Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης...

142
ΙΩΑΝΝΙΝΑ 26/9/2014 ΗΜΕΡΙΔΑ ΜΕ ΘΕΜΑ: Κρίσιμα ζητήματα θεσμικού πλαισίου Ο.Τ.Α. – Διοικητικός χειρισμός ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ: ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ

Transcript of Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης...

Page 1: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

Ι Ω Α Ν Ν Ι Ν Α 2 6 / 9 / 2 0 1 4

ΗΜΕΡΙΔΑ ΜΕ ΘΕΜΑ:

Κρίσιμα ζητήματα θεσμικού πλαισίου

Ο.Τ.Α. – Διοικητικός χειρισμός

ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ:

ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΙΩΑΝΝΗΣ

Page 2: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

2

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄ ................................................................................................. 4

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ....................................................................................................... 4

1. Δημοτικές αρχές. ...................................................................................... 4

2. Κωλύματα και ασυμβίβαστα (επιλεκτική αναφορά). ................................. 6

α. Δικαστικοί λειτουργοί, αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, θρησκευτικοί λειτουργοί. ............................................ 7

β. Γενικοί γραμματείς, δημοτικοί υπάλληλοι και δημοτικοί συμπαραστάτες. . 8

γ. Πρόεδροι και διευθύνοντες σύμβουλοι δημοτικών νομικών προσώπων. 12

δ. Προϊστάμενοι οργανικών μονάδων του δημοσίου και των φορέων του δημόσιου τομέα. ......................................................................................... 12

ε. Πρόσωπα διοίκησης δημοσίων νομικών προσώπων και επιχειρήσεων. 14

στ. Κώλυμα λόγω ποινικής καταδίκης. ....................................................... 14

ζ. Κώλυμα λόγω σύμβασης. ....................................................................... 15

η. Δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, καθηγητές Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. ......... 19

θ. Δικαστικοί επιμελητές, άμισθοι ή έμμισθοι υποθηκοφύλακες.................. 19

ι. Οφειλέτες του δήμου και των δημοτικών ΝΠΔΔ ή επιχειρήσεων. ............ 19

ια. Ακύρωση της εκλογής – έκπτωση από το αξίωμα. ................................ 21

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄ ............................................................................................... 23

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΔΗΜΑΡΧΩΝ ........................................... 23

1. Αρμοδιότητες. ......................................................................................... 23

1.1 Εκπροσώπηση του δήμου. ................................................................... 23

1.2 Έκδοση πιστοποιητικών και βεβαιώσεων. ........................................... 28

1.3 Εκτέλεση των αποφάσεων των συλλογικών οργάνων. ........................ 31

1.4 Βεβαίωση και είσπραξη εσόδων. .......................................................... 32

1.5 Έκδοση χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής. ...................................... 34

1.6 Διοίκηση υπηρεσιών και προσωπικού – Προσλήψεις. ......................... 34

1.7 Λοιπές αρμοδιότητες. ........................................................................... 37

2. Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων – εξουσιοδότηση υπογραφής. ..................... 41

3. Αντιδήμαρχοι. ......................................................................................... 43

4. Αναπλήρωση δημάρχου. ....................................................................... 45

5. Δήλωση περιουσιακής κατάστασης. ....................................................... 47

6. Ευθύνες των αιρετών οργάνων. ............................................................. 48

6.1 Δημοσιονομική ευθύνη. ........................................................................ 48

Έννοια υπολόγων. .................................................................................. 62

6.2 Αστική ευθύνη. ..................................................................................... 65

6.3 Πειθαρχική ευθύνη. .............................................................................. 67

Page 3: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

3

6.4 Ποινική ευθύνη. .................................................................................... 73

6.5 Ειδικές περιπτώσεις ευθύνης. .............................................................. 76

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄ ............................................................................................... 85

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΕΠΙ ΤΩΝ ΟΤΑ ............................................................................ 85

1. Υποχρεωτικός έλεγχος των πράξεων των συλλογικών οργάνων. .......... 85

2. Προσφυγή στον Ελεγκτή Νομιμότητας ή στον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. ...................................................................... 90

3. Προσφυγή κατά των αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. ...................................................................... 95

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄ ............................................................................................... 98

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ ............................................. 98

1. Πιστώσεις. .............................................................................................. 98

1.1. Έννοια. ............................................................................................ 98

1.2. Αρχή της ειδικότητας - Κατάτμηση πιστώσεων. ............................. 100

1.3. Μεταφορά πιστώσεων - Αποθεματικό. .......................................... 103

1.4 Διάθεση πιστώσεων. ....................................................................... 105

2. Δημοσιονομικός έλεγχος. ..................................................................... 108

2.1 Προληπτικός έλεγχος δαπανών. ..................................................... 108

2.2 Προληπτικός έλεγχος συμβάσεων. ................................................. 120

2.3 Έλεγχος είσπραξης εσόδων. .......................................................... 133

2.4 Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. ..................................................... 134

2.5. Έλεγχος από την Γενική Διεύθυνση Δημοσιονομικών Ελέγχων..... 134

2.6. Έλεγχος των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. .............................................................................. 137

Page 4: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

4

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α΄

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1. Δημοτικές αρχές.

Στην παράγραφο 2 του άρθρου 102 του Συντάγματος 1975/2001/2008

ορίζεται, ότι οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης έχουν διοικητική αυτοτέλεια

και ότι οι αρχές τους εκλέγονται με καθολική και μυστική ψηφοφορία, όπως

ορίζει ο νόμος.

Όπως έχει κριθεί κατ’ επανάληψη από το Συμβούλιο της Επικρατείας

(888/1997 ΕΔΔΔ 1997 σελ. 2521, Ολ 3229/87 ΝοΒ 1990 σελ. 736, 3575/86

ΝοΒ 1988 σελ. 195), με τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις δεν

καθιερώνεται αυτονομία υπέρ των ΟΤΑ, αλλά παρέχεται σε αυτούς μόνον

αυτοδιοίκηση, δηλαδή εξουσία να αποφασίζουν με δικά τους όργανα, μέσα

στα πλαίσια του νόμου, για τις τοπικές υποθέσεις.

Αυτή ακριβώς η εξουσία των δήμων να ρυθμίζουν με αποφάσεις των

δικών τους οργάνων τα ζητήματα της αρμοδιότητάς τους, συνιστά τη

συνταγματικά κατοχυρωμένη «διοικητική αυτοτέλεια» των ΟΤΑ. Σύμφωνα

εξάλλου με τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ευρωπαϊκού Χάρτη Τοπικής

Αυτοδιοίκησης (ΕΧΤΑ), που κυρώθηκε στη χώρα μας με το νόμο 1850/1989

(ΦΕΚ 114/Α), ως τοπική αυτονομία «νοείται το δικαίωμα και η πραγματική

ικανότητα των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης να ρυθμίζουν και να

διευθύνουν, στα πλαίσια του νόμου με δική τους ευθύνη και προς όφελος του

πληθυσμού τους, ένα σημαντικό μέρος των δημοσίων υποθέσεων».

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του Ν 3852/2010 (ΦΕΚ 87/Α),

τα όργανα διοίκησης (αρχές) των δήμων είναι το δημοτικό συμβούλιο, η

οικονομική επιτροπή, η επιτροπή ποιότητας ζωής, η εκτελεστική επιτροπή και

ο δήμαρχος.

Από τις δημοτικές αρχές, ο δήμαρχος και η εκτελεστική επιτροπή

χαρακτηρίζονται ως «εκτελεστικά» όργανα διοίκησης, ενώ το δημοτικό

συμβούλιο και τα λοιπά συλλογικά όργανα ως «αποφασιστικά» ή

«βουλευόμενα».

Page 5: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

5

Η διάκριση αυτή δεν είναι απόλυτα ακριβής, εκείνο ωστόσο που

παρατηρείται τα τελευταία χρόνια είναι μια σταδιακή μεταφορά

αποφασιστικών αρμοδιοτήτων από τα μονομελή στα συλλογικά όργανα

διοίκησης, παρ’ όλο που η ανάγκη ταχείας λήψεως των αποφάσεων, εν όψει

των διαρκώς αυξανόμενων απαιτήσεων και των αδιάκοπα μεταβαλλόμενων

συνθηκών, επιβάλλει ακριβώς το αντίστροφο.

Καθένα από τα ανωτέρω όργανα διοίκησης έχει τις δικές του

αρμοδιότητες, οι οποίες προβλέπονται από το δημοτικό και κοινοτικό κώδικα

(ΔΚΚ) ή άλλες ειδικότερες διατάξεις. Η αρμοδιότητα που έχει ανατεθεί σε ένα

όργανο, δεν μπορεί να ασκηθεί νομίμως από άλλο όργανο, εκτός αν υπάρχει

ρητή αντίθετη ρύθμιση. Συνεπώς εάν μία αρμοδιότητα που ανήκει π.χ. στο

δήμαρχο, ασκηθεί σε συγκεκριμένη περίπτωση από το δημοτικό συμβούλιο ή

την οικονομική επιτροπή, η σχετική πράξη του συμβουλίου ή της επιτροπής

θα είναι παράνομη.

Πέραν τούτου, σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ελεγκτικού

Συνεδρίου, η πράξη αυτή μπορεί να επισύρει τον καταλογισμό των μελών του

δημοτικού συμβουλίου ή της οικονομικής επιτροπής, εάν αφορά στην έγκριση

παράνομης δαπάνης, η οποία (έγκριση) παρέχεται μετά την αμφισβήτηση της

νομιμότητας της δαπάνης από το δημοτικό ταμία (ΕΣ Κλιμ.Β΄ 191/2011,

1530/2004, ΕΣ Κλιμ. Α΄ 547/1999, 513/1999 κ.ά.).

Τα όργανα διοίκησης των ΟΤΑ δεν τελούν μεταξύ τους σε ιεραρχική

σχέση, δεν διακρίνονται δηλαδή σε «κατώτερα» και σε «ανώτερα» όργανα

διοίκησης.

Η μοναδική διάκριση που ισχύει, σε σχέση με τις αρμοδιότητές τους,

είναι η ακόλουθη:

- Ο δήμαρχος, η οικονομική επιτροπή, η επιτροπή ποιότητας ζωής και

η εκτελεστική επιτροπή ασκούν μόνον όσες αρμοδιότητες προβλέπονται ρητά

από το νόμο. Οι αρμοδιότητες των οργάνων αυτών ορίζονται στο νόμο κατά

τρόπο περιοριστικό (Γνωμ. ΝΣΚ 229/1982).

- Το δημοτικό συμβούλιο είναι το γενικό αποφασιστικό όργανο

διοίκησης του δήμου, υπέρ του οποίου συντρέχει το «τεκμήριο της

αρμοδιότητας». Δηλαδή ασκεί όλες τις αρμοδιότητες που δεν ανατίθενται ρητά

από το νόμο σε άλλο όργανο, σε περίπτωση δε που απονέμεται μία

Page 6: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

6

αρμοδιότητα στο δήμο, χωρίς να ορίζεται το όργανο που την ασκεί, τότε η

συγκεκριμένη αρμοδιότητα ασκείται από το δημοτικό συμβούλιο.

Για το λόγο αυτό στο άρθρο 65 του Ν 3852/2010 οι αρμοδιότητες του

δημοτικού συμβουλίου ορίζονται κατά τρόπο αφαιρετικό: Το δημοτικό

συμβούλιο αποφασίζει για όλα τα θέματα που αφορούν το δήμο, εκτός

εκείνων που ανήκουν στην αρμοδιότητα του δημάρχου ή της οικονομικής

επιτροπής ή άλλου οργάνου του δήμου.

Είναι απόλυτα λανθασμένη η άποψη, ότι το δημοτικό συμβούλιο, ως

«ανώτερο» όργανο διοίκησης του δήμου, μπορεί νόμιμα να λαμβάνει

αποφάσεις και για θέματα που υπάγονται στην αρμοδιότητα του δημάρχου ή

της οικονομικής επιτροπής ή άλλου συλλογικού οργάνου του δήμου (βλέπε

ΑΠ 507/2008 ΝοΒ 2008 σελ. 1895, ΣτΕ Ολ 4575/96 ΝοΒ 1997 σελ. 501, ΣτΕ

5381/95 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 352/2010,

345/2010, 326/2010, 151/2010, ΕΣ Τμ. VII 253/2010). Το γεγονός ότι τα μέλη

της οικονομικής επιτροπής είναι και μέλη του δημοτικού συμβουλίου, δεν

νομιμοποιεί την άσκηση των αρμοδιοτήτων της από αυτό, εκτός αν συντρέχει

περίπτωση εφαρμογής των παραγράφων 3 ή 4 των άρθρων 72 και 73 του Ν

3852/2010 (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 62170/1994).

2. Κωλύματα και ασυμβίβαστα (επιλεκτική αναφορά).

Πέραν των προσόντων εκλογιμότητας που αναφέρονται στο άρθρο 13

του Ν 3852/2010 (δημοτικότητα, ηλικία, ικανότητα του εκλέγειν), για την

έγκυρη ανάδειξη των υποψηφίων στα αιρετά αξιώματα της τοπικής

αυτοδιοίκησης απαιτείται επιπλέον, να μη συντρέχουν στο πρόσωπό τους τα

κωλύματα ή ασυμβίβαστα των άρθρων 14 και 15 του ίδιου νόμου ή άλλων

διατάξεων της ισχύουσας νομοθεσίας.

Κωλύματα ή ασυμβίβαστα είναι ιδιότητες ή επαγγελματικές

δραστηριότητες και νομικές σχέσεις ή καταστάσεις, οι οποίες, όπως

μαρτυρούν και οι λέξεις, αν μεν προϋπάρχουν της εκλογής, την εμποδίζουν

(κωλύουν), αν δε έπονται της εκλογής, αποκλείουν (καθιστούν ασυμβίβαστη)

την παράλληλη διατήρηση του αξιώματος που αποκτήθηκε.

Αναλυτικά, για τα κωλύματα και ασυμβίβαστα των αιρετών οργάνων

της τοπικής αυτοδιοίκησης, ισχύουν τα ακόλουθα :

Page 7: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

7

α. Δικαστικοί λειτουργοί, αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων και των

σωμάτων ασφαλείας, θρησκευτικοί λειτουργοί.

Δεν μπορούν να εκλεγούν ή να είναι δήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι,

σύμβουλοι δημοτικών ή τοπικών κοινοτήτων και εκπρόσωποι των τοπικών

κοινοτήτων, οι δικαστικοί λειτουργοί, οι αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων

και των σωμάτων ασφαλείας και οι θρησκευτικοί λειτουργοί των γνωστών

θρησκειών (άρθρο 14 παρ. 1 περίπτ. α΄ Ν 3852/2010). Οι ιατροδικαστές δεν

περιλαμβάνονται στους δικαστικούς λειτουργούς (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 48648/26-

08-2010).

Αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων, για τους οποίους ισχύει το

ανωτέρω κώλυμα, θεωρούνται μόνο οι εν ενεργεία μόνιμοι αξιωματικοί και όχι

οι έφεδροι αξιωματικοί που εκπληρώνουν τη στρατιωτική τους θητεία (Γνωμ.

ΝΣΚ 201/1996, Εγκ.Υπ.Εσωτ. 26052/23-4-1987, Δ.Τσάτσου –

Πρ.Παυλόπουλου, Κωλύματα και ασυμβίβαστα κατά τον δημοτικό και

κοινοτικό κώδικα, Γνωμοδ., ΕΔΔΔ 1987, σελ. 5). Οι οπλίτες, οι δόκιμοι

αξιωματικοί και οι υπαξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων

ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένου του πυροσβεστικού και του λιμενικού

σώματος, δεν εμπίπτουν στο κώλυμα αυτό (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 48648/26-08-

2010, Γνωμ. ΝΣΚ 255/2002). Δεν εμπίπτουν επίσης στο κώλυμα οι

συνοριακοί φύλακες του νόμου 2622/98 και οι ειδικοί φρουροί του άρθρου 9

του νόμου 2734/99 (Μαυρίκα Νικ., Προσόντα – Κωλύματα εκλογιμότητας –

Ασυμβίβαστα, 2008, σελ. 44).

Στο κώλυμα της παρ. 1α του άρθρου 14 του Ν 3852/2010 εμπίπτουν οι

θρησκευτικοί λειτουργοί όλων των γνωστών θρησκειών και όχι μόνο αυτοί της

επικρατούσας Ανατολικής Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας. Συνεπώς

έχουν κώλυμα και οι ιμάμηδες ως θρησκευτικοί λειτουργοί της

μουσουλμανικής θρησκείας (ΣτΕ 2661/96 ΔιΔικ 1997 σελ. 517, ΣτΕ 3703/95

ΔιΔικ 1996 σελ.1245).

Για τους θρησκευτικούς λειτουργούς το κώλυμα είναι απόλυτο και δεν

αίρεται σε καμμία περίπτωση (άρθρο 14 παρ. 7 εδάφιο τελευταίο Ν

3852/2010).

Το κώλυμα που προβλέπεται για τους δικαστικούς λειτουργούς και τους

αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, παύει να

Page 8: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

8

ισχύει, εάν τα πρόσωπα αυτά παραιτηθούν από τη θέση τους πριν από την

ημέρα ανακήρυξης των υποψηφίων, δηλαδή αν παραιτηθούν μέχρι τη 15η

ημέρα πριν από την ψηφοφορία. Απαιτείται όμως επιπλέον να μην έχουν

υπηρετήσει στα διοικητικά όρια του δήμου, όπου θα υποβάλουν

υποψηφιότητα, μέσα στο εικοσιτετράμηνο (24μηνο) χρονικό διάστημα που

προηγείται της ημερομηνίας ανακήρυξης των υποψηφίων (άρθρο 14 παρ. 7 Ν

3852/2010).

Η παραίτηση για τη συμμετοχή στις εκλογές επιδίδεται με δικαστικό

επιμελητή στον πρόεδρο πρωτοδικών, ο οποίος την υποβάλλει αμέσως στην

αρχή που είναι αρμόδια να την αποδεχθεί. Η παραίτηση θεωρείται ότι έχει

γίνει δεκτή από την επίδοσή της και δεν μπορεί να ανακληθεί (άρθρο 14 παρ.

7 Ν 3852/2010), σε περίπτωση δε που χωρήσει μεταγενέστερη ανάκληση της

παραίτησης, αυτή (η ανάκληση) δεν λαμβάνεται υπ’ όψη (βλέπε ΑΕΔ 26/2008

ΕΔΔΔΔ 2009 σελ. 899).

Παράλληλα με τον ανωτέρω ειδικό τρόπο, η παραίτηση από τη θέση που

δημιουργεί κώλυμα εκλογιμότητας, μπορεί να γίνει και κατά τις γενικές

διατάξεις που ισχύουν για την παραίτηση από τη συγκεκριμένη θέση (βλέπε

ΑΕΔ 10/2000 ΔιΔικ 2001 σελ. 776), αρκεί αυτή να έχει ολοκληρωθεί πλήρως

πριν από την ημερομηνία ανακήρυξης των υποψηφίων, λαμβανομένης υπ’

όψη και της πρόσθετης προϋπόθεσης ως προς τον τόπο που υπηρέτησε ο

παραιτηθείς κατά το προηγούμενο εικοσιτετράμηνο.

Ειδικές διατάξεις που απαγορεύουν την υποβολή ή την αποδοχή της

παραίτησης ή περιορίζουν το δικαίωμα των ανωτέρω προσώπων να

παραιτηθούν ή την αρμοδιότητα της αρχής να αποδεχθεί την παραίτησή τους,

εξακολουθούν να ισχύουν (άρθρο 14 παρ. 7 Ν 3852/2010).

β. Γενικοί γραμματείς, δημοτικοί υπάλληλοι και δημοτικοί συμπαραστάτες.

Γενικοί γραμματείς των δήμων, δημοτικοί συμπαραστάτες και δημοτικοί

υπάλληλοι με οποιαδήποτε σχέση εργασίας (μόνιμοι, ιδιωτικού δικαίου

αορίστου ή ορισμένου χρόνου, πλήρους ή μερικής απασχόλησης), δεν

μπορούν να εκλεγούν στους δήμους όπου υπηρετούν,

συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων που είναι αποσπασμένοι σε αυτούς

(άρθρο 14 παρ. 1 περίπτ. β΄ Ν 3852/2010).

Page 9: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

9

Το ίδιο κώλυμα ή ασυμβίβαστο έχουν και οι υπάλληλοι των δημοτικών

ιδρυμάτων και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, δεν μπορούν δηλαδή

να εκλεγούν ή να είναι αιρετά όργανα στο δήμο που έχει συστήσει το ίδρυμα ή

το νομικό πρόσωπο. Επίσης, οι υπάλληλοι των νομικών προσώπων ιδιωτικού

δικαίου (επιχειρήσεων, κοινωφελών ιδρυμάτων κ.λ.π.) δεν μπορούν να

εκλεγούν ή να είναι αιρετά όργανα στο δήμο που έχει συστήσει το νομικό

πρόσωπο ή συμμετέχει σε αυτό, με εξαίρεση τις αστικές εταιρείες μη

κερδοσκοπικού χαρακτήρα (άρθρο 14 παρ. 1 περίπτ. γ΄ Ν 3852/2010).

Το ανωτέρω κώλυμα ή ασυμβίβαστο ισχύει και για τους υπαλλήλους

των διαδημοτικών ΝΠΔΔ και συνδέσμων ΟΤΑ, οι οποίοι δεν μπορούν να

εκλεγούν ή να είναι αιρετά όργανα σε όλους τους δήμους που συμμετέχουν

στο ΝΠΔΔ ή σύνδεσμο (ΣτΕ 2874/2006 ΕΔΔΔΔ 2008 σελ. 1022, Γνωμ. ΝΥΔ

695/1986 ΕΔΔ 1986 σελ. 130, Εγκ. Υπ. Εσωτ. 48648/26-08-2010).

Το κώλυμα ή ασυμβίβαστο καταλαμβάνει και τα πρόσωπα των

μετακλητών υπαλλήλων, δεδομένου ότι και γι’ αυτά συντρέχει ο

δικαιολογητικός λόγος θέσπισης του συγκεκριμένου κωλύματος, δηλαδή η

προστασία του δημοσίου συμφέροντος από τον ψυχολογικό επηρεασμό που

είναι δυνατό να ασκήσουν στο εκλογικό σώμα, τα πρόσωπα που κατέχουν

δημόσια θέση στο δήμο όπου υποβάλλουν υποψηφιότητα (ΣτΕ 117/2004 ΝοΒ

2004 σελ. 1858).

Συνεπώς όχι μόνο οι γενικοί γραμματείς των δήμων, που αναφέρονται

ρητά στο νόμο, αλλά και οι ειδικοί σύμβουλοι, οι ειδικοί συνεργάτες και οι

επιστημονικοί συνεργάτες, δεν μπορούν να εκλεγούν ή να είναι αιρετά όργανα

στο δήμο όπου υπηρετούν (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 48648/26-08-2010).

Υπάλληλοι άλλων ΟΤΑ, υπάλληλοι αστικών εταιρειών μη κερδοσκοπικού

χαρακτήρα και υπάλληλοι του δημοσίου ή φορέων του δημόσιου τομέα δεν

έχουν το ανωτέρω κώλυμα ή ασυμβίβαστο (ΣτΕ 3323/2003 ΝοΒ 2005 σελ.

599), με την επιφύλαξη των διατάξεων της περίπτωσης ε΄ της παρ. 1 του

άρθρου 14 του Ν 3852/2010, που αναφέρονται στους προϊσταμένους γενικών

διευθύνσεων ή διευθύνσεων. Δεν έχουν επίσης κώλυμα οι υπάλληλοι των

οποίων ο διορισμός ακυρώθηκε αναδρομικά με δικαστική απόφαση, έστω και

αν εκκρεμεί κατ’ αυτής έφεση χωρίς ανασταλτικό αποτέλεσμα (βλέπε ΑΕΔ

13/2000 ΔιΔικ 2001 σελ. 786).

Page 10: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

10

Οι απασχολούμενοι με σύμβαση μίσθωσης έργου του άρθρου 6 του Ν

2527/97, όπως ισχύει, δεν αποκτούν υπαλληλική ιδιότητα και συνεπώς δεν

εμπίπτουν στο κώλυμα των περιπτώσεων β΄ και γ΄ της παρ. 1 του άρθρου 14

του Ν 3852/2010. Εμπίπτουν όμως στο κώλυμα λόγω σύμβασης της παρ. 3α

του άρθρου 14 του ίδιου νόμου (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 48648/26-08-2010).

Παλαιότερα είχε γίνει δεκτό, ότι οι απασχολούμενοι με σύμβαση μίσθωσης

έργου στα ΚΕΠ δεν έχουν το ανωτέρω κώλυμα ή ασυμβίβαστο (Γνωμ. ΝΣΚ

176/2003).

Οι δικηγόροι που προσλαμβάνονται με πάγια αντιμισθία σε οργανικές

θέσεις, δεν θεωρούνται μεν «υπάλληλοι» των ΟΤΑ, αφού απασχολούνται με

σχέση εντολής και όχι με σχέση εργασίας, καταλαμβάνονται όμως από το

κώλυμα της παρ. 3α του άρθρου 14 του Ν 3852/2010 (κώλυμα από

σύμβαση). Συνεπώς εκπίπτει από το αξίωμα ο δημοτικός σύμβουλος, που

προσλαμβάνεται με πάγια αντιμισθία ή γενικότερα συνδέεται με συμβατική

σχέση εντολής με το δήμο, στον οποίο έχει εκλεγεί (ΣτΕ 4703/96 ΕλλΔνη

1997 σελ. 949, Γνωμ. ΝΣΚ 81/1967). Αντίθετα, σύμφωνα με τη Γνωμοδότηση

493/1996 του Νομικού Συμβούλου του Υπουργείου Εσωτερικών, δεν

απαγορεύεται σε δημοτικό σύμβουλο να προσληφθεί ως δικηγόρος με πάγια

αντιμισθία στο δήμο, όπου έχει εκλεγεί.

Οι υπάλληλοι, με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, των δήμων που

συνενώνονται σε έναν δήμο, δεν μπορούν να εκλεγούν ή να είναι αιρετά

όργανα στο νέο δήμο που προκύπτει από τη συνένωση (άρθρο 14 παρ. 1

περίπτ. δ΄ Ν 3852/2010).

Το κώλυμα που προβλέπεται για τους υπαλλήλους του δήμου ή των

νομικών του προσώπων και τους δημοτικούς συμπαραστάτες, παύει να

ισχύει, εάν αυτοί παραιτηθούν από τη θέση τους πριν από την ημέρα

ανακήρυξης των υποψηφίων. Η παραίτηση επιδίδεται με δικαστικό επιμελητή

στον πρόεδρο πρωτοδικών, ο οποίος την υποβάλλει αμέσως στην αρχή που

είναι αρμόδια να την αποδεχθεί. Η παραίτηση θεωρείται ότι έχει γίνει δεκτή

από την επίδοσή της και δεν μπορεί να ανακληθεί (άρθρο 14 παρ. 7 Ν

3852/2010). Η επίδοση του εγγράφου με δικαστικό επιμελητή δεν αποτελεί

ουσιώδη τύπο της διαδικασίας της παραίτησης (βλέπε ΑΕΔ 26/2008 ΕΔΔΔΔ

2009 σελ. 899).

Page 11: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

11

Συνεπώς σε περίπτωση παραίτησης που υποβάλλεται με την ειδική

διαδικασία της παρ. 7 του άρθρου 14 του Ν 3852/2010, η λύση της σχέσης

εργασίας επέρχεται με την έγκυρη επίδοσή της και η πράξη αποδοχής της

παραίτησης έχει διαπιστωτικό χαρακτήρα (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 48648/26-08-

2010).

Παράλληλα με τον ανωτέρω ειδικό τρόπο, η παραίτηση από τη θέση που

δημιουργεί κώλυμα εκλογιμότητας, μπορεί να γίνει και κατά τις γενικές

διατάξεις που ισχύουν για την παραίτηση από τη συγκεκριμένη θέση (βλέπε

ΑΕΔ 10/2000 ΔιΔικ 2001 σελ. 776). Εάν πρόκειται για υπαλλήλους, η

διαδικασία της παραίτησης πρέπει να ολοκληρωθεί πριν από την

ημερομηνία ανακήρυξης των υποψηφίων, δηλαδή να έχει δημοσιευθεί στην

εφημερίδα της κυβέρνησης η πράξη αποδοχής της παραίτησης και να έχει

κοινοποιηθεί στον ενδιαφερόμενο (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 33681/18-07-1994). Ο

συμπαραστάτης του δημότη υποβάλλει την παραίτησή του στο οικείο

δημοτικό συμβούλιο (άρθρο 54 παρ. 4 Ν 3852/2010).

Δημοτικοί υπάλληλοι που παραιτούνται υποχρεωτικά, σύμφωνα με την

ισχύουσα κατά περίπτωση εκλογική νομοθεσία, για να συμμετάσχουν σε

οποιεσδήποτε εκλογές, επανέρχονται αυτοδικαίως στην ενεργό υπηρεσία εάν

δεν εκλεγούν ή, εφόσον εξελέγησαν, όταν λήξει για οποιοδήποτε λόγο η

θητεία τους. Η αίτηση επανόδου υποβάλλεται μέσα σε αποκλειστική

προθεσμία τριών μηνών από την ανακήρυξη των επιτυχόντων ή από τη λήξη

της θητείας.

Αν η υπηρεσία από την οποία ο υπάλληλος παραιτήθηκε, δεν υφίσταται

κατά το χρόνο επανόδου, η αίτηση υποβάλλεται στο φορέα όπου έχουν

μεταφερθεί οι υπάλληλοι της υπηρεσίας αυτής. Εάν δεν υπάρχει κενή θέση, ο

υπάλληλος επανέρχεται ως υπεράριθμος και καταλαμβάνει την πρώτη θέση

που θα κενωθεί στον κλάδο του (άρθρο 18 παρ. 5 και 5α Ν 1735/87, όπως

αυτές αντικαταστάθηκαν από την παρ. 1 του άρθρου 12 του Ν 3231/2004,

ΦΕΚ 45/Α, και από το άρθρο 32 του Ν 4257/2014).

Οι υπάλληλοι που παραιτούνται υποχρεωτικά από την υπηρεσία τους

για να ανακηρυχθούν υποψήφιοι σε οποιεσδήποτε εκλογές και σε περίπτωση

μη εκλογής τους επανέρχονται στην ενεργό υπηρεσία, σύμφωνα με τις

διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 18 του Ν 1735/1987, όπως ισχύουν,

δύνανται να αναγνωρίσουν ως συντάξιμο από το δημόσιο το χρόνο από την

Page 12: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

12

υποχρεωτική παραίτηση μέχρι την επάνοδό τους. Οι εισφορές ασφαλισμένου

βαρύνουν τους ενδιαφερόμενους και ο αναγνωριζόμενος χρόνος σε καμιά

περίπτωση δεν δύναται να υπερβεί το ένα έτος. Ο χρόνος που αναγνωρίζεται

ως συντάξιμος από το δημόσιο, λογίζεται και ως χρόνος ασφάλισης από τα

ταμεία επικουρικής ασφάλισης και πρόνοιας με καταβολή των ασφαλιστικών

εισφορών από τους ενδιαφερόμενους (άρθρο 8 παρ. 16 και 19 Ν 2592/98).

γ. Πρόεδροι και διευθύνοντες σύμβουλοι δημοτικών νομικών προσώπων.

Οι πρόεδροι των διοικητικών συμβουλίων των δημοτικών νομικών

προσώπων δημοσίου δικαίου, εξαιρουμένων των ιδρυμάτων, οι οποίοι δεν

έχουν την ιδιότητα του αιρετού, έχουν κώλυμα εκλογής στο δήμο που έχει

συστήσει το νομικό πρόσωπο. Το κώλυμα ή ασυμβίβαστο συντρέχει και για

τους διευθύνοντες ή εντεταλμένους συμβούλους των νομικών προσώπων

ιδιωτικού δικαίου που έχει συστήσει ή στα οποία συμμετέχει ο δήμος, με

εξαίρεση τις αστικές εταιρείες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα (άρθρο 14 παρ. 1

περίπτ.γ΄ Ν 3852/2010).

Το κώλυμα παύει να υφίσταται, εάν τα ανωτέρω πρόσωπα

παραιτηθούν από τη θέση τους πριν από την ημέρα ανακήρυξης των

υποψηφίων (άρθρο 14 παρ. 7 Ν 3852/2010).

δ. Προϊστάμενοι οργανικών μονάδων του δημοσίου και των φορέων του

δημόσιου τομέα.

Δεν μπορούν να εκλεγούν ή να είναι αιρετά δημοτικά όργανα οι

υπάλληλοι με οποιαδήποτε σχέση εργασίας του δημοσίου, των περιφερειών,

των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των κρατικών νομικών

προσώπων ιδιωτικού δικαίου, των δημοσίων επιχειρήσεων και των

επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το δημόσιο, με

διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, στους δήμους στα διοικητικά όρια των οποίων

άσκησαν καθήκοντα προϊσταμένου οργανικής μονάδας επιπέδου Γενικής

Διεύθυνσης ή Διεύθυνσης, μέσα στο τελευταίο πριν από τη διενέργεια των

εκλογών δεκαοκτάμηνο (άρθρο 14 παρ.1 περίπτ. ε΄ Ν 3852/2010).

Για τη συνδρομή του κωλύματος ή του ασυμβίβαστου αρκεί η κατοχή

θέσης προϊσταμένου, προβλεπόμενης από τις οικείες οργανικές διατάξεις, σε

Page 13: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

13

οργανική μονάδα επιπέδου Διεύθυνσης ή Γενικής Διεύθυνσης, χωρίς να

εξετάζεται το είδος των καθηκόντων και οι αρμοδιότητες που ασκεί η οργανική

μονάδα (ΣτΕ 610/2009, ΣτΕ 3096/2008 νομική βάση πληροφοριών

ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, Γνωμ. ΝΣΚ 255/2008, Εγκ. Υπ. Εσωτ. 48648/2010).

Δεν συντρέχει κώλυμα στο πρόσωπο υποψηφίων που άσκησαν ως

αναπληρωτές προσωρινά και ευκαιριακά καθήκοντα προϊσταμένου (ΣτΕ

4198/95 ΔιΔικ 1996 σελ. 1271) ή στο πρόσωπο υποψηφίων που είχαν μεν

την ιδιότητα του προϊσταμένου, αλλά δεν άσκησαν κατά το τελευταίο πριν από

τις εκλογές δεκαοκτάμηνο τα καθήκοντά τους, επειδή τελούσαν σε αργία ή

διαθεσιμότητα ή αναρρωτική ή άλλη άδεια ή απόσπαση κ.λ.π. (βλέπε ΑΕΔ

14/2000 ΔιΔικ 2001 σελ. 788). Σύμφωνα με την Εγκύκλιο του Υπουργείου

Εσωτερικών 48648/26-08-2010, η άσκηση καθηκόντων αναπληρωτή

προϊσταμένου κατά το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μέχρι να επιλεγεί

νέος προϊστάμενος στη θέση που έχει κενωθεί, συνιστά κώλυμα, εφόσον η

διάρκεια της αναπλήρωσης εκτείνεται στο κρίσιμο χρονικό διάστημα πριν από

τις εκλογές.

Δεν υπάγονται στο κώλυμα οι διευθυντές των σχολικών μονάδων της

πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (άρθρο 14 παρ. 1 περίπτ. ε΄

Ν 3852/2010). Το ίδιο ισχύει και για τους προϊσταμένους των Γραφείων

πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, δεδομένου ότι πρόκειται για

οργανικές μονάδες επιπέδου Τμήματος και όχι Διεύθυνσης (Γνωμ. ΝΣΚ

588/2006). Καταλαμβάνονται όμως από το κώλυμα οι Περιφερειακοί

Διευθυντές εκπαίδευσης και οι προϊστάμενοι των Διευθύνσεων πρωτοβάθμιας

και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του νομού (Γνωμ. ΝΣΚ 588/2006, Έγγρ.

ΥΠΕΠΘ 1719/Δ1/2007).

Ο ιατροί του ΕΣΥ θεωρούνται δημόσιοι υπάλληλοι για την εφαρμογή του

άρθρου 14 του Ν 3852/2010 (βλέπε ΑΕΔ 9/2000 ΔιΔικ 2001 σελ. 774). Στην

περίπτωση αυτή ως προϊστάμενος οργανικής μονάδας επιπέδου Διεύθυνσης

θεωρείται ο ιατρός που προΐσταται της ιατρικής υπηρεσίας κάθε νοσοκομείου,

δεν καταλαμβάνονται δηλαδή από το κώλυμα οι διευθυντές τμημάτων,

μονάδων, κλινικών και εργαστηρίων του νοσοκομείου. Προϊστάμενοι

οργανικής μονάδας επιπέδου Διεύθυνσης θεωρούνται και οι διευθυντές των

Κέντρων Υγείας (άρθρο 14 παρ. 1 περίπτ. ε΄ Ν 3852/2010, Εγκ. Υπ.Εσωτ.

45349/28-8-2006).

Page 14: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

14

ε. Πρόσωπα διοίκησης δημοσίων νομικών προσώπων και επιχειρήσεων.

Πρόσωπα που άσκησαν καθήκοντα διοικητή, υποδιοικητή, προέδρου

διοικητικού συμβουλίου, διευθύνοντος ή εντεταλμένου συμβούλου νομικών

προσώπων δημοσίου δικαίου, κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού

δικαίου, δημοσίων επιχειρήσεων και επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων

ορίζει άμεσα ή έμμεσα το δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, οι

οποίοι δεν είναι αιρετοί της τοπικής αυτοδιοίκησης ή δεν έχουν εκλεγεί στα

ανωτέρω αξιώματα, δεν μπορούν να εκλεγούν ή να είναι αιρετά όργανα στους

δήμους όπου έχουν την έδρα τους τα ανωτέρω νομικά πρόσωπα, εφόσον

είχαν μια από τις παραπάνω ιδιότητες μέσα στο τελευταίο δεκαοκτάμηνο πριν

από τη διενέργεια των εκλογών (άρθρο 14 παρ. 1 περίπτ. στ΄ Ν 3852/2010,

όπως ισχύει).

στ. Κώλυμα λόγω ποινικής καταδίκης.

Συντρέχει κώλυμα εκλογιμότητας για όσους έχουν εκπέσει από το αιρετό

αξίωμά τους, σύμφωνα με το άρθρο 236 παρ. 1 περίπτ. γ΄ του Ν 3852/2010,

όπως ισχύει, κατόπιν αμετάκλητης καταδίκης για οποιοδήποτε κακούργημα ή

για τα αδικήματα της παραχάραξης, κιβδηλείας, πλαστογραφίας, ψευδούς

βεβαίωσης, δωροδοκίας, εκβίασης, κλοπής, υπεξαίρεσης, απιστίας, απάτης,

καταπίεσης, αιμομιξίας, μαστροπείας, σωματεμπορίας, παράνομης

διακίνησης αλλοδαπών, παράβασης της νομοθεσίας για την καταπολέμηση

των ναρκωτικών και της λαθρεμπορίας. Το ίδιο ισχύει και επί αμετάκλητης

καταδίκης για παράβαση καθήκοντος, εφόσον κατά τη διάπραξη του

αδικήματος αυτού προξενείται οικονομική βλάβη στο δήμο ή στα νομικά του

πρόσωπα. Το κώλυμα υφίσταται για την επόμενη της έκπτωσης δημοτική

περίοδο (άρθρο 14 παρ. 2 Ν 3852/2010).

Ποινική καταδίκη για αδίκημα που δεν περιλαμβάνεται σε αυτά, τα οποία

κατά τρόπο περιοριστικό αναφέρονται στην παρ. 1γ του άρθρου 236 του Ν

3852/2010, δεν συνεπάγεται τη έκπτωση του καταδικασθέντος και δεν κωλύει

την εκλογή του (Γνωμ. Νομ. Δ/νσης Υπ. Εσωτ. 393/1987, Εγκ. Υπ. Εσωτ.

38201/06-05-1969).

Page 15: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

15

Η έκπτωση επέρχεται και λόγω αμετάκλητης καταδίκης για απόπειρα

τελέσεως των αδικημάτων του άρθρου 236 παρ. 1γ του Ν 3852/2010 (Εγκ.

Υπ. Εσωτ. 38201/06-05-1969).

Με εξαίρεση την περίπτωση της παρ. 2 του άρθρου 14 του Ν

3852/2010, γενικό κώλυμα λόγω ποινικής καταδίκης δεν υφίσταται, εκτός αν

λόγω της καταδίκης αυτής ο υποψήφιος στερήθηκε των πολιτικών του

δικαιωμάτων (ΣτΕ 4057/99 ΔιΔικ 2000 σελ. 992).

ζ. Κώλυμα λόγω σύμβασης.

Δεν μπορούν να εκλεγούν ή να είναι δήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι,

σύμβουλοι δημοτικής ή τοπικής κοινότητας ή εκπρόσωποι τοπικών

κοινοτήτων, όποιοι συνδέονται με το δήμο ή τα νομικά του πρόσωπα, πλην

των συνδέσμων, με σύμβαση προμήθειας, παροχής υπηρεσιών, εκτέλεσης

έργου, παραχώρησης του δικαιώματος εκμετάλλευσης δημοτικού έργου ή

δημοτικής υπηρεσίας, συνολικού ύψους άνω των 5.000,00 ευρώ ετησίως

(άρθρο 14 παρ. 3 περίπτ. α΄ Ν 3852/2010).

Το ίδιο κώλυμα ή ασυμβίβαστο ισχύει και για τους προέδρους και τα

μέλη των διοικητικών συμβουλίων, τους γενικούς διευθυντές, διαχειριστές,

μετόχους και εταίρους κεφαλαιουχικών εταιρειών, που συμβάλλονται με το

δήμο, εφόσον το ποσοστό συμμετοχής τους στις εταιρείες υπερβαίνει το 5%

του συνολικού κεφαλαίου της εταιρείας, για τους εταίρους των προσωπικών

εταιρειών και για τα κοινοπρακτούντα πρόσωπα (άρθρο 14 παρ. 3 περίπτ. β΄

Ν 3852/2010). Στη συγκεκριμένη περίπτωση το κώλυμα ή ασυμβίβαστο

αφορά τις συμβάσεις με τον ίδιο το δήμο και όχι με τα νομικά του πρόσωπα

(Γνωμ. ΝΣΚ 7/2010).

Αν ο δήμος συμμετέχει με οποιονδήποτε τρόπο στην επιχείρηση που

συμβάλλεται, δεν υπάρχει ασυμβίβαστο για τους εκπροσώπους του δήμου σε

δημόσιες ή δημοτικές επιχειρήσεις (άρθρο 14 παρ. 3 Ν 3852/2010).

Μπορούν να εκλεγούν ή να είναι μέλη των δημοτικών αρχών τα μέλη της

διοίκησης και οι υπάλληλοι δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών κοινής

ωφέλειας, που συνδέονται με το δήμο με σύμβαση, η οποία είναι σχετική με

το αντικείμενο της δραστηριότητάς τους (άρθρο 14 παρ. 6 Ν 3852/2010).

Page 16: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

16

Κώλυμα ή ασυμβίβαστο υπάρχει για όσους συνδέονται συμβατικά όχι

μόνο με τον ίδιο το δήμο, αλλά και με τα νομικά του πρόσωπα τόσο του

δημοσίου όσο και του ιδιωτικού δικαίου, αφού ο νόμος δεν διακρίνει σχετικά.

Παράλληλα, ο χαρακτήρας της σύμβασης προσδιορίζεται ειδικά, έτσι

ώστε να μην αποτελεί κώλυμα οποιαδήποτε σύμβαση, αλλά μόνο αυτή που

εμπίπτει στις κατηγορίες συμβάσεων που ορίζονται περιοριστικά στο άρθρο

14 του Ν 3852/2010. Έτσι, οι συμβάσεις μίσθωσης ή εκμίσθωσης κινητών και

ακινήτων και οι εγγυητικές συμβάσεις δεν περιλαμβάνονται στις κατηγορίες

συμβάσεων της παρ. 3α του άρθρου 14 του Ν 3852/2010.

Δεν περιλαμβάνονται επίσης οι συμβάσεις εκποίησης κινητών και

ακινήτων. Για το λόγο αυτό η διάταξη της παρ. 5 του ίδιου άρθρου, που ορίζει

ότι δεν αποτελεί ασυμβίβαστο η σύμβαση αγοράς δημοτικών ακινήτων,

εφόσον η εκποίηση έγινε ύστερα από πλειοδοτική δημοπρασία, δεν

εναρμονίζεται με τις διατάξεις της παρ. 3α του άρθρου αυτού. Προκύπτει

ωστόσο από αυτή, ότι εάν η εκποίηση δεν έγινε με δημοπρασία αλλά με άλλο

τρόπο (π.χ. με τη διαδικασία του άρθρου 187 του ΔΚΚ), υπάρχει

ασυμβίβαστο.

Στην παρ. 7 του άρθρου 163 του Κώδικα Δημοτικών και Κοινοτικών

Υπαλλήλων (Ν 3584/2007, ΦΕΚ 143/Α) ορίζεται ότι εάν επιτραπεί με

απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης η άσκηση

του ελεύθερου επαγγέλματος στον ειδικό ή επιστημονικό συνεργάτη του

δήμου, «έχει ανάλογη εφαρμογή η παρ. 3 περ. Α΄ του άρθρου 29 του Ν

3463/2006». Δηλαδή ο ειδικός ή επιστημονικός συνεργάτης θα έχει το κώλυμα

ή ασυμβίβαστο της διάταξης αυτής (κώλυμα λόγω σύμβασης).

Οι ειδικοί ή επιστημονικοί συνεργάτες είναι υπάλληλοι με σχέση εργασίας

ιδιωτικού δικαίου και συνεπώς εμπίπτουν στο κώλυμα της περίπτωσης β΄ της

παρ. 1 του άρθρου 14 του Ν 3852/2010 (κώλυμα λόγω υπαλληλικής σχέσης).

Συνεπώς η έννοια της ανωτέρω διάταξης είναι, ότι εάν επιτραπεί η άσκηση

του επαγγέλματος, δεν μπορεί ο ειδικός ή επιστημονικός συνεργάτης να

συνάψει σύμβαση, ως ελεύθερος επαγγελματίας, με το δήμο όπου υπηρετεί ή

με τα νομικά του πρόσωπα, αξίας μεγαλύτερης των 5.000 ευρώ ετησίως.

Οι εταιρείες του εμπορικού δικαίου διακρίνονται σε «προσωπικές» και σε

«κεφαλαιουχικές». Κατεξοχήν προσωπική είναι η ομόρρυθμη εταιρεία, ενώ

κατεξοχήν κεφαλαιουχική είναι η ανώνυμη. Οι λοιπές εταιρείες έχουν μικτό

Page 17: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

17

χαρακτήρα, στον οποίο υπερέχει άλλοτε το προσωπικό (ετερόρρυθμη

εταιρεία, συνεταιρισμοί) και άλλοτε το κεφαλαιουχικό στοιχείο (εταιρεία

περιορισμένης ευθύνης, ετερόρρυθμη κατά μετοχές εταιρεία).

Στις προσωπικές εταιρείες το κώλυμα ή ασυμβίβαστο συντρέχει στο

πρόσωπο όλων των εταίρων. Το ίδιο ισχύει και για τις αστικές εταιρείες του

άρθρου 784 του Αστικού Κώδικα (Γνωμ. ΝΣΚ 53/1992).

Στις κεφαλαιουχικές εταιρείες το κώλυμα ή ασυμβίβαστο συντρέχει στο

πρόσωπο: α) των μελών του διοικητικού συμβουλίου της Α.Ε., β) του

διαχειριστή της Α.Ε., δηλαδή του τρίτου (διευθύνοντος ή εντεταλμένου

συμβούλου) στον οποίο έχει ανατεθεί απ’ ευθείας από το καταστατικό ή από

το Δ.Σ. η εκπροσώπηση της εταιρείας, γ) του διαχειριστή (εταίρου ή μη) της

ΕΠΕ, που εκπροσωπεί την εταιρεία και διαχειρίζεται τις εταιρικές υποθέσεις,

δ) των μετόχων ή εταίρων (Γνωμ. ΝΣΚ 267/2005).

Πρόσθετη προϋπόθεση αποτελεί η κατοχή ποσοστού πάνω από 5% του

κεφαλαίου της εταιρείας. Σύμφωνα με τις εγκυκλίους του Υπουργείου

Εσωτερικών 36185/30-6-2006 και 62571/9-12-2004, η προϋπόθεση αυτή

αναφέρεται σε όλα τα ανωτέρω πρόσωπα, δηλαδή τόσο στα μέλη του

διοικητικού συμβουλίου, τους διαχειριστές κ.λ.π. όσο και στους απλούς

μετόχους ή εταίρους. Όπως προκύπτει όμως από την εισηγητική έκθεση του

νόμου 3274/2004, οι διατάξεις του άρθρου 28 του οποίου μεταφέρθηκαν

σχεδόν αυτούσιες στον ισχύοντα ΔΚΚ και στη συνέχεια στο νόμο 3852/2010,

η πρόσθετη αυτή προϋπόθεση αναφέρεται μόνο στους απλούς μετόχους ή

εταίρους, τους οποίους ο νομοθέτης έκρινε σκόπιμο να απαλλάξει του

κωλύματος, διότι δεν ασκούν αποφασιστική επιρροή στη διοίκηση και

λειτουργία της εταιρείας και συνεπώς δεν μπορούν να εκμεταλλευθούν προς

ίδιον όφελος το αιρετό αξίωμά τους (βλέπε ΣτΕ 1456/2006 ΕΔΔΔΔ 2008 σελ.

484).

Οικονομικό αντικείμενο της σύμβασης θεωρείται η συμφωνηθείσα και

περιεχόμενη στη σύμβαση οικονομική αντιπαροχή (συμβατική αμοιβή) και όχι

το προϋπολογιζόμενο ποσό ή το καθαρό ποσό (κέρδος) που εισέπραξε τελικά

ο συμβαλλόμενος (ΣτΕ 1657/95 ΔιΔικ 1995 σελ. 965), εάν υπάρχουν δε

περισσότερες συμβάσεις κατά τη διάρκεια του έτους, λαμβάνεται υπ’ όψη το

συνολικό ποσό και όχι το ποσό κάθε σύμβασης χωριστά (ΣτΕ 1842/2006,

1533/2002 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Page 18: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

18

Ο Φ.Π.Α. δεν λαμβάνεται υπ’ όψη για τον υπολογισμό του οικονομικού

αντικειμένου της σύμβασης (Γνωμ. ΝΣΚ 473/2000). Η νομιμότητα ή μη της

διαδικασίας κατάρτισης της σύμβασης δεν εξετάζεται, ενώ η παράλειψη

σύνταξης και υπογραφής γραπτής σύμβασης (συμφωνητικού) δεν επηρεάζει

τη συνδρομή του κωλύματος ή ασυμβίβαστου (ΣτΕ 1842/2006 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Κρίσιμος χρόνος συνδρομής ή μη του κωλύματος εκλογιμότητας είναι η

ημερομηνία ανακήρυξης των υποψηφίων (ΣτΕ 2225/2007 ΔιΔικ 2009 σελ.

235, ΣτΕ 1534/2007 ΔιΔικ 2008 σελ. 1527, ΣτΕ 3599/96 ΔιΔικ 1997 σελ.

1320). Συνεπώς εάν η σύμβαση έχει εκτελεσθεί και η διάρκειά της έχει λήξει

πριν από την ημερομηνία αυτή, δεν υπάρχει κώλυμα, έστω και αν δεν έχει

εξοφληθεί ολοσχερώς το τίμημα που προέβλεπε η σύμβαση (ΣτΕ 1728/2006,

ΣτΕ 1557/2004 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΣτΕ 3674/96 ΔιΔικ

1998 σελ. 1501, ΣτΕ 4763/87 ΔιΔικ 1989 σελ. 659, ΤρΔΠρΣερ 230/1994

Αρμεν 1995 σελ. 828). Ισχύει ωστόσο το ασυμβίβαστο, για όσους είχαν

συνάψει σύμβαση πριν από την εκλογή τους και συνεχίζουν μετά από αυτή να

συνδέονται με την ίδια συμβατική σχέση. Η λύση της σύμβασης σε χρόνο

μεταγενέστερο της εγκατάστασης της νέας δημοτικής αρχής δεν αίρει το

ασυμβίβαστο (ΣτΕ 1902/2002 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Όταν πρόκειται για σύμβαση εκτέλεσης τεχνικού έργου, το κώλυμα υφίσταται

εάν κατά το χρόνο ανακήρυξης των υποψηφίων δεν έχει γίνει η προσωρινή ή

οριστική παραλαβή του. Η βεβαίωση περαίωσης του έργου από την αρμόδια

Τεχνική Υπηρεσία δεν αρκεί για την άρση του κωλύματος (ΣτΕ 3464/2007

ΔιΔικ 2009 σελ. 1019).

Ο τρόπος και η διαδικασία με την οποία υπεγράφη η σύμβαση, η τυχόν

μοναδικότητα του αναδόχου και οι τυχόν επείγουσες ή απρόβλεπτες ανάγκες

που εξυπηρετεί η σύμβαση, δεν εξετάζονται (ΣτΕ 1533/2002 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, Γνωμ. ΝΣΚ 176/1997).

Η υπαναχώρηση από τη σύμβαση και η επιστροφή των εισπραχθέντων

βάσει της σύμβασης χρηματικών ποσών δεν ασκεί επιρροή και δεν αίρει το

ασυμβίβαστο (Γνωμ. ΝΣΚ 229/2009 και 361/2001).

Page 19: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

19

η. Δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, καθηγητές Πανεπιστημίων και ΤΕΙ.

Η ιδιότητα και το αξίωμα του δημάρχου, του προέδρου της δημοτικής ή

τοπικής κοινότητας, του εκπροσώπου της τοπικής κοινότητας και

οποιουδήποτε άλλου αιρετού οργάνου των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ, δεν αποτελεί

λόγο ασυμβίβαστου ή αναστολής άσκησης του λειτουργήματός τους για τους

δικηγόρους, τους συμβολαιογράφους, τα μέλη του Διδακτικού και Ερευνητικού

Προσωπικού (Δ.Ε.Π.) των Πανεπιστημίων και τα μέλη του Εκπαιδευτικού

Προσωπικού (Ε.Π.) των ΤΕΙ, συμπεριλαμβανομένου του ειδικού διδακτικού

και επιστημονικού προσωπικού (άρθρο 14 παρ. 14 Ν 3852/2010).

Δεν είναι ασυμβίβαστη ή πειθαρχικώς ελεγκτέα η άσκηση από δικηγόρο

– δημοτικό σύμβουλο, για λογαριασμό τρίτου (εντολέα), ενδίκων μέσων, τα

οποία στρέφονται κατά του δήμου στον οποίο έχει εκλεγεί (Γνωμ. Νομ. Συμβ.

Υπ. Εσωτ. 254/2004).

θ. Δικαστικοί επιμελητές, άμισθοι ή έμμισθοι υποθηκοφύλακες.

Ο δικαστικός επιμελητής δεν κωλύεται να είναι υποψήφιος, σε

περίπτωση όμως που εκλεγεί δήμαρχος, τελεί σε αναστολή άσκησης των

καθηκόντων του καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας του (άρθρο 41 παρ. 2 Ν

2318/95, ΦΕΚ 126/Α).

Δεν έχουν κώλυμα ή ασυμβίβαστο οι άμισθοι ή έμμισθοι

υποθηκοφύλακες (Γνωμ. ΕισΑΠ 3/1999, Εγκ. Υπ. Εσωτ. 36185/30-6-2006).

ι. Οφειλέτες του δήμου και των δημοτικών ΝΠΔΔ ή επιχειρήσεων.

Δεν μπορούν να είναι δήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι, σύμβουλοι

δημοτικής ή τοπικής κοινότητας και εκπρόσωποι τοπικών κοινοτήτων, όποιοι

είναι, από οποιαδήποτε αιτία και για οποιοδήποτε ποσό, οφειλέτες του δήμου,

των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου του δήμου, της ΔΕΥΑ και των

κοινωφελών επιχειρήσεων του δήμου αυτού (άρθρο 15 παρ.1 Ν 3852/2010).

Αν ένας οφειλέτης του δήμου, των ΝΠΔΔ του δήμου, της ΔΕΥΑ ή των

κοινωφελών επιχειρήσεων του δήμου εκλεγεί δήμαρχος, δημοτικός

σύμβουλος, σύμβουλος δημοτικής ή τοπικής κοινότητας και εκπρόσωπος

τοπικής κοινότητας, οφείλει να εξοφλήσει την οφειλή του έως την ημέρα

εγκατάστασης των νέων δημοτικών αρχών (άρθρο 15 παρ. 2 Ν 3852/2010).

