ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

45
Γιάννης Τσίγκρας Έχεις δίκιο, είναι ο Αλντεμπαράν Ποιήματα

description

Τελευταία ποιητική συλλογή του Γιάννη Τσίγκρα2014

Transcript of ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

Page 1: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

Γιάννης Τσίγκρας

Έχεις δίκιο, είναι ο Αλντεμπαράν

Ποιήματα

Page 2: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ
Page 3: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

1

Περιεχόμενα ΟΙ ΣΑΜΑΛΑΔΕΣ ......................................................................................................................................... 3 ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΤΡΕΝΑΚΙ .................................................................................................................................. 4 ΕΙΧΕΣ ΔΙΚΙΟ, ΗΤΑΝ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ ...................................................................................................... 5 ΟΤΑΝ Θ'ΑΔΕΙΑΣΟΥΝ ΤΑ ΚΑΦΕΝΕΙΑ .......................................................................................................... 6 Θ'ΑΝΘΙΣΟΥΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ .......................................................................................................................... 7 ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΚΙ ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ .......................................................................................... 8 ΚΟΑΣΜΟΙ ΣΤΑ ΤΕΝΑΓΗ ............................................................................................................................. 9 ΣΤΟ ΒΥΘΟ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΜΑΤΙΩΝ ....................................................................................................... 10 ΑΘΛΙΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ............................................................................................................ 11 Σ’ ΕΝΑ ΠΟΝΤΙΚΙ (1978)........................................................................................................................... 11 ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΠΑΠΑΓΑΛΟΙ ............................................................................................................................ 12 TI NA΄ΓINE ............................................................................................................................................... 13 ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ........................................................................................................................................ 14 ΘΑ ‘ΝΑΙ ................................................................................................................................................... 15 ΔΕΝ ΗΤΑΝ ............................................................................................................................................... 15 ΟΠΩΣ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΜΕ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ........................................................................................................ 16 ΗΔΥΜΟΛΠΑ ΜΙΝΥΡΙΣΜΑΤΑ.................................................................................................................... 17 ΣΚΟΡΠΙΖΟΥΝ ΠΙΣΩ ΤΟΥΣ ΥΓΡΑ ΑΣΤΕΡΙΑ .................................................................................................. 18 ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΙΠΠΟΚΑΜΠΩΝ ........................................................................................................... 19 ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ......................................................................................................................... 19 ΜΙΑ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΗ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ..................................................................................................... 20 ΔΕ ΓΝΩΡΙΖΑΝ ΤΑ ΡΕΥΣΤΑ ΡΟΛΟΓΙΑ ......................................................................................................... 21 ΜΟΝΟ ..................................................................................................................................................... 21 ΚΑΙ ΝΑ ΞΥΠΝΗΣΟΥΜΕ ΣΤΟ ΦΩΣ ............................................................................................................. 22 Ο ΧΡΟΝΟΣ ΕΙΝΑΙ ..................................................................................................................................... 22 ΚΑΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ........................................................................................................................................ 23 ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΠΡΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑ................................................................................................................ 23 ΥΓΡΑ ΦΕΓΓΑΡΙΑ ΓΟΝΑΤΑ ......................................................................................................................... 23 ΠΟΥ ΔΡΟΣΙΖΑ ΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ .................................................................................................. 24 ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ ........................................................................................................................................... 25 ΟΙ ΚΙΝΟΥΜΕΝΕΣ ΧΑΡΑΚΙΕΣ ΣΤΟ ΤΑΒΑΝΙ ................................................................................................. 25 ΤΟ ΣΠΑΣΙΜΟ ΤΩΝ ΚΟΥΜΠΙΩΝ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ...................................................................................... 26 ΓΕΜΙΖΕ ΜΕ ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΤΙΣ ΤΣΕΠΕΣ ........................................................................................................ 27 ΑΠΟΝΤΕΣ ΑΠ'ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ ..................................................................................................................... 27 ΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΑ ..................................................................................................................................... 28 ΤΑΧΥΔΡΑΜΑ ........................................................................................................................................... 28 ΗΤΑΝ ΤΡΙΖΟΝΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ........................................................................................................ 29 ΕΤΣΙ ΗΤΑΝ ............................................................................................................................................... 29 ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤΑ ΑΜΠΕΛΑΚΙΑ .................................................................................................. 30 AΘΛΙΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ............................................................................................................ 31 Η ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΜΟΥ ΕΚΛΕΙΨΗ .................................................................................................................. 32 ΟΙ ΔΡΑΠΕΤΕΣ ........................................................................................................................................... 32 ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ .............................................................................................................................................. 33 ΔΕΚΑΕΤΙΑ 50 ........................................................................................................................................... 34 ΑΣ ΚΑΠΝΙΣΟΥΜΕ ..................................................................................................................................... 35 ΕΞΑΡΧΕΙΑ 70 .......................................................................................................................................... 35 ΕΣΠΕΡΙΝΗ ΕΥΧΗ ...................................................................................................................................... 36 Η ΑΛΛΗ ΜΑΡΙΑ ....................................................................................................................................... 37 ΟΙ ΠΕΦΙΛΗΜΕΝΟΙ ................................................................................................................................... 38 ΝΑ ΝΑΥΑΓΗΣΕΙΣ ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΜΑΣ ΚΑΙ ΝΑ ΣΩΘΟΥΜΕ .............................................................................. 39 ΕΙΤΕ ΓΙΑ ΤΟ ΜΥΡΜΗΚΟΦΑΓΟ ΤΟΥ ΝΤΑΛΙ ............................................................................................... 40 ΕΔΩ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ............................................................................................................... 41 Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ....................................................................................................... 42 ΦΤΕΡΟ ΥΠΕΡΦΥΛΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ ................................................................................................................ 43

Page 4: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

2

Page 5: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

3

ΟΙ ΣΑΜΑΛΑΔΕΣ Οι σαμαλάδες εμφανίστηκαν στις αρχές του 1960- Ήσαν δεκαπεντάχρονα παιδιά Που με μια τάβλα γλυκό Κάτω απ' την αριστερή μασχάλη Και μια σπάτουλα στο δεξί χέρι, Διέσχιζαν, διαλαλώντας, την πόλη. Την τετραγώνιζαν αυτή τη γενέτειρα, Το σχήμα της έδιναν φακέλων. Αυτά τα γράμματα δεν έμεναν ανεπίδοτα. Tα άνοιγαν οι ίδιοι Στην άκρη κάποιου χωματόδρομου με νυχτολούλουδα, Ισορροπώντας την τάβλα στο γόνατο Και διάβαζαν τι θα γίνουν όταν μεγαλώσουν. Εύρισκαν λέξεις γλυκύτερες απ' το σάμαλι Για την αγάπη που δε γεύτηκαν οι ίδιοι, Για την αγάπη που μπορούσαν να προσφέρουν.

