νικηφόρος ταΰγετος

21
Ο Ταΰγετος Ο Ταΰγετος στην ποίηση του στην ποίηση του Νικηφόρου Βρεττάκου Νικηφόρου Βρεττάκου Μουσικό Σχολείο Σπάρτης Μουσικό Σχολείο Σπάρτης
  • Upload

    -
  • Category

    Documents

  • view

    1.678
  • download

    0

Transcript of νικηφόρος ταΰγετος

Page 1: νικηφόρος  ταΰγετος

Ο ΤαΰγετοςΟ Ταΰγετος στην ποίηση τουστην ποίηση του

Νικηφόρου ΒρεττάκουΝικηφόρου Βρεττάκου

Μουσικό Σχολείο ΣπάρτηςΜουσικό Σχολείο Σπάρτης

ΈΤΣΙ ΜΟΥ ΣΤΑΘΗΚΕ Ο ΤΑΫΓΕΤΟΣ

Έτσι μου στάθηκε ο Ταΰγετος όπως ο κόρφος

της μητέρας μου

Με πότιζε γαλάζιο αψύ αίμα ήλιο και πράσινο

ως να μου δέσει την ψυχή όπως την πέτρα του

ως να χαράξει στην καρδιά μου τις βαθειές χαράδρες του

να σχηματίσει μές στη ζωή μου δώδεκα κορφές

να βγαίνω απάνω με μοναδικό μου όνειρο τον ήλιο

Με δίψα μου μοναδική τον ήλιο

Δίψα βαθειά σαν ωκεανός

υψηλή ως το φεγγάρι

Δίψα που να τη λυπηθεί ο Θεός

Γύρω τριγύρω στην καρδιά μου τα γεράνια στέφανα

των γκρεμνών του

ρωγμές για ζώα νεροσυρμές ελάτια κι αγριοπερίστερα

Κι ένας αητός απάνω μου να σπαθίζει τα σύννεφα

Κι ένας αητός απάνω μου να σκάφτει τις βροντές

ζητώντας νάβρει μέσα τους ένα σπινθήρα Έτσι

μου στάθηκε ο Ταΰγετος όσο να γεννηθούνε

τα δυο παιδιά του Θεού μέσα μου η Ποίηση και η Αγάπη

Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ

Κrsquo η πατρίδα σου όταν την έχειςμέσα σου είναι

παντού Ο αστερισμός σου δεν βλέπει από τόσο ψηλά τον Ταΰγετο

Βλέπει τη Γή ndash

Ήρθα Δε με περίμενες Δεν είχεςαπό καιρό κανένα μήνυμά μου

Οι δρόμοι δε με ανάγγειλαν Τrsquo αστέρια δεν μετακινηθήκαν Σου φωνάζω

κι εσύ δεν αποκρίνεσαι να βγάλειςμες στη νυχτα ένα φως Κάτω απrsquo το βράχο

που με θήλαζε η μάννα μου και στάζανοι ρόγες των βυζιών της φορτωμένος

καρτερώ να μου γνέψεις Όμως μάταια βρέχομαι στην ερμιά σου όπως την πέτρα

την εγκαταλειμμένη Έχεις αγριέψει κουνάς όλα τα δέντρα σου με διώχνεις

Μες την παγκόσμια ομίχλη μουσκεμένος

άρρωστος δίχως ήλιο με τα πόδια

βαριά κοντοβημάτιζα όπως ένας

μολυβένιος στρατιώτης Με λαβώσαν

Μάταιοι αγώνες έσκαψαν την πέτρα

Νικηφόρου ΒρεττάκουΤα θολά ποτάμια 1950

ΜουσικήΠ Κωνσταντακόπουλος

Η ΞΕΧΕΙΛΙΣΜΕΝΗ ΣΤΑΜΝΑ

Πάσχα εί ναι στη Σπάρτη στον κόσμο

στο άπειρο Πάσχα παντού

Πηγαί νοντας ndashτrsquo άλλο πρωΐ θα σου κλείσω

μια μουσική από γύρη κι από

Λεμονάνθια στο γράμμα μου

Θα σου στεί λω ένα φώς διαλεγμένο από την

επιφάνεια του κύματος που σκεπάζει την άνοιξη

τrsquo άσπρα περβόλια της

Τα χιόνια θα λιώσουν

ψηλά στον Ταΰγετο κι ότι κι αν πεις

η καρδιά μου Μαρί α εί ναι μια στέρνα

Γιομί ζει όταν χί λια ρυάκια

μαζί κατεβαί νουνε

μέσα της-

Τότε λοιπόν

ξεχειλίζει και τρέχει ιδρώνοντας όπως

μια στάμνα στο άπειρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου 1960

Ο ΘΟΡΥΒΟΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ

Ο ήλιος ο ολόχρυσος πλούτος του κόσμου

Αναβλύζει αναλίσκεται Όμως δε μπόρεσε

Ποτέ του δεν έφτασε σrsquoόλα τη γή

Σκορπίζεται πάνω μας κάθε μέρα σα μια

τσακισμένη καρδιά μα δε φτάνει ζητάει

παραστάτες

Νοιώθω τη νύχτα

ν᾿ απλώνονται χέρια πάνω απ᾿ τον ύπνο μου

Να ψάχνουν να κάνουν ένα θόρυβο μαύρο

Αόματα χέρια Δάχτυλα ανάστροφα που όλο

μακραίνουν και κρέμονται πάνω μου Οι άκρες τους

στάζουν φαρμάκι laquoΦως και ψωμίraquo

Τραβώ το σεντόνι μου

Τrsquo ακώ να πληθαίνουν

Διαρκώς να μπερδεύονται όπως τα κλωνάρια

ενός δάσους που κάηκε Να γίνονται σύννεφο

Ουρανός που ολοένα σουρπώνει Να γίνονται

σκότος Βοή Καταιγίδα

Έχεις κάνει πλατάνια έχεις δρυά

έχεις έλατα Κύριε Γιατί με σπατάλησες

Η κορυφή του Ταΰγετου ήτανε

πάντοτε άδεια Θα μπορούσες να μ᾿ έχεις

κάνει έν᾿ αρτόδεντρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων

1960

ΤΟ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ

Κάθε φορά που ακουμπώ το ζεστό

μέτωπό μου στο χέρι σου άλλο δεν σκέφτομαι

Να γινόνταν νερό τα πέντε στου δάχτυλα

να γίνουν ποτάμι να κυλήσει απάνω

στο σώμα μου ολόκληρο

Καίνε τα μάτια

το στήθος οι σκέψεις μου καίνε

Ενώ

τυλιγμένος μ᾿ ένα σεντόνι νερού θα μπορούσα

να βάδιζα ακόμη πολύ Νrsquo ανεβώ στον Ταΰγετο

στην ίδια κορφή που μάνιζε ο ήλιος

και σα νάταν φτερούγες ρουφούσε τα χέρια μου

προς τα πάνω το φώς-κrsquo επιμένοντας όπως

πάντα επιμένοντας να προβάλω στον κόσμο΄

σαν φάντασμα Αγάπης

Νικ Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η πάλη με τον καθημερινό δαίμονα

