Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη,...

40
«Παίζουμε ποίηση;» 2o Νηπιαγωγείο Ασβεστοχωρίου 2014-15 Επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη

description

Παιδική Ποίηση

Transcript of Παίζουμε ποίηση; (επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη,...

«Παίζουμε ποίηση;»

2o Νηπιαγωγείο Ασβεστοχωρίου 2014-15 Επιμέλεια: Μουσιάδου Ειρήνη

Βασίλης Χαρωνίτης, «Φθινόπωρο»

Έρχεται Φθινόπωρο!

φώναξε τ’ αγέρι

χελιδόνια φύγετε

στου νοτιά τα μέρη.

Έρχεται Φθινόπωρο!

λέει το συννεφάκι

πρωτοβρόχια φτάνουνε

ξέψυχο δεντράκι.

Έρχεται Φθινόπωρο!

είπε το σχολείο

τα λουλούδια κλείστηκαν

μέσα στο βιβλίο.

Μιχάλης Στασινόπουλος, «Πρωιν προσευχή»ὴ

Με τη γλυκει αυγούλαὰχαρούμενα ξυπνώ

να στέλνω προσευχούλαθερμ στον ουρανόὴ

Αξίωσέ με, Θέ μου, να μαι καλ παιδὸ ὶ

και πάντα χάριζέ μουχαρ και προκοπήὰ

Θέ μου σαν τα πουλάκια

χαρούμενα να ζω, και τ' άλλα τα παιδάκια

πολ να τ' αγαπώ.ὺ

Και στέλνε μου απ πάνωὸτη χάρη σου κι ευχὴ

να σ' έχω σ' ό,τι κάνωπροστάτη και σκεπή..

Αλέξανδρος Πάλλης, «Καλημερούδια»

Με τι καμάρι περιπατείτην κούκλα της κρατώντας,

και μ' ένα σπάγκο το γατὶξοπίσω της τραβώντας.

Κοντ στην πόρτα σταματάὰπρ ν πάει πι παραπέρα, ὶ ὸκαι τα πουλιά της χαιρετά

με μία καλημέρα.

"Καλημερούδια σας, πουλιά, καλημερούδια χήνα...

την κούκλα λεν Τριανταφυλλιά, και το γατ ψιψίνα. ὶ

Κι αν με ρωτάτε και για που, νωρ ς τι τάχα βγήκα, ὶ

πάω να προφτάσω τον παπποὺπου με φιλεύει σύκα."

Γιώργης Κρόκος, «Ο χορός των εφτά»

Η Δευτέρα με την Τρίτη

στης Τετάρτης παν’ το σπίτι.

Με την Πέμπτη κουβεντιάζουν

την Παρασκευή φωνάζουν

παίρνουνε και το Σαββάτο

και τραβάνε παρακάτω.

Να τη η Κυριακή απ’ το πλάι

το μαντήλι της πετάει

κι αρχινάνε ζωηρό

της βδομάδας το χορό!

Θέτη Χορτιάτη, «Οι μέρες της βδομάδας»

Σήμερα Δευτέραας πούμε καλημέρα.

Αύριο είναι Τρίτηθα ψάξω μες στο σπίτι. να βρω κανένα χάρτητον μελετώ Τετάρτη

Πέμπτη θ’ αποφασίσωκαι θα προγραμματίσω Παρασκευή στο δρόμο

κι ο σάκος μου στον ώμο

Σάββατο πια δικός μουγη κι ουρανός του κόσμου

την Κυριακή πίσω ξανάσβούρα ο καιρός κύκλους γυρνά

Και πάλι τη Δευτέραθα πούμε καλημέρα καινούρια εβδομάδα

πιο φρέσκα η λιακάδαόμως και με συννεφιά

έξω η κακοκεφιά.

Τέλλος ΄Αγρας, «Φεγγαράκι»

Φεγγαράκι αληθινὸβγαίνει πίσω απ' το

βουνό.Μια φων ὴ

τραγουδιστὴστα σοκάκια

κελαηδεί,κάποιο αγόρι

περπατεί,και γλυκ το ὰτραγουδεί.

Φεγγαράκι μου λαμπρό,

φέγγε μου να περπατώ.

