Μαρά, Σεν - Ζιστ,...

297
Επιλογή - Μετάφραση - Προλογικά: Μάριος Βερέτας ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

Transcript of Μαρά, Σεν - Ζιστ,...

Επιλογή - Μετάφραση - Προλογικά: Μάριος Βερέτας

ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

Μαρά - Σεν-Ζιστ - Ροβεσπιέρος

ΚΕΙΜΕΝΑ

Β Ι Β Λ Ι Ο Γ Ρ Α Φ Ι Α Π Ο Υ Χ Ρ Η Σ Ι Μ Ο Π Ο Ι Η Θ Η Κ Ε

Κ Α Τ Α Τ Η Ν Π Ρ Ο Ε Τ Ο Ι Μ Α Σ Ι Α

Α Υ Τ Ο Υ ΤΟΥ Β Ι Β Λ Ι Ο Υ

Albert Soboul: La Revolution Française,

Editions Sociales, Paris

Michel Vovelle: MARAT: Textes choisis,

Editions Sociales, Paris

Albert Soboul: SAINT-JUST: Discours et rapports,

Editions Sociales, Paris

Jean Poperen: ROBESPIERRE: Textes choisis,

tome I (avril 1791 - Juillet 1792)

tome II (1792-1793)

tome III (1793-1794)

Editions Sociales, Paris

Ε ξ ώ φ υ λ λ ο : Εύα Μ ε λ ά

Τυπογραφική διόρθωση: Ευγενία Αλεξίου

Μαρά - Σεν-Ζιστ - Ροβεσπιέρος

ΚΕΙΜΕΝΑ

Επιλογή - Μετάφραση - Προλογικά

Μάριος Βερέττας

Ε Κ Δ Ο Σ Ε Ι Σ « Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Η Ε Π Ο Χ Η » Α Θ Η Ν Α 1989

ISBN 960-224-151-9

Copyright: Εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή» Ε.Π.Ε. Σόλωνος 130, 106 81 Αθήνα Τηλ. 3620 835, 3640 713

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Φέτος, συμπληρώνονται 200 χρόνια από το ξέσπασμα της Γαλλικής Επανάστασης, και αναμφίβολα τα μέσα μαζικής ενη­μέρωσης θα μας προσφέρουν άφθονες πανηγυρικές εκδηλώσεις. Δεν θα μας λείψουν ούτε οι ακαδημαϊκές ομιλίες, ούτε οι ιστο­ρικές διαλέξεις, ούτε οι γιορτές και οι παρελάσεις. Τι νόημα όμως έχει σήμερα για μας η Γαλλική Επανάσταση;

Για τους προοδευτικούς ανθρώπους του τόπου μας, δεν υπάρ­χει καμία αμφιβολία ότι η Γαλλική Επανάσταση υπήρξε μια αστική επανάσταση, σε διάκριση με τον προλεταριακό χαρακτήρα της Μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης, που εκ­δηλώθηκε κάπου 130 χρόνια αργότερα. Για όσους λοιπόν θέ­λουν να εμβαθύνουν στο πραγματικά νόημα της Γαλλικής Επα­νάστασης, τους παραπέμπω στα σχετικά μαρξιστικά κείμενα, καθώς και στη θαυμάσια Ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης του Αλμπέρ Σομπούλ, αμετάφραστη δυστυχώς ακόμη στα ελληνι­κά. Στα κείμενα αυτά υπάρχουν εξαίρετες σελίδες διαλεκτικής ανάλυσης, που ο χώρος και ο σκοπός αυτού του βιβλίου δεν επιτρέπουν ούτε την αντιγραφή τους ούτε το σχολιασμό τους εδώ.

Ο σκοπός τούτου του βιβλίου είναι μια εκλαϊκευμένη παρου­σίαση της προσωπικότητας και του έργου τριών μεγάλων γάλ­λων επαναστατών: του Μαρά, του Ροβεσπιέρου και του Σεν-Ζιστ.

Μέσα από τα ίδια τους τα κείμενα ανακαλύπτονται δυο πολύ σημαντικά πράγματα. Από τη μια μεριά, τα μέσα που χρησιμο­ποίησε η αστική τάξη προκειμένου να επιβάλει την κυριαρχία της, τα οποία αντιπαλεύουν αυτοί οι επαναστάτες. Μέσα που παραμένουν ουσιαστικά τα ίδια και σήμερα, στα πλαίσια του καπιταλισμού και του ιμπεριαλισμού, παρά την όποια εκσυγ­χρονισμένη τους μορφή. Στην ουσία, όλα τα σπέρματα της συμπεριφοράς του καπιταλισμού, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, τα συναντάμε ήδη στη συμπεριφορά της γαλλικής αστικής τά-

7

ξης του 18ου αιώνα. Δεν της λείπουν ούτε οι κοινοβουλευτικές δολοπλοκίες, ούτε η τρομοκρατία των ροπαλοφόρων «αγανα­κτισμένων» νεαρών πολιτών, ούτε η στρατιωτική δικτατορία, ούτε οι μονοπωλιακές τεχνητές ελλείψεις τροφίμων, ούτε ο πληθωρισμός.

Από την άλλη, τα ίδια κείμενα φέρνουν στο φως όλες τις αδυναμίες — που προέρχονται από τις ίδιες τις τότε αντικειμε­νικές συνθήκες — του λαϊκού κινήματος. Η έλλειψη ταξικής συ­νείδησης, η απουσία ουσιαστικής οργάνωσης, η αδυναμία α­ντίληψης των κοινωνικών προβλημάτων, η ιδεαλιστική προ­σέγγιση των οικονομικών προβλημάτων, όλα αυτά είχαν σαν αποτέλεσμα να χρησιμοποιείται η επαναστατική ορμή των εξαθλιωμένων λαϊκών μαζών προς όφελος της αστικής τάξης. Μετά την εγκατάσταση της τελευταίας στην εξουσία, το λαϊκό επαναστατικό κίνημα αντιμετωπίστηκε με τη βίαιη καταστολή, ώστε να μην τολμήσει να προχωρήσει στην υλοποίηση του δι­κού του οράματος, για μια κοινωνία με πραγματική ισότητα, λευτεριά και δημοκρατία.

Η επιλογή για την παρουσίαση των έργων του Μαρά, του Ροβεσπιέρου και του Σεν-Ζιστ δεν έγινε βέβαια τυχαία. Το κοι­νό χαρακτηριστικό αυτών των τριών γάλλων επαναστατών εί­ναι ότι αντιλήφθηκαν έγκαιρα τις παγίδες της αστικής τάξης ενάντια στο λαϊκό κίνημα, κι έτσι, με τον τρόπο του ο καθένας, πάλεψαν ενάντια στην κυριαρχία των αστών. Έπεσαν βέβαια και οι ίδιοι θύματα των αντιφάσεών τους, και πλήρωσαν με τη ζωή τους γι' αυτό. Ωστόσο η αξία τους παραμένει τεράστια.

Ο τρόπος που έγιναν οι μεταφράσεις των κειμένων των τριών επαναστατών αποβλέπει να εξυπηρετήσει το στόχο της εκλαΐ­κευσης του έργου, των ιδεών και των απόψεών τους. Κατά συνέ­πεια αποφεύχθηκε η ακριβολογική ερμηνεία των ειδικών όρων εκείνης της εποχής, που δεν εξυπηρετούν τον παραπάνω στόχο, και αναζητήθηκε — στο μέτρο του δυνατού — η σύγχρονη α­ντιστοιχία τους. Χωρίς αυτή η διευκρίνιση να σημαίνει κάποια «προδοσία» των αυθεντικών κειμένων, η μεταφραστική δουλειά που περιέχεται σε τούτο το βιβλίο δεν είναι μια δουλειά «νε­κρή», με πολυάριθμες παραπομπές και επεξηγηματικές σημει­ώσεις, που θα ενδιέφερε μόνο φιλόλογους. Η προσοχή επικε­ντρώνεται στα όσα από το «τότε» αφορούν κι ενδιαφέρουν το «σήμερα», και, όπως θα διαπιστώσει ο αναγνώστης, στα κείμε-

8

να των τριών επαναστατών υπάρχει ένα πλήθος από ιδέες και απόψεις που αφορούν το «σήμερα». Οι όποιες γλωσσικές «ανα­ποδιές» στη σύνταξη και στις εκφράσεις έχουν διατηρηθεί έτσι όπως ήταν στα πρωτότυπα, προκειμένου ο αναγνώστης να πά­ρει μια «γεύση» της εποχής. Τα άλλα, όσα ενδιαφέρουν μόνον τους φιλολόγους και τους ιστοριοδίφες, παραλείπονται, κι εκτός από τις υποσημειώσεις των ίδιων των κειμενογράφων, ελάχιστες δικές μου πρόσθεσα, όπου ήταν εντελώς αναγκαίο. Οι «ειδικοί» λοιπόν δεν έχουν παρά να ανατρέξουν στη σχετι­κή βιβλιογραφία που παραθέτω στο τέλος του βιβλίου.

Ο σύγχρονος προοδευτικός αναγνώστης, που προσεγγίζει την ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης από τις τρέχουσες ιστορικές εκδόσεις, θα πρέπει κατά τη γνώμη μου να προσέξει ιδιαίτερα ένα σημείο. Η αστική ιστοριογραφία συνηθίζει να μιλάει, όπως διαπίστωσα, με τα μελανότερα χρώματα για τον τέταρτο χρόνο της Γαλλικής Επανάστασης, και συγκεκριμένα για το διάστημα: Αύγουστος 1793-Ιούλης 1794. Η στάση της αυτή δεν είναι καθόλου αθώα. Οι ιστορικές συγκυρίες και οι κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις το θέλησαν έτσι ώστε, στο ενδε­κάμηνο αυτό διάστημα, η Γαλλία να ζήσει την εμπειρία μιας επαναστατικής διακυβέρνησης. Ενάντια στο «δεσποτισμό των βασιλιάδων», ο δολοφονημένος από τις δυνάμεις της αντίδρα­σης Ζαν Πολ Μαρά, είχε προτείνει το «δεσποτισμό της λευτε­ριάς», πράγμα που προσπάθησε με χίλιους αγώνες να υλοποιή­σει η «Μεγάλη» Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας, κάτω από την καθοδήγηση του «Αδιάφθορου» Ροβεσπιέρου και του φλογερού Σεν-Ζιστ. Κατά την περίοδο αυτή έπεσαν βέβαια αρκετά κεφά­λια αντεπαναστατών, αλλά ο λαός χόρτασε ψωμί, όπως αποδει­κνύουν οι σχετικές αναφορές και μαρτυρίες, οι καταχρήσεις περιορίστηκαν, ο πληθωρισμός σταμάτησε και στα μέτωπα του πολέμου σημειώθηκαν οι πρώτες επιτυχίες. Δυστυχώς, η περίο­δος αυτή έληξε σύντομα, και την πλήρωσαν οικτρά τόσο οι πρωταγωνιστές της όσο και οι εξαθλιωμένες λαϊκές μάζες. Αλ­λά η λάμψη της παραμένει! Γι' αυτόν το λόγο απαιτεί και την προσοχή μας, επειδή η κατασυκοφάντησή της συνεχίζεται και σήμερα.

Προσεγγίζοντας όμως τα κείμενα των τριών γάλλων επανα­στατών, διαπιστώνει κανείς εύκολα ότι κάτω από τη λάσπη που έριξαν και ρίχνουν οι αστικοί κονδυλοφόροι ενάντια στους

9

«αιμοσταγείς» Μαρά, Σεν-Ζιστ και Ροβεσπιέρο, κρύβεται το χρυσάφι της απαρχής της επαναστατικής εξουσίας του λαϊκού κινήματος.

Οφείλω ακόμη μια διευκρίνιση. Κατά το παρελθόν, όλοι οι πολιτικοί όροι που σχετίζονται με τη Γαλλική Επανάσταση έχουν μεταφραστεί με τρόπο που κρίνεται ξεπερασμένος σήμε­ρα. Οι πασίγνωστοι Γιρονδίνοι, για παράδειγμα, ήταν μέλη της μεσοαστικής πολιτικής λέσχης «Ζιρόντ», ενώ οι ακόμη γνωστό­τεροι Ιακωβίνοι ήταν τα μέλη της επίσης πολιτικής αλλά μι­κροαστικής «Εταιρίας των Φίλων του Συντάγματος», που συνε­δρίαζαν στο κτίριο του μοναστηριού των Ιακωβίνων μοναχών («Ζακομπέν» στα γαλλικά), Αν λοιπόν μεταφράζαμε σήμερα, για πρώτη φορά, πολιτικά κείμενα σχετικά με τη Γαλλική Επα­νάσταση, θα διατηρούσαμε την αυθεντική προφορά και θα αποφεύγαμε την καθαρευουσιάνικη ελληνοποίησή τους. Ωστό­σο — παρ' όλο που πολύ θα το ήθελα — δεν τόλμησα να σπά­σω το ταμπού της καθαρευουσιάνικης ορολογίας, τουλάχιστον για τα πιο γνωστά ονόματα και όρους, μόνο και μόνο για να μην μπερδέψω τον αναγνώστη. Έτσι, οι «Ζιρόντ» παρέμειναν Γιρονδίνοι και οι «Ζακομπέν» Ιακωβίνοι, όπως και οι «Μοντα­νιάρ» Ορεινοί. Για ονόματα όμως λιγότερο γνωστά, προτίμησα να διατηρήσω την αυθεντική προφορά: Νταντόν, Νταβίντ, Σο­μέτ, Εμπέρ, κλπ. Υπάρχει ωστόσο ένας όρος που με προβλημά­τισε πολύ, κι έτσι τελικά αποφάσισα να τον αποδώσω με ένα νεολογισμό. Είναι ο όρος «σαν-κιλότ», που στο παρελθόν έχει αποδοθεί «ξεβράκωτος». Η μετάφραση αυτή, κατά τη γνώμη μου, ξεστρατίζει πολύ τη σκέψη του σύγχρονου αναγνώστη. Τον απόδωσα λοιπόν «χωρίς κιλότα» και προσθέτω την εξής διευκρίνιση:

Κατά την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, η λέξη «κιλό­τα» δεν αφορούσε το γνωστό γυναικείο εσώρουχο, αλλά μια κοντή «βράκα» ή «φουφούλα» που τη φορούσαν οι άντρες της αριστοκρατίας και της αστικής τάξης. Ο φτωχός λαός, που δεν είχε χρήματα για τέτοια πολυτελή ενδύματα, έντυνε τη γύμνια του με κακοραμμένα παντελόνια. Κατά συνέπεια, αυτοί που δεν φορούσαν «κιλότα», οι λεγόμενοι «χωρίς κιλότα», ήταν οι με-ροκαματιάρηδες των πόλεων, οι αγρότες, οι μαστόροι. Από την άλλη μεριά, επειδή έχουν μεσολαβήσει πολλές συζητήσεις ως προς την ταύτιση των «χωρίς κιλότα» με τους μεταγενέστερους

10

ιστορικά «προλετάριους», προτίμησα να αποφύγω τον εννοιο­λογικά σκόπελο, και με ένα νεολογισμό να προσεγγίσω τον γαλλικό όρο της εποχής. Ελπίζω, οι «επαΐοντες», να συγχωρέ­σουν την αυθαιρεσία μου.

Τελειώνοντας τον σύντομο αυτόν πρόλογο, οφείλω να ευχα­ριστήσω τη διεύθυνση των εκδόσεων ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ για την εμπιστοσύνη που μου έδειξε και την ενθάρρυνση που μου πρόσφερε — γιατί, στο κάτω-κάτω, η δημιουργία αυτού του βιβλίου ήταν δική της ιδέα! — καθώς και τον υποδιευθυντή της ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ ΕΠΟΧΗΣ Στέλιο Μπεβεράτο και τη συνάδερφο μεταφράστρια Μαρινέλα Παπαχριστοφόρου, για την πολύτιμη συνεργασία τους στην προσέγγιση γαλλικών κειμένων ηλικίας δύο αιώνων!

Αθήνα, Γενάρης 1989 Μάριος Βερέττας

11

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Μια σύντομη αναφορά στην ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης

«Η Γαλλική Επανάσταση αποτελεί το κορύ­φωμα της μεγάλης και μακρόχρονης εξελι­κτικής πορείας — οικονομικής και κοινωνι­κής — που ανάδειξε την αστική τάξη, κυρί­αρχη τάξη του κόσμου»

Αλμπέρ Σομπούλ, Η Γαλλική Επανάσταση

Δεν πρέπει να παρεξηγήσουμε τα λόγια του μεγάλου γάλλου ιστορικού. Όπως και ο ίδιος μας εξηγεί, σ' αυτή τη «μακρό­χρονη εξελικτική πορεία» δεν πήρε μέρος μόνον η αστική τάξη — ο τελικός νικητής — αλλά παράλληλα και ταυτόχρονα οι μεγάλες λαϊκές μάζες τόσο του πληθυσμού των πόλεων όσο και της αγροτιάς. Μάλιστα, ο ρόλος της τελευταίας υπήρξε πολύ πιο σημαντικός από όσο νομίζαμε παλαιότερα.

Κατά τις παραμονές της Γαλλικής Επανάστασης ωστόσο, κανένας δεν αντιλαμβάνεται ευδιάκριτα τις κοινωνικές τάξεις και την πάλη μεταξύ τους με τα σημερινά κριτήρια και τη μαρ­ξιστική ανάλυση των φαινομένων της ιστορίας. Κάτω από τον γενικό όρο Τρίτη Τάξη1, μεγαλοαστοί, μικροαστοί, αγρότες και μεροκαματιάρηδες ενώνουν τις δυνάμεις τους για να γκρε­μίσουν τη φεουδαρχική διάρθρωση και το μεσαιωνικό κοινω-

1. Με τον όρο Τρίτη Τάξη αποδίδουμε το Tiers Εtαt, μεταφράζοντας εδώ το Etat με το Τάξη (ακολουθώντας την ελλην ική βιβλιογραφία σ τ ο θέμα της Γαλλ ικής Επανάστασης) , αντί του Κλειστή Τάξη, που θα ήταν ακρ ιβέστερο , για το λόγο ότι ο όρος Etat αναφέρεται σε κοινω­νικές ομάδες με θεσμοθετημένα νομικά προνόμια, ενώ το τάξη αποδίδει επί λέξει το γαλλικό classe, που έχει τη σημερινή έννοια του όρου τάξη. (Σημ. του Μ.Β.).

13

νικό πρόσωπο της απολυταρχίας. Αλλά οι ταξικές διαφορές με τη σημερινή έννοια υπήρχαν ήδη. Κι έφτασαν οι πρώτες νίκες της Τρίτης Τάξης για να αποκαλυφθεί η αντιφατικότητα των δυνάμεων που την αποτελούσαν. Ουσιαστικά, τα στηρίγματα της απολυταρχίας ήταν πλέον σαθρά. Δεν θα ήταν λοιπόν υπερβολή να πούμε ότι η ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης υπήρξε κατά κύριο λόγο η ιστορία της νικηφόρας προσπάθειας της αστικής τάξης να γκρεμίσει με τη βοήθεια του λαϊκού κινή­ματος την απολυταρχία, για να πάρει στη συνέχεια τη θέση της σε βάρος των λαϊκών δυνάμεων. Κι είναι ακόμη η τραγική ιστορία του λαϊκού κινήματος, που ενώ κατάφερε να ανατρέψει την απολυταρχία και τη φεουδαρχία, δεν μπόρεσε να εμποδίσει τελικά την αστική τάξη να κυριαρχήσει.

Ή δ η , το 1789, μετά την πτώση της Βαστίλλης και την περί­φημη «Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη», από τη Συντακτική Εθνοσυνέλευση, η εξουσία δεν πέρασε στο σύνολο των επαναστατικών δυνάμεων, αλλά στα χέ­ρια των μεγαλοαστών, της «αστικής αριστοκρατίας». Η ισχυρό­τερη οικονομικά μερίδα της αστικής τάξης έσπευσε αμέσως με­τά την πρώτη αναταραχή να αποκτήσει τον απόλυτο έλεγχο της Εθνοσυνέλευσης, των Επαρχιακών Συμβουλίων και της Εθνοφρουράς, ενώ διαμέσου των εκλογικών νόμων παραχώρη­σε πολιτικά δικαιώματα μόνο στους Γάλλους με υψηλά εισοδή­ματα. Αλλά ας δούμε τα πράγματα από την αρχή.

Το καθεστώς που κυριαρχούσε στη Γαλλία πριν ξεσπάσει η Επανάσταση ήταν μια κοινωνία αριστοκρατική, μια κοινωνία ολιγάριθμων προνομιούχων, που είχαν ιδιοκτησία τους το με­γαλύτερο μέρος της γης. Ωστόσο, αρκετές δεκαετίες πριν από την Επανάσταση, το καθεστώς αυτό υπονομευόταν χρόνο με το χρόνο από τη συγκέντρωση του πλούτου και των παραγωγικών μέσων στα χέρια της αστικής τάξης. Η πρόοδος του εμπορίου, προπάντων του εμπορίου των αποικιών, η ανάπτυξη της επιστή­μης, ο διαφωτισμός στα γράμματα και τις τέχνες, υπόσκαπταν τελεσίδικα τα θεμέλια της αριστοκρατίας και του θρόνου. Αναμφίβολα, κατά το μεγαλύτερο μέρος της η Γαλλία στα τέλη του 18ου αιώνα ήταν μια χώρα αγροτική, από την άποψη της παραγωγής. Υπήρχε όμως σημαντικός πλούτος και δύναμη στα χέρια της ανώτερης — εισοδηματικά — αστικής τάξης, που προερχόταν τόσο από το χονδρεμπόριο όσο και τις μονάδες μαζικής παραγωγής. Η δεύτερη, από τα μέσα κιόλας του Ι8ου

14

αιώνα, είχε αρχίσει να κάνει τα πρώτα αλλά γερά της βήματα. Οι τομείς του χάλυβα, του άνθρακα και της υφαντουργίας μπο­ρούσαν ήδη να παρουσιάσουν μεγάλες μονάδες που απασχολού­σαν χιλιάδες εργαζόμενους.

Παράλληλα με την οικονομική ανάπτυξη της αστικής τάξης ήρθε και η ιδεολογική. Στην ανοδική της πορεία, η αστική τά­ξη διαμόρφωσε μιαν ιδεολογία που ανταποκρινόταν στην προέ­λευση, στο ρόλο και στα συμφέροντά της. Μια ιδεολογία που μιλά για μια κοινωνική ευτυχία βασισμένη στην απεριόριστη πρόοδο του ανθρώπινου πνεύματος και της επιστημονικής γνώσης. Περισσότερη γνώση της φύσης, που θα επιτρέψει την κατάκτησή της, περισσότερη πολιτική και οικονομική ελευθε­ρία, που θα επιτρέψει τον εύκολο και γρήγορο πλουτισμό στους κεφαλαιούχους. Και προπάντων προάσπιση και διασφάλιση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας.

Απέναντι στη νέα ιδεολογία της αστικής τάξης, το παλιό κα­θεστώς δεν είχε άλλο να αντιπαραθέσει παρά το συντηρητισμό της ιδέας του απόλυτου μονάρχη, του βασιλιά στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας που εκπροσωπεί το θεό πάνω στη γη.

Βέβαια, από το Μεσαίωνα μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα, τα οργανωμένα συμφέροντα της αριστοκρατίας έρχονταν διαρκώς σε σύγκρουση με τα συμφέροντα του θρόνου, κι αν κατά τη μακρόχρονη βασιλεία του Λουδοβίκου του 14ου η μοναρχία κατάφερε να περιορίσει δραστικά τις εξουσίες της αριστοκρα­τίας και να ενοποιήσει το γαλλικό κράτος, η ενοποίηση αυτή παρέμενε σχετική στα χρόνια του εγγονού του, του Λουδοβίκου του 16ου, που πλήρωσε τελικά με το κεφάλι του τα εγκλήματα των προκατόχων του αλλά και τα δικά του.

Η σχετικότητα της ενοποίησης γίνεται φανερή από πολλές απόψεις. Στον γαλλικό βοριά, για παράδειγμα, ίσχυε το εθιμικό δίκαιο, ενώ στο νότο όλες οι δίκες γίνονταν με βάση το ρωμαϊ­κό. Από τόπο σε τόπο άλλαζαν τα μέτρα και τα σταθμά. Υπήρ­χαν πολυάριθμα τοπικά τελωνεία, που συνέβαλαν κι αυτά, με τη σειρά τους, να κάνουν τους Γάλλους να νιώθουν ξένοι στον τόπο τους. Ένα πλήθος από διοικητικά συστήματα επικάλυ­πταν ως προς τις αρμοδιότητές τους το ένα το άλλο, ενώ διαιω­νίζονταν οι ασάφειες της δικαιοδοσίας τους.

Ταυτόχρονα, στη διάρκεια του 18ου αιώνα, παρατηρείται μια πραγματική δημογραφική έκρηξη, προπάντων στις πόλεις, που ο πληθυσμός τους, κατά τις παραμονές της Επανάστασης,

15

έφτασε να αντιπροσωπεύει το 18% του συνόλου. Άμεσο αποτέ­λεσμα ήταν να αυξηθεί η ζήτηση των αγροτικών προϊόντων, που είχε σαν συνέπεια την κατακόρυφη άνοδο των τιμών. Η στοιχειώδης διαβίωση στις πόλεις καταντούσε πλέον προβλη­ματική για το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, ενώ τα προνό­μια της αριστοκρατίας έδιωχναν όλο και περισσότερους άκλη­ρους χωρικούς από τους αγρούς.

Στην Ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης, ο Αλμπέρ Σομπούλ απαριθμεί τέσσερις λόγους που προκάλεσαν την άνοδο των τι­μών στα προϊόντα της στοιχειώδους επιβίωσης, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα το ξέσπασμα της κοινωνικής κρίσης:

α) Αύξηση της δύναμης του χοντρεμπόριου να παρεμβαίνει στην παραγωγή.

β) Αύξηση της κυκλοφορίας του μεταλλικού νομίσματος (βραζιλιάνικο χρυσάφι, μεξικάνικο ασήμι) καθώς και του υπο­τυπώδους χαρτονομίσματος (πιστωτικές επιστολές), με αποτέ­λεσμα να ενθαρρυνθούν οι πληθωριστικές τάσεις.

γ) Δημογραφική έκρηξη, προπάντων του πληθυσμού των πό­λεων, με αποτέλεσμα την αύξηση των διαθέσιμων εργατικών χεριών.

δ) Πολλαπλασιασμός των δυνατοτήτων για «παιχνίδια» στη χρηματαγορά, που οδηγούσαν σε γρήγορο πλουτισμό διαμέσου της αισχροκέρδειας.

Σύμφωνα με τη μεσαιωνική της καταγωγή, η δομή της γαλ­λικής κοινωνίας τις παραμονές της Επανάστασης παρέμενε — θεωρητικά τουλάχιστον — «τρισυπόστατη». Κάτω από το μο­νάρχη υπήρχε η κλειστή τάξη εκείνων που προσεύχονταν, ακολουθούσε η κλειστή τάξη εκείνων που πολεμούσαν, και τέ­λος ερχόταν η τάξη εκείνων που δούλευαν για να τους θρέφουν όλους. Το σχήμα όμως αυτό είχε εκφυλιστεί από τα μέσα του 18ου αιώνα κι έπειτα, και δεν ανταποκρινόταν ούτε στην οικο­νομική ούτε στην κοινωνική πραγματικότητα.

Ο κλήρος, που συγκέντρωνε κάπου 120.000 άτομα, ήταν η «Πρώτη Τάξη», και η μόνη πραγματικά οργανωμένη κλειστή τάξη με άφθονα πολιτικά, δικαστικά, εκπαιδευτικά και φορο­λογικά προνόμια, που έτρεφαν και διαιώνιζαν την εξουσία του. Στα πλαίσια του κλήρου όμως, υπήρχαν τεράστιες εισοδηματι­κές διαφορές ανάμεσα στους επισκόπους και τους καρδινάλι­ους, από τη μια μεριά, και στους απλούς παπάδες του χωριού,

16

από την άλλη. Συχνά οι δεύτεροι βρίσκονταν στην ίδια οικο­νομική εξαθλίωση με τις μεγάλες αγροτικές μάζες.

Η αριστοκρατία, που συγκέντρωνε γύρω στα 350.000 άτομα, ήταν η «Δεύτερη Τάξη». Αλλά δεν ήταν ομοιογενής και σπα­ραζόταν από τις μόνιμες διαμάχες ανάμεσα στην αυλική και την επαρχιακή αριστοκρατία. Η μοναρχία δεν έπαψε ποτέ να εκμεταλλεύεται το μίσος ανάμεσα στις δυο αυτές παρατάξεις για να στηρίζει τη δική της εξουσία, Ή δ η , κατά τα τέλη του 18ου αιώνα, ένα μέρος της αυλικής αριστοκρατίας είχε επηρε­αστεί από τις ιδέες του Διαφωτισμού και έτεινε να ταυτιστεί με τους μεγαλοαστούς, ενώ η επαρχιακή αριστοκρατία παρέμενε φανατικά προσκολλημένη στα φεουδαρχικά της προνόμια. Ένα αναρίθμητο πλήθος από φόρους και τέλη εξασφάλιζε πάντως τα εισοδήματα της αριστοκρατίας και των δυο κατηγο­ριών, που διατηρούσε για λογαριασμό της το δικαίωμα να κατέ­χει τα ανώτερα αξιώματα στο στρατό και στη διοίκηση.

Τέλος, η λεγόμενη «Τρίτη Τάξη» ήταν οι αστοί, που καθοδή­γησαν και εκμεταλλεύτηκαν την Επανάσταση. Αλλά και η ομά­δα των αστών ήταν χωρισμένη σε κατηγορίες: μεγαλέμποροι, μεγαλοβιοτέχνες, τραπεζικοί, εισοδηματίες, ελεύθεροι επαγ­γελματίες, δημόσιοι υπάλληλοι, διανοούμενοι. Κατηγορίες με συγκρουόμενα συμφέροντα που αντιμάχονταν ακατάπαυστα με­ταξύ τους. Οι πιο μισητοί για το λαό ήταν οι φοροεισπράκτο­ρες, που είχαν αποκτήσει τεράστιες περιουσίες αναλαμβάνο­ντας εργολαβικά να εισπράττουν φόρους και τέλη για λογαρια­σμό του κράτους. Κατάκλεβαν βέβαια τόσο το λαό όσο και το κράτος, έχτιζαν προκλητικά ανάκτορα για τις οικογένειές τους και συχνά εμφανίζονταν σαν προστάτες των γραμμάτων και των τεχνών. Έπειτα έρχονταν οι μεγαλέμποροι, που εμπορεύονταν κατά κύριο λόγο τα προϊόντα των αποικιών και συγκέντρωναν μεγάλες περιουσίες χάρη στο δουλεμπόριο. Υπήρχαν ακόμη οι μεγαλοβιοτέχνες, που από τα μέσα του 18ου αιώνα κι έπειτα εξελίχθηκαν σε πραγματικούς μεγαλοβιομήχανους. Όλες οι κατηγορίες των αστών αποκαλούσαν τον εαυτό τους «έθνος» ή και «λαό». Μισούσαν τους αριστοκράτες και περιφρονούσαν τον πραγματικό λαό.

Σε σύγκριση με τους αστούς, από εισοδηματική άποψη, οι μεγάλες λαϊκές μάζες της πόλης βρίσκονταν απίθανα πιο χα­μηλά, και κυριολεκτικά ζούσαν κάτω από συνθήκες πλήρους εξαθλίωσης. Ο Τιργκό, εκφράζοντας την άποψη της αριστο-

17

κρατίας και των αστών, στα 1766 γράφει ότι: «Ο μισθός του εργάτη δεν πρέπει ποτέ να ξεπεράσει το όριο που του επιτρέπει να επιβιώνει και να αναπαράγεται». Και η καθημερινή πρακτική εφάρμοζε την αρχή του Τιργκό προς το χειρότερο. Ήταν φυ­σικό λοιπόν ότι όλες οι μεγάλες λαϊκές εξεγέρσεις στις πόλεις, που εκδηλώθηκαν κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, ξεκίνη­σαν αρχικά με μοναδικό αίτημα το «ψωμί». Και παραμένει γε­γονός ότι, κατά τις παραμονές της Επανάστασης, η πείνα απο­δεκάτιζε τον πληθυσμό των μεγάλων αστικών κέντρων.

Η μεγάλη μάζα του πραγματικού λαού ήταν η αγροτιά, που αντιπροσώπευε κάπου 23 εκατομμύρια, και ήταν επίσης χωρι­σμένη σε εισοδηματικές και κοινωνικές κατηγορίες. Υπήρχε μια μικρή μειοψηφία αγροτών μεγαλοϊδιοκτητών, που απασχο­λούσαν κάποιον αριθμό εργατών και ασκούσαν μια σχετικά σημαντική πολιτική επιρροή στα χωριά. Ήταν η αγροτική αστική τάξη. Υπήρχε ακόμη η μεγάλη πλειοψηφία των μικροϊ­διοκτητών. Αυτοί κατείχαν ένα μικρό κομμάτι γης, που δύσκο­λα μπορούσε να τους θρέψει, κι ήταν μόνιμα καταχρεωμένοι, ενώ σπάνια μπορούσαν να απασχολήσουν έναν ή δύο εργάτες. Υπήρχε επίσης η σημαντική μερίδα των εργατών γης, που δού­λευαν στα ξένα κτήματα συνήθως κατ' αποκοπή, και τέλος κά­που ένα εκατομμύριο πραγματικοί δουλοπάροικοι, που καλλι­εργούσαν τα κτήματα των αριστοκρατών και πληρώνονταν με ένα μέρος από τα προϊόντα.

Τριών ειδών φορολογίες βάρυναν πάνω στους ώμους της αγροτιάς. Η βασιλική φορολογία, που πληρωνόταν σε είδος (6%), σε χρήμα και σε αγγαρείες. Η εκκλησιαστική φορολογία, που πληρωνόταν πάντα σε είδος (κάπου 10%). Και τέλος η αρι­στοκρατική φορολογία, που εκφραζόταν με προνόμια αποκλει­στικότητας στο ψάρεμα και στο κυνήγι, με διόδια από τα σταυ­ροδρόμια και τα γεφύρια, με καταβολή τελών για συμμετοχή στις λαϊκές αγορές, ή για τη χρήση διαφόρων εγκαταστάσεων (μύλοι, φούρνοι, πατητήρια), και τέλος έκτακτες φορολογίες, σε είδος, χρήμα και αγγαρείες, κατά την επιθυμία του τοπικού φεουδάρχη. Οι ιδιοκτήτες της γης πλήρωναν δικαιώματα για τη χρήση της ακόμη κι όταν τυπικά ήταν δική τους.

Προάγγελος της Επανάστασης του 1789 υπήρξε η λεγόμενη «εξέγερση της αριστοκρατίας». Η βασιλική εξουσία, εξαιτίας της ανικανότητάς της να εκσυγχρονιστεί και να αναδιοργανω-

18

θεί, αντιμετώπιζε μόνιμα τεράστια οικονομικά προβλήματα. Κά­θε φορά όμως που ένας βασιλικός υπουργός προσπαθούσε να εφαρμόσει μιαν οικονομική μεταρρύθμιση προς όφελος του βασιλικού θησαυροφυλακίου, έβρισκε εμπρός του την αντί­δραση της αριστοκρατίας.

Η τελευταία μεγάλη προσπάθεια του είδους επιχειρήθηκε από τον υπουργό Νεκέρ χωρίς να φέρει κανένα αποτέλεσμα. Ο Νεκέρ παραιτήθηκε στα 1781. Στο θρόνο βασίλευε ήδη ο Λου­δοβίκος ο 16ος, σχεδόν αδιάφορος για τα υψηλά του καθήκο­ντα, που περνούσε τις μέρες του φτιάχνοντας κλειδαριές. Δίπλα του, η όμορφη και ανήθικη Μαρία Αντουανέτα προκαλούσε με τα σκάνδαλα και τις σπατάλες της τους πάντες. Όλο ι οι υπουργοί που διαδέχθηκαν τον Νεκέρ ισοσκέλισαν τον βασιλι­κό προϋπολογισμό καταφεύγοντας στο δανεισμό. Χρόνο με το χρόνο αυξάνονταν τα επιδόματα της αυλικής αριστοκρατίας, ενώ η φορολογία ήταν αδύνατο να αποδώσει περισσότερα.

Ένας από τους διαδόχους του Νεκέρ, ο Λαμουανιόν, προσπά­θησε στα 1787 να αφαιρέσει από την αριστοκρατία αρκετά από τα πολιτικά και οικονομικά της προνόμια, με την ελπίδα να γεμίσει το άδειο βασιλικό θησαυροφυλάκιο. Το αποτέλεσμα ήταν, κατά τους πρώτους μήνες του επόμενου χρόνου, να ση­μειωθούν ένοπλες εξεγέρσεις της αριστοκρατίας στην Ντιζόν, την Τουλούζ, την Πο, τη Ρεν και προπάντων στην Γκρενόμπλ. Μάλιστα, λίγες μέρες μετά την εξέγερση της Γκρενόμπλ, στις 21 του Ιούλη 1788, στον γειτονικό πύργο της Βιζίλ έγινε ένα είδος τοπικής εθνοσυνέλευσης. Η Διακήρυξη της Βιζίλ, όπως ονομάστηκε, υπενθύμισε στο θρόνο ότι μόνον η σύγκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων μπορούσε, σύμφωνα με τα πατροπα­ράδοτα γαλλικά έθιμα, να επιφέρει μεταρρυθμίσεις στο πολιτι­κό, διοικητικό και φορολογικό καθεστώς του βασιλείου.

Η «εξέγερση της αριστοκρατίας» που κατέληξε στη Διακή­ρυξη της Βιζίλ, ήταν καρπός της προσωρινής συμμαχίας ανά­μεσα στην επαρχιώτικη αριστοκρατία και τη μεγαλοαστική τά­ξη. Στο μεταξύ ο Λαμουανιόν είχε αντικατασταθεί από τον υπουργό Μπριάν, που δεν μπόρεσε να ελέγξει την κατάσταση, κι έτσι στις 8 του Αυγούστου υποσχέθηκε να συγκαλέσει τις Γενικές Κλειστές Τάξεις εννιά μήνες αργότερα, και συγκεκριμέ­να την 1η του Μάη 1789.

Λίγες μέρες αργότερα, ο Μπριάν παραιτήθηκε και ο Λουδο­βίκος ξαναδιόρισε τον Νεκέρ, που επανέλαβε την υπόσχεση

19

για τη σύγκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων, εφόσον δεν υπήρχε καμία άλλη διέξοδος από την κρίση.

Οι Γενικές Κλειστές Τάξεις ήταν ένας μεσαιωνικός θεσμός που απέβλεπε στην εξισορρόπηση των κοινωνικών δυνάμεων του βασιλείου. Η σύγκλησή τους γινόταν εθιμικά μόνον κάτω από έκτακτες περιστάσεις. Την τελευταία φορά είχαν συγκλη­θεί στα 1614. Κάθε κλειστή τάξη συνεδρίαζε χωριστά και είχε μόνο μία ψήφο. Δηλαδή, μία ψήφος για τον κλήρο, μία ψήφος για την αριστοκρατία και μία ψήφος για την Τρίτη Τάξη. Οι αποφάσεις των Γενικών Κλειστών Τάξεων ήταν, θεωρητικά, δεσμευτικές για το μονάρχη.

Ουσιαστικά, η «εξέγερση της αριστοκρατίας» είχε σαν αποτέ­λεσμα να κλονίσει τα σαθρά θεμέλια της μοναρχίας. Η όλη προσπάθεια του θρόνου να γεμίσει το άδειο θησαυροφυλάκιο — απελπιστικά άδειο μετά τη βοήθεια που πρόσφερε η Γαλλία στον πόλεμο για την Αμερικάνικη Ανεξαρτησία, ενάντια στους Άγγλους — κατέληξε στην αντιπαράθεση του θρόνου και με τις τρεις κλειστές τάξεις. Έτσι , η σύγκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων ήταν μια αναγκαιότητα που την επέβαλε πο­λιτικά η πραγματικότητα της βασιλικής χρεοκοπίας.

Ωστόσο, μόλις το φθινόπωρο του 1788 εκδηλώθηκε η πρόθε­ση της αριστοκρατίας να συγκληθούν οι Γενικές Κλειστές Τά­ξεις κατά τα πρότυπα του 1614, διασπάστηκε αμέσως η πρό­σκαιρη συμμαχία της με τη μεγαλοαστική τάξη. Γενικά η αστική τάξη οργανώθηκε σε «πατριωτικό» κίνημα με στόχο τον αριθμό των εκπροσώπων της. Δηλαδή, οι εκπρόσωποι της Τρίτης Τάξης, όχι μόνο θα έπρεπε να είναι ίσοι με το άθροισμα των εκπροσώπων των άλλων δύο κλειστών τάξεων, αλλά επιπλέ­ον γινόταν λόγος για παροχή δικαιώματος ψήφου σε όλους τους εκπροσώπους. Ο θρόνος ενέκρινε τελικά το αίτημα της Τρίτης Τάξης, με αποτέλεσμα να τονωθεί το κύρος του βασι­λιά.

Έτσι άρχισαν οι προετοιμασίες για τη σύγκληση των Γενι­κών Κλειστών Τάξεων μέσα σε ένα κλίμα ενθουσιασμού. Ορι­σμένοι πρόβλεπαν μάλιστα την παραχώρηση Συντάγματος από μέρους του μονάρχη, κατά το αγγλικό πρότυπο. Την ίδια στιγ­μή, ο φοβερός χειμώνας 1788-1789 αποδεκάτισε τον πληθυσμό. Ο αριθμός των νεκρών από την πείνα ανταγωνιζόταν τον αριθμό των νεκρών από το κρύο. Η έλλειψη τροφίμων ανταγωνιζόταν

20

με την έλλειψη καυσίμων. Ό σ ο ι στέκονταν όπως όπως στα πό­δια τους απόθεταν τις ελπίδες τους στις Γενικές Κλειστές Τάξεις της άνοιξης, κι ομολογούσαν τα βάσανά τους στα περίφημα «Τε­τράδια Αιτημάτων» («Cahiers de Doléances») που άρχισαν να συ­ντάσσονται για τον ίδιο σκοπό. Έχουν διασωθεί πολλά από τα κείμενα αυτά και προσφέρουν μια πλήρη εικόνα της τραγικής κα­τάστασης όπου είχε περιέλθει το «Παλαιό Καθεστώς» λίγους μή­νες πριν από την εκπνοή του.

Τελικά, ο κλήρος εξέλεξε 291 εκπροσώπους, η αριστοκρατία 270 και η Τρίτη Τάξη 578. Από τους τελευταίους κάπου διακό­σιοι ήταν δικηγόροι. Υπήρχαν ακόμη μεγαλοϊδιοκτήτες, επι­στήμονες, μεγαλέμποροι, τραπεζικοί, αλλά ούτε ένας γνήσιος εκπρόσωπος των εργατών και των αγροτών.

Στις 2 του Μάη 1789, οι εκπρόσωποι παρουσιάστηκαν στο βασιλιά. Στην αίθουσα του θρόνου, οι εκπρόσωποι της Πρώτης και Δεύτερης Τάξης, στην κρεβατοκάμαρα του βασιλιά — για να ταπεινωθούν — οι εκπρόσωποι της Τρίτης Τάξης. Στις 5 του Μάη, ο Λουδοβίκος ευαρεστήθηκε να κηρύξει επιτέλους την έ­ναρξη των εργασιών των Γενικών Κλειστών Τάξεων, προειδο­ποιώντας ότι δεν πρόκειται να ανεχθεί εύκολα νεοτερισμούς. Μετά το μονάρχη μίλησε ο υπουργός Νεκέρ, και μέσα σε τρεις ώρες κατάφερε να περιγράψει την οικτρή οικονομική κατάστα­ση του βασιλείου.

Την επόμενη κιόλας άρχισε η διαμάχη για τις ψήφους. Οι εκπρόσωποι της Τρίτης Τάξης θέλαν ψήφο κατά κεφαλήν και κοινές συνεδριάσεις. Οι εκπρόσωποι του κλήρου και της αρι­στοκρατίας επέμεναν στην εθιμική μία ψήφο κατά τάξη και σε χωριστές κατά τάξη συνεδριάσεις. Οι διαφωνίες ενθάρρυναν το θράσος του θρόνου. Οι βασιλικοί σύμβουλοι άρχισαν να ονει­ρεύονται τη διάλυση των Γενικών Κλειστών Τάξεων.

Αλλά η Τρίτη Τάξη επέμεινε σταθερά στις θέσεις της, και τελικά μια μικρή μερίδα κληρικών συμφώνησε μαζί της. Έτσι, στις 17 του Ιούνη, η συνέλευση της Τρίτης Τάξης αυτοανακη­ρύχθηκε «Εθνική Συνέλευση» και υπέβαλε μια σειρά προτάσεις για μια νέα φορολογική νομοθεσία. Οι μισοί εκπρόσωποι του κλήρου συμφώνησαν με τις προτάσεις, ενώ οι αριστοκράτες κατέφυγαν στο θρόνο, ζητώντας από το βασιλιά να πάρει μέτρα για την υπεράσπιση του καθεστώτος.

Στις 19 του Ιούνη, το συμβούλιο του βασιλιά απέρριψε τις

21

προτάσεις της «Εθνικής Συνέλευσης», ενώ την επομένη οι εκ­πρόσωποι βρήκαν τις πόρτες της αίθουσας των συνεδριάσεων κλειστές. Τότε, ο εκπρόσωπος Γκιγιοτέν πρότεινε να καταλά­βουν τη συμπτωματικά ανοιχτή αίθουσα του βασιλικού «Σφαι­ριστηρίου». Οι εκπρόσωποι συμφώνησαν και λίγα λεπτά αργό­τερα έδωσαν τον « Ό ρ κ ο του Σφαιριστηρίου», όπου δεσμεύο­νταν να συνεχίσουν τις συνεδριάσεις και να μη χωριστούν μέχρι να υποχρεωθεί ο Λουδοβίκος να παραχωρήσει Σύνταγμα!

Δύο μέρες αργότερα, στις 22 του Ιούνη, η κατάσταση χειροτέ­ρεψε για το θρόνο. Οι εκπρόσωποι του κλήρου μαζί με δύο αριστοκράτες ήρθαν να συνεδριάσουν από κοινού με την «Εθνική Συνέλευση». Στις 23 του Ιούνη, ο Λουδοβίκος προσπά­θησε να ανατρέψει προς όφελός του την κατάσταση. Παρουσιά­στηκε στις Γενικές Κλειστές Τάξεις και πρόσταξε κάθε τάξη να ξαναρχίσει την εργασία της χωριστά, με αποκλειστικό αντι­κείμενο τις φορολογικές μεταρρυθμίσεις. Και τότε έγινε το αναπάντεχο. Εμπρός στο βασιλιά, οι εκπρόσωποι της Τρίτης Τάξης, όχι μόνον αρνήθηκαν να υπακούσουν στη βασιλική δια­ταγή, αλλά διακήρυξαν ότι το πρόσωπό τους είναι «ιερό» και «απαραβίαστο» στο όνομα του Έθνους. Ο βασιλιάς σκέφτηκε προς στιγμή να τους διαλύσει, χρησιμοποιώντας τη φρουρά του. Οι λίγοι αριστοκράτες που είχαν πάρει θέση με το μέρος της Τρίτης Τάξης, όπως ο Λαφαγιέτ, ετοιμάστηκαν να τραβή­ξουν τα σπαθιά τους. Ο Λουδοβίκος υποχώρησε.

Την επομένη, η συντριπτική πλειοψηφία του κλήρου, αλλά και 47 αριστοκράτες ήρθαν να πάρουν μέρος στην Εθνική Συνέ­λευση, όπως λεγόταν πλέον η συνέλευση της Τρίτης Τάξης. Ο βασιλιάς αναγκάστηκε με έγγραφό του να καλέσει και τους υπό­λοιπους αντιδραστικούς κληρικούς και αριστοκράτες να μιμη­θούν το παράδειγμα των συναδέλφων τους.

Στο εξής, πρακτικά, ο Λουδοβίκος δεν ήταν πλέον απόλυτος μονάρχης σαν τους προγόνους του, αλλά η εξουσία του περνού­σε κάτω από τον έλεγχο των εκπροσώπων του Έθνους. Από εδώ κι εμπρός δεν υπήρχαν πλέον Γενικές Κλειστές Τάξεις με τη μεσαιωνική έννοια του όρου, αλλά μια πραγματική Εθνοσυ­νέλευση. Στις 7 του Ιούλη, η Εθνοσυνέλευση εξέλεξε μια επι­τροπή για την επεξεργασία ενός σχεδίου Συντάγματος. Στις 9 του Ιούλη, η Εθνοσυνέλευση αυτοανακηρύχθηκε: «Εθνική Συ­ντακτική Συνέλευση». Με λίγα λόγια, μέσα σε ένα μήνα, ολο-

22

κληρώθηκε η πρώτη φάση της Επανάστασης χωρίς να χυθεί ούτε μια σταγόνα αίμα.

Ό λ α αυτά έγιναν χάρη στην επιμονή των εκπροσώπων της Τρίτης Τάξης, του κατώτερου κλήρου και μιας μικρής μερίδας της διαφωτισμένης αριστοκρατίας. Αλλά, στην ουσία, η υπο­χώρηση του Λουδοβίκου και της αντιδραστικής μερίδας του κλήρου και της αριστοκρατίας ήταν μόνο φαινομενική. Την επομένη κιόλας της θεαματικής υποχώρησης, ο Λουδοβίκος αποφάσισε να καλέσει 20.000 μισθοφόρους για να διαλύσει την Εθνοσυνέλευση και να εξουδετερώσει τις αντιδράσεις του πα­ρισινού λαού, που παρακολουθούσε με έντονο ενδιαφέρον τις εξελίξεις στις Βερσαλλίες.

Την 1η του Ιούλη, ο Μαρά προειδοποίησε, ξεκινώντας δυνα­μικά την πολιτική και δημοσιογραφική του σταδιοδρομία:

«Συμπολίτες μου!... Δείτε τη συμπεριφορά των υπουργών και αποφασίστε ποια θα πρέπει να είναι η δική σας. Οι υπουργοί σχεδιάζουν να διαλύσουν την Εθνική Συνέλευση και ο μόνος τρόπος να πετύχουν το σκοπό τους είναι ο εμφύλιος πόλε­μος!...»

