Ένθετο ΕΑ317

4
Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-1918 ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ Του Τάκη Μαστρογιαννόπουλου Έ χει περάσει ακριβώς ένας αιώνας από τότε που μια ομάδα νεαρών Σέρβων εθνι- κιστών δολοφόνησε στο Σεράγεβο, στις 28 Ιουνίου του 1914, τον αρχι- δούκα Φραγκίσκο Φερδινάνδο, διαδόχο της αυτοκρατορίας των Αψβούργων, και τη σύζυγό του Σο- φία. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε τη σπίθα που άναψε την πυρκαγιά του αιματηρού Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου. Οπως τόνισε αργότερα και ο Τρότσκι, που τότε διέμενε στη Βιέννη: «Μερικοί νεαροί Σέρ- βοι, σχεδόν παιδιά, δολοφονώντας τον διάδοχο του θρόνου των Αψ- βούργων, πυροδότησαν γεγονότα ανυπολόγιστης σημασίας. Αυτοί οι εθνικιστές και ρομαντικοί επανα- στάτες περίμεναν λιγότερο από τον καθέναν τις συνέπειες της τρομο- κρατικής τους πράξης». Οι βροντές του πολέ- μου που πλησίαζε Τα σύννεφα, βέβαια, του πολέμου σκέπαζαν απειλητικά ήδη -από την αρχή της δεκαετίας του 1910- την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο. Το «επεισόδιο του Αγαδίρ» με το οποίο, τον Ιούλιο του 1911, η Γερμα- νία και η Γαλλία βρέθηκαν στα πρό- θυρα μιας πολεμικής σύγκρουσης, ο Ιταλοτουρκικός πόλεμος που εκ- δηλώθηκε τον ίδιο χρόνο στην Τρι- πολίτιδα, καθώς και το ξέσπασμα του Πρώτου Βαλκανικού πολέμου, το 1912, στην «πυριτιδαποθήκη» της βαλκανικής χερσονήσου, προ- μήνυαν το ολοκαύτωμα του αιμα- τηρού και καταστροφικού Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου. Οι απειλητικές αυτές εξελίξεις προκάλεσαν μεγάλες ανησυχίες στο οργανωμένο εργατικό και σο- σιαλιστικό κίνημα, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Μέσα σε αυτές τις ζοφερές συνθήκες, το Γραφείο της 2ης Διεθνούς αποφά- σισε να συγκαλέσει εκτάκτως, τον Νοέμβριο του 1912, στη Βασιλεία της Ελβετίας το 9ο Συνέδριο, με στόχο η Διεθνής να τοποθετηθεί και να προτείνει λύσεις ενάντια στον επικείμενο ιμπεριαλιστικό πό- λεμο. Το Συνέδριο της Βασιλείας συ- νήλθε από στις 24 και 25 Νοεμβρί- ου του 1912. Στο Συνέδριο έλαβαν μέρος 555 σύνεδροι από 23 χώρες. Αν και η συμμετοχή ήταν εντυ- πωσιακή, το κλίμα του Συνεδρίου ήταν ιδιαίτερα βαρύ. Την ημέρα της έναρξής του οργανώθηκαν με- γάλες αντιπολεμικές διαδηλώσεις στις οποίες μίλησαν σοσιαλιστές από όλο τον κόσμο. Ο Ζαν Ζωρές, σε έναν συγκλονιστικό λόγο του, καταδίκασε τον πόλεμο χρησιμο- ποιώντας στίχους από το διάσημο ποίημα του Σίλλερ «Το τραγούδι της Καμπάνας»: «Καλώ τους ζω- ντανούς να αμυνθούν εναντίον του τέρατος που προβάλλει στον ορίζο- ντα». Η απειλή του επερχόμενου πο- λέμου δημιούργησε κατά τη διάρ- κεια του Συνεδρίου ενωτικό κλίμα ανάμεσα στις διάφορες τάσεις της Διεθνούς. Η Διακήρυξη του Συνε- δρίου εγκρίθηκε ομόφωνα. Το ίδιο το Συνέδριο αναγνώρισε «με ικανο- ποίηση […] την πλήρη ομοφωνία που υπάρχει ανάμεσα στα σοσιαλι- στικά κόμματα και στα συνδικάτα όλων των χωρών ενάντια στον πό- λεμο». Η μακροσκελής Διακήρυξη, αφού μνημόνευε τις αντιπολεμικές αποφάσεις των προηγουμένων συ- νεδρίων, διαπίστωνε τους άμεσους κινδύνους που θα προέκυπταν από έναν ολοκληρωτικό πόλεμο και παρότρυνε κόμματα, συνδικάτα και οργανώσεις να συνεχίσουν με αποφασιστικότητα την αντιπολε- μική τους δράση. Απευθύνθηκε ιδιαίτερα στους Βαλκάνιους σοσι- αλιστές, οι οποίοι ήδη βρίσκονταν στην εμπόλεμη ζώνη του Πρώτου Βαλκανικού πολέμου. Η Διακήρυξη τόνιζε: «Οι σοσιαλιστές των Βαλκα- νίων ύψωσαν με ηρωικό θάρρος τις διεκδικήσεις τους για μια δημοκρα- τική Ομοσπονδία […] Το Συνέδριο ζητεί ιδιαίτερα από τους σοσιαλι- στές των Βαλκανίων να αντιταχθούν εντονότατα όχι μόνο στο ξαναζω- ντάνεμα της εχθρότητας μεταξύ Σερβίας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας και Ελλάδας, αλλά και σε κάθε κα- ταπίεση των βαλκανικών λαών που βρίσκονται τη στιγμή αυτή στο άλλο στρατόπεδο, δηλαδή των Τούρκων και των Αλβανών». Καταδίκασε, επί- σης, τον τσαρισμό και απευθύνθη- κε στους εργαζόμενους της Γερμα- νίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας, υπενθυμίζοντάς τους ότι το ιστορι- κό καθήκον της εργατικής τάξης εί- ναι η ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος που προκαλούσε τους καταστροφικούς πολέμους. Το πιο σημαντικό, όμως, ήταν ότι η Διακήρυξη της Διεθνούς απευ- θύνθηκε στους «εργάτες όλων των χωρών» προκειμένου «να αντιτά- ξουν στον καπιταλιστικό ιμπερια- λισμό τη δύναμη της διεθνούς αλ- ληλεγγύης του προλεταριάτου» και προειδοποίησε την άρχουσα τάξη για το τι θα γινόταν σε περίπτωση ενός γενικευμένου πολέμου: «Οι κυβερνήσεις ας θυμηθούν ότι ύστε- ρα από τον Γαλλογερμανικό πόλεμο ακολούθησε η Παρισινή Κομμού- να, ότι ο Ρωσοϊαπωνικός πόλεμος έβαλε σε κίνηση τις επαναστατικές δυνάμεις της ρωσικής αυτοκρατο- ρίας, ο ανταγωνισμός στο κυνήγι των εξοπλισμών οδήγησε σε μια χωρίς προηγούμενο όξυνση των ταξικών αντιθέσεων στην Αγγλία και στην ηπειρωτική Ευρώπη και προκάλεσε τεράστιες απεργίες». Οι συντάκτες της Διακήρυξης δεν δί- στασαν, επίσης, να τονίσουν ότι «Οι προλετάριοι θεωρούν έγκλημα να πυροβολούν οι μεν τους δε για χάρη των κεφαλαιοκρατικών κερδών, της φιλοδοξίας των δυναστειών ή της δόξας των μυστικών διπλωματικών συμφωνιών». Ο Λένιν αναγνώρισε αργότερα ότι «Η Διακήρυξη της Βα- σιλείας είναι η σύνοψη ενός τερά- στιου προπαγανδιστικού και διαφω- τιστικού υλικού για όλη την εποχή της 2ης Διεθνούς, των χρόνων 1889- 1914. Η Διακήρυξη αυτή συνοψίζει, χωρίς υπερβολές, εκατομμύρια και εκατομμύρια προκηρύξεις, άρθρα εφημερίδων, βιβλία, λόγους σοσια- λιστών όλων των χωρών…» Υποχώρηση στον αστικό εθνικισμό Την περίοδο αυτή οι ηγέτες της μαρξιστικής αριστεράς θεωρού- σαν, ακόμα, τη Διεθνή ως το μόνο μέσο για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από την επικείμενη βαρβαρότητα του ιμπεριαλιστι- κού πολέμου. Αποδείχθηκε, όμως, ότι οι προοπτικές αυτές ήταν υπό όρους. Γιατί όταν ήρθε η ώρα τα μεγάλα λόγια των ηγετών της 2ης Διεθνούς να γίνουν πράξη, οι σο- σιαλδημοκράτες ηγέτες έτρεξαν να υποστηρίξουν τα συμφέροντα των δικών τους κυρίαρχων τάξεων στον πόλεμο. Το γερμανικό σοσι- αλδημοκρατικό κόμμα, το SPD, με ψήφους 78 υπέρ και 14 κατά, απο- φάσισε να υποστηρίξει τον πόλεμο και αποδέχθηκε το σύνθημα «της υπεράσπισης της πατρίδας», δηλώ- νοντας ότι «σε ώρα πολέμου δεν θα εγκαταλείψουμε την πατρίδα». Ο ηγέτης και εκπρόσωπος της δεξιάς πτέρυγας του κόμματος Φ. Σάιντε- μαν δεν δίστασε να υποστηρίξει με κυνικότητα: «Εμείς στη Γερμανία έχουμε καθήκον να αμυνθούμε. Έχουμε καθήκον να υπερασπίσου- με τη χώρα της πιο προχωρημένης σοσιαλδημοκρατίας από τη ρωσική σκλαβιά […] Το γεγονός ότι εμείς οι σοσιαλδημοκράτες προσχω- ρήσαμε στη Σοσιαλιστική Διεθνή δεν σημαίνει ότι πάψαμε να είμα- στε Γερμανοί!» Ο Φολμάρ μάλιστα έδωσε τις διεθνείς διαστάσεις αυ- τής της καταστροφικής πολιτικής: «Δεν είναι αλήθεια πως Διεθνής σημαίνει αντεθνικός. Δεν είναι αλή- θεια πως δεν έχουμε πατρίδα». Και ο «αριστερός» Χάαζε ακολούθησε: «Τώρα βρισκόμαστε στο αδυσώ- πητο γεγονός του πολέμου. Μας απειλεί η φρίκη των εθνικών επι- δρομών. Πρέπει να ψηφίσουμε όχι κατά του πολέμου αλλά να λύσου- με το ζήτημα της χορήγησης των μέσων που είναι απαραίτητα για την υπεράσπιση της χώρας». Από το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας, μόνο 15 βουλευτές ήταν αντίθετοι με τον πόλεμο. Ο Πάουλ Φρέλιχ αναφέρει ότι «Από τους 111 βουλευτές, οι 15 εκφραστήκανε εναντίον. Ανάμεσα σε αυτούς, ο Λίμπκνεχτ, ο Χάαζε, ο Λέντεμπουρ, ο Ρούλε, ο Λένσχ. Σ’ αυτήν όμως τη μειοψηφία επιβλήθηκε η κομ- ματική πειθαρχία και τους αρνή- θηκαν το δικαίωμα να ψηφίσουν σύμφωνα με τις απόψεις τους. Έτσι στις 4 Αυγούστου η σοσιαλδημο- κρατική κοινοβουλευτική ομάδα ψήφισε μονολιθικά τις πιστώσεις». Ωστόσο, το βράδυ της 4ης Αυ- γούστου του 1914 σε μια έκτακτη συγκέντρωση στο σπίτι της Ρόζας Λούξεμπουργκ -στην οποία συμμε- τείχαν η Ρόζα, ο Μέρινγκ και ο Κάρ- σκι- αποφασίστηκε η συσπείρωση της ριζοσπαστικής αριστεράς και η εναντίωσή της στην προδοτική ηγεσία. Έτσι, δημιουργήθηκε με τη συμμετοχή της Κλάρας Τσέτκιν, του Καρλ Λίμπκνεχτ και άλλων συ- ντρόφων τους, η μαρξιστική τάση της γερμανικής σοσιαλδημοκρατί- ας που έμεινε στην ιστορία με το όνομα «Σπάρτακος». Όπως έγρα- ψε αργότερα και η Κλάρα Τσέτκιν, προλογίζοντας την μπροσούρα τής Λούξεμπουργκ «Γιούνιους»: «Από αυτούς τους βίαιους στα λόγια κριτικούς της σοσιαλδημο- κρατικής πλειοψηφίας, μόνον ο Κάρλ Λίμπκνεχτ τόλμησε, και μαζί με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, τον Φ. Μέρινγκ και μένα αψηφήσαμε την αγιότατη πειθαρχία του κόμματος, αυτήν που κατέστρεψε τους χαρα- κτήρες και τις πεποιθήσεις». 1914: Τότε που το τέρας πρόβαλε στον ορίζοντα Τα σύννεφα του πολέμου σκέπαζαν απειλητικά ήδη -από την αρχή της δεκαετίας του 1910- την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο Στρατιώτες τυφλωμένοι από χημικά αέρια.

