Π 4 Piraeus #1

16
Τεύχος 1 Μάρτιος 2011 Για το «Π» Το «Π» είναι ένα φυλλάδιο με συγκεκριμένους στόχους: να ανοίξει και να συζητήσει τα πολιτιστικά προβλήματα του Πειραιά. Ο Πειραιάς παρουσιάζει σοβαρό πολιτιστικό έλλειμμα και έχει ανάγκη από ουσιαστικό διάλογο. Το «Π» είναι ένα βήμα κριτικής εργασίας, διατύπωσης ερωτημάτων και προτάσεων – όχι ακαδημαϊκό σύγγραμμα ή έντυπο ποικίλης ύλης. Φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα εργαστήριο ιδεών. Υπάρχει ανάγκη να εξεταστούν κριτικά όλα τα μεγάλα θέματα της πολιτιστικής ζωής της πόλης. Ταυτόχρονα όμως χρειάζεται να διαμορφωθεί και να προταθεί μια μέθοδος προσέγγισης και επίλυσης των πολιτιστικών ζητημάτων. Το πολιτιστικό μέτωπο δεν μπορεί παρά να είναι και πολιτικο-κοινωνικό εφόσον τα προβλήματα μιας μεγαλούπολης, άρα και του Πειραιά –η τύχη του λιμανιού, για παράδειγμα, του οδικού δικτύου ή των διοικητικών υπηρεσιών– είναι κατά βάση και πολιτισμικά προβλήματα. Το φυλλάδιο είναι σχεδιασμένο με λιτό τρόπο κι αυτό αποτελεί επιλογή απέναντι στον εκδοτικό πληθωρισμό ιλουστρασιόν και φανταχτερών εντύπων που συνιστούν αλόγιστη σπατάλη χαρτιού. Στην πορεία θα φανεί πιο καθαρά η λογική και η μέθοδος αυτής της έκδοσης. Όμως η θέση αρχής που πρεσβεύει το «Π» είναι ότι μια μεγάλη και ιστορική πόλη, όπως είναι ο Πειραιάς, δεν είναι φυσικό να έχει ατροφική πολιτιστική ζωή. Ο Πειραιάς πολιτιστικά ζει σε απομόνωση. Είναι απαραίτητο να οργανώσει τις δημιουργικές δυνάμεις του. Χρειάζεται ακόμα να βγει από το καβούκι όπου τον έχει καταδικάσει η μακροχρόνια κρίση και να κοιτάξει τον κόσμο. Το «Π» σκοπεύει να διερευνά το τι γίνεται στον Πειραιά, αλλά και να κοιτά τι γίνεται αλλού και ενδιαφέρει τον Πειραιά. Θα δημοσιεύει μικρά κείμενα με θέση, που ζητούν τον αντίλογο ή τον εμπλουτισμό. Γι’ αυτό θα επανέρχεται διαρκώς στα ανοιχτά θέματα. Ακόμα βλέπει τον Πειραιά ως ευρύτερο σύνολο, μαζί με τους γύρω Δήμους, και όχι μόνο το κέντρο του. Τα υπόλοιπα στην πορεία… ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1 Για το «Π» 2 Το πρό-σχημα του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού και το συγκροτημένο σχήμα των απαντήσεων Ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για τον Πύργο του Πειραιά που διοργανώθηκε από το GreekArchitects.gr και τη DuPont 4 Το Δημόσιο Θέατρο, ένας χώρος για όλους. Η ανοικοδόμηση και η επαναλειτουργία του Δημοτικού Θεάτρου της Βαρκελώνης Μια σύντομη ανάλυση της 7 μεταπολεμικής πληθυσμιακής στασιμότητας του Πειραιά. Βιβλιογραφικό βήμα 10 «Εργασία, τεχνολογία και φύλο στην ελληνική βιομηχανία Η κλωστοϋφαντουργία του Πειραιά, 1870-1940» Ίδρυμα και Βιβλιοθήκη Λασκαρίδη: 12 Μία σύγχρονη ιστορία Επιστροφής; Για την πολιτιστική ιστορία του Πειραιά τον 20ό αιώνα 14 1€

description

έκδοση διαλόγου για τον πολιτισμό του Πειραιά

Transcript of Π 4 Piraeus #1

Page 1: Π 4 Piraeus #1

Π 1

Τεύχος 1 Μάρτιος 2011

Για το «Π» Το «Π» είναι ένα φυλλάδιο με συγκεκριμένους στόχους: να ανοίξει και να συζητήσει τα πολιτιστικά προβλήματα του Πειραιά. Ο Πειραιάς παρουσιάζει σοβαρό πολιτιστικό έλλειμμα και έχει ανάγκη από ουσιαστικό διάλογο.Το «Π» είναι ένα βήμα κριτικής εργασίας, διατύπωσης ερωτημάτων και προτάσεων – όχι ακαδημαϊκό σύγγραμμα ή έντυπο ποικίλης ύλης. Φιλοδοξεί να αποτελέσει ένα εργαστήριο ιδεών.Υπάρχει ανάγκη να εξεταστούν κριτικά όλα τα μεγάλα θέματα της πολιτιστικής ζωής της πόλης. Ταυτόχρονα όμως χρειάζεται να διαμορφωθεί και να προταθεί μια μέθοδος προσέγγισης και επίλυσης των πολιτιστικών ζητημάτων.Το πολιτιστικό μέτωπο δεν μπορεί παρά να είναι και πολιτικο-κοινωνικό εφόσον τα προβλήματα μιας μεγαλούπολης, άρα και του Πειραιά –η τύχη του λιμανιού, για παράδειγμα, του οδικού δικτύου ή των διοικητικών υπηρεσιών– είναι κατά βάση και πολιτισμικά προβλήματα. Το φυλλάδιο είναι σχεδιασμένο με λιτό τρόπο κι αυτό αποτελεί επιλογή απέναντι στον εκδοτικό πληθωρισμό ιλουστρασιόν και φανταχτερών εντύπων που συνιστούν αλόγιστη σπατάλη χαρτιού. Στην πορεία θα φανεί πιο καθαρά η λογική και η μέθοδος αυτής της έκδοσης. Όμως η θέση αρχής που πρεσβεύει το «Π» είναι ότι μια μεγάλη και ιστορική πόλη, όπως είναι ο Πειραιάς, δεν είναι φυσικό να έχει ατροφική πολιτιστική ζωή. Ο Πειραιάς πολιτιστικά ζει σε απομόνωση. Είναι απαραίτητο να οργανώσει τις δημιουργικές δυνάμεις του. Χρειάζεται ακόμα να βγει από το καβούκι όπου τον έχει καταδικάσει η μακροχρόνια κρίση και να κοιτάξει τον κόσμο.Το «Π» σκοπεύει να διερευνά το τι γίνεται στον Πειραιά, αλλά και να κοιτά τι γίνεται αλλού και ενδιαφέρει τον Πειραιά. Θα δημοσιεύει μικρά κείμενα με θέση, που ζητούν τον αντίλογο ή τον εμπλουτισμό. Γι’ αυτό θα επανέρχεται διαρκώς στα ανοιχτά θέματα. Ακόμα βλέπει τον Πειραιά ως ευρύτερο σύνολο, μαζί με τους γύρω Δήμους, και όχι μόνο το κέντρο του.Τα υπόλοιπα στην πορεία…

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1 Για το «Π»

2 Το πρό-σχημα του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού και

το συγκροτημένο σχήμα των απαντήσεων

Ο αρχιτεκτονικός διαγωνισμός για τον Πύργο του Πειραιά που διοργανώθηκε από

το GreekArchitects.gr και τη DuPont

4 Το Δημόσιο Θέατρο, ένας χώρος για όλους.

Η ανοικοδόμηση και η επαναλειτουργία του Δημοτικού Θεάτρου της Βαρκελώνης

Μια σύντομη ανάλυση της 7μεταπολεμικής πληθυσμιακής στασιμότητας του Πειραιά.

Βιβλιογραφικό βήμα 10«Εργασία, τεχνολογία και φύλο στην ελληνική βιομηχανίαΗ κλωστοϋφαντουργία του Πειραιά, 1870-1940»

Ίδρυμα και Βιβλιοθήκη Λασκαρίδη: 12Μία σύγχρονη ιστορία Επιστροφής;

Για την πολιτιστική ιστορία του Πειραιά τον 20ό αιώνα 14

1€

Page 2: Π 4 Piraeus #1

Π 2 ΤΟ ΠΡΟ-ΣΧΗΜΑ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΕΝΟ ΣΧΗΜΑ ΤΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ

Ο διεθνής αρχιτεκτονικός διαγωνισμός ιδεών για τον «Κοιμισμένο Γίγαντα»

Θα θυμίσουμε σε όσους το αγνοούν, πως τo 2010

προκηρύχθηκε και ολοκληρώθηκε ο διεθνής

αρχιτεκτονικός διαγωνισμός ιδεών που είχε ως

αντικείμενό του την αναβάθμιση του Πύργου στο

λιμάνι του Πειραιά. Πιο συγκεκριμένα ο διεθνής

αυτός αρχιτεκτονικός διαγωνισμός προκηρύχθηκε

με τον τίτλο «Πύργος Πειραιά 2010 - Αλλάζοντας

την (πρόσ)οψη» και είχε ως ειδικότερο θέμα του

τη σχεδιαστική πρόταση για την «καλύτερη δυνατή

ένταξη των όψεων του κτηρίου στο αστικό τοπίο

της πόλης» και την «ανάδειξή του ως σημαντικού

τοπόσημου για την ευρύτερη περιοχή».

Η όλη διαδικασία οργανώθηκε με την πρωτοβουλία

του ηλεκτρονικού περιοδικού αρχιτεκτονικής

GreekArchitects.gr και της εταιρείας DuPontHellas

S.A. και χαρακτηρίστηκε από σημαντική επιτυχία

συμμετοχής, καθώς απασχόλησε μεγάλο αριθμό

από αρχιτέκτονες, νέους ιδιαίτερα, πολλών

διαφορετικών εθνικοτήτων. Οι διοργανωτές μάς

πληροφορούν πως απασχόλησε συνολικά 949

μελετητές, οι οποίοι προέρχονταν από 44 χώρες και

οι οποίοι κατέθεσαν 380 προτάσεις.

Η ΑΠΑΙΤΗΣΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΕΝΟΥ ΣΧΗΜΑΤΟΣ

ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ

Πρόθεση αυτού του σημειώματος δεν είναι να

ασκήσει κριτική στα αποτελέσματα του διεθνούς

αρχιτεκτονικού διαγωνισμού ιδεών, στην

αρχιτεκτονική εποπτεία των προτάσεών του, οι

οποίες πέρα από κάθε αμφιβολία –αυτό είναι ένα

από τα θετικά αποτελέσματα της προσπάθειας–

ώθησαν το όνομα της πόλης για μικρό έστω χρονικό

διάστημα στο προσκήνιο της αρχιτεκτονικής

δημοσιότητας και την έκαναν λιγότερο ή

περισσότερο γνωστή σε χίλιους εξειδικευμένους

επαγγελματίες από σαράντα τέσσερις διαφορετικές

χώρες.

Ούτε είναι πρόθεση αυτού του σημειώματος,

πολύ περισσότερο, να απορρίψει με συνοπτικές

διαδικασίες το πρόγραμμα του διαγωνισμού, ο

οποίος, αποσπώντας από το συνολικό πρόβλημα

μιας πόλης την εμφανή κορυφή του «παγόβουνου»

–ένα μεμονωμένο κτηριακό αντικείμενο– δεν

ήταν δυνατό να θίξει, εξαιτίας αυτού ακριβώς του

προσανατολισμού του, ευρύτερα και ουσιαστικότερα

διαρθρωτικά θέματα της αστικής δομής του Πειραιά.

Αυτή η απλοποίηση των προβλημάτων ευνόησε

σίγουρα τη μεγάλη συμμετοχή μελετητών και

επέτρεψε την αύξηση της δημοσιότητας, σε μια

περίοδο μάλιστα κατά την οποία η μεταβολή των

όρων ελέγχου του μεγάλου λιμανιού μπορεί να

εμφανιστεί ως επιχειρησιακό δέλεαρ συμμετοχής

για πολλούς διαφορετικούς ενδιαφερόμενους.

Όμως ο «Κοιμισμένος Γίγαντας», στον οποίο

συνολικότερα αξίζει να αναφερθούμε, δεν

είναι εντέλει ο αναξιοποίητος πύργος των 22

ορόφων, όσο η ευρύτερη περιοχή της πόλης.

Είναι δηλαδή το ευρύτερο πεδίο των επάλληλων

αστικών αναφορών, σύγχρονων, νεότερων ή

ιστορικών. Είναι το πεδίο του αρχαιότερου, στην

παγκόσμια ιστορία, πολεοδομικά οργανωμένου

Page 3: Π 4 Piraeus #1

Π 3

Τεύχος 1 Μάρτιος 2011

λιμανιού. Είναι ο τόπος της μεγάλης νεωτερικής

βιομηχανικής εγκατάστασης, της εντονότατης

λιμενικής δραστηριότητας, της πυκνής ενδοχώρας

των αστικών κατασκευών και της πυκνότητας του

αστικού πληθυσμού.

Αυτόν τον «κοιμισμένο» ή καλύτερα

χρησιμοποιώντας έναν όρο ναυτικό, αυτόν τον

παροπλισμένο αστικό γίγαντα ενδιαφέρεται να

υποδείξει το σημείωμά μας, χρησιμοποιώντας τον

διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό ως πρόσχημα.

Υποδεικνύοντας την κατεύθυνση αυτή πρέπει να

σχολιάσουμε, στη συνέχεια των προηγούμενων

παρατηρήσεων, πως η επίσημη παρουσία του

Πειραιά στην προσπάθεια του διαγωνισμού υπήρξε

εντέλει ελάχιστη. Πέρα από την υπόθεση ενός

αόριστου αστικού υποστρώματος που απλώνεται στη

γειτονία του θαλάσσιου μετώπου, το πειραϊκό κοινό

απουσίαζε. Η κοινότητα των πολιτών, ταυτισμένη με

τον αστικό τους τόπο, απουσίαζε. Δεν προσφέρθηκε

καν η ευκαιρία της φιλοξενίας των γεγονότων

εντός των ορίων του πειραϊκού χώρου, ως εάν το

γεγονός να είχε κατά κάποιον τρόπο «απωθηθεί»,

αναστέλλοντας τη δυνατότητα του περαιτέρω

ουσιαστικού επιστημονικού και πολιτικού

σχολιασμού της διαδικασίας.

Η αναφορά μας επομένως στον διαγωνισμό μάς

επιτρέπει να θίξουμε ένα άλλο, ουσιαστικότερο και

γενικότερο ζήτημα.

Αυτή η απώθηση, αυτή η αφωνία, αυτή η έλλειψη

συντεταγμένης κριτικής απάντησης σε ένα

πρόβλημα που ορθώνεται εμφανές στο κέντρο του

μεγάλου λιμανιού –ενδεικτικό μιας σειράς άλλων

θεμάτων που δεν είχαν την τύχη να αποτελέσουν

αντικείμενο της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής

προσοχής και της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής

ρητορείας– δεν μπορεί να σημαίνει παρά την

έλλειψη ή έστω τη μη δημοσιοποίηση, εκ μέρους

των φορέων που επιθυμούν να εκπροσωπήσουν

την πόλη, ενός συγκροτημένου μεθοδολογικού

πλαισίου. Την έλλειψη ή έστω τη μη δημοσιοποίηση

ενός συγκροτημένου μεθοδολογικού σχήματος,

ικανού να απαντήσει, ικανού να αρθρώσει λόγο

με τρόπο συντεταγμένο, όχι μόνο για το κενό των

εγκαταλειμμένων κτηρίων αλλά, κυρίως, για την

πτώχευση της πολιτισμικής ζωής των κατοίκων της.

Αν φαίνεται μάλλον αυθαίρετο να αποκόψουμε ένα

κτηριακό αντικείμενο από το δομικό και πολιτισμικό

περιβάλλον του, τότε είναι προφανές πως αυτό που

εντέλει πρέπει να απαιτήσουμε είναι η διεισδυτική

διερεύνηση αυτού του ευρύτερου υποβάθρου, του

ευρύτερου αστικού πεδίου και η ανάδυση των

καθοριστικών σχημάτων απάντησης, τα οποία το

πεδίο αυτό, δομικό και πολιτισμικό, υποδεικνύει.

Κώστας Μωραΐτης

Πληροφορίες για τον διαγωνισμό και τα βραβευμένα σχέδια στο:

www.greekarchitects.gr/competition2010

http://www.greekarchitects.gr/competition2010/piraeus/gr/results

Page 4: Π 4 Piraeus #1

Π 4

ΕΝΑ ΔΗΜΟΣΙΟ ΘΕΑΤΡΟ, ΕΝΑΣ ΧΩΡΟΣ ΓΙΑ ΟΛΟΥΣ

Το Λισέου πρωτοπόρησε στην ανάπτυξη μιας μορφής διοί-

κησης συνεργασίας του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.

Λίγο αργότερα η Ιταλική Κυβέρνηση εφάρμοσε μια πα-

ρόμοια φόρμουλα στο δίκτυο των δημόσιων οπερών της

χώρας και τώρα εφαρμόζεται σ’ όλη την Ευρώπη, καθώς

το δημόσιο δεν μπορεί να επωμισθεί τα υψηλά ελλείμματα

των προϋπολογισμών όπερας, τα οποία πρέπει να καλυ-

φθούν με χορηγίες και δωρεές από ιδιωτικές εταιρείες

και ινστιτούτα. Υπάρχουν φορολογικές ελαφρύνσεις για

τους χορηγούς που υποστηρίζουν το έργο της δημόσιας

διοίκησης στο Λισέου.

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ

Η ομόφωνη απόφαση να ανοικοδομηθεί το κτήριο της

όπερας, όπως προϋπήρχε και στην ίδια τοποθεσία, είχε

μεγαλύτερο ρίσκο τότε παρά σήμερα, γιατί τότε η στοργή

που ένιωθε η χώρα για το Λισέου δεν είχε ακόμη ανθήσει

τόσο πολύ όσο στη διάρκεια της πορείας ανοικοδόμησης.

Το πλάτος και το βάθος αυτής της στοργής ήταν εντυπω-

σιακά μεταξύ ενός τεράστιου αριθμού ανθρώπων, από

πολύ διαφορετικές κοινωνικές και γεωγραφικές περιο-

χές, […] που άρχισαν να βλέπουν την όπερα σαν κάτι που

ανήκε στη ζωή τους και στην πολιτισμική τους μνήμη. Η

συμμετοχή του κοινού και η συνεργασία που δημιουργή-

θηκε γύρω από την πρόκληση της ανοικοδόμησης, τελε-

σφόρησε στην επιτάχυνση όλης της πορείας ανοικοδό-

μησης και έτσι το Λισέου επέστρεψε στη ζωή μόνο πέντε

χρόνια μετά την πυρκαγιά. […]

Το Λισέου αγαπιέται πολύ απ’ όλο το κοινό, είναι ένα

πολιτισμικό σύμβολο της χώρας και της πόλης. […]

Στην πρώτη περίοδο του νέου Λισέου, ο αριθμός των

κατόχων εισιτηρίων διαρκείας ήταν διπλάσιος από την

περίοδο πριν από την πυρκαγιά. Έτσι, αποφεύγοντας τον

πειρασμό για δογματισμούς, πρέπει να ειπωθεί ότι η

απόφαση για την ανοικοδόμηση του Λισέου στην καρδιά

της πόλης ήταν ίσως η πιο σωστή απόφαση και σίγουρα η

πιο ρεαλιστική, με σεβασμό στην πολιτισμική μνήμη που

ενσωματώνεται στο κτήριο όπερας και επιτρέποντας την

εγκατάσταση του εξοπλισμού και της τεχνολογίας που

είναι απαραίτητα σε κάθε θέατρο στον 21ο αιώνα.

