήσει ο ασθενής ο θεραπευτής θα του πει πως κάπως έτσι επιθετικά φέρεσαι κι εναντίον του όταν νιώθεις άγχος ή ότι κινδυνεύεις. Αν γίνει αυτό την ώρα του προβλήματος τότε ο ασθενής θα αισθανθεί ντροπή κι ακύρωση.

Εκφραστική τεχνική: σεβασμός στα δεδομένα της αντιμεταβίβασης: Οι μεταιχμιακοί ασθενείς απευθύνονται στον θεραπευτή με την αντιμεταβίβαση πολύ πιο συχνά από τους άλλους ασθενείς μέσω ισχυρών μη λεκτικών συναισθηματικά φορτισμένων μεταβιβάσεων ( μουσική του βάθους – περιρρέουσα ατμόσφαιρα της συναισθηματικής τους κατάστασης ). Ο θεραπευτής πρέπει να δώσει περισσότερη σημασία στην αντιμεταβίβαση ( συναισθηματικές και φαντασιωσικές ) που του προκαλεί ο μεταιχμιακός παρά στα λεγόμενα του ασθενή. Εκεί βρίσκεται το κλειδί για τον συγκρουσιακό κόσμο του ασθενή, αυτό που αποπνέει, ιδιαίτερα την περίοδο εσωτερικών συγκρούσεων. Όταν ο θεραπευτής βαριέται, οργίζεται, νιώθει πανικό, νομίζει πως ο ασθενής αν και φαντασιακά επιτίθεται σε άλλον απευθύνεται σ’ αυτόν,

55 Ο.π. σ. 209, παραγρ 1. 56 Ο.π. σ. 209, παραγρ 2.

51

επιθυμεί να σώσει τον ασθενή του ή αποσπάται από τις σεξουαλικές του φαντασιώσεις τότε απλώς δέχεται πυροδότηση όλων αυτών από τον ασθενή του ( αντιμεταβίβαση ). Ο θεραπευτής πρέπει να πει στον μεταιχμιακό « Το ξέρεις πως είσαι οργισμένος και μου επιτίθεσαι, όμως ίσως υπάρχει κι ένα κομμάτι σου φοβισμένο που νιώθει αδύναμο και πως απειλείται γι’ αυτό μου επιτίθεσαι ». Υπάρχει βέβαια περίπτωση τα αρνητικά αισθήματα του θεραπευτή να προέρχονται από τον εσωτερικό του κόσμο ( μπορεί από μόνος του ο θεραπευτής να αισθάνεται μόνος και αδύναμος - χρειάζεται από μέρους τους η κατανόηση της προσωπικής τους δυναμικής – αυτοσυνειδητότητα ), χωρίς αντιμεταβίβαση από τον ασθενή. Οι ερμηνείες από τον θεραπευτή πρέπει να εκφράζονται έτσι, ώστε να μπορούν να εκφραστούν και οι αντιρρήσεις του ασθενή.

Οι εκφραστικές τεχνικές του Masterson είναι η καλλίτερη θεραπεία για τους μεταιχμιακούς ασθενείς. Επίσης καλός και ο Gerald Adler.

52

Γ. Η ψυχωτική οργάνωση του χαρακτήρα57:

Ε. Στάμου

57 Βλ. κεφ. 3 στο Mc Williams, 2000.

53

Ψυχωσική δομή κατά Λακάν:

Για την λακανική θεωρία, όπως αναπτύξαμε πιο πάνω, αυτό που συμβαίνει κατά το οιδιπόδειο είναι μια μεταφορά του σημαίνοντος της επιθυμίας της μητέρας με το σημαίνον Όνομα του Πατέρα. Εάν αυτή η μεταφορά δεν συντελεστεί το παιδί μη έχοντας πρόσβαση στο σημαίνον Όνομα του Πατέρα, οργανώνει μια ψυχωσική δομή.

Την αδυναμία ολοκλήρωσης αυτής της μεταφοράς του Ονόματος του Πατέρα, ο Lacan, την ονόμασε Αποκλεισμό του Ονόματος του Πατέρα ( Forclusion du Nom-du-Pere ). Ο Αποκλεισμός του Ονόματος του Πατέρα είναι ο κατεξοχήν μηχανισμός άμυνας της ψύχωσης.

Ο Lacan λέει, ότι η πρωταρχική ερώτηση που θέτει το άτομο για την ύπαρξη του, δηλ. αυτή του « ποιος είμαι ; » και την οποία απευθύνει βασικά στο ασυνείδητο του, είναι στην πραγματικότητα η ερώτηση: « ποιος είναι εκεί ; ». Για το ψυχωσικό υποκείμενο, που δεν έχει περάσει μέσα από το οιδιπόδειο, και δεν έχει πρόσβαση στο συμβολικό, αυτή η ερώτηση μένει αναπάντητη καθώς είναι αδύνατον να

54

απαντηθεί, έχοντας ένα βασικό έλλειμμα στην συμβολική και φαντασιακή λειτουργία.

Το κενό που αφήνει το Όνομα του Πατέρα δημιουργεί μια « τρύπα » στο συμβολικό και το φαντασιακό. Την τρύπα αυτή, το ψυχωσικό υποκείμενο θα προσπαθήσει να την γεμίσει δομώντας μια « νέα πραγματικότητα ». Αυτή η « νέα πραγματικότητα », που δημιουργεί την « βεβαιότητα » του ψυχωσικού, είναι μια πραγματικότητα συμπαγής.

Ο Αποκλεισμός από το Όνομα του πατέρα έχει δύο αποτελέσματα. Το πρώτο αφορά την διαταραχή στο συμβολικό το οποίο συνδέεται με την γλώσσα και το δεύτερο αφορά το φαντασιακό και σχετίζεται με την σεξουαλικότητα και την απόλαυση. Αυτό που έρχεται να προτείνει η λακανική θεωρία, είναι ότι αυτή την τρύπα στο συμβολικό και φαντασιακό, προσπαθεί ο ψυχωσικός να την γεμίσει με το παραλήρημα και τις ψευδαισθήσεις.

Για να έχουμε έκκληση της ψύχωσης, στο ψυχωσικό υποκείμενο, υπάρχει μια προϋπόθεση: Να βρεθεί το υποκείμενο σε μια τριαδική σχέση που θα υπενθυμίσει το κενό που έχει αφήσει το Όνομα του Πατέρα, στον δυαδικό φαντασιακό χώρο του « εγώ-αντικείμενο ». Η παρεμβολή ενός τρίτου, με την μορφή μιας συνθήκης ή ενός ατόμου θα κινητοποιήσει μια τεράστια συναισθηματική ένταση μπροστά στο απόλυτο κενό της μη ύπαρξης της πατρικής μεταφοράς.

Αυτή την συνθήκη που έχει να κάνει με την πραγματικότητα ο Lacan την αποκαλεί κάλεσμα σε Ένα - Πατέρα ( appel d’Un-Pere ). Παραδείγματος χάρη αυτή μπορεί να είναι η στράτευση, ο γάμος ο δικός τους ή κάποιου προσφιλούς προσώπου, η γένεση ενός παιδιού κ.α.

Η αναφορά λοιπόν στον Πατέρα είναι για τον ψυχωσικό ένα κάλεσμα στο σημαίνον όνομα του Πατέρα, μόνο που όπως λέει ο Lacan, σε αυτό το κάλεσμα δεν είναι κανείς εκεί για να απαντήσει. Είναι μια στιγμή πολύ επώδυνη, γιατί δεν υπάρχει κανένα σημαίνον για να παραπέμψει με την σειρά του σε κάποιο άλλο σημαίνον. Εκεί για να μπορέσει να « γεμίσει » το κενό, θα δημιουργήσει την « νέο-πραγματικότητα » του για να μπορέσει να αντέξει.

Το παραλήρημα όμως και οι ψευδαισθήσεις οδηγούν σε ένα γλίστρημα προς μια « απόλυτη απόλαυση » που προκαλεί ένα αφόρητο άγχος. Το άγχος αφορά αυτό το ατέρμονο γλίστρημα όπου δεν υπάρχει κανένας Συμβολικός Πατέρας για να το σταματήσει. Για να θέσει τον νόμο της απαγόρευσης της αιμομιξίας και κατ’ επέκταση να κινητοποιήσει την επιθυμία. Διότι «η ίδια η απαγόρευση είναι αυτή που δημιουργεί την επιθυμία». Επιθυμούμε ακριβώς αυτό που θυσιάσαμε58.

58 Κυβέλου, 2010.

55

Χαρακτηριστικά59:

Απόγνωση και αποδιοργάνωση στη δομή του χαρακτήρα. Ο θεραπευτής θα βιώσει μια ευρεία γκάμα ρόλων: από αυτό του ευχάριστου

συνομιλητή έως αυτού του παρολίγον θύματος φονικής επίθεσης από τον ασθενή.

Ψευδαισθήσεις Παραληρητικές ιδέες Ιδέες αναφοράς Παράλογη σκέψη Σε μερικούς ψυχωτικούς όλα τα παραπάνω αναδύονται στην επιφάνεια μόνο

όταν βρίσκονται σε κατάσταση έντονου άγχους. Ο ψυχωτικός ( σχιζοφρενής ) μπορεί να βρίσκεται σε ύφεση. Οι πρωτόγονες άμυνες τους ( προγλωσσικές και προλογικές που τον

προστατεύουν από τη βίωση του απόλυτου τρόμου ) είναι: αποσυρση, άρνηση, παντοδύναμος έλεγχος, πρωτόγονη εξιδανίκευση και υποτίμηση, πρωτόγονες μορφές προβολής κι ενδοβολής, διχοτόμηση και διάσχιση.

Οι παραποιήσεις που προκαλούνται από τις άμυνες καθίστανται από μόνες τους λιγότερο τρομακτικές.

Οι αφοσιωμένοι θεραπευτές με υπομονή τους παρεμποδίζουν από ψυχική κατάρρευση, αυτοκτονία, ανθρωποκτονία κι εγκλεισμό.

Τεράστια προβλήματα με την ταυτότητα σε τέτοιο βαθμό, ώστε δεν είναι σίγουροι εάν υπάρχουν και πολύ λιγότερο αν αυτή είναι ικανοποιητική. « Πως ξέρω ποιος είμαι ; », « Πως ξέρω πως υπάρχω ; ». Δεν βιώνουν τους άλλους και τον εαυτό τους σαν να έχουν μια συνέχεια60.

Όταν εκφράζουν την γνώμη για τον εαυτό τους ή τους άλλους έχουν διακοπτόμενο λόγο ή δίνουν παραποιημένες πληροφορίες.

Ο θεραπευτής διαισθάνεται ότι ο ασθενής δεν έχει άμεση σχέση με την πραγματικότητα γιατί όλοι μας έχουμε κατάλοιπα από εκείνη τη « μαγική σκέψη πχ ο Θεός έριξε βροχή για να με τιμωρήσει που ξέχασα την ομπρέλα μου ». Τέτοιες αντιλήψεις στους ψυχωτικούς δεν είναι δυστονικές προς το Εγώ ( παράλογες ).

Νιώθουν ανασφαλείς γιατί δεν μπορούν να ερμηνεύσουν το γύρω πολιτισμικό πλαίσιο. Αναγνωρίζουν τα συναισθήματα των άλλων, αλλά τα ερμηνεύουν στρεβλά Πχ λένε στον θεραπευτή: « Είσαι εκνευρισμένη γιατί είμαι κακός άνθρωπος », « Δείχνεις να βαριέσαι, μάλλον σε προσέβαλα την προηγούμενη εβδομάδα » 61.

59 Βλ. κεφ. 3 στο Mc Williams, 2000. 60 Ο.π. σ. 147, παραγρ 1. 61 Ο.π. σ. 148, παραγρ 1.

56

Οι ψυχωτικοί λένε: « Οι κακοί άνθρωποι θα με σκοτώσουν επειδή δεν συμφωνούν με τον τρόπο που ζω », ενώ εννοούν αισθάνομαι ενοχές για ορισμένες πτυχές της ζωής μου.

Τα άτομα που διατρέχουν τον κίνδυνο ψυχωτικής κατάρρευσης διακρίνονται από σημαντική ανικανότητα να απομακρυνθούν από τα ψυχολογικά τους προβλήματα και να τα εξετάσουν με αντικειμενικό τρόπο62.

Αν και μπορεί να είναι καλοί παρατηρητές του εαυτού τους, σε κατάσταση άγχους επαναλαμβάνουν αυτά που λένε οι άλλοι γι’ αυτούς63.

Οι ψυχωτικοί δεν μπορούν να εξηγήσουν τις παροιμίες ( ανικανότητα για αφαιρετική και αφηρημένη σκέψη ).

Σπαταλούν πολύ ενέργεια για την καταπολέμηση του υπαρξιακού τους τρόμου που δεν τους μένει καθόλου ενέργεια για την εκτίμηση της πραγματικότητας64.

Βιώνουν έλλειψη διαφοροποίησης ανάμεσα στο Εγώ, το Υπερεγώ και το Εκείνο.

Βιώνουν σύγχυση των ορίων ανάμεσα στην εσωτερική και την εξωτερική εμπειρία.

Οι ψυχωτικοί δεν έχουν Εγώ που παρατηρεί. Οι ψυχωτικοί έχουν έλλειμμα εμπιστοσύνης προς τους άλλους65. Αυτοί που έχουν τάση για ψύχωση έχουν υπαρξιακά προβλήματα: ζωή –

θάνατος, δικαίωμα στην ύπαρξη – πιθανότητα να μην υπάρχει, να είσαι – να μην είσαι, τρόμος – ασφάλεια και ύπαρξη – ανυπαρξία66.

Οι ψυχωτικοί έχουν όνειρα με έντονες εικόνες θανάτους ή καταστροφής. Οι ψυχωτικοί δέχονταν από τις ψυχωτικές τους οικογένειες πως αυτοί είναι

προεκτάσεις τους κι όχι ξεχωριστά πρόσωπα. Ο θεραπευτής μ’ αυτούς νιώθει θετική αντιμεταβίβαση ( υποκειμενική

παντοδυναμία, γονική προστατευτικότητα και βαθιά ενσυναίσθηση ). Οι ψυχωτικοί ποθούν την ανθρώπινη σχέση και ζεστασιά κι εκτιμούν τους

θεραπευτές που τους συμπαραστέκονται πέρα από μια τυπική σχέση. Αν ο θεραπευτής είναι ειλικρινής ή τους βγάζει αποδοχή συγχωρούν ακόμη και τα επιστημονικά του λάθη.

Οι ψυχωτικοί δεν εναντιώνονται και δεν προκαλούν εκνευρισμό στους θεραπευτές.

Οι ψυχωτικοί « καταβροχθίσουν » τους θεραπευτές τους με την πρωτόγονη εξιδανίκευση και συγχώνευση.

62 Ο.π. σ. 148, παραγρ 2. 63 Ο.π. σ. 148, παραγρ 2. 64 Ο.π. σ. 149, παραγρ 2. 65 Ο.π. σ. 150, παραγρ 21. 66 Ο.π. σ. 150, παραγρ 2.

57

Κλινικές επιπτώσεις67:

Ψυχαναλυτική θεραπεία:

Υποστηρικτική τεχνική: η προαγωγή της ψυχολογικής ασφάλειας: Ο θεραπευτής πρέπει να δείξει ότι είναι άτομο εμπιστοσύνης. Το ότι ο ασθενής δεν τους εναντιώνεται δεν σημαίνει πως τους εμπιστεύεται. Φοβούνται πως οι θεραπευτές θα τους σκοτώσουν γιατί είναι άτομα με δικής τους θέληση, άρα ξεχωριστά, γι’ αυτό δεν τους εναντιώνονται. Ο θεραπευτής πρέπει να δείξει ότι θεωρεί τον ασθενή ηθικά ισότιμο ( ρωτά αν του αρέσει η θερμοκρασία στο δωμάτιο, ενθαρρύνει τις προσπάθειές του ή τα έργα του κλπ ότι παίρνει στα σοβαρά τις ιδέες του ασθενή ). Όταν ο ασθενής είναι σε κατάσταση που αντέχει μπορεί ο θεραπευτής να εκφράσει και αντιρρήσεις, αλλά με το μαλακό: καλά τα πας γι’ αυτά που ξέρεις. Αν θέλεις μπορώ να σου εξηγήσω μερικά πράγματα. Ο θεραπευτής πρέπει να μιλά με ειλικρίνεια « Αν είχες κάτι θα σου το έλεγα » « Αν δεν μπορούσα να σε βοηθήσω θα σου το έλεγα ». Οι ψυχωτικοί θέλουν την ειλικρινή διατύπωση των συναισθημάτων του θεραπευτή για να μην υποφέρουν από τρομακτικές φαντασιώσεις γι’ αυτόν. Ο θεραπευτής εξηγεί με ακρίβεια την διαδικασία της θεραπείας, έτσι ώστε ο ασθενής να νιώθει συναισθηματική ασφάλεια μαζί του. Ο θεραπευτής είναι αυτοαποκαλυπτικός για την οικογένειά του, την ζωή του, τις απόψεις του κλπ. Έτσι ο ασθενής βλέπει κατά πόσο ο ίδιος στρεβλώνει την πραγματικότητα. Ο θεραπευτής δίνει πρακτικές κατανοητές τεχνικές αντιμετώπισης προβλημάτων ( κατευθυντικός, όχι απολυταρχικός ρόλος ). Κάποτε οι ψυχωτικοί θα αισθανθούν πιο άνετα και θα εκφράσουν και την δική τους άποψη ή αντίρρηση. Τότε ο θεραπευτής θα είναι περήφανος για το προχώρημα τους ( γνήσια ψυχική ανεξαρτησία του ασθενή ).

Υποστηρικτική τεχνική: εκπαιδεύοντας τον ασθενή: Οι ψυχωτικοί αντιμετωπίζουν σοβαρά γνωστικά προβλήματα με τα συναισθήματά και τις φαντασιώσεις τους. Τα άτομα με ψυχτικό επίπεδο οργάνωσης προέρχονται από οικογένειες που δεν συμφωνούσε η λεκτική με την εξελικτική συμπεριφορά μιλούσαν για αγάπη κι εξέφραζαν μίσος, λένε πως αντιλαμβάνονται τα συναισθήματα του ασθενή, αλλά τα διαστρεβλώνουν κλπ68. Συνεπώς οι ψυχωτικοί πρέπει να εκπαιδευτούν στο τι είναι συναίσθημα και πως εκφράζεται και πως διαφέρει από την πράξη. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν είναι κοινά για όλους και όχι η προσωπική τους τραγωδία. Τα προβλήματα τους πρέπει να ειδωθούν στις φυσιολογικές τους διαστάσεις. Οι ψυχωτικοί λόγω μεγάλης ψυχικής ευαισθησίας νιώθουν μια εσωτερική ζωή μέσα τους που ο μέσος άνθρωπος αν και την έχει μέσα του την περνά ασυνείδητα – δεν την συνειδητοποιεί. Πέθανε ο πατέρας ενός ψυχωτικού. Αυτός νόμιζε ότι ο νεκρός κατέλαβε το σώμα του. Έβλεπε κι αντίστοιχα

67 Βλ. κεφ. 4 στο Mc Williams, 2000. 68 Ο.π. σ. 184, παραγρ 1.

58

όνειρα. Είναι φάση του πένθους. Νιώθει ενοχή που αυτός έμεινε ζωντανός από την μια και πως τον μισούσε από την άλλη. Τα άτομα με ψυχωτική – συμβιωτική δομή από μικρά αισθάνονταν άρρωστα από την οικογένεια και αργότερα περίεργα από τον περίγυρο τους. Έτσι από τον θεραπευτή αρχικά προσδοκούν την ίδια αντιμετώπιση69. Στους ψυχωτικούς ο θεραπευτής ξεκινά από το βάθος της ψυχής τους ( ανοδική ερμηνεία ) κι όχι από την επιφάνεια και τις άμυνες, όπως με τους νευρωτικούς ( καθοδική ερμηνεία ).

Υποστηρικτική τεχνική: συσχετισμός της αναστάτωσης με συγκεκριμένους ψυχοπιεστικούς παράγοντες: Η υποστηρικτική τεχνική δεν στηρίζεται στις άμυνες, αλλά στα συναισθήματα και στους ψυχοπιεστικούς καταστάσεις της ζωής. Ο θεραπευτής, όταν δέχεται επίθεση ( θυμό, μίσος ) από τον ψυχωτικό πρέπει να μην ερμηνεύσει την προβολική άμυνα ούτε να αντιπαραβάλει τις διαστρεβλώσεις της πραγματικότητας από τον ασθενή με την πραγματικότητα. Η επίθεση σημαίνει πως ο ασθενής τον εμπιστεύεται κι εκφράζει συναισθήματα. Περιμένει να ηρεμήσει ( ξεσπάσει ) ο ασθενής. Δεν κάνει τίποτα. Κάνει σχόλιο, ότι ο ασθενής εκείνη την ημέρα είναι πιο αναστατωμένος απ’ ότι συνήθως, χωρίς να υπονοεί πως αυτή η αναστάτωση είναι παράλογη. Προσπαθεί να βοηθήσει τον ασθενή να δει τι είναι αυτό που πυροδότησε αυτή την αναστάτωση. Συνήθως η αναστάτωση πυροδοτείται περιφερικά με κάποιον αποχωρισμό ( ο θεραπευτής θα πάει διακοπές, το παιδί του ασθενή θα πάει στο νηπιαγωγείο, ο αδερφός του αρραβωνιάζεται ). Όταν ο ασθενής λέει πως θα τον δολοφονήσει κάποιος, ο θεραπευτής ρωτά γιατί πιστεύει πως συμβαίνει αυτό; Ζητά λεπτομέρειες. Ζητά εναλλακτικές ερμηνείες. Προσπαθεί να μπει στον κόσμο του, όπου υπάρχει έστω κι ένας μικρός σπόρος αλήθειας. Ο θεραπευτής δεν εκφράζει ούτε συμφωνία, ούτε διαφωνία. Ο ασθενής επαναπροσαναλίζεται σε σχέση με την πραγματικότητα και αποχωρεί με καλλίτερη διάθεση. Ο θεραπευτής πρέπει να έχει αντιφοβία και παντοδυναμία.

69 Ο.π. σ. 187, παραγρ 2.

59

Ομάδα Γ:

Τύποι οργάνωσης του χαρακτήρα70:

Ο σκοπός της παρούσης ερευνητικής εργασίας ήταν η κατανόηση των εκκεντρικών – περίεργων χαρακτήρων που συναντούμε καθημερινά.

Η σειρά των τύπων χαρακτήρα που παρουσιάζεται ξεκινά από τύπους που έχουν χαμηλό επίπεδο σχέσεων με το αντικείμενο ( φόβος εγκόλπωσης ) για να φτάσουμε σε τύπους που διακρίνονται από υψηλό επίπεδο σχέσεων με το αντικείμενο ( φόβος εγκατάλειψης ).

Οι άνδρες είναι πιο ευπαθείς σε διαταραχές που χαρακτηρίζονται από υπερβολική απομόνωση ( ψυχοπάθεια, σχιζοειδείς καταστάσεις ). Dinnerstein & Chodorow.

Οι γυναίκες είναι πιο ευπαθείς σε διαταραχές που χαρακτηρίζονται από υπερβολική προσκόλληση ( κατάθλιψη, μαζοχισμό ). Dinnerstein & Chodorow.

Εξετάζουμε 7 διαστάσεις: o Ζητήματα σχετικά με την ενόρμηση, το συναίσθημα και την

ιδιοσυγκρασία. o Προσαρμοστικές και αμυντικές λειτουργίες του Εγώ. o Πρότυπα σχέσεων με το αντικείμενο και η εσωτερίκευσή τους. o Εμπειρίες του εαυτού συνειδητές και ασυνείδητες και συντήρηση της

αυτοεκτίμησης. o Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με βάση τα εσωτερικευμένα

αντικείμενα και του Εαυτού. o Επιπτώσεις στην θεραπεία. o Διαφοροδιάγνωση.

Οι περιγραφές αναφέρονται και στους υγιείς και στους διαταραγμένους. Όλοι έχουμε απ’ όλους τους τύπους χαρακτήρα. Πολλές φορές κυριαρχούν σε συνδυασμό δύο ή τρεις. Έχουμε παθολογία, μόνο όταν χρησιμοποιούνται κυρίως πρωτόγονες

άμυνες. Οι τύποι χαρακτήρων, όταν είναι υγιείς μετατρέπουν τα χαρακτηριστικά

τους σε προσόντα ή επαγγελματικές δεξιότητες.

70 Ο.π. στα κεφάλαια για την τυπολογία της προσωπικότητας.

60

o Μια καταθλιπτική γυναίκα ως χαρακτήρας φροντίζει τους άλλους, μια καταθλιπτική γυναίκα με παθολογία δεν μπορεί να φροντίσει ούτε τον εαυτό της.

o Ένας ιδεοληπτικός με την οργανωτικότητά του είναι παραγωγικός, αυτός με παθολογία δεν έχει καμιά φιλοδοξία.

Άλλο ο χαρακτήρας, άλλο πράγμα η αντίδραση με χαρακτηριστικά συγκεκριμένου τύπου χαρακτήρα που πυροδοτείται προσωρινά από κάτι. Όταν βρισκόμαστε υπό το κράτος της απειλής πυροδοτούνται οι παρανοϊκές πτυχές μας.

Η προσωπικότητα μπορεί να τροποποιηθεί με την ψυχανάλυση, όχι όμως να μετασχηματιστεί ( θεωρία των ενορμήσεων: μπορείς ν’ αλλάξεις την ψυχική οικονομία, αλλά όχι τη δυναμική ).

Δεν αλλάζει ο τύπος χαρακτήρα, μπορεί όμως να γίνει πιο λειτουργικός και λιγότερο καταστροφικός.

Με το να αισθάνεσαι πιο θετικά για την κυρίαρχη προσωπικότητά σου ( αυτοαποδοχή ) δεν απαλλάσσεσαι από τα εσωτερικά σενάρια, τις συγκρούσεις μέσα σου, τις προσδοκίες, τις άμυνες κλπ, αλλά μπορείς να επεκτείνεις την ρεαλιστική αυτοεκτίμηση και αυτονομία σου.

Κυριαρχία στον χαρακτήρα κι επιλογή της συμπεριφοράς, ενώ πριν ήταν αυτόματη.

Εκτός από τους τύπους που θα περιγράψουμε υπάρχουν κι άλλοι: παθητικοεπιθετική ( πτυχή σε όλους τους τύπους ), σαδιστική ( πτυχή της ψυχοπάθειας ή της διάσχισης ), εκρηκτική, παρορμητική ( πτυχή της ψυχοπάθειας ή της υστερίας ή της μεταιχμιακής οργάνωσης ), νηπιακή ( υποκατηγορία της υστερίας ), υποχονδριακή ( δηλωτική του χαρακτηριολογικού ναρκισσισμού ), ψυχοσωματική και φοβική οργάνωση του χαρακτήρα. Οι περισσότεροι από αυτούς τους τύπους είναι παραλλαγές των βασικών που περιγράφω.

61

Η εστιασμένη στα σχήματα71 θεραπεία για τις διαταραχές προσωπικότητας72:

Πρόκειται για τον άξονα ΙΙ ( διαταραχές προσωπικότητας ) με Πυρηνικές Πεποιθήσεις πιο βαθιά ριζωμένες μέσα μας με χαρακτηριολογικό χαρακτήρα.

Οι ασθενείς με διαταραχές προσωπικότητας δεν εκτελούν τις εργασίες τους στο σπίτι, συχνά δεν επικοινωνούν με τον θεραπευτή, δεν επικοινωνούν με την αυτοεικόνα τους κλπ κι έτσι η γνωστική θεωρία του Beck ( Αυτόματες σκέψεις – εξαρτημένες υποθέσεις – Πυρηνικές Πεποιθήσεις ) δεν μπορεί να εφαρμοστεί επαρκώς.

Έτσι οι κονστρουβιστές αντί να ασχολούνται με τις γνωσίες ή Πυρηνικές Πεποιθήσεις ασχολούνται με τον προβλεπτικό τους χαρακτήρα ( αναπτυξιακές διαδικασίες ) ως ένα σύστημα σκέψης από ποικίλες γνωσίες.

Ο Young επηρεασμένος και από τον κονστρουκτιβισμό ως κίνημα μέσα στη γνωστική θεραπεία εισηγήθηκε την ΘΕΣ ( Θεραπεία εστιασμένη πάνω στα σχήματα ). Οι ασθενείς με διαταραχές προσωπικότητας έχουν χαρακτηριστικά που τους καθιστούν ακατάλληλους για γνωστική θεραπεία:

o Η ασαφής παρουσίαση: γενικόλογα παράπονα. o Τα διαπροσωπικά προβλήματα: το κύριο πρόβλημά τους. o Η ακαμψία: άκαμπτες, ανελαστικές απόψεις και συμπεριφορές

και δυσκολία στην αλλαγή. o Η αποφυγή: συναισθηματική – των επώδυνων συναισθημάτων

( άγχος ή κατάθλιψη ). Οι ασθενείς με διαταραχές συναισθήματος εξετάζουν πιο εύκολα το πρόβλημά τους.

Το εστιασμένο στα σχήματα μοντέλο: Προτείνονται 4 κύριες κατασκευές:

o Πρώιμα δυσπροσαρμοστικά σχήματα: οι Πυρηνικές Πεποιθήσεις ( συνήθως δυσλειτουργικές ) ως ευρύτερα πρότυπα σκέψης και συμπεριφοράς. Απόψεις για τον εαυτό, τους άλλους, τον κόσμο, το μέλλον που μας δημιούργησαν στην παιδική ηλικία.

o Οι διεργασίες των σχημάτων: αυτόματες δυσλειτουργικές διεργασίες που συμπίπτουν με τους μηχανισμούς αντίστασης και άμυνας στην ψυχανάλυση.

71 Κατηγορίες ζητημάτων που αφορούν τις Πυρηνικές Πεποιθήσεις. Βασικές λαναθσμένες σκέψεις από την παιδική ηλικία. 72 Σίμος, 2010, κεφ. 8, σσ. 287-314.

62

Η συντήρηση των σχημάτων: ενισχύουν και διαιωνίζουν ένα στρεβλό σχήμα. Αν έχεις το σχήμα της Ελαττωματικότητας συμβιβάζεσαι με μια υποτιμητική δουλειά και δεν αναζητάς κάτι που αναδεικνύει τα ταλέντα σου.

Η αποφυγή των σχημάτων: γνωστικές, συναισθηματικές, συμπεριφορικές στρατηγικές για την αποφυγή της ενεργοποίησης ενός σχήματος και το έντονο συναίσθημα που τις συνοδεύει. : απόσπαση της σκέψης και καταστάσεων που πυροδοτούν το σχήμα. Ο ασθενής με το σχήμα της Αποτυχίας αποφεύγει σχετικές σκέψεις ή καταστάσεις.

Η αναπλήρωση των σχημάτων: Συμπεριφορές ή γνωσίες που προσπαθούν να διορθώσουν τα αρχικά σχήματα. Είναι υπερβολικές οι αναπληρώσεις των σχημάτων για ένα ενήλικα και συνήθως λειτουργούν δυσπροσαρμοστικά. Ένας ασθενής με το σχήμα της Συναισθηματικής Στέρησης μπορεί να ζητά πολλά από τους άλλους και αυτό τους απομακρύνει ακόμη περισσότερο.

o Οι κατηγορίες των σχημάτων και οι αναπτυξιακές τους καταγωγές: Έχουμε 5 γενικότερες κατηγορίες σχημάτων: Αποσύνδεση και απόρριψη: οι ασθενείς πιστεύουν

πως η ανάγκη τους για ασφάλεια, στοργή, τρυφερότητα κλπ δεν θα ικανοποιηθεί. Σχήματα όπως: Εγκατάλειψη / αστάθεια, καχυποψία / κακοποίηση, Συναισθηματική Στέρηση, Ελαττωματικότητα / Ντροπή, Κοινωνική Απομόνωση / Αποξένωση. Αιτία αποστασιοποιημένο, ψυχρό, απορριπτικό, συγκρατημένο, μοναχικό, εκρηκτικό ή κακοποιητικό οικογενειακό περιβάλλον. Μεταίχμιο.

Ανεπαρκής αυτονομία και επίδοση: οι ασθενείς πιστεύουν πως δεν μπορούν να σταθούν μόνοι τους στα πόδια τους. Σχήματα όπως: Εξάρτηση / ανικανότητα, Ευαλωτότητα σε βλάβη, Υπερβολική εμπλοκή/ ανεκπλήρωτος εαυτός και αποτυχία. Αιτία υπερεμπλεκόμενο, υπερπροστατευτικό, χωρίς ενισχύσεις προς την αυτονομία του παιδιού οικογενειακό περιβάλλον. Εξαρτημένη διαταραχή της προσωπικότητας.

Ανεπαρκή όρια: οι ασθενείς πιστεύουν πως δεν έχουν όρια, ούτε μακροπρόθεσμους στόχους, δεν χρειάζεται να σέβονται τους άλλους ή να είναι υπεύθυνοι, ούτε να συνεργάζονται ή να τηρούν τις δεσμεύσεις τους, ούτε

63

να καθορίζουν ρεαλιστικές διαπροσωπικές σχέσεις. Σχήματα όπως: Αυτονόητο δικαίωμα / μεγαλομανία, Ανεπαρκής αυτοέλεγχος / Αυτοπειθαρχία. Αιτία υποχωρητικό, επιεικές, μη κατευθυντικό, χωρίς πειθαρχία, με μεγαλομανία οικογενειακό περιβάλλον. Αντικοινωνικότητα – ψυχοπάθεια.

Προσανατολισμός προς τους άλλους: οι ασθενείς πιστεύουν πως πρέπει να εστιάζουν στις επιθυμίες, στα συναισθήματα κα στην αποδοχή των άλλων εις βάρος των αναγκών τους με στόχο να κερδηθεί η αγάπη και η αποδοχή τους, να διατηρηθεί η σχέση ή να αποφευχθεί η αντεκδίκηση. Απωθούν το θυμό τους ή δεν έχουν επίγνωση αυτού. Δεν γνωρίζουν τις φυσικές τους κλίσεις. Σχήματα όπως: Υποτακτικότητα, Αυτοθυσία και αναζήτηση επιδοκιμασίας / αναγνώρισης. Αιτία το οικογενειακό περιβάλλον με αποδοχή υπό όρους. Ναρκισσισμός.

Υπεραγρύπνηση και αναστολή: οι ασθενείς πιστεύουν πως πρέπει να έχουν έλεγχο στην παρορμητικότητα και στην υπερβολική έκφραση αυθόρμητων συναισθημάτων με σκοπό την αποφυγή των λαθών. Αυστηροί – ηθικοί εσωτερικευμένοι κανόνες που μειώνουν την έννοια της ευτυχίας, της αυτοέκφρασης, της χαλάρωσης, των στενών σχέσεων, της υγείας. Σχήματα όπως: Αρνητικότητα / ευαλωτότητα στο λάθος, υπερβολικός έλεγχος / συναισθηματική αναστολή, ανελαστικά πρότυπα, / υπερεπικριτικότητα και τιμωρητικότητα Αιτία το αυστηρό, βλοσυρό, τιμωρητικό οικογενειακό περιβάλλον με κυρίαρχα στοιχεία: απόδοση, καθήκον, τελειοθηρία, υπακοή στους κανόνες, η αποφυγή λαθών και η επικυριαρχία στην ευχαρίστηση, αυθορμητισμό, χαρά, χαλαρότητα. Υποβόσκει η απαισιοδοξία και η ανήσυχη πρόβλεψη αν δεν είμαστε σε εγρήγορση.

o Τα πρόσωπα – όψεις των σχημάτων: προσωπείο του εαυτούπου περιλαμβάνει μια φυσικήομαδοποίηση σχημάτων και διεργασιών των σχημάτων, τα οποία δεν είναι απαρτιωμένα με τα’ άλλα προσωπεία. Άλλα σχήματα είναι ενεργά ή ενεργοποιούνται κι άλλα μένουν εν υπνώσει. Οι μεταιχμιακοί πηδούν εύκολα από το ένα πρόσωπο – όψη στο άλλο κυρίως ως απάντηση στα γεγονότα της ζωής ή τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Τα πρόσωπα – όψεις είναι αποκομμένα μεταξύ τους και με διαφορετικές γνωσίες, συναισθήματα, συμπεριφορές το καθένα. Διαφέρουν από τα χαρακτηριστικά

64

της προσωπικότητας επειδή αποτελούν μηχανισμούς διαχείρησης που πυροδοτούνται από σχηματικά γεγονότα και αντιστοιχούν στις καταστάσεις του Εγώ της ψυχανάλυσης. Οι κλινικοί θα πρέπει όχι μόνο να διακρίνουν τα πρόσωπα – όψεις του ασθενή, αλλά και τους ενεργοποιητές που τα πυροδοτούν και να καταγράφουν τις γνωσίες, συναισθήματα και συμπεριφορές που παρουσιάζει ο ασθενής σε κάθε πρόσωπο – όψη των σχημάτων.. Τα πρόσωπα – όψεις του παιδιού:

Το ευάλωτο παιδί Το θυμωμένο παιδί. Το παρορμητικό / απείθαρχο παιδί. Το ευτυχισμένο παιδί.

Τα δυσπροσαρμοστικά πρόσωπα – όψεις διαχείρισης: Ο πειθήνιος παραδιδόμενος. Ο αποστασιοποιημένος προστάτης. Ο υπερεκπληρωτής. Ο τιμωρητικός γονέας. Ο απαιτητικός γονέας.

Τα πρόσωπα – όψεις του υγιούς ενήλικα: Ο υγιής ενήλικας.

Οι πρακτικές εφαρμογές της εστιασμένης στα σχήματα θεραπείας: o Αξιολόγηση:

Αναγνώριση των σχημάτων: αυτών που αφορούν περισσότερο τον κάθε ασθενή. Ερωτηματολόγια και Ιστορικό ( σαν τα ερωτηματολόγια για τις Πυρηνικές Πεποιθήσεις ): Το Πολύπλευρο Ιστορικό των Lazarus & Lazarus, 1991, Young Schema Questionaire ( Ερωτηματολόγιο των Σχημάτων του Young ), Multimodal Life History ( Πολύπλευρο Ιστορικό ), Parenting Inventory ( Ερωτηματολόγιο περιγραφής γονέα του Young ), Young Comprensation Inventory ( Ερωτηματολόγιο Αναπλήρωσης του Young ) και Young – Rygh Avoidance Inventory (Ερωτηματολόγιο Αποφυγής των Young – Rygh). Ο θεραπευτής επίσης παρατηρεί προσεκτικά τα πρότυπα στη θεραπευτική σχέση. Το Schema Grid ( Πλέγμα των Σχημάτων, Young 1990 ) βοηθά τον θεραπευτή να εντοπίσει την ισχύ των σχημάτων του ασθενούς.

