Αντίγραφο από Βιβλίο Μυθολογία
-
Upload
popitsa-dimou -
Category
Documents
-
view
225 -
download
0
Embed Size (px)
Transcript of Αντίγραφο από Βιβλίο Μυθολογία

Η ∆
ΗΜ
ΙΟΥΡΓ
ΙΑ Τ
ΟΥ Κ
ΟΣΜ
ΟΥ
Στη
ν αρχή υ
πήρχε
µονά
χα τ
ο απ
έραντ
ο,
το α
βυσσαλέ
ο Χ
άος.
Απ
ό τ
ο Χ
άος
γενν
ήθηκε
το Έ
ρεβ
ος
( ο υ
πόγε
ιος
χώ
ρος
που β
ρισ
κότα
ν κάτω
απ
ό τ
η γ
η,
τόσο µ
ακριά
όσο κ
αι ο
ουρ
ανό
ς π
άνω
απ
ό
κεί
νη)
και η Ν
ύχτα
, π
ου γ
έννη
σαν
µε
τη σ
ειρά τ
ους
τον
Αιθ
έρα (
που
περ
ιβάλλ
ει τ
η γη
) και τη
ν Η
µέρ
α.
Μια
φορά κ
ι έν
αν
καιρ
ό, π
ριν
γεν
νηθ
εί ο
Κόσµος,
ήτα
ν µέσ
α σ
τον
απ
έραντ
ο χ
ώρο έ
να γ
ιγάντ
ιο α
υγό. Μ
ια µ
έρα, το
αυγό
ράγι
σε
κι άνο
ιξε!
Βγή
κε
απ
ό µ
έσα έ
να φ
τερω
τό π
νεύµα, π
ου σ
ήκω
σε
ψηλά
το α
πάνω
τσόφ
λι κ
ι έσ
πρω
ξε
τ’ ά
λλο µ
ισό κ
άτω
απ
ό τ
α π
όδια
του.
Το π
άνω
τσόφ
λι ο
Ουρανό
ς, τ
ο κ
άτω
η Γ
η.
Κι απ
’ το
Αυγό
βγή
κε
ο Έ
ρω
ς, αυτό
ς π
ου
όλα
τα ε
νώνε
ι και ευ
θύνε
ται γι
α τ
ην
ύπ
αρξη
και τη
ν τά
ξη ό
λων
των
πραγµ
άτω
ν
στο
Σύµπ
αν.
Έσµιξ
ε ο Έ
ρω
ς µε
τη Ν
ύχτα
,
έσµιξ
ε το
ν Ο
υρανό
µε
τη Γ
η κ
αι γε
ννήθ
ηκαν
όλα
γύρω
µας.
ΓΑΙΑ
– Ο
ΥΡΑ
ΝΟΣ
Η Γ
αία
γέν
νησε
µόνη
της
τον
Ουρανό
.
Πρώ
το κ
αι ισ
ότι
µο
παιδ
ί τη
ς, κ
άλυ
ψε
µε
τον
έναστρ
ο θ
όλο
του
τη Γ
αία
κι έγ
ινε
η
κατο
ικία
τω
ν αθ
ανά
των
και τω
ν θ
εών.
Μ’ α
υτό
το π
αιδ
ί τη
ς έ
σµιξ
ε η
Γη κ
αι απ
ό τ
η βροχή –
την
ένω
σή τ
ους
– γε
ννήθηκαν
τα Ό
ρη κ
αι το
ατρ
ύγη
το π
έλαγο
ς, ο Π
όντ
ος.
Απ
ό τ
ην
ένω
ση τ
ης
Γαία
ς µε
τον
Ουρανό
γεν
νήθηκαν
οι Τ
ιτάνε
ς, ο
ι
Κύκλω
πες
και οι Ε
κατό
γχει
ρες
.
ΓΑ
ΙΑ
--------- Ο
ΥΡΑ
ΝΟΣ
ΕΚΑΤΟΓΧ
ΕΙΡ
ΕΣ
ΤΙΤ
ΑΝΕΣ
ΤΙΤ
ΑΝΙ∆
ΕΣ
ΚΥΚΛΩ
ΠΕΣ
ΚΟΤΤΟΣ
ΩΚΕΑΝΟΣ
ΤΗΘΥΣ
ΒΡΟ
ΝΤΗΣ
ΒΡΙ
ΑΡΕ
ΩΣ
ΚΟΪΟ
Σ
ΦΟΙΒ
Η
ΣΤΕΡΟ
ΠΗΣ
ΓΥΓΗ
Σ
ΥΠ
ΕΡΙ
ΩΝ
ΘΕΙΑ
ΑΡΓ
ΗΣ
ΚΡΕ
ΙΟΣ
ΜΝΗΜ
ΟΣΥΝΗ
ΙΑ
ΠΕΤΟΣ
ΘΕΜ
ΙΣ
ΚΡΟ
ΝΟΣ
ΡΕΑ
ΕΣΤΙΑ
ΠΟΣΕΙ∆
ΩΝΑΣ
∆ΙΑ
Σ
Α∆ΗΣ
ΗΡΑ
∆ΗΜ
ΗΤΡΑ

Η Γ
η κ
αι ο Ο
υρανό
ς απ
οκτο
ύσαν
συνε
χώ
ς π
αιδ
ιά, αλλ
ά ο
πατέ
ρας
τους,
γνω
ρίζ
οντ
ας
ότι
κιν
δύνε
υε
να χ
άσει
απ
ό α
υτά τ
ην ε
ξουσία
του, τα
έριχ
νε σ
τα Τ
άρτ
αρα. Α
πελ
πισ
µέν
η η
µητ
έρα τ
ους
απ
οφ
άσισ
ε να
τον
εκδικ
ηθ
εί, ευ
νουχίζ
οντά
ς το
ν. Ό
µω
ς τ
α π
αιδ
ιά τ
ης
αρνή
θηκαν
να
εκτε
λέσουν
το σ
χέδ
ιό τ
ης
και µον
άχα ο
πιο
µικ
ρός
της
γιος,
ο Κ
ρόνο
ς,
δέχ
τηκε
να α
κρω
τηριά
σει
τον
πατέ
ρα τ
ου.
Ο Κ
ρόνο
ς, αφ
ού ε
κθ
ρόνι
σε
τον
πατέ
ρα τ
ου, έγ
ινε
κυρία
ρχος
και
παντ
ρεύ
τηκε
την
αδελ
φή τ
ου τ
η Ρέα
, µε
την
οπ
οία
απ
όκτη
σε
έξι π
αιδ
ιά.
Επ
ειδή ό
µω
ς ο π
ατέ
ρας
του
είχε
προβλέ
ψει
ότι
κι αυτό
ς µε
τη
σει
ρά
του
θα ε
κθρονι
στε
ί απ
ό έ
να τ
ου
παιδ
ί,
ο Κ
ρόνο
ς, τ
α κ
ατά
πιν
ε αµέσ
ως
µετ
ά
τη γ
έννη
σή τ
ους.
Απ
ελπ
ισµέν
η η
Ρέα
, π
ου ή
ταν
έγκυος
στο
∆ία
, ζή
τησε
τη β
οήθ
εια τ
ων
γονι
ών
της,
που τ
η συµβούλε
ψαν
να
φύγε
ι και να
γεν
νήσει
το π
αιδ
ί στη
ν
Κρήτη
και επ
ιστρ
έφοντ
ας
να υ
ποκριθ
εί ό
τι γ
εννά
.
Η Ρ
έα α
κολο
ύθ
ησε
τις σ
υµβουλέ
ς το
υς
κι ότα
ν ήρθ
ε η ώ
ρα, π
αρουσία
σε
στο
ν Κ
ρόνο
µια
φασκιω
µέν
η π
έτρα, τη
ν οπ
οία
εκεί
νος
κατά
πιε
αµέσ
ως.
Όµω
ς ο
γιο
ς το
υ, ο
∆ία
ς, ό
ταν
µεγ
άλω
σε,
εκθρόνι
σε
τον
Κρόνο
, αφ
ού
τον
εξανά
γκασε
να ε
µέσ
ει τ
α π
αιδ
ιά π
ου ε
ίχε
κατα
πιε
ί.
ΤΙΤ
ΑΝΟΜ
ΑΧΙΑ
– Γ
ΙΓΑΝΤΟΜ
ΑΧΙΑ
Ο
∆ία
ς π
ριν
εδραιώ
σει
την
εξουσία
του κ
αι
γίνε
ι ο α
πόλυ
τος
κυρία
ρχος
του
Κόσµου ε
ίχε
να α
ντιµ
ετω
πίσ
ει π
ολλ
ές δ
υσκολί
ες. Π
άντ
οτε
βέβ
αια
είχ
ε στο
πλε
υρό
του
τα α
δέρ
φια
του
τα
οπ
οία
ελε
υθ
έρω
σε
απ
ό τ
ον
Κρόνο
. Έ
τσι σε
λίγο
καιρ
ό ο
ι Τ
ιτάνε
ς χολ
ωµέν
οι απ
ό τ
ην
ήττ
α
του
Κρόνο
υ κ
αι επ
ειδή δ
ε θ
εωρούσαν
σω
στό
να ε
ξουσιά
ζει έν
ας
θεό
ς
νεότε
ρος
απ
' αυτ
ούς,
κήρυξα
ν π
όλε
µο
ενάντ
ια σ
τους
Ολύ
µπ
ιους.
Οι
αθάνα
τοι χω
ρίσ
τηκαν
σε
δυο α
ντίπ
αλα
στρ
ατό
πεδ
α. Ο
ι Τ
ιτάνε
ς απ
ό
τη µ
ια π
λευρά, µε
αρχηγό
τους
τον
Κρόνο
, χρησιµ
οπ
οίη
σαν
για ο
χυρό
τους
το ό
ρος
Όθρυς,
η ο
µάδα τ
ου ∆
ία α
πό τ
ην
άλλ
η ε
ίχε
για
προκάλυ
µµά τ
ης
τον
Όλυ
µπ
ο. ΤΙΤ
ΑΝΟΜ
ΑΧΙΑ
ΤΙΤ
ΑΝΕΣ
ΟΥ∆ΕΤΕΡΟ
Ι
ΟΛΥΜ
ΠΙΟ
Ι
ΑΡΧ
ΗΓ
ΟΣ:
ΚΡΟ
ΝΟΣ
Μ
ΝΗΜ
ΟΣΥΝΗ
Α
ΡΧ
ΗΓ
ΟΣ: ∆ΙΑ
Σ
ΟΧ
ΥΡΟ:
ΟΘΡΥ
Σ
ΘΕΜ
Ι∆Α
Ο
ΧΥ
ΡΟ:
ΟΛΥΜ
ΠΟΣ
ΚΟΙΟ
Σ
Τ
ΙΤ
ΑΝ
ΕΣ:
ΩΚΕΑΝΟΣ
ΚΡΕ
ΙΟΣ
Π
ΡΟΜ
ΗΘΕΑΣ
ΥΠ
ΕΡΙ
ΩΝ
ΣΤΥΓΑ
ΜΕ: ΚΡΑ
ΤΟΣ
ΙΑΠ
ΕΤΟΣ
ΒΙΑ
ΖΗΛΟΣ
ΝΙΚ
Η
ΚΥ
ΚΛ
ΩΠ
ΕΣ:
ΑΡΓ
ΗΣ
ΑΣΤΕΡΟ
ΠΗΣ
ΕΚ
ΑΤ
ΟΓ
ΧΕ
ΙΡΕ
Σ:
ΚΟΤΤΟΣ
ΑΙΓ
ΑΙΟ
ΝΑΣ
ΓΥΓΗ
Σ
ΓΗ

Ο π
όλε
µος
κράτη
σε
πάνω
απ
ό δ
έκα χ
ρόνι
α κ
αι τε
λείω
σε
µε
τη ν
ίκη τ
ων
Ολύ
µπ
ιων.
Τη ζ
υγα
ριά
έγε
ιρε
προς
το µ
έρος
τους
η Γ
αία
, η ο
ποία
προφ
ήτε
υσε
στο
ν ∆
ία ό
τι θ
α κ
έρδιζ
ε, α
ν απ
ελευ
θέρ
ωνε
τους
Κύκλω
πες
και το
υς
Εκατό
γχει
ρες
, απ
ό τ
α
Τάρτα
ρα.
Ενν
ιά µ
έρες
ταξί
δευ
ε στα
έγκατα
της
γης,
έχοντ
ας
να
αντ
ιµετ
ωπ
ίσει
τερ
άστ
ιες
νυχτε
ρίδ
ες κ
αι δηλη
τηριώ
δει
ς
αράχνε
ς. Μ
ε τα
µαγι
κά β
ότα
να
όµω
ς π
ου τ
ου ε
ίχε
δώ
σει
η γ
ιαγι
ά τ
ου ξ
επερ
νούσε
εύκολα
τις
δυσκολί
ες. Ό
ταν
έφτα
σε
στα
κελ
ιά ό
που ή
ταν
φυλα
κισ
µέν
οι οι
Κύκλω
πες
,
έπρεπ
ε π
ρώ
τα ν
α σ
κοτώ
σει
τη
φοβερ
ή Κ
άµπ
η, έν
α σ
ιχαµερ
ό τ
έρας
που
είχαν
βάλε
ι οι Τ
ιτάνε
ς ν
α φ
υλά
ει τ
α γ
ιγάντ
ια α
δέρ
φια
τους.
Αυτή
είχ
ε
πράσιν
ο φ
ολι
δω
τό δ
έρµα κ
αι ουρά σ
αύρας,
στα
αµέ
τρητα
πόδια
της
ήτα
ν
φυτρ
ωµέν
α δ
ηλη
τηριώ
δη
φίδ
ια. Ο
∆ία
ς π
άλε
υε
ώρες
ατε
λείω
τες
µαζί
της
χω
ρίς
απ
οτέ
λεσµα. Τ
ότε
θυµήθηκε
ένα µ
αγι
κό β
ότα
νο π
ου τ
ου ε
ίχε
δώ
σει
η Γ
αία
. Τ
ο έ
βαλε
µε
τη β
ία σ
το σ
τόµα τ
ης
Κάµπ
ης
και αµέσ
ως
το
φοβερ
ό τ
έρας έ
πεσ
ε σε
βαθ
ύ λ
ήθ
αργο
. Ο
ι Κ
ύκλω
πες
συγκ
ινηµέν
οι και
νιώ
θοντ
ας ε
υγν
ωµοσύνη
για
τον
∆ία
που
τους
ελευ
θέρ
ωσε,
δέχ
τηκαν
να τ
ον
βοηθ
ήσουν.
Μόλι
ς ανέ
βηκαν
πάνω
στη
ν κοσµοχαλα
σιά
της
Γης,
οι Κ
ύκλω
πες
έδω
σαν
στο
ν ∆
ία κ
αι τ'
αδέρ
φια
του
πολύ
τιµα δ
ώρα π
ου τ
ους
βοήθ
ησαν
στο
ν π
όλε
µο. Χ
άρισ
αν
στο
ν αρχηγό
τω
ν Ο
λυµπ
ίων
τη β
ροντ
ή, τη
ν
αστρ
απ
ή κ
αι το
ν κερ
αυνό
. Σ
τον
Ποσει
δώ
να έ
δω
σαν
την
τρία
ινα, π
ου
έγιν
ε το
αιώ
νιο
σύµβολό
του
και στ
ον
Πλο
ύτω
να τ
ην
"κυνέ
α",
µια
σκούφ
ια δ
ηλα
δή α
πό σ
κυλο
τόµαρο π
ου
τον
έκανε
αόρατο
. Σ
τη σ
υνέχ
εια
οι µονό
φθ
αλµ
οι Κ
ύκλω
πες
, π
ου ή
ταν
λαµπ
ροί τε
χνί
τες,
κατα
σκεύ
ασαν
µε
τα σ
φυριά
και τα
άλλ
α ε
ργα
λεία
τους
ένα σ
ιδερ
ένιο
προπ
έτασµα γ
ια
να µ
η β
λέπ
ουν
οι Τ
ιτάνε
ς τη
λάµψη τ
ου κ
εραυνο
ύ κ
αι τη
ς αστρ
απ
ής.
Επ
ίσης κ
ατα
σκεύ
ασαν
έναν
περ
ίτεχ
νο β
ωµό α
φιε
ρω
µέν
ο σ
τη µ
άνα
τους,
τη Γ
η. Ε
κεί
οι Ο
λύµπ
ιοι και οι σύµµ
αχοί το
υς έ
δω
σαν
φοβερ
ό
όρκο σ
το ό
νοµα τ
ης
Παγκ
όσµια
ς Μ
άνα
ς. Ε
µψυχω
µέν
οι λο
ιπόν,
µε
καιν
ούριε
ς δ
υνάµει
ς και καιν
ούρια
όπ
λα έ
πεσ
αν
µε
ορµή σ
τη µ
άχη.
Οι θ
εοί και απ
ό τ
ις δ
υο π
αρατά
ξεις
άρπ
αζαν
πελ
ώριο
υς
βράχους
απ
ό
τα β
ουνά
που ε
ίχαν
για π
ροκάλυ
µµα, τη
ν Ό
θρυ κ
αι το
ν Ό
λυµπ
ο
αντ
ίστο
ιχα, και το
υς
εκσφ
ενδόνι
ζαν
στους
αντ
ιπάλο
υς
τους.
Ολό
κλη
ρη η
Γη τ
ραντ
άζο
νταν
και άνο
ιγαν
πλη
γές
στο
απ
έραντ
ο κ
ορµί
της.
Άλλ
οτε
οι π
ελώ
ριε
ς κοτρ
όνε
ς συγκ
ρούοντ
αν
στο
ν αέρ
α κ
αι απ
ό
το φ
οβερ
ό τ
ους κ
ρότο
βούιζ
ε ολό
κλη
ρος
ο Ο
υρανό
ς. Ά
λλοτε
πάλι
ξέφ
ευγα
ν απ
ό τ
η σω
στή
τους
πορεί
α κ
αι έπ
εφτα
ν στο
ν Π
όντ
ο π
ου
στέ
ναζε
κι αυτό
ς, β
υθ
ίζοντ
αν
απ
ότο
µα κ
αι κατέ
ληγα
ν στα
υγρ
ά
παλά
τια τ
ου
Νηρέα
. Ο
Όλυ
µπ
ος κ
αι η
Όθ
ρυς τ
ινάζο
νταν
συθ
έµελ
α
ότα
ν οι τρ
οµερ
οί θεο
ί έβ
ρισ
καν
το σ
τόχο τ
ους.
Ο ∆
ίας
µε
τροµερ
ή ο
ρµή σ
κόρπ
ιζε
τους
κερ
αυν
ούς κ
αι τι
ς αστρ
απ
ές
προς
όλε
ς τι
ς κατε
υθ
ύνσ
εις.
Απ
ό τ
ο
στι
βαρό τ
ου
χέρ
ι η φ
λόγα
απ
λώθ
ηκε
παντ
ού. Μ
αύρος
καπ
νός
και
ζεµατι
στο
ί ατµ
οί κύκλω
ναν
τους
Τιτ
άνε
ς, π
ου δ
υσκολε
ύοντ
αν
να
ανα
σαίν
ουν
και να
βλέ
πουν
καθ
αρά.
Οι κερ
αυνο
ί, ο
ι αστ
ραπ
ές κ
αι οι
φλό
γες
της
φω
τιάς
τύφ
λωνα
ν το
υς
γιγά
ντιο
υς
αντ
ιπάλο
υς
του ∆
ία.
Πάνω
σε
τούτ
η τ
ην
κρίσ
ιµη σ
τιγµ
ή,
ότα
ν µετ
ά α
πό δ
έκα χ
ρόνι
α η
µάχη
άρχισ
ε να
κλί
νει µε
το µ
έρος τ
ης
παράτα
ξής
του,
ο ∆
ίας
σκέφ
τηκε
πάλι
το χ
ρησµό τ
ης
Γης.
Ο ∆
ίας
χρησιµ
οπ
οιώ
ντας
τα µ
αγι
κά β
ότα
να τ
ης
γιαγι
άς
του έ
λυσε
απ
ό τ
α
δεσ
µά τ
ους
τον
Κόττ
ο, το
ν Α
ιγαίο
να κ
αι το
ν Γ
ύγη
. Α
υτο
ί
ενθ
ουσια
σµέν
οι απ
ό τ
ην
πράξη
του, το
υ υπ
οσχέθ
ηκαν
αιώ
νια π
ίστη
.

Ανέ
βηκαν
όλο
ι µα
ζί σ
την
επιφ
άνε
ια τ
ης
γης,
όπ
ου
συνε
χιζ
όταν
η
τροµερ
ή µ
άχη. Τ
η σ
τιγµ
ή π
ου ο
ι Τ
ιτάνε
ς ε
ξασθεν
ηµέν
οι κατέ
βαλλ
αν
την
τελε
υταία
τους
προσπ
άθ
εια γ
ια ν
α
ανα
χαιτ
ίσουν
τους
Ολύ
µπιο
υς,
οι
Εκατό
γχει
ρες
τυφ
λωµέν
οι απ
ό τ
ο
µίσ
ος
τους γ
ια τ
ην
αχαρισ
τία π
ου τ
ους
έδει
ξαν
τα α
δέρ
φια
τους,
άρπ
αξα
ν µε
τα τ
ρια
κόσια
συνο
λικά χ
έρια
τους
τρια
κόσιο
υς τ
εράστι
ους
βράχους
και
τους
κατα
πλά
κω
σαν.
Και ότα
ν π
έτυχαν
τούτ
ο τ
ο α
πίσ
τευτο
, τό
τε π
ια τ
ους
πήραν
και το
υς
έριξ
αν
στα
σκοτε
ινά
Τάρτα
ρα. Ε
κεί
δηλα
δή π
ου τ
ους
είχε
φυλα
κίσ
ει ο
Ουρανό
ς ότα
ν ήτα
ν
νεογέ
ννητ
οι. Ε
κεί
που ε
ίχαν
κλε
ιδώ
σει
τα α
δέρ
φια
τους,
τους
Κύκλω
πες
και το
υς
Εκατό
γχει
ρες
, π
αρά τ
ις α
ντίθ
ετες
συµ
βουλέ
ς τη
ς
Γης.
Αµέσ
ως
οι Κ
ύκλω
πες
κατα
σκεύ
ασαν
χάλκ
ινους
φράχτε
ς γ
ύρω
απ
ό τ
α
κελ
ιά τ
ων
Τιτ
άνω
ν και τρ
ιπλό
ατσ
άλι
νο τ
είχος.
Τις
πόρτε
ς κλε
ίδω
σε
ο
Ποσει
δώ
νας
και ο ∆
ίας
ανέ
θεσ
ε στο
υς
Εκατό
γχει
ρες
να π
αραµεί
νουν
εκεί
, π
ιστο
ί το
υ φ
ύλακες
. Έ
τσι τέ
λειω
σε
η Τ
ιτανο
µαχία
, µι
α α
πό τ
ις π
ιο
σπ
ουδαίε
ς και τι
ς π
ιο µ
ακροχρόνι
ες δ
οκιµ
ασίε
ς π
ου έ
πρεπ
ε να
περ
άσει
ο ∆
ίας
µέχ
ρι να
γίν
ει ο
µονα
δικ
ός
κυβερ
νήτη
ς το
υ Σ
ύµπ
αντ
ος.
Σε
λίγο
άρχισ
ε ολό
κλη
ρη η
πλά
ση ν
α η
ρεµ
εί κ
αι η
πυρκαγι
ά π
ου π
ροκλή
θηκε
απ
ό τ
ους
αµέτ
ρητο
υς
κερ
αυνο
ύς
του
∆ία
υπ
οχώ
ρησε.
Οι θ
εοί το
υ
Ολύ
µπ
ου γ
ιόρτα
σαν
τη ν
ίκη τ
ους
και ευ
χαρίσ
τησαν
τη Γ
η π
ου τ
όσο π
ολύ
τους
βοήθ
ησε.
Οι Γ
ίγαντ
ες ή
ταν
όντ
α τ
ροµακτι
κά κ
αι
υπ
ερφ
υσικ
ά. Ε
ίχαν
µορφή α
νθρώ
που µ
α ή
ταν
τροµερ
οί στ
ην
όψη, π
ελώ
ριο
ι στο
ανά
στη
µα κ
αι
ακατα
µάχητ
οι στη
δύνα
µη. Τ
ο σ
ώµα τ
ους
ήτα
ν
φολι
δω
τό κ
αι κατέ
ληγε
σε
ουρά σ
αύρας.
Είχ
αν
πυκνά
µαλλ
ιά κ
αι µακριά
γέν
ια. Σ
τα τ
ριχ
ωτά
χέρ
ια τ
ους
κρατο
ύσαν
µακριά
και λα
µπ
ερά
ακόντ
ια. Μ
ολο
νότι
είχ
αν
θεϊ
κή κ
ατα
γωγή
ήτα
ν θ
νητο
ί ή τ
ουλά
χισ
τον
για ν
α σ
κοτω
θούν
έπρεπ
ε να
χτυ
πηθούν
ταυτό
χρο
να α
πό έ
να θ
εό κ
αι
ένα
θνη
τό.
Ήτα
ν π
ολύ
περ
ισσότε
ροι απ
ό τ
ους
Τιτ
άνε
ς, τ
ους
Κύκλω
πες
και το
υς
Εκατό
γχει
ρες
. Υ
πολο
γίζο
νται γύ
ρω
στο
υς
εκατό
. Κ
ατο
ικούσαν
στι
ς
δυτι
κές
ακτέ
ς το
υ Ω
κεα
νού ό
που σ
υχνά
τους
επισ
κέπ
τοντ
αν
οι θ
εοί
και έπ
αιρ
ναν
µέρ
ος
στα σ
υµπ
όσιά
τους.
Αυτό
γιν
όταν
στις
γιο
ρτές
ότα
ν οι Γ
ίγαντ
ες π
ροσέφ
εραν
εκατό
µβες
. Α
κόµα κ
αι στο
δρόµο, ότ
αν
τους
συνα
ντούσαν
οι θ
εοί, π
ήγα
ιναν
µαζί
τους.
Η δ
ύνα
µη
των
Γιγ
άντ
ων
ήταν
αφ
άντ
αστ
η. Μ
πορούσαν
να ξ
εκολλ
ούν
µε
ευκολί
α
βράχους
ολό
κλη
ρους κ
αι να
τους
εκσφ
ενδονί
ζουν
µακριά
.
Η Γ
η ή
ταν
οργι
σµέν
η απ
ό
την
τύχη π
ου
είχαν
οι
Τιτ
άνε
ς µετ
ά τ
ο τ
έλος
της
Τιτ
ανο
µαχία
ς. Μ
ολο
νότι
είχε
βοηθήσει
τον
εγγο
νό
της
µε
κάθ
ε τρ
όπ
ο γ
ια ν
α
επικ
ρατή
σει
, δεν
άντ
εχε
να
βλέ
πει
τους
γιους
και τι
ς
κόρες
της
φυλα
κισ
µέν
ους
στα
Τάρτ
αρα. Έ
τσι, ό
ταν
είδε
την
τεράστ
ια δ
ύνα
µη
που ε
ίχαν
οι Γ
ίγαντ
ες, το
υς
ξεσήκω
σε
σε
πόλε
µο ε
ναντ
ίον
των
Ολυ
µπ
ίων.
Ο ∆
ίας κ
αι τα
αδέρ
φια
του
έπρεπ
ε
να π
εράσουν
άλλ
η µια
δοκ
ιµασία
. Ξ
έσπ
ασε
µια
τροµερ
ή µ
άχη π
ου
έµει
νε γ
νωστή
µε
το ό
νοµα Γ
ιγαντ
οµαχία
.
Η ε
πίθ
εση τ
ων
Γιγ
άντ
ων
µάλι
στα
έγι
νε χ
ωρίς
καµι
ά π
ροει
δοπ
οίη
ση.
Ξαφ
νικά ο
ι θ
εοί το
υ Ο
λύµπ
ου δ
έχτη
καν
βροχή α
πό β
ράχους,
ανα
µµέν
ους
δαυλο
ύς
και ολό
κλη
ρα φ
λεγό
µεν
α δ
έντρ
α. Ο
ι Γ
ίγαντ
ες
ξερίζ
ωνα
ν τα
βουνά
και τα
τοπ
οθ
ετούσαν
το έ
να π
άνω
στο
άλλ
ο γ
ια
να σ
καρφ
αλώ
σουν
στη
ν ψηλό
τερη κ
ορυφ
ή τ
ου Ο
λύµπ
ου, εκ
εί ό
που
ήτα
ν χτι
σµέν
α τ
α θ
εϊκά π
αλά
τια. Η
Γη
και ο Ο
υρανό
ς ανα
στα
τώθ
ηκαν.
Στε
ριέ
ς βούλι
αζαν
και π
οτά
µια
άλλ
αζα
ν π
ορεί
ες. Ο
ι οροσει
ρές
τραντ
άζο
νταν
συθ
έµελ
α κ
αι σαν
φύλλ
α δ
έντρ
ων
έτρεµ
αν.

Οι θεο
ί το
υ Ο
λύµπ
ου ε
τοιµ
άστη
καν
για π
όλε
µο. Α
ρχηγό
ς στο
θεϊ
κό
στρ
ατό
πεδ
ο ή
ταν
ο ∆
ίας,
οπ
λισµέν
ος
όχι µόνο
µε
την
αστρ
απ
ή κ
αι το
ν
κερ
αυνό
, όπ
ως
στη
ν Τ
ιτανο
µαχία
, αλλ
ά κ
αι µε
την
αιγ
ίδα, το
δέρ
µα
κατσ
ίκας π
ου ε
ίχε
πάνω
το κ
εφάλι
της
Γοργό
νας.
Η
τροµερ
ή µ
ορφ
ή
της
έσπ
ερνε
τον
πανι
κό ή
απ
ολί
θω
νε ό
ποιο
ν τη
ν αντ
ίκριζ
ε.
Πλά
ι το
υ π
ιστή
σύµµαχος
η
κόρη τ
ου η
Αθ
ηνά
, η θ
εά τ
ων
µαχώ
ν, π
ου µ
όλι
ς εί
χε
γενν
ηθ
εί π
άνο
πλη
απ
ό τ
ο
τεράστι
ο κ
εφάλι
του.
Φορώ
ντας
την
πανο
πλί
α τ
ης
και µε
το «
γοργώ
νειο
» σ
το
στή
θος
πολέ
µησε
καλύ
τερα
και απ
ό ά
ντρας.
Παραστά
τες
του
∆ία
ήτα
ν η
Νίκ
η κ
αι η
φοβερ
ή µ
άνα
της
η Σ
τύγα
. Π
ρω
τοπ
αλί
καρά τ
ου
ήταν
ο Π
οσει
δώ
νας,
ο Α
πόλλ
ωνα
ς
και ο Ή
φαισ
τος
,που
σε
κάπ
οια
στι
γµή π
ου ε
ίδε
κουρασµέν
ο τ
ον
Ήλι
ο
τον
πήρε
πάνω
στο
δικ
ό τ
ου ά
ρµα. Μ
α κ
αι οι θεέ
ς π
ρόσφ
εραν
µε
κάθ
ε
τρόπ
ο τ
η βοήθει
ά τ
ους,
η Ή
ρα, η Α
φροδίτ
η, η Ά
ρτεµ
η, η
Εκάτη
και οι
Μοίρ
ες. Μ
όνο
η ∆
ήµητρ
α δ
ε συµ
µετ
είχε
στον
αγώ
να α
υτό
ν γι
ατί
είχ
ε
ιδια
ίτερ
η σ
υγγέ
νεια
µε
τη Γ
η, π
ροστά
τευε
τους κ
αρπ
ούς
που φ
ύτρ
ωνα
ν
στο
ιερ
ό τ
ης
χώ
µα.
Καθ
ένας
θεό
ς και καθ
εµιά
θεά
σκότω
σαν
έναν
ή π
ερισ
σότε
ρους
απ
ό
τους
Γίγ
αντ
ες.
Ο π
όλε
µος
κρατο
ύσε
πολύ
καιρ
ό µ
α µ
ε κανέ
ναν
τρόπ
ο ο
ι Ο
λύµπ
ιοι δεν
µπ
ορούσαν
να ν
ικήσουν.
Τότε
η Α
θηνά
έµαθ
ε το
ν π
ανά
ρχαιο
χρησµό
που έ
λεγε
πω
ς οι Γ
ίγαντ
ες θ
α χ
αθ
ούν
µόνο
αν
κάπ
οιο
ι θ
νητο
ί
πολε
µήσουν
στο
πλά
ι τω
ν αθ
ανά
των.
Μόλι
ς το
άκουσε
ο ∆
ίας
έστε
ιλε
την
Αθ
ηνά
να φ
ωνά
ξει
δυο θ
νητο
ύς
γιους
του,
τον
Ηρακλή
και το
ν
∆ιό
νυσο. Η
Γη α
µέσ
ως
άρχισ
ε να
ψάχνε
ι έν
α µ
αγι
κό β
οτά
νι π
ου θ
α
έκανε
ατρ
όµητο
υς
τους Γ
ίγαντ
ες α
πό τ
α β
έλη τ
ων
θνη
τών.
Ο ∆
ίας
για
να τ
ην
καθ
υστε
ρήσει
απ
αγό
ρευ
σε
στο
ν Ή
λιο, τη
Σελ
ήνη
και τη
ν Α
υγή
να α
νατε
ίλουν
. Έ
τσι, ε
πικ
ράτη
σε
για π
ολλ
ές µ
έρες
σκοτά
δι µέχ
ρι π
ου ο
∆ία
ς β
ρήκε
πρώ
τος
το µ
αγι
κό β
οτά
νι κ
αι το
κατέ
στρ
εψε.
Έτσ
ι η π
ορεί
α
προς τ
η ν
ίκη ξ
εκίν
ησε.
Σε
λίγο
κατέ
φθ
ασε
ο Η
ρακλή
ς π
ου υ
πήρξε
ο
πολυ
τιµότ
ερος
σύµµαχος
της
Αθ
ηνά
ς σ
'
αυτό
ν το
ν αγώ
να κ
αι µε
τα
βέλ
η τ
ου
σκότω
σε
πάρα
πολλ
ούς
Γίγ
αντ
ες.
Μάλι
στα
, επ
ειδή ή
ταν
γιος
του
∆ία
, µπ
ορούσε
ότα
ν
κουραζό
ταν
απ
ό τ
ην
πολύ
ωρη µ
άχη, ν'
ανε
βαίν
ει
στο
άρµα τ
ου
θεϊ
κού
πατέ
ρα τ
ου. Ο
∆ιό
νυσος
ήρθε
µε
τη σ
υνο
δεί
α τ
ου, το
υς
Σάτυ
ρους
και το
υς
Κορύβαντ
ες,
καβάλα
πάνω
σε
γαϊδ
ούρι
α π
ου µ
ε το
υς
κρότο
υς
και τα
γκαρίσ
µατά
τους
πολλ
ές φ
ορές
τρόµα
ζαν
τους
Γίγ
αντ
ες. Έ
να ά
λλο ό
πλο
του
∆ιό
νυσου ή
ταν
και ο θ
ύρσ
ος,
το σ
ύµβολό
του,
ένα
µακρύ ρ
αβδί
στο
λισµέν
ο µ
ε κισ
σό. Ο
ι δυο γ
ιοι το
υ ∆
ία γ
ια τ
η γε
νναιό
τητα
και το
θάρρος
που έ
δει
ξαν
στη
Γιγ
αντ
οµαχία
αντ
αµεί
φθ
ηκαν
και έγ
ιναν
αθάνα
τοι.
Έτσ
ι, ο
∆ία
ς δια
τήρησε
την
εξουσία
του κ
αι η
εποχή τ
ων
θεώ
ν το
υ
Ολύ
µπ
ου µ
πορούσε
να ξ
εκιν
ήσει
!

Ο
ΝΟΜ
Α:
∆ΙΑ
Σ
Π
ροέρ
χετ
αι απ
ό τ
ο α
ρχαιο
ελλη
νικό
δίο
ς, π
ου σ
ηµα
ίνει
λαµπ
ρός.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Μέγ
ας,
Κερ
αυνο
ύλη
ς,
Αργι
κέρ
αυνο
ς,
Μέγ
ιστο
ς,
Άρισ
τος,
Α
στρ
απ
όβροντ
ος.
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
Κρόνο
ς
Μ
ΗΤΕΡΑ
: Ρέα
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
Μόνη
νόµιµ
η
σ
ύζυ
γος
ήταν
η Ή
ρα. Υ
πήρχαν
όµω
ς και π
ολλ
ές ά
λλες
!!!
ΤΟΠ
ΟΣ
: Γ
εννή
θηκε
στην
Κρήτη
, σε
µια
σπηλι
ά τ
ης
Ίδης,
το
Ιδαίο
ν Ά
ντρον.
Tην
ανα
τροφ
ή τ
ου τ
ην ε
ίχαν
ανα
λάβει
οι
Κουρήτε
ς και οι νύ
µφ
ες
Aδράστε
ια κ
αι Ί
δη. A
υτέ
ς ανέ
θρεψ
αν
το π
αιδ
ί µε
το γ
άλα
της
Aµάλθ
ειας κ
ι οι Κ
ουρήτ
ες έ
ξω
απ
ό τ
ο σ
πήλα
ιο τ
ης γ
έννη
σης,
χτυ
πούσαν
τις
ασπ
ίδες
µε
τα δ
όρατά
τους,
κάνο
ντας
θόρυβο, γι
α ν
α
µην
ακούσει
ο Κ
ρόνο
ς το
κλά
µα τ
ου
νεογέ
ννητ
ου
θεο
ύ.

ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Πρω
θυπ
ουργό
ς, βασιλ
ιάς,
µετ
εωρολό
γος,
δικ
αστή
ς,
ηλε
κτρ
ολό
γος.
Ι∆
ΙΟΤΗΤΑ
: Π
ατέ
ρας
των
θεώ
ν και τω
ν
ανθ
ρώ
πω
ν. Ε
ίναι ο
απ
όλυ
τος
κυρία
ρχος
και ρυ
θµισ
τής,
ο θ
εός
της
ισορροπ
ίας,
τ
ης π
αγκ
όσµια
ς τά
ξης
και τη
ς
σ
υµπ
αντ
ικής
αρµον
ίας.
Προστά
της
τω
ν ξέ
νων
και τω
ν όρκω
ν. Τ
ιµω
ρός,
εκδικ
ητή
ς αλλ
ά κ
αι φ
ιλεύ
σπ
λαχνο
ς. Θ
εός
τω
ν καιρ
ικώ
ν µετ
αβολώ
ν, σ
τέλν
ει α
νέµους,
σύνν
εφα, βροχή, αστ
ραπ
ές, καλο
καιρ
ία. Π
ροστά
της
των
φτω
χώ
ν, τ
ων
ξένω
ν, τ
ων
φυγά
δω
ν και τω
ν ικ
ετώ
ν.
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Σ
κήπ
τρο (
χρυσό ρ
αβδί µε
τον
αετ
ό),
αετ
ός,
κερ
αυνό
ς, σ
ύνν
εφα, στέ
µµα,
φύλλ
α δ
ρυός.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
Είχ
ε π
ολλ
ά κ
αι απ
ό δ
ιάφ
ορες
γυνα
ίκες
!
Ο Ζ
ευς
και η
Ήρα ή
ταν
προστά
τες
του
γάµου
. Ή
δη α
πό τ
ην π
ρογα
µια
ία
σχέσ
η τ
ους
γενν
ήθ
ηκαν
η Ή
βη, η
Ειλ
είθ
υια
, ο Ά
ρης
και π
ιθανώ
ς και ο
Ήφ
αισ
τος
Πρώ
τη σ
ύζυ
γός
του
ήταν
η Μ
ήτι
ς, π
ροσω
ποπ
οίη
ση τ
ης
σοφ
ίας
και
επισ
τήµης. Τ
ο τ
έκνο
τους
ήτα
ν η Α
θηνά
η ο
ποία
γεν
νήθηκε
τελι
κά απ
ό τ
ο κεφ
άλι
του.
∆εύ
τερη σ
ύζυ
γός
του ή
ταν
η Θ
έµις
,
προσω
ποπ
οίη
ση τ
ου ν
όµο
υ κ
αι τη
ς
φυσικ
ής
τάξη
ς. Α
πέκ
τησαν
µαζί
τις
Ώρες
,
(την
Ευν
οµία
, τη
∆ίκ
η, τη
ν Ε
ιρήνη
) κ
αι τι
ς
Μοίρ
ες (
Κλω
θώ
, Λ
άχεσ
ις, Ά
τροπ
ος)
.
Τρίτ
η σ
ύζυ
γός
του
ήτα
ν η Ε
υρυνό
µη,
απ
ό τ
ην
οπ
οία
γεν
νήθ
ηκαν
οι τρ
εις
Χάριτ
ες (
Αγλ
αΐα
, Ε
υφ
ροσύνη
, Θ
άλε
ια).
Τέτ
αρτη
ήτα
ν η ∆
ήµητ
ρα µ
ε τη
ν οπ
οία
απ
έκτη
σε
την
Περ
σεφ
όνη
.
Πέµ
πτη
ήτα
ν η Μ
νηµοσύν
η α
πό τ
ην
οπ
οία
γεν
νήθ
ηκαν
οι εν
νέα Μ
ούσες
.
Έκτη
ήτα
ν η Λ
ητώ
, η
οπ
οία
γέν
νησε
τους
θεο
ύς
Απ
όλλ
ωνα
και
Άρτε
µη.
Έβδοµη ή
ταν
η Μ
αία
, α
πό τ
ην
οπ
οία
γεν
νήθηκε
ο θ
εός
Ερµής.
Η
Μαία
επ
ισκεπ
τότα
ν
το ∆
ία τ
ις ν
ύκτε
ς στο
όρος Κ
υλλ
ήνη
την
ώρα π
ου η
Ήρα κ
οιµ
όταν.
Με
τη ∆
ιώνη
, έγ
ινε
πατέ
ρας
της
Αφ
ροδίτ
ης.
Απ
ό τ
η Σ
εµέλ
η, κ
όρη τ
ου Κ
άδµου,
απ
έκτη
σε
τον
ηµίθ
εο ∆
ιόνυ
σο.
Απ
ό τ
η Λ
ήδα, κόρη τ
ου Θ
εστί
ου,
απ
έκτη
σε
την
"Ωραία
" Ε
λένη
και το
υς
∆ιό
σκουρους, το
ν Κ
άστ
ορα κ
αι το
ν
Πολυ
δεύ
κη.
Απ
ό τ
ην
Αλκ
µήνη
, κόρη τ
ου
Ηλε
κτρ
ύω
νος,
απ
έκτη
σε
τον
Ηρακλή
.
Απ
ό τ
ην
Αντ
ιόπ
η α
πέκ
τησε
τους
Θηβαίο
υς
∆ιό
σκουρους:
τον
Αµφ
ίωνα
και το
ν Ζ
ήθ
ο.
Απ
ό τ
η ν
ύµφ
η Κ
αλλ
ιστώ
απ
έκτη
σε
τον
Αρκάδα, το
ν π
ρόγο
νο τ
ων
Αρκάδω
ν.
Απ
ό τ
η ν
ύµφ
η Τ
αϋγέ
τη α
πέκ
τησε
τον
Λακεδ
αίµ
ονα
. Α
πό τ
ην
Ευρώ
πη α
πέκ
τησε
το Μ
ίνω
α κ
αι το
Ραδάµανθ
υ.
Απ
ό τ
η ∆
ανά
η, τη
ν κόρη τ
ου
Ακρίσ
ιου, απ
έκτη
σε
τον
Περ
σέα
.
Απ
ό τ
ην
Ιώ
, τη
ν κόρη τ
ου Ι
νάχου, απ
έκτη
σε
τον
Έπ
αφ
ο.
Με
τη Θ
έτιδ
α, απ
έκτη
σε
τον
Αχιλ
λέα.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Σε
όλε
ς σχεδ
όν
τις κ
ορυφ
ές τ
ων
βουνώ
ν
υπ
ήρχαν
βω
µοί, ό
που π
ρόσφ
εραν
θυσίε
ς. Τ
α π
ιο σ
ηµαντ
ικά ιερ
ά τ
ου,
ήτα
ν το
µαντ
είο
της
∆ω
δώ
νης
στη
ν Ή
πει
ρο, όπ
ου
οι ιέ
ρει
ες δ
ίνουν
χρησµούς,
αφ
ού
πρώ
τα α
κούσουν
το θ
ρόισ
µα τ
ων
φύλλ
ων
της
ιερής
βελ
ανι
διά
ς. Ε
κεί
οι ιε
ρεί
ς, ο
ι Σ
ελλο
ί, κ
οιµ
όντο
υσα
ν κατα
γής
και δεν
έπλε
ναν
τα π
όδια
τους.
Ο π
ιο µ
εγαλο
πρεπ
ής
ναός,
βρισ
κότα
ν στο
κέν
τρο τ
ης
ιερής
Άλτ
ης,
στη
ν Ο
λυµπ
ία. Σ
το κ
έντρ
ο τ
ου
βρισ
κότα
ν το
χρυσελ
εφάντ
ινο ά
γαλµ
α τ
ου
∆ία
. Π
ρος
τιµήν
του
τελο
ύντ
αν
κάθ
ε 2
η ή
3η π
ανσ
έληνο
µετ
ά τ
ις θ
εριν
ές τ
ροπ
ές τ
ου
ήλι
ου, τα
Ολύ
µπ
ια. Γ
υµνο
ί

οι αθ
λητέ
ς, ε
λεύθ
εροι Έ
λληνε
ς, α
µίλ
λοντ
αν
για τ
ον
ιερό κ
ότι
νο, κλα
δί
αγρ
ιελι
άς,
απ
’ το
ναό τ
ου ∆
ία.
Ο ν
αός-
µαντ
είο
του Ά
µµω
να σ
τις
Θήβες
(Κ
αρνά
κ)
της
Αιγ
ύπ
του. Τ
α σ
ηµεί
α τ
ου θ
εού π
ροέρ
χοντ
αν
απ
ό
το ά
γαλµ
ά τ
ου, το
πέτ
αγµ
α τ
ων
πουλι
ών,
το θ
ρόισ
µα
των
φύλλ
ων
ή τ
ο κ
ελάρυσ
µα µ
ιας
πηγή
ς.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Ό
λοι οι άλλ
οι θ
εοί ήτ
αν
οι βοηθ
οί το
υ.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Πρώ
τος σ
ε αξί
α α
π’ ό
λους
τους
θεο
ύς,
παντ
οδύν
αµο
ς, ο π
ιο έ
ξυπ
νος,
ο π
ιο
φοβερ
ός,
ο π
ιο π
ονη
ρός,
ο π
ιο κ
αλό
ς, α
λλά κ
αι ο π
ιο
κακός. Τ
ον
χαρακτή
ριζ
ε η δ
ικαιο
σύνη
και η
ηθ
ικά
τελε
ιότη
τα.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Ά
λλαζε
µορφ
ές γ
ια ν
α π
λησιά
ζει
διά
φορες
γυνα
ίκες
και να
πετ
ύχει
το σ
κοπ
ό τ
ου. Γ
ια
την
Αντ
ιόπ
η π
ήρε
τη µ
ορφ
ή σ
άτυ
ρου. Γ
ια ν
α
παραπ
λανή
σει
την
Ευρώ
πη,
µετ
αµορφ
ώθ
ηκε
σε
ταύρο
. Γ
ια ν
α φ
τάσει
τη ∆
ανά
η π
ου ή
ταν
κλε
ισµέν
η σ
’ ένα
µπ
ρούντ
ζινο
πύργο
, µετ
αµορφ
ώθ
ηκε
σε
χρυσή β
ροχή. Γ
ια τ
η Λ
ήδα
, π
ήρε
τη µ
ορφ
ή
κύκνο
υ. Γ
ια τ
ην
Ήρα έ
γινε
κούκος.
ΟΝΟΜ
Α:
ΗΡΑ
( έ
ρα:
γη, hera
: κυρία
)
Ε
ΠΩ
ΝΥΜ
Ο:
Ζηλι
αρόγα
τα, Α
κραία
,
Α
πατή
λος.
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
Κρόνο
ς
Μ
ΗΤΕΡΑ
: Ρέα
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
∆ία
ς
ΤΟΠ
ΟΣ
: Σ
αν
γενέ
θλι
οι τό
ποι τη
ς
προβάλλ
οντ
αν
η Σ
άµος,
το Ά
ργο
ς, η
Εύβοια
και η Σ
τύµφ
αλο
ς τη
ς Α
ρκαδία
ς.
Σ
ύµφ
ωνα
µε
άλλ
ους,
ανα
τράφ
ηκε
απ
ό
το
ν Ω
κεα
νό κ
αι τη
ν Τ
ηθ
ύ. Ά
λλοι
ισ
χυρίζ
οντα
ν ότι
την
είχε
ανα
θρέψ
ει ο
Τήµεν
ος,
γιο
ς το
υ Π
ελασγο
ύ ή
οι Ώ
ρες
ή
ότι
έµεν
ε κοντ
ά σ
τις
κόρες
του
Αστε
ρίω
να
σ
το Ά
ργο
ς.
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Βασίλ
ισσα, κοιν
ωνι
ολό
γος,
οικ
ιακά.
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Β
ασίλ
ισσα τ
ων
θεώ
ν, π
ροστά
τιδα τ
ου γ
άµου, τ
ης
οικ
ογέ
νεια
ς και τω
ν γυ
ναικ
ών.
Συµβόλι
ζε τ
ην τ
ίµια
και αδικ
ηµέν
η
γυνα
ίκα.

ΠΑΙ∆
ΙΑ:
Σε
µια
στι
γµή α
γανά
κτη
σης,
γέν
νησε,
µε
την
απ
λή ε
παφ
ή
ενός
άνθ
ους,
το
θεό
Άρη. Μ
ετά α
πό έ
να γ
εύµα µ
ε µαρούλι
α κ
αι χω
ρίς
ερω
τική σ
υνε
ύρεσ
η, συνέ
λαβε
την
Ήβη. Μ
ε το
ν ίδ
ιο τ
ρόπ
ο έ
φερ
ε στο
φω
ς τη
ν Ε
ιλεί
θυια
(θ
εά τ
ων
τοκετ
ών)
και το
φοβερ
ό τ
έρας Τ
υφ
ωέα
µε
τα ε
κατό
κεφ
άλι
α. Ο
Ήφ
αισ
τος ή
ταν
καρπ
ός
της
προγα
µια
ίας
σχέσ
ης
της
µε
το ∆
ία.
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Σ
κήπ
τρο, π
αγό
νι, βόδια
,
ρόδι (σ
ύµβολο
της
αφ
θονί
ας
και τη
ς
συζυγι
κής
αγά
πης),
πόλο
ς (
ψηλό
στέ
µµα),
διά
δηµα, λυ
γαριά
, χρυσός
θρόνο
ς,
κούκος,
κρίν
ος.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Λατρ
εύοντ
αν
σε
όλε
ς τι
ς ελ
ληνι
κές
πόλε
ις. Τ
α κ
ύρια
κέν
τρα λ
ατρ
είας
της
ήταν
το Ά
ργο
ς, η
Σπ
άρτη
και οι
Μ
υκήνε
ς, ό
που υ
πήρχαν
τα π
ερίφ
ηµα
Η
ραία
, οι να
οί τη
ς. Α
λλά λ
ατρ
ευότα
ν και
στη
ν Τ
ίρυνθ
α, στη
ν Κ
όριν
θο, στ
ην
Ε
πίδ
αυρο, στα
Μέγ
αρα, στι
ς αρκαδικ
ές
π
όλε
ις Η
ραία
, Μ
αντ
ίνει
α,
Μεγ
αλό
πολη
,
Στύ
µφ
αλο
, στη
ν Ο
λυµπ
ία,
στην
Πάρο,
στη
∆ήλο
, στ
ην
Αµοργό
, στη
Θήρα,
στην
Αστυ
πάλα
ια, στη
ν Κ
ω, στ
η Ρόδο,
στη
ν Κ
ρήτη
.
Τελ
ούντ
αν
γιορτ
ές, τα
Η
ραία
, π
ρος
ανά
µνη
ση τ
ου µ
εγάλο
υ γ
εγονό
τος
του
Ιερ
ού γ
άµου
της
µε
τον
∆ία
, οι οπ
οίε
ς π
εριλ
άµβανα
ν αγώ
νες,
ποµπ
ές, χορούς
και Ε
κατό
µβαια
(θ
υσίε
ς εκ
ατό
βοδιώ
ν). Σ
τα Η
ραία
της
Ήλι
δας,
που γ
ίνοντ
αν
κάθε
πέν
τε χ
ρόνι
α σ
την
Ολυ
µπ
ία, στο
υς
αγώ
νες
δρόµου λ
άµβανα
ν µέρ
ος κ
αι κορίτ
σια
και οι νι
κήτρ
ιες
στε
φανώ
νοντ
αν
µε
κλα
δί ελ
ιάς.
Περ
ιελά
µβανα
ν επ
ίσης
την
προσφ
ορά ε
νός
πέπ
λου. Σ
τις
Πλα
ταιέ
ς υπ
ήρχε
ναός
της,
µε
άγα
λµα τ
ης
θεά
ς.
Στη
Σάµο γ
ιόρτα
ζαν
προς
τιµή
της
κάθ
ε χρόνο
τα Τ
όνα
ια ή
Τόνε
ια,
όπ
ου µ
ετέφ
εραν
στην
παραλί
α τ
ο λα
τρευ
τικό τ
ης
είδω
λο π
ου έ
στε
κε
στο
ν π
άντ
α α
νοικ
τό ν
αό τ
ης,
το κ
αθάριζ
αν
και το
ποθ
ετούσαν
µπ
ροστά
του
ένα γ
λύκισ
µα. Ό
σοι µετ
είχαν
στη
γιο
ρτή
φορούσαν
στεφ
άνι
α α
πό
λυγα
ριά
και δάφ
νη.
Τα Η
ραία
γιο
ρτά
ζοντ
αν
µε π
οικ
ίλους
τρόπ
ους
και σε
άλλ
ες π
όλε
ις
όπ
ως
στη
Μαντ
ίνει
α, στ
η Μ
εγαλό
πολι
, στη
Στύ
µφ
αλο
, στη
ν Κ
όριν
θο,
στη
Κνω
σσό κ
αι στη
ν Α
θήνα
όπ
ου η
γιο
ρτή ε
ίχε
την
ονο
µασία
«Θ
εογά
µια
». Γ
ιορτά
ζοντ
αν
την
24η τ
ου µ
ηνό
ς Γ
αµηλι
ώνο
ς.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
:
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Αυσ
τηρή α
λλά
και εκ
δικ
ητι
κή. Μ
εγαλο
πρεπ
ής, σεµ
νή,
όµορφ
η κ
αι απ
όλυ
τα α
φοσ
ιωµέν
η σ
τον
άντ
ρα τ
ης. Κ
ακιά
, µν
ησίκ
ακη, υπ
ερήφ
ανη
,
είχε
βασιλ
ικό π
αράστη
µα. Ζ
ήλευ
ε και
θύµω
νε µ
ε τι
ς απ
ιστί
ες κ
αι τη
συµπ
εριφ
ορά τ
ου
∆ία
.
Το µ
ίσος
και η κ
ατά
ρα τ
ης
είχαν
κατα
στρέψ
ει α
νθρώ
πους
και
βασίλ
εια.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Μ
ια β
ροχερ
ή, χει
µερ
ινή
ηµέρ
α, καθ
ώς
η θ
εά π
ερπ
ατο
ύσε
στο
δάσος,
ο ∆
ίας µ
εταµο
ρφ
ώθ
ηκε
σε
κούκο κ
αι έπ
εσε
στα
πόδια
της
ανυ
ποψία
στη
ς Ή
ρας.
Η θ
εά λ
υπ
ήθηκε
το µ
ισοπ
αγω
µέν
ο π
λάσµα.
Έσκυψε,
το π
ήρε
στη
ν αγκ
αλι
ά τ
ης
και το
χάιδ
εψε.
Τότε
ο Ζ
ευς
πήρε
τη
ν π
ραγµ
ατι
κή τ
ου
µορ
φή. Ε
πιβ
λητι
κός
και π
ανί
σχυρος
εξουδετ
έρω
σε
και τι
ς
τελ
ευτα
ίες
αντ
ιστά
σει
ς τη
ς θεά
ς. Η
Ήρα
συνα
ίνεσ
ε στ
ην σ
υνεύ
ρεση α
φού
πρώ
τα ε
ξασφ
άλι
σε
"υπ
όσχεσ
η γ
άµου".
Επ
ί τρ
ιακόσια
χρόνι
α δ
ιατη
ρούσε
δεσ
µό µ
ε
το ∆
ία σ
ε µια
απ
όκρυφ
η γ
ωνι
ά τ
ου
Κιθ
αιρ
ώνα
, κρυφ
ά α
πό τ
ους γ
ονε
ίς τ
ους.
Στο
γάµο τ
ης,
η µ
ητέρ
α τ
ης,
η Ρ
έα, τη
ς
χάρισ
ε µια
µηλ
ιά π
ου έ
κανε
χρυσά µ
ήλα
.
Την
φύτ
εψε
στο
ν κήπ
ο τ
ων
Εσπ
ερίδ
ων.

Η Ή
ρα α
ντιπ
αθ
ούσε
τους
Τρώ
ες κ
αι στο
ν Τ
ρω
ικό π
όλε
µο ή
ταν
µε
το
µέρ
ος
των
Αργ
είω
ν γι
α δ
ύο λ
όγο
υς.
Ο π
ρώ
τος
ήτα
ν ότ
ι το
Άργο
ς ή
ταν
ο α
γαπ
ηµέν
ος
της
τόπ
ος. Ο
άλλ
ος λ
όγο
ς ήτ
αν
σχετ
ικός
µε
την
"κρίσ
η
του
Πάρη".
Η Ή
ρα, η Α
θηνά
και η Α
φροδίτ
η διε
κδικ
ούσαν
το µ
ήλο τ
ης
Έριδ
ας
που θ
α δ
ινότα
ν στη
ν "κ
αλλ
ίστη
". Ο
Πάρις
είχ
ε δώ
σει
το µ
ήλο
στη
ν Α
φροδίτ
η κ
ι αυτ
ό ε
ίχε
προκαλέ
σει
την
εχθ
ρικ
ή σ
τάση τ
ης
θεά
ς
απ
έναντ
ι στ
ους
Τρώ
ες.
Η ο
ργή
της
Ήρας
για τ
ις α
πισ
τίες
του σ
υζύ
γου
της
δεν
έχει
όρια
.
Καθ
υστέ
ρησε
τον
τοκετ
ό τ
ης
Αλκ
µήνη
ς ε
ννέα
µέρ
ες κ
αι
κατό
πιν
έστ
ειλε
δύο φ
ίδια
να
πνί
ξουν
τον
Ηρακλή
. Έ
πει
σε
την
έγκυο Σ
εµέλ
η ν
’ απ
αιτ
ήσει
απ
ό τ
ο ∆
ία ν
α τ
ης
εµφ
ανι
στε
ί
µε
τη θ
εϊκή τ
ου µ
εγαλο
πρέπ
εια
κι έσ
τειλ
ε το
υς
Τιτ
άνε
ς να
δια
µελ
ίσουν
το ∆
ιόνυ
σο.
Τρέλ
ανε
την
Ινώ
. Κ
ατα
δίω
ξε
τη
Λητώ
να µ
η βρίσ
κει
τόπ
ο ν
α γ
εννή
σει
κι έσ
τειλ
ε έν
α φ
ίδι εν
αντ
ίον
της.
Μετ
αµόρφ
ωσε
την
Καλλ
ιστώ
σε
αρκούδα κ
ι έβ
αλε
την
Άρτ
εµη
να τ
η
σκοτώ
σει
. Τ
ιµω
ρεί
όπ
οιο
ν το
λµήσει
να σ
υγκριθ
εί µ
αζί
της.
Στο
φτέ
ρω
µα τ
ου π
αγω
νιού
θεω
ρούντ
αν
πω
ς εί
χε
τα µ
άτι
α τ
ου
Άργο
υ, π
ου
φρουρούσε
την
Ιώ
.
ΟΝΟΜ
Α:
Π
ΟΣ
ΕΙ∆
ΩΝ
ΑΣ
"
Ποσει
δώ
ν"
σ
χετ
ίζετ
αι ετ
υµολο
γικά
µε
την
λέξη
"π
όντ
ος (
=
θ
άλα
σσα)"
δηλ.
"Π
οντ
ο-"
+ "
- ιδώ
ν".
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Θαλα
σσόλυ
κος,
Κοσµοσεί
στης,
Πλη
µµύρας.
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
Κρόνο
ς
ΜΗΤΕΡΑ
: Ρέα
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
Αµφ
ιτρί
τη, η ν
όµιµ
η, αλλ
ά
ερω
τεύτη
κε
και π
ολλ
ές ά
λλες
!!!
ΤΟΠ
ΟΣ
: Μ
εγάλω
σε
στη
Ρόδο.
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Καπ
ετάνι
ος,
ψαράς,
δύτη
ς,
γεω
λόγο
ς, γ
ητε
υτή
ς, σ
εισµολό
γος.

Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Θ
εός
της
θάλα
σσας
και όλο
υ το
υ υγ
ρού σ
τοιχ
είου, δηλα
δή
των
λιµν
ών,
τω
ν π
οτα
µώ
ν και τω
ν π
ηγώ
ν. Π
ροστά
της
των
ναυτι
κώ
ν
και τω
ν ψαράδω
ν. Υ
πεύ
θυνο
ς γι
α γ
εωλο
γικά φ
αιν
όµεν
α, όπ
ως
σει
σµούς.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
Απ
ό τ
ο γ
άµο τ
ου
µε
την
Αµφ
ιτρίτ
η, γ
εννή
θηκαν
ο Τ
ρίτ
ωνα
ς, η Ρ
όδος κ
αι η Β
ενθ
εσικ
ύµη. Μ
ε µορφ
ή α
λόγο
υ έ
σµιξ
ε µε
τη
Μέδ
ουσα, η
οπ
οία
συνέ
λαβε
τα π
ερίφ
ηµα ά
λογα
Χρυσάορα κ
αι Π
ήγα
σο,
που ξ
επήδησαν
απ
ό τ
ο σ
ώµα τ
ης,
ότα
ν απ
οκεφ
αλί
στη
κε
απ
ό τ
ον
Περ
σέα
. Μ
ε τη
Γαία
απ
έκτη
σε
τον
Γίγ
αντ
α Α
νταίο
. Α
πό τ
ην
Αµυ
µώ
νη
(∆
ανα
ΐδα),
γεν
νήθ
ηκε
ο
Ναύπ
λιος.
Απ
ό τ
ην
Αίθ
ρα,
γ
εννή
θηκε
ο Θ
ησέα
ς. Μ
ε τη
Μ
ήστρ
α, απ
έκτη
σε
τον
Ώγυ
γο.
Μ
ε τη
ν Τ
υρώ
, το
υς
δίδ
υµους
Πελ
ία
και Ν
ηλέ
α. Μ
ε τη
Χιό
νη, το
ν
Ε
ύµολ
πο. Μ
ε τη
Λιβ
ύη ή
την
Λυσιά
νασσα, το
ν Β
ούσιρ
ις. Μ
ε τη
Ν
ύµφ
η Θ
όω
σα, απ
έκτη
σε
τον
Κύκλω
πα Π
ολύ
φηµο. Μ
ε τη
Σκαµανδ
ρονί
κη
τον
Κύκνο
. Μ
ε τη
ν Ε
υρυάλη
, κόρη τ
ου
Μίν
ωα α
πέκ
τησε
τον
Ωρίω
να. Ο
ι
µυθ
ικοί Γ
ίγαντ
ες Ώ
τος
και Ε
φιά
λτης,
γεν
νήθ
ηκαν
απ
ό τ
ην έ
νωσή τ
ου
µε
την
Ιφ
ιµέδ
εια. Ο
Σκίρ
ωνα
ς, ο
Σίν
ης
και ο Π
ροκρούστη
ς, ή
ταν
επίσ
ης
παιδ
ιά τ
ου Π
οσει
δώ
να.
Ήτα
ν π
ατέ
ρας
ακόµα τ
ου Θ
ησέα
, αλλ
ά κ
αι το
υ Π
ροκρούστη
και το
υ
Σκίρ
ωνα
του
Τιτ
υού
(απ
ό τ
ην Ε
λαρά, κόρη τ
ου
Ορχοµεν
ού κ
αι το
υ
Ωρίω
να (
απ
ό τ
ην
Ευρυάλη
, κόρη τ
ου
Μίν
ωα).
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Τ
ρία
ινα, άλο
γο,
δελ
φίν
ι, χ
ρυσό ά
ρµα
, τό
νος, τα
ύρος,
ενά
λια
τέρατα
.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Λατρ
εύοντ
αν
σ’ ό
λα τ
α ε
λλην
ικά π
αράλι
α κ
αι
νησιά
, εν
ώ
πολλ
οί να
οί το
υ β
ρίσ
κοντ
αι σε
ακρω
τήρια
.
Π
ερίφ
ηµος
ο ν
αός
στο
Σούνι
ο. Π
ρος
τιµήν
τ
ου
γίνο
νταν
µεγ
αλό
πρεπ
ες γ
ιορτέ
ς και
θ
υσία
ζαν
ίππ
ους
ή τ
αύρους,
που έ
ριχ
ναν
στη
θ
άλα
σσα κ
ι ακόµη ψ
άρια
, χοίρ
ους
και
α
γριό
χοιρ
ους. Ν
αοί το
υ υ
πήρχαν:
στο
ν
Ο
ρχοµεν
ό, Θ
εσσαλί
α, ∆
ελφ
ούς,
Π
ελοπ
όνν
ησο, Ε
ύβοια
, Σ
κύρο κ
αι ά
λλα
ν
ησιά
.
Σ
το ν
αό
του σ
τον
Ισθµό τ
ης Κ
ορίν
θου,
τ
ελούν
ταν
οι µεγ
άλο
ι π
ανε
λλήνι
οι α
γώνε
ς, τ
α
Ί
σθµια
, αγώ
νες
αρχικ
ά ν
εκρικ
οί. Γ
ίνοντ
αν
τέλη
Απ
ριλ
ίου,
ανά
τρί
α χ
ρόνι
α, στο
δεύ
τερο
και τρ
ίτο έ
τος
των
Ολυ
µπ
ιάδω
ν. Ή
ταν
αγώ
νες
στε
φανί
τες,
είχ
αν
δηλα
δή, ω
ς έπ
αθ
λο έ
να
στε
φάνι
απ
ό ξ
ερό σ
έλιν
ο, α
ργό
τερα µ
’ ένα
στε
φάνι
απ
ό κ
λαδί το
υ
ιερού π
εύκου, κοντ
ά σ
το β
ωµό. Η
γιο
ρτή
περ
ιελά
µβανε
αγώ
νες
µουσικ
ούς,
κιθ
αρω
δώ
ν, α
οιδ
ών
και π
οιη
τών,
στο
υς
οπ
οίο
υς
µετ
είχαν
και γυ
ναίκ
ες, εν
ώ σ
τα ά
λλα α
γωνί
σµατα
έπ
αιρ
ναν
µέρ
ος
παιδ
ιά κ
αι
έφηβοι.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Τ
ον
συν
όδευ
αν
Νύµφ
ες, εν
άλι
α π
λάσµα
τα,
τρίτ
ωνε
ς (
µισ
οί άνθ
ρω
ποι, µ
ισοί
ψάρια
), ιπ
πόκαµπ
οι, δ
ελφ
ίνια
.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Μεγ
αλο
πρεπ
ής, µε
λευκή
γενε
ιάδα.

∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Ό
ταν
ο Π
οσει
δώ
νας,
ο ∆
ίας
και ο
Άδης
έπρεπ
ε να
µοιρ
άσουν
τον
κόσµο, έβ
αλα
ν κλή
ρο κ
αι ο
∆ία
ς π
ήρε
τον
ουρανό
, ο
Ποσει
δώ
νας
τη θ
άλα
σσα κ
αι ο
Άδης
τον
Κάτω
Κόσ
µο.
Σαν
θεό
ς τη
ς θ
άλα
σσας
ταξί
δευ
ε µε
το χ
ρυσό ά
ρµα τ
ου
πάνω
στα
κύµατα
, π
ου ά
νοιγ
αν
στο π
έρασµά τ
ου,
ενώ
γύρω
του
έπαιζ
αν
δελ
φίν
ια.
Με
την
τρία
ινά τ
ου
µπ
ορούσε
να δ
ηµιο
υργε
ί τρ
ικυµ
ίες,
όσο κ
αι να
ηρεµ
εί τ
α ν
ερά. Ε
ξηµερ
ωτή
ς το
υ
πρώ
του α
λόγο
υ.
ΟΝΟΜ
Α: Α
ΘΗ
ΝΑ
Τ
ο ό
νοµα Α
θηνά
ετυ
µολο
γείτ
αι απ
ό τ
ο
Α-θ
εο-ν
όα ή
Η-θ
εο-ν
όα, δηλα
δή η
νόηση τ
ου Θ
εού.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Πάνο
πλη
, Ε
ξυπ
νούλα
,
Π
αρθ
ένα, Π
αλλ
άδα, Γ
λαυκώ
πιδ
α.
ΠΑΤΕΡΑ
Σ: ∆
ίας
Μητ
έρα:
Μήτ
ιδα
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
Ποτέ
δεν
είχ
ε σύν
τροφ
ο ή
εραστ
ή!
ΤΟΠ
ΟΣ
: Σ
τον
Όλυ
µπ
ο, µέσ
α α
πό τ
ο
κ
εφάλι
του
∆ία
. Ο
ίδιο
ς ο
∆ία
ς,
φ
οβούµεν
ος
ότι
η Μ
ήτι
ς θα γ
εννο
ύσε
έ
να υ
ιό ισχυρότ
ερο α
πό τ
ον
ίδιο
, τη
ν
κ
ατά
πιε
. Α
ργό
τερα
, ο
∆ία
ς άρχισ
ε να
υπ
οφ
έρει
απ
ό π
ονο
κεφ
άλο
υς
και
κάλε
σε
τον
Ήφ
αισ
το ν
α τ
ον
βοηθ
ήσει
.
Τ
ότε
ο Ή
φαισ
τος
µε
µία
µεγ
άλη
σφ
ύρα
κτύ
πησε
την
κεφ
αλή
του
∆ία
και
εξήλθ
ε η Α
θηνά
πάνο
πλη
, φ
ορώ
ντας
περ
ικεφ
αλα
ία κ
αι κρατώ
ντας
µια α
σπ
ίδα
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Καθ
ηγή
τρια
, δασκάλα
, λο
γοτέ
χνη
ς, π
οιή
τρια
, ρήτ
ορας,
ελαιο
παραγω
γός,
υφ
άντ
ρα, γλ
ύπ
της,
σιδ
ηρουργό
ς.

Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Θ
εά τ
ης
σοφ
ίας,
τω
ν επ
ιστη
µώ
ν, τ
ης ε
ργα
τικότη
τας
και
της
αγν
ότητα
ς. Π
ροστά
τιδα κ
άθε
τεχνί
τη, τω
ν ηρώ
ων
και τω
ν
πολε
µικ
ών
τεχνώ
ν. Π
ροστά
τιδα τ
ης
Αθήνα
ς και τη
ς Α
ττικ
ής.
Προστά
τευε
την
υφ
αντ
ική, το
κέν
τηµα
, τη
ν κερ
αµικ
ή, τη
γλυ
πτι
κή κ
αι
τη σ
ιδηρουργί
α, όπ
ως
και τη
γεω
ργί
α.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
∆εν
είχ
ε π
αιδ
ιά!
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Κ
ουκουβάγι
α (
γλαύκα),
περ
ικεφ
αλα
ία,
δόρυ, αιγ
ίδα (
ασπ
ίδα)
αγγ
εία, αργα
λειό
ς, ε
λιά ά
γαλµ
α
του
∆ία
, κόκορας,
γύπ
ας.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Ήτα
ν σοβαρή κ
αι µυ
αλω
µέν
η.
Αγέ
ρω
χη, αυστ
ηρή, γε
νναία
, σοφ
ή. Α
γαπ
ηµέν
η κ
όρη
του
∆ία
.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Σε
πολλ
ές π
όλε
ις λ
άτρ
ευαν
την
Αθηνά
και εί
χαν
χτί
σει
αρκετ
ούς
ναούς
αφ
ιερω
µέν
ους
στο
όνο
µά τ
ης. Ο
πιο
λαµπ
ρός
απ
’
όλο
υς
όµω
ς, ήτα
ν ο
Παρθ
ενώ
νας
πάνω
στη
ν Α
κρόπ
ολη
. Γ
ια ν
α τ
ην
τιµήσουν
οι
Αθ
ηνα
ίοι, έ
κανα
ν κάθε
χρόνο
µια
περ
ίφηµη γ
ιορτή
, τα
Πανα
θήνα
ια κ
αι
γινό
ταν
σαν
ανά
µνη
ση τ
ης
ένω
σης
των
δήµω
ν τη
ς Α
ττικ
ής µ
ε τη
ν π
όλη
της
Αθ
ήνα
ς.
Γίν
οντ
αν
κάθ
ε τέ
σσερ
α
χρόνι
α κ
αι κρατο
ύσαν
δέκ
α µ
έρες
, µε
διά
φορους
δια
γωνι
σµούς
µουσικ
ής,
χορού κ
αι θεά
τρου, αθ
λητι
κά
αγω
νίσµατα
και ιπ
πικ
ούς α
γώνε
ς.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
:
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Σ
την
ασπ
ίδα τ
ης
είχε
τοπ
οθ
ετήσει
το φ
οβερ
ό
κεφ
άλι
της
Μέδ
ουσας.
∆ια
γωνί
στη
κε
µε
το θ
είο τ
ης,
τον
Ποσει
δώ
να, γι
α τ
ο π
οιο
ς θ
α
κέρ
διζ
ε µια
πόλη
. Ο
Ποσει
δώ
νας
πρόσφ
ερε
ένα κ
ατά
λευκο ά
λογο
ή
πηγή
και η
θεά
Αθηνά
µια
ελι
ά. Η
Αθ
ηνά
κέρ
δισ
ε κι έγ
ινε
προστά
τιδα
της
πόλη
ς τη
ς Α
θήνα
ς. Γ
λαυκώ
πιδ
α τ
ην
έλεγ
αν,
για
τί ε
ίχε
πράσιν
α
µάτι
α σ
αν
της
κουκουβάγι
ας
(γλα
ύκα).
Υπ
οστή
ριζ
ε π
άντ
οτε
αυτο
ύς
που
έχουν
δίκ
ιο. Ε
ίχε
πολε
µικ
ή δ
ύνα
µη
ανώ
τερη τ
ου
Άρη. Ε
µπ
νέει
το
θάρρος,
τη φ
ρόνη
ση, τη
ν έλ
λογο
ανδ
ρεί
α κ
αι δίν
ει τ
η νί
κη σ
ε όσους
ευνο
εί.
∆ίδ
αξε
διά
φορες
τέχ
νες,
όπ
ως
την
καλλ
ιέργε
ια τ
ης
γης
και
συγκ
εκριµ
ένα τ
ης
ελιά
ς, τ
ο χ
τίσιµ
ο
των
σπ
ιτιώ
ν, τ
ο δ
άµασµα
τω
ν
αλό
γων
και τη
ν κατα
σκευ
ή ό
πλω
ν,
εργα
λείω
ν και π
ήλι
νων
έργω
ν τέ
χνη
ς.
Θεω
ρεί
ται εφ
ευρέτ
ης
του π
ολε
µικ
ού,
ένοπ
λου χ
ορού π
υρρίχ
ιου, π
ου
χόρευ
αν
στα
Πανα
θήνα
ια.
Μπ
ορεί
ο Ά
ρης
να ή
ταν
ο θ
εός τ
ου π
ολέ
µου,
ωστό
σο η
Αθηνά
τα
κατά
φερ
νε κ
αλύ
τερα α
πό κ
είνο
ν στι
ς µάχες
. Κ
ρατώ
ντας
ασπ
ίδα κ
αι
δόρυ, έµ
παιν
ε µπ
ροστά
και εµ
ψύχω
νε τ
ους
πολε
µισ
τές
που τ
ην
ακολο
υθ
ούσαν.
Η Α
θηνά
αγα
πούσε
και π
ροστά
τευε
τους
γενν
αίο
υς
άνδ
ρες
και, φ
υσικ
ά, το
υς
Έλλ
ηνε
ς.
Είν
αι γν
ωστή
η α
γάπ
η τ
ης π
ρος
τον
Οδυσσέα
.
Χάρη σ
τη β
οήθ
εια τ
ης
Αθ
ηνά
ς κ
ατά
φερ
ε ο
βασιλ
ιάς
της
Ιθ
άκης, ύστε
ρα α
πό π
ολλ
ά
χρόνι
α ν
α γ
υρίσ
ει σ
την
πατρ
ίδα τ
ου, αφ
ού

ταλα
ιπω
ρήθ
ηκε
αφ
άντ
αστ
α π
αραδέρ
νοντ
ας
στο
υς
ωκεα
νούς.
Ένα
ς
ακόµα γ
εννα
ίος
άνδ
ρας
που π
ροστά
τευε
η Α
θηνά
, ήτα
ν ο ∆
ιοµήδης, ο
θρυλι
κός
βασιλ
ιάς
του Α
ργο
ύς,
στο
ν Τ
ρω
ικό π
όλε
µο.
Η Α
θηνά
δεν
παντ
ρεύ
τηκε
ποτέ
και δεν
ανα
κατε
ύτη
κε
σε
σκάνδ
αλα
όπ
ως
πολλ
οί απ
ό τ
ους
θεο
ύς
του
Ολύ
µπ
ου.
Επ
ινόησε
την
τέχνη
της
υπ
οδηµατο
ποιίας,
της
χρυ
σοχοΐα
ς, τ
ης
χαρακτι
κής,
της
πυρογρ
αφ
ίας,
της
µετ
αλλ
ουργί
ας.
Μια
γυνα
ίκα, π
ου ο
νοµαζό
ταν
Αράχνη
, καυχήθ
ηκε
κάπ
οτε
πω
ς ήτα
ν
ανώ
τερη κ
αι απ
ό τ
ην θ
εά σ
την
υφ
αντ
ική τ
έχνη
και τη
ν π
ροκάλε
σε
σε
µονο
µαχία
. Η
Αθ
ηνά
στο
υφ
αντ
ό τ
ης α
πει
κόνι
ζε τ
η δ
ιαµάχη
µε
τον
Ποσει
δώ
να γ
ια τ
ην
Αθ
ήνα
, εν
ώ η
Αράχνη
περ
ιγελ
ούσε
τα ε
ρω
τικά
κατο
ρθ
ώµατα
τω
ν θ
εών
του
Ολύ
µπ
ου.
Οργι
σµέν
η η
Αθ
ηνά
έσκισ
ε το
υφ
αντ
ό τ
ης
Αράχνη
ς, ο
πότε
αυτ
ή
κρεµ
άστη
κε.
Η Α
θηνά
την
λυπ
ήθηκε
και χαλά
ρω
σε
τη θ
ηλε
ιά α
πό τ
ο
λαιµ
ό τη
ς, τ
ην τ
ιµώ
ρησε
όµω
ς και τη
µετ
αµόρφ
ωσε
στο
έντ
οµο α
ράχνη
.
ΟΝΟΜ
Α:
∆Η
ΜΗ
ΤΡΑ
∆
ηµήτη
ρ: Τ
ο ό
νοµά τ
ης
προέρ
χετ
αι απ
ό τ
ο ∆
η
(δω
ρικ
ό τ
ύπ
ο τ
ου Γ
η)
και το
µήτ
ηρ κ
αι σηµαίν
ει
µητέ
ρα γ
η.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Μητ
έρα, Π
ικρα
µέν
η, Π
ολύ
καρπ
η,
Στα
χοφ
όρος.
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
Κρόνο
ς
Μ
ΗΤΕΡΑ
: Ρέα
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
∆εν
παντ
ρεύ
τηκε!
Είχ
ε όµω
ς π
αιδ
ιά!
Τ
ΟΠ
ΟΣ
: Κ
άπ
ου π
άνω
στη
Γη...
Ε
ΠΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Αγρ
ότι
σσα, γε
ωπ
όνο
ς.
Ι∆
ΙΟΤΗΤΑ
: Π
ροστά
τιδα τ
ης γ
εωργί
ας,
αλλ
ά κ
αι
της
ελεύ
θερ
ης
βλά
στη
σης, το
υ ε
δάφ
ους
και τη
ς
γονι
µότη
τας
αυτ
ού, συν
έπει
α τ
ων
οπ
οίω
ν ήτα
ν να
θ
εωρεί
ται και π
ροστά
τιδα τ
ου γ
άµου
και τη
ς
µητρ
ότητ
ας
των
ανθ
ρώ
πω
ν. Ν
οµοθ
έτης
και
π
ροστά
τισσα τ
ων
θεσ
µώ
ν, π
ου ρ
υθ
µίζ
ουν
τη
γυν
αικ
εία ζ
ωή κ
αι το
γάµο.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
Περ
σεφ
όνη
απ
ό τ
ο ∆
ία, ο ο
ποίο
ς, µ
εταµορφ
ώθηκε
σε
ταύρο γ
ια ν
α ζ
ευγα
ρώ
σει
µαζί
της.
Εραστή
ς τη
ς ∆
ήµητρ
ας
ήτα
ν έν
ας

θνη
τός,
ο Ι
ασίω
νας,
τον
οπ
οίο
η θ
εά ε
ρω
τεύτη
κε
. Λ
ίγο κ
αιρ
ό µ
ετά η
θεά
γέν
νησε
τον
Πλο
ύτο
που χ
άριζ
ε στ
ους
ανθ
ρώ
πους
πλο
ύτη
και
αφ
θονί
α. Κ
αρπ
οί τη
ς συν
εύρεσ
ης
µε
τον
Ποσει
δώνα
, ο ο
ποίο
ς
µετ
αµορφ
ώθ
ηκε
σε
ίππ
ο, ήτα
ν: µ
ία κ
όρη, η ∆
έσπ
οιν
α, το
όνο
µα τ
ης
οπ
οία
ς δεν
έπ
ρεπ
ε π
οτέ
να π
ροφ
έρετ
αι, κ
αι έν
ας
πτε
ρω
τός
ίππ
ος
και
µαύρη χ
αίτ
η, ο
Αρίω
ν.
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Σ
τάχυα, ανα
µµέν
ες δ
άδες
,
σκήπ
τρο, χοίρ
ος,
σπ
όροι, δ
ρεπ
άνι
, γε
ρανο
ί,
µυρτι
ά, κρόκος,
µέλ
ισσες
, τα
ύρος, µοσχάρι,
µέλ
ι.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Ήτα
ν απ
όµακρη κ
αι
ακατά
δεχ
τη, αλλ
ά κ
αι π
ονε
µέν
η κ
αι λυ
πηµέν
η.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Τα π
ιο σ
ηµαντ
ικά κ
έντρ
α λ
ατρ
είας,
ήτα
ν η
Θεσ
σαλί
α, η Α
ρκαδία
, η
Αττ
ική κ
αι η Β
οιω
τία.
Οι µέλ
ισσες
θεω
ρούντ
αν
ιέρεί
ες τ
ης
και στι
ς
θυσίε
ς π
ρος
τιµήν
της π
ροσέφ
εραν
ταύρους,
µοσχάρια
και µέλ
ι.
Τα Ε
λευσίν
ια µ
υστ
ήρια
, π
ου α
ποκάλυ
πτα
ν
στο
υς µ
υηµέν
ους τ
ο µ
έγα µ
υστ
ήριο
της
ζωής
και το
υ θανά
του, αλλ
ά κ
αι τη
ν τύ
χη τ
ης
ψυχής
µετ
ά θ
άνα
τον.
Τα µ
ικρά Ε
λευσίν
ια γ
ίνοντ
αν
το µ
ήνα
Ανθ
εστη
ριώ
να (
Φεβ
ρουάριο
) και ήτα
ν
προπ
αρασκευ
αστι
κά κ
αι υπ
οχρεω
τικά γ
ια τ
η
συµµετ
οχή σ
τα µ
εγάλα
και ο µ
υούµ
ενος,
µε
την
καθ
οδήγη
ση τ
ου
µυστα
γωγο
ύ, υπ
οβαλλ
ότα
ν σε
καθ
αρµούς
και νη
στεί
α.
Τα µ
εγάλα
Ελε
υσίν
ια γ
ίνοντ
αν
το µ
ήνα
Βοηδροµιώ
να (
Σεπ
τέµβριο
) και
δια
ρκούσαν
εννέ
α µ
έρες
. Έ
στε
λναν
σ’ ό
λη τ
ην
Ελλ
άδα κ
ήρυκες
, το
υς
σπ
ονδ
οφ
όρους,
να κ
ηρύξο
υν
διµ
ηνη
ιερ
ή ε
κεχ
ειρία
και να
καλέ
σουν
θεω
ρούς, το
υς
αντ
ιπροσώ
πους.
Αφ
ού ο
ι ιε
ρεί
ς και οι ιέ
ρειε
ς έφ
ερνα
ν στη
ν Α
θήνα
τα µ
υστι
κά ιερ
ά,
που φ
ύλα
γαν
µέσ
α σ
ε καλά
θι, σ
τολι
σµέν
ο µ
ε κόκκιν
ες τ
αιν
ίες,
γιν
ότα
ν
ο µ
εγάλο
ς καθ
αρµός
στη
θάλα
σσα κ
αι θ
υσίε
ς, ά
ρχιζ
ε η µ
εγάλη
ποµπ
ή,
η ε
πισ
τροφ
ή τ
ων
ιερώ
ν στη
ν Ε
λευσίν
α. Σ
τη σ
υνέ
χει
α, µε
νηστ
εία,
θυσίε
ς και καθαρµούς,
άρχιζ
ε στο
Τελ
εστή
ριο
του
ναού η
τέλ
εση τ
ων
µυστη
ρίω
ν, γ
ια τ
α ο
ποία
έχουµε
ελάχισ
τες
πλη
ροφ
ορίε
ς.
Στη
ν Α
θήνα
τελ
ούσαν
και τα
Θεσ
µοφ
όρια
, απ
ό τ
ις γ
υναίκ
ες τ
ης
Αθήνα
ς. ∆
ιαρκούσε
τρει
ς µ
έρες
και ήτα
ν αφ
ιερω
µέν
η σ
τη γ
ονι
µότη
τα
της
φύσης
και το
υ α
νθρώ
που. Σ
υµµετ
είχαν
µόν
ο π
αντ
ρεµ
ένες
γυνα
ίκες
. Π
εριλ
άµβανε
ποµπ
ή κ
αι νη
στε
ίες.
Οι γυ
ναίκ
ες α
πεί
χαν
απ
ό
κάθε
σαρκικ
ή ε
παφ
ή, φ
ορούσαν
λευκά ρ
ούχα κ
αι αντ
αλλ
άσσανε
άσεµ
νες
φράσει
ς, θ
υµίζ
οντ
ας
τα χ
οντ
ροκοµµέν
α α
στε
ία τ
ης
Ιάµβης.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
:
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Ο
αδερ
φός τ
ης, ο
Πλο
ύτω
ν, ά
ρπ
αξε
την
κόρη τ
ης
και η µ
άνα
της τ
ην
ανα
ζητο
ύσε
παντ
ού. Ε
πει
δή ό
µω
ς η γ
η
δεν
κάρπ
ιζε
και η
ανθ
ρω
πότη
τα
κιν
δύνε
υε
µε
αφ
ανι
σµό,
ο ∆
ίας
µεσ
ολά
βησε,
ώστε
η Π
ερσεφ
όνη
να
γυρίσ
ει σ
τη µ
ητέρ
α τ
ης.
Απ
ό τ
ότε
περ
νούσε
τέσσερ
ις µ
ήνες
στο
ν
Άδη κ
αι το
υς
υπ
όλο
ιπους
µε
τη
µητέ
ρα τ
ης.
∆ίδ
αξε
στο
υς τ
έσσερ
ις β
ασιλ
είς
της
Ελε
υσίν
ας,
που τ
η φ
ιλοξέ
νησαν,
τον
Τριπ
τόλε
µο, το
∆ιο
κλέ
α, το
ν
Εύµολπ
ο κ
αι το
ν Κ
ελεό
τα µ
υστ
ήριά
της.
Ο Τ
ριπ
τόλε
µος,
δίδ
αξε
στο
υς
ανθ
ρώ
πους π
ώς
να κ
αλλ
ιεργο
ύν
τα σ
ιτηρά. Τ
αξί
δευ
ε π
άνω
σ’ έ
να
φτε
ρω
τό ά
ρµα π
ου τ
ο έ
σερνα
ν δράκοντ
ες κ
αι κρατο
ύσε
στάχυα σ
τα
χέρ
ια τ
ου.

