Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

14
  • Upload

    -
  • Category

    Documents

  • view

    2.400
  • download

    5

Transcript of Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

Page 1: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι
Page 2: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

Στις σελίδες αυτές επιχειρείται η καταγραφή απανθισμάτων της

«ντοπιολαλιάς» μας, των λέξεων και εκφράσεων που χρησιμοποιούσαν οι

πρόγονοί μας και χρησιμοποιούμε ακόμα και εμείς σήμερα.

Στο ιδιότυπο αυτό γλωσσάρι μπορείτε όλοι να προσθέσετε λέξεις και εκφράσεις,

παροιμίες που χρησιμοποιούνται μόνο στην περιοχή μας, να διορθώσετε, να

«μεταφράσετε» καλύτερα τις ήδη υπάρχουσες.

Θα ανανεώνεται συνεχώς με τις προσθήκες σας και στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου θα αναφέρονται οι «συγγραφείς». Στο τέλος,

αφού μαζευτούν αρκετές, θα γίνει καταγραφή με αλφαβητική σειρά.

Ας προσπαθήσουμε όλοι να μην χαθεί η «ντοπιολαλιά» μας στο πέρασμα των

χρόνων.

Page 3: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

αβασκαίνου = ματιάζω αβάσκαμα = μάτιασμα αβγατίζου ( αβγαταίνου, αβγατάου) = αυξάνω αβερταριά = άπλα, η πλήρης ελευθερία χώρου αγανός = αραιά υφασμένος αγγόνα και αγγουνή = εγγονή αγκλέουρας = η βαρυστομαχιά αγκουνάρ' =  πέτρα που τοποθετείται στη γωνία του

τοίχου του σπιτιού αγκυλώνουμι = τσιμπιέμαι από αγκάθι ή άλλο

αιχμηρό αντικείμενο ακουρμαίνουμι = ακούω αλάνταβος = αυτός που περπατάει απρόσεκτα αλαφιάζομι = ξαφνιάζομαι, τρομάζω αλιά = αλίμονο αλυχτάου = γαυγίζω αμέτι μουχαμέτι = βάζω στόχο να κάνω κάτι

οπωσδήποτε (το `βαλε αμέτι μουχαμέτι) άμπλα-ούμπλας = αυτός που μιλάει ασυνάρτητα,

σαχλά αναδεχτός = το βαφτιστήρι ανακόλλ’ = έμπλαστρο αναμέρα= κάνε πιο πέρα (αναμεράω = μεριάζω,

κάνω πιο πέρα) αναπιάνου = φτιάχνω προζύμι αναφανταλιά = το σάστισμα

Page 4: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

αξάγκλιγους = αχτένιστος αξούργους = αξύριστος απιδιά = αχλαδιά απστομάου = αναποδογυρίζω απίστομα = μπρούμυτα (απστόματου = γυρισέ το

ανάποδα) απθώς = κάθησε απθώνου = τοποθετώ κάτι πρόχειρα απίκου = είμαι σε κατάσταση ετοιμότητας απίτγιαγος είνι = δεν χορταίνει, δεν τον πιάνει το

φαγητό αποκουντριασμένος = ακοινώνητος, ιδιόρρυθμος απουμώθκα = μου κόπηκε η αναπνοή απουσταίνου = κουράζομαι αρούπουτους είνι = δεν χορταίνει αρταίνομαι = δε νηστεύω αρτζούμπαλος = απρόσεκτος, άτακτος αστόησα = ξέχασα (αστοχάου = ξεχνάω) αυτό είνι μαξούμ’ = αυτό είναι μικρό (σε ηλικία) αυτού = εκεί βακίζω = κόβω βαρυγκόμια = δυσφορία από τα βάσανα βοιδαγλειψιά = το φυσικό γύρισμα προς τα πάνω γαβάθα = βαθουλωτό πιάτο γατσουμαλλιασμένου = ανατριχιασμένο, με

ανακατεμένα μαλλιά

Page 5: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

γέμσι δρουτσίλης = γέμισε εξανθήματα (δρουτσίλα = ερεθισμός, κοκκινάδα)

γέμσι φουρδάκλις = γέμισε εξανθήματα γιόμοσέ το = γέμισέ το γιόμα = μεσημέρι, η ώρα του γεύματος γκαβός = τυφλός γκαϊδός = αλλήθωρος γνέμα = νήμα γούπατο = βαθούλωμα, μεγάλο κοίλωμα γούρνα = λακούβα γραδώνου = μπαίνω κάπου και δεν μπορώ να βγω δε μ΄σκάει = δεν θέλω δε μπόργα να του κάνου ζάφτ = δεν μπορούσα να

το τιθασεύσω δε νουγάει = δεν καταλαβαίνει δεν τον κάνω ζαπ = είναι ατίθασος, δεν μπορώ να τον

τιθασεύσω διακουνιάρης = ζητιάνος διακουνιάρα = ζητιάνα έης ζουχάδις; = είσαι νευριασμένος; είνι μπατάλ’κο = είναι ογκώδες είνι τσουρούτκου = είναι λειψό (για ρούχο) είσι αβασκαμένους = είσαι ματιασμένος έκατσι σαούρα = κάθισε ήσυχα (φοβισμένα) έμπηξι του ρέκου = φώναξε δυνατά έρηξι του βρακί στ΄αρίδις = τεμπέλιασε

