Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

100
ΠΡΩTΗ ΟΜΑΔΑ ΕΡΩΣΗΕΩΝ ( ΠΡΩΣΟ & ΔΕΤΣΕΡΟ ΕΞΑΜΗΝΟ ) 1. Ποιες είναι οι μηχανικές ιδιότητες των μετάλλων; Να δώσετε τον ορισμό της κάθε μηχανικής ιδιότητας. Οι μηχανικές ιδιότητες ενός μετάλλου, πειραματικά προσδιοριζόμενες, παρέχουν στοιχεία σχετικά με την αντοχή του σε διάφορες καταπονήσεις, όπως και με τη συμπεριφορά του σε μόνιμες αλλαγές στη μορφή του ( διαμορφώσεις ). Ψς βασικές μηχανικές ιδιότητες έχουμε τις εξής: α. Αντοχή στη θραύση, κατά την οποία ελέγχεται η αντοχή του μετάλλου στην επίδραση εξωτερικών παραγόντων που τείνουν να προκαλέσουν τη θραύση του ( σπάσιμο ), β. Ελαστικότητα, κατά την οποία τα μέταλλα κάτω από την επίδραση εξωτερικών δυνάμεων παραμορφώνονται, άλλοτε μόνιμα και άλλοτε προσωρινά, γ. κληρότητα, όπου εννοούμε την αντίσταση που προβάλλει ένα μέταλλο όταν ένα άλλο σκληρότερο προσπαθεί να διεισδύσει μέσα σε αυτό, δ. Κόπωση, που είναι η ιδιότητα που παρουσιάζουν τα μέταλλα να αντέχουν σε μεταβλητά φορτία τα οποία μπορεί να είναι δυναμικά ή κρουστικά ή στατικά και ε. Ερπυσμός, που είναι η ιδιότητα των μετάλλων όταν σε αυτά ενεργούν φορτία με αποτέλεσμα να παραμορφώνονται και στη συνέχεια, με την αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από ένα ορισμένο όριο, θα διαπιστώσουμε ότι χωρίς να αυξάνει το φορτίο, αυξάνει όσο περνά ο χρόνος η παραμόρφωση. 2. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα του χαλκού και ποια τα κράματά του; Πλεονεκτήματα: α. Έχει υψηλή ηλεκτρική αγωγιμότητα και συνεπώς είναι κατάλληλος για ηλεκτρικούς αγωγούς και άλλες κατασκευές της βιομηχανίας του ηλεκτρισμού, β. Έχει εξαίρετη πλαστικότητα και διαμορφώνεται εύκολα τόσο εν ψυχρώ όσο και εν θερμώ, γ. Έχει καλή αντοχή στη διάβρωση, δ. Παρουσιάζει καλή σχετικά μηχανική αντοχή και ε. Έχει καλή συγκολλητότητα και επιδέχεται επιμετάλλωση ( επινικέλωση ή επιχρωμίωση ). Σα κράματα του χαλκού που χρησιμοποιούνται περισσότερο είναι : α. Οι ορείχαλκοι, β. Οι μπρούντζοι και γ. Άλλα κράματα όπως το χαλκοαργίλιο και το χαλκονικέλιο. Επίσης, τα κράματα του χαλκού που διαμορφώνονται ονομάζονται μαλακτά, ενώ εκείνα που χυτεύονται λέγονται χυτευτικά. 3. Πώς διακρίνονται οι χάλυβες ανάλογα με τη χρήση τους; Οι χάλυβες χρησιμοποιούνται βιομηχανικά ως : α. Φάλυβες κατασκευών, δηλαδή για πάσης φύσεως μεταλλικές κατασκευές ( υπόστεγα, γέφυρες, δοχεία, λέβητες κτλ ), καθώς επίσης στην κατασκευή στοιχείων μηχανών ( άξονες, ατράκτους, ελατήρια, κοχλίες κτλ ), β. Φάλυβες εργαλείων, για την κατασκευή εργαλείων κοπής ( τρυπάνια, πριόνια, λίμες κτλ ) και εργαλεία διαμόρφωσης ( πχ καλούπια με μήτρα και επιβολέα ), και γ. Ειδικά χαλυβοκράματα, για την κάλυψη ειδικών απαιτήσεων τις οποίες αδυνατούν να καλύψουν οι συνηθισμένοι χάλυβες ( ανοξείδωτοι χάλυβες, πυρίμαχοι χάλυβες κτλ. Σους χάλυβες γενικά τους διακρίνουμε σε: α. Ανθρακούχους χάλυβες, οι οποίοι εκτός από τον άνθρακα, δεν έχουν καμία άλλη προσθήκη και β. Φαλυβοκράματα, που είναι κράματα σιδήρου – άνθρακα με μία ή περισσότερες προσθήκες. 4. Ποιος είναι ο ρόλος των μονωτικών υλικών θερμότητας; Είναι υλικά που χρησιμοποιούμε για να εμποδίσουμε τη μετάδοση της θερμότητας π.χ. από μία μηχανή, έναν ατμολέβητα στο περιβάλλον ή από το περιβάλλον σε ένα ψυγείο συντήρησης τροφίμων. Οι καλές μονωτικές ιδιότητες ενός υλικού εξαρτώνται από τη χαμηλή θερμική αγωγιμότητά του και όσο πιο πορώδες είναι το υλικό αυτό τόσο το καλύτερο. Μερικά από τα πιο γνωστά μονωτικά υλικά είναι τα εξής: Ταλοβάμβακας, γυαλί, μαλλί, φελλός κτλ.

description

Απαντήσεις των ερωτήσεων της πιστοποίησης στην ειδικότητα '' Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων ''

Transcript of Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Page 1: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

ΠΡΩTΗ ΟΜΑΔΑ ΕΡΩΣΗΕΩΝ ( ΠΡΩΣΟ & ΔΕΤΣΕΡΟ ΕΞΑΜΗΝΟ )

1. Ποιες είναι οι μηχανικές ιδιότητες των μετάλλων; Να δώσετε τον ορισμό της κάθε μηχανικής ιδιότητας. Οι μηχανικές ιδιότητες ενός μετάλλου, πειραματικά προσδιοριζόμενες, παρέχουν

στοιχεία σχετικά με την αντοχή του σε διάφορες καταπονήσεις, όπως και με τη συμπεριφορά του σε μόνιμες αλλαγές στη μορφή του ( διαμορφώσεις ). Ψς βασικές

μηχανικές ιδιότητες έχουμε τις εξής: α. Αντοχή στη θραύση, κατά την οποία ελέγχεται η αντοχή του μετάλλου στην επίδραση εξωτερικών παραγόντων που τείνουν να προκαλέσουν τη θραύση του ( σπάσιμο ), β. Ελαστικότητα, κατά την οποία

τα μέταλλα κάτω από την επίδραση εξωτερικών δυνάμεων παραμορφώνονται, άλλοτε μόνιμα και άλλοτε προσωρινά, γ. κληρότητα, όπου εννοούμε την αντίσταση

που προβάλλει ένα μέταλλο όταν ένα άλλο σκληρότερο προσπαθεί να διεισδύσει μέσα σε αυτό, δ. Κόπωση, που είναι η ιδιότητα που παρουσιάζουν τα μέταλλα να αντέχουν σε μεταβλητά φορτία τα οποία μπορεί να είναι δυναμικά ή κρουστικά ή στατικά και

ε. Ερπυσμός, που είναι η ιδιότητα των μετάλλων όταν σε αυτά ενεργούν φορτία με αποτέλεσμα να παραμορφώνονται και στη συνέχεια, με την αύξηση της θερμοκρασίας πάνω από ένα ορισμένο όριο, θα διαπιστώσουμε ότι χωρίς

να αυξάνει το φορτίο, αυξάνει όσο περνά ο χρόνος η παραμόρφωση.

2. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα του χαλκού και ποια τα κράματά του;

Πλεονεκτήματα: α. Έχει υψηλή ηλεκτρική αγωγιμότητα και συνεπώς είναι κατάλληλος για ηλεκτρικούς αγωγούς και άλλες κατασκευές της βιομηχανίας του ηλεκτρισμού, β. Έχει εξαίρετη πλαστικότητα και διαμορφώνεται εύκολα

τόσο εν ψυχρώ όσο και εν θερμώ, γ. Έχει καλή αντοχή στη διάβρωση, δ. Παρουσιάζει καλή σχετικά μηχανική αντοχή και ε. Έχει καλή συγκολλητότητα και

επιδέχεται επιμετάλλωση ( επινικέλωση ή επιχρωμίωση ). Σα κράματα του χαλκού που χρησιμοποιούνται περισσότερο είναι : α. Οι ορείχαλκοι, β. Οι μπρούντζοι και γ. Άλλα κράματα όπως το χαλκοαργίλιο και το χαλκονικέλιο. Επίσης, τα κράματα

του χαλκού που διαμορφώνονται ονομάζονται μαλακτά, ενώ εκείνα που χυτεύονται λέγονται χυτευτικά.

3. Πώς διακρίνονται οι χάλυβες ανάλογα με τη χρήση τους;

Οι χάλυβες χρησιμοποιούνται βιομηχανικά ως : α. Φάλυβες κατασκευών, δηλαδή για πάσης φύσεως μεταλλικές κατασκευές ( υπόστεγα, γέφυρες, δοχεία, λέβητες κτλ ),

καθώς επίσης στην κατασκευή στοιχείων μηχανών ( άξονες, ατράκτους, ελατήρια, κοχλίες κτλ ), β. Φάλυβες εργαλείων, για την κατασκευή εργαλείων κοπής ( τρυπάνια, πριόνια, λίμες κτλ ) και εργαλεία διαμόρφωσης ( πχ καλούπια με μήτρα και

επιβολέα ), και γ. Ειδικά χαλυβοκράματα, για την κάλυψη ειδικών απαιτήσεων τις οποίες αδυνατούν να καλύψουν οι συνηθισμένοι χάλυβες ( ανοξείδωτοι χάλυβες, πυρίμαχοι χάλυβες κτλ. Σους χάλυβες γενικά τους διακρίνουμε σε: α. Ανθρακούχους

χάλυβες, οι οποίοι εκτός από τον άνθρακα, δεν έχουν καμία άλλη προσθήκη και β. Φαλυβοκράματα, που είναι κράματα σιδήρου – άνθρακα με μία ή περισσότερες

προσθήκες.

4. Ποιος είναι ο ρόλος των μονωτικών υλικών θερμότητας; Είναι υλικά που χρησιμοποιούμε για να εμποδίσουμε τη μετάδοση της θερμότητας

π.χ. από μία μηχανή, έναν ατμολέβητα στο περιβάλλον ή από το περιβάλλον σε ένα ψυγείο συντήρησης τροφίμων. Οι καλές μονωτικές ιδιότητες ενός υλικού εξαρτώνται

από τη χαμηλή θερμική αγωγιμότητά του και όσο πιο πορώδες είναι το υλικό αυτό τόσο το καλύτερο. Μερικά από τα πιο γνωστά μονωτικά υλικά είναι τα εξής: Ταλοβάμβακας, γυαλί, μαλλί, φελλός κτλ.

Page 2: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

5. Να δώσετε τον ορισμό των θερμοπλαστικών – θερμοσκληρυνόμενων και ελαστομερών υλικών.

ύμφωνα με την εσωτερική τους δομή και τη συμπεριφορά τους στη θερμότητα τα πλαστικά διακρίνονται σε: α. Θερμοπλαστικά, τα οποία έχουν την ιδιότητα

με θέρμανση να γίνονται μαλακά και εύπλαστα ( διαμόρφωση εν θερμώ ), ενώ όταν ψυχθούν να γίνονται πάλι σκληρά. Αυτή η ιδιότητά τους μπορεί να επαναληφθεί απεριόριστες φορές. Ακόμα, τα θερμοπλαστικά, μπορούν να συγκολληθούν μεταξύ

τους. Σο πολυαιθυλένιο, το πολυπροπυλένιο και το πολυβινυλοχλωρίδιο ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία, β. Θερμοσκληρυνόμενα, τα οποία, με τη θέρμανση, μορφοποιούνται με άσκηση πίεσης ή και χωρίς πίεση. Μέχρι κάποια θερμοκρασία

μπορούν να αποκτήσουν την επιθυμητή μορφή, ενώ με περαιτέρω θέρμανση αρχίζουν να σκληραίνουν. ταν όμως σκληρύνουν είναι αδύνατον πλέον με νέα

θέρμανση να γίνουν πάλι μαλακά και εύπλαστα. Σα θερμοσκληρυνόμενα δε συγκολλούνται μεταξύ τους. Σα φαινοπλαστικά και τα αμινοπλαστικά ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία και γ. Ελαστομερή, τα οποία διατηρούνται με την αύξηση

της θερμοκρασίας ελαστικά. Δε διαμορφώνονται εν θερμώ και δε συγκολλούνται. Διάφορα είδη καουτσούκ ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία.

6. Σι γνωρίζετε για τη σκλήρυνση ( βαφή ) των μετάλλων; Πώς επιτυγχάνεται;

Να δώσετε τουλάχιστον δύο παραδείγματα μεταλλικών εξαρτημάτων

που έχουν υποστεί βαφή. Η βαφή του χάλυβα είναι μια θερμική κατεργασία κατά την οποία ένας χάλυβας, αφού θερμανθεί σε υψηλή θερμοκρασία, κατόπιν ψύχεται απότομα έτσι το κράμα

να αποκτήσει μεγάλη σκληρότητα. Η σκλήρυνση ( βαφή ) γίνεται σε νερό, ορυκτέλαιο, στον αέρα, σε υδρατμούς ή σε ατμόσφαιρα άλλων αερίων. Παραδείγματα μεταλλικών

εξαρτημάτων που έχουν υποστεί βαφή είναι τα σφυριά, οι λάμες των πριονιών, οι λεπίδες των ψαλιδιών, οι σιαγόνες της μέγγενης, τα κλειδιά, οι ζουμπάδες, τα τρυπάνια, τα γλύφανα, λίμες, φιλιέρες και κολαούζα.

7. Σι γνωρίζετε για το χυτοσίδηρο; Να αναφέρετε τα χαρακτηριστικά του.

Η κύρια πρώτη ύλη για την παρασκευή των σιδηρούχων κραμάτων ( χυτοσιδήρων και

χαλύβων ) για βιομηχανική χρήση είναι ο πρωτογενής χυτοσίδηρος. Ο πρωτογενής χυτοσίδηρος είναι ακατάλληλος για οποιαδήποτε βιομηχανική χρήση. Ανατηκόμενος

όμως σε ειδικές καμίνους ( όπως στην κάμινο χυτηρίου ) με την προσθήκη και συλλιπάσματος ( μάρμαρο ), αποκτά βελτιωμένες ιδιότητες. Έτσι, είναι δυνατή η απόχυσή του σε καλούπια ( τύπους ) και η παραγωγή χυτών κομματιών σε μεγάλη

ποικιλία από μορφές και μεγέθη. Ο χυτοσίδηρος παρουσιάζεται ως λευκός χυτοσίδηρος ή ως φαιός ( ή τεφρός ) χυτοσίδηρος, ανάλογα με το χρωματισμό

που παίρνει η επιφάνεια θραύσης του. Ο λευκός χυτοσίδηρος είναι σκληρός, εύθραυστος και δυσκατέργαστος και χρησιμοποιείται σε μεγάλες ποσότητες ως πρώτη ύλη για την παρασκευή του χάλυβα. Αντίθετα, ο φαιός χυτοσίδηρος είναι

μαλακότερος και κατεργάσιμος και χρησιμοποιείται ευρύτατα στην παρασκευή σωλήνων νερού, χυτών για διακόσμηση και εδράνων ολίσθησης.

8. Σι είναι η δύναμη και ποια τα χαρακτηριστικά της; Η δύναμη είναι το αίτιο που προκαλεί τη μεταβολή της κινητικής κατάστασης

των σωμάτων. Είναι μέγεθος διανυσματικό και έχει τα χαρακτηριστικά του διανύσματος, δηλαδή: α. Σο σημείο εφαρμογής που είναι το σημείο στο οποίο η δύναμη ενεργεί, β. Ση διεύθυνση που διέρχεται από το σημείο εφαρμογής

της δύναμης και συμπίπτει με την ευθεία κατά την οποία τείνει να κινηθεί το σώμα, γ. Ση φορά που προσδιορίζει προς τα που τείνει να κινήσει η δύναμη, το σώμα

στο οποίο ενεργεί και δ. Σο μέτρο που είναι η μονάδα μέτρησης της δύναμης.

Page 3: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

9. Σι ονομάζουμε συνισταμένη δυνάμεων και τι συνιστώσες; Να καθοριστεί γραφικά.

υνισταμένη ενός συστήματος δυνάμεων που ενεργούν σε ένα σώμα είναι η δύναμη που μπορεί να αντικαταστήσει το σύστημα του οποίου οι δυνάμεις που το αποτελούν

ονομάζονται στην περίπτωση αυτή συνιστώσες.

10. Σι ονομάζουμε ροπή δύναμης; Με ποιες μονάδες εκφράζεται; Ονομάζουμε ροπή δύναμης F ως προς σημείο Α και τη συμβολίζουμε με Μ,

το διάνυσμα που έχει διεύθυνση την κάθετο στο επίπεδο που ορίζεται από το φορέα της δύναμης F και το σημείο Α, με φορά που καθορίζεται από τον κανόνα

του δεξιόστροφου κοχλία και μέτρο το γινόμενο του μέτρου της δύναμης F επί την απόσταση του σημείου Α από το φορέα της, δηλαδή: Μ = F · α. Μονάδα μέτρησης της ροπής δύναμης είναι το N·m. Επίσης, η ροπή είναι η αιτία περιστροφής

των σωμάτων, η αιτία ακινητοποίησης στρεφόμενων σωμάτων και η αιτία στρεπτικής παραμόρφωσης των σωμάτων.

11. Σι ονομάζουμε μηχανικό έργο και τι μηχανική ισχύ; Με ποιες μονάδες

εκφράζονται;

Έργο σταθερής δύναμης F που μετακινεί το σημείο εφαρμογής της πάνω στη διεύθυνσή της, λέμε το γινόμενο της δύναμης αυτής επί την απόσταση που μετακινείται το σημείο εφαρμογής της και έχει μονάδα μέτρησης το J ( Joule ).

Ισχύς μίας δύναμης F λέγεται το έργο που παράγεται η καταναλώνεται σε χρόνο ενός δευτερολέπτου και μετράται σε W ( Watt ).

12. Να περιγράψετε όλα τα είδη απλών καταπονήσεων μιας ράβδου και

να δώσετε σκαριφήματα.

α. Εφελκυσμός: Ένα σώμα καταπονείται σ’ εφελκυσμό όταν εφαρμόζονται σ’ αυτό δυο δυνάμεις ίσες και αντίθετης φοράς που ενεργούν πάνω στην ίδια ευθεία και

οι οποίες προσπαθούν να το επιμηκύνουν ( αύξηση μήκους ).

β. Θλίψη: Ένα σώμα καταπονείται σε θλίψη όταν εφαρμόζονται σ’ αυτό δυο δυνάμεις ίσες και αντίθετης φοράς που ενεργούν πάνω στην ίδια ευθεία και οι οποίες

προσπαθούν να το επιβραχύνουν ( ελάττωση μήκους ).

Page 4: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

γ. Κάμψη: ταν σε μια δοκό ενεργούν δυνάμεις κάθετα στον άξονά της και προκαλούν αλλαγή του σχήματος αυτής, τότε η δοκός αυτή καταπονείται σε κάμψη.

δ. Σμήση: Ένα σώμα καταπονείται σε τμήση όταν οι δυνάμεις που εφαρμόζονται σ’ αυτό είναι κάθετες στον άξονα, είναι αντίρροπες και οι ευθείες ενέργειας αυτών

είναι παράλληλες και πολύ κοντά η μια στην άλλην ( σχεδόν πάνω στην ίδια ευθεία ενέργειας ).

ε. Διάτμηση: Ένα σώμα καταπονείται σε διάτμηση όταν οι δυνάμεις εφαρμόζονται

όπως και στην τμήση, αλλά δε βρίσκονται σχεδόν πάνω στην ίδια ευθεία και έχουν μεταξύ τους κάποια απόσταση, προκαλώντας ολίσθηση των διαδοχικών διατομών όπως τα φύλλα ενός βιβλίου.

στ. τρέψη: Μια δοκός καταπονείται σε στρέψη όταν ενεργούν σ’ αυτή δυο ροπές ίσες και αντίθετης φοράς, αλλά σε διαφορετικό επίπεδο.

ζ. Λυγισμός: Μια δοκός καταπονείται σε λυγισμό όταν εφαρμόζονται σ’ αυτή δυνάμεις όπως η θλίψη, αλλά το μήκος της είναι πολύ μεγάλο σε σχέση με το μέγεθος

της διατομής της.

Page 5: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

13. Σα περιγράψετε τα είδη στηρίξεων των δοκών που υπάρχουν. α. Πάκτωση: Έχουμε όταν σε ένα τοίχο ανοιχτεί μια τρύπα και στερεωθεί με τσιμέντο

μια δοκός. Κάθε πάκτωση εμφανίζει τρεις δεσμεύσεις, δηλαδή δεν επιτρέπει στροφή, μετακίνηση πάνω - κάτω και μετακίνηση δεξιά - αριστερά της δοκού, β. Άρθρωση:

Έχουμε όταν καταργηθεί η παραπάνω πρώτη δέσμευση, δηλαδή όταν δεν επιτρέπεται καμία μετακίνηση της δοκού εκτός από τη στροφή της και γ. Κύλιση: Έχουμε όταν καταργηθεί μια ακόμη δεύτερη δέσμευση, δηλαδή όταν επιτρέπεται μια αξονική

μετατόπιση της δοκού μαζί επίσης και με τη στροφή της.

14. ε μία μεταλλική δεξαμενή πετρελαίου, κατασκευασμένη

από χαλυβδόφυλλο, ποιο πρέπει να είναι το πάχος ελάσματος αντίστοιχα για ύψος δεξαμενής: 1m – 2m – 2,5m;

Σο ελάχιστο πάχος των ελασμάτων για μικρές δεξαμενές ορθογωνικής διατομής είναι: Όψος δεξαμενής h ≤ 1m, τότε πάχος ελάσματος s ≥ 2mm Όψος δεξαμενής 1m ˂ h ≤ 2m, τότε πάχος ελάσματος s ≥ 3mm

Όψος δεξαμενής 2m ˂ h ≤ 2,5m, τότε πάχος ελάσματος s ≥ 4mm

15. Σι ονομάζουμε κέντρο βάρους ενός σώματος; Η συνισταμένη όλων των παράλληλων δυνάμεων που ασκούνται σε κάθε σημείο ενός σώματος, λόγω της βαρύτητας, λέγεται βάρος. Σο σημείο εφαρμογής αυτής

της συνισταμένης ονομάζεται κέντρο βάρους.

16. Σι ονομάζουμε μέτρηση ενός αντικειμένου;

Λέγοντας μέτρηση εννοούμε τη σύγκριση ενός μεγέθους προς ένα άλλο μέγεθος ομοειδές, το οποίο παίρνουμε ως μονάδα. Έτσι, για παράδειγμα, στη μέτρηση μήκους

θεωρούμε ως μονάδα το μέτρο.

17. Σι ονομάζουμε σφάλμα μιας μέτρησης; Ποιες είναι οι αιτίες

που προκαλούν σφάλμα σε μία μέτρηση; ( Να αναφέρετε τέσσερις αιτίες ) φάλμα ονομάζουμε τη διαφορά κάποιας μετρούμενης τιμής ενός φυσικού μεγέθους, όπως για παράδειγμα του μήκους. Ψς αιτίες σφαλμάτων κατά τις μετρήσεις μπορούμε

να αναφέρουμε : το χειριστή του οργάνου, το περιβάλλον όπου γίνεται η μέτρηση ( θερμοκρασία, υγρασία, πίεση κ.α. ), το ίδιο το όργανο, τη μέθοδο μέτρησης και

άλλες πηγές που δεν μπορούμε πάντα να τις προσδιορίσουμε επακριβώς.

18. Να αναφέρετε τα δύο συστήματα μονάδων μέτρησης που υπάρχουν και

τις βασικές μονάδες τους. Ποια σχέση συνδέει τα δύο συστήματα; Σο μετρικό, που λέγεται και δεκαδικό και που βασίζεται στο μέτρο ( m ) και

στις υποδιαιρέσεις ( dm, cm, mm ) και το αγγλοσαξονικό, που βασίζεται στη υάρδα ( Τ ) και στις υποδιαιρέσεις της ( ft, και in ). Μία υάρδα ισούται με 0,9144 του μέτρου, ένα πόδι ισούται με 0,3048 του μέτρου και μία ίντσα ισούται με 0,0254

του μέτρου.

19. Να αναφέρετε τα όργανα μέτρησης μηκών και τα όργανα μέτρησης

γωνιών που υπάρχουν. Ψς όργανα μέτρησης μηκών χρησιμοποιούμε: α. Σις μετρητικές ταινίες,

β. Σους μεταλλικούς κανόνες ( ή ρίγες ), γ. τα παχύμετρα και δ. Σα μικρόμετρα. σον αφορά τα όργανα μέτρησης γωνιών, έχουμε: α. Σα μοιρογνωμόνια ( με ή χωρίς βερνιέρο ), β. Σα πρότυπα γωνιακά πλακίδια, γ. Σις πρότυπες ελεγκτικές

ορθές γωνίες και δ. Σις φαλτσογωνίες (σταθερές ή ρυθμιζόμενες ).

Page 6: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

20. Σι είναι υψομετρικοί χαράκτες και που χρησιμοποιούνται; Ο υψομετρικός χαράκτης είναι ένα όργανο με το οποίο μπορούμε να μεταφέρουμε

διαστάσεις σε κομμάτια ( ακατέργαστα ή προκατεργασμένα ) χαράζοντας ευθείες παράλληλες προς την πλάκα εφαρμογής, με την οποία συνήθως συνδυάζεται η χρήση

του. Σον υψομετρικό χαράκτη τον χρησιμοποιούμε επίσης για το κεντράρισμα κομματιών που είναι προσαρμοσμένα σε εργαλειομηχανές, όπως και για χονδρικό κάπως έλεγχο της παραλληλότητας επιφανειών.

21. Σι είναι μέγγενη, ποια είναι τα κύρια μέρη της και πόσους τύπους

έχουμε;

Η μέγγενη αποτελεί τη βασική συσκευή συγκράτησης. Φρησιμοποιείται για την ασφαλή συγκράτηση μεταλλικών συνήθως κομματιών, τα οποία πρόκειται

να υποστούν κάποια κατεργασία, όπως πχ λιμάρισμα, κοπίδιασμα, πριόνισμα, τρυπάνισμα, σπειροτόμηση κτλ. τηρίζεται σταθερά πάνω στο τραπέζι εργασίας. Τπάρχουν πολλοί τύποι μέγγενης ανάλογα με τη χρήση της. Οι πιο συνηθισμένοι

είναι οι εξής: α. Η μέγγενη του εφαρμοστή, β. Η μέγγενη του σιδηρουργού, γ. Οι μέγγενες εργαλειομηχανών, δ. Οι φορητές μέγγενες ( μεγγενόπουλα ) και

ε. Η μέγγενη σωλήνων ( σωληνομέγγενη ). Σα κύρια μέρη της μέγγενης είναι: α. Οι δύο σιαγόνες ( κινητή και σταθερή ), β. Οι παρειές συγκράτησης, γ. Ο ολισθητήρας, δ. Η χειρολαβή περιστροφής και ε. Η βάση τοποθέτησης.

22. Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά στοιχεία του σπειρώματος

ενός κοχλία; Να κάνετε το σχετικό σκαρίφημα.

Σα κύρια χαρακτηριστικά του σπειρώματος ενός κοχλία είναι τα εξής : α. Η μεγάλη ή εξωτερική διάμετρος d που είναι η διάμετρος ενός φανταστικού κυλίνδρου,

που έχει τον ίδιο με το σπείρωμα άξονα και που εφάπτεται στις εξωτερικές ακμές ενός εξωτερικού ή στις εσωτερικές ακμές ενός εσωτερικού σπειρώματος, β. Η μικρή ή εσωτερική διάμετρος ( ή διάμετρος πυρήνα ) d1 που είναι η διάμετρος

ενός φανταστικού κυλίνδρου, που έχει τον ίδιο με το σπείρωμα άξονα και που εφάπτεται στις εσωτερικές ακμές ενός εξωτερικού ή στις εξωτερικές γραμμές ενός εσωτερικού σπειρώματος, γ. Σο βήμα του σπειρώματος h που είναι η απόσταση

δύο διαδοχικών σπειρών, δ. Η μέση διάμετρος ή διάμετρος πλευρών d2 που είναι η διάμετρος ενός φανταστικού κυλίνδρου, που έχει τον ίδιο άξονα με το σπείρωμα και

που τέμνει τις πλευρές του σπειρώματος έτσι, ώστε το πλάτος των δοντιών του σπειρώματος να είναι ίσο με το πλάτος του διάκενου που υπάρχει μεταξύ τους και ε. Η γωνία των πλευρών α που είναι η περιεχόμενη μεταξύ των πλευρών

του σπειρώματος γωνία και μετριέται σε επίπεδο που περνά από τον άξονά του.

23. Πώς διακρίνονται τα σπειρώματα ανάλογα με τη χρήση τους και ανάλογα με τη μορφή τους;

Ανάλογα με το λειτουργικό τους σκοπό τα σπειρώματα διακρίνονται σε: α. σπειρώματα στερέωσης ή σύσφιξης και β. σπειρώματα κίνησης. Ανάλογα με τη

μορφή τους έχουμε: α. Σριγωνικά, β. Σετραγωνικά, γ. Σραπεζοειδή, δ. Κυκλικά και ε. Πριονωτά.

Page 7: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

24. Να αναφέρετε τα συστήματα τυποποίησης των τριγωνικών σπειρωμάτων που υπάρχουν.

Σα τέσσερα πιο συνηθισμένα συστήματα τυποποίησης των τριγωνικών σπειρωμάτων είναι τα εξής: α. Σα τέσσερα αγγλικά συστήματα i. Whitworth ή αγγλικό χοντρόδοντο

σπείρωμα, ii. B.S.F. ή αγγλικό λεπτόδοντο σπείρωμα, iii. B.S.P. ή αγγλικό σύστημα σπειρωμάτων σωλήνων και iv. B.A. ή αγγλικό λεπτουργικό σπείρωμα, β. Σο γαλλικό ή μετρικό σύστημα ή διεθνές, γ. Σα δύο αμερικανικά συστήματα i. N.C. ή εθνικό

χοντρόδοντο και το ii. N.F. ή εθνικό λεπτόδοντο και δ. Σο ενοποιημένο σύστημα.

25. Σι σημαίνουν για μία βίδα οι συμβολισμοί : Μ12, Μ20×1,5;

Μ12: Μετρικό κανονικό σπείρωμα, κατά ISO, με 12 mm ονομαστική διάμετρο Μ20×1,5: Μετρικό λεπτόδοντο σπείρωμα, κατά ISO, με 20 mm ονομαστική διάμετρο

και 1,5 mm βήμα

26. Σι είναι οι σπειροτόμοι εσωτερικών σπειρωμάτων; Ποιος ο λόγος

ύπαρξης των αυλακιών στο σώμα του σπειροτόμου και γιατί διατίθενται σε σειρές των τριών κομματιών;

Οι σπειροτόμοι εσωτερικών σπειρωμάτων ή κολαούζα, είναι κοπτικά εργαλεία με πολλές κόψεις, με τα οποία κόβουμε εσωτερικά σπειρώματα και κυρίως, σπειρώματα περικοχλίων. Σο σώμα τους, κατά μήκος, έχει τρία ή τέσσερα αυλάκια

που χρειάζονται: α. Για να διαμορφώνονται τα δόντια του σπειροτόμου κανονικά, δηλαδή να λαμβάνουν τη γνωστή γεωμετρία του κοπτικού εργαλείου, β. Για να απορρίπτονται τα απόβλητα που δημιουργούνται κατά την κοπή και γ. Για να

διέρχεται και να φτάνει ως τα δόντια το υγρό κοπής. Για να κόψουμε ένα εσωτερικό σπείρωμα με το σπειροτόμο, χρειάζεται να αφαιρέσουμε υλικό από το τοίχωμα

της τρύπας. Για να πραγματοποιηθεί αυτό , θα πρέπει θεωρητικά να χρησιμοποιήσουμε ένα σπειροτόμο με εσωτερική διάμετρο ( διάμετρο πυρήνα ) ίση προς τη διάμετρο της τρύπας, μέσα στην οποία ο σπειροτόμος θα εισχωρήσει

για να κόψει το σπείρωμα. Πρακτικά όμως είναι αδύνατο να κόψουμε σπείρωμα με τον τρόπο αυτό, γιατί στην περίπτωση αυτήν ο σπειροτόμος θα σπάσει. Γι’ αυτό μεταχειριζόμαστε συνήθως διαδοχικά τρεις σπειροτόμους, που ο καθένας τους έχει

διαφορετική διάμετρο και μορφή. Και οι τρεις σπειροτόμοι μαζί αποτελούν μία σειρά.

27. Ποιες γενικές προδιαγραφές πρέπει να έχει μία σωλήνωση για να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μίας εγκατάστασης; α. Να έχει κατάλληλες διαμέτρους και κατάλληλο πάχος, β. Να έχει στεγανές

ενώσεις, γ. Να μη διαβρώνεται, δ. Να μην καταστρέφει το μεταφερόμενο ρευστό, ε. Να έχει, όπου απαιτείται, όσο το δυνατό μικρότερες απώλειες θερμότητας,

στ. Να μπορεί όταν θερμανθεί από το διερχόμενο ρευστό, να διασταλεί και ζ. Να βρίσκεται σε προσιτές θέσεις.

28. Να αναφέρετε τα χαρακτηριστικά στοιχεία των σωλήνων. α. Διαστάσεις: i. εξωτερική διάμετρος σε mm, ii. εσωτερική διάμετρος σε mm, iii. το πάχος του τοιχώματος σε mm και iv. το μήκος σε m, β. Σο υλικό κατασκευής:

i. το είδος ( χάλυβας, χαλκός κλπ ), ii. την ποιότητά του και iii. το συμβολισμό και τον αριθμό τυποποίησης, γ. Σον τρόπο κατασκευής, δ. Σην ονομαστική πίεση και

την πίεση δοκιμής και ε. Σην ύπαρξη σπειρώματος στις άκρες.

29. Πού χρησιμοποιούνται οι χαλύβδινοι σωλήνες και σε ποιες κατηγορίες

διακρίνονται; Να αναφέρετε τα διακριτικά χρώματά τους. Οι χαλύβδινοι σωλήνες χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά ρευστών, δηλαδή υγρών

( πχ νερό ), ατμών, υγρών καυσίμων ( πχ φωταέριο ) ή ακόμα και του αέρα ( πχ πεπιεσμένος αέρας ). Οι κατηγορίες στις οποίες διακρίνονται είναι:

Page 8: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

α. Οι σωλήνες ραφής, οι οποίοι κατασκευάζονται από ελάσματα τα οποία αφού αποκτήσουν κυλινδρική μορφή, συγκολλούνται με ηλεκτρική μέθοδο και

β. Οι σωλήνες χωρίς ραφή ( τούμπα ), οι οποίοι έχουν ενιαία διατομή χωρίς συγκόλληση και οπωσδήποτε είναι ανθεκτικότεροι απ’ τους σωλήνες με ραφή.

Οι χαλυβδοσωλήνες με ραφή και χωρίς ραφή, μαύροι και γαλβανισμένοι κυκλοφορούν στο ελληνικό εμπόριο σε κατηγορίες ( ποιότητες ) ανάλογα με το πάχος του τοιχώματος. Έτσι, κάθε κατηγορία διακρίνεται με ένα συνθηματικό χρώμα,

ως εξής: α. Πράσινο για τους σωλήνες βαρέου τύπου, β. Κόκκινο για τους σωλήνες μεσαίου τύπου, γ. Πορτοκαλί για τους σωλήνες ελαφρού τύπου I και δ. Κίτρινο για τους σωλήνες ελαφρού τύπου II.

30. Να αναφέρετε τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των χαλκοσωλήνων

σε σχέση με τους χαλυβδοσωλήνες. Οι χάλκινοι σωλήνες έχουν μικρό βάρος, αντέχουν στις οξειδώσεις, παρουσιάζουν μικρές αντιστάσεις στη ροή, έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής και είναι εύκαμπτοι.

Επίσης, συγκολλούνται πολύ εύκολα με μαλακή συγκόλληση. Από την άλλη, οι χαλυβδοσωλήνες, επειδή ο χάλυβας είναι ανθεκτικό υλικό, παρουσιάζουν υψηλή

αντοχή, πολύ πιο μεγάλη από αυτή των χαλκοσωλήνων. Έτσι, αυτοί είναι κατάλληλοι για δίκτυα με μεγάλες πιέσεις και θερμοκρασίες ( όπως πχ για δίκτυα ατμού υψηλής πίεσης ).

31. Να αναφέρετε τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των πλαστικών

σωλήνων ( P.V.C. ).

Πλεονεκτήματα : α. Σα πλαστικά είναι εύκολα διαμορφώσιμα, β. Δεν είναι αγωγοί ηλεκτρισμού, γ. Είναι θερμομονωτικά, δ. Είναι ανακυκλούμενα, ε. Έχουν αντοχή

στη διάβρωση, στ. Παρουσιάζουν ελάχιστο θόρυβο από τη ροη, λόγω της λείας επιφάνειάς τους και ζ. Είναι εύκολοι στη συναρμολόγηση, λόγω του μικρού βάρους και της ευκαμψίας τους. Μειονεκτήματα : α. Έχουν μικρή αντοχή στη θερμότητα,

β. υνήθως μικρή μηχανική αντοχή, γ. υχνά το κόστος τους είναι υψηλό, δ. Είναι ευπαθείς έναντι των ζημιών και ε. Παρουσιάζουν μικρή ηχομόνωση.

32. Με ποιους τρόπους επιτυγχάνεται η σύνδεση των σωλήνων σε ένα δίκτυο σωληνώσεων;

α. Με βιδωτά εξαρτήματα, β. Με φλάντζες, γ. Με συγκόλληση, δ. Με μούφες και ε. Με διαφόρους συνδέσμους.

33. Να περιγράψετε τις συνθήκες κοπής σε μία κατεργασία κοπής

μετάλλου. Σι εκφράζει η κάθε μία συνθήκη; Η ταχύτητα κοπής και η ταχύτητα πρόωσης μαζί με το βάθος κοπής αποτελούν

ό,τι ονομάζουμε συνθήκες κατεργασίας ή συνθήκες κοπής. Λέγοντας βάθος κοπής εννοούμε την απόσταση ανάμεσα στην ακατέργαστη και την κατεργασμένη επιφάνεια του κομματιού ή το βάθος , στο οποίο θέλουμε να εισχωρήσει το εργαλείο μέσα

στο υλικό του κομματιού. Σαχύτητα κοπής ονομάζουμε τη στιγμιαία ταχύτητα της πρωτεύουσας κίνησης κάποιου σημείου της κόψης του εργαλείου, που επιλέγουμε, ως προς το κατεργαζόμενο κομμάτι. Πρωτεύουσα κίνηση είναι

η κύρια κίνηση, που παρέχεται από την εργαλειομηχανή, με σκοπό τη δημιουργία σχετικής κίνησης ανάμεσα στο κοπτικό εργαλείο και στο κομμάτι, έτσι ώστε η κόψη

του εργαλείου να προσεγγίζει το υλικό του κομματιού. υνήθως η πρωτεύουσα κίνηση απορροφά το μεγαλύτερο ποσοστό της ισχύος, που απαιτείται για την κατεργασία. Από την άλλη, ταχύτητα πρόωσης είναι η στιγμιαία ταχύτητα συνεχούς

κίνησης πρόωσης ενός σημείου της κόψης του εργαλείου ως προς το κομμάτι. Η κίνηση πρόωσης είναι μια κίνηση που μπορεί να δοθεί από την εργαλειομηχανή

είτε στο κοπτικό εργαλείο είτε στο κατεργαζόμενο κομμάτι.

Page 9: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Η κίνηση αυτή συνδυαζόμενη με την πρωτεύουσα κίνηση έχει ως αποτέλεσμα συνεχή ή διακοπτόμενη αφαίρεση αποβλίττου, άρα και τη γένεση της κατεργασμένης

επιφάνειας του κομματιού με τα επιθυμητά γεωμετρικά χαρακτηριστικά.

34. Ποιες είναι οι γωνίες κοπής ενός κοπτικού εργαλείου και πώς μεταβάλλονται ανάλογα με το υλικό του κατεργαζόμενου τεμαχίου; Ποια σχέση ισχύει μεταξύ των γωνιών κοπής; Να δώσετε σχετικό σκαρίφημα.

την ορθογωνική κοπή το εργαλείο κοπής έχει τις εξής γωνίες: α. Ση γωνία αποβλίττου γ, η οποία σχηματίζεται ανάμεσα στην επιφάνεια αποβλίττου του εργαλείου και στην κάθετη προς την κατεύθυνση της κοπής. Η γωνία αυτή

μπορεί να είναι θετική, αρνητική ή μηδενική, β. Σην ελεύθερη γωνία α, η οποία σχηματίζεται ανάμεσα στην ελεύθερη επιφάνεια του εργαλείου και στη διεύθυνση

της κοπής και γ. Ση γωνία σφήνας β, την οποία σχηματίζουν η επιφάνεια αποβλίττου και η επιφάνεια ελευθερίας του εργαλείου. Μεταξύ όλων αυτών των γωνιών, τις οποίες ονομάζουμε γωνίες κοπής του εργαλείου, ισχύει η παρακάτω σχέση: α + β + γ = 900

Page 10: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

35. Να περιγράψετε τα είδη μηχανικών ψαλιδιών που υπάρχουν. Να αναφέρετε τις χρήσεις του κάθε είδους.

Σα μηχανοψάλιδα διακρίνονται σε: α. Φειροκίνητα, β. Ποδοκίνητα και γ. Μηχανοκίνητα. Σα χειροκίνητα μηχανοψάλιδα χρησιμοποιούνται στα μικρά

σιδηρουργεία και για πολλών ειδών κοπές. Μ’ αυτά κόβουμε ράβδους διαφόρων σχημάτων, καθώς επίσης, λάμες και λαμαρίνες. Με τα ποδοκίνητα μηχανοψάλιδα κόβουμε λαμαρίνες σε ίσια κομμάτια. Επίσης, καταφέρνουμε να κόψουμε, πολύ

γρήγορα και σωστά, ταινίες ( λωρίδες ) από φύλλα, που έχουν σχετικά μικρό πάχος. Σέλος, τα μηχανοκίνητα μηχανοψάλιδα είναι προγραμματισμένα για κοπές υψηλότερων απαιτήσεων ( μεγαλύτερα πάχη μεταλλικών αντικειμένων.

36. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα μίας κατεργασίας

διαμόρφωσης εν ψυχρώ; Σις κατεργασίες διαμόρφωσης εν ψυχρώ τις εκτελούμε συνήθως στη θερμοκρασία του περιβάλλοντος, χωρίς δηλαδή να πυρώνουμε το κομμάτι που πρόκειται

να διαμορφώσουμε. Σα φορτία που επιβάλλουμε για να επιτύχουμε διαμόρφωση εν ψυχρώ είναι πολύ μεγάλα και αυτό οφείλεται στο ότι το μέταλλο στη θερμοκρασία

του δωματίου παρουσιάζει ψηλό όριο διαρροής που σημαίνει πως χρειαζόμαστε μεγαλύτερη δύναμη για τη διαμόρφωσή του, σε σχέση με την εν θερμώ διαμόρφωση. Ακόμα, το μέταλλο κατά την εν ψυχρώ διαμόρφωση μεταβάλλει τις μηχανικές του

ιδιότητες ( υφίσταται σκλήρωση ), κάτι που δε συμβαίνει αν πρώτα αυτό το θερμάνουμε. Επίσης, στην εν θερμώ διαμόρφωση, το μέταλλο μπορεί να παραμορφωθεί σε μεγάλο βαθμό, χωρίς να δημιουργηθούν ρωγμές ή θραύσεις

( σπασίματα ). Σέλος, οι κατεργασίες διαμόρφωσης εν θερμώ, έχουν το μειονέκτημα ότι στις αρκετά ψηλές θερμοκρασίες που εκτελούνται, διευκολύνεται η οξείδωση

του μετάλλου, με συνέπεια από το ένα μέρος να έχουμε απώλεια υλικού ( φύρα ) και από το άλλο, μικρή διαστατική ακρίβεια και κακή τραχύτητα επιφάνειας. ε αντίθεση, οι κατεργασίες διαμόρφωσης εν ψυχρώ, δίνουν μεγαλύτερη ακρίβεια

διαστάσεων και μορφής και βελτιωμένη τραχύτητα επιφάνειας.

37. Σι γνωρίζετε για τις πρέσες διαμόρφωσης ελασμάτων; ε ποιες

κατηγορίες διακρίνονται; Οι εργασίες κάμψης με απλά εργαλεία δεν μας δίνουν μεγάλη ακρίβεια ούτε μεγάλο

ρυθμό παραγωγής. Ακόμα, δεν μπορούν να καλύψουν και τις απαιτούμενες ανάγκες σε μορφή κομματιών και σε μεγέθη. Έτσι, για καλή ποιοτική και ποσοτική απόδοση, μεταχειριζόμαστε ειδικά μηχανήματα και συσκευές, όπως είναι η καμπτική μηχανή

( στράντζα ), η πρέσα κάμψης ( στραντζόπρεσα ) και οι κύλινδροι κάμψης ( ρόλους ). Μπορούμε λοιπόν να διαμορφώσουμε πολύ μεγάλη ποικιλία διατομών. Οι πρέσες

διακρίνονται σε δυο μεγάλες κατηγορίες, αναλόγως προς τον τρόπο κίνησης: α. τις υδραυλικές και β. τις μηχανικές. Επίσης, χαρακτηρίζονται αναλόγως προς τη δύναμη πίεσης, τη διαδρομή ( που είναι ρυθμιζόμενη ) και τις οριακές αποστάσεις

της κινητής κεφαλής από την πλάκα του τραπεζιού της πρέσας.

38. Σι είναι η κάμψη ενός μεταλλικού αντικειμένου; Με ποιους τρόπους

μπορούμε να κάμψουμε ένα έλασμα; Με τον όρο κάμψη εννοούμε την οποιαδήποτε μορφοποίηση που προκαλούμε

στο αρχικό σχήμα ενός μεταλλικού αντικειμένου, με τη βοήθεια κάποιων εργαλείων ή μηχανών. Οι διάφορες κάμψεις εν ψυχρώ γίνονται είτε με απλά εργαλεία ( συνήθως στη μέγγενη με σφυρί ) είτε με μηχανικά μέσα ( μηχανές κάμψης

ή στράντζες και πρέσες κάμψης ή στραντζοπρέσες ).

Page 11: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

39. Σι ονομάζουμε χύτευση και ποιες μεθόδους χύτευσης γνωρίζετε; Η χύτευση είναι μία μέθοδος μορφοποίησης μεταλλικών προϊόντων. Κατά τη

χύτευση, το μέταλλο ή κράμα πυρώνεται μέχρι να λιώσει. Σο λιωμένο μέταλλο ( τήγμα ) αποχύνεται κατόπιν μέσα σε κατάλληλα προετοιμασμένο αποτύπωμα

ή καλούπι ( ανάλογα με τη μορφή του κομματιού, που θα χυτεύσουμε ), όπου αφήνεται να στερεοποιηθεί και να αποψυχθεί εντελώς. Σα βασικά είδη χύτευσης είναι: α. Η χύτευση με βαρύτητα, που περιλαμβάνει τη χύτευση στο χώμα και

τη χύτευση σε μόνιμο καλούπι ( συνήθως μεταλλικό ), β. Η χύτευση υπό πίεση ή χύτευση σε μήτρα, γ. Η φυγόκεντρη χύτευση και δ. Η χύτευση ακριβείας.

40. Ποια είναι τα ελαττώματα που δημιουργούνται στα χυτά αντικείμενα και πού οφείλονται; Με ποιες μεθόδους ελέγχουμε ένα χυτό αντικείμενο;

Σα προβλήματα που εμφανίζονται συχνά στη χύτευση σχετίζονται κυρίως με σφάλματα στη δημιουργία του καλουπιού, στη σχεδίαση του μοντέλου και των καρδιών, στην τοποθέτηση των οχετών εισόδου ή των ενδιάμεσων αποθηκών

λιωμένου υλικού, στη διαδικασία της χύτευσης κ.λπ. Σα σφάλματα αυτά δημιουργούν ελαττώματα στα χυτά αντικείμενα, που συνήθως είναι: α. Ρωγμές που προέρχονται

από τη συρρίκνωση του υλικού του χυτού λόγω συστολής κατά την απόψυξη, β. Εγκλείσματα από οξείδια που παραμένουν στο χυτό, γ. πηλαιώσεις που οφείλονται στη παρουσία αερίων στο μέταλλο κατά τη στερεοποίηση και

δ. Ασυνέχειες στο χυτό. Ο έλεγχος των χυτών γίνεται χρησιμοποιώντας μη καταστροφικές μεθόδους. Οι πιο διαδεδομένες μέθοδοι ελέγχου είναι οι εξής: α. Η ραδιογραφία, β. Η δοκιμή με τη χρήση μαγνητικών σωματιδίων και

γ. Η ποιοτική δοκιμή με τη χρήση υπερήχων.

41. Σι γνωρίζετε για τις συμβατικές μηχανές ηλεκτροσυγκόλλησης τόξου συνεχούς και εναλλασσόμενου ρεύματος; Πόσα είδη ηλεκτροδίων υπάρχουν και ποιος είναι ο σκοπός της επένδυσής τους; Να αναφέρετε τα μέτρα

ασφαλείας που λαμβάνουμε κατά την εκτέλεση μίας ηλεκτροσυγκόλλησης. Οι μηχανές ηλεκτροσυγκόλλησης τόξου είναι ηλεκτρικές πηγές που παρέχουν ηλεκτρική ενέργεια με χαμηλή τάση ( μερικών δεκάδων βολτ ) και με μεγάλες

εντάσεις ( πολλές δεκάδες οι εκατοντάδες αμπέρ ). Σις συναντούμε ως μηχανές συνεχούς ρεύματος ή εναλλασσόμενου. Οι πρώτες χρησιμοποιούνται ευρύτερα.

Αποτελούν ένα ηλεκτροπαραγωγό ζεύγος. Σο ζεύγος αυτό αποτελείται από μία γεννήτρια συνεχούς ρεύματος και από μία κινητήρια μηχανή. Μπορεί όμως η κινητήρια μηχανή να είναι και μία μηχανή εσωτερικής καύσης και συνηθέστερα

μία πετρελαιομηχανή, σε εργοτάξια, όπου δεν υπάρχει κατάλληλο ηλεκτρικό δίκτυο. Από την άλλη, οι ηλεκτροσυγκολλήσεις εναλλασσόμενου ρεύματος είναι

μετασχηματιστές, των οποίων το πρωτεύον τύλιγμα έχει πολλές σπείρες, ενώ το δευτερεύον λιγότερες. Έτσι επιτυγχάνεται μείωση της τάσης στο δευτερεύον, στα άκρα του οποίου συνδέονται το ηλεκτρόδιο και το κομμάτι.

Οι ηλεκτροσυγκολλήσεις τόξου είναι αυτογενείς συγκολλήσεις. Κατ’ αυτές, πηγή θερμότητας για το πύρωμα και το λιώσιμο του μετάλλου των κομματιών που συγκολληθούν και της κόλλησης ( η κόλληση είναι από το ίδιο ή παρόμοιο υλικό

με τα κομμάτια ), είναι το ηλεκτρικό ή βολταϊκό τόξο. Σο ηλεκτρικό τόξο δημιουργείται ανάμεσα στο ηλεκτρόδιο και στο κομμάτι. ταν φέρουμε σε επαφή

το ηλεκτρόδιο με το κομμάτι, κλείνει το ηλεκτρικό κύκλωμα που διαρρέεται από ισχυρό ηλεκτρικό ρεύμα. Σο ηλεκτρόδιο μπορεί να είναι από άνθρακα ή μεταλλικό. Σα μεταλλικά ηλεκτρόδια διακρίνονται σε γυμνά ή επενδυμένα. Έχουμε

επίσης και τα διάτρητα ηλεκτρόδια. Σα ηλεκτρόδια κατασκευάζονται σε διάφορες διαμέτρους και από διάφορα υλικά. Σα επενδυμένα ηλεκτρόδια, ανάλογα με την

εφαρμογή, φέρουν διάφορα είδη επένδυσης. Η επένδυση επίσης μπορεί να έχει διάφορα πάχη ( λεπτή, μέση, χονδρή ).

Page 12: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Ακόμα, τα επενδυμένα ηλεκτρόδια φέρουν μία εύτηκτη επένδυση. Η οποία περιέχει κατάλληλες ουσίες έτσι, ώστε να μπορεί να επιτύχει: α. χηματισμό προστατευτικής

στρώσης ( κρούστα ) που επιπλέει, β. Δημιουργία προστατευτικού μανδύα από αέρια, γ. Διάλυση οξειδίων ή άλλων ακαθαρσιών, που τυχόν υπάρχουν στο τήγμα,

δ. Ιονισμό, της ανάμεσα στο ηλεκτρόδιο και στο κομμάτι ατμόσφαιρας, ώστε να διευκολύνεται το άναμμα και η συντήρηση σταθερού ηλεκτρικού τόξου και ε. Μη σχηματισμό φυσαλίδων μέσα στο συγκόλλημα. χηματισμός φυσαλίδας

έχει σαν επακόλουθο μείωση της μηχανικής αντοχής της συγκόλλησης. Ο μανδύας από αέρια και η κρούστα προφυλάσσουν τις επιφάνειες από οξείδωση. Ακόμα, η κρούστα παρέχει στο τήγμα θερμική μόνωση. Η στερεοποίηση του τήγματος γίνεται

αργότερα και έτσι δίνεται χρόνος σε τυχόν διαλυμένα μέσα σ’ αυτό αέρια ή ακαθαρσίες να απομακρυνθούν. Σα μέτρα για την πρόληψη ατυχήματος

που παίρνουμε είναι τα εξής: α. Η γραμμή τροφοδότηση της μηχανής ηλεκτροσυγκόλλησης πρέπει να είναι καλά μονωμένη και η σύνδεση των ακροδεκτών η ορθή, γιατί βρίσκεται υπό επικίνδυνη για τον άνθρωπο τάση,

β. Ο ηλεκτροσυγκολλητής, όταν εργάζεται, πρέπει να φορά τη μάσκα, τα γάντια και την ποδιά του, για να προφυλάσσεται έτσι από τις εκτοξεύσεις ερυθροπυρωμένου

μετάλλου ή από δυσμενείς επιδράσεις της ακτινοβολίας του τόξου. Κατά τον ίδιο τρόπο πρέπει να προφυλάσσεται και ο βοηθός, γ. τη θέση εργασίας πρέπει να υπάρχει καλός αερισμός. Προφυλάσσεται έτσι ο ηλεκτροσυγκολλητής ( και

ο βοηθός του ) από δηλητηριώδη αέρια, που σχηματίζονται κατά τη συγκόλληση και ιδιαίτερα των μη σιδηρούχων μετάλλων ή κραμάτων και δ. Δεν τοποθετούμε εύφλεκτα υλικά πλησίον των θέσεων ηλεκτροσυγκόλλησης τόξου. Σο ηλεκτρικό τόξο παράγει

σπινθήρες, που μπορούν να προκαλέσουν πυρκαγιά. Απομακρύνουμε επίσης και τα λαδωμένα στουπιά.

42. Να αναφέρετε τα κύρια μέρη μίας συσκευής οξυγονοσυγκόλλησης. ε τι πιέσεις αποθηκεύονται τα αέρια στις φιάλες; Να αναφέρετε τα μέτρα

ασφαλείας που λαμβάνουμε κατά την εκτέλεση μίας οξυγονοσυγκόλλησης. το κλείστρο κάθε φιάλης ( οξυγόνου ή ασετιλίνης ) συνδέεται ο μανομετρικός εκτονωτής. Για να οδηγηθούν τα αέρια ( οξυγόνο ή ασετιλίνη ) στη συσκευή ανάμιξης

και καύσης, δηλαδή στον καυστήρα και τελικά να εξέλθουν από το ακροφύσιο ( μπεκ ) με τη μορφή φλόγας, παρεμβάλλονται ανάμεσα στους εκτονωτές και στον καυστήρα κατάλληλοι ελαστικοί συνδετικοί σωλήνες. Σα μέτρα ασφαλείας που πρέπει

να λαμβάνουμε κατά την εκτέλεση μίας οξυγονοσυγκόλλησης είναι τα παρακάτω: α. Η ασετιλίνη όταν αναμιγνύεται με οξυγόνο ή με τον αέρα σε ορισμένη όμως

αναλογία, σχηματίζει εκρηκτικό μίγμα. Τπάρχει κίνδυνος έκρηξης στις ακόλουθες αναλογίες : i. Μίγμα οξυγόνου – ασετιλίνης : 2,8 έως 93% ασετιλίνη και ii. Μίγμα αέρα – ασετιλίνης : 3 έως 65% ασετιλίνη, β. Αύξηση της πίεσης στο εσωτερικό

των φιαλών από θέρμανση ή απότομη μετακίνησή τους μπορεί να προξενήσει έκρηξη. Γι’ αυτό πρέπει οι φιάλες να τοποθετούνται μακριά από κλιβάνους και γενικά

από πηγές θερμότητας. Επίσης, πρέπει να μεταφέρονται είτε πάνω σε ειδικά καροτσάκια είτε από δύο άτομα, γ. Παίρνουμε όλα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να αποφεύγετε οποιαδήποτε ανάμειξη των αερίων και μετάδοση της φλόγας

στους σωλήνες προσαγωγής, στον εκτονωτή και στις φιάλες. Απαιτείται σχολαστική τήρηση των οδηγιών σχετικά με την έναυση και διατήρηση της φλόγας, δ. Ο οξυγονοκολλητής φορά τα ειδικά σκούρα γυαλιά και την ποδιά του και

ε. Πρέπει να δείχνουμε ιδιαίτερη φροντίδα για την απομάκρυνση των αερίων, με σωστό αερισμό του χώρου, που παράγονται κατά την οξυγονοκόλληση. Πολλές

φορές είναι δηλητηριώδη, οπότε πρέπει ο τεχνίτης να φορά μάσκα.