Page 6: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

4

ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΤΡΕΝΑΚΙ To μικρό τρενάκι του Τσαλαπάτα Σκαρφάλωνε στον ουρανό, Ν'ανεβάσει πηλό στο Θεό Να κατεβάσει παιδιά και τραγούδια.

Page 7: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

5

ΕΙΧΕΣ ΔΙΚΙΟ, ΗΤΑΝ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ Κάθε βράδυ η πόρτα χτυπάει. Τον αναγνωρίζω αυτό τον ήχο: Είναι ένα δειλό, τρεμουλιαστό ποίημα Που θέλει να μου κάνει παρέα. Του ανοίγω, καλησπερίζει, κάθεται άβολα Στην άκρη του ντιβανιού. Ρωτάω τ' όνομά του και κοκκινίζει, Όπως ένα κορίτσι. Σταυρώνει τα χέρια Στα γόνατα και μου δείχνει το παράθυρο -Ο Αλντεμπαράν; ρωτάει -Όχι, ο Σείριος, απαντώ. Ύστερα σωπαίνουμε κι οι δυο. Ξέρω ότι τα νυχτερινά ποιήματα Αγαπούν τις σιωπές. Αγαπούν τις μεγάλες παύσεις. Κυρίως, θέλγονται απ' τους αποχωρισμούς. Γι αυτό, όταν, ύστερα από λίγο, Το ποίημα σηκώνεται απ'το ντιβάνι, Δεν το παρακαλώ-μείνε λίγο ακόμη. Του ανοίγω την πόρτα. Μόνο, για να μη το πικράνω-είχες δίκιο, διορθώνω -Ήταν ο Αλντεμπαράν ,το τρεμίζον άστρο.

Page 8: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

6

ΟΤΑΝ Θ'ΑΔΕΙΑΣΟΥΝ ΤΑ ΚΑΦΕΝΕΙΑ Φορώ μιαν έκλειψη. Κι είναι εύκολο- Γιατί η έκλειψη στέκεται ε βολικά, Μπροστά στη θάλασσα, Κάτω από τις ιτιές, Εκεί που ο Κρεμαστάς ακουμπούσε το ποδήλατό του Με την επιγραφή "Συνάδελφοι, αν μ'αγαπάτε Ποδήλατο μη μου ζητάτε". Σήμερα είναι μια απουσία ο ίδιος. Η θάλασσα, βέβαια, εξακολουθεί να υπάρχει Με τους γλάρους και τα καβούρια της. Θα υπάρχει κι όταν θα ξεχασθούν οι λέξεις- Μάλλον όταν θ'αδειάσουν Όπως οι ωτομοτρίς από τους ταξιδιώτες Και τα καφενεία Από το βουητό τους, Όταν θα ξεφορτωθούν τα παιδιά Τα χαϊμαλιά τους Κι οι γέροντες τα πικρά τους τσιγάρα. Φορώ μιαν έκλειψη Ή είμαι εγώ που έχω αναληφθεί Στα ράμφη των χελιδονιών;

Page 9: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

7

Θ'ΑΝΘΙΣΟΥΝ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ Ποιήσεως ωδίνας μην επιλάθη. Όμως, από τους εκατό, Κράτησε πέντε στίχους. Τους άλλους σπείρε τους Σε χώμα τρυφερό- Θα'ρθει μια Άνοιξη Και θα ανθίσουν τα τραγούδια

Page 10: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

8

ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΚΙ ΑΣΠΡΟΜΑΥΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ Η Άνοιξη (κατ' ακριβείς πληροφορίες ) θα' ρθει Με μια θάλασσα στα χέρια, Έρημη θάλασσα και σιωπηλή Όπως τα σκληρά πορτραίτα στους τοίχους. Θα' ναι κυκλική τούτη η εποχή- Το τέλειο θα σημαίνει και το μηδέν. Και βιαστική, όσον όλοι οι κυνηγημένοι, Με χαίτη από σωρείτες που κρύβουν κι εμφανίζουν Λέξεις, μικρές νεράιδες και σειληνούς ... Επιστολές και ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Η Άνοιξη θα κυοφορεί πανηγύρια Με νταούλια και πίπιζες Και ιππόκαμπους που εμμέσουν τα παιδιά τους. Μη με κατηγορήσετε ότι παρέλειψα τα άνθη: Κοιτάξτε τα δάχτυλά σας, Δείτε τις ρίζες και τα πέταλά τους- Μυρίστε τα τραγούδια που παίζουν Ατέρμονα τραγούδια βιολετιά Πιο βιολετιά κι από την προσμονή των αγγέλων.

Page 11: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

9

ΚΟΑΣΜΟΙ ΣΤΑ ΤΕΝΑΓΗ Να ξανακούσω και πάλι τους κοασμούς στα τενάγη, Κύριε, Μέσα μου έχει μεγαλώσει Η κινουμένη στίξη των γυρίνων. Να ακολουθήσω τις τεθλασμένες Παλαιών προθέσεων μου. Μεγάλωσα και πρέπει Κύριε, Να ζήσω την παιδική μου ηλικία- Να κυνηγήσω με απόχες αστερισμούς, Να γλυστρήσω σε βρύα απρόβλεπτων ενυπνίων. Όσους λείπουν να φιλοξενήσω Στο δωμάτιο με τις αιθρίες Και τους πολύχρωμους χαρταετούς. Κύριε, Έλα πρώτος Εσύ. Δε θα σου ζητήσω να ψαύσω τον τύπον των ήλων Θα σε γνωρίσω από τα μάτια- Χωρούν την πίκρα όλου του κόσμου Και την αλλάζουν σε θλιμμένο χαμόγελο.

Page 12: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

10

ΣΤΟ ΒΥΘΟ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΚΩΝ ΜΑΤΙΩΝ Ο θάνατος μας κοιτάζει συνεπαρμένος Από παλιές Ασπρόμαυρες φωτογραφίες. Αν προσέξετε, θα τον δείτε ν' αναδεύεται σα φίδι Στο βυθό των παιδικών ματιών Που, σήμερα, ταξιδεύουν ανάμεσα σε κόκκινα νέφη, Παίζουν, με τα αραιά άστρα, τις αμάδες Και ψάλλουν το τεριρέμ. Ο θάνατος κάνει κούνια στα μουστάκια Των υψηλόβαθμων προγόνων Όσων καμαρώνουν σε βαριές κορνίζες- Μα εκεί Φέρεται σα γέρικο σκυλί: Αγκομαχά, ενώ του τραβούν τις μπότες Πλάι στο στιλπνό κομό. Ο θάνατος είναι η μαϊμού Που ανεβαίνει στον ώμο όποιου εκείνη επιλέξει. Μα, προ πάντων, να τον βλέπετε Σαν τον ελεύθερο σκοπευτή του Μπουνιουέλ Που επιλέγει ποιον θα ξεκουράσει απ' το πλήθος. Συνήθως αυτός που επιλέγει, αφήνει πίσω του ένα τραγούδι -Όπως ισχυρίζεται ο Τζέημς Τζόϋς.

