η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του...

123
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Τμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας της Επιστήμης Διπλωματική εργασία Η Σχέση μεταξύ του επιστημονικού ρεαλισμού και του κατασκευαστικού εμπειρισμού. Ο Bastiaan Cornelis van Fraassen Ζυγούλης Φώτιος Α. Μ. 220122 Επιβλέπων καθηγητής Στάθης Ψύλλος

description

 

Transcript of η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του...

Page 1: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο ΑθηνώνΤμήμα Μεθοδολογίας, Ιστορίας και Θεωρίας

της Επιστήμης

Διπλωματική εργασίαΗ Σχέση μεταξύ του επιστημονικού ρεαλισμού και του κατασκευαστικού

εμπειρισμού. Ο Bastiaan Cornelis van Fraassen

Ζυγούλης ΦώτιοςΑ. Μ. 220122

Επιβλέπων καθηγητήςΣτάθης Ψύλλος

ΑΘΗΝΑ 2013

Page 2: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ.

Εισαγωγή……………………………………………………………………………3

Α. 1. Τι είναι ο Επιστημονικός Ρεαλισμός………………………………………...4Α. 2. Επιχειρήματα υπέρ του Επιστημονικού Ρεαλισμού……………………….13

Β. Τι υποστηρίζει ο Bastiaan van Fraassen για τον Επιστημονικό Ρεαλισμό...17

Γ. 1. Τι είναι ο Κατασκευαστικός Εμπειρισμός……………………………….. .32Γ. 2. Επιχειρήματα υπέρ του Κατασκευαστικού Εμπειρισμού………………...47

Δ. Οι διαφορές μεταξύ του Επιστημονικού Ρεαλισμού και του Κατασκευαστικού Εμπειρισμού. Σύγκριση των θεωριών…………………………………………...54

Ε. Κριτική στον Κατασκευαστικό Εμπειρισμό του Bastiaan van Fraassen…..62

Επίλογος…………………………………………………………………………...76

Βιβλιογραφία……………………………………………………………………...77

2

2

Page 3: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Εισαγωγή.

Το θέμα της παρούσης διπλωματικής εργασίας αφορά στον διάλογο μεταξύ

δύο σημαντικών φιλοσοφικών ρευμάτων της εποχής μας, του επιστημονικού

ρεαλισμού και του κατασκευαστικού εμπειρισμού.

Ο διάλογος αυτός εκτίνεται στα θέματα της επιστημονικής εξήγησης, της

αλήθειας, της εμπειρικής επάρκειας των θεωριών και της διάκρισης της

πραγματικότητας σε παρατηρήσιμη και μη παρατηρήσιμη.

Ο διάλογος αυτός ξεκίνησε την δεκαετία του 1980 οπότε και δημοσιεύθηκε το

περίφημο έργο του Bas van Fraassen Η επιστημονική εικόνα. Το έργο αυτό αποτελεί

«μια ανάσα φρέσκου αέρα» στην προβληματική για τη σχέση εμπειρισμού και

επιστημονικού ρεαλισμού.

Για την ολοκλήρωση της εργασίας αυτής κατέφυγα στα έργα του Bas van

Fraassen: The Scientific Image και The Scientific Representation, όπως και σε έργα

των πολεμίων του : Στάθη Ψύλλου, F. Muller και J. Ladyman.

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τον καθηγητή Στάθη Ψύλλο για την βοήθεια την

οποία μου παρέσχε στην ολοκλήρωση της εργασίας μου.

3

3

Page 4: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Α. 1. Τι είναι ο Επιστημονικός Ρεαλισμός.

Ως επιστημονικός ρεαλισμός χαρακτηρίζεται η άποψη που πρεσβεύει ότι όταν

μια επιστημονική θεωρία γίνεται αποδεκτή, τότε η ίδια η θεωρία ή και τα διάφορα

επιμέρους στοιχεία της θεωρίας αυτής γίνεται αποδεκτό ότι συσχετίζονται με τον

πραγματικό κόσμο.

Ο επιστημονικός ρεαλισμός υποστηρίζει δηλαδή ότι οι επιστημονικές θεωρίες

περιγράφουν τα πράγματα όπως ακριβώς είναι και δεν αποτελούν απλώς χρήσιμα

εργαλεία για να εξηγήσουν, να προβλέψουν και να ελέγξουν τις εμπειρίες μας. Οι

επιστημονικές θεωρίες ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και δεν έχουν μια

εργαλειακή αξία κατανόησης του κόσμου μας.1 Αντίθετα ο λεγόμενος αντιρεαλισμός

υποστηρίζει ότι οι θεωρίες γίνονται αποδεκτές όταν αυτές αποτελούν χρήσιμα

εργαλεία κατανόησης του κόσμου μας είτε διότι έχουν μια αναπαραστατική αξία είτε

όχι (όπως για παράδειγμα υποστηρίζει ο van Fraassen με τη θεωρία του για τη

διάσωση των παρατηρήσιμων φαινομένων).

Ο Στάθης Ψύλλος2 προτείνει τρείς θέσεις ως κύριες συνιστώσες του

επιστημονικού ρεαλισμού:

1. Την Μεταφυσική θέση: Ο κόσμος έχει μια καθορισμένη και ανεξάρτητη από

τον νου δομή.

2. Την Σημασιολογική θέση: Οι επιστημονικές θεωρίες πρέπει να λαμβάνονται

τοις μετρητοίς και μπορούν να είναι αληθείς ή ψευδείς.

3. Την Επιστημική θέση: Οι επιτυχημένες στις προβλέψεις τους επιστημονικές

θεωρίες είναι καλά επικυρωμένες και προσεγγιστικώς αληθείς για τον κόσμο

1 Η εργαλειοκρατία θεωρεί τα αντικείμενα της γνώσης πραγματιστικά, ως εργαλεία για τους ανθρώπινους σκοπούς και θεωρεί την εμπειρική επάρκεια παρά την αλήθεια ως κέντρο της επιστήμης. 2 Psillos Stathis, Scientific Realism, How Science tracks truth, Routledge, London, 1999.

4

4

Page 5: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Η 3η θέση, υποστηρίζει ο Στάθης Ψύλλος, η επιστημική αισιοδοξία διακρίνει

τον επιστημονικό ρεαλισμό από αγνωστικιστικές ή σκεπτικιστικές εκδοχές του

εμπειρισμού (παραδείγματος χάριν η περίπτωση του Bastiaan van Fraassen).

Η θεώρηση αυτή του επιστημονικού ρεαλισμού αφορά τόσο τις

παρατηρήσιμες όσο και τις μη παρατηρήσιμες οντότητες. Οι απαγωγικές (abductive)

μέθοδοι θεωρείται - σύμφωνα με την θεώρηση αυτή του επιστημονικού ρεαλισμού-

ότι τείνουν να παράγουν προσεγγιστικώς αληθείς πεποιθήσεις και θεωρίες.

Μια περαιτέρω ταξινόμηση του επιστημονικού ρεαλισμού έχει γίνει από τους

Newton - Smith3 οι οποίοι διακρίνουν τις εξής τρείς συνιστώσες του επιστημονικού

ρεαλισμού:

1. Μια Οντολογική συνιστώσα: Οι επιστημονικές θεωρίες είναι αληθείς ή

ψευδείς, αναλόγως της περίπτωσης, σύμφωνα με το πώς αντικειμενικά είναι ο

κόσμος, ανεξάρτητα από εμάς.

2. Μια Αιτιώδης συνιστώσα: Αν μια θεωρία είναι αληθινή, οι θεωρητικοί της

όροι είναι αιτιωδώς υπεύθυνοι για τα παρατηρούμενα φαινόμενα.

3. Μια Eπιστημολογική συνιστώσα: Μπορούμε να έχουμε ισχυρούς λόγους να

πιστεύουμε ότι μπορούμε να κρίνουμε ποιά είναι αληθής μεταξύ δυο

αντιμαχόμενων θεωριών.

Σύμφωνα με την παραπάνω θεώρηση, μπορούν να υπάρξουν δύο είδη

αντιρεαλισμού, εκείνος που απορρίπτει την οντολογική συνιστώσα όπως η

εργαλειοκρατία, και εκείνος που απορρίπτει την επιστημολογική συνιστώσα

όπως ο κατασκευαστικός εμπειρισμός του Bastiaan van Fraassen4.

3 Newton-Smith, W. H. [1989b]: 'The Truth in Realism' Dialectica, 434 Bastiaan van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, Leader Books, 2008.

5

5

Page 6: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Ανακύπτει το εξής ερώτημα: Πώς μπορούμε να γνωρίσουμε τον κόσμο εάν

αυτός είναι ανεξάρτητος από τις δυνατότητές μας να τον γνωρίσουμε και να τον

ερμηνεύσουμε μέσω των επιστημονικών θεωριών μας;

Ο Arthur Fine «εξέφρασε τον φιλοσοφικό προβληματισμό που περιβάλλει το

πιο πάνω ερώτημα αναφερόμενος σε μια υποτιθέμενη αμοιβαιότητα και μόλυνση

κατά την αλληλεπίδρασή μας με τον κόσμο»5 Δεν μπορεί, υποστηρίζει ο Fine,

παρά να υπάρχει μια αμοιβαία σχέση ανάμεσα σε εμάς και τον κόσμο. Όταν

αλληλεπιδρούμε με τον κόσμο οι πληροφορίες που λαμβάνουμε για αυτόν είναι

«μολυσμένες». Είναι δυνατόν οι οντότητες, οι οποίες γίνονται αντιληπτές από

εμάς, να είναι ταυτόχρονα ανεξάρτητες;

O Στάθης Ψύλλος υποστηρίζει ότι « η θέση της ανεξαρτησίας του κόσμου από

το νου προβάλλει δύο ισχυρισμούς ταυτόχρονα: από τη μία επιτρέπει μια δυνατή

απόκλιση ανάμεσα στο τι προκύπτει ως υπάρχον από το κατάλληλο σύνολο

γνωσιακών πρακτικών και καταστάσεων και από την άλλη βεβαιώνει πως ο, τι

υπάρχει στον κόσμο - η σε κάθε περίπτωση ένα μεγάλο μέρος του – δεν

συγκροτείται από νοητικό υλικό».6 Τι υποστηρίζει ο επιστημονικός ρεαλισμός για

αυτό το θέμα;

Οι επιστημονικές θεωρίες που είναι επιτυχημένες, είναι οι καλώς

επικυρωμένες και προσεγγιστικώς αληθείς για τον κόσμο. Το επιχείρημα αυτό

αποδέχεται σιωπηρώς ότι οι επιτυχημένες εμπειρικά θεωρίες συνιστούν «την

καλύτερη εξήγηση της επιτυχίας της επιστήμης». 7

5 Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια εκδ. Οκτώ Αθήνα 2009, σελ 103.6 Αυτ., σελ. 104. (τα πλάγια γράμματα είναι του συγγραφέως).7 Αυτ., Σελ. 14. (τα πλάγια γράμματα είναι του συγγραφέως).

6

6

Page 7: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Ο Στάθης Ψύλλος8 θέτει το ερώτημα: «Είναι οι επιστημονικές θεωρίες

αληθείς επειδή ο κόσμος έχει μια ανεξάρτητη δομή ή ο κόσμος έχει μια

ανεξάρτητη δομή επειδή οι θεωρίες είναι αληθείς;»

Για τον ρεαλισμό, συνεχίζει ο Στάθης Ψύλλος, είναι η ανεξάρτητη δομή του

κόσμου η οποία καθιστά κάποιες από τις θεωρίες αληθείς. Εδώ υπεισέρχεται το

πρόβλημα της αιτιακής εξάρτησης της επιστήμης από τον κόσμο. Μπορεί κανείς

να υποστηρίξει ότι το αντικείμενο των επιστημονικών θεωριών εξαρτάται

οντολογικά από την επιστημονική μεθοδολογία;

Το αντικείμενο των επιστημονικών θεωριών είναι ο κόσμος μας και η

επιστήμη είναι αυτή η οποία σύμφωνα με τον ρεαλισμό θα επιχειρήσει να τον

ερμηνεύσει ανιχνεύοντας την αλήθεια σταδιακά. Η αλήθεια σχετίζεται, σύμφωνα

με τον επιστημονικό ρεαλισμό πάντοτε, με επικυρωμένες προβλέψεις για την

πραγματικότητα.

Ο ρεαλισμός, λέει ο Putnam9, «είναι η μόνη φιλοσοφία επιστήμης η οποία δεν

μετατρέπει την επιτυχία της επιστήμης σε θαύμα». Η ρήση αυτή του Putnam,

υποστηρίζει ο Στάθης Ψύλλος10 εκφράζει τη θεώρηση ότι οι εμπειρικώς επιτυχείς

επιστημονικές θεωρίες θα έπρεπε να γίνονται αποδεκτές ως αληθείς.

Οδηγούμαστε κατά τον τρόπο αυτό στην λεγόμενη «επιστημολογία της

καλύτερης εξήγησης». Αυτό σημαίνει ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός προσφέρει

την καλύτερη εξήγηση για μια εργαλειοκρατική θεώρηση της αξίας της

επιστήμης.

Σε τι μας βοηθά αυτή η συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση: «Επιτρέπει

στους επιστήμονες να αποδεχθούν υποθέσεις για τις μη παρατηρήσιμες αιτίες των

8 Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια εκδ. Οκτώ Αθήνα 2009. Οι υπογραμμίσεις είναι του συγγραφέως.9 Putnam H. Mathematics, Matter and Method, Cambridge, Cambridge University Press, 1975.10 Psillos Stathis, Theory, Science and Realism, Lecture Notes, LSE, 1995.

7

7

Page 8: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

φαινομένων στη βάση του ότι οι υποθέσεις αυτές παρέχουν τις καλύτερες

εξηγήσεις αυτών των φαινομένων».11

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η εξήγηση που προσφέρει ο επιστημονικός

ρεαλισμός για τον κόσμο απηχεί μια βασική οντολογική θέση σύμφωνα με την

οποία ο κόσμος είναι πραγματικός και έχει αντικειμενική υπόσταση. Η επιστήμη

μας δίδει τα εργαλεία για την κατανόηση αυτού του κόσμου κατά το δυνατόν.

Είναι εύκολα αντιληπτό ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός συνδέεται άρρηκτα με

τις έννοιες της αντικειμενικότητας και της αλήθειας. Θα λέγαμε ότι έργο και

σκοπός της επιστήμης είναι η αναζήτηση της βαθύτερης πραγματικότητας των

οντοτήτων που προκαλούν τα συμβάντα στον κόσμο μας.

Ο επιστημονικός ρεαλισμός, σε αντίθεση με τον εμπειρισμό, επιθυμεί να

βαδίσει πίσω από τα φαινόμενα, πίσω από τα δεδομένα της αισθητηριακής

εμπειρίας. Ο Michael Devitt υποστηρίζει ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός

αποδέχεται την ύπαρξη των οντοτήτων και θεωρεί ότι αυτή η αποδοχή είναι η

«υπαρξιακή διάσταση» του ρεαλισμού.12 Αυτή την διάσταση την μάχονται αυτοί

που είναι σκεπτικιστές απέναντι στη δυνατότητα της επιστήμης να μας δίδει

ακριβή εικόνα της πραγματικότητας.

Ο παραπάνω θεωρητικός υποστηρίζει ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός αφορά

τις μη παρατηρήσιμες οντότητες. Αυτή η συσχέτιση του επιστημονικού

ρεαλισμού με τον κόσμο, ο οποίος δεν μπορεί να γίνει αντικείμενο παρατήρησης,

μας οδηγεί στην «ανεξάρτητη» διάσταση του ρεαλισμού.

Μπορούμε να πούμε ότι στο πλαίσιο της σχέσης αυτής ο

επιστημονικός ρεαλισμός βασίζεται σε δύο αξιώματα οντολογικού χαρακτήρα.

11 Αυτ., σελ 15.12 Michael Devitt, Scientific Realism and Truth, Princeton University Press, 1996.

8

8

Page 9: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

1. Οι περισσότερες από τις μη παρατηρήσιμες οντότητες τις οποίες

πρεσβεύουν επιστημονικές θεωρίες υπάρχουν ανεξάρτητα από τη

σκέψη μας.

2. Οι περισσότερες από τις παραπάνω οντότητες διατηρούν τις ιδιότητες

που τους προσδίδει η επιστήμη.

Ο επιστημονικός ρεαλισμός αποτελεί, σύμφωνα με τον Στάθη Ψύλλο, τον

συνδυασμό δύο ισχυρισμών: ενός μετριοπαθούς και ενός πιο τολμηρού. «Ο

μετριοπαθής ισχυρισμός είναι ότι υπάρχει ένας ανεξάρτητος και σε μεγάλο

βαθμό, μη παρατηρήσιμος μέσω των αισθήσεων κόσμος, τον οποίο η επιστήμη

προσπαθεί να χαρτογραφήσει. Ο πιο τολμηρός ισχυρισμός είναι ότι αν και ο

κόσμος είναι ανεξάρτητος και μη παρατηρήσιμος από τις αισθήσεις (τουλάχιστον

σε κάποια τμήματά του), η επιστήμη μπορεί να (και ήδη έχει) φτάσει σε μια

λιγότερο ή περισσότερο πιστή αναπαράστασή του».13

Ο Στάθης Ψύλλος πρεσβεύει έναν επιστημικού χαρακτήρα καθορισμό του

επιστημονικού ρεαλισμού.14 Τι πρεσβεύει η επιστημική θέση;

Στο πλαίσιο αυτής της θέσης, οι μέθοδοί μας, μας επιτρέπουν μια λογική

αξιολόγηση του αιτήματος ότι «η σύνθεση της φύσης των πραγμάτων

περιέχεται σε διαφορετικές μεταξύ τους και ασύμβατες επιστημονικές

θεωρίες»15 Ο επιστημονικός ρεαλισμός θεωρεί ότι οι σημερινές επιστημονικές

θεωρίες μας είναι αληθείς και ότι η ιστορία της επιστήμης αυτό φανερώνει,

την ανάπτυξη θεωριών οι οποίες είναι όσο το δυνατόν περισσότερο αληθείς.

«Ένα κίνητρο για μια επιστημική προσέγγιση στην αλήθεια είναι ότι

13 Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια …, ό.π., σελ.16.14 Psillos Stathis, How Science tracks truth, Routledge, 199915 Michael Esfeld, The controversial relationships between Science and Philosophy, A critical assessment, Rome 2006.

9

9

Page 10: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

προσθέτει στην αλήθεια ένα ανθρώπινο πρόσωπο: την καθιστά

προσπελάσιμη».16

Όσον αφορά στην ιστορία της επιστήμης και τη σχέση της με τον επιστημονικό

ρεαλισμό μπορεί να ειπωθεί ότι πολλές θεωρίες απεδείχθησαν προϊόντος του χρόνου

λανθασμένες. Ας θυμηθούμε τις θεωρίες του Αριστοτέλη για τις κρυστάλλινες

σφαίρες που υποτίθεται ότι περιβάλλουν τη γήινη σφαίρα και τη θεωρία του

Κοπέρνικου για τη βαρύτητα. Οι παραπάνω θεωρίες αντιμετωπίζονται από την

σκοπιά της σύγχρονης επιστήμης ως θεμελιωδώς λανθασμένες.

Πρέπει να σκεφτούμε όμως ότι οι θεωρίες αυτές παρόλο που ήταν

λανθασμένες υπήρξαν επιτυχείς στην εποχή τους στην προσπάθεια του ανθρώπου να

εξηγήσει τον κόσμο και να προβλέψει κάποια συμβάντα τα οποία ήταν

παρατηρήσιμα. Δεν μπορούμε να αρνηθούμε ότι οι θεωρίες του Αριστοτέλη ή του

Νεύτωνα δεν εξυπηρέτησαν την προσπάθεια των ανθρώπων για να επιτύχουν

ακρίβεια στην ερμηνεία των γεγονότων.

Πολλές φορές ερμηνείες ήταν επιτυχείς και ταυτόχρονα λανθασμένες.17 Αυτό

σημαίνει ότι και οι σημερινές θεωρίες που έχουμε στην επιστήμη ενδέχεται να μην

είναι αληθείς.18 Το γεγονός αυτό όμως ενδέχεται να υπονομεύει τον επιστημονικό

ρεαλισμό; Τι μπορεί να απαντήσει ο επιστημονικός ρεαλισμός σε αυτό το

επιχείρημα;

Απαντά με την εξής πρόταση: Αντί να λέμε ότι οι επιτυχημένες επιστημονικές

θεωρίες είναι εξ ολοκλήρου αληθείς, ισχυριζόμαστε ότι είναι προσεγγιστικώς αληθείς

και αυτό εξηγεί την επιτυχία τους. Έχουμε παρατηρήσει όντως στην πορεία της

επιστημονικής εξέλιξης ότι λανθασμένες θεωρίες πολλές φορές μας οδηγούν σε

16 Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια εκδ. Οκτώ Αθήνα 2009, σελ 19.17 Pierre Cruse, On Scientific Realism, Richmond Journal of Philosophy, Volume 3, 200318 Η θεώρηση αυτή για την επιστήμη ονομάζεται πεσιμιστική επαγωγή διότι εισάγει την γενίκευση της ιστορίας των λανθασμένων θεωριών στην πορεία της επιστήμης.

10

10

Page 11: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

επιτυχείς προβλέψεις. Οι ρεαλιστές μπορούν να ισχυρισθούν ότι επιτυχείς είναι οι

επιστημονικές θεωρίες οι οποίες κάνουν επιτυχείς προβλέψεις. Επιτυχείς δε είναι οι

προβλέψεις που αφορούν καινά, νέα φαινόμενα της πραγματικότητας. Εδώ

υπεισέρχεται το πρόβλημα της έννοιας της επιστημονικής προόδου καθώς και ο

ρόλος των καινοφανών προβλέψεων στην υπεράσπιση του επιστημονικού ρεαλισμού.

Σύμφωνα με τον Popper παρατηρείται ότι διαμέσου της επιστημονικής

εξέλιξης από τις επιστημονικές θεωρίες του 17ου αιώνα μέχρι και αυτές του 20ου

αιώνα υπάρχει μια ασυμμετρία μεταξύ των παλαιών και των νεότερων θεωριών. Η

επιστημονική πρόοδος κατά τον Popper είναι η εισαγωγή καινοφανών κατηγοριών

και εννοιών οι οποίες δεν αποτελούν, απαραίτητα και άμεσα, επακόλουθα των

παλαιότερων θεωριών και δεν σχετίζονται με την αντίληψη που είχαν οι άνθρωποι,

για την πραγματικότητα, στο πλαίσιο προηγούμενων θεωριών. Προτείνει τη θεωρία

της «διαψευσιμότητας των θεωριών» σε αντίθεση με τον Kuhn που προτείνει την

αναγκαιότητα συνεχούς «επαλήθευσης του επιστημονικού παραδείγματος».

