τα ζωα της εξοχης

17
ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΤΑ ΖΩΑ ΤΗΣ ΕΞΟΧΗΣ Ζωή Παπαοικονόμου Ε’1 τάξη

Transcript of τα ζωα της εξοχης

Page 1: τα ζωα της εξοχης

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑΤΑ ΖΩΑ ΤΗΣ ΕΞΟΧΗΣΖωή ΠαπαοικονόμουΕ’1 τάξη

Page 2: τα ζωα της εξοχης

ΧΕΛΩΝΑ Η χελώνα είναι ερπετό. Χαρακτηριστικό τους ο

οστέινος θώρακας για να προστατεύεται, την σαρκώδη γλώσσα και την απουσία δοντιών. Υπάρχουν χερσαίες, θαλάσσιες και αμφίβιες χελώνες. Ζουν και σε εύκρατα και σε τροπικά κλίματα. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των χελωνών είναι το καβούκι τους, το οποίο προστατεύει το σώμα τους.

Οι χελώνες αναπαράγονται κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Γεννούν αυγά τα οποία αφήνουν σε τρύπες τις οποίες σκάβουν. Οι χελώνες στη συνέχεια δεν έχουν καμιά σχέση με τα μικρά τους, τα οποία μεγαλώνουν μόνα τους.

Page 3: τα ζωα της εξοχης

ΣΚΑΤΖΟΧΟΙΡΟΣ Σκαντζόχοιροι λέγονται τα μικρά

αγκαθωτά θηλαστικά της υποοικογένειας, της τάξης των εντομοφάγων. Υπάρχουν 15 είδη σκαντζόχοιρων σε 4 γένη, που συναντώνται στην Ασία, την Ευρώπη, την Αφρική και τη Νέα Ζηλανδία

Page 4: τα ζωα της εξοχης

Οι σκαντζόχοιροι ξεχωρίζουν εύκολα από τα αγκάθια τους, που έχουν μήκος περίπου 2 εκατοστά και χρώμα απαλό κίτρινο με ραβδώσεις. Πρόκειται για τρίχες που έχουν γίνει σκληρές με κερατίνη. Τα αγκάθια αυτά δεν έχουν δηλητήριο και, μπορούν εύκολα να αφαιρεθούν από το ζώο. Καθώς ο σκαντζόχοιρος μεγαλώνει, κατά το πρώτο έτος της ηλικίας του, χάνει τα απαλά αγκάθια που είχε κατά τη γέννησή του και τα αντικαθιστά με μεγαλύτερα και σκληρότερα. Τα αγκάθια τα χάνει και από στρες ή ασθένεια. Ο λαιμός, το πρόσωπο και η κοιλιά του σκαντζόχοιρου καλύπτονται από μαλακές τρίχες που έχουν χρώμα κιτρινωπό ή λευκωπό. Τα πόδια του έχουν δάχτυλα που καταλήγουν σε νύχια δυνατά και γαμψά. Οι σκαντζόχοιροι βγάζουν διάφορες φωνές, και δεν επικοινωνούν μόνο με γρυλλίσματα και ρουθουνίσματα, αλλά και με δυνατά τσιρίγματα (ανάλογα με το είδος). Το θηλυκό είναι λίγο πιο παχύ και πιο μακρύ από το αρσενικό και έχει πιο μακρύ ρύγχος .Όλοι οι σκαντζόχοιροι είναι βασικά νυκτόβιοι, παρότι διάφορα είδη μπορεί να βγαίνουν και κατά τη διάρκεια της ημέρας.