Page 20: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

20

Αν τα πρόσωπα αυτά γίνουν οφειλέτες του δήμου ή των ανωτέρω

νομικών προσώπων μετά την εκλογή τους, οφείλουν να εξοφλήσουν την

οφειλή τους μέσα σε προθεσμία δύο μηνών αφότου κατέστη οριστική η

βεβαίωση της οφειλής και έλαβαν γνώση αυτής ή, σε περίπτωση άσκησης

ενδίκων βοηθημάτων, αφότου εκδόθηκε τελεσίδικη δικαστική απόφαση. Αν η

εξόφληση δεν γίνει κατά τη διάρκεια της προθεσμίας αυτής, με εξαίρεση την

περίπτωση διακανονισμού της οφειλής, εκπίπτουν από το αξίωμά τους.

Εφόσον υποβληθεί σχετική ένσταση, το Διοικητικό Πρωτοδικείο στην

περιφέρεια του οποίου υπάγεται ο οικείος δήμος, διαπιστώνει την ύπαρξη του

ασυμβίβαστου και την έκπτωση από το αξίωμα. Κατά της απόφασης με την

οποία διαπιστώνεται το ασυμβίβαστο χωρεί αίτηση αναίρεσης ενώπιον του

Συμβουλίου της Επικρατείας (άρθρο 15 παρ. 3 Ν 3852/2010).

Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων στις οφειλές «από

οποιαδήποτε αιτία» περιλαμβάνονται και οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης

καταβολής (Γνωμ. ΝΣΚ 274/1996), ενώ ως «οφειλή» νοείται αυτή για την

οποία υπάρχει εκτελεστός νόμιμος τίτλος (Γνωμ. ΝΣΚ 141/1995).

Συνεπώς δεν θεωρείται οφειλέτης ο δήμαρχος ή ο δημοτικός σύμβουλος

κ.λ.π., πριν το χρέος βεβαιωθεί ταμειακώς (εν στενή εννοία) στο αρμόδιο

ταμείο, δηλαδή «οριστική» θεωρείται η ταμειακή βεβαίωση (Εγκ. Υπ. Εσωτ.

63255/17-7-1969).

Η δίμηνη προθεσμία για την εξόφληση της οφειλής αρχίζει από τότε που

επιδόθηκε με αποδεικτικό στον οφειλέτη η ατομική ειδοποίηση για την

πληρωμή της, κατά τις διατάξεις των άρθρων 41 του ΝΔ 4260/62 και 4 του ΝΔ

356/74 (ΣτΕ 2069/2006 και 1543/2006 νομική βάση πληροφοριών

ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΣτΕ 1931/62 ΕΝΟΤΑ Τόμος 2 σελ. 690, Γνωμ. ΝΣΚ

274/1996).

Η δίμηνη προθεσμία αρχίζει επίσης από τότε που ο οφειλέτης έλαβε

αποδεδειγμένα γνώση αυτής. Για το δήμαρχο π.χ. που συνυπογράφει τους

βεβαιωτικούς καταλόγους (άρθρο 58 παρ.1 περίπτ.ε΄ Ν 3852/2010), δεν

απαιτείται, για την εκκίνηση της δίμηνης προθεσμίας, η επίδοση της ατομικής

ειδοποίησης, αφού λόγω ακριβώς της υπογραφής από τον ίδιο του

βεβαιωτικού καταλόγου γνωρίζει την ύπαρξη του χρέους (βλέπε ΣτΕ

2074/2002 ΝοΒ 2003 σελ. 775).

Page 21: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

21

«Διακανονισμός της οφειλής» θεωρείται η διευκόλυνση τμηματικής

καταβολής του χρέους, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 170

του Ν 3463/2006. Παρ’ όλο που στο νόμο η περίπτωση διακανονισμού της

οφειλής αναφέρεται μόνο στους αιρετούς, που γίνονται οφειλέτες μετά την

εκλογή τους, είναι προφανές ότι αφορά και όσους ήταν ήδη οφειλέτες όταν

εξελέγησαν.

Αίτηση διαγραφής του χρέους κατά τις διατάξεις του άρθρου 174 του

ΔΚΚ δεν αναστέλλει τη διαδικασία της έκπτωσης (Γνωμ. ΝΣΚ 315/2003).

Ο καταλογισμός χρηματικού ποσού σε βάρος αιρετών από το Ελεγκτικό

Συνέδριο ή από οικονομικούς επιθεωρητές, δεν εμπίπτει στην έννοια της

οφειλής, η μη πληρωμή ή η εκπρόθεσμη πληρωμή της οποίας συνεπάγεται

την έκπτωση από το αξίωμα (ΣτΕ 2178/2002 ΝοΒ 2003 σελ. 793, Γνωμ. Νομ.

Συμβ. ΥΠΕΣΔΔΑ 437/2001).

ια. Ακύρωση της εκλογής – έκπτωση από το αξίωμα.

Οι δήμαρχοι, οι δημοτικοί σύμβουλοι, οι σύμβουλοι δημοτικών ή τοπικών

κοινοτήτων και οι εκπρόσωποι των τοπικών κοινοτήτων, που αποδέχονται

οποιοδήποτε από τα καθήκοντα ή τα έργα που συνιστούν ασυμβίβαστο ή

αποκτούν δημοτικότητα σε άλλο δήμο, εκπίπτουν από το αξίωμά τους. Το

Διοικητικό Πρωτοδικείο στην περιφέρεια του οποίου υπάγεται ο οικείος δήμος,

διαπιστώνει με απόφασή του την ύπαρξη του ασυμβίβαστου και την έκπτωση

από το αξίωμα, εφόσον υποβληθεί σχετική ένσταση από οποιοδήποτε

εκλογέα ή υποψήφιο στις δημοτικές εκλογές. Κατά της απόφασης που

διαπιστώνει το ασυμβίβαστο χωρεί αίτηση αναίρεσης στο Συμβούλιο της

Επικρατείας (άρθρο 14 παρ. 8 Ν 3852/2010).

Όπως προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου 259 του Ν 2717/99, αν

εκλεγεί ως δήμαρχος ή δημοτικός σύμβουλος πρόσωπο που έχει κώλυμα

εκλογιμότητας, το δικαστήριο ακυρώνει την εκλογή του συγκεκριμένου

προσώπου ή, αν η ένσταση εκδικάζεται μετά την επικύρωση της εκλογής και

την εγκατάσταση των δημοτικών αρχών, διαπιστώνει το κώλυμα, οπότε ο

εκλεγείς εκπίπτει από το αξίωμα.

Η εκλογή προσώπου που έχει κώλυμα εκλογιμότητας δεν έχει ως

αποτέλεσμα την ακύρωση των εκλογών στο σύνολό τους και την επανάληψή

Page 22: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

22

τους, αλλά συνεπάγεται, αν μεν πρόκειται για δημοτικό σύμβουλο, την εκλογή

του επόμενου κατά τη σειρά των ψήφων υποψηφίου, αν δε πρόκειται για

δήμαρχο την αναπλήρωση της θέσης κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 60 του Ν

3852/2010 (ΣτΕ 299/2008 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΣτΕ

3464/2007 ΔιΔικ 2009 σελ. 1019, ΣτΕ 3185/2003 ΔιΔικ 2006 σελ. 229, ΣτΕ

3036/2000 ΝοΒ 2001 σελ. 1557, ΣτΕ 806/1996 ΔιΔικ 1996 σελ.942, ΣτΕ

1970/91 Αρμεν 1991 σελ.721, ΣτΕ 3552/87 ΕΔΔΔ 1988 σελ. 436, ΤρΔΠρΠατρ

806/1998 ΔιΔικ 1999 σελ.429).

Η έκπτωση από το αξίωμα αφορά τη συγκεκριμένη θητεία, κατά τη

διάρκεια της οποίας διαπιστώθηκε το ασυμβίβαστο. Σε περίπτωση

επανεκλογής του ίδιου προσώπου τα αποτελέσματα της έκπτωσης δεν

επεκτείνονται στη νέα δημοτική περίοδο (ΣτΕ ΕπΑν 122/2002 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, Γνωμ. Νομ. Συμβ. Υπ. Εσωτ. 89/2003).

Page 23: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

23

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΕΥΘΥΝΕΣ ΔΗΜΑΡΧΩΝ

1. Αρμοδιότητες.

1.1 Εκπροσώπηση του δήμου.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 58 παρ. 1α του Ν 3852/2010, ο

δήμαρχος εκπροσωπεί το δήμο στα δικαστήρια και σε κάθε δημόσια αρχή.

Ως εκπρόσωπος του οικείου οργανισμού ο δήμαρχος έχει τις

ακόλουθες επί μέρους αρμοδιότητες:

α. Υπογραφή αλληλογραφίας.

Ο δήμαρχος υπογράφει την αλληλογραφία του δήμου με άλλες αρχές,

υπηρεσίες ή πρόσωπα. Εκτός από το δήμαρχο, τους αντιδημάρχους και τους

αναπληρωτές τους ή τα εξουσιοδοτημένα από αυτούς πρόσωπα, κανένα άλλο

δημοτικό όργανο δεν έχει δικαίωμα να αλληλογραφεί, υπό την ιδιότητά του

αυτή, ως εκπρόσωπος του οικείου ΟΤΑ.

β. Υπογραφή συμβάσεων.

Ο δήμαρχος υπογράφει τις συμβάσεις που συνάπτει ο δήμος, όπως

είναι τα δανειστικά συμβόλαια και τα συμβόλαια μεταβίβασης ακινήτων, τα

συμφωνητικά έργων, προμηθειών και μεταφορών, οι προγραμματικές

συμβάσεις, οι συμβάσεις εκμίσθωσης ή μίσθωσης ακινήτων, οι συμβάσεις

εργασίας κ.λ.π. (άρθρο 58 παρ.1 περίπτ. στ΄ Ν 3852/2010).

Οι δήμαρχοι υπογράφουν εγκύρως τις ανωτέρω συμβάσεις, εφόσον για

κάθε μία από αυτές τηρήθηκε η διαδικασία που προβλέπει ο νόμος. Σε

διαφορετική περίπτωση η σύμβαση είναι άκυρη και δεν δεσμεύει το δήμο

(άρθρα 70 και 174 Αστικού Κώδικα, άρθρο 85 Ν 2362/95 «Περί Δημοσίου

Λογιστικού», ΦΕΚ 247/Α, άρθρο 40 ΝΔ 496/74 «Περί λογιστικού των Νομικών

Προσώπων Δημοσίου Δικαίου», ΦΕΚ 204/Α), μπορεί όμως να τον

υποχρεώσει σε καταβολή αποζημίωσης λόγω αδικαιολόγητου πλουτισμού

(ΑΠ 194/2002 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΕφΚρητ 441/2004

νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΕφΑθην 11549/95 ΝοΒ 1996 σελ.

1008, ΕφΔωδεκ 130/1986 Αρμεν 1987 σελ. 219, ΕιρΧαλανδρ 735/2006 και

366/2005 Τράπεζα νομικών πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

Page 24: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

24

Η σύναψη (γραπτών ή προφορικών) συμβάσεων για τις οποίες δεν

τηρήθηκε η νόμιμη διαδικασία, μπορεί να θεμελιώσει σε βάρος του δημάρχου

ποινική ευθύνη κατά τις διατάξεις του άρθρου 259 του Ποινικού Κώδικα

(παράβαση καθήκοντος) καθώς και αστική ή πειθαρχική ευθύνη κατά τις

διατάξεις του Ν 3852/2010 (άρθρα 232 και 233).

Ο δήμαρχος έχει αρμοδιότητα για την υπογραφή των συμβάσεων που

συνάπτει ο δήμος, είτε η αρμοδιότητα αυτή προβλέπεται ρητά από τις

διατάξεις που διέπουν τη συγκεκριμένη σύμβαση – όπως συμβαίνει π.χ. με

την παρ. 1 του άρθρου 7 του ΠΔ 171/87 για τα δημοτικά έργα – είτε όχι.

Συνεπώς, δεν είναι απαραίτητο να εξουσιοδοτείται ο δήμαρχος για την

υπογραφή της σύμβασης με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου.

γ. Δικαστική εκπροσώπηση.

Ο δήμαρχος ασκεί τα ένδικα μέσα και ενεργεί κάθε δικαστική ή εξώδικη

πράξη που απαιτείται για την προστασία των συμφερόντων του δήμου. Η

δικαστική εκπροσώπηση του οικείου ΟΤΑ από το δήμαρχο αποτελεί

υποχρέωσή του, η παραβίαση της οποίας μπορεί να θεμελιώσει σε βάρος του

αστική και πειθαρχική ευθύνη, ιδίως στην περίπτωση που η παράλειψη

άσκησης ενδίκων μέσων ή δικαστικής εκπροσώπησης αποβαίνει σε βάρος

της περιουσίας και γενικά των συμφερόντων του δήμου (Γνωμ. Νομ. Δ/νσης

Υπ. Εσωτ. 221/83, Εγκ. ΥΠ. Εσωτ. 129/31-12-2013,Εγκ. Υπ. Οικον.

2008681/839/ 0022/1994).

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 72 του Ν 3852/2010, στις

αρμοδιότητες της οικονομικής επιτροπής ανήκει και η άσκηση όλων των

ενδίκων μέσων και βοηθημάτων, η υποβολή προσφυγών στις διοικητικές

αρχές και η πρόσληψη πληρεξούσιου δικηγόρου ή η ανάκληση της

πληρεξουσιότητάς του. Συνεπώς δεν μπορεί κατ’ αρχήν να ασκηθεί

παραδεκτά ένδικο μέσο ή βοήθημα (αγωγή, έγκληση, έφεση, αίτηση

ακύρωσης ή αναίρεσης, παρέμβαση κ.λ.π.) ή διοικητική προσφυγή χωρίς

προηγούμενη απόφαση της οικονομικής επιτροπής (ΣτΕ 2878/2006 και

968/2006 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΣτΕ 240/1997 ΔιΔικ

1998 σελ. 47, ΣτΕ Ολ 3174/96 ΔιΔικ 1997 σελ. 87, ΣτΕ 3946/96 ΔιΔικ 1997

σελ. 1395, ΣτΕ Ολ 4575/96 ΝοΒ 1997 σελ. 501, ΣτΕ 4753/95 ΔιΔικ 1996 σελ.

1246, ΣτΕ 3626/90 ΔιΔικ 1991 σελ. 950, ΣτΕ 3481-3718/87 ΝοΒ 1990 σελ.

720, ΣτΕ 580/1985 ΝοΒ 1988 σελ. 167, ΣτΕ 3369-3371/85 ΝοΒ 1988 σελ.

Page 25: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

25

168, ΑΠ 1993/2007 ΝοΒ 2008 σελ. 969, ΑΠ 767/2007 ΝοΒ 2007 σελ. 2159,

ΑΠ 975/2006 ΝοΒ 2007 σελ. 2096, ΑΠ 517/2002 και 94/2002 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΑΠ 541/1994 Ελλ Δνη 1995 σελ. 146).

Κατ’ εξαίρεση, όταν δημιουργείται προφανής κίνδυνος ή απειλείται

άμεση ζημία των δημοτικών συμφερόντων από την αναβολή, ο δήμαρχος

μπορεί και χωρίς προηγούμενη απόφαση της οικονομικής επιτροπής, να

εγείρει και να αντικρούει αγωγές, να ασκεί ένδικα μέσα, να διορίζει

πληρεξούσιους δικηγόρους και γενικά να ενεργεί κάθε δικαστική ή εξώδικη

πράξη που είναι αναγκαία για την προστασία των συμφερόντων του δήμου,

με την προϋπόθεση ότι θα υποβάλλει αμέσως (δηλαδή στην πρώτη

συνεδρίαση) τις πράξεις αυτές για έγκριση στη οικονομική επιτροπή (άρθρο

58 παρ. 2 Ν 3852/2010).

Τέτοια περίπτωση συντρέχει π.χ. όταν τίθεται βραχεία προθεσμία για

την άσκηση του ενδίκου μέσου, οπότε παραδεκτά ενεργεί ο δήμαρχος χωρίς

προηγούμενη απόφαση του αρμοδίου συλλογικού οργάνου, προκειμένου να

μην παρέλθει η προθεσμία (ΣτΕ 3626/90 ΔιΔικ 1991 σελ. 950, ΣτΕ 3627/90

ΔιΔικ 1991 σελ. 1341, ΣτΕ 1043/85 ΕΤΑ 1987 σελ. 243, ΑΠ 544/2007 ΝοΒ

2007 σελ. 1892, ΑΠ 1882/86 ΕΕΝ 1987 σελ. 675, ΑΠ 315/82 ΕΕΝ 1983 σελ.

162) ή αν πρόκειται για δίκη ασφαλιστικών μέτρων, στην οποία ο δήμαρχος

νομίμως καταθέτει τη σχετική αίτηση δίχως προηγούμενη απόφαση της

οικονομικής επιτροπής (ΕιρΚιλκ 29/1993 Αρμεν 1993 σελ. 1106, ΕισΕφΠειρ

1/2002 ΝοΒ 2002 σελ. 2047).

Όπως γίνεται εξάλλου δεκτό από τη νομολογία, η εκ των υστέρων

έγκριση της οικονομικής επιτροπής νομιμοποιεί την άσκηση του ενδίκου

μέσου ή βοηθήματος από το δήμαρχο σε όλες γενικά τις περιπτώσεις και όχι

μόνο σε αυτές που θεωρούνται κατεπείγουσες. Η απόφαση της επιτροπής για

την άσκηση του ενδίκου μέσου ή βοηθήματος και, αν πρόκειται για δήμο όπου

δεν υπηρετεί δικηγόρος με πάγια αντιμισθία, για το διορισμό πληρεξούσιου

δικηγόρου, πρέπει να προσκομίζονται μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης στο

ακροατήριο ή μέσα στην προθεσμία που τυχόν παρέχεται για το σκοπό αυτό

από τον πρόεδρο του δικαστηρίου, διαφορετικά το ένδικο μέσο ή βοήθημα

απορρίπτεται ως απαράδεκτο (ΣτΕ 240/1997 ΔιΔικ 1998 σελ. 47, ΣτΕ Ολ

3174/96 ΔιΔικ 1997 σελ. 87, ΣτΕ 3946/96 ΔιΔικ 1997 σελ. 1395, ΣτΕ Ολ

996/1994 ΔιΔικ 1994 σελ. 1097, ΕφΘεσ 222/1994 Αρμεν 1994 σελ. 1071).

Page 26: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

26

Στην παρ. 25 του άρθρου 19 του Ν 2386/96 (ΦΕΚ 43/Α) ορίζονται τα

εξής:

«Όπου σε διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας προβλέπεται εντολή ή

έγκριση ή ειδική πληρεξουσιότητα του εκπροσωπούντος το Δημόσιο κατά

περίπτωση οργάνου ή του οργάνου που διοικεί ή εκπροσωπεί νομικό

πρόσωπο δημοσίου δικαίου, για την άσκηση αντίστοιχα αγωγής, προσφυγής,

έγκλησης, ενδίκου μέσου ή βοηθήματος και γενικά οποιασδήποτε

διαδικαστικής ενέργειας, η έλλειψη της παρέχουσας την εντολή ή την έγκριση

ή την πληρεξουσιότητα σχετικής απόφασης, δεν επηρεάζει το κύρος όποιων

πράξεων από τις παραπάνω γίνονται χωρίς αυτήν ή έγιναν πριν από την

έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου και δεν έχει εκδοθεί επ’ αυτών αμετάκλητη

δικαστική απόφαση».

Οι διατάξεις αυτές, οι οποίες καλύπτουν τόσο την απόφαση για τη

νομιμοποίηση του δικηγόρου (πληρεξουσιότητα) όσο και την απόφαση για την

άσκηση του ενδίκου μέσου (ΣτΕ 866/1999 ΔιΔικ 2003 σελ. 455, ΣτΕ Ολ

3440/98 ΝοΒ 1999 σελ. 1010), έχουν εφαρμογή και στους ΟΤΑ και μάλιστα

όχι μόνο για την άσκηση αλλά και για την παραίτηση από ένδικα μέσα (ΣτΕ

Ολ 2233/99 ΕΔΔΔ 2000 σελ. 337).

Ο δήμαρχος ειδικότερα μπορεί σε περίπτωση προφανούς κινδύνου ή

ζημίας των δημοτικών συμφερόντων, να αποφασίζει για οποιοδήποτε θέμα

ανήκει στην αρμοδιότητα της οικονομικής επιτροπής και της επιτροπής

ποιότητας ζωής και όχι μόνο για θέματα σχετιζόμενα με τη δικαστική

προστασία των συμφερόντων του δήμου. Υποχρεούται όμως να υποβάλει

αμέσως (στην πρώτη συνεδρίαση) τις ενέργειές του στην έγκριση της

επιτροπής (άρθρο 58 παρ. 2 Ν 3852/2010).

δ. Παραλαβή δικογράφων.

Ο δήμαρχος παραλαμβάνει τα δικόγραφα για λογαριασμό του δήμου.

Αναλυτικά :

- Κατά την παρ. 3 του άρθρου 49 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν

2717/99), οι επιδόσεις των δικογράφων προς τα νομικά πρόσωπα δημοσίου

δικαίου γίνονται στους νομίμους εκπροσώπους τους ή σε υπαλλήλους που

έχουν εξουσιοδοτηθεί από αυτούς ή στους δικαστικούς τους πληρεξούσιους.

Συνεπώς η επίδοση γίνεται έγκυρα στο δήμαρχο ή στα πρόσωπα που

αυτός έχει μεταβιβάσει τη σχετική αρμοδιότητα (αντιδήμαρχο) κατά τις

Page 27: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

27

διατάξεις του άρθρου 59 του Ν 3852/2010 ή στο πρόσωπο που αναπληρώνει

το δήμαρχο, όταν αυτός απουσιάζει ή κωλύεται (άρθρο 89 παρ. 1 Ν

3463/2006). Επίδοση μπορεί να γίνει επίσης και σε συμβούλους ή

υπαλλήλους που έχουν εξουσιοδοτηθεί για το σκοπό αυτό (παραλαβή

δικογράφων) από το δήμαρχο κατά τις διατάξεις του άρθρου 88 του ΔΚΚ.

Επίδοση που δεν γίνεται στο δήμαρχο αλλά σε άλλο, μη νομίμως

εξουσιοδοτημένο από αυτόν πρόσωπο, είναι άκυρη (ΔΕφΘεσ 63/1988 Αρμεν

1988 σελ. 384).

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 54 του ίδιου Κώδικα,

όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 5 του Ν 3659/2008, «αν εκείνος στον

οποίο πρόκειται να γίνει η επίδοση είναι, κατά το χρόνο της επίδοσης,

άγνωστης διαμονής, τότε αυτή γίνεται, όταν δεν υπάρχει αντίκλητος, στον

δήμαρχο ή τον πρόεδρο της κοινότητας της τελευταίας γνωστής κατοικίας ή

διαμονής του, ενώ, αν δεν υπάρχει γνωστή κατοικία ή διαμονή, στον δήμαρχο

ή τον πρόεδρο της κοινότητας της έδρας της αρχής που εξέδωσε την πράξη».

Κατά τις διατάξεις του άρθρου 126 παρ. 1 του Κώδικα Πολιτικής

Δικονομίας, οι επιδόσεις προς νομικά πρόσωπα γίνονται στο νόμιμο

εκπρόσωπό τους, δηλαδή, εφόσον πρόκειται για ΟΤΑ, στο δήμαρχο ή στα

πρόσωπα που τον αναπληρώνουν ή έχουν εξουσιοδοτηθεί από αυτόν κατά

τους ορισμούς του ΔΚΚ (ΑΠ 1179/2007 ΝοΒ 2008 σελ. 352). Εάν η επίδοση

γίνεται σε πρόσωπο διαφορετικό από το δήμαρχο, πρέπει να αναφέρεται στην

έκθεση επίδοσης το ονοματεπώνυμο και η ιδιότητα του προσώπου που έχει

εξουσιοδοτηθεί από το δήμαρχο να παραλαμβάνει δικόγραφα (ΑΠ 1179/2007

ΝοΒ 2008 σελ. 352).

Με την εκδοχή ότι οι διατάξεις του άρθρου 129 του ΚΠολΔ έχουν

εφαρμογή και στα ΝΠΔΔ, η επίδοση γίνεται έγκυρα και σε υπάλληλο ή

δικηγόρο του δήμου, όταν απουσιάζουν τα πρόσωπα που τον εκπροσωπούν

και η απουσία αυτή μνημονεύεται στην οικεία έκθεση επίδοσης (ΕφΑθην

4925/99 ΝοΒ 2000 σελ. 1281, ΕφΘεσ 2774/87 Αρμεν 1988 σελ. 950, ΕφΘεσ

3080/87 Αρμεν 1988 σελ. 1090, ΜΠρΑρτ 32/1993 Αρμεν 1993 σελ. 235).

Ως προς τις επιδόσεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όταν το

έγγραφο επιδίδεται στον ίδιο το δήμαρχο, δεν είναι απαραίτητο να

αναγράφεται στο αποδεικτικό επίδοσης το ονοματεπώνυμό του (ΑΠ Ολ

8/1995 ΠΧρον 1996 σελ. 829). Είναι άκυρη όμως η επίδοση, εάν ο

Page 28: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

28

παραλαβών δήμαρχος δεν υπέγραψε ιδιοχείρως αλλά με σφραγίδα (ΑΠ

1119/2005 ΝοΒ 2006 σελ. 596, ΑΠ 445/1999 ΝοΒ 1999 σελ. 1350). Όταν το

έγγραφο επιδίδεται σε εντεταλμένο υπάλληλο, πρέπει να αναγράφεται στο

αποδεικτικό τόσο το ονοματεπώνυμό του όσο και η ιδιότητά του ως

εξουσιοδοτημένου υπαλλήλου, η παράλειψη όμως αναγραφής της ιδιότητας

δεν προκαλεί ακυρότητα, εάν αυτή μπορεί να αποδειχθεί με άλλο αποδεικτικό

μέσο (ΑΠ 81/1996 ΠΧρον 1996 σελ. 1448, ΑΠ 591/1994 ΠΧρον 1994 σελ.

652, ΑΠ 1231/89 ΠΧρον 1990 σελ. 538).

ε. Βεβαίωση του γνήσιου της υπογραφής – Επικύρωση αντιγράφων.

Ο δήμαρχος θεωρεί το γνήσιο της υπογραφής και επικυρώνει

αντίγραφα (άρθρο 11 Ν 2690/99, όπως ισχύει). Η επικύρωση από το δήμαρχο

αντιγράφων τα οποία δεν αποτελούν πιστή αναπαραγωγή του πρωτοτύπου,

μπορεί να συνιστά το αδίκημα της ψευδούς βεβαίωσης (ΑΠ 657/2004 ΠΧρον

2005 σελ. 228).

Η άσκηση της αρμοδιότητας αυτής, μπορεί να μεταβιβασθεί σε

αντιδημάρχους ή άλλους αιρετούς ή υπαλλήλους κατά τις διατάξεις των

άρθρων 59 του Ν 3852/2010 και 88 του ΔΚΚ (Έγγρ. ΥΠΕΣΔΔΑ 32866/1-8-

2005, Εγκ. Υπ. Προεδρ. 536/28-8-1986).

στ. Ευθύνη από πράξεις ή παραλείψεις του δημάρχου ή του προέδρου

της κοινότητας.

Ως εκπρόσωπος του δήμου, ο δήμαρχος ενεργώντας με την ιδιότητά

του αυτή εκφράζει τη βούληση του νομικού προσώπου. Οι πράξεις ή

παραλείψεις του είναι πράξεις ή παραλείψεις του δήμου. Δηλαδή, οι ενέργειές

του δεσμεύουν το δήμο, με την προϋπόθεση βέβαια ότι εμπίπτουν στον κύκλο

των καθηκόντων, τα οποία του έχει αναθέσει ο νόμος (ΑΕΔ 5/1995 ΔιΔικ 1995

σελ. 311). Σε διαφορετική περίπτωση, η παράνομη πράξη που τυχόν επιχειρεί

ο δήμαρχος, χωρίς να έχει σχετική αρμοδιότητα, γεννά δική του, προσωπική

ευθύνη και όχι ευθύνη του νομικού προσώπου (ΣτΕ 2796/2006 ΝοΒ 2007

σελ. 1666, ΣτΕ 1147/2005 ΔιΔικ 2007 σελ. 237, ΔεφΑθ 314/1992 ΔιΔικ 1993

σελ. 156, ΤρΔΠρΑθ 12866/97 ΔιΔικ 1999 σελ. 164).

1.2 Έκδοση πιστοποιητικών και βεβαιώσεων.

Α. Βεβαίωση μόνιμης κατοικίας.

Page 29: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

29

Ο δήμαρχος εκδίδει τις βεβαιώσεις μόνιμης κατοικίας (άρθρο 279 Ν

3463/2006).

Η βεβαίωση που πιστοποιεί την ιδιότητα του μόνιμου κατοίκου, όπου

απαιτείται, χορηγείται εφόσον προκύπτει πραγματική εγκατάσταση στο δήμο,

που αποδεικνύεται με απόδειξη λογαριασμού δημόσιας επιχείρησης κοινής

ωφέλειας (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΕΥΔΑΠ κ.λ.π.) ή με το εκκαθαριστικό σημείωμα του

φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων.

Βεβαίωση που εκδίδεται με βάση μόνο την προσωπική αντίληψη του

δημάρχου, χωρίς να επισυνάπτονται στη σχετική αίτηση τα δικαιολογητικά

που απαιτεί ο νόμος, δεν είναι νόμιμη (ΣτΕ 1113/2008 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Εάν η ιδιότητα του μόνιμου κατοίκου δεν μπορεί αιτιολογημένα να

αποδειχθεί με τα ανωτέρω δικαιολογητικά, αποδεικνύεται από τον

ενδιαφερόμενο με κάθε άλλο πρόσφορο αποδεικτικό μέσο, όπως είναι οι

βεβαιώσεις άλλων δημοσίων αρχών ή οι ένορκες ή απλές υπεύθυνες

δηλώσεις άλλων προσώπων γνωστής κατοικίας, χωρίς να αποκλείεται και η

διενέργεια αυτοψίας από υπαλλήλους του δήμου. Η υπεύθυνη δήλωση του

ενδιαφερομένου δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μοναδικό αποδεικτικό

μέσο.

Σε κάθε περίπτωση ο δήμαρχος μπορεί αιτιολογημένα να αρνηθεί τη

χορήγηση της βεβαίωσης, αναφέροντας με σαφήνεια τους συγκεκριμένους

λόγους για τους οποίους απορρίπτει το αίτημα (άρθρο 279 Ν 3463/2006).

Εφόσον πρόκειται για μεταδημότευση ή άλλη ανάλογη περίπτωση,

κατά την οποία απαιτείται πραγματική εγκατάσταση στο δήμο για ορισμένο

χρονικό διάστημα, τα δικαιολογητικά του αιτούντος πρέπει να καλύπτουν το

διάστημα αυτό. Σε διαφορετική περίπτωση το στοιχείο αυτό δεν εξετάζεται.

Για τους πολίτες που έχουν υιοθετήσει ιδιότυπες ή άτυπες μορφές

εγκατάστασης (π.χ. προσωρινό κατάλυμα, τροχόσπιτο ή κινητό παράπηγμα),

όπως είναι οι έλληνες Ρομά, η χορήγηση της βεβαίωσης είναι δυνατή, εάν

διαπιστώνεται η συνεχής περιοδική μέσα στο έτος επάνοδος σε ορισμένη

περιοχή, με βάση τον κύκλο των αγροτικών εργασιών (Συνήγορος του Πολίτη,

Μεταδημοτεύσεις και βεβαίωση μόνιμης κατοικίας – Κατευθύνσεις εφαρμογής,

Ειδική Έκθεση, Ιανουάριος 2007).

Β. Πιστοποιητικά προσωπικής και οικογενειακής κατάστασης.

Page 30: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

30

Οι δήμαρχοι εκδίδουν πιστοποιητικά προσωπικής και οικογενειακής

κατάστασης των δημοτών (άρθρο 58 παρ. 1 περίπτ. η΄ Ν 3852/2010).

Εκτός των ανωτέρω πιστοποιητικών, οι δήμαρχοι υποχρεούνται να

εκδίδουν πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις και σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση το

προβλέπει ρητά ο νόμος, φροντίζοντας να τηρούνται οι παρακάτω

προϋποθέσεις (Εγκύκλιοι Υπ. Εσωτ. 53125/25-8-2008 και 38973/8-5-1969):

α) Τα πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις πρέπει να εκδίδονται βάσει των

στοιχείων που τηρούνται στο δήμο. Η έκδοση πιστοποιητικού για θέμα που

δεν προκύπτει από τα τηρούμενα στο δήμο στοιχεία, εφόσον επιβάλλεται

ρητά με νόμο, είναι δυνατή μόνο στην περίπτωση που ο δήμαρχος έχει

προσωπική αντίληψη ή στηρίζεται σε έγγραφα άλλων αρχών, τα οποία

προσκομίζουν οι ενδιαφερόμενοι ή προέρχονται από αλληλογραφία του

δήμου με τις αρχές αυτές.

β) Εάν δεν συντρέχουν οι ανωτέρω προϋποθέσεις, το πιστοποιητικό

εκδίδεται βάσει ένορκης βεβαίωσης μαρτύρων ενώπιον ειρηνοδίκη ή

συμβολαιογράφου ή του ασκούντος συμβολαιογραφικά καθήκοντα προξένου

της Ελλάδας στη ξένη χώρα. Στην περίπτωση αυτή, ο εκδότης του

πιστοποιητικού δεν ευθύνεται για την ακρίβεια των στοιχείων που βεβαιώνουν

οι μάρτυρες. Ένορκες βεβαιώσεις που έχουν συνταχθεί ενώπιον αλλοδαπών

αρχών και μάλιστα υπό αλλοδαπό νομικό καθεστώς, δεν μπορούν να

ληφθούν υπ’ όψη (Γνωμ. ΝΣΚ 712/1996 και 331/1996).

γ) Πιστοποιητικά εγγυτέρων (πλησιεστέρων) συγγενών που ζητούνται

για κληρονομικούς και φορολογικούς λόγους, εφόσον δεν μπορούν να

στηριχθούν στα τηρούμενα από το δήμο στοιχεία (δημοτολόγια,

οικογενειακούς φακέλους κ.λ.π.) ή σε έγγραφα δημοσίων αρχών, εκδίδονται

βάσει ενόρκων βεβαιώσεων ενώπιον ειρηνοδίκη ή συμβολαιογράφου ή

ελληνικής προξενικής αρχής. Η χρησιμοποίηση υπεύθυνων δηλώσεων για την

έκδοση του πιστοποιητικού δεν είναι δυνατή (Γνωμ. ΝΣΚ 513/2006, Εγκ.

ΥΠΕΣΔΔΑ 19/2007).

Βάσει του νόμου 3852/2010 και του ΔΚΚ οι δήμαρχοι εκδίδουν

πιστοποιητικά μόνο για την προσωπική και οικογενειακή κατάσταση των

δημοτών. Σύμφωνα με το ΒουλΣυμβΕφΘεσ 196/1994 Αρμεν 1994 σελ. 718

στην «προσωπική» κατάσταση των δημοτών περιλαμβάνεται και το

επάγγελμα που αυτοί ασκούν. Αντίθετα, σύμφωνα με το ΒουλΣυμβΠλημμΘηβ

Page 31: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

31

42/1999 ΑρχΝ 1999 σελ. 758 και την ΕφΑθην 3443/85 ΕλλΔνη 1985 σελ. 941,

οι δήμαρχοι δεν μπορούν να εκδίδουν πιστοποιητικά για το επάγγελμα που

ασκούν οι δημότες τους.

Συνεπώς δεν είναι αρμόδιοι να χορηγούν πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις,

που δεν αφορούν την προσωπική ή οικογενειακή κατάσταση των δημοτών,

αλλά αναφέρονται στην περιουσιακή τους κατάσταση ή στο ιδιοκτησιακό

καθεστώς των ακινήτων της περιφέρειάς τους. Πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις με

τέτοιο περιεχόμενο δεν αποτελούν πλήρη απόδειξη αλλά απλή βεβαίωση

τρίτου, η οποία εκτιμάται για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων, εκτός αν

εκδόθηκε πριν ή κατά τη διάρκεια της δίκης με σκοπό να χρησιμεύσει σε

αυτήν ως αποδεικτικό μέσο, οπότε δεν λαμβάνεται υπ’ όψη (ΑΠ 316/2002,

430/2001 και 1368/2000 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΑΠ

810/1989 ΝοΒ 1990 σελ. 1436, ΑΠ 854/1982 ΕΕΝ 1983 σελ. 414, ΕφΘεσ

174/1994 Αρμεν 1994 σελ. 842, ΠΠρΧαν 65/2007 Τράπεζα νομικών

πληροφοριών ΝΟΜΟΣ, ΠΠρΣερ 257/1994 Αρμεν 1995 σελ. 1323, ΜΠρΚιλκ

255/1991 Αρμεν 1992 σελ. 14, Γνωμ. ΝΣΚ 317/1996).

Σε όσες περιπτώσεις οι δήμαρχοι έχουν σχετική αρμοδιότητα, η έκδοση

πιστοποιητικού ή βεβαίωσης με ψευδές περιεχόμενο μπορεί να επισύρει σε

βάρος τους τις ποινικές συνέπειες των άρθρων 242 (ψευδής βεβαίωση) ή 259

(παράβαση καθήκοντος) του Ποινικού Κώδικα (Εγκύκλιοι Υπ. Εσωτ.

53125/25-8-2008 και 38973/1969)

Αντίθετα, δεν στοιχειοθετείται ποινικό αδίκημα όταν ο δήμαρχος εκδίδει

ψευδή βεβαίωση ή πιστοποιητικό, χωρίς να έχει σχετική αρμοδιότητα. Στην

περίπτωση αυτή έχει ενδεχομένως μόνο πειθαρχική ευθύνη, κατά το άρθρο

233 του Ν 3852/2010 (ΒουλΣυμβΕφΘεσ 409/1997 Αρμεν 1997 σελ. 954,

ΒουλΣυμβΠλημΑρτ 534/1994 ΝοΒ 1995 σελ. 760, ΒουλΣυμβΠλημΛαρ

246/1993 Αρμεν 1993 σελ. 759, ΔξηΕισΕφΚερκ 17/2006 ΝοΒ 2006 σελ.

1353).

1.3 Εκτέλεση των αποφάσεων των συλλογικών οργάνων.

Οι δήμαρχοι εκτελούν τις αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου, της

οικονομικής επιτροπής και της επιτροπής ποιότητας ζωής, διαφορετικά

διαπράττουν πειθαρχικό αδίκημα (άρθρο 58 παρ. 1 περίπτ. β΄ Ν 3852/2010).

Page 32: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

32

Η εκτέλεση της απόφασης έχει την έννοια της υλοποίησής της με τις

κατάλληλες νομικές ή υλικές ενέργειες. Στο νόμο δεν ορίζεται συγκεκριμένη

προθεσμία μέσα στην οποία ο δήμαρχος οφείλει να εκτελέσει την απόφαση

του συμβουλίου. Ούτε το συμβούλιο μπορεί να ορίσει με απόφασή του τέτοια

προθεσμία. Αυτό σημαίνει ότι οι δήμαρχοι μπορούν να επιλέξουν οι ίδιοι το

χρονικό σημείο εφαρμογής της απόφασης. Το δικαίωμά τους όμως αυτό δεν

έχει την έννοια ότι μπορούν να καθυστερήσουν αδικαιολόγητα ή να

αναβάλουν επ’ αόριστον ή να ματαιώσουν την εκτέλεσή της. Αν από την

καθυστέρηση ή τη ματαίωση προκληθεί ζημία του οικείου ΟΤΑ ή τρίτου

προσώπου, ο δήμαρχος έχει ποινική ή αστική ή πειθαρχική ευθύνη ανάλογα

με την περίπτωση (Γεραγά Κ., Περί Δήμων και Κοινοτήτων, 1940, σελ. 92,

Λάμπρου Χρ., Δημοτικός και Κοινοτικός Κώδικας, 1993, σελ. 201 και 218).

Οι αποφάσεις των συλλογικών οργάνων εκτελούνται, εφόσον είναι

νόμιμες. Θεωρούνται κατ’ αρχήν νόμιμες, όσες αποφάσεις δεν ακυρώθηκαν

από την εποπτεύουσα αρχή μέσα στην προθεσμία που ορίζουν οι διατάξεις

του άρθρου 225 του Ν 3852/2010. Εάν ο δήμαρχος έχει την άποψη ότι μια

απόφαση, παρ’ όλο που δεν ακυρώθηκε από την εποπτεύουσα αρχή, είναι

παράνομη και δεν μπορεί να εκτελεσθεί, οφείλει να θέσει το θέμα εκ νέου στο

συλλογικό όργανο. Αίτηση ακύρωσης κατά πράξης του δημοτικού συμβουλίου

δεν νομιμοποιείται να ασκήσει ο δήμαρχος (ΣτΕ 3393/79 ΝοΒ 1980 σελ.

1801).

Η εκτέλεση των αποφάσεων του δημοτικού συμβουλίου και της

οικονομικής επιτροπής είναι υποχρεωτική για το δήμαρχο, ανεξάρτητα αν

συμφωνεί ή διαφωνεί με αυτές. Δεδομένου μάλιστα ότι ο δήμαρχος δεν είναι

μέλος του συμβουλίου και μετέχει στις συνεδριάσεις του χωρίς δικαίωμα

ψήφου, η αρμοδιότητά του να εκτελεί τις αποφάσεις του συμβουλίου και της

οικονομικής επιτροπής δεν συνεπάγεται αστικές, ποινικές ή πειθαρχικές

ευθύνες σε βάρος του, εφόσον αυτές δεν έχουν ακυρωθεί, ανακληθεί ή

ανασταλεί με οποιοδήποτε τρόπο (άρθρο 58 παρ. 4 Ν 3852/2010).

1.4 Βεβαίωση και είσπραξη εσόδων.

Οι δήμαρχοι συνυπογράφουν τους βεβαιωτικούς καταλόγους των

εσόδων του δήμου (άρθρα 58 παρ. 1περίπτ. ε΄ Ν 3852/2010).

Page 33: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

33

Ειδικότερα, ο δήμαρχος: α) Υπογράφει τους βεβαιωτικούς καταλόγους

(άρθρα 22 ΝΔ 318/69 και 4 παρ. 4 ΒΔ 17/5-15/6/59, ΤρΔΠρΑθ 8056/97 ΔιΔικ

1999 σελ. 179). β) Υπογράφει το διαβιβαστικό έγγραφο με το οποίο

αποστέλλονται στο δημοτικό ταμείο οι βεβαιωτικοί κατάλογοι (άρθρο 4 παρ. 5

ΒΔ 17/5-15/6/59). γ) Κοινοποιεί αποσπάσματα των βεβαιωτικών καταλόγων

στους φορολογούμενους, για να ασκήσουν κατ’ αυτών τα προβλεπόμενα

ένδικα μέσα (άρθρο 3 ΒΔ 17/5-15/6/1959, άρθρο 61 παρ. 4 Ν 1416/84, άρθρο

41 ΝΔ 4260/62).

Στα καθήκοντα του δημάρχου, ως βεβαιωτικής αρχής, περιλαμβάνονται

η παραλαβή και ο έλεγχος των δηλώσεων των φορολογουμένων, η

συγκέντρωση των απαιτούμενων για τη βεβαίωση στοιχείων και η έκδοση των

αποφάσεων καταλογισμού του φόρου, τέλους κ.λ.π. καθώς και των

προβλεπόμενων προστίμων (άρθρο 12 ΑΝ 344/68, ΦΕΚ 71/Α, ΔΕφΘεσ

422/1993 ΔιΔικ 1994 σελ. 704).

Τα καθήκοντα αυτά δεν τα ασκεί βέβαια ο δήμαρχος προσωπικά, αλλά

η αρμόδια υπηρεσία του δήμου (άρθρα 84 και 86 ΒΔ 17/5-15/6/59). Ωστόσο,

η εμπρόθεσμη βεβαίωση των δημοτικών εσόδων και η αποστολή των

βεβαιωτικών καταλόγων στον αρμόδιο ταμία, η οποία είναι εκ του νόμου

υποχρεωτική, ανήκει στην ευθύνη των δημάρχων, οι οποίοι υποχρεούνται να

αποκαταστήσουν κάθε σχετική ζημία που προκαλείται στο δήμο (άρθρο 74

ΒΔ 24/9-20/10/1958). Η παράλειψη βεβαίωσης ή η εκπρόθεσμη βεβαίωση

των εσόδων συνιστά βαρεία παράβαση καθήκοντος (άρθρο 74 παρ. 3 ΒΔ

24/9-20/10/58, Εγκ. Υπ. Εσωτ. 5032/1951), ενώ παράλληλα δημιουργεί

διαχειριστικό έλλειμμα, το οποίο καταλογίζεται σε βάρος των υπολόγων (ΕΣ

Τμ. IV Απόφ. 2793/2009).

Διευκρινίζεται ότι το περιεχόμενο της ανωτέρω αρμοδιότητας του

δημάρχου δεν έχει σχέση με τη διαδικασία αναγκαστικής είσπραξης των

εσόδων, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων

(ΚΕΔΕ). Τα μέτρα αναγκαστικής είσπραξης των εσόδων λαμβάνει, για όσους

δήμους έχουν δική τους ταμειακή υπηρεσία, ο προϊστάμενος της υπηρεσίας

αυτής, δηλαδή ο ειδικός δημοτικός ταμίας (άρθρο 167 παρ. 1 Ν 3463/2006,

Εγκ. Υπ. Εσωτ. 9832/2-3-1983). Για το λόγο αυτό άλλωστε με το νόμο

3146/2003 (άρθρο 15) απαλείφθηκε ο όρος «διατάζει την είσπραξη» των

Page 34: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

34

εσόδων, που περιείχετο στην παρ. 1ε΄ του άρθρου 114 του προηγούμενου

ΔΚΚ (ΠΔ 410/95).

1.5 Έκδοση χρηματικών ενταλμάτων πληρωμής.

Στην παρ. 1 (περίπτ. ε΄) του άρθρου 58 του Ν 3852/2010 ορίζεται, ότι ο

δήμαρχος «συνυπογράφει … τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής των

δαπανών, οι οποίες έχουν εκκαθαρισθεί από την αρμόδια υπηρεσία του

δήμου».

Στο άρθρο 23 του ΒΔ 17/5-15/6/1959 ορίζεται, ότι τα χρηματικά

εντάλματα πληρωμής των δαπανών υπογράφονται από το δήμαρχο και τον

προϊστάμενο της λογιστικής υπηρεσίας του δήμου.

Εκτός της εντολής της δαπάνης, στην αρμοδιότητα του δημάρχου

ανήκουν επίσης και η ανάληψη καθώς και η εκκαθάριση της δαπάνης (άρθρα

11 και 20 ΒΔ 17/5-15/6/1959). Οι αρμοδιότητες αυτές μπορούν να

μεταβιβασθούν σε αντιδήμαρχο (ΕΣ Τμ. VII 175/2007).

1.6 Διοίκηση υπηρεσιών και προσωπικού – Προσλήψεις.

Α. Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 58 του Ν 3852/2010, ο

δήμαρχος είναι προϊστάμενος των υπηρεσιών του δήμου και τις διευθύνει.

Αυτό σημαίνει ότι ο δήμαρχος: α) κατευθύνει, παρακολουθεί και ελέγχει τις

δραστηριότητες των υπηρεσιών του δήμου, β) με γενικές εγκυκλίους ή ειδικές

εντολές δίνει οδηγίες στις υπηρεσίες και καθορίζει τον τρόπο με το οποίο θα

ασκούν τις αρμοδιότητές τους στα πλαίσια που ορίζει ο νόμος και γ) είναι

υπεύθυνος για την ομαλή λειτουργία των υπηρεσιών.

Παράλληλα, ο δήμαρχος είναι προϊστάμενος του προσωπικού του

δήμου. Δηλαδή όλοι οι υπάλληλοι του δήμου, ανεξαρτήτως θέσης και βαθμού,

υπάγονται στον ιεραρχικό και πειθαρχικό έλεγχο του δημάρχου. Από τον ίδιο

εκδίδονται οι πράξεις που προβλέπουν οι σχετικές διατάξεις για το διορισμό,

τις υπηρεσιακές μεταβολές και την άσκηση του πειθαρχικού ελέγχου των

υπαλλήλων.

Όσον αφορά τις πολεοδομικές αρμοδιότητες που ασκούν οι δήμοι,

σύμφωνα με την άποψη του Υπουργείου Περιβάλλοντος, ο προϊστάμενος της

πολεοδομικής υπηρεσίας του δήμου αντλεί την αρμοδιότητά του απ’ ευθείας

Page 35: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

35

από το νόμο και επομένως η παράλληλη ισχύς του άρθρου 58 του Ν

3852/2010 δεν δημιουργεί ουσιαστική αρμοδιότητα του δημάρχου αλλά μόνο

διοικητική σχέση προς την πολεοδομική υπηρεσία και το προσωπικό της

(Έγγρ. Υπ. ΠΕΧΩΔΕ 58210/2600/21-6-1991). Π.χ. μπορεί ο δήμαρχος να

ελέγξει πειθαρχικά τον προϊστάμενο εάν προσήλθε καθυστερημένα στην

εργασία του, δεν μπορεί όμως να επέμβει στην έκδοση μιας οικοδομικής

άδειας ή απόφασης για κατεδάφιση.

Επίσης, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε, ότι οι μεταβιβαζόμενες

πολεοδομικές αρμοδιότητες ασκούνται από τον προϊστάμενο της οικείας

υπηρεσίας και όχι από το δήμαρχο, ο οποίος μάλιστα, σε περίπτωση

διαφωνίας, δεν νομιμοποιείται να ασκήσει αίτηση ακυρώσεως κατά των

πράξεων του πολεοδομικού οργάνου (ΣτΕ 2629/2001 ΔιΔικ 2003 σελ. 671,

ΣτΕ 3928/97 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ) ούτε να καθοδηγήσει

τον τελευταίο, με έγγραφες εντολές, στον τρόπο άσκησης των αρμοδιοτήτων

του (ΣτΕ 3482/91 ΔιΔικ 1992 σελ. 1261).

Την εποπτεία και την επιθεώρηση των πολεοδομικών υπηρεσιών των

ΟΤΑ ασκεί ο Υπουργός Περιβάλλοντος και ο Γενικός Γραμματέας της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης (Εγκύκλιοι ΥΠΠΕΧΩΔΕ 37/26-8-1997 και 39/17-

9-1997).

Β. Διαδικασίες προσλήψεων.

Η διαδικασία διορισμού ή πρόσληψης του πάσης φύσεως προσωπικού

των ΟΤΑ διέπεται από τις διατάξεις του Ν 2190/94 (ΦΕΚ 28/Α), όπως αυτές

τροποποιήθηκαν και συμπληρώθηκαν μεταγενέστερα (άρθρο 6 παρ. 29 Ν

2240/94, ΦΕΚ 153/Α). Για τις συμβάσεις μίσθωσης έργου ισχύουν οι διατάξεις

του άρθρου 6 του Ν 2527/97 (ΦΕΚ 206/Α), όπως αυτές τροποποιήθηκαν από

το άρθρο 10 του Ν 3812/2009.

Εξαιρείται της διαδικασίας του Ν 2190/94 ο διορισμός ή η πρόσληψη ή

η απασχόληση προσωπικού στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) Ο διορισμός μετακλητών υπαλλήλων, δηλαδή γενικών γραμματέων

δήμων (άρθρο 14 παρ. 2 περίπτ. ι΄ Ν 2190/1994, όπως αυτή αντικαταστάθηκε

από το άρθρο 1 του Ν 3812/2009), οι οποίοι διορίζονται και απολύονται με

απόφαση του δημάρχου, που δημοσιεύεται στην εφημερίδα της κυβέρνησης,

χωρίς άλλη διαδικασία (άρθρα 161 και 162 Ν 3584/2007).

Page 36: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

36

β) Η πρόσληψη ειδικών συμβούλων, ειδικών συνεργατών και

επιστημονικών συνεργατών, οι οποίοι προσλαμβάνονται, ύστερα από

δημόσια γνωστοποίηση στον τύπο, με απόφαση δημάρχου και απολύονται

επίσης με ίδια απόφαση (άρθρα 163 Ν 3584/2007 και 14 παρ. 2 περίπτ. ι΄ Ν

2190/94, όπως ισχύει).

γ) Η πρόσληψη δικηγόρων με πάγια αντιμισθία, η οποία γίνεται με τη

διαδικασία που προβλέπουν οι διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων (άρθρο 14

παρ. 2 περίπτ. ιβ΄ Ν 2190/94, όπως ισχύει, άρθρο 165 Ν 3584/2007).

δ) Η πρόσληψη καλλιτεχνικού προσωπικού και μουσικών με σχέση

εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου χρόνου, η οποία διέπεται

από τις διατάξεις του ΠΔ 524/1980 (ΦΕΚ 143/Α), όπως ισχύει (άρθρα 30 παρ.

2 Ν 3274/2004 και 223 παρ. 5 Ν 3584/2007, Εγκ. Υπ. Εσωτ.

ΔΙΠΠ/Φ.1.9/539/11506/2010). Για την κίνηση της διαδικασίας πρόσληψης του

προσωπικού αυτού απαιτείται σχετική απόφαση του δημοτικού ή κοινοτικού

συμβουλίου (Εγκ. ΥΠΕΣΔΔΑ 64282/22-12-2004). Κατά τις διατάξεις του

άρθρου 1 του Ν 3812/2009 το καλλιτεχνικό προσωπικό (ανεξαρτήτως σχέσης

εργασίας) εξαιρείται του συστήματος προσλήψεων του Ν 2190/1994.

ε) Η πρόσληψη έκτακτου προσωπικού με δίμηνη σύμβαση εργασίας

για την αντιμετώπιση κατεπειγουσών εποχικών ή πρόσκαιρων αναγκών

(άρθρο 14 παρ. 2 περιπτ. ιε΄ Ν 2190/1994, όπως ισχύει, άρθρα 206 παρ. 1 Ν

3584/2007 και 20 παρ. 4 Ν 2738/99). Το δημοτικό συμβούλιο καθορίζει τον

αριθμό και τις ειδικότητες των ατόμων που θα προσληφθούν και στη συνέχεια

ο δήμαρχος προσλαμβάνει ελεύθερα τα κατάλληλα πρόσωπα (Εγκ.

ΥΠΕΣΔΔΑ 5345/4-2-2005).

στ) Η πρόσληψη προσωπικού σε εκτέλεση ειδικού προγράμματος

απασχόλησης ανέργων ΑμεΑ, που προκηρύσσεται και επιδοτείται από τον

ΟΑΕΔ. Στην περίπτωση αυτή η πρόσληψη διενεργείται σύμφωνα με τους

όρους, τη διαδικασία και τα κριτήρια που καθορίζονται στο οικείο πρόγραμμα

(άρθρο 14 παρ. 2 περίπτ. ιη΄ Ν 2190/94, όπως αντικαταστάθηκε από το

άρθρο 1 του Ν 3812/2009).

ζ) Η πρόσληψη έκτακτου προσωπικού για την αντιμετώπιση

απρόβλεπτων και επειγουσών αναγκών σε περιπτώσεις εκτεταμένων ζημιών

από σεισμό, πλημμύρα, παγετό και πυρκαϊά ή σε περίπτωση απειλής της

δημόσιας υγείας. Το προσωπικό αυτό προσλαμβάνεται από το δήμαρχο

Page 37: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

37

χωρίς την εφαρμογή των κριτηρίων του άρθρου 21 του Ν 2190/94, αλλά με

έλεγχο του ΑΣΕΠ, όπως ορίζεται στο άρθρο 20 του Ν 2190/94 και στο άρθρο

212 του Ν 3584/2007.

η) Η απασχόληση φυσικών προσώπων με σύμβαση μίσθωσης έργου,

εφόσον εμπίπτουν στις εξαιρούμενες ειδικότητες του άρθρου 10 του Ν

3812/2009, όπως είναι οι ιατροί, οι νοσηλευτές, οι καλλιτέχνες κ.λ.π.

θ) Ο διορισμός ή πρόσληψη υπαλλήλων που προβλέπονται από

ειδικές διατάξεις, όπως ο διορισμός συγγενούς υπαλλήλου που αποβίωσε

κατά την εκτέλεση του υπηρεσιακού καθήκοντος (άρθρο 18 παρ. 1 Ν

3448/2006), ο διορισμός προσώπων που ανετράφησαν σε βρεφοκομείο του

δήμου (άρθρο 1 παρ. 11 Ν 2527/97, όπως ισχύει), ο διορισμός αθλητών

(άρθρο 34 παρ. 8 Ν 2725/99, άρθρο 11 παρ. 2 Ν 3812/2009, όπως ισχύει),

προστατευόμενων προσώπων (Ν 2643/98, όπως ισχύει) κ.λ.π.