Υπάρχει και η αντίληψη «αντί να αντιμετωπίζουμε τη θεωρία ως σύνολο

ισχυρισμών που είναι αληθείς ή ψευδείς, θα μπορούσαμε να την αντιμετωπίζουμε ως

ένα κατηγόρημα το οποίο είναι αληθές για ορισμένα συστήματα και μη αληθές για

άλλα».19

Για τον ρεαλισμό, υποστηρίζει ο Στάθης Ψύλλος,20 αυτό που καθιστά

συγκεκριμένες επιστημονικές θεωρίες αληθείς είναι η ανεξάρτητη δομή του κόσμου.

Η θέση της ανεξαρτησίας του κόσμου από τον νου είναι μια «αντι – αναγωγιστική»21

θέση με την έννοια ότι απορρίπτει την αναγωγιμότητα του περιεχομένου του κόσμου

σε οντότητες με νοητικά χαρακτηριστικά. Στο πλαίσιο της ανεξάρτητης αυτής δομής

19 Clark Glymour, Ο Ρεαλισμός και η Φύση των Θεωριών, στο συλλογικό έργο Introduction to the Philosophy of Science Prentice – Hall 1992.20 Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια …, ό.π., σελ. 45.21 Αυτ., σελ. 104.

11

11

Page 12: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

συμβαίνουν γεγονότα τα οποία είναι δυνατόν προσεγγιστικώς να προβλεφθούν –

σύμφωνα με τον επιστημονικό ρεαλισμό – και να εξηγηθούν από συγκεκριμένες

επιστημονικές θεωρίες. Υφίσταται μια αισιόδοξη στάση πίσω από αυτή την αντίληψη

του επιστημονικού ρεαλισμού. Όταν αποδεχόμαστε ότι η επιστήμη είναι αιτιακά

εξαρτημένη από τον κόσμο δεν αποδεχόμαστε ότι οι οντότητες τις οποίες εξετάζουμε

συγκροτούνται αιτιακά ως οντότητες από τις γνωσιακές μας ικανότητες.

Πρέπει να πούμε εδώ ότι οι οντότητες που «η επιστήμη μελετά και για τις

οποίες ανακαλύπτει αλήθειες κρίνονται ως ανεξάρτητες από μας υπο μια λογική

έννοια: δεν είναι το λογικό επακόλουθο των δικών μας εννοιολογήσεων και

θεωρήσεων»22.

Στο επόμενο κεφάλαιο θα περάσουμε να δούμε διεξοδικά τα επιχειρήματα

υπέρ του επιστημονικού ρεαλισμού.

Α. 2. Επιχειρήματα υπέρ του Επιστημονικού Ρεαλισμού.

22 Αυτ., σελ. 47.

12

12

Page 13: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

A. 2. 1. Το επιχείρημα του μη θαύματος (The No Miracle Argument).

O Putnam όπως προηγουμένως είδαμε υποστήριξε ότι: «Ο ρεαλισμός είναι η

μόνη φιλοσοφία της επιστήμης που δεν μετατρέπει την επιτυχία της επιστήμης σε

θαύμα».

Δοθείσης της επιτυχίας των επιστημονικών θεωριών σε εμπειρικό επίπεδο θα

ήταν σχεδόν σύμπτωση απίθανη εάν αυτές οι θεωρίες ήταν προσεγγιστικώς αληθείς.

Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν τείνουν να πιστεύσουν σε θαύματα, άρα τείνουν να

αποδεχθούν τον επιστημονικό ρεαλισμό.

O van Fraassen δεν θέτει απαραιτήτως θέμα επιλογής η μη του επιστημονικού

ρεαλισμού. Ξεφεύγει από το δίλημμα αυτό και συσχετίζει την προβληματική του με

την θεωρία της φυσικής επιλογής.

Υποστηρίζει δηλαδή ότι « κάθε επιστημονική θεωρία έρχεται για να ζήσει

μέσα σε ένα κλίμα έντονου ανταγωνισμού, μέσα σε έναν αγώνα αλληλοεξόντωσης.

Μόνον οι επιτυχείς θεωρίες επιβιώνουν, αυτές που όντως συλλαμβάνουν τις ενεργεία

κανονικότητες της φύσης».23 Οι Smart24 και Putnam25 οι οποίοι πρότειναν αυτό το

επιχείρημα για τον επιστημονικό ρεαλισμό υποστήριξαν ότι εάν οι θεωρητικές

οντότητες που εμπλέκονται στις επιστημονικές θεωρίες δεν υπήρχαν, και οι ίδιες οι

θεωρίες ήταν τουλάχιστον προσεγγιστικώς αληθείς, τότε η αποδεδειγμένη επιτυχία

της επιστήμης σε όρους προβλέψεων θα αποτελούσε σίγουρα ένα θαύμα. Αυτό που

μπορεί κανείς να αποκομίσει από την προβληματική αυτή είναι ότι η επιστήμη είναι

23 Basil van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, Leader Books, Αθήνα 2008, σελίδα 6224 Smart J. J. C. “Philosophy and Scientific Realism”, Routledge, London 1963. O Smart Jack επιχειρηματολόγησε εναντίον της εργαλειοκρατίας η οποία υποστηρίζει ότι ένας μεγάλος αριθμός παρατηρήσιμων φαινόμενων οντολογικώς ασυνδέτων μεταξύ τους συσχετίζονται μέσω μιας εργαλειοκρατικής θεώρησης. Ο επιστημονικός ρεαλισμός λέει ο Smart J. δεν αφήνει τίποτε στην τύχη. Οι οντότητες (οι μη παρατηρήσιμες) από τις επιστημονικές θεωρίες υπάρχουν για τούτο και οι θεωρίες είναι αληθείς. 25 Putnam H. Mathematics, Matter and Method Volume 1, Cambridge, Cambridge University Press, 1975.

13

13

Page 14: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

σε καλό δρόμο. Αυτό θα σήμαινε ότι θα βρισκόμασταν στην πορεία ανίχνευσης μιας

επιτυχίας βασισμένης στην εμπειρία.

Αυτό σημαίνει όμως ότι το επιχείρημα του μη θαύματος δεν μας οδηγεί σε ένα

οριστικό συμπέρασμα. Ο επιστημονικός ρεαλισμός βρήκε υποστηρικτές:

α) στην διαψευσιμότητα του Popper o οποίος επιτέθηκε στην

εργαλειοκρατία.

Πως ο επιστημονικός ρεαλισμός βρήκε υποστηρικτές; Όταν ο Popper έρχεται

σε αντίθεση με την εργαλειοκρατία, έρχεται ταυτόχρονα αντίθετος με την θέση της

τελευταίας για την υιοθέτηση της εμπειρικής επάρκειας των επιστημονικών θεωριών

ως κριτηρίου για την επιτυχία των θεωριών αυτών. Ο ρεαλισμός εμπλέκεται με την

έννοια της αλήθειας. Όχι όμως με την έννοια της ως αποτίμησης (υπο μια έννοια

επιστημικής – γνωσιακής ορθότητας). Η έννοια μιας μη επιστημικής προσέγγισης της

αλήθειας αφορά την ανεξαρτησία του κόσμου από το νου. Η υπεράσπιση του

επιστημονικού ρεαλισμού, υποστηρίζει ο Στάθης Ψύλλος, προϋποθέτει μια μη

επιστημική έννοια της αλήθειας.

και β) στην ανάπτυξη από τον Boyd μιας εξηγητικού χαρακτήρα άποψης του

επιχειρήματος για την μη μετατροπή της επιτυχίας της επιστήμης σε θαύμα

Η εξήγηση του Boyd στόχευσε στις επιστημονικές μεθόδους μέσω μιας

ανθρωποκεντρικής οπτικής της επιστήμης στην οποία επέδρασαν οι ιδέες των Kuhn

και Feyerabend. Ο Boyd φέρνοντας σε αντίθεση τον ρεαλισμό με τον εμπειρισμό και

τον κατασκευαστισμό θεώρησε ότι ο επιστημονικός ρεαλισμός μας προσφέρει την

καλύτερη δυνατή εξήγηση (Inference to the Best Explanation, IBE).

14

14

Page 15: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Α. 2. 2. Το επιχείρημα της συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση. (Inference to the

Best Explanation)

«Ο ρεαλισμός συγκρούεται με την εργαλειοκρατία – σύμφωνα με την οποία οι

επιστημονικές θεωρίες είναι απλά εργαλεία για τον συντονισμό όλων των εμπειρικών

νόμων και την πρόβλεψη των φαινομένων. Κριτήριο επιτυχίας της θεωρίας δεν είναι

η αλήθεια αλλά μια ασθενέστερη έννοια που μπορεί να χαρακτηρισθεί ως εμπειρική

επάρκεια, το γεγονός δηλαδή ότι η θεωρία σώζει τα φαινόμενα».26

Όταν αντιμετωπίζουμε πολλές υποθέσεις οι οποίες ερμηνεύουν την

πραγματικότητα, την εξηγούν με διαφορετικό τρόπο η καθεμιά, τότε επιλέγουμε αυτή

την υπόθεση, η οποία μας προσφέρει την καλύτερη εξήγηση. Το επιχείρημα της

συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση είναι γνωστό και ως επιχείρημα της απαγωγής «

abductive argument». «Η συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση επιτρέπει στους

επιστήμονες να αποδεχθούν υποθέσεις για τις μη παρατηρήσιμες αιτίες των

φαινομένων στη βάση του ότι οι υποθέσεις αυτές παρέχουν τις καλύτερες εξηγήσεις

αυτών των φαινομένων».27 Βέβαια δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αντικειμενικός σκοπός

του Επιστημονικού Ρεαλισμού είναι η παραγωγή προσεγγιστικώς αληθών υποθέσεων

για τις παρατηρήσιμες αλλά και για τις μη παρατηρήσιμες οντότητες του κόσμου.

Ο Στάθης Ψύλλος, μπορούμε να θεωρήσουμε, ότι ανάμεσα στον (τολμηρό)

και (μετριοπαθή) ρεαλισμό, επιλέγει τον πρώτο. «Ο μετριοπαθής ισχυρισμός είναι ότι

υπάρχει ένας ανεξάρτητος και σε μεγάλο βαθμός μη παρατηρήσιμος μέσω των

αισθήσεων κόσμος τον οποίο η επιστήμη επιχειρεί να χαρτογραφήσει. Ο πιο

τολμηρός ισχυρισμός είναι ότι αν και ο κόσμος είναι ανεξάρτητος και σε κάποια

τμήματά του τουλάχιστον μη παρατηρήσιμος από τις αισθήσεις, η επιστήμη μπορεί

26 Στάθης Ψύλλος, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ. 15.27 Αυτ., σελ. 15.

15

15

Page 16: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

να (και ήδη έχει) φτάσει σε μια λιγότερο ή περισσότερο πιστή αναπαράσταση του

επιτρέποντας μας να γνωρίσουμε την αλήθεια».28

Χαρακτηριστικά υποστηρίζει ότι ο ρεαλισμός αποτελεί περισσότερο την

καλύτερη παρά την μοναδική εξήγηση της επιστήμης.29 Συνάγεται λοιπόν ότι η

επιτυχία της επιστήμης δεν εξαρτάται από ένα θαύμα αλλά από μια προσεγγιστικώς

αληθή επιστημονική θεωρία ανάμεσα σε άλλες θεωρίες. « Δεν θεωρούν όλοι οι

οπαδοί του ρεαλισμού την απαγωγική υποστήριξη της συναγωγής στην καλύτερη

εξήγηση κεντρική στην υπεράσπιση του ρεαλισμού».30

Τι σημαίνει όμως καλύτερη εξήγηση;

«Η απαγωγική υπεράσπιση του ρεαλισμού μπορεί να προχωρήσει μόνον εντός

ενός ευρέως νατουραλιστικού πλαισίου στο οποίο η κατηγορία της κυκλικότητας

χάνει την αξία της».31 Αν αποτύχει η απαγωγή τότε καμία εμπειρική γνώση δεν είναι

δυνατή. Ο επιστημονικός ρεαλισμός λοιπόν τροποποιεί το επιχείρημα υπέρ του

ρεαλισμού: «Η καλύτερη εξήγηση της επιτυχίας μιας επιστημονικής θεωρίας είναι η

απόδειξη της ύπαρξης των μη παρατηρήσιμων οντοτήτων και η απόδειξη ότι

διαθέτουν ιδιότητες αντιστοιχούσες στην επιστημονική αυτή θεωρία».32

28 Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ. 15, 1629 Psillos Stathis, Scientific Realism, How Science tracks truth, Routledge, London, 1999.30 Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ. 54.31 Αυτ., σελ. 55.32 Michael Devitt, Scientific Realism and Truth, …, ό.π.

16

16

Page 17: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

B . Τι λέει για τον Επιστημονικό Ρεαλισμό ο B . Van Fraassen .

«Τι είναι επιστημονικός ρεαλισμός;» διερωτάται ο van Fraassen.

Σύμφωνα με τον B. Van Fraassen η επιστήμη σκοπεύει να μας δώσει μια

κυριολεκτικώς αληθή περιγραφή του πως είναι ο κόσμος και η αποδοχή μιας

επιστημονικής θεωρίας ενέχει την πεποίθηση ότι αυτή είναι αληθής. Αυτή είναι, λέει

ο van Fraassen η ορθή διατύπωση του επιστημονικού ρεαλισμού.

Η διατύπωση αυτή εμπεριέχει δύο χαρακτηριστικά:

1. Είναι επιστημική διότι η αποδοχή της θεωρίας ταυτοποιείται και

αναγνωρίζεται μέσω της πίστης στην αλήθεια που έχει μέσα της αυτή

η θεωρία. «Ο καθένας θα συμφωνήσει ότι η απλότητα, το μεγάλο

πληροφοριακό περιεχόμενο, η προβλεπτική ισχύς και η εξηγητική

ικανότητα είναι επίσης αρετές της επιστημονικής θεωρίας».33 Το

χαρακτηριστικό αυτό δεν εξηγεί τις αιτίες της πίστης μας στη θεωρία

αυτή.

2. Είναι πραγματολογική διότι αποσκοπεί να παρέχει μια κυριολεκτική

ερμηνεία του κόσμου. «Το πρόβλημα της αποσαφήνισης της

κυριολεκτικής ερμηνείας ανήκει στη φιλοσοφία της γλώσσας».34 Δεν

είναι απαραίτητο να ισχυριζόμαστε ότι η επιστήμη πραγματικά μας

παρέχει μια αλήθεια διότι πολλές φορές δεν μας την παρέχει.

Ο αντιρεαλισμός, λέει ο van Fraassen, αποτελεί μια θέση σύμφωνα με την

οποία οι επιστημονικές θεωρίες δεν είναι απαραίτητο να είναι αληθείς για να

είναι καλές. Εάν όμως ο τύπος αντιρεαλισμού του van Fraassen οικοδομεί

33 B. van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 13.34 Αυτ., σελ. 16.

17

17

Page 18: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

θεωρίες χωρίς να πιστεύει στην αλήθεια τους τότε ποια πρέπει να είναι η

στάση μας;

O van Fraassen υποστηρίζει: «Η επιστήμη σκοπεύει να μας δώσει

θεωρίες οι οποίες να είναι εμπειρικά επαρκείς και η αποδοχή μιας θεωρίας

ενέχει ως πεποίθηση μόνον ότι αυτή είναι εμπειρικά επαρκής».35 Η

διατύπωση αυτή ονομάζεται κατασκευαστικός εμπειρισμός.

Μια θεωρία είναι εμπειρικά επαρκής εάν «σώζει τα φαινόμενα», «εάν

έχει τουλάχιστον ένα μοντέλο με το οποίο συμφωνούν όλα τα ενεργεία

φαινόμενα».

Εάν δηλαδή όλα όσα λέει η θεωρία για τα παρατηρήσιμα φαινόμενα

είναι αλήθεια, η εμπειρική επάρκεια διασώζει όλα τα φαινόμενα τελικά, όχι

μόνον αυτά τα οποία παρατηρούμε αλλά και αυτά που θα μπορούσαμε να

παρατηρήσουμε. Εάν πρόκειται να παρατηρήσουμε κάτι, τότε μια εμπειρικά

επαρκής θεωρία θα έλεγε μόνον αληθινά πράγματα για αυτό το

παρατηρούμενο, λέει ο van Fraassen.

Η αποδοχή μιας θεωρίας περιέχει όλες τις μορφές δέσμευσης και

ένταξης σε ερμηνευτικά προγράμματα. Η αποδοχή αυτή αποκαλύπτει μια

πραγματολογική διάσταση αποδοχής της θεωρίας. Η αποδοχή μιας θεωρίας,

μας λέει ο van Fraassen, έχει μια πραγματολογική διάσταση. Η διάσταση αυτή

σχετίζεται άμεσα με την ένταξη της θεωρίας σε ένα ερευνητικό πλαίσιο, σε

ένα ερευνητικό πρόγραμμα. Η διάσταση αυτή αφορά τη χρησιμότητα της

θεωρίας ανεξάρτητα αν είναι εμπειρικά επαρκής. Για να μπορεί μια

επιστημονική θεωρία να σταθεί στο στερέωμα της επιστημονικής κοινότητας

απαιτείται και αυτή η πραγματολογική όψη της. Το να εξηγεί συγκεκριμένα

φαινόμενα δεν αποτελεί απαραίτητα το μοναδικό χαρακτηριστικό μιας

35 B. van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 18.

18

18

Page 19: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

θεωρίας. Το πλαίσιο αυτό μιας θεωρίας καθιστά αυτήν ικανή να ανταποκριθεί

στις απαιτήσεις επικράτησής της μέσα σε μια επιστημονική κοινότητα

σχετίζεται με τις προτάσεις της, με το ακροατήριο και με τις περιστάσεις των

γεγονότων.36

Άρα πραγματολογική αρετή, πραγματολογική διάσταση χαρακτηρίζει

μια επιστημονική θεωρία όταν αυτή όχι μόνο εξηγεί συγκεκριμένα γεγονότα

αλλά αποτελεί και μια έκφραση μιας συμφωνίας – πλαισίου που διέπει μια

επιστημονική κοινότητα.

Οι λεγόμενες πραγματολογικές προϋποθέσεις αφορούν το γενικότερο

πλαίσιο, το γενικότερο κοσμοείδωλο στα όρια του οποίου αναδύονται οι

επιστημονικές θεωρίες. Οι επιστημονικές θεωρίες σύμφωνα με τον Bas. Van

Fraassen εντάσσονται σε ένα τρίπτυχο εξήγησης των φαινομένων: θεωρία –

γεγονός – πλαίσιο.37 «Η επιστημονική εξήγηση δεν είναι καθαρή επιστήμη

αλλά μια εφαρμογή της επιστήμης. Είναι μια χρήση της επιστήμης για την

ικανοποίηση κάποιων επιθυμιών μας ‘ και αυτές οι επιθυμίες είναι εντελώς

συγκεκριμένες σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, αλλά είναι πάντα επιθυμίες για

περιγραφικές πληροφορίες. Το ακριβές περιεχόμενο της επιθυμίας και η

αποτίμηση του πόσο καλά ικανοποιείται αυτή, ποικίλει από πλαίσιο σε

πλαίσιο».Συμπεραίνει λοιπόν ο van Fraassen ότι δεν νομιμοποιούμαστε να

θεωρήσουμε την εξηγητική επιτυχία ως μαρτυρία υπέρ της αλήθειας μιας

επιστημονικής θεωρίας. Μόνον η εμπειρική επάρκεια και ισχύς μιας

επιστημονικής θεωρίας αποτελεί μια ασφαλή οδό της έρευνας. Λέει μάλιστα

ότι «δεν είναι ανορθόλογο κάποιος να δεσμεύεται μόνον στην έρευνα για

θεωρίες που είναι εμπειρικά επαρκείς, για θεωρίες των οποίων τα μοντέλα

36 Αυτ., σελ.143.37 Αυτ., σελ 241.

19

19

Page 20: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

συμφωνούν προς τα παρατηρήσιμα φαινόμενα, ενώ αναγνωρίζει πως ό, τι

μετρά ως παρατηρήσιμο φαινόμενο είναι συνάρτηση του ποια είναι η

επιστημική κοινότητα (πως το παρατηρήσιμο είναι παρατηρήσιμο από εμάς)»38

Β. 1. Η Διχοτομία μεταξύ Θεωρίας και Παρατήρησης.

38 Αυτ., σελ. 29.

20

20

Page 21: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Σύμφωνα με τον G. Maxwell, η διάκριση μεταξύ θεωρίας και

παρατήρησης δεν είναι δυνατή. Και τούτο διότι:

1. Η γλώσσα μας είναι μολυσμένη, επηρεασμένη από τη θεωρία.

2. Υπάρχει μια συνέχεια μεταξύ παρατήρησης και θεωρητικής

συναγωγής εξηγήσεων.

3. Τίποτε κατά βάση δεν είναι μη παρατηρήσιμο.

Σύμφωνα με τον van Fraassen, δεν μας ενδιαφέρει αν η γλώσσα μας

εμπεριέχει θεωρία. Από συνήθεια λέμε για παράδειγμα ότι ο ήλιος ανατέλλει

αν και δεν είναι αλήθεια. Επίσης, παρόλο που υπάρχει μια συνέχεια μεταξύ

παρατήρησης, δεν υπάρχει συνέχεια από τα παρατηρήσιμα στα μη

παρατηρήσιμα. Η έννοια «παρατηρήσιμο» αναφέρεται σε οντότητες που

μπορούν να περιγραφούν επακριβώς.

Ρωτά ο van Fraassen: Ποια είναι η καταλληλότερη μορφή αποδοχής

μιας θεωρίας; Η πεποίθησή μας ότι η θεωρία ως όλον είναι αληθής ή κάτι

άλλο; 39 Το να αποδεχθεί κανείς μια θεωρία σημαίνει το να σχηματίσει την

πεποίθηση ότι είναι εμπειρικά επαρκής. «Αυτό που λέει η θεωρία για το

παρατηρήσιμο – από εμάς- είναι αληθές.

Ο van Fraassen δίνει επίσης σημασία στο ρόλο της διχοτομίας μεταξύ

παρατήρησης και θεωρίας. Και τούτο λόγω της δέσμευσής του προς την

έννοια της εμπειρικής επάρκειας ως αληθείας συγκεκριμένου μέρους μιας

θεωρίας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αντί του διαχωρισμού μεταξύ

παρατήρησης και θεωρίας οδεύουμε σε έναν διαχωρισμό μεταξύ αληθείας και

επιτυχίας στις προβλέψεις.

Λέει ο van Fraassen ότι δεν πρέπει να συγχέουμε το παρατηρείν με το

παρατηρείν ότι. Προϋποτίθεται μια εννοιολογική σύλληψη της οντότητας η

39 Αυτ., σελ. 28.