description

Ένθετο αφιέρωμα της Εργατικής Αριστεράς Νο 317 στα 100 χρόνια από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο

Transcript of Ένθετο ΕΑ317

Page 1: Ένθετο ΕΑ317

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-1918

ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Του Τάκη Μαστρογιαννόπουλου

Έ χει περάσει ακριβώς ένας αιώνας από τότε που μια ομάδα νεαρών Σέρβων εθνι-

κιστών δολοφόνησε στο Σεράγεβο, στις 28 Ιουνίου του 1914, τον αρχι-δούκα Φραγκίσκο Φερδινάνδο, διαδόχο της αυτοκρατορίας των Αψβούργων, και τη σύζυγό του Σο-φία. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε τη σπίθα που άναψε την πυρκαγιά του αιματηρού Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου. Οπως τόνισε αργότερα και ο Τρότσκι, που τότε διέμενε στη Βιέννη: «Μερικοί νεαροί Σέρ-βοι, σχεδόν παιδιά, δολοφονώντας τον διάδοχο του θρόνου των Αψ-βούργων, πυροδότησαν γεγονότα ανυπολόγιστης σημασίας. Αυτοί οι εθνικιστές και ρομαντικοί επανα-στάτες περίμεναν λιγότερο από τον καθέναν τις συνέπειες της τρομο-κρατικής τους πράξης».

Οι βροντές του πολέ-μου που πλησίαζε Τα σύννεφα, βέβαια, του πολέμου σκέπαζαν απειλητικά ήδη -από την αρχή της δεκαετίας του 1910- την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο. Το «επεισόδιο του Αγαδίρ» με το οποίο, τον Ιούλιο του 1911, η Γερμα-νία και η Γαλλία βρέθηκαν στα πρό-θυρα μιας πολεμικής σύγκρουσης, ο Ιταλοτουρκικός πόλεμος που εκ-δηλώθηκε τον ίδιο χρόνο στην Τρι-πολίτιδα, καθώς και το ξέσπασμα του Πρώτου Βαλκανικού πολέμου, το 1912, στην «πυριτιδαποθήκη» της βαλκανικής χερσονήσου, προ-μήνυαν το ολοκαύτωμα του αιμα-τηρού και καταστροφικού Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου.

Οι απειλητικές αυτές εξελίξεις προκάλεσαν μεγάλες ανησυχίες στο οργανωμένο εργατικό και σο-σιαλιστικό κίνημα, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο. Μέσα σε αυτές τις ζοφερές συνθήκες, το

Γραφείο της 2ης Διεθνούς αποφά-σισε να συγκαλέσει εκτάκτως, τον Νοέμβριο του 1912, στη Βασιλεία της Ελβετίας το 9ο Συνέδριο, με στόχο η Διεθνής να τοποθετηθεί και να προτείνει λύσεις ενάντια στον επικείμενο ιμπεριαλιστικό πό-λεμο.

Το Συνέδριο της Βασιλείας συ-νήλθε από στις 24 και 25 Νοεμβρί-ου του 1912. Στο Συνέδριο έλαβαν μέρος 555 σύνεδροι από 23 χώρες. Αν και η συμμετοχή ήταν εντυ-πωσιακή, το κλίμα του Συνεδρίου ήταν ιδιαίτερα βαρύ. Την ημέρα της έναρξής του οργανώθηκαν με-γάλες αντιπολεμικές διαδηλώσεις στις οποίες μίλησαν σοσιαλιστές από όλο τον κόσμο. Ο Ζαν Ζωρές, σε έναν συγκλονιστικό λόγο του, καταδίκασε τον πόλεμο χρησιμο-ποιώντας στίχους από το διάσημο ποίημα του Σίλλερ «Το τραγούδι της Καμπάνας»: «Καλώ τους ζω-ντανούς να αμυνθούν εναντίον του τέρατος που προβάλλει στον ορίζο-ντα».

Η απειλή του επερχόμενου πο-λέμου δημιούργησε κατά τη διάρ-κεια του Συνεδρίου ενωτικό κλίμα ανάμεσα στις διάφορες τάσεις της Διεθνούς. Η Διακήρυξη του Συνε-δρίου εγκρίθηκε ομόφωνα. Το ίδιο το Συνέδριο αναγνώρισε «με ικανο-ποίηση […] την πλήρη ομοφωνία που υπάρχει ανάμεσα στα σοσιαλι-στικά κόμματα και στα συνδικάτα όλων των χωρών ενάντια στον πό-λεμο». Η μακροσκελής Διακήρυξη, αφού μνημόνευε τις αντιπολεμικές αποφάσεις των προηγουμένων συ-νεδρίων, διαπίστωνε τους άμεσους κινδύνους που θα προέκυπταν από έναν ολοκληρωτικό πόλεμο και παρότρυνε κόμματα, συνδικάτα και οργανώσεις να συνεχίσουν με αποφασιστικότητα την αντιπολε-μική τους δράση. Απευθύνθηκε ιδιαίτερα στους Βαλκάνιους σοσι-αλιστές, οι οποίοι ήδη βρίσκονταν

στην εμπόλεμη ζώνη του Πρώτου Βαλκανικού πολέμου. Η Διακήρυξη τόνιζε: «Οι σοσιαλιστές των Βαλκα-νίων ύψωσαν με ηρωικό θάρρος τις διεκδικήσεις τους για μια δημοκρα-τική Ομοσπονδία […] Το Συνέδριο ζητεί ιδιαίτερα από τους σοσιαλι-στές των Βαλκανίων να αντιταχθούν εντονότατα όχι μόνο στο ξαναζω-ντάνεμα της εχθρότητας μεταξύ Σερβίας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας και Ελλάδας, αλλά και σε κάθε κα-ταπίεση των βαλκανικών λαών που βρίσκονται τη στιγμή αυτή στο άλλο στρατόπεδο, δηλαδή των Τούρκων και των Αλβανών». Καταδίκασε, επί-σης, τον τσαρισμό και απευθύνθη-κε στους εργαζόμενους της Γερμα-νίας, της Γαλλίας και της Βρετανίας, υπενθυμίζοντάς τους ότι το ιστορι-κό καθήκον της εργατικής τάξης εί-ναι η ανατροπή του καπιταλιστικού συστήματος που προκαλούσε τους καταστροφικούς πολέμους.