Πράγματι, μέσα στην πρώτη βδομάδα του Ιούλη, τα βασιλικά στρατεύματα πλησίασαν τις Βερσαλλίες και το Παρίσι. Στις 8 του Ιούλη, η Συνέλευση ζήτησε από το βασιλιά να τα απομα­κρύνει. Ο Λουδοβίκος απάντησε τρεις μέρες αργότερα, λέγο­ντας ότι τα στρατεύματα θα παραμείνουν στις θέσεις τους για να αποφευχθούν οι ταραχές. Και για να μην υπάρξουν αμφιβο­λίες για τις προθέσεις του, έδιωξε τον Νεκέρ, υποστηρικτή των μεταρρυθμίσεων, και διόρισε στη θέση του τον ακραίο συντη­ρητικό και αντιδραστικό βαρόνο ντε Μπρετέιγ.

Στις 12 του Ιούλη, μόλις ο λαός του Παρισιού πληροφορή­θηκε την απόλυση του Νεκέρ, άρχισε να ξεσηκώνεται. Έγιναν οι πρώτες καταλήψεις στα δημόσια καταστήματα, παραβιάστη­καν οπλοπωλεία και μοιράστηκαν όπλα στο λαό. Με πρωτο­βουλία των εκπροσώπων του Παρισιού οργανώθηκε μια Πολι­τοφυλακή. Ώ ρ α με την ώρα φαινόταν ότι η σύγκρουση θα ήταν αναπόφευκτη.

Στις 14 του Ιούλη το πρωί, ο λαός του Παρισιού, στην αγω­νία του να αμυνθεί απέναντι στα βασιλικά στρατεύματα, παρα­βίασε το Κτίριο των Απομάχων, οπλίστηκε με ντουφέκια και στράφηκε προς τη Βαστίλλη, το μισητό οπλοστάσιο όπου στα

23

φοβερά μπουντρούμια του σάπιζαν οι φυλακισμένοι για χρέη και πράξεις ενάντια στο Παλαιό Καθεστώς.

Τη Βαστίλλη τη φρουρούσαν 80 απόμαχοι και 30 Ελβετοί μι­σθοφόροι. Τρία κανόνια στήθηκαν εμπρός στην πύλη της. Η Βαστίλλη παραδόθηκε. Από τα δυο οπλοστάσια μοιράστηκαν συνολικά στο λαό 32.000 ντουφέκια. Η Εθνοσυνέλευση ζήτησε ξανά από το βασιλιά να απομακρύνει τα στρατεύματα. Στις 15 του Ιούλη, η αστική επιτροπή που ανέλαβε τη διοίκηση του Δήμου, στη θέση του βασιλικού δημαρχείου (Hotel de Ville), αυτοανακηρύχθηκε «Κομμούνα του Παρισιού». Δηλαδή «Κοι­νότητα του Παρισιού». Ο Μπαγί εκλέχτηκε δήμαρχος, και ο Λαφαγιέτ ανέλαβε τη διοίκηση της Πολιτοφυλακής που μετο­νομάστηκε «Εθνοφρουρά».

Στις 16, ο Λουδοβίκος αναγκάστηκε να ανακαλέσει τον Νε­κέρ, ενώ την επομένη πήγε στο Παρίσι, όπου εμπρός από το δημαρχείο τον υποδέχθηκε ο Μπαγί, που του φόρεσε την τρί­χρωμη κονκάρδα «σύμβολο της συμμαχίας ανάμεσα στο βασι­λιά και το λαό του». Ο Λουδοβίκος απάντησε ότι «ο λαός μπο­ρούσε πάντα να υπολογίζει στην αγάπη του».

Την ίδια κιόλας μέρα, η αριστοκρατία, βλέποντας το βασιλιά υποταγμένο στη θέληση των αστών εκπροσώπων, άρχισε να ε­γκαταλείπει τη χώρα.

Αυτή ήταν και η πρώτη φάση της Γαλλικής Επανάστασης, που χρειάστηκε περίπου ένα μήνα για να ολοκληρωθεί σε όλη την έκταση της επικράτειας. Η 14 του Ιούλη, η μέρα της κατά­ληψης της μισητής Βαστίλλης, καθιερώθηκε από εδώ κι εμπρός σαν η ημερομηνία-σύμβολο της νίκης των επαναστατικών δυνά­μεων.

Πριν όμως κοπάσει ο λαϊκός ενθουσιασμός, άρχισε η περίο­δος της αβεβαιότητας, που έμεινε στην ιστορία με το χαρακτη­ρισμό ο «Μεγάλος Φόβος». Το Παλαιό Καθεστώς διαλύθηκε πριν καλά-καλά προλάβει η Συντακτική Εθνοσυνέλευση να ε­γκαταστήσει τη δική της εξουσία. Τα σύννεφα της απειλής συσσωρεύονταν από παντού. Οι φυγάδες αριστοκράτες συνω­μοτούσαν για να προσκαλέσουν ξένα στρατεύματα να εισβά­λουν στη χώρα. Το βασιλικό περιβάλλον έπαιρνε μέρος κρυφά στις συνωμοσίες. Οι επιτήδειοι μαυραγορίτες άρχισαν να κρύ­βουν τα τρόφιμα. Ένοπλες ληστρικές ομάδες άρχισαν να τρο-

24

μοκρατούν την επαρχία. Και το θέμα της αγροτικής μεταρρύθ­μισης παράμενε ανοιχτό.

Οι αγρότες δεν περίμεναν τον ξεσηκωμό του παρισινού λαού στις 14 του Ιούλη για να καταλύσουν τη φεουδαρχία. Μέσα στον Ιούνη, τέσσερις αγροτικές εξεγέρσεις εκδηλώθηκαν ταυτό­χρονα, με στόχο τους την κατάργηση των αριστοκρατικών προνομίων. Οι αγρότες πήραν στα χέρια τους όπλα, σχημάτι­σαν πολιτοφυλακές, και άρχισαν να ελέγχουν την τοπική αυτο­διοίκηση. Σε πολλές περιοχές κατέλαβαν τις αριστοκρατικές ιδιοκτησίες — τα χωράφια και τα δάση — και τις μοίρασαν μεταξύ τους, ενώ αρνήθηκαν στο εξής να υποβάλλονται σε αγ­γαρείες και να πληρώνουν προνομιακά τέλη και φόρους στην αριστοκρατία και τον κλήρο.

Το αίτημα για την αγροτική μεταρρύθμιση έφερε σε αντιπα­ράθεση τους αγρότες με τους μεγαλοαστούς. Οι τελευταίοι, από τη στιγμή που κατάφεραν να διασφαλίσουν τα δικά τους συμφέ­ροντα, έπαψαν να ενδιαφέρονται για την Επανάσταση και εκ­φυλίστηκαν σε μια συντηρητική δύναμη που αρνιόταν πεισμα­τικά τη συνέχιση της επαναστατικής πορείας.

Από τη μεριά τους, ο λαός και τα δημοκρατικά τμήματα της αστικής τάξης είδαν την πρώτη φάση της Επανάστασης σαν το πρώτο βήμα μιας εξελικτικής πορείας που όφειλε να συνεχι­στεί.

Η συμβιβαστική λύση ανάμεσα στις προοδευτικές και συ­ντηρητικές δυνάμεις δόθηκε ανάμεσα στις 4 και 11 του Αυγού­στου 1789, όταν η Συντακτική Εθνοσυνέλευση ψήφισε την κα­τάργηση της δουλοπαροικίας. Ήταν μια μεταρρύθμιση «στα χαρτιά», όπως θα λέγαμε σήμερα, γιατί στην πράξη η δουλο­παροικία είχε ήδη καταργηθεί εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις. Οι αγρότες δεν ζητούσαν απλά την κοινωνική τους απελευθέ­ρωση. Απαιτούσαν τα μερίδιά τους από τη γη του κλήρου και της αριστοκρατίας, για να μπορέσουν να επιβιώσουν. Η συμβι­βαστική λύση του Αυγούστου του 1789 δεν έφερε την πολυπό­θητη αγροτική μεταρρύθμιση. Με τα ψηφίσματα του Αυγού­στου απελευθερώθηκαν οι αγρότες αλλά όχι και η γη τους. Τα πνεύματα πάντως ηρέμησαν προσωρινά στην επαρχία, μέχρι που ξέσπασαν νέες ταραχές την επόμενη χρονιά.

Στην πρωτεύουσα, η Συντακτική Εθνοσυνέλευση πήρε μια σειρά ριζικές αποφάσεις. Καταργήθηκαν οι διακρίσεις και τα προνόμια, και στο εξής οι Γάλλοι είχαν τα ίδια δικαιώματα και

25

τα ίδια καθήκοντα. Στις 25 του Αυγούστου ψηφίστηκε η «Δια­κήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη», που ισοδυναμούσε με τη ληξιαρχική πράξη θανάτου του Παλαιού Καθεστώτος.

Όμως, όλος ο Σεπτέμβρης καταναλώθηκε ανάμεσα στις αρ­νήσεις του βασιλιά να επικυρώσει τα ψηφίσματα του Αυγού­στου και στις επίμονες προσπάθειες της Συντακτικής να υποτά­ξει τον Λουδοβίκο στη θέλησή της. Κάτι έπρεπε να γίνει.

Τη λύση στο πρόβλημα της αστικής Συντακτικής Εθνοσυνέ­λευσης την έδωσε για άλλη μια φορά ο λαός του Παρισιού. Πιστεύοντας είτε στη φήμη που έλεγε ότι ο «καλός» βασιλιάς επηρεαζόταν από το αντιδραστικό περιβάλλον της αυλής, είτε στο επιχείρημα ότι ο μονάρχης θα επικύρωνε τις μεταρρυθμί­σεις μόνον αν έβγαινε από τις Βερσαλλίες, στις 5 του Οκτώβρη 1789 μεγάλες μάζες του λαού, γυναίκες που ζητούσαν ψωμί και άντρες που κρατούσαν τα όπλα από την εξέγερση της 14 του Ιούλη, βάδισαν προς τις Βερσαλλίες, πολιόρκησαν τα ανάκτο­ρα και υποχρέωσαν τον Λουδοβίκο να έρθει και να εγκαταστα­θεί μαζί με την Εθνοσυνέλευση στο Παρίσι.

Ο Μαρά συμμερίστηκε τον ενθουσιασμό της νέας λαϊκής νί­κης, αλλά συνάμα θύμισε στους «συμπολίτες» του ότι ο αγώνας έπρεπε να συνεχιστεί μέχρι να καθιερωθούν οι λαϊκές ελευθερίες με Σύνταγμα.

Ο Λουδοβίκος εγκατεστημένος πλέον στα ανάκτορα του Κε­ραμεικού στο Παρίσι, αναγκάστηκε να επικυρώσει τα ψηφί­σματα του Αυγούστου. Από εδώ κι εμπρός, εκφραστής της και­νούργιας κατάστασης έγινε ο στρατηγός Λαφαγιέτ. Η Συντα­κτική Εθνοσυνέλευση άρχισε να λειτουργεί πλέον δραστήρια, εγκατεστημένη επίσης στα ανάκτορα του Κεραμεικού, στην αί­θουσα Μανέζ.

Ή δ η η Συντακτική λειτουργούσε περίπου σαν μια σύγχρονη βουλή, με διάφορες τάσεις που θύμιζαν πραγματικά κόμματα. Στα δεξιά κάθονταν οι μαύροι, δηλαδή οι μαυροντυμένοι αρι­στοκράτες που υποστήριζαν επίμονα το Παλαιό Καθεστώς. Δί­πλα τους, οι μοναρχικοί, ένα αμάλγαμα από διαφωτισμένους αριστοκράτες και συντηρητικούς μεγαλοαστούς που θέλαν συνταγματική βασιλεία. Στο κέντρο οι συνταγματικοί η μεγάλη πλειοψηφία, που ακολουθούσαν τον Λαφαγιέτ, θέλαν βασιλευ­όμενη δημοκρατία και εκφράζανε κατά κύριο λόγο τα συμφέ-

26

ροντα της αστικής τάξης. Στα αριστερά κάθονταν μερικοί που οι απόψεις τους, αν και πιο ακραίες, δεν διάφεραν ριζικά από εκείνες του Λαφαγιέτ, ενώ η άκρα αριστερά (Ροβεσπιέρος) υπε­ράσπιζε τα αιτήματα του λαού και ζητούσε την εφαρμογή της καθολικής ψηφοφορίας.

Για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, που φυσικά χειροτέρεψε εξαιτίας της γενικής αναστάτωσης, η Συντακτική Εθνοσυνέλευση ίδρυσε στις 19 του Δεκέμβρη 1789 το Ταμείο Έκτακτης Ανάγκης. Πόροι του ταμείου θεωρήθηκαν τα έσοδα από τη ρευστοποίηση ενός μεγάλου μέρους της εκκλησιαστι­κής και βασιλικής περιουσίας, και έναντι αυτής της ρευστο­ποίησης κυκλοφόρησαν ομόλογα, τα λεγόμενα ασινιάτα, με επι­τόκιο 5%, που γρήγορα εξελίχθηκαν σε πραγματικά χαρτονο­μίσματα.

Αρχικά, η Συντακτική δεν τόλμησε να διανοηθεί το διαχω­ρισμό της Εκκλησίας από το Κράτος. Απλούστατα απόσπασε από το θρόνο το δικαίωμα της ρύθμισης των εκκλησιαστικών θεμάτων, και σαν πρώτο σημαντικό μέτρο, μετά την εθνικοποίη­ση της εκκλησιαστικής περιουσίας, προχώρησε στη διάλυση των μοναστικών ταγμάτων στις 13 του Φλεβάρη 1790. Έ ν α μή­να αργότερα, η Συντακτική αρνήθηκε να αναγνωρίσει τον Κα­θολικισμό σαν επίσημη θρησκεία του κράτους, για να μην ενο­χληθούν οι Προτεστάντες και οι άλλοι αλλόθρησκοι πατριώ­τες, γεγονός που το εκμεταλλεύτηκε η αριστοκρατική αντίδρα­ση και προσπάθησε να ετοιμάσει ένα κίνημα αντεπανάστασης βασισμένο στις μεγάλες καθολικές μάζες του Νότου. Έτσι πε­ρίπου κύλησε ο πρώτος χρόνος της Επανάστασης.

Η πρώτη επαναστατική επέτειος, στις 14 του Ιούλη 1790, γιορ­τάστηκε με μεγαλοπρέπεια. Στο Πεδίο του Άρεως, εμπρός σε 300.000 θεατές, ο στρατηγός Λαφαγιέτ έδωσε τον όρκο της ενό­τητας όλων των Γάλλων μεταξύ τους και με το βασιλιά τους, για την υπεράσπιση της πατρίδας, του Συντάγματος και του νό­μου, ενώ ο Λουδοβίκος με τη σειρά του ορκίστηκε πίστη στο έθνος και στο νόμο. Η γιορτή αυτή αποτέλεσε τον προσωπικό θρίαμβο του στρατηγού Λαφαγιέτ, εκφραστή του αστικού συμ­βιβασμού με το θρόνο και τη διαφωτισμένη μερίδα της αριστο­κρατίας και του κλήρου.

Ο Λαφαγιέτ διατήρησε για τον εαυτό του την ηγεσία της εθνοφυλακής όπου — σύμφωνα με την ορολογία της εποχής —

27

γίνονταν δεκτοί μόνον «ενεργητικοί» πολίτες και αποκλείονταν οι «παθητικοί», δηλαδή όσοι δεν είχαν σταθερό εισόδημα. Πα­ράλληλα, εκτός από την αστική εθνοφυλακή υπήρχε ο βασιλι­κός στρατός, που όλα τα ανώτερα στελέχη του ήταν αντιδρα­στικοί αριστοκράτες διορισμένοι από το Παλαιό Καθεστώς, γιατί, παρά τις σχετικές παραινέσεις του Μαρά και του Ροβε­σπιέρου, η Συντακτική Εθνοσυνέλευση δεν τόλμησε να προχω­ρήσει στις πολυπόθητες εκκαθαρίσεις.

Η καλή σοδειά του 1790 είχε σαν αποτέλεσμα να χορτάσει ο λαός το ψωμί, αλλά προς το τέλος του χρόνου, εξαιτίας της πολιτικής και οικονομικής αστάθειας, άρχισε η ραγδαία υποτί­μηση του ασινιάτου, που συρρίκνωσε απελπιστικά το εργατικό και αγροτικό εισόδημα. Η Συντακτική, προκειμένου να συ­γκεντρώσει πόρους για το Ταμείο Έκτακτης Ανάγκης, μετά την κυκλοφορία του ασινιάτου-ομόλογου που είχε μεγάλη ονο­μαστική αξία, έθεσε σε κυκλοφορία και το ασινιάτο-χαρτονό­μισμα σε μικρή ονομαστική αξία και χωρίς επιτόκιο, ενθαρρύ­νοντας έμμεσα την κερδοσκοπία. Το αποτέλεσμα ήταν να ακρι­βύνει ανυπόφορα η ζωή για τους εργαζόμενους, ενώ πονηροί κομπιναδόροι σχημάτιζαν από τη μια μέρα στην άλλη τεράστιες περιουσίες, προπάντων από τις κρατικές προμήθειες.

Αναμφίβολα, μέσα σε ένα χρόνο, η Συντακτική Εθνοσυνέ­λευση μεταμόρφωσε τη Γαλλία από κάθε άποψη. Αλλά συνάμα δεν μπόρεσε να υπερβεί τις αντιφάσεις που επέβαλλε η υπερά­σπιση των συμφερόντων της αστικής τάξης. Σύμφωνα με την καινούργια κατάσταση, η έννοια του «έθνους» περιοριζόταν στα στενά όρια της πλούσιας αστικής τάξης, που βέβαια ήταν ανί­κανη να προχωρήσει παραπέρα την Επανάσταση, τόσο μάλλον να αντιμετωπίσει τις απειλές της αντεπανάστασης.

Γιατί η αριστοκρατική αντίδραση δεν κάθισε με σταυρωμένα τα χέρια, και σε όλη τη διάρκεια του 1790 πολλαπλασίασε, εκ­μεταλλευόμενη τις αδυναμίες της Συντακτικής, τα συνωμοτικά επεισόδια, που το σημαντικότερο από αυτά ήταν η άρνηση του Πάπα να αναγνωρίσει την καινούργια κατάσταση στα πράγμα­τα της Εκκλησίας της Γαλλίας. Έτσι ο κλήρος χωρίστηκε στη φιλοπαπική και τη φιλοσυνταγματική μερίδα. Η φιλοπαπική μερίδα ευλόγησε τις ενέργειες της αντεπανάστασης, παρασύ­ροντας τμήματα του συντηρητικού καθολικού πληθυσμού.

Στο ίδιο διάστημα, η αυλή δεν έπαψε ούτε στιγμή να συνω­μοτεί με τους ξένους μονάρχες και να τους προσκαλεί να εισβά-

28

λουν στη γαλλική επικράτεια για να επαναφέρουν το Παλαιό Καθεστώς. Ένας σουηδός κόμης και φίλος της βασίλισσας, ο Ά λ ε ξ ντε Φέρσεν, προετοίμασε την κρυφή αναχώρηση της βασιλικής οικογένειας στο εξωτερικό, προκειμένου να τεθεί ο Λουδοβίκος επικεφαλής των αντιδραστικών αντεπαναστατικών στρατευμάτων. Ο Μαρά αποκάλυψε το σχέδιο, αλλά η Συντα­κτική δεν έδωσε σημασία. Στις 20 του Ιούνη 1791, το σχέδιο του Φέρσεν μπήκε σε εφαρμογή, αλλά δύο μέρες αργότερα, κοντά στα σύνορα, οι αγρότες αναγνώρισαν τον Λουδοβίκο και υποχρέωσαν τη βασιλική άμαξα να επιστρέψει στο Παρίσι.

Η φυγή του βασιλιά προκάλεσε νέο λαϊκό ξεσηκωμό. Η Εταιρία των Φίλων των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, γνωστό­τερη σαν Λέσχη των Κορντελιέ, όπου πρωτοστατούσαν ο Μα­ρά και ο Νταντόν, ζήτησε αμέσως την κατάργηση της μοναρ­χίας. Η Συντακτική προτίμησε να κουκουλώσει την υπόθεση διαδίδοντας το μύθο περί «απαγωγής» του βασιλιά από το περι­βάλλον του. Η Λέσχη των Κορντελιέ διαμαρτυρήθηκε, και στις 17 του Ιούλη κάλεσε το λαό σε μια μεγάλη διαδήλωση στο Πε­δίο του Άρεως. Η αντίδραση της Συντακτικής ήταν να κηρύ­ξει αμέσως στρατιωτικό νόμο. Η αστική εθνοφρουρά έστρεψε τα όπλα ενάντια στο άοπλο πλήθος και σκότωσε 50 διαδηλω­τές. Ο λαός του Παρισιού πλήρωσε με το αίμα του τη βασιλική συνωμοσία με τη συναίνεση των αστών εκπροσώπων της Συντα­κτικής.

Ακολούθησαν άγρια μέτρα καταστολής. Η αστική τάξη έδει­ξε τα νύχια της στο λαό με αναρίθμητες συλλήψεις, επιβολή απαγόρευσης κυκλοφορίας και κλείσιμο της Λέσχης των Κορ­ντελιέ. Αναθεώρησε μάλιστα το σχέδιο του Συντάγματος υιοθε­τώντας αντιδραστικότερες διατάξεις, και υποχρέωσε τον Λου­δοβίκο να ορκιστεί πίστη στις 14 του Σεπτέμβρη 1791.

Η δολοφονική όμως στάση της αστικής Συντακτικής δεν μπό­ρεσε να αποτρέψει την κλιμάκωση των γεγονότων. Στις 27 του Αυγούστου, ο αυτοκράτορας Λεοπόλδος της Αυστρίας και ο βασιλιάς Φρειδερίκος-Γουλιέλμος της Πρωσίας υπόγραψαν τη Διακήρυξη του Πίλνιτς εκτοξεύοντας άμεσες απειλές ενάντια στην Επανάσταση, στο όνομα του γάλλου μονάρχη. Αν οι ξέ­νες δυνάμεις δεν είχαν επέμβει μέχρι στιγμής, αυτό η Επανά­σταση το όφειλε αποκλειστικά και μόνο στους μεταξύ τους α­νταγωνισμούς και όχι στην εξωτερική πολιτική της Συντακτι-

29

κής. Μετά τη Διακήρυξη του Πίλνιτς όμως, ήταν φανερό ότι ο πόλεμος γινόταν αναπόφευκτος.

Η Συντακτική Εθνοσυνέλευση, μετά τον βασιλικό όρκο στο καινούργιο Σύνταγμα, το Σεπτέμβρη του 1791, έκρινε ότι το έρ­γο της είχε ολοκληρωθεί και η Επανάσταση είχε τελειώσει. Έτσι, για να διευκολύνει την έναρξη της λειτουργίας του νέου αστικού συνταγματικού καθεστώτος, η Συντακτικού Εθνοσυνέ­λευση διαλύθηκε και παραχώρησε τη θέση της στη Νομοθετική.

Ό λ ο το φθινόπωρο δεν σταμάτησαν ούτε οι συνωμοσίες του Λουδοβίκου, ούτε οι προετοιμασίες των ξένων για εισβολή. Το χειμώνα 1791-1792, οι αστοί κηρύχθηκαν φανερά υπέρ του πολέ­μου. Η αστική τάξη είχε συνειδητοποιήσει ότι ο πόλεμος τη συνέφερε. Από τη μια μεριά θα απέφερε στους κεφαλαιούχους κέρδη, και από την άλλη θα εκτόνωνε στα πεδία των μαχών τη μαχητικότητα των λαϊκών μαζών που γίνονταν μέρα με τη μέρα όλο και πιο απαιτητικές. Με τo πρόσχημα του πολέμου μπορού­σαν να αναβάλλονται διαρκώς οι λαϊκές διεκδικήσεις. Έτσι, στις συνεδριάσεις της Νομοθετικής επικρατούσε ένα «πατριω­τικό» φιλοπόλεμο πνεύμα. Εκτός Νομοθετικής, ο Ροβεσπιέρος, ο Μαρά αλλά και πολλοί άλλοι πατριώτες προσπαθούσαν να αποτρέψουν τον πόλεμο, γνωρίζοντας ότι πρόκειται για μια βασιλική συνωμοσία που απέβλεπε στη συντριβή της Επανά­στασης. Τα κείμενά τους πάνω σ' αυτό το θέμα είναι σαφή και διαφωτιστικά. Δυστυχώς τα αντιπολεμικά κηρύγματα μέσα και έξω από τη Νομοθετική δεν κατάφεραν άλλο από το να καθυ­στερήσουν για λίγους μήνες την κήρυξη του πολέμου. Στις 10 του Απρίλη 1792, ο ίδιος ο Λουδοβίκος παρουσιάστηκε στη Νομοθετική και πρότεινε να κηρυχθεί ο πόλεμος ενάντια σε ένα μέρος μόνον της Αυστριακής Αυτοκρατορίας. Η βασιλική εισήγηση έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Ο πόλεμος, που κηρύ­χθηκε επίσημα στις 20 του Απρίλη, βόλευε τους πάντες. Το θρόνο, την αστική τάξη, τους αντιδραστικούς αριστοκράτες, τους ξένους. Μόνο δέκα εκπρόσωποι της Νομοθετικής καταψή­φισαν τη βασιλική εισήγηση.

Μόλις άρχισε ο πόλεμος αποκαλύφθηκε αμέσως η αριστο­κρατική συνωμοσία, γιατί οι αριστοκράτες γάλλοι στρατηγοί, από τις πρώτες κιόλας ντουφεκιές, πρόσταξαν τα τμήματά τους να υποχωρήσουν. Αντίθετα όμως με τις προβλέψεις του αρι­στοκρατικού προδοτικού σχεδίου, οι προοδευτικοί φαντάροι

30

ξεσηκώθηκαν, και ειδικά στο μέτωπο του Βελγίου έσφαξαν το στρατηγό Ντιγιόν. Τρομοκρατημένοι από το επεισόδιο, όλοι οι άλλοι στρατηγοί πρότειναν αμέσως στον Λουδοβίκο να συνθη­κολογήσει για να σταματήσει ο πόλεμος. Την ίδια στιγμή, ο Ροβεσπιέρος διακήρυξε ότι δεν είχε καμία απολύτως εμπιστοσύ­νη στους στρατηγούς, παρά μόνο «στο λαό και μόνο στο λαό».

Ο στρατηγός Λαφαγιέτ, βλέποντας την κατάσταση να ξεφεύ­γει από τα χέρια του, δήλωσε ότι ήταν έτοιμος να αποσύρει τα στρατεύματά του από την άμυνα της Αλσατίας και να τα στρέ­ψει ενάντια στο Παρίσι. Στις 26 του Απρίλη, στην πρωτεύουσα της Αλσατίας, το Στρασβούργο, πρωτοτραγουδήθηκε ο «Ύμνος για τη Στρατιά του Ρήνου», σύνθεση του Ρουζέ ντε Λεσλ.

Η εθνική κρίση που προκάλεσε η προδοτική στάση της στρατιωτικής ηγεσίας έδωσε νέα ώθηση στο λαϊκό κίνημα. Οι «παθητικοί» πολίτες — δηλαδή η φτωχολογιά, σύμφωνα με την ορολογία του αστικού συνταγματικού καθεστώτος —οπλί­στηκαν με αυτοσχέδιες λόγχες, φόρεσαν μάλλινους κόκκινους σκούφους και οργανώθηκαν σε πολυάριθμες λέσχες και εταιρίες αδελφότητας σε ολόκληρη την επικράτεια.

Και η κρίση επιδεινώθηκε όταν, στις 23 του Μάη 1792, απο­καλύφθηκαν στη Νομοθετική τα συνωμοτικά σχέδια της Μαρίας Αντουανέτας και της αυστριακής επιτροπής, που προετοίμαζαν τη νίκη των εχθρών και της αντεπανάστασης. Κλειδί του συ­νωμοτικού σχεδίου, η δράση των φιλοπαπικών κληρικών. Έτσι , τέσσερις μέρες αργότερα ψηφίστηκε ένας νόμος που κα­ταδίκαζε σε εξορία κάθε φιλοπαπικό κληρικό που τον κατάγ­γελλαν για αντεπαναστατική δράση 20 πολίτες. Στις 29, νέος νόμος επέβαλε τη διάλυση της βασιλικής φρουράς — που την αποτελούσαν κατά κύριο λόγο Ελβετοί μισθοφόροι — και την ανάθεση της άμυνας του Παρισιού σε ένα σώμα από 20.000 εθνοφύλακες, με αποστολή να υπερασπίσουν τη γαλλική πρω­τεύουσα όχι μόνον από τα ξένα στρατεύματα αλλά κι από τους συνωμότες στρατηγούς. Αλλά ο Λουδοβίκος αρνήθηκε να επι­κυρώσει με την υπογραφή του και τα δυο ψηφίσματα.

Ο μονάρχης δεν είχε κανένα λόγο να δεσμευτεί ούτε να εκτε­θεί άλλο στα μάτια των εκτός των συνόρων φίλων του, εφόσον σε όλη τη διάρκεια του Ιούνη του 1792 η προέλαση των ξένων στρατευμάτων μέσα στο γαλλικό έδαφος συνεχίστηκε χωρίς να συναντά σοβαρές εστίες αντίστασης. Τελικά, στις 11 του Ιού-

31

λη, η Νομοθετική αναγκάστηκε να κηρύξει τη Γαλλία σε «κα­τάσταση κινδύνου».

Τα πράγματα είχαν φτάσει στο απροχώρητο. Οι αστοί δεν μπορούσαν πλέον να αρνηθούν τη συνωμοσία του θρόνου, των αντιδραστικών στρατηγών, των αυτοεξόριστων αριστοκρατών και των ξένων στρατευμάτων. Ο λαός σε όλη τη χώρα άρχισε να ξεσηκώνεται. Στις επαρχίες δημιουργήθηκαν περιφερειακές ομοσπονδίες των τοπικών κοινοτήτων. Στη συνέχεια, εκλέχτη­καν εκπρόσωποι των ομοσπονδιών των πατριωτών που ξεκίνη­σαν αμέσως για την πρωτεύουσα. Στα τέλη του Ιούλη και ενώ τα ξένα στρατεύματα προέλαυναν και η Μαρία Αντουανέτα έστελνε επιστολές στους ξένους μονάρχες για να απειλήσουν τους επαναστάτες, οι εκπρόσωποι των επαρχιακών ομοσπονδιών άρχισαν να φτάνουν στο Παρίσι. Στις 30 του Ιούλη, μπήκαν στην πρωτεύουσα οι εκπρόσωποι της Μασσαλίας τραγουδώντας τον «Ύμνο της Στρατιάς του Ρήνου», που από εκείνη τη μέρα κι έπειτα μετονομάστηκε «Μασσαλιώτιδα» και έγινε ο εθνικός ύμνος της Γαλλίας.

Οι ξένοι μονάρχες ανταποκρίθηκαν στο αίτημα της βασίλισ­σας, και τις πρώτες μέρες του Αυγούστου υπόγραψαν τη Διακή­ρυξη του Μπρούνσβικ, που προειδοποιούσε τον γαλλικό λαό ότι οποιοσδήποτε τολμούσε να προβάλει αντίσταση στα στρα­τεύματά τους θα τουφεκιζόταν αμέσως. Η Διακήρυξη του Μπρούνσβικ είχε σαν αποτέλεσμα να ξεσηκωθεί σύσσωμος ο γαλλικός λαός. Με διάβημά τους προς τη Νομοθετική, οι πα­τριώτες της ομοσπονδίας του Παρισιού έστειλαν τελεσίγραφο, απαιτώντας να κηρυχθεί έκπτωτος ο Λουδοβίκος το αργότερο μέχρι τις 9 του Αυγούστου. Αλλά οι αστοί της Νομοθετικής άφησαν να περάσει όλη η μέρα χωρίς να πάρουν καμιάν από­φαση.

Το ίδιο βράδυ, στο εργατικό προάστιο του Σεντ-Αντουάν άρ­χισαν να χτυπούν οι καμπάνες. Οι επίτροποι της συνοικίας κά­λεσαν όλους τους πατριώτες να εκλέξουν μιαν επαναστατική κομμούνα, με αποστολή να αντικαταστήσει αμέσως τη νόμιμη διοίκηση του δήμου του Παρισιού.

Καθώς ξημέρωνε η 10η Αυγούστου 1792, οι πατριώτες από τις λαϊκές συνοικίες, μαζί με τους εκπροσώπους των πατριωτι­κών ομοσπονδιών της επαρχίας, βάδισαν ενάντια στα ανάκτορα του Κεραμεικού. Επικεφαλής της πορείας μπήκαν οι εκπρόσω­ποι της Μασσαλίας τραγουδώντας τη «Μασσαλιώτιδα».

32

Τον Κεραμεικό τον φύλαγε η μισθοφορική βασιλική φρουρά, που δεν είχε ακόμη διαλυθεί. Οι Ελβετοί μισθοφόροι, στις 8 το πρωί, άρχισαν να πυροβολούν ενάντια στους διαδηλωτές. Αλλά οι μάζες του ξεσηκωμένου λαού συνέρεαν ασταμάτητα, κι όταν πια, στις 10 το πρωί, μια πραγματική αγανακτισμένη λαο­θάλασσα πολιορκούσε τα ανάκτορα, ο Λουδοβίκος πρόσταξε τη φρουρά του να σταματήσει τους πυροβολισμούς και ζήτησε την προστασία της Νομοθετικής που συνεδρίαζε στην αίθουσα Μανέζ.

Κάτω από την πίεση του λαϊκού ξεσηκωμού, η Νομοθετική απάλλαξε τον Λουδοβίκο από τα καθήκοντά του — χωρίς να τολμήσει να τον καθαιρέσει — και ενέκρινε τη σύσταση μιας Συμβατικής Συνέλευσης, που έπειτα από πρόταση του Ροβεσπιέ­ρου θα εκλεγόταν με καθολική ψηφοφορία. Από την ίδια μέρα γίνονταν δεκτοί στην Εθνοφρουρά όλοι οι πολίτες, ανεξάρτητα από το εισόδημά τους. Για πρώτη φορά οι «χωρίς κιλότα» έμπαιναν δυναμικά στο πολιτικό παιχνίδι. Πράγματα απαράδε­κτα για έναν «δημοκρατικό» αριστοκράτη σαν το στρατηγό Λαφαγιέτ, που εννιά μέρες αργότερα παράτησε τη στρατιά του Ρήνου στην Αλσατία και πέρασε από τη μεριά των Αυστριακών.

Η εξέγερση της 10ης Αυγούστου 1792 σήμανε την έναρξη μιας νέας φάσης που προώθησε ακόμη περισσότερο την υπόθε­ση της Επανάστασης. Ήταν μια εξέγερση γενική που απολάμ­βανε τη συναίνεση της πλειοψηφίας εφόσον πήραν μέρος σ' αυτήν εκπρόσωποι πατριώτες του λαού από ολόκληρη τη Γαλ­λία. Ήταν η αναγκαία εξέγερση για τη συντριβή της συμβιβα­στικής αστικής πολιτικής που εξέφραζαν ο Μιραμπό και ο Λα­φαγιέτ. Στις 10 του Αυγούστου, ο πεινασμένος και προδομένος λαός πήρε τα όπλα για να υπερασπίσει την πατρίδα του από τους ξένους εισβολείς και τους αυλικούς και μεγαλοαστούς συ­νωμότες. Και σαν αντάλλαγμα, ζήτησε την εξασφάλιση της επιβίωσής του:

«Η λευτεριά καταντά ένα μάταιο φάντασμα όταν μια τάξη ανθρώπων έχει τη δυνατότητα να καταδικάζει ατιμώρητα όλες τις άλλες στην πείνα», βροντοφώναξε ο Ζακ Ρου στο όνομα των «χωρίς κιλότα». Στα λόγια του Ζακ Ρου και του Βαρλέ, οι αστοί αντιδρούν. Ο Πιετόν, εκφραστής της αστικής τάξης, δη­λώνει: «Οι ιδιοκτησίες μας απειλούνται!»

Από τις 31 του Μάη, έως τις 2 του Ιούνη 1793, το Παρίσι ξαναγίνεται το θέατρο της λαϊκής εξέγερσης. Εικοσιεννέα Γι-

33

ρονδίνοι εκπρόσωποι διώχνονται από τη Συμβατική. Η εξουσία περνά επιτέλους στα χέρια των Ιακωβίνων.

Από εδώ κι εμπρός, για τα επόμενα δύο χρόνια, η ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης γίνεται απροκάλυπτα η ιστορία της πά­λης των πεινασμένων, των κουρελιάρηδων, των εξαθλιωμένων, ενάντια στους χορτάτους «πατριώτες» αστούς, που προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα στενά ταξικά τους συμφέροντα επέβαλαν στον γαλλικό λαό τον πόλεμο. Δυστυχώς, στα τέλη αυτής της διετίας, η αστική τάξη κατάφερε τελικά να συντρίψει το λαϊκό κίνημα και να ξαναγράψει την ιστορία σύμφωνα με τους δικούς της όρους.

Οι αστοί ιστορικοί ονομάζουν την περίοδο Αύγουστος-Σε-πτέμβρης 1792 σαν «πρώτη τρομοκρατία». Και πράγματι, με τις παραινέσεις του Μαρά και των άλλων πατριωτών, που δεν μπο­ρούσαν να ξεχάσουν τα εγκλήματα που έγιναν σε βάρος του λαού, στο δίμηνο αυτό έγιναν αθρόες εκτελέσεις συνωμοτών αριστοκρατών, προδοτών αστών και αντεπαναστατών παπάδων. Ο Μαρά προειδοποιούσε τους πατριώτες ότι δεν είχαν το δι­καίωμα να βαδίσουν ενάντια στα ξένα στρατεύματα πριν ξεκα­θαρίσουν την πρωτεύουσα από τους προδότες. Είχε άδικο; Ποιος ήταν ο πραγματικός τρομοκράτης; Ο πεινασμένος και προδομένος λαός που ζήτησε την τιμωρία των υπευθύνων, ή ο βασιλιάς, η αριστοκρατία, οι μεγαλοαστοί και οι φιλοπαπικοί κληρικοί, που έφτασαν στο σημείο να καλέσουν ακόμη και ξένα στρατεύματα προκειμένου να συντρίψουν την Επανάσταση και να επαναφέρουν το Παλαιό Καθεστώς;

Η Επαναστατική Κομμούνα του Παρισιού ήρθε πολλές φο­ρές σε σύγκρουση με τη Νομοθετική Συνέλευση προκειμένου να την υποχρεώσει να κάνει εκλογές. Και παρά τη μεγάλη απο­χή, εξαιτίας του πολέμου και της προπαγάνδας της αντεπανά­στασης, οι εκλογές έγιναν στις 9 του Σεπτέμβρη, για πρώτη φορά με καθολική ψηφοφορία, ενώ με το προηγούμενο εκλογι­κό σύστημα του Λαφαγιέτ ψήφιζαν μόνο οι προνομιούχοι εισο­δηματίες και αποκλείονταν οι «παθητικοί» πολίτες.

Στις 20 του Σεπτέμβρη 1792, καθιερώθηκε το διαζύγιο σαν πρώτο βήμα για το διαχωρισμό του Κράτους από την Εκκλησία, οχυρώθηκε το Παρίσι από τη λαϊκή εθνοφρουρά, ενώ ο στρατός σημείωσε την πρώτη του νίκη απωθώντας στο Βαλμύ μια μεγάλη επίθεση των Αυστριακών, που διάθεταν τα

34

καλύτερα εκπαιδευμένα και εξοπλισμένα στρατεύματα εκείνης της εποχής.

Από τις εκλογές της 9 του Σεπτέμβρη προέκυψε μια νέα Συ­νέλευση, η Συμβατική, που πρώτη της δουλειά ήταν να καταρ­γήσει τη βασιλεία.

«Οι βασιλιάδες, για την ηθική τάξη, είναι ό,τι και τα τέρατα για τη φυσική τάξη. Οι βασιλικές αυλές είναι εργαστήρια του εγκλήματος, εστίες της διαφθοράς, τρώγλες τυράννων. Η ιστο­ρία των βασιλιάδων αποτελεί το μαρτυρολόγιο των εθνών», δια­κήρυξε ο Γκρεγκουάρ.

Και η Συμβατική, με πρόταση του Κολό ντ' Ερμπουά, κήρυ­ξε τη Γαλλία Δημοκρατία.

Όπως στις προηγούμενες Συνελεύσεις, έτσι και στη Συμβα­τική δεν υπήρχαν πραγματικά κόμματα με τη σημερινή έννοια του όρου, αλλά δύο κύριες τάσεις, μια συντηρητικότερη και μια επαναστατικότερη κι ένα σημαντικό κέντρο που έγερνε πό­τε προς τη μια και πότε προς την άλλη μεριά. Οι συντηρητικό­τεροι ονομάζονταν Ζιρόντ (Γιρονδίνοι) και οι επαναστατικότε­ροι Μοντανιάρ (Ορεινοί). Και οι δυο ονομασίες οφείλονται σε παρατσούκλια της εποχής. Οι Γιρονδίνοι ήταν μετριοπαθείς μεσοαστοί — κτηματίες, έμποροι, βιοτέχνες — που αποβλέπον στην προάσπιση της ιδιοκτησίας, επέμεναν στην ανάγκη της οικονομικής ελευθερίας και αντιδρούσαν στους οικονομικούς ελέγχους που ζητούσαν επίμονα οι «χωρίς κιλότα». Οι Γιρον­δίνοι δεν έκρυβαν τις προθέσεις τους να εξασφαλίσουν το μο­νοπώλιο της εξουσίας για την τάξη τους. Από την άλλη μεριά, οι Ορεινοί ήταν κατά κύριο λόγο μικροαστοί — μαγαζάτορες, τεχνίτες — που βρίσκονταν από εισοδηματική άποψη πολύ πιο κοντά στους «χωρίς κιλότα». Οι Ορεινοί ήταν πιο πρόθυμοι να υιοθετήσουν περιορισμούς στην ιδιοκτησία και στην οικονο­μική ελευθερία, και δεν είχαν πολλές αντιρρήσεις να μοιρα­στούν την εξουσία με τους «χωρίς κιλότα», που αν δεν είχαν μια σημαντική εκπροσώπηση στη Συμβατική, έλεγχαν ωστόσο την Επαναστατική Κομμούνα του Παρισιού.

Έτσι, από τη μεριά των Ορεινών, ο Σεν-Ζιστ θέτει σαν πρώ­το καθήκον της νεοσύστατης Δημοκρατίας την απαλλαγή του λαού από την αβεβαιότητα της επιβίωσης και την εξαθλίωση, ενώ λίγες μέρες αργότερα ο Ροβεσπιέρος υποτάσσει το δικαίω­μα της ιδιοκτησίας στο δικαίωμα της επιβίωσης: «Το πρώτο

35

δικαίωμα είναι η επιβίωση. Κατά συνέπεια, ο πρώτος κοινωνι­κός νόμος είναι αυτός που εγγυάται σε όλα τα μέλη της κοινω­νίας τα μέσα της επιβίωσης. Όλοι οι άλλοι νόμοι οφείλουν να υποτάσσονται σ' αυτόν.»

Οι διαφορές ανάμεσα στους Γιρονδίνους και τους Ορεινούς φάνηκαν καθαρά στο θέμα της δίκης του Λουδοβίκου. Οι συ­ντηρητικοί έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους για να την αποφύγουν. Αλλά στις 13 του Νοέμβρη ο Σεν-Ζιστ ξεκαθάρισε την κατάσταση: «Ο άνθρωπος αυτός θα πρέπει είτε να βασιλεύει είτε να πεθάνει... Και δεν μπορεί να βασιλεύει αθώα!... Κάθε βασιλιάς είναι κι ένας σφετεριστής... Ποιος εχθρός μας μας έκανε μεγαλύτερο κακό από όσο ο βασιλιάς;»

Και οι τελευταίες αντιρρήσεις σταμάτησαν όταν στις 20 του Νοέμβρη αποκαλύφθηκε η κρυψώνα της μυστικής συνωμοτικής αλληλογραφίας του Λουδοβίκου με τους ξένους ηγεμόνες. Έτσι στις 11 του Δεκέμβρη άρχισε η δίκη του βασιλιά. Τελι­κά, στις αρχές του επόμενου χρόνου, η Συμβατική, με ψήφους 387 υπέρ και 334 κατά, έκρινε τον Λουδοβίκο ένοχο και τον καταδίκασε σε θάνατο.

Στις 20 του Γενάρη 1793, στην πλατεία της Επανάστασης, εμπρός στα πλήθη του λαού, έπεσε το κεφάλι του ραδιούργου τυράννου, που για το δήθεν «μαρτυρικό τέλος» του γράφτηκαν έκτοτε χιλιάδες δακρύβρεχτες σελίδες, που όλες τους παρέλει­ψαν συστηματικά να αναφερθούν στον συνωμοτικό ρόλο του δυνάστη και στο αίμα που κόστισε ο ρόλος αυτός στον γαλλικό λαό. Οι αντιδραστικές αστικές πένες παράκαμψαν τα εγκλήμα­τα και τις συνωμοσίες, και φώτισαν μόνο τον δήθεν αθώο χα­ρακτήρα του Λουδοβίκου, που είχε σαν χόμπι να φτιάχνει κλειδαριές. Την παραμονή της εκτέλεσης, ένας παλιός σωμα­τοφύλακας του τυράννου δολοφόνησε ένα μέλος της Συμβατι­κής, τον Λαπετελιέ.

Ο λαός τουλάχιστον ανάσανε βλέποντας κομμένο το κεφάλι του κακούργου, ενώ η Συμβατική ξέκοψε οριστικά τους δε­σμούς της με το Παλαιό Καθεστώς.

Στο μεταξύ, ο στρατός της Γαλλικής Δημοκρατίας απώθησε τα ξένα στρατεύματα πέρα από τα σύνορα και άρχισε να μπαί­νει σαν κοινωνικός ελευθερωτής στις ξένες χώρες. Η Συμβατι­κή υιοθέτησε την πολιτική της προσάρτησης και τη ριζική με-

36

ταβολή του καθεστώτος στις χώρες που καταλάμβανε ο γαλλι­κός στρατός, σαν μόνη αποτελεσματική πολιτική για την αντι­μετώπιση της αντεπανάστασης.

Ωστόσο, παρά τις νίκες του στρατού, η δράση των προδοτών της Επανάστασης συνεχίστηκε. Έτσι στις 10 του Μάρτη 1793, ψηφίστηκε η σύσταση ενός ειδικού δικαστηρίου «για να δικά­ζει τους προδότες που μάχονται τη λευτεριά, την ισότητα, την ενότητα και το αδιαίρετο της Γαλλικής Δημοκρατίας, όπως και την εσωτερική και εξωτερική ασφάλεια του κράτους».

«Για να συντρίψουμε το δεσποτισμό των βασιλιάδων, πρέπει να οργανώσουμε προς στιγμή το δεσποτισμό της λευτεριάς», βροντοφωνάζει ο Μαρά από το βήμα της Συμβατικής.

Αρχίζει επιτέλους η πραγματική κάθαρση στο στρατό. Η Συμβατική αποφασίζει την αποστολή τριών λαϊκών εκπροσώ­πων σε κάθε μια από τις έντεκα στρατιές της Δημοκρατίας. Οι εκπρόσωποι αυτοί έχουν στα χέρια τους απεριόριστες εξουσίες. Ελέγχουν τους στρατηγούς, επιβλέπουν τις προμήθειες και δί­νουν αναφορά μόνο στη Συμβατική και στην Επιτροπή Δημό­σιας Σωτηρίας, δηλαδή το επαναστατικό σχήμα διακυβέρνησης που υιοθετήθηκε από τον Απρίλη του 1793.

Παράλληλα, και παρά τις αντιδράσεις της ηγεσίας των Γι­ρονδίνων που αντιπαλεύουν κάθε προοδευτική προσπάθεια, η Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας αρχίζει να εφαρμόζει μια συ­γκεντρωτική διαχείριση της οικονομίας, επιβάλλοντας την υποχρεωτική αποδοχή του ασινιάτου από τους εμπόρους, την απαγόρευση της διάθεσης τροφίμων έξω από τις λαϊκές αγορές, την καταγραφή όλων των αποθεμάτων με τοιχοκολλημένες δη­λώσεις και την υποχρεωτική συμμετοχή όλων των πλουσίων σε ένα δάνειο προς την πολιτεία, ύψους ενός δισεκατομμυρίου λι­βρών. Στις 8 του Μάη, για το ίδιο θέμα, ο Ροβεσπιέρος φωνάζει ότι: «οι χρυσές κιλότες οφείλουν να πληρώσουν για τη φιλοτι­μία, τον πατριωτισμό και την αγνότητα της τεράστιας μάζας των ανθρώπων χωρίς κιλότα».

Στα τέλη του Μάη και ενώ οι Ορεινοί στρέφονται σταθερά προς τις μεγάλες λαϊκές μάζες, αποκαλύπτεται σταθερά ο προ­δοτικός ρόλος της ηγεσίας των Γιρονδίνων. Η νέα Επαναστα­τική Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας, που συστάθηκε στα τέλη του Μάη, δεν διστάζει να εκφράσει δημόσια τους λαϊκούς πά­θους: φυλάκιση των Γιρονδίνων ηγετών, σύλληψη των υπό­πτων, κάθαρση στη διοίκηση, δημιουργία γνήσιου λαϊκού

37

στρατού, δικαίωμα ψήφου μόνο στους «χωρίς κιλότα», σταθε­ροποίηση της τιμής του ψωμιού, επιβολή βαριάς φορολογίας στους πλούσιους, δημόσια παροχή βοήθειας στους γέρους, στους άρρωστους και στις οικογένειες των πολεμιστών. Χέρι με χέρι οι Ιακωβίνοι με τους «χωρίς κιλότα» οργάνωσαν την ένοπλη εξέγερση ενάντια στους Γιρονδίνους. Η ηγεσία των Γι­ρονδίνων προσπάθησε να αντιδράσει, αλλά όταν, στις 2 του Ιού­νη, 80.000 εθνοφύλακες κύκλωσαν τη Συμβατική, αναγκάστηκε να παραδοθεί.

Παρά το θρίαμβό τους, οι Ιακωβίνοι άρχισαν κι αυτοί να χρονοτριβούν σε ό,τι αφορούσε την υλοποίηση των λαϊκών αι­τημάτων. Αναμφίβολα, το Σύνταγμα που ψήφισαν στις 24 του Ιούνη 1793 ήταν το δημοκρατικότερο που γνώρισε ποτέ η Γαλ­λία. Η εφαρμογή του ωστόσο απαιτούσε την απαλλαγή της χώ­ρας από την εμπόλεμη κατάσταση.