21

21

Page 22: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

οποία γίνεται αντικείμενο παρατήρησης. Το γεγονός ότι παρατηρούμε κάτι

σημαίνει ότι το παρατηρούμε έχοντας κατά νου μια συγκεκριμένη στάση, ένα

οπτικό πρίσμα υπο το οποίο το παρατηρούμενο γίνεται αντικείμενο

παρατήρησης. Θα λέγαμε καλύτερα ότι το παρατηρούμενο είναι

παρατηρήσιμο. Ο Στάθης Ψύλλος υποστηρίζει ότι οι ρεαλιστές δεν είναι

αναγκασμένοι να αρνηθούν ότι η εννοιολογική δραστηριότητα είναι ουσιώδης

για να γνωρίσουμε τον κόσμο. Θεωρεί όμως παράλληλα ότι η ανθρώπινη

σκέψη δεν έχει τη δυνατότητα να καθορίσει την πραγματικότητα των

οντοτήτων. Εδώ αντιλαμβανόμαστε την αναγκαιότητα της διάκρισης μεταξύ

παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου.

Το μη παρατηρήσιμο έχει τη δυνατότητα αργότερα να καταστεί

παρατηρήσιμο. Το θέμα όμως είναι, διερωτάται ο van Fraassen, εάν η

ταξινόμηση των οντοτήτων σε παρατηρήσιμες και μη παρατηρήσιμες έχει ή

δεν έχει σημασία για αυτή την ύπαρξη των δυνατών να παρατηρηθούν

οντοτήτων;

Εδώ υπεισέρχεται, σύμφωνα με τον van Fraassen, η έννοια της

επιστημικής κοινότητας. Η αποδοχή μιας θεωρίας από ένα επιστημικό πλαίσιο

σημαίνει την αποδοχή της εμπειρικής της επάρκειας, δηλαδή της αλήθειας

της, νοούμενης είτε ως αντιστοιχίας, είτε ως μιας γνωσιακής, επιστημικής

ορθότητας.40

Β. 2. Συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση.

Η εφαρμογή της συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση, στην επιστήμη,

σχετίζεται με την επιλογή ενός εύρους επιλογών. Ο van Fraassen επικαλείται τον

Sellars ο οποίος λέει: «Το να έχουμε καλούς λόγους να υποστηρίζουμε μια θεωρία

40 Ψύλλος Στάθης, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ 19.

22

22

Page 23: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

είναι ipso facto το να υποστηρίζουμε ότι οι οντότητες που αξιώνει η θεωρία

υπάρχουν». Το επιχείρημα αυτό του Sellars επικαλείται σύμφωνα με τον van Fraassen

τον κανόνα της συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση.

Ο van Fraassen υποστηρίζει ότι το να ακολουθούμε κάποιον κανόνα

συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση είναι μια ψυχολογική υπόθεση που εξηγεί

καλύτερα την εμπειρική επάρκεια μιας θεωρίας.

Επίσης ο van Fraassen θεωρεί ότι ακόμη και αν πιστώσουμε στην συναγωγή

αυτή επιτυχία και επάρκεια, πώς θα γνωρίζουμε ότι οδηγεί στην αλήθεια; Στην

διάρκεια της ιστορίας αναδύθηκαν πολλές λαθεμένες επιστημονικές θεωρίες. Πώς

μπορεί να ξεπεράσει το πρόβλημα αυτό ο επιστημονικός ρεαλισμός καταφεύγοντας

στο προσεγγιστικώς αληθές;

Τίθεται τελικά το ερώτημα: Τι σημαίνει αλήθεια κατά προσέγγιση, σεβόμενη

την συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση; Δεδομένου ενός εύρους θεωριών

εναλλακτικών επιλογών , ο επιστημονικός ρεαλισμός θεωρεί ότι πρέπει να

πιστέψουμε ότι μια τουλάχιστον θεωρία είναι αληθής. Είμαστε σίγουροι ότι αυτό το

εύρος των θεωριών περιλαμβάνει μια τουλάχιστον αληθή θεωρία;

Τίθεται επίσης και ένα άλλο ερώτημα: «Τι σημαίνει καλύτερη εξήγηση»;

«Έχει ευρέως υποστηριχθεί ότι η χρήση από τους ρεαλιστές μιας συναγωγής στην

καλύτερη εξήγηση για την υπεράσπιση της θεωρίας τους είναι κυκλική και συνιστά

λήψη του ζητουμένου καθώς θεωρεί δεδομένη την αξιοπιστία ενός τύπου συναγωγής

ο οποίος αμφισβητείται από τους μη ρεαλιστές».41 Ο Στάθης Ψύλλος θεωρεί ότι η

κατηγορία της κυκλικότητας χάνει την αξία της στο πλαίσιο εντός ενός

νατουραλιστικού πλαισίου. Και αυτό γιατί δεν ζητείται η δικαιολόγηση όπως λέει των

απαγωγικών μεθόδων με την ιντερναλιστική έννοια (όπως γνωρίζουμε

ιντερναλιστικές απόψεις είναι ο θεμελιωτισμός και ο συνεκτικισμός) αλλά η εξήγηση

41 Αυτ., σελ. 55.

23

23

Page 24: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

τους με την επιστημολογική εξτερναλιστική έννοια (θυμόμαστε την αξιοπιστοκρατία

– reliabilism).

Θεωρεί λοιπόν ο Στάθης Ψύλλος ότι δεν υφίσταται θέμα κυκλικότητας στην

εξήγηση αυτή και αυτό άπτεται της απαγωγικής υπεράσπισης της Συναγωγής στην

καλύτερη εξήγηση. Φιλόσοφοι όπως ο Ψύλλος, ο Boyd, o Trout επιχειρούν να

εξουδετερώσουν την κατηγορία αυτή της κυκλικότητας της ΣΚΕ (Συναγωγή στην

Καλύτερη Εξήγηση) θεωρούντες ότι η απαγωγή αποτελεί το μόνο τύπο ενισχυτικής

συναγωγής. Σε μια δημοσίευση του ο Bas van Fraassen42 στην οποία

επιχειρηματολογεί εναντίον του Στάθη Ψύλλου,43 όσον αφορά την απαγωγή και τη

συναγωγή στην καλύτερη εξήγηση, θεωρεί ότι τα επιχειρήματά του εναντίον της ΣΚΕ

δεν ανατρέπονται από την επιχειρηματολογία του Ψύλλου ο οποίος αποτυγχάνει –

κατά την γνώμη του Van Fraassen πάντοτε – να αποδείξει ότι η αποκήρυξη της ΣΚΕ

από τον Van Fraassen αποδυναμώνει την θέση του για τον καθαρό σκεπτικισμό.

Ο Στάθης Ψύλλος στη δημοσίευσή του για τον απαγωγικό συλλογισμό44

θεωρεί ότι ο van Fraassen αναρωτιέται για το αν αξίζει κανείς να εμπιστεύεται

πρακτικές τέτοιου είδους. Αναλύοντας ο Στάθης Ψύλλος τη στάση του van Fraassen

για την απαγωγή αναφέρεται σε δύο επιχειρήματα του τελευταίου εναντίον της

συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση. Στο επιχείρημα (from the bad lot) και στο

επιχείρημα (from indifference) . Όσον αφορά στο πρώτο επιχείρημα ο Στάθης Ψύλλος

επιθυμεί να αποδείξει ότι και οι δύο πλευρές, οι επιστημονικοί ρεαλιστές και οι

οπαδοί του κατασκευαστικού εμπειρισμού, χρειάζεται να επικαλεστούν ένα είδος

προνομίου ώστε να έχουν θεμελιωμένες κρίσεις που απαιτούν από τις επιστημονικές

θεωρίες. Όσον αφορά στο δεύτερο επιχείρημα, ο Στάθης Ψύλλος επιθυμεί να δείξει 42 Bas van Fraassen, “A Defence of Van Fraassen’ s Critique of Abductive Inference: Reply to Psillos” The Philosophical Quarterly, Vol. 47, No 188 (305 – 321)43 Stathis Psillos, “On Van Fraassen‘s Critique of Abductive Reasoning”, Philosophical Quarterly, Volume 46, Issue 182 (January 1996), 31 – 47.44 Stathis Psillos, “On Van Fraassen‘s Critique of Abductive Reasoning”, Philosophical Quarterly, Volume 46, Issue 182 (January 1996), 31 – 47

24

24

Page 25: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

ότι κρίσεις πάνω σε κατά προσέγγιση αληθείς θεωρίες δεν επηρεάζονται πλέον

περισσότερο από το επιχείρημα (from indifference) όσο οι κρίσεις προερχόμενες από

την εμπειρική επάρκεια.

Καταλήγοντας ο Στάθης Ψύλλος θεωρεί ότι ο van Fraassen αποτυγχάνει να

υπονομεύσει την απαγωγή. Σύμφωνα με τον Στάθη Ψύλλο, όχι μόνο αποτυγχάνει ο

van Fraassen να την υπονομεύσει αλλά ακόμη και εάν επιτύγχανε, θα υπονόμευε

εξίσου και απαραιτήτως την δική του εμπειριστική θέση μειώνοντας την σε έναν

καθαρό σκεπτικισμό.

Ο van Fraassen αντιλέγων45 θεωρεί ότι ο Στάθης Ψύλλος διακρίνει μεταξύ

οριζόντιας και κάθετης συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση. Σύμφωνα με τον Στάθη

Ψύλλο ο van Fraassen αμφισβητεί μόνον τη κάθετη έννοια της ΣΚΕ. Ο van Fraassen

όμως υποστηρίζει ότι ο Στάθης Ψύλλος λέγοντας αυτό, διαπράττει ένα λάθος το

οποίο αποτελεί προϊόν παρερμηνείας.

Ο van Fraassen συνεχίζει λέγοντας ότι ο κατασκευαστικός εμπειρισμός δεν

αποτελεί μια επιστημολογία αλλά μια οπτική υπο την οποία θεωρείται η επιστήμη. Οι

οπαδοί του κατασκευαστικού εμπειρισμού και οι οπαδοί του επιστημονικού

ρεαλισμού αποτελούν δύο κατηγορίες φιλοσόφων, συνεχίζει ο van Fraassen, οι οποίοι

έχουν διαφορετική οπτική γωνία υπο την οποία βλέπουν την επιστήμη. Η τάση λέει ο

van Fraassen, να συγχέονται ο κατασκευαστικός εμπειρισμός με τον επιστημονικό

αγνωστικισμό έχει οδηγήσει σημαντικά στην εξώθηση στα άκρα ενός σκεπτικισμού.

Ο Στάθης Ψύλλος, υποστηρίζει ο van Fraassen, δεν ξεχωρίζει πάντοτε τους

κύριους στόχους του, τον κατασκευαστικό εμπειρισμό, ως θέση αντιτιθέμενη στον

επιστημονικό ρεαλισμό.

45 Bas van Fraassen, “A Defence of Van Fraassen’ s Critique of Abductive Inference: Reply to Psillos” The Philosophical Quarterly, Vol. 47, No 188 (305 – 321)

25

25

Page 26: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Ο van Fraassen απορρίπτει τον επιστημονικό ρεαλισμό όχι διότι θεωρεί αυτόν

παράλογο αλλά διότι απορρίπτει τον «πληθωρισμό μεταφυσικής»46 που τον

συνοδεύει. Ο Στάθης Ψύλλος, αναφερόμενος στο «σχεδίασμα για μια επιστημολογία»

του van Fraassen, λέει ότι ο τελευταίος προτείνει ότι η μοναδική πίστη στην

εμπειρική επάρκεια των θεωριών μπορεί να βασισθεί στην μαρτυρία. Ο van Fraassen

αντιτείνει ότι η εμπειρική επάρκεια μιας υπόθεσης είναι πάντοτε περισσότερο

αξιόπιστη από την αλήθεια αυτής της υπόθεσης.

Η διαφορά με τον επιστημονικό ρεαλισμό στο θέμα αυτό, σύμφωνα πάντα με

τον van Fraassen, άπτεται της σημασίας της ΣΚΕ ως εξήγησης ή μάλλον ως επαρκούς

εξήγησης.

Ο Στάθης Ψύλλος, απαντώντας στην θεώρηση αυτή του van Fraassen, λέει

ότι ο τελευταίος διατηρεί μια επιλεκτική στάση απέναντι στην ΣΚΕ θεωρώντας ότι η

ΣΚΕ δεν εγγυάται την αξιοπιστία όταν η δυνατότητα της εξήγησης από τις

αποδείξεις – μαρτυρίες εκτείνεται στο κόσμο των μη παρατηρήσιμων.

Β. 3. Τα όρια της απαίτησης για εξήγηση.

Ο van Fraassen αναφερόμενος 47 στον Smart και τα επιχειρήματά του για τον

επιστημονικό ρεαλισμό (διάκριση μεταξύ αληθών και απλώς χρήσιμων θεωριών)

υποστηρίζει ότι η χρησιμότητα μιας θεωρίας δεν είναι παρά μια απλή διαπίστωση. Το

46 Bas van Fraassen, “A Defence of Van Fraassen’s Critique of Abductive Inference: Reply to Psillos” The Philosophical Quarterly, Vol. 47, No 188, 317.47 B. van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ. 37.

26

26

Page 27: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

γεγονός ότι τα παρατηρήσιμα φαινόμενα εμφανίζουν βασικές κανονικότητες αποτελεί

επίσης μια διαπίστωση.

Ο Smart υποστηρίζει ότι η εργαλειακή χρησιμότητα πάνω στην οποία

βασίζονται οι θέσεις του αντιρεαλισμού μπορεί να εξηγηθεί μόνον μέσω αναφοράς

τους στην αλήθεια των θέσεων αυτών.

Ο αντίλογος του van Fraassen απέναντι στην παραπάνω θέση είναι ότι η

εμπειρική επάρκεια μας παρέχει μια εξήγηση. Το εξηγητέον αποτελεί τον τελικό

στόχο της επιστήμης. Η εμπειρική επάρκεια υπερκαλύπτει όλα τα φαινόμενα, ακόμη

και τις κανονικότητες των μη παρατηρήσιμων φαινομένων.

«Από τις αντιπαραθέσεις του Μεσαίωνα ανακαλούμε την νομιναλιστική

απάντηση ότι οι βασικές κανονικότητες είναι απλώς γυμνές κανονικότητες, μη

επιδεχόμενες εξήγησης».48 Δύο συμβάντα τα οποία είναι αποτέλεσμα σύμπτωσης

μεταξύ τους μπορούν να εξηγηθούν ανεξάρτητα. Ο van Fraassen παρέχει ένα

παράδειγμα από την κβαντική μηχανική όπου οι συσχετισμοί δεν έχουν πραγματικά

κοινή αιτία με την παραδοσιακή έννοια.

Β. 4. Περιορισμοί στην εξήγηση.

Στην πραγματικότητα, λέει ο van Fraassen, δεν προσδοκούμε ότι οι θεωρίες

μας θα «σώζουν» τις κοινές καθημερινές μας γενικεύσεις, αφού ούτε εμείς οι ίδιοι

έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στην αυστηρή καθολικότητά τους.49 Οι εμπειρικές

48 Αυτ., σελ. 38.49 B. van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ 50.

27

27

Page 28: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

γενικεύσεις των παρατηρήσιμων φαινομένων υπόκεινται σε εξαιρέσεις. Ο Sellars

υποστηρίζει ότι πρέπει να απευθυνθούμε στο μη παρατηρήσιμο ώστε να εξηγήσουμε

τις παρατηρήσιμες μη κανονικότητες. « Αν όλες οι μη παρατηρήσιμες οντότητες δεν

υπάρχουν, αν οι θεωρητικοί ισχυρισμοί δεν είναι καλά επικυρωμένες και αληθείς

περιγραφές ενός μη παρατηρήσιμου κόσμου, τότε δεν είναι δυνατόν να εξηγήσουμε

την εμπειρική επιτυχία της επιστήμης και την πρόβλεψη συσχετισμών μεταξύ των

παρατηρήσιμων οντοτήτων».50

Β. 5. Το Ύστατο Επιχείρημα.

Ο Putnam ερχόμενος σε διάλογο με τον Michael Dummett για την διατύπωση του

επιστημονικού ρεαλισμού προσφέρει ένα νέο επιχείρημα για την υπεράσπισή του, το

λεγόμενο Ύστατο Επιχείρημα51: « Το θετικό επιχείρημα για τον ρεαλισμό είναι ότι

50 Psillos Stathis, Επιστήμη και Αλήθεια, …, ό.π., σελ 50.51 Putnam Hilary, Mathematics, Matter and Method, Cambridge, Cambridge University Press, 1975, Vol 1 σελ. 69.

28

28

Page 29: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

αποτελεί τη μόνη φιλοσοφική θέση που δεν καθιστά θαύμα την επιτυχία της

επιστήμης». Απέναντι στην ρήση αυτή του Putnam ο van Fraassen λέει σαρκαστικά

ότι «υπάρχει στον κόσμο η κανονικότητα ότι οι επιστημονικές προβλέψεις συνήθως

εκπληρώνονται και αυτή η κανονικότητα απαιτεί συνήθως μια εξήγηση. Άπαξ και

ικανοποιηθεί αυτή η απαίτηση της εξήγησης, έχουμε φθάσει δικαιωματικά στο

ύστατο τέλος των εξηγήσεων».52

Ο van Fraassen θεωρεί αυτή την ικανοποίηση για εξήγηση πολύ παραδοσιακή.

Θεωρεί ότι κάθε θεωρία έρχεται για να ζήσει σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Μόνον οι επιτυχείς θεωρίες επιβιώνουν. Υποστηρίζει δηλαδή ότι η επιτυχία της

επιστήμης δεν πρέπει να προκαλεί έκπληξη διότι δεν είναι θαύμα. Πρέπει όμως να

προβληματισθούμε γιατί επιλέγουμε μια θεωρία βασιζόμενοι στην εμπειρική της

επάρκεια. Τι σημαίνει λοιπόν εμπειρική επάρκεια; Και ποια η σχέση της εμπειρικής

επάρκειας με την επιτυχία μιας θεωρίας να συλλάβει τις κανονικότητες της φύσης; Η

ερώτηση αυτή μας οδηγεί σε ατραπούς που σχετίζονται με το εξηγητέο. Θα

ασχοληθούμε με αυτό το θέμα στο επόμενο κεφάλαιο.

Β. 6. «Σώζειν τα Φαινόμενα».

Όταν έρχονται σε διάλογο οι ρεαλιστές με τους αντιρεαλιστές, για τις

επιστημονικές θεωρίες, επιθυμούν να εκθέσουν τις θεωρίες τους για το πώς

βλέπει ο καθένας τους τον κόσμο. Ο ρεαλιστής θεωρεί την αλήθεια των

επιστημονικών θεωριών ως κριτήριο της ισχύος τους, ενώ ο αντιρεαλιστής

52 B. van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ 60.

29

29

Page 30: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

θεωρεί ότι η επιστήμη ασχολείται με κάποιες παρατηρήσιμες περιοχές της

πραγματικότητας, με άλλα λόγια το περιεχόμενο μιας θεωρίας που ασχολείται με

πράγματα τα οποία είναι δυνατόν να παρατηρηθούν επηρεάζει την εμπειρική

επάρκεια της θεωρίας αυτής.

Ο van Fraassen υποστηρίζει ότι το τι είναι παρατηρήσιμο αποτελεί κάτι

ανεξάρτητο από τα ζητήματα που η θεωρία θέτει. Η θεωρία ενδέχεται να έχει μια

συγκεκριμένη εσωτερική δομή ενδέχεται επίσης να αποτελεί μέρος ενός

γενικότερου επιστημονικού παραδείγματος ή προγράμματος.

Η σχέση θεωρίας και παρατηρήσιμου - επισημάνθηκε και ανωτέρω –

επηρεάζεται από τη σχέση παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου. Η

εννοιολόγηση μιας παρατήρησης, μιας περιγραφής της πραγματικότητας αποτελεί

αντικείμενο ταξινόμησης στην επιστημονική κοινότητα και δεν μπορεί να

επηρεάσει καθοριστικά τη διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμου και μη

παρατηρήσιμου. Η διάκριση αυτή, λέει ο van Fraassen, μεταξύ του

παρατηρήσιμου και του όλου της πραγματικότητας αποτελεί ανθρωποκεντρικό

γνώρισμα.

Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός του van Fraassen πρεσβεύει ότι «αυτό που

ενδιαφέρει την επιστήμη είναι η εμπειρική επάρκεια και όχι η αναζήτηση της

αλήθειας που εκτείνεται πέραν αυτής.»53 Άρα έχουμε μια περιγραφή ενός

τμήματος της πραγματικότητας σε αντιδιαστολή από το όλον της

πραγματικότητας. Ο επιστημονικός ρεαλισμός, λέει ο van Fraassen, αισθάνεται

άβολα με αυτή τη διάκριση. Αυτό που έχει σημασία, συνεχίζει, «είναι η εμπειρική

επάρκεια και όχι η αλήθεια ή το ψεύδος των περιγραφών που υπερβαίνουν τα

παρατηρήσιμα φαινόμενα. Η εμπειρική επάρκεια συσχετίζει τη θεωρία προς τα

53 B. van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ 95.

30

30

Page 31: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

ενεργεία φαινόμενα».54 Άλλο πράγμα λοιπόν είναι η εμπειρική επάρκεια και άλλο

η αλήθεια.

Τι σημαίνει να είναι η θεωρία εμπειρικά επαρκής: Ο van Fraassen υποστηρίζει

ότι αυτό συμβαίνει όταν η θεωρία αυτή έχει κάποιο μοντέλο τέτοιο ώστε να

υπάρχει ισομορφισμός των φαινομένων που η θεωρία περιγράφει. Πολλές φορές

τα φαινόμενα που η θεωρία περιγράφει συσχετίζονται στο μοντέλο αυτό τυχαία.

Συσχετιζόμενα τα φαινόμενα αυτά στο μοντέλο της θεωρίας καθίστανται και

αυτά θεωρία.

Η θεωρία ως μεταβλητή παρουσιάζεται ενίοτε ως «μεταφυσικό φορτίο» κατά

τον van Fraassen. Θυμόμαστε στο κεφάλαιο για την Συναγωγή στην Καλύτερη

Εξήγηση την αναφορά του ίδιου για τον «πληθωρισμό μεταφυσικής» στον

επιστημονικό ρεαλισμό. Εξαιτίας τούτου υφίστανται δύο επιστημικές στάσεις

απέναντι σε μια θεωρία, η αντιμετώπισή της ως αληθούς και η αντιμετώπισή της

ως εμπειρικά επαρκούς. Το θέμα για τον van Fraassen είναι ότι ο ισχυρισμός της

εμπειρικής επάρκειας είναι ασθενέστερος του ισχυρισμού της αλήθειας της

θεωρίας και σωζόμαστε κατά τον τρόπο αυτό από τη μεταφυσική διατηρώντας

λιγότερες δογματικές βεβαιότητες.

Γ 1. Τι είναι ο κατασκευαστικός εμπειρισμός.

Γ 1 α) Η Εμπειρική Επάρκεια.

