Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2...

108
ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΒ΄ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Θέμα: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ Επιβλέπων/ουσα: Εμμανουέλα – Ρεβέκκα Παπαδοπούλου Σπουδαστής/στρια: Βιολέττα Γεωργακοπούλου ΑΘΗΝΑ – 2014

Transcript of Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2...

Page 1: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

ΕΘΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΚΑΙ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ

ΚΒ΄ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΣΕΙΡΑ

ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

ΤΕΛΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Θέμα:

Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ»

ΔΙΟΙΚΗΣΗ

Επιβλέπων/ουσα:

Εμμανουέλα – Ρεβέκκα Παπαδοπούλου

Σπουδαστής/στρια:

Βιολέττα Γεωργακοπούλου

ΑΘΗΝΑ – 2014

Page 2: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

2

Πίνακας περιεχομένων

ΠΕΡΙΛΗΨΗ 4

ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣΕΩΝ – ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΩΝ 10

ΕΙΣΑΓΩΓΗ 11

ΜΕΡΟΣ Α’ 14

Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΝ ΣΤΟ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΛΗΨΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ 14

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Η ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ 15 1.1.Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΦΑΣΗΣ ΤΗΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ 15 1.2.ΟΙ ΟΜΑΔΕΣ/ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΕΜΠΕΙΡΟΓΝΩΜΟΝΩΝ ΚΑΙ ΤΟ “LOBBYING” ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ 18 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Η ΛΗΨΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΗΘΗ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

(ΣΥΝΑΠΟΦΑΣΗ) 23 2.1.Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΑΠΟΦΑΣΗΣ 23 2.2. ΟΙ ΟΜΑΔΕΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ Η COREPER 24

ΜΕΡΟΣ Β’ 28

Η ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ 28

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΤΟ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ – Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ

ΕΕ 29 1.1. ΘΕΩΡΗΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ 29 1.2.ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΗΣ «ΕΠΙΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ» ΩΣ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΘΕΣΜΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ 32 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΑΠΟ ΤΑ ΚΜ 38 2.1. Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΚΜ ΚΑΙ Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΘΕΣΜΙΚΗΣ

ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ 38 2.2. ΤΟ «ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ» ΤΩΝ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ 45 2.3. ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΡΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΕΛΛΕΙΜΜΑΤΟΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ 52

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ 55

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 68

1.ΆΡΘΡΑ ΤΗΣ ΣΕΕ ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΛΕΕ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ 69 2. 30Η ΈΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ

ΕΝΩΣΙΑΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ. 90 3. 30Η ΈΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΗΣ ΕΕ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ: Η

ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ (2012) 95 4. ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΠΙΔΟΣΕΩΝ ΕΝΙΑΙΑΣ ΑΓΟΡΑΣ – SINGLE MARKET SCOREBOARD: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ 2012 –

2013 (ΈΚΔΟΣΗ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014). 96

Page 3: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

3

5. SINGLE MARKET SCOREBOARD: ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΑΝΑΦΟΡΑΣ 2012 – 2013 (ΕΚΔΟΣΗ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2014) –

ΕΠΙΔΟΣΕΙΣ ΚΑΤΑ ΚΡΑΤΟΣ ΜΕΛΟΣ: ΕΛΛΑΔΑ 97 6. ΝΟΜΟΣ 1338/1983 (ΦΕΚ 34/Α/17/3/1983) 100 7. ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΣΥΝΗΘΟΥΣ ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ (ΑΡΘΡΟ 294 ΣΛΕΕ) 103 8. ΛΙΣΤΑ ΟΜΑΔΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ (ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ, 14.01.2014, 5312/14). 104 9. ΕΤΗΣΙΑ ΈΚΘΕΣΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ 2012 (COM

(2013) 701, SWD (2013) 419). 105

Page 4: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

4

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Η παρούσα μελέτη αποτελεί μια προσπάθεια απεικόνισης μιας εξαιρετικά

σημαντικής πτυχής των περισσότερων σύγχρονων ευρωπαϊκών δημόσιων

διοικήσεων: εκείνης που απορρέει από την ιδιότητά τους ως μέλη της Ευρωπαϊκής

Ένωσης. Η πλευρά αυτή των εθνικών διοικήσεων των κρατών μελών της αποκτά

ολοένα αυξανόμενη σημασία, παράλληλα προς τη διεύρυνση της ενωσιακής

ατζέντας, και της συνεπαγόμενης εμπλοκής της σε μια σειρά τομέων που

παραδοσιακά ανήκουν στη σφαίρα της εθνικής κυριαρχίας. Ταυτόχρονα, οι

ιδιαιτερότητες που διατρέχουν το ενωσιακό οικοδόμημα ορίζουν αναλόγως και την

αλληλεπίδραση μεταξύ των θεσμών της και εκείνων των μελών της, με τρόπο

αποφασιστικό. Συνέπεια της ώσμωσης αυτής είναι η ανάδειξη των προβληματικών

περιοχών της, ήτοι των προκλήσεων που θέτει για τους τελευταίους.

Προκειμένου, επομένως, να αποδείξουμε το βαθμό της πολυσήμαντης επιρροής

που ασκεί η ΕΕ στις διοικήσεις των κρατών μελών της, με εστίαση στην περίπτωση

της Ελλάδας, χρησιμοποιήθηκε η μεθοδολογία της μελέτης ενός σημαντικού μέρους

της σχετικής ελληνικής και αγγλικής βιβλιογραφίας – και ειδικότερα αρθρογραφίας

– από διαφορετικές περιόδους, οι οποίες αντιπροσωπεύουν σταθμούς στη

μετεξέλιξη του ενωσιακού θεσμικού και δικαιικού συστήματος. Στις πηγές αυτές,

περιλαμβάνονται πρόσφατες έρευνες, οι οποίες οδήγησαν στη διατύπωση

σημαντικών παρατηρήσεων, σχετικά με τις πρακτικές των ενωσιακών θεσμών αλλά

και το ρόλο των εθνικών εκπροσώπων στις διαδικασίες που αφορούν τη λήψη

απόφασης και την εφαρμογή των κανόνων της ΕΕ. Επίσης, κρίθηκε αναγκαία η

μελέτη ορισμένων επίσημων κειμένων, ευρωπαϊκών και εθνικών, για περισσότερο

τεκμηριωμένη ανάλυση.

Έτσι, κρίθηκε αναγκαίος, καταρχήν, ένας διαχωρισμός σε δύο Μέρη (Α’ και

Β’), καθένα εκ των οποίων αποτελεί μια προσπάθεια περιγραφής των σχέσεων

Ένωσης – κρατών μελών, στο πλαίσιο των δύο σημαντικότερων σημείων του

κύκλου των ενωσιακών πολιτικών: εκείνου της συμμετοχής των εθνικών

διοικήσεων στο ενωσιακό σύστημα λήψης απόφασης (Μέρος Α’) και εκείνου της

υλοποίησής των ενωσιακών πολιτικών (Μέρος Β’). Των δύο Μερών προηγείται η

Ενότητα της Εισαγωγής, στην οποία επιχειρείται μια σύντομη και περιεκτική

αποτύπωση των κυριότερων τάσεων και σταθμών στην πορεία της ευρωπαϊκής

Page 5: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

5

ενοποίησης, καθώς και των βασικότερων διαστάσεων της αλληλεπίδρασης της ΕΕ

με τα μέλη της.

Το Α’ Μέρος, λοιπόν, διαχωρίζεται σε δύο Κεφάλαια. Στο 1ο ασχολούμαστε με

το στάδιο της διαμόρφωσης της πολιτικής και πιο συγκεκριμένα με τη σημασία που

έχει το στάδιο αυτό για το σύνολο της διαδικασίας και με τη θέση που κατέχει η

Ευρωπαϊκή Επιτροπή σε αυτό (Ενότητα 1.1), αλλά και με τις Ομάδες

Εμπειρογνωμόνων που συγκροτούνται από εκείνη στο στάδιο αυτό, τους

συμμετέχοντες σε αυτές και τις αλληλεπιδράσεις τους (Ενότητα 1.2). Το 2ο

Κεφάλαιο αποτελεί αποτύπωση των κυριότερων σημείων της φάσης της λήψης

απόφασης, στο πλαίσιο της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας, όπως ορίζεται στη

Συνθήκη για τη Λειτουργία της ΕΕ. Περιλαμβάνεται περιγραφή της θέσης και του

ρόλου του Συμβουλίου στη διαδικασία (Ενότητα 2.1), καθώς και μελέτη της

πρακτικής των Ομάδων Εργασίας που συγκροτούνται στα πλαίσια του Συμβουλίου,

αλλά και της λειτουργίας της Επιτροπής Μόνιμων Αντιπροσώπων (COREPER)

(Ενότητα 2.2).

Στο Μέρος Β’, το οποίο διακρίνεται επίσης σε δύο Κεφάλαια, ασχολούμαστε

με το στάδιο της υλοποίησης των ενωσιακών πολιτικών. Το 1ο Κεφάλαιο

περιλαμβάνει αναφορά στα βασικότερα σημεία που αφορούν την εμπλοκή του

ενωσιακού θεσμικού συστήματος στην εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας.

Ειδικότερα, σε πρώτη φάση επιχειρείται μια θεωρητική προσέγγιση της

προβληματικής των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων της ΕΕ (Ενότητα 1.1), και

δευτερευόντως η μελέτη του φαινομένου της «Επιτροπολογίας» (“Comitology”),

όπως έχει εξελιχθεί και διαμορφωθεί σε μηχανισμό θεσμικού ελέγχου στο ενωσιακό

σύστημα (Ενότητα 1.2). Το 2ο Κεφάλαιο, ακολούθως, έχει να κάνει με την εθνική

διάσταση της εφαρμογής του ενωσιακού δικαίου. Αφενός, περιλαμβάνεται ανάλυση

των κυριότερων σημείων της διαδικασίας μεταφοράς του στο εσωτερικό δίκαιο των

κρατών μελών, με έμφαση στην περίπτωση της Ελλάδας (Ενότητα 2.1) και

αφετέρου γίνεται μια επισκόπηση των κύριων σημείων του φαινομένου του

«ελλείμματος εφαρμογής/υλοποίησης» των ενωσιακών κανόνων από τα κράτη μέλη

(Ενότητα 2.2), καθώς και μια αναφορά σε ορισμένα βασικά «εργαλεία», όπως

έχουν διαμορφωθεί, για την περιστολή του (Ενότητα 2.3).

Επιπροσθέτως, μέσα από την προαναφερθείσα ανάλυση, θα προβούμε στη

διατύπωση ορισμένων χρήσιμων συμπερασματικών παρατηρήσεων, σχετικά με το

Page 6: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

6

ρολό αλλά και τις προκλήσεις που καλούνται να αντιμετωπίσουν τόσο οι εθνικές

διοικήσεις όσο και οι ενωσιακοί θεσμοί, στο πλαίσιο των δημόσιων πολιτικών, στην

πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Τέλος, μετά το κείμενο της εργασίας, βρίσκονται οι βιβλιογραφικές πηγές και

οι διαδικτυακοί τόποι που συνέβαλλαν στη συγγραφή αυτού, ορισμένες

επιβοηθητικές Σημειώσεις, οι οποίες παραπέμπουν σε συγκεκριμένα σημεία του

κειμένου και περιέχουν εξειδικευμένες λεπτομέρειες, καθώς και ένα Παράρτημα το

οποίο περιλαμβάνει: Τις διατάξεις των άρθρων των Ιδρυτικών Συνθηκών που

αναφέρονται στο κείμενο (1), Πίνακες και Διαγράμματα σχετικά με τις επιδόσεις

των κρατών μελών στην εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας (2), και της Ελλάδας

συγκεκριμένα (3), όπως και Διάγραμμα απεικόνισης των σχετικών επιδόσεων στον

τομέα της Εσωτερικής Αγοράς (4) και (5), το κείμενο του ν.1338/1983 που

αποτελεί εργαλείο του Έλληνα νομοθέτη κατά τη μεταφορά της ενωσιακής

νομοθεσίας (6), ένα επιβοηθητικό διάγραμμα της συνήθους νομοθετικής

διαδικασίας (7), λίστα με τις προπαρασκευαστικές ομάδες του Συμβουλίου (8), και

τέλος τους πίνακες από την ετήσια έκθεση της Επιτροπής σχετικά με τη λειτουργία

των επιτροπών της Επιτροπολογίας (9).

ΛΕΞΕΙΣ/ΟΡΟΙ – ΚΛΕΙΔΙΑ:

Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, εθνική διοίκηση, θεσμικά όργανα, ενωσιακή έννομη

τάξη, συλλειτουργική συνομοσπονδίωση, διαμόρφωση της πολιτικής, σύστημα

λήψης απόφασης, Ομάδες Εμπειρογνωμόνων, Ομάδες Εργασίας, Επιτροπολογία,

δημοκρατικό έλλειμμα, μεταφορά στο εθνικό δίκαιο, εκτελεστική λειτουργία,

έλλειμα υλοποίησης, εξευρωπαϊσμός, Ευρωπαϊκός Διοικητικός Χώρος.

Page 7: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

7

ABSTRACT

This paper constitutes an effort to depict an extremely important aspect of

the contemporary European public administrations: the one that stems from their

European Union membership. This very aspect gains growing importance, in

parallel to the expansion of the EU agenda and to its consequent involvement in a

series of policy fields, which traditionally belong to the sphere of national

sovereignty. At the same time, the unique features of the EU environment designate

accordingly the interaction between its institutions and those of its’ Member States,

in a decisive manner. A result of this fusion is to highlight its problematic areas that

is the challenges it imposes to the latter.

So, in order to demonstrate the degree of EU’s ambiguous influence on its’

members’ administrations, with emphasis on the case of Greece, a study of the

relevant Greek and English literature of various EU eras, was deemed appropriate,

as an important point of the paper is to depict the unique nature of the EU as it has

evolved through certain landmark events. The bibliographic sources of the paper

include a number of articles and surveys, regarding the practices of the EU

institutions, as well as the role of national representatives in the policy –

making/decision – making and implementation processes, as their study yielded

important observations. Also, a careful review of certain official documents, both

EU and national, was necessary for a more substantiated analysis.

The need for cohesion between the paper’s various parts led to its division in

two Parts (Parts A’ and B’), each of which is an effort to describe the relationship

dynamics between the EU and its’ members, in the context of the two major

standpoints of the EU policy cycle: the national administrations’ participation in the

EU decision – making system (Part A’) and the implementation process of the EU

policies (Part B’). Preceding the two Parts, there is an introductory part, which

contains a brief reference to the major trends and landmarks in the process of the

European integration, as well as some basic points on the progress of the interaction

of its integral parts.

Part A’ is, therefore, divided into two Chapters. The 1st Chapter deals with

the phase of policy – making in the EU and more precisely with its importance to

the whole decision – making process and the role of the Commission (Section 1.1),

Page 8: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

8

as well as with the various Expert Groups which are created and managed in its

context, their members and the interactions between them (Section 1.2). The 2nd

Chapter contains an analysis on the basic points of the decision – making process, in

terms of the ordinary legislative procedure. Particularly, a study of the Council’s

role (Section 2.1), and of its’ Working Groups/Parties’ and COREPER’s practices

(Section 2.2) was considered necessary in order to examine as many points of view

as possible.

Part B’ is similarly divided in two Chapters as well and deals with the phase

of the EU policies implementation, as aforementioned. The 1st Chapter contains

references to the major aspects regarding the involvement of the EU institutions in

the implementation of EU legislature. Initially, we venture a theoretical approach to

the issue of the EU’s executive competences (Section 1.1), and secondarily an

analysis on the “Comitology” phenomenon, as it has evolved into a mechanism of

institutional balance (section 1.2). The 2nd Chapter deals with the national

dimension of the EU law implementation process, with emphasis on the case of

Greece (Section 2.1), as well as a review of the most important features of its’

“implementation deficit” (Section 2.2), and of certain “tools” for its’ elimination, as

they have emerged (Section 2.3).

Moreover, through the aforementioned analysis, we will proceed to the

formulation of certain useful observations, concerning the role and challenges

imposed upon both national and European administrations in the field of public

policies, and the future of the project of European integration.

Finally, the paper’s bibliographic sources are listed and attached, as well as

some useful notes which refer to specific parts of the text, and an Annex which

includes: The text of the EU Treaties’ Articles, which are mentioned in the text (1),

Tables and Diagrams regarding the performance of EU member states in the field of

EU law transposition in national law (2), and Greece’s performance (3), as well as

the relevant tables and diagrams showing the performance of member states in the

field of the transposition of Internal Market Directives (4), and Greece’s

performance in particular (5), the text of Law 1338/1983 for the transposition of EU

law in national legislature (6), a Diagram which will help understand the ordinary

legislative procedure (7), a list of the Council’s preparatory bodies (8), and data

concerning the operation of Comitology Committees in 2012 (9).

Page 9: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

9

KEY – WORDS/TERMS:

European integration, national administration, institutional organs, EU legal order,

cooperative confederation, policy – making, agenda – setting, decision – making

system, Expert Groups, Working Groups/Parties, Comitology, democratic deficit,

transposition, executive powers, implementation deficit, Europeanization, European

Administrative Space.

Page 10: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

10

ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣΕΩΝ – ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΩΝ

ΓΔΚΘ – Γραφείο Διεθνών και Κοινοτικών Θεμάτων

ΓΓΚ – Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης

ΔΕΕ – Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΔΕΚ – Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΕΕ – Ευρωπαϊκή Ένωση

ΕΕΠ – Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη

ΕΚ – Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

ΕΚΑΕ – Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας

ΕΚΑΧ – Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα

ΕΝΥΕ – ΕΕ – Ειδική Νομική Υπηρεσία (Υπ. Εξωτερικών) – Τμήμα Δικαίου ΕΕ

ΕΟΚ – Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα

ΕΣ – Ευρωπαϊκό Συμβούλιο

ΚΑΠ – Κοινή Αγροτική Πολιτική

ΚΕΠΠΑ – Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας

ΚΜ – Κράτη μέλη

ΜΕΑ – Μόνιμη Εθνική Αντιπροσωπεία

ΣΕΕ – Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση

ΣΓΥ – Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων

ΣΓΥΕΣ – Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων

ΣΕΥ – Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων

ΣΛΕΕ – Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

ΣΥΝΘΕΚ – Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας

ΠτΔ – Πρόεδρος της Δημοκρατίας

ΠΔ – Προεδρικό Διάταγμα

ΥΑ – Υπουργική Απόφαση

ΦΕΚ – Φύλλο Εφημερίδας της Κυβέρνησης

ΜΚΟ – Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις

Page 11: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

11

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το 1958 με τις Συνθήκες της Ρώμης - συστήθηκαν η ΕΟΚ και η ΕΚΑΕ –

δόθηκε τυπικά το έναυσμα για το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σήμερα

η ΕΕ περιλαμβάνει στους κόλπους της 28 χώρες μέλη της ευρωπαϊκής ηπείρου, η

κάθε μία με τα δικά της ιδιαίτερα οικονομικά, πολιτικοδιοικητικά και

κοινωνικοπολιτιστικά χαρακτηριστικά. Ο θεμελιακά οικονομικός προσανατολισμός

της ΕΕ και το πρότυπο της λειτουργικής - και διαφοροποιημένης - ολοκλήρωσης

που ακολούθησε μέχρι πρόσφατα, έχουν δημιουργήσει ένα παγιωμένο μοτίβο που

αξίζει να δει κανείς πως θα μπορέσει να μετεξελιχθεί. Ως τότε, όποτε επιχειρείται η

κατάταξή της μεταξύ των νομικών οντοτήτων του διεθνούς δικαίου, αυτή θα πρέπει

να γίνεται προσεκτικά. Δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί Ομοσπονδία, καθώς η

τελευταία αποτελεί συνένωση κρατών μέσω ενιαίου Συντάγματος, τα οποία

εκχωρούν την κυριαρχία τους στη νέα οντότητα. Ούτε όμως θα μπορούσε να

κατηγοριοποιηθεί και ως απλή ένωση κρατών ή Συνομοσπονδία, στο πλαίσιο της

οποίας τα κράτη διατηρούν στο ακέραιο την κυριαρχία τους (Χριστοδουλίδης,

1984). Θα μπορούσε, επομένως, να υποστηριχθεί πως η σημερινή ΕΕ βρίσκεται

μεταξύ των προαναφερθέντων κατηγοριών οργανώσεων, καθώς διαθέτει ίδια

νομική προσωπικότητα και αποκλειστικές αρμοδιότητες σε ορισμένους τομείς

πολιτικής, τα μέλη της ωστόσο εξακολουθούν να διατηρούν την αυτονομία και

αρμοδιότητά τους στους λοιπούς, σύμφωνα με τις προβλέψεις των Συνθηκών, με

αποτέλεσμα να υφίστανται διακριτά και παράλληλα οι εθνικές με την ενωσιακή

έννομη τάξη.

Το ενωσιακό οικοδόμημα, λοιπόν, βρίθει ιδιαιτεροτήτων που διατρέχουν την

αρχιτεκτονική του και αποκαλύπτουν τη φιλοσοφία που την προσδιορίζει. Μια

άποψη αποτελεί το θεσμικό πλαίσιο που διέπει τη δράση και τη λειτουργία της ΕΕ,

με πρωταρχικό σημείο την αρχή της δοτής αρμοδιότητας (άρθρο 5 ΣΕΕ)1, και

ακολούθως την αρχή της επικουρικότητας (subsidiarity principle), να οριοθετούν το

πλαίσιο εντός του οποίου αυτή ασκείται και αναπτύσσεται (Σκανδάμης, 20032).

Πέραν των Ιδρυτικών Συνθηκών, η δεύτερη διάσταση του ενωσιακού δικαίου

περιλαμβάνει το δευτερογενές ή παράγωγο δίκαιο, ήτοι τις διάφορες ενωσιακές

πράξεις που υιοθετούν τα θεσμικά της όργανα (άρθρο 288 ΣΛΕΕ) - όπως

1Οι διατάξεις των άρθρων της ΣΕΕ και της ΣΛΕΕ που αναφέρονται στο κείμενο παρατίθενται στην

πρώτη Ενότητα του Παραρτήματος.

Page 12: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

12

Κανονισμοί, Οδηγίες, Αποφάσεις, Συστάσεις κλπ. – με απαιτήσεις ισχύος και

εφαρμογής που ποικίλουν, δημιουργώντας ανάλογη ποικιλία απαιτήσεων για τα

ΚΜ σχετικά με τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα (Χριστιανός, 2011). Τα όργανα της

ΕΕ επίσης δύνανται να εκδίδουν συστάσεις και γνώμες, συμβουλευτικού ή

δεσμευτικού χαρακτήρα, ενώ υφίσταται μια κατηγορία sui generis πράξεων, οι

οποίες αφορούν κυρίως το αποκαλούμενο «μαλακό» δίκαιο (“soft law”) της ΕΕ,

κατά την έννοια ότι δεν προβλέπονται από τις Συνθήκες και δεν θεσπίζουν κανόνες

δικαίου2.

Ένα από τα σπουδαιότερα χαρακτηριστικά του ενωσιακού οικοδομήματος, και

ιδίως ένα που την κατατάσσει σε μια ξεχωριστή κατηγορία περιφερειακών

οργανώσεων, είναι το ότι διαθέτει τα δικά της θεσμικά όργανα, προκειμένου να

εκπληρώσει τους σκοπούς της, το κάθε ένα από τα οποία προσφέρει μια μοναδική

ματιά στη «συγκρουσιακή δυναμική» που αποτελεί και την πεμπτουσία της φύσης

και της δράσης της ΕΕ: έναν πολυεπίπεδο και πολυδιάστατο χώρο παραγωγής

πολιτικών. Έτσι, η συνύπαρξη του υπερεθνικού χαρακτήρα της Επιτροπής με τη

διακρατική/διακυβερνητική φύση του Συμβουλίου (άρθρο 16 ΣΕΕ), και τον ολοένα

αναβαθμιζόμενο ρόλο του ΕΚ (άρθρο 14 ΣΕΕ), ιδίως στην θέσπιση της νομοθεσίας,

αλλά και του ΕΣ (άρθρο 15 ΣΕΕ), αποτυπώνεται σε μια ατέρμονη διαπάλη για την

παραγωγή αποτελεσματικών και επιτυχημένων πολιτικών. Ως ένα πολιτικό

σύστημα, λοιπόν, η ΕΕ έχει καταφέρει να αναπτύξει διαχρονικά τους αναγκαίους

μηχανισμούς διαμεσολάβησης και διαχείρισης και αποτελεί γεγονός πως η

σύμπραξη και ώσμωση αυτών αποτελεί συστατικό στοιχείο της ευρωπαϊκής

ενοποίησης (Πασσάς, 2009; Τσέκος, 2009).

Η εθνική διοίκηση μετέχει τόσο στην νομοθετική όσο και στη διοικητική

λειτουργία της Ένωσης, με τη συμμετοχή αυτή να εκδηλώνεται σε όλα τα στάδια

των διαδικασιών, αλλά και σε όλες τις της βαθμίδες – επίπεδα των θεσμικών

οργάνων, με αποτέλεσμα να αφορά το σύνολο της ιεραρχίας της και να γεννά

ανάγκες συντονισμού μεταξύ των θεσμών και των επιπέδων. Η ύπαρξη πολλαπλών

βαθμίδων και φάσεων στο σύνολο σχεδόν των ενωσιακών διαδικασιών, αλλά και η

ύπαρξη ενός ολοένα αυξανόμενου αριθμού συμμετεχόντων - φορέων πολιτικής και

2 Όπως είναι τα Προγράμματα Δράσης, οι πράξεις που αποβλέπουν στη ρύθμιση της εσωτερικής

λειτουργίας των οργάνων (οργανισμοί, κανονισμοί λειτουργίας), οι διάφορες Εκθέσεις, οι

διοργανικές συμφωνίες που συνάπτονται με σκοπό το συντονισμό της συνεργασίας μεταξύ

οργάνων, όπου αυτό απαιτείται κλπ.

Page 13: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

13

εξουσίας σε αυτές, αποτυπώνεται στην εκδήλωση της αποκαλούμενης

«συλλειτουργικής ομοσπονδίωσης», είτε αυτή αφορά την οργανική παρουσία των

εθνικών διοικήσεων στους ενωσιακούς θεσμούς, είτε αναπτύσσεται με τη μορφή

της σύστασης διαφόρων ειδών Επιτροπών, βάσει εξουσιοδοτήσεων των ιδρυτικών

συνθηκών ή του παράγωγου δικαίου (κανονιστικές, συμβουλευτικές, ομάδες

εργασίας), είτε τέλος παίρνουν την μορφή άτυπου επηρεασμού των υπερεθνικών

οργάνων από το εθνικό στοιχείο (φαινόμενο «επανεθνικοποίησης», π.χ. στην

Επιτροπή) (Σκανδάμης, 1990). Αποτελεί, πάντως, γεγονός αναμφισβήτητο πως η

ολοένα και διευρυνόμενη ατζέντα της ΕΕ, σε συνδυασμό με την ένταξη νέων μελών

και την όξυνση της ετερογένειας στους κόλπους των θεσμικών οργάνων, οδήγησε

στην ενίσχυση της συλλειτουργικής ομοσπονδίωσης, καθώς παρήγε αφενός ένα

θεσμικά κατακερματισμένο περιβάλλον, το οποίο ευνοεί τον ανταγωνισμό μεταξύ

των δρώντων του για την απόκτηση μεγαλύτερης επιρροής, και αφετέρου μια

ιδιαίτερη τεχνικότητα στον τρόπο αντιμετώπισης, επεξεργασίας αλλά και

αποτύπωσης των εκάστοτε ρυθμίσεων, φαινόμενο που έχει ενισχύσει την προσφυγή

στη σύσταση Επιτροπών και συνεπώς την διαθεσμική διάσταση της

«συλλειτουργίας» (Πασσάς, 2012). Σε αυτό το τόσο πολυσυλλεκτικό περιβάλλον

καλούνται να αναπτύξουν την «ενωσιακή» τους διάσταση οι εθνικές διοικήσεις, το

οποίο δημιουργεί ιδιαίτερες ανάγκες και υποχρεώσεις.

Page 14: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

14

ΜΕΡΟΣ Α’

Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΕΩΝ ΣΤΟ ΕΝΩΣΙΑΚΟ

ΣΥΣΤΗΜΑ ΛΗΨΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

Page 15: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

15

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: Η ΦΑΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗΣ ΤΩΝ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ

ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

1.1.Η σημασία της φάσης της διαμόρφωσης και ο ρόλος της Επιτροπής

Η φάση, κατά τη οποία διαμορφώνεται μια πολιτική στο πλαίσιο περιφερειακών

ή διεθνών οργανώσεων, ποικίλλει ανάλογα με τον τύπο της καταστατικής τους

οργάνωσης, και δευτερευόντως άπτεται της διαδικασίας λήψης απόφασης στα

όργανα που διαθέτουν. Όπως προαναφέρθηκε, η ΕΕ συνιστά ιδιαίτερη τυπολογία

οργάνωσης περιφερειακής ολοκλήρωσης, η φύση και η δράση της οποίας

διαπνέεται από τον ατέρμονο εναγκαλισμό φεντεραλισμού και διακυβερνητισμού.

Η δυναμική αυτή αποτυπώνεται, επομένως, χαρακτηριστικά στον κύκλο παραγωγής

πολιτικών, τόσο όπως αυτός πλαισιώνεται από τις ιδρυτικές συνθήκες και το

παράγωγο δίκαιο, όσο και όπως έχει διαμορφωθεί μέσω της πρακτικής των

θεσμικών οργάνων.

Από τη μία πλευρά η Ένωση εμφανίζει τα περισσότερα χαρακτηριστικά που

αποδίδονται σε πολιτικά συστήματα, από την άλλη δεν αποτελεί «Κράτος», καθώς

δεν διαθέτει μονοπώλιο εξαναγκασμού. Ωστόσο, αποτελεί γεγονός αναμφισβήτητο

πως έχει αποκτήσει τουλάχιστον τα χαρακτηριστικά παραγωγής πολιτικών ενός

σύγχρονου Κράτους, σε ένα ολοένα και αυξανόμενο φάσμα τομέων, κι

επιπροσθέτως οφείλουμε να υπενθυμίσουμε την υπεροχή του ενωσιακού δικαίου.

Η σύγχρονη διευρυμένη ενωσιακή ατζέντα, που μεταφράζεται σε ολοένα

αυξανόμενη εμπλοκή της ΕΕ σε μια πληθώρα τομέων, σε συνδυασμό με τα

αλλεπάλληλα ανοίγματα και την ένταξη ενός αρκετά μεγάλου αριθμού μελών,

οδήγησαν το οικοδόμημα της ΕΕ σε ένα κομβικό σημείο, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τη

λήψη αποφάσεων (Richardson, 2006). Αυτό δεν πρέπει να φαίνεται παράδοξο,

ειδικότερα αν αναλογιστεί κανείς τον πλουραλισμό και την ετερογένεια των

νομικών, πολιτικών, διοικητικών συστημάτων και παραδόσεων που καλούνται να

συνδιαμορφώσουν και σε τελικό βαθμό να εκτελέσουν την θέση της ΕΕ. Η

τελευταία, δε, εκτός του ότι οφείλει να συνάδει προς το γράμμα και το πνεύμα των

Συνθηκών, πρέπει να αποτελεί μια κατάλληλα και αποτελεσματικά τεκμηριωμένη

και δομημένη απάντηση, η οποία θα προσφέρει καίρια επίλυση/διευθέτηση στο

Page 16: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

16

εκάστοτε υπό εξέταση ζήτημα (Σκανδάμης, 1990). Η διαδικασία αυτή απέχει

παρασάγγας από το να είναι απλή, και ακόμα και αν κατορθώσουμε να θέσουμε

ορισμένα όρια μεταξύ της κάθε φάσης που την απαρτίζει, μπορούμε ακόμα να

παρατηρήσουμε πως η κάθε μία από αυτές ενέχει τη δική της πολυπλοκότητα.

Εστιάζοντας, επομένως, στη νομοθετική διαδικασία και δη στη συνήθη,

μπορούμε να διακρίνουμε δύο στάδια: την προ – νομοθετική διαδικασία και την

νομοθετική που την ακολουθεί. Η πρώτη αποτελεί μια φάση εξαιρετικά ρευστή και

ευμετάβλητη, καθώς περιλαμβάνει όλες εκείνες, από την ίδια την ανάδυση των

ζητημάτων που χρήζουν ενδιαφέροντος ως την υποβολή της τελικής νομοθετικής

πρότασης της Επιτροπής στο Συμβούλιο Υπουργών και το Ευρωπαϊκό

Κοινοβούλιο. Πέραν τούτου, ενέχει καίρια σημασία ως στάδιο, στη βάση του ότι

αποτελεί το σημείο όπου λαμβάνουν χώρα οι απαραίτητες διευθετήσεις και

αναδύονται οι κυρίαρχες τάσεις, αποτυπώνονται τεχνικά και προωθούνται στο

επόμενο στάδιο της θέσμισης της απόφασης (Πασσάς, 2012). Άλλωστε αποτελεί

πραγματικότητα πως όσα συμβαίνουν κατά το στάδιο της προετοιμασίας

καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τη μορφή και την ποιότητα του αποτελέσματος. Στο

επίπεδο της ΕΕ, η διαδικασία αυτή διαφέρει σε σύγκριση με την αντίστοιχη στο

εσωτερικό των κρατών μελών, καθώς εμφανίζεται περισσότερο «ανοικτή»

(openness), με πολλαπλά σημεία εισόδου αλλά και ένα ευρύ φάσμα συμμετεχόντων

(stakeholders). Αυτό απορρέει από την ίδια την αρχιτεκτονική του θεσμικού

συστήματος, αλλά και από το χαμηλό βαθμό θεσμοποίησης των διάφορων

διαδικασιών στη φάση αυτή. Έτσι, λοιπόν, αντιλαμβανόμαστε τη διαδικασία

διαμόρφωσης των ενωσιακών πολιτικών ως μια κατεξοχήν πολιτική διαδικασία.

Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, μπορούμε να θέσουμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή

στο επίκεντρο της φάσης αυτής της διαμόρφωσης των πολιτικών της, ως κινητήρια

δύναμη της ΕΕ, αντιλαμβανόμενοι την εξέχουσα θέση που κατέχει σε αυτό. Έχει

υποστηριχθεί πως στην πράξη έχουν διαμορφωθεί τέσσερις διαστάσεις στις

ηγετικές εξουσίες που έχει διεκδικήσει: 1)διαμόρφωση της πολιτικής ατζέντας,

2)προώθηση συγκεκριμένων προτάσεων πολιτικής, 3)υποκίνηση υποστήριξης πίσω

από τις πρωτοβουλίες και 4) καθοδήγηση της πολιτικής και των νομοθετικών

προτάσεων μέσα στο δαιδαλώδες τοπίο του ενωσιακού συστήματος λήψης

αποφάσεων (Nugent, 1995). Ειδικότερα, όσον αφορά τις νομοθετικές πράξεις των

οργάνων της ΕΕ, οι ιδρυτικές συνθήκες επιφύλαξαν αποκλειστικό δικαίωμα

Page 17: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

17

νομοθετικής πρωτοβουλίας για εκείνη, όπως άλλωστε καταδεικνύει και το άρθρο 17

της ΣΕΕ. Ωστόσο, με τη μεταρρυθμιστική συνθήκη της Λισαβόνας, παρατηρείται

περιστολή του αποκλειστικού αυτού δικαιώματος εις βάρος της Επιτροπής και υπέρ

αφενός ορισμένων άλλων θεσμικών οργάνων και αφετέρου των ΚΜ. Πιο

συγκεκριμένα, στο άρθρο 225 της ΣΛΕΕ προβλέπεται δυνατότητα του Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου «..με την πλειοψηφία των μελών του, να ζητάει από την Επιτροπή να

υποβάλλει κατάλληλες προτάσεις για θέματα για τα οποία χρειάζεται κατά τη

γνώμη του να εκπονηθούν πράξεις της Ένωσης, προκειμένου να υλοποιηθούν οι

Συνθήκες». Αναλόγως, το Συμβούλιο, με απλή πλειοψηφία, μπορεί να ζητήσει από

την Επιτροπή να διεξάγει τις, κατά την άποψή του, πρόσφορες έρευνες για την

πραγματοποίηση των κοινών σκοπών και να του υποβάλλει τις κατάλληλες

προτάσεις (άρθρο 241 ΣΛΕΕ). Υπό, το ίδιο πρίσμα οφείλουμε να ερμηνεύσουμε και

τη διάταξη της παραγράφου 15 του άρθρου 294 της ΣΛΕΕ, βάσει της οποίας

υφίσταται δυνατότητα ομάδας ΚΜ του Συμβουλίου να αναλάβει πρωτοβουλία

νομοθετικής πρότασης (άρθρο 294 παρ. 15 ΣΛΕΕ), ενώ εξίσου σημαντική είναι και

η πρόβλεψη του άρθρου 11 παρ. 4 της ΣΕΕ, η οποία δίνει την δυνατότητα σε ένα

εκατομμύριο πολίτες της Ένωσης να υποκινήσουν την νομοθετική διαδικασία

καλώντας την Επιτροπή να υποβάλλει προτάσεις για θέματα, τα οποία χρήζουν

νομικής ρύθμισης για την εφαρμογή των Συνθηκών3. Η παράλληλη, σταδιακή

αναβάθμιση του ρόλου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου από το Μάαστριχτ και μετά

σηματοδοτεί μια μετατόπιση του ελέγχου των διαδικασιών, και εντέλει μια διάθεση

των ΚΜ να ανακτήσουν με διάφορους τρόπους αυτόν ακριβώς τον έλεγχο, με

αποτέλεσμα να διαβρώνεται σε κάποιο βαθμό ο ρόλος, αλλά και η

αποτελεσματικότητα της Επιτροπής (Kassim και Menon, 2004). Επομένως, το

συμβατικό πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ, σταδιακά «άνοιξε» την προνομοθετική

διαδικασία, δημιουργώντας πολλαπλά επίπεδα και σημεία εισόδου στο σύστημα

λήψης αποφάσεων, γεγονός που δημιουργεί ανάλογα πολλαπλές προκλήσεις για τις

εθνικές διοικήσεις των ΚΜ, οι οποίες αναγκάζονται πλέον να ανταποκριθούν

αποτελεσματικά σε κάθε ένα από αυτά, βάσει των απαιτήσεων που παρουσιάζουν.

Δεδομένου του ότι μόλις ένα μικρό ποσοστό επί του συνολικού αριθμού

προτάσεων αποτελούν νέες πρωτοβουλίες της Επιτροπής – με το μεγαλύτερο μέρος

να προκαλείται από αιτήματα άλλων οργάνων, από τις διεθνείς υποχρεώσεις της

3 Ειδικότερα σε συνδυασμό με το άρθρο 24 αλλά και το άρθρο 284 παρ. 4 της ΣΛΕΕ.

Page 18: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

18

ΕΕ, την προσαρμογή του κεκτημένου κλπ. (Rasmussen, 2007)4 – αλλά και των

θεσμικών εξελίξεων, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως η «παντοδυναμία» της

έχει γνωρίσει περιορισμούς. Ειδικότερα, έχει αποδειχθεί πως η επέκταση της

διαδικασίας της συναπόφασης έχει επιδράσει αρνητικά στο δικαίωμα νομοθετικής

πρωτοβουλίας της Επιτροπής – και πιο συγκεκριμένα στο δικαίωμα ν’ αποσύρει την

πρότασή της ή να την τροποποιήσει. Αλλά και η αναβάθμιση του ρόλου του

Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, με την πρακτική των «Συμπερασμάτων» της Προεδρίας

να λαμβάνει ολοένα και περισσότερο τη μορφή ειδικότερων αιτημάτων προς την

Επιτροπή, έχει συμβάλλει στον περιορισμό αυτό (Ponzano et al., 2012). Εντούτοις,

δεν μπορεί να παραγνωριστεί πως αφενός διαθέτει σημαντικό κεφάλαιο

(αρμοδιότητες, υπερεθνικότητα, προσωπικό κλπ.) και αφετέρου αποτελεί το

κομβικό σημείο οποιασδήποτε σημαντικής εξέλιξης και αλλαγής έχει συνδεθεί με

την Ένωση, τις τελευταίες δύο δεκαετίες ιδίως (Nugent, 1995). Δεδομένου του

παραπάνω, ένα σημείο που αξίζει προσοχή αναφορικά με τη διοικητική της

ικανότητα, είναι και η παρατηρούμενη ανάδυση πρακτικών και μεθόδων του

επιχειρησιακού οργανωσιακού προτύπου στη λειτουργία της, που έδωσε ώθηση από

το 2000 και μετά στην έμφαση στην επίτευξη αποτελεσμάτων (Τσέκος, 2009). Ο

ρόλος της, όμως, ως θεματοφύλακας των Συνθηκών, όπως και οι εθνικές

αντιστάσεις, έχουν καταφέρει να περιορίσουν τον αντίκτυπό τους σε έναν βαθμό, με

την εξέλιξη του φαινομένου να είναι αβέβαιη.

1.2.Οι Ομάδες/Επιτροπές Εμπειρογνωμόνων και το “lobbying” στην Επιτροπή

Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, το «άνοιγμα» (“openness”) της διαδικασίας

αυτής, σε περισσότερους θεσμικούς και όχι μόνο φορείς, συνοδεύεται και από μια

ολοένα αυξανόμενη, εξωστρεφή διάθεση της ίδιας της Επιτροπής, να τους εμπλέκει

από τα πρώιμα στάδια της διαδικασίας, σε - τυπικές αλλά και άτυπες –

διαβουλεύσεις, υπό διάφορες μορφές και σε διάφορα επίπεδα5. Αυτό, πρακτικά,

σημαίνει τη σύσταση διάφορων Επιτροπών και Ομάδων, στις οποίες δύνανται να

4 Βλ. στ. (8) Σημειώσεων. 5 Υπό αυτή την οπτική θα μπορούσαμε να ερμηνεύσουμε και τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 11,

η οποία προβλέπει ότι προκειμένου να διασφαλίζεται η συνοχή και η διαφάνεια των δράσεων της

Ένωσης, η Επιτροπή διεξάγει ευρείες διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη.

Page 19: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

19

προσκληθούν εκπρόσωποι των διοικήσεων των ΚΜ, πάσης φύσεως

εμπειρογνώμονες, εκπρόσωποι ομάδων συμφερόντων του ιδιωτικού τομέα και της

Κοινωνίας των Πολιτών, ΜΚΟ κλπ., καθώς και εκπρόσωποι των λοιπών θεσμικών

οργάνων σε τομείς ενδιαφέροντος τους. Η διάθεση αυτή της Επιτροπής να εμπλέξει

στη διαδικασία διαμόρφωσης των προτάσεών της όσο περισσότερους δρώντες

μπορεί και συνεπώς να οικοδομήσει και να αναπτύξει δίκτυα επικοινωνίας και

πολιτικής (policy networks), μπορεί να ερμηνευθεί λογικά στη βάση του ότι αφενός

επιθυμεί να προσδώσει την κατάλληλη τεχνική κι επιστημονική εξειδίκευση και

τεκμηρίωση, άρα και «νομιμοποίηση», στην πρόταση που θα υποβάλλει, κάτι που

θα οδηγήσει αφετέρου στην επίτευξη αναλόγως μεγαλύτερου βαθμού τελικής

επιτυχίας αυτής – δηλαδή, υιοθέτησής της, αλλά και αποτελεσματικής υλοποίησής

της από τα κράτη μέλη (Πασσάς, 2012).

Γίνεται, επομένως, αντιληπτό πως η οικοδόμηση διαύλων επικοινωνίας με

την Επιτροπή (αλλά και το ΕΚ), από τα αρχικά στάδια κιόλας, έχει ζωτική σημασία

για τις διοικήσεις των κρατών – μελών, καθώς τους δίνεται η δυνατότητα να

ανιχνεύσουν τις διάφορες τάσεις για δράση, ώστε να ενεργοποιήσουν έγκαιρα τους

κατάλληλους εθνικούς μηχανισμούς, αλλά και να προκαλέσουν οι ίδιες επιθυμητή

δράση ή να επιχειρήσουν να ανακόψουν την πορεία μη επιθυμητής δράσης. Όπως

οι διάφορες ομάδες πίεσης και ομάδες συμφερόντων (interest groups) (Eising, 2008;

Mazey και Richardson, 2001), έτσι και εκείνες αναγκάζονται να επιδοθούν σε ένα

είδος εθνικού «lobbying», το οποίο μπορεί να λαμβάνει χώρα σε εθνικό ή

περιφερειακό – τοπικό επίπεδο, προκειμένου να προωθήσουν τις εκάστοτε

επιδιώξεις τους. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, τα ΚΜ υιοθετούν την πρακτική

αυτή περισσότερο έναντι της Επιτροπής και του Συμβουλίου, σε σχέση με το ΕΚ,

ενώ η συχνότητα υιοθέτησής της ποικίλει τόσο μεταξύ ομάδων κρατών – μελών6 ,

όσο και μεταξύ πεδίων πολιτικής7, κάτι που μπορεί να εξηγηθεί αφενός στη βάση

των εκάστοτε εθνικών προτεραιοτήτων, και αφετέρου υπό τη λογική των υλικών

και ανθρώπινων πόρων, που βρίσκονται στη διάθεσή τους (Panke, 2012).

6 Για παράδειγμα έχει παρατηρηθεί πως κράτη – μέλη όπως το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η

Γερμανία, η Φινλανδία, η Δανία, η Ισπανία, το Λουξεμβούργο, η Σουηδία, η Ιταλία και η Ιρλανδία

επιδίδονται σε «lobbying» με τη διπλάσια συχνότητα από ότι η Λιθουανία, η Βουλγαρία, η

Ρουμανία, η Ουγγαρία, η Σλοβακία, η Κύπρος, η Πολωνία, η Ελλάδα, η Εσθονία και η Τσεχία. 7 Για παράδειγμα το Βέλγιο, η Μάλτα και η Ελλάδα επιλέγουν την τακτική του «lobbying»

περισσότερο σε ότι αφορά την οικονομική πολιτική και λιγότερο για την περιβαλλοντική ή την

αγροτική πολιτική, ενώ η Αυστρία, η Ισπανία, η Φινλανδία, η Ουγγαρία, η Λιθουανία και η

Σλοβακία εξίσου και για τους τρείς προαναφερθέντες τομείς πολιτικής.

Page 20: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

20

Η συνήθης πρακτική περιλαμβάνει επαφές της Επιτροπής με τους

ενδιαφερόμενους φορείς και ακολούθως τη σύσταση/σύγκληση των αναγκαίων

Ομάδων Εμπειρογνωμόνων, οι οποίες καλούνται να τη συνδράμουν στο έργο της.

Επισήμως, αποτελούν οντότητες συμβουλευτικού χαρακτήρα, που περιλαμβάνουν

εμπειρογνώμονες του ιδιωτικού ή του δημοσίου τομέα, με την Επιτροπή να ελέγχει

τη σύνθεσή τους. Ειδικότερα, μπορεί να αποτελούνται από μέλη των εθνικών

κυβερνήσεων/διοικήσεων, τον ακαδημαϊκό χώρο, καθώς και διάφορες ομάδες

ενδιαφερόντων. Πρωταρχικό τους καθήκον είναι να παρέχουν στην Επιτροπή τις

κατάλληλες συμβουλές για την προετοιμασία νομοθετικών προτάσεων και

πολιτικών πρωτοβουλιών, όπως επίσης για τα καθήκοντά της να παρακολουθεί και

συντονίζει τη συνεργασία με τα κράτη – μέλη. Οι Ομάδες Εμπειρογνωμόνων δεν

λαμβάνουν πολιτικές αποφάσεις, μάλλον τροφοδοτούν τη διαδικασία λήψης

απόφασης προσφέροντας εξειδικευμένη επιστημονική γνώση, πρακτική εμπειρία

και πληροφόρηση, αλλά και χρησιμεύουν και σαν – μόνιμα ή προσωρινού

χαρακτήρα - fora ανταλλαγής γνώσης και πληροφορίας (European Commission,

DG Research, 2002)8.

Η πρακτική των Ομάδων Εμπειρογνωμόνων, όπως αναφέρθηκε, αποτελεί

ένα σημαντικό βήμα για τις διοικήσεις των ΚΜ και προσφέρει τη δυνατότητα

απόκτησης ενεργού ρόλου στη διαδικασία, και συνεπώς ενός βαθμού ελέγχου. Αυτό

είναι πολύτιμο, καθώς πρόκειται για όργανα της Επιτροπής, επομένως ενέχουν

υπερεθνικό χαρακτήρα, και τα στελέχη που καλούνται να συμμετέχουν οφείλουν να

υπηρετήσουν τους ενωσιακούς σκοπούς και όχι εθνικούς. Σημαντικό σημείο

αποτελεί το ότι ο μεγαλύτερο μέρος του όγκου εργασίας σε μια τέτοια Ομάδα

συνήθως εκτελείται από τα μεσαία και χαμηλότερα κλιμάκια της διοικητικής

ιεραρχίας των ΚΜ, αν και σε σημαντικούς πολιτικά τομείς εμπλέκονται

περισσότερο τα ανώτερα, τονίζοντας τη σημασία που αποδίδουν τα τελευταία στη

διαδικασία αυτή αλλά και στις ενωσιακές πολιτικές συνολικά (Egeberg et al.,

2003). Επιπροσθέτως, η επικοινωνία, τόσο επισήμως κατά τη διάρκεια των

συνεδριάσεων όσο και ανεπίσημα, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την

αποτελεσματική συμμετοχή στις Ομάδες Εμπειρογνωμόνων. Οι εκπρόσωποι των

8 Τις Ομάδες Εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής διακρίνει το γεγονός πως συστήνονται από την ίδια,

αντιθέτως με τις Ομάδες του Συμβουλίου και της Επιτροπές της Επιτροπολογίας. Μια τέτοια ομάδα

μπορεί να συσταθεί με δύο τρόπους: είτε μέσω μιας απόφασης της Επιτροπής ή άλλης νομικής

πράξης που να την εγκαθιδρύει, είτε μέσω μας Υπηρεσίας της Επιτροπής, με τη συμφωνία της

Γενικής Γραμματείας.

Page 21: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

21

εθνικών διοικήσεων καλούνται να συμμετάσχουν σε Ομάδες και Επιτροπές,

διαφόρων επιπέδων και αποστολών, συνεπώς οφείλουν να προσαρμόζουν αναλόγως

τη στάση τους. Στις Ομάδες Εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής, δεδομένου ότι οι

συμμετέχοντες επιλέγονται λόγω της εξειδίκευσής τους, οι εθνικοί εκπρόσωποι

βρίσκονται μακρύτερα από την επιρροή των εθνικών συμφερόντων, σε σύγκριση με

τους εκπροσώπους που μετέχουν στις Ομάδες Εργασίας του Συμβουλίου και τις

επιτροπές της Επιτροπολογίας, με αποτέλεσμα να προωθούνται επαγγελματικές

συμμαχίες παρά συμμαχίες συμφερόντων (Lewis, 2005).

Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από το Μητρώο Ομάδων

Εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής9, αλλά και από πρόσφατες έρευνες, υφίστανται

πάνω από 1.000 τέτοιες ομάδες, οργανωμένες από αυτή – με τα ¾ αυτών να είναι

ανεπίσημες, αλλά το ήμισυ αυτών μόνιμες - καταδεικνύοντας πως αποτελούν

αξιοσημείωτο συμπληρωματικό, διοικητικό πόρο της τελευταίας. Όπως είναι

φυσικό, η προσφυγή στη χρήση τους είναι εντονότερη σε τομείς πολιτικής όπου οι

σχετικές διοικητικές ικανότητες της Επιτροπής είναι ενισχυμένες (Gornitzka και

Sverdrup, 2008). Είναι, επίσης, σημαντικό να αναφερθεί πως οι εθνικοί εκπρόσωποι

συνιστούν τους βασικότερους συμμετέχοντες στο σύστημα των Ομάδων

Εμπειρογνωμόνων, σε σύγκριση με τους επιστήμονες και τους εκπροσώπους

κοινωνικών ομάδων, συνεπώς αντιλαμβάνεται κανείς τη σημασία της καλλιέργειας

επαφών με τις εθνικές κυβερνήσεις εκ μέρους της Επιτροπής, γεγονός που

υποδεικνύει και τη σημασία της σχέσης της με το Συμβούλιο (Gornitzka και

Sverdrup, 2011).

Η ολοένα και αυξανόμενη προσφυγή στην πρακτική των

Ομάδων/Επιτροπών έχει προκαλέσει προβληματισμούς σχετικά με την ύπαρξη

«δημοκρατικού ελλείματος» (“democratic deficit”) και την συνεπακόλουθη έλλειψη

διαφάνειας στη λήψη αποφάσεων στην ΕΕ, τόσο στο ευρύ κοινό όσο και στα

θεσμικά της όργανα, με το ΕΚ να αποτελεί τον μεγαλύτερο επικριτή του

φαινομένου. Η Επιτροπή, από την πλευρά της, έχει προβεί σε μια σειρά ενεργειών,

προκειμένου να κατευνάσει τις ανησυχίες αλλά και να υπογραμμίσει τη σημασία

της διαφάνειας και των ανοικτών διαδικασιών, όπως είναι η «Λευκή Βίβλος για την

Ευρωπαϊκή Διακυβέρνηση» του 2001 (Επιτροπή, COM (2001) 428), η Ανακοίνωση

9Τα στοιχεία είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του Μητρώου,

http://ec.europa.eu/transparency/regexpert/index.cfm?do=transparency.showList (τελευταία

επίσκεψη, 08/06/2014).

Page 22: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

22

του 2002, αναφορικά με τις αρχές και τις κατευθυντήριες γραμμές για τη χρήση της

εμπειρογνωσίας (expertise) (Επιτροπή, COM (2002) 713), αλλά και η δημιουργία

ηλεκτρονικού Μητρώου (Register) για την καταγραφή των υφιστάμενων Ομάδων,

το 2005. Στο σημείο αυτό, τέλος, οφείλουμε να αναφέρουμε την σημασία της

δράσης του δικτύου ALTER – EU (Alliance for Lobbying Transparency and Ethics

Regulation in the EU), το οποίο από το 2005 έχει αποφασιστική συμμετοχή στο

δημόσιο έλεγχο της Επιτροπής, καθώς εστιάζει στην αποκάλυψη της επίδρασης που

ασκούν οι διάφορες ομάδες συμφερόντων στη διαμόρφωση της ενωσιακής

ατζέντας10.

10Περισσότερες πληροφορίες για τη δράση του δικτύου ALTER – EU είναι διαθέσιμες στην

ιστοσελίδα του http://www.alter-eu.org (τελευταία επίσκεψη, 08/06/2014).

Page 23: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

23

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Η ΛΗΨΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗ ΣΥΝΗΘΗ

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (ΣΥΝΑΠΟΦΑΣΗ)

2.1.Η θέση του Συμβουλίου στη διαδικασία της συναπόφασης

Το Συμβούλιο της Ένωσης αποτελεί το κατεξοχήν θεσμικό όργανο της ΕΕ, το

οποίο θεσπίστηκε ως όργανο λήψης αποφάσεων (πολιτικών και κανονιστικών) και

ως τέτοιο, διατηρεί ιδιαίτερες σχέσεις με τους λοιπούς ενωσιακούς θεσμούς. Μετά

την περιγραφή της προηγούμενης ενότητας, αντιλαμβάνεται κανείς τη στενότητα

των σχέσεων που οφείλει να διατηρεί αφενός με την Επιτροπή που υποβάλλει

προτάσεις και αφετέρου με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με το οποίο άλλωστε

καλείται να συν-νομοθετήσει κατά τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Πρακτικά

άλλωστε, η Συνθήκη της Λισαβόνας υπογράμμισε το ρόλο αυτό, όταν στο άρθρο 16

παρ. 8 όρισε πως οι σύνοδοί του διακρίνονται σε δύο σκέλη: το νομοθετικό και το

μη νομοθετικό. Ως γενική αναφορά στο Συμβούλιο, θα μπορούσαμε να το

χαρακτηρίσουμε ως μια ιεραρχικά αλλά και οριζόντια διαρθρωμένη οντότητα. Σε

οριζόντιο επίπεδο, διακρίνονται 10 συνθέσεις ανάλογα με τους διάφορους τομείς

πολιτικής11. Σε κάθετο επίπεδο, από την άλλη πλευρά, περιλαμβάνονται 3 υπο –

επίπεδα: α) οι Ομάδες Εργασίας στο κατώτερο, β) η COREPER στο μεσαίο και γ)

οι διάφορες συνθέσεις υπουργικό επιπέδου, στην κορυφή. Κάθε ένα από τα

προαναφερθέντα επίπεδα και υπο – επίπεδα, συμμετέχει, κατά το μάλλον ή ήττον,

στη διαδικασία λήψης απόφασης, υπογραμμίζοντας ακόμα περαιτέρω την

«ενωσιακή» της φύση, ως πολυεπίπεδη και πολυπαραγοντική διαδικασία, θέτοντας

αφενός δυσκολίες στο μέσο παρατηρητή να την παρακολουθήσει και αφετέρου

ερωτηματικά σχετικά με το ποιος πραγματικά λαμβάνει τις αποφάσεις στην ΕΕ

(Häge, 2007).

Στο πλαίσιο αυτό, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τη στενή διασύνδεση που

υφίσταται μεταξύ των ρόλων του Συμβουλίου και του ΕΣ, ιδιαίτερα δε υπό το νέο

θεσμικό καθεστώς που επέφερε η Συνθήκη της Λισαβόνας. Από τη μία πλευρά, η

«αυτονόμηση» του ΕΣ, ήτοι η ανακήρυξή του σε επίσημο θεσμικό όργανο, με την

ταυτόχρονη εγκαθίδρυση της μόνιμης Προεδρίας του, θητείας 2, 5 ετών, και από

την άλλη πλευρά, η επίσημη θέσπιση του συστήματος της «ομαδικών Προεδριών»

11 Για τις συνθέσεις του Συμβουλίου βλ. στ. (10) της Ενότητας «Σημειώσεις».

Page 24: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

24

(group presidency – 3 κράτη μέλη συμμετέχουν), θητείας 18 μηνών, με τη

διατήρηση της εκ περιτροπής εναλλασσόμενης Προεδρίας, στην πράξη

αποδεικνύουν πως προκειμένου να λειτουργήσει αποτελεσματικά το σύστημα, η

στενή συνεργασία μεταξύ των δύο οργάνων είναι ζωτικής σημασίας - όπως

άλλωστε και ο σεβασμός των θεσμικών ορίων(Kaczyński and Byrne, 2011). Η

άσκηση της Προεδρίας, όπως αποτυπώνεται στις Συνθήκες αλλά και στην πράξη,

μπορεί να αποδειχθεί πολύτιμη για την αποτελεσματικότερη προώθηση των

εθνικών επιδιώξεων, ιδιαίτερα δε όταν λαμβάνει χώρα κατά τα στάδια της ψήφισης

της πρότασης αλλά και της τελικής υιοθέτησης της απόφασης (Schalk et al., 2007).

2.2. Οι Ομάδες Εργασίας και η COREPER

Τυπικά, αφού η Επιτροπή υποβάλλει την πρότασή της στο Συμβούλιο, αυτή

εξετάζεται στο πλαίσιο της σχετικής Ομάδας Εργασίας (Working Group/Party) του

Συμβουλίου12, στην οποία μετέχουν εθνικοί εκπρόσωποι που αντλούνται είτε από

την Μόνιμη Εθνική Αντιπροσωπεία στις Βρυξέλλες, είτε από τα εθνικά Υπουργεία

και Υπηρεσίες. Σε περίπτωση που όλα τα ζητήματα επιλυθούν στο επίπεδο της

Ομάδας Εργασίας, η πρόταση δε συζητείται περαιτέρω στα υψηλότερα επίπεδα του

Συμβουλίου, αλλά καταχωρείται ως «θέμα Α» της ημερήσιας διάταξης του

επερχόμενου σε επίπεδο Υπουργών. Στην αντίθετη περίπτωση, κατά την οποία η

Ομάδα Εργασίας δεν καταφέρει να επιτύχει πλήρη συμφωνία επί του περιεχομένου

του φακέλου της Επιτροπής, ο τελευταίος παραπέμπεται σε υψηλότερο επίπεδο,

ήτοι σε μια εκ των δύο συνθέσεων της COREPER. Στο πλαίσιο της τελευταίας, οι

μόνιμοι εκπρόσωποι συναντώνται υπό την COREPER II, όπου γίνεται η διαχείριση

των προτάσεων που αφορούν περισσότερο «πολιτικούς» τομείς, όπως οι Γενικές

Υποθέσεις και Εξωτερικές Σχέσεις, η Δικαιοσύνη και οι Εσωτερικές Υποθέσεις, οι

Οικονομικές και Χρηματοοικονομικές Υποθέσεις, ενώ οι αναπληρωτές Μόνιμοι

Εκπρόσωποι συναντώνται υπό το σχηματισμό της COREPER I, η οποία είναι

επιφορτισμένη με τη διαχείριση των λοιπών, περισσότερο τεχνικής φύσης, φακέλων

προτάσεων. Ο φάκελος εισάγεται στην «Θέμα Β» της ημερήσιας διάταξης του

Συμβουλίου, μόνο στην περίπτωση που σταθεί αδύνατο να επιτευχθεί πλήρης

12 Επισήμως υφίστανται περίπου 160 τέτοιες ειδικευμένες ομάδες. Δεν προβλέπονται στις Συνθήκες

αλλά στον εσωτερικό κανονισμό του Συμβουλίου.

Page 25: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

25

συμφωνία και στα δύο κατώτερα επίπεδα, της Ομάδας Εργασίας και της

COREPER.

Η πρακτική έχει αποδείξει πως το μεγαλύτερο μέρος των αποφάσεων

λαμβάνεται στα κατώτερα επίπεδα, και εντονότερα σ’ εκείνο των Ομάδων

Εργασίας – οι οποίες αποτελούν και τον κατεξοχήν χώρο δόμησης της απόφασης -

εντείνοντας ακόμα περισσότερο τον προβληματισμό περί του ρόλου των (εθνικών)

γραφειοκρατών στη λήψη των ενωσιακών αποφάσεων – σε βάρος των αιρετών

αξιωματούχων – με τα στοιχεία να δείχνουν πως το 50% του συνόλου των

νομοθετικών προτάσεων υπό τον πρώην κοινοτικό πυλώνα συζητήθηκαν σε επίπεδο

Υπουργών στο πέρας των διαπραγματεύσεων του Συμβουλίου. Ωστόσο, αν και

αυτό σημαίνει πως πράγματι το ήμισυ των ενωσιακών αποφάσεων υιοθετούνται

από «τεχνοκράτες» και «γραφειοκράτες» - και συνεπώς το ζήτημα της

«νομιμοποίησης» είναι υπαρκτό - , αντιλαμβάνεται κανείς πως η εξειδικευμένη

γνώση και εμπειρία των τελευταίων συνηγορεί αφενός υπέρ του ότι διαθέτουν τις

κατάλληλες ικανότητες προκειμένου να διαχειριστούν τεχνικά ζητήματα και

αφετέρου το ότι η ενασχόλησή τους επικεντρώνεται κυρίως σε τέτοια,

παραπέμποντας τα περισσότερο ευαίσθητα «πολιτικά» ζητήματα σε υψηλότερα

επίπεδα. Επιπροσθέτως, παρά το ότι θα περίμενε κανείς το αντίθετο, οι

«τεχνοκράτες/γραφειοκράτες» των Βρυξελλών δεν συνηθίζουν απολύτως να

λειτουργούν υπό το καθεστώς των εθνικών επιδιώξεων (Häge, 2007;2008)13. Επί

του παρόντος, λειτουργούν πάνω από 100 Ομάδες Εργασίας14, οι οποίες παράγουν

σημαντικό έργο. Όπως αναφέρθηκε στην προηγούμενη Ενότητα, οι εθνικοί

εκπρόσωποι που μετέχουν σε αυτές, διαθέτουν στενότερη «διαπραγματευτική

εντολή» σε σχέση με εκείνους που μετέχουν στις Ομάδες Εμπειρογνωμόνων της

Επιτροπής. Εντούτοις, η διάσταση στις προτιμήσεις των συμμετεχόντων έχει

αποδειχθεί πως ενέχει μικρότερη σημασία σε σύγκριση με τη σπουδαιότητα που

εμφανίζει το προς ρύθμιση ζήτημα. Επίσης, κρίσιμο στοιχείο για τις

διαπραγματεύσεις στο επίπεδο των Ομάδων αποτελεί και η εμπλοκή του ΕΚ κατά

τη συναπόφαση, καθώς αποτελεί έναν παίκτη με δικαίωμα αρνησικυρίας που

μπορεί να επηρεάσει ανά πάσα στιγμή την πορεία τους (Häge, 2007).

13 Η έρευνα, της οποίας τα αποτελέσματα παρατίθενται, αφορά νομοθετικές προτάσεις που

συζητήθηκαν και ψηφίστηκαν με τη διαδικασία της διαβούλευσης ή της συναπόφασης το 2003, και

αφορούσαν τον πρώτο πυλώνα. 14 Βλ. Ενότητα (8) Παραρτήματος.

Page 26: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

26

Η COREPER, από την άλλη πλευρά, είναι υπεύθυνη για την προετοιμασία των

εργασιών του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο. 16 παρ. 7 της ΣΕΕ. Αποτελεί το

νευραλγικό κέντρο της λειτουργίας του Συμβουλίου τόσο για τον οριζόντιο

συντονισμό των διαφόρων συνθέσεων του, όσο και για τον κάθετο συντονισμό των

πολυάριθμων ομάδων εργασίας με στόχο τη συνοχή των πολιτικών και των

δράσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συνιστά, επίσης, το φίλτρο από όπου περνούν

όλα τα θέματα και όπου αφενός το πολιτικό συναντά το τεχνικό και αφετέρου,

δρομολογείται η διαπραγμάτευση και διευκολύνεται η εφαρμογή πιο σύνθετων

διαπραγματευτικών μεθόδων. Η κεντρική θέση της στο ενωσιακό σύστημα λήψης

αποφάσεων, καθιστά αντιστοίχως και τις Μόνιμες Αντιπροσωπείες κρίσιμες

υπηρεσίες για τις εθνικές διοικήσεις και τον Μόνιμο Αντιπρόσωπο και τον

Αναπληρωτή του πρόσωπα κλειδιά. Εξάλλου, η εμφάνιση ενός θέματος στην

ατζέντα της COREPER είναι συχνά και για πολλές εθνικές διοικήσεις η στιγμή

κατά την οποία διενεργείται η τυπική διϋπουργική συντονιστική διαδικασία

(Bostock, 2002).

Η πλήρης ανάπτυξη της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας περιλαμβάνει τόσο

τυπικές διαδικασίες, τρεις διαδοχικές αναγνώσεις μεταξύ Συμβουλίου και

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όσο και άτυπες ή χαλαρά θεσμισμένες πρακτικές

(τριμερείς διάλογοι ή τρίλογοι) για την θέσπιση των νομοθετικών πράξεων15. Οι

τρίλογοι αυτοί διεξάγονται τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων

του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και αποτελούν το βασικό

πλαίσιο διαπραγμάτευσης και συνδιαμόρφωσης της νομοθεσίας. Κατά την φάση,

δε, της «συνδιαλλαγής»16, αναπτύσσονται διάφορες άτυπες διαδικασίες και

πρακτικές συνεννόησης μεταξύ των δύο νομοθετικών σωμάτων οι οποίες

καταδεικνύουν τη σημασία και τον ρόλο των υπηρεσιακών επιπέδων της ιεραρχίας

του Συμβουλίου και επιβεβαιώνουν το γεγονός ότι στην πράξη, η διαχείριση της

διαδικασίας αναλαμβάνεται κυρίως από την COREPER διότι μετά την υιοθέτηση

από το Συμβούλιο της «κοινής θέσης» οι υπουργοί σπανίως θα επιληφθούν εκ νέου

της διαπραγμάτευσης ενός φακέλου συναπόφασης.

15 Βλ. Διάγραμμα Ενότητας (7) Παραρτήματος. 16 Η Συνδιαλλαγή λαμβάνει χώρα στην περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία στη δεύτερη

ανάγνωση και το Συμβούλιο απορρίψει τις τροπολογίες του ΕΚ τότε οι Πρόεδροι του Συμβουλίου

και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου συγκαλούν, εντός έξι εβδομάδων ή οκτώ, σε περίπτωση που

συμφωνηθεί παράταση, την «επιτροπή συνδιαλλαγής» για την επίτευξη συμφωνίας και έγκρισή της

υπό την μορφή ενός «κοινού σχεδίου».

Page 27: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

27

Η άτυπη πρακτική των τριλόγων, παρότι δεν προβλέπονται από τις Συνθήκες,

τυποποιήθηκε από τη διοργανική συμφωνία του 2007, και σταδιακά μετατράπηκε

στον βασικό θεσμικό χώρο διαπραγμάτευσης, οικοδόμησης των πολιτικών

συμφωνιών και, εν τέλει, διαμόρφωσης της νομοθεσίας στο πλαίσιο της διαδικασίας

της συναπόφασης-συνήθους νομοθετικής διαδικασίας. Συνοψίζοντας την επίδραση

που έχει ασκήσει η συγκεκριμένη πρακτική, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως

ασκούν αρνητική επίδραση στη διαδικασία λήψης απόφασης, καθώς στην πράξη,

κρίσιμες φάσεις της διαδικασίας λήψης απόφασης λαμβάνουν χώρα εκτός

δημοσιότητας, απειλώντας τις προϋποθέσεις της διαφάνειας και της

προσβασιμότητας αυτής. Επίσης, αποτελούν πρακτική που ενισχύει την

πολυπλοκότητα της διαδικασίας της συναπόφασης και την καθιστά ακόμα πιο

δυσνόητη στο μέσο παρατηρητή, αναιρώντας και τις προϋποθέσεις του ελέγχου και

της λογοδοσίας (Stie, 2010).