Page 13: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

11

ΑΘΛΙΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ

Σ’ ΕΝΑ ΠΟΝΤΙΚΙ (1978) Το μουστάκι σου, μια τούφα από λινάρι, μπαμπακένιε Σπήντι, απόψε κιτρινίζει. Γέρασες; Μάλλον η άκρη του εγγίζει το ίδιο, οξειδωμένο, πένθιμο φεγγάρι. Θυμάσαι ….Κρεμούσε τα φιλιά της στο σκοτάδι. «Για τα γενέθλιά σου δώρο». Πρόσεξα την ουρά σου κορδόνι μες την αγκαλιά της. Ναι, ίδια, αδελφή μιας νύχτας πεθαμένης η νύχτα που με βρίσκει να μιλώ με σένα ποντικάκι μπιμπελό πού ‘μαθες ν’ αγαπάς και να σωπαίνεις.

Page 14: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

12

ΠΡΑΣΙΝΟΙ ΠΑΠΑΓΑΛΟΙ Τα τραγούδια μου έχουν ημερομηνία λήξης- Ύστερα γίνονται πράσινοι παπαγάλοι, Μ'ακουμπούν στα φτερά τους και με ταξιδεύουν. Με φτάνουν ώς την άλλη πλευρά του πληκτρολόγιου. Δεν ξέρω τί υπάρχει πιο πέρα. Δεν ξέρω αν υπάρχει πιο πέρα Και δε μ' ενδιαφέρει ένας κόσμος Που δεν είναι γεμάτος από φως, Όπως οι λέξεις Που σας χαρίζω.

Page 15: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

13

TI NA΄ΓINE Τι να΄γινε των παιδικών σου χρόνων η χωμάτινη αυλή με τα υγρά χαρτόκουτα, μ΄ένα γεράνι πλάι στη σκουριασμένη σόμπα, το σπίνο να κελαηδάει στο κλουβί , με την πολύχρωμη στο μανταλάκι ρόμπα, πάνω από την υπνώττουσα της ψάθινης καρέκλας - Στέλλα ή Βιβή. Πάνω σε μπλε ποδήλατα, οι απεκδυθέντες τα φτερά τους χάθηκαν και πάνε και οι πετροπολεμιστές για την τιμή των εαρινών αεροστάτων έχουν ειρηνεύσει. Τ΄ άστρα και οι πυγολαμπίδες δεν ξυπνούν με την κρυφή δική σου νεύση. Δέρμα και φρόνημα χελώνας πλέον φοράς, των μαχαλάδων Μαγγελάνε. Έχουν όλα αθόρυβα πετάξει στις σελήνης τις αχνές σκιές όπου μιαιφονία έχει τυπωθεί κι όπου ο ωραίος Ενδυμίων κοιμάται. Κι από εκεί, στων τρυφερών σου ενυπνίων, απρόσκλητοι επισκέπτες, απαλύνουν τις πικρές βραδιές.

Page 16: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

14

ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ Τί να τα κάνω τα ποιήματα; Όταν ο κόσμος ματώνει Εκείνα παραμένουν στις προθήκες τους. Ποτέ δεν βουτήχτηκαν Σ'ένα κάδο απορριμμάτων Για να δουν πόσα χέρια θα τα ψαύσουν. Μιλούν για δάκρυα αλλά δεν κλαίνε. Τη στιγμή που κάποιος πεθαίνει Μπροστά μας Εκείνα μας γυρίζουν το κεφάλι πίσω. Το τραγούδι τους σπάζει το θρήνο Όπως ένας διάττων χωρίζει τον ουρανό. Τί μου χρειάζονται οι στίχοι; Στην ερημία των πόλεων Αναζητούν καθρέφτες Και καλλωπίζονται στα κοιμητήρια. Ταϊζουνε με μάννα κι αμβροσία Την κενοδοξία μας. Λέμε "ως εδώ"- Μα δεν ξεμπλέκουμε εύκολα με τα ποιήματα. Μας αγκαλιάζουν όπως Γυναίκα Αγαπημένη. Μας κυνηγούν όπως Οι Ερινύες Για της δικής μας της ψυχής το φόνο.

Page 17: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

15

ΘΑ ‘ΝΑΙ Θα ‘ναι οι κόρες με τ’ ατέρμονα βλέμματα, θα ‘ναι εκεί τα νυχτερινά γιασεμιά.

ΔΕΝ ΗΤΑΝ Δεν ήταν τα αηδόνια της Εμμαούς Ούτε το φωτεινά άγνωστο πρόσωπο Του μεθ’ ημών κεκλιμένου. «Διηνήχθησαν ημών οι οφθαλμοί» Όταν φέραμε στο στόμα Εκείνο το μικρό ψωμί Τον ίδιο το Λόγο τον εξ ουρανού Τον αυτοπροσφερθέντα.

Page 18: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

16

ΟΠΩΣ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΜΕ ΤΗ ΜΟΥΣΙΚΗ Υπάρχει ένας τόπος καθαρός Όσον ο βυθός των ματιών του Ιησού Εκεί, Σ΄ έναν ουρανό που χρωμάτισε ο Χέλντερλιν Κι ατένισαν ο Υπερίων και η Διοτίμα Ατμίζονται κυανοί οιωνοί Αλλά δεν είναι δικά τους όσα Χρυσά -Μ΄ υπόκρουση ένα βαρύ χερουβικό- Αργοπέφτουν Πτίλα Δρομαία άσπιλα νέφη Μετασχηματίζονται Σε τρυφερές, των εφηβικών μας ενυπνίων, κόρες Τα πιο λευκά μας τυλίγουν γιασεμιά Τα όρια Των πραγμάτων Κυνηγούν τα όρια τους - Κι αυτό στο διηνεκές Όπως, ακριβώς, συμβαίνει με τη μουσική.