Page 5: τα ζωα της εξοχης

Οι σκαντζόχοιροι έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής σχετικά με το μέγεθός τους. Τα μεγαλόσωμα είδη σκαντζόχοιρου ζουν 4-7 χρόνια ελεύθερα (μερικά έχουν αναφερθεί ότι ζουν έως και 16 χρόνια). Τα μικρόσωμα είδη ζουν ελεύθερα 2-4 χρόνια και 4-7 χρόνια σε αιχμαλωσία. Στην αιχμαλωσία ζουν περισσότερο επειδή δεν υπάρχουν εχθροί και η δίαιτα είναι ελεγχόμενη. Η αναπαραγωγή του σκαντζόχοιρου γίνεται την άνοιξη, η περίοδος κύησης είναι 40-58 ημέρες. Στην αρχή του καλοκαιριού, το θηλυκό γεννά 3-6 μικρά (3-4 γεννούν τα μικρά είδη, και 5-6 τα μεγαλύτερα). Τα μικρά έχουν μέγεθος 6 εκατοστά, το χρώμα τους είναι λευκό γκριζωπό και τα αγκάθια τους είναι κοντά και μαλακά. Όλοι οι σκαντζόχοιροι είναι βασικά νυκτόβιοι, παρότι διάφορα είδη μπορεί να βγαίνουν και κατά τη διάρκεια της ημέρας . Οι σκαντζόχοιροι του δάσους έχουν σχετικά λίγους εχθρούς, κυρίως πουλιά και ειδικότερα κουκουβάγιες, αλλά και νυφίτσες και σκύλους και φίδια, τα μικρότερα είδη όπως ο μακρώτις σκαντζόχοιρος έχουν ως επιπλέον εχθρούς τις αλεπούδες, τους λύκους και τις μαγκούστες . Αλλά ο μεγαλύτερος εχθρός του σκαντζόχοιρου είναι ο άνθρωπος με τα εντομοκτόνα. Οι σκαντζόχοιροι που τρώνε έντομα γεμάτα εντομοκτόνο παρουσιάζουν πεπτικά προβλήματα και τελικά πεθαίνουν…

Page 6: τα ζωα της εξοχης

ΛΥΚΟΣ Ο Λύκος είναι θηλαστικό της τάξης των

Σαρκοφάγων .Έχει κοινή καταγωγή με τον σκύλο και θεωρείται πρόγονος όλων των ειδών σκύλων που υπάρχουν σήμερα. Οι λύκοι ήταν κάποτε άφθονοι και κατοικούσαν σε όλη σχεδόν τη Βόρεια Αμερική, την Ευρασία και τη Μέση Ανατολή, και έως πριν λίγους αιώνες ήταν το θηλαστικό με τη μεγαλύτερη γεωγραφική εξάπλωση στη Γη. Σήμερα, για διάφορους λόγους που έχουν να κάνουν με την εξάπλωση και τη δραστηριότητα του ανθρώπου, που συνεπάγεται την καταστροφή των τόπων διαβίωσης των λύκων, αλλά και το εκτεταμένο κυνήγι εναντίον τους, οι λύκοι υπάρχουν μόνο στο ένα τρίτο της προηγούμενης ζώνης εξάπλωσής τους.

Όντας είδος κλειδί αποτελεί συστατικό του οικοσυστήματος, στο οποίο τυπικά ανήκει. Η μεγάλη ποικιλία ενδιαιτημάτων τα οποία χρησιμοποιούν οι λύκοι υποδεικνύει την προσαρμοστικότητά τους ως είδος και περιλαμβάνει δάση, βουνά, τούνδρες, τάιγκες και λιβάδια. Αν και θεωρείται παγκοσμίως ως είδος ελάχιστης ανησυχίας, ωστόσο σε κάποιες περιοχές του κόσμου αναφέρεται ως απειλούμενο είδος, εξαιτίας της δραστικής μείωσης του πληθυσμού του.