Πριν
το ό
ργω
µα ο
ι αγρ
ότε
ς θ
υσία
ζαν
στην
Προηροσία
∆ήµητρ
α, στ
ο
θερ
ισµό σ
την
∆ρεπ
ανη
φόρον,
στο
αλώ
νισµα σ
την
Αλω
άδα κ
αι τη
ν
άνο
ιξη σ
την
∆ήµητρ
α Χ
λόην.
ΟΝΟΜ
Α:
ΑΦ
ΡΟ
∆ΙΤ
Η
Συν
δέε
ται η
ονο
µασία
της
Αφ
ροδίτ
ης µ
ε τη
γέν
νησή τη
ς απ
ό τ
ον
αφ
ρό τ
ης
θάλα
σσας.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Οµορφ
ούλα
, Τ
σαχπ
ινούλα
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς ή Ο
υρα
νός
ή Ω
κεα
νός
Μ
ΗΤΕΡΑ
: ∆
ιώνη
ή Θ
έτιδ
α
Σ
ΥΖΥΓΟ
Σ:
Νόµιµ
ος
σύζυ
γος ή
ταν
ο Ή
φαισ
τος.
Κ
ρυφ
ός
εραστή
ς τη
ς, ο
θεό
ς Ά
ρης.
ΤΟΠ
ΟΣ
: Σ
ύµφ
ωνα
µε
τον
οµηρικ
ό µ
ύθ
ο
γενν
ήθ
ηκε
στη
ν Π
έτρα τ
ου
Ρω
µιο
ύ, µια
ακτή
της
Π
άφ
ου σ
την
Κύπ
ρο. Σ
πρω
γµέν
η α
πό τ
ον
Ζ
έφυρο σ
τη θ
άλα
σσα, η
θεά
καλλ
ωπ
ίστη
κε
α
πό τ
ις
θερ
απ
αιν
ίδες
της
Ώρες
και
µ
εταφ
έρθ
ηκε
στο
ν Ό
λυµπ
ο, όπ
ου
π
αρουσιά
στη
κε
στον
∆ία
και το
υς
υ
πόλο
ιπους
θεο
ύς.
Σ
ύµφ
ωνα
µε
την
εκδοχή τ
ου
Ησίο
δου η
Α
φροδίτ
η γ
εννή
θηκε
απ
ό τ
ον
αφ
ρό
π
ου
δηµιο
ύργη
σαν
µέλ
η τ
ου σ
ώµατο
ς το
υ Ο
υρανο
ύ
πέφ
τοντ
ας
στη
θάλα
σσα µ
ετά τ
ον
ακρω
τηρια
σµό τ
ου
απ
ό τ
ον
Κρόνο
. Π
άλι
µε
τη β
οήθ
εια τ
ου
Ζέφ
υρου
ταξί
δεψ
ε στο
ν απ
έραντ
ο Ω
κεα
νό. Π
έρασε
απ
ό τ
α
Κύθ
ηρα κ
αι κατό
πιν
κατε
υθύνθ
ηκε
στη
ν Κ
ύπ
ρο.

ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Αισ
θητι
κός,
µοντ
έλο, κηπ
ουρός.
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Θ
εά τ
ης
οµο
ρφ
ιάς
και το
υ έ
ρω
τα. Π
ροστά
τιδα
του
ηδονι
κού κ
αι εξ
ωσυζυ
γικού έ
ρω
τα. Π
ροστά
τευε
τους
ναυτ
ικούς.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
Με
τον
Άρη, απ
έκτη
σε
τον
Ίµερ
ο, το
ν Έ
ρω
τα, το
ν
∆εί
µο, τη
ν Α
ρµονί
α κ
αι το
ν Φ
όβο. Μ
ε το
ν Π
οσει
δώ
να
απ
έκτη
σε
τον
Έρυκα, π
ου έ
δω
σε
το ό
νοµά
του
στο
οµώ
νυµο ό
ρος
της
Σικ
ελία
ς και τη
Ρόδο, Μ
ε το
ν ∆
ιόνυ
σο, χάρη σ
τη µ
αγι
κή
µεσ
ολά
βηση τ
ης
Ήρας,
απ
έκτη
σε
τον
Πρία
πο. Μ
ε το
ν
Ερµή γ
έννη
σε
τον
Ερµαφ
ρόδιτ
ο. Μ
ε το
ν Ά
δω
νη µ
ε το
ν
οπ
οίο
απ
έκτη
σε
δύο τ
έκνα
: Τ
η Β
ερόη κ
αι το
Γόλγ
ο,
µυθ
ικό ιδρυτή
της
οµώ
νυµης
κυπ
ρια
κής
πόλη
ς.
Άλλ
ος
µύθος
ανα
φέρ
ει ό
τι ο
µυθικ
ός
βασιλ
έας
της
Κύπ
ρου Π
υγµ
αλί
ων
τόσο ε
ρω
τεύτη
κε
την
Αφ
ροδίτ
η ώ
στε
κατα
σκεύ
ασε
ένα ά
γαλµ
ά τ
ης
απ
ό ε
λεφαντ
όδοντ
ο κ
αι άρχισ
ε να
ικετ
εύει
τη
θεά
να
του
δώ
σει
ζω
ή. Η
Αφ
ροδίτ
η ει
σάκουσε
την
παράκλη
σή τ
ου κ
αι έδ
ωσε
ζωή σ
το ά
γαλµ
α π
ου ο
νοµάστη
κε
Γαλά
τεια
. Α
πό τ
ο δ
εσµό τ
ου
Πυγµ
αλί
ωνα
µε
τη Γ
αλά
τεια
- Α
φροδίτ
η γ
εννή
θηκαν
ο Π
άφ
ος,
οικ
ιστή
ς
της
πανά
ρχαιη
ς Π
άφ
ου, και η Μ
εθάρµη.
Άλλ
οι µύθ
οι φ
έρουν
και το
µυθικ
ό β
ασιλ
έα τ
ης
Πάφ
ου Κ
ινύρα ω
ς
εραστή
της
Αφ
ροδίτ
ης.
Με
τον
Αγχ
ίση α
πέκ
τησε
τον
Αιν
εία.
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Φ
τερω
τοί έρ
ωτε
ς, π
ερισ
τέρι,
κοχύλι
, καθ
ρέπ
της,
κοσµήµατα
, µήλο
της
οµορφ
ιάς,
παπ
αρούνα
, τρ
ιαντ
άφ
υλλ
ο, µυρτ
ιά,
ανε
µώ
νη, άνθ
ος
ροδιά
ς, χ
ήνε
ς.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Η π
ιο ό
µορφ
η α
π’ ό
λες
τις
θεέ
ς.
∆ια
σκέδ
αζε
µε
το ν
α ξ
υπ
νάει
στι
ς καρδιέ
ς τω
ν θεώ
ν τη
ν αγά
πη
για τ
ους
θνη
τούς.
Είν
αι έν
α θ
ηλυ
κό µ
υθολο
γικό α
ρχέτ
υπ
ο. Γ
οητε
υτι
κή, χθ
όνι
α,
µεγ
αλο
πρεπ
ής.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Υπ
ήρχαν
πολλ
οί π
αραθαλά
σσιο
ι να
οί ή σ
ε
λιµάνι
α
και ακρω
τήρια
, όπ
ως
στο
Αίγ
ιο,
Πάτρ
α, Κ
νίδο, Α
ττικ
ή, Τ
ροιζ
ήνα
,
Ερµιό
νη. Ν
αοί τη
ς υπ
ήρχαν
και
στη
ν Κ
ύπ
ρο κ
αι Κ
ύθηρα. Σ
’ ένα
κυπ
ρια
κό έ
θιµ
ο, οι π
ιστέ
ς τη
ς Α
φροδίτ
ης
τη λ
άτρ
ευαν
σµίγ
οντ
ας
ερω
τικά µ
ε ξέ
νους.
Στη
ν Κ
ω κ
αι στ
η Ρ
όδο, η
λατρ
εία τ
ης
ήταν
ιδια
ίτερ
α δ
ιαδεδ
οµέν
η, ε
νώ σ
τη ∆
ήλο
θεω
ρούσαν
ότι
ξόανό
της
είχε
µετ
αφ
ερθ
εί
εκεί
, απ
ό τ
ο Θ
ησέα
. Ω
ς π
ολε
µικ
ή θ
εά τ
ιµάτα
ι στη
Σπ
άρτη
και τα
Κύθ
ηρα, στο
πλε
υρό τ
ου Ά
ρη.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Τ
ην
συν
οδεύ
ουν
η
Ήβη, η Α
ρµονί
α, ο Ί
µερ
ος,
ο
Πόθ
ος, ο Α
ντέρ
ωνα
ς, ο
Πάνα
ς,
η Π
ειθώ
, Σ
φίγ
γες,
Έρω
τες
και οι
Ώρες
και οι Χ
άριτ
ες ο
ι οπ
οίε
ς τη
ν
ντύ
νουν
µε
ωραία
φορέµ
ατα
, τη
στο
λίζο
υν
µε
χρυσά κ
οσµήµατα
, τη
ν
αρω
µατί
ζουν
και τη
συνο
δεύ
ουν
στους χορούς.
Απ
ό τ
ους
κύριο
υς
θεο
ύς τ
η συν
τροφ
εύουν
ο Ή
φαισ
τος,
ο Ά
ρης,
ο
Ερµής, ο Π
οσει
δώ
ν,ακόµη
και ο
Άδης.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Ο
Έρω
τας,
τον
οπ
οίο
απ
έκτη
σε
µε
τον
Άρη, εί
ναι έν
α µ
ικρό
και ζη
λευτό
σε
οµορφ
ιά
αγό
ρι µε
χρυσά φ
τερά σ
τους
ώµους.
Κρατά
ει π
άντ
οτε
ένα
τόξο
, µε
το
οπ
οίο
δια
σκεδ
άζε
ι σηµαδεύ
οντ
ας
µε
τα β
έλη τ
ου τ
ις κ
αρδιέ
ς τω
ν θ
εών

και τω
ν θ
νητώ
ν, π
ου ε
ρωτε
ύοντ
αι όπ
οιο
ν βλέ
πουν
µπ
ροστά
τους.
Η Α
φροδίτ
η γ
οητ
εύτη
κε
απ
ό έ
ναν
πανέ
µορφ
ο ν
έο, το
ν Ά
δω
νη, π
ου
βγή
κε
απ
ό τ
ον
κορµό ε
νός
δέν
τρου
(µυρσίν
η). Τ
ον
έκλε
ισε
σ’ έ
να
κιβ
ώτι
ο κ
αι το
ν εµ
πισ
τεύτ
ηκε
στη
ν Π
ερσεφ
όνη
για
να τ
ον
κρύψει
. Η
Περ
σεφ
όνη
όµω
ς, τ
ον
ερω
τεύτη
κε
και αρνή
θηκε
να τ
ον
επισ
τρέψ
ει.
Τότε
ο ∆
ίας
χώ
ρισ
ε το
έτο
ς στα
τρία
.
Το έ
να ή
ταν
στη δ
ιάθ
εση τ
ου Ά
δω
νη, το
δεύ
τερο γ
ια
την
Περ
σεφ
όνη
και το
τρί
το γ
ια τ
ην
Αφ
ροδίτ
η. Ο
Άδω
νης
όµω
ς, χ
άρισ
ε το
δικ
ό τ
ου µ
έρος
στη
ν
Αφ
ροδίτ
η. Μ
ια µ
έρα, καθώ
ς κυνη
γούσε
ένα
αγρ
ιογο
ύρουνο
τραυµατί
στηκε
θανά
σιµ
α.
Στη
ν π
ροσπ
άθ
ειά τ
ης
να τ
ον σ
ώσει
, τρ
ύπ
ησε
το
πόδι τη
ς κι απ
ό τ
ο αίµ
α τ
ης,
τα τ
ρια
ντάφ
υλλα
, π
ου
ήτα
ν µόν
ο λ
ευκά, έγ
ιναν
κόκκιν
α. Ο
θάνα
τός
του
απ
οδόθ
ηκε
στη
ζήλ
ια
του
Άρη, π
ου µ
εταµορφ
ώθ
ηκε
σε
αγρ
ιόχοιρ
ο, γι
α ν
α τ
ον
σκοτώ
σει
.
Ως
γαµήλ
ιο δ
ώρο , µ
ε το
ν Ή
φαισ
το, ο ∆
ίας τ
ης
δώρισ
ε µια
µαγι
κή ζ
ώνη
που τ
ης
προσέδ
ινε
µονα
δική γ
οητε
ία κ
αι ακατα
νίκητη
ερω
τική έ
λξη.
Ο
ΝΟΜ
Α:
ΗΦ
ΑΙΣ
ΤΟ
Σ
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Κουτ
σοσιδ
εράς,
Χρυσοχέρ
ης
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς
ΜΗΤΕΡΑ
: Ή
ρα
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
Αφ
ροδίτ
η
ΤΟΠ
ΟΣ
: Ό
λυµπ
ος
Ε
ΠΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Σιδ
ηρουργό
ς, χ
ρυσοχόος,
σ
εισµολό
γος,
γλύ
πτη
ς, τ
ορευ
τής,
µετ
αλλ
οτεχ
νίτη
ς, κ
ατα
σκευ
αστή
ς όπ
λων.
Ι∆
ΙΟΤΗΤΑ
: Θ
εός
της
φω
τιάς
και τη
ς
κ
ατε
ργα
σία
ς µετ
άλλ
ων.
Τω
ν ηφ
αισ
τείω
ν.
Π
ροστά
τευε
τη µ
εταλλ
ουργί
α κ
αι το
υς
τε
χνί
τες
της.
Συµβόλι
ζε τ
ην ε
κπ
ολι
τιστι
κή
δ
ύνα
µη
της
φω
τιάς.
Π
ΑΙ∆
ΙΑ:
Οι Κ
άβει
ροι τη
ς Σ
αµοθ
ράκης
απ
ό τ
η Ν
ύµφ
η Κ
αβει
ρώ
. Ο
τροµερ
ός
λη
στής
Περ
ιφήτη
ς, ο
Πύλι
ος,
ο Ά
ρδαλο
ς,
ο
Παλα
ίµονα
ς ή
Παλα
ιµόνι
ος. και
ο Ε
ριχ
θόνι
ος
ήτα
ν γι
οι το
υ
Ή
φαισ
του!

ΣΥΜ
ΒΟΛΑ
: Σ
φυρί, λ
αβίδ
α, φ
ωτι
ά,
εργα
λεία
, δύο
χρυσές
υπ
ηρέτ
ριε
ς,
χρυσός θ
ρόνο
ς τη
ς Ή
ρας,
αµόνι
,
διπ
λός
πέλ
εκυς,
µπ
αστο
ύνι
.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Προσω
ποπ
οίη
ση
της
φω
τιάς.
Είχ
ε δυνα
τούς
µύες
,
γεροδεµ
ένος, ψηλό
ς, µ
αυρ
ιδερ
ός σ
το
πρόσω
πο, κουτσ
ός, µε
παχιά
και µακριά
γενε
ιάδα. Ή
ταν
καλό
καρδος
και
υπ
οµονε
τικός.
Φοβότα
ν το
∆ία
και εί
χαν
σχέσ
εις σ
εβασµού κ
αι υπ
οτα
γής.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Στη
Λήµνο
, ο ν
αός
του
Ηφ
αίσ
του
είχε
ιδρυθ
εί σ
τη θ
έση ό
που
οι κάτο
ικοι έλ
εγαν
πω
ς έπ
εσε
πρώ
τη
φορά, η φ
ωτι
ά α
πό τ
ον
ουρανό
. Κ
άθ
ε
χρόνο
προς
τιµήν
του,
τελ
ούσαν
τα
Ηφ
αίσ
τεια
, γι
ορτή
στη
ν οπ
οία
για
ενν
έα
µέρ
ες έ
σβηνα
ν όλε
ς οι φ
ωτι
ές τ
ων
σπ
ιτιώ
ν,
για ν
α τ
ις α
νάψουν
ξανά
µε
τη ν
έα φ
ωτι
ά π
ου
έφερ
νε τ
ο ιερ
ό π
λοίο
απ
ό τ
η ∆
ήλο
. Π
ίστε
υαν
ότι
στο
νησί, β
ρισ
κότα
ν το
εργα
στή
ρι το
υ, ό
που
το η
φαίσ
τειο
του
νησιο
ύ ο
Μόσχυλο
ς, ή
ταν
ενερ
γό σ
την
αρχαιό
τητα
.
Κατά
άλλ
ους,
το ε
ργα
στήρ
ιό τ
ου,
ήτα
ν στο
ηφ
αίσ
τειο
της
Αίτ
νας, στη
Σικ
ελία
, όπ
ου ε
ίχε
ταφ
εί ο
Γίγ
αντ
ας
Τυφ
ωέα
ς, τ
ον
οπ
οίο
ο θ
εός ε
ίχε
κατα
δικ
άσει
να β
αστά
µε
το κ
εφάλι
του τ
ο αµόν
ι το
υ.
Λατρ
ευότα
ν και στ
ην
Αθ
ήνα
. Σ
το ν
αό τ
ου
(Θησεί
ο),
µαζί µε
το ά
γαλµ
ά
του,
υπ
ήρχε
και το
άγα
λµα τ
ης
Αθ
ηνά
ς. Π
ρος
τιµή
ν το
υς,
οι Α
θηνα
ίοι,
τελο
ύσαν
τα Η
φαίσ
τεια
ή Χ
άλκ
εια, µε
λαµπ
αδηφ
ορίε
ς και θυσίε
ς.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: ∆
ύο χ
ρυσές
υπ
ηρέτ
ριε
ς,
που τ
ις έ
φτι
αξε
ο ίδιο
ς, α
γάλµ
ατα
όµοια
µε
ζωντ
ανέ
ς κοπ
έλες
, µε
φω
νή κ
αι
εξυπ
νάδα. Τ
ον
ακολο
υθ
ούσαν
παντ
ού
και το
ν βοηθούσαν
στη
δουλε
ιά τ
ου.
Στη
Σικ
ελία
βοηθ
οί το
υ, ήτα
ν οι Κ
ύκλω
πες
.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Η
Ήρα µ
όλι
ς γέ
ννησε
τον
Ήφ
αισ
το π
άνω
στο
ν Ό
λυµπ
ο,
ζήτη
σε
να δ
ει τ
ο µ
ωρό τ
ης.
Μόλι
ς όµω
ς αντ
ίκρισ
ε το
κουτσ
ό κ
αι
µαυριδ
ερό β
ρέφ
ος π
ου τ
ης
παρουσία
σαν
έγιν
ε έξ
ω φ
ρεν
ών.
Πώ
ς ήτα
ν
δυνα
τόν
να γ
εννή
σει
αυτή
, µια
πανέ
µορφ
η θ
εά,
ένα τ
όσο ά
σχηµο µ
ωρό;
Σκέφ
τηκε
ότι
δε
θα µ
πορούσε
µε
κανέ
να τ
ρόπ
ο ν
' αντ
ιµετ
ωπ
ίσει
τις
κοροϊδ
ίες
των
υπ
όλο
ιπω
ν θ
εών
και τα
ειρ
ωνι
κά τ
ους
γέλι
α. Έ
τσι
λοιπ
όν
άρπ
αξε
µανι
ασµέν
η τ
ο µω
ρό κ
αι το
πέτ
αξε
απ
ό τ
ον
Όλυ
µπ
ο.
Ο Ή
φαισ
τος
κατέ
ληξε
στο
ν Ω
κεα
νό.
Εκεί
τον
βρήκαν
και το
ν π
εριµ
άζε
ψαν
η Θ
έτιδ
α κ
αι η Ε
υρυνό
µη.
Ο Ή
φαισ
τος
πέρ
ασε
µαζί
τους
τα ε
ννιά
πρώ
τα χ
ρόνι
α
της
ζωής
του,
σε
µια
θαλά
σσια
σπ
ηλι
ά, το
παλά
τι τ
ου Ν
ηρέα
. Μ
ε τα
κοράλλ
ια κ
αι τα
µαργα
ριτ
άρια
ο Ή
φαισ
τος
έφτι
αχνε
θαυµαστ
ά κ
οσµήµατα
στι
ς θ
εές
που τ
ον
προστά
τευαν.
Έτσ
ι το
υς
έδει
χνε
την
αγά
πη κ
αι τη
ν
ευγν
ωµοσύνη
του
.
Ένα
ς άλλ
ος
µύθος
διη
γείτ
αι ότι
ο Ή
φαισ
τος
έπαθ
ε το
ατυ
χές
γεγ
ονό
ς
σε
µεγ
αλύ
τερη η
λικία
. Ή
ταν
µια µ
έρα, όπ
ως
πολλ
ές ά
λλες
, π
ου
το
θεϊ
κό ζ
ευγά
ρι ο ∆
ίας
και η Ή
ρα µ
άλω
ναν.
Οι φ
ωνέ
ς τη
ς π
ρώ
της
θεά
ς
αντ
ηχούσαν
σ'
ολό
κλη
ρο τ
ον
Όλυ
µπ
ο κ
αι π
ροκαλο
ύσαν
τα σ
χόλι
α τ
ων
υπ
ολο
ίπω
ν. ∆
εν µ
πορούσε
να δ
ιανο
ηθεί
πώ
ς κατά
φερ
ε ο σ
ύζυ
γός
της,
παρά τ
ις δ
ικές
της
προσπ
άθ
ειες
να τ
ον
παρακολο
υθεί
συνέ
χει
α, να
συνά
ψει
σχέσ
εις
µε
µια
θνη
τή, τη
ν Α
λκµήνη
. Τ
ο χ
ειρότε
ρο α
π'
όλα
ήτα
ν ότ
ι απ
έκτη
σε
µαζί
της
κι έν
α γ
ιο, το
ν Η
ρακλή
. Ο
∆ία
ς άρχισ
ε ν'
αστρ
άφ
τει και να
βροντ
ά α
πό τ
α ν
εύρα τ
ου, δεν
άντ
εχε
άλλ
ο τη
ν
αρρω
στη
µέν
η ζ
ήλι
α τ
ης
Ήρας.
Ο κ
αηµέν
ος
ο Ή
φαισ
τος σ
' αυτό
ν

τον
τρικ
ούβερ
το κ
αβγά
πήρε
το µ
έρος
της
µητέ
ρας
του. Ο
πατέ
ρας
του
τότε
, θ
ολω
µέν
ος
καθ
ώς
ήτα
ν απ
ό τ
ην
οργή
του,
άρπ
αξε
τον
άσχηµο γ
ιο
του,
που π
οτέ
δεν
τον
συµ
πάθ
ησε
πραγµ
ατι
κά, και το
ν π
έταξε
µ'
όλη
του
τη δ
ύνα
µη
κάτω
απ
ό τ
ον
Όλυ
µπ
ο. Ο
Ήφ
αισ
τος
µια
ολό
κλη
ρη µ
έρα
στρ
οβιλ
ιζότα
ν στη
ν ατµ
όσφ
αιρ
α κ
αι τε
λικά κ
ατέ
ληξε
µε
ορµή
πάνω
στη
Λήµνο
. Τ
ο σ
ώµα τ
ου
βρόντ
ηξε
σε
κάπ
οια
βράχια
του ν
ησιο
ύ και απ
ό
τότε
ο Ή
φαισ
τος
κουτ
σάθ
ηκε
για ό
λη τ
ου
τη ζ
ωή.
Κατα
σκεύ
ασε
θαυµαστ
ά κ
αι µεγ
αλό
πρεπ
α έ
ργα
, όπ
ως
το ά
ρµα τ
ου
Ήλι
ου, το
χρυσό θ
ώρακα τ
ου Η
ρακλή
, το
θώ
ρακα τ
ου
∆ιο
µήδη, τη
ν
πανο
πλί
α κ
αι τη
θαυµάσια
ασπ
ίδα τ
ου
Αχιλ
λέα, το
σκήπ
τρο κ
αι το
θρόνο
του ∆
ία, τα
βέλ
η τη
ς Ά
ρτε
µης
και το
υ Α
πόλλ
ωνα
, τα
χρυσά
κύπ
ελλα
του Ή
λιου
και το
υ ∆
ιόνυ
σου. Έ
φτι
αξε
τα π
αλά
τια τ
ων
θεώ
ν.
Στη
ν π
όρτα
της Α
φροδίτ
ης
κατα
σκεύ
ασε
µια
κλε
ιδαριά
, π
ου
δεν
άνο
ιγε
µε
κανέ
να τ
ρόπ
ο α
πό ά
λλο θ
εό.
Το γ
εµάτο
στο
λίδια
κρεβ
άτι
, π
ου
πάνω
του
ξάπ
λωνε
ο Ή
λιος,
για
να ξ
εκουραστε
ί
στο
τέλ
ος
της
µέρ
ας. Ο
Τάλω
ς, έ
νας
χάλκ
ινος
γίγα
ντας
µε
ψυχ
ή. Τ
α α
σηµέν
ια
κύµβαλα
(κρότα
λα)
της
Αθηνά
ς.
Κάπ
οτε
έφ
τιαξε
ένα θ
αυµ
άσιο
θρόνο
για
την
Ήρα, π
ου ό
ταν
κάθ
ισε,
αόρατα
δεσ
µά τ
ην
κράτη
σαν
καθ
ηλω
µέν
η κ
αι κανε
ίς δ
εν
µπ
ορούσε
να τ
η λ
ύσει
. Μ
όνο
ο ∆
ιόνυ
σος, ο ο
ποίο
ς το
ν µέθ
υσε,
κατά
φερ
ε να
τον
πεί
σει
να λ
ύσει
την
Ήρα. Ω
ς αντ
αµοιβ
ή ζ
ήτη
σε
για
γυνα
ίκα τ
ου, τη
ν ω
ραιό
τερη θ
εά, τη
ν Α
φροδίτ
η. Ο
γάµος
του ό
µω
ς δεν
ήτα
ν υγι
ής,
για
τί η
Αφ
ροδ
ίτη
τον
απ
ατο
ύσε
µε
τον
Άρη. Έ
φτι
αξε
και γι
’
αυτο
ύς
αόρατα
δεσ
µά π
ου κ
αθ
ήλω
σαν
τους
δύο ε
ραστέ
ς, µ
όλι
ς
ξάπ
λωσαν
για ν
α χ
αρούν
τον
έρω
τά τ
ους.
Ο Ή
φαισ
τος
κάλε
σε
όλο
υς
τους
θεο
ύς
να «
καµαρώ
σουν»
το θ
έαµα κ
ι αφ
ού
ικανο
ποιή
θηκε
µε
τη
γελο
ιοπ
οίη
σή τ
ους,
του
ς ελ
ευθέρ
ωσε.
ΟΝΟΜ
Α:
ΑΡΗ
Σ
Ε
ΠΩ
ΝΥΜ
Ο:
Πολε
µάρης,
Πολε
µοχαρής,
Α
ιµοχαρής.
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς
ΜΗΤΕΡΑ
: Ή
ρα
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
Είχ
ε π
αράνο
µη σ
χέσ
η µ
ε
τ
η θεά
Αφ
ροδίτ
η!
ΤΟΠ
ΟΣ
: Θ
ράκη
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Στρ
ατι
ώτη
ς,
στρ
ατη
γός,
παλα
ιστή
ς.
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Θ
εός
του π
ολέ
µου κ
αι το
υ
µ
ίσους.
Α
ντιπ
ροσω
πεύ
ει τ
ην
παράλο
γη µ
ανί
α τ
ου
π
ολέ
µου,
την
κατα
στρ
οφ
ή.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
∆εί
µος
, Φ
όβος (
που
έδ
ωσαν
το ό
νοµά
τους
στο
υς
αντ
ίστο
ιχους
δορυφ
όρους
του
πλα
νήτη
Άρη)
και Α
ρµονί
α α
πό τ
ην
Αφ
ροδίτ
η. Μ
ερικ
οί π
ροσθ
έτουν
τον
Έρω
τα κ
αι το
ν Π
ρία
πο. Α
πό τ
ην
Άγλ
αυρο, απ
έκτη
σε
τη Α
λκίπ
πη. Γ
ιος
του
Άρη κ
αι τη
ς κόρης
του
ποτα
µού Α
σω
πού, Ά
ρπ
ινας, ήτα
ν ο
Οιν
όµα
ος,
βασι
λιάς
της
Πίσ
σας
στη
ν Ή
λιδα. Α
πό τ
ην
Αλθ
αία
απ
έκτη
σε
το Μ
ελέα
ργο
. Α
πό τ
ην
κόρη
του
Κηφ
έα Α
ερόπ
η, το
ν Α
έροπ
ο.

Απ
ό τ
η Φ
ιλον
όµη, έγ
ινε
πατέ
ρας
του β
ασιλ
ιά
της
Αρκαδία
ς Λ
ύκαστο
υ και απ
ό τ
η Β
οιω
τή
∆ω
τίδα ή
τη Χ
ρυσή, το
ν Φ
λεγύ
α.
Οι Α
µαζό
νες
θεω
ρούντ
αι επ
ίσης θ
υγα
τέρες
του,
όπ
ως
και η Έ
ρις
, οι Κ
ύρες
και η
Ενυ
ώ.
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Ξ
ίφος,
πανο
πλί
α, όπ
λα,
κρόκος, δάδες
, σκυλί
, γύ
πες
(π
ου
έτρω
γαν
τα π
τώµατα
τω
ν
σκοτω
µέν
ων
πολε
µισ
τών)
, τα
ύροι,
πετ
εινο
ί, τ
ο δ
όρυ
και ο
ανα
µµέν
ος
πυρσός.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Άγρ
ιος, αιµ
οβόρος,
προκλη
τικός σ
κόρπ
ιζε
στο
πέρ
ασµά τ
ου
το θ
άνα
το, τη
ν κατα
στροφ
ή, το
αίµ
α, τη
ν
απ
ελπ
ισία
. Ύ
πουλο
ς, κ
ακός,
δυνα
τός,
ταχύτα
τος.
Ζήλε
υε
την
Αφ
ροδίτ
η.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
∆εν
τον
συµπ
αθ
ούσαν
πολύ
οι
αρχαίο
ι Έ
λληνε
ς, γ
ι’ αυτ
ό δ
εν τ
ου
αφ
ιέρω
σαν
µεγ
αλό
πρεπ
ους
ναούς
και ιε
ρά. Η
λατρ
εία τ
ου
ήταν
δια
δοµέν
η κ
υρίω
ς στη
ν Π
ελοπ
όνν
ησο, στο
Άργο
ς, τ
η
Μαντ
ινεί
α, τη
Σπ
άρτη
και κυρίω
ς στη
Θράκη. Τ
ο
αρχαιό
τερο λ
ατρ
ευτι
κό κ
έντρ
ο ή
ταν
η Θ
ήβα, όπ
ου
οι
κάτο
ικοι π
ίσευ
αν
ότι
είν
αι
απ
όγο
νοι τω
ν Σ
παρτώ
ν, π
ου φ
ύτρ
ωσαν
απ
ό τ
α
δόντ
ια τ
ου δ
ράκου –
γιο
υ τ
ου Ά
ρη,
που
σκότω
σε
ο Κ
άδµος.
Του ή
ταν
αφ
ιερω
µέν
ο κ
αι το
τεί
χος
της
Θήβας,
το
Άρει
ον.
Στη
Σπ
άρτη
και στη
Λήµν
ο ε
ίχαν
µια γ
ιορτ
ή, τα
Εκατο
µφ
όνι
α,
όπ
ου θ
υσία
ζαν
στο θ
εό, τα
ύρους
και π
ετει
νούς,
σε
ανά
µνη
ση τ
ης
εξολό
θρευ
σης
100
εχθ
ρώ
ν, σ
ε κάπ
οια
µάχη.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Σ
ύντ
ροφ
οί το
υ σ
τη µ
άχη ή
ταν
εκτό
ς απ
ό τ
ον ∆
είµο κ
αι
τον
Φόβο, η
τροµερ
ή Έ
ριδ
α, π
ου π
ροσω
ποπ
οιο
ύσε
τη δ
ιχόνο
ια, και οι
Κήρες
, οι «γρ
ήγο
ρες
σκύλε
ς το
υ Ά
δη», π
ου
διέ
σχιζ
αν
τα π
εδία
τω
ν
µαχώ
ν και σκόρπ
ιζαν
την
κατα
στρ
οφ
ή.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Ε
ίχε
µια
αδερ
φή, τη
ν Έ
ριδ
α,
που σ
πέρ
νει τη
διχ
όνο
ια α
νάµεσ
α σ
τους
ανθ
ρώ
πους.
Ακολο
υθ
εί π
αντ
ού τ
ον
Άρη κ
ι ότα
ν
ρίχ
νει το
χρυσό
µήλο
που έ
χει
και π
ου
όλο
ι θ
έλουν
να α
ποκτή
σουν,
ανά
µεσ
α
σε
θεο
ύς
και ανθ
ρώ
πους,
προκαλε
ί µί
ση,
πολέ
µους
και αντ
αγω
νισµούς.
Πολε
µούσε
πεζ
ός
ή π
άνω
σε
άρµα, π
ου τ
α ά
λογά
του
ήτα
ν ο
Φόβος,
ο
Αιθ
ήρω
ν, ο
Φλό
γιος
και ο Κ
όνα
βος,
βγά
ζοντ
ας
φω
τιές
απ
ό τ
α
ρουθ
ούνι
α τ
ους.
Ότα
ν ακούει
τον
ήχο α
πό τ
α ό
πλα
του
πολέ
µου,
τρέχ
ει α
µέσ
ως
να
πάρει
µέρ
ος.
∆εν
τον
ενδια
φέρ
ει π
οιο
ς έχ
ει δ
ίκιο
, αρκεί
να υ
πάρχει
σκλη
ρότη
τα κ
αι αιµ
ατο
χυσ
ία.
Άρει
ος Π
άγο
ς (
βράχος
του Ά
ρη)
είνα
ι το
µέρ
ος ό
που ο
ι θ
εοί δίκ
ασαν
και αθ
ώω
σαν
τον
Άρη, ότ
αν
σκότω
σε
τον
Αλι
ρρόθιο
, γι
ο τ
ου
Ποσει
δώ
να, γι
α ν
α ε
κδικ
ηθεί
το θ
άνα
το τ
ης
κόρης
του. Γ
ια ν
α
εξαγν
ιστε
ί έπ
ρεπ
ε να
υπ
ηρετ
ήσει
για έ
να χ
ρονι
κό δ
ιάστη
µα ω
ς δούλ
ος.
Ο Θ
εός
Άρης
έλαβε
µέρ
ος
στο
ν
πόλε
µο τ
ης
Τροία
ς µε
το µ
έρος
των
Τρώ
ων.
Τη µ
εγαλύ
τερη δ
ιαµάχη ε
ίχε
ο Ά
ρης
µε
την
Αθ
ηνά
, π
ου ή
ταν
κι αυτ
ή
πολε
µικ
ή θ
εά. Ό
µω
ς η Π
αλλ
άδα
ήτα
ν π
αράλλ
ηλα κ
αι θ
εά τ
ης
σοφ
ίας,
συν
δύαζε
δηλ
αδή τ
η δ
ύνα
µη µ
ε
την
εξυπ
νάδα. Γ
ι' α
υτό τ
ις π
ερισ
σότε
ρες
φορές
νικ
ούσε
και
ντρόπ
ιαζε
τον
πολε
µόχαρο θ
εό.

Ο Ώ
τος κ
αι ο
Εφ
ιάλτ
ης
είνα
ι οι δί
δυµοι Γ
ίγαντ
ες, π
ου ε
ίχαν
τη
φιλ
οδοξί
α ν
α π
άρουν
την
εξουσία
απ
ό τ
α χ
έρια
του
∆ία
. Έ
να µ
αντ
είο
είχε
προβλέ
ψει
ότι
ούτ
ε θ
νητό
ς, ο
ύτε
θεό
ς θα µ
πορούσε
ποτέ
να τ
ους
σκοτώ
σει
. Ο
ι δυο γ
ίγαντ
ες α
πει
λούσαν
το ∆
ία γ
ια ν
α τ
ους
παραδοθεί
και να
εγκ
ατα
λείψ
ει τ
ο π
αλά
τι τ
ου,
µαζί
µε
τους
άλλ
ους
θεο
ύς. Ό
ταν
ο
θεό
ς Ά
ρης
όρµησε
για ν
α τ
ους π
ολε
µήσει
, το
ν άρπ
αξα
ν και το
ν
κράτη
σαν
κλε
ισµέν
ο σ
’ ένα
χάλκ
ινο
πιθ
άρι γι
α δ
εκατρ
είς
µήνε
ς. Ο
ι
στε
ρήσει
ς εί
χαν
εξαντ
λήσει
τον
άγρ
ιο θ
εό τ
ου π
ολέ
µου κ
αι κανε
ίς δ
εν
ήξερ
ε π
ού β
ρισ
κότα
ν. Ε
υτυ
χώ
ς ο Ε
ρµής
έµαθ
ε το
µυστ
ικό µ
έρος π
ου
τον
κρατο
ύσαν
αιχ
µάλω
το κ
αι αµέσ
ως
τον
ελευ
θέρ
ωσε.
Ο
ΝΟΜ
Α:
ΑΠ
ΟΛ
ΛΩ
ΝΑ
Σ, Φ
ΟΙΒ
ΟΣ
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Μάντ
ης,
Ιατρ
ός,
Μουσαγέ
της,
Χ
αροπ
οιό
ς,
Μου
σικ
ός
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς
ΜΗΤΕΡΑ
: Λ
ητώ
Σ
ΥΖΥΓΟ
Σ:
Ερω
τεύτη
κε
τη ∆
άφ
νη κ
αι
τη
ν Κ
ασσάνδ
ρα, αλλ
ά κ
αι π
ολλ
ές
άλλ
ες!
ΤΟΠ
ΟΣ
: ∆
ήλο
ς
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Μουσικ
ός,
µάντ
ης,
ποιη
τής,
µουσικ
οπ
αραγω
γός,
µαέσ
τρος.
Ι∆
ΙΟΤΗΤΑ
: Θ
εός
της
µουσικ
ής,
του
φ
ωτό
ς, τη
ς αντ
ικής
και τη
ς π
οίη
σης.
Π
ροστά
τευε
τους
νέους,
τη
γεω
ργί
α κ
αι το
ε
µπ
όριο
. Π
ροστά
της
των
γενα
ρχώ
ν,
θ
εραπ
ευτή
ς π
όνω
ν (ε
πει
δή τ
ο ηλι
ακό
φ
ως
χαρίζ
ει υ
γεία
, απ
ολυ
µαίν
ει, και επ
ίσης
αυξά
νει τα
υγι
εινά
και θ
εραπ
ευτι
κά
φυτά
.)
Θεό
ς τη
ς αρµ
ονί
ας
και τη
ς λο
γικής,
της
ασθ
ένει
ας.
Ο
κατε
ξοχήν
νοµοθ
έτης
και µέγ
ας
κούρος.