Στο μεταξύ, όσοι Γιρονδίνοι ηγέτες κατάφεραν να ξεφύγουν χρησιμοποίησαν τους διοικητικούς μηχανισμούς των επαρχιών για να ξεσηκώσουν τον κόσμο ενάντια στη Συμβατική των Ορεινών. Πράγματι, στα τέλη του Ιούνη, κάπου 60 επαρχιακά διαμερίσματα ξεσηκώθηκαν, κατά κύριο λόγο από το φόβο της κατάργησης της ιδιοκτησίας, ένα πολιτικό χαρτί που το χρη­σιμοποίησαν πολύ επιδέξια οι Γιρονδίνοι, τη στιγμή που σε τοπικό επίπεδο δεν δίστασαν να συμμαχήσουν ακόμη και με τους βασιλόφρονες.

Σ' αυτήν ακριβώς την κρίσιμη στιγμή, οι ξένοι στρατοί επι­τέθηκαν ταυτόχρονα σε όλα τα μέτωπα και άρχισαν και πάλι να εισβάλλουν στο γαλλικό έδαφος. Στην απελπιστική κατάσταση ήρθε να προστεθεί η δολοφονία του Μαρά, στις 13 του Ιούλη 1793, από μια νεαρή φανατική βασιλόφρονα, τη Σαρλότ Κορ­ντέ.

Δύο βδομάδες νωρίτερα, ο Ζακ Ρου, εκπρόσωπος της ακραίας μερίδας των «χωρίς κιλότα», των περίφημων «λυσσασμένων», εξαπέλυσε ένα φοβερό κατηγορητήριο ενάντια στην κυβέρνηση:

«... Η ισότητα είναι ένα μάταιο φάντασμα όταν ο πλούσιος, με το μονοπώλιο, ασκεί δικαίωμα ζωής και θανάτου στους συ­νανθρώπους του. Η δημοκρατία είναι ένα μάταιο φάντασμα όταν η αντεπανάσταση ασκεί καθημερινά ανενόχλητη τη δρά­ση της διαμέσου των τιμών των τροφίμων, των τροφίμων που τα τρία τέταρτα του πληθυσμού δεν είναι σε θέση να τα προμηθευ-

38

τούν χωρίς να χύσουν πικρά δάκρυα... Πάρτε επιτέλους τις αποφάσεις. Και αμέσως οι "χωρίς κιλότα", με τις λόγχες στα χέρια, θα επιβάλουν τα διατάγματά σας.»

Η δολοφονία του Μαρά επιτάχυνε τις εξελίξεις. Ή δ η , η κυ­βέρνηση των Ιακωβίνων, με μια σειρά από νόμους που ψηφί­στηκαν στις 3, 10 και 17 του Ιούλη, υλοποίησε την πολυπόθητη αγροτική μεταρρύθμιση. Οι απέραντες ιδιοκτησίες των ευγενών που είχαν διαφύγει στο εξωτερικό κατασχέθηκαν, χωρίστηκαν σε μικρούς κλήρους και πωλήθηκαν στους καλλιεργητές με πί­στωση δέκα χρόνων. Οι κοινοτικές εκτάσεις χωρίστηκαν σε ίσα τμήματα και μοιράστηκαν στους κατοίκους των χωριών. Ό λ α τα προνόμια των ευγενών και του κλήρου σε βάρος των αγροτών καταργήθηκαν οριστικά. Μέσα σε δύο βδομάδες η κυ­βέρνηση των Ιακωβίνων υλοποίησε την αγροτική μεταρρύθμι­ση που αρνήθηκαν πεισματικά οι προηγούμενες επαναστατικές κυβερνήσεις. Μ' αυτόν τον τρόπο, οι Ιακωβίνοι, όχι μόνο δι­καίωσαν τους πόθους και τις ελπίδες των αγροτών, αλλά κέρδι­σαν και την εμπιστοσύνη τους. Οι αγρότες εγκαταλείψαν την επιφυλακτική τους στάση και στάθηκαν ανεπιφύλακτα στο πλευ­ρό της Ιακωβίνικης κυβέρνησης. Στο εξής οι αγρότες είχαν χειροπιαστούς λόγους για να πολεμήσουν. Επάνδρωσαν πρόθυ­μα τον δημοκρατικό στρατό, εφόσον δεν πολεμούσαν πλέον μό­νο για κάποια αόριστα ιδανικά, αλλά και για τη γη τους, που τους ανήκε πλέον δια νόμου.

Παράλληλα υιοθετήθηκαν και άλλα δραστικά μέτρα και ανανεώθηκε η Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας. Στις 26 του Ιού­λη, ψηφίστηκε ο νόμος ενάντια στους μαυραγορίτες. Την επομέ­νη, ο Ροβεσπιέρος έγινε μέλος της Επιτροπής.

Ο Αύγουστος του 1793 κύλησε με τις διαμάχες γύρω από το ζήτημα της υποχρεωτικής στράτευσης όλων των νέων, ηλικίας 18 έως 25 χρονών. Τον ίδιο μήνα, στο Παρίσι κυκλοφορούν άφθονα τα έντυπα των «λυσσασμένων», που στο όνομα των «χωρίς κιλότα» ζητούν απερίφραστα να επιβληθούν περιορι­σμοί στην ιδιοκτησία.

Στις 5 του Σεπτέμβρη, οι «χωρίς κιλότα» παίρνουν μέρος σε μια μεγάλη διαδήλωση με βασικά συνθήματα: «Κάτω οι Τύραν­νοι», «Κάτω οι Αριστοκράτες», «Κάτω οι Μαυραγορίτες».

Η Συμβατική έσπευσε να υλοποιήσει τα λαϊκά αιτήματα στα­θεροποιώντας τις τιμές των τροφίμων.

Στις 13 η Επιτροπή ανανεώνεται και στις 17 ψηφίζεται ο νό-

39

μος για τους υπόπτους. Στο τέλος του μήνα, πάντα κάτω από τη λαϊκή πίεση, ψηφίστηκε ο νόμος για την επιβολή ελέγχου στο εμπόριο, στα αποθέματα και στα εισοδήματα.

Οι επόμενοι δύο μήνες κύλησαν με δίκες ενάντια στους εχθρούς της Επανάστασης. Το κεφάλι της μισητής Μαρίας-Αντου­ανέτας έπεσε στις 18 του Οκτώβρη κι ακολούθησαν τα κεφάλια της ηγεσίας των Γιρονδίνων. Στις 21 του Νοέμβρη, ο Ροβεσπιέ­ρος έκανε τον απολογισμό της δράσης του Σεν-Ζιστ: «... Εξαρ­θρώσατε τους πλούσιους για να θρέψετε και να ντύσετε τους φτωχούς. Μ' αυτόν τον τρόπο ξύπνησε η επαναστατική δύναμη και η πατριωτική ενέργεια. Οι αριστοκράτες αποκεφαλίστη­καν...»

Παράλληλα με τις παραπάνω εξελίξεις, το φθινόπωρο του 1793 επισημοποιήθηκε και ο αποχριστιανισμός της γαλλικής κοινωνίας, εμφανής ήδη από τα πρώτα χρόνια της Επανάστα­σης, εξαιτίας της αντιδραστικής φιλοπαπικής και φιλοβασιλι­κής στάσης της μεγαλύτερης μερίδας του κλήρου και της προ­κλητικής διακατοχής μιας τεράστιας περιουσίας που δημεύτη­κε για την ενίσχυση του Ταμείου Έκτακτης Ανάγκης. Στις 5 του Οκτώβρη 1793, η Συμβατική καθιέρωσε το επαναστατικό ημερολόγιο, που μετρούσε στο εξής το χρόνο από τις 22 του Σεπτέμβρη 1792, τη μέρα δηλαδή της ίδρυσης της Γαλλικής Δημοκρατίας. Στο εξής ο χρόνος χωριζόταν σε 12 μήνες των τριάντα ημερών, με τρία δεκαήμερα. Οι συμπληρωματικές πέντε ή έξι μέρες του χρόνου ονομάστηκαν «χωρίς κιλοτίδες». Οι μή­νες πήραν ποιητικά αγροτικά ονόματα. Καθιερώθηκαν γιορτές της Λευτεριάς και της Λογικής, καθώς και η λατρεία των μαρτύ­ρων της Επανάστασης όπως ο Λαπετελιέ, ο Μαρά και ο Σαλιέ. Έστω κι αν φαίνεται σήμερα παράξενο, ο αποχριστιανισμός ξεκίνησε πρώτα από την επαρχία, πριν καν καθιερωθεί το επα­ναστατικό ημερολόγιο, αλλά βρήκε μεγαλύτερη λαϊκή ανταπό­κριση στις πόλεις και στην πρωτεύουσα.

Με ανάλογα ψηφίσματα το Κράτος διαχωρίστηκε από οποι­αδήποτε θρησκεία, ενώ καθιερώθηκε η ελευθερία οποιασδήπο­τε λατρείας που δεν παραβίαζε τους νόμους της Δημοκρατίας. Σε όλη τη διάρκεια του χειμώνα, ο αποχριστιανισμός συνεχί­στηκε με αργά αλλά σταθερά βήματα, και την άνοιξη του 1794 ελάχιστες ήταν πλέον οι εκκλησίες που συνέχιζαν να λειτουρ­γούν. Ο Ροβεσπιέρος, ωστόσο, χαρακτήρισε σαν πολιτικό λά-

40

θος τον βίαιο αποχριστιανισμό. Κατά τη γνώμη του, οι φανατι­κοί αντιχριστιανοί που γκρέμιζαν τα ιερά των εκκλησιών ήταν εξίσου επιβλαβείς για τη Δημοκρατία όσο και τα ύπουλα ρα­σοφόρα όργανα του παπισμού και της μοναρχίας.

Χάρη στη διακυβέρνηση της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας οι λαϊκές δυνάμεις έκαναν μια σειρά από θαύματα. Για τις ανάγκες του πολέμου οργανώθηκε με ευρύτατη λαϊκή συμμετο­χή μια τεράστια παραγωγή όπλων και πυρομαχικών. Ομάδες κατοίκων βοηθούσαν τους σιδεράδες που έστησαν τα εργαστή­ρια τους στις πλατείες και κατασκεύαζαν μέχρι 700 ντουφέκια τη μέρα, ενώ άλλες ομάδες μάζευαν τα νιτρώδη χώματα και τα μετάφεραν στα δημοτικά εργαστήρια νιτροποιίας για να παρά­γεται άφθονο μπαρούτι. Η μαζική επιστράτευση απόδωσε καρ­πούς. Με σύνθημα «Νίκη ή Θάνατος», οι γαλλικές στρατιές άρχισαν να απωθούν τον εχθρό σε όλα τα μέτωπα. Προς τα τέλη του 1793, όλες οι πόλεις που είχαν υποκύψει πριν λίγους μήνες στις ξένες και αντεπαναστατικές δυνάμεις ξανάπεσαν στα χέρια των επαναστατών.

Στις 4 του Δεκέμβρη, ένα νέο ψήφισμα της Συμβατικής ενί­σχυσε στο έπακρο τις εξουσίες της Επιτροπής Δημόσιας Σω­τηρίας. Οι νίκες στα μέτωπα έδωσαν θάρρος στις λαϊκές δυνά­μεις, αλλά οι απαιτήσεις της εθνικής άμυνας επέβαλαν στερή­σεις. Προς τα τέλη του χειμώνα εκδηλώθηκε νέα κρίση εξαιτίας των στερήσεων. Αυτή τη φορά δεν έφταιγε η κακοδιαχείριση αλλά ο πόλεμος. Επικεφαλής των κινητοποιήσεων που εξέφρα­ζαν δίκαια λαϊκά αιτήματα μπήκε η ηγεσία της Λέσχης των Κορντελιέ.

Η Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας αντί να συνδιαλλαγεί με τους χθεσινούς συμμάχους της και γενικότερα με το λαϊκό κί­νημα, άκουσε τις συμβουλές της συντηρητικής πτέρυγας της Συμβατικής, θεώρησε υπεύθυνους για την κρίση τους ηγέτες της Λέσχης των Κορντελιέ και τους εξόντωσε. Έτσι, όχι μόνο στέρησε από την Επανάσταση μια ομάδα ικανότατων στελε­χών, αλλά και η ίδια έμεινε εκτεθειμένη στα πυρά των μετριο­παθών και, στερημένη από συμμάχους, λίγους μήνες αργότερα υπέκυψε.

Η εξόντωση της ηγεσίας της Λέσχης των Κορντελιέ ήταν ένα σφάλμα τεραστίων διαστάσεων, που το πλήρωσε πανάκρι­βα όχι μόνον ο γαλλικός λαός και η Επανάστασή του, αλλά

41

ίσως, μακροπρόθεσμα, και το σύνολο της ανθρωπότητας. Σχο­λιάζοντας τα φρικτά αδελφοκτόνα γεγονότα, ο Σεν-Ζιστ έγραψε λίγες βδομάδες αργότερα: «Η Επανάσταση πάγωσε!»

Βέβαια η άνοιξη του 1794 υπήρξε μια περίοδος σχετικής σταθερότητας, όπου η Γαλλία κατάφερε να γευτεί για λίγο ακό­μη τους καρπούς της επαναστατικής διακυβέρνησης. Αλλά ήδη η Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας είχε χάσει τους δεσμούς της με το λαϊκό κίνημα, γεγονός που επέτρεψε την αναδιοργάνωση της αστικής αντιπολίτευσης στη Συμβατική.

Στα μέτωπα του πολέμου, η Επιτροπή παρουσίασε μια σειρά από νίκες που αν διασφάλισαν την άμυνα της χώρας, από την άλλη ανάδειξαν μια νέα γενιά φιλόδοξων και τολμηρών αξιω­ματικών λαϊκής καταγωγής αλλά με αμφίβολη επαναστατική παιδεία. Οι διαδοχικές νίκες στα μέτωπα δεν δικαιολογούσαν πλέον την εσωτερική κρατική τρομοκρατία. Ο λαός ζητούσε πάλι — όπως πάντα — ψωμί. Στο κάτω-κάτω για το ψωμί αγω­νιζόταν τόσα χρόνια.

Οι συνθήκες είχαν ωριμάσει για τη μετάβαση σε μια ομαλό­τερη κατάσταση. Ο πόλεμος έπρεπε να σταματήσει και η Επα­νάσταση να οργανωθεί απλώνοντας γερές ρίζες μέσα στο λαό. Η Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας άργησε να καταλάβει αυτή την αλήθεια.

Στις 25 του Ιούνη 1794, ο δημοκρατικός στρατός συνέτριψε τις εχθρικές δυνάμεις στη μάχη του Φλερούς. Την επομένη κιό­λας, η αστική τάξη άρχισε να συνωμοτεί αναζητώντας τρόπους να διαφύγει από την αυστηρή διακυβέρνηση των Ιακωβίνων. Στις επαρχίες, η αγροτική μεταρρύθμιση ήταν γεγονός, αλλά οι περιορισμοί που επέβαλε η συγκεντρωτική διαχείριση της οι­κονομίας από τους Ιακωβίνους προκαλούσε δυσαρέσκειες. Τό­σο στις πόλεις όσο και στα χωριά, η ιακωβίνικη κυβέρνηση δεν μπορούσε πλέον να είναι απόλυτα σίγουρη για την ανεπιφύ­λακτη υποστήριξη των φτωχότερων λαϊκών μαζών. Η κυβερνη­τική πολιτική έπεφτε θύμα των αντιφάσεών της. Οι σταθερές τιμές στα τρόφιμα είχαν ανακουφίσει τις λαϊκές μάζες, αλλά η επιβολή μέγιστων ορίων στους μισθούς και μια σειρά από άλλα μέτρα προκαλούσαν αντιπάθειες.

Χωρίς να το συνειδητοποιούν, οι Ιακωβίνοι, με την πορεία που ακολουθούσαν, εργάζονταν για λογαριασμό των αστικών συμφερόντων. Οι ιστορικές συνθήκες της εποχής δεν ήταν ακό­μη ώριμες για τη μετάβαση σε μιαν άλλη ανώτερη κοινωνική

42

διάρθρωση. Πράγμα που σημαίνει ότι όλες οι προσπάθειες της Ιακωβίνικης ηγεσίας για μια δίκαιη και ευτυχισμένη κοινωνία ήταν καταδικασμένες. Τους καρπούς των ηρωικών τους αγώνων θα τους απολάμβανε η αστική τάξη και μόνον αυτή.

«Η επανάσταση», γράφει ο Φρίντριχ Ένγκελς στην Εξέ­λιξη του Σοσιαλισμού, «ήταν η νίκη της Τρίτης Τάξης δη­λαδή της μεγάλης μάζας του έθνους που δρούσε στην πα­ραγωγή και στο εμπόριο ενάντια στις ως τότε προνομιού­χες αργόσχολες τάξεις, τους ευγενείς και τον κλήρο. Η νίκη όμως της Τρίτης Τάξης αποκαλύφθηκε γρήγορα ότι ήταν αποκλειστική νίκη μίας μικρής μερίδας αυτής της τάξης, κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από το κοινω­νικά προνομιούχο στρώμα της, από την ιδιοκτήτρια αστική τάξη.»

Έτσι , στις 27 του Ιούλη 1794 (9 Θερμιδώρ, έτος II), η συντη­ρητική αντιπολίτευση, με ένα ψηφοθηρικό τέχνασμα, πέρασε στην αντεπίθεση. Μέσα σε μια μέρα, η Συμβατική Συνέλευση κατηγόρησε και καταδίκασε τον Ροβεσπιέρο και τον Σεν-Ζιστ χωρίς να τους παραπέμψει σε κανονική δίκη. Το μόνο που πρό­λαβε ο Ροβεσπιέρος να φωνάξει ήταν: «Η Δημοκρατία χάθηκε. Νίκησαν οι ληστές!»

Ήταν πια πολύ αργά. Μια πρόχειρη αντίδραση της Κομμού­νας του Παρισιού δεν καρποφόρησε. Οι εξουθενωμένες λαϊκές δυνάμεις παραδόθηκαν χωρίς να πολεμήσουν. Την επομένη, ο Ροβεσπιέρος, ο Σεν-Ζιστ, ο Κουτόν και άλλοι 19 συνεργάτες τους καρατομήθηκαν.

Μαζί με τον Ροβεσπιέρο, αποκεφαλίστηκε και το λαϊκό κί­νημα. Οι εννιά επόμενοι μήνες στιγματίστηκαν από την άγρια επίθεση των «τίμιων ανθρώπων» ενάντια στους «χωρίς κιλότα», και στο τέλος αυτής της περιόδου η αστική τάξη ξαναπήρε οριστικά την κατάσταση στα χέρια της. Οι Ορεινοί έχασαν κά­θε επιρροή στη Συμβατική. Κυριάρχησαν οι μετριοπαθείς, που πρόβαλαν το πρότυπο του «τίμιου ανθρώπου», δηλαδή του κα­λοθρεμμένου αστού. Και οι «τίμιοι άνθρωποι» οργάνωσαν τους γιους τους σε συμμορίες από «νεαρούς», που οπλισμένοι με ρό­παλα τρομοκρατούσαν κάθε βράδυ τις λαϊκές συνοικίες του Παρισιού, με την ανοχή της Επιτροπής Ασφαλείας. Οι ροπα-

43

λοφόροι «νεαροί» στράφηκαν με ιδιαίτερη μανία ενάντια στους «χωρίς κιλότα» και τις οικογένειές τους.

Στις 9 του Φλεβάρη 1795, άρχισαν να γκρεμίζονται οι προ­τομές του Μαρά και των άλλων μαρτύρων της Επανάστασης. Στην επαρχία έγιναν μαζικές σφαγές ροβεσπιερικών. Ο πληθω­ρισμός έφτασε και πάλι στα ύψη, η πείνα, το κρύο και η «λευ­κή τρομοκρατία» άρχισαν να αποδεκατίζουν τον πληθυσμό. Οι επαναστατικοί τίτλοι «πολίτης» και «πολίτισσα» καταργήθη­καν, και στη θέση τους ξαναγύρισε το «κύριος» και «κυρία». Οι παπάδες πέρασαν κι αυτοί στην αντεπίθεση. Παρ' όλο που εξακολούθησαν να ισχύουν οι απαγορεύσεις των εξωτερικών λατρευτικών εκδηλώσεων, ο Καθολικισμός έκανε και πάλι δυ­ναμικά την εμφάνισή του. Οι σποραδικές λαϊκές εξεγέρσεις, υπαγορευμένες από τη στέρηση και των πιο στοιχειωδών επι­βιωτικών αναγκών, κατεστάλησαν εύκολα από την αστικοποιη­μένη και πάλι Εθνοφρουρά.

Συχνά, πολλοί από αυτούς που συλλαμβάνονταν σαν «ταρα­ξίες», την άνοιξη του 1795, ομολογούσαν: «Όταν κυβερνούσε ο Ροβεσπιέρος κυλούσε άφθονο το αίμα αλλά δεν μας έλειπε το ψωμί. Τώρα το αίμα σταμάτησε να κυλά αλλά δεν υπάρχει ψω­μί. Φαίνεται ότι πρέπει να ξανακυλήσει το αίμα για να δούμε ψωμί.»

Στις 20 του Μάη 1795, η απελπισία έφτασε απροχώρητο. Στο Παρίσι, οι γυναίκες βγήκαν στους δρόμους ουρλιάζοντας, ενώ οι άντρες οπλίστηκαν με ξύλα, πέτρες, εργαλεία κι ό,τι άλλο έβρισκαν μπροστά τους. Για άλλη μια φορά, η λαϊκή εξέγερση ξεκίνησε από το εργατικό προάστιο του Σεντ-Αντουάν. Το αγανακτισμένο πλήθος προσπάθησε να εισβάλει στην αίθουσα της Συμβατικής. Η πλειοψηφία της τελευταίας συμφώνησε να επέμβει η Εθνοφρουρά. Ο ξεσηκωμένος λαός δεν είχε κανένα συγκεκριμένο πρόγραμμα. Η εξέγερση που συνεχίστηκε και την επομένη δεν ήταν άλλο από μια κίνηση απελπισίας. Μια μερίδα της Συμβατικής, για να κερδίσει χρόνο, άρχισε τις συ­νομιλίες. Ο λαός ζητούσε δύο πράγματα: «Ψωμί και εφαρμογή του Συντάγματος του 1793». Δόθηκαν κάποιες αόριστες υποσχέ­σεις. Το ανοργάνωτο απελπισμένο πλήθος διαλύθηκε.

Στις 22 του Μάη, το λόγο τον πήρε η αντίδραση. Τρεις χιλιά­δες καβαλάρηδες μπήκαν στην πρωτεύουσα, Έσπευσαν αμέσως να τις ενισχύσουν οι συμμορίες των «νεαρών». Το βράδυ άρχισε η επίθεση ενάντια στα ηρωικά προάστια του Σεντ-Αντουάν και

44

του Σεν-Μαρσό. Κράτησαν μέχρι την επομένη το απόγευμα, κι έπειτα παραδόθηκαν...

Σε αντίθεση προς τους «χωρίς κιλότα», που οι ιστορικές συνθήκες δεν μπορούσαν να τους επιτρέψουν να οργανωθούν σε ένα πραγματικό κόμμα με τη σημερινή έννοια, η αστική τά­ξη εκμεταλλεύτηκε την ωριμότητά της, οργανώθηκε συστημα­τικά και θεμελίωσε την κυριαρχία της. Έναν μόλις μήνα μετά τη λαϊκή εξέγερση και τη βίαιη καταστολή, ο Μπουασί ντ' Ανκλάς, εκφραστής της αστικής τάξης, διακήρυξε στη Συμβα­τική: «Έχετε την υποχρέωση να προσφέρετε επιτέλους εγγυή­σεις για τη διαφύλαξη της ιδιοκτησίας των πλουσίων... Υπο­στηρίζουμε βέβαια την πολιτική ισότητα, αλλά η απόλυτη ισό­τητα είναι μια χίμαιρα... Πρέπει να μας κυβερνούν οι καλύτε­ροι,., και τους καλύτερους θα τους βρείτε μόνον ανάμεσα σε κείνους που κατέχουν μιαν ιδιοκτησία...»

Έτσι, λίγες βδομάδες μετά την εξέγερση της 20 του Μάη (1η Πρεριάλ, έτος III), η «Δημοκρατία των Ιδιοκτητών» πήρε την εξουσία στα χέρια της. Αλλά η αριστοκρατία και οι άλλες δυνά­μεις του Παλαιού Καθεστώτος συνέχισαν να πολεμούν την Επανάσταση. Κι όταν, στη συνέχεια, η κατάσταση έφτασε για άλλη μια φορά στο απροχώρητο, τότε η αστική τάξη κατέφυγε στη λύση της στρατιωτικής δικτατορίας, που εμφανίστηκε με κοινοβουλευτικό προσωπείο στην αρχή, χωρίς προσχήματα στη συνέχεια, και κατέληξε στις «υπατείες» και τις «αυτοκρα­τορίες» που αιματοκύλησαν ολόκληρη την Ευρώπη.

Αρνούμενη να εφαρμόσει, σύμφωνα με το λαϊκό αίτημα, το Σύνταγμα του 1793, η Συμβατική ψήφισε τον Αύγουστο του 1795 ένα καινούργιο Σύνταγμα. Αλλά πριν προλάβει να το βά­λει σε εφαρμογή, τον επόμενο μήνα οι αντιδραστικές βασιλό­φρονες δυνάμεις κατάφεραν να στρέψουν 30.000 στρατού ενά­ντια στον Κεραμεικό, δηλαδή στην έδρα της Συμβατικής. Εξαι­τίας της αστικής ανοχής, το φάντασμα της μοναρχίας ξαναζω­ντάνεψε. Ωστόσο, η Συμβατική δεν είχε ανάγκη πια από τις μά­ζες του εξουθενωμένου και αποδεκατισμένου λαού του Παρι­σιού για να αντιμετωπίσει το βασιλικό πραξικόπημα. Στη διάθε­ση της αστικής τάξης υπήρχαν πλέον οι «μάγοι-στρατηγοί», κι ο πιο ταλαντούχος από αυτούς ήταν ο Βοναπάρτης, που ανακλή­θηκε βιαστικά από το μέτωπο της Ιταλίας.

Πράγματι, ο «μεγαλοφυής μάγος» μετά από μια μόνο νύχτα

45

προετοιμασίας, και με 5.000 στρατό, έστρεψε το πρωί της 5ης του Οκτώβρη τα κανόνια του ενάντια στους 30.000 βασιλόφρο­νες, που δεν είχαν ούτε ένα κανόνι, και τους νίκησε μέσα σε μία ώρα!

Τρεις βδομάδες αργότερα, η Συμβατική διαλύθηκε και μπήκε σε εφαρμογή το νέο Σύνταγμα, που πρόβλεπε τη λειτουργία δύο νομοθετικών σωμάτων (των Πεντακοσίων και των Αρχαίων) και μιας πενταμελούς εκτελεστικής επιτροπής: του Διευθυντη­ρίου. Στο Διευθυντήριο συμμετείχαν από την πρώτη κιόλας μέ­ρα επαγγελματίες στρατιωτικοί. Ο δρόμος για τον Βοναπάρτη είχε ανοίξει.

Η αστική τάξη τρέφεται από τον πόλεμο. Και ο πόλεμος ανα­δεικνύει γρήγορα «ηρωικούς», «ιδιοφυείς» και «μεγαλοφυείς» στρατιωτικούς ηγέτες, που δεν αργούν να στρέψουν τα όπλα τους ενάντια στις λαϊκές ελευθερίες. Αστική και στρατιωτική ηγεσία έχουν ταυτόσημα συμφέροντα. Και τα συμφέροντά τους τα εξυπηρετεί με τη βία, πληρώνοντάς τα με το μόχθο και το αίμα του ο εξαθλιωμένος λαός. Το Μάρτη κιόλας του 1796, η δολοφονική «μεγαλοφυία» του Βοναπάρτη ξεκίνησε το μεγάλο αιματοκύλισμα των «Ναπολεόντειων Πολέμων» με την εκστρα­τεία της Ιταλίας.

Στο εξής στραγγαλίστηκε κάθε προσπάθεια αποκατάστασης των λαϊκών ελευθεριών. Οι ληστρικές επιδρομές του γαλλικού «επαναστατικού» στρατού γέμισαν τα αστικά πορτοφόλια. Το κόστος των «ηρωικών» εκστρατειών το πλήρωσαν οι λαοί της Ευρώπης, της Μεσογείου, αλλά προπάντων της Γαλλίας. Με μόχθο και αίμα.

Και για τα επόμενα δέκα χρόνια, οι χορτάτοι αστοί «κάθισαν εμπρός στις οθόνες τους», όπως θα λέγαμε σήμερα, για να πα­ρακολουθήσουν το «ποδοσφαιρικής» ποιότητας αιμοσταγές θέα­μα, που πρόσφερε απλόχερα σε εχθρούς και φίλους ο «Μέγας» Κορσικανός.

Αυτό λοιπόν είναι σε χοντρικές γραμμές το πλαίσιο της τρα­γικής ιστορίας της Γαλλικής Επανάστασης, που σίγουρα πολ­λά από τα επεισόδια της θυμίζουν αρκετά τα όσα γίνονται στις μέρες μας μέσα και έξω από τον τόπο μας. Έχοντας λοιπόν υπόψη μας όλα αυτά, ας δούμε τώρα από κοντά τη σκέψη των τριών μεγάλων γάλλων επαναστατών, του Μαρά, του Σεν-Ζιστ

46

και του Ροβεσπιέρου, που κατά τη γνώμη μου παραμένουν πραγ­ματικά «μεγάλοι» τόσο για τους στοχασμούς τους, όσο και για την πολιτική προσφορά τους στην υπόθεση της Επανάστασης, για μια κοινωνία λεύτερη, με ισότητα και δημοκρατία.

47

Χ Ρ Ο Ν Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Σ Π Ι Ν Α Κ Α Σ

Η ζωή των τριών επαναστατών σε σχέση με τις κυριότερες φάσεις

της Γαλλικής Επανάστασης

49

ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ

1747 -

24 Μάη - Γέννηση του Ζαν-Πολ Μαρά, στο Μπουντρί της Ελβέ­τιος.

1758-6 Μάη - Γέννηση του Μαξιμιλιανού Ροβεσπιέρου στο Αράς.

1760 - Ο Μαρά, έφηβος εργάζεται σαν δάσκαλος στο Μπορντό. 1762 - Ο Μαρά πηγαίνει στο Παρίσι, όπου σπουδάζει γιατρός. 1765 - Ο Μαρά αρχίζει στο Λονδίνο την ιατρική σταδιοδρομία του. 1767 -

25 Αυγούστου - Γέννηση του Λουί-Αντουάν Σεν-Ζιστ στην Ντεσίζ. 1772 - Ο Μαρά γράφει το Δοκίμιο περί ανθρώπινης ψυχής. 1774 - Ο Μαρά γράφει το έργο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς. 1775 - Ο Μαρά παίρνει πτυχείο ιατρικής στη Σκοτία. 1776 - Ο Μαρά δημοσιεύει το έργο Για τον άνθρωπο, στο Παρίσι. 1777- Ο Σεν-Ζιστ σπουδάζει στο κολέγιο. Ο Μαρά διορίζεται γιατρός

της σωματοφυλακής του κόμητα ντ' Αρτουά, στο Παρίσι. 1783 - Ο Μαρά σχεδιάζει να ιδρύσει μιαν Ακαδημία Επιστημών στη

Μαδρίτη. 1784 - Ο κόμης ντ' Αρτουά απολύει τον Μαρά. 1786 - Ο Σεν-Ζιστ το «σκάει» από το σπίτι του. 1787 - Ο Σεν-Ζιστ σπουδάζει νομικά στη Ρέιμς. 1788-

Αύγουστος - Η κυβέρνηση του Λουδοβίκου του 16ου, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης που αντιμετωπίζει, αναγγέλλει τη Σύ­γκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων, για την επόμενη άνοιξη.

ΠΡΩΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

1789-Μάρτης - Ο Μαρά εκλέγεται μέλος της επιτροπής του διαμερίσμα­

τος του Καρμ, στο Παρίσι, για την προετοιμασία των Γενι­κών Κλειστών Τάξεων.

Απρίλης - Ο Ροβεσπιέρος εκλέγεται εκπρόσωπος του Αρτουά, για την Τρίτη Κλειστή Τάξη, προκειμένου να πάρει μέρος στις Γενικές Κλειστές Τάξεις.

Μάης - Σύγκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων. Ο Ροβεσπιέρος γράφεται στη Λέσχη των Βρετανών, που στη συνέχεια ονομάστηκε Λέσχη των Ιακωβίνων, επειδή από μια στιγμή κι έπειτα άρχισε να συνεδριάζει στο Μοναστήρι των Ιακωβίνων μοναχών.

50

13 Ιούλη - Ο Μαρά παίρνει μέρος σε μια λαϊκή Εξέγερση ενάντια σε μιαν έφιππη βασιλική περίπολο,

14 Ιούλη - Ο λαός του Παρισιού καταλαμβάνει τη Βαστίλλη. 19 Ιούλη - Ο Μαρά προτείνει στην επιτροπή τού Καρμ την έκδοση

μιας εφημερίδας. Η πρόταση απορρίπτεται και ο Μαρά πα­ραιτείται.

4 Αυγούστου - Κάτω από την πίεση της λαϊκής αγανάκτησης, η Εθνοσυνέλευση καταργεί μερικά από τα φεουδαλικά προνό­μια.

16 Σεπτέμβρη - Μετά από δυο αποτυχημένες εκδοτικές προσπά­θειες, ο Μαρά κυκλοφορεί το Φίλο του Λαού.

5-6 Οκτώβρη - Ο λαός του Παρισιού κάνει πορεία μέχρι τις Βερ­σαλλίες και μεταφέρει το βασιλιά στην πρωτεύουσα. Ο Λα­φαγιέτ παίζει το ρόλο τού συμφιλιωτή ανάμεσα στο λαό και το θρόνο. Ο Φίλος του Λαού συμμετέχει ενεργά στα γεγονότα.

8 Οκτώβρη - Η κυκλοφορία του Φίλου του Λαού απαγορεύεται και ο Μαρά περνάει στην παρανομία.

Νοέμβρης - Ο Φίλος του Λαού κυκλοφορεί παράνομα. 12 Δεκέμβρη - Ο Μαρά συλλαμβάνεται. Τον αφήνουν λεύτερο έπει­

τα από παρέμβαση του Λαφαγιέτ. 19 Δεκέμβρη - Ο Μαρά συνασπίζεται με τη λέσχη των Κορντελιέ

και αναλαμβάνει την ευθύνη του τύπου τους. Ο Σεν-Ζιστ εκδίδει μια ποιητική συλλογή.

ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

1790 -

22 Γενάρη. Η αστυνομία καταδιώκει τον Μαρά. Η έκδοση της εφημερίδας του διακόπτεται. Ο Μαρά και πάλι στην παρανο­μία.

Φλεβάρης. Ο Μαρά φεύγει για το Λονδίνο. Μάης. Ο Μαρά επιστρέφει στη Γαλλία. Αρχίζει και πάλι η κυ­

κλοφορία του Φίλου του Λαού με αντιπολεμική αρθρογραφία. Καταγγέλλονται ο Λαφαγιέτ και ο Μιραμπό.

Ιούνης. Ο Σεν-Ζιστ γίνεται συνταγματάρχης της Εθνοφρουράς του Μπλερανκούρ.

Αύγουστος. Ο Ροβεσπιέρος διαμαρτύρεται για την υπόθεση του Νανσί στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση. Την ίδια στιγμή ο Μαρά κάνει σημαντικές αποκαλύψεις στο Φίλο του Λαού.

Οκτώβρης. Ο Μαρά στρέφεται ανοιχτά ενάντια στη διακυβέρνηση του Λαφαγιέτ.

ΤΡΙΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

1791 -

Γενάρης. Νέες περιπέτειες του Μαρά με την αστυνομία για τα άρ­θρα του.

Ιούνης. Ο Μαρά καταγγέλλει τις συνωμοτικές προετοιμασίες για την απόδραση του βασιλιά.

21 Ιούνη - Ο βασιλιάς προσπαθεί να διαφύγει στο εξωτερικό. Τον συλλαμβάνουν οι αγρότες στη Βαρέν και τον υποχρεώνουν να επιστρέψει στο Παρίσι. Ο Ροβεσπιέρος ξεσπαθώνει ενάντια στην Αυλή.

17 Ιούλη - Σφαγή του παρισινού λαού στο Πεδίο του Άρεως. Η καταστολή που ακολουθεί υποχρεώνει τον Μαρά να σωπάσει προσωρινά.

30 Σεπτέμβρη - Διαλύεται η Συντακτική Εθνοσυνέλευση. Στο εξής το νέο κοινοβουλευτικό σώμα είναι η Νομοθετική.

Οκτώβρης - Ο Μαρά απογοητεύεται από τη Νομοθετική. Δεκέμβρης - Ο Ροβεσπιέρος, εκτός Νομοθετικής, εξαπολύει επιθέ­

σεις ενάντια στους φιλοπόλεμους.

51

ΤΕΤΑΡΤΟΣ Χ Ρ Ο Ν Ο Σ Τ Η Σ Ε Π Α Ν Α Σ Τ Α Σ Η Σ

ΠΕΜΠΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

1793 -

20 Γενάρη - Εκτέλεση του Λουδοβίκου του 16ου. 1 Φλεβάρη - Κήρυξη του πολέμου ενάντια στην Αγγλία. 12 Απρίλη - Ο Μαρά παραπέμπεται στο επαναστατικό δικαστήριο. 24 Απρίλη - Ο Μαρά αθωώνεται πανηγυρικά.

52

1792 -

Απρίλης - Μετά από διακοπή τεσσάρων μηνών, επαναλαμβάνεται η έκδοση του Φίλου του Λαού, με έντονη αντιπολεμική αρθρο­γραφία. Τον ίδιο μήνα, η κυβέρνηση των Γιρονδίνων κηρύσ­σει τον πόλεμο ενάντια στην Αυστρία.

3 Μάη - Η Νομοθετική εκδίδει ένταλμα σύλληψης ενάντια στον Μαρά.

Ιούλης - Ο Ροβεσπιέρος τίθεται επικεφαλής του αγώνα για την καθαίρεση του Λουδοβίκου και για εκλογές με καθολική ψηφοφορία.

10 Αυγούστου - Ο λαός του Παρισιού ανατρέπει το θρόνο. Ο Ρο­βεσπιέρος γίνεται μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Επα­ναστατικής Κομμούνας.

14 Αυγούστου - Επανεκδίδεται πανηγυρικά ο Φίλος του Λαού. 17 Αυγούστου - Ιδρύεται το επαναστατικό δικαστήριο. Ο Ροβε­

σπιέρος αρνείται να αναλάβει την προεδρεία. Σεπτέμβρης. Στις αρχές του μήνα εκτελούνται αρκετοί φυλακισμέ­

νοι αντεπαναστάτες. Ο Μαρά συμμετέχει στην επιτροπή επί­βλεψης της Κομμούνας του Παρισιού.

9 Σεπτέμβρη. Ο Μαρά εκλέγεται εκπρόσωπος του Παρισιού στη Συμβατική μαζί με τον Ροβεσπιέρο και τον Σεν-Ζιστ.

20 Σεπτέμβρη. Μεγάλη στρατιωτική νίκη του επαναστατικού στρα­τού στο Βαλμύ. Την ίδια μέρα συνέρχεται για πρώτη φορά η Εθνική Συμβατική.

21 Σεπτέμβρη. Κυκλοφορεί το τελευταίο φύλλο του Φίλου του Λαού. Στο εξής, ο Μαρά εκδίδει την Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Οκτώβρης. Ο Μαρά, ο Ροβεσπιέρος και ο Σεν-Ζιστ δίνουν μάχες για την παραπομπή του Λουδοβίκου στο επαναστατικό δικα­στήριο, και αντιμετωπίζουν τις επιθέσεις των Γιρονδίνων.

Δεκέμβρης. Αρχίζει η δίκη του Λουδοβίκου.

27 Μάη - 2 Ιούνη - Εξέγερση των «χωρίς κιλότα» του Παρισιού ενάντια στην κυβέρνηση των Γιρονδίνων. Ενεργητική συμμε­τοχή του Μάρα, του Σεν-Ζιστ και προπάντων του Ροβεσπιέ­ρου.

3 Ιούνη - Ο Μαρά διακόπτει την παρουσία του στη Συμβατική, εξαιτίας της επιδείνωσης της αρρώστιας του.

8 Ιούλη - Ο Σεν-Ζιστ υποβάλλει την αναφορά του στη Συμβατική, σαν μέλος της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας, ενάντια στην ηγεσία των Γιρονδίνων.

13 Ιούλη - Η Σαρλότ ντε Κορντέ δολοφονεί τον Μαρά στην μπα­νιέρα του.

27 Ιούλη - Ο Ροβεσπιέρος συμμετέχει στο εξής στην Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας μαζί με τον Σεν-Ζιστ. Στο εξής το εκτε­λεστικό αυτό όργανο λέγεται «Μεγάλη Επιτροπή».

Σεπτέμβρης - Ταραχές στο Παρίσι. 10 Οκτώβρη - Αναφορά του Σεν-Ζιστ για την Επαναστατική Κυ­

βέρνηση. 17 Οκτώβρη - Αποστολή του Σεν-Ζιστ στη στρατιά του Ρήνου. 21 Νοέμβρη - Ο Ροβεσπιέρος αντιτίθεται στον βίαιο «αποχριστια­

νισμό». 25 Δεκέμβρη - Αναφορά του Ροβεσπιέρου για τις «Αρχές της Επα­

ναστατικής Κυβέρνησης».

ΕΚΤΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

1794 -

22 Γενάρη - Ο Σεν-Ζιστ σε αποστολή στη στρατιά του Βορρά. 19 Φλεβάρη - Ο Σεν-Ζιστ εκλέγεται πρόεδρος της Συμβατικής. 5 Απρίλη - Εκτέλεση της ηγεσίας των νταντονικών. 19 Απρίλη - Δεύτερη αποστολή του Σεν-Ζιστ στο Βορρά. 8 Ιούνη - Γιορτή του «Υπέρτατου Όντος». 13 Ιούνη - Ο Σεν-Ζιστ επιθεωρεί το στρατό της Δημοκρατίας από

τη Θάλασσα μέχρι τον Ρήνο. 3 Ιούλη - Τελευταία εμφάνιση του Ροβεσπιέρου στην Επιτροπή

πριν από την κρίση του Θερμιδώρ. 26 Ιούλη - Τελευταίος λόγος του Ροβεσπιέρου στη Συμβατική. 27 Ιούλη - Η Συμβατική ψηφίζει τη σύλληψη της ροβεσπιερικής

ηγεσίας. 28 Ιούλη - Εκτέλεση του Ροβεσπιέρου και του Σεν-Ζιστ. Αύγουστος-Σεπτέμβρης - Έναρξη της τρομοκρατίας των «τίμιων

ανθρώπων» ενάντια στους «χωρίς κιλότα». Εμφάνιση στις φτωχογειτονιές των ροπαλοφόρων «νεαρών».

53

ΕΒΔΟΜΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

9 Φλεβάρη - Γκρεμίζονται οι προτομές του Μαρά και των άλλων μαρτύρων της Επανάστασης.

10 Μάη - Απελπισμένη λαϊκή εξέγερση με αίτημα τo ψωμί και την εφαρμογή του Συντάγματος του 1793. Βίαιη καταστολή της εξέγερσης. Αρχή της «Δημοκρατίας των Ιδιοκτητών».

ΟΓΔΟΟΣ ΧΡΟΝΟΣ ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

Μάρτης. Εκστρατεία ενάντια στην Ιταλία. Επικεφαλής της εκ­στρατείας ο κορσικανός και πρώην «ροβεσπιερικός» στρατη­γός, Ναπολέων Βοναπάρτης.

54

1795-

ΜΑΡΑ

Ο Ζαν Πολ Μαρά δεν είχε πατρίδα. Γεννημένος στην Ελβε­τία, από ελβετίδα μητέρα και μετανάστη σαρδήνιο πατέρα, πε­ριφέρεται μεταξύ Γαλλίας και Αγγλίας, περνάει από την Ολ­λανδία, ονειρεύεται για κάποιο διάστημα να εγκατασταθεί στην Ισπανία. Ο πατέρας του, πρώην εργάτης και άνθρωπος για όλες τις δουλειές, έστησε τελικά ένα μικροαστικό σπιτικό στο Μπουντρί του Νουσατέλ και προσηλυτίστηκε στον Καλβινι­σμό για να επιβιώσει στο ελβετικό περιβάλλον. Τα εισοδήματα λίγα, τα παιδιά πολλά. Γεννημένος στα 1759, ο νεαρός Ζαν-Πολ πηγαίνει, σε ηλικία 16 μόλις χρονών, να δουλέψει σαν προσωπικός δάσκαλος του γιου ενός επιχειρηματία στο Μπορ­ντό. Στο εξής θα συντηρεί τον εαυτό του δουλεύοντας με το μυαλό του.

Δύο χρόνια αργότερα πηγαίνει στο Παρίσι, όπου κάνει κάθε λογής δουλειές και συνάμα σπουδάζει όπως όπως ιατρική. Στα 22 του χρόνια, πριν ακόμη πάρει το πτυχίο, αρχίζει να ασκεί την ιατρική, ενώ παράλληλα μελετά τους μεγάλους στοχαστές της εποχής του και προπάντων τον Ρουσό. Περνά τα επόμενα δέκα χρόνια στην Αγγλία.

Ό π ω ς στη Γαλλία έτσι και στην Αγγλία ζει τη φτώχεια πά­νω στο πετσί του. Αλλά επιμένει στην ιατρική, και τελικά απο­κτά κάποια καλή φήμη γιατρού και κτηνιάτρου στο Νιουκά­στελ, όπου μένει μέχρι το 1772, ενώ τα επόμενα 4 χρόνια εγκα­θίσταται στο Λονδίνο. Πήρε το δίπλωμα της ιατρικής μόλις το 1775 από ένα πανεπιστήμιο της Σκοτίας, ενώ παράλληλα δημο­σίευσε μελέτες για τη βλεννόρροια και τις οφθαλμικές παθή­σεις.

Κατά τη διετία 1770-72, ο ανήσυχος Μαρά δοκιμάζει και την τύχη του στη λογοτεχνία. Γράφει μιαν ερωτική ιστορία Οι πε­ριπέτειες του νεαρού κόμητα Ποτόφσκι, που δημοσιεύτηκε μετά το θάνατό του. Τον επόμενο χρόνο, γράφει στα αγγλικά το φι-

57

λοσοφικό δοκίμιο Για τον Άνθρωπο, που τέσσερα χρόνια αργό­τερα δημοσιεύτηκε και στα γαλλικά. Από το έργο αυτό φαίνε­ται καθαρά ότι ο Μαρά αποδέχεται το δισυπόστατο της ανθρώ­πινης φύσης (σώμα/ψυχή), σε αντίθεση με τους υλιστές της εποχής του, όπως ο Λα Μετρί, που απέκλειαν ήδη την αυτοτε­λή ύπαρξη της ψυχής.

Αλλά το έργο του Μαρά που προαναγγέλλει την πολιτική του δράση δημοσιεύτηκε στα 1774 με τίτλο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς. Υπάρχουν ενδείξεις ότι το έργο αυτό ενόχλησε για την τόλμη του τις αγγλικές αρχές, αλλά ο Μαρά εγκατέλειψε την Αγγλία μόνο δύο χρόνια αργότερα. Το έργο, που γνώρισε κάποιαν επιτυχία στη Γαλλία, ενώ αγνοήθηκε από το αγγλικό κοινό, περιέχει ήδη μια πλήρη επαναστατική θεωρία.

Στα 1777, ο Μαρά εγκαθίσταται στο Παρίσι με τον τίτλο του επίσημου γιατρού της φρουράς του κόμητα ντ ' Αρτουά. Είναι ήδη 35 χρονών και σχετικά επιτυχημένος. Επιτέλους έχει κά­ποιαν οικονομική άνεση, γεγονός που του επιτρέπει να διατη­ρεί ένα εργαστήριο ερευνών, γιατί, πέρα από την ιατρική και την πολιτική, τον απασχολεί η φυσική και προπάντων τα θέμα­τα του φωτός και του ηλεκτρισμού. Κατά την τετραετία 1778-1782, δημοσιεύει μελέτες πάνω σε θέματα φυσικής και επιμένει στη μεταφυσική ουσία των φυσικών φαινομένων. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι τα έργα του δεν είχαν αξία. Αντίθετα μάλιστα. Τα χαρακτήριζε διαύγεια και επιστημονική συνέπεια και πλή­ρης ανταπόκριση με τις πιο προοδευτικές ιδέες της εποχής του, απόδειξη ότι, το 1783, η Ακαδημία της Ρουέν τον τίμησε για τη μελέτη του Ιατρικός Ηλεκτρισμός, ενώ την ίδια χρονιά διαπραγ­ματεύτηκε την ίδρυση μιας επιστημονικής ακαδημίας στη Μα­δρίτη, σχέδιο που τελικά ματαιώθηκε.

Έτσι στρέφεται και πάλι προς την πολιτική ανάλυση, συ­ντάσσοντας το Σχέδιο για την Εγκληματολογική Νομοθεσία, όπου εμβαθύνει με ιδιαίτερα τολμηρό τρόπο στο πρόβλημα της κοι­νωνικής καταπίεσης. Το έργο δημοσιεύτηκε στην Ελβετία στα 1780, ενώ η λογοκρισία της Γαλλίας απαγόρεψε την κυκλοφο­ρία του. Μόνον ο φίλος του ο Μπρισό κατάφερε δύο χρόνια αργότερα να ξεγελάσει τη λογοκρισία, ενσωματώνοντας το Σχέ­διο στον 5ο τόμο της Φιλοσοφικής Βιβλιοθήκης που συνέταξε.

Κάπου εδώ σταματά και η κοινωνική «επιτυχία» του Μαρά στα πλαίσια του Παλαιού Καθεστώτος. Από το 1782 κι έπειτα αρχίζει η «κατρακύλα» που τον φέρνει στο περιθώριο, κι αργό-

58

τερα, ακόμη και στην παρανομία. Ο επιστήμονας Μαρά αργο­πεθαίνει για να πάρει τη θέση του ο πολιτικός, ο δημοσιογρά­φος και προπάντων ο επαναστάτης.