ι) Η πρόσληψη εργατικού και τεχνικού προσωπικού για απασχόληση

μέχρι πέντε (5) ημερομίσθια το μήνα (άρθρο 12 παρ. 2 Ν 4071/2012).

1.7 Λοιπές αρμοδιότητες.

Πέραν των ανωτέρω αρμοδιοτήτων οι δήμαρχοι ασκούν και διάφορες

άλλες αρμοδιότητες, οι οποίες προβλέπονται από ειδικές διατάξεις του ΔΚΚ ή

άλλων νόμων.

Αναφέρουμε συνοπτικά τις σημαντικότερες από αυτές:

Α. Προεδρία συλλογικών οργάνων.

Ο δήμαρχος είναι αυτοδικαίως πρόεδρος της οικονομικής επιτροπής

και της επιτροπής ποιότητας ζωής, έχει όμως τη δυνατότητα να ορίσει με

απόφασή του ως πρόεδρο έναν αντιδήμαρχο (άρθρο 76 παρ. 1 Ν

3852/2010).

Ο δήμαρχος που συμμετέχει στη σύνθεση του διοικητικού συμβουλίου

δημοτικού ή νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, είναι αυτοδικαίως και

πρόεδρος αυτού (άρθρο 240 παρ. 1 Ν 3463/2006).

Ο δήμαρχος είναι αυτοδικαίως πρόεδρος της επιτροπής διενέργειας

δημοπρασιών για την εκποίηση ή εκμίσθωση πραγμάτων των δήμων και για

την αγορά ή μίσθωση πραγμάτων που ανήκουν σε τρίτους (άρθρα 1 παρ. 1

και 3 ΠΔ 270/81).

Page 38: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

38

Ο δήμαρχος είναι πρόεδρος του Συντονιστικού Τοπικού Οργάνου, που

συνιστάται στην έδρα κάθε δήμου για την άσκηση αρμοδιοτήτων πολιτικής

προστασίας (άρθρο 13 παρ. 3 Ν 3013/2002).

Με ευθύνη του δημάρχου συγκαλείται μία τουλάχιστον φορά το χρόνο

το Συμβούλιο Διαβούλευσης, Διαφάνειας και Λογοδοσίας Υγείας και

Κοινωνικής Φροντίδας, σκοπός του οποίου είναι η ανάδειξη των θεμάτων

περίθαλψης, δημόσιας υγείας και κοινωνικής φροντίδας στην περιοχή του

δήμου, η παρακολούθηση της λειτουργίας των υπηρεσιών και η υποβολή

προτάσεων για την επίλυση των προβλημάτων (άρθρο 10 παρ. 1 Ν

3868/2010).

Β. Διάθεση πιστώσεων.

Με απόφαση δημάρχου διατίθενται οι πιστώσεις του προϋπολογισμού,

που αφορούν επικοινωνίες και την άμεση αποκατάσταση απρόβλεπτων

ζημιών σε δρόμους, ή δίκτυα ύδρευσης, άρδευσης, αποχέτευσης και

φωτισμού (άρθρο 158 παρ. 4 Ν 3463/2006).

Γ. Ανάθεση προμηθειών.

Προμήθειες που εκτελούνται κατά τις διατάξεις του Ν 2286/95 και της

ΥΑ 11389/93 (ΕΚΠΟΤΑ), ανατίθενται απ’ ευθείας από το δήμαρχο, εάν η αξία

τους δεν υπερβαίνει το όριο που καθορίζεται κάθε φορά με κοινή απόφαση

των Υπουργών Εσωτερικών και Ανάπτυξης (άρθρο 13 παρ. 3 Ν 2503/97,

άρθρο 23 παρ. 2 ΕΚΠΟΤΑ) και το οποίο σήμερα ανέρχεται σε 15.000,00

ευρώ με το ΦΠΑ (ΚΥΑ 27319/2002). Προμήθειες μεγαλύτερης αξίας, η οποία

δεν υπερβαίνει το ποσό των 60.000,00 ευρώ χωρίς το ΦΠΑ, ανατίθενται

ύστερα από πρόχειρο διαγωνισμό, που διεξάγεται μετά από απόφαση του

δημάρχου (άρθρο 23 παρ. 4 ΕΚΠΟΤΑ, Απόφ. Υπ. Οικον. Ανταγ. και Ναυτ.

Π1/3305/2010).

Δ. Ανάθεση εργασιών.

Εργασίες, μεταφορές και υπηρεσίες που εκτελούνται κατά τις διατάξεις

του ΠΔ 28/1980, ανατίθενται απ’ ευθείας από το δήμαρχο αι το οποίο σήμερα

ανέρχεται (Απόφ. Υπ. Οικον. 35130/739/2010, ΦΕΚ 1291/Β) στο ποσό των

20.000,00 ευρώ χωρίς το ΦΠΑ (άρθρο 20 παρ. 13 Ν 3731/2008).

Ε. Απ’ ευθείας ανάθεση τεχνικών έργων.

Τεχνικά έργα για την άμεση αποκατάσταση απρόβλεπτων ζημιών σε

δρόμους και δίκτυα ύδρευσης, άρδευσης, αποχέτευσης και φωτισμού,

Page 39: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

39

ανατίθενται απ’ ευθείας με απόφαση του δημάρχου, εφόσον η

προϋπολογιζόμενη δαπάνη δεν υπερβαίνει το ποσό που καθορίζεται κάθε

φορά βάσει της περίπτωσης γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν 1418/84 και το

οποίο σήμερα ανέρχεται σε 10.271,46 ευρώ, χωρίς το ΦΠΑ (άρθρο 158 παρ.

4β Ν 3463/2006).

ΣΤ. Χορήγηση αδειών.

Η άδεια λειτουργίας μουσικών οργάνων ή μουσικής χορηγείται από το

δήμαρχο, ύστερα από απόφαση της επιτροπής ποιότητας ζωής (άρθρο 80

παρ. 4 Ν 3463/2006).

Η άδεια λειτουργίας επιχείρησης προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου

εκδίδεται από το δήμαρχο μετά από απόφαση του δημοτικού συμβουλίου

(ΚΥΑ 1107414/1491/2003).

Για την άσκηση υπαίθριου στάσιμου εμπορίου απαιτείται άδεια, η

οποία χορηγείται από το δήμαρχο, ύστερα από απόφαση του δημοτικού

συμβουλίου (άρθρο 22 παρ. 4 Ν 4264/2014). Το ίδιο ισχύει και για την άδεια

λειτουργίας κινητής καντίνας και την άδεια συμμετοχής σε εμποροπανήγυρη ή

υπαίθρια χριστουγεννιάτικη αγορά.

Ο δήμαρχος εκδίδει επίσης τις άδειες: βοσκής (άρθρο 7 παρ. 3 ΒΔ

24/9-20/10/1958), χρήσης κοινόχρηστου χώρου (άρθρο 13 παρ. 6 ΒΔ 24/9-

20/10/1958, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 3 του Ν 1080/80),

διαφήμισης (άρθρο 5 παρ. 1 Ν 2946/2001), αμμοληψίας (άρθρο 19 παρ. 4 ΒΔ

24/9-20/10/1958) και τομής ή εκσκαφής οδού (άρθρο 7 παρ. 7 Ν 2307/95)

Ζ. Αφαίρεση και ανάκληση αδειών.

Η προσωρινή αφαίρεση της άδειας λειτουργίας των καταστημάτων που

εμπίπτουν στις διατάξεις του ΠΔ 180/79, γίνεται από το δήμαρχο, χωρίς

προηγούμενη απόφαση συλλογικού οργάνου (άρθρο 80 παρ. 6 Ν

3463/2006).

Η οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας καταστήματος, λόγω της

εγκατάστασης και διεξαγωγής εντός αυτού απαγορευμένων παιγνίων, γίνεται

με πράξη του δημάρχου, χωρίς προηγούμενη απόφαση συλλογικού οργάνου

(άρθρο 5 παρ. 4 ΚΥΑ 1107414/1491/2003).

Η προσωρινή αφαίρεση και η ανάκληση των αδειών λειτουργίας των

επιχειρήσεων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου γίνονται με απόφαση του

Page 40: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

40

δημάρχου, χωρίς να απαιτείται απόφαση συλλογικού οργάνου (άρθρο 3 ΚΥΑ

1107414/1491/2003).

Η. Πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής.

Το πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής, που προβλέπεται από το άρθρο 2

του ΑΝ 263/1968 (ΦΕΚ 12/Α), προκειμένου περί δημοτικών κτημάτων,

συντάσσεται από το δήμαρχο ύστερα από απόφαση του δημοτικού

συμβουλίου (άρθρο 3 παρ. 12 Ν 2307/95 – άρθρο 178 παρ. 4 Ν 3463/2006).

Το πρωτόκολλο διοικητικής αποβολής, συντάσσεται σε περίπτωση

αυθαίρετης κατάληψης οποιουδήποτε δημοτικού ακινήτου, αστικού ή

αγροτικού, με κτίσματα ή χωρίς κτίσματα (Γνωμ. Νομ. Συμβ. Υπ. Εσωτ.

701/1983) και εκτελείται διοικητικά από τα αρμόδια όργανα του δήμου και της

αστυνομικής αρχής (Γνωμ. ΝΣΚ 1352/69, ΚΥΑ 1132603/1222/1994, ΦΕΚ

883/Β), μπορεί όμως να εκτελεσθεί και από δικαστικό επιμελητή μετά από

έγγραφη εντολή του δημάρχου (άρθρο 33 παρ. 2 Ν 1473/84).

Το πρωτόκολλο εκδίδεται ανεξαρτήτως του χρόνου έναρξης της

αυθαίρετης κατοχής του κτήματος (άρθρο 15 Ν 719/77) και πρέπει να είναι

πλήρες, με την έννοια ότι θα περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:

α) Τον αριθμό της απόφασης του δημοτικού συμβουλίου βάσει του

οποίου εκδίδεται.

β) Τα στοιχεία ταυτότητας του προσώπου που κατέλαβε αυθαίρετα το

ακίνητο.

γ) Λεπτομερή περιγραφή του ακινήτου που κατελήφθη αυθαίρετα.

δ) Τον ακριβή ή τουλάχιστον τον πιθανό χρόνο κατάληψης.

Το πρωτόκολλο επιδίδεται στο πρόσωπο κατά του οποίου απευθύνεται

και μπορεί να προσβληθεί με ανακοπή μέσα σε αποκλειστική προθεσμία

τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση (άρθρο 2 παρ. 1 και 3 ΑΝ 263/68).

Η άσκηση της ανακοπής δεν αναστέλλει την εκτέλεση του πρωτοκόλλου,

εκτός αν ο Πρόεδρος Πρωτοδικών διατάξει την αναστολή, ύστερα από αίτηση

του ανακόπτοντος, μέχρι να εκδοθεί η απόφαση επί της ανακοπής (άρθρο 2

παρ. 3 ΑΝ 263/68).

Κατά την εκδίκαση της ανακοπής το βάρος της απόδειξης φέρει ο

ανακόπτων και όχι ο δήμος (άρθρο 2 παρ. 3 ΑΝ 263/68).

Page 41: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

41

Εάν δεν ασκηθεί εμπρόθεσμα ανακοπή, θεωρείται ότι το πρωτόκολλο

διοικητικής αποβολής γίνεται αποδεκτό από το πρόσωπο κατά του οποίου

απευθύνεται, που ομολογεί έτσι την κυριότητα του δήμου επί του

καταληφθέντος ακινήτου (άρθρο 2 παρ. 2 ΑΝ 263/68).

2. Μεταβίβαση αρμοδιοτήτων – εξουσιοδότηση υπογραφής.

α. Οι αρμοδιότητες του δημάρχου μπορούν να μεταβιβασθούν σε

αντιδημάρχους, χωρίς περιορισμούς, με εξαίρεση ενδεχομένως τις

πειθαρχικές αρμοδιότητες.

Η μεταβίβαση αρμοδιοτήτων στους αντιδημάρχους είναι υποχρεωτική,

στο δήμαρχο όμως ανήκει η ευχέρεια να προσδιορίζει την έκταση αυτών των

αρμοδιοτήτων ή να τις μεταβάλει με νεότερη απόφασή του, περιορίζοντας ή

διευρύνοντας τις αρμοδιότητες που αρχικά μεταβιβάσθηκαν (Έγγρ. Υπ. Εσωτ.

19771/30-05-1994).

Η απόφαση του δημάρχου έχει κανονιστικό χαρακτήρα και ισχύει από

τη δημοσίευσή της στον τοπικό τύπο κατά τα προβλεπόμενα στην παρ. 6 του

άρθρου 59 του Ν 3852/2010 (άρθρο 9 παρ. 2 Ν 2690/99, βλέπε ΣτΕ Ολ

716/2001 ΝοΒ 2002 σελ. 775, ΣτΕ 1931/99 ΝοΒ 2001 σελ. 912). Συνεπώς

μόνο μετά τη χρονολογία δημοσίευσης ο αντιδήμαρχος ασκεί έγκυρα τις

αρμοδιότητες που του μεταβιβάσθηκαν. Απόφαση δημάρχου για τη

μεταβίβαση αρμοδιότητας ή την εξουσιοδότηση υπογραφής που δεν

δημοσιεύθηκε νομίμως, θεωρείται ανυπόστατη (ΣτΕ 3388/2006 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΔΠρΘεσ 291/2005 Αρμεν 2006 σελ. 1486).

Οι μεταβιβαζόμενες αρμοδιότητες πρέπει να αναφέρονται με σαφήνεια

και εξειδίκευση στη σχετική απόφαση του δημάρχου και όχι γενικά και

αόριστα, διότι διαφορετικά οι πράξεις του αντιδημάρχου θα είναι παράνομες

λόγω αναρμοδιότητας (ΔεφΘεσ 422/1993 ΔιΔικ 1994 σελ. 704, βλέπε και ΑΠ

544/2006 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Ο ανωτέρω περιορισμός δεν αφορά την περίπτωση της αναπλήρωσης,

όταν ο δήμαρχος απουσιάζει ή κωλύεται (άρθρο 89 παρ. 1 Ν 3463/2006). Η

αναπλήρωση είναι καθολική, δηλαδή ο ορισθείς αντιδήμαρχος αναπληρώνει

τον απόντα ή κωλυόμενο δήμαρχο σε όλα τα καθήκοντά του, εκτός αν ορίζει

Page 42: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

42

διαφορετικά ο νόμος (Γνωμ. ΝΣΚ 313/19889, Γνωμ. Νομ. Συμβ. Υπ. Εσωτ.

596/1987).

Μετά τη δημοσίευση της απόφασης, με την οποία μεταβιβάζονται οι

αρμοδιότητες, ο δήμαρχος αποξενώνεται από τις αρμοδιότητες που

μεταβίβασε και δεν μπορεί να τις ασκεί παράλληλα προς τον αντιδήμαρχο ή

με την ευκαιρία συγκεκριμένης περίπτωσης (άρθρο 9 παρ. 2 Ν 2690/99),

παρά μόνο όταν ο αντιδήμαρχος απουσιάζει ή κωλύεται (άρθρο 59 παρ. 7 Ν

3852/2010).

β. Διαφορετική από τη μεταβίβαση αρμοδιότητας είναι η εξουσιοδότηση

υπογραφής που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 88 του ΔΚΚ (Ν

3463/2006).

Το άρθρο 88 δίνει τη δυνατότητα στο δήμαρχο να αναθέτει με

απόφασή του την υπογραφή ορισμένων εγγράφων και πιστοποιητικών σε

δημοτικό σύμβουλο ή στον πρόεδρο του συμβουλίου της δημοτικής ή τοπικής

κοινότητας ή στο γενικό γραμματέα του δήμου ή σε προϊστάμενο δημοτικής

υπηρεσίας ή σε άλλο μόνιμο υπάλληλο του δήμου. Παρ’ όλο που δεν

προβλέπεται στο άρθρο 88, η απόφαση του δημάρχου πρέπει να

δημοσιεύεται με ανάρτηση στο δημοτικό κατάστημα.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις ο εξουσιοδοτημένος σύμβουλος ή

υπάλληλος υπογράφει «με εντολή» δημάρχου.

Τα έγγραφα ή πιστοποιητικά που υπογράφει δεν θεωρούνται πράξεις

του ιδίου αλλά του οργάνου που τον εξουσιοδότησε, δηλαδή του δημάρχου. Ο

τελευταίος άλλωστε μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλέσει την ανάθεση ή να

υπογράφει παράλληλα τα έγγραφα ή πιστοποιητικά στα οποία αφορά η

εξουσιοδότηση (ΣτΕ 5797/96 ΔιΔικ 1997 σελ. 683, ΣτΕ 4478/87 ΕΔΔΔ 1988

σελ. 442).

Συνεπώς η εξουσιοδότηση υπογραφής δεν συνιστά μεταβίβαση

αρμοδιότητας (ΣτΕ 6471/95 ΝοΒ 1997 σελ. 1057). Όπως διευκρίνισε το

Υπουργείο Εσωτερικών ήδη από το έτος 1981, δεν είναι δυνατό να

μεταβιβάζεται σε δημοτικό σύμβουλο ή σε υπάλληλο η υπογραφή χρηματικών

ενταλμάτων ή πράξεων επιβολής προστίμου ή διαφόρων αδειών, όπως είναι

οι άδειες διαφήμισης, λειτουργίας καταστημάτων κ.λ.π. (Εγκ. Υπ. Εσωτ.

31010/7-5-1981).

Page 43: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

43

Η ατυχής διατύπωση του άρθρου 88 του νέου ΔΚΚ «ο δήμαρχος

μπορεί, με απόφασή του, να αναθέτει την υπογραφή, με εντολή του, εγγράφων

και πιστοποιητικών, πλην χρηματικών ενταλμάτων, σε δημοτικό σύμβουλο

κ.λ.π.», οδηγεί στο εσφαλμένο συμπέρασμα ότι μόνο τα χρηματικά εντάλματα

εξαιρούνται της εξουσιοδότησης, ενώ η υπογραφή όλων των άλλων

εγγράφων είναι δυνατό να εκχωρηθεί.

Το αληθές είναι ότι η υπογραφή του χρηματικού εντάλματος, δηλαδή η

έκδοση της διοικητικής πράξης με την οποία εντέλλεται το αρμόδιο ταμείο να

πληρώσει συγκεκριμένη δαπάνη του δήμου, αποτελεί αρμοδιότητα του

δημάρχου, η οποία μπορεί να μεταβιβασθεί μόνο σε αντιδήμαρχο.

Για την πληροφόρηση των ενδιαφερομένων, στο προοίμιο διοικητικών

πράξεων που εκδίδονται από τον αντιδήμαρχο ή από τα όργανα που έχουν

εξουσιοδοτηθεί να υπογράφουν με εντολή δημάρχου, αναφέρεται η πράξη

μεταβίβασης της αρμοδιότητας ή της εξουσιοδότησης υπογραφής (άρθρο 9

παρ. 4 Ν 2690/99). Η παράλειψη της αναφοράς αυτής δεν επηρεάζει το κύρος

της πράξης (βλέπε την εισηγητική έκθεση του νόμου 2690/99 επί του άρθρου

9).

3. Αντιδήμαρχοι.

Βάσει των διατάξεων του ΔΚΚ και του νόμου 3852/2010 μόνο

αντιδημάρχους μπορεί να ορίζει ο δήμαρχος για να τον επικουρούν στην

άσκηση των καθηκόντων του και για να ασκούν τις αρμοδιότητες που ο ίδιος

μεταβιβάζει σε αυτούς. Ο ορισμός δημοτικών συμβούλων για να επικουρούν

τον ίδιο ή τους αντιδημάρχους στην άσκηση των καθηκόντων τους, δεν είναι

νόμιμος (ΣτΕ 14/2004 ΝοΒ 2005 σελ. 1725), εκτός αν πρόκειται για

εντεταλμένους συμβούλους, στους οποίους μπορεί να ανατίθεται η εποπτεία

συγκεκριμένων δράσεων του δήμου (άρθρο 4 παρ. 3 Ν 3979/2011).

Αντιδήμαρχοι είναι οι δημοτικοί σύμβουλοι της πλειοψηφίας που ορίζει

με απόφασή του ο δήμαρχος. Η θητεία τους ορίζεται από το δήμαρχο και δεν

μπορεί να είναι μικρότερη των 2 ½ ετών. Ο δήμαρχος μπορεί με

αιτιολογημένη απόφασή του να αντικαθιστά οποτεδήποτε τον αντιδήμαρχο

(άρθρο 59 παρ. 5 Ν 3852/2010). Ο χρόνος της θητείας των αντιδημάρχων

αρχίζει από την επομένη της ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης του

Page 44: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

44

δημάρχου και λήγει την αντίστοιχη ημερομηνία κατά την οποία

συμπληρώνονται τα 2 ½ έτη (Γνωμ. ΝΣΚ 57/1996).

Ο αντιδήμαρχος ασκεί τις αρμοδιότητες που μεταβιβάζει σε αυτόν ο

δήμαρχος. Αν ο αντιδήμαρχος απουσιάζει ή κωλύεται, τις αρμοδιότητές του

ασκεί ο δήμαρχος (άρθρο 59 παρ. 7 Ν 3852/2010). Για την αναπλήρωση του

δημάρχου από τον αντιδήμαρχο (άρθρο 89 Ν 3463/2006) γίνεται λόγος στη

συνέχεια.

Η παραίτηση του αντιδημάρχου από το αξίωμά του υποβάλλεται

γραπτώς στο δήμαρχο, ο οποίος ορίζει τον αντικαταστάτη του για το χρονικό

διάστημα που απομένει μέχρι τη λήξη της θητείας του παραιτηθέντος (άρθρο

54 παρ. 4 Ν 3852/2010).

Σε κάθε περίπτωση η παραίτηση θεωρείται ότι έγινε αποδεκτή από το

δήμαρχο, μετά την παρέλευση ενός μήνα από την κατάθεσή της στο

πρωτόκολλο του δήμου (άρθρο 54 παρ. 4 Ν 3852/2010).

Με εξαίρεση τους δήμους του νομού Αττικής και Θεσσαλονίκης, ο

αντιδήμαρχος είναι υποχρεωμένος να κατοικεί στην περιφέρεια του δήμου,

όπου ασκεί τα καθήκοντά του (άρθρο 61 παρ. 5 Ν 3852/2010).

Ο αντιδήμαρχος δεν επιτρέπεται να απουσιάζει περισσότερο από

τριάντα ημέρες κάθε χρόνο χωρίς άδεια του δημοτικού συμβουλίου. Η

απουσία αυτή μπορεί για εξαιρετικούς λόγους να παρατείνεται έως τρεις

μήνες, με άδεια του δημοτικού συμβουλίου (άρθρο 61 παρ. 5 Ν 3852/2010).

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ως «απουσία» λογίζεται αυτή που

συνδέεται με τα καθήκοντα του αντιδημάρχου και όχι αυτή που σχετίζεται με

τις υποχρεώσεις του αντιδημάρχου ως δημοτικού συμβούλου, στην οποία

αναφέρεται το άρθρο 68 του Ν 3852/2010 (Γνωμ. Νομ. Δ/νσης Υπ. Εσωτ.

479/96).

Η παραβίαση των ανωτέρω υποχρεώσεων συνεπάγεται την επιβολή

πειθαρχικών κυρώσεων από το Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης

Διοίκησης. Η έκπτωση πάντως από το αξίωμα του αντιδημάρχου δεν

συνεπάγεται και απώλεια της ιδιότητας του δημοτικού συμβούλου (ΣτΕ

2793/81 ΝοΒ 1984 σελ. 167).

Σε αντίθεση με ό,τι γινόταν παλαιότερα δεκτό (Γνωμ. Νομ. Δ/νσης Υπ.

Εσωτ. 226/1984, Εγκ. Υπ. Εσωτ. 17147/22-3-1984), ο αντιδήμαρχος που

αναπληρώνει τον απόντα ή κωλυόμενο δήμαρχο, έχει δικαίωμα ψήφου στις

Page 45: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

45

συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου κατά το διάστημα της αναπλήρωσης

(άρθρο 67 παρ. 6 Ν 3852/2010).

Κατά τη διάρκεια της θητείας τους οι αντιδήμαρχοι δεν μπορούν να

εκλεγούν μέλη του προεδρείου του δημοτικού συμβουλίου (άρθρο 59 παρ. 5

Ν 3852/2010).

Σε περίπτωση που ο αντιδήμαρχος συμβαίνει να είναι ο σύμβουλος του

επιτυχόντος συνδυασμού που έχει εκλεγεί με τις περισσότερες ψήφους ή είναι

γραμμένος πρώτος στην απόφαση του δικαστηρίου, δεν μπορεί να

αναπληρώσει τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο του δημοτικού συμβουλίου

κατά την παρ. 2 του άρθρου 69 του Ν 3852/2010, όταν οι τελευταίοι

απουσιάζουν ή κωλύονται (Έγγρ. Υπ. Εσωτ. 19771/30-5-1994).

4. Αναπλήρωση δημάρχου.

Όταν ο δήμαρχος απουσιάζει (λόγω μετακίνησης εκτός έδρας ή λόγω

άδειας του συμβουλίου) ή κωλύεται (λόγω ασθένειας ή άλλου λόγου ανωτέρας

βίας), τα καθήκοντά του ασκεί ο αντιδήμαρχος που ορίζεται από αυτόν (άρθρο

89 παρ. 1 Ν 3463/2006). Ο δήμαρχος ορίζει τον αναπληρωτή του ακόμη και

όταν υπάρχει ένας μόνο αντιδήμαρχος (Γνωμ. Νομ. Συμβ. Υπ. Εσωτ.

596/1987).

Η αναπλήρωση είναι καθολική, δηλαδή ο ορισθείς αντιδήμαρχος

αναπληρώνει τον απόντα ή κωλυόμενο δήμαρχο σε όλα τα καθήκοντά του,

συμπεριλαμβανομένης της προεδρίας της οικονομικής επιτροπής (Γνωμ. Νομ.

Συμβ. Υπ. Εσωτ. 596/87) και της συμμετοχής γενικά σε συμβούλια, επιτροπές

και λοιπά συλλογικά όργανα, η συγκρότηση των οποίων περιλαμβάνει το

δήμαρχο και σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος αυτού «το νόμιμο

αναπληρωτή του» (Γνωμ. ΝΣΚ 313/1989).

Εάν ο δήμαρχος έχει και την ιδιότητα του προέδρου του διοικητικού

συμβουλίου δημοτικής επιχείρησης ή δημοτικού νομικού προσώπου δημοσίου

δικαίου, σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος αναπληρώνεται από τον

αντιπρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου και όχι από τον (αναπληρωτή του

δημάρχου) αντιδήμαρχο (άρθρο 7 Απόφ. Υπ. Εσωτ. 43254/2007, άρθρο 240

παρ. 1 Ν 3463/2006).

Page 46: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

46

Όταν ο αντιδήμαρχος που έχει ορισθεί αναπληρωτής του δημάρχου,

απουσιάζει ή κωλύεται, τα καθήκοντά του ασκεί άλλος αντιδήμαρχος και αν

δεν υπάρχει, σύμβουλος του επιτυχόντος συνδυασμού που ορίζεται από το

δήμαρχο. Αν δεν ορισθεί και σύμβουλος, καθήκοντα δημάρχου σε περίπτωση

απουσίας ή κωλύματος του αντιδημάρχου ασκεί ο σύμβουλος (του

επιτυχόντος συνδυασμού) που έχει εκλεγεί με τις περισσότερες ψήφους και σε

περίπτωση ισοψηφίας αυτός που αναδεικνύεται μετά από κλήρωση (άρθρο

89 παρ. 1 Ν 3463/2006).

Αν ο δήμαρχος έχει τεθεί σε αργία, τα καθήκοντά του ασκεί ο

αντιδήμαρχος που ορίζεται με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου. Με την

ίδια απόφαση ορίζεται ως αναπληρωτής του αντιδημάρχου, σε περίπτωση

απουσίας ή κωλύματός του, ένας άλλος αντιδήμαρχος ή ένας δημοτικός

σύμβουλος του επιτυχόντος συνδυασμού (άρθρο 89 παρ. 2 Ν 3463/2006).

Αντικατάσταση του αντιδημάρχου – αναπληρωτή επειδή ασκεί πλημμελώς τα

καθήκοντά του, δεν επιτρέπεται (Γνωμ. ΝΣΚ 103/2006). Αναπλήρωση της

θέσης που μένει κενή στο δημοτικό συμβούλιο, λόγω της άσκησης

καθηκόντων δημάρχου από τον αντιδήμαρχο ή από δημοτικό σύμβουλο, δεν

προβλέπεται (Γνωμ. ΝΣΚ 368/2006).

Αν το δημοτικό συμβούλιο δεν ορίσει αναπληρωτή μέσα σε προθεσμία

πέντε (5) ημερών αφότου ο δήμαρχος τέθηκε σε αργία ή αν εκείνος που

ορίσθηκε αρνείται να ασκήσει τα καθήκοντα του δημάρχου, ασκεί τα

καθήκοντα αυτά ο πρώτος σε σταυρούς προτίμησης από τους συμβούλους

του επιτυχόντος συνδυασμού. Αν και αυτός δεν ασκήσει τα καθήκοντα του

δημάρχου, τα ασκεί ο δεύτερος κατά τη σειρά επιτυχίας του ίδιου συνδυασμού

και αν και αυτός δεν τα ασκήσει, τα ασκεί ένας από τους επόμενους του ίδιου

συνδυασμού κατά τη σειρά επιτυχίας, μέχρι να εξαντληθεί ο αριθμός των

συμβούλων του επιτυχόντος συνδυασμού.

Αν κανένας από τους συμβούλους του επιτυχόντος συνδυασμού δεν

δέχεται να ασκήσει τα καθήκοντα του δημάρχου, τότε ασκεί αυτά ο πρώτος

κατά τη σειρά επιτυχίας σύμβουλος του πρώτου επιλαχόντος συνδυασμού και

αν και αυτός δεν τα ασκήσει, τα ασκεί ο δεύτερος, ο τρίτος κ.λ.π. μέχρι να

εξαντληθούν οι σύμβουλοι του συνδυασμού αυτού. Αν κανένας από τους

συμβούλους και αυτού του συνδυασμού δεν δεχθεί να ασκήσει τα καθήκοντα

του δημάρχου, τότε ασκεί αυτά ο πρώτος κατά σειρά επιτυχίας σύμβουλος

Page 47: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

47

του επόμενου επιλαχόντος συνδυασμού και αν αυτός δεν δεχθεί να τα

ασκήσει, τα ασκεί ο αμέσως επόμενος κατά σειρά επιτυχίας σύμβουλος μέχρι

να εξαντληθεί ο αριθμός των συμβούλων του συνδυασμού. Το ίδιο

επαναλαμβάνεται με τον τέταρτο, πέμπτο συνδυασμό μέχρι να εξαντληθεί ο

αριθμός των συμβούλων του και ούτω καθ’ εξής (άρθρο 89 παρ. 2 Ν

3463/2006).

Όπου κατά τα ανωτέρω υπάρχει περίπτωση ισοψηφίας, τα καθήκοντα

του δημάρχου ασκεί εκείνος που είναι γραμμένος πρώτος κατά σειρά στην

απόφαση του δικαστηρίου (άρθρο 89 παρ. 2 Ν 3463/2006).

Ο σύμβουλος που αναλαμβάνει κατά τα ανωτέρω να ασκήσει τα

καθήκοντα του δημάρχου υπογράφει, μόλις αναλάβει τα καθήκοντα αυτά,

δήλωση αναλήψεως των καθηκόντων δημάρχου, η οποία λαμβάνει αριθμό

του γενικού πρωτοκόλλου της υπηρεσίας του δήμου και κοινοποιείται

αυθημερόν προς το δημοτικό συμβούλιο, το λογιστήριο του δήμου και προς

τον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης (άρθρο 89 παρ. 2 Ν

3463/2006).

Σε περίπτωση που τα προσωπικά συμφέροντα του δημάρχου ή

συγγενούς του έως το β΄ βαθμό εξ αίματος ή εξ αγχιστείας συγκρούονται με

τα συμφέροντα του δήμου, τα καθήκοντα του δημάρχου ασκεί ο αντιδήμαρχος

ή ο σύμβουλος του επιτυχόντος συνδυασμού που ορίζεται από το δημοτικό

συμβούλιο (άρθρο 58 παρ. 3 Ν 3852/2010).

5. Δήλωση περιουσιακής κατάστασης.

Οι δήμαρχοι, οι αντιδήμαρχοι, οι πρόεδροι και τα μέλη (τακτικά και

αναπληρωματικά) των επιτροπών των δήμων, οι πρόεδροι και τα μέλη των

διοικητικών συμβουλίων, οι πρόεδροι, οι διευθύνοντες σύμβουλοι και τα μέλη

των διοικητικών συμβουλίων καθώς και οι γενικοί διευθυντές των δήμων, των

δημοτικών ΝΠΔΔ, των δημοτικών επιχειρήσεων και των συνδέσμων ΟΤΑ,

υποχρεούνται να υποβάλουν δήλωση της περιουσιακής κατάστασης των

ιδίων, των συζύγων και των ανήλικων τέκνων τους (άρθρο 1 παρ. 1 περίπτ. θ΄

Ν 3213/2003, όπως ισχύει).

Η ανωτέρω δήλωση υποβάλλεται μέσα σε ενενήντα (90) ημέρες από

την απόκτηση της ιδιότητας. Στη συνέχεια η δήλωση υποβάλλεται κάθε έτος

Page 48: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

48

κατά τη διάρκεια της θητείας και για ένα έτος μετά τη λήξη της, το αργότερο

μέσα σε τρεις μήνες από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης

φορολογίας εισοδήματος (άρθρο 1 παρ. 2 Ν 3213/2003, όπως ισχύει).

Η δήλωση εξετάζεται από ειδική επιτροπή που συγκροτεί ο πρόεδρος

της Βουλής. Η παράλειψη υποβολής της δήλωσης ή η ανακριβής δήλωση

συνεπάγεται την επιβολή ποινικών κυρώσεων (άρθρα 3Α και 4 Ν 3213/2003,

όπως ισχύει) καθώς και τη στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων που

προκαλεί την έκπτωση από το αξίωμα (άρθρο 9 Ν 3213/2003, όπως ισχύει).

6. Ευθύνες των αιρετών οργάνων.

6.1 Δημοσιονομική ευθύνη.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 20 του ΒΔ 17/5-15/6/1959, οι

δήμαρχοι ευθύνονται αλληλεγγύως με τους προϊσταμένους των υπηρεσιών

εκκαθάρισης των δαπανών, καταλογίζεται δε σε βάρος τους με πράξη του

Ελεγκτικού Συνεδρίου κάθε «ανοικείως» πληρωθέν ποσό.

Στην παρ. 1 του άρθρου 50 του Ν 4129/2013 «Κύρωση του Κώδικα

Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο» (ΦΕΚ 52/Α) - αντίστοιχο το άρθρο 33 παρ.

1 του προϊσχύοντος ΠΔ 774/1980 - προβλέπεται, ότι κατά τον έλεγχο των

απολογισμών των ΟΤΑ εφαρμόζονται ανάλογα οι διατάξεις του αφορούν τους

δημοσίους υπολόγους, ενώ κατά την παρ. 2 του άρθρου 44 του ίδιου νόμου

«δημόσιος υπόλογος είναι όποιος διαχειρίζεται, έστω και χωρίς νόμιμη

εξουσιοδότηση, χρήματα, αξίας ή υλικό που ανήκουν στο Δημόσιο ή σε ΝΠΔΔ

και οποιοσδήποτε άλλος θεωρείται από το νόμο δημόσιος υπόλογος»

(αντίστοιχο το άρθρο 25 παρ. 2 του προϊσχύοντος ΠΔ 774/1980).

Ερμηνεύοντας τις ανωτέρω διατάξεις σε συνδυασμό με τις άλλες

διατάξεις του ΔΚΚ, του ΒΔ 17/5-15/6/1959 και της νομοθεσίας που το διέπει,

το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφάνθηκε ως εξής για την ιδιότητα του υπολόγου

που φέρουν τα αιρετά πρόσωπα των πρωτοβάθμιων ΟΤΑ (ΕΣ Ολ 2978 έως

2973/2012, 3289/2011, 3237/2011, 2319/2011, 2293/2011, 2073/2010,

2072/2010, 2071/2010, 1461/2006, 1487/2000, ΕΣ Τμ. VII Αποφ. 944/2013,

941/2013, 940/2013, 939/2013, 176/2013, 165/2013, 164/2013, 2858/2012,

1682/2012, 1678/2012, 1674/2012, 882/2012, 3061/2011, 3057/2011,

3056/2011, 3055/2011, 3054/2011, 2182/2011, 2181/2011, 1790/2011,

Page 49: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

49

1787/2011, 1290/2011, 1289/2011, 727/2011, 1748/2007, ΕΣ Κλιμ. Β΄

185/2012, 51/2012, 301/2011, 227/2011, 91/2011, 47/2011, 334/2010,

226/2010, ΕΣ Κλιμ. Β΄ Πρακτικά της 10ης Συνεδρίασης της 24ης Μαίου 2012,

της 4ης Συνεδρίασης της 8ης Μαρτίου 2012, της 3ης Συνεδρίασης της 16ης

Φεβρουαρίου 2012, της 2ης Συνεδρίασης της 26ης Ιανουαρίου 2012, της 18ης

Συνεδρίασης της 17ης Νοεμβρίου 2011, της 9ης Συνεδρίασης της 10ης Μαίου

2011, της 8ης Συνεδρίασης της 14ης Απριλίου 2011, της 7ης Συνεδρίασης της

31ης Μαρτίου 2011, της 5ης Συνεδρίασης της 21ης Φεβρουαρίου 2011) :

- Οι δήμαρχοι, τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου, τα μέλη της

οικονομικής επιτροπής και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου των δημοτικών

ΝΠΔΔ, όταν τα συλλογικά όργανα αυτά εγκρίνουν δαπάνες της αρμοδιότητάς

τους, ενεργούν πράξεις διαχείρισης των λογαριασμών του δήμου ή του ΝΠΔΔ

και για το λόγο αυτό ευθύνονται (ως υπόλογοι) κατ’ αρχήν και για ελαφριά

αμέλεια για κάθε διαχειριστικό έλλειμμα, με το οποίο εξομοιώνεται και κάθε

πληρωμή μη νόμιμης δαπάνης (άρθρο 56 παρ. 1 Ν 2362/1995).

Τα όργανα αυτά απαλλάσσονται της ευθύνης μόνον αν επικαλεσθούν

και αποδείξουν, ότι δεν τους βαρύνει καμμίας μορφής υπαιτιότητα, έστω και

σε βαθμό ελαφράς αμέλειας. Η τυχόν έγκριση της απόφασης, στην οποία

στηρίζεται η δαπάνη, από την εποπτεύουσα αρχή, δεν αίρει την ευθύνη των

ανωτέρω υπολόγων.

- Η ευθύνη που έχουν οι αιρετοί ως «δημόσιοι υπόλογοι», διαφέρει

τόσο από την ευθύνη που έχουν οι δήμαρχοι ως «διατάκτες πληρωμών» όσο

και από την αστική ευθύνη που έχουν αυτοί καθώς και οι αντιδήμαρχοι, τα

μέλη της οικονομικής επιτροπής και τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου, κατά

τις διατάξεις του άρθρου 232 του Ν 3852/2010.

Πρέπει να τονίσουμε ότι «διατάκτης» κατά την έννοια του άρθρου 20

του Ν 2362/1995, δηλαδή κατά την έννοια του οργάνου που έχει αρμοδιότητα

να διαθέτει πιστώσεις, δεν είναι ο δήμαρχος, παρά μόνο στις περιπτώσεις της

παρ. 4 του άρθρου 158 του ΔΚΚ. Στις άλλες περιπτώσεις διατάκτης είναι είτε

το δημοτικό συμβούλιο είτε η οικονομική επιτροπή.

Στο δημόσιο, τα καθήκοντα του διατάκτη είναι ασυμβίβαστα με τα

καθήκοντα του εκκαθαριστή και του υπολόγου (άρθρο 55 Ν 2362/1995, άρθρο

20 Ν 3871/2010).

Έτσι:

Page 50: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

50

- «Διατάκτες» είναι κατά κανόνα οι υπουργοί (άρθρο 20 Ν 2362/1995,

όπως ισχύει).

- «Εκκαθαριστές» είναι οι υπηρεσίες δημοσιονομικού ελέγχου – ΥΔΕ

(άρθρο 23 Ν 2362/1995).

- «Υπόλογοι» είναι οι υπηρεσίες των ΔΟΥ (άρθρο 54 Ν 2362/1995).

Οι υπόλογοι ευθύνονται και για ελαφρά αμέλεια (άρθρα 46 παρ. 3 και

63 Ν 4129/2013, άρθρο 56 Ν 2362/1995). Κατά τον ίδιο τρόπο ευθύνονται και

οι διατάκτες ή άλλα όργανα, που ενέκριναν ή συνέπραξαν στην

πραγματοποίηση δαπανών καθ’ υπέρβαση των εγγεγραμμένων πιστώσεων

(άρθρο 10 παρ. 1 ΠΔ 113/2010, Εγκ. Υπ. Οικον. 2/91118/0026/2010).

Στους ΟΤΑ, το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει κρίνει ότι ο δήμαρχος και τα

μέλη του δημοτικού συμβουλίου ευθύνονται, ως υπόλογοι, και για ελαφρά

αμέλεια. Συνεπώς ο μεν δήμαρχος συγκεντρώνει στο πρόσωπό του και τις

τρεις ιδιότητες, του διατάκτη, του εκκαθαριστή και του υπολόγου, τα δε μέλη

του συμβουλίου τις δύο από αυτές (τις ιδιότητες του διατάκτη και του

υπολόγου).

Παλαιότερα εξάλλου το Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΣ Τμ. Ι 588/1998)

δεχόταν, ότι ο δήμαρχος δεν φέρει ευθύνη για τις αποφάσεις του δημοτικού

συμβουλίου, δεδομένου ότι αφ’ ενός μεν δεν είναι μέλος αυτού και δεν έχει

δικαίωμα ψήφου, αφ’ ετέρου δε είναι υποχρεωμένος να τις εκτελεί (άρθρο 58

παρ. 1 Ν 3852/2010), ανεξάρτητα αν συμφωνεί ή διαφωνεί με αυτές.

Για τα παραπάνω ζητήματα οι διατάξεις του άρθρου 58 παρ. 4-6 του Ν

3852/2010 ορίζουν τα ακόλουθα:

- Ο δήμαρχος και οι αντιδήμαρχοι δεν θεωρούνται «δημόσιοι

υπόλογοι» κατά την έννοια του άρθρου 25 του ΠΔ 774/80 (ήδη του άρθρου 44

του Ν 4129/2013) και για το λόγο αυτό καταλογισμός σε βάρος τους

επιτρέπεται μόνο για δόλο ή βαριά αμέλεια.

- Ο δήμαρχος και οι αντιδήμαρχοι δεν ευθύνονται αστικά, ποινικά και

πειθαρχικά για τις πράξεις του δημοτικού συμβουλίου, της οικονομικής

επιτροπής και της επιτροπής ποιότητας ζωής, που εκτελούν, εφόσον αυτές

δεν έχουν ακυρωθεί, ανακληθεί ή ανασταλεί.

Οι δαπάνες των ΟΤΑ πληρώνονται από το δημοτικό ταμείο, με βάση

νόμιμους τίτλους πληρωμής (άρθρο 60 παρ. 2 ΒΔ 17/5-15/6/1959).

Page 51: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

51

Τίτλο πληρωμής αποτελεί κατά κανόνα το χρηματικό ένταλμα. Σε

ορισμένες περιπτώσεις όμως, ο νόμος επιτρέπει να διενεργούνται πληρωμές

βάσει άλλων παραστατικών στοιχείων, χωρίς να απαιτείται η προηγούμενη

έκδοση αντίστοιχων χρηματικών ενταλμάτων. Τα παραστατικά αυτά στοιχεία

αποτελούν νόμιμους τίτλους πληρωμής.

Η διαδικασία ελέγχου των τίτλων πληρωμής ορίζεται από τις διατάξεις

του άρθρου 60 του ΒΔ 17/5-15/6/1959.

Όσον αφορά ειδικότερα τις γεννεσιουργές των δαπανών πράξεις των

δημοτικών αρχών (δημοτικού συμβουλίου, οικονομικής επιτροπής,

δημάρχου), ισχύουν τα ακόλουθα :

- Οι πράξεις του δημοτικού συμβουλίου και της οικονομικής επιτροπής

είναι εκτελεστές αφότου εκδοθούν (άρθρο 224 Ν 3852/2010).

Συνεπώς, ο ταμίας δεν δικαιούται να αναστείλει την πληρωμή, μέχρι να

ελεγχθεί η νομιμότητα των αποφάσεων αυτών από τον Ελεγκτή Νομιμότητας

(Γνωμ. Νομ. Δ/νσης Υπ. Εσωτ. 926/1985) ή να αρνηθεί την πληρωμή επειδή

οι αποφάσεις αυτές δεν υποβλήθηκαν για έλεγχο στην εποπτεύουσα αρχή,

δεδομένου ότι η παράλειψη αποστολής δεν επηρεάζει τη νομιμότητα και την

εκτελεστότητα των αποφάσεων (ΕΣ VII Τμ. 17/2012, 141/2011, 308/2010,

64/2008, ΕΣ Β΄ Κλιμ. 850/2004), ενώ η σχετική πράξη της εποπτεύουσας

αρχής δεν αποτελεί δικαιολογητικό του χρηματικού εντάλματος (ΕΣ Τμ. VII

227/2009).

- Οι ατομικές διοικητικές πράξεις των δημοτικών αρχών (π.χ. πράξεις

διορισμού ή πρόσληψης ή μετάταξης υπαλλήλων, αποφάσεις απ’ ευθείας

ανάθεσης έργων ή προμηθειών, αποφάσεις επιχορήγησης αθλητικών

συλλόγων κ.λ.π.), από την έναρξη της ισχύος τους έως την ακύρωση δια της

δικαστικής ή της διοικητικής οδού ή την ανάκληση ή την κατάργηση ή γενικά

την παύση της ισχύος τους με οποιοδήποτε τρόπο, παράγουν όλες τις

έννομες συνέπειές τους, ακόμη και εάν είναι νομικά πλημμελείς και συνεπώς

ακυρώσιμες (τεκμήριο της νομιμότητας). Μετά δε την παρέλευση της

προθεσμίας για την προσβολή τους με αίτηση ακυρώσεως, αποκλείεται κατά

κανόνα ο παρεμπίπτων έλεγχος του κύρους των ανωτέρω πράξεων.

Επομένως, εφόσον η διοικητική πράξη που αποτελεί δικαιολογητικό

του χρηματικού εντάλματος, φέρει όλα τα εξωτερικά στοιχεία εγκυρότητας

(σφραγίδα, υπογραφή, χρονολογία κ.λ.π.), ο ταμίας δεν μπορεί να κρίνει τη

Page 52: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

52

νομιμότητά της και να αρνηθεί την πληρωμή, σε περίπτωση δε ακύρωσης των

διοικητικών πράξεων που προκαλούν τη δαπάνη, την ευθύνη φέρουν

αποκλειστικά τα όργανα που τις εξέδωσαν και όχι ο ταμίας του δήμου (Γνωμ.

Νομ. Δ/νσης Υπ. Εσωτ. 926/1985).

Εξάλλου τόσο το Συμβούλιο της Επικρατείας όσο και τα διοικητικά

δικαστήρια έχουν κατ’ επανάληψη κρίνει, ότι οι Επίτροποι του Ελεγκτικού

Συνεδρίου, κατά τη διενέργεια του προληπτικού ελέγχου των δαπανών του

κράτους, των ΝΠΔΔ και των ΟΤΑ, μπορούν να ελέγξουν τη νομιμότητα των

χρηματικών ενταλμάτων ή άλλων τίτλων πληρωμής, δεν μπορούν όμως να

ελέγξουν παρεμπιπτόντως τη νομιμότητα των ατομικών διοικητικών πράξεων,

οι οποίες και αν ακόμη δεν είναι σύννομες παράγουν όλες τις έννομες

συνέπειές τους και θεωρούνται ως έγκυρες, εφόσον δεν ανακλήθηκαν από τη

διοίκηση ή δεν ακυρώθηκαν με δικαστική απόφαση και ότι εν πάση

περιπτώσει ο προληπτικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν συνιστά

άσκηση δικαιοδοτικής εξουσίας και δεν υποκαθιστά το δικαστικό έλεγχο που

ασκούν το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα διοικητικά δικαστήρια (ΣτΕ

2740/2008 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 195, ΣτΕ 3564/84 ΝοΒ 1987 σελ.606, ΔΕφΑθην

3128/2010 ΕλλΔνη 2011 σελ. 1674, ΔΕφΑθην 903/2010 ΕλλΔνη 2012 σελ.

279, ΔΕφΑθην 288/2009 ΔιΔικ 2012 σελ. 216, ΔΕφΑθην 973/2007 ΔιΔικ 2007

σελ. 1172, ΔΕφΘεσ 2121/2000 ΔιΔικ 2001 σελ. 40, ΔΕφΑθ 1395/96 ΔιΔικ

1997 σελ. 142, ΔΕφΘεσ 114/1996 ΔιΔικ 1996 σελ. 652, ΔΕφΘεσ 301/1995

ΔιΔικ 1996 σελ. 1200, ΔΕφΠατρ 1281/95 ΔιΔικ 1995 σελ. 1409, ΔΕφΑθ

779/1994 ΔιΔικ 1994 σελ. 1374. Βλέπε και Νικ. Μηλιώνη, Η νομολογιακή

διαπραγμάτευση του παρεμπίπτοντος ελέγχου των διοικητικών πράξεων από

το Ελεγκτικό Συνέδριο, ΔιΔικ 1992, σελ 249).

Οι ανωτέρω θέσεις δεν γίνονται πλέον δεκτές από τη νεότερη

νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα με την οποία οι δημοτικοί

ταμίες και οι ελεγκτές εσόδων-εξόδων των ΟΤΑ υποχρεούνται να ασκούν

«προληπτικό έλεγχο» των χρηματικών ενταλμάτων, ο οποίος δεν περιορίζεται

μόνο στην εξωτερική νομιμότητα και την εγκυρότητα αυτών (υπογραφή,

σφραγίδα, χρονολογία κ.λ.π.), αλλά επεκτείνεται και στην εσωτερική

(ουσιαστική) νομιμότητα της δαπάνης. Υποχρεούνται δηλαδή να εξετάσουν

εάν η δαπάνη προβλέπεται ή όχι από διάταξη νόμου και αν κατά την

πραγματοποίησή της τηρήθηκαν όλες οι διατάξεις της ισχύουσας κάθε φορά

Page 53: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

53

νομοθεσίας (ΕΣ Ολ 719/2012, 718/2012, 1487/2000 Δήμος 7/2001 σελ. 74,

ΕΣ Τμ. VII 230/2009 ΕΔΔΔΔ 2009 σελ. 419, ΕΣ Τμ. VII Αποφ. 164/2013,

886/2012, 885/2012, ΕΣ Τμ. IV Απόφ. 551/2012).

Η παρ. 3 του άρθρου 175 του ΔΚΚ προβλέπει τα ακόλουθα:

«Αν ο ταμίας αμφισβητεί τη νομιμότητα εντάλματος, γνωστοποιεί στο

δήμαρχο ή τον πρόεδρο της κοινότητας με ειδική αναφορά τους λόγους της

αμφισβήτησης. Αν ο δήμαρχος ή ο πρόεδρος της κοινότητας απορρίψει τους

λόγους αμφισβήτησης, το ένταλμα εκτελείται. Στη συνέχεια με φροντίδα του

ταμία αποστέλλεται μαζί με τα σχετικά δικαιολογητικά, χωρίς καθυστέρηση,

στον Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου του Νομού ή της Νομαρχίας για

έλεγχο κατά προτεραιότητα».

Η ανωτέρω διαδικασία ακολουθείται και όταν το χρηματικό ένταλμα έχει

εκδοθεί από δημοτικό ΝΠΔΔ, οπότε η σχετική εντολή για την εξόφληση του

εντάλματος προέρχεται από τον πρόεδρο του διοικητικού συμβουλίου (ΕΣ

Κλιμ. Β΄ 259Α/2007).

Σχετικά με την έννοια των ανωτέρω διατάξεων το Ελεγκτικό Συνέδριο

έκανε δεκτά τα εξής (ΕΣ Ολ Πρακτικά της 1ης Γενικής Συνεδρίασης της 8ης

Ιανουαρίου 1997, ΕΣ Ολ 2375/2011, 2374/2011, 2369/2011, 2368/2011, ΕΣ

Τμ. VII Αποφ. 2179/2011, 2178/2011, ΕΣ Κλιμ. Β΄ 61/2013, 45/2012, 44/2012,

18/2012, 191/2011, 48/2011, 219/2010):

αα) Αρμόδια για την άσκηση του ελέγχου είναι η Υπηρεσία Επιτρόπου

του Νομού, στην περιφέρεια του οποίου υπάγεται ο δήμος που εξέδωσε το

χρηματικό ένταλμα.

ββ) Εάν κριθεί ότι η δαπάνη δεν είναι νόμιμη, συντάσσεται φύλλο

μεταβολών και ελλείψεων (ΦΜΕ), που αποστέλλεται στον εκδόσαντα το

χρηματικό ένταλμα Οργανισμό και ζητείται η εντός 15 ημερών αναπλήρωση

του πληρωθέντος ποσού. Εάν το ΦΜΕ εκτελεσθεί, το χρηματικό ένταλμα με

όλα τα δικαιολογητικά του, επιστρέφεται στο δήμο, σε αντίθετη όμως

περίπτωση, αν το χρηματικό ένταλμα ανήκει σε δήμο, ο Επίτροπος του

Ελεγκτικού Συνεδρίου που είναι αρμόδιος για τον έλεγχο του απολογισμού

του δήμου συντάσσει πράξη καταλογισμού σε βάρος του δημάρχου ή ή του

αντιδημάρχου ή και του δημοτικού συμβουλίου, εφόσον η δαπάνη έτυχε της

εγκρίσεως τούτου μετά την αμφισβήτηση της νομιμότητάς της από το

δημοτικό ταμία.

Page 54: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

54

Αν το χρηματικό ένταλμα ανήκει σε δημοτικό ΝΠΔΔ, ο καταλογισμός

γίνεται επίσης από τον οικείο Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ Κλιμ.

Β΄ 260/2009, 259/2009, 249/2009).

γγ) Ο έλεγχος επί του εντάλματος δεν γενικεύεται, αλλά περιορίζεται

στους λόγους αμφισβήτησης που προβάλλει ο ταμίας, χωρίς να μπορεί ο

Επίτροπος να προσθέσει και άλλους λόγους, ακόμη και αν ο ίδιος διαπιστώνει

ότι υπάρχουν τέτοιοι λόγοι. Αν η αμφισβήτηση του ταμία δεν περιέχει

συγκεκριμένους λόγους μη νομιμότητας, αλλά περιορίζεται σε γενική και

αόριστη αμφισβήτηση της νομιμότητας της δαπάνης, ο Επίτροπος δεν μπορεί

να εξειδικεύσει τους λόγους μη νομιμότητας, ακόμη και αν υπάρχουν τέτοιοι

λόγοι.

δδ) Εάν το πρώτο χρηματικό ένταλμα δαπάνης που πληρώνεται

τμηματικά θεωρηθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο νόμιμο, ο ταμίας δεν μπορεί

να αμφισβητήσει, προβάλλοντας τους ίδιους λόγους, τη νομιμότητα των

επόμενων ενταλμάτων.

εε) Στα πλαίσια του συγκεκριμένου ειδικού ελέγχου δεν μπορεί να γίνει

καταλογισμός σε βάρος των αχρεωστήτως λαβόντων. Δεν μπορεί επίσης να

υποβληθεί από τον Επίτροπο προς το αρμόδιο Κλιμάκιο έκθεση αμφιβολιών

κατά τις διατάξεις του άρθρου 32 παρ. 5 του Ν 4129/2013.

Κατασταλτικός έλεγχος.

Σύμφωνα με το Σύνταγμα (άρθρο 98 παρ. 1 εδάφ. γ΄) στην

αρμοδιότητα του Ελεγκτικού Συνεδρίου ανήκει και ο «έλεγχος των

λογαριασμών των δημοσίων υπολόγων και των οργανισμών τοπικής

αυτοδιοίκησης …».