ΠΑΙ∆
ΙΑ:
Απ
ό τ
η Μ
ούσα
Καλλ
ιόπ
η α
πέκ
τησε
τον
ποιη
τή Ι
άλε
µο. Α
πό
τη Ν
ύµφ
η Κ
ωρυκία
, το
Λυκω
ρέα
. Α
πό τ
η Μ
ελία
, κόρη τ
ου Ω
κεα
νού,
τον
ποτα
µό Ι
σµηνό
. Α
πό τ
ην
Κορω
νίδα, το
ν ήρω
α-γ
ιατρ
ό Α
σκλη
πιό
. Α
πό
την
Κυρήνη
, το
ν Α
ρισ
ταίο
. Α
πό τ
η Ρ
οιώ
, απ
έκτη
σε
τον
Σούνι
ο. Α
πό τ
η
Χιό
νη, το
ν Φ
ιλάµµονα
. Α
πό τ
η Θ
ρύα, το
ν π
ανέ
µορφ
ο γ
ιο Κ
ύκνο
, το
ν
οπ
οίο
ποθούσαν
όλο
ι. Α
πό τ
η Μ
αντ
ώ, το
ν π
ερίφ
ηµο µ
άντ
η Μ
όψο.
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Λ
ύρα, κιθ
άρα, ήλ
ιος,
τρίπ
οδας,
φαρέτ
ρα µ
ε τό
ξο, οµφ
αλό
ς τω
ν ∆
ελφ
ών,
δάφ
νη, φ
οίν
ικας,
κύκνο
ς, δ
ελφ
ίνια
, κόρακες
.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Ήτα
ν ο π
ιο ό
µορφ
ος
απ
ό τ
ους θ
εούς.
Αδερ
φός
της
Άρτ
εµις
. Α
νέµελ
ος,
καλό
ς, γ
λυκός.
Αντ
ιπροσω
πεύ
ει τ
ον
ήλιο
.
Φοίβ
ος,
σηµαίν
ει:
ιερός,
καθ
αρός.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Η γ
ιορτή
τω
ν Κ
αρνε
ίων,
γιν
ότα
ν στη
Σπ
άρτη
, κάθε
τέσσερ
α χ
ρόνι
α. Α
γροτ
ική ε
ορτή
και τη
ς κ
αρπ
οφ
ορία
ς, ό
πω
ς και τα
Πυανό
ψια
, τα
οπ
οία
γίν
οντα
ν κάθ
ε φ
θιν
όπ
ωρο. Έ
να π
αιδ
ί το
υ ο
ποίο
υ
ζούσαν
και οι δύο γ
ονε
ίς, κρατώ
ντας
ένα κ
λαδί ελ
ιάς,
την
ειρ
εσιώ
νη, µε
κρεµ
ασµέν
α σ
ύκα κ
αι ψω
µάκια
, π
ροπ
ορευ
ότα
ν τη
ς λα
τρευ
τικής
ποµπ
ής
ως
το ιερ
ό, όπ
ου σ
την
είσοδό τ
ου
απ
έθετ
αν
την
ειρεσ
ιώνη
. Η
θερ
απ
ευτι
κή ιδιό
τητά
του
λατρ
ευότα
ν
στη
ν Ε
πίδ
αυρο, στη
ν Κ
υνο
υρία
και το
ν
Πει
ραιά
. Μ
αντ
εία τ
ου υ
πήρχαν
στα
παράλι
α τ
ης
Μικ
ράς
Ασία
ς, τ
η Λ
έσβο,
τη Χ
ίο, τη
Βοιω
τία κ
αι τη
Θεσ
σαλί
α.
Το π
ιο ξ
ακουστό
ήτα
ν το
Μαντ
είο
των
∆ελ
φώ
ν.
Τα Π
ύθ
εια γ
ιορτ
άζο
νταν
απ
ό τ
ην
7η ω
ς τη
ν 11
η τ
ου µ
ηνό
ς Η
ρακλε
ίου
προς
τιµή τ
ου Π
ύθ
ιου Α
πόλλ
ωνο
ς, στο
ιερ
ό π
ου λ
εγότα
ν «Π
υθ
ώς»
,
στο
υς
∆ελ
φούς
ανά
πεν
ταετ
ία. Π
εριε
λάµβανε
επ
ίσηµη π
οµπ
ή π
ου
απ
οτε
λούντ
αν
απ
ό τ
ην
Αµφ
ικτυ
ονί
α µ
ε τι
ς ιε
ρές
θεω
ρίε
ς τη
ς, α
πό
αντ
ιπροσώ
πους
των
δια
φόρω
ν π
όλε
ων
και θ
ρησκευ
τές
και τέ
λος,
απ
ό
τα σ
φάγι
α, γι
α τ
η µ
εγάλη
θυσία
. Η
ποµπ
ή µ
ετέβ
αιν
ε σε
παράτα
ξη, µέσ
ω
της
Ιερ
άς
Οδού, στο
ν να
ό
τουΑ
πόλλ
ωνα
, στ
ο β
ωµό τ
ου ο
ποίο
υ
ανα
πέµ
ποντ
αν
δεή
σει
ς και
προσφ
έροντ
αν
θυσίε
ς.
Το π
ρόγρ
αµµα τ
ων
Πυθίω
ν,
περ
ιελά
µβανε
µουσικ
ό α
γώνα
κιθ
αρω
δία
ς, ο
οπ
οίο
ς ήτα
ν
επικ
ολυ
ρικ
ή ρ
αψω
δία
που
συνο
δευ
ότα
ν µε
κιθ
άρα. Τ
ο θ
έµα τ
ου
ήτα
ν η ν
ίκη τ
ου
Απ
όλλ
ωνα
κατά
του
Πύθω
να κ
αι ο υ
ψίφ
ωνο
ς κιθ
αρω
δός ή
ταν
ντυµέν
ος
µε
µεγ
αλο
πρέπ
εια. Ο
µουσ
ικός
αγώ
νας
περ
ιελά
µβανε
ακόµη τ
ον
«αυλη
τικό», µουσικ
ή
σύνθ
εση π
ου ε
κτε
λούντ
αν
µόν
ο α
πό α
υλητή
και τη
ν «αυλω
δία
», άσµα
µε
τη σ
υνο
δεί
α
αυλο
ύ. Τ
α Α
πολλ
ώνι
α ή
ταν
εξιλ
αστ
ήρια
γιορτή
της
Σικ
υώ
νος
προς
τιµή τ
ου
Απ
όλλ
ωνα
.
Απ
ολλ
ώνι
α γ
ιορτά
ζοντ
αν
επίσ
ης
στη
Μίλ
ητο
, τη
Κύδν
ο κ
αι στη
∆ήλο
γιο
ρτάζοντ
αν
την
7η Θ
αργη
λιώ
νος
και κατά
τη δ
ιάρκει
α τ
ους
γίνο
νταν
αγώ
νες
εφήβω
ν
και ανδ
ρώ
ν καθώ
ς και λι
τανε
ία δ
αδούχω
ν.
Στη
Σπ
άρτη
, γί
νοντ
αν
τα Υ
ακίν
θια
, τέ
λος
Ιουλί
ου,
µε
υγρές
προσφ
ορές
. Σ
την
Αττ
ική, τα
Θαργή
λια, π
ριν
αρχίσ
ει η
συγ
κοµιδ
ή.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Ο
ι εν
νέα Μ
ούσες
, οι
προστά
τιδες
τω
ν τε
χνώ
ν και π
ηγή
της
έµπ
νευσης τ
ων
καλλ
ιτεχ
νών,
µε
τις
µελ
ωδικ
ές τ
ους
φω
νές,
συντ
ρόφ
ευαν
τον
Απ
όλλ
ωνα
, ότα
ν έπ
αιζ
ε λύ
ρα.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Η
επ
ίκλη
σή τ
ου
“∆ήλι
ος”
σηµαίν
ει φ
υσικ
ά ό
χι µόνο
ν το
ν
γενν
ηθ
έντα
στη
νήσο ∆
ήλο
, αλλ
ά κ
αι το
ν Θ
εό π
ου κ
άνε
ι δήλα
και
ορατά
τα π
άντ
α, αλλ
ά κ
αι τα
πάντ
α ο
ρά δηλα
δή
ως ο
θεό
ς π
ου η
µατι
ά τ
ου φ
ωτί
ζει το
υς
θνη
τούς
και π
αρατη
ρεί
τα π
άντ
α.

Για
να ε
κδικ
ηθ
εί τ
ους
Κύκ
λωπ
ες, π
ου
κατα
σκεύ
ασαν
τον
κερ
αυν
ό, µε
τον
οπ
οίο
ο ∆
ίας
κερ
αύνω
σε
το γ
ιο τ
ου
Ασκλη
πιό
, σκότω
σε
τους
γιούς
των
Κυκλώ
πω
ν,
αφ
ού ο
ι γο
νείς
τους
ήταν
αθ
άνα
τοι. Π
ροκει
µέν
ου ν
α ε
ξαγν
ιστε
ί απ
ό τ
ο φ
όνο
,
υπ
οχρεώ
θηκε
απ
ό τ
ο ∆
ία, να
γίν
ει δ
ούλο
ς το
υ
βασιλ
ιά τ
ων
Φερ
ρώ
ν Ά
δµη
του.
Εξα
ναγκ
άστη
κε
επίσ
ης,
να γ
ίνει
δούλο
ς κ
αι
φύλα
κας τ
ων
κοπ
αδιώ
ν το
υ β
ασιλ
ιά τ
ης
Τροία
ς Λ
αοµέδ
οντ
α, γι
ατί
συµµετ
είχε
στην
επανά
σταση τ
ων
θεώ
ν εν
αντ
ίον
της
εξουσία
ς το
υ ∆
ία.
Κάθ
ε χει
µώ
να α
ναχω
ρούσ
ε γι
α τ
η χ
ώρα τ
ων
Υπ
ερβορεί
ων,
απ
’ όπ
ου
κατα
γότα
ν η µ
ητέρ
α τ
ου. Ε
κεί
µαζί
µ’ α
υτή
τη µ
υθικ
ή φ
υλή
, π
ου
κατο
ικούσε
σ’ έ
να µ
έρος π
ου π
οτέ
δεν
υπ
ήρξε
, «ανα
τολι
κά τ
ου
ήλι
ου
και δυτι
κά τ
ης
σελ
ήνη
ς», ο θ
εός π
ερνο
ύσε
τους
τρει
ς χει
µω
νιάτι
κους
µήνε
ς κι ύστ
ερα ε
πέσ
τρεφ
ε στη
ν Ε
λλάδα, π
αίζ
οντ
ας
λύρα, π
άνω
σε
άρµα π
ου τ
ο έ
σερ
ναν
κύκνο
ι ή
γύπ
ες...
Ο
ΝΟΜ
Α:
ΑΡΤ
ΕΜ
Η
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Αγρ
ιόγα
τα,
Α
γοροκόριτ
σο, Ε
λαφ
ούλα
.
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ: ∆
ίας
Μ
ΗΤΕΡΑ
: Λ
ητώ
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
Κανέ
νας!
Ήτα
ν κατά
τ
ου
γάµου!!!
ΤΟΠ
ΟΣ
: ∆
ήλο
ς
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Κυνη
γός,
δασοφ
ύλα
κας,
γυνα
ικολό
γος,
µαία
.
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Θ
εά τ
ου κ
υνη
γιού.
Π
ροστά
τευε
τα δ
άση
και τα
άγρ
ια ζ
ώα.
Θ
εά τ
ης
φύσης,
τω
ν δα
σώ
ν, τ
ων
αγρ
ιµιώ
ν.
Π
ροστά
τιδα κ
άθε
νεο
γένν
ητο
υ, τ
ης
µητ
ρότη
τας,
της
νεότη
τας
και
ιδ
ιαίτ
ερα τ
ων
κοριτ
σιώ
ν, µ
έχρι τη
ν ηµέρ
α
το
υ γ
άµου τ
ους,
της
αγν
ότη
τας,
της
π
αρθ
ενικ
ότη
τας,
του
τοκετ
ού κ
αι
τ
ων
βρεφ
ών.
Σκορπ
ίζει
τον
αιφ
νίδιο
θάνα
το. Θ
εά τ
ης
Σελ
ήνη
ς.

ΠΑΙ∆
ΙΑ:
∆εν
είχ
ε! Ε
ίχε
όµω
ς τ
α ζ
ωάκια
της!
!!
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Ε
λάφ
ι, τ
όξο
, φ
αρέτ
ρα
µε
βέλ
η, σελ
ήνη
, αρκούδα,
ηµισ
έληνο
ς, κ
υνη
γετι
κά σ
κυλι
ά,
ταύρος,
αίγ
α.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Περ
ήφ
ανη
, π
εισµατά
ρα.
Μ’ έ
να τ
όξο
στο
χέρ
ι, γ
υρνά
ει σ
τα δ
άση.
Αγέ
ρω
χη. Σ
κλη
ρή α
πέν
αντ
ι στο
υς
παραβάτε
ς τω
ν δικ
ών
της
κανό
νων.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Ναοί τη
ς υπ
ήρχαν
στη
ν
Έφ
εσο τ
ης
Μικ
ράς
Ασία
ς, σε
νησιά
του Α
ιγαίο
υ,
την
Αρκαδία
, τη
ν Κ
ρήτη
. Σ
την
Αττ
κή τ
ην
τιµούσαν
µε
τα Β
ραυρώ
νεια
, κάθε
τετρ
αετ
ία, µε
ποµπ
ή
προς
το ιερ
ό τ
ης
Βραυρώ
νος.
Στα
Ελα
φηβόλι
α τ
ης
πρόσφ
εραν
ζυµω
τά
οµοιώ
µατα
ελα
φιώ
ν. Α
ργό
τερα τ
ης
θυσία
ζαν
κάθ
ε χρόνο
50
0 κ
ατσ
ίκια
.
Στα
Μουν
ίχια
, γι
νότα
ν π
οµπ
ή σ
το ιερ
ό τη
ς Μ
ουν
ιχία
ς το
υ Π
ειραιά
.
Στη
Σπ
άρτη
κατά
τη
διά
ρκει
α τ
ης
γιορτ
ής
των
Τιθ
ηνί
διω
ν, ο
ι π
ιστο
ί
έφερ
ναν
στο
ιερ
ό τ
ης
θεά
ς τα
βρέφ
η τ
ους
για ν
α τ
α ε
υλο
γήσει
.
Τα Α
ρτε
µίσια
ήτα
ν π
ανε
λλήνι
α γ
ιορτή
προς τ
ιµή τ
ης
Αρτέ
µιδος.
Πιο
ξακουστή
α’ ό
λες
ήτα
ν η Γ
ιορτή
της
Πόλε
ως
της
Εφ
έσου, η ο
ποία
περ
ιελά
µβανε
αγώ
νες
και π
οµπ
ή µ
ε π
εριφ
ορά τ
ου
αγά
λµατο
ς τη
ς Θ
εάς,
ντυµέν
ο µε
δορά α
γρίο
υ ζώ
ου. Τ
ην
ποµπ
ή
έκλε
ινε
όµιλ
ος
νέω
ν γυ
ναικ
ών
µετ
αµφ
ιεσµέν
ων
σε
νύµφ
ες ο
ι
οπ
οίε
ς χόρευ
αν.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Τ
η σ
υνό
δευ
αν
οι Ν
ύµφ
ες κ
αι
µικ
ρά κ
αι όµορφ
α κ
ορίτ
σια
, π
ου
τα µ
άθαιν
ε
ν’ α
γαπ
ούν
τα ζ
ώα κ
αι τη
φύση. Μ
ε επ
ιβολή
και
αυστη
ρότη
τα α
παίτ
ησε
την
αθ
ωότη
τα κ
αι τη
ν π
αρθ
ενικ
ότη
τα κ
αι απ
ό
τις
Νύµφ
ες π
ου τ
ην
περ
ιστο
ίχιζ
αν.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Γ
νώριζ
ε π
ολύ
καλά
την
τέχνη
του
τόξο
υ κ
αι κανε
ίς
δεν
µπ
ορεί
να τ
η συνα
γωνι
στε
ί
σο σ
ηµάδι.
∆ίδ
υµη α
δερ
φή τ
ου
Απ
όλλ
ωνα
,
συνδ
έετα
ι όχι µόνο
µε
τη
λατρ
εία τ
ου
αδελ
φού τ
ης,
αλλ
ά
και µε
τις
περ
ιπέτ
ειές
του
. Τ
ον
συντ
ροφ
εύει
στη
χώ
ρα τ
ων
Υπ
ερβορεί
ων
κι εν
ωµέν
οι υ
περ
ασπ
ίζοντ
αι τη
µητέ
ρα τ
ους
Λητ
ώ,
σκοτώ
νοντ
ας
τα π
αιδ
ιά τ
ης
Νιό
βης
που τ
ην
πρόσβαλε
. Ο
∆ία
ς τη
ς έτ
ρεφ
ε π
ολύ
µεγ
άλη
αγά
πη κ
αι ικ
ανο
ποιο
ύσε
όλε
ς τη
ς τι
ς επ
ιθυµίε
ς.
Ένα
απ
ό τ
α π
ρώ
τα π
ράγµ
ατα
που ζ
ήτη
σε
η
Άρτε
µη ω
ς δώ
ρο α
πό τ
ον π
ατέ
ρα τ
ης ή
ταν
η
αιώ
νια α
γνότ
ητα κ
αι π
αρθ
ενία
.
Η Ά
ρτε
µη
ήτα
ν µια
θεά
αµεί
λικτη
που π
οτέ
σχεδ
όν
δεν
συγχ
ωρούσε.
Οπ
οια
δήπ
οτε
παρατυ
πία
σε
βάρος
της
επιδ
εχότα
ν τη
ν
τιµω
ρία
της.
Τα θ
ανα
τηφ
όρα τ
ης
βέλ
η
στό
χευ
αν
θνη
τούς
που π
αρέβ
λεπ
αν
την
ύπ
αρξή τ
ης
ή α
µελ
ούσαν
τις
αρχές
και τη
λατρ
εία τ
ης.
Ότα
ν ο Α
κτα
ίων,
ο γ
ιος
της
Αυτο
νόης
και το
υ Α
ριστα
ίου, έτ
υχε
να
δει
την
Άρτ
εµη
γυµνή
, τη
ν ώ
ρα π
ου
έκανε
το λ
ουτρ
ό τ
ης,
η θ
εά τ
ον
µετ
αµόρφ
ωσε
σε
έλαφ
ο κ
αι
εξώ
θησε
τους
πεν
ήντ
α σ
κύλο
υς
του
να τ
ον
κατα
σπ
αράξο
υν.
Ο Ω
ρίω
ν, ο
γιο
ς το
υ Π
οσει
δώ
να,
βρήκε
και αυτό
ς τρ
αγι
κό θ
άνα
το
απ
ό τ
α β
έλη τ
ης
Άρτε
µης,
διό
τι

είχε
συνε
υρεθ
εί µ
ε τη
θεά
της
αυγή
ς Η
ώ, ή δ
ιότι
, σύµφ
ωνα
µε
κάπ
οια
άλλ
η π
αράδοση, εί
χε
καυχ
ηθεί
ότι
ήτα
ν καλύ
τερος
απ
' αυτή
ν στ
ην
θηρευ
τική τ
έχνη
.
Ο Ά
δηµητο
ς στη
γαµήλι
α γ
ιορτή
του
είχε
ξεχάσει
να θ
υσιά
σει
(όπ
ως
επιβ
αλλ
ότα
ν) σ
την
Άρτε
µη. Η
Άρτε
µη
οργι
σµέν
η α
πό α
υτή
την
παρατυ
πία
του έ
στε
ιλε
φίδ
ια, στη
ν νύ
κτα
του
γάµο
υ τ
ου π
ου τ
ου
αφ
αιρ
έσαν
τη ζ
ωή. Ο
ι π
ροσπ
άθει
ες τ
ου Α
πόλλ
ωνα
να κ
αµφ
θεί
ήτα
ν
µάτα
ιες.
Την
προστα
σία
της
θεά
ς εί
χε
ο Ι
ππ
όλυ
τος,
δει
νός
κυνη
γός
και
ιππ
οδαµαστή
ς. Κ
αµία
πρό
κλη
ση δ
εν σ
τάθ
ηκε
ποτέ
ικανή
να τ
ον
παρασύρει
. Α
πέρ
ριψ
ε ακόµη κ
αι τη
ν γο
ητε
ία τ
ης
Φαίδ
ρας, τη
ς συζύ
γου
του
Θησέα
. Η
υπ
οδει
γµατι
κή τ
ου
συµπ
εριφ
ορά έ
κανε
τη
θεά
να
συγκ
ινηθεί
και να
του
χαρίσ
ει τ
ιµές
, δόξε
ς και αιώ
νια -
µετ
ά τ
ο θάνα
τό
του-
µνή
µη
του
ονό
µατό
ς το
υ.
Ο
ΝΟΜ
Α:
ΕΡΜ
ΗΣ
Έρµα;: τ
υχαίο
και απ
ροσδόκητο
εύρηµα
Ε
ΠΩ
ΝΥΜ
Ο:
Ψυχοπ
οµπ
ός, Κ
εδρώ
ος,
Σ
καντ
αλι
άρης
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς
Μ
ΗΤΕΡΑ
: Μ
αία
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
∆εν
παντ
ρεύ
τηκε,
αλλ
ά ε
ίχε
πολλ
ές ε
ρω
µέν
ες!!!
Τ
ΟΠ
ΟΣ
: Σ
την
Αρκαδία
και π
ιο
συγκ
εκριµ
ένα σ
το β
ουνό
Κυλλ
ήνη
. Ε
κεί
,
µέ
σα σ
ε µια
σπ
ηλι
ά, κατο
ικούσε
απ
οµονω
µέν
η
µια
απ
ό τ
ις ε
πτά
κόρες
του Ά
τλαντ
α κ
αι τη
ς
Πλη
ιόνη
ς, η
Πλε
ιάδα Μ
αία
. Σ
' αυτή
τη σ
πηλι
ά
τ
ην
εντό
πισ
ε ο ∆
ίας κ
αι εν
ώθ
ηκε
µαζί
τ
ης.
Εκεί
δέκ
α µ
ήνε
ς µετ
ά έ
φερ
ε η α
θάνα
τη
νύµφ
η σ
τον
κόσµο, το
µικ
ρό κ
αι θ
αυµατο
υργό
Ερµή.
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Έµπ
ορος,
ταχυδρόµος,
κλέ
φτη
ς, β
οσκός,
νε
κροθάφ
της, αγρ
ότης.
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Α
γγελ
ιαφ
όρος
των
θεώ
ν, π
ροστά
της τ
ου ε
µπ
ορίο
υ, τω
ν
τυχερ
ών
παιχ
νίω
ν, α
λλά κ
αι τη
ς κλο
πής.
Συνό
δευ
ε τι
ς ψυχές
τω
ν
νεκρώ
ν στο
ν Κ
άτω
Κόσµο
. Θ
εός τ
ων
αγρ
οτώ
ν και τω
ν βοσκώ
ν. Θ
εός
της
υγε
ίας,
τω
ν νέ
ων
και τω
ν δρόµω
ν.

Της
επικ
οιν
ωνί
ας
και τη
ς καλή
ς τύ
χης.
Λόγι
ος κ
αι κήρυκας τ
ων
θεώ
ν.
Προστά
της τ
ων
παλα
ιστώ
ν.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
Του
απ
οδίδ
οντ
αι
πολλ
οί έρ
ωτε
ς µε
Νύµφ
ες!
Ο τ
ραγο
πόδαρος
Πάνα
ς,
καρπ
ός
του έ
ρω
τά τ
ου
µε τ
η Ν
ύµφ
η ∆
ριό
πη.
ΟΑ
υτό
λυκος α
πό τ
η Ν
ύµφ
η Χ
ιόνη
. Ο
Κύδω
ν,
γενν
ήθ
ηκε
απ
ό τ
ην έ
νωσή
του
µε
την
Ακακαλλ
ίδα. Ο
Κέφ
αλο
ς, γ
ιος
του,
απ
ό τ
ην
Έρση, τη
ν κόρη τ
ου
Κέκ
ροπ
α. Ο
Εύδω
ρος
απ
ό τ
η Ν
ύµφ
η Π
ολυ
µήλη
. Ο
Μυρτί
λος
απ
ό τ
ην
Κλυ
µέν
η ή Φ
αέθ
ουσα.
Απ
ό τ
ην
Αλκ
ιδάµει
α τ
ον
Βούνο
. Ο
Πρία
πος, ο Σ
άµω
ν ή Σ
άω
ν, ο
Πόλυ
βος,
ο Α
ρπ
άλυ
κος, ο Ά
βδηρος,
ο Κ
ήρυκος
και π
ολλ
οί άλλ
οι εί
ναι
γιοι το
υ, όπ
ως
και ο ∆
άφ
νης
και ο Ε
ρµαφ
ρόδιτ
ος.
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Κ
ηρύκει
ο (
ραβδί
µε
δύο φ
ίδια
, π
ου τ
ου έ
φερ
νε
γούρι και π
λούτ
η),
φτε
ρω
τά
σανδ
άλι
α, φ
τερω
τό χ
ρυσό
καπ
έλο (
Πέτ
ασος)
, λύ
ρα χ
ρήµατα
, π
ουγκ
ί.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Νεα
νικός,
επ
ιπόλα
ιος,
κεφ
άτο
ς, α
εικίν
ητος,
θρασύς κ
αι ανα
ιδής.
Έξυ
πνο
ς, π
ανο
ύργο
ς, ε
πιν
οητι
κός,
άτα
κτο
ς,
φαρσέρ
. Μ
ιλάει
µε
µεγ
άλη
άνε
ση. Π
αρατη
ρητ
ικός,
ικανό
ς, δ
όλι
ος
και
εύστρ
οφ
ος.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Αγά
λµατά
του,
οι Ε
ρµές
ή
Ερµεί
α, (ο
ι ορθω
µέν
οι
λίθ
οι π
ου χ
ρησιµ
οπ
οιο
ύντ
αν
για τ
ην ο
ριο
θέτ
ηση π
εριο
χώ
ν και ω
ς
οδοδεί
κτε
ς γι
α τ
ους τ
αξιδ
ιώτε
ς) υ
πήρχαν
στο
υς
δρόµους.
Στη
Σάµο τ
ον
γιόρτα
ζαν
µια
µέρ
α τ
ο χ
ρόνο
, σαν
θεό
της
κλο
πής.
Αυτή
τη µ
έρα ε
πιτ
ρεπ
ότα
ν σε
όλο
υς ν
α κ
λέβουν.
Ναοί το
υ υ
πήρχαν
στην
Πελ
οπ
όνν
ησο. Τ
α Έ
ρµαια
ήτα
ν η λ
αµπ
ρότε
ρη
γιορτή
, γι
νότα
ν κάθ
ε χρόνο
µε
λαµπ
αδηδροµία
παιδ
ιών
στη
∆ήλο
.
Στη
ν Ί
µβρο κ
αι τη
Σαµοθ
ράκη, το
υ α
πέδ
ιδαν
τιµέ
ς ο
ι αθ
λητέ
ς στ
ις
παλα
ίστρ
ες κ
αι τα
γυµνά
σια
.
Η Τ
ρίτ
η µ
έρα τ
ων
Ανθ
εστη
ρίω
ν ονο
µάζο
νταν
«Χ
ύτρ
οι»
, επ
ειδή τ
ην
ηµέρ
α π
ροσφ
έροντ
αν
αγγ
εία µ
ε άνθ
η, µαγε
ιρεµ
ένα λ
αχανι
κά κ
αι
πανσ
περ
µία
σιτ
ηρώ
ν. Μ
έσω
του Ψ
υχοπ
οµπ
ού Ε
ρµού γ
ινότα
ν επ
ίσηµη
ανά
κλη
ση ν
εκρώ
ν και σπ
ονδ
ές ύ
δατο
ς π
ου ο
νοµάζοντ
αν
«Υ
δροφ
όρια
»
στο
«Ο
λυµπ
είον»
Ιερ
ό τ
ης
Γης
προς τ
ιµή τ
ων
πνι
γέντ
ων
στο
Κατα
κλυ
σµό τ
ου ∆
ευκαλί
ωνο
ς. Σ
το τ
έλος
των
ιεροπ
ραξιώ
ν γι
νότα
ν η
επάνο
δος
των
Ψυχώ
ν στο
ν Ά
δη.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Τ
ον
συν
όδευ
αν
Νύµφ
ες κ
αι ο τ
ραγο
πόδης
Πάνα
ς.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Ο
Ερµής,
πετ
ώντ
ας
πάνω
απ
ό σ
τεριέ
ς και θ
άλα
σσες
απ
ό τ
η µ
ια µ
εταφ
έρει
τις
βουλή
σει
ς το
υ κι απ
ό τ
ην
άλλ
η
του
ανα
γγέλ
λει ει
δήσει
ς και
περ
ιστα
τικά. Σ
αν
ακούραστο
ς
δροµέα
ς και σαν
γρήγο
ρος
αγγ
ελιο
φόρος
προθ
υµοπ
οιε
ίται
πάντ
α ν
α π
ροσφ
έρει
τις
υπ
ηρεσ
ίες
του
µετ
αφ
έροντ
ας
κυρίω
ς ε
πιθ
υµίε
ς θ
εών.
Πρώ
τος
απ
' όλο
υς
ο ∆
ίας
τον
ορίζ
ει κ
ήρυκα κ
αι δια
πραγµ
ατε
υτή
του. Ε
µπ
ιστε
υόµεν
ος
την
εξυπ
νάδα τ
ου κ
αι τη
ν π
ονη
ριά
του,
του
προσφ
έρει
το κ
ηρύκει
ο, το
ν π
έτασο
και τα
φτε
ρω
τά σ
ανδ
άλι
α τ
ου
ανα
θέτ
ει ε
µπ
ιστε
υτικ
ές κ
αι καίρ
ιας
σηµασία
ς απ
οστο
λές.
Ανα
κάλυ
ψε
τα µ
έτρα κ
αι τα
στα
θµά,
καθ
ώς
και το
κέρ
δος.
Έδω
σε
τους

πρώ
τους ν
όµους
και κανό
νες
για ε
µπ
ορικ
ές σ
υνα
λλαγέ
ς. Έ
φτι
αξε
την
πρώ
τη λ
ύρα, απ
ό τ
ο κ
αβούκι µια
ς χελ
ώνα
ς και χορδές
απ
ό έ
ντερ
α
αρνι
ού. Π
ρώ
τος
πρόσεξ
ε τη
θέσ
η τ
ων
άστρ
ων
στον
ουρανό
.
Είν
αι και υπ
νοδότη
ς, έ
φερ
νε δ
ηλα
δή
τον
ύπ
νο,
αλλ
ά κ
αι το
ξύπ
νηµα κ
ι έσ
τελν
ε τα
όνε
ιρα. Γ
ι’
αυτό
οι άνθ
ρω
ποι, π
ριν
απ
οσυρθ
ούν
για ν
’
ανα
παυθ
ούν,
του π
ρόσφ
εραν
την
τελε
υταία
σπ
ονδ
ή κ
αι στο
κρεβ
άτι
, στρ
έφανε
το π
ρόσω
πό
τους
προς
την
εικόνα
του
θεο
ύ, π
ου τ
ους
προστά
τευε
όσο κ
οιµ
όντ
ουσαν.
Ο Ε
ρµής
είνα
ι ο µ
ονα
δικ
ός
θεό
ς π
ου δ
ιασχίζ
ει κ
αι
δρα σ
ε τρ
εις
κόσµους: το
υ ο
υρανο
ύ, τη
ς γη
ς και
του
Κάτω
Κόσµου.
Ο
ΝΟΜ
Α: Ε
ΣΤ
ΙΑ
Τ
ο όνο
µά τ
ης
σηµαίν
ει “
σπ
ίτι
κ
αι εσ
τία”:
τ
ο σ
πιτ
ικό κ
αι
τ
ους κ
ατο
ίκους
του.
Το ό
νοµά τ
ης
ετυµο
λογε
ίται απ
ό τ
ο
«εσ
τάνα
ι» ή
απ
ό τ
ο «
εύω
»
(
ανά
πτω
), κ
αι ανέ
ρχετ
αι απ
ό
πρω
τοελ
ληνι
κή
«εφ
έστι
α» θ
εότη
τα (
στη
ν µέσ
η τ
ου
µυκηνα
ϊκού µ
εγάρου
η Ε
στί
α ε
ίναι το
κέν
τρο
της
ανθ
ρώ
πιν
ής
δια
µονή
ς)
στο
Πάνθ
εον
του
Ολύ
µπ
ου τ
ην
ίδια
επ
οχή
π
ου σ
τον
Ελλ
ηνι
κό Κ
όσµο κ
ορυφ
ώνε
ται
η θ
εσµικ
ή σ
ύνδ
εση Ο
ίκου /
Πόλε
ως.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Ακίν
ητη
, Κ
εντρ
ώα.
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ:
Κρόνο
ς
Μ
ΗΤΕΡΑ
: Ρέα
ΤΟΠ
ΟΣ
: Κάπ
ου π
άνω
στη
ΓΗ
!
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Οικ
ιακά
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Π
ροστά
τιδα τ
ης
οικ
ογέ
νεια
ς και το
υ σ
πιτ
ιού. Θ
εά τ
ης
φω
τιάς.
Συµβόλι
ζε τ
ο τ
ζάκι, τ
η φ
ωτι
ά π
ου
άνα
βαν
στη µ
έση τ
ου
σπ
ιτιο
ύ. Θ
εά τ
ης
οικ
ιακής
ζω
ής
και τη
ς οικ
ογέ
νεια
ς.

Συµβολί
ζει τη
συµ
µαχία
µετ
αξύ
τω
ν απ
οικ
ιών
και
τω
ν µητ
έρω
ν –
πόλε
ών
τους.
Φρόντ
ιζε
την
ιερή
φω
τιά σ
τον
Όλυ
µπ
ο.
Ταυτί
ζετ
αι µε
τη Γ
η, τη
ν ακίν
ητη σ
το κ
έντρ
ο τ
ου
κόσµου. Γ
νωρίζ
ει τ
α κ
αθ
ήκοντ
α τ
ων
ανθ
ρώ
πω
ν
και επ
ιβλέ
πει
την
εκπ
λήρω
σή τ
ους.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
∆εν
είχ
ε! Ή
ταν
παρθ
ένα!
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Ιερ
ό χ
ρώ
µα τ
ης
το λ
ευκό.
Σύµβολά
της
η ο
ικια
κή
πυρά, ο π
έπλο
ς και ο
φλε
γόµεν
ος
κύκλο
ς, π
ου σ
υµβολί
ζει τη
συνε
ίδησή τ
ου
Εαυτ
ού, τη
ν π
ληρότη
τα, τη
ν αιω
νιότη
τα κ
αι τη
ν
ενοπ
οίη
ση τ
ου
πολλ
απ
λού.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Ήσυχη σ
εµνή
, µια
«άγι
α». Κ
ρατά
ει µ
ια ρ
όκα κ
αι
γνέθ
ει. Κ
αλο
συνά
τη κ
αι ευ
γενι
κή.
Ν
ΑΟΙ
- Γ
ΙΟΡΤ
ΕΣ:
Λάµβανε
την
πρώ
τη
προσφ
ορά σ
ε κάθ
ε θ
υσία
στο
σπ
ιτικ
ό, αλλ
ά δ
εν ε
ίχε
δ
ηµόσια
λατρ
εία. Ο
οµφαλό
ς τω
ν ∆
ελφ
ών
θεω
ρεί
το
έ
δρα τ
ης
Εστί
ας.
Στο
Ιερ
ό τ
ου ∆
ελφ
ικού Α
πόλλ
ωνο
ς
υπ
ήρχε
βω
µός
της
Εστί
ας,
αντ
ικεί
µεν
ο ιδίο
υ
σ
εβασµού, µέσ
α α
πό τ
ον
οπ
οίο
έβλε
παν
την
«κοιν
ή
εσ
τία» τ
ης Ε
λλάδος κ
αι το
υ κ
όσµου.
Σ
την
Ελλ
άδα, τ
α Π
ρυτ
ανε
ία π
ου
δια
τηρούσαν
µέσ
α τ
ο π
υρ
της
Εστί
ας
ήταν
κυκλι
κές
οικ
οδοµές
.
Στη
ν Ρώ
µη, ο α
ρχαίο
ς να
ός τ
ης
Vest
a ήτ
αν
επίσ
ης
κυκλι
κός π
ερίβ
ολο
ς π
ου ε
ίχε
στο
κέν
τρο τ
ον
βω
µό
που έ
καιγ
ε το
Ιερ
ό Π
υρ,
περ
ιβαλλ
όµεν
ος
απ
ό κ
ίονε
ς
που υ
ποβαστο
ύσαν
τον
θόλο
. Η
τελ
ετουργί
α τ
ων
«Α
µφ
ιδροµίω
ν» π
ου γ
ίνον
ταν
κατά
την
5η ή
10η η
µέρ
α
απ
ό τ
ην
γένν
ηση ε
νός
παιδ
ιού σ
υµπ
ίπτε
ι µε
την
ονο
µατο
δοσία
του, κ
αι π
ραγµ
ατο
ποιε
ίται γι
α τ
ην α
ναγν
ώρισ
η τ
ου
νεογέ
ννητο
υ απ
ό τ
ον
πατέ
ρα κ
αι σκοπ
ό έ
χει
να ε
ντάξε
ι το
παιδ
ί στ
ον
χώ
ρο τ
ου Ο
ίκου, να
το σ
υνδ
έσει
µε
την
Εστί
α.
Το τ
υπ
ικό τ
ης
τελε
τής
περ
ιλαµβάνε
ι τη
ν
περ
ιφορά τ
ου β
ρέφ
ους α
πό τ
ον
πατέ
ρα τ
ου,
γύρω
απ
ό τ
ην Ε
στία
. Ο
ι συγγ
ενεί
ς και οι
φίλ
οι τη
ς οικ
ογέ
νεια
ς, φ
έρνο
υν
απ
ό τ
ο π
ρω
ί
γενέ
θλι
α δ
ώρα σ
το ν
εογέ
ννητ
ο, το
οπ
οίο
παρουσιά
ζει
η µ
αία
, στ
ολι
σµέν
ο µ
ε χρυσό ή
ασηµέν
ιο π
εριδ
έραιο
και κορδέλ
ες, καθ
ώς
και µε
φυλ
ακτά
κατά
της
βασκανί
ας. Τ
α
πρω
ινά «
Αµφ
ιδρόµια
» κ
λείν
ουν
µε
θυσία
ζώου, το
κρέα
ς το
υ ο
ποίο
υ π
αρατί
θετ
αι στ
ο
δεί
πνο
, µε
σπ
ονδ
ές π
ρος τ
ους
Εφ
έστι
ους
Θεο
ύς…
Η
Εστ
ία α
ρχικ
ά κ
αι γι
α µ
εγάλο
χρονι
κό
διά
στη
µα δ
εν ε
ίχε
άγα
λµα. Ο
ι λα
τρευ
τές
αρκούντ
ο ν
α θ
υσιά
ζουν
σ’
αυτή
ν π
άνω
στο
ν βω
µό, π
ου έ
καιγ
ε το
Ιερ
ό Π
υρ
της
Θεά
ς.
Στη
ν Ε
λλάδα, τα
Πρυτ
ανε
ία π
ου δ
ιατη
ρούσαν
µέσ
α τ
ο π
υρ τ
ης
Εστ
ίας
ήτα
ν κυκλι
κές
οικ
οδοµές
. Σ
το ν
αό τ
ης,
στη
Ρώ
µη υ
πήρχε
βω
µός,
όπ
ου έ
καιγ
ε το
«άσβεσ
τον
πυρ», το
οπ
οίο
φρόντ
ιζαν
να δ
ιατη
ρούν
οι
ιέρει
ές τ
ης, έξ
ι π
αρθ
ένες
, οι Ε
στι
άδες
και µόνο
αυτέ
ς εί
χαν
το δ
ικαίω
µα ν
α µ
παίν
ουν
στο ά
δυτ
ο
του
ναού,
όπ
ου φ
υλάσσοντ
αν
το Π
αλλ
άδιο
και
άλλ
α ιερ
ά κ
ειµήλι
α.
Οι Ε
στι
άδες
, οι οπ
οίε
ς έ
µεν
αν
στη
ν υπ
ηρεσ
ία
της
θεά
ς γι
α τ
ριά
ντα χ
ρόνι
α, επ
ιλέγ
οντ
αν
απ
ό
οικ
ογέ
νειε
ς ελ
εύθερ
ων
πολι
τών,
έπ
ρεπ
ε να
είνα
ι αρτι
µελ
είς,
να έ
χουν
και το
υς δ
ύο
γονε
ίς
τους
στη
ζωή κ
αι απ
ολά
µβανα
ν µεγ
άλε
ς τι
µές
,
όπ
ως
να σ
ιτίζ
οντα
ι δω
ρεά
ν. Ο
ι µα
ρτυ
ρικές
κατα
θέσ
εις
τους
να γ
ίνοντ
αι άνε
υ όρκου, να
µετ
αφ
έροντ
αι π
άνω
σε
όχηµα κ
αι να
µην
κηδεµ
ονε
ύοντ
αι. Τ
ιµω
ρούντ
αν
όµω
ς αυστη
ρότ
ατα
,