Φεγγαράκι μου καλό,χαϊδεμένο κι απαλὸ

Φέγγε μέσα στην αυλή,φέγγε στ' άσπρα μας

σκαλιά,του τζαμιού μας το γυαλί,στου παππού τ' άσπρα

μαλλιά,φεγγαράκι μου λαμπρό,

χαρωπό, λυπητερό.

Φεγγαράκι αληθινό,συργιανά στον ουρανό.

Το τραγούδι το γλυκὸ

σβήνει μες τη γειτονιά.

Το παιδί, περαστικό,θα χει στρίψει απ' τη

γωνιά.

Φεγγαράκι μου λαμπρό,

σ’ αγαπώ σα θησαυρό.

Γεώργιος Βιζυηνός «Η κλώσσα»

Κλοκ, κλοκ, κλοκ, μ' ένα θυμὸστην αυλ γυρνά η κλώσσαὴ

με το φουντωτ λαιμὸ ὸκαι με τα παιδι τα τόσα. ὰ

Κλώσσα, φίλη μου παλιά, τί θυμώνεις σα ζυγώνω;

Δεν σου εγγίζω τα πουλιὰμόνο σου τα καμαρώνω.

Μια τα κράζεις τρυφερά, κάτι που βρες να μοιράσουν, μια απ κάτω απ' τα φτερά, ὸ

τα σκεπάζεις, να ησυχάσουν.

Κι όταν δεις κανα σκυλὶπου ορέγεται πουλάκια,

χύνεσαι ωσ ν τρελὰ ὴνα του βγάλεις τα ματάκια.

Ρένα Καρθαίου, «Σταφυλοπόλεμος»

Σταφυλόρωγες οι σφαίρες, το ντουφέκι μας κλαρί.

Μπαμ και μπουμ, αρχίζει η μάχη. Κάντε πίσω, πίσω, εχθροί!

Μπαμ και μπουμ, χαλάει ο κόσμος και τραντάζει η γειτονιά.

Σπίτια, τζάμια, αυλές και δρόμοι εγεμίσανε ζουμιά.

Πλιτς και πλατς, ρώγα στη ρώγα, και φοβέρες και στριγκλιές.

Χάλια απ' την κορφή ως τα νύχια οι μικροί πολεμιστές.

Το πεδίο πατητήρι, μούστος βράζει η γειτονιά. Κι ο Σεπτέμβρης ετοιμάζει

τη μουσταλευριά.

Ζαχαρίας Παπαντωνίου, «Ο ανυπόμονος»

Μόλις τ’ αυγά της ζέστανε η κλώσσακαι τα μικρ ετοιμάστηκε να βγάλει, ὰ

ένα πουλάκι σήκωσε κεφάλιμες το τσόφλι μιλώντας τέτοια γλώσσα:

" ς πότε εδώ θα μ' έχουνε κλεισμένο; Ὡκαθόλου δεν μπορώ να περιμένω!

Πώς; ΄Ετσι τ ν καιρό μου εδώ θα χάνω; ὸ

Εγ εχω κατορθώματα να κάνω! ὼΚόκορας βέβαια θα μαι δίχως άλλο, λοφίο ψηλό, χρυσ φτερ θ βγάλω. ὰ ὰ ὰ

Τη μέρα και τη νύχτα θα στολίσω, θα φέρνω την αυγή, μόλις λαλήσω

στο φράχτη, στην αυλή, σε κάθε μέροςστρατεύματα τις κότες θα οδηγώ".

Και τούπε τότε κόκορας ο γέρος: ὁ

"Στάσου να βγεις παιδάκι μου απ' το αυγό!"

Ζαχαρίας Παπαντωνίου, « Ο κόκορας»

Ένας κόκορας ολάσπροςμε ψηλό λειρί,

καμαρώνει και φουσκώνεικαι λιλιά φορεί,

και θαρρεί πως το κοτέτσιμόλις τον χωρεί.

Άμα βρει κανένα σπόρομέσα στην αυλή,

το κεφάλι του σηκώνεικαι το διαλαλεί,

να το μάθουνε σε Δύσηκαι σ' Ανατολή!

Τη στιγμή, που σουλατσάρειμε το βήμ' αργό,

«δεν ξανάειδα, λεν οι κότες,τέτοιο στρατηγό»!

