Κφάλαιο 4 Η κφωνηική 1ημιογραφία”Α_Κεφ. 4.νέο.pdf174...

53
174 Κεφάλαιο 4 Η εκφωνητική σημειογραφία Σύνοψη Το παρόν κεφάλαιο προσφέρει μια εισαγωγή στη μελέτη της εκφωνητικής σημειογραφίας, η οποία τεκμηριώνεται κυρίως σε χφα του 9 ου -15 ου αιώνα και αφορά το «βυζαντινό ρετσιτατίβο», δηλ. την εμμελή ανάγνωση περικοπών της Καινής και της Παλαιάς Διαθήκης. Μετά από μια σύντομη παρουσίαση των διάφορων τύπων πηγών με εκφωνητική σημειογραφία (Ευαγγέλιον, Απόστολος, Προφήται) και αναφορά σε υποθέσεις σχετικά με την προέλευση και αρχαιότητα της εκφωνητικής πράξης και της αντίστοιχης σημειογραφίας, η προσοχή του αναγνώστου στρέφεται προς τις βυζαντινές λίστες-διδακτικά ποιήματα της εκφωνητικής σημειογραφίας. Βάσει αυτών πληροφορούμαστε ειδικά για το αποκρυσταλλωμένο, κλασικό σύστημα της εκφωνητικής γραφής (11 ος -12 ος αι.), το οποίο αποτελεί ένα μνημοτεχνικό σύστημα που δουλεύει με 15 ζεύγη σημαδιών, τα οποία κάθε φορά τοποθετούνται στην αρχή και το τέλος κώλων (μουσικορητορικών ενοτήτων), οδηγώντας την εμμελή ανάγνωση του ιερού κειμένου σύμφωνα με συγκεκριμένες φόρμουλες, γνωστές βάσει της τότε προφορικής παράδοσης. Επιπλέον, παρουσιάζεται μια μελέτη περίπτωσης της Sandra Martani, σχετικά με την εξαιρετικά πλούσια σε συνδυασμούς εκφωνητική σημειογραφία στο Ευαγγέλιο της Βιέννης suppl. gr. 128. Το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με την παρουσίαση του εγχειρήματος κριτικών εκδόσεων του Προφητολογίου, από τον Carsten Høeg, την S. Engberg και άλλους συνεργάτες των Monumenta Musicae Byzantinae, καθώς και με αναφορά σε διάφορες προσπάθειες αποκρυπτογράφησης της εκφωνητικής σημειογραφίας, βάσει της χειρόγραφης, θεωρητικής και σύγχρονης προφορικής παράδοσης της εκφώνησης. Προαπαιτούμενη γνώση Προαπαιτείται η μελέτη των κεφαλαίων 2 και 3. Συστήνεται επίσης η μελέτη του άρθρου: Martani, Sandra. (2003). The theory and practice of ekphonetic notation: the manuscript Sinait. gr. 213. Plainsong and Medieval Music, 12, 15-42. 1. Εισαγωγή 1.1. Προλεγόμενα Η λεγόμενη εκφωνητική σημειογραφία αποτελεί ένα στενογραφικό και μνημοτεχνικό οδηγό για την εμμελή ανάγνωση κειμένων της Αγίας Γραφής. i Ουκ ολίγα από τα αντίγραφα του Εὐαγγελίου αποτελούν πολυσύνθετα έργα τέχνης και μνημεία του βυζαντινού πολιτισμού (βλ. Εικόνες 4.1-2).

Transcript of Κφάλαιο 4 Η κφωνηική 1ημιογραφία”Α_Κεφ. 4.νέο.pdf174...

  • 174

    Κεφάλαιο 4 – Η εκφωνητική σημειογραφία

    Σύνοψη

    Το παρόν κεφάλαιο προσφέρει μια εισαγωγή στη μελέτη της εκφωνητικής σημειογραφίας, η οποία

    τεκμηριώνεται κυρίως σε χφα του 9ου-15ου αιώνα και αφορά το «βυζαντινό ρετσιτατίβο», δηλ. την εμμελή

    ανάγνωση περικοπών της Καινής και της Παλαιάς Διαθήκης. Μετά από μια σύντομη παρουσίαση των διάφορων

    τύπων πηγών με εκφωνητική σημειογραφία (Ευαγγέλιον, Απόστολος, Προφήται) και αναφορά σε υποθέσεις

    σχετικά με την προέλευση και αρχαιότητα της εκφωνητικής πράξης και της αντίστοιχης σημειογραφίας, η

    προσοχή του αναγνώστου στρέφεται προς τις βυζαντινές λίστες-διδακτικά ποιήματα της εκφωνητικής

    σημειογραφίας. Βάσει αυτών πληροφορούμαστε ειδικά για το αποκρυσταλλωμένο, κλασικό σύστημα της

    εκφωνητικής γραφής (11ος-12ος αι.), το οποίο αποτελεί ένα μνημοτεχνικό σύστημα που δουλεύει με 15 ζεύγη

    σημαδιών, τα οποία κάθε φορά τοποθετούνται στην αρχή και το τέλος κώλων (μουσικορητορικών ενοτήτων),

    οδηγώντας την εμμελή ανάγνωση του ιερού κειμένου σύμφωνα με συγκεκριμένες φόρμουλες, γνωστές βάσει της

    τότε προφορικής παράδοσης. Επιπλέον, παρουσιάζεται μια μελέτη περίπτωσης της Sandra Martani, σχετικά με

    την εξαιρετικά πλούσια σε συνδυασμούς εκφωνητική σημειογραφία στο Ευαγγέλιο της Βιέννης suppl. gr. 128.

    Το κεφάλαιο ολοκληρώνεται με την παρουσίαση του εγχειρήματος κριτικών εκδόσεων του Προφητολογίου, από

    τον Carsten Høeg, την S. Engberg και άλλους συνεργάτες των Monumenta Musicae Byzantinae, καθώς και με

    αναφορά σε διάφορες προσπάθειες αποκρυπτογράφησης της εκφωνητικής σημειογραφίας, βάσει της

    χειρόγραφης, θεωρητικής και σύγχρονης προφορικής παράδοσης της εκφώνησης.

    Προαπαιτούμενη γνώση

    Προαπαιτείται η μελέτη των κεφαλαίων 2 και 3. Συστήνεται επίσης η μελέτη του άρθρου: Martani, Sandra.

    (2003). The theory and practice of ekphonetic notation: the manuscript Sinait. gr. 213. Plainsong and

    Medieval Music, 12, 15-42.

    1. Εισαγωγή

    1.1. Προλεγόμενα

    Η λεγόμενη εκφωνητική σημειογραφία αποτελεί ένα στενογραφικό και μνημοτεχνικό οδηγό για την εμμελή

    ανάγνωση κειμένων της Αγίας Γραφής.i Ουκ ολίγα από τα αντίγραφα του Εὐαγγελίου αποτελούν

    πολυσύνθετα έργα τέχνης και μνημεία του βυζαντινού πολιτισμού (βλ. Εικόνες 4.1-2).

  • 175

    Εικόνες 4.1-2. Το Ευαγγέλιο χφο αρ. 20 του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης, πιθ. Κωνσταντινούπολη,

    τελευταίο τέταρτο 11ου

    αι. O Ευαγγελιστής Ματθαίος και η αρχή των ευαγγελικών του περικοπών.

    Πηγή: Γιώργος Γαλαβάρης. (2002). Το Ευαγγέλιο, χφ 20 του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης: ένας

    κρυμμένος θησαυρός. Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού, 9, σ. 40-41 (εικόνες 2-3) και σ. 50 (χρονολόγηση). © Μουσείο

    Βυζαντινού Πολιτισμού, Θεσσαλονίκη.

    Σχολιάζοντας την ομορφιά του πάνω χειρογράφου στα ευρύτερα συμφραζόμενα των βυζαντινών

    λειτουργικών τεχνών, ο Γ. Γαλαβάρης τονίζει ότι η λάμψη του χειρογράφου «δεν είναι αυτόφωτη. Δεν

    πρόκειται απλώς για παιχνίδι της φαντασίας και καλλιτεχνικής εφευρετικότητας που μας θαμπώνει. Καθώς ο

    πιστός αναγιγνώσκει τον λόγο του Θεού και διαλογίζεται το πολύτιμο αυτού του ευαγγελίου, δέχεται από τη

    λαμπρότητα του κοσμήματος την ενέργεια της ακτινοβολίας της Θείας Χάριτος. Συναντά το θείον Κάλλος όχι

    για να μαγευθεί από αυτό, αλλά για να αισθανθεί την παρουσία του Θεού. Το ευαγγέλιο ανήκει στη λατρεία

    της Εκκλησίας και όπως οι ιερές εικόνες και τα λείψανα των αγίων, είναι και αυτό σημείο της παρουσίας του

    Θεού.»ii

    Η σημειογραφία η οποία συνοδεύει τα αναγνώσματα της Αγίας Γραφής και, γενικότερα, το

    φαινόμενο της εκφωνητικής πράξης, κέντρισαν το ενδιαφέρον πολλών μελετητών, όπως π.χ. των εξής:

    Ιωάννου Τζέτζη, στον οποίο οφείλεται εξάλλου και το επίθετο «ἐκφωνητική» ως προσδιοριστικό της συγκεκριμένης μουσικής γραφής,

    iii

    του Δανού μουσικολόγου Carsten Høeg, συγγραφέα της θεμελιώδους μονογραφίας με τίτλο «Η

    εκφωνητική σημειογραφία», μια από τις πρώτες δημοσιεύσεις των Monumenta Musicae Byzantinae της

    Κοπεγχάγης,iv

    του πατρός Grigore Panţiru, ο οποίος ασχολήθηκε ειδικά με το περίφημο Ευαγγέλιο Ιασίου 160/ΙV-34,v

    των ερευνητριών Sysse Gudrun Engberg και Sandra Martani, οι οποίες δημοσίευσαν πληθώρα

    εξειδικευμένων άρθρων σχετικά με την παλαιογραφία της εκφωνητικής μουσικής,

    του Αντωνίου Αλυγιζάκη, ο οποίος προσέφερε έναν κατατοπιστικό «χάρτη» για τη σημερινή εκφωνητική

    πράξη, προτείνοντας επίσης νέες προσεγγίσεις στην καταγραφή και θεωρητικοποίησή τηςvi, κ.ά.