Page 19: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

17

ΗΔΥΜΟΛΠΑ ΜΙΝΥΡΙΣΜΑΤΑ "Εγώ ασχολούμαι με το ωραίον", απεφθέγξατο Ο κυρ Αλέξανδρος. Στο ένα χέρι του κρατούσε Ηδύμολπα μινυρίσματα πτηνών, Ψάλλοντας τον "πολυέλεον", στα εννιάμερα της Παναγιάς Που το' χε τάμα- Μ'ένα αγκάθι στη φτέρνα κι ένα κερί στο άλλο χέρι.΄ "Εγώ ασχολούμαι με το ωραίον. Εσείς πού καταντήσατε την ομορφιά... Να φοβάσθε το θάνατο και να μη βρίσκετε Ένα θαλασσόξυλο να περάσετε εις την μικράν νήσον Την Ουρανίτσα την αυτόχειρα, Να μη περιμένετε ιώδη άνθη να ευωδιάσουν στον τάφο της- Κι αν ξύλο τι ανακαλύψετε Σεις το χτυπάτε Ως τάλαντον να ήτο. Οι αποσώστρες έγιναν κυρίες. Στο μοναστήρι της Καισαριανής Δεν αγιάζει τα νερά η περιστέρα. Τα ξόδια των νηπίων Δεν αξιώνονται της τρυφεράς ακολουθίας, Ούτε ψυχαί Το έλαιον πίνουν από ακοίμητον, Επί ημέρας τεσσαράκοντα, Κανδήλαν. Κι εμάς, τους παλαιούς, εις επετείους Μας τεμαχίζετε, ως λαμπριάτικα αρνία Κι ως ψάλτες, κατ'αποκοπήν, κακοφωνείτε Τα γλυκύτατα τραγούδια του Θεού.

Page 20: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

18

ΣΚΟΡΠΙΖΟΥΝ ΠΙΣΩ ΤΟΥΣ ΥΓΡΑ ΑΣΤΕΡΙΑ Όταν οι ποιητές κλείνουν τα μάτια, Τα μαλλιά τους γεμίζουν νυχτερίδες Που σημαδεύουν τους καθρέφτες, Μέσα από τ'ανοιχτά παράθυρα. Όταν οι ποιητές κοιμούνται, Φυτρώνουνε, στο στόμα τους, πανάρχαια φιλιά Κι ένα τραγούδι σταματάει κι αρχίζει πάλι. Όταν οι ποιητές διαβαίνουνε τα δάση, Σκορπίζουν πίσω τους υγρά αστέρια Και τρυφερές μουσικές μαντολίνου- Έτσι που να μη χάσουνε το μονοπάτι, Να σώσουν την πριγκίπισσα από το δράκο Και τα χειρόγραφά τους απ' τον άνεμο.

Page 21: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

19

ΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΩΝ ΙΠΠΟΚΑΜΠΩΝ Εκείνα τα χρόνια Κάθε έντιμος άντρας, Έχτιζε μια τενεκεδένια παράγκα Κι ύστερα πέθαινε από καρκίνο. Να γιατί οι μικροί ιππόκαμποι Δεν είχαν μυστικά Απ' τις γυναίκες με το βιολετί βλέμμα Που κοίταζαν σιωπηλές, επί ώρες, Τη θάλασσα.

ΚΑΙΝΟΥΡΓΙΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ Οι λέξεις που έφθασαν από μακρυά, Πέρα απ' τα όρια της θάλασσας, Έμεναν σιωπηλές. Σκεφθήκαμε ότι ήταν η κούραση Της σιωπής τους η αιτία. Γι αυτό κτίσαμε καινούργια τραγούδια Από λάσπη και πέτρες, Τη μορφή γελωτοποιών και βασιλιάδων Τους δώσαμε -Για να διασκεδάσουμε λιγάκι- Και περιμένουμε Ν' ανοίξουν το στόμα τους Να τιναχθούν από μέσα Ανθισμένα Ηλιοτρόπια.

Page 22: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

20

ΜΙΑ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΗ ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ Ακόμη κι όταν Εν ορδαίς Διασχίζαμε τους νυχτερινούς ανοιξιάτικους κήπους, Μικροί περίπου σειληνοί Εναλλάσσοντας ουά και ζήτω Με ενδιάθετα στο στήθος Έμβρυα «σ΄αγαπώ», Αφυπνίζοντας ακανθυλίδες Που αποκοίμιζαν τα ράμφη σε ουραίες βεντάλιες Ραντίζοντας με τη δροσιά των ρόδων Τα ματωμένα γόνατά μας Ως λάβαρο υψώνοντας Ένα μισοκαμμένο -Ίσως από το άγγιγμα του φεγγαριού- Αερόστατο, Ακόμη και τότε, Χωρίς να το γνωρίζουμε Προετοιμαζόμασταν Για τη μοναδική συνάντηση Με τον Φιλάργυρο Πορθμέα.

Page 23: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

21

ΔΕ ΓΝΩΡΙΖΑΝ ΤΑ ΡΕΥΣΤΑ ΡΟΛΟΓΙΑ Τα παλαιά λεωφορεία Είχαν τη βλέμμα λυπημένου σκύλου. Ανέβαιναν τους χωματόδρομους Ασθμαίνοντας μ'ένα Τικόφ- τικόφ-τικόφ. Οι επιβάτες τους δε γνώριζαν τα ρευστά, Σαν αυγά μελάτα, ρολόγια του Νταλί. Δε μετρούσαν χρόνο, ζούσαν περιπέτειες Παρόμοιες μ' εκείνες του Ταρζάν Και του Ποκοπίκο. Στο κέλευσμα του εισπράκτορα "Τα κεφάλια μέσα..." έβριζαν τη γυναίκα τους Ή Τραγουδούσαν "επεράσαμ' όμορφα...όμορφα..όμορφα". Μύριζαν βακαλάο και τρυφερό νυχτερινό ουρανό. Πολλές φορές, συνέχιζαν, Έκαναν ευθεία την καμπύλη- Γι αυτό, σήμερα μετρούμε τις στάσεις Με αρχαία θυμητάρια.

ΜΟΝΟ Μόνο ένα πεταλούδισμα, -Iσόβιο του άνθους κάκτου- Αυτό το ελάχιστο Πριν τη, γεμάτη θεό, απέραντη σιωπή…

Page 24: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

22

ΚΑΙ ΝΑ ΞΥΠΝΗΣΟΥΜΕ ΣΤΟ ΦΩΣ Δίπλωσες, Κύριε, προσεκτικά το μέλλον, σαν πετσέτα, Έτσι που να μην επιτρέπονται οιωνοσκοπήσεις. Έσβησαν ήδη οι γερανοί στη Δύση. Και το παρόν, μάς έμεινε στα χέρια Όπως κομμένο αγάλματος κεφάλι Που δε σμιλεύτηκε για να μιλάει. Στην εποχή μας πέταξες της δόξας Των φρύνων, της ανεμώνης, των τρελών πουλιών. Ώδε η σοφία εστίν: Να κοιμηθούμε απλά και ήρεμα Μέσα σε ανθισμένο στίχο Και να ξυπνήσουμε στο φως.