Ενεργοποίηση των σχημάτων: αυτών που είναι πρωταρχικά / πρωτογενή σχήματα. Σκηνές από την παιδική ηλικία πρώτα με τη μητέρα, με τον πατέρα και τέλος με κάθε άλλο σημαντικό πρόσωπο. Τις διηγούμαστε σαν να τις ζούμε. Πυροδότηση του

65

συναισθήματος που συνδέεται μ’ αυτά τα αναγνωρισμένα σχήματα ( μοντέλα σκέψης – συμπεριφοράς ). Όσο πιο έντονο το συναίσθημα, τόσο πιο πρωταρχικά τα σχήματα λόγω της τάσης μας για αποφυγή. Τα σχήματα πρέπει να συνδεθούν και με άλλα χαρακτηριστικά του ασθενούς ( ηλικία, εξυπνάδα, τραύμα, ταλέντα κλπ ). Γίνεται και χρήση του Schema Conceptualization Form ( Εντύπου Εννοιολογικής κατανόησης των σχημάτων ): Πυρηνικές αναμνήσεις, γνωστικές διαστρεβλώσεις, συμπεριφορές συντήρησης, στρατηγικές αποφυγής και στρατηγικές αναπλήρωσης. .

Η εκπαίδευση στα σχήματα: Εξηγεί ο κλινικός τις αρχές της θεωρίας των σχημάτων και δίνει το βιβλίο: Young & Klosko, Reinventing Your Life, 1993 – βιβλίο αυτοβοήθειας. Στα ελληνικά Ανακαλύπτοντας ξανά τη ζωή, μτφρ Μ. Χήρα, εκδ. Πατάκη, Αθήνα, 1996.

o Η φάση της αλλαγής: Τεχνικές: από γνωσιακή, συμπεριφορική,

ψυχοδυναμική, συστημική και ανθρωπιστική ( Gestalt ) ψυχολογία. Γνωστικές τεχνικές: ανασκόπηση της ζωής,

γνωσιακά διεργασιακά λάθη, , αποστασιοποίηση και όχι ταυτοποίηση με τα σχήματα, κάρτες υπενθύμισης των βασικών μας σχημάτων ( Schema Therapy Flash Card ) και το Ημερολόγιο των Σχημάτων ( Schema Diary ).

Βιωματικές: βίωση των έντονων συναισθημάτων που σχετίζονται με τα σχήματα. Οι διάλογοι των σχημάτων: δύο

πολυθρόνες η μία για το σχήμα ή άλλη για τη λογική υγιή φωνή ( εδώ βοηθά κι ο κλινικός ). Ο ασθενής αλλάζει πολυθρόνες κι απόψεις. Το υγιές πρόσωπο – όψη αμφισβητεί το πρόσωπο – όψη που υπόκειται στα σχήματα. Η μελέτη του αρνητικού ρόλου είναι το ίδιο ωφέλιμη με την θετική. Σιγά – σιγά αναγνωρίζεται πως το αρνητικό σχήμα είναι εξωγενές ( ενδοβολή ).

Οι τεχνικές της απεικόνισης στην φαντασία: απεικόνιση με τη φαντασία με κάθε λεπτομέρεια της τραυματικής σκηνής και των συναισθημάτων που προκάλεσε. Αν θέλει μπορεί να

66

υπερασπιστεί τον εαυτό του όταν γινόταν το τραύμα ή να προσπαθήσει να καταλάβει αυτόν που τον τραυμάτισε.

Διαπροσωπικές τεχνικές: τα ανελαστικά πρότυπα στα σχήματα μέσα στην θεραπευτική σχέση αρχίζουν να κλονίζονται. Περιορισμένη γονεϊκή υποκατάσταση:

ο θεραπευτής υποδύεται ακριβώς τον αντίθετο ρόλο από αυτόν που έπαιζε ο γονιός που τραυμάτισε το παιδί ( απορριπτικός / αποδεκτικός ).

Η πυροδότηση των σχημάτων μέσα στην θεραπευτική σχέση: τότε μπορεί ο ασθενής να τα επεξεργαστεί καλλίτερα και να τα τροποποιήσει απ’ όταν πυροδοτούνται στην κοινωνία. Αν ο θεραπευτής κάνει λάθος μπορεί να ζητήσει συγνώμη, κάτι που δεν έκανε ο θεραπευτής.

Διαπροσωπικές σχέσεις: τα σχήματα συντηρούνται μέσα στις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Με τον εντοπισμών των σχημάτων μας κατανοούμε πως αυτά επηρεάζουν τις διαπροσωπικές μας σχέσεις. Συνεδρίες και με συγγενείς και φίλους.

Συμπεριφορικές τεχνικές: καλές για αυτό-ηττώμενα πρότυπα συμπεριφορικής αποφυγής, συντήρησης και αναπλήρωσης που διαιωνίζουν τα σχήματα. Η εφαρμογή νέων συμπεριφορών:

μέσω υπόδυσης ρόλων ή φαντασίας. Από άσκηση σε άσκηση αν επιτύχει γίνεται ενίσχυση – επιβράβευση και πάμε στην επόμενη, αλλιώς επανάλληψη.

Η διακοπή των συμπεριφορικών προτύπων: παύση των δυσλειτουργικών στρατηγικών που διατηρούν ή ενισχύουν τα σχήματα. Μαθαίνουν να απαντούν βάζοντας τα όρια, χωρίς απλώς να αμύνονται ή να διαγράφουν όσους τους επηρεάζουν αρνητικά στο θέμα των σχημάτων.

67

Η εργασία για το σπίτι: διατηρούνται τα καλά αποτελέσματα όλη την εβδομάδα. Μερικές φορές ο ασθενής καταφεύγει στο σχετικό βιβλίο αυτοβοήθειας.

Δύσκολες περιπτώσεις: οι μεταιχμιακές προσωπικότητες. Αυτοί έχουν ταυτόχρονα 4 πρόσωπα – όψεις. Μεταπηδούν από το ένα πρόσωπο- όψη στο άλλο. Το ευάλωτο / εγκαταλελειμμένο παιδί:

( όταν έχει φόβο για απειλή ή εγκατάλειψη. Αισθάνονται κατάθλιψη, απελπισία, πόνο, αναξιότητα για αγάπη, θυματοποίηση και αίσθηση ανάγκης )

Ο αποστασιοποιημένος προστάτης: ( αποπροσωποποίηση, κενό, ανία, ακραία υπακοή ή συμμόρφωση ). Το πρόσωπο αυτό χαρακτηρίζεται από βουλιμία, εξαρτήσεις από ουσίες, αυτοτραυματισμούς και σωματικές αιτιάσεις.

Ο τιμωρητικός γονέας: ενοχή για κάτι κακό που έκαναν ή για τον θυμό που ένιωσαν ή άλλα ακατάλληλα αισθήματα. Μπορεί να φτάσουν στον αυτοτραυματισμό – ακρωτηριασμό.

Το θυμωμένο παιδί: Το ευάλωτο / εγκαταλελειμμένο παιδί και αποστασιοποιημένος προστάτης δημιουργούν λόγω της απώθησης των αναγκών και των συναισθημάτων τους έντονο θυμό. Έτσι ο ασθενής μεταβαίνει σ’ αυτό το πρόσωπο – όψη. Οργίζονται, γίνονται χειριστικοίαπαξιωτικοί, απαιτητικοί, θέλουν να ελέγξουν και να κακοποιούν. Ικανοποίηση των αναγκών τους εδώ και τώρα με καταστροφικό τρόπο. Παρορμητικοί, κύκλοι καλυμμένης οργής και δραματοποίησης και απόπειρες αυτοκτονίας.

Ο μεταιχμιακός ναρκισσιστής έχει 3 πρόσωπα – όψεις ( Διαφορετικές γνωσίες, συμπεριφορές, συναισθήματα και θεραπεία για την κάθε μία ): Ξεχωριστός εαυτός: σχήματα:

μεγαλομανίας, αναζήτησης

68

επιδοκιμασίας, ανελαστικών προτύπων και καχυποψία. Ελάχιστη συναισθηματικη κατανόηση, επιζητούν προνόμια, συμπεριφορά ανωτερότητας, επικριτικότητα απέναντι στους άλλους.

Αποστερημένο παιδί: σχήματα: ελαττωματικότητα ή συναισθηματική στέρηση ή υποτακτικότητας. Νιώθουν απογοήτευση που δεν τους προσέχουν, νιώθουν μέτριοι, απαξίωση κλπ. Μεταπηδούν στον Ξεχωριστό εαυτό κι αν αποτύχουν μεταβαίνουν στον Παρηγορητή του εαυτού.

Παρηγορητής του εαυτού: μορφή αποφυγής του σχήματος – αποσπά ή αναισθητοποιεί τον ασθενή από τον πόνο του σχήματος ( αλκοολισμός, ουσίες, καταναγκαστική υπερσεξουαλικότητα, χαρτοπαιξία, ριψοκίνδυνες επενδύσεις, υπερφαγία, υπερβολική σπατάλη, φαντασιώσεις μεγαλείου και εργασιομανία ).

69

Υπό - ομάδα Γ1: Οι εκκεντρικές προσωπικότητες:

Ερευνητικά ερωτήματα:

1. Τι εννοούμε με τον όρο εκκεντρική προσωπικότητα ; 2. Ποιες προσωπικότητες ανήκουν σ’ αυτή την ομάδα ; 3. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία παρανοϊκός ; 4. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία σχιζοειδής ; 5. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία σχιζότυπος ; 6. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία διασχιστικός ή αλλιώς πολλαπλή

προσωπικότητα ; 7. Πως αντιμετωπίζονται οι παραπάνω τύποι χαρακτήρα από τους κλινικούς

ψυχολόγους ;

Εκκεντρικές προσωπικότητες είναι αυτές που έχουν περίεργα για το μέσο άνθρωπο χαρακτηριστικά. Λέγονται επίσης περίεργοι, παράξενοι, ιδιόρρυθμοι, μονόχνοτοι κλπ.

70

Παρανοϊκές προσωπικότητες73:

Μ. Χατζή

73 Ο.π. κεφ. 10.

71

Ορισμός: καχυποψία, έλλειψη χιούμορ, αίσθηση μεγαλείου, μεγαλομανιακή

αίσθηση του εαυτού, προβολή των αρνητικών χαρακτηριστικών του προς τα έξω ως εξωτερικές απειλές. Τύποι:

Οι περισσότεροι παρανοϊκοί είναι στο μεταιχμιακό και το ψυχωτικό στάδιο. Μπορεί κάποιος να έχει παρανοϊκό χαρακτήρα σε οποιοδήποτε πεδίο ισχύος του Εγώ, απαρτίωσης της ταυτότητας, δοκιμασίας της πραγματικότητας και σχέσεων με το αντικείμενο.

Αποφεύγουν την ψυχοθεραπεία εκτός κι αν δημιουργούν μεγάλο ψυχικό πόνο ή αν δημιουργούν μεγάλη αναστάτωση στους άλλους, έχουν υψηλή λειτουργικότητα, δεν εμπιστεύονται παρά μόνο τους πολύ δικούς τους

Οι άμυνες που χρησιμοποιούν είναι αυτές που χρησιμοποιούν οι ψυχοπαθείς, οι ναρκισσιστικές και οι σχιζοειδείς χαρακτήρες και προέρχονται από την περίοδο που το παιδί δεν ξεχωρίζει τον εσωτερικό από τον εσωτερικό κόσμο.

Όταν είναι σε υψηλό λειτουργικό επίπεδο γίνονται πολιτικοί, εκφράζουν με θετικό τρόπο την τάση τους να αντιπαρατίθενται με τις κατά τη γνώμη τους εχθρικές δυνάμεις.

Ψυχωτικοί παρανοϊκοί γίνονται σεσημασμένοι δολοφόνοι επειδή θεωρούσαν τα θύματα πως ήθελαν να τους δολοφονήσουν ( προβολή ).

Μερικές φορές οι διώκτες μπορεί να είναι πραγματικοί ή έχουν διατρέξει ένα πραγματικό κίνδυνο και το άτομο να μην είναι παρανοϊκό.

72

Οι απωθητικές ιδιότητες πολλών παρανοϊκών ατόμων τους καθιστούν φυσικούς μαγνήτες σε κακοποίηση από το περιβάλλον τους74. Πολλές φορές έχουν διορατικότητα για πραγματικούς κινδύνους75. Συχνά είναι καχύποπτοι και βλοσυροί και δεν μπορούμε νε τους συμπαθήσουμε76.

Πολλές φορές τους χρησιμοποιούν πολιτικές, θρησκευτικές και κοινωνικές ομάδες για να διώκουν τους εχθρούς. Επίσης ελκύουν στις ομάδες με τον κινδυνολογικό τους λόγο κι άλλους παρανοϊκούς.

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στην παράνοια:

Αντιλαμβάνονται τις πηγές του ψυχικού πόνου τους ως εξωτερικές, ενώ είναι εσωτερικές77. Είναι πιο επικίνδυνοι για τους άλλους απ' ότι για τους ίδιους. Τα άτομα αυτά έχουν ηπιότερες τάσεις αυτοκτονίας σε σχέση με τους καταθλιπτικούς. Αυτοκτονούν όμως κι αυτοί για να προλάβουν την επικείμενη καταστροφή τους.

Ο θυμός, η έμφυτη ευερεθιστότητα και επιθετικότητα και η απειλή αποτελούν τα κύρια χαρακτηριστικά τους.

Ένα παιδί δεν μπορεί να συμβιβαστεί με την έμφυτη επιθετικότητά του και την καλή του αυτοεικόνα, ούτε οι γονείς του με ένα ατίθασο και απαιτητικό βρέφος ή νήπιο. Με τις συνεχείς παρατηρήσεις και την απόρριψη το παιδί αισθάνεται πως επιβεβαιώνεται η αρχική του πεποίθηση πως όλοι τον καταδιώκουν78.

Νιώθουν θυμό, περιφρόνηση, μνησικακία και άλλα περισσότερο εχθρικά συναισθήματα. Επίσης νιώθουν υπερβολικό φόβο. Συνδυάζουν φόβο και ντροπή στο παρανοϊκό βλέμμα τους ( κατιούσες και αριστερόστροφες κινήσεις των ματιών, το βλέμμα που συνεχώς μετακινείται )79. Το οριζόντια - αριστερά αντιστοιχεί στον φόβο και η κατιούσα κατεύθυνση στη ντροπή. Ακόμη και το πιο μεγαλομανιακό ( αίσθηση μεγαλείου ) παρανοϊκό άτομο βιώνει τρόμο πως οι άλλοι θα του κάνουν κακό και αντιμετωπίζει με υπερβολική επιφύλλαξη κάθε κοινωνική επαφή και αλληλεπίδραση με τους άλλους.

Οι ναρκισσιστές βιώνουν συνειδητά χωρίς το προσωπείο τους ντροπή απέναντι στους άλλους ενώ οι παρανοϊκοί χρησιμοποιώντας την άρνηση και την προβολή δεν αισθάνονται συνειδητά τη ντροπή. Επιτίθενται σ' αυτούς που τους προκαλούν ντροπή και ταπείνωση80.

74 Ο.π. σ. 438, παραγρ 1. 75 Ο.π. σ. 439, παραγρ 2. 76 Ο.π. σ. 439, παραγρ 1. 77 Ο.π. σ. 440, παραγρ 1. 78 Ο.π. σ. 440, παραγρ 1. 79 Ο.π. σ. 441, παραγρ 1. 80 Ο.π. σ. 441, παραγρ 2.

73

Οι ναρκισσιστές φοβούνται την ανεπάρκειές τους, οι παρανοϊκοί την κακοβουλία των άλλων ( μεγάλο εμπόδιο και για την θεραπεία τους )81.

Και οι δυο είναι ευάλωτοι στον φθόνο των άλλων. Οι ναρκισσιστές δεν επιτίθενται, οι παρανοϊκοί προβάλλουν στους άλλους και επιτίθενται82.

Οι παρανοϊκοί παρουσιάζουν ενίοτε παραληρηματική ζήλια και περιφρόνηση. Κατηγορούν τους άλλους για φθόνο και πως οι άλλοι θα τους κάνουν κακό. Αυτός που καταπιέζει την φυσιολογική επιθυμία του να είναι άπιστος κατηγορεί άδικα και παρανοϊκά τη σύζυγό του για απιστίες. Αυτό συμβαίνει γιατί θέλει ασυνείδητα εγγύτητα με άτομο του ιδίου φύλλου - τον υποτιθέμενο εραστή ( ασυνείδητα συγχέουν μέσα τους την ανάγκη για οικειότητα και φροντίδα με το ίδιο φύλλο με απωθημένη ομοφυλοφιλία και πανικοβάλλονται ).

Έχουν επίσης και ασυνείδητη ενοχή, αλλά την προβάλλουν στους άλλους όπως τη ντροπή. Δεν θέλουν την βοήθεια των άλλων.

Δεν εμπιστεύονται τον θεραπευτή τους και νιώθουν πως όταν τους γνωρίσει καλλίτερα θα τους σιχαθεί ή θα τους τιμωρήσει για την έμφυτη κακία τους. Μετασχηματίζουν την ενοχή για να αποφύγουν την ταπείνωση σε φανταστικούς επαπειλούμενους κινδύνους. Προσπαθούν συνέχεια να βρουν τις κακές προθέσεις των γύρω τους πίσω από τις πράξεις τους.

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στην παράνοια:

Προβολή νευρωτικού, μεταιχμιακού ή ψυχωτικού επιπέδου. Χειρίζονται τα συναισθήματα αναστάτωσης με προβολή ( Δεν σε μισώ. Εσύ με μισείς. - ψυχωτικό επίπεδο ), άρνηση και αντιδραστικό σχηματισμό ( Δεν σ' αγαπώ. Σε μισώ - ψυχωτικό επίπεδο ).

Οι παρανοϊκοί νευρωτικού επιπέδου χρησιμοποιούν την προβολή με τρόπο ξένο προς το Εγώ. Δηλ. γνωρίζει ως ένα σημείο το ότι προβάλλει δικά του απωθημένα χαρακτηριστικά. Περιγράφουν τον εαυτό τους ως παρανοϊκό στην αρχική τους συνέντευξη.

Οι παρανοϊκοί νευρωτικού επιπέδου νιώθουν προδομένοι όταν ο θεραπευτής φροντίζει άλλους ασθενείς. Παραπονείται σε άλλους θεραπευτής για τον θεραπευτή του όταν πληγώνεται από αυτόν.

Οι μεταιχμιακοί και οι ψυχωτικοί ασθενείς μπορεί να μοιάζουν σε θεωρητικό επίπεδο ότι έχουν κάποια συναίσθηση, αλλά είναι καθαρά θεωρητική - επιστημονική, χωρίς να έχουν συνειδητοποιήσει ότι οι φόβοι τους για εξωτερικό κίνδυνο είναι προβολές.

Οι παρανοϊκοί μεταιχμιακού επιπέδου χρησιμοποιούν την προβλητική ταύτιση: εκείνοι πάνω στους οποίους προβάλλονται οι απαρνημένες

81 Ο.π. σ. 441, παραγρ 2. 82 Ο.π. σ. 442, παραγρ 2.

74

στάσεις προκαλλούνται με έμμεσο τρόπο να βιώσουν αυτές τις στάσεις. Όταν μισούν λένε πως οι άλλοι τους μισούν.

Πολλές φορές κατηγορούν τον θεραπευτή για μίσος, φθόνο, περιφρόνηση εναντίον τους, ενώ αυτοί αισθάνονται τα παραπάνω. Ο θεραπευτής κινδυνεύει να γίνει ράκος από τις συνεχείς επιθέσεις του ασθενή.

Τα βάζουν με τους ομοφυλόφιλους - φόβος για την ανάγκη με το ίδιο φύλλο.

Τα βάζουν με τους ξένους - φόβος για τον εθνοκεντρισμό τους και φαντασιώσεις δύναμης που τους διακατέχουν.

Οι παρανοϊκοί μεταιχμιακού και ψυχωτικού επιπέδου χρησιμοποιούν παραλληρηματικές ιδέες. Οι πιο συχνές για τον φόβο της οικειότητας με το ίδιο φύλλο είναι Δεν τον αγαπώ. Αγαπώ τον εαυτό μου [ μεγαλομανία ], Δεν τον αγαπώ. Αγαπώ αυτήν [ ερωτομανία ], Δεν τον αγαπώ εγώ. Αυτή τον αγαπάει [ παραληρητική ζήλεια ], Δεν τον αγαπώ εγώ. Αυτός με αγαπάει [ παραλληρητική ομοφυλόφιλη απειλή ], Δεν το αγαπώ. Τον μισω [ αντιδραστικός σχηματισμός ], Αυτός με μισεί κι έτσι είναι σωστό να τον μισώ κι εγώ κι αν τον μισώ δεν τον αγαπώ ( Karon ).

Σχέσεις με το αντικείμενο στην παράνοια:

Προσβολή στην επάρκεια του παρανοϊκού όταν ήταν παιδί ( αποδυνάμωση, ταπείνωση, κριτική, ιδιόμορφες τιμωρίες, απαιτητικοί γονείς που δεν ευχαριστιούνται με τίποτα κλπ )83.

Ο φροντιστής του παιδιού έχει υπέρμετρο άγχος ( όχι απαραίτητα παρανοϊκό ) για τον εαυτό του κι έτσι δεν μπορεί να φροντίσει το παιδί του αν έχει κάποιο πρόβλημα - δεν θέλει επιπλέον επιβαρύνσεις84. Ο γονιός μπερδεύει το πραγματικό με το φανταστικό κι έτσι μαθαίνει στο παιδί πως αν σκεφτεί κάτι είναι το ίδιο σαν να το έκανε. Έτσι το παιδί νιώθει πως μόνο και με την σκέψη μπορεί να προκαλέσει ανυπολόγιστες καταστροφές. Θετικά ή αρνητικά συναισθήματα μπορεί να προκαλέσουν καταστροφή. Δίνουν αγχώδεις συμβουλές οι γονείς ( κάνε υπομονή, μην προκαλέσεις, μην πάθεις αυτό κλπ ). Ρίχνουν το βάρος πάνω στα παιδιά τους. Δεν έλαβαν παρηγοριά, δεν δίνουν παρηγοριά. Έτσι δημιουργούν παρανοϊκούς ασθενείς. Το παιδί νιώθει ακύρωση και γίνεται παρανοϊκό85.

Η άρνηση και η προβολή προσφέρονται στο παιδί ως πρότυπα για να γίνει κι αυτό παρανοϊκό.

83 Ο.π. σ. 447, παραγρ 2. 84 Ο.π. σ. 449, παραγρ 1. 85 Ο.π. σ. 450, παραγρ 1.

75

Οι γονείς ενισχύουν τις πρωτόγονες παντοδύναμες φαντασιώσεις και μια βαθιά και διάχυτη ενοχή.

Οι γονείς με τις συμβουλές τους προσβάλλουν έμμεσα τα συναισθήματα των παιδιών και τα μπερδεύουν86.

Όταν μεγαλώσουν συναναστρέφονται κι άλλους παρανοϊκούς φίλους και συγγενείς κι αισθάνονται περισσότερη αποξένωση.

Αν οι γονείς τους είχαν επιβεβαιωτική κι όχι απορριπτική συμπεριφορά τότε δεν θα γίνονταν παρανοϊκοί.

Οι παρανοϊκοί ως παιδιά αντιδρούν στην κριτική με βία, ιδιαίτερα στην εφηβεία87.

Οι παρανοϊκοί έχουν ζητήματα ισχύος και εκδραματίζουν γρήγορα όπως και οι ψυχοπαθείς, αλλά μπορούν να αναπτύξουν δεσμούς με τους γύρω τους, ενώ οι ψυχοπαθείς όχι - στηρίζονται μόνο στην εκμετάλλευση και την παραπλάνηση88.

Και των δυο οι γονείς ήταν καταδιωκτικοί ή ακατάλληλοι, όμως οι γονείς των παρανοϊκών είχαν και κάποια σταθερότητα και ενδιαφέρον ειδικά στην πρώιμη φάση της ζωής τους89.

Ο παρανοϊκός εαυτός:

Νιώθουν σύγκρουση στην αυτοεικόνα τους ανάμεσα σ' έναν ανίκανο, ταπεινωμένο και ειδεχθή εαυτό ( φοβική και αδύναμη πλευρά εξαιτίας επικριτικών και κακοποιητικών γονιών ) έναντι μιας παντοδύναμης, δικαιωμένης και θριαμβευτικής εικόνας ( ισχυρή πλευρά που στη συνέχεια επιφέρει την ενοχή ).Υπερβολική ένταση ανάμεσα σ' αυτές τις δυο εικόνες90.

Σπαταλούν πολύτιμη ενέργεια για να ερευνήσουν πως δεν διατρέχουν κανένα κίνδυνος.

Η μεγαλειώδης πλευρά εμφανίζεται στην τάση για αυτοαναφορά: Ότι και να συμβεί νομίζουν πως έχει σχέση μ' αυτούς ( ιδιαίτερα στο ψυχωτικό στάδιο: πιστεύουν πως τους κυνηγούν κατάσκοποι ή πως τους μιλάει η τηλεόραση για το τέλος του κόσμου ).

Η μεγαλομανία τους είναι άλλοτε ασυνείδητη, άλλοτε έκδηλη. Ενοχή πως έχουν κάνει κάτι που τους εκθέτει και παράνοια συνδέονται.

Βιώνουν σύγχυση στη σεξουαλική τους ταυτότητα λόγω της επιθυμίας για εγγύτητα με άτομα του ιδίου φίλου και για θέματα ομοφυλοφιλίας (Searles και Aronson ). Έχουν εκφοβιστική ομοφοβία. Επίσης νομίζουν πως

86 Ο.π. σ. 451, παραγρ 2. 87 Ο.π. σ. 452, παραγρ 2. 88 Ο.π. σ. 452, παραγρ 3. 89 Ο.π. σ. 453, παραγρ 1. 90 Ο.π. σ. 453, παραγρ 2.

76

τους θέλουν οι ομοφυλόφιλοι και πανικοβάλλονται. Μερικοί παρόλο που έχουν ενδώσει σε ομοφυλόφιλες επιθυμίες τους συνεχίζουν να είναι ομοφοβικοί.

Δεν έχουν έμφυτη ομοφυλοφιλία, αλλά ο ασυνείδητος φόβος για μοναξιά και η ασυνείδητη ανάγκη για αδελφή ψυχή του ιδίου φύλου ( οικειότητα ).

Σαν παιδιά πρώτα συνδεόμαστε με το ίδιο φύλλο, επίσης αυτοί μοιάζουν μ' εμάς, όταν αποσυρόμαστε απ' όλους μας ελκύει άτομο του ίδιου φύλλου κλπ. Αυτά τα ερμηνεύουν ως απωθημένη ομοφυλοφιλία και πυροδοτούν τις επιθετικές τους άμυνες ( Karon ).

Ανεβάζουν την αυτοεκτίμησή τους ασκώντας επίθεση σε άτομα με δύναμη, εξουσία και αξιώματα. Καταδιώκουν έτσι τον καταδιωκτικό, απορριπτικό, επικριτικό γονέα της παιδικής τους ηλικίας.

Μερικοί παρανοϊκοί υπηρετούν με αφοσίωση τα θύματα της κακοποίησης και της καταπίεσης επειδή έχουν προδιάθεση να μάχονται ενάντια στην εξουσία.

Οι Ναζί ήταν παρανοϊκοί και γοήτευσαν ένα λαό που είχε κακοποιηθεί και ταπεινωθεί από τους άλλους Ευρωπαίους.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους παρανοϊκούς ασθενείς:

Άμεση, έντονη και αρνητική. Περιοδικά θεωρούν τον θεραπευτή σωτήρα. Συνήθως θεωρούν τον θεραπευτή αναξιόπιστο και ταπεινωτικό. Οι παρανοϊκοί μοιάζουν βλοσυροί, χωρίς χιούμορ και επικριτικοί. Με τα

μάτια τους κάνουν " παρανοϊκό κάρφωμα " στον θεραπευτή. Η αντιμεταβίβαση είναι ευαλωτότητα από μέρος του θεραπευτή,

αμυντική στάση όταν ο ασθενής είναι σε επίθεση, σπανιότερα φαντασιώσεις πως ο θεραπευτής είναι σωτήρας, σαδιστική συμπεριφορά όταν ο παρανοϊκός νιώθει αδυναμία.

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης της παράνοιας :

Πρόκληση η δημιουργία μιας σταθερής θεραπευτικής συμμαχίας γεμάτη προκλήσεις γιατί οι παρανοϊκοί δεν εμπιστεύονται τους γύρω τους.

Σκοπός η αποδοχή από τον ασθενή όλων των πτυχών της ανθρώπινης προσωπικότητας.

Ο θεραπευτής πρέπει ατάραχος να υπομένει τις εχθρικές επιθέσεις του ασθενή. Έτσι ο ασθενής νιώθει ασφάλεια πως δεν θα τιμωρηθεί. Έτσι απενοχοποιείται το μίσος που νιώθει ο ασθενής και βιώνεται σαν μια από τις φυσιολογικές πτυχές του ανθρώπου. Η ενοχή κάνει το μίσος χειρότερο.

77

Η ερμηνεία από την επιφάνεια στο βάθος είναι δύσκολο να επιτευχθεί με τους παρανοϊκούς επειδή πίσω από τα έκδηλα προβλήματά τους υπάρχουν πολλοί ριζικοί μετασχηματισμοί των αρχικών τους συναισθημάτων. Πχ ο ασθενής βλέποντας την επιθυμία του για υποστήριξη από άτομο του ιδίου φύλλου, το παρερμηνεύει ως απωθημένη ομοφυλοφιλία. Το αρνείται και μπορεί να το προβάλει ως ζήλεια: πως η γυναίκα του τον απατάει με τον φίλο του. Ο θεραπευτής δεν πρέπει να ασχοληθεί με την αλήθεια ή το ψεύδος αυτού του ισχυρισμού.

Η τεχνική της ανάλυσης της αντίστασης πριν από το περιεχόμενο μπορεί επίσης να μην έχει θετικά αποτελέσματα. Αυτή η τεχνική κάνει τον ασθενή να αισθάνεται σαν πειραματόζωο ή πως δέχεται κριτική ή διερευνητική εξέταση ( Hammer ). Η ανάλυση των αμυνών της άρνησης και της προβολής το μόνο που κάνει είναι να ενισχύσει τις άμυνες.

Άλλες τεχνικές στους παρανοϊκούς επιστρέφουν σαν μπούμερανγκ στον θεραπευτή ( διερεύνηση των ερωτημάτων, η αποκάλυψη πτυχών της συμπεριφοράς του ασθενή, η εστίαση της προσοχής στις παραδρομές - όλες αυτές οι τεχνικές εργαλεία πρόσβασης του ασθενή στον εσωτερικό του κόσμου ).

Μερικοί θεραπευτές πιστεύουν πως το χιούμορ δεν ενδείκνυται για τους παρανοϊκούς ασθενείς. Ο ασθενής θεωρεί τον εαυτό του γελοιοποιημένο και θιγμένο. Σε μικρή δόση όμως βοηθά, ώστε να καταλάβει ο ασθενής πόσο παράλογος γενικά είναι ο κόσμος. Το χιούμορ μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για να εκτονώνει ήπια την επιθετικότητά του. Αν ο θεραπευτής γελά με τα δικά του λάθη, συμπαρασύρει σ' αυτό το σκηνικό και τον παρανοϊκό. Κανένα ελάττωμα του θεραπευτή δεν περνά απαρατήρητο από το άγρυπνο επικριτικό μάτι του παρανοϊκού. Ο θεραπευτής αν με το χιούμορ του κάνει τον ασθενή να νιώσει άβολα πρέπει να ζητήσει συγνώμη.

Η ιδέα πως με τους υπερευαίσθητους ασθενείς πως η συνεδρία θα πρέπει να γίνεται σε μια βαριά και σοβαρή ατμόσφαιρα είναι υπερβολική. Μετά την εδραίωση της θεραπευτικής συμμαχίας ( μπορεί να κρατήσει μήνες ή ακόμη και χρόνια ) μπορεί να χαλαρώσει λίγο η ατμόσφαιρα.

1. Ο θεραπευτής πρέπει ως κάποιο σημείο να είναι ανοιχτός στον παρανοϊκό και να δείχνει με ειλικρίνεια συναισθήματα ώστε να βιώσει και ο ασθενής πως είναι να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας. 2. Ο θεραπευτής πρέπει να διερευνήσει υπογείως, πλαγίως ή κυκλικά την πολύπλοκη παρανοϊκή άμυνα και να φτάσει στα συναισθήματα τα οποία αντιμετωπίζει ο ασθενής. Αν ένας ασθενής ζηλεύει παρανοϊκά τη σύζυγό του ( επειδή ασυνείδητα νιώθει επιθυμία για το ίδιο φύλο, ένα κολλητό με τον οποίο θα αισθάνεται πιο άνετα ) ο θεραπευτής σχολιάζει πόση μοναξιά κι έλλειψη στήριξης μπορεί να αισθάνεται ο ασθενής. Πρέπει να αποφύγει να σχολιάσει το θέμα της απάτης και της ζήλειας και αν η γυναίκα του έδωσε αφορμές.

78

Η αντιμεταβίβαση του θεραπευτή είναι η προσωπική αντιμεταβίβαση ( ο ασθενής προβάλει πάνω του τις τάσεις του που δεν αποδέχεται για τον εαυτό του ο ασθενής ). Ο ασθενής κάνει τον θεραπευτή να νιώθει φοβισμένος γιατί ο ασθενής αισθάνεται φόβο. Ο θεραπευτής απαντά: Ξέρω ότι κατανοείς το μέγεθος του θυμού σου, αλλά αισθάνομαι πως παράλληλα νιώθεις φοβισμένος και αβοήθητος. 3. Ο θεραπευτής προσπαθεί να βρει ποιό πρόσφατο γεγονός αναστάτωσε τόσο πολύ τον ασθενή του. Συνήθως είναι ένας αποχωρισμός ( το παιδί του πήγε πρώτη φορά σχολείο, μετακόμισε ένας φίλος, ένας γονέας του δεν απάντησε στο γράμμα που του έστειλε ), μια αποτυχία ( ταπείνωση - ο 1ος πόλος ), μια επιτυχία ( βίωση της παντοδύναμης ενοχής από το άτομο, καθώς και φόβους τιμωρίας - ο 2ος πόλος ). Ο θεραπευτής δεν ασχολείται με το παρανοϊκό περιεχόμενο των ισχυρισμών του, αλλά με το γεγονός που το πυροδότησε. Αυτή την τέχνη πρέπει να μάθει κι ο ασθενής. Ο θεραπευτής πρέπει να χρησιμοποιεί ένα ουδέτερο τόνο που δεν αναγκάζει τον ασθενή να δεχτεί ή να απορρίψει την άποψη του θεραπευτή. 4. Ο θεραπευτής πρέπει να δείξει στον ασθενή πόσο απολαμβάνει ακόμη και τις αρνητικές πλευρές της ανθρώπινης φύσης ( εχθρότητα, απληστία, λαγνεία, ευχαρίστηση κλπ ), έτσι ώστε να μειώσει το άγχος και την ενοχή του ασθενή ( Lloyd Silverman ). Αν ο θεραπευτής απλώς ερμηνεύσει αυτά τα απωθημένα συναισθήματα του ασθενή και δεν τον βοηθήσει να τα αποδεχθεί ως φυσιολογικά τότε ο ασθενής νομίζει πως η ερμηνεία οδηγεί απλώς στον εξαγνισμό από την ενοχή. Μια δασκάλα είπε στο παιδί της ψυχολόγου Mc Williams πως οι άνθρωποι πρέπει να κάνουν καλές σκέψεις και στη συνέχεια καλές πράξεις. Η ψυχολόγος της είπε πως οι κακές σκέψεις έχουν πολύ πλάκα ιδιαίτερα αν στο τέλος γίνουν καλές πράξεις. Έτσι δεν ένιωθε σύγχυση ανάμεσα στην σκέψη και την πράξη ( πράγμα που νιώθουν οι παρανοϊκοί ) και οδηγούνταν στην πράξη του καλού, χωρίς ενοχή για τις κακές σκέψεις. 5. Ο θεραπευτής θα πρέπει να είναι προσεκτικός με τα όρια. Στους παρανοϊκούς δεν πρέπει να τα υπερβεί ( σχόλια για την εμφάνιση, δανεισμός βιβλίου κλπ ). Τρομάζουν ακόμη κι αυτοί που έχουν φιλική διάθεση προς τον θεραπευτή ότι θα τους εκμεταλλευτή ο θεραπευτής για σκοπούς έξω από την θεραπεία. Η σταθερότητα στην θεραπευτική συμμαχία είναι σημαντικός παράγοντας. Έτσι ο ασθενής έχει την αίσθηση της ασφάλειας. Καλλίτερα ο ασθενής να θρηνεί ή να οργίζεται για τα όρια που του βάζει ο θεραπευτής παρά να τρομάζει πως ο θεραπευτής θα τον εκμεταλλευτεί. Ο θεραπευτής κυρίως του ιδίου φύλου κυρίως λόγω ομοφοβίας ( όχι πάντα ) πρέπει να προσέξει την σεξουαλικοποιημένη πείνα ή οργή των παρανοϊκών ασθενών. Αυτοί μπερδεύουν τη στοργή με τη σεξουαλική πράξη, την σκέψη με

79

την πράξη, το μέσα με το έξω, παραγωγή ερωτικοποιημένων παρανοήσεων και φόβων.

Οι παρανοϊκοί φοβούνται πως ο εσωτερικός κακός τους πυρήνας θα καταστρέψει τον θεραπευτή.

Πρέπει να μάθουν πως ο θεραπευτής είναι πιο ισχυρός από τις φαντασιώσεις τους για καταστροφική παντοδυναμία.