[…] Την περίοδο της ανοικοδόμησης οργανώθηκαν ξενα-

γήσεις για να παρέχονται πληροφορίες από πρώτο χέρι

για την πορεία των εργασιών και να είναι το έργο όσο το

δυνατό κοντύτερα στο κοινό. Αυτό συνέβαλε στην έντονη

αίσθηση της συλλογικής συμμετοχής με την όπερα και το

μέλλον της.

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ

Το Λισέου δεν χρειάστηκε να αρχίσει από το τίποτα. Δεν

είμαστε χωρίς παράδοση και εμπειρία. Αυτό που έπρεπε

να κάνουμε ήταν να σχεδιάσουμε το μέλλον στη βάση

ολοκληρωτικού σεβασμού για μια ιστορία πάνω από 150

χρόνια. […] Το Λισέου, ως ένας δημόσιος χώρος, είναι

αποδέκτης κονδυλίων που προέρχονται από τη φορολό-

γηση όλης της κοινωνίας και έτσι πρέπει να παράγουν

προστιθέμενη αξία που θα είναι εντελώς αναγνωρίσιμη

απ’ όλα τα μέλη της κοινωνίας.

Μια δημόσια όπερα πρέπει, πρώτα, να ενδιαφέρεται

πολύ, ώστε οι καρποί της καλλιτεχνικής δημιουργίας να

φτάσουν σε όσο πιο πλατύτερο φάσμα κοινού. Γι’ αυτό

Η πρόσφατη ιστορία του θεάτρου όπερας Λισέου της Βαρκελώνης (Gran Teatre del Liceu) προσφέρει μέτρα σύγκρισης για την υπόθεση του Δημοτικού Θεάτρου του Πειραιά. Το Λισέου καταστράφηκε από πυρκαγιά το 1994 και αμέσως τέθηκε το ζήτημα της ανοικοδόμησης και της επαναλειτουργίας του. Το νέο κτήριο, ακριβής ανακατασκευή του αρχικού, ήταν έτοιμο το φθινόπωρο του 1999. Η εμπειρία του Λισέου είναι χρήσιμη και διδακτική, για το πώς έλυσε τα οργανωτικά και διοικητικά προβλήματα, για τον τρόπο που ενεργοποίησε την κοινωνία και τη μέθοδο με την οποία προσέγγισε την καλλιτεχνική του κατεύθυνση. Δημοσιεύουμε αποσπάσματα από κείμενο του Ζοσέπ Καμινάλ, Γενικού Διευθυντή του Γκραν Τεάτρε ντελ Λισέου, που συντάχθηκε το 2000.

Page 5: Π 4 Piraeus #1

Π 5

Τεύχος 1 Μάρτιος 2011

ένα από τα πιο ικανοποιητικά γεγονότα σ’ αυτό το στά-

διο που αρχίζει είναι η απίστευτη ανταπόκριση στη νέα

μορφή εισιτηρίων διαρκείας σε χαμηλές τιμές ιδιαίτερα

μεταξύ των νέων. […]

Στο καλλιτεχνικό πεδίο, το Λισέου, ως δημόσιο ίδρυ-

μα, είχε ένα δύσκολο έργο, να βαδίσει ένα δυο βήματα

παραπέρα απ’ όσο ζητούσε το κοινό. Ο καλλιτεχνικός

διευθυντής δεν πρέπει να ξεχνά τις προτιμήσεις της

πλειοψηφίας του κοινού του Λισέου, αλλά επίσης πρέπει

να είναι και κάπως τολμηρός στο αισθητικό, μουσικό και

διανοητικό πεδίο. Πρέπει να είναι μπροστά μόνο ένα με

δύο βήματα, γιατί αλλιώς θα δημιουργηθεί ρήγμα μεταξύ

της όπερας και του κοινού.

Πρέπει να δημιουργήσουμε και θέσεις εργασίας για

τους νέους επαγγελματίες της χώρας που εργάζονται

σε τομείς που σχετίζονται με τον ένα ή άλλο τρόπο με

την όπερα, από μουσικούς και τραγουδιστές μέχρι σκη-

νογράφους, χειριστές ηλεκτρονικών υπολογιστών και

κομμωτές.

Μια πρόκληση που αντιμετωπίζει το Λισέου είναι να

ανοιχτεί σε όλη τη μητροπολιτική περιοχή. Σήμερα δεν

μπορεί κανείς να μιλά για τον εκδημοκρατισμό του

πολιτισμού χωρίς να εξασφαλίζει τη βελτίωση της πρό-

σβασης. […] Θα ήταν παράδοξο το Λισέου να αυξάνει τη

διεθνή του οντότητα και την ίδια στιγμή να μην ελκύει

κοινό απ’ όλες τις γωνιές αυτής της χώρας, ιδιαίτερα από

τα μέρη κοντά στην πόλη.

Ένας θεμελιώδης στόχος του νέου Λισέου είναι η οικο-

νομική και επιχειρηματική διοίκηση. Τα πρόσωπα που

διευθύνουν ένα δημόσιο θέατρο πρέπει να είναι ιδιαίτερα

προσεκτικά για τη μείωση των εξόδων και την πλήρη

χρήση των εγκαταστάσεων. […]

Ακόμη ένα πρωτοποριακό διοικητικό όργανο είναι το

Συμβόλαιο-Πρόγραμμα, ο στόχος του οποίου είναι να

προσδιορίζει το καλλιτεχνικό πρόγραμμα, τις εκδηλώ-

σεις, την πολιτική για το προσωπικό, τους προϋπολογι-

σμούς και την υποστήριξη των δημόσιων οργανισμών

προς το θέατρο για το διάστημα των 4 χρόνων. […]

ΔΕΚΑΕΠΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΠΟΥ ΣΥΝΟΨΙΖΟΥΝ

ΤΗΝ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ

ΚΑΙ ΤΗ ΜΟΡΦΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ

Το Συμβόλαιο Προγράμματος ορίζει την καλλιτεχνική

κατεύθυνση του Λισέου και τους επιχειρησιακούς στό-

χους που πρέπει να εφαρμόζει η διεύθυνση στην περίοδο

4 χρόνων. […] Αυτοί ήταν οι 17 γενικοί στόχοι που είχαν

εγκριθεί για την περίοδο 2000-2004:

1. Το ρεπερτόριο της σεζόν πρέπει να ισορροπεί μεταξύ

των διάφορων αισθητικών τάσεων στην όπερα και στον

προγραμματισμό της όπερας, του μπαλέτου, των ρεσιτάλ

και των συναυλιών.

2. Θα πρέπει να υπάρχει ένας ελάχιστος αριθμός διαφο-

ρετικών παραστάσεων ανά εποχή. […]

3. Τα προγράμματα θα πρέπει να περιλαμβάνουν παραγω-

γές με καινοτομικές, ερεθιστικές και ποιοτικές ερμηνείες

των κύριων έργων του ρεπερτορίου.

4. Σημαντικοί σολίστες από τη διεθνή σκηνή θα πρέπει να

επιλέγονται για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους.

5. Θα πρέπει να υπάρχουν περισσότερες συμπαραγωγές

από αποκλειστικές παραγωγές του Λισέου.

6. Θα πρέπει να γίνουν προσπάθειες να ενσωματωθούν

ικανοί επαγγελματίες από τη χώρα στις καλλιτεχνικές

εκδηλώσεις του θεάτρου.

7. Η ποιότητα της ορχήστρας και της χορωδίας του Λισέ-

ου να είναι εξασφαλισμένες.

8. Η προσπάθεια να εξασφαλιστεί η διεθνής φήμη του

Λισέου, ώστε να είναι μια από τις καλύτερες όπερες στην

Ευρώπη.

9. Οι εκδηλώσεις του Λισέου θα πρέπει να συντονίζονται

με εκείνες των άλλων καλλιτεχνικών οργανισμών στην

πόλη και τη χώρα.

10. Πρέπει να υπάρχει και προσεκτική διαχείριση για την

εγγύηση του καλλιτεχνικού προγράμματος.

11. Πρέπει να υπάρχει βέλτιστη οργάνωση του προσωπικού.

12. Να γίνουν προσπάθειες για την προσέλκυση μεγαλύ-

τερου και πιο διαφοροποιημένου κοινού.

13. Πρέπει να διασφαλιστεί πρόσβαση στο Λισέου για

διαφορετικά τμήματα του πληθυσμού.

14. Το Λισέου πρέπει να είναι ένα μόνιμο κέντρο δρα-

στηριότητας, ανοιχτό σε άλλες καλλιτεχνικές ομάδες και

τομείς της χώρας.

15. Πρέπει να ισχυροποιηθούν οι σχέσεις με τον οπτικο-

ακουστικό τομέα.

16. Η εξουσία του Συμβουλίου Δωρεών (Patronage

Council) πρέπει να αυξηθεί και το όργανο αυτό να προωθή-

σει τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στο Ίδρυμα Λισέου.

17. Το Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα πρέπει να υποστηριχτεί

για να δημιουργήσει και να εκπαιδεύσει μελλοντικό κοινό.

Ζοσέπ Καμινάλ

www.liceubarcelona.cat

Page 6: Π 4 Piraeus #1

Π 6

Πριν από ένα χρόνο η «Διεύθυνση Αναστήλωσης

Νεωτέρων και Συγχρόνων Μνημείων» (ΔΑΝΣΜ) του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού (ΥΠΠΟΤ) οργάνωσε την έκθεση «Η παλιά σκηνή του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά», όπου παρουσιάστηκαν αποσπάσματα και φωτογραφίες από τις προμελέτες της ΔΑΝΣΜ. Στις 30 Οκτώβρη 2009 η ΔΑΝΣΜ οργάνωσε και μια βραδινή συγκέντρωση με τίτλο «Το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, Παρελθόν, Παρόν, Μέλλον». Για το ΥΠΠΟΤ και τον διευ-θυντή της ΔΑΝΣΜ «όλα βαίνουν καλώς» στο ΔΘΠ. Αυτό όμως που πρέπει να κατανοηθεί είναι ότι στο ΔΘΠ δεν πραγματώνονται οι προμελέτες τής ΔΑΝΣΜ, αλλά

η «μελέτη εφαρμογής», την οποία εκπόνησε η ιδιωτική

εργολαβική εταιρεία. Δεν πραγματοποιείται «αποκατά-σταση», όπως αναφέρει το Υπουργείο, αλλά «αναστήλω-ση-ανακαίνιση» σε καταφανή παραβίαση των νόμων και

της επιστημονικής μεθοδολογίας και πρακτικής. Με την

επίβλεψη-καμουφλάζ της ΔΑΝΣΜ η εταιρεία αλλοτριώ-νει το μνημείο.