    Στις επόμενες ενότητες θα ασχοληθούμε, εν συντομία, με θέματα προσδιορισμού, καταγωγής,

    χρονολογιών, πηγών, μεθοδολογίας και περιοδολόγησης της εκφωνητικής σημειογραφίας, για να μπορέσουμε

  • 176

    να περάσουμε αργότερα στις λίστες με εκφωνητικά νεύματα, στα επιμέρους χαρακτηριστικά των διάφορων

    συστημάτων της εκφωνητικής γραφής, στο θέμα των κριτικών εκδόσεων κειμένων με εκφωνητική

    σημειογραφία και των διάφορων προσπαθειών μεταγραφής της, καθώς και στη σημασία της σημερινής

    εκφωνητικής πράξης.

    1.2. Προσδιορισμοί

    Ο όρος ἐκφώνησις (από το ρήμα ἐκφωνέω) επονομάζει γενικά μια πράξη δημόσιας και μεγαλόφωνης απαγγελίας. Στο πλαίσιο του βυζαντινού τύπου ακολουθιών, συνδυάζεται με την εμμελή απαγγελία (λατ.

    lectio sollemnis) περικοπών της Αγίας Γραφής, του κοντακίου και διάφορων ευχών και δεήσεων. Αποτελεί

    ένα είδος λειτουργικού ρετσιτατίβου, ένα λογοειδές άσμα (γερμ. Sprechgesang).vii

    Ως εκφωνητική σημειογραφία είναι γνωστή σήμερα στη Βυζαντινομουσικολογία ένας ειδικός τύπος

    ελληνικής παρασημαντικής, η οποία ρυθμίζει την εμμελή απαγγελία αγιογραφικών κειμένων. Χρησιμοποιεί

    ως επί το πλείστον ζεύγη σημαδιών, τα οποία τοποθετούνται από πάνω, από κάτω ή ενδιάμεσα στις σειρές

    του αγιογραφικού κειμένου, διαιρώντας το σε σύντομες μουσικορητορικές φράσεις (τα λεγόμενα κώλα), οι

    οποίες, με τη σειρά τους, συναρμολογούνται σε μεγαλύτερες ενότητες, τις περιόδους.viii Τα εκφωνητικά

    σημάδια γράφονται συνήθως με κόκκινο μελάνι, υπάρχουν όμως και περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι

    γραμμένα με το ίδιο μελάνι του αγιογραφικού κειμένου (σκούρο καφενί ή μαύρο), ειδικά στα παλαιότερα

    χφα.ix

    1.3. Πηγές της εκφωνητικής σημειογραφίας, χρονολογικά όρια, περιοδολόγηση

    Η μελέτη της εκφωνητικής σημειογραφίας στηρίζεται κυρίως στα εξής είδη πηγών:

    Πρακτικές πηγές: λειτουργικά βιβλία με εκφωνητική σημειογραφία,

    θεωρητικές πηγές: βυζαντινές λίστες-διδακτικά ποιήματα με εκφωνητικά σημάδια,

    η σημερινή, προφορική πράξη της εκφώνησης στις ακολουθίες βυζαντινού τύπου,

    συγκριτικές πηγές (π.χ. η εβραϊκή παράδοση της εκφώνησης κειμένων της Παλαιάς Διαθήκης, λατινική εκφωνητική σημειογραφία κ.ά.).

    x

    Σχετικά με την πρώτη κατηγορία πηγών, χρειάζεται να διευκρινιστεί ότι η εκφωνητική σημειογραφία

    τεκμηριώνεται κυρίως σε χειρόγραφα του 9ου

    -14ου

    αιώνα, των εξής τριών τύπων:

    1. Ευαγγέλια,

    2. Απόστολοι και

    3. Προφήτες.

    Γενικά, τα χειρόγραφα με εκφωνητική σημειογραφία είναι γωνστά ως Αναγνωστάρια ή Λεξιονάρια

    (από το λατ. lectio = ανάγνωσμα).xi Ο Πίνακας 4.1. διευκρινίζει τα γενικά περιεχόμενά τους.

  • 177

    Όνομα του

    λειτουργικού

    βιβλίου

    Περιεχόμενα Θέση αναγνωσμάτων στις

    ακουλουθίες του βυζαντινού

    τύπου

    Εκτελεστές Παρατηρήσεις

    Εὐαγγέλιον,

    Ἱερὸν

    Εὐαγγέλιον

    Στο Ευαγγέλιο καταχωρούνται οι

    περικοπές από τους τέσσερις

    Ευαγγελιστές, συμμορφωμένες προς τη

    λειτουργική τους χρήση. Ένα Ευαγγέλιο

    περιέχει κυρίως δύο μέρη:

    Α. Το Συναξάριον (λατ. temporale), το

    οποίο ακολουθεί τις περικοπές του

    κινητού λειτουργικού κύκλου,

    ξεκινώντας από το Πάσχα και λήγοντας

    σ’ αυτό, με την ακόλουθη σειρά:

    Ιωάννης, Ματθαίος, Λουκάς, Μάρκος.

    Β. Το Μηνολόγιον (λατ. sanctorale), το

    οποίο καταγράφει τις περικοπές του

    ακίνητου λειτουργικού κύκλου, από την

    1η Σεπτεμβρίου στην 31

    ην Αυγούστου.

    Γ. Προστίθενται μικρότερες συλλογές

    περικοπών, π.χ. με τα εωθινά ευαγγέλια,

    για τον Όρθρο Κυριακών (αφορούν την

    Ανάσταση του Κυρίου), κ.ά.

    ● Στο πρώτο μέρος της Θείας Λειτουργίας (Λειτουργία του

    Λόγου) γίνεται η λεγόμενη

    Μικρὰ Εἴσοδος, με το Ευαγγέλιο στα χέρια του

    διακόνου (ή του ιερέα), και

    προπορεύονται

    λαμπαδοφόροι νέοι και

    θυμιατό. Λίγο αργότερα

    γίνεται η ανάγνωση της

    ευαγγελικής περικοπής.

    ● Ευαγγελικά αναγνώσματα υπάρχουν και σε κάποιους

    Όρθρους (π.χ. της Κυριακής

    → εωθινά), στα μυστήρια της

    Βάπτισης, του Γάμου, του

    Ευχελαίου και σε διάφορες

    άλλες ακολουθίες (π.χ. του

    Παρακλητικού Κανόνα κ.ά.).

    ● Οι ευαγγελικές περικοπές

    διαβάζονται από τον

    διάκονο ή, σε πολύ

    σημαντικές γιορτές

    από τον πατριάρχη ή

    άλλον αρχιερέα, ή

    από τον ιερέα.

    ● Η ανάγνωση γίνεται από τον

    άμβωνα (βλ. Εικόνες

    4.3-4), ή μπροστά

    στην Ωραία Πύλη

    (κεντρική πύλη του

    Ιερού Βήματος), ή

    και πάνω στην Αγία

    Τράπεζα.

    ● Κάποια Ευαγγέλια καταχωρούν στο πρώτο μέρος τους μόνο τις περικοπές για τα Σαββατοκύριακα,

    άλλα για κάθε μέρα. Τα τελευταία προβλέπονταν

    μάλλον για χρήση στα μοναστήρια, ενώ τα πρώτα

    στις ενορίες.

    ● Τετραευαγγέλιον (ή Τετραευάγγελο) ονομάζεται το λειτουργικό βιβλίο το οποίο

    καταγράφει το ευαγγελικό κείμενο σε συνεχόμενη

    μορφή, σύμφωνα με τους τέσσερις Ευαγγελιστές:

    Ματθαίο, Μάρκο, Λουκά και Ιωάννη. Μερικά

    Τετραευαγγέλια προσαρμόστηκαν αργότερα για

    λειτουργική χρήση, με την προσθήκη μικρών

    εισαγωγικών φράσεων (π.χ. Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ), ή/και εκφωνητικής σημειογραφίας.

    ● Το Ευαγγέλιο με πολυτελή βιβλιοδεσία αναφέρεται σε διάφορα Τυπικά ή βυζαντινές ιστορικές πηγές ως

    μεγαλεῖον και συνδυάζεται με τον πατριάρχη, τον βασιλιά ή τον πατριαρχικό θρόνο.

    ● Άλλες ονομασίες για το Ευαγγέλιο: Ἐκλογάδιον | μεταγενέστερη ορολογία, κυρίως στη δυτική έρευνα:

    Ευαγγελιάριον, Ευαγγελιστάριον.xii

    Ἀπόστολος ● Περιέχει τις περικοπές από τις Πράξεις των Αποστόλων, από τις Επιστολές του

    Αγίου Αποστόλου Παύλου και από τις

    λεγόμενες Καθολικές Επιστολές

    (Ιακώβου, Πέτρου, Ιωάννου και Ιούδα).

    ● Δομείται κατ’ αναλογίαν με το Ευαγγέλιο (Α΄ Μέρος: Συναξάριο, Β΄

    Μέρος: Μηνολόγιο).

    ● Αποστολικά αναγνώσματα υπάρχουν κυρίως στη Θεία

    Λειτουργία, πριν από την

    ευαγγελική περικοπή.

    Υπάρχουν επίσης στα

    προαναφερθέντα μυστήρια

    και σε διάφορες ακολουθίες

    όπως π.χ. ο Μικρός Αγιασμός

    κ.ά.

    ● Η ανάγνωση γίνεται από τον

    αναγνώστη (ή από

    τον ψάλτη), στο

    αναλόγιο των

    ψαλτών ή στο σολέα,

    μπροστά στο Ιερό

    Βήμα.

    ● Πραξαπόστολος είναι το βιβλίο που αντιστοιχεί

    στο Tετραευαγγέλιον.

  • 178

    Προφῆται, συλλογή

    γνωστή και

    ως

    Προφητο-

    λόγιον

    Περιέχει αναγνώσματα από την Παλαιά

    Διαθήκη στη Μετάφραση των

    Εβδομήκοντα, κυρίως από τη Γένεση, την

    Έξοδο, το Δευτερονόμιο, τα βιβλία των

    Βασιλειών, τις Παροιμίες και τη Σοφία

    Σολομώντος και τους Προφήτες.

    ● Στους Εσπερινούς μεγάλων εορτών.