Ο ΧΡΟΝΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο Χρόνος είναι διαστελλόμενο κλουβί Που χωρεί ένα σφουγγάρι του βυθού και την Μέριλιν. Χωρεί και μένα που αποδέχομαι και αναιρώ. Μόνον ο Αχώρητος γεμίζει, τυλίγει και περνά ανάμεσα Σαν το αεράκι των αλκυονίδων.

Page 25: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

23

ΚΑΜΙΑ ΣΤΙΓΜΗ Καμιά στιγμή δεν μας συστήνεται Ως τελευταία Γιατί τότε ο θάνατος του καθενός Θα’ πρεπε να έχει όνομα- Το δεύτερο όνομά μας. Καμία εποχή δεν μας συστήνεται Ως περατουμένη- Μόνον εντός της υποφώσκει στιγμιαία Η άλως του μηδενός Του αποκλειστικού της ορίου.

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ ΠΡΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑ Σκοτεινά έμβρυα πανηγύρεων – γύφτικα φεύγουν DATSUN.

ΥΓΡΑ ΦΕΓΓΑΡΙΑ ΓΟΝΑΤΑ Τα γόνατά μας έμοιαζαν ξεφλουδισμένα Καινούργια, υγρά φεγγάρια Που μύριζαν αλισφακιά κι ατέλειωτα ταξίδια. Από τις τσέπες τιναζότανε η φούρκα Μ'αυτή, μια ζωή Απειλούσαμε τις μικρές σεισοπυγίδες- Για τον Γολιάθ δεν είχαμε ευλογία. Άλλωστε, για βασίλειο είχαμε επιλέξει Το δάσος Των λευκορόδινων, κάθε άνοιξη, αλμυριθιών Και τα σκληρά τα βούρλα Με τα αυγά των γλάρων στις ρίζες.

Page 26: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

24

ΠΟΥ ΔΡΟΣΙΖΑ ΤΑ ΔΑΧΤΥΛΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ Αμαρτίας νεότητός μου και αγνοίας Μη μνησθής, Κύριε. Πήγαινε λίγο πιο πίσω: Τότε Που φορούσα στεφάνια από πυγολαμπίδες Και δρόσιζα τα δάχτυλα των αγίων, Όταν ανάβανε Απ' τις ευχές Υπέρ του σύμπαντος Κόσμου... Τότε Που βοηθούσα τα πουλιά Ένα πουκάμισο να σου υφάνουν, Να μη κρυώνεις Εκεί ψηλά που βρίσκεσαι Κι ακούς τους στεναγμούς μας.

Page 27: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

25

ΑΛΚΥΟΝΙΔΕΣ Μπλε εντονότερο δε βρίσκεις ότι υπάρχει- Μόνο σε τρυφερή θάλασσα, ευδίων ημερών αλκυονίδων Πεδίο υγρά απέραντο, χωρίς πικράλμυρη αλισάχνη Μόνο μ' ένα, στην επιφάνεια, αείστρωτο αντιφέγγισμα ρυτίδων. Κοντά μας ταξιδεύει εσμός πολύχρωμων ναυτίλων Ή το κεφάλι σκάει λιπαρόχηνας, μ΄ένα στο ράμφος ψάρι Βάρκες ανεβοκατεβαίνουνε- κυρίες στο χορό- με χάρη Και πέφτει απ' τον ουρανό, λευκό σύννεφο πτίλων. Όλα είναι ωραία και μουσικά, Σα καλοκαιρινή ημέρα. Μόνο στη σκέψη αναδεύεται η σκιά Πως στου χειμώνα Βρισκόμαστε ακόμη την καρδιά. Δε βλέπουμε πιο πέρα- Με τα υγρά φεγγάρια του στο χέρι Να'ρχεται να μας τραγουδάει το καλοκαίρι.

ΟΙ ΚΙΝΟΥΜΕΝΕΣ ΧΑΡΑΚΙΕΣ ΣΤΟ ΤΑΒΑΝΙ Τα τελευταία καλοκαίρια οι λέξεις βαραίνουν Ιδρώνω, όταν τις σηκώνω τα μεσημέρια. Κάποτε με βοηθούσαν στη μεταφορά Οι κινούμενες χαρακιές στο ταβάνι, Τότε που οι πλανόδιοι τρυπούσαν τον ύπνο των παιδιών Και μια αγωνία-αν οι στιγμές πάντοτε θα μυρίζουν Ναρκίσσους και γιασεμιά- Έγερνε μαζύ με το χέρι στο κρεββάτι, Τότε που δεν επιθέταμε την κλειδούχο λέξη "Ευάριθμος" Στον Καιρό: Όλα ήσαν αστραφτερά σαν το φεγγάρι Ή Το τραγούδι της γυναίκας που αγαπήθηκε.

Page 28: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

26

ΤΟ ΣΠΑΣΙΜΟ ΤΩΝ ΚΟΥΜΠΙΩΝ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ Τα ποιήματα φυτρώνουν πάνω σε πέτρες Όπως τα φθινοπωρινά λουλούδια, Τρίζουν όπως τα τσέρκια Στις παλάμες των παιδιών. Η ανάσα τους μυρίζει βρεγμένο χώμα. Μας χαιρετούν όπως οι ίσκιοι της κληματαριάς Τις νύχτες που τρελαίνονται οι ανεμοδείχτες Και ανασταίνονται παλαιολιθικά τσουκ μποξ. Τα ποιήματα είναι το ψωμί και το κρεμμύδι Των νεκροδείπνων, Τα όνειρα του Σταύρου Τορνέ και τ'αναμμένα κεράκια, Τα εικονίσματα που τινάχθηκαν απ' το νερό Όπως τα δελφίνια, με το σπάσιμο των κουμπιών Της θάλασσας. Χωρούν αυτόχειρες και ωδικές τοιχοσαύρες Το αιώνιο κορίτσι που ισορροπεί βραδινόν ανανά Σα στάμνα στο κεφάλι. Τα ποιήματα τελειώνουν Όπως τα παθήματα των μαρτύρων: Έρχεται κάποιος, στο τέλος Και τους παίρνει το κεφάλι Ν'απαλλαγούν κι ο ποιητής κι ο αναγνώστης,

Page 29: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

27

ΓΕΜΙΖΕ ΜΕ ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΤΙΣ ΤΣΕΠΕΣ Έκανε τούμπες κι αστείες γκριμάτσες Μπροστά στις γυναίκες Που κοιτούσαν, με βλέμμα μαβί, τη θάλασσα. Μάζευε τα στιγμιαία χαμόγελά τους Όσα ράγιζαν κι έπεφταν Στο χώμα Και γέμιζε μ'αυτά τις τσέπες Και τον κόρφο του- Όπως τα παιδιά μαζεύουν άστρα και κοχύλια, Όπως οι ερωτευμένοι χαράσσουν καρδιές, Για να' χουν μια παρηγοριά Τις βραδιές που τρελλαίνονται οι ανεμοδείχτες Κι αγαπάς αφόρητα ό,τι δε σου φανερώθηκε, Κι ανακαλύπτεις μια δεύτερη ζωή σου Στο σκοτάδι.