Page 7: τα ζωα της εξοχης

ΛΑΓΟΣ Ο λαγός ο κοινός είναι τρωκτικό φυτοφάγο θηλαστικό, το

οποίο ανήκει στην οικογένεια των λαγιδών. Το μήκος του φτάνει τα 75 εκ. και η ουρά του τα 8 εκ. Το βάρος του φτάνει τα 4-6 κιλά. Το τρίχωμά του αποτελείται από κοντές τρίχες σαν μαλλί και μακριές σαν στάχυα. Αλλάζει χρώμα ανάλογα με την εποχή και το περιβάλλον, και είναι γρήγορο και ευκίνητο ζώο. Τρέχει με 70 χιλιόμετρα την ώρα αλλά ποτέ σε ευθεία, ώστε να παραπλανεί τους διώκτες του. Μπορεί να πηδήξει πάνω από 5 μέτρα.

Κατοικεί σε εύφορες πεδιάδες και δασώδεις βουνοπλαγιές αλλά έχει παρατηρηθεί και σε υψόμετρα έως 1500 μ. Την φωλιά του την κατασκευάζει σε μικρό βάθος το καλοκαίρι και μεγαλύτερο τον χειμώνα.

Page 8: τα ζωα της εξοχης

Είναι μάλλον νυκτόβιο ζώο, και τρέφεται με λαχανικά και τεύτλα. Την φωλιά του την κατασκευάζει σε μικρό βάθος το καλοκαίρι και μεγαλύτερο τον χειμώνα. Γεννά 4 φορές τον χρόνο 1-4 μικρά, μετά από εγκυμοσύνη που διαρκεί 30 περίπου μέρες. Τα μικρά γεννιούνται με τρίχωμα και ανοιχτά μάτια, θηλάζουν 5-6 ημέρες και έπειτα αφήνονται στην τύχη τους. Αν επιβιώσουν, γίνονται ενήλικα άτομα σε 15 μήνες.

Ο λαγός ψάχνει την τροφή του τη νύχτα και κρύβεται στα σπαρτά, τους θάμνους και κάτω από μεγάλες πέτρες, ενώ του αρέσει να ροκανίζει και τον φλοιό των δέντρων. Οι αρσενικοί κάνουν επίδειξη δύναμης στα θηλυκά παλεύοντας μεταξύ τους, το ίδιο και τα θηλυκά για να αποφύγουν το επίμονο φλερτ των ανεπιθύμητων μνηστήρων.

Page 9: τα ζωα της εξοχης

ΣΚΙΟΥΡΟΣ Σκίουρος ή βερβερίτσα είναι το κοινό όνομα μικρού

θηλαστικού της οικογένειας Σκιουρίδες. Το όνομα αυτό προέρχεται από την ελληνικές λέξεις σκιά και ουρά. Συνήθως η λέξη χρησιμοποιείται για να κατονομάσει ζώα του γένους Σκίουρος και Ταμιασκίουρος. Αυτά τα τυπικά μέλη της οικογένειας είναι τρεις σκίουροι με μεγάλες φουντωτές ουρές, που απαντώνται στην Ευρώπη, την Ασία και την Αμερική. Παρόμοια γένη υπάρχουν και στην Αφρική. Ωστόσο, στις Σκιουρίδες περιλαμβάνονται επίσης οι ιπτάμενοι σκίουροι, και σκίουροι εδάφους όπως οι κυνόμυες και οι μαρμότες.

Τα πιο συνηθισμένα είδη σκίουρου είναι ο Σκίουρος Αλεπού , ο Ανατολικός Γκρι Σκίουρος , ο Δυτικός Γκρι Σκίουρος , ο Σκίουρος του Ντάγκλας και ο Αμερικάνικος Κόκκινος Σκίουρος .Υπάρχουν πάνω από 270 αναγνωρισμένα είδη.