Το πιο σημαντικό, όμως, ήταν ότι η Διακήρυξη της Διεθνούς απευ-θύνθηκε στους «εργάτες όλων των χωρών» προκειμένου «να αντιτά-ξουν στον καπιταλιστικό ιμπερια-λισμό τη δύναμη της διεθνούς αλ-ληλεγγύης του προλεταριάτου» και προειδοποίησε την άρχουσα τάξη για το τι θα γινόταν σε περίπτωση

ενός γενικευμένου πολέμου: «Οι κυβερνήσεις ας θυμηθούν ότι ύστε-ρα από τον Γαλλογερμανικό πόλεμο ακολούθησε η Παρισινή Κομμού-να, ότι ο Ρωσοϊαπωνικός πόλεμος έβαλε σε κίνηση τις επαναστατικές δυνάμεις της ρωσικής αυτοκρατο-ρίας, ο ανταγωνισμός στο κυνήγι των εξοπλισμών οδήγησε σε μια χωρίς προηγούμενο όξυνση των ταξικών αντιθέσεων στην Αγγλία και στην ηπειρωτική Ευρώπη και προκάλεσε τεράστιες απεργίες». Οι συντάκτες της Διακήρυξης δεν δί-στασαν, επίσης, να τονίσουν ότι «Οι προλετάριοι θεωρούν έγκλημα να πυροβολούν οι μεν τους δε για χάρη των κεφαλαιοκρατικών κερδών, της φιλοδοξίας των δυναστειών ή της δόξας των μυστικών διπλωματικών συμφωνιών». Ο Λένιν αναγνώρισε αργότερα ότι «Η Διακήρυξη της Βα-σιλείας είναι η σύνοψη ενός τερά-στιου προπαγανδιστικού και διαφω-τιστικού υλικού για όλη την εποχή της 2ης Διεθνούς, των χρόνων 1889-1914. Η Διακήρυξη αυτή συνοψίζει, χωρίς υπερβολές, εκατομμύρια και εκατομμύρια προκηρύξεις, άρθρα εφημερίδων, βιβλία, λόγους σοσια-λιστών όλων των χωρών…»

Υποχώρηση στον αστικό εθνικισμόΤην περίοδο αυτή οι ηγέτες της μαρξιστικής αριστεράς θεωρού-σαν, ακόμα, τη Διεθνή ως το μόνο μέσο για την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από την επικείμενη βαρβαρότητα του ιμπεριαλιστι-κού πολέμου. Αποδείχθηκε, όμως, ότι οι προοπτικές αυτές ήταν υπό όρους. Γιατί όταν ήρθε η ώρα τα μεγάλα λόγια των ηγετών της 2ης Διεθνούς να γίνουν πράξη, οι σο-σιαλδημοκράτες ηγέτες έτρεξαν να υποστηρίξουν τα συμφέροντα των δικών τους κυρίαρχων τάξεων στον πόλεμο. Το γερμανικό σοσι-αλδημοκρατικό κόμμα, το SPD, με

ψήφους 78 υπέρ και 14 κατά, απο-φάσισε να υποστηρίξει τον πόλεμο και αποδέχθηκε το σύνθημα «της υπεράσπισης της πατρίδας», δηλώ-νοντας ότι «σε ώρα πολέμου δεν θα εγκαταλείψουμε την πατρίδα». Ο ηγέτης και εκπρόσωπος της δεξιάς πτέρυγας του κόμματος Φ. Σάιντε-μαν δεν δίστασε να υποστηρίξει με κυνικότητα: «Εμείς στη Γερμανία έχουμε καθήκον να αμυνθούμε. Έχουμε καθήκον να υπερασπίσου-με τη χώρα της πιο προχωρημένης σοσιαλδημοκρατίας από τη ρωσική σκλαβιά […] Το γεγονός ότι εμείς οι σοσιαλδημοκράτες προσχω-ρήσαμε στη Σοσιαλιστική Διεθνή δεν σημαίνει ότι πάψαμε να είμα-στε Γερμανοί!» Ο Φολμάρ μάλιστα έδωσε τις διεθνείς διαστάσεις αυ-τής της καταστροφικής πολιτικής: «Δεν είναι αλήθεια πως Διεθνής σημαίνει αντεθνικός. Δεν είναι αλή-θεια πως δεν έχουμε πατρίδα». Και ο «αριστερός» Χάαζε ακολούθησε: «Τώρα βρισκόμαστε στο αδυσώ-πητο γεγονός του πολέμου. Μας απειλεί η φρίκη των εθνικών επι-δρομών. Πρέπει να ψηφίσουμε όχι κατά του πολέμου αλλά να λύσου-με το ζήτημα της χορήγησης των μέσων που είναι απαραίτητα για την υπεράσπιση της χώρας». Από το σύνολο της κοινοβουλευτικής ομάδας, μόνο 15 βουλευτές ήταν αντίθετοι με τον πόλεμο. Ο Πάουλ Φρέλιχ αναφέρει ότι «Από τους 111 βουλευτές, οι 15 εκφραστήκανε εναντίον. Ανάμεσα σε αυτούς, ο Λίμπκνεχτ, ο Χάαζε, ο Λέντεμπουρ, ο Ρούλε, ο Λένσχ. Σ’ αυτήν όμως τη μειοψηφία επιβλήθηκε η κομ-ματική πειθαρχία και τους αρνή-θηκαν το δικαίωμα να ψηφίσουν σύμφωνα με τις απόψεις τους. Έτσι στις 4 Αυγούστου η σοσιαλδημο-κρατική κοινοβουλευτική ομάδα ψήφισε μονολιθικά τις πιστώσεις». Ωστόσο, το βράδυ της 4ης Αυ-γούστου του 1914 σε μια έκτακτη συγκέντρωση στο σπίτι της Ρόζας Λούξεμπουργκ -στην οποία συμμε-τείχαν η Ρόζα, ο Μέρινγκ και ο Κάρ-σκι- αποφασίστηκε η συσπείρωση της ριζοσπαστικής αριστεράς και η εναντίωσή της στην προδοτική ηγεσία. Έτσι, δημιουργήθηκε με τη συμμετοχή της Κλάρας Τσέτκιν, του Καρλ Λίμπκνεχτ και άλλων συ-ντρόφων τους, η μαρξιστική τάση της γερμανικής σοσιαλδημοκρατί-ας που έμεινε στην ιστορία με το όνομα «Σπάρτακος». Όπως έγρα-ψε αργότερα και η Κλάρα Τσέτκιν, προλογίζοντας την μπροσούρα τής Λούξεμπουργκ «Γιούνιους»: «Από αυτούς τους βίαιους στα λόγια κριτικούς της σοσιαλδημο-κρατικής πλειοψηφίας, μόνον ο Κάρλ Λίμπκνεχτ τόλμησε, και μαζί με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, τον Φ. Μέρινγκ και μένα αψηφήσαμε την αγιότατη πειθαρχία του κόμματος, αυτήν που κατέστρεψε τους χαρα-κτήρες και τις πεποιθήσεις».

1914: Τότε που το τέρας πρόβαλε στον ορίζοντα

Τα σύννεφα του πολέμου σκέπαζαν απειλητικά ήδη -από την αρχή της δεκαετίας του 1910- την Ευρώπη και τον κόσμο ολόκληρο

Στρατιώτες τυφλωμένοι από χημικά αέρια.

Page 2: Ένθετο ΕΑ317

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-1918

ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Τ ην ίδια ώρα που οι εκπρό-σωποι των σοσιαλιστικών κομμάτων ψήφιζαν τους

πολεμικούς προϋπολογισμούς, τεράστια πλήθη πλημμύριζαν τις πλατείες των μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων ζητώντας να πάνε να πολε-μήσουν. Η πατριωτική φρενίτιδα τον Αύγουστο του 1914 φάνηκε ότι δικαίωνε τους σοβινιστές όλων των αποχρώσεων. Η εθνική ενότητα φαινόταν να θριαμβεύει πάνω στις αρχές της ταξικής πάλης.

Είναι περισσότερο από σίγουρο ότι τη ραχοκοκαλιά των πατριωτι-κών διαδηλώσεων αποτελούσαν κυρίως τα μεσοστρώματα των υπαλλήλων, και ότι τις υποδαύλι-ζε η εθνικιστική συμμορία του Τύ-που και τις οργάνωναν η άρχουσα ελίτ και η στρατοκρατία.

Πατριωτική φρενίτιδαΌλοι αυτοί πίστευαν ότι ο πόλε-μος θα ήταν σύντομος, νικηφό-ρος και θα έμοιαζε με παιχνίδι στην εξοχή. Ο πόλεμος όμως που φανταζόταν η εθνικιστική νεολαία και ο πραγματικός πόλεμος στα χαρακώματα δεν είχαν κανένα

σημείο επαφής. Μέχρι το τέλος του 1914, μέσα σε 5 μήνες από το ξέσπασμα του πολέμου, υπήρ-χαν πάνω από 3,5 εκατομμύρια νεκροί. Το 1916 δε, μία από τις με-γαλύτερες μάχες, η μάχη του Σομ, άφησε πίσω της 1,2 εκατομμύρια νεκρούς και εδαφικό κέρδος στον βρετανικό στρατό μόνο 2 μίλια.