Σεβασμός, εντιμότητα, διακριτικότητα και υπομονή τα κύρια όπλα του θεραπευτή απέναντι στους παρανοϊκούς ασθενείς.

Διαφοροδιάγνωση:

Αν ο ασθενής είναι παρανοϊκός νευρωτικού επιπέδου και είναι πολύ λειτουργικός ο θεραπευτής μπορεί να μπερδευτεί και να μην καταλάβει πως ο ασθενής μπορεί να γλιστρήσει εύκολα στο μεταιχμιακό ή το ψυχωτικό στάδιο επειδή ο ασθενής απέκρυψε κάποιες παρανοϊκές σκέψεις του.

Παρανοϊκή έναντι ψυχοπαθούς προσωπικότητας:

Η ενοχή κοινή και για τους δυο ασθενείς. Οι παρανοϊκοί προσφέρουν αφοσίωση και γενναιόδωρη αγάπη σ' αυτούς

που έχουν τις ίδιες αξίες και προσφέρουν αλληλοϋποστήριξη, ενώ οι ψυχοπαθείς όχι.

Οι παρανοϊκοί συνάπτουν σχέση με τα αντικείμενα, ενώ οι ψυχοπαθείς όχι. Οι παρανοϊκοί φοβούνται τη μακροχρόνια δέσμευση επειδή φοβούνται

την προδοσία ( μπορούν να τερματίσουν σχέση 30 χρόνων αν νιώσουν ότι αδικήθηκαν ), οι ψυχοπαθείς δεν νιώθουν συναισθήματα.

Οι παρανοϊκοί διαλέγουν ανθρώπους με τις ίδιες αξίες. Οι παρανοϊκοί νιώθουν πως αν τους προδώσει κάποιος ή κάνει ένας

αγαπημένος τους κάτι κακό, είναι σαν να το έκαναν οι ίδιοι και τον διώχνουν από κοντά τους.

Άλλο όμως το ιστορικό τερματισμένων σχέσεων κι άλλο η αδυναμία για αγάπη.

Παρανοϊκή προσωπικότητα έναντι ιδεοληπτικής προσωπικότητας:

Και οι δυο προσωπικότητες έχουν την ίδια ευαισθησία σε θέματα δικαιοσύνης και κανόνων, καθώς και ακαμψία και άρνηση σε πιο τρυφερά συναισθήματα, την υπερβολική ενασχόληση με τον έλεγχο, την ευαλωτότητα στη ντροπή και την τάση για δίκαιη αγανάκτηση.

80

Επίσης και οι δυο έχουν την τάση να επιμένουν στις λεπτομέρειες χωρίς σημασία.

Σε ψυχωτικό επίπεδο και οι ιδεοληπτικοί ασθενείς έχουν παράλογες ιδεοληψίες, όπως οι παρανοϊκοί παρανοϊκές παραλληρητικές ιδέες.

Οι ιδεοληπτικοί φοβούνται τον έλεγχο των άλλων, το ίδιο και οι παρανοϊκοί, αλλά αυτοί φοβούνται ότι θα υποστούν συναισθηματική ή σωματική ταπείνωση.

Είναι πιο εύκολη η θεραπεία μ' έναν ιδεοληπτικό, απ' ότι μ' ένα παρανοϊκό. Ο θεραπευτής αισθάνεται μαζί τους λιγότερο άγχος. Η καθιερωμένη ψυχαναλυτική τεχνική είναι βοηθητική με τους ιδεοληπτικούς, όχι όμως και στους παρανοϊκούς.

Αν ο ασθενής αντιδρά έντονα στην ερμηνεία των αμυνών και των συναισθημάτων τότε μάλλον υπερισχύει η παρανοϊκή προσωπικότητα.

Παρανοϊκή προσωπικότητα έναντι διασχιστικής προσωπικότητας:

Οι διασχιστικοί ασθενείς συνήθως έχουν και μια παρανοϊκή προσωπικότητα.

Η συναισθηματική κακοποίηση υπάρχει ως αιτία και στις δυο προσωπικότητες.

Η συνύπαρξη των δυο προσωπικοτήτων είναι συνηθισμένη.

81

Σχιζοειδείς προσωπικότητες91:

Β. Σενέγια.

91 Βλ. κεφ. 9 στο Mc Williams, 2000.

82

Ορισμός: συμπεριφορά συνήθως εκκεντρική, αντισυμβατική και παράξενη. Εξαιτίας των πολλών πρωτόγονων αμυνών τους μπερδεύουν με τους ψυχωτικούς γενικά. Οι περισσότεροι είναι σε ψυχωτικό επίπεδο. Κύρια αμυντική διεργασία η απόσυρση στην φαντασία ( πρωτόγονη διεργασία )92.

Τύποι:

Δημιουργική ιδιοφυΐα με αυτόνομο ισχυρό Εγώ. Κατατονικός νοσηλευόμενος ασθενής με ψυχολογική ανικανότητα. Σχιζοειδής, Σχιζότυπη και αποφευκτική διαταραχή ( Νευρωτικό

επίπεδο ). Σχιζοφρένεια, Σχιζοφρενικόμορφη και σχιζοσυναισθηματική

διαταραχή ( Μεταιχμιακό - Ψυχωτικό επίπεδο ). Οι περισσότεροι σχιζοειδείς έλκονται από αντικείμενα που έχουν

το στοιχείο της φαντασίας ( φιλοσοφία, θρησκεία, θεωρητικές επιστήμες και δημιουργικές τέχνες )93.

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στις σχιζοειδείς προσωπικότητες:

Διεγείρονται εύκολα από τα ερεθίσματα. Αντιδρούν υπερβολικά. Χαρακτηρίζουν τον εαυτό τους ευαίσθητο. Ιδιοσυγκρασιακά τα άτομα με σχιζοειδή δομή προσωπικότητας έχουν

κάποια χαρακτηριστικά: o Οι συγγενείς τους λένε πως σαν βρέφη αυτοί οι ασθενείς

απέφευγαν τον έντονο φως και τον θόρυβο ή την κίνηση. o Οι νευρικές απολήξεις του εγκεφάλου τους βρίσκονται πιο κοντά

στην επιφάνεια από ότι συνήθως. o Είναι τα μόνα μωρά που δεν επαναπαύονται στην αγκαλιά της

μητέρας τους ( Ιδιαίτερα αν υπάρχει ανεπαρκής εναρμόνιση ανάμεσα στα βρέφη και τους φροντιστές, Escalona ).

o Ακινητοποιούνται ή αποτραβιούνται σαν να τους αφαιρούνται η άνεση κι η ασφάλεια την οποία απολάμβαναν όταν ήταν μόνα τους.

Όσον αφορά τις ενορμήσεις η κλασσική ψυχανάλυση υποστηρίζει πως έχουν καθήλωση συγκρούσεις του στοματικού σταδίου.

o Ασχολούνται με την αποφυγή κινδύνων που σχετίζονται με την εγκόλπωση, την απορρόφηση, την διαστρέβλωση, την

92 Ο.π. σ. 403, παραγρ 1. 93 Ο.π. σ. 404, παραγρ 1.

83

κατάληψη και την κατασπάραξη. Πχ αν περιστοιχίζονται από ένα κύκλο ανθρώπων σε μια ομήγυρη, αισθάνονται πως του απειλεί ένα τεράστιο στόμα σε σχήμα C να τους κατασπαράξει. Βασικά είναι η προβολή και μετασχηματισμοί της δικής του πείνας ( Farbairn, Guntrip ). Διαστρεβλώνει την δική του πείνα ως πείνα των άλλων. Δεν φαντασιώνει την δική του πείνα. Ο εξωτερικός κόσμος βιώνεται γεμάτος απειλές για το άτομο με σχιζοειδή προσωπικότητα.

o Μέσα στην απόσυρση σε φανταστικούς κόσμους και την απόρριψη του υλικού κόσμου προσπαθεί να ικανοποιήσει την δική του πείνα για αγάπη ( « πείνα που φτιάχνεται από αγάπη » Fairbairn )94.

o Δεν τρώνε αρκετά και είναι ισχνοί σωματικά εξαιτίας της απουσίας επαφής με τη συναισθηματική λαιμαργία τους.

Όσον αφορά τα συναισθήματα τους: o Είναι πράοι κι ευγενικοί. Μερικές φορές φαντασιώνονται τη

βία. Τους αρέσουν οι ταινίες τρόμου, τα βιβλία με εγκλήματα και ότι έχει σχέση με την ολοκληρωτική καταστροφή του κόσμου.

o Κάτω από ένα βαρύ πέπλο άμυνας κρύβουν τη συναισθηματική τους πείνα και την επιθετικότητά τους.

o Οι άλλοι δεν έχουν αναγνωρίσει τις συναισθηματικές, διαισθητικές και αισθητηριακές τους ικανότητες. Αυτό προκαλεί την αποξένωσή τους από τους άλλους. .

o Αναρωτιούνται πως οι άλλοι δεν βλέπουν τις δυσκολίες της ζωής και ζουν με αυταπάτες.

o Οι σχιζοειδείς αντιλαμβάνονται αυτό ( απουσία των συνηθισμένων αμυντικών διαδικασιών ) που οι άλλοι αγνοούν ή απαρνιόνται. Δεν μπορούν έτσι να έχουν ενσυναίσθηση προς τον κόσμο των μη σχιζοειδών ατόμων.

o Δεν αισθάνονται ντροπή ή ενοχή. Δεν κάνουν τα πράγματα διαφορετικά, ούτε αποφεύγουν την κριτική των άλλων.

o Όταν νιώθουν απειλή κρύβονται κυριολεκτικά ή στον κόσμο της φαντασίας τους ( Kasanin & Rosen, Nannarello ).

o Οι σχιζοειδείς νιώθουν ξένοι, παρατηρητές της ανθρώπινης κατάστασης.

o Οι ψυχαναλυτές συχνά γι’ αυτούς τους ασθενείς λένε πως βιώνουν μια αποξένωση από κομμάτια του εαυτού τους ( εμπειρία της διχοτόμησης – δεν είναι το ίδιο με την άμυνα της διχοτόμησης: το άτομο εκφράζει εναλλακτικά μια κατάσταση του Εγώ κι έπειτα μια αντίθετη ή χωρίζει αμυντικά τον κόσμο σε ολοκληρωτικά καλό και ολοκληρωτικά κακό ).

94 Ο.π. σ. 406, παραγρ 3.

84

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στις σχιζοειδείς προσωπικότητες:

Μεταξύ των πρωτόγονων αμυντικών διεργασιών χρησιμοποιούν: o Χρησιμοποιείται κυρίως η ενδοβολή. Δυο τα είδη της

κατάθλιψης: η ενδοβλητική ( ενοχή – κλασσική κατάθλιψη ) και η ανακλιτική (

o Η κύρια άμυνα είναι η απόσυρση σε κόσμους του ατόμου σ’ ένα εσωτερικό κόσμο φαντασίωσης.

o Χρησιμοποιούν επίσης την προβολή, την ενδοβολή, την εξιδανίκευση και την υποτίμηση.

Μεταξύ των πιο ώριμων αμυντικών διεργασιών χρησιμοποιούν: o Σε μικρότερο βαθμό χρησιμοποιούν κι άλλες άμυνες που έχουν τις

ρίζες του στην περίοδο του ανθρώπου πριν την ψυχολογική διαφοροποίηση του εαυτού και του άλλου.

o Σπάνια χρησιμοποιούν μηχανισμούς που σβήνουν τη συναισθηματική και την αισθητηριακή πληροφόρηση ( άρνηση και απώθηση ).

o Σπάνια χρησιμοποιούν μηχανισμούς που διακρίνουν τον κόσμο σε καλό και κακό ( γνωστική απόσπαση, ηθικοποίηση, ματαίωση, αντιδραστικός σχηματισμός, στροφή ενάντια στον εαυτό ).

o Υπό ψυχοπιεστικές συνθήκες μπορεί να αποσυρθούν από τα συναισθήματά τους ή τα ερεθίσματα του περιβάλλοντός τους ( τότε θεωρούνται ξενέρωτοι ).

o Η πιο προσαρμοστική και αξιοθαύμαστη ικανότητά τους είναι η δημιουργικότητά τους. Οι πιο υγιείς διακρίνονται στις καλές τέχνες, επιστημονικές ανακαλύψεις, θεωρητικές καινοτομίες95.

o Ένα άτομο θα πρέπει να απέχει από την συμβατικότητα για να επηρεάσει τον κόσμο με νέο τρόπο96.

o Οι πιο διαταραγμένοι βιώνουν μια κόλαση της αποξένωσής τους. Στόχος της θεραπείας η μετουσίωση της αυτιστικής απόσυρσης σε

δημιουργική δραστηριότητα.

Σχέσεις με το αντικείμενο στις σχιζοειδείς καταστάσεις:

Η κύρια σύγκρουση που αντιμετωπίζουν τα σχιζοειδή άτομα στον τομέα των σχέσεων εστιάζεται στην εγγύτητα και την απόσταση, την αγάπη και τον φόβο.

Αμφιταλαντεύονται στο θέμα της επαφής με τους άλλους. Λαχταρούν την εγγύτητα, φοβούνται την εγκόλπωση. Αναζητούν την

απόσταση από τους άλλους για την επιβεβαίωση του εαυτού τους σε ότι

95 Ο.π. σ. 410, παραγρ 1. 96 Ο.π. σ. 410, παραγρ 1.

85

αφορά την ασφάλεια και την ατομικότητά τους, αλλά παραπονιούνται όμως και για τη μοναξιά τους ( Karon & VandenBos).

“ Μαζί δεν κάνουμε και χώρια δεν μπορούμε ” Δεν μπορούν ούτε να βρίσκονται σε σχέση με κάποιον άλλο, ούτε μακριά του ( Guntrip ).

“ Πλησίασε γιατί νιώθω μόνος, αλλά μείνε μακριά γιατί φοβάμαι την εισβολή ”.

Ανεξάρτητα από το αν έχουν λειτουργικότητα ή αν έχουν οργασμό είναι σεξουαλικά ιδιαίτερα απαθείς. Το σεξ σημαίνει εγγύτητα και τους τρομάζει. Το κάνουν μηχανικά. Έτσι λαχταρούν ανθρώπους που είναι δύσκολο να αποκτήσουν ( stars) ή είναι ερωτευμένοι με την τέχνη τους ( μουσικό όργανο ).

Οι σχιζοειδείς μηχανισμοί προέρχονται από μια πανανθρώπινη παρανοϊκή – σχιζοειδή θέση της βρεφικής περιόδου ( Klein ). Παλινδρόμηση - καθήλωση στη νεογνική ηλικία ( Fairbairn, Guntrip ). Θεωρείται « προνοητική διαταραχή » ( Giovachinni ). Άλλοι θεωρούν πως προέρχεται από το τέλος του συμβιωτικού σταδίου με τη μητέρα ( πχ η Homer ).

Περισσότερο σχιζοειδείς είναι οι άνδρες γιατί χρειάζεται μια αποπνικτική – αποπλανητική μητέρα κι ένας ανυπόμονος – επικριτικός πατέρας.

Οι άνδρες είναι πιο ευπαθείς σε διαταραχές που χαρακτηρίζονται από υπερβολική απομόνωση ( ψυχοπάθεια, σχιζοειδείς καταστάσεις ). Dinnerstein & Chodorow.

Οι γυναίκες είναι πιο ευπαθείς σε διαταραχές που χαρακτηρίζονται από υπερβολική προσκόλληση ( κατάθλιψη, μαζοχισμό ). Dinnerstein & Chodorow.

Η υπερβολική ανάμειξη των γονιών στη ζωή του παιδιού δημιουργεί σχιζοειδείς καταστάσεις.

Η ποιότητα της ανάμειξης των γονιών στη ζωή του παιδιού δημιουργεί σχιζοειδείς καταστάσεις ( αντιθετικά μηνύματα, συναισθηματική ανειλικρίνεια ). Δημιουργείται στα παιδιά θυμός, ασάφεια, σύγχυση, απόγνωση. Για να προστατεύσουν τον εαυτό τους αποσύρονται ( Giovachinni ).

Ένας άλλος τύπος γονιού είναι αυτός που παραμελεί και κάνει το παιδί να αποσύρεται αναγκαστικά στη μοναξιά του. Η πρώιμη στέρηση της συντροφικότητας δημιουργεί την επακόλουθη αίσθηση της μοναξιάς και της απομόνωσης ( Hurry Stack Sullivan & Arthur Robbins ).

86

Ο σχιζοειδής εαυτός97:

Αδιαφορία για τις συμβατικές κοινωνικές προσδοκίες σε αντίθεση με τους ναρκισσιστές. Αδιαφορία για το πώς επιδρούν στους άλλους, αλλά και για την άποψη και την κριτική από τους άλλους.

Αντισυμβατικοί, μακριά από το βόλεμα, είτε αισθάνονται τον πόνο της μοναξιάς, είτε όχι.

Ακόμη κι όταν συναναστρέφονται τους άλλους αισθάνονται άβολα ή ότι εξαπατούν τους άλλους συμμετέχοντας σε κοινωνικές συμβατικότητες.

Ο σχιζοειδής εαυτός πάντα παραμένει σε μια απόσταση ασφαλείας από τους άλλους.

Η συμπεριφορά τους είναι αποστασιοποιημένη, ειρωνική και αμυδρά περιφρονητική ( E. Bleuler, M. Bleuler, Sullivan ). Αυτή η τάση έχει τις ρίζες της στην απόκρουση των επιδρομών του ελεγκτικού ή παρεμβατικού Άλλου ( γονιού ).

Μετατρέπουν σε φάρσα κάθε συμβατική προσδοκία του περιβάλλοντός τους [ θρησκεία, οικογένεια κλπ, ότι είναι ιερό για την κάθε κοινωνία ] ( τάση ενάντια στην εθιμοτυπία Sass ).

Εκκεντρικότητα, αντίσταση, αψήφηση κανόνων, αντίσταση στον καθορισμό τους από τους άλλους. Ο καθορισμός από τους άλλους αποτελεί ψυχολογική καταπάτησή τους και αφανισμό από τους άλλους. Η εγκατάλειψη λιγότερο αρνητική από την εγκόλπωση.

Από την μια έχουμε τον « φιλοβάτη » ( εραστής της απόστασης ) και από την άλλη τον « οκνόφιλο » (εραστής της εγγύτητας ). M. Balint, Friendly expanses – Horrid Empty spaces, 1945.

Άλλοι θεωρητικοί της ψυχολογίας εκτός των ψυχαναλυτικών σχολών περιγράφουν την ίδια κατάσταση με άλλους όρους ( εγγύτητα – απόσταση [ πυρηνική σύγκρουση ], διώκτης – διωκόμενός, εγγύτητα – αποφυγή Βλ. Lachmann & Bebe και Livingston ). Πρόκειται λοιπόν για πανανθρώπινο φαινόμενο.

Οι σχιζοειδείς προσωπικότητες είναι οι πιο ακραίοι φιλοβάτες. Έλκουν, αλλά και έλκονται συνήθως από άτομα αντίθετης ιδιοσυγκρασίας ( εγκάρδιους, ζεστούς, φιλικούς ανθρώπους πχ τα άτομα με υστερική προσωπικότητα ). Σε ζευγάρια που ένας ο είναι σχιζοειδής κι ο άλλος όχι, όσο πλησιάσει ο ένας, τόσο απομακρύνεται ο άλλος ( Wheelis ).

Οι σχιζοειδείς προσωπικότητες δεν είναι ψυχροί άνθρωποι. Νοιάζονται για τους άλλους, αλλά έχουν την ανάγκη για προσωπικό χώρο στον οποίο να αισθάνονται προστατευμένοι. Φοβούνται την εγκόλπωση.

Ξεπερνούν αυτούς τους φόβους όταν γίνονται ψυχοθεραπευτές και στρατεύουν την εξαιρετική τους ευαισθησία στην υπηρεσία των άλλων ( γνωρίζουν τους άλλους, αποκρύπτουν τον εαυτό τους ).

97 Ο.π.

87

Διατηρούν την αυτοεκτίμησή τους με τη δημιουργικότητα. Προσωπική ακεραιότητα και αυτοέκφραση κυρίαρχα στοιχεία αυτής της

προσωπικότητας. Οι αντικοινωνικοί προσπαθούν να νιώσουν ανώτεροι με την ισχύ, οι ναρκισσιστές με τον θαυμασμό που έχουν οι άλλοι γι’ αυτούς, οι σχιζοειδείς με την πρωτοτυπία, την ευαισθησία και τη μοναδικότητά του.

Ψάχνουν για εσωτερική κι όχι εξωτερική επιβεβαίωση. Είναι υπέρμετρα κριτικοί με τον εαυτό τους γιατί βάζουν τον πήχη ψηλά.

Η αναζήτηση της αυθεντικότητας τους απομονώνει και μερικές φορές τους απογοητεύει.

Η σύγχρονη κοινωνία της αποξένωσης, της απομόνωσης και της απομάκρυνσης από την ευαισθησία για την κοινωνία ομοιάζει με τη δομή της σχιζοειδούς προσωπικότητας ( Sass, 1992 ).

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους σχιζοειδείς ασθενείς98:

Παρόλο που γενικά αποφεύγουν τις συναισθηματικές επαφές, αντιμετωπίζουν την θεραπευτική διαδικασία με ευγνωμοσύνη και πνεύμα συνεργασίας, αρκεί ο ψυχοθεραπευτής να φέρεται με αβρότητα και σεβασμό.

Το θεραπευτικό πλαίσιο, η επαγγελματική δεοντολογία, το καθορισμένο χρονοδιάγραμμα και η αμοιβή τους προφυλάσσουν από τον φόβο της εγκόλπωσης και της συναισθηματικής εμπλοκής.

Οι σχιζοειδείς προσωπικότητες προσεγγίζουν την θεραπεία με ένα μείγμα ευαισθησίας, ειλικρίνειας και φόβου εγκόλπωσης από τον θεραπευτή. Αυτά είναι τα χαρακτηριστικά των σχέσεών τους και με τους άλλους ανθρώπους.

Συνευρίσκονται με άλλους ανθρώπους όταν βιώσουν μοναξιά και οδύνη από την απομόνωσή τους ή όταν βάλλουν στόχο να ξεφύγουν από τη μοναξιά ή τη ντροπαλότητά τους.

Μερικές φορές δεν καταλαβαίνουν πως είναι σχιζοειδείς και αναζητούν απλώς θεραπεία στα συμπτώματα τους ( κατάθλιψη, άγχος, συμπτωματική νεύρωση και τον δικαιολογημένο φόβο τους μην τρελαθούν ).

Στην αρχή της θεραπείας δεν μπορούν να μιλήσουν, νιώθουν άδειοι και χαμένοι. Σιωπούν για να εσωτερικεύσουν την ασφάλεια της θεραπευτικής σχέσης.

Οι θεραπευτές χαίρονται να συνεργάζονται μαζί τους γιατί αυτοί οι ασθενείς έχουν μια ιδιαίτερη ευαισθησία στα πράγματα που συμβαίνουν μέσα τους.

98 Ο.π.

88

Οι ασθενείς αυτοί αισθάνονται ευγνωμοσύνη που μέσα στη θεραπευτική σχέση μπορούν να εκφραστούν χωρίς να τους χλευάσουν, να τους περιφρονήσουν ή να ανησυχήσουν γι’ αυτούς.

Οι θεραπευτές πρέπει να δείξουν υπομονή απέναντι στις μακρές σιωπές των σχιζοειδών ασθενών.

Ο θεραπευτής πρέπει να βρει τρόπο να διεισδύσει στον υποκειμενικό κόσμο του σχιζοειδούς ασθενή χωρίς να τον αναστατώσει.

Αν αισθανθούν ότι ο θεραπευτής τους αντιμετωπίζει σαν ενδιαφέροντα πειραματόζωα που δεν έχουν σχέση με το ανθρώπινο είδος εισπράττουν αδιαφορία από τον θεραπευτή. Από την αρχή αυτή οι ασθενείς βάζουν μεταβιβάσεις - δοκιμασίες με όρους της θεωρίας ελέγχου – κυριαρχίας στον θεραπευτή για να δουν αν ενδιαφέρεται πραγματικά γι’ αυτούς.

Οι ασθενείς αυτοί φοβούνται πως ο θεραπευτής θα αποσυρθεί συναισθηματικά και πως θα τους θεωρήσει ερημίτες ή διασκεδαστικούς παλαβιάρηδες, όπως κάνουν και οι άλλοι άνθρωποι.

Πολλοί θεραπευτές όντως κάνουν τα παραπάνω ή επιμένουν στο βιολογικό κομμάτι των σχιζοειδών καταστάσεων, μην παίρνοντας στα σοβαρά την προσωπικότητα των ασθενών.

Η αντιμεταβίβαση – άμυνα που αισθάνονται οι κλινικοί είναι να αποστασιοποιηθούν συναισθηματικά από τον ασθενή, να προβούν σε πρόωρη αποκάλυψη, να θεωρήσουν τον κόσμο του ως ένα βιολογικό φαινόμενο ή να τον αντιμετωπίσουν ως μια περίεργη προσωπικότητα.

Πρέπει να δείξουν ενσυναίσθηση και να προσπαθήσουν να τον καταλάβουν. Χρειάζεται να αποκωδικοποιήσουν και την σχιζοειδή εμπειρία του ασθενή ( Sass, 1992 ).

Μόλις εδραιωθεί η θεραπευτική σχέση ο θεραπευτής μπορεί στην πορεία να νιώσει εύθραυστος κι αβοήθητος.

Μπορεί ο θεραπευτής να πέσει στην παγίδα να νιώσει – φαντασιωθεί κι αυτός απειλή από έναν εχθρικό εξωτερικό κόσμο προς τον υποκειμενικό κόσμο του ασθενή.

Μπορεί να δημιουργηθούν και στους δύο αντισταθμιστικές φαντασιώσεις παντοδυναμίας ( Εμείς οι δυο συγκροτούμε το νέο σύμπαν ).

Μια άλλη μεταβίβαση είναι να θεωρήσει ο θεραπευτής τον ασθενή ως μια παρεξηγημένη ιδιοφυΐα ή ένα ακόμη μη αναγνωρισμένο ιδιοφυές άτομο. Έτσι ο θεραπευτής γίνεται ο υπερπροστατευτικός γονιός που φαντασιώνεται πως το παιδί του θα μεγαλουργήσει.

89

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης των διασχιστικών καταστάσεων:

Σε μια θεραπευτική σχέση μ’ ένα σχιζοειδή ασθενή ο θεραπευτής έρχεται από πολύ νωρίς σ’ ένα κόσμο φαντασίας και συναισθημάτων που οι άλλοι ασθενείς κάνουν χρόνια να τον ανακαλύψουν. Οι θεραπευτές που μπορούν να τους προσεγγίσουν είναι αυτοί που έχουν επί πολλά χρόνια υποβληθεί σε ψυχανάλυση ή είναι οι ίδιοι σχιζοειδείς.

Οι περισσότεροι θεραπευτές είναι καταθλιπτικοί ( άρα έχουν φόβο εγκατάλειψης κι όχι εγκόλπωσης όπως οι σχιζοειδείς ασθενείς ). Προσπαθούν να πλησιάσουν τον σχιζοειδή ασθενή και δεν μπορούν να κατανοήσουν την ανάγκη του για συναισθηματικό χώρο. Καλά είναι ο θεραπευτής να απομακρύνει ακόμη περισσότερο την καρέκλα του από αυτή του ασθενή ( Em. Hammer, 1968 ). Έτσι τον διαβεβαιώνει με μη λεκτικό τρόπο πως δεν θα εισέλθει στο χώρο του και πως δεν θα τον πιέσει.

Ως ένα σημείο κάποια σχόλια από τον θεραπευτή μπορούν να γίνουν ανεκτά, αρκεί αυτός να χρησιμοποιεί εικόνες και λεξιλόγιο από τον κόσμο του ασθενούς. Έτσι ενισχύει την αίσθηση της εσωτερικής ενότητας και πραγματικότητας του ασθενή. Ο θεραπευτής πρέπει να αποφύγει την ανάκριση και τον εμπαιγμό ( Em. Hammer, 1968 ).

Η αναπλαισίωση των αντιδράσεων των ασθενών, ώστε αυτές να μοιάζουν φυσιολογικές ή συνηθισμένες είναι βασικό κομμάτι της θεραπείας.

Η τεχνική της ανοδικής ερμηνείας είναι κατάλληλη για τα άτομα που είναι ψυχωτικά, δηλ στην κορυφή του ψυχωτικού-μεταιχμιακού-νευρωτικού άξονα. Ενδείκνυται όμως και για το νευρωτικό και το μεταιχμιακό στάδιο σ’ αυτές τις προσωπικότητες.

Είτε έχουν υψηλή λειτουργικότητα, είτε υψηλή αυτοεκτίμηση και αίσθηση της ανωτερότητας των ιδεών τους φοβούνται πως αν μιλήσουν οι άλλοι θα τους απορρίψουν.

Όταν ο θεραπευτής δείχνει πως ο κόσμος του ασθενούς είναι αποδεκτός από τον ίδιο τον θεραπευτή, τότε ο ασθενής αισθάνεται λιγότερο φόβο για απόρριψη από τους άλλους.

Τότε αρχίζει να καταλαβαίνει πως όσα φαντασιώνεται ή αισθάνεται δεν οφείλονται στην δική του ευαισθησία, αλλά στην έλλειψη ικανότητας των άλλων.

Η φαντασιώζικη ζωή του μοιάζει πια ως ταλέντο κι όχι ως ελάττωμα. Ο θεραπευτής για να κάνει τον ασθενή να νιώσει καλλίτερα μπορεί να του παρουσιάσει έργα τέχνης ή λογοτεχνίας ( Ίψεν, Ντοστογιέφσκι, Κάφκα σύμβολα από τον εσωτερικό μας κόσμο ) που αντλούν από τον κόσμο της φαντασίας.

Έτσι ο ασθενής διώχνει τον φόβο της εγκόλπωσης, αλλά και την ακύρωση της εμπειρίας του. Έτσι επιβεβαιώνεται η αυτοπεποίθησή του.

90

Ο ασθενής μπορεί να μην ωφεληθεί από την θεραπευτική σχέση αν την θεωρήσει ως υποκατάστατο της φαντασιώζικης ζωής του. Τότε δεν θα γίνει πιο λειτουργικός ( να βγαίνει έξω, να βγαίνει ραντεβού κλπ ).

Ο στόχος του να γίνει ο ασθενής λειτουργικός πρέπει να επιδιώκεται αβίαστα, χωρίς παρεμβατικότητα και πίεση.

Η ένταση μπορεί να μεταβληθεί σε ευκαιρία να κατανοήσει ο ασθενής μέσα του τη σύγκρουση ανάμεσα στην επιθυμία για εγγύτητα και τον φόβο για εγγύτητα.

Ο θεραπευτής πρέπει να λειτουργεί ως πραγματικό πρόσωπο κι όχι μόνο ως αντικείμενο μεταβίβασης.

Ο σχιζοειδής βιώνει με υποθετικό τρόπο τις διαπροσωπικές σχέσεις και χρειάζεται να αισθανθεί την ενεργητική συμμετοχή του θεραπευτή.

Ο θεραπευτής πρέπει να διδάξει το χιούμορ και το παιχνίδι για να μάθει να ριψοκινδυνεύει ο ασθενής τη σχέση με τους άλλους και όχι να αποσύρεται ή να προσποιείται τη συναισθηματική σύνδεση με τους άλλους.

Διαφοροδιάγνωση:

Κύριο χαρακτηριστικό της σχιζοειδούς ψυχολογίας από τη σχετική αδιαφορία των ασθενών να δώσουν μια συμβατική εντύπωση στον κλινικό στη διαγνωστική συνέντευξη. Μερικές φορές όμως παρόμοια εντύπωση δίνουν κάποια ιδεοληπτικά και ψυχαναγκαστικά άτομα του μεταιχμιακού – ψυχωτικού φάσματος.

Ο βαθμός της παθολογίας:

Ερωτήματα: υπάρχουν ψευδαισθήσεις και παραληρηματικών ιδεών; Παρουσία ή απουσία διαταραγμένης σκέψης; Διακρίνει τις σκέψεις από τις πράξεις του ή νομίζει πως αφού το σκέφτηκε το έκανε; Υπάρχουν κι εξειδικευμένα ερωτηματολόγια.

Στη φάση της ψύχωσης απαραίτητη η φαρμακευτική αγωγή και η νοσοκομειακή νοσηλεία.

Τα σχιζοειδή άτομα συχνά φαίνονται πιο διαταραγμένα απ’ ότι στην πραγματικότητα είναι.

Οι σχιζοειδείς διεργασίες δεν είναι πάντα δυσοίωνες και οι ασθενείς πρέπει να αντιμετωπίζονται ως άτομα με σημαντικές ικανότητες ( ακεραιότητα χαρακτήρα, πρωτοτυπία κλπ ).

Σχιζοειδής έναντι ιδεοληπτικών και ψυχαναγκαστικών προσωπικότητων:

91

Τα σχιζοειδή άτομα έχουν κάποια κοινά στοιχεία με τα ψυχαναγκαστικά άτομα:

o Συχνά τα σχιζοειδή άτομα απομονώνονται και αφιερώνουν τον χρόνο τους σε σκέψεις, έννοιες, ακόμη και έμμονες ιδέες για τα βασικά θέματα που κυριαρχούν στη φαντασιώζική τους ζωή.

o Απαντούν με διανοητικοποίηση στις ερωτήσεις του κλινικού ψυχολόγου.

o Εμφανίζονται να συμπεριφέρονται άψυχα και χωρίς συναισθήματα. o Μερικά σχιζοειδή άτομα χαρακτηρίζονται από ψυχαναγκαστικές

συμπεριφορές ή τελετουργίες. Μερικά άτομα συνδυάζουν και τους δύο χαρακτήρες. Τα ιδεοληπτικά άτομα σε αντίθεση με τα σχιζοειδή άτομα, όμως είναι πιο

κοινωνικά από τα σχιζοειδή και νοιάζονται για την άποψη των άλλων γι’ αυτά και την υπόληψή τους, ηθικολογούν, προσέχουν τους ηθικούς κανόνες της ομάδας, αρνούνται ή απομονώνουν τα συναισθήματά τους.

92

Σχιζότυπη προσωπικότητα:

Β. Σενέγια.

Το άτομο με σχιζότυπη διαταραχή προσωπικότητας διατρέχει υψηλό κίνδυνο

να παρουσιάσει κάποια στιγμή σχιζοφρένεια. Εμφανίζεται ως περίεργο και ειδικών αναγκών στους άλλους. Βασικά χαρακτηριστικά είναι η τάση κοινωνικής απόσυρσης και αποξένωσης ως αποτέλεσμα μια βαθιάς αποξένωσης από τον εαυτό. Οι γνωστικές λειτουργίες χαρακτηρίζονται συχνά αυτιστικές. Υπάρχει έντονη η τάση παρατήρησης της συμπεριφοράς των άλλων καταλήγοντας στο συμπέρασμα, ότι όλοι είναι εναντίον του. Η συναισθηματική ζωή είναι φτωχή ως ανύπαρκτη, γι΄ αυτό και απουσιάζουν οι διαπροσωπικές σχέσεις99.

99 Τζιωρίδου, χχ

93

Διασχιστικές προσωπικότητες100:

Β. Τέντε

100 Βλ. κεφ. 15 στο Mc Williams, 2000.

94

Ορισμός:

Ονομάζεται διαταραχή διασχιστικής ή πολλαπλής προσωπικότητας. Αν και μοιάζει σπάνιο το να έχει κάποιος πολλαπλή προσωπικότητα υπάρχουν άτομα που πολύ συχνά εισέρχονται σε διασχιστικές καταστάσεις κι έτσι ο μηχανισμός διάσχισης γίνεται πρωταρχικό στοιχείο του χαρακτήρα τους.

Πολλοί δεν το ήξεραν ή δεν το απεκάλυπταν πως είχαν πολλές προσωπικότητες. Ο Φρόιντ είχε δώσει προτεραιότητα στην απώθηση και στην ωρίμανση, αντί στη διάσχιση και το τραύμα. Έτσι χάσαμε πολύτιμο υλικό από εκείνη την εποχή. Η πολλαπλότητα είναι ένα χρόνιο μετατραυματικό στρες παιδικής προέλευσης ( Spiegel ). Οι προσωπικότητες διαφέρουν σε φύλλο, σεξουαλικές προτιμήσεις, ηλικία, τρόπο ομιλίας και γραφής, ασθένειες 101.

Τύποι:

Ο μηχανισμός της διάσχισης ενεργοποιείται εξαιτίας ιεροτελεστικής σεξουαλικής κακοποίησης ή σεξουαλικής κακοποίησης αιμομικτικού χαρακτήρα ή πολέμου, σεισμού, καταστροφής κλπ. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντέξει αυτή την αποτρόπαια πράξη και διασπάται102.

Σε μεταιχμιακό και ψυχωτικό στάδιο κατακερματίζονται σε εκατοντάδες προσωπικότητες. Μεταβαίνουν αυτόματα, χαοτικά και αυτοκαταστροφικά από τη μια προσωπικότητα στην άλλη. Κάποιο εαυτοί μπορεί να γίνουν δολοφόνοι, οπότε οι εγκληματίες έχουν ελαφρυντικό.

Είναι η πιο εξωτική διαταραχή. Κατά τον Φρόιντ οι διαφορετικές ταυτίσεις καταλαμβάνουν τη

συνείδηση εναλλακτικά. Υπάρχει αμνησία, κενό για το τι κάνει η κάθε προσωπικότητα. Συχνά

η κυρίαρχη προσωπικότητα δεν θυμάται τίποτα. Έχουν σχετικά συγκροτημένο Εγώ, σταθερό αντικείμενο και καλή λειτουργικότητα.

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στις διασχιστικές καταστάσεις:

Οι διασχιστικοί πέφτουν πολύ εύκολα σε ύπνωση. Οι προηγούμενες ζωές που θυμούνται είναι οι διαφορετικές προσωπικότητες. Πέφτουν ακόμη και σε αυτοϋπνωση.

Ως παιδιά είχαν έτσι κι αλλιώς την ικανότητα για έναν έντονα φαντασιακό κόσμο ( φανταστικοί φίλοι, εσωτερικές συζητήσεις,

101 Ο.π. σ. 663, παραγρ 1. 102 Ο.π. σ. 667, παραγρ 1.

