ΛΟΓΓΙΝΟΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

34
ΛΟΓΓΙΝΟΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ: Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ . ΜΑΘΗΜΑ : ΑΡΧΑΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ, ΤΟ ΠΕΡΙ ΥΨΟΥΣ ΤΟΥ ΛΟΓΓΙΝΟΥ ΚΑΙ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΩΝ : ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α. Ε. ΚΑΛΟΣΠΥΡΟΣ ΦΟΙΤΗΤΗΣ: ΖΥΓΟΥΛΗΣ Ν. ΦΩΤΙΟΣ Α Μ. ΜΙΘΕ: 220122

Transcript of ΛΟΓΓΙΝΟΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Page 1: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

ΛΟΓΓΙΝΟΣ ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ: Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ.

ΜΑΘΗΜΑ: ΑΡΧΑΙΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ, ΤΟ ΠΕΡΙ ΥΨΟΥΣ ΤΟΥ ΛΟΓΓΙΝΟΥ ΚΑΙ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ

ΔΙΔΑΣΚΩΝ: ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α. Ε. ΚΑΛΟΣΠΥΡΟΣ

ΦΟΙΤΗΤΗΣ: ΖΥΓΟΥΛΗΣ Ν. ΦΩΤΙΟΣΑ Μ. ΜΙΘΕ: 220122

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΙΟΥΝΙΟΣ 2010

Page 2: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ.

1. Εισαγωγή.2. Η Λογοτεχνική Θεωρία στο περί Ύψους του Λογγίνου. Οι πέντε πηγές της

υψηγορίας. Η γλώσσα και το ύφος.3. Η Λογοτεχνική Θεωρία και κριτική στην Καινή Διαθήκη. Η κριτική κατά τους

πρώτους χριστιανικούς αιώνες και η σύγχρονη κριτική. Η γλώσσα και το ύφος.

4. Επίλογος.

2

Page 3: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Εισαγωγή.

Η λογοτεχνική κριτική είναι παρούσα στην ιστορία των γραμμάτων ήδη από

την εποχή του Αριστοτέλη. Έργο του κριτικού είναι να αναλύει διάφορες πλευρές της

δομής ενός έργου για να δείξει τι προάγει και τι εμποδίζει την δημιουργία της

τραγικής απόλαυσης.1 Σκοπός της κριτικής είναι λοιπόν η ανάδειξη μιας εντέλειας,

μιας κίνησης δηλαδή προς ολοκλήρωση του καλλιτεχνικού έργου. Αρχές οι οποίες

οδηγούν στην εντέλεια είναι η ενότητα, η πλοκή, η δομή και η συνοχή.

Άρα υπάρχουν κάποια διϋποκειμενικά κριτήρια αξιολόγησης ενός

λογοτεχνικού έργου το οποίο σύμφωνα με τον Αριστοτέλη πρέπει να οδηγεί

οπωσδήποτε στην «θεραπεία» της ψυχής. Η αισθητική αρτιότητα ενός έργου

ταυτίζεται με την ηθική τελειότητα.

Στην μεταβατική περίοδο από τον ρωμαϊκό κλασικισμό μέχρι τους πρώτους

χριστιανικούς αιώνες επικράτησε ένα συγκριτιστικό πνεύμα που επηρέασε και τα

γράμματα. Γνωστικιστικά και μυστικιστικά ρεύματα κυριαρχούσαν στην επικράτεια

της Pax Romana. Φιλοσοφικά κινήματα όπως ο Νεοπλατωνισμός αναδύονταν στο

προσκήνιο. Ο Πλωτίνος ήταν ο πιο επιφανής και πρωτότυπος νεοπλατωνιστής.2

Κεντρική θέση στο σύστημα του Πλωτίνου κατείχε η μεταφυσική σύλληψη του Ενός,

του Νου και της Ψυχής του παντός ως μιας Τριάδος η οποία συγκροτεί το Ον από το

οποίο εκπορεύεται οντολογικώς και αχρονικώς το καθετί.

Για τον Πλωτίνο το κάλλος, το ωραίον έγκειται στη συμμετρία των μερών.

Αυτή η συμμετρία αποτελεί κριτήριο του υψηλού, με την έννοια ότι δεν συνίσταται

στην αρμονία και στις σωστές αναλογίες αλλά στην ιδέα η οποία συνέχει το όλο

καλλιτεχνικό- λογοτεχνικό έργο.

1 Beardsley C. Monroe, “Ιστορία των Αισθητικών Θεωριών”, εκδ. ΝΕΦΕΛΗ, 1989, σελ 57.2 Διονυσίου Λογγίνου, «Περί Ύψους», ερμηνευτική έκδοση Ι. Κοπιδάκη, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο Κρήτης, 1990, σσ: 24 – 27.

3

Page 4: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Η ίδια ιδέα της κίνησης προς το Αγαθό, το Επέκεινα, στο πλαίσιο της

αισθητικής της ύστατης αρχαιότητας εκδηλώνεται στο δοκίμιο του Λογγίνου «περί

Ύψους» το οποίο γράφτηκε ακολουθώντας τις ιδιοτυπίες της Κοινής. Στον κοινό

αυτό τόπο, τη γλώσσα και τις ιδιομορφίες όπως και το ύφος, θα εστιάσουμε την

περιήγησή μας στα κείμενα του περί Ύψους και της Καινής Διαθήκης, μάλλον

επιγραμματικά λόγω βέβαια της φύσης της παρούσης εργασίας.

Το πολύ ζωντανό βιβλίο «περί Ύψους» είναι ένα παιδαγωγικό βιβλίο το οποίο

πιθανότατα γράφτηκε μεταξύ 1ου και 2ου αιώνα μ. Χ. Την συγκεκριμένη εποχή η

δεύτερη σοφιστική βρισκόταν στο απόγειο της ακμής της. Τον 3ο αιώνα η Pax

Romana είχε ήδη καταρρεύσει. Ο Λογγίνος, υποτιθέμενος από την μέχρι τώρα έρευνα

συγγραφέας του «περί Ύψους» ενδιαφέρεται να δώσει συμβουλές στον φίλο του για

την συγγραφή ενός λογοτεχνικού έργου. Καταδεικνύει ως το απόλυτο κριτήριο

ποιότητας ενός έργου το ‘Υψος.