Οι εργασίες ανακαίνισης στο ΔΘΠ οδήγησαν και

στην καταστροφική αφαίρεση της περίφημης ξύλινης Σκηνής του Θεάτρου, την οποία η ΔΑΝΣΜ χαρακτή-

ρισε ως «μπαρόκ» (!) και «μοναδική». Πράγματι «μοναδικό» φαινόμενο να καταστρέφεται το κύριο

μέρος ενός θεάτρου –η σκηνή του– και κυνικά να οργανώνεται έκθεση και ημερίδα «προβολής του

έργου τής ΔΑΝΣΜ» όπου η καταστροφή παρουσιά-

στηκε ως επίτευγμα! Πρόκειται για άθλιες πρακτικές που συνάδουν με τις συνεχείς περιφρονήσεις των

επιστημονικών διαδικασιών και της κριτικής από την

Η ΔΙΠΛΗ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΤΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ

ηγεσία τής ΔΑΝΣΜ, του Υπουργείου και του Δήμου

Πειραιά. Οι εκδηλώσεις της ΔΑΝΣΜ προσπαθούν να καλύψουν την απάτη και την παρανομία που εξελίσ-σεται στο ΔΘΠ: δεν υπάρχει «αποκατάσταση» αλλά εργολαβική ανακαίνιση. Το ΔΘΠ, ιδιοκτησίας Δήμου Πειραιά, είναι κηρυγμένο μνημείο και καλλιτεχνικό δημιούργημα που εμπίπτει στις διατάξεις του Αρχαιολογικού Νόμου αλλά και των διε-θνών συμβάσεων προστασίας των μνημείων (όπως είναι η Χάρτα της Βενετίας), τις οποίες έχει υπογράψει η Ελλάδα. Οι εργολαβικές εργασίες στο ΔΘΠ πραγματοποιούνται

χωρίς να υπάρχει δημοτικός Οργανισμός Θεάτρου.

Οι κυρίαρχες απόψεις στο Υπουργείο και στον Δήμο Πειραιά είναι η «ανεξαρτητοποίηση» του Θεάτρου από τον Δήμο και η λειτουργία του ως «καλλιτεχνικού

κέντρου». Όπως τόνισα στη Διεθνή Επιστημονική Συ-

νάντηση για το ΔΘΠ, που διοργάνωσαν διανοούμενοι του Πειραιά το 2003, «το ΥΠΠΟ δεν προσβλέπει στην

αποκατάσταση του Θεάτρου ως ιστορικού θεατρικού θεσμού, αλλά στην εργολαβική ανακαίνιση ενός “δια-

τηρητέου νεοκλασικού” και στη μελλοντική λειτουργία του ως “ενοικιαζόμενης αίθουσας”».

Το αντιεπιστημονικό μέτωπο Υπουργείου-ΔΑΝΣΜ-Δή-

μου-εργολάβων προχωρεί ανερυθρίαστα στη διπλή αλλοτρίωση του ΔΘΠ: ανακατασκευή του κτηρίου και

απόρριψη της ιστορίας και της οντότητάς του. Δεν θα είναι

ούτε Δημοτικό ούτε Θέατρο ούτε θα ανήκει στον Πειραιά.

Νίκος Αξαρλής

Page 7: Π 4 Piraeus #1

Π 7

Τεύχος 1 Μάρτιος 2011

Ο Δήμος Πειραιώς και, ως ένα βαθμό, οι Δήμοι που τον

περικλείουν εμφανίζουν μετά το 1981 πληθυσμιακή

κάμψη, η οποία αντιστρέφεται ωστόσο κατά τη δεκαετία

του 1990. Η εικόνα αυτή δεν διαφοροποιείται σημαντικά

από εκείνη του Δήμου Αθηναίων και των περισσότερων

όμορών του Δήμων, αφού όλες οι κεντρικές περιοχές

του λεκανοπεδίου εμφανίζουν πληθυσμιακή κάμψη

που μοιάζει να γενικεύεται από τη δεκαετία του 1970

και μετά. Η κάμψη αυτή είναι ακόμη σημαντικότερη, αν

υπολογισθεί με σχετικούς όρους, δηλαδή ως διακύμαν-

ση του ποσοστού των σχετικών Δήμων στο συνολικό

πληθυσμό της μητρόπολης, και οφείλεται στη σταδιακή

μετακίνηση της κατοικίας στα προάστια.

Σε σύγκριση με τις υπόλοιπες κεντρικές περιοχές της

πόλης, ο Πειραιάς δείχνει μάλλον πληθυσμιακή στα-

σιμότητα κατά τη μεταπολεμική περίοδο παρά κάποια

ιδιαίτερη κάμψη, όπως φαίνεται και στο γράφημα 1.

Γράφημα 1: Πληθυσμιακή μεταβολή των κεντρικών Δήμων του λεκανοπεδίου

Αττικής 1951-2001 (αριθμός κατοίκων ανά περιοχή)

Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφές Πληθυσμού

Δήμοι περιοχής ΔΠ: Νίκαια, Κορυδαλλός, Κερατσίνι, Δραπετσώνα, Πέραμα,

Ρέντης. Δήμοι περιοχής ΔΑ: Βύρωνας, Γαλάτσι, Δάφνη, Ζωγράφου,

Καισαριανή, Καλλιθέα, Νέα Σμύρνη, Υμηττός

ΠΕΙΡΑΙΑΣ: ΜΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ 50ΧΡΟΝΗΣ ΠΛΗΘΥΣΜΙΑΚΗΣ ΣΤΑΣΙΜΟΤΗΤΑΣ

Η στασιμότητα σε απόλυτα μεγέθη του Δήμου Πειραιώς

μοιάζει να ακολούθησε, σε πολύ μικρότερο βαθμό από

τις υπόλοιπες κεντρικές περιοχές, τη ραγδαία πληθυ-

σμιακή αύξηση του συνόλου της πόλης (γράφημα 2).

Γράφημα 2: Πληθυσμιακή μεταβολή της Αττικής 1951-2001

Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφές Πληθυσμού

Η εικόνα για το σύνολο των περιοχών μετατρέπεται σε

σαφή κάμψη όταν οι μεταβολές υπολογιστούν ως ποσο-

στό των κεντρικών περιοχών στον συνολικό πληθυσμό

της πόλης (γράφημα 3). Η σχετική αυτή κάμψη –δηλαδή

η μείωση του ειδικού πληθυσμιακού βάρους στο σύνο-

λο της πόλης– είναι μεγαλύτερη στον Δήμο Πειραιώς

(-65%). Ο Δήμος Αθηναίων παρουσιάζεται μειωμένος

κατά 51% και οι Δήμοι των γύρω περιοχών κατά 32%

(ΔΠ) και 8% (ΔΑ).

Αναζητώντας ερμηνείες όσον αφορά αυτήν τη σχετι-

κώς διαφορετική δημογραφική συμπεριφορά των δύο

βασικών κέντρων του λεκανοπεδίου και των περιοχών

γύρω από αυτά μπορεί κανείς να αναφερθεί σε σειρά

διαφορετικών παραγόντων. Καταρχάς, ο Πειραιάς δεν

Page 8: Π 4 Piraeus #1

Π 8 Γράφημα 3: Πληθυσμιακή μεταβολή των κεντρικών Δήμων του λεκανοπεδίου Αττικής 1951-2001 (ποσοστό κάθε περιοχής στο σύνολο του πληθυσμού της Αττικής)

Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφές ΠληθυσμούΔήμοι περιοχής ΔΠ: Νίκαια, Κορυδαλλός, Κερατσίνι, Δραπετσώνα, Πέραμα, ΡέντηςΔήμοι περιοχής ΔΑ: Βύρωνας, Γαλάτσι, Δάφνη, Ζωγράφου, Καισαριανή, Καλλιθέα, Νέα Σμύρνη, Υμηττός

είχε τον ανάλογο με την Αθήνα ζωτικό χώρο για οικι-

στική επέκταση, τόσο με ποσοτικά όσο και με ποιοτικά

κριτήρια. Ο Δήμος Πειραιώς ήταν σχετικώς πυκνοδο-

μημένος από την αρχή της μεταπολεμικής περιόδου,

ενώ παράλληλα δεν διέθετε τις απαραίτητες πολεοδο-

μικές (όπως φαρδείς οδικούς άξονες) και οικονομικές

προϋποθέσεις (τιμές γης) παρά σε λίγες μόνο κεντρι-

κές του περιοχές, οι οποίες ήταν άλλωστε και οι πλέον

αναπτυγμένες. Η περιφέρεια του Δήμου και οι περισ-

σότεροι όμοροι Δήμοι αποτελούσαν τις κατεξοχήν

περιοχές όπου είχε αναπτυχθεί η λαϊκή περιφερειακή

αυτοστέγαση και η αυθαίρετη δόμηση, με αποτέλεσμα

να εξελιχθούν σε περιοχές που η κοινωνική και η

πολεοδομική τους μορφολογία εμπόδιζε, για μεγάλο

διάστημα, την καθ’ ύψος οικοδόμησή τους.