Page 6: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

έριξι μια κουσή = έτρεξε έφερε δυό γυρβουλιές= έκανε δύο στροφές έχ’ ένα τσαούλι= λέει πολλά, μιλάει πολύ ζάντζα = ιδιοτροπία ζάφτ’ = κουμάντο,δαμάζω,ημερώνω ζβιντζούρ’ = ευκίνητος, γρήγορος ζγαρλάου = ανασκαλεύω ζγώνου = πλησιάζω ζλαπ = ζώο ζμπάθαμι = συγνώμη ζμπάου = πιέζω ήτανι απίκου = ήταν έτοιμος θα πας κοπά = ίσια, χωρίς στροφές θυμητκό = μνήμη ιδαγιά = εδώ ιξιπίτηδις = επίτηδες καρκαλέτς = κοκκίτης καρκώθκα = πνίγηκα καταεί = κάτω κατακεφαλιά = χαστούκι καταντίπ = καθόλου καταψιά = κατάποση κλιτσνάρ’ = κνήμη, αδύνατο άκρο (πόδι,χέρι) κολοφωτιά = πυγολαμπίδα κουκουτσίνα = πυγολαμπίδα κουλαούζους = αυτός που δεν φεύγει από κοντά μας

Page 7: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

κουρατζίνις = κόπρανα ζώων κουσί = τρέξιμο κουτρουβαλιάστκι = έπεσε κάτω κρηματζαλιέμι = κρέμομαι κριτσανάου = τρώω κάτι τραγανό και κάνω θόρυβο λαγαρίζω = αφήνω καθαρό υπόλοιπο λαιμαργιά = το δερμάτινο περιλαίμιο ζώου λαμπίκο = πεντακάθαρα λιάζου = αφήνω κάτι στον ήλιο λιανώματα = κέρματα μικρής αξίας λόρδα = μεγάλη πείνα μαγαρίζου = λερώνω μαλάζου = ακουμπάω μαραγκιαζμένα = μαραμένα μαργώνου = κρυώνω μας καπρουμάνσις = μας επιβλήθηκες μαστραπάς = κανάτα ματσαλάου = μασάω μη θες ξουρέξα = μη θες παραπανίσια μη μουντζουκλαίς = μην κλαψουρίζεις μη του ζγαρλάς = μη το πειράζεις μι κουψουχόλιασις = με τρόμαξες μολόημα = φήμη μουλαΐμκος = ήσυχος μουνάντηρους είνι = δεν χορταίνει

Page 8: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

μουσαφίρς = επισκέπτης μπαήλ’σα = ζαλίστηκα μπάκακας = βάτραχος μπανιαρίσκα = έκανα μπάνιο μπητ = εντελώς (ντηπ = εντελώς) μπικιόν’ = ποτήρι (συνήθως μεταλλικό) μπλατσανάου = χτυπάω τα νερά με τα χέρια ή πόδια μπουρμπουτσέλ’ = σκαθάρι, μικρό έντομο μπουσουλάου = αρκουδίζω, πάω με τα τέσσερα νείρουμι = επιθυμώ (νείρουμι ένα γλυκό= θέλω πολύ

ένα γλυκό) νουματαίοι = άτομα νταμζάνα = μεγάλη γυάλινη μπουκάλα ντζώρας = ξεροκέφαλος ντουγρού = ίσια ξεκομποθιάζου = λύνω τον κόμπο, ξεμπλέκω ξηρακιανός = αδύνατος ξιπιτούτου = επίτηδες ξιρουσφύρ’ = χωρίς μεζέ ξισκαλτσούνουτους = χωρίς κάλτσες ξιτσαουλιάσκα = χασμουριέμαι συνέχεια ορμηνεύου = συμβουλεύω ορμήνια = συμβουλή παπάρα = ψωμί βρεγμένο παραμάσχαλα = κάτω από την μασχάλη

Page 9: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

παρμάρα = παράλυση στα πόδια ή στα χέρια παστρικός =  καθαρός παταγούδ’ = πολύ κρύο πήρα τα χάκια μ’ = ευχαριστήθηκα με κάτι άσχημο που

έπαθε ο άλλος πίγκουμα = μεγάλη στεναχώρια πιδικλώθ’κα = σκόνταψα πλουχέρ’ = ποσότητα τόση που χωράει σε μια

χούφτα (ένα πλουχέρ αλεύρ’) ποδένου = βάζω παπούτσια πρόγκα του να φύγ’ = διώξτο προυσφαΐζου = τρώω κάτι και το συνοδεύω με ψωμί πρώνουμι = ζεσταίνομαι στη φωτιά ρουχνάου = ροχαλίζω σάματις = μήπως σ΄κρένου = σου μιλάω σκουντουμπλιά = πέσιμο στάκα = στάσου σών’ = φτάνει τζιμπράγκαλα = πράγματα τι γυρέβ’ς; = τι θές; το ματσάλιασι = το έλυωσε τουν έης κατσούλα = πας φιρί-φιρί τσακμάκ’ = αναπτήρας τσαούλι = σαγόνι, στόμα

Page 10: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι

τσουλιάς μη κρυώεις = σκεπάσου μην κρυώσεις φτιλιές = συκοφαντίες χαΐρ = προκοπή, πρόοδο χαμχούγιας = αγαθιάρης χιράμ’ = είδος στρωσιδιού χύμξι απάνιμ = όρμησε πάνω μου

Page 11: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι
Page 12: Αγρινιώτικο Γλωσσάρι