Η Καινή Διαθήκη αντίστοιχα είναι ένα σύνολο επιμέρους βιβλίων τα οποία

γράφτηκαν κατά τον 1ο αιώνα μ. Χ.3 και γίνονται αποδεκτά ως θεόπνευστα από τον

Χριστιανισμό στο πέρασμα των αιώνων. Τα 27 βιβλία της Καινής Διαθήκης

περιγράφουν το έργο και τη ζωή του Χριστού, του θεμελιωτή της Χριστιανικής

Εκκλησίας. Γράφτηκαν στην Κοινή υπο διάφορες επιδράσεις και μορφές, αποτελούν

δε μια ιδιαίτερη μορφή της Κοινής.

Το «περί Ύψους» του Λογγίνου είναι ένα βιβλίο λογοτεχνικής κριτικής. Για

την Καινή Διαθήκη συνεγράφησαν αμέτρητα έργα που άπτονται της κριτικής των

κειμένων, της γλώσσας και του ύφους του περιεχομένου τους. Η κριτική αυτή αρχίζει

από την ερμηνευτική παράδοση της Αλεξανδρινής Σχολής του 2ου και 3ου αιώνα μ. Χ.4

και φθάνει ως τις ημέρες μας επηρεαζόμενη από διάφορα φιλοσοφικά και

3 Αγουρίδου Σάββα, «Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη», εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗ, Αθήνα 1991, βλέπε: Εισαγωγή.4 Υπάρχουν ομοιότητες μεταξύ της γλώσσας του Φίλωνα του Αλεξανδρέα και του Λογγίνου.

4

Page 5: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

λογοτεχνικά ρεύματα. Στα επόμενα τρία κεφάλαια θα επιχειρήσουμε να

καταδείξουμε την διάρθρωση αυτής της σχέσης μεταξύ των δύο βιβλίων πάντοτε στο

πλαίσιο των κριτηρίων της λογοτεχνικής θεωρίας όπως αυτά εξελίσσονται και

διαφοροποιούνται προϊόντος του χρόνου.

Η λογοτεχνική κριτική είναι παρούσα πολύ πριν την συγγραφή των βιβλίων

της Καινής Διαθήκης5. Τα τελευταία χρόνια βρίσκεται σε άνθηση ακολουθώντας την

ανάπτυξη της ιστορικο - κριτικής μεθόδου. Μπορούμε όμως να πούμε ότι αυτού του

είδους η λογοτεχνική κριτική έκανε την εμφάνισή της από την εποχή του

Αριστοτέλους – όπως σημειώσαμε και στην αρχή- αλλά δεν χρησιμοποιήθηκε για την

συγκριτική λογοτεχνική ανάλυση των βιβλίων της Καινής Διαθήκης και της σχέσης

τους με άλλα λογοτεχνικά κείμενα τουλάχιστον μέχρι την εμφάνιση κριτικών όπως ο

E. Auerbach.6

Ήδη από τον 18ο αιώνα η λογοτεχνική κριτική κυριαρχήθηκε από το ρεύμα

που θα εξελισσόταν στο κίνημα του ιστορισμού τον 19ο αιώνα. Η ερμηνεία του

κειμένου ταυτίσθηκε με την ερμηνεία του πολιτιστικού περιβάλλοντος στο οποίο

κάνει την εμφάνισή του. Η λογοτεχνική κριτική ξεκινούσε από την ιστορική έρευνα

για την περιρέουσα ατμόσφαιρα του κειμένου.

Πέρα από τη μέθοδο του ιστορισμού για την λογοτεχνική κριτική, η δομική

προσέγγιση αποτέλεσε τον 20ο αιώνα μια ενδιαφέρουσα προοπτική της κριτικής του

κειμένου της Καινής Διαθήκης. Ο δομισμός επικεντρώνεται στην τελική μορφή που

λαμβάνει το κείμενο.

5 Nathaniel White, “Literary Criticism”, Gardney – Webb University, North Caroline, 2004.6 Ο Erich Auerbach στην ενδιαφέρουσα εργασία του για την «Μίμηση» επέλεξε τη περίφημη άρνηση του Χριστού από τον μαθητή του Πέτρο ως στοιχείο παραβολής της Καινής Διαθήκης με τις Ιστορίες του Τάκιτου. Αναλύοντας τα δύο κείμενα κατέδειξε ότι η αρχαία παράδοση του διαχωρισμού τραγικού και κωμικού ύφους ήταν κάτι περισσότερο από μια σύμβαση αισθητικού και υφολογικού χαρακτήρα. Βλέπε περισσότερα στο : Beardsley, William A. “Literary Criticism of the New Testament” , Philadelphia, Fortress Press, 1972.

5

Page 6: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Στο σημείο αυτό θεωρώ ότι ήρθε η ώρα να αναρωτηθούμε: ποια είναι η

πραγματική αξία της λογοτεχνικής κριτικής; Η αξία της έγκειται στο ότι βοηθά τους

επιστήμονες να συνειδητοποιήσουν τις πλευρές ενός κειμένου οι οποίες μένουν εν

κρυπτώ. Εξετάζοντας τον τρόπο με τον οποίο αρθρώνει τα κριτήρια της υψηγορίας ο

Λογγίνος και μεταφέροντας το σκεπτικό του στην λογοτεχνική προσέγγιση των

βιβλίων της Καινής Διαθήκης, μπορούμε να διακρίνουμε τα «κρυμμένα» στοιχεία

πίσω από την γλώσσα, το ύφος, την σύνταξη και το λεξιλόγιο των εν λόγω βιβλίων

καθώς και να συγκρίνουμε δύο παραδόσεις λογοτεχνικής κριτικής. Την Λογγίνειο

παράδοση και την παράδοση της κριτικής της Καινής Διαθήκης ανά τους αιώνες.

Η επαναξιολόγηση και επανερμηνεία των δύο αυτών κειμένων υπο το πρίσμα

τόσο των σύγχρονων προς αυτά όσο και των νεότερων παραδόσεων της λογοτεχνικής

θεωρίας αποτελεί κάτι το αναπόφευκτο. Στο πλαίσιο αυτής της δυναμικής

διαδικασίας ο αναγνώστης έρχεται σε διάλογο με τα κείμενα. Ο κριτικός της

λογοτεχνίας μπορεί να δει πίσω από τις λέξεις τα μηνύματά τους. Η υποκειμενική

ερμηνεία του κειμένου παίζει σημαντικό ρόλο στην λογοτεχνική κριτική.

Αντικειμενικός στόχος λοιπόν κάθε εργασίας η οποία αφορά στην κριτική

αυτού του είδους είναι η διευκόλυνση του διϋποκειμενικού διαλόγου μεταξύ

υποκειμενικών ερμηνειών. Υποκειμενική θα είναι και η σύγκριση την οποία θα

επιχειρήσω σε πολύ αδρές γραμμές πόσο μάλλον όταν συγκρίνει κανείς δύο κείμενα

για τα οποία έχουν γραφτεί πάρα πολλά ανά τους αιώνες.