Μα κι ο ίδιος συλλογιέται:«Μωρέ τ' είμαι 'γώ!»

Ξάφνου βλέπει ένα γεράκι.Αχ! την ώρα αυτή

το βαρύ περπάτημά τουέχει μπερδευτεί,

κι αστραπή μες στο κοτέτσιτρέχει να κρυφτεί.

«ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΥ»

Έχει τίτλο:

Το έγραψε:

Μου αρέσει γιατί:

Μιχάλης Στασινόπουλος, «Χειμωνιά»

Στο χωρι με τ' άσπρα σπίτιαὸήρθε η χειμωνιά,

μαζευτήκαν τα σπουργίτιακαι ζητάν ζεστ γωνιά, ὴ

έξω απ' του χωριού τα σπίτιαήρθε η παγωνιά.

Τα κλαρι δεν έχουν φύλλα, ὰσπόρος πουθενά,

μες το τζάκι ανάψαν ξύλακι έξω το πουλ πεινά. ὶ

Τα κλαρι γυμν απ φύλλα, ὰ ὰ ὸσπόρος πουθενά.

Το καλ παιδ θ' ανοίξει, ὸ ὶτότε τι χαρά!

Και τα ψίχουλα θα ρίξειστα πουλάκια τα μικρά. Το θολ τζάμι θ' ανοίξει, ὸ

τότε τι χαρά!

Μια και δυο θα φτερουγίσουνμέσα στην αυλή,

την κοιλιά τους να γεμίσουνπου ταν άδεια ώρα πολλὴ

και γι' αλλού θα ξεκινήσουν, ωρα τους καλή.

Ζαχαρίας Παπαντωνίου, «Το ευλογημένο καράβι»

«-Που πας καραβάκι, με τέτοιον καιρό, σε μάχεται θάλασσα, ἡ

δεν τη φοβάσαι; Ανέμοι σφυρίζουνκαι πέφτει νερό, που πας καραβάκι, με τέτοιον καιρό;"

«-Για χώρα πηγαίνωπολ μακρινή, ὺθα φέξουνε φάροιπολλο να περάσω, ὶβοριάδες, νοτιάδεςθ βρω, μα θα φτάσωὰμε πρίμο αγεράκι, μ’ ακέριο πανί".

«-Κι οι κάβοι αν σου στήσουντη νύχτα καρτέρι, επάνω σου αν σπάσειτο κύμα, θεριό, και πάρει τους ναύτεςκαι τον τιμονιέρη; Που πας καραβάκι, με τέτοιον καιρό;"

«-Ψηλ στο εκκλησάκιὰτου βράχου, που

ασπρίζει, για μένα έχουν κάμει

κρυφή λειτουργίαορθ ς ο Χριστ ςὸ ὸ

το τιμόνι μου αγγίζει, στην πλώρη μου

στέκει η Παρθένα Μαρία".

Ζαχαρίας Παπαντωνίου, «Ο παπαγάλος»

Σαν έμαθε τη λέξη καλησπέραο παπαγάλος, είπε ξαφνικά:

"Είμαι σοφός, γνωρίζω ελληνικὰτι κάθομαι εδώ πέρα!"

Την πράσινη ζακέτα του φορεί καιστο συνέδριο των πουλιών πηγαίνει,

για να τους πει μια γνώμη φωτισμένη. Παίρνει μια στάση λίγο σοβαρή,

ξεροβήχει, κοιτάζει λίγο πέρακαι το ς λέει: καλησπέρα! ὺ

Ο λόγος του θαυμάστηκε πολύ. Τι διαβασμένος, λένε, παπαγάλος! ὁΘάναι σοφ ς αυτ ς πολ μεγάλος, ὸ ὸ ὺαφού μπορεί κι ανθρώπινα μιλεί!

Απ’ τις Ινδίες φερμένος, ποιος το ξέρειπόσα βιβλία μαζί του να ‘χει φέρει,

με τι σοφούς εμίλησε, και πόσανα ξέρει στων γραμματικών τη γλώσσα!