Page 28: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

28

ΜΕΡΟΣ Β’

Η ΥΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

Page 29: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

29

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΤΟ ΕΝΩΣΙΑΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ – Η ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ

ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΕΕ

1.1. Θεωρητικές προσεγγίσεις

Από την ανάλυση που προηγήθηκε, μπορεί κανείς άμεσα να συλλάβει το

πολυδιάστατο του ενωσιακού οικοδομήματος, ως έναν πολυσυλλεκτικά

αρμολογημένο μηχανισμό παραγωγής πολιτικών, με απώτερο στρατηγικό σκοπό

την στενότερη πολιτική ενοποίηση. Στην πορεία της μετεξέλιξης της, ο αρχικός

προσανατολισμός διαθλάστηκε σε πολλαπλές κατευθύνσεις, διευρύνοντας ολοένα

και περισσότερο το πεδίο αρμοδιοτήτων της ΕΕ, σε σημείο που να μην μπορεί

πλέον κανείς εύκολα να ανιχνεύσει πεδία, τομείς ή θεματικές, με τις οποίες η

Ένωση δεν ασχολείται καθόλου. Και ενώ οι ιδρυτικές συνθήκες συνιστούν το

πλαίσιο αλλά και τη νομική ratio της εκάστοτε δράσης των ενωσιακών οργάνων, η

πρακτική τους αλλά και η νομολογία του ΔΕΕ έχουν συμβάλλει σε μια περισσότερο

διασταλτική ερμηνεία των διατάξεων του πρωτογενούς δικαίου και αναλόγως έχουν

οδηγήσει σε έντονες θεωρητικές αναζητήσεις σχετικά με τις «εξουσίες» (“powers”)

της Ένωσης.

Το ότι η Ένωση είναι δημιούργημα των μελών της πρακτικά σημαίνει, μεταξύ

άλλων, πως έχει επιφυλάξει μια ιδιαίτερη και κεντρική θέση στην ιδέα και έννοια

του «Κράτους» και ως εκ τούτου έχει δεχθεί την επίδραση της κρατικής –

πολιτειακής (συνταγματικής) οργάνωσης, στον τρόπο με τον οποίο επιλέγει να

οικοδομήσει και να διαρθρώσει τις εξουσίες/αρμοδιότητες μεταξύ των συστατικών

της μερών: των ΚΜ αφενός και των θεσμών της αφετέρου (Γεωργόπουλος, 2010;

Πασσάς, 2009). Αν και απέχει από την παραδοσιακή έννοια της συνταγματικής

τάξης, διαπιστώνει κανείς πως δανείζεται συχνά όρους του συνταγματικού δικαίου,

καθώς η όλη λογική του φεντεραλισμού που διέπει τη φύση της, συντείνει στην

επιλογή αυτή, η οποία άλλωστε τείνει να προσφέρει και μια απλουστευμένη θέαση

των ιδιαίτερων γνωρισμάτων που συνθέτουν το προφίλ της (Μαυριάς, 2004;

Πασσάς, 2012). Αυτό το λειτουργικό κριτήριο, επομένως, οφείλει κανείς να

λαμβάνει υπόψη όταν γίνεται λόγος περί διάκρισης των ενωσιακών εξουσιών

(division/separation of powers), κατά την κλασσική συνταγματική διάκριση σε

Page 30: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

30

νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική εξουσία. Και αν η τελευταία μπορεί να

αποδοθεί άμεσα και ανεπιφύλακτα στο ενωσιακό σύστημα δικαστικής προστασίας,

δεν μπορεί να συναχθεί αυτομάτως ανάλογο συμπέρασμα περί νομοθετικής και

εκτελεστικής εξουσίας, από την ανάγνωση του πρωτογενούς δικαίου. Ειδικότερα,

δεν μπορεί να υποστηριχθεί πως η νομοθετική εξουσία επιφυλάσσεται υπέρ ενός

μοναδικού οργάνου, εφόσον ο ενωσιακός νομοθέτης έχει οικοδομήσει σε μεγάλο

βαθμό την νομοπαραγωγική διαδικασία στη βάση του «νομοθετικού τριγώνου».

Ούτε άλλωστε μπορεί κανείς να μιλήσει για απόλυτο τεκμήριο εκτελεστικής

αρμοδιότητας υπέρ των κρατών – μελών, όταν προβλέπεται πλέον από το

πρωτογενές δίκαιο η δυνατότητα εκχώρησης εκτελεστικών αρμοδιοτήτων στην

Επιτροπή17. Επομένως, αν και η αρχή της θεσμικής ισορροπίας, υπό το πρίσμα της

οποίας ερμηνεύεται το άρθρο 13 παρ.2 ΣΕΕ, επιτάσσει πως η δράση των

ενωσιακών οργάνων θα πρέπει να περιορίζεται στα όρια που θέτουν οι Συνθήκες,

στην πράξη εθνικές διοικήσεις και ενωσιακά όργανα αλληλεπιδρούν και ως εκ

τούτου καταλήγουν να αλληλοδιεισδύουν στη σφαίρα αρμοδιοτήτων τους

(Μαυριάς, 2004;Dimitrakopoulos, 2001)18. Το φαινόμενο αυτό, της διασταύρωσης

των λειτουργιών υπακούει στη λογική των αρχών του κράτους δικαίου, που

επιβάλλει την ύπαρξη «θεσμικών αντίβαρων» (“Checks and Balances”) στην

άσκηση λειτουργιών, σε εθνικό ή υπερεθνικό επίπεδο, ως συνταγματική εγγύηση

για την αποφυγή κατάχρησης αρμοδιοτήτων από οποιοδήποτε όργανο19.

Ωστόσο, παρ’ όλη την ανάπτυξη του φαινομένου της διασταύρωσης των

ενωσιακών λειτουργιών, γεγονός είναι πως η αρμοδιότητα της εκτέλεσης των

ενωσιακών κανόνων ανήκει στα κράτη – μέλη, σύμφωνα άλλωστε και με το άρθρο

291 παρ. 1 της ΣΛΕΕ, το οποίο ορίζει πως «τα ΚΜ θεσπίζουν όλα τα εσωτερικού

δικαίου μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των νομικά δεσμευτικών

πράξεων της Ένωσης». Από τη στιγμή που η ΕΕ δεν διαθέτει ίδια εκτελεστικά

17 Βλ. τα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ. 18 Και αυτή η πρακτική ακολουθεί τη συνταγματική παράδοση της διασταύρωσης των λειτουργιών,

κατά την οποία αποδίδονται αρμοδιότητες που ανήκουν σε μια λειτουργία σε όργανα που ασκούν

αρμοδιότητες διαφορετικής λειτουργίας, όπως για παράδειγμα το άρθρο 42 του ελληνικού

Συντάγματος προβλέπει το δικαίωμα που έχει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να αναπέμπει

ψηφισμένα νομοσχέδια στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, ασκώντας ένα είδος ελέγχου τυπικής

εξωτερικής συνταγματικότητας. 19 Η έννοια της θεσμικής ισορροπίας συνδέεται άμεσα και με την αρχή της δοτής αρμοδιότητας, η

οποία αποτυπώνεται στο άρθρο 5 παρ.2 της ΣΕΕ και προβλέπει πως η Ένωση ασκεί τις

αρμοδιότητες που της έχουν αποδοθεί βάσει των Συνθηκών, ενώ από την άλλη πλευρά, εκείνη όπως

και η έννοια της διασταύρωσης των λειτουργιών οφείλουν να υπακούν στην αρχή της καλόπιστης

συνεργασίας (βλ. άρθρο 13 παρ. 2 της ΣΕΕ).

Page 31: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

31

όργανα προς τον παραπάνω σκοπό, εναπόκειται στις διοικήσεις των ΚΜ, σε εθνικό

ή περιφερειακό – τοπικό επίπεδο, να αναπτύξουν την αναγκαία δράση προκειμένου

οι ενωσιακοί κανόνες να παράγουν πλήρως το ωφέλιμο αποτέλεσμά τους,

συνιστώντας ένα είδος «ενωσιακού βραχίονα» ή προέκτασης των οργάνων της ΕΕ

(Σκανδάμης, 1990). Η ανακήρυξη των ΚΜ σε κεντρικά εκτελεστικά όργανα του

κοινοτικού δικαίου υφίστατο και υπό τη Συνθήκη της Ρώμης βέβαια (άρθρο 5

ΣΕΚ), θεμελιώνοντας την εφαρμογή του στη βάση ενός τύπου «έμμεσης

διοίκησης», όπου τα πρώτα διαθέτουν το τεκμήριο της αρμοδιότητας για τη λήψη

όλων των πρόσφορων μέτρων, όταν πρόκειται για μεταφορά – εφαρμογή Οδηγιών ή

«ατελών Κανονισμών», εξουσία που περιορίζεται ενίοτε μέσω της έκδοσης

Οδηγιών που περιέχουν εξαιρετικά λεπτομερείς διατάξεις για την εφαρμογή τους

(Γεωργόπουλος, 2010). Η έννοια της έμμεσης διοίκησης, επομένως, εδράζεται με

τη σειρά της στην έννοια της αποκέντρωσης στη διοικητική εκτέλεση των

ενωσιακών κανόνων δικαίου, υπό το πρίσμα της αμεσότητας αλλά και

αποτελεσματικότητας των τελευταίων (λειτουργική αναδίπλωση υπέρ των εθνικών

εκτελεστικών οργάνων), καθώς επίσης συνάδει και προς την αρχή της θεσμικής

αυτονομίας των ΚΜ, ως αυτονομία στην εξουσία τους να καθορίζουν τα όργανα

και να επιλέγουν τα νομικά μέσα για την εκπλήρωση των ενωσιακών τους

υποχρεώσεων (Παπαδοπούλου, 2012).

Σε ένα δεύτερο επίπεδο, το τεκμήριο της εκτελεστικής αρμοδιότητας των

κρατών – μελών διαβρώνεται περαιτέρω, υπό το φως του φαινομένου της

Επιτροπολογίας, ήτοι της εκχώρησης εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από το

Συμβούλιο στην Επιτροπή, μέσω νομοθετικής εξουσιοδότησης, το οποίο

θεσπίστηκε και επίσημα με τη Συνθήκη της Λισαβόνας, μέσω των πράξεων που

προβλέπονται στα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ.

Page 32: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

32

1.2.Το φαινόμενο της «Επιτροπολογίας» ως μηχανισμός θεσμικού ελέγχου

Το φαινόμενο της «Επιτροπολογίας» (“Comitology”) αποτελεί ιδιαίτερο και

διακριτό υποσύστημα του θεσμικού ενωσιακού οικοδομήματος, και ειδικότερα του

πλαισίου παραγωγής πολιτικών. Αν επιχειρούσαμε να την ορίσουμε, θα

μπορούσαμε να πούμε ότι συνίσταται στη δημιουργία και λειτουργία Επιτροπών, οι

οποίες αφενός αποτελούνται από εκπροσώπους των ΚΜ και αφετέρου

παρεμβαίνουν στην άσκηση της εκτελεστικής λειτουργίας της ΕΕ, εκ μέρους της

Επιτροπής (Γεωργόπουλος, 2010). Αν και οι Επιτροπές αυτές δεν λαμβάνουν

νομοθετικές αποφάσεις, αλλά επικουρούν την Επιτροπή στη λήψη μέτρων

εκτελεστικής φύσης, ο βαθμός ανάπτυξής τους διαχρονικά, καθώς και ορισμένες

έντονες διαθεσμικές αντιπαραθέσεις που προκάλεσαν, ανέδειξαν σημαντικές πτυχές

του προαναφερθέντος ζητήματος δημοκρατικής νομιμοποίησης στο σύστημα

παραγωγής των ενωσιακών πράξεων. Εκτός του γραμμικού – τυπικά – πλαισίου

λήψης της απόφασης (προνομοθετικό και νομοθετικό στάδιο κατά τη συνήθη

νομοθετική διαδικασία), η Επιτροπολογία αναπτύσσει τη λειτουργία της εκεί όπου

καλούνται να διαδράσουν οι θεσμοί της ΕΕ, εκεί δηλαδή που λαμβάνει χώρα η

μεταξύ τους ώσμωση(Hardacre και Kaeding, 2011).

Ιστορικά, οι ρίζες του φαινομένου μπορούν να τοποθετηθούν αρκετά πίσω, με

τις πρώτες Επιτροπές να συστήνονται στο πλαίσιο της ΚΑΠ, η οποία ουσιαστικά

αποτέλεσε και την πρώτη και περισσότερο ολοκληρωμένη κοινή πολιτική. Ο

τεχνικός χαρακτήρας των απαιτούμενων ρυθμίσεων, καθώς και η ιδιαίτερη

οικονομική και κοινωνική διάσταση της ΚΑΠ, επέβαλλε την προσαρμογή των

κανόνων από το Συμβούλιο, προκειμένου να μειωθεί ο φόρτος εργασίας που

δημιούργησε η έλλειψη ευελιξίας και η επακόλουθη δυσπραγία στη λήψη των

αποφάσεων. Εντούτοις, καθώς δεν έλλειψαν οι αντιρρήσεις των ΚΜ, έναντι του

κινδύνου εκχώρησης «λευκής κάρτας» στην Επιτροπή, η λύση βρέθηκε στην

υποχρέωση της τελευταίας να λαμβάνει τη γνώμη μιας Επιτροπής, απαρτιζόμενης

από εθνικούς εκπροσώπους, πριν από τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου (Vos, 1997).

Αν επιθυμούμε, όμως, να αποδώσουμε στο φαινόμενο της Επιτροπολογίας ένα

χρονολογικό ορόσημο, αυτό θα ήταν αναμφισβήτητα το 1986 με την υπογραφή της

ΕΕΠ, καθώς η τελευταία προχώρησε στην θεσμική κατοχύρωσή του μέσω του

Page 33: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

33

πρωτογενούς δικαίου. Η επιλογή της χρονικής στιγμής είναι κάθε άλλο παρά

τυχαία, εφόσον η Κοινότητα βρισκόταν στη φάση της εναρμόνισης των νομοθεσιών

για την εγκαθίδρυση της ενιαίας αγοράς και υπογραμμίστηκε η ανάγκη να

εξευρεθούν εναλλακτικοί και δη αποτελεσματικότεροι τρόποι επίτευξης συμφωνίας,

ειδικότερα όσον αφορά τα εκτελεστικά μέτρα. Αυτό, άλλωστε, είχε ήδη γίνει

αντιληπτό από την Επιτροπή και, υποστηριζόμενη από το ευνοϊκό κλίμα που είχε

δημιουργήσει η απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση Cassis de Dijon το 1979 (ΔΕΚ,

120/78), υπογράμμισε την πίστη της στην αρχή της αμοιβαίας αναγνώρισης στη

Λευκή Βίβλο για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς το 1985 (Neyer, 1999)

(Επιτροπή Delhors). Οι επιφυλάξεις των ΚΜ περί ενίσχυσης των αρμοδιοτήτων της

Επιτροπής αμβλύνθηκαν μέσω του συμβιβασμού που αποτέλεσε το στοιχείο γ’ στο

άρθρο 145 (μετέπειτα άρθρο 202 ΣΥΝΘΕΚ) της ΣΥΝΘΕΚ, του οποίου η διάταξη

αφενός έθετε την υποχρέωση του Συμβουλίου να εκχωρεί εκτελεστικές εξουσίες

στην Επιτροπή και αφετέρου απαιτούσε την εισαγωγή επίσημων και ορθολογικών

διαδικασιών για τις επιτροπές της Επιτροπολογίας. Η καταστατική πλαισίωση της

τελευταίας, παρ΄ όλα αυτά, προκάλεσε διαφωνίες μεταξύ των θεσμικών οργάνων

και ιδιαίτερα μεταξύ του Συμβουλίου και του Κοινοβουλίου. Οι αντιρρήσεις του

ΕΚ βασίζονταν καταρχήν στο επιχείρημα πως οι επιτροπές αυτές εκτρέπουν την

πραγματική εκτελεστική αρμοδιότητα της Επιτροπής και συνιστούν εμπόδιο στην

ομαλή ροή της διαδικασίας λήψης αποφάσεων. Εντέλει οι αντιρρήσεις

ξεπεράστηκαν και οι συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί συνέβαλαν στην υιοθέτηση

της πρώτης απόφασης της Επιτροπολογίας, την απόφαση 1987/373/ΕΟΚ, η οποία

απέκτησε χαρακτήρα «εκτελεστικού νόμου» για το άρθρο 145 ΣΥΝΘΕΚ και

ουσιαστικά αποτελούσε μια προσπάθεια κωδικοποίησης της ως τότε πρακτικής.

Από την άποψη των διαθεσμικών ισορροπιών ισχύος, η απόφαση 373/1987

σηματοδότησε την ενίσχυση των επιδιώξεων του ΕΚ να επεκτείνει την επιρροή του,

πρωτίστως αναφορικά με τον έλεγχο των Επιτροπών, τις οποίες όμως επιβεβαίωσε

σε έναν πολύ περιορισμένο βαθμό (Vos, 1997).

Αναφορικά με την τυπολογία που διέπει τις διαδικασίες των Επιτροπών της

Επιτροπολογίας, μπορεί να γίνει χρήση διάφορων κριτηρίων, όπως το αν υπάρχει

υποχρέωση της Επιτροπής (Commission) να λάβει τη γνωμοδότηση συγκεκριμένης

Επιτροπής ή όχι, από πού αντλούν τη νομική τους βάση ή βάσει ενός περισσότερο

λειτουργικού κριτηρίου . Αν και η χρήση τους διαφέρει μεταξύ τομέων πολιτικής,

Page 34: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

34

μπορεί κανείς να διακρίνει τρείς βασικούς τύπους διαδικασιών, βάσει της απόφασης

του 1987 (Steunenberg et al., 1996):

1)Η πρώτη αποκαλείται γνωμοδοτική Επιτροπή (advisory committee

procedure), ο ρόλος της οποίας αναλώνεται στην διατύπωση γνώμης – θέσης που

πρέπει να λάβει υπόψη της με τη σειρά της η Επιτροπή (Commission) πριν τη λήψη

οποιουδήποτε εκτελεστικού μέτρου, καθώς και να ενημερώσει την πρώτη για το

κατά πόσο επηρέασε η γνώμη που διατύπωσε την τελική επιλογή της.

2)Η δεύτερη περιλαμβάνει τις διαχειριστικές επιτροπές (management

committee procedure), οι οποίες υποβοηθούν την Επιτροπή στο έργο της

γνωμοδοτώντας βάσει ειδικής πλειοψηφίας. Σε περίπτωση που διατυπώσουν

αρνητική γνώμη επί της πρότασης της Επιτροπής, τότε η τελευταία την αναπέμπει

στο Συμβούλιο, το οποίο μπορεί να την τροποποιήσει ή να την απορρίψει με ειδική

πλειοψηφία.

3)Η τρίτη διαδικασία αφορά τις επιτροπές κανονιστικού χαρακτήρα (regulatory

committee procedure), στην περίπτωση των οποίων το Συμβούλιο κατόπιν

αρνητικής γνώμης αυτών έχει τη δυνατότητα να εγκρίνει το σχέδιο της Επιτροπής,

να υιοθετήσει διαφορετική πράξη ή ακόμα και να το απορρίψει. Ένα σημαντικό

στοιχείο που πρέπει να αναφερθεί εδώ, σχετικά με το τελευταίο, είναι πως το

Συμβούλιο διαθέτει δικαίωμα αρνησικυρίας, το οποίο και μπορεί να ασκήσει με

απλή πλειοψηφία (contrefilet/veto procedure) .

Η απόφαση δεν κατάφερε να κατευνάσει πλήρως τις θεσμικές αντιπαραθέσεις,

και το προαναφερθέν καθεστώς τροποποιήθηκε αρκετές φορές έκτοτε,

αναδεικνύοντας το δυναμικό χαρακτήρα του φαινομένου αλλά και το βαθμό

θεσμικών συγκρούσεων. Με την απόφαση 1999/468/ΕΚ, επιβεβαιώθηκε η

τυπολογία της προηγούμενης, καθώς επίσης παραχωρήθηκε στο ΕΚ το δικαίωμα

πληροφόρησης και η δυνατότητα ελέγχου της Επιτροπής, κατά την άσκηση των

εκτελεστικών της αρμοδιοτήτων (Ballmann et al., 2002). Ακολούθως, η απόφαση

2006/512/ΕΚ εισήγαγε μια τέταρτη διαδικασία στην υφιστάμενη τυπολογία, την

κανονιστική διαδικασία συνοδευόμενη από έλεγχο, η οποία είχε υποχρεωτικό

χαρακτήρα, αλλά ταυτόχρονα έθετε σημαντικούς ουσιαστικούς αλλά κα χρονικούς

περιορισμούς στο δικαίωμα ελέγχου του ΕΚ (Bradley, 2008).

Ακόμα ένα ορόσημο για την Επιτροπολογία, σε επίπεδο πρωτογενούς δικαίου,

υπήρξε η Συνθήκη της Λισαβόνας, με την απλοποίηση του συστήματος και την

Page 35: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

35

καταστατική του κατοχύρωση , στα άρθρα 290 και 291 της ΣΛΕΕ, αλλά και την

επέκταση της διαδικασίας της συναπόφασης σε περαιτέρω τομείς και την

ανακήρυξή της σε συνήθη νομοθετική διαδικασία. Το νέο σύστημα προβαίνει σε

έναν ξεκάθαρο διαχωρισμό μεταξύ καθηκόντων που εκχωρούνται στην Επιτροπή

και της επιτρέπουν να τροποποιήσει, να συμπληρώσει ή ακόμα και να απαλείψει μη

ουσιαστικά στοιχεία της νομοθετικής πράξης (Delegated Acts – Πράξεις κατ’

εξουσιοδότηση), και εκείνων που απαιτούν μόνο μέτρα εφαρμογής (Implementing

Acts – Εκτελεστικές πράξεις). Οι σημαντικότερες αλλαγές της μεταρρυθμιστικής

συνθήκης αφορούν κυρίως την πρώτη κατηγορία των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων,

όπου οι Επιτροπές παύουν να υφίστανται και οι νομοθέτες (Συμβούλιο και ΕΚ)

έχουν ίσα δικαιώματα να προβάλλουν ενστάσεις σε ατομικές πράξεις κατ’

εξουσιοδότηση ή ακόμα και να ανακαλέσουν την εξουσιοδότηση στην Επιτροπή

συνολικά. Έτσι, λοιπόν, και υπό το νεοπαγές αυτό καθεστώς, οι εξουσίες του ΕΚ

και του Συμβουλίου καθίστανται, θεωρητικά τουλάχιστον, ισοδύναμες, και

αναδεικνύουν σημαντικά ζητήματα τόσο για τα ενωσιακά θεσμικά όργανα όσο και

για το ρόλο των εθνικών διοικήσεων. Ειδικότερα, το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ αποτελεί

εκτροπή της τυπολογίας της κανονιστικής επιτροπής με έλεγχο, εντούτοις

εμφανίζεται απλοποιημένο, καθώς απαλείφθηκε το ενδιάμεσο στάδιο των

Επιτροπών και η Επιτροπή παρουσιάζει το σχέδιο πρότασης κατευθείαν στους

νομοθέτες, οι οποίοι διαθέτουν συγκεκριμένο χρονικό περιθώριο (συνήθως 2 + 2

μήνες) για να προβάλλουν οποιαδήποτε αντίρρηση. Από την άλλη πλευρά, το άρθρο

291 της ΣΛΕΕ, αποτυπώνει το παραδοσιακό καθεστώς της Επιτροπολογίας, με την

απόφαση του 2011 να επιφέρει κάποιες σημαντικές τομές σε αυτό. Ενώ, λοιπόν, οι

επιτροπές της εξακολουθούν να υφίστανται, λειτουργούν πλέον βάσει 2 κύριων

διαδικασιών: α)Η πρώτη διαδικασία, ήτοι η γνωμοδοτική, διατηρείται και

χρησιμοποιείται όπως και προηγουμένως, για τη διαχείριση μέτρων, όπως η

έγκριση επιχορηγήσεων και χρηματοδοτήσεων (άρθρο 4 Καν. 182/2011/ΕΕ), ενώ

β)η δεύτερη διαδικασία, ήτοι η διαδικασία της εξέτασης (examination procedure),

χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, για εφαρμοστικές πράξεις γενικού σκοπού,

προγράμματα με ουσιαστικές επιπτώσεις στον ενωσιακό προϋπολογισμό, πράξεις

που σχετίζονται με την ΚΑΠ και την αλιεία, τη φορολογία και την Κοινή Εμπορική

Πολιτική (άρθρο 5 Κανονισμού). Καινούρια προσθήκη αποτελεί η εισαγωγή της

Επιτροπής Προσφυγών (Appeal Committee), στην οποία μπορεί να προωθήσει την

Page 36: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

36

πρόταση της η Επιτροπή, στην περίπτωση κατά την οποία η επιτροπή απέρριψε την

πρόταση με ειδική πλειοψηφία. Η Επιτροπή Προσφυγών απαρτίζεται από έναν

εκπρόσωπο από κάθε κράτος – μέλος ενώ καθήκοντα Προεδρίας ασκεί η Επιτροπή

και διαθέτει δικαίωμα ψήφισης αλλαγών στο κείμενο, να το υιοθετήσει ή να το

απορρίψει. Μπορεί να αντιληφθεί, επομένως, κανείς τη σπουδαιότητα των

αλλαγών, οι οποίες σκιαγραφούν ένα ριζικά αλλαγμένο καθεστώς, με βασικά

χαρακτηριστικά την αναβάθμιση των εξουσιών των νομοθετών στη διαδικασία και

την εισαγωγή της Επιτροπής Προσφυγών, στην οποία κυριαρχεί το εθνικό στοιχείο.

Τα νέα χαρακτηριστικά δημιουργούν, όπως είναι φυσικό, επιπτώσεις για την

ενωσιακή αλλά και για τις εθνικές διοικήσεις, οι οποίες οφείλουν να είναι

εξοικειωμένες με αυτά, καθώς η συζήτηση ειδικότερα για τις πράξεις του άρθρο

290 της ΣΛΕΕ λαμβάνει χώρα ήδη πλέον από το νομοθετικό κιόλας στάδιο. Αυτό,

εκτός των άλλων, δημιουργεί επιπρόσθετες ανάγκες συντονισμού τόσο σε εθνικό

όσο και σε επίπεδο ΕΕ. Επίσης, καθώς το νέο σύστημα προσφέρει περισσότερα

κίνητρα στους νομοθέτες να προβάλλουν αντιρρήσεις, αναμένεται να αυξηθεί το

«lobbying» εξωτερικών συμμετεχόντων στις εθνικές διοικήσεις και συνεπώς η

αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Και καθώς οι τομείς της γεωργίας, της αλιείας και της

Κοινής Εμπορικής Πολιτικής έχουν ευθυγραμμιστεί προς τις προβλέψεις της ΣΛΕΕ

και του Κανονισμού, οι εθνικές διοικήσεις καλούνται να αντιμετωπίσουν τις

προκλήσεις αυτές άμεσα (Hardacre and Kaeding, 2011).

Οι επικρίσεις που κατά καιρούς έχει δεχθεί η Επιτροπολογία εστιάζουν στο ότι

οι επιτροπές της, μαζί με τις Ομάδες Εμπειρογνωμόνων της Επιτροπής κατά το

προνομοθετικό στάδιο και τις Ομάδες Εργασίας του Συμβουλίου κατά το

νομοθετικό, συνιστούν ένα πολύπλοκο και αρκούντως εκφοβιστικό σύστημα

Επιτροπών για την παραγωγή και εφαρμογή των ενωσιακών πολιτικών, το οποίο

συνθέτει το φαινόμενο της «Διακυβέρνησης μέσω Επιτροπών» (“Committee

Governance”, “Governance by Committees”). Αυτό το τελευταίο, συνδέεται

άρρηκτα με τα προαναφερθέντα ζητήματα περί ελλείματος δημοκρατικής

νομιμοποίησης των πολιτικών, εφόσον αποτελεί πραγματικότητα πως πρόκειται για

ιδιαίτερα πολύπλοκες διαδικασίες που δεν μπορούν να ακολουθήσουν οι ευρωπαίοι

πολίτες με ευκολία. Η δημοκρατικότητα του συστήματος άπτεται άμεσα του

βαθμού διαφάνειας και λογοδοσίας που το διακρίνει και επ’ αυτού δεν είναι

παράδοξη η άποψη που περιγράφει τη λήψη αποφάσεων να λαμβάνει χώρα «πίσω

Page 37: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

37

από κλειστές πόρτες» από τεχνοκράτες και γραφειοκράτες που δεν είναι άμεσα

νομιμοποιημένοι δι’ αυτό. Αν και η νομιμοποίηση των τελευταίων είναι έμμεση, δια

των νόμιμα εκλεγμένων εθνικών αξιωματούχων, κι επομένως υπαρκτή, η έκταση

του φαινομένου αναμφίβολα και ως ένα βαθμό δικαίως, δημιουργεί νομικούς αλλά

και πολιτικούς προβληματισμούς.

Ειδικότερα για τις επιτροπές της Επιτροπολογίας, ο αριθμός τους αποτελεί

πάντοτε προσέγγιση της πραγματικότητας και δεν έχει υπάρξει ακριβής, με τα κατά

καιρούς στοιχεία να τις υπολογίζουν κατά προσέγγιση20. Αυτό οδήγησε σε πιέσεις

προς την Επιτροπή για μια περισσότερο «ανοικτή» διοίκηση και πιο συγκεκριμένα

για τη δημιουργία ενός μητρώου για την καταχώρηση των υφιστάμενων Επιτροπών,

καθώς και για τη δημοσίευση των εγγράφων που αφορούν στη λειτουργία αυτών,

αλλά και μιας σχετικής έκθεσης της Επιτροπής. Αν και τα αιτήματα αυτά

υλοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό με τη δημιουργία από την Επιτροπή του μητρώου

το 2007 και την σύνταξη της έκθεσης ετησίως και ανελλιπώς από το 2002 και μετά,

υπάρχει μεγάλο περιθώριο βελτίωσης ειδικά σε ότι αφορά την δημοσίευση

εγγράφων, όπως οι ημερήσιες διατάξεις των επιτροπών οι οποίες δημοσιεύονται σε

ποσοστό 65%, οι λίστες συμμετεχόντων με ποσοστό δημοσίευσης 54%, τα αρχεία

περιλήψεων τα οποία είναι διαθέσιμα σε ποσοστό 67% μέσω του μητρώου, αλλά

και τα σχέδια μέτρων τα οποία εμφανίζουν το χαμηλότερο ποσοστό δημοσίευσης

στο 5,5% (Brandsma et al., 2008) . Ο σχετικά χαμηλός βαθμός πρόσβασης στα

δεδομένα δημιουργεί προβλήματα στην ελεύθερη πρόσβαση των κάθε είδους

συμμετεχόντων στις διαδικασίες, μέσω των οποίων λαμβάνονται σημαντικά

εκτελεστικά μέτρα, επηρεάζοντας έτσι άμεσα τη δημοκρατική ποιότητα του

ενωσιακού συστήματος παραγωγής πολιτικών.

20 Σύμφωνα με την σχετική Ετήσια Έκθεση απολογισμού της Επιτροπής για τη δράσης των

επιτροπών της Επιτροπολογίας, για το 2012, ο αριθμός των επιτροπών ανήλθε σε 270, ενώ το 2011

σε 268. Βλ. Ενότητα (9) Παραρτήματος.

Page 38: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

38

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2: Η ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΩΝ ΕΝΩΣΙΑΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΑΠΟ ΤΑ

ΚΜ

2.1. Η μεταφορά της ενωσιακής νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο των ΚΜ και η

αρχή της θεσμικής αυτονομίας

Η δυναμική αλληλεξάρτηση που χαρακτηρίζει τις σχέσης της Ένωσης με τα

μέλη της, παρατηρούμε πως διεισδύει και στο πεδίο της εφαρμογής του ενωσιακού

δικαίου και της προσαρμογής των εθνικών νομοθεσιών σε αυτό. Άλλωστε αυτό

επιτάσσει και η αρχή της καλόπιστης συνεργασίας του άρθρου 4 παρ. 3 της ΣΕΕ. Η

ενωσιακή έννομη τάξη είναι διακριτή από εκείνη των μελών της και ερείδεται σε

δύο βασικές αρχές, όπως άλλωστε έχει τονιστεί πολλάκις στην νομολογία του

Δικαστηρίου της ΕΕ, σε εκείνη της υπεροχής του ενωσιακού δικαίου και σε εκείνη

της άμεσης ισχύος του (ΔΕΚ, Van Gend en Loos, 26/62;Costa c/ Enel,

6/64;Simmenthal, 106/77). Η υπεροχή του ενωσιακού δικαίου συνίσταται στην

απαγόρευση εφαρμογής εθνικού κανόνα (προγενέστερου ή μεταγενέστερου του

ενωσιακού) που να αντιβαίνει σε διατάξεις του πρώτου. Με τη σειρά της, η άμεση

ισχύς συνίσταται στην δημιουργία δικαιωμάτων και υποχρεώσεων στην εσωτερική

έννομη τάξη των ΚΜ, έναντι φυσικών ή νομικών προσώπων, χωρίς να απαιτείται η

λήψη πρόσθετων μέτρων. Οι πράξεις νομοθετικού χαρακτήρα της ΕΕ εκδίδονται,

σύμφωνα με το άρθρο 289 της ΣΛΕΕ, στο πλαίσιο της νομοθετικής διαδικασίας, η

οποία μπορεί να λάβει είτε τη μορφή της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας

(συναπόφαση), είτε της ειδικής νομοθετικής διαδικασίας (άσκηση αρμοδιοτήτων

από το ΕΚ, με τη συμμετοχή του Συμβουλίου, ή από το Συμβούλιο με τη

συμμετοχή του ΕΚ).

Ο Κανονισμός μπορεί να χαρακτηρίζεται πρωτίστως από τη γενική και άμεση

ισχύ που ενέχει ως προς όλα τα μέρη του και όχι μόνο αναφορικά με το

επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Εντούτοις, θα πρέπει να γίνει διάκριση μεταξύ της

άμεσης ισχύος και της άμεσης εφαρμογής, καθώς για την ορθή εκτέλεσή τους

ενδέχεται να απαιτούνται συμπληρωματικά μέτρα εθνικής εφαρμογής, στη βάση

της εξειδίκευσης ή διευκόλυνσής της (ΔΕΚ, Επιτροπή κατά Γερμανίας, 74/86). Σε

ορισμένους Κανονισμούς, δε, παρέχεται ρητή εξουσιοδότηση στα κράτη μέλη να

Page 39: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

39

υιοθετούν συμπληρωματικές διατάξεις για την εκτέλεσή τους, σε αντίθετη

περίπτωση παρ’ όλα αυτά, τα ΚΜ δεν έχουν αρμοδιότητα να συμπληρώσουν κενά

του Κανονισμού ή να επιφέρουν αλλαγές και τροποποιήσεις στις διατάξεις που

άπτονται του ουσιαστικού του περιεχομένου (ΔΕΚ, Zerbone, 94/77). Επίσης, είναι

σημαντικό να αναφερθεί πως δεν επιτρέπεται η επανάληψη των διατάξεων που

υπέχουν άμεση ισχύ σε εθνικές νομοθετικές ή κανονιστικές πράξεις, καθώς κάτι

τέτοιο θα δημιουργούσε ασάφεια σχετικά με την προέλευση της ρύθμισης, αλλά και

την τυπική της ισχύ. Σύμφωνα με την πρακτική που έχει διαμορφωθεί, τα

συμπληρωματικά μέτρα εφαρμογής των ενωσιακών Κανονισμών αφορούν ποινικές

ρυθμίσεις ή ρυθμίσεις περί διοικητικών κυρώσεων και προστίμων, αλλά και

ρυθμίσεις που καθορίζουν τα αρμόδια εθνικά όργανα για την εφαρμογή τους, τις

αρμοδιότητές τους και τις σχετικές διαδικασίες.