Κεφάλαιο 1. Η Λογοτεχνική Θεωρία στο περί Ύψους του Λογγίνου. Οι πέντε πηγές της υψηγορίας. Η γλώσσα και το ύφος.

6

Page 7: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Ο Λογγίνος γράφει το περί Ύψους με στόχο την υπόδειξη συγκεκριμένων

κριτηρίων κριτικής του υψηλού χαρακτήρα ενός λογοτεχνικού έργου. Είναι αυτά τα

κριτήρια χαρακτηριστικά της αρτιότητας ενός έργου; Ο Λογγίνος θεωρεί ότι παρόλο

που μπορεί ένας να διαθέτει φυσικά χαρίσματα του λόγου, θα πρέπει να ασκείται και

να πειθαρχεί εαυτόν συνεχώς ώστε να μην διαπράττει λάθη.

Έχουμε την σύνθεση εγγενών ιδιοτήτων του δημιουργού και επίκτητων

ιδιοτήτων που αναδεικνύονται κατόπιν ασκήσεως. Ο Λογγίνος κάνει λόγο με

σαφήνεια για τις περίφημες πέντε πηγές της υψηγορίας. Αυτές είναι «η ικανότητα να

συλλαμβάνει ο δημιουργός πρωτότυπες και εντυπωσιακές σκέψεις και η ισχυρή

συγκίνηση που δονεί την ψυχή του»7 φυσικά χαρίσματα του συγγραφέα καθώς και

«ορισμένα σχήματα διανοίας και λέξεως, το προσεκτικά επιλεγμένο λεκτικό και η

σύνταξη των λέξεων και παραστάσεων, η ευφωνία, ο ρυθμός και γενικά ο αρμονικός

και καλαίσθητος συνδυασμός όλων των προηγούμενων στοιχείων».8

Τι σημαίνει όμως «ύψος»; Υπάρχει η έννοια της υπεροχής στην λέξη αυτή. Ο

υπερέχων, ο υψηγόρης9 μιλάει με αυτοπεποίθηση. Το ύψος όμως είναι και υπεροχή

των λόγων. Η υπεροχή αυτή αφορά την τελείωση, την κορύφωση ενός στοιχείου του

λόγου, μιας φράσης ή μιας περιόδου.

Η γλώσσα μας αντανακλά την σκέψη μας, άρα το υψηλό δεν αφορά μόνο στη

δομή, στο ύφος και στη γλώσσα ενός λογοτεχνικού έργου αλλά και στο περιεχόμενο

νόημα του κειμένου. Μια λέξη, επί παραδείγματι, εννοιολογείται από κατηγορίες

όπως το νόημα, την συναισθηματική φόρτιση που αποπνέει, τον τόνο και το ύφος της

καθώς και το σκοπό για τον οποίο γράφεται. Όταν ασχολούμαστε με την λογοτεχνική

κριτική κρίνουμε τα υπέρ και τα κατά ενός έργου της τέχνης του λόγου. Ο Λογγίνος

συνέγραψε ένα από τα πρώτα έργα κριτικής και προέβαλε την έννοια του Ύψους, το

7 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 19.8 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 19.9 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 33.

7

Page 8: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

οποίο «μπορεί να εμφανισθεί σε μια σκέψη πρωτότυπη, σε μια συγκίνηση εκλεκτή,

σε μια εναργή προσωποποίηση, σε μια κινδυνώδη μεταφορά, σε ένα σχήμα λόγου, σε

μια επιτυχή επισύνθεση στοιχείων, σε μια περίοδο ή φράση ή και λέξη ακόμη. Το

κριτήριο είναι ένα: αν το λεχθέν εκστασιάζει τον αναγνώστη τότε είναι υψηλό».10

Στο σημείο αυτό τίθεται το ερώτημα: Υπάρχουν πολλές προσεγγίσεις όσον

αφορά στην αξιολόγηση ενός λογοτεχνικού έργου;

Θεωρώ ότι υφίστανται διάφορα είδη κριτικών ερμηνειών των έργων. Η

φορμαλιστική προσέγγιση, η κοινωνιολογική, η ψυχολογική ακόμη και η ηθική. Οι

οπτικές γωνίες προσέγγισης της λογοτεχνίας αναπτύχθηκαν στο πέρασμα των

αιώνων. Ο Λογγίνος θεωρεί ότι ο συγγραφέας που προσπαθεί να φθάσει το

λογοτεχνικό ύψος θα πρέπει αφενός μεν να είναι ηθική προσωπικότητα αφετέρου δε

να διαπνέεται από ελευθεροφροσύνη και γενναιότητα. «…τίνα, φήσεις, τρόπον΄

γέγραφά που και ετέρωθι το τοιούτον΄ μεγαλοφροσύνης απήχημα»11

«Το ύψος είναι η ηχώ μιας μεγάλης ψυχής», γράφει ο Λογγίνος. Η Τέχνη

επιδρά μέσω ηθικών χαρακτήρων. Άλλοι συγγραφείς, όπως ο Όμηρος, ο Πίνδαρος

και ο Σοφοκλής αναδείχθηκαν όχι μόνο επειδή συνέθεσαν μεγαλειώδη έργα αλλά

επειδή είδαν τον κόσμο διαφορετικά από τους άλλους συγγραφείς. «Το ύψος των

συγγραφέων αυτού του αναστήματος τους αναβιβάζει κοντά στον μεγάλο θεϊκό

νου».12 Το βιβλίο του Λογγίνου αυτό ακριβώς θέλει να καταδείξει: Το γενικότερο

μήνυμα που πηγάζει από όλο το κείμενο, πέρα από την λεπτομερή αναφορά των

πέντε πηγών της υψηγορίας, αφορά στη δυνατότητα του συγγραφέα να ανέλθει σε

λογοτεχνικά ύψη μόνο στην ατμόσφαιρα της ελευθερίας.

10 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 34.11 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 81.12 “The Cambridge History of Literary Criticism” Volume 1, Classical Criticism, edited by G. Kennedy, Cambridge University Press, 1989.