"Κυρ-παπαγάλε, θα ‘χουμε την τύχην’ ακούσουμε τι λες και πάρα πέρα;"

παπαγάλος βήχει, ξεροβήχει, Ὁμα τι να πει; Ξανάπε: καλησπέρα

Γεώργιος Σουρής, «Να ήμουν παππούς»

«-Αχ, έλεγε ο Κοκός, παππούς να ήμουν τώρα,

να κάνω το σοφό, να βήχω να ρουφώ

ταμπάκο όλη την ώρα.

'Ασπρα να έχω γένια, ποτέ να μη διαβάζω,

σχολειό να μην πηγαίνω, στο σπίτι μου να μένω

κι όλο να νυστάζω.

Να παίζω κάθε μέραμε κάποιο κομπολόγι,

να μη μου λένε για δουλειά, και να φορώ γυαλιά, και νάχω και ρολόγι.

Να λέω παραμύθιαεπάνω από το στρώμα,

κι όλοι τους στη μιλιά μου, να στέκουνε μπροστά μουμ ορθάνοιχτο το στόμα.᾿

Να μου φιλούν το χέρι, ευχές πολλές να δίνωκαι πάντα καθιστός

και σ όλους σεβαστός, ᾿να τρώγω και να πίνω.

Νάχω και μια μαγκούρα, να κάνω τον κακό

κι άμα θυμός με πάρειν αρχίζω στο στειλιάρι᾿και τον τρελλό-Κοκό».

Ετούτα κι άλλα λέειμε γνώση παιδική,

γιατί ο Κοκός δεν ξέρειπως θέλουν κι όλοι οι γέροι

να γίνουνε Κοκοί...

Ν. Ποριώτης, «Ο Κύριος Κανείς»

• Ποιος να ’ν’ αυτός ο «Κύριος Κανείς»;Χτες, σαν καθίσαμε να πιούμε τσάι,

μπράμ, να σου τον, ένα φλιτζάνι σπάεικαι βρέχει το φουστάνι της Φανής,ο σκανταλιάρης «Κύριος Κανείς».

Κι ύστερα τσίμπησε την άσπρη γάτα,

έσπασε και δυο τρία καλά πιάτα,εζούληξε του Γιάγκου το καπέλο,

και ξέσκισε της Έλλης μας το βέλο,και μούγκριζε φρικτά σαν Ερινύς,*ο πεισματάρης «Κύριος Κανείς».

Έχει, θαρρώ, κακήν ανατροφή,

γιατί έβαλε μες στον καφέ μου αλάτι,και μου έμπηξε καρφίτσες στο κρεβάτι,και στο σκαμνί του μπέμπη ένα καρφί,κι ύστερα τον ρωτούσε «που πονείς;»

ο κατεργάρης «Κύριος Κανείς».

Ποιος να ’ναι; Μπα! κανείς μας δεν τον ξέρει,κανείς μας δεν τον είδε πουθενά…Μ’ αυτός τα παιχνιδάκια μας χαλνά,κι έσπασε και της πλύσης το πανέρι.Δεν είναι, φαίνεται, καθόλου ευγενής

αυτός ο μάγκας «Κύριος Κανείς».

Δεν τον γνωρίζουμε! Ορκιζόμαστε.Μας η μητερούλα μας χαμογελάκαι λέγει πως τον ξέρουμε καλά

και πως δεν πρέπει να κρυβόμαστεκαι ψέματα να λέμε στους γονείς,

γιατ’ είμαστε όλοι εμείς ο «Κύριος Κανείς».

Χ. Δέλιος, «Οι απόκριες»

Η Λίνα, ο Φώτης κι ο Τοτός,φίλοι κι οι τρεις αχώριστοι,μασκαρευτήκανε προχθέςκαι γίνηκαν αγνώριστοι.

Φόρεσαν ρούχα παρδαλά,χαρτένια καπελίνα,

οι δυο πιερότοι γίνηκανκι η Λίνα κολομπίνα.

Τι γέλια, τι πανζουρλισμός! Έχασαν το μυαλό τους!

Όσοι τους βλέπαν φώναζαν:-Καλώς τους, τους πιερότους!

Μα σαν τους είδε κι ο Αζόρ,από τη μέση εχάθη

και φοβισμένος τρύπωσεβαθιά, σ’ ένα καλάθι!