1960

ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Είδα στον ύπνο μου απόψε πως μίκρυνες

Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο

φρέσκο σαν άκοπο Σrsquo είχα

στο χέρι μου τάχα και πήγαινα

πήγαινα-

Πέρασα κι άφησα

δεξιά στον Ταΰγετο Στάθηκα μόνο

τον κοίταξα λίγο ξαναπήρα το δρόμο μου κι όλο

πήγαινα πήγαινα-

Πού να σε βάλω

Όλη η γης είναι στήθος μου

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Παιχνίδια με τα χρώματα 1960

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 2: νικηφόρος  ταΰγετος

ΈΤΣΙ ΜΟΥ ΣΤΑΘΗΚΕ Ο ΤΑΫΓΕΤΟΣ

Έτσι μου στάθηκε ο Ταΰγετος όπως ο κόρφος

της μητέρας μου

Με πότιζε γαλάζιο αψύ αίμα ήλιο και πράσινο

ως να μου δέσει την ψυχή όπως την πέτρα του

ως να χαράξει στην καρδιά μου τις βαθειές χαράδρες του

να σχηματίσει μές στη ζωή μου δώδεκα κορφές

να βγαίνω απάνω με μοναδικό μου όνειρο τον ήλιο

Με δίψα μου μοναδική τον ήλιο

Δίψα βαθειά σαν ωκεανός

υψηλή ως το φεγγάρι

Δίψα που να τη λυπηθεί ο Θεός

Γύρω τριγύρω στην καρδιά μου τα γεράνια στέφανα

των γκρεμνών του

ρωγμές για ζώα νεροσυρμές ελάτια κι αγριοπερίστερα

Κι ένας αητός απάνω μου να σπαθίζει τα σύννεφα

Κι ένας αητός απάνω μου να σκάφτει τις βροντές

ζητώντας νάβρει μέσα τους ένα σπινθήρα Έτσι

μου στάθηκε ο Ταΰγετος όσο να γεννηθούνε

τα δυο παιδιά του Θεού μέσα μου η Ποίηση και η Αγάπη

Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ

Κrsquo η πατρίδα σου όταν την έχειςμέσα σου είναι

παντού Ο αστερισμός σου δεν βλέπει από τόσο ψηλά τον Ταΰγετο

Βλέπει τη Γή ndash

Ήρθα Δε με περίμενες Δεν είχεςαπό καιρό κανένα μήνυμά μου

Οι δρόμοι δε με ανάγγειλαν Τrsquo αστέρια δεν μετακινηθήκαν Σου φωνάζω

κι εσύ δεν αποκρίνεσαι να βγάλειςμες στη νυχτα ένα φως Κάτω απrsquo το βράχο

που με θήλαζε η μάννα μου και στάζανοι ρόγες των βυζιών της φορτωμένος

καρτερώ να μου γνέψεις Όμως μάταια βρέχομαι στην ερμιά σου όπως την πέτρα

την εγκαταλειμμένη Έχεις αγριέψει κουνάς όλα τα δέντρα σου με διώχνεις

Μες την παγκόσμια ομίχλη μουσκεμένος

άρρωστος δίχως ήλιο με τα πόδια

βαριά κοντοβημάτιζα όπως ένας

μολυβένιος στρατιώτης Με λαβώσαν

Μάταιοι αγώνες έσκαψαν την πέτρα

Νικηφόρου ΒρεττάκουΤα θολά ποτάμια 1950

ΜουσικήΠ Κωνσταντακόπουλος

Η ΞΕΧΕΙΛΙΣΜΕΝΗ ΣΤΑΜΝΑ

Πάσχα εί ναι στη Σπάρτη στον κόσμο

στο άπειρο Πάσχα παντού

Πηγαί νοντας ndashτrsquo άλλο πρωΐ θα σου κλείσω

μια μουσική από γύρη κι από

Λεμονάνθια στο γράμμα μου

Θα σου στεί λω ένα φώς διαλεγμένο από την

επιφάνεια του κύματος που σκεπάζει την άνοιξη

τrsquo άσπρα περβόλια της

Τα χιόνια θα λιώσουν

ψηλά στον Ταΰγετο κι ότι κι αν πεις

η καρδιά μου Μαρί α εί ναι μια στέρνα

Γιομί ζει όταν χί λια ρυάκια

μαζί κατεβαί νουνε

μέσα της-

Τότε λοιπόν

ξεχειλίζει και τρέχει ιδρώνοντας όπως

μια στάμνα στο άπειρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου 1960

Ο ΘΟΡΥΒΟΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ

Ο ήλιος ο ολόχρυσος πλούτος του κόσμου

Αναβλύζει αναλίσκεται Όμως δε μπόρεσε

Ποτέ του δεν έφτασε σrsquoόλα τη γή

Σκορπίζεται πάνω μας κάθε μέρα σα μια

τσακισμένη καρδιά μα δε φτάνει ζητάει

παραστάτες

Νοιώθω τη νύχτα

ν᾿ απλώνονται χέρια πάνω απ᾿ τον ύπνο μου

Να ψάχνουν να κάνουν ένα θόρυβο μαύρο

Αόματα χέρια Δάχτυλα ανάστροφα που όλο

μακραίνουν και κρέμονται πάνω μου Οι άκρες τους

στάζουν φαρμάκι laquoΦως και ψωμίraquo

Τραβώ το σεντόνι μου

Τrsquo ακώ να πληθαίνουν

Διαρκώς να μπερδεύονται όπως τα κλωνάρια

ενός δάσους που κάηκε Να γίνονται σύννεφο

Ουρανός που ολοένα σουρπώνει Να γίνονται

σκότος Βοή Καταιγίδα

Έχεις κάνει πλατάνια έχεις δρυά

έχεις έλατα Κύριε Γιατί με σπατάλησες

Η κορυφή του Ταΰγετου ήτανε

πάντοτε άδεια Θα μπορούσες να μ᾿ έχεις

κάνει έν᾿ αρτόδεντρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων

1960

ΤΟ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ

Κάθε φορά που ακουμπώ το ζεστό

μέτωπό μου στο χέρι σου άλλο δεν σκέφτομαι

Να γινόνταν νερό τα πέντε στου δάχτυλα

να γίνουν ποτάμι να κυλήσει απάνω

στο σώμα μου ολόκληρο

Καίνε τα μάτια