8

Page 9: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Στο κεφάλαιο 44 του κειμένου13 υποστηρίζει ότι « πιστευτέον εκείνω τω

θρυλουμένω, ως η δημοκρατία των μεγάλων αγαθή τιθηνός, η μόνη σχεδόν και

συνήκμασαν οι περί λόγους δεινοί και συναπέθανον». Βλέπουμε στο σημείο αυτό και

τον παιδαγωγικό προς την ελευθερία χαρακτήρα του έργου. Ο Λογγίνος φαίνεται να

υποστηρίζει ότι μπορούμε να ορίσουμε την ποιότητα του ύψους από τις επενέργειες

της ελευθερίας.14

Στον Λογγίνο συνδυάζεται η αίσθηση του χιούμορ με την κοσμοπολίτικη

αντίληψη για την λογοτεχνία. Κοσμοπολίτικη επειδή την εποχή της συγγραφής του

έργου αυτού κυριαρχούσε η Κοινή στην επικράτεια της Pax Romana πέρα βέβαια από

την ταυτόχρονη ύπαρξη της λατινικής γλώσσας. Η γλώσσα του Λογγίνου είναι μια

κλασικίζουσα Κοινή η οποία διαφέρει σημαντικά και από την αποξηραμένη γλώσσα

των τεχνογράφων και από την αυστηρή ατθίδα των αττικιστών.15 Χαρακτηριστικά της

γλώσσας αυτής είναι :

1. Τεχνικοί όροι που προέρχονται από τη στωϊκή φιλοσοφία και την

παραδοσιακή λογοτεχνική κριτική.

2. Πλατωνισμοί που προέρχονται από το λεξιλόγιο των έργων του Πλάτωνος.

3. Ποιητικές λέξεις δημιουργήματα του Λογγίνου και

4. Κοινές λέξεις των οποίων η σημασία διαφέρει αναλόγως του χωρίου στο

οποίο συναντιούνται.

Η γλώσσα του Λογγίνου πολλές φορές προκειμένου να εκφράσει το υψηλό

προσεγγίζει το μεταφυσικό. Εδώ ακριβώς έγκειται, πέρα βέβαια από τις αντιστοιχίες

της γλώσσας και του ύφους, η σχέση του περί Ύψους με την Καινή Διαθήκη.

Έγκειται στη διέγερση της ψυχής του αναγνώστη και στην αναβίβαση αυτού προς το

θείον.

13 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 175.14 Beardsley C Monroe, αυτόθι, σελ 71.15 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 36.

9

Page 10: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

«…όθεν και φωνής δίχα θαυμάζεται ποτε ψιλή καθ΄εαυτήν η έννοια δι΄αυτό

το μεγαλόφρον, ως η του Αίαντος εν Νεκϋία σιωπή μέγα και παντός υψηλότερον

λόγου»16 Για την άνοδο του ανθρώπου προς το υψηλό είναι αναγκαίο κατά τον

Λογγίνο να πραγματοποιείται η έκθεση των γεγονότων με τέτοιο τρόπο ώστε

συνεχώς με όλο και μεγαλύτερη ένταση να εισάγεται η μια ενότητα μετά την άλλη.

Να έχουμε δηλαδή μια σταδιακή αύξηση από το ένα σημείο στο επόμενο με

λεπτομέρεια και συνοχή. Οι περιγραφές αυτές του Λογγίνου μας θυμίζουν την

αντίστοιχη κατάσταση στην Καινή Διαθήκη, όπου σε ορισμένα γεγονότα,

παραδείγματος χάριν στις ομιλίες του Ιησού γίνεται λεπτομερής περιγραφή σταδιακά

όλων των λεπτομερειών ενός γεγονότος με στόχο την κορύφωση προς τον σκοπό.

Για να φθάσει ο συγγραφέας σε τέτοια ικανότητα, ο Λογγίνος μας αναφέρει

ότι πρέπει να μιμηθεί «των έμπροσθεν μεγάλων συγγραφέων και ποιητών» ιδιαίτερα

δε της φαντασίας τους. Στην Καινή Διαθήκη αντίστοιχα οι συγγραφείς των

Ευαγγελίων επιζητούν μέσω των ζωηρών περιγραφών τους την συναισθηματική

φόρτιση και την συγκίνηση του αναγνώστη.

Οι ποιητικές συλλήψεις που φθάνουν σε μεταφυσικό επίπεδο όπως για

παράδειγμα η παρουσία του Αχιλλέα πάνω από τον τάφο του17 έχουν την αντιστοιχία

τους σε παρόμοιες εικόνες της Καινής Διαθήκης όπως επί παραδείγματι το θαύμα της

Αναστάσεως του Ιησού. Η ρητορική φαντασία σύμφωνα με τον Λογγίνο δεν είναι

πάντοτε κάτι το δόκιμο για ένα έργο. Βέβαια η αναφορά μας στο παράδειγμα της

Αναστάσεως του Ιησού έχει για την Καινή Διαθήκη σωτηριολογικό – δογματικό

χαρακτήρα, αποτελεί δε το επίκεντρο της όλης διδασκαλίας της Καινής Διαθήκης για

την σωτηρία του ανθρώπου εν Χριστώ.

16 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 81, κεφ. 9.17 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 111 κεφ.15.

10

Page 11: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Συνεχίζοντας ο Λογγίνος, ξεφεύγοντας από τις δύο πρώτες πηγές της

υψηγορίας οι οποίες είναι και εγγενείς ιδιότητες του λογοτέχνη, μας αναφέρει τα

σχήματα λόγου, το ασύνδετο σχήμα των ποιητών18 «…ουκούν την μεν φύσιν των

επαναφορών και ασυνδέτων πάντη φυλάττει τη συνεχή μεταβολή». Στην ίδια

κατηγορία πρέπει να ενταχθεί και το υπερβατό σχήμα που αφορά στην διατάραξη της

φυσικής αλληλουχίας των λέξεων και των νοημάτων.19

Οι αντιμεταθέσεις, οι εναλλαγές των πτώσεων, των χρόνων, των προσώπων,

των αριθμών και των γενεών, σύμφωνα με τον Λογγίνο ζωντανεύουν το ύφος του

λογοτεχνικού έργου.

Η μετατροπή του ενικού σε πληθυντικό αλλά και το αντίστροφο δημιουργεί

μια αίσθηση οργανικής ενότητας, κάτι που αποκαλύπτει μια ένταση. Η ένταση και η

αμεσότητα καταδεικνύονται και μέσω της χρησιμοποίησης του β΄ ενικού προσώπου,

του σχήματος της κλητικής προσφώνησης. Το ίδιο φαινόμενο βρίσκουμε στην Καινή

Διαθήκη, σε διαλόγους που αποκαλύπτουν μια ζωντάνια.