    ● Στη Θεία Λειτουργία των Προηγιασμένων Δώρων και

    του Μεγάλου Βασιλείου

    (παραμονές Χριστουγέννων

    και Θεοφανείων, Μέγα

    Σάββατο).xiii

    ● Αναγινώσκεται από τον αναγνώστη ή τον

    ψάλτη.

    Ενώ οι περικοπές από τον Απόστολο και το

    Ευαγγέλιο εκτελούνται μέχρι σήμερα σε εμμελή

    απαγγελία, τα προφητικά αναγνώσματα διαβάζονται

    με έναν πιο λιτό τρόπο, ο οποίος ονομάζεται

    «χῦμα».xiv

    Πίνακας 4.1. Τα λειτουργικά βιβλία με εκφωνητική σημειογραφία, 9ος

    -14ος

    αι.xv

    Εικόνα 4.3. Ο μεγάλος μαρμαρινός παλαιοχριστιανικός άμβωνας (7

    ος αι., με μεταγενέστερες αναστηλώσεις), με κλίμακες προς ανατολή και δύση, στο κέντρο του μεσαίου

    κλίτους του Ι.Ν. Κοιμήσεως της Θεοτόκου, Καλαμπάκα (βλ. Πίσπας, 2012, σ. 22-23. Ιερός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου, εκδ. Τσαρούχας. Ἀκολουθία Παννυχίδος, 2009). Σκίτσο των Γεωργίου Τζημόπουλου & Αικατερίνας Ιωαννίδου (2016). Μπροστά στην δυτική κλίμακα του άμβωνα φαίνεται και ένα μικρότερο αναλόγιο το οποίο

    χρησιμοποιείται σήμερα επίσης για αναγνώσματα.xvi

  • 179

    Εικόνα 4.4. Ι.Μ. Διονυσίου 587, φ. 43α, έτ. 1059: Κληρικοί διάφορων βαθμίδων σε άμβωνα. Ο κληρικός πάνω δεξιά κρατάει ειλητάριο.xvii

    © Ιερά Μονή Διονυσίου, Άγιον

    Όρος.

  • 180

    Οι πηγές αυτής της περιόδου δηλώνουν μια εξελικτική πορεία της σημειογραφίας, η οποία διανεμήθηκε από

    τους C. Høeg και S. Engberg στα παρακάτω τρία στάδια:

    1. Αρχαϊκό ή προκλασικό σύστημα: σε χφα του 9ου

    -10ου

    αι.,

    2. κλασικό σύστημα: γνωστό από χφα του 11ου

    -12ου

    αι.,

    3. παρακμασμένο σύστημα: κυρίως σε χφα του 13ου

    -14ου

    αι.xviii

    Αν και τα πρώτα εξακριβωμένα δείγματα της εκφωνητικής σημειογραφίας ανάγονται σήμερα μόλις

    στον 9ο αι., ο Høeg είναι της άποψης ότι αυτή η σημειογραφία πρέπει να ήταν πολύ προγενέστερη. Βάσει

    σύγκρισης με το αρχαιοελληνικό σύστημα προσωδιακών σημείων προτείνει ως χρονολογία διαμόρφωσης της

    εκφωνητικής σημειογραφίας τον 4ο αι. μ.Χ.

    xix Ωστόσο, τα εκφωνητικά σημαδόφωνα στον περίφημο

    παλίμψηστο Κώδικα Ephraemi rescriptus δεν μπορούν να είναι σύγχρονα με τον πρώτο γραφέα του

    χειρογράφου (5ος

    αι.), αλλά πρόκειται για μεταγενέστερες προσθήκες, όπως φανερώνουν παλαιογραφικές

    μελέτες του ίδιου μελετητή (βλ. Εικόνα 4.5).

    Εικόνα 4.5. Codex Ephraemi rescriptus (Eθνική Βιβλιοθήκη Γαλλίας, Parisinus gr. 9, ή αλλιώς Codex C ή 04),

    παλίμψηστο χφο, με υποκείμενη γραφή του 5ου

    αι. (μεγαλογράμματη), περιέχοντας την Αγία Γραφή, και υπερκείμενη γραφή

  • 181

    του 13ου

    αιώνα (μικρογράμματη), με έργα Αγίου Εφραίμ του Σύρου στα ελληνικά. Τα εκφωνητικά σημαδόφωνα τα οποία

    υπάρχουν σε διάφορες περικοπές της Καινής Διαθήκης στο εν λόγω χειρόγραφο, αποτελούν μεταγενέστερες προσθήκες (πιθ.

    του 10ου

    ή 11ου

    αιώνα, στο πρώιμο κλασικό σύστημα της εκφωνητικής σημειογραφίας, καθώς τα σημάδια φαίνονται ανά

    ζεύγη στο φ. 203β, στη 2η και στη 13

    η σειρά). Στην παρούσα Εικόνα: φ. 208β. Στην υποκείμενη γραφή: απόσπασμα από το

    κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (δ΄, 51-), με μερικά εκφωνητικά σημάδια που φαίνονται πιο καθαρά (τα βάλαμε σε κόκκινα

    κυκλάκια). Τα σημαδόφωνα είναι λίγο πιο ευδιάκριτα στην αριστερή ώα, όπου καταγράφονται μαζί με μια μεταγενέστερη

    προσθήκη κειμένου.

    Πηγή: http://gallica.bnf.fr/ark:/12148/btv1b8470433r/f427.image (18.8.2016). xx

    © Bibliothèque nationale de France.

    Ως «ζενίθ» της εκφωνητικής σημειογραφίας θεωρείται το κλασικό σύστημα, στο οποίο αναφέρονται

    συνήθως και οι λίστες εκφωνητικών σημαδιών, οι οποίες εμπεριέχονται σε διάφορους κώδικες, όπως π.χ.

    Λειμώνος 38 κ.ά.xxi

    Σημαντικά δείγματα από διάφορα χειρόγραφα με εκφωνητική σημειογραφία του

    αρχαϊκού και του κλασικού συστήματος (9ου

    -12ου

    αι.) υπάρχουν σε Thibaut (1913, σ. 34-51).

    Από την άλλη μεριά, εκφωνητικά σημάδια σε μεταγενέστερα χειρόγραφα (15ος

    αιώνας και

    μεμονωμένες περιπτώσεις μέχρι και τον 17ο αιώνα) τεκμηριώνουν την αποσύνθεση του γραφικού αυτού

    μουσικού συστήματος, η οποία οδήγησε σταδιακά, ήδη από τον 13ο αιώνα, στη διάλυση των

    προαναφερθένων ζευγών, στη συρρίκνωση του αριθμού των σημαδιών, στην καθαρά γραφιστική-

    καλλωπιστική παρουσία τους και τελικά στην εξαφάνισή τους από τα λειτουργικά βιβλία.xxii

    1.4. Υποθέσεις για την προέλευση της βυζαντινής εκφώνησης και της εκφωνητικής

    σημειογραφίας

    Η μεγάλη σύγκλιση την οποία παρουσιάζουν τα εκφωνητικά σημαδόφωνα σε γραφικό και ονοματολογικό

    επίπεδο με τα προσωδιακά σημεία της αρχαιοελληνικής γλώσσας, καθιστούν πρόδηλη την εξάρτηση αυτού

    του μουσικού γραφικού συστήματος από το προσωδιακό και, έμμεσα, από «την καθαυτό μουσικότητα της

    ελληνικής γλώσσας».xxiii

    Επιπλέον, φαίνεται ότι και τα διάφορα συστήματα στίξης της αρχαιοελληνικής

    γραμματικής αποτέλεσαν ένα σημείο αναφοράς κατά τη διαμόρφωση της εκφωνητικής σημειογραφίας.xxiv

    Ήδη προαναφέρθηκε ότι ο C. Høeg επιχειρηματολογεί υπέρ μιας πρώιμης γένεσης της εκφωνητικής

    παρασημαντικής (4ος

    αι. μ.Χ.). Η S. Engberg προτιμάει, βάσει των διασωθέντων πηγών, να τοποθετήσει τη

    δημιουργία της εκφωνητικής σημειογραφίας κατά τον 9ο αιώνα, μετά την Εικονομαχία, στα ευρύτερα

    συμφραζόμενα της Μακεδόνειας Αναγέννησης. Την ίδια εποχή κατά την οποία γίνεται δηλαδή το πέρασμα

    από τη μεγαλογράμματη στη μικρογράμματη γραφή και αρχίζει η συστηματική χρήση προσωδιακών

    σημείων: βλ. π.χ. το Τετραευαγγέλιο Uspenskij του έτους 835 (φωτογραφίες στο κεφ. 2, Κριτήριο

    αξιολόγησης 2.6), όπου μπορεί κανείς να παρατηρήσει στο πρώτο φύλλο ένα είδος πρωτοεκφωνητικής

    σημειογραφίας, σε συνδυασμό με τα προσωδιακά σημεία και διάφορα σημεία στίξης.

    Επιπλέον, η S. Engberg συνδυάζει τη διαμόρφωση του εκφωνητικού συστήματος με τις σημαντικές

    ιεραποστολικές δράσεις των Βυζαντινών κατά τον 9ο και 10

    ο αιώνα, βλέποντας στη σημειογραφία αυτή ένα

    αποτελεσματικό εργαλείο για τη διάδοση του ελληνικού τρόπου εκφώνησης της Αγίας Γραφής και σε άλλους

    λαούς.xxv

    Σχετικά με την προέλευση της βυζαντινής εκφωνητικής πράξης, διάφοροι μελετητές θεωρούν ότι

    πιθανές πηγές είναι οι εξής:

    α. Από τη μια μεριά οι παραδόσεις της αρχαιοελληνικής ρητορικής, επικής και θεατρικής, με τις οποίες

    συγγενεύουν τόσο η εκφωνητική, όσο και η αναγνωστική παράδοση στο Βυζάντιο.xxvi

    β. Από την άλλη μεριά, η ανάγνωση κειμένων της Παλαιάς Διαθήκης από τους Ιουδαίους της διασποράς,

    κατά τα ελληνιστικά χρόνια, με βάση τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα.xxvii

    Από το δημιουργικό συνδυασμό αυτών των στοιχείων φαίνεται ότι γεννήθηκε η βυζαντινή εμμελής

    απαγγελία.

    http://gallica.bnf.fr/ark:/12148/btv1b8470433r/f427.image

  • 182

    1.5. Μεθοδολογία μελέτης της εκφωνητικής σημειογραφίας

    Όπως προαναφέρθηκε στην ενότητα 1.3, η μελέτη στον τομέα της εκφωνητικής σημειογραφίας στηρίζεται

    σήμερα στη συνδυαστική ανάλυση δεδομένων από:

    Λειτουργικά βιβλία με εκφωνητική σημειογραφία (πρακτικές πηγές),

    λίστες-διδακτικά ποιήματα με εκφωνητικά σημάδια (ευρύτερη κατηγορία μουσικοθεωρητικών πηγών),

    προφορική πράξη της εκφώνησης σήμερα και με βάση παλαιότερες ηχογραφήσεις αναγνωσμάτων από αντιπροσωπευτικούς φορείς της εκφωνητικής παράδοσης.