Ο Στάθης Ψύλλος θεωρεί55 ότι «οι εμπειρικές προτάσεις ξεχωρίζουν από τις

άλλες όχι γιατί παίζουν το ρόλο του θεμελίου αλλά γιατί παίζουν το ρόλο του

54 Αυτ., σελ 99. Τα πλάγια γράμματα είναι του συγγραφέα.55 Στάθης Ψύλλος, «Εμπειρία: Θεμελίωση ή περιορισμός;» κείμενο από τις Πανεπιστημιακές Διαλέξεις του συγγραφέα στο τμήμα ΜΙΘΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών, Μάρτιος 2004 Αθήνα στην ιστοσελίδα: http://old.phs.uoa.gr/~psillos/

31

31

Page 32: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

υπονομευτή. Και τούτο γιατί δεν είναι εύκολα υπονομεύσιμες». Τι πετυχαίνουμε

μέσω της εμπειρίας μας; Να αντιληφθούμε τον κόσμο. Τη γύρω μας

πραγματικότητα. Η εμπειρία μας προσφέρει δεδομένα μέσω των αισθήσεών μας.

Έχουμε όμως το δικαίωμα να βασισθούμε στα δεδομένα των αισθήσεων μας; Η

μήπως η αποδοχή αυτών των δεδομένων μας βοηθά απλώς να ερμηνεύσουμε τον

κόσμο, να «σώσουμε τα φαινόμενα»;

Το ερώτημα που μας βασανίζει εδώ άπτεται της υπόστασης της ίδιας της

επιστήμης. Είναι δυνατόν η παρατήρηση των φαινομένων μέσω των αισθήσεών

μας να «καταδεικνύει με αναμφίβολο τρόπο τις υποτιθέμενες αιτιακές συνδέσεις

που βρίσκονται πίσω από αυτά;»56 Το πρόβλημα αυτό οδήγησε, σύμφωνα με τον

van Fraassen, στον φιξιοναλισμό του P. Duhem αλλά και στην αντίδραση του

λογικού εμπειρισμού του H. Riechenbach. Η επιστήμη τώρα πια, ισχυρίζεται ο

van Fraassen, αποσκοπεί «στο να βρει μια περιγραφή η οποία να εξηγεί τις

παρατηρήσιμες διαδικασίες».

Ο, τι δηλαδή είναι παρατηρήσιμο περιγράφεται από την επιστημονική θεωρία

η οποία «σώζει τα φαινόμενα». Πρόκειται περί μιας εμπειριστικής τοποθέτησης

του van Fraassen η οποία αφορά την κατασκευή παραδειγμάτων – μοντέλων

επαρκών για την εξήγηση των φαινομένων. Η θεωρία του van Fraassen, σύμφωνα

με τον Ian Hacking57, αρνείται το επιστημολογικό συστατικό στις επιστημονικές

θεωρίες, δεν δέχεται δηλαδή ότι μπορούμε να έχουμε εγγυημένη πίστη στις

θεωρίες. Είτε είναι αληθείς, είτε ψευδείς δεν έχει σημασία για εμάς, προκειμένου

να κατανοήσουμε τις μη παρατηρήσιμες οντότητες δεν διαθέτουμε καμία

εγγυημένη θεωρία.

56 Bas van Fraassen, The Scientific Image, …, ό.π., σελ.2. (το ερωτηματικό είναι του γράφοντος της παρούσα εργασία).57 Ian Hacking, Representing and Intervening, εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα 2002, σσ: 59 – 60.

32

32

Page 33: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Μπορούμε να αποδείξουμε ότι υπάρχουν ηλεκτρόνια; Υπάρχει

πραγματικότητα η οποία δεν μπορεί να παρατηρηθεί από εμάς τους ανθρώπους.

Συνεχιστής του Hume, ο Bas van Fraassen, ονομάζει τον εαυτό του

κατασκευαστικό εμπειριστή. Εμπειριστή όμως όχι με την μορφή που έδωσαν στον

εμπειρισμό οι λογικοί θετικιστές (Carnap R. και άλλοι). Θεωρεί ότι οι θεωρίες

πρέπει να λαμβάνονται κυριολεκτικά αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι αληθείς.

Ο Bas van Fraassen αντιτίθεται στη μεταφυσική. Λέει χαρακτηριστικά στην

Επιστημονική Εικόνα στο 3ο κεφάλαιο ότι η απόδειξη της εμπειρικής επάρκειας

είναι κατά πολύ ασθενέστερη από την απόδειξη της αλήθειας και ο περιορισμός

αυτός μας απελευθερώνει από τη μεταφυσική. Ο Bas van Fraassen, λέει ο Ian

Hacking, είναι υπέρ της παρατήρησης και ενάντια στις αιτίες. Υποβαθμίζει τη

σημασία της εξήγησης, δεν πιστεύει ότι η εξήγηση οδηγεί στην αλήθεια.58

Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός του van Fraassen θεωρεί ότι το να

αποδεχθούμε μια θεωρία σημαίνει για μας να πιστέψουμε ότι είναι εμπειρικά

επαρκής. Η διαμάχη για το αν μια θεωρία σώζει τα φαινόμενα μπορεί να

ερμηνεύσει τον κόσμο είναι πολύ παλαιά. Μας αναφέρει χαρακτηριστικά ο P.

Duhem την αντίθεση μεταξύ αβερροϊστών και οπαδών του πτολεμαϊκού

συστήματος. « Οι αβερροϊστές θεωρούσαν ότι είναι δυνατόν από ένα μεταφυσικό

δόγμα να συναχθεί μια αστρονομική θεωρία, ενώ οι οπαδοί του πτολεμαϊκού

συστήματος πίστευαν ότι ο ακριβής έλεγχος των φαινομένων μέσω της

παρατήρησης μπορούσε να αποδώσει βεβαιότητα»

«Ακολουθώντας αντίθετες διαδρομές, συνεχίζει ο P. Duhem, κατέληξαν και οι

δύο πλευρές στο ίδιο λάθος: θεωρούσαν ότι οι υποθέσεις στις οποίες βασίζεται η

θεωρία τους έχουν αληθινή υπόσταση». Αυτό περίπου υπονοούσε ο Πάπας

Ουρβανός όταν υπενθύμιζε στον Γαλιλαίο ότι όσο πολλές και αν είναι οι

58 Αυτ., σελ 87.

33

33

Page 34: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

εμπειρικές επιβεβαιώσεις δεν μπορούν ποτέ να μετατρέψουν μια υπόθεση σε

βεβαιότητα.59 Ο ινστρουμενταλισμός60 του Duhem τον οδηγεί στην παραδοχή ότι

δεν είναι αναγκαία η γνώση μιας μη παρατηρήσιμης πραγματικότητας πίσω από

τα αντιληπτά φαινόμενα. Πέρα από την εμπειρική επαλήθευση υπάρχει η

μεταφυσική. Η μεταφυσική είναι κάτι που απεχθάνεται ο Bas van Fraassen, όπως

και ο P. Duhem. Βέβαια στον Duhem δεν απαντάται η έννοια της εμπειρικής

επάρκειας αλλά μόνον η σύμπτωση της επιστημονικής θεωρίας με τα φαινόμενα,

όπως και η φόρτιση της επιστημονικής παρατήρησης από τη θεωρία (theory –

laden) που πολλές φορές οδηγεί, σύμφωνα με τον Ian Hacking61 σε μια εκδοχή

ιδεαλισμού.

Τελικά μπορούμε να πούμε ότι ο κατασκευαστικός εμπειρισμός αφορά μια σε

μια εμπειρική διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμων και μη παρατηρήσιμων

φαινομένων και σε έναν επιστημολογικό διαχωρισμό μεταξύ πίστης και

επιστημονικών παραδοχών. Μπορεί λοιπόν να επικεντρωθεί η ανάλυσή μας στο

διαχωρισμό μεταξύ παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου για να αντιληφθούμε

την έννοια της εμπειρικής επάρκειας του κατασκευαστικού εμπειρισμού του van

Fraassen. Θα πρέπει να ξεκινήσουμε από την παραδοχή ότι δεν υπάρχουν

αποχρώντες λόγοι οι οποίοι μας οδηγούν στην υπόθεση ότι οι παρατηρήσιμες

οντότητες που προέρχονται από την παρατήρηση μας μέσω των αισθήσεων είναι

περισσότερο πραγματικές από τις μη παρατηρήσιμες οντότητες οι οποίες

προέρχονται από μια εργαλειοκρατικού τύπου ανακάλυψη.

Επίσης πρέπει να παραδεχθούμε ότι τόσο οι παρατηρήσιμες όσο και οι μη

παρατηρήσιμες οντότητες είναι φορτισμένες από θεωρία. Ο κατασκευαστικός 59 P. Duhem, …, ό.π., σελ 206 60 Ο P. Duhem προσφέρει και επιχειρήματα κατά του ινστρουμενταλισμού. Προσπάθησε να συμβιβάσει μια μορφή ινστρουμενταλισμού με μια μορφή του επιστημονικού ρεαλισμού. Περισσότερα στο επίμετρο Β’ του Σώζειν τα Φαινόμενα : «Η Φιλοσοφία της Επιστήμης του P. Duhem, Μεταξύ επιστήμης και μεταφυσικής», Στάθης Ψύλλος και Μιλένα Ιβάνοβα, σσ 255-298.61 Ian Hacking, Representing and Intervening, …, ό.π., σελ. 181.

34

34

Page 35: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

εμπειρισμός λαμβάνει την εμπειρική επάρκεια ως απώτερο στόχο της

επιστημονικής θεωρίας και όχι την αλήθεια. Όταν αποδέχεται μια θεωρία

αποδέχεται την εμπειρική επάρκειά της. 62 Εμπεριέχει την έννοια της δέσμευσης

των επιστημόνων απέναντι στο πλαίσιο μιας θεωρίας όχι όμως και την δέσμευσή

τους απέναντι στην γλωσσική, κυριολεκτική αλήθεια της θεωρίας αυτής.

Αντίθετα αποδίδει μεγάλη σημασία στην κοινωνική κατασκευή, παραγωγή

των επιστημονικών θεωριών. Τι παράγει η επιστήμη; Γνώση, θεωρίες περί των

γεγονότων και των φαινομένων. Αυτή η διαδικασία δεν έχει τέλος. Αυτή η

ατέρμονη διαδικασία σχετικοποιεί πολλές φορές την ορθολογικότητα των

επιστημονικών θεωριών. Στο σημείο αυτό διακρίνουμε την αντίθεση μεταξύ του

επιστημονικού ρεαλισμού και του κατασκευαστικού εμπειρισμού. Οι

επιστημονικοί ρεαλιστές ισχυρίζονται ότι η επιστήμη προχωράει μέσω της

διαδικασίας επαλήθευσης των επιστημονικών θεωριών.

Αντίθετα οι κατασκευαστικοί εμπειριστές αποξενωμένοι από την έννοια της

αλήθειας στηρίζονται στην εμπειρική επάρκεια των θεωριών, σε ένα πραγματισμό

δηλαδή ο οποίος σέβεται μια κοινώς αποδεκτή αντίληψη περί των εμπειρικών

δεδομένων. Ο εμπειρισμός συχνά έρχεται σε αντίθεση με τον ρασιοναλισμό στο

μέτρο που αποδίδει έμφαση στο ρόλο της εμπειρίας της βασισμένης στις

αισθήσεις. Ο εμπειρισμός έρχεται επίσης σε αντίθεση με τον επιστημονικό

ρεαλισμό στο επίπεδο της διαφοράς μεταξύ της αλήθειας μιας επιστημονικής

θεωρίας και της εμπειρικής επάρκειάς της. Οι εμπειριστές αρνούνται να

παραδεχθούν ότι υφίστανται επιστημονικές θεωρίες που παρέχουν αληθείς

περιγραφές μιας μη παρατηρήσιμης πραγματικότητας. Είναι θα λέγαμε

62 M. Esfeld, “Scientific Realism and the History of Science”, University of Lausanne, Switzerland στην ιστοσελίδα: http://philsci-archive.pitt.edu/2555/1/Realism-Rome.pdf

35

35

Page 36: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

αγνωστικιστές απέναντι στην ύπαρξη οντοτήτων όπως τα γονίδια ή τα

ηλεκτρόνια.

Για έναν εμπειριστή οι παρατηρήσεις μας αποτελούν τις μοναδικές πηγές

πληροφοριών για την εμπειρική επάρκεια μιας επιστημονικής θεωρίας. Ο Bas van

Fraassen θεωρεί ότι ο εμπειρισμός έχει την ανάγκη της παραδοχής μιας

διακρίσεως μεταξύ παρατηρήσιμων και μη παρατηρήσιμων οντοτήτων. Θεωρεί

όμως ότι ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να παρατηρήσει ακόμη και τα γονίδια

και τα ηλεκτρόνια.

Η εμπειρική επάρκεια μιας θεωρίας σχετίζεται άμεσα με την

παρατηρησιμότητα των φαινομένων που εξηγεί. Για τον van Fraassen εάν μια

οντότητα μπορεί να παρατηρηθεί από εμάς τότε συνεπάγεται ότι υπάρχει. Για μια

μη παρατηρήσιμη οντότητα όμως δεν υφίσταται απαραίτητα η παραπάνω

συνεπαγωγή. Μπορούμε όμως να ισχυρισθούμε ότι μια επιστημονική θεωρία για

τις μη παρατηρήσιμες οντότητες είναι εμπειρικά επαρκής;

Στο σημείο αυτό εντοπίζεται μια επιστημολογική διένεξη μεταξύ του van

Fraassen και των αντιπάλων του η οποία αφορά στη βαρύτητα της πρώτης

συνεπαγωγής απέναντι στη δεύτερη. Στο βιβλίο του Η Επιστημονική Εικόνα63 ο

van Fraassen, θεωρεί ότι η επιστήμη έχει την ευθύνη της διασαφήνισης

παρατηρήσιμων και μη παρατηρήσιμων από τον άνθρωπο φαινομένων. Δεν

απαντά όμως ξεκάθαρα ποια είναι η ακριβής έννοια της παρατήρησης ενός

φαινομένου ή μιας οντότητας. Ο van Fraassen θεωρεί θεμελιώδη τον διαχωρισμό

μεταξύ παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου φαινομένου για την θεωρία του

περί του κατασκευαστικού εμπειρισμού.64 Στο πλαίσιο αυτού του διαχωρισμού

63 Bas van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 59.64 Elliott Sober, “Empiricism” εις το The Routledge Companion to Philosophy of Science, edited by Martin Curd & Stathis Psillos. Routledge 2008. (βλέπε επίσης και στο Alan Musgrave: Images of Science, Essays on Realism and Empiricism, University of Chicago Press, 1985, σελίδα 204)

36

36

Page 37: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

εντάσσει και τον ισχυρισμό του περί φορτισμένης από θεωρία παρατήρησης.

Θυμόμαστε ότι ο P. Duhem είχε πρώτος αναφερθεί στην φορτισμένη από θεωρία

παρατήρηση. Καθεμία παρατήρησή μας τελικά είναι φορτισμένη από μια θεωρία.

Αυτό το αποδέχεται και ο van Fraassen. Είναι τελικά δυνατή μια καθαρή

παρατήρηση;

Μια επιστημονική παρατήρηση πραγματοποιείται επίσης από έναν

επιστήμονα ο οποίος διακατέχεται από υποκειμενικές στάσεις, γνώμες και

απόψεις. Ο van Fraassen προτάσσει την παραδοχή της εμπειρικής επάρκειας και

όχι την αλήθεια μιας θεωρίας. Είναι όμως απαραίτητο να αποδεχθούμε τη μια ή

την άλλη άποψη; Η επιβεβαίωση μιας θεωρίας πρέπει να περνά μέσα από την

παρατηρησιμότητα των φαινομένων ή των οντοτήτων που ερευνά η επιστημονική

θεωρία; Η αλήθεια μιας θεωρίας πρέπει απαραίτητα να έρχεται σε αντίθεση με

την εμπειρική της επάρκεια;

Αυτό που μπορούμε να πούμε εδώ είναι ότι η επιδίωξη μιας επιστημονικής

θεωρίας, σύμφωνα με τον van Fraassen, είναι να ερμηνεύει επαρκώς τα

φαινόμενα βάσει των εμπειρικών δεδομένων. Όταν μια θεωρία διατυπώνει

ισχυρισμούς περί των μη παρατηρήσιμων φαινομένων μιας εξεταζόμενης

πραγματικότητας έρχεται σε διένεξη πολλές φορές με μια επιστημονική θεωρία η

οποία διατυπώνει προτάσεις περί των παρατηρήσιμων φαινομένων της ίδιας

εξεταζόμενης πραγματικότητας. Τότε ποια πρέπει να είναι η στάση μας, ο

ασφαλής οδηγός μας; Η εμπειρική επάρκεια της θεωρίας λέει ο van Fraassen.

Όταν όμως δύο θεωρίες που διατυπώνουν προτάσεις για τα ίδια

παρατηρήσιμα φαινόμενα μιας πραγματικότητας, οι οποίες προτάσεις είναι

διαφορετικές μεταξύ τους, τότε ποια είναι η στάση μας;

37

37

Page 38: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Συγκρίνουμε αυτές τις θεωρίες μεταξύ τους; Υπάρχει κριτήριο καλύτερης,

ποιοτικότερης θεωρίας όσον αφορά το βαθμό – θα λέγαμε – εμπειρικής επάρκειας

της; Το κριτήριο είναι υποκειμενικό, τίθεται από συγκεκριμένη επιστημονική

κοινότητα ή διυποκειμενικό, βάσει κάποιων παγκόσμιων αρχών; Η λογική

συνοχή μιας θεωρίας η οποία είναι εμπειρικά επαρκής και με την οποία ερμηνεύει

τα φαινόμενα ο επιστήμων θα μπορούσε να αποτελέσει ένα κριτήριο.

Η γνώμη του Bas van Fraassen στο σημείο αυτό αφορά τη γενικότερη στάση

του απέναντι στην μεταφυσική.65 Το πρόβλημα της γνώσεως αφορά διενέξεις

μεταξύ λογικών προτάσεων και όχι μεταφυσικών υποθέσεων. Η ιστορία του

εμπειρισμού, λέει ο van Fraassen66 αποτελεί μια ιστορία επανάστασης εναντίον

μιας συγκεκριμένης τάσης στη φιλοσοφία, της μεταφυσικής τάσης. Ακόμη όμως

και ο εμπειρισμός αποτελεί μια στάση, ένα σύνολο αξιών, μια ομάδα στόχων. Όταν

ο εμπειρισμός αντιμετωπίζει μεταφυσικές υποθέσεις τότε κατ΄ανάγκην εξέρχεται

του πλαισίου των εργαλείων της επιστήμης και χρησιμοποιεί και αυτός αξίες και

στάσεις.

Ο εμπειρισμός, για τον van Fraassen, αντιμετωπίζει την επιστήμη ως ένα

τρόπο ο οποίος μας διδάσκει πώς να αποκηρύσσουμε τα πιστεύω μας67. Η πορεία

της επιστήμης είναι για αυτόν μια διαδικασία συνεχούς απομυθοποίησης των

επιστημονικών θεωριών οι οποίες βασίζονται στο Λόγο.68 Αυτή η διαδικασία η

οποία οδηγεί τον άνθρωπο από εξήγηση σε εξήγηση των φαινομένων, ισχυρίζεται

ο van Fraassen, δεν διαφέρει πολύ από μια μεταφυσική θεώρηση της

πραγματικότητας. Πολλές φορές η επιλογή μιας εξήγησης από μια άλλη δεν είναι

μια λογική διαδικασία. 69 Ο Bas van Fraassen μας προσφέρει μια δαρβινική 65 Bas Van Fraassen, The Empirical Stance, Yale University Press, 2002, σσ 34-3566 Αυτ., , σελ.36.67 Αυτ., σελ. 63.68 Bas van Fraassen, The Empirical Stance, …, ό.π., σελ. 73.69 Kukla, A. «Observation». In S. Psillos and M. Curd (eds.), The Routledge companion to philosophy of science. London: Routledge. 2008. σελ 398

38

38

Page 39: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

εξήγηση70 για την επικράτηση των επιστημονικών θεωριών. Επιβιώνουν μόνον οι

επιτυχημένες θεωρίες, υποστηρίζει στην Επιστημονική Εικόνα. Ποιο όμως είναι

το μέτρο της επιτυχίας μιας θεωρίας; Προφανώς η εμπειρική επάρκειά της.

Σύμφωνα με τον van Fraassen θα πρέπει να ερμηνεύουμε τις επιστημονικές

θεωρίες όπως ακριβώς διατυπώνονται71 και να στρέψουμε την προσοχή μας στις

θεωρητικές οντότητες.72 Η ανακάλυψη της αλήθειας μιας θεωρίας, κατά τον van

Fraassen, διαφέρει από την εμπειρική επάρκεια της θεωρίας αυτής. Ο ίδιος

παραμένει αγνωστικιστής απέναντι στην αλήθεια μιας θεωρίας η οποία αφορά τα

μη παρατηρήσιμα φαινόμενα. Τον ενδιαφέρει η επιβεβαίωση συγκεκριμένων,

τεθειμένων από την επιστημονική κοινότητα υποθέσεων.

Αυτή η στάση του van Fraassen είναι περισσότερο θέμα ικανοποίησης

γνωστικών και μη γνωστικών αναγκών μας για την προσαρμογή μας στη

πραγματικότητα μέσω προβλέψεων ακριβείας της βάσει της αισθητηριακής

εμπειρίας μας.73 Η εργαλειοκρατική αντιμετώπιση της ύπαρξης των θεωρητικών

οντοτήτων από τον van Fraassen μπορεί όμως να μας οδηγήσει στην άλλη πλευρά

της αλήθειας, σε έναν ολοκληρωτικό αγνωστικισμό που δεν υποστηρίζει την

πορεία της επιστήμης.

Η διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου αφορά στη

διάκριση74μεταξύ δύο εννοιών του επιστημονικού λεξιλογίου: παρατήρησης και

θεωρίας. Η διάκριση αυτή σημειώνει ο van Fraassen στην Επιστημονική Εικόνα,

αφορά στις οντότητες και όχι την κυριολεκτική διατύπωση των επιστημονικών

70 M. Devitt, “Realism, antirealism”, στο The Routledge Companion to Philosophy of Science σελ 228.71 Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί όταν μιλάμε για κυριολεκτική διατύπωση θεωριών. Οι εμπειριστές θεωρούν ότι μια κατάσταση, μια πραγματικότητα, για να ερμηνευθεί, πρέπει να μεταφρασθεί σε μια παρατηρήσιμη γλώσσα η οποία αποτελείται από όρους που περιγράφουν μόνο τα παρατηρήσιμα στοιχεία της πραγματικότητας. (Βλέπε στο Kukla, A «Observation». In S. Psillos and M. Curd σελ 396)72 R. Almeder, “Pragmatism and Science”, In S. Psillos and M. Curd (eds.), The Routledge companion to philosophy of science. London: Routledge. 2008.73 Αυτ., σελ. 97.74 Kukla, A. «Observation»., …, ό.π., σελ. 400.