Ο πόλεμος των χαρακωμάτων ξεπερνούσε κατά πολύ και τις σκληρότερες εμπειρίες που είχαν άνθρωποι στις σκοτεινές πόλεις των εργατών, στα ορυχεία της Ρωσίας και της Αγγλίας. Κρύο, λά-σπη, ποντίκια, πτώματα που σά-πιζαν στα ορύγματα, αρρώστιες, διαταγές, ήταν τα στοιχεία της κόλασης. Μα πάνω απ’ όλα ήταν ο βομβαρδισμός που πάντα απει-λούσε είτε να διαμελίσει είτε να θάψει ζωντανά ολόκληρα τάγμα-τα στρατιωτών.

Για την ιμπεριαλιστική ολι-γαρχία όλα αυτά δεν είχαν καμιά σημασία. Στην αφρόκρεμα της κοινωνίας κυριαρχούσε ένας πρω-τοφανής κυνισμός. Ο Τσόρτσιλ δήλωνε ξεδιάντροπα: «Νομίζω ότι πρέπει να με καταραστούν επειδή

μου αρέσει αυτός ο πόλεμος. Το ξέρω ότι συνθλίβει και καταστρέ-φει τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων κάθε στιγμή, ωστόσο δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό. Απολαμβά-νω το κάθε δευτερόλεπτο». Διά-φοροι φιλόσοφοι υποστήριζαν την εγγύτητα στο θάνατο, ως μέ-σον που μπορούσε, λέει, να δώσει φως στη ζωή. Ταυτόχρονα ο πα-τριωτικός Τύπος δεν σταματού-σε να υποδαυλίζει τα μίση και να ζητά «πόλεμο μέχρι τέλους».

Αυτή ήταν η πραγματικότητα που έλιωσε σαν κερί το πατριωτικό κύμα του 1914. Ο πολεμικός ενθου-σιασμός παραχώρησε τη θέση του στην κούραση και στην αγωνία, η εθνική ενότητα στη δυσαρέσκεια και στο ταξικό μίσος. Να πώς απα-ντούσε στους πολεμοκάπηλους μια εφημερίδα του μετώπου: «“Μέ-χρι τέλους” κράζει το κοράκι καθα-ρίζοντας τα ανθρώπινα κόκαλα στα πεδία της μάχης... “πόλεμος μέχρι τέλους” φωνάζει ο φοιτητής στην κεντρική πλατεία βεβαιώνοντας ότι η αιτία της συμφοράς μας είναι οι Γερμανοί... “μέχρι τέλους” διακη-ρύττουν τα κυβερνητικά όργανα

Στις 12 Δεκεμβρίου ο Λίμπκνεχτ, παρα-βιάζοντας την πειθαρχία, καταψήφι-σε τις πολεμικές δαπάνες, κρατώντας ψηλά τη σημαία του διεθνισμού. Και όταν ο Μπέτμαν Χόλβεγκ, ο Γερμανός καγκελάριος, ρώτησε στο γερμανι-κό κοινοβούλιο, το «Ράιχστανγκ», αν υπήρχε κανείς που να μην αναγνωρί-ζει το δίκαιο της Γερμανίας σε αυτόν τον πόλεμο, μια γεμάτη δύναμη φωνή ακούστηκε. Ήταν ο Καρλ Λίμπκνεχτ, ο οποίος μέσα στην υστερία των φιλοπό-λεμων τόλμησε να καταγγείλει: «Κύρι-οι, ο εχθρός δεν βρίσκεται έξω από τη χώρα, αλλά μέσα σε αυτή: στις τράπε-ζες, στα εμποροβιομηχανικά επιμελη-τήρια, στα ανάκτορα, στα επιτελεία...»

Προδοσία Ήταν τόσο μεγάλη και τόσο απροσ-δόκητη η προδοσία που ακόμα και ο Λένιν πίστεψε πως το φύλλο της εφη-μερίδας Φόρβερτς, η οποία ήταν το όργανο της γερμανικής σοσιαλδημο-κρατίας και το οποίο υποστήριξε τις πολεμικές πιστώσεις του Κάιζερ, ήταν παραχαραγμένο από το γερμανικό επι-τελείο! Με αυτό τον τρόπο το SPD, το πανίσχυρο κόμμα της 2ης Διεθνούς, ατιμάστηκε από τη φοβερή προδοσία των ηγετών του Νόσκε, Έμπερτ, Σάϊ-ντεμαν και λοιπών «υπερασπιστών της πατρίδας». Και δεν ήταν μόνο αυτοί.

Ο Κάουτσκυ, που το 1909, στην περίφημη μπροσούρα του Ο δρόμος προς την εξουσία, είχε υποστηρίξει την άμεση σχέση πολέμου και επα-νάστασης και το 1912 είχε υπογράψει την αντιπολεμική Διακήρυξη της Βασιλείας, ακολούθησε, σε αυτή την αποφασιστική καμπή, μια «κεντρώα», συμβιβαστική πολιτική. «Απλούστατα δεν είναι αλήθεια, υποστήριζε ο Κάου-τσκυ σε ένα άρθρο του στη Die Newe Zeit τον Μάιο του 1915, «ότι ο πόλεμος

είναι καθαρά ιμπεριαλιστικός, ότι με το ξέσπασμά του έμπαινε το δίλημ-μα: ιμπεριαλισμός ή σοσιαλισμός, ότι τα σοσιαλιστικά κόμματα και οι προλεταριακές μάζες της Γερμανίας, της Γαλλίας και από πολλές απόψεις και της Αγγλίας ρίχτηκαν χωρίς να το σκεφτούν, μόνο με την έκκληση μιας χούφτας κοινοβουλευτικών ανδρών, στην αγκαλιά του ιμπεριαλισμού, πρόδωσαν το σοσιαλισμό και έτσι προκάλεσαν μια χρεοκοπία χωρίς προ-ηγούμενο σε όλη την Ιστορία». Ακόμα, έφτασε στο σημείο να υποστηρίξει ότι η Διεθνής «δεν είναι αποτελεσματικό μέσο κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ουσιωδώς είναι ένα όργανο ειρήνης. Και αυτό με διπλή έννοια: πάλη για την ειρήνη και ταξική πάλη κατά τη διάρ-κεια της ειρήνης!»

Οι συνεπείς μαρξιστές, οι οποίοι είχαν κατηγορήσει με λόγια σκληρά τους εθνικιστές, δεν δίστασαν να κα-τηγορήσουν με την ίδια σκληρότητα και τους «κεντρώους» υποστηρικτές του στείρου πασιφισμού και της «χρυσής μέσης οδού». Οι Ολλανδοί Γκόρτερ και Πάννεκουκ χαρακτήρι-σαν τις απόψεις του Κάουτσκυ ως «παθητικό ριζοσπαστισμό», ενώ ο

Λένιν, με πάθος τόνιζε στις οριοθε-τήσεις του ότι «καθήκον για κάθε ει-λικρινή σοσιαλιστική, για κάθε τίμια προλεταριακή πολιτική (αφήνω πια τη συνειδητά μαρξιστική πολιτική) είναι κατά κύριο λόγο και πρώτα από όλα το συνεπές, συστηματικό, θαρραλέο και ανεπιφύλακτο ξεσκέπασμα της πασιφιστικής και δημοκρατικής υπο-κρισίας της δικής σου κυβέρνησης και της δικής σου αστικής τάξης […] Αυτή την άμεση υποχρέωσή τους δεν την κατάλαβαν καθόλου ο Τουράτι και Σία, ο Κάουτσκυ και Σία, ο Λονγκέ, ο Μερχάιμ και Σία, που αντιπροσω-πεύουν ολόκληρο ρεύμα στον διεθνή σοσιαλισμό και οι οποίοι στην πράξη, αντικειμενικά, όσο και αν είναι αγα-θότατες οι προθέσεις τους, βοηθάνε απλώς και μόνο καθενός “τη δική του” ιμπεριαλιστική τάξη να εξαπατά τους λαούς, να εξωραΐζει τους ιμπεριαλι-στικούς της σκοπούς».

Έτσι, δεν έμενε παρά στους μπολ-σεβίκους, τη μαρξιστική τάση της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας, στους «Σπαρτακιστές», τη ριζοσπαστική αρι-στερά του γερμανικού σοσιαλδημο-κρατικού κόμματος, στους «Στενούς», την αριστερή πτέρυγα των Βουλγάρων

σοσιαλδημοκρατών, στους «Τριμπου-νιστές», τους αριστερούς ριζοσπάστες των Ολλανδών σοσιαλιστών, στους Σέρ-βους σοσιαλδημοκράτες, στις αριστε-ρές ομάδες της σουηδικής και δανικής σοσιαλδημοκρατίας, σε μικρές ομάδες σοσιαλιστών και συνδικαλιστών στη Γαλλία κλπ., να κρατήσουν την επανα-στατική αντίθεση στον πόλεμο.