Ντίνα Χατζηνικολάου, «Τα χρώματα»Τα χρώματα»

Χίλια χρώματα θωρώ, που πιασαν τρελό Χίλια χρώματα θωρώ, που πιασαν τρελό χορόχορό

Μες τους κήπους αγκαλιά κίτρινα, Μες τους κήπους αγκαλιά κίτρινα, πορτοκαλιάπορτοκαλιά

Μπλε, γκρενά, μενεξεδιά, παίζουν σα Μπλε, γκρενά, μενεξεδιά, παίζουν σα μικρά παιδιάμικρά παιδιά

Κόκκινο τριανταφυλλί, ποπό, τι γλυκό φιλίΚόκκινο τριανταφυλλί, ποπό, τι γλυκό φιλί

Πράσινο, καφέ, λιλά, όλη η γη χαμογελά!Πράσινο, καφέ, λιλά, όλη η γη χαμογελά!

Ντίνα Χατζηνικολάδου, «Στο βραστό μου αυγό»Ντίνα Χατζηνικολάδου, «Στο βραστό μου αυγό»

Καλημέρα, σεβαστό αυγουλάκι μου βραστόΚαλημέρα, σεβαστό αυγουλάκι μου βραστό

Δίνω μια με το κουτάλι στο ξερό σου το κεφάλιΔίνω μια με το κουτάλι στο ξερό σου το κεφάλι

Και μου βγάζεις το καπέλο, έτσι όπως εγώ το θέλωΚαι μου βγάζεις το καπέλο, έτσι όπως εγώ το θέλω

Τώρα την κοιλιά σου ανοίγω και στην τρώω λίγο λίγοΤώρα την κοιλιά σου ανοίγω και στην τρώω λίγο λίγο

Κουταλίτσα κουταλιά, πόπο γλύκα, νοστιμιά!Κουταλίτσα κουταλιά, πόπο γλύκα, νοστιμιά!

Άδειασες; Σ ευχαριστώ αυγουλάκι μου βραστό!Άδειασες; Σ ευχαριστώ αυγουλάκι μου βραστό!

«ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΧΕΙΜΩΝΑ»

Έχει τίτλο:

Το έγραψε:

Μου αρέσει γιατί:

Ντίνα Χατζηνικολάου, «Συννεφάκια»Συννεφάκια»

Συννεφάκια μου τρεχάτα, Συννεφάκια μου τρεχάτα, πάνω στου ουρανού τη στράτα, πάνω στου ουρανού τη στράτα,

πόσες μορφές αλλάζετε πόσες μορφές αλλάζετε κι όλο με κάτι μοιάζετε…κι όλο με κάτι μοιάζετε…

Να ένα καράβι! Μια αλεπού!Να ένα καράβι! Μια αλεπού!Να το κεφάλι του παππού!Να το κεφάλι του παππού!Να έν΄ αμαξάκι που κυλά Να έν΄ αμαξάκι που κυλά Σε μπαμπακένιες ρούγες!Σε μπαμπακένιες ρούγες!

Μ' αλλάζουν όλα στο λεπτόΜ' αλλάζουν όλα στο λεπτόΚαι τώρα βλέπω έναν αϊτό Και τώρα βλέπω έναν αϊτό Που στάθηκε μεσούρανα Που στάθηκε μεσούρανα

Μ΄ ολάνοιχτες φτερούγες…Μ΄ ολάνοιχτες φτερούγες…

Πόσες μορφές αλλάζετεΠόσες μορφές αλλάζετεΚι όλο με κάτι μοιάζετε,Κι όλο με κάτι μοιάζετε,

Συννεφάκια μου τρεχάτα Συννεφάκια μου τρεχάτα Πάνω στ΄ ουρανού τη στράτα!Πάνω στ΄ ουρανού τη στράτα!

Ντίνα Χατζηνικολάου, «Το αγέρι!»Το αγέρι!»

Τρέλες που κάνει σήμερα τα' αγέρι!Τρέλες που κάνει σήμερα τα' αγέρι!Δέντρα, λουλούδια, γίνανε άνω κάτωΔέντρα, λουλούδια, γίνανε άνω κάτωΜου βούτηξε το κέντημα απ' το χέριΜου βούτηξε το κέντημα απ' το χέριΚαι σκέπασε τον κοιμισμένο γάτο.Και σκέπασε τον κοιμισμένο γάτο.