Από την άλλη πλευρά, οι Οδηγίες στοχεύουν στην σύγκλιση και εναρμόνιση

των επιμέρους εθνικών έννομων τάξεων και δεν δεσμεύουν τα ΚΜ για τα μέτρα

που οφείλουν να λάβουν για την εφαρμογή τους, παρά μόνο για το επιδιωκόμενο

αποτέλεσμα, σύμφωνα με το άρθρο 288 παρ. 3 της ΣΛΕΕ. Συνεπώς, εναπόκειται

στη διακριτική τους ευχέρεια να επιλέξουν τον τύπο των μέτρων που θα λάβουν,

ώστε να μπορέσουν οι Οδηγίες να αναπτύξουν τα πλήρη έννομα αποτελέσματά

τους. Έτσι, λοιπόν, δημιουργείται υποχρέωση μεταφοράς τους (transposition) στο

εθνικό δίκαιο. Εντούτοις, το κατά πόσο έγινε ορθά η μεταφορά καλούνται να

κρίνουν οι ενωσιακοί θεσμοί, όπως θα δούμε στην επόμενη Ενότητα. Τέλος, οι

Αποφάσεις αποτελούν ρύθμιση μεμονωμένων περιπτώσεων με νομικά δεσμευτικό

τρόπο, σύμφωνα με την παρ.4 του άρθρο 288 της ΣΛΕΕ. Την υποχρέωση για την

εφαρμογή τους υπέχουν τα υποκείμενα στα οποία απευθύνεται – δηλαδή τα ΚΜ ή

οι ιδιώτες – ενώ στην περίπτωση που δεν ορίζονται αποδέκτες, όλα τα μέλη

υποχρεούνται να προβούν στη λήψη μέτρων μεταφοράς.

Η Συνθήκη προσχώρησης της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες

υπογράφηκε το 1979 και τέθηκε σε ισχύ δύο έτη αργότερα, ενώ κυρώθηκε

νομοθετικά με το ν.945/1979 (ΦΕΚ Α’ 170/27.07.), μαζί με τις ιδρυτικές τους

Συνθήκες και τις τροποποιήσεις τους, με νομικό έρεισμα το άρθρο 28 του

Συντάγματος. Η πρόβλεψη που περιείχε για την εφαρμογή του πρωτογενούς και

παραγώγου δικαίου των Κοινοτήτων στο εσωτερικό δίκαιο καλούσε για την

εξεύρεση λύσης, η οποία δόθηκε με το άρθρο 2 του ν.945/1979, που έδινε τη

Page 40: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

40

δυνατότητα στον Έλληνα νομοθέτη να ρυθμίσει κάθε αναγκαίο θέμα προς το σκοπό

αυτό, με Προεδρικά Διατάγματα που εντάσσονται στην κατηγορία του άρθρο 43

παρ. 4 του Συντάγματος, μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου του 1981. Όταν η προθεσμία

πέρασε σχεδόν άπρακτη και το μεγαλύτερο μέρος του κοινοτικού δικαίου δεν είχε

ενσωματωθεί στην εθνική νομοθεσία, αναδείχθηκε η ανάγκη για ένα περισσότερο

αποτελεσματικό εργαλείο, το οποίο τελικά αποτέλεσε ο ν.1338/1983 με τίτλο

«Εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου» (ΦΕΚ Α’ 34/17.3.1983). Ο νόμος αυτός ισχύει

σήμερα, με ορισμένες τροποποιήσεις, παράτεινε τις χρονικές προθεσμίες των

εξουσιοδοτήσεων και παρέχει αυτοτελείς εξουσιοδοτήσεις για την έκδοση

Υπουργικών Αποφάσεων και Προεδρικών Διαταγμάτων, όπως και δυνατότητα

πρόβλεψης ποινικών κυρώσεων στις κανονιστικές πράξεις προσαρμογής. Ένα

πρόσθετο σημαντικό στοιχείο είναι η πρόβλεψη για τη σύμπραξη του Υπουργού

Οικονομικών (τ.Υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών) στην έκδοση των

τελευταίων, ο οποίος μάλιστα τίθεται υπεύθυνος για την παρακολούθηση και το

συντονισμό των ενεργειών των δημοσίων υπηρεσιών, στο πλαίσιο της εκπλήρωσης

των υποχρεώσεων του Κράτους, δίνοντάς του έτσι τη δυνατότητα σφαιρικού

ελέγχου της πορείας προσαρμογής. Ουσιαστικά συνιστά οδηγό σε ότι αφορά την

πλήρη και ορθή μεταφορά του ενωσιακού δικαίου (Γιομπρέ – Δημητρίου και

Καπιτσίνα, 2009).

Όπως είδαμε, το δίκαιο της ΕΕ αναγνωρίζει την αρχή της αυτονομίας των

μελών της κατά την επιλογή του τύπου και των μέσων για την μεταφορά του στο

εθνικό δίκαιο, κάτι που έχει υπογραμμιστεί και από το ΔΕΕ (ΔΕΚ, International

Fruit Company, 54/71). Η αυτονομία αυτή νοείται πρωτίστως ως θεσμική

αυτονομία, η οποία συνίσταται στην εξουσία που έχουν τα ΚΜ να καθορίζουν τα

όργανα και να επιλέγουν τα νομικά μέσα για την εκπλήρωση των ενωσιακών τους

υποχρεώσεων (Dimitrakopoulos, 2001). Εντούτοις, η αυτονομία αυτή δεν είναι

απεριόριστη και πλαισιώνεται από τις προϋποθέσεις αφενός της ισοδυναμίας και

αφετέρου της αποτελεσματικότητας. Σύμφωνα με την πρώτη, οι ενέργειές τους δεν

δύνανται να είναι λιγότερο ευνοϊκές σε σύγκριση με εκείνες που αφορούν

αντίστοιχα δικαιώματα που απαντώνται στο εθνικό δίκαιο, ενώ η συνθήκη της

αποτελεσματικότητας ουσιαστικά μεταφράζεται στην προσαρμογή των

διαδικαστικών πλαισίων ώστε να μην καθίσταται δυσχερής η άσκηση αυτών αλλά

και η εκπλήρωση των υποχρεώσεων, βάσει του ενωσιακού δικαίου

Page 41: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

41

(Παπαδοπούλου, 2012).

Η Ένωση, λοιπόν, έχει αποφύγει να υποδείξει τα μέσα για τη μεταφορά του

δικαίου της, όπως και το είδος και τα χαρακτηριστικά των εθνικών (ή

περιφερειακών – τοπικών) οργάνων και θεσμών που καλούνται να τους

εφαρμόσουν. Αναφορικά με τα δεύτερα, το εκάστοτε καθ’ ύλην αρμόδιο όργανο

υποδεικνύεται με έμμεσο τρόπο από τον τομέα αρμοδιότητας εντός του οποίου έχει

εκδοθεί η ενωσιακή πράξη, καθώς και από το αντικείμενό της. Στην υπόδειξη αυτή

συμβάλλει και η παράθεση των στόχων της στο προοίμιο, όπως και η αναφορά στη

νομική βάση όπου ερείδεται. Σε γενικό πλαίσιο, η ευθύνη για την κατάρτιση

νομοθετικών και κανονιστικών πράξεων προσαρμογής της εθνικής νομοθεσίας,

ανήκει στις καθ’ ύλη αρμόδιες υπηρεσίες των αρμόδιων Υπουργείων. Καθώς, όμως,

στις περισσότερες περιπτώσεις το πεδίο εφαρμογής των ενωσιακών νομοθετημάτων

εκτείνεται σε μια ποικιλία τομέων, αντιλαμβάνεται κανείς πως η εξουσία για την

υλοποίησή τους θα ανήκει στη συναρμοδιότητα περισσότερων του ενός εξ αυτών.

Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα του φαινομένου αυτού μπορούμε να αναφέρουμε

την Οδηγία 2000/60 σχετικά με το «πλαίσιο κοινοτικής δράσης στον τομέα της

πολιτικής των υδάτων», η οποία προβλέπει ένα ευρύτατο φάσμα ενεργειών για την

επίτευξη πολλαπλών στόχων, - όπως η προστασία των θαλάσσιων υδάτων, η

μείωση της ρύπανσης των υπόγειων υδάτων, η προστασία και ενίσχυση των

υδάτινων οικοσυστημάτων κλπ. - , γεγονός που μεταφράζεται σε σύμπραξη μιας

σειράς οργάνων, στην ειδικότερη αρμοδιότητα του καθενός από τα οποία αυτοί

εμπίπτουν. Επιστρέφοντας στο ν.1338/1983, παρατηρούμε ότι επαναλαμβάνει τα

παραπάνω, καθώς προβλέπει την έκδοση ΠΔ μετά από πρόταση του εκάστοτε

αρμόδιου Υπουργού στο άρθρο 4 παρ.1 ή ΥΑ στο άρθρο 2 παρ. 1.21. Από την άλλη

πλευρά, η νομιμοποίηση των οργάνων αυτών αντλείται μέσω της νομοθετικής

εξουσιοδότησης που οφείλουν να έχουν υπό το πρίσμα της εθνικής συνταγματικής

τάξης, οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 43 αυτού. Σύμφωνα με το τελευταίο, η

παροχή εξουσιοδότησης λαμβάνει 2 μορφές: εκείνη της εξουσιοδότησης προς τον

ΠτΔ για την έκδοση κανονιστικών διαταγμάτων για συγκεκριμένα ζητήματα, τα

οποία πρέπει να καθορίζονται σαφώς στην ίδια την πράξη, αλλά και σε άλλα

όργανα για τη ρύθμιση ειδικότερων θεμάτων ή θεμάτων τοπικού ενδιαφέροντος ή

τεχνικής/λεπτομερειακής φύσης (παρ. 2), καθώς και εκείνη σχετικά με την παροχή

21 Ο τρόπος με τον οποίο διαρθρώνεται η δομή της κυβέρνησης και των οργάνων της – ήτοι της

εκτελεστικής εξουσίας – ρυθμίζεται δια του ν.1558/1985 (ΦΕΚ 37/Α/26.7.1985).

Page 42: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

42

εκτεταμένης εξουσιοδότησης προς τον ΠτΔ για την ρύθμιση θεμάτων σε γενικό

πλαίσιο. Ακολουθώντας ο ν.1338/1983 ορίζει στο πρώτο άρθρο πως εφαρμόζονται

οι ήδη υφιστάμενες και οι εκάστοτε παρεχόμενες εξουσιοδοτήσεις για τη

συμμόρφωση προς τις Οδηγίες της. Υπό τη λογική που περιγράφηκε, συνάγεται πως

πρωτίστως εφαρμόζεται η παραπάνω γενική εξουσιοδότηση του ν.1338 και

ακολούθως ο ν.1558 που αφορά τη διάρθρωση της εκτελεστικής εξουσίας και τις

ειδικότερες αρμοδιότητες των κυβερνητικών οργάνων και υπηρεσιών που

υπάγονται σε αυτά (Παπαδοπούλου,2012; Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης,

2013)22.

Η δεύτερη διάσταση της θεσμικής αυτονομίας των ΚΜ στην εφαρμογή του

ενωσιακού δικαίου συνίσταται στην ελευθερία επιλογής των τεχνικών εργαλείων

που θα χρησιμοποιήσουν για το σκοπό αυτό. Στην πραγματικότητα, εντούτοις, η

ελευθερία αυτή πλαισιώνεται τόσο από το σκοπό της εκάστοτε προς ενσωμάτωση

πράξης όσο και από το ειδικότερο αντικείμενο που ρυθμίζει, θέτοντας τη υπό

μόνιμη ενωσιακή προοπτική. Όπως είναι φυσικό, το Δικαστήριο μέσω της

νομολογίας του έχει συμβάλλει στη διασαφήνιση του ζητήματος αυτού, ορίζοντας

πως απλές διοικητικές πρακτικές δε συνιστούν έγκυρη μεταφορά Οδηγιών, όπως

άλλωστε και τα υπηρεσιακά σημειώματα ή οι εγκύκλιοι, καθώς δεν έχουν

δεσμευτικότητα και υπάρχει πιθανότητα να δημιουργήσουν νομική ανασφάλεια

(ΔΕΚ, Επιτροπή κατά Ιταλίας, 145/82; Επιτροπή κατά Γαλλίας, 167/73),

υποδεικνύοντας πως τα μέτρα μεταφοράς οφείλουν να διαθέτουν νομική

δεσμευτικότητα και να διασφαλίζουν την πλήρη και ορθή εφαρμογή των διατάξεών

τους. Υπό αυτό το πρίσμα, και οι ατομικές διοικητικές πράξεις εντάσσονται στην

κατηγορία αυτή των εξαιρέσεων, καθώς έχουν συγκεκριμένους αποδέκτες και

ρυθμίζουν ατομικές καταστάσεις. Επομένως, μπορούμε να συμπεράνουμε πως πλην

των παραπάνω, ο Έλληνας νομοθέτης δύναται να προσφύγει στο σύνολο των

υφιστάμενων νομικών εργαλείων για τη μεταφορά του ενωσιακού δικαίου, ήτοι στις

νομοθετικές και κανονιστικές πράξεις του που προβλέπει το εθνικό δίκαιο: Νόμος,

22 Στο πλαίσιο της διαδικασίας μεταφοράς του ενωσιακού δικαίου κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί ο

κομβικός ρόλος της Γενικής Γραμματείας της Κυβέρνησης, και ειδικότερα του Γραφείου Διεθνών

και Κοινοτικών Θεμάτων που συστήθηκε το 2006, το οποίο εκτελεί χρέη γενικότερου συντονισμού

των διαδικασιών αλλά και τυπικού ελέγχου των καταρτιζόμενων πράξεων. Το 2013 εξέδωσε

«Εγχειρίδιο Εναρμόνισης» που εκτός από κωδικοποίηση των βημάτων που απαιτούνται για την

μεταφορά Οδηγίας μέσω νόμου, Υπουργικής Απόφασης ή Προεδρικού Διατάγματος, περιλαμβάνει

και κατευθυντήριες γραμμές νομοτεχνικής φύσης, οι οποίες προορίζονται να συνδράμουν τον

Έλληνα νομοθέτη στο πολυσήμαντο αυτό έργο.

Page 43: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

43

Υπουργική Απόφαση, Προεδρικό Διάταγμα. Η επιλογή μεταξύ αυτών ακολουθεί

μια πληθώρα κριτηρίων, τα οποία ποικίλουν μεταξύ των ισχυουσών

συνταγματικών, νομοθετικών και διοικητικών επιταγών, καθώς και των

συγκεκριμένων συνθηκών που διέπουν το υπό ρύθμιση ζήτημα. Έτσι, η επιλογή

μεταφοράς μιας Οδηγίας με νόμο μπορεί να υπαγορεύεται τόσο από τις

συνταγματικές διατάξεις23, όσο και από την έκταση, τη σημασία αλλά και τα

ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του αντικειμένου24. Κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί πως

για την περίπτωση των Κανονισμών που προβλέπουν τη λήψη συμπληρωματικών

μέτρων, δεν γίνεται προσφυγή στη νομοθετική διαδικασία, η οποία δε θεωρείται ότι

ενδείκνυται, καθώς θα αλλοίωνε τον ιδιαίτερο χαρακτήρα του, ως ενωσιακής

πράξης. Συνεπώς, εναπόκειται στην κανονιστική δράση της διοίκησης η ρύθμιση

τέτοιων ζητημάτων, που αποτελεί και τη συνήθη πρακτική. Η επιλογή μεταξύ ΠΔ

και ΥΑ γίνεται καθαρά υπό όρους εθνικού δικαίου, ακολουθώντας τη λογική των

εξουσιοδοτήσεων του άρθρου 43 του Συντάγματος, όπως προαναφέρθηκε

(Παπαδοπούλου, 2012)25.

Αναφορικά, τέλος, με τη διαδικασία που ακολουθείται για την έκδοση των

πράξεων ενσωμάτωσης του ενωσιακού δικαίου, παρατηρούνται τυπικές διαφορές

κατά τη φάση της κατάρτισης και πριν την ψήφιση/υπογραφή τους και δημοσίευσή

τους σε Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβέρνησης. Η εκκίνηση, ωστόσο, και η

ολοκλήρωση είναι κοινά είτε πρόκειται για νομοθετική είτε για κανονιστική της

Διοίκησης πράξη. Το έναυσμα, λοιπόν, δίνεται με τη δημοσίευση της ενωσιακής

πράξης στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ, και ακολούθως το ΓΔΚΘ της ΓΓΚ

ενημερώνει το αρμόδιο Υπουργείο (επισπεύδον Υπουργείο), κάνοντας κοινοποίηση

στην ΕΝΥ-ΕΕ, αλλά και στη ΜΕΑ. Επίσης, ζητεί από το επισπεύδον Υπουργείο να

μεριμνήσει για την εκπόνηση και ανακοίνωση Πίνακα Αντιστοιχίας μεταξύ των

διατάξεων της Οδηγίας και του μέτρου μεταφοράς που έχει επιλεγεί. Επίσης, όταν η

23 Για παράδειγμα, το άρθρο 78 του Συντάγματος που προβλέπει πως η συμμόρφωση προς Οδηγίες

που ρυθμίζουν φορολογικά ζητήματα γίνεται δια νόμου και στη βάση αυτή η 6η Οδηγία ΦΠΑ

μεταφέρθηκε με το ν.1642/1986. 24 Π.χ. ο ν.3199/2003 μέσω του οποίου μεταφέρθηκε η προαναφερθείσα Οδηγία 2000/60 για τα

ύδατα, αλλά και ο ν.2075/1992, για την μεταφορά της Οδηγίας που αφορούσε το άνοιγμα του τομέα

των τηλεπικοινωνιών στον ανταγωνισμό, διατηρώντας την πρωτοκαθεδρία του ΟΤΕ στην παροχή

σχετικών υπηρεσιών, αποκλείοντάς τον όμως από την αγορά κινητής τηλεφωνίας. 25 Υπάρχουν περιπτώσεις κατά τις οποίες ο νομοθέτης έχει προβλέψει ρητά την εφαρμογή του

δικαίου της ΕΕ μέσω της έκδοσης ΥΑ, όπως στον τομέα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, όπου

βάσει του άρθρου 22 του ν.992/1979 ΦΕΚ Α’ 280, δίδεται εξουσιοδότηση στον αρμόδιο Υπουργό

να εκδίδει αποφάσεις ή κοινές αποφάσεις σε σύμπραξη με τους κατά περίπτωση αρμόδιους

Υπουργούς για την ομαλή εφαρμογή της πολιτικής αυτής.

Page 44: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

44

μεταφορά/εναρμόνιση καλύπτεται από το ήδη υφιστάμενο εθνικό δίκαιο, δε

χρειάζεται μεταφορά της Οδηγίας αλλά πρέπει ρητά να γίνει κοινοποίηση στην

Επιτροπή που να συνοδεύεται από παράθεση των σχετικών εθνικών διατάξεων.

Καθώς, το ΓΔΚΘ συντονίζει τη διαδικασία, το εκάστοτε επισπεύδον Υπουργείο

οφείλει να το ενημερώνει άμεσα μόλις ολοκληρωθεί αυτή στο πλαίσιό του,

αναφέροντας όλες τις αναγκαίες πληροφορίες. Όταν ο Νόμος, το ΠΔ ή η ΥΑ

δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης, το ΓΔΚΘ ενημερώνει τις ΕΝΥ – ΕΕ

και ΜΕΑ, προκειμένου να μεριμνήσουν για την άμεση κοινοποίηση των εθνικών

μέτρων μεταφοράς στην Επιτροπή, μέσω της σχετικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας

κοινοποίησης (ΜΝΕ – Mesures Nationales d’ Exécution) (Γενική Γραμματεία της

Κυβέρνησης, 2013).

Page 45: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

45

2.2. Το «έλλειμμα υλοποίησης» των ενωσιακών πολιτικών

Η μεταφορά των Οδηγιών της ΕΕ στην εθνική έννομη τάξη, όπως είδαμε,

γίνεται δια νομοθετικής ή κανονιστικής πράξης, και ακολουθεί συγκεκριμένο

χρονοδιάγραμμα και προθεσμία, η οποία ορίζεται στο ίδιο το κείμενό της. Σε

περίπτωση που η προθεσμία αυτή παρέλθει άπρακτη, ακολουθείται η διαδικασία

που προβλέπουν τα άρθρα 258 και 260 της ΣΛΕΕ, η οποία δύναται να οδηγήσει

στην επιβολή κυρώσεων, ήτοι προστίμων και χρηματικών πονών. Οφείλουμε να

υπογραμμίσουμε πως με την παρ.2 του άρθρο 260 της ΣΛΕΕ καταργήθηκε στο

στάδιο της αιτιολογημένης γνώμης – στη φάση εκείνη που έχουμε δεύτερη

προσφυγή λόγω της μη συμμόρφωσης του κράτους μέλους προς την απόφαση του

ΔΕΕ – πριν από την άσκηση της προσφυγής στο ΔΕΕ και ως εκ τούτου προέκυψε

σύντμηση της διαδικασίας, ενώ με την τρίτη παράγραφο καθίσταται πλέον δυνατή η

επιβολή κυρώσεων από το τελευταίο, ταυτόχρονα με την πρώτη καταδικαστική

απόφαση σε μια και μόνη διαδικασία. Η διαδικασία αυτή περιλαμβάνει αρκετά

στάδια και μπορεί να έπεται του σταδίου διερεύνησης ή ελέγχου, ιδιαίτερα στις

περιπτώσεις διαδικασιών παράβασης που εκκινήθηκαν κατόπιν καταγγελίας. Η

προειδοποιητική επιστολή συνιστά το πρώτο βήμα του σταδίου, πριν από την

άσκηση προσφυγής από την Επιτροπή, κατά τη διάρκεια του οποίου η τελευταία,

σχεδόν αμέσως μόλις παρέλθει άπρακτη η προθεσμία μεταφοράς και η Οδηγία

καταστεί ληξιπρόθεσμη, ζητεί από το κράτος μέλος να υποβάλλει, εντός

συγκεκριμένης προθεσμίας (συνήθως 2 μηνών), τις παρατηρήσεις του σχετικά με

την καθυστέρηση ενσωμάτωσης του ενωσιακού δικαίου, την οποία έχει

διαπιστώσει. Σε περίπτωση που η απάντηση του κράτους μέλους στην

προειδοποιητική επιστολή κριθεί επαρκής, η Επιτροπή προτείνει την αρχειοθέτηση

της παράβασης. Στην αντίθετη περίπτωση, ωστόσο, το επόμενο στάδιο της

διαδικασίας αφορά την αιτιολογημένη γνώμη, η οποία αποσκοπεί στη διαμόρφωση

της θέσης της Επιτροπής σχετικά με την παράβαση αλλά και στον προσδιορισμό

του αντικειμένου μιας μελλοντικής, ενδεχόμενης προσφυγής για παράβαση, ενώ

καλεί σε τερματισμό της παράβασης εντός συγκεκριμένης προθεσμίας. Όπως και

στην φάση της προειδοποιητικής επιστολής, αν η απάντηση του κράτους στην

αιτιολογημένη γνώμη κριθεί επαρκής, η Επιτροπή δύναται να προτείνει την

αρχειοθέτησή της. Σε διαφορετική περίπτωση, το επόμενο στάδιο είναι εκείνο της

Page 46: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

46

προσφυγής στο Δικαστήριο.

Ένα ακόμα σημαντικό σημείο που κρίνεται σκόπιμο να αναφερθεί είναι εκείνο

της ανάπτυξης έννομων αποτελεσμάτων στην εσωτερική έννομη τάξη, σε

περίπτωση μη έγκαιρης μεταφοράς Οδηγιών. Σύμφωνα, λοιπόν, με πάγια νομολογία

του ΔΕΕ, στην περίπτωση που η προθεσμία για την μεταφορά μιας Οδηγίας

παρέλθει άπρακτη, η τελευταία δύναται να αναπτύξει άμεσα αποτελέσματα στο

εσωτερικό δίκαιο, υπό ορισμένες βασικές προϋποθέσεις όμως. Αυτό ουσιαστικά

σημαίνει πως οι σχετικές εθνικές διατάξεις που αντιβαίνουν στο περιεχόμενό της

δεν έχουν εφαρμογή και γίνεται ενεργοποίηση των δικαιωμάτων που απονέμει η

Οδηγία. Μια πρακτική συνέπεια αυτού είναι η δυνατότητα των ιδιωτών να

επικαλούνται τις διατάξεις αυτές ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων και των

διοικητικών αρχών (ΔΕΚ, Ratti, 148/78; Francovich, C-6/90), ενώ τα πρώτα

δύνανται να την λαμβάνουν υπόψη αυτεπάγγελτα. Οι προϋποθέσεις αυτές,

προκειμένου να επέλθει το άμεσο αποτέλεσμα, συνίστανται σε: 1) (άπρακτη)

παρέλευση της προθεσμίας μεταφοράς της Οδηγίας, 2) στο περιεχόμενο της, το

οποίο πρέπει να είναι σαφώς και επαρκώς προσδιορισμένο και 3) η συγκεκριμένη

εφαρμοστέα διάταξη της Οδηγίας να είναι ανεπιφύλακτη και να μην εξαρτάται από

αιρέσεις, προθεσμίες ή επιφυλάξεις, ήτοι να μην προϋποθέτει τη λήψη

συμπληρωματικών μέτρων. Από την άλλη πλευρά, ακόμα και αν συντρέχουν

σωρευτικά οι ως άνω συνθήκες, δεν δύναται να γίνει επίκληση των διατάξεων της

Οδηγίας στο πλαίσιο ένδικης διαφοράς μεταξύ ιδιωτών (ΔΕΚ, Pfeiffer, C-397/01),

αλλά ούτε το κράτος μέλος που δεν έχει μεταφέρει Οδηγία ή την έχει μεταφέρει

πλημμελώς μπορεί να την επικαλεστεί σε βάρος ιδιώτη (ΔΕΚ, Ratti, 148/78;

Becker, 8/81).

Η αυστηροποίηση του πλαισίου προστασίας της ΕΕ από τις παραβάσεις των

ενωσιακών υποχρεώσεων εκ μέρους των ΚΜ φαίνεται να απέδωσε αποτελέσματα,

καθώς παρατηρείται βελτίωση των στατιστικών που απεικονίζουν τις επιδόσεις των

τελευταίων στον τομέα της πλήρους και ορθής μεταφοράς της νομοθεσίας της ΕΕ

στην εσωτερική τους έννομη τάξη. Σύμφωνα, λοιπόν, με πρόσφατα στοιχεία της

Ευρωπαϊκής Επιτροπής που περιλαμβάνονται στην 30ή Έκθεση αξιολόγησής της

για την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ, υπήρχαν λιγότερες Οδηγίες προς μεταφορά

το 2012, σε σύγκριση με προηγούμενα έτη (56 το 2012, 131 το 2011 και 111 το

2010). Συνέπεια του φαινομένου αυτού υπήρξε η μείωση των διαδικασιών επί

Page 47: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

47

παραβάσει για καθυστερημένη μεταφορά το 2012, σε σύγκριση με το 2011 (447

διαδικασίες το 2012 σε σύγκριση με 1185 διαδικασίες το 2011 και 855 το 2010).

Στα τέλη του 2012 είχαν κινηθεί 418 υποθέσεις καθυστερημένη μεταφοράς,

αριθμός που μεταφράζεται σε μείωση κατά 45% σε σύγκριση με τις 763 υποθέσεις

στα τέλη του 2011. Οι τέσσερις τομείς πολιτικής, στους οποίους κινήθηκε η

πλειοψηφία των διαδικασιών το 2012 ήταν: μεταφορές (115), υγεία και

καταναλωτές (108), περιβάλλον (63) και εσωτερική αγορά και υπηρεσίες (53), ενώ

διαδικασίες επί παραβάσει για καθυστερημένη μεταφορά κινήθηκαν για

περισσότερα των δύο τρίτων των κρατών μελών για ορισμένες Οδηγίες (π.χ. η

Οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτηρίων για την οποία κινήθηκαν

διαδικασίες κατά 24 κρατών μελών). Μια πρόσθετη σημαντική διάσταση της

ετήσιας έκθεσης επιδόσεων της Επιτροπής αποτελεί και εκείνη που αφορά τις

καταγγελίες εκ μέρους πολιτών, επιχειρήσεων, ΜΚΟ κλπ. Έτσι, λοιπόν, και

σύμφωνα με τον αριθμό καταγγελιών, τα 3 κράτη μέλη για τα οποία υποβλήθηκαν

οι περισσότερες εξ αυτών ήταν η Ιταλία με 438 καταγγελίες, η Ισπανία με 306 και η

Γαλλία με 242, ενώ το μεγαλύτερο μέρος αυτών διεκπεραιώθηκε από τις αρμόδιες

υπηρεσίες της Επιτροπής.

Αναφορικά με τις διαδικασίες επί παραβάσει που είχαν κινηθεί στο τέλος του

2012, αυτές ανήλθαν σε 1343. Ο αριθμός τους βαίνει μειούμενος, από 2900

υποθέσεις 2009, σε 2100 ο 2010 και 1775 το 2011. Οι τέσσερις τομείς όπου

σημειώθηκαν οι περισσότερες παραβάσεις ήταν το περιβάλλον (20%), οι μεταφορές

(15%), η φορολογία (14%) και η εσωτερική αγορά (13%). Οι στατιστικές

καταδεικνύουν πως τα κράτη μέλη καταβάλλουν σημαντικές προσπάθειες για την

διευθέτηση των παραβάσεων, με την ταυτόχρονη αποφυγή των δικαστικών

διαδικασιών. Έτσι, η Επιτροπή περάτωσε 661 υποθέσεις παραβάσεων μετά την

αποστολή προειδοποιητικής επιστολής, 359 υποθέσεις με την αποστολή

αιτιολογημένης γνώμης και 42 υποθέσεις με την παραπομπή στη δικαστική οδό. Το

Δικαστήριο, δε, εξέδωσε 46 αποφάσεις βάσει του άρθρο 258 της ΣΛΕΕ, εκ των

οποίων το 91% ήταν υπέρ της Επιτροπής, ενώ στις περισσότερες αποφάσεις του

αποφάνθηκε κατά του Βελγίου, της Πορτογαλίας, των Κάτω Χωρών και της

Γαλλίας.

Ειδικότερα στην περίπτωση της Ελλάδας, και βάσει των στοιχείων που

περιλαμβάνονται στην Έκθεση της Επιτροπής, υπήρξαν 81 ανοικτές υποθέσεις

Page 48: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

48

παράβασης εναντίον της στο τέλος του 2012, το οποίο αποτελεί και το πέμπτο

χειρότερο αποτέλεσμα στην ΕΕ των 27 κρατών μελών, ενώ η Επιτροπή κίνησε 24

νέες υποθέσεις με την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής. Οι ελληνικές

επιδόσεις ήταν οι δεύτερες χειρότερες στο πλαίσιο της ομάδας αναφοράς στην

οποία ανήκει, με το Βέλγιο να κατέχει την (αρνητική) πρωτιά. Εντούτοις, η Ελλάδα

τελείωσε το 2012 με μικρότερο αριθμό παραβάσεων σε σύγκριση με το 2011 (123

υποθέσεις) και το 2010 (125 υποθέσεις). Σχετικά με τις παραβάσεις ανά τομέα

πολιτικής, την πρωτοκαθεδρία φαίνεται να κατέχει η εσωτερική αγορά (20%) και

έπονται οι τομείς του περιβάλλοντος (19%), της φορολογίας και των μεταφορών

(8% έκαστος). Η Επιτροπή προσέφυγε κατά της Ελλάδας ενώπιον του ΔΕΕ σε δύο

υποθέσεις, (ενώ το 2011 υπήρξαν 4 παραπομπές) και αυτές αφορούσαν τη μη

συμμόρφωση του ΧΥΤΑ Ζακύνθου προς τις Οδηγίες για τους ΧΥΤΑ (Landfill

Directive, Council Directive 1999/31/EC) και τα οικοσυστήματα (Habitats

Directive, Council Directive 92/43/EEC) και την Οδηγία – Πλαίσιο για τα

απόβλητα (Waste Framework Directive, European Parliament and Council Directive

2008/98/EC), καθώς και τις διαδικασίες ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων. Η

Επιτροπή κίνησε αυτεπαγγέλτως 22 υποθέσεις παραβάσεων κατά της Ελλάδας για

μη έγκαιρη ενσωμάτωση διάφορων Οδηγιών το 2012, σαφώς μειωμένος αριθμός σε

σχέση με τις 55 του 2011, ενώ οι επιδόσεις της σε αυτόν τον τομέα υπήρξαν μέτριες

στην ομάδα αναφοράς της. Με 13 εκκρεμείς υποθέσεις στα τέλη του έτους που

αφορούσαν καθυστέρηση στη μεταφορά, η Ελλάδα τερμάτισε 13η στην ΕΕ των 27

ΚΜ. Από την άποψη των καταγγελιών, η Επιτροπή έλαβε 188 που απευθύνονταν

εναντίον της, το τέταρτο υψηλότερο νούμερο στην ΕΕ – 27. Τέλος, το ΔΕΕ

εξέδωσε σημαντική καταδικαστική απόφαση κατά της Ελλάδας για την πλημμελή

μεταφορά του Πρώτου Πακέτου για τις Σιδηροδρομικές Μεταφορές (First Railway

Package), λόγω του ότι δεν έθεσε σε εφαρμογή κίνητρα για τη μείωση των

χρεώσεων πρόσβασης, και αποφάνθηκε εναντίον της για την αποτυχία να

υιοθετήσει αλλά και να κοινοποιήσει στην Επιτροπή Σχέδια για τη διαχείριση των

λεκανών απορροής ποταμών και επειδή θέσπισε επενδυτικούς περιορισμούς σε

«στρατηγικές επιχειρήσεις», κάτι το οποίο δημιούργησε κίνδυνο διακριτικής

μεταχείρισης.