Η Κεντρική Επιτροπή του Σοσιαλδη-μοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας, της τάσης των μπολσεβίκων, στην περίφημη διεθνιστική της Διακή-ρυξη «Ο Πόλεμος και η Σοσιαλδημο-κρατία», καταδίκασε τις σοβινιστικές αντιλήψεις υποστηρίζοντας ότι «Η μετατροπή του σημερινού ιμπεριαλι-στικού πολέμου σε εμφύλιο είναι το μοναδικά σωστό προλεταριακό σύνθη-μα. Το δείχνει η πείρα της Κομμούνας, το καθόρισε η απόφαση της Βασιλείας (1912) και απορρέει από όλες τις συνθή-κες του ιμπεριαλιστικού πολέμου…»

Στη Βουλγαρία το Μανιφέστο των αριστερών «Στενών» του εργατικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος κα-ταδίκασε και αυτόν τον πόλεμο: «Οι ιμπεριαλιστές-κηδεμόνες των βαλ-κανικών λαών, ερεθίζοντας τις επιθε-τικές διαθέσεις των εκεί αστικών τά-ξεων και των βασιλίσκων, οδήγησαν τους λαούς στο τρομερό ολοκαύτω-μα από όπου βγήκαν κατεστραμμένοι και εξαντλημένοι».

Η μαρξιστική τάσηΓια μια ακόμα φορά, και μέσα στη μαύρη περίοδο του πολέμου, η Διε-θνής, ως μια επαναστατική οργάνω-ση, υπήρχε μόνο στην προοπτική και στη μέθοδο μιας ομάδας στελεχών. Εκείνη την περίοδο οι ηγέτες που απο-τελούσαν και τη ριζοσπαστική πτέρυ-γα στους κόλπους της 2ης Διεθνούς, βρέθηκαν ουσιαστικά απομονωμέ-

νοι. Ωστόσο, ήταν αποφασισμένοι, μέσα στο κύμα του σοβινισμού που εμφανίστηκε τον Αύγουστο του 1914 και παρέσυρε τις ηγετικές ομάδες της διεθνούς οργάνωσης, να κρατή-σουν ψηλά τη σημαία του διεθνισμού και της σοσιαλιστικής επανάστασης. Ήταν, λοιπόν, δικό τους καθήκον να διατηρήσουν τις επαναστατικές πα-ραδόσεις του μαρξισμού, τη στιγμή που η 2η Διεθνής διαλυόταν μέσα στη δίνη του ιμπεριαλιστικού πολέμου, ανίκανη να δώσει προοπτικές στους αγώνες της εργατικής τάξης διεθνώς.

Την ίδια χρονιά συνήλθε στο Τσί-μερβαλντ της Ελβετίας, από τις 5 μέχρι τις 8 Σεπτεμβρίου του 1915, με πρωτοβουλία των Ιταλών σοσιαλι-στών, μια συνδιάσκεψη στην οποία προσκλήθηκαν «όλες οι εργατικές οργανώσεις που έμειναν πιστές στην αρχή της πάλης των τάξεων και της διεθνούς αλληλεγγύης» και στην οποία έλαβαν μέρος 38 εκπρόσωποι σοσιαλδημοκρατικών κόμματων. Στη συνδιάσκεψη η Αριστερά, η ριζοσπα-στική πτέρυγα της συνδιάσκεψης είχε όλους κι όλους 8 αντιπροσώπους, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν Ρώσοι. Το 1915 οι διεθνιστές όλου του κόσμου χωρούσαν, όπως χωράτευ-αν και οι σύνεδροι του Τσίμερβαλντ, μέσα σε τέσσερα αμάξια! Ο Τρότσκι, που έλαβε μέρος στη συνδιάσκεψη, σημείωσε αργότερα στο έργο του «Η ζωή μου» ότι ο Ελβετός σοσιαλιστής Γκρίμμ, υπεύθυνος για την οργάνωση της συνδιάσκεψης «βρήκε για τις συ-νεδριάσεις ένα μέρος δέκα χιλιόμετρα από τη Βέρνη, σε ένα μικρό χωριό, το Τσίμερβαλντ, ψηλά στα βουνά. Οι αντιπρόσωποι στριμώχτηκαν μέσα σε τέσσερα αμάξια κι ανέβηκαν στα βου-νά. Οι περαστικοί κοίταζαν θαμπωμέ-νοι τούτο το παράξενο καραβάνι […]

1914: Τότε που το τέρας πρόβαλε στον ορίζοντασυνέχεια από την προηγούμενη σελίδα

Η αντίσταση στα χαρακώματαΠοδοσφαιρικός αγώνας, από τη συναδέλφωση στα χαρακώματα το 1914.

Η ιστορική συνεδρίαση του Ράιχσταγκ στις 12 Δεκέμβρη του 1914.

Πρωτοσέλιδο της

Daily Mirror: Βρετανοί και

Γερμανοί φαντάροι

βγάζουν κοινή φωτογραφία.

Page 3: Ένθετο ΕΑ317

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-1918

ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

μου αρέσει αυτός ο πόλεμος. Το ξέρω ότι συνθλίβει και καταστρέ-φει τις ζωές χιλιάδων ανθρώπων κάθε στιγμή, ωστόσο δεν μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό. Απολαμβά-νω το κάθε δευτερόλεπτο». Διά-φοροι φιλόσοφοι υποστήριζαν την εγγύτητα στο θάνατο, ως μέ-σον που μπορούσε, λέει, να δώσει φως στη ζωή. Ταυτόχρονα ο πα-τριωτικός Τύπος δεν σταματού-σε να υποδαυλίζει τα μίση και να ζητά «πόλεμο μέχρι τέλους».

Αυτή ήταν η πραγματικότητα που έλιωσε σαν κερί το πατριωτικό κύμα του 1914. Ο πολεμικός ενθου-σιασμός παραχώρησε τη θέση του στην κούραση και στην αγωνία, η εθνική ενότητα στη δυσαρέσκεια και στο ταξικό μίσος. Να πώς απα-ντούσε στους πολεμοκάπηλους μια εφημερίδα του μετώπου: «“Μέ-χρι τέλους” κράζει το κοράκι καθα-ρίζοντας τα ανθρώπινα κόκαλα στα πεδία της μάχης... “πόλεμος μέχρι τέλους” φωνάζει ο φοιτητής στην κεντρική πλατεία βεβαιώνοντας ότι η αιτία της συμφοράς μας είναι οι Γερμανοί... “μέχρι τέλους” διακη-ρύττουν τα κυβερνητικά όργανα

των Συμμάχων, επιθεωρώντας το πεδίο της μάχης που είναι σκεπα-σμένο από πτώματα προλετάρι-ων... σύντροφοί μου αυτός που φωνάζει “πόλεμος μέχρι τέλους” να σταλεί τώρα στην πρώτη γραμμή, να δούμε τότε τι θα πει».

Επιβίωση και αντίσταση έγιναν η πυξίδα των φαντάρων στο μέτωπο. Πρώτα η επιβίωση και ο χρυσός κανόνας «Ζήσε και άσε και τους άλλους να ζήσουν». Έτσι, στην

αρχή δοκιμαστικά, οι ελεύθεροι σκοπευτές άρχισαν να αστοχούν, οι εχθρικές περίπολοι απέφευγαν η μία την άλλη και στην περισυλλογή των τραυματιών σταματούσαν οι εχθροπραξίες... Τα Χριστούγεννα του 1914 έγινε η πρώτη ανακωχή και συναδέλφωση των φαντάρων στο δυτικό μέτωπο: μπροστά στο συρματόπλεγμα, Γερμανοί και Άγ-γλοι αντάλλασσαν τσιγάρα, τζιν και κουμπιά...

Ρωσική ΕπανάστασηΤο 1917, η ρωσική επανάσταση μεταμορφώνει οριστικά την κατά-σταση. Τον πρώτο λόγο τώρα τον έχει η αντίσταση στο μιλιταρισμό. Οι επιτροπές στρατιωτών, που συγκροτούνται μέσα στον τσαρι-κό στρατό, συνδέονται αμέσως με τα σοβιέτ στις πόλεις. Τα αι-τήματά τους είναι αδιανόητα για το σώμα των τσαρικών αξιωμα-τικών. Διεκδικούν: αύξηση στον στρατιωτικό μισθό, ασφάλιση και εγγυήσεις για τις οικογένειές τους, κατάργηση των χαιρετι-σμών και της προσοχής μπροστά στους αξιωματικούς, απόλυση των αξιωματικών που φέρονται

βάναυσα, εκλογή αντιπροσώπων και ελεύθερη διακίνηση ιδεών. Το μικρόβιο της επανάστασης εξα-πλώνεται παντού και γρήγορα.

Η πιο άμεση αντανάκλαση βρί-σκεται στη μαζική ανταρσία του γαλλικού στρατού (49 μεραρχίες!!) το καλοκαίρι του 1917. Ύστερα από τη μάχη στο Βερντέν, με θύματα εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώ-τες, οι Γάλλοι φαντάροι αρνούνται να εκτελέσουν τις διαταγές και κακοποιούν τους αξιωματικούς τους. Είναι ένα αυθόρμητο κίνη-μα αμφισβήτησης και εκδίκησης, που αγκαλιάζει δεκάδες χιλιάδες άνδρες αλλά δεν μπορεί να προχω-ρήσει πολιτικά. Ας μην ξεχνάμε ότι η διεθνιστική Αριστερά είχε καταρ-ρεύσει στη Γαλλία και οι παλιοί ει-ρηνιστές και αναρχικοί έχουν γίνει οι περισσότεροι εθνικιστές με το ξεκίνημα του πολέμου.