εάν
παρέβ
αιν
αν
τους
κανο
νισµούς,
αφ
ήνο
ντας
τη φ
ωτι
ά ν
α σ
βήσει
και
θάβοντ
αν
στο
πεδ
ίο τ
ων
κακούργω
ν, ε
άν
έπαυαν
να ε
ίναι π
αρθ
ένες
.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Ο
ι Ε
στιά
δες
παρθ
ένες
.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Ο
Ποσει
δώ
ν και ο
Απ
όλλ
ων
την
ζήτη
σαν
σε
γάµο, όµω
ς αυτή
δεν
ήθ
ελε
και
αρνή
θηκε
σθ
εναρά. Α
γγίζ
οντ
ας
το κ
εφάλι
του
ασπ
ιδοφ
όρου ∆
ιός,
όρκο µ
εγάλο
έδω
σε
που
ήτα
ν και τε
λεσίδ
ικος,
παντ
οτιν
ά ν
α ε
ίναι
παρθ
ένα. Τ
ότε
ο Ζ
ευς
αντ
ί γι
α γ
άµο τ
ης
έδω
σε
την
µέγ
ιστη
τιµ
ή, να
κάθ
εται στο
µέσ
ον
του
σπ
ιτιο
ύ απ
ολα
µβάνο
ντας
την
µεγ
αλύ
τερη
µερ
ίδα. Κ
αι, σ
ε όλο
υς
τους
Ναούς
των
Θεώ
ν
είνα
ι τι
µιο
ύχος
και γι
α ό
λους
τους
θνη
τούς
η
πρέσ
βει
ρα ε
ίναι τω
ν Θ
εαιν
ών.
Μία
παράδοση α
ναφ
έρει
πω
ς η Θ
εά
έλαβε
αυτά
τα π
ρονό
µια
απ
ό τ
ον
∆ία
, µετ
ά τ
ην
νίκη τ
ου
ενάντ
ια σ
τους
Τιτ
άνε
ς. Ω
στόσο, η
Εστί
α έ
µεν
ε π
άντ
α σ
τα ο
λύµπ
ια δ
ώµατα
και π
οτέ
δεν
απ
οµακρυνό
ταν
απ
ό τ
ην
επίσ
ηµη θ
έση τ
ης.
Κάπ
οια
µέρ
α π
ου ό
λοι οι Θ
εοί εί
χαν
παρακαθ
ίσει
σε
µία
γιο
ρτή κ
αι απ
ό
το φ
αγη
τό κ
αι το
ποτό
είχ
αν
απ
οκοιµ
ηθ
εί, ο Π
ρία
πος
µεθ
υσµέν
ος
επιχ
είρησε
να β
ιάσει
την
Εστί
α. Α
λλά τ
ότε
ένα
ς γά
ιδαρος
γκάριξ
ε
δυνα
τά κ
αι η Ε
στία
ξύπ
νησε
κι έβ
αλε
τις
φω
νές
βλέ
ποντ
ας
τον
Πρία
πο
έτοιµ
ο να
της ρ
ιχτε
ί κι έτ
σι το
ν έκ
ανε
να τ
ο β
άλε
ι στ
α π
όδια
τροµαγµ
ένος.
Επ
ίσης,
η Ε
στί
α ε
ίναι η
µόνη
απ
ό τ
ους
Ολυ
µπ
ίους
Θεο
ύς
που δ
εν π
αίρ
νει µέρ
ος
σε π
ολέ
µους
ή δια
µάχες
.
Η Θ
εά ή
ταν
καθ
ιστή
, όπ
ως
αρµόζε
ι στο
ν αξι
οπ
ρεπ
ή
και στα
θερ
ό χ
αρακτή
ρα τ
ης
και γύ
ρω
απ
ό τ
ο ά
γαλµ
α
υπ
ήρχαν
δύο λ
υχνο
στάτε
ς π
ου υ
ποβαστο
ύσαν
τις
λαµπ
άδες
, οι οπ
οίε
ς υπ
οδήλω
ναν
την
πύριν
η φ
ύση
της.
Η Ε
στί
α κ
αθ
ισµέν
η σ
ε θ
ρόνο
ή ό
ρθια
είν
αι
πάντ
οτε
σε
κατά
στα
ση π
λήρους
ακιν
ησία
ς, η
οπ
οία
αντ
απ
οκρίν
εται στ
ην
ιδέα
που ε
ίχαν
για τ
ην
θεό
τητα
αυτή
.
Ο
ΝΟΜ
Α:
∆ΙΟ
ΝΥ
ΣΟ
Σ
∆
ιος +
νύσσος: γι
ος
του
∆ία
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Γλε
ντοκόπ
ος,
Κρασάς,
Κ
ατε
ργά
ρης
Π
ΑΤΕΡΑ
Σ: ∆
ίας
Μ
ΗΤΕΡΑ
: Σ
εµέλ
η
Σ
ΥΖΥΓΟ
Σ:
Αριά
δνη
. Ο
θεό
ς το
υ γ
λεντ
ιού
δεν
είχ
ε π
ολλ
ές ε
ρω
τικές
περ
ιπέτ
ειες
. Ο
ι
γυνα
ίκες
στη
ζω
ή τ
ου, υπ
ήρξαν
παραµάνε
ς
τ
ου
όταν
ήτα
ν µικ
ρός κ
αι συντ
ρόφ
ισσές
του σ
τ' α
στα
µάτη
τα γ
λέντ
ια τ
ου.
ΤΟΠ
ΟΣ
: Θ
ήβα ή
Νάξο
και π
ολλ
ές
άλλ
ες π
όλε
ις. Ο
∆ιό
νυσος δ
ιασώ
ζετα
ι
απ
ό τ
ις φ
λόγε
ς π
ου έ
ζωσαν
το
α
νάκτο
ρο τ
ου
Κάδµου (
µετ
ά α
πό τ
ην
εµφ
άνι
ση
του ∆
ία σ
ε όλο
του
το
µ
εγαλε
ίο)
χάρη σ
την
παρέµ
βαση
της
Γαία
ς, π
ου ώ
θησε
τον
κισ
σό
ν
α τ
υλί
ξει το
υς
κίο
νες
του
ανα
κτό
ρου κ
αι να
δια
σώ
σει
το θ
είο β
ρέφ
ος.
Ο ∆
ίας
τοπ
οθ
έτησε
το β
ρέφ
ος σ
τον
µηρό τ
ου ε
ν αγν
οία
της
Ήρας
και
το έ
βγα
λε σ
το φ
ως
την
κατά
λληλη
στι
γµή, ότα
ν ολο
κλη
ρώ
θηκε
η
κύησή τ
ου. Γ
εννή
θηκε
∆ιθ
ύραµβος, δηλα
δή δ
ιγεν
ής, απ
ό δ
ύο
θύρες
:
την
κοιλ
ιά τ
ης
µάνα
ς το
υ και το
µηρό τ
ου π
ατέ
ρα τ
ου
και π
αραδίδ
εται
σε
δώ
δεκ
α
νύµφ
ες ή
υδάτι
να π
νεύµ
ατα
, τι
ς Υ
άδες
, οι οπ
οίε
ς

γίν
οντ
αι τρ
οφ
οί το
υ θ
εϊκού π
αιδ
ιού.
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Αµπ
ελουργό
ς,
γλεν
τζές
, οιν
οπ
οιό
ς, π
ανη
γυριώ
της,
ταβερ
νιάρης, δια
σκεδ
αστή
ς.
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Θ
εός
της
γονι
µότη
τας,
προστά
της τ
ης
φύσης,
της
αµπ
ελουργί
ας,
του
κρασιο
ύ,
µυστη
ρια
κός,
συµβολί
ζει τη
ν ανα
γένν
ηση κ
αι το
θάνα
το, το
υ εκ
στα
τικού
χορού.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
Οιν
οπ
ίων,
Στά
φυλο
ς κ
αι Ε
υάνθ
ης
απ
ό τ
ην Α
ριά
δνη
. Π
αιδ
ιά
του
ήτα
ν και οι: Π
ρία
µος,
Φάνη
ς, Ί
ακχος, Μ
έθη, Χ
άρις
, Ε
ύανδ
ρος,
Χάρµον,
∆ηιά
νειρ
α.
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Λ
ιοντ
άρι
, αµπ
έλι,
τίγρ
εις,
κρασί, µ
ουσικ
ά ό
ργα
να,
κισ
σός,
πάνθ
ηρας,
στε
φάνι
µε
κλη
µατό
βερ
γα, στα
φύλι
α, χαρτί
µε
νότε
ς, µ
άσκες
, π
ειρατι
κή σ
ηµαία
, θύρσος,
αγγ
είο κ
άνθ
αρος,
ο φ
αλλ
ός,
τράγο
ς, ό
νος.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Νεό
τερος
των
θεώ
ν µε
αντ
ιθέσ
εις,
τη χ
αρά τ
ης
γιορτή
ς και τη
µανί
α τ
ης
κατα
στρ
οφ
ής,
το
θάνα
το. Α
γαπ
ηµέν
ος
στι
ς
λαϊκ
ές τ
άξει
ς. Π
ρόσχαρος,
σκόρπ
ιζε
παντ
ού τ
ο κ
έφι. Έ
κανε
τους
α
νθρώ
πους ν
α ξ
εχνο
ύν
τις
στε
νοχώ
ριε
ς
το
υς
και να
ζω
γραφ
ίζετ
αι στα
πρόσω
πά
τ
ους
το χ
αµόγε
λο.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Τα Μ
εγάλα
∆ιο
νύσι
α, π
ου γ
ίνοντ
αν
τέλη
Μάρτ
η,
αρχές
Απ
ρίλ
η κάθ
ε χρόνο
στη
ν Α
θήνα
,
µετ
αφ
έροντ
αν
το ξ
όανό
του σ
την
Αθ
ήνα
απ
ό τ
ις Ε
λευθ
ερές
. ∆
ιαρκούσε
πέν
τε µ
έρες
και συµ
µετ
είχαν
πρεσ
βευ
τές α
π’ ό
λες
τις
ελλη
νικές
πόλε
ις. Γ
ίνοντ
αν
θυσίε
ς, λ
αµπ
αδηφ
ορίε
ς, φ
αλλ
οφ
ορίε
ς, α
γώνε
ς
διθ
υράµβου.
Τα κ
ατ’
αγρ
ούς
∆ιο
νύσια
γιο
ρτάζοντ
αν
τέλο
ς
∆εκ
εµβρίο
υ, αρχές
Γεν
άρη σ
ε κάθ
ε δήµο. Κ
εντρ
ικό
στο
ιχεί
ο, ήτ
αν
ο κ
ώµος,
η π
οµπ
ή, στη
ν οπ
οία
λιτ
άνε
υαν
το φ
αλλ
ό, τρ
αγο
υδώ
ντας.
Κατά
τη
διά
ρκει
α τ
ου
πανη
γυρισ
µού,
απ
αγο
ρευ
ότα
ν αυστ
ηρά ο
ποια
δήπ
οτε
συνα
λλαγή
οικ
ονο
µικ
ού ή
διο
ικητι
κού
χαρακτή
ρα
και υπ
ήρχε
η σ
υνήθ
εια ν
α ε
λευθ
ερώ
νουν
προσω
ριν
ά
τους
φυλ
ακισ
µέν
ους,
για
να π
αρακολο
υθ
ήσουν
κι
αυτο
ί τη
ν ιε
ρή γ
ιορτή
.
Τα Λ
ήνα
ια ή
ταν
διο
νυσια
κή γ
ιορτή
τω
ν Ιώ
νων,
που
τελο
ύσαν
το µ
ήνα
Ληνα
ιώνα
(τέ
λος Γ
ενάρη,
αρχές
Φλε
βάρη). Π
ήρε
τ’ ό
νοµά τ
ης
απ
ό τ
ο λ
ηνό
, το
πατη
τήρι
και π
εριλ
άµβανε
την
ποµπ
ή κ
αι το
ν αγώ
να λ
υρικ
ών
έργω
ν και
δραµάτω
ν, ιδια
ίτερ
α κ
ωµω
διώ
ν.
Τα Α
νθεσ
τήρια
, η
γιορτ
ή τ
ης
άνο
ιξης,
τελ
ούντ
αν
τέλη
Φλε
βάρη,
αρχές
Μάρτη
. Τ
ην
πρώ
τη µ
έρα ά
νοιγ
αν
πιθ
άρια
και δοκίµ
αζα
ν το
καιν
ούριο
κρασί. Τ
η δ
εύτε
ρη, οι Χ
όες
, π
εριλ
άµβανε
αγώ
νες
οιν
οπ
οσία
ς. Ο
ι συµµετ
έχοντ
ες κ
ρατο
ύσαν
δοχεί
α (
χόες
) µε
κρασί π
ου
έπρεπ
ε να
πιο
υν γ
ρήγο
ρα. Γ
ινότα
ν και η α
ναπ
αράστα
ση τ
ου
γάµου τ
ου
∆ιό
νυσου. Η
Τρίτ
η µ
έρα, ήτα
ν αφ
ιερω
µέν
η σ
τις
ψυχές
τω
ν νε
κρώ
ν,
που κ
αλο
ύσαν
να σ
υµµετ
άσχουν
στο γ
εύµα.
Στο
ν Π
αρνα
σσό, αρχές
∆εκ
εµβρίο
υ, τα
«όργι
α», π
ου ή
ταν
µόνο
για
γυν
αίκ
ες.
Κρατο
ύσαν
θύρσο σ
τολι
σµέν
ο µ
ε
κισ
σόφ
υλλ
α σ
το έ
να χ
έρι και π
υρσό
στο
άλλ
ο. Β
άκχευ
αν,
έπ
εφτα
ν σε
θρησκευ
τική υ
στε
ρία
. Ά
λλες
γιο
ρτέ
ς:
τα Α
γριά
νεια
, τα
Αγρ
ιώνι
α, τα
Οσχοφ
όρα,
τα Ν
υκτο
φυλά
ξια, τα
Θεο
ίνια
κ.ά
.

ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Τ
ον
ακολο
υθούσε
ένα π
ολύ
βουο π
λήθ
ος,
απ
ό γ
υνα
ίκες
που χ
όρευ
αν
µ’ έ
ξαλλ
ο τρ
όπ
ο, τι
ς Μ
αιν
άδες
και π
αράξε
να ό
ντα π
ου
ήτα
ν άνθ
ρω
ποι και ζώ
α µ
αζί. Ή
ταν
οι Σ
άτυ
ροι, Σ
εληνο
ί, Β
άκχες
, οι
Νύµφ
ες τ
ης
Νύσας
και ο
Πάνα
ς.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Σ
το ∆
ιόνυ
σο
είνα
ι
αφ
ιερω
µέν
ο κ
ι έν
α ε
ίδος
τραγο
υδιο
ύ,
ο δ
ιθύραµβος.
Το λ
ατρ
ευτι
κό α
υτό τ
ραγο
ύδι
ψάλλ
ει µ
ια ο
µάδα α
νθρώ
πω
ν π
ου
ονο
µάζε
ται χορός.
Οι τε
λετο
υργί
ες τ
ου ∆
ιόνυ
σου,
είχαν
στοιχ
εία έ
κστα
σης
και
µυστι
κισ
µού. Μ
έσα α
πό τ
ην
ενθ
ουσιώ
δη µ
έθη τ
ων
αισ
θήσεω
ν, ο
ι π
ιστο
ί το
υ απ
οκτο
ύσαν
τον
καθ
αρµό τ
ης
ψυχής.
Οι π
ανη
γυρισ
τές
του µ
ε τύ
µπανα
και αυλο
ύς,
κραυγά
ζοντ
ας
και σπ
αράζο
ντας
ζώα,
περ
ιφέρ
ανε
φαλλ
ούς
µέσ
α σ
τη ν
ύχτα
σαν
σύµ
βολα
γονι
µότη
τας.
Τον
γιόρτα
ζαν
µέσ
α σ
ε π
αραλή
ρηµα
µεθ
υσιο
ύ. Φ
ορώ
ντας
δέρ
µατα
τράγο
υ, σ
τεφ
ανω
µέν
οι
µε
κισ
σό, π
ασαλε
ιµµέν
οι µε
το κ
ατα
κάθι το
υ µούστο
υ,
µετ
αµορφ
ώνο
νταν
σε
Σατύ
ρους
και ανα
παρίσ
τανα
ν
τ
ις π
εριπ
έτει
ες τ
ου
θεο
ύ,
χ
ορεύ
οντ
ας
και τρ
αγο
υδώ
ντας.
∆ίδ
αξε
την
κ
αλλ
ιέργε
ια τ
ου
αµπ
ελιο
ύ κ
αι τη
ς κατα
σκευ
ής
τ
ου
κρασιο
ύ. Α
λλού
έγιν
ε δεκ
τός
ως
θεό
ς,
α
λλού
ως
τυχοδιώ
κτη
ς άνθ
ρω
πος,
γεγ
ονό
ς
π
ου
προκάλε
σε
σύµφ
ωνα
µε
τον
µύθο κ
αι
ανά
λογε
ς αντ
ιδράσει
ς εκ
µέρ
ους
του,
ευ
νοώ
ντας
τους
φίλ
ους
και τι
µω
ρώ
ντας
τους
εχ
θρούς.
ΟΝΟΜ
Α:
ΠΛ
ΟΥ
ΤΩ
ΝΑ
Σ
(α +
Fiδ
= β
ασιλ
ιάς
του
αόρατο
υ
κόσµου, as
u =
ψυχή)
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Αόρατο
ς, Θ
ανα
τηφ
όρος
ΠΑΤΕΡΑ
Σ:
Κρόνο
ς
ΜΗΤΕΡΑ
: Ρέα
ΣΥΖΥΓΟ
Σ:
Περ
σεφ
όνη
ΤΟΠ
ΟΣ
: Κ
άπ
ου
πάνω
στη
ΓΗ
!
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Νεκ
ροθάφ
της,
δολο
φόνο
ς
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
:
Θεό
ς το
υ Κ
άτω
Κόσµου κ
αι
των
νεκρώ
ν.
Μέγ
ας δ
ικαστή
ς
τω
ν θνη
τών.
ΠΑΙ∆
ΙΑ:
Απ
ό τ
ο γ
άµο τ
ου
µε
την
Περ
σεφ
όνη
,
δεν
απ
έκτη
σε
παιδ
ιά.
ΣΥΜ
ΒΟΛΟ
: Κ
υπ
αρίσ
σια
, κυνή
, ρόδι, δ
ρεπ
άνι
, Κ
έρβερ
ος.

Το ό
πλο
του Ά
δη
ήτα
ν έν
α δ
ίκρανο
, µε
το
οπ
οίο
διέ
λυε
ό,τ
ι βρισ
κότα
ν στ
ο δ
ρόµο τ
ου
ή
ό,τ
ι δεν
του ή
ταν
αρεσ
τό,
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Άσπ
λαχνο
ς, α
µεί
λικτο
ς,
σκλη
ρός, αδάµαστ
ος,
ασυγ
κράτη
τος,
µισ
ητός,
µα π
λούσιο
ς απ
ό τ
ις ψ
υχές
και π
ανί
σχυρος.
Ωστό
σο, ήτ
αν
δίκ
αιο
ς. Ο
Άδης δ
εν ή
ταν
ο ίδιο
ς ο θ
άνα
τος.
Η
πραγµ
ατι
κή
προσω
ποπ
οίη
ση τ
ου θ
ανά
του ή
ταν
ο Θ
άνα
τος.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Στο
ν άσπ
λαχνο
Άδη, οι αρχαίο
ι Έ
λληνε
ς δεν
αφ
ιέρω
ναν
ναούς. Μ
ονά
χα ο
ι Η
λείο
ι, σ
την
Πύλο
,
είχαν
ιδρύσει
ναό π
ρος
τιµήν
του, το
ν οπ
οίο
λειτ
ουργο
ύσαν
µια φ
ορά τ
ο χ
ρόνο
και π
ρόσφ
εραν
θυσία
, ζώ
α µ
ε µαύρο τ
ρίχ
ωµα.
Ότα
ν οι Έ
λληνε
ς π
ροσεύ
χοντ
αν
στον
Άδη,
κτυ
πούσαν
τα χ
έρια
τους
στο
έδαφ
ος
για ν
α ε
ίναι σίγ
ουροι π
ως
τους
ακούει
. Μ
αύρα ζ
ώα, όπ
ως
πρόβατα
, θ
υσιά
ζοντ
αν
προς
τιµήν
του,
και π
ιστε
ύετ
αι π
ως
κάπ
οια
στι
γµή
προσφ
έρθ
ηκαν
ακόµα κ
αι ανθ
ρω
ποθ
υσίε
ς. Τ
ο α
ίµα
απ
ό τ
ις θ
υσίε
ς στο
ν Ά
δη έ
στα
ζαν
σε
λάκκο γ
ια ν
α τ
ον
φτά
σουν.
Το π
ρόσω
πο π
ου π
ρόσφ
ερε
τη θ
υσία
έπ
ρεπ
ε
να σ
τρέψ
ει τ
ην κ
εφαλή
του. Κ
άθ
ε εκ
ατό
έτη
λάµβανα
ν χώ
ρα ε
ορτέ
ς
προς
τιµή τ
ου.
ΣΥΝΟ∆ΕΙΑ
: Π
ιστό
ς φ
ύλακάς
του ε
ίναι ο Κ
έρβερ
ος,
ο
τερατώ
δες
σκύλο
ς µε
τα τ
ρία
(ή π
ενήντ
α)
κεφ
άλι
α,
που κ
ατα
σπ
άραζα
ν όπ
οιο
ν δια
νοηθ
εί ν
α β
γει απ
’ το
παλά
τι τ
ου α
φέν
τη τ
ου. Ο
Χάρος,
ο β
αρκάρης, ο
ι
τρει
ς κ
ριτ
ές τ
ου
Κάτω
Κόσµου:
ο Μ
ίνω
ς, ο
Ραδάµανθ
υς
και ο Α
ιακός. Ο
ι Κ
ήρες
και οι Ε
ριν
ύες
,
που τ
ις έ
στε
λνε
σαν
ψυχοπ
οµπ
ούς ή
σαν
τιµω
ρούς
δαίµ
ονε
ς, σ
τη γ
η.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Μ
ετά τ
ην Τ
ιτανο
µαχία
οι Κ
ύκλω
πες
του
έκανα
ν δώ
ρο µ
ια
περ
ικεφ
αλα
ία, τη
ν κυνή
, φ
τιαγµ
ένη
απ
ό δ
έρµα κ
υνό
ς (σ
κύλο
υ),
την
οπ
οία
, όπ
οιο
ς φ
ορούσε,
γιν
ότα
ν αόρατο
ς, ό
χι
µόνο
στο
υςθ
νητο
ύς,
αλλ
ά κ
αι στ
ους
θεο
ύς.
Η Π
ερσεφ
όνη
, κόρη τ
ης
∆ήµητρ
ας,
καθ
ώς
µάζε
υε
λουλο
ύδια
µε
τις
Ωκεα
νίδες
φίλ
ες τ
ης,
την
ώρα π
ου π
ήγε
να κ
όψει
ένα
νάρκισ
σο,
άνο
ιξε
η γη
κι ο Ά
δης
ανα
δύθ
ηκε
στο
άρµα τ
ου
κι άρπ
αξε
τη ν
έα, η ο
ποία
µόλι
ς π
ρόλα
βε
ν’
αφ
ήσει
µια
σπ
αρακτι
κή κ
ραυγή
. Α
κολο
ύθ
ησε
η
οργή
της
∆ήµητρ
ας,
η α
ναζή
τηση τ
ου
παιδ
ιού
της
και η σ
υµβιβ
αστι
κή λ
ύση τ
ης π
αραµονή
ς
της
Περ
σεφ
όνη
ς, ο
κτώ
µήνε
ς στο
φω
ς και τέ
σσερ
ις σ
το σ
κοτά
δι. Η
είσοδος
στο
βασίλ
ειο τ
ων
νεκρώ
ν το
ποθετ
είτα
ι σε
πολλ
ά µ
έρη, όπ
ου
υπ
ήρχαν
χάσµατα
γης
και ανα
θυµιά
σει
ς: σ
το Τ
αίν
αρο, στ
η λ
ίµνη
Αχερ
ουσία
, στ
ην
Κύµη
της
Καµπ
ανί
ας
ή στο
ν Ί
ππ
ιο Κ
ολω
νό σ
την
Αθήνα
.
Υπ
ήρχαν
δύο π
ηγέ
ς, σ
το Κ
άτω
Κόσµο: η π
ηγή
της
Λήθης,
όπ
ου ο
ι
κοιν
ές ψ
υχές
συνέ
ρρεα
ν γι
α ν
α σ
βήσουν
κάθ
ε µνή
µη, και η
πηγή
της
Μνη
µοσύνη
ς, ό
που α
ντιθ
έτω
ς έπ
ιναν
οι µύστ
ες τ
ων
Μυστη
ρίω
ν.
Ο
ι Έ
λληνε
ς π
ίστε
υαν
ότι οι
ψ
υχές
τω
ν νε
κρώ
ν κατέ
βαιν
αν
σ
το β
ασίλ
ειο τ
ου θ
εού Ά
δη ή
Π
λούτ
ωνα
. Ο
δηγό
ς το
υ νε
κρού
σ
το σ
τερνό
του τ
αξίδ
ι ήτ
αν
ο
Ε
ρµής
Ψυχοπ
οµπ
ός. Α
υτό
ς
ο
δηγο
ύσε
την
ψυχή κ
αι τη
ν
ά
φηνε
στη
ν όχθ
η τ
ου π
οτα
µού
Αχέρ
οντ
α. Ε
κεί
την
παρελ
άµβανε
ο Χ
άροντ
ας
για ν
α τ
ην
περ
άσει
στη
ν
απ
έναντ
ι όχθ
η µ
ε αντ
ίτιµ
ο τ
ο νό
µισ
µα π
ου ε
ίχαν
τοπ
οθ
ετήσει
οι
συγγ
ενεί
ς στ
ο σ
τόµα τ
ου
νεκρού. Α
ν οι συγ
γενε
ίς δ
εν τ
οπ
οθ
ετούσαν
το ν
όµισ
µα, τό
τε η
ψυχή τ
ου
νεκρού π
εριπ
λανι
όταν
δυστ
υχισ
µέν
η,
χω
ρίς
να µ
πορεί
να µ
πει
στο
ν Ά
δη. Α
κολο
υθούσε
η κ
ρίσ
η τ
ης
ψυχής
απ
ό τ
ους
τρει
ς κριτ
ές τ
ου Ά
δη, το
ν Α
ιακό, το
ν Μ
ίνω
α κ
αι το
ν

Ραδάµανθ
υ. Α
ν ο ν
εκρός
είχε
ζήσει
µια
ενά
ρετ
η ζ
ωή -
και ιδ
ίως α
ν εί
χε
µυηθ
εί σ
ε µι
α µ
υστ
ηρια
κή λ
ατρ
εία -
µετ
έβαιν
ε στα
Ηλύ
σια
Πεδ
ία, έν
αν
ηλι
όλο
υστ
ο τ
όπ
ο γ
εµάτο
ευτυ
χία
και χαρά.
Αν,
αντ
ίθετ
α, η
ζωή τ
ου ή
ταν
κακή,
ριχ
νότα
ν στα
Τάρτα
ρα, όπ
ου υ
ποβαλλ
ότα
ν
σε
φοβερ
ά β
ασανι
στή
ρια
. Α
ν, τ
έλος,
η ζ
ωή
του
δεν
ήτα
ν ούτ
ε καλή
αλλ
ά ο
ύτε
και κακή,
η ψ
υχή τ
ου ο
δηγε
ίτο
σ'
έναν
οµιχ
λώδη τ
όπ
ο, π
ου ο
νοµαζό
ταν
«Κ
ήπ
ος
των
Ασφ
οδέλ
ων»
. Μ
όνη
της
ελπ
ίδα π
λέον
ήτα
ν οι θ
υσίε
ς π
ου έ
κανα
ν οι
συγγ
ενεί
ς τ
ου ν
εκρού κ
αι δρόσιζ
αν
την
ψυχή τ
ου. Τ
ότε
όχι µόνο
θυµότα
ν τα
περ
ασµέν
α, αλλ
ά µ
πορούσε
και να
κάνε
ι π
ροβλέ
ψει
ς γι
α τ
ο
µέλ
λον.
Το σ
κοτε
ινό τ
ου
άρµα, συ
ρόµεν
ο α
πό τ
έσσερ
ις µ
ελανο
ύς
ίππ
ους,
πάντ
οτε
ήτα
ν εν
τυπ
ωσια
κό κ
αι τρ
οµακτι
κό σ
τη θ
έα. Κ
αθ
ότα
ν σε
έναν
εβέν
ινο θ
ρόνο
.
Όπ
ως
ο α
δελ
φός
του
∆ία
ς και οι άλλ
οι αρχαίο
ι θ
εοί, ο
Άδης δ
εν ή
ταν
ο
πιο
πισ
τός
σύζυ
γος.
Κατε
δίω
ξε κ
αι ερ
ωτε
ύτη
κε
την
νύµφ
η Μ
ινθώ
και
για ν
α τ
ην
τιµω
ρήσει
γι’
αυτό
, η
ζηλι
άρα σ
ύζυ
γός τ
ου Π
ερσεφ
όνη
µετ
έτρεψ
ε τη
ν Μ
ινθώ
στο
φυτό
µέν
τα. Π
αροµοίω
ς, η
νύµ
φη Λ
ευκή, η
οπ
οία
επ
ίσης α
ρπ
άχτη
κε
απ
ό τ
ον Ά
δη,
µετ
αµορφ
ώθηκε
απ
ό α
υτό
ν σε
λευκή λ
εύκα µ
ετά τ
ον θ
άνα
τό τ
ης.
Ο Ά
δης έ
δει
ξε έ
λεος
µόνο
µία
φορά:
Επ
ειδή η
µουσικ
ή τ
ου
Ορφ
έα ή
ταν
τόσο
λυπ
ητε
ρή, το
υ ε
πέτ
ρεψ
ε να
επ
ανα
φέρ
ει
την
σύζυ
γό τ
ου,
Ευρυδίκ
η, στ
η γ
η τ
ων
ζωντ
ανώ
ν υπ
ό τ
ον ό
ρο π
ως
θα π
ερπ
ατο
ύσε
πίσ
ω τ
ου κ
αι δεν
θα γ
ύριζ
ε να
την
κοιτ
άξει
µέχ
ρι να
βγο
υν
στη
ν επ
ιφάνε
ια. Ο
Ορφ
έας
συµφ
ώνη
σε
αλλ
ά, εν
δίδ
οντ
ας
στο
ν π
ειρασµό
να κ
οιτ
άξε
ι π
ίσω
του,
απ
έτυχε
και έχ
ασε
την
Ευρυδίκ
η
ξανά
. Ε
νώθηκε
µαζί
της
ξανά
µόνο
µετ
ά τ
ο θ
άνα
τό τ
ου.
ΟΝΟΜ
Α:
ΜΟ
ΥΣ
ΕΣ
Κλε
ιώ, Θ
άλε
ια, Ε
ρατώ
, Ε
υτέ
ρπ
η, Π
ολύ
µνια
, Κ
αλλ
ιόπ
η, Τ
ερψιχ
όρη,
Ουρανί
α, Μ
ελπ
οµέν
η.
Μούσες
Ετυ
µ. =
µάω
ή µ
ώοµαι ή µ
ώσις
(επ
ιθυµώ
) ή ο
µού ο
ύσαι. Ο
ι
Μούσες
τώ
ρα κ
αι γε
νικά η
Μουσικ
ή ω
νοµάσθ
ηκαν
έτσι απ
’ το µ
ώσθ
αι
(έρευ
να),
απ
’ την
ανα
ζήτη
ση γ
ια τ
ην
Φιλ
οσοφ
ία κ
αι τη
ν Γ
νώση.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Χαρούλε
ς
ΠΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς
ΜΗΤΕΡΑ
: Μ
νηµοσύνη

ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Χορεύ
τριε
ς, Σ
ταρ, µουσικ
οί, ε
πισ
τήµονε
ς, δ
ασκάλε
ς,
καθ
ηγή
τριε
ς.
ΤΟΠ
ΟΣ
: Έ
λεγα
ν π
ως
οι Μ
ούσες
γεν
νήθ
ηκαν,
επ
ειδή ο
∆ία
ς, π
ου
γιόρτα
ζε τ
ο γ
άµο τ
ου,
ρώ
τησε
τους
καλε
σµέν
ους
του, αν
τους έ
λειπ
ε
τίπ
οτα
. Ε
κεί
νοι τό
τε τ
ου α
πάντ
ησαν
πω
ς θα έ
πρεπ
ε να
φτι
άξει
κάπ
οιε
ς
θεό
τητε
ς π
ου θ
α υ
µνούσα
ν το
ν ∆
ία µ
ε στί
χους κ
αι µουσικ
ή αντ
άξι
α τ
ων
κατο
ρθ
ωµάτω
ν και το
υ µ
εγαλε
ίου τ
ου. Η
Μνη
µοσύνη
, π
ου τ
ην
ξεγέ
λασε
ο ∆
ίας,
κοιµ
ήθηκε
µαζί
του σ
την
Πιε
ρία
(δηλα
δή τ
ην
περ
ιοχή β
όρει
α
του
Ολύ
µπ
ου,
γι'
αυτ
ό και τι
ς έλ
εγαν
"Πιε
ρίδ
ες")
, γι
α ε
ννιά
δια
δοχικ
ές
νύχτε
ς. Έ
να χ
ρόνο
µετ
ά η
γέν
νησε
εννι
άδυµ
α, κοντ
ά σ
την
κορυφ
ή τ
ου
Ολύ
µπ
ου:
εννι
ά κ
όρες
, π
ου τ
ις µ
άγε
υε
όλε
ς η µ
ουσικ
ή κ
αι η π
οίη
ση τ
ις
έδω
σε
να τ
ις α
ναθρέψ
ει η
νύµφ
η Ε
ύφ
ηµη κ
αι όρισ
ε δάσκαλό
τους
τον
Απ
όλλ
ωνα
,
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Ο
ι
Μούσες
θεω
ρούντ
αν
θεέ
ς τη
ς µουσικ
ής
και τη
ς π
οίη
σης,
που
εν χ
ορώ
υµνο
ύσαν
τον
∆ία
µε
τις
µελ
ωδικ
ές τ
ους
φω
νές. Θ
εές
της
Μνή
µης
και κατ'
επέκ
ταση ε
κεί
νες
που δ
ιασώ
ζουν
αξί
ες
και ηθικ
ές α
ρχές
και
διδ
άγµ
ατα
απ
ό τ
ο π
αρελ
θόν.
Συµβόλι
ζαν
το µ
εγαλε
ίο τ
ης
τέχνη
ς· τ
ο
ωραίο
όχι µόνο
στη
µορφ
ή, µα κ
αι στο
περ
ιεχόµεν
ο. Π
ριν
γίν
ουν
προστά
τιδες
θεέ
ς τω
ν αοιδ
ών,
τω
ν µουσι
κώ
ν και τω
ν π
οιη
τών,
φαίν
εται ότ
ι υπ
ήρξαν
θεό
τητε
ς τω
ν π
ηγώ
ν, τ
ων
ρυακιώ
ν και εν
γέν
ει
των
νερώ
ν. Α
νήκαν
δηλα
δή κ
ι αυτ
ές σ
την
οικ
ογέ
νεια
τω
ν Ν
υµφ
ών
(τω
ν
δασώ
ν και τω
ν νε
ρώ
ν). Η
µετ
αλλ
αγή
τους
απ
ό θ
εότη
τες
των
πηγώ
ν σε
θεό
τητε
ς τ
ης
ωδής
και τη
ς µουσικ
ής
ίσω
ς να
οφ
είλε
ται στη
ν αντ
ίληψη
των
αρχαίω
ν Ε
λλήν
ων
ότι
το κ
ελάρυσµα τ
ων
ρυακιώ
ν υπ
ήρξε
ο
πρώ
τος
µουσικ
ός
τόνο
ς. Π
ιστε
υότα
ν ότι
είχ
αν
µαντ
ικές
ιδιό
τητε
ς
(είτ
ε λό
γω τ
ης
υδάτι
νης
κατα
γωγή
ς το
υς
είτε
λόγω
Απ
όλλ
ωνα
).
Τις
θεω
ρούσαν
φορεί
ς µεγ
άλη
ς π
νευµατι
κότη
τας
και καλλ
ιτεχ
νικώ
ν
εµπ
νεύσεω
ν. Ή
ταν
µεγ
άλε
ς δασκάλε
ς κ
αι δίδ
αξα
ν τη
ν π
ανά
ρχαια
ελλη
νική ιστ
ορία
και τη
ν γε
νεαλο
γία τ
ων
θεώ
ν το
υ Ο
λύµπ
ου, µέσ
α
απ
ό τ
α κ
είµεν
α τ
ου Η
σιό
δου.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Είν
αι φ
ωτε
ινές
και ήπ
ιες
µορφ
ές π
ου µ
έχρι
σήµερ
α π
ροσω
ποπ
οιο
ύν
την
παρηγο
ριά
που φ
έρνε
ι
η τ
έχνη
και η η
θικ
ή σ
τη
ζωή τ
ων
ανθ
ρώ
πω
ν,
καθ
ώς κ
αι τη
ν οµορφ
ιά
που τ
ης δ
ίνει
. Α
έριν
ες
µορφ
ές µ
ε στο
χασµό
και
θεϊ
κή ο
µορφ
ιά, π
ου
κρατο
ύν
δάφ
νες
και
µουσικ
ά ό
ργα
να κ
αι
απ
αγγ
έλλο
υν ή
τραγο
υδούν
ολό
γυρα α
πό τ
ο µ
εγάλο
δάσκαλο
Απ
όλλ
ωνα
. Χ
όρευ
αν
ολό
γυρα α
πό τ
ο β
ωµό κ
αι αργό
τερα κ
άθ
οντ
αν
πάνω
σε
δάφ
νες
και τρ
αγο
υδούσαν.
Το α
ρµονι
κό τ
ους τ
ραγο
ύδι
µάγε
υε
το β
ασιλ
ιά τ
ων
θεώ
ν και τω
ν ανθ
ρώ
πω
ν, γ
έµιζ
ε µε
ευφ
ορία
τις
ψυχές
όλω
ν τω
ν θ
εών
και γο
ήτευ
ε ολ
όκλη
ρη τ
η φ
ύση η
οπ
οία
στε
κότα
ν ασάλε
υτη
κάθε
φορά π
ου ο
ι Μ
ούσες
ακούγο
νταν
απ
ό τ
ην
κορυφ
ή τ
ου Ο
λύµπ
ου, γι
α ν
α τ
ις α
φουγκ
ραστε
ί: ο
ουρανό
ς, τ
α ά
στρ
α,
η θ
άλα
σσα κ
αι τα
ποτά
µια, όλ
α σ
ιωπ
ούσαν
ευλα
βικ
ά...
Έκανα
ν π
εριπ
άτο
υς
και λο
ύζο
νταν
στι
ς π
ηγέ
ς Ιπ
ποκρήνη
, τη
ν
ωραιό
τερη π
ηγή
στη
ν κορυφ
ή τ
ου
Ελι
κώ
νος,
Καστα
λία, στ
ον
Παρνα
σσό.
ΟΙ
ΜΟΥΣΕΣ Κ
ΑΙ
ΟΙ
ΤΕΧΝΕΣ:
Η π
αράδοση α
ναφ
έρει
: ∆
ύο
Μούσες
εφ
εύραν
τη θ
εωρία
και τη
ν π
ράξη
στη
µάθ
ηση. Τ
ρει
ς Μ
ούσες
εφεύ
ραν
τους τ
ρει
ς µουσι
κούς
τόνο
υς
αδρόν,
µέσ
ον
και ισ
χνό
ν