39

39

Page 40: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

θεωριών. Οι εργαλειοκράτες και οι κατασκευαστικοί εμπειριστές επιθυμούν να

αποδώσουν μια ανώτερη θέση στην έννοια της παρατήρησης. Όμως «Εάν η

παρατήρηση είναι απλά ένα επίπεδο παρακάτω από τη θεωρία τότε ο ισχυρισμός

του van Fraassen ότι απαίτηση της επιστήμης είναι να εξηγεί μόνον τα

παρατηρήσιμα πίπτει εις το κενό»75

Αναφερθήκαμε πριν στην προσοχή των κατασκευαστικών εμπειριστών

απέναντι στην κοινωνική κατασκευή των θεωριών. Στην προβληματική αυτή θα

έπρεπε να εξετάσουμε, κατά τη γνώμη μου, την έννοια του παρατηρήσιμου στα

χωροχρονικά του πλαίσια. Κάτι που πριν από πολλές εκατοντάδες έτη δεν

μπορούσαμε να το παρατηρήσουμε μπορούμε τώρα να το πράξουμε. Υπάρχουν

όμως ενδεχομένως και οντότητες τις οποίες δεν πρόκειται ποτέ να μπορέσουμε να

παρατηρήσουμε.

Ο van Fraassen εισάγει την κατηγορία της παρά του ανθρώπου παρατήρησης

αδιάφορο αν χρησιμοποιούνται συγκεκριμένα εργαλεία η όχι. Στο σημείο αυτό

υπεισέρχεται το ερώτημα: Ποια εργαλεία παρατήρησης γίνονται κοινωνικώς

αποδεκτά από μια ιστορική κοινωνικώς καθορισμένη επιστημονική κοινότητα;

Γ1 (β) Πώς κατανοεί τον κατασκευαστικό εμπειρισμό ο Bas van Fraassen;

Δημιουργούμε, κατασκευάζουμε μοντέλα ερμηνείας των φαινομένων γύρω

μας με τρόπο ώστε να είναι ισομορφικά ως προς την εμπειρική πραγματικότητα.

Αυτή η κατασκευή, η δόμηση των μοντέλων αυτών θα μπορούσε, σύμφωνα με

τον van Fraassen76, να ονομασθεί εμπειρικός δομισμός που σημαίνει ότι η

75 Robert Klee, Introduction to the Philosophy of Science, Cutting Nature at Its Seams, Oxford University Press, 1997. (και στον ιστότοπο: http :// www . questia . com / PM . qst ? a = o & d =78798100 )76 Bas C. van Fraassen, Scientific Representation: Paradoxes of Perspective, Oxford University Press 2008, σελ 238.

40

40

Page 41: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

αναπαράσταση της πραγματικότητας γύρω μας είναι κατά βάση μια μαθηματική

κατηγορία που μας δείχνει τη φύση αυτής της επιστημονικής προσπάθειας.

Διερωτάται ο van Fraassen “πώς είναι δυνατόν μια συγκεκριμένη οντότητα

όπως μια μαθηματική δομή να αναπαριστά κάτι που μέσα στη φύση δεν αποτελεί

κάτι το ξεκομμένο και αυτόνομο;” Μήπως ο λογικός κόσμος των μαθηματικών

μπορεί να ανακαθορίσει και να προσδιορίσει τον φυσικό κόσμο; Μπορεί να το

επιτύχει «σώζοντας τα φαινόμενα». Μια επιστημονική θεωρία, ούσα εμπειρικά

επαρκής, μπορεί να σώζει τα φαινόμενα(θυμόμαστε στο σημείο αυτό τον P.

Duhem) επιτυγχάνοντας την αντιστοίχιση μεταξύ των φαινομένων και των

επιστημονικών μοντέλων εξήγησης των φαινομένων.

Όταν ο van Fraassen ισχυρίζεται ότι οι θεωρίες αναπαριστούν τα φαινόμενα

μοιράζονται την ίδια δομή με τα παρατηρούμενα φαινόμενα. Αυτό μας οδηγεί σε

μια σημασιολογική θεώρηση των θεωριών. Αυτή η θεώρηση «τείνει να εμποδίσει

ερωτήματα σχετικά με τα όρια ή τα θεμέλια της επιστημονικής γνώσης γιατί το

προϊόν της επιστήμης κατ αυτή την άποψη δεν είναι τόσο η γνώση γενικών

προτάσεων όσο η κατανόηση συνόλων από μοντέλα και το πώς μπορούν να

ενσωματωθούν φαινόμενα διαφόρων ειδών σε αυτά τα μοντέλα. Με βάση αυτή τη

θεώρηση μπορούμε να δεχθούμε και να χρησιμοποιήσουμε μια επιστημονική

θεωρία αλλά δεν έχουμε κανένα λόγο να πιστέψουμε τη θεωρία».77 Ο van

Fraassen υποστηρίζει: Αν κάνουμε τις εξής δύο παραδοχές ότι α) Ο ισχυρισμός

ότι μια θεωρία είναι επαρκής για τα φαινόμενα δεν είναι ο ίδιος με τον ισχυρισμό

ότι είναι επαρκής για τα φαινόμενα όπως αναπαριστώνται αυτά από έναν

συγκεκριμένο επιστήμονα και β) Εάν προσπαθήσουμε να ελέγξουμε έναν

ισχυρισμό επάρκειας θα συγκρίνουμε δύο αναπαραστάσεις ή περιγραφές μεταξύ

77 Clark Glymour, « Ο ρεαλισμός και η φύση των θεωριών» στο συλλογικό έργο: Introduction to the Philosophy of Science, 1992, Prentice Hall σελ 164.

41

41

Page 42: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

τους78, θα οδηγηθούμε στην βασική παραδοχή ότι οι δύο παραπάνω παραδοχές

είναι το ίδιο για μας, μια πραγματική ταυτολογία με εσωτερική λογική συνοχή.

Όταν ένας επιστήμονας λοιπόν χρησιμοποιεί ένα κατασκευασθέν μοντέλο

αναπαράστασης ενός φαινομένου, η αναπαράσταση αυτή και το ίδιο το φαινόμενο

για αυτόν τον επιστήμονα είναι ένα και το αυτό.79 Η προβληματική αυτή μας

οδηγεί κατά τη γνώμη μου στο ερώτημα: πώς μπορεί να σταθεί, ως απλή

περιγραφή των φαινομένων ή ως μια προσπάθεια αναζήτησης μιας αιτιοκρατίας

πίσω από αυτά;

Η έξοδος από μια μεταφυσική, σύμφωνα με τον van Fraassen, ισοδυναμεί με

την απλοϊκή παραδοχή μιας διϋποκειμενικής ερμηνείας των παρατηρούμενων

φαινομένων ή είναι κάτι περισσότερο; Ο Στάθης Ψύλλος80 θεωρεί ότι οι

αγνωστικιστές εμπειριστές χρησιμοποιούν τον σημασιολογικό ρεαλισμό με στόχο

να ερμηνεύσουν τις επιστημονικές θεωρίες και αμφιβάλουν για την δυνατότητα

κάποιου να πιστέψει στην αλήθεια των θεωριών αυτών. Ο van Fraassen όμως

διαφέρει από αυτό τον απλοϊκό αγνωστικισμό στο ότι προβάλλει μια εναλλακτική

επιστημονική εικόνα81 η οποία εξοβελίζει την έννοια της αναζήτησης της

αλήθειας ως προαπαιτούμενης κατηγορίας ενός επιστημονικού παραδείγματος

ερμηνείας της πραγματικότητας. Οι κατασκευαστικοί εμπειριστές, συνεχίζει ο

Στάθης Ψύλλος, ισχυρίζονται ότι η θεωρία που πρεσβεύουν περιλαμβάνει

λιγότερο επιστημικό ρίσκο από την αντίστοιχη θεωρία του ρεαλισμού.

Το θέμα, κατά τη γνώμη μου είναι, αν προχωράει η επιστήμη χωρίς επαρκές

ρίσκο διότι ο ταπεινόφρων κατασκευαστικός εμπειρισμός του van Fraassen

αρκείται στο σώζειν τα φαινόμενα. Η επιστημονική εξήγηση είναι όμως κάτι πιο

78 Bas van Fraassen, Scientific Representation, …, ό.π., σελ. 259.79 Αυτ., σελ 260.80 S. Psillos, How Science tracks Truth, κεφάλαιο 9, «Constructive Empiricism scrutinized», Routledge, London – New York 1999.81 S. Psillos, How Science tracks Truth…., ό.π.

42

42

Page 43: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

ευρύ. Η ευρύτητα απαιτεί μια συγκριτική παράθεση πολλών εξηγήσεων. Η

ιστορία της επιστήμης γέμει περιπτώσεων στις οποίες λαθεμένες επιστημονικές

εξηγήσεις παρατηρούμενων φαινομένων αντιστοιχούν σε συγκεκριμένα

παρατηρησιακά δεδομένα. Ο van Fraassen αδυνατεί να αντιληφθεί82 ότι οι

μοναδικές κανονικότητες στις οποίες μπορούμε να στηριχθούμε για να

αξιολογήσουμε τις εξηγήσεις της επιστημονικής μας επιτυχίας, προέρχονται από

την γενική εικόνα που προσλαμβάνουμε για τον κόσμο και στην εικόνα αυτή δεν

χωράει η διάκριση που κάνει (ο van Fraassen) μεταξύ παρατηρήσιμου και μη

παρατηρήσιμου.

Ο van Fraassen αποδέχεται ταυτόχρονα δύο απόψεις, αυτή του

απλοϊκού ρεαλισμού που αποδέχεται ότι αυτά που αντιλαμβανόμαστε με τις

αισθήσεις μας πράγματι υπάρχουν και αυτή του κατασκευαστικού εμπειρισμού

που χονδρικά αποδέχεται ότι σκοπός της επιστήμης είναι η ερμηνεία του κόσμου

βάσει της εμπειρικής επάρκειας των θεωριών της.

Εμπειρική επάρκεια είναι η γνώση μας για τον κόσμο που φαίνεται, που

μπορεί να παρατηρηθεί από εμάς. Και αν αυτά που παρατηρούνται από την

επιστήμη είναι λαθεμένα, δεν μας οδηγούν άραγε σε λαθεμένα συμπεράσματα τα

οποία επηρεάζουν μεν την κρίση μας για τα παρατηρήσιμα αλλά δεν πειράζουν

καθόλου τη κρίση μας για τα μη παρατηρήσιμα; Ακόμη και η παρατηρούμενη

πραγματικότητα αλλάζει, άρα αλλάζουν και τα δεδομένα της εμπειρίας μας άρα

αλλάζουν και οι επιστημονικές θεωρίες μας .

Γνωρίζουμε όμως κάτι για τα μη παρατηρήσιμα; Θα γνωρίζουμε στο μέλλον;

Επίσης θα πρέπει να σκεφθούμε αν μεταβάλλονται και τα μη παρατηρήσιμα. Ο

van Fraassen είναι ένας τελικά ένας μετριοπαθής αντι-ρεαλιστής. Δεν μπορεί να

82 Robert Klee, Introduction to the Philosophy of Science: Cutting Nature at its seams, Oxford University Press, 1997 και στην ιστοσελίδα: http://www.questia.com/googleScholar.qst?docId=78798100

43

43

Page 44: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

αρνηθεί εξ ολοκλήρου τη δυνατότητα που μας δίνει η επιστήμη να ερμηνεύσουμε

τον κόσμο αν και θεωρεί ότι αποτελεί ένα εργαλείο για να «σώσουμε τα

φαινόμενα».

Γ 1. (γ) Η ενσωμάτωση των φαινομένων.

Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός είναι μια απάντηση στο ερώτημα τι είναι

επιστήμη.83 O van Fraassen μας παραθέτει διάφορα παραδείγματα για να μας

δείξει τι σημαίνει παρατηρήσιμο και μη παρατηρήσιμο φαινόμενο στην επιστήμη.

Το φως μπορεί να γίνει αντικείμενο παρατήρησης; Πως γινόταν κατανοητό το

φαινόμενο του φωτός τον 19ο αιώνα και πως τον 20ο αιώνα; Από τη στιγμή που

δεν μπορεί να παρατηρηθεί είναι πραγματικό φαινόμενο;

Η ενσωμάτωση των φαινομένων στην επιστημονική δικαιολόγηση και

ερμηνεία της πραγματικότητας σχετίζεται άμεσα με τον τρόπο αντίληψης των

83 Bas van Fraassen, “Constructive Empiricism Now”, παρουσίαση σε συμπόσιο της Αμερικανικής Φιλοσοφικής Ένωσης, Alburqueque, 2000, στην ιστοσελίδα: http://www.springerlink.com/content/h32861762635022j/

44

44

Page 45: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

φαινομένων αυτών από τον άνθρωπο. Θυμόμαστε την επανάσταση που έφερε η

χρήση του μικροσκοπίου τον 19ο αιώνα. Η δυνατότητα παρατήρησης

μεταβλήθηκε όπως μεταβλήθηκε και με τη χρήση του ηλεκτρονικού

μικροσκοπίου τον 20ο αιώνα.

Που θα τοποθετήσουμε μια διαχωριστική γραμμή παρατηρησιμότητας των

φαινομένων και ενσωμάτωσης τους στο μοντέλο ερμηνείας της επιστήμης; Ο

κατασκευαστικός εμπειρισμός οροθετεί την έννοια της επιστήμης και όχι τον

τρόπο με τον οποίο ωθούμαστε να αποδεχθούμε ένα συγκεκριμένο μοντέλο

επιστημονικής εξήγησης. Εάν αποδεχόμαστε μια θεωρία τότε πιστεύουμε στην

εμπειρική της επάρκεια και δεσμευόμαστε να βλέπουμε το φυσικό κόσμο μέσα

από τη θεωρία αυτή.84

Η ενσωμάτωση των φαινομένων της υπό εξέταση πραγματικότητας

πραγματοποιείται με ασφαλές κριτήριο τη συμβατότητα των φαινομένων με τη

θεωρία. Για το λόγο αυτό πρέπει να αποσυνδέσουμε την εμπειρική επάρκεια από

την αλήθεια. Τολμούμε να σημειώσουμε ότι η πίστη, η αποδοχή της εμπειρικής

επάρκειας μιας θεωρίας διαφέρει από τη πίστη στην αλήθεια της. Ο Στάθης

Ψύλλος85 θεωρεί ότι η διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου

δεν έχει θεμελιωθεί επαρκώς επιστημικά. Υφίσταται διάσταση απόψεων ακόμη

και στο κύκλο των εμπειριστών για τη χρησιμότητα της παραπάνω διάκρισης.

Η διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου στην Επιστημονική

Εικόνα, ορίζει σύμφωνα με τον Στάθη Ψύλλο, το επιχείρημα του van Fraassen

για μια διαχωριστική γραμμή μεταξύ αυτού που είναι επιστημικά προσεγγίσιμο

και αυτού που θεμελιώνει μια εμπειρική επιστημολογία. Η αποδοχή της

παρατηρησιμότητας ενός φαινομένου συνεπάγεται την δυνατότητα προσέγγισης

84 Bas van Fraassen, “Constructive Empiricism Now”…, ό.π.85 S. Psillos, How Science tracks Truth, …, ό.π., σελ 192.

45

45

Page 46: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

του από την επιστήμη. Αυτό απαραίτητα σημαίνει ότι η μη παρατηρησιμότητα

ενός φαινομένου συνεπάγεται την αδυναμία επιστημονικής προσέγγισής του;

O van Fraassen έχει αποτύχει, κατά τη γνώμη του Στάθη Ψύλλου86 να

διασαφηνίσει ότι οι οριοθετήσεις αυτές αφορούν ισχυρισμούς περί των μη – άχρι

τούδε- παρατηρηθέντων και δυνάμει παρατηρηθησομένων φαινομένων και δεν θα

έπρεπε να αφορούν ισχυρισμούς γενικά για τα μη παρατηρήσιμα φαινόμενα.

Γ 2 (α) Επιχειρήματα Υπέρ του Κατασκευαστικού Εμπειρισμού. Η Σχέση του

van Fraassen με τις θεωρίες.

Ο van Fraassen έχει έρθει αντιμέτωπος με θεωρητικούς οι οποίοι προβάλλουν

εναλλακτικές λύσεις στα προβλήματα που αυτός θέτει. Ένα από αυτά αφορά την

περίφημη διάκριση μεταξύ θεωρίας και παρατήρησης.

Σύμφωνα με τον G Maxwell είναι άστοχη η διάκριση αυτή87 διότι αφενός η

επιστημονική γλώσσα μας είναι φορτισμένη από θεωρία αφετέρου τίποτε δεν

είναι μη παρατηρήσιμο. Ο van Fraassen αντιτείνει πως το γεγονός ότι η γλώσσα

μας είναι φορτισμένη από θεωρία δεν σημαίνει ότι πρέπει να την πιστεύουμε.

Επίσης ισχυρίζεται ότι το παρατηρήσιμο αναφέρεται στις αντικειμενικές

86 S. Psillos, ibid. σελ 19287 Aaron Leung, “Van Fraassen ‘ s Argument Concerning Scientific Realism”, στον ιστότοπο: http://fitelson.org/290/aaron_vf_overview.pdf

46

46

Page 47: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

δυνατότητες των ανθρώπων για αντίληψη πράγμα που σημαίνει ότι βασιζόμαστε

σε κάτι πραγματικό, σε μια ικανότητα του ανθρώπου.

Ο van Fraassen αγχώνεται να διατηρήσει εν ισχύι τη διάκριση αυτή διότι

επιθυμεί να ισχύσει η ταύτιση της εμπειρικής επάρκειας μιας θεωρίας με την

αλήθεια της. Ο van Fraassen λέει ο Aaron Leung88 είναι ρεαλιστής όσον αφορά

στα παρατηρήσιμα φαινόμενα στον κόσμο μας θα μπορούσε όμως να ξεφύγει

από την αναγκαιότητα της παραπάνω διάκρισης μέσω της αποδοχής μιας άλλης

διάκρισης μεταξύ της προβλεπτικής ακριβείας μιας θεωρίας και της αλήθειας της.

Ο J. J. Smart απαντά στον van Fraassen ότι θα πρέπει να αποδεχθούμε μη

παρατηρήσιμες δομές πίσω από τις παρατηρούμενες κανονικότητες ώστε να μην

αναγκασθούμε να αποδεχθούμε τυχαιότητα στον φυσικό κόσμο. Ποιες όμως θα

είναι αυτές οι μη παρατηρήσιμες δομές, πως ανακαλύπτονται και πως εξηγούνται;

O van Fraassen θα απαντήσει ότι το εξηγητέο είναι η πραγματική επιτυχία της

επιστήμης. Η εμπειρική επάρκεια της επιστημονικής θεωρίας καλύπτει όλα τα

φαινόμενα ακόμη και τα δυνάμει παρατηρηθησόμενα από εμάς. Η γενίκευση

όμως των παρατηρήσιμων φαινομένων είναι δυνατόν να θεμελιώνει επιστημικά

την εμπειρική επάρκεια; Δεν υφίστανται εξαιρέσεις; Ο W. Sellars, μας λέει ο

Aaron Leung89 υποστηρίζει ότι πρέπει να υπάρχει μια ισομορφία μεταξύ

εξήγησης των μη παρατηρήσιμων και εξήγησης βάσει μη παρατηρήσιμων

μοντέλων.

Μπορεί το μη παρατηρήσιμο να εξηγηθεί με όρους και δεδομένα που

εξάγονται από το παρατηρηήσιμο; O van Fraassen στο σημείο αυτό σημειώνει ότι

η επεξεργασία, η ερμηνεία αυτών των μη παρατηρήσιμων μικρό-δομών επιφέρει

πράγματι παρατηρήσιμα αποτελέσματα.

88 Αυτ.

89 Αυτ..

47

47

Page 48: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Η επιχειρηματολογία του W. Sellars μας θυμίζει τη διαμάχη για τη συναγωγή

στην καλύτερη εξήγηση την οποία συναντήσαμε στο Α΄ κεφάλαιο. Τελικά ο van

Fraassen θεωρεί ότι η επιλογή της εμπειρικής επάρκειας μιας θεωρίας αποτελεί

μια πραγματιστική θεώρηση μιας διαδικασίας φυσικής – δαρβινικής επιλογής που

αναδεικνύει τη θεωρία αυτή. Αυτή η πραγματιστική θεώρηση αφορά την

δυνατότητα εξήγησης της επιτυχίας μιας θεωρίας ή την εργαλειοκρατική

ικανότητά της;

Γ 2 (β) Η σχέση μεταξύ του Επιστημονικού Ρεαλισμού και του

Κατασκευαστικού Εμπειρισμού.

Ο van Fraassen αποδίδει μεγάλη σημασία στις δυνατότητες που έχουν οι

επιστημονικές θεωρίες για την περιγραφή της πραγματικότητας. Πέρα από το

επίπεδο του παρατηρήσιμου δεν μπορούμε όμως να αποδεχθούμε ότι μια θεωρία

δημιουργεί οντολογικές δεσμεύσεις για το μη παρατηρήσιμο.90 O van Fraassen

έχει κατηγορηθεί για επιλεκτικό σκεπτικισμό, σύμφωνα με τον Churchland, διότι

προκρίνει το παρατηρήσιμο έναντι του μη παρατηρήσιμου αν και αποδέχεται ότι

συγκεκριμένες υπέρ – εμπειρικές θεωρητικές αρχές και αξίες όπως απλότητα και

συνοχή είναι απλά πραγματιστικές αρχές που δεν έχουν σχέση με την αλήθεια

απαραιτήτως μιας θεωρίας.

90 P. Churchland, “The ontological status of observables: In praise of super-empirical virtues”, στο συλλογικό έργο: Images of Science, ibid. σελ 35.

48

48

Page 49: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Ο P. Churchland θεωρεί ότι ο van Fraassen δεν έχει επαρκώς ασχοληθεί με το

πρόβλημα που δημιουργεί μια εμπειρική ισοδυναμία ασυμβάτων θεωριών, το

πρόβλημα δηλαδή που αφορά το υπόβαθρο των θεωριών αυτών όπως

αξιολογείται από εμάς ώστε να ερμηνεύσουμε ένα φαινόμενο. Θεωρεί επίσης πως

ο van Fraassen δεν απαντά στο πρόβλημα που έθεσε ο Hume για τα

παρατηρήσιμα φαινόμενα και το κοσμικό εύρος της εμπειρικής επάρκειας μιας

θεωρίας.

Μήπως, ακόμη και αν επεκτείνουμε την εμπειρική επάρκεια μιας θεωρίας δεν

θα είμαστε ποτέ σίγουροι για την παγκοσμιότητα αυτής της επάρκειας, ακόμη και

στο επίπεδο του παρατηρήσιμου από εμάς; Ο P. Churchland διατυπώνει μια

διάκριση: υπάρχουν παρατηρήσιμα φαινόμενα από τον άνθρωπο τα οποία

γίνονται αντικείμενο παρατήρησης ή δεν γίνονται (αντικείμενο παρατήρησης) και

υπάρχουν και φαινόμενα μη παρατηρήσιμα καθόλου από τα ανθρώπινα όντα. Ο

van Fraassen, υποστηρίζει ο P. Churchland, δεν αποδέχεται για τη δεύτερη

κατηγορία ένα ορθολογικό – οντολογικό πλαίσιο για αυτό και αντιμετωπίζει το

προαναφερθέν πρόβλημα που έθεσε ο Hume.