Page 13: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

43. Σι είναι συγκόλληση; Να αναφέρετε τα πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της συγκόλλησης σε σχέση με τις άλλες μεθόδους σύνδεσης

που υπάρχουν. Λέγοντας συγκόλληση εννοούμε την ένωση δύο ( ή και περισσότερων ) κομματιών

από πολυκρυσταλλικά μέταλλα ή κράματα με θέρμανση ή με συμπίεση ή και με τα δύο έτσι, ώστε να δημιουργείται ανάμεσά τους κρυσταλλική σύνδεση. ύγκριση συγκολλήσεων – ηλώσεων: α. Οι ηλεκτροσυγκολλητές ( και οξυγονοσυγκολλητές )

κατασκευές είναι ελαφρότερες από τις ηλωτές. Αυτό οφείλεται στο ότι στις συγκολλητές κατασκευές μεταχειριζόμαστε ως πρόσθετο υλικό μόνο την κόλληση, ενώ στις ηλωτές είναι απαραίτητες επικαλύψεις των ελασμάτων

ή αρμοκαλύπτρες, που προσθέτουν στην κατασκευή σημαντικό βάρος. Σην ηλωτή κατασκευή επιβαρύνουν επίσης και τα κεφάλια των ήλων, β. Οι συγκολλήσεις

έχουν σήμερα αναπτυχθεί τόσο, ώστε να μπορούν να εφαρμοστούν ικανοποιητικά και αξιόπιστα σε κατασκευές που δέχονται μεγάλα φορτία ( γέφυρες, πλοία, λέβητες, γερανοί κτλ ), γ. Με τις συγκολλήσεις, όταν η ραφή είναι συνεχής, εξασφαλίζεται

πολύ καλή στεγανότητα, γιατί έτσι είναι αδύνατο το « παίξιμο » των κομματιών, δ. Γενικά μπορούμε να πούμε ότι με τις συγκολλήσεις παίρνουμε ελαφρές συνδέσεις

με καλή μηχανική αντοχή, με καλή εμφάνιση και με χαμηλό σχετικά κόστος, ε. Οι συγκολλήσεις δεν είναι δυνατό να καλύψουν όλες τις σχετικές ανάγκες της πράξης για δύο λόγους: i. Ο πρώτος είναι ότι οι συγκολλήσεις είναι μόνιμες

συνδέσεις και δεν μπορούν πχ να αντικαταστήσουν τις κοχλιοσυνδέσεις, και ii. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι όλα τα μέταλλα και κράματα δεν έχουν καλή συγκολλητότητα, στ. Σα συγκολλούμενα κομμάτια πρέπει να είναι από το ίδιο

ή παρόμοιο υλικό που να επιδέχεται βέβαια συγκόλληση. Άρα, για τη σύνδεση ανόμοιων υλικών ( πχ χάλυβα και ορείχαλκου ), χρησιμοποιούμε άλλη μέθοδο

σύνδεσης, όπως λχ ήλωση ή κοχλιοσύνδεση ανάλογα με την περίπτωση, ζ. Οι συγκολλήσεις απαιτούν προσεκτικό έλεγχο για τυχόν ελαττώματα που μπορούν να έχουν στο εσωτερικό τους. Ο έλεγχος των συγκολλήσεων, ο οποίος απαιτεί ειδικό

και ακριβό εξοπλισμό και εξειδικευμένο προσωπικό, επιβαρύνει το κόστος της σύνδεσης πολύ περισσότερο απ’ ότι ο έλεγχος των ηλώσεων και η. Η ικανοποιητική εκτέλεση μίας συγκόλλησης είναι στενά εξαρτημένη από τη

δεξιότητα του τεχνίτη. ύγκριση συγκολλήσεων – χύτευσης: α. υγκολλητά κομμάτια μπορούν να αντικαταστήσουν χυτά ( και καμινευτά ) κατά τρόπο οικονομικό,

σε μικρές όμως σειρές παραγωγής, όπου οι αρχικές δαπάνες για μοντέλα κτλ επιβαρύνουν πολύ το κόστος των χυτών. Σα συγκολλητά κομμάτια γενικά είναι πιο ελαφρά από αντίστοιχα χυτά, β. ε βαριές κατασκευές, με συγκόλληση

επιτυγχάνουμε σημαντική μείωση του βάρους τους και χαμηλό σχετικά κόστος. Για ελαφρές όμως κατασκευές, οι συγκολλήσεις πρέπει, εφόσον μπορούν να γίνουν,

να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά, γιατί η μείωση του βάρους μπορεί να φτάσει και το 50% και γ. Οι συγκολλήσεις μας παρέχουν δυνατότητα κατασκευής κομματιών με περίπλοκη μορφή όπου η χύτευση είναι πολύ δαπανηρή και πολλές φορές

αδύνατη. Επίσης, οι συγκολλήσεις χρησιμοποιούνται ευρύτατα και στις επισκευές μεταλλικών κομματιών. Σέτοιες εργασίες είναι γεμίσματα που κάνουμε σε φθαρμένα κομμάτια ( πχ τροχαλίες, άξονες οδοντοτροχούς κτλ ), όπως και διάφορες συνδέσεις

σε σπασμένα κομμάτια.

44. Με ποιους τρόπους γίνεται η συγκόλληση χαλυβδοσωλήνων; Καταρχήν έχουμε την κατεβατή συγκόλληση η οποία χρησιμοποιείται στις σωληνώσεις που μεταφέρουν πετρέλαιο ή αέριο σε μεγάλες αποστάσεις,

διερχόμενες μέσα από την ύπαιθρο. Επίσης, χρησιμοποιείται για τη συγκόλληση σωλήνων με λεπτά τοιχώματα. Η ανεβατή συγκόλληση των σωλήνων χρησιμοποιείται

στις βιομηχανίες επειδή είναι μία διαδικασία συγκόλλησης η οποία έχει μεγαλύτερες απαιτήσεις.

Page 14: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Για τη συγκόλληση δύο χαλυβδοσωλήνων μεταξύ τους υπάρχουν διάφοροι τρόποι: α. Η συγκόλληση με φλόγα οξυγονοασετιλίνης η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί

για συγκόλληση σωλήνων μικρής διαμέτρου, β. Η συγκόλληση με τόξο βολφραμίου χρησιμοποιείται στις κρίσιμες εφαρμογές και για τη σύνδεση ειδικών μετάλλων

τα οποία δε συγκολλούνται αμέσως με άλλους τρόπους συγκόλλησης, γ. Η ηλεκτροσυγκόλληση τόξου, δ. Η συγκόλληση με τόξο αερίου και ε. Η συγκόλληση με τήξη πυρήνα ( διάτρητο ηλεκτρόδιο ).

45. Να αναφέρετε όλα τα στάδια εργασίας μίας μαλακής συγκόλλησης

δύο χαλκοσωλήνων με χρήση εξαρτήματος.

α. Κάθετη κοπή των σωλήνων και ξεγρεζάρισμα προς αποφυγή αποκόλλησης, β. Εκτόνωση σωλήνων για δημιουργία τριχοειδικού αρμού, γ. Καθαρισμός

μεταλλικών επιφανειών, δ. Επίχριση των άκρων των σωλήνων με αντιοξειδωτικό, ε. Προθέρμανση σωλήνων και εξαρτήματος ομοιόμορφα με μαλακή φλόγα, στ. Σήξη μαλακής κόλλησης χωρίς επίδραση φλόγας, ζ. Απομάκρυνση καταλοίπων

αντιοξειδωτικού και η. υμπλήρωση θερμομόνωσης εάν είναι απαραίτητο.

46. Με ποιους τρόπους γίνεται η συγκόλληση πλαστικών σωλήνων ( P.V.C. ); Οι πλαστικοί σωλήνες μπορούν να συνδεθούν με τους εξής τρόπους: α. Με κόλλημα,

χρησιμοποιώντας ένα διαλυτικό μέσο ( ειδική κόλλα για πλαστικά ). Η κόλλα βρίσκει εφαρμογή στα πολυβινυχλωρίδια ( PVC ), β. Με θερμοκόλλημα σε μία μη λυόμενη σύνδεση. Φρησιμοποιούμε αυτού του είδους την κόλληση στα πολυπροπυλένια

( PP ), στα πολυαιθυλένια ( PE ) και στα πολυβουτένια ( PB ), γ. Με σύσφιξη από ένα ενδιάμεσο αντικείμενο, σε πολυαιθυλένια ( PE ) και πολυβινυχλωρίδια ( PVC ) και

δ. Με εισαγωγή σε λυόμενη σύνδεση ( μούφα ), χρησιμοποιώντας κατάλληλο λιπαντικό. Σέτοιου είδους συνδέσεις συναντούμε σε πολυβινυχλωρίδια ( PVC ).

47. Σι γνωρίζετε για το τριχοειδές φαινόμενο και ποιες προϋποθέσεις απαιτούνται για την επίτευξή του; Σο τριχοειδικό φαινόμενο και ο σχηματισμός κράματος μεταξύ υλικού κόλλησης και

υλικού αντικειμένων είναι οι δύο προϋποθέσεις για την επίτευξη του κολλήματος των χαλκοσωλήνων. Σο τριχοειδικό φαινόμενο βασίζεται στη συνάφεια μεταξύ υγρών

και στερεών επιφανειών ( τοιχώματα αρμών ). Λόγω της συνάφειας ανέρχεται το υγρό στα τοιχώματα του αρμού. ε στενούς αρμούς η συνοχή είναι αρκετά ισχυρή, ώστε να ανυψώσει και το υπόλοιπο υγρό. σο στενότερος είναι ο αρμός,

τόσο ισχυρότερο είναι το τριχοειδικό φαινόμενο. Για μικρά πλάτη αρμών, η τριχοειδική πίεση και συνεπώς το ύψος ανύψωσης της ρευστής κόλλησης είναι

τόσο μεγάλο, ώστε οι αρμοί γεμίζουν από μόνοι τους. Αν υπάρχει σωστή εκλογή πλάτους αρμού, θερμοκρασίας εργασίας, υλικού κόλλησης και αντιοξειδωτικού, τότε θα δημιουργηθεί το αναγκαίο κράμα στην επιφάνεια μεταξύ κόλλησης και

υλικού αντικειμένου.

48. Πώς διακρίνονται οι λαμαρίνες ανάλογα με το πάχος τους και ανάλογα

με την ποιότητά τους; Ανάλογα με το πάχος τους οι λαμαρίνες διακρίνονται σε: α. Λεπτές λαμαρίνες,

όταν έχουν πάχος μικρότερο από 3 mm, β. Μέσες λαμαρίνες, όταν το πάχος τους είναι ίσο ή μεγαλύτερο από 3 mm και μικρότερο από 5 mm και γ. Φονδρές λαμαρίνες, στις περιπτώσεις που το πάχος τους είναι ίσο προς 5 mm ή τα υπερβαίνει.

Ανάλογα με την ποιότητά τους, συναντούμε τις λαμαρίνες ως: α. Μαύρες λαμαρίνες, β. Γυαλισμένες λαμαρίνες, γ. Γαλβανισμένες ( ή επιψευδαργυρωμένες ) λαμαρίνες,

δ. Επικασσιτερωμένες λαμαρίνες ( λευκοσίδηρος ή τενεκές ) και ε. Επιμολυβδωμένες λαμαρίνες.

Page 15: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

49. Σι είναι η λίμα και ποια είναι τα βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματά της;

Η λίμα είναι ένα από τα πιο συνηθισμένα εργαλεία που χρησιμοποιούνται στην τέχνη του μηχανουργού. Η κατεργασία που εκτελείται με τη λίμα ονομάζεται λιμάρισμα.

Κατά το λιμάρισμα, αφαιρούμε υλικό από το κομμάτι που κατεργαζόμαστε σε περιορισμένη όμως ποσότητα. Διακρίνουμε το λιμάρισμα ξεχονδρίσματος και το λιμάρισμα αποπεράτωσης ( τελικής κατεργασίας ). Σα βασικά χαρακτηριστικά

γνωρίσματα της λίμας είναι τέσσερα : Σο μέγεθος, η μορφή, η πυκνότητα των δοντιών και το είδος της οδοντώσεως. Σο μέγεθος της λίμας προσδιορίζεται από το λεγόμενο ονομαστικό μήκος της. Μορφή της λίμας είναι το γεωμετρικό σχήμα που έχει

η διατομή της. Έτσι, έχουμε τις παρακάτω λίμες: α. Λίμα πλατιά παράλληλη, β. Λίμα πλατιά συγκλίνουσα, γ. Λίμα τετραγωνική, δ. Λίμα στρογγυλή, ε. Λίμα ημιελλειπτική,

στ. Λίμα τριγωνική, ζ. Λίμα μαχαιρωτή, η. Λίμα ημιστρογγυλή και θ. Λίμα φραιζαριστή. Σο τρίτο χαρακτηριστικό στοιχείο της λίμας είναι η πυκνότητα των δοντιών. Εδώ συναντούμε τις εξής κατηγορίες: α. Λίμες ξεχονδρίσματος, β. Λίμες

μέσης κατεργασίας και γ. Λίμες αποπερατώσεως. Οι λίμες, βάση της οδοντώσεώς τους, διακρίνονται σε λίμες με διπλή οδόντωση και σε λίμες με απλή οδόντωση.

50. Ποια είναι τα κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της πριονολεπίδας

ενός μεταλλοπρίονου; Με ποιους παράγοντες επιλέγουμε την πριονολεπίδα

για την κοπή ενός μεταλλικού κομματιού; Τπάρχουν δυο ειδών πριονολεπίδες: Οι μονόπλευρες, με δόντια μόνο στη μια πλευρά και οι αμφίπλευρες, που φέρουν δόντια και στις δυο πλευρές. Ση διάταξη αυτή

των δοντιών ονομάζουμε αμφοδόντωση (τσαπράζωμα). Για το πριόνισμα χάλυβα ή χυτοσίδηρου χρησιμοποιείται η κυματοειδής αμφοδόντωση. Για την κοπή ελαφρών

μετάλλων και κραμάτων, όπως και ξύλου, χρησιμοποιείται η εναλλασσόμενη αμφοδόντωση. Σέλος, η λεγόμενη σύνθετη αμφοδόντωση εφαρμόζεται κυρίως σε πριονολεπίδες μηχανικών πριονιών. Για το πριόνισμα μαλακών υλικών

χρησιμοποιούμε πριονολεπίδα με μικρή πυκνότητα δοντιών, δηλαδή με χονδρή οδόντωση. Για το πριόνισμα σκληρών υλικών μεταχειριζόμαστε πριονολεπίδα με μεγάλη πυκνότητα, δηλαδή λεπτή οδόντωση. Έχουμε ακόμη και τις πριονολεπίδες

μέσης οδόντωσης, οι οποίες χρησιμοποιούνται στο πριόνισμα χάλυβα και σε άλλα μεταλλικά υλικά μέσης σκληρότητας, όπως ο ορείχαλκος.

51. Σι γνωρίζετε για τις ηλεκτροσυγκολλήσεις σε αδρανή ατμόσφαιρα και

ποια είναι τα πλεονεκτήματά τους σε σχέση με την απλή ηλεκτροσυγκόλληση;

Να αναφέρετε τις μεθόδους ηλεκτροσυγκόλλησης σε αδρανή ατμόσφαιρα και τα αέρια που χρησιμοποιούμε.

Οι συγκολλήσεις με αδρανή ατμόσφαιρα εξασφαλίζουν τη μόνωση της θέσης συγκόλλησης από τον αέρα, δηλαδή ουσιαστικά από το οξυγόνο και το άζωτο που επηρεάζουν τη συγκόλληση. Για τη μόνωση αυτή χρησιμοποιούνται τα αέρια

Αργό ( Ar ) και Ήλιο ( He ). Από τα δύο αυτά αέρια χρησιμοποιείται περισσότερο το αργό, γιατί η παραγωγή του έχει μικρότερο κόστος. Σα πλεονεκτήματα της μεθόδου ηλεκτροσυγκόλλησης σε αδρανή ατμόσφαιρα σε σχέση με την απλή

ηλεκτροσυγκόλληση είναι: α. ταθερό ηλεκτρικό τόξο και εύκολη συγκόλληση, β. Ραφές συγκόλλησης με υψηλή μηχανική αντοχή, γ. Μικρές παραμορφώσεις

λόγω θέρμανσης και δ. Απουσία επιβλαβών αναθυμιάσεων. Η ηλεκτροσυγκόλληση σε αδρανή ατμόσφαιρα γίνεται με τρεις μεθόδους, τη μέθοδο T.I.G. ( δύστηκτο ηλεκτρόδιο και αέριο αργό ), τη μέθοδο M.I.G. ( καταναλισκόμενο ηλεκτρόδιο και

αέριο αργό ) και τη μέθοδο M.A.G. ( καταναλισκόμενο ηλεκτρόδιο και ανθρακικά αέρια ).

Page 16: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

την ηλεκτροσυγκόλληση T.I.G. ( Tungsten Inert Gas ) το ηλεκτρόδιο είναι από Βολφράμιο ( W ) και προκειμένου να αυξηθούν οι ηλεκτρικές του ιδιότητες

προστίθενται Θόριο ( Th ) και Ζιρκόνιο ( Zr ). Σο ηλεκτρόδιο δεν καταναλίσκεται, δηλαδή συμμετέχει στη συγκόλληση μόνο για να διατηρεί το ηλεκτρικό τόξο.

τη μέθοδο αυτή χρησιμοποιείται ως αδρανές αέριο το Αργό ή το Ήλιο ή μείγμα των δύο αερίων. Προκειμένου η συγκόλληση με τη μέθοδο T.I.G. να είναι επιτυχής, πρέπει τα κομμάτια που θα συγκολληθούν να είναι καθαρά και απαλλαγμένα

από ακαθαρσίες. Η κόλληση επιλέγεται από ενώσεις των υλικών που πρόκειται να συγκολληθούν. ε πολλές περιπτώσεις όμως η συγκόλληση πραγματοποιείται χωρίς κόλληση και μόνο με την τήξη των υλικών που πρόκειται να συγκολληθούν.

Η μέθοδος T.I.G. χρησιμοποιείται για συγκόλληση των περισσοτέρων μετάλλων. Ιδιαίτερη εφαρμογή είναι η συγκόλληση λεπτών αντικειμένων λόγω της εξαιρετικής

ποιότητας συγκόλλησης και της ποιότητας της τελικής επιφάνειας. την ηλεκτροσυγκόλληση M.I.G. ( Metal Inert Gas ) το ηλεκτρόδιο αποτελεί και το συγκολλητικό υλικό. Σο ηλεκτρόδιο δηλαδή καταναλίσκεται και τροφοδοτείται

στη συγκόλληση από μία κουλούρα σύρματος. Σο αέριο που χρησιμοποιείται είναι αργό ή μείγμα αργού με άλλα αδρανή αέρια. Σο ηλεκτρόδιο στη συγκόλληση M.I.G.

συνδέεται στο θετικό πόλο, σε αντίθεση με το ηλεκτρόδιο στη μέθοδο T.I.G., που συνδέεται στον αρνητικό πόλο και έτσι λιώνει ευκολότερα. την ηλεκτροσυγκόλληση M.A.G. ( Metal Actif Gas ) χρησιμοποιούνται ανθρακικά

αέρια ( διοξείδιο του άνθρακα CO2 ) ή μείγμα ανθρακικών αερίων και αργού. Σο συγκολλητικό υλικό είναι σύρμα κυρίως από μαγγάνιο και πυρίτιο, ενώ περιέχει και πρόσθετα άλλων μετάλλων.

52. Να αναφέρετε τις συνέπειες των εργατικών ατυχημάτων και τις αιτίες

που τα προκαλούν. Η πρόληψη των ατυχημάτων είναι επιβεβλημένη πρώτα από καθαρά ανθρωπιστικό καθήκον ( δεν επιτρέπεται σε μια οργανωμένη και πολιτισμένη κοινωνία

να αδιαφορούμε και να μην καταπολεμούμε τις αιτίες που προκαλούν θανάτους, αναπηρίες, σοβαρούς ή λιγότερο σοβαρούς τραυματισμούς, δηλητηριάσεις κτλ ) και κατόπιν για οικονομικούς λόγους ( προξενούνται οικονομικές ζημιές και

στον εργαζόμενο και στον εργοδότη, όπως το χάσιμο ημερομισθίων, τα έξοδα φαρμάκων και νοσοκομείων, οι ζημιές στις εγκαταστάσεις, οι φθορές

στα μηχανήματα, η καθυστέρηση της παραγωγής κτλ ). Οι αιτίες που προκαλούν τα ατυχήματα στην εργασία είναι βασικά οι ακόλουθες: α. Οι επικίνδυνες ή άστοχες πράξεις, ενέργειες ή και σφάλματα των εργαζομένων ( 80% ), β. Οι επικίνδυνες

καταστάσεις των μηχανημάτων, εργαλείων, κτιρίων και γενικά το επικίνδυνο περιβάλλον της εργασίας ( 15% ) και γ. Σα απρόβλεπτα γεγονότα ( 5% ).

53. Να περιγράψετε τα συλλογικά μέτρα προστασίας και τα ατομικά μέσα

προστασίας που λαμβάνουμε για την αποφυγή των εργατικών ατυχημάτων.

Για τη συλλογική προστασία των εργαζομένων: α. Έλεγχος και εκτίμηση των φυσικών ρύπων ( θόρυβος, φωτισμός, δονήσεις, ακτινοβολίες ), β. Έλεγχος λειτουργίας και συντήρηση των μηχανών, γ. Αντικατάσταση των επικίνδυνων παραγωγικών

διαδικασιών και μηχανών, από μη επικίνδυνες, δ. Έλεγχος λειτουργίας και συντήρηση των εγκαταστάσεων, ε. διαδικασίες διάθεσης στερεών, υγρών και αερίων

αποβλήτων και στ. Σήρηση της κείμενης νομοθεσίας για τους φυσικούς παράγοντες. Για την ατομική προστασία των εργαζομένων : α. Παροχή ατομικών μέσων προστασίας ( γάντια, μάσκες, γυαλιά, φόρμες, ωτοασπίδες, κράνη ), β. Ιατρικός έλεγχος

των εργαζομένων και γ. Ενημέρωση και πληροφόρηση για τους εργασιακούς κινδύνους.

Page 17: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

54. Γιατί γειώνουμε τις ηλεκτρικές συσκευές και μηχανές; Ποια είναι τα όρια επικινδυνότητας τάσης – έντασης του ηλεκτρικού ρεύματος για τον

άνθρωπο; Σα εξωτερικά μέρη πολλών συσκευών και μηχανών είναι μεταλλικά, τα οποία

σε κανονικές συνθήκες λειτουργίας δεν έχουν καμία αγώγιμη σύνδεση με τα ηλεκτρικά τμήματα της συσκευής ή μηχανής λόγω της μόνωσης που τα περιβάλλει. Αν σε μια τέτοια συσκευή ή μηχανή καταστραφεί η μόνωση ή αποσυνδεθεί ο αγωγός

της φάσης και έρθει σε επαφή με το εξωτερικό μεταλλικό μέρος, τότε αυτό βρίσκεται υπό τάση, γεγονός που εγκυμονεί κινδύνους. σον αφορά τα όρια επικινδυνότητας τάσης – έντασης του ηλεκτρικού ρεύματος για τον άνθρωπο, η ένταση του ηλεκτρικού

ρεύματος γίνεται επικίνδυνη, όταν ξεπεράσει τα 30 mA και η τάση του ηλεκτρικού ρεύματος γίνεται επικίνδυνη, όταν ξεπεράσει τα 50 V.

55. Ποια είναι τα γενικά μέτρα πυρασφάλειας κατά

τις οξυγονοσυγκολλήσεις και ποια μέτρα προστασίας λαμβάνουμε

στις ηλεκτροσυγκολλήσεις;

1) Να μην υπάρχουν στο χώρο εργασίας εκρηκτικές και πτητικές ύλες

2) Να μην υπάρχουν λάδι, γράσο ή οποιαδήποτε πετρελαιοπαραγωγά προϊόντα κοντά

3) Να υπάρχει καλός αερισμός, ώστε να απομακρύνονται τα παραγόμενα αέρια

4) Να φοράτε βαμβακερά ρούχα και όχι συνθετικά, που είναι ιδιαιτέρως εύφλεκτα

5) Να χρησιμοποιείτε πάντα γυαλιά ασφαλείας και δερμάτινα γάντια

6) Να μη χρησιμοποιείτε αναπτήρες

7) Να φοράτε πάντα τη μάσκα με τους σκούρους φακούς, για την υπέρυθρη

ακτινοβολία

8) Ποτέ μην αφήνετε κάτω ένα αναμμένο φλόγιστρο

9) Να χρησιμοποιείται το οξυγόνο μόνο για τις συγκολλήσεις και όχι ως πεπιεσμένο

αέρα

10) Πρέπει πάντα να γνωρίζετε που είναι τοποθετημένη η πυροσβεστική φωλιά

11) Πρέπει να μάθετε πως να αντιδράτε σε περίπτωση ατυχήματος και

τραυματισμού

12) Να είστε συγκεντρωμένος σε αυτό που κάνετε

13) Να φοράτε μπότες με χαλύβδινη ενίσχυση, για προστασία από τους

τραυματισμούς

14) Να προτιμάτε να φοράτε σκούρα ρούχα, τα οποία απορροφούν τις φωτεινές

ακτίνες

15) Να προσέχετε τα καλώδια της συσκευής, να μην είναι μπερδεμένα

16) Να προειδοποιείτε τους γύρω σας, να απομακρυνθούν, πριν ξεκινήσετε

τη συγκόλληση

17) Να αφαιρείται πάντα το ηλεκτρόδιο πριν φτάσει στο τέλος του επενδυμένου στελέχους

18) Να απενεργοποιείς πάντα τη συσκευή όταν πρόκειται να απομακρυνθείς

από αυτή 19) Να αντικαθίσταται η μόνωση της λαβίδας συγκράτησης του ηλεκτροδίου

όταν φθαρεί 20) Να ελέγχετε τις ηλεκτρικές συνδέσεις της συσκευής, για την καλή ηλεκτρική

επαφή

Page 18: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

56. Να περιγράψετε τα κατασβεστικά μέσα ( ουσίες ) που χρησιμοποιούμε για την κατάσβεση μίας φωτιάς. Να αναφέρετε τη χρήση του κάθε μέσου.

α. Νερό: Σο νερό είναι το πλέον σύνηθες μέσον ( παράγων ) σβησίματος που χρησιμοποιείται σήμερα. Επειδή είναι φυσικό προϊόν, το νερό είναι άμεσα

απορροφήσιμο και δεν προκαλεί περιβαλλοντολογικά προβλήματα όταν χρησιμοποιείται σε ακίνδυνα υλικά. Σο νερό έχει τη δυνατότητα να σβήνει φωτιές μέσω της ψύξης και της ασφυξίας, β. Αφρός: Αν και το νερό είναι

το παραδοσιακό μέσο σβησίματος, η εξέλιξη των παραγώγων αφρού που αυξάνουν τη δραστικότητα του έναντι του απλού νερού, γίνονται περισσότερο δημοφιλή. Ο αφρός έχει τρεις ιδιότητες που τον κάνουν ικανό για το σβήσιμο ή την πρόληψη

πυρκαγιών: i. Μόνωση, ii. Χύξη και iii. Δημιουργία ενός φράγματος ατμού. Μπορεί να καλύψει την επιφάνεια του καυσίμου, δημιουργώντας ένα στρώμα μόνωσης μεταξύ

της πηγής θερμότητας και της παροχής καυσίμου. Μπορεί να ψύξει την επιφάνεια του καυσίμου κάτω από τη θερμοκρασία ανάφλεξης του. Ο αφρός μπορεί επίσης να δημιουργήσει ένα φράγμα μεταξύ των παραγομένων ατμών και της πηγής

έναυσης. Οι χημικοί αφροί δεν χρησιμοποιούνται συχνά σήμερα, γ. Διοξείδιο του άνθρακα: Σο διοξείδιο του άνθρακα ( CO2 ) σβήνει τις φωτιές με τον καταπνιγμό

( ασφυξία ). Σο διοξείδιο του άνθρακα είναι ένα αδρανές αέριο με την ικανότητα να αραιώνει το οξυγόνο στην περιοχή της πυρκαγιάς μέχρι στο επίπεδο που να σβήνεται ( η φωτιά ). Σα συστήματα CO2 λειτουργούν καλύτερα σε εγκαταστάσεις

όπου η ροή του αέρα μπορεί να ελεγχθεί, προλαμβάνοντας πρόωρη αραίωση του προϊόντος και δ. Ξηρή κόνη: Η ξηρή σκόνη, ως κατασβεστικό υλικό έχει ευρύτατη χρήση. Η κατασβεστική ικανότητα της ξηρής σκόνης είναι πολλαπλή

και επιδρά στην πυρκαγιά: i. Μηχανικά, διότι λόγω της ορμής με την οποία εκτοξεύεται παρασύρει τις φλόγες και τις αποκόπτει. Έτσι τα αέρια που αναδύονται

στην συνέχεια δεν βρίσκουν κατάλληλη θερμοκρασία και δεν αναφλέγονται, ii. Μονωτικά, διότι διώχνει τον ατμοσφαιρικό αέρα, αποστερεί την πυρκαγιά από την παροχή οξυγόνου και επίσης, διότι σχηματίζει κρούστα πάνω στην καιγόμενη

επιφάνεια η οποία αφενός απομονώνει την επιφάνεια της πυρκαγιάς από τον ατμοσφαιρικό αέρα, αφετέρου εμποδίζει την παραγωγή ατμών και iii. Αντιδρώντας αρνητικά στο φαινόμενο της καύσης διότι έχει την ικανότητα απορρόφησης

των ενεργών στοιχείων δράσης των φλογών και επιβραδύνει την καύση μέχρι και της τελικής κατάσβεσης της πυρκαγιάς. Δηλαδή μπορεί να θεωρηθεί ότι λειτουργεί

ως αρνητικός καταλύτης στο φαινόμενο της καύσης.

57. Να αναφέρετε τις κατηγορίες των πυροσβεστήρων, που υπάρχουν και

τις αντίστοιχες κατηγορίες καυσίμων που μπορούν να κατασβήσουν. Ανάλυση των κατηγοριών των φορητών πυροσβεστήρων : α. Διοξειδίου του άνθρακα:

Σο διοξείδιο του άνθρακα μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ασφάλεια σ' ένα ευρύ πεδίο καυσίμων υγρών και στερεών συμπεριλαμβανομένων και συσκευών υπό ηλεκτρική τάση. Η χρήση του CO2 επιτρέπεται σε χώρους Η/Τ και τηλεπικοινωνιών,

ως καθαρού μέσου, να αποφεύγεται όμως η κατ' ευθείαν βολή επί ηλεκτρονικού υλικού υπό λειτουργία, β. Πυροσβεστήρες νερού: Οι πυροσβεστήρες νερού χρησιμοποιούνται για ανθρακούχα υλικά όπως ξύλα και υφάσματα που μπορεί

να έχουν συγκολλητικές ουσίες. Σο νερό είναι ιδιαίτερα αποτελεσματικό ως ψυκτικό μέσο και η επανάφλεξη είναι επομένως δύσκολη. Οι πυροσβεστήρες νερού δεν πρέπει

να χρησιμοποιούνται σε υγρά καύσιμα υλικά όπως βενζίνη ή έλαια, γ. Ξηρή σκόνη: Η ξηρή σκόνη γενικής χρήσης είναι ένα εξαιρετικά αποτελεσματικό κατασβεστικό υλικό που κάνει ταχύτατη καταπολέμηση πυρκαγιάς σε καύσιμα υγρά και επίσης

μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ανθρακούχα υλικά. Ιδανικοί για πυρκαγιές μετάλλων και δ. πρέι αφρού: Είναι ένα γενικής χρήσης κατασβεστικό που μπορεί

να χρησιμοποιηθεί σ' ένα ευρύ πεδίο εύφλεκτων υγρών και υλικών. Επίσης είναι κατάλληλοι για την σωστή πυροπροστασία οχημάτων δημοσίων μεταφορών.

Page 19: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

58. Να αναφέρετε τις αιτίες πυρκαγιάς που γνωρίζετε κατά τη διάρκεια εργασιών υδραυλικού.

α. Βραχυκύκλωμα στην ηλεκτρική εγκατάσταση, β. Σσιγάρα, γ. Βλάβη στην εγκατάσταση θέρμανσης, δ. Βλάβη στις ηλεκτρικές συσκευές, ε. Διαρροή από το

γκάζι ή το φυσικό αέριο, στ. Οξυγονοσυγκόλληση ή ηλεκτροσυγκόλληση και ζ. Εμπρησμοί

59. Να αναφέρετε τις χρήσεις του κοχλία. Οι κοχλίες, ανάλογα με τον τρόπο που συνδέουν τα κομμάτια, έχουν τις παρακάτω χρήσεις: α. Κοχλίας περαστός: Αυτός περνά και στα δύο κομμάτια. Αν ένα από τα δύο

κομμάτια έχει μεγάλο πάχος, τότε η σύνδεση με περαστό κοχλία είναι , αν όχι αδύνατη, τουλάχιστον προβληματική, β. Κοχλίας κεφαλής: Έτσι λέμε τον κοχλία

που χρησιμοποιείται χωρίς περικόχλιο. Ο κοχλίας αυτός περνά ελεύθερα από το ένα κομμάτι και βιδώνει στο άλλο. πείρωμα γίνεται μόνον στο ένα κομμάτι, γ. Κοχλίες φυτευτοί: Έτσι λέμε τους κοχλίες που δεν έχουν κεφαλή και τον αυχένα τον έχουν

στη μέση του κορμού. Η μία άκρη τους περνά ελεύθερα από το ένα κομμάτι και βιδώνει στο άλλο. την άλλη άκρη τοποθετείται ένα περικόχλιο. Η πιο γνωστή

ονομασία τους είναι ‘‘μπουζόνια’’. Σους φυτευτούς κοχλίες τους χρησιμοποιούμε σε περιπτώσεις που θέλουμε να λύνεται η σύνδεση, ν’ απομακρύνουμε τα κομμάτια, αλλά να παραμένουν βιδωμένοι στο ένα κομμάτι. Αυτό το κάνουμε για

ν’ αποφεύγουμε την καταστροφή του σπειρώματος σ’ ένα κομμάτι που δεν μπορεί ν’ αντικατασταθεί ή σ’ ένα κομμάτι στο οποίο δεν μπορούμε ν’ ανοίξουμε νέο σπείρωμα, δ. Κοχλίες αγκύρωσης: Έτσι λέμε τους κοχλίες που χρησιμοποιούνται

για τη στερέωση κομματιών σε δάπεδα, τοίχους και οροφές. Σους διακρίνουμε στα εξής είδη : i. Κοινοί κοχλίες αγκύρωσης: Είναι φυτευτοί κοχλίες με μπετόν.

Ανοίγουμε μία τρύπα, τους τοποθετούμε στη θέση τους και τους ακινητοποιούμε με μπετόν και ii. Κοχλίες αγκύρωσης διαστολής: Αυτοί συνοδεύονται από ένα κοίλο κυλινδρικό σώμα χωρισμένο σε κατά μήκος σε τρία τμήματα. Σο περικόχλιο

έχει κωνική μορφή και καθώς ανεβαίνει αναγκάζει το κοίλο κυλινδρικό κομμάτι, που βρίσκεται μέσα στην τρύπα του δαπέδου ή της οροφής, να διασταλεί. Μ’ αυτό τον τρόπο εφαρμόζει στα τοιχώματα της τρύπας και δεν μπορεί να ξεφύγει και

ε. Κοχλίες για ξύλα και λαμαρίνες : Είναι οι λεγόμενες ξυλόβιδες και οι λαμαρινόβιδες. Για τις πρώτες δεν ανοίγουμε καθόλου τρύπα. Σις χτυπάμε λίγο

μέσα στο ξύλο και μετά τις περιστρέφουμε με ένα κατσαβίδι για να βιδώσουν. Για τις δεύτερες ανοίγουμε μία τρύπα στις λαμαρίνες μικρότερη από τη διάμετρό τους και δεν ανοίγουμε σπείρωμα.

60. Ποιους σκοπούς εξυπηρετούν τα έδρανα σε μία μηχανολογική

κατασκευή; Ποιες κατηγορίες εδράνων υπάρχουν ανάλογα με το είδος της τριβής που αναπτύσσεται στα έδρανα; Από τα πιο συνηθισμένα στοιχεία των μηχανολογικών κατασκευών είναι οι άτρακτοι

και τα στηρίγματα αυτών. Σα στηρίγματα των ατράκτων αλλά και των περιστρεφόμενων αξόνων είναι γνωστά ως έδρανα στήριξης. Σα έδρανα είναι πιο γνωστά ως έδρανα ολίσθησης ( κουζινέτα ) και ως έδρανα κύλισης ( ρουλεμάν ).

Σα έδρανα δέχονται από τις ατράκτους φορτία, τα οποία και μεταβιβάζουν στη βάση τους. τα έδρανα ολίσθησης μεταξύ του κινητού και του ακίνητου στοιχείου

αναπτύσσεται τριβή ολίσθησης. τα έδρανα κύλισης η τριβή ολίσθησης έχει αντικατασταθεί με την τριβή κύλισης. Αυτό επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση, μεταξύ κινητού και ακίνητου μέρους, ορισμένων στοιχείων που εξαναγκάζονται

σε κύλιση. Σο πιο γνωστό κυλιόμενο στοιχείο είναι η σφαίρα ( μπίλια ).

Page 20: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

61. Να αναφέρετε όλες τις βασικές διαστάσεις ενός παράλληλου οδοντωτού τροχού με ίσια δόντια. Να δώσετε σχετικό σκαρίφημα.

Οι βασικές διαστάσεις ενός παράλληλου οδοντωτού τροχού είναι οι παρακάτω: α. Σο βήμα των δοντιών Ρ που είναι η απόσταση μεταξύ δύο δοντιών που μετριέται

πάνω στη λεγόμενη αρχική περιφέρεια. Αυτή είναι μία θεωρητική περιφέρεια που δεν φαίνεται και δεν μπορεί να μετρηθεί, β. Η αρχική διάμετρος do της αρχικής περιφέρειας, γ. Η διάμετρος κεφαλής dκ που είναι η διάμετρος της περιφέρειας

που περνά από τις κορυφές των δοντιών, δ. Η διάμετρος ποδιού df που είναι η διάμετρος της περιφέρειας που περνά στο βάθος των αυλακιών, ε. Σο ύψος του δοντιού hz, στ. Σο ύψος κεφαλής hκ που είναι το ύψος του τμήματος

του δοντιού πάνω από την αρχική περιφέρεια, ζ. Σο ύψος ποδιού hf που είναι το ύψος του υπόλοιπου δοντιού, από την αρχική περιφέρεια και κάτω, η. Σο μήκος

του δοντιού b και θ. Σο πάχος του δοντιού S.

62. Να αναφέρετε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα

μίας ιμαντοκίνησης σε σχέση με τους άλλους τρόπους μετάδοσης κίνησης που υπάρχουν. Πλεονεκτήματα ιμαντοκινήσεων: α. Έχουνε τη δυνατότητα να μεταφέρουν κίνηση

σε μεγάλες αποστάσεις, β. Λειτουργούν στις πιο πολλές περιπτώσεις χωρίς θόρυβο, γ. Μεταδίδουν την κίνηση ελαστικά και απορροφούν κρουστικά φορτία,

δ. Δεν χρειάζονται συντήρηση, ε. Κοστίζουν λίγο, στ. Έχουν δυνατότητα να μεταφέρουν την κίνηση στην κινούμενη άτρακτο με την ίδια ή με την αντίθετη φορά περιστροφής απ’ ότι περιστρέφεται η κινητήρια άτρακτος, ζ. Παρουσιάζουν

μεγαλύτερη ασφάλεια από τις οδοντοκινήσεις, όταν συμβεί κάποια εμπλοκή ( φρακάρισμα ), γιατί δημιουργείται ολίσθηση μεταξύ τροχαλιών και ιμάντα και αποφεύγονται οι θραύσεις και η. Έχουν δυνατότητα μεταβολής της σχέσης μετάδοσης

είτε κατά βαθμίδες ( με κλιμακωτές τροχαλίες ) είτε κατά συνεχή τρόπο ( με τροχαλίες μεταβλητής διαμέτρου ). Μειονεκτήματα ιμαντοκινήσεων : α. Παρουσιάζουν ολίσθηση

του ιμάντα και απώλεια των στροφών, που σε κανονικές περιπτώσεις είναι περίπου 1 έως 3%, β. Εμφανίζουν φθορά στον ιμάντα, γ. Παρουσιάζουν με το χρόνο μόνιμη επιμήκυνση στον ιμάντα, που οδηγεί στη χαλάρωση και στην ολίσθηση, δ. Έχουν

ανάγκη συστημάτων τάνυσης ( τεντώματος ) του ιμάντα, όταν χαλαρωθεί από μόνιμη επιμήκυνση ή από φθορά, ε. Παρουσιάζουν μεταβλητή πρόσφυση μεταξύ τροχαλίας

και ιμάντα. Αυτή μπορεί να μεταβληθεί από σκόνες, υγρασία, σταγόνες λαδιού, θερμοκρασία κ.λπ. και στ, Δημιουργούν με το τέντωμα του ιμάντα σημαντική καταπόνηση στις ατράκτους και στα έδρανα.

Page 21: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

63. Να αναφέρετε τα κατασκευαστικά στοιχεία ενός σωλήνα. Πώς διακρίνεται το κάθε κατασκευαστικό στοιχείο του σωλήνα;

Σα κατασκευαστικά στοιχεία του σωλήνα είναι το υλικό κατασκευής του και οι διαστάσεις του. Ανάλογα με το υλικό κατασκευής τους οι σωλήνες διακρίνονται σε:

α. Φαλκοσωλήνες, β. Φαλυβδοσωλήνες και γ. Πλαστικούς σωλήνες. Σο υλικό που κατασκευάζονται οι σωλήνες εξαρτάται από την πίεση και το είδος του ρευστού που περνά απ’ αυτούς. Άλλο χαρακτηριστικό στοιχείο των σωλήνων είναι οι διαστάσεις

τους. Αυτές είναι: α. Η εσωτερική διάμετρος, β. Η εξωτερική διάμετρος, γ. Σο πάχος και δ. Σο μήκος. Η διάμετρος του σωλήνα επιλέγεται ανάλογα με την παροχή του ρευστού ( την ποσότητα δηλαδή του ρευστού που θα περνά από το σωλήνα

στη μονάδα του χρόνου ), την απόσταση που θα διανύει και το είδος της γραμμής που θα ακολουθεί ( αντίσταση κατά τη ροή ). Σο πάχος των τοιχωμάτων, όπως και

το υλικό κατασκευής του σωλήνα, εξαρτώνται από την πίεση και το είδος του ρευστού που περνά απ’ αυτόν. Οι σωλήνες είναι τυποποιημένοι. Η τυποποίησή τους έγινε με βάση την ονομαστική διάμετρο, που είναι η εσωτερική ( κατά προσέγγιση ),

η ονομαστική πίεση και η πίεση λειτουργίας.

64. ε ποιες περιπτώσεις οι ηλώσεις, ως μέσο μόνιμης σύνδεσης κομματιών, είναι αναντικατάστατες; Πριν από μερικές δεκαετίες οι ηλώσεις είχανε μεγάλη έκταση εφαρμογής σε πολλές

μηχανολογικές κατασκευές όπως πλοία, γερανοί, στέγες, γέφυρες, δοχεία, λέβητες κ.λπ. Σελευταία όμως, σε πολλούς τομείς, οι ηλώσεις αντικαταστάθηκαν από άλλες μεθόδους σύνδεσης και κυρίως από τις συγκολλήσεις. Οι λέβητες και τα πλοία

σήμερα γίνονται συγκολλητά και όχι ηλωτά. Οι γέφυρες και οι στέγες γίνονται με κοχλιοσυνδέσεις. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι οι ηλώσεις έπαψαν

να χρησιμοποιούνται. Τπάρχουν αρκετές κατασκευές που γίνονται ακόμη με ήλους. ε περιπτώσεις κατασκευών από ελαφρά κράματα, όπως τα αεροσκάφη, χρησιμοποιούμε ηλώσεις, γιατί για τα υλικά αυτά δεν έχουν αναπτυχθεί εύκολες,

φθηνές και αξιόπιστες μέθοδοι συγκόλλησης. Ακόμα ηλώσεις κάνουμε σε πολλές περιπτώσεις μεταλλικών κατασκευών από λαμαρίνες. ’ αυτές τις ηλώσεις χρησιμοποιούμε ήλους μικρής διαμέτρου που τους λέμε περτσίνια. Οι ήλοι όμως

δεν χρησιμοποιούνται μόνο στις πιο πάνω περιπτώσεις, άλλα και σε πολλές άλλες όπως: α. ε διάφορα στοιχεία μηχανών ( δίσκοι συμπλεκτών, πλατό συμπλεκτών,

πλήμνες τροχαλιών από έλασμα κ.λπ. ), β. ε μεταλλικά καθίσματα και γ. ε αλουμινοκατασκευές καθώς και σε άλλες περιπτώσεις.

65. Ποιοι κατασκευαστικοί περιορισμοί υπάρχουν στις οδοντώσεις; Να τους αναπτύξετε.

Σο περιβάλλον εργασίας, το μέγεθος της καταπόνησης και η περιφερειακή ταχύτητα είναι τρεις βασικές παράμετροι που επηρεάζουν τον τρόπο κατασκευής των οδοντωτών τροχών. Για την επιλογή του υλικού κατασκευής των οδοντωτών τροχών πρέπει

να έχουμε υπόψη και τα εξής: α. ε περιβάλλον με σκόνη, άμμο και υγρασία πρέπει το υλικό να είναι σκληρός χυτοσίδηρος, που έχει εξαιρετική αντοχή σε φθορά και διάβρωση, β. Για μεγάλες ταχύτητες πρέπει να χρησιμοποιούνται ανθεκτικοί

χάλυβες, γ. Σροχοί που εργάζονται σε υψηλή ταχύτητα και ταυτόχρονα δέχονται κρούσεις, γίνονται χαλύβδινοι με επιφανειακή σκλήρυνση επιτυγχάνοντας έτσι εκτός

από την αντοχή στη φθορά και τη διατήρηση της ελαστικότητας στο εσωτερικό του τροχού, δ. Κράματα αλουμινίου χρησιμοποιούνται εκεί όπου η ελαφρότητα της κατασκευής είναι βασική απαίτηση, ε. Σα κεραμικά υλικά χρησιμοποιούνται

σε περιπτώσεις που υπάρχουν οξέα, στ. Σα πρεσαριστά υλικά από συνθετικές ρητίνες χρησιμοποιούνται σε ορισμένες περιπτώσεις διότι δεν επηρεάζονται από απότομες

διακυμάνσεις της θερμοκρασίας, από νερό, οξέα και πολλές χημικές ενώσεις. Είναι επίσης ηχομονωτικά, ζ. Για περιφερειακή ταχύτητα 2 m/sec οι τροχοί μπορούν να γίνουν από φαιό χυτοσίδηρο ή χυτοχάλυβα, χωρίς επεξεργασία των δοντιών και

Page 22: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

η. ε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιούμε πλαστικά διότι είναι ελαφρά και αντέχουν στην οξείδωση και στη διάβρωση. Επίσης, μερικά πλαστικά απορροφούν

κραδασμούς και θορύβους. Άλλος ένας κατασκευαστικός περιορισμός, αφορά τον ελάχιστο αριθμό των δοντιών ενός οδοντωτού τροχού. ταν αυτός ο αριθμός γίνει

πολύ μικρός, τότε θα παρουσιάζεται κακή λειτουργία του τροχού ( θόρυβος και φθορά ). Για να μην παρουσιαστεί τέτοιου είδους πρόβλημα, λαμβάνουμε σαν ελάχιστο αριθμό δοντιών τα 17 και αν υπάρχει ανάγκη μπορούμε να κατέβουμε

στα 14, χωρίς να έχουμε σημαντική δυσμενή επίδραση. Αν θέλουμε όμως ακόμη μικρότερο αριθμό δοντιών, τότε κάνουμε οδοντωτούς τροχούς σε ειδική μηχανή. Σέλος, επειδή η ελαφρότητα των κατασκευών είναι μια βασική απαίτηση, όταν

αυξάνει το μέγεθος των τροχών καταφεύγουμε και σε διαφορετικές διαμορφώσεις ( τροχός με κατάλληλη διαμόρφωση του κορμού για μείωση του βάρους, οδοντωτός

τροχός με βραχίονες, τροχός με ξεχωριστή στεφάνη, συγκολλημένος οδοντωτός τροχός ).

66. Σι ονομάζουμε αισθητή και τι λανθάνουσα θερμότητα; Η θερμότητα υπάρχει με δύο μορφές : α. αισθητή θερμότητα και β. λανθάνουσα

θερμότητα. Η αισθητή θερμότητα είναι η θερμότητα που μπορείτε να αισθανθείτε, η " αίσθηση ". Είναι μια ιδιότητα στη φύση που μπορεί να μετρηθεί με ένα θερμόμετρο. Ένα πεζοδρόμιο που θερμαίνεται από τον ήλιο, μία σόμπα ή ένα

σεσουάρ, είναι παραδείγματα της αισθητής θερμότητας. Η λανθάνουσα θερμότητα είναι κρυμμένη θερμότητα που δεν μπορεί να μετρηθεί με ένα θερμόμετρο. Η θερμότητα που απαιτείται για να μεταβληθεί το νερό σε ατμό καλείται

" λανθάνουσα θερμότητα εξάτμισης ". Για παράδειγμα, είναι η θερμότητα από το θερμό πεζοδρόμιο που δαπανάται για να εξατμιστεί το νερό μετά από μια θερινή

καταιγίδα ή η θερμότητα που δαπανάται από μία σόμπα για να εξατμιστεί το νερό που βράζει σε μια κατσαρόλα. Καθώς το νερό μεταβάλλει την κατάσταση του σε ατμό, ( δεν μπορείτε να δείτε τον υδρατμό ) απορροφά θερμότητα από το περιβάλλον του.

Η θερμοκρασία δεν αλλάζει αλλά το ποσό θερμότητας ή ενέργειας που απορροφά περιλαμβάνεται στη μοριακή δομή του ατμού. Η λανθάνουσα θερμότητα προέρχεται από τον περιβάλλοντα αέρα και τα περιβάλλοντα υλικά. ποτε μια ουσία μεταβάλλει

τη κατάσταση της από τη στερεά μορφή στην υγρή ( πάγος νερό ) και από την υγρή στην αέρια ( νερό – ατμός ) απορροφά τη θερμότητα από το περιβάλλον.

Αυτό σημαίνει ότι ο αέρας του περιβάλλοντος και τα γύρω αντικείμενα " ψύχονται " καθώς συμβάλλουν στη διαδικασία τήξης ή εξάτμισης. Η συνολική θερμότητα είναι το ποσό της λανθάνουσας θερμότητας και της αισθητής θερμότητας. Είναι δηλαδή,

το συνολικό ποσό θερμότητας σε ένα δωμάτιο, αυτό που μπορούμε να αισθανθούμε αλλά και αυτό που δεν αισθανόμαστε.

67. Σι ονομάζουμε πίεση και από ποια μεγέθη εξαρτάται; Να δώσετε

τις μονάδες μέτρησης της πίεσης.

Ψς πίεση χαρακτηρίζεται η δύναμη που ασκείται στη μονάδα της επιφάνειας ενός υλικού και ορίζεται ως το πηλίκο της ασκούμενης δύναμης που δρα σε μια επιφάνεια δια του εμβαδού της επιφάνειας αυτής. Η πίεση εξαρτάται από το μέγεθος

της ασκούμενης δύναμης και από το εμβαδό της επιφάνειας στην οποία και ασκείται. σο μεγαλύτερη είναι η επιφάνεια τόσο μικρότερη γίνεται η πίεση. Η πίεση

συμβολίζεται με το λατινικού γράμματος Ρ και είναι P=F/S ( όπου F = δύναμη και S = επιφάνεια ).

68. Σι ονομάζεται στραγγαλισμός ροής ενός ρευστού; τραγγαλισμός είναι η πτώση πίεσης στη ροή ενός ρευστού ( δηλαδή μείωση

της πυκνότητας του αέρα ) διατηρώντας την ταχύτητα και τη θερμοκρασία του σταθερή.

Page 23: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

69. Ποιοι είναι οι παράγοντες που επηρεάζουν την αναρρόφηση μίας αντλίας;

Η επιλογή της αντλίας γίνεται με βάση: α. Σο διακινούμενο ρευστό, β. Σις υδραυλικές απαιτήσεις της εγκατάστασης, γ. Σην κατασκευή της αντλίας και δ. Σην χρήση

της αντλίας. Γι’ αυτό όλα τα παραπάνω πρέπει απαραίτητα να είναι τα δεδομένα που θα ληφθούν υπόψη στην επιλογή της αντλίας. Είναι σύνηθες πολλοί τεχνίτες ή άλλοι απλοί χρήστες αντλιών να ζητούν μία αντλία δίνοντας μόνο σαν δεδομένα την

διάμετρο των στομίων και την ισχύ του κινητήρα τους. ε αυτή την περίπτωση μόνο από καθαρή τύχη θα πάρουν την κατάλληλη αντλία για την εφαρμογή τους. Ξεκινώντας λοιπόν την ζήτησή μας, δίνουμε σαφή περιγραφή του διακινούμενου

ρευστού αναφέροντας τον χημικό του τύπο και αν πρόκειται για μίγμα ρευστών και την κατ’ όγκο σύσταση του καθώς επίσης και το PH του. Η χημική συμβατότητα

είναι εδώ το κριτήριο για την επιλογή των υλικών κατασκευής της αντλίας. Οι υδραυλικές απαιτήσεις της εγκατάστασης, δηλαδή η απαιτούμενη παροχή και μανομετρικό ή το εύρος αυτών είναι κύριοι παράγοντες για την επιλογή του τύπου

της αντλίας. Η κατασκευή της αντλίας πρέπει επίσης να προσδιορίζεται από τον χρήστη όταν υπάρχουν ειδικές απαιτήσεις όπως πχ κατασκευή σύμφωνα με κάποια

πρότυπα υγιεινής για αντλίες τροφίμων που απαιτούν επιτόπου καθαρισμό ή σύμφωνα με το πρότυπο για τις αντλίες διυλιστηρίων. Επίσης ειδικές απαιτήσεις που αφορούν τα υλικά κατασκευής της αντλίας πρέπει να διευκρινίζονται

όπως επίσης και αυτές που αφορούν την στεγάνωση της. Η στεγάνωση της αντλίας είναι επίσης κρίσιμο σημείο για την επιλογή της αντλίας όταν αυτή καλείται να διακινήσει εύφλεκτα, τοξικά ή άλλα επικίνδυνα για τη δημόσια υγεία ρευστά.

Η χρήση και ο τρόπος εγκατάστασης της αντλίας είναι το τελευταίο κριτήριο για την επιλογή της αντλίας. Έτσι μπορεί να θέλουμε υποβρύχια ή φορητή αντλία,

αντλία για άδειασμα βαρελιών ή χειροκίνητη.

70. Σι είναι η καύση και ποια τα προϊόντα της; Ποιοι είναι οι βασικοί

ρυπαντές; Μπορούμε να πούμε ότι καύση είναι η χημική διαδικασία κατά την οποία ένας οξειδωτής ( συνήθως το οξυγόνο του αέρα ) ενώνεται γρήγορα με ένα καύσιμο.

Με τη χημική αυτή διαδικασία απελευθερώνεται αποθηκευμένη ενέργεια ως θερμική ενέργεια, γενικά με τη μορφή αερίων υψηλής θερμοκρασίας. Κατά την καύση

παράγονται επίσης ποσότητες ηλεκτρομαγνητικής ενέργειας ( φως ), ηλεκτρικής ενέργειας ( ιόντα και ηλεκτρόνια ) και μηχανικής ενέργειας ( θόρυβος ). Σα συνηθισμένα υδρονονανθρακικά καύσιμα περιέχουν κυρίως υδρογόνο και

άνθρακα στην καθαρή τους μορφή ή σε διάφορες χημικές συνθέσεις. ε πλήρη καύση των καυσίμων αυτών όλο το υδρογόνο και όλος ο άνθρακας οξειδώνονται

σε νερό και διοξείδιο του άνθρακα. Σα περισσότερα από τα γνωστά καύσιμα περιέχουν επίσης μικρές ποσότητες θείου το οποίο οξειδώνεται σε διοξείδιο του θείου ή τριοξείδιο του θείου. Επίσης περιέχουν μη καύσιμες ουσίες, όπως στάχτες, νερό και

αδρανή αέρια, οι οποίες απελευθερώνονται με τα προϊόντα της καύσης, που ονομάζονται καυσαέρια. Αντίθετα, στην ατελή καύση κάποιο από τα στοιχεία του καυσίμου δεν οξειδώνεται πλήρως. Σέτοια καύση σημαίνει μη αποδοτική

χρησιμοποίηση του καυσίμου. Είναι επίσης επικίνδυνη λόγω του παραγόμενου μονοξειδίου του άνθρακα και συμβάλλει στη ρύπανση του αέρα. Οι σημαντικότεροι

ρυπαντές που βρίσκονται στα καυσαέρια είναι τα οξείδια του αζώτου, τα οξείδια του μολύβδου, τα οξείδια του θείου και με την βοήθεια του ηλιακού φωτός παράγονται από τα καυσαέρια και τα ακόλουθα προϊόντα καύσης: Οργανικά

υπεροξείδια, όζον, υπεροξείδια, νιτρώδη κτλ. Παρά το μακρύ αυτό κατάλογο, όλοι αυτοί οι ρύποι βρίσκονται σε μεγάλες ποσότητες στα καυσαέρια έτσι ώστε

να δημιουργούν πρόβλημα ρύπανσης.

Page 24: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

71. Σι είναι η θερμαντική ικανότητα ή θερμογόνος δύναμη ενός καυσίμου; Να δώσετε μονάδες. Πώς ορίζεται η ανώτερη θερμογόνος δύναμη και

η κατώτερη θερμογόνος δύναμη ενός καυσίμου; Θερμαντική ικανότητα ή θερμογόνος δύναμη ενός καυσίμου είναι το ποσό

της θερμικής ενέργειας που αποδίδεται προς το περιβάλλον από την πλήρη καύση της μονάδας μάζας ή όγκου του καυσίμου όταν η καύση γίνεται σε σταθερή πίεση. Μονάδα μέτρησης του μεγέθους αυτού είναι: α. Για τα στερεά ή τα υγρά καύσιμα

το KJ/Kg και β. Για τα αέρια καύσιμα το KJ/m3 σε κανονικές συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης. Ανώτερη θερμογόνος δύναμη qα είναι η θερμογόνος δύναμη του καυσίμου όταν δεν υπολογίζουμε την απώλεια από την ατμοποίηση

του παραγόμενου, κατά την καύση του καυσίμου, H20. Κατώτερη θερμογόνος δύναμη qκ είναι η θερμογόνος δύναμη του καυσίμου αφού έχουμε αφαιρέσει την ποσότητα

θερμότητας που απαιτείται για την ατμοποίηση του παραγόμενου, κατά την καύση του καυσίμου, H2O.