Στα 1782 αρχίζει να υποφέρει από πονοκεφάλους και μια ενοχλητική δερματική πάθηση, που του προκαλεί μια μόνιμη φαγούρα σε όλο του το σώμα. Ο γνωστός πίνακας του Νταβίντ, που παρουσιάζει τον Μαρά (δολοφονημένο) μέσα στην μπανιέ­ρα του με μια πετσέτα τυλιγμένη στο κεφάλι, απεικονίζει την αληθινή μαρτυρική κατάσταση της υγείας του. Περνούσε πολ­λές ώρες της μέρας μέσα στην μπανιέρα για να ανακουφίζεται από τη δερματική του πάθηση, ενώ έσφιγγε το κεφάλι του με μια βρεγμένη πετσέτα για να γλιτώσει από τον πονοκέφαλο. Δύο χρόνια μετά την εκδήλωση της αρρώστιας, χάνει τη δου­λειά του στη φρουρά του κόμητα ντ ' Αρτουά και βυθίζεται στη φτώχεια. Στο εξής ζει όπως-οπως, κατασκευάζοντας και πουλώντας όργανα φυσικής. Και γράφει.

Πίσω από τη λάμψη του τίτλου του «γιατρού της φρουράς του κόμητα» κρυβόταν η πικρή αλήθεια ότι ήταν υποχρεωμέ­νος να φροντίζει τους υπηρέτες αλλά και τα ζώα του εργοδότη του. Και πίσω από την τιμή που του έκανε η Ακαδημία της Ρουέν κρυβόταν η περιφρόνηση του κατεστημένου για την τα­πεινή καταγωγή του. Ο Μαρά ήταν από τους πρώτους που κα­τάγγειλε δημόσια το ρόλο του Διαφωτισμού. Αποκάλυψε ότι ο Διαφωτισμός ήταν στην ουσία μια πνευματική διασκέδαση της αριστοκρατίας και της ανώτερης αστικής τάξης, γιατί ο λαός δεν μπορούσε να απολαύσει τίποτα από την πρόοδο των γραμμά­των και της επιστήμης. Ο Μαρά επισημαίνει την αντίφαση ανά­μεσα στην επιστημονική πρόοδο για τους λίγους και την παρα­μονή των μεσαιωνικών κοινωνικών δομών για τους πολλούς.

Στα 1789, στις παραμονές της Επανάστασης, δημοσιεύει το έργο Οι σύγχρονοι τσαρλατάνοι, όπου καταγγέλλει τον επιστη­μονικό κόσμο του κατεστημένου. Ή δ η , πολυάριθμοι γάλλοι στοχαστές, απέναντι στην αναμενόμενη σύγκληση των Γενι­κών Κλειστών Τάξεων, το Μάη του 1789, ονειρεύονται την εφαρμογή του αγγλικού κοινοβουλευτισμού στη Γαλλία. Ο Μαρά όμως γνωρίζει από πρώτο χέρι την αθλιότητα του ανα­πτυσσόμενου αγγλικού καπιταλισμού, που κρύβεται πίσω από το μανδύα του κοινοβουλευτισμού. Έχε ι δει από κοντά τους ξεριζωμένους αγρότες, που διώχνονταν από τη γη τους για να

59

στριμωχθούν στα «εργαστήρια» της αγγλικής βιομηχανίας. Για τον Μαρά, ο «λαός» δεν είναι το «έθνος» των αστών, με τις κονκάρδες, τις σημαίες και τις παρελάσεις. Ο Μαρά ξέρει ότι «λαός» είναι τα εκατομμύρια των καταπιεσμένων, που υποφέ­ρουν από την πείνα και την εξαθλίωση τόσο στη «διαφωτισμέ­νη» μοναρχική Γαλλία, όσο και στην «κοινοβουλευτική» Αγ­γλία. Και ο ίδιος δεν έχει καμιά αμφιβολία για το πού είναι η θέση του. Τάσσεται ανεπιφύλαχτα με το μέρος του λαού ενά­ντια στους καταπιεστές του.

Τη χρονιά που ξεσπάει η Επανάσταση, ο Μαρά είναι ήδη 46 χρονών. Ώριμος από κάθε άποψη, δεν βλέπει την Επανάσταση σαν ένα τυχαίο συμβάν, αλλά την αναγνωρίζει σαν μια ιστορι­κή αναγκαιότητα, που την έχει προβλέψει, προαναγγείλει, και διαθέτει μια ολοκληρωμένη θεωρία για τη φύση της. Οι πλού­σιες εμπειρίες του του επιτρέπουν να διακρίνει ξεκάθαρα το κοινωνικό πρόσωπο της εποχής του. Κι αν η προσκόλλησή του στην έννοια της αυτόνομης «ψυχής» προξενεί στον σύγχρονο προοδευτικό αναγνώστη κάποια ερωτήματα, υπάρχει μια αξιό­λογη δικαιολογία. Ο Μαρά πιστεύοντας στην «ψυχή» έρχεται πιο κοντά στις λαϊκές πεποιθήσεις, κρατώντας απόσταση από την αριστοκρατική αθεΐα των διαφωτισμένων καταπιεστών. Πιστεύει στην ψυχή όπως πιστεύει και στην αρετή, σε αντιπα­ράθεση με τον αμοραλισμό της άρχουσας τάξης. Για τον Μα­ρά, ο καταπιεσμένος λαός είναι η υγιέστερη μερίδα της κοινω­νίας, ενώ απέναντι του στέκεται ο διεφθαρμένος ηγεμόνας. Κα­τά την επαναστατική του αντίληψη, αυτοί που δεν έχουν τίπο­τα, οφείλουν να πολεμήσουν ενάντια σε εκείνους που τα έχουν όλα.

Έτσι , σαρανταπεντάρης κουρασμένος και άρρωστος, ξανα­βρίσκει το κουράγιο του τις παραμονές της Επανάστασης. Το Μάρτη του 1789, εκλέγεται μέλος της Επιτροπής της παριζιά­νικης συνοικίας Καρμ, για την προετοιμασία των Γενικών Κλειστών Τάξεων. Παρακολουθεί από κοντά τα γεγονότα, και στις 13 του Ιούλη τη νύχτα ξεσηκώνει τη συνοικία του ενάντια σε μιαν ύποπτη περίπολο του Βασιλικού Ιππικού. Πέντε μέρες αργότερα, αποκρούοντας τις κατηγορίες των συντηρητικών της Επιτροπής της Καρμ, παραιτείται. Ό λ ο ι γνωρίζουν πλέον ποιος είναι και τι σκέφτεται, γιατί αν στην Προσφορά στην πατρίδα, που δημοσίευσε το Φλεβάρη, χειροκρότησε την πρωτοβουλία

60

του Λουδοβίκου να συγκαλέσει τις Γενικές Κλειστές Τάξεις, ένα μήνα αργότερα, στην Προσθήκη στην Προσφορά στην πατρί­δα, κήρυξε απερίφραστα τη βίαιη εξέγερση. Εγκαταλείποντας την Επιτροπή της Καρμ, δημοσιεύει τον Αύγουστο δύο πολύ σημαντικά επαναστατικά κείμενα: Το Σύνταγμα, ή σχέδιο για μια Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, και Σχέδιο για ένα δίκαιο, σοφό και ελεύθερο Σύνταγμα.

Ο Μαρά νιώθει την ανάγκη της έκδοσης μιας επαναστατικής εφημερίδας. Η πρώτη σχετική πρόταση που έκανε στην Επι­τροπή της Καρμ απορρίφθηκε. Επιστρατεύει τα δικά του μέσα, και στις 11 του Αυγούστου βγάζει το φύλλο Ο Σύμβουλος Πα­τριώτης χωρίς καμιά επιτυχία. Ένα μήνα αργότερα, στις 12 του Σεπτέμβρη, βγάζει τον Παρισινό Πολιτικολόγο. Πάλι αποτυχία. Ξαφνικά συνειδητοποιεί το σφάλμα του. Τόσοι οι τίτλοι των δύο αυτών φύλλων όσο και το περιεχόμενό τους είναι υπερβο­λικά θεωρητικά και δυσνόητα για το λαό. Ο λαός δεν έχει ανά­γκη από θεωρίες με μπερδεμένη φρασεολογία, αλλά έναν μεστό, άμεσο λόγο με άμεση αναγωγή στα καυτά καθημερινά προβλή­ματα.

Έτσι, στις 16 του Σεπτέμβρη 1789, κάνει την πρώτη του εμ­φάνιση ο Φίλος του Λαού, η εφημερίδα που ταυτίστηκε με την προσωπικότητα, τη σκέψη και την πολιτική δράση του Μαρά. Παρά τις περιστασιακές διακοπές, ο Φίλος του Λαού έβγαλε μέ­σα σε μία τριετία 1.000 συνολικά φύλλα, και κυκλοφορούσε κατά μέσο όρο σε 2.000 αντίτυπα. Ο αριθμός κυκλοφορίας μπο­ρεί να φαίνεται μικρός σήμερα, αλλά την εποχή εκείνη ήταν μάλλον μέτριος, αν κρίνει κανείς από την κυκλοφορία των άλ­λων επαναστατικών εντύπων. Οι μεγάλες λαϊκές μάζες ήταν αναλφάβητες, κι έτσι όποιος αγόραζε την εφημερίδα στεκόταν στη μέση μιας πλατείας και τη διάβαζε μεγαλόφωνα για να ακούν και όλοι οι άλλοι. Η καλύτερη απόδειξη την επιτυχίας της εφημερίδας του Μαρά είναι το γεγονός ότι μέσα στο ίδιο διάστημα κυκλοφόρησαν τέσσερις συνολικά εφημερίδες με τον ίδιο τίτλο και με ύποπτους συντάκτες.

Από το Σεπτέμβρη του 1789 κι έπειτα η ζωή του Μαρά ταυτί­ζεται με την ιστορία της εφημερίδας του. Αρχικά, ο Φίλος του Λαού κυκλοφόρησε μόνον τρεις βδομάδες (16 Σεπτέμβρη-8 Οκτώ­βρη), επειδή η αντίδραση εξέδωσε ένα ένταλμα σύλληψης ενά­ντια στον Μαρά για τα γραπτά του, γεγονός που τον ανάγκασε

61

να περάσει στην παρανομία. Το Νοέμβρη κυκλοφορεί και πάλι το Φίλο του Λαού από την παρανομία. Στις 12 του Δεκέμβρη συλλαμβάνεται. Τον αφήνουν λεύτερο έπειτα από παρέμβαση του στρατηγού Λαφαγιέτ. Στις 19 του Δεκέμβρη, μετακομίζει στη συνοικία των Κορντελιέ και επανεκδίδει την εφημερίδα του. Στις 22 του Γενάρη 1790, τον κυνηγάει και πάλι η αστυνο­μία. Για άλλη μια φορά περνάει στην παρανομία, και το Φλεβά­ρη φεύγει κρυφά στο Λονδίνο. Από την Αγγλία στέλνει την Έκκληση προς το Έθνος και άλλα κείμενα όπου μαστιγώνει τον υπουργό Νεκέρ. Αρχές του Μάη επιστρέφει στη Γαλλία, και στις 18 ο Φίλος του Λαού ξανακυκλοφορεί.

Σε όλη τη διάρκεια του 1790 σφυροκοπά αλύπητα τον Λου­δοβίκο, τον Λαφαγιέτ, τον Νεκέρ, τον Μιραμπό. Στις αρχές του 1791 συλλαμβάνεται, δικάζεται, αλλά αθωώνεται. Ό λ η την άνοιξη του 1791, παράλληλα με την κυκλοφορία της εφημερί­δας του, ασχολείται με την οργάνωση λαϊκών αδελφοτήτων σε όλη τη Γαλλία, εφόσον έχει συνειδητοποιήσει από τους πρώ­τους την ανάγκη της οργάνωσης του λαού.

Στις αρχές του Ιούνη του 1791, ο Φίλος του Λαού προειδοποιεί το λαό ότι ο Λουδοβίκος ετοιμάζεται να διαφύγει στο εξωτερι­κό. Λίγες μέρες αργότερα η πρόβλεψη επιβεβαιώνεται. Η βίαιη καταστολή που ακολούθησε μετά τη σφαγή του λαού στο Πε­δίο του Άρεως, στις 17 του Ιούλη, υποχρεώνει τον Μαρά να σωπάσει.

Το Γενάρη του 1792, ο Μαρά συνδέεται με τη Σιμόν Εβράρ, νεαρή εργάτρια, τίμια αγωνίστρια, που αποδείχθηκε πολύτιμη σύντροφος για τον μεγάλο επαναστάτη. Επισημαίνοντας τις ραδιουργίες των αστών στη Νομοθετική, πέφτει σε βαθιά απο­γοήτευση, ενώ η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται. Πάντως αρθρογραφεί αδιάκοπα ενάντια στο ενδεχόμενο του πολέμου, και από αυτή την άποψη συντονίζεται με την αντιπο­λεμική δράση του Ροβεσπιέρου. Ο πόλεμος κηρύχθηκε επίση­μα στις 20 του Απρίλη. Το Μάη του 1792, η Νομοθετική ψηφί­ζει τη σύλληψη του Μαρά. Για άλλη μια φορά, ο σχεδόν πε­νηντάρης αγωνιστής περνά στην παρανομία. Η έκδοση της εφημερίδας διακόπτεται.

Στις 10 του Αυγούστου 1792, ο λαός ξεσηκώνεται. Στις 14, ο Φίλος του Λαού ξανακυκλοφορεί θριαμβευτικά. Στις 2 του Σε­πτέμβρη, ο Μαρά εκλέγεται μέλος της Επιτροπής Επίβλεψης της Κομμούνας του Παρισιού. Απαιτεί την άμεση εξόντωση

62

των προδοτών. Στις 9 του Σεπτέμβρη, εκλέγεται εκπρόσωπος του Παρισιού στη Συμβατική. Οι Ορεινοί τον φοβούνται, οι Γιρονδίνοι τον μισούν, ο Ροβεσπιέρος δεν τον συμπαθεί ιδιαί­τερα αλλά τον εκτιμά. Τέλη Σεπτέμβρη, ο Μαρά σταματά να εκδίδει το Φίλο του Λαού, και στη θέση του κυκλοφορεί την Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας.

Από εδώ κι εμπρός ο Μαρά καταγίνεται κατά κύριο λόγο με τα καθήκοντά του στη Συμβατική. Στις 19 του Οκτώβρη, ζητάει τη θανάτωση του βασιλιά, ενώ παράλληλα αποκρούει με θάρ­ρος τις συκοφαντίες των Γιρονδίνων, που τον κατηγορούν για πρόθεση να επιβάλει δικτατορία μαζί με τον Ροβεσπιέρο και τον Νταντόν. Την άνοιξη του 1793, ξεσπαθώνει αλύπητα ενά­ντια στους Γιρονδίνους. Τον παραπέμπουν στο Επαναστατικό Δικαστήριο. Στις 24 Απρίλη αθωώνεται πανηγυρικά. Ωστόσο, τον βασανίζουν οι ανυπόφοροι πονοκέφαλοι και η δερματική του πάθηση. Περνάει σχεδόν όλες τις μέρες του μέσα στην μπανιέρα, με την πετσέτα στο κεφάλι, χωρίς να παύει ούτε στιγ­μή να εργάζεται. Γράφει ασταμάτητα άρθρα για την Εφημερίδα της Γαλλικής Δημοκρατίας και αναφορές για τη Συμβατική. Στα διαβήματά του προς την τελευταία, περιγράφει τον εαυτό του σαν έναν «φουκαρά, που θα αντάλλασσε ευχάριστα όλες τις δια­κρίσεις και τις τιμές του κόσμου για μερικές μέρες υγείας, αλλά αυτό που τον ενδιαφέρει εκατό φορές περισσότερο δεν είναι η αρρώστια του, αλλά η δυστυχία του λαού του».

Τέλη Μάη - αρχές Ιούνη του 1793, η λαϊκή εξέγερση φέρνει τους Ιακωβίνους στην εξουσία. Αλλά ο Μαρά δεν θα προλάβει να παρακολουθήσει τις νέες εξελίξεις. Στις 13 του Ιούλη 1793, η νεαρή αριστοκράτισσα Μαρία-Αν-Σαρλότ ντε Κορντέ ντ' Αρμόν χτυπάει την πόρτα του με πρόσχημα να του αποκαλύψει δήθεν κάποιες εξελίξεις για την κατάσταση στη Νορμανδία. Η πόρτα είναι ανοιχτή και ο Μαρά στην μπανιέρα. Η ντε Κορντέ τον μαχαιρώνει «για να απαλλάξει τους Γάλλους από αυτό το άγριο θηρίο», όπως δήλωσε στη δίκη της. Την εκτέλεσαν στις 17 του Ιούλη 1793, ενώ ο Μαρά ανακηρύχτηκε «Μάρτυρας της Επανάστασης».

Σε όλη τη διάρκεια της επαναστατικής του δράσης, οι εχθροί του, οι αστοί, τον κατηγόρησαν σαν ένα «πρότυπο φιλόδοξης μετριότητας». Αλλά ο γαλλικός λαός τον αγάπησε πολύ... Δεκά-

63

δες χρόνια αργότερα, μερικοί θεωρητικοί της Επανάστασης εί­δαν στο πρόσωπο του Μαρά έναν πρόδρομο του Μαρξ. Πού βρίσκεται η αλήθεια;

Ο καλύτερος τρόπος για την εκτίμηση της προσφοράς του είναι η μελέτη του ίδιου του έργου του.

64

ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΜΑΡΑ

ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ

(Από το βιβλίο Για τον άνθρωπο, ή για τις αρχές και τους νόμους της επίδρασης της ψυχής στο σώμα

και του σώματος στην ψυχή, εκδ. 1775-1776)

Τον άνθρωπο τον γνωρίζουμε λίγο, γιατί δεν τον μελετήσαμε σωστά· και δεν τον μελετήσαμε σωστά, επειδή δεν τον μελετή­σαμε μέσα στη φύση. Οι φιλόσοφοι, αντί να πάρουν σαν οδηγό την πείρα και να προχωρήσουν διαμέσου συνεπών παρατηρή­σεων προς ένα γενικό σύστημα, όπου όλα τα φαινόμενα θα προκύπτουν σαν αναγκαίες συνέπειες, έκαναν ακριβώς το αντί­θετο· επινόησαν συστήματα, προσάρμοσαν μέσα τους τα φαινό­μενα, και προσπάθησαν να υποτάξουν τη φύση στις απόψεις τους. Προσπάθησα να αποφύγω αυτή τη σκόπελο. Ξεκινώ σαν απλός παρατηρητής. Στη συνέχεια δεν καθορίζω το σύστημα παρά μόνον όταν με υποχρεώνει να το κάνω η αναγκαιότητα των γεγονότων.

Είναι παράλογη ματαιοδοξία το να θέλει κανείς να διαβάσει κατευθείαν μέσα στην ψυχή, όπως ο Δημιουργός. Γι' αυτό όλες οι προσπάθειες των μεταφυσικών προς αυτή την κατεύθυνση απότυχαν. Καθώς η αρχή αυτή δρα εσωτερικά, καθώς διαφεύγει από τις αισθήσεις μας και δεν μπορεί να παρατηρηθεί παρά μόνο διαμέσου των σωματικών περιβλημάτων, παραβλέποντας αυτά τα περιβλήματα, αποδίδουμε συχνά στην ψυχή ιδιότητες που προέρχονται από το σώμα. Έτσι κρίνοντας πάντα από την εξωτερική εμφάνιση φτάνουμε στο να νομίζουμε ότι αυτή είναι και το παν. Δεν προσπαθούμε να εισχωρήσουμε βαθύτερα, μας διαφεύγει το αληθινό που κρύβεται και παραμελούμε το μονα­δικό πράγμα που θα μπορούσε να μας οδηγήσει σ' αυτό. Θα

65

πρέπει λοιπόν να προσπαθήσουμε να διακρίνουμε την ψυχή διαμέσου των οργάνων που την περιβάλλουν, να παρατηρήσου­με την επίδραση της υλικής ουσίας πάνω στη σκεπτόμενη ου­σία, και στη συνέχεια να διαχωρίσουμε αυτά που είναι δικά της από εκείνα που έχει δανειστεί.

Καθώς το σώμα είναι μια πολύ περίπλοκη μηχανή, για να κρίνει κανείς συνολικά, να εκτιμήσει σωστά την αλληλεπίδρα­ση των μερών του, και την επίδραση του κάθε μέρους πάνω στο σύνολο, για να αντιληφθεί τις πραγματικές σχέσεις ανάμεσα σε δεδομένα που μοιάζουν απόμακρα, και για να συνδέσει τα ειδι­κά φαινόμενα με τις γενικές αρχές, θα πρέπει να γνωρίζει την οργάνωση ολόκληρης της μηχανής. Έτσι ο ανατόμος πρέπει να θέσει τα θεμέλια του οικοδομήματος και μόνον αυτός μπορεί να αποκαλύψει τα μυστικά κίνητρα της ψυχής, που την επηρεά­ζουν τόσο έντονα, και των οποίων ο μέσος άνθρωπος δεν υπο­ψιάζεται καν την ύπαρξη. Εισάγω λοιπόν τον αναγνώστη μου στη φυσική του ανθρώπινου σώματος: του το παρουσιάζω αρ­χικά σαν υδραυλική μηχανή, που την αποτελούν αγωγοί και ρευστά· εισχωρώ στη λεπτομερή εξέταση της δομής των αγ­γείων, της ποιότητας των ρευστών, του ρόλου των οργάνων. Έπειτα, εξετάζω το σώμα από διαφορετικές μηχανικές απόψεις, σε σχέση με τη φύση των λειτουργιών του, αποφεύγοντας ωστό­σο τις αηδιαστικές λεπτομέρειες μιας άσκοπης ανατομικής λε­πτολογίας, ώστε να παρουσιάσω στον αναγνώστη μόνο βάσι­μες και ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις. Η περιγραφή της μηχα­νής και η εξήγηση του μηχανισμού της συμβαδίζουν πάντοτε, και αποδεικνύω με ποιον τρόπο αυτή η μελέτη οδηγεί τον δια­φωτισμένο παρατηρητή στη λύση μιας σειράς περίεργων προ­βλημάτων.

Αν όμως ο ανατόμος έχει την υποχρέωση να θέσει τα θεμέλια ενός μέρους του οικοδομήματος, μόνον ο μεταφυσικός μπορεί να θέσει τη βάση για το υπόλοιπο. Μετά την εξέταση του σώ­ματος, προχωρώ λοιπόν στην εξέταση της ψυχής. Την εξετάζω αρχικά ως προς τις διάφορες ιδιότητές της, κι έπειτα την ακο­λουθώ ως προς την ανάπτυξη και την άσκηση αυτών των ιδιοτή­των. Το έργο αυτό δεν είναι μια μεταφυσική σπουδή με λεπτο­μερείς και γελοίες αναζητήσεις σαν εκείνες που απασχόλησαν μάταια τόσους και τόσους σοφούς. Πρόκειται για μια μελέτη με στέρεες και σταθερές παρατηρήσεις, που, όπως και οι πιο ακρι­βείς φυσικές παρατηρήσεις, είναι δυνατό να αποδειχθούν.

66

Μετά την αφηρημένη εξέταση της ψυχής και του σώματος, πρέπει να μελετήσουμε τις δυο αυτές υποστάσεις συνδεδεμένες μεταξύ τους, για να φτάσουμε στη λύση των θαυμαστών φαινο­μένων που προκύπτουν από την αλληλεπίδρασή τους. Τις εξετά­ζουμε λοιπόν κάτω από αυτή την άποψη. Αλλά καθώς πολλοί συγγραφείς καταπιάνονται να γράψουν μακροσκελείς διατριβές γύρω από τα αίτια κάποιου πράγματος που δεν αποτελεί παρά χίμαιρα θα ξεκινήσουμε από τη διαπίστωση των γεγονότων. Άλλωστε, καθώς η πληθώρα των αβάσιμων απόψεων και των κενών συστημάτων έχουν καταντήσει την ίδια την αλήθεια να φαίνεται ύποπτη, όταν δεν θεμελιώνεται πάνω σε καθαρά και απτά γεγονότα, εμείς στηριζόμαστε μόνο σε σταθερές παρα­τηρήσεις, εύκολες στην επαλήθευσή τους, προσφέροντας στο σύστημά μας μια βάση γενικά αποδεκτή.

Δεν είναι με τις ασαφείς και αυθαίρετες υποθέσεις που μπο­ρούμε να ελπίζουμε κάποτε άτι θα γνωρίσουμε τα αφανή αίτια της επίδρασης της ψυχής στο σώμα και του σώματος στην ψυ­χή, αλλά με την ερευνητική εξέταση των φαινομένων, με τις συγκρίσεις μεταξύ τους, καθώς και με τη συναγωγή από έναν μεγάλο αριθμό ανάλογων περιπτώσεων μιας κοινής ιδιότητας, που θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν η αρχή. Έτσι , μετά τη συ­γκέντρωση ενός ικανοποιητικού αριθμού δεδομένων, τα εξετά­ζουμε από τις διάφορες όψεις τους, τα προσεγγίζουμε στους γνωστούς μας νόμους της φυσικής. Από την ερευνητική εξέτα­ση των δεδομένων αυτών, προσπαθούμε να αντλήσουμε αρκετό φως ώστε να φτάσουμε στην ανακάλυψη των αρχών της επί­δρασης των δύο αυτών υποστάσεων, και στη φυσική εξήγηση των αμοιβαίων σχέσεών τους, επαναφέροντας έτσι στην τάξη των απλών πραγμάτων φαινόμενα που άφησαν εκστατικούς τό­σους σοφούς, και χαρακτηρίστηκαν σαν θαύματα.

Αλλά για να γίνει το έργο μας ένα καλοδεμένο σύνολο, του οποίου όλα τα μέρη φωτίζονται αμοιβαία, έχει μεγάλη σημασία να βάλουμε τάξη στις σκέψεις μας. Εξετάζουμε λοιπόν πρώτα τον άνθρωπο, κάτω από μια γενική και αφηρημένη οπτική γω­νία. Στη συνέχεια σε σχέση με τα ζώα. Έπειτα σε σχέση με τον εαυτό του, ακολουθώντας τον βήμα προς βήμα, σε όλες τις ηλικίες, από τη στιγμή που βγαίνει από τα σωθικά της μητέρας του μέχρι το θάνατό του. Τον εξετάζουμε επίσης, σε σχέση με τις διαφορές του φύλου, της ιδιοσυγκρασίας και της διάπλα­σης. Και τελικά, τον εξετάζουμε προσκολλημένο στο ένα ή στο

67

άλλο έδαφος, κάτοικο του ενός ή του άλλου κλίματος, ενταγμέ­νο στο ένα ή στο άλλο είδος ζωής.

Αυτό είναι το σχέδιο του έργου μας.

Η ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΣΗ ΤΟΥ ΔΕΣΠΟΤΙΣΜΟΥ

( Α π ό το β ι β λ ί ο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς, εκδ. έ τ ο ς 1ο τ η ς Δ η μ ο κ ρ α τ ί α ς )

Δεν υπάρχουν πολιτικοί θεσμοί όπου τα δικαιώματα του πο­λίτη να είναι καλά κατοχυρωμένα ώστε να μην αφήνουν περι­θώρια αυθαιρεσίας στην κυβέρνηση, δεν υπάρχει σύνταγμα στο οποίο ο νομοθέτης να έχει προωθήσει την προβλεπτικότητα τό­σο ώστε να κόβονται από τις ρίζες τους οι καινούργιες επινοή­σεις. Γιατί πάντα διαμέσου των επινοήσεων θεμελιώνουν οι ηγεμόνες την άδικη κυριαρχία τους.

Οι πρώτες επινοήσεις μόλις που φαίνονται για τέτοιες: δου­λεύουν για να ανατρέψουν το ναό της ελευθερίας όχι με χτυπή­ματα, αλλά με την υπονόμευση. Αρχίζουν με υπόκωφες επιθέ­σεις ενάντια στα δικαιώματα των πολιτών, σπάνια με τρόπο που να δημιουργούν δυνατή αίσθηση, και φροντίζουν πάντα οι επι­θέσεις αυτές να μη γίνονται γνωστές με εντυπωσιακές εξαγ­γελίες.

Αν πρέπει οι επιθέσεις αυτές να καταχωρηθούν στις νομοθε­τικές πράξεις της εξουσίας, για να γίνουν λιγότερο αισθητές, φροντίζουν να καλύψουν ό,τι αποκρουστικό περιέχουν, παρα­ποιώντας τα δεδομένα, και προσδίδοντας ωραία ονόματα στις πιο εγκληματικές ενέργειες.

Συχνά ξεκινούν προτείνοντας κάποιες ανώδυνες μεταρρυθμί­σεις που φαινομενικά δείχνουν ωφέλιμες και βολικές. Τις εξαγ­γέλλουν στα πλαίσια γενικών προτάσεων, αρκετά αληθοφανών από πρώτη ματιά, κρύβοντας συνέπειες, που δεν είναι αντιλη­πτές εξαρχής, που ωστόσο όμως δεν αργούν να αξιοποιήσουν, ώστε να καρπωθούν τα προϋπολογισμένα οφέλη. Ή ακόμη, προσθέτουν στο τέλος κάποιο άρθρο, που καταστρέφει τα πλε-

68

ονεκτήματα που προσφέρουν τα πρώτα, και αφήνει σε ισχύ μό­νον ό,τι ολέθριο περιέχεται σ' αυτά.

Μερικές φορές η ηγεμόνας, για να επιβουλευτεί την ελευθε­ρία, περιμένει τη στιγμή της εκδήλωσης μιας ανησυχητικής κρίσης, που έχει προετοιμάσει ο ίδιος· τότε, με το πρόσχημα της φροντίδας για τη σωτηρία του κράτους, προτείνει καταστροφι­κά μέτρα, που τα καλύπτει με το πέπλο της αναγκαιότητας, του κατεπείγοντος των περιστάσεων, της κακοδαιμονίας των και­ρών. Εγκωμιάζει την αγνότητα των προθέσεών του, εκφωνεί μεγάλα λόγια για την αγάπη του δημόσιου συμφέροντος, δια­λαλεί τη μέριμνα της πατρικής του αγάπης. Κι αν δει ότι υπάρ­χει δισταγμός για να γίνουν δεκτές οι προτάσεις του, βάζει αμέ­σως τις φωνές: Πώς, δεν θέλετε; Ε, τότε βγείτε μόνοι σας από την άβυσσο! Κανείς δεν έχει τη δύναμη να αντισταθεί, κι ο καθένας αφήνεται στο έλεος των πραγμάτων, παρ' όλο που δεν έχει κα­μιά αμφιβολία γι' αυτό που κρύβουν τα μέτρα αυτά, όπου κάτω από το όμορφο περίβλημα βρίσκονται τα πιο μοχθηρά σχέδια. Η παγίδα αποκαλύπτεται όταν δεν υπάρχουν πλέον χρονικά πε­ριθώρια για να αποφευχθεί: τότε ο λαός, σαν το λιοντάρι που πέφτει μέσα στα δίχτυα κρυμμένα κάτω από τα φυλλώματα, πα­λεύει για να τα σπάσει και το μόνο που καταφέρνει είναι να μπλέκεται περισσότερο.

Τ Α Μ Ε Σ Α Τ Ο Υ Δ Ε Σ Π Ο Τ Ι Σ Μ Ο Υ : Ο Ε Λ Ε Γ Χ Ο Σ Τ Η Σ Γ Ν Ω Μ Η Σ

( Α π ό το βιβλίο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς)

Το να κλείνει κανείς το στόμα των δυσαρεστημένων ισοδυ­ναμεί με το να εμποδίζει την αφύπνιση του λαού από το λήθαρ­γο· και αυτό ακριβώς προσπαθούν να κάνουν αυτοί που θέλουν να τον καταδυναστεύουν. Αλλά το βασικό είναι να αφαιρεθούν τα μέσα για τη γενίκευση της πυρκαγιάς, με την παρεμπόδιση της επικοινωνίας ανάμεσα στα διάφορα τμήματα του κράτους.

69

Έτσι οι ηγεμόνες φροντίζουν ιδιαίτερα να παρεμποδίζουν την ελευθερία του Τύπου.

Καθώς είναι διστακτικοί να επιτεθούν από την αρχή ανοιχτά, περιμένουν να τους προσφέρουν οι πολίτες κάποιο αληθοφανές πρόσχημα· κι όταν παρουσιαστεί η ευκαιρία την αρπάζουν αμέσως.

Αν ένα βιβλίο περιέχει κάποιους φωτισμένους συλλογισμούς για τα δικαιώματα των λαών, κάποιες ελεύθερες σκέψεις για τα όρια της εξουσίας των βασιλιάδων, κάποια αιχμηρή περιγραφή της τυραννίας, κάποια εντυπωσιακή εικόνα για την ομορφιά της ελευθερίας, που αυτοί αγωνίζονται να την κάνουν να ξεχα­στεί· αμέσως το προγράφουν με την κατηγορία ότι περιέχει ρή­σεις ενάντια στη θρησκεία και στα χρηστά ήθη.

Εναντιώνονται σε κάθε κείμενο ικανό να διατηρήσει το πνεύ­μα της ελευθερίας και χαρακτηρίζουν λίβελο κάθε έργο που καταπιάνεται με την αποκάλυψη των σκοτεινών μυστηρίων της κυβέρνησης. Και με το πρόσχημα της καταστολής της παρε­κτροπής, στραγγαλίζουν τη λευτεριά καταδιώκοντας τους συγγραφείς.

Κάνουν και κάτι ακόμα: για να κρατήσουν τους λαούς στην άγνοια και για να μην αφήσουν καμιά πόρτα ανοιχτή στις χρή­σιμες αλήθειες, διορίζουν επιθεωρητές του Τύπου, ελεγκτές, λογοκριτές κάθε λογής — άθλιους χαφιέδες, που επαγρυπνούν αδιάκοπα για λογαριασμό του δεσποτισμού ενάντια στην ελευ­θερία.

Εμφανίστηκε μήπως στο εξωτερικό κάποιο κείμενο ενάντια στην τυραννία; Εξαφανίζουν αμέσως την έκδοση με τους επιτε­τραμμένους τους, και μέσα στα κράτη τους δεν αφήνουν να εκτε­θεί προς πώληση κανένα βιβλίο που δεν έχει πρώτα εξεταστεί από τα κατασκευάσματά τους.

70

ΟΙ ΒΟΗΘΟΙ ΤΟΥ Δ Ε Σ Π Ο Τ Ι Σ Μ Ο Υ : Η Θ Ρ Η Σ Κ Ε Ι Α

( Α π ό το βιβλίο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς)

Όλες οι θρησκείες προσφέρουν χέρι βοήθειας στο δεσποτι­σμό·, αλλά παρ' όλα αυτά δεν γνωρίζω καμιά άλλη που να τον ευνοεί τόσο όσο η χριστιανική.

Χωρίς να είναι δεμένη με το πολιτικό σύστημα κάποιας κυ­βέρνησης, δεν έχει τίποτα το αποκλειστικό, τίποτα το τοπικό, τίποτα που να ανήκει περισσότερο στη μία χώρα από την άλλη: αγκαλιάζει ισότιμα στη φιλευσπλαχνία της όλους τους ανθρώ­πους· καταργεί τα σύνορα που διαχωρίζουν τα έθνη, και συνε­νώνει όλους τους χριστιανούς σε ένα λαό αδελφών. Αυτό είναι το πραγματικό πνεύμα του Ευαγγελίου.

Η ελευθερία στηρίζεται στην αγάπη για την πατρίδα* αλλά η βασιλεία των χριστιανών δεν είναι του κόσμου τούτου· η πα­τρίδα τους βρίσκεται στον ουρανό· και γι' αυτούς η γη δεν είναι παρά ένας τόπος προσκυνήματος. Πώς λοιπόν, οι άνθρωποι που νοιάζονται για τα εκεί πάνω, θα μπορούσαν να πάρουν κατά­καρδα τα εδώ κάτω;

71

• Αν η θρησκεία επηρέαζε τον ηγεμόνα όσο και τους υπηκόους, τότε αυτό το πνεύμα της φ ιλευσπλαχν ίας που κηρύσσει ο χριστιανισμός, θα απάλυνε αναμφίβολα την άσκηση της εξουσίας. Αλλά, αν εκτιμή­σουμε ότι τα διδάγματα του Ευαγγελίου δεν μπορούν να βλαστήσουν σε καρδιές παραδομένες στις σπατάλες και στις απολαύσεις, αν εκτιμή­σουμε ότι οι παραινέσεις του είναι ανίσχυρες εμπρός στις διαρκώς επαναλαμβανόμενες φαύλες αρχές, εμπρός στα κακά παραδείγματα που εκτίθενται διαρκώς στα μάτια, εμπρός στους δυνατούς και πάντοτε καινούργιους πειρασμούς, τότε θα νιώσουμε ότι η τροχοπέδη της θρησκείας δεν φτιάχτηκε για εκείνους που ζουν στις αυλές.

Έ χ ο υ μ ε δει ωστόσο θρησκευόμενους ηγεμόνες, θα πει κάποιος. Ναι, έχουμε δει θρησκόληπτους ηγεμόνες, υποκριτές, φανατικούς ή προληπτικούς, κι ακόμη δεν ήταν παρά άνθρωποι που πέρασαν τα νε­ανικά τους χρόνια κάτω από την καθοδήγηση των παπάδων · άνθρωποι που από τη φύση τους ε ίχαν χαρακτήρα αδύναμο· άνθρωποι των οπο ί ­ων η καρδιά, εξουθενωμένη από τις απολαύσε ις ή οδηγημένη από την προχωρημένη ηλικία στην παιδική σεμνότητα, τούς έκανε εύπιστους· άνθρωποι, τέλος, που, διαχωρίζοντας την ηθική από το δόγμα, κατά το παράδειγμα των Φαρισαίων, έπαιρναν από τη θρησκεία μόνον ό,τι δεν έθιγε τις διεστραμμένες τους τάσεις. (Σημ. του Μαρά).

Όλες οι ανθρώπινες ενασχολήσεις θεμελιώνονται πάνω στους ανθρώπινους πόθους και τροφοδοτούνται μόνον από αυ­τούς: η αγάπη για την ελευθερία συνδέεται με τον πόθο για καλή ζωή, με τον πόθο των εφήμερων αγαθών· ο χριστιανισμός όμως διδάσκει την απομάκρυνση από τα αγαθά αυτά και δεν ασχολείται με τίποτ' άλλο παρά με την καταπολέμηση των πό­θων αυτών. Όταν είναι κανείς απασχολημένος με μιαν άλλη πατρίδα, δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τούτην εδώ.

Για να μείνουμε όμως ελεύθεροι, πρέπει να παρακολουθούμε διαρκώς με τα μάτια ορθάνοιχτα την κυβέρνηση. Πρέπει να παραφυλάμε τις κινήσεις της, να αντιστεκόμαστε στις απόπει­ράς της, να καταστέλλουμε τις εκτροπές της. Πώς όμως θα μπορούσαν να γίνουν φιλύποπτοι άνθρωποι που η θρησκεία τους απαγορεύει τη δυσπιστία; Πώς θα μπορούσαν να σταματή­σουν τις υπόκωφες δραστηριότητες των προδοτών που ξεγλι­στρούν ανάμεσά τους; Πώς θα μπορούσαν να τους αποκαλύ­ψουν; Πώς θα μπορούσαν έστω να αμφιβάλλουν; Χωρίς επιφύ­λαξη, χωρίς ανησυχία, χωρίς επινοητικότητα, χωρίς οργή, χω­ρίς πόθο για εκδίκηση, ένας πραγματικός χριστιανός είναι στη διάθεση του πρώτου τυχόντα. Το πνεύμα του χριστιανισμού εί­ναι πνεύμα ειρήνης, πραότητας, φιλευσπλαχνίας· εκείνοι που τον ακολουθούν διαπνέονται από αυτά, ακόμη και για τους εχθρούς τους. Όταν τους χτυπούν στο ένα μάγουλο, οφείλουν να προσφέρουν και το άλλο. Όταν τους παίρνουν το φόρεμα πρέπει να χαρίζουν και το πανωφόρι. Όταν τους υποχρεώνουν να βαδίζουν μία λεύγα, αυτοί πρέπει να βαδίζουν δύο. Όταν τους καταδιώ­κουν, αυτοί πρέπει να ευλογούν τους διώκτες τους. Τι λογής αντίσταση θα μπορούσαν να προβάλουν στους τυράννους τους; Δεν τους επιτρέπεται να υπερασπιστούν ακόμη και την ίδια τη ζωή τους. Όντας πάντα υποταγμένοι στη μοίρα τους, υποφέ­ρουν αμίλητοι, υψώνουν τα χέρια προς τον ουρανό, ταπεινώ­νονται κάτω από το χέρι που τους χτυπάει και προσεύχονται για τους δήμιους τους. Η υπομονή, οι προσευχές, οι ευλογίες είναι τα όπλα τους. Ό , τ ι και να τους κάνει κανείς, ποτέ δεν ξεπέφτουν στην εκδίκηση: Με ποιο τρόπο λοιπόν θα οπλίζο­νταν ενάντια σε εκείνους που διαταράσσουν τη γαλήνη του κρά­τους; Πώς θα απωθούσαν βίαια τους καταπιεστές τους; Πώς θα μάχονταν τους εχθρούς της ελευθερίας; Πώς θα πλήρωναν με το αίμα τους αυτό που χρωστάν προς την πατρίδα!...

72

ΟΙ Β Ο Η Θ Ο Ι ΤΟΥ Δ Ε Σ Π Ο Τ Ι Σ Μ Ο Υ : Ο Σ Τ Ρ Α Τ Ο Σ

* Αυτή τ η ν πολ ι τ ική εφαρμόζει η κυβέρνηση της Βενετίας. (Σημ. του Μαρά).

73

( Α π ό το β ιβλίο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς)

Η εξασφάλιση του στρατού

Ο ηγεμόνας, προκειμένου να μην αφήσει πολλά περιθώρια επιρροής στους επικεφαλής των στρατιωτικών τμημάτων, δεν περιορίζεται μόνο στην κατάργηση των μεγάλων αξιωμάτων, αλλά χωρίζει και το στρατό σε μικρά σώματα, που ανάμεσά τους δημιουργεί ζηλοφθονίες χάρη σε κάποια ειδικά προνόμια. Αναθέτει τη διοίκηση αυτών των μικρών σωμάτων μόνο σε έμπιστά του πρόσωπα. Στη συνέχεια, για να εξασφαλίσει ακό­μη περισσότερο την πίστη τους, καθιερώνει σε κάθε σώμα πο­λυάριθμους βαθμούς, στους οποίους μπορεί να αναρριχηθεί κα­νείς είτε αργά με το δικαίωμα της αρχαιότητας, είτε γρήγορα, χάρη στην υψηλή προστασία. Με τον τρόπο αυτό, κάθε χαμη­λόβαθμος αξιωματικός βλέπει τον ανώτερό του σαν εμπόδιο στη σταδιοδρομία του και τον αντιμετωπίζει με φθόνο, ενώ οι πιο φιλόδοξοι επιδιώκουν να αναρριχηθούν στις ανώτερες βαθ­μίδες με την ευκαμψία και την επίμονη κολακεία. Εκείνοι όμως που βρίσκονται ήδη στις ανώτερες βαθμίδες προσπαθούν να κρατήσουν τη θέση τους, επιδεικνύοντας αφοσίωση στις διαταγές των αρχηγών, στις επιθυμίες του ηγεμόνα.

Σε σχέση με τις στρατιωτικές θέσεις πρώτης σειράς, ο ηγεμό­νας φροντίζει να μην τοποθετεί σ' αυτές ανθρώπους που έχουν την εύνοια του λαού, και να μην κρατούν ταυτόχρονα και κά­ποια πολιτική θέση. Μερικές φορές η έλλειψη εμπιστοσύνης φτάνει σε σημείο ώστε επικεφαλής του στρατού να τοποθετού­νται στρατιωτικοί ευκαιρίας, ή στο σημείο να αλλάζει συχνά τους στρατηγούς, να σπέρνει μεταξύ τους αντιζηλίες και να μην αφήνει παρά για λίγο χρόνο τις φρουρές στο ίδιο μέρος.*

Όταν ο ηγεμόνας θέλει να έχει το στρατό στο χέρι του, προκειμένου να παραδώσει την ηγεσία του ακίνδυνα σε άλλα χέρια, την εμπιστεύεται σε πολλούς αρχηγούς· αλλά όχι μόνο

δεν τους αφήνει να κάνουν ό,τι θέλουν, αλλά τους υποτάσσει πάντα σε ένα πολεμικό συμβούλιο, όταν η κυβέρνηση δεν ρυθ­μίζει τις επιχειρήσεις τους, ή όταν δεν τους βάζει κάτω από τον έλεγχο ενός έμπιστου υπουργού.

Μετά τη λήψη όλων αυτών των μέτρων για να εξασφαλίσει το στρατό, ο ηγεμόνας ευνοεί τους στρατιωτικούς, τους προ­σκολλά στα συμφέροντά του με παραχωρήσεις προνομίων, τους μοιράζει χάρες, χαϊδεύει τα χέρια με τα οποία θέλει να αλυσοδέ­σει το κράτος.

Οι στρατιώτες αρχίζουν να αναγνωρίζουν μόνον τη φωνή των αρχηγών τους, να βασίζουν μόνο σ' αυτούς τις ελπίδες, και να κοιτάζουν την πατρίδα από μακριά. Ή δ η δεν είναι πια στρα­τιώτες του κράτους, αλλά του ηγεμόνα· και σύντομα αυτοί που βρίσκονται επικεφαλής του στρατού δεν είναι πια οι υπερασπι­στές του λαού, αλλά εχθροί του.

Έτσι ο ηγεμόνας δημιουργεί για τον εαυτό του μια αφοσιω­μένη δύναμη, πάντα επί ποδός ενάντια στο έθνος, και περιμένει μόνο τη στιγμή για να τη βάλει να δράσει.

Η εξαίρεση του στρατιωτικού από την πολιτική εξουσία

Στους ελεύθερους λαούς, ο στρατιώτης, που υποτάσσεται στους νόμους και ελέγχεται απ ' τους κυβερνητικούς λειτουρ­γούς, γνωρίζει τα καθήκοντά του, τρέφει για το κράτος του ιδέ­ες δικαιοσύνης, μαθαίνει να σέβεται τους πολίτες και δεν του επιτρέπεται να νιώσει τις δυνάμεις του. Για το λόγο αυτό, οι ηγεμόνες, για να υποτάξουν τον στρατιωτικό στη θέλησή τους, τον εξαιρούν από την πολιτική εξουσία: για να μην αναγνωρί­ζει άλλη εξουσία από τη δική τους, και για να μην έχει να δώσει λόγο παρά μόνο σ' αυτούς· κι αν μηχανορραφεί, στασιάζει, επαναστατεί· κι αν κλέβει, αν βιάζει, αν δολοφονεί, πάντα ένα στρατοδικείο είναι αρμόδιο για το έγκλημα.

74

Εμπνέουν στον στρατιωτικό την περιφρόνηση για τον πολίτη

Καθώς οι στρατιώτες προορίζονται, όταν έρθει ο καιρός, να αναλάβουν δράση ενάντια στην πατρίδα, απομακρύνονται από τις συναναστροφές με τους πολίτες, υποχρεώνονται να ζουν με­ταξύ τους, κλείνονται στους στρατώνες. Έπειτα, τους εμπνέουν την περιφρόνηση για κάθε άλλη κατάσταση εκτός απ' του στρατιωτικού· και για να τους κάνουν να νιώσουν την ανωτερό­τητα του στρατιωτικού, τους παραχωρούν ένα πλήθος από δια­κριτικά.

Συνηθισμένοι να ζουν μακριά από το λαό, χάνουν το πνεύμα του· μαθημένοι να περιφρονούν τον πολίτη, σύντομα δεν επιθυ­μούν άλλο από το να τον καταπιέζουν· τον αφήνουν εκτεθειμένο σε κάθε δική τους βιαιότητα, και είναι πάντα έτοιμοι να ξεχυ­θούν πάνω στη μερίδα του κράτους που θα ήθελε να εξεγερθεί.

ΟΙ Β Ο Η Θ Ο Ι ΤΟΥ Δ Ε Σ Π Ο Τ Ι Σ Μ Ο Υ : Η Τ Α Ξ Η Τ Ω Ν Ε Μ Π Ο Ρ Ω Ν

(Από το β ι β λ ί ο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς)

Οι κάθε λογής κερδοσκοπίες οδηγούν αναγκαστικά στη δη­μιουργία προνομιούχων εταιριών για το αποκλειστικό εμπόριο σε ορισμένους κλάδους· εταιριών που δημιουργήθηκαν πάντα σε βάρος του ιδιωτικού εμπορίου, της μανιφακτούρας των βιο­τεχνιών, και της εργατικής δύναμης: και μόνο από το λόγο ότι καταστρέφουν κάθε συναγωνισμό. Έτσι, τα πλούτη που θα εί­χαν διοχετευτεί από χίλια διαφορετικά κανάλια για να καρπί­σουν το κράτος, συγκεντρώνονται στα χέρια μερικών εταιριών, που καταβροχθίζουν τα μέσα διαβίωσης του λαού και παχαί­νουν με τον ιδρώτα του.

Μαζί με τις προνομιούχες εταιρίες γεννιούνται και τα κάθε λογής μονοπώλια, το αποκλειστικό χονδρεμπόριο της παραγω­γής των τεχνιτών, των προϊόντων της φύσης και προπάντων

75

των ειδών πρώτης ανάγκης, αποκλειστικά χονδρεμπόριο που κάνει προβληματική τη διαβίωση του λαού και που τον αφήνει στο έλεος των υπουργών, των συνηθισμένων αρχηγών όλων των μεγαλοχονδρεμπόρων.

Πάνω στο σύστημα των μονοπωλίων διαμορφώνεται σταδια­κά η διαχείριση των οικονομικών. Το κράτος αναθέτει την εί­σπραξη των εσόδων του στους εργολάβους φοροεισπράκτορες, που αναλαμβάνουν στη συνέχεια τη διεύθυνση προνομιούχων εταιριών, και εκτρέπουν προς όφελός τους τον δημόσιο πλούτο. Σύντομα το έθνος μεταμορφώνεται σε λεία των φορολόγων, των χρηματιστών, των καταχραστών: αχόρταγων βρικολάκων που ζουν από απάτες, κλοπές, εκβιασμούς και αρπαγές, και που κα­ταστρέφουν το έθνος για να το λαφυραγωγήσουν.