Οι μεταφορές και η περίφραση διαπλέκουν τη μορφή και το περιεχόμενο του

λογοτεχνικού έργου και δείχνουν τον ενθουσιασμό του δημιουργού. Στο κεφάλαιο 32

ο Λογγίνος περιγράφει μια ωραία μεταφορά η οποία σχετίζεται με την ανατομία του

ανθρωπίνου σώματος και την θέση της ψυχής στην ψυχοσωματική ολότητα του

ανθρώπου. Την μεταφορά αυτή την λαμβάνει από τον Πλάτωνα « Έτσι, τα υγρά των

φλεβών, τροφοδοτούμενα σαν από αέναη πηγή, διατρέχουν το σώμα που σχηματίζει

ένα σύστημα αρδευτικών καναλιών. Και όταν πλησιάζει η ώρα του τέλους, λύνονται

τα παλαμάρια που συγκρατούν την ψυχή σαν το καράβι, και αυτή είναι πια

ελεύθερη». Μπορούμε να δούμε την αντίστοιχη εικόνα στην Καινή Διαθήκη στις

μεταφορές των Πράξεων των Αποστόλων για την ανθρώπινη ψυχή.

18 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 123, κεφ. 19.19 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 125, κεφ. 22.

11

Page 12: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Συνεχίζοντας ο Λογγίνος, μας αναφέρει την τέταρτη πηγή της υψηγορίας την

«γενναίαν φράσιν». Ο Λογγίνος θεωρεί ότι η ποιότητα και όχι η ποσότητα των

λογοτεχνικών έργων καθιστά έναν ποιητή εξαιρετικό. Αναρωτιέται ο Λογγίνος: «ποια

θα κέρδιζε δικαιωματικά τα πρωτεία στην λογοτεχνία, η ποσότητα ή η ποιότητα των

αρετών του ύφους;».

Υποστηρίζει ότι οι εξαιρετικοί και μεγαλοφυείς διαπράττουν μεν λάθη αλλά

επιδιώκουν τα μέγιστα. Η επισφάλεια έγκειται στην προσπάθεια αυτή καθαυτή των

λογοτεχνών να φθάσουν στο ύψος της τέχνης τους. Αποκαλύπτεται έτσι μια

μεγαλοσύνη ψυχής του συγγραφέα. Ρωτά ο Λογγίνος τον αναγνώστη του, «θα

προτιμούσες να ήσουν Όμηρος ή Απολλώνιος, Πίνδαρος ή Βακχυλίδης, Σοφοκλής ή

Ίων;». Τα λογοτεχνικά δημιουργήματα αξιολογούνται λοιπόν βάσει του μεγαλείου

που περικλείουν μέσα τους και όχι βάσει της ποσότητας ωραίων εκφράσεων.

Τα αισθήματα του συγγραφέα, η πληθωρικότητα, η ηθική δεινότητα

ξεπερνούν τις όποιες ατέλειες σχημάτων και εκφράσεων. Στο σημείο αυτό

διακρίνουμε πάλι τη σχέση του περί Ύψους με την Καινή Διαθήκη. Ο προορισμός

του ανθρώπου είναι η θέωσις « διόπερ της θεωρίας και διανοίας της ανθρωπίνης

επιβολή ουδ΄ ο σύμπας κόσμος αρκεί, αλλά και τους του περιέχοντος πολλάκις όρους

εκβαίνουσιν αι επίνοιαι, και ει τις περιβλέψαιτο εν κύκλω τον βίον, όσω πλέον έχει το

περιττόν εν πάσι και μέγα και καλόν, ταχέως είσεται προς ά γεγόναμεν».20

Το ύψος σύμφωνα με τον Λογγίνο αναβιβάζει τον άνθρωπο κοντά στο

μεγαλείο της θεότητας. Ανθρώπινο δημιούργημα είναι το λογοτεχνικό έργο, λέει ο

Λογγίνος, αλλά προσεγγίζει το θείο παρόλα τα ελαττώματά του.

Συνεχίζοντας ο Λογγίνος μας αναφέρει την πέμπτη πηγή της υψηγορίας, την

αρμονική σύνθεση των λέξεων, των εκφράσεων και των μερών. Το ίδιο βλέπουμε και

στην Καινή Διαθήκη, όπου παρατηρείται μια αρμονία των μερών των βιβλίων της

20 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 156, κεφ. 35.

12

Page 13: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Καινής Διαθήκης αλλά και μεταξύ τους. «Η σύνθεση, η αρμονική δηλαδή διάταξη

των λέξεων ……ξυπνά μέσα μας ένα ευρύ φάσμα από ονομασίες, σκέψεις, πράγματα,

κάλλη και εντέλειες, όλα αυτά που αναπτύσσονται και γεννιούνται μαζί με μας. Η

ανάμειξη συνάμα και η πολυμορφία των φθόγγων τις μεταβιβάζει το πάθος που δονεί

το ρήτορα στις ψυχές των ακροατών και τους αναγκάζει πάντοτε να συμμετέχουν σε

αυτά που ακούν».21 Και πάλι στο σημείο αυτό ο Λογγίνος προβάλλει την σύνθεση ως

χάρισμα του λόγου, ως πηγή της υψηγορίας. Παραβάλει δε το ανθρώπινο σώμα με το

λογοτεχνικό έργο και την σύνθεση των μερών του. «Το μέγεθος συγκροτείται από την

γιορταστική συνεισφορά πολλών στοιχείων». Ακόμη και με φτωχό υλικό μπορεί ένας

λογοτέχνης να κάνει θαύματα. Στην Καινή Διαθήκη αντίστοιχα, βλέπουμε μια

αρμονική σύνθεση των επιμέρους και μια προτύπωση της ίδιας της Εκκλησίας στα

βιβλία της, ως σύνθεση μερών, ως σύνθεση σωμάτων. Όλοι γίνονται εν στο σώμα

του Χριστού.

Στο επόμενο κεφάλαιο θα ασχοληθούμε με τη γλώσσα και το ύφος των

βιβλίων της Καινής Διαθήκης από την πλευρά α) της λογοτεχνικής κριτικής η οποία

ήταν σύγχρονη των συγγραφέων των βιβλίων της Καινής Διαθήκης και β) της

νεότερης και σύγχρονης προς εμάς λογοτεχνικής κριτικής της Καινής Διαθήκης όσον

αφορά στο ύφος και στη γλώσσα. Θα προσπαθήσουμε να καταδείξουμε τις

ομοιότητες και τις διαφορές οι οποίες προκύπτουν από την συγκριτική λογοτεχνική

κριτική στο καινοδιαθηκικό κείμενο σε σχέση με τη γλώσσα και το ύφος του

κειμένου του Λογγίνου. Μας ενδιαφέρει καταρχήν η εφαρμογή της κριτικής στην

Καινή Διαθήκη σε αντιπαραβολή με τα πρότυπα που επέβαλε η Λογγίνειος κριτική

και κατά δεύτερον η λογοτεχνική σχέση μεταξύ των δύο βιβλίων , του περί Ύψους

και της Καινής Διαθήκης.