    Επιπλέον, η έρευνα της βυζαντινής εκφωνητικής σημειογραφίας διευρύνεται μέσα από

    διεπιστημονικές συγκρίσεις με συγγενείς παραδόσεις (π.χ. εβραϊκή, λατινική, κοπτική κ.ά.).

    Πρωτίστως όμως, η μελέτη της εκφωνητικής σημειογραφίας και της αδιάκοπης προφορικής της

    παράδοσης κερδίζει βάθος, όταν θεωρείται μέσα από το γενεσιουργό της χώρο, το χώρο της ορθόδοξης

    λατρείας, όπως διαμορφώθηκε στο Βυζάντιο και μετεξελίχθηκε μέχρι σήμερα. H Sandra Martani τονίζει:

    “Only an integrated consideration of both music and liturgy permits a genuine understanding of

    the totality and complexity of Byzantine worship. If such an interdisciplinary approach is

    deemed important for the study of Byzantine hymnography, one can understand how essential it

    is for the study of ‘ekphonesis’, the system used for the cantillation of Sacred Scripture within

    the liturgy. In this context the interpenetration of artistic form and divine revelation is even

    more intimate. Unfortunately, since the Byzantine ekphonetic notation cannot now be

    deciphered, we are denied a full understanding of its richness. Nevertheless, a meticulous study

    of the medieval system for the cantillation of the Scripture can potentially foster a better

    understanding of its unique characteristics and the role that ekphonesis played in the

    proclamation of the Scriptures in the Orthodox Church.”xxviii

    Η μελέτη της εκφωνητικής σημειογραφίας περιλαμβάνει διάφορα επίπεδα, το καθένα με επιμέρους

    βήματα εργασίας. Σε ένα πρώτο, βασικό επίπεδο μελέτης, μπορούν να γίνουν τα εξής:

    Εκμάθηση των εκφωνητικών σημαδοφώνων, μέσα από τις σχετικές βυζαντινές διδακτικές λίστες και σύγχρονες συστηματοποιήσεις,

    διεξαγωγή ασκήσεων με εκφωνητική σημειογραφία, βάσει κωδίκων με μεγαλογράμματη και μικρογράμματη γραφή, ξεκινώντας από το κλασικό σύστημα. Οι ασκήσεις περιλαμβάνουν τη

    μεταγραφή του κειμένου με όλα τα επιπρόσθετα σημάδια (προσωδιακά, στίξη, εκφωνητικά),

    και την ταύτιση των μουσικών σημαδιών.

    Ακρόαση και εξάσκηση στην εμμελή απαγγελία σύμφωνα με τη σημερινή πράξη.

    Η μελέτη μπορεί να συνεχιστεί σε ένα δεύτερο, πιο προχωρημένο επίπεδο, με τη διεξαγωγή των εξής

    βημάτων εργασίας:

    Ασκήσεις με το προκλασικό και το παρακμασμένο σύστημα,

    μελέτη κριτικών εκδόσεων και προσπάθεια κατάρτισης μιας μικρής έκδοσης για μια περικοπή, βάσει διάφορων πηγών, με την κατάρτιση σχετικών υπομνημάτων,

    μελέτη της ειδικής βιβλιογραφίας περί της εκφωνητικής σημειογραφίας,

    εμβάθυνση στη σημερινή πράξη εμμελούς απαγγελίας,

    διεξαγωγή συγκριτικών μελετών, ανάμεσα στην ελληνική εμμελή απαγγελία και άλλες συγγενικές παραδόσεις.

    Οι επόμενες ενότητες σκοπεύουν να διευκολύνουν τη βασική μελέτη της εκφωνητικής σημειογραφίας

    και να ετοιμάσουν το έδαφος για την πιο εξειδικευμένη μελέτη αυτής της σημειογραφίας, για όσους θα

    θελήσουν να προχωρήσουν αργότερα προς τον τομέα αυτό.

  • 183

    2. Τα σημάδια της εκφωνητικής σημειογραφίας

    2.1. Οι βυζαντινές λίστες εκφωνητικών σημαδοφώνων

    Τα παλαιότερα βυζαντινά θεωρητικά κείμενα σχετικά με την Ψαλτική Τέχνη αποτελούνται από λίστες

    μνημοτεχνικού-διδακτικού χαρακτήρα, περιέχοντας ονόματα και σχήματα σημαδιών-αντίστοιχων μελωδικών

    φορμουλών.

    Για την εκφωνητική σημειογραφία είναι γνωστές σήμερα οι παρακάτω έξι λίστες:

    Σινά 213, φ. 116β, 10ος αι.; (Harlfinger/Reinsch/Sonderkamp/Prato), χωρίς επιγραφή. Πρόκειται για την παλαιότερη λίστα βυζαντινών νευμάτων.

    Σινά 217, φ. 2α, αν και μεταγενέστερη σε σχέση με την προηγούμενη λίστα, εντούτοις μπορεί να συγκρίνεται με αυτήν ως προς τον αριθμό και τη διάταξη των σημαδιών (Martani) / 14

    ος

    αι. (Høeg). Η λίστα έχει την επιγραφή: «† Ἀρχ(ὴ) σὺν θ(ε)ῶ οἱ τόνοι τῶ(ν) ἀποστ(όλων)

    κ(αὶ) τῶ(ν) εὐαγγελίον (sic) οὕτως †».

    Σινά 8, φ. 303α, τέλη 12ου αι. (Høeg)/περ. τέλη 11ου αι. (Floros), χωρίς επιγραφή. Πρόκειται για διδακτικό ποίημα, όπου οι φόρμουλες της εκφωνητικής σημειογραφίας μεταγράφηκαν και

    σε παλαιοβυζαντινή σημειογραφία. Η σειρά των φορμουλών είναι διαφορετική σε σχέση με

    όλες τις υπόλοιπες λίστες.

    Λειμώνος 38, φ. 317β, τέλη 12ου αι.; (Høeg), 12oς αι. (Engberg), χωρίς επιγραφή.

    Τιφλίδας Q 908, φ. 279α, 13ος αι.; (Εngberg). Πρόκειται για γεωργιανό χειρόγραφο. Η λίστα των εκφωνητικών σημαδιών-φορμουλών είναι γραμμένη στα ελληνικά, όμως η επιγραφή

    είναι στα γεωργιανά και έχει το εξής περιεχόμενο: «Σημάδια και ήχοι των τεσσάρων

    Ευαγγελίων και των Αποστόλων, σύμφωνα με την ελληνική μελωδία».xxix

    Οι λίστες της Ι.Μ. Λειμώνος και της Τιφλίδας είναι οι πληρέστερες, αντιπροσωπεύοντας την

    πλήρως εξελιγμένη εκφωνητική σημειογραφία της κλασικής περιόδου (11ος

    -12ος

    αι.).

    Λειτουργούν κατά κάποιον τρόπο ως «διδακτικές περικοπές», καθώς διατηρούν τη δομή

    πραγματικών αγιογραφικών αναγνωσμάτων.

    Τέλος, υπάρχει ένα επιπλέον χφο, γνωστό σήμερα μόνο από περιγραφές του Ι. Τζέτζη, πιθ. του 12

    ου αι. (Engberg).

    xxx

    Θα ξεκινήσουμε την ιχνηλασία της εκφωνητικής σημειογραφίας με αρωγό αυτές τις λίστες (βλ.

    Εικόνα 4.6):

  • 184

    Εικόνα 4.6. Κώδικας Σινά ελλ. 213 (Ευαγγέλιο), φ. 116β, με την παλαιότερη σήμερα γνωστή λίστα εκφωνητικών

    σημαδιών-φορμουλών.xxxi

    © Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης, Σινά.

    Στην Εικόνα 4.6, εμφανίζονται δύο διαφορετικά χέρια, που έγραψαν σε δύο διαφορετικούς τύπους γραφής.

    Στο πάνω μέρος του φύλλου υπάρχουν εγκωμιαστικοί στίχοι για τον Άγιο Ευαγγελιστή Λουκά, γραμμένοι

    από τον κύριο γραφέα του χειρογράφου, ενώ στο κάτω μέρος είναι η λίστα εκφωνητικής σημειογραφίας.

  • 185

    Μπορείτε να ταυτίσετε τα δύο είδη γραφής που υπάρχουν στην Εικόνα 4.6, βάσει των γνώσεών σας από το κεφάλαιο 2 (μεγαλογράμματη γραφή).

    xxxii

    Ο κυρίως γραφέας του χειρογράφου σημείωσε το όνομα και το αξίωμά του στο φ. 1β: πρεσβύτερος

    Ευστάθιος. Ο ίδιος άφησε στο φ. 340β τον εξής κολοφώνα (βλ. Εικόνα 4.7).

    Εικόνα 4.7. Σινά ελλ. 213 (Ευαγγέλιο), φ. 340β, με τον κολοφώνα του χειρογράφου.

    xxxiii © Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης,

    Σινά.

    Μπορείτε να βρείτε την ημερομηνία κατά την οποία ο πρεσβύτερος Ευστάθιος τελείωσε την κοπιώδη του δουλειά, διαβάζοντας τον κολοφώνα και κάνοντας τις αντίστοιχες αριθμητικές πράξεις (βλ. κεφάλαιο 3).

    Η ημερομηνία την οποία θα βρείτε, αποτελεί τον terminus post quem για τη γραφή της λίστας εκφωνητικών

    σημαδιών.xxxiv

    Μπορείτε, επίσης, να διαβάστε την εκφωνητική λίστα στην Εικόνα 4.6 και να παρατηρήστε τα ζεύγη σημαδιών ανά κώλον. Μια διπλωματική μεταγραφή της λίστας (στην οποία προστέθηκε όμως και η ανάπτυξη

    των συντομογραφιών) υπάρχει προς σύγκριση στην Εικόνα 4.8.