Τα ρούχα τα' απλωμένα, κούνια μπέλαΤα ρούχα τα' απλωμένα, κούνια μπέλαΦτερούγισε το σάλι της γιαγιάς.Φτερούγισε το σάλι της γιαγιάς.

Και να η μεταξωτή μου η ροζ κορδέλα,Και να η μεταξωτή μου η ροζ κορδέλα,Φιογκάκι στην κορφή της λεμονιάς.Φιογκάκι στην κορφή της λεμονιάς.

Τι κέφια που χει σήμερα τα' αγέρι!Τι κέφια που χει σήμερα τα' αγέρι!Ποτήρια σπάει, στα πιάτα μας βουτάΠοτήρια σπάει, στα πιάτα μας βουτά

Κι η εφημερίδα, απ' του παππού το χέρι,Κι η εφημερίδα, απ' του παππού το χέρι,Τρελό πουλί, στα σύννεφα πετά!Τρελό πουλί, στα σύννεφα πετά!

Θέτη Χορτιάτη, «Χελιδονάκι»

Χελιδονάκι , κόψε μου ,

πού ‘χεις ουρά ψαλίδι

αχτίδες του ήλιου για κλωστή

να δέσω παπαρούνες

κρινάκια , μαγιολούλουδα

η άνοιξη γιορτάζει .

Ντίνα Χατζηνικολάου, «Η χειροτεχνία»Η χειροτεχνία»

Στο σχολειό με τι μανία Στο σχολειό με τι μανία

Κάνουμε χειροτεχνία!Κάνουμε χειροτεχνία!

Τέσσερα φασόλια -κοίτα!-Τέσσερα φασόλια -κοίτα!-

Φτιάξανε μια μαργαρίτα.Φτιάξανε μια μαργαρίτα.

Δυο κουκιά, πέντε μπιζέλια, Δυο κουκιά, πέντε μπιζέλια,

Να ένας ποντικός για γέλια…Να ένας ποντικός για γέλια…

Και στο πι και φι έχει γίνει Και στο πι και φι έχει γίνει

Γάιδαρος με πλαστελίνη!Γάιδαρος με πλαστελίνη!

Ρένα Καρθαίου, «Κικιρίκου Κικιρί»

Κόκορας χρυσός ο ήλιοςστης αυγής το φράχτη βγαίνει.

Κικιρίκου, όλοι ξυπνήστε,κι είν' η ώρα περασμένη!

Φως ανοίγει τις φτερούγες,το κεφάλι φως σηκώνει.

Φως στον κήπο, φως στο δρόμο,φως στον κόσμο ώς πέρα απλώνει.

Κικιρίκου! Κι ανεβαίνει,πάει ψηλά κλαρί κλαρί.

Φτάνει στ' ουρανού το θόλο:Κικιρίκου! Κικιρί!

Σήκω, Τάσο, σήκω, Ρίνα,Κώστα, Ελένη, Γιάννη, Λια!Οι μικροί να παν σχολείοκι οι μεγάλοι στη δουλειά!

Γεώργιος Βιζυηνός, «Το σκυλί»

Κάθε νύχτα στην αυλὴγάβου-γάβου το σκυλί, δωσ' του και γαβγίζει. Του σπιτιού εδώ αυτ ςὸείναι φύλακας πιστός,

ποιός δεν τον γνωρίζει;

Αψηλ τ’ αφεντικὰ ὰκοιμηθήκανε γλυκά,

πέρασε ώρα. ἡΤο γνωρίζει το σκυλὶ

και φωνάζει απ' την αυλὴγάβου, γάβου τώρα.

Για να ξέρουν οι κακοί, που γυρνούν εδώ κι εκείκάτι να σουφρώσουν,

πως σαν έμπουν στην αυλή, θα τους πιάσει το σκυλὶ

και δε θα τη γλυτώσουν.

Βασίλης Ρώτας, «Ο παππούλης»

Ο παππούλης σαν κοπέλι κάθε μέρα πάει στ' αμπέλι.