95

φανταστικές ταυτότητες, παιχνίδια ρόλων, φανταστικά παιχνίδια κλπ ). Όταν συνέβη το τραύμα ήταν εύκολο να πέσουν σε διάσχιση. Άλλος συνομήλικος θα το απωθούσε ή θα το εκδραμάτιζε103.

Δεν υπάρχει θεωρία των ενορμήσεων γι’ αυτά τα άτομα. Οι ασθενείς αυτοί έχουν κατακλυσθεί από συναισθήματα που δεν

μπορούν να επεξεργαστούν ( τρόμος, ενοχή, οργή, αναστάτωση, όλα εξαιτίας του τραύματος ).

Σωματικά μπορεί να πέσουν σε υπνωτική καταληψία ( έκσταση ) με έντονη σεξουαλική διέγερση.

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στις διασχιστικές καταστάσεις:

Αρχικά οι διασχιστικές άμυνες έχουν προσαρμοστικό χαρακτήρα ( προσαρμογή ενός ανώριμου οργανισμού σε μια καινούργια κατάσταση ) κι αργότερα αυτόματο άρα και δυσπροσαρμοστικό χαρακτήρα.

Μετά την τραυματική εμπειρία άλλοι ασθενείς χρησιμοποιούσαν συνεχώς τη διάσχιση κι άλλοι κατάφεραν να έχουν μια λεπτή ασυνείδητη συνεργασία ανάμεσα στην κυρίαρχη προσωπικότητα και τις άλλες.

Οι μεταβάσεις από τη μια προσωπικότητα στην άλλη μερικές φορές είναι ήπια και ανεπαίσθητη και θεωρείται ως αλλαγή διάθεσης. Οι ασθενείς ντρέπονται και κρύβουν από τους θεραπευτές την πολλαπλότητά τους. Σήμερα ντρέπονται λιγότερο γιατί γνωρίζουμε πιο πολλά από το παρελθόν για τη διάσχιση που ήταν ένα ταμπού104.

Άλλοι εγκατέλειψαν την οικογένεια που τους τραυμάτισε και απαλλάχθηκαν από τις διασχιστικές καταστάσεις. Όταν όμως έκανα παιδί που ήταν στην ηλικία που οι ίδιοι υπέστησαν ( ταύτιση γονέα με παιδί ) το τραύμα ή κάτι που ασυνείδητα το θυμίζει τότε επέστρεψαν οι διασχιστικές καταστάσεις.

Η αμνησία για πράξεις και καταστάσεις είναι συνηθισμένη στη μετάβαση από τη μια κατάσταση στην άλλη. Το ίδιο και ο αποπροσανατολισμός ή το χάσιμο στην πόλη.

Μερικές φορές μόνο μια από τις προσωπικότητες πάει για θεραπεία ( συνήθως το φοβισμένο παιδί και κάποιες άλλες μπορεί ακόμη και να αντιδρούν αρνητικά ) 105. Ο ανίδεος θεραπευτής μπορεί να θεωρήσει το φοβισμένο παιδί ως παροδική παλινδρόμηση κι όχι διασχιστικό φαινόμενο.

103 Ο.π. σ. 676, παραγρ 2. 104 Ο.π. σ. 663, παραγρ 1. 105 Ο.π. σ. 675, παραγρ 2.

96

Οι ασθενείς από μικροί αποκρύπτουν τις πολλές προσωπικότητες γιατί δεν εμπιστεύονται έτσι κι αλλιώς τους γονείς τους που αντί να τους προστατεύσουν τους κακοποίησαν106.

Όταν διηγούνται την κακοποίηση την διηγούνται ψυχρά σαν να μην τους αφορά ( διάσχιση του συναισθήματος ).

Εκτός από την κλασσική διάσχιση υπάρχει στην ίδια κατηγορία και η αποπροσωποποίηση.

Πολλές φορές η απώθηση ως άμυνα που θεωρούνταν ως υστερικό φαινόμενο σήμερα θεωρείται μέρος της διασχιστικής κατάστασης.

Σχέσεις με το αντικείμενο στις διασχιστικές καταστάσεις:

Ο μηχανισμός της διάσχισης ενεργοποιείται εξαιτίας ιεροτελεστικής σεξουαλικής κακοποίησης ή σεξουαλικής κακοποίησης αιμομικτικού χαρακτήρα ή πολέμου, σεισμού, καταστροφής κλπ. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να αντέξει αυτή την αποτρόπαια πράξη και διασπάται.

Συχνά και οι γονείς εξαιτίας παρομοίου τραύματος ή αλκοόλ ή ουσιών είναι διασχιστικοί.

Η διάσχιση είναι προσαρμοστική προς την οικογένεια. Βολεύει γιατί δεν αποκαλύπτεται το μυστικό της κακοποίησης.

Οι διασχιστικοί υπνωτίζονται πολύ εύκολα, ακόμη και αυτοϋπνωση. Δεν έχουν δεχθεί ανακούφιση γι’ αυτό που τους συνέβη. Άρνηση

δέχονται μόνο και πως ότι συνέβη ήταν της φαντασίας του. Παρά τις βλάβες που έχουν υποστεί στο αίσθημα της ασφάλειας

προκαλούν βαθιά συναισθήματα τρυφερότητας κι ενδιαφέροντος στους θεραπευτές τους. Κάνουν αγαπησιάρηδες φίλους. Δεν έχουν αποκοπεί από τα συναισθήματα.

Παρουσιάζουν καταναγκασμό της επανάληψης στον θέμα της κακοποίησης ( ανακατασκευή του τραύματος ) κι επανειλημμένη σύνδεση με κακοποιητικούς ανθρώπους. Το ίδιο κάνουν και οι μαζοχιστές.

Αναζητούν τη σχέση με το αντικείμενο, επιδιώκουν τις διαπροσωπικές σχέσεις με τους γύρω τους.

Αισθάνονται κάτι σημαντικό για τον διώκτη τους.

Ο διασχιστικός εαυτός:

Απαρτίζεται από πολλές προσωπικότητες.

106 Ο.π. σ. 677, παραγρ 2.

97

Κυρίαρχη είναι μία ευαίσθητη προσωπικότητα που βιώνει άγχος, δυσθυμία, κατακλύζεται από έντονα συναισθήματα.

Έχει κι άλλες βρεφικές και παιδικές προσωπικότητες, εσωτερικευμένους διώκτες, θύματα, προστάτες και προσωπικότητες που επιτελούν συγκεκριμένους σκοπούς.

Οι προσωπικότητες γνωρίζονται μεταξύ τους απόλυτα, καθόλου ή εν μέρει. o Πρόκειται για πυρηνικές πεποιθήσεις που είναι αποτέλεσμα

παιδικής κακοποίησης. Αυτές είναι: o Τα διαφορετικά τμήματα του εαυτού είναι διαφορετικοί εαυτοί. o Το θύμα είναι υπεύθυνο για την κακοποίησή του ( κακό παιδί, αν

δεν ήταν έτσι δεν θα συνέβαινε, δεν είναι τέλειο, αξίζει την τιμωρία επειδή θυμώνει ή επέτρεψε την κακοποίηση, δεν θυμώνω εγώ – άλλος εαυτός θυμώνει, αν ήμουν τέλειος δεν θα θύμωνα κλπ ).

o Είναι λάθος να δείχνει κάποιος θυμό ( ή ματαίωση, ή περιφρόνηση, ή επικριτική στάση . . . ).

o Το παρελθόν είναι παρόν. o Η πρωτόγονη προσωπικότητα δεν μπορεί να χειριστεί τις

αναμνήσεις. o Εγώ αγαπώ τους γονείς μου, αλλά εκείνη τους μισεί. o Η πρωταρχική προσωπικότητα πρέπει να τιμωρηθεί. o Δεν μπορώ να εμπιστευτώ τον εαυτό μου ή τους άλλους ( Ross ).

Ο θεραπευτής πρέπει να θυμάται: o Ακόμη κι αν δεν φανερώνονται όλες οι προσωπικότητες ακούνε

και φανερώνουν πράγματα μέσα από την κυρίαρχη προσωπικότητα.

o Οι προσωπικότητες δεν είναι ξεχωριστές, αλλά κομμάτια του ασθενή.

o Θα πρέπει να απαρτιωθούν όλες οι προσωπικότητες, ώστε να φύγει η αμνησία για ορισμένες από αυτές.

o Ομοιάζει με οικογενειακή θεραπεία, ο πελάτης δεν είναι μέρος του συστήματος, αλλά όλο το σύστημα. Δίνει κύρος αντικειμένου σε όλες του τις πτυχές.

o Οι ασθενείς δεν θέλουν να θυσιαστεί καμιά προσωπικότητα.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους διασχιστικούς ασθενείς:

Ένταση λόγω της κακοποίησης. Περιμένει την κακοποίηση ακόμη κι από τον θεραπευτή ( βιασμός,

βασανισμός, εγκατάλειψη ). Ιδιαίτερα, όταν υπερέχουν βρεφικές ή παιδικέ προσωπικότητες.

Τα παραπάνω δεν είναι ψύχωση, αλλά μετατραυματικές αντιλήψεις από την εποχή της κακοποίησης.

98

Ο θεραπευτής βιώνει σαν αντιμεταβίβαση ανάγκη για να προσφέρει αγάπη, φροντίδα ή διάσωση ( ακόμη και να πάρει στα γόνατά του τις παιδικές προσωπικότητες ). Επίσης αναστάτωση, όταν ξυπνούν κι οι άλλες προσωπικότητες, ενώ έχει συνηθίσει στην κυρίαρχη. Μπορεί ο θεραπευτής να παρουσιάσει αντιφοβικές αντιδράσεις και να θεωρήσει πως ο ασθενής βιώνει σχιζοφρενικό επεισόδιο και να του γράψει φάρμακα που δεν τα χρειάζεται. Οι θεραπευτές αισθάνονται ενοχή που είναι ανεπαρκείς.

Οι μεταβιβάσεις πρέπει να αναλύονται στους μη διασχιστικούς νευρωτικούς. Οι μη διασχιστικοί νευρωτικοί ασθενείς κατανοούν ότι όλα αυτά είναι τμήματα της προσωπικότητάς τους.

Οι διασχιστικοί ασθενείς ακόμη και του νευρωτικού επιπέδου πιστεύουν πως και η σύγχρονη πραγματικότητα αποτελεί αντιπερισπασμό μιας αληθινής πραγματικότητας που ενέχει τον κίνδυνο της εκμετάλλευσης, κακοποίησης κλπ. Ο θεραπευτής πριν αναλύσει τις μεταβιβάσεις πρέπει να πείσει τον ασθενή πως τον σέβεται και δεν θα του κάνει κακό.

Οι διασχιστικοί ασθενείς δύσκολα πλαισιώνονται από έναν θεραπευτή. Συνήθως καθυστερούν να φύγουν από το γραφείο του θεραπευτή προσπαθώντας μετά τις αποκαλύψεις που τους έγιναν να κερδίσουν ηθική και συναισθηματική στήριξη ακόμη.

Οι διασχιστικοί μπορεί να συμπαρασύρουν σε διάσχιση και τον θεραπευτή.

Οι διασχιστικοί μπορεί να συμπαρασύρουν σε υπνωτική καταληψία και περιοδική αμνησία και τον θεραπευτή.

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης της διάσχισης:

Οι αρχάριοι θεραπευτές φοβούνται να αναλάβουν διασχιστικούς ασθενείς. Δεν είναι όλοι οι διασχιστικοί ασθενείς το ίδιο. Ο καθένας είναι ιδιαίτερη

περίπτωση. Ένα διασχιστικό άτομο σε νευρωτικό στάδιο μπορεί εύκολα να

θεραπευτεί. Κι οι διασχιστικοί του μεταιχμιακού και του ψυχωτικού επιπέδου είναι

προκλητικές κι ενδιαφέρουσες περιπτώσεις. Κατάλληλη θεραπεία η εστίαση στο « Εδώ και τώρα » ( Ross ). Το δύσκολο είναι η διάγνωση. Μερικοί αρχάριοι θεραπευτές λανθασμένα

θεωρούν την πολλαπλή προσωπικότητα μεταίχμιο, σχιζοφρένεια, ψυχοπάθεια,ή διπολικότητα.

Οι ασθενείς νιώθουν παρεξηγημένοι, αντιστέκονται στην θεραπεία ( τουλάχιστον κάποιες από τις προσωπικότητες )

99

Η διαταραχή της διάσχισης προέρχεται από υπέρβαση ορίων ( αιμομικτική κακοποίηση ) γι’ αυτό η προσφορά πλαισίου με όρια και ασφάλεια.

Οι ασθενείς βίωσαν την έλλειψη ελέγχου, την παθητική ανοχή επιθέσεων και αλλαγών. Εστιάζουμε στην ενεργητική συμμετοχή του ασθενή.

Η διαταραχή αυτή είναι μια ακούσια κατάσταση. Δεν επέλεξαν το τραύμα και τα συμπτώματα δεν μπορούν να τα ελέγξουν.

Η διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας είναι μια κατάσταση κρυμμένων τραυμάτων και απομονωμένου συναισθήματος. Το κρυμμένο πρέπει να αποκαλυφθεί και το θαμμένο συναίσθημα να εκφορτιστεί.

Η διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας είναι μια κατάσταση διαχωρισμού και σύγκρουσης μεταξύ εναλλακτικών προσωπικοτήτων. Η θεραπεία πρέπει να επικεντρωθεί στην συνεργασία, την ενσυναίσθηση και τη συγκρότηση της ταυτότητας.

Η διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας είναι μια κατάσταση υπνωτικών εναλλακτικών πραγματικοτήτων. Ο θεραπευτής πρέπει να επικοινωνεί με σαφή και άμεσα μηνύματα.

Η διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας είναι μια κατάσταση που σχετίζεται με την ασυνέπεια των σημαντικών άλλων. Ο θεραπευτής πρέπει να είναι δίκαιος και σταθερός προς όλες τις εναλλακτικές προσωπικότητες. Αυτή η σταθερότητα πολεμά τις διασχιστικές άμυνες του ασθενή.

Η διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας είναι μια κατάσταση στην οποία η ασφάλεια, η αυτοεκτίμηση και ο μελλοντικός προσανατολισμός του ατόμου υπέστησαν ισχυρό κλονισμό. Ο θεραπευτής πρέπει να εμφυσήσει ρεαλιστική ελπίδα και να αποκαταστήσει το ηθικό του ασθενή.

Η διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας είναι μια κατάσταση που προέρχεται από σαρωτικές και κατακλυσμικές εμπειρίες. Ο ρυθμός της εμπειρίας πρέπει ν' ανταποκρίνεται στην ικανότητα του ασθενή να αποδεχτεί αυτά που του συνέβησαν.

Η διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας είναι μια κατάσταση που προκύπτει από την ανευθυνότητα των άλλων. Ο θεραπευτής θα πρέπει να είναι πολύ υπεύθυνος απέναντι σε όλες τις προσωπικότητες.

Η διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας είναι μια κατάσταση που προκύπτει από το ότι δεν προστάτεψαν τον ασθενή όταν ήταν μικρό παιδί. Ο θεραπευτής πρέπει να το κάνει και να μην κρατήσει στάση ουδετερότητας σ' αυτή την περίπτωση.

Η διασχιστική διαταραχή προσωπικότητας είναι μια κατάσταση που δημιουργεί πολλές γνωστικές διαστρεβλώσεις. Ο θεραπευτής πρέπει να τις φέρει στην επιφάνεια και αυτές να διορθωθούν. Ο θεραπευτής ίσως χρειαστεί να χρησιμοποιήσει την ύπνωση ( ένα διήμερο σεμινάριο για τους θεραπευτές αρκεί ). Πρέπει να ξέρει από αυτή γιατί ο ασθενής μερικλές φορές καταφεύγει στην αυτοϋπνωση. Ο ασθενής πρέπει να μάθει να την

100

χρησιμοποιεί θεραπευτικά ( "πλαισίωση αισθήματος ασφάλειας ") κι όχι τραυματικά.

Μπορεί εκτός από ύπνωση να γίνει επίσκεψη με τον θεραπευτή στον χώρο του τραύματος, διερεύνηση για διάψευση ή επαλήθευση των τραυματικών γεγονότων και των παθογόνων πεποιθήσεων και γενικά η θεραπεία πρέπει να πηγαίνει αργά και προσεκτικά σε όλες τις προσωπικότητες.

Διαφοροδιάγνωση:

Οι ασθενείς δεν έρχονται έχοντας ως αίτημα την διάσχιση. Προκύπτει: τραυματικό ιστορικό, οικογένεια με πρόβλημα εξαρτήσεων, αμνησία για τα πρώτα σχολικά χρόνια, αυτοκαταστροφική συμπεριφορά χωρίς προφανή αιτία, πονοκέφαλοι στη μετάβαση από τη μια προσωπικότητα στην άλλη, αναφορά στον εαυτό στο γ΄ ενικό πρόσωπο ή στο α΄ πληθυντικό πρόσωπο, φαινόμενα καταληψίας - στριφογύρισμα ματιών, φωνές ή θόρυβοι μέσα στο κεφάλι και προηγούμενο ιστορικό αποτυχημένων θεραπειών. Τα διασχιστικά προβλήματα εκτείνονται από την ήπια αποπροσωποποίηση μέχρι τον κατακερματισμό σε πολλές προσωπικότητες. Δυο τεστ υπάρχουν: Κλίμακα Διασχιστικών Εμπειριών και Δομημένη Κλινική Συνέντευξη για τις Διασχιστικές Διαταραχές.

Διασχιστικές καταστάσεις έναντι λειτουργικών ψυχώσεων:

Εύκολα θεωρούνται σχιζοφρενείς - κοινά συμπτώματα με την πρώτη κατηγορία σχιζοβρένειας του Schneider. Λανθασμένα ο ασθενής θεωρείται σχιζοσυναισθηματικός ή διπολικός ψυχωτικού επιπέδου. Η προσωπικότητα πριν από την ασθένεια και οι αντικειμενότροπες σχέσεις. Οι σχιζοφρενείς έχουν απονεκρωμένο και επίπεδο συναίσθημα και δεν δημιουργούν συναισθηματικό δεσμό με τον θεραπευτή.

Ως ένα σημείο η θεραπεία διασχιστικών φαινομένων στη σχιζοφρένεια ( η οποία είναι ανιάτη ) βοηθά και αυτούς που είναι μόνο διασχιστικοί. Οι σχιζοφρενείς από την εφηβεία αρχίζουν την απόσυρση και στην ενήλικη ζωή απομονώνονται. Οι μεταστροφές της διάθεσης των μανιοκαταθλιπτικών και των σχιζοσυναιισθηματικών είναι πιο μεγαλομανείς απ' ότι στους διασχιστικούς.

Άλλο οι εναλλακτικές προσωπικότητες των διασχιστικών κι άλλο οι φωνές που λένε τι να κάνεις στους σχιζοφρενείς.

Διασχιστικές καταστάσεις έναντι μεταιχμιακών καταστάσεων:

Δεν αποκλείει η μια διάγνωση την άλλη.

101

Ένα διασχιστικό άτομο σύμφωνα με την κλασσική ψυχανάλυση ανήκει σ' ένα από τα τρία επίπεδα οργάνωσης: νευρωτικό - μεταιχμιακό ( ζητήματα αποχωρισμού - εξιδανίκευσης ) - ψυχωτικό.

Η αμνησία είναι χαρακτηριστικό των διασχιστικών.

Διασχιστικές καταστάσεις έναντι υστερικών καταστάσεων:

Μετατροπή και διασχιση κοινή και στους δύο και παρόμοια ιδιοσυγκρασία.

Η παιδική κακοποίηση είναι σίγουρη στους διασχιστικούς, ενώ στους νευρωτικούς ίσως υπάρχει κάποιο είδος κακοποίησης ( όχι σεξουαλικής απαραίτητα ) και μάλλον όχι σ' αυτούς που είναι στο νευρωτικό στάδιο.

Στους υστερικούς ο θεραπευτής επιμένει στην ερμηνεία των παρορμήσεων, των φαντασιώσεων και των ασυνειδήτων τάσεων στους δε διασχιστικούς η έμφαση δίνεται στην ανάκληση και τη συναισθηματική εκφόρτιση των τραυμάτων.

Διασχιστικές καταστάσεις έναντι ψυχοπαθών καταστάσεων:

Πολλά αντικοινωνικά άτομα έχουν διασχιστικές άμυνες. Μπορεί κάποια από τις εναλλακτικές προσωπικότητες να είναι

αντικοινωνική. Αυτό παίζει μεγάλο ρόλο στα δικαστήρια για εγκληματίες. Σπάνια η καταδιωκτική προς την κυρίαρχη προσωπικότητα είναι η

αντικοινωνική προσωπικότητα.

102

Υπό - ομάδα Γ2: Οι δραματικές προσωπικότητες:

Ο σκοπός της παρούσης ερευνητικής εργασίας ήταν η κατανόηση των έντονα δραματικών χαρακτήρων που συναντούμε καθημερινά.

Ερευνητικά ερωτήματα:

1. Τι εννοούμε με τον όρο έντονη ή ασταθής δραματική προσωπικότητα ; 2. Ποιές προσωπικότητες ανήκουν σ’ αυτή την ομάδα; 3. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία αντικοινωνικός ή ψυχοπαθητικός; 4. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία δραματικός ή οιστριονικός ή

υστερικός; 5. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία ναρκισσιστής; 6. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία αυτοηττώμενη ή αλλιώς μαζοχιστική

προσωπικότητα; 7. Πως αντιμετωπίζονται οι παραπάνω τύποι χαρακτήρα από τους κλινικούς

ψυχολόγους ;

Αυτοί οι χαρακτήρες αναζητούν με διάφορους τρόπους την προσοχή.

103

Ψυχοπαθητικές ( Αντικοινωνικές ) προσωπικότητες107:

Ε. Μπράκα

107 Βλ. κεφ. 7 στο Mc Williams, 2000.

104

Ορισμός:

Η αποτυχία ενός ανθρώπου να δημιουργήσει συναισθηματικούς δεσμούς με τους γύρω του και η χρήση κυρίως πρωτόγονων μηχανισμών άμυνας

Τύποι:

Ο ορισμός με χρήση κυρίως πρωτόγονων μηχανισμών άμυνας και μια

αποδιοργανωμένη ταυτότητα – εγκληματική συμπεριφορά ( Ψυχοπάθεια / Μεταιχμιακή / Ψυχωτική οργάνωση ).

o Σαδιστικοί. o Παρορμητικοί. o Αποδιοργανωμένοι. o Ακραίοι ψυχωτικοί: δολοφόνοι, κανίβαλοι.

105

Ο ορισμός με χρήση κυρίως δευτερογενών μηχανισμών άμυνας και μια απαρτιωμένη ταυτότητα – εσωτερικά κίνητρα ( Κοινωνιοπάθεια / Φυσιολογική / Νευρωτική οργάνωση ).

o Ευπρεπείς εκλεπτυσμένοι άνθρωποι που δεν τους φαίνεται: κακοήθεις, αδίστακτοι επιχειρηματίες.

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στην Ψυχοπάθεια:

Έχουν από βρέφη περισσότερη έμφυτη ευκολία στο να παρηγορούνται, ενεργητικότητα, χαμηλή αντιδραστικότητα ( γι’ αυτό έχουν ανάγκη από έντονα συναισθήματα και τα παθήματα δεν γίνονται μαθήματα ) και συναισθηματική και αρπακτική επιθετικότητα από το μέσο όρο.

Ο βιολογικός παράγοντας σε συνεργασία και με άλλους παράγοντες θεωρείται καθοριστικός για την ψυχοπαθητική κατεύθυνση.

Δεν βιώνουν εύκολα συναισθηματική διέγερση ( ακρόαση καλής μουσικής, τρυφερού έρωτα, επιτυχημένο αστείο, επαφή με την φύση, ολοκλήρωση μιας εργασίας ).

Ο θεραπευτής χρειάζεται κατάλληλες γνώσεις για να ανεχθεί ένα άτομο που είναι δύσκολο να αγαπηθεί.

Οι ψυχοπαθητικές προσωπικότητες δεν εκφράζουν λεκτικά τα συναισθήματά τους και δεν ξέρουμε πολλά γι’ αυτά.

Προτιμούν την δράση αντί τη συζήτηση. Συγκινησιακά διεγείρονται, αλλά δεν μπορούν να βιώσουν

συναισθήματα. Βιώνουν συνήθως παράφορη οργή ή μανιακή ευθυμία. Έχουν « μαζικό συναισθηματικό μπλοκάρισμα » ( Modell ).

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στην Ψυχοπάθεια:

Η πρωτόγονη αμυντική λειτουργία που κυριαρχεί είναι παντοδύναμος έλεγχος.

Παράλληλα χρησιμοποιούν την προβλητική ταύτιση, διεργασίες διάσχισης και εκδραμάτιση.

Βασικός στόχος τους η άσκηση ελέγχου στο περιβάλλον τους. Η ντροπή κι η σεξουαλικές διαστροφές κρύβονται πίσω από το έγκλημα που

εκδηλώνουν. Η έλλειψη ηθικής συνείδησης αποκαλύπτει όχι μόνο την ύπαρξη ενός

ελαττωματικού Υπερεγώ ( Johnson ), αλλά και την έλλειψη βασικών σχέσεων αμοιβαιότητας με άλλα άτομα.

106

Οι άλλοι απλώς είναι χρήσιμοι κι επιβεβαιώνουν την κυριαρχία των ψυχοπαθητικών προσωπικοτήτων.

Αυτές οι προσωπικότητες συνειδητά, χωρίς ντροπή κομπάζουν για τις εξαπατήσεις, τις κατακτήσεις, τις δολοπλοκίες κλπ. αν αντιληφθούν ότι το άτομο στο οποίο απευθύνονται θα εντυπωσιαστεί από τη δύναμή τους.

Έχουν κακοήθη αίσθηση μεγαλείου ( Kernberg ) και σαδιστικό θρίαμβο έναντι του θεραπευτή.

Σε αντίθεση με τους υστερικούς και τους μεταιχμιακούς που έχουν ανάγκη την προσοχή των άλλων και τους πιέζουν ασυνείδητα, οι ψυχοπαθητικοί εσκεμμένα εκμεταλλεύονται τους άλλους. Η πράξη τους αυτή είναι συντονική προς το Εγώ τους ( συνειδητή ).

Οι μειωμένες ορμονικές εκκρίσεις που τους οδηγούν στην ανάγκη για δράση τους κάνει να ηρεμούν στη μέση ηλικία. Από τα σαράντα και μετά ο θάνατος δεν είναι πια μια αφηρημένη έννοια. Οι καταχρήσεις των προηγουμένων χρόνων τους έχουν εξουθενώσει. Η αίσθηση του κακοήθους μεγαλείου υποχωρεί.

Η προβλητική ταύτιση ως άμυνα δείχνει την ανικανότητα ή και την αποστροφή να εκφράσουν τα συναισθήματά τους. Έτσι προκαλούν στους άλλους τα αισθήματα που τους έχουν προκαλέσει άλλοι.

Οι διασχιστικές αμυντικές τους διαδικασίες ( διάσχιση της προσωπικής ευθύνης, ο βασικός διαγνωστικός παράγοντας ) εκτείνονται από την μη ανάληψη των ευθυνών τους ( λένε ψέματα πως μετάνιωσαν ) μέχρι την πλήρη αμνησία ( προσποιητή ή αληθινή ). Μετανιώνουν όχι για το ότι έκαναν κάτι, αλλά γιατί άφησαν και τους αντιληφθήκαν. Ο θεραπευτής πρέπει να ρωτήσει « Τι ακριβώς έκανες, όταν έχασες την ψυχραιμία τους ; Τι ακριβώς δεν έκρινες με ορθότητα ;» Αν έχουν υποστεί κακοποίηση στο παρελθόν τότε είναι πιθανό να είναι αληθινή η ενίοτε διασχιστική τους συμπεριφορά.

Δεν έχουν αυτοεκτίμηση, έχουν την τάση για δράση όταν κάτι τους αγχώνει ή τους διεγείρει.

Έχουν πολύ άγχος, αν και δεν τους φαίνεται το εκδραματίζουν αμέσως σε δράση για να μην φανούν αδύναμοι ( Greenwald ).

Στόχος της θεραπείας η αποδοχή του άγχους τους και ο έλεγχος των αντιδράσεων τους προς αυτό.

Σχέσεις με το αντικείμενο στην Ψυχοπάθεια:

Έχουν παιδική ηλικία γεμάτη ανασφάλεια, χάος και συνονθύλευμα αυστηρής πειθαρχίας και υπερβολικής ενδοτικότητας. Αστάθεια, στέρηση της αγάπης κα ανεπαρκή προστασία των μελών τους. Αδύναμες, μαζοχιστικές, καταθλιπτικές μητέρες –εκρηκτικοί, σαδιστικοί, ασυνεπείς

107

πατέρες108. Επίσης προβλήματα αλκοολισμού και ναρκωτικών. Μετακινήσεις, χωρισμοί αποχωρισμοί παίζουν ρόλο. Τα παιδιά αυτά μετά το πρώιμο στάδιο της βρεφικής παντοδυναμίας δεν βίωσαν την παρουσία ισχυρών προστατευτικών μεγάλων. Δεν αφομοίωσαν τα αντικείμενα – γονείς, δεν ταυτίστηκαν μαζί τους και στη συνέχεια δεν εμπέδωσαν τα κοινωνικά – πολιτιστικά αρχέτυπα – πρότυπα (Meloy ). Έτσι αναζητούν στην ενήλικη ζωή τους την παντοδυναμία. Αντιλαμβάνονται τα συναισθήματα ως αδυναμία. Το περιβάλλον τους δεν τους έχει διδάξει πώς να εκφράζουν λεκτικά τα συναισθήματά τους. Χρησιμοποιούν τον λόγο για να εκμεταλλεύονται τους άλλους κι όχι για να εκφράζουν τα συναισθήματά τους. Αν οι γονείς τους εκφράζουν τα συναισθήματά τους με υλιστική γενναιοδωρία οι ψυχοπαθητικοί γίνονται περισσότερο εκμεταλλευτές.

Μερικές φορές την κυριαρχία απέναντι στους άλλους τη διδάσκονται από τους γονείς. Αυτοί οι γονείς εκνευρίζονται, όταν ο δάσκαλος ή ο αστυνομικός προσπαθούν να βάλουν όρια στο παιδί τους γιατί εκδραματίζουν μέσω του παιδιού τους την δική τους αντικοινωνικότητα. Αυτό το κάνουν προβάλλοντας στο παιδί αντιεξουσιαστικές κατευθύνσεις. Το παιδί μιμείται τις αμυντικές διεργασίες των γονιών του. Τότε τα παιδιά έχουν καλή πρόγνωση στην θεραπεία τους γιατί έχουν ταυτιστεί τουλάχιστον με κάποια διεφθαρμένα πρόσωπα.

Ο Ψυχοπαθής εαυτός:

Σαν παιδιά χαρακτηρίζονται από: Υπερκινητικότητα, επιθετικότητα, δυσκολία συγκέντρωσης, απαιτητικότητα, δυσκολία στην έκφραση των συναισθημάτων. Χρειάζονται πιο ενεργή συμμετοχή και των δυο γονιών στην ανατροφή τους.

Σαν κοινωνία, όπου ο συναισθηματικός και παιδαγωγικός ρόλος μοιάζει να αφορά μόνο τις μητέρες ανατρέφουμε πολύ περισσότερους ψυχοπαθητικούς τύπους απ’ ότι νομίζουμε.

Θεωρούνται από την αρχή προβληματικά παιδιά από την οικογένειά τους κι έτσι στερούνται της ενθάρρυνσης, της στοργής και της αγάπης.

Το εσωτερικό τους δίπολο είναι η αίσθηση της αδυναμίας τους και η ανάγκη για παντοδύναμο έλεγχο.

Οι επιθετικές και σαδιστικές ενέργειες σταθεροποιούν την αίσθηση του εαυτού τους και μειώνουν την χαμηλή τους αυτοεκτίμηση.

Όταν το παιδί έχει μεγαλύτερη ενέργεια από τον γονιό του ( πχ γιατί αυτός είναι ανεπαρκής, καταθλιπτικός, προβληματικός κλπ ) τότε μαθαίνει πως έχει το δικαίωμα να αγνοεί τα συναισθήματα και τις ανάγκες των άλλων.

108 Ο.π. σ. 337, παραγρ 1.

108

Φθονεί κι επιθυμεί να καταστρέψει αυτό που ποθεί περισσότερο ( Klein ). Δεν το εκφράζουν λεκτικά, αλλά με πράξεις ( ενεργητική υποτίμηση, υποβιβασμός οποιουδήποτε πράγματος διαπνέεται από τρυφερότητα ).

Οι ψυχωτικοί ψυχοπαθείς σκοτώνουν ότι τους ελκύει.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους Ψυχοπαθητικούς ασθενείς:

Οι ψυχοπαθείς μεταβιβάζουν στον θεραπευτή την εσωτερική τους αρπακτική διάθεση.

Ο ασθενής δεν μπορεί να καταλάβει το γνήσιο ενδιαφέρον του θεραπευτή γιατί έχει στερηθεί στοργής, αγάπης και συναισθήματος. Προσπαθεί να ανακαλύψει το δόλωμα του θεραπευτή.

Ο θεραπευτής αισθάνεται ως αντιμεταβίβαση πως ο θεραπευόμενος προσπαθεί να τον εκμεταλλευτεί κι έτσι καταλύεται η ταυτότητά του ως άτομο που προσφέρει βοήθεια. Ο θεραπευτής δεν πρέπει να μπει στον πειρασμό να αποδείξει πως δεν έχει ταπεινά κίνητρα. Ο ασθενής δεν θα το δεχτεί κι ο συμπονετικός κλινικός μπορεί να δείξει εχθρότητα ή περιφρόνηση. Το μίσος είναι μια έκδηλη αντίδραση του ασθενή κι ο κλινικός δεν πρέπει να ταράζεται. Το μίσος είναι ένα είδος συναισθηματικού δεσμού με τον κλινικό ( μόνο αυτό μπορεί να νιώσει ο ασθενής ).

Άλλες συμπληρωματικές αντιδράσεις αντιμεταβίβασης είναι ο φόβος που νιώθουν απέναντι στο ψυχρό και άσπλαχνο βλέμμα του ασθενή, προαίσθημα πως κάτι κακό θα συμβεί και υποτίμηση και σαδισμό από τον ασθενή ( αυτός τα εκπέμπει από φθόνο ).

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης της Ψυχοπάθειας:

Κάποιοι επιδέχονται θεραπεία δεν ισχύει ο θεραπευτικός μηδενισμός ( δηλ. ότι οι ψυχοπαθείς δεν θεραπεύονται ).

Οι ψυχοπαθείς δεν κατανοούν την ενσυναίσθηση, μόνο την εκμετάλλευση. Συνεπώς ο θεραπευτής θα πει σ’ έναν προαγωγό πορνών: « Εγώ είμαι πιο μάγκας από σένα. Οι κοπέλες μου λένε την ιστορία τους και εγώ γράφω βιβλία, οικονομάω πιο πολλά από σένα και χαίρω του σεβασμού της κοινωνίας » (Greenwald – παραπλάνηση του αντικοινωνικού – εξαπάτηση του απατεώνα ). Ο θεραπευτής δεν μπορεί να κερδίσει την αγάπη του ψυχοπαθή, αλλά τον σεβασμό του ως άτομο αυστηρό και σκληροτράχηλο.

Αδιαφθορη συμπεριφορά, αδιαπραγμάτευτη ειλικρίνεια, σταθερός στις απειλές και τις υποσχέσεις, παραδοχή των αρνητικών του συναισθημάτων απέναντι στον ασθενή εξαιτίας της αντιμεταβίβασης, αδιαφορια,

109

ανεξαρτησία, την παραδοχή και του αντικοινωνικού εαυτού του θεραπευτή, , όχι όμως αυτοαποκάλυψη, όχι ηθικοποίηση ( πώς να είναι μοχθηρός ο ασθενής, αφού δεν έχει καν φυσιολογικό Υπερεγώ ). « Γιατί ληστεύεις τράπεζες ; » « Γιατί εκεί υπάρχουν χρήματα ».

Μετά από 2 – 3 χρόνια σκληρής αντιμετώπισης ο ασθενής πέφτει σε ψυχωτική κατάθλιψη και τότε αρχίζει να κατανοεί πως ενδιαφέρεται για τον θεραπευτή του. Αντίστοιχη κατάθλιψη βιώνει το βρέφος στο β εξάμηνο της ζωής του που αρχίζει να νιώθει τη μητέρα ως κάτι ξεχωριστό κι όχι ως μέρος του εαυτού του ( Klein ).

Ο ψυχοπαθής συχνά προέρχεται από βάναυσο οικογενειακό περιβάλλον και ανακατασκευάζει το τραύμα εντασσόμενος σε βάναυση ομάδα.

Ο θεραπευτής ερμηνεύει στον ασθενή τον παντοδύναμο έλεγχο, την προβλητική ταύτιση, τον φθόνο και τις αυτοκαταστροφικές τάσεις του ασθενή. Έτσι ο ασθενής βελτιώνεται.

Διαφοροδιάγνωση:

Ο θεραπευτής πρέπει να αποφασίσει αν η αντικοινωνικότητα είναι το κεντρικό πρόβλημα ή παρανοϊκά, διασχιστικά ή ναρκισσιστικά στοιχεία που συμπαρουσιαζονται.

Ψυχοπαθητική προσωπικότητα Παρανοϊκής προσωπικότητας:

Και οι δύο προσωπικότητες ασχολούνται με θέματα ισχύος με διαφορετικό όμως τρόπο. Τα παρανοϊκά άτομα όμως βιώνουν ενοχή σ’ αντίθεση με τους ψυχοπαθείς.

Μπορεί οι δυο προσωπικότητες να συνυπάρχουν.

Ψυχοπαθητική έναντι Διασχιστικής προσωπικότητας:

Ανάμεσα στις αντικοινωνικές και τις διασχιστικές προσωπικότητες υπάρχει μεγάλη επικάλυψη.

Ο κλινικός πρέπει να ξεχωρίσει αν ο ασθενής είναι ψυχοπαθής με διασχιστικές τάσεις ( πιο δύσκολη περίπτωση ) ή πολλαπλή προσωπικότητα με κάποιες προσωπικότητες ψυχοπαθείς κι αντικοινωνικές ( πιο εύκολη περίπτωση.