Η παραπάνω εικόνα της Ελλάδας αλλά και των ΚΜ σε γενικότερο πλαίσιο

αποτυπώνει ένα κλίμα προσπαθειών εκ μέρους των τελευταίων, δεν παύει όμως να

Page 49: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

49

αποτελεί και μια επιβεβαίωση, σε μεγάλο βαθμό, των προβληματισμών που

δημιουργούν τα αρνητικά νούμερα και η επιμονή των προκλήσεων να

παρουσιάζονται στην ίδια σειρά τομέων. Η συζήτηση για το αποκαλούμενο

«έλλειμμα υλοποίησης» των ενωσιακών πολιτικών δεν αποτελεί νεωτερισμό και

αφορά τόσο τις διαδικασίες μεταφοράς της νομοθεσίας της ΕΕ στο εσωτερικό

δίκαιο όσο και την πρακτική καθημερινή εφαρμογή της από τις κάθε είδους εθνικές

αρχές, υπηρεσίες και οργανισμούς (street – level implementation). Ο ολοένα και

αυξανόμενος όγκος της παραγόμενης νομοθεσίας, εν μέρει οφειλόμενος στην

εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς από τη μία, και η διεύρυνση της ενωσιακής

ατζέντας από την άλλη, υπερτόνισαν το ήδη υπάρχον «έλλειμμα». Στα τέλη του

1997, το ποσοστό μη μεταφοράς των Οδηγιών που αφορούσαν δημόσιες συμβάσεις

ανερχόταν σε 55.6%, 60% στον τομέα των μεταφορών, 50% στον τομέα της

πνευματικής και βιομηχανικής ιδιοκτησίας και 38% στον τομέα του περιβάλλοντος

(Dimitrakopoulos, 2001). Η Επιτροπή, ως θεματοφύλακας των Συνθηκών αλλά και

του ενωσιακού δικαίου γενικότερα, είναι επιφορτισμένη με την παρακολούθηση

των επιδόσεων των κρατών μελών, μεταξύ άλλων, και δια της έκδοσης «Πινάκων

Επιδόσεων» (Single Market Scoreboards), σχετικά με τη μεταφορά των Οδηγιών

της εσωτερικής αγοράς. Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Στοκχόλμης το 2001, τα

κράτη μέλη δεσμεύτηκαν να μειώσουν το έλλειμα μεταφοράς της ενωσιακής

νομοθεσίας σε ποσοστό όχι μεγαλύτερο από 1,5% του συνολικού αριθμού Οδηγιών

του 2002 και ακολούθως στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης το 2002

εξουσιοδότησαν την Επιτροπή να υιοθετήσει στάση μη ανοχής (zero tolerance

approach) στην επιβολή της υλοποίησης του κοινοτικού κεκτημένου (acquis

communutaire). Πιο πρόσφατα, δε, τα κράτη μέλη προχώρησαν περισσότερο στις

δεσμεύσεις τους, με την υπόσχεση να μειώσουν το έλλειμμα στο 1% μέχρι το 2009

(Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Βρυξελλών, 2007). Το ζήτημα έχει προκαλέσει το

ενδιαφέρον της διεθνούς βιβλιογραφίας, με τις διάφορες θεωρίες και προσεγγίσεις

να εστιάζουν στη δικαιολόγηση του φαινομένου, τόσο από εθνική όσο και από

ενωσιακή οπτική, αναδεικνύοντας από τη μία τις διοικητικές ικανότητες των

κρατών μελών και από την άλλη πλευρά τα «μελανά σημεία» των ενωσιακών

νομοθετικών πράξεων και τις «ασυμφωνίες» που συνεπάγονται σε σχέση με τις

υφιστάμενες πρακτικές και αντιλήψεις περί πολιτικής (König και Luetgert, 2008).

Αποτελεί, πάντως, αναμφισβήτητο γεγονός πως η διαδικασία αυτή είναι μακρά,

Page 50: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

50

πολυσύνθετη και γνήσια πολιτική. Η σχετική έρευνα έδειξε πως στο 60% των

περιπτώσεων το πρώτο εθνικό μέτρο μεταφοράς υιοθετήθηκε μετά το πέρας της

επίσημης προθεσμίας, ενώ μεταξύ των τομέων πολιτικής, η νομοθεσία της

κοινωνικής πολιτικής φαίνεται να εμφανίζει τις μεγαλύτερες καθυστερήσεις.

Οδηγίες που περιλαμβάνουν πολύπλοκους και λεπτομερείς κανόνες απαιτούν

μεγαλύτερες περιόδους προετοιμασίας, ενώ οι νέες Οδηγίες εμφανίζουν μεγαλύτερο

βαθμό δυσκολίας σε σχέση με τροποποιητικές Οδηγίες – μια νέα Οδηγία μειώνει

την πιθανότητα μεταφοράς κατά 16%. Σημαντικό εύρημα επίσης αποτελεί και το

ότι η παράταση της προθεσμίας μεταφοράς σε ΚΜ που αντιμετωπίζουν προκλήσεις

στον τομέα αυτό, επιταχύνει τους ρυθμούς της διαδικασίας. Επιπροσθέτως, η

ένταση της παρακολούθησης εκ μέρους της Επιτροπής έχει αρνητική επίδραση

στην ταχύτητα της μεταφοράς, όπως και η διεξαγωγή εθνικών εκλογών, ενώ η

υιοθέτηση μιας ΥΑ αυξάνει την πιθανότητα ταχύτερης μεταφοράς κατά 75%, σε

σχέση με τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Όπως είναι φυσικό, όσο περισσότερη

εμπειρία κατέχει μια διοικητική μονάδα στη μεταφορά Οδηγιών, τόσο μικρότερο το

χρονικό διάστημα μεταφοράς(Steunenberg και Rhinard, 2010). Η επιρροή των

διαφόρων παικτών σε μια διαδικασία ενσωμάτωσης ποικίλει σημαντικά και πρέπει

κανείς να εστιάσει στην πραγματική κατανομή ισχύος και όχι σε εκείνη που

απορρέει από επίσημες δομές και κανόνες, καταδεικνύοντας και εδώ – όπως και στο

στάδιο της παραγωγής των πολιτικών – τη σημασία των άτυπων νορμών στη

διαμόρφωση του σχετικού τοπίου. Σύμφωνα με την άποψη της Επιτροπής,

υπάρχουν ποικίλοι λόγοι για τη «βραδυπορία» των κρατών μελών σε ερμηνευτικές

δυσκολίες που ενδεχομένως αντιμετωπίζουν σχετικά με τους ενωσιακούς κανόνες,

αλλά και σε δυσκολίες στην επιλογή μεταξύ εναλλακτικών διαδικασιών, καθώς έχει

παρατηρηθεί πολλάκις το φαινόμενο της ενσωμάτωσης Οδηγίας ή ερμηνείας ενός

Κανονισμού κατά τρόπο που δεν συνάδει προς την εκάστοτε ρύθμιση (Επιτροπή,

COM (2007) 502).

Αποτελεί, πάντως, κοινή παραδοχή πως το έλλειμμα μπορεί να δικαιολογηθεί σε

μια πληθώρα παραγόντων, οι οποίοι δεν μπορούν να αποδοθούν εξ ολοκλήρου στην

ολιγωρία, την έλλειψη δυνατοτήτων των κρατών μελών ή ακόμα και στην

αντίσταση των τελευταίων ενώπιον των πιέσεων εξευρωπαϊσμού των πολιτικών

τους (Falkner et al., 2004). Το ίδιο το περιεχόμενο των Οδηγιών εμφανίζεται

ασαφές ενίοτε – ως αποτέλεσμα των πολιτικών συμβιβασμών που κατέληξαν στην

Page 51: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

51

υιοθέτησή του, αλλά και της ετερότητας στη θεσμική λογική των εμπλεκόμενων

οργάνων - αφήνοντας κενά που επιχειρούν να καλύψουν τα κράτη με τις δικές τους

ερμηνείες ή, πιο συχνά, με την πιστή αντιγραφή αυτού στο εθνικό εργαλείο

ενσωμάτωσης (copy – out technique). Εδώ, η στάση των στελεχών των εθνικών

διοικήσεων που επιφορτίζονται με τη σύνταξη των εργαλείων μεταφοράς, μπορεί

να επηρεάσει άμεσα την ποιότητα της ενσωμάτωσης, καθώς μπορεί να ποικίλει από

πλήρη μετατόπιση της ευθύνης προς τα στελέχη που είναι υπεύθυνα για την

πρακτική εφαρμογή των ρυθμίσεων στην προσπάθεια διευκόλυνσης των

τελευταίων, μέσω της αποτελεσματικής ερμηνείας αυτών. Οι αντιλήψεις, δε,

σχετικά με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και το έργο της ΕΕ, καθώς και η ποιότητα

των επαφών με την Επιτροπή, παίζουν επίσης σημαντικό ρόλο.

Τέλος, ο όγκος αλλά και το περιεχόμενο της ήδη υπάρχουσας νομοθεσίας σε

ένα πεδίο πολιτικής αποτελεί ουσιαστικό παράγοντα στην επιλογή της μεθόδου

ενσωμάτωσης από τις εθνικές Αρχές (Dimitrakopoulos, 2001).

Page 52: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

52

2.3. Εργαλεία για την περιστολή του ελλείμματος εφαρμογής

Με σκοπό τη βελτίωση της κατάστασης όπως έχει διαμορφωθεί, αλλά και την

ενίσχυση της ικανότητας των ΚΜ με γνώμονα την ορθή ενσωμάτωση της

ενωσιακής νομοθεσίας, έχουν αναπτυχθεί ορισμένες καλές πρακτικές, όπως είναι οι

«Συναντήσεις Πακέτο» (Reunions Paquets) και το δίκτυο EU-SOLVIT. Οι πρώτες

αποτελούν πρακτική της Ένωσης, η οποία έχει εντατικοποιηθεί και

συστηματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια. Όπως άλλωστε έχει υπογραμμίσει η

Επιτροπή, στην Ανακοίνωσή της για την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ το 2007: «η

Επιτροπή εργάζεται σε στενή συνεννόηση με τα κράτη μέλη για τη διαχείριση της

εφαρμογής της νομοθεσίας μέσω επαφών, δικτύων σε διάφορους τομείς και

τακτικών συσκέψεων εθνικών εμπειρογνωμόνων. Με το έργο αυτό διασφαλίζεται η

αποτελεσματική εφαρμογή της νομοθεσίας, η προσαρμογή στις τεχνικές εξελίξεις

και η επεξεργασία ιδεών για την περαιτέρω ανάπτυξη της νομοθεσίας» και

«Εξετάζει την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας από τα ΚΜ µέσω επαφών,

αλληλογραφίας και συσκέψεων µε κράτη µέλη»(COM (2007) 502 τελικό). Στις

περιπτώσεις που αφορούν μη ενσωμάτωση της ενωσιακής νομοθεσίας,

διοργανώνονται από το Υπουργείο Εξωτερικών σε συνεργασία με το Υπουργείο

Οικονομικών. Στις συναντήσεις μετέχουν εκπρόσωποι της Επιτροπής, των

Υπουργείων, των ΟΤΑ και οποιοσδήποτε άλλος εμφανίζει άμεσο ενδιαφέρον με το

προς διευθέτηση ζήτημα. Η πρακτική αυτή αν και ανατρέχει στις πρώτες δεκαετίες

λειτουργίας της ΕΕ, πήραν μορφή και καθιερώθηκαν τη δεκαετία του 1990, με την

εγκαθίδρυση της εσωτερικής αγοράς. Η συχνότητα διοργάνωσης τους είναι περίπου

ανά 2 χρόνια και στο πλαίσιο τους γίνεται προσπάθεια εντοπισμού των

σημαντικότερων προκλήσεων που αντιμετωπίζει το κράτος μέλος στην μεταφορά

της ενωσιακής νομοθεσίας και την προσαρμογή της εθνικής σε αυτήν ή στην

πλημμελή εφαρμογή του, προκειμένου να επιλυθούν οι υποθέσεις που εκκρεμούν

εναντίον του, αποφεύγοντας την προσφυγή στο ΔΕΕ (Γιομπρέ – Δημητρίου &

Καπιτσίνα, 2009).

Το δίκτυο SOLVIT, από την άλλη πλευρά, αποτελεί εναλλακτικό τρόπο

αντιμετώπισης των παραπάνω ζητημάτων, με εστίαση στην κακή εφαρμογή της

νομοθεσίας της εσωτερικής αγοράς από τις δημόσιες αρχές των κρατών μελών. Το

επιγραμμικό δίκτυο εγκαθιδρύθηκε το 2002, βάσει της Σύσταση της Επιτροπής της

Page 53: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

53

7ης Δεκεμβρίου 2001, με σκοπό την ανεπίσημη διευθέτηση διασυνοριακών

διαφορών που ανακύπτουν από εσφαλμένη ή πλημμελή εφαρμογή των ενωσιακών

κανόνων που αφορούν την εσωτερική αγορά, μεταξύ πολιτών ή επιχειρήσεων και

δημοσίων αρχών των ΚΜ της ΕΕ. Αποτελεί δωρεάν υπηρεσία και συγκροτείται από

ένα δίκτυο κέντρων σε κάθε κράτος μέλος, τα οποία αποτελούν μέρος του κορμού

των δημόσιων διοικήσεων και λειτουργούν είτε στο Υπουργείο Εξωτερικών είτε

στο Υπουργείο Οικονομικών. Το ελληνικό κέντρο SOLVIT αναπτύσσει τη δράση

του στο πλαίσιο του Υπουργείου Οικονομικών. Ο όγκος των υποθέσεων έχει

αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, με περισσότερες από 1500 υποθέσεις το 2009, ενώ η

ετήσια έκθεση πεπραγμένων για το 2012 αναφέρει πως το δίκτυο χειρίστηκε

συνολικά 3023 υποθέσεις, με το ποσοστό επίλυσης να ανέρχεται σε 66%, με το

58% εντός προθεσμίας. Το μεγαλύτερο μέρος των υποθέσεων αφορούν τον τομέα

της κοινωνικής ασφάλισης (38%), με τις βίζες και τις άδειες διαμονής να

καταλαμβάνουν τη δεύτερη θέση (18%). Η Ελλάδα παρουσιάζει μέτριες επιδόσεις,

με καλό ρυθμό επίλυσης υποθέσεων, αλλά σημαντικά υψηλό μέσο αριθμό ημερών

απόκρισης στον καταγγέλλοντα (περίπου 35 ημέρες, ενώ ο μέσος χρόνος απόκρισης

του δικτύου συνολικά είναι 10 ημέρες). Όταν ένας πολίτης ή μια επιχείρηση

υποβάλει μια υπόθεση στο δίκτυο, το τοπικό κέντρο (home center) προβαίνει σε

έλεγχο για το κατά πόσο εμπίπτει στο πεδίο της αποστολής του και υποβάλει την

υπόθεση σε μια επιγραμμική βάση δεδομένων, η οποία την προωθεί αυτόματα στο

κέντρο του κράτους μέλους, όπου παρατηρήθηκε η παραβίαση (lead center). Όταν

μια υπόθεση γίνεται αποδεκτή, η χρονική προθεσμία – στόχος για την διευθέτησή

της είναι δέκα εβδομάδες. Σε γενικές γραμμές, το SOLVIT αποτελεί μια χρήσιμη

εναλλακτική της δικαστικής οδού, καθώς είναι λιγότερο κοστοβόρα και χρονοβόρα

τόσο για τους πολίτες και τις επιχειρήσεις όσο και για τις εθνικές διοικήσεις, ενώ

αποτελεί γεγονός αναμφισβήτητο πως η εστίαση του σε υποθέσεις παραβίασης των

κανόνων της εσωτερικής αγοράς συμβάλλει σε μεγάλο βαθμό στην ενίσχυση της

αξιοπιστίας τόσο του τομέα αυτού όσο και της Ένωσης γενικότερα (Kaeding και

Voskamp, 2011).

Τέλος, το πρόγραμμα «EU Pilot» αποτελεί πρωτοβουλία της Επιτροπής που

αποσκοπεί στο να δίνει απάντηση στα ερωτήματα και λύσεις στα προβλήματα που

συνδέονται με την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ. Υποστηρίζεται από επιγραμμική

(on line) βάση δεδομένων και μέσο επικοινωνίας. Η πρωτοβουλία EU Pilot παρέχει

Page 54: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

54

την ευκαιρία για την επίλυση προβλημάτων πριν από την έναρξη επίσημων

διαδικασιών επί παραβάσει. Δεδομένου ότι οι υποθέσεις θα πρέπει, κατ’ αρχήν, να

εξετάζονται εντός προθεσμίας 20 εβδομάδων, ο διάλογος EU Pilot διευκολύνει την

ταχεία επίλυση προβλημάτων προς όφελος των πολιτών και των επιχειρήσεων,

καθώς επίσης επιτυγχάνει τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις που απορρέουν από

το δίκαιο της ΕΕ. Η σταδιακή εφαρμογή εκ μέρους των κρατών μελών του «EU

Pilot» ολοκληρώθηκε τον Ιούνιο του 2012, όταν τα δύο Κ που δεν το είχαν πράξει,

το Λουξεμβούργο και η Μάλτα, υπέγραψαν για τη συμμετοχή τους στο σύστημα.

Επομένως, όλα τα κράτη μέλη συμμετέχουν στο EU Pilot. Κατά τη διάρκεια του

2012, 1175 τέθηκαν στο αρχείο και η Επιτροπή περάτωσε 803 εξ αυτών, επειδή το

κράτος μέλος παρείχε ικανοποιητική απάντηση, το οποίο μεταφράζεται σε ποσοστό

επίλυσης 68,34%, με μείωση κατά 4,16% σε σχέση με το ποσοστό το 2011 που

ανερχόταν σε 72,5%. Από το τέλος του 2012, το μεγαλύτερο μέρος των υποθέσεων

EU Pilot αφορούσε την Ιταλία (135), την Ισπανία (107) και ακολούθως την Ελλάδα

(82). Από την πλευρά των τομέων πολιτικής, το περιβάλλον εξακολουθεί να

αποτελεί τον τομέα με τις περισσότερες εκκρεμούσες υποθέσεις (400), με δεύτερο

τον τομέα της εσωτερικής αγοράς και των υπηρεσιών (176) και τρίτο τον τομέα

δικαιοσύνης και θεμελιωδών δικαιωμάτων (125).

Page 55: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

55

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ

Το εγχείρημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης είναι κατά βάση ένα πολιτικό

εγχείρημα, όπως άλλωστε είναι και η κοινοτική μέθοδος και η σύγχρονη μετεξέλιξή

της συνηγορεί υπέρ αυτού του επιχειρήματος. Οι αρχικοί οραματισμοί για την

κοινωνική και πολιτική δυναμική που θα απελευθέρωνε η οικονομική ενοποίηση

αποδείχθηκαν εξαιρετικά φιλόδοξοι, μην υπολογίζοντας – ίσως – το βαθμό στον

οποίο τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της ενωσιακής αρχιτεκτονικής θα

λειτουργήσουν ως αναχαιτιστικοί παράγοντες. Εντούτοις, όπως έχει διαμορφωθεί,

αποτελεί ένα πολύμορφο πολιτικό σύστημα, του οποίου η παραγωγή των πολιτικών

επιβάλλει την άμεση και έμμεση, οριζόντια και κάθετη, συλλειτουργία και

σύμπραξη των συστατικών του στοιχείων. Η σύμπραξη αυτή επηρεάζει σε όλο και

μεγαλύτερο βαθμό τους διοικητικούς μηχανισμούς των τελευταίων,

υπογραμμίζοντας πως η διοικητική ώσμωση αποτελεί βασική και αναγκαία

προϋπόθεση της πολιτικής. Η παραδοχή αυτή έχει αποτελέσει τη βάση των

συζητήσεων για την ύπαρξη ή μη ενός Ευρωπαϊκού Διοικητικού Χώρου – ως ενός

συνόλου αρχών του διοικητικού δικαίου αλλά και ως ικανότητα των υπηρεσιών να

εφαρμόσουν τις αρχές αυτές στο σύνολο της ευρωπαϊκής επικράτειας. Αν και ο

όρος απαντάται στη βιβλιογραφία ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, δεν θα

μπορούσαμε να ισχυριστούμε πως σήμερα το περιεχόμενό του, αλλά ακόμα και η

ίδια του η υπόσταση, έχει σαφή μορφή, γεγονός που δεν είναι παράδοξο αν

αναλογιστεί κανείς την ετερότητα μεταξύ των διοικητικών προτύπων που διέπουν

τους σχετικούς μηχανισμού των ΚΜ, η οποία αναπόφευκτα επιδρά στους

ενωσιακούς μηχανισμούς.

Η ετερότητα αυτή μπορεί ουσιαστικά να αναλυθεί στην αντιπαραβολή των

χαρακτηριστικών που διέπουν το κανονιστικό διοικητικό πρότυπο, το οποίο

εστιάζει στην τήρηση των κανόνων, έναντι εκείνων που ανήκουν στο διαχειριστικό,

τα οποία παραδοσιακά συνδέονται με την έννοια του Νέου Δημοσίου Μάνατζμεντ

(ΝΔΜ) (New Public Management) και επικεντρώνονται στην επίτευξη

αποτελεσμάτων. Καθώς ορισμένα ΚΜ ανήκουν στην πρώτη κατηγορία και

ορισμένα στη δεύτερη, η αλληλεπίδραση των χαρακτηριστικών των δύο

συστημάτων μεταδίδεται στους μηχανισμούς των θεσμών της ΕΕ, και ιδιαίτερα της

Επιτροπής. Η αλληλεπίδραση εθνικών και ενωσιακών θεσμών, όπως περιγράφηκε

Page 56: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

56

στις Ενότητες της εργασίας, επιβεβαίωσε την πρακτική των άτυπων ή/και ημι –

θεσμισμένων πρακτικών και την ακόλουθη ανάδειξη νέων μεθόδων διακυβέρνησης,

αλλά και τη σημασία τους για την αποτελεσματική λειτουργία ενωσιακού πολιτικού

συστήματος. Αυτό συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό, από το 2000 και ύστερα, στην

ολοένα και εντονότερη παρουσία των χαρακτηριστικών του διαχειριστικού

προτύπου στην οργάνωση και τη λειτουργία του τελευταίου.

Η ανάδυση των αρχών του ΝΔΜ στις ενωσιακές πολιτικές και διοικητικές

διαδικασίες δημιουργεί απαιτήσεις και προκλήσεις για τις εθνικές αρχές των ΚΜ

που καλούνται αφενός να συμπράξουν στην παραγωγή των κανόνων και αφετέρου

να τους εφαρμόσουν. Οι έρευνες που παρουσιάστηκαν απέδειξαν πως στο πλαίσιο

αυτών μετέχει το σύνολο σχεδόν της διοικητικής ιεραρχίας των ΚΜ και τα στελέχη

της υποχρεούνται να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους, ανάλογα με το

περιβάλλον στο οποίο βρίσκονται κάθε φορά. Η ταυτόχρονη δράση σε τόσα πολλά

επίπεδα δημιουργεί επομένως την ανάγκη προσεκτικού συντονισμού σε όλα τα

επίπεδα, προκειμένου να διαμορφωθεί μια συνεκτική εθνική στάση. Επίσης, το νέο

θεσμικό περιβάλλον που δημιούργησε η Συνθήκη της Λισαβόνας, σε συνδυασμό με

την πρακτική των ενωσιακών θεσμών, παρουσιάζουν εξελιγμένες δυνατότητες

συμμετοχής για τους πάσης φύσεως δρώντες. Οι εθνικές διοικήσεις σε αυτό το τόσο

ρευστό περιβάλλον πρέπει να οικοδομούν δίκτυα επαφών και συνεργασίας, ήτοι να

«κοινωνικοποιηθούν» τόσο μεταξύ τους όσο και με τα όργανα της ΕΕ. Θα πρέπει

επίσης να γνωρίζουν πολύ καλά τους κανόνες και τις συνθήκες που διέπουν τις

διάφορες νομοθετικές και μη διαδικασίες, ώστε να είναι σε θέση να λειτουργούν με

τη μέγιστη αποτελεσματικότητα. Οι προαναφερόμενες ανάγκες προγραμματισμού

και συντονισμού, μπορούν επιτυχώς να υπηρετηθούν από την προσήλωση στην

επίτευξη αποτελεσμάτων που επιτάσσει η φιλοσοφία του ΝΔΜ. Ειδικότερα, δε, για

τα στελέχη των εθνικών διοικήσεων που καλούνται να εκπροσωπήσουν τη χώρα

τους στα διάφορα fora της ΕΕ, μπορεί να σκιαγραφηθεί ένα προφίλ, το οποίο

υπογραμμίζει την ανάγκη εξοικείωσής τους με τις ενωσιακές διαδικασίες λήψης

αποφάσεων, με τις ξένες γλώσσες που χρησιμοποιούνται ως γλώσσες εργασίας σε

αυτές, με τον χειρισμό νομικών ζητημάτων, αλλά και με τεχνικές

διαπραγματεύσεων για την αποτελεσματικότερη εκπροσώπηση.

Το «έλλειμμα υλοποίησης» των ενωσιακών πολιτικών, όπως παρουσιάστηκε,

αποτυπώνει πρακτικά την αντιπαραβολή μεταξύ των διοικητικών προτύπων των

Page 57: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

57

ΚΜ της ΕΕ. Σε χώρες του Νότου, όπως η Ελλάδα, είναι φανερός ο χαμηλός βαθμός

διοικητικής ώσμωσης, αν και έχουν καταβληθεί προσπάθειες τα τελευταία έτη να

γεφυρωθεί το χάσμα με τις χώρες που έχουν κατορθώσει μεγαλύτερο επίπεδο

εναρμόνισης της νομοθεσίας τους προς την ενωσιακή. Το «έλλειμμα» μπορεί να

στοιχειοθετείται σε ποικίλους παράγοντες, ωστόσο ακολουθεί την πορεία της

ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Με άλλα λόγια, το εγχείρημα της τελευταίας έχει

αποδειχθεί ανθεκτικό στις προκλήσεις των καιρών και προσαρμόζεται όταν

προκύπτει η ανάγκη, αυτό όμως δε σημαίνει ότι τα ΚΜ ακολουθούν τους ίδιους

ρυθμούς και έχουν τις ίδιες αντιλήψεις περί αυτού. Το γεγονός αυτό, μας οδηγεί να

συμπεράνουμε, πως υπάρχει ανάγκη για την καλλιέργεια μιας γενικότερης

ευρωπαϊκής διοικητικής κουλτούρας, αλλά και κουλτούρας ολοκλήρωσης, πέρα

από οποιαδήποτε βελτίωση ή προσαρμογή. Όποιο και αν είναι το πρότυπο που

ακολουθείται, και δεδομένου πως η πολιτική και η διοικητική ώσμωση συνδέονται

άρρηκτα, είναι αδήριτη η ανάγκη τόσο για την Ένωση να βρει ένα έναν πιο σίγουρο

βηματισμό προς αυτή την κατεύθυνση, όσο και για τα ΚΜ να αναγνωρίσουν τα

κίνητρα που θα τα ωθήσουν στη διευκόλυνση της επιτάχυνσης της διαδικασίας

αυτής. Και όπως είναι φυσικό, η συζήτηση αυτή αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα

εκείνης που αφορά το μέλλον της ΕΕ και της Ευρώπης γενικότερα, θέτοντας τους

σοβαρότερους – ίσως – προβληματισμούς, καθότι άπτονται άμεσα της σύγκρουσης

μεταξύ της παραδοσιακής έννοιας της εθνικής κυριαρχίας και των υπερεθνικών

σχημάτων διακυβέρνησης, που αποτελεί και τη πεμπτουσία της ύπαρξης της

Ένωσης.

Page 58: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

58

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

1. Μια ακόμα απόρροια της ενίσχυσης του διακυβερνητισμού ήταν και

ανάπτυξη συστημάτων συνεργασίας μεταξύ των κρατών – μελών

«παραπλεύρως» της Κοινότητας, όπως η Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία

που απέβλεπε στο συντονισμό των εξωτερικών πολιτικών τους. (βλ. σελ. 5)

2. Μεταξύ των αναγκαίων θεσμικών μεταρρυθμίσεων της Συνθήκης της

Νίκαιας, περιλαμβάνονταν προβλέψεις για τον αριθμό των Επιτρόπων , το

σύστημα λήψης απόφασης στο Συμβούλιο Υπουργών με τριπλή πλειοψηφία

και για τον αριθμό των εδρών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Συνολικά, θα

μπορούσαμε να παρατηρήσουμε ότι επέκτεινε τη χρήση της πλειοψηφίας

και επέτρεψε σε μικρά και μεσαία κράτη να διατηρήσουν τους Επιτρόπους

τους, ωστόσο η αναστάθμιση των ψήφων στο Συμβούλιο μεγάλωσε το

χάσμα των τελευταίων έναντι των μεγαλύτερων κρατών. (βλ. σελ. 5)

3. Η επανένωση Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας, αλλά και η κατάρρευση

του κομμουνιστικού καθεστώτος και ακολούθως σοβιετικού μπλοκ,

διευκόλυναν τους ευρωπαίους ηγέτες στο να σπεύσουν να ασπασθούν τη

στενότερη πολιτική ένωση, σύμφωνα πάντα με τα στρατηγικά τους

συμφέροντα (π.χ. η ανησυχία της Γαλλίας για αναβίωση γερμανικού

ηγεμονισμού και από την άλλη η επιθυμία της Γερμανίας να αποδείξει πως

είναι αξιόπιστος εταίρος. (βλ. σελ. 5)

4. Η Συνθήκη του Άμστερνταμ που υπογράφηκε το 1997, μετά την

προσχώρηση της Αυστρίας, της Σουηδίας και της Φινλανδίας το 1995,

προχώρησε στην ενίσχυση ορισμένων πτυχών του 2ου Πυλώνα,

περιλαμβάνοντας ρήτρα ευελιξίας ή στενότερης συνεργασίας, η οποία

επιτρέπει την προώθηση δράσεων και τη θέσπιση κανόνων χωρίς τη

συμμετοχή του συνόλου των κρατών – μελών, αποδυναμώνοντας τον

κανόνα της ομοφωνίας μέσω της υιοθέτησης των αρχών της

«εποικοδομητικής αποχής» και της εθελοντικής συμμετοχής σε

στρατιωτικές δράσεις (αποστολές τύπου Petersberg), αλλά και της

πρόβλεψης πλειοψηφικών αποφάσεων για την έγκριση κοινών θέσεων και

δράσεων. (βλ. σελ. 6)

5. Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα, η Συνθήκη της Λισαβόνας, ενίσχυσε και

τη θέση των εθνικών Κοινοβουλίων των κρατών – μελών, επιφορτίζοντάς τα

με την υποχρέωση ελέγχου για την ορθή τήρηση της αρχής της

επικουρικότητας, δηλαδή για το αν η δράση της ΕΕ αναλαμβάνεται μόνο

εφόσον μπορούν σε αυτό το επίπεδο να επιτευχθούν καλύτερα

αποτελέσματα και προβλέποντας την οριζόντια μεταξύ τους συνεργασία,

καθώς και με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, βάσει των διατάξεων του

σχετικού Πρωτοκόλλου που ορίζει περί του ρόλου τους στο οικοδόμημα της

ΕΕ (βλ. σελ. 6).

6. Η Συνθήκη της ΕΚΑΧ προβλεπόταν να διαρκέσει 50 χρόνια και έληξε το

2002, ενώ η ΕΥΡΑΤΟΜ αποφασίστηκε να διατηρηθεί ως ξεχωριστό νομικό

πρόσωπο και να εξαιρεθεί από το νομικό σύστημα της ΕΕ. (βλ. σελ. 7)

7. Η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη της Λισαβόνας διατήρησε τις περισσότερες

θεσμικές καινοτομίες που προέβλεπε το προαναφερθέν Ευρωπαϊκό

Σύνταγμα, όπως, για παράδειγμα, τη δημιουργία θέσης Προέδρου του

Ευρωπαϊκού Συμβουλίου με θητεία 2,5 ετών αντί για το σύστημα

κυλιόμενης προεδρίας που ίσχυε, τη θέσπιση Ύπατου Εκπρόσωπου για

Page 59: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

59

θέματα ΚΕΠΠΑ και τη μείωση του αριθμού των Επιτρόπων (βλ. σελ. 7).

8. Η σχετική έρευνα απέδωσε ορισμένα χρήσιμα αποτελέσματα. Υπολογίζεται

πως οι νέες πρωτοβουλίες της Επιτροπής ανέρχονται στο 5% μόλις των

συνολικών προτάσεων, σε 17% τα αιτήματα άλλων οργάνων, 31%

αποτελούν οι διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης, 12% οι υποχρεώσεις που

απορρέουν από τις Συνθήκες και το 35% αποδίδεται στην προσαρμογή του

ενωσιακού κεκτημένου στις νέες, κοινωνικές, οικονομικές συνθήκες και τα

νέα τεχνολογικά δεδομένα.

9. Ορόσημο στην μετεξέλιξή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου υπήρξε

αναμφίβολα η Συνθήκη της Λισαβόνας, οπότε και αναβαθμίστηκε σε

επίσημο θεσμικό όργανο με δικό του μόνιμο Πρόεδρο, αποδεικνύοντας πως

στην πράξη είναι σημαντικό για τα κράτη – μέλη να διαφυλαχθεί προ

πάντων το διακρατικό στοιχείο στο πολιτικό αυτό όργανο (βλ. σελ. 9 -10).

10. Το Συμβούλιο της Ένωσης, επί του παρόντος, συνέρχεται υπό δέκα (10)

συνθέσεις/σχηματισμούς (configurations) και είναι οι ακόλουθες:

1)Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων, 2)Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων,

3)Συμβούλιο Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών Υποθέσεων

(ECOFIN), 4) Συμβούλιο Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων,

5)Συμβούλιο Απασχόλησης, Κοινωνικής Πολιτικής, Υγείας και Υποθέσεων

Καταναλωτών, 6) Συμβούλιο Ανταγωνιστικότητας (Εσωτερική Αγορά,

Βιομηχανία, Έρευνα και Διάστημα), 7) Συμβούλιο Μεταφορών,

Τηλεπικοινωνιών και Ενέργειας, 8) Συμβούλιο Γεωργίας και Αλιείας

(AGRIFISH), 9) Συμβούλιο Περιβάλλοντος, 10) Συμβούλιο Εκπαίδευσης,

Νεότητας, Πολιτισμού και Αθλητισμού (βλ. σελ. 10).

11. Η Συνθήκη της Λισαβόνας προβλέπει πως ο αριθμός των μελών του

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 750 μέλη (βλ. σελ.

10)

12. Την ομάδα των οργάνων υπερεθνικής φύσης συμπληρώνει αφενός το

ενωσιακό σύστημα δικαστικής προστασίας (Δικαστήριο της ΕΕ, Δικαστήριο

Δημόσιας Διοίκησης της ΕΕ, Ελεγκτικό Συνέδριο), καθώς και μια σειρά

επικουρικών και ποικίλης ύλης θεσμικά όργανα, όπως η Ευρωπαϊκή

Κεντρική Τράπεζα , η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, η Οικονομική και

Κοινωνική Επιτροπή (άρθρο 300 ΣΛΕΕ), η Επιτροπή των Περιφερειών

(άρθρο 305 ΣΛΕΕ) κλπ. (σελ. 11).

13. Αναμφισβήτητα οι ομάδες συμφερόντων/πίεσης κατέχουν κομβική θέση στη

φάση της διαμόρφωσης της πολιτικής και τούτο καταδεικνύεται, μεταξύ

άλλων, από την σημαντική έκταση της βιβλιογραφίας που τους έχει

αφιερωθεί, με τις απόψεις να μοιράζονται μεταξύ εγκωμίων και αφορισμών.

Για παράδειγμα, υπάρχουν υποστηρικτές της άποψης που θέλει τις ομάδες

συμφερόντων και την Επιτροπή να έχουν εξελιχθεί μαζί μέσα από την

πρακτική των Επιτροπών, με τις πρώτες να αποτελούν πλέον αναπόσπαστο

τμήμα της διαδικασίας που την επηρεάζει καθοριστικά κατά το δοκούν, ενώ

από την αντίθετη πλευρά υποστηρίζεται πως τελικά οι κατηγορίες που τους

έχουν αποδοθεί ότι έχουν καταφέρει να μετατρέψουν την Επιτροπή σε

υποχείριο των εκάστοτε κορπορατίστικων συμφερόντων, δεν ευσταθούν.