τις
τρει
ς χορδές
της
Λύρα
ς, τ
ις τ
ρει
ς π
ροσω
δίε
ς οξε
ία, βαρεί
α,
περ
ισπ
ωµέν
η κ
αι το
υς
τρει
ς χρόνο
υς
παρελ
ηλυ
θότα
, εν
εστώ
τα,
µέλ
λοντ
α τ
α τ
ρία
πρόσω
πα, το
υς
τρει
ς αριθ
µούς,
το
τρίγ
ωνο
τω
ν
αστέ
ρω
ν και άλλ
α τ
ριά
ριθ
µα.
Τέσ
σερ
ις Μ
ούσες
εφ
εύραν
τις
τέσσερ
ις δ
ιαλέ
κτο
υς:
αττ
ική, ιω
νική,
αιο
λική κ
αι δω
ρικ
ή. Π
έντε
Μούσες
τις
πέν
τε α
ισθ
ήσει
ς: ό
ραση, γε
ύση,
όσφ
ρηση, αφ
ή κ
αι ακοή. Ε
πτά
Μούσες
εφ
εύραν
τις
επτά
χορδές
της
λύρας,
τις
επ
τά Ο
υράνι
ες ζ
ώνε
ς, τ
ους
επτά
πλα
νήτε
ς και τα
επ
τά
φω
νήεν
τα τ
ου
ελλη
νικού α
λφάβητο
υ.
1.
Η Μ
ούσα Κ
λειώ
(εκ
του
: κλέ
ος =
δόξα
), α
νακάλυ
ψε
την
Ιστο
ρία
(και
την
κιθ
άρα).
Η ιστο
ρία
ονο
µαζό
ταν
Κλε
ιώ, επ
ειδή α
ναφ
έρετ
αι στ
ο Κ
λέος
(που α
νήκει
στο
υς
ήρω
ες τ
ου π
αρελ
θόντ
ος)
, π
ου µ
ας δ
ιηγο
ύντ
αι οι
συγγ
ραφ
είς
µέσ
α α
πό τ
α β
ιβλί
α. Σ
ύµφ
ωνα
µε
την
παράδοση, η Κ
λειώ
κατη
γόρησε
την
Αφ
ροδίτ
η ε
πει
δή ε
ρω
τεύθ
ηκε
τον
'Aδω
νι. Η
Αφ
ροδίτ
η
αντ
απ
έδω
σε:
Την
οδήγη
σε
στο
σπ
ίτι το
υ Π
ίερου
και τη
ν έκ
ανε
να τ
ον
ερω
τευθ
εί. Η
Κλε
ιώ µ
ε το
ν Π
ίερο γ
έννη
σε
τον
Υάκιν
θο. Μ
ε το
Μάγν
ητα
(πατέ
ρα τ
ου
Πίε
ρου)
γένν
ησε
τον
Ιάλε
µο,
τον
Υµέν
αιο
και το
Λίν
ο.
Ζω
γράφ
ιζαν
την
Κλε
ιώ δ
αφ
νοστε
φανω
µέν
η κ
αι µε
πορφ
υρό έ
νδυµα. Σ
το
δεξ
ί τη
ς χέρ
ι κρατο
ύσε
µία σ
άλπ
ιγγα
και στ
ο α
ρισ
τερό έ
να β
ιβλί
ο, π
ου
έγραφ
ε Κ
λειώ
Ιστο
ρία
. Σ
τα π
όδια
της
υπ
ήρχε
το Κ
ιβώ
τιο τ
ης
Ιστο
ρία
ς.
2. Η
Μούσα Ε
υτέρ
πη
(εκ τ
ου: ευ
+ τ
έρπ
ω, καλώ
ς τέ
ρπ
ω, ευ
χαρισ
τώ),
ανα
κάλυ
ψε
διά
φορα µ
ουσικ
ά ό
ργα
να, τα
µαθήµατα
, και τη
δια
λεκτι
κή.
Τα µ
αθ
ήµατα
τέρ
πουν
τους
ανθ
ρώ
πους,
αλλ
ά κ
αι..«
είνα
ι εύ
τερπ
εϊς
οί
λόγο
ι τω
ν π
επαιδ
ευµέν
ων»
. Η
Ευτέ
ρπ
η µ
ε το
Στρ
υµόνα
γέν
νησε
το
Ρήσσο. Τ
η ζ
ωγρ
άφ
ιζαν
δαφ
νοστε
φανω
µέν
η ν
α π
αίζ
ει α
υλό ή
να τ
ον
κρατά
. ∆
ίπλα
της
βρισ
κότα
ν όργα
να µ
ουσικ
ά κ
αι κεί
µεν
α, ο Έ
ρω
τας
και δέν
δρα µ
ε το
ν τρ
αγο
υδισ
τή Τ
έττι
γα (
τζιτ
ζίκ
ι).
3. Η
Μούσα Θ
άλεια
(εκ τ
ου:
θάλλ
ω =
ανθ
ίζω
, βλα
στα
ίνω
, ακµάζω
),
ήτα
ν Έ
φορος
της
Κω
µω
δία
ς.
Ανα
κάλυ
ψε
την
κω
µω
δία
, τη
γεω
µετ
ρία
, τη
ν αρχιτ
εκτο
νική κ
αι
τη γ
εωργί
α. Ή
ταν
προοτά
τισσα κ
αι
των
Συµπ
οσίω
ν. Έ
λεγα
ν π
ως
ο
Παλα
ίφατο
ς ήτα
ν γι
ος
της.
Τη
ζω
γράφ
ιζαν
στε
φανω
µέν
η µ
ε κισ
σό,
νέα κ
αι χαµογε
λαστή
, να
κρατά
κω
µικ
ή µ
άσκα. Ά
λλες
φορές
δαφ
νοστε
φανω
µέν
η µ
ε π
ράσιν
ο
πανω
φόρι και τη
ν επ
ιγραφ
ή Θ
άλε
ια
Κω
µω
δία
ν.
4. Η
Μούσα Μ
ελποµ
ένη
(εκ τ
ου:
µέλ
πω
= µ
ελω
δώ
+ µ
ένος)
, ήτα
ν
προστά
τισσα τ
ης
Τραγω
δία
ς, ε
πει
δή α
υτή τ
ην ε
πιν
όησε,
της
ρητο
ρικ
ής
και τη
ς µουσικ
ής
µελ
ωδία
ς (µ
ολτ
τήν)
.
Η Μ
ελπ
οµέν
η µ
ε το
ν Α
χελ
ώο, κατά
µία
παράδόση, γέ
ννησε
τις
Σει
ρήνε
ς Τ
η ζ
ωγρ
άφ
ιζαν
να φ
ορεί
µάσκα τ
ραγω
δία
ς, θ
υµω
µέν
η,
δαφ
νοστε
φανω
µέν
η µ
ε σκήπ
τρο, ρόπ
αλο
στα
χέρ
ια κ
αι τη
ν επ
ιγραφ
ή Μ
ελπ
οµέν
η
Τραγω
δία
ν.
5. Η
Μούσα Τ
ερψιχ
όρη
(εκ τ
ου:
τέρπ
ω +
χορός,
η τ
έρπ
ουσα δ
ια τ
ου
χορού,
ευχαρισ
τιότ
αν
µε
το χ
ορό
. Ί
σω
ς και απ
ό τ
η µάθηση, π
ου τ
έρπ
ει τ
ους
ακροατέ
ς), επ
ινόησε
το χ
ορό, τη
ν άρπ
α κ
αι τη
ν π
αιδ
εία. Σ
την

παράδοση α
ναφ
έρετ
αι π
ως
γένν
ησε
µε
το Σ
τρυµό
νο τ
ο Ρ
ήσο κ
αι µε
τον
Άρη τ
ο Β
ίστω
να ή
ακόµη µ
ε το
ν Α
χελ
ώο τ
ις Σ
ειρήν
ες. Τ
ην
Τερ
ψιχ
όρη
ζωγρ
άφ
ιζαν
δαφ
νοστε
φανω
µέν
η κ
αι µε
προµετ
ωπ
ίδιο
να κ
ρατά
άρπ
α
και. ν
α χ
ορεύ
ει χ
αρούµεν
η, εν
ώ τ
α π
όδια
της
µόλι
ς να
ακουµπ
ούν
τη γ
η κ
αι µε
την
επιγ
ραφ
ή
Τερ
ψιχ
όρη λ
ΰραν.
6. Η
Μούσα Ε
ρατώ
(εκ
του:
έρω
ς), εί
ναι η ε
υρέτ
ρια
των
ερω
τικώ
ν π
οιη
µάτω
ν, τ
ου γ
άµου,
(και τη
ς
ποιή
σεω
ς, τ
ης
µουσι
κής κ
αι τη
ς δια
λεκτι
κής)
. Τ
ο
όνο
µα Ε
ρατώ
απ
ό τ
ο ερ
εσθ
αι και απ
ό τ
η λέ
ξη έ
ρω
ς
και ερ
αστή
ς. Τ
η ζ
ωγρ
άφ
ιζαν
καθ
ιστή
, να
φορά
ροδοστέ
φανο
(στε
φάνι
απ
ό τ
ρια
ντάφ
υλλα
), µ
ε τη
λύρα κ
αι το
τόξο
του
έρω
τος σ
τα χ
έρια
και τη
ν
επιγ
ραφ
ή «
Έρατω
Ψάλτ
ρια
ν».
7. Η
Μούσα Π
ολυµ
νία
ή Π
ολυ
άµν
ια (
εκ τ
ου:
πολύ
ς
+ ύµν
ος)
. Τ
ο ό
νοµα Π
ολυ
µνί
α α
πό τ
ο π
ολύ
ς και
ύµνο
ς, ε
πει
δή υ
µνε
ί π
ολλ
ούς α
νθρώ
πους
ή α
πό τ
ο π
ολλ
ών
και µνή
µη,
επει
δή µ
νηµονε
ύει
πολλ
ούς
στη
ν ισ
τορία
. Ή
ταν
προστά
τισσα τ
ων
θεϊ
κώ
ν ύµνω
ν αλλ
ά κ
αι τη
ς υπ
οκριτ
ικής
µίµ
ησης, τη
ς γε
ωµετ
ρία
ς, τ
ης
ιστο
ρία
ς, τ
ης γ
ραµµα
τικής
κ.ά
. Τ
η ζ
ωγρ
άφ
ιζαν
να κ
οιτ
ά π
ρος
τον
Ουρανό
µε
στε
φάνι
απ
ό δ
άφ
νη κ
αι µα
ργα
ριτ
άρια
στο
κεφ
άλι
, λε
υκό
φόρεµ
α, µε
τη λ
ύρα σ
τα χ
έρια
της
και τη
ν επ
ιγραφ
ή Π
ολυ
-µνί
ςκ
Μύθ
ους.
8. Η
Μούσα Ο
υραν
ία (
εκ τ
ου:
ουρανό
ς), ήτα
ν π
ροστά
τισσα τ
ων
Ουρανί
ων
Σω
µάτω
ν και γε
νικά τ
ης
αστρ
ονο
µία
ς π
ου α
νακάλυ
ψε.
Σύµφ
ωνα
µε
την
παράδοση µ
ε το
∆ιό
νυσο
γένν
ησε
τον
Υµέν
αιο
και µε
τον
Απ
όλλ
ωνα
το Λ
ίνο. Ζ
ωγρ
άφ
ιζαν
την
Ουρανί
α σ
τεφ
ανω
µέν
η µ
ε
αστέ
ρια
και π
ροµετ
ωπ
ίδιο
, µπ
λε φ
όρεµ
α, µπ
ροστά
της
τρίπ
οδα π
ου
επάνω
είχ
ε τη
ν ουράνι
α σ
φαίρ
α κ
αι δια
βήτη
.
9. Η
Μούσα Κ
αλλιόπ
η (ε
κ τ
ου:
καλή
+ ο
ψ=φ
ωνή
, έπ
ος=λ
όγο
ς), ήτα
ν η
ανώ
τερη κ
αι επ
ισηµότε
ρη α
πό τ
ις
άλλ
ες α
δελ
φές
της
Μούσε
ς.
Συνό
δευ
ε το
υς
βασιλ
είς
και το
υς
ανώ
τατο
υς
άρχοντ
ες γ
ια ν
α
επιβ
άλλ
ει µ
ε τα
λόγι
α τ
ης υ
ποτα
γή
και δικ
αιο
σύνη
. Η
Καλλ
ιόπ
η ή
ταν
προστά
τισσα τ
ων
ηρω
ικώ
ν
ποιη
µάτω
ν και τη
ς ρητ
ορικ
ής.
Ονο
µάστη
κε
Καλλ
ιόπ
η, επ
ειδή ε
ίχε
καλή
δπ
α =
ωραία
όψη, π
ρόσω
πο. Τ
ην
ονό
µαζα
ν και Κ
αλλ
ιέπ
ειαν,
επ
ειδή ή
ταν
ευρέτ
ρια
της
ποίη
σης.
Σύµφ
ωνα
µε
την
παράδοση η
Καλλ
ιόπ
η γ
έννη
σε
τον
Ορφ
έα,
τις
Σει
ρήνε
ς, το
ν Κυµόθεο
κ.ά
. Π
ολλ
οί ήτα
ν
και εκ
είνο
ι π
ου θ
εωρούσαν
και το
ν Ό
µηρο
ως γ
ιο τ
ης.
Ζω
γράφ
ιζαν
την
Καλλ
ιόπ
η ν
έα
και ω
ραία
, µε
άνθ
η σ
το κ
εφάλι
ή κ
ισσό, στ
ο
δεξ
ιό χ
έρι να
κρατά
δάφ
νες
και στ
ο
αρισ
τερό δ
ύο β
ιβλί
α, π
ολλ
ές φ
ορές
την
Ιλι
άδα
και τη
ν Ο
δύσσει
α.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Λατρ
εύοντ
αν
στους ∆
ελφ
ούς,
λόγω
της
στε
νής
σχέσ
ης
τους
µε
το θ
εό Α
πόλλ
ωνα
, στο
ν οπ
οίο
ανή
κε
το
µαντ
είο. Ε
κεί
η λ
ατρ
εία Α
πόλλ
ωνα
και Μ
ουσώ
ν έφ
τασε
να
συγχ
ωνε
υτε
ί εν
τελώ
ς. Σ
την
Αθήνα
τις
τιµ
ούσαν
ιδια
ίτερ
α:
µετ
αξύ
άλλ
ων,
ονό
µαζα
ν µια
κορυφ
ή κ
οντ
ά σ
την
Ακρόπ
ολη
"Μ
ουσεί
ον"
προς
τιµή τ
ους
κι ο Π
λάτω
νας
είχε
χτί
σει
βω
µό σ
το ό
νοµά τ
ους
στη
ν
Ακαδηµία
του. Ο
ι Μ
ούσες
έγι
ναν
ιδια
ίτερ
α δ
ηµοφ
ιλεί
ς σ'
ολό
κλη
ρη
την
Ελλ
άδα· ίχ
νη τ
ης
λατρ
είας
τους
βρέθ
ηκαν
στη
ν Π
ελοπ
όνν
ησο, τα
νησιά
του Α
ιγαίο
υ κ
αι τη
ν Κ
ρήτ
η, όπ
ου µ
άλι
στα
λεγ
ότα
ν ότ
ι εί
χε
γίνε
ι
ο α
γώνα
ς τρ
αγο
υδιο
ύ µ
εταξύ Μ
ουσώ
ν και Σ
ειρήνω
ν. Ε
πικ
ράτη
σαν
φυσικ
ά ο
ι π
ρώ
τες, π
ου
τιµώ
ρησαν
τις φ
αντ
ασµέν
ες Σ
ειρήνε
ς,
κόβοντ
ας
τα φ
τερά τ
ους·
εκεί
νες
έπεσ
αν
στη
θάλα
σσα

και π
νίγη
καν.
Ακόµη τ
ις τ
ιµούσαν
και σε
πολλ
ές π
όλε
ις τ
ης
Μεγ
άλη
ς
Ελλ
άδας
(ελλ
ηνικ
ές α
ποικ
ίες
της
Κάτω
Ιτα
λίας
και Σ
ικελ
ίας)
, εν
ώ σ
την
Αλε
ξάνδ
ρει
α τ
ης
Αιγ
ύπ
του ε
ίχε
ιδρυθ
εί σ
τα χ
ρόνι
α µ
ετά τ
ο θ
άνα
το τ
ου
Μ. Α
λεξά
νδρου τ
ο "
Μουσεί
ο",
ένα
φηµισ
µέν
ο ε
κπ
αιδ
ευτι
κό ίδρυµα, µε
διε
υθ
υντ
ή το
υ το
ν αρχιε
ρέα
στη
ν υπ
ηρεσ
ία τ
ων
Μουσώ
ν.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Ό
ταν
γενν
ήθ
ηκαν
οι Μ
ούσες
και µαζί το
υς
η
ποίη
ση κ
αι η µ
ουσικ
ή, κάπ
οιο
ι θ
νητο
ί γο
ητε
ύθ
ηκαν
τόσο π
ολύ
, π
ου
συνε
χώ
ς τρ
αγο
υδούσαν
ξεχνο
ύσαν
να φ
άνε
και να
πιο
ύνε
κι έτ
σι
πέθ
αιν
αν
σιγά
σιγ
ά, χω
ρίς
να υ
ποφ
έρουν.
Απ
' αυτο
ύς
κατά
γοντ
αι τα
τζιτ
ζίκια
, π
ου ε
ίναι π
ροστα
τευόµεν
α τ
ων
Μου
σώ
ν και π
ου σ
υνεχ
ώς
τραγο
υδούν
ξεχ
νώντ
ας
πεί
να,
δίψ
α κ
αι κούραση, µέχ
ρι να
πεθ
άνο
υν.
Τότε
πηγα
ίνουν
στις
Μούσες
και το
υς
λένε
τα
ονό
µατα
τω
ν π
ιστώ
ν το
υς
οπ
αδώ
ν, π
ου ε
ίδαν
στη
Γη κ
ατά
το σ
ύντο
µο π
έρασµά τ
ους.
Η λ
ατρ
εία τ
ων
Μουσώ
ν ξε
κίν
ησε
απ
ό τ
ην
Πιε
ρία
, δηλ
αδή τ
ην
περ
ιοχή σ
την
οπ
οία
γεν
νήθ
ηκαν,
γι'
αυτ
ό κ
αι τι
ς έλ
εγαν
"Πιε
ρίδ
ες".
Έλε
γαν
πω
ς ο Π
ίερος,
βασιλ
ιάς
της
Μακεδ
ονί
ας
σύµφ
ωνα
µε
τη µ
υθ
ολο
γία, έφ
ερε
απ
ό κ
ει τ
η λα
τρεί
α τ
ους
στη Β
οιω
τία. Ο
Πίε
ρος,
µάλι
στα, απ
έκτη
σε
εννι
ά κ
όρες
, στι
ς οπ
οίε
ς έδ
ωσε
το ό
νοµα τ
ων
Μουσώ
ν, Π
ιερίδ
ες. Ή
ταν
όµω
ς τ
όσο α
λαζον
ικές
, ώ
στε
προκάλε
σαν
τις
Μούσες
να π
αραβγο
ύν
µαζί
τους
στο
τραγο
ύδι. Ο
ι Μ
ούσες
τις
νίκ
ησαν,
όπ
ως
ήτα
ν φ
υσικ
ό, και γι
α ν
α τ
ις τ
ιµω
ρήσουν,
τις
µετ
αµόρφ
ωσαν
σε
φλύ
αρες
κίσ
σες
. Ό
ταν
αυτ
ές τ
ραγο
υδούσαν,
σκοτε
ίνια
ζε κ
αι κανε
ίς δ
εν
τις
άκουγε
. Σ
τη Β
οιω
τία, λο
ιπόν,
οι Μ
ούσες
κατο
ικούσαν
στο
βουνό
Ελι
κώ
νας,
που έ
γινε
και το
κέν
τρο τ
ης
λατρ
είας
τους. Γ
ι' α
υτό
άλλ
ωστε
και τι
ς ονό
µαζα
ν "Ε
λικω
νιάδες
".
Ο α
οιδ
ός Θ
άµυρης
απ
ό τ
η Θ
ράκη, καυχήθ
ηκε
πω
ς θα µ
πορούσε
να
νικήσει
τις
Μούσες
στο
τραγο
ύδι. Ε
κεί
νες,
τότε
, το
ν τύ
φλω
σαν
και
του
στέ
ρησαν
την
ικανό
τητα
να γ
ράφ
ει σ
τίχους
και να
παίζ
ει λ
ύρα.
Στη
ν Ο
δύσσει
α, ο
φηµισ
µένο
ς τρ
αγο
υδισ
τής
των
Φαιά
κω
ν ∆
ηµόδοκος
ήτα
ν ο α
γαπ
ηµέν
ος
της
Μούσας, π
ου τ
ου
έδω
σε,
όµω
ς, µ
αζί
µε
την
τέχνη
να γ
ράφ
ει υ
πέρ
οχα τ
ραγο
ύδια
κι έν
α ο
λέθ
ριο
δώ
ρο:
του
στέ
ρησε
το φ
ως
των
µατι
ών
του.
Είν
αι γν
ωστέ
ς δυο κ
ύριε
ς οµάδες
Μουσώ
ν:
οι "Π
ιερίδ
ες"
µούσες
που π
ροέρ
χοντ
αν
απ
ό τ
ην
Πιε
ρία
και
σχετ
ίζοντ
αν
µε
το µ
ύθ
ο τ
ου
Ορφ
έα κ
αι µε
τη λ
ατρ
εία τ
ου ∆
ιόνυ
σου
στη
Θράκη.
οι "Ε
λικω
νίδες
" Μ
ούσες
που κ
ατο
ικούσαν
στο
ν Ε
λικώ
να τ
ης
Βοιω
τίας
απ
ό ό
που κ
ατέ
βαιν
αν
και τρ
αγο
υδούσαν
στο
υς
ανθ
ρώ
πους. Α
υτέ
ς
βρίσ
κοντ
αν
σε
στεν
ή σ
χέσ
η µ
ε το
ν Α
πόλλ
ωνα
.
Σύµφ
ωνα
µε
την
Θεο
γονί
α τ
ου
Ησιό
δου, ήτ
αν
θυγα
τέρες
του
∆ία
και
της
Μνη
µοσύνη
ς.
Άλλ
οι τι
ς θ
εωρούσαν
κόρες
του
Ουρανο
ύ και τη
ς Γ
ης.
Ο ό
ρος
µούσα χ
ρησιµ
οπ
οιε
ίται συ
χνά
σήµερ
α γ
ια ν
α δ
είξε
ι ότι
κάπ
οια
γυνα
ίκα ε
µπ
νέει
ένα
ν επ
ιτυχηµέν
ο ά
νδρα.

ΟΝΟΜ
Α:
ΧΑ
ΡΙΤ
ΕΣ
Αγλ
αΐα
, Ε
υφ
ροσύνη
, Θ
άλε
ια
αλλ
ά κ
αι Α
υξώ
, η
Χάρις
, η
Ηγε
µόνη
, η Φ
αέν
α κ
αι η
Πασιθ
έα.
"Χάρις
" σήµαιν
ε, π
ρώ
τα π
ρώ
τα,
χαρά· τη
χαρά π
ου ε
κπ
έµπ
ει
κανε
ίς, ότ
αν
τον
χαρακτη
ρίζ
ουν
ευγε
νικά
συνα
ισθ
ήµατα
, µα κ
αι τη
χαρά
και τη
ν τέ
ρψη π
ου π
ροκαλε
ί
στο
υς
γύρω
του
. Η
"Χ
άρις
"
ήτα
ν ακόµη σ
υνώ
νυµο
της
ίδια
ς
της χ
άρης
και τη
ς
ερασµιό
τητα
ς, κ
αθ
ώς
και τη
ς
ευερ
γεσία
ς και τη
ς
ευγν
ωµοσύνη
ς.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
ΠΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς ή ∆
ιόνυ
σος
ή Ο
υρανό
ς.
ΜΗΤΕΡΑ
: Ε
υρυνό
µη ή
Αφ
ροδίτ
η ή
η Ν
αϊά
δα Α
ίγλη
.
ΤΟΠ
ΟΣ
:
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Αρω
µατο
ποιο
ί, χ
ορεύ
τριε
ς.
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Ή
ταν
οι θ
εές
της
γοητ
είας,
της
οµορ
φιά
ς, τ
ης
φύσης,
της
ανθ
ρώ
πιν
ης
δηµιο
υργι
κότ
ητας
και τη
ς γο
νιµότ
ητας.
Αγα
πούσαν
πολύ
την
οµορφ
ιά κ
αι
έδω
σαν
στο
υς
ανθ
ρώ
πους τ
α τ
αλέ
ντα γ
ια τ
έχνη
,
στε
νά σ
υνδ
εδεµ
ένες
µε
τις
Μούσες
. Ο
ι Χ
άριτ
ες σ
υνδ
έοντ
αν
και µε
τον
κάτω
κόσµο κ
αι τα
Ελε
υσί
νια Μ
υστ
ήρια
. Σ
την
αρχαιό
τητα
συµβόλι
ζαν
ό,τ
ι π
ιο ε
υγε
νικό, όµορφ
ο κ
αι αγν
ό υ
πήρξε
ποτέ
στη
Γη. Ή
ταν
φίλ
ες
της
µουσικ
ής,
τω
ν ασµάτω
ν, τ
ης
ποίη
σης,
του χ
ορού κ
αι τη
ς
ρητο
ρικ
ής
και τι
ς βρίσ
κουµε
πολύ
συχνά
µαζί
µε
τις
Μούσες
. Ό
λα τ
α
καλά
τω
ν θ
νητώ
ν, ό
λα τ
ους
τα π
ροτε
ρήµατα
κι ό,
τι α
γαθ
ό
απ
ολά
µβανα
ν, ο
φεί
λοντ
αν
στις
Χάριτ
ες:
η οµορφ
ιά, η
σοφ
ία, η
δόξα
αλλ
ά κ
αι η
δια
σκέδ
αση, η
ευχαρίσ
τηση, η χ
αρά κ
αι η ε
υτυχία
, ήτ
αν
δικ
ό τ
ους
έργο
. Π
άνω
απ
' όλα
όµω
ς ήτα
ν οι θεέ
ς τη
ς σω
µατι
κής
χάρης
και τη
ς οµορφ
ιάς
που µ
αγε
ύει
. Ή
ταν
αυτ
ές π
ου π
ροίκ
ιζαν
τους
ανθ
ρώ
πους µ
ε θέλ
γητρ
α· µε
τα χ
αρίσ
µατα
, δηλα
δή,
που ω
θούν
τους
ανθ
ρώ
πους σ
τον
έρω
τα κ
αι στη
ν ηδονή
, µε
την
πιο
ευγε
νική κ
αι σεµ
νή
διά
στα
ση π
ου
µπ
ορούν
αυτέ
ς οι έν
νοιε
ς να
πάρουν.
Μ'
αυτό
ν το
ν
τρόπ
ο η
ανθ
ρώ
πιν
η ζ
ωή α
ποκτά
νόηµα κ
αι ουσί
α.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Ήτα
ν το
ιδανι
κό τ
ης
σεµ
νότη
τας,
της
άψογη
ς
συµπ
εριφ
οράς
και τη
ς ευ
προσηγο
ρία
ς. Τ
α µ
αλλ
ιά, το
πρόσω
πο, τα
χέρ
ια τ
ους
είχαν
λαµπ
ερή ο
µορφ
ιά κ
αι η σ
υµπ
εριφ
ορά τ
ους
ήτα
ν
αξι
αγά
πητη
. Μ
πορούν
να π
αροµοια
στο
ύν µ
ε µι
α "
Τριπ
λή Α
φροδίτ
η":
ο
"Αφ
ροδισ
ιακός"
τους
χαρακτή
ρας ε
ίναι εν
τελώ
ς φ
ανε
ρός
και
διά
χυτο
ς. Ά
λλω
στε
, η Α
φροδίτ
η ή
ταν
η θ
εά µ
ε τη
ν οπ
οία
κυρίω
ς
σχετ
ίζοντ
αι στη
µυθολο
γία, καθώ
ς π
ρόκει
ται γι
α τ
η θ
εά τ
ης ο
µορφ
ιάς
και το
υ έρ
ωτα
. Ο
αφ
ροδισ
ιακός χ
αρακτή
ρας
των
Χαρίτ
ων
προβάλλ
εται έν
τονα
και µέσ
α α
πό τ
ην
τέχνη
τους
να

κατα
σκευ
άζουν
αρω
µατι
κά λ
άδια
, µε
τα ο
ποία
έκανα
ν το
δέρ
µα ν
α
ευω
διά
ζει κι εν
ίσχυαν,
έτσ
ι, τ
ην
ερω
τική ε
πιθ
υµία
. Ο
ι ίδ
ιες
ήτα
ν
φηµισ
µέν
ες α
ρω
µατο
ποιο
ί.
Τη ζ
ωή τ
ους
την
περ
νούσ
αν
κυρίω
ς σε
γιορτέ
ς και ήτ
αν
απ
αραίτ
ητες
στα
συµ
πόσια
τω
ν θ
εών.
Χω
ρίς
αυτέ
ς οι κάτο
ικοι το
υ Ο
λύµπ
ου ο
ύτε
γλεν
τούσαν,
ούτ
ε χόρευ
αν.
Κάθ
οντ
αν
συνή
θω
ς δίπ
λα σ
τον
Απ
όλλ
ωνα
και δοξολο
γούσαν
τον
∆ία
, οµ
ορφ
αίν
οντ
ας τ
ις σ
υγκ
εντρ
ώσει
ς µε
την
παρουσία
και τι
ς µελ
ωδικ
ές φ
ωνέ
ς το
υς.
Ήτα
ν, ε
πίσ
ης,
µέλ
η τ
ης
χορευ
τικής
οµάδας
του Ο
λύµπ
ου.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Τόπ
οι λα
τρεί
ας
αφ
ιερω
µέν
οι στι
ς
Χάριτ
ες υ
πήρχαν
σε
πάρα π
ολλ
ά µ
έρη
της
Ελλ
άδας
- στη
ν Α
θήνα
,
µάλι
στα, υπ
ήρχε
ναός
τους
στην
Ακρόπ
ολη
και
αγά
λµατά
τους
στη
µέν
α
σε
πολύ
κεν
τρικ
ά σ
ηµεί
α.
Το α
ρχαιό
τερο ιερ
ό το
υς
βρισ
κότα
ν στ
ον
Ορχοµεν
ό τ
ης
Βοιω
τίας.
Εκεί
υπ
ήρχαν
τρει
ς ακατέ
ργα
στε
ς π
έτρες
, π
ου έ
λεγα
ν ότι
είχ
αν
πέσ
ει α
πό
τον
Ουρανό
. Α
υτές
τις
θεω
ρούσαν
προσω
ποπ
οίη
ση τ
ων
τριώ
ν Χ
αρίτ
ων
και σ'
αυτέ
ς έ
κανα
ν π
ροσφ
ορές
· π
ολύ
αργό
τερα τ
ους α
φιέ
ρω
σαν
αγά
λµατα
. Η
λατρ
εία α
υτώ
ν τω
ν "ο
υρανο
κατέ
βατω
ν" λ
ίθω
ν φ
ανε
ρώ
νει
ότι
υπ
ήρχε
η ά
ποψη τ
ης
κατα
γωγή
ς τω
ν Χ
αρίτ
ων
απ
ό τ
ον Ο
υρανό
, π
ου
πολλ
οί θ
εωρούσαν
ότι
ήτα
ν π
ατέ
ρας τ
ους.
Αυτ
ό ε
νισχύετ
αι απ
ό τ
ο
γεγο
νός
ότι σε
πολλ
ά ά
λλα µ
έρη τ
α ο
νόµατα
κι η λ
ατρ
εία τ
ους
σχετ
ίζοντ
αι και µε
τη Σ
ελήνη
.
Στη
Βοιω
τία τ
ελούντ
αν
γιορτέ
ς π
ρος
τιµή τ
ους,
που ο
νοµάζοντ
αν
"Χαρίτ
εια"
και π
ου ή
ταν
µουσικ
οί και π
οιη
τικοί αγώ
νες.
Τη ν
ύχτα
οι
πισ
τοί χόρευ
αν
κι έπ
ειτα
πρόσφ
εραν
γλυκίσ
µατα
απ
ό α
λεύρι και µέλ
ι. Ο
ι
γιορτέ
ς αυτέ
ς θ
ύµιζ
αν
πραγµ
ατι
κά "
µυστ
ήρια
" και οι Χ
άριτ
ες
λατρ
εύον
ταν
εκεί
ως
θεό
τητε
ς τ
ης φ
ύσης,
οι οπ
οίε
ς π
ρόσφ
εραν
γονι
µότ
ητα
στο
φυτ
ικό κ
όσµο.
Ο π
οτα
µός
Κηφ
ισός κ
οντ
ά σ
τους
∆ελ
φούς
ήταν
ιερός γ
ι αυτ
ές.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Ο
ι Χ
άριτ
ες ε
ίχαν
σχέσ
εις
µε
πολλ
ούς
άλλ
ους
θεο
ύς,
που
ήτα
ν π
άντ
οτε
αγα
θές
και καµιά
έριδ
α δ
εν τ
ις δ
ιατά
ρασσε
ποτέ
: µε
τον
∆ιό
νυσο, τη
∆ήµητ
ρα, το
ν Ε
ρµή, το
ν Ή
φαισ
το, τη
ν
Αθηνά
· συνο
δεύ
ουν
επίσ
ης
συχνά
τον
∆ία
και τη
ν Ή
ρα. Ό
ταν
ο
Απ
όλλ
ωνα
ς άρχισ
ε να
κρούει
τη λ
ύρα τ
ου, π
ριν
καλά
καλά
γεν
νηθ
εί,
οι Χ
άριτ
ες έ
στη
σαν
χορό
µαζί
µε
άλλ
ες θ
εές. Κ
ι ότα
ν η
Άρτε
µη
µπ
ήκε
µέσ
α σ
το ν
αό
του α
δερ
φού τ
ης,
στο
υς ∆
ελφ
ούς,
εκεί
νες
άρχισ
αν
να
υµνο
ύν µ
αζί
της
τη Λ
ητώ
, τη
µητ
έρα τ
ους,
παρέα
µε
τις
Μούσες
. Ο
Όλυ
µπ
ος
χω
ρίς
αυτέ
ς δε
θα ε
ίχε
καµιά
χάρη κ
αι στ
α
συµπ
όσια
πάντ
α η
πρώ
τη κ
ούπ
α ή
ταν
αφ
ιερω
µέν
η σ
' αυτέ
ς, σ
το ∆
ιόνυ
σο κ
αι
στι
ς Ώ
ρες
.
Υπ
ήρχε
ασάφ
εια σ
χετ
ικά µ
ε το
πόσες
ήτα
ν
και π
ώς
ονο
µάζο
νταν,
καθ
ώς
και π
ολλ
ές
δια
φορετ
ικές
εκδοχές
απ
ό τ
όπ
ο σ
ε τό
πο.
Σε
παλα
ιότε
ρες
επ
οχές
ήτα
ν µί
α ή
δύο
και ήτα
ν γν
ωστέ
ς ω
ς σ
ύζυ
γοι µεγ
άλω
ν
θεώ
ν ή ω
ς θεό
τητε
ς στη
ν υπ
ηρεσ
ία τ
ης
Αφ
ροδίτ
ης. Π
ρώ
τος
ο
Όµηρος
ανα
φέρ
ει τ
η Χ
άρη
, π
ου ή
ταν
σύζυ
γος
του
Ήφ
αισ
του. Α
κόµη
διη
γείτ
αι ότι
µία
απ
ό τ
ις Χ
άριτ
ες τ
ην
παντ
ρεύ
τηκε
ο Ύ
πνο
ς· το
υ τη
ν
είχε
υπ
οσχεθ
εί η
Ήρα, ω
ς αντ
άλλ
αγµ
α γ
ια ν
α κ
οιµ
ίσει
εκεί
νος
κρυφ
ά
τον
∆ία
και να
µπ
ορέσ
ουν
οι θ
εοί να
ανα
µιχ
θούν
στο
ν π
όλε
µο
της
Τροία
ς. Α
ργό
τερα ο
ι Χ
άριτ
ες ε
πικ
ράτη
σε
να θ
εωρούντ
αι ω
ς τρ
εις
αχώ
ρισ
τες
αδερ
φές
, κόρες
του
∆ία
και τη
ς Ε
υρυν
όµης,
µε
τα ο
νόµατα
Αγλ
αΐα
, Ε
υφ
ροσύνη
και Θ
άλε
ια.

ΟΝΟΜ
Α:
ΩΡΕ
Σ
Θαλλ
ώ, Α
υξώ
, Κ
αρπ
ώ,
Ευνο
µία
, ∆
ίκη, Ε
ιρήνη
.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
ΠΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς
ΜΗΤΕΡΑ
: Θ
έµιδ
α
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Ωρολο
γοπ
οιο
ί
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Α
ρχικ
ά ή
ταν
προσω
ποπ
οίη
ση κ
άπ
οιο
υ φ
υσικ
ού
φαιν
οµέν
ου,
και το
υ χ
ρόνο
υ ό
µω
ς ε
µφ
ανί
στηκαν
ως
προστά
τιδες
της
αυξήσεω
ς και τη
ς ευ
ηµερ
ίας
µε
τα ο
νόµατα
Θαλλ
ώ, Α
υξώ
και Κ
αρπ
ώ,
δηλα
δή ω
ς π
ροσω
ποπ
οίη
ση τ
ης
φύσεω
ς κατά
την
άνο
ιξη, το
καλο
καίρ
ι,
το φ
θιν
όπ
ωρο κ
αι το
χει
µώ
να. Ε
κφ
ράζουν
την
ιδέα
ν τη
ς αρµονί
ας
και
της
τάξη
ς στη
ν φ
ύση. Α
κόµη δ
ε ω
ς ∆
ίκη κ
αι Ε
ιρήν
η κ
αι τέ
λος
µε
συµβολι
κό ή
αλλ
ηγο
ρικ
ό χ
αρακτή
ρα, κατέ
ληξα
ν ω
ς υπ
οδια
ιρέσ
εις
του
χρόνο
υ. Φ
ύλα
κες
τω
ν Π
υλώ
ν το
υ Ο
υρανο
ύ το
υς
οπ
οίο
υς
έκλε
ιναν
ή
άνο
ιγαν.
Τοπ
οθ
ετούσαν
µπ
ροστά
απ
ό τ
ον
Όλυ
µπ
ο σ
ύνν
εφα ή
τα
αφ
αιρ
ούσαν.
Ήτα
ν δηλα
δή έ
φοροι το
υ καιρ
ού.
Αργό
τερα ε
ίχαν
αλλ
ηγο
ρικ
ό κ
αι συµβολι
κό χ
αρακτή
ρα, ω
ς θ
εότη
τες
του
καιρ
ού. Σ
τηνΑ
θήνα
, ήτ
αν
τρει
ς, η
Θαλλ
ώ, η
Αυξώ
και η Κ
αρπ
ώ. Ο
ι
Αλε
ξανδ
ριν
οί τι
ς ήθελ
αν
δώ
δεκ
α, δηλα
δή ό
σες
οι ώ
ρες
της
ηµέρ
ας
και
της
νύκτα
ς, θ
εωρούντ
αν
ως
θυγα
τέρας
του
Χρόνο
υ κ
αι τη
ς Γ
αία
ς. Ο
ι
Ρω
µαίο
ι τι
ς ήθ
ελαν
τέσσε
ρις
και θ
εωρούντ
αν
θυγα
τέρας
του
Ηλί
ου
και
της
Σελ
ήνης.
Θεό
τητε
ς τη
ς φ
ύσης
και τη
ς ηθ
ικής
τάξη
ς, π
ου α
χώ
ρισ
τες
δω
ρίζ
ουν
στο
υς
ανθ
ρώ
πους
τα α
γαθ
ά τ
ης
δικ
αιο
σύνη
ς, τ
ης
ισονο
µία
ς και τη
ς ει
ρηνι
κής ζ
ωής.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Ήτα
ν ω
ραίε
ς π
αρθ
ένοι
στο
λισµέν
ες µ
ε άνθ
η κ
αι καρπ
ούς.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Η λ
ατρ
εία τ
ους
ήταν
αρχαιό
τατη
, σε
πολλ
ά µ
έρη τ
ης
Ελλ
άδας
και
ιδια
ίτερ
α σ
την
Κόριν
θο, εν
ώ σ
την
Αθήνα
είν
αι
γνω
στή
η γ
ιορτή
τω
ν εσ
οδει
ών
«Ω
ραία
», κατά
την
οπ
οία
το π
λήθ
ος
περ
ιέφ
ερε
τις
ειρεσ
ιώνε
ς, κ
λάδο
υς
ελιά
ς,
τυλι
γµέν
ους
µε
µαλλ
ί, α
π’ ό
που κ
ρεµ
ούσαν
καρπ
ούς
που π
ροσφ
έρανε
στι
ς Ώ
ρες
. Σ
την
πόλη
της
Παλλ
άδας,
επ
ίσης π
ροσφ
έρανε
στι
ς Ώ
ρες
το π
ρω
τόλε
ια τ
ης
σοδει
άς
των
καρπ
ών
κι ότα
ν το
υς
πρόσφ
εραν
θυσία
,
το κ
ρέα
ς δεν
ψήνο
νταν,
αλλ
ά β
ράζο
νταν.
Υπ
ήρχαν
ειδικ
οί γι
α τ
ις
Ώρας ν
αοί και βω
µοί. Α
γάλµ
ατά
του
ς στ
όλι
ζαν
την
αρχαία
Ολυ
µπ
ία
και το
υς
ναούς
δια
φόρω
ν π
όλε
ων.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Α
υτές
στό
λισαν
την
Πανδ
ώρα κ
αι υπ
οδέχ
θηκαν
την
Αφ
ροδίτ
η σ
την
Κύπ
ρο. Ή
ταν
η συνο
δεί
α τ
ου ∆
ιονύ
σου κ
αι τη
ς
Περ
σεφ
όνη
ς ότα
ν επ
ανέ
ρχετ
αι στ
ο φ
ως
απ
ό τ
ον
Άδη.