72. Να αναφέρετε τις σπουδαιότερες καύσιμες ύλες που υπάρχουν. Οι σπουδαιότερες από τις καύσιμες ύλες είναι: α. Η τύρφη: Σο καύσιμο αυτό

προέρχεται από απολιθώματα φυτών των βάλτων που ήταν μέσα στο νερό και δεν προσβάλλονταν από τον αέρα. Η τύρφη είναι ‘‘φτωχό’’ καύσιμο δηλαδή έχει μικρή θερμογόνο δύναμη, έχει πολλές ξένες προσμείξεις και στη φυσική του κατάσταση

πολύ υγρασία και γι’ αυτό χρειάζεται πριν χρησιμοποιηθεί να ξηρανθεί. Για τους παραπάνω λόγους είναι καύσιμο κατάλληλο για επιτόπου χρήση ( δε συμφέρει η μεταφορά του ). Φρησιμοποιείται σε θερμοηλεκτρικούς σταθμούς παραγωγής

ρεύματος και επειδή έχει πολλές πτητικές ουσίες είναι κατάλληλο για παραγωγή καυσίμων αερίων, β. Οι γαιάνθρακες: Προέρχονται από φυτά που απανθρακώθηκαν

σε παλαιότερες γεωλογικές εποχές κάτω από την επίδραση πίεσης και θερμοκρασίας χωρίς την επενέργεια του αέρα. Οι γαιάνθρακες ανάλογα με την εποχή που σχηματίστηκαν χωρίζονται στους φαιούς γαιάνθρακές ( λιγνίτης ) που είναι

από τους πιο νέους γαιάνθρακες και στους λιθάνθρακες. Οι λιγνίτες βρίσκονται σε μικρά σχετικά βάθη, έχουν και αυτοί τα χαρακτηριστικά της τύρφης αλλά έχουν λιγότερη υγρασία και μεγαλύτερη θερμογόνο δύναμη. Οι λιθάνθρακες βρίσκονται

σε μεγάλα βάθη και περιέχουν πολύ άνθρακα και λίγη υγρασία ( είναι καύσιμα με μεγάλη θερμογόνο δύναμη ). Φρησιμοποιούνται εκτός από την παραγωγή

ενέργειας και στη μεταλλουργία. Έχουμε επίσης τον ανθρακίτη που είναι ο παλαιότερος από τους γαιάνθρακες, είναι σκληρό υλικό με λίγη υγρασία, λίγα πτητικά στοιχεία και πολύ άνθρακα ( έχει μεγάλη θερμογόνο δύναμη ),

γ. Σο ακατέργαστο πετρέλαιο ( αργό πετρέλαιο ): Είναι το φυσικό υγρό καύσιμο που προέρχεται από την απανθράκωση ζωικών ουσιών και είναι μηχανικό μίγμα

υδρογονανθράκων. Σο αργό πετρέλαιο δε χρησιμοποιείται στη φυσική του κατάσταση. ε ειδικές εγκαταστάσεις, τα διυλιστήρια, υποβάλλεται σε κλασματική απόσταξη ( διαχωρίζονται δηλαδή τα κλάσματα του πετρελαίου ανάλογα με το σημείο ζέσης

τους ). Σα καύσιμα προϊόντα που παίρνουμε από το αργό πετρέλαιο είναι κατά σειρά τα υγραέρια, οι βενζίνες, η κηροζίνη, το πετρέλαιο ντίζελ και το μαζούτ. Σα προϊόντα του πετρελαίου έχουν μεγάλη θερμογόνο δύναμη και είναι πιο εύχρηστα από τα

στερεά καύσιμα και δ. τα αέρια καύσιμα έχουμε εκτός από τα φυσικά αέρια, κυρίως μεθάνιο, που έχουν την ίδια προέλευση όπως και το πετρέλαιο και τα υγραέρια

που όπως είδαμε προκύπτουν από την κλασματική απόσταξη του αργού πετρελαίου. Έχουμε ακόμα το φωταέριο που προκύπτει από την ξηρά απόσταξη των λιθανθράκων ή τη σχάση των υδρογονανθράκων. Ακόμη στη μεταλλουργία έχουμε δευτερεύον

προϊόν το αέριο υψικαμίνων που είναι βέβαια φτωχό καύσιμο αλλά επειδή προκύπτει δωρεάν χρησιμοποιείται σε αεριομηχανές για παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος και

σε θερμάνσεις. Κατά την ξηρά απόσταξη των λιθανθράκων το υπόλειμμα που μένει είναι το κοκ. Καύσιμη ύλη με μεγάλη θερμογόνο δύναμη και πολλές χρήσεις.

Page 25: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Επίσης ένα ακόμα τεχνικό καύσιμο είναι οι μπρικέτες άνθρακα που κατασκευάζονται από μικρά τεμάχια κοκ, σκόνη ανθρακίτη και σκόνη λιθάνθρακα. Ένα είδος

καυσίμου με το οποίο γίνονται τα τελευταία χρόνια αρκετοί πειραματισμοί είναι το οινόπνευμα. Γίνονται προσπάθειες για τη δημιουργία κατάλληλου μίγματος

οινοπνεύματος – βενζίνης για την κίνηση αυτοκινήτων.

73. Να αναπτύξετε όλους τους τρόπους μετάδοσης θερμότητας

που υπάρχουν. Πότε ξεκινά και πότε σταματά το φαινόμενο της μετάδοσης της θερμότητας; Οι τρόποι μετάδοσης της θερμότητας είναι οι εξής: α. Με αγωγή ( η θερμότητα

μεταδίδεται από το ένα μόριο στο άλλο ), β. Με μεταφορά ( η θερμότητα μεταδίδεται από ένα στερεό στο κινούμενο ρευστό ή αντίστροφα ) και γ. Με ακτινοβολία

( η θερμότητα ακτινοβολείται από ένα σώμα και απορροφάται από το άλλο ). Ο δεύτερος νόμος της θερμοδυναμικής υποστηρίζει ότι η θερμότητα ρέει από το θερμότερο προς το ψυχρότερο σώμα και ποτέ προς την αντίθετη κατεύθυνση.

Αυτό μας φανερώνει πως το φαινόμενο της μετάδοσης της θερμότητας ξεκινά όταν δυο σώματα διαφορετικής θερμοκρασίας πλησιάσουν μεταξύ τους ( και αρχίσει να ρέει

η θερμότητα από το θερμότερο προς το ψυχρότερο σώμα ) και σταματά όταν η διαφορά της θερμοκρασίας αυτών των σωμάτων έχει πλέον εξαλειφθεί ( δηλαδή τα σώματα έχουν την ίδια πια θερμοκρασία ).

74. Σι είναι εναλλάκτες θερμότητας; Να δώσετε δύο παραδείγματα

εναλλάκτη θερμότητας σε μία εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης.

τις εγκαταστάσεις κεντρικών θερμάνσεων χρησιμοποιούνται, πολλές φορές, εναλλάκτες θερμότητας. Οι εναλλάκτες θερμότητας είναι συσκευές που μεταδίδουν

θερμότητα από ένα ρευστό σ’ ένα άλλο. Κατασκευάζονται από υλικά με μηχανική αντοχή και διαπερατά από τη θερμότητα. Αποτελούνται βασικά από δυο τμήματα εντός των οποίων κυκλοφορούν δυο διαφορετικά ρευστά. Σα τμήματα χωρίζονται

μεταξύ τους με μεταλλικές επιφάνειες. Σο πρώτο ρευστό κυκλοφορεί στον ένα χώρο και το δεύτερο στον άλλο. Έτσι, αν τα ρευστά έχουν διαφορετική θερμοκρασία, μεταδίδεται θερμότητα από το πιο ζεστό στο κρύο. Πολλές φορές η κατασκευή

του εναλλάκτη μπορεί να επιτρέπει την κυκλοφορία ενός ρευστού στον ένα χώρο, ενώ στο άλλο τμήμα να κυκλοφορεί ο ατμοσφαιρικός αέρας. Οι εναλλάκτες

θερμότητας δίνουν τη δυνατότητα να μεταδίδεται θερμότητα σε διαφορετικής φύσης ρευστά. Εναλλάκτες θερμότητας είναι για παράδειγμα τα θερμαντικά σώματα και τα διάφορα θερμοδοχεία ( boiler ).

75. Σι ονομάζουμε «ελκυσμό» σε μία εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης;

Για την σωστή λειτουργία του λέβητα η καπνοδόχος αποτελεί βασικό μέρος μιας εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης. Η σωστή διατομή συναρτήσει του ύψους και της ισχύος του λέβητα συντελεί ώστε ο ελκυσμός της καπνοδόχου και συνεπώς

η απομάκρυνση των καυσαερίων να κυμαίνεται στα επιθυμητά όρια. Ελκυσμός είναι ο χαρακτηρισμός της υποπίεσης που επικρατεί στην είσοδο μιας καπνοδόχου, ως προς την ατμοσφαιρική πίεση στο ίδιο ύψος. Ο όρος υποδηλώνει ακόμη

τη διαφορά πίεσης μεταξύ εισόδου και εξόδου μιας συσκευής, στο εσωτερικό της οποίας πρέπει να εξασφαλίζεται η κυκλοφορία αερίων και ιδιαίτερα

του τροφοδοτικού αέρα και των καυσαερίων μιας εστίας.

76. Να περιγράψετε το φαινόμενο της σπηλαίωσης. Πού εξελίσσεται και

ποιες οι πιθανές επιπτώσεις του; τη μηχανική ρευστών, με τον όρο ‘‘σπηλαίωση’’, εννοούμε το σχηματισμό φυσαλίδων

ατμού ή αερίων στις περιοχές χαμηλότερης πίεσης ενός υγρού, το οποίο βρίσκεται υπό υψηλή πίεση και κινείται με μεγάλες ταχύτητες.

Page 26: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Οι φυσαλίδες αυτές παρασύρονται από το ρεύμα του υγρού και όταν φτάνουν σε μια ζώνη όπου η πίεση είναι αυξημένη, λαμβάνει χώρα υγροποίηση των ατμών

με συνέπεια την εξαφάνιση των φυσαλίδων, με ταυτόχρονη παραγωγή ισχυρών κρούσεων και κατά συνέπεια εκκωφαντικού θορύβου. Σα φαινόμενα ‘‘σπηλαίωσης’’

έχουν μεγάλη σημασία επειδή προκαλούν, αφενός μεν, σημαντική μείωση της απόδοσης εξαιτίας της σημαντικής διατάραξης του σχήματος ροής του υγρού και αφετέρου, καταστροφές κυρίως λόγω εκτεταμένης διάβρωσης των μεταλλικών μερών

της διάταξης. Η διάβρωση, ως συνέπεια της ‘‘σπηλαίωσης’’, είναι τόσο χημική, οφειλόμενη στην παρουσία οξυγόνου μέσα στις φυσαλίδες, όσο και μηχανική, λόγω των κρούσεων και παρατηρείται στα σημεία, στα οποία οι φυσαλίδες συντρίβονται

πάνω στα μεταλλικά τοιχώματα. Σέτοιες μεταπτώσεις ταχυτήτων ροής παρατηρούνται εάν για παράδειγμα σωλήνες και αντλίες δεν έχουν μεταξύ τους εναρμονιστεί

ή όταν υπάρχουν μειώσεις διατομής πχ στα σημεία αποκοπής των σωλήνων.

77. Να περιγράψετε την «εν σειρά» και «εν παραλλήλω» σύνδεση όμοιων

αντλιών. Ποια τα αποτελέσματα της σύνδεσης σε κάθε περίπτωση; Δυο αντλίες λέμε ότι συνδέονται παράλληλα, όταν οι σωλήνες κατάθλιψής τους

συνδέονται στον ίδιο σωλήνα εξόδου. Αντίθετα, στην εν σειρά συνδεσμολογία, η έξοδος του σωλήνα κατάθλιψης της μιας αντλίας συνδέεται με την είσοδο του σωλήνα αναρρόφησης της άλλης. πως θα δούμε και στα σχήματα που ακολουθούν,

στην εν παραλλήλω συνδεσμολογία, οι παροχές αθροίζονται ( δηλαδή έχουμε διπλασιασμό ) παραμένοντας σταθερό το μανομετρικό ύψος, ενώ στην εν σειρά συνδεσμολογία, αθροίζονται τα μανομετρικά ( δηλαδή έχουμε διπλασιασμό )

παραμένοντας σταθερή η παροχή.

Page 27: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

78. Να αναφέρετε τους ρυπαντές που βρίσκονται στα καυσαέρια

μίας θερμικής μηχανής. Σι ονομάζεται πρωτογενής ρυπαντής και τι δευτερογενής ρυπαντής; Θερμικές μηχανές ή θερμοκινητήρες ονομάζονται οι μηχανές οι οποίες μετατρέπουν

την θερμότητα που παράγεται από την χημική ενέργεια της καύσης, σε μηχανικό έργο. Ανάλογα με τον τρόπο πραγματοποίησης της καύσης χωρίζονται σε δύο

κατηγορίες: στις μηχανές εσωτερικής καύσης ( Μ.Ε.Κ. ) και στις μηχανές εξωτερικής καύσης ή ατμομηχανές. Εσωτερικής καύσης ονομάζονται οι μηχανές που ως μέσο για την παραγωγή έργου ( εργαζόμενο μέσο ) χρησιμοποιούν τον αέρα και

κατά κάποιο τρόπο το ίδιο το καύσιμο, δηλαδή καυσαέρια πχ ο κινητήρας αυτοκινήτου, αεροστρόβιλος αεροπλάνου. Εξωτερικής καύσης ονομάζονται οι μηχανές όπου η καύση δεν λαμβάνει μέρος στο χώρο παραγωγής έργου αλλά

έξω από αυτόν και στις οποίες το μέσο παραγωγής έργου δεν είναι το καυσαέριο αλλά κάποιο άλλο στοιχείο όπως πχ νερό. ε αυτήν την κατηγορία ανήκουν

οι ατμοστρόβιλοι, οι ατμομηχανές. Οι σημαντικότεροι ρυπαντές που βρίσκονται στα καυσαέρια μίας θερμικής μηχανής είναι : Σα οξείδια του αζώτου, τα οξείδια του μολύβδου, τα οξείδια του θείου και με την βοήθεια του ηλιακού φωτός

παράγονται από τα καυσαέρια και τα ακόλουθα προϊόντα καύσης : Οργανικά υπεροξείδια, όζον, υπεροξείδια, νιτρώδη κτλ. Παρά το μακρύ αυτό κατάλογο, όλοι αυτοί οι ρύποι δεν βρίσκονται σε μεγάλες ποσότητες στα καυσαέρια έτσι ώστε να

δημιουργούν πρόβλημα ρύπανσης.

Page 28: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

την πραγματικότητα για μόνο τέσσερις από αυτούς υπάρχουν περιορισμοί στη νομοθεσία των ποσοστών που επιτρέπεται να εκπέμπονται από αυτοκίνητα.

Αυτοί είναι: Οι άκαυστοι υδρογονάνθρακες ( HC ), το μονοξείδιο του άνθρακα ( CO ), τα οξείδια του αζώτου ( Νx ) και τα στερεά σωματίδια (μόνο για μηχανές ντίζελ).

Οι πρωτογενείς ρυπαντές είναι αυτοί που εκπέμπονται από την πηγή ρύπανσης είτε ως προϊόντα φυσικών φαινομένων ( θύελλες σκόνης και εκρήξεις ηφαιστείων ) είτε ως αποτέλεσμα των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων ( εκπομπές από οχήματα και

φουγάρα ). Οι δευτερογενείς ρυπαντές δεν εκπέμπονται απευθείας από την πηγή ρύπανσης αλλά είναι προϊόντα αλληλοεπίδρασης μεταξύ των πρωτογενών ρυπαντών ή και άλλων ουσιών.

79. Σι γνωρίζετε για το διοξείδιο του θείου ( SO2 ) ως προϊόν καύσης; Ποια

περιβαλλοντικά προβλήματα δημιουργούν οι ενώσεις του θείου; Ποια μέτρα πρέπει να ληφθούν για να μειωθούν αυτά τα προβλήματα; Σο διοξείδιο του θείου είναι το αέριο που αποτελεί το κυριότερο προϊόν της καύσης

ουσιών που περιέχουν θείο, γεγονός με περιβαλλοντική σημασία. Απελευθερώνεται στην ατμόσφαιρα από διάφορες βιομηχανίες και την καύση ορυκτών καυσίμων.

Επειδή οι γαιάνθρακες ( κάρβουνο ) και το πετρέλαιο περιέχουν ενώσεις θείου, αναπόφευκτα η καύση τους εκλύει διοξείδιο του θείου. Επίσης, όξινη βροχή δημιουργείται από την αντίδραση του διοξειδίου του θείου και των οξειδίων

του αζώτου με τους υδρογονάνθρακες στα σύννεφα. Η αντίδραση αυτή δημιουργεί θειικό και νιτρικό οξύ που προσβάλλει: α. Σα μάρμαρα, τους ασβεστόλιθους και άλλα πετρώματα, β. Σα δάση, γ. Σο δέρμα και τους πνεύμονες του ανθρώπου,

δ. Σα ψάρια σε λίμνες και ποτάμια, ε. Σην γεωργία κ.λπ. Μερικοί τρόποι για την αντιμετώπιση της όξινης εναπόθεσης είναι: α. Η μείωση της αέριας ρύπανσης,

β. Η χρησιμοποίηση φυσικού αερίου, γ. Η απομάκρυνση του θείου από το γαιάνθρακα πριν καεί, δ. Η καύση γαιάνθρακα με χαμηλή περιεκτικότητα σε θείο και ε. Η απομάκρυνση των επικίνδυνων οξειδίων από τα αέρια των καπνοδόχων και

από τις εξατμίσεις των οχημάτων.

80. Σι γνωρίζετε για τη φωτοχημική ρύπανση και από ποιους παράγοντες

ευνοείται; Ατμοσφαιρική ρύπανση λέγεται η παρουσία των χημικών ουσιών στην ατμόσφαιρα

σε μεγάλες ποσότητες και για μεγάλο χρονικό διάστημα, οι οποίες βλάπτουν την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον. Η εξωτερική ρύπανση στις βιομηχανικές χώρες προέρχεται κυρίως από οξείδια του άνθρακα, οξείδια του αζώτου, οξείδιο

του θείου, πτητικά οργανικά συστατικά, κυρίως υδρογονάνθρακες και αιωρούμενα σωματίδια ύλης ( στερεά σωματίδια και σταγονίδια ) και ραδιενεργά ισότοπα.

Η ρύπανση του αέρα άρχισε να αναπτύσσεται την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης. τις αναπτυγμένες χώρες οι περισσότεροι ρυπαντές προέρχονται από την καύση ορυκτών καυσίμων στα εργοστάσια και στα οχήματα. Η ρύπανση

της ατμόσφαιρας, γνωστή και ως φωτοχημικό νέφος, είναι μίγμα ρυπαντών που σχηματίζονται όταν αλληλεπιδρούν λόγω της ηλιακής ακτινοβολίας. Σο φωτοχημικό νέφος είναι συνηθισμένο φαινόμενο σε πόλεις, όπου κυριαρχεί θερμό

και ξηρό κλίμα, καθώς και μεγάλος αριθμός αυτοκινήτων. σο πιο ζεστή είναι μια μέρα, τόσο υψηλότερα είναι τα επίπεδα του όζοντος και άλλων συστατικών

στο φωτοχημικό νέφος. Η συχνότητα του νέφους εξαρτάται από το τοπικό κλίμα και την τοπογραφία, τον πληθυσμό, τη βιομηχανική ανάπτυξη, τη χρήση καυσίμων και τη θερμότητα.

Page 29: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

81. Σι γνωρίζετε για το φαινόμενο του θερμοκηπίου και ποια είναι η κύρια αιτία που προκαλεί αυτό το φαινόμενο; Ποια μέτρα πρέπει να ληφθούν

ώστε να προστατευτεί το περιβάλλον από το φαινόμενο του θερμοκηπίου; Η Γη μας, καθώς θερμαίνεται από τον Ήλιο, εκπέμπει υπέρυθρη ακτινοβολία.

Υαινόμενο του θερμοκηπίου ονομάζεται η απορρόφηση αυτής της ακτινοβολίας από την ατμόσφαιρα, με αποτέλεσμα η θερμοκρασία της ατμόσφαιρας να αυξάνεται. Κανονικά τμήμα αυτής της ακτινοβολίας θα έφευγε στο διάστημα. Σώρα όμως

απορροφάται από διάφορα αέρια τα οποία παράγονται από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Σέτοια αέρια είναι το διοξείδιο του άνθρακα ( CO2 ), το μεθάνιο ( CH4 ), τα οξείδια του αζώτου ( ΝΟx ) και οι τετραχλωράνθρακες ( CFC ). Η συνεχής

καταστροφή των δασών, τα οποία μετατρέπουν το διοξείδιο του άνθρακα σε οξυγόνο έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση του CO2 στην ατμόσφαιρα. Σα οξείδια του αζώτου

παράγονται από τους κινητήρες των διαφόρων οχημάτων Οι τετραχλωράνθρακες χρησιμοποιούνται σαν προωθητικά αέρια στα διάφορα σπρέι και αεροζόλ, στα ψυγεία, στους πυροσβεστήρες. Οι τετραχλωράνθρακες είναι πολύ καταστροφικοί για το όζον.

Σα αποτελέσματα της αύξησης της θερμοκρασίας του πλανήτη λόγω του φαινομένου του θερμοκηπίου είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Σο πιθανότερο σενάριο αναφέρει

ότι οι πάγοι στους πόλους θα λιώσουν με αποτέλεσμα να ανέβει η επιφάνεια της θάλασσας. Περιοχές όπως η Ολλανδία και η Βενετία κινδυνεύουν να χαθούν για πάντα κάτω από τα νερά της θάλασσας. Άμεσα μέτρα πρέπει να ληφθούν για την

προστασία του περιβάλλοντος από το φαινόμενο του θερμοκηπίου, όπως το να δεσμευτούν οι κυβερνήσεις για δραστική μείωση των εκπομπών των επικίνδυνων αερίων, να υιοθετηθούν εθνικές πολιτικές για το κλίμα,

να τερματιστεί η έρευνα για νέα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, να τεθούν χρονοδιαγράμματα για τη διακοπή των ανθρακικών σταθμών

ηλεκτροπαραγωγής και το σταδιακό τερματισμό της εξόρυξης άνθρακα, να τεθούν ακόμα σαφείς στόχοι για την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας όπως αιολική, ηλιακή κλπ. και να προωθηθούν μέτρα εξοικονόμησης και

ορθολογικής χρήσης της ενέργειας.

82. Σι εννοούμε με τον όρο ανακύκλωση; Να αναφέρετε τους σκοπούς

της ανακύκλωσης. Η ανακύκλωση περιλαμβάνει όλες τις διαδικασίες που απαιτούνται για την ανάκτηση

υλικών και την προώθησή τους για την παραγωγή νέων προϊόντων. Άμεσοι στόχοι της ανακύκλωσης είναι: α. Η μείωση της επιβάρυνσης του περιβάλλοντος, με διάθεση μικρότερων ποσοτήτων απορριμμάτων, αφού ένα μεγάλο μέρος τους αποτελείται

από ανακυκλώσιμα υλικά και β. Η εξοικονόμηση πρώτων υλών αλλά και ενέργειας. Η απαιτούμενη ενέργεια για την παραγωγή ενός προϊόντος από πρώτη ύλη είναι πολύ

μεγαλύτερη από εκείνη που χρειάζεται για να παραχθεί αυτό από ένα παλιό υλικό. Η εξοικονόμηση αυτή γίνεται ακόμα πιο σημαντική για τη χώρα μας όπου οι περισσότερες πρώτες ύλες εισάγονται από το εξωτερικό.

83. Ποιες μεθόδους διαχείρισης στερεών βιομηχανικών αποβλήτων

γνωρίζετε;

α. Καύση, β. Σαφή σε χώρους υγειονομικής ταφής και γ. Βιοσταθεροποίηση ( μετατροπή του οργανικού μέρους των απορριμμάτων με μικροβιακή αερόβια

χώνευση σε λίπασμα και σε βιοαέριο ). Κάθε μια από αυτές τις μεθόδους, απαιτεί προηγουμένως μια επεξεργασία των απορριμμάτων όπως τεμαχισμό ή διαχωρισμό των συστατικών τους προκειμένου να μειωθεί ο όγκος τους. Επιπλέον, μπορεί

να συνοδεύεται και από διαλογή, ανακύκλωση ή ανάκτηση χρήσιμων υλικών.

Page 30: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

84. Ποιες μεθόδους βιολογικής επεξεργασίας υγρών αποβλήτων γνωρίζετε; Ποια η βασική διαφορά των μεθόδων; Πού χρησιμοποιείται κάθε μία

από αυτές; Οι μέθοδοι επεξεργασίας βιολογικού καθαρισμού υγρών αποβλήτων είναι οι εξής:

α. υστήματα ενεργού ιλύος, β. Βιολογικά φίλτρα, γ. Λίμνες σταθεροποίησης και δ. Βιολογικοί δίσκοι. Ένας γενικός διαχωρισμός του βιολογικού καθαρισμού είναι ότι αυτές οι μέθοδοι χωρίζονται σε: α. Αερόβιες και β. Αναερόβιες. Σο σύστημα

ενεργού ιλύος είναι η συνηθέστερη μέθοδος για αστικά και βιομηχανικά λύματα μεγάλων πόλεων. Σα βιολογικά φίλτρα είναι κατάλληλα για επεξεργασία λυμάτων απομακρυσμένων και μικρών πόλεων. Οι λίμνες σταθεροποίησης χρησιμοποιούνται

κυρίως για επεξεργασία βιομηχανικών λυμάτων και όχι αστικών, λόγω των έντονων οσμών τους. Σέλος, οι βιολογικοί δίσκοι είναι κατάλληλοι για αστικά και βιομηχανικά

λύματα, καθώς και για απόβλητα.

85. Ποιες είναι οι τρεις βασικές ανθρώπινες δραστηριότητες που παράγουν

αέριους ρύπους; Να αναφέρετε επικίνδυνους αέριους ρυπαντές που γνωρίζετε.

α. Κίνηση οχημάτων, β. Βιομηχανίες ( ενδεικτικά: βιομηχανικών λιπασμάτων, τσιμέντων, διυλιστήρια και μεταλλοβιομηχανία ) και γ. Κεντρικές θερμάνσεις κτιρίων. Κυριότεροι ρύποι είναι οι εξής: Μονοξείδιο του αζώτου ( NO ), μονοξείδιο

του άνθρακα ( CO ) και διοξείδιο του θείου ( SO2 ).

86. Να δώσετε τους ορισμούς της τάσης ( διαφοράς δυναμικού ), έντασης

και αντίστασης του ηλεκτρικού ρεύματος με τις αντίστοιχες μονάδες μέτρησής τους.

ταν τα ηλεκτρικά φορτία κινούνται προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση έχουμε ηλεκτρικό ρεύμα. Σο ηλεκτρικό ρεύμα είναι το αποτέλεσμα της κίνησης των ηλεκτρικών φορτίων σε κάποιο υλικό. Η αιτία της κίνησης των φορτίων μέσα στο

υλικό είναι η τάση ( ή διαφορά δυναμικού ). Σα ηλεκτρικά φορτία κινούνται μεταξύ δύο σημείων ενός υλικού όπου υπάρχει διαφορά δυναμικού. Η τάση συμβολίζεται με ( V ) και μετράται σε βολτ ( Volts ). Η ένταση ( I ) του ηλεκτρικού ρεύματος

που διαρρέει έναν αγωγό ισούται με το πηλίκο του φορτίου ( q ), που διέρχεται από μία διατομή του αγωγού σε κάποιο συγκεκριμένο χρόνο ( t ), προς το χρόνο

αυτό. Η ένταση μετράται σε αμπέρ ( Α → Ampere ). Η αντίσταση ( R ) ενός αγωγού ισούται με το πηλίκο της τάσης ( V ) που εφαρμόζεται στα άκρα του προς την ένταση ( I ) του ρεύματος που τον διαρρέει. Η αντίσταση μετράται σε ομ ( Ψ → Ohm ).

87. Να διατυπώσετε το νόμο του Ομ ( Ohm ). Να σχεδιάσετε ένα απλό

ηλεκτρικό κύκλωμα με μία αντίσταση και μία πηγή, όπου θα φαίνονται τα βασικά ηλεκτρικά μεγέθη. Ο νόμος του Ομ ( Οhm ), δηλώνει πως η τάση στα άκρα του κυκλώματος ισούται

με το γινόμενο της τιμής της αντίστασης επί την τιμή του ρεύματος που διαρρέει το κύκλωμα. Η ένταση του ρεύματος που διαρρέει τον αντιστάτη ( μεταλλικό αγωγό ) σταθερής θερμοκρασίας είναι ανάλογη της τάσης που εφαρμόζεται στα άκρα του.

Η πηγή της τάσης V οδηγεί το ηλεκτρικό ρεύμα I μέσω του αντιστάτη R. Οι τρεις ποσότητες υπακούουν στον νόμο του Ohm: V=I·R.

Page 31: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

88. Σι πετυχαίνουμε με την ανόρθωση του εναλλασσόμενου ρεύματος; Σι γνωρίζετε για τη δίοδο και ποια είναι τα χαρακτηριστικά της διόδου;

Ποιες ανορθωτικές διατάξεις γνωρίζετε; Με την ανόρθωση του εναλλασσόμενου ρεύματος πετυχαίνουμε να μετατρέψουμε

το εναλλασσόμενο ρεύμα σε συνεχές. Οι διατάξεις που χρησιμοποιούμε γι’ αυτή τη διαδικασία ονομάζονται ανορθωτικές διατάξεις ή τροφοδοτικά. Οι βασικοί τύποι ανορθωτικών διατάξεων είναι τρεις: α. Ο ανορθωτής απλής ανόρθωσης,

β. Ο ανορθωτής διπλής ανόρθωσης και γ. Ο ανορθωτής γέφυρας. Η δίοδος είναι ένα στοιχείο που περιορίζει τη κατευθυντήρια ροή των φορέων αγωγιμότητας. Έχει δύο πόλους, την άνοδο και την κάθοδο και ουσιαστικά, επιτρέπει το ηλεκτρικό ρεύμα

να περάσει από τη μια διεύθυνση, μπλοκάροντας την κίνηση από την αντίθετη διεύθυνση. Φαρακτηριστικά της διόδου είναι: α. Η μέγιστη ανάστροφη τάση

που μπορεί να εφαρμοστεί χωρίς να παρουσιάζεται κίνδυνος να καταστραφεί και β. Η μέγιστη τιμή συνεχούς ρεύματος, το οποίο επιτρέπεται να περάσει από τη δίοδο χωρίς αυτή να καταστραφεί. ήμερα, οι περισσότερες δίοδοι είναι κατασκευασμένες

από υλικά ημιαγωγών όπως πυρίτιο ή γερμάνιο.

89. Ποιος είναι ο ρόλος του μετασχηματιστή και ποια τα κύρια μέρη του; Ο μετασχηματιστής είναι ένα όργανο με το οποίο μπορούμε να μεταβάλλουμε την τάση του ηλεκτρικού ρεύματος. Διαθέτει δύο πηνία, δηλαδή συρμάτινες

περιελίξεις τυλιγμένες γύρω από σιδερένιους πυρήνες. ταν ένα εναλλασσόμενο ρεύμα ορισμένης τάσης, περνάει από το πρώτο πηνίο ( πρωτεύον ), δημιουργεί ένα επίσης εναλλασσόμενο μαγνητικό πεδίο μέσα στον σιδερένιο πυρήνα. Καθώς

το μαγνητικό πεδίο αλλάζει διαρκώς κατεύθυνση, δημιουργείται ένα εναλλασσόμενο επαγωγικό ρεύμα στο δεύτερο πηνίο ( δευτερεύον ). Αυτό το ρεύμα του δευτερεύοντος

πηνίου έχει μια άλλη τάση από το αρχικό, η οποία μάλιστα εξαρτάται από τον αριθμό των σπειρών των δύο πηνίων. υγκεκριμένα, αν το δευτερεύον πηνίο έχει περισσότερες σπείρες από το πρωτεύον η τάση μεγαλώνει, ενώ στην αντίθετη

περίπτωση μειώνεται. Αυτός βέβαια δεν είναι κάποιος μαγικός τρόπος για να κερδίσουμε ενέργεια, μια και μπορεί να μεγαλώνει η τάση, πέφτει όμως η ένταση του ρεύματος έτσι ώστε η ενέργεια να παραμένει σταθερή. Επειδή όλες οι οικιακές

συσκευές χρησιμοποιούν ηλεκτρικό ρεύμα τάσης πολύ χαμηλότερης από αυτή που δίνουν οι ηλεκτροπαραγωγοί σταθμοί, οι μετασχηματιστές χρησιμοποιούνται

ευρύτατα.

90. Σι γνωρίζετε για το φαινόμενο της ηλεκτρόλυσης; Ποια είναι

τα απαιτούμενα υλικά για να πραγματοποιηθεί το φαινόμενο της ηλεκτρόλυσης;

Ηλεκτρόλυση είναι η διάσπαση μιας ουσίας με τη βοήθεια ηλεκτρικού ρεύματος. Ορισμένα σώματα, τα οποία ονομάζονται ηλεκτρολύτες, έχουν την ιδιότητα να αποσυντίθενται όταν διαρρέονται από ηλεκτρικό ρεύμα. Η συσκευή

της ηλεκτρόλυσης ονομάζεται ηλεκτρολυτικό στοιχείο ή βολτάμετρο και περιλαμβάνει το δοχείο, τα ηλεκτρόδια, τον ηλεκτρολύτη και την πηγή ρεύματος. ταν συνδέσουμε την πηγή ηλεκτρικού ρεύματος με τα ηλεκτρόδια, τα θετικά φορτισμένα σωματίδια

θα τα έλξει το αρνητικό ηλεκτρόδιο ( κάθοδος ), ενώ τα αρνητικά φορτισμένα το θετικό ηλεκτρόδιο ( άνοδος ). Αυτά τα σωματίδια ονομάζονται ιόντα. Έτσι με το φαινόμενο

της ηλεκτρόλυσης είναι δυνατόν να διασπαστεί μια ένωση στα στοιχεία που περιέχει, μια και τα ιόντα χάνουν το φορτίο τους στα ηλεκτρόδια και μετατρέπονται συνήθως σε ουδέτερα άτομα. Η ηλεκτρόλυση χρησιμοποιείται για την εξαγωγή καθαρών

μετάλλων από τα μεταλλεύματα τους, για τον "γαλβανισμό" υλικών ( δηλαδή την επίστρωση μετάλλων με ασήμι, χρυσό ή άλλες ουσίες ).

Page 32: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

91. Σι γνωρίζετε για τη διάβρωση – καθοδική προστασία δύο διαφορετικών μετάλλων που βρίσκονται σε επαφή; Να αναφέρετε τα μέταλλα

που χρησιμοποιούμε για την ηλεκτροχημική προστασία του χάλυβα; Η καθοδική προστασία είναι μια μέθοδος προστασίας για την διάβρωση

ενός εκ των δυο μετάλλων ( συνήθως χαλκού και σιδήρου ) τα οποία είναι σε επαφή με ένα διαβρωτικό υλικό ( νερό ). Αυτό επιτυγχάνεται με την προσθήκη κατάλληλου υλικού που ονομάζεται ανόδιο και το οποίο διαβρώνεται στην θέση

του προστατευομένου μετάλλων. Η χρησιμοποίηση του ανοδίου, που αποτελείται από μαγνήσιο, είναι η πιο ενδεδειγμένη μέθοδος προστασίας των εγκαταστάσεων θέρμανσης τόσο από άποψη τεχνολογίας όσο και υγιεινής.

92. Να περιγράψετε την αρχή λειτουργίας ενός ηλεκτρικού κινητήρα.

Από τι εξαρτάται η δύναμη F ( δύναμη Laplace ) που αναπτύσσετε μέσα σε έναν ηλεκτρικό κινητήρα; Με ποιο μαθηματικό τύπο εκφράζεται η δύναμη F; Με τους ηλεκτρικούς κινητήρες μετατρέπουμε την ηλεκτρική ενέργεια σε μηχανική,

δηλαδή δίνουμε ρεύμα και παίρνουμε κίνηση. Έχουμε ένα μαγνητικό πεδίο και μέσα σ’ αυτό έναν αγωγό. Αν διοχετεύσουμε ηλεκτρικό ρεύμα στον αγωγό τότε πάνω του

θα ασκηθούν δυνάμεις και αυτός θα μετακινηθεί. Αυτό οφείλεται στην αλληλεπίδραση των μαγνητικών πεδίων του ρευματοφόρου αγωγού και του κύριου πεδίου των μαγνητικών πόλων. Η δύναμη F ( ή δύναμη Laplace )

που ασκείται είναι ανάλογη με: α. Σο μέγεθος της μαγνητικής επαγωγής Β, β. Σο ενεργό μήκος l του αγωγού και γ. Σο ρεύμα I που διαρρέει τον αγωγό και δίνεται από τον τύπο F= Β ∙ I ∙ l

93. Να αναφέρετε τα κύρια μέρη του στάτη και του δρομέα μίας ηλεκτρικής

μηχανής συνεχούς ρεύματος. Μια ηλεκτρική μηχανή συνεχούς ρεύματος αποτελείται από ένα ακίνητο τμήμα που λέγεται στάτης και ένα κινητό που λέγεται δρομέας. Ο στάτης αποτελείται από:

α. Σο ζύγωμα που είναι μια χαλύβδινη στεφάνη, πάνω στην οποία στερεώνονται οι μαγνητικοί πόλοι και β. Σους μαγνητικούς πόλους ( ηλεκτρομαγνήτες ) των οποίων ο πυρήνας αποτελείται από σιδηρελάσματα και περιβάλλεται από πηνία.

Αυτά διαρρέονται από ρεύμα, το οποίο ονομάζουμε ρεύμα διέγερσης. Σα πηνία αυτά αποτελούν το τύλιγμα διέγερσης της μηχανής. Ο δρομέας αποτελείται από:

α. Σο τύμπανο ( κυλινδρικό τμήμα από σιδηρελάσματα ) μέσα στα αυλάκια του οποίου τοποθετούνται οι αγωγοί με μορφή πηνίων, των οποίων τα άκρα καταλήγουν στους τομείς του συλλέκτη. Σο ρεύμα που διαρρέει τα πηνία ( τυλίγματα )

του τυμπάνου το ονομάζουμε ρεύμα τυμπάνου και είναι σημαντικά μεγαλύτερο από το ρεύμα διέγερσης και β. Σον ψηκτροφορέα που είναι στερεωμένος επάνω

στο στάτη και ο οποίος φέρει τις ψήκτρες ( καρβουνάκια ) που εφάπτονται στους τομείς του συλλέκτη με πίεση, που ασκείται από ελατήρια. Η τάση που παίρνουμε, με τη βοήθεια του συλλέκτη και των ψηκτρών, οι οποίες ( ψήκτρες )

γλιστρούν επάνω στους τομείς του ( συλλέκτη ) παραμένοντας πάντα σε επαφή μ’ αυτούς, είναι συνεχής ( έχει δηλαδή την ίδια πάντοτε φορά ).

Page 33: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

94. Ποιος είναι ο ρόλος και οι χρήσεις ενός προγραμματιζόμενου λογικού ελεγκτή ( PLC ); Να αναφέρετε τα κύρια μέρη ενός προγραμματιζόμενου

λογικού ελεγκτή ( PLC ). Οι προγραμματιζόμενοι λογικοί ελεγκτές ( PLC ), είναι μια ειδική κατηγορία

συσκευών που η λειτουργία τους βασίζεται στη χρήση μικροεπεξεργαστών, ανάλογων με αυτούς που χρησιμοποιούνται στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Σα PLC βρίσκουν εφαρμογή στην υλοποίηση και τον έλεγχο σύνθετων κυκλωμάτων

αυτοματισμού. λα τα στάδια υλοποίησης ενός κυκλώματος αυτοματισμού από τη μελέτη έως και την κατασκευή, απλουστεύονται με τη χρήση των PLC, καθώς καταργείται μεγάλο μέρος περίπλοκων καλωδιώσεων και οι λογικές πράξεις

που οδηγούν στην τελική εντολή προς τις μονάδες ισχύος, εκτελούνται ταχύτατα από τον μικροεπεξεργαστή της συσκευής. Σα PLC είναι διατάξεις ελέγχου των οποίων

ο τρόπος λειτουργίας, δηλαδή η λογική ελέγχου, δεν είναι προκαθορισμένος κατά την κατασκευή του ελεγκτή, αλλά μπορεί να αλλάζει με τον κατάλληλο προγραμματισμό. Έτσι, αντίθετα με άλλες συμβατικές μονάδες ελέγχου και ρυθμιστές, ένα PLC μπορεί

να επιτελεί πολλούς και διαφορετικούς ρόλους ελέγχου ταυτόχρονα, πχ να ρυθμίζει θερμοκρασίες, να ελέγχει στάθμες υγρών καθώς και να επιτηρεί και να εντολοδοτεί

κινητήρες κλπ. ε συνήθεις εφαρμογές, ένα PLC χειρίζεται ταυτόχρονα πολλές δεκάδες ή και εκατοντάδες διαφορετικά σήματα ( εισόδους και εξόδους ) και αναλαμβάνει την επιτήρηση και λειτουργιά δεκάδων βρόχων και διατάξεων

αυτόματου ελέγχου. Γενικά ένα PLC αποτελείται από τα παρακάτω μέρη: α. Σην κεντρική μονάδα επεξεργασίας ( Central processing Unit – CPU ) που είναι και η καρδιά του, ο εγκέφαλος του PLC, β. Ση μονάδα τροφοδοσίας και

γ. Σις μονάδες εισόδων – εξόδων ( Input / Output modules ). Εκτός από την κεντρική μονάδα, απαραίτητα είναι ακόμη και τα παρακάτω : α. Σο πλαίσιο ή πλαίσια για την

τοποθέτηση των μονάδων και των επεκτάσεών τους και β. Η συσκευή προγραμματισμού για τον προγραμματισμό του PLC.

95. Να δώσετε τον ορισμό των ημιαγωγών. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα των ημιαγωγών, συγκρινόμενα με εξαρτήματα προηγούμενης τεχνολογίας ( ηλεκτρονικές λυχνίες );

Ημιαγωγός είναι κάθε υλικό, όπως το γερμάνιο ή το πυρίτιο, που επιτρέπει να περνά το ηλεκτρικό φορτίο από μέσα του με κάποιες προϋποθέσεις, όπως είναι η αύξηση

της θερμοκρασίας ή η πρόσπτωση φωτός. Η ειδική αντίσταση των ημιαγωγών κυμαίνεται μεταξύ των αγωγών και των μονωτών. Ψς πλεονεκτήματα των ημιαγωγών σε σχέση με τις λυχνίες έχουμε τα εξής: α. Οι ιδιότητες των οργανικών ενώσεων

μπορούν να ρυθμιστούν ελέγχοντας την παρασκευή τους, β. Διαλυτότητα σε οργανικούς διαλύτες, γ. Μεγάλο εύρος συχνοτήτων εκπεμπόμενης ακτινοβολίας,

δ. Ευκολία επεξεργασίας ( γίνονται φιλμ, είναι δηλαδή ελαστικά ) και ε. Φαμηλό κόστος. Επίσης, η λυχνία Λειτουργεί συνεχώς και ( σχεδόν ) σε πλήρη ισχύ, ανεξάρτητα αν δίνουμε σήμα στον ενισχυτή ή όχι και ανεξάρτητα από το αν έχουμε

το Master Volume ψηλά ή χαμηλά. Αυτό καταπονεί τις λυχνίες και φθείρονται τόσο γρήγορα όσο αν λειτουργούσαν συνεχώς στο μέγιστο. Οι ενισχυτές αυτοί θερμαίνονται πολύ και συνήθως απαιτούν ανεμιστήρες για την ψύξη τους. Επίσης, καταναλώνουν

πολύ ρεύμα.

Page 34: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

96. Σι γνωρίζετε για τον ηλεκτρονόμο; Να αναφέρετε τα κύρια μέρη ενός ηλεκτρονόμου.

Ο Ηλεκτρονόμος ή ρελέ ( Relay ) είναι ένας ηλεκτρικός διακόπτης που ανοίγει και κλείνει ένα ηλεκτρικό κύκλωμα κάτω από τον έλεγχο ενός άλλου ηλεκτρικού

κυκλώματος και οι επαφές ελέγχονται από έναν ηλεκτρομαγνήτη. σον αφορά την κατασκευή και τον τρόπο λειτουργίας των ηλεκτρονόμων, φυσικό είναι να υπάρχουν διαφορές στο μέγεθος, τη μορφή, τα ηλεκτρικά χαρακτηριστικά κλπ.

Παρά τις διαφορές τους, όλοι οι ηλεκτρονόμοι βασίζονται στην ίδια αρχή λειτουργίας και έχουν κοινά χαρακτηριστικά και κύρια μέρη: α. Σον ηλεκτρομαγνήτη ( πηνίο και πυρήνα ), β. Σον οπλισμό, γ. Σις επαφές ( σταθερές και κινητές ) και δ. Ση βάση.

97. Να αναφέρετε τα πλεονεκτήματα ενός ηλεκτρονόμου.

Ο ηλεκτρονόμος είναι ένα από τα βασικά εξαρτήματα, που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή κυκλωμάτων ηλεκτροαυτοματισμού. Αναφέρονται ενδεικτικά μερικές εφαρμογές, στις οποίες χρησιμοποιούνται οι ηλεκτρονόμοι: όπως πχ στον έλεγχο

λειτουργίας ηλεκτρικών κινητήρων, σε ανελκυστήρες, αντλιοστάσια, στη βιομηχανία, στο εσωτερικό διάφορων μηχανημάτων και γενικά όπου απαιτείται χειρισμός

από απόσταση (τηλεχειρισμός). Ακόμα, επειδή ένας ηλεκτρονόμος είναι ικανός να ελέγχει ένα κύκλωμα εξόδου υψηλότερης ισχύος από το κύκλωμα εισόδου, μπορεί να θεωρηθεί, γενικά, μια μορφή ηλεκτρικού ενισχυτή. Επίσης ηλεκτρονόμοι

χρησιμοποιούνται εκεί όπου η εντολή για το άνοιγμα ή το κλείσιμο ενός κυκλώματος δε δίνεται από τον άνθρωπο αλλά από άλλα εξαρτήματα ή κυκλώματα πχ θερμοστάτες, χρονοδιακόπτες, φωτοδιακόπτες, ηλεκτρονικούς υπολογιστές κλπ.

98. Να περιγράψετε την αρχή λειτουργίας ενός πνευματικού συστήματος

αυτοματισμού. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της λειτουργίας αυτού του συστήματος; Να αναφέρετε τα κύρια μέρη ενός πνευματικού συστήματος αυτοματισμού.

Η αναγκαιότητα για τη λειτουργία εφαρμογών αυτοματισμού με χαμηλό κόστος και η αξιοποίηση της δυναμικής ενέργειας που δημιουργείται από τη συμπίεση του πεπιεσμένου αέρα με κατάλληλη διάταξη, ώθησαν την εξέλιξη των πνευματικών

συστημάτων αυτοματισμού. Η αρχή λειτουργίας τους βασίζεται στην ενέργεια που αποκτά ο ατμοσφαιρικός αέρας, όταν συμπιέζεται και αποθηκεύεται σ’ ένα

αεροθάλαμο. Σα πνευματικά συστήματα λειτουργούν με μεγάλη ταχύτητα, αλλά δεν μπορούν να ασκήσουν μεγάλες δυνάμεις. Σα κυριότερα μέρη ενός πνευματικού συστήματος είναι τα ακόλουθα: α. Η παραγωγή πεπιεσμένου αέρα, β. Η επεξεργασία

πεπιεσμένου αέρα ( φιλτράρισμα, λίπανση, αφύγρανση ), γ. Η διανομή πεπιεσμένου αέρα ( μέσω δικτύου σωληνώσεων ), δ. Ο έλεγχος πεπιεσμένου αέρα ( βαλβίδες,

χειριστήρια ) και ε. Μετατροπή της πνευματικής ισχύος σε ευθύγραμμη ( πνευματικοί κύλινδροι ) ή περιστροφική κίνηση ( πνευματικοί κινητήρες ).

99. Να αναφέρετε τα βασικά στοιχεία μίας ηλεκτρικής εγκατάστασης ενός κτιρίου. α. Η κύρια γραμμή τροφοδοσίας ( ή γενική γραμμή τροφοδοσίας ), δηλαδή

το καλώδιο που αναχωρεί από το μετρητή της ΔΕΗ και καταλήγει στο γενικό πίνακα της ηλεκτρικής εγκατάστασης, β. Σο γενικό πίνακα διανομής της ηλεκτρικής

εγκατάστασης που είναι τοποθετημένος στο εσωτερικό του κτιρίου και τους υποπίνακες διανομής, γ. Μερικές γραμμές τροφοδοσίας που αναχωρούν από το γενικό πινάκα διανομής και καταλήγουν στα φωτιστικά σημεία, στις ηλεκτρικές

συσκευές και μηχανές της ηλεκτρικής εγκατάστασης, δ. Σα φωτιστικά σημεία, τις ηλεκτρικές συσκευές και μηχανές, ε. Σις διατάξεις γείωσης, στ. Σα όργανα

προστασίας και ελέγχου, όπως διακόπτες, ασφάλειες, ρελέ προστασίας κλπ και ζ. Σα εξαρτήματα και υλικά της ηλεκτρικής εγκατάστασης, όπως ρευματοδότες ( πρίζες ), κουτιά διακλάδωσης κλπ.

Page 35: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

ΔΕΤΣΕΡΗ ΟΜΑΔΑ ΕΡΩΣΗΕΩΝ ( ΣΡΙΣΟ & ΣΕΣΑΡΣΟ ΕΞΑΜΗΝΟ )

1. Ποια είναι τα πιθανά μέσα μεταφοράς θερμότητας σε συστήματα κεντρικής θέρμανσης και ποιες οι εφαρμογές τους; Η παραγόμενη θερμική ενέργεια μεταφέρεται στους χώρους που πρέπει

να θερμανθούν, από έναν ενδιάμεσο φορέα θερμότητας, ένα εργαζόμενο ρευστό μέσο όπως λέμε, με ένα ειδικά υπολογισμένο σύστημα διανομής. Ψς ενδιάμεσος φορέας

θερμότητας χρησιμοποιείται το νερό, ο ατμός και ο αέρας. Σο σύστημα διανομής μπορεί να είναι δίκτυο σωληνώσεων ή δίκτυο αεραγωγών ή συνδυασμός και των δύο δικτύων. Σο θερμό νερό έχει επικρατήσει σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις κεντρικής

θέρμανσης κατοικιών καθώς και άλλων εμπορικών ή δημόσιων κτιρίων. Ο ατμός βρίσκει συχνές εφαρμογές στα βιομηχανικά κτίρια όπου εκτός από τη θέρμανση

εξυπηρετεί και ανάγκες της παραγωγικής διαδικασίας. Κεντρικές θερμάνσεις με αέρα εγκαθίστανται συνήθως σε εκτεταμένους χώρους με μεγάλα ύψη όπως εκκλησίες, γυμναστήρια, συνεργεία, χώρους μουσείων, εκθέσεων, θεαμάτων κλπ, αλλά και

σε κατοικίες, κυρίως στο εξωτερικό.

2. Να περιγράψετε συνοπτικά τα συστήματα διανομής σε εγκαταστάσεις

κεντρικής θέρμανσης κατοικιών. Πού χρησιμοποιείται κάθε ένα από αυτά; Σα συνηθέστερα συστήματα που χρησιμοποιούνται στις εγκαταστάσεις θέρμανσης

είναι τα παρακάτω: α. Σο σύστημα των διπλών σωλήνων ( δισωλήνιο ), δηλαδή με παράλληλη σύνδεση των θερμαντικών σωμάτων, β. Σο σύστημα των μονών σωλήνων ( μονοσωλήνιο ), δηλαδή με σύνδεση των θερμαντικών σωμάτων σε σειρά και

γ. Σο σύστημα θέρμανσης επιφανειών, με ενσωματωμένους σωλήνες σε οικοδομικά υλικά ( ενδοδαπέδιο, οροφής κτλ ). Σο δισωλήνιο σύστημα εγκαθίσταται σε παλαιά

και σε νεοανεγειρώμενα κτίρια. Σο μονοσωλήνιο σύστημα εγκαθίσταται σε νοεανεγειρώμενες οικοδομές και μπορεί να δεχτεί αυτονομία. Σα ενδοδαπέδιο σύστημα τοποθετείται σε νεοανεγειρώμενες οικοδομές και μπορεί κι αυτό να δεχτεί

αυτονομία.

3. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα του μονοσωλήνιου και τα μειονεκτήματα του δισωλήνιου συστήματος σε τυπικές εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης

κατοικιών; Πλεονεκτήματα μονοσωλήνιου συστήματος κεντρικής θέρμανσης:

α. Φρειάζεται λιγότερο χρόνο εγκατάστασης, β. Δεν απαιτεί μεγάλα δίκτυα σωληνώσεων κατακόρυφου δικτύου, γ. Δεν απαιτούν κλίσεις οι σωλήνες, δ. Επιτυγχάνεται γρήγορη και ομοιόμορφη θέρμανση των χώρων λόγω μεγαλύτερης

ταχύτητας του νερού, ε. Δεν επηρεάζει την αισθητική των χώρων, γιατί δεν τοποθετούνται εξωτερικοί σωλήνες, στ. Δίνει τη δυνατότητα χρησιμοποίησης διπλών πλαστικών σωλήνων, που αντικαθίστανται χωρίς καταστροφές οικοδομικών

στοιχείων και ζ. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτονομία σε κάθε διαμέρισμα ή τμήματα διαμερίσματος. Μειονεκτήματα δισωλήνιου συστήματος κεντρικής

θέρμανσης: α. Τπάρχει δυσκολία στη δυνατότητα αυτονομίας των χώρων και άρα εξοικονόμηση ενέργειας, β. Τπάρχει πρόβλημα στην τροφοδοσία των απομακρυσμένων καθ’ ύψος σωμάτων λόγω της μικρής ταχύτητας κίνησης

του νερού, γ. Έχουμε μεγαλύτερες διαμέτρους στις σωληνώσεις, δ. Η τοποθέτηση των σωμάτων έχει περιορισμούς και εξαρτάται από τις κεντρικές στήλες και

τις διαμορφώσεις των χώρων, ε. Τπάρχουν πολλές σωληνώσεις που είναι ορατές και δημιουργούν πρόβλημα αισθητικής, στ. Έχουμε αυξημένο κίνδυνο διαρροών λόγω πολλών ενώσεων και ζ. Σο κόστος της εγκατάστασης είναι μεγάλο.

Page 36: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

4. Να περιγράψετε τη βασική διαφορά δικτύου διανομής μονοσωληνίου και δισωληνίου συστήματος κεντρικής θέρμανσης;

Η βασική διαφορά δικτύου διανομής μονοσωληνίου και δισωληνίου συστήματος κεντρικής θέρμανσης είναι ότι στο μονοσωλήνιο σύστημα υπάρχει η δυνατότητα

δημιουργίας αυτονομίας θέρμανσης με την τοποθέτηση δίοδης ( ή τρίοδης ) βάνας προς τα κυκλώματα κάθε διαμερίσματος με θερμοστάτη χώρου σε κάθε διαμέρισμα και πίνακα ωρομετρητών ή θερμιδομετρητών στο λεβητοστάσιο ή σε άλλον

κοινόχρηστο χώρο. ε αντίθεση, στο δισωλήνιο σύστημα υπάρχει αδυναμία δημιουργίας αυτονομίας θέρμανσης διότι δεν είναι δυνατό να απομονωθούν τα θερμαντικά σώματα κάθε διαμερίσματος εφόσον η τροφοδότηση γίνεται

μέσω κατακόρυφων στηλών.

5. Ποιες είναι οι διαφορές μεταξύ δισωληνίου συστήματος κεντρικής θέρμανσης ‘‘φυσικής’’ και ‘‘εξαναγκασμένης’’ κυκλοφορίας αντίστοιχα; Ποιες είναι οι εφαρμογές τους;

τα συστήματα φυσικής κυκλοφορίας, που είχαν αναπτυχθεί παλαιότερα και που σήμερα δε χρησιμοποιούνται καθόλου, η κυκλοφορία του νερού οφείλεται

μόνο στη διαφορά του ειδικού βάρους μεταξύ θερμού και ψυχρού νερού. Σο θερμό νερό, που είναι ελαφρύτερο, μπορεί να ανέβει προς τα πάνω, ενώ στη συνέχεια ψύχεται, βαραίνει και αρχίζει να κατεβαίνει προς τα κάτω. το σύστημα

εξαναγκασμένης κυκλοφορίας, τα οποία σχεδόν αποκλειστικά χρησιμοποιούνται σήμερα, για την κυκλοφορία του θερμού νερού στο δίκτυο χρησιμοποιείται ηλεκτροκίνητος κυκλοφορητής ή αντλία. Μερικά από τα σημαντικά πλεονεκτήματα

που έχουν οι θερμάνσεις εξαναγκασμένης κυκλοφορίας έναντι αυτών της φυσικής κυκλοφορίας είναι τα εξής: α. Γρήγορη ικανοποίηση των θερμικών απαιτήσεων,

δηλαδή μικρή αδράνεια, β. Εύκολη και λεπτή ρύθμιση, με συνέπεια τη γρήγορη και ομοιόμορφη ανταπόκριση στις μεταβολές του θερμικού φορτίου των χώρων, γ. Φρήση σωληνώσεων μικρών διατομών και συνεπώς μικρές θερμικές απώλειες από το δίκτυο,

δ. Απεριόριστες δυνατότητες στη σχεδίαση και τη διάρθρωση του δικτύου των σωληνώσεων, ε. Δυνατότητα μεγάλων επιλογών ως προς τον τύπο του θερμαντικού σώματος που θα χρησιμοποιηθεί και την με οποιοδήποτε τρόπο τοποθέτησή του

στο χώρο και στ. Εύκολος εξαερισμός των δικτύων, με συνέπεια την ελαχιστοποίηση των φαινομένων διάβρωσης και τις μικρές δαπάνες συντήρησης

6. Σι περιλαμβάνει μία πλήρης μελέτη κεντρικής θέρμανσης και από ποιον

εκπονείται;

Κάθε μελέτη πρέπει να συντάσσεται με επιμέλεια από ένα Μηχανικό, ο οποίος πρέπει να παραδίδει στον εντολοδόχο του ( ιδιοκτήτη ) φάκελο της μελέτης

που θα περιλαμβάνει τα εξής: α. Σεχνική περιγραφή στην οποία πρέπει να αναφέρονται οι θερμικές απώλειες του κάθε χώρου και το σύνολό τους, β. Σα κύρια χαρακτηριστικά που προέκυψαν από τους υπολογισμούς ( για το λέβητα,

τον καυστήρα, τον κυκλοφορητή, τα κεντρικά δίκτυα σωληνώσεων, τα συστήματα ασφαλείας, τα όργανα ενδείξεων, μετρήσεων και αυτοματισμού ), γ. Έντυπα επιλογής των θερμαντικών σωμάτων, δ. χέδια σωληνώσεων και θέσεων των θερμαντικών

σωμάτων, ε. χέδια κάτοψης και κατακόρυφης τομής του λεβητοστασίου, όπου φαίνεται η θέση του λέβητα, του κυκλοφορητή, της δεξαμενής πετρελαίου,

της καπνοδόχου, των συστημάτων ασφαλείας που υπάρχουν στο λεβητοστάσιο, του ηλεκτρολογικού πίνακα, των ανοιγμάτων αερισμού κτλ, στ. χέδια των ηλεκτρικών καλωδιώσεων που τροφοδοτούν με ρεύμα τον καυστήρα,

τον κυκλοφορητή, τα συστήματα ελέγχου και αυτοματισμού, ζ. Οικονομικό προϋπολογισμό της προτεινόμενης εγκατάστασης και η. Έντυπο προσφοράς

ή πρόταση γραπτής συμφωνίας μεταξύ ιδιοκτήτη και εργοδότη ο οποίος θα αναλάβει την κατασκευή.

Page 37: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

7. Ποιος είναι ο ρόλος του κυκλοφορητή σε ένα σύστημα κεντρικής θέρμανσης; Ο κυκλοφορητής είναι ο ιδιαίτερος τύπος μικρής αντλίας ο οποίος χρησιμεύει για την

κυκλοφορία του νερού των εγκαταστάσεων θέρμανσης στο κλειστό κύκλωμα της διαδρομής εξασφαλίζοντας αφ’ ενός την αναγκαία παροχή και αφ’ ετέρου κάλυψη

των αντιστάσεων του δικτύου στο πιο δυσμενέστερο κύκλωμα. Οι κυκλοφορητές έχουν πάντοτε ενσωματωμένο σε ενιαίο κέλυφος ( περίβλημα ) τον ηλεκτροκινητήρα και την αντλία.

8. Ποια είδη θέρμανσης επιφανειών γνωρίζετε; Να περιγράψετε συνοπτικά

κάθε είδος.