Ως ετήσιοι λογαριασμοί των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ νοούνται οι κατά τις

κείμενες διατάξεις αναφερόμενοι ως «απολογισμοί» και ισολογισμοί (άρθρο

150 παρ. 2 ΠΔ 1225/81).

Ο κατασταλτικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ασκείται στη

διαχείριση των δήμων και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των

κοινωφελών δημοτικών επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων ύδρευσης-

αποχέτευσης και των δημοτικών ανωνύμων εταιρειών του άρθρου 266 του

ΔΚΚ. Ο τακτικός έλεγχος είναι ετήσιος και δειγματοληπτικός και διενεργείται

μετά το τέλος κάθε οικονομικής χρήσης, μπορεί δε να γενικευθεί αν από το

δειγματοληπτικό έλεγχο προκύπτουν λόγοι που επιβάλλουν τη γενίκευσή του.

Page 55: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

55

Πέραν του τακτικού μπορεί να διενεργείται και έκτακτος έλεγχος, γενικός ή

ειδικός (άρθρο 276 παρ. 1 Ν 3852/2010 - άρθρο 51 παρ. 1 Ν 4129/2013).

Ο κατασταλτικός έλεγχος ασκείται από τον Επίτροπο του Ελεγκτικού

Συνεδρίου, που είναι αρμόδιος και για τον προληπτικό έλεγχο των δαπανών

(άρθρο 276 παρ. 3 Ν 3852/2010 - άρθρο 51 παρ. 3 Ν 4129/2013).

Ο έλεγχος πρέπει να ολοκληρώνεται μέσα σε έξι (6) μήνες από την

υποβολή των λογαριασμών και σε κάθε περίπτωση μέσα στο επόμενο

διαχειριστικό έτος. Ο υποκείμενος στον κατασταλτικό έλεγχο φορέας

υποβάλλει στο Ελεγκτικό Συνέδριο αντίγραφο του απολογισμού ή

ισολογισμού, ο οποίος συνοδεύεται: α) από τις σχετικές εκθέσεις και πράξεις

των αρμοδίων οργάνων του, β) την έκθεση των ορκωτών ελεγκτών και γ) από

κάθε σχετικό με τον έλεγχο στοιχείο που καθορίζεται με απόφαση της

Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου (άρθρο 276 παρ. 4 Ν 3852/2010 -

άρθρο 51 παρ. 4 Ν 4129/2013).

Για τις ελλείψεις που διαπιστώνονται ή τις αμφιβολίες που

δημιουργούνται κατά την επεξεργασία των λογαριασμών, συντάσσεται από

τον Επίτροπο φύλλο μεταβολών και ελλείψεων (ΦΜΕ), το οποίο αποστέλλεται

στους υπολόγους για την αναπλήρωση των ελλείψεων και την παροχή των

απαιτούμενων πληροφοριών εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών, η

οποία μπορεί να παραταθεί για εύλογο χρόνο (άρθρο 38 παρ. 4 Ν

4129/2013).

Ο Επίτροπος του Ελεγκτικού Συνεδρίου είτε κηρύσσει με πράξη του ως

«ορθώς έχοντες» τους λογαριασμούς είτε καταλογίζει τους υπολόγους με το

διαπιστωθέν έλλειμμα. Έλλειμμα θεωρείται και κάθε παράνομη πληρωμή

καθώς και η παράλειψη εισπράξεως εσόδων (άρθρο 46 παρ. 1 Ν 4129/2013,

άρθρο 56 Ν 2362/95).

Ειδικότερα, έλλειμμα είναι το ποσό κατά το οποίο υπολείπεται η

ποσότητα χρημάτων που πράγματι υπάρχει σε δεδομένη χρονική στιγμή, σε

σχέση με την ποσότητα χρημάτων που έπρεπε να υπάρχει με βάση τους

τηρούμενους λογαριασμούς και τα νόμιμα διαχειριστικά στοιχεία. Συνεπώς

έλλειμμα είναι όχι μόνο η έλλειψη χρημάτων αλλά και κάθε μη νόμιμη

πληρωμή (ΕΣ Ολ 2978 έως 2973/2012, 2319/2012, 2318/2012, 725/2012,

3289/2011, 3237/2011, 2319/2011, 2293/2011, 1026/2011, 1610/2008,

1456/2008, ΕΣ Τμ. VII Αποφ. 944/2013, 941/2013, 176/2013, 165/2013,

Page 56: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

56

164/2013, 2861/2012, 2859/2012, 2856/2012, 1682/2012, 1679/2012,

1678/2012, 1674/2012, 886/2012, 885/2012, 3061/2011, 3057/2011,

3056/2011, 3055/2011, 1840/2008). Έλλειμμα είναι επίσης τα χρηματικά

ποσά που καταβλήθηκαν χωρίς αντίστοιχα εντάλματα (ΕΣ Τμ. VII Απόφ.

244/2011) ή τα ποσά των χρηματικών ενταλμάτων που καταβλήθηκαν σε μη

δικαιούχα πρόσωπα (ΕΣ Τμ. IV Αποφ. 2695/2011, 2767/2006) ή τα ποσά των

κρατήσεων υπέρ τρίτων οι οποίες δεν αποδόθηκαν (ΕΣ Τμ. VII Απόφ.

3222/2013, ΕΣ Τμ. IV Απόφ. 551/2012) ή η μη εισαγωγή στη διαχείριση

χρημάτων που έπρεπε να εισπραχθούν σε συγκεκριμένη ημέρα, όπως είναι οι

εγγυητικές επιστολές και τα μερίσματα (ΕΣ Τμ. IV Απόφ. 871/2012), ή η

παράλειψη είσπραξης προσωπικών επιταγών των οφειλετών και η μη

επιβολή προσαυξήσεων σε περίπτωση που οι επιταγές είναι ακάλυπτες (ΕΣ

Τμ. Ι Απόφ. 2198/2012) ή η παράνομη παράλειψη είσπραξης νομοθετημένων

εσόδων (ΕΣ Τμ. Ι Απόφ. 900/2012).

Δεν συνιστά έλλειμμα, αλλά επισύρει άλλες συνέπειες, η καταβολή

εργολαβικού ανταλλάγματος χωρίς προηγουμένως να έχουν αποδοθεί από

τον ανάδοχο οι νόμιμες κρατήσεις υπέρ ΤΣΜΕΔΕ, ΤΥΔΚ, ΤΑΔΚΥ κ.λ.π. (ΕΣ

Ολ 1810/2014).

Εφόσον διαπιστώνεται έλλειμμα κατά την ανωτέρω έννοια, ο υπόλογος

καταλογίζεται υποχρεωτικά, χωρίς να εξετάζεται εάν επήλθε ή όχι θετική ζημία

σε βάρος του δήμου (ΕΣ Τμ. VII Αποφ. 1678/2012, 1674/2012, 882/2012,

1290/2011, 244/2011, 2176/2010, 1834/2010, ΕΣ Ολ 2319/2012, 2318/2012,

3237/2011, 1037/1995, ΕΣ Τμ. IV Απόφ. 2695/2011). Για τον καταλογισμό του

ελλείμματος απαιτείται πάντως η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της

συμπεριφοράς του υπολόγου και του προκληθέντος ελλείμματος, δηλαδή

μόνη η ιδιότητα του υπολόγου δεν δικαιολογεί τον καταλογισμό, εάν ο

καταλογιζόμενος δεν συμμετείχε με συγκεκριμένη πράξη ή παράλειψη στη

δημιουργία του ελλείμματος (ΕΣ Ολ 2973/2012, 2319/2012, 2318/2012, ΕΣ

Τμ. IV Αποφ. 1772/2012, 1763/2012, 1762/2012, 1761/2012, ΕΣ Τμ. VII

Απόφ. 959/2013).

Δεν συνιστά «έλλειμμα» αλλά θετική ζημία κάθε ελάττωση της

υφιστάμενης περιουσίας του δήμου, είτε ως μείωση του ενεργητικού είτε ως

αύξηση του παθητικού της, στην έννοια δε της περιουσίας περιλαμβάνονται

και οι βέβαιες και εκκαθαρισμένες απαιτήσεις κατά τρίτων (ΕΣ Ολ 31/2012, ΕΣ

Page 57: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

57

Τμ. VII Απόφ. 1787/2011). Συνεπώς, ενέργειες ή παραλείψεις αιρετών ή

υπαλλήλων που θεμελιώνουν ενδεχομένως αστική ευθύνη σε βάρος τους

αλλά δεν προκαλούν έλλειμμα κατά την έννοια που αναφέρθηκε παραπάνω,

δεν ερευνώνται από το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά τον έλεγχο του απολογισμού

και δεν δικαιολογούν την έκδοση καταλογιστικών πράξεων σε βάρος τους (ΕΣ

Κλιμ. Β΄ 209/2011, 208/2011, 207/2011).

Καταλογιστική πράξη του Ελεγκτικού Συνεδρίου, η οποία εκδίδεται σε

βάρος των υπολόγων, χωρίς να τεθεί υπ’ όψη τους Φύλλο Μεταβολών

Ελλείψεων με το απαιτούμενο από το νόμο περιεχόμενο, ώστε να μπορούν

να ασκήσουν το δικαίωμα της προηγούμενης ακρόασης, είναι ακυρωτέα (ΕΣ

Κλιμ. Β΄ 222/2011).

Σε βάρος των υπολόγων καταλογίζονται επίσης προσαυξήσεις

εκπρόθεσμης καταβολής, οι οποίες υπολογίζονται:

- επί παραλείψεως εισπράξεως εσόδων, από τότε που έπρεπε να

ενεργήσουν την είσπραξη,

- επί παραλείψεως εισαγωγής των εισπράξεων, από τότε που έπρεπε

να εισαχθούν οι εισπράξεις στο ταμείο και

- επί ελλείμματος, από τότε που αυτό δημιουργήθηκε ή, αν ο χρόνος

αυτός δεν μπορεί να εξακριβωθεί, από τότε που ανακαλύφθηκε (άρθρο 46

παρ. 3 Ν 4129/2013).

Ο υπόλογος απαλλάσσεται των προσαυξήσεων, εάν αποδείξει ότι για

τις ανωτέρω παραλείψεις ή το έλλειμμα δεν τον βαρύνει δόλος ή βαριά

αμέλεια (άρθρο 46 παρ. 3 Ν 4129/2013).

Τα καταλογιζόμενα ποσά βεβαιώνονται στην ταμειακή υπηρεσία του

δήμου ή, αν αυτή δεν υπάρχει, στην αρμόδια ΔΟΥ (Πρακτικά της 12ης

Συνεδρίασης του Β΄ Κλιμακίου του ΕΣ της 18ης Ιουνίου 2007) και

εισπράττονται κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ. Οι καταλογιστικές πράξεις του

Ελεγκτικού Συνεδρίου υπόκεινται στα ένδικα μέσα της αναθεώρησης και της

έφεσης, που ασκούνται κατά τις διατάξεις του Ν 4129/2013 και του ΠΔ

1225/81.

Εάν δεν έχει ανασταλεί, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης, η

εκτέλεση της καταλογιστικής πράξης, νομίμως ενεργείται η ταμειακή βεβαίωση

πριν από την παρέλευση της προθεσμίας για την άσκηση της έφεσης ή ενώ

εκκρεμεί η ασκηθείσα έφεση (ΕΣ Τμ. IV 1263/2011, ΕΣ Τμ. VII Απόφ.

Page 58: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

58

257/2012). Η πράξη της ταμειακής βεβαίωσης όμως είναι άκυρη, εάν εχώρησε

πριν κοινοποιηθεί η καταλογιστική πράξη στον υπόχρεο, στερώντας του έτσι

τη δυνατότητα να ασκήσει κατ’ αυτής έφεση (ΕΣ Τμ. Ι Αποφ. 1537/2012,

1536/2012, 1535/2012, 1533/2012). Η ταμειακή βεβαίωση είναι επίσης άκυρη,

εάν διενεργήθηκε σε χρόνο κατά τον οποίο η καταλογιστική πράξη τελούσε σε

αναστολή δυνάμει προσωρινής διαταγής (ΕΣ Τμ. IV Αποφ. 135/2013,

134/2013, 133/2013).

Κατά των καταλογιστικών πράξεων των Επιτρόπων του Ελεγκτικού

Συνεδρίου, των μονοπρόσωπων ή συλλογικών διοικητικών οργάνων, των

διοικητικών αρχών, των οικονομικών επιθεωρητών ή άλλου φορέα επί

διαχείρισης υλικού, αξιών ή χρηματικού του δημοσίου, νομικών προσώπων

δημοσίου δικαίου, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης και νομικών

προσώπων ιδιωτικού δικαίου που χρηματοδοτούνται από εθνικούς ή

κοινοτικούς πόρους, επιτρέπεται να ασκηθεί έφεση από όποιον έχει έννομο

συμφέρον μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών, η οποία αρχίζει από την

επίδοση ή την καθ’ οιονδήποτε τρόπο περιέλευση ή την αποδεδειγμένα

πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης πράξης. Εάν ο έχων έννομο συμφέρον

για την άσκηση έφεσης διαμένει στην αλλοδαπή, η αντίστοιχη προθεσμία

ορίζεται σε ενενήντα (90) ημέρες (άρθρο 80 παρ. 1 Ν 4129/2013).

Η προθεσμία για την άσκηση της έφεσης κατά των ανωτέρω πράξεων

για το δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τους οργανισμούς

τοπικής αυτοδιοίκησης, τα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που χρη-

ματοδοτούνται από εθνικούς ή κοινοτικούς πόρους και για τον Γενικό

Επίτροπο της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο είναι εξήντα (60) ημέρες

και αρχίζει από την περιέλευση της προσβαλλόμενης πράξης σε αυτούς

(άρθρο 80 παρ. 2 Ν 4129/2013).

Οι διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 67 του Ν 3842/2010, που

προέβλεπαν για την άσκηση της έφεσης ή της αίτησης αναίρεσης μικρότερη

(30ήμερη) προθεσμία, καταργήθηκαν από τότε που ίσχυσαν (άρθρο 109 παρ.

3 Ν 4055/2012).

Απολογισμός.

Έως το τέλος Μαίου, εκείνος που ενεργεί την ταμειακή υπηρεσία του

δήμου υποβάλλει δια του δημάρχου στην οικονομική επιτροπή λογαριασμό

της διαχείρισης του οικονομικού έτους που έληξε. Τα στοιχεία που

Page 59: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

59

περιλαμβάνει ο λογαριασμός της διαχείρισης, ορίζονται με το προεδρικό

διάταγμα της παρ. 2 του άρθρου 175 του Ν 3463/2006. Ο λογαριασμός

υποβάλλεται ενιαίος, ανεξάρτητα από τις μεταβολές που τυχόν έχουν γίνει στα

πρόσωπα εκείνων που ενεργούν την ταμειακή υπηρεσία (άρθρο 163 παρ. 1 Ν

3463/2006).

Μέσα σε δύο μήνες αφ’ ότου παρέλαβε τα ανωτέρω στοιχεία, η

οικονομική επιτροπή τα προελέγχει και το αργότερο 5 ημέρες μετά τη λήξη

του διμήνου υποβάλλει τον απολογισμό και, προκειμένου για δήμους που

εφαρμόζουν το κλαδικό λογιστικό σχέδιο, τον ισολογισμό και τα αποτελέσματα

χρήσεως, μαζί με έκθεσή της, στο δημοτικό συμβούλιο (άρθρο 163 παρ. 2 Ν

3463/2006, άρθρο 72 παρ. 1γ Ν 3852/2010).

Πριν από τη σύνταξη του οικονομικού απολογισμού, η υπηρεσία

προγραμματισμού του δήμου, αφού λάβει υπ’ όψη της τις απολογιστικές

εκθέσεις των δημοτικών υπηρεσιών επί της πορείας εφαρμογής του ετήσιου

προγράμματος δράσης, συντάσσει έκθεση με τον ετήσιο απολογισμό του

προγράμματος δράσης του προηγούμενου έτους, την οποία υποβάλλει στην

εκτελεστική επιτροπή και αυτή με τη σειρά της την υποβάλλει στο δημοτικό

συμβούλιο (άρθρο 5 παρ. 1 ΠΔ 185/2007, όπως αυτή αναριθμήθηκε και

τροποποιήθηκε από το άρθρο 5 του ΠΔ 89/2011).

Ο ισολογισμός και τα αποτελέσματα χρήσεως, πριν την υποβολή τους

στο δημοτικό συμβούλιο, ελέγχονται από έναν ορκωτό ελεγκτή – λογιστή

(άρθρο 163 παρ. 2 Ν 3463/2006). Η ανάθεση του ελέγχου σε συγκεκριμένο

ορκωτό ελεγκτή δεν μπορεί να επαναλαμβάνεται για περισσότερες από

τέσσερις συνεχείς χρήσεις (άρθρο 13 παρ. 4 Ν 3148/2003, ΦΕΚ 136/Α).

Δεδομένου ότι στο άρθρο 163 του ΔΚΚ δεν ορίζεται το αρμόδιο για την

ανάθεση όργανο, εφαρμόζονται οι γενικές περι αναθέσεως υπηρεσιών

διατάξεις του άρθρου 209 του ΔΚΚ και του ΠΔ 28/1980, όπως ισχύουν.

Συνεπώς, εάν το ύψος της δαπάνης δεν υπερβαίνει το ποσό των 20.000

ευρώ, χωρίς το ΦΠΑ, νομίμως η ανάθεση γίνεται απ’ ευθείας από το δήμαρχο

(ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 232/2013).

Το δημοτικό συμβούλιο μέσα σε προθεσμία δύο μηνών αφ’ ότου

παρέλαβε τα ανωτέρω στοιχεία, αποφασίζει για την έγκριση του απολογισμού

και του ισολογισμού και διατυπώνει τις παρατηρήσεις του σχετικά με αυτόν,

σε ειδική για το σκοπό αυτό συνεδρίαση, στην οποία παρίσταται και ο

Page 60: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

60

διευθυντής των οικονομικών υπηρεσιών του δήμου. Στην ίδια συνεδρίαση

καλείται κατά τις οικείες διατάξεις και ο ορκωτός ελεγκτής που συνέταξε το

πιστοποιητικό ελέγχου ή ο αναπληρωτής του. Εφόσον αποδεικνύεται η

εμπρόθεσμη (και έγκυρη) πρόσκληση, η απουσία του ορκωτού ελεγκτή από

τη συνεδρίαση δεν επηρεάζει το κύρος της συνεδρίασης του συμβουλίου, το

γεγονός όμως αυτό γνωστοποιείται από το δήμαρχο στο Σώμα Ορκωτών

Ελεγκτών, το οποίο μπορεί να αποκλείσει τον απουσιάσαντα ελεγκτή από

επόμενο έλεγχο του δήμου (άρθρο 163 παρ. 4 Ν 3463/2006).

Οι ανωτέρω προθεσμίες είναι ενδεικτικές και η παραβίασή τους δεν

προκαλεί ακυρότητα των σχετικών αποφάσεων (ΣτΕ 878/2006 ΕΔΔΔΔ 2008

σελ. 202).

Ο απολογισμός και ο ισολογισμός με το πιστοποιητικό και την έκθεση

ελέγχου του ορκωτού ελεγκτή μαζί με τα δικαιολογητικά που καθορίζει η

προβλεπόμενη από το άρθρο 276 παρ. 4 του Ν 3852/2010 και το άρθρο 51

παρ. 4 του Ν 4129/2013 απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου,

υποβάλλονται για έλεγχο στο Ελεγκτικό Συνέδριο μέσα σε ένα μήνα από την

έκδοση της απόφασης του δημοτικού συμβουλίου για την έγκριση του

απολογισμού. Η υποβολή του απολογισμού στο Ελεγκτικό Συνέδριο

γνωστοποιείται και στον Ελεγκτή Νομιμότητας (άρθρο 163 παρ. 5 Ν

3463/2006).

Το δημοτικό συμβούλιο με την έγκριση του απολογισμού διαπιστώνει

το σύνολο των εισπράξεων και των πληρωμών που διενεργήθηκαν κατά το

συγκεκριμένο οικονομικό έτος και προσδιορίζει το χρηματικό υπόλοιπο που

μεταφέρεται στο επόμενο έτος. Η απόφαση του συμβουλίου εξυπηρετεί

πρωτίστως λογιστικούς σκοπούς, αφού στον απολογισμό αποτυπώνεται η

οικονομική κατάσταση του δήμου στο τέλος της χρήσης. Κατά την έγκριση του

απολογισμού το δημοτικό συμβούλιο δεν μπορεί να μη συμπεριλάβει σε

αυτόν δαπάνες ή έσοδα, τα θεωρεί στο στάδιο αυτό μη νόμιμα. Συνεπώς η

έγκριση του απολογισμού, ακόμη και αν περιλαμβάνονται σε αυτόν μη

νόμιμες δαπάνες, δεν νομιμοποιεί τυχόν παράνομες δαπάνες που

συμπεριλαμβάνονται σε αυτόν ούτε συνεπάγεται δημοσιολογιστική ευθύνη σε

βάρος των μελών του συμβουλίου που έλαβαν τη σχετική απόφαση.

Επιπλέον, τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου έχουν δέσμια αρμοδιότητα ως

προς την έγκριση του απολογισμού, υπό την έννοια ότι όταν διαπιστώσουν ότι

Page 61: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

61

συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις υποχρεούνται να εκδώσουν σχετική

εγκριτική απόφαση και η μόνη δυνατότητα που έχουν είναι να διατυπώσουν

τυχόν παρατηρήσεις τους (ΕΣ Ολ Πρακτικά της 8ης Γενικής Συνεδρίασης της

7ης Μαίου 2008, ΕΣ Τμ. VII Αποφ. 176/2013, 174/2013, 171/2013 κ.ά.).

Σε περίπτωση μη υποβολής ή μη εμπρόθεσμης υποβολής του

απολογισμού και του ισολογισμού στο Ελεγκτικό Συνέδριο επιβάλλονται από

αυτό σε βάρος των υπαιτίων οι κυρώσεις του άρθρου 45 του Ν 4129/2013

(χρηματική ποινή, πειθαρχική ποινή απόλυσης κ.λ.π.) και παράλληλα

διενεργείται έκτακτος γενικευμένος έλεγχος στη διαχείριση του δήμου, μετά

από απόφαση του Προέδρου του Ελεγκτικού Συνεδρίου που εκδίδεται είτε

αυτεπάγγελτα είτε μετά από αίτηση του Ελεγκτή Νομιμότητας (άρθρο 163

παρ. 5 Ν 3463/2006 - άρθρο 51 παρ. 7 Ν 4129/2013). Σε περίπτωση που ο

υπόλογος εξακολουθεί να μην υποβάλει τα δικαιολογητικά στοιχεία της

διαχείρισης, μπορεί να καταλογισθεί με το συνολικό ποσό της διαχείρισης για

την οποία δεν υποβλήθηκε λογαριασμός, δεδομένου ότι το ποσό του οποίου

δεν αποδεικνύεται η διάθεση με τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, συνιστά

έλλειμμα καταλογιστέο σε βάρος του (ΕΣ Κλιμ. Β΄ Πρακτικά της 3ης

Συνεδρίασης της 24ης Ιανουαρίου 2011). Η χρηματική ποινή επιβάλλεται και ο

καταλογισμός με το σύνολο της διαχείρισης διενεργείται με πράξη του

Επιτρόπου του Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΣ Ολ Πρακτικά της 5ης Γενικής

Συνεδρίασης της 6ης Μαρτίου 2013).

Συνοπτική κατάσταση του απολογισμού και ο ισολογισμός με τα

αποτελέσματα χρήσεως και το πιστοποιητικό ελέγχου, μετά την έγκρισή τους

από το δημοτικό συμβούλιο, δημοσιεύονται και σε μία τουλάχιστον ημερήσια ή

εβδομαδιαία τοπική εφημερίδα ή, εάν τέτοια δεν υπάρχει, σε εφημερίδα η

οποία εκδίδεται στα όρια του νομού που εδρεύει ο δήμος. Με το προεδρικό

διάταγμα της παρ. 2 του άρθρου 175 του Ν 3463/2006 καθορίζονται τα προς

δημοσίευση στοιχεία του απολογισμού (άρθρο 163 παρ. 6 Ν 3463/2006). Η

ίδια κατάσταση δημοσιεύεται επίσης στο πρόγραμμα «Διαύγεια» (άρθρο 2

παρ. 4 περίπτ. 6 Ν 3861/2010).

Page 62: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

62

Έννοια υπολόγων.

Σύμφωνα με τον ορισμό που περιέχεται στην παρ. 1 του άρθρου 54

του Ν 2362/95, «δημόσιος υπόλογος είναι όποιος διαχειρίζεται, έστω και

χωρίς νόμιμη εξουσιοδότηση, χρήματα, αξίες, ή υλικά που ανήκουν στο

Δημόσιο ή σε ΝΠΔΔ καθώς και οποιοσδήποτε άλλος θεωρείται από το νόμο

δημόσιος υπόλογος».

Σχεδόν ταυτόσημος είναι ο ορισμός του υπολόγου κατά την παρ. 1 του

άρθρου 32 του ΝΔ 496/74 «Περί Λογιστικού των Νομικών Προσώπων

Δημοσίου Δικαίου» (ΦΕΚ 137/Α): «Υπόλογοι ΝΠΔΔ είναι οι πάντες οι έστω και

άνευ νομίμου εξουσιοδοτήσεως διαχειριζόμενοι χρήματα, αξίας, ένσημα ή

υλικά ανήκοντα εις νομικόν πρόσωπον ως και πας άλλος εκ του νόμου

θεωρούμενος ως υπόλογος νομικού προσώπου».

Την ιδιότητα του υπολόγου στους ΟΤΑ έχουν, σύμφωνα με την πάγια

νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο δήμαρχος ή ο αντιδήμαρχος ή ο

πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του δημοτικού ΝΠΔΔ, ο προϊστάμενος

της λογιστικής ή οικονομικής υπηρεσίας που υπογράφει τα χρηματικά

εντάλματα και ο δημοτικός ταμίας ή ο ελεγκτής εξόδων της ΔΟΥ. Υπόλογοι

επίσης θεωρούνται τα μέλη των συλλογικών οργάνων (δημοτικού

συμβουλίου, οικονομικής επιτροπής, διοικητικού συμβουλίου) που ενέκριναν

κάθε συγκεκριμένη μη νόμιμη δαπάνη (ΕΣ Ολ 2978 έως 2973/2012,

719/2012, 718/2012, 3237/2011, 3289/2011, 2319/2011, 2293/2011,

2071/2010, ΕΣ Ολ Πρακτικά Γενικής Συνεδρίασης της 16ης Ιουνίου 2010, ΕΣ

Τμ. VII Αποφ. 944/2013, 941/2013, 176/2013, 165/2013, 164/2013,

2861/2012, 2859/2012, 1682/2012, 1679/2012, 1678/2012, 1674/2012,

886/2012, 885/2012, 3061/2011, 3057/2011, 3056/2011, 3055/2011,

3054/2011, 2182/2011, 2181/2011, 1790/2011, 1789/2011, 1787/2011,

1290/2011, 1289/2011, 727/2011, ΕΣ Κλιμ. Β΄ 185/2012, 301/2011, 227/2011,

88/2011, 47/2011, ΕΣ Κλιμ. Β΄ Πρακτικά της 10ης Συνεδρίασης της 24ης

Μαίου 2012, της 3ης Συνεδρίασης της 16ης Φεβρουαρίου 2012, της 2ης

Συνεδρίασης της 26ης Ιανουαρίου 2012, της 18ης Συνεδρίασης της 7ης

Νοεμβρίου 2011, Πρακτικά της 9ης Συνεδρίασης της 10ης Μαίου 2011,

Πρακτικά της 8ης Συνεδρίασης της 14ης Απριλίου 2011, Πρακτικά της 7ης

Συνεδρίασης της 31ης Μαρτίου 2011).

Page 63: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

63

Υπόλογοι επίσης θεωρούνται οι υπάλληλοι που συνυπογράφουν τις

μισθολογικές καταστάσεις. Αν το χρηματικό ένταλμα και οι πράξεις

εκκαθάρισης φέρουν την υπογραφή περισσότερων προϊσταμένων (π.χ. του

Τμηματάρχη της λογιστικής υπηρεσίας και του Διευθυντή των Οικονομικών

Υπηρεσιών), έχουν τις ευθύνες των υπολόγων όλοι οι υπογράφοντες (ΕΣ

Κλιμ. Β΄ 91/2011, 427/2010, 334/2010, 226/2010). Οι διαχειριστές παιδικών

εξοχών του Ν 749/1948 έχουν την ιδιότητα του δημοσίου υπολόγου (ΣτΕ

2886/2011 ΕΔΔΔΔ 2012 σελ. 195).

Σε περίπτωση πληρωμής μη νομίμων δαπανών οι ανωτέρω υπόλογοι

καταλογίζονται αλληλεγγύως και εις ολόκληρον από το Ελεγκτικό Συνέδριο

είτε στα πλαίσια του κατά προτεραιότητα κατασταλτικού ελέγχου

(εξαιρουμένου στην περίπτωση αυτή του δημοτικού ταμία που αρνήθηκε

εγγράφως την πληρωμή) είτε κατά τον έλεγχο του ετήσιου απολογισμού, όσον

αφορά δε τις διατάξεις των παρ. 1 και 4 του άρθρου 29 του Ν 3202/2003 (ήδη

των παρ. 5 και 6 του Ν 3852/2010), με τις οποίες περιορίσθηκε ο βαθμός

ευθύνης των αιρετών μόνο σε περιπτώσεις δόλου ή βαριάς αμέλειας, αυτές

είτε δεν λαμβάνονται υπ’ όψη κατά τη νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου

είτε πάντως εφαρμόζονται μόνο για πράξεις διαχείρισης από τη δημοσίευση

του νόμου αυτού και μετά (ΕΣ Ολ 1487/2000 Δήμος 7/2001 σελ. 74, ΕΣ IV Τμ.

882/2000 Δήμος 1/2002 σελ. 75, ΕΣ IV Τμ. 1466/2001 Δήμος 2/2002 σελ. 65,

ΕΣ Β΄ Κλιμ. 671/2004 κ.ά.).

Η ευθύνη του υπολόγου είναι ανεξάρτητη από το βαθμό της

υπαιτιότητάς του, η τυχόν δε έλλειψη οποιασδήποτε υπαιτιότητας έστω και σε

βαθμό ελαφράς αμέλειας, εφόσον αποδεικνύεται από τον υπόλογο, αποτελεί

λόγο άρσης της ευθύνης του (ΕΣ Ολ 1306/2001 ΔιΔικ 2004 σελ. 225).

Όπως ήδη αναφέρθηκε με αφορμή την αντίστοιχη διάταξη που ισχύει

για τους δημάρχους (άρθρο 232 Ν 3852/2010), η αστική ευθύνη των αιρετών

και των υπαλλήλων είναι διάφορη της δημοσιονομικής ευθύνης που υφίσταται

έναντι του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η αστική ευθύνη προϋποθέτει την

πρόκληση θετικής ζημίας σε βάρος του δήμου, όπως είναι η π.χ. καταστροφή

ή απώλεια υλικών, η απώλεια χρημάτων, η επιβολή προστίμου από το ΙΚΑ

λόγω μη έγκαιρης υποβολής της ΑΠΔ ή λόγω μη καταβολής εισφορών, η

δημιουργία γενικά χρηματικής υποχρέωσης έναντι τρίτων κ.λ.π. (ΕΣ Τμ. IV

1260/2011). Αντίθετα, όταν πρόκειται για καταλογισμό από το Ελεγκτικό

Page 64: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

64

Συνέδριο σε βάρος δημοσίων υπολόγων, η προϋπόθεση αυτή δεν απαιτείται,

αφού αυτό καταλογίζει τις παράνομες, για οποιοδήποτε λόγο, δαπάνες, ακόμη

και όταν δεν έχει υποστεί ζημία ο δήμος. Π.χ. η δαπάνη για την προμήθεια

ενός οχήματος που ανατέθηκε απ’ ευθείας χωρίς να συντρέχουν οι νόμιμες

προϋποθέσεις, καταλογίζεται από το Ελεγκτικό Συνέδριο, παρ’ όλο που ο

δήμος πήρε πράγματι το όχημα και μάλιστα σε συμφέρουσα τιμή, χωρίς να

υποστεί καμμία ζημία ο οικείος ΟΤΑ (ΕΣ Ολ 2319/2012, 2318/2012,

3237/2011, 1152/2007, ΕΣ Τμ. IV 2010/2006, ΕΣ Τμ. VII Αποφ. 1678/2012,

1674/2012, 882/2012, 1290/2011, 244/2011).

Σε περίπτωση καταλογισμού δαπανών, οι οποίες κρίνονται μη νόμιμες

για τυπικούς λόγους, για λόγους δηλαδή που σχετίζονται με τις τυπικές

διαδικασίες διενέργειάς τους, εάν ο υπόλογος στο πλαίσιο της δίκης που

διεξάγεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο προβάλει με την έφεσή του κατά της

καταλογιστικής πράξης τον αδικαιολόγητο πλουτισμό του νομικού προσώπου,

υπέρ του οποίου ενεργείται ο καταλογισμός, το Ελεγκτικό Συνέδριο πρέπει να

ερευνήσει την ουσιαστική βασιμότητα του ισχυρισμού αυτού (ΕΣ Ολ

2335/2009 ΕΔΔΔΔ 2009 σελ. 720) και εφόσον κριθεί βάσιμος να ακυρώσει

τον καταλογισμό (ΕΣ Τμ. IV Απόφ. 1063/2013). Υποχρέωση απόδοσης του

αδικαιολόγητου πλουτισμού κατά τις διατάξεις του άρθρου 904 του Αστικού

Κώδικα υπάρχει και όταν καταβάλλεται από τον υπόλογο το καταλογισθέν σε

βάρος του έλλειμμα, το οποίο όμως στη συνέχεια αποδεικνύεται ανύπαρκτο

εν όλω ή εν μέρει (ΕΣ Τμ. IV Απόφ. 2690/2011). Όταν πρόκειται για «τυπικό»

έλλειμμα, για έλλειμμα δηλαδή που προκαλείται από πληρωμές που κρίνονται

μη νόμιμες για διαδικαστικούς λόγους, το Ελεγκτικό Συνέδριο προσδιορίζει το

καταλογιζόμενο ποσό με βάση την αρχή της αναλογικότητας και όχι με βάση

το συνολικό ύψος των ανοίκειων πληρωμών, αφού αυτές δεν συνιστούν

πραγματική ζημία σε βάρος του δήμου ή του ΝΠΔΔ (ΕΣ Ολ 4314/2013 ΘΠΔΔ

2013 σελ. 1147, ΕΣ Ολ 4682/2013, 4681/2013).

Επί του διαπιστωθέντος ελλείμματος καταλογίζονται σε βάρος των

υπολόγων από το αρμόδιο όργανο (Κλιμάκιο ή Επίτροπο του Ελεγκτικού

Συνεδρίου, οικονομικό επιθεωρητή κ.λ.π.) και οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης

καταβολής που προβλέπει ο ΚΕΔΕ, οι οποίες υπολογίζονται, εάν μεν

πρόκειται για παράλειψη εισαγωγής εισπράξεων στο δημοτικό ταμείο, από

την ημέρα που έπρεπε να εισαχθούν οι εισπράξεις, εάν δε πρόκειται για

Page 65: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

65

έλλειμμα, από τότε που αυτό εξακριβώθηκε ότι έλαβε χώρα ή, αν αυτή η

εξακρίβωση είναι αδύνατη, από τότε που το έλλειμμα ανακαλύφθηκε. Ο

υπόλογος απαλλάσσεται των προσαυξήσεων αν αποδείξει ότι δεν τον βαρύνει

δόλος ή βαριά αμέλεια (άρθρο 46 παρ. 3 Ν 4129/2013). Τόκοι υπερημερίας

δεν επιβάλλονται σε βάρος των υπολόγων (ΕΣ Τμ. IV 535/2013, 2202/2005,

ΕΣ Τμ. Ι 1212/2001). Η τυχόν απαλλαγή του υπολόγου από το ποινικό

δικαστήριο δεν αίρει τη δημοσιονομική του ευθύνη (ΕΣ Ολ Αποφ. 542/2013,

1034/2011, 1039/95, ΕΣ Τμ. VII Αποφ. 883/2012, 244/2011).

6.2 Αστική ευθύνη.

Οι δήμαρχοι, οι αντιδήμαρχοι, τα μέλη της επιτροπής ποιότητας ζωής,

τα μέλη της οικονομικής επιτροπής, τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου, τα

μέλη του Δ.Σ. των δημοτικών ΝΠΔΔ και οι σύμβουλοι δημοτικών ή τοπικών

κοινοτήτων οφείλουν να αποζημιώσουν το δήμο ή το ΝΠΔΔ για κάθε θετική

ζημία, που προξένησαν σε βάρος της περιουσίας τους από δόλο ή βαριά

αμέλεια (άρθρο 232 παρ. 1 Ν 3852/2010).

Όπως ορίζεται ρητά στην ανωτέρω διάταξη, ευθύνη των αιρετών

υφίσταται όταν η ζημία είναι θετική, όταν δηλαδή ελαττώνεται η περιουσία του

δήμου ή του ΝΠΔΔ, και όχι όταν η ζημία είναι απλώς αποθετική, συνίσταται

δηλαδή στην απώλεια προσδοκώμενου κέρδους.

Δεν έχουν αστική ευθύνη οι αιρετοί για πράξεις ή παραλείψεις τους

που είναι μεν παράνομες, δεν προκαλούν όμως ζημία στο δήμο ή στο ΝΠΔΔ.

Π.χ. η δαπάνη για την αμοιβή εργολάβου που καταβλήθηκε παράνομα λόγω

ακυρότητας της εργολαβικής σύμβασης, δεν αποτελεί θετική ζημία για το

δήμο, αν αντιπροσωπεύει πράγματι αντίστοιχη ωφέλεια (ΕΣΟλ 704/86 ΝοΒ

1988 σελ. 432).

Επειδή εξάλλου ο νόμος απαιτεί την ύπαρξη δόλου ή βαριάς αμέλειας,

δεν μπορεί κατ’ αρχήν να θεμελιωθεί αστική ευθύνη του δημάρχου ή του

προέδρου του Δ.Σ., ως προϊσταμένου των υπηρεσιών κατά το ΔΚΚ, για

ζημιογόνες πράξεις ή παραλείψεις των υπαλλήλων του δήμου ή του ΝΠΔΔ ή

για ενέργειες στις οποίες προέβησαν ύστερα από υπόδειξη της εποπτεύουσας

αρχής. Ευθύνεται όμως ο δήμαρχος ή ο πρόεδρος του Δ.Σ., που αρνείται να

διορίσει ή να καλέσει για ορκωμοσία και ανάληψη υπηρεσίας νομίμως

Page 66: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

66

διορισθέντα υπάλληλο, για το ποσό των αποδοχών που ο δήμος

υποχρεώθηκε να καταβάλει αναδρομικά, ύστερα από δικαστική απόφαση

(ΕφΑθ 8896/86 ΕΕΝ 1987 σελ. 627).

Ευθύνονται επίσης οι δήμαρχοι για τις προσαυξήσεις, τους τόκους, τα

πρόστιμα και τις λοιπές επιβαρύνσεις που υποχρεούται με δικαστικές

αποφάσεις ή άλλες καταλογιστικές πράξεις να καταβάλει ο δήμος, λόγω μη

εμπρόθεσμης απόδοσης ασφαλιστικών εισφορών ή τοκοχρεωλυτικών

δόσεων δανείων ή άλλων νομίμων οφειλών, εφόσον η μη έγκαιρη εκπλήρωση

των υποχρεώσεων αυτών οφείλεται σε δική τους (βαριά) αμέλεια (Εγκ. Υπ.

Εσωτ. 142871/ 467/1962).

Αστική ευθύνη των αιρετών μπορεί να συντρέχει και σε περίπτωση

αναιτιολόγητης κατακύρωσης του μειοδοτικού διαγωνισμού σε διαγωνιζόμενο,

που δεν ήταν ο τελευταίος μειοδότης (ΕΣ 436/70 ΕΝΟΤΑ τόμ. 2 σελ. 732), ή

σε περίπτωση που αποδέχονται εν γνώσει τους την πληρωμή

παραγεγραμμένης οφειλής (ΕΣ Ολ 1138/83) ή σε περίπτωση που

παραλείπουν να κινήσουν τη διαδικασία βεβαίωσης και είσπραξης

νομοθετημένων υπέρ του δήμου εσόδων (άρθρο 74 παρ. 1 ΒΔ 24/9-

20/10/1958).

Από τη νομολογία είχε γίνει παλαιότερα δεκτό, ότι σε περίπτωση που ο

δήμος ενέχεται σε αποζημίωση λόγω παράνομης πράξης ή παράλειψης των

οργάνων τους, κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του Εισαγωγικού

Νόμου του Αστικού Κώδικα, ευθύνεται παράλληλα έναντι του ζημιωθέντος

τρίτου και το υπαίτιο όργανο (ΑΠ 1214/2000 Ελλ Δ/νη 2002 σελ. 100, ΑΠ

215/96 ΔιΔικ 1996 σελ. 724, ΒουλΣυμβΕφΠατρ 22/1994 ΝοΒ 1994 σελ. 498).

Με την ερμηνευτική διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 36 του Ν

2800/2000 (ΦΕΚ 41/Α) ορίσθηκε, ότι η αστική ευθύνη των αιρετών υφίσταται

μόνον έναντι του νομικού προσώπου και συνεπώς δεν υπέχουν ατομική

ευθύνη τα όργανα των ΟΤΑ προς αποζημίωση τρίτων. Η ρύθμιση αυτή

επαναλήφθηκε στο άρθρο 141 του ΔΚΚ και στο άρθρο 232 του Ν 3852/2010.

Η ζημία καταλογίζεται με αιτιολογημένη πράξη τριμελούς επιτροπής

που συγκροτείται στην έδρα κάθε Αποκεντρωμένης Διοίκησης από τον Γενικό

Γραμματέα αυτής και αποτελείται από: α) τον Επίτροπο του Ελεγκτικού

Συνεδρίου ή, όπου δεν υπηρετεί Επίτροπος, από έναν ανώτερο υπάλληλο του

Ελεγκτικού Συνεδρίου, που ορίζεται μαζί με τον αναπληρωτή του από τον

Page 67: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

67

Πρόεδρο αυτού, και β) έναν εκπρόσωπο της ΠΕΔ, που ορίζεται από το Δ.Σ.

αυτής και γ) έναν προϊστάμενο Διεύθυνσης της Αποκεντρωμένης Διοίκησης

(άρθρο 232 παρ. 2 Ν 3852/2010).

Η επιτροπή εξετάζει τις υποθέσεις ύστερα από αίτηση του δήμου ή του

ΝΠΔΔ ή με εντολή του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης,

που ενεργεί αυτεπαγγέλτως ή ύστερα από αίτηση οποιουδήποτε δημότη, και

αποφασίζει, αφού κάνει έρευνα και καλέσει τα πρόσωπα που κατηγορούνται

για τη ζημία, να δώσουν εξηγήσεις μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα (άρθρο

232 παρ. 3 Ν 3852/2010).

Κατά των πράξεων της Επιτροπής επιτρέπεται προσφυγή στο

Διοικητικό Εφετείο, στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται η Αποκεντρωμένη

Διοίκηση. Κατά των αποφάσεων του δικαστηρίου επιτρέπεται να ασκηθεί

αναίρεση στο ΣτΕ. Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής και η άσκησή

της αναστέλλουν την εκτέλεση της πράξεως της επιτροπής (άρθρο 232 παρ. 4

και 5 Ν 3852/2010).

6.3 Πειθαρχική ευθύνη.

. Περιεχόμενο. Στην έννοια της εποπτείας που ασκείται από το κράτος στους

οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, περιλαμβάνεται και ο πειθαρχικός

έλεγχος των αιρετών οργάνων αυτής από όργανα της κρατικής εξουσίας. Στην

παρ. 4 του άρθρου 102 του συντάγματος ορίζεται, ότι «πειθαρχικές ποινές στα

αιρετά όργανα της τοπικής αυτοδιοίκησης, εκτός από τις περιπτώσεις που

συνεπάγονται αυτοδικαίως έκπτωση ή αργία, επιβάλλονται μόνο ύστερα από

σύμφωνη γνώμη συμβουλίου που αποτελείται κατά πλειοψηφία από τακτικούς

δικαστές, όπως νόμος ορίζει».

Στους δημάρχους, αντιδημάρχους, στα μέλη των δημοτικών

συμβουλίων, στα μέλη των συμβουλίων των δημοτικών και τοπικών

κοινοτήτων επιβάλλεται η πειθαρχική ποινή της αργίας, στις περιπτώσεις που

προβλέπουν οι ειδικές διατάξεις του δημοτικού και κοινοτικού κώδικα. Πέραν

των ειδικών αυτών περιπτώσεων ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης

Διοίκησης, ο οποίος ασκεί αποκλειστικά την πειθαρχική δικαιοδοσία επί των

αιρετών των ΟΤΑ (άρθρα 142 παρ. 2 και 144 Ν 3463/2006), μπορεί να

επιβάλει στα ανωτέρω πρόσωπα τις ποινές της αργίας έως έξι μηνών και της

Page 68: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

68

έκπτωσης, αν έχουν διαπράξει σοβαρή παράβαση των καθηκόντων τους ή

υπέρβαση της αρμοδιότητάς τους από δόλο ή βαριά αμέλεια ή αν έχουν

παραβεί τα ειδικά καθήκοντα που τους έχουν ανατεθεί με ειδικούς νόμους

(άρθρο 232 παρ. 2 Ν 3852/2010).

Οι ειδικές διατάξεις του ΔΚΚ προβλέπουν την επιβολή πειθαρχικής

ποινής στις ακόλουθες περιπτώσεις :

α) Παράβαση των διατάξεων της παρ. 6 του άρθρου 80 του Ν 3463/

2006, οι οποίες αναφέρονται στην προθεσμία ανάκλησης ή αφαίρεσης αδειών

των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος από την επιτροπή ποιότητας

ζωής ή από το δήμαρχο, συνιστά παράβαση καθήκοντος, τιμωρούμενη

πειθαρχικά και ποινικά κατά τις οικείες διατάξεις του ΔΚΚ και του ΠΚ (άρθρο

80 παρ. 6 Ν 3463/2006).

β) Αν ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου παραλείψει

αδικαιολόγητα δύο συνεχείς φορές να συγκαλέσει το συμβούλιο, όταν έχει

ζητήσει τη σύγκλησή του το ένα τρίτο του συνολικού αριθμού των μελών του ή

το σύνολο των συμβούλων της μειοψηφίας, μπορεί να τεθεί σε αργία και σε

περίπτωση υποτροπής να κηρυχθεί έκπτωτος από το προεδρικό αξίωμα

(άρθρο 67 παρ. 3 Ν 3852/2010).

γ) Αν ένας δημοτικός σύμβουλος απουσιάζει αδικαιολόγητα από τρεις

συνεχείς συνεδριάσεις του δημοτικού συμβουλίου, μπορεί να τεθεί σε αργία

και σε περίπτωση υποτροπής να κηρυχθεί έκπτωτος από το αξίωμα (άρθρο

68 παρ. 3 Ν 3852/2010).

δ) Αν ένας δημοτικός σύμβουλος δεν εκτελεί τις υποχρεώσεις του για

διάστημα που υπερβαίνει τους τρεις συνεχείς μήνες, χωρίς την άδεια του

συμβουλίου, ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης τον

κηρύσσει έκπτωτο ή επιβάλλει την ποινή της αργίας (άρθρο 68 παρ. 4 Ν

3852/2010).

ε) Δημοτικός σύμβουλος που πήρε μέρος στη συζήτηση ενός θέματος

ή στη λήψη μιας απόφασης συλλογικού οργάνου, ενώ είχε ο ίδιος ή συγγενής

του έως το δεύτερο βαθμό υλικό ή ηθικό συμφέρον, διαπράττει σοβαρή

παράβαση καθήκοντος και τιμωρείται με την ποινή της αργίας (άρθρο 75 παρ.

9 Ν 3852/2010).

στ) Ο δήμαρχος που δεν δηλώνει τη σύγκρουση των προσωπικών του

συμφερόντων με τα συμφέροντα του δήμου, προκειμένου να ορισθεί ο

Page 69: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

69

αναπληρωτής του, διαπράττει πειθαρχικό αδίκημα (άρθρο 58 παρ. 3 Ν

3852/2010).

ζ) Η μη τήρηση των πρακτικών του δημοτικού συμβουλίου με τον

τρόπο που ορίζουν οι διατάξεις του άρθρου 97 του ΔΚΚ, συνιστά πειθαρχικό

αδίκημα για τον πρόεδρο και το γραμματέα του δημοτικού συμβουλίου (άρθρο

97 παρ. 2 Ν 3463/2006).

η) Τα αιρετά όργανα των ΟΤΑ έχουν υποχρέωση συμμόρφωσης,

χωρίς καθυστέρηση, προς τις αποφάσεις του Γενικού Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης καθώς και της ειδικής επιτροπής του άρθρου 152

του ΔΚΚ. Σε αντίθετη περίπτωση διαπράττουν σοβαρή παράβαση

καθήκοντος (άρθρο 231 παρ. 3 Ν 3852/2010).

θ) Παραβίαση των υποχρεώσεων που προκύπτουν από τις διατάξεις

των άρθρων 159 και 162 του ΔΚΚ για την έγκαιρη και νόμιμη κατάρτιση του

προϋπολογισμού, συνιστά σοβαρή παράβαση καθήκοντος και συνεπάγεται

σε βάρος των υπαιτίων τον καταλογισμό αστικών και πειθαρχικών ευθυνών

κατά τις διατάξεις των άρθρων 141-143 του ΔΚΚ (άρθρα 159 παρ. 4 και 162

παρ. 3 Ν 3463/2006).

ι) Τα αρμόδια όργανα που παραλείπουν να υποβάλουν στον Γενικό

Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης τις αποφάσεις αναμόρφωσης του

προϋπολογισμού του δήμου, υπέχουν, ανεξάρτητα από τυχόν ποινική

ευθύνη, πειθαρχική και αστική ευθύνη κατά τις διατάξεις των άρθρων 141-143

του ΔΚΚ (άρθρο 23 παρ. 5 Ν 3536/2007).

ια) Όποιοι παραβαίνουν τις διατάξεις των παραγράφων 2, 3, 4 και 6

του άρθρου 176 του ΔΚΚ (συνομολόγηση δανείων) διώκονται ποινικά για

παράβαση καθήκοντος και παραλλήλως ευθύνονται αστικά κατά τις διατάξεις

του άρθρου 141 του ΔΚΚ (άρθρο 176 παρ. 10 Ν 3463/2006).

Εκτός από τις ανωτέρω περιπτώσεις, όπου ο δημοτικός και κοινοτικός

κώδικας είτε χαρακτηρίζει ευθέως μία πράξη ή παράλειψη ως παράβαση

καθήκοντος ή ως «σοβαρή» παράβαση καθήκοντος είτε ορίζει ρητά την ποινή

που επιβάλλεται, ποιες άλλες πράξεις ή παραλείψεις των αιρετών συνιστούν

σοβαρή παράβαση καθήκοντος ή υπέρβαση αρμοδιότητας, κρίνεται σε κάθε

συγκεκριμένη περίπτωση.

Έχει κριθεί π.χ. ότι συνιστά σοβαρή παράβαση καθήκοντος:

Page 70: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

70

- Η εκμετάλλευση της ιδιότητας του αιρετού οργάνου δήμου με

ενέργειες, οι οποίες – χωρίς να συνδέονται ευθέως με την άσκηση των

αρμοδιοτήτων του – θίγουν καίρια το κύρος του αξιώματός του, όπως είναι

π.χ. η επιδίωξη σύναψης ερωτικής σχέσης με την υπόσχεση μεσολάβησης για

την εξεύρεση εργασίας στον ιδιωτικό τομέα (ΣτΕ Ολ 734/2008 ΕΔΔΔΔ 2008

σελ. 670).

- Η παράλειψη του δημάρχου να υποβάλει επί σειρά ετών τους

απολογισμούς για έλεγχο και έγκριση στα αρμόδια όργανα και η εν γνώσει του

πλημμελής τήρηση του βιβλίου πρωτοκόλλου, έτσι ώστε να καταχωρούνται

σκοπίμως ορισμένα έγγραφα με προγενέστερη ημερομηνία (ΣτΕ 2464/2007

νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

- Η άρνηση του δημάρχου να προβεί μέσα στη νόμιμη προθεσμία στην

ολοκλήρωση της διαδικασίας πρόσληψης μόνιμου προσωπικού,

διαβιβάζοντας τα σχετικά έγγραφα στο ΑΣΕΠ (ΣτΕ 2828/2006 ΕΔΔΔΔ 2008

σελ. 1022).

- Η καθυστερημένη υποβολή των πινάκων κατάταξης εποχιακού

προσωπικού στο ΑΣΕΠ και η άρνηση του δημάρχου να προσλάβει τους

νομίμως επιλεγέντες υποψηφίους (ΣτΕ 1861/2002 ΝοΒ 2003 σελ. 786).

- Η παράνομη ή παράτυπη διάθεση κρατικών επιχορηγήσεων και

γενικότερα η διενέργεια μη νόμιμων πληρωμών (ΣτΕ 3722/2006 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΣτΕ 2964/2002 ΝοΒ 2003 σελ. 792, ΣτΕ

2178/2002 ΝοΒ 2003 σελ. 793).

- Η παράνομη παράταση της διάρκειας συμβάσεων εργασίας

ορισμένου χρόνου (ΣτΕ 2758/2002 Τράπεζα νομικών πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

- Η ανάρμοστη συμπεριφορά και η παρεμπόδιση του έργου ελεγκτικού

οργάνου του ΑΣΕΠ (ΣτΕ 2362/2002 ΝοΒ 2003 σελ. 793).

- Η εκμίσθωση δημοτικών ακινήτων από τον δήμαρχο, χωρίς

δημοπρασία (ΣτΕ 5124/83 ΝοΒ 1985 σελ. 1621).

- Η συμμετοχή δημοτικού συμβούλου, υπό την ιδιότητά του ως μέλους,

στη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου δημοτικού νομικού προσώπου,

κατά την οποία ανατέθηκε η εκτέλεση εργασίας σε ΕΠΕ, διαχειριστής και

εκπρόσωπος της οποίας ήταν συγγενής του α΄ βαθμού (Γνωμ. ΝΣΚ

334/2007).

. Παραγραφή.

Page 71: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

71

Τα πειθαρχικά παραπτώματα υπόκεινται σε πενταετή παραγραφή, η

οποία αρχίζει από την επομένη της ημέρας κατά την οποία διαπράχθηκαν

(άρθρο 233 παρ. 4 Ν 3852/2010).

Χρόνος διάπραξης του αδικήματος θεωρείται ο χρόνος κατά τον οποίο

ο υπαίτιος ενήργησε ή όφειλε να ενεργήσει και όχι ο χρόνος επέλευσης του

αποτελέσματος. (Γνωμ. ΝΣΚ 63/2007, Εγκ. ΥΠΕΣΔΔΑ 16056/19-3-2007).

Η πειθαρχική ευθύνη των αιρετών δεν τερματίζεται με τη λήξη της

θητείας για την οποία εξελέγησαν, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει και μετά από

αυτή, εφόσον ο διωκόμενος πειθαρχικά έχει επανεκλεγεί. Δηλαδή, εφόσον δεν

έχει συμπληρωθεί η πενταετής παραγραφή, μπορεί να ασκηθεί πειθαρχική

δίωξη και να επιβληθεί πειθαρχική ποινή σε βάρος αιρετών που έχουν

επανεκλεγεί, για πράξεις που τελέσθηκαν σε προηγούμενη δημοτική περίοδο

(ΣτΕ 2464/2007 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΣτΕ 2964/2002

ΝοΒ 2003 σελ. 792, Γνωμ. ΝΣΚ 683/2000).

. Διαδικασία. Η πειθαρχική ποινή της αργίας ή της έκπτωσης επιβάλλεται με

αιτιολογημένη απόφαση, αφού προηγηθεί απολογία του εγκαλουμένου ή

περάσει η προθεσμία που έχει τάξει ο Γενικός Γραμματέας της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης με γραπτή κλήση στον εγκαλούμενο, χωρίς αυτός

να έχει απολογηθεί. Η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να είναι μικρότερη από

δέκα ημέρες (άρθρο 234 παρ. 1 Ν 3852/2010).