Οι εταιρίες των διαμεσολαβητών, των χρηματιστών, των ερ­γολάβων φοροεισπρακτόρων, των μεγαλοχονδρεμπόρων, γεν­νούν πάντα ένα πλήθος από μεσίτες, πράκτορες συναλλάγμα­τος, κερδοσκόπους: αισχροκερδείς που απασχολούνται με το να διαδίδουν ψεύτικες φήμες για να ανεβάσουν ή να ρίξουν τε­χνητά τις αξίες, για να μπλέξουν τα θύματά τους μέσα σε χρυ­σωμένα δίχτυα, για να γυμνώσουν τους επενδυτές, καταστρέ­φοντας τη δημόσια πίστη.

Γρήγορα, το θέαμα των τεράστιων περιουσιών τόσων και τό­σων τυχοδιωκτών ανοίγει σε όλους την όρεξη για κερδοσκο­πίες, η μανία της αισχροκέρδειας διαποτίζει όλες τις βαθμίδες, και το έθνος δεν αποτελείται στο εξής παρά από άπληστους δολοπλόκους, αδίστακτους ενεχυροδανειστές, σιχαμερούς το­κογλύφους, κομπιναδόρους και απατεώνες, που απασχολούνται διαρκώς με το πώς θα επινοήσουν νέους τρόπους για να γδά­ρουν τους ανόητους και να θεμελιώσουν την ατομική τους πε­ριουσία σε βάρος της δημόσιας.

Η πλειοψηφία από αυτούς τους δολοπλόκους που συνδέουν τη μοίρα τους με τον τροχό της τύχης τσακίζεται: η δίψα του χρυσού τούς κάνει να διακινδυνεύσουν αυτό που έχουν για να αποκτήσουν αυτό που δεν έχουν και η μιζέρια τους κάνει χυ­δαίους παλιάνθρωπους, πρόθυμους να πουληθούν και να υπηρε­τήσουν τις προθέσεις ενός αφεντικού.

Όταν τα πλούτη συγκεντρώνονται στα χέρια των κερδοσκό­πων, το πλήθος των εμπόρων δεν έχει άλλο παρά την ατομική του μικροεπιχείρηση για να συντηρηθεί και να χορτάσει την απληστία του. Κι όπως η πολυτέλεια τους έχει δημιουργήσει

76

ένα πλήθος από καινούργιες ανάγκες, που ο μεγάλος αριθμός των τυχοδιωκτών τους εμποδίζει να τις ικανοποιήσουν, τότε όλοι τους σχεδόν καταφεύγουν στις κομπίνες και στην απάτη. Από εδώ κι εμπρός δεν υπάρχει πλέον καλή πίστη στο εμπόριο: ο καθένας είτε για να πλουτίσει, είτε για να ξεφύγει από την ανέχεια, προσπαθεί αδιάκοπα να ξεγελάσει τους άλλους. Οι έ­μποροι πολυτέλειας ξεγυμνώνουν τους πολίτες που οι δουλειές τους δεν παν καλά, τους άσωτους γιους, τους σπάταλους. Ό λ α τα εμπορεύματα νοθεύονται, ακόμη και τα τρόφιμα: η τοκογλυ­φία καθιερώνεται, η απληστία δεν έχει πια τροχοπέδη, οι κο­μπίνες και οι απάτες δεν έχουν όρια.

Στη θέση των πράων και καλοκάγαθων αρετών, που χαρα­κτηρίζουν τα απλά, φτωχά και φιλόξενα έθνη, έρχονται όλες οι διαστροφές του φρικτού εγωισμού, της ψυχρότητας, της σκλη­ρότητας, της απανθρωπιάς, της βαρβαρότητας. Η δίψα του χρυσού στεγνώνει όλες τις καρδιές, δεν έχουν πια συμπόνια. Η φωνή της φιλίας παύει να αναγνωρίζεται, οι δεσμοί του αί­ματος σπάνε, δεν αναπνέουν παρά για την περιουσία, και πουλά­νε ακόμη και ανθρώπους*.

Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές σχέσεις της ορδής των κερδοσκό­πων, είναι γεγονός ότι σε κάθε χώρα, οι εταιρίες από διαμεσο­λαβητές, χρηματιστές, ενεχυροδανειστές, εργολάβους φοροει­σπράκτορες, μεγαλοχονδρέμπορους, μεσίτες, τοκογλύφους, κα­ταχραστές, δημόσιους βρικόλακες και βδέλλες, συνδέονται στο σύνολό τους με την κυβέρνηση, και αναδεικνύονται στους πιο ένθερμους υποστηρικτές της.

Στα εμπορικά έθνη, όπου οι κεφαλαιούχοι και οι εισοδημα­τίες συνδέονται σχεδόν στο σύνολό τους με τους διαμεσολαβη­τές, τους χρηματιστές, τους δανειστές, οι μεγάλες πόλεις έχουν μόνο δυο τάξεις πολιτών, που η μια φυτοζωεί μέσα στην αθλιό­τητα και η άλλη πνίγεται στα περιττά. Η τελευταία διαθέτει όλα τα μέσα καταπίεσης, ενώ η πρώτη στερείται από όλα τα μέσα άμυνας. Έτσι, μέσα στις δημοκρατίες, η ακραία ανισότη­τα των καταστάσεων θέτει ολόκληρο το λαό κάτω από το ζυγό μιας χούφτας ατόμων. Αυτό ακριβώς είδαμε στη Βενετία, στη Γένοβα, στη Φλωρεντία, τότε που το εμπόριο τους έφερε τα πλούτη της Ασίας. Και το ίδιο βλέπουμε στην Ολλανδία, όπου

• Στην Ολλανδία κυρίως μπορεί να δει κανείς τα θλιβερά αποτελέ­σματα του κερδοσκοπικού πνεύματος. (Σημ. του Μαρά).

77

οι πλούσιοι πολίτες, αποκλειστικοί άρχοντες της δημοκρατίας, έχουν στη διάθεσή τους τα πλούτη ηγεμόνων, ενώ η πλειοψη­φία στερείται το ψωμί.

Στις μοναρχίες, πλούσιοι και φτωχοί, είναι όλοι υποταγμένοι στον ηγεμόνα.

Από την τάξη των εξαθλιωμένων στρατολογεί τις λεγεώνες των έμμισθων λογχοφόρων που συνθέτουν τους στρατούς της ξηράς και της θάλασσας, τα στίφη των ναυτονόμων, των μπρά­βων, των αστυνόμων, των κατασκόπων και των χαφιέδων, που μισθώνονται για να καταπιέζουν το λαό και να τον αλυσοδένουν.

Από την τάξη των πλουσίων στρατολογεί τους προνομιού­χους, τους τιτλούχους, τους αξιωματούχους, τους δικαστικούς, ακόμη και τους ανώτατους αυλικούς* του στέμματος. Από τη στιγμή λοιπόν που οι τίτλοι ευγενείας, οι τίτλοι ιδιοκτησίας, τα μεγάλα αξιώματα, οι υψηλές θέσεις και καθήκοντα, όλα αυ­τά εξαγοράζονται, τότε εκείνο που προσεγγίζει περισσότερο το θρόνο είναι ο πλούτος παρά η καταγωγή. Ο πλούτος παραβι­άζει τις πόρτες της συγκλήτου, ανεβάζει σε όλες τις θέσεις της εξουσίας που αναγκάζουν τις κατώτερες τάξεις να εξαρτώνται από τις προνομιούχες, ενώ οι ίδιες εξαρτώνται από την αυλή.

Μ' αυτόν λοιπόν τον τρόπο το εμπόριο μεταμορφώνει τους πλούσιους και φτωχούς πολίτες σε όργανα καταπίεσης ή υποτέ­λειας.

* Αυτό το βλέπει κανείς στην Αγγλία, όπου η πλειοψηφία των λόρδων κατάγεται από κάποιον νεόπλουτο έμπορο, αλλά κυρίως στη Γαλλία , όπου όλοι σχεδόν οι πρόσφατοι ευγενείς είναι απόγονοι κάποιου φο­ροεισπράκτορα, κάποιου δανειοδότη ή κάποιου καταχραστή της επαρχίας , που πλούτισε με το αίμα του λαού, ή τέλος κάποιου νεό­πλουτου κομπιναδόρου λακέ, που πλούτισε από αισχροκέρδειες σε βά­ρος του κράτους. Απόδειξη αυτοί που πλουτίζουν με το σύστημα του Λόου. (Σημ. του Μαρά).

78

Π Ω Σ Θ Α Ν Ι Κ Η Θ Ε Ι Ο Δ Ε Σ Π Ο Τ Ι Σ Μ Ο Σ : Η Α Ν Α Γ Κ Η Τ Η Σ Ε Ξ Ε Γ Ε Ρ Σ Η Σ

( Α π ό το βιβλίο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς)

Ο λαός δεν προβλέπει ποτέ τα δεινά που του ετοιμάζουν. Ό σ ο κι αν μετατρέπουν τα δικαιώματα σε ψευδαισθήσεις, όσο κι αν υπονομεύουν τα θεμέλια της λευτεριάς του, δεν αντιλαμβά­νεται τη δυστυχία του παρά μόνον άμα τη νιώσει, μόνον άμα ακούσει στα αυτιά του τα ονόματα των προγραμμένων, μόνον όταν δει να κυλά το αίμα των πολιτών, μόνον όταν, λυγισμένος κάτω από το ζυγό, περιμένει με τρόμο την αλλαγή της μοίρας που του επιφυλάσσουν.

Για να παραμείνει ελεύθερος, πρέπει να είναι διαρκώς σε επιφυλακή ενάντια σ' αυτούς που τον κυβερνούν: τίποτα πιο εύκολο από το να χαθεί ο ανυποψίαστος· και το υπερβολικό αί­σθημα ασφάλειας των λαών είναι πάντα ο πρόδρομος της σκλαβιάς τους.

Αλλά επειδή μια αδιάκοπη επαγρύπνηση πάνω στα κοινά υπερβαίνει τις δυνατότητες της πλειοψηφίας, που είναι άλλω­στε υπερβολικά απασχολημένη με τις δικές της υποθέσεις, εί­ναι ανάγκη να υπάρχουν μέσα στο κράτος άνθρωποι που να επιτηρούν συνεχώς με μάτια ορθάνοιχτα την κυβέρνηση, να πα­ρακολουθούν τις κινήσεις της, να ξεσκεπάζουν τα φιλόδοξα σχέ­διά της, να δίνουν το σήμα κινδύνου όταν βλέπουν να πλησιάζει η θύελλα, να ξυπνούν το έθνος από το λήθαργο, να του ξεσκεπά­ζουν την άβυσσο που του ανοίγουν κάτω από τα πόδια του, και να επισημαίνουν αυτόν που πάνω του πρέπει να ξεσπάσει η δη­μόσια οργή. Να γιατί το μεγαλύτερο κακό που μπορεί να συμ­βεί σε ένα ελεύθερο κράτος, όπου ο ηγεμόνας είναι ισχυρός και αναπτύσσει πρωτοβουλίες, είναι να μην υπάρχουν ούτε πολιτι­κές συζητήσεις, ούτε αναβρασμός, ούτε κόμματα. Ό λ α είναι χαμένα όταν ο λαός καταντάει ψυχρός, και, χωρίς να ανησυχεί για τη διαφύλαξη των δικαιωμάτων του, δεν συμμετέχει πια στα κοινά: αντί να βλέπουμε την ελευθερία να ξεπηδά αδιάκοπα από τις φωτιές της ανταρσίας.

79

ΤΙ ΘΑ Ε Ι Ν Α Ι Η Ε Π Α Ν Α Σ Τ Α Σ Η ; Ο Κ Ι Ν Δ Υ Ν Ο Σ Α Π Ο Τ Ι Σ Δ Ι Α Μ Α Χ Ε Σ Τ Ω Ν Π Α Ρ Α Τ Α Ξ Ε Ω Ν

( Α π ό το βιβλίο Οι αλυσίδες της σκλαβιάς)

Ό τ α ν οι προσπάθειες του λαού για τη διαφύλαξη της λευτε­ριάς του είναι αδύναμες, τότε δεν έχουν άλλο αποτέλεσμα από την παγίωση της σκλαβιάς του.

Από τη μεριά τους, οι ηγεμόνες, παρά τις ήττες τους, δεν χάνουν συχνά τίποτα. Όντας νικημένοι και στο έλεος των συμπολιτών τους, διατηρούν αυτή την περηφάνια, αυτή την αλαζονεία, αυτή την υπεροψία, αυτό το αυταρχικό ύφος που τους διακρίνει στις καλές μέρες τους, μιλούν μόνο για τα προνό­μια τους· έχουν την απαίτηση να εξακολουθούν να κυβερνούν και, σχεδόν πάντα, ο λαός αφήνει να του αφαιρέσουν τον καρπό της νίκης του.

Αλλά ποια τύχη περιμένει τους υπηκόους, όταν νικηθούν! Μετά από μάταιες προσπάθειες για να κλονιστεί η τυραννική κυριαρχία, αντιμετωπίζονται σαν στασιαστές· ο στυγνός ηγεμό­νας τους υπαγορεύει με απειλητικό ύφος τις επιθυμίες του, και πάντα οι δύστυχοι αφήνονται στο βάρος των αλυσίδων: πόσοι μάλιστα δεν υπερβαίνουν τα δεινά του ζυγού, επιδιώκοντας να τους δοθεί χάρη με μιαν εξευτελιστική υποταγή;

Έπεσε ο τύραννος, αυτό δεν σημαίνει ότι ανακτήθηκε η ελευθερία. Όλοι ήταν σύμφωνοι ενάντια στην τυραννία. Αν ό­μως το ζήτημα είναι να στηθεί μια καινούργια μορφή διακυβέρ­νησης, τέρμα η ενότητα. Αυτή είναι η εικόνα της ασυμφωνίας των κατοίκων της Καπούης, όταν ο Πακούβιος Άλανος αιχ­μαλώτισε τη σύγκλητό τους. Ξέρουν καλά τι θέλουν να αποφύ­γουν, αλλά δεν ξέρουν τι γυρεύουν: οι μεν θέλουν να θεσπισθεί η ισότητα των κοινωνικών τάξεων, οι δε επιθυμούν να διατηρή­σουν τα προνόμια τους. Μερικοί θέλουν ένα νόμο άλλοι θέ­λουν άλλον. Και μετά από πολλές συζητήσεις και διαμάχες, είτε μια μερίδα αρπάζει στα χέρια της την απόλυτη κυριαρχία, είτε υποχρεώνονται όλοι να επανέλθουν στην κυβέρνηση που πρόγραψαν, αν στο μεταξύ δεν έχουν αλυσοδεθεί από κάποιον καινούργιο αφέντη.

Όταν οι πατέρες μας επαναστάτησαν ενάντια στην καταπίε-

80

ση του Κάρολου του Α΄, και έσπασαν τελικά τα δεσμά τους, είδαμε ότι έψαχναν για καιρό την ελευθερία χωρίς να τη βρί­σκουν· ή μάλλον, χωρισμένοι σε παρατάξεις, η κάθε μια προ­σπάθησε να καταπιέσει τις υπόλοιπες, και να πάρει στα χέρια της την απόλυτη εξουσία.

Α Π Ο Τ Ο Ι Δ Α Ν Ι Κ Ο Σ Τ Η Ν Π Ρ Α Γ Μ Α Τ Ι Κ Ο Τ Η Τ Α : Η Π Α Λ Η Τ Ω Ν Τ Α Ξ Ε Ω Ν

(Από το βιβλίο Προσφορά στην πατρίδα, εκδ. 1789)

Ενωμένοι με δεσμούς αίματος και κοινών συμφερόντων, ο κλήρος και η αριστοκρατία συνθέτουν ένα σώμα, έτοιμο πάντα να ορθωθεί ενάντια στο λαό ή ενάντια στο μονάρχη. Η απεχθής αντίσταση που προβάλλει το σώμα αυτό σήμερα στις επιθυμίες του έθνους και στα σχέδια του μονάρχη θα έπρεπε να κάνει την κυβέρνηση να καταλάβει πόσο επικίνδυνη είναι η πολιτική της συγκέντρωσης τόσων αξιωμάτων στα χέρια μιας μόνον τάξης υπηκόων, η προσφορά σ' αυτήν όλων των ευνοιών και η εκχώ­ρηση κατ' αυτόν τον τρόπο στα χέρια της των δυνάμεων, που στρέφει τελικά ενάντια στους ευεργέτες της.

Να τώρα που έχουν συνωμοτήσει με τις αντιπροσωπίες ενά­ντια στο κράτος, αποφασισμένοι να το βουτήξουν στη φρίκη ενός εμφύλιου πολέμου, παρά να παραιτηθούν από τις άδικες βλέψεις τους.

Υπολογίζουν τις δυνάμεις τους. Αλλά αντί να μετρήσουν τον αριθμό τους, μετρούν τις λεγεώνες των μισθοφόρων που πιστεύ­ουν ότι μπορούν να διαθέσουν με το χρήμα τους. Ωραίος υπο­λογισμός! Αν ο λαός ερχόταν σήμερα να τους συμπεριφερθεί όπως οι πρόγονοι τους συμπεριφέρθηκαν άλλοτε στους άμοι­ρους κατοίκους των επαρχιών που κατέκτησαν αν άρχιζε να λεηλατεί τα σπίτια τους και να μοιράζεται τη γη τους. Πώς δεν βλέπουν ότι μόλις σπάσει η τροχοπέδη των νόμων, ένας αρχη­γός δεν μπορεί να υπολογίζει ούτε στιγμή πάνω σε μισθωτούς του, που μπορούν να παραγνωρίσουν τις διαταγές του, να

81

στραγγαλίσουν τον ίδιο και να αρπάξουν τα υπάρχοντά του; Πώς δεν βλέπουν ότι όταν σε λίγο θα έχουν συντριβεί από τους μεγαλύτερους αριθμούς, αυτοί που θα 'χουν γλιτώσει απ' το σίδερο θα αναγκαστούν είτε να διαφύγουν σαν προγραμμένοι, είτε να στενάζουν στα δεσμά; Πώς δεν φοβούνται τα παιχνίδια της τύχης, τη στιγμή που το έθνος έτοιμο να πολεμήσει έχει τα όπλα στα χέρια του; Ποιος μπορεί να είναι βέβαιος ότι ο ιδιο­κτήτης δεν θα δεθεί με τη σειρά του στη γη σαν δουλοπάροι­κος; Ποιος μπορεί να είναι βέβαιος ότι ένας επίσκοπος, ένας κόμης, ένας μαρκήσιος, ένας δούκας, ένας πρίγκιπας, δεν θα γίνει με τη σειρά του υπόδουλος του υπηρέτη ή του ιπποκόμου του; Αυτές είναι σκέψεις που μπορούν να κάνουν τους καταπιε­στές να τρέμουν, και που πρέπει να υποχρεώσουν τους μεγά­λους και τους πλούσιους, που απολαμβάνουν ατάραχοι όλα τα πλεονεκτήματα της κοινωνίας, να καταλάβουν ότι δεν πρέπει να σπρώχνουν στην απελπισία έναν μεγάλο και θαρραλέο λαό, που δεν ζητάει σήμερα παρά μια ανακούφιση στα δεινά του, που δεν επιθυμεί ακόμη άλλο από το να βασιλέψει η δικαιοσύ­νη.

Σ Κ Λ Η Ρ Υ Ν Σ Η Τ Η Σ Θ Ε Σ Η Σ Γ Ι Α Τ Η Ν Π Α Λ Η Τ Ω Ν Τ Α Ξ Ε Ω Ν

(Από το φυλλάδιο, Προσθήκη στην «Προσφορά στην πατρίδα» έκδ. 1789)

Παραδέχομαι ότι αυτό το μεταρρυθμιστικό σχέδιο θα μπορού­σε να προκαλέσει κάποια τραντάγματα στην πολιτική μηχανή· και δεν αρέσει στους απερίσκεπτους κατοίκους των πόλεων, που επένδυσαν όλη τους την περιουσία στην καλή πίστη του ηγεμόνα, αυτούς τους άτολμους που τρέμουν μην τυχόν χάσουν την ησυχία τους, αυτούς τους δειλούς εγωιστές, που το μόνο που θέλουν είναι να απολαύσουν ήρεμοι τις χαρές της ζωής. Υπομονετικοί απέναντι στα δεινά του λαού, που δεν τα νιώθουν καθόλου, διακηρύσσουν μόνον την υποταγή. Βρίσκοντας πάντα

82

υλικό στις δημόσιες δυστυχίες για τις ματαιόδοξες φλυαρίες τους, αντιδρούν πάντα σε κάθε δραστικό μέτρο για την αναγέν­νηση του κράτους, προτείνουν χίλιες μικροδιευθετήσεις προ­σπαθώντας να θυσιάσουν το έθνος στις άτολμες απόψεις τους.

Πάντα είναι αξιέπαινη η επιδίωξη εκείνου που προσπαθεί να καταπραΰνει τα πνεύματα, αλλά το να πει ότι το πέτυχε παραμέ­νει συχνά όνειρο ενός καλοπροαίρετου ανθρώπου. Πώς να κά­νουμε ότι δεν το βλέπουμε; Τα συμφέροντα των εταιριών, των συγκροτημένων σωμάτων, των προνομιούχων, είναι ασυμβίβα­στα με τα συμφέροντα του λαού. Γιατί οι λίγοι θεμελιώνουν την άνοδο, την κυριαρχία, τη δόξα και την ευτυχία τους, πάνω στον υποβιβασμό, την καταπίεση, την εξαθλίωση και τη δυ­στυχία των πολλών. Κατά συνέπεια, αν ο λαός δεν έχει να πε­ριμένει βοήθεια από κανέναν άλλον εκτός από το ίδιο του το θάρρος για να σπάσει τα δεσμά του, δεν έχει λόγο να μειώσει κανείς στα μάτια του τα κρίματα, τις αδικίες και τις προσβολές των τυράννων του. Φοβούμενος ότι τυχόν ανόητοι μετριασμοί στις επιθέσεις ενάντια στους εχθρούς του κοινού καλού θα στρέ­φονταν τελικά εναντίον του, δεν προσπάθησα καθόλου να συ­γκρατήσω την πένα μου. Αντίθετα, εγκαταλείποντας τη στο συ­ναίσθημα, την έθεσα μόνον κάτω από τον έλεγχο της λογικής και της δικαιοσύνης. Αλλά θα μπορούσα ίσως να αφήσω τον εαυτό μου πιο ελεύθερο. Όσο βαρυφορτωμένος κι αν θα 'ταν ο πίνακας, θα παρέμενε πάντα πιο κάτω από το πρωτότυπο.

Δεν αγνοώ ότι οι απαθείς αυτοί άνθρωποι, που τους ονομά­ζουν λογικούς, αποδοκιμάζουν τη θέρμη που επενδύω στηρί­ζοντας την υπόθεση του έθνους. Αλλά φταίω εγώ που αυτοί δεν έχουν ψυχή; Αναίσθητοι στη θέα των δημόσιων συμφορών, πα­ρακολουθούν με αδάκρυτο μάτι τα βάσανα των καταπιεσμένων, τους σπασμούς των δυστυχισμένων που φτάνουν στην απελπι­σία, την αγωνία των φτωχών που εξουθενώνονται από την πεί­να, και δεν ανοίγουν το στόμα τους παρά μονάχα για να μιλή­σουν για υπομονή και μετριοπάθεια. Πώς να ακολουθήσουμε το παράδειγμά τους όταν έχουμε σωθικά; Και πώς να τους μιμηθού­με απέναντι σε εχθρούς ανίκανους για οποιαδήποτε γενναιόδω­ρη μεταστροφή, απέναντι σε εχθρούς κουφούς στη φωνή της δικαιοσύνης, που η καρδιά τους είναι κλειστή στις τύψεις; Εδώ και τόσους αιώνες που καταδυναστεύουν το λαό, αυτός τι κέρ­δισε από τα ειρηνικά του αιτήματα; Μήπως απόβαλαν τη βαρ­βαρότητά τους στη θέα της αθλιότητας του λαού; Ένιωσαν τί-

83

ποτά μέσα τους ακούγοντας τα βογκητά του; Ισχυροί από την αδυναμία του, ορθώνονται οργισμένοι ενάντιά του, και φωνά­ζουν ότι έγινε φόνος κάθε φορά που γίνεται λόγος για τα προνό­μιά τους. Για να υπάρχει λοιπόν ησυχία, θα πρέπει ο λαός να αφήνει να τον γδέρνουν αδιαμαρτύρητα, και να τους καλεί με τη δειλία του να ξεδιψάζουν πάντα με το αίμα του;

Τ Ο Ι Δ Α Ν Ι Κ Ο Τ Η Σ Α Μ Ε Σ Η Σ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Α Σ : Ο Ε Λ Ε Γ Χ Ο Σ Τ Ω Ν Ε Κ Λ Ε Γ Μ Ε Ν Ω Ν Α Π Ο

Τ Ο Υ Σ Ε Κ Λ Ο Γ Ε Ι Σ Τ Ο Υ Σ

(Άρθρο στον Φίλο του Λαού, φύλλο No 1, 15 του Σεπτέμβρη 1789)

Σε μια καλά οργανωμένη διακυβέρνηση, το σώμα του λαού είναι ο πραγματικός ηγεμόνας, απόλυτος κύριος της εξουσίας. Σ' αυτόν μόνον ανήκει ουσιαστικά η ανώτατη αρχή, κι από αυτόν εκπορεύονται όλες οι εξουσίες, όλα τα προνόμια, όλες οι διακρίσεις.

Σε ένα εκτεταμένο κράτος, η συμμετοχή όλων σε όλα είναι αδύνατη, γι' αυτό ο λαός πρέπει να ενεργεί διαμέσου των αντι­προσώπων του, και να ρυθμίζει τις υποθέσεις που δεν μπορεί να αναλάβει ο ίδιος με τους ηγέτες του, τους υπουργούς του, τους αξιωματούχους του. Ο πρώτος λοιπόν και θεμελιώδης νόμος του κράτους πρέπει να είναι το δικαίωμα των πολιτών να συνα­θροίζονται οποιαδήποτε στιγμή για να ασχολούνται με τα συμ­φέροντά τους, να αποφασίζουν για τα κοινά, να εκλέγουν τους εντολοδόχους τους.

Αν ο λαός συγκροτημένος σε σώμα είναι ο πραγματικός ηγε­μόνας, τότε τα πάντα πρέπει να υπάγονται σ' αυτόν όταν δεν μπορεί ο ίδιος, να ασκεί την ανώτατη εξουσία του, τότε την ασκεί διαμέσου των αντιπροσώπων του.

Αυτή την αποτελούν δύο διαφορετικά αλλά αδιαχώριστα πράγ­ματα: η θέσπιση των νόμων και η τήρησή τους. Πρέπει λοιπόν στο κράτος να υπάρχει μια εθνοσυνέλευση, θεματοφύλακας της

84

νομοθετικής εξουσίας, κέντρο αρχής από όπου όλα ξεκινούν και όπου όλα καταλήγουν.

Η κυρίαρχη, απόλυτη και απεριόριστη εξουσία δεν μπορεί παρά να βρίσκεται πάντα στα χέρια του σώματος του λαού, για­τί είναι γέννημα της κοινής βούλησης, και ο λαός σαν σύνολο δεν μπορεί ποτέ να θελήσει το κακό του, να πουλήσει ή να προδώσει τον εαυτό του. Όσο για τους εκπροσώπους του, η εξουσία τους πρέπει πάντοτε να είναι περιορισμένη· διαφορετι­κά, αν γίνουν απόλυτοι κυρίαρχοι της επικράτειας, θα μπορού­σαν όποτε θα το ήθελαν να αφαιρέσουν από τους πολίτες τα δικαιώματά τους, να επιτεθούν ενάντια στους θεμελιώδεις νό­μους του κράτους, να ανατρέψουν το Σύνταγμα και να σκλαβώ­σουν το λαό.

Θα ήταν λοιπόν φοβερό ελάττωμα αν στο Σύνταγμα αναγνω­ριζόταν στους εκπροσώπους του λαού απεριόριστη εξουσία: ο νόμος που την περιορίζει θα πρέπει να είναι θεμελιώδης. Από εδώ βλέπουμε τι θα πρέπει να σκεφτούμε γύρω από το πολυσυ­ζητημένο θέμα των αναγκαστικών εξουσιών. Το έθνος έχει, βέ­βαια, το δικαίωμα να τις παραχωρήσει στους εκπροσώπους του, αλλά αφού προηγουμένως θα έχει μια για πάντα διασφαλίσει το ιεροφυλάκιο των νόμων ώστε να μην μπορούν να το παραβιά­σουν. Είναι σκόπιμο να παραχωρήσει τέτοιες εξουσίες μόνο για τα κύρια σημεία της δημόσιας ευδαιμονίας. Για τα υπόλοι­πα θα πρέπει να επαφίεται στη φρόνηση των εκπροσώπων και να μην τους εμποδίζει ποτέ να εργάζονται για το καλό. Από αυτό συνάγεται ότι μετά την ολοκλήρωση του Συντάγματος, οι γενικές διατάξεις που θα εκπορεύονται από την Εθνοσυνέλευ­ση, θα πρέπει να ισχύουν σαν νόμοι μόνο για ένα περιορισμένο χρονικό διάστημα, και να γίνουν πραγματικοί νόμοι μόνον αφού πάρουν το χρίσμα του λαού. Κατά συνέπεια, τόσο ο χρό­νος που θα ισχύουν οι νόμοι, πριν πάρουν το λαϊκό χρίσμα, όσο και ο τρόπος που θα το παίρνουν, θα πρέπει να είναι θεμε­λιώδης νόμος του κράτους.

Αφού καθοριστεί η εξουσία των εκπροσώπων του λαού, τίπο­τε δεν πρέπει να βάζει εμπόδια στις δραστηριότητάς τους. Έτσι , η αστυνόμευση του σώματός τους οφείλει να εξαρτάται αποκλειστικά από τους ίδιους, όπως και οι τρόποι για την πρό­ταση, τη σύνταξη και τη δημοσίευση των νόμων.

Έχε ι μεγάλη σημασία το να μπορεί ο λαός να στηρίζεται πάνω στη νομιμοφροσύνη των εκπροσώπων του: κατά συνέ-

85

πεια, είναι ανάγκη να μπορεί να είναι βέβαιος για την αρετή τους. Για να το πετύχει αυτό, η μεγάλη τέχνη είναι να κλείσει ο λαός την καρδιά τους στην αγάπη για το χρυσάφι, τις θέσεις και τα αξιώματα και να την ανοίξει στην αγάπη της δόξας. Κα­τά συνέπεια, κάθε πολίτης που θα έχει την τιμή να συμμετέχει στην Εθνοσυνέλευση δεν πρέπει να κατέχει καμία θέση που να εξαρτάται από το βασιλιά, ούτε να αποδέχεται οποιαδήποτε διάκριση από την αυλή, και προπάντων να μην μπορεί να μπει στην κυβέρνηση, παρά μονάχα δέκα χρόνια μετά την εκπλή­ρωση της θητείας του σαν βουλευτή.

Τέλος, για να φράξουμε τις κρυφές προσβάσεις προς τη δια­φθορά, έχει σημασία οι εντολοδότες να κάνουν χρήση του δι­καιώματός τους να ανακαλούν την εντολή τους προς έναν βου­λευτή που θα εγκατέλειπε συνεχώς τα συμφέροντα της πατρίδας και να επιδιώκουν την τιμωρία του βουλευτή που δεν θα έδειχνε πίστη σ' αυτήν.

Συμπεραίνουμε ότι όσον αφορά όλα τα σημεία που σχετίζο­νται με τους θεμελιώδεις νόμους του κράτους, τα δικαιώματα του έθνους, οι βουλευτές δεν είναι παρά όργανα των εντολέων τους και οφείλουν να υλοποιούν τις επιθυμίες τους. Όταν δεν υπάρ­χουν θετικές εντολές, η επιθυμία των εντολέων θα πρέπει να διαμορφώνεται από την έκφραση της κοινής γνώμης. Έχει σημασία λοιπόν να δοθεί ελευθερία στις συζητήσεις.

Εφόσον λοιπόν η σωτηρία του κράτους είναι ο υπέρτατος νόμος και η υποχρέωση της διαφύλαξής του είναι το πρώτο καθήκον κάθε πολίτη, το να καταγγέλλονται στην πατρίδα σαν προδότες όσοι επιτίθενται ενάντια στα δικαιώματα του λαού και εκθέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια ελευθερία, είναι δικαίωμα όχι μόνον των κατοίκων κάθε χωριού, κάθε κωμόπολης, κάθε πόλης και κάθε επαρχίας, αλλά δικαίωμα κάθε ατόμου. Κι αν τα αιτήματα μιας μικρής μερίδας του λαού δεν θα μπορούν να επηρεάζουν τις αποφάσεις του νομοθέτη, θα πρέπει ωστόσο να εξετάζονται πάντοτε από μέρους του προσεχτικά και να αφυ­πνίζουν τα αιτήματα του λαού.

Ας έρθουμε στο θέμα του βουλεύματος της Ρεν. Σε μιαν ελεύθερη μοναρχία, η βασιλική επικύρωση δεν μπο­

ρεί να είναι παρά μια πράξη υποταγής, με την οποία ο ηγεμό-

86

νας αναλαμβάνει την υποχρέωση να σεβαστεί το νόμο. Δεν χρειάζεται λοιπόν να επικυρώνει κάθε νόμο χωριστά, εφόσον όταν παίρνει το χρίσμα ορκίζεται να τους σέβεται όλους. Η πα­ραχώρηση όμως του δικαιώματος αρνησικυρίας στο στέμμα, με το πρόσχημα της δημιουργίας φραγμού στη βιασύνη του νομο­θέτη, ισοδυναμεί με την τοποθέτηση του ηγεμόνα πάνω από τον εκπρόσωπο του έθνους, με τη μετατροπή του σε διαιτητή των νόμων.

Αυτό το τερατώδες συνταγματικό ελάττωμα έχει τρομακτικά μειονεκτήματα. Στην πολιτική, το αποκορύφωμα της φρόνησης έγκειται στο διαχωρισμό των διαφορετικών εξουσιών τόσο κα­λά ώστε κάθε πολίτης, με μια μόνο ματιά, να μπορεί να διακρί­νει σε ποιο σημείο οι θεματοφύλακές τους παρεκκλίνουν από το καθήκον τους για να παραβιάσουν τους νόμους. Το δικαίωμα της αρνησικυρίας στα χέρια του στέμματος, συγχέοντας τη νο­μοθετική με την εκτελεστική εξουσία, στερεί λοιπόν το λαό από το πολύτιμο πλεονέκτημα να σταματά τον ηγεμόνα στο πρώτο κιόλας βήμα που θα κάνει ενάντια στη δημόσια ελευ­θερία.

Άλλωστε, παραχωρώντας στον ηγεμόνα τη δύναμη να ανα­στέλλει την εφαρμογή ενός επείγοντος και κεφαλαιώδους νό­μου, του εξασφαλίζει τα μέσα για να αντιστέκεται στην τελειο­ποίηση του Συντάγματος και στη σωτηρία του κράτους σε κά­ποια κρίσιμη στιγμή· του προσφέρει ένα αιώνιο πρόσχημα για να υποκινεί διαφωνίες, να προκαλεί ταραχές και να πυροδοτεί εμφύλιους πολέμους.

Το διάταγμα της παραχώρησης του δικαιώματος της αρνησι­κυρίας επιβουλεύεται λοιπόν την κυριαρχία του λαού, τη δημό­σια ελευθερία. Πρέπει να ακυρωθεί από το έθνος, και θα ανα­τραπεί οπωσδήποτε από τους εκπροσώπους του αν όλες οι πό­λεις του βασιλείου βρουν το θάρρος να μιμηθούν το ένδοξο παράδειγμα της πόλης της Ρεν.

87

Η Μ Α Τ Α Ι Ο Τ Η Τ Α Τ Ω Ν Σ Υ Ν Τ Α Γ Μ Α Τ Ι Κ Ω Ν Π Ε Ρ Ι Ο Ρ Ι Σ Μ Ω Ν : Γ Ι Α Μ Ι Α Ν Ε Π Α Ν Α Σ Τ Α Τ Ι Κ Η

Λ Υ Σ Η

( Α π ό τ ο ν Φ ίλο του Λαού , No 121, 2 του Ιούνη 1790)

Ας μη μιλάμε πλέον για την υπευθυνότητα των υπουργών και των άλλων παραγόντων της εκτελεστικής εξουσίας· χωρίς ένα πραγματικό δικαστήριο του κράτους, όπου θα μπορεί να τους οδηγεί κάθε τίμιος πολίτης, αυτός ο υποτιθέμενος περιορισμός θα παραμένει γελοίος.

Η δίκαιη οργή του λαού θα μπορούσε θαυμάσια να τους συ­γκρατεί και να τους παγώνει από τρόμο, αλλά ο ολέθριος στρα­τιωτικός νόμος μας στέρησε από αυτό το σωτήριο αντίδοτο· έτσι, για να μη χαθούν μερικά ένοχα κεφάλια, θα χρειαστεί ίσως κάποτε να κυλήσουν ολόκληρα ποτάμια αίμα.

Απέναντι στους σπασμούς της πολιτικής μηχανής που προ­σπαθεί να διοργανωθεί, δεν διαθέτουμε κανένα συνταγματικό μέσο για να σταματήσουμε τις παρεκτροπές τους, να βάλουμε τροχοπέδη στο θράσος τους, να αλυσοδέσουμε την δολιότητά τους, να τιμωρήσουμε τις εγκληματικές τους απόπειρες· συνάμα πρέπει να επαγρυπνούμε αδιάκοπα για την ασφάλεια μας: ας χρησιμοποιήσουμε τα μέσα δράσης που μας έχουν απομείνει για τη σωτηρία της πατρίδας. Αν υπάρχει κάτι που μπορεί να τους επιβληθεί αυτό είναι το δημόσιο πνεύμα που αρχίζει να διαμορφώνεται, είναι η ενεργητική επίβλεψη των διορατικών πολιτών, είναι ο έλεγχος των πολιτικών συγγραφέων, είναι η επαγρύπνηση των εθνοφρουρών, είναι η αποστασία του στρα­τού, είναι η πατριωτική συσπείρωση των ομάδων. Αλλά όλα αυτά τα πλεονεκτήματα θα μηδενισθούν για μας, αν δεν φρο­ντίσουμε να καταλάβουμε όλα τα οπλοστάσια, όλους τους μύ­λους, όλες τις αποθήκες πυρίτιδας· αν οι στρατιώτες της πατρί­δας δεν παρακολουθούν αδιάκοπα με μάτια ανοιχτά τους διοι­κητές των ταγμάτων αν δεν εξετάζουν προσεχτικά τις συνέπειες των διαταγών που παίρνουν από τους στρατηγούς, κι αν με δει­λία δώσουν το χέρι τους για να καταπιεσθούν τα αδέλφια τους, για να συντριβούν οι υπερασπιστές τους. Πατρικές συμβουλές

88

που δεν πρόκειται να σταματήσω να δίνω όσο θα μου μένει μια ανάσα ζωής. Χωρίς αυτά, μάταια οι φωτισμένοι πατριώτες θα επαγρυπνούν για μας, μάταια θα στρέφουν τα βλέμματά τους α­νήσυχοι προς όλες τις πλευρές. Χωρίς αυτά, οι εχθροί της επα­νάστασης θα υψώνουν αδιάκοπα το αλαζονικό κεφάλι τους, θα δοκιμάζουν κάθε τόσο τις δυνάμεις τους, θα κάνουν συνεχώς επι­θέσεις που δεν στοιχίζουν πάντα μια ατιμωτική ήττα: μια μονα­δική ευνοϊκή στιγμή που θα έβρισκαν για να μας αιφνιδιάσουν θα ήταν αρκετή για την καταστροφή μας.

Η Ε Λ Ε Υ Θ Ε Ρ Ι Α ΤΟΥ Τ Υ Π Ο Υ

( Α π ό τ ο ν Φίλο του Λαού, No 102, 19 του Γ ε ν ά ρ η 1790)

Φωνασκείτε ότι μάταια ελπίζουμε να απολαύσουμε την ελευ­θερία κάτω από νόμιμο καθεστώς, αν δεν εμποδιστεί η αχαλί­νωτη ελευθεροστομία ορισμένων περιοδικών και προπάντων του Φίλου του Λαού, που εξαπολύουν επιθέσεις ενάντια στους πιο αξιοσέβαστους πολίτες, ενάντια σε αξιωματούχους, ενάντια σε ένα δικαστήριο που τιμάται με την εμπιστοσύνη της Εθνο­συνέλευσης και του κοινού.

Αυτή η γλώσσα, κύριοι, είναι η γλώσσα των δεσποτών, η γλώσσα των τυράννων. Θορυβημένοι από κάθε τράνταγμα που θα μπορούσε να κλονίσει το κύρος τους και να ανατρέψει την κυριαρχία τους, χαρακτηρίζουν σαν εμπρηστικά τα κείμενα που αποβλέπουν στο να βγάλουν το λαό από το λήθαργο, να του επαναφέρουν το συναίσθημα των δικαιωμάτων του, να του εμπνεύσουν το θάρρος να υπερασπίζεται. Αποδίδουν στους συγγραφείς την εγκληματική πρόθεση της διάλυσης της κοι­νωνίας, και με το πρόσχημα της διαφύλαξης της ηρεμίας, απαι­τούν υπακοή στους νόμους που οι ίδιοι καταπατούν και συνι­στούν υποταγή στα δικαστήρια και σεβασμό στους δικαστές που στηρίζουν το δεσποτισμό· ηρεμία απατηλή, αταραξία φαι­νομενική που κυβερνάται απ ' το φόβο και την τρομοκρατία.

89

και που είναι εικόνα του ύπνου του θανάτου! Με τη βοήθεια αυτής της υποταγής αποβλέπουν να υποσκάψουν μέσα στα σκοτάδια τα θεμέλια της ελευθερίας, να αναδειχθούν σε απόλυ­τους άρχοντες, να απογυμνώσουν το λαό από τα δικαιώματά του, να τον δέσουν με αλυσίδες και να ρουφήξουν το αίμα του.

Ποτέ ο Φίλος του Λαού δεν ξεσηκώθηκε ενάντια σε ιδιώτες, αλλά πάντα έστρεψε τις επιθέσεις του ενάντια σε δημόσιους άντρες, στα όργανα της εξουσίας, στους καταπιεστές υπουρ­γούς, στους άπιστους διαχειριστές, τους επίορκους δικαστές και τους εντολοδόχους του λαού που λησμονούν τα καθήκοντά τους και προδίδουν τους ψηφοφόρους τους. Και είναι τόσο με­γάλος ο σεβασμός του για τη δικαιοσύνη, ώστε ακόμη και στα πλέον διεφθαρμένα σώματα αναγνώρισε τις έντιμες εξαιρέσεις...

Αλλά, κύριοι, θέλετε στ' αλήθεια να προγράψετε την ελευθε­ροστομία των φλογερών κειμένων ή τις καυτές αλήθειες που σας οδηγούν στην απελπισία; Είναι εύκολο να κρίνει κανείς από την εμπάθεια σας ενάντια στις Επαναστάσεις του Παρισιού, τις Επαναστάσεις του Μπραμπάντ και προπάντων ενάντια στο Φίλο του Λαού, κι από τα μέτρα που υιοθετείτε προκειμένου να τις καταργήσετε, ενώ την ίδια στιγμή αφήνετε να κυκλοφορούν ελεύθερα, την Έκκληση στις επαρχίες, το Ανοίξτε τα μάτια, το Πατήρ και το Πιστεύω, και χίλιες ακόμη αντιπατριωτικές, αντι­δραστικές και αηδιαστικές φυλλάδες. Ορίστε! Αφήνετε ήσυ­χους τους ένοχους συντάκτες τους, και οδηγείτε χωρίς ντροπή, χωρίς συστολή, χωρίς τύψεις τον Φίλο του Λαού μπρος σ' ένα δικαστήριο, όπου γνωρίζετε ότι φωλιάζουν μόνον οι εχθροί του· και για να καλυφθείτε μια για πάντα από τα αιχμηρά βέλη της πένας του θέλετε να τον στήσετε στο ικρίωμα και να τον δέσετε κάτω από τη σπάθα των δημίων.

90

Ο Σ Τ Ρ Α Τ Ο Σ Σ Τ Η Ν Υ Π Η Ρ Ε Σ Ι Α Τ Η Σ Ε Π Α Ν Α Σ Τ Α Σ Η Σ : Γ Ι Α Ε Ν Α Ν Λ Α Ϊ Κ Ο Σ Τ Ρ Α Τ Ο

( Α π ό τ ο ν Φίλο του Λαού, No 303, 7 τ ο υ Δ ε κ έ μ β ρ η 1790)

Στα τρία αυτά αξιώματα (περί διοργάνωσης της εθνοφρουράς — Σημ. του Μ.Β.), που σκόπιμα ανατράπηκε η σειρά τους, έγκει­ται όλη η απάτη του διατάγματος, που σαν μοναδικό του στόχο έχει να κάνει τις εθνοφρουρές τυφλά όργανα στις διαταγές του βασιλιά, τον οποίο η επιτροπή δεν τόλμησε ακόμη να αναφέ­ρει, από φόβο μην τυχόν αναστατωθούν τα πνεύματα. Για να κατανοήσουμε τους κινδύνους ας τα διατυπώσουμε με λόγια κατανοητά: Η ένοπλη δύναμη είναι υποχρεωτικά πειθήνια· δηλαδή, κάθε στρατός από στρατιώτες πολίτες, ή από πολίτες στρατιώ­τες είναι αναγκαστικά προορισμένος να υπακούει. Καμία ένοπλη δύναμη δεν μπορεί να ασκήσει το δικαίωμα να συσκέπτεται, δηλα­δή, κανένας στρατός από στρατιώτες πολίτες ή από πολίτες στρατιώτες δεν μπορεί να ασκεί το δικαίωμα να συσκέπτεται. Ώστε όλος ο στρατός, τόσο οι μάχιμες μονάδες, όσο και οι εθνοφρουρές, δεν πρέπει να αποτελούνται παρά από γνήσιες μηχανές. Ευχαριστείτε την Εθνοσυνέλευση, γενναίοι Γάλλοι, που σας μετέτρεψε σε τόσο πολλά ανδρείκελα. Αλλά τα δυο αυτά αξιώματα, εξίσου λανθασμένα για ελεύθερους ανθρώπους, είναι λανθασμένα ακόμα και για τους στρατούς των γενιτσάρων ή των πρώσων ουσάρων γιατί ακόμη και στην περίπτωση αυτή, θα πρέπει να εξαιρούνται οι αξιωματικοί διοικητές. Μπορούν λοιπόν να εφαρμοστούν μόνο για στρατιώτες δούλους των αρχη­γών τους. Ξέρω καλά ότι καμία στρατιωτική επιχείρηση δεν μπορεί να πετύχει χωρίς πειθαρχία: αλλά ξεκινούν από αυτή την αρχή για να κάνουν σύγχυση ανάμεσα στην υπηρεσία των εθνοφρουρών και εκείνη των μάχιμων μονάδων.

Αφού συγχέουν την υπηρεσία των εθνοφρουρών, που ασκεί­ται στο εσωτερικό του κράτους, με την υπηρεσία των μάχιμων μονάδων που στρέφεται ενάντια στους εχθρούς του κράτους. Αν ξεκινήσουμε με μια προσεκτική διάκριση, θα δούμε να βγαίνουν ολοκάθαρα στο φως της ημέρας τα καταχθόνια σχέδια που προ­σπαθεί να εφαρμόσει ενάντια στην ελευθερία, με το ολέθριο

91

διάταγμά του, ο αντεπαναστάτης στρατηγός (ο Λαφαγιέτ — Σημ. του Μ.Β.).

Όταν το κράτος δέχεται επίθεση από τον εξωτερικό εχθρό, δε χωρά αμφιβολία ότι θα πρέπει να βαδίσουμε ενάντιά του· αλ­λά το καθήκον αυτό δεν είναι τυφλό· προκύπτει από την ανα­γκαιότητα στην οποία βρίσκονται όλα τα μέλη του κράτους, να προστατέψουν από τον εχθρό τη ζωή τους, τις γυναίκες τους, τα παιδιά τους, τα σπίτια τους, τα υπάρχοντά τους, την ελευθερία τους. Και το καθήκον αυτό εξαρτάται τόσο πολύ από τα μεγάλα αυτό συμφέροντα, ώστε όταν δεν υπάρχουν αυτά, παύει αμέσως να ισχύει και το ίδιο. Αυτό θα ίσχυε στην περίπτωση ενός κα­ταπιεσμένου έθνους, αν ένας κατακτητής θα ήθελε να του προ­σφέρει μια καλύτερη μοίρα· σ' αυτή την περίπτωση, το έθνος θα έπρεπε όχι μόνο να μη βαδίσει ενάντιά του, αλλά και να καταθέ­σει τα όπλα και να του απλώσει το χέρι. Αυτό θα ίσχυε σ' ένα έθνος ελεύθερο, που ένας φιλόδοξος βασιλιάς ή κάποιοι καταχ­θόνιοι εκπρόσωποι προσπαθούν να το εμπλέξουν σε έναν κατα­στροφικό πόλεμο· στην περίπτωση αυτή όχι μόνο δεν πρέπει να κινητοποιηθεί, αλλά, αντίθετα, πρέπει να κάνει τους άπιστους εντολοδόχους του να νιώσουν τις συνέπειες της αποδοκιμασίας του. Αυτό θα ίσχυε απέναντι σε μια πολεμική εκστρατεία για την υποδούλωση κάποιου λαού· το έθνος, όχι μόνο δεν πρέπει να κινητοποιηθεί, αλλά επιπλέον να εκδηλώσει στους παρά­σπονδους εντολοδόχους του όλη του την αγανάκτηση. Φτά­νουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι μόνον ολόκληρο το έθνος, κατά συνέπεια και ο μάχιμος στρατός κι ακόμα παραπάνω οι εθνοφρουρές, που αποτελούν ένα τόσο σημαντικό τμήμα του έθνους, είναι σε θέση να κρίνουν την αναγκαιότητα ενός πολέ­μου, που θα πρέπει να επιχειρηθεί μόνον όταν έχει αποφασιστεί από την κοινή γνώμη. Αυτή η συναίνεση της κοινής γνώμης είναι τόσο απαραίτητη, ώστε ακόμη και οι δεσπότες δεν επι­χειρούν ποτέ έναν πόλεμο, αν δεν προσπαθήσουν να την πεί­σουν με τις διακοινώσεις τους.