  • 186

    Εικόνα 4.8. Η λίστα νευμάτων από τον κώδικα Sinaiticus graecus 213, φ. 116β, τέλη 10ου

    αι., σε διπλωματική μεταγραφή.

    Παρατηρούνται δεκατρία κώλα (μουσικορητορικές ενότητες ή φράσεις). Με εξαίρεση την παρακλητική, όλα τα υπόλοιπα

    έχουν ανά δύο μουσικά σημάδια: ένα στην αρχή και το άλλο στο τέλος της φράσης. Τα σημάδια είναι ίδια στην αρχή και το

    τέλος της κάθε φράσης, εκτός από τα κώλα τα οποία κλείνουν με ένα σχήμα σταυρού, τη λεγόμενη τελεία.

    Στις Εικόνες 4.9-10 φαίνονται άλλες δύο λίστες εκφωνητικών σημαδιών, οι οποίες τεκμηριώνουν κάθε φορά

    ένα ελαφρώς αυξανόμενο αριθμό νευματικών ζευγών:

  • 187

    Εικόνες 4.9-10. Αριστερά: Σινά ελλ. 217 (Ευαγγέλιο 11

    ου ή 12

    ου αι.), έχοντας στο φ. 2α μια μεταγενέστερη λίστα εκφωνητικών σημαδιών (14

    ος αι. σύμφωνα με τον C. Høeg),

    xxxv

    με την επιγραφή: «† Ἀρχ(ὴ) σὺν θ(ε)ῶ οἱ τόνοι τῶ(ν) ἀποστ(όλων) κ(αὶ) τῶ(ν) εὐαγγελίον (sic) οὕτως †». © Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης, Σινά. Δεξιά: Η «διδακτική περικοπή» για την εμμελή απαγγελία στο τέλος του Ευαγγελίου της Ι.Μ. Λειμώνος στη Λέσβο, αρ. 38 (12

    ου αι.), φ. 317β, δεξιά στήλη. Στο χφο αυτό, το κείμενο είναι

    γραμμένο με σκούρο καφενί μελάνι, ενώ οι ρουμπρίκες, τα αρκτικά και τα εκφωνητικά σημάδια με κόκκινο.xxxvi

    © Ιερά Μονή Λειμώνος, Λέσβος.

    Όπως προαναφέρθηκε, οι νευματικές λίστες από τα χφα Λειμώνος 38 και Τιφλίδας Q 908 προσφέρουν τους εκτενέστερους καταλόγους εκφωνητικών

    σημαδιών/φορμουλών. Στον Πίνακα 4.2 υπάρχει μια μεταγραφή της διδακτικής περικοπής από τον κώδικα της Ι.Μ. Λειμώνος. Το μουσικοθεωρητικό

    κείμενο χωρίζεται σε κώλα με αυξάνοντα αριθμό και γίνονται μερικοί σχολιασμοί σχετικά με τα ζεύγη εκφωνητικών σημαδιών.

  • 188

    Α/Α μουσικο-

    ρητορικής

    ενότητας

    (κώλον)

    Μουσικοθεωρητικό κείμενο για εμμελή

    απαγγελία

    Σχόλια

    1.

    Τρία κώλα με ομοιογενή ζεύγη σημαδιών.

    2.

    3.

    4.

    Δύο ανομοιογενή ζεύγη, που τελειώνουν με το

    σχήμα του σταυρού. Σημειωτέον:

    ● κ. 4: εκτός από την αρχική συρματική υπάρχει και μια μεσαία, σε ένα αρκετά εκτενές κώλον,

    ● κ. 5: η παρακλητική, η οποία στη λίστα του χφου Σινά 213 ήταν μόνη της, εδώ

    συμπληρώνεται με την τελεία. Ενδεχομένως τα

    ζεύγη που κλείνουν με το σημάδι της τελείας (κ.

    4, 5, 10, 13) θα μπορούσαν να παραλληλιστούν

    με τις εντελείς καταλήξεις στη σημερινή πράξη

    της εκφώνησης.

    5.

    6.

    Δύο μορφές υπόκρισης, πρώτα με δύο

    αποστρόφους, μετά με τρεις. Η επανάληψη του

    ονόματος του σημαδιού στα κ. 2, 3, 7, 8 και 12β

    αποβλέπει στην επιμήκυνση του κειμένου, για να

    προσομοιώσει περίπου το μέγεθος ενός

    αντίστοιχου κώλου στις καθεαυτό περικοπές.

    7.

    8.

    9.

    Εάν εξαιρέσουμε τα ζεύγη που καταλήγουν με

    την τελεία, το απέσω έξω είναι το μοναδικό

    ανομοιογενές ζεύγος του κλασικού συστήματος

    της εκφωνητικής σημειογραφίας.

    10.

    11.

  • 189

    12α.

    Πιθανόν τα δύο κώλα των αποστρόφων

    παραδειγματίζουν τα διάφορα μεγέθη που μπορεί

    να έχει μια αντίστοιχη φράση στις καθεαυτό

    περικοπές.

    12β.

    13.

    14.

    Με τα διπλασιασμένα σημάδια αρχίζει η ζώνη

    της τελικής κατάληξης της περικοπής.

    15.

    16.

    17.

    Στην τελική κατάληξη της περικοπής

    παρατηρούνται, εκτός από το ζεύγος των δύο

    αποστρόφων, μια διπλή οξεία και δύο σταυροί.

    Ενδεχομένως στην τελική κατάληξη το επίπεδο

    μελισματικότητας ήταν αυξημένο. Κάτι

    αντίστοιχο συμβαίνει και στη σημερική πράξη

    εκφώνησης.

    Πίνακας 4.2. Η διδακτική περικοπή του χφου της Ι.Μ. Λειμώνος, αρ. 38, φ. 317β: μεταγραφή & σχόλια.

    xxxvii

    Μια ξεχωριστή περίπτωση αποτελεί η λίστα εκφωνητικών σημαδιών στο χφο της Ι.Μ. Αγ. Αικατερίνης Σινά

    ελλ. 8, φ. 303α. Όπως φαίνεται στην Εικόνα 4.11, υπάρχουν δύο σειρές παρασημαντικής:

    Με μεγάλα κόκκινα σχήματα, η εκφωνητική σημειογραφία και

    πάνω απ’ αυτήν, με μικρότερα μαύρα σχήματα, μια μεταγραφή σε παλαιοβυζαντινή παρασημαντική, η οποία μας επιτρέπει να κατανοήσουμε τη λογική της λειτουργίας της

    εκφωνητικής σημειογραφίας γενικά, και τον τρόπο χρήσης των λιστών εκφωνητικής

    σημειογραφίας ειδικά.

  • 190

    Εικόνα 4.11. Το διδακτικό ποίημα εκφωνητικής σημειογραφίας του χφου Sinaiticus graecus 8 (Προφητολόγιο, 10

    ου ή 11

    ου

    αι. [Rahlfs και Høeg]). Βρίσκεται στο τέλος του κώδικα, φ. 303α, και προστέθηκε από μεταγενέστερο χέρι (τέλη 12ου

    αι.

    [Høeg], περ. τέλη 11ου

    αι. [Floros]).xxxviii © Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης, Σινά.

    O Κ. Φλώρος διευκρινίζει ότι πρόκειται, στην περίπτωση της γραφής με μαύρο μελάνι, για παλαιοβυζαντινή

    σημειογραφία μεικτού τύπου, η οποία παρουσιάζει στοιχεία και από τις δύο οικογένειες αυτής της

    παρασημαντικής: της αγιοπολίτικης (της λεγόμενης «Coislin»: π.χ. το αγκυλωτό ίσον στην αρχή της

    φόρμουλας «παρακλητική» στην τέταρτη σειρά) και της αθωνικής (γνωστής ως σημειογραφία «Chartres»:

    π.χ. το ειδικό επίσημα ολίγον: ένα μικρό ο, σαν μια τελεία, και από πάνω ένα στυλιζαρισμένο λ, ως μια μικρή

    κυρτή γραμμή, π.χ. στην αρχή της θέσης «απέσω έξω», στη δεύτερη σειρά, πάνω από την πρώτη οξεία).

    Επειδή όμως η παλαιοβυζαντινή σημειογραφία είναι αδιαστηματική, δεν μπορούμε να

    αποκρυπτογραφήσουμε με σιγουριά τις βασικές διαστηματικές σχέσεις της κάθε φόρμουλας. Παρ’ όλα αυτά,

    ο C. Høeg προσπάθησε να προχωρήσει στην απόδοση της γενικής γραμμής της εμμελούς κίνησης για κάθε

    φόρμουλα (βλ. Εικόνα 4.12). Με τη σειρά του, ο Κ. Φλώρος αναθεώρησε τη μεταγραφική πρόταση του

    Høeg, μέσα από συγκρίσεις με παράλληλες μουσικές θέσεις (φόρμουλες) σε χειρόγραφα με παλαιοβυζαντινή

    παρασημαντική, ανανεώνοντας τις βάσεις για περαιτέρω έρευνες στον τομέα αυτό.xxxix

    Εικόνα 4.12. Μια «κατά προσέγγιση μεταγραφή» του C. Høeg για την πρώτη εκφωνητική θέση («οξεία προς οξεία» sic)

    του διδακτικού εκφωνητικού ποιήματος από το χφο Σινά 8.xl

  • 191

    2.2. Σκιαγραφώντας το σύνολο των εκφωνητικών σημαδοφώνων

    Με βάση τις βυζαντινές λίστες εκφωνητικών σημαδιών/φορμουλών οι οποίες αναφέρθηκαν στην

    προηγούμενη ενότητα και μέσα από τη μελέτη πρακτικών πηγών, διάφοροι παλαιογράφοι προχώρησαν στη

    συγκρότηση πινάκων για τη σημειογραφία αυτή. Στον Πίνακα 4.3 φαίνεται το σύνολο των αντίστοιχων

    σημαδιών.