Στην κλήση σε απολογία πρέπει να περιγράφονται τα πραγματικά

περιστατικά, τα οποία συνιστούν την αποδιδόμενη στους εγκαλούμενους

παράβαση, έτσι ώστε να τους παρέχεται η δυνατότητα να απολογηθούν εν

όψει συγκεκριμένης κατηγορίας και να προσδιορίζεται εκ των προτέρων το

αντικείμενο των ζητημάτων που εισάγονται προς εξέταση ενώπιον του

συμβουλίου. Το συμβούλιο δεν επιτρέπεται να γνωμοδοτήσει υπέρ της

επιβολής πειθαρχικής ποινής για παράβαση, για την οποία τα ανωτέρω

πρόσωπα δεν έχουν κληθεί σε απολογία ή για παράβαση τα πραγματικά

περιστατικά της οποίας δεν περιγράφονται στην κλήση. Η παράλειψη

περιγραφής των πραγματικών περιστατικών της παράβασης καθιστά μη

νόμιμη την απόφαση του συμβουλίου καθώς και την πράξη επιβολής

πειθαρχικής ποινής, η οποία στηρίζεται στην απόφαση του συμβουλίου (ΣτΕ

3116/2002 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Page 72: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

72

Αποφάσεις επιβολής πειθαρχικής ποινής που δεν αναφέρουν με

σαφήνεια τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία συνιστούν τις υπαίτιες πράξεις

ή παραλείψεις του εγκαλούμενου, και δεν απαντούν σε ουσιώδεις

ισχυρισμούς αυτού που προβλήθηκαν με την απολογία, είναι ακυρωτέες (ΣτΕ

1001/64, 276/1965 ΕΝΟΤΑ τόμ. 2 σελ. 740).

Ειδικότερα, για την επιβολή της ποινής της έκπτωσης ή της αργίας και

τη διάρκεια αυτής, απαιτείται σύμφωνη γνώμη πειθαρχικού συμβουλίου, που

αποτελείται από τον πρόεδρο του εφετείου ή το νόμιμο αναπληρωτή του, ως

πρόεδρο, δύο εφέτες, έναν προϊστάμενο Διεύθυνσης της Αποκεντρωμένης

Διοίκησης και έναν αιρετό εκπρόσωπο της ΠΕΔ, που ορίζεται μαζί με τον

αναπληρωτή του από το διοικητικό συμβούλιό της (άρθρο 234 παρ. 2 Ν

3852/2010).

Το ανωτέρω πειθαρχικό συμβούλιο συγκροτείται κάθε δύο χρόνια με

απόφαση του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και τα

καθήκοντα του γραμματέα εκτελεί ένας υπάλληλος της Αποκεντρωμένης

Διοίκησης, τον οποίο ορίζει, μαζί με τον αναπληρωτή του, ο Γενικός

Γραμματέας αυτής (άρθρο 234 παρ. 2 και 5 Ν 3852/2010).

Ο εγκαλούμενος μπορεί να εμφανίζεται αυτοπροσώπως καθώς και με

πληρεξούσιο δικηγόρο ή να εκπροσωπείται από πληρεξούσιο δικηγόρο στο

συμβούλιο και να υπερασπίζεται τον εαυτό του, για να αντικρούσει την

κατηγορία. Το συμβούλιο συνεδριάζει σε δημόσια συνεδρίαση, για την οποία

συντάσσονται πρακτικά, μπορεί να εξετάζει μάρτυρες και να εκτιμά

οποιοδήποτε πρόσφορο αποδεικτικό μέσο. Η απόφαση εκδίδεται ύστερα από

μυστική διάσκεψη, δύο μήνες το αργότερο αφότου το συμβούλιο έλαβε το

σχετικό παραπεμπτικό έγγραφο του Γενικού Γραμματέα (άρθρο 234 παρ. 3 Ν

3852/2010).

Όταν ο νόμος προβλέπει δημόσια συνεδρίαση του συλλογικού

οργάνου, ανακοινώνονται εγκαίρως, και πάντως τουλάχιστον σαράντα οκτώ

(48) ώρες πριν από τη συνεδρίαση, ο τόπος και ο χρόνος της συνεδρίασης,

με πρόσφορο τρόπο, ώστε να καθίσταται δυνατή η προσέλευση και η

παρουσία των ενδιαφερομένων. Η τήρηση της δημοσιότητας πρέπει να

βεβαιώνεται στο οικείο πρακτικό (άρθρο 14 παρ. 11 Ν 2690/99).

Αν δεν βεβαιώνεται στο πρακτικό του συμβουλίου η τήρηση των

ανωτέρω διατυπώσεων (έγκαιρη πρόσκληση του ενδιαφερομένου,

Page 73: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

73

δημοσιότητα της συνεδρίασης, μυστική διάσκεψη), η απόφαση δεν είναι

νόμιμη (ΣτΕ 2072/2006 και 1852/2006 νομική βάση πληροφοριών

ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Ο ενδιαφερόμενος μπορεί μέσα σε τριάντα (30) ημέρες αφότου η

πειθαρχική απόφαση του κοινοποιήθηκε, να ασκήσει κατά της απόφασης

προσφυγή ουσίας στο Συμβούλιο της Επικρατείας (άρθρο 234 παρ. 6 Ν

3852/2010, ΣτΕ Ολ 2069/99 ΝοΒ 2000 σελ.865).

Η προθεσμία για την άσκηση της προσφυγής αναστέλλει την εκτέλεση

της απόφασης που επιβάλλει την ποινή (άρθρο 234 παρ. 6 Ν 3852/2010).

Αν ασκηθεί προσφυγή, η επιτροπή αναστολών του Συμβουλίου της

Επικρατείας, ύστερα από αίτηση του προσφεύγοντος, κρίνει για τη χορήγηση

αναστολής εκτέλεσης της ποινής, σταθμίζοντας και τη συνδρομή του

δημοσίου συμφέροντος (άρθρο 234 παρ. 6 Ν 3852/2010).

Όταν υποβληθεί αίτηση αναστολής, η ποινή που έχει επιβληθεί δεν

εκτελείται, μέχρι να εκδοθεί η απόφαση της επιτροπής αναστολών (άρθρο 234

παρ. 6 Ν 3852/2010).

Μετά την επιβολή της πειθαρχικής ποινής είναι δυνατή η επανάληψη

της πειθαρχικής διαδικασίας, εάν επακολούθησε αμετάκλητη αθωωτική

απόφαση ποινικού δικαστηρίου και τα πραγματικά περιστατικά της ποινικής

και της πειθαρχικής δίωξης ταυτίζονται (Γνωμ. ΝΣΚ 395/2009).

6.4 Ποινική ευθύνη.

Η συνηθέστερη περίπτωση ποινικής ευθύνης για τους αιρετούς της

τοπικής αυτοδιοίκησης είναι η παράβαση καθήκοντος κατά τις διατάξεις του

άρθρου 259 του Ποινικού Κώδικα.

Την εφαρμογή του άρθρου αυτού προβλέπουν και οι διατάξεις του

ΔΚΚ, για παραβάσεις της παρ. 6 του άρθρου 80 (ανάκληση ή αφαίρεση

αδειών των καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος) και για παραβάσεις

των παρ. 2, 3, 4 και 6 του άρθρου 176 (συνομολόγηση και εξυπηρέτηση

δανείων).

Στο άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα ορίζεται, ότι «υπάλληλος που με

πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να

προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή για να βλάψει το

Page 74: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

74

κράτος ή κάποιον άλλο τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη

αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη».

Υπάλληλος, κατά την έννοια των διατάξεων του Ποινικού Κώδικα,

«είναι εκείνος στον οποίο νόμιμα έχει ανατεθεί, έστω και προσωρινά, η άσκηση

υπηρεσίας δημόσιας, δημοτικής ή κοινοτικής ή άλλου νομικού προσώπου

δημοσίου δικαίου» (άρθρο 13 περίπτ. α΄ ΠΚ).

Σύμφωνα με τις ανωτέρω διατάξεις, «υπάλληλος» θεωρείται τόσο ο

δήμαρχος (ΑΠ 452/2006 και 1528/2005 νομική βάση πληροφοριών

ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΑΠ 1645/99 ΝοΒ 2000 σελ. 516, ΑΠ 1541/82 ΝοΒ 1983 σελ.

271, ΒουλΣυμβΕφΘεσ 409/1997 Αρμεν 1997 σελ. 954, ΒουλΣυμβΠλημΑρτ

534/1994 ΝοΒ 1995 σελ. 760, ΒουλΣυμβΠλημΛαρ 246/1993 Αρμεν 1993 σελ.

759, ΜονΠλημΚατερ 802/1997 Αρμεν 1997 σελ. 574), όσο και οι δημοτικοί

σύμβουλοι (ΑΠ 405/1999 ΝοΒ 1999 σελ. 1348).

Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της παραβάσεως καθήκοντος

απαιτούνται α) παράβαση του υπηρεσιακού καθήκοντος, το οποίο καθορίζεται

από το νόμο ή τη διοικητική πράξη ή τις ιδιαίτερες οδηγίες της προϊσταμένης

αρχής ή ενυπάρχει στη φύση της υπηρεσίας του υπαλλήλου, β) δόλος του

δράστη, που περιέχει τη θέληση της παραβάσεως του καθήκοντος της

υπηρεσίας και γ) σκοπός του δράστη να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε

άλλον παράνομη υλική ή και ηθική ωφέλεια ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον

άλλον, χωρίς να απαιτείται και η επίτευξη του εν λόγω σκοπού (ΑΠ 1645/99).

Κρίθηκε π.χ. ότι συνιστά παράβαση καθήκοντος κατά το άρθρο 259

του ΠΚ:

- Η δυσμενής μεταχείριση υπαλλήλου από το δήμαρχο με την

τοποθέτησή του σε υποβαθμισμένες για τα τυπικά και ουσιαστικά του

προσόντα θέσεις και η κατ’ εξακολούθηση άρνησή του να συμμορφωθεί με

αντίθετες εκτελεστές αποφάσεις της επιτροπής του άρθρου 18 του Ν 2218/94

και του αρμόδιου υφυπουργού, οι οποίες εκδόθηκαν κατόπιν προσφυγών του

υπαλλήλου και ακύρωσαν τις πράξεις του δημάρχου για την τοποθέτησή του

στις ανωτέρω θέσεις (ΑΠ 452/2006 νομική βάση πληροφοριών

ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

- Η σκόπιμη παράλειψη του προέδρου της κοινότητας να

δημοσιοποιήσει ευρέως τη διακήρυξη για την εκποίηση κοινοτικών ακινήτων,

επιδιώκοντας να μεταβιβασθούν στον ίδιο και σε φίλους του τα ακίνητα με

Page 75: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

75

μειωμένο έναντι της αγοραίας αξίας τους τίμημα (ΑΠ 1528/2005 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

- Η σκόπιμη αναβολή από τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου της

συζήτησης θέματος, εγγεγραμμένου στην ημερήσια διάταξη, για την αφαίρεση

της άδειας λειτουργίας καταστήματος καθώς και η παράλειψη του δημάρχου

να εισηγηθεί την ανάκληση της άδειας στο δημοτικό συμβούλιο και να

εκτελέσει άμεσα την απόφαση προσωρινής αφαίρεσης της άδειας (ΑΠ

760/2004 Τράπεζα νομικών πληροφοριών ΝΟΜΟΣ).

- Η εντολή του δημάρχου (ηθικού αυτουργού) στην προϊσταμένη

γραμματείας του δήμου να αποκρύψει από τον ενδιαφερόμενο τη δημοσίευση

απόφασης του δημοτικού συμβουλίου, έτσι ώστε να παρέλθει η προθεσμία

προσβολής της (ΑΠ 1270/2003 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

- Η παραχώρηση από το δήμαρχο χώρων αιγιαλού, χωρίς

δημοπρασία, σε ιδιώτες που δεν έχουν τις νόμιμες προϋποθέσεις (ΑΠ

2316/2003 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

- Η πρόσληψη εποχιακού προσωπικού κατά παράβαση των κριτηρίων

κατάταξης και επιλογής των υποψηφίων που προβλέπει ο νόμος 2190/2004

(ΑΠ 2096/2002 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

- Η άρνηση του δημάρχου και των μελών του δημοτικού συμβουλίου να

χορηγήσουν άδεια λειτουργίας καταστήματος υγειονομικού ενδιαφέροντος,

παρ’ όλο που συνέτρεχαν όλες οι νόμιμες προϋποθέσεις (ΑΠ 910/2004

νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΑΠ 1645/99 ΝοΒ 2000 σελ. 516).

- Η συμμετοχή δημοτικού συμβούλου στη λήψη αποφάσεων του

δημοτικού συμβουλίου, με τις οποίες κατακυρώθηκε υπέρ του αδελφού του

και αφανούς συνεταίρου του η εκτέλεση διαφόρων τεχνικών έργων (ΑΠ

405/1999 ΝοΒ 1999 σελ. 1348).

- Η έγκριση από τον πρόεδρο της κοινότητας και μελών του κοινοτικού

συμβουλίου δαπανών για ατομική δικαστική υπόθεση αυτού, άσχετη με τα

συμφέροντα της κοινότητας (ΑΠ 1371/94 νομική βάση πληροφοριών

ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

- Η σκόπιμη παράλειψη του προέδρου της κοινότητας να συμπεριλάβει

πολιτικούς του φίλους στους βεβαιωτικούς καταλόγους οφειλετών της

κοινότητας (ΑΠ 1541/82 ΝοΒ 1983 σελ. 271).

Page 76: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

76

- Η αφανής συμμετοχή του δημάρχου σε μειοδοτικό διαγωνισμό για την

αγορά ακινήτου, στο οποίο είχε συγκυριότητα με αυτόν υπέρ του οποίου

κατακυρώθηκε η δημοπρασία (ΜονΠλημΚατερ 802/1997 Αρμεν 1997 σελ.

574).

6.5 Ειδικές περιπτώσεις ευθύνης.

Ι. Υποβολή στοιχείων στο Υπουργείο Εσωτερικών.

Οι δήμοι υποβάλλουν στο Υπουργείο Εσωτερικών στοιχεία για το

τακτικό και έκτακτο προσωπικό τους και για την οικονομική τους κατάσταση

και διαχείριση. Όμοια στοιχεία υποβάλλουν και για τα νομικά πρόσωπα

δημοσίου δικαίου και τις κάθε είδους επιχειρήσεις τους, με σκοπό τη

δημιουργία βάσης δεδομένων για το σύνολο της τοπικής αυτοδιοίκησης

πρώτου βαθμού.

Η μη παροχή ή η καθυστέρηση παροχής των στοιχείων συνιστά για το

δήμαρχο σοβαρή παράβαση καθήκοντος (άρθρο 283 παρ. 21 Ν 3852/2010)

και τιμωρείται με πρόστιμο, το οποίο επιβάλλεται με απόφαση του Υπουργού

Εσωτερικών σε βάρος του οικείου ΟΤΑ και το οποίο κυμαίνεται από 5% έως

15% των ΚΑΠ, ανάλογα με τη συχνότητα και τη βαρύτητα της παράβασης. Το

πρόστιμο παρακρατείται κατά την κατανομή των ΚΑΠ του επόμενου έτους

(άρθρο 165 παρ. 1 Ν 3463/2006).

ΙΙ. Υποβολή στοιχείων για την άσκηση κοινοβουλευτικού ελέγχου.

Για την άσκηση από τη Βουλή του κοινοβουλευτικού ελέγχου οι

δήμαρχοι υποχρεούνται να παρέχουν άμεσα στους υπουργούς όλα τα

στοιχεία που ζητούνται από αυτούς και αφορούν θέματα των ΟΤΑ καθώς και

των νομικών τους προσώπων. Η μη παροχή ή η καθυστέρηση παροχής των

στοιχείων συνιστά παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος, η οποία τιμωρείται

ποινικώς και πειθαρχικώς σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις (άρθρο 26 παρ.

4 Ν 2819/2000).

ΙΙΙ. Παράνομη απασχόληση προσωπικού για την κάλυψη παροδικών

αναγκών.

Σε περίπτωση πρόσληψης έκτακτου προσωπικού για την κάλυψη

παροδικών αναγκών, τα αρμόδια για την εκκαθάριση των αποδοχών όργανα,

υποχρεούνται να παύσουν την καταβολή αποδοχών σε προσωπικό που

Page 77: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

77

συμπλήρωσε τη διάρκεια απασχόλησης, που προβλέπουν οι διατάξεις του

άρθρου 21 του Ν 2190/94, άλλως καταλογίζονται σε αυτά οι αποδοχές που

καταβλήθηκαν (άρθρο 21 παρ. 4 Ν 2190/94).

Προϊστάμενοι υπηρεσιών ή άλλα αρμόδια όργανα, που ενεργούν κατά

παράβαση των παραγράφων 1-4, 8, 9 και 15 του άρθρου 21 του Ν 2190/94,

διώκονται για παράβαση καθήκοντος κατά το άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα

αυτεπαγγέλτως και παραπέμπονται υποχρεωτικά στην αρμόδια πειθαρχική

δικαιοδοσία (άρθρο 8 παρ. 10 Ν 2225/94).

Εάν κατά τον έλεγχο που διενεργούν επιθεωρητές του ΑΣΕΠ στις

προσλήψεις αυτές, διαπιστωθεί ότι απασχολείται ή απασχολήθηκε

προσωπικό κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 21 του Ν 2190/94,

γίνεται, πέραν των κυρώσεων που προβλέπονται από τις παρ. 4 και 5 του

άρθρου αυτού, και καταλογισμός του συνόλου των αποδοχών που

καταβλήθηκαν στο παρανόμως απασχολούμενο ή απασχοληθέν προσωπικό.

Όταν το καταλογιστέο όργανο είναι δήμαρχος ή μέλος του δημοτικού

συμβουλίου ή πρόεδρος ή μέλος διοικητικού συμβουλίου συνδέσμου ΟΤΑ ή

δημοτικής επιχείρησης ή δημοτικού ιδρύματος ή νομικού προσώπου

δημοσίου δικαίου, τον καταλογισμό ενεργεί ο Γενικός Γραμματέας της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης (άρθρο 9 παρ. 4 Ν 3051/2002).

IV. Παράνομες συμβάσεις μίσθωσης έργου.

Ανανέωση ή παράταση της σύμβασης μίσθωσης έργου, που

συνάπτεται κατά τις διατάξεις του άρθρου 6 του Ν 2527/97, απαγορεύεται και

είναι αυτοδικαίως άκυρη. Παράταση του χρόνου παράδοσης του έργου

επιτρέπεται χωρίς οποιαδήποτε αύξηση της αμοιβής του αναδόχου.

Απασχόληση του αναδόχου σε έργα ή εργασίες άσχετες με εκείνες που

περιγράφονται στη σύμβαση απαγορεύεται και συνεπάγεται τον καταλογισμό

ολικώς ή μερικώς της αμοιβής του αναδόχου σε βάρος του υπευθύνου

υπηρεσιακού οργάνου. Ρήτρα καταβολής της εργολαβικής αμοιβής

τμηματικώς κατά μήνα ή άλλο χρονικό όριο χωρίς συνάρτηση με την πρόοδο

του έργου είναι αυτοδικαίως άκυρη.

Προϊστάμενοι υπηρεσιών ή άλλα αρμόδια υπηρεσιακά όργανα που

ενεργούν κατά παράβαση των διατάξεων του άρθρου 6 του Ν 2527/1997,

παραπέμπονται υποχρεωτικώς στην αρμόδια πειθαρχική δικαιοδοσία κατά τις

οικείες διατάξεις και διώκονται αυτεπαγγέλτως ή και με έγκληση

Page 78: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

78

οποιουδήποτε πολίτη για παράβαση καθήκοντος κατά το άρθρο 259 του

Ποινικού Κώδικα (άρθρο 6 παρ. 6 και 7 Ν 2527/1997, όπως ισχύει).

VIII. Ποινική ευθύνη για χρέη προς το δημόσιο.

Η καθυστέρηση καταβολής των βεβαιωμένων στις ΔΟΥ και τα τελωνεία

χρεών προς το δημόσιο, για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τεσσάρων

μηνών αποτελεί ποινικό αδίκημα και τιμωρείται με ποινή φυλάκισης.

Όταν πρόκειται για νομικά πρόσωπα που δεν είναι εταιρείες ή

συνεταιρισμοί, οι ανωτέρω ποινές επιβάλλονται στους εκπροσώπους τους

(άρθρο 25 παρ. 2 Ν 1882/90, όπως ισχύει).

Κατ’ εφαρμογή της ανωτέρω διάταξης, για οφειλές των δήμων ή ΝΠΔΔ

αυτών οι παραπάνω ποινές επιβάλλονται στους δημάρχους ή προέδρους του

Δ.Σ. (Γνωμ. ΝΣΚ 739/1998).

IX. Ατομική (περιουσιακή) ευθύνη για χρέη προς το ΙΚΑ.

Όπως κρίθηκε από το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (Γνωμ. 214/

2007, Εγκ. ΙΚΑ Ε40/90/2008), οι δήμαρχοι δεν περιλαμβάνονται στα

περιοριστικά αναφερόμενα στο νόμο φυσικά πρόσωπα και συνεπώς δεν

υφίσταται προσωπική ευθύνη αυτών για χρέη του δήμου προς το ΙΚΑ –

ΕΤΑΜ.

Ευθύνη του δημάρχου υπό την ανωτέρω έννοια υφίσταται, όταν έχει

την ιδιότητα διευθυντή, διαχειριστή και γενικά εντεταλμένου στη διοίκηση

δημοτικών επιχειρήσεων ή εκμεταλλεύσεων κερδοσκοπικού χαρακτήρα, για

χρέη αυτών από ασφαλιστικές εισφορές προς το ΙΚΑ – ΕΤΑΜ.

XI. Συμμόρφωση προς τις δικαστικές αποφάσεις.

Τα μέτρα και η διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης της διοίκησης

προς τις δικαστικές αποφάσεις καθορίζονται από το νόμο 3068/2002

«Συμμόρφωση της Διοίκησης προς τις δικαστικές αποφάσεις κ.λ.π.» (ΦΕΚ

274/Α), όπως αυτός τροποποιήθηκε μεταγενέστερα, και το ΠΔ 61/2004

«Διαδικασία ελέγχου της συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις δικαστικές

αποφάσεις» (ΦΕΚ 54/Α).

Το δημόσιο, οι ΟΤΑ και τα λοιπά ΝΠΔΔ έχουν υποχρέωση να

συμμορφώνονται χωρίς καθυστέρηση προς όλες τις αποφάσεις των

διοικητικών, πολιτικών, ποινικών και ειδικών δικαστηρίων, οι οποίες

παράγουν υποχρέωση συμμόρφωσης ή είναι εκτελεστές κατά τις οικείες

Page 79: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

79

δικονομικές διατάξεις και τους όρους που τάσσει κάθε απόφαση (άρθρο 1 Ν

3068/2002).

Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, ως «δικαστική απόφαση»

νοείται η οριστική καταψηφιστική απόφαση που έχει εκδοθεί κατά την τακτική

ή κάποια ειδική διαδικασία και επιλύει οριστικά τη διαφορά, κατέστη δε

τελεσίδικη, παρέχουσα κατά το άρθρο 904 του ΚΠολΔ δυνατότητα

αναγκαστικής εκτέλεσης. Δεν υφίσταται απόφαση υπό αυτή την έννοια,

εφόσον δεν περιέχεται στο διατακτικό της καταψηφιστική διάταξη, ώστε να

μπορεί να αποτελέσει τίτλο εκτελεστό, αλλά παρέχει τη βάση για την επιδίωξη

ικανοποίησης άλλων αξιώσεων με την άσκηση καταψηφιστικής αγωγής (ΑΠ

Τριμ. Συμβ. 5/2011 ΔΕΝ 2011 σελ. 606, ΑΠ Τριμ. Συμβ. 2/2009 ΔΕΝ 2010

σελ. 231). Συνεπώς, αποφάσεις που είναι απλώς αναγνωριστικές ή

αποφάσεις κατά των οποίων εκκρεμεί έφεση, χωρίς να έχουν κηρυχθεί

προσωρινά εκτελεστές, δεν παράγουν υποχρέωση συμμόρφωσης για τους

ΟΤΑ (ΕΣ Τμ. Ι 77/2012, βλέπε αντιθέτως για τις αναγνωριστικές αποφάσεις

ΣτΕ Τριμ. Συμβ. 22/2010 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1286). Δεν αποτελεί επίσης, κατά

τις ανωτέρω συνταγματικές διατάξεις, δικαστική απόφαση η διαταγή

πληρωμής (ΑΠ Τριμ. Συμβ. 14/2011 ΔΕΝ 2012 σελ. 486).

Εφόσον πρόκειται για δικαστικές αποφάσεις που αφορούν σε

χρηματικές αξιώσεις από περιοδικές παροχές (π.χ. μισθολογικά επιδόματα), η

υποχρέωση συμμόρφωσης εκτείνεται και στις απαιτήσεις οι οποίες γεννώνται

σε χρονικό διάστημα μεταγενέστερο αυτού που καλύπτει η δικαστική

απόφαση, εφόσον στηρίζονται στην ίδια νομική βάση (ΣτΕ Τριμ. Συμβ.

45/2010 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1275). Σε περίπτωση διορισμού ύστερα από

δικαστική απόφαση που ακύρωσε την παράλειψη της διοίκησης να διορίσει

τον αιτούντα, η πλήρης συμμόρφωση επέρχεται όταν ο διορισμός είναι

αναδρομικός και ανατρέχει στο χρόνο κατά τον οποίο ο παραλειφθείς έπρεπε

να διορισθεί (ΣτΕ Τριμ. Συμβ. 37/2010 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1277, ΣτΕ Τριμ.

Συμβ. 13/2010 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1299).

Ως «ενδιαφερόμενος» που μπορεί να επιδιώξει τη διαπίστωση της

συμμόρφωσης ή μη της διοίκησης προς τη δικαστική απόφαση, νοείται μόνον

εκείνος που υπήρξε διάδικος στη σχετική δίκη και όχι οποιοσδήποτε τρίτος

που ενδιαφέρεται απλώς για τη συμμόρφωση της διοίκησης (ΣτΕ Τριμ. Συμβ.

29/2010 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1281).

Page 80: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

80

Δεν συνιστά άρνηση συμμόρφωσης η καταβολή στον αιτούντα του

επιδικασθέντος ποσού, μειωμένου κατά το ποσό των προβλεπομένων

κρατήσεων (ΣτΕ Τριμ. Συμβ. 2/2010 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1289).

Ο έλεγχος της συμμόρφωσης της διοίκησης προς τις δικαστικές

αποφάσεις, ανατίθεται σε τριμελές συμβούλιο: α) του Ανωτάτου Ειδικού

Δικαστηρίου, αν πρόκειται για αποφάσεις αυτού, β) του Συμβουλίου της

Επικρατείας, αν πρόκειται για αποφάσεις του δικαστηρίου αυτού, γ) του

Αρείου Πάγου, αν πρόκειται για αποφάσεις των πολιτικών και ποινικών

δικαστηρίων όλων των βαθμίδων, δ) του Ελεγκτικού Συνεδρίου, αν πρόκειται

για αποφάσεις του δικαστηρίου αυτού και ε) των τακτικών διοικητικών

δικαστηρίων και των λοιπών ειδικών δικαστηρίων, αν πρόκειται για αποφάσεις

των δικαστηρίων αυτών (άρθρο 2 παρ. 1 Ν 3068/2002, όπως τροποποιήθηκε

από το άρθρο 56 του Ν 3900/2010, άρθρο 1 ΠΔ 61/2004).

Το αρμόδιο συμβούλιο ασκεί τον έλεγχο μετά από αίτηση του

ενδιαφερομένου, η οποία κατατίθεται στη γραμματεία του δικαστηρίου που

εξέδωσε την απόφαση ή στη γραμματεία του οικείου ανώτατου δικαστηρίου

(άρθρο 2 παρ. 1 ΠΔ 61/2004). Ο τρόπος αυτός υποβολής της αίτησης είναι

αποκλειστικός και, αν δεν τηρηθεί, η αίτηση απορρίπτεται ως απαράδεκτη

(ΣτΕ Τριμ. Συμβ. 31/2007 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1307).

Σε περίπτωση καταψηφιστικής απόφασης με αντικείμενο χρηματική

παροχή, η αίτηση υποβάλλεται όταν η αναγκαστική εκτέλεση που επιχείρησε

ο δικαιούχος απέβη άκαρπη ή είναι φανερό ότι θα απέβαινε άκαρπη (άρθρο 3

παρ. 6 Ν 3068/2002).

Εάν το συμβούλιο διαπιστώσει καθυστέρηση, παράλειψη ή άρνηση

συμμόρφωσης ή πλημμελή συμμόρφωση προς τη δικαστική απόφαση,

συντάσσει πρακτικό μέσα σε δύο μήνες από την παραλαβή της αίτησης, με το

οποίο καλεί την υπόχρεη αρχή να εκθέσει μέσα σε ένα μήνα τις απόψεις της

και να υποβάλει τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή της. Στη συνέχεια, εάν μετά

τη σχετική έρευνα διαγνώσει ότι η καθυστέρηση, παράλειψη ή άρνηση

συμμόρφωσης ή η πλημμελής συμμόρφωση είναι αδικαιολόγητη, καλεί την

υπόχρεη αρχή να συμμορφωθεί προς τη δικαστική απόφαση μέσα σε εύλογη

προθεσμία, η οποία δεν μπορεί να υπερβεί το τρίμηνο. Αν κατά την κρίση του

συμβουλίου συντρέχει σπουδαίος λόγος, η προθεσμία αυτή μπορεί να

Page 81: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

81

παραταθεί μία μόνο φορά (άρθρο 3 παρ. 1 Ν 3068/2002, άρθρο 3 παρ. 1 και

2 ΠΔ 61/2004).

Το τριμελές συμβούλιο μπορεί σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας

να ορίσει ένα δικαστή με βαθμό τουλάχιστον εφέτη ή αντίστοιχο ως

εντεταλμένο για να υποδεικνύει στην υπόχρεη αρχή, είτε κατ’ αίτησή της είτε

με δική του πρωτοβουλία, τον προσήκοντα τρόπο συμμόρφωσης προς τη

δικαστική απόφαση (άρθρο 3 παρ. 2 Ν 3068/2002, άρθρο 4 παρ. 1 ΠΔ

61/2004).

Αν η υπόχρεη αρχή δεν συμμορφωθεί προς την απόφαση μέσα στην

ταχθείσα προθεσμία, το τριμελές συμβούλιο εκδίδει απόφαση με την οποία

βεβαιώνει τη μη συμμόρφωση και προσδιορίζει ένα χρηματικό ποσό που

πρέπει να καταβληθεί στον ενδιαφερόμενο, ως κύρωση για τη μη

συμμόρφωση προς τη δικαστική απόφαση. Εάν μετά την επιβολή της

κύρωσης η διοίκηση εξακολουθεί να μη συμμορφώνεται προς τη δικαστική

απόφαση, μπορεί μετά από νέα αίτηση του ενδιαφερόμενου, η οποία

υποβάλλεται αφού περάσει τρίμηνο από την κοινοποίηση της απόφασης του

τριμελούς συμβουλίου, να επαναληφθεί η διαδικασία και να επιβληθεί νέα

χρηματική κύρωση (άρθρο 3 παρ. 3 Ν 3068/2002, άρθρο 5 παρ. 1 ΠΔ

61/2004). Αιτήματα καταβολής αποζημίωσης ή χρηματικής ικανοποίησης

λόγω ηθικής ή υλικής βλάβης δεν εξετάζονται από τα τριμελή συμβούλια και

απορρίπτονται ως απαράδεκτα (ΣτΕ Τριμ. Συμβ. 46/2010 ΘΠΔΔ 2010 σελ.

1274, ΣτΕ Τριμ. Συμβ. 30/2008 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1303). Το ίδιο ισχύει και ως

προς τις αιτιάσεις για το ύψος του καταβληθέντος τόκου (ΣτΕ Τριμ. Συμβ.

32/2010 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1278).

Για την πληρωμή των χρηματικών κυρώσεων που επιβάλλονται στους

ΟΤΑ εγγράφεται στον προϋπολογισμό τους ειδική πίστωση. Αν δεν έχει

εγγραφεί πίστωση ή αυτή που έχει εγγραφεί είναι ανεπαρκής ή έχει

εξαντληθεί, γίνεται αναμόρφωση του προϋπολογισμού (άρθρο 3 παρ. 5 Ν

3068/2002).

Κατά την έκδοση, θεώρηση και εξόφληση του χρηματικού εντάλματος

δεν ελέγχεται η νομιμότητα της απόφασης του τριμελούς συμβουλίου (ούτε

από το Ελεγκτικό Συνέδριο, Πράξεις I Τμήματος 31/2010, 27/2010, 23/2010)

και δεν απαιτείται η προσκόμιση πιστοποιητικών φορολογικής και

ασφαλιστικής ενημερότητας (άρθρο 8 παρ. 5 ΠΔ 61/2004).

Page 82: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

82

Συμμόρφωση της διοίκησης προς τη δικαστική απόφαση μετά την

επιβολή της χρηματικής κύρωσης, δεν καταργεί την εκτελεστότητα της

απόφασης του τριμελούς συμβουλίου (άρθρο 8 παρ. 4 ΠΔ 61/2004).

Η μη εκπλήρωση των υποχρεώσεων που προβλέπονται στο νόμο

3068/2002 ή η προτροπή σε μη εκπλήρωση συνιστά πειθαρχικό παράπτωμα

για κάθε αρμόδιο υπάλληλο. Αν η παράλειψη συμμόρφωσης έγινε με σκοπό

να προσπορίσει ο υπάλληλος στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος,

τιμωρείται με την ποινή της προσωρινής ή οριστικής παύσης (άρθρο 5 παρ. 1

Ν 3068/2002).

Η άσκηση της πειθαρχικής δίωξης προκαλείται και με τη διαβίβαση στο

αρμόδιο πειθαρχικό όργανο των σχετικών στοιχείων από τον πρόεδρο του

τριμελούς συμβουλίου, ο οποίος στην περίπτωση αυτή ενημερώνεται

υποχρεωτικά για την πρόοδο της πειθαρχικής διαδικασίας (άρθρο 5 παρ. 2 Ν

3068/2002).

Αν επιβληθεί οποιαδήποτε πειθαρχική ποινή, οι υπάλληλοι υπέχουν

και αστική ευθύνη κατά τις διατάξεις των άρθρων 105 και 106 του

Εισαγωγικού Νόμου του Αστικού Κώδικα (άρθρο 5 παρ. 3 Ν 3068/2002,

όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 11 του Ν 3242/2004).

Την άρνηση εκπλήρωσης συγκεκριμένης υποχρέωσης που επιβάλλεται

από τελεσίδικη ή προσωρινά εκτελεστή δικαστική απόφαση, μπορεί να

ερευνήσει και ο Συνήγορος του Πολίτη, ο οποίος μπορεί να προκαλέσει την

πειθαρχική ή ποινική δίωξη του υπαιτίου λειτουργού ή υπαλλήλου (άρθρα 3

παρ. 3 και 4 παρ. 10 και 11 Ν 3094/2003, ΦΕΚ 10/Α).

XII. Ποινική ευθύνη για βλάβη του φυσικού περιβάλλοντος.

Στις παραγράφους 1, 2 και 5.1 του άρθρου 28 του Ν 1650/86, όπως

ισχύουν, ορίζονται τα ακόλουθα:

«1. Με φυλάκιση τριών μηνών έως δύο έτη και με χρηματική ποινή

τιμωρείται όποιος:

α) προκαλεί ρύπανση ή υποβαθμίζει το περιβάλλον με πράξη ή

παράλειψη που αντιβαίνει στις διατάξεις του νόμου αυτού ή των κατ’

εξουσιοδότησή του εκδιδόμενων διαταγμάτων και υπουργικών ή νομαρχιακών

αποφάσεων ή

β) ασκεί δραστηριότητα ή επιχείρηση χωρίς την απαιτούμενη, σύμφωνα

με τις διατάξεις του νόμου αυτού ή των κατ’ εξουσιοδότησή του εκδιδόμενων

Page 83: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

83

διαταγμάτων και υπουργικών ή νομαρχιακών αποφάσεων, άδεια ή έγκριση, ή

υπερβαίνει τα όρια της άδειας ή έγκρισης που του έχει χορηγηθεί και

υποβαθμίζει το περιβάλλον.

2. Σε περίπτωση τέλεσης των εγκλημάτων της παρ. 1 από αμέλεια

επιβάλλεται φυλάκιση μέχρι ένα έτος.

5. Οι πρόεδροι διοικητικών συμβουλίων, οι εντεταλμένοι ή διευθύνοντες

σύμβουλοι ανωνύμων εταιρειών, οι διαχειριστές εταιρειών περιορισμένης

ευθύνης, ο πρόεδρος του διοικητικού και του εποπτικού συμβουλίου

συνεταιρισμών καθώς και τα πρόσωπα που ασκούν τη διοίκηση ή τη

διαχείριση άλλων νομικών προσώπων του δημόσιου ή του ιδιωτικού τομέα

έχουν ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να μεριμνούν για την τήρηση των

διατάξεων που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος. Για κάθε πράξη ή

παράλειψη του νομικού προσώπου που εμπίπτει στην παράγραφο 1 του

άρθρου αυτού, τα πρόσωπα αυτά τιμωρούνται ως αυτουργοί ανεξάρτητα από

την τυχόν ποινική ευθύνη άλλου φυσικού προσώπου και την αστική ευθύνη

του νομικού προσώπου, εφόσον από πρόθεση ή από αμέλεια δεν τήρησαν την

ιδιαίτερη νομική τους υποχρέωση να μεριμνούν για την εφαρμογή των

διατάξεων αυτού του νόμου».

Συνεπώς ο δήμαρχος και τα μέλη του δημοτικού συμβουλίου έχουν

ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να μεριμνούν για την τήρηση των διατάξεων που

αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, να ελέγχουν τα υγρά, στερεά και

αέρια απόβλητα και να λαμβάνουν τα πλέον πρόσφορα μέτρα προς

αποτροπή της ρύπανσης ή άλλης υποβάθμισης του φυσικού περιβάλλοντος,

ευθύνονται δε ποινικά σε περίπτωση που με ενέργειές τους προκαλούν βλάβη

στο φυσικό περιβάλλον, όπως είναι π.χ. η ρύπανση ποταμού από τη

διοχέτευση υγρών αποβλήτων, προερχόμενων από το πεπαλαιωμένο και

τεχνικά ακατάλληλο αποχετευτικό σύστημα της πόλης (ΑΠ 1995/2002 ΝοΒ

2003 σελ. 742).

XIΙΙ. Διάθεση κοινόχρηστων χώρων για την προεκλογική προβολή των

κομμάτων και των συνδυασμών.

Κατά την περίοδο βουλευτικών, περιφερειακών και δημοτικών

εκλογών, ευρωεκλογών ή δημοψηφίσματος, τα δημοτικά συμβούλια

υποχρεούνται, να διαθέτουν με απόφασή τους στα κόμματα, στους

συνδυασμούς και στους συνασπισμούς, για την προεκλογική προβολή τους,

Page 84: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

84

όλους τους χώρους που καθορίσθηκαν σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 3

του Ν 2946/2001 για τη διενέργεια εμπορικής διαφήμισης στον οικείο ΟΤΑ

(άρθρο 44 παρ. 3 ΠΔ 26/2012) καθώς και τους ειδικότερους χώρους της παρ.

1 του άρθρου 9 του Ν 3023/2002 (Γνωμ. ΝΣΚ 398/2006).

Αν το δημοτικό συμβούλιο δεν διαθέσει εμπρόθεσμα τους ανωτέρω

χώρους, αυτοί διατίθενται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Στην περίπτωση αυτή οι υπαίτιοι (δήμαρχοι,

δημοτικοί σύμβουλοι) τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών

μηνών και με στέρηση των αξιωμάτων και θέσεων που προβλέπονται στο

άρθρο 63 του Ποινικού Κώδικα, από έξι μήνες μέχρι δύο χρόνια (άρθρο 44

παρ. 4 ΠΔ 26/2012).

XΙV. Καθαίρεση παράνομων μέσων προεκλογικής προβολής.

Κατά την προεκλογική περίοδο απαγορεύεται στους υποψήφιους

βουλευτές και δημοτικούς συμβούλους η ανάρτηση ή επικόλληση σε

εξωτερικούς δημόσιους ή ιδιωτικούς χώρους και σε κάθε μορφής

αυτοκινούμενα μέσα, αεροπανώ, πανώ, γιγαντοαφισσών, αφισσών,

φωτογραφιών και κάθε άλλου είδους υλικού προβολής, η εγκατάσταση

πρόσκαιρων κατασκευών οποιασδήποτε μορφής για την προσωπική τους

προβολή καθώς και η χρήση χρωστικών ουσιών ή η αναγραφή συνθημάτων

σε οποιονδήποτε εξωτερικό χώρο.

Οι δήμαρχοι υποχρεούνται στην άμεση καθαίρεση των αεροπανώ και

πανώ, την αποκόλληση των γιγαντοαφισσών, αφισσών, φωτογραφιών κ.λ.π.

την αποσυναρμολόγηση των πρόσκαιρων κατασκευών και τον καθαρισμό

από χρωστικές ουσίες των εξωτερικών χώρων.

Παράβαση της ανωτέρω υποχρέωσης, εφόσον έχει προηγηθεί σχετική

έγγραφη ενημέρωση από την Τοπική Επιτροπή Ελέγχου Εκλογικών

Παραβάσεων, τιμωρείται με ποινή φυλάκισης τουλάχιστον έξι (6) μηνών

(άρθρο 47 παρ. 1 ΠΔ 26/2012, άρθρο 20 παρ. 3 Ν 3202/2003).

Page 85: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

85

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ΄

ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΕΠΙ ΤΩΝ ΟΤΑ

1. Υποχρεωτικός έλεγχος των πράξεων των συλλογικών οργάνων.

Το κράτος ασκεί εποπτεία στους ΟΤΑ που συνίσταται αποκλειστικά σε

έλεγχο νομιμότητας και δεν επιτρέπεται να εμποδίζει την πρωτοβουλία και την

ελεύθερη δράση τους (άρθρο 102 παρ. 4 Συντ. 1975/2001/2008).

Ο έλεγχος επί των πράξεων των ΟΤΑ είναι κατασταλτικός και ασκείται

αυτεπάγγελτα ή μετά από προσφυγή από τον Γενικό Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

Πριν από το συνταγματικό αποκλεισμό του, ο έλεγχος σκοπιμότητας

(προληπτική εποπτεία) στις πράξεις των ΟΤΑ, σε όσες περιπτώσεις είχαν

απομείνει, καταργήθηκε νομοθετικά από το έτος 1994 (άρθρο 47 παρ. 1 Ν

2218/94).

Διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας που προβλέπουν την «έγκριση»

ορισμένων πράξεων των ΟΤΑ και την έκδοση σχετικών εγκριτικών

αποφάσεων, εξακολουθούν να ισχύουν, αν δεν προκύπτει το αντίθετο, η

«έγκριση» όμως στις περιπτώσεις αυτές περιορίζεται αποκλειστικά στον

έλεγχο νομιμότητας των εγκρινόμενων πράξεων και δεν επεκτείνεται στην

εξέταση της σκοπιμότητάς τους (Γνωμ. ΝΣΚ 2/1996). Τέτοια διάταξη

περιέχεται π.χ. στην παρ. 2 του άρθρου 10 του Ν 3584/2007, σύμφωνα με την

οποία η απόφαση του δημοτικού συμβουλίου για την κατάρτιση του

οργανισμού εσωτερικής υπηρεσίας (ΟΕΥ) του δήμου «εγκρίνεται» με πράξη

του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης. Αντίθετα, η έγκριση

ορισμένων αποφάσεων του διοικητικού συμβουλίου των κοινωφελών

επιχειρήσεων από το οικείο δημοτικό συμβούλιο (άρθρο 256 Ν 3463/2006),

περιλαμβάνει τόσο τον έλεγχο νομιμότητας όσο και τον έλεγχο σκοπιμότητας

της υπό έγκριση πράξης, η οποία δεν αποκτά νόμιμη υπόσταση αν δεν

εγκριθεί ή πριν εγκριθεί από το δημοτικό συμβούλιο (ΣτΕ 2918/2007 νομική

βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Για την άσκηση του ελέγχου νομιμότητας από τον Γενικό Γραμματέα

της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, αποστέλλονται σε αυτόν οι αποφάσεις των

Page 86: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

86

συλλογικών οργάνων των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ αυτών, οι οποίες

μνημονεύονται περιοριστικά στις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου άρθρο 225

Ν 3852/2010, μαζί με αντίγραφο του αποδεικτικού δημοσίευσης και τα

έγγραφα στοιχεία που τυχόν απαιτούνται για τη νόμιμη έκδοσή τους (άρθρο

225 παρ. 1 Ν 3852/2010)

Οι πράξεις των μονομελών οργάνων διοίκησης (δημάρχου, προέδρου

διοικητικού συμβουλίου κ.λ.π.) δεν περιλαμβάνονται στην ανωτέρω ρύθμιση

και συνεπώς δεν υποβάλλονται στον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης

Διοίκησης.

Ο δήμαρχος υποχρεούται να υποβάλει τις αποφάσεις για έλεγχο μέσα

σε προθεσμία δέκα πέντε 15) ημερών από τη συνεδρίαση (άρθρο 225 παρ. 2

Ν 3852/2010).

Η δεκαπενθήμερη προθεσμία είναι ενδεικτική. Η σημαντική όμως

καθυστέρηση ή η παράλειψη αποστολής των αποφάσεων στον Γενικό

Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης μπορεί να επισύρει κατά του

δημάρχου τις πειθαρχικές κυρώσεις του άρθρου 233 του Ν 3852/2010 (Εγκ.

ΥΠΕΣΔΔΑ 13220/22-6-1997). Σύμφωνα με την εγκύκλιο του Υπουργείου

Εσωτερικών 7666/7-2-2007, το εύλογο χρονικό διάστημα εντός του οποίου

αποστέλλονται οι αποφάσεις για έλεγχο, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 30

ημέρες από τη συνεδρίαση.

Η παράλειψη αποστολής των αποφάσεων στον Γενικό Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης δεν επηρεάζει τη νομιμότητα και την

εκτελεστότητα αυτών (ΕΣ Τμ. VII 227/2009, ΕΣ Β΄ Κλιμ. 580/2004).

Στον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης αποστέλλονται

υποχρεωτικά οι ακόλουθες κατηγορίες αποφάσεων των συλλογικών οργάνων

(Εγκ. ΥΠΕΣΔΔΑ 7666/7-2-2007):

α. Οι αποφάσεις που περιέχουν ρυθμίσεις κανονιστικού περιεχομένου,

όπως είναι π.χ. οι αποφάσεις του άρθρου 79 του ΔΚΚ (τοπικές κανονιστικές

αποφάσεις), του άρθρου 82 του ΔΚΚ (ρύθμιση της κυκλοφορίας, καθορισμός

πεζοδρόμων, μονοδρομήσεων κ.λ.π.) και του άρθρου 187 παρ. 1 του ΔΚΚ

(καθορισμός κατηγοριών δικαιούχων για την εκποίηση δημοτικών οικοπέδων).

Οι αποφάσεις όμως του δημοτικού συμβουλίου με τις οποίες επιλέγονται οι

δικαιούχοι και παραχωρούνται σε αυτούς τα οικόπεδα, δεν έχουν κανονιστικό

Page 87: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

87

αλλά ατομικό χαρακτήρα (ΣτΕ 2573/2003 νομική βάση πληροφοριών

ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

β. Οι αποφάσεις για την ανάθεση έργων, υπηρεσιών, μελετών και

προμηθειών, δηλαδή οι αποφάσεις με τις οποίες κατακυρώνεται το

αποτέλεσμα του διαγωνισμού ή γίνεται απ’ ευθείας ανάθεση. Κατά τον έλεγχο

της κατακυρωτικής απόφασης ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης

Διοίκησης μπορεί να ελέγξει παρεμπιπτόντως και κάθε άλλη πράξη που

προηγήθηκε (διακήρυξη, πρακτικά δημοπρασίας κ.λ.π.), τα στοιχεία των

οποίων συναποστέλλονται από το δήμο μαζί με την κατακυρωτική απόφαση.

Δεν εμπίπτουν στην κατηγορία αυτή οι αποφάσεις της οικονομικής

επιτροπής για την πρόσληψη πληρεξουσίου δικηγόρου (Έγγρ. Υπ. Εσωτ.

31399/10-6-2008).

γ. Οι αποφάσεις του δημοτικού συμβουλίου για την αγορά, εκποίηση

και ανταλλαγή ακινήτων και, αν διεξήχθη δημοπρασία, οι αντίστοιχες

κατακυρωτικές αποφάσεις της οικονομικής επιτροπής.

δ. Οι αποφάσεις για την κήρυξη αναγκαστικής απαλλοτρίωσης.

ε. Οι αποφάσεις με τις οποίες επιβάλλονται ή αναπροσαρμόζονται

φόροι, τέλη και δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων που

εκδίδονται κατά τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 202 του ΔΚΚ, για τη

μείωση ή την απαλλαγή από φόρους, τέλη ή δικαιώματα ορισμένων

κατηγοριών υποχρέων (άποροι, πολύτεκνοι κ.λ.π.). Δεν περιλαμβάνονται

στην κατηγορία αυτή και δεν αποστέλλονται στον Γενικό Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης οι αποφάσεις του συμβουλίου για τη διαγραφή

οφειλών (άρθρο 174 Ν 3463/2006), για την αποδοχή των πρακτικών

συμβιβαστικής επίλυσης φορολογικών διαφορών (άρθρο 32 παρ. 6 Ν

1080/80) και για τη χορήγηση διευκολύνσεων στους οφειλέτες βάσει των

διατάξεων του άρθρου 170 του ΔΚΚ ή άλλων διατάξεων της ισχύουσας

εκάστοτε νομοθεσίας (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 12243/14-6-2007).

στ. Αποφάσεις που αφορούν τη σύναψη κάθε μορφής συμβάσεων,

περιλαμβανομένων των προγραμματικών συμβάσεων, των συμβάσεων

μίσθωσης έργου του άρθρου 6 του Ν 2527/97, των συμβάσεων εργασίας και

των συμβάσεων που σχετίζονται με τη διαχείριση της περιουσίας (δωρεές

κινητών ή ακινήτων, εκποίηση κινητών, εκμίσθωση ή μίσθωση κινητών ή

ακινήτων, συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης κ.λ.π.).

Page 88: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

88

ζ. Αποφάσεις που αφορούν τη σύναψη συμβάσεων διαδημοτικής

συνεργασίας (άρθρο 222 ΔΚΚ) και συνεργασίας με φορείς της τοπικής

αυτοδιοίκησης (άρθρο 223 ΔΚΚ).

η. Οι αποφάσεις για τη σύναψη δανείων.

θ. Οι αποφάσεις για τη διενέργεια τοπικού δημοψηφίσματος.

Πέραν των παραπάνω αναφερομένων, υποβάλλονται επίσης στον

Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης οι πράξεις, για τις οποίες

τούτο προβλέπεται από ειδικές διατάξεις, όπως:

- το πρακτικό εκλογής νέου δημάρχου (άρθρο 60 Ν 3852/2010),

- το πρακτικό εκλογής του προεδρείου του δημοτικού συμβουλίου και των

μελών της οικονομικής επιτροπής και της επιτροπής ποιότητας ζωής (άρθρα

64 παρ. 5 και 74 παρ. 5 Ν 3852/2010),

- η απόφαση για την ψήφιση του προϋπολογισμού (άρθρο 162 παρ. 1 Ν

3463/2006) και οι αποφάσεις για την αναμόρφωσή του (άρθρο 23 παρ. 5 Ν

3536/2007),

- η απόφαση για τη σύσταση ή τη συγχώνευση ή την κατάργηση

δημοτικού νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (άρθρα 239 και 241 Ν

3463/2006),

- οι αποφάσεις για τη σύσταση ή τη λύση συνδέσμου ΟΤΑ και για την

αναπροσαρμογή του ύψους της εισφοράς των μελών του (άρθρα 245 και 250

Ν 3463/2006) καθώς και για την παρακράτηση των εισφορών από τους ΚΑΠ

(άρθρο 23 παρ. 6 Ν 3536/2007),

- οι αποφάσεις για τη σύσταση, τη λύση ή τη συγχώνευση κοινωφελών

επιχειρήσεων (άρθρα 254 παρ. 4, 262 παρ. 1 και 263 παρ. 2 Ν 3463/2006),

- οι αποφάσεις για την κατάρτιση ή την τροποποίηση των οργανισμών

εσωτερικής υπηρεσίας (άρθρο 10 παρ. 2 και 5 Ν 3584/2007),

- οι αποφάσεις για την έγκριση των διαδικασιών κατάρτισης των

επιχειρησιακών προγραμμάτων (άρθρο 2 παρ. 8 ΠΔ 185/2007, ΦΕΚ 221/Α,

άρθρο 9 Απόφ. Υπ. Εσωτ. 18183/2007, ΦΕΚ 534/Β).

Μέσα σε αποκλειστική προθεσμία τριάντα (30) ημερών από τότε που

περιέρχονται σε αυτόν οι αποφάσεις, ο Γενικός Γραμματέας της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης τις ελέγχει και εκδίδει σχετική πράξη με την

οποία, εάν μεν η απόφαση είναι παράνομη την ακυρώνει, εάν δε είναι νόμιμη

διαπιστώνει τη νομιμότητά της (άρθρο 225 παρ. 3 Ν 3852/2010)

Page 89: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

89

Η προθεσμία που τάσσεται στον Γενικό Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης δεν αρχίζει, πριν περιέλθουν σε αυτόν όλα τα

στοιχεία που τυχόν απαιτούνται για να ελεγχθεί η αποσταλείσα απόφαση. Εάν

η απόφαση είναι νόμιμη, ο Γενικός Γραμματέας οφείλει να εκδώσει σχετική

πράξη και δεν αρκεί η απλή σημείωση επί του σώματος της απόφασης (Εγκ.

Υπ. Εσωτ. 7666/7-2-2007). Εάν η νομιμότητα της απόφασης τεκμαίρεται λόγω

της άπρακτης παρέλευσης της τριακονθήμερης προθεσμίας, ο Γενικός

Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης οφείλει και πάλι να εκδώσει

πράξη, με την οποία θα διαπιστώνεται το γεγονός αυτό, ότι δηλαδή λόγω

άπρακτης παρέλευσης της αποκλειστικής προθεσμίας τεκμαίρεται η

νομιμότητα της ελεγχόμενης απόφασης (Γνωμ. ΝΣΚ 34/2008, Εγκ. Υπ. Εσωτ.

17237/13-3-2008).

Η τριακονθήμερη προθεσμία αφορά στην έκδοση της απόφασης του

Γενικού Γραμματέα και όχι στην κοινοποίηση ή στη δημοσίευσή της (ΣτΕ Ολ

2160/98 ΕΔΔΔ 1998 σελ. 602). Ακυρωτική απόφαση του Γενικού Γραμματέα

που εκδίδεται μετά την πάροδο της αποκλειστικής προθεσμίας είναι

παράνομη (ΣτΕ 637/2002 ΔιΔικ 2004 σελ. 52, ΣτΕ 2484/2001 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ, ΣτΕ 3369/90 ΔιΔικ 1991 σελ. 822, ΣτΕ

350/1985 ΝοΒ 1988 σελ. 196).

Οι ακυρωτικές αποφάσεις, εφόσον εκδίδονται εμπρόθεσμα, έχουν

εκτελεστό χαρακτήρα και μπορούν να προσβληθούν με αίτηση ακυρώσεως

από το δήμο (ΣτΕ Ολ 5160/87 ΝοΒ 1990 σελ. 697), ενώ οι αποφάσεις με τις

οποίες διαπιστώνεται απλώς, στα πλαίσια εφαρμογής των διατάξεων του

άρθρου 225 του Ν 3852/2010, η νομιμότητα των ελεγχόμενων πράξεων,

στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα (ΣτΕ 3838/2001 ΔιΔικ 2004 σελ. 396, ΣτΕ

4771/95 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης μπορεί

αυτεπαγγέλτως να ακυρώσει οποιαδήποτε απόφαση των συλλογικών ή

μονομελών οργάνων διοίκησης των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ αυτών, μέσα σε

αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών από τότε που η απόφαση εκδόθηκε ή

δημοσιεύθηκε (άρθρο 226 παρ. 1 Ν 3852/2010). Προϋπόθεση του

αυτεπάγγελτου ελέγχου είναι η γνώση από τον Γενικό Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης της ελεγχόμενης πράξης με οποιονδήποτε

τρόπο, όπως π.χ. οι αναφορές πολιτών, τα δημοσιεύματα του τύπου ή η

Page 90: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

90

αποστολή στην Αποκεντρωμένη Διοίκηση, από τον ίδιο το δήμο, απόφασης

που δεν περιλαμβάνεται στις κατηγορίες αποφάσεων της παρ. 1 του άρθρου

225 του Ν 3852/2010 (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 7666/7-2-2007).