Ο κινητήρας όμως της ρωσικής επανάστασης δεν έχει σταματή-σει ακόμη. Τον Μάρτη του 1918 γίνονται οι διαπραγματεύσεις του Μπρεστ-Λιτόφσκ, μεταξύ σοβι-ετικής Ρωσίας και γερμανικής αυτοκρατορίας, που καταλήγουν

σε μια ξεχωριστή συνθήκη ειρή-νης. Σ’ όλο αυτό το διάστημα ο πόλεμος στο ανατολικό μέτωπο παγώνει και έτσι διαμορφώνονται οι προϋποθέσεις για τη συναδέλ-φωση των φαντάρων στα χαρα-κώματα. Οι μπολσεβίκοι δείχνουν άκαμπτη επιμονή σ’ αυτή την πο-λιτική, ως πρακτική απόδειξη της δύναμης του διεθνισμού. Όταν η γερμανική διοίκηση αντιλαμ-βάνεται την επικινδυνότητα της κατάστασης είναι πολύ αργά: τα γερμανικά στρατεύματα έχουν ήδη «μολυνθεί». Αυτά είναι τα στρατεύματα που αναλαμβάνουν το κύριο βάρος της «εαρινής επί-θεσης» του 1918, στο δυτικό μέτω-πο αυτήν τη φορά.

Το 1918 είναι η χρονιά που τε-λειώνει ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος. Η τελευταία πράξη εί-ναι η κατάρρευση του γερμανικού στρατού και η συνθηκολόγηση της Γερμανίας. Το γερμανικό επιτελείο και οι ηγέτες του, Χίντεμπουργκ και Λούντεντορφ, προσπαθούν να συγκροτήσουν μια γραμμή άμυ-νας στις επιθετικές πρωτοβουλίες των Συμμάχων. Και τότε ανακαλύ-πτουν ότι δεν υπάρχει στρατός. Οι

φαντάροι έχουν εγκαταλείψει μα-ζικά τις θέσεις τους και είτε έχουν λιποτακτήσει είτε έχουν παραδο-θεί κατά εκατοντάδες χιλιάδες. Ο ίδιος ο Λούντεντορφ λιποτακτεί με τη σειρά του στη Σουηδία. Ύστερα από λίγες μέρες ακολουθεί η εξέ-γερση των ναυτών και το τέλος της γερμανικής αυτοκρατορίας.

Από τον εθνικισμό στην αμ-φισβήτηση, από την επιβίωση στην αντίσταση και από εκεί στην εξέγερση, αυτή είναι η πολιτική διαδρομή των φαντάρων στα χα-ρακώματα. Είναι το πέρασμα από το πατριωτικό κύμα του 1914 στο επαναστατικό κύμα του 1917.

Μετά τη γερμανική συνθηκολό-γηση, οι συμμαχικές δυνάμεις δεν απέστειλαν στρατεύματα κατοχής στη Γερμανία. Ο Λόιντ Τζορτζ, πρω-θυπουργός της Βρετανίας, εξήγη-σε τους λόγους: «Η Γερμανία είναι σαν μια ζώνη χολέρας που έχει μο-λυνθεί από το μικρόβιο του μπολ-σεβικισμού. Αυτό που δεν θέλουμε με τίποτα είναι να προελαύνουν Βρετανοί ανθρακωρύχοι μέσα από μια κομμουνιστική Βεστφαλία». Νομίζουμε ότι δεν είχε άδικο...

Μερικές μέρες αργότερα, το όνομα Τσίμερβαλντ, της ολότελα άγνωστης αυτής πόλης, αντήχησε σε όλο τον κόσμο. Το γεγονός αυτό προκάλεσε τρομερή εντύπωση στον ιδιοκτήτη του ξενοδοχείου μας. Σαν γνήσιος Ελβετός δήλωσε στον Γκριμμ ότι ήταν σίγουρος πως η αξία του ακινήτου θα αυξανόταν και κατά συνέπεια ήταν δι-ατεθειμένος να προσφέρει ένα γερό ποσό για την ίδρυση της ΙΙΙ Διεθνούς. Πάντως, πιστεύω, πως πολύ γρήγορα θα αλλάξει γνώμη».

Η συνδιάσκεψη του Τσίμερβαλντ, η οποία αποτέλεσε τη συσπείρωση των σοσιαλιστών που ήταν αντίθετοι με τον πόλεμο, υιοθέτησε ένα μανιφέστο που καυτηρίαζε τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο: «Όποιοι και να είναι οι άμεσα υπεύθυνοι για τα έκτροπα αυτού του πολέμου, ένα είναι βέβαιο: ο πόλεμος που προκάλεσε όλο αυτό το χαός είναι αποτελεσμα του ιμπεριαλισμού[…] Οι θεσμοί του καπιταλιστικού καθεστώ-τος που ορίζουν την τύχη των λαών: οι κυβερνήσεις, μοναρχικές ή δημοκρατι-κές, η μυστική διπλωματία, οι ισχυρές οργανώσεις των εργοδοτών, τα αστικά κόμματα, ο καπιταλιστικός Τύπος, η Εκ-κλησία: όλους αυτούς τους βαραίνει η ευθύνη τούτου του πολέμου, ο οποίος προήλθε από ένα κοινωνικό σύστημα που τους συντηρεί, που το υποστηρί-ζουν και το οποίο δεν εξυπηρετεί παρά μόνο τα δικά τους συμφέροντα».

Στόχος της συνδιάσκεψης του Τσί-μερβαλντ ήταν η αναδιοργάνωση του εργατικού κινήματος: «Σε αυτή την αφόρητη κατάσταση έχουμε συναντη-θεί, εμείς, οι εκπρόσωποι των σοσιαλι-στικών κομμάτων και των συνδικάτων ή των μειοψηφιών αυτών, εμείς, Γερ-μανοί, Γάλλοι, Ιταλοί, Ρώσοι, Πολωνοί, Λεττονοί, Ρουμάνοι, Βούλγαροι, Σουη-δοί, Νορβηγοί, Ολλανδοί και Ελβετοί,

εμείς που στεκόμαστε στο έδαφος όχι της εθνικής αλληλεγγύης με την εκμε-ταλλευτική τάξη αλλά της διεθνούς αλ-ληλεγγύης των εργατών και της ταξικής πάλης. Έχουμε συναντηθεί για να ανανε-ώσουμε τους σπασμένους δεσμούς των διεθνών σχέσεων και να καλέσουμε την εργατική τάξη να αναδιοργανωθεί και να ξεκινήσει την πάλη για την ειρήνη».

Η συνδιάσκεψη απέρριψε, ωστόσο, την πρόταση της ριζοσπαστικής μαρ-ξιστικής τάσης που έμεινε στην ιστορία ως η «Αριστερά του Τσίμερβαλντ». Η αριστερή τάση, αν και δήλωσε: «Ψηφί-ζουμε υπέρ του μανιφέστου επειδή το θεωρούμε ως ένα κάλεσμα στην πάλη και σε αυτή την πάλη ανυπομονούμε να βαδίσουμε δίπλα σε άλλα τμήματα της Διεθνούς», κατέθεσε μια συμπλη-ρωματική δήλωση -που ζήτησε μάλι-στα να συμπεριληφθεί και στα επίσημα πρακτικά- η οποία ανέφερε: «Το μανι-φέστο που υιοθετήθηκε από τη Συν-διάσκεψη δεν μας ικανοποιεί πλήρως [...] Το μανιφέστο δεν περιέχει καμιά ξεκάθαρη αναφορά σχετικά με τις με-θόδους πάλης κατά του πολέμου».

Την περίοδο αυτή η ριζοσπαστική αριστερά της Διεθνούς, οριοθετημέ-νη από τις πασιφιστικές αντιλήψεις, είχε υιοθετήσει μια σκληρή αντιπολε-μική στάση: «Άρνηση των πολεμικών πιστώσεων, έξοδο των σοσιαλιστών υπουργών από τις αστικές κυβερνή-σεις […] προπαγάνδα στα χαρακώματα υπέρ της διεθνούς αλληλεγγύης, υπο-στήριξη των οικονομικών απεργιών με σύγχρονη προσπάθεια μετατροπής τους σε πολιτικές απεργίες, εμφύλιος πόλεμος και όχι κοινωνική ειρήνη».

Στη νέα συνδιάσκεψη που συνήλ-θε στο Κίενταλ, από τις 24 μέχρι τις 30 Απριλίου του 1916, και στην οποία συμμετείχαν 43 αντιπρόσωποι από 10 χώρες, η Αριστερά αύξησε τους αντι-

προσώπους της σε 12. Για μια ακόμα φορά, όμως, το σχέδιο απόφασης που παρουσίασε η ομάδα των μπολσε-βίκων για να γίνει έκκληση προς την εργατική τάξη σε όλες τις εμπόλεμες χώρες με το επαναστατικό σύνθημα «Καταθέστε τα όπλα. Πρέπει να τα στρέψετε μονάχα ενάντια στον κοινό εχθρό, ενάντια στις καπιταλιστικές κυβερνήσεις», απορρίφθηκε από την κεντρώα και δεξιά πλειοψηφία της συνδιάσκεψης. Η συνδιάσκεψη του Κίενταλ απέρριψε, επίσης, τις θεμελι-ώδεις αρχές της μαρξιστικής πτέρυ-γας για τη μετατροπή του ιμπεριαλι-στικού πολέμου σε εμφύλιο, για την ήττα στον πόλεμο των δικών τους κυ-βερνήσεων και την οργάνωση της 3ης Διεθνούς. Η συνδιάσκεψη αρνήθηκε, επίσης, να διακόψει τις σχέσεις της με τα ηγετικά όργανα της 2ης Διεθνούς και να δημιουργήσει τις βάσεις για μια νέα Διεθνή. Ο ίδιος ο Λένιν αναγνώρι-σε, το 1916, ότι «ένα από τα κύρια λάθη του Τσίμερβαλντ και του Κίενταλ και μια από τις βασικές αιτίες για την πι-θανή χρεοκοπία αυτών των εμβρύων της 3ης Διεθνούς είναι ακριβώς ότι το ζήτημα της πάλης ενάντια στον οπορ-τουνισμό δεν είχε μπει ανοιχτά […] Ο

οπορτουνισμός νίκησε -προσωρινά- στο εργατικό κίνημα της Ευρώπης».