το στήθος οι σκέψεις μου καίνε

Ενώ

τυλιγμένος μ᾿ ένα σεντόνι νερού θα μπορούσα

να βάδιζα ακόμη πολύ Νrsquo ανεβώ στον Ταΰγετο

στην ίδια κορφή που μάνιζε ο ήλιος

και σα νάταν φτερούγες ρουφούσε τα χέρια μου

προς τα πάνω το φώς-κrsquo επιμένοντας όπως

πάντα επιμένοντας να προβάλω στον κόσμο΄

σαν φάντασμα Αγάπης

Νικ Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η πάλη με τον καθημερινό δαίμονα

1960

ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Είδα στον ύπνο μου απόψε πως μίκρυνες

Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο

φρέσκο σαν άκοπο Σrsquo είχα

στο χέρι μου τάχα και πήγαινα

πήγαινα-

Πέρασα κι άφησα

δεξιά στον Ταΰγετο Στάθηκα μόνο

τον κοίταξα λίγο ξαναπήρα το δρόμο μου κι όλο

πήγαινα πήγαινα-

Πού να σε βάλω

Όλη η γης είναι στήθος μου

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Παιχνίδια με τα χρώματα 1960

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 3: νικηφόρος  ταΰγετος

Η ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ

Κrsquo η πατρίδα σου όταν την έχειςμέσα σου είναι

παντού Ο αστερισμός σου δεν βλέπει από τόσο ψηλά τον Ταΰγετο

Βλέπει τη Γή ndash

Ήρθα Δε με περίμενες Δεν είχεςαπό καιρό κανένα μήνυμά μου

Οι δρόμοι δε με ανάγγειλαν Τrsquo αστέρια δεν μετακινηθήκαν Σου φωνάζω

κι εσύ δεν αποκρίνεσαι να βγάλειςμες στη νυχτα ένα φως Κάτω απrsquo το βράχο

που με θήλαζε η μάννα μου και στάζανοι ρόγες των βυζιών της φορτωμένος

καρτερώ να μου γνέψεις Όμως μάταια βρέχομαι στην ερμιά σου όπως την πέτρα

την εγκαταλειμμένη Έχεις αγριέψει κουνάς όλα τα δέντρα σου με διώχνεις

Μες την παγκόσμια ομίχλη μουσκεμένος

άρρωστος δίχως ήλιο με τα πόδια

βαριά κοντοβημάτιζα όπως ένας

μολυβένιος στρατιώτης Με λαβώσαν

Μάταιοι αγώνες έσκαψαν την πέτρα

Νικηφόρου ΒρεττάκουΤα θολά ποτάμια 1950

ΜουσικήΠ Κωνσταντακόπουλος

Η ΞΕΧΕΙΛΙΣΜΕΝΗ ΣΤΑΜΝΑ

Πάσχα εί ναι στη Σπάρτη στον κόσμο

στο άπειρο Πάσχα παντού

Πηγαί νοντας ndashτrsquo άλλο πρωΐ θα σου κλείσω

μια μουσική από γύρη κι από

Λεμονάνθια στο γράμμα μου

Θα σου στεί λω ένα φώς διαλεγμένο από την

επιφάνεια του κύματος που σκεπάζει την άνοιξη

τrsquo άσπρα περβόλια της

Τα χιόνια θα λιώσουν

ψηλά στον Ταΰγετο κι ότι κι αν πεις

η καρδιά μου Μαρί α εί ναι μια στέρνα

Γιομί ζει όταν χί λια ρυάκια

μαζί κατεβαί νουνε

μέσα της-

Τότε λοιπόν

ξεχειλίζει και τρέχει ιδρώνοντας όπως

μια στάμνα στο άπειρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου 1960

Ο ΘΟΡΥΒΟΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ

Ο ήλιος ο ολόχρυσος πλούτος του κόσμου

Αναβλύζει αναλίσκεται Όμως δε μπόρεσε

Ποτέ του δεν έφτασε σrsquoόλα τη γή

Σκορπίζεται πάνω μας κάθε μέρα σα μια

τσακισμένη καρδιά μα δε φτάνει ζητάει

παραστάτες

Νοιώθω τη νύχτα

ν᾿ απλώνονται χέρια πάνω απ᾿ τον ύπνο μου

Να ψάχνουν να κάνουν ένα θόρυβο μαύρο

Αόματα χέρια Δάχτυλα ανάστροφα που όλο

μακραίνουν και κρέμονται πάνω μου Οι άκρες τους

στάζουν φαρμάκι laquoΦως και ψωμίraquo

Τραβώ το σεντόνι μου

Τrsquo ακώ να πληθαίνουν

Διαρκώς να μπερδεύονται όπως τα κλωνάρια

ενός δάσους που κάηκε Να γίνονται σύννεφο

Ουρανός που ολοένα σουρπώνει Να γίνονται

σκότος Βοή Καταιγίδα

Έχεις κάνει πλατάνια έχεις δρυά

έχεις έλατα Κύριε Γιατί με σπατάλησες

Η κορυφή του Ταΰγετου ήτανε

πάντοτε άδεια Θα μπορούσες να μ᾿ έχεις

κάνει έν᾿ αρτόδεντρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων

1960

ΤΟ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ

Κάθε φορά που ακουμπώ το ζεστό

μέτωπό μου στο χέρι σου άλλο δεν σκέφτομαι

Να γινόνταν νερό τα πέντε στου δάχτυλα

να γίνουν ποτάμι να κυλήσει απάνω

στο σώμα μου ολόκληρο

Καίνε τα μάτια

το στήθος οι σκέψεις μου καίνε

Ενώ

τυλιγμένος μ᾿ ένα σεντόνι νερού θα μπορούσα

να βάδιζα ακόμη πολύ Νrsquo ανεβώ στον Ταΰγετο

στην ίδια κορφή που μάνιζε ο ήλιος

και σα νάταν φτερούγες ρουφούσε τα χέρια μου

προς τα πάνω το φώς-κrsquo επιμένοντας όπως

πάντα επιμένοντας να προβάλω στον κόσμο΄

σαν φάντασμα Αγάπης

Νικ Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η πάλη με τον καθημερινό δαίμονα