Στα πλαίσια της εποπτείας που ασκεί στους ΟΤΑ, ο Γενικός

Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης μπορεί (Γνωμ. ΝΣΚ 465/2006):

- Να διατάζει τη διενέργεια ένορκης διοικητικής εξέτασης σε βάρος

αιρετών οργάνων της τοπικής αυτοδιοίκησης, προκειμένου να διαπιστωθούν

τυχόν παραβάσεις των καθηκόντων που τους έχουν ανατεθεί.

- Να εξετάζει επιτοπίως, με ειδικά εξουσιοδοτημένο από αυτόν

πρόσωπο και ύστερα από την υποβολή γραπτής αίτησης, τα έγγραφα που

τηρούνται στους ΟΤΑ, εφόσον αυτά σχετίζονται με το περιεχόμενο του

ελέγχου που ασκεί, σύμφωνα με το σύνταγμα και το νόμο, στις πράξεις των

ΟΤΑ.

Ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και η Ειδική

Επιτροπή του άρθρου 152 του ΔΚΚ δεν μπορούν, κατά την άσκηση του

ελέγχου, να αμφισβητήσουν τη νομιμότητα αποφάσεων του δημοτικού

συμβουλίου, οι οποίες εκδίδονται σε συμμόρφωση προς δικαστική απόφαση,

από το δεδικασμένο της οποίας δεσμεύεται ο δήμος (ΣτΕ 2015/2001 ΝοΒ

2003 σελ. 784).

2. Προσφυγή στον Ελεγκτή Νομιμότητας ή στον Γενικό Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο έχει έννομο συμφέρον,

μπορεί να προσβάλει με προσφυγή στον Ελεγκτή Νομιμότητας τις πράξεις

των συλλογικών ή μονομελών οργάνων διοίκησης των ΟΤΑ και των ΝΠΔΔ

αυτών, μέσα σε προθεσμία δέκα πέντε (15) ημερών αφότου οι πράξεις αυτές

δημοσιεύθηκαν ή αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο ή κοινοποιήθηκαν ή έλαβε

γνώση αυτών (άρθρο 227 παρ. 1α Ν 3852/2010).

Η προσφυγή μπορεί να στρέφεται και κατά παράλειψης οφειλόμενης

νόμιμης ενέργειας των ανωτέρω οργάνων, η οποία υπάρχει όταν το διοικητικό

όργανο έχει νόμιμη υποχρέωση να εκδώσει την πράξη (ή να χορηγήσει

πιστοποιητικά, βεβαιώσεις κ.λ.π. ή αντίγραφα εγγράφων) και έχει υποβληθεί η

σχετική αίτηση του ενδιαφερομένου. Στην περίπτωση αυτή η προσφυγή

Page 91: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

91

ασκείται μέσα σε προθεσμία δέκα (10) ημερών από την παρέλευση άπρακτης

της προθεσμίας που ορίζει ο νόμος για την έκδοση της πράξης ή, εάν δεν

ορίζεται τέτοια προθεσμία, από την παρέλευση τριμήνου από την υποβολή

της αίτησης του ενδιαφερομένου (άρθρο 227 παρ. 1β Ν 3852/2010).

Η ανωτέρω προσφυγή συνιστά «ειδική διοικητική προσφυγή» κατά την

έννοια της παρ. 2 του άρθρου 25 του Ν 2690/99 και η προηγούμενη άσκησή

της αποτελεί προϋπόθεση παραδεκτού της άσκησης ενδίκων βοηθημάτων

ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων (άρθρο 227 παρ. 3 Ν 3852/2010).

Η προσφυγή του άρθρου 227 του Ν 3852/2010 ασκείται κατά των

αποφάσεων που έχουν το χαρακτήρα εκτελεστής διοικητικής πράξης.

Αποφάσεις που είναι απλώς γνωμοδοτικές ή γενικά δεν επιφέρουν αυτοτελώς

έννομα αποτελέσματα, δεν προσβάλλονται με προσφυγή (Γνωμ. ΝΣΚ

761/1995). Δεν προσβάλλονται επίσης με προσφυγή, οι εκτελεστές πράξεις ή

παραλείψεις που εκδίδονται κατά τη διεξαγωγή διαγωνισμών, που διέπονται

από τις διατάξεις των ΠΔ/των 60/2007 και 59/2007 (άρθρο 4 παρ. 6 Ν

3886/2010).

Η δεκαπενθήμερη ή δεκαήμερη κατά περίπτωση προθεσμία για την

υποβολή της προσφυγής είναι ανατρεπτική και η άπρακτη παρέλευσή της

συνεπάγεται την απώλεια του δικαιώματος (Εγκ. ΥΠΕΣΔΔΑ 7666/7-02-2007).

Για τον υπολογισμό του εμπρόθεσμού ή μη της υποβληθείσης προσφυγής

λογίζεται ως ημερομηνία υποβολής της: α) αν απεστάλη ταχυδρομικά, η

ημερομηνία που φέρει η σφραγίδα του ταχυδρομείου, β) αν κατατέθηκε στην

Αυτοτελή Υπηρεσία Εποπτείας ΟΤΑ, η ημερομηνία πρωτοκόλλησης στην

υπηρεσία αυτή (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 10028/21-02-2007).

Η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής κατά των πράξεων του

δημοτικού συμβουλίου και της οικονομικής επιτροπής αρχίζει την επομένη της

ημέρας κατά την οποία αυτές δημοσιεύθηκαν, με τον τρόπο που ορίζουν οι

διατάξεις των άρθρων 97 παρ. 6 και 113 παρ. 6 του ΔΚΚ ή άλλες ειδικότερες

διατάξεις (ΣτΕ 1032/2000 ΔιΔικ 2001 σελ. 48, ΣτΕ 2226/2000 ΔιΔικ 2001 σελ.

54, ΣτΕ 2308/2000 ΔιΔικ 2001 σελ. 103). Ως δημοσίευση επιβαλλόμενη από

ειδικές διατάξεις νοείται αυτή που λαμβάνει χώρα μέσα στα τοπικά πλαίσια

του δήμου και όχι η δημοσίευση στην εφημερίδα της κυβέρνησης (ΣτΕ Ολ

4813/87 ΝοΒ 1990 σελ. 737).

Page 92: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

92

Εάν πρόκειται για αποφάσεις που έχουν το χαρακτήρα ατομικής

διοικητικής πράξης, η προθεσμία για τα πρόσωπα στα οποία οι πράξεις αυτές

αφορούν αρχίζει από την κοινοποίηση (άρθρο 19 παρ. 1 Ν 2690/99) και όχι

από τη δημοσίευσή τους (Γνωμ. ΝΣΚ 259/2001). Στις ανωτέρω περιπτώσεις η

προθεσμία για τους τρίτους ενδιαφερόμενους αρχίζει από τη δημοσίευση της

πράξης στο δημοτικό κατάστημα (Γνωμ. Νομ. Συμβ. ΥΠΕΣΔΔΑ 217/1999).

Επομένως, εάν πρόκειται για πράξεις που εκδίδονται στα πλαίσια

δημόσιου διαγωνισμού, η προθεσμία για τα πρόσωπα στα οποία οι πράξεις

αυτές αφορούν αρχίζει από την κοινοποίηση ή την πλήρη γνώση της πράξης

και όχι από τη δημοσίευση στο δημοτικό κατάστημα (ΣτΕ 1899/2007 νομική

βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Ο Ελεγκτής Νομιμότητας αποφαίνεται επί της προσφυγής, μέσα σε

αποκλειστική προθεσμία δύο (2) μηνών από την υποβολή της. Αν περάσει η

προθεσμία αυτή χωρίς να εκδοθεί απόφαση, θεωρείται ότι η προσφυγή έχει

απορριφθεί (άρθρο 227 παρ. 2 Ν 3852/2010). Στην περίπτωση αυτή ο

Ελεγκτής Νομιμότητας οφείλει να εκδώσει διαπιστωτική πράξη για την

τεκμαιρόμενη απόρριψη της προσφυγής (Γνωμ. ΝΣΚ 34/2008, Εγκ. Υπ.

Εσωτ. 17237/13-03-2008). Απόφαση που εκδίδεται μετά την πάροδο της

προθεσμίας είναι παράνομη και ακυρωτέα (ΣτΕ 174/2002 ΝοΒ 2003 σελ. 144,

ΣτΕ ΕπΑν 448/2010, Εγκ. ΥΠΕΣΔΔΑ 7666/07-02-2007). Η προθεσμία όμως

δεν αρχίζει πριν από τη λήψη όλων των στοιχείων που είναι απαραίτητα για

τη διάγνωση της υπόθεσης, τέτοιο δε κρίσιμο στοιχείο μπορεί να είναι και το

έγγραφο του ελεγχόμενου φορέα που παρέχει τυχόν διευκρινίσεις που

ζητήθηκαν από τον Γενικό Γραμματέα (ΣτΕ 2115/2009 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Για το παραδεκτό της προσφυγής πρέπει να συντρέχει στο πρόσωπο

του προσφεύγοντος άμεσο, ενεστώς και προσωπικό έννομο συμφέρον. Μόνη

η ιδιότητα του επικεφαλής της δημοτικής παράταξης ή του δημοτικού

συμβούλου δεν αρκεί για να στοιχειοθετηθεί το έννομο συμφέρον, αν

ταυτόχρονα η πράξη που προσβάλλεται δεν θίγει τα δικαιώματα των

συμβούλων ή των παρατάξεων στις οποίες ανήκουν (Γνωμ. ΝΣΚ 484/2008,

Εγκύκλιοι Υπ. Εσωτ. 67735/07-11-2008 και 78280/08/16-01-2009, βλέπε και

ΕΣ Τμ. VI Απόφ. 2732/2010). Σύμφωνα όμως με την απόφαση 1296/2011 της

Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΕλλΔνη 2011 σελ. 1201), οι

Page 93: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

93

δημοτικές παρατάξεις που λειτουργούν στα πλαίσια του δημοτικού

συμβουλίου, αναγνωρίζονται από το νόμο ως φορείς δικαιωμάτων και

υποχρεώσεων (άρθρο 66 Ν 3852/2010) και επομένως έχουν έννομο

συμφέρον να ασκήσουν αίτηση ακύρωσης κατά πράξεων που σχετίζονται με

τις αρμοδιότητες του δήμου.

Σύμφωνα με την Εγκύκλιο του Υπουργείου Εσωτερικών 7666/07-02-

2007, ο έλεγχος σε περίπτωση προσφυγής δεν γενικεύεται, αλλά περιορίζεται

στους λόγους ακύρωσης που προβάλλονται με την προσφυγή.

Εφόσον υποβληθεί σχετικό αίτημα με την προσφυγή, ο Ελεγκτής

Νομιμότητας μπορεί με απόφασή του να αναστείλει την εκτέλεση της

προσβαλλόμενης πράξης, αφού λάβει υπ’ όψη του και τις απόψεις της

εκδούσας την πράξη αρχής. Αν συντρέχει εξαιρετικός λόγος επείγοντος, ο

Ελεγκτής Νομιμότητας μπορεί να αναστείλει την προσβαλλόμενη πράξη και

πριν από τη διαβίβαση των απόψεων αυτών (άρθρο 228 παρ. 1 Ν

3852/2010).

Η αναστολή χορηγείται εφόσον η προσφυγή κρίνεται προδήλως βάσιμη

ή όταν κρίνεται ότι ο προσφεύγων θα υποστεί ανεπανόρθωτη ή δυσχερώς

επανορθώσιμη βλάβη μέχρι την εξέταση της προσφυγής (άρθρο 228 παρ. 2 Ν

2852/2010).

Η αναστολή ισχύει μέχρι την έκδοση απόφασης επί της προσφυγής ή

την άπρακτη παρέλευση της δίμηνης προθεσμίας που τίθεται για την εξέταση

της προσφυγής (άρθρο 228 παρ. 3 Ν 3852/2010).

Ανάκληση της απόφασης για την χορήγηση αναστολής επιτρέπεται

μόνο όταν μεταβλήθηκαν τα δεδομένα βάσει των οποίων αυτή χορηγήθηκε ή

όταν γίνεται επίκληση νεότερων στοιχείων, που δεν είχαν τεθεί υπ’ όψη του

Ελεγκτή Νομιμότητας κατά τη χορήγηση της αναστολής (άρθρο 228 παρ. 4 Ν

3852/2010).

Οι αποφάσεις του Ελεγκτή Νομιμότητας κοινοποιούνται στους οικείους

φορείς και σε αυτόν που άσκησε την προσφυγή, μέσα σε πέντε (5) ημέρες

από την έκδοσή τους. Οι αποφάσεις αυτές αναρτώνται στο διαδίκτυο και

δημοσιεύονται υποχρεωτικά, με φροντίδα των οικείων φορέων, στο

κατάστημά τους. Για τη δημοσίευση συντάσσεται αποδεικτικό ενώπιον δύο

μαρτύρων (άρθρο 230 παρ. 1 και 2 Ν 3852/2010).

Page 94: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

94

Εάν δεν έχει χορηγηθεί αναστολή κατ’ αίτηση του ενδιαφερόμενου η

διαγωνιστική διαδικασία δεν αναστέλλεται αυτοδικαίως με την άσκηση της

προσφυγής. Σε περίπτωση ακύρωσης της προσβαλλόμενης πράξης μετά τη

σύναψη και την εκτέλεση της σύμβασης, το κύρος αυτής δεν θίγεται ούτε

ανατρέπονται τα αποτελέσματά της (ΕΣ Τμ. VII 189/2010).

Με την ανωτέρω επιφύλαξη, όλα τα όργανα των δήμων, των δημοτικών

ΝΠΔΔ ή επιχειρήσεων και των συνδέσμων δήμων έχουν υποχρέωση

συμμόρφωσης, χωρίς καθυστέρηση, προς τις αποφάσεις του Ελεγκτή

Νομιμότητας που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 225 έως 228 του Ν

3852/2010. Την ίδια υποχρέωση έχει και το πάσης φύσεως προσωπικό που

υπηρετεί στους ανωτέρω φορείς (άρθρο 231 παρ. 1 και 2 Ν 3852/2010).

Η μη τήρηση των παραπάνω υποχρεώσεων συνιστά παράβαση

καθήκοντος, η οποία ελέγχεται πειθαρχικά κατά τις οικείες διατάξεις που

διέπουν τους αιρετούς και το προσωπικό των ελεγχόμενων φορέων (άρθρο

231 παρ. 3 Ν 3852/2010).

Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας

ΟΤΑ, η οποία διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών, ο

έλεγχος νομιμότητας των πράξεων των άρθρων 225, 226 και 227 του Ν

3852/2010, ασκείται από τον Γενικό Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης

Διοίκησης και τις Ειδικές Επιτροπές του άρθρου 152 του ΔΚΚ (Ν 3463/2006),

οι οποίες βρίσκονται στις έδρες των περιφερειών κάθε Αποκεντρωμένης

Διοίκησης (άρθρο 238 παρ. 1 και 2 Ν 3852/2010).

Μέχρι την έναρξη λειτουργίας της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας

ΟΤΑ, η άσκηση προσφυγής στον Γενικό Γραμματέα της Αποκεντρωμένης

Διοίκησης δεν αποτελεί προϋπόθεση για την παραδεκτή άσκηση ενδίκων

βοηθημάτων (άρθρο 238 παρ. 4 Ν 3852/2010).

Κατά την ανωτέρω μεταβατική περίοδο ο Γενικός Γραμματέας της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης δεν μπορεί να χορηγήσει αναστολή εκτέλεσης της

προσβαλλόμενης πράξης (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 5370/2-2-2011).

Page 95: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

95

3. Προσφυγή κατά των αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης.

Κατά των αποφάσεων του Γενικού Γραμματέα της Αποκεντρωμένης

Διοίκησης, οι οποίες εκδίδονται ύστερα από προσφυγή κατά το άρθρο 227

του Ν 3852/2010 καθώς και κατά των ακυρωτικών αποφάσεων του ίδιου

οργάνου που εκδίδονται στα πλαίσια του υποχρεωτικού ή αυτεπάγγελτου

ελέγχου νομιμότητας των άρθρων 225 και 226 του Ν 3852/2010, μπορεί να

ασκήσει προσφυγή οποιοσδήποτε έχει έννομο συμφέρον, ενώπιον της

Ειδικής Επιτροπής του άρθρου 152 του ΔΚΚ (Ν 3463/2006).

Οι Ειδικές Επιτροπές του άρθρου 152 του ΔΚΚ συνεχίζουν να

λειτουργούν με την ίδια συγκρότηση και χωρική αρμοδιότητα μέχρι την έναρξη

λειτουργίας της Αυτοτελούς Υπηρεσίας Εποπτείας ΟΤΑ (άρθρο 238 παρ. 1 Ν

3852/2010, Εγκ. Υπ. Εσωτ. 74895/30-12-2010). Οι Επιτροπές του άρθρου

152 του ΔΚΚ βρίσκονται στις έδρες των περιφερειών που ανήκουν σε κάθε

Αποκεντρωμένη Διοίκηση (άρθρο 238 παρ. 1 Ν 3463/2006).

Η Ειδική Επιτροπή εξετάζει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης

πράξης, περιοριζόμενη στους λόγους ακύρωσης που προβάλλονται με την

προσφυγή, και εκδίδει σχετική απόφαση μέσα σε αποκλειστική προθεσμία

τριάντα (30) ημερών από την υποβολή της προσφυγής (άρθρο 152 παρ. 2 Ν

3463/2006, άρθρο 4 παρ. 4 Απόφ. Υπ. Εσωτ. 31925/2007). Σε αντίθεση με το

προϊσχύον καθεστώς του άρθρου 18 του Ν 2218/94 (ΣτΕ 2790/2003 ΝοΒ

2004 σελ. 1078), η Επιτροπή του άρθρου 152 του ΔΚΚ δεν έχει αρμοδιότητα

να ερευνά αυτεπαγγέλτως λόγους νομιμότητας της προσβαλλόμενης πράξης.

Απόφαση της Επιτροπής η οποία εκδίδεται μετά την παρέλευση της

τριακονθήμερης αποκλειστικής προθεσμίας, είναι ακυρωτέα, ως κατά χρόνο

αναρμοδίως εκδοθείσα, ακόμη και αν πρόκειται για απόφαση που εκδίδεται

για δεύτερη φορά σε συνέχεια της πρώτης (αρχικής) που είχε εκδοθεί

εμπρόθεσμα (ΣτΕ 1985/2010 νομική βάση πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Ωστόσο, μέχρι την ακύρωσή της η απόφαση της Επιτροπής, έστω και

αν εκδόθηκε εκπρόθεσμα, είναι εξοπλισμένη με το τεκμήριο νομιμότητας και

υποχρεώνει τους ΟΤΑ σε συμμόρφωση, όπως θα εκτεθεί στη συνέχεια (ΕΣ

Κλιμ. Ζ΄ 127/2011).

Page 96: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

96

Η προσφυγή ασκείται μόνο κατά των εκτελεστών πράξεων του Γενικού

Γραμματέα. Συνεπώς οι σιωπηρές ή ρητές πράξεις του Γενικού Γραμματέα, οι

οποίες εκδίδονται στα πλαίσια του υποχρεωτικού ελέγχου νομιμότητας του

άρθρου 225 του Ν 3852/2010 και με τις οποίες θεωρούνται νόμιμες

(επικυρώνονται) οι αποφάσεις των συλλογικών οργάνων των δήμων, δεν

θεωρούνται εκτελεστές πράξεις και δεν προσβάλλονται με προσφυγή. Σε

περίπτωση που ασκηθεί προσφυγή κατά των πράξεων αυτών και κατά των

αντίστοιχων (επικυρωθέντων) πράξεων των συλλογικών οργάνων του δήμου,

η Ειδική Επιτροπή δεν μπορεί να ελέγξει απ’ ευθείας τη νομιμότητα των

τελευταίων αυτών πράξεων και να τις ακυρώσει (ΣτΕ 1114/2012 νομική βάση

πληροφοριών ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Ως ημερομηνία υποβολής της προσφυγής λογίζεται η ημερομηνία

κατάθεσής της στο πρωτόκολλο της επιτροπής ή, εάν εστάλη με συστημένη

επιστολή, η ημερομηνία που φέρει η σφραγίδα του ταχυδρομείου. Αν η

προσφυγή κατατέθηκε σε άλλη αρχή, διαβιβάζεται από αυτή στην Ειδική

Επιτροπή μέσα σε πέντε (5) το αργότερο ημέρες. Στην περίπτωση αυτή η

προθεσμία αρχίζει από την ημερομηνία περιέλευσης της προσφυγής στην

Επιτροπή (άρθρο 4 παρ. 2 Απόφ. Υπ. Εσωτ. 31925/2007).

Εάν παρέλθει η προθεσμία χωρίς να εκδοθεί απόφαση της Επιτροπής,

θεωρείται ότι η προσφυγή έχει απορριφθεί. Στην περίπτωση αυτή η Επιτροπή

εκδίδει σχετική διαπιστωτική πράξη (άρθρο 5 παρ. 4 Απόφ. Υπ. Εσωτ.

31925/2007).

Οι αποφάσεις της Ειδικής Επιτροπής κοινοποιούνται στον Γενικό

Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης, στον οικείο δήμο ή νομικό του

πρόσωπο ή στο σύνδεσμο και σε αυτόν που άσκησε την προσφυγή. Οι

αποφάσεις αυτές δημοσιεύονται υποχρεωτικά, με φροντίδα του δήμου ή του

νομικού προσώπου, στο κατάστημα του οικείου οργανισμού με ανάρτηση, για

το οποίο συντάσσεται αποδεικτικό ενώπιον δύο μαρτύρων (άρθρο 153 Ν

3463/2006, άρθρο 5 παρ. 6 Απόφ. Υπ. Εσωτ. 31925/2007). Αποφάσεις της

Ειδικής Επιτροπής που δεν δημοσιεύθηκαν, θεωρούνται ανυπόστατες (βλέπε

ΣτΕ 402/2005, ΣτΕ 2753/2003, ΣτΕ 5745/96 νομική βάση πληροφοριών

ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑ).

Τα αιρετά όργανα των δήμων και οι διοικήσεις των δημοτικών νομικών

προσώπων ή των συνδέσμων έχουν υποχρέωση συμμόρφωσης, χωρίς

Page 97: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

97

καθυστέρηση, στις αποφάσεις της Ειδικής Επιτροπής. Σε αντίθετη περίπτωση

διαπράττουν σοβαρή παράβαση καθήκοντος, η οποία ελέγχεται πειθαρχικά

(άρθρο 154 Ν 3463/2006).

Στην έδρα κάθε περιφέρειας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης

συνιστάται τουλάχιστον μία (1) τριμελής Ειδική Επιτροπή που αποτελείται

από (άρθρο 17 Ν 3812/2009):

α) Ένα μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους που ορίζεται, μαζί

με τον αναπληρωτή του, από τον Πρόεδρο του Σώματος και το οποίο

προεδρεύει της Ειδικής Επιτροπής.

β) Τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου της έδρας της Ειδικής

Επιτροπής, ο οποίος αναπληρούται από μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου, το

οποίο ορίζεται από τον ίδιο.

γ) Έναν (1) αιρετό εκπρόσωπο της Περιφερειακής Ένωσης Δήμων

(ΠΕΔ) του πολυπληθέστερου νομού, με αναπληρωτή του, που προέρχεται

από την ΠΕΔ του επόμενου σε πληθυσμό νομού, οι οποίοι ορίζονται με

απόφαση των οικείων διοικητικών συμβουλίων.

Η Επιτροπή συγκροτείται με απόφαση του Γενικού Γραμματέα της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης (άρθρο 238 παρ. 1 Ν 3852/2010). Σε περίπτωση

που στην ίδια περιφέρεια συνιστώνται περισσότερες από μία Ειδικές

Επιτροπές, με την ίδια απόφαση, καθορίζεται η τοπική αρμοδιότητα καθεμιάς

και η έδρα της. Στην περίπτωση αυτή οι εκπρόσωποι των ΠΕΔ ορίζονται κατά

σειρά από το μεγαλύτερο σε πληθυσμό νομό, πρώτα τα τακτικά και ύστερα τα

αναπληρωματικά μέλη. Όταν κρίνεται απόφαση του ΟΤΑ, από τον οποίο

προέρχεται ο αιρετός εκπρόσωπος της ΠΕΔ, αντικαθίσταται υποχρεωτικώς

από τον αναπληρωτή του.

Καθήκοντα γραμματέα της Ειδικής Επιτροπής ασκεί υπάλληλος της

Αποκεντρωμένης Διοίκησης, που ορίζεται με τον αναπληρωτή του με την

απόφαση συγκρότησής της.

Η Ειδική Επιτροπή θεωρείται ότι έχει απαρτία με την παρουσία δύο (2)

εκ των μελών της. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του

προέδρου (άρθρο 152 Ν 3463/2006).

Ο κανονισμός λειτουργίας της Ειδικής Επιτροπής καθορίζεται με την

Απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών 31925/2007 (ΦΕΚ 1020/Β).

Page 98: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

98

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ΄

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΙΚΟΣ ΕΛΕΓΧΟΣ

1. Πιστώσεις.

1.1. Έννοια.

Πιστώσεις είναι τα ποσά που προβλέπονται στον προϋπολογισμό για

την πληρωμή συγκεκριμένων κατά το αντικείμενο δαπανών του δήμου (άρθρο

6 παρ. 1 ΒΔ 17/5-15/6/1959). Κατά τις διατάξεις του δημοσίου λογιστικού

«πίστωση είναι το ποσό που αναγράφεται στον προϋπολογισμό για την

αντιμετώπιση συγκεκριμένης δαπάνης, όπως αυτή προσδιορίζεται στο πλέον

αναλυτικό επίπεδο της ταξινόμησης των δαπανών του κρατικού

προϋπολογισμού» (άρθρο 15 παρ. 1 Ν 2362/95, όπως αυτό αντικαταστάθηκε

από το άρθρο 17 του Ν 3871/2010).

Κατά κανόνα, η πρόβλεψη ανάλογης πίστωσης στον προϋπολογισμό

συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση για την πραγματοποίηση οποιασδήποτε

δαπάνης του δήμου. Η λειτουργία επομένως του προϋπολογισμού ως προς

το σκέλος των εξόδων είναι δεσμευτική, διότι περιορίζει τα αρμόδια όργανα

τόσο ως προς το είδος όσο και ως προς το ύψος των δαπανών που μπορούν

να πραγματοποιήσουν. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2β του άρθρου 3Β

του Ν 2362/95, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 5 του Ν 3871/2010 και

τροποποιήθηκε από την παρ. 12 του άρθρου 49 του Ν 3943/2011, οι

προϊστάμενοι των οικονομικών υπηρεσιών των φορέων της γενικής

κυβέρνησης, υποχρεούνται, μεταξύ άλλων, να μεριμνούν για τη διενέργεια

δαπανών μόνο εφόσον υπάρχει αντίστοιχη πίστωση στον προϋπολογισμό.

Καμμία δαπάνη δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, εάν δεν αντιστοιχεί σε

κωδικό αριθμό εξόδων (ΚΑΕ) του προϋπολογισμού (άρθρο 5 παρ. 2γ Ν

2362/95, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 7 του Ν 3871/2010).

Προκειμένου να αποτραπεί το ενδεχόμενο πραγματοποίησης

δαπανών, οι οποίες δεν προβλέπονται στον προϋπολογισμό και για το λόγο

αυτό δεν μπορούν να πληρωθούν, οι διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 218

του προηγούμενου ΔΚΚ (ΠΔ 410/95) απαγόρευαν την έναρξη της διαδικασίας

για την εκτέλεση έργου, εργασίας, μεταφοράς ή προμήθειας, αν δεν υπήρχε

Page 99: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

99

στον προϋπολογισμό σχετική πίστωση, προέβλεπαν δε για τους παραβάτες,

πέραν της ποινικής και πειθαρχικής ευθύνης, και προσωπική αστική ευθύνη

έναντι του αναδόχου και κάθε τρίτου.

Κατά την εφαρμογή των διατάξεων αυτών προέκυψε το ερώτημα, εάν η

απαίτηση του νόμου αφορά και τις δαπάνες, οι οποίες λόγω της φύσης τους

(π.χ. μεγάλα τεχνικά έργα) υλοποιούνται σε περισσότερα του ενός έτη, ή

μήπως ο όρος «σχετική» πίστωση σημαίνει την ανάλογη, για το τρέχον κάθε

φορά έτος, πίστωση.

Ερμηνεύοντας εξάλλου το Ελεγκτικό Συνέδριο τις ίδιες διατάξεις, σε

συνδυασμό και με τις διατάξεις του ΒΔ 17/5-15/6/1959 και του ΠΔ 774/80,

έκρινε ότι είναι παράνομη η ανάθεση προμήθειας ή εργασίας χωρίς να

υπάρχει στον προϋπολογισμό πίστωση, η μεταγενέστερη δε αναμόρφωση

του προϋπολογισμού και η εκ των υστέρων έγκριση της δαπάνης δεν

θεραπεύουν την παρανομία αυτή (ΕΣ Τμ. VII 51/2008, 342/2001).

Μετά την αντικατάσταση της παρ. 7 του άρθρου 218 του ΠΔ 410/95

από την παρ. 5 του άρθρου 25 του Ν 3202/2003 και ήδη από την έναρξη της

ισχύος του νέου ΔΚΚ (άρθρο 158 παρ. 6), η ανωτέρω απαγόρευση

παραμένει, με τη διαφορά ότι αφ’ ενός μεν συσχετίζεται με τμήμα και όχι με

ολόκληρη την προϋπολογιζόμενη δαπάνη, αφ’ ετέρου δε αίρεται όταν

πρόκειται για απρόβλεπτες και επείγουσες περιπτώσεις.

Ειδικότερα, οι διατάξεις των παρ. 6 και 7 του άρθρου 158 του Ν

3463/2006 προβλέπουν τα εξής:

α) Δεν επιτρέπεται η έναρξη της διαδικασίας για την εκτέλεση έργου,

εργασίας ή μεταφοράς και τη διενέργεια προμήθειας, αν δεν υπάρχει στον

προϋπολογισμό σχετική πίστωση (ΕΣ Τμ. VII 132/2010), χωρίς να εξετάζεται

αν αυτή αντικρύζεται πράγματι σε αντίστοιχα έσοδα (ΕΣ Τμ. VI Απόφ.

2785/2012, ΕΣ Τμ. VII Απόφ. 1711/2007). Η υποβολή αιτήματος και η

προοπτική ένταξης του έργου σε επιχορηγούμενο πρόγραμμα δεν

αναπληρώνει την έλλειψη ή την ανεπάρκεια της απαιτούμενης πίστωσης (ΕΣ

Τμ. Μείζ.-Επταμ. 2647/2012). Δεν εμπίπτει στην απαγόρευση η διαδικασία

εκπόνησης μελέτης από τις αρμόδιες υπηρεσίες κατά τις διατάξεις των

άρθρων 209 παρ. 4 του Ν 3463/2006 και 1 του ΠΔ 28/1980, χωρίς καταβολή

αμοιβής.

Page 100: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

100

Εφόσον διαπιστώνεται ότι υπάρχει η απαιτούμενη πίστωση τόσο κατά

το έτος έναρξης της διαδικασίας ανάθεσης όσο και κατά το έτος πληρωμής

του συμβατικού ανταλλάγματος, δεν επηρεάζει τη νομιμότητα της δαπάνης η

τυχόν έλλειψη εγγεγραμμένης πίστωσης σε ενδιάμεσα έτη (ΕΣ Τμ. VII

240/2011).

β) Όταν πρόκειται για έργο, εργασία, μεταφορά ή προμήθεια που

εκτελείται σταδιακά σε περισσότερα έτη, η ανωτέρω απαγόρευση ισχύει εάν

δεν υπάρχει στον προϋπολογισμό πίστωση, ίσης τουλάχιστον αξίας με το

τμήμα του έργου, της εργασίας, της μεταφοράς ή της προμήθειας που

πρόκειται να εκτελεσθεί μέχρι το τέλος του έτους. Το τμήμα αυτό και η

αντίστοιχη αξία πρέπει να προκύπτουν από τη σχετική μελέτη.

Σε περίπτωση που η συμβατική προθεσμία εκτέλεσης του έργου λήγει

μέσα στο τρέχον έτος, ολόκληρη η πίστωση για το έργο αυτό πρέπει να έχει

εγγραφεί στον προϋπολογισμό, χωρίς να εξετάζεται εάν πρόκειται να

αποπληρωθεί σταδιακά, με κρατική ή άλλη χρηματοδότηση, ανάλογα με την

πρόοδο των εργασιών. Τυχόν παράταση της προθεσμίας μετά τη λήξη του

έτους δεν αίρει την υποχρέωση αυτή (ΕΣ Τμ. VII 263/2010, 254/2010).

γ) Η απ’ ευθείας ανάθεση έργων από το δήμαρχο κατά τις διατάξεις του

εδαφίου β΄ της παρ. 4 του άρθρου 158 Ν 3463/2006 καθώς και η απ’ ευθείας

ανάθεση προμηθειών, υπηρεσιών, μελετών και έργων από την οικονομική

επιτροπή, σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις, κατά τις διατάξεις της παρ.

1δ του άρθρου 72 του Ν 3852/2010, μπορεί να γίνεται ακόμη και όταν δεν

υπάρχει στον προϋπολογισμό η απαιτούμενη πίστωση. Στις περιπτώσεις

αυτές η αναγκαία τροποποίηση του προϋπολογισμού γίνεται στην πρώτη μετά

την ανάθεση συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου.

1.2. Αρχή της ειδικότητας - Κατάτμηση πιστώσεων.

α. Μία από τις βασικές αρχές που διέπουν την κατάρτιση του

προϋπολογισμού είναι η αρχή της ειδικότητας των πιστώσεων, η οποία

κατοχυρώνεται από τα άρθρα 7 και 9 του ΒΔ 17/5-15/6/1959. Σύμφωνα με την

αρχή αυτή:

Page 101: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

101

α) Οι πιστώσεις που προβλέπονται στον προϋπολογισμό δεν μπορούν

να διατεθούν σε έξοδα άλλου οικονομικού έτους (άρθρο 7 παρ. 1 ΒΔ 17/5-

15/6/1959).

β) Κάθε πίστωση διατίθεται αποκλειστικά και μόνο για τον σκοπό για

τον οποίο προορίζεται, όπως αυτός προσδιορίζεται από τον οικείο κωδικό

αριθμό. Συνεπώς δεν επιτρέπεται η χρησιμοποίηση της πίστωσης ενός

κωδικού αριθμού για την πληρωμή εξόδων άλλου κωδικού αριθμού (άρθρο 7

παρ. 2 ΒΔ 17/5-15/6/1959).

Σύμφωνα επίσης με τις διατάξεις της παρ. 3β του άρθρου 5 του Ν

2362/95, όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 7 του Ν 3871/2010, οι

προϋπολογισμοί όλων των φορέων της γενικής κυβέρνησης διέπονται από

την αρχή της ειδικότητας των πιστώσεων, κατ’ εφαρμογή της οποίας

απαγορεύεται να χρησιμοποιηθεί η πίστωση για ανάγκη διαφορετική αυτής

που αναγράφεται στον προϋπολογισμό.

Η ειδίκευση των πιστώσεων επιτυγχάνεται κατ’ αρχήν με την

ταξινόμησή τους στους κωδικούς αριθμούς του προϋπολογισμού. Είναι

ευνόητο, ότι η υπερβολική εξειδίκευση των πιστώσεων με τη δημιουργία επί

μέρους κωδικών αριθμών οδηγεί σε ανελαστικότητα χειρισμών και πρέπει να

αποφεύγεται.

Όσον αφορά ειδικότερα τις πιστώσεις για την εκτέλεση έργων, οι

διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 12 του ΠΔ 171/87, όπως αντικαταστάθηκαν

από τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 17 του Ν 2539/97 και

τροποποιήθηκαν από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 22 του Ν

3274/2004 και στη συνέχεια από τις διατάξεις της παρ. 8 του άρθρου 24 του Ν

3613/2007, όπως αυτή συμπληρώθηκε με την παρ. 14 του άρθρου 18 του Ν

3731/2008, απαγορεύουν την αναγραφή στον προϋπολογισμό κατατμημένων

πιστώσεων, δηλαδή την κατάτμηση ενός ενιαίου και αυτοτελούς έργου σε

περισσότερα έργα μικρότερης αξίας, για καθένα από τα οποία γράφεται

ξεχωριστή πίστωση, με σκοπό την καταστρατήγηση των διατάξεων που

επιβάλλουν τη διενέργεια διαγωνισμού, εκτός αν πρόκειται για έργα που

εκτελούνται σε περισσότερες δημοτικές ή τοπικές κοινότητες, όπου κατ’

εξαίρεση επιτρέπεται η κατάτμηση των έργων καθώς και των αντίστοιχων

πιστώσεων (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 71377/20-12-2007). Δυνατότητα κατάτμησης

υπάρχει και για τα έργα που εκτελούνται σε οργανωμένους οικισμούς με

Page 102: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

102

λιγότερους από 200 κατοίκους των νησιωτικών δήμων με πληθυσμό έως

2.000 κατοίκους (άρθρο 17 παρ. 4 εδάφιο πρώτο Ν 2539/97, όπως αυτό

αντικαταστάθηκε από το άρθρο 68 του Ν 4257/2014). Η εξαίρεση αυτή

συντρέχει παράλληλα με τη δυνατότητα κατάτμησης ανά δημοτική ενότητα,

που προβλέπει το άρθρο 6 παρ. 14 του Ν 4071/2012 (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ.

73/2013).

Τα συνεχιζόμενα από το προηγούμενο έτος τεχνικά έργα δεν μπορούν

να συσχετίζονται με τα ομοειδή έργα του τρέχοντος έτους, έστω και αν η

δαπάνη πληρωμής όλων των έργων αυτών βαρύνει το ίδιο οικονομικό έτος.

Στην περίπτωση αυτή τα έργα του προηγούμενου τεχνικού προγράμματος,

που ανατέθηκαν κατά το προηγούμενο έτος, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι

αποτελούν ενιαίο έργο με τα ομοειδή έργα του νέου τεχνικού προγράμματος

του τρέχοντος οικονομικού έτους (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 167/2013, 130/2013, ΕΣ

Τμ. VII 163/2011, 162/2011, 152/2011).

Η ίδια απαγόρευση ισχύει και για τις προμήθειες. Δεν συνιστούν

κατάτμηση οι επαναλαμβανόμενες ομοειδείς προμήθειες, εφόσον απέχουν

χρονικά ή/και γεωγραφικά μεταξύ τους και επιβάλλονται από διαφορετικές

κάθε φορά ανάγκες, οι οποίες δεν είναι δυνατόν να προβλεφθούν ώστε να

διενεργηθεί μία μόνο, εφάπαξ προμήθεια (ΕΣ Τμ. VII 62/2012).

Η δυνατότητα κατάτμησης που προβλέπει κατ’ εξαίρεση η παρ. 8 του

άρθρου 24 του Ν 3613/2007, αφορά μόνο τεχνικά έργα κατά την έννοια της

παρ. 3 του άρθρου 1 του Ν 3669/2008, και όχι εργασίες και προμήθειες, έστω

και αν αυτές ενσωματώνονται σε έργα (ΕΣ Ολ 3289/2011, ΕΣ Κλιμ. VII Τμ.

99/2013, ΕΣ Τμ. VII 303/2009, 292/2009, 266/2008, 84/2008, 70/2008,

238/2007, 138/2007, 54/2005).

Από την έναρξη της ισχύος του νόμου 4071/2012 (11/4/2012), οι όμοιες

ή ομοειδείς δαπάνες των δήμων, εφόσον αφορούν σε διαφορετικές δημοτικές

ενότητες, μπορούν να εγγράφονται σε διαφορετικούς κωδικούς αριθμούς του

προϋπολογισμού και να εκτελούνται αυτοτελώς (άρθρο 6 παρ. 14 Ν

4071/2012), δηλαδή χωρίς συσχέτιση μεταξύ τους ως προς τα όρια της απ’

ευθείας ανάθεσης, του πρόχειρου διαγωνισμού κ.λ.π. Ο νόμος αναφέρεται σε

«δαπάνες», γενικά και συνεπώς καταλαμβάνει αδιακρίτως όλες τις δαπάνες

έργων, προμηθειών, υπηρεσιών και μελετών.

Page 103: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

103

β. Δαπάνες που πραγματοποιούνται κατά παράβαση της αρχής της

ειδικότητας των πιστώσεων είναι παράνομες και καταλογίζονται σε βάρος των

υπευθύνων οργάνων. Παράνομες είναι π.χ. οι δαπάνες στις ακόλουθες

περιπτώσεις:

- Όταν καταλογίζονται (ενταλματοποιούνται) σε βάρος άσχετων

πιστώσεων, οι οποίες προορίζονται για άλλο σκοπό. Η έλλειψη αντιστοιχίας

μεταξύ της δαπάνης και της πίστωσης του κωδικού αριθμού, σε βάρος του

οποίου εκδίδεται το χρηματικό ένταλμα για την πληρωμή της, ισοδυναμεί με

έλλειψη πίστωσης, η οποία καθιστά τη δαπάνη παράνομη (ΕΣ Τμ. IV

45/2012, 140/2010, ΕΣ Τμ. V 2/2011, 22/2010, ΕΣ VII Τμ. 139/2011, 47/2011,

359/2009, 26/2009, 5/2008, 173/2007, ΕΣ Β΄ Κλιμ. 850/2004).

- Όταν πληρώνονται καθ’ υπέρβαση της πίστωσης που έχει εγγραφεί

στον προϋπολογισμό (ΕΣ IV Τμ. 2384/2007, ΕΣ Κλιμ. Β΄ Πρακτικά της 9ης

Συνεδρίασης της 10ης Μαίου 2011, ΕΣ Κλιμ. Β΄ 226/2010).

1.3. Μεταφορά πιστώσεων - Αποθεματικό.

α. Για την ενίσχυση των πιστώσεων που αποδεικνύονται κατά την

εκτέλεση του προϋπολογισμού ανεπαρκείς ή για τη δημιουργία νέων

πιστώσεων προς αντιμετώπιση εκτάκτων και επειγουσών αναγκών που δεν

έχουν προβλεφθεί, εγγράφεται στον προϋπολογισμό (ΚΑ 9111) ειδική

πίστωση με τον τίτλο «Αποθεματικό» (άρθρο 8 παρ. 4 ΒΔ 17/5-15/6/1959).

Το αποθεματικό εγγράφεται κατά παρέκκλιση της αρχής της

ειδικότητας των πιστώσεων, δεδομένου ότι δεν προσδιορίζονται κατά τη

σύνταξη του προϋπολογισμού οι δαπάνες που πρόκειται να καλύψει. Για το

λόγο αυτό τίθεται ανώτατο όριο στο ύψος του αποθεματικού.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 161 του ΔΚΚ, το

αποθεματικό κεφάλαιο του προϋπολογισμού δεν μπορεί να υπερβαίνει το 5%

του συνόλου των τακτικών εσόδων που είναι γραμμένα στον προϋπολογισμό.

β. Κατά παρέκκλιση επίσης της αρχής της ειδικότητας και της

οριστικότητας του προϋπολογισμού, ο νόμος επιτρέπει τη μεταφορά

πιστώσεων από κωδικό σε κωδικό αριθμό στις ακόλουθες περιπτώσεις (ΕΣ

Κλιμ. VII Τμ. 48/2012):

Page 104: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

104

αα) Σε περίπτωση κατά την οποία ο σκοπός, για τον οποίο έχει

εγγραφεί μία πίστωση, έχει εκπληρωθεί ή έχει καταστεί ανέφικτος, επιτρέπεται

η μεταφορά του υπολοίπου ή ολόκληρης της πίστωσης, προκειμένου να

αυξηθεί άλλη πίστωση που είναι γραμμένη στον προϋπολογισμό ή

προκειμένου να δημιουργηθεί νέα πίστωση για έκτακτη και επείγουσα ανάγκη,

η οποία δεν προβλέπεται στον προϋπολογισμό (άρθρο 8 παρ. 2 ΒΔ 17/5-

15/6/1959).

Η μεταφορά της πίστωσης γίνεται με απόφαση του δημοτικού

συμβουλίου και, για λόγους λογιστικής τάξεως, πραγματοποιείται μέσω του

αποθεματικού (άρθρο 8 παρ. 3 και 5 ΒΔ 17/5-15/6/1959). Δηλαδή, η

μεταφερόμενη πίστωση εγγράφεται πρώτα στο αποθεματικό, από το οποίο

στη συνέχεια διατίθεται στον οικείο κωδικό αριθμό.

Δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθούν για την αύξηση ή τη δημιουργία

άλλων πιστώσεων, οι πιστώσεις που προέρχονται από ειδικευμένα έσοδα,

όπως είναι π.χ. τα δάνεια, η ΣΑΤΑ κ.λ.π. (άρθρο 9 ΒΔ 17/5-15/6/1959).

ββ) Η πίστωση που έχει εγγραφεί στον προϋπολογισμό για την

εκτέλεση ορισμένου έργου, σε περίπτωση που υπάρχει αδυναμία να

εκτελεσθεί το έργο αυτό, επιτρέπεται να διατεθεί μόνο για την εκτέλεση άλλου

έργου. Για τη διάθεση αυτή απαιτείται αναμόρφωση του προϋπολογισμού

(άρθρο 161 παρ. 1 Ν 3463/2006).

Αν η πίστωση διατίθεται για την εκτέλεση νέου έργου, που δεν

περιλαμβάνεται στο τεχνικό πρόγραμμα, απαιτείται και τροποποίηση του

προγράμματος, η οποία γίνεται με αιτιολογημένη απόφαση του δημοτικού

συμβουλίου (άρθρο 208 παρ. 3 και 4 Ν 3463/2006).

γγ) Κατά το τελευταίο τρίμηνο του οικονομικού έτους επιτρέπεται να

διατεθεί ποσοστό μέχρι 50% από πιστώσεις, οι οποίες έχουν εγγραφεί για

έργα που δεν έχουν εκτελεσθεί και δεν μπορούν να εκτελεσθούν στο

διάστημα που απομένει, για την πληρωμή υποχρεωτικών δαπανών. Για τη

διάθεση αυτή απαιτείται αναμόρφωση του προϋπολογισμού (άρθρο 161 παρ.

2 Ν 3463/2006). Μέχρι τη δημοσίευση του νόμου 3801/2009 δεν επιτρεπόταν

η διάθεση πιστώσεων που προέρχονταν από τη ΣΑΤΑ (άρθρο 23 παρ. 4 Ν

3536/2007), με το νόμο όμως αυτό (άρθρο 36 παρ. 2) καταργήθηκε η

συγκεκριμένη απαγόρευση.

Page 105: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

105

δδ) Στο τελευταίο τρίμηνο του έτους επιτρέπεται η διάθεση ποσοστού

μέχρι 12% της ΣΑΤΑ για την πληρωμή λειτουργικών δαπανών, που δεν

μπορούν να πληρωθούν από τα λοιπά έσοδα του δήμου. Για το σκοπό αυτό

εκδίδεται αιτιολογημένη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου (άρθρο 36 παρ.

1 Ν 3801/2009).

1.4 Διάθεση πιστώσεων.

α. Οι πιστώσεις που είναι γραμμένες στον προϋπολογισμό, δεν

μπορούν να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό για τον οποίο έχουν προβλεφθεί,

αν δεν διατεθούν (ψηφισθούν) με απόφαση του αρμόδιου κατά περίπτωση

οργάνου.

Ανάλογα με το είδος και το χρόνο που πρέπει να πραγματοποιηθεί η

δαπάνη, το αρμόδιο όργανο του δήμου έχει τη διακριτική ευχέρεια, να διαθέτει

(ψηφίζει) τις πιστώσεις του προϋπολογισμού με χωριστές αποφάσεις του, για

κάθε περίπτωση, κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους, ή να διαθέτει

ορισμένες τις πιστώσεις ή ένα μέρος τους, με μία απόφαση που μπορεί να

παίρνεται είτε στην αρχή είτε και κατά τη διάρκεια του οικονομικού έτους (Εγκ.

Υπ. Εσωτ. 38135/09-07-1986).

Οι πιστώσεις όμως που προορίζονται για την εκτέλεση έργων ή

προμηθειών, για τις οποίες απαιτείται η εκπόνηση μελέτης, δεν μπορούν να

διατεθούν, εάν προηγουμένως δεν συνταχθεί η σχετική μελέτη, από τον

προϋπολογισμό της οποίας θα προκύπτει και το ύψος της δαπάνης του έργου

ή της προμήθειας, που μπορεί να είναι και μικρότερο ή μεγαλύτερο από την

εγγεγραμμένη στον προϋπολογισμό πίστωση (Εγκ. Υπ. Εσωτ. 38135/9-7-

1986).

Απόφαση για τη διάθεση της πίστωσης απαιτείται και σε περίπτωση

απ’ ευθείας ανάθεσης προμηθειών ή υπηρεσιών από το δήμαρχο, κατά τις

διατάξεις του άρθρου 23 του ΕΚΠΟΤΑ ή του άρθρου 20 παρ. 13 του Ν

3731/2008, αντίστοιχα. Δηλαδή ο δήμαρχος μπορεί να προχωρήσει στην απ’

ευθείας ανάθεση ή στον πρόχειρο διαγωνισμό, κατά περίπτωση, χωρίς να

προηγηθεί απόφαση συλλογικού οργάνου σχετικά με τον τρόπο και τους

όρους εκτέλεσης της εργασίας, μεταφοράς ή προμήθειας. Απαιτείται όμως

Page 106: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

106

προηγούμενη απόφαση της οικονομικής επιτροπής για τη διάθεση της

πίστωσης (Εγκύκλιοι Υπ. Εσωτ. 6347/24-5-1985 και 81351/123/20-10-1983).

β. Η οικονομική επιτροπή είναι κατ’ αρχήν αρμόδια να αποφασίζει για

την έγκριση των δαπανών και τη διάθεση (ψήφιση) όλων των πιστώσεων του

προϋπολογισμού, εκτός των κατωτέρω περιπτώσεων (άρθρο 72 παρ. 1δ Ν

3463/2006):

Ι. Με απόφαση του δημοτικού συμβουλίου διατίθενται οι πιστώσεις που

αφορούν:

α. Εθνικές ή τοπικές γιορτές ή άλλες ιδίως πολιτιστικές, μορφωτικές,

ψυχαγωγικές και αθλητικές εκδηλώσεις, συνέδρια και συναντήσεις που

οργανώνει ο δήμος, εφόσον σχετίζονται με την εδαφική του περιφέρεια και

συνδέονται με την προαγωγή των κοινωνικών και οικονομικών συμφερόντων

ή των πολιτιστικών και πνευματικών ενδιαφερόντων των κατοίκων του (άρθρο

158 παρ. 3 περίπτ. α΄ Ν 3463/2006).

β. Όμοιες εκδηλώσεις που οργανώνουν άλλοι φορείς και συμμετέχει ο

δήμος (άρθρο 158 παρ. 3 περίπτ. β΄ Ν 3463/2006).

Ως συμμετοχή του δήμου νοείται η ανάληψη από αυτόν όχι μόνο

μέρους αλλά και του συνόλου της δαπάνης των εκδηλώσεων που

διοργανώνουν άλλοι φορείς, οι οποίοι παρέχουν την αναγκαία τεχνογνωσία

και εμπειρία καθώς και την απαιτούμενη υποδομή σε προσωπικό και μέσα

(ΕΣ Τμ. VII 90/2011, 26/2011, 10/2010).

Στην έννοια της πολιτιστικής εκδήλωσης που προάγει τα πολιτιστικά

και πνευματικά ενδιαφέροντα των κατοίκων, εμπίπτει κάθε πολιτιστικό

δρώμενο που απευθύνεται στο σύνολο ή σε τμήμα του τοπικού πληθυσμού

και προβάλλει κάθε μορφής τέχνη, συνιστά δε το ίδιο καλλιτεχνική δράση και

αναδεικνύει την πολιτιστική ευαισθησία των τοπικών φορέων, αφυπνίζει και

ενισχύει την πολιτιστική συνείδηση και τα πνευματικά ενδιαφέροντα της

τοπικής κοινωνίας. Εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, νομίμως

αναλαμβάνονται από τους δήμους και οι παρεπόμενες δαπάνες των

εκδηλώσεων, αυτές δηλαδή που δεν αφορούν αυτές καθ’ εαυτές τις

εκδηλώσεις, αλλά και αυτές που συμβάλλουν στην επιτυχή διοργάνωσή τους

και επιβάλλονται από τους κανόνες της εθιμοτυπίας, όπως είναι οι δαπάνες

παράθεσης γεύματος στους συμμετέχοντες και ενοικίασης παραδοσιακών

στολών για τις χορευτικές ομάδες (ΕΣ Τμ. VII 28/2012, 21/2012, 12/2012,

Page 107: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

107

267/2011, 135/2011, 90/2011, 27/2011, 26/2011, 319/2009, 342/2009, ΕΣ Τμ.

VII Απόφ. 2181/2011).

γ. Απονομή τιμητικών διακρίσεων, αναμνηστικών δώρων και φιλοξενία

προσωπικοτήτων και αντιπροσωπειών ή φυσικών προσώπων, τα οποία

συνέβαλαν με οποιονδήποτε τρόπο στην κοινωνική, οικονομική και

πολιτιστική ανάπτυξη ή προβολή του δήμου (άρθρο 158 παρ. 3 περίπτ. γ΄ Ν

3463/2006).

δ. Την τουριστική προβολή, με κάθε πρόσφορο μέσο, του δήμου

(άρθρο 158 παρ. 3 περίπτ. δ΄ Ν 3463/2006).

ε. Έκτακτες επιχορηγήσεις σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου του

δήμου (άρθρο 158 παρ. 3 περίπτ. ε΄ Ν 3463/2006, άρθρο 202 παρ. 1 Ν

3463/2006, όπως ισχύει).

στ. Την καταβολή εξόδων κίνησης και εκτός έδρας αποζημίωσης σε

ιδιώτες, μέλη των επιτροπών που προβλέπονται στον κανονισμό λειτουργίας

του δημοτικού συμβουλίου (άρθρο 70 παρ. 3 Ν 3852/2010).

ζ. Την καταβολή εξόδων κίνησης και εκτός έδρας αποζημίωσης σε

δημάρχους και δημοτικούς συμβούλους (άρθρο 140 παρ. 2 Ν 3463/2006).

η. Την επιχορήγηση φορέων που αναπτύσσουν πολιτιστικού

χαρακτήρα δραστηριότητες στη χωρική αρμοδιότητα του δήμου καθώς και

των φορέων που συμβάλλουν στην τουριστική ανάπτυξη και προβολή του

(άρθρο 94 παρ. 4 περίπτ. 30 Ν 3852/2010).

θ. Την επιχορήγηση ΝΠΔΔ που εδρεύουν στην περιφέρεια του δήμου,

συμπεριλαμβανομένων των εκκλησιαστικών, την οικονομική ενίσχυση ή τη

χορήγηση ειδών διαβίωσης και περίθαλψης σε πολύτεκνους και οικονομικά

αδύνατους κατοίκους, την επιχορήγηση τοπικών παραρτημάτων οργανώσεων

πανελλήνιας δράσης που αναπτύσσουν κοινωνική και πολιτιστική

δραστηριότητα, την επιχορήγηση πρωτοβάθμιων συνδικαλιστικών

οργανώσεων εργαζομένων για την πραγματοποίηση κοινωνικών και

πολιτιστικών εκδηλώσεων, την επιχορήγηση αθλητικών και πολιτιστικών

συλλόγων που εδρεύουν στο δήμο και την επιχορήγηση συλλόγων μη

κερδοσκοπικού χαρακτήρα με πανελλήνια δράση, οι οποίοι έχουν ως σκοπό

την παροχή βοήθειας και υποστήριξης σε παιδιά (άρθρο 202 Ν 3463/2006).

ι. Τις δαπάνες αδελφοποιήσεων (άρθρο 220 Ν 3463/2006). Για τις

αδελφοποιήσεις απαιτείται η προηγούμενη σύμφωνη γνώμη της Επιτροπής

Page 108: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

108

της παραγράφου 2β του άρθρου 4 του νόμου 3345/2005 (άρθρα 219, 220 και

221 ΔΚΚ, Εγκ. Υπ. Εσωτ. 450/24-1-2013).

ΙΙ. Με απόφαση του δημάρχου διατίθενται οι πιστώσεις που αφορούν:

α. Επικοινωνίες κάθε μορφής (άρθρο 158 παρ. 4α Ν 3463/2006).