Με τον όρο ‘‘θέρμανση επιφανειών’’, εννοούμε τα συστήματα θέρμανσης ολόκληρων επιφανειών των χώρων που θερμαίνονται, όπως δάπεδα, οροφές ή τοίχοι κυρίως

εξωτερικοί. τη θέρμανση δαπέδου οι θερμαντικοί σωλήνες τοποθετούνται υπό μορφή σερπαντίνας στο δάπεδο. Μπορεί να είναι σιδηροσωλήνες ή χαλκοσωλήνες, αλλά σήμερα έχουν σχεδόν αποκλειστικά καθιερωθεί ειδικοί πλαστικοί σωλήνες

πολυπροπυλένιο, λόγω χαμηλότερου κόστους και μεγαλύτερης διάρκειας ζωής. τις θερμάνσεις τοίχων έχουμε, όπως και στις θερμάνσεις στο δάπεδο, εγκαταστάσεις

σωληνώσεων υπό μορφή σερπαντίνας κυρίως στην ποδιά των παραθύρων. Μπορούν να αποτελέσουν και συνδυασμένο τρόπο θέρμανσης μαζί με θερμάνσεις οροφής, ώστε σε δυσμενείς καιρικές συνθήκες να εμποδιστούν τα καθοδικά ρεύματα

κοντά στα παράθυρα. τη θέρμανση οροφής η εγκατάσταση των θερμαντικών σωλήνων προβλέπεται στην οροφή. Σο θερμό νερό που κυκλοφορεί στους σωλήνες είναι θερμοκρασίας περίπου 700C, ενώ η θερμοκρασία της οροφής δεν επιτρέπεται

να υπερβαίνει τους 35 – 400C, γιατί η ακτινοβολία σε υψηλότερες τιμές επιδρά δυσάρεστα στους ανθρώπους. Εκτός από σωλήνες απλούς είναι δυνατό να έχουμε και

θερμάνσεις οροφής με σωλήνες με ελάσματα ή ακόμη και με πλάκες ακτινοβολίας, στις οποίες στηρίζονται οι θερμαντικοί σωλήνες.

9. Να αναφέρετε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα του ενδοδαπέδιου συστήματος κεντρικής θέρμανσης σε σχέση με τα ‘‘κλασικά’’ συστήματα διανομής ( μονοσωλήνιο και δισωλήνιο ).

Ενδοδαπέδια συστήματα κεντρικής θέρμανσης έχουν αναπτυχθεί πολύ τα τελευταία χρόνια λόγω των πολλών τους πλεονεκτημάτων και ήδη άρχισαν να κατασκευάζονται

και στη χώρα μας. Σα συστήματα αυτά είναι στην πλειονότητά τους συστήματα κεντρικής θέρμανσης με θερμό νερό και μάλιστα χαμηλών θερμοκρασιών ( 45 – 500C ). Αυτό αποτελεί σημαντικό πλεονέκτημα γιατί οι χαμηλές αυτές

θερμοκρασίες νερού μπορούν να επιτευχθούν με τη χρήση αντλίας θερμότητας ή ακόμη και ηλιακής ενέργειας. Τπάρχουν και άλλα πλεονεκτήματα στις θερμάνσεις

επιφανειών, όπως: α. Η έλλειψη θερμαντικών σωμάτων, β. Η ομοιόμορφη θέρμανση του χώρου σε όλο του το πλάτος ή ύψος και γ. Ένα καλύτερο αποτέλεσμα από την άποψη της υγιεινής της ατμόσφαιρας, δεδομένου ότι η μετάδοση της θερμότητας

γίνεται στο μεγαλύτερο ποσοστό με ακτινοβολία. Έχουμε δηλαδή άμεση θέρμανση των αντικειμένων άρα και του ανθρώπινου σώματος και ο αέρας του χώρου θερμαίνεται δευτερογενώς στην επαφή του με τις επιφάνειες των αντικειμένων και

των ανθρώπων που βρίσκονται στο χώρο. Ψς μειονεκτήματα των συστημάτων θέρμανσης επιφανειών μπορούν να θεωρηθούν: α. Σο σχετικά υψηλότερο κόστος

εγκατάστασης επειδή αυτή προβλέπει πρόσθετες οικοδομικές εργασίες, β. Σο επίσης υψηλό κόστος επισκευής σε περίπτωση βλάβης των σωλήνων, γ. Σο ότι εγκαθίστανται μόνο σε νεοαναγειρόμενες οικοδομές και δ. Σο ότι μερικές φορές δεν επαρκεί

η θερμότητα που αποδίδεται στο χώρο και απαιτείται πρόσθετη θερμική πηγή ( κυρίως σε ψυχρές περιοχές ).

Page 38: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

10. Να περιγράψετε τα βασικά συστήματα τροφοδοσίας σωμάτων στο δισωλήνιο σύστημα κεντρικής θέρμανσης.

α. Σροφοδοσία με σύνδεση από πάνω ( τύπου Ομπρέλα ): Σο σύστημα αυτό συνήθως χρησιμοποιείται σε έτοιμες κατοικίες και κατά το οποίο, από τις κεντρικές στήλες

( κατακόρυφους σωλήνες ) απομαστεύεται ζεστό νερό προσαγωγής και οδηγείται από το επάνω μέρος προς τα κάτω με τελική κατεύθυνση το θερμαντικό σώμα. Επίσης το κρύο νερό, με τον ίδιο τρόπο, οδηγείται στο σωλήνα επιστροφής και

μέσω των κεντρικών κατακόρυφων κλάδων καταλήγει στο συλλέκτη επιστροφής και μετά στο λέβητα για επαναθέρμανση. Οι μεγάλων διαμέτρων σωληνώσεις βρίσκονται στο επάνω μέρος της εγκατάστασης, ενώ στα σώματα καταλήγουν μικρότερης

διατομής σωλήνες, β. Σροφοδοσία από κάτω: Με αυτό το σύστημα τροφοδοσίας θερμού νερού, οι σωλήνες προσαγωγής και επιστροφής οδηγούνται στο θερμαντικό

σώμα από το κάτω άκρο του προς τα υψηλότερα σημεία και μπορούμε να πούμε ότι με το σύστημα αυτό έχουμε όσο το δυνατό λιγότερες ορατές σωληνώσεις σε σχέση με το σύστημα τροφοδοσίας από ‘‘επάνω’’. Με το σύστημα αυτό επίσης έχουμε

μεγαλύτερη οικονομία, αλλά η τροφοδοσία του θερμού νερού είναι πιο αργή από την τροφοδοσία από ‘‘επάνω’’. Έχουμε ακόμη ταχύτερη θέρμανση των χαμηλότερων

ορόφων, ενώ στην άλλη περίπτωση τροφοδοσίας των πιο απομακρυσμένων ( επάνω ορόφων ) και γ. Σέλος, μπορεί να υπάρξει και συνδυασμός των δυο προηγούμενων τρόπων τροφοδοσίας ( μικτό σύστημα ).

Page 39: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

11. Να αναγνωρίσετε το είδος της διανομής και τα αριθμημένα τμήματα του δικτύου στο διάγραμμα εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης που ακολουθεί:

1) ωληνώσεις λεβητοστασίου ( προσαγωγής και επιστροφής ) 2) τήλη επιστροφής 3) τήλη προσαγωγής

4) Διαστολικά 5) Αυτόματα εξαεριστικά στήλης 6) Ηλεκτροβάνα

7) υλλέκτης προσαγωγής 8) υλλέκτης επιστροφής

9) Ειδικοί εύκαμπτοι σωλήνες 10) Σετράοδος διακόπτης θερμαντικού σώματος 11) Θερμαντικά σώματα

12) Εξαεριστικό θερμαντικού σώματος 13) Πίνακας συλλεκτών 14) Θερμοστάτης

15) Σρίοδη περιστροφική βάνα ανάμειξης

Page 40: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

12. Να αναγνωρίσετε το είδος της διανομής και τα αριθμημένα τμήματα του δικτύου στο διάγραμμα εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης

που ακολουθεί:

1) Οριζόντιο δίκτυο

2) Κατακόρυφο δίκτυο 3) Θερμαντικά σώματα 4) Αυτόματα εξαεριστικά στήλης

5) Εξαεριστικά σώματος 6) Διαστολικά

7) Διακόπτες θερμαντικών σωμάτων 8) Κυκλοφορητής 9) Σετράοδη περιστροφική βάνα ανάμειξης

10) Ασφαλιστική βαλβίδα

Page 41: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

13. Ποιοι είναι οι τρόποι σύνδεσης θερμαντικών σωμάτων στο μονοσωλήνιο σύστημα κεντρικής θέρμανσης; Εξηγείστε τις συνδέσεις με τη βοήθεια

σκαριφημάτων τριών θερμαντικών σωμάτων. το μονοσωλήνιο σύστημα έχουμε σύνδεση των θερμοπομπών σε σειρά, η οποία

μπορεί να επιτευχθεί με δυο τρόπους: α. Με διακλάδωση ( by – pass ) στην οποία παρεμβάλλεται ο θερμοπομπός με δυο διακόπτες, ένα στην προσαγωγή και ένα στην επιστροφή και β. Με ειδικό τετράοδο διακόπτη συνδεδεμένο σε ένα σημείο

του θερμοπομπού με ρακόρ και σε σειρά στο σωλήνα του κυκλώματος με δυο συνδέσμους. Με το διακόπτη αυτό, μπορούμε να ρυθμίζουμε την ποσότητα του θερμού νερού που θα τροφοδοτήσει το θερμοπομπό, καθώς και την ποσότητα

θερμού νερού που θα τον παρακάμψει. Και στις δυο περιπτώσεις η ποσότητα του νερού που περνά μέσα από το θερμοπομπό και αυτή που τον παρακάμπτει

μπορούν να ρυθμιστούν. Πάντως η δεύτερη περίπτωση έχει πιο πλατιά εφαρμογή τα τελευταία χρόνια, διότι υπάρχει μεγαλύτερη δυνατότητα ρύθμισης.

14. Ποιες συσκευές - εξαρτήματα εξασφαλίζουν την καλή λειτουργία στο μονοσωλήνιο σύστημα κεντρικής θέρμανσης;

Η καλή λειτουργία του μονοσωλήνιου συστήματος κεντρικής θέρμανσης εξασφαλίζεται με τις παρακάτω συσκευές: α. Δοχείο διαστολής κλειστού τύπου, η σύνδεση του οποίου γίνεται στο σωλήνα επιστροφής προς το λέβητα χωρίς

την παρεμβολή βάνας ενδιάμεσα. Πριν από το δοχείο διαστολής, στο σωλήνα επιστροφής, τοποθετείται εξαεριστικό για την εξαέρωση του δοχείου κατά την

πλήρωση της εγκατάστασης με νερό, β. Αυτόματο πλήρωσης της εγκατάστασης με νερό, ο οποίος φέρει βαλβίδα αντεπιστροφής, βαλβίδα ρύθμισης της απαιτούμενης πίεσης στην εγκατάσταση και μανόμετρο. Η σύνδεσή του γίνεται ή στο σωλήνα

επιστροφής του νερού στο λέβητα ή απευθείας στο λέβητα, αν υπάρχει ειδική υποδοχή σ’ αυτόν. Η ρύθμιση του αυτόματου πλήρωσης της εγκατάστασης γίνεται με βάση τη στατική πίεση, έτσι ώστε και να αποκλείεται η ύπαρξη αέρα

στην εγκατάσταση αλλά και να αποκλειστεί η υπερπίεση σ’ αυτήν,

Page 42: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

γ. Βαλβίδα ασφαλείας που συνδέεται στο σωλήνα προσαγωγής θερμού νερού αμέσως μετά την έξοδο από το λέβητα και χωρίς να παρεμβάλλονται ενδιάμεσα άλλα ειδικά

εξαρτήματα. Η βαλβίδα ασφαλείας ενεργοποιείται όταν η πίεση στην εγκατάσταση υπερβεί την πίεση λειτουργίας κατά 1 Atm, δ. Ειδικές ρυθμιστικές βαλβίδες

που εγκαθίστανται μια στην αρχή κάθε κυκλώματος ( στο συλλέκτη προσαγωγής ) και μια στο τέλος ( στο συλλέκτη επιστροφής ) και εξασφαλίζουν ακριβή ρύθμιση της ποσότητας του νερού που περνά από κάθε κύκλωμα. Η ίδια ρύθμιση μπορεί

να επιτευχθεί και με την εγκατάσταση ειδικού τετράοδου διακόπτη στον πρώτο θερμοπομπό ( εναλλάκτη θερμότητας ) κάθε κυκλώματος και ε. Ειδικούς τετράοδους διακόπτες που εγκαθίστανται ένας σε κάθε θερμοπομπό. Λέγονται τετράοδοι

γιατί έχουν τέσσερις οδούς ροής του νερού, δηλαδή μια για την είσοδο του νερού από το διακόπτη, μια για την έξοδο του νερού από το διακόπτη, μια για την είσοδο

τμήματος της ποσότητας του νερού στο θερμοπομπό και μια για την έξοδο της ποσότητας αυτής από το θερμοπομπό. ταν ο διακόπτης είναι κλειστός, καμία ποσότητα νερού δεν διέρχεται μέσα από το θερμοπομπό και έτσι αυτός μπορεί

να αφαιρεθεί χωρίς να διακοπεί η λειτουργία των υπόλοιπων θερμοπομπών στο κύκλωμα. ταν είναι ανοικτός τότε μέρος ή και όλη η ποσότητα του νερού μπορεί

να περάσει μέσα από το θερμοπομπό, να επιστρέψει στο διακόπτη και να αναμειχθεί με την ποσότητα νερού που παρέκαμψε το θερμοπομπό και να συνεχίσει προς τον επόμενο. το μονοσωλήνιο σύστημα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως θερμοπομποί

όλοι οι τύποι θερμαντικών σωμάτων που χρησιμοποιούνται και στο δισωλήνιο σύστημα. υνήθως σε κάθε κύκλωμα είναι δυνατό να εγκατασταθούν κατά μέγιστο 4 – 5 θερμαντικά σώματα.

15. Ποια είναι η σειρά σύνδεσης των εξαρτημάτων κατά την κατασκευή

του οριζόντιου δικτύου σε μονοσωλήνιο σύστημα από την κεντρική στήλη έως τα σώματα; φαιρικός διακόπτης → Ηλεκτροβάνα → υλλέκτης → Ρυθμιστικός διακόπτης →

Διακόπτης μονοσωλήνιου ( θερμαντικού σώματος ).

16. Ποια είναι τα είδη δεξαμενών καυσίμου και τι καύσιμο συνήθως

αποθηκεύουμε σε κάθε μία από αυτές; Οι δεξαμενές ανάλογα με το υλικό κατασκευής τους διακρίνονται σε χαλύβδινες και

σε πλαστικές. Ανάλογα με τη διατομή τους διακρίνονται σε ορθογωνικής και σε κυλινδρικής διατομής. Σέλος, ανάλογα με το καύσιμο που χρησιμοποιείται για καύση, οι δεξαμενές καυσίμων διακρίνονται σε δεξαμενές υγρών και αερίων

καυσίμων. Οι δεξαμενές υγρών καυσίμων αφορούν κυρίως το ντίζελ και το μαζούτ, ενώ οι δεξαμενές αερίων καυσίμων χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση υγραερίου

ή LPG ( Liquified Petroleum Gas ). την περίπτωση χρήσης φυσικού αερίου ή φωταερίου δεν απαιτείται η ύπαρξη δεξαμενής αλλά μόνο η σύνδεση της εγκατάστασης του καυσίμου αερίου του κτιρίου με τον κεντρικό αγωγό παροχής

του φυσικού αερίου ή φωταερίου.

17. Ποια είναι τα εξαρτήματα μίας τυπικής δεξαμενής πετρελαίου και

ποιος ο ρόλος καθενός από αυτά; Μια τυπική δεξαμενή πετρελαίου έχει τα παρακάτω εξαρτήματα: α. ωλήνα

αναθυμιάσεων που τοποθετείται στο επάνω μέρος της δεξαμενής με σκοπό να οδηγεί τις αναθυμιάσεις του πετρελαίου στο περιβάλλον, β. Ανθρωποθυρίδα που είναι άνοιγμα στο επάνω μέρος της δεξαμενής και εξυπηρετεί στην είσοδο του τεχνίτη μέσα

σ’ αυτή, για τον καθαρισμό και την επισκευή της, γ. ωλήνα πλήρωσης ( γεμίσματος ) της δεξαμενής που ξεκινά από τον εξωτερικό χώρο, που πρέπει να έχει οπωσδήποτε

πρόσβαση στο βυτίο μεταφοράς καυσίμων, και καταλήγει στο επάνω μέρος της δεξαμενής, δ. Διακόπτη αδειάσματος της δεξαμενής από τον οποίο αδειάζουμε τη δεξαμενή από καύσιμο και βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο της,

Page 43: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

ε. Δείκτη στάθμης πετρελαίου που τοποθετείται στο επάνω μέρος της δεξαμενής και με τον οποίο μετράμε την ποσότητα του πετρελαίου, στ. ωλήνα τροφοδότησης

του καυστήρα που τοποθετείται λίγο πάνω από τη βάση της δεξαμενής για να μην εισέρχονται στον καυστήρα διάφορες ακαθαρσίες, ζ. τήριξη της δεξαμενής η οποία

είναι κάποια μεταλλικά ποδαράκια που συγκολλούνται στη βάση της και η. Προστασία δεξαμενής, όσον αφορά τις χαλύβδινες δεξαμενές, που βάφονται με ειδικά αντιδιαβρωτικά υποστρώματα μετάλλων.

18. Ποια είναι τα εξαρτήματα σύνδεσης μίας δεξαμενής πετρελαίου με τον

καυστήρα, με ποια σειρά τοποθετούνται και ποιος ο ρόλος καθενός από αυτά;

Σα κύρια εξαρτήματα για τη σύνδεση της δεξαμενής πετρελαίου με τον καυστήρα είναι τα ακόλουθα: α. Διακόπτης πετρελαίου που τοποθετείται αμέσως μετά

τη δεξαμενή, ενώ σε πολλές εγκαταστάσεις υπάρχει και διακόπτης πριν από τον καυστήρα. Η χρησιμότητα των διακοπτών αυτών είναι μεγάλη αφού διευκολύνουν τη συντήρηση ( πχ καθαρισμό ή επισκευή ) της γραμμής σύνδεσης της δεξαμενής

με τον καυστήρα, β. Υίλτρο πετρελαίου που είναι ένα σημαντικό εξάρτημα αφού αποτρέπει τα κάθε μορφής κατάλοιπα, που πιθανόν υπάρχουν στο πετρέλαιο,

να εισέλθουν στον καυστήρα και να προξενήσουν σημαντικές φθορές και δυσλειτουργίες στην καύση. Σοποθετείται αμέσως μετά τον διακόπτη πετρελαίου και γ. Ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα πετρελαίου που χρησιμοποιείται για να διακόπτει

τη ροή πετρελαίου προς τον καυστήρα όταν αυτός δε λειτουργεί. Η βαλβίδα αυτή έπεται του φίλτρου πετρελαίου και συνδέεται από ηλεκτρολογικής άποψης, παράλληλα με τον ηλεκτροκινητήρα του καυστήρα και αρχίζει τη λειτουργία της

ταυτόχρονα με την εκκίνηση του καυστήρα, παρέχοντας έτσι ικανοποιητικό χρόνο για την εξαέρωση της αντλίας πετρελαίου που είναι ενσωματωμένη στο κέλυφος

του καυστήρα. λα αυτά τα εξαρτήματα στερεώνονται πάνω σε μια γραμμή αναρρόφησης ( τροφοδοσίας πετρελαίου ) η οποία ξεκινά από τη δεξαμενή και καταλήγει στον καυστήρα.

19. Ποια είναι η πιθανή μορφή, ο τρόπος τοποθέτησης και το υλικό

κατασκευής των δεξαμενών υγρών καυσίμων;

α. Ορθογωνική δεξαμενή: Η δεξαμενή αυτή πρέπει ( βάσει κανονισμού ) να εδράζεται σε μεταλλική βάση και η επιφάνεια του δαπέδου, κάτω από τη δεξαμενή, πρέπει

να έχει μορφή λεκάνης ώστε να συγκεντρώνει το πετρέλαιο που πιθανόν θα διαφύγει, για οποιοδήποτε λόγο, από τη δεξαμενή. Επίσης, στη λεκάνη αυτή θα πρέπει να κατασκευάζεται απορροή δαπέδου που θα καταλήγει σε ειδική αποχέτευση

συλλογής πετρελαίου, η οποία όμως αποχέτευση δεν θα συνδέεται με το κεντρικό αποχετευτικό δίκτυο της πόλης. Οι τυπικές διαστάσεις των μαύρων χαλύβδινων

λαμαρινών που κυκλοφορούν στο εμπόριο με τις οποίες κατασκευάζεται μια τέτοια δεξαμενή είναι: 2,0 × 1,0m και 1,2 × 2,4m και β. Κυλινδρική δεξαμενή: Η δεξαμενή αυτή χρησιμοποιείται κυρίως σε εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, ισχύος

μεγαλύτερης των 250kW. Διακρίνονται σε υπόγειες οριζόντιες, υπέργειες οριζόντιες, ημιυπόγειες οριζόντιες, κατακόρυφες υπέργειες και κατακόρυφες ημιυπόγειες. Σέλος, εκτός από τις χαλύβδινες δεξαμενές πετρελαίου, κυκλοφορούν στην αγορά και

δεξαμενές κατασκευασμένες από σκληρό PVC ενισχυμένο με γυάλινες ίνες ( fiberglass ). Οι δεξαμενές αυτές είναι μονού τοιχώματος, όπως και οι προηγούμενες,

ή και διπλού εάν πρόκειται να εγκατασταθούν σε υπαίθριο χώρο, ενώ στον ενδιάμεσο χώρο των τοιχωμάτων τοποθετείται μόνωση. Επίσης, ο όγκος τους μπορεί να φτάσει μέχρι και τα 100m3.

20. Ποιοι παράγοντες καθορίζουν το μέγεθος μίας δεξαμενής καυσίμου;

Σο μέγεθος μιας δεξαμενής καυσίμου καθορίζεται από: α. Σο διαθέσιμο χώρο όπου πρόκειται να εγκατασταθεί η δεξαμενή ( βάσει κανονισμού ), β. Σο κόστος κατασκευής και εγκατάστασής της και γ. Ση διαθεσιμότητα του καυσίμου.

Page 44: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

21. Ποιοι παράγοντες καθορίζουν την ‘‘τέλεια καύση’’ και ποιες είναι οι συνέπειες της ‘‘ατελούς καύσης’’;

Καύση είναι η χημική ένωση του καυσίμου ( στερεού, υγρού ή αερίου ) με το οξυγόνο, κατά την οποία εκλύεται θερμότητα. Οι βασικοί παράγοντες για την επίτευξη

της τέλειας καύσης και τον περιορισμό των επιβλαβών προϊόντων της ( καυσαερίων και στερεών καταλοίπων ) στο περιβάλλον είναι: α. Η ταχύτητα ανάμιξης του καυσίμου με το οξυγόνο, β. Η ολική ανάμιξη των σωματιδίων του καυσίμου με το

οξυγόνο, γ. Σο ύψος της θερμοκρασίας στο χώρο καύσης και δ. Η περιεκτικότητα οξυγόνου στο μίγμα καυσίμου – αέρα. Ατελής καύση καυσίμου σημαίνει σπατάλη καυσίμου, μεγαλύτερο κόστος λειτουργίας της θερμικής εγκατάστασης αλλά και

ρύπανση του περιβάλλοντος με τα προϊόντα της καύσης και ιδίως με τα αιωρούμενα σωματίδια και το μονοξείδιο του άνθρακα.

22. Ποια κύρια είδη καυστήρων γνωρίζετε; Ποιες είναι οι εφαρμογές τους;

Οι καυστήρες διακρίνονται σε: α. Καυστήρες στερεών καυσίμων ( χρησιμοποιούν

ως καύσιμο το κοκ ) οι οποίοι χρησιμοποιούνται είτε σε μεγάλες βιομηχανικές μονάδες και σε εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρική ενέργεια είτε σε τοπικές πηγές

θέρμανσης ( πχ θερμάστρες ), β. Καυστήρες υγρών καυσίμων ( χρησιμοποιούν ως καύσιμο το πετρέλαιο ) οι οποίοι χρησιμοποιούνται σε μικρές εγκαταστάσεις, γ. Καυστήρες αερίων καυσίμων ( χρησιμοποιούν ως καύσιμο είτε το φυσικό αέριο

είτε το τεχνητό αέριο, πχ προπάνιο ή βουτάνιο ) οι οποίοι χρησιμοποιούνται σε εγκαταστάσεις μικρής ισχύος και δ. Καυστήρες διπλής και μικτής λειτουργίας ( κατασκευάζονται για καύση πετρελαίου και αερίου συγχρόνως ) οι οποίοι

χρησιμοποιούνται στις περιπτώσεις που πρέπει να είναι εξασφαλισμένη, συνεχώς, η παροχή θερμότητας, όπως πχ σε θερμικές εγκαταστάσεις νοσοκομείων ή εργοστασίων.

23. Ποια είναι η αρχή λειτουργίας ενός καυστήρα πετρελαίου;

Να περιγράψετε τα βασικά εξαρτήματα ενός καυστήρα πετρελαίου;

Ο καυστήρας είναι η συσκευή στην οποία γίνεται η καύση του καυσίμου ( στερεού, υγρού ή αερίου ) στο χώρο καύσης του λέβητα ( φλογοθάλαμο ), δημιουργώντας έτσι συνθήκες καλής καύσης. Ο καυστήρας ελέγχεται από αυτοματισμούς. Για να

ξεκινήσει τη λειτουργία του θα πρέπει ο εγκέφαλός του να δεχτεί ηλεκτρική εντολή από το θερμοστάτη του πίνακα του λέβητα. ταν γίνει αυτό τότε συμβαίνουν με τη

σειρά τα εξής: α. Ο εγκέφαλος δίνει εντολή στον κινητήρα του καυστήρα και αυτός αρχίζει να περιστρέφεται και συγχρόνως αρχίζει να περιστρέφεται ο ανεμιστήρας και η αντλία πετρελαίου, β. Αρχίζει να λειτουργεί ομετασχηματιστής και δημιουργείται

σπινθήρας στην άκρη των ηλεκτροδίων πάνω στο ακροφύσιο, γ. Μετά από ορισμένα δευτερόλεπτα και εφόσον δεν υπάρχει φλόγα μέσα στον καυστήρα, ανοίγει

η ηλεκτρομαγνητική βαλβίδα πετρελαίου. Μια ορισμένη ποσότητα καυσίμου πλέον πρεσάρεται προς το ακροφύσιο. Έτσι, γίνεται ο ψεκασμός του πετρελαίου και η ανάμιξή του με τον αέρα που ήδη παρέχει ο ανεμιστήρας. Σο μίγμα αυτό

αέρα – πετρελαίου αναφλέγεται από το σπινθήρα των ηλεκτροδίων και δ. Σο φωτοκύτταρο δέχεται το φώς της φλόγας και μετά από λίγα δευτερόλεπτα δίνει εντολή ( μέσω του εγκεφάλου ) για διακοπή λειτουργίας του μετασχηματιστή, ενώ

ο καυστήρας συνεχίζει να λειτουργεί. Σα βασικά εξαρτήματα ενός καυστήρα πετρελαίου είναι τα εξής: α. Αντλία καυσίμου η οποία χρησιμοποιείται για τη

μεταφορά του πετρελαίου από τη δεξαμενή του στο λέβητα για καύση, το φιλτράρισμα του καυσίμου, τη συμπίεση του καυσίμου ώστε να εξέρχεται από το ακροφύσιο ( μπεκ ) με τη μορφή νέφους και την παύση της παροχής πετρελαίου με το τέλος

κάθε κύκλου λειτουργίας του καυστήρα,

Page 45: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

β. Αυτόματος ηλεκτρονικός πίνακας έναυσης του καυστήρα, ο σκοπός του οποίου είναι ο έλεγχος της αυτόματης και ασφαλούς λειτουργίας του. Ο ηλεκτρονικός

πίνακας ελέγχει την έναυση ( αρχικό ξεκίνημα ) του καυστήρα από τη στιγμή που αυτός θα δεχτεί εντολή από το θερμοστάτη ή τον υδροστάτη, δίνει εντολή

στον κινητήρα και το μετασχηματιστή ώστε να ξεκινήσει ο προαερισμός του λέβητα στο σημείο των σπινθηριστών καθώς και η λειτουργία του ανεμιστήρα και της αντλίας καυσίμου και στη συνέχεια δίνει εντολή στην ηλεκτροβαλβίδα να ανοίξει για να

περάσει το καύσιμο και να αρχίσει η καύση, γ. Μηχανικό διάφραγμα ( τάμπερ ) αέρα το οποίο κατά τη διάρκεια των παύσεων λειτουργίας του καυστήρα παραμένει κλειστό εμποδίζοντας τον κρύο αέρα να εισέρχεται στο λέβητα και να ψύχει το νερό

που κυκλοφορεί εντός του, ενώ ανοίγει μόνο με το ρεύμα του αέρα του ανεμιστήρα μετά την έναρξη του καυστήρα και σταματά με την παύση του από το ίδιο το βάρος

του, δ. Μετασχηματιστής έναυσης που είναι κοντά στο ακροφύσιο και εξασφαλίζει την αναγκαία τάση ρεύματος για τη δημιουργία ηλεκτρικού σπινθήρα μεταξύ των δυο ηλεκτροδίων ώστε να καταστεί δυνατή η έναυση του καυστήρα, ε. Υωτοαντιστάσεις

και φωτοκύτταρα τα οποία, με τη βοήθεια του ηλεκτρονικού πίνακα, διακόπτουν τη λειτουργία του μετασχηματιστή και των σπινθηριστών μετά την ανάφλεξη

του καυσίμου, ανάλογα με τη φωτεινότητα της φλόγας και στ. Κέλυφος καυστήρα ή περίβλημα το οποίο περιβάλλει όλα τα εξαρτήματα του καυστήρα και είναι κατασκευασμένο από ελαφρά μέταλλα όπως το αλουμίνιο. κοπός

του περιβλήματος είναι να προστατεύει τον καυστήρα από σκόνη, χτυπήματα κτλ ενώ είναι εύκολο να αφαιρεθεί για συντήρηση, επιθεώρηση ή καθάρισμα.

24. Ποια βήματα θα ακολουθήσετε κατά την εγκατάσταση ενός καυστήρα πετρελαίου;

Οι ενέργειες που πρέπει να γίνονται για τη σωστή εγκατάσταση και λειτουργία ενός καυστήρα πετρελαίου παρουσιάζονται παρακάτω κατά σειρά εκτέλεσής τους: α. Έλεγχος της παροχής πετρελαίου, β. Προσαρμογή καυστήρα, γ. Επιλογή

του μπεκ, δ. Σοποθέτηση του ακροφύσιου ( μπεκ ), ε. Σοποθέτηση και ρύθμιση διασκορπιστή πετρελαίου και ακίδων, στ. Προρρύθμιση αέρα, ζ. Ανάρτηση του καυστήρα και σύνδεση των διαφόρων σωληνώσεων, η. ύνδεση οργάνων

μέτρησης, θ. Ηλεκτρική σύνδεση λέβητα – καυστήρα, ι. Ρύθμιση αέρα, ια. Ρύθμιση πίεσης πετρελαίου, ιβ. Μέτρηση προϊόντων καύσης, ιγ. Έλεγχος λειτουργίας βασικών

εξαρτημάτων, ιδ. Έλεγχος εκκίνησης του καυστήρα, ιε. υμπλήρωση φύλλου ελέγχου καύσης, ιστ. Αποσύνδεση οργάνων μέτρησης, ιζ. Παράδοση εντύπου οδηγιών στο χρήστη και ιη. Ενημέρωση του τελικού χρήστη.

25. ε ποιες κατηγορίες διακρίνονται οι καυστήρες αερίου;

α. Ατμοσφαιρικοί καυστήρες στους οποίους ο απαραίτητος αέρας καύσης ( πρωτεύων αέρας ) προσάγεται χωρίς τη βοήθεια μηχανικών διατάξεων , αλλά με φυσικό ελκυσμό ( ατμοσφαιρική πίεση ) στο χώρο καύσης και β. Πιεστικοί καυστήρες ( με φυσητήρα )

στους οποίους ο συνολικός αέρας που απαιτείται για την καύση του αερίου παρέχεται από ανεμιστήρα σε πίεση.

26. Πώς λειτουργεί και ποια είναι τα πλεονεκτήματα ενός σύγχρονου καυστήρα διασκορπισμού;

ε ένα σύγχρονο καυστήρα διασκορπισμού το πετρέλαιο συμπιέζεται με τη βοήθεια ηλεκτροκίνητης αντλίας και κατόπιν οδηγείται σε ακροφύσιο ( μπεκ ) διασκορπισμού. Έτσι, το πετρέλαιο που ήδη είναι σε φάση νέφωσης ( σε μορφή πολύ λεπτών

σταγονιδίων ) εξατμίζεται λόγω των υψηλών θερμοκρασιών. Σαυτόχρονα, ένας ανεμιστήρας χαμηλής πίεσης αναρροφά αέρα από το χώρο θέρμανσης και μέσω

ενός σωλήνα, τον οδηγεί στο ακροφύσιο ( μπεκ ) διασκορπισμού. Εκεί, διαμέσου κατάλληλων διατάξεων ανάμιξης, ο αέρας αναμιγνύεται με το νέφος που δημιουργούν τα πολύ λεπτά σταγονίδια πετρελαίου.

Page 46: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

τη συνέχεια, η είσοδος του αέρα στο σωλήνα καύσης δημιουργεί στροβιλισμό και συνεπώς καλύτερη ανάμιξη, ενώ η ρύθμιση της ποσότητας του μίγματος γίνεται

με δικλείδες ( τάμπερ ) στην πλευρά της αναρρόφησης. Σέλος, ένας σπινθήρας που δημιουργείται από ένα μετασχηματιστή τάσης, δημιουργεί τις κατάλληλες

συνθήκες ανάφλεξης του μίγματος το οποίο στη συνέχεια καίγεται για όσο χρονικό διάστημα τροφοδοτείται με πετρέλαιο και αέρα ο καυστήρας. Η προτίμηση στους καυστήρες διασκορπισμού βασίζεται στα πλεονεκτήματα έναντι των άλλων

καυστήρων, τα κυριότερα των οποίων είναι τα εξής: α. Η αυτόματη λειτουργία που διαθέτουν, β. Η ασφάλεια που παρέχουν κατά τη φάση της ανάμιξης καυσίμου και αέρα, γ. Η σταθερότητα της λειτουργίας τους, δ. Ο υψηλός βαθμός απόδοσης

του όλου συστήματος λέβητα – καυσίμου και ε. Η χαμηλή περιβαλλοντική επιβάρυνση που προξενούν.

27. Ποια τμήματα και συσκευές της εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης

τοποθετούνται στο χώρο του λεβητοστασίου;

το χώρο του λεβητοστασίου, συνήθως, εγκαθίστανται: α. Σο τμήμα παρασκευής θερμού νερού, που περιλαμβάνει το λέβητα, τον καυστήρα, το δίκτυο παροχής

καυσίμου και τον καπναγωγό με την καπνοδόχο – καμινάδα, β. Σα τμήματα σωληνώσεων δικτύων διανομής θερμού νερού κεντρικής θέρμανσης ( προσαγωγής – επιστροφής ) που περιλαμβάνουν τον κυκλοφορητή, τη βάνα

ανάμιξης, τη βαλβίδα ασφαλείας, το μανόμετρο, τα εξαρτήματα αλλαγής κατεύθυνσης της ροής του νερού κα, γ. Σο δίκτυο σωληνώσεων παροχής νερού στο λέβητα που περιλαμβάνει τον αυτόματο διακόπτη πλήρωσης και το κλειστό δοχείο διαστολής,

δ. Ο ηλεκτρολογικός πίνακας παροχής και η ηλεκτρολογική εγκατάσταση με τους απαιτούμενους αυτοματισμούς και ε. Σο σύστημα πυρανίχνευσης και

πυροπροστασίας.

28. Να περιγράψετε τη δομή και τη λειτουργία ενός τυπικού λέβητα

κεντρικής θέρμανσης; Ο λέβητας κεντρικής θέρμανσης είναι η συσκευή εντός της οποίας πραγματοποιείται η καύση του στερεού, υγρού ή αέριου καυσίμου, για την παραγωγή θερμικής

ενέργειας που προσδίδεται στο νερό το οποίο χρησιμοποιείται ως φορέας για τη θέρμανση των κτιρίων ή για την παραγωγή ζεστού νερού χρήσης. Σα βασικά μέρη

ενός τυπικού λέβητα κεντρικής θέρμανσης είναι τα εξής: α. Η εστία καύσης, ο χώρος στον οποίον πραγματοποιείται η καύση του καυσίμου, β. Ο υδροθάλαμος, ο χώρος όπου βρίσκεται το νερό, το οποίο πρόκειται να θερμανθεί και γ. Οι φλογαυλοί και

ο καπνοθάλαμος, οι χώροι από τους οποίους διέρχονται τα καυσαέρια, προτού αυτά εξέλθουν από το λέβητα. Ένας τυπικός λέβητας κεντρικής θέρμανσης περιλαμβάνει

δυο βασικά κυκλώματα: α. Σο κύκλωμα καυσαερίων και β. Σο κύκλωμα νερού.

29. Να αναφέρετε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των χαλύβδινων

λεβήτων. ε σύγκριση με τους χυτοσίδηρους λέβητες, τα πλεονεκτήματα των χαλύβδινων λεβήτων είναι τα εξής: α. Επιτυγχάνουν υψηλούς βαθμούς απόδοσης, β. Επιτρέπουν

τη λειτουργία καύσης με υπερπίεση, άρα και τη δημιουργία επιστρεφόμενης φλόγας, με αποτέλεσμα να αυξάνεται ο χρόνος καύσης, να βελτιώνεται το ποσοστό διοξειδίου

του άνθρακα και να ελαχιστοποιούνται οι παραγόμενοι ρύποι, γ. Λόγω της λείας επιφάνειας των χαλυβδοελασμάτων τους, δεν επικάθονται επάνω σ’ αυτά αιθάλη από τα καυσαέρια ούτε άλατα από το νερό, δ. Σα χαλυβοκράματα παρουσιάζουν

εξαιρετικές αντοχές σε όλες τις καταπονήσεις ( κρούσεις και θερμικές μεταβολές ), ε. Προσφέρουν απεριόριστες δυνατότητες για επιτόπιες επισκευές, στ. Θερμαίνουν

γρηγορότερα το νερό και ζ. Έχουν μικρό βάρος. Μειονεκτήματα: α. Σο μικρότερο χρόνο ζωής τους, β. Ση μη δυνατότητα επαύξησης της θερμικής ισχύος τους και γ. Σην ευπάθειά τους στη διάβρωση.

Page 47: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

30. Να αναφέρετε τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των λεβήτων από χυτοσίδηρο.

ε σύγκριση με τους χαλύβδινους λέβητες, τα πλεονεκτήματα των χυτοσίδηρων λεβήτων είναι τα εξής: α. Δεν διαβρώνονται, β. Μεταφέρονται και τοποθετούνται

εύκολα, γ. Παρέχουν τη δυνατότητα αύξησης της θερμικής ισχύος τους, δ. Δουλεύουν σχεδόν αθόρυβα, ε. Είναι ανθεκτικότεροι στη θερμική καταπόνηση σε σύγκριση με τους χαλύβδινους λέβητες, και στ. Παρά το μεγαλύτερο βάρος τους

καταλαμβάνουν μικρότερο όγκο. Μειονεκτήματα: α. Σο σχετικά υψηλό κόστος τους, β. Σο αυξημένο βάρος τους, γ. Οι ευπάθειές τους στις καταπονήσεις ( κρούσεις και θερμικές μεταβολές ) και δ. Η αδυναμία επισκευής τεμαχίων που παρουσιάζουν

διαρροή ( ο λέβητας δεν επιδέχεται συγκόλληση ).

31. Σι περιλαμβάνει μία μονάδα ατομικής θέρμανσης ( τύπου COMPACT ); Ο λέβητας αυτός είναι από μόνος του ένα πλήρες συγκρότημα μικρού λεβητοστάσιου προσαρμοσμένο στις απαιτήσεις της σύγχρονης τεχνολογίας με υψηλή απόδοση,

ενώ έχει τη δυνατότητα να συνδυαστεί με κάθε είδους σύστημα κεντρικής θέρμανσης. Αυτή η μονάδα ατομικής θέρμανσης αποτελείται από: α. Σο χαλύβδινο λέβητα,

β. Σον καυστήρα, γ. Σον κυκλοφορητή, δ. Ση βαλβίδα ασφαλείας, ε. Σον αυτόματο διακόπτη πλήρωσης με νερό, στ. ο κλειστό δοχείο διαστολής, ζ. Σον ηλεκτρονικό πίνακα αυτοματισμού – ελέγχου και λειτουργίας και η. Σο περίβλημα του λέβητα.

Page 48: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

32. Να αναγνωρίσετε τις αριθμημένες συσκευές του δικτύου που ακολουθεί:

1) Κλειστό δοχείο διαστολής 2) Αυτόματος διακόπτης πλήρωσης

3) Σετράοδη περιστροφική βάνα ανάμειξης 4) Ανόδιο καθοδικής προστασίας 5) φαιρική βάνα

6) Ασφαλιστική βαλβίδα 7) υλλέκτης 8) υλλέκτης

9) Λέβητας 10) Καυστήρας

Page 49: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

33. Ποια συστήματα απαγωγής καυσαερίων γνωρίζετε και από ποια τμήματα συγκροτούνται;

Σα συστήματα απαγωγής καυσαερίων στις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης διακρίνονται, από λειτουργικής και κατασκευαστικής πλευράς, σε δυο κατηγορίες:

α. Σου φυσικού ελκυσμού το οποίο περιλαμβάνει το θάλαμο καύσης του λέβητα, τον καπναγωγό ( αγωγό καυσαερίων ), την καπνοδόχο – καμινάδα και το κάλυμμα και β. Σου τεχνητού ελκυσμού με φυσητήρα, το οποίο μπορεί να βρίσκεται

εγκατεστημένο κοντά στην εστία ή στην καπνοδόχο και περιλαμβάνει το θάλαμο καύσης του λέβητα, τους φλογαυλούς ( εάν υπάρχουν ), τον καπναγωγό, την καπνοδόχο – καμινάδα και τον φυσητήρα του καυστήρα.

34. Ποιος είναι ο ρόλος της θερμικής μόνωσης μίας καπνοδόχου;

Ποια είναι τα προβλήματα από την έλλειψη ή ανεπαρκή εφαρμογή της; Να περιγράψετε μία τυπική καπνοδόχο ‘‘τριών στρώσεων’’. τις καπνοδόχους με μεγάλο ύψος συνίσταται να γίνεται ιδιαίτερα καλή θερμική

μόνωση και αυτό ισχύει, κυρίως, για το τμήμα της καπνοδόχου που εξέχει από το μη κτισμένο χώρο της στέγης ή υψώνεται πάνω από αυτή. ε διαφορετική περίπτωση

υπάρχει κίνδυνος σημαντικής ψύξης των καυσαερίων και συνεπώς, μείωση του ελκυσμού και εμφάνιση συμπυκνωμάτων, τα οποία είναι ιδιαίτερα διαβρωτικά για τον καπναγωγό και το λέβητα. υνίσταται, τα τοιχώματα των καπνοδόχων

να κατασκευάζονται από τρεις διαδοχικές στρώσεις, από τις οποίες: α. Η εσωτερική να είναι στεγανή, άκαυστη, ανθεκτική και λεία, ορθογωνικής ή κυκλικής διατομής, β. Η ενδιάμεση να αποτελείται από μονωτικό υλικό, ανθεκτικό σε υψηλές

θερμοκρασίες και κατάλληλου πάχους, ώστε να εξασφαλίζεται η απαραίτητη θερμομόνωση και ηχομόνωση και γ. Η εξωτερική να παρέχει μηχανική προστασία

και να είναι αδιάβροχη.

35. ε ποιες κατηγορίες διακρίνονται οι κυκλοφορητές μίας εγκατάστασης

κεντρικής θέρμανσης; Ο κυκλοφορητής είναι μια αντλία με ένα μικρό ηλεκτροκινητήρα που χρησιμοποιείται για την επίτευξη της εξαναγκασμένης ( τεχνητής ώθησης )

κυκλοφορίας του νερού στα δίκτυα της κεντρικής θέρμανσης. Ανάλογα με τον τρόπο λίπανσής τους διακρίνονται σε υδρολίπαντους και ελαιολίπαντους. Επίσης,

οι κυκλοφορητές διακρίνονται ανάλογα και με τη διαμόρφωση των στομίων της αντλίας σε κυκλοφορητές με φλάντζα και σε κυκλοφορητές με ρακόρ.

36. Ποια είναι τα χαρακτηριστικά μεγέθη για την εκλογή ενός κυκλοφορητή ποιες είναι οι μονάδες μέτρησής τους; Να εκτιμήσετε

τα μεγέθη αυτά για εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης με δισωλήνιο σύστημα διανομής ‘‘από πάνω’’ και λέβητα ισχύος 90.000kcal/h. Για την επιλογή του σωστού κυκλοφορητή που θα εξυπηρετήσει ικανοποιητικά

μια εγκατάσταση θέρμανσης, απαιτούνται δυο χαρακτηριστικά στοιχεία, που προκύπτουν από τη μελέτη της θέρμανσης: 1) Η παροχή του νερού, δηλαδή πόσα m3/h νερού πρέπει να κυκλοφορούν

στην εγκατάσταση και 2) Σο μανομετρικό ύψος ( της εγκατάστασης ) που θα εξυπηρετήσει ο κυκλοφορητής,

δηλαδή οι τριβές και οι ειδικές αντιστάσεις που πρέπει συνολικά να υπερνικήσει ο κυκλοφορητής, για να εξασφαλίσει την κυκλοφορία του νερού και μετριέται σε mΤ ( μέτρα υδάτινης στήλης )

Page 50: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Έτσι, υπολογίζοντας την παροχή του κυκλοφορητή από τον τύπο:

( m3/h ), που: Δt : Η θερμοκρασιακή διαφορά του νερού ( εξόδου – επιστροφής στο λέβητα ) σε 0C

και QΛ : Η θερμική ισχύς του λέβητα σε kcal/h υνήθως λαμβάνουμε προσαύξηση 33% για να είναι δυνατή η λειτουργία

του κυκλοφορητή και Δt = 15 0C, οπότε ο τύπος παίρνει τελικά τη μορφή:

V = 1,33 ( m3/h ) ή Q = 0,08867 ∙ QΛ ( m3/h )

Βρίσκουμε λοιπόν πως η παροχή Q που πρέπει να διαχειριστεί ο κυκλοφορητής είναι 8 m3/h. Σέλος, πηγαίνουμε στο σχεδιάγραμμα με τις χαρακτηριστικές καμπύλες κυκλοφορητών ( της εκάστοτε εταιρίας ) και επιλέγουμε το αντίστοιχο μοντέλο

κυκλοφορητή, λαβαίνοντας υπόψη πάντα και το μανομετρικό ύψος της εγκατάστασης.

37. Ποια τα πλεονεκτήματα και οι συνθήκες λειτουργίας των υδρολίπαντων κυκλοφορητών;

Σα πλεονεκτήματα των υδρολίπαντων κυκλοφορητών είναι: α. Η αθόρυβη λειτουργία τους, β. Η απλή κατασκευή τους, γ. Οι ελάχιστες απαιτήσεις για τη συντήρησή τους, δ. Η ύπαρξη τριών ή τεσσάρων ταχυτήτων λειτουργίας στο μηχανισμό τους και

ε. Σο χαμηλότερο κόστος κατασκευής, αγοράς και συντήρησής τους σε σχέση με τους αντίστοιχους ελαιολίπαντους. σον αφορά τις συνθήκες λειτουργίας

των υδρολίπαντων κυκλοφορητών: α. Πρέπει να λειτουργούν με καθαρό νερό, χωρίς άλατα. Η καθαρότητα αυτή επιτυγχάνεται, αδειάζοντας το νερό της εγκατάστασης τρεις φορές μετά την ολοκλήρωση της εγκατάστασης, αφού προηγουμένως

το θερμάνουμε διαδοχικά σε υψηλή θερμοκρασία. Πχ στους 800C, β. Πρέπει να τοποθετούνται πάντα με τον άξονα σε οριζόντια θέση γιατί διαφορετικά θα είχαμε

συγκράτηση ποσότητας αέρα στο υψηλότερο έδρανο και επομένως ελλιπή λίπανση στο σημείο αυτό, γ. Δεν πρέπει να φέρουν τον ηλεκτρικό τους πίνακα ( κουτί ) προς τα κάτω, δ. Φρειάζονται πάντα εξαέρωση κατά την πρώτη εκκίνηση, καθώς

επίσης και μετά από κάθε νέα πλήρωση με νερό και ε. Δεν πρέπει να τοποθετούνται πολύ κοντά στην καπνοδόχο, διότι είναι ενδεχόμενο η θερμοκρασία περιβάλλοντος στην περίπτωση αυτή, κοντά στον κυκλοφορητή, να ξεπεράσει τους 400C, οπότε

προκύπτουν βλάβες στον ηλεκτρικό τους πίνακα.

38. Ποια είδη κυκλοφορητών ρυθμιζόμενης ταχύτητας περιστροφής γνωρίζετε; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα από τη χρήση τους; την πιο σύγχρονη μορφή τους, οι κυκλοφορητές ρυθμιζόμενης ταχύτητας

περιστροφής διατίθενται με ηλεκτρονική ρύθμιση και καλούνται ηλεκτρονικοί κυκλοφορητές. Αυτοί διακρίνονται δε σε δυο τύπους: α. Κυκλοφορητές με αυτόματο πιλότο που είναι υδρολίπαντοι με συνεχή ρύθμιση στροφών και αυτόματο έλεγχο

θερμοκρασίας ημέρας – νύχτας και β. Κυκλοφορητές με Inverter που είναι και αυτοί υδρολίπαντοι με ενσωματωμένο ηλεκτρονικό έλεγχο διαφορικής πίεσης,

για συνεχή ρύθμιση στροφών μέσω μετατροπέα συχνότητας ( Inverter ). Σα πλεονεκτήματα από τη χρήση τους είναι τα εξής: α. Μεγαλύτερη οικονομία λόγω μικρότερης κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, β. Φαμηλότερη στάθμη θορύβου,

γ. Απλούστερη υδραυλική εγκατάσταση και δ. Άνετες συνθήκες εσωτερικού χώρου.

Page 51: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

39. Πότε χρησιμοποιούμε τους κυκλοφορητές με ρυθμιζόμενη ταχύτητα περιστροφής; Να δώσετε ένα τυπικό παράδειγμα κεντρικής θέρμανσης

που επιβάλλεται η χρήση τους. Να αιτιολογήσετε την επιλογή σας. Σα τελευταία χρόνια έχουν κατασκευαστεί κυκλοφορητές ρυθμιζόμενου αριθμού

στροφών λειτουργίας, με τρεις ή τέσσερις ταχύτητες. Ένα βασικό πλεονέκτημα που μας προσφέρει η χρήση τέτοιων κυκλοφορητών, είναι η δυνατότητα που μας παρέχουν στο να μειώνουμε την προς τα άνω ωθούμενη ποσότητα νερού ( με τη

μετάπτωση σε χαμηλότερη ταχύτητα λειτουργίας ), όταν διαπιστώνεται κατά την πρώτη λειτουργία μιας εγκατάστασης, ότι έχει γίνει επιλογή υψηλής ταχύτητας του κυκλοφορητή και άρα, εξαιτίας της υπερβολικής παροχής του νερού

δημιουργείται πρόβλημα θορύβου. Η μετάπτωση από ταχύτητα σε ταχύτητα είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί και αυτόματα είτε μέσω χρονοδιακόπτη είτε μέσω

θερμοστάτη στην αναχώρηση ή στην επιστροφή του νερού στο λέβητα ή μέσω διαφορικού πιεζοστάτη στην έξοδο και είσοδο του κυκλοφορητή. Ένα άλλο πλεονέκτημα των κυκλοφορητών αυτών είναι και το ότι ελαττώνουν έως και 50%

το κόστος λειτουργίας. Επίσης, έχουν οθόνη με ενδείξεις λειτουργιών και βλαβών.

40. Ποια είδη περιστροφικής βάνας ανάμιξης γνωρίζετε; Ποιος είναι ο ρόλος τους στις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης; Η περιστροφική βάνα ανάμιξης είναι μια τρίοδη ή τετράοδη βάνα η οποία συνδέεται

με το δίκτυο των σωληνώσεων που βρίσκονται στο λεβητοστάσιο της κεντρικής θέρμανσης και έχει ως σκοπό την εξασφάλιση της καλής λειτουργίας της εγκατάστασης, με την κατάλληλη ανάμιξη του νερού προσαγωγής από το λέβητα

και του νερού επιστροφής από τα θερμαντικά σώματα. Αναλυτικότερα, η βάνα ανάμιξης έχει ως προορισμό να: α. ταθεροποιεί τη θερμοκρασία του νερού

προσαγωγής στα θερμαντικά σώματα, εξομαλύνοντας τις αυξομειώσεις της θερμοκρασίας κατά τη λειτουργία του συστήματος. Έτσι, τα σώματα έχουν μια σταθερή και ομοιόμορφη θερμοκρασία, δεν υπερθερμαίνονται και εξασφαλίζουν

μια ευχάριστη ατμόσφαιρα, β. Ρυθμίζει τη θερμοκρασία του νερού στο λέβητα. Ο λέβητας εργάζεται οικονομικά όταν διατηρείται συνέχεια θερμός, αφού η σταθερή και υψηλή θερμοκρασία του νερού σημαίνει οικονομία στα καύσιμα, γ. Προστατεύει

το λέβητα από διαβρώσεις. Με τη χρήση της βάνας ανάμιξης, ένα μέρος του θερμού νερού προσαγωγής από το λέβητα αναμιγνύεται με ένα μέρος του νερού επιστροφής

χαμηλής θερμοκρασίας, με αποτέλεσμα την άνοδο της θερμοκρασίας του νερού που εισέρχεται στο λέβητα. Έτσι, αποφεύγονται οι διαβρώσεις από τις χαμηλές θερμοκρασίες και αυξάνεται η διάρκεια ζωής του λέβητα, δ. Παρέχει τη δυνατότητα

της εύκολης μεταβολής και ρύθμισης της θερμοκρασίας στο δίκτυο και στο λέβητα. Μια απλή μετακίνηση της χειρολαβής ή του σερβομηχανισμού αρκεί για να

προκαλέσει την επίτευξη της επιθυμητής θερμοκρασίας και ε. Είναι το πιο νευραλγικό όργανο της υπεραυτόματης ηλεκτρονικής ρύθμισης και εάν προβλέψουμε την έγκαιρη τοποθέτησή της, θα αποφύγουμε αργότερα περιττά έξοδα και

προβλήματα τεχνικής φύσης.

41. Σι γνωρίζετε για τις συσκευές καθοδικής προστασίας από διάβρωση;

Οι συσκευές αυτές έχουν ως σκοπό την προστασία των χαλύβδινων μερών της εγκατάστασης, όταν αυτά είναι συνδεδεμένα με σωλήνες, συσκευές ή εξαρτήματα

από χαλκό. ημειώνουμε ότι το κάθε χαλύβδινο υλικό μαζί με την παρουσία χαλκού μέσα στο νερό δημιουργούν ‘‘γαλβανικό στοιχείο’’, με αποτέλεσμα τη φθορά του χάλυβα. Για να αποφευχθεί το φαινόμενο αυτό χρησιμοποιείται προστατευτική

διάταξη με ανόδιο μαγνησίου το οποίο δημιουργεί ισχυρότερο γαλβανικό στοιχείο με επακόλουθο να φθείρεται αυτό αντί του χαλύβδινου εξαρτήματος. Έτσι, κατ’ αυτό

τον τρόπο, προστατεύεται όλη η εγκατάσταση, ενώ όταν φθαρεί εντελώς το ανόδιο μαγνησίου θα πρέπει να αντικατασταθεί με αντίστοιχο ανταλλακτικό.

Page 52: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

42. Ποιος είναι ο ρόλος της βαλβίδας ασφαλείας μίας εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης και πού τοποθετείται;

Η βαλβίδα ασφαλείας τοποθετείται στις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης, για την προστασία του λέβητα και της εγκατάστασης από ανεπιθύμητη αύξηση της πίεσης

του νερού. Ο τρόπος που τοποθετείται είναι κατακόρυφα, με τη σύνδεση της εισόδου προς τα κάτω και στις συγκεκριμένες ακόλουθες θέσεις της εγκατάστασης: α. τη θέση της αναχώρησης του δικτύου προσαγωγής και στο υψηλότερο σημείο

του λεβητοστασίου, χωρίς να παρεμβάλλεται αποφρακτικό όργανο μεταξύ ασφαλιστικής βαλβίδας και λέβητα και β. ε ειδική υποδοχή στο άνω μέρος του λέβητα που έχει προβλέψει ο κατασκευαστής.

43. Σι εξυπηρετεί η ύπαρξη δοχείου διαστολής σε μία εγκατάσταση

κεντρικής θέρμανσης; Ποια είδη γνωρίζετε; Σα δοχεία διαστολής χρησιμοποιούνται στα δίκτυα κεντρικής θέρμανσης για να υποδέχονται τον όγκο του νερού που προκύπτει από τη διαστολή του λόγω

της θέρμανσης και διακρίνονται σε: α. Ανοιχτά δοχεία διαστολής που τοποθετούνται στις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης ανοιχτού κυκλώματος και β. Κλειστά δοχεία

διαστολής που τοποθετούνται στις εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης κλειστού κυκλώματος.

44. Ποια τα πλεονεκτήματα των κλειστών δοχείων διαστολής; Σα κλειστά δοχεία διαστολής κεντρικής θέρμανσης κερδίζουν συνεχώς έδαφος στις σύγχρονες εγκαταστάσεις, γιατί υπερέχουν σε πλεονεκτήματα σε σχέση με τα

ανοικτά. Σα πλεονεκτήματα αυτά είναι: α. Η εύκολη και γρήγορη τοποθέτησή τους. υνήθως τοποθετούνται μέσα στο λεβητοστάσιο και σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις στην

ταράτσα, β. Δεν απαιτούνται πλέον σωλήνες πλήρωσης και ασφαλείας, γ. Δεν υπάρχει καμία απώλεια νερού, γιατί το σύστημα είναι κλειστό, δ. Δεν υπάρχει κίνδυνος να παγώσει το νερό όπως συμβαίνει στα ανοιχτά δοχεία σε περίπτωση

μεγάλου ψύχους, ε. Δεν ανανεώνεται το νερό της εγκατάστασης, με αποτέλεσμα αφενός να μην οξειδώνονται οι σωλήνες του λέβητα και των θερμαντικών σωμάτων και αφετέρου να μην επικάθονται άλατα στην εγκατάσταση, στ. Αποφεύγεται η είσοδος

αέρα και σκόνης από την ατμόσφαιρα στην εγκατάσταση, ζ. Αποκλείεται η περίπτωση να υπάρχει διαρροή νερού από την εγκατάσταση, ακόμη και αν ο κυκλοφορητής είναι

κάπως ισχυρότερος από αυτόν που προβλέπεται από τη σχετική μελέτη, η. Δεν υπάρχει στην ταράτσα του κτιρίου το αντιαισθητικό δοχείο διαστολής και οι σωλήνες ασφαλείας που προβληματίζουν συχνά τους αρχιτέκτονες και θ. Τπάρχει

η δυνατότητα τοποθέτησης θερμαντικών σωμάτων μικρότερης περιεκτικότητας σε νερό, γιατί με το κλειστό σύστημα η εγκατάσταση είναι δυνατό να λειτουργήσει

ως τους 1100C, με επακόλουθο τη μείωση του κόστους κατασκευής και λειτουργίας της εγκατάστασης.

45. Ποιος είναι ο σκοπός και οι προϋποθέσεις για την καλή λειτουργία του αυτόματου πλήρωσης μίας εγκατάστασης; κοπός του αυτόματου διακόπτη πλήρωσης είναι η παροχή νερού στην εγκατάσταση

κεντρικής θέρμανσης με τις εξής προϋποθέσεις: Η πίεση της παροχής ( γεμίσματος ) πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της εγκατάστασης,

β. ταν επιτυγχάνεται η προκαθορισμένη πίεση πρέπει να σταματά η παροχή του νερού και γ. ταν η εγκατάσταση είναι πλήρης ( γεμάτη ), ακόμα και όταν υπάρχει μείωση της πίεσης του δικτύου υδροδότησης, δεν πρέπει να γίνεται

αναστροφή της ροής, δηλαδή επιστροφή του νερού της εγκατάστασης προς το δίκτυο ύδρευσης, με σκοπό να αποφευχθούν πιθανές μολύνσεις.