(βλ. σελ. 19)

14. Ειδικότερα για την Προεδρία του Συμβουλίου, η τελευταία μεταρρύθμιση

προχώρησε σε περαιτέρω σημαντικές αλλαγές που αναμφίβολα έχουν

ασκήσει επίδραση στην λειτουργία αυτού. Η θέσπιση μόνιμου Προέδρου για

τις σύνθεση του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων (δηλαδή, ο Ύπατος

Page 60: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

60

Εκπρόσωπος για την ΚΕΠΠΑ, ο οποίος διατελεί ταυτόχρονα και

Αντιπρόεδρος της Επιτροπής), και για την «ευρωομάδα» (Eurogroup, θητεία

2,5 ετών, θεσπίστηκε επίσημα με τη ΣΛ), σε συνδυασμό με την

προαναφερόμενη «ομαδική Προεδρία» έχουν αποτελέσει πρόκληση για την

ομαλή ροή των εργασιών αλλά και τη συνοχή της λειτουργίας του

Συμβουλίου. Επιπροσθέτως, η διάσπαση του πρώην «Συμβουλίου Γενικών

Υποθέσεων και Εξωτερικών Σχέσεων» (ΣΓΥΕΣ) - το οποίο είχε θεσπισθεί

το 2002 – σε «Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων» (ΣΓΥ) και «Συμβούλιο

Εξωτερικών Υποθέσεων» (ΣΕΥ), ανέδειξε εγγενείς αδυναμίες στη

λειτουργία του πρώτου με συνεπακόλουθη υποβάθμισή του, λόγω της

πολυδιάστατης, συντονιστικής αποστολής του, βλ. σελ. 22.

15. Ήδη από το 2002 στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Σεβίλλης είχε αποφασιστεί

η εφαρμογή της αρχής της συνεργασίας μεταξύ διαδοχικών Προεδριών,

αλλά με τη Συνθήκη της Λισαβόνας κατέστη τυπικό το σύστημα. Το

κριτήριο είναι η ισορροπία μεταξύ παλαιών – νέων, μικρών – μεγάλων,

βορείων – νοτίων κρατών – μελών και απώτερος στόχος η επίτευξη

μεγαλύτερου βαθμού ισορροπίας μεταξύ εθνικών – ενωσιακών επιδιώξεων.

(βλ. σελ. 23).

16. Οι όροι που θέτει είναι οι ακόλουθοι: α)πρέπει να αφορά πράξη που

εκδόθηκε με τη διαδικασία της συναπόφασης, β)τα μέτρα προς υιοθέτηση

να είναι γενικού σκοπού, και γ)να είναι σχεδιασμένα για την τροποποίηση

μη ουσιαστικών στοιχείων της βασικής νομοθετικής πράξης, μεταξύ άλλων,

απαλείφοντας ορισμένα εξ αυτών ή συμπληρώνοντάς την με την προσθήκη

νέων μη ουσιαστικών στοιχείων. Σημαντικό σημείο της απόφασης είναι η

εξαίρεση των ατομικών πράξεων που υιοθετούνται μέσω της

Επιτροπολογίας, κάτι που αποτέλεσε ιδιαίτερο σημείο τριβής για το ΕΚ. (βλ.

σελ. 30).

17. Ο Κανονισμός (Καν. 182/2011/ΕΕ) προβλέπει δύο περαιτέρω δυνατότητες:

1) σε ορισμένες εξαιρετικές περιπτώσεις, η Επιτροπή μπορεί να υιοθετήσει

μια πράξη που έλαβε αρνητική γνώμη ή δεν έλαβε καθόλου γνώμη από μια

εξεταστική επιτροπή, αλλά θα πρέπει να την υποβάλλει άμεσα στην

Επιτροπή Προσφυγών, η οποία με τη σειρά της μπορεί να ανακαλέσει το

μέτρο με ειδική πλειοψηφία (άρθρο 7), 2) Η Επιτροπή μπορεί να υιοθετήσει

μια πράξη που έχει άμεση εφαρμογή, η οποία όμως δεν μπορεί να ισχύει για

περισσότερους από έξι μήνες. Η Επιτροπή πρέπει να υποβάλλει την πράξη

σε μια επιτροπή εντός δεκατεσσάρων ημερών, ενώ η τελευταία μπορεί να

την ακυρώσει μόνο με ειδική πλειοψηφία (άρθρο 8) (βλ. σελ. 31).

18. Με τη Συνθήκη της Λισαβόνας καταργήθηκε το σύστημα των τριών

πυλώνων και αναλόγως οι Αποφάσεις – πλαίσιο που εκδίδονταν στα πλαίσια

του 3ου, γεγονός που πρακτικά σημαίνει πως τα νομοθετήματα που είναι

δεσμευτικά προς τον επιδιωκόμενο σκοπό αλλά καταλείπουν την επιλογή

των μέσων μεταφοράς στη διακριτική ευχέρεια των κρατών, επιτρέπεται να

εκδίδονται μόνο υπό τον τύπο της Οδηγίας. (βλ. σελ. 35)

19. Οι περισσότερες από τις καταγγελίες σε βάρος της Ελλάδας το 2012

αφορούσαν τις δημόσιες συμβάσεις, τα νομοθετικά κατοχυρωμένα

επαγγέλματα, την ελευθερία παροχής υπηρεσιών, τη φορολογία

αυτοκινήτων, τη διαχείριση αποβλήτων και την προστασία του φυσικού

περιβάλλοντος. Άλλες υποθέσεις αφορούσαν τη μεροληπτική πολιτική

χρεώσεων στους αερολιμένες, καθώς και την μη λήψη υπόψη της

επαγγελματικής εμπειρίας που αποκτήθηκε σε έτερο κράτος μέλος πριν από

Page 61: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

61

τη λήψη πιστοποίησης για την άσκηση επαγγέλματος στην Ελλάδα (βλ. σελ.

43).

20. Το δίκτυο κέντρων SOLVIT περιλαμβάνει την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και

τη Νορβηγία. Η ετήσια έκθεση για το 2012 είναι ενσωματωμένη στον

Πίνακα Επιδόσεων Εσωτερικής Αγοράς της ίδιας περιόδου και είναι

διαθέσιμη στο

:http://ec.europa.eu/internal_market/scoreboard/performance_by_governanc

e_tool/solvit/index_en.htm#maincontentSec3 (τελευταία επίσκεψη,

04/06/2014).

Page 62: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

62

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ – ΠΗΓΕΣ

1. Επίσημα Κείμενα

Ν. 945/1979, ΦΕΚ Α’ 170/27.07.1979

Ν.1338/1983, ΦΕΚ 34/Α/17.03.1983

Ν.1558/1985 ΦΕΚ 37 Α’/26.7.1985

Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (Ενοποιημένη Απόδοση), Επίσημη Εφημερίδα της

ΕΕ, C 83/13, 30.03.2010.

Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ενοποιημένη Απόδοση),

Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ, C 83/99, 30.3.2010.

Το Ευρωπαϊκό Δίκαιο στην Ελλάδα: Εγχειρίδιο Εναρμόνισης, Γενική Γραμματεία της

Κυβέρνησης – Γραφείο Διεθνών και Κοινοτικών Θεμάτων, 2013, Εθνικό Τυπογραφείο.

Οδηγία 2000/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης

Οκτωβρίου 2000 για τα θέσπιση πλαισίου κοινοτικής δράσης στον τομέα της πολιτικής

των υδάτων, Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ, L 327 της 22.12.2000.

Κανονισμός 182/2011/ΕΕ, Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ, L 182, 28.02.2011.

Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, «Ανακοίνωση της Επιτροπής για τη

συγκέντρωση και χρήση εμπειρογνωσίας από την Επιτροπή: Αρχές και κατευθυντήριες

γραμμές – Βελτίωση της βάσης γνώσεων για καλύτερες πολιτικές», COM (2002) 713

τελικό, Βρυξέλλες 11.12.2002.

30ή Έκθεση της Επιτροπής σχετικά με τις επιδόσεις των κρατών μελών στον τομέα της

εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας, (22.10.2013, COM(2013) 726).

Γενική Γραμματεία Συμβουλίου της ΕΕ, Οδηγός για τη Συνήθη Νομοθετικής

Διαδικασία, Νοέμβριος 2011.

Λίστα Ομάδων Εργασίας και προετοιμασίας του Συμβουλίου (Βρυξέλλες, 14.01.2014,

5312/14). Περισσότερες πληροφορίες διαθέσιμες στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου

http://www.consilium.europa.eu/council/committees-and-working-parties?tab=At-a-

glance&lang=en (τελευταία επίσκεψη, 08/06/2014).

Επιτροπή, (COM (2001) 428), Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, C

287/1, 12.10.2001

Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2002), «Ανακοίνωση αναφορικά με τις συγκέντρωση και χρήση

εμπειρογνωσίας από την Επιτροπή: Αρχές και κατευθυντήριες γραμμές – Βελτιώνοντας

τη βάση γνώσης για καλύτερες πολιτικές», COM (2002) 713, 11.12.2002.

Page 63: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

63

European Commission – DG Research, (2002) “Governance by Committee: The role of

Committees in European Policy – making and Policy – implementation”, Final Report,

EU Research on Social Sciences and Humanities

2. Ελληνική βιβλιογραφία και αρθρογραφία

Γεωργόπουλος, Θ. (2010), «Η εκτελεστική λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης: Το

φαινόμενο της Επιτροπολογίας», Νομική Βιβλιοθήκη.

Γιομπρέ – Δημητρίου, Α – Καπιτσίνα, Ε. (2009), «Η ενσωμάτωση του Κοινοτικού

Δικαίου στην εσωτερική έννομη τάξη. Νομικές και διοικητικές διαστάσεις», στο

Πασσάς, Α. – Τσέκος, Θ. (επιμ.), «Εθνική διοίκηση και ευρωπαϊκή ολοκλήρωση: Η

ελληνική εμπειρία», σελ. 199 - 234, εκδόσεις Παπαζήση.

Μαυριάς, Κ. (2004), «Συνταγματικό Δίκαιο», Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα.

Παπαδοπούλου, Εμ. (2012), «Η εφαρμογή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην

ελληνική έννομη τάξη υπό το φως της αρχής της θεσμικής αυτονομίας των κρατών

μελών», στο «Το Δημόσιο Δίκαιο σε εξέλιξη – Σύμμεικτα προς τιμήν του Καθηγητή

Π.Ι.Παραρά» (συλλ.έργο), σελ. 724 – 751, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα.

Πασσάς, Α. (2012), «Η εθνική δημόσια διοίκηση στην ευρωπαϊκή ενωσιακή πολιτική

διαδικασία», Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2012.

Πασσάς, Α. (2009), «Η εθνική διοίκηση στο θεσμικό και πολιτικό σύστημα της

Ευρωπαϊκής Ένωσης», στο Πασσάς, Α. – Τσέκος, Θ. (επιμ.), «Εθνική διοίκηση και

ευρωπαϊκή ολοκλήρωση: Η ελληνική εμπειρία», σελ. 27 – 90, εκδόσεις Παπαζήση.

Πασσάς, Α. - Τσέκος, Θ. (2004), «Η επαγγελματική εκπαίδευση των δημοσίων

υπαλλήλων: Ευρωπαϊκή και Ελληνική εμπειρία», Μελέτη Ινστιτούτου Εργασίας ΓΣΕΕ

– ΑΔΕΔΥ.

Στεφάνου, Κ. (2001), «Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση: Γενικά και Θεσμικά χαρακτηριστικά

μετά τη Νίκαια» (τόμος Α’), Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα.

Σκανδάμης, Ν. (2003)1, «Ευρωπαϊκό Δίκαιο: I. Θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης – 2.

Ιστορική μορφολογία της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα.

Σκανδάμης, Ν. (2003)2, «Ευρωπαϊκό Δίκαιο: I. Θεσμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης – 4.

Οργανική υπόσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα.

Τσέκος, Θ. (2009), «Ευρωπαϊκοί ρυθμοί και ελληνικοί τρόποι: Η (αβέβαιη) ελληνική

πορεία προς τον (ασαφή) Ευρωπαϊκό Διοικητικό Χώρο», στο Πασσάς, Α. – Τσέκος, Θ.

(επιμ.), «Εθνική διοίκηση και ευρωπαϊκή ολοκλήρωση: Η ελληνική εμπειρία», σελ. 93

– 142, εκδόσεις Παπαζήση.

Σκανδάμης, Ν. (1990), «Η Κοινοτική λειτουργία της εθνικής διοίκησης», Εκδόσεις

Αντ. Ν. Σάκκουλα.

Page 64: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

64

Χριστοδουλίδης, Θ. (1984), «Εισαγωγή στη διεθνή οργάνωση», Εκδόσεις Αντ. Ν.

Σάκκουλα.

Χριστιανός, Β. (2011), «Εισαγωγή στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης», Νομική

Βιβλιοθήκη.

3. Ξένη βιβλιογραφία και αρθρογραφία

Andersen, S. – Eliassen, K. (1993), “Complex policy – making: Lobbying the EC”, στο

Andersen, S. – Eliassen, K. (ed.), “Making Policy in Europe: The Europeification of

National Policy – Making”, Centre for European Studies, Norwegian School of

Management, SAGE Publications.

Börzel, T. (2002) “Pace – setting, foot – dragging, and fence – sitting: Member – State

responses to Europeanization”, Journal of Common Market Studies, 40(2), σελ. 193 –

214, Blackwell Publishing.

Bostock, D. (2002), “COREPER revisited”, Journal of Common Market Studies, 40 (2),

σελ. 215 – 234, 2002, Blackwelll Publishing.

Christiansen, Τ. - Dobbels, Μ. (2012), “Comitology and delegated acts after Lisbon:

How the European Parliament lost the implementation game”, European Integration

Online Papers, 16 (13), 2012, http://eiop.or.at/eiop/texte/2012-013a.htm. (τελευταία

επίσκεψη, 08/06/2014).

Dimitrakopoulos, D. (2001), “The transposition of EU Law: Post – decisional politics

and institutional autonomy”, European Law Journal, 7(4), σελ. 442 – 458, Blackwell

Publishing. Επίσης διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://eprints.bbk.ac.uk/132/ (τελευταία

επίσκεψη, 08/06/2014).

Eising, R. (2008), “Interest Groups in EU policy – making”, Living Reviews in

European Governance, 3 (4), Connecting Excellence on European Governance

(CONNEX) and New Models of Governance (NEWGOV). Επίσης διαθέσιμο στο

http://www.livingreviews.org/lreg-2008-4 (τελευταία επίσκεψη, 08/06/2014).

Egeberg, Μ. (1999) “Transcending Intergovernmentalism? Identity and role perceptions

of national officials in EU decision - making, Journal of European Public Policy 6 (3),

Routledge Publications.

Egeberg, Μ. - Schaefer, G. - Trondal, J. (2003), “The many faces of EU Committee

Governance”, ARENA26 Working Papers 2003/02, Advanced Research on the

Europeanization of the Nation – State.

Falkner, G. - Hartlapp, M. - Leiber, S. - Treib, Ol. (2004), “Non – compliance with EU

Directives in the member – states: Opposition through the Backdoor?”, West European

Politics, vol. 27, no. 3, pp 452 – 473, Routledge. Επίσης διαθέσιμο στην ιστοσελίδα

26 Όλες οι Εκθέσεις και τα Συγγράμματα του ARENA είναι διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του

http://www.sv.uio.no/arena/english/research/publications/arena-publications/workingpapers/ (τελευταία

επίσκεψη, 08/06/2014).

Page 65: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

65

http://www.tandfonline.com/doi/abs/10.1080/0140238042000228095 (τελευταία

επίσκεψη, 08/06/2014).

Farrell, H. – Heritier, A. (2007) “Co – decision and Institutional Change”, West

European Politics, 30(2), σελ. 285 – 300, Routledge.

Gornitzka, Α. - Sverdrup, U. (2008), “Who consults? The configuration of Expert

Groups in the European Union”, West European Politics, 31(4), Routledge.

Gornitzka, Α. - Sverdrup, U. (2011), “Access of Experts: Information and EU Decision

– making”, West European Politics, 34 (1), σελ. 48 – 70, Routledge.

Häge, F. (2007), “Committee decision – making in the Council of the EU”, European

Union Politics, 8(3), σελ. 299 – 328, SAGE Publications.

Häge, F. (2008), “Who Decides in the Council of the European Union?”, Journal of

Common Market Studies, 46 (3), σελ. 533–558, Blackwell Publishing.

Hardacre, A. - Kaeding, M. (2011)1, “Delegating and Implementing Acts: the new

worlds of Comitology – implications for European and national public administrations”,

European Institute of Public Administration, EIPASCOPE special issue, άρθρο 5,

διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://www.eipa.nl/en/eipascope/archive/&pg=2#page

(τελευταία επίσκεψη, 08/06/2014).

Hardacre, A. - Kaeding, M., (2013) “Delegated and Implementing Acts: the new

Comitology”, European Institute of Public Administration, EIPA Essential Guide, 5η

έκδοση, επίσης διαθέσιμο στην ιστοσελίδα

http://publications.eipa.eu/en/details/&tid=1839 (τελευταία επίσκεψη, 08/06/2014).

Kaczyński, P. - Byrne, A. (2011), “The General Affairs Council: The Key to Political

Influence of Rotating Presidencies”, CEPS Policy Brief, No. 246.

Kassim, H. – Menon, A. (2004), “European Integration since the 1990s: Member States

and the Commission”, ARENA Working Papers 6/04.

Richardson, J. (2006), “Policy – making in the EU: Interests, ideas and garbage cans of

primeval soup”, στο Richardson, J. (ed.), “European Union: Power and Policy –

making”, σελ. 4 – 29, 3η έκδοση, Routledge.

König, T. – Luetgert, B. (2008), “Troubles with transposition? Explaining trends in

Member – State notification and the delayed transposition of EU Directives”, British

Journal of Political Science, vol. 39, σελ.163 – 194, Cambridge University Press.

Lewis, J. (2005), “The Janus Face of Brussels: Socialization and every day decision –

making in the European Union”, International Organization, vol. 59, σελ. 937 – 971, the

IO Foundation, Cambridge University Press.

Mazey, S. – Richardson, J. (2001), “Interest Groups and EU policy – making:

Organizational logic and venue shopping”, στο: Richardson, J. (ed.), “European Union:

Power and Policy – making”, 2η έκδοση, Routledge.

Page 66: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

66

Moravcsik, Α. (2002), “In defense of the ‘Democratic Deficit’: Reassessing legitimacy

in the European Union”, Journal of Common Market Studies, 40(4), σελ. 603 – 624,

Blackwell Publishing.

Neyer, J. (1999), “Justifying Comitology: The promise of deliberation”, European

Community Studies Association, 6th Biennial International Conference, επίσης

διαθέσιμο στην ιστοσελίδα http://aei.pitt.edu/2346/ (τελευταία επίσκεψη, 08/06/2014).

Nugent, Ν. (1995), “Bringing about change in the European Union: The leadership role

of the Commission”, Paper presented to the 4th Biennial International Conference of the

European Community Studies Association, Charleston – South Carolina, διαθέσιμο στο

http://aei.pitt.edu/7000/ (τελευταία επίσκεψη, 08/06/2014).

Panke, D. (2012), “Lobbying Institutional Key players: How states seek to influence the

European Commission, the Council Presidency and the European Parliament”, Journal

of Common Market Studies, 50 (1), σελ. 129 – 150, Blackwell Publishing.

Pollack, Μ. (1997), “Delegation, agency and agenda – setting in the European

Community”, International Organization, 51(1), σελ. 99 – 134, the IO Foundation and

the Massachusetts Institute of Technology.

Ponzano, P. – Hermanin, C. – Corona, D. (2012), “The Power of Initiative of the

European Commission: A progressive Erosion?”, Notre Europe, Study and Research no.

89. Διαθέσιμο υλικό στον ιστότοπο http://www.notre-europe.eu/en. (τελευταία

επίσκεψη, 06/06/2014).

Rasmussen, Α. (2007), “Challenging the Commission’s right of initiative? Conditions

for institutional change and stability”, West European Politics, 30 (2), σελ. 244 – 264.

Richardson, J. (2006), “Policy – making in the EU: Interests, ideas and garbage cans of

primeval soup”, στο Richardson, J. (ed.), “European Union: Power and Policy –

making”, 3rd Edition, Routledge.

Rhinard, Μ. (2002), “The democratic legitimacy of the European Union Committee

System”, Governance: An International Journal of Policy, Administrations and

Institutions, 15 (2), σελ. 185 – 210, Blackwell Publishing.

Schalk, J. – Torenvlied, R. – Weesie, J. – Stokman, F. (2007), “The power of the

Presidency in the EU Council decision – making”, European Union Politics, 8(2), σελ.

229 – 250, SAGE Publications.

Steunenberg, Β. -Rhinard, Μ. (2010), “Τhe transposition of European Law in EU

member – states: between process and politics”, European Political Science Review,

2(3), σελ. 495 – 520, European Consortium for Political Research. Επίσης διαθέσιμο

στην ιστοσελίδα http://papers.ssrn.com/sol3/papers.cfm?abstract_id=2194168

(τελευταία επίσκεψη, 08/06/2014).

Stie, Α. (2010), “Co-decision – the panacea for EU democracy?”, ARENA Report

Series, Center for European Studies.

Page 67: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

67

Vos, E. (1997), “The Rise of Committees”, European Law Journal, 3 (3), σελ. 210 –

229, Blackwell Publishing. Επίσης διαθέσιμο στο

http://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/1468-0386.00028/full (τελευταία επίσκεψη,

08/06/2014).

4. Διαδικτυακοί Τόποι

http://europa.eu/index_el.htm

http://ec.europa.eu/transparency/regexpert/index.cfm?do=search.searchNew&resetValu

es=1 (μητρώο Ομάδων Εμπειρογνωμόνων Επιτροπής)

http://europa.eu/eu-law/case-law/index_el.htm (για αναζήτηση στη νομολογία της ΕΕ)

http://www.europarl.europa.eu/aboutparliament/el/0081f4b3c7/Law-making-

procedures-in-detail.html (για τη συνήθη νομοθετική διαδικασία)

http://www.consilium.europa.eu/council/how-the-council-works?lang=en (για τη

λειτουργία του Συμβουλίου)

http://ec.europa.eu/internal_market/scoreboard/performance_by_governance_tool/solvit

/index_en.htm#maincontentSec3 και

http://ec.europa.eu/solvit/documents/index_el.htm (για το δίκτυο SOLVIT)

http://ec.europa.eu/internal_market/scoreboard/performance_by_member_state/greece/i

ndex_en.htm (για τις επιδόσεις της Ελλάδας στην εφαρμογή της νομοθεσίας της

Εσωτερικής Αγοράς)

http://ec.europa.eu/transparency/regcomitology/index.cfm?do=implementing.home#7

(για το μητρώο της Επιτροπολογίας)

http://ec.europa.eu/eu_law/infringements/application_monitoring_el.htm (για την

ανακοίνωση της Επιτροπής το 2007 σχετικά με την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ).

http://www.alter-eu.org

Η απόφαση του ΔΕΚ στην υπόθεση Cassis de Dijon (120/78) είναι διαθέσιμη στην ιστοσελίδα:

http://eur-lex.europa.eu/legal-

content/EN/TXT/HTML/?isOldUri=true&uri=CELEX:61978CJ0120

ΔΕΚ, Van Gend en Loos, 26/62. Η απόφαση είναι διαθέσιμη στο http://eur-lex.europa.eu/legal-

content/EN/ALL/?uri=CELEX:61962CJ0026

ΔΕΚ, Costa c/ Enel, 6/64. Η περίληψη της απόφασης είναι διαθέσιμη στο http://eur-

lex.europa.eu/legal-content/EN/SUM/?uri=CELEX:61964CJ0006_SUM

ΔΕΚ, Επιτροπή κατά Γερμανίας, 74/86. Η περίληψη της απόφασης είναι διαθέσιμη στο

http://eur-lex.europa.eu/legal-

content/EL/SUM/?uri=CELEX:61986CJ0074&qid=1402347238589

*Διενεργήθηκε τελευταία επίσκεψη σε όλους τους ιστότοπους στις 08/06/2014.

Page 68: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

68

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Page 69: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

69

1.Άρθρα της ΣΕΕ και της ΣΛΕΕ που αναφέρονται στο κείμενο της εργασίας

α)Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση

Άρθρο 4 1. Σύμφωνα με το άρθρο 5, κάθε αρμοδιότητα η οποία δεν απονέμεται στην Ένωση

με τις Συνθήκες ανήκει στα κράτη μέλη.

2. Η Ένωση σέβεται την ισότητα των κρατών μελών ενώπιον των Συνθηκών καθώς και

την εθνική τους ταυτότητα που είναι συμφυής με τη θεμελιώδη πολιτική και

συνταγματική τους δομή, στην οποία συμπεριλαμβάνεται η περιφερειακή και τοπική

αυτοδιοίκηση. Σέβεται τις ουσιώδεις λειτουργίες του κράτους, ιδίως δε τις λειτουργίες που

αποβλέπουν στη διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας, τη διατήρηση της δημόσιας τάξης

και την προστασία της εθνικής ασφάλειας. Ειδικότερα, η εθνική ασφάλεια παραμένει στην

ευθύνη κάθε κράτους μέλους.

3. Σύμφωνα με την αρχή της καλόπιστης συνεργασίας, η Ένωση και τα κράτη μέλη

εκπληρώνουν τα εκ των Συνθηκών καθήκοντα βάσει αμοιβαίου σεβασμού και αμοιβαίας

συνεργασίας.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε γενικό ή ειδικό μέτρο ικανό να διασφαλίσει την

εκτέλεση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις Συνθήκες ή προκύπτουν από

πράξεις των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

Τα κράτη μέλη διευκολύνουν την Ένωση στην εκπλήρωση της αποστολής της και

απέχουν από τη λήψη

οποιουδήποτε μέτρου ικανού να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των στόχων της

Ένωσης.

Άρθρο 5 (πρώην άρθρο 5 ΣΕΚ) 1. Η οριοθέτηση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης διέπεται από την αρχή της δοτής αρμοδιότητας.

Η άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης διέπεται από τις αρχές της επικουρικότητας και της

αναλογικότητας.

2. Σύμφωνα με την αρχή της δοτής αρμοδιότητας, η Ένωση ενεργεί μόνον εντός των ορίων των

αρμοδιοτήτων που της απονέμουν τα κράτη μέλη με τις Συνθήκες για την επίτευξη των στόχων

που οι Συνθήκες αυτές ορίζουν. Κάθε αρμοδιότητα η οποία δεν απονέμεται στην Ένωση με τις

Συνθήκες ανήκει στα κράτη μέλη.

3. Σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, στους τομείς οι οποίοι δεν υπάγονται στην

αποκλειστική της αρμοδιότητα, η Ένωση παρεμβαίνει μόνο εφόσον και κατά τον βαθμό που οι

Page 70: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

70

στόχοι της προβλεπόμενης δράσης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη,

τόσο σε κεντρικό όσο και σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο, μπορούν όμως, λόγω της

κλίμακας ή των αποτελεσμάτων της προβλεπόμενης δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα στο

επίπεδο της Ένωσης.

Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης εφαρμόζουν την αρχή της επικουρικότητας σύμφωνα με το

Πρωτόκολλο σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.

Τα εθνικά κοινοβούλια μεριμνούν για την τήρηση της αρχής της επικουρικότητας σύμφωνα με τη

διαδικασία που προβλέπεται στο εν λόγω Πρωτόκολλο.

4. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, το περιεχόμενο και η μορφή της δράσης της

Ένωσης δεν υπερβαίνουν τα απαιτούμενα για την επίτευξη των στόχων των Συνθηκών.

Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης εφαρμόζουν την αρχή της αναλογικότητας σύμφωνα με το

Πρωτόκολλο σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και της αναλογικότητας.

Άρθρο 11 1. Τα θεσμικά όργανα δίδουν, με τα κατάλληλα μέσα, στους πολίτες και στις

αντιπροσωπευτικές ενώσεις τη δυνατότητα να γνωστοποιούν και να ανταλλάσσουν δημόσια

τις γνώμες τους σε όλους τους τομείς δράσης της Ένωσης.

2. Τα θεσμικά όργανα διατηρούν ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο με τις

αντιπροσωπευτικές ενώσεις και την κοινωνία των πολιτών.

3. Προκειμένου να εξασφαλίζεται η συνοχή και η διαφάνεια των δράσεων της Ένωσης, η

Ευρωπαϊκή Επιτροπή διεξάγει ευρείες διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη.

4.Πολίτες της Ένωσης, εφόσον συγκεντρωθεί αριθμός τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου,

υπήκοοι σημαντικού αριθμού κρατών μελών, μπορούν να λαμβάνουν την πρωτοβουλία να

καλούν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, να υποβάλλει

κατάλληλες προτάσεις επί θεμάτων στα οποία οι εν λόγω πολίτες θεωρούν ότι απαιτείται

νομική πράξη της Ένωσης για την εφαρμογή των Συνθηκών.

Οι διαδικασίες και προϋποθέσεις που απαιτούνται για τη διατύπωση της εν λόγω

πρωτοβουλίας καθορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 24, πρώτο εδάφιο της Συνθήκης για

τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 12 Τα εθνικά κοινοβούλια συμβάλλουν ενεργά στην καλή λειτουργία της Ένωσης:

α) με το να ενημερώνονται από τα θεσμικά όργανα της Ένωσης και να τους κοινοποιούνται τα

σχέδια νομοθετικών πράξεων της Ένωσης σύμφωνα με το Πρωτόκολλο σχετικά με τον ρόλο των

εθνικών κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση,

Page 71: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

71

β) μεριμνώντας ώστε να τηρείται η αρχή της επικουρικότητας σύμφωνα με τις διαδικασίες που

προβλέπονται στο Πρωτόκολλο σχετικά με την εφαρμογή των αρχών της επικουρικότητας και

της αναλογικότητας,

γ) συμμετέχοντας, στα πλαίσια του χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, στους

μηχανισμούς αξιολόγησης της υλοποίησης των πολιτικών της Ένωσης σε αυτό τον τομέα,

σύμφωνα με το άρθρο 70 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και

συμπράττοντας στον πολιτικό έλεγχο της Ευρωπόλ και στην αξιολόγηση των δραστηριοτήτων

της Ευρωπαϊκής Μονάδας Δικαστικής Συνεργασίας (Eurojust) σύμφωνα με τα άρθρα 88 και

85 της εν λόγω Συνθήκης,

δ)συμμετέχοντας στις διαδικασίες αναθεώρησης των Συνθηκών, σύμφωνα με το άρθρο 48 της

παρούσας Συνθήκης,

ε)με το να ενημερώνονται σχετικά με τις αιτήσεις προσχώρησης στην Ένωση, σύμφωνα με το

άρθρο 49 της παρούσας Συνθήκης,

στ) λαμβάνοντας μέρος στη διακοινοβουλευτική συνεργασία μεταξύ εθνικών κοινοβουλίων και

με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σύμφωνα με το Πρωτόκολλο σχετικά με τον ρόλο των εθνικών

κοινοβουλίων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.

Άρθρο 13

1. Η Ένωση διαθέτει θεσμικό πλαίσιο που αποσκοπεί στην προώθηση των αξιών της, στην

επιδίωξη των στόχων της, στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων της, των συμφερόντων των

πολιτών της και των συμφερόντων των κρατών μελών, καθώς και στη διασφάλιση της συνοχής,

της αποτελεσματικότητας και της συνέχειας των πολιτικών και των δράσεών της.

Τα θεσμικά όργανα της Ένωσης είναι:

— το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο,

— το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο,

— το Συμβούλιο,

— η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (εφεξής καλούμενη η «Επιτροπή»),

— το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

— η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα,

— το Ελεγκτικό Συνέδριο.

2. Κάθε θεσμικό όργανο δρα εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται από τις

Συνθήκες, σύμφωνα με τις διαδικασίες, τους όρους και τους σκοπούς τους οποίους προβλέπουν.

Τα θεσμικά όργανα συνεργάζονται μεταξύ τους καλή τη πίστει.

3.Οι διατάξεις σχετικά με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Ελεγκτικό Συνέδριο, καθώς

και οι λεπτομερείς διατάξεις σχετικά με τα άλλα θεσμικά όργανα, περιέχονται στη Συνθήκη για

τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Page 72: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

72

4.Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή επικουρούνται από την Οικονομική

και Κοινωνική Επιτροπή και από την Επιτροπή των Περιφερειών, οι οποίες ασκούν

συμβουλευτικά καθήκοντα.

Άρθρο 14

1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ασκεί, από κοινού με το Συμβούλιο, νομοθετικά και δημοσιονομικά

καθήκοντα. Ασκεί καθήκοντα πολιτικού ελέγχου και συμβουλευτικά καθήκοντα υπό τους όρους

που προβλέπονται στις Συνθήκες. Εκλέγει τον πρόεδρο της Επιτροπής.

2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο απαρτίζεται από αντιπροσώπους των πολιτών της Ένωσης. Ο

αριθμός τους δεν υπερβαίνει τους επτακόσιους πενήντα συν τον πρόεδρο. Η εκπροσώπηση των

πολιτών είναι αναλογική κατά φθίνουσα τάξη, με ελάχιστο όριο έξι μελών ανά κράτος

μέλος. Κανένα κράτος μέλος δεν λαμβάνει περισσότερες από ενενήντα έξι έδρες.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκδίδει ομόφωνα, μετά από πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου και με την έγκρισή του, απόφαση για τον καθορισμό της σύνθεσης του

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, σεβόμενο τις αρχές που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο.

3. Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου εκλέγονται για πέντε έτη με άμεση, καθολική, ελεύθερη

και μυστική ψηφοφορία.

4. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εκλέγει τον πρόεδρο και το προεδρείο του μεταξύ των μελών του.

Άρθρο 15

1. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο παρέχει στην Ένωση την αναγκαία για την ανάπτυξή της ώθηση και

καθορίζει τους γενικούς της πολιτικούς προσανατολισμούς και προτεραιότητες. Δεν ασκεί

νομοθετική λειτουργία.

2. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο απαρτίζεται από τους αρχηγούς κρατών ή κυβερνήσεων των κρατών

μελών, καθώς και από τον πρόεδρό του και τον πρόεδρο της Επιτροπής. Ο ύπατος εκπρόσωπος

της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας συμμετέχει στις εργασίες

του.

3. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο συνέρχεται δις εξαμηνιαίως, συγκαλούμενο από τον πρόεδρό του.

Όταν το απαιτεί η ημερήσια διάταξη, τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δύνανται να

αποφασίσουν ένας υπουργός να επικουρεί έκαστο μέλος, ο δε πρόεδρος της Επιτροπής να

επικουρείται από ένα μέλος της Επιτροπής. Όταν το απαιτεί η κατάσταση, ο πρόεδρος συγκαλεί

έκτακτη σύνοδο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

4. Εκτός των περιπτώσεων για τις οποίες οι Συνθήκες ορίζουν άλλως, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο

αποφασίζει με συναίνεση.

5. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκλέγει τον πρόεδρό του με ειδική πλειοψηφία για δυόμισι έτη, η δε

θητεία του είναι άπαξ ανανεώσιμη. Σε περίπτωση κωλύματος ή σοβαρού παραπτώματος, το

Page 73: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

73

Ευρωπαϊκό Συμβούλιο μπορεί να τερματίσει τη θητεία του προέδρου του με την ίδια

διαδικασία.

6. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου:

α)προεδρεύει και διευθύνει τις εργασίες του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

β)μεριμνά για την προετοιμασία και τη συνέχεια των εργασιών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σε

συνεργασία με τον πρόεδρο της Επιτροπής και βάσει των εργασιών του Συμβουλίου

Γενικών Υποθέσεων,

γ) καταβάλλει προσπάθειες για να διευκολύνει τη συνοχή και τη συναίνεση στο πλαίσιο του

Ευρωπαϊκού Συμβουλίου,

δ)παρουσιάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έκθεση μετά από κάθε σύνοδο του Ευρωπαϊκού

Συμβουλίου. Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ασκεί, υπό την ιδιότητά του αυτή

και στο επίπεδό του, την εξωτερική εκπροσώπηση της Ένωσης σε θέματα που άπτονται της

κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, με την επιφύλαξη των αρμοδιοτήτων

του ύπατου εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής

ασφαλείας.

Ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου δεν μπορεί να ασκεί εθνικό αξίωμα.

Άρθρο 16

1. Το Συμβούλιο ασκεί, από κοινού με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, νομοθετικά και δημοσιονομικά

καθήκοντα. Ασκεί καθήκοντα χάραξης πολιτικών και συντονισμού σύμφωνα με τις προϋποθέσεις

που προβλέπουν οι Συνθήκες.

2. Το Συμβούλιο απαρτίζεται από έναν αντιπρόσωπο κάθε κράτους μέλους σε υπουργικό επίπεδο,

ο οποίος έχει την εξουσία να δεσμεύει την κυβέρνηση του κράτους μέλους το οποίο εκπροσωπεί

και να ασκεί το δικαίωμα ψήφου.

3. Πλην των περιπτώσεων για τις οποίες οι Συνθήκες ορίζουν άλλως, το Συμβούλιο αποφασίζει

με ειδική πλειοψηφία.

4. Αρχής γενομένης από 1ης Νοεμβρίου 2014, ως ειδική πλειοψηφία ορίζεται ποσοστό

τουλάχιστον 55 % των μελών του Συμβουλίου, το οποίο περιλαμβάνει τουλάχιστον δέκα πέντε

μέλη και αντιπροσωπεύει κράτη μέλη που συγκεντρώνουν ποσοστό τουλάχιστον 65 % του

πληθυσμού της Ένωσης.

Η μειοψηφία αρνησικυρίας πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον τέσσερα μέλη του Συμβουλίου,

ειδάλλως θεωρείται ότι επιτυγχάνεται ειδική πλειοψηφία.

Οι λοιποί λεπτομερείς κανόνες της ψηφοφορίας με ειδική πλειοψηφία καθορίζονται στο

άρθρο 238, παράγραφος 2, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

5. Οι μεταβατικές διατάξεις σχετικά με τον ορισμό της ειδικής πλειοψηφίας που εφαρμόζονται έως

την 31ή Οκτωβρίου 2014, καθώς και εκείνες που εφαρμόζονται μεταξύ της 1ης Νοεμβρίου 2014

Page 74: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

74

και της 31ης Μαρτίου 2017, καθορίζονται στο Πρωτόκολλο σχετικά με τις μεταβατικές

διατάξεις.

6. Το Συμβούλιο συνεδριάζει υπό διάφορες συνθέσεις, ο κατάλογος των οποίων εγκρίνεται

σύμφωνα με το άρθρο 236 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων εξασφαλίζει τη συνοχή των εργασιών των διαφόρων

συνθέσεων του Συμβουλίου. Προετοιμάζει τις συνόδους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και

διασφαλίζει τη συνέχειά τους σε επαφή με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και την

Επιτροπή.

Το Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων διαμορφώνει την εξωτερική δράση της Ένωσης σύμφωνα

με τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και

διασφαλίζει τη συνοχή της δράσης της Ένωσης.

7. Επιτροπή Μονίμων Αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών είναι υπεύθυνη για την

προετοιμασία των εργασιών του Συμβουλίου.

8. Το Συμβούλιο συνέρχεται δημοσίως όταν συσκέπτεται και ψηφίζει επί σχεδίου νομοθετικής

πράξης. Προς τον σκοπό αυτό, κάθε σύνοδος του Συμβουλίου διακρίνεται σε δύο σκέλη,

αφιερωμένα αντίστοιχα στις εργασίες επί των νομοθετικών πράξεων της Ένωσης και στις μη

νομοθετικές δραστηριότητες.

9. H προεδρία των συνθέσεων του Συμβουλίου, πλην της σύνθεσης των Εξωτερικών Υποθέσεων,

ασκείται από τους αντιπροσώπους των κρατών μελών στο Συμβούλιο βάσει συστήματος ισότιμης

εναλλαγής, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο άρθρο 236 της Συνθήκης για τη

λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 17

1. Η Επιτροπή προάγει το κοινό συμφέρον της Ένωσης και αναλαμβάνει τις κατάλληλες

πρωτοβουλίες για τον σκοπό αυτόν. Μεριμνά για την εφαρμογή των Συνθηκών καθώς

και των μέτρων που θεσπίζονται βάσει αυτών από τα θεσμικά όργανα. Επιβλέπει την

εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης υπό τον έλεγχο του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής

Ένωσης. Εκτελεί τον προϋπολογισμό και διαχειρίζεται τα προγράμματα. Ασκεί

συντονιστικά, εκτελεστικά και διαχειριστικά καθήκοντα σύμφωνα με τους όρους που

προβλέπουν οι Συνθήκες. Εξασφαλίζει την εξωτερική εκπροσώπηση της Ένωσης, πλην

της κοινής εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας και άλλων περιπτώσεων που

προβλέπονται στις Συνθήκες. Αναλαμβάνει πρωτοβουλίες για τον ετήσιο και πολυετή

προγραμματισμό της Ένωσης με στόχο την επίτευξη διοργανικών συμφωνιών.

2. Εκτός των περιπτώσεων για τις οποίες οι Συνθήκες ορίζουν άλλως, νομοθετική πράξη

της Ένωσης μπορεί να εκδίδεται μόνο βάσει προτάσεως της Επιτροπής. Οι λοιπές

πράξεις εκδίδονται βάσει προτάσεως της Επιτροπής, εφόσον αυτό προβλέπεται στις

Συνθήκες.

3. Η θητεία της Επιτροπής είναι πενταετής.

Page 75: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

75

Τα μέλη της Επιτροπής επιλέγονται βάσει των γενικών τους ικανοτήτων και της

προσήλωσής τους στην Ευρωπαϊκή ιδέα και μεταξύ προσωπικοτήτων που παρέχουν

πλήρη εχέγγυα ανεξαρτησίας.

Η Επιτροπή ασκεί τα καθήκοντά της με πλήρη ανεξαρτησία. Υπό την επιφύλαξη του

άρθρου 18, παράγραφος 2, τα μέλη της Επιτροπής δεν επιζητούν ούτε δέχονται

υποδείξεις από κυβερνήσεις, θεσμικά όργανα, λοιπά όργανα ή οργανισμούς.

Απέχουν από κάθε πράξη ασυμβίβαστη προς τα καθήκοντά τους ή την εκτέλεση

του έργου τους.

4. Η Επιτροπή που διορίζεται μεταξύ της ημερομηνίας έναρξης ισχύος της Συνθήκης της

Λισσαβώνας και της 31ης Οκτωβρίου 2014, απαρτίζεται από έναν υπήκοο από κάθε

κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένου του προέδρου της και του ύπατου εκπροσώπου

της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, ο οποίος είναι

ένας εκ των αντιπροέδρων της.

5. Από 1ης Νοεμβρίου 2014, η Επιτροπή απαρτίζεται από αριθμό μελών ο οποίος,

συμπεριλαμβανομένου του προέδρου της και του ύπατου εκπροσώπου της Ένωσης για

θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, αντιστοιχεί στα δύο τρίτα του

αριθμού των κρατών μελών, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφασίσει ομόφωνα

να αλλάξει τον εν λόγω αριθμό.

Τα μέλη της Επιτροπής επιλέγονται μεταξύ των υπηκόων των κρατών μελών βάσει

συστήματος αυστηρά ισότιμης εναλλαγής μεταξύ των κρατών μελών που να επιτρέπει να

αντικατοπτρίζεται το δημογραφικό και γεωγραφικό φάσμα του συνόλου των κρατών

μελών. Το σύστημα αυτό θεσπίζεται ομόφωνα από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο σύμφωνα

με το άρθρο 244 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6. Ο πρόεδρος της Επιτροπής:

α) καθορίζει τους προσανατολισμούς στο πλαίσιο των οποίων η Επιτροπή ασκεί τα

καθήκοντά της,

β) αποφασίζει σχετικά με την εσωτερική οργάνωση της Επιτροπής προκειμένου να

διασφαλίζονται η συνοχή, η αποτελεσματικότητα και η συλλογικότητα της δράσης της,

γ) διορίζει αντιπροέδρους, πλην του ύπατου εκπροσώπου της Ένωσης για θέματα

εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, μεταξύ των μελών της Επιτροπής.

Μέλος της Επιτροπής υποβάλλει παραίτηση, εφόσον του το ζητήσει ο πρόεδρος. Ο

ύπατος εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής

ασφαλείας υποβάλλει παραίτηση σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 18, παράγραφος

1, εφόσον του το ζητήσει ο πρόεδρος.

7. Λαμβάνοντας υπόψη τις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και αφού προβεί στις

κατάλληλες διαβουλεύσεις, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική

πλειοψηφία, προτείνει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο έναν υποψήφιο για το αξίωμα του

προέδρου της Επιτροπής. Ο υποψήφιος αυτός εκλέγεται από το Ευρωπαϊκό

Κοινοβούλιο με την πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν. Εάν ο υποψήφιος δεν

Page 76: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

76

συγκεντρώσει την πλειοψηφία, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική

πλειοψηφία, προτείνει εντός μηνός νέον υποψήφιο, ο οποίος εκλέγεται από το

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με την ίδια διαδικασία.

Το Συμβούλιο, σε κοινή συμφωνία με τον εκλεγέντα πρόεδρο, καταρτίζει τον κατάλογο

των άλλων προσώπων που προτείνει να διορισθούν μέλη της Επιτροπής. Τα πρόσωπα

αυτά επιλέγονται βάσει των προτάσεων των κρατών μελών, σύμφωνα με τα κριτήρια της

παραγράφου 3, δεύτερο εδάφιο και της παραγράφου 5, δεύτερο εδάφιο.

Ο πρόεδρος, ο ύπατος εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και

πολιτικής ασφαλείας και τα άλλα μέλη της Επιτροπής υπόκεινται, ως σώμα, σε ψήφο

έγκρισης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Βάσει της έγκρισης αυτής, η Επιτροπή

διορίζεται από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

8. Η Επιτροπή, ως σώμα, ευθύνεται έναντι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Το Ευρωπαϊκό

Κοινοβούλιο μπορεί να εγκρίνει πρόταση μομφής κατά της Επιτροπής, σύμφωνα με το

άρθρο234 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν η πρόταση

αυτή εγκριθεί, τα μέλη της Επιτροπής οφείλουν να παραιτηθούν συλλογικά από τα

καθήκοντά τους και ο ύπατος εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής

και πολιτικής ασφαλείας οφείλει να παραιτηθεί από τα καθήκοντα που ασκεί εντός της

Επιτροπής.

Άρθρο 18

1. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία και με τη συμφωνία του

προέδρου της Επιτροπής, διορίζει τον ύπατο εκπρόσωπο της Ένωσης για θέματα εξωτερικής

πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δύναται να τον απαλλάξει από τα

καθήκοντά του με την ίδια διαδικασία.

2. Ο ύπατος εκπρόσωπος ασκεί την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας της Ένωσης.

Συμβάλλει με τις προτάσεις του στον σχεδιασμό της πολιτικής αυτής, την οποία και εκτελεί ως

εντολοδόχος του Συμβουλίου. Ενεργεί κατά τον ίδιο τρόπο για την κοινή πολιτική ασφάλειας

και άμυνας.

3. Ο ύπατος εκπρόσωπος προεδρεύει του Συμβουλίου Εξωτερικών Υποθέσεων.

4. Ο ύπατος εκπρόσωπος κατέχει μια εκ των θέσεων αντιπροέδρου της Επιτροπής. Μεριμνά

για τη συνοχή της εξωτερικής δράσης της Ένωσης. Είναι επιφορτισμένος, εντός της Επιτροπής,

για την άσκηση των καθηκόντων της στον τομέα των εξωτερικών σχέσεων και για τον

συντονισμό των άλλων πτυχών της εξωτερικής δράσης της Ένωσης. Κατά την άσκηση των

καθηκόντων αυτών στο πλαίσιο της Επιτροπής, και μόνον για τα συγκεκριμένα καθήκοντα, ο

ύπατος εκπρόσωπος υπόκειται στις διαδικασίες που διέπουν τη λειτουργία της Επιτροπής, κατά

τον βαθμό που αυτό είναι συμβατό με τις παραγράφους 2 και 3.

Άρθρο 47

Η Ένωση έχει νομική προσωπικότητα.

Page 77: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

77

β)Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρθρο 2

1. Όταν οι Συνθήκες απονέμουν στην Ένωση αποκλειστική αρμοδιότητα σε συγκεκριμένο τομέα,

μόνον η Ένωση δύναται να νομοθετεί και να εκδίδει νομικά δεσμευτικές πράξεις, ενώ τα κράτη

μέλη έχουν την εν λόγω δυνατότητα μόνο εάν εξουσιοδοτούνται προς τούτο από την Ένωση ή

μόνο για να εφαρμόσουν τις πράξεις της Ένωσης.

2. Όταν οι Συνθήκες απονέμουν στην Ένωση συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη σε

συγκεκριμένο τομέα, η Ένωση και τα κράτη μέλη δύνανται να νομοθετούν και να εκδίδουν

νομικά δεσμευτικές πράξεις στον τομέα αυτό. Τα κράτη μέλη ασκούν τις αρμοδιότητές τους κατά

το μέτρο που η Ένωση δεν έχει ασκήσει τη δική της. Τα κράτη μέλη ασκούν εκ νέου τις

αρμοδιότητές τους κατά το μέτρο που η Ένωση αποφάσισε να παύσει να ασκεί τη δική της.

3. Τα κράτη μέλη συντονίζουν τις οικονομικές τους πολιτικές και τις πολιτικές τους στον τομέα της

απασχόλησης σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της παρούσας Συνθήκης, για τον καθορισμό των οποίων

αρμόδια είναι η Ένωση.

4. Η Ένωση έχει αρμοδιότητα, σύμφωνα με τις διατάξεις της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση,

να καθορίζει και να θέτει σε εφαρμογή κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας,

συμπεριλαμβανομένου του προοδευτικού καθορισμού κοινής αμυντικής πολιτικής.

5. Σε ορισμένους τομείς και υπό τους όρους που προβλέπουν οι Συνθήκες, η Ένωση έχει

αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράσεις για την υποστήριξη, τον συντονισμό ή τη συμπλήρωση της

δράσης των κρατών μελών, χωρίς ωστόσο να αντικαθιστά την αρμοδιότητά τους στους εν λόγω

τομείς.

Οι νομικά δεσμευτικές πράξεις της Ένωσης οι οποίες θεσπίζονται βάσει των διατάξεων των

Συνθηκών που αφορούν τους τομείς αυτούς δεν μπορούν να περιλαμβάνουν εναρμόνιση των

νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών.

6. Η έκταση και οι όροι άσκησης των αρμοδιοτήτων της Ένωσης καθορίζονται από τις οικείες για

κάθε τομέα διατάξεις των Συνθηκών.

Άρθρο 3

1. Η Ένωση έχει αποκλειστική αρμοδιότητα στους ακόλουθους τομείς:

α) τελωνειακή ένωση,

β) θέσπιση των κανόνων ανταγωνισμού που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της

εσωτερικής αγοράς,

Page 78: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

78

γ) νομισματική πολιτική για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ,

δ) διατήρηση των βιολογικών πόρων της θάλασσας στο πλαίσιο της κοινής αλιευτικής πολιτικής,

ε) κοινή εμπορική πολιτική.

2. Η Ένωση έχει επίσης αποκλειστική αρμοδιότητα για τη σύναψη διεθνούς συμφωνίας όταν η

σύναψη αυτή προβλέπεται σε νομοθετική πράξη της Ένωσης ή είναι απαραίτητη για να μπορέσει

η Ένωση να ασκήσει την εσωτερική της αρμοδιότητα, ή κατά το μέτρο που ενδέχεται να

επηρεάσει τους κοινούς κανόνες ή να μεταβάλει την εμβέλειά τους.

Άρθρο 4

1. Η Ένωση έχει συντρέχουσα αρμοδιότητα με τα κράτη μέλη όταν οι Συνθήκες της

απονέμουν αρμοδιότητα μη εμπίπτουσα στους τομείς των άρθρων 3 και 6.

2. Οι συντρέχουσες αρμοδιότητες της Ένωσης και των κρατών μελών αφορούν τους εξής

κύριους τομείς:

α) την εσωτερική αγορά,

β) την κοινωνική πολιτική, για τις πτυχές που καθορίζονται στην παρούσα Συνθήκη,

γ) την οικονομική, κοινωνική και εδαφική συνοχή,

δ) την γεωργία και την αλιεία, με την εξαίρεση της διατήρησης των βιολογικών πόρων

της θάλασσας,

ε) το περιβάλλον,

στ) την προστασία των καταναλωτών,

ζ) τις μεταφορές,

η) τα διευρωπαϊκά δίκτυα,

θ) την ενέργεια,

ι) τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης,

ια) τις κοινές προκλήσεις για την ασφάλεια στον τομέα της δημόσιας υγείας, για τις

πτυχές που καθορίζονται στην παρούσα Συνθήκη.

3. Στους τομείς της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και του διαστήματος, η Ένωση έχει

αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράσεις, ιδίως όσον αφορά τον καθορισμό και την εφαρμογή των

προγραμμάτων, χωρίς η άσκηση της αρμοδιότητας αυτής να έχει ως αποτέλεσμα να κωλύει την

άσκηση των αρμοδιοτήτων των κρατών μελών.

Page 79: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

79

4. Στους τομείς της αναπτυξιακής συνεργασίας και της ανθρωπιστικής βοήθειας, η Ένωση έχει

αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράσεις και να ασκεί κοινή πολιτική, χωρίς η άσκηση της

αρμοδιότητας αυτής να έχει ως αποτέλεσμα να κωλύει την άσκηση των αρμοδιοτήτων των

κρατών μελών.

Άρθρο 5

1. Τα κράτη μέλη συντονίζουν τις οικονομικές τους πολιτικές στο πλαίσιο της Ένωσης. Για τον

σκοπό αυτόν, το Συμβούλιο θεσπίζει μέτρα, ιδίως τους γενικούς προσανατολισμούς των

πολιτικών αυτών.

Ειδικές διατάξεις ισχύουν για τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ.

2. Η Ένωση θεσπίζει μέτρα για να διασφαλίζει τον συντονισμό των πολιτικών των κρατών μελών

στον τομέα της απασχόλησης, ιδίως με τον καθορισμό των κατευθυντήριων γραμμών των

πολιτικών αυτών.

3. Η Ένωση μπορεί να λαμβάνει πρωτοβουλίες για να διασφαλίζει τον συντονισμό των

κοινωνικών πολιτικών των κρατών μελών.

Άρθρο 6

Η Ένωση έχει αρμοδιότητα να αναλαμβάνει δράσεις για να υποστηρίζει, να συντονίζει ή να

συμπληρώνει τη δράση των κρατών μελών. Οι εν λόγω τομείς δράσης είναι, στην ευρωπαϊκή

τους διάσταση:

α) η προστασία και η βελτίωση της ανθρώπινης υγείας,

β) η βιομηχανία,

γ) ο πολιτισμός,

δ) ο τουρισμός,

ε) η παιδεία, η επαγγελματική εκπαίδευση, η νεολαία και ο αθλητισμός,

στ) η πολιτική προστασία,

ζ) η διοικητική συνεργασία.

Page 80: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

80

Άρθρο 15 (πρώην άρθρο 255 της ΣΕΚ)

1. Προκειμένου να προωθήσουν τη χρηστή διακυβέρνηση και να διασφαλίσουν τη συμμετοχή της

κοινωνίας των πολιτών, τα θεσμικά και λοιπά όργανα και οι οργανισμοί της Ένωσης διεξάγουν

τις εργασίες τους όσο το δυνατόν πιο ανοιχτά.

2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο συνεδριάζει δημόσια, καθώς και το Συμβούλιο όταν συσκέπτεται και

ψηφίζει επί σχεδίου νομοθετικής πράξης.

3. Κάθε πολίτης της Ένωσης και κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο κατοικεί ή έχει την

καταστατική έδρα του σε ένα κράτος μέλος έχει δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα των θεσμικών

και λοιπών οργάνων και οργανισμών της Ένωσης, ανεξαρτήτως υποθέματος, με την

επιφύλαξη των αρχών και των προϋποθέσεων που θα καθορισθούν σύμφωνα με την

παρούσα παράγραφο.

Οι γενικές αρχές και τα όρια, εκ λόγων δημοσίου ή ιδιωτικού συμφέροντος, που διέπουν αυτό το

δικαίωμα πρόσβασης σε έγγραφα, καθορίζονται, μέσω κανονισμών, από το Ευρωπαϊκό

Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία

Καθένα από τα θεσμικά ή λοιπά όργανα ή οργανισμούς εξασφαλίζει τη διαφάνεια των εργασιών

του και εισάγει, στον εσωτερικό του κανονισμό, ειδικές διατάξεις για την πρόσβαση στα δικά του

έγγραφα, σύμφωνα με τους κανονισμούς που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο.

Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ευρωπαϊκή

Τράπεζα Επενδύσεων υπόκεινται στην παρούσα παράγραφο μόνον κατά την άσκηση των

διοικητικών τους καθηκόντων.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξασφαλίζουν τη δημοσίευση των εγγράφων που

αφορούν τις νομοθετικές διαδικασίες από τους όρους που ορίζονται στους κανονισμούς

που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο.

Άρθρο 24 (πρώην άρθρο 21 της ΣΕΚ)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη

συνήθη νομοθετική διαδικασία, εκδίδουν τις διατάξεις σχετικά με τις διαδικασίες και

προϋποθέσεις που απαιτούνται για την υποβολή πρωτοβουλίας πολιτών κατά την έννοια του

άρθρου 11 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, συμπεριλαμβανομένου του ελάχιστου

αριθμού κρατών μελών από τα οποία οι πολίτες αυτοί πρέπει να προέρχονται.

Κάθε πολίτης της Ένωσης έχει το δικαίωμα αναφοράς προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 227.

Κάθε πολίτης της Ένωσης δύναται να απευθύνεται στον Διαμεσολαβητή που θεσμοθετείται

σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 228.

Κάθε πολίτης της Ένωσης δύναται να απευθύνεται γραπτώς σε οποιοδήποτε από τα θεσμικά ή

λοιπά όργανα, που αναφέρονται στο παρόν άρθρο ή στο άρθρο 13 της Συνθήκης για την

Page 81: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

81

Ευρωπαϊκή Ένωση, σε μία από τις αναφερόμενες στο άρθρο 55, παράγραφος 1, γλώσσες, της εν

λόγω Συνθήκης και να παίρνει απάντηση στην ίδια γλώσσα.

Άρθρο 114 (πρώην άρθρο 95 της ΣΕΚ)

1. Εκτός αν ορίζουν άλλως οι Συνθήκες, εφαρμόζονται οι ακόλουθες διατάξεις για την

πραγματοποίηση των στόχων του άρθρου 26. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το

Συμβούλιο, αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και μετά από

διαβούλευση με την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, εκδίδουν τα μέτρα τα σχετικά

με την προσέγγιση των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των

κρατών μελών που έχουν ως αντικείμενο την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία της

εσωτερικής αγοράς.

2. Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στις φορολογικές διατάξεις, στις διατάξεις για την

ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και στις διατάξεις για τα δικαιώματα και τα

συμφέροντα των μισθωτών.

3. Η Επιτροπή, στις προτάσεις της που προβλέπονται στην παράγραφο 1, σχετικά με την

υγεία, την ασφάλεια, την προστασία του περιβάλλοντος και την προστασία των

καταναλωτών, λαμβάνει ως βάση ένα υψηλό επίπεδο προστασίας, λαμβάνοντας ιδίως

υπόψη όσες νέες εξελίξεις βασίζονται σε επιστημονικά δεδομένα. Στα πλαίσια των

αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο

επιδιώκουν επίσης την επίτευξη αυτού του στόχου.

4. Όταν, μετά τη θέσπιση μέτρου εναρμόνισης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το

Συμβούλιο, από το Συμβούλιο ή από την Επιτροπή, ένα κράτος μέλος θεωρεί αναγκαίο

να διατηρήσει εθνικές διατάξεις που δικαιολογούνται από τις επιτακτικές ανάγκες που

προβλέπονται στο άρθρο 36 ή διατάξεις σχετικές με την προστασία του περιβάλλοντος ή

του χώρου εργασίας, τις κοινοποιεί στην Επιτροπή, καθώς και τους λόγους διατήρησής

τους.

5. Επίσης, υπό την επιφύλαξη της παραγράφου 4, εάν, μετά τη θέσπιση μέτρου

εναρμόνισης από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, από το Συμβούλιο ή

από την Επιτροπή, ένα κράτος μέλος θεωρεί αναγκαία τη θέσπιση εθνικών διατάξεων

επί τη βάσει νέων επιστημονικών στοιχείων σχετικών με την προστασία του

περιβάλλοντος ή του χώρου εργασίας, για λόγους οι οποίοι συντρέχουν μόνον στην

περίπτωσή του και οι οποίοι έχουν ανακύψει μετά τη θέσπιση του μέτρου

εναρμόνισης, κοινοποιεί στην Επιτροπή τις μελετώμενες διατάξεις και τους λόγους

που υπαγορεύουν τη θέσπισή τους.

6. Η Επιτροπή, εντός έξι μηνών από τις κοινοποιήσεις που αναφέρονται στις

παραγράφους 4 και 5, εγκρίνει ή απορρίπτει τις εν λόγω εθνικές διατάξεις, αφού

εξακριβώσει εάν αποτελούν ή όχι μέσο αυθαιρέτων διακρίσεων ή συγκεκαλυμμένο

περιορισμό του εμπορίου μεταξύ των κρατών μελών, και εάν συνιστούν ή όχι εμπόδιο

στη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Page 82: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

82

Εάν η Επιτροπή δεν αποφασίσει εντός αυτής της περιόδου, οι εθνικές διατάξεις, περί των

οποίων οι παράγραφοι 4 και 5, λογίζονται ότι έχουν εγκριθεί.

Εάν η πολυπλοκότητα του αντικειμένου το δικαιολογεί, και δεν υπάρχει κίνδυνος για την

υγεία του ανθρώπου, η Επιτροπή μπορεί να κοινοποιήσει στο συγκεκριμένο κράτος

μέλος ότι η περίοδος η αναφερόμενη στην παρούσα παράγραφο μπορεί να παραταθεί

μέχρι ένα εξάμηνο.

7. Οσάκις, σύμφωνα με την παράγραφο 6, επιτρέπεται σε ένα κράτος μέλος να

διατηρήσει ή να εισαγάγει εθνικές διατάξεις παρεκκλίνουσες από το μέτρο

εναρμόνισης, η Επιτροπή εξετάζει πάραυτα μήπως πρέπει να προτείνει αναπροσαρμογή

του εν λόγω μέτρου.

8. Όταν ένα κράτος μέλος επικαλείται συγκεκριμένο πρόβλημα δημόσιας υγείας σε τομέα

στον οποίο έχουν ήδη ληφθεί μέτρα εναρμόνισης, το θέτει υπόψη της Επιτροπής η οποία

αμέσως εξετάζει αν πρέπει να προτείνει κατάλληλα μέτρα στο Συμβούλιο.

9. Κατά παρέκκλιση από τη διαδικασία των άρθρων 258 και 259 η Επιτροπή ή κάθε

κράτος μέλος δύναται να προσφύγει απευθείας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκή Ένωσης,

για το θέμα αυτό, εάν κρίνει ότι ένα άλλο κράτος μέλος ασκεί καταχρηστικώς τις

εξουσίες που προβλέπονται στο παρόν άρθρο.

10. Τα προαναφερόμενα μέτρα εναρμόνισης περιλαμβάνουν, στις ενδεδειγμένες

περιπτώσεις, ρήτρα διασφάλισης που επιτρέπει στα κράτη μέλη να λαμβάνουν, για

έναν ή περισσότερους από τους μη οικονομικούς λόγους που προβλέπονται στο

άρθρο 36, προσωρινά μέτρα υποκείμενα σε διαδικασία ελέγχου της Ένωσης.

Άρθρο 115 (πρώην άρθρο 94 της ΣΕΚ)

Με την επιφύλαξη του άρθρου 114, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα, σύμφωνα με

ειδική νομοθετική διαδικασία, και μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την

Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, εκδίδει οδηγίες για την προσέγγιση των νομοθετικών,

κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων των κρατών μελών, οι οποίες έχουν άμεση

επίπτωση στην εγκαθίδρυση ή τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς.

Άρθρο 197

1. Η αποτελεσματική εφαρμογή του δικαίου της Ένωσης από τα κράτη μέλη, που είναι ουσιώδους

σημασίας για την καλή λειτουργία της Ένωσης, θεωρείται ζήτημα κοινού ενδιαφέροντος.

2. Η Ένωση μπορεί να υποστηρίζει τις προσπάθειες των κρατών μελών για τη βελτίωση της

διοικητικής τους ικανότητας να εφαρμόζουν το δίκαιο της Ένωσης. Η υποστήριξη αυτή μπορεί να

περιλαμβάνει ιδίως τη διευκόλυνση των ανταλλαγών πληροφοριών και δημοσίων υπαλλήλων,

καθώς και την υποστήριξη προγραμμάτων κατάρτισης. Κανένα κράτος μέλος δεν υποχρεούται

να προσφύγει στην υποστήριξη αυτή. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο,

Page 83: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

83

αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία, θεσπίζουν τα

μέτρα που είναι αναγκαία προς τον σκοπό αυτό, αποκλειομένης οιασδήποτε εναρμόνισης των

νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων των κρατών μελών.

3. Το παρόν άρθρο δεν θίγει την υποχρέωση των κρατών μελών να εφαρμόζουν το δίκαιο της

Ένωσης, ούτε τα προνόμια και τα καθήκοντα της Επιτροπής. Δεν θίγει επίσης άλλες διατάξεις

των Συνθηκών που προβλέπουν διοικητική συνεργασία μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και

μεταξύ αυτών και της Ένωσης.

Άρθρο 223 (πρώην άρθρο 190, παράγραφοι 4 και 5 της ΣΕΚ)

1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καταρτίζει σχέδιο για τη θέσπιση των αναγκαίων διατάξεων με

στόχο την εκλογή των μελών του με άμεση και καθολική ψηφοφορία κατά ενιαία διαδικασία σε

όλα τα κράτη μέλη ή σύμφωνα με κοινές αρχές όλων των κρατών μελών.

Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας ομόφωνα σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία και μετά από

την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο αποφασίζει με την πλειοψηφία των μελών

που το απαρτίζουν, θεσπίζει τις αναγκαίες διατάξεις. Οι διατάξεις αυτές τίθενται σε ισχύ μετά την

έγκρισή τους από τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τους αντίστοιχους συνταγματικούς κανόνες

τους.

2. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών, με δική του πρωτοβουλία

σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία, αφού ζητήσει τη γνώμη της Επιτροπής και με την

έγκριση του Συμβουλίου, θεσπίζει τους κανόνες και τους γενικούς όρους που θα διέπουν την

εκπλήρωση, των καθηκόντων των μελών του. Κάθε κανόνας ή όρος σχετικά με το φορολογικό

καθεστώς των μελών ή των πρώην μελών υπάγεται στην ομοφωνία στο πλαίσιο του

Συμβουλίου.

Άρθρο 225 (πρώην άρθρο 192, δεύτερο εδάφιο της ΣΕΚ)

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί, με την πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν, να ζητάει

από την Επιτροπή να υποβάλλει κατάλληλες προτάσεις για θέματα για τα οποία χρειάζεται κατά

τη γνώμη του να εκπονηθούν πράξεις της Ένωσης προκειμένου να υλοποιηθούν οι Συνθήκες. Εάν

η Επιτροπή δεν υποβάλλει πρόταση, γνωστοποιεί τους λόγους στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άρθρο 240 (πρώην άρθρο 207 της ΣΕΚ)

1. Επιτροπή που απαρτίζεται από τους Μόνιμους Αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των κρατών

μελών έχει την ευθύνη της προετοιμασίας των εργασιών του Συμβουλίου και της εκτέλεσης των

εντολών που της αναθέτει το Συμβούλιο. Η επιτροπή δύναται να λαμβάνει διαδικαστικές

αποφάσεις στις περιπτώσεις που προβλέπονται στον εσωτερικό κανονισμό του Συμβουλίου.

2. Το Συμβούλιο επικουρείται από Γενική Γραμματεία, υπό την ευθύνη γενικού γραμματέα ο οποίος

διορίζεται από το Συμβούλιο.

Page 84: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

84

Το Συμβούλιο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία σχετικά με την οργάνωση της Γενικής

Γραμματείας.

3. Το Συμβούλιο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία επί των διαδικαστικών θεμάτων, καθώς και για

τη θέσπιση του εσωτερικού του κανονισμού.

Άρθρο 241 (πρώην άρθρο 208 της ΣΕΚ)

Το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με απλή πλειοψηφία, δύναται να ζητήσει από την Επιτροπή να

διεξαγάγει τις κατά την άποψή του πρόσφορες έρευνες για την πραγματοποίηση των κοινών

σκοπών και να του υποβάλει τις κατάλληλες προτάσεις. Εάν η Επιτροπή δεν υποβάλει

πρόταση, γνωστοποιεί τους σχετικούς λόγους στο Συμβούλιο. Άρθρο 258 (πρώην άρθρο 226 της ΣΕΚ)

Αν η Επιτροπή κρίνει ότι ένα κράτος μέλος έχει παραβεί υποχρέωσή του εκ των Συνθηκών,

διατυπώνει αιτιολογημένη γνώμη επί του θέματος, αφού προηγουμένως παρέχει τη δυνατότητα

στο κράτος αυτό να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του.

Αν το κράτος δεν συμμορφωθεί με τη γνώμη αυτή εντός της προθεσμίας που του τάσσει η

Επιτροπή, η τελευταία δύναται να προσφύγει στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρθρο 260 (πρώην άρθρο 228 της ΣΕΚ)

1. Εάν το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διαπιστώσει ότι κράτος μέλος έχει παραβεί

υποχρέωσή του εκ των Συνθηκών, το κράτος αυτό οφείλει να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η

εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου.

2. Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι το συγκεκριμένο κράτος μέλος δεν έλαβε τα μέτρα που συνεπάγεται η

εκτέλεση της αποφάσεως του Δικαστηρίου, μπορεί να προσφύγει στο Δικαστήριο αφού παράσχει

στο κράτος αυτό τη δυνατότητα να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Προσδιορίζει το ύψος του

κατ’ αποκοπήν ποσού ή της χρηματικής ποινής που οφείλει να καταβάλει το κράτος μέλος και το

οποίο η Επιτροπή κρίνει κατάλληλο για την περίσταση.

Εάν το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι το συγκεκριμένο κράτος μέλος δεν συμμορφώθηκε με την

απόφασή του, μπορεί να του επιβάλει την καταβολή κατ’ αποκοπήν ποσού ή χρηματικής ποινής.

Η διαδικασία αυτή δεν θίγει το άρθρο 259.

3. Όταν η Επιτροπή υποβάλλει στο Δικαστήριο προσφυγή βάσει του άρθρου 258, θεωρώντας ότι το

συγκεκριμένο κράτος μέλος παρέβη την υποχρέωσή του να ανακοινώσει τα μέτρα μεταφοράς στο

εθνικό δίκαιο μιας οδηγίας που εκδόθηκε σύμφωνα με νομοθετική διαδικασία, μπορεί, εάν το

κρίνει πρόσφορο, να υποδείξει το ύψος του κατ’ αποκοπήν ποσού ή της χρηματικής ποινής που

Page 85: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

85

οφείλει να καταβάλει το εν λόγω κράτος και που η Επιτροπή κρίνει κατάλληλο για την

περίσταση.

Εάν το Δικαστήριο διαπιστώσει την παράβαση, δύναται να επιβάλει στο συγκεκριμένο κράτος

μέλος την καταβολή κατ’ αποκοπήν ποσού ή χρηματικής ποινής έως του ορίου του ποσού το

οποίο υπέδειξε η Επιτροπή. Η υποχρέωση καταβολής τίθεται σε ισχύ την ημερομηνία που

προσδιορίζει το Δικαστήριο με την απόφασή του.

Άρθρο 288 (πρώην άρθρο 249 της ΣΕΚ)

Για την άσκηση των αρμοδιοτήτων της Ένωσης, τα θεσμικά όργανα θεσπίζουν

κανονισμούς, οδηγίες, αποφάσεις, συστάσεις και γνώμες.

Ο κανονισμός έχει γενική ισχύ. Είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει

άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Η οδηγία δεσμεύει κάθε κράτος μέλος στο οποίο απευθύνεται, όσον αφορά το επιδιωκόμενο

αποτέλεσμα, αλλά αφήνει την επιλογή του τύπου και των μέσων στην αρμοδιότητα των εθνικών

αρχών.

Η απόφαση είναι δεσμευτική ως προς όλα τα μέρη της. Όταν ορίζει αποδέκτες, είναι δεσμευτική

μόνο για αυτούς. Οι συστάσεις και οι γνώμες δεν δεσμεύουν.

Άρθρο 289

1. Η συνήθης νομοθετική διαδικασία συνίσταται στην έκδοση κανονισμών, οδηγιών ή αποφάσεων

από κοινού από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής.

Η εν λόγω διαδικασία ορίζεται στο άρθρο 294.

2. Στις ειδικές περιπτώσεις που προβλέπουν οι Συνθήκες, η έκδοση κανονισμών, οδηγιών ή

αποφάσεων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τη συμμετοχή του Συμβουλίου, ή από το

Συμβούλιο με τη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, συνιστά ειδική νομοθετική

διαδικασία.

3. Οι νομικές πράξεις που εκδίδονται με νομοθετική διαδικασία αποτελούν νομοθετικές πράξεις.

4. Στις ειδικές περιπτώσεις που προβλέπονται από τις Συνθήκες, οι νομοθετικές πράξεις μπορούν να

εκδίδονται μετά από πρωτοβουλία ομάδας κρατών μελών ή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, μετά

από σύσταση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή αίτημα του Δικαστηρίου ή της

Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

Page 86: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

86

Άρθρο 290

1. Με νομοθετική πράξη μπορεί να ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης μη νομοθετικών

πράξεων γενικής ισχύος που συμπληρώνουν ή τροποποιούν ορισμένα μη ουσιώδη στοιχεία της

νομοθετικής πράξης.

Οι νομοθετικές πράξεις οριοθετούν σαφώς τους στόχους, το περιεχόμενο, την έκταση και τη

διάρκεια της εξουσιοδότησης. Τα ουσιώδη στοιχεία ενός τομέα ρυθμίζονται αποκλειστικά με

νομοθετική πράξη και δεν μπορούν, συνεπώς, να αποτελέσουν αντικείμενο εξουσιοδότησης.

2. Οι νομοθετικές πράξεις καθορίζουν σαφώς τις προϋποθέσεις στις οποίες υπόκειται η

εξουσιοδότηση, οι οποίες μπορούν να είναι οι εξής:

α) το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει την ανάκληση της

εξουσιοδότησης,

β) η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη μπορεί να τεθεί σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό

Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν εκφράσει αντιρρήσεις εντός της προθεσμίας που καθορίζει η

νομοθετική πράξη.

Για τους σκοπούς των στοιχείων α) και β), το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο αποφασίζει με την

πλειοψηφία των μελών που το απαρτίζουν και το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

3. Οι λέξεις «κατ’ εξουσιοδότηση» παρεμβάλλονται στον τίτλο των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων.

Άρθρο 291

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν όλα τα μέτρα εσωτερικού δικαίου που είναι αναγκαία για την

εφαρμογή των νομικά δεσμευτικών πράξεων της Ένωσης.

2. Όταν απαιτούνται ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση των νομικά δεσμευτικών πράξεων της

Ένωσης, οι πράξεις αυτές αναθέτουν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή ή, σε ειδικές

περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες και στις περιπτώσεις των άρθρων 24 και 26 της Συνθήκης

για την Ευρωπαϊκή Ένωση, στο Συμβούλιο.

3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο,

αποφασίζοντας, μέσω κανονισμών, σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία θεσπίζουν εκ

των προτέρων γενικούς κανόνες και αρχές σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη

της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή.

4. Το επίθετο «εκτελεστικός» ή «εκτελεστική» παρεμβάλλεται στον τίτλο των εκτελεστικών

πράξεων.

Άρθρο 292

Το Συμβούλιο διατυπώνει συστάσεις. Αποφασίζει μετά από πρόταση της Επιτροπής σε όλες τις

περιπτώσεις όπου οι Συνθήκες προβλέπουν την έκδοση πράξεων μετά από πρόταση της

Page 87: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

87

Επιτροπής. Αποφασίζει ομόφωνα στους τομείς για τους οποίους απαιτείται ομοφωνία για την

έκδοση πράξης της Ένωσης. Η Επιτροπή, καθώς και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στις ειδικές

περιπτώσεις που προβλέπονται από τις Συνθήκες, διατυπώνουν συστάσεις.

Άρθρο 294 (πρώην άρθρο 251 της ΣΕΚ)

1. Όταν οι Συνθήκες παραπέμπουν στη συνήθη νομοθετική διαδικασία για την έκδοση μιας

πράξης, ακολουθείται η ακόλουθη διαδικασία.

2. Η Επιτροπή υποβάλλει πρόταση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Πρώτη ανάγνωση

3.Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καθορίζει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση και τη διαβιβάζει στο

Συμβούλιο.

4. Εάν το Συμβούλιο εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εκδίδεται η σχετική πράξη

με τη διατύπωση που αποδίδει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

5. Εάν το Συμβούλιο δεν εγκρίνει τη θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καθορίζει τη θέση του

σε πρώτη ανάγνωση και τη διαβιβάζει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

6. Το Συμβούλιο ενημερώνει πλήρως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τους λόγους που το

οδήγησαν να καθορίσει τη θέση του σε πρώτη ανάγνωση. Η Επιτροπή ενημερώνει πλήρως το

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τη θέση της.

Δεύτερη ανάγνωση

7. Εάν, εντός τριών μηνών από τη διαβίβαση της θέσης, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο:

α) εγκρίνει τη θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση ή δεν διατυπώσει γνώμη, η σχετική

πράξη θεωρείται ότι εκδόθηκε με τη διατύπωση που αποδίδει τη θέση του Συμβουλίου,

β) απορρίψει με την πλειοψηφία του όλου αριθμού των μελών του τη θέση του Συμβουλίου σε

πρώτη ανάγνωση, η σχετική πράξη θεωρείται ότι δεν εκδόθηκε,

γ) προτείνει, με την πλειοψηφία των μελών του που το απαρτίζουν, τροπολογίες επί της θέσης του

Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση, το ούτως τροποποιημένο κείμενο διαβιβάζεται στο

Συμβούλιο και στην Επιτροπή, η οποία γνωμοδοτεί για τις τροπολογίες αυτές.

8. Εάν, εντός τριών μηνών από την παραλαβή των τροπολογιών του Ευρωπαϊκού

Κοινοβουλίου, το Συμβούλιο, αποφασίζοντας με ειδική πλειοψηφία:

α) εγκρίνει όλες τις εν λόγω τροπολογίες, η σχετική πράξη θεωρείται ότι εκδόθηκε,

Page 88: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

88

β) δεν εγκρίνει όλες τις τροπολογίες, ο πρόεδρος του Συμβουλίου, σε συμφωνία με τον πρόεδρο

του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, συγκαλεί την επιτροπή συνδιαλλαγής εντός έξι εβδομάδων.

9. Το Συμβούλιο αποφασίζει ομόφωνα για τις τροπολογίες για τις οποίες η Επιτροπή έχει

εκφέρει αρνητική γνώμη.

Συνδιαλλαγή

10. Η επιτροπή συνδιαλλαγής, που αποτελείται από τα μέλη του Συμβουλίου ή τους

αντιπροσώπους τους και από ισάριθμους αντιπροσώπους του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έχει ως

αποστολή την επίτευξη συμφωνίας επί κοινού σχεδίου, με την ειδική πλειοψηφία των μελών του

Συμβουλίου ή των αντιπροσώπων τους και με την πλειοψηφία των αντιπροσώπων του

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, εντός έξι εβδομάδων από τη σύγκλησή της, βάσει των θέσεων

του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σε δεύτερη ανάγνωση.

11. Η Επιτροπή συμμετέχει στις εργασίες της επιτροπής συνδιαλλαγής και αναλαμβάνει όλες τις

αναγκαίες πρωτοβουλίες με σκοπό την προσέγγιση των θέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

και του Συμβουλίου.

12. Εάν, εντός έξι εβδομάδων από τη σύγκλησή της, η επιτροπή συνδιαλλαγής δεν εγκρίνει

κοινό σχέδιο, θεωρείται ότι η προτεινόμενη πράξη δεν εκδόθηκε.

Τρίτη ανάγνωση

13. Εάν, εντός της προθεσμίας αυτής, η επιτροπή συνδιαλλαγής εγκρίνει κοινό σχέδιο, το

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο διαθέτουν έκαστο προθεσμία έξι εβδομάδων από την

έγκριση αυτή για να εκδώσουν την οικεία πράξη σύμφωνα με το εν λόγω σχέδιο, με την

πλειοψηφία των ψηφισάντων όσον αφορά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και με ειδική πλειοψηφία

όσον αφορά το Συμβούλιο. Σε αντίθετη περίπτωση, θεωρείται ότι η προτεινόμενη πράξη δεν

εκδόθηκε.

14. Οι προθεσμίες των τριών μηνών και των έξι εβδομάδων που αναφέρει το παρόν άρθρο

παρατείνονται αντίστοιχα κατά ένα μήνα ή κατά δύο εβδομάδες το πολύ με πρωτοβουλία του

Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Ειδικές διατάξεις

15. Όταν, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στις Συνθήκες, νομοθετική πράξη υπόκειται στη

συνήθη νομοθετική διαδικασία μετά από πρωτοβουλία ομάδας κρατών μελών, σύσταση της

Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ή αίτημα του Δικαστηρίου, η παράγραφος 2, η παράγραφος 6,

δεύτερη πρόταση, και η παράγραφος 9 δεν έχουν εφαρμογή.

Στις περιπτώσεις αυτές, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο διαβιβάζουν στην

Επιτροπή το σχέδιο πράξης και τις θέσεις τους σε πρώτη και δεύτερη ανάγνωση. Το Ευρωπαϊκό

Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο μπορούν να ζητούν τη γνώμη της Επιτροπής καθ’ όλη τη διάρκεια

της διαδικασίας. Η Επιτροπή μπορεί επίσης να διατυπώνει γνώμη με δική της πρωτοβουλία.

Μπορεί, επίσης εάν το θεωρεί αναγκαίο, να συμμετέχει στην επιτροπή συνδιαλλαγής σύμφωνα

με την παράγραφο 11.

Page 89: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

89

Άρθρο 295 Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή προβαίνουν σε αμοιβαίες

διαβουλεύσεις και οργανώνουν, βάσει κοινής συμφωνίας, τις πρακτικές λεπτομέρειες της

συνεργασίας τους. Για τον σκοπό αυτό μπορούν, τηρουμένων των Συνθηκών, να συνάπτουν

διοργανικές συμφωνίες οι οποίες ενδέχεται να έχουν δεσμευτικό χαρακτήρα.

Άρθρο 296 (πρώην άρθρο 253 της ΣΕΚ) Όταν δεν προβλέπεται στις Συνθήκες ο τύπος της προς έκδοση πράξης, τα θεσμικά όργανα

επιλέγουν τον τύπο της πράξης αυτής κατά περίπτωση, τηρώντας τις εφαρμοστέες διαδικασίες

και την αρχή της αναλογικότητας.

Άρθρο 300

1. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και η Επιτροπή επικουρούνται από την Οικονομική

και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών, οι οποίες ασκούν συμβουλευτικά

καθήκοντα.

2. Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή απαρτίζεται από αντιπροσώπους των οργανώσεων

εργοδοτών, μισθωτών και άλλων αντιπροσωπευτικών φορέων της κοινωνίας των πολιτών, ιδίως

στον κοινωνικοοικονομικό, κοινωφελή, επαγγελματικό και πολιτιστικό τομέα.

3. Η Επιτροπή των Περιφερειών απαρτίζεται από αντιπροσώπους των οργανισμών τοπικής

αυτοδιοίκησης και περιφερειακής διοίκησης, οι οποίοι είτε είναι εκλεγμένα μέλη οργανισμού

τοπικής αυτοδιοίκησης ή περιφερειακής διοίκησης είτε ευθύνονται πολιτικώς έναντι εκλεγμένης

συνέλευσης.

4. Τα μέλη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής και της Επιτροπής των Περιφερειών δεν

δεσμεύονται από καμία επιτακτική εντολή. Ασκούν τα καθήκοντά τους με πλήρη ανεξαρτησία,

προς το γενικό συμφέρον της Ένωσης.

5. Οι κανόνες των παραγράφων 2 και 3 που αφορούν τη φύση της σύνθεσης των εν λόγω επιτροπών

επανεξετάζονται τακτικά από το Συμβούλιο, ούτως ώστε να προσαρμόζονται στις οικονομικές,

κοινωνικές και δημογραφικές εξελίξεις εντός της Ένωσης. Το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της

Επιτροπής, εκδίδει αποφάσεις προς τον σκοπό αυτό.

Page 90: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

90

2. 30ή Έκθεση της Επιτροπής σχετικά με τις επιδόσεις των κρατών μελών στον τομέα

της εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας.

α)

β)

Page 91: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

91

γ)

*Το παρόν διάγραμμα αφορά καταγγελίες πολιτών, επιχειρήσεων ή ΜΚΟ που υποβλήθηκαν την

Επιτροπή για το 2012.

Page 92: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

92

δ)

*Το παρόν διάγραμμα αφορά τις καταγγελίες που υποβλήθηκαν στο πλαίσιο της διαδικασίας του

προγράμματος “EU Pilot” για το 2012.

Page 93: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

93

ε)

Page 94: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

94

στ)

Page 95: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

95

3. 30ή Έκθεση της Επιτροπής για την εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ από τα

κράτη μέλη: Η περίπτωση της Ελλάδας (2012)

Page 96: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

96

4. Πίνακας Επιδόσεων Ενιαίας Αγοράς – Single Market Scoreboard: Περίοδος

Αναφοράς 2012 – 2013 (Έκδοση Φεβρουαρίου 2014).

Η Επιτροπή εκδίδει ετησίως Πίνακα Επιδόσεων των κρατών μελών, αναφορικά με την

μεταφορά και εφαρμογή της ενωσιακής νομοθεσίας της Ενιαίας Αγοράς,

χρησιμοποιώντας διάφορους εξειδικευμένους δείκτες. Στην on line έκδοση του Πίνακα

Επιδόσεων δίνεται στους ενδιαφερόμενους η δυνατότητα να δουν τους λόγους για τους

οποίους οι επιδόσεις ενός κράτους μέλους χαρακτηρίζονται «Μέτριες» ή

«Χαμηλότερες/Υψηλότερες του Μετρίου». Η έκδοση αυτή είναι διαθέσιμη στην

ιστοσελίδα http://ec.europa.eu/single-market-scoreboard (τελευταία επίσκεψη

08/06/2014).

Page 97: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

97

5. Single Market Scoreboard: Περίοδος αναφοράς 2012 – 2013 (έκδοση

Φεβρουαρίου 2014) – Επιδόσεις κατά κράτος μέλος: Ελλάδα

α) Εξέλιξη του ελλείμματος ενσωμάτωσης για την Ελλάδα

Σύμφωνα με την Έκθεση της Επιτροπής, το έλλειμμα ενσωμάτωσης της νομοθεσίας της

ΕΕ στο εσωτερικό δίκαιο της Ελλάδας συνέχισε να φθίνει κατά τους τελευταίους έξι

μήνες της περιόδου αναφοράς, έως το 0,3%, το οποίο και αντιπροσωπεύει το καλύτερο

αποτέλεσμα για τη χώρα, σημαντικά παρακάτω από το μέσο όρο της ΕΕ που ανέρχεται

στο 0,7% και κάτω από τον στόχο του 0,5%. Η καθυστέρηση της μεταφοράς σε

Οδηγίες των οποίων η προθεσμία έχει παρέλθει έχει αυξηθεί σε 5,2 μήνες, εντούτοις το

νούμερο αυτό βρίσκεται χαμηλότερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 7,3 μηνών.

Page 98: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

98

β)Εξέλιξη του ελλείμματος συμμόρφωσης για την Ελλάδα

Με 10 Οδηγίες που δεν έχουν μεταφερθεί ορθά, το έλλειμμα συμμόρφωσης της

Ελλάδας εμφανίζεται σταθερό στο 0,8%, ξεπερνώντας ελαφρά τον τρέχοντα ευρωπαϊκό

μέσο όρο του 0,7% και το στόχο του 0,5%.

Page 99: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

99

γ)Παραβάσεις της ενωσιακής νομοθεσίας από την Ελλάδα

Αν και ο αριθμός των υποθέσεων που εκκρεμούν εις βάρος της Ελλάδας μειώθηκε κατά

2 στους τελευταίους έξι μήνες της περιόδου αναφοράς, η Ελλάδα εξακολουθεί και

βρίσκεται στη 2η θέση μεταξύ των κρατών μελών με τον μεγαλύτερο αριθμό

παραβιάσεων που σχετίζονται με την Ενιαία Αγορά. Ο αριθμός των εκκρεμών

υποθέσεων εξακολουθεί και είναι τουλάχιστον διπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου

των 30 υποθέσεων. Μια στις 4 εκκρεμείς υποθέσεις αφορούν το περιβάλλον και το 15%

αυτών τη φορολογία. Αν και η διάρκεια των ελληνικών υποθέσεων είναι ακριβώς ίση

προς τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των 27,9 μηνών, το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί

μεταξύ των αποφάσεων του Δικαστηρίου και της συμμόρφωσης των ελληνικών αρχών

προς το ενωσιακό δίκαιο είναι 22,7 μήνες, ξεπερνώντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο των

18,2 μηνών.

δ) Δίκτυο SOLVIT

Το ελληνικό κέντρο SOLVIT χειρίζεται έναν μέτριο αριθμό υποθέσεων (51 υποθέσεις).

Κατά την περίοδο αναφοράς (Μάρτιος 2012 ως Φεβρουάριο 2013), ο όγκος των

υποθέσεων υπερέβη εκείνον των προηγούμενων 12 μηνών. Το ελληνικό κέντρο

εμφανίζει χαμηλό ρυθμό επίλυσης 77%, σε σύγκριση με τον μέσο όρο της ΕΕ – 27 που

ανέρχεται σε 89%, πάντως παραμένει υψηλότερος από το στόχο του 70%. Επίσης,

εμφανίζει αργούς ρυθμούς απόκρισης σε πελάτες, με μέσο όρο 37 ημερών, ενώ ο

στόχος βρίσκεται στις 7 ημέρες. Ωστόσο, ο συνολικός χρόνος που χρειάζεται το κέντρο

προκειμένου να προετοιμάσει μια υπόθεση για υποβολή σε άλλο κέντρο SOLVIT είναι

3 ημέρες. Ο χρόνος διεκπεραίωσης για υποθέσεις σε βάρος της ελληνικής διοίκησης

μειώθηκε από 70 σε 64 ημέρες και επί του παρόντος βρίσκεται κάτω από το στόχο των

70 ημερών. Η παρατήρηση εκ μέρους της Επιτροπής είναι πως το ελληνικό κέντρο

πρέπει να βελτιώσει το χρόνο ανταπόκρισης σε πελάτες.

Page 100: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

100

6. Νόμος 1338/1983 (ΦΕΚ 34/Α/17/3/1983)

Εφαρμογή του κοινοτικού δικαίου.

Άρθρο 1.

1 .Για τη συμμόρφωση προς οδηγίες ή αποφάσεις (Ε.Ο.Κ. Ε.Κ.Α.Ε) συστάσεις

και ατομικές αποφάσεις (Ε.Κ.Α.Χ) και την εκτέλεση των κανονισμών (ΕΟΚ, ΕΚΑΕ)

και γενικών αποφάσεων (ΕΚΑΧ) που εκδίδονται από τα κοινοτικά όργανα

εφαρμόζονται αναλόγως οι ήδη υφιστάμενες ως και οι εκάστοτε παρεχόμενες

νομοθετικές εξουσιοδοτήσεις προς κανονιστική ρύθμιση σχετικών θεμάτων υπό την

επιφύλαξιν των οριζομένων στο άρθρο 2.

2 .Με τις κανονιστικές πράξεις της προηγουμένης παραγράφου δύναται να

λαμβάνεται και κάθε αναγκαίο συμπληρωματικό μέτρο για την εφαρμογή των ανωτέρω

κοινοτικών πράξεων όπως είναι ίδια η σύσταση νέων οργάνων και θέσεων ο

καθορισμός αρμοδιοτήτων και διοικητικών διαδικασιών και η θέσπιση διοικητικών

κυρώσεων.

3 .Στην έκδοση των ανωτέρω κανονιστικών πράξεων οι οποίες περιβάλλονται τον

τύπο Προεδρικού Διατάγματος ή Υπουργικής Αποφάσεως συμπράττει ο Υπουργός

Εθνικής Οικονομίας όταν η προβλεπόμενη κανονιστική πράξη έχει τύπο διάφορο του

Π.Δ/τος ή της υπουργικής Αποφάσεως εγκρίνεται από την Υπουργό που εποπτεύει το

οικείο όργανο και τον Υπουργό Εθνικής Οικονομίας εξαιρουμένων των πράξεων που

εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο ή από όργανα εξ Υπουργών.

4 .Οι προβλεπόμενες από την κείμενη νομοθεσία ποινικές κυρώσεις για παράβαση

κανονιστικής πράξεως που εκδίδεται κατ` εφαρμογή συγκεκριμένης εξουσιοδοτήσεως

ισχύουν και όταν γίνεται χρήση αυτής της εξουσιοδοτήσεως προς εφαρμογή κοινοτικής

πράξεως κατά τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους.

5 .Με τις κανονιστικές πράξεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του

παρόντος μπορεί να θεσπίζεται το αξιόποινο των σχετικών παραβάσεων σε βαθμό

πλημμελήματος στα πλαίσια του Ποινικού Κώδικα εφ` όσον τούτο είναι αναγκαίο για

την αποτελεσματική εφαρμογή των πράξεων των κοινοτικών οργάνων και η

συγκεκριμένη παράβαση δεν συνιστά ποινικό αδίκημα κατά την κείμενη ελληνική

νομοθεσία.

Άρθρο 2.

1. Με απόφαση του αρμοδίου καθ` ύλην Υπουργού και του Υπουργού Εθνικής

Οικονομίας ρυθμίζονται τα της εφαρμογής και συμμορφώσεως προς τις κοινοτικές

πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 εφ` όσον οι πράξεις αυτές

ανάγονται στα παρακάτω αντικείμενα:

α) Όργανα και μέθοδοι μετρήσεως πάσης φύσεως μέτρα και σταθμά εν γένει μονάδες

μετρήσεως πάσης φύσεως όπως είναι ίδια μετρητές υγρών στερεών αερίων μάζης

ενεργείας αποστάσεως βάρους όγκου για οποιοδήποτε σκοπό

β) Κρύσταλλα, σύνθεση χαρακτηριστικά κατασκευής επισήμανσης και κάθε μορφή

διαφημίσεως αυτών

γ) Υφαντουργικά ονομασίες υφανσίμων, μέθοδοι αναλύσεως δ) Ηλεκτρολογικό και

ηλεκτρονικό υλικό πάσης χρήσεως

ε) Ανυψωτικά μέσα πάσης φύσεως στ) Συσκευές πιέσεως παντός είδους

Page 101: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

101

ζ)Προστασία του περιβάλλοντος και των φυσικών πόρων. η) Προστασία

καταναλωτών.

θ) Κοινωνικοδιαρθρωτικός τομέας της γεωργίας

ι) Όροι παρασκευής εγκρίσεως κυκλοφορίας εμπορίας και ελέγχου των κτηνιατρικών

φαρμακευτικών προϊόντων και των προσθετικών των ζωοτροφών.

"ια. Το καθεστώς των παρεχόμενων υπό οποιαδήποτε μορφή κινήτρων και ενισχύσεων

στις ναυπηγικές εργασίες". 1

2.Η παράγραφος 2 του άρθρου 1 εφαρμόζεται και κατά την έκδοση των υπουργικών

αποφάσεων που αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο.

3.Οι παραβάτες των παραπάνω υπουργικών αποφάσεων με τις οποίες θεσπίζονται

κοινοτικές υποχρεώσεις τιμωρούνται με φυλάκιση ή με χρηματική ποινή ή και με τις

δυο αυτές ποινές όπως ειδικότερα θα καθορίζονται τα όρια των ποινών από τις

αποφάσεις αυτές.

"Άρθρο 3

1.Με τα προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται βάσει του άρθρου 4 (όπως

αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 παρ. 4 του ν. 1440/1984 και τροποποιήθηκε από το

άρθρο 7 του ν. 1775/1988), καθώς και με τις κανονιστικές πράξεις, που εκδίδονται

βάσει των άρθρων 1 και 2 του παρόντος νόμου, δύναται ομοίως να ρυθμίζεται κάθε

θέμα που είναι αναγκαίο για την εφαρμογή των συνθηκών, πράξεων προσχωρήσεως με

τις προσαρτημένες πράξεις, παραρτήματα, πρωτόκολλα και δηλώσεις που κυρώθηκαν

με το ν. 945/1979.

2.Με τις κανονιστικές πράξεις των άρθρων 1, 2 και 4 του παρόντος νόμου επέρχονται

και οι αναγκαίες προσαρμογές της κείμενης νομοθεσίας, όταν απαιτείται τροποποίηση

ή κατάργηση διατάξεων που είναι αντίθετες προς τη ρύθμιση που προβλέπεται από τις

αναφερόμενες στην παράγραφο 1 συνθήκες και τις πράξεις των οργάνων των

Ευρωπαϊκών κοινοτήτων"2.

"Άρθρο 4"

" 1.Με προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται μετά από πρόταση του αρμόδιου

Υπουργού και του Υπουργού Εθνικής Οικονομίας, ρυθμίζονται τα θέματα και

λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα για την εφαρμογή των κοινοτικών πράξεων, που

αναφέρονται στο άρθρο 1 του παρόντος νόμου. Στο πλαίσιο της εξουσιοδότησης ανήκει

και η θέσπιση των αναγκαίων οργανωτικών και εκτελεστικών μέτρων, όπως είναι

ειδικότερα η σύσταση νέων οργάνων, η ίδρυση θέσεων και ο καθορισμός

αρμοδιοτήτων, διοικητικών διαδικασιών και κυρώσεων.

2 .Χρονικό όριο χρήσεως της παραπάνω εξουσιοδότησης πλαισίου, που σκοπεί

την εκπλήρωση κοινοτικών υποχρεώσεων, είναι η 31η Δεκεμβρίου 1987.

3 .Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται μόνον εφόσον δεν υπάρχει πεδίο εφαρμογής των

ειδικών εξουσιοδοτήσεων των άρθρων 1 και 2 του παρόντος νόμου".3 4

1 Προσθήκη με το άρθρου 2 του Ν. 1880/1990, ΦΕΚ Α /39.

2 Αντικατάσταση με το άρθρο 65 του Ν. 1892/1990 (ΦΕΚ Α` /101).

Page 102: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

102

3 Αντικατάσταση με το άρθρο 6 παρ. 4 του Ν. 1440/1984 (Α 70).

4 Ν.3427/2005, ΦΕΚ Α 312/7.12.2005, άρθρ.48: "Χρονικό όριο χρήσεως της

εξουσιοδοτήσεως πλαισίου του άρθρου 4 του ν 1338/1983 (ΦΕΚ 34 Α), όπως

αντικαταστάθηκε από το άρθρο 6 του ν. 1440/1984 (ΦΕΚ 70 Α) και τροποποιήθηκε

από το άρθρο 7 του ν. 1775/1988 (ΦΕΚ 101 Α`), από το άρθρο 31 του ν. 2076/1992

(ΦΕΚ 130 Α), από το άρθρο 19 του ν. 2367/1995 (ΦΕΚ 261 Α) και από το άρθρο 22

του ν. 2789/2000 (ΦΕΚ 21 Α), ορίζεται η 31η Δεκεμβρίου 2010". -Ν. 3862/2010,

ΦΕΚ-113 Α/13-7-2010, άρθρο 91 : «Χρονικό όριο χρήσεως της

Άρθρο 5.

"Με τα προεδρικά διατάγματα, που εκδίδονται βάσει του άρθρου 4 του παρόντος

νόμου"5, μπορεί να θεσπίζεται το αξιόποινο των σχετικών παραβάσεων σε βαθμό

πλημμελήματος στα πλαίσια του Ποινικού Κώδικα εφ` όσον τούτο είναι αναγκαίο για

την αποτελεσματική εφαρμογή των κοινοτικών πράξεων και η συγκεκριμένη παράβαση

δεν συνιστά ποινικό αδίκημα κατά την κείμενη ελληνική νομοθεσία.

Άρθρο 6.

Με αποφάσεις του αρμοδίου κατά περίπτωση Υπουργού και του Υπουργού Εθνικής

Οικονομίας δύναται να συνιστώνται νομοπαρασκευαστικές επιτροπές για την

κατάρτιση σχεδίων νόμων και κανονιστικών πράξεων με σκοπό τη συμμόρφωση προς

τις εκάστοτε εκδιδόμενες κοινοτικές πράξεις και εν γένει για την προσαρμογή του

ελληνικού δικαίου προς το ισχύον κοινοτικό δίκαιο.

Άρθρο 7.

Η ισχύς του παρόντος νόμου αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Εφημερίδα της

Κυβερνήσεως.

Page 103: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

103

7. Διάγραμμα Συνήθους Νομοθετικής Διαδικασίας (άρθρο 294 ΣΛΕΕ)

Page 104: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

104

8. Λίστα Ομάδων Εργασίας και προετοιμασίας του Συμβουλίου (Βρυξέλλες,

14.01.2014, 5312/14).

Α. Επιτροπές που συστήθηκαν βάσει των Συνθηκών, βάσει διακυβερνητικής απόφασης,

ή βάσει πράξης του Συμβουλίου και Ομάδες που συνδέονται στενά με την COREPER

4

Β. Γενικές Υποθέσεις 6

Γ. Εξωτερικές Υποθέσεις 7

Δ. Οικονομικές και Χρηματοοικονομικές Υποθέσεις 8

Ε. Δικαιοσύνη και Εσωτερικές Υποθέσεις 9

Στ. Γεωργία και Αλιεία 10

Ζ. Ανταγωνιστικότητα

(Εσωτερική Αγορά, Βιομηχανία, Έρευνα και Διάστημα) 12

Η. Μεταφορές/Τηλεπικοινωνίες/Ενέργεια 13

Θ. Απασχόληση/Κοινωνική Πολιτική/Υγεία

/Υποθέσεις Καταναλωτών 13

Ι. Περιβάλλον 13

Κ. Εκπαίδευση/Νεολαία/Πολιτισμός/Αθλητισμός 13

Page 105: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

105

9. Ετήσια Έκθεση Επιτροπής σχετικά με τις εργασίες των Επιτροπών κατά τη

διάρκεια του 2012 (COM (2013) 701, SWD (2013) 419).

ΠΙΝΑΚΑΣ I – ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑΣ (2012)

*Συμπεριλαμβάνεται η Επιτροπή Προσφυγών, η οποία για τις ανάγκες του Μητρώου

της Επιτροπολογίας καταχωρίζεται ως Επιτροπή υπό την αρμοδιότητα της Γενικής

Γραμματείας. Στην πράξη, η εν λόγω Επιτροπή τελεί υπό διαχείριση όλων των

ενδιαφερομένων υπηρεσιών.

ΠΙΝΑΚΑΣ II - ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΕΠΙΤΡΟΠΩΝ ΑΝΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (2012)

Page 106: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

106

*Συμπεριλαμβανομένης της Επιτροπής Προσφυγών

ΠΙΝΑΚΑΣ III —– ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΓΡΑΠΤΩΝ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΩΝ (2012)

Page 107: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

107

ΠΙΝΑΚΑΣ IV - ΑΡΙΘΜΟΣ ΓΝΩΜΩΝ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΩΝ

ΠΡΑΞΕΩΝ/ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΑΝ ΤΟ 2012

Page 108: Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΩΣ «ΕΝΩΣΙΑΚΗ» ΔΙΟΙΚΗΣΗ · 2014-09-15 · 2 Πίνακας περιεχομέν &ν ΠΡΙΛΗΨΗ 4 ΛΙΣΤΑ ΣΥΝΤΜΗΣ

108

ΠΙΝΑΚΑΣ V – ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΑΝ ΣΥΜΦΩΝΑ

ΜΕ ΤΗΝ ΚΑΝΟΝΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΜΕ ΕΛΕΓΧΟ (ΚΔΕ) (2012)