β. Την άμεση αποκατάσταση απρόβλεπτων ζημιών σε δρόμους και σε

δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, άρδευσης και φωτισμού. Στις περιπτώσεις

αυτές, εάν ο προϋπολογισμός του σχετικού έργου δεν υπερβαίνει το ποσό

που καθορίζεται κάθε φορά βάσει της περίπτωσης γ΄ της παρ. 1 του άρθρου

28 του Ν 3669/2008, όπως αυτή προστέθηκε με την παρ. 13 του άρθρου 19

του Ν 4071/2012, μπορεί να γίνεται απ’ ευθείας ανάθεση με την ίδια ή άλλη

απόφαση του δημάρχου (άρθρο 158 παρ. 4 περίπτ. β΄ Ν 3463/2006).

ΙΙΙ. Χωρίς απόφαση οποιουδήποτε οργάνου διατίθενται οι πιστώσεις

που αφορούν: α) αποδοχές κάθε είδους προσωπικού, β) αντιμισθία ή έξοδα

παράστασης, γ) μισθώματα ακινήτων που χρησιμοποιούνται για τις υπηρεσίες

του δήμου, δ) εισφορές για τη μισθοδοσία των ελεγκτών εσόδων – εξόδων και

εισπρακτόρων ΟΤΑ, ε) έξοδα κίνησης εισπρακτόρων και στ) υποχρεωτικές

εισφορές που προβλέπονται στην περιπτ. ιγ΄ της παρ. 1 του άρθρου 158 του

ΔΚΚ (άρθρο 158 παρ. 5 Ν 3463/2006).

2. Δημοσιονομικός έλεγχος.

2.1 Προληπτικός έλεγχος δαπανών.

Με το άρθρο 23 του Ν 3202/2003 υπήχθησαν από 1/7/2004 στον

προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου οι δαπάνες όλων των ΟΤΑ με

πληθυσμό πάνω από 5.000 κατοίκους. Η ημερομηνία έναρξης του ελέγχου

μετατέθηκε αρχικά μεν για την 1/1/2005 (άρθρο 11 Ν 3250/2004, ΦΕΚ 124/Α),

στη συνέχεια δε για την 1/7/2005 (άρθρο 18 παρ. 9 Ν 3320/2005, ΦΕΚ 48/Α).

Αρμόδια όργανα για την άσκηση του προληπτικού ελέγχου είναι οι

Υπηρεσίες Επιτρόπων που εδρεύουν στις πρωτεύουσες των νομών (άρθρο

169 παρ. 3 Ν 3463/2006).

Από 1/1/2011 υπάγονται στον προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού

Συνεδρίου οι δαπάνες όλων των δήμων, ανεξαρτήτως πληθυσμού, των

δημοτικών ΝΠΔΔ, με εξαίρεση τις σχολικές επιτροπές, των δημοτικών

κοινωφελών επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων ύδρευσης-αποχέτευσης

Page 109: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

109

(ΔΕΥΑ) και των δημοτικών (μονομετοχικών) ανωνύμων εταιρειών του άρθρου

266 του ΔΚΚ (άρθρο 275 Ν 3852/2010, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από την

παρ. 3 του άρθρου 2 της ΠΝΠ της 31/12/2011).

Όσον αφορά ειδικότερα τις δαπάνες των ΔΕΥΑ, των κοινωφελών

δημοτικών επιχειρήσεων και των δημοτικών ανωνύμων εταιρειών του άρθρου

266 του ΔΚΚ, οι οποίες υπήχθησαν για πρώτη φορά στον προληπτικό έλεγχο

μετά την 1/1/2011, αναφέρουμε τα ακόλουθα:

Οι ανωτέρω φορείς υπήχθησαν μεν στον προληπτικό έλεγχο, δεν

εφαρμόζουν όμως το δημόσιο λογιστικό, δεν εκδίδουν χρηματικά εντάλματα

με την έννοια του δημόσιου λογιστικού ούτε ακολουθούν τους κανόνες του

δημόσιου λογιστικού που αφορούν στον προϋπολογισμό, στην ανάληψη των

υποχρεώσεων, στην εκκαθάριση των δαπανών κ.λ.π. Για το λόγο αυτό,

αμέσως μετά την έναρξη της ισχύος του άρθρου 275 του Ν 3852/2010,

ανέκυψε το ζήτημα του καθορισμού των στοιχείων επί των οποίων θα έπρεπε

να ασκηθεί ο προληπτικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Πάντως, με την

ΕΣ Τμ. VII 31/2012 κρίθηκε ότι στις ΔΕΥΑ εφαρμόζεται το ΒΔ 17/5-15/6/1959

περί λογιστικού των ΟΤΑ, σε όσα θέματα δεν ρυθμίζονται από τους

κανονισμούς από τους οποίους οι επιχειρήσεις αυτές διέπονται.

Για το θέμα αυτό το Υπουργείο Εσωτερικών απηύθυνε ερώτημα στο

Ελεγκτικό Συνέδριο, το οποίο, αφού επεσήμανε ότι δεν ανήκει στην

αρμοδιότητά του να καθορίζει τα δικαιολογητικά των δαπανών των

ελεγχόμενων από αυτό φορέων, αποφάνθηκε ότι οι δημοτικές επιχειρήσεις

πρέπει να υποβάλλουν για έλεγχο τα στοιχεία που προβλέπουν οι κανονισμοί

από τους οποίους διέπονται (Πρακτικά της 2ης Συνεδρίασης της Ολομέλειας

της 19ης Ιανουαρίου 2011).

Κατόπιν τούτων, στην παρ. 7 του άρθρου 10 του Ν 4071/2012

προβλέπεται η έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης, με την οποία θα

καθορίζονται τα δικαιολογητικά και η διαδικασία προληπτικού ελέγχου των

δαπανών των κοινωφελών επιχειρήσεων, των ΔΕΥΑ και των δημοτικών

ανωνύμων εταιρειών του άρθρου 266 του ΔΚΚ. Αφού ο νόμος δεν ορίζει

διαφορετικά, μέχρι την έκδοση της απόφασης αυτής ο προληπτικός έλεγχος

εξακολουθεί να ασκείται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα ανωτέρω Πρακτικά της

Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου.

Page 110: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

110

Σύμφωνα εξάλλου με το άρθρο 27 του Ν 3871/2010 (άρθρο 1 παρ. 2 Ν

4129/2013), όλες οι δαπάνες και τα έσοδα του δημοσίου, των ΟΤΑ και των

λοιπών ΝΠΔΔ υπόκεινται στον έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος

ασκείται με βάση τις διατάξεις που το διέπουν και τα διεθνή ελεγκτικά

πρότυπα. Ο προληπτικός έλεγχος ειδικότερα ασκείται με βάση τις ίδιες

διατάξεις και από 1/1/2012 διενεργείται σε δαπάνες ύψους άνω των πέντε

χιλιάδων (5.000) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ (ΠΔ 136/2011, ΦΕΚ

267/Α).

Από το συνδυασμό των διατάξεων του ΠΔ 136/2011 και της παρ. 2 του

άρθρου 169 του ΔΚΚ (Ν 3463/2006), όπως αυτή τροποποιήθηκε από την

παρ. 8 του άρθρου 9 του Ν 4071/2012, προκύπτουν τα ακόλουθα, σχετικά με

τις δαπάνες που υπόκεινται ή εξαιρούνται του προληπτικού ελέγχου του

Ελεγκτικού Συνεδρίου:

α. Δεν ελέγχεται προληπτικά οποιοδήποτε χρηματικό ένταλμα για ποσό

ίσο ή κατώτερο των πέντε χιλιάδων (5.000) ευρώ, συμπεριλαμβανομένου του

ΦΠΑ (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 15/2012). Χρηματικό ένταλμα που εκδίδεται μετά την

1/1/2012 για ποσό κάτω των 5.000 ευρώ δεν ελέγχεται προληπτικά,

ανεξαρτήτως αν εκδίδεται σε αντικατάσταση εντάλματος που εκδόθηκε κατά

το προηγούμενο έτος και ακυρώθηκε κατά τη λήξη του, επειδή δεν

εξοφλήθηκε (ΕΣ Τμ. IV 100/2012). Το όριο των 5.000 ευρώ ισχύει τόσο για

τους δήμους όσο και για τα δημοτικά ΝΠΔΔ (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 65/2012), τις

κοινωφελείς δημοτικές επιχειρήσεις, τις ΔΕΥΑ και τις δημοτικές ανώνυμες

εταιρείες του άρθρου 266 του ΔΚΚ (άρθρο 10 παρ. 7 Ν 4071/2012).

β. Δαπάνες από συμβάσεις που συνάπτουν οι ανωτέρω φορείς (δήμοι,

δημοτικά ΝΠΔΔ κ.λ.π.), ανεξαρτήτως αν τηρήθηκε ή μη γι’ αυτές ο έγγραφος

τύπος (ΕΣ Κλιμ. IV Τμ. 22/2012), για την εκτέλεση έργων, την εκπόνηση

μελετών, τη διενέργεια προμηθειών και την παροχή υπηρεσιών, το οικονομικό

(συμβατικό) αντικείμενο των οποίων υπερβαίνει το ποσό των 5.000 ευρώ,

ελέγχονται προληπτικά μόνο ως προς το πρώτο χρηματικό ένταλμα που

εκδίδεται στα πλαίσια της σύμβασης, ανεξαρτήτως του ύψους της

εντελλόμενης με αυτό δαπάνης. Τα επόμενα εντάλματα που εκδίδονται στα

πλαίσια της ίδιας σύμβασης, δεν ελέγχονται, αλλά σημειώνεται πάνω σε αυτά

ο αριθμός του πρώτου χρηματικού εντάλματος που έχει θεωρηθεί.

Page 111: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

111

Εάν η σύμβαση υπερβαίνει το όριο των 5.000 ευρώ, ελέγχεται επίσης

προληπτικά, ανεξαρτήτως ποσού, το πρώτο χρηματικό ένταλμα που εκδίδεται

μετά την τυχόν παράταση ή ανανέωση της σύμβασης ή το πρώτο χρηματικό

ένταλμα της τυχόν συμπληρωματικής σύμβασης έργου ή υπηρεσίας που

συνάπτεται μετά την αρχική σύμβαση.

Οι συμβάσεις μίσθωσης ακινήτων δεν εμπίπτουν στην ανωτέρω

κατηγορία και συνεπώς τα χρηματικά εντάλματα για καταβολή μισθωμάτων

ποσού κάτω των 5.000 ευρώ δεν ελέγχονται προληπτικά (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ.

213/2013).

Εάν πρόκειται για συμβάσεις έργων, προμηθειών, υπηρεσιών και

μελετών, που έχουν συναφθεί μέχρι την 31/12/2011 και συνεχίζονται μετά την

ημερομηνία αυτή, τα χρηματικά εντάλματα που εκδίδονται στα πλαίσια των

συμβάσεων από 1/1/2012 και εφεξής, ανεξαρτήτως αν υπερβαίνουν το ποσό

των 5.000 ευρώ, δεν υπόκεινται σε έλεγχο, εφόσον το πρώτο χρηματικό

ένταλμα προς εκτέλεση της οικείας σύμβασης έχει ήδη θεωρηθεί σύμφωνα με

τις προϊσχύουσες διατάξεις (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 105/2013, 84/2012,82/2012,

81/2012). Στις συμβάσεις αυτές (συναφθείσες μέχρι 31/12/2011) ελέγχεται

επίσης το πρώτο χρηματικό ένταλμα που εκδίδεται μετά την τυχόν παράταση

ή ανανέωση της σύμβασης ή το πρώτο χρηματικό ένταλμα της τυχόν

συμπληρωματικής σύμβασης έργου ή υπηρεσίας που συνάπτεται μετά την

αρχική σύμβαση (ΕΣ Ολ Πρακτικά της 11ης Γενικής Συνεδρίασης της 2ας

Μαίου 2012).

Δαπάνες που ενταλματοποιούνται από 1/1/2012 και εφεξής για την

υλοποίηση συμβάσεων που έχουν συναφθεί μέχρι την 31/12/2011 και το

αντικείμενό τους δεν υπερβαίνει το ποσό των 5.000 ευρώ, δεν υπόκεινται σε

προληπτικό έλεγχο (ΕΣ Κλιμ. IV Τμ. 29/2012).

γ. Ελέγχονται προληπτικά ανεξαρτήτως του ύψους της δαπάνης του

χρηματικού εντάλματος:

- Το πρώτο χρηματικό ένταλμα καταβολής της αντιμισθίας των αιρετών

καθώς και των «κάθε είδους» αποζημιώσεων αυτών, ως τέτοιων νοουμένων

των αποζημιώσεων λόγω συμμετοχής στις συνεδριάσεις των συλλογικών

οργάνων, των αποζημιώσεων εκτός έδρας κ.λ.π. Ελέγχεται επίσης

προληπτικά, ανεξαρτήτως ύψους δαπάνης, το πρώτο χρηματικό ένταλμα μετά

την τυχόν μεταβολή του ποσού της αντιμισθίας ή των αποζημιώσεων. Στην

Page 112: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

112

κατηγορία αυτή εμπίπτει και η αποζημίωση του προέδρου ή του

αντιπροέδρου κοινωφελούς δημοτικής επιχείρησης (άρθρο 255 παρ. 5 ΔΚΚ),

τα εντάλματα για την καταβολή της οποίας δεν υπόκεινται σε προληπτικό

έλεγχο, εάν εκδίδονται από 11/4/2012 (ημερομηνία έναρξης της ισχύος του Ν

4071/2012) και εφεξής και δεν συντρέχει περίπτωση πρώτης καταβολής ή

μεταβολής του ποσού (ΕΣ Κλιμ. Ι Τμ. 12/2012).

- Το πρώτο χρηματικό ένταλμα μισθοδοσίας του πάσης φύσεως

προσωπικού (μόνιμου, μετακλητού, ιδιωτικού δικαίου αορίστου ή ορισμένου

χρόνου), δηλαδή τα χρηματικά εντάλματα πληρωμής των αποδοχών του

πρώτου μήνα μετά το διορισμό ή την πρόσληψη ή τη μετάταξη ή την

απόσπαση του υπαλλήλου. Παρ’ όλο που δεν πρόκειται για «προσωπικό»,

στην ίδια κατηγορία εμπίπτει και η αμοιβή των δικηγόρων που κατέχουν

οργανική θέση. Εφόσον το πρώτο χρηματικό ένταλμα του νεοδιορισθέντος ή

μεταταγέντος υπαλλήλου θεωρήθηκε από τον Επίτροπο, δεν μπορεί στη

συνέχεια να αμφισβητηθεί η νομιμότητα του διορισμού ή της μετάταξης ή του

μισθοδοτικού καθεστώτος, εκτός αν συντρέχει λόγος αναθεώρησης κατά τις

διατάξεις του άρθρου 48 του Ν 4129/2013 (ΕΣ Κλιμ. Β΄ 129/2011).

Ως «πρώτο χρηματικό ένταλμα» μισθοδοσίας του πάσης φύσεως

προσωπικού, το οποίο ελέγχεται προληπτικά ανεξαρτήτως του ύψους της

εντελλόμενης δαπάνης (άρθρο 1 παρ. 2 περίπτ. β΄ υποπερίπτ. ι΄ ΠΔ

136/2011), νοείται το πρώτο χρηματικό ένταλμα μετά την πρόσληψη ή

οποιαδήποτε υπηρεσιακή μεταβολή (π.χ. μετάταξη) του υπαλλήλου και όχι το

πρώτο (χρονικά) χρηματικό ένταλμα μισθοδοσίας του κάθε οικονομικού έτους.

Τα χρηματικά εντάλματα που ενσωματώνουν οποιεσδήποτε άλλες

μεταβολές της μισθολογικής κατάστασης του υπαλλήλου, όπως π.χ. η

χορήγηση ανώτερου μισθολογικού κλιμακίου, η καταβολή οικογενειακού

επιδόματος, επιδόματος ανθυγιεινής εργασίας κ.λ.π., δεν υπόκεινται σε

προληπτικό αλλά μόνο σε κατασταλτικό έλεγχο (ΕΣ Ολ Πρακτικά της 11ης

Γενικής Συνεδρίασης της 2ας Μαΐου 2012). Αντίθετα, υπόκειται σε προληπτικό

έλεγχο το πρώτο χρηματικό ένταλμα μετά την υπηρεσιακή μεταβολή που

συνεπάγεται αντίστοιχη μισθολογική μεταβολή, όπως είναι η καταβολή

επιδόματος θέσης. Στην περίπτωση αυτή ως πρώτο χρηματικό ένταλμα

θεωρείται αυτό που αφορά στη μισθοδοσία του πρώτου μήνα μετά τη

μισθολογική μεταβολή, με συνέπεια να μην υπόκειται σε έλεγχο το χρηματικό

Page 113: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

113

ένταλμα που αφορά επόμενους μήνες, έστω και αν χρονολογικά είναι το

πρώτο (ΕΣ Κλιμ. Ι Τμ. 134/2013, 81/2013, ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 151/2013).

- Όλα τα χρηματικά εντάλματα καταβολής πρόσθετων αμοιβών

(υπερωριακών αποζημιώσεων και αποζημιώσεων λόγω συμμετοχής σε

συλλογικά όργανα). Γενικά, στην έννοια των «πρόσθετων αμοιβών» οι οποίες

υπόκεινται σε προληπτικό έλεγχο ανεξαρτήτως ποσού (άρθρο 1 παρ. 2

περίπτ. β΄ υποπερίπτ. ι΄ ΠΔ 136/2011), περιλαμβάνεται, εκτός από τις

υπερωρίες, κάθε αποζημίωση που έχει το χαρακτήρα της πρόσθετης

απολαβής για οποιαδήποτε αιτία (ΕΣ Ολ Πρακτικά της 11ης Γενικής

Συνεδρίασης της 2ας Μαΐου 2012).

- Όλα τα χρηματικά εντάλματα επιχορηγήσεων σε νομικά πρόσωπα

ιδιωτικού δικαίου (επιχορηγήσεις αθλητικών και πολιτιστικών σωματείων ή

άλλων συλλόγων του άρθρου 202 του ΔΚΚ και του άρθρου 94 παρ. 4 περίπτ.

4 του Ν 3852/2010). Αντίθετα, για τα χρηματικά εντάλματα επιχορηγήσεων σε

δημοτικά ΝΠΔΔ, όπως είναι π.χ. οι σχολικές επιτροπές, ισχύει το όριο των

5.000 ευρώ (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 57/2012). Με την ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 10/2012

κρίθηκε μάλιστα ότι δεν υπόκεινται σε έλεγχο η επιχορήγηση αθλητικού

συλλόγου από το δήμο, εάν το ποσό του εντάλματος είναι κατώτερο των

5.000 ευρώ.

δ. Εξαιρούνται του προληπτικού ελέγχου οι ακόλουθες δαπάνες της

παρ. 2 του άρθρου 169 του ΔΚΚ, όπως ισχύει, ανεξαρτήτως ύψους δαπάνης:

- Οι δαπάνες απόδοσης των υπέρ τρίτων ενεργουμένων κρατήσεων.

- Οι περιοδικές δαπάνες μισθωμάτων ακινήτων και εγκαταστάσεων,

πλην εκείνων που καταβάλλονται για πρώτη φορά μετά την κατάρτιση,

παράταση, ανανέωση ή τροποποίηση της σχετικής σύμβασης.

- Οι δαπάνες κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, νερού και σταθερής

τηλεφωνίας.

- Τα έξοδα βεβαίωσης και είσπραξης εσόδων, τα τοκοχρεωλύσια των

δανείων, τα έξοδα υποχρεωτικής από το νόμο ασφάλισης οχημάτων, οι

δαπάνες για την εκτέλεση τελεσίδικων δικαστικών αποφάσεων και οι δαπάνες

απομαγνητοφώνησης των πρακτικών των συνεδριάσεων του δημοτικού

συμβουλίου, της οικονομικής επιτροπής και της επιτροπής ποιότητας ζωής.

Page 114: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

114

Όλες οι ανωτέρω δαπάνες οι οποίες εξαιρούνται του προληπτικού

ελέγχου, ελέγχονται κατασταλτικά από το Ελεγκτικό Συνέδριο κατά την

υποβολή των ετησίων απολογισμών.

Κατά τη νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν υπόκεινται επίσης σε

προληπτικό έλεγχο τα χρηματικά εντάλματα για δαπάνες, οι οποίες έχουν ήδη

πληρωθεί με οποιοδήποτε τρόπο, για δαπάνες δηλαδή για τις οποίες – κατά

το χρόνο της θεώρησης του εντάλματος – δεν υφίσταται ενεργή απαίτηση του

δικαιούχου, όπως είναι τα χρηματικά εντάλματα λογιστικής τακτοποίησης που

εκδίδονται ύστερα από παρακράτηση ή από κατάσχεση ή ύστερα από

συμμετοχή του δήμου (ως αγοραστή) σε πλειστηριασμό (ΕΣ Τμ. VII 3/2012,

355/2010, 257/2010, 197/2010, 159/2010, 158/2010, 350/2009, 295/2007,

291/2007, ΕΣ Τμ. IV 181/2011, 35/2011, 139/2010, 125/2010, ΕΣ Τμ. Ι

95/2012, 167/2011, 35/2011). Σε περίπτωση αγοράς ακινήτου με δάνειο, δεν

επιφέρει την απόσβεση της απαίτησης του πωλητή η εξοφλητική

συμβολαιογραφική πράξη, η οποία συνιστά κατά τη δανειακή σύμβαση

απαραίτητο δικαιολογητικό για την εκταμίευση του δανείου (ΕΣ Τμ. VII

144/2011).

Σύμφωνα με τη διάταξη της παρ. 1β του άρθρου 28 του Ν 4129/2013

«Κύρωση του Κώδικα Νόμων για το Ελεγκτικό Συνέδριο» (ΦΕΚ 52/Α), το

Ελεγκτικό Συνέδριο ασκεί τον έλεγχο των δαπανών «με σκοπό τη βεβαίωση

ότι υπάρχει γι’ αυτές πίστωση που έχει νόμιμα χορηγηθεί και ότι κατά την

πραγματοποίησή τους τηρήθηκαν οι διατάξεις του νόμου για το δημόσιο

λογιστικό ή κάθε άλλη διάταξη νόμου, διατάγματος ή κανονιστικής απόφασης».

Όπως προκύπτει από τη διάταξη αυτή ο έλεγχος των δαπανών

διακρίνεται σε έλεγχο νομιμότητας και έλεγχο κανονικότητας της διαχείρισης

(ΕΣ Ολ Πρακτικά της 10ης Γενικής Συνεδρίασης της 23/2/2005, ΕΣ Τμ. VII

197/2010). Ειδικότερα το αρμόδιο όργανο του ΕΣ εξετάζει:

- Εάν για τη δαπάνη υπάρχει επαρκής πίστωση στον προϋπολογισμό

και αν αυτή καταλογίσθηκε στον κατάλληλο κωδικό αριθμό.

- Εάν η δαπάνη προβλέπεται από το νόμο ή, σε περίπτωση που δεν

προβλέπεται από το νόμο, αν εξυπηρετεί λειτουργικές ανάγκες του ΟΤΑ ή

συμβάλλει στην εκπλήρωση της αποστολής του. Στις δύο τελευταίες

περιπτώσεις το Ελεγκτικό Συνέδριο εξετάζει αν υπάρχει συνάφεια μεταξύ της

δαπάνης και του σκοπού για τον οποίο αυτή διενεργήθηκε και αν το ύψος της

Page 115: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

115

δαπάνης βρίσκεται μέσα σε λογικά πλαίσια ή, αντίθετα, αν υπερβαίνει το

προσήκον μέτρο.

Ειδικά για τους πρωτοβάθμιους ΟΤΑ, η έννοια της «λειτουργικής

δαπάνης» επιχειρείται να προσδιορισθεί σαφέστερα με τις διατάξεις της παρ.

2 του άρθρου 37 του Ν 3801/2009 (άρθρο 33 παρ. 2 Ν 4129/2013).

Σύμφωνα με τις διατάξεις αυτές, τα υποκείμενα στον προληπτικό

έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου χρηματικά εντάλματα θεωρούνται, όταν

αφορούν δαπάνες που δεν προβλέπονται μεν από το νόμο αλλά είναι

λειτουργικές για τον οικείο ΟΤΑ, εφόσον συντρέχουν οι ακόλουθες

προϋποθέσεις:

- Η δαπάνη σχετίζεται με την ανάπτυξη δραστηριοτήτων, οι οποίες

προάγουν τα κοινωνικά, πολιτικά, πνευματικά και οικονομικά συμφέροντα των

δημοτών ή συμβάλλουν στην ενεργό συμμετοχή τους στην προαγωγή των

τοπικών υποθέσεων.

- Η δαπάνη ανταποκρίνεται στο ανάλογο ή προσήκον μέτρο και, εν

όψει των συνθηκών πραγματοποίησής της, δεν υπερβαίνει τα εύλογα όρια

που θέτει η αρχή της οικονομικότητας.

Κατά την ανωτέρω έννοια λειτουργικές δαπάνες θεωρούνται ιδίως

(άρθρο 37 παρ. 2β Ν 3801/2009 - άρθρο 33 παρ. 2β Ν 4129/2013):

α) Η περιοδική ενίσχυση άπορων κατοίκων με είδη ένδυσης, παροχή

φαρμάκων και διατακτικών προμήθειας αναγκαίων για τη διατροφή τους ειδών

κατά τις εορτές Χριστουγέννων, νέου έτους και Πάσχα.

β) Η προσωρινή στέγαση άπορων κατοίκων και η προσωρινή

λειτουργία ημερήσιων συσσιτίων για άπορους δημότες. Άποροι δημότες για τη

λήψη των ως άνω παροχών είναι εκείνοι που περιλαμβάνονται σε κατάσταση

την οποία συντάσσει η οικονομική επιτροπή, η οποία μπορεί να λάβει

πληροφορίες για τους άπορους κατοίκους από τους εφημέριους των Ιερών

Ναών του οικείου δήμου.

γ) Η παροχή βραβείων πάσης φύσεως σε αριστούχους δημότες

μαθητές, σπουδαστές και φοιτητές.

δ) Η παροχή αναμνηστικών ειδών σε συμμετέχοντες σε προγράμματα

πολιτιστικών εκδηλώσεων των ΟΤΑ.

- Εάν η διάθεση της πίστωσης και η ανάληψη της υποχρέωσης έγιναν

από το αρμόδιο όργανο και με τη νόμιμη διαδικασία, αν επισυνάπτονται τα

Page 116: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

116

απαιτούμενα για την εκκαθάριση της δαπάνης δικαιολογητικά και αν το

ένταλμα πληρωμής φέρει τα στοιχεία που ορίζει ο νόμος. Ελέγχεται επίσης η

ορθότητα των κρατήσεων και των αριθμητικών πράξεων και εξετάζεται αν η

απαίτηση έχει τυχόν παραγραφεί.

Αν κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί ότι το ένταλμα δεν πρέπει να

θεωρηθεί, εκδίδεται σχετική πράξη του Επιτρόπου και το ένταλμα

επιστρέφεται στην υπηρεσία με αντίγραφο της ανωτέρω πράξης (άρθρο 32

παρ. 1 Ν 4129/2013). Η άρνηση θεώρησης του εντάλματος πρέπει να

περιέχει πλήρη, ειδική και συγκεκριμένη αιτιολογία (ΕΣ Τμ. Ι Πρακτικά της 7ης

Συνεδρίασης της 3ης Απριλίου 2012). Η πράξη άρνησης της θεώρησης και η

στηριζόμενη σε αυτή έκθεση διαφωνίας του επιτρόπου που είναι

αναιτιολόγητες, θεωρούνται αόριστες, η αοριστία δε της διαφωνίας ισοδυναμεί

με έλλειψη διαφωνίας (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 37/2013, ΕΣ Τμ. VII 215/2011). Ο

προληπτικός έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου δεν υποκαθιστά το δικαστικό

έλεγχο που ασκούν το Συμβούλιο της Επικρατείας και τα διοικητικά

δικαστήρια επί της νομιμότητας των σχετικών πράξεων. Συνεπώς ο έλεγχος

που ασκεί ο Επίτροπος επί του χρηματικού εντάλματος δεν εμποδίζει το

δικαστικό έλεγχο της σχετικής διαφοράς από τα δικαστήρια αυτά (ΣτΕ

2740/2008 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 195).

Αν η υπηρεσία αποδεχθεί τις θέσεις του Επιτρόπου το ένταλμα

ακυρώνεται και η πληρωμή της δαπάνης ματαιώνεται, ή, αν ο λόγος της μη

θεώρησης αναφέρεται σε ελλείψεις ή σφάλματα που μπορούν να

συμπληρωθούν ή να διορθωθούν, προβαίνει στη συμπλήρωση ή διόρθωση

και επανυποβάλλει το ένταλμα για θεώρηση. Σε περίπτωση που η υπηρεσία

διαφωνεί, μπορεί να επαναφέρει το ένταλμα για θεώρηση με έγγραφο στο

οποίο εκθέτει τις αντιρρήσεις της. Στην περίπτωση αυτή ο Επίτροπος

υποβάλλει το ένταλμα με έκθεσή του στο οικείο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού

Συνεδρίου, το οποίο αποφαίνεται για τη θεώρηση ή μη του εντάλματος (άρθρο

32 παρ. 1 Ν 4129/2013). Για τα Κλιμάκια προληπτικού ελέγχου των δαπανών

και τις αρμοδιότητές τους ισχύει από 2/4/2012 η Απόφαση της Ολομέλειας του

Ελεγκτικού Συνεδρίου ΦΓ8/22043/2012 (ΦΕΚ 1213/Β).

Κατά την τυχόν επανυποβολή του χρηματικού εντάλματος στον

Επίτροπο, επισυνάπτεται υποχρεωτικά στο έγγραφο επανυποβολής το

αποδεικτικό, με το οποίο η οικονομική υπηρεσία του δήμου κοινοποίησε στο

Page 117: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

117

φερόμενο ως δικαιούχο του εντάλματος την πράξη επιστροφής (άρνησης

θεώρησης) του Επιτρόπου. Προϊστάμενοι υπηρεσιών ή άλλα αρμόδια όργανα

που ενεργούν κατά παράβαση της ανωτέρω υποχρέωσης, διώκονται

αυτεπάγγελτα για παράβαση καθήκοντος κατά το άρθρο 259 του Ποινικού

Κώδικα και παραπέμπονται υποχρεωτικά στην αρμόδια πειθαρχική

δικαιοδοσία (άρθρο 32 παρ. 3 Ν 4129/2013).

Κατά τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 32 του Ν 4129/2013, αιτήσεις

ανάκλησης των Πράξεων ή Πρακτικών των Κλιμακίων σε περίπτωση πλάνης

περί τα πράγματα ή το νόμο υποβάλλονται στη γραμματεία του αρμόδιου

Τμήματος από αυτόν που έχει έννομο συμφέρον, μέσα σε προθεσμία τριάντα

(30) ημερών από την κοινοποίηση της Πράξης ή του Πρακτικού του Κλιμακίου

στον οικείο φορέα. Τις αιτήσεις ανάκλησης εξετάζει το Τμήμα που ορίζεται ως

αρμόδιο στο άρθρο 3 της Απόφασης ΦΓ8/22043/2012 της Ολομέλειας του

Ελεγκτικού Συνεδρίου. Δεύτερη αίτηση ανάκλησης κατά της ίδιας πράξης δεν

επιτρέπεται. Αναστολή της προθεσμίας κατά τη διάρκεια των δικαστικών

διακοπών δεν χωρεί εν προκειμένω (ΕΣ Τμ. VII 58/2013).

Αίτηση ανάκλησης δεν μπορεί να υποβληθεί από τον Γενικό Επίτροπο

της Επικρατείας στο Ελεγκτικό Συνέδριο. Η ιδιότητα του δημότη ή του

δημοτικού συμβούλου δεν αρκεί από μόνη της να θεμελιώσει έννομο

συμφέρον για την άσκηση αίτησης ανάκλησης. Έννομο συμφέρον για την

άσκηση αίτησης ανάκλησης έχουν ο διατάκτης της δαπάνης και ο φερόμενος

ως δικαιούχος του χρηματικού εντάλματος. Άσκηση παρέμβασης κατά την

εξέταση της αίτησης ανάκλησης δεν προβλέπουν οι διατάξεις του νόμου

4055/2012 και συνεπώς παρέμβαση δεν μπορεί να ασκηθεί (ΕΣ Ολ Πρακτικά

της 4ης Γενικής Συνεδρίασης της 20ης Φεβρουαρίου 2013, ΕΣ Τμ. VII

20/2013).

Προσβολή της πράξης θεώρησης του Επιτρόπου σε οποιοδήποτε

δικαστήριο ή άλλη αρχή δεν επιτρέπεται. Αμφισβήτηση της ορθότητας της

κρίσης του Επιτρόπου εκ μέρους της υπηρεσίας που εξοφλεί το χρηματικό

ένταλμα, δεν νοείται. Όπως γίνεται δε παγίως δεκτό από το Ελεγκτικό

Συνέδριο, η θεώρηση του χρηματικού εντάλματος από τον Επίτροπο δεν

μπορεί να ανακληθεί από αυτόν ή από το Ελεγκτικό Συνέδριο ή να

αμφισβητηθεί από τη Διοίκηση, εφόσον το ένταλμα έχει εξοφληθεί. Εάν

αποδειχθεί ότι η θεώρηση του εντάλματος στηρίχθηκε σε ανύπαρκτα, πλαστά

Page 118: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

118

ή ψευδή δικαιολογητικά και γενικά σε απατηλή συμπεριφορά των

εμπλεκομένων, μπορεί να χωρήσει αναθεώρηση της πράξης του Επιτρόπου ή

της πράξης του Τμήματος που τυχόν αποφάνθηκε υπέρ της θεώρησης του

εντάλματος, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 48 του Ν

4129/2013. Εάν αναθεωρηθεί η πράξη θεώρησης του εντάλματος, το

Ελεγκτικό Συνέδριο προβαίνει στη συνέχεια σε καταλογισμό των οικείων

υπολόγων (ΕΣ Ολ Πρακτικά της 3ης Γενικής Συνεδρίασης της 23/2/2005).

Μέχρι τη δημοσίευση του νόμου 4071/2012, η πλάνη περί το νόμο δεν

αναγνωριζόταν ως λόγος αναθεώρησης, η οποία επιτρεπόταν μόνο: α) λόγω

πλάνης για τα πραγματικά περιστατικά ή λόγω λογιστικού λάθους, β) αν

προσκομισθούν νέα κρίσιμα έγγραφα, γ) αν η πράξη στηρίχθηκε σε

καταθέσεις μαρτύρων οι οποίοι καταδικάσθηκαν για ψευδορκία και δ) αν η

πράξη στηρίχθηκε σε έγγραφα που κηρύχθηκαν πλαστά με δικαστική

απόφαση. Συνεπώς, ακόμη και αν η θεώρηση του εντάλματος από τον

Επίτροπο είχε στηριχθεί σε πλαστά ή ψευδή δικαιολογητικά, καταλογισμός για

το ένταλμα αυτό σε βάρος των υπολόγων δεν μπορούσε να γίνει από

οικονομικό επιθεωρητή ή άλλο ελεγκτικό όργανο, αν δεν είχε προηγηθεί

αναθεώρηση της πράξης θεώρησης κατά τις διατάξεις του άρθρου 29 του

προϊσχύοντος ΠΔ 774/1980 (ΕΣ Ολ Απόφ. 2620/2009 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 317,

ΕΣ Τμ. IV Απόφ. 3341/2011).

Για το λόγο αυτό στις περιπτώσεις δαπανών του κρατικού

προϋπολογισμού ή του προϋπολογισμού άλλων φορέων επί των οποίων έχει

ασκηθεί προληπτικός έλεγχος από το Ελεγκτικό Συνέδριο, εφόσον

διαπιστωθούν από τα ελεγκτικά όργανα παραβάσεις που προβλέπονται στην

παρ. 2 του άρθρου 16 του νόμου 3492/2006 (ελλείμματα, πληρωμή

αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών, πληρωμή μη νομίμων δαπανών

κ.λ.π.), ο προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων

του Υπουργείου Οικονομικών διαβιβάζει τα νέα στοιχεία στο Ελεγκτικό

Συνέδριο, προκειμένου να κρίνει αν συντρέχει νόμιμος λόγος ανάκλησης της

θεώρησης του χρηματικού εντάλματος με το οποίο πληρώθηκε μη νόμιμη

δαπάνη και τυχόν ενέργεια καταλογισμού σε βάρος των υπευθύνων (άρθρο

16 παρ. 3 Ν 3492/2006, άρθρο 2 περίπτ. κε΄ ΠΔ 24/2008, ΦΕΚ 48/Α).

Με τις ισχύουσες διατάξεις της παρ. 11 του άρθρου 45 του Ν

4071/2012 (άρθρο 48 παρ. 12 Ν 4129/2013), επιτρέπεται η αναθεώρηση

Page 119: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

119

χρηματικών ενταλμάτων που έχουν θεωρηθεί από τον οικείο Επίτροπο ή η

αναθεώρηση πράξεων του Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου που

αποφάνθηκαν μετά από διαφωνία υπέρ της θεώρησης του εντάλματος ή

πράξεως του δικαστηρίου επί λογαριασμών, ύστερα από αίτηση του

Υπουργού Οικονομικών ή του εξουσιοδοτημένου από αυτόν οργάνου. Στην

περίπτωση αυτή ως λόγοι αναθεώρησης μπορεί να προβάλλονται, πέραν των

αναφερομένων στην παρ. 3 του άρθρου 48 του Ν 4129/2013, και οι

ακόλουθοι: α) πλάνη περί το νόμο, β) εντοπισμός κατά τη διενέργεια

επιγενόμενων διοικητικών ελέγχων νέων κρίσιμων στοιχείων, τα οποία

στοιχειοθετούν εξ αντικειμένου την απόρριψη της θεωρηθείσας δαπάνης. Με

κοινή υπουργική απόφαση καθορίζονται οι λεπτομέρειες εφαρμογής των

ανωτέρω διατάξεων.

Χρηματικά εντάλματα υποκείμενα στον προληπτικό έλεγχο του

Ελεγκτικού Συνεδρίου, τα οποία πληρώθηκαν χωρίς να υποβληθούν στον

έλεγχο αυτόν, συνιστούν έλλειμμα στη διαχείριση του δήμου που

καταλογίζεται σε βάρος των υπολόγων (ΕΣ IV Τμ. 2659/2007).

Εάν ο Επίτροπος έχει αμφιβολίες για την πραγματοποίηση της

δαπάνης στην οποία αφορά το χρηματικό ένταλμα (αμφιβάλει π.χ. για την

κατασκευή ή μη του έργου ή για την παραλαβή ή μη των υλικών της

προμήθειας ή για την πραγματική απασχόληση του προσληφθέντος κ.λ.π.),

ακολουθείται η διαδικασία της παρ. 6 του άρθρου 28 του Ν 4129/2013, όπου

ορίζονται τα ακόλουθα:

«Σε περίπτωση αμφιβολιών του Επιτρόπου, που αναφέρονται στο

ουσιαστικό μέρος της δαπάνης, θεωρείται μεν το ένταλμα, αναφέρεται δε

συγχρόνως η περίπτωση στο αρμόδιο Τμήμα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το

οποίο ύστερα από αξιολόγηση την ανακοινώνει στον Υπουργό Οικονομικών

και στον αρμόδιο κατά περίπτωση Υπουργό»

Κατά συνέπεια από τις κείμενες διατάξεις δεν παρέχεται δυνατότητα

στον Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου να αρνηθεί τη θεώρηση του

χρηματικού εντάλματος, για λόγους που αφορούν αποκλειστικά στο

ουσιαστικό μέρος της δαπάνης (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 52/2014, ΕΣ Τμ. Ι 225/2010).

Στις δαπάνες του δημοσίου που ελέγχονται και εκκαθαρίζονται από τις

Υπηρεσίες Δημοσιονομικού Ελέγχου, όταν προκύπτουν κατά τον έλεγχο

βάσιμες αμφιβολίες ως προς το ουσιαστικό μέρος της δαπάνης, μπορεί να

Page 120: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

120

ασκείται επιτόπιος έλεγχος με εντολή του Υπουργού Οικονομικών (άρθρο 26

παρ. 5 Ν 2362/95, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 26 του Ν

3871/2010).

2.2 Προληπτικός έλεγχος συμβάσεων.

Από 1/1/2011 οι συμβάσεις που συνάπτουν οι δήμοι και τα νομικά τους

πρόσωπα (δημοσίου και ιδιωτικού δικαίου), προϋπολογιζόμενης δαπάνης

ίσης ή ανώτερης των 100.000 ευρώ ή, από 11/4/2012, άνω των 200.000

ευρώ, χωρίς το ΦΠΑ, ελέγχονται υποχρεωτικά πριν από την υπογραφή τους

από το Ελεγκτικό Συνέδριο, ανεξαρτήτως της διαδικασίας που τηρήθηκε

(ανοικτός ή κλειστός διαγωνισμός ή διαπραγμάτευση) για την ανάθεσή τους

(άρθρο 278 παρ. 1 Ν 3852/2010, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από την παρ. 2

του άρθρου 9 του Ν 4071/2012 - άρθρο 36 παρ. 1 Ν 4129/2013).

Ειδικότερα, οι συμβάσεις προμήθειας αγαθών, εκτέλεσης έργων και

παροχής υπηρεσιών, προϋπολογιζόμενης δαπάνης από 100.000 (από

11/4/2012, πάνω από 200.000) μέχρι 500.000 ευρώ, χωρίς το ΦΠΑ,

ελέγχονται προληπτικά από τον αρμόδιο για τον προληπτικό έλεγχο των

δαπανών Επίτροπο του Ελεγκτικού Συνεδρίου και οι συμβάσεις πάνω από

500.000 ευρώ, χωρίς το ΦΠΑ, από το αρμόδιο Κλιμάκιο του Ελεγκτικού

Συνεδρίου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 του Ν 4129/2013, όπως

ισχύουν (άρθρο 278 παρ. 1 και 2 Ν 3852/2010, όπως η παρ. 1

αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του άρθρου 9 του Ν 4071/2012 - άρθρο 36

παρ. 1 και 2 Ν 4129/2013).

Στον προληπτικό έλεγχο υπόκεινται και οι συμβάσεις παραχώρησης

δημόσιας υπηρεσίας (ΕΣ Τμ. VI 286/2012) καθώς και οι συμβάσεις με

δικηγόρους για την παροχή νομικών υπηρεσιών (ΕΣ Τμ. Ι 108/2012), εφόσον

υπερβαίνουν το καθορισμένο όριο. Στον ίδιο έλεγχο υπόκεινται και οι

προγραμματικές συμβάσεις του άρθρου 100 του Ν 3852/2010 (άρθρο 278

παρ. 1 Ν 3852/2010, όπως αυτή αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του άρθρου

9 του Ν 4071/2012 - άρθρο 36 παρ. 1 Ν 4129/2013) καθώς και οι συμβάσεις

υλοποίησης προγραμμάτων που συνάπτονται κατ’ εφαρμογή των διατάξεων

του άρθρου 96 του Ν 3852/2010 (ΕΣ Τμ. VI Απόφ. 2651/2012). Σε

προληπτικό έλεγχο υπόκεινται επίσης οι επί μέρους συμβάσεις, ανεξαρτήτως

Page 121: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

121

της αξίας τους, οι οποίες συνάπτονται για την εκτέλεση προγραμματικών

συμβάσεων, δηλαδή οι εκτελεστικές συμβάσεις (ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 274/2012,

243/2012, 155/2011, 151/2011). Επομένως είναι άκυρη η σύμβαση

προμήθειας, έργου ή υπηρεσίας που έχει συναφθεί για την εκτέλεση

προγραμματικής σύμβασης, η οποία – ενώ υπερβαίνει το ποσό που ορίζει ο

νόμος – δεν υπήχθη στον προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου

(ΕΣ Τμ. VI Αποφ. 2383/2011, 2089/2011).

Οι συμβάσεις μίσθωσης κινητών πραγμάτων (π.χ. οχημάτων και

μηχανημάτων), δεδομένου ότι συγκαταλέγονται στις συμβάσεις προμηθειών

(άρθρα 1 παρ. 2 Ν 2286/95 και 2 του ΠΔ 60/2007), υπάγονται στον

προληπτικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ανεξαρτήτως του νομικού

καθεστώτος που εφαρμόσθηκε για τη σύναψή τους (ΕΣ Τμ. VII 85/2012, ΕΣ

Τμ. VI Απόφ. 3687/2012).

Οι συμβάσεις αγοράς ή μίσθωσης ακινήτων δεν υπόκεινται σε

προληπτικό έλεγχο (ΕΣ Τμ. VII 81/2012, ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 356/2012, 144/2011).

Δεν υπάγονται επίσης σε προληπτικό έλεγχο: α) Οι συμβάσεις εκποίησης

κινητών πραγμάτων (ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 218/2012). β) Οι προγραμματικές συμβάσεις

του άρθρου 19 παρ. 1 του Ν 1641/1986 που συνάπτονται μεταξύ των δήμων

και του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας – ήδη ΟΑΕΔ κατά την ΠΥΣ 7/2012

(ΕΣ Τμ. VI Απόφ. 1717/2012).

Με σειρά Πράξεων του Ε΄ Κλιμακίου του Ελεγκτικού Συνεδρίου

(354/2012, 251/2012, 144/2012, 130/2012, 49/2012, 28/2012, 602/2011,

579/2011, 574/2011, 571/2011, 569/2011, 568/2011, 564/2011, 562/2011,

560/2011, 559/2011, 558/2011, 556/2011, 539/2011, 538/2011, 532/2011,

530/2011, 528/2011, 527/2011, 524/2011, 522/2011, 518/2011, 516/2011,

515/2011, 513/2011) κρίθηκε, ότι οι προγραμματικές συμβάσεις που

συνάπτονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 22 του Ν 3614/2007 και με τις οποίες

μεταβιβάζεται η αρμοδιότητα υλοποίησης συγχρηματοδοτούμενων

συμβάσεων από φορείς που δεν διαθέτουν διαχειριστική επάρκεια σε άλλους

φορείς που διαθέτουν την επάρκεια αυτή, δεν υπόκεινται στον προσυμβατικό

έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ο οποίος προβλέπεται στο άρθρο 278 του

Ν 3852/2010 (άρθρο 36 Ν 4129/2013), εφόσον ο προϋπολογισμός του έργου

στο οποίο αφορά η σύμβαση δεν υπερβαίνει το ποσό των 10.000.000 ευρώ.

Page 122: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

122

Εάν δεν διενεργηθεί ο έλεγχος, η σύμβαση που συνάπτεται είναι

άκυρη, ενώ αν ο έλεγχος αποβεί αρνητικός, η σύμβαση δεν υπογράφεται

(άρθρο 278 παρ. 4 Ν 3852/2010, άρθρο 36 παρ. 4 Ν 4129/2013).

Εάν η σύμβαση έχει ήδη υπογραφεί όταν υποβάλλεται για έλεγχο, είναι

άκυρη και συνεπώς είναι απαράδεκτος ο έλεγχός της, ενώ αν η σύμβαση έχει

εκτελεσθεί εν όλω ή εν μέρει, το Ελεγκτικό Συνέδριο απέχει του ελέγχου (ΕΣ

Τμ. Μείζ.-Επταμ. 1172/2012, ΕΣ Τμ. VI Αποφ. 3017/2012, 1669/2012,

1662/2012, 276/2011, 272/2011, 268/2011, 266/2011, 3142/2010, ΕΣ Κλιμ. Ε΄

362/2011, 317/2011, 290/2011, 259/2011, 244/2011, 224/2011, 173/2011,

154/2011, 480/2010, 461/2010, 453/2010, 451/2010, 198/2010, 129/2010,

117/2010, ΕΣ Κλιμ. ΣΤ΄ 82/2012, 36/2012, 57/2010, 181/2009, ΕΣ Κλιμ. Ζ΄

200/2011, 134/2011, 132/2011, 106/2011, 457/2008 κ.ά.), με εξαίρεση την

εκτέλεση των πρόσθετων επειγουσών εργασιών δημοσίων έργων του άρθρου

56 του Ν 3669/2008 (ΕΣ Τμ. Μείζ.-Επταμ. 2906/2012, 513/2012, 2093/2011,

ΕΣ Τμ. VI 795/2012, ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 238/2012, 231/2012).

Εάν η σύμβαση έχει υπογραφεί πριν υποβληθεί στο Ελεγκτικό

Συνέδριο και το Κλιμάκιο ή ο Επίτροπος εκδώσει Πράξη με την οποία απέχει

του ελέγχου για το λόγο αυτό, δεν είναι δυνατή η επανυποβολή για έλεγχο του

ίδιου συμβατικού κειμένου, από το οποίο αφαιρέθηκαν απλώς οι υπογραφές

των συμβαλλομένων μερών. Στην περίπτωση δηλαδή αυτή πρέπει να

συναφθεί νέα σύμβαση, αφού αναγνωρισθεί από τα συμβαλλόμενα μέρη η

ακυρότητα της αρχικής σύμβασης, η οποία (ακυρότητα) επήλθε λόγω της

υπογραφής της χωρίς προηγούμενο έλεγχο, και επιπλέον εκδοθούν εκ νέου οι

απαιτούμενες για τη σύναψη της σύμβασης αποφάσεις (ΕΣ Τμ. VI Απόφ.

2384/2011, ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 22/2012, 216/2011, 170/2011, ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 394/2011).

Δεν κωλύει ωστόσο την άσκηση του προσυμβατικού ελέγχου η

ανακοίνωση της κατακύρωσης ή της ανάθεσης στον ανάδοχο, εφόσον η

σύμβαση δεν έχει υπογραφεί και δεν έχει αρχίσει να εκτελείται, παρ’ όλο που

βάσει του νόμου λογίζεται ότι αυτή έχει συναφθεί (ΕΣ Τμ. VI Αποφ. 675/2012,

2230/2011, 2154/2011).

Το Ελεγκτικό Συνέδριο στερείται της αρμοδιότητας να ελέγξει

προληπτικά σχέδιο σύμβασης που συνάπτεται κατόπιν συμβιβασμού, για την

επίλυση των διαφορών που ανέκυψαν κατά την εκτέλεση της αρχικής

Page 123: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

123

σύμβασης, η οποία δεν υπήχθη στον προληπτικό έλεγχο (ΕΣ Κλιμ. Ε΄

213/2011).

Για την υπαγωγή των συμβάσεων στον προληπτικό έλεγχο του

Ελεγκτικού Συνεδρίου λαμβάνεται υπ’ όψη αποκλειστικά η προϋπολογιζόμενη

δαπάνη, χωρίς το ΦΠΑ, συνυπολογιζομένων των τυχόν προβλεπομένων

παρατάσεων καθώς και του τυχόν προβλεπομένου δικαιώματος προαίρεσης

(option), και όχι η τιμή που τελικά κατακυρώθηκε στον ανάδοχο. Συνεπώς αν

η προϋπολογιζόμενη δαπάνη υπερβαίνει το ισχύον κάθε φορά όριο, η

σύμβαση υπόκειται σε προληπτικό έλεγχο, έστω και αν η τιμή που τελικά

επετεύχθη και κατ’ επέκταση η συμβατική αξία του έργου, της προμήθειας ή

της υπηρεσίας είναι κατώτερη του ποσού αυτού. Το ίδιο ισχύει και όταν με

βάση την ίδια διακήρυξη υπογράφονται περισσότερες επί μέρους συμβάσεις

με διαφορετικούς αναδόχους είτε στα πλαίσια του διαγωνισμού είτε, εάν ο

διαγωνισμός ματαιώθηκε ολικά ή μερικά, στα πλαίσια της διαδικασίας

διαπραγμάτευσης που ακολούθησε (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 15/2014, 72/2012,

8/2012, ΕΣ Τμ. IV 75/2012, 105/2011, 39/2011, 182/2010, 171/2010,

89/2010, 73/2010, 68/2010, 60/2010, 44/2010, 75/2001, ΕΣ Τμ. VII 53/2008,

270/2007, ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 194/2010, 16/2003 κ.ά.).

Δεν ισχύει όμως και το αντίστροφο. Δηλαδή, εάν το ύψος της

προϋπολογιζόμενης δαπάνης είναι κατώτερο του ισχύοντος ορίου αλλά η τιμή

κατακύρωσης και επομένως η συμβατική αξία της προμήθειας ή της

υπηρεσίας υπερβαίνει τελικά το όριο αυτό, λαμβάνεται υπ’ όψη για την

υπαγωγή στον προσυμβατικό έλεγχο η τιμή κατακύρωσης και όχι η (κατώτερη

του ορίου) προϋπολογιζόμενη δαπάνη (ΕΣ Τμ. IV 60/2008). Για το ίδιο θέμα,

αντιθέτως αποφάνθηκε το Κλιμάκιο ΣΤ΄ του Ελεγκτικού Συνεδρίου, σύμφωνα

με το οποίο εάν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη χωρίς ΦΠΑ είναι μικρότερη του

ισχύοντος ορίου, η σύμβαση δεν υπόκειται σε προληπτικό έλεγχο, ακόμη και

αν η τιμή κατακύρωσης και επομένως η συμβατική αξία της προμήθειας ή της

υπηρεσίας υπερβαίνει τελικά το ποσό αυτό (Πράξεις 190/2009, 43/2003,

140/2002).

Δεν υπάγεται εκ νέου σε προσυμβατικό έλεγχο η ενεργοποίηση

δικαιώματος προαίρεσης ή παράτασης, που έχει συμπεριληφθεί σε ήδη

υφιστάμενη σύμβαση (ΕΣ Τμ. VI Απόφ. 2440/2012, ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 207/2012,

405/2011, 370/2011, 108/2011, 37/2011).

Page 124: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

124

Εάν πρόκειται για συμφωνία πλαίσιο του άρθρου 2 παρ. 5 του ΠΔ

60/2007, λαμβάνεται υπ’ όψη για την υπαγωγή ή μη στον προληπτικό έλεγχο

η συνολική αξία όλων των επί μέρους συμβάσεων που πρόκειται να

συναφθούν βάσει αυτής, όπως η αξία αυτή προσδιορίζεται από την

αναθέτουσα αρχή έστω και κατ’ εκτίμηση (ΕΣ Τμ. IV 27/2011).

Εάν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη της προμήθειας υπερβαίνει το

ισχύον όριο, δεν έχει σημασία αν η σύμβαση είναι κύρια (αρχική) ή

συμπληρωματική. Εάν όμως η κύρια σύμβαση δεν υπήχθη λόγω ποσού σε

προσυμβατικό έλεγχο, η συμπληρωματική της υπάγεται στον έλεγχο αυτό

μόνο αν το ποσό της, συναθροιζόμενο με το ποσό της κύριας (αρχικής)

σύμβασης, υπερβαίνει το ισχύον όριο (ΕΣ Τμ. VII 17/2011, ΕΣ Κλιμ. ΣΤ΄

185/2009). Εάν η κύρια σύμβαση προμήθειας είχε ελεγχθεί προληπτικά από

το Ελεγκτικό Συνέδριο, στον ίδιο έλεγχο υπόκεινται και οι συμπληρωματικές

της αρχικής συμβάσεις, ανεξαρτήτως ποσού, διότι αποτελούν

παρακολούθημα των αρχικών συμβάσεων (ΕΣ Κλιμ. ΣΤ΄ 159/2012, αντίθετη η

ΕΣ Κλιμ. ΣΤ΄ 108/2009). Όταν η κύρια σύμβαση προμήθειας ή υπηρεσίας δεν

υποβλήθηκε στον προληπτικό έλεγχο, διότι κατά το χρόνο της κατάρτισής της

δεν είχε θεσπισθεί ο έλεγχος αυτός, για την υπαγωγή ή μη της

συμπληρωματικής σύμβασης στον έλεγχο λαμβάνεται υπ’ όψη αυτοτελώς η

προυπολογισθείσα δαπάνη της συμπληρωματικής σύμβασης, χωρίς αυτή να

αθροίζεται με την αντίστοιχη δαπάνη της κύριας σύμβασης (ΕΣ Κλιμ. Ζ΄

257/2011).

Εάν η κύρια (αρχική) σύμβαση για την παροχή υπηρεσιών δεν υπήχθη

λόγω ποσού σε προληπτικό έλεγχο, η συμπληρωματική της υπάγεται στον

έλεγχο αυτόν μόνο αν το ποσό της, συναθροιζόμενο με το ποσό της κύριας

σύμβασης, υπερβαίνει το προβλεπόμενο όριο (ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 133/2012,

250/2011, 264/2010, 222/2010).