Παρ’ όλα αυτά, οι συνδιασκέψεις του Τσίμερβαλντ και του Κίενταλ ήταν αυτές που δημιούργησαν τις βάσεις για τη συνένωση όλων των διεθνιστι-κών στοιχείων που θα αποτελούσαν, αργότερα, την 3η Διεθνή. Ήταν η απρόσμενη προδοσία από τους ηγέ-τες της 2ης Διεθνούς που δημιούρ-γησε μια κατάσταση όπου οι διεθνι-στές όλου του κόσμου, πηγαίνοντας αντίθετα με το ρεύμα, αποτελούσαν μια ασήμαντη μειοψηφία. Η απομό-νωση, η αδυναμία και η προσπάθεια να βάλουν τη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στο μαρξισμό και στο σο-βινισμό είχε ως αποτέλεσμα αυτοί οι ηγέτες, ορισμένοι από τους οποίους θα οδηγούσαν αργότερα την εργατι-κή τάξη στην εξουσία, να έχουν την τάση να γίνουν υπεραριστεροί. Έτσι, από το 1914 και μετά ο Ζηνόβιεφ, εκ-φράζοντας το επαναστατικό πνεύμα της αριστερής, μαρξιστικής τάσης της Διεθνούς και αναφερόμενος στο «σύνθημα της επαναστατικής σοσι-αλδημοκρατίας» τόνιζε: «Πρέπει να υψώσουμε τη σημαία του εμφυλίου πολέμου[…] Το καθήκον μας είναι να προετοιμαστούμε για τις μάχες που έρχονται και να συνηθίσουμε και εμείς και ολόκληρο το εργατικό κίνη-μα σε τούτη την ιδέα: ή θα πεθάνου-με ή θα νικήσουμε κάτω από τη ση-μαία του εμφυλίου πολέμου».

Οι βασικές και θεμελιώδεις αρχές, το πέρασμα στον ιμπεριαλισμό, αναλύθη-καν εμπεριστατωμένα από τον νέο ηγέ-τη του διεθνούς εργατικού κινήματος, τον Λένιν, ο οποίος το 1916 και μέσα στο ολοκαύτωμα του Πρώτου Παγκοσμίου πολέμου έγραψε το μνημειώδες έργο του «Ο ιμπεριαλισμός ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού». Οι αρχές αυτές

επαληθεύτηκαν από την κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήμα-τος, το επαναστατικό ξέσπασμα που ακολούθησε τον πόλεμο και τη ρωσική επανάσταση του 1917.

Αντίθετα με τις υποχωρήσεις και τους συμβιβασμούς των «ρεαλιστι-κών» και «πατριωτικών» ηγετικών ομάδων της 2ης Διεθνούς, οι θε-ωρητικές αναλύσεις του Λένιν για τον ιμπεριαλισμό αποτελούσαν μια ανεκτίμητη προσφορά στη θεωρη-τική μαρξιστική σκέψη, θεωρητική συμβολή που ανέλυε με αλληλουχία όλη την κοσμοϊστορική εξέλιξη της εποχής καθώς και τα επαναστατικά καθήκοντα που έθετε η εποχή αυτή στην εργατική τάξη. «Ο παλιός καπι-ταλισμός έφαγε τα ψωμιά του», υπο-στήριξε ο Λένιν στο μεγάλο αυτό έργο του, «ο καινούργιος είναι το πέρασμα σε κάτι άλλο […] Ο 20ός αιώνας – νά το σημείο ριζικής στροφής από τον παλιό στον καινούργιο καπιταλισμό, από την κυριαρχία του κεφαλαίου γενικά στην κυριαρχία του χρηματι-στικού κεφαλαίου». Ως εκ τούτου «αν θα χρειαζόταν να δοθεί ένας όσο το δυνατόν πιο σύντομος ορισμός του ιμπεριαλισμού», συνεχίζει ο Λένιν, «θα έπρεπε να πούμε ότι ο ιμπερια-λισμός είναι το μονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισμού».

Ο παγκόσμιος πόλεμος προκάλεσε ένα τεράστιο επαναστατικό ξέσπα-σμα που στο πέρασμα του παρέσυρε χώρες που βρίσκονταν σε διαφορετι-κό στάδιο εξέλιξης. Οι καθυστερημέ-νες χώρες, οι οποίες υπέφεραν κάτω από τα ασήκωτα βάρη του πολέμου, βρέθηκαν στην πρώτη σειρά της κα-τάρρευσης. Η Ρωσία βρέθηκε την περίοδο αυτή στη δίνη του επαναστα-τικού κυκλώνα. «Η αλυσίδα έσπασε στον πιο αδύναμο κρίκο της».

Επιβίωση και αντίσταση έγιναν η πυξίδα των φαντάρων στο μέτωπο. Πρώτα η επιβίωση και ο χρυσός κανόνας «Ζήσε και άσε και τους άλλους να ζήσουν»

1914: Τότε που το τέρας πρόβαλε στον ορίζοντα

Η αντίσταση στα χαρακώματα

Ο Καρλ Λίμπκνεχτ και η Ρόζα.

Page 4: Ένθετο ΕΑ317

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος 1914-1918

ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΑΡΙΣΤΕΡΑ

Του Παναγιώτη Λίλλη

O Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918) ήταν ένας ιμπερια-λιστικός πόλεμος από όλες τις

πλευρές. Η «Τριπλή Συνεννόηση» Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας και το αντίπαλο μπλοκ Γερμανίας, Αυστρίας και Οθωμανικής Αυ-τοκρατορίας συγκρούστηκαν για το ξανα-μοίρασμα των αποικιών και των αγορών. Τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα μεταμφιέ-στηκαν πίσω από τα εθνικά δικαιώματα –δήθεν– ενάντια στην καταπίεση, πίσω από τη δημοκρατία –τάχα– ενάντια στην απο-λυταρχία, αλλά και τον δήθεν πολιτισμό ενάντια στη βαρβαρότητα. Το παλιό status quo δεν αντιστοιχούσε πια στους νέους οικονομικούς και στρατιωτικούς συσχε-τισμούς. Ο πόλεμος είχε γίνει το φυσικό επακόλουθο μιας ένοπλης ειρήνης, που δι-αρκούσε σχεδόν 40 χρόνια στην Ευρώπη.

Το αναπόφευκτο του πολέμου δεν ήταν για τους σοσιαλιστές της εποχής, και ιδι-αίτερα για τη Β΄ Διεθνή, ένα ακαδημαϊκό ζήτημα. Στο συνέδριο της Στουτγάρδης, το 1907, είχαν ήδη βγει αποφάσεις ενά-ντια στον ανερχόμενο μιλιταρισμό που κατέκλυζε τις ευρωπαϊκές χώρες. Όμως οι βαλκανικοί πόλεμοι (1912-1913) έβαλαν στην ημερήσια διάταξη μια γενική σύρρα-ξη μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων. Κάτω από την πίεση αυτών των εξελίξεων συ-γκλήθηκε το 1912 το Έκτακτο Συνέδριο της Β΄ Διεθνούς στη Βασιλεία. Το μανιφέστο, που εκδόθηκε, έγινε αποδεκτό από όλα τα σοσιαλιστικά κόμματα της εποχής και δεν αμφισβητήθηκε από καμιά πλευρά.

Το μανιφέστο, χωρίς υπεκφυγές, καλούσε τις εργαζόμενες τάξεις και τα σοσιαλιστικά κόμματα: Πρώτο, να εμποδίσουν με κάθε τρόπο και μέσο, που διαθέτουν, το ξέσπα-σμα του επερχόμενου πολέμου. Δεύτερο, αν παρ’ όλα αυτά ξεκινήσει, να παρέμβουν άμεσα για τον τερματισμό του. Και τρίτο, με όλες τις δυνάμεις τους να αξιοποιήσουν και να εκμεταλλευτούν την οικονομική και πο-λιτική κρίση, που θα επέφερε ο πόλεμος, για να ξεσηκώσουν τις μάζες για την ανατροπή της καπιταλιστικής εξουσίας.

Στρατηγική βάση γι’ αυτές τις αποφάσεις ήταν η διεθνιστική εργατική αλληλεγγύη ενάντια στον ιμπεριαλισμό, αλλά και η αξιο-ποίηση του φόβου της καπιταλιστικής ολι-

γαρχίας για το ενδεχόμενο μιας προλεταρια-κής επανάστασης. Και η Β΄ Διεθνής ακριβώς αυτό το φόβο θεωρούσε σαν τη μοναδική εγγύηση για την ειρήνη. Γι’ αυτό μπήκαν στο μανιφέστο της Βασιλείας, για εκφοβισμό της άρχουσας τάξης, οι αναφορές στην Κομούνα του 1871 (που είχε προέλευση την ήττα της Γαλλίας στο γαλλοπρωσικό πόλεμο 1870-1871) και στη Ρωσική Επανάσταση του 1905 (σαν αποτέλεσμα της ήττας του τσαρισμού στο ρωσοϊαπωνικό πόλεμο 1904-1905).