1960

ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Είδα στον ύπνο μου απόψε πως μίκρυνες

Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο

φρέσκο σαν άκοπο Σrsquo είχα

στο χέρι μου τάχα και πήγαινα

πήγαινα-

Πέρασα κι άφησα

δεξιά στον Ταΰγετο Στάθηκα μόνο

τον κοίταξα λίγο ξαναπήρα το δρόμο μου κι όλο

πήγαινα πήγαινα-

Πού να σε βάλω

Όλη η γης είναι στήθος μου

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Παιχνίδια με τα χρώματα 1960

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 4: νικηφόρος  ταΰγετος

Ήρθα Δε με περίμενες Δεν είχεςαπό καιρό κανένα μήνυμά μου

Οι δρόμοι δε με ανάγγειλαν Τrsquo αστέρια δεν μετακινηθήκαν Σου φωνάζω

κι εσύ δεν αποκρίνεσαι να βγάλειςμες στη νυχτα ένα φως Κάτω απrsquo το βράχο

που με θήλαζε η μάννα μου και στάζανοι ρόγες των βυζιών της φορτωμένος

καρτερώ να μου γνέψεις Όμως μάταια βρέχομαι στην ερμιά σου όπως την πέτρα

την εγκαταλειμμένη Έχεις αγριέψει κουνάς όλα τα δέντρα σου με διώχνεις

Μες την παγκόσμια ομίχλη μουσκεμένος

άρρωστος δίχως ήλιο με τα πόδια

βαριά κοντοβημάτιζα όπως ένας

μολυβένιος στρατιώτης Με λαβώσαν

Μάταιοι αγώνες έσκαψαν την πέτρα

Νικηφόρου ΒρεττάκουΤα θολά ποτάμια 1950

ΜουσικήΠ Κωνσταντακόπουλος

Η ΞΕΧΕΙΛΙΣΜΕΝΗ ΣΤΑΜΝΑ

Πάσχα εί ναι στη Σπάρτη στον κόσμο

στο άπειρο Πάσχα παντού

Πηγαί νοντας ndashτrsquo άλλο πρωΐ θα σου κλείσω

μια μουσική από γύρη κι από

Λεμονάνθια στο γράμμα μου

Θα σου στεί λω ένα φώς διαλεγμένο από την

επιφάνεια του κύματος που σκεπάζει την άνοιξη

τrsquo άσπρα περβόλια της

Τα χιόνια θα λιώσουν

ψηλά στον Ταΰγετο κι ότι κι αν πεις

η καρδιά μου Μαρί α εί ναι μια στέρνα

Γιομί ζει όταν χί λια ρυάκια

μαζί κατεβαί νουνε

μέσα της-

Τότε λοιπόν

ξεχειλίζει και τρέχει ιδρώνοντας όπως

μια στάμνα στο άπειρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου 1960

Ο ΘΟΡΥΒΟΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ

Ο ήλιος ο ολόχρυσος πλούτος του κόσμου

Αναβλύζει αναλίσκεται Όμως δε μπόρεσε

Ποτέ του δεν έφτασε σrsquoόλα τη γή

Σκορπίζεται πάνω μας κάθε μέρα σα μια

τσακισμένη καρδιά μα δε φτάνει ζητάει

παραστάτες

Νοιώθω τη νύχτα

ν᾿ απλώνονται χέρια πάνω απ᾿ τον ύπνο μου

Να ψάχνουν να κάνουν ένα θόρυβο μαύρο

Αόματα χέρια Δάχτυλα ανάστροφα που όλο

μακραίνουν και κρέμονται πάνω μου Οι άκρες τους

στάζουν φαρμάκι laquoΦως και ψωμίraquo

Τραβώ το σεντόνι μου

Τrsquo ακώ να πληθαίνουν

Διαρκώς να μπερδεύονται όπως τα κλωνάρια

ενός δάσους που κάηκε Να γίνονται σύννεφο

Ουρανός που ολοένα σουρπώνει Να γίνονται

σκότος Βοή Καταιγίδα

Έχεις κάνει πλατάνια έχεις δρυά

έχεις έλατα Κύριε Γιατί με σπατάλησες

Η κορυφή του Ταΰγετου ήτανε

πάντοτε άδεια Θα μπορούσες να μ᾿ έχεις

κάνει έν᾿ αρτόδεντρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων

1960

ΤΟ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ

Κάθε φορά που ακουμπώ το ζεστό

μέτωπό μου στο χέρι σου άλλο δεν σκέφτομαι

Να γινόνταν νερό τα πέντε στου δάχτυλα

να γίνουν ποτάμι να κυλήσει απάνω

στο σώμα μου ολόκληρο

Καίνε τα μάτια

το στήθος οι σκέψεις μου καίνε

Ενώ

τυλιγμένος μ᾿ ένα σεντόνι νερού θα μπορούσα

να βάδιζα ακόμη πολύ Νrsquo ανεβώ στον Ταΰγετο

στην ίδια κορφή που μάνιζε ο ήλιος

και σα νάταν φτερούγες ρουφούσε τα χέρια μου

προς τα πάνω το φώς-κrsquo επιμένοντας όπως

πάντα επιμένοντας να προβάλω στον κόσμο΄

σαν φάντασμα Αγάπης

Νικ Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η πάλη με τον καθημερινό δαίμονα

1960

ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Είδα στον ύπνο μου απόψε πως μίκρυνες

Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο

φρέσκο σαν άκοπο Σrsquo είχα

στο χέρι μου τάχα και πήγαινα

πήγαινα-

Πέρασα κι άφησα

δεξιά στον Ταΰγετο Στάθηκα μόνο

τον κοίταξα λίγο ξαναπήρα το δρόμο μου κι όλο

πήγαινα πήγαινα-

Πού να σε βάλω

Όλη η γης είναι στήθος μου

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Παιχνίδια με τα χρώματα 1960