Το θέμα είναι αν το κοσμικό εύρος της εμπειρικής επάρκειας μιας θεωρίας για

τα παρατηρήσιμα φαινόμενα επηρεάζεται από τη δυνατότητα του ανθρώπου να τα

παρατηρήσει. Τα μη παρατηρήσιμα φαινόμενα είναι μη παρατηρήσιμα για εμάς,

για λόγους που δεν σχετίζονται με την απόσταση τους από τη δική μας εμβέλεια

παρατήρησης. Οι ρεαλιστές πιστεύουν στην δυνατότητα της επιστήμης να μάθει

πέρα από τα παρατηρήσιμα ενώ οι μη – ρεαλιστές δεν πιστεύουν ότι μπορούμε να

πάμε πέρα από τα φαινόμενα.

Ποια σχέση όμως έχει η επιστημονική γνώση μας για τα παρατηρήσιμα με τη

δυνατότητα για επιστημονική γνώση όσον αφορά στα μη παρατηρήσιμα;

49

49

Page 50: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Μπορούμε να βασίζουμε τη γνώση μας για τα μη παρατηρήσιμα στη γνώση μας

για τα παρατηρήσιμα; Αυτό, κατά τη δική μου άποψη, ακούγεται λίγο αυθαίρετο.

Υφίσταται ενδεχομένως μια ασυμβατότητα μεταξύ της επιστημικής βεβαιότητας

για την πρώτη κατάσταση και της βεβαιότητας για την δεύτερη.

Παρακολουθούμε μέσα από τα κείμενα του van Fraassen μια argumentatio η

οποία επί-συμβαίνει μεταξύ των μη παρατηρήσιμων στοιχείων μιας

πραγματικότητας και των παρατηρήσιμων στοιχείων αυτής της ίδιας της

πραγματικότητας. Τα μη παρατηρήσιμα στοιχεία ενδεχομένως μεταβάλλουν τη

φύση της πραγματικότητας αυτής ευρισκόμενα σε διαρκή αλληλεπίδραση με τα

παρατηρήσιμα στοιχεία της.

Ο van Fraassen, υποστηρίζει ο Alan Musgrave, αποδέχεται μια κυριολεκτική

ερμηνεία της επιστημονικής γλώσσας στο βαθμό που οι επιστημονικές προτάσεις

μπορούν να είναι αληθείς ή ψευδείς. Έχουμε λοιπόν τον παρακάτω πίνακα:

Α) Θεωρίες για τα Παρατηρήσιμα Η Αλήθεια και η Εμπειρική Επάρκεια

δύο σύνολα τα οποία εισχωρούν το ένα

στο άλλο

Β) Θεωρίες για τα Μη Παρατηρήσιμα Η Αλήθεια μπορεί να περιέχει

μέσα της την Εμπειρική

Επάρκεια.

Η Εμπειρική Επάρκεια δεν μπορεί

να περιέχει μέσα της την Αλήθεια

της Θεωρίας.

50

50

Page 51: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Η κατηγορία της εμπειρικής επάρκειας σώζει όλα τα φαινόμενα διαχρονικά

και δεν διακινδυνεύει όπως θα διακινδύνευε η κατηγορία της επαλήθευσης της

επιστημονικής θεωρίας για αυτά τα φαινόμενα, ειδικά για τα μη παρατηρήσιμα.

Όπως είδαμε και πιο πριν οι αρετές της συνοχής και της απλότητας δεν

ταυτίζονται με την αλήθεια μιας θεωρίας, σύμφωνα πάντοτε με τον van Fraassen.

Αποτελούν όμως πραγματιστικές αρετές όντως;

Η απλότητα και η συνοχή μιας επιστημονικής θεωρίας αντιμετωπίζονται από

τον van Fraassen ως δεδομένες a priori κατηγορίες αρχών και αξιών. Η ύπαρξη

αυτών όμως εξαρτάται από τα παρατηρήσιμα ή τα μη παρατηρήσιμα. Δεν

κατασκευάζονται και αυτές οι δεδομένες αξίες από εμάς αδιάφορο εάν πρόκειται

για προσδιορισμούς του μη παρατηρήσιμου ή του παρατηρήσιμου; Οι

επιστημονικές αξίες δεν είναι αυτόνομες οντότητες αλλά δύνανται να

κατασκευασθούν και αυτές.

Πως είναι δυνατόν ο κατασκευαστικός εμπειρισμός να αποδέχεται αυτές ως

κριτήρια αλλά να μην αποδέχεται αυτές ως ανεξάρτητες οντότητες; Μιλώντας για

κατασκευή εννοιών και μοντέλων δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στον Kant

ο οποίος, σηματοδοτώντας το τέλος του Διαφωτισμού, ήταν ένας πρωτεργάτης

της έννοιας της κατασκευής λογικής, μαθηματικής και ηθικής.91 Αναλύοντας τα

φαινόμενα και τα μοντέλα ερμηνειών τους κατασκευάζουμε λογικές έννοιες για

να βοηθήσουμε τις διεργασίες του πνεύματός μας να αντιληφθεί την

πραγματικότητα που μας περιβάλλει. Δεν είμαστε όμως υποχρεωμένοι να

αναγάγουμε σε έναν ακραιφνή ψυχολογισμό τις διεργασίες αυτές πόσο μάλλον σε

ένα ερμηνευτικό πλαίσιο σχέσεων εξουσίας – γνώσης κατά το Φουκωϊκό

παράδειγμα. Δεν θα μπορούσαμε να αρκεσθούμε σε αυτό.

91 Ian Hacking, The Social Construction of What?, Harvard University Press, 1999, σελ 41.

51

51

Page 52: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Ούτε έχουμε τη δυνατότητα να αγνοήσουμε όλη την ιστορική πορεία της

διάκρισης μεταξύ νοείν και είναι, διάκριση στην οποία θεμελιώνουν, κατά τη

γνώμη μου οι εμπειριστές την θεωρία τους. Η επιστήμη αποτελεί έναν ασφαλή

οδηγό μέσα στην θάλασσα της αμφιβολίας και του σκεπτικισμού. Επειδή όμως

είναι αναστοχαστική μας επιτρέπει να ξεφύγουμε από οποιαδήποτε μεταφυσική,

από οποιοδήποτε κάλυμμα της πραγματικότητας και να πραγματώσουμε την

εγγενή ανθρώπινη δυνατότητα για αυτοσυνείδηση.

Η προσπάθεια αυτή απαιτεί αισιοδοξία Ο επιστημονικός ρεαλισμός δεν είναι

απαισιόδοξος. Ίσως είναι ο λιγότερο πληροφορημένος απαισιόδοξος για τούτο και

αισιοδοξεί. Αρκεί όμως η αισιοδοξία του αυτή να μην οδηγεί σε ένα πληθωρισμό

μεταφυσικής όπως του καταμαρτυρεί ο van Fraassen.

52

52

Page 53: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Δ. Σύγκριση των θεωριών. Μια κριτική σύνοψη.

Τα θέματα στα οποία έρχονται σε αντίθεση οι δύο θεωρίες, ο επιστημονικός

ρεαλισμός και ο κατασκευαστικός εμπειρισμός αφορούν:

Α. Τις έννοιες της αλήθειας και της εμπειρικής επάρκειας

Β. Την έννοια της θεωρίας φορτισμένης από παρατήρηση

Γ. Τη διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου

Δ. Το βαθμό της επιστημικής αισιοδοξίας που αποδίδεται σε καθεμιά από τις δύο

αυτές θεωρίες.

Πράγματι, οι διαφορές μεταξύ αυτών των δύο θεωριών θεμελιώνονται σε

ξεχωριστά οντολογικά πρίσματα υπό τα οποία θεάται η φυσική πραγματικότητα.

Γιατί μια επιστημονική θεωρία η οποία επιβιώνει της κριτικής βασάνου είναι

απαραίτητο να είναι αληθής; Όσον αφορά στον επιστημονικό ρεαλισμό η

απάντηση άπτεται μιας μεταφυσικής σύνδεσης της πορείας μιας θεωρίας μέσα

από συνεχείς επαληθεύσεις με την ποιότητα αλήθειας της θεωρίας αυτής. Μια

θεωρία που επιβιώνει συνεχώς στις εναλλαγές επιστημονικών παραδειγμάτων

ενδεχομένως να αποτύχει να εξηγήσει επαρκώς την πραγματικότητα αλλά να

53

53

Page 54: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

διατηρεί ψήγματα αλήθειας τα οποία εξηγούν επαρκώς την εμπειρική

πραγματικότητα.

Ο Howard Sankey92 υποστηρίζει ότι η παραπάνω απάντηση δεν πέφτει

απαραιτήτως στο αμάρτημα της κυκλικότητας. Η παραδοχή συγκεκριμένων

επιστημονικών εργαλείων και αρετών με σκοπό την προσέγγιση της φυσικής

πραγματικότητας αποτελεί έναν ισχυρό καταλύτη στη διένεξη μεταξύ του

επιστημονικού ρεαλισμού και του κατασκευαστικού εμπειρισμού. Η θέα από το

πουθενά (Τ. Nagel, εκδόσεις Κριτική, 1986) η οποία ενδεχομένως μας

εξασφαλίζει μια αντικειμενικότητα, μας εξαναγκάζει να είμαστε επιφυλακτικοί

απέναντι σε μια άρνηση μιας μεταφυσικής υπέρβασης. Η επιστημολογία και η

μεταφυσική σχετίζονται μεταξύ τους στην πορεία εξήγησης της πραγματικότητας.

Εδώ ο P. Duhem θα διαφωνούσε. Οι αρετές της συνοχής και της απλότητας δεν

αφορούν αποκλειστικά την επιστήμη ή την μεταφυσική. Μια συνεκτικιστική –επί

των αρετών- εξήγηση της πραγματικότητας συμφιλιώνει, κατά τη γνώμη μου, τον

επιστημονικό ρεαλισμό και τον κατασκευαστικό εμπειρισμό.

Ο Στάθης Ψύλλος93 υποστηρίζει ότι στο πλαίσιο μιας νέας επιστημολογίας

που πρεσβεύει ο van Fraassen, κατηγορίες όπως η συναγωγή στην καλύτερη

εξήγηση μπορούν να ιδωθούν υπό διαφορετική οπτική γωνία Η σύγκριση μεταξύ

επιστημονικών εξηγήσεων συγκεκριμένων οντοτήτων ή φαινομένων θέτουν

έμπροσθεν ημών το βαθμό επιτυχίας εξήγησης της πραγματικότητας από την

θεωρία.

Οι αξίες και οι αρετές των θεωριών που συνάδουν με την έννοια της

εμπειρικής επάρκειας θα ήταν θεμιτό να άπτονται παγκόσμιων νόμων ή

92 H. Sankey, Scientific Realism and the Rationality of Science, Ashgate 2008 , στον ιστότοπο: http://philpapers.org/rec/SANSRA-4 93 S. Psillos, “How to defend constructive empiricism: a rejoinder”, Philosophical Quarterly, 1997, σελ: 369.

54

54

Page 55: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

κανονικοτήτων οι οποίες αφορούν τα παρατηρήσιμα αλλά και τα μη

παρατηρήσιμα. Δεν μπορεί να υπάρχει άλλη αλήθεια για τα παρατηρήσιμα και

άλλη για τα μη παρατηρήσιμα. Ο van Fraassen λοιπόν είναι αναγκασμένος να

αποφορτίσει τη διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου,

διάκριση θεμελιωτική του συστήματος του.

Ο Στάθης Ψύλλος θεωρεί ότι ο van Fraassen απαντά με την παραδοχή μιας

αποτυχίας της συναγωγής στην καλύτερη εξήγηση όταν η συζήτηση αγγίζει τα μη

παρατηρήσιμα. Επανερχόμενοι στο δίπολο: (κατασκευαστικός εμπειρισμός και

επιστημονικός ρεαλισμός) --- (επιστημολογία και μεταφυσική) μπορούμε να

πούμε ότι αρετές και αρχές πάνω στις οποίες μπορούμε να βασίσουμε τις

επιστημονικές θεωρίες μας είναι η αποτροπή μιας δογματιστικής επιστημολογίας

του κατασκευαστικού εμπειρισμού όπως και η αποφυγή μιας πληθωριστικής

μεταφυσικής του επιστημονικού ρεαλισμού.

Όταν θέλουμε να διακρίνουμε94 τον επιστημονικό ρεαλισμό από

αγνωστικιστικές εκδόσεις του εμπειρισμού προσφεύγουμε στην επιστημική

αισιοδοξία που χαρακτηρίζει τον πρώτο. Ο van Fraassen λοιπόν δεν αποδέχεται

απόλυτα έναν αφελή αγνωστικιστικό εμπειρισμό αλλά καταφεύγει σε μια

εναλλακτική εμπειριστική95 εικόνα της επιστήμης σύμφωνα με την οποί αο

εξοστρακισμός της έννοιας της αλήθειας από αυτήν δεν σημαίνει κατά ανάγκη

και απώλειες για την αξιοπιστία της μεθόδου της.

Ο van Fraassen αποδέχεται το σημασιολογικό και μεταφυσικό στοιχείο του

επιστημονικού ρεαλισμού αλλά απορρίπτει το επιστημικό στοιχείο όπως είδαμε

στο Γ κεφάλαιο. Αυτό σημαίνει ότι οι θεωρίες περί του μη παρατηρήσιμου

λαμβανόμενες γλωσσολογικά, λεκτικά και φιλολογικά μπορούν να είναι αληθείς

94 S. Psillos, “Agnostic Empiricism versus Scientific Realism: belief in truth matters”, International Studies in the Philosophy of Science, Vol 14, No 1 σελ 58.95 Αυτ., σελ. 58.

55

55

Page 56: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

ή ψευδείς αλλά η αποδοχή τους απαιτεί πίστη στην ύπαρξη των οντοτήτων που

πρεσβεύουν.

Ο ισομορφισμός96 του van Fraassen, που χαρακτηρίζει την σημασιολογική

οπτική του, αντιστοιχεί θα λέγαμε, στο πλαίσιο μιας εμπειρικώς επαρκούς

θεωρίας, ένα τουλάχιστο μοντέλο εξήγησης με το παρατηρήσιμο φαινόμενο της

θεωρίας αυτής. Ασφαλές θεμέλιο όλης της αντιστοιχίας αυτής παραμένει πάντοτε

η εμπειρία. Με την εμπειρία αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα. Η εμπειρία

μας είναι μια γενικότερη στάση μας απέναντι στα πράγματα. Αποτελεί ένα

ολιστικό, οικουμενικό πλαίσιο. Κατά τη γνώμη μου, η διένεξη μεταξύ

κατασκευαστικού εμπειρισμού και επιστημονικού ρεαλισμού μας αποτρέπει από

το να εξετάσουμε την έννοια της χρησιμότητας της επιστήμης για την επίλυση

προβλημάτων. Βεβαίως η επιστήμη μας οδηγεί στην αυτοσυνειδησία μας αλλά

πρώτιστο μελημά της είναι η εξυπηρέτηση των ανθρώπινων αναγκών πάσης

φύσεως. Χωρίς απαραίτητα να υποκύπτουμε σε μια εργαλειοκρατική θεώρηση

απαραίτητο θα ήταν να μην ξεχνάμε ποτέ ότι η επιστήμη είναι μέσο της

παγκόσμιας ανθρώπινης συλλογικής διανόησης και όχι αυτοσκοπός. Εργαλείο για

την επίτευξη του εξανθρωπισμού του ανθρώπου.

Πολλοί διανοητές όπως ο Στάθης Ψύλλος, ο Alan Musgrave και ο Arthur Fine

έχουν εκφράσει τις αντιρρήσεις τους για τον τρόπο που έχει χειρισθεί το θέμα του

κατασκευαστικού εμπειρισμού ο επινοητής αυτού, ο Bas van Fraassen. Ο Στάθης

Ψύλλος υποστηρίζει ότι «ο ρεαλισμός δεν μπορεί πια να συνυπάρχει με τον

κατασκευαστικό εμπειρισμό».97 Και αυτό το θεμελιώνει πρώτον στην

ασημαντότητα της επιστημικής διαφοράς μεταξύ παρατηρήσιμου και μη

96 James Ladyman, “Ontological, Epistemological and Methodological Positions” University of Bristol, Philosophy of Science, 2008, edited by Theo Kuipers., σελ 350.97 S. Psillos, “Scientific Realism with a Human Face”, σελ 14. στον ιστότοπο: www.phs.uoa.gr/~ psillos /Publications_files/ REALISM -BJPS.doc

56

56

Page 57: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

παρατηρήσιμου και δεύτερον στο ότι εάν μια θεωρία δεν μπορεί να αποδειχθεί

αληθής ενδέχεται να μην μπορεί να αποδειχθεί ούτε και εμπειρικά επαρκής.

Άρα αυτά τα δίπολα λογικά σχήματα σκέψης βάσει των οποίων θεμελιώνεται

ο κατασκευαστικός εμπειρισμός ενδεχομένως να μην είναι και τόσο στιβαρά ώστε

να αντέξουν το βάρος μιας βασάνου προερχόμενης από την καθαρή επιστήμη και

όχι από μια φιλοσοφία. Μπορεί να αποτελούν απλά ισχυρισμούς.

Κατά την άποψη του van Fraassen και του P. Duhem δεν μπορούμε να

στηριχθούμε σε μια μεταφυσική εξήγηση του μη παρατηρήσιμου που μας οδηγεί

σε ένα πληθωρισμό μεταφυσικής όπως θυμόμαστε από το Α κεφάλαιο. Ο Arthur

Fine σε ένα άρθρο του98 αναφέρεται καταρχήν στην Επιστημονική Εικόνα του van

Fraassen ως μια ανάσα φρέσκου αέρα στην επιστημολογία της δεκαετίας του

1980. Θεωρεί όμως τον κατασκευαστικό εμπειρισμό που πρεσβεύει ως ένα είδος

εργαλειοκρατίας. Ο van Fraassen, όπως είδαμε και νωρίτερα, αποδεχόμενος μια

κυριολεκτική έννοια των περιγραφών για τα παρατηρήσιμα, δεν αποδέχεται

κατανάγκην και την αλήθεια αυτών των περιγραφών. Ο Fine ισχυρίζεται ότι κατά

βάθος ο κατασκευαστικός εμπειρισμός αποτελεί μια εκδοχή του

ινστρουμενταλισμού του Dewey και ειδικότερα του πραγματισμού του.

Κατά τη γνώμη μου όλες αυτές οι αρχές, οι διακρίσεις και οι

κατηγοριοποιήσεις μπορεί να είναι χρήσιμες για τη σκέψη και τη μεθοδολογία

ερμηνείας μιας πραγματικότητας δεν αποτελούν όμως παρά οντολογικές

κατασκευές της σκέψης μας. Ποια είναι η στάση του van Fraassen απέναντι σε

αυτές τις κατηγοριοποιήσεις;

Ενδεχομένως τις απεχθάνεται αλλά δεν «κάνει χωρίς αυτές». Η επιστημολογία

του όμως μας δίδει διέξοδο για να ξεφύγουμε από τη στασιμότητα ενός λογικού

98 A. Fine, “The Scientific Image Twenty Years Later”, Philosophical Studies 106, 2001 Kluwer, 107-122.

57

57

Page 58: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

θετικισμού. Κύριος σκοπός του παραμένει η αποφυγή των οντολογικών

αξιώσεων του επιστημονικού ρεαλισμού.99 Είναι, ισχυρίζεται ο van Fraassen, μη

λογικό το να αποδέχεται κανείς θεωρίες ως αληθείς εάν αυτό σημαίνει για αυτόν

ότι αποδέχεται ταυτόχρονα μη λογικές οντολογικές δεσμεύσεις στο πεδίο του μη

παρατηρήσιμου.

«Η Μεταφυσική έχει πεθάνει»100 Από τη στιγμή που πέθανε η Μεταφυσική

νομιμοποιούμεθα να διατυπώνουμε ένα πιστεύω για το μη παρατηρήσιμο; Βάσει

ποιών εμπειρικών δεδομένων μπορούμε να διατυπώνουμε κανόνες για το μη

παρατηρήσιμο; Μπορούμε στη θέση των εμπειρικών αυτών δεδομένων να

τοποθετήσουμε οικουμενικές αρχές και αξίες οι οποίες να συνέχουν τις θεωρίες

μας τόσο για το παρατηρήσιμο όσο και για το μη παρατηρήσιμο;

O van Fraassen στην Επιστημονική Εικόνα αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μια

ολοκληρωμένη επιστημολογία θα πρέπει να εξετάζει τις συνθήκες εκείνες

ορθολογισμού για την αποδοχή συμπερασμάτων που μας οδηγούν πέρα από τις

αποδείξεις. Αυτό που μπορεί να παρέχει μια τέτοια επιστημολογία είναι

ορθολογικές δυνάμεις οι οποίες επιδρούν πάνω σε αυτές τις επιστημικές

αποφάσεις».101 Αυτό σημαίνει ότι ο van Fraassen προσφεύγει στην

επαληθευσιμότητα της θεωρίας ως κριτήριο για την επιστημονική εξήγηση των

φαινομένων και για τούτο καταφεύγει στη διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμου και

μη παρατηρήσιμου.

Ο εμπειρισμός του van Fraassen δεν μπορεί τελικά να συνδυάσει με επιτυχία

τα ορθολογικά στοιχεία μέσα του. Η υπεράσπιση του κατασκευαστικού

εμπειρισμού μέσω της προτεραιότητας των παρατηρήσιμων φαινομένων τον

99 Marina Kelberlau, …, ό.π. 100 Bas van Fraassen, The Empirical Stance, …, ό.π., A. κεφάλαιο. 101 Bas van Fraassen The Scientific Image, …, ό.π., σελ 73.

58

58

Page 59: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

εγκλωβίζει σε μια ανορθολογική – θα λέγαμε- πίστη σε μια πλευρά της

πραγματικότητας.

Ο van Fraassen, υποστηρίζει ο C. Forbes102 αποτυγχάνει να δει τον ευρύτερο

κοινωνικό – πολιτικό ρόλο που διατηρεί η επιστήμη ως εργαλείο πρόβλεψης του

μέλλοντος. Για τούτο και δεν μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε τον

κατασκευαστικό εμπειρισμό στο πλαίσιο μιας συστηματικής επιστημονικής

έρευνας. Ο van Fraassen, κατά τον C. Forbes, ανέπτυξε μια αντίληψη για τον

ορθολογισμό σύμφωνα με την οποία ο τελευταίος αποτελεί περισσότερο έναν

περιορισμό στην πίστη μας παρά ένα καθοριστικό στοιχείο του. Στην προσπάθειά

του να απαντήσει στο ερώτημα τι είναι επιστήμη απαντά στο ερώτημα τι είναι ο

κατασκευαστικός εμπειρισμός . Ο εμπειρισμός του van Fraassen είναι μια

επιστημική στάση, μια μεθοδολογική δέσμευση103 που ανταποκρίνεται στους

περιορισμούς που θέτει ο ορθολογισμός. Η επιστημική στάση του αντιτίθεται

όπως επανειλημμένα είδαμε σε οποιαδήποτε μεταφυσική στάση.