Η διαφορά στην πληθυσμιακή ανάπτυξη μεταξύ των

δύο κεντρικών Δήμων μοιάζει να έγκειται στο ότι το

κέντρο της Αθήνας συντονίστηκε με τη ραγδαία ανά-

πτυξη της πόλης κατά τις δεκαετίες του 1950 και 1960,

στην οποία και συνέβαλε σημαντικά, σε αντίθεση με

τον Δήμο Πειραιώς, που μέσα σε 50 χρόνια διατήρησε

περίπου τον ίδιο αριθμό κατοίκων και χωρίς ιδιαίτε-

ρες διακυμάνσεις στην πορεία. Η διαφορά αυτή αντι-

κατοπτρίζεται καθαρά στη δυναμική της οικοδόμησης

στα δύο κέντρα: το κέντρο της Αθήνας οικοδομήθηκε

μαζικά κατά την περίοδο 1946-1970 με τη διαδικασία

της αντιπαροχής ως τόπος συγκέντρωσης του σύγχρο-

νου τρόπου κατοικίας για τα μεσαία και υψηλά κοινω-

νικά στρώματα της εποχής, ενώ εκείνο του Πειραιά

ακολούθησε τη σχετική πορεία μετά το 1970, όταν εί-

χαν ήδη αρχίσει να φαίνονται τα αρνητικά παρεπόμενα

της οικιστικής ανάπτυξης με αυτό τον τρόπο, ενώ τα

μεσαία και υψηλότερα κοινωνικά στρώματα άρχιζαν

να προτιμούν μαζικά την κατοικία στα βόρεια και τα

νότια προάστια. Στο γράφημα 4 φαίνεται καθαρά η

χρονική αυτή κρίσιμη «υστέρηση» του Πειραιά στη

διαδικασία οικοδόμησης νέων κατοικιών.

Γράφημα 4: Ποσοστό κτηρίων κατοικίας ανάλογα με την περίοδο κατασκευής στους Δήμους Αθηναίων και Πειραιώς (2001)

Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή Πληθυσμού 2001

Αν η περιορισμένη αύξηση του πληθυσμού του Πειραιά

κατά τις δεκαετίες δυναμικής ανάπτυξης του λεκανο-

πεδίου οφείλονται ως ένα βαθμό στους παραπάνω πα-

ράγοντες, η περιορισμένη συρρίκνωσή του από το 1970

και εξής θα πρέπει ενδεχομένως να αποδοθεί στους

τοπικούς κλάδους απασχόλησης που χωροθετούνται

σχεδόν αποκλειστικά στον Πειραιά και στο γεγονός ότι

η μετακίνηση στα προάστια είναι δυσκολότερη σε σύ-

γκριση με εκείνη των Αθηναίων. Η ευρύτερη περιοχή

του Πειραιά ουσιαστικά δεν διαθέτει προάστια επιθυμη-

τά για κατοικία από τα υψηλά και τα μεσαία στρώματά

του, ενώ τα βόρεια και τα νότια προάστια, όπως και η

ανατολική Αττική, βρίσκονται σε απόσταση αρκετά απο-

τρεπτική για καθημερινή μετακίνηση.

Ενδεικτικά, η καθημερινή μετακίνηση για εργασία προς

τους Δήμους Αθηναίων και Πειραιώς, από προάστια

που κατατάσσονται ψηλά στις αντικειμενικές αξίες ακι-

νήτων*, παρουσιάζει την ακόλουθη εικόνα: 38.651 προς

την Αθήνα και 4.806 προς τον Πειραιά. Ακριβέστερη

σύγκριση, ωστόσο, γίνεται στο γράφημα 5, όπου κατα-

γράφεται σαφώς η συγκριτική δυσκολία μετακίνησης

από τα πιο απομακρυσμένα βόρεια προάστια προς τον

Πειραιά.

*Ως τόποι κατοικίας των μετακινούμενων χρησιμοποιήθηκαν ενδεικτι-

κά οι Δήμοι Κηφισιάς, Ψυχικού, Φιλοθέης, Εκάλης, Αγίας Παρασκευ-

ής, Χαλανδρίου, Αμαρουσίου, Γλυφάδας, Βούλας και Βουλιαγμένης.

Page 9: Π 4 Piraeus #1

Π 9

Τεύχος 1 Μάρτιος 2011

Ένα τελευταίο χαρακτηριστικό που συνδέεται με τη με-

γαλύτερη πληθυσμιακή σταθερότητα / στασιμότητα του

Πειραιά σε σχέση με την Αθήνα αφορά την εισροή με-

ταναστευτικού πληθυσμού κατά τη δεκαετία του 1990.

Η κάμψη του πληθυσμού στον Δήμο Αθηναίων την πε-

ρίοδο 1991-2001 (-2%) παρουσιάστηκε παρά τη μεγάλη

Γράφημα 5: Αριθμός ατόμων που εισέρχονται καθημερινά για εργασία στους Δήμους Αθηναίων και Πειραιώς ανά 1.000 κατοίκους (2001)

Πηγή: ΕΣΥΕ, Απογραφή Πληθυσμού 2001

εισροή μεταναστών από την Ανατολική Ευρώπη και

τον Τρίτο Κόσμο, το ποσοστό των οποίων το 2001

είχε φθάσει το 16,2% του πληθυσμού του Δήμου.

Αντίθετα, ο Δήμος Πειραιώς παρουσίασε αύξηση

5,3% κατά την ίδια περίοδο, η οποία μάλιστα στηρί-

χθηκε πολύ λιγότερο στη μεταναστευτική παρουσία

(8,4% του πληθυσμού του το 2001).

Συνεπώς, είναι προφανές ότι αυτό που εμφανίζεται ως

στασιμότητα ή και κάμψη στην πληθυσμιακή ανάπτυξη

του Πειραιά κατά τις τελευταίες δεκαετίες είναι ένα

πολυπαραγοντικό φαινόμενο που δεν μπορεί να εξε-

τασθεί απομονωμένο από τις εξελίξεις στο σύνολο της

πόλης. Είναι, επίσης, προφανές ότι και η όποια ανά-

πτυξη πολιτικών με στόχο ένα νέο δυναμισμό

–δημογραφικό και ευρύτερο– δεν μπορεί να σταθεί σε

μονοδιάστατες υποθέσεις και αναλύσεις.

Θωμάς Μαλούτας

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΣΑΜΑΝΤΑΚΗΚΑΡΑΟΛΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ 43 & ΚΑΡΑΪΣΚΟΥΤ 210 41 38 [email protected]

Το ανθολόγιο αφηγήσεων «Πειραιάς» [...] αποτελεί έναν καλοδεχούμενο τόμο που συγκεντρώνει ποιήματα, επιφυλλίδες, διηγήματα, ταξιδιωτικές εντυπώσεις, αυτοβιογραφίες, αποσπάσματα μυθιστορημάτων και μαρτυρίες για τον Πειραιά – γραμμένα από τα μέσα του 19ου αιώνα έως τα σημερινά χρόνια(...)

Ελισάβετ Κοτζιά, Καθημερινή, 20/09/09

Το βιβλίο συνιστά ένα ξεχωριστό ανθολόγιο. Δεν είναι αμιγώς λογοτεχνικό oύτε τακτοποιημένο σε τιτλοφορημένες ενότητες, ούτε κυρίως απρόσωπο, ευπρόσωπο, εγκυκλοπαιδικό και εντέλει αδιάφορο, όπως συχνά συμβαίνει με παρόμοια εγχειρήματα. Φέρει έντονη τη σφραγίδα της ευαισθησίας των επιμελητών του και κατορθώνει να υπερβεί, ως σύνολο, το άθροισμα των μερών του, να γίνει μια νέα δημιουργία, συμπαγής και ερεθιστική (...)

Αθηνά Βογιατζόγλου, Αυγή, 03/10/2010

Page 10: Π 4 Piraeus #1

Π 10 Η Λήδα Παπαστεφανάκη παρουσιάζει τα συμπεράσματα της έρευνάς της

ΕΡΓΑΣΙΑ, ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΑΚΑΙ ΦΥΛΟ ΣΤΗΝ ΚΛΩΣΤΟΫΦΑΝΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ (1870-1940)Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2009, 500 σελ.

Στο βιβλίο εξετάζονται οι διαδικασίες μέσα από τις οποί-ες διαμορφώθηκε η αγορά εργασίας και αναπτύχθηκε η βιομηχανία του Πειραιά, ενώ έρχονται στο προσκήνιο οι εργάτες και οι εργάτριες που δούλεψαν στα κλωστοϋφα-ντουργεία, από το 1870 έως και τον Μεσοπόλεμο. Η κλωστοϋφαντουργία υπήρξε η πρώτη πραγματική βιομηχανία της χώρας. Ακριβώς γι’ αυτό επέλεξα να μελετήσω την εισαγωγή της τεχνολογίας, τον καταμε-ρισμό και την οργάνωση της εργασίας, τη διάρθρωση των αμοιβών στον κλάδο της κλωστοϋφαντουργίας στην Ελλάδα, και μάλιστα στο σημαντικότερο βιομη-χανικό της κέντρο, τον Πειραιά. Η μελέτη εξετάζει την πειραϊκή κλωστοϋφαντουργία στο χρονικό ανάπτυγμα 70 περίπου χρόνων. Τα βασικά ερωτήματα της έρευνας αφορούν τη διαμόρ-φωση της πειραϊκής αγοράς εργασίας, τον καταμερι-σμό εργασίας στην κλωστοϋφαντουργία, καθώς και τις τεχνολογικές επιλογές στον κλάδο. Η μελέτη αξιοποιεί για πρώτη φορά με συστηματικό τρόπο τα αρχεία των βιομηχανικών επιχειρήσεων, προκειμένου να εστιάσει στην ίδια την εργασιακή διαδικασία στους χώρους παραγωγής. Χρησιμοποιείται, επίσης, μεγάλη ποικιλία δημοσιευμένων και αδημοσίευτων πηγών, ενώ το βιβλίο συμπληρώνεται από σπάνια εικονογράφηση.