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 5: νικηφόρος  ταΰγετος

Νικηφόρου ΒρεττάκουΤα θολά ποτάμια 1950

ΜουσικήΠ Κωνσταντακόπουλος

Η ΞΕΧΕΙΛΙΣΜΕΝΗ ΣΤΑΜΝΑ

Πάσχα εί ναι στη Σπάρτη στον κόσμο

στο άπειρο Πάσχα παντού

Πηγαί νοντας ndashτrsquo άλλο πρωΐ θα σου κλείσω

μια μουσική από γύρη κι από

Λεμονάνθια στο γράμμα μου

Θα σου στεί λω ένα φώς διαλεγμένο από την

επιφάνεια του κύματος που σκεπάζει την άνοιξη

τrsquo άσπρα περβόλια της

Τα χιόνια θα λιώσουν

ψηλά στον Ταΰγετο κι ότι κι αν πεις

η καρδιά μου Μαρί α εί ναι μια στέρνα

Γιομί ζει όταν χί λια ρυάκια

μαζί κατεβαί νουνε

μέσα της-

Τότε λοιπόν

ξεχειλίζει και τρέχει ιδρώνοντας όπως

μια στάμνα στο άπειρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου 1960

Ο ΘΟΡΥΒΟΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ

Ο ήλιος ο ολόχρυσος πλούτος του κόσμου

Αναβλύζει αναλίσκεται Όμως δε μπόρεσε

Ποτέ του δεν έφτασε σrsquoόλα τη γή

Σκορπίζεται πάνω μας κάθε μέρα σα μια

τσακισμένη καρδιά μα δε φτάνει ζητάει

παραστάτες

Νοιώθω τη νύχτα

ν᾿ απλώνονται χέρια πάνω απ᾿ τον ύπνο μου

Να ψάχνουν να κάνουν ένα θόρυβο μαύρο

Αόματα χέρια Δάχτυλα ανάστροφα που όλο

μακραίνουν και κρέμονται πάνω μου Οι άκρες τους

στάζουν φαρμάκι laquoΦως και ψωμίraquo

Τραβώ το σεντόνι μου

Τrsquo ακώ να πληθαίνουν

Διαρκώς να μπερδεύονται όπως τα κλωνάρια

ενός δάσους που κάηκε Να γίνονται σύννεφο

Ουρανός που ολοένα σουρπώνει Να γίνονται

σκότος Βοή Καταιγίδα

Έχεις κάνει πλατάνια έχεις δρυά

έχεις έλατα Κύριε Γιατί με σπατάλησες

Η κορυφή του Ταΰγετου ήτανε

πάντοτε άδεια Θα μπορούσες να μ᾿ έχεις

κάνει έν᾿ αρτόδεντρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων

1960

ΤΟ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ

Κάθε φορά που ακουμπώ το ζεστό

μέτωπό μου στο χέρι σου άλλο δεν σκέφτομαι

Να γινόνταν νερό τα πέντε στου δάχτυλα

να γίνουν ποτάμι να κυλήσει απάνω

στο σώμα μου ολόκληρο

Καίνε τα μάτια

το στήθος οι σκέψεις μου καίνε

Ενώ

τυλιγμένος μ᾿ ένα σεντόνι νερού θα μπορούσα

να βάδιζα ακόμη πολύ Νrsquo ανεβώ στον Ταΰγετο

στην ίδια κορφή που μάνιζε ο ήλιος

και σα νάταν φτερούγες ρουφούσε τα χέρια μου

προς τα πάνω το φώς-κrsquo επιμένοντας όπως

πάντα επιμένοντας να προβάλω στον κόσμο΄

σαν φάντασμα Αγάπης

Νικ Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η πάλη με τον καθημερινό δαίμονα

1960

ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Είδα στον ύπνο μου απόψε πως μίκρυνες

Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο

φρέσκο σαν άκοπο Σrsquo είχα

στο χέρι μου τάχα και πήγαινα

πήγαινα-

Πέρασα κι άφησα

δεξιά στον Ταΰγετο Στάθηκα μόνο

τον κοίταξα λίγο ξαναπήρα το δρόμο μου κι όλο

πήγαινα πήγαινα-

Πού να σε βάλω

Όλη η γης είναι στήθος μου

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Παιχνίδια με τα χρώματα 1960