Και οι δυο κατηγορίες δεν έχουν εμπιστοσύνη στους γύρω τους, όμως για διαφορετικούς λόγους. Και οι δυο κατηγορίες προσποιούνται πως συμμορφώνονται στον θεραπευτή, όμως με διαφορετικά κίνητρα.

110

Ο ψυχοπαθής κινητοποιείται από την αίσθηση της παντοδυναμίας, ενώ η διασχιστική προσωπικότητα κινητοποιείται από τον φόβο της κακοποίησης.

Αυτοί που υπνωτίζονται εύκολα είναι διασχιστικοί.

Ψυχοπαθητική έναντι Ναρκισσιστικής προσωπικότητας:

Οι ψυχοπαθείς δεν κατανοούν την ενσυναισθητική στάση των θεραπευτών τους ( θεωρούν την συμπάθεια αδυναμία ). Ναρκισσιστές και ψυχοπαθείς αντικατοπτρίζουν έναν εσωτερικό κόσμο που είναι υποκειμενικά άδειος. Και οι δυο εξαρτώνται από τα εξωτερικά γεγονότα για την ανάκτηση της αυτοεκτίμησης. Μερικοί βάζουν Ναρκισσισμό και Ψυχοπάθεια ( Kernberg, Meloy ) στην ίδια διάσταση. Η Ψυχοπάθεια θεωρείται το παθολογικό άκρο του Ναρκισσιστικού συνεχούς.

Η διαφορά είναι πως τα ψυχοπαθή άτομα δεν εξιδανικεύουν διαρκώς, όπως τα Ναρκισσιστικά άτομα και από την άλλη τα Ναρκισσιστικά άτομα δεν εξαρτώνται διαρκώς από τον παντοδύναμο έλεγχο, όπως τα ψυχοπαθή άτομα. Μερικοί διαθέτουν και τα δύο ( Ναρκισσισμό και Ψυχοπάθεια ). Η συμπάθεια ανακουφίζει τους Ναρκισσιστές, αλλά γεννά ανταγωνιστικότητα στους Ψυχοπαθείς ( Nancy c Williams ).

111

Υστερικές ( δραματικές / ιστριονικές ) προσωπικότητες109 :

Ε. Χαλβατζή – Σ. Χαραλαμπίδου

109 Βλ. κεφ. 14 στο Mc Williams, 2000.

112

113

Ορισμός:

Σωματοποίηση των εσωτερικών συγκρούσεων. Η υστερία ήταν το πρώτο θέμα που απασχόλησε τον Φρόιντ. Χρησιμοποίησε την ύπνωση. Πως είναι ένα άτομο να γνωρίζει και την ίδια στιγμή να μην γνωρίζει; Σε τι οφείλεται η λήθη σημαντικών βιωμάτων; Το σώμα με συμπτώματα μπορεί να εκφράζει αυτό που ξέρει ο νους; Τότε οι γιατροί όταν τα σωματικά συμπτώματα δεν συμφωνούσαν με ιατρικά μεγέθη τα θεωρούσαν απατεωνιά κι έδιωχναν τους ασθενείς. Ο Φρόιντ δεν έδιωξε τις υστερικές γυναίκες, ασχολήθηκε και με την υστερία των ανδρών ( και του εαυτού του ). Η υστερία έχει συμπτώματα όπως αμνησία, αδικαιολόγητο άγχος κλπ.

Τύποι:

Πολλοί έχουν υστερική – δραματική οργάνωση προσωπικότητα, αλλά δεν εμφανίζουν τα συμπτώματα υστερίας. Απλώς πληρούν τα κριτήρια εκείνα που θέτουν τις κατευθύνσεις προς αυτά.

Συνήθως οι υστερικοί βρίσκονται στο νευρωτικό φάσμα γιατί χρησιμοποιούν ώριμες άμυνες.

114

Μεταιχμιακοί ή ψυχωτικοί ασθενείς με υψηλή λειτουργικότητα εκφράζουν την υστερία σ’ αυτούς τους βαθμούς πχ υστερική ψύχωση.

Οι υστερικοί είναι καλόκαρδοι, αγχωμένοι, ενεργητικοί, διαισθητικοί, έλκονται από καταστάσεις προσωπικού δράματος και κινδύνου, τα συναισθήματά τους μοιάζουν ψεύτικα, βρίσκουν τρόπους να διεγείρονται συχνά και επαναλαμβανόμενα ( άγχος, προσωπικό δράμα κλπ ).

Τα επαγγέλματα που διαλέγουν θέλουν κοινό: διδασκαλία, κήρυγμα, χορός, θέατρο και πολιτική.

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στην υστερία:

Υπερευαίσθητα και κοινωνικά άτομα από ιδιοσυγκρασία ( ίσως λειτουργεί περισσότερο το δεξιό ημισφαίριο του εγκεφάλου - Galin ).

Σαν μωρά όταν δεν τους προσέχουν ( ματαίωση ) στριγκλίζουν, κλωτσάνε και φωνάζουν. Όταν τους προσέχουν στριγγλίζουν χαρούμενα.

Έντονη στοματική – συναισθηματική όρεξη: για αγάπη, προσοχή, ερωτική οικειότητα.

Γνωστικό επίπεδο: Ζωηρή φαντασία, εύκολος εντυπωσιασμός, σφαιρική σκέψη ( Saphiro )110.

Διανοητική και καλλιτεχνική ευαισθησία σ’ αυτούς που έχουν υψηλή νοημοσύνη.

Διπλή καθήλωση σε στοματικά και Οιδιπόδεια ζητήματα ( Φρόιντ ). Απογοήτευση κοριτσιού από τη μητέρα που το αφήνει πεινασμένο παραμελημένο ( στοματικό ), αποχωρίζεται από αυτήν υποτιμώντας την και στρέφεται για αγάπη στον πατέρα της. Δεν μπορεί, όμως για να περάσει το Οιδιπόδειο να ταυτιστεί με την μητέρα της γιατί την υποτιμά, όπως και όλες τις γυναίκες και τον εαυτό της. Φθονεί τους άνδρες ( φθόνος του πέους ) γιατί είναι σύμβολο δύναμης. Τους θέλει για την αυτοεκτίμησή της, αλλά παράλληλα τους μισεί ασυνείδητα. Χρησιμοποιεί « γυναικεία τεχνάσματα », το παίζει αδύναμη για να κλέψει την δύναμη των ανδρών. Χρησιμοποιεί το σεξ για αυτό, αλλά δεν απολαμβάνει ούτε εκφράζεται μέσα από αυτό. Συνήθως νιώθει σπασμό.

110 Ο.π. σ. 625, παραγρ 1.

115

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στην υστερία:

Χρησιμοποιούν κυρίως την απώθηση ( όπως αμνησία κυρίως για αιμομικτικά τραύματα που τα θυμήθηκαν οι ασθενείς του Φρόιντ κι απαλλάχτηκαν από τα σωματικά τους συμπτώματα ), τη σεξουαλική επένδυση και την παλινδρόμηση.

Εκδραματίζουν με αντιφοβικούς τρόπους που έχουν σχέση με την φαντασιώζικη ισχύ και τον κίνδυνο του αντιθέτου φύλλου.

Χρησιμοποιούν επίσης διασχιστικές άμυνες με την ευρύτερη έννοια. Στόχος η ανάσυρση της ανάμνησης και η άρση της απώθησης. Οι

νοητικές λειτουργίες των υστερικών μοιάζουν με τον ιμπρεσιονισμό, τονίζουν στην διήγηση ότι τους έκανε εντύπωση. Μερικές από τις αναμνήσεις των υστερικών ήταν φαντασιώσεις, απωθημένες επιθυμίες ή φόβοι. Μετατρέπουν τη συσσωρευμένη σεξουαλική τους ενέργεια σε διάχυτη νευρικότητα. Οι υστερικοί μπορεί να είναι γοητευτικοί, αλλά δεν έχουν επίγνωση για την έμμεση σεξουαλική πρόκληση που έχει η συμπεριφορά τους. Απωθούν τη σεξουαλικότητά που τους φαίνεται επικίνδυνη μην αισθανόμενοι βολικά μ’ αυτήν.

Όταν ενδίδουν ερωτικά δεν το απολαμβάνουν. Παιδιαρίζουν και παλινδρομούν απέναντι σε άτομα που τα φοβούνται

ή φοβούνται την απόρριψη ή την κακοποίηση από αυτά. Στις γυναίκες εκφράζονταν η παλινδρόμηση απέναντι σε ισχυρούς γοητευτικούς άνδρες με χαζογελάκια ή λιποθυμίες.

Στο μεταιχμιακό ή το ψυχωτικό στάδιο παρουσιάζουν σωματικά συμπτώματα, γκρινιάζουν ή παρουσιάζουν τάσεις εξάρτησης από κάποια πρόσωπα.

Εκδραματίζουν αντιφοβικά: προσεγγίζουν αυτό που ασυναίσθητα φοβούνται. Είναι γοητευτικοί επειδή φοβούνται το σεξ. Επιδεικνύουν το σώμα τους, ενώ ντρέπονται γι’ αυτό. Γίνονται το κέντρο της προσοχής ενώ αισθάνονται υποδεέστεροι όλων. Επιτίθενται ενώ φοβούνται την επιθετικότητα. Προκαλούν την εξουσία, ενώ τρομοκρατούνται από αυτή111.

Βιώνουν έντονο ασυνείδητο άγχος, ενοχή, ντροπή, υπερευαισθησία. Χρησιμοποιούν την διάσχιση ( μακάρια αδιαφορία, ψευδή ανάμνηση, φανταστική ψευδολογία ) για να απαλλαγούν από το άγχος τους. Οι υστερικοί χρησιμοποιούν δευτερογενείς άμυνες, ενώ οι διασχιστικοί πρωτογενείς άμυνες.

Ο υστερικός μπορεί να μην πάρει προφυλάξεις στο σεξ, όταν σαν παιδί εισπράττει ότι οι ανάγκες των άλλων προηγούνται των δικών μας εξαιτίας κάποιο ναρκισσιστικού πατέρα.

111 Ο.π. σ. 632, παραγρ 3.

116

Σχέσεις με το αντικείμενο στην υστερία:

Διαφορετική ισχύ και αξία στα δυο φύλλα από την παιδική τους ηλικία. Πχ οι γονείς προτιμούν παιδί του άλλου φύλου ή δείχνουν προτίμηση στο αδερφάκι του άλλου φύλλου. Γονείς ελεγκτικοί, υπερβολικά παρεμβατικοί και ταυτόχρονα απορριπτικοί.

Μπορεί να αισθανθεί πως το αντίθετο φύλο έχει μεγαλύτερη ισχύ στην οικογένεια.

Εξασφαλίζει την θετική προσοχή από τους γονείς μόνο για επιφανειακά πράγματα ( ντύσιμο, αθωότητα κλπ ).

Το άλλο φύλλο τους δημιουργεί έλξη και φόβο συνάμα. Έχουν την αίσθηση ότι η σεξουαλική τους ταυτότητα είναι

προβληματική. Σ’ αυτή την κατηγορία ανήκει μια υποκατηγορία ομοφυλόφιλων

ανδρών κατά DSM-IV που έχουν τα χαρακτηριστικά της δραματικής προσωπικότητας εξαιτίας αυτής της δυναμικής στην οικογένεια. Ευνοούσαν το άλλο φύλλο.

Συνήθως δημιουργούν ένα φαύλο κύκλο εξιδανίκευσης – υποτίμησης – εξιδανίκευσης του άλλου φύλλου. Η ισχύς επενδύεται σεξουαλικά, αλλά η απόλαυση κατά την επαφή είναι εφήμερη ή ανύπαρκτη.

Ο υστερικός εαυτός:

Μικρό παιδί γεμάτο μειονεξίες που προσπαθεί όσο καλλίτερα μπορεί να αντιμετωπίσει την πραγματικότητα σ’ ένα κόσμο που κυριαρχούν οι ισχυροί κι οι αποξενωμένοι.

Φαίνονται ελεγκτικοί και χειριστικοί, αλλά το βίωμα τους εντελώς το αντίθετο. Γίνονται ελεγκτικοί και χειριστικοί για να εξασφαλίσουν τη σταθερότητα της αυτοεκτίμησής τους.

Κάποιες γυναίκες έλκονται από ισχυρούς άνδρες επειδή είχαν στοργικό και συνάμα εκρηκτικό και ιδιότροπο πατέρα σαγηνεύουν τους δυνατούς ( αυτοπεποίθηση ), ανησυχούν για τις τυχών σεξουαλικές απαιτήσεις τους ( φόβος ), βλέπουν τα αποτελέσματα της σαγήνης τους και πανικοβάλλονται ( ενοχή ). Έτσι δανείζονται την προσωπικότητα του ισχυρού. Αυτό ισχύει και για κάποιους ομοφυλόφιλους άνδρες.

Φοβούνται για το φοβισμένο παιδί μέσα τους και βοηθούν άλλα φοβισμένα παιδιά – εκδραμάτιση.

Έλκονται από προβληματικά άτομα για να τα σώσουν, επειδή ήθελαν κάποιος να σώσει τους ίδιους.

Αισθάνονται δυνατοί, όταν νιώθουν σαν το άλλο φύλλο. Πρέπει να πάψουν να στηρίζουν την αυτοπεποίθησή τους στη

ματαιοδοξία, την ελκυστικότητά και τη σαγήνη τους ( ναρκισσιστική άμυνα ). Δεν είναι κενοί και άδειοι σαν προσωπικότητες, όπως οι

117

ναρκισσιστές, απλώς σαγηνεύουν γιατί φοβούνται την απόρριψη, την διείσδυση και την εκμετάλλευση. Όταν δεν έχουν τέτοιους φόβους γίνονται εγκάρδιοι και με γνήσιο ενδιαφέρον για τους άλλους.

Στους πιο υγιείς υστερικούς η αξιαγάπητη συμπεριφορά συχνά συνυπάρχει με αυτοκαταστροφικές αμυντικές συμπεριφορές. Συνήθως αμύνονται στα οδυνηρά αυτά αισθήματα και συγκρούσεις με διάσχιση.

Ψάχνουν αυτοεπιβεβαίωση, επιβεβαίωση πως εκτιμάται το φύλλο τους σε αντίθεση με τον παιδικό τους ευνουχισμό από τον γονιό του αντιθέτου φύλλου.

Εκφράζουν « ρηχά » συναισθήματα ( υπερβολικά που μοιάζουν ψεύτικα ) εξαιτίας του άγχους να εκφράσουν τα συναισθήματά του στο ισχυρό κατ’ αυτούς φύλλο. Οι άλλοι νομίζουν πως είναι προσποιητά τα συναισθήματα, έτσι αν τους απορρίψουν είναι εύκολο να τα αποσύρουν ως θεατρινισμούς.

Όλα αυτά δείχνουν πως έχουν συναίσθημα, αλλά υπόκειται σε σύγκρουση. Σε ατμόσφαιρα σεβασμού θα μάθει να εκφράζει θυμό, αγάπη κλπ χωρίς

θεατρινισμούς.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους υστερικούς ασθενείς:

Χάρη στους υστερικούς ανακαλύφθηκε η μεταβίβαση. Τα συμπτώματα εκφράζουν τις ασυνείδητες συγκρούσεις.

Όταν ο θεραπευτής είναι του άλλου φύλλου έρχονται αμέσως στην επιφάνεια τις κεντρικές συγκρούσεις. Νιώθουν αντιπαλότητα κι έρωτα ταυτόχρονα για τους αντιθέτου φύλλου θεραπευτές.

Συνήθως είναι συνεργάσιμοι κι εκτιμούν τις προσπάθειες των θεραπευτών τους.

Οι μεταιχμιακοί κι οι ψυχωτικοί αισθάνονται πως απειλούνται από την θεραπευτική σχέση.

Μεταβιβάζουν ερωτικά μηνύματα προς τον θεραπευτή. Ο θεραπευτής στην αντιμεταβίβαση νιώθει απόγνωση επειδή τον βλέπουν

ως αντίπαλο αν είναι του αντιθέτου φύλλου, αλλά και ερωτικά ( αντικείμενο δύναμης ).

Ο ερωτισμός πελάτη – θεραπευτή τρομάζει και τους δυο, αλλά είναι μέρος της ίασης η αποκάλυψη κι η ερμηνεία αυτού του κλίματος.

Ο θεραπευτής αν δει πως δυσκολεύεται πρέπει να παραπέμψει τον ασθενή σε άλλο θεραπευτή που θα του θυμίζει λιγότερο το υπερτιμημένο ή υποτιμημένο αντικείμενο.

Ο θεραπευτής μπορεί να νιώσει περιφρόνηση, αποστασιοποίηση απέναντι στον πελάτη ή να τον θεωρήσει πως είναι ένα νήπιο. Είναι δύσκολο να ανταποκριθει ο θεραπευτής σε μια συναισθηματική κατάστασης που μοιάζει ψεύτικη.

118

Οι ασθενείς αυτοί είναι ευαίσθητοι και πληγώνονται ακόμη κι από το συγκαταβατικό χαμόγελο του θεραπευτή.

Παγίδα είναι ο θεραπευτής να νιώσει προστάτης, παρηγορητής και πως ο υστερικός είναι ένα μικρό παιδί.

Η παλινδρόμηση ( αμυντική για να διώξουν την ενοχή από την επιλογή και την ανάληψη της ευθύνης ) είναι βασικό όπλο των υστερικών. Οι υστερικοί βάζουν τα κλάματα, όταν συνοφρυώνονται οι θεραπευτές.

Με τον θεραπευτή ο υστερικός πρέπει να ανακαλύψει πως πιο σημαντικό από το να σαγηνεύει τους άλλους είναι να κερδίσει την αυτονομία του μέσα από το σεβασμό και το ειλικρινές ενδιαφέρον του θεραπευτή.

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης της υστερίας:

Η τυπική ψυχαναλυτική θεραπεία ( μη κατευθυντικός, σχετικά σιωπηλός ο θεραπευτής, ακούει, ερμηνεύει μόνο τη διεργασία κι όχι το περιεχόμενο, αντιμετωπίζει τις άμυνες κι όχι αυτό στο οποίο εναντιώνονται ) επινοήθηκε για τους υστερικούς και είναι η καλλίτερη μέθοδος θεραπείας γι’ αυτούς.

Μια λανθασμένη ερμηνεία δύσκολα ανακαλείται γι’ αυτό περιμένουμε. Ο ασθενής μόνος του θα οδηγηθεί στην κατανόηση των προβλημάτων τους. Φράσεις του τύπου σε ξέρω καλλίτερα απ’ ότι νομίζεις ακούγονται στον

ασθενή διαπεραστικές κι ευνουχιστικές. Ο θεραπευτής πρέπει να αντιμετωπίσει τον δικό του ναρκισσισμό πως είναι ο

σωτήρας. Ο θεραπευτής προσφέρει τη γραμμική σκέψη του αριστερού ημισφαιρίου

σκέψης που απουσιάζει από τον υστερικό ασθενή. Συχνά όταν έχουν άγχος με την θεραπεία οι υστερικοί δραπετεύουν σε μια

συναρπαστική ερωτική σχέση ή αρρωσταίνουν και λείπουν ή οργίζονται και φεύγουν.

Διαφοροδιάγνωση:

Ο θεραπευτής πρέπει να αποφασίσει αν ο υστερικός χαρακτήρας είναι το κεντρικό πρόβλημα ή η ψυχοπάθεια ή ο Ναρκισσιστισμός ή η διάσχιση ή σωματικές καταστάσεις.

Υστερική προσωπικότητα έναντι ψυχοπαθητικής προσωπικότητας:

Ομοιάζουν οι δυο προσωπικότητες.

119

Χαρακτηριστικά που κρίνονται ως υστερικά ( προκλητική, φιλάρεσκη, αισθησιακή συμπεριφορά ) στις γυναίκες στους άνδρες κρίνονται ως ψυχοπαθητικά. Υστερία και ψυχοπάθεια είναι το ίδιο ( Warner).

Πολλές υστερικές γυναίκες σε μεταιχμιακό επίπεδο έλκονται από ψυχοπαθητικούς – αντικοινωνικούς άνδρες.

Στο μεταιχμιακό και το ψυχωτικό φάσμα συχνά συνυπάρχουν οι δυο προσωπικότητες.

Οι υστερικοί καθρευτίζουν τον φόβο τους στον θερεπευτή, εξισώνουν τον φόβο με την αδυναμία και γι’ αυτό τον υποτιμούν.

Τα υστερικά άτομα δημιουργούν πολύ ισχυρές σχέσεις με το αντικείμενο, βιώνουν έντονους φόβους κι η θεραπευτική σχέση εξαρτάται από το κατά πόσο θα αναγνωρίσει ο κλινικός αυτούς τους φόβους.

Η δραματικότητα των υστερικών είναι αμυντική σε σχέση με την θεατρικότητα προς την εκμετάλλευση των ψυχοπαθητικών.

Η ισχύ του θεραπευτή πιάνει στον ψυχοπαθή, αλλά φοβίζει τον υστερικό.

Υστερική έναντι Ναρκισσιστικής προσωπικότητας:

Χρησιμοποιούν ναρκισσιστικές άμυνες. Έχουν κι οι δυο βασικά ελλείμματα στην αυτοεκτίμησή τους, βαθιά ντροπή

και αντισταθμιστικές ανάγκες για επιβεβαίωση. Στο υστερικό άτομο το πρόβλημα αυτοεκτίμησης πηγάζει από το φύλλο του.

Στους ναρκισσιστές τα προβλήματα είναι πιο διάχυτα. Οι υστερικοί είναι εγκάρδιοι και νοιάζονται για τους άλλους (

εκμεταλλεύονται μόνο όταν φοβούνται ), ενώ οι ναρκισσιστές όχι. Οι υστερικοί εξιδανικεύουν και υποτιμούν μόνο σε σχέση με το φύλλο. Ο υστερικός εξιδανικεύει αντιφοβικά ( πλησιάζει ότι φοβάται ) κακά άτομα,

ενώ ο ναρικισιστής καλά άτομα που στη συνέχεια τα υποτιμά.

Υστερική προσωπικότητα έναντι διασχιστικής προσωπικότητας:

Οι διασχιστικές προσωπικότητες θεωρούνται διασχιστικές. Στη διάσχιση υπάρχει υπόβαθρο σεξουαλικού αιμομικτικού τραύματος, ενώ

στην υστερία επινοείται.

Υστερικές έναντι σωματικών καταστάσεων: Σκλήρυνση κατά πλάκας – υστερική προέλευση.

120

Ναρκισσιστικές προσωπικότητες 112:

Β. Στασινού

112 Βλ. κεφ. 8 στο Mc Williams, 2000.

121

Ναρκισσιστική προσωπικότητα ή παθολογικός ναρκισσισμός: Αντλούν επιβεβαίωση από παράγοντες έξω από τον εαυτό τους. Ανταπόκριση στον θαυμασμό – δυσαρέσκεια στην κριτική113. Μέσα τους υπάρχει μοντέλο έλλειψης ( κάτι λείπει στον εσωτερικό τους κόσμο ) κι αναζητούν ανακούφιση στα ναρκισσιστικά τους εφόδια ( στον θαυμασμό των άλλων )114. Δεν μπορεί ο θεραπευτής να τους ερμηνεύσει με την θεωρία των ενορμήσεων ή των εσωτερικών συγκρούσεων, αλλά να επιμείνει κυρίως στην χαμηλή αυτοεκτίμηση. Είναι λάθος να έρθει σε σύγκρουση μαζί τους.

Ο θεραπευτής πρέπει να τους στρέψει προς την αυτοαποδοχή τους, την αίσθηση της ταυτότητας και της ασφάλειας ( Sullivan, Erikson ), την έννοια του αποχωρισμού – προσκόλλησης, της ντροπής, της αναστολής και της έλλειψης της εξέλιξης και της ρύθμισης της αυτοεκτίμησης. Μέσα από το παραπάνω πρίσμα κατανοείται ο ναρκισσισμός. Υπάρχει το φυσιολογικό στάδιο του ναρκισσισμού στα βρέφη ( Στάδιο του καθρέφτη / συμβιωτική σχέση με τη μητέρα – Winnicott, Kohut ).

Σε αποξενωμένες κοινωνίες επικρατούν ναρκισσιστικά πρότυπα. Δεν πολυχωνεύουν τη δημοκρατία γιατί τους αποστερεί την αίσθηση του μεγαλείου και της ανωτερότητας. Προτιμούν την αριστοκρατία και τη μοναρχία115.

Στην εποχή του Φρόιντ οι Ναρκισσιστές είχαν μέσα τους έντονο μονόλογο με τη σύγκρουση αν είναι καλοί ή κακοί ( αυστηρό Υπερεγώ ), σήμερα βιώνουν το συναίσθημα μιας υποκειμενικής κενότητας ( ότι δεν ταιριάζουν με το περιβάλλον, ότι προδίδουν τις αρχές τους και ασχολούνται με επιφανειακά πράγματα που μπορούν να προσέξουν εύκολα οι άλλοι: ομορφιά, φήμη, πλούτος, πολιτική ορθότητα, ενώ βασική τους αρχή είναι η ενδοσκόπηση της ταυτότητας τους ).

Μεγαλομανία, επιδειξιμανία, επιφυλακτικότητα, συναισθηματική ανικανότητα, φαντασιώσεις παντοδυναμίας. Υπερεκτίμηση της δημιουργικότητάς του, κριτική στάση προς το περιβάλλον του ( E. Jones, The God Complex ).

Η γκάμα τους εκτείνεται από το φυσιολογικό ως το ψυχωτικό « Είμαι Θεός ». Σίγουρος για τον εαυτό του, υπεροπτικός, ενεργητικό με εντυπωσιακό παρουσιαστικό ( Wilheilm Reich – Φαλλικός Ναρκισσιστικός χαρακτήρας ). Ο Bursten διαχωρίζει τύπους Ναρκισσιστή: της επιθυμίας, της παράνοιας, της εκμετάλλευσης και της φαλλικότητας. Μέσα σε κάθε ματαιόδοξο και μεγαλομανή Ναρκισσιστή κρύβεται ένα ντροπαλό παιδί που συνεχώς παρατηρεί τον εαυτό του κα σε κάθε καταθλιπτικό ναρκισσιστή που αυτομέμφεται κρύβεται ένα μεγαλειώδες ομοίωμα αυτού που θα έπρεπε ή θα μπορούσε να είναι ( A. Miller, Meissner, Morrison ). Όλα τα Ναρκισσιστικά άτομα μοιράζονται αισθήματα τρόμου, ντροπής, ανεπάρκειας, αδυναμίας και κατωτερότητας116.

113 Ο.π. σ. 361, παραγρ 1. 114 Ο.π. σ. 362, παραγρ 1. 115 Ο.π. σ. 362, παραγρ 1. 116 Ο.π. σ. 366, παραγρ 1.

122

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στο Ναρκισσισμό:

Οι Ναρκισσιστές δεν ενοχλούν εμφανώς τους άλλους, όπως οι ψυχοπαθητικές προσωπικότητες.

Οι Ναρκισσιστές παρουσιάζουν μια τεράστια ποικιλία. Οι Ναρκισσιστές εκδραματίζουν τη συμπεριφορά τους πίσω από

επαγγέλματα ( μάνατζερ, στρατιωτικοί, πολιτικοί κλπ). Οι αντιδράσεις των άλλων απέναντί τους εκλογικεύονται ( φθόνος, ζήλια )

και θεωρούνται απαραίτητες παρενέργειες της αξίας τους117. Ναρκισσιστές γίνονται αυτοί που ιδιοσυγκρασιακά είναι πιο ευαίσθητοι

στην αντίληψη των εξωλεκτικών συμπεριφορών και συναισθημάτων των άλλων ( όπως τα μωρά ).

Ναρκισσιστές γίνονται αυτοί που έχουν έντονα επιθετική ενόρμηση από ιδιοσυγκρασία ή έλλειψη ανοχή στο άγχος που προέρχεται από τις επιθετικές ενορμήσεις που βιώνει.

Τα χαρισματικά παιδιά γίνονται αντικείμενα εκμετάλλευσης από τους γονείς με απωθημένα για την αυτοεκτίμησή τους και λειτουργούν ως ναρκισσιστικές τους προεκτάσεις.

Η ντροπή ( ότι οι άλλοι τον αντιλαμβάνονται ως κακό ή ότι έχει σφάλει ) και ο φθόνος ( αντισταθμιστική επικριτική στάση απέναντι στον εαυτό του και τους άλλους ) είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των Ναρκισσιστών.

Δεν πρόκειται για ενοχή γιατί θα απαιτούνταν ένα εσωτερικευμένο αντικείμενο ( γονέας ) που αυτό δεν υπάρχει γιατί βρίσκουν τα « εαυτοαντικείμενά τους στους άλλους ».

Οι άνθρωποι που χρησιμοποιούνται από τους Ναρκισσιστές για να εκπληρώσουν τις προσδοκίες και τις ανάγκες τους, ονομάζονται στην ψυχανάλυση « ναρκισσιστικές προεκτάσεις ».

Οι ετεροφυλόφιλοι εραστές βλέπουν ο ένας ως ναρκισσιστικές προεκτάσεις του άλλου ( ο άνδρας αναζητά το στήθος – μητέρα, η γυναίκα τον άνδρα προέκταση του πέους που αυτή δεν έχει ) Bergman, Kernberg.

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στο Ναρκισσισμό:

Οι κύριοι μηχανισμοί που χρησιμοποιούν είναι η εξιδανίκευση και η υποτίμηση ( Πρωτογενείς αμυντική μηχανισμοί ). Χρησιμοποιούν βέβαια και μια ευρύτατη γκάμα αμυντικών μηχανισμών.

Η εξιδανίκευση και η υποτίμηση είναι συμπληρωματικές άμυνες: όταν εξιδανικεύουμε τον εαυτό μας – υποτιμούμε τους άλλους και το αντίστροφο.

Ο ένας πόλος των Ναρκισσιστών είναι ο « Μεγαλειώδης Εαυτός » ( αυτοεξιδανίκευση / εσωτερική βίωση ή εξιδανίκευση των άλλων / προβολή σε

117 Ο.π. σ. 367, παραγρ 1.

123

άλλους ) – Kohut. Θέλουν τον καλύτερο γιατρό, το καλλίτερο σχολείο για τον εαυτό τους ή το παιδί τους αγνοώντας αντικειμενικές δυσκολίες ( κόστος, απόσταση κλπ. ). Ο άλλος πόλος είναι ο υποτιμημένος εαυτός.

Οι Ναρκισσιστές παραπαίουν ανάμεσα στο μεγαλειώδες αποτέλεσμα και στο καταθλιπτικό αποτέλεσμα.

Οι Ναρκισσιστές δεν έχουν άλλα ενδιαφέροντα, παρά μόνο το δίπολο: εξιδανίκευση – υποτίμηση.

Σκοπός της θεραπείας τους δεν είναι η τελειοποίηση του εαυτού τους, αλλά η κατανόησή του εαυτού τους.

Η απαίτηση για τελειότητα εκφράζεται με χρόνια κριτική του εαυτού και των άλλων και ο ασθενής δεν αφήνει περιθώρια στην καθημερινή χαρά.

Οι Ναρκισσιστές χειρίζονται το θέμα της αυτοεκτίμησης με το να εξιδανικεύουν κάποιον ( δάσκαλο, φίλο, σύντροφο κλπ ), ταυτίζονται μέσω αυτού και νιώθουν περηφάνια.

Οι Ναρκισσιστές υποκύπτουν στο δίπολο σε σχέση με τα πρότυπά τους: εξιδανίκευση – καταβαράθρωση.

Η τελειοθηρία τους οδηγεί στη ματαίωση. Δημιουργεί υπερμεγέθεις στόχους για να ακυρώσουν τις ατέλειές τους.

Συνεχής η σύγκρουση ανάμεσα στον υποτιμημένο και τον υπερτιμημένο εαυτό κι επειδή δεν υπάρχει τελειότητα γι’ αυτό ο υποτιμημένος εαυτός πάντα επιστρέφει.

Σχέσεις με το αντικείμενο στο Ναρκισσισμό:

Οι σχέσεις των Ναρκισσιστών με τους άλλους φορτίζονται πολύ εξαιτίας της προβληματικής τους αυτοεκτίμησης.

Στη μεσαία ηλικία συνειδητοποιούν πως κάτι δεν πάει καλά στην επικοινωνία τους με τους άλλους.

Δυσκολεύονται να κατανοήσουν τους άλλους χωρίς διάθεση κριτικής, εκμετάλλευσης, χωρίς εξιδανίκευση και χωρίς ντροπή να εκφράζεις τα συναισθήματά σου.

Ο θεραπευτής με την αποδοχή που θα τους δείξει πρέπει να αποτελέσει πρότυπο για να καλυτερέψουν κι αυτοί και να αποκτήσουν τη συναισθηματική οικειότητα.

Τα άτομα που τροφοδοτούν την αίσθηση της ταυτότητάς μας με την επιβεβαίωση, την αποδοχή και τον θαυμασμό ονομάζονται κατά την ψυχολογία της θεωρίας του Εαυτού τα « εαυτοαντικείμενα ». Υποκαθιστούν μερικές φορές τα εσωτερικά αντικείμενα. Τα χρειαζόμαστε όλοι, μα οι άλλοι είναι αυτόνομες υπάρξεις και δεν είναι απλώς τα εαυτοαντικείμενά μας. Οι Ναρκισσιστές βλέπουν τις σχέσεις με τους άλλους μόνο από την

124

πλευρά που λειτουργούν αυτοί ως δικά τους εαυτοαντικείμενα. Πχ ο πατέρας που δέχεται ο γιός του να γίνει μόνο γιατρός.

Ο Ναρκισσιστής επειδή θεωρεί τους άλλους εαυτοαντικείμενα και ναρκισσιστικές προεκτάσεις, δεν μπορεί να αγαπά.

Ο Ναρκισσιστής χρειάζεται τους άλλους, αλλά δεν τους αγαπά ( ρηχή αγάπη ).

Ο Ναρκισσιστής είναι θύμα των Ναρκισσιστών γονέων του που τον αγαπούσαν, όχι γι’ αυτό που ήταν, αλλά για την λειτουργία – ρόλο που επιτελούσαν ως προέκταση των γονιών τους.

Ο Ναρκισσιστής για τον παραπάνω λόγο αισθάνεται ντροπή για τα συναισθήματα και τις επιθυμίες του.

Οι ψυχοπαθείς σαν παιδιά δέχονται παραμέληση – οι ναρκισσιστές δέχονται υπερβολική προσοχή, αρκεί να υπηρετούν τα ναρκισσιστικά πρότυπα των γονέων118.

Οι περισσότεροι γονείς αντιμετωπίζουν το παιδιά τους με μια μείξη ναρκισσιστικών αναγκών και αληθινής ενσυναίσθησης.

Χρειάζεται μέτρο. Κάθε παιδί έχει ανάγκη και τον θαυμασμό των γονιών του και οι γονείς αντικείμενο θαυμασμού από τα παιδιά τους.

Η σωστή στάση: Μια έγκυος έλεγε για το παιδί που θα έρθει: « Ανυπομονώ πότε θα έρθεις να δω ποιος είσαι ».

Ο Ναρκισσιστής προέρχεται από οικογένεια που συνεχώς τον αξιολογεί ( άμεση ή έμμεση κριτική ή σταθερός ψεύτικος έπαινος ), που θεωρούν τα παιδιά εργαλείο της αυτοεκτίμησής τους ( καλός οικογενειάρχης δακτυλοδεικτούμενος ) 119.

Ο Ναρκισσιστής κληρονομεί το Ναρκισσισμό από τους γονείς του αν είναι ναρκισσιστές ή αν τρέφουν ναρκισσιστικές ανάγκες απέναντί του.

Έτσι το παιδί δεν μπορεί να διακρίνει ανάμεσα στις δικές του ανάγκες, επιθυμίες, συναισθήματα κι αυτά που απαιτούνται για να εντυπωσιάσει τους άλλους.

Όλοι οι γονείς προβάλουν τις δικές τους επιθυμίες στα παιδιά τους, αν όμως ασκήσουν υπερβολική συνειδητή ή ασυνείδητη πίεση τότε προβάλουν τις ναρκισσιστικές τους ανάγκες και το παιδί κινδυνεύει από το Ναρκισσισμό.

Όταν οι γονείς λένε στο παιδί: « Σ’ αντίθεση με μένα εσύ μπορεί να τα έχεις όλα » τότε δημιουργούν στο παιδί σύγχυση και κενό. Κανείς δεν μπορεί να τα έχει όλα, πάντα υπάρχουν περιορισμοί. Η εξάρτηση της αυτοεκτίμησης από έναν τόσο εξωπραγματικό στόχο είναι μια κατάρα που κληρονομεί από τέτοιες φράσεις το παιδί και στο τέλος έρχεται η ματαίωση.

118 Ο.π. σ. 376, υποσ. 3. 119 Ο.π. σ. 377, παραγρ 3.

125

Ο Ναρκισσιστικός εαυτός:

Αίσθηση ακαθόριστης εξαπάτησης, ντροπής, φθόνου, κενότητας, ανολοκλήρωτου κενού, ασχήμιας και κατωτερότητας ή αντισταθμιστικά πιστεύουν πως πάντα έχουν δίκιο, νιώθουν υπερηφάνεια, περιφρόνηση για τους άλλους, αμυντική αυτάρκεια, ματαιοδοξία και αίσθηση υπεροχής.

Αυτές οι πολώσεις εκφράζουν τη σύγκρουση του υποτιμημένου ( ολοκληρωτικά κακό ) με τον υπερτιμημένο εαυτό ( ολοκληρωτικά καλό ) ( Kernberg ).

Νιώθουν εύθραυστοί και ξέρουν πως καταρρέουν ψυχολογικά στην κριτική. Αισθάνονται σαν να είναι οι ίδιοι ένα τίποτα ( Goldberg ).

Είναι φοβικοί απέναντι στις αρρώστιες και στο θάνατο. Αποφεύγουν συναισθήματα που δείχνουν την εξάρτησή τους από τους

άλλους. Αποφεύγουν τη μεταμέλεια και την ευγνωμοσύνη. Το πρώτο θα έδειχνε ατέλεια, το δεύτερο εξάρτηση.