    Σχήματα επιμέρους σημαδιών Ονόματα

    σημαδιών

    Παρατηρήσεις

    Συνηθισμένα

    σχήματα στο

    κλασικό σύστημα

    Μερικά άλλα

    σχήματα Σχέσεις με τη Γραμματική Τέχνη

    xli Ομοιότητες με

    παλαιοβυζαντινά

    νεύματα

    ὀξεῖα προσῳδία ὀξεῖα ὀξεῖα

    βαρεῖα

    προσῳδία βαρεῖα

    βαρεῖα

    Καθιστή

    συρματική

    (ομοιότητα του σχήματος με μία από

    τις μορφές της περισπωμένης

    προσωδίαςxlii)

    σύρμα

    παρακλητικήxliii παρακλητική,

    ῥεῦμα

    ὑπόκρισις ἐκ

    δύο

    «καθ’ ὑπόκρισιν»: ένας τρόπος

    ανάγνωσης κειμένων, δίπλα στο «κατὰ

    προσῳδίαν» και το «κατὰ διαστολήν»,

    σύμφωνα με το οποίο προβάλλεται το

    «ἦθος» του κειμένου.xliv

    κατάβασμα,

    ψηφιστόν

    ὑπόκρισις ἐκ

    τριῶν

    κρεμαστή πεταστή /

    πέτασμα

    ἀπέσω ἔξω

    ἀπέσω ἔξω

    κεντήματα

    σαξίματα /

    κέντημα και δύο

    κεντήματα

    ἀπόστροφος

    ἀπόστροφος

    Από την

    κατηγορία

    «πάθη» των

    προσωδιακών

    σημείων

    ἀπόστροφος

    συνέμβαxlv

    πρβλ. το ὑφέν

    τελεία τελεία στιγμή: ένα από τα σημεία στίξης. Σε χριστιανικά κείμενα παίρνει

    μερικές φορές το σχήμα του

    σταυρού.xlvi

    σταυρός

    ὀξεῖα διπλῆ διπλῆ (ὀξεῖα)

    βαρεῖα διπλῆ πίασμα

    ἀπόστροφοι

    δύο ἀπόστροφοι

  • 192

    Πίνακας 4.3. Το σύνολο των σημαδοφώνων της εκφωνητικής σημειογραφίας και συγγένειες με τα συστήματα των

    προσωδιακών σημείων και των παλαιοβυζαντινών νευμάτων.xlvii

    Όπως είδαμε στις βυζαντινές λίστες της εκφωνητικής σημειογραφίας, τα παραπάνω σημάδια συνδυάζονται ως

    επί το πλείστον σε ζεύγη, με το ένα σημάδι να τίθεται στην αρχή της μουσικορητορικής ενότητας, το άλλο στο τέλος της.

    Στην επόμενη ενότητα, θα γίνει λόγος για τους τρόπους συνδυασμού των εκφωνητικών σημαδιών, μέσα από μια

    ιστορική θεώρηση αυτής της σημειογραφίας.

    2.3. Τα κυρίως χαρακτηριστικά του προκλασικού και του κλασικού συστήματος

    Ήδη αναφέρθηκε ότι σε Ευαγγέλια, Αποστόλους και Προφητολόγια του 9ου

    -10ου

    αιώνα εμφανίζεται το

    προκλασικό σύστημα της εκφωνητικής σημειογραφίας, ενώ η μεγάλη ακμή αυτής της παρασημαντικής

    παρατηρείται σε αντίστοιχους κώδικες του 11ου

    -12ου

    αιώνα, με το κλασικό σύστημα. Πιο συγκεκριμένα,

    θεωρείται ότι κατά τον 12ο αιώνα, η εκφωνητική σημειογραφία έφτασε στο ανώτερο σημείο της ανάπτυξής

    της.xlviii

    Ο επόμενος Πίνακας 4.4, ο οποίος στηρίζεται σε διευκρινίσεις της S. Martani, συγκεντρώνει βασικά

    χαρακτηριστικά των δύο συστημάτων, ξεκινώντας από την αποκρυσταλλωμένη μορφή του κλασικού

    συστήματος:

    Κλασικό σύστημα Προκλασικό σύστημα

    Λειτουργεί με 15 ζεύγη σημαδιών, εκ των οποίων:

    - τέσσερα έχουν ως δεύτερο σημάδι την τελεία και τοποθετούνται στο τέλος μιας περιόδου

    του βιβλικού κειμένου.

    - Τα υπόλοιπα ζεύγη εμφανίζονται μέσα σε μια περίοδο. Είναι ομοιογενή, αποτελούνται

    δηλαδή από το ίδιο σημάδι στην αρχή και το

    τέλος της μουσικορητορικής ενότητας.

    Εξαίρεση κάνει το λεγόμενο ἀπέσω ἔξω (απόστροφος-οξεία).

    Συχνή είναι η χρήση των ζευγών με συνέμβα και τελεία,

    καθώς και με συρματική και τελεία. Στην περίπτωση του

    τελευταίου ζεύγους εμφανίζεται πολλές φορές μια ακόμη

    συρματική, προς το μέσο της μουσικορητορικής ενότητας.

    Η ζώνη της τελικής κατάληξης ξεκινάει με ζεύγη

    διπλών σημαδιών: διπλαί οξείαι και διπλαί βαρείαι, η

    χρήση των οποίων είναι περιορισμένη στο τέλος της

    περικοπής, κεντήματα, απόστροφος (ή και απόστροφοι,

    ενδεχομένως πάλι με διπλή οξεία: βλ. τη λίστα Λειμώνος

    38), και στο τέλος με μία ή δύο τελείες.

    Τα σημάδια δεν εμφανίζονται πάντα σε ζεύγη, αλλά και

    μονά (είτε μόνο στην αρχή, είτε μόνο στο τέλος της

    μουσικορητορικής ενότητας).

    Τα ζεύγη σχηματίζονται ελεύθερα.

    Συχνή είναι η χρήση ζευγών με παρακλητική και με

    υπόκριση.

    Η ζώνη της τελικής κατάληξης δείχνει μεγαλύτερη

    ποικιλία και η χρήση των διπλών σημαδιών δεν

    περιορίζεται στο τέλος της περικοπής.

    Πίνακας 4.4. Τα βασικά χαρακτηριστικά του κλασικού και του προκλασικού συστήματος της εκφωνητικής

    σημειογραφίαςxlix

    Πιο συγκεκριμένα, οι δύο εξελικτικές φάσεις της εκφωνητικής παρασημαντικής παρουσιάζουν τα εξής

    σύμβολα, σύμφωνα με τη S. Engberg (Πίνακες 4.5-6):

  • 193

    Ζεύγη σημαδιών στο κλασικό

    σύστημα Με κόκκινο τα σημάδια. Η μαύρη

    γραμμούλα συμβολίζει το κείμενο.

    Ονόματα ζεύγους από

    βυζαντινές λίστες εκφωνητικών

    σημαδιών

    Αριθμητικός

    κωδικός για

    κριτικές εκδόσεις

    Παρατηρήσεις

    ὀξεῖα καὶ τελεία

    01

    Τα ζεύγη με την τελεία

    δείχνουν το τέλος μιας

    περιόδου.

    συρματικὴ καὶ τελεία 02

    Μερικές φορές υπάρχει

    και μια μεσαία

    συρματική.

    παρακλητικὴ καὶ τελεία 0

    3

    σύνεμβα καὶ τελεία

    04

    ὀξεῖα πρὸς ὀξεῖαν

    1

    Τα υπόλοιπα ζεύγη

    χρησιμοποιούνται μέσα

    σε μια περίοδο.

    ἀπέσω ἔξω

    2 ἔσω = χαμηλά

    ἔξω = ψηλά

    ὑπόκρισις ἐκ τριῶν

    3

    Η υπόκρισις συνδυάζεται

    πολλές φορές με μια

    ερώτηση στο βιβλικό

    κείμενο.

    βαρεῖαι

    4

    βαρεῖαι διπλαῖ

    5

    Οι διπλές βαρείες και

    διπλές οξείες

    χρησιμοποιούνται μόνο

    στη ζώνη της τελικής

    κατάληξης της περικοπής.

    ὀξεῖαι διπλαῖ

    6

    καθισταί 7

    κρεμασταί

    8

    κεντήματα 9

    ἀπόστροφος

    10

    Σημειωτέον ότι η από-

    στροφος μπορεί να είναι

    και διπλή στην τελική

    κατάληξη: βλ. τη λίστα

    Λειμώνος 38, κώλον 17.

    ὑπόκρισις ἐκ δύο 12

    Πίνακας 4.5. Το κλασικό σύστημα της εκφωνητικής σημειογραφίας: τα βασικά ζεύγη σημαδιών (σύμφωνα με τη S.

    Engberg).l

  • 194

    Σημάδια ανά ζεύγος ή χωρίς

    ταίρι Με κόκκινο τα σημάδια. Η μαύρη

    γραμμούλα συμβολίζει το κείμενο.

    Ονόματα σημαδιών Στις λίστες εκφωνητικών σημαδιών στα

    βυζαντινά χειρόγραφα δεν περιέχονται τα

    παρόντα ζεύγη. Τα παρακάτω ονόματα

    διαμορφώνονται κατ’ αναλογία των βασικών

    ζευγών, προς διευκόλυνση της μελέτης τους.

    Αριθμητικός

    κωδικός για

    κριτικές

    εκδόσεις

    Παρατηρήσεις

    ἀπόστροφος καὶ τελεία

    05

    Για τέλος περιόδου.

    καθιστὴ πρὸς ὀξεῖαν

    11

    παρακλητικὴ πρὸς ἀπόστροφον

    13

    Ανομοιογενή ζεύγη με

    την παρακλητική, ένα

    σημάδι το οποίο

    εμφανίζεται συχνά στο

    προκλασικό σύστημα. παρακλητικὴ μετὰ ἀποστρόφου

    πρὸς ἀπόστροφον

    14

    παρακλητικὴ μετὰ ἀποστρόφου

    πρὸς ὀξεῖαν

    15

    παρακλητικὴ πρὸς ὀξεῖαν 16

    ὑπόκρισις ἐκ τριῶν πρὸς ὀξεῖαν

    17

    Ανομοιογενή ζεύγη με τις

    δύο μορφές της

    υπόκρισης.

    ὑπόκρισις ἐκ δύο πρὸς ὀξεῖαν 18

    παρακλητικὴ μετὰ ἀποστρόφου

    19 Σημάδια (σύνθετα ή

    απλά) τα οποία

    εμφανίζονται μόνο στην

    αρχή της

    μουσικοποιητικής

    ενότητας.