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 6: νικηφόρος  ταΰγετος

Η ΞΕΧΕΙΛΙΣΜΕΝΗ ΣΤΑΜΝΑ

Πάσχα εί ναι στη Σπάρτη στον κόσμο

στο άπειρο Πάσχα παντού

Πηγαί νοντας ndashτrsquo άλλο πρωΐ θα σου κλείσω

μια μουσική από γύρη κι από

Λεμονάνθια στο γράμμα μου

Θα σου στεί λω ένα φώς διαλεγμένο από την

επιφάνεια του κύματος που σκεπάζει την άνοιξη

τrsquo άσπρα περβόλια της

Τα χιόνια θα λιώσουν

ψηλά στον Ταΰγετο κι ότι κι αν πεις

η καρδιά μου Μαρί α εί ναι μια στέρνα

Γιομί ζει όταν χί λια ρυάκια

μαζί κατεβαί νουνε

μέσα της-

Τότε λοιπόν

ξεχειλίζει και τρέχει ιδρώνοντας όπως

μια στάμνα στο άπειρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου 1960

Ο ΘΟΡΥΒΟΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ

Ο ήλιος ο ολόχρυσος πλούτος του κόσμου

Αναβλύζει αναλίσκεται Όμως δε μπόρεσε

Ποτέ του δεν έφτασε σrsquoόλα τη γή

Σκορπίζεται πάνω μας κάθε μέρα σα μια

τσακισμένη καρδιά μα δε φτάνει ζητάει

παραστάτες

Νοιώθω τη νύχτα

ν᾿ απλώνονται χέρια πάνω απ᾿ τον ύπνο μου

Να ψάχνουν να κάνουν ένα θόρυβο μαύρο

Αόματα χέρια Δάχτυλα ανάστροφα που όλο

μακραίνουν και κρέμονται πάνω μου Οι άκρες τους

στάζουν φαρμάκι laquoΦως και ψωμίraquo

Τραβώ το σεντόνι μου

Τrsquo ακώ να πληθαίνουν

Διαρκώς να μπερδεύονται όπως τα κλωνάρια

ενός δάσους που κάηκε Να γίνονται σύννεφο

Ουρανός που ολοένα σουρπώνει Να γίνονται

σκότος Βοή Καταιγίδα

Έχεις κάνει πλατάνια έχεις δρυά

έχεις έλατα Κύριε Γιατί με σπατάλησες

Η κορυφή του Ταΰγετου ήτανε

πάντοτε άδεια Θα μπορούσες να μ᾿ έχεις

κάνει έν᾿ αρτόδεντρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων

1960

ΤΟ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ

Κάθε φορά που ακουμπώ το ζεστό

μέτωπό μου στο χέρι σου άλλο δεν σκέφτομαι

Να γινόνταν νερό τα πέντε στου δάχτυλα

να γίνουν ποτάμι να κυλήσει απάνω

στο σώμα μου ολόκληρο

Καίνε τα μάτια

το στήθος οι σκέψεις μου καίνε

Ενώ

τυλιγμένος μ᾿ ένα σεντόνι νερού θα μπορούσα

να βάδιζα ακόμη πολύ Νrsquo ανεβώ στον Ταΰγετο

στην ίδια κορφή που μάνιζε ο ήλιος

και σα νάταν φτερούγες ρουφούσε τα χέρια μου

προς τα πάνω το φώς-κrsquo επιμένοντας όπως

πάντα επιμένοντας να προβάλω στον κόσμο΄

σαν φάντασμα Αγάπης

Νικ Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η πάλη με τον καθημερινό δαίμονα

1960

ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Είδα στον ύπνο μου απόψε πως μίκρυνες

Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο

φρέσκο σαν άκοπο Σrsquo είχα

στο χέρι μου τάχα και πήγαινα

πήγαινα-

Πέρασα κι άφησα

δεξιά στον Ταΰγετο Στάθηκα μόνο

τον κοίταξα λίγο ξαναπήρα το δρόμο μου κι όλο

πήγαινα πήγαινα-

Πού να σε βάλω

Όλη η γης είναι στήθος μου

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Παιχνίδια με τα χρώματα 1960

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 7: νικηφόρος  ταΰγετος

Ο ΘΟΡΥΒΟΣ ΤΩΝ ΧΕΡΙΩΝ

Ο ήλιος ο ολόχρυσος πλούτος του κόσμου

Αναβλύζει αναλίσκεται Όμως δε μπόρεσε

Ποτέ του δεν έφτασε σrsquoόλα τη γή

Σκορπίζεται πάνω μας κάθε μέρα σα μια

τσακισμένη καρδιά μα δε φτάνει ζητάει

παραστάτες

Νοιώθω τη νύχτα

ν᾿ απλώνονται χέρια πάνω απ᾿ τον ύπνο μου

Να ψάχνουν να κάνουν ένα θόρυβο μαύρο

Αόματα χέρια Δάχτυλα ανάστροφα που όλο

μακραίνουν και κρέμονται πάνω μου Οι άκρες τους

στάζουν φαρμάκι laquoΦως και ψωμίraquo

Τραβώ το σεντόνι μου

Τrsquo ακώ να πληθαίνουν

Διαρκώς να μπερδεύονται όπως τα κλωνάρια

ενός δάσους που κάηκε Να γίνονται σύννεφο

Ουρανός που ολοένα σουρπώνει Να γίνονται

σκότος Βοή Καταιγίδα

Έχεις κάνει πλατάνια έχεις δρυά

έχεις έλατα Κύριε Γιατί με σπατάλησες

Η κορυφή του Ταΰγετου ήτανε

πάντοτε άδεια Θα μπορούσες να μ᾿ έχεις

κάνει έν᾿ αρτόδεντρο

Νικηφόρου Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων

1960

ΤΟ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ

Κάθε φορά που ακουμπώ το ζεστό

μέτωπό μου στο χέρι σου άλλο δεν σκέφτομαι

Να γινόνταν νερό τα πέντε στου δάχτυλα

να γίνουν ποτάμι να κυλήσει απάνω

στο σώμα μου ολόκληρο

Καίνε τα μάτια

το στήθος οι σκέψεις μου καίνε

Ενώ

τυλιγμένος μ᾿ ένα σεντόνι νερού θα μπορούσα

να βάδιζα ακόμη πολύ Νrsquo ανεβώ στον Ταΰγετο

στην ίδια κορφή που μάνιζε ο ήλιος

και σα νάταν φτερούγες ρουφούσε τα χέρια μου

προς τα πάνω το φώς-κrsquo επιμένοντας όπως

πάντα επιμένοντας να προβάλω στον κόσμο΄

σαν φάντασμα Αγάπης

Νικ Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η πάλη με τον καθημερινό δαίμονα

1960

ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Είδα στον ύπνο μου απόψε πως μίκρυνες

Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο

φρέσκο σαν άκοπο Σrsquo είχα

στο χέρι μου τάχα και πήγαινα

πήγαινα-

Πέρασα κι άφησα

δεξιά στον Ταΰγετο Στάθηκα μόνο

τον κοίταξα λίγο ξαναπήρα το δρόμο μου κι όλο

πήγαινα πήγαινα-

Πού να σε βάλω

Όλη η γης είναι στήθος μου

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Παιχνίδια με τα χρώματα 1960

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 8: νικηφόρος  ταΰγετος

ΤΟ ΤΣΑΚΙΣΜΕΝΟ ΒΡΑΔΥ

Κάθε φορά που ακουμπώ το ζεστό

μέτωπό μου στο χέρι σου άλλο δεν σκέφτομαι

Να γινόνταν νερό τα πέντε στου δάχτυλα

να γίνουν ποτάμι να κυλήσει απάνω

στο σώμα μου ολόκληρο

Καίνε τα μάτια

το στήθος οι σκέψεις μου καίνε

Ενώ

τυλιγμένος μ᾿ ένα σεντόνι νερού θα μπορούσα

να βάδιζα ακόμη πολύ Νrsquo ανεβώ στον Ταΰγετο

στην ίδια κορφή που μάνιζε ο ήλιος

και σα νάταν φτερούγες ρουφούσε τα χέρια μου

προς τα πάνω το φώς-κrsquo επιμένοντας όπως

πάντα επιμένοντας να προβάλω στον κόσμο΄

σαν φάντασμα Αγάπης

Νικ Βρεττάκου

Το βάθος του κόσμου

Η πάλη με τον καθημερινό δαίμονα

1960

ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Είδα στον ύπνο μου απόψε πως μίκρυνες

Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο

φρέσκο σαν άκοπο Σrsquo είχα

στο χέρι μου τάχα και πήγαινα

πήγαινα-

Πέρασα κι άφησα

δεξιά στον Ταΰγετο Στάθηκα μόνο

τον κοίταξα λίγο ξαναπήρα το δρόμο μου κι όλο

πήγαινα πήγαινα-

Πού να σε βάλω

Όλη η γης είναι στήθος μου

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Παιχνίδια με τα χρώματα 1960