Χρειάζεται εξωτερική επιβεβαίωση για να νιώσει πως έχει εσωτερική αξία. Τι προηγήθηκε η χαμηλή του αυτοεκτίμηση και η αυτουποτίμηση και στη

συνέχεια η υπερτίμηση ( αντισταθμιστικά / A. Adler ) ή το αντίστροφο ( πρωταρχική αγάπη για τον εαυτό / Freud ) ; Θυμίζει λίγο την κατάθλιψη και τη μανία ως εναλλασσόμενες καταστάσεις στους διπολικούς.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους Ναρκισσιστικούς ασθενείς:

Ερωτήσεις για το πώς αισθάνεται ο ασθενής απέναντι στον θεραπευτή είναι ιδιαίτερα ενοχλητικές, διασπαστικές ή άσχετες. Ο ναρκισσιστής θεωρεί τέτοιες ερωτήσεις σκόπιμες για να ανέβη η αυτοεκτίμηση του θεραπευτή ή για να πείσει τον ασθενή πως ο θεραπευτής αξίζει.

Τέτοιοι ασθενείς έχουν πολλές σιωπηρές σκέψεις. Εξιδανικεύουν ή υποτιμούν τον θεραπευτή, άλλοτε σιωπηρά κι άλλοτε λεκτικά.

Νιώθουν σύγχυση όταν ο θεραπευτής επισημαίνει αυτές τις μεταβιβάσεις. Τις πιστεύουν τόσο πολύ ( συντονικές προς το Εγώ ) που δύσκολα ανιχνεύονται.

Αν ο θεραπευτής επισημάνει τις επικρίσεις του ασθενή, τότε θεωρείται αμυντικός.

Αν ο θεραπευτής επισημάνει την εξιδανίκευση του ασθενή, τότε θεωρείται ταπεινόφρων και εξιδανικεύεται ακόμη περισσότερο.

Οι αρχάριοι θεραπευτές εισπράττουν περισσότερη υποτίμηση από τους πιο έμπειρους. Είναι χειρότερο πάντως να τον εξιδανικεύουν.

Όταν ο κλινικός θεραπευτής νιώθει ακυρωμένος λόγω υποτίμησης ή εξιδανίκευσης η διάγνωση κλίνει προς τη Ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας.

Όταν ο κλινικός θεραπευτής νιώθει πλήξη, ευερεθιστότητα, απογοήτευση η διάγνωση κλίνει προς τη Ναρκισσιστική διαταραχή προσωπικότητας.

126

Ο Ναρκισσιστής ασθενής έρχεται κάθε εβδομάδα, λέει τα νέα της εβδομάδας, επικρίνει για το ντύσιμο ή τη συμπεριφορά τον θεραπευτή και φεύγει.

Ο Ναρκισσιστής είναι ουσιαστικά απών από τη θεραπεία. Ο Ναρκισσιστής αντί να προβάλει στον θεραπευτή ένα συγκεκριμένο

αντικείμενο μέσα τους ( π.χ πατέρας ) καθρεφτίζουν πάνω στον θεραπευτή μέρος του εαυτού τους. Ο θεραπευτής γίνεται δοχείο διατήρησης της αυτοεκτίμησης του ναρκισσιστικού ασθενή ( καθρεύτισμα στον θεραπευτή – H. Kohut, Bach, Stolorow, Wolf, Rowe & Maclsaac). Ο θεραπευτής αποτελεί ένα αυτοαντικείμενο, δίδυμο εαυτό, alter ego.

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης του Ναρκισσισμού:

Χρειάζεται υπομονή από τον θεραπευτή. Στόχος του να αποδεχτεί ο ασθενής την προσωπικότητά του, χωρίς ο

θεραπευτής να τον υποτιμήσει ή να τον υπερτιμήσει στους άλλους. Ο θεραπευτής θα πρέπει να ανεχτεί τις αντιμεταβιβαστικές αντιδράσεις της

ανίας και της αποθάρρυνσης. Άλλοι προτείνουν ο θεραπευτής να δεχθεί την τάση του ασθενή για

εξιδανίκευση ή υποτίμηση κι άλλοι την αντιμετώπιση της αίσθησης του μεγαλείου του ασθενούς ( είτε την αναγνωρίζει ο ασθενής είτε την προβάλει σε άλλους πχ δέχεται πως είναι ψωνάρα είτε κατηγορεί τους άλλους για ψωνάρες ).

Αν ο θεραπευτής παραδέχεται τα λάθη του τότε δείχνει στον ασθενή πως όλοι κάνουμε λάθη ή έχουμε ατέλειες κι έτσι μετριάζεται η εξιδανίκευση κι η υποτίμηση που δείχνει ο ασθενής ( Kohut ).

Ο θεραπευτής πρέπει να βλέπει και την λανθάνουσα συμπεριφορά του Ναρκισσιστή ( ντροπή απέναντι στην κριτική των άλλων ). Οι ναρκισσιστές πληγώνονται εύκολα λόγω χαμηλής αυτοεκτίμησης κι εγκαταλείπουν.

Ο θεραπευτής τους ρωτά να φανέρωσαν όλες τις ανάγκες τους για να τους βγάλει από τη ντροπή και τον φόβο της κριτικής. Οι ναρκισσιστές κάνουν συχνά ερωτήσεις ( μήπως αυτό ; μήπως το άλλο ; ) από ντροπή και γιατί φοβούνται την κριτική, μήπως κάνουν λάθη. Είναι πολύ ανασφαλείς. Μερικές φορές κατηγορούν τους άλλους που δεν τους καταλαβαίνουν. ¨όταν τον ρωτούν για τις ανάγκες του ο ναρκισσιστής το βλέπει ως εξευτελισμό το να εξαρτάται από τους άλλους. Ο θεραπευτής όμως έτσι τον εκπαιδεύει στην ανθρώπινη αλληλοεξάρτηση.

Ο θεραπευτής δέχεται αντιμεταβίβαση πως ο ασθενής δεν τον έχει ανάγκη παρόλα αυτά συμβαίνει το αντίθετο.

127

Διαφοροδιάγνωση: Πολλά τραύματα της αυτοεκτίμησης οδηγούν σε ναρκισσιστικές εκδηλώσεις τους ανθρώπους στα πλαίσια των αμυντικών μηχανισμών. Η Ναρκισσιστική προσωπικότητα όμως παρουσιάζει αυτή τη συμπεριφορά σε μόνιμη βάση ανεξάρτητα από τις περιστάσεις και τις αφορμές.

Ναρκισσιστική προσωπικότητα έναντι ναρκισσιστικών αντιδράσεων: Εκτός όμως από τη Ναρκισσιστική προσωπικότητα υπάρχουν και οι κατά καιρούς και υπό ειδικές συνθήκες ναρκισσιστικές αντιδράσεις ( Δευτερογενής ναρκισσιστική διαταραχή – Kohut και Wolf, ναρκισσιστική άμυνα – Kernberg ): κομπασμός, εξιδανίκευση ή υποτίμηση κάποιου, φανατισμός κλπ. Το ιστορικό και η μεταβίβαση του ασθενή είναι αυτά που καθορίζουν αν κάτω από το ναρκισσιστικό τραύμα υπάρχει ναρκισσιστική προσωπικότητα.

Ναρκισσιστική έναντι ψυχοπαθούς προσωπικότητας: Οι ψυχοπαθείς δεν κατανοούν την ενσυναισθητική στάση των θεραπευτών τους ( θεωρούν την συμπάθεια αδυναμία ). Ναρκισσιστές και ψυχοπαθείς αντικατοπτρίζουν έναν εσωτερικό κόσμο που είναι υποκειμενικά άδειος. Και οι δυο εξαρτώνται από τα εξωτερικά γεγονότα για την ανάκτηση της αυτοεκτίμησης. Μερικοί βάζουν Ναρκισσισμό και Ψυχοπάθεια ( Kernberg, Meloy ) στην ίδια διάσταση. Η Ψυχοπάθεια θεωρείται το παθολογικό άκρο του Ναρκισσιστικού συνεχούς.

Η διαφορά είναι πως τα ψυχοπαθή άτομα δεν εξιδανικεύουν διαρκώς, όπως τα Ναρκισσιστικά άτομα και από την άλλη τα Ναρκισσιστικά άτομα δεν εξαρτώνται διαρκώς από τον παντοδύναμο έλεγχο, όπως τα ψυχοπαθή άτομα. Μερικοί διαθέτουν και τα δύο ( Ναρκισσισμό και Ψυχοπάθεια ). Η συμπάθεια ανακουφίζει τους Ναρκισσιστές, αλλά γεννά ανταγωνιστικότητα στους Ψυχοπαθείς ( Nancy c Williams ).

Ναρκισσιστική έναντι καταθλιπτικής προσωπικότητας: Όσο πιο καταθλιπτικός ο Ναρκισσιστής τόσο πιο εύκολα ξεγελάει και θεωρείται καταθλιπτικός. Ο Ναρκισσιστής είναι κενός γι’ αυτό είναι καταθλιπτικός, ο χαρακτηριολογικά καταθλιπτικός μελαγχολικού τύπου ή ενοχών είναι γεμάτος επικριτικές και χαρακτηριζόμενες από θυμό εσωτερικεύσεις. Ο Ναρκισσιστής θεωρεί ότι στερείται εαυτό, ενώ ο καταθλιπτικός ότι έχει κακό εαυτό.

128

Ναρκισσιστική έναντι ιδεοψυχαναγκστικής προσωπικότητας:

Είναι εύκολο ένα ναρκισσιστικό άτομο να διαγνωστεί ως ιδεοψυχαναγκαστικό ( ιδεοληπτικό ) ή ψυχαναγκαστικό γιατί δίνει σημασία στην λεπτομέρεια κι είναι τελειομανής. Τότε θεωρείται ως αιτία της ιδεοληψίας ή του ψυχαναγκασμού ο αγώνας τους για απόκτηση του ελέγχου και η ενοχή τους απέναντι στον θυμό και την φαντασιώζικη επιθετικότητα. Κάποιο ναρκισσιστικοί ασθενείς αισθάνονται περισσότερο άδειοι παρά θυμωμένοι. Τα ναρκισσιστικά άτομα ωφελούνται περισσότερο από τα ψυχαναγκαστικά από την θεραπεία. Μερικοί έχουν και τα δύο: ναρκισσισμό και ψυχαναγκασμό.

Ναρκισσιστική έναντι υστερικής προσωπικότητας: Τα υστερικά άτομα χρησιμοποιούν ναρκισσιστικές άμυνες. Οι υστερικοί ασθενείς προοδεύουν όταν η θεραπεία εστιάζει στις μεταβιβάσεις αντικειμένου, ενώ οι ναρκισσιστές πρέπει να καταλάβουν τα φαινόμενα του « εαυτοαντικειμένου ». Στους υστερικούς υπερισχύει το άγχος κι όχι η ντροπή, όπως στους ναρκισσιστές.

129

Μαζοχιστικές ( αυτοηττώμενες ) προσωπικότητες120:

Κ. Πλαϊνός

120 Βλ. κεφ. 12 στο Mc Williams, 2000.

130

Ορισμός:

Τα άτομα που δείχνουν ότι είναι οι χειρότεροι εχθροί του εαυτού τους. Αποτελεί το πιο δύσκολο πρόβλημα κατά τον Freud.

Ορισμένες επιλογές φαίνεται να μην καθορίζονται από τις αρχή της ευχαρίστησης ούτε να τροποποιούνται στη συνέχεια από την πραγματικότητα ( αρχή της πραγματικότητας ) κι έτσι ο Freud τροποποίησε τη μεταψυχολογία του για να χωρέσουν κι οι μαζοχιστικές προσωπικότητες.

Τύποι:

Ο σεξουαλικός μαζοχισμός εντοπίστηκε από τον συγγραφέα Leopold

von Sacher Massoch, ενώ ο σαδισμός από τον Marquis de Sade. Ο Freud για να ξεχωρίσει τον γενικότερο μαζοχισμό από τον

σεξουαλικό επινόησε τον όρο « ηθικός μαζοχισμός ». o Ο Wilhelm Reich στον ορισμό του μαζοχισμού έβαλε και το

στοιχείο ο ασθενής να βασανίζει τους άλλους αυτοβασανιζόμενος121.

o Ο ηθικός μαζοχισμός μπορεί να εμφανιστεί και θετικά. Τα θηλυκά υποφέρουν για τα παιδιά τους, βάζουν ένα ανώτερο σκοπό, άλλοι για τις ιδέες τους ( ήρωες, άγιοι, μάρτυρες κλπ).

o Ο όρος αρνητικά αναφέρεται σε ανθρώπους επιρρεπείς σε ατυχήματα ( γκαφατζήδες, απρόσεκτους ), αυτοακρωτηριασμούς ( μεταιχμιακοί ).

o Ο πόνος είναι ασήμαντος μπροστά στη συναισθηματική ανακούφιση που επιφέρει ( να νιώσουν ύπαρξη με την θέα του αίματός τους).

o Όλοι έχουμε και στοιχεία μαζοχισμού. Τα μικρά παιδιά μπλέκουν σε μπελάδες για να τραβήξουν την προσοχή.

o Η κακοποιημένη από το σύζυγο γυναίκα μένει μαζί του, όχι γιατί της αρέσει το ξύλο, αλλά για ένα ηθικό καλό: την ενότητα της οικογένειας.

o Ιδιαίτερα στο νευρωτικό επίπεδο οι μαζοχιστικές κι οι καταθλιπτικές προσωπικότητες επικαλύπτονται σε μεγάλο μέρος και αποτελούν τους πιο συνηθισμένους τύπους του νευρωτικού χαρακτήρα ( Kernberg ).

121 Ο.π. σ. 539, παραγρ 1.

131

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στον μαζοχισμό:

Για τον σεξουαλικό μαζοχισμό ξέρουμε πως είναι γενετικά προκαθορισμένος ( Kraft Ebing ). Σχετίζεται επίσης με τον ρόλο της στοματικής επιθετικότητας ( L. Stone ).

Για την ιδιοσυγκρασία του ηθικού μαζοχισμού δεν ξέρουμε πολλά πράγματα. Σίγουρα, όπως και οι καταθλιπτικοί είναι πιο κοινωνικοί, δηλ αναζητούν περισσότερο τις σχέσεις με τα αντικείμενα από τα βρέφη με ιδιοσυγκρασία σχιζοειδούς προσωπικότητας.

Τα κορίτσια που έχουν δεχτεί σεξουαλική κακοποίηση συνήθως ρέπουν προς την μαζοχιστική προσωπικότητα, ενώ τα αγόρια ταυτίζονται με τον επιτιθέμενο και ρέπουν προς τον σαδισμό. Υπάρχουν κι εξαιρέσεις.

Ο ψυχικός τους κόσμος μοιάζει μ’ αυτό τον καταθλιπτικών. Και οι δυο βιώνουν συνειδητή λύπη και βαθιά ενοχή. Οι μαζοχιστές σε αντίθεση με τους καταθλιπτικούς νιώθουν συναισθήματα, όπως και οι παρανοϊκοί: θυμό, περιφρόνηση και αγανάκτηση. Αυτοί τα βάζουν με την μοίρα τους, δεν την υπομένουν, όπως οι καταθλιπτικοί.

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στην μαζοχισμό:

Όπως τα καταθλιπτικά, έτσι και τα μαζοχιστικά άτομα χρησιμοποιούν την ενδοβολή, τη στροφή της επιθετικότητας ενάντια στον εαυτό και της εξιδανίκευσης.

Επιπλέον στηρίζονται πολύ στην εκδραμάτιση γιατί στηρίζονται στην αυτοήττα. Μπορούν να φτάσουν και στη σωματική τους βλάβη.

Οι ηθικοί μαζοχιστές χρησιμοποιούν την ηθικοποίηση για να αντιμετωπίσουν τις εσωτερικές τους εμπειρίες.

Θέλουν να ξεφύγουν από τα καταθλιπτικά τους συναισθήματα, την παθητικότητα και την αποθάρρυνση. Είναι πιο ενεργοί από τους καταθλιπτικούς.

Αντιλαμβάνονται τους σημαντικούς ανθρώπους γύρω τους ως τιμωρούς και ζουν στο άγχος περιμένοντας και την δική τους τιμωρία. Με το άγχος αυτοτιμωρούνται κι έτσι αποφασίζουν οι ίδιοι πότε θα πάθουν κάτι.

Υπέφεραν στην παιδική τους ηλικία, υποφέρουν κι ως ενήλικες ( Φρόιντ / καταναγκασμός της επανάληψης ).

Μπορεί να γκρινιάζουν και να δημιουργούν προβλήματα ακόμη κι όταν όλα πάνε καλά γιατί φοβούνται ( από την παιδική τους ηλικία ) πως στην ηρεμία όλο και κάτι συμβαίνει. Έτσι το προκαλούν αυτοί.

Έχουν ανάγκη από ακροατές που να επιβεβαιώνουν πως ένοχοι είναι μόνο οι άλλοι.

132

Τα παιδιά με θετό γονέα γίνονται από ενοχή για την απώλεια του γονέα μαζοχιστές, ακόμη κι όταν ο θετός είναι καλός.

Η ενοχή κι ο θυμός διαιωνίζουν την ψυχική οδύνη. Πολλοί γονείς παραπονιούνται στους δασκάλους πόσο υποφέρουν από τα

παιδιά τους. Ως μαζοχιστές χρειάζονται ακροατές. Παρόλα αυτά τα δικαιολογούν.

Σχέσεις με το αντικείμενο στην μαζοχισμό:

Το μαζοχιστικό άτομο είναι ένα καταθλιπτικό άτομο που διατηρεί ακόμη μέσα του την ελπίδα ( Emmanuel Hammer ).

Αιτία κάποια στέρηση ή τραυματική εμπειρία, όχι όμως τόσο σοβαρή ώστε το παιδί να παραιτηθεί από την ιδέα ότι το αγαπούν (Emmanuel Hammer ).

Στο παρελθόν τους, όπως κι οι καταθλιπτικοί έχουν απώλεια ιδανικών γονέων, επικριτικούς γονείς, ενοχές για τα βάσανα των γονιών τους, καταθλιπτικά πρότυπα και κακοποίηση. Οι μαζοχιστές έβλεπαν έστω και λίγη συμπαράσταση σε αντίθεση με τους καταθλιπτικούς.

Αίτια: άλυτοι δεσμοί εξάρτησης και φόβος της μοναξιά « Σε παρακαλώ μην μ’ αφήσεις θα κάνω κακό στον εαυτό μου » ( Epstein Menaker ).

Ο γονιός τους έδειχνε ενδιαφέρον μόνο όταν τους χτυπούσε. Γι’ αυτό επιζητούν τον πόνο. Τα παιδιά επιζητούν τη συναισθηματική επαφή πιο πολύ από τη σωματική ασφάλεια. Έτσι ταύτισαν τον πόνο με τη συναισθηματική επικοινωνία.

Οι φίλοι τους είναι κι αυτοί μαζοχιστές. Αν μικροί φροντίζουν την κατάκοιτη μητέρα τους, χωρίς να σκέφτονται

σαν παιδιά και δεχτούν επιβραβεύσεις αναπτύσσουν μαζοχιστική προσωπικότητα ( ηθική ).

Μαζοχιστές και παρανοϊκοί πιστεύουν συνεχώς πως απειλούνται. Ο παρανοϊκός επιτίθεται πιο πριν, ο μαζοχιστής επιτίθεται πιο πριν στον εαυτό του. Και τους δύο ενδιαφέρει η σχέση ανάμεσα στην ισχύ και την αγάπη. Σε μεταιχμιακό επίπεδο τους βγαίνει σε θυματοποίηση ( μαζοχιστής ) και ανταγωνισμό ( παρανοϊκός ).

Δεν συμβαδίζει πάντα ο σεξουαλικός κι ηθικός μαζοχισμός.

Ο μαζοχιστικός εαυτός:

Παρουσιάζει τον εαυτό του, όπως κι ο καταθλιπτικός: ανάξιο, ένοχο, απορριπτέο, άξιο τιμωρίας.

133

Επίσης θεωρεί τον εαυτό του συνειδητά ή ασυνείδητα ανολοκλήρωτο, ακόμη καταδικασμένο να τον παρεξηγούν, να τον υποτιμούν και να τον κακομεταχειρίζονται.

Αυτοί που έχουν ηθικό μαζοχισμό φαίνονται επιβλητικά και περιφρονητικά προς αυτούς που δεν αντέχουν τα βάσανα. Εξυμνούν τον εαυτό τους γι’ αυτά που υποφέρουν ( αντισταθμιστικά προς την χαμηλή αυτοεκτίμησή τους ).

Δυσφημίζουν σαδιστικά τους βασανιστές τους. Προσκολλούνται στους άλλους μέσω της οδύνης. Κλαψουρίζουν για κάποιο συγγενή, φίλο, εργοδότη ή σύντροφο. Όταν πρέπει να επαναστατήσουν μειώνεται η αυτοπεποίθησή τους. Όταν

υπομένουν βάσανα αντίστοιχα ανεβαίνει. Σ’ αντίθεση με τους καταθλιπτικούς που απομονώνονται είναι κοινωνικοί.

Παριστάνουν πως είναι κακοί και γι’ αυτό τιμωρούνται. παράλληλα εκθέτοντας αυτή την άποψη στους άλλους προσπαθούν να εκμαιεύσουν τις αποδείξεις γι’ αυτό. Έτσι κάνουν και οι παρανοϊκοί.

Οι παρανοϊκοί διοχετεύουν το άγχος τους με το να δείχνουν την εχθρότητα τους σε μακρινούς στόχους. Οι μαζοχιστές διοχετεύουν το άγχος τους στους κοντινούς τους.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους μαζοχιστικούς ασθενείς:

Σαν μικρό παιδί δείχνει στον θεραπευτή πως υποφέρει για να εξασφαλίσει την φροντίδα.

Ο θεραπευτής βιώνεται ως γονέας που καλείται να δείξει φροντίδα στο παιδί που είναι αδύναμο και θέλει προστασία. Παράλληλα υπάρχει ο ενδόμυχος φόβος μήπως αποδειχτεί άστοργος γονέας.

Δείχνουν την αδυναμία και τα ελαττώματα τους μην τυχόν κι ένας αόρατος παρατηρητής τα εντοπίσει.

Ο αρχάριος θεραπευτής μπορεί να αντιδράσει με δυο αντιμεταβιβαστικούς τρόπους: τον αντιμαζοχιστικό ( ως γενναιοδωρία στοργής και να αποτύχει κάνοντας τον ασθενή ακόμη πιο αδύναμο ) και τον σαδιστικό ( κατόπιν εκνευρισμού σαδιστική αντεκδίκηση ).

Συνήθως οι θεραπευτές έχουν καταθλιπτικό χαρακτήρα και αρχικά τους θεωρούν καταθλιπτικούς. Κάνουν παραχωρήσεις, όπως στους καταθλιπτικούς ασθενείς ( λιγότερη αμοιβή, περισσότερες συνεδρίες κλπ ). Ο μαζοχιστικός ασθενής γίνεται ακόμη πιο μαζοχιστής γιατί βλέπει πως ο θεραπευτής τσιμπάει.

134

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης της Μαζοχιστική :

Πρόσωπο με πρόσωπο, όχι ντιβάνι για να είναι ο θεραπευτής ως πρόσωπο υγειές πρότυπο.

Ο θεραπευτής δεν αφήνει να εκδηλωθούν οι δικές του μαζοχιστικές ή σαδιστικές τάσεις.

Ο θεραπευτής δεν αφήνει το μαζοχιστή να τον εκμεταλλευτεί. Ο ασθενής πρέπει να συνειδητοποιήσει την ανάγκη του για αυτοφροντίδα

και αυτοπροστασία, χωρίς να του τα παρέχει ο θεραπευτής. Ο ασθενής όταν δεν γίνεται το δικό του απογοητεύεται κι αισθάνεται

θυμό. Αυτό είναι φυσικό. Δεν πρέπει να το ηθικοποιεί ή να το αρνείται. Πίσω από τις μαζοχιστικές τάσεις κρύβονται φαντασιώσεις παντοδυναμίας.

Πιστεύουν πως η επιτυχία τιμωρείται και ο πόνος ανταμείβεται.

Διαφοροδιάγνωση:

Ο θεραπευτής πρέπει να αποφασίσει αν ο μαζοχισμός είναι το κεντρικό πρόβλημα ή καταθλιπτικά ή διασχιστικά στοιχεία που συμπαρουσιαζονται.

Μαζοχιστική προσωπικότητα καταθλιπτικής προσωπικότητας:

Μερικοί συνδυάζουν και τα δυο. Συνήθως υπερισχύει το ένα από τα δύο. Ο ασθενής και στις δυο περιπτώσεις θέλει να βεβαιωθεί πως ο θεραπευτής

δεν θα του ασκήσει κριτική, δεν θα τον απορρίψει και δεν θα τον εγκαταλείψει.

Αν ο θεραπευτής φερθεί στον καταθλιπτικό κάπως αποστασιοποιημένα, όπως στους μαζοχιστές ο καταθλιπτικός μπορεί να αυτοκτονήσει.

Οι θεραπευτές δίνουν αντικαταθλιπτικά και στους μαζοχιστές κι έτσι ο ασθενής αισθάνεται πως κάποιος έχει πάνω του εξουσία.

Μαζοχιστική έναντι Διασχιστικής προσωπικότητας:

Διάσχιση σε βασανιστή και βασανιζόμενο. Ο θεραπευτής τον ρωτά αν προκάλεσε ο ίδιος τον αυτοτραυματισμό του ή

ήταν εκτός σώματος και προσωπικότητας.

135

Υπό - ομάδα Γ3: Αγχώδεις – φοβικές προσωπικότητες122:

Ερευνητικά ερωτήματα:

1. Τι εννοούμε με τον όρο αγχώδης ή φοβική προσωπικότητα ; 2. Ποιές προσωπικότητες ανήκουν σ’ αυτή την ομάδα ; 3. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία ψυχαναγκαστικός και ποιος

ιδεοληπτικός ; 4. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία αποφευκτικός ; 5. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία εξαρτημένος ; 6. Πως αντιμετωπίζονται οι παραπάνω τύποι χαρακτήρα από τους κλινικούς

ψυχολόγους ;

Αυτοί οι χαρακτήρες είναι μονίμως αγχωμένοι ή έχουν φοβίες για τον πολύ κόσμο, τους κλειστούς χώρους, τη υγεία τους κλπ.

122 Για τη Γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία βλ. Σίμος, 2010, κεφ. 4 και 6.

136

Ιδεοληπτικές και ψυχαναγκαστικές προσωπικότητες123:

Αλ. Φωτιάδης

Ορισμός:

Η ιδεοψυχαναγκαστική δομή της προσωπικότητας υπάρχει σε άτομα που δίνουν ιδιαίτερη αξία στην λογική και την επίλυση πρακτικών θεμάτων. Σκέψη και δράση σε βάρος των συναισθημάτων, των αισθήσεων, της διαίσθησης, της ονειροπόλησης, της δημιουργικής καλλιτεχνίας.

Τύποι:

Ο τεχνοκράτης, ο εργασιομανής, ο ακτιβιστής οικολόγος μπορεί να

έχουν ιδεοψυχαναγκαστική προσωπικοτητα. Οι καθηγητές φιλοσοφίας έχουν ιδεοληπτική προσωπικότητα,

αρκούνται στην σκέψη, όχι στην δράση σαν τους

123 Βλ. κεφ. 13 στο Mc Williams, 2000. Για τη Γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία βλ. Σίμος, 2010, κεφ. 5.

137

ιδεοψυχαναγκαστικούς. Οι ιδεοληπτικές προσωπικότητες διακρίνονται για την τάξη, την φιλαργυρία, την τελειοθηρία, τη σχολαστικότητα, την ισχυρογνωμοσύνη, τη διανοητικοποίηση και την εξονυχιστική συζήτηση ( Salzman ). Άκαμπτοι, ανελαστικοί, υπερβολικά ευσυνείδητοι, επίμονοι, λάτρεις της τάξης και της πειθαρχίας ( Pierre Janet ). Ζωντανές μηχανές ( Wilheim Reich ). Αξιόπιστοι, έμπιστοι, υψηλά κριτήρια και ηθικές αξίες. Πρακτικοί, σαφείς, σχολαστικοί. Όλες αυτές οι απαιτήσεις τους δημιουργούν ψυχαναγκαστικά τελετουργικά.

Και στις δυο κατηγορίες η σκέψη ή η δράση λειτουργεί ως libido και προκαλεί ευχαρίστηση.

Στην αρνητική εκδοχή οι ιδεοψυχαναγκαστική προσωπικοτητα επιδίδεται σε ενοχλητικές τελετουργίες και η ιδεοληπτική προσωπικότητα επιδίδεται σε ενοχλητικές σκέψεις – εμμονές. Παρόλα αυτά, τα δυο είδη αυτά δομής συνδέονται άρρηκτα. Συνυπάρχουν ή εναλλάσσονται. Στην αρνητική εκδοχή ο ιδεοψυχαναγκαστικός θαυμαστής του John Lennon τον δολοφόνησε ( ψυχωτικό στάδιο )

Από ενοχλητικές σκέψεις ή πράξεις μπορεί ο καθένας να υποφέρει κι όχι μόνο οι παραπάνω προσωπικότητες. Επίσης αυτές οι προσωπικότητες μπορεί να μην τα εκδηλώνουν τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Χαρακτηρίζονται έτσι οι προσωπικότητες αυτές γιατί έχουν τις ίδιες άμυνες με αυτούς που παρουσιάζουν τις παραπάνω ιδεοληπτικές ή ψυχαναγκαστικές στρατηγικές - συμπτώματα.

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στις Ιδεοληπτικές και ψυχαναγκαστικές προσωπικότητες:

Ο Φρόιντ πίστευε πως κατά την βρεφική τους ηλικία χαρακτηρίζονται από πρωκτική ευαισθησία ( 18 μήνες ως 3 ετών ) τόσο σωματικά όσο και ιδιοσυγκρασιακά.

Στους ιδεοληπτικούς ίσως λειτουργεί περισσότερο το δεξιό ημισφαίριο του εγκεφάλου ( Galin ).

Καθήλωση στο πρωκτικό στάδιο που σχετίζεται και με τον έλεγχο των επιθετικών ορμών.

Άλλοι ψυχαναλυτές επισημαίνουν πρωκτικά ζητήματα που χρωματίζουν το ασυνείδητο.

Ο Φρόιντ παρατήρησε: τάση καθαριότητας, τάξη, σχολαστικότητα, χρονική ακρίβεια, τάσεις απόκρυψης κλπ. Πρωκτικές εικόνες στην ομιλία, στα όνειρα,

138

στις φαντασιώσεις κλπ. Πιέστηκαν στην βρεφική τους ηλικία να αποκτήσουν έλεγχο του εντέρου.

Η εκπαίδευση για την τουαλέτα είναι ο πρώτος καταναγκασμός – συνθήκη, με τον οποίο πρέπει το παιδί για κάτι που είναι κοινωνικά αποδεκτό να αρνηθεί κάτι τόσο φυσικό γι’ αυτό: να τα κάνει πάνω του. Μια πρώιμη ή αυστηρή εκπαίδευση από έναν απαιτητικό γονέα προκαλεί την καθήλωση στο πρωκτικό στάδιο. Θυμός, επιθετικότητα, οργή, βουβό καταπιεσμένο συναίσθημα, εκλογίκευση, λέξεις που κρύβουν και δεν εκφράζουν τα συναισθήματα ασυνείδητα κατά την κένωση εξαιτίας του καταναγκασμού να υποχωρήσει στις απαιτήσεις του ενήλικα. Χάνει τον αυτοέλεγχο, δημιουργείται η ενοχή πως είναι βρώμικο, αυστηρό υπερεγώ, « ηθική του σφιγκτήρα ».

Αντί να λένε τι αισθάνονται, λένε τι σκέφτονται. Από τα συναισθήματά τους δέχονται μόνο την οργή τους αν είναι εκλογικευμένη και δικαιολογημένη. Αν εκνευριστεί επειδή δεν πραγματοποίησε μια επιθυμία του, αυτό δεν είναι ανεκτό από το υπερεγώ του. Το εκδραματίζουν κάνοντας πως ξέχασαν να πληρώσουν τον θεραπευτή, διακόπτοντας τον όταν μιλά κλπ. Επίσης αισθάνεται ντροπή ( συνήθως συνειδητή ) γιατί έχουν υψηλές απαιτήσεις από τον εαυτό τους.

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στις Ιδεοληπτικές και ψυχαναγκαστικές προσωπικότητες:

Η κύρια άμυνα των ιδεοληπτικών ( πιο λειτουργικοί ) είναι η μόνωση ( όχι στις πιο ακραίες μορφές της, αλλά σε πιο ώριμες: διαχωρισμός του συναισθήματος από το γνωστικό, εκλογίκευση, ηθικοποίηση, γνωστική απόσταση και διανοητικοποίηση ) του συναισθήματος. Χρησιμοποιούν επίσης τον αντιδραστικό σχηματισμό και την μετάθεση ( σε σχέση με το συναίσθημα του θυμού για να τον βιώνουν χωρίς ντροπή ).

Η κύρια άμυνα των ψυχαναγκαστικών είναι η ακύρωση. Η κύρια άμυνα των ιδεοψυχαναγκαστικών είναι ο συνδυασμός των δύο

παραπάνω αμυνών.

Γνωστικές άμυνες έναντι ενορμήσεων, συναισθημάτων και επιθυμιών:

Τα ιδεοληπτικά άτομα έχουν κάποια χαρακτηριστικές γνωστικές άμυνες: Υπέρμετρη αξία στον γνωστικό τομέα και στη διάνοια.

139

Υποτίμηση των συναισθημάτων. Θυμίζουν παιδικότητα, αδυναμία, απώλεια ελέγχου, αποδιάρθρωση και χυδαιότητα.

Μειονεκτούν σε καταστάσεις που πρέπει να κυριαρχήσει το συναίσθημα, η φαντασία κι οι σωματικές αισθήσεις.

Μπορούν να αγαπήσουν, αλλά όχι να το εκφράσουν ή να το βιώσουν χωρίς ντροπή.

Δεν χαλαρώνουν ποτέ, είναι οργανωτικοί και βλάπτουν τους υφισταμένους τους.

Σε μεταιχμιακό ή ψυχωτικό επίπεδο ομοιάζουν εξαιτίας της μόνωσης με σχιζοειδείς.

Συμπεριφορικές άμυνες έναντι ενορμήσεων, συναισθημάτων και επιθυμιών:

Τα ιδεοψυχαναγκαστικά άτομα έχουν κάποια χαρακτηριστικές συμπεριφορικές άμυνες:

Οι ψυχαναγκαστικές ενέργειες έχουν το ασυνείδητο νόημα της ακύρωσης ενός εγκλήματος ( συνήθως φανταστικού ).

Οι ψυχαναγκαστικές ενέργειες προδίδουν ασυνείδητες φαντασιώσεις παντοδύναμου ελέγχου. Πιστεύω πως αν σκεφτώ κάτι ή δεν κάνω κάποια ψυχαναγκαστική τελετουργία θα γίνει κάτι κακό.

Ακύρωση που εκφράζεται ως επανόρθωση ή μαγική διαδικασία. Τρώμε την τελευταία μπουκιά από το πιάτο για να μην μείνει ( επειδή μικροί δεν έτρωγαν όλο το φαγητό τους και τους φύτεψαν ενοχές επειδή στον τρίτο κόσμο πεινάνε ), καθαρίζουμε το σπίτι ενώ θα πρέπει να διαβάσουμε για εξετάσεις, κριτικάρουμε κάποιον που μας ενοχλεί και δεν πρόκειται να διορθωθεί και ξέρουμε πως θα αποκτήσουμε έναν εχθρό, να είμαστε φιλάνθρωποι, να είμαστε αστείοι.

Σε μεταιχμιακό η ψυχωτικό επίπεδο οι διαδικασίες αυτές παίρνουν διάφορες επιβλαβείς μορφές ( αλκοόλ, χαρτοπαιξία, κατανάλωση φαρμάκων, κλεπτομανία, υπερσεξουαλικότητα).

Οι ψυχαναγκαστικές ενέργειες διαφέρουν από την παρόρμηση γιατί έχουν επαναλαμβανόμενο χαρακτήρα κι από την εκδραμάτιση γιατί δεν υποκινούνται από την ανάγκη για κυριαρχία σε παρελθοντικές εμπειρίες που δεν τις επεξεργάστηκαν μέσα από την αναβίωσή τους.

Ο ψυχαναγκασμός υπάρχει με άλλη μορφή και στους μαζοχιστές ( αυτό -μεμψιμοιρία ), τους παρανοϊκούς ( έλλειψη εμπιστοσύνης ) και τους σχιζοειδείς ( αποφυγή των άλλων ).

Οι συμπεριφορές αυτές δεν είναι ψυχαναγκαστικές εξαιτίας της βλαπτικότητάς τους, αλλά εξαιτίας της ενορμητική τους φύση.

Χρησιμοποιούν τον αντιδραστικό σχηματισμό ( άμυνα έναντι στην ανοχή της αμφιθυμίας ): συνδυασμός συνεργασίας – ανυπακοής, πρωτοβουλία – νωθρότητα, καθαριότητα – ακαταστασία, τάξη –

140

αταξία, σπατάλη – οικονομία, ηθική - διαφθορά. Έχουν μέσα τους πιο ισχυρούς πειρασμούς από τον καθένα.

Σχέσεις με το αντικείμενο στις Ιδεοληπτικές και ψυχαναγκαστικές προσωπικότητες:

Γονείς με υψηλές απαιτήσεις από την πρώιμη ηλικία του παιδιού. Αυστηροί και συνεπείς στην αμοιβή ( θετική επίδραση ) και την

τιμωρία ( πολύ αρνητική επίδραση ). Ο ελεγκτικός γονέας κατά την πρωκτική περίοδο ( περιοδικά

συγκεκριμένη αφόδευση ) είναι το ίδιο ελεγκτικός και στο στοματικό ( περιοδικά συγκεκριμένο τάϊσμα ) και στο Οιδιπόδειο στάδιο ( απαγόρευση αυνανισμού ).