Όταν πρόκειται για προληπτικό έλεγχο τροποποιητικών ή

συμπληρωματικών συμβάσεων, η νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου

παρουσιάζει διακυμάνσεις ανάλογα με το είδος της σύμβασης (έργο,

προμήθεια ή υπηρεσία) και ορισμένες φορές μεταξύ όμοιων περιπτώσεων του

ίδιου είδους σύμβασης. Ειδικότερα:

α. Όταν πρόκειται για συμβάσεις προμηθειών οι οποίες έχουν ελεγχθεί

προληπτικά, οι μεταγενέστερες της υπογραφής αυτών τροποποιήσεις των

Page 125: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

125

συμβατικών τους όρων δεν υπόκεινται σε έλεγχο, εάν δεν προκαλούν αύξηση

του οικονομικού αντικειμένου τέτοια, που να υπερβαίνει το εκάστοτε ισχύον

όριο υπαγωγής στον προσυμβατικό έλεγχο (ΕΣ Τμ. IV 107/2010, ΕΣ Κλιμ. ΣΤ΄

178/2012, 80/2012, 75/2012, 56/2012, 181/2009, 74/2009, αντίθετη η ΕΣ

Κλιμ. VII Τμ. 107/2014). Για την υπαγωγή ή μη σε έλεγχο των

συμπληρωματικών συμβάσεων προμηθειών αναφερθήκαμε παραπάνω.

β. Όταν πρόκειται για συμβάσεις παροχής υπηρεσιών και εργασιών, η

νομολογία διαφοροποιείται:

- Άλλοτε γίνεται δεκτό, ότι εάν η σύμβαση έχει ελεγχθεί προληπτικά, οι

μεταγενέστερες της υπογραφής τροποποιήσεις των όρων της δεν υπόκεινται

σε έλεγχο, εάν δεν προκαλούν αύξηση του οικονομικού της αντικειμένου

τέτοια, που να υπερβαίνει το εκάστοτε ισχύον όριο υπαγωγής στον

προσυμβατικό έλεγχο (ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 364/2012, 341/2012, 296/2012, 217/2012,

421/2011, 370/2011, 347/2011, 340/2011, 331/2011, 289/2011, 249/2011,

108/2011, 226/2010, 111/2010, 89/2010, 42/2010).

- Άλλοτε γίνεται δεκτό, ότι εάν η σύμβαση έχει υπαχθεί στον

προσυμβατικό έλεγχο, στον ίδιο έλεγχο υπάγονται και οι τροποποιητικές ή

συμπληρωματικές συμβάσεις, ανεξαρτήτως της αξίας τους (ΕΣ Τμ. VI Αποφ.

2440/2012, 272/2011, 268/2011, ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 433/2012, 219/2012, 207/2012,

180/2011, 71/2011, 36/2011).

γ. Όταν πρόκειται για τεχνικά έργα και η αρχική σύμβαση δεν υπήχθη

λόγω ποσού στον προληπτικό έλεγχο, οι συμπληρωματικές συμβάσεις

υπόκεινται στον έλεγχο αυτό, εάν το ποσό τους αθροιζόμενο με το ποσό της

κύριας σύμβασης υπερβαίνει το εκάστοτε ισχύον (κατά το χρόνο της

υπογραφής τους) όριο (ΕΣ Τμ. VII 148/2008, 118/2008, ΕΣ Τμ. VI 48/2003,

ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 196/2012, 202/2011, 494/2010, 465/2010, 272/2010, 269/2010,

115/2010). Στην περίπτωση αυτή, εάν πρόκειται για ΟΤΑ, αρμοδιότητα για την

άσκηση του προληπτικού ελέγχου της συμπληρωματικής σύμβασης που

υποβάλλεται στο Ελεγκτικό Συνέδριο μετά την 1/1/2011, έχει το οικείο

Κλιμάκιο, εάν η προϋπολογιζόμενη δαπάνη της αρχικής σύμβασης υπερβαίνει

το ποσό των 500.000 ευρώ, χωρίς το ΦΠΑ, ή ο οικείος Επίτροπος, εάν η

προϋπολογιζόμενη δαπάνη της αρχικής σύμβασης δεν υπερβαίνει το

ανωτέρω ποσό (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 11/2012, ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 196/2012).

Page 126: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

126

Εάν η αρχική σύμβαση δημοσίου έργου έχει υπαχθεί στον

προσυμβατικό έλεγχο, στον ίδιο έλεγχο υπόκεινται και οι τροποποιητικές ή

συμπληρωματικές συμβάσεις, ανεξαρτήτως της αξίας τους (ΕΣ Τμ. VI

707/2010 ΘΠΔΔ 2010 σελ. 1099, ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 488/2012, 350/2012, 479/2010,

475/2010, 434/2010, 251/2010, 246/2010, 207/2010, 204/2010, 203/2010). Το

ίδιο ισχύει και όταν πρόκειται για προγραμματική σύμβαση του άρθρου 100

του Ν 3852/2010, δηλαδή εάν έχει ελεγχθεί προληπτικά, στον ίδιο έλεγχο

υπόκεινται και οι μετά τη σύναψη αυτής ουσιώδεις τροποποιήσεις των όρων

της, ανεξαρτήτως οικονομικού αντικειμένου (ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 372/2012).

δ. Εάν η αρχική σύμβαση υπηρεσίας έπρεπε να ελεγχθεί προληπτικά,

αλλά παρ’ όλα αυτά δεν υπήχθη στον έλεγχο αυτό για οποιοδήποτε λόγο, η

σύμβαση που τροποποιεί την αρχική δεν μπορεί να ελεγχθεί προληπτικά,

εφόσον με τον τρόπο αυτό ο έλεγχος θα επεκτεινόταν αναδρομικά και στους

όρους της αρχικής σύμβασης (ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 340/2012, 311/2012, 306/2012,

300/2012, 272/2012, 234/2012, 232/2012, 421/2011, 331/2011, 301/2011,

158/2011).

Σε σύμβαση δημοσίου έργου που έχει ελεγχθεί προληπτικά, το

Ελεγκτικό Συνέδριο δεν έχει αρμοδιότητα να ελέγξει τη νομιμότητα

υποκατάστασης του αρχικού αναδόχου, η οποία ενεργείται κατά τη διάρκεια

εκτέλεσης της σύμβασης (ΕΣ Κλιμ.Ε΄ 160/2012, 488/2011, 390/2011).

Στους διαγωνισμούς κρίσιμος χρόνος για την εξέταση της δικαιοδοσίας

του Ελεγκτικού Συνεδρίου, για την υποβολή δηλαδή ή μη της σύμβασης στον

έλεγχο, είναι ο χρόνος της κατακύρωσης του αποτελέσματος, έτσι ώστε αν

κατά το χρόνο αυτό το ύψος της προϋπολογιζόμενης δαπάνης υπερβαίνει το

ισχύον κατά περίπτωση όριο πρέπει να υπαχθεί η σύμβαση στον

προηγούμενο έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, διαφορετικά είναι άκυρη (ΕΣ

Τμ. VI Αποφ. 2492/2012, 2444/2012, ΕΣ Τμ. IV 174/2010, ΕΣ Κλιμ. VII Τμ.

130/2012, 1/2012).

Σε περίπτωση κήρυξης έκπτωτου του αναδόχου δημοσίου έργου, λόγω

μη προσέλευσης για υπογραφή της σύμβασης στην ταχθείσα προθεσμία,

κρίσιμος χρόνος για την υπαγωγή ή μη της σύμβασης στον προληπτικό

έλεγχο είναι η απόφαση ανάθεσης της εκτέλεσης του έργου στο δεύτερο

μειοδότη (ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 47/2011). Εάν ο εργολάβος κηρυχθεί έκπτωτος κατά τη

διάρκεια εκτέλεσης της σύμβασης και πριν αυτή ολοκληρωθεί, η νέα σύμβαση

Page 127: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

127

που συνάπτεται με το δεύτερο ή τον τρίτο κ.λ.π. μειοδότη (άρθρο 61 παρ. 13

Ν 3669/2008), υπόκειται σε προληπτικό έλεγχο μόνον εάν η

προϋπολογιζόμενη δαπάνη αυτής υπερβαίνει αυτοτελώς το εκάστοτε

προβλεπόμενο όριο του προσυμβατικού ελέγχου (Κλιμ. VII Τμ. 108/2012).

Για το σκοπό του ελέγχου ο οικείος φορέας υποβάλλει στο Κλιμάκιο Ε΄

(αν πρόκειται για δημόσιο έργο) ή στο Κλιμάκιο ΣΤ΄ (αν πρόκειται για

προμήθεια) ή στο Κλιμάκιο Ζ΄ (αν πρόκειται για υπηρεσίες) ή στον οικείο

Επίτροπο, κατά περίπτωση, το φάκελο με όλα τα σχετικά έγγραφα και

στοιχεία και το ανυπόγραφο σχέδιο της σύμβασης. Εάν ο φάκελος είναι

ελλιπής, το Κλιμάκιο ορίζει τα ελλείποντα στοιχεία και αναβάλλει την κρίση του

μέχρι αυτά να υποβληθούν (άρθρο 35 παρ. 1 Ν 4129/2013).

Ο οικείος φορέας μπορεί να ζητήσει τη διενέργεια του ελέγχου και πριν

ολοκληρωθεί η διαδικασία ανάθεσης, για επί μέρους φάσεις αυτής (άρθρο 278

παρ. 3 Ν 3852/2010 - άρθρο 36 παρ. 3 Ν 4129/2013). Στην περίπτωση αυτή

τα υπόλοιπα στοιχεία υποβάλλονται μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας,

πριν από την υπογραφή της σύμβασης. Σε περίπτωση που ζητείται έλεγχος

για επί μέρους φάση της σχετικής διαδικασίας, πρέπει η φάση αυτή να έχει

ολοκληρωθεί με την έκδοση εκτελεστής διοικητικής πράξης, διαφορετικά δεν

μπορεί να υπαχθεί σε προληπτικό έλεγχο (ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 353/2010). Εάν η επί

μέρους φάση της διαδικασίας της οποίας ζητείται ο έλεγχος αφορά στη

διακήρυξη του διαγωνισμού, ο έλεγχος δεν μπορεί να ασκηθεί εάν η

διακήρυξη δεν περιεβλήθη όλων των τύπων δημοσιότητας που προβλέπει ο

νόμος, αλλά αποτελεί απλό σχέδιο διακήρυξης (ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 40/2012). Μπορεί

όμως να ελεγχθεί προληπτικά η επί μέρους φάση που περιλαμβάνει την

έγκριση της διακήρυξης, την τήρηση των διατυπώσεων δημοσιότητας και την

άπρακτη παρέλευση της προθεσμίας για την υποβολή ενστάσεων κατά της

διακήρυξης ή, αν υποβλήθηκαν ενστάσεις, τις αποφάσεις που εκδόθηκαν επ’

αυτών (ΕΣ Κλιμ. ΣΤ΄ 151/2012, 20/2012).

Ο έλεγχος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ολοκληρώνεται μέσα σε τριάντα

(30) ημέρες από τη διαβίβαση σε αυτό του σχετικού φακέλου (άρθρο 278

παρ. 4 Ν 3852/2010 - άρθρο 36 παρ. 4 Ν 4129/2013), εφόσον αυτός περιέχει

όλα τα απαιτούμενα για τον έλεγχο στοιχεία. Η προθεσμία αυτή είναι

ενδεικτική και η παραβίασή της δεν συνεπάγεται ακυρότητα της Πράξης του

Κλιμακίου ή του Επιτρόπου. Αν ζητηθούν συμπληρωματικά στοιχεία, η

Page 128: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

128

προθεσμία διακόπτεται και ξαναρχίζει όταν υποβληθούν τα στοιχεία αυτά (ΕΣ

Τμ. VI Απόφ. 262/2011, ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 132/2010, 127/2010, 115/2010, ΕΣ Κλιμ.

ΣΤ΄ 73/2009, ΕΣ Κλιμ. Ζ΄ 95/2010, 76/2010, 12/2006 κ.ά.).

Η Πράξη του Κλιμακίου ή του Επιτρόπου κοινοποιείται με

τηλεομοιοτυπία (FAX) στον αρμόδιο φορέα, ο οποίος υποχρεούται αμελλητί

να την κοινοποιήσει επίσης με τηλεομοιοτυπία σε όλους όσους συμμετείχαν

στην ελεγχόμενη διαγωνιστική διαδικασία. Προϊστάμενοι υπηρεσιών ή άλλα

αρμόδια όργανα που ενεργούν κατά παράβαση της ανωτέρω υποχρέωσης,

διώκονται αυτεπάγγελτα για παράβαση καθήκοντος κατά το άρθρο 259 του

Ποινικού Κώδικα και παραπέμπονται υποχρεωτικά στην αρμόδια πειθαρχική

δικαιοδοσία (άρθρο 35 παρ. 2 Ν 4129/2013).

Η Πράξη του Κλιμακίου ή του Επιτρόπου που αποφαίνεται ότι κωλύεται

η σύναψη της σύμβασης, δεν θεωρείται δικαστική απόφαση και υπόκειται σε

αίτηση ανάκλησης ενώπιον του VI Τμήματος του Ελεγκτικού Συνεδρίου

(άρθρο 279 Ν 3852/2010 - άρθρο 35 παρ. 5 Ν 4129/2013).

Από τη δημοσίευση του νόμου 4146/2013 (18/4/2013), οι αιτήσεις

ανάκλησης των πράξεων των Κλιμακίων που αποφαίνονται ότι κωλύεται η

υπογραφή της ελεγχόμενης σύμβασης, υποβάλλονται στη γραμματεία του αρ-

μόδιου Τμήματος, σε περίπτωση πλάνης περί τα πράγματα ή το νόμο, από

αυτόν που έχει σπουδαίο έννομο συμφέρον προς τούτο, ή από τον Γενικό

Επίτροπο της Επικρατείας, χάριν του δημοσίου συμφέροντος, μέσα σε

δεκαπέντε ημέρες από την κοινοποίηση της πράξης του Κλιμακίου στον οικείο

φορέα και στον Γενικό Επίτροπο (άρθρο 35 παρ. 5 εδάφιο πρώτο Ν

4129/2013, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από την παρ. 2 του άρθρου 73 του Ν

4146/2013). Οι πράξεις που αποφαίνονται ότι δεν κωλύεται η σύναψη της

σύμβασης δεν υπόκεινται σε αίτηση ανάκλησης, υπόκεινται όμως σε αυτή οι

πράξεις με τις οποίες το Κλιμάκιο απέχει του ελέγχου (ΕΣ Τμ. VI Απόφ.

2026/2014).

Η δεκαπενθήμερη προθεσμία για την υποβολή της αίτησης ανάκλησης

είναι αποκλειστική και αρχίζει για όλους, πλην του Γενικού Επιτρόπου της

Επικρατείας, από την κοινοποίηση της πράξης του Κλιμακίου στην

αναθέτουσα αρχή (ΕΣ Τμ. Μείζ.-Επταμ. 2658/2012, 2316/2012, 1981/2012,

ΕΣ Τμ. VI Αποφ. 1979/2012, 1671/2012, 1667/2012, 1134/2012, 857/2012,

839/2012, 601/2012, 254/2012, 27/2012, 2196/2011, 2756/2011, 2755/2011,

Page 129: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

129

1785/2011, 787/2011, 582/2011, 581/2011, 267/2011, 260/2011, 259/2011).

Η κοινοποίηση γίνεται από τη γραμματεία του δικαστηρίου με τηλεομοιοτυπία

(FAX) υπό τους όρους του άρθρου 14 του Ν 2672/98. Σε περίπτωση

κοινοποίησης με FAX θεωρείται ότι αυτή συντελέσθηκε την ημερομηνία και

την ώρα που αφήνει το αποτύπωμα της τηλεομοιοτυπικής συσκευής

αποστολής, εφόσον η ώρα αυτή είναι εντός του νόμιμου ωραρίου εργασίας

των δημοσίων υπηρεσιών, χωρίς να εξετάζεται ο χρόνος πρωτοκόλλησης του

εισερχόμενου εγγράφου από την υπηρεσία (ΕΣ Τμ. Μείζ.-Επταμ. 3431/2011,

3207/2011, 2163/2011, 1654/2011, ΕΣ Τμ. VI Απόφ. 1639/2011). Η αναστολή

των δικονομικών προθεσμιών κατά τη διάρκεια των δικαστικών διακοπών δεν

αφορά την ανωτέρω δεκαπενθήμερη προθεσμία (ΕΣ Τμ. Μείζ.-Επταμ.

2762/2011, ΕΣ Τμ. VI 2756/2011, 2247/2011). Η υποβολή της αίτησης μπορεί

να γίνει όχι μόνο με κατάθεση αλλά και με οποιοδήποτε άλλον τρόπο, όπως η

αποστολή μέσω ταχυδρομείου ή υπηρεσίας ταχυμεταφορών ή και με

τηλεομοιοτυπία (ΕΣ Τμ. Μείζ.-Επταμ. 1024/2013, 1511/2012).

Η αίτηση ανάκλησης χωρεί για πλάνη περί τα πράγματα ή πλάνη περί

το νόμο. Δεύτερη αίτηση ανάκλησης δεν επιτρέπεται. Η αίτηση κοινοποιείται

χωρίς υπαίτια καθυστέρηση, με επιμέλεια του αιτούντος, σε καθένα που έχει

έννομο συμφέρον. Ο Πρόεδρος του Τμήματος μπορεί να διατάξει τη

γνωστοποίηση με οποιονδήποτε τρόπο της αίτησης ανάκλησης και σε άλλους

που έχουν κατά την κρίση του έννομο συμφέρον. Η Πράξη του Τμήματος δεν

μπορεί να προσβληθεί με αίτηση ακύρωσης στο Συμβούλιο της Επικρατείας

ούτε με αίτηση αναίρεσης στο Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΣ Ολ 2822/2011). Κατά

τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 35 του Ν

4129/2013.

Κατά των αποφάσεων του Τμήματος χωρεί αίτηση αναθεώρησης που

ασκείται από το δημόσιο ή την αναθέτουσα αρχή ή από αυτόν που είχε

παρέμβει κατά την εκδίκαση της αίτησης ή από τον Γενικό Επίτροπο της

Επικρατείας, για παράβαση της νόμιμης διαδικασίας σύναψης της σύμβασης,

για εσφαλμένη ερμηνεία ή εφαρμογή του νόμου καθώς και σε περίπτωση

πλάνης περί τα πράγματα ή προσαγωγής νέων κρίσιμων στοιχείων (άρθρο 37

παρ. 1 Ν 4129/2013).

Η αίτηση αναθεώρησης ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία

δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης

Page 130: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

130

απόφασης, από τη γραμματεία του Τμήματος, σε όλους τους διαδίκους που

συμμετείχαν στη συζήτηση της αίτησης ανάκλησης ενώπιον του Τμήματος

(άρθρο 37 παρ. 2 Ν 4129/2013). Αίτηση αναθεώρησης που υποβάλλεται με

οποιοδήποτε άλλον τρόπο πλην της κατάθεσης αυτής στη γραμματεία του

δικαστηρίου, καθίσταται απαράδεκτη (ΕΣ Τμ. Μείζ.-Επταμ. 3/2012,

3431/2011). Η προθεσμία αρχίζει από την κοινοποίηση της σχετικής

απόφασης του Τμήματος στην αναθέτουσα αρχή (ΕΣ Τμ. Μείζ.-Επταμ.

37/2013).

Η αίτηση αναθεώρησης κοινοποιείται με επιμέλεια του αιτούντος στο

δημόσιο και σε όσους είχαν μετάσχει στην εκδίκαση της αίτησης ανάκλησης.

Ο Πρόεδρος του αρμόδιου Τμήματος μπορεί να διατάξει τη γνωστοποίηση με

οποιονδήποτε τρόπο της αίτησης και σε άλλους που έχουν κατά την κρίση του

έννομο συμφέρον. Δεύτερη αίτηση αναθεώρησης κατά της ίδιας απόφασης

δεν επιτρέπεται (άρθρο 37 παρ. 3 Ν 4129/2013).

Η αίτηση αναθεώρησης εκδικάζεται από Τμήμα του Ελεγκτικού

Συνεδρίου επταμελούς σύνθεσης, το οποίο συγκροτείται από τον Πρόεδρο

του Ελεγκτικού Συνεδρίου και έξι (6) μέλη, τα οποία ορίζονται από την

Ολομέλεια του δικαστηρίου μεταξύ των αρχαιότερων συμβούλων με

ισάριθμους αναπληρωματικούς (άρθρο 37 παρ. 4 Ν 4129/2013).

Το Τμήμα επταμελούς σύνθεσης δικάζει την αίτηση αναθεώρησης σε

δημόσια συνεδρίαση, επιτρέπεται δε μία μόνο αναβολή της συζήτησης.

Όποιος έχει σπουδαίο έννομο συμφέρον μπορεί να ασκήσει εγγράφως ή

προφορικά παρέμβαση μέχρι τη συζήτηση της αίτησης στο ακροατήριο. Οι

διάδικοι μπορούν να υποβάλουν υπόμνημα μέσα σε τρεις (3) ημέρες από τη

συζήτηση της αίτησης αναθεώρησης στο ακροατήριο. Τα ίδια ισχύουν και για

την εκδίκαση της αίτησης ανάκλησης από το VI Τμήμα (άρθρο 37 παρ. 5 και 7

Ν 4129/2013).

Αν γίνει δεκτή η αίτηση αναθεώρησης, το Τμήμα αποφασίζει οριστικά

για την ελεγχόμενη σύμβαση. Κατά της απόφασης του Τμήματος επί της

αίτησης αναθεώρησης δεν επιτρέπεται η άσκηση οποιουδήποτε άλλου

ένδικου μέσου (άρθρο 37 παρ. 8 Ν 4129/2013). Αίτηση αναθεώρησης κατά

της απόφασης του Τμήματος Μείζονος-Επταμελούς Σύνθεσης απορρίπτεται

ως απαράδεκτη (ΕΣ Τμ. Μείζ.-Επταμ. 2168/2011).

Page 131: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

131

Ο ασκούμενος από το Ελεγκτικό Συνέδριο προληπτικός έλεγχος της

νομιμότητας των συμβάσεων δεν αποτελεί άσκηση δικαιοδοτικής εξουσίας και

η πράξη που εκδίδεται δεν υποκαθιστά τον ασκούμενο από το Συμβούλιο της

Επικρατείας ή το Διοικητικό Εφετείο έλεγχο επί της νομιμότητας της

διοικητικής διαδικασίας που συνδέεται με τη σύναψη των συμβάσεων (ΣτΕ Ολ

2473/2008 ΘΠΔΔ 2009 σελ. 38). Συνεπώς, παραδεκτά ασκείται αίτηση

ακυρώσεως και αίτηση αναστολής ή αίτηση ασφαλιστικών μέτρων κατά

πράξης της αναθέτουσας αρχής, η οποία εκδόθηκε κατόπιν Πράξης του

Ελεγκτικού Συνεδρίου στα πλαίσια του προσυμβατικού ελέγχου (ΣτΕ ΕπΑν

77/2008 ΘΠΔΔ 2008 σελ. 1225, ΣτΕ 168/2004 ΝοΒ 2005 σελ. 1717, ΣτΕ

ΕπΑν 224/2012, 249/2011).

Επίσης, το Ελεγκτικό Συνέδριο, κατά τον ασκούμενο από αυτό

προληπτικό ή προσυμβατικό έλεγχο δεσμεύεται από τις αποφάσεις που

εκδίδονται επί αιτήσεων ασφαλιστικών μέτρων του Ν 3886/2010 από το

Συμβούλιο της Επικρατείας ή τα διοικητικά εφετεία (ΕΣ Ολ Πρακτικά της 16ης

Γενικής Συνεδρίασης της 19ης Σεπτεμβρίου 2012 Θέματα Γ΄ και Δ΄ ΘΠΔΔ

2013 σελ. 83).

Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κατά τον

έλεγχο των συμβάσεων το Κλιμάκιο διατυπώνει αρνητική κρίση μόνο στην

περίπτωση που διαπιστώνει ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες των διοικητικών

πράξεων της διαγωνιστικής διαδικασίας ή του σχεδίου της σύμβασης.

Ουσιώδεις νομικές πλημμέλειες είναι εκείνες, με τις οποίες νοθεύεται ο

ελεύθερος ανταγωνισμός ή πλήττεται η διαφάνεια της όλης διαδικασίας ή δεν

διασφαλίζεται το δημόσιο συμφέρον (ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 46/2011, 44/2011, 43/2011,

38/2011 κ.ά.).

Εφόσον η σύμβαση έχει ελεγχθεί προληπτικά από το Ελεγκτικό

Συνέδριο και έχει εκδοθεί θετική οριστική Πράξη, με την οποία αυτό

αποφαίνεται ότι δεν κωλύεται η υπογραφή της, δεν επιτρέπεται στη συνέχεια

τα διοικητικά όργανα που διενεργούν έλεγχο των δαπανών να αμφισβητήσουν

τη νομιμότητα της σύμβασης ή των πράξεων της διαδικασίας που τηρήθηκε

για την κατάρτισή της (ΕΣ Κλιμ. VII Τμ. 98/2012, 97/2012, ΕΣ Τμ. IV

179/2011, ΕΣ Τμ. VII Πρακτικά της 19ης Συνεδρίασης της 21ης Ιουνίου 2011).

Ο προσυμβατικός έλεγχος είναι αντικειμενικός, ανεξαρτήτως της

αποδοχής του αποτελέσματος από τους διαγωνιζόμενους και της μη

Page 132: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

132

υποβολής από αυτούς ενστάσεων ή ενδίκων βοηθημάτων (ΕΣ Τμ. VI Αποφ.

473/2011, 472/2011).

Συμβάσεις έργων, προμηθειών, μελετών και υπηρεσιών, οι οποίες

συγχρηματοδοτούνται από κοινοτικούς πόρους, υπάγονται στον

προσυμβατικό έλεγχο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφόσον η

προϋπολογιζόμενη δαπάνη (χωρίς το ΦΠΑ) υπερβαίνει το ποσό των

5.000.000,00 ευρώ, ή, αν η κατακυρωτική απόφαση εκδίδεται από 18/4/2013

και εφεξής, το ποσό των 10.000.000 ευρώ. Ο έλεγχος αυτός περατώνεται

μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την κατάθεση του σχετικού φακέλου στο

Ελεγκτικό Συνέδριο. Σε περίπτωση που από τον έλεγχο διαπιστωθεί έλλειψη

στοιχείων, αυτά ζητούνται από τον αρμόδιο φορέα πριν από την παρέλευση

της προθεσμίας. Ο έλεγχος ολοκληρώνεται μετά την κατάθεση και των

συμπληρωματικών στοιχείων μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δεκαπέντε

(15) ημερών. Εάν παρέλθουν οι ανωτέρω προθεσμίες χωρίς το σχέδιο

σύμβασης να έχει απορριφθεί με αιτιολογημένη πράξη του Ελεγκτικού

Συνεδρίου, θεωρείται τούτο εγκεκριμένο (άρθρο 35 παρ. 3 Ν 4129/2013,

όπως αυτό τροποποιήθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 73 του Ν 4146/2013,

Εγκ. Υπ. ΠΕΧΩΔΕ Δ17γ/05/Φ.1.3/2008).

Οι προγραμματικές συμβάσεις, οι οποίες συνάπτονται μεταξύ δύο

αναθετουσών αρχών, όπως αυτές ορίζονται στην παρ. 9 του άρθρου 1 του Ν

3316/2005, και αφορούν συγχρηματοδοτούμενα έργα, δεν εμπίπτουν στον

προσυμβατικό έλεγχο νομιμότητας του Ελεγκτικού Συνεδρίου, εφόσον το

ύψος του προϋπολογισμού των έργων, στα οποία αφορά η προγραμματική

σύμβαση, είναι κατώτερο των 10.000.000,00 ευρώ. Για τις συμβάσεις

ανάθεσης έργων, προμηθειών και υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των

μελετών, που συνάπτονται στο πλαίσιο των προγραμματικών συμβάσεων,

ισχύει το όριο των 10.000.000,00 ευρώ (άρθρο 35 παρ. 4 Ν 4129/2013).

Οι ανωτέρω διατάξεις περί ελέγχου των συγχρηματοδοτούμενων

συμβάσεων είναι ειδικές και υπερισχύουν των διατάξεων του άρθρου 278 του

Ν 3852/2010. Συνεπώς όταν πρόκειται για συμβάσεις έργων, προμηθειών και

υπηρεσιών των ΟΤΑ, οι οποίες συγχρηματοδοτούνται από κοινοτικούς

πόρους, εξακολουθούν και μετά την 01/01/2011 να ισχύουν τα παραπάνω

όρια των 5.000.000 και 10.000.000 ευρώ (ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 388/2012, 387/2012,

363/2012, 334/2012, 333/2012, 291/2012, 212/2012, 25/2012, 606/2011,

Page 133: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

133

554/2011, 549/2011, 536/2011, 391/2011, 388/2011, 387/2011, 369/2011,

361/2011, 349/2011, 337/2011, 269/2011, 267/2011, 260/2011, 241/2011,

194/2011, 185/2011, 183/2011, 182/2011, 174/2011, 170/2011, 168/2011,

161/2011, 159/2011, 146/2011, 144/2011, 138/2011, 137/2011, 136/2011,

129/2011, 120/2011, 116/2011, 107/2011, 106/2011, 104/2011, 101/2011,

100/2011, 92/2011, 90/2011, 83/2011, 79/2011, 67/2011, 63/2011, 62/2011,

53/2011, 51/2011, ΕΣ Κλιμ. ΣΤ΄ 4/2012, 54/2011, 24/2011). Τα ίδια όρια

ισχύουν και για τις συμβάσεις των έργων που συγχρηματοδοτούνται από το

Χρηματοδοτικό Μηχανισμό του Ενιαίου Οικονομικού Χώρου (ΕΣ Τμ. VI Πράξη

1/2011, ΕΣ Κλιμ. Ε΄ 189/2011).

Ως «συγχρηματοδοτούμενο» θεωρείται το έργο για το οποίο έχει ήδη

εξασφαλισθεί η χρηματοδότησή του από πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης

και όχι απλώς το έργο που πρόκειται να ενταχθεί σε κάποιο πρόγραμμα (ΕΣ

Κλιμ. Ε΄ 391/2011).

Πράξεις του Ελεγκτικού Συνεδρίου που εκδίδονται για συμβάσεις αξίας

κάτω των ανωτέρω ορίων, είναι νομικά πλημμελείς (ΕΣ Τμ. VI Αποφ.

2489/2012, 2485/2012).

2.3 Έλεγχος είσπραξης εσόδων.

Ο Επίτροπος που είναι αρμόδιος για τον προληπτικό έλεγχο των

δαπανών, μπορεί από 1/1/2011 να παρακολουθεί κατά τη διάρκεια του έτους

την κανονική είσπραξη των εσόδων των ΟΤΑ και των νομικών τους

προσώπων (άρθρο 277 παρ. 1 Ν 3852/2010 - άρθρο 52 παρ. 1 Ν

4129/2013).

Εάν διαπιστώσει αδράνεια είσπραξης, καλεί τα όργανα διοίκησης και

τις οικονομικές υπηρεσίες να προβούν στις απαιτούμενες ενέργειες μέσα σε

εύλογη προθεσμία. Το έγγραφο του Επιτρόπου κοινοποιείται στον Γενικό

Γραμματέα της Αποκεντρωμένης Διοίκησης και στον Ελεγκτή Νομιμότητας

(άρθρο 277 παρ. 2 Ν 3852/2010 - άρθρο 52 παρ. 2 Ν 4129/2013).

Εάν τα όργανα διοίκησης ή οι προϊστάμενοι των οικονομικών

υπηρεσιών συνεχίζουν από δόλο ή βαριά αμέλεια να αδρανούν για την

είσπραξη των εσόδων, ο Επίτροπος ενεργεί ως εξής:

Page 134: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

134

- Παραπέμπει με αιτιολογημένη εισήγηση τους υπαίτιους που έχουν

την ιδιότητα του αιρετού στην τριμελή επιτροπή της παρ. 2 του άρθρου 232

του Ν 3852/2010, προκειμένου να καταλογισθεί σε βάρος τους η θετική ζημία

που προκάλεσαν στο δήμο.

- Παραπέμπει τους υπαίτιους υπαλλήλους στο Ελεγκτικό Συνέδριο,

προκειμένου να καταλογισθεί σε βάρος τους η ζημία που προκάλεσαν στο

δήμο ή στα νομικά του πρόσωπα (άρθρο 277 παρ. 3 Ν 3852/2010 - άρθρο 52

παρ. 3 Ν 4129/2013).

2.4 Γενικό Λογιστήριο του Κράτους.

Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους ασκεί απολογιστικό έλεγχο στην

οικονομική διαχείριση των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και

δεύτερου βαθμού καθώς και των επιχειρήσεων και οργανισμών τους (άρθρο 3

περίπτ. 13 Ν 2362/95, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4 του Ν

3871/2010). Ασκεί επίσης έλεγχο στη διαχείριση των προγραμμάτων που

χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή άλλες διεθνείς οργανισμούς

(άρθρο 3 περίπτ. 15 Ν 2362/95, όπως αυτό αντικαταστάθηκε από το άρθρο 4

του Ν 3871/2010).

Σε έκτακτες περιπτώσεις μπορεί, με απόφαση του Υπουργού

Οικονομικών, να ανατίθεται σε υπαλλήλους του Γενικού Λογιστηρίου του

Κράτους η διενέργεια έκτακτου ελέγχου της οικονομικής διαχείρισης των

φορέων του δημοσίου, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και οι ΟΤΑ. Με

την ίδια απόφαση καθορίζεται το περιεχόμενο και η έκταση του ελέγχου

καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια (άρθρο 13 παρ. 25 Ν 2601/98,

όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 6 του άρθρου 39 του Ν 2648/98).

2.5. Έλεγχος από την Γενική Διεύθυνση Δημοσιονομικών Ελέγχων.

Με το νόμο 3492/2006 (ΦΕΚ 210/Α) συστάθηκε στο Υπουργείο

Οικονομικών Γενική Διεύθυνση Δημοσιονομικών Ελέγχων, με σκοπό τη

διασφάλιση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης του προϋπολογισμού

του κράτους και των φορέων που καθορίζονται με κοινή απόφαση του

Υπουργού Οικονομικών και του καθ’ ύλην αρμόδιου Υπουργού.

Page 135: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

135

Η Γ.Δ.Δ.Ε. έχει τις ακόλουθες αρμoδιότητες (άρθρο 2 παρ. 1 Ν

3492/2006):

α) Ασκεί έλεγχο:

(1) στη διαχείριση του προϋπολογισμού των φορέων του άρθρου 3 του

Ν 3492/2006, προκειμένου να διαπιστωθεί ιδίως αν: αα) όλα τα ποσά τα

οποία ψηφίζονται ή χορηγούνται, δαπανώνται και χρησιμοποιούνται για τους

σκοπούς για τους οποίους εγκρίθηκαν ή χορηγήθηκαν, ββ) κατά την

πραγματοποίηση των δαπανών τηρούνται οι ισχύουσες διατάξεις καθώς και οι

αρχές της δημοσιονομικής δέσμευσης, της νομικής δέσμευσης και της

χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, γγ) λαμβάνονται όλα τα απαραίτητα

μέτρα για την εξασφάλιση της είσπραξης των εσόδων, δδ) όλα τα έσοδα

εισπράττονται και εμφανίζονται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις,

(2) στα συστήματα διαχείρισης και ελέγχου, προκειμένου να

διαπιστωθεί η επάρκειά τους.

β) Λαμβάνει ή εισηγείται τα κατάλληλα μέτρα για τη βελτίωση των

συστημάτων διαχείρισης και ελέγχου των φορέων, ώστε να συμβάλει: αα)

στην προστασία των οικονομικών συμφερόντων τους, ββ) στη σύννομη και

αποτελεσματική διαχείριση των χρημάτων που δαπανούν και γγ) στην

καταπολέμηση της απάτης, της δωροδοκίας καθώς και κάθε άλλης

παράνομης δραστηριότητας που είναι επιζήμια για τα οικονομικά συμφέροντά

τους.

γ) Επιβάλλει τις προβλεπόμενες από το νόμο κυρώσεις.

δ) Συνεργάζεται με αντίστοιχες υπηρεσίες άλλων κρατών και ιδίως της

Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ζητήματα σχετικά με την άσκηση των αρμοδιοτήτων

της.

ε) Συντάσσει ετήσια έκθεση ελέγχου.

Η διάρθρωση και οι αρμοδιότητες των Διευθύνσεων και των Τμημάτων

της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων καθορίζονται με το ΠΔ

24/2008 (ΦΕΚ 48/Α). Ο έλεγχος στους πρωτοβάθμιους ΟΤΑ ασκείται από τη

Διεύθυνση Ελέγχου Υπουργείων, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού.

Με την ΚΥΑ 2/42159/ΔΥΕΠ/2013 (ΦΕΚ 1083/Β) συμπεριελήφθησαν

στους φορείς που ελέγχονται από τη Γενική Διεύθυνση Δημοσιονομικών

Ελέγχων του Υπουργείου Οικονομικών:

I) Οι δήμοι.

Page 136: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

136

II) Τα δημοτικά ιδρύματα και τα δημοτικά ΝΠΔΔ.

III) Οι σχολικές επιτροπές.

IV) Οι σύνδεσμοι ΟΤΑ.

V) Τα δημοτικά λιμενικά ταμεία.

VI) Οι πάσης φύσεως επιχειρήσεις των δήμων.

VII) Οι αστικές εταιρείες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα.

Οι δημοσιονομικοί έλεγχοι διενεργούνται με εντολή του προϊσταμένου

της Γενικής Διεύθυνσης Δημοσιονομικών Ελέγχων και διακρίνονται σε

προγραμματισμένους και έκτακτους. Οι προγραμματισμένοι έλεγχοι

διενεργούνται με βάση ετήσιο πρόγραμμα και οι έκτακτοι ύστερα από

καταγγελίες, δημοσιεύματα, πληροφορίες και βάσιμες υπόνοιες για

δωροδοκίες, απάτες, ατασθαλίες ή διαχειριστικές ανωμαλίες ή ύστερα από

αίτημα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή παραγγελία του αρμόδιου Εισαγγελέα

(άρθρο 13 παρ. 1 Ν 3492/2006).

Ο έλεγχος ασκείται από δημοσιονομικούς ελεγκτές και υπαλλήλους των

Υπηρεσιών Δημοσιονομικού Ελέγχου, επικουρούμενους από βοηθούς

ελεγκτές ή εμπειρογνώμονες (άρθρο 14 παρ. 1 Ν 3492/2006).

Εάν διαπιστώνονται ελλείμματα, πληρωμή αχρεωστήτως

καταβληθέντων ποσών ή μη νόμιμων δαπανών, φθορά ή απώλεια τίτλων,

απαιτήσεων και περιουσιακών στοιχείων του ελεγχόμενου φορέα, που δεν

οφείλονται σε ανωτέρα βία ή απρόβλεπτα γεγονότα, ενεργείται ή προτείνεται

καταλογισμός σε βάρος: α) του υπευθύνου, αν από δόλο ή βαριά αμέλεια

προέβη σε παράνομες πράξεις ή παραλείψεις ή συνέπραξε στην έκδοση

αυτών ή στη μη τήρηση των νόμιμων διαδικασιών πραγματοποίησης της

δαπάνης, β) του προϊσταμένου του, αν αμέλησε να ασκήσει την επιβαλλόμενη

από τη θέση του εποπτεία και να αποτρέψει την πραγμάτωση της μη νόμιμης

πληρωμής, γ) του λαβόντα, αν έχει συντελέσει υπαίτια στη μη νόμιμη

πληρωμή και σε κάθε περίπτωση αχρεώστητης πληρωμής, ανεξάρτητα από

υπαιτιότητα αυτού, δ) των οργάνων διοίκησης του φορέα, αν έχουν συντελέσει

υπαιτίως στη μη νόμιμη πληρωμή. Το καταλογιστέο ποσό προσαυξάνεται με

πρόστιμο δύο τοις εκατό (2%). Αν από τον έλεγχο προκύψει δόλος ή βαριά

αμέλεια σε βάρος των ανωτέρω, η υπόθεση παραπέμπεται στον αρμόδιο

εισαγγελέα για τα περαιτέρω. Σε περίπτωση καταλογισμού σε βάρος

Page 137: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

137

περισσοτέρων προσώπων, αυτά ευθύνονται αλληλεγγύως εις ολόκληρον

(άρθρο 16 παρ. 2 Ν 3492/2006).

Οι πράξεις καταλογισμού και οι αποφάσεις δημοσιονομικών

διορθώσεων προσβάλλονται ενώπιον του Ελεγκτικού Συνεδρίου από

οποιονδήποτε έχει έννομο συμφέρον, εντός της προθεσμίας που προβλέπεται

από τις ισχύουσες διατάξεις περί Ελεγκτικού Συνεδρίου. Η προθεσμία

άσκησης των ενδίκων μέσων κατά των πράξεων και αποφάσεων αυτών και η

άσκησή τους δεν αναστέλλουν την εκτέλεσή τους. Αναστολή εκτέλεσης των

αποφάσεων αυτών επιτρέπεται από το Ελεγκτικό Συνέδριο, μόνο εάν

προξενείται ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογείται η

ευδοκίμηση του ένδικου μέσου (άρθρο 17 παρ. 8 Ν 3492/2006).

Εάν εκδοθεί πράξη καταλογισμού σε βάρος οργάνων διοίκησης των

φορέων, αυτά διώκονται πειθαρχικά κατά τις διατάξεις που διέπουν τον οικείο

φορέα, ύστερα από έκθεση του Προϊσταμένου της Γ.Δ.Δ.Ε. που διαβιβάζεται

στο αρμόδιο για την επιβολή των πειθαρχικών κυρώσεων όργανο, το οποίο

υποχρεούται να κινήσει τη σχετική πειθαρχική διαδικασία (άρθρο 17 παρ. 6 Ν

3492/2006).

Ημερομηνία έναρξης λειτουργίας της Διεύθυνσης Ελέγχου

Υπουργείων, ΝΠΔΔ και ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμού ορίσθηκε η 1η Νοεμβρίου 2012

(Απόφ. Υπ. Οικον. 2/70212/0004/2012, ΦΕΚ 2871/Β).

2.6. Έλεγχος των προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή

Ένωση.

Στις δαπάνες των προγραμμάτων, δραστηριοτήτων ή πρωτοβουλιών

που χρηματοδοτούνται μερικά ή ολικά από κοινοτικούς πόρους, διενεργείται

διαχειριστικός και ουσιαστικός έλεγχος από δημοσιονομικούς υπαλλήλους του

Υπουργείου Οικονομικών (άρθρο 101 Ν 2362/95).

Χρηματοδοτήσεις, ενισχύσεις ή επιδοτήσεις σε φυσικά ή νομικά

πρόσωπα και φορείς που καταβάλλονται στα πλαίσια κοινοτικών πολιτικών

από εθνικούς πόρους ή πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναζητούνται από

το δημόσιο, εφόσον διαπιστωθεί από τα αρμόδια όργανα ότι καταβλήθηκαν

αχρεωστήτως ή παρανόμως (άρθρο 102 Ν 2362/95).

Η αναζήτηση των ανωτέρω χρηματικών ποσών υπόκειται σε πενταετή

παραγραφή, η οποία αρχίζει από την ημερομηνία που διαπιστώνεται η

Page 138: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

138

αχρεώστητη ή παράνομη είσπραξη, εκτός αν ορίζει διαφορετικά το κοινοτικό

δίκαιο. Τα καταλογισθέντα ποσά υπόκεινται σε εικοσαετή παραγραφή (άρθρο

103 Ν 2362/95).

Οι διαχειριστές κοινοτικών πόρων θεωρούνται δημόσιοι υπόλογοι και

υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 56 του νόμου 2362/95 (άρθρο 105 Ν

2362/95).

Η διαδικασία και τα όργανα καταλογισμού των αχρεωστήτως ή

παρανόμως καταβληθέντων ποσών καθορίζονται με κοινή υπουργική

απόφαση (άρθρο 104 Ν 2362/95).

Για τις δαπάνες των προγραμμάτων του Εθνικού Στρατηγικού Πλαισίου

Αναφοράς (ΕΣΠΑ) της περιόδου 2007-2013 (Ν 3614/2007, όπως ισχύει), η

διαδικασία επιβολής των δημοσιονομικών διορθώσεων και ανάκτησης των

αχρεωστήτως ή παρανόμως καταβληθέντων ποσών καθορίζεται από την

υπουργική απόφαση 5058/ΕΥΘΥ 138/2013 (ΦΕΚ 292/Β), με την οποία

τροποποιήθηκαν και κωδικοποιήθηκαν οι διατάξεις της Απόφασης του

Υπουργού Οικονομικών 14053/ΕΥΣ 1749/2008, όπως αυτή τροποποιήθηκε

μεταγενέστερα.

«Δημοσιονομική διόρθωση» είναι η ακύρωση του συνόλου ή μέρους

της κοινοτικής ή και εθνικής συμμετοχής σε ένα έργο ή πράξη, στο πλαίσιο

της συγχρηματοδότησής του από τα επιχειρησιακά προγράμματα της

περιόδου 2007-2013, η οποία είναι ανάλογη της παράτυπης δαπάνης που

πληρώνεται. «Ανάκτηση» είναι η επιστροφή των αχρεωστήτως ή παρανόμως

καταβληθέντων ποσών από το λαβόντα για μη νόμιμη αιτία (άρθρο 7 ΥΑ

14053/ΕΥΣ 1749/2008, ΦΕΚ 540/Β, όπως ισχύει).

Μετά την ολοκλήρωση της διοικητικής ή επιτόπιας

επαλήθευσης/επιθεώρησης από τις αρμόδιες ελεγκτικές αρχές (διαχειριστικές

αρχές, ενδιάμεσους φορείς διαχείρισης κ.λ.π.), συντάσσεται έκθεση

διοικητικής επαλήθευσης ή έκθεση επιθεώρησης/επιτόπιας επαλήθευσης, η

οποία κοινοποιείται στον ελεγχόμενο φορέα (άρθρα 9 και 10 ΥΑ 14053/ΕΥΣ

1749/2008, όπως ισχύουν).

Ο ελεγχόμενος φορέας μπορεί να υποβάλει έγγραφες αντιρρήσεις μέσα

σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών από την κοινοποίηση της έκθεσης. Η

ελεγκτική αρχή εξετάζει τις αντιρρήσεις και εκδίδει σχετική απόφαση (άρθρο

11 ΥΑ 14053/ΕΥΣ 1749/2008, όπως ισχύει).

Page 139: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

139

Εάν εκδοθεί απόφαση ανάκτησης αχρεωστήτως ή παρανόμως

καταβληθέντος ποσού, ο υπόχρεος φορέας καταβάλλει σε οποιαδήποτε ΔΟΥ

το καταλογισθέν ποσό, μέσα σε προθεσμία δεκαπέντε (15) ημερών. Εάν το

ποσό δεν καταβληθεί μέσα στην προθεσμία αυτή, βεβαιώνεται στη ΔΟΥ του

υποχρέου ως δημόσιο έσοδο και εισπράττεται κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ

(άρθρο 15 ΥΑ 14053/ΕΥΣ 1749/2008, όπως ισχύει).

Εφόσον διαπιστώνεται ότι συντρέχουν λόγοι καταλογισμού, η έκδοση

της καταλογιστικής πράξης δεν εξαρτάται από την υπαιτιότητα ή μη των

οργάνων του φορέα υλοποίησης (ΕΣ Ολ Απόφ. 210/2011).

Στα προγράμματα του ΕΣΠΑ ο ΦΠΑ θεωρείται επιλέξιμη δαπάνη,

μόνον εάν ο δικαιούχος της χρηματοδότησης δεν έχει δικαίωμα έκπτωσης του

φόρου (άρθρο 28 ΥΑ 14053/ΕΥΣ 1749/2008, όπως ισχύει). Μετά την

υπαγωγή σε καθεστώς ΦΠΑ της διανομής νερού και της υπηρεσίας

αποχέτευσης (άρθρο 18 Ν 4002/2011), ο ΦΠΑ των συγχρηματοδοτούμενων

έργων των ΟΤΑ, του δημοσίου και των ΝΠΔΔ κατέστη μη επιλέξιμη δαπάνη.

Για το λόγο αυτό, η δαπάνη του μη επιλέξιμου ΦΠΑ χρηματοδοτείται

από το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων (ΠΔΕ) και στη συνέχεια

επιστρέφεται στο δημόσιο κατά τα οριζόμενα στην ΚΥΑ 26931/ΕΥΘΥ

580/2012 (ΦΕΚ 1968/Β). Η ρύθμιση αυτή αφορά: α) Τις

συγχρηματοδοτούμενες πράξεις ύδρευσης και αποχέτευσης που υλοποιούν

ως δικαιούχοι το δημόσιο, ΝΠΔΔ, ΟΤΑ και σύνδεσμοι ΟΤΑ ή πράξεις που

υλοποιούνται μέσω προγραμματικών συμβάσεων από άλλους φορείς για

λογαριασμό του δημοσίου, ΝΠΔΔ, των ΟΤΑ ή των συνδέσμων των ΟΤΑ. β)

Τις συγχρηματοδοτούμενες πράξεις που υλοποιούν οι μη εισηγμένες στο

χρηματιστήριο ανώνυμες εταιρείες του δημοσίου. γ) Τα

συγχρηματοδοτούμενα έργα που κατασκευάζουν οι ΔΕΥΑ σε οικισμούς με

πραγματικό πληθυσμό κάτω των 10.000 κατοίκων (άρθρο 25 παρ. 11 Ν

3614/2007, όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 242 παρ. 3 του Ν

4072/2012, ΚΥΑ 26931/ΕΥΘΥ 580/2012, Εγκ. Υπ. Ανάπτ. 38140/ΕΥΘΥ

760/4-9-2012).

Η χρηματοδότηση του συνόλου του προϋπολογισμού των έργων που

εντάσσονται σε επιχειρησιακά προγράμματα του ΕΣΠΑ με δικαιούχους τις

ΔΕΥΑ, πραγματοποιείται από το ΠΔΕ (άρθρο 14 παρ. 14 Ν 3614/2007, όπως

αυτή προστέθηκε με το άρθρο 21 παρ. 3 του Ν 4111/2013).

Page 140: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

140

ΟΙ ΠΟΡΟΙ ΤΩΝ ΔΗΜΩΝ

Είδος εσόδου Χαρακτήρας εσόδου

1α ΚΑΠ για γενικές ανάγκες Γενικό

1β ΚΑΠ για επενδύσεις Ειδικευμένο

1γ ΚΑΠ για σχολεία Ειδικευμένο

2 Τέλη καθαριότητας και φωτισμού Ανταποδοτικό

3 Τέλος χρήσης κοινοχρήστων χώρων Γενικό

4 Τέλος διαφήμισης Γενικό

5 Τέλος ακίνητης περιουσίας 50% Ειδικευμένο,

50% Γενικό

6 Τέλος παρεπιδημούντων και επί των ακαθαρίστων εσόδων

Γενικό

7 Τέλη ύδρευσης, άρδευσης, αποχέτευσης Ανταποδοτικά

8 Ημερήσιο τέλος λαϊκών αγορών Μικτό (Γενικό και Ανταποδοτικό)

9 Δικαίωμα αμμοληψίας Γενικό

10 Λοιπά τέλη και δικαιώματα χρήσεως κτημάτων, έργων και υπηρεσιών

Γενικά

11 Δυνητικά τέλη και εισφορές Ανταποδοτικά

12 Φόρος ηλεκτροδοτούμενων χώρων Γενικό

13 Τέλη και δικαιώματα νεκροταφείων Ανταποδοτικά

14 Δικαίωμα εμπορίας ποσίμων υδάτων Γενικό

15 Πρόστιμα του ΚΟΚ Γενικά

16 Τέλη ελεγχόμενης στάθμευσης Ειδικευμένο

17 Εισφορά σε χρήμα Ειδικευμένο

18 Εισφορά του ΓΟΚ (απαλλοτριώσεις) Ειδικευμένο

19 Μισθώματα ακινήτων Γενικό

20 Πρόστιμα λατομείων Ειδικευμένα

21 Μισθώματα δημοτικών λατομείων Γενικά

22 Πράσινο τέλος λατομείων (εισπράττεται από το Πράσινο Ταμείο)

Ειδικευμένο

23 Μισθώματα και τέλη δημοσίων μεταλλείων Ειδικευμένα

24 Μισθώματα καλλιεργήσιμης γης Γενικά

25 Μισθώματα δασικών εκτάσεων Γενικά

26 Μισθώματα δημοτικών ιχθυοτροφείων Γενικά

27 Εκποίηση ακινήτων Ειδικευμένα

Page 141: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

141

Είδος εσόδου Χαρακτήρας εσόδου

28 Εκποίηση κινητών Γενικά

29 Έσοδα από προγραμματικές συμβάσεις Ειδικευμένα

30 Δάνεια Ειδικευμένα

31 Πρόστιμα και προσαυξήσεις Γενικά

32 Δωρεές, κληρονομίες, κληροδοσίες Γενικά ή Ειδικευμένα

33 Έσοδα από δαπάνες για λογαριασμό τρίτων (αποκατάσταση οδών και πεζοδρομίων)

Ειδικευμένα

34α Ειδικό τέλος λατομικών προϊόντων (αδρανή υλικά)

Γενικό

34β Ειδικό τέλος λατομικών προϊόντων (βιομηχ. Ορυκτά)

Ειδικευμένο

35 Μισθώματα δημοσίων λατομείων Γενικά

36 Δικαίωμα χρήσης σφαγείων Ανταποδοτικό

37α Δικαίωμα βοσκής Ανταποδοτικό εν μέρει

37β Δικαίωμα βοσκής βελτιωμένων βοσκοτόπων Ανταποδοτικό

37γ Δικαίωμα βοσκής χορτολιβαδικών εκτάσεων Ανταποδοτικό

38 Σταθμικά και μετρικά δικαιώματα Γενικά

39 Τέλος παροπλιζόμενων πλοίων Ειδικευμένο

40 Μισθώματα υδατοκαλλιεργειών Γενικά

41 Πρόστιμα για περιβαλλοντικές παραβάσεις (εισπράττονται από το Πράσινο Ταμείο)

Ειδικευμένα

42 Πολεοδομικά πρόστιμα Ειδικευμένα

43 Παράβολα καταστημάτων Γενικά

44 Έσοδα από διάθεση δασικών προϊόντων Γενικά

45 Έσοδα από δημοτικές επιχειρήσεις Ειδικευμένα

46 Τόκοι καταθέσεων Γενικά

47 Φόρος ζύθου Γενικό

48 Δικαίωμα χρήσης αποκαλυπτόμενων καλλιεργητικών εκτάσεων

Γενικό

49 Δικαίωμα χρήσης δημοτικών κατοικιών Γενικό

50 Τέλος οικοδομικών αδειών Ειδικευμένο

51 Δημοτικός φόρος Δωδεκανήσου Γενικό

52 Παράβολα αλλοδαπών Ειδικευμένο

53 Τέλος Α.Π.Ε. Ειδικευμένο

54 Έσοδα από τουριστικούς λιμένες και ζώνες αγκυροβολίου

Ανταποδοτικά

Page 142: Κρίσιμα Ζητήματα Θεσμικού Πλαισίου ΟΤΑ-κος Ιωάννης Θεοδώου

142

Είδος εσόδου Χαρακτήρας εσόδου

55 Ειδική εισφορά υπέρ ΟΤΑ όπου λειτουργούν διυλιστήρια πετρελαίου

Ειδικευμένο

56 Ειδική εισφορά υπέρ ΟΤΑ όπου λειτουργούν λιγνιτικοί σταθμοί

Ειδικευμένο

57 Τέλος επανάχρησης κτιρίων τουριστικών καταλυμάτων

Ειδικευμένο

58 Τέλος εγκαταλελειμμένων τουριστικών καταλυμάτων (εισπράττεται από το Πράσινο Ταμείο)

Ειδικευμένο

59 Ειδικό τέλος κατανάλωσης φυσικού αερίου Ειδικευμένο

60 Ανταποδοτικό τέλος απαλλοτρίωσης Ανταποδοτικό

61 Πρόστιμα για το κάπνισμα Γενικό

62 Πρόστιμα για ζώα συντροφιάς Ειδικευμένα

63 Μισθώματα αλυκών Γενικό

64 Αντισταθμιστικό όφελος υπέρ ΟΤΑ όπου λειτουργούν εγκαταστάσεις αποβλήτων

Ειδικευμένο εν μέρει

65 Πρόστιμα σε θέατρα χωρίς άδεια Γενικό

66 Ανταποδοτικό τέλος για δεσποζόμενα ζώα συντροφιάς

Ανταποδοτικό

67 Πρόστιμα για παράνομες εκθέσεις Γενικό