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 9: νικηφόρος  ταΰγετος

ΤΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Είδα στον ύπνο μου απόψε πως μίκρυνες

Πως έγινες ένα τριαντάφυλλο κόκκινο

φρέσκο σαν άκοπο Σrsquo είχα

στο χέρι μου τάχα και πήγαινα

πήγαινα-

Πέρασα κι άφησα

δεξιά στον Ταΰγετο Στάθηκα μόνο

τον κοίταξα λίγο ξαναπήρα το δρόμο μου κι όλο

πήγαινα πήγαινα-

Πού να σε βάλω

Όλη η γης είναι στήθος μου

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Παιχνίδια με τα χρώματα 1960

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 10: νικηφόρος  ταΰγετος

ΔΙΑΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΤΗ ΛΑΚΩΝΙΑ

Η πρωϊνή ανθοφορία με βρήκε στο μέσο

του πράσινου χωραφιού Όλα σαν μνήμη

παιδική μοιάζαν γύρω μου Θαρρούσες

πως έχτιζαν τραγούδαγαν όλα

Ως κι ο σπουργίτης σα νάχε κι αυτός

ακόμη αναλάβει έργο στον κόσμο

Όλα έλεγαν έφτιαχναν έφερναν κάτι

Κι η καρδιά μου είχε ανοίξει σα νάθελε

να προσφέρει κι αυτή το φτωχό

οβολό της στο σύμπαν

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 11: νικηφόρος  ταΰγετος

Ένα πρόσωπο είναι μια ευθύνη

Έχει μια θέα όπως ένα βουνό

με γαλάζιον ορίζοντα

Θεέ μου

ξέρω το βάρος μου

laquoΠενηντα νεκροίraquo

laquoεκατό τραυματίαιraquo

τηλεγραφούν απrsquo τrsquo Αλγέρι

Προς τα πού να φωνάξω Και τι

να τον κάμω αυτόν

τον Ταΰγετο που έχεις

στήσει στους ώμους μου

ΕΝΑ ΠΡΟΣΩΠΟ

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου

Η λιτανεία των σκεπασμένων προσώπων 1960

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 12: νικηφόρος  ταΰγετος

ΤΡΕΙΣ ΦΙΛΟΙ ΗΡΘΑΝΕ ΝΑ ΜΕ ΔΟΥΝ

Όλα έμοιζαν σήμερα σάμπως νάρθε ο Ταΰγετοςενώ ήμουν εγώ που πήγαινα πάντοτε Τον έβλεπα που όλοπλησίαζε που όλο και πιο καθαρέςοι πτυχές κ᾿ οι κορφές του κινούμενες μέσαστο φώς αερόπαιζαν ndash Ερχόνταν κ᾿οι τρείς τουςΔεξιά του ο Άη ndashΓιώργης στrsquoασημένιο του άλογοΗ Παναγιά στα ζερβά του με το ανάλλαχτο εκείνοφόρεμά της το κόκκινο Μια τούφα χρυσόανοιξιάτικο φώς τα μαλλιά της κυμάτιζανΣτο ένα χέρι της κράταγε κλωνάρι από δρύμυρτόκλαδο στο άλλο της

Έδειχνε είκοσιχρονών ο Ταΰγετος Η Παναγια δεκατέσσερωΟ Άη-Γιώργης δεκάξι ΤραγούδαγανΤους απάντησα τρέχοντας έξω απ᾿ την πόλη και σε λίγο επειδή δεν χωρούσαν να μπούναπ᾿ την πόρτα στο σπίτι μου τους άνοιξα έναΜεγάλο παράθυρο στην ψυχή μου και πέταξαν Μέσα τριαντάφυλλα

Νικηφόρου Βρεττάκου Το βάθος του κόσμου Διάλογος Απόλλωνα- Διοννύσου 1960

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 13: νικηφόρος  ταΰγετος

ΜΕΓΑΛΥΝΑΡΙ

Τrsquo όνομά σου ψωμί στο τραπέζιΤrsquo όνομά σου νερό στην πηγήΤrsquo όνομά σου αγιόκλημα αναρριχώμενων άστρων Τrsquo όνομά σου παράθυρο ανοιγμένο τη νύχτα στην πρώτη του ΜάηΤrsquo όνομά σου ρινίσματα ήλιουΤrsquo όνομά σου στροφή από φλάουτο τη νύχτα Τrsquo όνομά σου στα χείλη των αγγέλων τριαντάφυλλοΤrsquo όνομά σου κουδούνισμα αλόγων που σέρνουν την άνοιξη πίσω τους Τrsquo όνομά σου βροχούλα στου σπορέα το μέτωποΤrsquo όνομά σου περίσσευμα στου βοσκού την καλύβαΤrsquo όνομά σου τοπίο χωρισμένο με χρώματαΤrsquo όνομά σου δυό δρύς που το ουράνιο τόξο στηρίζει τις άκρες τουΤrsquo όνομά σου ένας ψίθυρος απrsquo αστέρι σrsquo αστέριΤrsquo όνομά σου ομιλία δυό ρυακιών μεταξύ τουςΤrsquo όνομά σου μονόλογος ενός πεύκου στο ΣούνιοΤrsquo όνομά σου ένα ελάφι βουτυγμένο ως το γόνατο σε μιαν άμπωτη ήλιου Τrsquo όνομά σουhelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphelliphellipΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στα κλωνάρια του δάσουςΤrsquo όνομά σου Ειρήνη στους δρόμους των πόλεωνΤrsquo όνομά σου ένας άρτος βαλμένος στην άκρη της γής που περίσσεψεΤrsquo όνομά σου αέτωμα περιστεριών στον ορίζοντα Τrsquo όνομά σου αλληλούια πάνω στο Έβερεστhelliphelliphellip

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 14: νικηφόρος  ταΰγετος

Ο ΠΗΛΟΣ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ

Δε θrsquo ανακάλυπτα δίχως εσέ την ψυχή μου

Μεγαλώνει στο βλέμμα μου ο θρόμβος

του ιδρώτα σου γίνεται μάζα νερού

που γκρεμίζεται από έναν υψηλό καταρ-

ράχτη Γνωρίζω τα δάκρυα το αίμα σου Μια

ζωή και δεν έφυγαν ποτές απrsquo τα χέρια μου

Πλάθω τον πόνο σου καθώς ο καλός

Σιφναίος τον πηλό του Δίχως εσένα

τον δικό σου πηλό εγώ δε θα είχα

όνομα όπως ένας κάποιος ψαράς

ένας κάποιος βοσκός ή σrsquo ένα δάσος

του Ταϋγέτου ένας σκίουρος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 15: νικηφόρος  ταΰγετος