Το βιβλίο αναπτύσσεται σε τρία μέρη. Στο Πρώτο Μέ-ρος, σκιαγραφείται η νέα κοινωνική πραγματικότητα της εκβιομηχάνισης στον Πειραιά, όπως διαμορφώνε-ται από τον 19ο αιώνα ως τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: η δημογραφική ανάπτυξη της πόλης, οι λόγοι για τους οποίους ο Πειραιάς γνώρισε σημαντική οικονομική ανάπτυξη ως ναυτιλιακό και βιομηχανικό κέντρο και πώς οι οικονομικές δραστηριότητες διαμόρφωσαν τη γεωγραφία του αστικού χώρου και όξυναν τις κοι-νωνικές αντιθέσεις. Αναλύεται η διαμόρφωση της

εργατικής αγοράς εργασίας, εξετάζονται οι συνθήκες διαβίωσης των εργατικών στρωμάτων, καθώς και οι μορφές κοινωνικότητας που αναπτύσσουν. Το Δεύτερο Μέρος του βιβλίου εστιάζει στον κλάδο της βαμβακουργίας ως κατεξοχήν κλάδο της εκβιομηχά-νισης, διεθνώς και στην Ελλάδα, και ειδικότερα στις τεχνολογικές αλλαγές στο εσωτερικό του. Η τεχνολο-γία αναδεικνύεται εδώ ως βασικός συντελεστής στην οργάνωση της εργασίας. Στη συνέχεια παρουσιάζεται η παραδειγματική μελέτη μιας οικογενειακής επιχείρη-σης, της κλωστοϋφαντουργίας Ρετσίνα, από την ίδρυσή της το 1872 ως το κλείσιμό της το 1981. Εξετάζονται αναλυτικά η προέλευση των κεφαλαίων, οι επενδύσεις, οι τραπεζικές πιστώσεις, η τεχνική διεύθυνση και η τε-χνολογική υποδομή, η προμήθεια των πρώτων υλών, η παραγωγή, η προώθηση και η πώληση των προϊόντων. Το Τρίτο Μέρος εστιάζει στον κόσμο της εργασίας. Αναλύεται η φυσιογνωμία και η σύνθεση του προσω-πικού στα εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας του Πει-ραιά (κατά φύλο, ηλικία, καταγωγή), τα μεροκάματα, η κατ’ αποκοπήν αμοιβή και τα συστήματα υπεργολαβίας, η συγκρότηση των ειδικοτήτων, η ιεραρχική διάρθρω-ση και η οργάνωση της εργασίας στα κλωστοϋφα-ντουργεία. Μελετώνται διεξοδικά τα ωράρια εργασίας, οι συνθήκες δουλειάς, τα εργατικά ατυχήματα και η επαγγελματική νοσηρότητα του κλάδου, η διαχείριση και η πειθάρχηση της εργατικής δύναμης από τους εργοδότες, καθώς και οι διεκδικήσεις, η οργανωμένη συλλογική δράση και οι απεργιακοί αγώνες των εργα-τών και των εργατριών της κλωστοϋφαντουργίας.

Τα βασικά συμπεράσματα του βιβλίου μπορούν να συνοψιστούν στα εξής: 1) Από τα τέλη του 19ου αιώνα, η κλωστοϋφαντουργία του Πειραιά διέθετε το συγκριτικό πλεονέκτημα της

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΒΗΜΑ

Page 11: Π 4 Piraeus #1

Π 11

Τεύχος 1 Μάρτιος 2011

άφθονης και φθηνής εργατικής δύναμης. Στις πειραϊκές επιχειρήσεις, η απουσία τεχνολογικού εκσυγχρονισμού και οι επιχειρηματικές επενδυτικές επιλογές εξισορρο-πούνταν με την εντατική εκμετάλλευση του εργατικού δυναμικού. Τα πειραϊκά εργοστάσια εξειδικεύονταν σε χονδροειδή προϊόντα που προορίζονταν για τον στρατό και για τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα. Η διατή-ρηση του κόστους παραγωγής σε χαμηλά επίπεδα ήταν, στον 20ό αιώνα τουλάχιστον, ζωτικής σημασίας για τις επιχειρήσεις, στον βαθμό που δεν ολοκληρωνόταν ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός. Η εξάρτηση από τις κρατικές παραγγελίες και την περιορισμένη εσωτερική αγορά αντιμετωπιζόταν με ένα ευέλικτο σύστημα απα-σχόλησης, κατά το οποίο μεγάλο μέρος της εργατικής δύναμης απασχολούνταν περιστασιακά και κυκλικά, προκειμένου να μειώνεται το εργατικό κόστος. 2) Η πολιτική της κινητικότητας συνδυαζόταν με τους κύ-κλους ζωής των εργατριών, ενώ η χαμηλή ποιότητα των προϊόντων δεν απαιτούσε υψηλό βαθμό εξειδίκευσης ούτε σταθερότητα του προσωπικού. Ο τεχνικός καταμε-ρισμός της εργασίας στηριζόταν στον κατά φύλα καταμε-ρισμό, ο οποίος αποδεικνυόταν εξαιρετικά χρήσιμος στις επιχειρήσεις. Ο έμφυλος καταμερισμός διαμόρφωνε άνισες αμοιβές για άνδρες και γυναίκες – στοιχείο ση-μαντικό στη μείωση του κόστους παραγωγής. Επιπλέον, η εκμετάλλευση από τους εργοδότες των ισχυουσών σχέσεων εξουσίας ανάμεσα στα φύλα εδραίωνε αυτές τις ίδιες τις έμφυλες σχέσεις εξουσίας σε ενδοταξικό επίπεδο, υπονομεύοντας την ενδοταξική συμμαχία. 3) Η οργάνωση της εργασίας στα κλωστοϋφαντουργεία βασιζόταν στην «ευέλικτη» και προσωρινή εργασία, που στρατολογείται μέσω τοπικών ή συγγενικών δικτύων. Στη σύνθεση του εργατικού δυναμικού της πειραϊκής κλωστοϋφαντουργίας εντοπίζεται η εξαι-ρετικά υψηλή συμμετοχή γυναικών, αλλά και ένα σημαντικό ποσοστό παιδικής εργασίας. Η εργατική δύναμη της πειραιώτικης βιομηχανίας αποτελείται τον Μεσοπόλεμο σε συντριπτικό ποσοστό από Μικρασιάτες πρόσφυγες εργάτες και εργάτριες. 4) Η μελέτη της εξέλιξης των ημερομισθίων στην κλω-στοϋφαντουργία του Πειραιά αποκαλύπτει το μέγεθος της απώλειας που είχαν στην αγοραστική τους δύναμη τα πραγματικά ανδρικά και γυναικεία μεροκάματα από το 1912 έως το 1936. Η συμπίεση των ημερομισθίων στον Μεσοπόλεμο οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην έλευση των προσφύγων, ενώ η ανισότητα των αμοιβών υποστήριζε την ανισότητα των κοινωνικών σχέσεων εξουσίας ανάμεσα στους εργάτες και τις εργάτριες, αλλά και ανάμεσα στα μέλη της εργατικής οικογένειας.5) Η εντατικοποίηση της εργασίας επιτυγχανόταν με την εφαρμογή τής κατ’ αποκοπήν εργασίας και των συστημάτων υπεργολαβίας. 6) Η συγκρότηση των επαγγελματικών ειδικοτήτων στα

κλωστοϋφαντουργεία στηριζόταν στον έμφυλο καταμε-ρισμό εργασίας, στη συστηματική διαφοροποίηση αν-δρικών και γυναικείων καθηκόντων, στη διαφορετικού τύπου πρόσβαση ανδρών και γυναικών στην τεχνική εκπαίδευση και στη διαφορετική χρήση του μηχανολο-γικού εξοπλισμού. Η υποβάθμιση και η «αποειδίκευση» της εργασίας αφορούσε, κυρίως, τη γυναικεία εργασία.7) Αναδείχτηκε η κεντρικότητα και η οικονομική σημα-σία του ωραρίου εργασίας στην κλωστοϋφαντουργία, ενώ επισημάνθηκε η πολιτική διάσταση του προβλήμα-τος της επαγγελματικής νοσηρότητας.8) Η διαχείριση της εργατικής δύναμης στα κλωστοϋ-φαντουργεία του Πειραιά τον 19ο και τον 20ό αιώνα ενδύθηκε συχνά έναν φιλανθρωπικό λόγο, ο οποί-ος ομιλούσε «προς όφελος» των εργατών και των εργατριών, ενισχύοντας παράλληλα το κοινωνικό και πολιτικό κύρος των βιομηχάνων. 9) Η εργατική συλλογική δράση προσδιοριζόταν από τα χαρακτηριστικά της εργασίας που ίσχυαν στον κλάδο: προσωρινότητα, «συμπληρωματικότητα» της γυναικεί-ας εργασίας, διάσπαση των συλλογικοτήτων μέσω των συστημάτων αμοιβής, αλλά και ιδεολογική-πολιτιστική ηγεμονία σε σχέση με τους ρόλους των φύλων και την αξία της εργασίας τους. Επιπλέον, ο ιδιαίτερος χαρα-κτήρας του συνδικαλιστικού κινήματος και η κρατική παρέμβαση σε αυτό καθιστούσαν εξαιρετικά δυσχερή τη συνδικαλιστική οργάνωση των εργατών και των εργατριών σε επαγγελματικό σωματείο, με αποτέλεσμα η συλλογική δράση να είναι αποσπασματική και ασυνε-χής. Τα εργατικά αιτήματα δεν πολιτικοποιούνταν εύκο-λα, δεν μετατρέπονταν σε μακροπρόθεσμα στρατηγικά αιτήματα αμφισβήτησης του συστήματος. Η ιδεολογική και η πολιτική ηγεμονία της αστικής τάξης ήταν σε αυτό το σημείο πλήρης. Από την άλλη μεριά, με τις εργατικές διεκδικήσεις δεν αμφισβητήθηκε ούτε ο ισχύων κοινω-νικός καταμερισμός εργασίας ανάμεσα στα φύλα, ούτε η ανισότητα των ανδρικών και γυναικείων αμοιβών. Δεν αμφισβητήθηκαν, εντέλει, οι έμφυλες σχέσεις εξουσίας στους χώρους εργασίας και την οικογένεια.10) Η μισθωτή εργασία συνιστούσε για τους άνδρες και τις γυναίκες του Πειραιά καθοριστική εμπειρία στις νέες κοινωνικές σχέσεις του βιομηχανικού καπιτα-λισμού. Η εργατική εμπειρία οριζόταν, επίσης, από το κοινωνικό φύλο, το οποίο διαδραμάτιζε σημαντικό ρόλο στον καταμερισμό της εργασίας, στη συγκρότηση των ειδικοτήτων, στη διάρθρωση των ημερομισθίων, στην εκδήλωση της συλλογικής δράσης. Η επικέντρωση στην έμφυλη διάσταση της μισθωτής εργασίας επιτρέπει την ανάδειξη των σχέσεων εξουσίας ανάμεσα στις κοινωνι-κές τάξεις, αλλά και στο εσωτερικό των τάξεων.