Δυο διαφορετικοί τύποι σχέσεων του Υπερεγώ με το αντικείμενο: o Φροιδική – προτεσταντική εποχή: Οι παλαιού τύπου οικογένειες

δημιουργούν ιδεοληπτικούς και ψυχαναγκαστικούς χαρακτήρες. Ο έλεγχος εκφράζεται με ηθικούς όρους. Δεν θέλω να σε τιμωρώ, αλλά το κάνω για το καλό σου, με στεναχώρησες, περιμένω πιο συνεργάσιμη συμπεριφορά, απογοητεύθηκα που δεν ήσουν αρκετά υπεύθυνος. Όλα αυτά δημιουργούν ενοχές και ιδεοληπτικές και ψυχαναγκαστικές προσωπικότητες.

o Μεταφροιδική – δήθεν απαλλαγμένη από την θρησκεία εποχή: Τι θα σκεφτούν οι άλλοι για σένα, δεν θα σε παίζουν τα άλλα παιδιά, αν παχύνεις θα σε κοροϊδεύουν, δεν θα τα καταφέρεις στη ζωή σου κλπ. Όλα αυτά δημιουργούν ντροπή και ναρκισσιστική τελειοθηρία, βουλιμία ή νευρική ανορεξία.

Ένα άλλο οικογενειακό ιστορικό για τους ιδεοληπτικούς και ψυχαναγκαστικούς χαρακτήρες είναι η πλήρης αποδιοργάνωση και ελευθεριότητα έτσι ώστε το παιδί να πλάσει με την φαντασία του το αντίθετο άκρο για να ακολουθήσει, το οποίο όμως είναι αφηρημένο αφού δεν το έχει για παράδειγμα και εξιδανικευμένο, άρα καταπιεστικό.

Ο ιδεοψυαχαναγκαστικός εαυτός:

Οι ιδεοληπτικοί κι οι ψυχαναγκαστικοί χαρακτήρες στηρίζονται στην ηθική ορθότητα με βάση τον έλεγχο.

Οι ιδεοληπτικοί κι οι ψυχαναγκαστικοί χαρακτήρες έχουν έντονο το αίσθημα της ενοχής124.

Οι ιδεοληπτικοί κι οι ψυχαναγκαστικοί χαρακτήρες δείχνουν συγκράτηση επιθετικότητας, σεξουαλικότητας και συναισθήματος.

124 Ο.π. σ. 599, παραγρ 2.

141

Οι ιδεοληπτικοί κι οι ψυχαναγκαστικοί χαρακτήρες είναι θρησκευόμενοι, έμπιστοι, ασκούν αυτοκριτική, εργασιομανείς, αυτοεκτίμηση που στηρίζεται στην εκπλήρωση των απαιτήσεων των άλλων ( ιδιαίτερα αυτών που έχουν εσωτερικεύσει πχ γονείς ).

Οι ιδεοληπτικοί ασθενείς διακατέχονται από τη μανία της αμφιβολίας και δυσκολεύονται για λήψη σημαντικών αποφάσεων λόγω των υψηλών απαιτήσεων που έχουν από τον εαυτό τους. Δεν θέλουν την ενοχή και την αβεβαιότητα. Αν πάει κάτι στραβά λένε : « ναι, αλλά . . . » για να αποφύγουν την ενοχή.

Οι ιδεοληπτικοί ασθενείς αναβάλλουν τις αποφάσεις τους για να αποφύγουν τις ευθύνες.

Σε νευρωτικό στάδιο οι ιδεοληπτικοί ασθενείς παλεύουν για την αυτονομία τους, αλλά τελικά την καταργούν μέσα από τις αμφιβολίες οι ίδιοι.

Σε νευρωτικό στάδιο οι ψυχαναγκαστικοί ασθενείς παλεύουν για την αυτονομία τους, αλλά δεν δυσκολεύονται να αποφασίσουν αλλά προβαίνουν σε ανόητες ( χτύπα ξύλο ) ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές ( ποτό, σεξουαλικότητα κλπ ). Μερικές φορές καταφεύγουν σε ψυχαναγκαστική θετική συμπεριφορά ( αλτρουισμό, φιλανθρωπία).

Όταν οι ιδεοληπτικοί δυσκολεύονται στην σκέψη κι οι ψυχαναγκαστικοί στην δράση πέφτουν σε κατάθλιψη.

Μένουν και οι δυο στις λεπτομέρειες κι όχι στο σύνολο μιας κατάστασης.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους ιδεοληπτικούς και ψυχαναγκαστικούς ασθενείς:

Είναι καλοί ασθενείς αυτοί που είναι σε μεταιχμιακό ή ψυχωτικό στάδιο, ενώ δημιουργούν εμπόδια και υψώνουν άμυνες οι ευρισκόμενοι σε νευρωτικό επίπεδο.

Βιώνουν τον θεραπευτή ως απαιτητικό, επικριτικό γονέα. Είναι πειθήνιοι και συνεργαζόμενοι, αλλά έχουν μια υπόγεια

επιθετικότητα κι ευερεθιστότητα. Περιμένουν να μιλήσει ο θεραπευτής, μα αμέσως τον διακόπτουν.

Ο ασθενής καλείται να καταλάβει τα συναισθήματα που κρύβονται πίσω από τους μηρυκασμούς της σκέψης ή της άσκοπες τελετουργίες. Αυτό ενοχλεί ως αποκάλυψη γιατί δεν ευνοεί μια γρήγορη « λύση » μέσω αυτομάτων τελετουργικών πράξεων.

Ο ασθενής είναι ενοχλητικά ανυπόμονος και συνδυάζει απόλυτη υποταγή κι έντονη ασυναίσθητη ανυπακοή ( έμμεσα κριτικάρει ). Αυτά προκαλούν

142

ισχυρές αντιμεταβιβάσεις στους θεραπευτές ( χάσιμο υπομονής, απόρριψη του ασθενή, εκδίκηση, αίσθηση αποτυχίας και ανεπάρκειας, ξάφνιασμα για τη ντροπή που νιώθει ο ασθενής για τα συναισθήματά του ).

Ο θεραπευτής δείχνει ηττοπάθεια όταν σιωπά απέναντι σε ανθρώπους που νιώθουν απόρριψη ή στους ψυχαναγκαστικούς. Πρέπει να τους ρωτά πόσο θέλουν να μιλά ο θεραπευτής, τι περιμένει από την θεραπεία τους.

Ο θεραπευτής πρέπει να ενισχύσει την αυτονομία του για να ικανοποιήσει την ανάγκη για έλεγχο.

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης της Ιδεοληπτικής ή ψυχαναγκαστικής προσωπικότητας:

Ευγένεια, ο πρώτος κανόνας. Ξέρουν πως είναι εκνευριστικοί στους άλλους, αν και δεν κατανοούν

πλήρως γιατί. Εκτιμούν λοιπόν την ευγένεια. Πρέπει να αναγνωρίσουν την ευαλωτότητα τους και να την ερμηνεύσουν. Πρέπει να παλέψουν την ντροπή που αισθάνονται. Ο θεραπευτής δεν πρέπει να κινηθεί γρήγορα. Πρέπει να αργήσει να

παράσχει συμβουλές, να μη βιαστεί ν’ ασκήσει κριτική για τις άμυνες του ασθενούς ( μόνωση, ακύρωση, αντιδραστικός σχηματισμός) και να μην επισπεύσει την θεραπεία.

Οι αντιμεταβιβάσεις είναι πολύ ισχυρές: Ο θεραπευτής ανάλογα με τον ασθενή πρέπει να μένει σιωπηλός ( κίνδυνος να αποδιοργανώσει τον ασθενή ) ή να ασκήσει έλεγχο εάν ο ψυχαναγκασμός είναι επικίνδυνος ( εξάρτηση από αλκοόλ κλπ ). Ο θεραπευτής πρέπει να ισορροπεί ανάμεσα σ’ ένα απαιτητικό – ελεγκτικό γονιό κι ένα ζεστό άνθρωπο.

Ο θεραπευτής μπορεί να βάλει ως όρο από την αρχή την παύση των ψυχαναγκασμών ( πχ να μπει σε πρόγραμμα απεξάρτησης από το αλκοόλ ή τα ναρκωτικά, κάπνισμα, νηστεία από φαγητό κλπ, έλεγχος – υπάρχει πιθανότητα ο ασθενής να αποκρύψει τις παρασπονδίες του ) για τη συνέχιση της ψυχοθεραπείας ή να τον ακούει μέχρι να σταματήσει από μόνος του ο ψυχαναγκασμός – αποχή από συμβουλές – έλεγχο ( εσωτερικά όμως να τα αναλύει για να μην βρεθεί σε άμυνα ο ασθενής ).

Η ομάδα απεξάρτησης από ψυχαναγκασμό προσφέρει την απαγόρευση ( προσωρινός αυτοέλεγχος ), η ψυχοθεραπεία την θεραπεία από την τάση να έχεις τον ψυχαναγκασμό ( εσωτερική γαλήνη ).

Μερικοί ψυχαναγκασμοί τερματίζονται όταν έχουν οδυνηρό τέλος ( σύλληψη κλεπτομανή ).

Αποφυγή της διανοητικοποίησης ειδικά στους ιδεοληπτικούς. Οι ιδεοληπτικοί με τις λέξεις αποφεύγουν τα συναισθήματα και δεν τα εκφράζουν.

143

Ο θεραπευτής τους ενθαρρύνει να εκφράσουν τον θυμό για τον θεραπευτή ή την θεραπεία ( συναίσθημα ).

Οι ψυχαναγκαστικοί ασθενείς πρέπει να μάθουν να είναι ( βίωση συναισθημάτων ) κι όχι να κάνουν.

Διαφοροδιάγνωση: Πολλά τραύματα της αυτοεκτίμησης οδηγούν σε ναρκισσιστικές εκδηλώσεις τους ανθρώπους στα πλαίσια των αμυντικών μηχανισμών. Η Ναρκισσιστική προσωπικότητα όμως παρουσιάζει αυτή τη συμπεριφορά σε μόνιμη βάση ανεξάρτητα από τις περιστάσεις και τις αφορμές.

Ο θεραπευτής πρέπει να αποφασίσει αν ο ιδεοληπτικός – ψυχαναγκαστικός χαρακτήρας είναι το κεντρικό πρόβλημα ή ο Ναρκισσιστικός ( αυτός νιώθει ντροπή, όχι ενοχή ) ή ο Σχιζοειδής ( νευρωτικό στάδιο ). Συνήθως λόγω της έντονης ακύρωσης και μόνωσης είναι φανερό πως ο ασθενής είναι ιδεοληπτικός – ψυχαναγκαστικός χαρακτήρας.

Ιδεοληπτική έναντι Ναρκισσιστικής προσωπικότητας:

Στο Ναρκισσιστή με την αίσθηση όμως ντροπής και τον άδειο ψυχικό κόσμο δεν ερμηνεύουμε τον ασυνείδητο θυμό, όμως ενοχές και όμως φαντασιώσεις παντοδυναμίας, πράγμα που κάνουμε στον ψυχαναγκαστικό ασθενή.

Στο Ναρκισσιστή επισημαίνουμε την κενότητα που νιώθει και την εύθραυστη αυτοεκτίμησή του.

Αν επισημάνουμε στον ιδεοληπτικό – ψυχαναγκαστικό ασθενή με την έντονη θρησκευτική – ηθική – παλαιών αρχών οργάνωση την κενότητα που νιώθει και την εύθραυστη αυτοεκτίμησή του θα του δημιουργήσουμε δυσφορία, αποθάρρυνση ή ακόμη και προσβολή. Όμως δεν νιώθει κενό, αλλά συγκρούσεις με το Υπερεγώ κι εκεί πρέπει να εστιάσουμε.

Ο θεραπευτής δείχνει στον ιδεοληπτικό – ψυχαναγκαστικό ασθενή ενσυναίσθηση και αποδοχή χωρίς όμως να αποφεύγει να αναμοχλεύει τα συναισθήματα τα οποία όμως δημιουργούν άμυνες, όμως αυτές όμως εκλογίκευσης και όμως ηθικοποίησης. Ο θεραπευτής πρώτα αποκαλύπτει όμως άμυνες εκλογίκευσης και ηθικοποίησης και μετά τα δύσκολα συναισθήματα ( εξαιτίας των εσωτερικών συγκρούσεων ) που όμως επιστρατεύουν.

Ιδεοληπτική προσωπικότητα έναντι ναρκισσιστικών αντιδράσεων:

144

Στο συμβιωτικό – ψυχωτικό φάσμα ένα μεγάλο ποσοστό ασθενών που μοιάζουν σχιζοειδείς μπορεί να είναι ιδεοληπτικοί ασθενείς σε παλινδρόμηση.

Η διαφορά είναι πως το σχιζοειδές άτομο παρόλο που απομακρύνεται από τον εξωτερικό κόσμο διατηρεί ένα βαθμό επίγνωσης για τα έντονα εσωτερικά συναισθήματα και τις ζωηρές φαντασιώσεις. Ο ιδεοληπτικός, όμως που αποσύρεται χρησιμοποιεί τόσο έντονα τη μόνωση ώστε υποκειμενικά να φαίνεται κενός ή ανόητος.

Στην περίπτωση του σχιζοειδούς ο θεραπευτής του λέει πως είναι ασφαλές να εκφράσει την εσωτερική εμπειρία του, στον ιδεοληπτικό επισημαίνει πόσο επικίνδυνη είναι αυτή η ολοκληρωτική μόνωση του συναισθήματος.

Ιδεοψυχαναγκαστικές έναντι οργανικών καταστάσεων:

Μπορεί να υπάρχει εγκεφαλική βλάβη ( μπορεί όμως να είναι έξυπνος, αλλά να έχει περάσει μηνιγγίτιδα, η μάνα αλκοολική ή τραυματισμό στο κεφάλι κλπ ) που να δημιουργεί ιδεοληψία ή ψυχαναγκασμούς.

Αυτό το βρίσκουμε με το ιατρικό ιστορικό που το εντάσσουμε στο ιστορικό του ασθενούς.

145

Αποφευκτική προσωπικότητα:

Αλ. Φωτιάδης

Βασικές αρχές:

Το βασικό χαρακτηριστικό της Αποφευκτικής Διαταραχής της Προσωπικότητας είναι η έντονη κοινωνική αναστολή, τα αισθήματα ανεπάρκειας και η υπερευαισθησία στην κριτική των άλλων. Τα άτομα με Αποφευκτική Διαταραχή της Προσωπικότητας αποφεύγουν όλες τις καταστάσεις όπου υπάρχει σημαντική διαπροσωπική επαφή, από φόβο κριτικής, ή απόρριψης. Έχουν δυσκολία να προχωρήσουν επαγγελματικά, να κάνουν φίλους, αποφεύγουν να κάνουν στενές σχέσεις και να πάνε σε διάφορες κοινωνικές συναντήσεις. Πιστεύουν πως είναι ανεπαρκή, κατώτερα, μη αρεστά. Είναι ντροπαλά, έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και φοβούνται συνεχώς μήπως τα κοροϊδέψουν. Μόνον όταν νιώσουν ότι ένα άλλο άτομο τα αποδέχεται χωρίς καμιά κριτική και τα υποστηρίζει, μπορεί να προχωρήσουν σε στενές σχέσεις οι οποίες όμως και πάλι έχουν την τάση να είναι ιδιαίτερα εύθραυστες στην παραμικρή συμπεριφορά που μπορούν να εκλάβουν ως απόρριψη ή κριτική.

Διαγνωστικά κριτήρια:

Το βασικότερο χαρακτηριστικό είναι ο εκτεταμένος τύπος κοινωνικής δυσκολίας, αισθημάτων ανεπάρκειας και υπερευαισθησίας στην αρνητική εκτίμηση, που αρχίζει νωρίς στην ενήλικη ζωή και είναι παρών σε μία ποικιλία καταστάσεων όπως φαίνεται από τέσσερα (ή περισσότερα) από τα παρακάτω:

(1) το άτομο αποφεύγει επαγγελματικές δραστηριότητες που περιλαμβάνουν σημαντική διαπροσωπική επαφή, εξαιτίας φόβων κριτικής, αποδοκιμασίας ή απόρριψης

(2) είναι απρόθυμο να εμπλακεί με ανθρώπους εκτός αν είναι βέβαιο ότι θα γίνει αρεστό

(3) εμφανίζει περιορισμούς μέσα στις στενές σχέσεις εξαιτίας του φόβου μήπως ντροπιαστεί η γελοιοποιηθεί

(4) έχει υπερβολική ενασχόληση με το μήπως το κριτικάρουν ή το απορρίψουν στις κοινωνικές καταστάσεις

(5) είναι ανεσταλμένο σε νέες διαπροσωπικές καταστάσεις εξαιτίας αισθημάτων ανεπάρκειας

(6) θεωρεί τον εαυτό του κοινωνικά αδέξιο, προσωπικά μη ελκυστικό ή κατώτερο από τους άλλους

146

(7) είναι συνήθως απρόθυμο να διακινδυνέψει προσωπικά ή να εμπλακεί σε νέες δραστηριότητες, διότι αυτές μπορεί να αποδειχθεί ότι το φέρνουν σε δύσκολη θέση

Θεραπεία:

Υπάρχουν διάφορες ψυχοθεραπευτικές προσεγγίσεις για τη διαταραχή αυτή. Η Γνωσιακή Θεραπεία Σχημάτων μπορεί να βοηθήσει τον ασθενή αυτούς να ξεπεράσει το κοινωνικό του άγχος και να αναπτύξουν διαπροσωπική εμπιστοσύνη. Τομείς Συμπεριφοριστικής Θεραπείας όπως Εκπαίδευση σε κοινωνικές δεξιότητες, εκπαίδευση θετικής δυναμικής παρουσίας (assertiveness training) και συστηματική απευαισθητοποίηση μπορεί επίσης να βοηθήσουν για να ξεπεραστεί η ντροπαλότητα και το κοινωνικό άγχος. Οι γνωστικές τεχνικές μπορούν να διορθώσουν τα λάθη σ τη σκέψη (γνωσιακά λάθη) των ατόμων με Αποφευκτική Διαταραχή Προσωπικότητας, που συχνά νομίζουν πως ότι πουν και κάνουν είναι μειωτικό125.

125 Λυράκος, 2013.

147

Εξαρτητική ή εξαρτημένη προσωπικότητα:

Αλ. Φωτιάδης

Βασικές αρχές:

Το βασικό χαρακτηριστικό της Εξαρτητικής Διαταραχής της Προσωπικότητας ή Εξαρτημένης Διαταραχής Προσωπικότητας είναι η έντονη και υπερβολική ανάγκη του ατόμου να το φροντίζουν άλλοι, που οδηγεί σε υποτακτική και εξαρτημένη συμπεριφορά, καθώς και σε φόβο αποχωρισμού από τους άλλους.

Το άτομο με τη διαταραχή αυτή βασίζεται πάντα σε κάποιον άλλο ή κάποιους άλλους για τις βασικές ή τις καθημερινές αποφάσεις της ζωής του, φοβάται πολύ μη μείνει μόνο του και νιώθει ανήμπορο όταν είναι μόνο του, γιατί φοβάται ότι δεν μπορεί να τα βγάλει πέρα.

Διαγνωστικά κριτήρια:

Μια εκτεταμένη και υπερβολική ανάγκη του ατόμου να το φροντίζουν, που οδηγεί σε υποτακτική και προσκολλημένη συμπεριφορά και φόβους αποχωρισμού, η οποία αρχίζει νωρίς στην ενήλικη ζωή και είναι παρούσα σε μία ποικιλία καταστάσεων, όπως φαίνεται από πέντε (ή περισσότερα) από τα παρακάτω:

(1) το άτομο έχει δυσκολία να παίρνει καθημερινές αποφάσεις χωρίς συμβουλές και διαβεβαίωση από τους άλλους σε υπερβολικό βαθμό

(2) έχει ανάγκη να αναλαμβάνουν οί άλλοι την ευθύνη για τους περισσότερους από τους μείζονες τομείς της ζωής του

(3) έχει δυσκολία να εκφράζει διαφωνία με τους άλλους, επειδή φοβάται ότι θα χάσει την υποστήριξη ή την αποδοχή τους. Σημείωση: Μη συμπεριλαμβάνετε ρεαλιστικούς φόβους ανταπόδοσης.

(4) έχει δυσκολία να ξεκινά σχέδια και προγράμματα ή να κάνει πράγματα μόνο του (εξαιτίας έλλειψης αυτοπεποίθησης για την κρίση ή τις ικανότητες του, παρά από έλλειψη κινητοποίησης ή ενεργητικότητας)

(5) κάνει υπέρμετρες προσπάθειες για να πάρει φροντίδα και υποστήριξη από τους άλλους, μέχρι το σημείο να προσφέρεται να κάνει εθελοντικά πράγματα που του είναι δυσάρεστα

148

(6) δεν νιώθει άνετα ή νιώθει ανήμπορο όταν είναι μόνο του, εξαιτίας υπερβολικών φόβων ότι είναι ανίκανο να φροντίσει τον εαυτό του

(7) όταν μία στενή σχέση τελειώνει, αναζητά επειγόντως μιαν άλλη σχέση σαν πηγή φροντίδας και υποστήριξης

(8) ασχολείται έντονα και εξωπραγματικά με φόβους ότι θα το εγκαταλείψουν να φροντίζει (μόνο του) τον εαυτό του.

Θεραπεία:

Ατομική Γνωσιακή ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσουν το άτομο να νιώσει επαρκές και ότι αξίζει. Αν υπάρχουν φαντασίες — φόβοι για ανεξάρτητη και δυναμική συμπεριφορά, μπορούν αυτοί να διερευνηθούν να ελεγχθούν και να αμφισβητηθούν με βάση την πραγματικότητα μέσω της γνωσιακής αμφισβήτησης (σκέψη) και συμπεριφοριστικών δοκιμασιών. Εκπαίδευση κοινωνικών δεξιοτήτων συνδυαστικά με τη γνωστική ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσουν ουσιαστικότερα τα άτομα που έχουν Εξαρτητική ή Εξαρτημένη Διαταραχή Προσωπικότητας, στο να λειτουργήσουν ανεξάρτητα126.

126 Λυράκος, 2013.

149

Υπό - ομάδα Γ4: Προσωπικότητες του καταθλιπτικού συνεχούς:

150

151

Ο σκοπός της παρούσης ερευνητικής εργασίας ήταν η κατανόηση των χαρακτήρων του καταθλιπτικού συνεχούς που συναντούμε καθημερινά.

Ερευνητικά ερωτήματα:

1. Τι εννοούμε με τον όρο δυσθυμικές, οι καταθλιπτικές και οι μανικές προσωπικότητες ;

2. Ποιές προσωπικότητες ανήκουν σ’ αυτή την ομάδα ; 3. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία δυσθυμικός / μελαγχολικός ; 4. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία καταθλιπτικός ; 5. Ποιός τύπος ονομάζεται στην ψυχολογία μανιοκαταθλιπτικός ή διπολικός ; 6. Πως αντιμετωπίζονται οι παραπάνω τύποι χαρακτήρα από τους κλινικούς

ψυχολόγους ;

Αυτοί οι χαρακτήρες είναι σκιαγραφούν τα τρία είδη κατάθλιψης: δυσθυμία / μελαγχολία, μείζων κατάθλιψη και μανιοκατάθλιψη ή διπολική διαταραχή.

152

Δυσθυμία:

Αγγελ. Παππού

Ο σκοπός της παρούσης ερευνητικής εργασίας ήταν η κατανόηση των έντονα καταθλιπτικών χαρακτήρων που συναντούμε καθημερινά.

Δυσθυμία:

Η δυσθυμία είναι μία μορφή κατάθλιψης, η οποία είναι ηπιότερη από τη μείζονα κατάθλιψη αλλά έχει χρόνιο χαρακτήρα. Τα συμπτώματα της συνήθως διαρκούν τουλάχιστον για δύο χρόνια και σε πολλές περιπτώσεις πολύ περισσότερο. Παρόλο που τα συμπτώματα της δυσθυμίας δεν έχουν την ίδια ένταση με αυτά της κατάθλιψης, η διαταραχή μπορεί να επηρεάσει τη ζωή του ατόμου δραστικά κι αυτό είναι επειδή έχει τόσο μεγάλη διάρκεια.

Εάν υποφέρεις από δυσθυμία, είναι πιθανόν να έχεις συμπτώματα όπως: απώλεια ενέργειας και συνεχή κούραση, συναίσθημα θλίψης, δυσκολία συγκέντρωσης και λήψης αποφάσεων, εκνευρισμό ή έντονο θυμό, απώλεια ευχαρίστησης στις καθημερινές δραστηριότητες σου, χαμηλή αυτοεκτίμηση και έντονη αυτοκριτική, απελπισία και απαισιοδοξία, μειωμένη ή αυξημένη όρεξη για φαγητό και προβλήματα με τον ύπνο.

Για να διαγνωσθεί δυσθυμία, τα συμπτώματα αυτά θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον για δύο χρόνια και να μην απουσιάζουν ποτέ περισσότερο από δύο μήνες. Συχνά στη δυσθυμία, υπάρχει συννοσηρότητα με άλλες διαταραχές όπως μείζονα κατάθλιψη, αγχώδεις διαταραχές, κατάχρηση ουσιών και διαταραχές προσωπικότητας.

Λόγω του χρόνιου αλλά ήπιου χαρακτήρα της δυσθυμίας, οι δυσθυμικοί μπορεί να φαίνονται στους άλλους απλώς ως « μελαγχολικά άτομα ». Επίσης ,επειδή η δυσθυμία εμφανίζεται νωρίς στη ζωή κάποιου και κρατάει χρόνια, συχνά ο ίδιος ο δυσθυμικός μπορεί να νομίζει ότι το συναίσθημα θλίψης που αισθάνεται είναι φυσιολογικό κι έτσι να μην κάνει απόπειρες να θεραπευτεί.

Τα άτομα με δυσθυμία, έχουν αυξημένο ρίσκο να αναπτύξουν μείζονα κατάθλιψη από τον υπόλοιπο πληθυσμό, κι αν τελικά συμβεί κάτι τέτοιο, τότε είναι που συνήθως που ζητούν θεραπεία. Η εμφάνιση ενός μείζονος καταθλιπτικού επεισοδίου σ’ ένα άτομο με δυσθυμία, ονομάζεται « διπλή κατάθλιψη ».

Τα αίτια: Δεν γνωρίζουμε επακριβώς ποιά είναι τα αίτια της δυσθυμίας. Υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι γενετικοί, βιοχημικοί, περιβαλλοντικοί και ψυχολογικοί παράγοντες θα μπορούσαν να συντελούν στην εμφάνιση της διαταραχής. Για παράδειγμα, άτομα με οικογενειακό ιστορικό κατάθλιψης, διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να υποφέρουν από δυσθυμία ή άλλες μορφές κατάθλιψης. Το γεγονός αυτό θα μπορούσε να αποδοθεί α) στην κληρονομικότητα β) στο ότι η κατάθλιψη είναι μια

153

συμπεριφορά που το άτομο «έμαθε» μεγαλώνοντας στο συγκεριμένο οικογενειακό περιβάλλον γ) και στα δύο.

Πιστεύεται ότι βιοχημικοί παράγοντες όπως για παράδειγμα, χαμηλά επίπεδα του νευροδιαβιβαστή σεροτονίνη πιθανόν να συνδέονται με τη δυσθυμία και γενικά την κατάθλιψη. Όμως, μέχρι και σήμερα δεν υπάρχει μελέτη η οποία να αποδεικνύει ότι ότι τα χαμηλό επίπεδο σεροτονίνης είναι το αρχικό αίτιο κι όχι απλό συνεπακόλουθο της κατάθλιψης. Επίσης, το γεγονός πως τα αντικαταθλιπτικά φάρμακα ( οι Εκλεκτικοί Αναστολείς της Επαναπρόσληψης της Σεροτονίνης ), έχουν συχνά θετικό αποτέλεσμα στη βελτίωση της διάθεσης δεν αποδεικνύει ότι οι διαταραχές της σεροτονίνης είναι το αίτιο της δυσθυμίας όπως και η έλλειψη ασπιρίνης δεν είναι το αίτιο των πονοκεφάλων.

Τέλος, παράγοντες όπως η κοινωνική απομόνωση, κάποιες χρόνιες ασθένειες , οικονομικές δυσκολίες, οικογενειακά προβλήματα και δύσκολα γεγονότα στη ζωή μπορούν να συμβάλλουν στην εμφάνιση δυσθυμίας.

Για να αντιμετωπίσεις τη δυσθυμία:

Αναζήτησε θεραπεία. Η γνωσιακή ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει αποτελεσματικά στη βελτίωση της διάθεσης σου. Η βασική αρχή αυτής της ψυχοθεραπείας είναι ότι η διάθεση ενός ατόμου σχετίζεται άμεσα με τον τρόπο σκέψης του. Οι αρνητικές σκέψεις επηρεάζουν τα συναισθήματα μας,τη συμπεριφορά μας, ακόμα και το σώμα μας. Μαθαίνοντας λοιπόν ν’αναγνωρίζουμε τις αρνητικές σκέψεις και πώς να τις αντικαθιστούμε με πιο ισορροπημένες εναλλακτικές, η διάθεση μας βελτιώνεται.

Προσπάθησε να μην απομονώνεσαι. Η απομόνωση πιθανόν να εντείνει την μελαγχολική σου διάθεση. Αντίθετα, η υποστήριξη από οικογένεια και φίλους έχει θεραπευτική διάσταση.

Πρόσεξε τη διατροφή και τον ύπνο σου. Η σωστή διατροφή επηρεάζει όχι μόνο τη σωματική αλλά και την ψυχική υγεία. Πολύ σημαντικός είναι και ο ύπνος. Η έλλειψη ύπνου, θα κάνει τα συμπτώματα σου χειρότερα κι ίσως αισθανθείς ακόμα πιο έντονη θλίψη και εκνευρισμό.

Διαχειρίσου τον χρόνο σου. Προσπάθησε να οργανώσεις τη μέρα σου με δραστηριότητες. Εάν σε βοηθάει, κάνε μια λίστα με τα πράγματα που έχεις ή θέλεις να κάνεις σε καθημερινή βάση.

Ενσωμάτωσε στη ζωή σου σωματική άσκηση. Η άσκηση όχι μόνο ενισχύει το φυσικό τονωτικό του οργανισμού μας, τις ενδορφίνες, αλλά προκαλεί και την ανάπτυξη νέων εγκεφαλικών κυττάρων καθώς και των μεταξύ τους συνδέσεων όπως τα αντικαταθλιπτικά127.

127 Happy Mind, 2013

154

Καταθλιπτικές προσωπικότητες128:

Β. Παναγιώτη Ορισμός:

Έχουν καταθλιπτικό δυναμικό που εξελίσσεται σε μεταιχμιακό ή ψυχωσικό στάδιο. Δεν είναι μόνο συναισθηματική διαταραχή, όπως θέλει το DSM – III αλλά και τύπος προσωπικότητας. Δυσθυμία, αδιάκοπη λύπη, έλλειψη ενέργειας / ενεργητικότητας, ανηδονία, νευροφυτικές διαταραχές ( προβλήματα λήψης τροφής129, ύπνου, βιολογικών ρυθμών κλπ ).

Ο Φρόιντ συνέκρινε τις μελαγχολικές καταστάσεις με τη φυσιολογική διεργασία του πένθους. Στο πένθος χάνουμε κάποιον, στη μελαγχολία ένα κομμάτι του εαυτού μας. Σε ορισμένα σημεία αυτά τα δύο είναι αντίθετα. Αυτοί που θρηνούν φυσιολογικά δεν περνούν κατάθλιψη ακόμη κι αν χάσουν κάποιον ή κάτι. Οι περισσότεροι ψυχοθεραπευτές έχουν καταθλιπτικό χαρακτήρα. Έχουν έντονη ενσυναίσθηση προς τους ασθενείς τους ( Greenson ).

Τύποι:

Καταθλιπτικές προσωπικότητες: Πρόκειται για άτομα που η διαμόρφωση του χαρακτήρα τους στηρίχθηκε σε καταθλιπτική δυναμική.

Μανιακές προσωπικότητες: τα άτομα που έχουν άρνηση της κατάθλιψης και ονομάζονται μανιακά, υπομανιακά και κυκλοθυμικά. Διαφέρει η στρατηγική τους από αυτή των καταθλιπτικών, αλλά έχουν παρόμοιους φόβους, επιθυμίες, οργανωτικά θέματα και προσδοκίες. Όταν η εναλλαγή κατάθλιψης – μανίας γίνεται σε ψυχωσικό επίπεδο ονομάζεται μανιοκατάθλιψη ή διπολική διαταραχή ( παραληρηματικές ιδέες και ανελέητο μίσος για τον εαυτό τους). Υπάρχουν και άτομα όμως που δεν βιώνουν τις εναλλαγές σε ψυχωσικό επίπεδο ( εμφανή αγωνία κι ενσυναίσθηση ή κύκλος μανίας - δυσθυμίας).

Και οι δυο κατηγορίες ανήκουν στο καταθλιπτικό συνεχές.

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στην κατάθλιψη:

128 Βλ. κεφ. 11 στο Mc Williams, 2000. 129 Ο.π. Για τη Γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία βλ. Σίμος, 2010, κεφ. 7.

155

Κληρονομείται η τάση για κατάθλιψη είτε γενετικά είτε με υπόγειες συμπεριφορές μέσα στην οικογένεια.

Τα άτομα που είτε έχουν χαϊδευτεί υπερβολικά είτε έχουν υποστεί στέρηση ( πρώιμη απώλεια ) καθηλώνονται στο βρεφικό στάδιο, κατά τη διάρκεια του οποίου βίωσαν αυτή την απώλεια ( Freud, Abraham ).

Τα άτομα αυτά απογαλακτίστηκαν πολύ σύντομα ή απότομα ή ένιωσαν κάποια ματαίωση η οποία ανέστειλε τις ικανότητές τους προσαρμογής στο περιβάλλον ( Fenichel ).

Τα άτομα αυτά συνήθως είναι υπέρβαρα. Καθηλώθηκαν στο στοματικό στάδιο: τρώνε πολύ, καπνίζουν πολύ, πίνουν πολύ, μιλούν πολύ, φιλούν πολύ και κάνουν oral sex πολύ. Εκφράζουν τα συναισθήματά τους με την πείνα. Μερικοί δεν ξέρουν να μαγειρεύουν κι έχουν συνεχή ανάγκη από τροφό.

Τα καταθλιπτικά άτομα κατευθύνουν το μεγαλύτερο μέρος των αρνητικών τους συναισθημάτων μακριά από τους άλλους, προς τον εαυτό τους { σαδισμός, επιθετικότητα προς τον εαυτό, ενδοστρεφής επιθετικότητα λόγω διάχυτης συντονικής προς το Εγώ ενοχής } ( Φρόιντ – θεωρία των ενορμήσεων ).

Τα καταθλιπτικά άτομα έχουν ενοχές για όποια αμαρτήματα έκαναν, αλλά και για όποια καλά δεν έκαναν. Η ενοχή είναι διάχυτη, όχι όπως τους παρανοϊκούς.

Η κακία και η αδικία τους λυπεί, αλλά δεν τους αγανακτεί, όπως τους παρανοϊκούς.

Ακόμη και φαινομενικά κεφάτα άτομα μπορεί να έχουν καταθλιπτική προσωπικότητα που υπόγεια την καταλαβαίνει ένας ευαίσθητος ακροατής. Εμπνέουν συμπάθεια και θαυμασμό επειδή είναι αυτοκριτικοί και αυτοσαρκάζονται. Είναι γενναιόδωροι, ευαίσθητοι και δείχνουν συμπόνια χωρίς όρια.

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στην κατάθλιψη:

Χρησιμοποιείται κυρίως η ενδοβολή. Δυο τα είδη της κατάθλιψης: η ενδοβλητική ( ενοχή – κλασσική κατάθλιψη ) και η ανακλιτική ( εξαρτημένη – ναρκισσιστική κατάθλιψη ) ( Blatt ).

Ταυτίζεται ο καταθλιπτικός με το χαμένο αντικείμενο της αγάπης. Πχ λέει ο καταθλιπτικός « Είμαι εγωιστής ». « Ποιος το λέει αυτό;» ρωτά ο θεραπευτής. Ο ασθενής απαντά « Η μητέρα μου » ( εσωτερικευμένο αντικείμενο ). Ο ασθενής θυμάται με αγάπη τα θετικά χαρακτηριστικά του απολεσθέντος προσώπου, ενώ ασυνείδητα εσωτερίκευσε ως δικά του τα πιο μισητά στοιχεία του χαμένου αντικειμένου αγάπης ( ενδοβολή ) ( Klein ). Μοιάζει ο θεραευτής να πολεμά ένα φάντασμα που πλανάται.

156

Δεν είναι ανάγκη το εσωτερικευμένο αντικείμενο ως κακό, επικριτικό, απών, αδιάφορο ή εχθρικό ( αν και συνήθως είναι έτσι ). Αρκεί να το αντιλαμβάνεται έτσι ο ασθενής και να το ενδοβάλει έτσι μέσα του. Ο ασθενής βιώνει τα αρνητικά του χαμένου αντικειμένου ως κομμάτι του κακού του εαυτού130.

Όταν ως παιδί ο ασθενής απολέσει τον ιδανικό γονιό γρήγορα ( λόγω πρώιμης εξιδανίκευσης ή τραυματικής εμπειρίας ) στρέφει τα αρνητικά συναισθήματά του στον εαυτό του. Έτσι αντιδρούν στα αρνητικά τους συναισθήματα.

Μια άλλη άμυνα είναι η στροφή της επιθετικότητας προς τον εαυτό. Επιφέρει μείωση του άγχους ( ιδιαίτερα αυτό του αποχωρισμού ).

Τα παιδιά από τη φύση τους είναι εξαρτημένα. Αν οι γονείς είναι ανεπαρκείς, εχθρικοί ή αδιάφοροι τότε τα παιδιά είτε αντιμετωπίζουν την οδυνηρή πραγματικότητα να ζήσουν με τον φόβο είτε να στρέψουν στον εαυτό τους τα αρνητικά συναισθήματα και το φταίξιμο. Προτιμούν να υποφέρουν ( παράλογη ενοχή ) παρά να αισθάνονται αβοήθητα.

Οι καταθλιπτικοί εξαιτίας της χαμηλής αυτοεκτίμησης εξιδανικεύουν εύκολα και έντονα. Ο κύκλος έχει ως εξής: εξιδανίκευση των άλλων –σύγκριση με τον εαυτό τους - χαμηλή αυτοεκτίμηση – αναζήτηση νέων αντικειμένων εξιδανίκευσης. Η εξιδανίκευση είναι γύρω από ηθικά ζητήματα κι όχι σαν αυτή των ναρκισσιστών πάνω σε θέματα κύρους και κοινωνικής ισχύος.