ΑΠΟΝΤΕΣ ΑΠ'ΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ Διασχίζουμε τη λύπη,μοναναχικά τρένα, Με το μηχανοδηγό νεκρό στην καμπίνα Κι ένα φεγγάρι λεπίδι, στο παράθυρο. Εμείς, φυσικά, είμαστε απόντες Απ'τη ζωή μας, Ή-τουλάχιστον- Ανεπαίσθητοι, Όπως τα φώτα της απέναντι ακτής, Όπως ο ύπνος των παιδιών Στις γωνιές του παραμυθιού τους Ή Ο φρύνος Που κολυμπάει, αόρατος, στους κοασμούς του.

Page 30: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

28

ΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΙΑ Είναι μια ανέλιξη Μια αναβάθμιση Μια φράση Ενδεχομένως Ή Περίπου Μουσική Που αιφνιδίως Βουλιάζει στην απροσδιοριστία.

ΤΑΧΥΔΡΑΜΑ Αγαπώ κάθε παράξενη σκηνή διανυκτερεύοντος φαρμακείου. «Ποντίκια είπατε;» ο υπάλληλος νυστάζει πίσω από πολύχρωμες γυάλες. «Ναι, ξέρετε, οι αρουραίοι» ο πελάτης είναι ωχρός «…καταβροχθίζουν τα χειρόγραφά μου». Ο πελάτης είναι ωχρός και φοράει γυαλιά. «Μμ, πάρτε το μυοθνήξ. Αντιαλλεργικό. Δεν προκαλεί γαστρίτιδα». Ακούγεται ο κούκος του ρολογιού. «Πρόκειται για εξόχως εμβριθή τρωκτικά αγαπητέ μου κύριε». Οι πολύχρωμες γυάλες περιέχουν κολώνια. Ο πελάτης ζυγίζεται. Κι άξαφνα «…έχουν τάσεις εξπρεσσιονιστικές». Πλησιάζει την πόρτα. «Εννοείται τα χειρόγραφά σας;» Ανοίγει την πόρτα. «Εννοώ τα ποντίκια. Καληνύχτα». Αγαπώ κάθε ωχρόν άνθρωπο που φοράει γυαλιά και τριγυρίζει έρημους βραδινούς δρόμους έχοντας στην τσέπη ένα φακελλάκι ανώφελο μυοθνήξ.

Page 31: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

29

ΗΤΑΝ ΤΡΙΖΟΝΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ Καθώς σε κλόουν του ταλίρου μορφωνόταν η σελήνη, μέσα στου ΤΕΖΑ τους ατμούς σώπασε ο Τζi. Σου το ‘λεγα – χωρίς του ο διάβολος θα κλείνει το ταμείο και τα παιδιά δε θα ‘χουν που τ’ ανθισμένα βλέφαρά τους να γυρίσουν.

ΕΤΣΙ ΗΤΑΝ Με το ξεσκόνισμα τόσων βλεμμάτων Τα πράγματα χάνουν την ικμάδα Του συναισθήματος- Όπως στα παλιά κάδρα Θέλεις να πεις «ο καημένος ο παππούς» Και σου βγαίνει ένα « έτσι ήταν λοιπόν». Χρειάζεται φειδώ και το αγκάλιασμα.

Page 32: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

30

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΣΤΑ ΑΜΠΕΛΑΚΙΑ Έπειτα βγάζαμε τον Επιτάφιο. Ένα πανί με κεντημένο Τον Αποκαθηλωμένο Κύριο. Ο Γέροντας τον έριχνε στον ώμο και έπαιρνε Το μονοπάτι. Ακολουθούσαμε μ’ αναμμένα κεριά. Μπροστά μας τα αηδόνια έσκαβαν βαθιά στη νύχτα Τονίζοντας σε αγγελικό ήχο τα Εγκώμια. Χαμηλά το ποτάμι γυάλιζε στο φως του φεγγαριού. Μακριά, πολύ μακριά Οι χρυσοποίκιλτοι υποτελείς Αποφάσιζαν Τούτη τη βιολετί ομορφιά Απολέσαι. Οι Γραμματείς και οι Νομοδιδάσκαλοι Που αγνοούν Το «θανάτω θάνατον πατήσας».

Page 33: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

31

AΘΛΙΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ Εκείνες οι ηδύπικρα αχνές του πάρκου μ’ έχουν φυλακίσει αλλέες. Ειδή μου και ψυχή στο Χθές που κάλυψαν ημέρες νέες ώς να πεθάνουνε κι αυτές. Έψαχνα με λαχτάρα στην υγρή τη χλόη στις μαργαρίτες δίπλα, στην αλόη κι άναβε εντός μου η ελπίδα και η πίστη ότι θα βρώ χλωμά χλωρό νεράντζι να προσφέρω τη καλλίστη από των κοριτσιών που σεργιανούσαν τον χορό. Καμιά θέα της γειτονιάς δε μου ‘πε «Ευχαριστώ - να η Ελένη» Τρώες να οδηγήσω πλέον δεν μπορώ. Κι αυτό το ποίημα μου απομένει άθλιο δοκίμιο για τον Καιρό.

Page 34: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

32

Η ΜΟΝΑΧΙΚΗ ΜΟΥ ΕΚΛΕΙΨΗ Ο Άλλος δεν είναι η Κόλασή μου, Ούτε, βέβαια, ο Παράδεισος. Άσοφα σοφίσματα σοφών, όλα αυτά. Ο Άλλος είναι ο καθρέφτης μου. Κάθε γκριμάτσα οδύνης Στο πρόσωπό του, Είναι σημάδι και δικού μου πόνου. Κάθε τριαντάφυλλο στο χέρι του, Ποίημα που εμπνεύστηκα και του προσφέρω. Η ραγισματιά του, ένας χωρισμός μου. Το παλίμψηστο, ο Καιρός. Το χώμα είναι η κοινή μας φθορά. Κι ένα μπλε φεγγάρι- Αυτό που δε θα το δω- Η μοναχική μου έκλειψη.

ΟΙ ΔΡΑΠΕΤΕΣ Τα φθινοπωρινά μεσημέρια οι άγιοι και οι νεκροί Στάζουν από τα θυμητάρια. Και σκαρφαλώνοντας στους όχθους Μαζεύουν τα πρώτα κυκλάμινα.