Page 12: Π 4 Piraeus #1

Π 12

Στο πλαίσιο της προβληματικής που θέλει να εισαγάγει το «Π», με στόχο να ανοίξει και να συζητήσει τα πολιτιστικά προβλήματα του Πειραιά, σκοπεύει να παρουσιάσει τους σημαντικότερους πολιτιστικούς οργανισμούς της πόλης και τη δράση τους.

Η Βιβλιοθήκη Καίτης Λασκαρίδη είναι ένας οργανι-σμός με έντονη παρουσία στον Πειραιά. Ιδρύθηκε το 1993 από τον Κωνσταντίνο Λασκαρίδη στη μνήμη της συζύγου του και είχε έδρα ένα νεοκλασικό κτήριο του 19ου αιώνα στο Νέο Φάληρο. Το 2007 η Βιβλιοθήκη ενσωματώθηκε στο Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη, το οποίο συνέστησαν οι απόγονοι της σπουδαγμένης και δραστήριας Πειραιώτισσας, Πάνος και Μαριλένα Λασκαρίδη, σε νέο ιδιόκτητο κτήριο στο κέντρο του Πειραιά. Το Ίδρυμα προκειμένου να παραμείνει πιστό στους σκοπούς του και να συνδράμει επιπλέον και στη Μεγάλη Βιομηχανία κάθε λαού και κάθε τόπου, αυτήν δηλαδή του πολιτισμού, των τεχνών και των γραμμά-των, και προκειμένου να ανταποκριθεί στις αυξανό-μενες απαιτήσεις του κοινού του, των μελών και των φίλων του, απέκτησε πρόσφατα δεύτερο σημαντικό και ιστορικό κτήριο στο κέντρο του Πειραιά, το Μέγαρο Στρίγκου στη Ζέα.Το Ίδρυμα έχει σκοπό να προαγάγει «σε ελληνικό και διεθνές επίπεδο τον ελληνικό πολιτισμό γενικά και ιδιαίτερα τα ελληνικά γράμματα και την ιστορική και ναυτική έρευνα». Ο στόχος είναι φιλόδοξος και σίγουρα ευπρόσδεκτος, αφού εκτός των άλλων παρα-κάμπτει την εσωστρέφεια και τον στενό ορίζοντα της τοπικότητας· η Βιβλιοθήκη, αντίθετα, δραστηριοποιεί-ται παραγωγικά στην τοπική κλίμακα, φέρνοντας τους μαθητές αλλά και το γενικότερο κοινό της πόλης σε επαφή με την ανάγνωση, το βιβλίο και με σημαντικούς ανθρώπους του λόγου. Ο δυϊσμός της λειτουργίας, ωστόσο, ανάμεσα στο καθολικό/υπερτοπικό πεδίο και την προσφορά στην πόλη δημιουργεί σύγχυση, με δε-δομένο το σοβαρό άνοιγμα της ψαλίδας ανάμεσα στον γενικό στόχο και την τοπική πραγματικότητα*. Αφού το Ίδρυμα εγκολπώθηκε τη Βιβλιοθήκη, το ζητούμενο είναι και οι λειτουργίες της πόλης να ενστερνιστούν το Ίδρυμα στο σύνολό του. Αυτό δεν είναι κάτι απλό.

Ο Πειραιάς με τις αδράνειές του και τις αντιφάσεις του, πολιτιστικά περιθωριοποιημένος και εσωστρε-φής, μοιάζει και είναι όχι μόνο δύσκολος υποδοχέας, αλλά και μαγικό τοπίο για έναν κινητικό και φιλόδοξο πολιτιστικό οργανισμό, και απαιτεί ειδικά σχεδιασμένη και υποψιασμένη πολιτική. Εδώ το στοίχημα παραμέ-νει ανοιχτό, αν δηλαδή το Ίδρυμα Λασκαρίδη θα μπο-ρέσει να χαράξει έναν συμπαγή προγραμματισμό που θα οδηγήσει σταδιακά τη μεν Βιβλιοθήκη στο ουσια-στικό γέμισμα των στόχων της, το δε Ίδρυμα να συμβά-λει στην πολιτιστική αναγέννηση του Πειραιά κάνοντάς τον ουσιαστική έδρα της δραστηριότητάς του. Ή, αντί-θετα, Βιβλιοθήκη και Ίδρυμα θα βραχυκυκλωθούν στη δίνη του πολιτιστικού κενού της πόλης και στην απο-σπασματική αντιμετώπισή του. Ας μιλήσουμε με συ-γκεκριμένα παραδείγματα: Το Ίδρυμα διοργάνωσε μια σημαντική διάλεξη του σερ Βασιλείου Μαρκεζίνη με αφορμή το βιβλίο του για «μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα». Η εκδήλωση έγινε με επιτυχία στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία και επαναλήφθηκε μία εβδομάδα αργότερα στην αίθουσα Κίμωνος Ράλλη του Πειραϊκού Συνδέσμου, «αλλά με άλλο κοινό, ως επί το πολύ πειραϊκό», μας πληροφορεί το Πειραϊκό Ορόση-μο (έκδοση του Συλλόγου Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου). Το Ίδρυμα δηλαδή επέλεξε τον διχασμό των ακροατηρίων αντί να δοκιμάσει και να ρισκάρει να «κουβαλήσει» την ελληνική πολιτική τάξη στον Πειραιά για ένα τέτοιο γεγονός, δηλαδή στην έδρα του. Το παράδειγμα δεν αναφέρεται ως ψόγος, αλλά ως

ΙΔΡΥΜΑ ΚΑΙ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΛΑΣΚΑΡΙΔΗΜια σύγχρονη ιστορία Επιστροφής;

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΙ

*Ο Πειραιάς «... υφίσταται τ’ αποτελέσματα της εγκατάλειψής του από τη

μεγαλοαστική του τάξη, η οποία από τις αρχές του 20ού αιώνα σταδιακά

(…) μεταναστεύει στην Αθήνα. Πλάι σ’ αυτή και ο κόσμος της διανόησης

και της τέχνης, φτασμένος ή εκκολαπτόμενος...». Βάσιας Τσοκόπουλος,

«Ο Πειραιάς στον 20ό αιώνα», στο: Πειραιάς, Κέντρο Ναυτιλίας και

Πολιτισμού, εκδ. Έφεσος, 2000.

Page 13: Π 4 Piraeus #1

Π 13

Τεύχος 1 Μάρτιος 2011

δείγμα μιας προβληματικής που έχει στο κέντρο της το ζήτημα της πολιτιστικής αναγέννησης του Πειραιά και των δράσεων που πρέπει να συγκλίνουν σε αυτόν τον στόχο. Υπάρχουν όμως και αντίστροφα δείγματα, όπως το πρόγραμμα επισκευής και συντήρησης φάρων ανά την Ελλάδα, το οποίο είναι αξιόλογο και πρωτότυπο· πολύ περισσότερο, στο πλαίσιο της προβληματικής που συζητάμε εδώ, είναι μια δραστηριότητα η οποία με βάση τον Πειραιά εξαπλώνεται σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο πιστώνοντας στην πόλη μια δημιουργική δράση στο πεδίο της εθνικής πολιτιστικής κληρονομιάς.Έτσι το πολιτιστικό ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη με τη Βιβλιοθήκη Καίτης Λασκαρίδη εγκολπωμένη σε αυτό, μπορεί να αποτελέσει την πρώτη σύγχρονη ιστορία Επιστροφής, με τρεις βασικούς άξονες που διέπουν τη δομή του, όπως προβλέπεται από τους σκοπούς του:Πρώτον, με το μεγαλόπνοο σχέδιο δραστηριότητας και επικοινωνίας στον χώρο του πολιτισμού, των τεχνών και των ελληνικών γραμμάτων σε διεθνές και εγχώριο πεδίο. Δεύτερον, με τον χαρακτήρα του ως πολιτιστικής επένδυ-σης στην πόλη από την ιδιωτική πρωτοβουλία, εμπνευσμέ-νη μάλιστα από τη μνήμη μιας Πειραιώτισσας, της Καίτης Λασκαρίδη – κάτι σημαντικό, που σπανίζει στον Πειραιά.Τέλος, με τη Ναυτική Βιβλιοθήκη, η οποία δημιουρ-γήθηκε για «τη συμβολή της στη ναυτική και επιστη-μονική εκπαίδευση της χώρας μας, όχι μόνο για τα εν Ελλάδι τεκταινόμενα, αλλά και για θέματα της ναυ-τιλίας που καλύπτουν την ευρωπαϊκή και παγκόσμια ιστορική της πορεία», η οποία είναι επίσης σημαντική παρακαταθήκη, αφού πρόκειται για τη βαρύτερη βιομη-χανία της χώρας, τη ναυτιλία, στην οποία συμπίπτουν το πειραϊκό και το πανελλήνιο.

Κατά συνέπεια ο προσανατολισμός και τα θεμέλια του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη παρέχουν τη δυνα-

τότητα για να ταράξει τα στάσιμα νερά. Ο τρόπος για να γίνει αυτή η επίδραση πιο βαθιά και μόνιμη είναι ο διαυγής και συγκροτημένος σχεδιασμός της δράσης.