Page 53: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

46. Ποια όργανα περιλαμβάνει ο αυτόματος διακόπτης πλήρωσης ενός δικτύου κεντρικής θέρμανσης;

Ο αυτόματος διακόπτης πλήρωσης περιλαμβάνει τα εξής βασικά όργανα: α. Σο μειωτή πίεσης, β. Ση βαλβίδα αντεπιστροφής, γ. Σο διακόπτη ροής,

δ. Σο φίλτρο και ε. Σο μανόμετρο.

47. Ποιος είναι ο σκοπός, τα είδη και οι θέσεις των εξαεριστικών σε ένα δίκτυο κεντρικής θέρμανσης; Σα εξαεριστικά χρησιμεύουν για την απομάκρυνση του αέρα από τα δίκτυα διανομής,

γιατί εάν υπάρχει αέρας εντός αυτών, η κυκλοφορία του νερού καθίσταται δυσχερής, ακόμη και αδύνατη. Σα εξαεριστικά διακρίνονται σε: α. Εξαεριστικά με κλειδί,

τα οποία συνδέονται άμεσα με το θερμαντικό σώμα και β. Αυτόματα εξαεριστικά, τα οποία τοποθετούνται στα ψηλότερα σημεία των σωληνώσεων του δικτύου προσαγωγής και επιστροφής, αφού όμως προηγηθεί η τοποθέτηση διακόπτη ροής.

48. Ποιους τύπους θερμαντικών σωμάτων γνωρίζετε;

Σα κυριότερα είδη θερμαντικών σωμάτων που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά είναι τα ακόλουθα: α. Κοινά χαλύβδινα θερμαντικά σώματα, ‘‘ΑΚΑΝ’’, β. Επίπεδα θερμαντικά σώματα, ‘‘PANEL’’, γ. Θερμαντικά σώματα λουτρού, δ. Θερμαντικά

σώματα πτερυγιοφόρων σωλήνων, ε. ωληνωτά θερμαντικά σώματα, στ. Θερμαντικά σώματα αλουμινίου, ζ. Θερμαντικά σώματα τύπου κονβεκτέρ, χωρίς ανεμιστήρα, η. Θερμαντικά σώματα τύπου κονβεκτέρ, με ανεμιστήρα ( Fan coil units – FCUs ) και

θ. Θερμαντικά σώματα τύπου Runtal.

49. Ποια εξαρτήματα - όργανα είναι απαραίτητα για τη λειτουργία ενός συστήματος αυτόνομης θέρμανσης; Για να λειτουργήσει η αυτόνομη θέρμανση απαιτείται η εγκατάσταση των ακόλουθων

εξαρτημάτων και οργάνων: α. Σου θερμοστάτη χώρου 5- 300C ο οποίος ρυθμίζεται συνήθως να λειτουργεί μεταξύ 18 - 220C, δηλαδή θέτει ή παύει τη λειτουργία του συστήματος της κεντρικής θέρμανσης αν η θερμοκρασία κατέλθει ή υπερβεί

αντίστοιχα του ορίου ανοχής που έχουμε ορίσει, β. Σου χρονοδιακόπτη που μπορεί να είναι ενσωματωμένος στο θερμοστάτη και ο οποίος επιτρέπει τη λειτουργία

του συστήματος της κεντρικής θέρμανσης μόνο για κάποιες προκαθορισμένες ώρες, γ. Σης δίοδης ηλεκτροκίνητης βάνας που τοποθετείται κατακόρυφα ή οριζόντια στο τμήμα του σωλήνα προσαγωγής του αντίστοιχου συλλέκτη και ο σκοπός της είναι,

αφού παίρνει εντολή από το θερμοστάτη χώρου, να ανοίγει και να επιτρέπει τη ροή ζεστού νερού ή να κλείνει και να διακόπτει την πορεία του θερμού νερού προς τα

θερμαντικά σώματα, δ. Σου ωρομετρητή που σκοπό έχει την καταμέτρηση των ωρών παροχής ζεστού νερού και ε. Σων βαλβίδων ζώνης που είναι όργανα αυτόματης ρύθμισης και επιτυγχάνουν σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας, αφού διαχωρίζουν

την κατοικία σε ζώνες με διαφορετική θερμική παροχή.

50. Ποια μέτρα ενεργητικής πυροπροστασίας λαμβάνονται στο χώρο

λεβητοστασίου και δεξαμενής καυσίμου μίας εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης;

τα λεβητοστάσια και στους χώρους αποθήκευσης καυσίμων συνίσταται η εγκατάσταση αυτόματου συστήματος πυρανίχνευσης και κατάσβεσης.

Επίσης στα λεβητοστάσια πρέπει να υπάρχουν δυο πυροσβεστήρες 6 kg ( ένας ξηρής σκόνης και ένας διοξειδίου του άνθρακα ).

Page 54: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

51. Ποιο είναι το ελάχιστο μέγεθος μόνιμου ανοίγματος αερισμού σε ένα λεβητοστάσιο κεντρικής θέρμανσης, σύμφωνα με τον ισχύοντα κτιριοδομικό

κανονισμό; Σι διαστάσεις ανοίγματος προτείνετε για χώρο λεβητοστασίου πλάτους τριών μέτρων και μήκους τεσσάρων μέτρων;

Σο ελάχιστο μέγεθος μόνιμου ανοίγματος αερισμού σε ένα λεβητοστάσιο κεντρικής θέρμανσης, σύμφωνα με τον ισχύοντα κτιριοδομικό κανονισμό, πρέπει να είναι ίσο με το 1/12 της επιφάνειας του χώρου του λεβητοστασίου. Επομένως, για παράδειγμα,

εάν έχουμε ένα λεβητοστάσιο πλάτους τριών μέτρων και μήκους τεσσάρων μέτρων ( 12m2 ), τότε το μέγεθος του ανοίγματος αυτού θα πρέπει να είναι ίσο με 1m2.

52. Να εξηγήσετε τον όρο ‘‘εξωτερική αντιστάθμιση θερμοκρασίας’’ και τα συνήθη όργανα-συσκευές με τα οποία αυτή επιτυγχάνεται.

Με τον όρο ‘‘εξωτερική αντιστάθμιση θερμοκρασίας’’ εννοούμε την αναλογική ρύθμιση της θερμοκρασίας του ζεστού νερού προσαγωγής στα θερμαντικά σώματα, έτσι ώστε να υπάρχει μέσα στο χώρο που θέλουμε να θερμάνουμε μια σταθερή θερμοκρασία,

η οποία θα εξαρτάται από τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος. Μ’ αυτό τον τρόπο, έχουμε οικονομική λειτουργία στο σύστημα κεντρικής θέρμανσης και ομοιόμορφη

και σταθερή θέρμανση των χώρων της κατοικίας. Σο σύστημα κεντρικής θέρμανσης με σύστημα αντιστάθμισης, στέλνει στα θερμαντικά σώματα πολύ ζεστό νερό, όταν στο περιβάλλον επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες, ώστε να καλύψει

τις θερμικές απώλειες του χώρου και να φτάσει τη θερμοκρασία του στο επιθυμητό επίπεδο. Αντιθέτως, όταν στο περιβάλλον η θερμοκρασία δεν είναι πολύ χαμηλή, τότε η θερμοκρασία του νερού προσαγωγής είναι χαμηλότερη, διότι οι θερμικές

απώλειες του χώρου είναι μικρότερες και επομένως, μπορούν να καλυφθούν με νερό χαμηλότερων θερμοκρασιών. Σο σύστημα αντιστάθμισης ενός δικτύου κεντρικής

θέρμανσης αποτελείται από τα εξής στοιχεία: α. Από τη βάνα ανάμιξης ( τρίοδη ή τετράοδη ) με ή χωρίς ηλεκτροκινητήρα, β. Από την ηλεκτρονική συσκευή ελέγχου, γ. Από το αισθητήριο του νερού προσαγωγής και δ. Από το αισθητήριο

της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος.

53. Πώς λειτουργεί ο διακόπτης θερμαντικού σώματος με θερμοστατική

κεφαλή και ποια είναι τα πλεονεκτήματα από τη χρήση του; την προσαγωγή του θερμαντικού σώματος μπορεί να συνδεθεί στη θέση του απλού

διακόπτη, ο αντίστοιχος διακόπτης με θερμοστατική κεφαλή με τον οποίον επιτυγχάνεται η ρύθμιση της θερμικής απόδοσης του θερμαντικού σώματος, σε συνάρτηση με τη θερμοκρασία του χώρου. Η θερμοστατική αυτή κεφαλή

έχει στο εσωτερικό της μια φούσκα με ειδικό υγρό ( συνήθως υδράργυρο ). Σο υγρό αυτό διαστέλλεται όταν αυξάνει η θερμοκρασία του χώρου, με αποτέλεσμα

να επενεργεί στον άξονα της βαλβίδας του διακόπτη και να επιτυγχάνεται ρύθμιση ή και διακοπή της ροής του νερού προς το θερμαντικό σώμα. Ο θερμοστάτης μπορεί είτε να ενσωματωθεί με το διακόπτη προσαγωγής του θερμαντικού σώματος

είτε να τοποθετηθεί σε επιλεγμένη θέση στον τοίχο κοντά στο θερμαντικό σώμα και να συνδεθεί με το διακόπτη. ε κάθε περίπτωση, ο χρήστης έχει τη δυνατότητα να προρρυθμίσει τη λειτουργία του θερμοστάτη ανάλογα με την επιθυμητή

θερμοκρασία. Με την εφαρμογή της θερμοστατικής κεφαλής στα θερμαντικά σώματα προκύπτει σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας και παρέχεται η δυνατότητα

της επιλογής της θερμοκρασίας για κάθε θερμαινόμενο χώρο. Με το διακόπτη αυτόν εξοικονομείται καύσιμο ( πετρέλαιο, αέριο κλπ ), αφού μπορεί να εξισορροπηθεί από άλλη θερμική πηγή ( ηλιακή ακτινοβολία, φωτισμό κλπ ) που θα κάλυπτε

τις θερμοκρασιακές αλλαγές ενός χώρου.

Page 55: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

54. Σι γνωρίζετε για την κατανομή δαπανών κεντρικής θέρμανσης; Ποιοι παράγοντες κυρίως επηρεάζουν την κατανομή αυτή;

Η κατανομή των δαπανών για την κεντρική θέρμανση ενός κτιρίου με περισσότερες της μίας ιδιοκτησίες αποτελούσε για πολλές δεκαετίες ένα δύσκολο πρόβλημα.

Οι διαχειριστές κτιρίων εφάρμοζαν διάφορους τρόπους που βασίζονταν είτε στο μέγεθος των ιδιοκτησιών είτε στην ισχύ των θερμαντικών σωμάτων. την πραγματικότητα καμία από τις δυο παραπάνω αναφερόμενες μεθόδους δεν είναι

απόλυτα σωστή και δίκαιη, διότι οι θερμικές απώλειες ενός χώρου δε μεταβάλλονται ανάλογα με την επιφάνειά του, αλλά είναι συνάρτηση μερικών βασικών παραγόντων όπως: α. Σου μεγέθους του χώρου, β. Σου προσανατολισμού των εξωτερικών τοίχων

του διαμερίσματος, γ. Σων δομικών υλικών του κτιρίου, δ. Σης χρήσης του χώρου και ε. Σων απωλειών θερμότητας από τα εξωτερικά ανοίγματα. λοι αυτοί οι παράγοντες

απαρτίζουν το σύνολο των θερμικών απωλειών ενός διαμερίσματος και κατ’ επέκταση, ολόκληρου του κτιρίου.

55. Πώς μπορούμε να μετατρέψουμε μία εγκατάσταση δισωληνίου

συστήματος κεντρικής θέρμανσης σε παλιό κτίριο σε μία εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης με αυτονομίες ανά ιδιοκτησία ή και ανά θερμαντικό σώμα, χωρίς να ανακατασκευάσουμε το δίκτυο σωληνώσεων; Να αναφερθούν

οι σχετικές συσκευές. Αυτονομία είναι σύστημα αυτοματισμού που εγκαθίσταται στις κεντρικές θερμάνσεις

και επιτρέπει την ανεξάρτητη λειτουργία τμημάτων της κεντρικής θέρμανσης. Απαιτεί ξεχωριστή ηλεκτρολογική εγκατάσταση, που γίνεται από ειδικό τεχνίτη – ηλεκτρολόγο. Αποτελείται από τα παρακάτω όργανα και συσκευές: α. Σους θερμοστάτες χώρου,

που ελέγχουν τη θερμοκρασία του χώρου, β. Σις ηλεκτροβάνες αυτονομίας, που επιτρέπουν ή διακόπτουν ( ανάλογα με την εντολή που δέχονται ) την δίοδο

του θερμού νερού στα θερμαντικά σώματα του χώρου, γ. Σον κεντρικό δείκτη εντολών ( Κ. Δ. Ε. ), την ηλεκτρονική συσκευή δηλαδή που αναλύει τις εντολές και δ. Σους ωρομετρητές, που καταγράφουν για κάθε χώρο ξεχωριστά, τις ώρες

λειτουργίας, για να γίνεται με δίκαιο τρόπο η χρέωση του καταναλωτή. Σελευταία, χρησιμοποιούνται ηλεκτρονικοί θερμιδομετρητές, που καταγράφουν αυτόματα το θερμικό φορτίο ( θερμίδες ) που καταναλώνει ο κάθε χώρος.

56. Με ποιες συσκευές καταγράφουμε την κατανάλωση ενέργειας

ανά ιδιοκτησία σε εγκαταστάσεις κεντρικής θέρμανσης; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των συσκευών αυτών; Η πλέον γνωστή μέθοδος μέτρησης της παρεχόμενης θερμότητας σε ένα χώρο

( και η πλέον ασφαλής εφόσον εφαρμοστεί σωστά ) είναι η άμεση μέτρηση της μεταφερόμενης και αποδιδόμενης θερμότητας από το νερό. Οι συσκευές οι οποίες

καταγράφουν την κατανάλωση αυτήν, της ενέργειας ανά ιδιοκτησία, ονομάζονται θερμιδόμετρα. Παρόλο που η άμεση θερμιδομέτρηση της μεταφερόμενης από το νερό ποσότητας θερμότητας αποτελεί μια πλήρη και ασφαλή μέθοδο μέτρησης,

παρουσιάζει μερικά μειονεκτήματα που δυσκολεύουν την εφαρμογή της σε μεγάλη έκταση. Σα μειονεκτήματα αυτά είναι: α. Σο σημαντικό κόστος αγοράς, β. Οι δυσκολίες εγκατάστασης και γ. Η συχνή συντήρηση των μετρητών.

ε αντιστάθμισμα των παραπάνω μειονεκτημάτων, οι θερμιδομετρητές έχουν το ουσιαστικό πλεονέκτημα ότι μπορούν να εγκατασταθούν σε συστήματα θέρμανσης

με κάθε είδους θερμαντικά σώματα, καθώς και συστήματα ενδοδαπέδιας θέρμανσης και παρέχουν άμεση ένδειξη της ποσότητας θερμότητας σε Kwh. Επίσης, σε συνεργασία με κάποιες άλλες συσκευές, τα θερμιδόμετρα μπορούν

να χρησιμοποιηθούν, εκτός από την αυτόνομη θέρμανση και στην κεντρική θέρμανση.

Page 56: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

57. Επιτρέπεται η εγκατάσταση θερμαντικών σωμάτων μικρότερων ή μεγαλύτερων από τα μεγέθη που προβλέπει η μηχανολογική μελέτη;

Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας.

58. Να αναφέρετε τα είδη συντήρησης που υπάρχουν. Ποιος είναι ο ρόλος του κάθε είδους; Τπάρχουν τα παρακάτω είδη συντήρησης, αναλόγως προς το είδος και το ρόλο

του εξοπλισμού: α. Η έκτακτη, κατά την οποία εκτελούνται μόνο εργασίες αποκατάστασης βλάβης, η οποία ήδη παρουσιάστηκε, β. Η προληπτική, κατά την οποία συντηρούμε προγραμματισμένα τις εγκαταστάσεις πριν ακόμη παρουσιαστεί

κάποιο πρόβλημα και γ. Η θεραπευτική, κατά την οποία αντιμετωπίζουμε προγραμματισμένα κάποια προβλήματα που έχουμε ήδη εντοπίσει από καιρό.

59. Ποια είναι τα βασικά κριτήρια για την οργάνωση μίας αποθήκης

θερμοϋδραυλικού;

Βασικά κριτήρια για την οργάνωση μιας αποθήκης θερμοϋδραυλικού είναι: α. Η εξυπηρέτηση του πελάτη, β. Η διαθεσιμότητα ανταλλακτικών και υλικών,

ιδιαίτερα των πιο σημαντικών, γ. Η αποτελεσματικότητα στην άμεση ανεύρεση και διάθεσή τους, δ. Η άριστη κατάστασή τους και ε. Η διατήρηση του κόστους στα χαμηλότερα δυνατά επίπεδα.

60. Ποιους ελέγχους κάνουμε κατά τη συντήρηση μίας πυροσβεστικής

εγκατάστασης;

λη η εγκατάσταση πυρόσβεσης πρέπει να συντηρείται σχολαστικά ώστε να βρίσκεται σε συνεχή ετοιμότητα. Ειδικότερα ελέγχουμε: α. Σο δίκτυο, για την αποφυγή

διάβρωσης και καταστροφής της στήριξής του, β. Σα ειδικά εξαρτήματα, τις πυροσβεστικές φωλιές, τους κρουνούς κλπ για να εξασφαλίζεται η λειτουργικότητά τους, γ. Σα συστήματα εντοπισμού της πυρκαγιάς, ειδοποίησης, συναγερμού και

τηλεχειρισμών, για την αξιόπιστη μεταφορά των σημάτων και δ. Σην πετρελαιομηχανή ( λάδια, περιοδικές εκκινήσεις, φόρτιση των μπαταριών κτλ ), τον ηλεκτροκινητήρα και τις αντλίες, ώστε να εξασφαλίζεται η αξιόπιστη λειτουργία τους.

61. Με ποιους τρόπους μπορούμε να αντιμετωπίσουμε προληπτικά

τη διάβρωση σε μία υδραυλική εγκατάσταση; Η διάβρωση σε μια υδραυλική εγκατάσταση μπορεί να προκληθεί από την οξείδωση ( ένωση των μετάλλων με το οξυγόνο ), από οξέα και βάσεις ( επαφή και διάλυση

κάποιων μετάλλων όπως ο σίδηρος από ηλεκτρικά αγώγιμα υγρά όπως το νερό της βροχής ), από σχηματισμό ηλεκτρολυτικού στοιχείου ( στα σημεία σύνδεσης

δυο διαφορετικών μετάλλων ) και από ξένα ρεύματα ( διάλυση των μετάλλων από ηλεκτρικά ξένα ρεύματα όπως όταν το συνεχές ρεύμα απάγεται προς τη γη σε εγκαταστάσεις γείωσης ). Ψς αντιδιαβρωτική προστασία μπορούν να ληφθούν

ενεργητικά, παθητικά και κατασκευαστικά μέτρα. τα ενεργητικά μέτρα ανήκουν πχ η επεξεργασία του πόσιμου νερού, το φιλτράρισμα, το πλύσιμο των αγωγών και η τοποθέτηση ανοδίου προστασίας από μαγνήσιο. Η παθητική προστασία

επιτυγχάνεται πχ με επικάλυψη των επιφανειών των σωλήνων και αποφυγή της εξωτερικής διάβρωσης. Σέλος, στα κατασκευαστικά μέτρα ανήκουν πχ ο σωστός

σχεδιασμός της εγκατάστασης και η ορθή τοποθέτηση των σωλήνων.

62. Να αναφέρετε τα σημεία ελέγχου και συντήρησης που κάνουμε σε μία

εγκατάσταση αποχέτευσης βρόχινων νερών; α. Σουλάχιστον μια φορά το χρόνο, και ειδικότερα πριν τα πρωτοβρόχια, ελέγχουμε

και καθαρίζουμε όλα τα στόμια εισόδου των βρόχινων νερών από τα φύλλα και τα σκουπίδια που φράσσουν τα προστατευτικά πλέγματα, β. Καθαρίζουμε τα λούκια,

Page 57: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

γ. κουπίζουμε τις ταράτσες και απομακρύνουμε τα χώματα και τη σκόνη που έχουν συγκεντρωθεί κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και δ. Ξεπλένουμε με άφθονο νερό

το δίκτυο, ώστε να απομακρυνθεί η λάσπη από τον πυθμένα του οριζόντιου δικτύου.

63. Ποιες είναι οι απαιτήσεις που έχουμε από τους στεγανούς βόθρους; Ποια σημεία ελέγχουμε; Οι απαιτήσεις που έχουμε από τους στεγανούς βόθρους είναι οι παρακάτω:

α. Η χωρητικότητά τους να είναι επαρκής για την παραλαβή των προς διάθεση λυμάτων, β. Σα τοιχώματα να είναι στεγανά, αποκλείοντας διαρροές λυμάτων ή εισροές εξωτερικών υγρών, γ. Να έχουν στόμια ελέγχου και καθαρισμού,

δ. Να αερίζονται και ε. Να απέχουν τουλάχιστον 15m από κάθε πηγή νερού και τουλάχιστον 1m από τα όρια του οικοπέδου και τα θεμέλια του κτιρίου. Σα σημεία

ελέγχου ενός στεγανού βόθρου είναι: α. Η γενική παγίδα που έχει τη μορφή μηχανοσίφωνα. ε αυτό το σημείο γίνεται έλεγχος και καθαρισμός του φρεατίου που είναι τοποθετημένος ο μηχανοσίφωνας καθώς και στην τάπα του μηχανοσίφωνα

και β. Έλεγχος και καθαρισμός των αγωγών από ξένα σώματα.

64. Να αναφέρετε όλα τα μέτρα προστασίας που λαμβάνουμε αντίστοιχα σε μία πλαστική δεξαμενή νερού και σε μία χαλύβδινη δεξαμενή νερού. Σα μέτρα προστασίας που λαμβάνουμε για μια πλαστική δεξαμενή νερού είναι:

α. Προστασία από καιρικές συνθήκες και κυρίως, από τις ακτίνες του ήλιου με την κατασκευή σκέπαστρου προστασίας, β. Προστασία από τα χτυπήματα, τοποθετώντας την σε σημεία που να είναι απομακρυσμένα από ανεπιθύμητα χτυπήματα

από εξωγενής παράγοντες, γ. Προστασία από τοπική και γενική υπερθέρμανση κάτι που μπορεί να γίνει με την τοποθέτηση προστατευτικών τοιχωμάτων, κτιστών ή ακόμα

και λαμαρινένιων και δ. Προστασία στεγανότητας στα ευαίσθητα σημεία ένωσης της δεξαμενής με τους σωλήνες της εγκατάστασης κάτι που μπορεί να γίνει με την τοποθέτηση ειδικών στηριγμάτων στους σωλήνες, αποφεύγοντας τους κραδασμούς και

τα χτυπήματα. Σα μέτρα προστασίας που λαμβάνονται, από την άλλη, για τις μεταλλικές δεξαμενές νερού είναι: α. Προστασία από παραμορφώσεις που μπορούν να προκύψουν από χτυπήματα κάτι που μπορεί να γίνει με τη χρήση προστατευτικών

κτιστών τοίχων, β. Προστασία από τη διάβρωση με την επάλειψη εσωτερικά και εξωτερικά με ειδικές αντιδιαβρωτικές βαφές και γ. Προστασία από διάβρωση

του πυθμένα κάτι που μπορεί να γίνει με την τοποθέτηση της δεξαμενής επάνω σε βάση, έτσι ώστε να υπάρχει αερισμό και να αποφεύγεται η διάβρωση από πιθανά λιμνάζοντα νερά. Πρέπει, ακόμη, όταν πρόκειται για πόσιμο νερό, να το ανανεώνουμε

υποχρεωτικά τουλάχιστον κάθε 5 μέρες, έτσι ώστε να αποφεύγεται η μόλυνσή του. Επίσης, για τις δεξαμενές πρέπει να λαμβάνεται πρόνοια και να τοποθετούνται

σε σημεία επιθεωρήσιμα, έτσι ώστε να προλαμβάνονται πιθανές βλάβες και να μπορεί να γίνει έλεγχος και συντήρησή τους.

65. Να αναφέρετε τα κυριότερα τεχνικά χαρακτηριστικά μίας αντλίας. Πότε έχουμε θετική και πότε αρνητική αναρρόφηση αντλίας; Ποιους ελέγχους κάνουμε σε μία αντλία;

Σα κυριότερα τεχνικά χαρακτηριστικά μιας αντλίας είναι: α. Η παροχή Q σε m3/h, β. Σο μανομετρικό ύψος Η σε mΤ ( μέτρα υδάτινης στήλης ), γ. Η διάμετρος

των σωλήνων εισόδου και εξόδου του νερού, δ. Η απαιτούμενη ισχύς του κινητήρα σε Watt ή ΗΡ, ε. Η μέγιστη επιτρεπόμενη θερμοκρασία του νερού που αντλούν, στ. Ο μέγιστος αριθμός εκκινήσεων ανά ώρα και ζ. Σο είδος αναρρόφησης ( θετική

ή αρνητική αναρρόφηση ). Θετική αναρρόφηση αντλίας έχουμε όταν η στάθμη του νερού τροφοδότησης είναι υψηλότερη από τη στάθμη της αντλίας και αρνητική

στην αντίθετη περίπτωση. που είναι δυνατό, οι αντλίες πρέπει να εγκαθίστανται σε θετικό ύψος αναρρόφησης.

Page 58: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Για τις μικρές εγκαταστάσεις υπάρχουν αντλίες με περισσότερες από μία ταχύτητα. Αυτό διευκολύνει στην τελική ρύθμιση της αντλίας, τη μείωση του θορύβου και

την τροφοδότηση των δύσκολων σημείων. Ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίνεται: α. τη σωστή τοποθέτηση της αντλίας, δηλαδή όσον αφορά τη φορά της ροής της,

β. την οριζοντίωση του άξονά της, έτσι ώστε να αποφευχθεί συγκράτηση θύλακα αέρα, γ. την εξαέρωση της αντλίας κατά την πρώτη εκκίνηση και μετά από κάθε νέα πλήρωση, δ. την τοποθέτηση βανών πριν και μετά την αντλία, έτσι ώστε

να υπάρχει η δυνατότητα αφαίρεσης και επισκευής τους σε περίπτωση βλάβης χωρίς να αδειάσει η εγκατάσταση από νερό, ε. την περίπτωση που έχουμε υδρολίπαντες αντλίες, οι οποίες δεν πρέπει να λειτουργούν χωρίς νερό γιατί καταστρέφονται

τα κουζινέτα τους και στ. την περίπτωση που έχουμε ελαιολίπαντες αντλίες, οι οποίες θα πρέπει να λιπαίνονται στα τριβόμενα μέρη. ε απλά δίκτυα τοποθετούμε

μια αντλία, ενώ στις μεγάλες εγκαταστάσεις τοποθετούμε περισσότερες για εφεδρεία.

66. Ποια μέτρα λαμβάνουμε για να προστατέψουμε τις σωληνώσεις

μίας υδραυλικής εγκατάστασης από τον παγετό; α. Διακόπτουμε την κεντρική παροχή και αδειάζουμε το δίκτυο από το νερό,

β. Αφήνουμε τη βρύση να στάζει όταν περιμένουμε παγωνιά, γ. Μονώνουμε καλά το δίκτυο και μέσα στην οικοδομή και δ. Επιχωματώνουμε τους σωλήνες.

67. Ποιες είναι οι συνηθέστερες βλάβες σε ένα δίκτυο σωληνώσεων ύδρευσης; Ποιες είναι αντίστοιχα οι απαραίτητες επισκευές για αυτές τις βλάβες;

πως κάθε κατασκευή έτσι και οι σωληνώσεις, με την πάροδο του χρόνου σε συνδυασμό και με τις συνθήκες υπόκεινται σε σταδιακή απώλεια της αντοχής τους,

με αποτέλεσμα να εμφανίζονται κάποια χρονική στιγμή διαρροές νερού. Οι διαρροές είναι ανεπιθύμητο γεγονός, διότι προκαλούν πλημμύρες στους εσωτερικούς χώρους των κτιρίων και διάβρωση των υλικών που θα

συναντήσουν. Προκειμένου να αποφευχθούν βλάβες στο δίκτυο, παίρνονται τα κατάλληλα προληπτικά μέτρα κατά την εγκατάστασή του. Οι σωληνώσεις θα πρέπει να περνούν από σημεία εύκολα ορατά και προσβάσιμα, έτσι ώστε όποια

βλάβη προκύψει να εντοπιστεί και να αντιμετωπιστεί αμέσως. Πρέπει όμως να ληφθεί μέριμνα κατά την εγκατάσταση, ώστε να μην τοποθετηθούν σε σημεία τέτοια που είναι

πιθανό να χτυπηθούν ή να παραμορφωθούν με οποιονδήποτε μηχανικό τρόπο. Με την διάβρωση αλλοιώνεται παροδικά η επιφάνεια των μετάλλων προχωρώντας προς το εσωτερικό της μάζας. ε κάποιες περιπτώσεις υπάρχει και εσωτερική

διάβρωση. Έτσι, όταν αυτή προχωρήσει αρκετά, παρουσιάζεται διαρροή νερού. Αν οι σωλήνες περνάνε μέσα στο έδαφος πρέπει να μονώνονται με ασφαλτούχες

ουσίες ή συνθετικές ρητίνες. Δεν πρέπει να περνάνε μέσα από τα μέρη της οικοδομής ( τοίχους, δάπεδα κλπ ). Αν όμως είναι ανάγκη, πρέπει να γίνει εξωτερική κάλυψη με προστατευτικό υλικό. Πρέπει να βάφονται σε όλη την επιφάνειά τους με ειδικό

αντισκωριακό και όπου κρίνεται απαραίτητο, να τοποθετείται διάταξη ανοδικής προστασίας με ράβδο μαγνησίου. Σο χειμώνα που η θερμοκρασία κατεβαίνει χαμηλά, το μέρος της εγκατάστασης που βρίσκεται έξω από το κτίριο μπορεί

να παγώσει. Σο παγωμένο νερό διογκώνεται και σπάει τους σωλήνες. Γι’ αυτό πρέπει να είναι καλά μονωμένοι στα σημεία εκείνα που είναι εκτεθειμένοι. Επίσης,

αν οι γραμμές περνούν μέσα στο έδαφος, πρέπει να τοποθετούνται αρκετά βαθιά.

Page 59: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

68. Να αναφέρετε τη συντήρηση που πρέπει να κάνει ένας θερμοϋδραυλικός σε έναν ηλιακό θερμοσίφωνα ανοικτού και κλειστού

κυκλώματος. το ανοιχτό σύστημα το νερό χρήσης κυκλοφορεί μέσα στους θερμαινόμενους

συλλέκτες, θερμαίνεται και καταλήγει στο μπόιλερ. Διατρέχεται ο κίνδυνος σε περίπτωση παγετού να υπάρξει σπάσιμο του συλλέκτη. Ένας θερμοϋδραυλικός για να συντηρήσει έναν τέτοιο ηλιακό θερμοσίφωνα πρέπει να κάνει τα εξής:

α. Να αντικαταστήσει τη ράβδο μαγνησίου που ενδεχομένως να υπάρχει στο μπόιλερ, β. Να ελέγξει τη μόνωση στις σωληνώσεις, γ. Να ελέγξει πιθανές διαρροές που μπορεί να υπάρχουν στους σωλήνες, δ. Να ελέγξει μηχανικά μέρη όπως πχ

τον κυκλοφορητή, για καλή λειτουργία και ε. Να ελέγξει πιθανές θραύσεις και να καθαρίσει τις όποιες ακαθαρσίες στα κάτοπτρα. το κλειστό σύστημα, από την

άλλη, ο ηλιακός συλλέκτης διατρέχεται από κατάλληλο μίγμα αντιψυκτικού υγρού και νερού. Ο θερμοϋδραυλικός θα πρέπει να προσέξει και να πράξει κατά τη συντήρηση τα εξής: α. Αντικατάσταση ή συμπλήρωμα του αντιψυκτικού υγρού

( έλεγχος μια φορά το χρόνο ), β. Έλεγχος του δοχείου διαστολής που πιθανό να υπάρχει στο κύκλωμα για να προστατέψει το δίκτυο από την υπερβολική αύξηση

της θερμοκρασίας, γ. Έλεγχος της βαλβίδας ασφαλείας που υπάρχει επάνω στο μπόιλερ και συγκεκριμένα, στο δίκτυο που κυκλοφορεί το αντιψυκτικό, δ. Έλεγχος και αντικατάσταση σωλήνων για πιθανές διαρροές, όπου χρειάζεται,

ε. Έλεγχος και αντικατάσταση μονώσεων που είναι εκτεθειμένες στον ήλιο, όπου χρειάζεται, στ. Έλεγχος κατόπτρων για σπασίματα και ακαθαρσίες, ζ. Έλεγχος των μηχανικών μερών όπως πχ κυκλοφορητές, όπου υπάρχουν και η. Αντικατάσταση

της ράβδου μαγνησίου κάθε 2 χρόνια.

69. Να αναφέρετε τους τρόπους - μεθόδους απόφραξης ( καθαρισμού ) μίας εγκατάστασης αποχέτευσης. 1) Βιολογικές μέθοδοι κατά τις οποίες έχουμε τη βιολογική διάσπαση των οργανικών

λιπαρών λυμάτων και την καταπολέμηση της δυσοσμίας με ειδικά καθαριστικά 2) Φημικές μέθοδοι κατά τις οποίες έχουμε την καταπολέμηση των συσσωρευμένων

λυμάτων και της δυσοσμίας με τη βοήθεια ισχυρών χημικών

αποφρακτικών - καθαριστικών 3) Μηχανικές μέθοδοι κατά τις οποίες πραγματοποιείται η απόφραξη με τη χρήση

αποφρακτικών μηχανημάτων

70. Σι ονομάζουμε ‘‘προληπτική συντήρηση’’; Ποια τα πλεονεκτήματα και

τα μειονεκτήματά της; Κατά την προληπτική συντήρηση, συντηρούμε προγραμματισμένα τις εγκαταστάσεις

πριν ακόμα παρουσιαστεί κάποιο πρόβλημα. τηρίζεται στην καλή γνώση του εξοπλισμού, στη γνώση στοιχείων για τη συμπεριφορά και τις συνήθεις βλάβες του καθώς και στις οδηγίες των κατασκευαστών. Με βάση των παραπάνω εκπονούνται

προγράμματα προληπτικής συντήρησης, τα οποία καλύπτουν εργασίες που ξεκινούν από τον απλό έλεγχο, τον καθαρισμό, το γρασάρισμα, τη ρύθμιση και φτάνουν μέχρι και την αντικατάσταση μηχανημάτων και δικτύων. Επειδή οι εργασίες

συντήρησης γίνονται σε χρόνο που έχουμε επιλέξει, στην περίπτωση της βιομηχανίας, περιορίζουμε ή και αποφεύγουμε το κόστος διακοπής της παραγωγής λόγω βλάβης

κάποιας μηχανής. Απαιτείται οργάνωση και συνεχής δαπάνη χρημάτων. μως, τα συνολικά οικονομικά αποτελέσματα της προληπτικής συντήρησης υπερκαλύπτουν το κόστος αυτό και τελικά είναι συμφέρουσα.

Page 60: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

71. Ποια είναι τα αντικείμενα στα οποία γίνεται η συντήρηση σε μία εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης;

τις εγκαταστάσεις θέρμανσης η συντήρηση πρέπει να καλύπτει τα παρακάτω αντικείμενα: α. Δίκτυο παροχής καυσίμου, β. Αποθήκευση καυσίμου, γ. Καυστήρες,

δ. Λέβητες, ε. Καμινάδα, στ. Δίκτυα, ζ. Ηλεκτρολογική εγκατάσταση και αυτοματισμούς, η. Πυρανίχνευση και πυρασφάλεια και θ. Βελτιστοποίηση καύσης.

72. Γιατί επιβάλλεται ο περιοδικός καθαρισμός της δεξαμενής καυσίμου; Ποιες ενέργειες ακολουθούμε για την εκτέλεσή του; Μετά από κάποιο χρόνο λειτουργίας της εγκατάστασης, στον πυθμένα της δεξαμενής

κατακάθεται ποσότητα ξένων ουσιών που βρίσκονται αναμεμειγμένες μαζί με το πετρέλαιο. Οι ξένες αυτές ουσίες συσσωρεύονται σε μορφή λάσπης. Αυτή η λάσπη

περιέχει μεταξύ άλλων και παραφίνη, η οποία έχει διαβρωτικές ιδιότητες για τα τοιχώματα της δεξαμενής. Γι’ αυτόν το λόγο πρέπει να αποβάλλεται απ’ αυτήν. Ο καθαρισμός της λάσπης αυτής γίνεται ως εξής: α. Υροντίζουμε ώστε η ποσότητα

του πετρελαίου στη δεξαμενή να είναι ελάχιστη, β. το κάτω μέρος της δεξαμενής υπάρχει ειδική βάνα αδειάσματος ή τάπα. Ανοίγουμε τη βάνα αυτή και διώχνουμε

τη λάσπη, και γ. Από την ανθρωποθυρίδα της δεξαμενής εισέρχεται μέσα σ’ αυτήν ο τεχνίτης – συντηρητής, με ειδική μάσκα οξυγόνου, και με κατάλληλα καθαριστικά αφαιρεί με επιμέλεια τα υπολείμματα της λάσπης. Ο καθαρισμός που περιγράφτηκε

μπορεί να γίνει και με ειδική αναρροφητική αντλία την οποία διαθέτουν τα βυτία μεταφοράς του πετρελαίου. Επίσης, οι δεξαμενές από χάλυβα μπορούν να αντικατασταθούν από πλαστικές, οι οποίες έχουν πλήρη στεγανότητα και έτσι

αποφεύγονται οι συχνοί έλεγχοι για τυχόν διαβρώσεις και διαρροές.

73. Με ποια μέθοδο και συσκευές γίνεται η επιθεώρηση και η δοκιμή της δεξαμενής υγραερίου και των σωληνώσεων υγραερίου; Ανά πενταετία γίνεται εξωτερική επιθεώρηση της δεξαμενής. υμπληρωματικά,

μπορεί να γίνει και παχυμέτρηση των ελασμάτων της δεξαμενής με συσκευή υπερήχων και καθαρισμός και βαφή, εφόσον απαιτείται. Επίσης, γίνεται έλεγχος ασφαλιστικών βαλβίδων. Ανά δεκαετία επαναλαμβάνεται ο έλεγχος της πενταετίας και

επιπλέον γίνεται εσωτερική επιθεώρηση και έλεγχος για διαβρώσεις και φθορές. τις δεξαμενές χωρίς ανθρωποθυρίδα, αντί της εσωτερικής επιθεώρησης, γίνεται

παχυμέτρηση των ελασμάτων ή υδραυλική δοκιμασία. Η δοκιμή της δεξαμενής μπορεί να γίνει με υδραυλική πίεση που επιτελείται με πρεσάρισμά της με άζωτο, σε πίεση 5 bar. Μετά από κάθε γέμισμα της δεξαμενής συνίσταται η εξυδάτωσή της

από την ειδική βαλβίδα που υπάρχει σ’ αυτήν. Οι σωληνώσεις ελέγχονται με σαπουνάδα στα σημεία συνδέσεων ή με φορητό ανιχνευτή αερίου.

74. Εάν σε έναν εξατμιστικό καυστήρα πετρελαίου δεν παρέχεται καύσιμο,

ποιες είναι οι πιθανές βλάβες και πώς αποκαθίστανται;

Εάν σε έναν εξατμιστικό καυστήρα πετρελαίου δεν παρέχεται καύσιμο, οι πιθανές αιτίες βλάβης και η αντιμετώπισή τους είναι οι εξής: α. Για βουλωμένο φίλτρο πρέπει να πραγματοποιηθεί καθαρισμός, β. Για καμένο πηνίο ηλεκτρομαγνητικής κεφαλής

πρέπει να γίνει αντικατάσταση του πηνίου, γ. Για φράξιμο διακόπτη από καρβουνίδια πρέπει να πραγματοποιηθεί καθαρισμός των καρβουνιδίων με βούρτσα, δ. Για νερό

στο πετρέλαιο πρέπει να τελεστεί καθαρισμός του καρμπιρατέρ και των φίλτρων και ε. Για καμένο ηλεκτρομαγνήτη πρέπει να γίνει αντικατάστασή του.

Page 61: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

75. Εάν σε καυστήρα πετρελαίου δε γίνεται καθόλου ανάφλεξη, ποιους ελέγχους πρέπει να κάνετε;

Οι πιθανές αιτίες αυτού του προβλήματος είναι οι εξής: α. Κακή ρύθμιση ηλεκτροδίου, β. Κατάλοιπα άνθρακα στο διάκενο του ηλεκτροδίου, γ. Καμένο

ηλεκτρόδιο, δ. πασμένος ή ραγισμένος μονωτήρας ηλεκτροδίου και ε. Πρόβλημα ηλεκτρικής σύνδεσης.

76. Παρά την εκκίνηση του καυστήρα και την ύπαρξη σπινθήρα ανάφλεξης, το πετρέλαιο δε διοχετεύεται στο μπεκ. Ποιες είναι οι πιθανές αιτίες; Οι πιθανές αιτίες είναι οι εξής: α. Η δεξαμενή είναι άδεια, β. Ο διακόπτης πετρελαίου

στο σωλήνα τροφοδοσίας είναι κλειστός, γ. Όπαρξη αέρα στο κύκλωμα δεξαμενής πετρελαίου – καυστήρα ( ειδικά μετά την επαναπλήρωση της δεξαμενής ),

δ. Ακάθαρτο φίλτρο, ε. Ακαθάριστο ακροφύσιο και στ. Ελαττωματική ηλεκτροβαλβίδα.

77. Κληθήκατε για έκτακτη συντήρηση καυστήρα πετρελαίου και διαπιστώνετε ότι είναι βουλωμένο το μπεκ. Ποια λύση προτείνετε

στο διαχειριστή της πολυκατοικίας και γιατί; Είναι προτιμότερο να αντικαθίσταται το μπεκ παρά να καθαρίζεται ( μιας και η τιμή του δεν είναι ιδιαίτερα υψηλή σε σύγκριση με τη σπουδαιότητα της ύπαρξής του ),

διότι ο καθαρισμός του από τα κατάλοιπα της καύσης μπορεί να επιφέρει την καταστροφή του. Είναι ένα πολύ ευαίσθητο εξάρτημα και πρέπει να προσεχτεί ιδιαίτερα ο τρόπος που θα το μεταφέρουμε και επίσης, το πώς θα το πιάσουμε και

θα το τοποθετήσουμε στη θέση του.

78. Ποιος ο ρόλος της θέσης του μπεκ σε έναν καυστήρα πετρελαίου; Σο μπεκ ( ακροφύσιο ) είναι το εξάρτημα εκείνο που ψεκάζει το καύσιμο στο χώρο καύσης του λέβητα και παίζει κρίσιμο ρόλο στην ποιότητα καύσης του πετρελαίου,

επειδή δίνει με ακρίβεια τη σωστή ποσότητα πετρελαίου και το σωστό σχήμα ψεκασμού, ενώ έχει σχεδιαστεί για να αναμιγνύει το πετρέλαιο με τον αέρα σε κάθε τύπο καυστήρα και στη σωστή αναλογία. Η θέση του μπεκ καθορίζεται από τον

κατασκευαστή του καυστήρα και συγκεκριμένα: α. Αν το μπεκ είναι πολύ μπροστά, τότε έχουμε κακή ανάφλεξη γιατί η ταχύτητα του αέρα είναι πολύ μεγάλη και

μετά την έναυση η φλόγα δεν είναι σταθερή και β. Αν το μπεκ είναι πολύ πίσω, τότε βρέχεται η πμούκα και ο διασκορπιστήρας.

79. Εάν υπάρχουν σταγονίδια στην ‘‘μπούκα’’ του καυστήρα, ποιες είναι οι πιθανές δυσλειτουργίες της συσκευής;

Οι σταγόνες κατά τη διάρκεια της έναυσης ακολουθούν ως αποτέλεσμα: α. Σης πολύ χαμηλής πίεσης καυσίμου και β. Σης βρώμας στη βαλβίδα ή στο φίλτρο. Οι σταγόνες κατά τη διάρκεια λειτουργίας ακολουθούν ως αποτέλεσμα: α. Σου ότι το μπεκ είναι

πολύ πιο πίσω από το στροβιλιστήρα, β. Σου ότι οι ακίδες δεν είναι σε σωστή θέση, γ. Σου ότι δεν είναι τοποθετημένο το μπεκ στεγανά στη θέση του, δ. Σης βρώμας και καρβουνιάς γύρω από το ακροφύσιο του μπεκ, ε. Σης βλάβης στο μπεκ

κατά τον καθαρισμό και στ. Σης μικρής πίεσης καυσίμου. Οι σταγόνες κατά το σταμάτημα ακολουθούν ως αποτέλεσμα: α. Σου αέρα στο σωλήνα μεταξύ μπεκ και

βαλβίδας και β. Σης ελαττωματικής ή βρόμικης βαλβίδας.

80. Ποιες θα είναι οι ενέργειές σας εάν σε ένα λεβητοστάσιο αερίου,

κατά τη διάρκεια συντήρησης και ρυθμίσεων, διαπιστώσετε οσμές αερίου; Οι ενέργειες, εάν σε ένα λεβητοστάσιο αερίου, κατά τη διάρκεια συντήρησης και

ρυθμίσεων, διαπιστωθούν οσμές αερίου είναι οι εξής: α. Κλείσιμο του σφαιρικού διακόπτη ασφαλείας, β. Αποφυγή της δημιουργίας σπινθήρα, γ. Αερισμός του χώρου ( άνοιγμα πορτών και παραθύρων ), δ. Χάξιμο για τη διαρροή και σταμάτημά της.

Page 62: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Αν η διαρροή προέρχεται από τη γραμμή τροφοδοσίας, ειδοποίηση της εταιρίας αερίου και ε. Αφού εξαλειφθεί η διαρροή, πραγματοποιείται έλεγχος της σειράς

λειτουργιών του καυστήρα ( διακόπτης ασφαλείας κλειστός ).

81. Ποιες ρυθμίσεις κάνετε σε ένα συγκρότημα οργάνων αερίου ( Multi-Block ); α. Ρύθμιση του ρυθμιστή πίεσης εξόδου αερίου, β. Ρύθμιση παροχής αερίου,

γ. Ρύθμιση παροχής αερίου εκκίνησης, δ. Ρύθμιση του επιτηρητή πίεσης αερίου και ε. Ρύθμιση του επιτηρητή πίεσης αέρα.

82. Ποιες είναι οι συνήθεις βλάβες των λεβήτων και πώς αντιμετωπίζονται; Κάποιοι από τους μαντεμένιους λέβητες παρουσιάζουν ρωγμές στα στοιχεία τους,

που δύσκολα επισκευάζονται. υνήθως οδηγούμαστε στην αντικατάσταση των στοιχείων. σον αφορά τους χαλύβδινους λέβητες, σκουριάζουν ή τρυπάνε, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις που έχουμε δίκτυο ή εξαρτήματα από χαλκό.

Οπότε στη συγκεκριμένη περίπτωση θα πρέπει να λαβαίνουμε τα απαραίτητα αντιδιαβρωτικά μέτρα στην εγκατάσταση και να αντικαταστήσουμε, με καινούρια,

τα τυχόν σκουριασμένα ή τρύπια υλικά του λέβητα. Από τη σωστή συντήρηση και ρύθμιση της εγκατάστασης θέρμανσης εξαρτώνται: α. Η ασφάλεια της εγκατάστασης και της οικοδομής που τη στεγάζει, β. Η διάρκεια ζωής του εξοπλισμού και

γ. Σο κόστος λειτουργίας ( καύσιμα και ρεύμα ).

83. Καλείστε για τακτική συντήρηση λεβητοστασίου κεντρικής θέρμανσης.

Ποιες ενέργειες κάνετε; Για την τακτική συντήρηση λεβητοστασίου κεντρικής θέρμανσης εκτελούμε

τις παρακάτω εργασίες: α. Γενικός καθαρισμός χώρου, β. Καθαρισμός λέβητα, καυστήρα και καμινάδας με κατάλληλα εργαλεία, γ. Αλλαγή μπεκ και εύκαμπτων σωλήνων καυσίμου, δ. υντήρηση ηλεκτρολογικού εξοπλισμού, ε. Ρύθμιση

θερμοστατών και οργάνων ασφαλείας, στ. Καθαρισμός περσιδωτών ανοιγμάτων αερισμού του λεβητοστασίου, ζ. Έλεγχος δεξαμενών καυσίμων για τυχόν διαρροές και τοποθέτηση ηλεκτροβάνας στο σωλήνα προσαγωγής καυσίμου και η. Σοποθέτηση

πυροσβεστήρα αυτόματης εκκένωσης, βάρους 12kg, επάνω από τον καυστήρα και αναγόμωσή του κάθε 18 μήνες.

84. Ο κυκλοφορητής δε στέλνει νερό στα σώματα. Ποιες είναι οι πιθανές

αιτίες του προβλήματος;

Οι πιθανές αιτίες του προβλήματος είναι: α. Τπάρχει αέρας στο δίκτυο των σωληνώσεων και στον κυκλοφορητή και β. Έχει καταστραφεί η φτερωτή του

κυκλοφορητή από πιθανή υπερθέρμανση στην περίπτωση που αυτή είναι πλαστική.

85. Ποια είναι τα βήματα και οι συσκευές που απαιτούνται για τον έλεγχο ή

τη ρύθμιση του κλειστού δοχείου διαστολής μίας εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης; Κάθε πότε ενδείκνυται να γίνετε αυτός ο έλεγχος; α. Καθαρίζουμε τη βαλβίδα του δοχείου διαστολής από σκόνες, β. Σοποθετούμε

το αερόμετρο στη βαλβίδα, γ. Μετρούμε την πίεση, δ. Ελέγχουμε αν αυτή βρίσκεται μέσα στα επιτρεπόμενα όρια για τη συγκεκριμένη εγκατάσταση. Σα καινούρια δοχεία

διαστολής περιέχουν άζωτο σε πίεση 1,5 bar. Αναλόγως προς το στατικό ύψος της οικοδομής προσθέτουμε ή αφαιρούμε αέρα από το δοχείο και ε. Για να ελέγξουμε εγκατεστημένο δοχείο, πρέπει να το αποσυνδέσουμε από το δίκτυο, αφού πρώτα

αδειάσουμε το νερό.

Page 63: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Επίσης, αν πιέσουμε τη βαλβίδα του δοχείου και βγει νερό αντί αέρας, αυτό σημαίνει ότι το δοχείο έχει καταστραφεί και χρειάζεται άμεση αντικατάσταση. Αν όμως

κάνουμε συχνά αυτό το τεστ, θα αδειάσουμε το άζωτο και το δοχείο θα τεθεί γρήγορα εκτός λειτουργίας. Η συχνότητα του ελέγχου του δοχείου διαστολής καθορίζεται και

από το συχνό άνοιγμα της βαλβίδας ασφαλείας, στο ξεκίνημα της λειτουργίας του λέβητα, κάτι που παραπέμπει σε πιθανό πρόβλημα του δοχείου. Σέλος, το αερόμετρο είναι το ίδιο με αυτό που μετράμε την πίεση στους τροχούς

των αυτοκινήτων.

86. Η βαλβίδα ασφαλείας της εγκατάστασης της κεντρικής θέρμανσης

ανοίγει συχνά. Ποιες είναι οι πιθανές αιτίες και πώς θα τις αντιμετωπίζατε; Οι πιθανές αιτίες και οι τρόποι αντιμετώπισής τους, όταν η βαλβίδα ασφαλείας

της εγκατάστασης της κεντρικής θέρμανσης ανοίγει συχνά είναι οι εξής: α. Επικάθιση ακαθαρσιών στην έδρα της βαλβίδας με αποτέλεσμα αυτή να ανοίγει στην παραμικρή αύξηση της πίεσης, πράγμα που αντιμετωπίζεται με το άνοιγμα του διακόπτη

της βαλβίδας για να φύγουν οι ξένες ουσίες, β. Κακή ρύθμιση στο ελατήριο της βαλβίδας ασφαλείας, κάτι που απαιτεί την αντικατάσταση της βαλβίδας

ασφαλείας και γ. Λανθασμένη ένδειξη του μανόμετρου του αυτομάτου πλήρωσης, γεγονός που οδηγεί σε έλεγχο για την καλή λειτουργία του μανόμετρου και αντικατάστασή του, αν χρειάζεται.

87. Γίνονται παράπονα, ιδιαίτερα από τους ενοίκους των τελευταίων

ορόφων, για θορύβους στις σωληνώσεις του δικτύου κεντρικής θέρμανσης.

Πού μπορεί να οφείλονται αυτοί οι θόρυβοι; Ψς προς τη δημιουργία θορύβων στις εγκαταστάσεις κεντρικών θερμάνσεων,

διακρίνουμε βασικά: α. Θορύβους καύσης σε καυστήρες πετρελαίου ή αερίων, που είναι δυνατό να ενισχυθούν από φαινόμενα συντονισμού ανάμεσα στο χώρο καύσης και την καμινάδα, β. Θορύβους αντλιών και κυκλοφορητών και γ. Θορύβους

λόγω μεγάλων ταχυτήτων νερού. Οι δημιουργούμενοι θόρυβοι διαδίδονται μέσω του αέρα και μεταφέρονται στα δομικά στοιχεία του χώρου του λεβητοστασίου, την καμινάδα και τους γειτονικούς χώρους. Ακόμη, μεταφέρονται στη βάση

του λέβητα και στις σωληνώσεις υπό μορφή κραδασμών, ιδιαίτερα σε εγκαταστάσεις μεγάλων θερμικών ισχύων.

88. Για τη βελτιστοποίηση της καύσης σε εγκατάσταση κεντρικής

θέρμανσης ποιους παράγοντες ελέγχουμε και ποιες συσκευές

χρησιμοποιούμε στις αντίστοιχες μετρήσεις; Ο βαθμός απόδοσης του λέβητα εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως είναι

η τεχνολογία κατασκευής του, η επιλογή του κατάλληλου καυστήρα και οι ρυθμίσεις του αέρα και του καυσίμου. Αν ο μετρηθείς βαθμός απόδοσης του λέβητα είναι χαμηλός, πρέπει να προσπαθήσουμε να τον βελτιώσουμε. Έτσι, η διαδικασία

που ακολουθούμε για τη βελτιστοποίηση της καύσης σε εγκατάσταση κεντρικής θέρμανσης είναι η εξής: α. Ανάβουμε το λέβητα και περιμένουμε να ανέλθει η θερμοκρασία του νερού στους 800C τουλάχιστον, β. Μετρούμε το βαθμό απόδοσης

του λέβητα, με συσκευές μέτρησης βαθμού απόδοσης τύπου Μπακαρά, Μπριγκόν ή παρόμοιες άλλες συσκευές, γ. Αν ο βαθμός απόδοσης είναι χαμηλός, επεμβαίνουμε

στον καυστήρα ρυθμίζοντας το καύσιμο και τον αέρα ξανά, δ. Μετρούμε πάλι το βαθμό απόδοσης και ε. υνεχίζουμε τις ρυθμίσεις, ώσπου να φτάσει ο βαθμός απόδοσης σε ικανοποιητικό επίπεδο. Ουσιαστικά αυτό που μας ενδιαφέρει

είναι η μέγιστη θερμοκρασία των καυσαερίων ( μέχρι 2800C ), η περιεκτικότητα των καυσαερίων σε CO2 ( μέχρι 9% ), ο δείκτης αιθάλης των καυσαερίων

( προκαθορισμένα επιτρεπτά όρια ) και οι απώλειες της θερμότητας ( που δεν πρέπει να υπερβαίνουν το 15 – 20 % ).

Page 64: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

89. Ποια τα είδη ελέγχων σε μία εγκατάσταση πυροπροστασίας και πώς γίνονται αυτοί οι έλεγχοι;

Κατά τον έλεγχο ενός πυροσβεστικού δικτύου διακρίνουμε τα παρακάτω είδη ελέγχων: α. Γενικός έλεγχος κατά τον οποίον ελέγχεται αν η εγκατάσταση έγινε

σύμφωνα με την εγκεκριμένη μελέτη του Μηχανικού, β. Δοκιμή σε πίεση κατά την οποίαν καθαρίζεται το δίκτυο σύμφωνα με τους κανονισμούς, γ. Δοκιμή ροής κατά την οποίαν ελέγχεται η παροχή του δικτύου σύμφωνα με την Πυροσβεστική Διάταξη,

δ. Δοκιμές ανιχνευτών φωτιάς κατά τις οποίες, με θερμότητα, καπνό ή τεχνητές αναλαμπές διαπιστώνεται η ετοιμότητα των διάφορων ανιχνευτών. Παρόμοιες δοκιμές πρέπει να γίνονται και κατά τακτικά χρονικά διαστήματα, διότι η δύσκολη ώρα

της κατάσβεσης, όταν κινδυνεύουν ζωές και περιουσίες, δεν είναι και η πλέον κατάλληλη για τη διαπίστωση και αποκατάσταση λαθών, παραλείψεων και βλαβών.

90. Κατά την τακτική συντήρηση της εγκατάστασης πυροπροστασίας

ποια βασικά τμήματα επιθεωρείτε και ποια είναι τα πιθανά προβλήματά τους;

λη η εγκατάσταση πυρόσβεσης πρέπει να συντηρείται σχολαστικά ώστε να βρίσκεται σε συνεχή ετοιμότητα. Ειδικότερα ελέγχουμε: α. Σο δίκτυο, για την αποφυγή

διάβρωσης και καταστροφής της στήριξής του, β. Σα ειδικά εξαρτήματα, τις πυροσβεστικές φωλιές, τους κρουνούς κλπ, για να εξασφαλίζεται η λειτουργικότητα τους, γ. Σα συστήματα εντοπισμού της πυρκαγιάς, ειδοποίησης,

συναγερμού και τηλεχειρισμών, για την αξιόπιστη μεταφορά των σημάτων και δ. Σην πετρελαιομηχανή ( λάδια, περιοδικές εκκινήσεις, φόρτιση των μπαταριών κλπ ), τον ηλεκτροκινητήρα και τις αντλίες ώστε να εξασφαλίζεται η αξιόπιστη

λειτουργία τους. Η συχνότητα των ελέγχων και της συντήρησης εξαρτάται από τον προστατευόμενο χώρο. Γενικά όμως, δεν πρέπει το χρονικό διάστημα μεταξύ δυο

διαδοχικών ελέγχων – συντηρήσεων, τουλάχιστο των πετρελαιομηχανών, να υπερβαίνει τις επτά ημέρες.

91. Σι γνωρίζετε για τον έλεγχο των φορητών πυροσβεστήρων; Η ετοιμότητα των πυροσβεστήρων είναι καθοριστική για την καταστολή της πυρκαγιάς κατά την κρίσιμη φάση της έναρξής της. Οι πυροσβεστήρες αερίου παρουσιάζουν

συχνά μικρές αφανείς διαρροές, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει κατασβεστικό υλικό λίγο καιρό μετά την αναγόμωσή τους. Η πληρότητα αυτών των πυροσβεστήρων

προκύπτει από την ένδειξη του μανόμετρου που έχουν. Αν η βελόνα είναι στο πράσινο, υπάρχει αέριο εντός των επιτρεπόμενων ορίων. Αν όμως είναι στο κόκκινο, πρέπει να αναγομωθεί άμεσα. Μικρή χρήση ενός πυροσβεστήρα αερίου

δεν δημιουργεί την ανάγκη αναγόμωσης, αν η ένδειξη της βελόνας διατηρηθεί στην πράσινη περιοχή. Αντίθετα, οι πυροσβεστήρες σκόνης, αν ανοίξουν έστω και για

λίγο, πρέπει να αναγομωθούν αμέσως. Επίσης, το υλικό τους πρέπει να αντικαθίσταται κάθε 18 μήνες περίπου, διότι μετά από αυτό το χρονικό διάστημα δεν είναι εγγυημένη η αποτελεσματικότητά του.