Αν όμως ο μάχιμος στρατός και ο στρατός των εθνοφρουρών, σαν μέλη του έθνους, έχουν το δικαίωμα να συσκέπτονται για επιχείρηση ενός εξωτερικού πολέμου, ακόμη περισσότερο έχουν το δικαίωμα να συσκέπτονται για κάθε επιχείρηση που στρέφεται ενάντια σε κάποιο μέρος του κράτους, για κάθε επι­χείρηση ενάντια στους πολίτες. Το να λέγει κανείς ότι η δημό­σια ένοπλη δύναμη (που περιλαμβάνει τόσο τους στρατιώτες

92

πολίτες όσο και τους πολίτες στρατιώτες) προορίζεται ουσιαστι­κά για να αναλαμβάνει δράση ενάντια σ' αυτούς που διαταράσ­σουν «την τάξη και την ησυχία», δεν αποτελεί παρά αόριστες λέξεις, που δεν προβάλλουν καμία ξεκάθαρη έννοια και που αφή­νουν ελεύθερο το πεδίο στην κατάχρηση της εξουσίας. Γιατί κάτω από αυτές τις λέξεις, της τάξης και της ησυχίας, μπορεί να εννοηθεί το καθεστώς που εγκαθίδρυσε ο δεσποτισμός και η ησυχία που εμπνέει ο φόβος. Μήπως αυτούς τους άθλιους χα­ρακτηρισμούς «ταραξίες της τάξης και της ησυχίας» δεν χρη­σιμοποιούν όλοι οι δεσπότες ενάντια στους δίκαιους και θαρ­ραλέους ανθρώπους που τολμούν να ξεσηκωθούν ενάντια στις τυραννικές διαταγές τους; Με αυτό τα άθλια ονόματα δεν χαρα­κτηρίζονται, στις χώρες της σκλαβιάς, όλοι οι φίλοι της ελευ­θερίας; Μ' αυτούς τους άθλιους χαρακτηρισμούς δεν στιγματί­στηκαν από την αυλή, τους υπουργούς και τα όργανά τους, τους αριστοκράτες και τους βασιλόφρονες της Εθνοσυνέλευσης, όλοι αυτοί που έκαναν την άγια επανάσταση, όλοι οι νικητές της Βαστίλλης, όλοι οι υπερασπιστές των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη; Μ' αυτούς τους άθλιους χαρακτη­ρισμούς δεν στιγματίστηκε από την ίδια την Εθνοσυνέλευση, με το βάρβαρο διάταγμα ενάντια στη φρουρά και τους κατοί­κους του Νανσί, κάθε πατριώτης στρατιώτης και πολίτης που αρνήθηκε την καταπίεση; Μάθετε λοιπόν, Γάλλοι, ότι είναι μό­νο ενάντια στους φίλους της ελευθερίας που θέλουν να στρέ­φουν τις εθνοφρουρές όλου του βασιλείου, οι ανάξιοι νομοθέ­τες σας και ο αισχρός Μοτιέ, που συνέταξε το διάταγμα. Για να αποφύγετε λοιπόν τη δυστυχία και το έγκλημα του να στρέψετε τα όπλα σας ενάντια στους ίδιους τους υπερασπιστές σας, είναι απόλυτη ανάγκη να εξετάζετε προσεχτικά τις διαταγές που σας δίνουν οι αρχηγοί σας, από οποιαδήποτε αρχή κι αν εκπορεύ­ονται. Γιατί ακόμη κι αν προέρχονται από τις δημαρχίες, τη δημόσια διοίκηση, τα δικαστήρια, το βασιλιά, την Εθνοσυνέ­λευση, ακόμα κι απ' τον ουρανό, είναι απαραίτητο εσείς να γνωρίζετε αν οι πολίτες, που ενάντιά τους σας προστάζουν να βαδίσετε, έχουν πραγματικά παραβιάσει τους νόμους, και αν οι νόμοι που ενδεχόμενα παραβίασαν είναι δίκαιοι. Από αυτά βγαίνει το συμπέρασμα ότι σε τέτοιες περιστάσεις, όχι μόνον έχετε το δικαίωμα να συσκέπτεστε, αλλά θα είστε εγκληματίες και άμυαλοι αν δεν το ασκήσετε. Έτσι, εκτός από την περί­πτωση που πρέπει να βαδίσετε ενάντια στους αληθινούς

93

εχθρούς του κράτους, και εκτός από την περίπτωση των στρα­τιωτικών ασκήσεων, είναι λοιπόν λάθος το ότι η ένοπλη δύναμη είναι βασικά πειθήνια· αξίωμα που ταιριάζει σ' έναν βεζίρη ή σ' έναν αρχηγό μισθοφόρων, αξίωμα αγαπητό στα όργανα του πα­λαιού καθεστώτος, αλλά εντελώς υβριστικό για Γάλλους που κατάκτησαν και πάλι την ελευθερία.

Κ Α Ι Π Α Λ Ι Γ Ι Α ΤΟ Π Ρ Ο Β Λ Η Μ Α ΤΟΥ Σ Τ Ρ Α Τ Ο Υ

( Α π ό τ ο ν Φίλο του Λαού , No 159, 19 του Ι ο ύ λ η 1790)

Το μεγαλύτερο από τα μειονεκτήματα ενός ελάχιστα διαφω­τισμένου λαού είναι ότι δεν ξέρει να διαλέξει σωστά εκείνους στους οποίους πρέπει να αναθέσει τις εξουσίες του: αναπόφευ­κτη πηγή δυσκολιών για έναν λαό που μόλις χειραφετήθηκε, για έναν λαό παιδί. Γοητευμένος από την εμφάνιση, από μερι­κές πράξεις επίδειξης και κάποια στοιχεία εντυπωσιασμού, το­ποθέτησε τον κύριο Μπαγί1 επικεφαλής του δημαρχείου· γοη­τευμένος από μερικές ομάδες τυφεκιοφόρων ανάμεσα σε έναν λαό που πολεμούσε ενάντια στους αφέντες του, ανάθεσε στον κύριο Λαφαγιέτ τη διοίκηση της πολιτοφυλακής του Παρισιού. Αλλά δεν το ξεχνάμε. Αυτός ο μεγαλόψυχος ήρωας, αυτός ο φλογερός πατριώτης*, αυτός ο αδιάφθαρτος υπερασπιστής της ελευθερίας, ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του με μια κίνηση αυ­λοκόλακα: δεν αποδέχθηκε την τιμή να υπηρετήσει την πατρί­δα παρά μόνο με τη συγκατάθεση του βασιλιά* στη συνέχεια διαπραγματεύτηκε με την κυβέρνηση τα μέσα για να αλυσοδέ-

1. Ο αστρονόμος Μπαγί πρωτοστάτησε στον « Ό ρ κ ο του Σφαιριστη­ρίου», αλλά όταν έγινε δήμαρχος του Παρ ισ ιού υ ιοθέτησε συντηρητι ­κές θέσεις. (Σημ. του Μ.Β.).

* Διαβεβαιώνουμε ότι δεν ήταν ο πατριωτισμός που έκανε τον Λα­φαγιέτ να περάσει τον ωκεανό, αλλά τα χ ρ έ η που είχε συσσωρεύσει στο σύνταγμα της Καμπανίας. (Σημ. του Μαρά).

94

σει το έθνος με το χέρια των ίδιων των υπερασπιστών του, και σύντομα η μόνη του έγνοια ήταν πώς να θέσει σε εφαρμογή αυτά τα σχέδια.

Ό λ ο ς ο λαός είχε τα όπλα στα χέρια, αναγκαία συνέπεια της γενικής εξέγερσης και των προσπαθειών που κατέβαλε κάθε πολίτης για να απωθηθεί ο κοινός εχθρός. Πάνω σ' αυτόν τον αναρίθμητο, αν και απείθαρχο, στρατό, βασιζόταν η σωτηρία του κράτους, γιατί ο λαός δεν ξεπουλιέται ποτέ. Αυτό το τερά­στιο πλήθος των αδέκαρων που ο αλαζονικός πλούτος τούς ονομάζει όχλο, αυτή η υγιέστερη μερίδα του έθνους, που δεν κερδίζει ποτέ τίποτα αλλάζοντας αφεντικό και που αψηφεί πά­ντα πρώτη τους κινδύνους για να κλονίσει το ζυγό των τυράν­νων, είχε επιδείξει μια απίστευτη θέρμη να τιμωρηθούν οι προ­δότες της πατρίδας. Οι εχθροί της κοινής ευδαιμονίας, καταλα­βαίνοντας τι έπρεπε να φοβούνται από τις διαθέσεις του λαού, διαμόρφωσαν την πρόθεση να τον αποκλείσουν από το στρατό του Παρισιού, όπως τον είχαν σχεδιάσει· στη συνέχεια είχαν την πρόθεση να τον διασπάσουν χωρίς ωστόσο να φαίνεται αυ­τός ο σκοπός. Το πρόσχημα το πρόσφερε η διοργάνωση του στρατού. Το στρατιωτικό ύφος κολάκευε τη ματαιοδοξία ενός μεγάλου αριθμού αστών: ο στρατηγός εκμεταλλεύτηκε επιδέξια αυτό το ανόητο πάθος, προαιώνια αρρώστια των Γάλλων, και αποφασίστηκε οι στρατιώτες της πατρίδας να φορέσουν στο­λές. Αλλά τα έξοδα που απαιτούσε αυτό το μασκάρεμα δεν α­νταποκρίνονταν ούτε στις δυνατότητες ούτε στα γούστα όλων των πολιτών· έτσι το στρατό του Παρισιού, που ήταν εθελοντι­κός, τον αποτελούσαν πια σχεδόν αποκλειστικά εύποροι πολί­τες, οι λιγότερο κατάλληλοι για την ελευθερία· πολίτες ευκατά­στατοι, που ο φόβος της κακοπέρασης τους κάνει εχθρικούς ενάντια σε κάθε επανάσταση· έμποροι και εργάτες πολυτελείας, που χάρη στην αγάπη τους για το χρυσάφι συνδέονται με τη μοίρα των μεγάλων, νέοι, που μόλις φορέσουν τη στολή ξε­χνούν αμέσως το καθήκον τους, και, τέλος, υποστηρικτές του παλαιού καθεστώτος, που κρυμμένοι μέσα στις φωλιές τους κα­τά τις κρίσιμες μέρες, πρόβαλαν στη συνέχεια έξω για να πά­ρουν τη διοίκηση στα χέρια τους. Έτσι είδαμε την κλίκα να προωθεί από όλες τις μεριές στις θέσεις των επικεφαλής των λόχων, των ταγμάτων και των λεγεώνων των πολιτών, εισαγγε­λείς, συμβολαιογράφους, δικηγόρους, τηβεννοφόρους, ευγενείς, πρόθυμους υποστηρικτές της διαιώνισης των υπερβάσεων του

95

δεσποτισμού και, σχεδόν στο σύνολο τους, θανάσιμους εχθρούς της ελευθερίας.

Σ' αυτόν λοιπόν το στρατό των εθελοντών, που τον φτάσανε να αποτελείται από τριάντα χιλιάδες άντρες, προσκόλλησαν έξι χιλιάδες μισθοφόρους· και εγκατέστησαν ένα επιτελείο όπου οι τεράστιες απολαβές έκαναν τον κάθε αξιωματικό δορυφόρο του ηγεμόνα. Ο δήμαρχος, για να αλυσοδέσει όλο το στρατό, πήρε ξεδιάντροπα το δικαίωμα να μετατρέπει σε μόνιμες θέσεις τους προσωρινούς βαθμούς των αξιωματικών, να τις αποδίδει με διάταγμα, να αναδεικνύεται ο ίδιος σε κριτή του αν έχουν τα προσόντα για τον ένα ή τον άλλο βαθμό, και να διατηρεί ο ίδιος την ηγεσία του πατριωτικού στρατού σαν απόλυτος άρχοντας, ώστε να μπορεί να στρατολογεί μόνον ανάξιους άντρες, ξεπου­λημένους στις διαταγές της αυλής, της οποίας ο ίδιος ήταν ο πρώτος κατώτερος υπηρέτες.

Ο στρατηγός, για να υποτάξει ευκολότερα στο ζυγό τους στρατιώτες πολίτες, τους μοίρασε σε διαφορετικά σώματα που τα ξεχώρισε με τη στολή, και όρθωσε μεταξύ τους, με το παι­χνίδι των μικρών παθών, των προτιμήσεων και της υπεροχής, τη ματαιοδοξία, την υπεροψία, το φθόνο, τη ζήλια, την έχθρα. Υπέκλεψε τη συναίνεσή τους για την υιοθέτηση δόλιων κανο­νισμών, των οποίων δεν ήταν ικανοί ούτε να νιώσουν τις συνέ­πειες, ούτε να προβλέψουν τα αποτελέσματα. Τους δέσμευσε με τον όρκο, τους υπόταξε σαν ανάξιους μισθοφόρους στη στρα­τιωτική πειθαρχία, παρουσιάζοντάς την σαν μοναδικό κανόνα των καθηκόντων τους, τους ενέπνευσε την ολέθρια μανία να υπακούουν μόνο στις διαταγές των ανωτέρων τους, υπόβαλε σε αυθαίρετες ποινές τους παραβάτες, και θεώρησε έγκλημα την αφοσίωσή τους στην πατρίδα. Σατανική πολιτική, που ρίζωσε υπερβολικά ανάμεσά μας· οι περισσότεροι ξέχασαν την πατρίδα και δεν θυμούνται πια ότι είναι πολίτες. Για να τους μεταμορ­φώσει σε τάγματα πραιτοριανών και να τους κάνει επίφοβους για την ελευθερία, δεν του μένει τώρα παρά να τους προσφέρει κανόνια και πυρομαχικά που θα τους κάνουν ικανούς να συντρί­ψουν τους συμπολίτες τους.

Αυτή είναι η ολέθρια τεχνική που εφαρμόζει ο ήρωας της ελευθερίας για να στρέψει ενάντιά της τους ίδιους τους υπερα­σπιστές της. Και πόσες φορές δεν δοκίμασε να εφαρμόσει αυτή την τεχνική περιφρονώντας και την ίδια του τη συνείδηση;

96

Θυμηθείτε τις διατεταγμένες αποστολές ενάντια στο λαό που ξεσηκώθηκε για να ανατρέψει τους καταπιεστές του.

Όσο φρικτό κι αν είναι αυτό το σχέδιο, οι ολέθριες συνέ­πειες του γίνονται αντιληπτές μόνον από τον άνθρωπο που σκέ­πτεται: μάταια θα προσπαθούμε να θυμίσουμε στο στρατό του Παρισιού ότι πρέπει να αποτελείται αποκλειστικά από στρα­τιώτες της πατρίδας, αν δεν αφοσιωθούμε στο να αναπτύξουμε τα καθήκοντά τους σαν πολίτες, τα οποία αυτός με τόσο κόπο τους έκανε να ξεχάσουν.

Διαποτιστείτε λοιπόν, αγαπητοί μου συμπατριώτες, από αυτή τη μεγάλη αρχή, της οποίας την αλήθεια τη νιώσατε τόσο καλά τη στιγμή που πήρατε τα όπλα καθώς και όλο το διάστημα που η υπόθεση της σωτηρίας σας σας κράτησε ενωμένους ενάντια στους κοινούς κινδύνους.

Έχει σημασία λοιπόν, πρώτα απ' όλα, να επαναφέρουμε στο στρατό του Παρισιού το πνεύμα της δημιουργίας του. Έτσι η πρώτη θεμελιώδης αρχή που πρέπει να υιοθετήσουμε είναι ότι κάθε έντιμος πολίτης του τόπου οφείλει να είναι οπλισμένος για την κοινή υπόθεση, για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του και της ελευθερίας ενάντια στους εσωτερικούς και τους εξωτερικούς εχθρούς.

Αν διατηρήσουμε τη στολή, τότε κάθε πολίτης χωρίς οικο­νομικά μέσα, γεννημένος στρατιώτης της πατρίδας, θα πάρει τα στρατιωτικά ρούχα από την πολιτική εξουσία, πληρωμένα από το Δημόσιο Ταμείο, ώστε το δώρο αυτό να μην τον συνδέει σε καμία περίπτωση με αίσθημα ευγνωμοσύνης προς τους αξιωμα­τικούς του.

Ό λ α τα μέλη του στρατεύματος πρέπει να έχουν το δικαίωμα να ορίζουν οι ίδιοι εκείνους στους οποίους ανατίθεται η τιμή να διοικούν.*

Ο διορισμός των αξιωματικών δεν θα ισχύει ποτέ περισσότε­ρο από τρεις μήνες, κι όχι έναν χρόνο: θα μπορούν να ανακα-

* Οι στρατιώτες από μόνοι τους πρέπει να ορίζουν τους κατώτερους αξιωματικούς. Οι στρατιώτες μαζί με τους κατώτερους αξιωματικούς πρέπει να ορίζουν τους ανώτερους αξιωματικούς, από βαθμίδα σε βα­θμίδα σύμφωνα με τ η ν πλε ιοψηφία των ψήφων. Και η εκλογή να αρχ ί ­ζει να ισχύει μόνον αν επικυρωθεί οκτώ μέρες αργότερα. (Σημ. του Μαρά).

97

λούνται κατά βούληση, χωρίς να υπάρχει η υποχρέωση να δο­θεί λόχος για την καθαίρεσή τους.

Η εξουσία των αξιωματικών θα περιορίζεται αυστηρά στη στρατιωτική πειθαρχία: για κάθε άλλο θέμα, οι στρατιώτες της πατρίδας θα εξαρτώνται μόνον από τους νόμους, και θα δίνουν λόγο μόνο στα δικαστήρια.

Θα καθιερωθεί μια στρατιωτική επιτροπή για να επιβλέπει τους αξιωματικούς που θα παρεκκλίνουν από τα καθήκοντά τους, και θα καταγγέλλει στο στράτευμα τις δολοπλοκίες, τα τεχνάσματα και τις εγκληματικές τους απόπειρες.

Η επιτροπή αυτή θα αποτελείται από έναν αξιωματικό, έναν υπαξιωματικό και έναν στρατιώτη εκλεγμένο από κάθε τάγμα, που θα διαλέγονται ανάμεσα στους πιο θερμούς πατριώτες.

Αυτά είναι, συμπολίτες μου, τα βασικά άρθρα για την οργά­νωση του εθνικού στρατού, που χωρίς αυτά είναι αδύνατο να φτάσουμε ποτέ στην ελευθερία, αντικείμενο των πιο ακριβών μας ευχών.

Σ Ε Β Α Σ Μ Ο Σ Μ Ο Ν Ο Σ Τ Ο Υ Σ Δ Ι Κ Α Ι Ο Υ Σ Ν Ο Μ Ο Υ Σ

( Α π ό τ ο ν Φίλο του Λαού, No 630, 25 του Απρίλη 1792)

Εδώ ακούω χίλιες φωνές να κραυγάζουν: κι ο σεβασμός που οφείλουμε στους νόμους; Μάταια όμως ο δεσπότης και οι υποτε­λείς του, οι πουλημένοι δικαστές κι ο εκπορνευμένος νομοθέ­της κηρύσσουν ασταμάτητα το σεβασμό προς τους νόμους, που οι ίδιοι δεν φοβούνται να παραβιάσουν προκειμένου να μας υποδουλώσουν η φωνή της φύσης μέσα στις καρδιές μας μιλάει πιο δυνατά από αυτούς. Σε κάθε εγκληματική απόπειρα, το αί­σθημα της φυσικής άμυνας φουσκώνει από αγανάκτηση το στή­θος των τίμιων ανθρώπων, ωθεί τους άντρες με καρδιά να αντι­σταθούν στην καταπίεση, οπλίζει τα χέρια τους ενάντια στην τυραννία, και οι γενναίες τους προσπάθειες κάνουν πάντα τους τυράννους να χλομιάζουν και σώζουν την πατρίδα.

98

Όχι, δεν πρόκειται ποτέ να σταματήσω να ξεσηκώνομαι ενάντια στη διδασκαλία που ζητά σεβασμό προς τους νόμους, που μοιάζει με πρόληψη, ζητά τυφλή υποταγή και προσωρινή υπακοή στους δημόσιους υπάλληλους: θα είμαστε και θα παρα­μείνουμε σκλάβοι, αν δεν εξορκίσουμε επιτέλους αυτή την ολέ­θρια διδασκαλία, που εξασφαλίζει όλη τη δική μας αδυναμία και όλη την ισχύ των καταπιεστών μας, που διαιωνίζει ανάμεσά μας την αναρχία, που ελκύει πάνω μας όλα τα δεινά που μας κα­ταπονούν και σύντομα θα ολοκληρώσει την καταστροφή μας. Όχι, σεβασμό οφείλουμε μόνο στους σοφούς νόμους και υπο­ταγή μόνο στους δίκαιους. Αυτή η άγια θεωρία είναι που έσωσε το έθνος στις 12, 13 και 14 του Ιούλη, στις 5 και 6 του Οκτώβρη· η ίδια έσωσε τη Γαλλία στις 18 του Απρίλη· την έσωσε πρόσφα­τα, όταν όπλισε τα χέρια των Μασσαλών ενάντια στους αντεπα­ναστάτες των νότιων διαμερισμάτων· αυτή έκανε μόλις τώρα την ανθρωπιά να θριαμβεύσει τις αποικίες μας αποκαθιστώντας την τιμή του νέου κόσμου.1

Παρισινοί, δειλοί και διεφθαρμένοι, πρέπει οι σκλάβοι να σας δείξουν το δρόμο της λευτεριάς, κι εσείς να μην έχετε το θάρρος να τους ακολουθήσετε; Ως πότε θα ανέχεστε υπομονε­τικά νόμους που σας υποβιβάζουν και σας λεηλατούν; Περιμέ­νετε να απαιτήσετε τη μεταρρύθμιση των νόμων όταν δεν θα υπάρχει πια καιρός γι' αυτήν; Θα πρέπει να σας σφίξουν κι άλ­λο τα σίδερα για να νιώσετε ότι το συμφέρον σας βρίσκεται στην προγραφή αυτών των νόμων;

1. Οι πρώτες τρεις ημερομηνίες αφορούν τη μεγάλη λα ϊκή εξέ­γ ε ρ σ η του Ιούλη του 1789, που κατέληξε σ τ η ν άλωση της Βαστίλλης . Οι επόμενες δύο αναφέρονται σ τ η ν πορεία του λαού προς τις Βερσαλ­λίες, τον Οκτώβρη του 1789, όπου ο Λουδοβίκος υποχρεώθηκε να εγκα­τασταθεί σ τ ο Παρίσ ι . Στις 18 του Απρ ίλη 1781, έγινε μια μεγάλη λαϊ­κή κ ινητοπο ίηση που εμπόδισε το βασιλιά να φύγει από το Παρίσι . Στις αρχές του 1792, οι Μασσαλοί πατριώτες, αηδιασμένοι από τις ρα­διουργίες της προδοτικής δ ιο ίκησης έκαναν εκτεταμένες εκκαθαρίσεις στη Νότια Γαλλία. Τέλος, την ίδια περίπου εποχή ξεσηκώθηκαν και οι μαύροι του Αγίου Δ ο μ ί ν ι κ ο υ ενάντια στους λευκούς αποικιοκράτες . (Σημ. του Μ.Β.).

99

Η Ν Ο Μ Ι Μ Ο Τ Η Τ Α Τ Η Σ Ε Ξ Ε Γ Ε Ρ Σ Η Σ

( Α π ό τ ο ν Φίλο του Λαού, No 34, 10 του Ν ο έ μ β ρ η 1789)

Οι συνεσταλμένοι πολίτες, οι άνθρωποι που αγαπούν την ησυχία τους, οι ευτυχισμένοι τούτου του αιώνα, οι βδέλλες του κράτους και όλοι οι απατεώνες που ζουν από τις δημόσιες κα­ταχρήσεις, δεν φοβούνται τίποτα περισσότερο από τις λαϊκές εξεγέρσεις: έχουν σαν σκοπό να καταστρέψουν την ευτυχία τους φέρνοντας μια καινούργια τάξη πραγμάτων. Έτσι , ξεση­κώνονται ασταμάτητα ενάντια στα ζωντανά κείμενα, στους ορ­μητικούς λόγους, με μια λέξη, ενάντια σε κάθε τι που μπορεί να κάνει το λαό να νιώσει την αθλιότητά του και να του θυμίσει τα δικαιώματά του.

Αυτή είναι η ηθική των ανθρώπων που διαμορφώθηκαν μέσ' στην αξιοπρέπεια και την ισχύ. Μπροστά στις καταχρήσεις της εξουσίας και τα εγκλήματα της τυραννίας, δεν ξέρουν να μιλούν για άλλο, παρά για τον κατευνασμό του λαού, δεν ασχολούνται παρά με το πώς θα τον εμποδίσουν ν' αφήσει να ξεσπάσει η δίκαιη οργή του. Γι' αυτά έχουν σοβαρούς λόγους· κι επιπλέον ένα πρόσχημα κατάλληλο για να εντυπωσιάζει τους στενόμυαλους, που όμως αφήνει ανεπηρέαστους τους μορφωμένους. Εννοώ τις τραγικές σκηνές που συνοδεύουν σχε­δόν πάντα τις εξεγέρσεις.

Όσος κι αν είναι ο τρόμος που γεμίζει την ψυχή τους και που προσπαθούν να τον μεταδώσουν και στην ψυχή των άλλων, να μερικές σκέψεις που μπορούν να καθησυχάσουν τα συνετά πνεύματα.

Πρώτα απ' όλα, ο λαός δεν ξεσηκώνεται παρά μόνον όταν η τυραννία τον σπρώξει στην απελπισία. Πόσα και πόσα δεινά δεν υποφέρει πριν αποφασίσει να πάρει εκδίκηση! Και η εκδί­κησή του είναι πάντοτε δίκαιη ως προς την αρχή της, ανεξάρ­τητα αν δεν είναι πάντα διαφωτισμένη ως προς τα αποτελέσμα­τά της· ενώ η καταπίεση που υφίσταται ο λαός πηγάζει πάντα από τα εγκληματικά πάθη των τυράννων του.

Κι έπειτα, μπορεί να γίνει σύγκριση ανάμεσα στον μικρό αριθμό των θυμάτων που θυσιάζει δίκαια ο λαός στη διάρκεια μιας εξέγερσης, και στο αναρίθμητο πλήθος των υπηκόων που

100

ο δεσπότης καταδικάζει στην αθλιότητα, ή θυσιάζει στην οργή, την απληστία, τη φιλοδοξία, τα άνομα πάθη του; Τι είναι οι λίγες σταγόνες αίμα που έκανε να κυλήσει ο λαός στη διάρκεια τούτης της επανάστασης προκειμένου να ξαναβρεί τη λευτεριά του, σε σύγκριση με τους χείμαρρους του αίματος που έχυσε ένας Τιβέριος, ένας Νέρων, ένας Καλιγούλας, ένας Καρακάλας κι ένας Κόμμοδος; Σε σύγκριση με τους χείμαρρους που προκά­λεσε η μυστικιστική μανία ενός Καρόλου του 9ου, ή η ένοχη φιλοδοξία ενός Λουδοβίκου του 14ου; Τι είναι τα λίγα σπίτια που λεηλατήθηκαν μέσα σε μια μέρα από το λαό εμπρός στις λεηλασίες που έχει υποστεί ολόκληρο το έθνος εδώ και δεκα­πέντε αιώνες από τις τρεις φυλές των βασιλιάδων μας; Τι είναι μερικά άτομα που έχασαν την περιουσία τους εμπρός στο ένα δισεκατομμύριο των ανθρώπων που ξεγυμνώθηκαν από τους φοροεισπράκτορες, τους βρικόλακες, τους δημόσιους διασπα­θιστές;

Ας βάλουμε κατά μέρος κάθε προκατάληψη, κι ας δούμε. Η φιλοσοφία προετοίμασε, ξεκίνησε και ευνόησε την παρού­

σα επανάσταση· αυτό είναι αναμφισβήτητο: αλλά δεν αρκούν μόνον τα κείμενα· χρειάζονται και έργα· σε τι άλλο οφείλουμε την ελευθερία μας, αν όχι στις λαϊκές εξεγέρσεις;

Μια λαϊκή εξέγερση, στα Βασιλικά Ανάκτορα, είναι που ξε­κίνησε την ανταρσία του στρατού, και μεταμόρφωσε σε πολίτες διακόσιες χιλιάδες άντρες τους οποίους η εξουσία είχε κάνει δορυφόρους και ήθελε να κάνει δολοφόνους.

Μια λαϊκή εξέγερση, στα Ηλύσια Πεδία, είναι που ξύπνησε την εξέγερση ολόκληρου του έθνους· αυτή έριξε τη Βαστίλλη, διαφύλαξε την Εθνοσυνέλευση, έκοψε το δρόμο στη συνωμο­σία, απότρεψε τη λεηλασία του Παρισιού, εμπόδισε να το κά­νει στάχτη η φωτιά και να πνιγούν οι κάτοικοί του στο αίμα τους.

Μια λαϊκή εξέγερση, στην Καινούργια Αγορά, σταμάτησε τη δεύτερη συνωμοσία, εμπόδισε τη φυγή του βασιλικού οίκου και απότρεψε τους εμφύλιους πολέμους που θα ήταν τα βέβαια επα­κόλουθα.

... Παρακολουθήστε τις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης, θα βρείτε ότι δεν ενεργοποιήθηκε παρά μόνον έπειτα από κάποια λαϊκή εξέγερση, ενώ σε περιόδους ηρεμίας και ασφάλειας η αηδιαστική παράταξη δεν έχασε ποτέ την ευκαιρία να παρεμβάλ­λει εμπόδια στο Σύνταγμα, ή να περάσει ολέθρια διατάγματα.

101

Ο Υ Τ Ε Α Μ Ο Ρ Φ Ε Σ Μ Α Ζ Ε Σ , Ο Υ Τ Ε Ε Π Α Γ Γ Ε Λ Μ Α Τ Ι Ε Σ Ε Π Α Ν Α Σ Τ Α Τ Ε Σ : Ο Σ Τ Ρ Α Τ Ο Σ Τ Ω Ν Μ Α Λ Λ Ι Ν Ω Ν Σ Κ Ο Υ Φ Ω Ν

(Από το φυλλάδιο: Προσθήκη στην «Προσφορά στην πατρίδα» έκδ. 1789)

Ε π ι σ τ ο λ ή Α ν α γ ν ώ σ τ η 1

Εγώ τάσσομαι στο πλευρό σας. Και με ευχαριστεί το θέαμα των μάλλινων σκούφων με 'χα λίγα ξέφτια, που προκαλούν τον τρόμο στην ψυχή των άτιμων οι οποίοι συνωμοτούν για να μας υποδουλώσουν, που κάνουν τη λευτεριά να θριαμβεύσει, εδραι­ώνοντας το Σύνταγμα, αφού προηγουμένως το στήριξαν πάνω σε βάσεις δικαιότερες και σοφότερες. Ό,τι κι αν λέγεται, στους μάλλινους σκούφους και μόνο χρωστάμε τη διακήρυξη των δικαιωμάτων και τα λίγα καλά διατάγματα που την ακολού­θησαν, εφόσον η αρετή των πατέρων της πατρίδας είχε ανάγκη από το ερέθισμα αυτό· και από αναγνώριση δεν μέτρησε καθό­λου η προσφορά αυτών των πρωτοπόρων της αποκατάστασης της ελευθερίας, παρά τις ζωηρές σας διαμαρτυρίες. Αλλά για το όνομα του Θεού, αγαπητέ Φίλε του Λαού, δεν διακρίνετε ο ίδιος τα μειονεκτήματα του αμυντικού σας σχεδίου; Πώς μπορείτε να διατείνεστε ότι μπορείτε να οδηγήσετε ένα θορυβώδες, αχαλί­νωτο και απείθαρχο πλήθος, έναν συρφετό από τυφλούς;...

Α π ά ν τ η σ η του Φ ί λ ο υ τ ο υ Λ α ο ύ

Δεν μου έχουν διαφύγει, αγαπητέ επιστολογράφε μου, οι πα­ρατηρήσεις που μου κάνετε, και θα τις βρίσκατε πολύ ελαφρές, αν είχατε μπει στον κόπο να πάρετε υπόψη ότι αντλούν απο­κλειστικά και μόνον τις δυνάμεις τους από τη μανία μας να θέλουμε πάντοτε να υποτάσσουμε τους ανθρώπους σε μια τα-

1. Κανείς δεν ξέρει αν είναι αυθεντική ή πρόκειται γ ια «λογοτεχνι­κό» τέχνασμα του Μαρά, προκειμένου να δώσει μεγαλύτερη έμφαση σ τ η ν απάντηση που ακολουθεί. (Σημ. του Μ.Β.).

102

κτική πειθαρχία και να διευθύνουμε μεθοδικά τη ροή των συμ­βάντων, όταν τo πρόβλημα είναι μόνο να μην τους προβάλουμε αντίσταση. Ώ σ τ ε δεν θέλω ούτε να σχηματίσω έναν στρατό από τους μάλλινους σκούφους μου, ούτε να τους πειθαρχήσω, ούτε να τους προσφέρω αρχηγό: όλα θα πήγαιναν χαμένα αν έκανα μια τέτοια ανοησία. Γιατί την ίδια ακριβώς στιγμή, θα μπορούσε κάποιος πλούσιος απατεώνας να τους γοητέψει με απλοχεριές, να αρπάξει την ηγεσία και να τους αλυσοδέσει ή να τους βάλει να υπηρετήσουν τα δικά του σχέδια, με το πρό­σχημα της διοργάνωσης και της καθοδήγησής τους. Θυμηθείτε την εθνοφρουρά, που σήμερα κατάντησε μια συμμορία πραιτο­ριανών. Δεν έχω πρόθεση ούτε να τους κάνω να εγκαταλείψουν την καθημερινή τους εργασία. Πρόθεση μου όμως είναι, στις κρίσιμες στιγμές, όταν τα πνεύματα εμφανίζονται ταραγμένα μπροστά στους κινδύνους στους οποίους τα όργανα της εκτε­λεστικής εξουσίας εκθέτουν την κοινή υπόθεση, όταν οι πα­τριώτες συγγραφείς πυροδοτούν την αγανάκτηση ενάντια στους επιφανείς καταχραστές, πρόθεσή μου είναι, λέω, η εθνοφρουρά, που τόσο υπάκουα εκτελεί τις διαταγές των απατεώνων που τη διοικούν, να μην μπορεί να έρθει να διαλύσει ανόητα τις συ­γκεντρώσεις ούτε να αποτρέψει την αγανάκτηση του λαού να ακολουθήσει τη φυσική της ροή. Είναι δίκαιο να παίρνουμε εκδίκηση από τους υπεύθυνους των συμφορών μας· αυτό το αί­σθημα δικαιοσύνης καθοδηγεί πάντα το λαό: παρασυρμένος από την απελπισία του θα ριχτεί ενάντια στους άτιμους που μηχανεύονται το χαμό της πατρίδας και θα τους κομματιάσει. Να λοιπόν τι χρειάζεται για να σωθεί το κράτος. Μη φοβάστε ότι θα κάνει λάθος, όπως θέλουν να τον κάνουν να φοβάται οι αλητήριοι: σε τούτο το θέμα, η οξύνοια του λαού είναι πιο σί­γουρη από εκείνη των πνευματικών ανθρώπων: γνωρίζει τους εχθρούς του και μόνον αυτούς μισεί. Έπειτα οι ταλαντευόμε­νοι άνθρωποι διαθέτουν έναν αλάνθαστο τρόπο για να μην εκτίθενται: παρουσιάζονται σαν φίλοι της πατρίδας. Σας απα­ντώ λοιπόν ότι, αν οι μάλλινοι σκούφοι μου έβγαιναν για τρεις μήνες στο κυνήγι των δημόσιων παλιανθρώπων, δεν θα απέμενε πλέον, σε ολόκληρη τη Γαλλία, ούτε ένας άνθρωπος αρκετά απερίσκεπτος που να συμπεριφερθεί σαν κακός πολίτης, και τό­τε όλοι οι Γάλλοι θα αποκτούσαν την επιθυμία να αποδείξουν τον πατριωτισμό τους. Κατά συνέπεια, το αμυντικό μου σχέδιο διαθέτει το τριπλό πλεονέκτημα, να μας καλύπτει απέναντι

103

στους εξωτερικούς εχθρούς, να αλυσοδένει τους εσωτερικούς εχθρούς, και να τους υποχρεώνει να εμφανίζονται σαν φίλοι της δικαιοσύνης και της ελευθερίας, μέχρις ότου η λογική και η δύναμη των καλών παραδειγμάτων να πραγματοποιήσει αυτή τη μεταμόρφωσή τους. Για την πραγματοποίηση λοιπόν αυτού του ωραίου ονείρου, αρκεί να καθίσει η εθνοφρουρά ήσυχη στις στιγμές της ζύμωσης και της καταιγίδας.

Η ΑΠΑΙΣΙΟΔΟΞΙΑ ΤΟΥ ΜΑΡΑ

(Από τον Φίλο του Λαού, Νο 539, 27 του Αυγούστου 1791)

Η ελευθερία δεν είναι φτιαγμένη για το Γάλλο. Ελαττώματα του χαρακτήρα και της παιδείας

που τον προδιαθέτουν για την υποταγή. Εικόνα της επανάστασής μας.

Ό χ ι , η λευτεριά δεν είναι φτιαγμένη για μας: είμαστε υπερ­βολικά αμαθείς, ματαιόδοξοι, αλαζονικοί, δειλοί, πονηροί, διε­φθαρμένοι, προσκολλημένοι στη νωθρότητα και τις απολαύ­σεις, υπερβολικά σκλάβοι του χρήματος για να γνωρίσουμε πο­τέ το τίμημα της ελευθερίας: απλά καυχιόμαστε ότι είμαστε λεύ­τεροι! Για να καταλάβουμε ως ποιο σημείο είμαστε υπόδουλοι, αρκεί να ρίξουμε μια φιλοσοφική ματιά στην πρωτεύουσα και να κοιτάξουμε τα ήθη των κατοίκων της. Μοιάζουμε τόσο πολύ με τους Ρωμαίους, κατά την εποχή που τους τυραννούσαν οι δεσπότες μετά την απώλεια της δημοκρατίας, ώστε είναι αδύ­νατο να διαβάσει κανείς τις σάτιρες VI*, VII και VIII του Ιουβενάλη, που έγραφε την εποχή του Δομιτιανού, χωρίς να αναγνωρίσει τις φιλάρεσκες γυναίκες μας, τους ανθρώπους των γραμμάτων μας και τους άλλοτε ευγενείς μας, στην απεικόνιση

* Για τις γυναίκες. (Σημ. του Μαρά).

104

εκείνων της Ρώμης. Αλλά είναι προπάντων στη σάτιρα XIII που οι κάτοικοι του Παρισιού μπορούν να αναγνωρίσουν τον εαυτό τους, στην απεικόνιση της φιλαργυρίας, της αρπακτικό­τητας, της απάτης, της δολιότητας, της υποκρισίας, της λη­στείας και των εγκλημάτων κάθε λογής που βρόμιζαν τη Ρώμη. Αλλά θα παρακάμψω σιωπηλά αυτά τα χαρακτηριστικά στοι­χεία, για να σταθώ στην περιγραφή των ρωμαίων στρατιωτι­κών: εκεί θα αναγνωρίσουμε, λέξη προς λέξη, τους δικούς μας εθνοφρουρούς: η ίδια αυθάδεια, η ίδια ασυδοσία, η ίδια ατιμω­ρησία και τα ίδια προνόμια...

Άνθρωποι δειλοί και διεφθαρμένοι, σταματήστε να παραπο­νιέστε για τα δεσμά σας, για τις προσβολές στις οποίες εκτίθε­στε, για την τυραννία που απλώνεται πάνω σας: πώς θα μπορού­σατε να απολαύσετε τα δικαιώματά σας, όταν τα παραγνωρίζε­τε; Πώς θα μπορούσατε να τα υπερασπίσετε όταν δεν νιώσατε ποτέ το τίμημά τους; Χρειάζεται διαφωτισμός, θάρρος, μέριμνα, αγώνες, για να κατακτήσετε τη λευτεριά. Για να τη διατηρήσε­τε χρειάζεται σταθερότητα και αρετή που να αντέχει στην κού­ραση, στις στερήσεις, στη φτώχεια, στην πείνα, στους κινδύ­νους, στον πόνο. Ό χ ι , όχι, η λευτεριά δεν είναι φτιαγμένη για ένα έθνος αμαθές, ελαφρύ και επιπόλαιο· για κατοίκους πόλεων μεγαλωμένους μέσα στο φόβο, την υποκρισία, τη δολιότητα, το ψέμα, αναθρεμμένους μέσ' στην ευελιξία, την ίντριγκα, την κολακεία, την τσιγγουνιά, την αισχροκέρδεια· καταφέρνουν να επιβιώνουν μόνο με απάτες και αρπαγές, που δεν τους εν­διαφέρει άλλο από τις απολαύσεις, τους τίτλους, τα παράσημα, και που είναι πάντα πρόθυμοι να ξεπουληθούν για το χρυσάφι. Έτσι, αφού ξεσηκώθηκαν ενάντια στην τυραννία που απειλούσε να παραδώσει και τα ίδια τους τα σπίτια στη λεηλασία, κι αφού αφόπλισαν τους δορυφόρους του τυράννου, τους είδαμε να τρέ­χουν να καταλάβουν τις προσοδοφόρες θέσεις, μόλις μπήκε το ζήτημα για την αλλαγή της μορφής της διακυβέρνησης· να λη­στεύουν ξεδιάντροπα τον κόσμο, ύστερα να προσκολλούνται στην αυλή, μόλις τέθηκε το ζήτημα του νόμου για την ισότητα· τους είδαμε μετά να ξεπουλιούνται στο δεσπότη για να αλυ­σοδέσουν τον ανεξάρτητο πολίτη. Ενώ, ο φιλάργυρος ή ανίκα­νος αστός έφτασε στο σημείο να εύχεται στο Θεό να αποκα­ταστήσει το παλιό καθεστώς, το βασίλειο της υποταγής, όπου οδηγηθήκαμε, σταδιακά, αφού κατατριβήκαμε δυο χρόνια ολόκληρα με τα λαϊκά κινήματα και τις αναρχικές κινητοποιή-

105

σεις. Η επανάστασή μας μοιάζει με μια αποκρυστάλλωση που διαταράχθηκε από βίαια τραντάγματα· αρχικά, όλοι οι διάσπαρ­τοι μέσα στο υγρό κρύσταλλοι απωθούνται ή αναμιγνύονται χωρίς καμία τάξη. Έπειτα όμως κινούνται λιγότερο έντονα, προσεγγίζονται σταδιακά και τελικά καταλήγουν να αποκτή­σουν και πάλι τον αρχικό τους συνδυασμό, και ξανασυνδέονται μεταξύ τους σφιχτά.

Η Ε Π Α Ν Α Σ Τ Α Τ Ι Κ Η Π Α Λ Η Σ Α Ν Μ Ο Ρ Φ Η Τ Η Σ Π Α Λ Η Σ Τ Ω Ν Τ Α Ξ Ε Ω Ν

( Α π ό τ ο ν Φίλο του Λαού, No 669, 9 του Ι ο ύ λ η 1792)

Θα πρέπει κάποιος να μην έχει προβληματιστεί ποτέ σε σχέ­ση με τους κοινωνικούς θεσμούς, για να μη νιώθει ότι η ελευ­θερία, όπως και η ειρήνη, έχουν ενάντια τους τις ίδιες τις αν­θρώπινες προδιαθέσεις, τη ματαιοδοξία, την αλαζονεία, τη φι­λοδοξία, τη φιλαργυρία, την αγάπη των διακρίσεων και όλες τις διαστροφές του εγωισμού. Γιατί όλα αυτά τα ελαττώματα είναι που έκαναν τους ανθρώπους εχθρούς των ανθρώπων, αυτά έφτιαξαν δυνάστες, καταπιεστές, τυράννους· αυτά τους μετα­μόρφωσαν σε τίγρεις τον έναν για τον άλλο.

Ανέκαθεν τους βλέπουμε να αλληλοσπαράζονται για λίγο χρυσάφι ή μερικά κομμάτια γης. Για να αλληλοσφάζονται πιο έντεχνα επινόησαν τις τέχνες του πολέμου, συνέδεσαν τη δόξα με τις ανθρωποκτόνες επιτυχίες τους και, από αιώνα σε αιώνα, μελέτησαν και τελειοποίησαν τους κανόνες της αλληλοκατα­στροφής.

Από τις διαφορές τους γεννήθηκε η ανάγκη των νόμων και από την έκταση της φιλοδοξίας τους προέκυψε η αναγκαιότητα της απόκτησης αρχηγών, για να ρυθμίζουν τις αμοιβαίες βλέ­ψεις τους. Από 'δώ προέκυψε η αδυναμία τους να ζήσουν λεύτε­ροι και ήσυχοι. Θλιβερή αλήθεια, που δεν είναι η μόνη.

Η αγάπη της λευτεριάς θεμελιώνεται πάνω στην αγάπη της

106

ισότητας· αλλά η αγάπη της ισότητας βρίσκεται το πολύ μέσα στην καρδιά των τελευταίων τάξεων του λαού, που όλες οι άλ­λες περιφρονούν και καταπιέζουν.

Κοιτάξτε, σας παρακαλώ, με ποιο τρόπο ανάμεσά μας η απληστία και η φιλαργυρία χώρισαν τους πολίτες, που οι κοι­νοί κίνδυνοι και η μέριμνα για τη σωτηρία τους είχαν αρχικά ενώσει ενάντια στον κοινό εχθρό τους. Μόλις κατάφεραν να εξασφαλίσουν τον εαυτό τους και τα αγαθά τους, μετά την άλωση της Βαστίλλης, η καρδιά τους ξανάνοιξε για όλες τις ποταπές ορέξεις, των οποίων ανέκαθεν υπήρξε λεία. Οι τεχνί­τες, οι εργάτες πολυτελείας, οι έμποροι, οι χρηματιστές, απέ­ναντι στο ενδεχόμενο να δουν τα κέρδη τους να λιγοστεύουν εξαιτίας της Επανάστασης, νοστάλγησαν την εξουσία των αυ­λικών, τις δημόσιες βδέλλες, τους ευνοούμενους της τύχης, τους άσωτους, και ανάσαναν μετά την επαναποκατάσταση της σκλαβιάς, που τους έκανε να διαβλέπουν τα προσωπικά τους οφέλη με την επιστροφή των καταπιεστών του λαού, των δια­σπαθιστών του Δημόσιου Ταμείου. Γρήγορα, η δίψα του χρυσού τους κάλεσε να υπηρετήσουν την υπόθεση των παλαιών τους αφεντικών, θέλετε να ψάξετε να βρείτε την αγάπη για ισότητα μέσα στην καρδιά των πολιτών που φαινόταν ότι πήραν τα όπλα μόνο και μόνο για να φέρουν τη βασιλεία της; Μα κοι­τάξτε αυτούς τους υποτιθέμενους στρατιώτες της πατρίδας, πό­σο περήφανα φορούν τη στολή, πώς επιτρέπουν στον εαυτό τους το ύφος αρχόντων, πώς φέρονται υπεροπτικά στους συ­μπολίτες τους, πώς θέλουν να τους εξουσιάσουν, και πώς προτι­μούν εκατό φορές καλύτερα να σέρνονται στα πόδια των αυλι­κών με τις επωμίδες, παρά να είναι ίσοι με τα αδέλφια τους.

Δυστυχώς! Η αγάπη για την ισότητα δεν βρίσκεται ούτε μέ­σα στην καρδιά των θεματοφυλάκων των νόμων που έγιναν για να την αποκαταστήσουν. Κοιτάξτε τους δημόσιους λειτουρ­γούς, αυτούς τους τόσο τίμιους, τόσο ευγενικούς, τόσο ταπεινό­φρονες ανθρώπους, που σέρνονταν μέχρι να αποσπάσουν την ψήφο σας· μόλις την κέρδισαν άφησαν την ψεύτικη ταπεινο­φροσύνη τους να εξαφανιστεί· μόλις πήραν κάποιο αξίωμα, τους ακούσαμε να αποκαλούν όχλο, συρφετό, ζητιάνους και «χωρίς κιλότα», τους ίδιους πολίτες που προηγούμενα κολάκευαν σαν κύριό τους. Αν λοιπόν, οι ίσοι με σας, διορισμένοι με την ψή­φο σας σε εφήμερες θέσεις, ξεχάστηκαν τόσο γρήγορα, ώστε να σας φέρονται με τόσο προσβλητικό τρόπο, τι περιμένετε

107

από τις προνομιούχες τάξεις, που εδώ και τόσους αιώνες υπήρ­ξαν αντικείμενο του σεβασμού και του θαυμασμού σας. Περιμέ­νετε μήπως από ανθρώπους συνηθισμένους εδώ και τόσον και­ρό να σας θαμπώνουν με τη λάμψη του μεγαλείου και των αξι­ωμάτων τους· από ανθρώπους που σε όλη τους τη ζωή απολάμ­βαναν το προνόμιο της αυθάδειας και της μεγαλοπρέπειας, να απαρνηθούν όλα τους τα πλεονεκτήματα προκειμένου να γίνουν πλέον ίδιοι με σας, και να γίνουν ξαφνικά δίκαιοι, μετριόφρο­νες, ταπεινοί φίλοι των ανθρώπων και των νόμων τους οποίους δεν ήξεραν μέχρι τώρα παρά μόνο να ποδοπατούν; Τι λέω; Πώς μπορείτε να ισχυρίζεστε ότι άνθρωποι γεμάτοι περιφρόνηση για το λαό, άνθρωποι που το μόνο που τους απασχολούσε ήταν να κάνουν το λαό να αισθάνεται την ανωτερότητά τους, άνθρωποι που αγανακτούσαν από το ότι είχαν κοινές ανάγκες με το λαό, ότι ανάσαιναν τον ίδιον αέρα και υπηρετούσαν τον ίδιο Θεό, θα αφεθούν παθητικά να τους αφαιρεθούν όλα τους τα προνόμια, ότι θα ανεχθούν υπομονετικά το να μοιραστεί μα­ζί τους ο λαός όλη τους τη δύναμη, όλες τις θέσεις τους, όλες τις τιμές και τα αξιώματά τους· ότι θα συμφωνήσουν να μην απολαμβάνουν πλέον καμιάς υπεροχής και να δουν τους εαυ­τούς τους να υποβιβάζονται στο επίπεδό του; Πώς ισχυρίζεστε ότι ένας υπερόπτης αυλικός, ένας βαρόνος, ένας κόμης, ένας μαρκήσιος, ένας δούκας, ένας στρατάρχης, θα θεωρήσει τον εαυτό του ίσο με έναν ξυλουργό, έναν χτίστη, έναν παπουτσή, έναν νερουλά, με τους υπηρέτες του; Με τέτοιους ισχυρισμούς είναι σαν να επιδιώκουμε το ανέφικτο· με το να ελπίζουμε τέ­τοια πράγματα δεν κάνουμε άλλο από το να βαυκαλιζόμαστε με χίμαιρες, που δεν υπήρξαν ποτέ παρά μόνο μέσα στα κούφια κεφάλια.