Οι πραγματιστικές αρετές της απλότητας και της συνοχής δεν μπορούν να

χρησιμοποιηθούν από τους μεταφυσικούς. Εξηγήσεις της πραγματικότητας υπό

τη μορφή ισχυρισμών βρίσκονται εκτός της εμπειρίας αλλά θα λέγαμε και εκτός

αληθείας. Η στάση του van Fraassen είναι συντηρητική αλλά όχι τελείως

ριζοσπαστική απέναντι στη μεταφυσική. Μερικοί από τους στόχους της

επιστήμης σύμφωνα με αυτόν104 είναι η προστασία μας από λαθεμένες εκτιμήσεις

και η εισροή αξιόπιστης πληροφορίας. Η προσπάθεια των επιστημόνων να

διακρίνουν τις πληροφορίες σε χρήσιμες ή όχι για να τις επεξεργασθούν στο

102 C. Forbes, “Practical Inadequacy: Bas van Fraassen’ s Failure of Systematicity, http://www.cavehill.uwi.edu/fhe/histphil/Philosophy/Chips/2009/papers/Forbes2009.pdf 103 Αυτ.104 Bas van Fraassen, The Empirical Stance, …, ό.π., σελίδες; 86-90.

59

59

Page 60: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

σύστημά τους, τους αναγκάζει να απορρίψουν μια μεταφυσική θεώρηση του μη

παρατηρήσιμου.

Ο Bas van Fraassen βλέπει εργαλειοκρατικά τις όποιες πληροφορίες ή

στοιχεία προέρχονται από το μη παρατηρήσιμο. Η δυνατότητα της πρόβλεψης

ενός φαινομένου θεμελιώνεται στα πορίσματα που εξάγονται τόσο από τα

παρατηρήσιμα όσο και από τις υποθέσεις μας για τα μη παρατηρήσιμα.

Φέρνοντας ένα παράδειγμα, αυτό του καπνίσματος σιγαρέτων, και του

καρκίνου των πνευμόνων που το κάπνισμα έχει ως αποτέλεσμα, μπορούμε να

δούμε ότι ο καρκίνος είναι κάτι που αναπτύσσεται μέσα από μη παρατηρήσιμες

διαδικασίες. Βλέπουμε το αποτέλεσμα μακροπρόθεσμα στον ανθρώπινο

οργανισμό αλλά δεν μπορούμε να το παρατηρήσουμε σε συγκεκριμένα στάδια,

τουλάχιστον μέχρι τώρα με τα μέσα που διαθέτουμε. Η επιστημονική θεωρία που

εξηγεί το φαινόμενο του καρκίνου των πνευμόνων ως αποτέλεσμα του

καπνίσματος σιγαρέτων βασίζεται σε επιστημονικά μοντέλα τα οποία

διασφαλίζουν την εμπειρική επάρκεια της επιστημονικής θεωρίας.

Η πληροφορία περί των μη παρατηρήσιμων διαδικασιών της ασθένειας του

καρκίνου των πνευμόνων μπορεί να υποστηρίξει την προσπάθειά μας για την

επεξεργασία μοντέλων των παρατηρήσιμων φαινομένων αλλά και των μη

παρατηρήσιμων. Ο van Fraassen ονομάζει τη θεωρία του εμπειριστικό δομισμό105

ο οποίος δεν διαφέρει από τον κατασκευαστικό εμπειρισμό. Παραμένουν όμως τα

προβλήματα που αφορούν στην ισχύ των αποτελεσμάτων των εμπειρικά επαρκών

υποθέσεων, ιδιαίτερα στην εφαρμογή τους στην επιστήμη.

Μπορούν όμως τα αποτελέσματα αυτά να μας στηρίξουν στις προσπάθειες

μας όταν η επιστήμη, σύμφωνα με τον van Fraassen, ως διαδικασία είναι μια

αενάως βαίνουσα προς ολοκλήρωση διαδικασία και οι αναπαραστάσεις της είναι

105 C. Forbes, “Practical Inadequacy: Bas van Fraassen’s Failure of Systematicity”, …, ό.π., σελ 7.

60

60

Page 61: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

προσεγγιστικώς αληθείς; Η επιστήμη αφορά στο μέλλον και οι επιστημονικές

αναπαραστάσεις στις οποίες βασίζουμε την ερμηνεία του κόσμου μας και οι

οποίες θεμελιώνουν την σχεδίαση των στάσεών μας για το προσεχές μέλλον

αφορούν την επαλήθευση των υποθέσεών μας.

Υφίσταται τελικώς μια διαφορά ποιότητας μεταξύ του κατασκευαστικού

εμπειρισμού και του επιστημονικού ρεαλισμού όσον αφορά στην πρακτική χρήση

της επιστήμης. Νομιμοποιεί όμως αυτή η ποιοτική διαφορά την αποδοχή

συγκεκριμένων κριτηρίων για την ερμηνεία της πραγματικότητας είτε αυτή

ονομάζεται εμπειρική επάρκεια μιας θεωρίας είτε λέγεται αλήθεια αυτής της

θεωρίας;

Ε. Κριτική στον Κατασκευαστικό Εμπειρισμό.

Ε. 1. Εμπειρική Επάρκεια και Παρατηρήσιμες Οντότητες.

Σύμφωνα με τον κατασκευαστικό εμπειρισμό το να αποδεχθεί κάποιος μια

θεωρία επιστημονική εμπεριέχει την πεποίθηση ότι είναι εμπειρικά επαρκής έτσι

ώστε η αποδοχή της να σώζει τα φαινόμενα. Ο van Fraassen υποστηρίζει ότι

παρόλο που γνωρίσουμε περί των παρατηρήσιμων δεν μπορούμε να γνωρίσουμε

περί των μη παρατηρήσιμων. Θεωρεί επίσης ότι επειδή οι λόγοι για τους οποίους

επιλέγουμε μια θεωρία ανάμεσα σε πολλές ενάντιες μεταξύ τους εμπειρικά

επαρκείς θεωρίες είναι πραγματιστικοί και όχι επιστημικοί.106

Πως όμως μια θεωρία εμπειρικά επαρκής μπορεί να μετρά ως γνώση;107 Ο van

Fraassen αντιμετωπίζει ένα δίλημμα: εάν μια πεποίθηση πραγματική για κάτι

μετράει ως γνώση, ακόμη και εάν έχει υιοθετηθεί για πραγματιστικούς λόγους,

τότε η πεποίθηση των επιστημονικών ρεαλιστών για τη γνώση (παραδείγματος

106 James Ladyman, Images of Empiricism, Oxford University Press, σελ. 48.107 Αυτ., σελ. 52.

61

61

Page 62: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

χάριν των ηλεκτρονίων) φαίνεται τόσο καλή όσο φαίνεται και η πεποίθηση των

κατασκευαστικών εμπειριστών για τη γνώση που πηγάζει από την εμπειρική

επάρκεια μιας θεωρίας. Από την άλλη βέβαια εάν αποτελεί αναγκαία συνθήκη

(για να μετράει μια ισχυρή πεποίθηση ως γνώση) η αποδοχή της για καθαρά

επιστημικούς λόγους, τότε φαίνεται ότι η μόνη επιστημονική γνώση που έχουμε

είναι ό,τι μέχρι τώρα έχει παρατηρηθεί.108

Άρα, ή έχουμε γνώση της εμπειρικής επάρκειας καλά θεμελιωμένων θεωριών

και από τη στιγμή που αυτή βασίζεται σε έναν πραγματισμό των θεωριών τότε

μπορεί ο επιστημονικός ρεαλισμός να ισχυρισθεί ότι γνωρίζει τα μη

παρατηρήσιμα (παραδείγματος χάριν τα ηλεκτρόνια) , ή δεν έχουμε γνώση πέραν

των φαινομένων που μέχρι τώρα έχουν παρατηρηθεί και τόσο ο κατασκευαστικός

εμπειρισμός όσο και ο επιστημονικός ρεαλισμός είναι ένοχοι γιατί στήριξαν τις

πεποιθήσεις τους σε παράγοντες που σχετίζονται με την πραγματιστική αξία μιας

πεποίθησης.109 Στην πρώτη περίπτωση ο van Fraassen θα έλεγε οι επιστημονικοί

ρεαλιστές δεν γνωρίζουν ότι υπάρχουν, παραδείγματος χάριν, ηλεκτρόνια, στη

δεύτερη περίπτωση οι επιστημονικοί ρεαλιστές θα απαντούσαν ότι ο

κατασκευαστικός εμπειρισμός δεν γνωρίζει εάν μια θεωρία είναι τελικά εμπειρικά

επαρκής.

Ο van Fraassen υποστηρίζει ότι οι επιστημονικές θεωρίες απαιτείται να

εξηγούν στατιστικά σχήματα για δεδομένα. Αποδεχόμενοι μια θεωρία απαιτείται

να μη δεσμευόμαστε σε ισχυρισμούς των οποίων η αλήθεια προϋποθέτει την

ύπαρξη μη παρατηρήσιμων αιτίων. Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός θεωρεί ότι

οι επιστήμονες δεν πρέπει να υποστηρίζουν ότι γνωρίζουν κρυμμένες αιτίες των

παρατηρήσιμων.

108 Αυτ., σελ. 53.109 Αυτ.

62

62

Page 63: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Για τον van Fraassen το να είναι κάτι παρατηρήσιμο σημαίνει το να γίνεται

αντιληπτό από τις ανθρώπινες αισθήσεις. Επιπλέον, ο van Fraassen υποστηρίζει

ότι τα πράγματα τα οποία οι άνθρωποι δεν μπορούν να αντιληφθούν χωρίς

μικροσκόπια η ειδικά μηχανήματα δεν είναι παρατηρήσιμα. 110 Η αντίληψη αυτή

του van Fraassen για το παρατηρήσιμο έρχεται, όπως είδαμε σε προηγούμενο

κεφάλαιο, σε αντίθεση με την άποψη του P. Duhem για την επιστήμη.111

O van Fraassen ισχυρίζεται ότι μια επιστημονική πεποίθηση είναι εμπειρικά

επαρκής εάν αυτό που πρεσβεύει για τα παρατηρήσιμα στον κόσμο μας είναι

αληθές.112 Επομένως εάν διατηρεί κανείς σοβαρούς λόγους να πιστεύει ότι μια

θεωρία που υπονοεί ή υποστηρίζει κάτι για τα παρατηρήσιμα είναι εμπειρικά

επαρκής, τότε η επιστημική σύνεση συγχωρεί μια δέσμευση στο μεγάλο μέρος

αυτής της θεωρίας.113 Αλλά οι περισσότερες επιστημονικές θεωρίες διατυπώνουν

γενικώς ισχυρισμούς (συμπεριλαμβανομένων των προβλέψεων) των οποίων η

εμπειρική επάρκεια στηρίζεται σε πράγματα που έχουν επισυμβεί αλλά δεν έχουν

απαραίτητα παρατηρηθεί ή δεν πρόκειται να παρατηρηθούν τελικά. Οι θεωρίες

περί της βαρύτητας είναι ένα παράδειγμα.

Για τούτο και συμπεραίνουμε ότι όταν ασπαζόμαστε την εμπειρική

επάρκεια παίρνουμε κάποια επιστημικά ρίσκα.114 Άρα τόσο οι φιλελεύθεροι όσο

και οι κατασκευαστικοί εμπειριστές πρέπει να γνωρίζουν το ρίσκο που

αναλαμβάνουν. Το ρίσκο αυτό είναι μεγάλο για τον κατασκευαστικό εμπειρισμό

ιδιαίτερα όταν κάποιος δεσμεύει εαυτόν σε μια θεωρία για πράγματα που δεν

μπορούν να γίνουν αντικείμενο παρατήρησης.

110 Bas. van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 16.111 Jim Borgen, Saving the Phenomena, University of Pittsburgh, σελ. 5.112 Bas. van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 18-19.113 Jim Borgen, Saving the Phenomena, …, ό.π., σελ. 13.114 Bas van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 69.

63

63

Page 64: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Τελικά ούτε οι κατασκευαστικοί εμπειριστές ούτε οι φιλελεύθεροι

εμπειριστές (Locke, Mill, Duhem) αντανακλούν τους στόχους, τις στάσεις και τα

«πιστεύω» των επιστημόνων. Θα ήταν πραγματικά χάσιμο χρόνου εάν

προσπαθούσαμε να διαχειριστούμε τους αιτιακούς παράγοντες που είναι μη

παρατηρήσιμοι. Θα ήταν επίσης χάσιμο χρόνου να προσπαθούμε να διασώσουμε

φαινόμενα κανονικότητας επί τη απουσία κάποιων ελάχιστων επαρκών

επαγωγικών επιχειρημάτων.115 Για τούτο και οι κατασκευαστικοί εμπειριστές

είναι τελικά σκεπτικιστές. Ένας επιστημικά σώφρων εμπειρισμός θα ταίριαζε

περισσότερο σε μια πρακτική σύμφωνα με την οποία θα επιτρεπόταν η δέσμευση

σε ισχυρισμούς περί μη παρατηρήσιμων φαινομένων οι οποίοι θα συνάγονται από

δεδομένα διαρκώς εξεταζόμενα. Για να είναι κάποιος καλός εμπειριστής πρέπει

να χαλαρώνει τις δεσμεύσεις που πρεσβεύει ο κατασκευαστικός εμπειρισμός και

να προσεγγίζει τα δεδομένα και τον τρόπο εξήγησής τους.

Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός ζωντάνεψε ξανά την οπτική υπό την οποία

οι επιστημονικές θεωρίες σκοπό έχουν να σώζουν τα φαινόμενα. Ο van Fraassen

ισχυρίζεται ότι η πίστη στην ύπαρξη μη παρατηρήσιμων οντοτήτων έγκειται στην

συναγωγή για την αλήθεια της ύπαρξής της και επομένως δεν στηρίζεται

επαρκώς.116 Μπορεί να υποστηριχθεί ότι η παρατηρησιμότητα, όσον αφορά στην

επιστήμη, δεν αποτελεί επαρκές κριτήριο για μια οντολογική δέσμευση. Η

ιστορία είναι γεμάτη από παραδείγματα αποτυχημένων οντολογικών δεσμεύσεων

τόσο στα παρατηρήσιμα όσο και στα μη παρατηρήσιμα.117 Η οντολογική

δέσμευση στα παρατηρήσιμα δεν είναι λιγότερο αμφιλεγόμενη σε σχέση με τη

δέσμευση στα μη παρατηρήσιμα.115 Jim Borgen, Saving the Phenomena, …, ό.π., σελ. 20.116 Gabriele Contessa, “Constructive empiricism, observability and three kinds of ontological commitment”, Studies in History and Philosophy of Science, Part A, τόμος 37, 2006, σελ. 2.

117 P. Churchland, «The Ontological Status of Observables», εις το Images of Science, Chicago University Press, σελ. 36-37.

64

64

Page 65: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Για παράδειγμα μπορούμε να φέρουμε τις μάγισσες και τα ηλεκτρόνια. Οι

μάγισσες είναι παρατηρήσιμες, τα ηλεκτρόνια δεν είναι παρατηρήσιμα. Αυτό

σημαίνει ότι κανείς δεν μπορεί να παρατηρήσει περισσότερο ότι καποιος είναι

μάγισσα από το να παρατηρήσει κάτι σαν το ηλεκτρόνιο. Αποδεχόμαστε ότι στον

κατασκευαστικό εμπειρισμό η πίστη στην ύπαρξη μη παρατηρήσιμων οντοτήτων

είναι αδικαιολόγητη διότι δεν στηρίζεται σε μια επαλήθευση-επιβεβαίωση που θα

προέρχεται από την παρατήρηση τέτοιων οντοτήτων. Άρα το παρατηρήσιμο των

οντοτήτων δεν είναι ασφαλές κριτήριο μιας οντολογικής δέσμευσης. Στην

Επιστημονική Εικόνα ο van Fraassen κρίνει την προσπάθεια των λογικών

εμπειριστών να ξεχωρίσουν τους όρους των επιστημονικών θεωριών σε όρους

παρατήρησης και θεωρίας.

Σύμφωνα με τον van Fraassen η απάντηση στην ερώτηση εάν είναι

δυνατή η διάκριση των όρων μιας γλώσσας σε θεωρητικούς και μη θεωρητικούς

πρέπει να είναι αρνητική118 ενώ η απάντηση στην ερώτηση εάν είναι δυνατή η

κατηγοριοποίηση οντοτήτων σε παρατηρήσιμα και μη παρατηρήσιμα πρέπει να

είναι καταφατική.119 Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός θεωρεί παρατηρήσεις

[observations] αυτές που γίνονται με το γυμνό ανθρώπινο μάτι. Η εφεύρεση του

μικροσκοπίου δεν άλλαξε αυτή την κατάσταση, άλλαξε απλά τον αριθμό των

δυνατών προς παρατήρηση φαινομένων. Σημαντική είναι επίσης η διάκριση που

είδαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο μεταξύ παρατηρώ και παρατηρώ κάτι.120 Ο

κατασκευαστικός εμπειρισμός αντιμετωπίζει ως ίσα τόσο μια εμπειρικά επαρκή

θεωρία όσο και κάτι αληθινό ως παρατηρήσιμο από εμάς.121 Θεωρεί λοιπόν ότι το

εύρος των παρατηρήσιμων ταυτίζεται με το εύρος των επιστημικά προσβάσιμων

118 Bas. Van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 22.119 Αυτ.120 Αυτ., σελ. 23.121 Gabriele Contessa, “Constructive empiricism, observability and three kinds of ontological commitment”,…, ό.π., σελ. 6.

65

65

Page 66: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

από εμάς. Άρα το τι είναι παρατηρήσιμο καθορίζει α) τόσο το τι περιμένουμε από

μια επιστημονική θεωρία και β) το μέγεθος της πίστης μας στην αποδοχή αυτής

της θεωρίας.122

Όταν αποδεχόμαστε μια θεωρία σε τι είδους οντολογική δέσμευση

προσδενόμαστε τελικά; O van Fraassen εναντιώνεται τόσο με τον αφελή

εμπειρισμό του D. Thomas (μόνο ό,τι βλέπουμε είναι άξιο να πιστεύουμε) όσο και

με τον ολιστικό εμπειρισμό των Carnap και Quine (πιστεύουμε σε όλα τα όντα

αδιάφορο αν είναι παρατηρήσιμα ή όχι). Πού τελικά θα χαράξει ο

κατασκευαστικός εμπειρισμός μια επιστημολογική διαχωριστική γραμμή μεταξύ

της οντολογικής δέσμευσης στα παρατηρήσιμα και της οντολογικής δέσμευσης

στα μη παρατηρήσιμα; Σύμφωνα με τον κατασκευαστικό εμπειρισμό οι μη

παρατηρήσιμες οντότητες είναι πέρα από τις επιστημικές μας δυνατότητες και η

πίστη για την ύπαρξή τους μπορεί να προέρχεται μόνον έμμεσα από συναγωγή ή

απαγωγή των οποίων η αξία είναι αμφιλεγόμενη.123

Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός δεν θεωρεί την πίστη στα μη παρατηρήσιμα

ως ανορθολογική [irrational]. Ο van Fraassen ισχυρίζεται ότι η διαφορά μεταξύ

του κατασκευαστικού εμπειρισμού και των κριτικών του εντοπίζεται στη διαφορά

επιστημικών στάσεων από τα δύο μέρη.124 Οι επιστημονικοί ρεαλιστές

θεωρούνται ότι λαμβάνουν μεγαλύτερα ρίσκα οντολογικού χαρακτήρα σε σχέση

με τους εκπροσώπους του κατασκευαστικού εμπειρισμού. Εάν όμως είναι έτσι τα

πράγματα, η πολεμική του van Fraassen στον επιστημονικό ρεαλισμό θα ήταν

άσκηση ρητορικής.125

122 Αυτ.123 Αυτ., σελ. 7.124 Bas van Fraassen, The Empirical Stance, Yale University Press, 2002.125 Gabriele Contessa, “Constructive empiricism, observability and three kinds of ontological commitment”,…, ό.π., σελ. 8.

66

66

Page 67: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Ο ισχυρισμός του van Fraassen ότι η οντολογική δέσμευση στα μη

παρατηρήσιμα είναι ορθολογική [rational] συμβιβάζεται με τον αγνωστικισμό του

για τα μη παρατηρήσιμα. Ο van Fraassen διακρίνει μεταξύ [rationality]

ορθολογικότητας μιας πράξης και [reasonable] λογικότητας μιας πράξης. Υπάρχει

ένα ελάχιστο κριτήριο λογικής (από πριν: πόσο λογική [reasonable] είναι η πράξη,

μετά: πόσο επαληθεύθηκε) σύμφωνα με το οποίο δεν πρέπει να υπονομεύουμε τις

πιθανότητες επαλήθευσης-επιβεβαίωσης από πριν.126 Ο van Fraassen επίσης

υποστηρίζει ότι μια δέσμευση δεν είναι αληθής ή ψευδής, διότι επηρεάζεται από

την επαλήθευσή της.127 Άρα η οντολογική δέσμευση στα μη παρατηρήσιμα

παρόλο που είναι ανορθολογική [irrational] δεν είναι μη λογική [unreasonable].

Αυτοί που πιστεύουν, σύμφωνα με τον van Fraassen, από πριν στα μη

παρατηρήσιμα, υπονομεύουν τις πιθανότητες να επαληθευθεί η πίστη τους από

πριν.128

Για τον κατασκευαστικό εμπειρισμό δεν είναι μη λογικό [unreasonable] να

πιστεύει κανείς στην ύπαρξη μη παρατηρηθέντων οντοτήτων από τη στιγμή που

οι οντότητες αυτές μπορούν να παρατηρηθούν (αργότερα). Σύμφωνα με τον van

Fraassen η έλλειψη επαλήθευσης μιας θεωρίας δεν υπονοεί την μη λογικότητα

[unreasonableness] μιας πίστης στην θεωρία αυτή. Η παρατήρηση πλανητών και

η πίστη στην ύπαρξή τους δεν ήταν [unreasonable]. Παρόλα αυτά από τη στιγμή

που δεν παρατηρήθηκαν, η πίστη στην ύπαρξή τους δεν επαληθεύθηκε ποτέ. Το

επιχείρημα που υποβόσκει στον αγνωστικισμό του κατασκευαστικού εμπειρισμού

απέναντι στις μη παρατηρήσιμες οντότητες είναι η πίστη του κατασκευαστικού

εμπειρισμού στο μη λογικό [unreasonableness] της πίστης στις μη παρατηρήσιμες

126 Αυτ.127 Bas. Van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 20.128 Gabriele Contessa, “Constructive empiricism, observability and three kinds of ontological commitment”,…, ό.π., σελ. 9.

67

67

Page 68: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

οντότητες. Η παρατήρηση μιας οντότητας δεν μπορεί να επιβεβαιώσει-

επαληθεύσει μια οντολογική δέσμευση που χρειάζεται μια επιστημονική θεωρία.