    ἀπόστροφος μόνη (προστέθηκε η διευκρίνιση «μόνη» για να μη συγχέεται με το

    ζεύγος αρ. 10 [βλ. προηγούμενο πίνακα])

    20

    παρακλητική 21

    Πίνακας 4.6. Άλλα ζεύγη σημαδιών της εκφωνητικής σημειογραφίας, με βάση χειρόγραφα του τύπου «Προφητολόγιον»

    (σύμφωνα με τη S. Engberg), παρουσιάζοντας ίχνη του προκλασικού συστήματος.li

    Με τους δύο προηγούμενους πίνακες μπορούμε να ταυτίσουμε τα σημάδια της εκφωνητικής

    σημειογραφίας σε πολύ μεγάλο μέρος χειρογράφων.

    Εντούτοις υπάρχουν ακόμα και άλλες, σπάνιες περιπτώσεις ζευγών, οι οποίες έρχονται στο φως

    καθώς προχωράει η λεπτομερής μελέτη της εκφωνητικής σημειογραφίας στις πρακτικές πηγές. Μια τέτοια

    περίπτωση αναφέρεται στην επόμενη ενότητα.

  • 195

    2.4. Μια μελέτη περίπτωσης: η χρήση των εκφωνητικών νευμάτων στο Ευαγγέλιο της

    Βιέννης, suppl. gr. 128: ενδιάμεσο εξελικτικό στάδιο ή τοπική παράδοση;

    Το Ευαγγέλιο Vindobonense suppl. gr. 128 χρονολογείται στις αρχές του 12ου

    αιώνα και φαίνεται ότι γράφηκε

    σε κάποιο scriptorium της βυζαντινής επαρχίας. Ως προς τις ρουμπρίκες του όμως συσχετίζεται με τη

    λειτουργία της Κωνσταντινούπολης· επιπλέον, ο τρόπος γραφής, διακόσμησης και μικρογραφιών αποτελεί μια μίμηση προτύπων από τα εργαστήρια της Βασιλεύουσας κατά την Κομνήνεια εποχή.

    lii

    Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εκφωνητική παρασημαντική αυτού του χειρογράφου, με

    πληθώρα ασυνήθιστων ζευγών, τα οποία συστηματοποίησε η Sandra Martani στον παρακάτω Πίνακα 4.7,

    βάσει λεπτομερούς ανάλυσης 75 περικοπών από το κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο.

    Ζεύγη σημαδιών

    Με κόκκινο τα σημάδια. Η μαύρη γραμμούλα συμβολίζει το

    κείμενο.

    Αρκτικά των ονομάτων

    των επιμέρους σημαδιών (α=ἀπόστροφος | β=βαρεῖα |

    ββ=βαρεῖα διπλῆ |

    κ=κεντήματα | κθ=καθιστή |

    κρ=κρεμαστή | ο=ὀξεῖα |

    οο=ὀξεῖα διπλῆ |

    π=παρακλητική |

    σρ=συρματική |

    σρ1=συρματική μεσαία |

    ς=συνέμβα | τ=τελεία |

    υ2=υπόκρισις εκ δύο |

    υ3=υπόκρισις εκ τριῶν

    Κωδικοί ζευγών Οι κωδικοί των

    κλασικών συνδυασμών

    και το 05: Engberg. Οι

    κωδικοί των υπόλοιπων

    ζευγών: Martani. (Σε

    παρένθεση οι κωδικοί για

    τα προκλασικά ζεύγη από

    το Προφητολόγιο:

    Engberg)

    Πυκνότητα

    εμφάνισης

    στο χφο

    Vind. suppl.

    gr. 128

    Σε μπεζ φόντο: τα κλασικά ζεύγη

    Ι. Ζεύγη για το τέλος μιας περιόδου

    Ζεύγη με τελικό σημάδι την τελεία

    ο - τ

    01

    713

    ος - τ

    01a

    2

    o - ς - τ

    01b

    1

    σρ - τ

    02

    794

    σρ - σρ1 - τ

    02

    76

    σρς - τ

    02a

    1

    σρ -

    02b

    1

    π - τ

    03

    208

    πα - τ

    03a

    1

    π - ς - τ

    03b

    1

    ς - τ

    04

    73

    α - τ

    05

    1

    κθ - τ

    06

    1

  • 196

    ΙΙ. Υπόλοιπα ζεύγη

    Ζεύγη με τελικό σημάδι την οξεία

    ο - ο

    1

    387

    ος - ο

    1a

    1

    ς - ο

    1b

    1

    o -

    1c

    1

    - ο

    1d

    3

    α - ο (είναι το ἀπέσω ἔξω)

    2

    105

    ας - ο

    2a

    14

    πα - ο

    2b (15)

    172

    Ζεύγη με υπόκριση εκ τριών

    υ3 - υ3

    3

    209

    υ3ς - υ3

    3a

    1

    υ3π - υ3

    3

    b

    1

    υ3 - o

    3

    c (17)

    1

    υ3 - αυ3

    3

    d

    4

  • 197

    Ζεύγη με βαρείες

    β - β

    4

    112

    βς - β

    4a

    58

    ςβ - β

    4b

    1

    Ζεύγη με διπλές βαρείες

    ββ - ββ

    5

    113

    ββς - ββ

    5a

    29

    Ζεύγη με διπλές οξείες

    οο - οο

    6

    17

    οος - οο

    6a

    7

    Ζεύγη με την καθιστή

    κθ - κθ

    7

    537

    κθς - κθ

    7a

    138

    ςκθ - κθ

    7b

    2

    κθ - o

    7c (11)

    40

    κθς - ο

    7d

    26

    ςκθ - ο

    7e

    1

    πκθ - ο

    7f

    8

    πκθς - ο

    7g

    4

    κθς -

    7h

    1

    - κθ

    7i

    1

    κθς - β - κθ

    7j

    1

  • 198

    Ζεύγη με κρεμαστές

    κρ - κρ

    8

    193

    κρς - κρ

    8b

    6

    υ3κρ - κρυ3

    8b

    1

    Ζεύγη με κεντήματα

    κ - κ

    9

    203

    κς - κ

    9a

    1

    Ζεύγη με την απόστροφο

    α - α

    10

    798

    ας - α

    10a

    4

    πα - α

    10b (14)

    92

    π - α

    10c (13)

    1

    α -

    10d (20)

    1

    - α

    10e

    2

    Ζεύγη με την υπόκριση εκ δύο

    -

    (υ2 - υ2)

    (12)

    δεν εμφανίζεται

    στο χφο αυτό

    υ2π - υ2

    12a

    1

    Πίνακας 4.8. Μια μελέτη περίπτωσης της S. Martani για την εκφωνητική σημειογραφία: το Ευαγγέλιο Vindobonense

    Suppl. gr. 128 των αρχών του 12ου

    αιώνα.liii

    Όπως βλέπουμε στον παραπάνω πίνακα, εκτός από τα γνωστά κλασικά ζεύγη (σε μπεζ φόντο) και

    μερικά από εκείνα του Προφητολογίου, στο Ευαγγέλιο της Βιέννης αρ. 128 εμφανίζονται άλλες 35

    περιπτώσεις ζευγών ή μεμονομένων νευμάτων. Μαζί με τη S. Martani μπορούμε να αναρωτηθούμε, εάν

    πρόκειται για κάποια τοπική παράδοση, ή για μια μεμονωμένη περίπτωση καταγραφής, ή ακόμα για ένα

    ενδιάμεσο εξελικτικό στάδιο αυτής της σημειογραφίας. Μελλοντικές έρευνες στα βυζαντινά Αναγνωστάρια

    θα μπορέσουν ίσως να απαντήσουν αυτές τις ερωτήσεις.liv

    Αυτό όμως που πρωτίστως απασχόλησε τους μελετητές της εκφωνητικής σημειογραφίας από το α΄

    μισό του 20ού

    αιώνα έως σήμερα είναι:

    Η εκπόνηση κριτικών εκδόσεων για κείμενα με εκφωνητικά νεύματα (βλ. ενότητα 3) και

  • 199

    η αποκωδικοποίηση της καθαυτό μουσικής που ‘κρύβεται’ πίσω από το στενογραφικό αυτό σύστημα (βλ. ενότητα 4).

    3. Κριτικές εκδόσεις λειτουργικών κειμένων με εκφωνητική σημειογραφία

    Σε αντίθεση με το τυπωμένο βιβλίο, το οποίο παράγεται σε σειρά ίδιων αντιτύπων, τα διάφορα χειρόγραφα

    αντίγραφα ενός κειμένου πάντα παρουσιάζουν κάποιες – μικρότερες ή μεγαλύτερες – διαφορές μεταξύ τους.

    Συγκρίσεις ανάμεσα σε διάφορα χειρόγραφα της Αγίας Γραφής ξεκίνησαν από την παλαιοχριστιανική

    εποχή και συνεχίστηκαν κατά τα βυζαντινά χρόνια. Αργότερα, στην εποχή του Ουμανισμού, κλασικοί

    φιλόλογοι και θεολόγοι ξεκίνησαν μεγάλης εμβέλειας συγκριτικές μελέτες χειρογράφων, με σκοπό τη

    δημιουργία κριτικών εκδόσεων ελληνικών και λατινικών κειμένων. Από το 19ο αιώνα και μετά άρχισαν να

    γίνονται όμοιες μελέτες για το γρηγοριανό χορικό (Σχολή των μοναχών της Solesmes) και από τον 20ό αιώνα

    επίσης, για τη βυζαντινή μουσική.lv

    Γενικά, το εγχείρημα μιας κριτικής έκδοσης ενός κειμένου στηρίζεται στη συλλογή των αντίστοιχων

    χειρογράφων, τη διαπίστωση των αλληλοεπιδράσεών τους, την επιλογή και την ομαδοποίησή τους, με τη

    δημιουργία ενός ειδικού σχεδιαγράμματος, του λεγόμενου στέμματος κωδίκων. Βασικό εργαλείο του εκδότη

    αποτελεί η αντιπαραβολή πηγών (συγκριτική μελέτη των χειρογράφων), και η επιλογή του βέλτιστου κώδικα

    (ο αρχαιότερος/ο πληρέστερος/από αξιόπιστο αντιγραφέα) ως οδηγού (λατ. dux) για την αποκατάσταση της