ΟΝΟΜ
Α:
ΜΟ
ΙΡΕ
Σ
Η λ
έξη "
µοίρ
α"
παράγε
ται
απ
ό τ
ο ρ
ήµα "
µοιρ
άζω
", κ
αι
αντ
ικατο
πτρ
ίζει
την
αντ
ίληψη τ
ων
αρχαίω
ν
ελλή
νων
σχετ
ικά µ
ε το
τυχαίο
και το
ασήµαντ
ο
τόσο τ
ης
ανθ
ρώ
πιν
ης
ζωής,
όσο κ
αι τη
ς ευ
τυχία
ς ή
δυστυ
χία
ς το
υ κ
άθε
ανθ
ρώ
που κ
ατά
τη δ
ιάρκει
ά
της.
Ήτα
ν η
Κλω
θώ
, η Λ
άχεσ
η
και η Ά
τροπ
ος.
Η Κ
λωθ
ώ α
πό τ
ο κ
λώθ
ω =
επω
άζω
, π
ερισ
τρέφ
οµαι,
άρα ε
ίµαι υπ
εύθυνο
ς γι
α τ
ο
ό,τ
ι µου
συµ
βεί
...
Η Λ
άχεσ
ις, π
ου σ
ηµα
ίνει
ότι
θα έ
χω
ό,τ
ι µου έ
δω
σε
(ό,τ
ι µου
έλαχε
δηλα
δή)
και δεν
είµ
αι υπ
εύθ
υνο
ς γι
'αυτό
. Η
τρίτ
η κ
υρία
είν
αι η
Άτρ
οπ
ος, π
ου σ
ηµαίν
ει α
υτή
που "
εξασφ
αλί
ζει"
το α
ναπ
όφ
ευκτο
, εκ
είνο
δηλα
δή π
ου δ
εν µ
πορεί
να α
ν-ατρ
απ
εί, το
µη α
ναστ
ρέψ
ιµο κ
αι ού
τε γ
ι'
αυτό
είν
αι κάπ
οιο
ς υπ
εύθ
υνο
ς, αφ
ού β
άσει
της
ιδιό
τητό
ς τη
ς η
τρίτ
η
κυρία
η Ά
τροπ
ος,
δίν
ει σ
τον
άνθ
ρω
πο "
κάτι
" ,µ
άλλ
ον
κακό, π
ου
δεν
µπ
ορεί
να τ
ο απ
οφ
ύγε
ι..
Ο Π
λάτω
νας
στους δ
ιαλό
γους
του, ανα
φέρ
ει τ
ις Μ
οίρ
ες ω
ς κόρες
της
Ανά
γκης
και ανα
φέρ
ει τ
ην
Άτρ
οπ
ο κ
αι ω
ς Α
δράστε
ια, διό
τι κ
ανέ
νας
δεν
µπ
ορεί
να α
ποδράσει
απ
ό ό
σα ε
κεί
νη ο
ρίζ
ει.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
ΠΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς
ΜΗΤΕΡΑ
: Θ
έµιδ
α ή
Νύχτα
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Χαρτο
ρίχ
τρες
,
µάντ
ισσες
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Κ
λώθ
ουν
τα ν
ήµατα
της
ζωής τ
ων
ανθ
ρώ
πω
ν. Η
Κλω
θώ
, έγ
νεθε
το ν
ήµα τ
ης
ζωής,
η
Λάχεσ
η, µοίρ
αζε
του
ς κλή
ρους
µε
το τ
ι ήτ
αν
γραφ
τό ν
α λ
άχει
στο
ν
καθέν
α, εν
ώ η
Άτρ
οπ
ος έ
κοβε
το ν
ήµα τ
ης
ζωής.
Επ
ιβλέ
πουν
παραβάσει
ς θ
εών
και ανθ
ρώ
πω
ν και δε
στα
µατο
ύν τ
ο φ
οβερ
ό τ
ους
µέν
ος, π
ριν
επ
ιβάλλ
ουν
τιµ
ωρία
αυστ
ηρή σ
’ όπ
οιο
ν δια
πράξε
ι σφ
άλµ
α.
Η δ
ιάρκει
α ζ
ωής,
ο τ
ρόπ
ος ζ
ωής,
ακόµα κ
αι η ώ
ρα τ
ου θ
ανά
του,
καθ
ορίζ
οντ
αν
απ
ό τ
ις α
µείλ
ικτε
ς Μ
οίρ
ες. Ό
,τι καλό
ή κ
ακό, τύ
χη ή
ατυ
χία
, π
ίστε
υαν
ότι
ήτα
ν καθορισ
µέν
α α
π’ α
υτές
. Η
Κλω
θώ
επιβ
λέπ
ει τ
ην
γονι
µότη
τα, τη
ν ανα
παραγω
γή
Η Λ
άχεσ
ις έ
χει
ορισ
τεί να
εξα
σφ
αλί
ζει
την
τροφ
ή
Η Ά
τροπ
ος
φέρ
εται όπ
ως
ορίζ
ει τ
ο ύ
ψισ
το
ον,
κατά
το
απ
αραίτ
ητο
ν το
υ Θ
εού, το
οπ
οίο
εφόσον
ορίζ
εται απ
ό α
νώτε
ρη δ
ύναµη,
είν
αι
αδυσώ
πητο
, άκαµπ
το κ
αι ανα
πόφ
ευκτο
.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Ο ά
νθρω
ποι
προσπ
αθ
ούν
συνε
χώ
ς να
τις
καλο
πιά
σουν,
αν
και ήξερ
αν
πω
ς ότα
ν όριζ
αν
κάτι
, ήτ
αν
αµεί
λικτε
ς και αµετ
ανό
ητε
ς. Α
κόµη κ
αι
σήµερ
α σ
ε π
ολλ
ά µ
έρη, οι άνθ
ρω
ποι
πισ
τεύουν
πω
ς τη
ν Τ
ρίτ
η µ
έρα α
πό τ
ην γ
έννη
ση
ενός
παιδ
ιού, το
επισ
κέπ
τοντ
αι οι Μ
οίρ
ες, γι
α ν
α ο
ρίσ
ουν
το µ
έλλο
ν το
υ.
Πλο
υσιο
πάροχα τ
ραπ
έζια
στρ
ώνο
νται γι
α χ
άρη τ
ους
και

αφ
ήνο
υν
γι'
αυτέ
ς κυρίω
ς γλ
υκίσ
µατα
, γι
α ν
α τ
ις κ
αλο
πιά
σουν
και να
είνα
ι γλ
υκιά
η ζ
ωή τ
ου ν
έου π
αιδ
ιού. Ο
ι µερ
ίδες
για
τις
Μοίρ
ες, π
ρέπ
ει
να ε
ίναι ίσ
ες, ώ
στε
να µ
ην θ
υµώ
σουν.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Τρει
ς γ
υναικ
είες
µορφ
ές π
ου κ
λώθ
ουν.
Η Κ
λωθ
ώ έ
γνεθ
ε το
νήµα
της
ζω
ής
και
το ξ
ετύλι
γε σ
ιγά σ
ιγά.
Η Λ
άχεσ
ις π
αρουσιά
ζετα
ι να
κρατά
αδράχτι
, τη
ν άτρ
ακτο
,
και τυ
λίγε
ι σιγ
ά σ
ιγά τ
ο ν
ήµα
που ξ
ετύλι
γε η
Κλω
θώ
.
Επ
ίσης
είνα
ι εκ
είνη
που
τραβούσε
τους
κλή
ρους
και
τους
µοίρ
αζε,
καθ
ορίζ
οντ
ας
το γ
ραφ
τό, τη
ν ει
µαρµέν
η τ
ου κ
άθ
ε ανθ
ρώ
που, εν
ώ η
Άτρ
οπ
ος
έκοβε
απ
ρόσµεν
α κ
αι απ
ότο
µα τ
ο ν
ήµα τ
ης ζ
ωής,
µε
το ψ
αλί
δι τη
ς.
Σε
άλλ
ες α
ναφ
ορές
η Κ
λωθ
ώ ε
ίναι εκ
είνη
που κ
ρατά
την
ηλα
κάτη
(ρόκα)
και το
αδράχτι
, η Λ
άχεσ
ις κ
ρατά
ζυγα
ριά
και
ζυγί
ζει τη
ν ζω
ή ώ
στε
να β
ρίσ
κετ
αι π
άντ
α
σε
ισορροπ
ία, και η
Άτρ
οπ
ος
είνα
ι εκ
είνη
που π
άντ
α έ
χει
το
θλι
βερ
ό κ
αθ
ήκον
να
αφ
αιρ
εί α
πότο
µα
την
ζω
ή.
Σύµφ
ωνα
µε
µια π
αραλλ
αγή
του
µύθ
ου, οι
Μοίρ
ες κ
άθ
οντ
αι π
άνω
σε
πλά
στι
γγα.
Η π
λάστι
γγα ζ
ύγι
ζε
την
ζω
ή κ
αι σε
όπ
οιο
ν
και όπ
ου έ
γερνε
, οι Μ
οίρ
ες
καθ
όριζ
αν
ανά
λογα
και το
µέλ
λον
του.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Η
Άτρ
οπ
ος
γίνε
ται αντ
ιληπ
τή µ
όνο
µε
τη δ
ιάνο
ια κ
αι όχι µε
τις
αισ
θήσει
ς, δ
ιότι
είν
αι
αµετ
άθ
ετη (
ακίν
ητη
).
Η Κ
λωθ
ώ γ
ίνετ
αι αντ
ιληπ
τή µ
ε τι
ς αισ
θήσει
ς.
Η Λ
άχεσ
ις ε
νυπ
άρχει
στη
ν φ
αντ
ασία
, εί
ναι η
θεό
τητα
που ο
καθέν
ας
µπ
ορεί
να σ
τοχαστε
ί,
και να
περ
ιµέν
ει κ
άτι
απ
ό α
υτή.
Ακόµη κ
αι στη
ν π
ρώ
τη γ
ιορτή
τω
ν Ο
λυµπ
ίων
παραβρέθ
ηκαν
οι Μ
οίρ
ες, αλλ
ά κ
αι ο Χ
ρόνο
ς,
που τ
α π
άντ
α φ
ανε
ρώ
νει, σ
ύµφ
ωνα
µε
τις
ωδές
του
Πιν
δάρου.Ο
Πίν
δαρος
ανα
φέρ
ει ό
τι κ
αι
στο
υς
πρώ
τους
Ολυ
µπ
ιακούς
αγώ
νες ο
ι
Μοίρ
ες έ
στη
σαν
θυσία
ώστε
να ε
ίναι καλό
τυχοι οι αγώ
νες,
όπ
ως κ
αι
έγιν
ε και κράτη
σαν
για τ
όσο µ
εγάλο
χρονι
κό δ
ιάστ
ηµα.
Στο
ν Ό
µηρο τ
ο π
επρω
µέν
ο α
ναφ
έρετ
αι ω
ς γυ
ναικ
εία θ
εότη
τα π
ου
λέγε
ται Α
ίσα. Ή
ταν
θεά
, τα
υτόσηµη
µε
τις
Μοίρ
ες, µια
και το
όνο
µα
της
είνα
ι εν
δει
κτι
κό τ
ου µ
εριδ
ίου α
λλά κ
αι το
υ δικ
αίο
υ, π
ου δ
ιέπ
ει τ
ον
ύψισ
το τ
ον
αθ
ανά
των
τον
∆ία
.
∆ιά
φοροι άλλ
οι µύθ
οι τι
ς ανα
φέρ
ουν
ως
κατο
ίκους
του κ
άτω
κόσµου,
µε
αρχηγό
τους
τον
Πλο
ύτω
να, το
θεό
του Ά
δη. Α
υτο
ί οι µύθοι τι
ς
ταυτ
ίζουν
µε
τις
Κήρες
, τι
ς θ
εές
του
θανά
του,
που κ
υρίω
ς
ευθ
ύνο
νται, γ
ια θ
ανά
τους
σε
πολέ
µους
και τα
ραχές
.

ΟΝ
ΟΜ
Α:
ΝΥ
ΜΦ
ΕΣ
ΕΠ
ΩΝ
ΥΜ
Ο:
Αερ
ικά,
∆εν
τρούλε
ς, Λ
ιµνα
ίες
ΠΑΤΕΡΑ
Σ:
∆ία
ς ή
Ωκεα
νός
ή Α
χελ
ώος,
είτ
ε
κόρες
τω
ν το
πικ
ών
ποτα
µώ
ν εν
ός
τόπ
ου.
ΜΗΤΕΡΑ
: Π
ολλ
ές κ
αι
διά
φορες
!
ΕΠ
ΑΓΓ
ΕΛΜ
Α:
Γεω
πόνο
ι,
κηπ
ουροί
Ι∆ΙΟ
ΤΗΤΑ
: Τ
ις
θεω
ρούν
πνε
ύµατα
της
βλά
στη
σης,
θέλ
οντ
ας
έτσι να
συµ
βολί
σουν
γενι
κότε
ρα τ
ην ο
ργι
αστ
ική δ
ύνα
µη τ
ης
φύσης.
Κι όπ
ως
το ν
ερό τ
ρέφ
ει
τα π
άντ
α, έτ
σι και οι Ν
ύµφ
ες θ
εωρούντ
αν
τροφ
οί τω
ν φ
υτώ
ν, τ
ων
ζώω
ν και τω
ν ανθ
ρώ
πω
ν. Ε
ίναι οι υπ
ερφ
υσικ
ές δ
υνά
µει
ς τη
ς
ανθ
ρώ
πιν
ης
ψυχής.
Οι νε
ράιδ
ες π
ροσω
ποπ
οιο
ύν
τα δ
ιάφ
ορα σ
τάδια
της
πνε
υµατι
κής
ζωής, ή
της ψ
υχής
των
τοπ
ίων.
Η
φύση τ
ους
είνα
ι
αντ
ιθετ
ική γ
ιατί
ενώ
κατέ
χουν
δυνά
µει
ς υπ
ερφ
υσικ
ές ε
κτε
λούν
ταπ
εινά
καθ
ήκοντ
α, όπ
ως γ
ια π
αράδει
γµα ε
ίναι τα
δώ
ρα ζ
ωής
που κ
άνο
υν
στα
νεογέ
ννητ
α µ
ωρά. Τ
α δ
ώρα α
υτά
είν
αι η ’’
προίκ
α’’
που κ
ουβαλο
ύν
πάντ
οτε
αργό
τερα ο
ι άνθ
ρω
ποι.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α:
Ήτα
ν γυ
ναικ
είες
µορφ
ές θ
εϊκής κ
ατα
γωγή
ς,
νεαρές
στη
ν ηλ
ικία
, π
ου ζ
ούσαν
µέσ
α σ
την
άγρ
ια φ
ύση, τρ
ιγύριζ
αν
στα
βουνά
, συνο
δεύ
οντ
ας τ
ην
Άρτε
µη
και
παίζ
οντ
ας
µαζί
της. Ό
λες τ
ους
πανέ
µορφ
ες.
Τραγο
υδούσαν
και χόρευ
αν
µαζί µε
τον
Πάνα
στα
λιβ
άδια
και στι
ς π
λαγι
ές, συνή
θω
ς κοντ
ά
στι
ς π
ηγέ
ς. Υ
µνο
ύσαν
µε
τις
γλυκές
φω
νές
τους,
τους
Ολύ
µπ
ιους
θεο
ύς
και ιδ
ιαίτ
ερα τ
ον
πατέ
ρα τ
ου Π
άνα
, το
ν Ε
ρµή. Μ
αζί το
υς
χόρευ
ε και η Α
φροδίτ
η, µ
αζί µε
τις
Χάριτ
ες,
όπ
ως
λέει
ο Ό
µηρος,
στο
βουνό
Ίδα, στη
ν
Τροία
. Ά
λλοτε
το
χορό τ
ους
τον
οδηγε
ί ο
ίδιο
ς ο θ
εός
Απ
όλλ
ωνα
ς. Ο
ι Ν
ύµφ
ες θ
εωρούντ
αν
γενι
κά κ
άτι
µετ
αξύ
θεώ
ν και θ
νητώ
ν, ό
χι καθ
αυτό
θεέ
ς. ∆
εν ή
ταν
αθ
άνα
τες,
ζούσαν
περ
ίπου α
πό 9
50
0 έ
ως
100
00
χρόνι
α. Τ
ρέφ
οντ
αν
µε
αµβροσία
. Ο
ι
όµορφ
ες Ν
εράιδ
ες µ
ε µακριά
µαλλ
ιά κ
αι λε
υκά φ
ορέµ
ατα
είν
αι
καλό
γνω
µες
, αν
και µπ
ορούν
να γ
ίνουν
επικ
ίνδυνε
ς. Ο
ι άσχηµες
και µαυροντ
υµέν
ες
είνα
ι π
άντ
α κ
ακές
.
Είν
αι όµορφ
ες µ
ε µα
κριά
ξανθ
ά µ
αλλ
ιά
συνή
θω
ς π
ράσιν
α µ
άτι
α φ
ορούν
λευκά
φουστά
νια µ
ε λε
υκό µ
αντ
ήλι
και τι
ς βλέ
πουν
µόνο
οι σαββατο
γενν
ηµέν
οι και οι ελ
αφ
ρό
ίσκιο
τοι . Τ
ους
αρέσ
ει ο
χορός
και συχνά
αρπ
άζο
υν
τους λ
υράδες
για
να τ
ους
παίξ
ουν
και να
χορέψ
ουν
και συνή
θω
ς βγα
ίνουν
τα
µεσ
άνυ
χτα
, µ
παίν
ουν
στα
σπ
ίτια
και κλέ
βουν
τα
ρούχα τ
ων
γυνα
ικώ
ν. Ο
ι Ν
εράιδ
ες π
αντ
ρεύ
οντ
αι µε
Νερ
άιδ
ους κ
άνο
υν
παιδ
ιά ε
νώ σ
ε κάπ
οιε
ς
παραδόσει
ς υ
φαίν
ουν.
ΝΑΟΙ
– ΓΙ
ΟΡΤ
ΕΣ:
Στο
σπ
ήλα
ιο Σ
φραγί
διο
του
βουνο
ύ Κ
ιθαιρ
ώνα
ς υπ
ήρχε
µαντ
είο
των
Νυµφ
ών,
ενώ
πολλ
οί θ
νητο
ί, π
ροικ
ισµέν
οι µε
µαντ
ικές
ικανό
τητε
ς, έ
λεγα
ν π
ως
τις
ικανό
τητέ
ς το
υς τ
ις
είχαν
λάβει
απ
ό κ
είνε
ς. Ο
ι Ν
ύµφ
ες

λατρ
εύοντ
αν
σε
πολλ
ά µ
έρη σ
' όλη
την
Ελλ
άδα, δεν
υπ
ήρχαν
όµω
ς να
οί
αφ
ιερω
µέν
οι σ'
αυτ
ές. Ο
ι θ
υσίε
ς π
ρος
τιµή τ
ους
γίνο
νταν
κοντ
ά σ
ε
πηγέ
ς ή µ
έσα σ
ε σπ
ηλι
ές. Ο
Οδυσσέα
ς και οι κάτο
ικοι τη
ς Ιθ
άκης
τις
τιµού
σαν
µε
εκατό
µβη, δη
λαδή θ
υσία
εκατό
βοδιώ
ν. Σ
υχνή
ήτα
ν και η
ύπ
αρξη
τω
ν βω
µώ
ν το
υς
µέσ
α σ
ε ιε
ρά ά
λλω
ν θ
εών.
Λατρ
εύοντ
αν
µε
ιδια
ίτερ
η λ
αµπ
ρότη
τα κ
αι τι
µές
ως
ξεχω
ρισ
τές
θεό
τητε
ς. Θ
υσία
ζαν
σε
αυτέ
ς στο
ν ιε
ρό
ναό
του
Απ
όλλ
ωνα
και τω
ν Ν
υµφ
ών
∆ω
ρικ
ού ρ
υθµού
που υ
πήρχε
στη
ν αρχαία
Άτρ
αξ.
Στο
µαντ
είο τ
ης
∆ω
δώ
νης,
ένα
ς απ
ό τ
ους
τρόπ
ους
που δ
ίνοντ
αν
οι
χρησµοί ήτα
ν απ
ό τ
ην ε
ρµηνε
ία τ
ου θ
ροΐσ
µατο
ς τω
ν φ
ύλλ
ων
της
Ιερ
ής
Βελ
ανι
διά
ς.
Οι Ν
ύµφ
ες κ
ατέ
ληξα
ν να
είν
αι τρ
ιών
ειδώ
ν:
1) Ν
αϊά
δες
, δηλα
δή Ν
ύµφ
ες τ
ων
ποτα
µώ
ν,
των
πηγώ
ν και τω
ν κρηνώ
ν και εί
ναι οι π
ιο
γνω
στέ
ς. Ο
ι Ν
αϊά
δες
κατο
ικούσαν
µέσ
α σ
ε
σπ
ηλι
ές, π
ου β
ρίσ
κοντ
αν
κοντ
ά σ
ε νε
ρό ή
µέσ
α σ
' αυτό
, κάτω
απ
ό τ
ην
επιφ
άνε
ια τ
ων
ποτα
µώ
ν. Μ
έσα σ
τις
σπ
ηλι
ές τ
ους
απ
ολά
µβανα
ν τι
ς χαρές
του έ
ρω
τα µ
ε το
ν
Ερµή ή
τους
Σιλ
ηνο
ύς. Ζ
ούσαν
όσο κ
αι οι
πηγέ
ς, κοντ
ά σ
τις
οπ
οίε
ς κατο
ικούσαν:
ότα
ν
στέ
ρευ
αν
εκεί
νες,
οι Ν
αϊά
δες
έσβηνα
ν.
Έλε
γαν
πω
ς µπ
ορούσαν
να κ
άνο
υν τ
α ν
ερά µ
ιας
πηγή
ς ια
µατι
κά, γι
'
αυτό
και συχνά
πρόσφ
εραν
οι θ
νητο
ί θ
υσίε
ς π
ρος
τιµή τ
ους.
Πίσ
τευαν
ακόµη π
ως
οι Ν
αϊά
δες
είχ
αν
ιατρ
ικές
θερ
απ
ευτι
κές
ικανό
τητε
ς, κυρίω
ς λό
γω τ
ης
σχέσ
ης
τους
µε
τον
Απ
όλλ
ωνα
, καθ
ώς
και
το χ
άρισ
µα ν
α π
ροφ
ητε
ύουν
τα µ
ελλο
ύµεν
α. Γ
ια τ
ην
ακρίβ
εια,
επικ
ρατο
ύσε
η α
ντίλ
ηψη π
ως
ήξε
ραν
να ε
ρµην
εύου
ν τη
θέλ
ηση τ
ης
ανώ
τερης θ
εότη
τας.
Η ε
πίδ
ραση π
ου ε
ίχε
το ν
ερό σ
την
φύση, έκ
ανε
τις
Ξω
θιέ
ς ν
α θ
εωρηθούν
τροφ
οδότρ
ια κ
αι γο
νιµοπ
οιό
ς δύνα
µη. Ύ
στε
ρα
έγιν
αν
προστά
τριε
ς τη
ς νι
ότη
ς και τε
λικά τ
ων
αρραβω
νιασµέν
ων
κοριτ
σιώ
ν.
2)
Ορεσ
τιάδες
, π
ου κ
ατο
ικούσαν
στα
βουνά
όπ
ου υ
πάρχουν
πηγέ
ς. Ο
ι
Ορεσ
τιάδες
είν
αι απ
όγο
νοι τω
ν 5 ∆
ακτύ
λων
και τω
ν 5 Ε
κατε
ριδ
ών.
Μια
απ
ό τ
ις Ο
ρεσ
τιάδες
Νύµφ
ες ή
ταν
η Η
χώ
, σύµφ
ωνα
µε
το µ
ύθ
ο. Κ
ι
ήτα
ν απ
ό π
ατέ
ρα θ
νητό
. Κ
ανέ
νας
δεν
ήξε
ρε
να π
αίζ
ει τ
όσο ω
ραία
όσο
εκεί
νη τ
η σ
ύριγ
γα κ
αι το
ν αυλό
, καµία
φω
νή δ
εν ή
ταν
πιο
αρµον
ική
απ
΄ τ
η δικ
ή τ
ης.
Κι ο Π
άνα
ς τ
ην
ερω
τεύετ
αι µε
άγρ
ιο π
άθος,
όµω
ς
εκεί
νη τ
ον π
εριφ
ρονε
ί και µην
τολµ
ώντ
ας
ο θ
εός
να τ
ην
εκδικ
ηθ
εί
απ
ευθεί
ας,
ξεσ
ηκώ
νει εν
αντ
ίον
της
τους β
οσκούς
της
Αρκαδία
ς, π
ου
µέσ
α σ
τη µ
ανί
α τ
ους
πιά
νουν
τη δ
ύστυ
χη, τη
ν κοµµατι
άζο
υν
και
σκορπ
ίζουν
τα κ
οµµάτι
α τ
ης
εδώ
κι εκ
εί. Ό
µω
ς π
ονε
τική η
Γη,
περ
ισυλλ
έγει
τα δ
ιασκορπ
ισµέν
α µ
έλη τ
ου κ
ορµιο
ύ τ
ης
και τα
θάβει
.
Κι έτ
σι η
Νύµ
φη α
υτή
επέζ
ησε
µιµ
ούµ
ενη
κι επ
ανα
λαµβάνο
ντας
τους
ήχους
που α
κούει
.
3)
∆ρυάδες
ή Α
µαδρυάδε
ς, δ
ηλα
δή
Νύµφ
ες τ
ων
µονα
χικ
ών
δέν
τρω
ν και τω
ν λι
βαδιώ
ν. Τ
α Π
εύκα, τα
Έλα
τα κ
αι οι ∆
ρυς
άρχιζ
αν
να µ
εγαλώ
νουν
µε
το π
ου
άρχιζ
ε η ζ
ωή µ
ιας Ν
ύµφ
ης.
Ήτα
ν δέν
τρα δ
υνα
τά κ
αι
ζούσαν
για π
ολλ
ά χ
ρόνι
α, εν
ώ ο
ι θ
νητο
ί
απ
αγο
ρευ
ότα
ν να
τα α
γγίξ
ουν
µε
τσεκ
ούρι. Ο
λόγο
ς
ήτα
ν ότ
ι θ
εωρούντ
αν
δέν
τρα ιερ
ά κ
αι τα
ιερ
ά ά
λση
που σ
χηµάτι
ζαν
ήτα
ν χώ
ροι αφ
ιερω
µέν
οι στ
ους
θεο
ύς. Ό
ταν
ερχότα
ν η ώ
ρα τ
ης
Νύµ
φης
να π
εθάνε
ι,
µαραιν
όταν
πρώ
τα τ
ο δ
έντρ
ο τ
ης
µέσ
α σ
τη γ
η. Ο
ι
Νύµφ
ες, ότα
ν βρέχ
ει, χαίρ
οντ
αι, γ
ιατί
τρέφ
οντ
αι τα
δέν
τρα, ή
κλα
ίνε,
ότα
ν οι
βελ
ανι
διέ
ς χάνο
υν τ
α φ
ύλλα
τους.
Αµαδρυάδες
, κ
όρες
του, Ο
υρανο
ύ αρχαιό
τερες
απ
ό τ
ις κ
όρες
του
∆ία
, θ
εωρούσαν
πω
ς ήτα
ν τα
υτισ
µέν
ες µ
ε τη
ζω
ή τ
ων
δέν
τρω
ν.
Ήτα
ν 8
, κόρες
του
Όξυ
λου (
πνε
ύµα τ
ους
δάσους)
και τη
ς
Αµαδρυάδας:
Η Α
ίγει
ρος (
ή Α
ιγεί
ρα)
ήτα
ν η
Νύµφ
η τ
ης
Λεύ
κας
Η Ά
µπ
ελος,
η Ν
ύµφ
η τη
ς Α
µπ
έλου
Η Β
αλα
νίς (
ή Β
άλα
νος)
, η Ν
ύµφ
η τ
ης
Βελ
ανι
διά
ς
Η Κ
άρυα (
ή Κ
αρί
α),
η Ν
ύµφ
η τ
ης
Αµυγ
δαλι
άς

Η Κ
ρανε
ία (
ή Κ
ρανί
α),
η Ν
ύµφ
η τ
ης
Κρανι
άς
Η Μ
ορέα
(ή Μ
ορία
), η
Νύµφ
η τ
ης
Μουριά
ς και τη
ς Ά
γρια
ς Ε
λιάς
Η Π
τελέ
α, η Ν
ύµφ
η τ
ης
Φτε
λιάς,
και
Η Σ
υκή, η Ν
ύµφ
η τ
ης
Συκιά
ς
Μόλι
ς κάνε
ι τη
ν εµ
φάνι
ση τ
ου έ
να δ
εντρ
άκι, µ
ια
Αµαδρυάδα έ
λεγα
ν το
ανα
λαµβάνε
ι, τ
ο
προστα
τεύει
και µοιρ
άζε
ται τη
µοίρ
α τ
ου. Ο
ι
Αµαδρυάδες
πέθ
αιν
αν
ταυτό
χρονα
µε
τα δ
έντρ
α
και τι
ς θεω
ρούσαν
όντ
α π
ου µ
πορούσαν
να
δια
δραµατί
σουν
ρόλο
µεσ
άζο
ντα α
νάµεσ
α σ
τους
θεο
ύς. Η
δια
φορά τ
ων
∆ρυάδω
ν και Α
µαδρυάδω
ν
είνα
ι ότι
η Α
µαδρυάς
πεθ
αίν
ει µ
ε το
που κ
όβανε
ή
ξεραίν
οντ
αν
το δ
ένδρο. Ό
ταν
περ
ιφέρ
εται µέσ
α
στο
δάσος,
γίν
εται ∆
ρυάς.
Γεν
νιούντ
αι µαζί µε
τις
δρυς,
απ
ό ό
που
παίρ
νουν
και το
όνο
µά τ
ους
(άµα +
δρυς). Π
ολλ
ές φ
ορές
όµω
ς η Ν
ύµφ
η
προτι
µά ν
α γ
υρίζ
ει µ
έσα σ
το δ
άσος
χω
ρίς
να θ
έλει
να κ
ατο
ικίσ
ει σ
ε
άλλ
ο δ
έντρ
ο και τό
τε α
υτή
ν τη
ν ονο
µάζα
νε ∆
ρυάς.
Απ
ό τ
ην ε
ικασία
αυτή
γεν
νήθηκε
και η δ
ιαχω
ρισ
µός
ανά
µεσ
α σ
τις
∆ρυάδες
και
Αµαδρυάδες
. Ο
ι ∆
ρυάδες
είν
αι π
εριπ
λανώ
µεν
ες Ν
ύµφ
ες, εν
ώ ο
ι
Αµαδρυάδες
ζουν
µαζί
µε
το δ
έντρ
ο κ
αι απ
οτε
λούν
την
ψυχή τ
ου.
Συχνά
τις
∆ρυάδες
φαίν
εται να
τις
κατα
δίω
καν
οι Σ
άτυ
ροι.
Μετ
αξύ
τω
ν ∆
ρυάδω
ν γν
ωστό
τερες
ήτα
ν η Ε
ρατώ
, η ο
ποία
µε
τον
Αρκάδα α
πόκτη
σε
τον
Αζά
να, το
ν Α
φεί
δαντ
α κ
αι το
ν Έ
λατο
ν, η
Φιγ
αλί
α
και η Τ
ιθορέα
εξ
ων
και οι σχετ
ικές
πόλε
ις τ
ης
Αρκαδία
ς και τη
ς
Φω
κίδ
ας
αντ
ίστο
ιχα, καθ
ώς
και η Ε
υριδ
ίκη η
σύν
τροφ
ος
του Ο
ρφ
έα.
Ταυτί
ζοντ
αν
µε
τις
Μελ
ίες
και ζούσαν
κι αυτ
ές ό
σο ζ
ούσαν
τα δ
ένδρα
στα
οπ
οία
κατο
ικούσαν.
Οι νύ
µφ
ες τ
ων
δασώ
ν Μ
ελίε
ς ήτα
ν κόρες
της
Γαία
ς, η
οπ
οία
τις
γένν
ησε
µε
τις
στα
γόνε
ς το
υ αίµ
ατο
ς π
ου χ
ύθηκαν
απ
ό τ
ον
Ουρανό
ότα
ν το
ν ακρω
τηρία
σε
ο Κ
ρόνο
ς. Α
ναφ
έροντ
αι 9 Μ
ελίε
ς. Α
δράστε
ια,
Αρέθ
ουσα, Β
ριθ
ώ, Γ
λαύκη Ε
λίκη, Ί
δη, Κ
ελαιν
ώ, Κ
ρίµ
η κ
αι Κ
υνό
σουρα.
Οι Μ
ελίε
ς π
ροτι
µούσαν
να ζ
ουν
στα
δέν
δρα τ
ης
µελι
άς
ή φ
λαµου
ριά
ς.
Σε
ανά
µνηση τ
ης
γένν
ησή
ς το
υς
απ
ό τ
ο α
ίµα, το
ξύλο
της
φλα
µουριά
ς το
χρησιµ
οπ
οιο
ύσαν
για τ
ην
κατα
σκευ
ή δ
οράτω
ν π
ου
προκαλο
ύσαν
θάνα
το. Α
πό τ
ις Μ
ελίε
ς π
ροήλθ
ε το
"χάλκ
ινο γ
ένος"
το
τρίτ
ο γ
ένος π
ου κ
ατά
κτη
σε
την
γη, ήτα
ν π
ολε
µοχαρές
, σκλη
ρό κ
αι
εξαφ
ανί
στη
κε.
Οι Ν
ηρηίδ
ες, κατά
την
ελλη
νική µ
υθ
ολο
γία, ήτα
ν νύ
µφ
ες, π
ου
προσω
ποπ
οιο
ύσαν
τις
κατα
στάσει
ς κ
αι τα
χαρακτη
ρισ
τικά τ
ης
θάλα
σσας.
Ήτα
ν κόρες
του Ν
ηρέα
και τη
ς Ω
κεα
νίδας ∆
ωρίδ
ας
και εξ
αυτή
ς εγ
γονέ
ς τ
ου Ω
κεα
νού. Ή
ταν
γύρω
στι
ς π
ενήντ
α, εν
ώ έ
φτα
ναν
και τι
ς εκ
ατό
, κατά
άλλ
η ά
ποψη.
Οι Ν
ηρηίδ
ες ζ
ούσαν
στο
βυθ
ό τ
ης
θάλα
σσας,
στο
παλά
τι τ
ου π
ατέ
ρα τ
ους
και
περ
νούσαν
τη µ
έρα τ
ους
κολυ
µπ
ώντ
ας
και
παίζ
οντ
ας
µε
δελ
φίν
ια, ή
καθ
ισµέν
ες σ
ε
χρυσούς
θρόνο
υς
ή β
ράχους
τραγο
υδώ
ντας
και υφ
αίν
οντα
ς ή
στε
γνώ
νοντ
ας
τα π
λούσια
και µακριά
µαλλ
ιά τ
ους.
∆εν
επ
έτρεπ
αν
σε
καµία
θνη
τή ν
α π
αραβάλλ
εται µε
αυτέ
ς στη
ν
οµορφ
ιά. Ε
ίχαν
τη δ
ύναµη ν
α τ
αράζουν
τη
θάλα
σσα α
λλά κ
αι να
την
ηρεµ
ούν.
Γεν
ικά ή
ταν
πάντ
οτε
περ
ιχαρεί
ς
για τ
ην α
θανα
σία
τους
και συνό
δευ
αν
τα ά
ρµατα
τω
ν εν
άλι
ων
θεώ
ν.
Οι π
ιο γ
νωστέ
ς απ
ό α
υτέ
ς εί
ναι η
Αµφ
ιτρίτ
η, η
οπ
οία
ήτα
ν γυ
ναίκ
α
του
Ποσει
δώ
να κ
αι µητ
έρα τ
ου
Τρίτ
ωνα
, η Θ
έτις
(η µ
ελλο
ντικ
ή
µητέ
ρα τ
ου ή
ρω
α Α
χιλ
λέα),
η Ψ
αµάθη (
γυνα
ίκα τ
ου Α
ιακού)
και η
Γαλά
τεια
(γυ
ναίκ
α τ
ου κ
ύκλω
πα Π
ολύ
φηµου).
Στη
ν ελ
ληνι
κή µ
υθ
ολο
γία ο
ι Υ
άδες
,
λέξη
που σ
ηµαίν
ει «
οι τη
ς βροχής»
,
ήτα
ν αδελ
φές
Νύµφ
ες, π
ου
έφερ
ναν
τη β
ροχή (
απ
ό τ
ο α
ρχαίο
ρήµα υ
ώ =
βρέχ
ω).
Οι Υ
άδες
ήτα
ν κόρες
του
Άτλ
αντ
α

και τη
ς Π
λειό
νης,
ή τ
ης
Αίθ
ρας,
ή ν
α ή
ταν
κόρες
του
Ύαντ
α κ
αι τη
ς
Βοιω
τίας.
Στη
ν επ
ικρατέ
στε
ρη ε
κδοχή π
άντ
ως,
ο Ύ
ας
ήταν
αδελ
φός
τους.
Μετ
ά τ
ον θ
άνα
το τ
ου
Ύαντ
α σ
ε κυν
ηγε
τικό δ
υστ
ύχηµα (
απ
ό έ
να
λιοντ
άρι κατά
µία
εκδοχή),
οι Υ
άδες
άρχισ
αν
να κ
λαίν
ε απ
ό τ
η λύ
πη
τους
αστα
µάτη
τα (
µια
µυθ
ολο
γική α
ιτιο
λόγη
ση γ
ια τ
ο «κλά
µα» τ
ης
βροχής).
Τότε
οι θ
εοί τι
ς λυ
πήθ
ηκαν
και τι
ς µετ
αµόρφ
ωσαν
σε
αστέ
ρια
.
Είν
αι το
γνω
στό
στη
ν Α
στρ
ονο
µία
ανο
ικτό
σµήν
ος
αστέ
ρω
ν Υ
άδες
, στ
ην
κεφ
αλή
του
ταύρου τ
oυ
οµώ
νυµου α
στε
ρισ
µού. Κ
αι
πραγµ
ατι
κά, η
εµφ
άνι
ση τ
ου
σµήνο
υς
αυτ
ού
πριν
την
αυγ
ή π
ροµήνυ
ε κάθ
ε χρόνο
το τ
έλος
του ξ
ερού
καλο
καιρ
ιού κ
αι τι
ς π
ρώ
τες β
ροχές
για
τις
µεσ
ογε
ιακές
χώ
ρες
.
Τα ο
νόµατα
τω
ν Υ
άδω
ν π
οικ
ίλλο
υν
στους
διά
φορους µ
υθ
ογρ
άφ
ους. Η
επ
ικρατέ
στε
ρη
ίσω
ς
εκδοχή θ
έλει
τα ο
νόµατά
του
ς να
είν
αι τα
εξή
ς:
Φάολα
, Α
µβροσία
, Ε
υδώ
ρα, Κ
ορω
νίς
και Π
ολυ
ξώ.
Σε
αυτέ
ς π
ροστί
θεν
ται συνή
θω
ς η Θ
υώ
νη κ
αι η
Προδίκ
η, κόρες
του
Ύαντ
α α
πό τ
ην
Αίθ
ρα.
Οι Υ
άδες
συγχ
έοντ
αι κάπ
οτε
µε
τις
Πλε
ιάδες
, αλλ
ά κ
αι µε
τις
Νυσιά
δες
Νύµφ
ες π
ου ή
ταν
οι τρ
οφ
οί το
υ θ
εού ∆
ιονύ
σου.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
:
Ο α
θάνα
τος
∆ία
ς σαν
αρχ
ηγό
ς τ
ων
θεώ
ν, φ
αίν
εται π
ως
δεν
θέλ
ησε
να
έρθει
σε
σύγκ
ρουση µ
αζί
τους κ
αι π
εριο
ρίσ
τηκε
να τ
ις α
ποµονώ
σει
και
να β
άλε
ι να
εξο
υσιά
ζουν
σε
βουνά
, δάση,
κοίτ
ες π
οτα
µώ
ν και σε
απ
ρόσιτ
α µ
έρη,
δίν
οντ
άς
τους
έτσι π
εριο
χές
που ε
ίχαν
την
απ
οκλε
ιστι
κή ε
υθ
ύνη
τους
.
Οι ∆
ρυάδες
µαζί
µε
τις
Ορει
άδες
ή Ο
ρεσ
τιάδες
συνό
δευ
αν
τους
Ολύ
µπ
ιους
θεο
ύς σ
τα ό
ρη κ
αι τι
ς χαράδρες
και ιδ
ιαίτ
ερα σ
υνέρ
χοντ
αν
ερω
τικά µ
έσα σ
ε ω
ραία
σπ
ήλα
ια µ
ε το
υς
Σιλ
ηνο
ύς
και το
ν Ε
ρµή,
παίζ
οντ
ας
και αστ
ειευ
όµε
νες
µε
τον
Απ
όλλ
ωνα
, το
ν Π
άνα
, το
ν Π
ρία
πο
κ.ά
.
Με
την
πάροδο τ
ων
χιλ
ιετι
ών
και τη
ν επ
ιβολή
νέω
ν θρησκει
ών
µετ
ονο
µάστη
καν
σε
Νερ
άιδ
ες, ξω
τικά κ
τλ κ
αι φ
υσικ
ά π
οτέ
δεν
χάθ
ηκαν
απ
ό τ
ο π
ροσκήνι
ο, απ
λά «
κρύφ
τηκαν»
πίσ
ω α
πό µ
ύθ
ος,
θρύλο
υς,
και π
αράξε
νες
ιστο
ρίε
ς.
Κάπ
οτε
µια
Νύµ
φη, εκ
εί π
ου χ
όρευ
ε µε
τις
όµοιέ
ς τη
ς, χ
λόµια
σε
παρατη
ρώ
ντας
τη β
ελανι
διά
της
να κ
ουνι
έται π
έρα δ
ώθ
ε. Ά
φησε
το
χορό γ
εµάτη
ανη
συχία
πολύ
γρήγο
ρα χ
άλα
σε
η φ
λούδα, έπ
εσαν
τα
κλα
διά
και τα
υτόχρονα
η ψ
υχή τ
ης
Νύµφ
ης
πέτ
αξε
, απ
οχαιρ
ετώ
ντας
το φ
ως
του Ή
λιου.
Σύµφ
ωνα
µε
την
παράδοση, οι Ν
ύµφ
ες ή
ταν
γνω
στέ
ς τρ
οφ
οί π
ολλ
ών
και σηµαντ
ικώ
ν θεώ
ν ή η
ρώ
ων
ήτα
ν δηλα
δή ε
κεί
νες
που α
ναλά
µβανα
ν
την
ανα
τροφ
ή τ
ους,
ότα
ν βρίσ
κοντ
αν
σε
πολύ
µικ
ρή η
λικία
. Τ
ους
θήλα
ζαν
και απ
οτε
λούσαν
τις
αντ
ικατα
στάτρ
ιες τ
ων
µανά
δω
ν το
υς.
Πρώ
τα π
ρώ
τα, ο
ίδιο
ς ο
∆ία
ς ανα
τράφ
ηκε
απ
' αυτέ
ς στ
ην
Κρήτη
.
Ακολο
υθ
ούν
η Ή
ρα, η Π
ερσεφ
όνη
, ο Ε
ρµής,
ο Π
άνα
ς κ
αι ο ∆
ιόνυ
σος.
Όµω
ς οι Ν
ύµφ
ες δ
εν ε
ίχαν
δράση π
άντ
οτε
ευερ
γετι
κή γ
ια τ
ους
θνη
τούς
κι υπ
ήρχαν
φορές
που π
ροκαλο
ύσαν
µεγ
άλο
κακό. Α
ν, γ
ια
παράδει
γµα, τύ
χαιν
ε να
δει
κανε
ίς µ
ια Ν
ύµφ
η τ
ην
ώρα π
ου έ
κανε
το
λουτρ
ό τη
ς µέσ
α σ
την
πηγ
ή, έχ
ανε
τα λ
ογι
κά τ
ου. Ή
ταν,
όµω
ς, κ
αι
γενι
κότε
ρα ικανέ
ς ν
α π
ροκαλέ
σουν
σύγχ
υση
του ν
ου σ
τους
θνη
τούς
και να
τους
κάνο
υν τ
ρελ
ούς.
Οι άνθ
ρω
ποι π
ου κ
ατα
λαµβάνο
νταν
απ
ό
έκστα
ση κ
ι εν
θουσια
σµό, έφ
ευγα
ν απ
ό τ
α σ
πίτ
ια τ
ους
και π
ήγα
ιναν
στα
βουνά
, όπ
ου κ
ρύβοντ
αν
µέσ
α σ
ε σπ
ηλι
ές.
Το ά
γαλµ
α π
ου
βρίσ
κετ
αι στο
ν
ποτα
µό τ
ης
Λιβ
αδει
άς.
Πολυ
αγα
πηµέν
η κόρη τ
ου Τ
ροφ
ωνί
ου
ήτα
ν η
όµορφ
η ν
ύµφ
η Έ
ρκυνα
. Η
καλύ
τερη
φίλ
η τ
ης
Έρκυνα
ς ήτ
αν
η
Περ
σεφ
όνη
, κόρη τ
ης
θεά
ς ∆
ήµητρ
ας.
Οι δυο φ
ίλες
συν
ήθω
ς έπ
αιζ
αν
µαζί
.
Μια
µέρ
α η
Έρκυνα
κάλε
σε
την
Περ
σεφ
όνη
να π
αίξ
ουν
µαζί
µε
µια
όµορφ
η χ
ήνα
που τ
ης ε
ίχε
χαρίσ
ει ο
πατέ
ρας
της
. Π
ήραν
την
χήν
α
αγκ
αλι
ά π
ήγα
ν να
παίξ
ουν
στο
άλσ
ος. Α
νακάλυ
ψαν
κάπ
οια
σπ
ηλι
ά κ
αι
σκέφ
τηκαν
να π
αίξ
ουν
κρυφ
τό. Η
χήνα
ανή
συχη σ
τα χ
έρια
της