21 Διονυσίου Λογγίνου, αυτόθι, σελ 165.

13

Page 14: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Κεφάλαιο 2. Η Λογοτεχνική Θεωρία και κριτική στην Καινή Διαθήκη. Η κριτική κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες και η σύγχρονη κριτική. Η γλώσσα και το ύφος.

14

Page 15: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Η γλώσσα του Ιησού και των πρώτων Αποστόλων δεν ήταν η ελληνική. Το

Ευαγγέλιο κηρύχθηκε καταρχήν στην αραμαϊκή γλώσσα.22 Τα Ευαγγέλια όμως και

γενικότερα τα βιβλία της Καινής Διαθήκης γράφτηκαν στην ελληνική γλώσσα και

χρησιμοποιήθηκαν από τις πρώτες εκκλησίες ανά την ρωμαϊκή επικράτεια οι οποίες

χρησιμοποιούσαν την γλώσσα αυτή ως επίσημη.

Η κοινή ελληνική είναι μια γλώσσα που χρησιμοποιούταν σε όλα τα κέντρα

του ελληνιστικού κόσμου, στη Ρώμη, στη Μ. Ασία, στην Αίγυπτο, στη Συρία. Η

κοινή ελληνική χρησιμοποιούταν παράλληλα με τις άλλες κατά τόπους γλώσσες όπως

και με την λατινική.

Η κοινή ήταν εξέλιξη της αττικής διαλέκτου. Όταν ο Λογγίνος έγραψε το περί

Ύψους, η κοινή ελληνική ήταν σε ευρεία χρήση. Η αττική ελληνική είχε μεταβληθεί

κατά το λεξιλόγιο, τη γραμματική και τη σύνταξη.23 Εγκαταλείπεται η ευκτική και ο

δυικός αριθμός και εισάγονται νέες συντακτικές μορφές , νέες λέξεις και νέες

σημασίες για πολλές άλλες λέξεις.

Η κοινή ελληνική διακρίνεται για την εκφραστικότητα και την ελαστικότητά

της. Η λογοτεχνική κοινή επηρεάσθηκε περισσότερο από τον αττικό πεζό λόγο24.

Όλες οι κοινές και όλες οι ελληνικές διάλεκτοι κατέληξαν να εκτοπισθούν από την

Ιωνική – Αττική κοινή. Όσον αφορά στη λαϊκή ομιλούμενη κοινή πρέπει να είμαστε

ικανοποιημένοι25 με τα «λάθη» των γραπτών κειμένων όπως η μετάφραση των O’ και

η Καινή Διαθήκη. Πάντως η ελληνική των Ο’ πρέπει να θεωρείται βασικά ως η

ελληνική της εποχής της.

Αν και οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης γράφουν όλοι στην κοινή

ελληνική διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το ύφος και τα ιδιώματα26 ο Λουκάς 22 Σάββα Αγουρίδου, «Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη» εκδ. ΓΡΗΓΟΡΗ, Αθήνα 1991, σελ 23.23 Σάββα Αγουρίδου, αυτόθι, σελ 2524 Fransisco Adrados, “Ιστορία της Ελληνικής γλώσσας”, επιμέλεια Γ. Αναστασίου – Χ. Χαραλαμπάκης, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2003, σελ 300. 25 ? Fransisco Adrados, αυτόθι, σελ 305.26 Σάββα Αγουρίδου, αυτόθι, σελ 27.

15

Page 16: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

γράφει σε μια πιο λόγια ελληνική από εκείνη των άλλων Ευαγγελιστών. Όσον αφορά

στη σύνταξη και το λεξιλόγιο της κοινής της Καινής Διαθήκης μπορούμε να

παρατηρήσουμε ότι οι διαφορές μεταξύ του λεξιλογίου της ομιλούμενης κοινής και

της λογοτεχνικής κοινής είναι ελάχιστες. Τόσο η εξαφάνιση συγκεκριμένων αττικών

όρων όσο και η αποδοχή άλλων ιωνικών και η εισαγωγή ουσιαστικών και επιθέτων

λαϊκής προέλευσης είναι φαινόμενα που διαπερνούν όλη τη γλώσσα της Καινής

Διαθήκης.

Πολλές φορές στο ευαγγέλιο του Λουκά γίνεται χρήση παραδοσιακών

αττικών λέξεων σε αντιδιαστολή προς τους άλλους ευαγγελιστές.27 Αλλά στο σύνολο

των ευαγγελίων χρησιμοποιείται ένα λεξιλόγιο που απορρίπτεται από τους αττικιστές.

Εδώ πρέπει να αναφερθούμε εν συντομία σε ένα κίνημα, τον αττικισμό, ο οποίος

εμφανίσθηκε στην αρχή των χριστιανικών χρόνων και εξέφραζε την αλλαγή στις

λογοτεχνικές προτιμήσεις, από την κοινή προς μια αρχαϊκή κατεύθυνση. Το κίνημα

αυτό γεννήθηκε από τους θεωρητικούς του ύφους όπως ο Καικίλιος ο Καλακτής, ο

Λογγίνος και ο Διονύσιος ο Αλλικαρνασεύς.28 Η μίμηση των αρχαίων επεδίωκε την

αναβάθμιση του πολιτιστικού επιπέδου των Ελλήνων σε σύγκριση με εκείνο των

Ρωμαίων. Είναι ενδιαφέρον ότι τον 4ο αιώνα μ. Χ. οι μεγάλοι εκπρόσωποι του

Χριστιανισμού, οι Τρείς Ιεράρχες, υιοθέτησαν τον αττικισμό.

Ο αττικισμός επηρέασε την λογοτεχνική θεωρία στη μορφολογία και στο

συντακτικό. Παρατηρούμε ουσιαστικοποίηση των ουδέτερων επιθέτων, δυϊκό,

πληθυντικό των αφηρημένων και ιστορικό ενεστώτα. Το ύφος των βιβλίων της

Καινής Διαθήκης προσδιορίζει και τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γλώσσας των

βιβλίων αυτών.29 Από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της Κοινής που επέδρασαν στην

Καινή Διαθήκη είναι η κατάργηση των σε - μι ρημάτων, η αντικατάσταση του δυϊκού

27 F. Adrados, αυτόθι, σελ 335.28 F. Adrados, αυτόθι, σελ 336.29 Λουκά Φίλη, «Η γλώσσα της Καινής Διαθήκης», Αθήνα, 1991, σελ 77.