Πρόκειται επί της ουσίας για τεράστια υπόθεση χορηγίας, που στηρίζεται στη δύναμη της αγάπης που προκαλεί η παράδοση, η καταγωγή και η προέλευση, ο κόπος για την εξειδίκευση και οι αγώνες για την επιτυχία, μέσα και έξω από τα σύνορα, τη στιγμή μά-λιστα που μοιάζει ότι όποιος έχει τη δυνατότητα και τη διάθεση για ανάλογη οικονομική επένδυση, βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα τεράστιο κενό, σε όλα τα μέτωπα.Το πρώτο τεύχος του «Π» λοιπόν δεν μπορούσε παρά να συμπεριλάβει το Ίδρυμα και τη Βιβλιοθήκη Λασκα-ρίδη, ως πρώτη αξιοσημείωτη περίπτωση «επανα-πατρισμού», με ενδιαφέρον για τον πολιτισμό και τα ελληνικά γράμματα, από ιδιώτες που έχουν να επιδεί-ξουν πέραν από τη δυναμική εμπορική δραστηριότητα και τη γνώριμη για το λιμάνι επιχειρηματικότητα, έμπρακτο ενδιαφέρον για την οικονομία της παράδο-σης, της γνώσης και της επιστήμης. Η δραστηριότητα του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκα-ρίδη από την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα, έστω και συμβολικά, μπορεί να σηματοδοτήσει ίσως ένα νέο momentum, από το οποίο θα ξεκινάει μια νέα εποχή, μια από καιρό ζητούμενη πολιτιστική αναγέννηση. Αυτό που περιμένουμε είναι η μεγάλη αυτή χορηγία για την πόλη του Πειραιά, με τη συνειδητή στόχευση, τον σωστό σχεδιασμό και την ανταπόκριση ενός ευρύτερου κοινού, να συμβάλει στην πολιτιστική αναγέννηση της πόλης και να καταξιωθεί, κατά συνέπεια, ως μεγάλη εθνική ευεργεσία.

«Π»

www.laskaridou.gr

Page 14: Π 4 Piraeus #1

Π 14

Πριν κλείσωμεν το περί Πειραιώς κεφάλαιον, οφείλομεν να σημειώσωμεν ότι την εν γένει ανάπτυξιν του Πειραιώς παρεμποδίζει

η γειτονία των Αθηνών. Πολλά πράγματα οι Πειραιώτες τα ευρίσκουν ευκόλως και ταχέως εις τας Αθήνας και συνεπώς αποφεύγουν να

τα δημιουργήσουν εις την πόλιν των. Ο συναγωνισμός των Αθηνών παραλύει κάθε προσπάθειαν βελτιώσεως των καταστημάτων

της πόλεως. Πολλοί Πειραιώτες επίσης, ενώ εξακολουθούν να διατηρούν τα γραφεία των και τα καταστήματά των εις τον Πειραιά,

αυτοί μετεφέρθησαν και κατοικούν εις τας Αθήνας, κτίσαντες εις την πρωτεύουσαν μέγαρα και επαύλεις, τας οποίας, εάν δεν υπήρχεν η

γειτονία, θα ηναγκάζοντο να κτίσουν εις τον λιμένα.

Ακρόπολις, Ο Γύρος της Ελλάδος, 1936

Δίπλα στην Αθήνα αγωνίζεται ο Πειραιεύς, εντός του κύκλου των πιεστικών του συνθηκών, που του δημιουργεί αυτή η στενή γειτονία, να

συντηρήσει τους δικούς του αυτόνομους πνευματικούς παλμούς.

Χρήστος Λεβάντας, 1959

«Ο Πειραιάς πρέπει να πάψει ν’ αποτελεί το καθυστερημένο επίνειο της Αθήνας. Καιρός ν’ αποχτήσει αυτόνομη κι ιδιότυπη λογοτεχνική και

καλλιτεχνική δραστηριότητα».

Βασίλης Μοσκόβης, Περαίας

Από το επόμενο τεύχος του, το «Π» θα αρχίσει να δημοσιεύει σε συνέχειες μια κριτική ανασκόπηση των σημαντικότερων πολιτιστικών κινήσεων στον Πειραιά κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα. Αυτές έγιναν πάνω στο συνεχές της πολιτιστικο-κοινωνικής κρίσης της πόλης, σηματοδοτώντας προσπάθειες για πολιτιστική αναγέννηση· όλες υπήρξαν, ωστόσο, συγκυριακές και βραχύβιες για διάφορους λόγους. Οι αιτίες της πολι-τιστικής κρίσης της πόλης βρίσκονται στην εγκατάλει-ψη του Πειραιά από τα ηγεμονικά μεγαλοαστικά του στρώματα, μια συνέπεια της μετακίνησης του τόπου κατοικίας και του ενδιαφέροντος στην πρωτεύουσα. Όπως επίζηλα και με επιτυχία είχαν διαφυλάξει την αυτονομία του Πειραιά στη διάρκεια του 19ου αιώνα, τόσο αδιαφόρησαν γι’ αυτόν όταν ενσωματώθηκαν στην εθνικά διαμορφωμένη πλέον αστική τάξη, με κέντρο την Αθήνα. Ακολούθησαν οι λογοτέχνες/λόγιοι της πόλης, στερώντας από τον Πειραιά μια πνευματική ατμόσφαιρα.

Ένα σοβαρό ζήτημα είναι η ανικανότητα των κατά καιρούς δημοτικών ηγεσιών να στηρίξουν την πολι-τιστική ζωή με συνέπεια και συνέχεια. Ένα ερώτημα είναι αν η πειραϊκή κοινωνία, στραμμένη έντονα στην οικονομική δραστηριότητα, υστερούσε σε κοινωνικές υποδοχές για καλλιτεχνική και πνευμα-τική ζωή υψηλού επιπέδου. Έχει ειπωθεί και αυτό· περισσότερο όμως ισχύει ότι απουσίασε ο αναγκαί-ος κοινωνικός ιστός συνοχής για να καλλιεργηθεί η πολιτιστική ζωή. Αυτό έλειψε από τις προσπάθειες ανάτασης, οι οποίες ήταν ποιοτικές και σοβαρές. Αυτό λείπει για να μπορέσουν να εκφραστούν, να σταθεροποιηθούν και να ανθήσουν, σήμερα ακόμα, τα πολιτιστικά αποθέματα που υπάρχουν στην πόλη. Αυτό το ζήτημα βρίσκεται στο κέντρο του ενδιαφέ-ροντος του «Π».

Η επισκόπηση των κυριότερων εκδηλώσεων της πειραϊκής πολιτιστικής ιστορίας που θα επιχειρήσει το «Π» έχει στόχο τη γνώση, τον προβληματισμό και τη συνειδητοποίηση. Θα αρχίσουμε από την κατάσταση του Πειραιά στις αρχές του 20ού αιώνα, όταν εκδόθη-κε «Το Περιοδικό μας» του Γεράσιμου Βώκου και θα φτάσουμε, περνώντας από την εποχή της δημαρχίας Τάκη Παναγιωτόπουλου, το Πειραϊκό Θέατρο και τον Ροντήρη, την προδικτατορική περίοδο και το φιάσκο της δημοτικής αρχής της Χούντας, στις προσπάθειες πολιτιστικής πολιτικής μετά τη μεταπολίτευση.

ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΑ ΤΟΝ 20ό ΑΙΩΝΑ

Page 15: Π 4 Piraeus #1

Π 15

Τεύχος 1 Μάρτιος 2011

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΣΑΜΑΝΤΑΚΗΚΑΡΑΟΛΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ 43 & ΚΑΡΑΪΣΚΟΥΤ 210 41 38 [email protected]

Page 16: Π 4 Piraeus #1

Π 16 Συνεργάτες του τεύχους

Κώστας Μωραΐτης Αρχιτέκτονας μηχανικός, Αναπληρωτής Καθηγητής στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου

Θωμάς Μαλούτας Διευθυντής Ινστιτούτου Αστικής & Αγροτικής Κοινωνιολογίας ΕΚΚΕ, Καθηγητής, Τμήμα Γεωγραφίας, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Λήδα Παπαστεφανάκη Λέκτορας του Τμήματος Ιστορίας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων

Νίκος ΑξαρλήςΙστορικός τέχνης

Ομάδα Παραγωγής του «Π»Νίκος ΑξαρλήςΑντώνης Ηλιάκης Ελισάβετ Λογοθέτη Λύρα Βάσιας Τσοκόπουλος

Υπεύθυνος ύληςΒάσιας Τσοκόπουλος

Ηλεκτρονική διεύθυνση του «Π» [email protected]

Ταχυδρομική διεύθυνσηΒιβλιοπωλείο ΤΣΑΜΑΝΤΑΚΗΚαραολή Δημητρίου 43 & Καραΐσκου 185 32 Πειραιάς

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΣΑΜΑΝΤΑΚΗ

Το «Π» βρίσκεται στα βιβλιοπωλεία

Στον Πειραιά

ΤΣΑΜΑΝΤΑΚΗΣ (κεντρική διάθεση)Καραολή-Δημητρίου 43 Τ 210 41 38 114PASSPORTΚαραΐσκου 119, Πλατεία ΚοραήΤ 20 4296401

Στις συνοικίες

ΚΑΜΙΝΙΑ ΜΠΙΤΖΗΛΟΣ Αγίου Ελευθερίου 81 Τ 210 48 32 641

ΠΕΡΑΜΑ ΜΟΛΥΒΙ Εθνάρχου Μακαρίου 7 (ΙΚΑ) Τ 210 44 13 152

ΚΕΡΑΤΣΙΝΙ ΓΡΑΦΙΔΑΕλευθ. Βενιζέλου 188 Τ 210 46 31 313ΓΡΑΦΟΡΑΜΑ Κωστή Παλαμά 16Τ 210 46 28 275

ΑΜΦΙΑΛΗ ΙΛΙΑΣ Ξάνθου 36 Τ 210 43 22 258

ΝΙΚΑΙΑ Η ΑΧΤΙΔΑΚύπρου 71Τ 210 49 34 688

ΚΟΡΥΔΑΛΛΟΣΒΙΒΛΙΟΡΑΜΑ Μεγ. Αλεξάνδρου 91Α Τ 210 49 42 373

Στην Αθήνα

Βιβλιοπωλείο της ΕΣΤΙΑΣ Σόλωνος 60

ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣΔιδότου 39 και Ιπποκράτους

ISSN 1792-8680