92. Πότε αντικαθίσταται ένα τμήμα δικτύου πυρόσβεσης; Ποια βήματα

ακολουθούνται;

Οι μηχανικές βλάβες και η διάβρωση συχνά μειώνουν την αξιοπιστία των δικτύων πυρόσβεσης ή ακόμα και τα καταστρέφουν. Σότε επιβάλλεται η αντικατάσταση

των φθαρμένων τμημάτων. Σα βήματα που ακολουθούνται για την αντικατάσταση είναι τα παρακάτω: α. Εντοπισμός του φθαρμένου τμήματος του σωλήνα, β. Λήψη των απαιτούμενων μέτρων ασφαλείας, αναλόγως προς το χώρο και τον τρόπο

σύνδεσης των σωλήνων, γ. Μέτρηση διαμέτρου και μήκους του τμήματος αυτού, δ. Κόψιμο ενός τμήματος, ίσο σε μήκος με αυτό που θα αντικατασταθεί,

από καινούριο σωλήνα, ε. Αφαίρεση του φθαρμένου τμήματος του δικτύου, χρησιμοποιώντας κάβουρα, τροχό ή οξυγόνο,

Page 65: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

στ. Σοποθέτηση του καινούριου τμήματος σωλήνα στη θέση του και ζ. Αναλόγως προς το είδος της προηγούμενης σύνδεσης, βίδωμα, συγκόλληση ή χρησιμοποίηση

ειδικού κολάρου σύνδεσης.

93. Ποιες είναι οι αιτίες κακής λειτουργίας των πυρανιχνευτών; Κάθε πότε πρέπει να ελέγχονται; κόνη, υγρασία και άλλες επικαθίσεις στους ανιχνευτές φωτιάς, μειώνουν

την ευαισθησία και τελικά την αποτελεσματικότητά τους. ύμφωνα με τους κανονισμούς, οι ανιχνευτές πρέπει να επιθεωρούνται τουλάχιστο δυο φορές το χρόνο, ώστε να καθαρίζονται και να ελέγχεται η ετοιμότητά τους. ε περιοχές με υψηλά

επίπεδα σκόνης ή καπνού, ο καθαρισμός και έλεγχος πρέπει να γίνονται πιο συχνά.

94. Να περιγράψετε τα βήματα ελέγχου και συντήρησης των πυρανιχνευτών μίας εγκατάστασης; Σα βήματα ελέγχου και συντήρησης των πυρανιχνευτών μίας εγκατάστασης είναι

τα ακόλουθα: α. Με σκάλα πλησιάζουμε τον ανιχνευτή, β. τον ανιχνευτή πλησιάζουμε ένα τσιγάρο, ώστε ο καπνός να μπει μέσα στο αισθητήριο,

γ. τον ανιχνευτή θερμότητας πλησιάζουμε ένα αναμμένο κερί ή πηγή ζεστού αέρα, ώστε ο ζεστός αέρας να μπει μέσα στο αισθητήριο, δ. Αν ακολουθήσει λειτουργία της σειρήνας, ο ανιχνευτής βρέθηκε σε ετοιμότητα, ε. Αν δε λειτουργήσει ο ανιχνευτής,

τον καθαρίζουμε με πεπιεσμένο αέρα, φυσώντας ελαφρά ή με ειδικά σπρέι καθαρισμού ηλεκτρονικών συσκευών, στ. Επαναλαμβάνουμε τη δοκιμή λειτουργίας και ζ. Αν δε λειτουργήσει ξανά ο ανιχνευτής, καλούμε ηλεκτρολόγο για την

αντικατάστασή του.

95. Αναλαμβάνοντας τη συντήρηση μίας εγκατάστασης πυροπροστασίας τι υλικό πρέπει να παραλάβετε από τον κατασκευαστή και τι έντυπα δημιουργείτε προς ενημέρωση για το αρχείο της εγκατάστασης;

Ολες οι μετρήσεις και παρατηρήσεις που γίνονται, καταχωρούνται στο πρωτόκολλο δοκιμών, που πρέπει να φυλάσσεται από τον ιδιοκτήτη. Ειδικότερα, στο πρωτόκολλο αυτό αναφέρονται: α. Φρονολογία διεξαγωγής των ελέγχων και δοκιμών,

β. Ποιος πραγματοποίησε τους ελέγχους και τις δοκιμές, γ. Αποτελέσματα δοκιμών και μετρήσεων, δ. ημαντικοί εξωτερικοί παράγοντες που επηρέασαν

τα αποτελέσματα , ε. Βελτιώσεις που απαιτηθήκανε να γίνουν και στ. Αποτελέσματα δοκιμών και μετρήσεων μετά τις βελτιώσεις του (ε). Μετά τον έλεγχο του συστήματος ο εγκαταστάτης πρέπει να παραδώσει Σεχνικό Σεύχος που περιλαμβάνει: α. Κατόψεις

και διαγράμματα του συστήματος, που δείχνουν την διάταξη των σωληνώσεων, την υδραυλική και ηλεκτρική σύνδεση όλων των συσκευών, βαλβίδων κλπ με τον

χαρακτηρισμό τους και ένδειξη θέσης και β. Σεχνικά χαρακτηριστικά των συσκευών, αντλιών κλπ και οδηγίες συντήρησής τους.

96. Για την επιθεώρηση καλής λειτουργίας μίας πυροσβεστικής φωλιάς ποια βήματα ακολουθείτε;

Ο πυροσβεστικός σωλήνας πρέπει να παραμένει τυλιγμένος σε εξέλικτρο

ή αναρτημένος από κατάλληλη διάταξη και πάντως έτσι, ώστε η ανάπτυξη του να μπορεί να γίνει γρήγορα, χωρίς αναδιπλώσεις ή τσακίσματα, από ένα άτομο, τραβώντας μόνο το ελεύθερο άκρο του σωλήνα. Σο εξέλικτρο ή οποιαδήποτε άλλη

διάταξη ανάρτησης μπορούν να είναι σταθερά ή περιστρεφόμενα γύρω από κατακόρυφο άξονα, ώστε να διευκολύνεται η ανάπτυξη του σωλήνα και πρέπει να επιτρέπουν να βρίσκεται ο πυροσβεστικός σωλήνας μόνιμα συνδεδεμένος με το

δίκτυο. Ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες ή άλλες απαιτήσεις, όλος ο εξοπλισμός του σημείου λήψης μπορεί να τοποθετείται ορατός επίτοιχα

ή σε εσοχή του τοίχου ή μέσα σε κατάλληλο ερμάριο.

Page 66: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Πρέπει να προβλέπεται σε κάθε περίπτωση αρκετός ελεύθερος χώρος για τον άνετο χειρισμό της βαλβίδας διακοπής και την απρόσκοπτη ανάπτυξη του πυροσβεστικού

σωλήνα. Η βαλβίδα διακοπής και το ελεύθερο άκρο του πυροσβεστικού σωλήνα πρέπει να απέχουν από το δάπεδο από 0,80 m μέχρι 1,50 m. ταν χρησιμοποιείται

ερμάριο, αυτό πρέπει να διαθέτει πόρτα στερεάς κατασκευής, που να μην παρουσιάζει στρεβλώσεις ώστε να ανοίγει εύκολα και να φέρει την ένδειξη ΠΤΡΟΒΕΣΙΚΗ ΥΨΛΙΑ. Η πόρτα πρέπει να ανοίγει 180° περίπου, ώστε να είναι

δυνατή η ανάπτυξη του σωλήνα προς τις δύο κατευθύνσεις. Δεν πρέπει να φέρει κλειδαριά. ε αντίθετη περίπτωση, το κλειδί φυλάσσεται μέσα σε υαλόφρακτο κουτί, τοποθετημένο δίπλα στο ερμάριο και αφαιρείται μόνο με θραύση του γυαλιού

της πρόσοψης.

97. Κατά την αυτοψία δικτύου με καταιονητήρες από τον υπεύθυνο αξιωματικό της πυροσβεστικής υπηρεσίας: α. ε ποιο σημείο και με ποια

συσκευή γίνεται ο οπτικός έλεγχος πίεσης και παροχής του δικτύου και β. Ποια είναι η ελάχιστη παροχή κάθε ακροφυσίου; α. Σο σημείο στο οποίο γίνεται οπτικός έλεγχος πίεσης και παροχής του δικτύου είναι

ο τελευταίος καταιονητήρας της τελευταίας στήλης. Οι συσκευές που έχει τοποθετήσει ο υπεύθυνος αξιωματικός της πυροσβεστικής υπηρεσίας είναι ένα βανάκι και

ένα μανόμετρο. Αφού ανοιχτεί η βάνα ελέγχου πρέπει η πίεση του δικτύου, που θα δείξει το μανόμετρο, να μην είναι κάτων από τα 4,5 bar και β. Η ελάχιστη παροχή του ακροφυσίου καθορίζεται ανάλογα με την κατηγορία κινδύνου πυρκαγιάς

του κάθε κτιρίου. Έτσι έχουμε: i. Μικρού κινδύνου – 586 λίτρα/λεπτό, ii. Μεσαίου κινδύνου – Από 1515 έως 2840 λίτρα/λεπτό και iii. Μεγάλου κινδύνου – Από 4164 έως 5678/λεπτό.

98. ε ποια στάθμη πίεσης γίνεται η δοκιμή ενός δικτύου πυρόσβεσης;

Αφού διαπιστωθεί η κατ' αρχάς συμφωνία του συστήματος με την Σ.Ο. , διοχετεύεται νερό από τα στόμια σύνδεσης της Π.Τ., με ανοιχτή την υψηλότερη βαλβίδα, ώστε να καθαριστούν εσωτερικά οι σωληνώσεις από οποιαδήποτε ξένα σώματα.

την συνέχεια το σύστημα πρέπει να υποβάλλεται σε υδραυλική δοκιμή με πίεση 1 MPa (10 bar) ή 0.4 MPa (4 bar) πάνω από την ονομαστική πίεση, όποια τιμή

είναι μεγαλύτερη, που μετριέται στην είσοδο επί 15 min. Κατά την διάρκεια του χρόνου αυτού δεν πρέπει να σημειωθεί καμιά διαρροή σε σύνδεση ή βαλβίδα.

99. Ποιες είναι οι πιθανές ζημιές σε ένα σύστημα πυρόσβεσης υγρού τύπου από τον παγετό και τις χαμηλές θερμοκρασίες; Πώς προστατεύεται ένα τέτοιο δίκτυο;

Σο νερό εάν παγώσει διαστέλλεται αυξάνεται ο όγκος του και θα καταστρέψει τις σωληνώσεις. Άρα δεν πρέπει να παγώσει σε καμία περίπτωση. Σα υγρά συστήματα

τοποθετούνται σε χώρους που δεν μπορεί να παγώσει το νερό. Εάν δεν εξασφαλίζεται αυτή η συνθήκη τότε θα πρέπει να εξοπλίζονται με απολήξεις εναλλασσόμενα υγρές και στεγνές. Αλλιώς η εγκατάσταση θα έπρεπε να ήταν στεγνού ή εναλλασσόμενα

υγρού και στεγνού τύπου. Να αποφεύγεται η χρήση χάρτινων σακουλών πάνω σε καταιονητήρες διότι καθυστερεί η δράση τους.

100. Ποια υλικά φροντίζετε να υπάρχουν, ως συντηρητές, κοντά στις κατακόρυφες ενός δικτύου Sprinklers - Καταιονητήρων;

Σα υλικά αυτά είναι: α. ύνδεσμοι, β. Εξαρτήματα υδραυλικά ( από ½" έως 3½" ), γ. τηρίγματα, δ. ωλήνες ( από ½" έως 3½" ), ε. Καταιονητήρες, στ. Βαλβίδα αντεπιστροφής, ζ. υρταρωτή βάνα ελέγχου, η. Ανιχνευτή ροής, θ. Μετρητή πίεσης

και ι. Βανάκι ελέγχου.

Page 67: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

101. Να δώσετε τους ορισμούς για τα ακόλουθα: Όδευση διαφυγής – Παροχή όδευσης διαφυγής - Πυραντίσταση – Πυροδιαμέρισμα – Πυροφραγμός –

Πυροθερμικό φορτίο. α. δευση διαφυγής λέγεται μία συνεχής και χωρίς εμπόδια πορεία για τη διαφυγή

από οποιοδήποτε σημείο ενός κτιρίου προς ένα ασφαλή, υπαίθριο συνήθως χώρο, σε περίπτωση πυρκαγιάς, β. Παροχή όδευσης διαφυγής είναι ο αριθμός των ατόμων που είναι δυνατό να διαφύγει έγκαιρα, σε περίπτωση πυρκαγιάς, χρησιμοποιώντας

αυτή την όδευση, γ. Πυραντίσταση λέγεται η ικανότητα μιας κατασκευής ή ενός δομικού στοιχείου ν’ αντιστέκεται για ένα καθορισμένο χρονικό διάστημα, που ονομάζεται δείκτης πυραντίστασης, στα θερμικά αποτελέσματα μιας φωτιάς,

χωρίς απώλεια της ευστάθειας, της ακεραιότητας και της αντίστασης στη δίοδο της θερμότητας, δ. Πυροδιαμέρισμα είναι ένα τμήμα κτιρίου ή και ολόκληρο κτίριο

που περικλείεται ερμητικά από δομικά στοιχεία με προκαθοριζόμενο, κατά περίπτωση, δείκτη πυραντίστασης, ε. Πυροφραγμός λέγεται κάθε κατασκευή που άκαυστα ή περιορισμένης καυστότητας υλικά, που διακόπτει οικοδομικό διάκενο ή

γεμίζει αρμούς και χάσματα οικοδομικών στοιχείων, ώστε να εμποδίζεται η διέλευση καπνού και φλογών μέσα απ’ αυτά και στ. Πυροθερμικό φορτίο είναι το ποσό της

εκλυόμενης θερμότητας από την καύση όλων των υλικών μέσα σ’ ένα χώρο κτιρίου.

102. Να αναφέρετε τα στοιχεία που περιλαμβάνει ένα σύστημα αυτόματης

πυρανίχνευσης. Ένα σύστημα αυτόματης πυρανίχνευσης περιλαμβάνει: α. Σον πίνακα όπου καταλήγουν όλες οι καλωδιώσεις του συστήματος αυτόματης πυρανίχνευσης όλου του

κτιρίου και τοποθετείται σε χώρο που μπορεί εύκολα να ελεγχθεί, β. Σις καλωδιώσεις, γ. Σους ανιχνευτές, δ. Σους φωτεινούς επαναλήπτες και ε. Σις σειρήνες συναγερμού.

103. Πώς ονομάζονται κοινώς τα κινητά μέσα κατάσβεσης;

Πώς κατηγοριοποιούνται ανάλογα με το μέγεθός τους; Ποιες κατασβεστικές

ουσίες χρησιμοποιούν;

Οι φορητοί πυροσβεστήρες είναι τα κινητά μέσα κατάσβεσης και διακρίνονται

συνήθως σε Σύπου Α ( για στερεά υλικά ), Β ( για υγρά υλικά ), C ( για αέρια υλικά ) και D ( για καύσιμα μέταλλα όπως μαγνήσιο, τιτάνιο, κάλιο ). Οι πυροσβεστήρες

κόνεως κατατάσσονται σε τέσσερις ( 4 ) μεγάλες κατηγορίες: α. Σους φορητούς κόνεως ( 1kg, 2kg, 3kg, 6 kg, 12 kg ), β. Σους αυτόματους οροφής ( 6kg, 12 kg ), γ. Σους πυροσβεστήρες τοπικής εφαρμογής ( 12kg, 25kg, 50kg ) και

δ. Σους τροχήλατους πυροσβεστήρες ( 25kg, 50kg ). Οι πυροσβεστήρες αφρού διακρίνονται στους φορητούς αφρού ( 1lt, 2lt, 3lt, 6lt, 9lt ) και τέλος, οι πυροσβεστήρες CO2 διαχωρίζονται σε: α. Υορητούς CO2 ( 2kg, 5kg ) και

β. Σροχήλατους πυροσβεστήρες ( 12kg ).

Κυριότερα κατασβεστικά υλικά είναι: — το νερό — το διοξείδιο του άνθρακα

— οι αφροί — οι χημικές σκόνες — το ελαφρύ νερό

— διάφορες ουσίες ( οργανικές χημικές ενώσεις όπως αλογονομένοι υδρογονάνθρακες ).

Page 68: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

104. Να αναφέρετε τις κατηγορίες μόνιμων εγκαταστάσεων κατάσβεσης με βάση το υλικό κατάσβεσης που χρησιμοποιούν.

α. Μόνιμο Πυροσβεστικό σύστημα νερού, β. Μόνιμο σύστημα καταιονισμού με νερό

( Sprinkler ), γ. Μόνιμο σύστημα τεχνητής ομίχλης νερού, δ. Μόνιμο σύστημα καταιονισμού με Διοξείδιο του Άνθρακα, ε. Μόνιμα συστήματα με σκόνες, στ. Μόνιμο

σύστημα αφρού, ζ. Μόνιμα συστήματα με 'ελαφρό νερό' ( Σα μόνιμα συστήματα που χρησιμοποιούν ελαφρό νερό (AFFF ή light water), έχουν ευρύτατη διάδοση, ιδιαίτερα για την προστασία υπόστεγων αεροπλάνων, χημικών παραγωγικών μονάδων,

περιοχές όπου φορτώνονται πετρελαιοειδή, εγκαταστάσεις εκχυλίσεως και επικαλύψεως, κτλ ) και η. Μόνιμα συστήματα με Inergen ( Σο INERGEN είναι φιλικό προς το περιβάλλον πυροσβεστικό αέριο, αφού είναι μίγμα φυσικών αερίων

που βρίσκονται στην ατμόσφαιρα όπως Άζωτο, Αργό και Διοξείδιο του Άνθρακα. Σο INERGEN δεν καταστρέφει το ζον, δεν δημιουργεί αύξηση θερμοκρασίας, είναι

κακός αγωγός του ηλεκτρισμού και δεν παρουσιάζει οξειδωτικά φαινόμενα. Σο INERGEN χρησιμοποιείται σε υστήματα Πυρόσβεσης Ολικής Πλήρωσης, τα οποία απαιτούν ειδικό μηχανολογικό σχεδιασμό. ταν σχεδιαστεί σωστά είναι

κατάλληλο για κατηγορίες φωτιάς A, B και C αφού μειώνει την περιεκτικότητα Ο2 σε επίπεδα χαμηλότερα απ' αυτά που συντηρούν τη φωτιά ενώ συγχρόνως επιτρέπει

τις ζωτικές λειτουργίες του ανθρώπου. Μερικές τυπικές εφαρμογές είναι: ·Φώροι ηλεκτρονικών υπολογιστών

·Φώροι αρχείων ·Φώροι με τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό ·Φώροι με εξοπλισμό ελέγχου

·Φώροι συνήθως κατοικημένοι ή και όχι κατοικημένοι με πολύ ευαίσθητο ή αναντικατάστατο ηλεκτρονικό εξοπλισμό.

Σο INERGEN έχει επίσης ελεγχθεί από το FMRC για την ικανότητά του στην αδρανοποίηση εκρηκτικών μιγμάτων και τα αποτελέσματα έδειξαν

ότι το INERGEN σε συγκεντρώσεις μεταξύ 40% και 50% είναι κατάλληλο για αδρανοποίηση μιγμάτων Προπανίου/Αέρα και Μεθανίου/Αέρα ).

105. Από τι αποτελείται ένα δίκτυο πυρόσβεσης;

Ένα δίκτυο πυρόσβεσης αποτελείται από τα παρακάτω στοιχεία: α. Σις πυροσβεστικές φωλιές, β. Σα πυροσβεστικά υδροστόμια, γ. Σα πυροσβεστικά συγκροτήματα,

δ. Σους καταιονητήρες, ε. Σα υδραυλικά δίκτυα, στ. Σους διακόπτες, ζ. Σα στηρίγματα του δικτύου, η. Σις δεξαμενές του νερού και θ. Σους μηχανικούς και ηλεκτρικούς αυτοματισμούς για τον έλεγχο και την καλή λειτουργία

της εγκατάστασης.

106. Να περιγράψετε συνοπτικά τους τύπους εγκαταστάσεων καταιονισμού (Sprinkler Systems).

Οι εγκαταστάσεις συστημάτων με καταιονητήρες, σε κτίρια ή τμήματα κτιρίων, έχουν σκοπό την αυτόματη ανίχνευση και κατάσβεση πυρκαγιάς, στα πρώτα στάδια της εξέλιξης της, ή τον έλεγχο της μέχρι την ολοκλήρωση της κατάσβεσής της

με επέμβαση των ενοίκων ή και της Πυροσβεστικής Τπηρεσίας. Η παρούσα Σεχνική Οδηγία δίνει όλες τις δυνατές πληροφορίες και κάνει όλες τις απαραίτητες συστάσεις,

ώστε να εξασφαλισθεί, με οικονομικό τρόπο, η άρτια κατασκευή και λειτουργία των εγκαταστάσεων συστημάτων με καταιονητήρες, σε κτίρια ή τμήματα κτιρίων. Για να επιτευχθεί ο σκοπός της, η Σεχνική Οδηγία αναφέρεται στην μελέτη,

την κατασκευή, την παραλαβή, τον έλεγχο και την συντήρηση των συστημάτων με καταιονητήρες.

Page 69: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Θα πρέπει να θεωρείται απαραίτητη η εγκατάσταση συστημάτων με καταιονητήρες στα κτίρια ή τα τμήματα κτιρίων, στα οποία είναι πολύ πιθανόν να προκληθεί

πυρκαγιά, ή είναι πιθανόν να αναπτυχθεί πολύ μεγάλη ή έντονη πυρκαγιά, που θα είναι δύσκολο να αντιμετωπισθεί από την Πυροσβεστική Τπηρεσία, όταν καταφθάσει

μετά την ειδοποίηση της από τα συνηθισμένα μέσα ή από αυτόματο σύστημα αναγγελίας πυρκαγιάς. Επίσης η εγκατάσταση συστημάτων με καταιονητήρες μπορεί να κόψει εναλλακτικά την απουσία άλλων μέτρων πυροπροστασίας. Εάν, για

παράδειγμα, ένα μεγάλο κτίριο δεν έχει χωρισθεί σε ττυροδιαμερίσματα ή δεν έχει προσαρμοσθεί προς άλλες απαιτήσεις πυροπροστασίας είναι δυνατόν, για την κάλυψη του κενού, να εγκατασταθεί σύστημα με καταιονητήρες. Οι υπόγειοι χώροι πρέπει να

αντιμετωπίζονται με ιδιαίτερη προσοχή. ε άλλες περιπτώσεις, η εγκατάσταση συστημάτων με καταιονητήρες, μπορεί να αποτελεί μέρος ενός ολοκληρωμένου

συνδυασμού εγκαταστάσεων πυροπροστασίας. Σα συστήματα με καταιονητήρες πρέπει να εγκαθίστανται επίσης στις περιπτώσεις, που εκτιμάται ότι απειλούνται ανθρώπινες ζωές. ε μερικές περιπτώσεις, τα συστήματα με καταιονητήρες μπορούν

να συμπληρώνονται και υποστηρίζονται από ειδικές μόνιμες εγκαταστάσεις όπως CO2, Σύπου Halon, αφροί, κατάλληλες για ειδικές παραγωγικές διαδικασίες και

συσκευές. ταν το νερό είναι ακατάλληλο πυροσβεστικό μέσο, για τμήματα, ενός κτιρίου, πρέπει να προβλέπεται μόνιμη εγκατάσταση με C02, Halon, αφρό ή ξερή σκόνη, αντίστοιχα προς την φύση του κινδύνου.

Οι τύποι συστημάτων με καταιονητήρες, που καλύπτονται από τις παρούσες Σεχνικές Οδηγίες είναι οι ακόλουθοι : α. ΣΤΠΙΚΑ ΤΣΗΜΑΣΑ ΜΕ ΚΑΣΑΙΟΝΗΣΗΡΕ

-Τγρά συστήματα -Εναλλασσόμενα υγρά και στεγνά συστήματα

-τεγνά συστήματα - Τγρά ή εναλλασσόμενα συστήματα με ενσωματωμένες απολήξεις εναλλασσομένων ή στεγνών συστημάτων

- υστήματα προενέργειας ημείωση: Σα τυπικά συστήματα με καταιονητήρες μπορούν να περιλαμβάνουν, συμπληρωματικά, ειδική προστασία με την μορφή κλειστών ακροφυσίων ψεκασμού

μέσης ταχύτητας ή και ανοιχτών ακροφυσίων ψεκασμού μέσης ή ψηλής ταχύτητας, ( τα ανοιχτά ακροφύσια ψεκασμού μπορεί να τροφοδοτούνται μέσω ειδικής βαλβίδας

ελέγχου ), για σχετικά μικρές επιφάνειες όπου στεγάζονται εύφλεκτα υγρά πχ λεβητοστάσια πετρελαίου και β. ΤΣΗΜΑΣΑ ΚΑΣΑΚΛΤΜΟΤ ( χρησιμοποιούν ανοιχτούς καταιονητήρες ή και ανοιχτά ακροφύσια ψεκασμού μέσης ή ψηλής

ταχύτητας ). 107. Να περιγράψετε συνοπτικά τις κατηγορίες υδροδοτικών πυροσβεστικών

δικτύων.

Σα συστήματα με Π.Λ., με κριτήριο αν υπάρχει ή όχι νερό μόνιμα μέσα στις

σωληνώσεις, διακρίνονται σε: α. Τγρά συστήματα τα οποία έχουν συνέχεια την κεντρική βαλβίδα παροχής νερού ανοιχτή και συνδέονται μόνιμα με τις πηγές υδροδότησης και β. τεγνά συστήματα τα οποία έχουν μόνιμη παροχή νερού αλλά

υδροδοτούνται, συνήθως, από πυροσβεστικό όχημα.

108. Να αναφέρετε τους τρόπους παροχής ύδατος σε πυροσβεστικά υδροδοτικά δίκτυα.

Σα συστήματα με Π.Λ. πρέπει να υδροδοτούνται, όπου απαιτείται, από αποδεκτές πηγές. Μία πηγή θεωρείται αποδεκτή όταν είναι ικανή να παρέχει νερό αυτόματα για όλες της απαιτούμενες εκτοξεύσεις νερού στην διάρκεια του απαιτούμενου

χρόνου. Αποδεκτές πηγές υδροδότησης είναι οι εξής:

Page 70: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

α). Δίκτυο πόλης, με επαρκή πίεση και παροχή.

β). Δεξαμενές βαρύτητας. γ). Αυτόματες πυροσβεστικές αντλίες.

δ). Πιεστικά δοχεία. ε). Πυροσβεστικές αντλίες, που ενεργοποιούνται χειροκίνητα, σε συνδυασμό με πιεστικά δοχεία.

στ). Πυροσβεστικές αντλίες που ενεργοποιούνται χειροκίνητα, με μηχανισμούς τηλεχειρισμού, που τοποθετούνται σε κάθε Π.Λ. Σουλάχιστο μια αποδεχτή πηγή υδροδότησης πρέπει να τροφοδοτεί άμεσα κάθε

σύστημα, μέχρις ότου τεθούν σε λειτουργία οι δευτερεύουσες πηγές υδροδότησης.

109. Ποιοι παράγοντες καθορίζουν το μανομετρικό ύψος ενός πιεστικού συγκροτήματος πυρόσβεσης;

Οι παράγοντες που καθορίζουν το μανομετρικό ύψος ενός πιεστικού συγκροτήματος

πυρόσβεσης είναι οι εξής: α. Η παροχή που μετριέται σε λίτρα/λεπτό, β. Η πίεση του συστήματος που μετριέται σε bar και γ. Η πιθανή απώλεια πίεσης που μπορεί να υπάρχει στο σύστημα.

110. Ποια είναι η συνήθης σύνθεση ενός πυροσβεστικού συγκροτήματος;

Ένα πυροσβεστικό συγκρότημα αποτελείται από: α. Σον κινητήρα ( ηλεκτροκίνητο ή και πετρελαιοκίνητο ), β. Σην αντλία, γ. Σο πιεστικό δοχείο, δ. Σο συλλέκτη και τα υδραυλικά εξαρτήματα διανομής του νερού και ε. Σους αυτοματισμούς.

111. Ποια υλικά χρησιμοποιούνται για τις σωληνώσεις ενός πυροσβεστικού δικτύου;

Σο υλικό κατασκευής των σωλήνων και εξαρτημάτων μπορεί να είναι χάλυβας και

χυτοσίδηρος. Δίκτυα σωλήνων που δεν βρίσκονται συνέχεια γεμάτα με νερό πρέπει να κατασκευάζονται από σωλήνες που αντέχουν στην διάβρωση. ε ειδικές περιπτώσεις διαβρωτικής ατμόσφαιρας, όπως πχ μπορεί να συμβεί στην χημική

βιομηχανία, μπορούν να χρησιμοποιηθούν και άλλα υλικά. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, τα υλικά που χρησιμοποιούνται πρέπει να διατηρούν τα χαρακτηριστικά τους τουλάχιστο μέχρι του 400°C.

112. Ποιες είναι οι μέγιστες πιέσεις που μπορούν να επικρατούν στις λήψεις

συστημάτων με πυροσβεστικές λήψεις;

Από 4,5 bar, στο πιο απομακρυσμένο σημείο, έως 6,5 bar. Αν η πίεση

είναι μεγαλύτερη χρειάζονται ειδικά μέτρα. υγκεκριμένα, όταν η πίεση του νερού σε οποιαδήποτε λήψη ενός συστήματος ξεπερνά τα 0,65 MPa ( 6,5 bar ) πρέπει,

να προσαρμόζεται, πριν από την λήψη κατάλληλος μειωτήρας πίεσης. ταν η πίεση σε μια λήψη είναι μεγαλύτερη από 1 MPa ( 10 bar ) τότε πρέπει να υπάρχει κοντά

στην λήψη πινακίδα με την ένδειξη "ΠΡΟΟΦΗ – ΠΙΕΗ ΜΕΓΑΛΤΣΕΡΗ ΑΠΟ 1 MPa". ταν η πίεση σε μια λήψη είναι μεγαλύτερη από 1,2 MPa ( 12 bar ) απαγορεύεται η χρήση αυλών με διάταξη διακοπής της ροής, εκτός εάν τοποθετηθεί

μειωτήρας πίεσης.

113. Πώς κατατάσσονται οι εγκαταστάσεις ανάλογα με το ενδεχόμενο εμφάνισης πυρκαγιάς; Να αναφέρετε ένα παράδειγμα κτιρίου για κάθε περίπτωση.

Κατηγορία μικρού κινδύνου ( τα κτίρια έως 120 m2 χωρίς επικίνδυνα υλικά ). Κατηγορία συνήθους κινδύνου ( τα κτίρια σε αυτή την κατηγορία χωρίζονται σε τέσσερις ομάδες – ομάδα Ι, ομάδα ΙΙ, ομάδα ΙΙΙ, ομάδα ΙV ή ειδική ομάδα

( αποθηκευτικοί χώροι που στοιβάζονται υλικά ).

Page 71: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Κατηγορία μεγάλου κινδύνου ( βιομηχανικά και εμπορικά κτίρια τα οποία στεγάζουν, διακινούν, επεξεργάζονται και αποθηκεύουν επικίνδυνα υλικά ή συνήθων εύφλεκτων

υλικών ή αποθηκευτικοί χώροι της προηγούμενης κατηγορίας που όμως τα ύψη ξεπερνούν τα την κατηγορία συνήθους κινδύνου ).

114. Να δώσετε τις τιμές της πυκνότητας καταιόνησης συστήματος

με καταιονητήρες για κάθε κατηγορία κινδύνου του χώρου που καλύπτει

το σύστημα. α. Κατηγορία μικρού κινδύνου: Η πυκνότητα καταιόνησης των συστημάτων, που καλύπτουν χώρους αυτής της κατηγορίας, είναι 2,25 mm/min, β. Κατηγορία

συνήθους κινδύνου: Η πυκνότητα καταιόνησης των αντίστοιχων συστημάτων είναι 5 mm/min και γ. Κατηγορία μεγάλου κινδύνου: την οποίαν η πυκνότητα

καταιόνησης κυμαίνεται από 7,5 - 30 mm/min ανάλογα με τις ανάγκες για νερό.

115. Να αναφέρετε τους τύπους καταιονητήρων.

α. υμβατικός τύπος, β. Σύπος ομπρέλας, γ. Σύπος οροφής, δ. Πλευρικός τύπος, ε. τεγνού τύπου αντεστραμμένος, στ. τεγνού τύπου όρθιος και ζ. Ακροφύσια

μεσαίας και μεγάλης ταχύτητας.

116. Να δώσετε τους ορισμούς των ακόλουθων στοιχείων συστημάτων καταιονητήρων: Κλάδος – ωλήνας διανομής – τήλη διανομής – Βραχίονας.

Κλάδος: ωλήνας που τροφοδοτείται από σωλήνα διανομής και τροφοδοτεί δυο ή περισσότερους καταιονητήρες είτε έναν ή περισσότερους βραχίονες.

ωλήνας διανομής: ωλήνας που τροφοδοτεί έναν ή περισσότερους κλάδους, με ή χωρίς βραχίονα ή βραχίονες.

τήλη διανομής: Κατακόρυφος σωλήνας που συνδέει με τους ταθμούς Ελέγχου της εγκατάστασης. Επίσης, σωλήνας που διασυνδέει σωλήνες διανομής ή σωλήνα

διανομής με κλάδο σε διαφορετικό επίπεδο.

Βραχίονας: Κατακόρυφος ή οριζόντιος σωλήνας που τροφοδοτεί ένα μόνον

καταιονητήρα και συνδέεται προς σωλήνα διανομής, μέσα στην επιφάνεια σχεδιασμού ή προς κλάδο.

117. Ποια είναι η μέγιστη επιφάνεια που καλύπτεται από έναν καταιονητήρα ανάλογα με τον τύπο του και την κατηγορία κινδύνου του χώρου που

καλύπτει; Ποια είναι η μέγιστη απόσταση καταιονητήρων του ίδιου κλάδου και μεταξύ κλάδων ανάλογα με τον τύπο του και την κατηγορία του;

Κατηγορία ΜΙΚΡΟΤ κινδύνου. Μέγιστη επιφάνεια που καλύπτεται από ένα καταιονητήρα

(1) Πλευρικός καταιονητήρας: 16 m2 (2) Αλλοι καταιονητήρες: 20 m2

Μέγιστη απόσταση μεταξύ καταιονητήρων του ίδιου κλάδου και μεταξύ κλάδων (1) Πλευρικοί καταιονητήρες (2) Άλλοι καταιονητήρες: 4,6 m

Page 72: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Κατηγορία ΤΝΗΘΟΤ κινδύνου. Μέγιστη επιφάνεια που καλύπτεται από ένα καταιονητήρα

(1) Πλευρικοί καταιονητήρες: 9 m2 (2) Άλλοι καταιονητήρες: 12 m2

Μέγιστη απόσταση μεταξύ καταιονητήρων του ίδιου κλάδου και μεταξύ κλάδων (1) Πλευρικοί καταιονητήρες (2) Άλλοι καταιονητήρες

ταν χρησιμοποιείται τυπική διάταξη: 4 m Μεταξύ καταιονητήρων στον ίδιο κλάδο: 4,6 m ταν χρησιμοποιείται εναλλασσόμενη στον ίδιο κλάδο διάταξη: 4 m μεταξύ κλάδων

Κατηγορία ΜΕΓΑΛΟΤ κινδύνου

Μέγιστη επιφάνεια που καλύπτεται από καταιονητήρα Γενικά: 9 m2

ε ράφια στοιβάγματος Μέγιστη απόσταση μεταξύ καταιονητήρων του ίδιου κλάδου και μεταξύ κλάδων Γενικά: 3,7 m

ε ράφια στοιβάγματος: 2,5m

118. Να αναφέρετε τις απαιτήσεις για τη στήριξη σωλήνων συστημάτων με πυροσβεστικές λήψεις.

Γενικές απαιτήσεις: (i) Ανοιχτά στηρίγματα ( πχ γάντζοι ) δεν επιτρέπονται, (ii) τηρίγματα στα οποία η στερέωση πραγματοποιείται μόνο λόγω της ελαστικότητας

περιλαίμιου, δεν επιτρέπονται, (iii) τηρίγματα δεν πρέπει να συγκολλούνται με σωλήνες, (ίν) ε οπλισμένο σκυρόδεμα, τούβλα και παρόμοια υλικά δεν πρέπει

να χρησιμοποιούνται υλικά στερέωσης με εκπυρσοκρότηση ( πχ καρφιά που καρφώνονται με πιστόλι ),

(ν) Σα υλικά στερέωσης σε ξύλο ή οπλισμένο σκυρόδεμα δεν πρέπει να καταπονούνται σε κάμψη, (νί) Σα στηρίγματα δεν πρέπει να βιδώνονται σε ταυ ή σταυρούς που αποτελούν μέρος

της σωλήνωσης της εγκατάστασης, (vii) Σα στηρίγματα πρέπει να τοποθετούνται όσο γίνεται πλησιέστερα σε εξαρτήματα

των σωλήνων και συνδέσμους, (viii) ωλήνες διανομής σε μονόπλευρες ή αμφίπλευρες διατάξεις σωληνώσεων πρέπει να στερεώνονται στο κτίριο. ταν χρησιμοποιούνται άκαμπτα στηρίγματα πρέπει

να παίρνονται υπόψη το βάρος και η δυναμική καταπόνηση λόγω της ροής του νερού, (ix) ωλήνες διανομής σε διατάξεις σωληνώσεων με βρόχο πρέπει να στηρίζονται στο κτίριο μόνο στο σημείο της στήλης. λα τα άλλα στηρίγματα

πρέπει να σηκώνουν μόνο το βάρος και να επιτρέπουν οριζόντιες μικρομετακινήσεις και (x) Πρέπει να δίνεται ιδιαίτερη προσοχή στον σχεδιασμό και την θέση

των στηριγμάτων σε στεγνά συστήματα και συστήματα κατακλυσμού λόγω των μεγάλων δυναμικών καταπονήσεων που μπορεί να προκληθούν κατά την λειτουργία τους.

119. Να αναφέρετε τις απαιτήσεις για τα υλικά των στηριγμάτων σωληνώσεων συστημάτων καταιονητήρων.

Σα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή οποιουδήποτε μέρους

του στηρίγματος πρέπει να είναι άκαυστα και η αντοχή τους να μειώνεται το πολύ κατά 25% όταν αυτά θερμαίνονται από τους 20 0C στους 200 0C.

Page 73: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

120. Να αναφέρετε τις κατηγορίες ανιχνευτών πυρκαγιάς.

Ένα από τα κύρια τμήματα μιας εγκαταστάσεως πυρανιχνεύσεως, είναι οι αυτόματοι πυρανιχνευτές, που συνήθως κατατάσσονται στις παρακάτω κατηγορίες: Ανιχνευτές ιονισμού: Αντιδρούν στα ορατά και αόρατα προϊόντα της καύσεως. Κατά

ένα τρόπο λειτουργούν όπως η μύτη μας, δηλαδή «μυρίζουν» τον καπνό. Οι ανιχνευτές ιονισμού έχουν ευρύτατες εφαρμογές, πχ μεγάλα καταστήματα,

βιομηχανίες, ξενοδοχεία, νοσοκομεία, δημόσια κτίρια κλπ. Ανιχνευτές μέγιστης θερμοκρασίας: Αντιδρούν όταν η θερμοκρασία του αέρα ενός χώρου φθάσει ένα προκαθορισμένο σημείο ( ανάλογα με τη χρήση ) πχ 70°C.

Οι δυνατότητες εφαρμογής τους είναι περιορισμένες. Για να φθάσει η θερμοκρασία σ' αυτό το ύψος, χρειάζεται συνήθως να προχωρήσει η διαδικασία της καύσεως.

Φρησιμοποιούνται σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις. Μια πιθανή εφαρμογή τους είναι σε μηχανοστάσια κεντρικής θέρμανσης. Ανιχνευτές θερμοδιαφορικοί: Αντιδρούν όταν η θερμοκρασία μέσα

σε προκαθορισμένα χρονικά όρια ανεβαίνει π.χ. 10°C. Και εδώ συναντούνται τα ίδια μειονεκτήματα όπως στους ανιχνευτές μέγιστης θερμοκρασίας. Φρειάζεται δηλαδή φωτιά σχετικά μεγάλων διαστάσεων. Φρησιμοποιούνται μόνον εκεί που ένας

ανιχνευτής ταχείας αντίδρασης δεν ενδείκνυται, για λόγους που σχετίζονται με τη χρήση του χώρου και τις συνθήκες λειτουργίας των εγκαταστάσεων.

Οι θερμοδιαφορικοί ανιχνευτές χρησιμοποιούνται όμως συχνά σε συνδυασμό με ανιχνευτές ιονισμού, για να θέτουν σε λειτουργία αυτόματες εγκαταστάσεις κατασβέσεως.

Ανιχνευτές φλόγας: Ανιχνεύουν οπτικά τη φλόγα και αντιδρούν στη συχνότητα της πάλμωσης που παρουσιάζει. Φρησιμοποιούνται πάντα σε συνδυασμό

με ανιχνευτές ιονισμού, ιδιαίτερα σε χώρους πολύ ψηλούς όπως υπόστεγα αεροπλάνων και μεγάλες αποθήκες. ε χώρους ύψους 15 m, ο ανιχνευτής φλόγας μπορεί, ανάλογα με την ανάπτυξη της φωτιάς, να ενεργοποιηθεί πριν φθάσουν

στην οροφή αισθητές ποσότητες αερίων καύσεως. Ανιχνευτές ορατού καπνού: Αντιδρούν όμοια με το ανθρώπινο μάτι, αλλά «αντιλαμβάνονται» μόνο ένα μικρό φάσμα του καπνού. Φρειάζεται καπνός έστω

ανοικτού χρώματος, όμοιος με αυτόν που είναι ορατός από το ανθρώπινο μάτι. Φρησιμοποιούνται για την προστασία ηλεκτρονικών εγκαταστάσεων και συσκευών,

πάντα σε συνδυασμό με ανιχνευτές ιονισμού ( πχ σε τηλεφωνικά κέντρα, σήραγγες καλωδίων, ηλεκτρονικούς υπολογιστές ). Πολύ σημαντικό είναι, όλοι οι τύποι ανιχνευτών που θα χρησιμοποιηθούν ( ή μπορεί

μελλοντικά να χρησιμοποιηθούν ) σε μια εγκατάσταση πυροπροστασίας, να μπορούν να τοποθετηθούν στην ίδια βάση. Δηλαδή να είναι δυνατή η αλλαγή ενός ανιχνευτή με άλλον καταλληλότερο, χωρίς επέμβαση στην εγκατάσταση της πυρανίχνευσης μετά

την ολοκλήρωση της ή την πιθανή τροποποίηση της χρήσεως του χώρου, οπότε θα χρειαστεί προσαρμογή σε ενδεχόμενους νέους κινδύνους πυρκαγιάς. Οι βάσεις

των ανιχνευτών, ανάλογα με τον χώρο που τοποθετούνται, μπορεί να είναι απλές, ανθυγρές, εξωτερικές, χωνευτές, αντιεκρηκτικές κ.λπ. ε πολλές περιπτώσεις όταν στο κτίριο υπάρχουν «φύλακες», οι πυρανιχνευτές δίνουν ένα «πρώτο» περιορισμένης

εκτάσεως συναγερμό. Οι «φύλακες» εντοπίζουν σε ειδικό πίνακα τη θέση και την αιτία του συναγερμού. Εφόσον διαπιστώσουν ότι η αιτία του συναγερμού είναι σοβαρή και

δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί άμεσα με πρόχειρα μέσα προχωρούν σε «γενικό συναγερμό» μέσω ειδικών κομβίων που βρίσκονται σε επίκαιρα σημεία του κτιρίου.

121. Ποια είναι η μέγιστη επιφάνεια κάλυψης για έναν ανιχνευτή καπνού και για έναν ανιχνευτή θερμότητας;

Κάθε ανιχνευτής καπνού καλύπτει επιφάνεια έως 50m2, ενώ κάθε ανιχνευτής θερμότητας καλύπτει επιφάνεια δαπέδου μέχρι 100m2.

Page 74: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

122. Ποια είναι η μέγιστη απόσταση μεταξύ δύο ανιχνευτών θερμότητας και δύο ανιχνευτών καπνού; Ποια είναι η μέγιστη απόσταση τοποθέτησης από τον

τοίχο ενός ανιχνευτή από τα παραπάνω είδη; Η μέγιστη απόσταση μεταξύ δυο ανιχνευτών θερμότητας είναι 13m και η μέγιστη

απόσταση από τον τοίχο είναι 6m, ενώ η μέγιστη απόσταση μεταξύ δυο ανιχνευτών καπνού είναι 10m ( 15m για διαδρόμους ) και η μέγιστη απόσταση από τον τοίχο 3,5m.

123. Σι γνωρίζετε για τις βαλβίδες διακοπής ως εξαρτήματα συστημάτων

με πυροσβεστικές λήψεις;

Εκεί που χρησιμοποιούνται σκληροί πυροσβεστικοί σωλήνες τοποθετούνται βαλβίδες διακοπής αντίστοιχης διαμέτρου, ευθείες ή γωνιακές. Εκεί που χρησιμοποιούνται

εύκαμπτοι πυροσβεστικοί σωλήνες πρέπει να τοποθετούνται βαλβίδες διακοπής με στόμιο εξόδου του οποίου ο διαμήκης άξονας να έχει κλίση προς το δάπεδο και να σχηματίζει γωνία 250 περίπου με την κατακόρυφο. Σα στόμια εισόδου

των βαλβίδων διακοπής έχουν εσωτερικό ή εξωτερικό σπείρωμα ενώ τα στόμια εξόδου πρέπει να έχουν εξωτερικό σπείρωμα για την προσαρμογή ταχυσυνδέσμου ή να είναι

διαμορφωμένα ως ταχυσύνδεσμοι. Οι βαλβίδες πρέπει να κλείνουν δεξιόστροφα και να ανοίγουν πλήρως μετά από έξι ( 6 ) μέχρι δέκα ( 10 ) περιστροφές του βάκτρου. Για την ευκολότερη συντήρηση των συστημάτων, συνίσταται να μπορεί

να γίνεται η αλλαγή των δακτυλίων στεγανοποίησης των βάκτρων και όταν το δίκτυο βρίσκεται υπό πίεση και η βαλβίδα διακοπής και η βαλβίδα διακοπής είναι κλειστή.

124. Ποια είδη πυροσβεστικών σωλήνων χρησιμοποιούνται και πότε; Σι γνωρίζετε για τον τρόπο σύνδεσής τους με άλλα εξαρτήματα συστημάτων με

πυροσβεστικές λήψεις; Φρησιμοποιούνται δύο τύποι πυροσβεστικών σωλήνων, οι σκληροί και οι εύκαμπτοι. Οι σκληροί πυροσβεστικοί σωλήνες αποτελούν το κατάλληλο μέσο για γρήγορη

επέμβαση ακόμα και από άτομα που δεν είναι εκπαιδευμένα. Οι εύκαμπτοι πυροσβεστικοί σωλήνες προϋποθέτουν, για αποτελεσματική επέμβαση μία εξοικείωση στην χρήση τους. Η σύνδεση του πυροσβεστικού σωλήνα με την βαλβίδα διακοπής

και. τον αυλό πρέπει να γίνεται έτσι ώστε να μην παρουσιάζεται διαρροή κατά τη

λειτουργία του σε πίεση 1 MPa ( 10 bar ).

Οι συνδέσεις στους σωλήνες διαμέτρου μέχρι και 25 mm μπορούν να είναι σταθερές. τους σωλήνες μεγαλύτερων διαμέτρων οι συνδέσεις αυτές γίνονται μέσω ταχυσυνδέσμων τύπου STORTZ , ώστε να είναι εύκολη η αντικατάσταση ή η επέκταση

των σωλήνων σε περίπτωση ανάγκης.

125. Ποια στοιχεία ενός συστήματος καταιονισμού τροφοδοτούνται από τον ηλεκτρικό πίνακα του συστήματος καταιονισμού;

Από τον πίνακα τροφοδοτείται μόνο εξοπλισμός που είναι απαραίτητος για την λειτουργία του συστήματος καταιόνησης. Ο εξοπλισμός περιλαμβάνει: α. Σην αντλία των καταιονητήρων, β. Σην αντλία πλήρωσης της δεξαμενής, γ. Σις βοηθητικές

αντλίες του συστήματος, δ. Σον αεροσυμπιεστή, ε. Σις συσκευές θέρμανσης ή τα θερμαντικά στοιχεία μικρής ισχύος (3 kW) που χρησιμοποιούνται για να

διατηρούν τον σταθμό ελέγχου ή μικρά τμήματα των σωληνώσεων σε θερμοκρασία που δεν θα επιτρέπει το πάγωμα, στ. Σις ηλεκτροκίνητες αντλίες και ζ. Σην αντλία αποχέτευσης, που αποτελεί μέρος του συστήματος καταιόνησης.

Page 75: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

126. Σι γνωρίζετε για τους υδροκίνητους μηχανισμούς συναγερμού που χρησιμοποιούνται σε πυροσβεστικά συστήματα καταιονισμού;

Οι υδροκίνητοι μηχανισμοί συναγερμού που συνδέονται με βαλβίδες συναγερμού ( υγρά και στεγνά συστήματα ) πρέπει να εγκαθίστανται όσο το δυνατόν κοντύτερα

προς την βαλβίδα συναγερμού ή την βαλβίδα στεγνού συστήματος και σε κάθε περίπτωση το ολικό μήκος της σωλήνωσης δεν πρέπει να ξεπερνά τα 20 m. Ο μηχανισμός δεν πρέπει να εγκαθίσταται ψηλότερα από 6 m, πάνω από την

βαλβίδα. Η σωλήνωση πρέπει να είναι γαλβανισμένη εσωτερικής διαμέτρου 15 mm, όπου η σωλήνωση δεν ξεπερνά τα 6 m και 20 mm για μεγαλύτερα μήκη σωλήνα. Η σωλήνωση πρέπει να κατασκευάζεται έτσι ώστε να αποχετεύεται διαμέσου ενός

εξαρτήματος με στόμιο διαμέτρου όχι μεγαλύτερης από 3 mm. Ο δακτύλιος στραγγαλισμού ( ο οποίος μπορεί να είναι ενιαίος με το εξάρτημα )

πρέπει να είναι από ανοξείδωτο χάλυβα ή από μη σιδερένιο υλικό έτσι ώστε η οπή να μην μπορεί να κλείσει από την διάβρωση.

127. Ποια είναι τα περιεχόμενα μιας πυροσβεστικής φωλιάς; α. Σο μεταλλικό ερμάριο, β. Ένας γωνιακός κρουνός, γ. Ένας πυροσβεστικός

σωλήνας, δ. Ένας ταχυσύνδεσμος, ε. Ένα εξέλικτρο και στ. Ένας αυλός εκτόξευσης.

128. Σι είναι, που τοποθετείται και πώς αναγνωρίζεται μία πυροσβεστική φωλιά;

ε συστήματα κατηγορίας 2 και όπου αλλού απαιτείται, τα σημεία λήψης

διαμορφώνονται σε πυροσβεστικές φωλιές. Ο πυροσβεστικός σωλήνας πρέπει να παραμένει τυλιγμένος σε εξέλικτρο ή αναρτημένος από κατάλληλη διάταξη και

πάντως έτσι, ώστε η ανάπτυξη του να μπορεί να γίνει γρήγορα, χωρίς αναδιπλώσεις ή τσακίσματα, από ένα άτομο, τραβώντας μόνο το ελεύθερο άκρο του σωλήνα.

Σο εξέλικτρο ή οποιαδήποτε άλλη διάταξη ανάρτησης μπορούν να είναι σταθερά ή περιστρεφόμενα γύρω από κατακόρυφο άξονα, ώστε να διευκολύνεται η ανάπτυξη του σωλήνα και πρέπει να επιτρέπουν να βρίσκεται ο πυροσβεστικός σωλήνας μόνιμα

συνδεδεμένος με το δίκτυο. Ανάλογα με τις τοπικές συνθήκες ή άλλες απαιτήσεις, όλος ο εξοπλισμός του σημείου λήψης μπορεί να τοποθετείται ορατός επίτοιχα

ή σε εσοχή του τοίχου ή μέσα σε κατάλληλο ερμάριο. Πρέπει να προβλέπεται σε κάθε περίπτωση αρκετός ελεύθερος χώρος για τον άνετο χειρισμό της βαλβίδας διακοπής και την απρόσκοπτη ανάπτυξη του πυροσβεστικού σωλήνα. Η βαλβίδα

διακοπής και το ελεύθερο άκρο του πυροσβεστικού σωλήνα πρέπει να απέχουν από το δάπεδο από 0.80 m μέχρι 1.50 m. ταν χρησιμοποιείται ερμάριο, αυτό πρέπει να διαθέτει πόρτα στερεάς κατασκευής,

που να μην παρουσιάζει στρεβλώσεις ώστε να ανοίγει εύκολα και να φέρει την ένδειξη ΠΤΡΟΒΕΣΙΚΗ ΥΩΛΙΑ.

Η πόρτα πρέπει να ανοίγει 180° περίπου, ώστε να είναι δυνατή η ανάπτυξη του σωλήνα προς τις δύο κατευθύνσεις. Δεν πρέπει να φέρει κλειδαριά. ε αντίθετη περίπτωση, το κλειδί φυλάσσεται μέσα σε υαλόφρακτο κουτί,

τοποθετημένο δίπλα στο ερμάριο και αφαιρείται μόνο με θραύση του γυαλιού της πρόσοψης.

129. Ποια είναι η ελάχιστη παροχή και η πίεση εκροής του νερού

στην πιο απομακρυσμένη πυροσβεστική φωλιά ενός πυροσβεστικού δικτύου κατηγορίας δύο ( 2 ); Η ελάχιστη παροχή νερού σε κάθε στήλη πρέπει να είναι 380 l/min για χρονική

περίοδο τουλάχιστον 30 min. Η πηγή υδροδότησης πρέπει να είναι ικανή να διατηρεί στο υψηλότερο σημείο λήψης κάθε στήλης πίεση 0,45 MPa ( 4,5 bar ) σε συνθήκες παροχής 380 l/min σε κάθε στήλη.

Page 76: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

130. Ποια είναι η μέγιστη επιφάνεια κάλυψης μίας πυροσβεστικής φωλιάς και πώς επιτυγχάνεται αυτή;

Αν η απόσταση οποιουδήποτε σημείου ενός ορόφου από μια Π.Υ. είναι μεγαλύτερη των 30 m, τότε τοποθετούμε και δεύτερη Π.Υ.

131. Πώς ελέγχουμε ότι διατηρείται η προβλεπόμενη πίεση εκροής σε όλα τα

σημεία ενός δικτύου πυροσβεστικών φωλιών;

Ο έλεγχος μπορεί να γίνει με μετρητές πίεσης στους σωλήνες λήψης του δικτύου από την πηγή υδροδότησης προς τις πυροσβεστικές φωλιές. Επίσης, πρέπει να υπάρχουν μανόμετρα ελέγχου στις εισόδους των πυροσβεστικών φωλιών που θα συνοδεύονται

και με βάνες ελέγχου ξεχωριστά για την κάθε φωλιά.

132. Σι γνωρίζετε για τα πυροσβεστικά υδροστόμια;

ε κάθε σύστημα με Π.Λ. πρέπει να υπάρχει στόμιο, με το οποίο θα συνδέεται η Π.Τ.

για να τροφοδοτεί με νερό το σύστημα. ε κάθε σύστημα κατηγορίας 1 και 3 πρέπει να προβλέπονται ένα ή περισσότερα τέτοια στόμια.

ε πολυώροφα κτίρια, όπου υπάρχουν περισσότερες από μία ζώνες, (παράγραφος 4.1.3) πρέπει να προβλέπεται ένα στόμιο σύνδεσης της Π.Τ. για κάθε ζώνη. Σα στόμια

σύνδεσης της Π.Τ. πρέπει να έχουν κατάλληλη προστασία. ε κάθε τμήμα των σωληνώσεων που καταλήγει σε στόμιο

σύνδεσης της Π.Τ. δεν πρέπει να παρεμβάλλονται βαλβίδες διακοπής,

τοποθετείται μόνο μια βαλβίδα αντεπιστροφής όσο γίνεται πιο

κοντά στο στόμιο. Σο τμήμα του σωλήνα μεταξύ της βαλβίδας αντεπιστροφής και του στομίου

σύνδεσης της Π.Τ. πρέπει να είναι εφοδιασμένο με αυτόματη

διάταξη αποστράγγισης. Σα στόμια πρέπει να βρίσκονται από την πλευρά του κτιρίου

προς τον δρόμο και να αναγνωρίζονται από πινακίδα με την επιγραφή ΤΣΗΜΑ ΜΕ Π.Λ. ή ΤΣΗΜΑ ΚΑΣΑΙΟΝΗΗ ΚΑΙ Π.Λ., αν από τα ίδια στόμια εξυπηρετείται και σύστημα

καταιόνησης. Αν το στόμιο δεν εξυπηρετεί όλο το κτίριο, τότε η πινακίδα πρέπει να αναφέρει τα τμήματα του κτιρίου που εξυπηρετούνται.

το τμήμα του σωλήνα, από το δίδυμο στόμιο της Π.Τ. μέχρι την σύνδεση του με τον σωλήνα προσαγωγής του συστήματος δεν πρέπει να τοποθετούνται Π.Λ.

133. Ποιος είναι ο ρόλος της βαλβίδας αντεπιστροφής ανάμεσα στο πυροσβεστικό υδροστόμιο και στο συλλέκτη πυρόσβεσης του κτιρίου;

ε κάθε τμήμα των σωληνώσεων που καταλήγει σε στόμιο σύνδεσης της Π.Τ.

δεν πρέπει να παρεμβάλλονται βαλβίδες διακοπής, τοποθετείται μόνο μια βαλβίδα αντεπιστροφής όσο γίνεται πιο κοντά στο στόμιο. Σοποθετείται για να μην επιστρέφει

το νερό. Σο τμήμα του σωλήνα μεταξύ της βαλβίδας αντεπιστροφής και του στομίου σύνδεσης της Π.Τ. πρέπει να είναι εφοδιασμένο με αυτόματη διάταξη αποστράγγισης.

Page 77: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

134. Ποιος είναι ο ρόλος του μειωτή πίεσης σε πυροσβεστικά υδροστόμια εξωτερικού χώρου;

Η τοποθέτηση βαλβίδας μείωσης της πίεσης σε αγωγό του δικτύου πόλης δεν επιτρέπεται, εκτός εάν η Αρμόδια Αρχή το επιτρέψει κατόπιν ελέγχου

των χαρακτηριστικών πίεσης / παροχής του δικτύου και κρίνει αναγκαία την τοποθέτησή της. Γενικά, η τοποθέτηση βαλβίδας μείωσης της πίεσης πρέπει

να αποφεύγεται και σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να είναι αποδεκτή, εκτός εάν η βαλβίδα είναι τύπου στον οποίον ο μηχανισμός ελέγχου ενεργοποιείται από την πλευρά της χαμηλής πίεσης.