ΝΕΟ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑ ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΑΥΓΕΤΟ

Αν κλαίω

είναι για μένα

Ήλιε που δύεις

σαν ένα μεγάλο

διάφανο ρόδο

(όμοια ως νrsquo άνοιξεν

σαν ένα μπουμπούκι

η ίδια η κορφή)

δεν βρίσκω άλλον τρόπο

αυτή τη στιγμή

να εκφράσω το φως-

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 16: νικηφόρος  ταΰγετος

Επιστροφή σ᾿ ένα βουνό

Δε θα ξανάρθω πια κοντά σου

να μην ακούσεις το ποτάμι

που μες στο στήθος μου κυλά

Αν δεις τον ήλιο να σου γνέφει

τον έσπερο να σε ρωτά

βάλε τα σπάρτα τα μαλλιά σου

τις μυγδαλιές στην αγκαλιά σου

κι έβγα νυφούλα στα βουνά

Εβγα νυφούλα στα βουνά

κι αν σε ρωτήσουνε τ αλάφιά

αν σε ρωτήσουν τα πουλιά

πες τους θα βγώ με το φεγγάρι

με τρεις αγγέλους συντροφιά

Διπλό γαρύφαλλο στ αφτί μου

η μάνα μου και τ αλογό μου

ο Ιησούς Χριστός κ εφτά παιδιά

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 17: νικηφόρος  ταΰγετος

Η ΜΙΚΡΗ ΣΟΥ ΠΟΛΗ

Αλήθεια δεν μπόρεσες να ξεπεράσεις την εποχή

που φοβόσουν το λύκο και καρτερούσες τον άγγελο

Μελέτησες τα ήθη και έθιμα της Ιστορίας

πέρασες κάτω απrsquo τα τόξα των σύγχρονων γεγονότων

ταξίδεψες Ωστόσο δεν μπόρεσες να αποβάλεις

τη μικρή παιδική πόλη από μέσα σου

τη γινόμενη από αγαθά πρόσωπα τόπους

γυμνούς ή κατάφυτους ουράνια πράγματα

με τον σεβάσμιο εκείνο γέροντα γιομάτον στοχασμό

και ύψος τον Ταΰγετο στην πρωτοκαθεδρία

Κι αλήθεια πόσο αναπαυμένα θα ένιωθες αν μπορούσες

γυρίζοντας τις πλάτες στις γιγάντιες πόλεις

να επέστρεφες εκεί στα πράγματα που σου έδωσαν

κι ύφανες το ωραίο σου όνειρο στο λόφο όπου κάθισες

έναν καιρό στο θρόνο του και βασίλεψες στην ειρήνη

να επέστρεφες να επέστρεφες κάτω απrsquo τα ιλαρά τους

βλέμματα να μαζέψεις ξύλα για το βράδυ σου

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 18: νικηφόρος  ταΰγετος

ΤΗΣ ΣΠΑΡΤΗΣ ΟΙ ΠΟΡΤΟΚΑΛΙΕΣ

Της Σπάρτης οι πορτοκαλιές χιόνι λουλούδια του έρωτα

άσπρισαν απτα λόγια σου γείρανε τα κλαδιά τους

γιόμισα το μικρό μου κόρφο πήγα και στη μάνα μου

Κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με νοιάζονταν

κάθονταν κάτω απτο φεγγάρι και με μάλωνε

Χτες σέλουσα χτες σάλλαξα που γύριζες -

ποιος γιόμισε τα ρούχα σοu δάκρυα και νεραντζάνθια

ΠΟΙΗΣΗ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ ΒΡΕΤΤΑΚΟΥ

ΜΟΥΣΙΚΗ Τ ΠΑΠΑΣΤΕΦΑΝΟΥ

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 19: νικηφόρος  ταΰγετος

Νικηφόρου Βρεττάκου Η φιλοσοφία τωνλουλουδιών Artigraf Αθήνα 1988

Αγάπη

Αφήνω ανοικτή τη σελίδα

του Ομήρου σηκώνομαι βγαίνω

να ρίξω ένα βλέμμα

και στrsquo άλλα βιβλία μου

Συλλαβίζω αντικρύ μου

Μια λέξη- εντολή

Η πλαγιά

Είναι ολόλευκη

Οι μικρές μαργαρίτες

Μια κάθετη πλάκα

Που κατέβασε ο Μάης

Απrsquo το όρος Σινά

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 20: νικηφόρος  ταΰγετος

Νικηφόρου Βρεττάκου Χορωδία

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1988

hellipΚι αν ο λόγος μου

γινόταν Λόγος θα μέναμε όρθιοι

τότε κι οι δυό σαν πέτρες

παράλληλες Όμως μέσα

στο ανάστατο δάσος του κόσμου

σήμερα ο Λόγος δύσκολα

ακούγεται Αλλά τα παιδιά

το ξέρω πως μέσrsquo από τα

βιβλία μου αύριο θα μαζεύουν

λουλούδια και πώς θα μιλούν

για το θαύμα- ζωή κοιτώντας

τον κόσμο μέσrsquo από τους στίχους μου

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21
Page 21: νικηφόρος  ταΰγετος

Ότι είχα να κάνω στον κόσμο

Το έκανα

Το μήνυμα το έστειλα

Την μποτίλια την πέταξα ήδη

Στου χρόνου το ατέρμονο πέλαγο

(Μπορεί μερικοί να το έλαβαν κιόλας)

Νικηφόρου Βρεττάκου Η συνάντηση με τη θάλασσα

Είμαι ένας γέροςhellip

Εκδ Τρία Φύλλα Αθήνα 1991 σ39

  • Slide 1
  • Slide 2
  • Slide 3
  • Slide 4
  • Slide 5
  • Slide 6
  • Slide 7
  • Slide 8
  • Slide 9
  • Slide 10
  • Slide 11
  • Slide 12
  • Slide 13
  • Slide 14
  • Slide 15
  • Slide 16
  • Slide 17
  • Slide 18
  • Slide 19
  • Slide 20
  • Slide 21