... Ο λαός υστερεί στα πάντα απέναντι στις ανώτερες τάξεις που τον καταπιέζουν. Σταμάτησαν να μας συντρίβουν με την κοινωνική τους θέση, το έκαναν για να μας υποδουλώσουν με τα πλούτη τους: με αυτό το μέσο κυρίως κατάφεραν να μας αφαιρέσουν κάθε μέσο άμυνας.

Τεράστια είναι τα πλεονεκτήματα που προσφέρει ο πλούτος στους εχθρούς της λευτεριάς, απέναντι στο λαό, παρά τις δήθεν γενναιοδωρίες τους, τις ψευτοαγαθοεργίες τους και την ψευτο-μεγαλοψυχία τους. Όλα τα στερούνται οι φτωχοί και κανείς δεν έρχεται να τους βοηθήσει, όλα τα έχουν οι πλούσιοι και ο καθένας σπεύδει να τους εξυπηρετήσει.

108

Πόσα πλάσματα δεν εξαπατούν με τις πιστώσεις τους, πό­σους οπαδούς δεν κερδίζουν με τις υποσχέσεις τους! Τους κο­στίζει τόσο λίγο να δώσουν μάταιες ελπίδες, και η κατάστασή τους τους απαλλάσσει από την υποχρέωση να κρατήσουν το λόγο τους. Ακόμη και η ελπίδα της ευτυχίας τους χρησιμεύει για να αυξάνουν την εξουσία τους και να κρατούν τους όμοιους τους κάτω από τα πόδια τους. Η υπόληψη που τρέφει ο λαός απέναντι στους μεγάλους είναι τόσο τυφλή ώστε, αν σκεφτό­ντουσαν να είναι καλοί, θα έφτανε μέχρι την ειδωλολατρία. Τι θλιβερές εμπειρίες δεν είχαμε από αυτή την ολέθρια επιρροή. Γιατί σ' αυτήν ακριβώς οφείλουν όσα μας ξαναπήραν μετά την Επανάσταση. Η Επανάσταση κατευθυνόταν ενάντιά τους: εξαι­τίας του ανόητου σεβασμού μας προς την ευμάρεια, να τους επικεφαλής των συμβουλίων μας, των ταγμάτων μας, των στρα­τιών μας, όπου μας αλυσοδένουν με τα ίδια μας τα χέρια και μας υποχρεώνουν να τους ξανανεβάσουμε στο θώκο.

Ας δούμε τα πράγματα πιο γενικά. Αποδεχόμαστε ότι όλοι οι άνθρωποι γνωρίζουν και αγαπούν τη λευτεριά: οι περισσότεροι αναγκάζονται να την αρνηθούν για να έχουν ψωμί· πριν κοιτά­ξει κανείς να είναι ελεύθερος κοιτάζει για να ζήσει.

Σε όλες σχεδόν τις χώρες, τα εφτά δέκατα του έθνους τρέ­φονται άσχημα, ντύνονται άσχημα, στεγάζονται άσχημα, κοι­μούνται άσχημα. Τα τρία δέκατα περνούν τις μέρες τους μέσα στις στερήσεις, και υποφέρουν εξίσου στο παρόν, στο παρελ­θόν και στο μέλλον. Η ζωή τους είναι ένα ασταμάτητο βάσανο. Τους φοβίζει ο χειμώνας, τους τρομάζει η επιβίωση. Και πόσοι δεν φτάνουν σε τέτοια εξαθλίωση που σου σπαράζει την καρ­διά· τους λείπουν ακόμη και τα ρούχα, ακόμη και τα τρόφιμα: εξουθενωμένοι από την πείνα και μισόγυμνοι, αφού περάσουν τις μέρες τους ψάχνοντας για λίγες ρίζες, κρύβονται τις νύχτες μέσα στις τρώγλες τους, όπου ξαπλώνουν όλη τη χρονιά πάνω στις κοπριές, στο έλεος των εποχών.

Στη Γαλλία, είναι αδύνατο να κάνει κανείς ένα βήμα χωρίς να δει μερικές από τις θλιβερές αυτές εικόνες. Και είναι κυρίως αυτοί που γλιτώνουν τους άλλους απ' τον κόπο να κάνουν γό­νιμη τη γη, που στερούνται ακόμη και το ψωμί που παράγουν.

Δίπλα σ' αυτούς τους δυστυχισμένους βλέπει κανείς τους πλούσιους που κοιμούνται πάνω στα πούπουλα, κάτω από χρυ­σωμένα ταβάνια, που το τραπέζι τους στολίζουν μόνο τα πιο πρώιμα φρούτα και λαχανικά, που όλα τα κλίματα συμβάλλουν

109

για να κολακέψουν την ηδυπάθεια τους, που καταβροχθίζουν σε ένα γεύμα όσα θα αρκούσαν να θρέψουν εκατό οικογένειες. Ανάξιοι ευνοούμενοι της τύχης, αυτοί είναι που διαφεντεύουν τους άλλους, και που το χρυσάφι έκανε κύριους της μοίρας του λαού.

Αλλά οι μεγάλοι απέχουν πολύ από το να αρκεστούν σ' αυτά τα πλεονεκτήματα που απολαμβάνουν σε βάρος μας. Σύμμαχοι με τους φοροεισπράκτορες, τους χρηματιστές, τους καταχρα­στές, τις δημόσιες βδέλλες, άρχισαν να μας αφαιρούν όλα τα μετρητά, αφού τα αντικατέστησαν με το υποχρεωτικό χαρτονό­μισμα· και γρήγορα μας φτώχυναν με την υποτίμηση αυτού του χαρτιού. Μας κατάστρεψαν με κάθε λογής μονοπώλια και μας έριξαν στην ανέχεια πλουτίζοντας απ' τη λαφυραγώγησή μας. Με το χρυσάφι που μας άρπαξαν εξαγόρασαν πλήθη από χαφιέ­δες, μπράβους, ληστές, έτοιμους πάντα να καταγράψουν τους φί­λους της πατρίδας και να τους σφάξουν.

Έχουν διαφθείρει τη μάζα του λαού. Πόσοι έντιμοι πολίτες, από το φόβο της πείνας, δεν ξέπεσαν σε μια απ' τις αισχρές καταστάσεις, που η λογική τους την καταδικάζει, που η ψυχή τους τη σιχαίνεται, που η ατιμία της τους τρομάζει· αλλά που η ανάγκη την έκανε απαραίτητη.

Ας έμεναν τουλάχιστον ενωμένοι ενάντια στους καταπιεστές, όσοι πολίτες δεν αναγκάζονται από την αθλιότητα να προσκυ­νήσουν ή να πουληθούν. Όμως, το συμφέρον, η ματαιοδοξία, η ζήλια, κι όλα τα άλλα ευτελή πάθη, απ ' τα οποία δεν απαλ­λάσσονται, τους κρατούν πάντα χωρισμένους μεταξύ τους. Α­ντίθετα, οι εχθροί της λευτεριάς, επιφυλακτικοί απέναντι στις ευτελείς αυτές ροπές, υπακούουν μόνο στη φιλοδοξία τους· η επιθυμία της εκδίκησης τους κρατάει ενωμένους ενάντια στο λαό· και κατά τις ταραχώδεις κρίσεις, όπου κανονικά δεν θα 'πρεπε να νοιάζονται παρά για τη σωτηρία τους, αυτοί δεν ε­γκαταλείπουν ούτε λεπτό την επιδίωξη των ολέθριων σχεδίων τους. Οι εχθροί της πατρίδας ενεργούν πάντα σύμφωνα με ένα σχέδιο βαθιά μελετημένο. Παίρνουν όλα τους τα μέτρα, συντο­νίζουν όλα τους τα διαβήματα. Ενώ ο λαός δεν έχει ούτε αρχη­γούς, ούτε αμυντικό σχέδιο. Και δεν αποφασίζει να δράσει πα­ρά αφημένος στις εντυπώσεις της στιγμής, με μόνο σύμβολο την απελπισία του.

110

Γ Ι Α Τ Ο Δ Ι Κ Α Ι Ω Μ Α Τ Ω Ν Α Π Ο Ι Κ Ι Ω Ν Σ Τ Η Χ Ε Ι Ρ Α Φ Ε Τ Η Σ Η

( Α π ό τ ο ν Φίλο του Λαού, No 624, 12 του Δεκέμβρη 1791)

Το θεμέλιο κάθε λεύτερης κυβέρνησης είναι ότι κανένας λα­ός δεν μπορεί να είναι υποταγμένος σε κάποιον άλλο, ότι δεν πρέπει να υπακούει σε άλλους νόμους εκτός από εκείνους που ο ίδιος ψήφισε για τον εαυτό του, κι ότι είναι αφέντης στον τόπο του, ανεξάρτητος από οποιαδήποτε ανθρώπινη δύναμη. Η κοι­νή λογική, αποδεχόμενη αυτές τις αρχές, προσθέτει ότι είναι περίεργο και παράλογο να κυβερνιέται ένας λαός από νόμους, που ο νομοθέτης τους βρίσκεται δυο χιλιάδες λεύγες μακριά. Η μόνη ανοησία που έκαναν οι κάτοικοι των αποικιών μας ήταν ότι συμφώνησαν να στείλουν εκπροσώπους στην Εθνική Συνέ­λευση της Γαλλίας. Αλλά η ανοησία αυτή αποτελεί αποκλει­στικό έργο των λευκών αποίκων. Ωστόσο, όλοι έχουν το δικαί­ωμα να λυτρωθούν από το ζυγό της μητρόπολης, να επιλέξουν έναν άλλο άρχοντα ή να αναπτυχθούν σε μια Δημοκρατία. Για­τί όχι; Κι αυτό από τη στιγμή που η υπεροχή της μητρόπολης απέναντι τους είναι αποτέλεσμα σφετερισμού, εκπορεύεται από τα αξιώματα του δεσποτισμού και ασκείται με την εφαρμογή του νόμου του ισχυρότερου. Και προχωρώ ακόμη μακρύτερα, κάνοντας την υπόθεση ότι οι κάτοικοι των αποικιών μας απο­φασίζουν κάποια στιγμή να αυτοανακηρυχθούν ανεξάρτητοι. Με τι πρόσωπο θα τους κατακρίναμε επειδή τόλμησαν να μιμη­θούν το παράδειγμα των αγγλικών αποικιών, και με ποια παρά­δοξη ασυνέπεια θα κατηγορούσαμε αυτούς για το ίδιο πράγμα που επικροτήσαμε στους εξεγερμένους1; Αλλά αν λέω ότι οι αποικίες μας έχουν κάθε δικαίωμα να απελευθερωθούν από τη μητρόπολη, μη βιαστείτε να συμπεράνετε ότι σκέφτομαι να προσφέρω επιτυχία της υπόθεσης των λευκών αποίκων. Ναι, αναμφίβολα είναι ασυγχώρητοι στα μάτια μου, που θέλησαν να επιβληθούν σαν δεσπότες πάνω στους μιγάδες και σαν τύραννοι

1. Ο Μαρά αναφέρεται εδώ σ τ ο ν πόλεμο για τ η ν ανεξαρτησία της Αμερικής. (Σημ. του Μ.Β.).

111

πάνω στους μαύρους. Αν οι νόμοι της φύσης προηγούνται από τους νόμους των κοινωνιών, κι αν τα δικαιώματα του ανθρώπου είναι απαράγραπτα, τότε το δικαίωμα που έχουν οι λευκοί άποικοι απέναντι στο γαλλικό έθνος, το έχουν επίσης οι μιγά­δες και οι μαύροι απέναντι στους λευκούς αποίκους. Και για να κλονίσουν τον φρικτό ζυγό της ντροπής, που κάτω από το βάρος του στενάζουν, έχουν δικαίωμα να χρησιμοποιήσουν όλα τα δυνατά μέσα, ακόμη και το θάνατο, αν χρειαστεί να σφάξουν μέχρι και τον τελευταίο απ' τους καταπιεστές τους.

Αυτές λοιπόν τις αρχές θα πρέπει να ακολουθήσει ένας δί­καιος νομοθέτης, προκειμένου να αποφασίσει για την υπόθεση του Αγίου Δομίνικου. Και είναι αρκετό να παρατηρήσουμε ότι το τελευταίο διάταγμα σχετικά με τους μιγάδες είναι δίκαιο, ενώ εκείνο για τους νέγρους φρικτό. Αλλά πως θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε σαν ελεύθερους ανθρώπους ανθρώπους με μαύρη επιδερμίδα, τη στιγμή που δεν αντιμετωπίσαμε ακόμη σαν πολίτες αυτούς που δεν είναι σε θέση να πληρώσουν στο κράτος έναν άμεσο φόρο αξίας ενός τρίφραγκου; Καμαρώνουμε για τη φιλοσοφία και τη λευτεριά μας, αλλά, σήμερα, δεν είμα­στε λιγότερο σκλάβοι στις προκαταλήψεις και τους εντολοδό­χους μας, από όσο ήμασταν πριν δέκα αιώνες. Ρωτήστε τους συγγενείς και τους φωτισμένους φίλους των θυμάτων που σφά­χτηκαν στο Πεδίο του Άρεως.

112

ΣΕΝ-ΖΙΣΤ

Γεννημένος στα 1767, ο Λουί-Αντουάν-Λεόν Σεν-Ζιστ είναι μόλις 22 χρονών όταν ξεσπά η Γαλλική Επανάσταση. Πέντε ολόκληρα χρόνια εργάστηκε με πάθος για τη μεγάλη υπόθεση, και σε ηλικία 27 ετών η προσφορά του αναγνωρίστηκε, όταν η Συμβατική τον εξέλεξε για πρόεδρό της στις 19 του Φλεβάρη 1794. Λίγους μήνες μετά, στις 28 του Ιούλη 1794, ανέβηκε στη λαιμητόμο, μαζί με τον Ροβεσπιέρο.

Φυσικό ήταν λοιπόν, μέσα από αυτή την εκρηκτική όσο και σύντομη πολιτική σταδιοδρομία, να γεννηθεί ένας ολόκληρος μύθος γύρω από το πρόσωπο του νεαρού επαναστάτη, που οι εχθροί του τον αποκάλεσαν «αιματοβαμμένο τίγρη» και «αρ­χάγγελο του θανάτου».

Στέκουν όμως αυτοί οι χαρακτηρισμοί; Είναι γεγονός ότι όταν συμμετείχε στην εκτελεστική εξουσία υπήρξε αμείλικτος ενάντια στους εχθρούς της Επανάστασης. Και οι φρικτοί χα­ρακτηρισμοί αντανακλούν τον τρόμο που ενέπνεε στους αντε­παναστάτες.

Μια εκπληκτική ωριμότητα αποκαλύπτει η ανάγνωση των κειμένων του. Σε ηλικία που άλλοι νέοι ψάχνουν ακόμη να βρουν το δρόμο τους στη ζωή, ο Σεν-Ζιστ έχει κιόλας κάνει τις επιλογές του και αποφασίζει να τις υπερασπίσει με πάθος. Πά­νω απ' όλα, μια επανάσταση είναι υπόθεση της νεολαίας.

Μεγαλωμένος σε επαρχιώτικο μικροαστικό περιβάλλον, από πατέρα στρατιωτικό, ο Σεν-Ζιστ ήταν περισσότερο εξοικειωμέ­νος με τα προβλήματα του αγροτικού πληθυσμού, παρά με εκείνα των «χωρίς κιλότα» της πόλης. Ανατράφηκε με το μίσος της αγροτικής τάξης ενάντια στην αυθαιρεσία της επαρχιακής αριστοκρατίας. Γρήγορα, κόβει τους δεσμούς του με τους μι­κροαστούς της επαρχίας και τάσσεται με το μέρος των «χωρίς κιλότα», τόσο της πόλης όσο και των αγρών. Συνειδητοποιώ-

115

ντας γρήγορα τα προβλήματα της Επανάστασης, αναγνωρίζει ότι καμιά επανάσταση δεν μπορεί να θριαμβεύσει χωρίς τη δραστηριοποίηση των μεγάλων μαζών. Η αστική τάξη δεν του το συγχώρεσε ποτέ, και γι' αυτό τον ανέβασε στην γκιλοτίνα.

Αλλά, πάνω απ' όλα, αυτό που χαρακτηρίζει προπάντων τη σύντομη σταδιοδρομία του Σεν-Ζιστ είναι η δράση. Για τον Σεν-Ζιστ, όλες οι επαναστατικές θεωρίες είναι καλές, αρκεί να μπουν αμέσως σε εφαρμογή. Σαν νέος δεν έχει υπομονή και αγνοεί τις τακτικές υποχωρήσεις. Ο Σεν-Ζιστ ενσαρκώνει κυ­ριολεκτικά ό,τι πιο αγνό έχει να επιδείξει η Γαλλική Επανά­σταση, σε όλο της το μεγαλείο, αλλά και σε όλες της τις αντι­φάσεις.

Γεννημένος λοιπόν στις 25 του Αυγούστου 1767, στην Ντε­σίζ του Μπουρμπονέ, όπου έτυχε να υπηρετεί τότε ο πατέρας του, συνδέθηκε πολύ περισσότερο με τον τόπο καταγωγής της μητέρας του, το Μπλερανκούρ. Οι επιρροές της καταγωγής του είναι φανερές στη διαμόρφωση των απόψεών του για την αγρο­τική μεταρρύθμιση. Ό χ ι μόνον εκφράζει το μίσος των αγρο­τών ενάντια στην αυθαιρεσία των ευγενών, αλλά και τους ρεα­λιστικούς πόθους τους, δηλαδή την παραχώρηση ενός καλού κομματιού γης σε κάθε αγροτική οικογένεια. Δεν διακηρύσσει την κατάργηση της αγροτικής μικροϊδιοκτησίας, αλλά το μοί­ρασμα στους αγρότες των τεράστιων εκτάσεων που διακατέχαν οι ευγενείς και η Εκκλησία.

Στα 10 του χρόνια έμεινε ορφανός από πατέρα, και μεγαλώνει κοντά στη μητέρα του και τις δυο αδελφές του. Τον στέλνουν στο κολέγιο του Σεν-Νικολά, στο Σουασόν, από όπου αποφοί­τησε στα 1785. Έτσι , σε ηλικία 18 χρονών επιστρέφει στο Μπλερανκούρ και ερωτεύεται παράφορα την Τερέζ Ζελέ, κόρη του επαρχιακού συμβολαιογράφου.

Αθεράπευτο έμεινε φαίνεται το ψυχικό τραύμα που του προ­κάλεσε αυτή η ερωτική σχέση. Η αγαπημένη του τον πρόδωσε, προτιμώντας να παντρευτεί τον βοηθό του πατέρα της, που στη συνέχεια τον διαδέχθηκε στο συμβολαιογραφείο. Να εντοπί­σουμε το αίτιο της αντιπάθειας του Σεν-Ζιστ για τους μικροα­στούς και τους γραφειοκράτες σ' αυτό το επεισόδιο; Θα ήταν μάλλον ανόητο να προχωρήσουμε σε φροϋδικές αναλύσεις της σταδιοδρομίας του μεγάλου επαναστάτη. Το σίγουρο είναι πά­ντως ότι το επεισόδιο πλήγωσε τη ρομαντική του ευαισθησία

116

και τον ώθησε σε μια πράξη απελπισίας, που δεν έπαψαν ποτέ να την υπενθυμίζουν οι μεταγενέστεροι αστοί βιογράφοι του.

Τη νύχτα της 8ης Σεπτέμβρη 1786, ο μόλις δεκαεννιάχρονος Σεν-Ζιστ εξαφανίζεται από το σπίτι του, παίρνοντας μαζί και τα ασημικά της μητέρας του.

Η απελπισμένη αυτή απόδραση δεν είχε άλλο αποτέλεσμα από το να τον εμπιστευθεί η οικογένειά του στην επίβλεψη της κυρίας ντε Σεντ-Κολόμπ στο Παρίσι. Φαίνεται ότι, στη διάρ­κεια της ολιγόμηνης παραμονής του στο Παρίσι, άρχισε να ωριμάζει, γιατί, την άνοιξη του 1787, αποφασίζει να σπουδάσει νομικά στο πανεπιστήμιο της Ρέιμς, ενώ συνάμα η μητέρα του μεσολαβεί για να διοριστεί σαν κλητήρας στο γραφείο του ει­σαγγελέα της Σουασόν.

Μέχρι τη χρονιά που ξεσπά η Επανάσταση, οι βιογράφοι του τον παρουσιάζουν σαν έναν νεαρό γεμάτο από πάθος για τη ζωή και πλήθος από ρομαντικά όνειρα. Δεν μπορούμε να ξέ­ρουμε τι από όλα αυτά είναι αλήθεια. Το σίγουρο είναι ότι με­λετά με πάθος το Κοινωνικό Συμβόλαιο του Ρουσό, ενώ τα όποια ρομαντικά του όνειρα μεταφράζονται γρήγορα σε μιαν ακόρε­στη δίψα για δράση. Στα ποιήματα που γράφει σ' αυτή την περίοδο ξεσπαθώνει ενάντια στη θρησκεία, τους βασιλιάδες και την αριστοκρατία.

Στα 1789, η Επανάσταση ξεσπάει και ο 22χρονος Σεν-Ζιστ ξεκινά την πολιτική του σταδιοδρομία στο Μπλερανκούρ, όπου αναμιγνύεται με πάθος στα προβλήματα της τοπικής αυτοδιοί­κησης. Αλλά τα πλαίσια της μικρής επαρχιακής πόλης τον πνίγουν.

Έτσ ι , στις 19 του Αυγούστου 1790, στέλνει μιαν επιστολή στον Ροβεσπιέρο όπου του ζητά να πάρει μέτρα για να στηρίξει την αγορά τροφίμων του Μπλερανκούρ. Το αποτέλεσμα αυτού του διαβήματος ήταν, από τη μια μεριά να ξεκινήσει η φιλία του με τον Ροβεσπιέρο, κι από την άλλη να ανακηρυχθεί από τους συμπολίτες του άτυπος εκπρόσωπός τους. Όπως ήταν φυ­σικό, το διάβημα αυτό τον έφερε σε σύγκρουση με τον Μαρκή­σιο του Μπλερανκούρ, το μεγαλογαιοκτήμονα, δηλαδή, ευγενή της περιοχής.

Στις αρχές της επόμενης χρονιάς, στα 1791, ο Σεν-Ζιστ δη­μοσιεύει ένα κείμενο με τίτλο: Το πνεύμα της Επανάστασης και του Συντάγματος της Γαλλίας, που προκάλεσε μεγάλη εντύπωση

117

τόσο στα μέλη της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης, όσο και στο κοινό, εφόσον τα αντίτυπά του εξαντλήθηκαν μέσα σε λίγες μέρες.

Από τη δημοσίευση αυτού του κειμένου μέχρι την πρώτη εμ­φάνιση του Σεν-Ζιστ στη Συμβατική, δεν υπάρχουν αρκετές πληροφορίες σχετικά με τη δράση του. Πάντως σε μια επιστο­λή του, γραμμένη στις 20 του Ιούλη 1792, εκφράζει την πίκρα του που δεν εκλέχτηκε εκπρόσωπος για τη Νομοθετική, αλλά και την αγανάκτησή του για τη στάση του σώματος, που είχε σαν αποτέλεσμα να διογκωθούν οι ραδιουργίες της αυλής, με αποκορύφωμα την απόπειρα απόδρασης του Λουδοβίκου από το Παρίσι, τον Ιούνη του 1791.

Από εδώ κι εμπρός, ο Σεν-Ζιστ ταυτίζει πλέον τη μοίρα του με τη μοίρα της Επανάστασης. Έτσι, στις 13 του Νοέμβρη 1792, ο Σεν-Ζιστ κάνει την πρώτη του εντυπωσιακή εμφάνιση στη Συμβατική απαιτώντας την καταδίκη σε θάνατο του βασι­λιά, που τον χαρακτηρίζει σαν τον μεγαλύτερο εχθρό του δημό­σιου βίου.

Η φλόγα, η ορμή και η εντιμότητά του του επιτρέπουν να κερδίσει γρήγορα την εμπιστοσύνη των μελών της Συμβατικής, προπάντων της παράταξης των Ορεινών, κι έτσι, τον Ιούλη του 1793, ορίζεται μέλος της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας.

Είχε εκλεγεί ήδη, σε ηλικία 25 χρονών, στις 9 του Σεπτέμ­βρη 1792 μέλος της Συμβατικής, εκπρόσωπος του τόπου της καταγωγής του.

Τρία είναι τα κεφαλαιώδη προβλήματα που τον απασχόλη­σαν από τη στιγμή που ανέλαβε να εκπροσωπήσει το λαό του. Το καθεστωτικό, το στρατιωτικό και το συνταγματικό. Πέρα από τους μύδρους του ενάντια στον Λουδοβίκο και στο θεσμό της βασιλείας, στις 8 του Μάη 1793 εισηγείται μια γενική ανα­διοργάνωση του στρατού. Η άποψή του είναι ότι τα στρατιωτι­κά θέματα και ο πόλεμος είναι πολύ σημαντικά για να τα χειρί­ζεται μόνον η ολιγομελής εκτελεστική επιτροπή, κι ότι την ευ­θύνη τους πρέπει να την έχει συλλογικά η Εθνική Αντιπροσω­πία. Δηλαδή, η Συμβατική. Γιατί η υποταγή του στρατού στην εξουσία της Συμβατικής θα σήμαινε τον εκδημοκρατισμό των ενόπλων δυνάμεων, και προπάντων του αντιδραστικού σώματος των αξιωματικών.

Αν και στο πλευρό των Ορεινών, στάθηκε στα αριστερά

118

τους, και από τη θέση αυτή σφυροκόπησε αδιάκοπα την πολι­τική των Γιρονδίνων. Τον Ιούλη του 1793, γίνεται μέλος της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας.

Ο νεαρός Σεν-Ζιστ διακηρύσσει ότι η ελευθερία πρέπει να νικήσει με οποιοδήποτε τίμημα, και συνεπής στην εφαρμογή των αρχών του, επιτίθεται ενάντια στη γραφειοκρατία —έστω κι αν η τελευταία έχει ντυθεί το «επαναστατικό» της προσω­πείο.

Ο Σεν-Ζιστ επιμένει μέσα στα κείμενα και στους λόγους του στην έννοια της «Αρετής», και «Αρετή» γι' αυτόν είναι η προ­σφορά της υπηρεσίας προς το Έθνος, τη Λευτεριά, τη Δημο­κρατία, την Ισότητα.

Επιμένει με πάθος να παραμείνουν έγκλειστοι οι φυλακισμέ­νοι αντεπαναστάτες.

Στις 8 Βεντόζ — 26 του Φλεβάρη 1794 — γράφει στη σχετική αναφορά του: «Όλοι αυτοί που ζητούν την απελευθέρωση των αριστοκρατών δεν θέλουν τη Δημοκρατία. Δεν έχω καμία εμπι­στοσύνη σε όλους αυτούς που μιλούν υπέρ των κρατούμενων αριστοκρατών.»

Κατά την άποψη του Σεν-Ζιστ, οι εχθροί της Επανάστασης δεν πρέπει να έχουν κανένα απολύτως πολιτικό δικαίωμα στη Γαλλική Δημοκρατία. Οι περιουσίες τους πρέπει να χρησιμο­ποιηθούν για την αποζημίωση των πατριωτών που υπερασπί­ζουν με κίνδυνο της ζωής τους τη Δημοκρατία.

Οι ιδέες που εκφράζει ο Σεν-Ζιστ, σ' αυτή την περίοδο, είναι οι ιδέες των «χωρίς κιλότα».

Σε όλη τη διάρκεια της άνοιξης και του καλοκαιριού του 1793, πολλαπλασιάζονται οι φωνές που απαιτούν τη δήμευση των περιουσιακών στοιχείων των εχθρών της Επανάστασης και την αντίστοιχη αποζημίωση των φτωχών πατριωτών. Βλέπουν την απαίτηση αυτή σαν ένα σκληρό μέσο ενάντια στην αρι­στοκρατία, ενάντια στην αντεπανάσταση, ενάντια στην προδο­σία.

Έτσι , εκφράζοντας αυτή τη γενική απαίτηση των «χωρίς κιλότα», ο Σεν-Ζιστ αποδίδει με το δικό του ύφος τη λαϊκή αγανάκτηση.

«Οι δυστυχισμένοι, οι πεινασμένοι είναι οι δυνατοί αυτής της γης. Όποιος απόδειξε ότι είναι εχθρός αυτής της χώρας, δεν μπορεί να έχει μέσα σ' αυτή τη χώρα ιδιοκτησία. Υποχρέω­ση της Επανάστασης είναι να λειτουργήσει προς όφελος αυτών

119

που την υποστήριξαν και σε βάρος αυτών που την πολέμησαν.» Σε όλη τη διάρκεια της σύντομης αλλά θυελλώδους πολιτικής

σταδιοδρομίας του, ο νεαρός Σεν-Ζιστ — ο «Άγιος Δίκαιος», όπως θα μπορούσε να μεταφράσει κανείς ελεύθερα το επώνυμό του — παραμένει ένας γνήσιος φιλοσοφικός οπαδός του Ρουσό. Όπως και ο Ροβεσπιέρος. Πολύ περισσότερο ιδεολόγος και πολύ λιγότερο ρεαλιστής και οικονομολόγος.

Πιστός στις αρχές του, όταν αναλαμβάνει την αποστολή στη στρατιά του Ρήνου, το Μάη του 1793, όχι μόνον τιμωρεί αδί­στακτα τους μοναρχικούς αξιωματικούς, αλλά και όταν ο Πρώ­σος στρατηγός αντίπαλός του του στέλνει μία επιστολή, εκεί­νος την ξαναστέλνει πίσω κλειστή με την εξής απάντηση: «Η Γαλλική Δημοκρατία δεν δέχεται τίποτα από τους εχθρούς της, και η ίδια δεν έχει τίποτα άλλο να τους στείλει εκτός από καυ­τό μολύβι.»

Οι διαδοχικές νίκες της στρατιάς του Ρήνου είναι κατά μεγά­λο μέρος δικό του έργο. Αλλά δεν υπάρχει λόγος να παραμείνει κανείς στο στρατιωτικό έργο του Σεν-Ζιστ. Αυτό που έχει με­γαλύτερη αξία είναι η έγνοια του Σεν-Ζιστ για τον άνθρωπο.

Στις 24 του Οκτώβρη 1793, ο Σεν-Ζιστ δίνει τη διαταγή να ικανοποιηθούν όλες οι απαιτήσεις και όλα τα δίκαια αιτήματα των φαντάρων. Πρώτη του μέριμνα ο ρουχισμός και η διατρο­φή του στρατιώτη. Πέντε μέρες αργότερα, προστάζει να χορη­γείται κρέας κάθε δύο μέρες στους πολεμιστές. Μετά από δύο μέρες, διατάζει την κατάσχεση 10.000 παπουτσιών και τα μοιρά­ζει στους στρατιώτες. Στη συνέχεια, υιοθετεί αυστηρά μέτρα ενάντια στους κομπιναδόρους προμηθευτές του στρατού, που αισχροκερδούσαν σε βάρος των πολεμικών αναγκών της Δημο­κρατίας. Ακολουθεί ειδική φορολογία των πλούσιων κατοίκων του Ρήνου, για την αντιμετώπιση των στρατιωτικών δαπανών. Επιθεωρεί το νοσοκομείο της Σεντ-Μαργκερίτ, και τιμωρεί πα­ραδειγματικά τους αξιωματικούς του Υγειονομικού για την άθλια μεταχείριση των τραυματισμένων στρατιωτών. Κάνει κα­τάσχεση σε 2.000 κρεβάτια από τα πλουσιόσπιτα του Στρα­σβούργου για τους τραυματίες.

Στις 12 του Νοέμβρη 1793, συνομιλεί με τους φαντάρους και διακηρύσσει:

«Έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη στη δίκαιη κρίση των στρα­τιωτών.»

Πιστεύει ακράδαντα σε έναν πραγματικά λαϊκό στρατό. Πα-

120

ράλληλα παίρνει σημαντικά μέτρα για τις οικογένειες των στρατευμένων.

Το μυστικό της επιτυχίας του, κατά τη διάρκεια της αποστο­λής στη στρατιά του Ρήνου, ήταν η σταθερή προσήλωση στις αρχές του και η αγάπη του για τον άνθρωπο.

Γράφει σχετικά: «Όταν φτάσαμε στη στρατιά του Ρήνου, το στράτευμα έμοια­

ζε σχεδόν διαλυμένο. Δεν υπήρχαν τρόφιμα, δεν υπήρχε ρουχι­σμός, δεν υπήρχε πειθαρχία, δεν υπήρχαν ηγέτες. Την ίδια στιγ­μή, ο φτωχός λαός στέναζε κάτω από το ζυγό των πλουσίων, ενώ η αριστοκρατία και η αντίδραση αύξαναν τη δυστυχία του. Πή­ραμε κάθε λογής μέτρα νομικά, για να αποδώσουμε τα δικαιώ­ματά του στο λαό. Και ο λαός ανακουφίστηκε. Και ο στρατός ντύθηκε, εξοπλίστηκε και άρχισε να τρέφεται καλά. Η αριστο­κρατία χτυπήθηκε στις ρίζες της.»

Στις 19 του Φλεβάρη 1794, ο Σεν-Ζιστ εκλέχθηκε πρόεδρος της Συμβατικής. Δύο μήνες αργότερα ανέλαβε για δεύτερη φο­ρά αποστολή στη στρατιά του Βορρά. Στις 3 του Ιούνη ξεκινά μια γενική επιθεώρηση του στρατού, από τη θάλασσα μέχρι τον Ρήνο. Τον ίδιο μήνα, προς τα τέλη του, ξεσπάει η διαμάχη ανάμεσα στον Καρνό, από τη μια μεριά, και στον Ροβεσπιέρο και τον Σεν-Ζιστ, από την άλλη. Είναι η βίαιη αρχή του βίαιου τέλους.

Στις 27 του Ιούλη 1794, η Συμβατική ψηφίζει τη σύλληψη και την εκτέλεση της ροβεσπιερικής ηγεσίας. Την επομένη ο Ροβεσπιέρος και ο Σεν-Ζιστ ανεβαίνουν στο ικρίωμα.

Ο νεαρός επαναστάτης — ο «αιματοβαμμένος τίγρης», όπως χαρακτήρισαν οι εχθροί του τον Σεν-Ζιστ — έχυσε αναμφίβο­λα άφθονο το αίμα των εχθρών της Γαλλικής Επανάστασης.

Από την επομένη όμως του θανάτου του, στη Γαλλία επικρά­τησε η τρομοκρατία των «τίμιων ανθρώπων», δηλαδή των κα­λοθρεμμένων και καλοβολεμένων αστών, που εξαπόλυσαν μια λυσσαλέα επίθεση ενάντια στους ανθρώπους που υποστήριξε με πάθος ο Σεν-Ζιστ, τους «χωρίς κιλότα».

Μόλις δύο μήνες μετά την εκτέλεσή του, στους δρόμους του Παρισιού έκαναν την εμφάνισή τους οι ροπαλοφόροι «νεαροί», γόνοι των αστικών οικογενειών, που άρχισαν να τρομοκρατούν τη φτωχολογιά.

Η αστική τάξη, μετά την εκτέλεση του Ροβεσπιέρου και του

121

Σεν-Ζιστ, απόκτησε τη σιγουριά ότι ο χαρακτήρας της Γαλλι­κής Επανάστασης δεν θα αλλοιωνόταν από τις απαιτήσεις των «χωρίς κιλότα».

Μέσα στα λίγα χρόνια της θυελλώδους σταδιοδρομίας του, ο Σεν-Ζιστ πρόλαβε να μας αφήσει μια σειρά από σημαντικά κεί­μενα, που εμφανίζουν μιαν εκπληκτική ωριμότητα και έναν βα­θύτατο πολιτικό στοχασμό.

Πρόκειται, κυρίως, για τους λόγους που εξεφώνησε στη Συμ­βατική, και που κατά τη γνώμη μου εξακολουθούν να έχουν μεγάλη αξία και σήμερα, εφόσον ενθαρρύνουν τον προβλημα­τισμό μας γύρω από κεφαλαιώδη θέματα, όπως το Σύνταγμα, η Αυτοδιοίκηση και η Επαναστατική Διακυβέρνηση.

122

ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΕΝ-ΖΙΣΤ

Γ Ι Α Τ Ο Σ Υ Ν Τ Α Γ Μ Α Τ Η Σ Γ Α Λ Λ Ι Α Σ

( Λ ό γ ο ς σ τ η Σ υ μ β α τ ι κ ή , 24 του Απρίλη 1793)

Όλοι οι τύραννοι είχαν τα μάτια τους πάνω μας όταν δικά­ζαμε κάποιον από τους ομοίους τους. Σήμερα που, με ένα καλύ­τερο πεπρωμένο, σκέφτεστε τη λευτεριά του κόσμου, οι λαοί, που είναι οι αληθινοί μεγάλοι της γης, θα έχουν με τη σειρά τους τα βλέμματά τους στραμμένα πάνω σας.

Φοβηθήκατε την κρίση των ανθρώπων όταν αφανίσατε έναν βασιλιά. Εκείνη η υπόθεση ενδιέφερε μόνον την περηφάνια σας. Αυτή που θα χειριστείτε τώρα είναι πιο καίρια· αφορά τη δόξα σας. Το Σύνταγμα θα είναι η απάντησή σας και η διακή­ρυξή σας πάνω στη γη.

Ας μου επιτραπεί να σας παρουσιάσω μερικές πρακτικές ιδέ­ες. Το δημόσιο δίκαιο καταλαμβάνει μεγάλο χώρο μέσα στα βιβλία. Δεν μας μαθαίνουν όμως τίποτα σχετικά με την εφαρ­μογή του, και σχετικά με ό,τι μας συμφέρει.

Η Ευρώπη θα σας ζητήσει την ειρήνη, την ημέρα που θα έχετε προσφέρει ένα Σύνταγμα στον γαλλικό λαό.

Την ίδια μέρα, θα σταματήσουν οι διχόνοιες, και οι παρατά­ξεις θα λυγίσουν καταβεβλημένες κάτω από το ζυγό της λευτε­ριάς. Οι πολίτες θα επιστρέφουν στα εργαστήριά τους, στις δουλειές τους, και η ειρήνη που θα βασιλεύει στη Δημοκρατία Θα κάνει τους βασιλιάδες να τρέμουν.

Είτε κάνετε ειρήνη, είτε κάνετε πόλεμο, έχετε ανάγκη από μια ρωμαλέα κυβέρνηση. Μια αδύνατη και άσωτη κυβέρνηση που κάνει πόλεμο μοιάζει με τον άνθρωπο που προχωρά σε ακρότητες έχοντας αδύναμη ιδιοσυγκρασία. Γιατί σ' αυτή τη λεπτή κατάσταση που βρισκόμαστε (αν μπορώ να μιλήσω

123

έτσι), ο γαλλικός λαός παρουσιάζει λιγότερη ενέργεια απέναντι στη βία του ξένου δεσποτισμού. Οι νόμοι ατονούν και ο πόθος για τη λευτεριά έχει συντρίψει τα όπλα του. Ήρθε ο καιρός να μεστώσουμε αυτή τη λευτεριά και να τη θεμελιώσουμε πάνω σε στέρεες βάσεις. Η ειρήνη και η αφθονία, η δημόσια αρετή, η νίκη, όλα εμπεριέχονται στην ισχύ των νόμων. Έξω από τους νόμους όλα είναι στείρα και νεκρά.

Κάθε λαός είναι ικανός για την αρετή, ικανός για τη νίκη. Δεν εξαναγκάζεται, αλλά οδηγείται σ' αυτά με τη φρόνηση. Ο Γάλλος είναι εύκολος στη διακυβέρνησή του. Του χρειάζεται ένα ήπιο Σύνταγμα, χωρίς ωστόσο να χάνει τίποτα από την ευ­θύτητά του. Αυτός ο λαός είναι ζωντανός και άξιος για τη δη­μοκρατία. Αλλά δεν πρέπει να καταπονείται υπερβολικά από τις δυσκολίες των δημόσιων υποθέσεων. Πρέπει να διοικείται χωρίς αδυναμία, όπως και χωρίς καταναγκασμούς.

Γενικά, η τάξη δεν προκύπτει από τις κινήσεις που επιβάλ­λονται με την ισχύ. Τίποτα δεν τακτοποιείται εκτός από ό,τι κινείται από μόνο του και υπακούει στη δική του αρμονία. Η δύναμη δεν έχει να κάνει άλλο από το να απομακρύνει ό,τι εί­ναι ξένο προς αυτή την αρμονία. Αυτή η αρχή μπορεί προπά­ντων να εφαρμοστεί στη φυσική σύσταση των εξουσιών. Οι νό­μοι δεν απωθούν παρά το κακό, η αθωότητα και η αρετή είναι ανεξάρτητες πάνω στη γη.

Σκέφτηκα ότι η κοινωνική τάξη βρίσκεται μέσα στη φύση των πραγμάτων, και δεν δανείζεται από το ανθρώπινο πνεύμα τίποτα άλλο εκτός τη μέριμνα να μπουν στη θέση τους τα διάφο­ρα στοιχεία. Σκέφτηκα ότι ένας λαός μπορεί να κυβερνηθεί χω­ρίς να υποταχθεί, χωρίς να αποχαλινωθεί, και χωρίς να καταπιε­στεί. Ότι ο άνθρωπος γεννιέται για την ειρήνη και την αλή­θεια, και γίνεται δύστυχος και διεφθαρμένος μόνον εξαιτίας των δόλιων νόμων της κυριαρχίας. Φαντάστηκα λοιπόν ότι, αν προ­σφέραμε στον άνθρωπο νόμους ανάλογους με τη φύση του και την καρδιά του, θα έπαυε να είναι δύστυχος και διεφθαρμένος.

Όλες οι τέχνες έχουν δώσει τα αριστουργήματά τους. Η τέ­χνη της διακυβέρνησης δεν έχει δώσει σχεδόν παρά μόνο τέρα­τα. Είναι επειδή αναζητήσαμε με επιμέλεια τις απολαύσεις μας μέσα στη φύση και τις αρχές μας μέσα στην αλαζονεία μας.

Έτσι οι λαοί έχασαν την λευτεριά τους. Θα την ξανακερδί­σουν όταν οι νομοθέτες θεσπίσουν μόνο σχέσεις δικαιοσύνης ανάμεσα στους ανθρώπους. Με τρόπο που, καθώς το κακό θα

124

είναι σαν ξένο προς το συμφέρον τους, το αμετακίνητο και αποφασιστικό συμφέρον του καθενός θα είναι η δικαιοσύνη.

Το να εγκατασταθεί αυτή η τάξη είναι ευκολότερο από όσο φαίνεται. Η κοινωνική τάξη προηγείται της πολιτικής, που η αρχή της ήταν η αντίσταση στην κατάκτηση. Οι άνθρωποι μιας κοινωνίας ζουν φυσιολογικά ειρηνικά. Ο πόλεμος εκδηλώνεται μόνον ανάμεσα στους λαούς, ή καλύτερα ανάμεσα σ' αυτούς που τους εξουσιάζουν.

Το κοινωνικό καθεστώς είναι η σχέση ανάμεσα στους αν­θρώπους. Το πολιτικό καθεστώς είναι η σχέση ανάμεσα στους λαούς.

Αν δώσουμε λίγη προσοχή σ' αυτή την αρχή, και φροντί­σουμε να την εφαρμόσουμε, θα βρούμε ότι η κύρια δύναμη της κυβέρνησης έχει εξωτερικές αναφορές, κι ότι καθώς στο εσω­τερικό η φυσική δικαιοσύνη ανάμεσα στους ανθρώπους θεω­ρείται σαν η αρχή της κοινωνίας τους, η κυβέρνηση είναι πε­ρισσότερο ένα μέσο αρμονίας παρά εξουσίας.

Είναι λοιπόν αναγκαίο να διαχωριστεί στα πλαίσια της κυ­βέρνησης η ενέργεια που της χρειάζεται για να προβάλει αντί­σταση στην εξωτερική δύναμη από τα απλούστερα μέσα που έχει ανάγκη για να κυβερνήσει.

Απαρχή της υποδούλωσης των λαών είναι η σύνθετη δύναμη των κυβερνήσεων. Χρησιμοποίησαν ενάντια στους λαούς την ίδια δύναμη που είχαν χρησιμοποιήσει ενάντια στους εχθρούς τους.

Η αλλοίωση της ανθρώπινης ψυχής γέννησε άλλες ιδέες. Ο άνθρωπος θεωρείται βάναυσος και φονιάς μέσα στη φύση, για να αποκτηθεί το δικαίωμα της υποδούλωσής του.

Έτσι, η αρχή της δουλείας και της δυστυχίας του ανθρώπου, καθιερώθηκε έως και μέσα στην καρδιά του. Νόμισε ότι είναι άγριος, σύμφωνα με την άποψη των τυράννων, και εξαιτίας της πραότητάς του άφησε να υποτεθεί και να δαμαστεί η αγριότητά του.

Οι άνθρωποι υπήρξαν άγριοι μόνο σύμφωνα με την κρίση των καταπιεστών. Δεν ήταν καθόλου βάναυσοι μεταξύ τους. Αλλά μήπως και σήμερα, αυτοί που κάνουν πόλεμο ενάντια στη λευτεριά δεν μας θεωρούν βάναυσους επειδή το θάρρος μας θέ­λησε να κλονίσει την κυριαρχία τους;

Επιτρέψτε μου να αναπτύξω τις ιδέες μου. Οδηγούν εκεί όπου πρέπει να καταλήξω. Θα φροντίσω να τις εντάξω στην παρούσα

125

τάξη πραγμάτων, και δεν θα αρνηθώ καθόλου στο νόμο τη δύ­ναμη που χρειάζεται, υπολογίζοντας τον άνθρωπο έτσι όπως αυτός είναι. Αντιλαμβάνομαι όμως μια κυβέρνηση ισχυρή και νόμιμη. Δεν πρέπει καθόλου να γίνεται σκέψη για φυσική πο­λιτική, δεν είναι καθόλου αυτή η ιδέα μου.

Αλλά μάχομαι ενάντια σ' αυτό το πρόσχημα που υιοθέτησαν οι τύραννοι, περί της φυσικής βίας του ανθρώπου, για να τον υποτάξουν. Κι αν πράγματι ο άνθρωπος ήταν τόσο βάναυσος θα τον είχαν υποτάξει; Και δεν είναι ίδια η φύση όλων μας; Ποιος λοιπόν υπήρξε πρώτος γνωστικός και εξευγενισμένος; Σε ποια γλώσσα μίλησε σε ζώα που δεν επικοινωνούσαν καθόλου; Κι αν επικοινωνούσαν, η κοινωνική τάξη δεν είχε κατά πολύ προ­ηγηθεί της πολιτικής τάξης;

Ο Μοντεσκιέ βλέπει σαν σημάδι ανοησίας τον τρόμο ενός άγριου που βρέθηκε στα δάση. Αλλά αυτός ο άγριος, που λέει ότι τρέμει και φεύγει, αντικρίζοντάς μας, θα έτρεμε και θα έφευγε εμπρός στους ομοίους του που μιλούν τη γλώσσα του; Τα άγρια ζώα θα μπορούσαν επίσης να μας νομίσουν σαν άγριους, όταν μας βλέπουν να τρέμουμε και να φεύγουμε από μπροστά τους.

Οι άνθρωποι δεν εγκατέλειψαν διόλου αυθόρμητα το κοινωνι­κό καθεστώς. Χάρη σε μια μακροχρόνια αλλοίωση έφτασαν σ' αυτή την άγρια ευγένεια της επινόησης των τυράννων.

Οι αρχαίοι Φράγκοι, οι αρχαίοι Γερμανοί, δεν είχαν σχεδόν καθόλου άρχοντες. Ο λαός ήταν ο ηγεμόνας και ο κυρίαρχος. Αλλά όταν οι λαοί έχασαν τη διάθεση των συνελεύσεων για να αποφασίζουν συναλλαγές και κατακτήσεις, ο ηγεμόνας αποχω­ρίστηκε από τον κυρίαρχο λαό, και έγινε ο ίδιος, διαμέσου του σφετερισμού, κυρίαρχος.

Εδώ αρχίζει η πολιτική ζωή. Από τότε δεν διακρίνεται πια το καθεστώς των πολιτών. Δεν

γίνεται πλέον λόγος παρά για το καθεστώς του άρχοντα. Αν θέλετε να αποδώσετε τον άνθρωπο στη λευτεριά, μη φτιά­

χνετε νόμους παρά μόνο γι' αυτόν, μην τον πιέζετε καθόλου με το φόρτο της εξουσίας. Οι σημερινοί καιροί είναι γεμάτοι ψευ­δαισθήσεις. Υπάρχει η εντύπωση ότι δεν θα ξαναγεννηθούν οι καταπιεστές. Αλλά καταπιεστές εμφανίστηκαν και μετά τον Λυκούργο, που κατάστρεψαν το έργο του. Αν ο Λυκούργος είχε θεσπίσει συμβατικές συνελεύσεις στη Λακεδαιμονία για να εξασφαλιστεί η λευτεριά της, οι ίδιοι καταπιεστές θα είχαν κα­ταπνίξει αυτές τις συνελεύσεις. Ο Μίνως, με τους ίδιους τους

126

νόμους, είχε προγράψει την εξέγερση: οι Κρήτες δεν υπήρξαν λιγότερο υποταγμένοι. Η λευτεριά ενός λαού έγκειται στη δύναμη και στη διάρκεια του συντάγματός του: η λευτεριά του χάνεται πάντα μαζί με το σύνταγμα, γιατί χάνεται από τυράννους που αποκτούν δύναμη μεγαλύτερη από την ίδια τη λευτεριά.

Φροντίστε, λοιπόν, πολίτες, να θωρακίσετε το Σύνταγμα ενά­ντια στις εξουσίες του και ενάντια στη διαφθορά των αρχών του. Κάθε αδύνατο σημείο του δεν θα ωφελούσε καθόλου το λαό. Θα στρεφόταν ενάντιά του, προς όφελος του σφετεριστή.