135. Πώς κατηγοριοποιούνται οι πυροσβεστήρες ανάλογα με το υλικό κατάσβεσης που χρησιμοποιούν;

Πάνω σε κάθε πυροσβεστήρα αναγράφεται η κατηγορία των καυσίμων στα οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί. Τπάρχουν οι παρακάτω κατηγορίες καυσίμων:

α. Κατηγορία Α στην οποίαν είναι αυτά που όταν καίγονται αφήνουν υπολείμματα άνθρακα. Σέτοια υλικά είναι τα ξύλα και τα χαρτιά, β. Κατηγορία Β στην οποίαν είναι τα υγρά καύσιμα, όπως πετρέλαιο βενζίνη και νέφτι, γ. Κατηγορία C

στην οποίαν είναι τα αέρια καύσιμα, όπως φυσικό αέριο και γκάζι, δ. Κατηγορία D στην οποίαν είναι τα μέταλλα και ε. Κατηγορία E στην οποίαν η καύσιμη ύλη

είναι υπό ηλεκτρική τάση.

136. Ποια κατηγορία πυροσβεστήρα χρησιμοποιείται για την επέμβαση

σε περίπτωση ανάφλεξης: α. Ξύλου, β. Φαρτιού, γ. Τγρού καυσίμου και δ. Ηλεκτρολογικού πίνακα; α. και β. Κατηγορία Α στην οποίαν είναι αυτά που όταν καίγονται αφήνουν

υπολείμματα άνθρακα. Σέτοια υλικά είναι τα ξύλα και τα χαρτιά, γ. Κατηγορία Β στην οποίαν είναι τα υγρά καύσιμα, όπως πετρέλαιο βενζίνη και νέφτι και

δ. Κατηγορία E στην οποίαν η καύσιμη ύλη είναι υπό ηλεκτρική τάση.

137. Ποια τεχνικά χαρακτηριστικά πρέπει να γνωρίζει ο τεχνικός για τους

σωλήνες που τοποθετεί σε μία υδραυλική εγκατάσταση;

α. Διαστάσεις: i. εξωτερική διάμετρος σε mm, ii. εσωτερική διάμετρος σε mm,

iii. το πάχος του τοιχώματος σε mm και iv. το μήκος σε m, β. Σο υλικό κατασκευής: i. το είδος ( χάλυβας, χαλκός κλπ ), ii. την ποιότητά του και iii. το συμβολισμό και

τον αριθμό τυποποίησης, γ. Σον τρόπο κατασκευής, δ. Σην ονομαστική πίεση και την πίεση δοκιμής και ε. Σην ύπαρξη σπειρώματος στις άκρες.

138. Ποιες τυποποιημένες ( DIN 2440 - ΕΛΟΣ 271 ) κατηγορίες γαλβανισμένων χαλυβδοσωλήνων γνωρίζετε; Ποιο είναι το ‘‘διακριτικό χρώμα – ετικέτα’’ κάθε κατηγορίας;

Οι κατηγορίες στις οποίες διακρίνονται είναι : α. Οι σωλήνες ραφής, οι οποίοι

κατασκευάζονται από ελάσματα τα οποία αφού αποκτήσουν κυλινδρική μορφή, συγκολλούνται με ηλεκτρική μέθοδο και β. Οι σωλήνες χωρίς ραφή ( τούμπα ), οι οποίοι έχουν ενιαία διατομή χωρίς συγκόλληση και οπωσδήποτε είναι

ανθεκτικότεροι απ’ τους σωλήνες με ραφή. Οι χαλυβδοσωλήνες με ραφή και χωρίς ραφή, μαύροι και γαλβανισμένοι κυκλοφορούν στο ελληνικό εμπόριο σε κατηγορίες

( ποιότητες ) ανάλογα με το πάχος του τοιχώματος. Έτσι, κάθε κατηγορία διακρίνεται με ένα συνθηματικό χρώμα, ως εξής: α. Πράσινο για τους σωλήνες βαρέου τύπου, β. Κόκκινο για του σωλήνες μεσαίου τύπου, γ. Πορτοκαλί για τους σωλήνες ελαφρού

τύπου I και δ. Κίτρινο για τους σωλήνες ελαφρού τύπου II.

Page 78: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

139. Να αναφέρετε τις μεθόδους σύνδεσης χαλυβδοσωλήνων και χαλκοσωλήνων αντίστοιχα.

τις μεθόδους σύνδεσης χαλυβδοσωλήνων έχουμε τις παρακάτω συνδέσεις: α. Με σπείρωμα ( κοχλιωμένα εξαρτήματα ), β. Με φλάντζα ( κοχλίες ),

γ. Με σύσφιγξη ( ειδικό συνδετήρα ), δ. Με συμπίεση ( ειδικό εξάρτημα ) και ε. Με συγκόλληση ( ηλεκτροσυγκόλληση ή οξυγονοσυγκόλληση ). Από την άλλη, στις μεθόδους σύνδεσης χαλκοσωλήνων έχουμε τις παρακάτω συνδέσεις:

α. Με κόλλημα ( σκληρή ή μαλακή κόλληση ), β. Με συμπίεση ( ειδικά εξαρτήματα ) και γ. Με κοχλίωση ( δακτυλίους σύσφιγξης ή κοπτικούς δακτυλίους ).

140. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των χαλκοσωλήνων σε σύγκριση με τους χαλυβδοσωλήνες στις εγκαταστάσεις ύδρευσης;

Σα υπέρ του χαλκού σε σύγκριση με το χάλυβα είναι τα εξής: α. Είναι εύχρηστος, β. Έχει μεγάλη διάρκεια ζωής, γ. Αντιστέκεται στην οξείδωση, δ. Είναι υγιεινός και ασφαλής, ε. Καμπυλώνεται εύκολα και στ. Έχει ελάχιστες απώλειες λόγω τριβών

στο σωλήνα. Αντίθετα, στα κατά του χαλκού μπορούμε να πούμε ότι είναι: α. Σο ακριβό αρχικό κόστος, β. Σο μεγαλύτερο βαθμό διαστολής και γ. Ση μικρότερη

αντοχή στην πίεση σε σύγκριση με το χάλυβα.

141. Σι ονομάζουμε ‘‘σκληρή κόλληση’’ και σε ποιες περιπτώσεις είναι

υποχρεωτική η χρήση της; Η θερμοκρασία εργασίας είναι ο καθοριστικός παράγοντας που ξεχωρίζει τις κολλήσεις σε δυο κατηγορίες: α. Σις μαλακές και β. Σις σκληρές. Οι σκληρές

κολλήσεις είναι κράματα χαλκού και ψευδαργύρου με προσθήκη κασσιτέρου και αργύρου. Σις σκληρές κολλήσεις τις χωρίζουμε σε μπρουντζοκολλήσεις και

σε ασημοκολλήσεις. Οι θερμοκρασίες στις οποίες φτάνουμε κατά την εκτέλεση των σκληρών συγκολλήσεων είναι κατά πολύ υψηλότερες από εκείνες που επικρατούν στις μαλακές συγκολλήσεις ( Μαλακές συγκολλήσεις: Μέχρι 4500C – κληρές

συγκολλήσεις: Από 650 έως 8000C ). Με τις σκληρές κολλήσεις, συγκολλούμε συνήθως χάλυβες, χυτοσιδήρους, χαλκό και τα κράματά του. ε περιπτώσεις όπου οι συνδέσεις των δικτύων αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα μηχανικά φορτία

ή όπου οι μέγιστες θερμοκρασίες λειτουργίας ξεπερνούν τους 1300C ( 130 – 1750C ), πρέπει να γίνεται χρήση σκληρών κολλήσεων. Επίσης, επιβάλλεται

να χρησιμοποιούνται και στις εγκαταστάσεις καυσίμων αερίων ( αέριο πόλης, υγραέριο, φυσικό αέριο ), σε ψυκτικές εγκαταστάσεις, καθώς και σε δίκτυα μεταφοράς πετρελαίου ή ελαίων θέρμανσης.

142. Ποια είναι τα υλικά κατασκευής των σωλήνων που συναντούμε σε υδραυλικές

εγκαταστάσεις; Ποια είναι τα μειονεκτήματα των πλαστικών σωλήνων σε σύγκριση με τους μεταλλικούς;

Σα σημαντικότερα υλικά κατασκευής των σωλήνων που συναντούμε σε υδραυλικές εγκαταστάσεις είναι το πλαστικό, ο χαλκός και ο χάλυβας. Παλαιότερα, χρησιμοποιήθηκε ο μόλυβδος, ο αμίαντος και ο πηλός. ε ειδικές περιπτώσεις,

χρησιμοποιούνται και τσιμεντοσωλήνες, σωλήνες από λαμαρίνα και υαλοσωλήνες. Σα βασικότερα μειονεκτήματα των πλαστικών σωλήνων σε σχέση με τους μεταλλικούς

είναι τα εξής: • Μηχανική αντοχή μικρότερη από τους μεταλλικούς σωλήνες • Με την αύξηση της θερμοκρασίας, μειώνεται η αντοχή τους στην πίεση

• Έχουν μεγάλες θερμικές διαστολές

Page 79: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

143. Ποιος είναι ο ρόλος των κυματοειδών σωλήνων προστασίας σε εγκαταστάσεις πλαστικών σωλήνων πολυαιθυλενίου;

Για την προστασία των σωλήνων δικτυωμένου πολυαιθυλενίου τοποθετούμε κυματοειδείς σωλήνες ( spiral ) σε κόκκινο, μπλε και μαύρο χρώμα σε διατομές από

25 έως 42 χιλιοστά. Για την διευκόλυνση του θερμοϋδραυλικού διατίθενται και σωλήνες έτοιμοι,

περασμένοι στους κυματοειδείς σωλήνες. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνουμε: • Καλή συμπεριφορά στην θερμική διαστολή και συστολή

• Μείωση των θερμικών απωλειών • Προστασία από εξωτερικά χτυπήματα

• Δυνατότητα εύκολης αντικατάστασης σε περίπτωση ζημιάς Ο κυματοειδής σωλήνας είναι πολύ εύκαμπτος και ανθεκτικός

144. Ποια βασικά στοιχεία περιλαμβάνει μία εγκατάσταση ύδρευσης; α. Οι υδραυλικοί υποδοχείς, όπως λεκάνες, μπανιέρες, νιπτήρες και νεροχύτες,

β. Σο δίκτυο διανομής, που αποτελείται από τους συλλέκτες διανομής, το δίκτυο μεταφοράς κρύου και ζεστού νερού, τα ειδικά εξαρτήματα, μηχανισμούς, διακόπτες

κτλ και γ. Σο δίκτυο κεντρικής τροφοδότησης με νερό.

145. Να αναφέρετε ορισμένες γενικές κατασκευαστικές οδηγίες που πρέπει

να τηρεί ο τεχνικός σε ένα δίκτυο ύδρευσης; α. Οι σωλήνες πρέπει να έχουν συνεχή ανοδική κλίση προς τις λήψεις και τα σημεία κατανάλωσης και να μην επιτρέπουν την παγίδευση αέρα, β. το ανώτερο σημείο

τοποθετούμε εξαεριστικό ( μηχανισμό που βγάζει τον αέρα αυτόματα από το δίκτυο ) και στο κατώτερο διακόπτη εκκένωσης, γ. Η τροφοδότηση πολλών υποδοχέων γίνεται

καλύτερα μέσω συλλέκτη διανομής, δ. Η θερμοκρασία του κρύου νερού πρέπει να διατηρείται στη χαμηλότερη δυνατή θερμοκρασία: i. τις οριζόντιες διαδρομές οι σωλήνες κρύου νερού τοποθετούνται χαμηλότερα από αυτές του ζεστού νερού

ή δικτύων ατμού και ii. Αν οι σωλήνες του ζεστού νερού δεν είναι μονωμένοι, η απόσταση αυτή πρέπει να είναι ίση τουλάχιστον 3 διαμέτρους του σωλήνα,

ε. ε περίπτωση που οι σωλήνες διέρχονται από χώρους υψηλής θερμοκρασίας ( πάνω από 250 C ) πρέπει να μονώνονται, στ. Πέρα από το γενικό διακόπτη, σε κάθε βασικό κλάδο, τοποθετούμε διακόπτες απομόνωσης, ζ. Η ποιότητα των υλικών και

της εργασίας πρέπει να είναι σύμφωνη με τους σχετικούς κανονισμούς, η. Δεν επιτρέπεται η χρησιμοποίηση μεταχειρισμένων υλικών ή υλικών που δεν έχουν αποθηκευτεί σωστά και θ. Εάν απαιτείται δεξαμενή πόσιμου νερού, αυτή διατηρείται

καθαρή, ελέγχεται τακτικά και το νερό ανανεώνεται συνεχώς.

146. Πώς αντιμετωπίζεται ο θόρυβος από τη ροή του νερού στις σωληνώσεις ύδρευσης; Οι θόρυβοι οφείλονται στις ακόλουθες λειτουργίες: α. Θόρυβοι κατά τη ροή του νερού

οι οποίοι οφείλονται στην πολύ μεγάλη ταχύτητα του νερού που προκαλείται από μια πολύ μικρή διατομή στη σωληνοστοιχία. Εάν η πίεση είναι μεγαλύτερη από 2 – 3 bar

στο πιο δυσμενές ρουμπινέτο, πρέπει να βάλουμε μειωτή πίεσης, β. Θόρυβοι που οφείλονται σε πλήγματα οι οποίοι από απότομη διακοπή της ροής του νερού, λόγω του γρήγορου κλεισίματος της βρύσης. Σα πλήγματα αντιμετωπίζονται

με αντιπληγματικές συσκευές, τοποθετημένες στην κορυφή ανερχομένων σωληνοστοιχιών ή στα άκρα των οριζοντίων διανομών και γ. Θόρυβοι από τις συσκευές οι οποίοι παρουσιάζονται κατά τη ροή του νερού στις βρύσες, όταν έχουν

φθαρεί οι ροδέλες στεγανότητας και θεραπεύονται με την αντικατάστασή τους.

Page 80: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

147. Ποια είναι τα μέτρα προστασίας εγκατάστασης ύδρευσης από τον παγετό; α. Αδειάζουμε το δίκτυο από το νερό, β. Αφήνουμε τη βρύση να στάζει

όταν περιμένουμε παγωνιά, γ. Μονώνουμε καλά το δίκτυο και μέσα στην οικοδομή και δ. Επιχωματώνουμε τους σωλήνες.

148. Σι σημαίνει ο όρος διάβρωση μεταλλικού σωλήνα, από τι προκαλείται και

ποια είναι τα μέτρα ηλεκτρολυτικής – αντιδιαβρωτικής προστασίας

μίας υδραυλικής εγκατάστασης; Διάβρωση είναι η αλληλεπίδραση ενός μετάλλου με το περιβάλλον του, που έχει ως αποτέλεσμα την αλλαγή των ιδιοτήτων του μετάλλου που συχνά μπορεί να καταλήξει

στην υποβάθμιση της λειτουργίας του μετάλλου, του περιβάλλοντος ή του συστήματος που αυτά αποτελούν τμήμα του. Σονίζεται ότι δεν υπάρχει μέταλλο ή κράμα,

οσοδήποτε ευγενές ή παθητικό είναι αυτό, που να μην παθαίνει διάβρωση στην πράξη. Η κύρια και βασική δράση που αφορά τα μέταλλα και τα κράματα είναι η οξείδωση με την έννοια της απομάκρυνσης ηλεκτρονίων από το μέταλλο ή κράμα.

Έτσι διάβρωση είναι η διάλυση του μετάλλου. Δηλαδή το μέταλλο οξειδώνεται και το διαβρωτικό μέσο ανάγεται. Η διάβρωση σε μια υδραυλική εγκατάσταση μπορεί

να προκληθεί από την οξείδωση ( ένωση των μετάλλων με το οξυγόνο ), από οξέα και βάσεις ( επαφή και διάλυση κάποιων μετάλλων όπως ο σίδηρος από ηλεκτρικά αγώγιμα υγρά όπως το νερό της βροχής ), από σχηματισμό ηλεκτρολυτικού στοιχείου

( στα σημεία σύνδεσης δυο διαφορετικών μετάλλων ) και από ξένα ρεύματα ( διάλυση των μετάλλων από ηλεκτρικά ξένα ρεύματα όπως όταν το συνεχές ρεύμα απάγεται προς τη γη σε εγκαταστάσεις γείωσης ). Ψς αντιδιαβρωτική προστασία

μπορούν να ληφθούν ενεργητικά, παθητικά και κατασκευαστικά μέτρα. τα ενεργητικά μέτρα ανήκουν πχ η επεξεργασία του πόσιμου νερού, το φιλτράρισμα,

το πλύσιμο των αγωγών και η τοποθέτηση ανοδίου προστασίας από μαγνήσιο. Η παθητική προστασία επιτυγχάνεται πχ με επικάλυψη των επιφανειών των σωλήνων και αποφυγή της εξωτερικής.

149. Ποια είναι η ελάχιστη διάμετρος των επιμέρους τμημάτων ενός δικτύου

ύδρευσης, ανεξάρτητα από τους υπολογισμούς;

α. Αγωγός υδροδότησης οικοδομής: 3/4", β. Κεντρική στήλη διανομής: 3/4", γ. ωλήνωση σύνδεσης για μια λήψη: 1/2" και δ. ωλήνας ανακυκλοφορίας: 1/2".

150. Ποιοι παράγοντες καθορίζουν κυρίως τις διαμέτρους ενός δικτύου ύδρευσης;

Οι διάμετροι των σωλήνων σε ένα δίκτυο ύδρευσης αυξάνουν ανάλογα με το μήκος

του δικτύου, τις διακλαδώσεις, τις απαιτήσεις για χαμηλό θόρυβο, τις αλλαγές διαδρομής και τα ειδικά εξαρτήματα του δικτύου. Επίσης, η χαμηλή πίεση στο

δίκτυο τροφοδότησης οδηγεί σε μεγαλύτερες διαμέτρους.

151. Ποια είναι τα δύο κύρια συστήματα τροφοδοσίας υδραυλικής εγκατάστασης;

Να περιγράψετε συνοπτικά το κάθε σύστημα.

α. Κατακόρυφο δίκτυο κρύου – ζεστού νερού με διακλαδώσεις: Κάθε ιδιοκτησία

έχει τη δική της παροχή, με ελάχιστη διάμετρο ¾". Η λύση αυτή εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που οι σωλήνες επιδέχονται διακλαδώσεις και συνδέσεις. Σέτοιοι

σωλήνες είναι οι σιδηροσωλήνες, οι χαλκοσωλήνες και οι πλαστικοί αυτοσυγκολλούμενοι σωλήνες. ε κάθε κλάδο υπάρχουν ένας οι περισσότεροι υδραυλικοί υποδοχείς και β. Κατακόρυφο δίκτυο κρύου – ζεστού νερού με συλλέκτες

διανομής:

Page 81: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Από το μετρητή ξεκινά ο σωλήνας υδροδότησης της οικοδομής, ονομαστικής διαμέτρου ¾", ο οποίος καταλήγει στο συλλέκτη διανομής κρύου νερού. Για τη

διανομή του ζεστού νερού υπάρχει ο αντίστοιχος συλλέκτης. Και οι δυο συλλέκτες τοποθετούνται μέσα σε ειδικό ντουλάπι και σε χώρο που ενδεχόμενη διαρροή δεν θα

προκαλέσει σοβαρά προβλήματα όπως πχ στο μπάνιο, στο W.C. ή σε εξωτερικό χώρο. Κάθε υδραυλικός υποδοχέας τροφοδοτείται από τους συλλέκτες με ζεστό ή κρύο νερό με ανεξάρτητη γραμμή. Κάθε γραμμή έχει το δικό της διακόπτη στο συλλέκτη και

οι συλλέκτες έχουν γενικό διακόπτη. Οι σωλήνες τοποθετούνται μέσα σε πρόσθετο πλαστικό μανδύα, ανάλογης διαμέτρου. ταν έχουμε δίκτυο από πλαστικούς αντικαθιστάμενους σωλήνες, στις θέσεις σύνδεσης με τους υδραυλικούς υποδοχείς

τοποθετούνται ειδικά εξαρτήματα που επιτρέπουν την αντικατάσταση των σωλήνων σε περίπτωση βλάβης ή γήρανσής τους. Η ελάχιστη διάμετρος τροφοδότησης

των υδραυλικών υποδοχέων είναι ½".

152. Να αναφέρετε τα κύρια ειδικά εξαρτήματα υδραυλικών εγκαταστάσεων.

Μερικά από τα κύρια ειδικά εξαρτήματα υδραυλικών εγκαταστάσεων είναι τα παρακάτω: α. Διακόπτες και κρουνοί, β. Βαλβίδες αντεπιστροφής, γ. Εξαεριστικά, δ. Δοχεία διαστολής, ε. Ρυθμιστές πίεσης, στ. Ηλεκτροβάνες,

ζ. Θερμιδομετρητές, η. Ψρομετρητές, θ. Μετρητές παροχής νερού, ι. Αντιπληγματικά, ια. Υίλτρα νερού και ιβ. Διαστολικά.

153. Να εξηγήσετε τον όρο ‘‘υδραυλικός υποδοχέας’’ και να αναφέρετε

τους κυριότερους από αυτούς και τις κατηγορίες στις οποίες διακρίνονται.

Οι λεκάνες αποχωρητηρίων ( WC ), οι νεροχύτες, οι νιπτήρες, οι μπιντέδες, οι μπανιέρες και οι ντουζιέρες είναι οι σημαντικότεροι υδραυλικοί υποδοχείς.

Ονομάζονται έτσι, αυτά τα είδη υγιεινής, γιατί σκοπός τους είναι να υποδέχονται το νερό και στη συνέχεια, όταν αυτό χρησιμοποιηθεί, να το απομακρύνουν μαζί με τις ακαθαρσίες που περιέχει, προς το δίκτυο αποχέτευσης. Έτσι, τα σημεία

που τοποθετούνται οι υδραυλικοί υποδοχείς είναι αφενός καταλήξεις του δικτύου παροχής νερού και αφετέρου αφετηρίες του δικτύου αποχέτευσης. υγκεκριμένα: α. Οι λεκάνες αποχωρητηρίων ( WC ) διακρίνονται σε αυτές του ευρωπαϊκού τύπου

και σε αυτές του τουρκικού τύπου. Αναλυτικότερα, ανάλογα με τον τρόπο έκπλυσής τους σε ρηχές, βαθιές και αναρροφητικές. Ανάλογα με το στόμιο εξόδου του σιφονιού

σε λεκάνες με το στόμιο προς τα κάτω και σε λεκάνες με το στόμιο προς τα πίσω. Σέλος, ανάλογα με τον τρόπο στήριξης, έχουμε τις λεκάνες δαπέδου και τις λεκάνες τοίχου, β. Οι νεροχύτες στις οικίες χρησιμεύουν για προετοιμασία φαγητών,

για απομάκρυνση ακάθαρτου νερού και για το πλύσιμο των μαγειρικών σκευών. Η λεκάνη του νεροχύτη ( γούρνα ) είναι είτε μονή είτε διπλή, γ. Οι νιπτήρες διακρίνονται σε εντοιχισμένους και σε κολονάτους. Επίσης, ανάλογα με το μέγεθός

τους, έχουμε τους μικρούς και τους μεγάλους νιπτήρες, δ. Οι μπιντέδες ( πυγολουτήρες ) χρησιμεύουν για τον καθαρισμό των ποδιών και των ευπαθών μερών

του σώματος. Τπάρχουν οι διακρίσεις σε μπιντέδες που στηρίζονται στο δάπεδο και σε κρεμαστού τύπου ( τοίχου ), ε. Οι μπανιέρες χρησιμεύουν για την περιποίηση ολόκληρου του σώματος. Η διάκρισή τους γίνεται σύμφωνα με το μέγεθός τους

κανονικές, μεγάλες και ειδικές ), το σχήμα τους ( οβάλ, στρογγυλές, γωνιακές, ορθογωνικές και αυτές με τη μορφή του σώματος ), το είδος τοποθέτησής τους

( ελεύθερες και ένθετες ), τον εξοπλισμό τους ( με λαβές, χωρίς λαβές, με αντιολισθητική επιφάνεια και με διάταξη υδρομασάζ ) και το υλικό τους ( μεταλλικές με επίστρωση εμαγιέ, πλαστικές και ακριλικές ) και στ. Οι ντουζιέρες

( καταιονητήρες ) που χρησιμεύουν για τον καθαρισμό του σώματος με τρεχούμενο νερό. Διακρίνονται ανάλογα με το υλικό σε μεταλλικές με επίστρωση εμαγιέ, ακριλικές και κεραμικές. Ανάλογα με το ύψος τους, οι ντουζιέρες διακρίνονται

σε βαθιές με υπερχείλιση και σε αβαθείς χωρίς υπερχείλιση.

Page 82: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

154. Ποιες μεθόδους χρησιμοποιούμε για τη βελτίωση των χημικών χαρακτηριστικών του νερού; Ποιες είναι οι αντίστοιχες συσκευές;

α. Αποσκλήρυνση: κληρότητα του νερού είναι οι ενώσεις του ασβεστίου και μαγνησίου που είναι διαλυμένες μέσα σ’ αυτό. Σο σκληρό νερό δημιουργεί πλήθος

προβλημάτων, τόσο στον ανθρώπινο οργανισμό όσο και στις υδραυλικές εγκαταστάσεις. Με τους αποσκληρυντές αφαιρούμε τα άλατα ασβεστίου και

μαγνησίου από το νερό και προσθέτουμε άλατα νατρίου, που δεν εναποτίθενται και δε σχηματίζουν πουρί, β. Αφαλάτωση: τις παραθαλάσσιες περιοχές, που δεν έχουν νερό και η μεταφορά του κοστίζει πολύ, χρησιμοποιείται η αφαλάτωση. Με την

αφαλάτωση μετατρέπουμε το θαλασσινό νερό σε πόσιμο. Με τη μέθοδο της αντίστροφης ώσμωσης πραγματοποιείται αφαλάτωση σε υφάλμυρα και θαλασσινά

νερά, γ. Απολύμανση: Για να είναι πόσιμο το νερό πρέπει να είναι απαλλαγμένο από μικροοργανισμούς, οι οποίοι μπορούν να προκαλέσουν ασθένειες ή και θάνατο των ανθρώπων. Οι μικροοργανισμοί αυτοί προέρχονται, κυρίως, από ανθρώπους, ζώα

και απορρίμματα και ονομάζονται βακτηρίδια, ιοί και κύστες. Αν δεν υπάρχει εναλλακτική πηγή υδροδότησης, απαλλαγμένη από τα βακτηρίδια, επιβάλλεται η απολύμανση του νερού και ο συχνός έλεγχός του. Για την απολύμανση

χρησιμοποιούμε, συνήθως, το χλώριο και σε ποσότητες που καθορίζονται από ειδικούς επιστήμονες. Σο χλώριο εισάγεται στο νερό είτε σε αέρια μορφή

( πρασινοκίτρινο αέριο ) είτε ως σκόνη, με δοσομετρικές αντλίες. Οι ειδικές εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούμε σ’ αυτές τις περιπτώσεις ονομάζονται εγκαταστάσεις χλωρίωσης. Σο αέριο χλώριο σχηματίζει εκρηκτικές ενώσεις,

ενώ σε μορφή σκόνης αλλοιώνεται, αν εκτεθεί στο ηλιακό φως. Άλλοι τρόποι απολύμανσης είναι η ακτινοβολία με υπεριώδεις ακτίνες, το όζον και η χρήση ειδικών

φίλτρων που καταστρέφουν τα βακτηρίδια και δ. Υιλτράρισμα: Με το φιλτράρισμα μειώνουμε τη θολότητα του νερού, συγκρατώντας τα διαλυμένα στερεά σωματίδια. Πέρα από τα γενικά φίλτρα υπάρχουν και άλλα για τη συγκράτηση ειδικών ουσιών,

χρωμάτων, οσμών, οξύτητας κλπ.

155. Ποια είναι τα κύρια τεχνικά χαρακτηριστικά μίας αντλίας και οι μονάδες

τους; Να αναφέρετε είδη αντλιών υδραυλικών εγκαταστάσεων.

Σα κυριότερα τεχνικά χαρακτηριστικά μιας αντλίας είναι: α. Η παροχή Q σε m3/h,

β. Σο μανομετρικό ύψος Η σε mΤ ( μέτρα υδάτινης στήλης ), γ. Η διάμετρος των σωλήνων εισόδου και εξόδου του νερού, δ. Η απαιτούμενη ισχύς του κινητήρα

σε Watt ή ΗΡ, ε. Η μέγιστη επιτρεπόμενη θερμοκρασία του νερού που αντλούν, στ. Ο μέγιστος αριθμός εκκινήσεων ανά ώρα και ζ. Σο είδος αναρρόφησης ( θετική ή αρνητική αναρρόφηση ). Σο πλήθος των τύπων των αντλιών που υπάρχουν σήμερα

προέκυψε από την ανάγκη για την ικανοποίηση διαφορετικών εφαρμογών και την ανάγκη των κατασκευαστών να διαφοροποιηθούν μεταξύ τους ώστε να είναι

ανταγωνιστικοί. Η αντλίες όσον αφορά την αρχή λειτουργίας τους κατατάσσονται σε δύο κύριες κατηγορίες. Α. Σις δυναμικές αντλίες. Β. Σις αντλίες θετικής μετατόπισης. Οι δυναμικές αντλίες με την βοήθεια πτερυγίων αποδίδουν κινητική

ενέργεια στο ρευστό το οποίο εξέρχεται από την αντλία έχοντας αύξηση την στατική του πίεση. Ο κυριότερος τύπος δυναμικών αντλιών είναι οι φυγοκεντρικές αντλίες οι οποίες έχοντας γενικά καλή απόδοση, μεγάλο εύρος παροχών και μανομετρικού

και χαμηλό κόστος κτήσης και λειτουργίας είναι και ο πιο διαδεδομένος τύπος αντλιών. Ένας άλλος τύπος δυναμικής αντλίας με ξεχωριστή αρχή λειτουργίας είναι

η δισκοαντλία η οποία αντί για πτερύγια έχει έναν περιστρεφόμενο δίσκο από τον οποίο το ρευστό συμπαρασύρεται λόγω επιφανειακών τάσεων, επιταχύνεται και οδηγείται στη έξοδο της αντλίας έχοντας αυξήσει την ενέργεια του.

Page 83: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Οι αντλίες θετικής μετατόπισης εγκλωβίζουν το ρευστό που παραλαμβάνουν από την αναρρόφηση της αντλίας μέσα σε ένα θάλαμο που δημιουργείται από τα κινούμενα

μέρη της αντλίας και το κέλυφος της και το μετατοπίζουν στην κατάθλιψη της. Φωρίζονται σε δύο κύριες κατηγορίες: α . Σις παλινδρομικές και β. Σις περιστροφικές.

Δύο είδη παλινδρομικών αντλιών υπάρχουν. Οι εμβολοφόρες και οι διαφραγματικές. Η λειτουργία τους στηρίζεται στην παλινδρόμηση του εμβόλου ή του διαφράγματος μέσα στον θάλαμο άντλησης και με δύο βαλβίδες, μία εισαγωγής και μια εξαγωγής

να ελέγχουν την αναρρόφηση και την κατάθλιψη του ρευστού. Οι διαφραγματικές αντλίες ανάλογα με το μέσο που ενεργοποιεί το διάφραγμα κατατάσσονται σε μηχανικές, αεροκίνητες και υδραυλικές. Οι κυριότεροι τύποι περιστροφικών

αντλιών είναι οι γραναζωτές με εξωτερικά ή εσωτερικά γρανάζια, οι λοβωτές, οι αντλίες με περιφερειακά έμβολα που είναι παρόμοιες με τις λοβωτές, οι κοχλιωτές,

οι προοδευτικής κοιλότητας ή έκκεντρου ελικοειδούς ρότορα ή πιο γνωστά mono, οι εύκαμπτου πτερυγίου, οι περισταλτικές και οι αντλίες με σύρτες.

156. Ποια είναι η δομή ενός συνηθισμένου πιεστικού συγκροτήματος; Σα πιεστικά συγκροτήματα χρησιμοποιούνται γενικά, όπου χρειάζεται ενίσχυση της πίεσης ή αδιάλειπτη παροχή νερού και επίσης, για την τροφοδότηση

πολυωρόφων κτιρίων. Δομικά, ένα πιεστικό συγκρότημα αποτελείται από: α. Σο αντλητικό συγκρότημα, β. Ση βάση του συγκροτήματος, γ. Σους συλλέκτες

αναρρόφησης και κατάθλιψης, δ. Σους διακόπτες και τα ειδικά εξαρτήματα, ε. Σον ηλεκτρικό πίνακα, στ. Σο ρυθμιστή στροφών και τους αυτοματισμούς και ζ. Σο πιεστικό δοχείο και τον αεροσυμπιεστή.

157. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα από τη χρήση πιεστικού συγκροτήματος

με Inverter ( μετατροπέας συχνότητας ); Να αναφέρετε παραλλαγές τέτοιων συστημάτων. Από τα κλασικά αντλητικά συστήματα έχουμε περάσει ήδη στην εποχή των ‘‘Inverter’’

και άλλων σύγχρονων τεχνολογιών. Πρόκειται για ηλεκτρικούς / ηλεκτρονικούς μηχανισμούς μετατροπής της συχνότητας του ηλεκτρικού ρεύματος τροφοδότησης των ηλεκτροκινητήρων που κινούν οι αντλίες, επιτυγχάνοντας έτσι περιστροφή

της φτερωτής ανάλογα με τις ανάγκες της κατανάλωσης. Σο ξεκίνημα και το σταμάτημα των αντλιών γίνεται πολύ ομαλά, χωρίς υπερεντάσεις στο δίκτυο

της ΔΕΗ, χωρίς υδραυλικά πλήγματα και άλλα προβλήματα. Τπάρχουν πολλές παραλλαγές του συστήματος. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις εξής: α. Κάθε κινητήρας και ένας ‘‘Inverter’’ που είναι μια αξιόπιστη λύση, ιδιαίτερα όταν έχουμε πολλές αντλίες

σε ένα συγκρότημα. Σο σύστημα αυτό μπορεί να εξοπλιστεί και με μηχανισμούς που θα επιτρέπουν πλήθος ειδικών λειτουργιών, όπως έλεγχος στάθμης, θερμοκρασίας κλπ και β. Ένας ‘‘Inverter’’ για περισσότερους κινητήρες

όπου ο ‘‘Inverter’’ ξεκινά και σταματά διαδοχικά έναν – έναν κινητήρα, ανάλογα με τη ζήτηση κατανάλωσης, με τη βοήθεια κατάλληλων αυτοματισμών.

158. Η υψομετρική διαφορά μεταξύ των άκρων ενός σωλήνα αποχέτευσης, μήκους

100 m, είναι 8m. Ποια είναι η κλίση του σωλήνα; Βρίσκεται εντός των

αποδεκτών ορίων και αν όχι, ποια προβλήματα μπορούν να δημιουργηθούν;

Η κίνηση των λυμάτων μέσα στα δίκτυα αποχέτευσης γίνεται, συνήθως, με τη βαρύτητα. Για το λόγο αυτό και οι οριζόντιοι σωλήνες πρέπει να έχουν μια συνεχή καθοδική κλίση προς τον τελικό προορισμό των λυμάτων. Η κλίση αυτή εξαρτάται

από τη διάμετρο του σωλήνα, το είδος των λυμάτων και δεν πρέπει να είναι μεγαλύτερη του 5%, δηλαδή στο 1m μήκος, το κατέβασμα να μην υπερβαίνει τα 5cm, για να μην έχουμε θορύβους στους σωλήνες από την οριζόντια κίνηση

των λυμάτων και πρόωρη φθορά των σωλήνων.

Page 84: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Γενικά, η ταχύτητα ροής των λυμάτων δεν πρέπει να είναι μικρότερη των 0,7m/sec προκειμένου να αυτοκαθαρίζονται οι σωλήνες ( αποφυγή συγκέντρωσης στερεών

αποβλήτων εντός των σωλήνων ). Έτσι, στο παραπάνω ερώτημα, η κλίση του σωλήνα είναι 8%.

159. Πώς κατηγοριοποιούνται οι σωληνώσεις που χρησιμοποιούνται για τη λειτουργία ενός στεγανού βόθρου σύμφωνα με το ρόλο τους; Να περιγράψετε

συνοπτικά κάθε κατηγορία.

α. ωλήνες εισροής λυμάτων: τον υπόγειο βόθρο μπορούν να απορρέουν ελεύθερα

είτε λύματα είτε νερά με σωλήνες διαφόρων διαμέτρων. Η πτώση των νερών ή λυμάτων από ψηλά ανακατεύει τη λάσπη και τα στερεά απόβλητα κι έτσι διευκολύνεται η απομάκρυνσή τους, β. ωλήνας απομάκρυνσης λυμάτων: υνδέεται στέρεα με την

αντλία και οδηγεί τα λύματα είτε σε κάποιο εξωτερικό σύστημα βόθρου είτε στο φρεάτιο πριν το κεντρικό δίκτυο αποχέτευσης. Η διάμετρός του εξαρτάται από την

παροχή της αντλίας και το μήκος του. Ενδεικτική διάμετρος συνήθους συστήματος είναι οι 2΄΄. Επειδή το περιβάλλον μέσα στο βόθρο είναι ιδιαίτερα διαβρωτικό, είναι επιβεβλημένη η χρήση μόνο πλαστικών εξαρτημάτων. λες οι συνδέσεις πρέπει

να είναι σταθερές και όχι με σπιράλ που με τις ταλαντώσεις κόβεται. Για την αποφυγή ανεπιθύμητων επιστροφών λυμάτων ή οσμών, υπερυψώνουμε το τελευταίο τμήμα

του σωλήνα και δημιουργούμε στην πορεία του, με ειδικά εξαρτήματα, ένα σιφώνι μεγάλου βυθίσματος και γ. ωλήνας εξαερισμού: Καθώς γεμίζει ο βόθρος με λύματα, πρέπει να απομακρυνθεί ο αέρας που περιέχει. ταν, πάλι, η αντλία αδειάζει

το γεμάτο βόθρο, στη θέση των λυμάτων δημιουργείται υποπίεση και πρέπει να μπει αέρας. Για τους παραπάνω λόγους είναι απαραίτητη η ύπαρξη και δεύτερου σωλήνα, που θα επικοινωνεί ελεύθερα με το περιβάλλον. Είναι προφανές ότι η απουσία αυτού

του σωλήνα θα οδηγούσε άλλοτε σε υπερχειλίσεις και άλλοτε σε άδειασμα των παγίδων ( σιφώνιων ) της οικοδομής, με όλα τα επακόλουθα. Ο σωλήνας αερισμού

πρέπει να έχει διάμετρο τουλάχιστον όσο ο σωλήνας απομάκρυνσης των λυμάτων, να καταλήγει σε σημείο όπου οι εξερχόμενες οσμές δεν θα ενοχλούν και να έχει στο άκρο του πλέγμα προστασίας.

160. Ποια είδη σωλήνων σύμφωνα με το υλικό κατασκευής τους χρησιμοποιούνται συνήθως σε εγκαταστάσεις αποχέτευσης;

Σα νερά των αποχετεύσεων έχουν υψηλές απαιτήσεις από τα υλικά των σωλήνων. Οι σωλήνες πρέπει να είναι ανθεκτικοί έναντι: α. Δραστικών αποβλήτων,

β. Διάβρωσης, γ. Τψηλών θερμοκρασιών νερού και δ. Μεγάλων διαφορών θερμοκρασίας. Βάση του υλικού, οι σωλήνες διακρίνονται σε: α. Μεταλλικούς ( χυτοσιδήρους και χαλύβδινους ), β. Πλαστικούς ( πολυβινυχλωριδίου ή PVC,

πολυαιθυλενίου ή PE, πολυπροπυλενίου ή PP και σωλήνες μικτών πολυμερών ή ABS/ASA ), γ. ωλήνες από ορυκτά υλικά ( αργιλοπυριτικούς ή πήλινους και

σωλήνες τσιμέντου με ενίσχυση ινών ) και δ. Γυάλινους.

161. Σι γνωρίζετε για το μηχανοσίφωνα;

Σο κεντρικό σιφόνι αποχέτευσης των οικιών ( μηχανοσίφωνας ), είναι ένα εξάρτημα που εγκαθίσταται στην αποχέτευση του κτιρίου, για να εμποδίζει τα αέρια του υπονόμου να εισέλθουν στο σύστημα αποχέτευσης του κτιρίου. Ο χυτοσίδηρος

ή το πλαστικό, είναι τα καλύτερα υλικά στην κατασκευή των μηχανοσιφώνων, ιδιαίτερα αν ο σωλήνας της αποχέτευσης είναι κοντά σε δέντρα. Πριν από την

εγκατάσταση του μηχανοσίφωνα, πρέπει να ελεγχθεί από τον τοπικό κανονισμό, αν επιτρέπεται η χρήση του. Επίσης, οι μηχανοσίφωνες διακρίνονται σε αυτούς με μονό σημείο καθαρισμού και σε αυτούς με δύο εξαερισμούς.

Page 85: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

162. Να περιγράψετε συνοπτικά τα στοιχεία μίας εγκατάστασης αποχέτευσης βρόχινων υδάτων.

α. Σα ταρατσομόλυβα που είναι μικρές λεκάνες κατασκευασμένες από μολύβι και στις οποίες συγκεντρώνονται τα νερά, β. Οι συλλεκτήριες σωληνώσεις ( υδρορροές ),

οι οποίες μεταφέρουν τα βρόχινα νερά από τις στέγες στο επίπεδο του οικοπέδου, γ. Ο κεντρικός συλλεκτήριος αγωγός, στον οποίον καταλήγουν πολλές συλλεκτήριες σωληνώσεις και δ. Η σωλήνωση τελικής απορροής των βρόχινων νερών προς το δίκτυο

των υπονόμων ή προς ελεύθερη ροή.

163. Σι γνωρίζετε για τις αντλίες που χρησιμοποιούνται σε βόθρους για τη

μεταφορά λυμάτων;

ταν το σημείο τελικής διάθεσης των λυμάτων βρίσκεται ψηλότερα ή στο ίδιο επίπεδο ή σε απομακρυσμένη θέση από το σημείο που αυτά παράγονται, για τη μεταφορά τους χρησιμοποιείται αντλία λυμάτων. Οι αντλίες που χρησιμοποιούνται σε βόθρους

για τη μεταφορά λυμάτων, είναι εμβαπτιζόμενες και λειτουργούν αυτόματα. Επιλέγονται με βάση το είδος των λυμάτων, την παροχή και το μανομετρικό. Η χρήση τους είναι απαραίτητη και όταν πρόκειται να μεταφέρουμε μεγάλη ποσότητα λυμάτων

μέσω αγωγού μικρής διατομής. Η λειτουργία τους πρέπει να είναι, κατά το δυνατόν, αθόρυβη. τη μείωση του θορύβου συμβάλλει η αντικραδασμική στήριξη και

η τοποθέτηση αντικραδασμικών συνδέσμων στους σωλήνες. Επίσης, οι αντλίες προστατεύονται με βαλβίδα αντεπιστροφής από την επιστροφή λυμάτων λόγω κάποιας υπερχείλισης του υπερκείμενου δικτύου αποχέτευσης. Η άντληση γίνεται

από φρεάτια συγκέντρωσης των λυμάτων. Οι διαστάσεις των φρεατίων εξαρτώνται από την αιχμή απορροής των λυμάτων και τον αριθμό των αντλιών. Ο σωλήνας

κατάθλιψης είναι είτε πλαστικός πίεσης είτε από γαλβανισμένο σιδηροσωλήνα. Μεταξύ της αντλίας και του καταθλιπτικού αγωγού παρεμβάλλεται λυόμενος σύνδεσμος, ώστε να είναι εύκολη η επισκευή της. Η λειτουργία των αντλιών αυτών

ελέγχεται από φλοτεροδιακόπτες. Απαιτείται έλεγχος των παρακάτω σημείων: α. Κατώτερης στάθμης, για το σταμάτημα της άντλησης, β. τάθμης εκκίνησης της άντλησης και γ. τάθμης συναγερμού, όταν λόγω βλάβης της αντλίας

ή αυξημένης απορροής ανέβει επικίνδυνα η στάθμη των λυμάτων. Η αξιοπιστία της αντλίας πρέπει να είναι υψηλή, αν λάβουμε υπόψη μας τη δυσκολία

αντικατάστασής της. Για το ενδεχόμενο ανατροπής της αντλίας είναι χρήσιμη η στερέωσή της στην οροφή του φρεατίου με καλώδιο χαλκού, που δεν διαβρώνεται εύκολα, διατομής τουλάχιστον 4mm2.

164. Να περιγράψετε τη λειτουργία ενός σηπτικού βόθρου.

Σα καθιζάνοντα στερεά στο εισρεόμενο απόβλητο καθιζάνοντας δημιουργούν ένα στρώμα ιλύος στον πυθμένα της δεξαμενής. Έλαια και λιπαρά και άλλα ελαφρά

υλικά επιπλέουν στην επιφάνεια, όπου ένα αφρώδες στρώμα δημιουργείται καθώς τα επιπλέοντα υλικά αυξάνονται. Σο διαχωρισμένο απόβλητο ρέει από τον καθαρό χώρο μεταξύ του στρώματος καθίζησης και αφρού της επίπλευσης στον χώρο

απόθεσης ή σε μια μονάδα επεξεργασίας, αν αυτή είναι διαθέσιμη. Σο οργανικό υλικό που έχει κατακρατηθεί στον πυθμένα της δεξαμενής περνά από μικροβιακή

αναερόβια αποσύνθεση και μετατρέπεται σε πιο σταθερά συστατικά και αέρια όπως διοξείδιο του άνθρακα, μεθάνιο και υδρόθειο. Η ιλύς που συσσωρεύεται στη σηπτική δεξαμενή αποτελείται κυρίως από «χνούδι» προερχόμενο από το πλύσιμο

των ρούχων και το αγιόξυλο (γένους guaiacum) που περιέχεται στο χαρτί της τουαλέτας. Παρότι αυτά τα υλικά είναι βιοαποδομήσιμα και εν τέλει

θα αποδομηθούν βιολογικά, ο ρυθμός με τον οποίο γίνεται η βιοαποδόμησή τους είναι εξαιρετικά χαμηλός, ώστε να επηρεάζει σημαντικά την συσσώρευσή τους.

Page 86: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Είναι ενδιαφέρον ότι οι πρώιμες σηπτικές δεξαμενές λεγόταν δεξαμενές διάλυσης, διότι είχε παρατηρηθεί ότι, με την απουσία ιδιαζόντων αντικειμένων, ουσιαστικά

όλα τα στερεά μέσα στην σηπτική δεξαμενή διαλύονται. Η χρήση συλλεκτών από «χνούδι» και η χρήση ταχέως βιοαποδομούμενου χαρτιού τουαλέτας θα μειώσει

την συσσώρευση της ιλύος σε μια σηπτική δεξαμενή. την Ελλάδα πρέπει να σημειωθεί πως δεν αποτελεί συνήθη πρακτική η απόρριψη του χαρτιού στη λεκάνη, αλλά σε ξεχωριστό κάδο κοντά σε αυτήν, οπότε αυτό λογίζεται πλέον

ως στερεό απόρριμμα. Γίνεται όμως αναφορά στο πρόβλημα που μπορεί να έχει η πρακτική αυτή καθώς δεν μπορεί να αποκλειστεί ως πιθανότητα και αναφερόμενοι σε μικρούς οικισμούς ίσως να υπάρχει επίδραση στην ποσότητα της παραγόμενης

λάσπης. Παρότι στις σηπτικές δεξαμενές παράγεται το δύσοσμο αέριο υδρόθειο, συνήθως δεν υπάρχει πρόβλημα οσμών, αφού το αέριο αντιδρά με τα μέταλλα

που υπάρχουν στα συσσωρευμένα στερεά και σχηματίζει θειούχα μέταλλα. Ενώ ο όγκος του στερεού υλικού που κατακάθεται μειώνεται συνεχώς από την αναερόβια αποσύνθεση, υπάρχει πάντα κάποια συσσώρευση λάσπης στη δεξαμενή.

Τλικό από τον πυθμένα της δεξαμενής που μεταφέρεται επάνω με τη βοήθεια αερίων της αποσύνθεσης, συχνά κολλά στο κάτω μέρος του αφρώδους στρώματος

της επιφάνειας, αυξάνοντας έτσι το πάχος του. Επειδή σε βάθος χρόνου η συσσώρευση αφρού και ιλύος μπορεί να μειώσει την ικανότητα καθίζησης της δεξαμενής, τα περιεχόμενα της δεξαμενής πρέπει να αντλούνται σε τακτά

περιοδικά διαστήματα.

165. Τπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί ένας απορροφητικός

βόθρος για την τελική διάθεση των υγρών απορροών ενός στεγανού ( ή στεγανού – σηπτικού ) βόθρου;

Η τελική διάθεση των υγρών απορροών ενός στεγανού ( ή στεγανού – σηπτικού ) βόθρου μπορεί να γίνει σε απορροφητικό βόθρο, με τις εξής προϋποθέσεις: α. Να έχει

γίνει πρώτα καθίζηση λυμάτων, β. Να απέχει ο απορροφητικός βόθρος τουλάχιστον 15m από το υδραγωγείο και 30m από πηγάδια ή πηγές νερού ή τη θάλασσα, και γ. Να απέχει τουλάχιστον 2m από θεμέλια κτιρίου, για να μην τα διαβρώνει.

166. Ποιες είναι οι γενικές απαιτήσεις για τον έλεγχο και τη συντήρηση

ενός δικτύου αποχέτευσης βρόχινων υδάτων;

α. Σουλάχιστον μια φορά το χρόνο και ειδικότερα πριν τα πρωτοβρόχια, ελέγχουμε

και καθαρίζουμε όλα τα στόμια εισόδου των βρόχινων νερών από τα φύλλα και τα σκουπίδια, που φράσσουν τα προστατευτικά πλέγματα, β. Καθαρίζουμε τα λούκια από τα φύλλα, γ. κουπίζουμε τις ταράτσες και απομακρύνουμε τα χώματα και

τη σκόνη που έχει συγκεντρωθεί κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού και δ. Ξεπλένουμε με άφθονο νερό το δίκτυο, ώστε να απομακρυνθεί η λάσπη από το

πυθμένα του οριζόντιου δικτύου.

167. Σι γνωρίζετε για το σιφωνισμό; Να δώσετε ένα παράδειγμα σιφωνισμού σε δίκτυο αποχέτευσης αναφέροντας τον τρόπο δημιουργίας, τα προβλήματα που δημιουργούνται και τον τρόπο αντιμετώπισής τους.

Σο δίκτυο της αποχέτευσης, για να λειτουργήσει με πληρότητα και χωρίς προβλήματα, πρέπει να αερίζεται. Με τον αερισμό απομακρύνονται τα αέρια

που έχουν παραχθεί και υπάρχουν στις σωληνώσεις. Ο αέρας που μπαίνει στο δίκτυο εξισορροπεί τις πιέσεις και δεν επιτρέπει τη δημιουργία υποπιέσεων, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία σιφωνισμού ( δηλαδή το άδειασμα των σιφωνιών από το

νερό ). Ο αερισμός επίσης συντελεί στο να κρατούνται χαμηλά οι αναπτυσσόμενοι αναερόβιοι μικροοργανισμοί. Για να υπάρξει κανονικός αερισμός, πρέπει κάθε στήλη να προεκτείνεται πάνω από τη στέγη.

Page 87: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Αν αυτό δεν επαρκεί, τότε εγκαθιστούμε μια δευτερεύουσα γραμμή αερισμού που ξεκινά πριν το μηχανοσίφωνα και συνδέεται ψηλά στη στήλη, πάνω από τις

συνδέσεις του τελευταίου ορόφου. ε ψηλά κτίρια, για να λειτουργήσει ομαλά το σύστημα αερισμού, συνδέουμε την κάθετη στήλη σε κάθε όροφο με μια

παράπλευρη στήλη αερισμού. Έχουμε ακόμη τη δυνατότητα να συνδέσουμε κάθε υποδοχέα ή ομάδα υποδοχέων με ξεχωριστή στήλη αερισμού. Υροντίζουμε ώστε το δίκτυο αερισμού να μη διακόπτεται από την παρεμβολή στοιχείων

που μπορεί να διαταράξουν τη λειτουργία του. Για να εξασφαλίζεται πλήρης αερισμός, πρέπει οι σωλήνες του αερισμού να ξεκινούν πιο κάτω από τον πιο χαμηλό υδραυλικό υποδοχέα.

168. Ποιες είναι οι ελάχιστες διαστάσεις ενός δικτύου αποχέτευσης βρόχινων

νερών; α. Η ελάχιστη διάμετρος των υδρορροών είναι 50mm, β. Η ελάχιστη διάμετρος σωλήνα υδρορροής είναι 100mm και γ. Για συνήθης υδραυλικούς υπολογισμούς,

λαμβάνουμε τη βροχόπτωση ίση με 0,2 m3/h·m2 οριζόντιας αποχετευμένης επιφάνειας. Για παράδειγμα, από επιφάνεια δώματος 100m2, η ποσότητα νερού

που θα αποχετευτεί, μέσω των υδρορροών, θα είναι 20m3 την ώρα.

169. Ποιος είναι ο ρόλος ενός δικτύου αποστράγγισης υπόγειων υδάτων;

Να περιγράψετε συνοπτικά τα βασικά του στοιχεία. Ο ρόλος ενός δικτύου αποστράγγισης υπόγειων υδάτων είναι να συγκεντρώνει και να απομακρύνει τα υπόγεια νερά, πριν φτάσουν στη στάθμη του υπογείου. Σα βασικά

του στοιχεία του δικτύου αυτού είναι τα παρακάτω: α. Σο δίκτυο οριζόντιων σωλήνων, το οποίο αποτελείται από πλαστικούς σωλήνες αποχέτευσης, πίεσης 6 bar και

ονομαστικής διαμέτρου Υ100 και Υ125. Οι σωλήνες αυτοί είναι διάτρητοι κατά το 70% και με τρύπες Υ8. Από τις τρύπες το νερό μπαίνει στους σωλήνες και τρέχει στον πυθμένα τους, που είναι στεγανός, προς τα φρεάτια συγκέντρωσης. Οι σωλήνες

τοποθετούνται 20 – 30cm κάτω από την πλάκα του υπογείου και με κλίση περίπου 2%, β. Σα φρεάτια διακλαδώσεων και ελέγχου. Αν το δίκτυο είναι εκτεταμένο, απαιτείται η κατασκευή φρεατίων για την ένωση, τον έλεγχο και τον καθαρισμό

των σωλήνων. Οι συνήθεις διαστάσεις τους είναι 30cm × 30cm × 40cm βάθος, και γ. Σα φρεάτια συγκέντρωσης νερών, στα οποία καταλήγουν οι σωλήνες συγκέντρωσης

των νερών. Κατασκευάζονται από μπετόν και οι διαστάσεις τους είναι περίπου 50cm × 50cm × 100cm βάθος. Μέσα σε αυτά τοποθετούνται οι αντλίες απομάκρυνσης των νερών προς το δίκτυο υπονόμων. Κατά την κατασκευή τους

προβλέπουμε την τοποθέτηση του σωλήνα της αυτόματης αντλίας ( συνήθως Υ40 ) και του καλωδίου ηλεκτροδότησή της.

170. Σι γνωρίζετε για τις οσμοπαγίδες ( σιφώνια );

Κάθε θέση απορροής πρέπει να έχει ένα σιφόνι, ώστε να προστατεύεται ο χώρος

από έξοδο των αερίων που σχηματίζονται στους αγωγούς αποχέτευσης. Για να μην ξηραίνονται τα σιφόνια, πρέπει αυτά να έχουν ένα ελάχιστο ύψος νερού φραγής. τις απορροές όμβριων απαιτείται μεγαλύτερο ύψος νερού, λόγω των περιόδων

ανομβρίας. Δεν απαιτείται σιφόνι στις περιπτώσεις: α. Οι απορροές όμβριων συνδέονται με χωριστό σύστημα και β. Οι απορροές όμβριων, αν συνδέονται με μικρό

σύστημα και απέχουν από ανοίγματα χώρων κατοικίας, πλευρικά, τουλάχιστον 2m και καθ’ ύψος, 1m. Αν υπάρχουν πολλές όμοιες θέσεις απορροής, αυτές μπορούν να έχουν ένα κοινό σιφόνι, αν ο αγωγός επικοινωνίας είναι το πολύ 4m μήκους

και στο άνω άκρο του αγωγού σύνδεσης υπάρχει άνοιγμα καθαρισμού. Οι υπερχειλίσεις και οι αγωγοί νερού από σταγόνες επιτρέπεται να συνδεθούν

με αγωγούς αποχέτευσης μόνο μέσω σιφονιών. Δεν επιτρέπεται η απευθείας σύνδεση.

Page 88: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Σα πλυντήρια πιάτων και ρούχων δε χρειάζονται ιδιαίτερη θέση απορροής, αν είναι συνδεδεμένα μόνιμα με την απορροή ενός αντικειμένου υγιεινής. Αν είναι αναγκαίο,

θα πρέπει να διασφαλιστεί το νερό φραγής με τη σύνδεση ενός άλλου είδους υγιεινής όπως πχ η έμμεση σύνδεση μιας ντουζιέρας μέσω της απορροής μιας μπανιέρας

ή η προσαγωγή του νερού από σταγόνες ενός εξαεριστήρα σ’ άλλες απορροές ( πχ στο σιφόνι ενός νιπτήρα ). τους χώρους με μηχανικούς αερισμούς ή κλιματιστικά μπορούν να παρουσιαστούν διαφορές πίεσης έναντι

της ατμοσφαιρικής πίεσης, πράγμα που πρέπει να ληφθεί υπόψη στον καθαρισμό του ύψους του νερού φραγής. Τπάρχουν τα εξής είδη σιφονιών: α. ιφόνια με σωλήνες, β. ιφόνια τύπου φιάλης, γ. ιφόνια τύπου κώδωνα ( καμπάνας ),

δ. ιφόνια με διαμόρφωση του είδους υγιεινής, ε. ιφόνια με ή χωρίς πρόσθετες εισροές, στ. ιφόνια με οριζόντια ή κατακόρυφη εκροή και ζ. ιφόνια εντοιχιζόμενα.

171. Ποια είναι η σημασία των σωληνώσεων αερισμού σε ένα δίκτυο αποχέτευσης;

Ποια είδη δικτύων αερισμού γνωρίζετε;

Οι αγωγοί αερισμού έχουν αποστολή την εξάλειψη των προκαλούμενων υπερπιέσεων ή υποπιέσεων, λόγω των κινήσεων μέσα στους σωλήνες με τελικό σκοπό την αποφυγή

οσμών και θορύβων. Σαυτόχρονα, οι σωλήνες αερίζονται ή εξαερίζονται. Ο όγκος του αέρα, ο οποίος διακινείται εδώ, είναι ένα πολλαπλάσιο του διακινούμενου όγκου νερού. Εκτός αυτού, ο αγωγός αερισμού απάγει και τα δημιουργούμενα αέρια

στους αγωγούς. Ανάλογα με το είδος της αποχέτευσης χρησιμοποιούνται, πέρα από τον κύριο αερισμό, οι παράλληλοι αερισμοί ( άμεσος και έμμεσος ), ο αερισμός ανακυκλοφορίας και ο δευτερεύων αερισμός. Ο κύριος αερισμός εκπροσωπεί

την κανονική περίπτωση και ταυτόχρονα, την κύρια διαμόρφωση για όλα τα άλλα συστήματα αερισμού. Αν, και μόνο, συντρέχουν ιδιαίτερες συνθήκες, τότε θα πρέπει

να τοποθετηθεί ένα από τα παραπάνω είδη αερισμού που προαναφέραμε.

172. ε ποιες περιπτώσεις επιβάλλεται σε δίκτυο αποχέτευσης η παρεμβολή

βαλβίδας αντεπιστροφής και ποιο σκοπό εξυπηρετεί; Οι αντεπίστροφες βαλβίδες νερού, είναι μονοδρομικές βαλβίδες που τοποθετούνται σε σωλήνες αποχέτευσης, για να εμποδίζουν τα λύματα από το να ρεύσουν αντίθετα

προς τα κτίρια. Οι βαλβίδες αντεπιστροφής νερού, πρέπει να εγκαθίστανται όπου εγκαθίστανται είδη υγιεινής σε υπόγειο, όπου τα λύματα αντλούνται προς τα

πάνω προς τον οχετό του σπιτιού ή όπου τα κτίρια είναι κοντά σε ποταμούς.