Η οντολογική δέσμευση σε ένα θεωρητικό είδος μπορεί να επαληθευθεί από την

παρατήρηση ενός μέλους του θεωρητικού είδους εάν και εφόσον όλα τα

χαρακτηριστικά του είδους είναι χαρακτηριστικά του μέλους. Αυτό όμως δεν

συμβαίνει στη σύγχρονη επιστήμη.

Και τούτο διότι για να επαληθευθεί μια δέσμευση ενός επιστήμονα σε ένα

είδος μέσω παρατήρησης θα πρέπει να είμαστε ικανοί να παρατηρήσουμε ότι μια

συγκεκριμένη οντότητα ανήκει σε ένα είδος. Αυτό συμβαίνει όμως μόνον όταν

όλα τα χαρακτηριστικά που αποδίδονται στο είδος είναι παρατηρήσιμα. Η

οντολογική δέσμευση σε ένα θεωρητικό-παρατηρήσιμο είδος δεν είναι

απαραίτητα περισσότερο [reasonable] από την αντίστοιχη δέσμευση σε ένα

θεωρητικό-μη παρατηρήσιμο είδος διότι στην πλειονότητα των υποθέσεων ούτε η

πρώτη ούτε η δεύτερη μπορεί να επαληθευθεί από μια πράξη παρατήρησης.129

Εάν υποστηριχθεί ότι ο κατασκευαστικός εμπειρισμός πρέπει να δεσμεύεται

μόνον στην παρατήρηση ατομικών οντοτήτων για να ξεφύγει από τον παραπάνω

σκόπελο τότε πρέπει να αποφύγει την οντολογική δέσμευση στα θεωρητικά είδη.

Η διάκριση μεταξύ παρατηρήσιμου και μη παρατηρήσιμου είναι ουσιώδης για

τον κατασκευαστικό εμπειρισμό. Αυτή θεμελιώνει τη διάκριση μεταξύ α) ποιο

μέρος της επιστημονικής θεωρίας πρέπει να γίνει αποδεκτό ως αντικειμενική

γνώση του κόσμου και β) ποιο μέρος ανήκει στο χώρο του πραγματισμού, των

επιστημικών στόχων της επιστήμης (το οποίο σύμφωνα με τον κατασκευαστικό

εμπειρισμό συγκροτεί τις εμπειρικά επαρκείς θεωρίες).130 Για τον

κατασκευαστικό εμπειρισμό η επιστημολογία και ο πραγματισμός είναι

129 Αυτ.., σελ. 20.130 F. Muller, “Can a Constructive Empiricist adopt the Concept of Observability?”, Philosophy of Science, τόμος 71, 2004, σελ. 8.

68

68

Page 69: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

διαχωρισμένα «αντικειμενικά».131 Εάν αυτή η διάκριση δεν ήταν «αντικειμενική»

τότε το μέρος μιας αποδεκτής θεωρίας που σύμφωνα με τον κατασκευαστικό

εμπειρισμό συγκροτεί αντικειμενική γνώση για τον κόσμο δεν θα χαρακτηριζόταν

από αντικειμενικότητα. Αυτό όμως δεν τον αποδέχεται ο κατασκευαστικός

εμπειρισμός.

Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός θα πρέπει να είναι ικανός να πει ότι είναι

αλήθεια ότι τα ηλεκτρόνια είναι μη παρατηρήσιμα και να το πιστέψει. Για τούτο

και ο κατασκευαστικός εμπειρισμός πρέπει να υποστηρίξει ότι κάποιος μπορεί να

αποκτήσει την πεποίθηση-πίστη ότι τα ηλεκτρόνια είναι μη παρατηρήσιμα, εάν

χρειαζόταν για να θεμελιωθεί μια θεωρία σύμφωνα με την οποία τα ηλεκτρόνια

είναι μη παρατηρήσιμα.132

Ο van Fraassen υποστηρίζει ότι αυτό που είναι παρατηρήσιμο αφορά κάτι που

δεν ενέχει απαραίτητα θεωρία.133 Δεν θα πρέπει, κατά τη γνώμη του van Fraassen,

να κρίνουμε την μη παρατηρησιμότητα των ηλεκτρονίων βάσει μιας

συγκεκριμένης επιστημονικής θεωρίας. Για να απαντήσουμε στο ερώτημα : τι

είναι παρατηρήσιμο; πρέπει να ανατρέξουμε στις σύγχρονες σε εμάς καλύτερες

θεωρίες.134 Στη πραγματικότητα η παρατηρησιμότητα βασίζεται σε θεωρία αλλά

επί της αρχής είναι ανεξάρτητη από αυτή. Ο van Fraassen ισχυρίζεται ότι η

εμπειρία μας προσφέρει πληροφορίες τόσο για τα παρατηρήσιμα όσο και για τα

πραγματικά.135 Αλλά τότε τίθεται το ερώτημα: πώς η εμπειρική έρευνα θα μας

προσφέρει μια αντικειμενική βάση για την πίστη μας ότι ένα αντικείμενο είναι μη

παρατηρήσιμο;136 Αυτό που χρειάζεται ο κατασκευαστικός εμπειρισμός είναι η

131 Αυτ.132 Bas. van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 25-27.133 Αυτ., σελ. 57-59.134 Bas. van Fraassen, “Constructive Empiricism and Modal Nominalism”, British Journal for the Philosophy of Science, τόμος 54, σελ. 414.135 Bas. van Fraassen, Empiricism and the Philosophy of Science, 1985, σελ. 253.136 F. Muller, “Can a Constructive Empiricist adopt the Concept of Observability?”, …, ό.π., σελ. 13.

69

69

Page 70: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

επέκτασή του από την επιστημική του πολιτική.137 Για να γίνει αυτό πρέπει να

επανεξετάσει την έννοια της παρατηρησιμότητας.

O van Fraassen υποστηρίζει ότι μια θεωρία είναι εμπειρικά επαρκής εάν ότι

λέει για τα παρατηρήσιμα πράγματα στον κόσμο είναι αληθής.138 Η πίστη ότι η

θεωρία είναι εμπειρικά επαρκής πηγαίνει πέρα από την όποια απελευθέρωση από

την εμπειρία [deliverances of experience]. Άρα κάποιος θα μπορούσε να πιστέψει

απλώς ότι μια θεωρία είναι αληθής σε αυτά που λέει για ό,τι έχει πραγματικά

παρατηρηθεί, άρα ο όρος παρατηρήσιμα μπορεί να αντικατασταθεί από τον όρο

παρατηρηθέντα.139 Ο van Fraassen υποστηρίζει ότι ο κατασκευαστικός

εμπειρισμός αποτελεί σύνθεση των εξής απόψεων: α) Η επιστήμη έχει ως σκοπό

να μας δίνει αληθινές θεωρίες και β) Η επιστήμη έχει ως σκοπό να μας δίνει

θεωρίες οι οποίες είναι αληθινές στο βαθμό που μιλάνε για αυτό που

παρατηρείται αυτή τη στιγμή.140 Ο Ladyman ισχυρίζεται ότι ο κατασκευαστικός

εμπειρισμός ενσωματώνει μια πρωταρχική δέσμευση στον ορθολογισμό της

επιστήμης και ότι ο van Fraassen αποδίδει πίστη στην εμπειρική επάρκεια διότι

αποτελεί την ελάχιστη επιστημική κατάσταση στην οποία μπορεί κάποιος να

αποδώσει πίστη-δέσμευση.141 O van Fraassen δεν δίδει ικανοποιητικό ορισμό του

παρατηρήσιμου.142 Τα όρια του παρατηρήσιμου είναι αντικείμενο της εμπειρικής

επιστήμης και όχι της φιλοσοφικής ανάλυσης. Διαφορετικές θεωρίες οδηγούν σε

διαφορετικές απόψεις για το παρατηρήσιμο.

Στην Επιστημονική Εικόνα o van Fraassen ισχυρίζεται ότι διαφορετικές

θεωρίες δίδουν διαφορετικές απαντήσεις στο ερώτημα : τί είναι παρατηρήσιμο;

137 Αυτ. 138 B. Morton και Bas. van Fraassen, “Constructive Empiricism and Modal Nominalism”, 2002, σελ. 2.139 Αυτ., σελ. 3.140 Αυτ., σελ. 4.141 J. Ladyman, “What’s Really Wrong with Constructive Empiricism”, 200, σελ. 853. 142 B. Morton και Bas. van Fraassen, “Constructive Empiricism and Modal Nominalism”, …, ό.π., σελ. 5.

70

70

Page 71: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Άρα πρέπει να βασιστούμε στις επιστημονικές θεωρίες μας για να απαντήσουμε

στο παραπάνω ερώτημα. Γιατί ο van Fraassen ισχυρίζεται ότι αυτό που είναι

παρατηρήσιμο είναι ένα γεγονός πλαισιωμένο από θεωρία; Αν πάρουμε το

παράδειγμα των ηλεκτρονίων θα παρατηρούσαμε ότι ο van Fraassen δεν θα έλεγε

ποτέ ότι δεν γνωρίζουμε τίποτε για τα ηλεκτρόνια μόνο και μόνο διότι είναι μη

παρατηρήσιμα, αντίθετα θα έλεγε ότι είναι αγνωστικιστής για την ύπαρξη των

ηλεκτρονίων.143 Είναι αλήθεια ότι μερικά από τα επιχειρήματα του van Fraassen

για τον κατασκευαστικό εμπειρισμό αδυνατίζουν εάν κάποιος απορρίπτει τον

[modal nominalism]. Η απάντηση του van Fraassen στο θέμα αυτό ανευρίσκεται

στην Επιστημονική Εικόνα.144 Αλλά ο van Fraassen επιμένει ότι ο

κατασκευαστικός εμπειρισμός βοηθά την επιστημονική δραστηριότητα

περισσότερο από τον ρεαλισμό διότι το κάνει χωρίς την προσφυγή σε έναν

πληθωρισμό μεταφυσικής.145

143 Bas. van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 15.144 Bas. van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, …, ό.π., σελ. 199 και εξής, κεφάλαιο 6.145 B. Morton και Bas. van Fraassen, “Constructive Empiricism and Modal Nominalism”, …, ό.π., σελ. 20.

71

71

Page 72: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Ε. 2.. Επιστημικό Ρίσκο και Πληθωρισμός Μεταφυσικής.

Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός δεν μπορεί να συνυπάρξει με τον μη

πληθωρισμό μεταφυσικής διότι χρειάζεται περισσότερη αλήθεια από αυτή που

μπορεί να προσφέρει ο μη πληθωρισμός μεταφυσικής.146 Ο μη πληθωρισμός του

κατασκευαστικού εμπειρισμού δυσκολεύεται να εξηγήσει τι σημαίνει αλήθεια για

μια πραγματική επιστημονική θεωρία σε ένα πρότυπο [Model]. Δεν μπορεί επίσης

να εξηγήσει από τι απαρτίζεται η αλήθεια σε ένα πρότυπο. Ως αποτέλεσμα

μειώνει το ποσοστό της αλήθειας σε αόριστες σημασιολογικές κατηγορίες. Ο

κατασκευαστικός εμπειρισμός δεν μπορεί να εξηγήσει γιατί η αλήθεια σε ένα

πρότυπο [Μodel] είναι κεντρική στο να καταλάβει κανείς το σκοπό της

επιστήμης.147

Για τον κατασκευαστικό εμπειριστή ο οποίος επαγγέλλεται τον μη

πληθωρισμό μεταφυσικής η καρδιά του θέματος είναι η εξής: εάν δεν διαθέτουμε

μια κατανόηση της εξήγησης μιας επιστημονικής θεωρίας, ούτε μια κατανόηση

146 Jamin Asay, “Constructive Empiricism and Deflationary Truth”, Philosophy of Science 76, 2009, σελ. 424.147 Αυτ., σελ. 433.

72

72

Page 73: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

του τι είναι αλήθεια για τη θεωρία αυτή, τότε η κατανόησή μας για το τι είναι

αλήθεια για αυτή τη θεωρία ή εμπειρική επάρκεια είναι ημιτελής. Ως αποτέλεσμα

ο οπαδός ενός μη πληθωρισμού μεταφυσικής δεν μπορεί να πει τι είναι αλήθεια ή

εμπειρική επάρκεια για μια επιστημονική θεωρία.148 Επειδή δηλαδή δεν υφίσταται

γενική οπτική περί της αλήθειας σε ένα πρότυπο ερμηνείας ο οπαδός ενός μη

πληθωρισμού μεταφυσικής μένει χωρίς μια διέξοδο συγκροτήσεως μιας έκφρασης

αλήθειας ή εμπειρικής επάρκειας μιας θεωρίας.149

Οι προσπάθειες προσφοράς μιας από-πληθωριστικής ανάλυσης περί της

αλήθειας ή της εμπειρικής επάρκειας καταλήγουν να βασίζονται σε επιπλέον

σημασιολογικές έννοιες κάτι το οποίο είναι ήδη ενάντιο σε έναν οπαδό μιας

ερμηνείας μη πληθωρισμού μεταφυσικής. Άρα οι κατασκευαστικοί εμπειριστές

χρειάζονται ένα περισσότερο ουσιαστικό ποσό αλήθειας από αυτό που

προσφέρεται από έναν οπαδό μη πληθωρισμού μεταφυσικής.150

Ο κατασκευαστικός εμπειρισμός υποστηρίζει ότι απορρίπτει την μεταφυσική.

Παρ’ όλα αυτά μπορούμε να επισημάνουμε στοιχεία σύνθεσης μεταφυσικής και

επιστημονικού εμπειρισμού σε αυτόν.151 Σύμφωνα με τον van Fraassen η

μεταφυσική δεν έχει κάποιο άλλο στόχο πέραν της αλήθειας περί της μη

παρατηρήσιμης όψης της πραγματικότητας που μας περιβάλλει σε αντίθεση με

την επιστήμη η οποία ασχολείται με την επιδίωξη στόχων όπως η εμπειρική

επάρκεια και η εφαρμογή των αποτελεσμάτων της έρευνας στην καθημερινότητα.

Ακόμη και αν ανακαλύψουμε ότι η Νευτώνεια μηχανική δεν είναι τελικά

αληθής, αυτό δεν σημαίνει αυτόματα ότι είναι άχρηστη. Η διαφορά μεταξύ

μεταφυσικής και επιστήμης θεμελιωμένης στην εμπειρία είναι ότι είναι

148 Αυτ., σελ. 434.149 Αυτ. 150 Αυτ., σελ. 439.151 J. Ladyman, “The Scientific Stance: The Empirical and Materialist Stances Reconciled”, Synthese, 2011, σελ. 90.

73

73

Page 74: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

αμφίσημες οι έννοιες σωστό και λάθος. Οι θεωρίες στη μεταφυσική σύμφωνα με

τον van Fraassen δεν είναι τίποτε πέραν λογικών ασκήσεων.152 Βέβαια λέγεται

συνέχεια ότι ένα μεγάλο μέρος της επιστήμης δεν έχει έως τώρα επαληθευθεί ή

διαψευσθεί αλλά ο van Fraassen ισχυρίζεται ότι υπάρχει αντίθεση μεταξύ

μεταφυσικής και επιστήμης όταν έχουμε να επιλέξουμε μεταξύ δυο αντιτιθέμενων

μεταξύ τους θεωριών.153 Παρόλα αυτά η επικράτηση μιας θεωρίας ως

επιστημονικής δεν εγγυάται ότι θα αντιμετωπίζεται έτσι εις το διηνεκές κα όχι ως

μεταφυσική.

Σύμφωνα με τον van Fraassen οι οπαδοί της μεταφυσικής έχουν κοινό με τους

επιστημονικούς ρεαλιστές την επιθυμία τους να εξηγήσουν και να ερμηνεύσουν

κάτι που είναι ήδη αντιληπτό. Ο van Fraassen όμως όταν αναρωτιέται για το πώς

θα ήταν ο κόσμος σύμφωνα με τη θεωρία των quanta δεν εμπλέκεται άραγε σε

ένα μεταφυσικό σχέδιο-πλάνο ο ίδιος; Το πλάνο αυτό δεν έχει να προσφέρει στην

επιστήμη;154 Από τη στιγμή που ο van Fraassen θεωρεί ότι δεν υφίσταται

επιστημική σχέση μεταξύ της απόδειξης για μια επιστημονική θεωρία και της

πίστης στην αλήθεια της αναγκαστικά αποδέχεται μια θεωρία μεταφυσικής.

152 Αυτ., σελ. 93.153 Αυτ.154 Αυτ. σελ. 94.

74

74

Page 75: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Επίλογος.

Το ταξίδι στον επιστημονικό διάλογο που πραγματοποιείται στις ημέρες μας

μεταξύ του επιστημονικού ρεαλισμού και του κατασκευαστικού εμπειρισμού

αποδεικνύεται ωφέλιμο διότι συντελείται μια πρόοδος στην επαν-εννοιοδότηση

όρων όπως εμπειρισμός, εμπειρική επάρκεια, παρατηρήσιμη πραγματικότητα αλλά

και μεταφυσική, επιστημικό ρίσκο και εξήγηση.

Μια σύνθεση, κατά τη γνώμη μου, μεταξύ των δύο αυτών ρευμάτων, μπορεί

να αποφύγει τόσο έναν υπέρμετρο σκεπτικισμό που εκφράζεται από τον

κατασκευαστικό εμπειρισμό όσο και μια «αφελή», ας μου επιτραπεί η έκφραση

αυτή, αισιοδοξία του επιστημονικού ρεαλισμού για την πραγματικότητα.

Η πρόοδος της επιστήμης και της τεχνολογίας και οι συνέπειες αυτής στον

άνθρωπο παραμένει το υπέρμετρο κριτήριο για την αξιοπιστία των δύο αυτών

φιλοσοφικών ρευμάτων της εποχής μας.

Η γνώση του κόσμου που μας περιβάλλει και η ερμηνεία της

πραγματικότητας αποτελεί το στόχο του φιλοσοφικού διαλόγου στο πεδίο αυτό.

Η ακόρεστη επιθυμία του ανθρώπου να μάθει την «αλήθεια» θα οδηγεί πάντοτε

τον φιλοσοφικό διάλογο για να αναπτύξει την αυτοσυνειδησία του.

75

75

Page 76: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Βιβλιογραφία.

1. Almeder R., “Pragmatism and Science”, In S. Psillos and M. Curd (eds.),

The Routledge companion to philosophy of science. London: Routledge.

2008.

2. Asay Jamin, “Constructive Empiricism and Deflationary Truth”,

Philosophy of Science 76, 2009.

3. Bas van Fraassen, Η επιστημονική εικόνα, μτφρ Κ. Στεργιόπουλος, Leader

Books, 2008.

4. Bas van Fraassen, Scientific Representation: Paradoxes of Perspective,

Oxford University Press 2008.

5. Bas van Fraassen, “Constructive Empiricism and Modal Nominalism”,

British Journal for the Philosophy of Science, τόμος 54, 2003.

6. Borgen Jim, Saving the Phenomena, University of Pittsburgh,

7. Churchland P., «The Ontological Status of Observables», εις το Images of

Science, Chicago University Press, 1985.

8. Contessa Gabriele, “Constructive empiricism, Observability and three

kinds of Οntological Commitment”, Studies in History and Philosophy of

Science, Part A, τόμος 37, 2006.

76

76

Page 77: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

9. Cruse Pierre, “On Scientific Realism”, Richmond Journal of Philosophy,

Volume 3, 2003.

10. Devitt M., “Realism, antirealism”, στο The Routledge Companion to

Philosophy of Science.

11. Devitt M., Scientific Realism and Truth, Princeton University Press, 1996.

12. Esfeld Michael, The controversial relationships between Science and

Philosophy, A critical assessment, Rome 2006.

13. Esfeld M., “Scientific Realism and the History of Science”, University of

Lausanne, Switzerland στην ιστοσελίδα:

http://philsci-archive.pitt.edu/2555/1/Realism-Rome.pdf.

14. Glymour Clark, «Ο Ρεαλισμός και η Φύση των Θεωριών», στο συλλογικό

έργο Introduction to the Philosophy of Science Prentice – Hall 1992.

15. Hacking Ian, Representing and Intervening, εκδόσεις ΕΜΠ, Αθήνα 2002.

16. Hacking Ian, The Social Construction of What?, Harvard University

Press, 1999.

17. Klee Robert, Introduction to the Philosophy of Science, Cutting Nature at

Its Seams, Oxford University Press, 1997.

18. Kukla, A. «Observation». In S. Psillos and M. Curd (eds.), The Routledge

companion to philosophy of science. London: Routledge. 2008.

19. Ladyman J., “The Scientific Stance: The Empirical and Materialist Stances

Reconciled”, Synthese, 2011.

20. Ladyman J., “Ontological, Epistemological and Methodological Positions”

University of Bristol, Philosophy of Science, 2008, edited by Theo Kuipers

21. Leung Aaron, “Van Fraassen’s Argument Concerning Scientific Realism”,

στον ιστότοπο: http://fitelson.org/290/aaron_vf_overview.pdf

77

77

Page 78: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

22. Muller F., “Can a Constructive Empiricist adopt the Concept of

Observability?”, Philosophy of Science, τόμος 71, 2004.

23. Newton-Smith, W. H. [1989b]: “The Truth in Realism”, Dialectica

24. Psillos Stathis, Scientific Realism, How Science tracks Τruth, Routledge,

London, 1999.

25. Psillos Stathis, Theory, Science and Realism, Lecture Notes, LSE, 1995.

26. Psillos Stathis, “On Van Fraassen‘s Critique of Abductive Reasoning”,

Philosophical Quarterly, Volume 46, Issue 182 (January 1996), 31 – 47.

27. Psillos S., “How to defend constructive empiricism: a rejoinder”,

Philosophical Quarterly, 1997.

28. Psillos S., “Agnostic Empiricism versus Scientific Realism: belief in truth

matters”, International Studies in the Philosophy of Science, τόμος 14, Αρ.

1.

29. Psillos S., “Scientific Realism with a Human Face”, στον ιστότοπο:

www.phs.uoa.gr/~ psillos /Publications_files/ REALISM -BJPS.doc

30. Psillos S., Επιστήμη και Αλήθεια, εκδ. Οκτώ, Αθήνα, 2009.

31. Putnam H., Mathematics, Matter and Method, Cambridge, Cambridge

University Press, 1975.

32. Sankey H., Scientific Realism and the Rationality of Science, Ashgate

2008 , στον ιστότοπο: http://philpapers.org/rec/SANSRA-4

33. Smart J. J. C., Philosophy and Scientific Realism, Routledge, London

1963.

34. Sober Elliott, “Empiricism” εις το The Routledge Companion to

Philosophy of Science, edited by Martin Curd & Stathis Psillos.

78

78

Page 79: η σχεση μεταξυ του επιστημονικου ρεαλισμου και του κατασκευαστικου εμπειρισμου

Routledge 2008Α. Fine, “The Scientific Image Twenty Years Later”,

Philosophical Studies 106, 2001 Kluwer.

79

79