Page 10: τα ζωα της εξοχης

ΑΣΒΟΣ Οι ασβός είναι ζώο θηλαστικό της οικογένειας των

μουστελιδών, χαρακτηριστικό γνώρισμα των οποίων είναι η παρουσία μιας άσπρης λωρίδας τριχώματος κατά μήκος της ραχιαίας πλευράς του κεφαλιού και του λαιμού του. Σημαντικός αντιπρόσωπος είναι ο ευρασιατικός ασβός, η επιστημονική ονομασία του είναι Meles meles. Είναι αρκετά διαδεδομένο ζώο στις εύκρατες περιοχές της Ευρώπης και της Ασίας, όπου διαβιεί στις ορεινές δασώδεις περιοχές, κατά κανόνα σε ομάδες των έξι ατόμων. Θηρεύεται για το κρέας του, το δέρμα του και το τρίχωμα της ουράς του, το οποίο χρησιμεύει στην κατασκευή μαλακών πινέλων ζωγραφικής.

Page 11: τα ζωα της εξοχης

ΑΓΡΙΟΓΟΥΡΟΥΝΟ Το αγριογούρουνο ζει και αναπαράγεται σε όλη την

Ευρωπαϊκή ήπειρο, κάτω από τον 58ο βόρειο παράλληλο, στην βόρεια Αφρική, στην κεντρική και νότια Ασία. Έχει εισαχθεί επίσης με επιτυχία στη βόρεια Αμερική και την Αυστραλία. Στην Ελλάδα υπήρχε σχεδόν παντού από χιλιάδες χρόνια, ενώ σήμερα συναντάται στη Μακεδονία, Θράκη, Ήπειρο, Θεσσαλία, Στερεά Ελλάδα και στη νήσο Σάμο. Έχει επίσης επανεισαχθεί από τις Κυνηγετικές Οργανώσεις με μεγάλη επιτυχία στην Πελοπόννησο και πολύ πρόσφατα έγινε εισαγωγή του στη νήσο Λέσβο, συγκεκριμένα στο όρος Όλυμπος του νησιού.

Είναι είδος δασόβιο. Ζει στα πυκνά θαμνώδη δάση πλατύφυλλων, δρυός, καστανιάς και οξιάς. Συχνά όμως μετακινείται για αναζήτηση τροφής σε ελώδης εκτάσεις, σε γεωργικές καλλιέργειες που συνορεύουν με δάση ή ακόμα σε μεγάλα υψόμετρα το καλοκαίρι στην αλπική ζώνη.

Page 12: τα ζωα της εξοχης

ΕΛΑΦΙ To ελάφι είναι ζώο θηλαστικό που ανήκει στην οικογένεια των

ελαφιδών . Είναι όμορφο, λεπτόσωμο, με κοντό καστανόχρωμο μαλακό τρίχωμα. Το κεφάλι του είναι μικρό, με ρύγχος μυτερό. Έχει μεγάλα όμορφα μάτια και λεπτά ευκίνητα πόδια. Το αρσενικό έχει στο κεφάλι του κέρατα μεγάλα με διακλαδώσεις που ανανεώνονται κάθε χρόνο και μοιάζουν με φύλλα πλατιά. Ζει σε πυκνά δάση ζευγαρωτά ή πολλά μαζί (αγέλες) και τρέφεται με χλόη, χόρτα ή και με τη φλούδα από τους κορμούς των μικρών δέντρων, τους οποίους επίσης καταστρέφει τρίβοντας επάνω τα κέρατά του, όταν είναι η εποχή να αλλάξει το δέρμα του. Το ελάφι συναντάται σε πολλές παραλλαγές (με κέρατα ή χωρίς, μεγαλόσωμο ή μικρόσωμο, με ουρά ή χωρίς, με χαυλιόδοντες ή όχι με μεγάλα ή μικρά αυτιά κλπ.) σε όλο τον κόσμο εκτός από την Αφρική και την Αυστραλία. Στην Αμερική είναι μεγαλόσωμα, στην Κίνα μικρόσωμα χωρίς κέρατα, στην Ιάβα και Σουμάτρα μεγάλα με κοντά κέρατα, στην Ευρώπη μέτρια κλπ.