173. Ποιος είναι ο σκοπός και η αρχή λειτουργίας μίας συσκευής λιποσυλλέκτη

και βενζινοσυλλέκτη αντίστοιχα; ε ποια είδη κτιρίων χρησιμοποιούνται; Οι διαχωριστήρες λίπους ( λιποσυλλέκτες ) πρέπει να τοποθετούνται με ασφάλεια

έναντι σχηματισμού πάγου και σε αγωγούς που αποβάλλουν νερά με λίπη προσερχόμενα από: α. Επαγγελματικά μαγειρεία, β. Επιχειρήσεις επεξεργασίας λαδιού ή λίπους και γ. Επιχειρήσεις επεξεργασίας κρέατος ή ψαριών. Η τοποθέτησή

τους πρέπει να γίνει έξω από το κτίριο ή μέσα σε χώρους που δεν επιτρέπουν τη διαφυγή οσμών και που αερίζονται καλά. Εδώ πρέπει να προσεχτεί ότι μπροστά από το διαχωριστήρα λίπους πρέπει να τοποθετηθεί συλλέκτης λάσπης και

ότι οι αγωγοί προς το διαχωριστήρα λίπους να είναι μικρού μήκους, ώστε να μην ψύχεται και εναποτίθεται το λίπος στους σωλήνες. Ο διαχωριστήρας αερίζεται είτε

από τον αγωγό εισροής είτε με χωριστό αγωγό αερισμού που εκτείνεται πάνω από τη στέγη. Η εισροή στο διαχωριστήρα γίνεται από το κατώτερο μέρος. Σο λίπος, ως ελαφρύτερο, ανέρχεται μέσα στο δοχείο και συγκεντρώνεται στο χώρο

του διαχωριστήρα. Η εκροή βρίσκεται επίσης προς τα κάτω, ώστε να μην μπορεί να διαφύγει το λίπος. Οι διαχωριστήρες βενζίνης ( βενζινοσυλλέκτες ) πρέπει

να τοποθετηθούν σε απορροές από τις οποίες μπορεί να διαφύγει βενζίνη προς την αποχέτευση όπως σε:

Page 89: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

α. Πλυντήρια αυτοκινήτων, β. Γκαράζ ή χώρους στάθμευσης, γ. Πρατήρια υγρών καυσίμων και δ. υνεργεία αυτοκινήτων. Εκτός από τη ρύπανση του νερού,

σχηματίζονται με τη βενζίνη και τα διάφορα άλλα ελαφρά υγρά, και εκρηκτικοί ατμοί. Γι’ αυτό οι θέσεις απορροής δεν πρέπει να έχουν σιφόνι και να βρίσκονται

κοντά στο διαχωριστήρα βενζίνης. Πριν από το διαχωριστήρα βενζίνης πρέπει να τοποθετηθεί ένας συλλέκτης λάσπης. Οι διαχωριστήρες βενζίνης πρέπει να διασφαλίζονται από τον πάγο και κατά το δυνατό να τοποθετούνται στο ύπαιθρο,

ώστε η πάνω ακμή του διαχωριστήρα να βρίσκεται τουλάχιστον 4cm υψηλότερα από την απορροή για να μην μπορεί να εκρεύσει βενζίνη από το κάλυμμα. Αν λείπει αυτή η υπερύψωση, τότε πρέπει να τοποθετηθεί μηχανισμός προειδοποίησης. Κοντά

στο διαχωριστήρα πρέπει να τοποθετηθούν προειδοποιητικές πινακίδες με τη φράση: ‘‘Διαχωριστήρας βενζίνης, κίνδυνος πυρκαγιάς’’. Η βενζίνη, ως ελαφρύτερη,

συγκεντρώνεται στο πάνω μέρος και ο σφαιρωτός πλωτήρας βυθίζεται όταν γεμίσει ο χώρος του ταμιευτήρα, ενώ ταυτόχρονα κλείνεται η απορροή με τη βαλβίδα. Οι διαχωριστήρες βενζίνης χωρίς αυτόματη φραγή της απορροής χρειάζονται

μεγαλύτερο αποταμιευτήρα.

174. Ποιες είναι οι ‘‘κλασικές’’ και οι ‘‘ανανεώσιμες’’ μορφές ενέργειας από τις οποίες είναι δυνατό να παράγουμε ζεστό νερό χρήσης; Οι κλασικές ( και πιο διαδεδομένες ) μορφές ενέργειας είναι οι εξής: α. Ηλεκτρική

ενέργεια, β. Καύση στερεής καύσιμης ύλης ( ξύλου, κάρβουνου ), γ. Καύση υγρών καυσίμων ( πετρελαίου, μαζούτ, βενζίνης ) και δ. Καύση αερίων καυσίμων ( υγραερίου, φυσικού αερίου ). Από την άλλη πλευρά, οι ανανεώσιμες πηγές

ενέργειας είναι η λύση στο ενεργειακό πρόβλημα καθώς και σε αυτό της ρύπανσης της ατμόσφαιρας, από βιομηχανικούς και οικιακούς ρύπους. αν ανανεώσιμες πηγές

ενέργειας χαρακτηρίζονται εκείνες οι μορφές ενέργειας που βρίσκονται σε πλούσια συγκέντρωση στο περιβάλλον, ανανεώνονται συνεχώς και μπορούν με κατάλληλες διατάξεις να αξιοποιηθούν, με στόχο την αντικατάσταση των κλασικών πηγών

ενέργειας. Σέτοιου είδους μορφές ενέργειας είναι οι εξής: α. Ηλιακή ενέργεια, β. Αιολική ενέργεια, γ. Τδροηλεκτρική ενέργεια, δ. Γεωθερμική ενέργεια και ε. Καύση βιομάζας.

175. Να εξηγήσετε τον όρο ‘‘θερμαντήρας ζεστού νερού τριπλής ενέργειας’’.

Με τον όρο ‘‘θερμαντήρας ζεστού νερού τριπλής ενέργειας’’ εννοούμε έναν ηλιακό θερμοσίφωνα ο οποίος, εκτός από τον ηλιακό συλλέκτη και την ηλεκτρική αντίσταση του ( κύρια χαρακτηριστικά των θερμαντήρων ζεστού νερού διπλής ενέργειας ),

έχει επιπλέον και έναν εναλλάκτη θερμότητας που τροφοδοτείται από καυστήρα κεντρικής θέρμανσης. σο μεγαλύτερος είναι ο εναλλάκτης τόσο μεγαλύτερη είναι

και η απόδοση του συστήματος , αφού μειώνεται η θερμοκρασία λειτουργίας του συλλέκτη. Οι θερμοσίφωνες αυτού του τύπου ( κλειστού κυκλώματος ) έχουν κυριαρχήσει στην αγορά σε σχέση μ’ αυτούς του ανοικτού κυκλώματος

( διπλής ενέργειας ), διότι παρουσιάζουν πολλά πλεονεκτήματα. Για παράδειγμα, ο συλλέκτης αυτού του συστήματος δεν κινδυνεύει από τον παγετό, ενώ δεν επηρεάζεται από τις όποιες ιδιότητες και χαρακτηριστικά του δικτύου ( πίεση,

άλατα, διάβρωση ), αφού το κύκλωμα αυτό προστατεύεται με αντιδιαβρωτικά και αντιπηκτικά πρόσθετα υγρά. Η τοποθέτηση του εναλλάκτη ο οποίος θα τροφοδοτείται

με ζεστό νερό από το λέβητα της κεντρικής θέρμανσης, θα ζεσταίνει το νερό χρήσης όταν πάλι δεν υπάρχει επαρκής ηλιοφάνεια και όταν βεβαίως εργάζεται ο λέβητας για τη θέρμανση του σπιτιού. Γενικώς, παρέχονται εναλλακτικοί τρόποι θέρμανσης

το χειμώνα και το καλοκαίρι και έχουμε οικονομία ενέργειας για τον καταναλωτή.

Page 90: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

176. Ποια συστήματα διανομής ζεστού νερού χρήσης γνωρίζετε και πού εφαρμόζεται το κάθε ένα από αυτά;

Σα δίκτυα θερμού νερού διακρίνονται, ως προς τη χρήση του νερού, σε: α. Δίκτυα διανομής θερμού νερού για θέρμανση και β. Δίκτυα διανομής θερμού νερού

για οικιακή χρήση. Σα επικρατέστερα δίκτυα διανομής θερμού νερού για θέρμανση είναι τα εξής: α. Σο δισωλήνιο σύστημα με: i. Διανομή από κάτω και ii. Διανομή

από πάνω ( τύπου ομπρέλας ), β. Σο μονοσωλήνιο σύστημα και γ. Σο ενδοδαπέδιο σύστημα. Από την άλλη, τα δίκτυα διανομής θερμού νερού για οικιακή χρήση, διακρίνονται ως προς: α. Σο σύστημα παρασκευής, σε: i. υστήματα ηλιακής

ενέργειας, ii. υστήματα θερμικής ενέργειας που προέρχονται από καύση, iii. υστήματα ηλεκτρικής ενέργειας και iv. ύνθετα συστήματα διπλής ή τριπλής

ενέργειας και β. Σο σύστημα διανομής, σε: i. υστήματα χωρίς σωληνώσεις ανακυκλοφορίας και ii. υστήματα με σωληνώσεις ανακυκλοφορίας.

177. Ποια είναι η αρχή λειτουργίας ενός θερμαντήρα ζεστού νερού χρήσης που συνδέεται με το σύστημα κεντρικής θέρμανσης; Ποια είδη θερμαντήρων με κριτήριο τον τρόπο κυκλοφορίας των δύο μέσων γνωρίζετε;

Εκτός από τις ανάγκες θέρμανσης ενός κτιρίου, ο λέβητας μπορεί να εξυπηρετήσει

και την ανάγκη για παροχή ζεστού νερού χρήσης. Αυτό επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση ενός θερμαντήρα νερού ( boiler ) στο λεβητοστάσιο και τη σύνδεσή του με το λέβητα. Για καλύτερη απόδοση, ο θερμαντήρας πρέπει να τοποθετείται

όσο γίνεται πιο κοντά στο λέβητα και οι σωλήνες σύνδεσης να είναι θερμομονωμένοι. Σο θερμό νερό του λέβητα μεταφέρεται με τη βοήθεια κατάλληλου κυκλοφορητή στον εναλλάκτη ( σερπαντίνα ) του θερμαντήρα, όπου αποδίδει θερμότητα στο νερό

οικιακής χρήσης και επιστρέφει πάλι στο λέβητα για ν’ αναθερμανθεί. Σο ζεστό νερό χρήσης, μέσω κατάλληλου δικτύου σωληνώσεων, φτάνει στις αντίστοιχες θέσεις λήψης

κατανάλωσης με φυσική κυκλοφορία. την περίπτωση που οι υδραυλικοί υποδοχείς είναι απομακρυσμένοι από το λεβητοστάσιο, πρέπει να κατασκευαστεί και δίκτυο επιστροφής ζεστού νερού, στο οποίο τοποθετείται κυκλοφορητής που ανακυκλοφορεί

το ζεστό νερό με κατεύθυνση από το θερμαντήρα προς τις θέσεις λήψης παροχής. Έτσι, επιτυγχάνουμε αμεσότητα στη λήψη ζεστού νερού και παράλληλα, αποφεύγουμε τις απώλειες που θα είχαμε στην περίπτωση που το ζεστό νερό

παρέμενε στάσιμο στις σωληνώσεις προσαγωγής. Για να υπάρχει δυνατότητα σύνδεσης και με τους ηλιακούς συλλέκτες, ο θερμαντήρας πρέπει να διαθέτει

δυο εναλλάκτες ( σερπαντίνες ) από τους οποίους ο δεύτερος συνδέεται με τους ηλιακούς συλλέκτες με κατάλληλο δίκτυο σωληνώσεων, οπότε με τη βοήθεια κυκλοφορητή, το συλλεκτικό υγρό μεταφέρεται από τους συλλέκτες στο θερμαντήρα.

Εκτός του κυκλοφορητή, στο δίκτυο πρέπει να τοποθετηθεί και δοχείο διαστολής, βαλβίδα αντεπιστροφής, αυτόματο εξαεριστικό, καθώς και ηλεκτροβάνα, η οποία

θα ελέγχει τη ροή του συλλεκτικού υγρού προς το θερμαντήρα. Τπάρχουν πολλοί τύποι θερμαντήρων, οι κυριότεροι των οποίων είναι: α. Θερμαντήρες εναποθήκευσης θερμού νερού, στους οποίους το θερμό νερό διοχετεύεται διαμέσου των σωληνώσεων

προσαγωγής και επιστροφής στον εναλλάκτη θερμότητας ( σερπαντίνα ) που βρίσκεται στον παρασκευαστήρα. Κατά τη διέλευσή του από τη σερπαντίνα, αποδίδει τη θερμότητά του στο νερό χρήσης, που βρίσκεται εντός του παρασκευαστήρα και

β. Θερμαντήρες διέλευσης θερμού νερού, στους οποίους το θερμό νερό διοχετεύεται στο θερμαντήρα, ενώ το νερό χρήσης διέρχεται από σωλήνα που βρίσκεται μέσα

στο θερμαντήρα και έτσι, κατά τη διέλευσή του προσλαμβάνει τη θερμότητα από το νερό, που βρίσκεται εντός του παρασκευαστήρα. Τπάρχουν ακόμη θερμαντήρες που δεν είναι και τόσο ευρέως διαδεδομένοι όπως οι: α. Θερμαντήρες ανοιχτού

τύπου, β. Θερμαντήρες κλειστού τύπου, γ. Θερμαντήρες άμεσης θέρμανσης και δ. Θερμαντήρες έμμεσης θέρμανσης.

Page 91: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

178. Ποια τα επιμέρους τμήματα ενός ηλιακού θερμοσίφωνα; Σα επιμέρους τμήματα ενός ηλιακού θερμοσίφωνα είναι τα εξής: α. Ο ηλιακός

συλλέκτης, β. Η δεξαμενή αποθήκευσης του νερού ( Boiler ), γ. Ο εναλλάκτης θερμότητας και δ. Σο δίκτυο των σωληνώσεων.

179. Ποιες οικογένειες και ομάδες καυσίμων αερίων γνωρίζετε; Σι είδους αέρια

περιλαμβάνει κάθε ομάδα και πού κατατάσσεται το αέριο που διανέμεται

για οικιακή χρήση στη χώρα μας; Κάθε καύσιμο αέριο καίγεται με τον αέρα ή το οξυγόνο υπό τελείως καθορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες διαφέρουν από αέριο σε αέριο. Κατά την καύση

δημιουργούνται, εκτός από θερμότητα, και καυσαέρια, των οποίων η σύνθεση είναι και αυτή διαφορετική. λα τα καύσιμα, με ίδιες ή παρόμοιες ιδιότητες στην καύση,

συγκεντρώνονται σε τέσσερις οικογένειες αερίων: α. Η οικογένεια αερίων I (S) έχει την ονομασία ‘‘αέριο πόλης’’. Εδώ ανήκουν τα καύσιμα αέρια που είναι πλούσια σε υδρογόνο και τα οποία κατά κανόνα παράγονται από επιχειρήσεις παραγωγής

αερίων ( φωταέριο ). Σέτοια αέρια είναι το αέριο λιθανθράκων, το αέριο πόλης, το τηλεαέριο και το αέριο διάσπασης, β. Η οικογένεια αερίων II (N) είναι τα ‘‘φυσικά

αέρια’’. Περιλαμβάνει τα καύσιμα αέρια που είναι πλούσια σε μεθάνιο και βρίσκονται στη φύση. Σέτοια αέρια είναι το γαιαέριο L ( Low ), το γαιαέριο H ( High ), το αέριο απορριμμάτων, το αέριο βιολογικού καθαρισμού και το βιοαέριο, γ. την οικογένεια

αερίων III (F) ανήκουν τα ‘‘υγραέρια’’ που είναι πλούσια σε υδρογονάνθρακες. Σέτοια αέρια είναι το προπάνιο, το βουτάνιο και μίγματά τους, τα οποία δημιουργούνται κατά την άντληση του αργού πετρελαίου και δ. την οικογένεια αερίων IV (L)

ανήκουν τα μίγματα φυσικού αερίου – αέρα και υγραερίου αέρα, τα οποία χρησιμοποιούνται και ως εναλλάξιμα αέρια. Σο αέριο που διανεμόταν για οικιακή

χρήση στη χώρα μας ήταν το αέριο πόλης ( φωταέριο ), το οποίο παράγεται από εργοστάσια παραγωγής αερίου με ανάμιξη περίπου 70% αερίου λιθανθράκων και 30% υδραερίου. Σο αέριο πόλης όμως, τα τελευταία χρόνια, εκτοπίζεται συνεχώς

από το γαιαέριο ( φυσικό αέριο ) και χρησιμοποιείται σε μερικές μόνον περιπτώσεις.

180. Να εξηγήσετε τον όρο ‘‘δείκτης Wobbe καυσίμου αερίου’’. Ποια είναι

η σημασία του σε μία εσωτερική εγκατάσταση; Ο δείκτης Wobbe καυσίμου αερίου είναι ένα μέτρο για τη θερμική ικανότητα

του αερίου και δίνει, όπως και η θερμογόνος ικανότητα, μια εικόνα της κατηγορίας του αερίου. Αποδεικνύεται ότι ο δείκτης Wobbe είναι για δεδομένο αέριο ανάλογος προς τη θερμική φόρτιση μιας συσκευής αερίου, δηλαδή αν μεταβληθεί ο δείκτης

Wobbe του αερίου μεταβάλλεται ανάλογα η θερμική φόρτιση. Κατά συνέπεια, αέρια με τον ίδιο δείκτη Wobbe, που βρίσκονται στην αυτή κατάσταση ( p, T ) δίνουν

ίσες θερμικές φορτίσεις της συσκευής, οπότε δεν απαιτείται αλλαγή καυστήρα ή ακροφυσίου.

181. Ποιες είναι οι κύριες πηγές τροφοδοσίας της Ελλάδας σε φυσικό αέριο ( χώρα προέλευσης – μέθοδος μεταφοράς ); Ποιο το κύριο συστατικό του φυσικού αερίου; ε τι ποσοστό κυμαίνεται η κατ’ όγκο περιεκτικότητα

αυτού στο φυσικό αέριο που διανέμεται στη χώρα μας; Ποιες είναι οι άλλες προσμίξεις του;

Βασικό συστατικό του φυσικού αερίου είναι το μεθάνιο, συνυπάρχουν όμως σε αυτό

και σημαντικές ποσότητες αιθανίου, προπανίου και βουτανίου, καθώς και διοξείδιο του άνθρακα, άζωτο, ήλιο και θειικό οξύ.

Page 92: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

ΣΤΠΙΚΗ ΤΣΑΗ ΡΩΙΚΟ ΥΤΙΚΟ

ΑΕΡΙΟ ΑΛΓΕΡΙΝΟ ΥΤΙΚΟ

ΑΕΡΙΟ

Περιεκτικότητα (% κ.ο.) σε :

Μεθάνιο (C1) 98 91,2

Αιθάνιο (C2) 0,6 6,5

Προπάνιο (C3) 0,2 1,1

Βουτάνιο (C4) 0,2 0,2

Πεντάνιο (C5) και βαρύτερα 0,1 -

Άζωτο (Ν2) 0,8 1,0

Διοξείδιο του άνθρακα (CO2) 0,1 -

Ανωτέρα Θερμογόνος Δύναμη 8,600 - 9,200

kcal/Nm3

9,640 - 10,650

kcal/Nm3

Σο φυσικό αέριο είναι μείγμα υδρογονανθράκων σε αέρια κατάσταση. Αποτελείται κυρίως από μεθάνιο (CH4) και ανήκει στη 2η Οικογένεια των αερίων καυσίμων.

Σο φυσικό αέριο αποτελεί το κατεξοχήν φυσικό προϊόν από τα αέρια καύσιμα. Σο φυσικό αέριο είναι ελαφρύτερο από τον αέρα με σχετική πυκνότητα 0,55.

Σο φυσικό αέριο είναι άχρωμο και άοσμο. Η χαρακτηριστική του οσμή δίνεται τεχνικά ώστε να γίνεται αντιληπτό σε τυχόν διαρροές. Προμηθευτές της ΔΕΠΑ σε φυσικό αέριο είναι η ρωσική εταιρία Gazprom-Export ( θυγατρική της Gazprom )

και η αλγερινή Sonatrach, με συμβόλαια διαρκείας μέχρι το 2016 και 2020 αντίστοιχα που υπεγράφησαν το 1988. Η σύμβαση με την Gazprom-Export

εξασφαλίζει την προμήθεια 2,8 δις m3 φυσικού αερίου, ετησίως. Η εισαγωγή του ρωσικού φυσικού αερίου στην Ελλάδα άρχισε το επτέμβριο του 1996. Σο αλγερινό αέριο μεταφέρεται υγροποιημένο με ειδικό δεξαμενόπλοιο

στις εγκαταστάσεις της νήσου Ρεβυθούσας, στον κόλπο των Μεγάρων. Η σύμβαση με τη Sonatrach προβλέπει προμήθεια ποσότητας από 0,51 έως 0,68 δισ. κυβικά μέτρα αερίου ετησίως. Η εισαγωγή του αλγερινού φυσικού αερίου άρχισε

τον Υεβρουάριο του 2000. το πλαίσιο της αυξημένης ζήτησης φυσικού αερίου και της στρατηγικής που στοχεύει να καταστήσει τη χώρα ενεργειακό δίαυλο

στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, η ΔΕΠΑ υπέγραψε το 2003 σύμβαση προμήθειας αερίου με την τουρκική εταιρία Botaş. Η σύμβαση αυτή προβλέπει αγορά 0,75 δις κυβικών μέτρων φυσικού αερίου το χρόνο, για 15 χρόνια. Σο αέριο παραδίδεται

στην Ελλάδα με την ολοκλήρωση των έργων διασύνδεσης των δικτύων φυσικού αερίου των δύο χωρών, με έναρξη το έτος 2007. Η μεταφορά του φυσικού αερίου εξαρτάται

από την κατάστασή του. ε αέρια κατάσταση μεταφέρεται με αγωγούς υπό υψηλή πίεση, ενώ σε υγρή κατάσταση μεταφέρεται με πλοία. Οι μεγάλοι αγωγοί υψηλής πίεσης καθιστούν δυνατή τη μεταφορά του αερίου σε απόσταση χιλιάδων

χιλιομέτρων. Ένα κυβικό μέτρο υγρού φυσικού αερίου αντιστοιχεί σε 600 κυβικά μέτρα αερίου σε ατμοσφαιρική πίεση.

182. Ποια είναι τα επιτρεπόμενα υλικά σωληνώσεων φυσικού αερίου σε εσωτερικές εγκαταστάσεις αν οι οδεύσεις αυτών είναι: α. Εκτός κτιρίου

κι εντός εδάφους, β. Εκτός κτιρίου κι εκτός εδάφους και γ. Εντός κτιρίου.

α. Εκτός κτιρίου κι εντός εδάφους μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε χαλυβδοσωλήνες

μεσαίου και βαρέως τύπου, με ραφή ή και χωρίς ραφή που να συνδέονται είτε με συγκόλληση είτε με σπειρώματα. Σο πάχος των σωλήνων αυτών καθορίζεται από ειδικούς πίνακες. Επίσης μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και χαλκοσωλήνες

με εξωτερική διάμετρο έως 22mm και ελάχιστο ονομαστικό πάχος τοιχώματος 1mm, καθώς επίσης και μεγαλύτερα πάχη, τα οποία καθορίζονται και πάλι από ειδικούς

πίνακες. Σέλος, επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται σωλήνες και τμήματα σωληνώσεων από πολυαιθυλένιο,

Page 93: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

β. Για τις σωληνώσεις εκτός κτιρίου κι εκτός εδάφους επιτρέπονται οι σωλήνες που προαναφέραμε, με εξαίρεση τους σωλήνες από πολυαιθυλένιο. Ακόμα,

μπορούμε να συνδέσουμε και με κοχλιωτές συνδέσεις, σωλήνες που εκτός κτιρίου κι εντός εδάφους θα ήταν απαραίτητο να συνδεθούν αποκλειστικά με συγκόλληση και

γ. Για τις σωληνώσεις εντός κτιρίου ισχύουν όλα όσα ακριβώς αναφέραμε και για τις σωληνώσεις οι οδεύσεις των οποίων είναι εκτός κτιρίου κι εκτός εδάφους.

183. ε ποιο γενικό κριτήριο βασίζεται η διαστασιολόγηση των σωληνώσεων φυσικού αερίου; Ποιες οι ακριβείς τιμές του: α. Για εγκαταστάσεις οικιακής χρήσης και β. Για μεγαλύτερες εγκαταστάσεις ( πχ λεβητοστάσιο κεντρικής

θέρμανσης επαγγελματικής χρήσης );

Ο προσδιορισμός των διαμέτρων των σωλήνων και κατ’ αντιστοιχία των ονομαστικών

διαμέτρων τους σε μια εγκατάσταση σωληνώσεων βασίζεται στην επίτευξη μιας πτώσης πίεσης μικρότερης από κάποιο δεδομένο όριο για καθορισμένη παροχή αερίου

στην εγκατάσταση. ε εγκαταστάσεις σωληνώσεων με ονομαστική τιμή της πίεσης σύνδεσης των συσκευών αερίου έως 20 mbar για τη 2η οικογένεια αερίων ( στην οποία ανήκει και το φυσικό αέριο ) η μέγιστη επιτρεπόμενη συνολική πτώση πίεσης, μετά

το μετρητή αερίου, είναι 1,3 mbar. τις σωληνώσεις τροφοδοσίας με πίεση λειτουργίας μεγαλύτερη από 20 mbar, η συνολική πτώση πίεσης, μετά το μετρητή

αερίου, δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 5% της πίεσης λειτουργίας. O κανονισμός καθορίζει κατάλληλους σωλήνες, σε συνδυασμό με τα στοιχεία και υλικά σύνδεσής τους. Οι σωληνώσεις και τα εξαρτήματά τους θεωρούνται ασφαλείς, αν μπορούν

να αντέξουν σε θερμοκρασία 650°C για τουλάχιστον 30 λεπτά. O κανονισμός ορίζει ως κατάλληλους σωλήνες από χάλυβα, χαλκό και πολυαιθυλένιο, κατά περίπτωση. O κανονισμός καθορίζει τις μέγιστες επιτρεπόμενες πιέσεις λειτουργίας

των σωληνώσεων εντός κτιρίου, ανάλογα με την εφαρμογή και την ισχύ ως εξής:

Mέγιστες επιτρεπόμενες λειτουργίας εντός κτιρίου

Κατηγορία

χρήσης

Eίδος χρήσης Πίεση

1 Οικιακή χρήση (μαγείρεμα, ζεστό νερό ατομική

θέρμανση)

25 mbar

2 Λεβητοστάσια κεντρικής

θέρμανσης κατοικιών

100 mbar

3 Λεβητοστάσια

επαγγελματικής χρήσης

300 mbar

4 Λεβητοστάσια μεγάλων

κτιρίων, νοσοκομείων, ξενοδοχείων βιομηχανιών

κλπ με συνολική παροχή ≤

300 Nm3/h

300 mbar

5 Λεβητοστάσια μεγάλων

κτιρίων, νοσοκομείων, ξενοδοχείων βιομηχανιών

κλπ με συνολική παροχή >

300 Nm3/h

1 bar

6 Επαγγελματικά μαγειρεία 25 mbar

7 Εκπαιδευτικά εργαστήρια 25 mbar

8 Ερευνητικά εργαστήρια 1 bar

Page 94: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

184. Εάν αλλαχθεί το υλικό σωληνώσεων μίας μελέτης κατά την κατασκευή από χαλκό σε χάλυβα, πρέπει να ελεγχθεί η επάρκεια των διατομών

της μελέτης και γιατί; Να σχολιάσετε την αντίστροφη αλλαγή από χάλυβα στη μελέτη σε χαλκό κατά την κατασκευή.

Εάν αλλαχθεί το υλικό των σωληνώσεων μιας μελέτης κατά την κατασκευή από χαλκό σε χάλυβα, η επάρκεια των διατομών πρέπει να ελεγχθεί δεδομένου ότι η τραχύτητα του χάλυβα είναι περίπου 33 φορές μεγαλύτερη από αυτήν του χαλκού.

Αυτό σημαίνει ότι οι τριβές στο χαλυβδοσωλήνα είναι μεγαλύτερες απ’ ότι στο χαλκοσωλήνα, γεγονός που οδηγεί σε μεγαλύτερη πτώση πίεσης στο χάλυβα. την αντίστροφη αλλαγή δεν απαιτείται έλεγχος των διατομών δεδομένου ότι

η τραχύτητα του χαλκού είναι πολύ πιο μικρή απ’ ότι του χάλυβα, άρα και η πτώση πίεσης των χαλκοσωλήνων είναι μικρότερη απ’ αυτή των χαλυβδοσωλήνων.

185. Πώς επηρεάζεται η διαστασιολόγηση ενός δικτύου αερίου από την ύπαρξη

μεγάλων μηκών ανοδικών σωλήνων: α. Αν το καύσιμο είναι φυσικό αέριο και

β. Αν το καύσιμο είναι υγραέριο; Να αιτιολογήσετε την απάντησή σας. α. Σα μεγάλα μήκη ανοδικών σωλήνων λειτουργούν ευεργετικά όταν το καύσιμο είναι

φυσικό αέριο, αφού το καύσιμο αυτό είναι ελαφρύτερο του αέρα και έχει την τάση να ανεβαίνει προς τα πάνω. Έτσι λοιπόν, η πτώση της πίεσης είναι εξαιρετικά μικρή και οι διατομές που απαιτούνται είναι μικρές και β. ταν το καύσιμο είναι υγραέριο

δεδομένου ότι το καύσιμο αυτό είναι βαρύτερο του αέρα, η πτώση της πίεσης είναι αρκετά μεγάλη. Έτσι, στην περίπτωση του υγραερίου, οι διατομές των ανοδικών τμημάτων πρέπει να είναι μεγαλύτερες, ώστε να αντισταθμιστεί αυτή η πτώση πίεσης

που προκύπτει.

186. Να περιγράψετε τα είδη των συνδέσεων συσκευών αερίου. Με τον όρο σύνδεση συσκευών αερίου εννοείται ο αγωγός σύνδεσης της συσκευής με τον αγωγό διακλάδωσης. Αυτό το συνδετήριο τμήμα μπορεί να είναι σταθερό

ή λυόμενο. Μία σταθερή σύνδεση απαρτίζεται από τα όργανα σύνδεσης της συσκευής και μια κοχλίωση, η οποία μπορεί να λυθεί μόνο με ένα εργαλείο. Σο επόμενο τμήμα του αγωγού κατασκευάζεται κατά κανόνα με γαλβανισμένο χαλυβδοσωλήνα και είναι

σταθερό. Οι συσκευές αερίου πρέπει να τοποθετούνται σταθερά στη θέση τους, ώστε σε τυχαία μετατόπιση να μην υποστούν ζημιές οι αγωγοί. Μ’ αυτόν τον τρόπο

συνδέονται κατά κανόνα οι θερμαντήρες νερού, οι λέβητες ή οι θερμοστάτες χώρου. Μια λυόμενη σύνδεση απαρτίζεται από έναν κρουνό ασφαλείας σύνδεσης αερίου και έναν ελαστικό σωλήνα αερίου. το τέλος του αγωγού διακλάδωσης τοποθετείται

ο ταχυσύνδεσμος αερίου με θερμική διάταξη διακοπής, ενώ το βλήτρο χεριού του ταχυσύνδεσμου συνδέεται σταθερά με εύκαμπτο σωλήνα αερίου ασφαλείας.

Σο βλήτρο μπορεί να τραβηχτεί προς τα έξω με μια στροφή 900, ώστε να διακοπεί η προσαγωγή αερίου. Μπροστά από τον ταχυσύνδεσμο τοποθετείται μια θερμική διάταξη, η οποία σε περίπτωση πυρκαγιάς διακόπτει την παροχή αερίου αυτόματα.

Η σύνδεση που λύεται με το χέρι προβλέπεται για όλες τις οικιακές συσκευές. Οι επιμέρους συσκευές μπορούν να μετατοπιστούν για λόγους καθαριότητας μακριά από τον τοίχο, λόγω του εύκαμπτου σωλήνα, κατασκευής Μ, χωρίς να κληθεί

εγκαταστάτης. Βασικά, πρέπει όλες οι συσκευές να συνδέονται με εύκαμπτο σωλήνα, εφόσον ο σωλήνας καλύπτει τις προδιαγραφές των σχετικών κανονισμών.

την κουζίνα, για εύκαμπτη σύνδεση κουζίνας αερίου, ψυγείου αερίου ή ψηστιέρες, χρησιμοποιούνται εύκαμπτοι ολομεταλλικοί σωλήνες αερίου. Αποτελούνται από έναν εσωτερικό σωλήνα με κυματοειδείς πτυχώσεις και ένα εξωτερικού τύπου σπιράλ.

Και οι δυο είναι από ανοξείδωτο χάλυβα. Πρέπει να αποφεύγεται η υψηλή θέρμανση του σωλήνα στη λειτουργία των συσκευών είτε λόγω θερμών καπναερίων, διότι αυτό

μπορεί να οδηγήσει σε ζημιές.

Page 95: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

187. Ποιες είναι οι βασικές κατηγορίες συσκευών ανάλογα με την τροφοδοσία του αέρα καύσης και την απαγωγή των καυσαερίων; Να δώσετε συνοπτική

περιγραφή κάθε κατηγορίας. Για την καύση των αερίων απαιτείται οξυγόνο. Εκτός από την επιθυμητή θερμότητα

αναπτύσσονται και καπναέρια. Γι’ αυτόν το λόγο, ανάλογα με τον τρόπο παροχής του αέρα καύσης και την απαγωγή των καπναερίων, διακρίνονται οι συσκευές στο είδος Α, στο είδος B και στο είδος C. Οι συσκευές αερίου του είδους Α δεν έχουν

θάλαμο καύσης, πχ οι καυστήρες κόλλησης ή οι εστίες μαγειρέματος ή έχουν έναν ανοιχτό θάλαμο καύσης έναντι του χώρου τοποθέτησης, πχ οι φούρνοι αερίου. Αυτές οι συσκευές παίρνουν των αέρα για την καύση από το χώρο που βρίσκονται και

στέλλουν τα καπναέρια στον ίδιο χώρο. Οι συσκευές αερίου του είδους Α δεν χρειάζονται εγκατάσταση καπναερίων. Οι συσκευές αερίου του είδους Β έχουν

ανοιχτό θάλαμο καύσης έναντι του χώρου τοποθέτησης και χρειάζονται εγκατάσταση για την απαγωγή των καπναερίων. Παίρνουν τον αέρα για την καύση από το χώρο που βρίσκονται και γι’ αυτό ονομάζονται συσκευές αερίου εξαρτώμενες από τον αέρα

χώρου. Η απαγωγή των καπναερίων γίνεται με μια καπνοδόχο. Οι συσκευές του είδους C είναι εστίες με κλειστό θάλαμο καύσης έναντι του χώρου τοποθέτησης.

Αναρροφούν τον αέρα καύσης κατευθείαν από τον υπαίθριο χώρο και οδηγούν τα καπναέρια, επίσης, στην ύπαιθρο μέσω εγκατάστασης καπναερίων. Οι συσκευές αυτού του είδους ονομάζονται συσκευές αερίου ανεξάρτητες από τον αέρα χώρου.

Οι συσκευές αερίου είδους C δεν εξαρτώνται από τον αέρα του χώρου, διότι παίρνουν τον αέρα καύσης κατευθείαν από την ύπαιθρο και συνδέονται με εγκατάσταση απαγωγής καπναερίων.

188. Ποιες είναι οι προϋποθέσεις για να επιτραπεί η όδευση σωληνώσεων αερίου

στο κλιμακοστάσιο; Ποιος κίνδυνος ελλοχεύει αν δε τηρούνται; Οι σωλήνες που εκτείνονται σε ένα κλιμακοστάσιο θα πρέπει να είναι χαλύβδινοι και

με συγκολλητή σύνδεση ( χωρίς εξαρτήματα ). Θα πρέπει ακόμη να δημιουργήσουμε

κάποια προστασία στην σωλήνωση, τοποθετώντας πχ γυψοσανίδα γύρω από αυτή, για να την προφυλάξουμε από εξωγενείς παράγοντες όπως πχ κάποια πιθανή αύξηση της θερμοκρασίας. Ακόμη, πρέπει να τοποθετήσουμε ένα σύστημα ανίχνευσης αερίου

το οποίο θα συνδέεται με μια αυτόματη αποφρακτική βαλβίδα και κάποιο σύστημα ηχητικής ειδοποίησης. Επίσης, είναι απαραίτητο να υπάρχει εγκατάσταση μηχανικού

εξαερισμού και κάποιο άνοιγμα εξαερισμού. Αν δεν τηρηθούν αυτές οι προϋποθέσεις τότε ελλοχεύει κίνδυνος, σε περίπτωση κάποιας διαρροής είτε να δηλητηριαστεί κάποιος από τις αναθυμιάσεις είτε να υπάρξει κάποια έκρηξη.

189. Πού απαγορεύεται και πού συνίσταται η τοποθέτηση μετρητών αερίου;

Δεν επιτρέπεται η εγκατάσταση μετρητών αερίου: α. ε κλιμακοστάσια˙ αυτό δεν ισχύει για κτίρια κατοικιών ύψους μέχρι και 4m και εμβαδού μέχρι και 200m2 , β. ε διαδρομές με γενική πρόσβαση, οι οποίοι χρησιμεύουν ως οδεύσεις διαφυγής,

εκτός εάν οι μετρητές έχουν διαταχθεί έτσι, ώστε να μην αποτελούν εμπόδιο, γ. ε περιοχές στις οποίες: i. Φρησιμοποιούνται ουσίες που ευνοούν την πυρκαγιά, ευκόλως αναφλέξιμες ή εύφλεκτες στερεές, υγρές ή αέριες ουσίες ή καύσιμα υγρά

με σημείο φλόγας έως 550C σε επικίνδυνες ποσότητες, ii. Μπορούν να εμφανιστούν σε επικίνδυνες ποσότητες αέρια, ατμοί, νέφος ή σκόνες, οι οποίες σχηματίζουν

εκρηκτικά μίγματα με τον αέρα και iii. Φρησιμοποιούνται εκρηκτικές ουσίες. Από την άλλη πλευρά, οι μετρητές αερίου συνίσταται να τοποθετούνται σε εγκαταστάσεις που χρησιμοποιούνται από πολλά άτομα όπως πχ ξενώνες νεότητας,

εγκαταστάσεις ντους αθλητικών κέντρων και σε πολυκατοικίες με αυτονομία θέρμανσης, έτσι ώστε να γίνεται σωστά ο υπολογισμός της κατανάλωσης του φυσικού

αερίου.

Page 96: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

190. Να αναφέρετε τα όργανα και τις συσκευές – διατάξεις που μπορεί να συναντήσουμε κατά μήκος μίας σωλήνωσης αερίου από το μετρητή

της εταιρίας παροχής ως την τελική συσκευή αερίου;

Σο δίκτυο εσωτερικής εγκατάστασης φυσικού αερίου ξεκινά αμέσως μετά

το ρυθμιστικό σταθμό της πίεσης – μέτρησης παροχής του αερίου και επεκτείνεται μέχρι τις εγκατεστημένες συσκευές αερίου, όπως είναι ο καυστήρας, η μαγειρική

συσκευή, ο θερμοσίφωνας κλπ. Μια τυπική εγκατάσταση φυσικού αερίου με όλες τις ασφαλιστικές διατάξεις, που απαιτούνται για πιθανή υπέρβαση των φυσιολογικών ορίων της πίεσης ροής του φυσικού αερίου στο δίκτυο, περιλαμβάνει: α. Υίλτρα,

β. Αποφρακτικές βαλβίδες ασφαλείας, γ. Ρυθμιστές ( μειωτές ) πίεσης λειτουργίας, δ. Βαλβίδες ( βάνες ) αερίου, ε. ργανα ελέγχου ( μέτρησης ) της πίεσης,

στ. Αντικραδασμικά ( εύκαμπτοι μεταλλικοί σύνδεσμοι ), ζ. υσκευές ελέγχου στεγανότητας και η. Βαλβίδες αντεπιστροφής.

191. Να περιγράψετε τον τρόπο ελέγχου λειτουργίας αντλιών σε φρεάτιο λυμάτων με δύο αντλίες.

Η λειτουργία των αντλιών αυτών ελέγχεται από φλοτεροδιακόπτες ( πλωτήρες ). Απαιτείται έλεγχος των παρακάτω σημείων: α. Κατώτερης στάθμης, για το σταμάτημα

της άντλησης, β. τάθμης εκκίνησης της άντλησης και γ. τάθμης συναγερμού, όταν λόγω βλάβης της αντλίας ή αυξημένης απορροής ανέβει επικίνδυνα η στάθμη των λυμάτων. ε περίπτωση που τοποθετήσουμε δυο αντλίες, η μια ξεκινά από τη

στάθμη εκκίνησης και η άλλη σε μια υψηλότερη στάθμη ( αλλά κάτω από τη στάθμη συναγερμού ). Με ένα μεταγωγικό διακόπτη αλλάζουμε, κατά διαστήματα, τη σειρά λειτουργίας των αντλιών. Σο σύστημα των πλωτήρων θα εξασφαλίζει την αρχή και

το τέλος της λειτουργίας της αντλίας καθώς επίσης την εκκίνηση και της δεύτερης αντλίας με ταυτόχρονη ηχητική σήμανση ( που λειτουργεί με μπαταρίες ),

αν η στάθμη των ακαθάρτων ανέβει πέραν του ορίου ασφάλειας ( είτε λόγω μεγάλου όγκου ακαθάρτων υδάτων, είτε λόγω βλάβης της πρώτης αντλίας, είτε λόγω διακοπής του ηλεκτρικού ρεύματος ).

192. Σι γνωρίζετε για τους ωρομετρητές ( σκοπός – αρχή λειτουργίας – εφαρμογές – τοποθέτηση );

Ο ωρομετρητής έχει σκοπό την καταμέτρηση των ωρών παροχής ζεστού νερού και τοποθετείται είτε στο λεβητοστάσιο είτε σε κοινόχρηστο χώρο κάθε ορόφου, μέσα

σε ενιαίο μεταλλικό κιβώτιο νερού, ένα για κάθε διαμέρισμα. Οι ώρες - ενδείξεις του ωρομετρητή, πολλαπλασιαζόμενες επί κάποιο συντελεστή, καθορίζουν τη συμμετοχή του χρήστη στις δαπάνες θέρμανσης όλου του κτιρίου. Ο συντελεστής

αυτός είναι συνήθως το ποσοστό δαπέδου, σε σχέση με το σύνολο των θερμαινόμενων χώρων της πολυκατοικίας. Για να αρχίσει να καταγράφει την κατανάλωση ο ωρομετρητής, πρέπει να ανοίξει η ηλεκτροκίνητη βάνα. Ο ειδικός θερμοστάτης

ελέγχου της αυτονομίας δεν επιτρέπει το άνοιγμα της ηλεκτροκίνητης βάνας, αν το νερό του λέβητα είναι θερμοκρασίας μικρότερης των 500C, για να μη γίνεται

υπερβολική χρέωση στον πρώτο χρήστη που θα έθετε σε λειτουργία το σύστημα, μετά από πολύωρη διακοπή. την περίπτωση αυτή, ξεκινά η λειτουργία του καυστήρα και όταν η θερμοκρασία του νερού στο λέβητα φτάσει τους 500C,

ανοίγει η βάνα του διαμερίσματος που ζήτησε θέρμανση, ενώ ταυτόχρονα αρχίζει και η χρέωση στον ωρομετρητή.

193. Σι γνωρίζετε για τους θερμιδομετρητές ( σκοπός – αρχή λειτουργίας –

εφαρμογές – τοποθέτηση );

Ο θερμιδομετρητής καταγράφει τις τιμές παροχής νερού στα συστήματα θέρμανσης και μετρά τη διαφορά θερμοκρασίας ανάμεσα στις σωληνώσεις προσαγωγής και επιστροφής.

Page 97: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Με αυτήν την πληροφορία, ο ενσωματωμένος επεξεργαστής στο σώμα του θερμιδομετρητή, μπορεί να υπολογίσει την κατανάλωση θερμαντικής ενέργειας

κάθε διαμερίσματος, με μεγάλη ακρίβεια. Ο θερμιδομετρητής μπορεί να τοποθετηθεί κάθετα ή οριζόντια και η οθόνη υγρών κρυστάλλων γέρνει κατά 1800 και

περιστρέφεται κατά 3600 για εύκολη ανάγνωση, ανεξάρτητα από το χώρο εγκατάστασής του.

194. Ποια είναι τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα στη χρήση θερμιδομετρητών και ωρομετρητών αντίστοιχα; ε σύγχρονες εγκαταστάσεις χρησιμοποιούνται, αντί για ωρομετρητές,

θερμιδομετρητές, οι οποίοι παρουσιάζουν, συγκριτικά, κάποια πλεονεκτήματα. Αντίθετα με τους κοινούς ωρομετρητές, ο θερμιδομετρητής λαμβάνει υπόψη

την οποιαδήποτε αλλαγή μεγέθους θερμαντικών σωμάτων στο χώρο, καθώς και οποιαδήποτε βλάβη στο θερμοστάτη ή στη βάνα αυτονομίας, η οποία επιτρέπει ροή ζεστού νερού στο σπίτι με τη χρήση δυο αισθητηρίων. Επίσης,

στον θερμιδομετρητή, πατώντας επαναληπτικά ένα κουμπί, ο χρήστης μπορεί να έχει ενδιαφέρουσες παραμέτρους, όπως: α. Παροχή νερού, β. Θερμοκρασία προσαγωγής,

γ. Θερμοκρασία επιστροφής, δ. Διαφορά θερμοκρασίας, ε. Κατανάλωση ενέργειας του περασμένου χρόνου και στ. Ολική κατανάλωση ενέργειας από τότε που εγκαταστάθηκε.

195. Σι γνωρίζετε για τους ‘‘κατανεμητές δαπανών κεντρικής θέρμανσης’’;

Πού εφαρμόζονται;

Η λύση στο πρόβλημα της κατανομής δαπανών θέρμανσης, σε κτίρια χωρίς αυτονομία, αποτελεί η χρήση κατανεμητών δαπανών κόστους θερμαντικών

σωμάτων ( Heat cost allocators ). Οι κατανεμητές δαπανών θέρμανσης αποτελούν την ιδανική λύση αυτονόμησης κτιρίων με δισωλήνιο σύστημα. Ο κάθε ένοικος χειροκίνητα ή αυτόματα (με χρήση θερμοστατικών ή ηλεκτροθερμικών κεφαλών)

επιλέγει πότε θα ενεργοποιήσει το σύστημα θέρμανσης και ποια θα είναι η επιθυμητή θερμοκρασία για κάθε δωμάτιο ( πχ σαλόνι 20°C, υπνοδωμάτιο 18°C, λουτρό 22°C ), ενώ παράλληλα καταγράφεται με ακρίβεια η καταναλισκόμενη

θερμαντική ενέργεια. Σο βασικό τμήμα του συστήματος είναι οι ηλεκτρονικές συσκευές κατανομής θερμαντικών σωμάτων οι οποίες τοποθετούνται σε κάθε σώμα.

Οι συσκευές αυτές μετρούν την αποδιδόμενη θερμότητα του κάθε σώματος. Έτσι, η εφαρμογή του συστήματος αυτού οδηγεί πρακτικά στην αυτονόμηση της λειτουργίας του κάθε διαμερίσματος και δωματίου αυτού καθιστώντας ακόμα και

τα κλασσικά συστήματα θέρμανσης (δισωλήνια), αυτόνομα. Ο συνδυασμός κατανεμητών δαπανών και θερμοστατικών ή ηλεκτροθερμικών κεφαλών σε κάθε

θερμαντικό σώμα, καθώς και ελεγκτή αντιστάθμισης που ρυθμίζει την θερμοκρασία νερού στις κεντρικές σωληνώσεις, παρέχει στο κτίριο την μέγιστη εξοικονόμηση ενέργειας, αυτονόμηση σε επίπεδο δωματίου και δίκαιη κατανομή δαπανών βάση

της πραγματικής κατανάλωσης ενέργειας. Με τον παραπάνω συνδυασμό, επιλύεται και το πρόβλημα παλαιών πολυκατοικιών, όπου οι κάτω όροφοι υπερθερμαίνονται και στους επάνω δεν επαρκεί η θέρμανση.

196. Ποιες βασικές συσκευές καταγραφής – μέτρησης χρησιμοποιούνται

στα συστήματα κεντρικής θέρμανσης; Ποια είναι η σύγχρονη τάση στην ανάγνωση των ενδείξεων; Οι βασικές συσκευές καταγραφής – μέτρησης που χρησιμοποιούνται στα συστήματα

κεντρικής θέρμανσης είναι οι ωρομετρητές και οι θερμιδομετρητές. ε σύγχρονες εγκαταστάσεις χρησιμοποιούνται, αντί για ωρομετρητές, θερμιδομετρητές, οι οποίοι

παρουσιάζουν, συγκριτικά, κάποια πλεονεκτήματα.

Page 98: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Ο θερμιδομετρητής μπορεί να τοποθετηθεί κάθετα ή οριζόντια και η οθόνη υγρών κρυστάλλων γέρνει κατά 1800 και περιστρέφεται κατά 3600 για εύκολη ανάγνωση,

ανεξάρτητα από το χώρο εγκατάστασής του. Επίσης, στον θερμιδομετρητή, πατώντας επαναληπτικά ένα κουμπί, ο χρήστης μπορεί να έχει ενδιαφέρουσες παραμέτρους,

όπως: α. Παροχή νερού, β. Θερμοκρασία προσαγωγής, γ. Θερμοκρασία επιστροφής, δ. Διαφορά θερμοκρασίας, ε. Κατανάλωση ενέργειας του περασμένου χρόνου και στ. Ολική κατανάλωση ενέργειας από τότε που εγκαταστάθηκε.

197. Ποιος είναι ο ρόλος του υδροστάτη σε ένα σύστημα κεντρικής θέρμανσης;

Ποια είδη υδροστάτη γνωρίζετε;

Ο υδροστάτης είναι ένα πολύ χρήσιμο όργανο που σκοπό έχει τον έλεγχο της θερμοκρασίας του νερού στο κύκλωμα θέρμανσης. Τπάρχουν δυο τύποι

υδροστάτη που είναι οι εξής: α. Ο υδροστάτης εμβάπτισης και β. Ο υδροστάτης επαφής.

198. Ποιες συσκευές ελέγχει ο θερμοστάτης χώρου; Πού τοποθετείται συνήθως; Η λειτουργία της εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης μπορεί να ελεγχθεί εύκολα

με ένα θερμοστάτη χώρου. Με αυτόν το θερμοστάτη η λειτουργία της εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης αρχίζει μόνο όταν υπάρχει ανάγκη θέρμανσης και διακόπτεται όταν η θερμοκρασία του εσωτερικού χώρου ξεπερνά τα προκαθορισμένα, από το

χρήστη, όρια. Ο θερμοστάτης χώρου συνδέεται με τον καυστήρα ή με τα άλλα όργανα αυτοματισμού και χρησιμοποιείται, κυρίως, σε εγκαταστάσεις αυτόνομης θέρμανσης για έλεγχο των βανών αυτονομίας, των κυκλοφορητών, των καυστήρων και

των θερμαντικών σωμάτων ή των τοπικών κλιματιστικών μονάδων ( fan coil units ).

199. Ποιοι είναι οι κύριοι αυτοματισμοί χρονικού προγραμματισμού καυστήρα; Οι αυτοματισμοί χρονικού προγραμματισμού προκαθορίζουν τα χρονικά περιθώρια λειτουργίας της εγκατάστασης κεντρικής θέρμανσης ενός κτιρίου και μπορούν

να συνδυάζονται με επιτυχία με τους υπόλοιπους αυτοματισμούς ρύθμισης της θερμοκρασίας. Οι κύριοι αυτοματισμοί χρονικού προγραμματισμού είναι οι ακόλουθοι: α. Ο ημερήσιος προγραμματισμός καυστήρα, β. Ο εβδομαδιαίος

προγραμματισμός, γ. Ο χρονικός προγραμματισμός κατά ζώνες και δ. Σα σύγχρονα συστήματα αυτόματου ελέγχου και διαχείρισης εγκαταστάσεων κεντρικής θέρμανσης.

200. Ποιος είναι ο σκοπός μίας δίοδης ηλεκτροκίνητης βάνας σε εγκατάσταση

κεντρικής θέρμανσης; Πού τοποθετείται;

Η δίοδη ηλεκτροκίνητη βάνα τοποθετείται κατακόρυφα ή οριζόντια, στο τμήμα του σωλήνα προσαγωγής του αντίστοιχου συλλέκτη. Ο σκοπός της είναι, αφού πάρει

εντολή από το θερμοστάτη χώρου, να ανοίξει και να επιτρέψει τη ροή του ζεστού νερού ή να κλείσει και να διακόψει την πορεία του θερμού νερού προς τα θερμαντικά σώματα.

201. Ποια είδη βαλβίδων ζώνης γνωρίζετε; Ποια είναι τα πλεονεκτήματα από τη

χρήση τους;

Οι βαλβίδες ζώνης είναι όργανα αυτόματης ρύθμισης που επιτυγχάνουν σημαντική εξοικονόμηση ενέργειας, αφού διαχωρίζουν την κατοικία σε ζώνες με διαφορετική

θερμική παροχή ( ζώνη ημέρας, νύκτας, βοηθητική ζώνη ). Οι βαλβίδες ζώνης υπάρχουν είτε σαν δίοδες είτε σαν τρίοδες. Δίνουν επίσης τη δυνατότητα κατανομής των δαπανών θέρμανσης, με τη χρήση ωρομετρητή. Σα κύρια πλεονεκτήματά τους

είναι τα ακόλουθα: α. Εξασφαλίζουν θέρμανση μόνο των κατοικημένων χώρων, β. Επιτρέπουν τη ρύθμιση χρονικής μεταβολής της θερμοκρασίας, σύμφωνα με τις

ανάγκες κατανάλωσης, με τη βοήθεια χρονοθερμοστάτη και γ. Επιτρέπουν την ορθολογική κατανομή της παραγόμενης θερμικής ενέργειας και επιτυγχάνουν σημαντική οικονομία.

Page 99: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

202. Ποια είναι η ενδεδειγμένη σειρά των συσκευών σε ένα ‘‘συρμό αερίου καυσίμου – Gas Train’’; Πού χρησιμοποιείται αυτή η διάταξη;

Πριν τη σύνδεση του καυστήρα με το λέβητα, πρέπει να εγκατασταθούν οι διατάξεις ασφαλείας ( διάταξη ‘‘Gas Train’’ ) στον αγωγό του αερίου. Οι καυστήρες εμφύσησης,

και μάλιστα στο κύκλωμα του αερίου, πρέπει να έχουν απαραίτητα και με την ενδεδειγμένη σειρά, τα παρακάτω όργανα ελέγχου και ασφαλείας: α. Μια βαλβίδα ( βάνα ) αερίου, β. Ένα φίλτρο, γ. Ένας σταθεροποιητής πίεσης, δ. Ένας πιεζοστάτης

αερίου, ε. υσκευή ελέγχου διαρροής του αερίου, στ. Μια βαλβίδα ασφαλείας και ζ. Μια βαλβίδα λειτουργίας.

203. Να μεταφράσετε στην ελληνική γλώσσα τις φράσεις που ακολουθούν:

Steel hot water boiler for solid fuel combustion Cast iron boiler Burner for oil and gas combustion

Sun collector system with boiler Energy saving solutions Manhole of an L.P.G. underground tank

Φαλύβδινος λέβητας ( καύσης ) στερεών καυσίμων

Φυτοσιδηρός / Μαντεμένιος λέβητας Καυστήρας ( καύσης ) πετρελαίου και αερίου ύστημα ηλιακού συλλέκτη με παρασκευαστήρα θερμού νερού

Λύσεις εξοικονόμησης ενέργειας Ανθρωποθυρίδα υπόγειας δεξαμενής L.P.G. ( Liquid Petroleum Gas: Τγροποιημένα Αέρια Πετρελαίου )

204. Να μεταφράσετε στην ελληνική γλώσσα τις φράσεις που ακολουθούν:

Rainwater drainage system Cooper press fittings

Hot water distribution box Stainless steel submersible pumps Centrifugal multistage pump

Three speed circulator

ύστημα αποστράγγισης βρόχινων νερών Πρεσαριστά εξαρτήματα για χαλκό Πίνακας διανομής θερμού νερού

Τποβρύχιες αντλίες από ανοξείδωτο ατσάλι Πολυβάθμια φυγοκεντρική αντλία Κυκλοφορητής τριών ταχυτήτων

205. Να μεταφράσετε στην αγγλική γλώσσα τις φράσεις που ακολουθούν:

Φωρητικότητα δεξαμενής πετρελαίου Σεχνικές προδιαγραφές και πιστοποιητικά

Κατακόρυφη πολυβάθμια αντλία ύστημα ενεργειακής διαχείρισης κτιρίων

Κατανάλωση καυστήρα αερίου Εναλλάκτης θερμότητας αντιρροής

Page 100: Τεχνικός θερμικών και υδραυλικών εγκαταστάσεων

Oil/fuel storage tank capacity Technical specifications and certificates

Vertical multistage pump Building Energy Management System

Gas-fired burner consumption Counterflow heat exchangers

206. Να δώσετε την ελληνική ερμηνεία των φράσεων:

Sprinkler water systems

Smoke detector CO2 fire extinguisher

Addressable fire detection system Pipe’s flexible couplings

υστήματα με καταιονητήρες νερού Ανιχνευτής καπνού Πυροσβεστήρας ( CO2 ) διοξειδίου του άνθρακα

∆ιευθυνσιοδοτούµενο σύστημα ανίχνευσης καπνού Εύκαμπτοι σύνδεσμοι του σωλήνα

207. Να γράψετε την πλήρη αγγλική ονομασία και την ελληνική μετάφραση των

παρακάτω συντομογραφιών: L.N.G. /// L.P.G. /// B.T.U. /// P.S.I. /// C.F.M.

L.N.G. = Liquid Natural Gas (Τγροποιημένο Υυσικό Αέριο) L.P.G. = Liquid Petroleum Gas (Τγροποιημένα Αέρια Πετρελαίου)

B.T.U. = British Thermal Unit (Βρετανική Θερμική Μονάδα) P.S.I. = Pounds per Square Inch (Λίβρες ανά Σετραγωνική Ίντσα)

C.F.M. = Cubic Feet per Minute (Κυβικά Πόδια ανά Λεπτό)

208. Να μεταφράσετε την παρακάτω φράση στα ελληνικά:

The feed pipe to each unit must be at least ¾"

Ο σωλήνας προσαγωγής σε κάθε μονάδα πρέπει να είναι τουλάχιστον ¾" ( ¾ της ίντσας ).

209. Να μεταφράσετε την παρακάτω φράση στα ελληνικά:

To minimize the risk of electrical shock, the machine should be earthed according to regulations

Για να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος της ηλεκτροπληξίας, το μηχάνημα θα πρέπει να γειωθεί σύμφωνα με τους κανονισμούς.

210. Να μεταφράσετε την παρακάτω φράση στα ελληνικά: Do not store combustible or inflammable material near the burner – boiler

unit Να μην αποθηκεύονται εκρηκτικά ή εύφλεκτα υλικά πλησίον του λέβητα.

211. Να μεταφράσετε την παρακάτω φράση στα αγγλικά:

Ο καυστήρας πρέπει να είναι εκτός λειτουργίας κατά τη διάρκεια

κάθε εργασίας συντήρησης

The burner must be out of order during every maintenance facility.