16

Page 17: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

αριθμού από τον πληθυντικό, η τάση για ευρεία χρήση συνθέτων λέξεων με

προθέσεις και η χρήση πλεονασμών.

Σαν σχήματα λόγου έχουμε στην Καινή Διαθήκη τις παραβολές, τις

παρομοιώσεις, τα αινίγματα, τις αλληγορίες, τις μεταφορές, τις μετωνυμίες, τις

συνεκδοχές, τις υπερβολές και τα ρητορικά σχήματα. Το ύφος της Καινής Διαθήκης

περιέχει λοιπόν κάποια από τα γνωρίσματα των γνωστών μας πέντε κατηγοριών της

υψηγορίας κατά Λογγίνο, ιδιαίτερα δε της τρίτης πηγής της υψηγορίας.

Η σύνταξη της γλώσσας της Καινής Διαθήκης έρχεται σε αντίθεση με ό, τι

έχουμε παρατηρήσει στην Αττική διάλεκτο, δηλαδή τις πολύπλοκες παρενθετικές

προτάσεις και τις μακρές περιόδους. Η σύνταξη της γλώσσας αυτής είναι κάτι το

ξεχωριστό.30 Έχουμε απλή και ομαλή σύνδεση μεταξύ των λέξεων. Προτιμάται η

σύνταξη κατά παράταξη. Έχουμε το λεγόμενο πολυσύνδετο σχήμα. Αποφεύγονται οι

μετοχές και τα απαρέμφατα, απλουστεύονται οι ρηματικοί τύποι και περιορίζεται

όπως είδαμε πιο πριν η ευκτική.

Κάθε συγγραφέας στην Καινή Διαθήκη διατηρεί τα δικά του χαρακτηριστικά.

Έχει μια προσωπικά γλώσσα. Αυτό το γνώρισμα μας θυμίζει το τέταρτο

χαρακτηριστικό της υψηγορίας στο λογοτεχνικό λόγο κατά Λογγίνο, την «γενναίαν

φράσιν». Όλοι οι συγγραφείς γράφουν στην κοινή ελληνική αλλά ο καθένας γράφει

με τον δικό του τρόπο. Η εμφάνιση νέων λέξεων, νέων γλωσσικών φαινομένων

καταδεικνύει την μοναδικότητα της Καινής Διαθήκης ως λογοτεχνικού

δημιουργήματος. Η περιβολή νέου πνευματικού εννοιολογικού περιεχομένου των

λέξεων που είναι παρμένες από τη κλασική γραμματεία δείχνει την ζωντάνια και το

δυναμισμό της γλώσσας ως εξελισσόμενης κατηγορίας.

Οι λέξεις αγάπη, δικαιοκρισία, ευαγγέλιο, θριαμβεύω, νουθεσία είναι

παραδείγματα δημιουργίας νέων λέξεων. Συνολικά 1900 λέξεις πλάσθηκαν ή

30 Λουκά Φίλη, «Η γλώσσα της Καινής Διαθήκης», Αθήνα, 1991, σελ 85.

17

Page 18: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

διατυπώθηκαν για πρώτη φορά από τους συγγραφείς της Καινής Διαθήκης.31 Εδώ

καταφαίνεται η «γενναία φράσις» του περί Ύψους του Λογγίνου.

Οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης επινόησαν νέες λέξεις για να εκφράσουν

κάτι νέο. Η λογοτεχνική θεωρία στο βιβλίο αυτό αποδίδει σημασία στη σχέση μεταξύ

του συγγραφέα του κειμένου και του αναγνώστη. Σύμφωνα πάντοτε με την σύγχρονή

μας λογοτεχνική κριτική τα κείμενα δεν αυτονομούνται από τον συγγραφέα τους. Η

διάκριση όμως στην Καινή Διαθήκη μεταξύ σημαίνοντος κειμένου και σημαινομένου

περιεχομένου καθιστά την αυτονόμηση του κειμένου από τον συγγραφέα του

επιτακτική διότι δεν πρόκειται για ένα ακόμη λογοτεχνικό έργο αλλά για ένα κείμενο

θρησκευτικό. Η λεγόμενη θεοπνευστία της Καινής Διαθήκης καταλύει την σχέση

μεταξύ του κειμένου και των συγγραφέων, όπως και τη σχέση μεταξύ του κειμένου

και του αναγνώστη.

Μιλώντας για το ύφος των βιβλίων της Καινής Διαθήκης και ιδιαίτερα για τα

τέσσερα ευαγγέλια, μπορούμε να δούμε για παράδειγμα ότι ο Λουκάς διαφέρει από

τον Μάρκο ή τον Ματθαίο στο ύφος. Το ύφος του Λουκά είναι αποτέλεσμα

συνειδητών ή ασυνείδητων επιλογών ανάμεσα σε δυνατές – πιθανές υφολογικές

προτιμήσεις.32 Το ύφος του Λουκά μπορεί να συγκριθεί με αυτό των άλλων

ευαγγελιστών και μέσα από τη σύγκριση αυτή να διαφαίνεται πιο καθαρά η

ιδιαιτερότητά του. Η σύγκριση των υφολογικών προτιμήσεων μεταξύ των

συγγραφέων των βιβλίων της Καινής Διαθήκης καθιστά σχετικοποιημένη την

καθιέρωση των πέντε πηγών της υψηγορίας του Λογγίνου. Τι σημαίνει αυτό;

Σημαίνει ότι η λογοτεχνική θεωρία μπορεί να αλλάξει νόρμες και κριτήρια.

Διαφορετικά είναι στο περί Ύψους τα κριτήρια της λογοτεχνικής αξίας ενός κειμένου

και διαφορετικά είναι στην Καινή Διαθήκη. Μπορούμε να παρατηρήσουμε και κάτι

31 Λουκά Φίλη, αυτόθι, σελ. 89.32 Adelbert Denaux, “Style and Stylistics with special reference to Luke”, Filologia Neotestamentaria, Volume XIX, 2006, pages: 31 – 51.

18

Page 19: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

άλλο. Προϊόντος του χρόνου, η λογοτεχνική κριτική στην Καινή Διαθήκη εξελίχθηκε

επηρεασμένη από τα φιλοσοφικά και επιστημονικά ρεύματα. Αυτό σημαίνει ότι η

κριτική του κειμένου της Καινής Διαθήκης επί της γλώσσας, της γραμματικής, της

σύνταξης και του ύφους δεν παρέμεινε αμετάβλητη. Όταν λοιπόν γίνεται μια

συγκριτική ανάλυση μεταξύ του περί Ύψους του Λογγίνου και των βιβλίων της

Καινής Διαθήκης θεωρώ ότι πρέπει να λαμβάνεται και αυτή η παράμετρος υπόψη.