Το ραντίζει, το θειαφίζει και το διπλοκαθαρίζει.

Και το Μάη με τους ανθούς κορφοκόβει τους βλαστούς. Κι ως να διπλοξεφυλλίσει, η αγουρίδα έχει γυαλίσει.

Τώρα φέρνει στο μαντίλι κόκκινο, γλυκό σταφύλι. Τώρα κάθεται δραγάτης

ο παππούς ο ανοιχτομάτης

και του πάμε το φαΐ του και μας δίνει την ευκή του, μας φιλεύει και σταφύλια σε καλάθια και μαντίλια.

Γιάννης Ρίτσος, «Το κυκλάμινο»

Μικρό πουλί τριανταφυλλί, δεμένο με κλωστίτσα,

με τα σγουρά φτεράκια του στον ήλιο πεταρίζει.

Κι αν το τηράξεις μια φορά, θα σου χαμογελάσει

κι αν το τηράξεις δυο και τρεις, θ' αρχίσεις το τραγούδι.

«ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΠΟΙΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ»

Έχει τίτλο:

Το έγραψε:

Μου αρέσει γιατί:

Κωστής Παλαμάς, «Το καλοκαίρι» Ο κόσμος λάμπεισαν ένα αστέρι,

βουνά και κάμποι,δένδρα, νερά,

γιορτάζουν πάλι,καθώς προβάλειτο καλοκαίρι.

Θεού χαρά!

Φωνούλες γέλιαφέρνει τ' αγέρι

μέσ’ απ’ τ’ αμπέλιατα καρπερά.

Παιδιά αγγελούδιαψέλνουν τραγούδια

στο καλοκαίρι.Θεού χαρά!

Την ώρα τούτησκορπά ένα χέριχάδια και πλούτη,

κι η γη φορά,σαν μια πορφύρα.Ζωής πλημμύρα

το καλοκαίρι.Θεού χαρά!

Η φύσις πέραω! νέοι και γέροι,

σα μια μητέραμας καρτερά.Η φύσις όλησαν περιβόλιτο καλοκαίρι.Θεού χαρά!

Θέτις Χορτιάτη, «Η προσευχή των ψαριών»

Τα ψαράκια τα καημέναΜε πτερύγια σταυρωμένα

Στην ψαρίσια προσευχή τουςλεν βουβά την προσευχή τους:

«Παναγιά μας Αϊ-Νικόλα,σας παρακαλούμε όλα

πείτε στους τρελούς ανθρώπουςπου βρομίζουνε τους τόπους

να προσέξουνε λιγάκιτο γαλάζιο μας νεράκι.

Αν σε μας βρομιές πετάνε,Βρόμικα πως θα μας φάνε;Κι ούτε ο ήλιος θα βουτάειΣε νερό που θα βρομάει

Και τη μύτη του θα πιάνει,Βόλτα στο γιαλό θα κάνει.»

Σοφία Παπάζογλου, «Ο παγωτατζής»

Ελάτε φίλοι! Ελάτε όλοι!

Τα παγωτά ήρθαν στην πόλη!

Πάρτε παιδάκια! Μικροί, μεγάλοι!

Εδώ η γρανίτα πορτοκάλι!

Αγαπώ το καλοκαίρι,

που τα παγωτά θα φέρει.

Κρέμα, βανίλια και μπισκότο,

που σαν το δαγκώνεις κάνει κρότο!

Ντίνα Χατζηνικολάου, «Ηλιαχτίδα»

Κυνηγώ μιαν ηλιαχτίδα Κυνηγώ μιαν ηλιαχτίδα μα δεν πιάνεται θαρρώ! μα δεν πιάνεται θαρρώ!

Μια στο πιάτο μου χορεύει, Μια στο πιάτο μου χορεύει, μια πηδάει μες στο νερό.μια πηδάει μες στο νερό.

Μια τα μάτια μου θαμπώνει, Μια τα μάτια μου θαμπώνει, πότε πέφτει στην ποδιά σου, πότε πέφτει στην ποδιά σου, πότε ολόχρυσο ένα φιόγκο πότε ολόχρυσο ένα φιόγκο

δένει πάνω στα μαλλιά σου…δένει πάνω στα μαλλιά σου…

κι όπως κάνω να την πιάσω, κι όπως κάνω να την πιάσω, πάλι αρχίζει τα παιχνίδια. πάλι αρχίζει τα παιχνίδια.