Page 35: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

33

ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ Tα πουλιά τρέφονται από φως Κι εκείνο το ελάχιστο, σαν πνοή Που αποτελεί την πικρήν απουσία Γύρω από τα στόματα των γυναικών που αγαπήσαμε Και χάσαμε Ακολουθούν τους δρόμους που χάραξαν Σιωπηλά Εξαπτέρυγα. Τα πουλιά είναι οι οδοδείχτες για τον Ουρανό. Έρχονται από το τίποτε και Κατευθύνονται στο πουθενά Τις δυο αυτές ατοπίες συλλαμβάνουν Λεταίσθητοι κι αισθαντικοί ποιητές Όπως ο Σαραντάρης κι ο Αρσένι Ταρκόφσκι

Page 36: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

34

ΔΕΚΑΕΤΙΑ 50 Εκείνα τα χρόνια η φτώχεια περίσσευε Τη μαζεύαμε, λοιπόν, σε πιάτα Και τη μοιράζαμε στους γείτονες Η κυραΛένη τρία σαλιγκάρια στο πιάτο, για μας Και μεις σκέτες πικραλήθρες για την κυρία Αρετή Κι αυτή, ένα Χριστουγεννιάτικο Δέντρο Στολισμένο με βώλους, τυλιγμένους με χρυσόχαρτα Για να το βλέπει όλος ο κόσμος-το' κανε χωρίς έπαρση. Τα θερινά απογεύματα, οι γριούλες έγνεθαν ποκάρια απ' το Γειτονικό εργοστάσιο του Τζήμα και οι νεότερες έπλεκαν Πολύχρωμες, μ'αυτά, φανέλες,για όλα τα παιδιά της γειτονιάς. Ένα βράδυ πέρασε απ' τη γειτονιά μας ο Χριστός Ζήτησε ένα ποτήρι νερό και του το'φεραν με προθυμία. Εκείνος ευλόγησε και χάθηκε στο δειλινό. Από τότε η φτώχεια μας έσπασε σε άπειρα κομμάτια Έτσι που χάθηκε ή τη συνηθίσαμε.

Page 37: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

35

ΑΣ ΚΑΠΝΙΣΟΥΜΕ Ψάχνω τον Λούκυ- Λουκ, το χάρτινο ιππότη. Σκίτσο μ’ ηλιομπαλώματα, μια θύμηση υγρή. Στα είκοσι έγγραφα πως χάθηκεν η νιότη (σαν έφυγε). Δεν πίστευα πως θα χαθεί του ερωτικού μου ο εκτελεστής παιάνα, των «πάντα θα», του «σ’ αγαπώ», του «Άννα». Λέγαμε για τους Ντάλτον και πολλές φορές τι ς ηρωικές του παίρναμε πόζες. Ήταν η Αννούλα μοναχά τις Κυριακές όταν της πρόσφερα στον κήπο μας μιμόζες Πιστεύω ότι θα βρω τον Λούκυ δίχως άλλο. Θα τον κεράσω κόκα – κόλα και τσιγάρο. Πριν στο «γιατί φθάσουμε να χωρίσουμε», Απλά θα μου μιλήσει: «Ας καπνίσουμε».

ΕΞΑΡΧΕΙΑ 70 Θα τα θυμάμαι… Ο ήλιος να παίζει στου Στρέφη τα πεύκα. Τα άδεια τους χρόνια οι γέροι κρυμμένοι να κλαιν στα μπαλκόνια, ν’ ανάβει τους κόκκινους πόθους η Νταίζη, στο άσπρο σπιτάκι με τα πελαργόνια. Θλιμμένα να γελάω στο μικρό κρετίνο και το VOX να παίζει τα καράτε, τα πορνό. Έξω απ’ την αυλή σου κάθε μέρα να περνώ, το χαμόγελο προβάροντας του Βαλεντίνο.

Page 38: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

36

ΕΣΠΕΡΙΝΗ ΕΥΧΗ Κύριε εκέκραξα προς σε, ελέησόν με, Του ρύπου την πυκνή γλυσίνα παραμέρισε Και μπές στο γκρεμισμένο της ψυχής μου σπίτι. Έλα, ως λεπτής ανάσα αύρα, ως κεραυνός, Όπως εσύ καλύτερα γνωρίζεις. Στ’ άχραντα πόδια σου ακουμπώ, δικό μου μύρο, Τα κεκραγάρια, πνιγμένα σ’ αηδονολαλιές. Θερμές λιτές, Φώς ιλαρό μου, επιλύχνιες Που μακρυνήν ελπίδα ανάβουνε – μα που πονούν Τη γύμνια μου αναδεικνύοντας και τα έλκη. Χρόνια αιμόρρους και συγκύπτων στην πικρή Μάνα μου γη ήμουν στραμμένος. Αίφνης, σ’ εγγίζω Μια νύχτα κατανυκτική ,όπως η αποψινή Και «τις με ήψατο» ν’ ακούσω περιμένω.

Page 39: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

37

Η ΑΛΛΗ ΜΑΡΙΑ «Και θα λογχίσουν την καρδιά σου- αυτό είναι πόνος» Ψιθύρισε ο γέρο θεόπτης Συμεών. Κι ύστερα τίποτε. Σώπασε οριστικά. Εκεί μες τους μπαξέδες Κάτω από τον εαρινό, τον είδα, ουρανό Να απαγκιστρώνεται από τα ανθισμένα πράγματα. (Τον ένιωσα αργότερα αυτόν τον πόνο Κάτω από τον σταυρό σου. Μας τύλιγε ένας παράξενος ζόφος. Ήτανε μεσημέρι. Ο Ιωάννης με κρατούσε Κι έπεφτε πάνω μας μια κόκκινη βροχή.) Εκείνο Που δεν προφήτεψε ο γέροντας Είναι ότι θα σε ξανάβρισκα, παιδί μου- Ενώ τα τα ορθρινά ξεσκίζονταν αηδόνια – Οψέ του Σαββάτου. Η Μαρία η Μαγδαληνή, η Σαλώμη και η Ιωάννα Εξελθούσαι ταχέως του μνημείου, Μετά φόβου, Τη μεγάλη χαρά άφησαν σε μένα Να προσκυνήσω τον ωραίον κάλλει. Να δω την δόξα σου πρώτη, Όπως έζησα πρώτη παλαιότερα Την ταπεινή, Θεέ μου, κένωσή σου, Την φοβερή σου είσοδο στον κόσμο. Έφυγαν. Κι άφησαν στα σεπτά σου, Ηλόπληκτα πόδια, Εμένα, Την "άλλη Μαρία".