Page 13: τα ζωα της εξοχης

Το κοινό ελάφι, που το συναντάμε στα περισσότερα μέρη της Ευρώπης και της Μικράς Ασίας, έχει μήκος ως 2,30 μ. και ύψος ως 1,50 μ. και ζυγίζει ως 100 κιλά. Έχει σπάνια ευκινησία και τρέχει πολύ γρήγορα κάνοντας πηδήματα μέχρι 8 μέτρα. Ζει γύρω στα 40 με 50 χρόνια. Στον τόπο μας συναντιέται στον Όλυμπο, στα βουνά της Ηπείρου και σε μερικά ορεινά μέρη της Μακεδονίας. Έχει εχθρούς όλα τα αρπακτικά ζώα και τον άνθρωπο. Το μόνο όπλο για την άμυνά του είναι το γρήγορο τρέξιμό του και οι οξύτατες αισθήσεις του. Το θηλυκό του, που δεν έχει κέρατα, γεννά μια φορά το χρόνο (κάθε 10 μήνες) 1 ως 2 ελαφάκια που τα θηλάζει και τα αγαπά πολύ. Το ζευγάρι είναι τόσο αγαπημένο μεταξύ του που αν τύχει να σκοτωθεί το ένα, το άλλο είναι δυνατό να πεθάνει από λύπη και μαρασμό, έχοντας περιπλανηθεί πολλές μέρες.

Page 14: τα ζωα της εξοχης

ΑΛΕΠΟΥ Η αλεπού είναι ανώτερο θηλαστικό, που ανήκει στην οικογένεια

Κυνίδες. Το πιο γνωστό είδος είναι η Κόκκινη αλεπού , της οποίας το τρίχωμα είναι κοκκινωπό, με μαυριδερά το πίσω μέρος των αυτιών της και το μπροστινό μέρος των ποδιών της, ενώ το άκρο της ουράς της είναι πάντα λευκό. Εξωτερικά μοιάζει λίγο με τον σκύλο, αλλά η ουρά της είναι πολύ πιο φουντωτή και το τρίχωμά της πιο πυκνό, ενώ και το ρύγχος της πιο μακρόστενο. Το μεγαλύτερο είδος είναι η κόκκινη αλεπού, η οποία φτάνει σε μήκος έως και τα 90 εκατοστά και ζυγίζει 7 - 10 κιλά. Το εντυπωσιακό είναι ότι η ουρά της φτάνει σε μήκος έως και τα 60 εκατοστά, δηλαδή είναι αρκετά μεγάλη συγκριτικά με το σώμα της. Στα περισσότερα είδη, τα πόδια της είναι κοντά και λεπτά και έτσι η ουρά της χρησιμεύει και σαν μέσο ισορροπίας. Η αλεπού εμφανίστηκε στη Γη πριν από 400.000 χρόνια και πιθανώς να υπήρξε και θήραμα για τους προϊστορικούς κυνηγούς. Σήμερα συναντάται σε όλες σχεδόν τις ηπείρους, εκτός από την Ανταρκτική.

Page 15: τα ζωα της εξοχης

ΒΑΤΡΑΧΟΣ Ο βάτραχος είναι ένα από τα γνωστότερα αμφίβια. Μαζί

με τους φρύνους αποτελεί την τάξη των άνουρων αμφίβιων. Το γένος των βατράχων ανήκει στην τάξη των ανούρων, που υπάγεται στα αμφίβια. Τα πιο συνηθισμένα είδη βατράχου στην Ελλάδα είναι ο βάτραχος ο πράσινος και ο βάτραχος ο κοινός. Το σώμα του βατράχου μπορεί να χωριστεί σε δύο μέρη: στο κεφάλι και τον κορμό. Το κεφάλι έχει σχήμα τριγωνικό και μπροστά υπάρχει το στόμα, που φτάνει μέχρι τ' αυτιά. Τα μάτια του βατράχου, αντίθετα από του ανθρώπου, έχουν αναπτυγμένο το κάτω βλέφαρο. Το χρώμα του σώματος των βατράχων είναι από ανοιχτό μέχρι και σκούρο καστανό και στην κοιλιά κιτρινωπό. Ο βάτραχος όμως, όπως και ο χαμαιλέοντας, μπορεί να αλλάζει χρώμα και να προσαρμόζεται καλύτερα στο περιβάλλον του, και έτσι να αποφεύγει τους εχθρούς του. Το δέρμα του είναι λείο και καλυμμένο με βλέννα.