    αρχικής μορφής του συγκεκριμένου κειμένου. Η διαδικασία αυτή (γνωστή ως emendatio στα λατινικά, από το

    ρήμα emendo = απομακρύνω λάθη, τελειοποιώ), απαιτεί βαθειά μελέτη και πολυσύνθετες διεργασίες κρίσης εκ μέρους του εκδότη (διορθώσεις, συμπληρώσεις κ.ά.).

    lvi Η αντιπαραβολή πηγών επιτρέπει επίσης την

    εκπόνηση του κριτικού υπομνήματος, όπου συμπυκνώνονται οι διάφορες παραλλαγές (όλες ή επιλογή αυτών,

    κατά την κρίση του εκδότη) της χειρόγραφης παράδοσης του κειμένου, ενδεχομένως και διάφορες άλλες

    προτάσεις διόρθωσης εκ μέρους άλλων εκδοτών. Η γλώσσα η οποία χρησιμοποιείται στην κατάρτιση των

    κριτικών υπομνημάτων είναι, σε συντριπτική πλειοψηφία, η λατινική, συνεχίζοντας έτσι την παράδοση των

    Ουμανιστών.lvii

    Μια ειδική περίπτωση αποτελεί ωστόσο, το εγχείρημα κριτικών εκδόσεων βυζαντινών λειτουργικών

    μουσικοποιητικών κειμένων, το οποίο αποβαίνει ιδιαίτερα πολυσχιδές, όχι μόνο επειδή πρόκειται για διπλό

    κείμενο (λόγια + μουσική), αλλά και επειδή τα κείμενα συνήθως έχουν τόσο μια πολύ πλούσια και

    μακρόχρονη γραπτή παράδοση, όσο και μια δυναμική προφορική παρουσία μέσα στη λατρευτική ζωή της

    Εκκλησίας. Έτσι προκύπτουν πολλές και πολυεπίπεδες παραλλαγές στα κείμενα και ειδικά στη μουσική

    παρασημαντική. Ως εκ τούτου, η δημιουργία στέμματος κωδίκων πολλές φορές είναι αδύνατη (λόγω του

    μεγάλου αριθμού πηγών και του όγκου και της ποικιλίας των παραλλαγών). Παλαιότερες μουσικές εκδόσεις

    προσπαθούσαν να παρουσιάσουν ένα κριτικό κείμενο αποτελούμενο από στοιχεία παρμένα από διάφορα

    χειρόγραφα, τα οποία να αντανακλούν κάθε φορά την πλειοψηφία των πηγών. Κατά τη διάρκεια του 20ού

    αιώνα έγινε όμως εμφανές ότι ο κυρίως στόχος του εκδότη ενός βυζαντινού μουσικοποιητικού κειμένου δεν

    θα μπορέσει να είναι η αποκατάσταση της αρχέτυπης μορφής του, καθώς αυτή χάνεται συνήθως στα βάθη του

    χρόνου και η συναρμολόγηση ετερόκλητων στοιχείων από μεταγενέστερα χειρόγραφα με ποικίλες διαφορές

    μεταξύ τους δεν οδηγεί παρά σε ένα κείμενο χωρίς ιστορική υπόσταση. Αντίθετα, μια κριτική έκδοση

    βυζαντινού μουσικοποιητικού κειμένου στοχεύει σήμερα στην ανάδειξη βασικών μορφών-εκδοχών του,

    στηριζόμενη κάθε φορά σε έναν dux, καθώς και στην ευσύνοπτη παρουσίαση των διάφορων παραλλαγών από

    τα υπόλοιπα χειρόγραφα, σε ένα ή περισσότερα κριτικά υπομνήματα. lviii

    Στην Εικόνα 4.12 φαίνεται ο τρόπος με τον οποίο ξεκίνησαν οι κριτικές εκδόσεις βιβλικών κειμένων

    με εκφωνητική σημειογραφία στον περίφημο εκδοτικό οργανισμό Μonumenta Musicae Byzantinae της

    Κοπεγχάγης κατά τη δεκαετία του 1930. Ο Carsten Høeg ετοίμασε μια κριτική έκδοση της περικοπής από το

    κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (α΄, 18-28), η οποία εκφωνείται τη Δευτέρα μετά το Πάσχα. Βασίζεται στην

    αντιπαραβολή δεκαοκτώ Ευαγγελίων και ενός Τετραευαγγελίου, χρονολογουμένων ανάμεσα στο 10ο-14

    ο αι.,

    δηλαδή απ’ όλα τα εξελικτικά στάδια της εκφωνητικής σημειογραφίας. Τα εν λόγω χειρόγραφα αναφέρονται

    παρακάτω, πρώτα με τον αριθμητικό τους κωδικό που χρησιμοποιείται στα κριτικά υπομνήματα, και δίπλα

    στην παρένθεση με άλλα στοιχεία του χειρογράφου:

    150 (Λονδίνο, Br. M. Harl. 5598, Ευαγγέλιο σε μεγαλογράμματη γραφή, έτ. 995),

    159 (Ιεροσόλυμα, Μεγ. Παν. 1, Ευαγγέλιο, έτ. 1061),

    402 (Ευαγγέλιο του έτ. 1089),

  • 200

    408 (Ευαγγέλιο, 12ος

    αι.),lix

    409 (Αθήνα, ΕΒΕ 187, Ευαγγέλιο, 11ος

    αι., με νεύματα δυσανάγνωστα),

    434 (Αθήνα, ΕΒΕ 68, Ευαγγέλιο, 12ος

    αι.),

    675 (Ευαγγέλιο, 12ος

    αι.· από τη συγκεκριμένη περικοπή διασώζονται μόνο τα κώλα 1-13), 805 (Πάτμος, Ι.Μ. Αγίου Ιωάννου του Ευαγγελιστή 68, Ευαγγέλιο σε μεγαλογράμματη γραφή, 10

    ος αι.),

    806 (Πάτμος, Άγ. Ιω. Ευ. 69, Ευαγγέλιο σε μεγαλογράμματη γραφή, 10ος

    αι., διασώζονται μόνο τα κώλα 45-57),

    807 (Πάτμος, Άγ. Ιω. Ευ. 70, Ευαγγέλιο σε μεγαλογράμματη γραφή, 10ος

    αι.),

    812 (Πάτμος Άγ. Ιω. Ευ. 75, Ευαγγέλιο, 11ος

    αι.),

    813 (Πάτμος, Άγ. Ιω. Ευ. 77, Ευαγγέλιο, έτ. 1069),

    822 (Πάτμος, Άγ. Ιω. Ευ. 93, Ευαγγέλιο, έτ. 1205),

    996 (Ιεροσόλυμα, Πατριαρχική Βιβλιοθήκη, Σάββα 23, Ευαγγέλιο, 11ος

    αι.),

    1086 (Άγ. Όρος, Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας 86, Ευαγγέλιο σε μεγαλογράμματη γραφή, 10ος

    αι.),

    1091 (Άγ. Όρος, Λαύρα 92, Ευαγγέλιο σε μεγαλογράμματη γραφή, 10ος

    αι.),

    1101 (Ευαγγέλιο, 14ος

    αι.),lx

    1371 (Πάτμος, Άγ. Ιω. Ευ. 98, Ευαγγέλιο, 14ος

    αι.),

    e 2297 (Πάτμος, Άγ. Ιω. Ευ. 72, Τετραευαγγέλιο, 10ος

    -11ος

    αι.).lxi

    Ο εκδότης χώρισε τo βιβλικό κείμενο σε μουσικορητορικές ενότητες (με αυξάνοντα αριθμό σε

    παρένθεση), βάσει των ζευγών της εκφωνητικής σημειογραφίας. Παρακάτω δίνεται το αποκαταστημένο

    μουσικοποιητικό κείμενο όπως το ετοίμασε ο C. Høeg, μαζί με τα δύο του κριτικά υπομνήματα: πρώτα για τις

    παραλλαγές στο βιβλικό κείμενο, και μετά για τις παραλλαγές στην εκφωνητική σημειογραφία. H έκδοση δεν

    περιλαμβάνει προσωδιακά σημεία και σημεία στίξης, προς αποφυγή σύγχυσης με τα εκφωνητικά νεύματα. Τα

    κριτικά υπομνήματα, τα οποία πάντοτε έχουν ως σημείο αναφοράς για τις εκάστοτε παραλλαγές το κριτικό

    κείμενο που υπάρχει πάνω απ’ αυτά, είναι πολύ συνοπτικά. Για το λόγο αυτό, θεωρήθηκε σκόπιμο να

    προστεθούν μερικές διευκρινίσεις με μπλε χρώμα.

  • 201

    Διευκρινίσεις:

    Α. Για το πρώτο κριτικό υπόμνημα, το οποίο αφορά το κείμενο: στο κώλον 5, το χφο με κωδικό 434 (δηλ. το ΕΒΕ 68),

    παρέλειψε τη λέξη ἐκεῖνος (οm.: βραχυγραφία για το omisit, στα λατινικά). Στο κ. 8, το χφο με κωδικό 807 (Πάτμος 70)

    έχει τη λέξη ὅτι, αντί του ὅτε το οποίο τεκμηριώνεται στα υπόλοιπα χειρόγραφα.lxii Β. Για το δεύτερο κριτικό υπόμνημα, το οποίο αφορά την παρασημαντική:

    στο κ. 2 βλέπουμε ότι το χφο 812 (Πάτμος 75) βάζει τη μεσαία συρματική στην πρώτη συλλαβή της λέξης πώποτε, ενώ

    όλα τα υπόλοιπα χφα την έχουν στην αρχή της λέξης ἑώρακε. Στο ίδιο κώλον, οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε, τα χφα με τους κωδικούς 675, 805 (δεν φαίνονται καλά τα εκφωνητικά σημάδια), 807, 1086, 1371 και e 2297 δεν έχουν τα νεύματα

    συρματική – μεσαία συρματική και τελεία, αλλά γράφουν το ζεύγος οξεία και τελεία. Με τις τρεις μικρές τελείες ανάμεσα

    στο πρώτο και το τελευταίο σημάδι του ζεύγους, ο εκδότης συμβολίζει κάθε φορά το βιβλικό κείμενο το οποίο αποτελεί

    το συγκεκριμένο κώλον.

    Στο κ. 3, το χφο 1371 (Πάτμος 98) έχει το ζεύγ