Έρκυνα
ς ήθ
ελε
να ξ
εφύγ
ει σ
αν
κάτι
να τ
ην τ
ραβούσε
µέσ
α σ
τη σ
πηλι
ά.
Τα κ
ορίτ
σια
την
άφ
ησαν
κάτω
και ύστ
ερα τ
ην α
κολ
ούθ
ησαν
µέσ
α σ
την
σκοτε
ινή σ
πηλι
ά . Σ
ε µια
στι
γµή έ
να σ
ούρσιµ
ο ακούστη
κε
και ξε
χώ
ρισ
αν
κάτι
άσπ
ρο ν
α κ
ουνι
έται π
ίσω
απ
ό µ
ια µ
εγάλη
πέτ
ρα τ
α κ
ορίτ
σια
νόµιζ
ε
ότι
κρύβετ
αι. Γ
ια µ
ια σ
τιγµ
ή φ
οβήθ
ηκαν.
Η Έ
ρκυνα
δεν
έφ
ευγε
χω
ρίς
την
χήνα
της.
Ξαφ
νικά µ
ια λ
άµψη ε
ξαφ
άνι
σε
το σ
κοτά
δι. Κ
ι ερ
χότα
ν απ
ό
το σ
ηµεί
ο π
ου ε
ίχε
κρυφ
τή η
χήνα
. Η
Έρκυνα
σήκω
σε
την
πέτ
ρα κ
αι
απ
ό τ
α β
άθ
η τ
ης
γης
ήρθ
ε έν
α β
ουητό
κι απ
ό π
αντ
ού
άρχισ
αν
να
ανα
βλύ
ζουν
νερά. Έ
κπ
ληκτη
η Π
ερσεφ
όνη
είδ
ε τη
ν φ
ίλη τ
ης, τη
χήν
α
και τα
νερ
ά ν
α γ
ίνον
ται έν
ας ο
ρµητ
ικός π
οτα
µός.
Η π
αράδοση λ
έει γι
α τ
ην Έ
ρκυνα
και τη
ν αγα
πηµέν
η τ
ης
χήν
α ό
τι έ
γινα
ν
ένα ό
µορφ
ο π
οτά
µι π
ου δ
ιασχίζ
ει τ
ην
πόλη
της
Λιβ
αδει
άς π
ου π
ρος
τιµή
της
όµορφ
ης
κόρης
που τ
ο α
νακάλυ
ψε
το π
οτά
µι ο
νοµάστη
κε
Έρκυνα
.
Πηνε
ιάδες
Νύµφ
ες
Ήτα
ν κόρες
του
ποτά
µιο
υ Θ
εού Π
ηνε
ιού κ
ι έδ
ωσαν
τα ό
νοµατά
του
ς
στι
ς Θ
εσσαλι
κές
πόλε
ις.
Στα
άνω
θεν
νοµίσ
µατα
τω
ν π
όλε
ων
Λάρισ
ας
και Τ
ρίκ
κης
εικονί
ζοντ
αι
οι οµώ
νυµες
Νύµφ
ες (
Τρίκ
κη/α
: Θ
εά τ
ης
ιατρ
ικής
και τη
ς υγε
ίας)
.
Άλλ
ες Ν
ύµφ
ες τ
ου Π
ηνει
ού ή
ταν
η Σ
τίλβ
η κ
αι η
∆άφ
νη.
ΟΝΟΜ
Α:
ΚΕ
ΝΤ
ΑΥ
ΡΟ
Ι
(
απ
ό τ
ο ρήµ
α "
κεν
τώ"
και το
ό
νοµα
"τα
ύρος")
. Κ
άπ
οιο
ς
β
ασιλ
ιάς
της
Θεσ
σαλί
ας
ε
ίχε
πολλ
ά β
όδια
. Ό
ταν
µια
α
λογό
µυγ
α ά
ρχισ
ε να
ε
νοχλε
ί τα
ζώ
α, η α
γέλη
σ
κόρπ
ισε
πανι
κόβλη
τη. Ο
β
ασιλ
ιάς
τότε
ανέ
θεσ
ε σε
ά
νδρες
καβαλά
ρηδες
να
σ
υγκεν
τρώ
σουν
την
αγέ
λη.
Ο
ι καβαλά
ρηδες
, κεν
τώντ
ας
τ
α ζ
ώα µ
ε τη
βουκέν
τρα,
ε
πανέ
φερ
αν
την
αγέ
λη. Ο
ι
ιπ
πεί
ς αυτο
ί ονο
µάστ
ηκαν
Κ
έντα
υροι.
Άλλ
η ε
κδοχή θ
έλει
τη λ
έξη
Κέν
ταυρος
να π
ροέρ
χετ
αι απ
ό τ
ο "
κεν
τέω
" και τη
ν "α
ύρα"
και, κ
αθ
ώς
η α
ύρα έ
χει
και τη
ν έν
νοια
του ν
ερού, θεω
ρεί
τους
Κεν
ταύρους
ως
δαίµ
ονε
ς τω
ν ορµητ
ικώ
ν χει
µάρρω
ν.
ΕΠ
ΩΝΥΜ
Ο:
Αλο
γάνθ
ρω
ποι,
ΠΑΤΕΡΑ
Σ:
Ιξί
ωνα
ς ή
ο Π
ήγα
σος (
το φ
τερω
τό ά
λογο
) ή Α
πόλλ
ωνα
ς
ή α
πό τ
ο σ
πέρ
µα τ
ου ∆
ία π
ου έ
πεσ
ε στη
Γη, ότ
αν
ο β
ασιλ
ιάς
των
αθανά
των
επιχ
είρησε
απ
οτυ
χηµέν
α ν
α β
ιάσει
τη θ
εά τ
ου έ
ρω
τα, τη
ν
Αφ
ροδίτ
η.
ΜΗΤΕΡΑ
: Έ
να σ
ύνν
εφο, η Ν
εφέλ
η ή η
Ήβη.

ΤΟΠ
ΟΣ:
Στα
δάση τ
ου
όρους
Πηλί
ου τ
ης Μ
αγν
ησία
ς, σ
την
αρχαία
Θεσ
σαλί
α, όπ
ου ζ
ούσαν
σε
σχεδ
όν
άγρ
ια
κατά
στα
ση
Ότα
ν η ν
ύµφ
η Κ
ρεο
ύσα ε
νώθηκε
µε
τον
Πηνε
ιό σ
τα φ
αράγγ
ια τ
ης
Πίν
δου,
έφ
ερε
στο
ν κόσµο δ
υο
αγό
ρια
και µι
α κ
όρη, τη
Στί
λβη. Η
Στί
λβη γ
έννη
σε
µε
τον
Απ
όλλ
ωνα
το
Λαπ
ίθη, επ
ώνυ
µο ή
ρω
α κ
αι
αρχηγέ
τη τ
ων
Λαπ
ιθώ
ν. Ο
ι Λ
άπ
ιθες
, µια
γιγα
ντογε
νιά π
ου κ
ατο
ικούσε
στη
Θεσ
σαλί
α, φ
ηµίζ
οντ
αν
για τ
ην
αντ
ρει
οσύν
η τ
ους,
αλλ
ά κ
αι γι
α τ
ους
αλα
ζονι
κούς
βασιλ
ιάδες
του
ς. Έ
νας
απ
ό α
υτο
ύς
υπ
ήρξε
κι ο
Ιξί
ων.
Ο µ
ύθ
ος
λέει
πω
ς εκ
είνο
ς δίν
οντ
ας
δεί
γµατα
του κ
ακού χ
αρακτή
ρα τ
ου
είχε
δολο
φονή
σει
µε
δόλο
τους
γονε
ίς τ
ης
συζύ
γου τ
ου. Κ
ατό
πιν
προσέφ
υγε
στο
ν ∆
ία, ο ο
ποίο
ς και δέχ
θηκε
να τ
ον
εξαγν
ίσει
απ
ό τ
ο
µία
σµα τ
ων
φόνω
ν π
ου τ
ον
βάρυνε
. Ο
βασιλ
ιάς
των
θεώ
ν, µ
άλι
στα, το
ν
συµπ
άθ
ησε
τόσο, ώ
στε
τον
κάλε
σε
σε
θεϊ
κό γ
εύµα σ
τον
Όλυ
µπ
ο, όπ
ου ο
Ιξί
ων
µέθ
υσε
και, θ
έλησε
να α
ποπ
λανή
σει
την
Ήρα κ
αι να
συν
ευρεθ
εί
µαζί τη
ς. Υ
πέθ
ετε
ότι
και αυτ
ή θα σ
υνα
ινούσε
στι
ς ορέξ
εις
του κ
αι ότι
θα ε
κµετ
αλλ
ευότα
ν δεό
ντω
ς τη
ν ευ
καιρ
ία π
ροκει
µέν
ου ν
α ε
κδικ
ηθ
εί τ
ον
∆ία
για
τις
συχνέ
ς απ
ιστί
ες τ
ου. Ο
Ζευ
ς, ό
µω
ς, µ
αντ
εύοντ
ας
τις
προθ
έσει
ς το
υ Ι
ξίονα
, έδ
ωσε
σε
ένα σ
ύνν
εφο τ
η µ
ορφ
ή τ
ης
συζύ
γου
του
και ο Ι
ξίω
ν, υ
περ
βολι
κά µ
εθυσµέν
ος,
δεν
κατά
λαβε
την
απ
άτη
µε
απ
οτέ
λεσµα ν
α σ
υνε
υρεθ
εί µ
ε το
σύνν
εφο Ή
ρα. Ο
∆ία
ς το
ν συνέ
λαβε
επ’ α
υτο
φώ
ρω
και τό
τε π
ρόστα
ξε τ
ον
Ερµή ν
α τ
ον
µαστι
γώσει
ανη
λεώ
ς έω
ς ό
του ε
κεί
νος ε
πανα
λάβει
τη φ
ράση:
«Π
ρέπ
ει ν
α τ
ιµάµε
τους
ευερ
γέτε
ς µας»
.
Κατό
πιν
τον
έδεσ
ε σε
έναν
πύριν
ο τ
ροχό π
ου
περ
ιστρ
εφότα
ν αέν
αα σ
τον
ουρανό
. Η
ψεύ
τικη Ή
ρα
µετ
ά τ
η σ
υνε
ύρεσ
η τ
ης
µε
τον
Ιξίο
να ο
νοµάσθηκε
Νεφ
έλη (
σύνν
εφο)
και γέ
ννησε
το α
πόβλη
το π
αιδ
ί αυτ
ής
της
επαφ
ής
που ή
ταν
ένα δ
ίµορφ
ο ο
ν, τ
ο ο
ποίο
έλα
βε
το ό
νοµα
Κέν
ταυρος.
Εκεί
νος
µεγ
αλώ
νοντ
ας
συνε
υρέθ
ηκε
µε
τη σ
ειρά τ
ου µ
ε τι
ς φ
οράδες
της
Μαγν
ησία
ς, µ
ε απ
οτέλ
εσµα ν
α γ
εννη
θούν
οι αλο
γοκέν
ταυροι,
µε
το τ
ετράπ
οδο, αλο
γίσιο
σώ
µα α
πό τ
η µ
έση κ
αι κάτω
και ανθ
ρώ
πιν
ο
απ
ό τ
η µ
έση κ
αι π
άνω
.
ΧΑΡΑ
ΚΤΗΡΙ
ΣΤΙΚ
Α: Μ
υθ
ολο
γικά τ
έρατα
, "µ
ισοί άνθ
ρω
ποι, µ
ισοί
άλο
γα, φ
υλή β
άρβαρη, απ
όκοτη
, π
ου κ
αυχιό
τανε
για
τη δ
ύνα
µή τ
ης
ήτα
ν άγρ
ιοι, µ
οχθ
ηροί, ε
πιθ
ετικ
οί, β
ίαιο
ι, ο
ρµητι
κοί, φ
ασαριό
ζοι,
ζηλό
φθ
ονο
ι, π
ολε
µοχαρεί
ς. Ζ
ούσαν
στα
βουνά
, κοντ
ά σ
τους
χεί
µαρρους,
έτρ
ωγα
ν ω
µό κ
ρέα
ς, µεθ
οκοπ
ούσαν
µε
κρασί και
κυνη
γούσαν
τις ν
ύµφ
ες τ
ου δ
άσους.
Η δ
ύνα
µή τ
ους
ήταν
τεράστι
α. Μ
ετακιν
ούσαν
ογκ
όλιθ
ους, βράχια
και
πελ
ώριο
υς κ
ορµούς
δέν
τρω
ν, τ
α ο
ποία
εκσφ
ενδόνι
ζαν
στους
εχθρούς
τους.
Αγα
πούσαν
όµω
ς κ
αι τα
γλέ
ντια
, το
πιο
τό
και τι
ς δια
σκεδ
άσει
ς.
Υπ
ήρχε
όµω
ς και µι
α δ
εύτε
ρη φ
υλή
Κεν
ταύρω
ν,
οι οπ
οίο
ι κατά
γοντ
αν
κατε
υθ
είαν
απ
ό τ
ους
Ολύ
µπ
ιους
θεο
ύς.
Οι Κ
έντα
υροι αυτ
οί ήτ
αν
πρόσχαροι, δ
ίκαιο
ι, γ
εµάτο
ι γν
ώσει
ς, σ
οφ
ία κ
αι
αρετ
ή. Φ
ίλοι, σ
ύµµαχοι, π
ροστά
τες,
σύµ
βουλο
ι
και δάσκαλο
ι τω
ν ανθ
ρώ
πω
ν.
Κύριο
ι εκ
πρόσω
ποί το
υς
ήτα
ν: ο
Χεί
ρω
νας,
γιο
ς το
υ Κ
ρόνο
υ κ
αι τη
ς
νύµφ
ης
Φιλ
ύρας,
και ο
Φόλο
ς, γι
ος
του
Σιλ
ηνο
ύ και τη
ς νύ
µφ
ης
Μελ
ίας.
∆ΙΑ
ΦΟΡΑ
: Σ
ύµφ
ωνα
µε
το µ
ύθ
ο, οι Λ
απ
ίθες
εγκ
ατα
στάθ
ηκαν
στη
Θεσ
σαλί
α, κοντ
ά σ
τον
Πηνε
ιό, αφ
ού έ
διω
ξαν
τους
Περ
ραιβ
ούς.
Παλα
ιότε
ροι µύθ
οι ήθ
ελαν
τους
Λαπ
ίθες
θεό
τητε
ς π
ου σ
υµβόλι
ζαν
τις
κατα
ιγίδ
ες.
Η Κ
εντα
υροµαχία
είν
αι ο µ
ύθ
ος
που σ
υνδ
έει το
λαό τ
ων
Λαπ
ιθώ
ν µε
τη φ
υλή τ
ων
Κεν
ταύρω
ν. Α
φορµή γ
ια τ
ην
Κεν
ταυροµαχία
υπ
ήρξε
το
γεγο
νός
ότι
ο Ε
υρυτ
ίωνα
ς, βασιλ
ιάς
των
Κεν
ταύρω
ν, κ
αλε
σµέν
ος
στο
υς
γάµους
του σ
υγγε
νή τ
ου Π
ειρίθ
ου, βασιλ
ιά τ
ων
Λαπ
ιθώ
ν,
επιχ
είρησε
να α
παγά
γει τη
νύφ
η, τη
ν π
ανέ
µορφ
η Ι
ππ
οδάµει
α. Ο
ι
Κέν
ταυροι δεν
µπ
όρεσ
αν
να ε
λέγξ
ουν
τον
εαυτ
ό τ
ους
και, α
φού π
ρώ
τα
µέθ
υσαν
απ
ό τ
ο π
ολύ
κρα
σί, π
ου
για π
ρώ
τη φ
ορά γ
εύοντ
αν,

προσέβ
αλλ
αν
τον
οικ
οδεσ
πότη
τους,
προσπ
άθησαν
να α
σελ
γήσουν
στη
νύφ
η τ
ου,
καθ
ώς
και στα
νεα
ρά α
γόρια
που π
αρευ
ρίσ
κοντ
αν
στο
ν γά
µο.
Ακολο
ύθ
ησε
µάχη µ
εταξύ
Κεν
ταύρω
ν και Λ
απ
ίθω
ν, η
οπ
οία
διή
ρκεσ
ε
µέχ
ρι τη
νύκτα
και στο
τέλ
ος
της
οπ
οία
ς ο
ι Κ
έντα
υροι νι
κήθηκαν
κατά
κράτο
ς. Ο
Πει
ρίθ
ους
συνέ
λαβε
τον
Ευρυτί
ωνα
και το
ν τι
µώ
ρησε
σκλη
ρά,
κόβοντ
άς
του
τα α
υτιά
και τη
µύτ
η.
Βοηθ
ός
των
Λαπ
ίθω
ν σε
αυτ
ό τ
ον
πόλε
µο
στά
θηκε
ο Α
θηνα
ίος
βασιλ
ιάς
Θησέα
ς, ο
οπ
οίο
ς µετ
ά τ
ην ν
ικηφ
όρο γ
ια τ
ον
ίδιο
και
τους
συµµάχους
του έ
κβαση τ
ης
µάχης
οδήγη
σε
τους
Κεν
ταύρους
στη
χώ
ρα τ
ων
Αιθ
ίκω
ν, µια
περ
ιοχή κ
οντ
ά
στο
όρος Π
ίνδος,
ανα
γκάζο
ντας
τους
να ε
γκατα
λείψ
ουν
το Π
ήλι
ο.
Εκεί
νοι όµω
ς ανα
συγ
κρότη
σαν
γρήγο
ρα τ
ις δ
υνά
µεις
τους
και ει
σέβ
αλα
ν
στη
ν π
εριο
χή τ
ων
Λαπ
ίθω
ν, τ
ους
νίκησαν
και το
υς
κατέ
σφ
αξα
ν, α
ναγκ
άζο
ντας
όσους
επέζ
ησαν
να ε
γκατα
στα
θούν
στη Φ
ολό
η τ
ης
Ήλι
δας,
κοντ
ά σ
τον
Μαλέ
α.
Με
τους
Κέν
ταυρους δ
ε δίσ
τασε
να α
ναµετ
ρηθεί
ο η
µίθ
εος
Ηρακλή
ς, ο
οπ
οίο
ς αφ
ού σ
κότω
σε
τους
σπ
ουδαιό
τερους α
π'
αυτο
ύς,
κατά
φερ
ε να
διώ
ξει το
υς
υπ
όλο
ιπους
απ
ό τ
ην
Αρκαδία
.
Ότα
ν κάπ
οτε
ο Η
ρακλή
ς βρέθ
ηκε
στο
δάσος
της
Φολό
ης,
κατα
διώ
κοντ
ας
τον
Ερυµά
νθιο
κάπ
ρο, φ
ιλοξε
νήθ
ηκε
απ
ό τ
ον
Κέν
ταυρο
Φόλο
, γι
ο το
υ Σ
ιληνο
ύ και τη
ς ν
ύµφ
ης
Μελ
ίας.
Ο Φ
όλο
ς π
ρόσφ
ερε
στο
ν
ήρω
α γ
λυκύτα
το κ
ρασί, δ
ώρο τ
ου θ
εού ∆
ιόνυ
σου. Ο
∆ιό
νυσος ε
ίχε
χαρίσ
ει σ
τον
Φόλο
ένα
πιθ
άρι µε
υπ
έροχο, αρω
µατι
κό κ
ρασί, ό
ταν
ο
Κέν
ταυρος
έλυσε
µια
δια
φορά τ
ου θ
εού µ
ε το
ν Ή
φαισ
το, γι
α τ
ο ν
ησί
Νάξο
ς, υ
πέρ
του
∆ιό
νυσου.
Σύµφ
ωνα
µε
άλλ
η εκ
δοχή, το
κρασί ανή
κε
σε
όλο
υς
τους
Κέν
ταυρους
της
Φολό
ης,
φανα
τικούς
φίλ
ους
του κ
αλο
ύ κ
ρασιο
ύ. Γ
ρήγο
ρα τ
ο ά
ρω
µα
του
θεϊ
κού κ
ρασιο
ύ α
πλώ
θηκε
τριγ
ύρω
. Τ
ο
µυρω
µέν
ο α
έρα ο
σµί
στη
καν
και οι άλλ
οι Κ
έντα
υροι τη
ς Φ
ολόης.
Πλη
σία
σαν,
λοι
πόν,
τη
σπηλι
ά τ
ου Φ
όλο
υ µε
επιθ
ετικ
ές δ
ιαθ
έσει
ς αλλ
ά
ο η
µίθ
εος
τους
απ
έκρουσε.
Αφ
ού σ
κότω
σε
αρκετ
ούς,
κατα
δίω
ξε τ
ους
υπ
όλο
ιπους
µέχ
ρι το
ν Μ
αλέ
α. Ό
σοι επ
έζησαν
ζήτη
σαν
κατα
φύγι
ο σε
απ
όµακρα σ
ηµεί
α. Έ
τσι ο
Ευρυτί
ωνα
ς κρύφ
τηκε
στη Φ
ολό
η, ε
νώ ο
Νέσ
σος
στο
ν π
οτα
µό Ε
ύην
ο. Κ
ι αυτ
οί όµω
ς εξ
οντ
ώθ
ηκαν
απ
ό τ
α
φαρµακερ
ά β
έλη τ
ου
Ηρακλή
.
Ο µ
ύθος
λέει
ότι
ότα
ν ο Η
ρακλή
ς έφ
τασε
στο
ν Μ
αλέ
α, κατα
διώ
κοντ
ας
τους
άλλ
ους
Κέν
ταυρους,
συνα
ντήθ
ηκε
µε
το σ
οφ
ό Κ
έντα
υρο
Χεί
ρω
να.
Απ
ό τ
ραγι
κό λ
άθος
ο Χ
είρω
νας
πλη
γώθ
ηκε
απ
ό τ
α δ
ηλη
τηριώ
δη β
έλη
του
Ηρακλή
. Η
πλη
γή ή
ταν
αγι
άτρ
ευτη
και ο π
όνο
ς α
βάστα
χτο
ς. Ο
Ηρακλή
ς το
ν π
εριπ
οιή
θηκε,
αλλ
ά τ
ίποτε
δεν
µπ
ορούσε
να
ανα
κουφ
ίσει
το δ
ύστ
υχο Κ
έντα
υρο. Ο
Χεί
ρω
νας
προτί
µησε
να α
ρνη
θεί
την
αθανα
σία
του
, µη µ
πορώ
ντας
να α
ντέξ
ει τ
ον
αιώ
νιο π
όνο
και
πρόσφ
ερε
τη θ
έση τ
ου
στο
ν Ό
λυµπ
ο σ
τον
Προµηθ
έα.
Εξί
σου ά
δικ
ος,
κατά
το µ
ύθ
ο, ήτα
ν και ο
θάνα
τος
του Φ
όλο
υ. Ο
άτυ
χος
Κέν
ταυρος,
ενώ
περ
ιεργα
ζότα
ν έν
α α
πό τ
α φ
αρµακερ
ά β
έλη τ
ου
Ηρακλή
, τρ
υπ
ήθ
ηκε
απ
' αυτό
και ξε
ψύχησε.
Απ
αρηγό
ρητο
ς ο
Ηρακλή
ς γι
α τ
ο δ
ιπλό
χαµό,
τον
έθαψε
µε
τιµές
.
Τον
Κέν
ταυρο Ε
υρυ
τίω
να κ
ατα
δίω
ξε ο
Ηρακλή
ς
στη
Φολό
η κ
αι το
ν σκότω
σε
έπει
τα α
πό
παράκλη
ση τ
ου ∆
εξαµεν
ού, βασιλ
ιά τ
ου Ο
λενο
ύ.
Σύµφ
ωνα
µε
το µ
ύθο ο
Ευρυτί
ωνα
ς ε
κβία
ζε τ
ον ∆
εξαµεν
ό ν
α τ
ου
δώ
σει
για
γυνα
ίκα τ
ου
την
κόρη τ
ου Μ
νησιµ
άχη. Ο
Ηρακλή
ς σκότω
σε
τον
Ευρυτί
ωνα
και π
αντ
ρεύ
τηκε
τη Μ
νησιµ
άχη.
Σύµφ
ωνα
µε
άλλ
η ε
κδοχή, η
∆ηιά
νειρ
α ή
ταν
η κ
όρη τ
ου ∆
εξαµεν
ού. Ο
Ηρακλή
ς σκότω
σε
τον
Ευρυτί
ωνα
κατά
την
τελ
ετή τ
ου γ
άµου
και π
αντ
ρεύ
τηκε
τη ∆
ηιά
νειρ
α.
Η ε
πικ
ρατέ
στε
ρη ε
κδοχή γ
ια τ
ο θ
άνα
το τ
ου
Κέν
ταυρου
Νέσ
σου ε
ίναι η
ακόλο
υθ
η:
Ο Ν
έσσος
κατο
ικούσε
κοντ
ά σ
τον
ποτα
µό Ε
ύηνο
. Ε
ρω
τεύτη
κε
τη
∆ηιά
νειρ
α κ
αι π
ροσπ
άθ
ησε
να τ
η β
ιάσει
.
Έντ
ροµη η
άτυ
χη
γυνα
ίκα έ
βαλε
τις
φω
νές.

Ο Η
ρακλή
ς π
ρόλα
βε
και έσ
τειλ
ε τα
φαρµακερ
ά τ
ου β
έλη σ
την
καρδιά
του
Νέσ
σου. Ξ
εψυχώ
ντας
ο Ν
έσσος θ
έλησε
να ε
κδικ
ηθ
εί τ
ο φ
ονι
ά τ
ου,
αυτό
ν π
ου α
φάνι
σε
ολό
κλη
ρη τ
ην π
ανί
σχυρη φ
υλή
του. Ζ
ήτησε
απ
ό τ
η
∆ηιά
νειρ
α ν
α α
ναµεί
ξει το
σπ
έρµα κ
αι το
αίµ
α τ
ου, π
ου χ
ύθ
ηκαν
κατα
γής,
και µ'
αυτά
να α
λείψ
ει έ
να χ
ιτώ
να τ
ου
Ηρακλή
. Έ
τσι, τ
ης
υπ
οσχέθ
ηκε,
ο Η
ρακλή
ς θ
α έ
µεν
ε γι
α π
άντ
α κ
οντ
ά τ
ης,
πισ
τός
σκλά
βος
του
έρω
τά τ
ης.
Η α
φελ
ής
πεί
στη
κε
και ο
κορυφ
αίο
ς τω
ν ηρώ
ων
της
Ελλ
ηνι
κής Μ
υθ
ολο
γίας
βρήκε
φριχ
τό θ
άνα
το.
Στα
δια
κά η
άγρ
ια, κτη
νώδης,
απ
ωθ
ητι
κή, απ
όκοσµη ό
ψη τ
ων
Κεν
ταύρω
ν µετ
αβλή
θηκε.
Η µ
ορφ
ή η
µέρ
ωσε
και γλ
ύκανε
. Α
ργό
τερα ο
ι
Έλλ
ηνε
ς π
αρουσία
σαν
τους
Κέν
ταυρους
µε
περ
ισσότε
ρο α
νθρώ
πιν
α
χαρακτη
ρισ
τικά κ
αι ιδ
ιότη
τες.
Κρατώ
ντας
κύπ
ελλα
, π
υρσό, αυλ
ό, λύ
ρα ή
ντέφ
ι εµ
φανί
ζον
ταν
να ξ
εφαντ
ώνο
υν
συντ
ροφ
ιά µ
ε το
ν ∆
ιόνυ
σο, το
Πάνα
, το
υς
Σάτυ
ρους,
τους
Σιλ
ηνο
ύς,
τις
Βακχίδ
ες κ
αι τι
ς Μ
αιν
άδες
.
Άλλ
οτε
πάλι
µε
έκφ
ραση ε
κστα
τική, π
ου α
ποπ
νέει
ερω
τισµό, να
παίζ
ουν
γλυκά µ
ε το
µικ
ρό φ
τερω
τό γ
ιο τ
ης
Αφ
ροδίτ
ης,
τον
Έρω
τα.
Κέν
ταυρ
ος Χ
είρω
νας:
Ο π
ιο γ
νωστό
ς ήτα
ν ο Κ
έντα
υρος
Χεί
ρω
νας,
ο
δάσκαλο
ς τω
ν µεγ
αλύ
τερω
ν ηρώ
ων
της
αρχαία
ς ελ
ληνι
κής
µυθ
ολο
γίας.
Κατο
ικούσε
στο
Πήλι
ο και ήτα
ν π
ερίφ
ηµος
για τ
ις γ
νώσει
ς
και τη
σοφ
ία τ
ου. Ή
ξερε
τις
θερ
απ
ευτι
κές
ιδιό
τητε
ς τω
ν φ
υτώ
ν και γι
άτρ
ευε
αρρώ
στι
ες.
Κοντ
ά τ
ου έ
µαθε
την
ιατρ
ική ο
Ασκλη
πιό
ς.
Κοντ
ά τ
ου µ
εγάλω
σε,
θρεµ
µέν
ος µ
ε αίµ
α λ
ιοντ
αριο
ύ κ
αι µεδ
ούλι
αρκούδας,
ο Α
χιλ
λέας
και κοντ
ά τ
ου
έµαθαν
την
πολε
µικ
ή τ
έχνη
, τη
µουσικ
ή κ
αι το
κυνή
γι ο
ι µεγ
αλύ
τεροι ήρω
ες.
Ο Κ
έντα
υρος
Χεί
ρω
ν ήτ
αν
ο π
ιο σ
οφ
ός µ
εταξύ
τω
ν Κ
εντα
ύρω
ν και
γνώ
ριζ
ε τη
ν τέ
χνη
τω
ν ια
µατι
κώ
ν βοτά
νων,
ενώ
επ
ιδιδ
ότα
ν και στο
κυνή
γι κ
αι τη
µουσικ
ή. Ε
ίχε
θεϊ
κή κ
ατα
γωγή
, αφ
ού, κατά
µια
µυθ
ολο
γική
εκδοχή, ήτα
ν νό
θος
γιος τ
ου Κ
ρόνο
υ, ο ο
ποίο
ς συν
ευρέθ
ηκε
µε
την
κόρη τ
ου Ω
κεα
νού Φ
ιλύρα
. Ο
Κρόνο
ς συνε
λήφ
θη ε
π’ α
υτο
φώ
ρω
απ
ό τ
η
σύζυγο
του
Ρέα
και τό
τε, γι
α ν
α δ
ιαφ
ύγε
ι, µ
εταµορφ
ώθ
ηκε
σε
επιβ
ήτο
ρα ίπ
πο κ
αι έφ
υγε
καλπ
άζοντ
ας,
αφ
ήνο
ντας
τη Φ
ιλύρα ν
α
γενν
ήσει
το µ
ισό ά
νθρω
πο µ
ισό ά
λογο
παιδ
ί τη
ς, π
ου δ
εν ή
ταν
άλλ
ο
απ
ό τ
ον
Κέν
ταυρο Χ
είρω
να. Η
Φιλ
ύρα
η οπ
οία
αισ
θανό
ταν
απ
έχθ
εια
για τ
ο τέ
ρας
που έ
πρεπ
ε να
θηλά
ζει,
παρακάλε
σε
τους
θεο
ύς
να τ
ην
µετ
αµορφ
ώσουν
σε
οτι
δήπ
οτε
άλλ
ο
προκει
µέν
ου ν
α γ
λυτώ
σει
και έτ
σι έγ
ινε
φλα
µουριά
.
Μεγ
αλώ
νοντ
ας
ο Κ
έντα
υρος
Χεί
ρω
ν
απ
έκτη
σε
µεγ
άλη
φήµη
ως ιατρ
ός,
επ
ιστή
µω
ν
και µάντ
ης,
αφ
ού µ
ε τα
άνθ
η τ
ης
φιλ
ύρας
(κοιν
ώς
φλα
µουριά
ς) θ
εράπ
ευε
ασθ
ενεί
ς,
ενώ
κόβοντ
ας
σε
µικ
ρές
λω
ρίδ
ες τ
ον
εσω
τερικ
ό τ
ης
φλο
ιό τ
ον χ
ρησιµ
οπ
οιο
ύσε
για ν
α µ
αντ
εύει
.
Φηµολο
γείτ
ο ακόµη ό
τι δ
άσκαλο
ς το
υ Χ
είρω
να ή
ταν
ο ίδ
ιος
ο
Απ
όλλ
ων.
Η φ
ήµη τ
ου
Κεν
ταύρου Χ
είρω
να ω
ς ια
τρού κ
αι µά
ντη
εξαπ
λώθηκε
σε
όλη
την
Ελλ
άδα, εν
ώ τ
ο ό
νοµα τ
ου ε
µφ
ανί
ζετα
ι σε
πολύ
πρώ
ιµες
θηραϊκ
ές ε
πιγ
ραφ
ές σ
τους
βράχους
του
νησιο
ύ. Σ
οφ
ός
και αγα
θός
εκ φ
ύσεω
ς, ή
ταν
ανε
κτί
µητ
ος
φίλ
ος
των
ανθ
ρώ
πω
ν, α
φού
σε
αυτό
ν π
ροσέτ
ρεχ
αν
προκει
µέν
ου ν
α θ
εραπ
ευθ
ούν.
Σε
ένα α
ρχαίο
αγγ
είο
παρισ
τάνε
ται φ
ορώ
ντας
έναν
µανδ
ύα σ
κεπ
ασµέν
ο µ
ε άστ
ρα,
κρατώ
ντας
ένα ξ
εριζ
ωµέν
ο δ
ένδρο, έχ
οντ
ας τ
α θ
ηράµατα
του
κυνη
γιού
του σ
το π
λάι το
υ κ
αι συνο
δευ
όµεν
ος
απ
ό τ
ον
σκύλο
του.
Ο Χ
είρω
ν ήτα
ν εκ
είνο
ς π
ου β
οήθ
ησε
και
υπ
ερασπ
ίσθ
ηκε
τον
Πηλέ
α κ
αι π
ου α
νέθ
ρεψ
ε
και µόρφ
ωσε
ένα π
λήθ
ος θ
εϊκώ
ν και ηρω
ικώ
ν
προσώ
πω
ν, ό
πω
ς το
ν Α
χιλ
λέα, το
ν Ιάσονα
, το
ν
Ασκλη
πιό
, το
ν Η
ρακλή
και το
ν Α
ινεί
α. Ο
Απ
όλλ
ων
ο ίδιο
ς µετ
έφερ
ε
το β
ρέφ
ος Α
σκλη
πιό
µετ
ά τ
η θ
ανά
τωση τ
ης
µητ
έρας
του
Κορω
νίδας
στο
ν Κ
έντα
υρο Χ
είρω
να, ο ο
ποίο
ς το
ν ανέ
θρεψ
ε και το
υ µετ
έδω
σε
τις
θερ
απ
ευτι
κές
του
γνώ
σει
ς και τη
ν τέ
χνη
του κ
υνηγι
ού. Ο
Ασκλη
πιό
ς,
µάλι
στα
, απ
έκτη
σε
τέτο
ια ικανό
τητα
στο
να θ
εραπ
εύει
ασθεν
είς,
ώστε
θεω
ρεί
ται ο π
ατέ
ρας τ
ης
Ιατρ
ικής.
Σύµφ
ωνα
πάντ
οτε
µε
τον

µύθ
ο, ο ∆
ίας
του
χάρισ
ε τη
ν αθανα
σία
. Τ
η µ
ορφ
ή τ
ου
Ασκλη
πιο
ύ π
ου
κρατά
το θ
εραπ
ευτι
κό φ
ίδι ο Ζ
ευς
την
τοπ
οθέτ
ησε
ανά
µεσ
α σ
τα ά
στρ
α,
όπ
ως
και το
υ δ
ασκάλο
υ το
υ Κ
εντα
ύρου Χ
είρω
να. Ω
στό
σο, π
αρά τ
η
σοφ
ία π
ου τ
ον
διέ
κριν
ε και τη
ν οικ
ειότη
τα τ
ου µ
ε το
υς
ανθ
ρώ
πους, στη
συνε
ίδηση τ
ων
αρχαίω
ν Ε
λλήνω
ν ο
Κέν
ταυρος
Χεί
ρω
ν π
αρέµ
εινε
ένα
ς
άγρ
ιος
κυνη
γός
και µια
σκοτε
ινή θ
εϊκή µ
ορφ
ή.
Οι Κ
έντα
υροι τη
ς Μ
αγν
ησία
ς και οι Θ
εσσαλο
ί τη
ς Ιω
λκού φ
αίν
εται ότι
ήτα
ν δεµ
ένοι µε
εξω
γαµικ
ή σ
υµµαχία
: απ
ό ε
δώ
δικ
αιο
λογε
ίται και η
άπ
οψη ό
τι η
σύζυ
γος
του
Πηλέ
α ίσω
ς να
µην
ήταν
η θ
εά Θ
έτις
, αλλ
ά η
κόρη τ
ου Κ
εντα
ύρου Χ
είρω
να. Ό
ταν
η Θ
έτις
εγκ
ατέ
λειψ
ε το
ν Π
ηλέ
α,
εκεί
νος
ανέ
θεσ
ε τη
ν ανα
τροφ
ή τ
ου
γιου τ
ους
Αχιλ
λέα σ
τον
Κέν
ταυρο
Χεί
ρω
να, στο
Πήλι
ο. Ο
Χεί
ρω
ν,
σύµφ
ωνα
µε
τον
µύθο, έτ
ρεφ
ε το
ν
Αχιλ
λέα µ
ε εν
τόσθ
ια λ
ιοντ
αριώ
ν και
αγρ
ιόκαπ
ρω
ν και µε
µεδ
ούλι
άρκτω
ν,
για ν
α γ
ίνει
γεν
ναίο
ς, ή
, σύµφ
ωνα
µε
άλλ
ους,
µε
µέλ
ι απ
ό κ
ερήθ
ρα κ
αι µεδ
ούλι
ελα
φιο
ύ, γ
ια ν
α τ
ρέχ
ει
γρήγο
ρα. Ε
κεί
νος
τον
εισή
γαγε
στη
ν τέ
χνη
της
ιππ
ασία
ς, τ
ου
κυνη
γιού,
του
αυλο
ύ κ
αι τη
ς ια
τρικ
ής.
Ο ν
εαρός
ήρω
ας
ήτα
ν, µ
άλι
στα
, τό
σο
επιδ
εκτι
κός
σε
όσα τ
ου δ
ίδασκε
ο Κ
έντα
υρος,
ώστε
σε
ηλι
κία
έξι
ετώ
ν
έσυρε
τον
πρώ
το τ
ου α
γριό
χοιρ
ο σ
τη σ
πηλι
ά
του
Χεί
ρω
να.
Ο Χ
είρω
ν, λ
όγω
της
θεϊ
κής
κατα
γωγή
ς το
υ,
ήτα
ν αθ
άνα
τος,
αλλ
ά, όπ
ως
προανα
φέρ
θηκε,
ο Η
ρακλή
ς στη
µάχη
του ε
ναντ
ίον
των
Κεν
ταύρω
ν, π
ροκει
µέν
ου
να υ
περ
ασπ
ισθ
εί
τον
φίλ
ο τ
ου
Φόλ
ο, π
λήγω
σε
κατά
λάθ
ος
µε
δηλη
τηρια
σµέν
ο β
έλος
στο
πόδι το
ν γέ
ρο σ
οφ
ό.
Ο η
µίθ
εος
λυπ
ήθηκε
πάρα π
ολύ
για
τον
τραυµ
ατι
σµό τ
ου
γέροντ
α φ
ίλου
του
και π
ροσπ
άθησε
να τ
ον
θερ
απ
εύσει
ο ίδιο
ς µε
φάρµακα τ
α ο
ποία
του
υπ
οδεί
κνυ
ε ο Χ
είρω
ν. Τ
α φ
άρµακα, όµω
ς, δ
εν τ
ον
ωφ
έλησαν
καθ
όλο
υ κ
αι, β
ασανι
ζόµεν
ος α
πό τ
ους
φρικ
τούς
πόνο
υς
που τ
ου
προκαλο
ύσε
το τ
ραύµα, αλλ
ά κ
αι κουρασµέ
νος
απ
ό τ
ην
ατε
λείω
τη ζ
ωή τ
ου,
ο π
εριφ
ηµότε
ρος
των
Κεν
ταύρ
ων
ζήτη
σε
απ
ό τ
ον
∆ία
να τ
ον
απ
αλλ
άξει
απ
ό τ
ην α
θανα
σία
. Κ
άτι
τέτ
οιο
όµω
ς ήτα
ν π
ολύ
δύσκολο
και µόνο
µετ
ά α
πό τ
ην
παρέµ
βαση τ
ου Π
ροµηθ
έα, ο
οπ
οίο
ς δ
έχθ
ηκε
να α
νταλλ
άξε
ι τη
θνη
τότη
τα τ
ου µ
ε τη
ν αθ
ανα
σία
του
Χεί
ρω
να, ο Ζ
ευς ε
νέκριν
ε το
ν θάνα
το τ
ου
Κεν
ταύρου.