Page 40: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

38

ΟΙ ΠΕΦΙΛΗΜΕΝΟΙ Ένα alarm αυτοκινήτου. Ξύπνησε στις πέντε το πρωί Συν τοις άλλοις Και τους πεφιλημένους μας νεκρούς. Κι άναψαν αιφνιδίως Ο κυρ Γιώργης ο Σπανός με τα κίτρινα μουστάκια Ο άγιος Χόντος, η κόρη του Η Αρετή, που στόλιζε χριστουγεννιάτικα αλμυρίθια Κι ο εγγονός του ο Αχιλλεύς, ο ένδοξος εφενδονιστής. Ξύπνησε και μια παγωνιά Γεμάτη καρδερίνες και κάλαντα Ο Αράπης Μ’ ένα κουπί φυτρωμένο στον ώμο Να εμποδίζει τα φτερά. Κάηκαν τα μανουάλια δεκαπέντε εξωκκλησιών. Στη σκόνη του σιδεροτράπεζου Ο Αντώνης ο Μουντανιώτης Σχεδίασε τον φόνο της άπιστης.

Page 41: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

39

ΝΑ ΝΑΥΑΓΗΣΕΙΣ ΤΟ ΚΑΡΑΒΙ ΜΑΣ ΚΑΙ ΝΑ ΣΩΘΟΥΜΕ Τελευταία, ενυπνιάζομαι συχνά τους πεθαμένους Δεν κρατούν μια βαλίτσα στο χέρι- Αντίθετα, Φορούν εκείνο το χαμόγελο της οικείωσης Που μεταφράζεται, περίπου, ως "Ειμαστε μαζύ, τί καλά, τίποτε δεν άλλαξε. Μπορείς να επισκεφθείς, μαζύ μας, τα πλατανοδάση Με τα ηδύλαλα κρυφά αηδόνια Να λουστείς σε μικρούς απριλιάτικους υετούς Να ναυαγήσεις το καράβι μας και να σωθούμε. Η μόνη διαφορά μας είναι οτι Εμείς δεν κοιμούμαστε για να σε δούμε Να'ρχεσαι από το βάθος Ενός θλιμμένου χωματόδρομου, Με δάφνες λευκορόδινες στα πεζοδρόμια".

Page 42: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

40

ΕΙΤΕ ΓΙΑ ΤΟ ΜΥΡΜΗΚΟΦΑΓΟ ΤΟΥ ΝΤΑΛΙ Το ποίημα δεν είναι ένας πολιτευτής Που και τους ξένους τους προσφωνεί πατριώτες. Είναι τα εύλαλα χείλη των ευσεβών- Αναζητητέα απανταχού της γης- Που το Εδώ και τώρα Προφέρουν. Κάποτε, αίφνης, ένα ποίημα παράπεσε Βελούδινα αποκοιμήθηκε Στο κατάστημα υφασμάτων των αδελφών Αρβανίτη, 2ας Νοεμβρίου και Παγασών. Και ξύπνησε μετά από δέκα χρόνια Στο στόμα της τρελής Σαλώμης Που, αδέσποτη, ανέβηκε στο νάρθηκα της Μεταμόρφωσης Μ'ένα πιάτο ρεβύθια. Γι αυτό το φωνάζω Οι στίχοι Είτε για την ομίχλη μιλούν Είτε για το μηρμυκοφάγο του Νταλί Θέλουν κράτημα τρυφερό Όπως ένα βρέφος, ένα πουλί, ένα κυκλάμινο.

Page 43: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

41

ΕΔΩ ΣΤΟΝ ΤΟΠΟ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ Τώρα, κοντά στο τέλος, Απ'την αφετηρία μακρυά, Εδώ στον τόπο της γραφής Και της σοφίας, Κρατάω σημειώσεις Για το μεγάλο χέρι του Θεού Που αστερισμούς διευθετεί και γαλαξίες. Aκούω των γρύλων τα Ανοιξαντάρια, Των αηδονιών τον Προοιμιακό. Οι νύχτες σβήνουν την αυθυπαρξία Και τραγουδούν την Ποίηση. (Τώρα, κοντά στο τέλος, Απ' την αφετηρία μακρυά, Εδώ, στον τόπο της γραφής Και της σοφίας).

Page 44: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

42

Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ Ο πατέρας έγραφε τα δικά του ποιήματα Με μολύβι, σε μπακαλοδέφτερο: "Χταποδάκι ξηρό, δράμια εκατό, δραχμές 1,70". Ύστερα, οι οφειλέτες έφευγαν γι άλλες γειτονιές Ή πετούσαν ψηλά, Όπως τα καναρίνια του Κρεμαστά, όταν του ξέφευγαν Κι αναπαύονταν λαχανιασμένα στις μαρκίζες. -Γαμώτο, έλεγε αυτός. Εμείς τον πειράζαμε: -Αύριο θα κελαηδούν οι γάτες του Συνοικισμού Και του κουβαλούσαμε νερό να τα καταβρέξει. Όσοι έφευγαν άφηναν στο τραπέζι μισό εικοσπεντάρι τσίπουρο. Το' πινε ο Αντρέας ο φωτογράφος και χόρευε τη μαντουβάλα Για να τον μιμηθούμε εμείς, να πιάσει την πόζα. Είχαμε, λίγα χρόνια πριν, στη βαλίτσα με τα παλιά έγγραφα Την ποιητική συλλογή του πατέρα: Σκορδάς 35 δρχ, ποίημα πεινασμένο Ελένη 70 δράμια ταραμά ,νηστήσιμο Ποίημα δανδή-Σαλονικιός, σαπούνι πράσινο και γλυκερίνη. Κάποιο πρωί που διαβάζαμε το δευτέρι, Ανελήφθη κι εκείνο στους ουρανούς. Κι έτσι καταλάβαμε ότι παντού νοσταλγούν οι άνθρωποι.

Page 45: ΕΧΕΙΣ ΔΙΚΙΟ,ΕΙΝΑΙ Ο ΑΛΝΤΕΜΠΑΡΑΝ

43

ΦΤΕΡΟ ΥΠΕΡΦΥΛΟΥ ΑΓΓΕΛΟΥ Εκείνοι είναι που απομακρύνονται Ή εμείς; Πιστέψαμε σ' ένα σταθερό σημείο αναφοράς -Τούτη την αποβάθρα- Κι αποδείχτηκε σύννεφο. Έτσι κι εγώ, έσβησα με γομολάστιχα το στοχασμό Και ξανάρχισα να σας μιλώ Για τους μικρούς νυχτερινούς κήπους, Που κρέμονται στο λεπίδι του φεγγαριού Με τις κλωστές ανάσες Των πουλιών και των εντόμων. Και μη μου θυμίζετε Ότι αυτή δεν είναι Ποίηση αρρενωπή. Κάθε ποίημα είναι φτερό Υπέρφυλου αγγέλου.