Επίλογος.

Ο κυρίαρχος τρόπος της βιβλικής λογοτεχνικής κριτικής καθ’ όλη τη διάρκεια

του 20ου αιώνα, τουλάχιστον μέχρι και τη δεκαετία του 1970 καθοριζόταν βάσει

συγκεκριμένης επιστημονικής πειθαρχίας.33 Αυτή η επιστημονική προσέγγιση

33 “Modeling Early Christianity, Social – scientific literary Criticism of the N. T. and Literary studies”, edited by Philip F. Esler, Routledge, London 1995, σελ. 274.

19

Page 20: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

αποσκοπούσε να φέρει στην επιφάνεια την πραγματική φύση, το πραγματικό νόημα

των κειμένων.

Αναδύεται το εξής πρόβλημα το οποίο σχετίζεται με την εργασία μας:

Οποιοσδήποτε ερευνά τα ίδια δεδομένα με διαφορετικές προσεγγίσεις βρίσκει εαυτόν

εκτός της επιστημονικής πειθαρχίας, το ίδιο επίσης συμβαίνει για κάποιον που ερευνά

διαφορετικά δεδομένα μέσω μιας συγκεκριμένης επιστημονικής πειθαρχίας.

Τα κείμενα όπως το περί Ύψους του Λογγίνου αποκαλύπτουν όχι μόνο μια

λογοτεχνική οπτική γωνία για το πώς πρέπει να γράφεται ένα κείμενο αλλά

εκφράζουν ξεχωριστά πολιτισμικά, ιστορικά και κοινωνικά υπόβαθρα. Δεν

μπορούμε να τα ξεχωρίσουμε από την εποχή τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τα βιβλία

της Καινής Διαθήκης. Η αρχαία λογοτεχνική κριτική, οι μεγάλες παραδόσεις της

Αλεξανδρινής Σχολής με την νέα ερμηνευτική των κειμένων, ο Ωριγένης, ο Φίλωνας,

ο Κλήμης αντικατοπτρίζουν την εποχή τους. Το ίδιο ισχύει και για την σχολή του

γερμανικού ιστορισμού και των σχολών της λογοτεχνικής κριτικής των κειμένων που

αναδύθηκαν στον 20ο αιώνα.

Όλες αυτές οι προσπάθειες φανερώνουν την αγωνιώδη προσπάθεια του

κριτικού να ερευνήσει και να κρίνει την ένταση και τον βαθμό της «μιμήσεως» του

πραγματικού κόσμου από τα κείμενα, της αναπαράστασης των φαινομένων. Η

λογοτεχνική κριτική αρχίζει μέσα από τα όρια των κειμένων, δεν αναζητά το

πολιτισμικό ή το ιστορικό ή το κοινωνικό πλαίσιο των κειμένων αυτών. Παρόλα αυτά

η σύγχρονη λογοτεχνική κριτική έχει επηρεασθεί από τις εξελίξεις στην

γλωσσολογία, τη φιλοσοφία (στρουκτουραλισμό) και τις κοινωνικές και

ανθρωπιστικές επιστήμες.

Αυτό το οποίο μπορούμε να παρατηρήσουμε μεταξύ των δύο βιβλίων, του

περί Ύψους και της Καινής Διαθήκης, είναι η προσπάθεια να τεθούν οι βάσεις της

20

Page 21: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

πνευματικής υψηγορίας σε αντικειμενικά – θα λέγαμε- κριτήρια. Και στις δύο

περιπτώσεις έχουμε την οντολογική αντιστοίχηση μεταξύ των λέξεων, των σχημάτων

λόγου με την εσωτερική δύναμη και ηθική ανάταση. Ζωηρότητα εικόνων, αμεσότητα

και συνέχεια νοήματος υπάρχουν και στα δύο κείμενα.

Το περί Ύψους και η Καινή Διαθήκη διαθέτουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά

της γραμματείας των πρώτων χριστιανικών αιώνων, μιας μεταβατικής περιόδου της

Ιστορίας.

Τα κοινά αυτά χαρακτηριστικά εντοπίζονται στη γλώσσα και στο ύφος που

παιδαγωγούν τον άνθρωπο, το μεν περί Ύψους στη συγγραφή άρτιων λογοτεχνικών

έργων, η δε Καινή Διαθήκη στην ολοκλήρωση θεωμένων ανθρώπων. Ο μεν Λογγίνος

πρεσβεύει την ελευθερία σε μια παρηκμασμένη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, η δε Καινή

Διαθήκη πρεσβεύει την ψυχοσωματική σωτηρία του ανθρώπου, μια ξεχωριστή έννοια

της ελευθερίας της ανθρώπινης ολότητας.

Βιβλιογραφία.

Αγουρίδου Σάββα, «Εισαγωγή στην Καινή Διαθήκη», εκδόσεις Γρηγόρη,

Αθήνα 1991.

21

Page 22: ΛΟΓΓΙΝΟΣ  ΚΑΙ ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ

Adrados Fransisco, “Ιστορία της Ελληνικής γλώσσας”, επιμέλεια Γ.

Αναστασίου – Χ. Χαραλαμπάκης, εκδ. Παπαδήμα, Αθήνα 2003

Beardsley C. Monroe, “Ιστορία των Αισθητικών Θεωριών”, εκδ.

ΝΕΦΕΛΗ, 1989

Beardsley, William A. “Literary Criticism of the New Testament” ,

Philadelphia, Fortress Press, 1972

Διονυσίου Λογγίνου, «Περί Ύψους», ερμηνευτική έκδοση Ι. Κοπιδάκη,

Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο Κρήτης, 1990.

Denaux Adelbert, “Style and Stylistics with special reference to Luke”,

Filologia Neotestamentaria, Volume XIX, 2006, pages: 31 – 51

Φίλη Λουκά, «Η γλώσσα της Καινής Διαθήκης», Αθήνα, 1991.

“The Cambridge History of Literary Criticism” Volume 1, Classical

Criticism, edited by G. Kennedy, Cambridge University Press, 1989.

“Modeling Early Christianity, Social – scientific literary Criticism of the

N. T. and Literary studies”, edited by Philip F. Esler, Routledge, London

1995

White Nathaniel, “Literary Criticism”, Gardney – Webb University,

North Caroline, 2004

22