ΣοσιαλσοβινισμόςΔύο χρόνια όμως μετά, τον Αύγουστο του 1914, τα σοσιαλιστικά κόμματα και οι κοι-νοβουλευτικές τους ομάδες ψήφισαν τις δαπάνες για τους εξοπλισμούς και υπο-στήριξαν με κάθε τρόπο τη στρατιωτική προσπάθεια των «δικών τους» κυβερνήσε-ων. Ήταν ο θρίαμβος της εθνικής ενότητας ενάντια στον εξωτερικό εχθρό. Στη θέση του διεθνισμού σάρωνε ο σοσιαλσοβινι-σμός. Ήταν το τέλος της Β΄ Διεθνούς.

Πώς ήταν, όμως, δυνατόν να γίνει τέτοια προδοσία; Πώς ήταν δυνατόν η Β΄ Διε-θνής, που γεννήθηκε το 1889 σαν εργαλείο της ταξικής πάλης και της διεθνιστικής αλ-ληλεγγύης, στις δεκαετίες που ακολούθη-σαν να μετατραπεί στο αντίθετό της;

Από τις αρχές της δεκαετίας του 1890, η οικονομική ανάπτυξη ήταν ραγδαία. Σε μια τέτοια συγκυρία, ο αγώνας για άμεσες με-ταρρυθμίσεις διαμόρφωνε ένα «ρεαλισμό» που έσπαγε το δεσμό της καθημερινής πά-λης με τον σοσιαλιστικό σκοπό. Ταυτόχρο-να η μακρά περίοδος νομιμότητας άμβλυνε τη μαχητικότητα του εργατικού κινήματος. Τα χρόνια της ανάπτυξης και της δημοκρα-τίας είχαν ενισχύσει εξαιρετικά τη δύναμη της γραφειοκρατίας των συνδικάτων και των σοσιαλιστικών κομμάτων.

Πάνω σ’ αυτή τη βάση υπήρχε στη σοσι-αλδημοκρατία μία διαρκής αντιπαράθεση μεταξύ της επαναστατικής πτέρυγας και του οπορτουνισμού. Ιδιαίτερα στη Γερμα-νία, όπου το SPD ήταν το μεγαλύτερο κόμ-μα της Διεθνούς και η πρώτη κοινοβουλευ-τική δύναμη της χώρας, αυτές οι εξελίξεις εκφράζονταν με πιο συμπυκνωμένο τρόπο. Ο σοσιαλσοβινισμός (η υπεράσπιση της πατρίδας σε έναν άδικο και ιμπεριαλιστικό πόλεμο) δεν ήταν ένα ξαφνικό και ανεξή-γητο φαινόμενο. Ήταν η ολοκλήρωση μιας

μεγάλης πορείας εκφυλισμού της ηγεσίας των συνδικάτων και των κοινοβουλευτικών σοσιαλιστικών κομμάτων.

Διεθνισμός και επαναστατι-κός ντεφετισμόςΗ απάντηση της σοσιαλιστικής Αριστεράς ήταν κάθετη. «Πρώτο καθήκον μας είναι η συνέχιση της ταξικής πάλης μέσα στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και δεύτερο η με-τατροπή του πολέμου σε επανάσταση». Αυτή η κατεύθυνση ήταν σίγουρα μειοψη-φική στις αρχές του πολέμου. Απέναντι στο δίλημμα με ποιο ιμπεριαλιστικό μπλοκ θα ταχθούμε στον πόλεμο, εισήγαγε μια άλλη εναλλακτική: την επανάσταση. Ήταν όμως ρεαλιστική αυτή η στρατηγική;

Για τους Μπολσεβίκους, που ήταν οι πιο συνεπείς εκπρόσωποι του εργατικού διε-θνισμού, αυτή η στρατηγική στηριζόταν στα γερά θεμέλια μιας ανάλυσης που συ-νέδεε τον ιμπεριαλισμό με τον πόλεμο και τον πόλεμο με την επανάσταση. Ο Λένιν είχε σ’ αυτό τον τομέα μια από τις σπου-δαιότερες συμβολές. Αλλά μερικούς μήνες μετά το ξεκίνημα του σφαγείου του Πρώ-του Παγκόσμιου Πολέμου, μια σειρά από γεγονότα τους επιβεβαίωναν ήδη.

Τα οικονομικά γεγονότα ήταν: ραγδαία πτώση της παραγωγής σ’ όλες τις χώρες, τεράστια αύξηση των χρεών σε όλα τα εμπόλεμα κράτη, κοινωνική πόλωση με-ταξύ καπιταλιστικής ολιγαρχίας και μαζών, πείνα, μαζικές ασθένειες και θάνατοι.

Τα πολιτικά γεγονότα ήταν: άγριες απερ-γίες στα μετόπισθεν, συναδελφώσεις φα-ντάρων στα χαρακώματα, ανακατατάξεις στα σοσιαλιστικά κόμματα, ηθική αμφισβή-τηση όλων των καθεστώτων. Όλα όμως τα γεγονότα είχαν έναν κοινό παρανομαστή: την αδυναμία των «από πάνω», αλλά και τη ριζοσπαστικοποίηση των «από κάτω».

Αυτή η στρατηγική στηριζόταν στη λογι-κή της μάχης μιας επαναστατικής πρωτο-πορίας και όχι στον παθητικό και αφηρημέ-νο αντιπολεμικό ριζοσπαστισμό. Για τους Μπολσεβίκους το πέρασμα από τον πόλεμο στην επανάσταση προϋπέθετε την ύπαρξη μιας επαναστατικής κατάστασης ( την οικο-νομική και πολιτική κρίση που θα επέφερε ο πόλεμος), που ξετυλιγόταν μπροστά στα μάτια τους και απαιτούσε με τη σειρά της μια συστηματική πολιτική παρέμβαση.

Σίγουρα τον κόμπο θα τον έλυνε μια νι-κηφόρα εργατική εξέγερση, αλλά αυτό δεν ήταν, ακόμα, το καθήκον της ημέρας. Το καθήκον της ημέρας, στις αρχές του πολέ-μου, ήταν να μην ψηφιστούν οι πολεμικές πιστώσεις που ζητούσαν οι κυβερνήσεις των εμπολέμων, να υποστηριχτούν όλες οι απεργίες που ήδη είχαν ξεσπάσει, αλλά και κάθε αντιπολεμική προπαγάνδα και δράση είτε στις πόλεις είτε στα χαρακώματα. Και για να γίνουν όλα αυτά τα «μικρά», αλλά αναγκαία για την προπαρασκευή της επα-νάστασης, χρειαζόταν ένα κόμμα συμπα-γές και με ισχυρούς δεσμούς με την τάξη των εργατών. Και σ’ αυτό οι Μπολσεβίκοι δεν έκαναν καμιά παραχώρηση πουθενά.

Το σχέδιο μετατροπής του ιμπεριαλιστι-κού πολέμου σε επανάσταση και τα άμε-σα μέτρα αντιπολεμικής δράσης έβαζαν μπροστά τους σκληρά ερωτήματα: «...Μα έτσι δεν δουλεύετε για την ήττα της χώρας μας στον πόλεμο; Δεν γινόσαστε πράκτο-ρες του Κάιζερ;…».

Η απάντηση ήταν το ίδιο ωμή και σκλη-ρή: «Η ήττα της κυβέρνησής μας στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο είναι το μικρότερο κακό», γιατί έτσι ανοίγει ο δρόμος για την επανάσταση, όπως έδειξαν τα παραδείγμα-τα της Κομούνας και του 1905. Αυτό ήταν ο επαναστατικός ντεφετισμός στη γλώσ-σα της επαναστατικής πρωτοπορίας. Στη γλώσσα των μαζών όμως;

Όπως έλεγε ο Τρότσκι: «…να πάρουμε τους εργάτες από εκεί που είναι και όπως είναι και να τους οδηγήσουμε μπροστά από τα μερικά καθήκοντα στα γενικά, από την άμυνα στην επίθεση, από τις πατριωτικές προκαταλήψεις στην ανατροπή του αστικού κράτους». Και αυτό σήμαινε στη γλώσσα των μαζών στη Ρωσία το σύνθημα «γη-ειρήνη-δημοκρατία», που ήταν το προγονικό πρόγραμμα της σοσι-αλιστικής επανάστασης του 1917.

Ο σοσιαλσοβινισμός και ο επαναστατι-κός ντεφετισμός αναμετρήθηκαν όχι μόνο θεωρητικά, αλλά και με τα πρακτικά και πολιτικά αποτελέσματά τους. Ο σοσιαλσο-βινισμός στήριξε το σφαγείο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο επαναστατικός ντεφετισμός οδήγησε στο επαναστατικό κύμα του 1917, την πιο φωτεινή στιγμή της ανθρωπότητας. Ο σοσιαλσοβινισμός οδή-γησε στη χρεοκοπία της Β΄ Διεθνούς, ο διεθνισμός στην ίδρυση της Γ΄ Διεθνούς.

Τι ήταν ο επαναστατικός ντεφετισμός;