Page 16: τα ζωα της εξοχης

ΛΙΒΕΛΟΥΛΑ Η λιβελούλα είναι είδος εντόμου του γένους Anisoptera που

φέρει ιριδίζοντα φτερά και ανήκουν στην τάξη οδοντόγναθα. Τα θηλυκά έντομα γεννούν τα αυγά τους κοντά στο νερό ή πάνω

στο νερό καθώς και σε επιπλέοντα φυτά. Τα αυγά εκκολάπτονται και κατά το στάδιο της νύμφης τρέφονται με κουνούπια. Οι λιβελούλες περνούν την περισσότερη ζωή τους σαν νύμφες κάτω από την επιφάνεια το νερού. Η τροφή τους αποτελείται από άλλα ασπόνδυλα όπως γυρίνοι και ψάρια. Αναπνέουν μέσα από βράγχια στον πρωκτό και μπορούν να προωθηθούν γρήγορα εκπέμποντας νερό από τον πρωκτό. Μερικές νύμφες κυνηγούν ακόμα και στην ξηρά, κάτι που πιθανόν να ήταν πιο κοινό σε αρχαίες εποχές όταν άλλα αρπακτικά της ξηράς ήταν πιο πρωτόγονα.Η λιβελούλα ζει κυρίως κοντά σε λίμνες και ποτάμια. Στο κεφάλι τους έχουν δύο κοντές και λεπτές κεραίες και δύο μεγάλα μάτια. Τα φτερά τους είναι διαφανή, άχρωμα ή με βούλες. Η κοιλιά είναι μακριά, λεπτή και με πολυ ζωντανά χρώματα.

Page 17: τα ζωα της εξοχης

ΑΚΡΙΔΑ Ο όρος ακρίδα χρησιμοποιείται υπό την στενή βιολογική έννοια μόνο για

όλα τα είδη τού γένους ακρίδα . Το γένος ακρίδα εκπροσωπείται στην Ευρώπη με τέσσερα είδη. Από αυτά συναντούμε μόνο το είδος στην Ελλάδα, και την μόνο στην Κρήτη, αλλά όχι ενδημικά. Τα ημερόβια έντομα έχουν τη δυνατότητα να κάνουν μεγάλα πηδήματα (πηδητικά έντομα). Επίσης, ένα μέρος των ειδών έχει πολύ ανεπτυγμένα όργανα ακοής. Τα θηλυκά είναι συνήθως μεγαλύτερα από τα αρσενικά. Πολλαπλασιάζονται με αυγά και έχουν συνήθως χρώμα πράσινο ή καστανό.

Τα είδη που αλλάζουν το χρώμα τους και τη συμπεριφορά τους και εμφανίζονται κατά σμήνη λέγονται στα αγγλικά locusts. Αυτά ζουν σε μία πρώτη φάση μοναχικά, μετά αλλάζουν χρώμα και ζουν ομαδικά, πετώντας σε μεγάλα σμήνη . Τα συναντούμε σε όλες τις θερμές περιοχές του πλανήτη. Τα αφρικανικά είδη πολλές φορές εισβάλλουν στην Ευρώπη. Προκαλούν μεγάλες καταστροφές στις καλλιέργειες.

Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες υπάρχουν περισσότερα από 2.400 γένη των Κοιλοφόρων και περίπου 11.000 επιβεβαιωμένα είδη ακρίδας. Πολλά είδη δεν έχουν ακόμα περιγραφεί.