το χεράκι μου γεμίζει το χεράκι μου γεμίζει χρυσαφένια δαχτυλίδια!χρυσαφένια δαχτυλίδια!

Ζαχαρίας Παπαντωνίου, «Η Μαριγώ»

Η κοπέλα η Μαριγὼμια δουλει σωστ δεν κάνει. ὰ ὴ

Την κουζίνα μας ξεχνάεικαι θυμάται το χωριό.

Τα χεράκια της εδώ, τα μυαλά της εκεί κάτω.

Πέφτει κι έσπασε το πιάτο... Μαριγούλα, Μαριγώ!

Φέρνει τ νερ στον μο, ὸ ὸ ὦμα θυμήθηκε ξανά:

"Ποιος το δράκο μας κουνά;" Χύνει το μισ στο δρόμο. ὸ

«Η άσπρη κότα τι να κάνει; Το γουρούνι είναι γερό;

παππο ς να μην πεθάνει;..." Ὁ ὺΜαριγούλα, Μαριγώ!

"Θάβγαλε χηνάκια η χήνα, θαναι κίτρινα, σταχτιά,

θα τρυγάμε αυτ το μήνα, ὸθα με πόνεσε η γιαγιά".

"Τί έχεις σύννεφο στα μάτια, τι έχεις αναφιλητό;

Κι άλλο πιάτο είναι κομμάτια, Μαριγούλα, Μαριγώ;

Πάρε τ’ άσπρο γιορτινό σου, τις ποδι ς που σου φορώ. ὲ

Στο χωριό σου, στο χωριό σου, Μαριγούλα, Μαριγώ!"

Γιώργος Σεφέρης, «Λίγο ακόμα»

Λίγο ακόμα θα ιδούμε

τις αμυγδαλιές ν' ανθίζουν

τα μάρμαρα να λάμπουν στον ήλιο

τη θάλασσα να κυματίζει

λίγο ακόμα,

να σηκωθούμε λίγο ψηλότερα.

Οδυσσέα Ελύτη, «Μαρίνα»

Δώσε μου δυόσμο να μυρίσωλουίζα και βασιλικό

Μαζί μ' αυτά να σε φιλήσωκαι τι να πρωτοθυμηθώ

Τη βρύση με τα περιστέριατων Αρχαγγέλων το σπαθίΤο περιβόλι με τ' αστέρια

και το πηγάδι το βαθύ

Τις νύχτες που σε σεργιανούσαστην άλλην άκρη τ' ουρανού

Και ν' ανεβαίνεις σε θωρούσασαν αδελφή του Αυγερινού

Μαρίνα πράσινό μου αστέριΜαρίνα φως του ΑυγερινούΜαρίνα μου άγριο περιστέρικαι κρίνο του καλοκαιριού

«ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΜΟΥ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ»

Έχει τίτλο:

Το έγραψε:

Μου αρέσει γιατί:

Μιχάλης Στασινόπουλος, «Νάνι»

Νάνι το παιδάκι, νάνι, στα ματάκια ο ύπνος φτάνει

κι η κατάλευκη σελήνηστη λευκή του πέφτει κλίνη,

νάνι το παιδάκι, νάνι, στα ματάκια ο ύπνος φτάνει.

Γέρνουν κάτω απ' τη σελήνην’ αποκοιμηθούν οι κρίνοι

και κουράστηκαν τ' αηδόνιανα θρηνούνε μες τα κλώνια. Νάνι τα πουλι κι οι κρίνοιὰκάτω απ' τη λευκ σελήνη. ὴ

Νάνι το παιδάκι, νάνι, στα ματάκια ο ύπνος φτάνει,

στο χιονάτο σου σεντόνιφως λευκ η σελήνη απλώνει. ὸ

Νάνι τα πουλι κι οι κρίνοι, ὰτα ματάκια ο ύπνος κλείνει.

ΤΟ ΒΡΑΒΕΙΟ «του μικρού ντετέκτιβ της ποίησης»

απονέμεται ………………………….

(Children At Play, Elaine Lanoue)