Σχέσεις με το αντικείμενο στην κατάθλιψη:

Υπάρχει ο ρόλος της πρώιμης ή της επαναλαμβανόμενης απώλειας. Αυτή συνδέει κατά τους πρώιμους Φροϋδικούς άρρηκτα το πένθος με τις δυσθυμικές δυναμικές.

Μπορεί η απώλεια να είναι ο θάνατος ενός γονιού ή απώλεια του ιδεατού γονιού ( μετά από τραύμα ) ή απάρνηση από τον γονιό των συμπεριφορών εξάρτησης που είναι φυσιολογικές για την ηλικία του παιδιού πριν αυτό κατακτήσει το συναισθηματικό στάδιο κατά το οποίο αυτό θα είναι έτοιμο να το πράξει. Τα παιδιά απογαλακτίζονται μόνα τους, εκτός κι αν αυτό γίνει με βίαιο – απότομο τρόπο ( Ema Furman ). Η ανάγκη για ανεξαρτησία και η ανάγκη για εξάρτηση είναι το ίδιο ισχυρές για τον άνθρωπο. Ο αποχωρισμός επιδιώκεται φυσιολογικά από τα παιδιά εφόσον αισθανθούν την διαθεσιμότητα του γονέα εφόσον παλινδρομήσουν και να « ανεφοδιαστούν συναισθηματικά » ( Mahler ). Η μητέρα είναι αυτή που παρά την χαρά της για την αυτονομία του παιδιού στεναχωρείται για τον απογαλακτισμό ( και

130 Ο.π. σ. 487, παραγρ 1.

157

την φυσική ενστικτώδη ικανοποίηση της μητέρας ) και όχι το παιδί. Αυτό συμβαίνει σε όλους τους αποχωρισμούς μητέρας παιδιού. Άρα δεν καλομαθαίνει το παιδί με τις παλινδρομήσεις. Όταν η μητέρα νιώθει μεγάλο πόνο για τον αποχωρισμό ( Θα είμαι τόσο μόνη χωρίς εσένα ) είτε του δημιουργεί ενοχές ( για την φυσιολογική επιθετικοτητα και τάση για ανεξαρτησία και πως πληγώνουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα ) απαγκιστρωμένη στο παιδί είτε αντιφοβικά το σπρώχνει μακριά της ( Γιατί δεν μπορεί να παίξεις μόνος σου ; ) οπότε βιώνουν την φυσική επιθυμία για εξάρτηση ως κάτι κακό. Και στις δυο περιπτώσεις ένα κομμάτι του εαυτού βιώνεται ως κακό ( αυτό της αυτονομίας / εξατομίκευσης / αποχωρισμού ή αυτό της εξάρτησης – και τα δυο είναι φυσιολογικά ). Έτσι γεννιούνται καταθλιπτικές δυναμικές.

Τα μικρά παιδιά ( 2 ετών ) είναι δύσκολο να καταλάβουν την απώλεια ( θάνατος, αποχωρισμός, διαζύγιο κλπ ). Το νήπιο βλέπει τον κόσμο ή καλό ή κακό. Δεν βλέπει τα ενδιάμεσα. Αισθάνεται ενοχή για κάθε απώλεια. Έτσι γεννιούνται καταθλιπτικές δυναμικές.

Η παραμέληση από τους γονείς ( αδιαφορία, επικριτική στάση, η ηθικολογία). Έτσι γεννιούνται καταθλιπτικές δυναμικές.

Η οικογενειακή ατμόσφαιρα που αποθαρρύνει το πένθος. Πχ στο διαζύγιο: « Περνάμε καλά χωρίς τον μπαμπά». Επίσης αν το παιδί βλέπει να βιώνει ο γονιός πολύ έντονα και δυσάρεστα το πένθος τότε το παιδί αποθαρρύνεται υπόγεια να βιώνει ως κάτι καλό το πένθος. « Πάψε να κλαψουρίζεις συνέχεα που έχασες αυτό » Έτσι γεννιούνται καταθλιπτικές δυναμικές.

Συχνά οι καταθλιπτικοί είναι οι πιο οξυδερκείς συναισθηματικά ( συναισθηματικό χάρισμα / συναισθηματική νοημοσύνη ) στην οικογένεια. Οι υπόλοιποι τους κατηγορούν ως υπερευαίσθητους ή νευρικούς ( πράγμα που τους στιγματίζει ) γιατί οι ίδιοι επιδεικνύουν άρνηση απέναντι στις δυσκολίες ( Alice Miller ). Έτσι γεννιούνται καταθλιπτικές δυναμικές.

Η κατάθλιψη ενός γονιού που υποσυνείδητα την μεταδίδει με τη συμπεριφορά του στο παιδί. Έτσι γεννιούνται καταθλιπτικές δυναμικές.

Ο καταθλιπτικός εαυτός:

Πιστεύουν ότι είναι κακοί άνθρωποι, εγωιστές, ανταγωνιστικοί, ματαιόδοξοι, υπερήφανοι, με θυμό, λαγνεία, και φθόνο. Αντιλαμβάνονται όλες αυτές τις φυσιολογικές πτυχές της ανθρώπινης φύσης ως διεστραμμένες και επικίνδυνες.

Ανησυχούν πως διακρίνονται από έμφυτη καταστροφικότητα. « Φοβάμαι πως η πείνα μου θα καταστρέψει τους άλλους » ( Στοματικός χαρακτήρας ), « Η περιφρόνηση κι ο σαδισμός μου θα καταστρέψει τους άλλους » (

158

Πρωκτικός χαρακτήρας ) « Οι επιθυμίες μου για ανταγωνισμό και απόκτηση αγάπης είναι κακές » ( Οιδιπόδειος χαρακτήρας ).

Νιώθουν ενοχή ( πως κάτι μέσα τους τα έδιωξε ) για τα άτομα που απώλεσαν και δεν εξέφρασαν το πένθος τους γι’ αυτά.

Το ότι τους απέρριπταν μεταφράστηκε μέσα τους πως αξίζουν την απόρριψη εξαιτίας των σφαλμάτων τους και αυτά θα προκαλέσουν και μελλοντική απόρριψη.

Μια αίσθηση ενοχής είναι φυσιολογική για όλους γιατί κατανοούμε την όχι τόσο καλοκάγαθη φύση μας.

Σε ψυχωτικό επίπεδο ο ασθενής πιστεύει πως με την διεφθαρμένη φύση του προκαλεί ανεπανόρθωτες καταστροφές. Πχ. Γίνεται κάποιο έγκλημα κι ενώ είναι άσχετοι πάνε στην αστυνομία και δηλώνουν ένοχοι. Σε πιο ήπιο στάδιο: « Μου συμβιώνουν αυτά τα κακά πράγματα γιατί τα αξίζω » ή « Κανένας δεν είναι τόσο κακός όσο εγώ » ( ιδιότυπη μεγαλομανία ).

Παρόλο που περιμένουν το χειρότερο να ακούσουν για τον εαυτό τους, όταν αυτό συμβαίνει νιώθουν ανεπανόρθωτα εκτεθειμένοι και πληγωμένοι και καταρρέουν.

Αντιμετωπίζουν την ενοχή τους με φιλανθρωπίες και την κοινωνική προσφορά. Έτσι διατηρούν σταθερή την αυτοεκτίμησή τους ( Χαρακτηριολογικός αλτρουϊσμός Mc Williams ). Οι ψυχοθεραπευτές έχουν συνήθως καταθλιπτική οργάνωση προσωπικότητας και τον πρώτο καιρό της εργασίας τους λόγω ενσυναίσθησης προς τους ασθενείς εκδηλώνουν κατάθλιψη.

Η καταθλιπτική προσωπικότητα είναι συνηθέστερη στις γυναίκες γιατί ταυτίζονται και δεν διαφοροποιούνται από τη μητερα τους και χρησιμοποιούν περισσότερο την ενδοβολή από τους άνδρες.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους καταθλιπτικούς ασθενείς:

Είναι συμπαθητικοί, προσκολλώνται γρήγορα στον θεραπευτή, θεωρούν την κριτική του καλοπροαίρετη, συγκινούνται από την ενσυναίσθηση του θεραπευτή, εργάζονται σκληρά για να είναι καλοί στον ρόλο τους ως θεραπευόμενοι, θεωρούν καλό και ηθικό τον θεραπευτή σε αντίθεση με τον εαυτό τους ( αυτοί που είναι σε φυσιολογικό στάδιο ), αναζητούν έντονα την συμπάθεια και την αγάπη του θεραπευτή ( μεταιχμιακοί – ψυχωτικοί ) και εξιδανικεύουν εύκολα.

Προβάλουν στον θεραπευτή τους εξωτερικευμένους κριτές τους, δηλ. τα ενδοβεβλημένα αντικείμενα.

Έχουν ένα αυστηρό, σαδιστικό πρωτόγονο Εγώ ( Φρόιντ ). Πιστεύουν πως αν ο θεραπευτής τους γνώριζε πραγματικά θα τους σιχαινόταν.

159

Λίγο αργότερα πιστεύουν πως ο θεραπευτής δεν μπορεί να κάνει τίποτα γι’ αυτούς. Έτσι βιώνουν τις εχθρικές τάσεις τους ως θυμό προς τον θεραπευτή. Αυτό είναι μια πρόοδος. Ο θεραπευτής πρέπει να δείξει υπομονή και να συγχαρεί τον ασθενή που εκδηλώνει τον θυμό του. Ο θυμός από ενδοστρεφής γίνεται εξωστρεφής. Τα αντικαταθλιπτικά βοηθούν τους μεταιχμιακούς – ψυχωτικούς ασθενείς παράλληλα με την ψυχανάλυση.

Ο θεραπευτής ως προς την αντιμεταβιβαση νιώθει από συμπάθεια και φαντασιώσεις πως θα τον σώσει έως άχρηστος, αποθαρρημένος, απαισιόδοξος σε σχέση με τον ασθενή. Η καλή συναισθηματική ζωή σε προσωπικό επίπεδο με ανθρώπους που τον αγαπάνε βοηθούν τον θεραπευτή να ανταπεξέλθει.

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης της Κατάθλιψης 131:

Ατμόσφαιρα κατανόησης, σεβασμού, αποδοχής και ενσυναίσθησης στην θεραπευτική συμμαχία είναι το φάρμακο των καταθλιπτικών.

Ο καταθλιπτικός φοβάται πως ο θεραπευτής θα τον απορρίψει γι’ αυτό προσπαθεί να είναι καλός.

Το ντιβάνι είναι ιδανικό για να μην έχουν βλεμματική επαφή με τον θεραπευτή και αναζητούν επικριτικότητα στο βλέμμα του θεραπευτή. Έτσι επίσης χαλαρώνουν.

Ο θεραπευτής πρέπει να αποφεύγει κατά τις συνεδρίες τις παύσεις διαρκείας στην επικοινωνία του με τον ασθενή την ώρα της συνεδρίας γιατί ο ασθενής νομίζει πως είναι βαρετός.

Στους ψυχωτικούς καταθλιπτικούς η εγκατάλειψη βιώνεται συνειδητά και έντονα όταν είναι μόνοι τους.

Οι σύντομες θεραπείες βοηθούν όταν έχουμε ένα οδυνηρό καταθλιπτικό επεισόδιο, αλλά χρειάζονται μακρόχρονη θεραπεία γιατί όταν τερματίζονται οι συνεδρίες νιώθουν πως τους εγκατέλειψαν.

Ο θεραπευτής πρέπει κατά καιρούς να διακόπτει τις απανωτές συνεδρίες για να συνηθίσει τον αποχωρισμό, αλλά θα τον απαλύνει επιστρέφοντας πάλι στον συνήθη ρυθμό.

Ο ασθενής πιστεύει πως εξαπατά τον θεραπευτή γιατί πιστεύει πως ο ασθενής δεν είναι κακός. Αυτό βέβαια ακυρώνει τον θεραπευτή γιατί έτσι αποδεικνύεται πως εξαπατάται εύκολα.

Μην υποστηρίζετε το Εγώ, επιτεθείτε στο Υπερεγώ ( Ψυχολογία του Εγώ ). Ο ασθενείς νιώθει τύψεις που φθονεί. Ο θεραπευτής πρέπει να του πει πως είναι φυσιολογικό συναίσθημα κι αφού δεν το εκδραματίζει ( πραγματοποιεί ) ο εαυτός του αξίζει συγχαρητήρια κι όχι αυτοεπίθεση. Ο θεραπευτής πρέπει να του το πει με επικριτικό τρόπο για να το δεχτεί πιο εύκολα.

Όταν ο καταθλιπτικός γίνει επιθετικός, δεν έρχεται στις συνεδρίες, δεν είναι τακτικός στις πληρωμές πάει καλλίτερα. Οι καταθλιπτικοί θα πρέπει

131 Ο.π. Για τη Γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία βλ. Σίμος, 2010, κεφ. 1.

160

μόνοι τους να αποφασίσουν πότε θα τερματίσουν την θεραπεία. Όλα αυτά δεν ισχύουν για άλλους ασθενείς.

Διαφοροδιάγνωση:

Ο θεραπευτής πρέπει να αποφασίσει αν ο καταθλιπτικός χαρακτήρας είναι το κεντρικό πρόβλημα ή ο Ναρκισσιστικός ( υποβιβασμένου κι όχι μεγαλομανιακού είδους ) ή ο Μαζοχιστικός – καταθλιπτικός τύπος.

Καταθλιπτική έναντι Ναρκισσιστικής προσωπικότητας:

Ο Ναρκισσιστικός τύπος ( υποβιβασμένου κι όχι μεγαλομανιακού είδους ) νιώθει ντροπή, κενότητα, έλλειψη νοήματος, ανία και υπαρξιακή απελπισία. Στερείται την ύπαρξη της αίσθησης του εαυτού. Κάνει μεταβίβαση σε εαυτοαντικείμενα. Δημιουργεί αντιμεταβίβαση ανίας. Οι αντιδράσεις συμπάθειας από τον θεραπευτή τους ανακουφίζουν. Η επίθεση στο Εγώ δεν τους ωφελεί γιατί δεν επιτίθενται στον εαυτό τους. Οι επικριτικοί γονείς κι ο πρώιμος αποχωρισμός δεν είναι το πρόβλημά τους. Η μεταβίβαση δεν λειτουργεί. Είναι άδειοι από προσωπικότητα σε παθολογικό επίπεδο.

Ο καταθλιπτικός – μελαγχολικός τύπος νιώθει ενοχή, αμαρτωλότητα, καταστροφή, πείνα και μίσος προς τον εαυτό. Έχει σαφή αλλά αρνητική αίσθηση του εαυτού. Κάνει μεταβίβαση αντικειμένου. Δημιουργεί αντιμεταβίβαση διάσωσης. Οι αντιδράσεις συμπάθειας από τον θεραπευτή τους κλονίζουν γιατί θεωρούν πως ξεγέλασαν τον θεραπευτή, αφού οι ίδιοι είναι κακοί, άρα αυτός είναι ανίκανος. Η επίθεση στο Εγώ δεν τους ωφελεί γιατί επιτίθενται στον εαυτό τους. Οι επικριτικοί γονείς κι ο πρώιμος αποχωρισμός είναι το πρόβλημά τους κι όχι η κακότητά τους. Η μεταβίβαση λειτουργεί. Είναι γεμάτοι από αρνητικές ενδοβολές σε παθολογικό επίπεδο.

Καταθλιπτική προσωπικότητα έναντι μαζοχιστική προσωπικότητας:

Μερικοί συνδυάζουν και τα δυο. Συνήθως υπερισχύει το ένα από τα δύο. Ο ασθενής και στις δυο περιπτώσεις θέλει να βεβαιωθεί πως ο θεραπευτής

δεν θα του ασκήσει κριτική, δεν θα τον απορρίψει και δεν θα τον εγκαταλείψει.

Αν ο θεραπευτής φερθεί στον καταθλιπτικό κάπως αποστασιοποιημένα, όπως στους μαζοχιστές ο καταθλιπτικός μπορεί να αυτοκτονήσει.

Οι θεραπευτές δίνουν αντικαταθλιπτικά και στους μαζοχιστές κι έτσι ο ασθενής αισθάνεται πως κάποιος έχει πάνω του εξουσία.

161

Μανιακές ή μανιοκαταθλιπτικές ή διπολικές προσωπικότητες132:

Α. Μ. Γουρούντη

Μανιακές προσωπικότητες: τα άτομα που έχουν άρνηση της κατάθλιψης και ονομάζονται μανιακά, υπομανιακά και κυκλοθυμικά. Διαφέρει η στρατηγική τους από αυτή των καταθλιπτικών, αλλά έχουν παρόμοιους φόβους, επιθυμίες, οργανωτικά θέματα και προσδοκίες. Όταν η εναλλαγή κατάθλιψης – μανίας γίνεται σε ψυχωσικό επίπεδο ονομάζεται μανιοκατάθλιψη ή διπολική διαταραχή ( παραληρηματικές ιδέες και ανελέητο μίσος για τον εαυτό τους). Υπάρχουν και άτομα όμως που δεν βιώνουν τις εναλλαγές σε ψυχωσικό επίπεδο ( εμφανή αγωνία κι ενσυναίσθηση ή κύκλος μανίας – δυσθυμίας ).

Ενόρμηση, συναίσθημα και ιδιοσυγκρασία στη μανία:

Τα μανιακά άτομα χαρακτηρίζονται από αυθορμητιμό, υψηλή ενέργεια, ενθουσιασμό, διάσπαση προσοχής κα κοινωνικότητα, ευφυολόγοι, με διασκεδαστικές ιστορίες, μίμοι, το γυρίζουν συνεχώς στο αστείο κι έτσι δεν συνάπτουν συναισθηματικούς δεσμούς.

Τα αρνητικά αισθήματα τα εκφράζουν με θυμό και ξαφνική, αδικαιολόγητη και ανεξέλεγκτη οργή.

Όπως και οι καταθλιπτικοί έχουν οργανωθεί γύρω από στοματικές ιδιότητες ( συνεχής ομιλία, φαγητό, κάπνισμα, πιοτό, μάσημα των νυχιών ή τσίχλας, δάγκωμα του εσωτερικού του στόματος ), ( Fenichel ).

Μοιάζουν ευδιάθετοι, αλλά είναι αγχωμένοι. Νιώθουν ευτυχία, αλλά όχι γαλήνη ( Akistal ).

Αμυντικές και προσαρμοστικές διαδικασίες στη μανία:

Οι μανιακοί κι οι υπομανιακοί χρησιμοποιούν την άρνηση ( αγνόηση, χιούμορ απέναντι σε δυσάρεστα ή αγχώδη πράγματα) και την εκδραμάτιση ( φυγή από απώλειες ή οδυνηρά αισθήματα ή φυγή μέσω άλλης εκδραμάτισης: μέσω ποτού, σεξ, κλοπή, προκλητικές ενέργειες ).

Αντί να εξιδανικεύουν, όπως οι καταθλιπτικοί υποτιμούν ( ιδιαίτερα μέσα στις σχέσεις γιατί φοβούνται την δέσμευση και την απογοήτευση ).

132 Βλ. κεφ. 11 στο Mc Williams, 2000. Για τη Γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία βλ. Σίμος, 2010, κεφ. 1.

162

Σε ψυχωτικό επίπεδο χρησιμοποιούν την άμυνα του Παντοδύναμου ελέγχου ( νιώθουν παντοδύναμοι και άτρωτοι ). Γίνονται βίαιοι στο σεξ, επιδειξιομανείς και αυταρχική στο στάδιο αυτό.

Σχέσεις με το αντικείμενο στη μανία:

Επαναλαμβανόμενοι τραυματικοί αποχωρισμοί ( σωματική ή συναισθηματική κακοποίηση, επικρίσεις, θάνατοι, διαζύγιο, μετακομίσεις, συναισθηματική εγκατάλειψη ), χωρίς να μπορούν ως παιδιά να τους επεξεργαστούν.

Ο μανιακός εαυτός:

Νιώθουν σαν στροβιλιζόμενη σβούρα. Φοβούνται τη συναισθηματική επαφή γιατί φοβούνται την απώλεια -

εγκατάλειψη. Αποσύνθεση – θρυμματισμός του εαυτού στην κυκλοθυμία, μανία –

υπομανία σε μεταιχμιακό – ψυχωτικό επίπεδο. Διατηρούν την αυτοεκτίμηση τους γιατί γοητεύουν τους άλλους. Θεωρούνται ευφυείς.

Μεταβίβαση και αντιμεταβίβαση με τους μανιακούς ασθενείς:

Είναι ελκυστικοί, ενορατικοί και διασκεδαστικοί. Μπορεί να προκαλέσουν ως αντιμεταβίβαση: σύγχυση και εξάντληση

στον θεραπευτή. Ο κίνδυνος να υποτιμηθεί η αποδιοργάνωσή τους λόγω της εξυπνάδας και της υπερδραστηριότητάς τους και του ότι δείχνουν να έχουν ισχυρό παρατηρησιακό εγώ ( λειτουργία της μανιακής άρνησης ).

Θεραπευτικές συνέπειες της διάγνωσης της μανίας:

Πρόσωπο με πρόσωπο, όχι ντιβάνι για να είναι ο θεραπευτής ως πρόσωπο υγειές πρότυπο.

Δεν πρέπει ο υπομανιακός να εγκαταλείψει ( δραπετεύσει από ) την θεραπεία. Πρέπει να του επισημάνει πως συνεχώς δραπετεύει.

Τα ψυχοφάρμακα τους βοηθούν.

163

Σε μεγαλύτερη ηλικία ηρεμούν ( ως προς την υπερδραστηριότητα ). Ο θεραπευτής τους αντιμετωπίζει δυναμικά, όπως και τους παρανοϊκούς

ασθενείς. Ευθύτητα, ειλικρίνεια, δυναμική και αποκαλυπτική αντιμετώπιση της

άμυνάς τους της άρνησης. Αργή η θεραπεία τους.

Διαφοροδιάγνωση:

Ο θεραπευτής πρέπει να αποφασίσει αν ο μανικός χαρακτήρας είναι το κεντρικό πρόβλημα ή η υστερία ή ο Ναρκισσιστικός τύπος ή ( υποβιβασμένου κι όχι μεγαλομανιακού είδους ) ή ο ψυχαναγκαστικός τύπος.

Υπομανία έναντι υστερίας :

Μερικοί συνδυάζουν και τα δυο. Μοιάζουν συμπαθητικοί, όπως και οι υστερικοί. Οι υπομανιακοί πιστεύουν

όπως και οι καταθλιπτικοί πως όποιος τους συμπαθεί έχει εξαπατηθεί. Αν αντιμετωπισθούν επιφανειακά, όπως οι υστερικοί υποτιμώντας τον θεραπευτή θα εγκαταλείψουν την θεραπεία.

Σε αντίθεση με τους υστερικούς είχαν απότομες απώλειες στη ζωή τους και δεν πρόλαβαν να πενθήσουν.

Οι υπομανιακοί αδιαφορούν για το φύλλο και την ισχύ του θεραπευτή.

Υπομανία έναντι υστερίας :

Μπορεί να τους μπερδέψει κανείς με τους Ναρκισσιστές γιατί έχουν και οι δυο την αίσθηση του μεγαλείου.

Μπορεί η υπομανία να παρεξηγηθεί ως Ναρκισσιμός υποβιβασμένου κι όχι μεγαλομανιακού είδους.

Οι Ναρκισσιστές από το ιστορικό τους φαίνεται πως δεν έχουν τόσο κατακερματισμένο κόσμο όπως οι υπομανιακοί.

Οι Ναρκισσιστές έχουν κενό ψυχικό κόσμο, ενώ οι υπομανιακοί γεμάτο με αρνητικές ενδοβολές όπως οι καταθλιπτικοί.

Υπομανία έναντι ψυχαναγκαστικής προσωπικότητας :

164

Μπορεί να τους μπερδέψει κανείς με τους Ναρκισσιστές γιατί έχουν και οι δυο την αίσθηση του μεγαλείου.

Παρόρμηση, φιλοδοξία, απαιτητικότητα και στους δυο. Το ψυχαναγκαστικό άτομο σε αντίθεση με τον υπομανιακό μπορεί και

συνάπτει βαθιές συναισθηματικές σχέσεις, αλλά στις κοινωνικές σχέσεις είναι συγκρατημένο. Ο υπομανιακός ασθενής είναι πομπώδης, κοινωνικός, αλλά δεν συνάπτει βαθιές, μακροχρόνιες συναισθηματικές σχέσεις.

Το ψυχαναγκαστικό άτομο αγαπά τις λεπτομέρειες, ο υπομανιακός ασθενής τις αποστρέφεται.

Το ψυχαναγκαστικό άτομο είναι δέσμιο της ηθικής, ο υπομανιακός ασθενής καταστρατηγεί τους κανόνες και σαρκάζει τη συμβατική εξουσία.

Μανία έναντι σχιζοφρένειας:

Σε ψυχωτική κατάσταση μοιάζουν με τους σχιζοφρενείς ( ηβηφρενικό επεισόδιο )

Το επίπεδο συναίσθημα και η αφαιρετική ικανότητα κάνει την διαφορά. Γενικά συμπεράσματα της ερευνητικής εργασίας:

Μάθαμε πως όλοι οι άνθρωποι συμμετέχουμε στους παραπάνω τύπους χαρακτήρα σε νευρωτικό, μεταιχμιακό και ψυχωτικό βαθμό σε διάφορους τομείς της ζωής μας ( ονειρική ζωή, φαντασιώσεις, οικογένεια, εργασία, κοινωνικές σχέσεις κλπ ).

Διαπιστώσαμε πως οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν καθηλωθεί σε κάποιο από τα στάδια της ανάπτυξής τους.

Ανακαλύψαμε πως τα συναισθήματα που τρέφουμε για τους άλλους σχετίζονται με τα αντικείμενα της αρχικής μας αγάπης: τους γονείς μας.

Μάθαμε πως όλοι έχουμε απ’ όλα, πως ότι κατηγορούμε στους άλλους είναι αυτό που φοβόμαστε και πως είναι ανόητο να κρίνουμε τους άλλους, αφού δεν ξέρουμε ούτε τους εαυτούς μας.

165

Γενικά συμπεράσματα της ερευνητικής εργασίας:

Μάθαμε πως όλοι οι άνθρωποι συμμετέχουμε στους παραπάνω τύπους χαρακτήρα σε νευρωτικό, μεταιχμιακό και ψυχωτικό βαθμό σε διάφορους τομείς της ζωής μας ( ονειρική ζωή, φαντασιώσεις, οικογένεια, εργασία, κοινωνικές σχέσεις κλπ ).

Διαπιστώσαμε πως οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν καθηλωθεί σε κάποιο από τα στάδια της ανάπτυξής τους.

Ανακαλύψαμε πως τα συναισθήματα που τρέφουμε για τους άλλους σχετίζονται με τα αντικείμενα της αρχικής μας αγάπης: τους γονείς μας.

Μάθαμε πως όλοι έχουμε απ’ όλα, πως ότι κατηγορούμε στους άλλους είναι αυτό που φοβόμαστε και πως είναι ανόητο να κρίνουμε τους άλλους, αφού δεν ξέρουμε ούτε τους εαυτούς μας.

166

Παράρτημα:

Προτεινόμενη μορφή διαγνωστικής συνέντευξης:

Δημογραφικά στοιχεία: όνομα, ηλικία, φύλλο, εθνικότητα – φυλή, επάγγελμα, οικογενειακή κατάσταση, μορφωτικό επίπεδο, προηγούμενη ψυχοθεραπευτική εμπειρία, πηγή παραπομπής, πληροφοριοδότες εκτός του πελάτη.

Τρέχοντα προβλήματα και η έναρξή τους: τα καίρια προβλήματα του πελάτη και η κατά τη γνώμη του αιτία τους, ενδεχόμενη φαρμακευτική αγωγή και ο λόγος για τον οποίο αναζητά σήμερα την θεραπεία.

Ατομικό ιστορικό: Τόπος γέννησης και ανατροφής, αριθμός παιδιών στην οικογένεια καταγωγής και η θέση του ανάμεσά τους, κυριότερες μετακομίσεις, πληροφορίες για ηλικία, επάγγελμα και το αν ζουν σήμερα οι γονείς του πελάτη, διαγνωσμένα ψυχολογικά προβλήματα στην οικογένεια ή εξαρτήσεις.

o Βρεφική και νηπιακή ηλικία: Εάν η σύλληψη του ασθενή ήταν επιθυμητή, κατάσταση της οικογένειας μετά τη γέννηση, οτιδήποτε ασυνήθιστο στα τρία στάδια ανάπτυξης ( διατροφή, έλεγχος σφικτήρων, προβλήματα ενούρησης, ομιλίας, κίνησης, νυχτερινοί τρόμοι, υπνοβασία, ονυχοφαγία κλπ ), πρώτες αναμνήσεις, οικογενειακές ιστορίες ή αστεία σε βάρος του πελάτη.

o Λανθάνουσα περίοδος: Προβλήματα αποχωρισμού, κοινωνικά προβλήματα, σχολικά προβλήματα, προβλήμτα συμπεριφοράς, επιθετικότητα απέναντι στα ζώα, ασθένειες, απώλειες, μετακομίσεις ή ψυχοπιεστικοί παράγοντες για την οικογένεια σε αυτό το διάστημα, σεξουαλική ή σωματική κακοποίηση.

o Εφηβεία: Ηλικία ενήβωσης, πιθανά σωματικά προβλήματα με τη σεξουαλική ωρίμανση, οικογενειακή προετοιμασία για τη σεξουαλικότητα, πρώτες σεξουαλικές εμπειρίες, σεξουαλική προτίμηση, φαντασιώσεις αυτοϊκανοποίησης, σχολική εμπειρία, πρότυπα αυτοκαταστροφικοτητας ( διαταραχή πρόσληψης τροφής, χρήση ουσιών, αμφιβολία για σεξουαλικές προτιμήσεις, υπερβολική έκθεση σε κίνδυνο, αυτοκτονικές παρορμήσεις, αντικοινωνική συμπεριφορά ), ασθένειες, απώλειες, μετακομίσεις ή ψυχοπιεστικοί παράγοντες για την οικογένεια σε αυτό το διάστημα.

o Ενηλικίωση: Εργασιακό ιστορικό, ιστορικό διαπροσωπικών σχέσεων, επάρκεια της τρέχουσας συντροφικής σχέσης, σχέση με τα παιδιά, χόμπι, ταλέντα, πηγές ευχαρίστησης, τομείς υπερηφάνειας και ικανοποίησης.

Τρέχουσα ψυχική κατάσταση: γενική εμφάνιση, συναισθηματική κατάσταση, διάθεση, ποιότητα του λόγου, επαφή με την πραγματικότητα,

167

εκτίμηση της νοημοσύνης, επάρκεια της μνήμης, εκτιμώμενη αξιοπιστία των πληροφοριών. Αν είναι καταθλιπτικός, έχει αυτοκτονικό ιδεασμό; Θυμάται τα όνειρά του, υπάρχουν κάποια επαναλαμβανόμενα, παράδειγμα πρόσφατου ονείρου, εξαρτήσεις από φάρμακα ή αλκοόλ.

Τελικά θέματα: Αισθάνεται άνετα στη συνεδρία, έχει κάτι άλλο που τον απασχολεί ή έχει κάτι να ρωτήσει ;

Συμπεράσματα: Κύρια επαναλαμβανόμενα θέματα, περιοχές καθήλωσης και συγκρούσεις, απώλειες για τις οποίες δεν έχει πενθήσει ( πχ ιδεατοί γονείς ), επιθυμίες, φόβοι, κεντρικές ταυτίσεις, αντιταυτίσεις, αυτοσυνοχή και αυτοεκτίμηση.

168

Ποιήματα:

Μεταίχμιο:

(...)

φοβάμαι να είμαι μόνη

η αρρώστια με παγώνει

σώσε με σε παρακαλώ

και ό,τι θες ν'ακούσεις

θα στο πω..

θα κάνω ό,τι θες

μονάχα κράτησε με

πάρε με αγκαλιά

και φίλησε με

κάνε το μυαλό μου να σωπάσει

ούτε στιγμή δεν ησυχάζει

ήρεμο το πρόσωπό μου

δεν συγκρατώ τον εαυτό μου

έπεσε το προσωπείο

νιώθω ενοχή και κρύο

το κενό για να σβηστεί

με αίμα δυστυχώς θα καλυφθεί

το ξέρω πως για σένα αυτά είναι πολλά

ποσά να αντέξεις?

πόσο να με αντέξεις..?

(3/2/13)

169

Κενό

κενό

εγω μόνη σε δωμάτιο σκοτεινό

μαζί με το άλλο μου μισό

τις νύχτες αυτές πως τις μισώ..

κλείνω τα μάτια μου

και αντικρίζω τα κομμάτια μου

άσχημη πληγή

πότε θα κλείσει ;

θα την σβήσω

ή θα με σβήσει ;

(28/12/12)

Αλλά...

χαμογελάς αλλά δεν είσαι χαρούμενος

ρωτάς αλλά δεν θες να μάθεις

μιλάς αλλά δεν λες πραγματικά τίποτα

γελάς αλλά δεν βρίσκεις τίποτα αστείο

κλαις αλλά δεν νιώθεις τίποτα..

ξυπνάς αλλά δεν νιώθεις ξύπνιος

κοιμάσαι αλλά δεν ξεκουράζεσαι

είσαι ζωντανός αλλά δεν ζεις στ'αλήθεια..

(21/01/13)

170

Πέντε

πέντε φωνές

πέντε πληγές

κάποιες μεγάλες

κάποιες μικρές

όλες μια ιστορία έχουν

μες στο μυαλό μου μένουν

τις δημιούργησα εγώ

για να χω κάποιον να μιλώ

(29/12/12)

Πέφτω

πέφτω στο κενό

όπως τα φύλλα τον χειμώνα

άδεια - χωρίς χρώμα..

χωρίς ζωή

έφτασαν στο τέλος τους

φτάνω και εγώ

μοιάζει το τέλος τόσο γλυκό

πέφτω και εγώ..

(30/11/12)

171

Καθρέφτης

κοιτάζω τον καθρέφτη φοβισμένη

πια είναι αυτή ;

και τι να θέλει ;

άλλη κοπέλα αντίκρισα εχθές

θυμωμένη έμοιαζε

το χέρι αίμα έσταζε

πια είναι αυτή ;

δεν μου αρέσει..

το βλέμμα της

στο δικό μου τρεμοπαίζει..

(30/11/12)

(ναρκισσιστική προσωπικότητα) (3/2/13)

Ηθοποιός

στο σανίδι της ζωής θέλω να είμαι πρώτος

να με θαυμάζει όλος ο κόσμος

όπου πηγαίνω έμενα να κοιτάνε

και σε κάθε κίνηση να με χειροκροτάνε

κρίμα..

τελειώνει η παράσταση

και το μυαλό μου ταξιδεύει σ'άλλη διάσταση

σε ένα κόσμο ονειρικό

που ο βασιλιάς του είμαι εγώ

172

Δώσε μου

Δώσε μου λίγο προσοχή!

την έχω ανάγκη

ζω από αυτή

κοίτα με όταν φωνάζω !

σε παρακαλώ..

έτσι έμαθα να ζω..

πες μου κάτι για το "έξω" μου !

ντύνομαι πολύ γιατί

άδειο είναι το μέσα μου..

Ναρκισσιστική προσωπικότητα:

Ποίημα

Όνειρα κρυμμένα

στα τεχνάσματα της φαντασίας.

Ψεύτικα συναισθήματα.

Μια ανάγκη δίχως τελειωμό.

Πρόσωπα σπασμένα.

Στάσιμο το ποτάμι των αναμνήσεων.

Δέντρα με κομμένες ελπίδες

και φύλλα πεταμένα στο κενό.

Σκισμένη αγάπη ,

στα κομμάτια της καρδιάς.

173

Δεμένη σφιχτά η μνήμη.

Μια γεύση απ’ το κρύο του χειμώνα

και μια πικρία καλυμμένη απ’ τη σκόνη…

174

Ψυχωφελή μηνύματα:

175

Βιβλιογραφία Happymind. (2013). Η Δυσθυμία, Μια Ήπια Αλλά Επίμονη Κατάθλιψη. Ανάκτηση από Happy Mind: http://happymind.gr/2012/%CE%B7-%CE%B4%CF%85%CF%83%CE%B8%CF%85%CE%BC%CE%AF%CE%B1-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%AE%CF%80%CE%B9%CE%B1-%CE%BA%CE%B1%CF%84%CE%AC%CE%B8%CE%BB%CE%B9%CF%88%CE%B7/

McWilliams, N. (2000). Ψυχαναλυτική διάγνωση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.

Βελίκης, Ι. (χχ). Η πολυδιάστατη έννοια της προσωπικότητας. Ανάκτηση από Ψυχολόγος, Θεσσαλονίκη - Βελίκης Γιάννης: https://sites.google.com/site/yannisvelikis/essays/e-polydiastate-ennoia-tes-prosopikotetas

Γεωργαντά, Ε. (χχ). Θεωρίες της προσωπικότητας. Ανάκτηση από egeorganda.com: egeorganda.com/files/.../Θεωρίες%20προσωπικότητας.

Κυβέλου, Ε. (2010). Ψύχωση- Νεύρωση- Διαστροφή. Ανάκτηση από Ψυχοθεραπεία ατομική και ομαδική: http://e-psychotherapia.blogspot.gr/2010/12/blog-post.html

Λυράκος, Δ. Γ. (2013). Διαταραχές προσωπικότητας. Ανάκτηση από Δ. Γ. Λυράκος - Κλινικός ψυχολόγος: http://www.lyrakos.gr

Σίμος, Γ. (2010). Γνωστική – Συμπεριφορική Θεραπεία. Ένας οδηγός για την κλινική πράξη. Αθήνα: Πατάκη.

Τζιωρίδου, Κ. Γ. (χχ). Διαταραχές Προσωπικότητας (α΄ μέρος). Ανάκτηση από psy4you: http://psy4you.wordpress.com/category/%CF%88%CF%85%CF%87%CE%BF%CE%B8%CE%B5%CF%81%CE%B1%CF%80%CE%B5%CF%85%CF%84%CE%AE%CF%82-%CF%84%CF%83%CE%AD%CF%80%CE%B7%CF%82/