Βγάλατε την απόφαση πως μια γενιά δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να δεσμεύσει την άλλη. Αλλά οι γενιές παρουσιά­ζουν διακυμάνσεις μεταξύ τους. Όλες τους βρίσκονται σε μειο­ψηφία και είναι πολύ αδύναμες για να απαιτήσουν τα δικαιώμα­τά τους. Δεν αρκεί λοιπόν η διακήρυξη των δικαιωμάτων των ανθρώπων. Ένας τύραννος μπορεί να ορθωθεί και να οπλιστεί ακόμα και μ' αυτά τα δικαιώματα, ενάντια στο λαό. Και ο πιο καταπιεσμένος ανάμεσα στους λαούς θα είναι αυτός που, μέσα σε μια τυραννία όλο πραότητα, θα καταδυναστεύεται στο όνομα των ίδιων των δικαιωμάτων του. Κάτω από μια τόσο άγια τυ­ραννία, ο λαός αυτός δεν θα τολμούσε πλέον να κάνει τίποτα χωρίς να διαπράξει κάποιο έγκλημα για τη λευτεριά του. Το επιδέξιο έγκλημα θα αναδεικνυόταν σαν ένα είδος θρησκείας και οι απατεώνες θα κατοικούσαν μέσα στην ιερή κιβωτό.

Τώρα δεν φοβόμαστε μια βίαιη κυριαρχία· η καταπίεση θα είναι πιο επικίνδυνη και πιο κομψή. Τίποτα δεν πρόκειται να διασφαλίσει καλύτερα το λαό από ένα ισχυρό και διαρκές Σύ­νταγμα, που καμιά κυβέρνηση δεν θα μπορεί να κλονίσει.

Ο νομοθέτης δίνει εντολές στο μέλλον δεν του χρειάζεται σε τίποτα να δείξει αδυναμία· αυτός πρέπει να θέλει το καλό και να το διαιωνίσει· αυτός μπορεί να κάνει τους ανθρώπους αυτό που θέλει να είναι. Καθώς οι νόμοι ενεργοποιούν το κοινωνικό σώμα, αδρανές από μόνο του, προκύπτουν οι αρετές ή τα εγκλή­ματα, τα χρηστά ήθη ή η αγριότητα. Η αρετή της Λακεδαιμο­νίας βρισκόταν μέσα στην καρδιά του Λυκούργου, και η αστά­θεια των Κρητών στην καρδιά του Μίνωα.

Η διαφθορά μας στη μοναρχία βρισκόταν μέσα στην καρδιά όλων των βασιλιάδων της· η διαφθορά δεν είναι φυσιολογική στους λαούς.

Αλλά όταν μια επανάσταση αλλάζει μονομιάς έναν λαό, και παίρνοντάς τον έτσι όπως είναι γίνεται προσπάθεια για την

127

αναμόρφωσή του, πρέπει να προσαρμόζεται στις αδυναμίες του και να τον υποτάσσει με διακριτικότητα στο πνεύμα του θε­σμού. Δεν πρέπει καθόλου να τον κάνουμε να ταιριάζει στους νόμους. Πρέπει καλύτερα να κάνουμε τους νόμους να ταιριά­ζουν σ' αυτόν. Το Σύνταγμά μας οφείλει να είναι κατάλληλο για τον γαλλικό λαό. Οι κακοί νόμοι τον υπόταξαν για καιρό στην εξουσία του ενός. Είναι ένα φυτό μεταφυτευμένο σε κά­ποιο άλλο ημισφαίριο, που η τέχνη πρέπει να το βοηθήσει να ωριμάσει τους καρπούς του σε ένα καινούργιο κλίμα.

Πρέπει να πούμε δυο λόγια για τη φύση της νομοθεσίας. Υπάρχουν δύο τρόποι να την εξετάσουμε· έγκειται σε κανό­

νες, έγκειται σε νόμους. Η νομοθεσία με κανόνες δεν μπορεί να έχει διάρκεια. Οι κα­

νόνες είναι οι αρχές των νόμων, δεν είναι οι νόμοι. Όταν με­τατοπίζουμε το νόημα των δύο αυτών ιδεών, τότε τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις του λαού και του δημόσιου λειτουργού απογυμνώνονται από το κύρος τους. Οι νόμοι που οφείλουν να είναι ρυθμιστές σχέσεων καταντούν απομονωμένα μαθήματα, που αργά ή γρήγορα από έλλειψη αρμονίας τη συμμόρφωση σ' αυτά επιβάλλει η βία. Και είναι μ' αυτόν τον τρόπο που οι αρχές της λευτεριάς επιτρέπουν την κατάχρηση της εξουσίας, όταν λείπουν οι νόμοι και η εφαρμογή. Τα δικαιώματα του αν­θρώπου υπήρχαν στο νου του Σόλωνα. Δεν τα έγραψε πουθενά, αλλά τα καθιέρωσε και τα έκανε εφαρμόσιμα.

Φάνηκε να σκεφτόμαστε ότι αυτή η εφαρμόσιμη τάξη όφειλε να προκύπτει από τη μόρφωση και τα ήθη. Η επιστήμη των ηθών βρίσκεται πράγματι στη μόρφωση. Αλλά τα ίδια τα ήθη προκύπτουν από τη φύση της διακυβέρνησης.

Κάτω από το καθεστώς της μοναρχίας, οι αρχές των ηθών ήταν καθιερωμένες σαν μια ευγένεια του πνεύματος. Και παρ' όλα αυτά, όλοι αυτοί που είχαν μάθει αυτές τις αρχές είναι σή­μερα εχθροί του λαού και της λευτεριάς. Καμιά ιδέα δικαιοσύ­νης δεν έφτανε στην καρδιά. Με το κεφάλι γεμάτο από παρα­δείγματα αρετής, από θαρραλέες πράξεις, από μεγαλειώδη μαθή­ματα και αλήθειες, ο καθένας τους ήταν ένας δειλός, ένας κα­κός μέσα στον κόσμο. Η γνώση ήταν η κομψότητα της διαφθοράς, και η αρετή φαινόταν να είναι η πολυτέλεια του εγκλήματος.

Η κυβέρνηση παρέσυρε τα πάντα. Ό λ α έτειναν να συγχω­νευτούν μέσ' στην ιδέα του ηγεμόνα. Το κράτος ήταν γεμάτο

128

από εγκληματικά και αξιότιμα επαγγέλματα. Γι' αυτά δούλευε η εκπαίδευση. Σε μια τέτοια κοινωνία, όπου δεν χρειάζονταν παρά κλέφτες, άνθρωποι κίβδηλοι, αποφασισμένοι για κάθε έ­γκλημα, η εκπαίδευση, που την αποτελούσαν κανόνες, ξεχνιό­ταν από τη στιγμή που έβγαινε κανείς στον κόσμο. Δεν χρησί­μευε παρά στο να κάνει πιο εκλεπτυσμένο το πνεύμα σε βάρος της καρδιάς. Για να είναι λοιπόν κανείς άνθρωπος με καλό όνομα, έπρεπε να ποδοπατήσει τη φύση. Ο νόμος έβλεπε σαν έγκλημα τις πιο αγνές προθέσεις. Το συναίσθημα και η φιλία ήταν γελοιότητες. Για να είναι κανείς συνετός έπρεπε να είναι τέρας. Η σύνεση στην ώριμη ηλικία σήμαινε περιφρόνηση προς τους ομοίους, αποδοκιμασία του καλού, πεποίθηση ότι όλα πήγαιναν και όφειλαν να πηγαίνουν άσχημα. Δεν ζούσε κανείς, παρά μόνο για να ξεγελάσει ή να ξεγελαστεί. Και όλα αυτά το τρομακτικά ελαττώματα τα θεωρούσαν συνδεδεμένα με την ανθρώπινη φύση, ενώ δεν απορρέαν παρά μόνον από τον ηγεμόνα και τη φύση της διακυβέρνησης.

Η τυραννία απογυμνώνει τον άνθρωπο, και μέσα από μια μα­κρόχρονη αλλοίωση τον κάνει στα ίδια του τα μάτια ανίκανο για το καλό. Αν βγάλετε την τυραννία από τον κόσμο, θα απο­καταστήσετε την ειρήνη και την αρετή.

Η τυραννία ενδιαφέρεται για τη χαλαρότητα του λαού. Την ενδιαφέρουν τα εγκλήματα. Συμμετέχει κατά μισό μερίδιο σε όλες τις μικρότητες και τις εγκληματικές απόπειρες, Όπλισε το γιο ενάντια στον πατέρα με τον πολιτικό νόμο. Οπλίζει τους νεκρούς ενάντια στους ζωντανούς. Ό λ α είναι καταπίεση και καταστολή. Είναι η τυραννία που δολοφονεί στα στενά με το χέρι του κλέφτη. Είναι η τυραννία που διαφθείρει τις καρδιές και τις απογυμνώνει κάτω από το ζυγό. Αποκοιμίζει την αν­θρώπινη ψυχή. Αν λοιπόν πάψει να υπάρχει αυτή η τάξη πραγ­μάτων, ο λαός, που δεν θα έχει πια εμπρός στα μάτια του αυτόν το μηχανισμό της ευμάρειας, που δεν διαφθείρει λιγότερο τον φτωχό από τον πλούσιο με την επιθυμία, που τον οδηγεί στη χυδαιότητα με το δόλωμα του κέρδους, που τον σπρώχνει σε ποταπά επαγγέλματα, που τον αποπλανά, τότε ο λαός θα ανα­γεννηθεί και θα ξαναβρεί τον εαυτό του.

Από αυτό που μόλις είπα, βγαίνει το συμπέρασμα ότι η με­τριότητα του προσώπου που κυβερνά είναι η πηγή των ηθών και της λευτεριάς σε ένα κράτος. Πρέπει λοιπόν αυτοί που εί­ναι θεματοφύλακες των νόμων σας να είναι καταδικασμένοι

129

στη λιτότητα, έτσι ώστε το κοινό πνεύμα και η δημόσια διάθε­ση να προκύπτουν από την αγάπη για τους νόμους και την πα­τρίδα.

Ο λαός οφείλει να σέβεται τους δημόσιους λειτουργούς. Δεν πρέπει να τους κολακεύει, ούτε να τους φοβάται, δεν πρέπει καθόλου να θεωρεί τους νόμους σαν θέλησή τους, γιατί τότε οι νόμοι δεν θα χρησιμεύουν πια, παρά για να τον καταπιέζουν αντί να τον καθοδηγούν. Δεν αρκεί να εκτρέψουμε την προσο­χή του λαού από την αλαζονεία των δημόσιων λειτουργών για να τον προσαρμόσουμε στους νόμους. Πρέπει το κοινό συμφέ­ρον να απασχολεί εξίσου αδιάκοπα τη δραστηριότητα του λαού, γιατί ο νομοθέτης πρέπει να κατορθώσει ώστε όλος ο λαός να βαδίζει προς την κατεύθυνση και το σκοπό που έταξε στον εαυ­τό του.

Η διαφθορά σε έναν λαό είναι ο καρπός της οκνηρίας και της εξουσίας. Η αρχή των ηθών είναι όλος ο κόσμος να εργά­ζεται προς όφελος της πατρίδας και κανένας να μην είναι υπό­δουλος ή αργόσχολος.

Μια μοναρχία στηρίζεται όσο ο μισός λαός εργάζεται και ο άλλος μισός διαθέτει οικονομική άνεση στη θέση της αρετής.

Η γαλλική μοναρχία κατάρρευσε γιατί η πλούσια τάξη αηδία­σε την άλλη τάξη, της δουλειάς. Ό σ ο περισσότερη εργασία ή δραστηριότητα υπάρχει σε ένα κράτος, τόσο αυτό το κράτος εδραιώνεται. Ακόμη, το μέτρο της λευτεριάς και των ηθών βρί­σκεται λιγότερο στη διακυβέρνηση του ενός, παρά στη διακυ­βέρνηση των πολλών. Γιατί στην πρώτη περίπτωση, ο ηγεμό­νας πλουτίζει πολλούς ανθρώπους, χωρίς να κάνουν τίποτα. Και γιατί στη δεύτερη η αριστοκρατία σκορπά λιγότερες εύ­νοιες. Με τον ίδιο τρόπο, σε μια λαϊκή διακυβέρνηση, τα ήθη αποκαθίστανται από μόνα τους, γιατί ο δημόσιος λειτουργός δεν διαφθείρει κανέναν, γιατί όλος ο κόσμος είναι λεύτερος και δουλεύει.

Αν θέλετε να μάθετε πόσο χρόνο πρέπει να κρατήσει η Δη­μοκρατία σας, υπολογίστε το σύνολο της εργασίας που μπορεί­τε να εισαγάγετε, και το βαθμό σεμνότητας που ταιριάζει στη δραστηριότητα του δημόσιου λειτουργού σε έναν μεγάλο τομέα.

Στο Σύνταγμα που σας παρουσιάστηκε, και το λέω αυτό χω­ρίς πρόθεση να προσβάλω την αξία του, που δεν θα ήθελα ούτε να θίξω, ούτε να κολακέψω, υπάρχουν ίσως περισσότερες πα­ραινέσεις παρά νόμοι, περισσότερες εξουσίες παρά αρμονία.

130

περισσότερες κινήσεις παρά δημοκρατία. Είναι η καθαγιασμένη εικόνα της λευτεριάς, όχι η ίδια η λευτεριά. Να το σχέδιο του: Μια ομοσπονδιακή αντιπροσώπευση που φτιάχνει τους νόμους, ένα αντιπροσωπευτικό συμβούλιο που τους εκτελεί. Αλλά μια γε­νική αντιπροσώπευση, διαμορφωμένη από τις ιδιαίτερες αντι­προσωπίες κάθε διαμερίσματος δεν είναι πλέον αντιπροσωπία, αλλά συνέδριο. Υπουργοί που εκτελούν τους νόμους δεν μπο­ρούν να συνθέτουν ένα συμβούλιο. Αυτό το συμβούλιο είναι ε­νάντια στη φύση. Οι υπουργοί εκτελούν ιδιαίτερα ό,τι αποφασί­ζεται από κοινού και μπορούν να συμβιβάζονται ασταμάτητα. Αυτό το συμβούλιο είναι ο εκτελεστής της ίδιας του της θέλη­σης· η επαγρύπνηση πάνω στον εαυτό του είναι μια ψευδαί­σθηση.

Συμβούλιο και υπουργοί είναι δυο πράγματα ετερογενή και ξέχωρα. Αν γίνει σύγχυση μεταξύ τους, ο λαός θα πρέπει να ψάξει να βρει θεούς για τη θέση των υπουργών, γιατί το συμβού­λιο κάνει τους υπουργούς απαραβίαστους, και οι υπουργοί κά­νουν το λαό να μην έχει εγγυήσεις απέναντι στο συμβούλιο. Η ρευστότητα αυτού του διπλού χαρακτήρα, τον κάνει δίκοπο μαχαίρι. Ο ένας απειλεί την αντιπροσώπευση, ο άλλος τους πολίτες. Κάθε υπουργός μπορεί να βρει στο συμβούλιο φωνές πρόθυμες να καθιερώσουν αμοιβαία την αδικία. Η εξουσία που εκτελεί αποκτά σταδιακά μέσα στην κυβέρνηση την πιο μεγά­λη ελευθερία που μπορεί κανείς να φανταστεί. Αν όμως η εξουσία αυτή αποφασίζει και εκτελεί, γίνεται γρήγορα ανεξάρ­τητη. Οι τύραννοι διαιρούν το λαό για να βασιλεύουν. Διαιρέ­σετε την εξουσία, αν θέλετε να βασιλέψει με τη σειρά της η λευτεριά. Η βασιλεία δεν είναι μόνον η διακυβέρνηση του ενός. Βρίσκεται σε κάθε δύναμη που μπορεί ταυτόχρονα να αποφασίζει και να κυβερνά. Ας εφαρμοστεί το Σύνταγμα που σας παρουσιάζουν για δυο χρόνια και η εθνική αντιπροσωπία θα πάψει να έχει το κύρος που βλέπετε ότι διαθέτει σήμερα. Θα αναστείλει τις συνόδους της, όταν δεν θα υπάρχει πλέον υλικό για νομοθεσία. Από εκεί κι έπειτα δεν βλέπω παρά μόνον το συμβούλιο, χωρίς κανόνα και χωρίς τροχοπέδη.

Αυτό το συμβούλιο έχει οριστεί από το μονάρχη· τα μέλη του είναι οι μόνοι γνήσιοι εκπρόσωποι του λαού. Ό λ α τα μέσα της διαφθοράς συγκεντρώνονται στα χέρια τους· τα στρατεύμα­τα είναι κάτω από την εξουσία τους, η κοινή γνώμη συνενώνε­ται εύκολα προς τις απόπειρές τους με τη νόμιμη κατάχρηση

131

των νόμων η λαϊκή αντίληψη βρίσκεται στα χέρια τους χάρη σε όλα τα μέσα επιβολής και εξαπάτησης. Παρατηρήστε εξάλ­λου ότι από τη φύση της ψηφοφορίας αντιπροσώπευσης και της διαλογής που τη διαμόρφωσε, αυτή η βασιλεία των υπουρ­γών ανήκει μόνο σε μεγάλα ονόματα. Και αν δείτε το βάρος της εξουσίας τους, σε συνδυασμό με το χαρακτήρα της αντιπροσω­πευτικότητάς τους, με την ισχύ τους, με την προσωπική τους επιρροή, με την αμεσότητα της δύναμής τους, με τη γενική θέ­ληση που τους καθορίζει, και που μπορούν να την αντιτάξουν αδιάκοπα στην ιδιαίτερη αντίσταση του καθενός· αν δείτε το νομοθετικό σώμα, απογυμνωμένο από όλο αυτό το κύρος, ποια είναι τότε η εγγύηση της ελευθερίας; Έχετε ήδη δοκιμάσει ποιες αλλαγές μπορούν να συμβούν σε ένα κράτος μέσα σε έξι μήνες: και ποιος μπορεί να σας απαντήσει σε έξι μήνες για τη λαϊκή ελευθερία, αν εγκαταλειφθεί στην τύχη της, σαν ένα παι­δί με την κούνια του στο κύμα.

Γιατί θα ήταν δυνατό να σας δοθεί ένα ελεύθερο Σύνταγμα, που να αποτελεί μια κολακευτική και θριαμβευτική μετάβαση στη σκλαβιά.

Ένα αδύναμο Σύνταγμα, αυτή τη στιγμή, μπορεί να προκαλέ­σει μεγάλες δυστυχίες και νέες επαναστάσεις ολέθριες για τη λευτεριά. Χρειάζεται ένα κείμενο διάρκειας.

Αν η Δημοκρατία δεν είχε ανατραπεί, θα εγκαθιδρυόταν σε λιγότερο από είκοσι χρόνια μια βουλή πατρικίων μαζί με ένα συμβούλιο υπουργών: μόνο τα μεγάλα ονόματα και οι οικογέ­νειές τους στη συνέχεια θα καταλάμβαναν το υπουργικό αξίω­μα. Γιατί η συγκέντρωση τόσων ψήφων σε έναν τόσο μικρό αριθμό ανθρώπων, ο σεβασμός που θα αποδιδόταν σύντομα σ' αυτούς που θα αποκτούσαν παρόμοιες εξουσίες, με την αλαζο­νεία τους, με τη φιλοδοξία τους, θα παραμέριζαν τελικά το λαό από αυτές τις λειτουργίες. Το ίδιο μειονέκτημα δεν αφορά τα νομοθετικά σώματα. Είναι πιο πολυάριθμα. Δεν διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα. Ο χαρακτήρας τους είναι λιγότερο πολιτικός. Καταργήσατε την κληρονομική διαδοχή στα αξιώματα. Αλλά σε δεκαπέντε χρόνια πού θα βρίσκεστε; Και ποιος ξέρει αν δεν θα είστε προγραμμένοι εσείς οι ίδιοι με το δικό σας έργο, κι αν δεν θα καταδιώκεστε σαν επαναστάτες; Η εγγύηση ενός Συντάγ­ματος δεν βρίσκεται πουθενά αλλού, παρά μόνο μέσα στο ίδιο. Έ ν α αδύναμο Σύνταγμα δεν θα ζήσει πολύ. Θα προλειάνει το δρόμο για το δεσποτισμό που θα καταπνίξει την εξέγερση. Και

132

με το πρόσχημα ότι δήθεν προετοιμάζει την ελευθερία του λαού, θα προετοιμάσει την εύκολη επιστροφή και την ατιμωρησία των τυράννων.

Αυτό είναι το θέαμα που μου παρουσιάζει για το μέλλον μια ισχυρή εκτελεστική εξουσία, κυρίαρχη της Δημοκρατίας και ενάντια στην οποία η ελευθερία δεν θα μπορούσε να πάρει κανέ­να μέτρο. Αν θεωρήσω λοιπόν την εθνική αντιπροσωπία όπως τη συνέλαβε η Επιτροπή, το ξαναλέω, μοιάζει στα μάτια μου σαν ένα συνέδριο.

Το υπουργικό συμβούλιο διορίζεται κατά κάποιον τρόπο από ολόκληρη τη Δημοκρατία· η αντιπροσωπία διαμορφώνεται κα­τά διαμερίσματα. Δεν θα ήταν πιο φυσικό, η αντιπροσωπία, φρουρός της ενότητας του κράτους, και ανώτατος θεματοφύλα­κας των νόμων, να εκλέγεται από το σώμα του λαού, και το συμβούλιο με οποιονδήποτε άλλον τρόπο, για να ελέγχεται κα­λύτερα και να διευκολύνεται η εκλογή του;

Αντίθετα, το υπουργικό συμβούλιο, εκλεγμένο από τη Δημο­κρατία, την αντιπροσωπεύει και γίνεται το πρώτο σώμα. Το νο­μοθετικό συνέδριο, διορισμένο από τα διαμερίσματα, δεν είναι παρά απλός εντολοδόχος του λαού, και στην ηθική τάξη βρί­σκεται σε δεύτερη μοίρα. Όταν διάβασα με την απαιτούμενη προσοχή την έκθεση των αρχών και των προθέσεων του Συντάγ­ματος που πρόσφερε η Επιτροπή, εφόσον η αρχή της νομοθε­σίας σε ένα ελεύθερο καθεστώς είναι η γενική θέληση, και αυτή η αρχή ορίζει τα πάντα, αναζήτησα μέσα σ' αυτή την έκθεση ποια ιδέα είχε για τη γενική θέληση, γιατί μόνον από αυτή την ιδέα ξεκινούσαν όλα τα υπόλοιπα.

Η γενική θέληση, όταν την εκφράζουμε στη σωστή της έν­νοια και στη γλώσσα της ελευθερίας, προκύπτει από την πλειο­ψηφία των ιδιαίτερων θελήσεων, που συγκεντρώνονται μεμο­νωμένα χωρίς ξένες επιρροές. Ο νόμος, μ' αυτόν τον τρόπο δια­μορφωμένος, καθορίζει αναγκαστικά το γενικό συμφέρον. Για­τί, καθώς ο καθένας διαμορφώνει τη θέλησή του σύμφωνα με το συμφέρον του. από την πλειοψηφία των θελήσεων πρέπει να προέκυψε η πλειοψηφία των συμφερόντων.

Μου φάνηκε ότι η Επιτροπή εξέτασε τη γενική βούληση από τη διανοητική της πλευρά· έτσι που με τη γενική θέληση κα­θαρά θεωρητική, προερχόμενη περισσότερο από τις διανοητι­κές απόψεις παρά από το συμφέρον του κοινωνικού σώματος,

133

οι νόμοι να είναι η έκφραση της διάθεσης μάλλον παρά της γενικής θέλησης.

Κάτω απ' αυτή τη σκοπιά η γενική θέληση αποδυναμώνεται. Η ελευθερία δεν ανήκει πλέον στο λαό. Είναι ένας νόμος ξέ­νος προς τη δημόσια ευτυχία. Είναι η Αθήνα στα τέλη της, που ψηφίζει χωρίς δημοκρατία, και διακηρύχνει την απώλεια της ελευθερίας της.

Αυτή η ιδέα της γενικής θέλησης, αν προκόψει πάνω στη γη, θα εξοστρακίσει την ελευθερία· αυτή η ελευθερία θα βγει από την καρδιά και θα γίνει μια κινητή διάθεση του πνεύματος· η ελευθερία θα εννοείται με όλες τις πιθανές μορφές διακυβέρνη­σης· γιατί μέσα στη φαντασία, όλα χάνουν τη φυσιολογική μορφή τους, και όλα αλλοιώνονται· στη φαντασία δημιουρ­γούνται ελευθερίες όπως τα μάτια σχηματίζουν μορφές μέσ' στα σύννεφα. Περιορίζοντας λοιπόν την ελευθερία στην πραγ­ματική της αρχή, αυτή είναι η υλική βούληση του λαού, η ταυ­τόχρονη θέλησή του· έχει σαν στόχο να καθιερώσει το ενεργη­τικό συμφέρον της πλειοψηφίας, και όχι το παθητικό.

Ο Ρουσό, που έγραφε με την καρδιά του, και που ήθελε για τον κόσμο όλο το καλό, που γι' αυτό μόνο να μιλήσει μπόρεσε, δεν σκέφτηκε καθόλου ότι, εισάγοντας τη γενική βούληση, σαν την αρχή των νόμων, αυτή θα μπορούσε ποτέ να έχει μιαν αρχή ξένη προς τον εαυτό της.

Από εσάς μόνον εξαρτάται να ενεργήσετε έτσι ώστε, σε εί­κοσι χρόνια, να έχει αποκατασταθεί ο θρόνος με τις διακυμάν­σεις και τις ψευδαισθήσεις που προσφέρονται στη γενική θέ­ληση όταν αυτή έχει γίνει θεωρητική.

Αν θέλετε τη Δημοκρατία, προσηλωθείτε στο λαό, και μην κάνετε τίποτα παρά μόνο γι' αυτόν. Η μορφή της ευτυχίας του είναι απλή, και η ευτυχία δεν είναι πιο απόμακρη από τους λαούς, από όσο είναι από τον απλό άνθρωπο.

Η πιο απλή διακυβέρνηση δεν είναι αυτή που μοιάζει για τέτοια. Η κυβέρνηση της Ιαπωνίας είναι επίσης απλή, αλλά ο λαός εκεί είναι καταβεβλημένος. Κυβέρνηση απλή είναι αυτή όπου ο λαός ζει ανεξάρτητος κάτω από νόμους δίκαιους και εγγυημένους, κι όπου ο λαός δεν έχει ανάγκη να αντιστέκεται στην καταπίεση, γιατί κανείς δεν μπορεί να τον καταπιέσει. Από τη στιγμή που είναι δυνατό να καταπιεστεί, καταπιέζεται και βασανίζεται για καιρό κάτω από το ζυγό της δουλείας, προ­τού μπορέσει να σπάσει τις αλυσίδες του. Είναι δυνατό να πα-

134

ραχωρείται στο λαό το δικαίωμα να αντισταθεί στην καταπίε­ση, αλλά αυτό γίνεται με τον όρο ότι στη συνέχεια θα εγκαθι­δρυθεί μια δύναμη αντίστασης ακόμη πιο ισχυρή ενάντια στο λαό και στην ελευθερία του.

Ένας σουλτάνος θα μπορούσε να παρουσιάσει στο λαό του έναν κώδικα των δικαιωμάτων του. Αλλά θα του έλεγε: η επιθυ­μία μου είναι να είναι σεβαστά αυτά τα δικαιώματα, και αν κάποιος από εσάς προσβάλει τη θέλησή μου να είστε λεύτεροι, θα τον θανα­τώσω.

Η ελευθερία δεν πρέπει να βρίσκεται μέσα σ' ένα βιβλίο· πρέπει να βρίσκεται μέσα στο λαό και να γίνεται πράξη.

Το Σύνταγμα των Γάλλων οφείλει να ολοκληρώσει τη γελοιο­ποίηση της βασιλείας σε ολόκληρη την Ευρώπη. Δείχνοντάς την απογυμνωμένη από κάθε αποστολή, από αντιπροσωπευτικό­τητα, από ηθική· το Σύνταγμα πρέπει να είναι απλό, εύκολο στην εγκαθίδρυση, στην εκτέλεση και στη διάδοσή του. Η ηθική είναι ισχυρότερη από τους τυράννους. Όλες οι καινο­τομίες της κάλυψαν τον κόσμο, όταν οι μορφές, της ήταν απλές. Οι επαναστάσεις όταν φτάσουν στο ανθρώπινο πνεύμα, κατα­τροπώνουν αυτούς που τις μάχονται. Του Λυκούργου του έβγαλαν το μάτι, αλλά στη Λακεδαιμονία ακολούθησαν τους νόμους του. Οι τύραννοι σας πολεμούν. Θα υποστούν τους δι­κούς σας νόμους.

Σύντομα τα διαφωτισμένα έθνη θα καταδικάσουν τους δυνά­στες τους. Οι βασιλιάδες θα καταφύγουν στις έρημους, ανάμε­σα στα άγρια ζώα που τους μοιάζουν. Και η φύση θα αποκτήσει και πάλι τα δικαιώματά της.

Ό λ α αυτά πρέπει να είναι ο καρπός των νόμων που θα προ­σφέρετε στους εαυτούς σας. Ό χ ι , δεν θα αφήσετε τίποτα που μπορεί να χρησιμεύσει σαν σπόρος υποταγής και σφετερισμού. Όλες οι πέτρες είναι κατάλληλες για το οικοδόμημα της λευ­τεριάς: με τις ίδιες πέτρες μπορείτε να της χτίσετε έναν ναό ή έναν τάφο.

Λίγοι είναι οι άνθρωποι που δεν έχουν μια κρυφή ροπή προς την περιπέτεια. Οι υπολογισμοί της φιλοδοξίας είναι ανεξιχνία­στοι. Κόψτε, κόψτε όλους τους δρόμους που οδηγούν στο έγκλημα. Σπάνια υπήρξαν εποχές στον κόσμο, όπου η αρετή μπόρεσε να προσφέρει στους ανθρώπους νόμους που να τους λυτρώνουν. Μη χάνετε την ευκαιρία. Λίγοι είναι οι άνθρωποι που θέλουν το καλό του λαού γι' αυτόν τον ίδιο. Η αλαζονεία

135

και η φιλοδοξία έκαναν πολλά πράγματα πάνω στη γη. Το έργο τους είναι νεκρό μαζί τους. Εσείς τελικά θα δουλέψετε για την ανθρωπότητα· θα είστε οι πρώτοι, γιατί εδώ και πολύ καιρό έχουν κάνει τα πάντα εναντίον της· και πόσες αρετές δεν κρά­τησαν το μυστικό τους! Η περιφρόνηση των αρχών πρέπει να είναι το μέτρο για τις κρυφές φιλοδοξίες. Επαναλαμβάνω φυσι­κά αυτό που έλεγα.

Θεωρώ σαν φυσική αρχή της Δημοκρατίας μας, ότι η εθνική αντιπροσωπία οφείλει να εκλέγεται από το λαό σαν σώμα.

Όποιος δεν έχει εκλεγεί άμεσα από το λαό δεν τον αντιπρο­σωπεύει. Όταν μιλώ για την εκπροσώπηση του λαού, δεν εν­νοώ καθόλου ότι αντιπροσωπεύεται και η κυριαρχία του. Απλώς διαβουλευόμαστε στη θέση του, και ο λαός είτε αρνεί­ται είτε δέχεται.

Όποιος δεν διορίζεται με την ταυτόχρονη συναίνεση της γενικής βούλησης, δεν αντιπροσωπεύει παρά μόνον τη μερίδα του λαού που τον διόρισε. Και οι διάφοροι αντιπρόσωποι αυ­τών των τμημάτων, αν συγκεντρώνονται για να αντιπροσωπεύ­σουν το σύνολο, είναι απομονωμένοι, χωρίς δεσμό στις ψηφο­φορίες τους, και δεν σχηματίζουν μια νόμιμη πλειοψηφία. Η γενική θέληση είναι αδιαίρετη· το διακηρύξατε εσείς οι ίδιοι προχτές· αυτή η θέληση δεν εφαρμόζεται μόνο στους νόμους, αλλά και στην εκπροσώπηση. Κι έτσι πρέπει να είναι, εφόσον η εκπροσώπηση συσκέπτεται στη θέση του λαού για τους τρέ­χοντες νόμους, όπου η φωνή του δεν ακούγεται. Έτσι, η εκ­προσώπηση και ο νόμος έχουν μια κοινή αρχή. Η πρώτη δεν μπορεί να απορρέει ούτε από το διαμέρισμα, ούτε από τον πλη­θυσμό που έχει διαιρεθεί και αντιπροσωπεύεται κατά αριθμούς. Ο δεύτερος δεν μπορεί να προέρχεται από μιαν ομοσπονδιακή αντιπροσωπία, ακόμα κι αν πρόκειται για τρέχουσες νομοθετι­κές πράξεις. Γιατί η πλειοψηφία ενός συνεδρίου δεν αντλεί την εξουσία της παρά μόνον από την θεληματική συναίνεση των τμημάτων του κράτους, και δεν υπάρχει πλέον ο κυρίαρχος λαός, αφού είναι διαιρεμένος.

Έτσι , οι εκπρόσωποι προκύπτουν από την απογραφή της γενικής θέλησης, κατά πλειοψηφική τάξη.

Σύμφωνα με τα όσα ανέπτυξα προηγουμένως, οι υπουργοί του εκτελεστικού δεν μπορούν να σχηματίσουν ένα συμβούλιο.

Το συμβούλιο είναι ένα ενδιάμεσο σώμα, ανάμεσα στην α­ντιπροσωπία και τους υπουργούς, για να παρέχεται εγγύηση στο

136

λαό. Αυτή η εγγύηση παύει να ισχύει, αν δεν υπάρχει διαχωρι­σμός ανάμεσα στο συμβούλιο και τους υπουργούς. Ως προς τις πράξεις του, το συμβούλιο δεν έχει το χαρακτήρα μιας αντι­προσωπίας. Δεν αντιπροσωπεύεται ο λαός κατά την εκτέλεση της θέλησής του. Κι αν το συμβούλιο εκλέγεται με την έκφρα­ση της γενικής θέλησης, τότε η εξουσία γίνεται επικίνδυνη και επίφοβη, παίρνοντας τη θέση αντιπροσωπίας. Νομίζω λοιπόν ότι τα μέλη του συμβουλίου, πρέπει να εκλέγονται από τα δια­μερίσματα. Αυτό το αδιαίρετο συμβούλιο συμβάλλει στην ενό­τητα της Δημοκρατίας με τη συγκέντρωση της διοίκησης.

Η ενότητα της Δημοκρατίας διατηρείται με την ενότητα της κυβέρνησης. Αλλά δεν μπορεί να είναι εγγυημένη, παρά μόνον από την εκτέλεση της γενικής θέλησης και την ενότητα της αντιπροσωπίας. Υποτάσσοντας λοιπόν, με τον τρόπο αυτό, το συμβούλιο, μπορείτε να του εμπιστευθείτε χωρίς κίνδυνο τη φύ­λαξη των θεμελιωδών νόμων, που δεν θα μπορέσει ποτέ να τους παραβιάσει.

Κάθε συνέδριο κάνει το Σύνταγμα ομοσπονδιακό. Και ό,τι κι αν κάνει κανείς, ό,τι κι αν προσποιείται ή φαντάζεται, η Δημο­κρατία μοιραία κάποια μέρα θα διαλυθεί, και ο αφανισμός της θα οφείλεται στο αντιπροσωπευτικό συνέδριο.

Αυτές είναι οι αρχές ενός Συντάγματος, ισορροπημένου από το ίδιο του το βάρος: οποιαδήποτε αρετή κι αν μπορούσε να έχει ένα Σύνταγμα, η διάρκειά του θα ήταν περιορισμένη, αν η γενική βούληση δεν εφαρμόζεται στη διαμόρφωση των νόμων και της αντι­προσωπίας, κι αν εφαρμόζεται πάνω σε. εξουσίες, που έρχονται σε αντιπαράθεση προς την αντιπροσωπία και το νόμο.

Επιτρέψτε μου να σας υποβάλω ένα απλό δοκίμιο, γραμμένο σύμφωνα με την αρχή: μπορεί να δώσει άλλες ιδέες σ' αυτούς που σκέφτονται καλύτερα από μένα.

137

Γ Ι Α Τ Ο Υ Σ Δ Η Μ Ο Υ Σ

( Λ ό γ ο ς σ τ η Σ υ μ β α τ ι κ ή , 2 4 τ ο υ Μ ά η 1793)

Πολίτες, Θα καθοριστεί το ανώτατο όριο του πληθυσμού που θα βρί­

σκεται κάτω απ' τη δικαιοδοσία των δήμων;

Λυπάμαι που πριν από όλα δεν θέσαμε τις βάσεις μιας κυβέρ­νησης που θα ταίριαζε στη Γαλλία. Η Ευρώπη δεν διαβάζει στις δημόσιες συζητήσεις μας εκείνες τις μεγάλες εκδηλώσεις του πνεύματος της Δημοκρατίας, που είχε το δικαίωμα να περι­μένει, και που όφειλαν να της ξυπνήσουν το αίσθημα της ελευ­θερίας. Ψάχνω στην αρχή του κειμένου σας τις θεμελιακές δια­τάξεις, που θα έπρεπε να εγγυώνται την εφαρμογή των δικαιω­μάτων του ανθρώπου. Και δεν βρίσκω στους νόμους μας άλλο από τη βούλησή μας.

Δυσκολεύομαι να κατανοήσω πώς αφού καθορίστηκαν τα τμήματα του κυρίαρχου λαού με την ονομασία των καντονιών, που αφορούν τη γη και όχι με την ονομασία των κοινοτήτων, που αφορούν τους ανθρώπους· αφού σημειώθηκε η διαίρεση της Δημοκρατίας με τη διανομή του εδάφους και της εξουσίας, αντί να σημειωθεί σύμφωνα με τη διανομή των πολιτών και των εκλογικών περιφερειών, σας προτείνουν σήμερα να μοιράσετε τον πληθυσμό σε δημοτικές δικαιοδοσίες.

Η δημοτική δικαιοδοσία δεν είναι πολιτική. Διαχειρίζεται πράγματα και όχι ανθρώπους, αυτές είναι οι αρχές. Δεν μπορεί­τε να μοιράσετε τον πληθυσμό μιας πόλης σύμφωνα με τη δη­μοτική διοίκηση· αυτό θα ήταν σαν να μοιράζατε την κοινωνία· αλλά δεν μπορείτε να τη μοιράσετε παρά μόνο για την άσκηση του εκλογικού δικαιώματος. Σε μια δημοκρατία δεν υπάρχει ουσιαστικά καμία διοικητική διαίρεση.

Η δημοτική λοιπόν δικαιοδοσία δεν μπορεί να διαιρεθεί. Εί­ναι μία, γιατί και η φωνή μιας πόλης ή μιας κωμόπολης είναι μία.

Έχετε διακηρύξει αυτή την αρχή, χωρίς να την εφαρμόσετε, ότι καμιά μερίδα του λαού δεν μπορεί να παραχωρήσει ένα μέ­ρος από το έδαφός της. Έχετε διακηρύξει την αρχή, χωρίς να

138

την εφαρμόσετε, ότι ο κυρίαρχος βρίσκεται στην πρώτη μοίρα μέσα στο κράτος και στη διαίρεσή του. Και προτού συγκροτή­σετε τον κυρίαρχο σε μια ενότητα, διορίσατε τους δημόσιους λειτουργούς με εξουσίες ενάντια στον διαιρεμένο λαό. Προβλέ­πω, από όσα κάναμε μέχρι σήμερα, ποιο θα πρέπει να είναι το πεπρωμένο μας. Η εξουσία, σε κάθε διαμέρισμα, συγκροτείται ανεξάρτητα. Και με την ανεξαρτησία του εδάφους και με την ορθότητά του κάθε διαμέρισμα θα έχει ξεχωριστούς εκπροσώ­πους. Και αν η εκπροσώπηση διαιρείται, εξαιτίας της σύγκρου­σης των συμφερόντων και των παθών, η Γαλλική Δημοκρατία θα διαλυθεί.

Γιατί με πόση ευκολία δεν θα συντρίψει το λαό, έτσι σκόρπιο σε μικρούς δήμους, η μαζική δύναμη της κυβέρνησης; Εσείς που θεωρείτε σαν ασήμαντη λεπτομέρεια τον ενιαίο κυρίαρχο λαό. έναν θεμελιώδη όρο για μια αδιαίρετη και αναπαλλοτρίωτη επι­κράτεια, γιατί αφήνετε να προσκολληθεί η δημοτική αρχή σε πληθυσμιακά μέτρα, χωρίς να ξεσηκώνεστε ενάντια στις λε­πτομέρειες με τις οποίες τη στηρίζουν; Φοβάστε τον μεγάλο πληθυσμό ορισμένων πόλεων, του Παρισιού; Ο πληθυσμός αυ­τός δεν είναι επίφοβος για τη λευτεριά. Ω, εσείς που διαιρείται το Παρίσι χωρίς να το θέλετε, καταπιέζετε ή διαιρείτε τη Γαλ­λία! Όλο το έθνος ας εξετάσει προσεχτικά αυτό που συμβαίνει τούτη τη στιγμή. Με το χτύπημα του Παρισιού επιδιώκεται να χτυπηθεί το Έθνος. Λένε ότι η διαίρεση του Παρισιού είναι προς όφελός του και ότι θα σταθεροποιούσε στους κόλπους του τις νομοθετικές εξουσίες. Αλλά αυτός ακριβώς ο λόγος θα πρέ­πει να σας κάνει να μη χωρίσετε το Παρίσι· αν οι νομοθετικές εξουσίες διαιρούνταν τότε σύντομα το Παρίσι θα οπλιζόταν ενάντια στον ίδιο του τον εαυτό. Αλλά στο Παρίσι δεν υπάρ­χουν ταραχές. Το ταράζουν αυτοί που μιλούν για ταραχές ή που ταράζονται μόνοι τους. Η αναρχία δεν βρίσκεται στο λαό, αλλά στον πόθο ή στο φθόνο της εξουσίας.

Το Παρίσι πρέπει να διατηρηθεί, με την κοινή ευδαιμονία όλων των Γάλλων, με τη σύνεση και το παράδειγμά σας. Όταν όμως το Παρίσι ξεσηκώνεται, είναι μια ηχώ που επαναλαμβά­νει τις κραυγές μας· ολόκληρη η Γαλλία τις επαναλαμβάνει. Το Παρίσι δεν άναψε τον πόλεμο στη Βαντέ, αλλά αυτό τρέχει να τον σβήσει μαζί με τα διαμερίσματα. Ας μην κατηγορούμε λοι­πόν το Παρίσι και, αντί να το διαιρούμε και να το καθιστούμε ύποπτο για τη Δημοκρατία, ας αναγνωρίσουμε σ' αυτή την πό-

139

λη, με τη φιλία μας, τα δεινά που υπέστη για χάρη μας. Το αίμα των μαρτύρων του Παρισιού έχει αναμιχθεί με το αίμα των άλ­λων Γάλλων· τα παιδιά του και τα άλλα κλείστηκαν στον ίδιο τάφο. Μήπως το κάθε διαμέρισμα θα ήθελε να παραλάβει τα πτώματά τους και να διαχωριστεί;

Αν διαιρέσετε τον πληθυσμό για να χωρίσετε τη δημοτική εξουσία, ή ανάβετε έναν αιώνιο πόλεμο ανάμεσα στους πολίτες, ή, με την αποστροφή για τους τυραννικούς ανήθικους νόμους, τους οπλίζετε αδιάκοπα ενάντια στην κυβέρνηση. Η βία του λαού, αργά ή γρήγορα, αποδίδει δικαιοσύνη σε ανόητους και παράλογους νόμους.

Αν κάποιος ισχυρίζεται ότι πολλοί δήμοι κυβερνούν καλύτε­ρα παρά μονάχα ένας στην ίδια πόλη, νομίζω ότι κάνει λάθος. Γιατί ανάμεσά τους οι διαφωνίες θα διαιωνίζονταν, η διανομή των φόρων θα ήταν επικίνδυνη, και με την απουσία ενός κοινού κέντρου αρμονίας, η διοικητική εξουσία, που θα έπρεπε να διαι­τητεύει, θα γινόταν πολύ βίαιη, υπερβολικά υποκείμενη στο δεσποτισμό και τη διαφθορά.

Αν όμως εξετάσετε τη δημοτική διοίκηση στη φύση της, θα διαπιστώσετε ότι είναι μια διοίκηση λαϊκή, πατρική και οικια­κή. Αποτελεί το λιγότερο αμήχανο τμήμα της νομοθεσίας. Η διοίκηση αυτή είναι, θα μπορούσαμε να πούμε, ξένη προς την κυβέρνηση. Είναι ο ίδιος ο λαός που σαν μια οικογένεια κανο­νίζει τις υποθέσεις του. «Δεν πρέπει να διαιρούμε τους φίλους», λέει ο Λυκούργος. Άλλωστε, αυτή η διοίκηση δεν έχει ξένες σχέσεις, και δεν επηρεάζει στο παραμικρό το υπόλοιπο της Δημοκρατίας. Κι αν πιστεύετε ότι αυτοί που κυβερνούν τους λαούς έχουν επίσης και την ηθική τους, τα δικαιώματά τους περιορισμένα, κανόνες δικαιοσύνης που δεν μπορούν να παρα­βιάσουν, τότε αναγνωρίζετε φυσικά ότι οι πολίτες μιας ίδιας πόλης δεν πρέπει να νιώσουν τη δράση της ανώτατης διοίκη­σης παρά μόνον όταν μέσα στην ιδιαίτερη διοίκησή τους απο­μακρύνονται από τους νόμους.

Έτσι, για να μπορεί μια πόλη να διοικηθεί της χρειάζεται ένα κέντρο αρμονίας. Αυτό το κέντρο δεν μπορεί να βρίσκεται έξω από την ίδια· γιατί τότε, όπως το έχω ξαναπεί, δεν θα υπάρχει πια ελευθερία, και ο λαός θα είναι υπερβολικά υποταγ­μένος.

Σε μια μεγάλη δημοκρατία όπου η δράση της κυβέρνησης είναι γεμάτη δύναμη εξαιτίας της έκτασης των σχέσεών της,

140

ποια θα ήταν η υποταγή των πόλεων έτσι διαμοιρασμένων; Θα μου πει κάποιος ότι το ίδιο μειονέκτημα ισχύει και για τις επαρχίες. Αλλά απαντώ ότι δεν μπορεί να καταπιεστεί ένας λαός παρά μόνον αν καταπιεστεί ταυτόχρονα στο σύνολό του, κι ότι οι μεγάλες συγκεντρώσεις του πληθυσμού αποτελούν σε μεγάλο βαθμό εγγυήσεις για τις επαρχίες. Οι πόλεις δεν απειλούν πε­ρισσότερο τα χωριατόσπιτα, από όσο τα βουνά τις κοιλάδες, που τις προστατεύουν από τους κεραυνούς.

Σκέφτομαι αν η δημοτική διοίκηση μπορεί να διαιρεθεί νό­μιμα, γιατί νόμιμα δεν μπορείτε να κάνετε κάτι που είναι άδικο. Η δημοτική διοίκηση αποτελεί ένα φυσικό συμβούλιο. Αλλά το συμβούλιο αυτό δεν υπάρχει πια, αν οι πολίτες δεν έχουν κοινό συμφέρον, και αν δεν διοικούνται από κοινού.

Γι' αυτόν το λόγο αντί για την ονομασία της δημαρχίας, που δεν έχει νόημα στα πλαίσια της δημοκρατίας, θα προτιμούσα να την αλλάζαμε με το κοινοτικό συμβούλιο. Από μόνη της αυτή η ονομασία ειδοποιεί τους πολίτες ότι το συμβούλιο αυτό δεν έχει καμία άλλη δικαιοδοσία πέρα από τις ιδιωτικές τους σχέ­σεις· σε μας, η έκφραση δημαρχείο δεν έχει συγκεκριμένο νό­ημα.

Συνοψίζω: Θέλησαν να μοιράσουν το Παρίσι για να καθησυ­χάσουν την κυβέρνηση, αλλά εγώ νομίζω ότι χρειάζεται μια δίκαιη κυβέρνηση για να καθησυχάσει όλη τη Γαλλία, και να ενωθούν όλες οι βουλήσεις με το νόμο, όπως ενώνονται οι σπί­θες της γης για να σχηματίσουν τον κεραυνό. Δεν πρέπει να διαχωριστεί το Παρίσι, ούτε να του φορτώνουμε τα δικά μας σφάλματα, και να το χρησιμοποιούμε σαν πρόσχημα γι' αυτές τις φωνές που ακούγονται συνέχεια. Πρέπει να προχωρήσουμε στο σκοπό και να κάνουμε το καλό. Όπο ια μορφή κι αν πά­ρουμε, δεν θα την επιβάλουμε ποτέ σε όλο τον κόσμο. Σ' αυτή τη χώρα υπάρχει πάντα κάποιος φωτισμένος άνθρωπος που κρίνει τις ιδιαίτερες απόψεις και τις απορρίπτει ήρεμα. Τελειώ­νω θέτοντας αυτή την αρχή: η δημοτική διοίκηση δεν αποτελεί μια νόμιμη διαίρεση μέσα στο κράτος.

Ζητώ να υπάρχει μέσα στις πόλεις μόνον ένα δημαρχείο, ή κοινοτικό συμβούλιο, όποιος κι αν είναι ο πληθυσμός τους.

141

Γ Ι Α Τ Η Ν Ε Π Α Ν Α Σ Τ Α Τ Ι Κ Η Κ Υ Β Ε Ρ Ν Η Σ Η

( Α ν α φ ο ρ ά σ τ ο ό ν ο μ α τ η ς Ε π ι τ ρ ο π ή ς Δ η μ ό σ ι α ς Σ ω τ η ρ ί α ς π ρ ο ς τη Σ υ μ β α τ ι κ ή , 10 του Ο κ τ ώ β ρ η 1793)

Γιατί θα πρέπει, έπειτα από τόσους νόμους και τόσες φροντί­δες, να εφιστάται ακόμα μια φορά η προσοχή σας στις καταχρή­σεις της κυβέρνησης, γενικά, στην οικονομία και στην τροφο­δοσία; Η σοφία σας και η δίκαιη οργή των πατριωτών δεν νί­κησαν ακόμη τη μικρότητα, που παντού μάχεται το λαό και την Επανάσταση: οι νόμοι είναι επαναστατικοί· αυτοί που τους εκτελούν δεν είναι.

Είναι καιρός να διακηρυχθεί μια αλήθεια, που στο εξής δεν θα πρέπει να εγκαταλείψει το νου αυτών που θα κυβερνήσουν: Η Δημοκρατία θα θεμελιωθεί μόνον όταν η θέληση του κυρί­αρχου επιβληθεί πάνω στη μοναρχική μειοψηφία και βασιλέ­ψει πάνω της με το δικαίωμα του κατακτητή. Δεν έχετε τίποτα πια να φεσθείται ενάντια στους εχθρούς της νέας τάξης πραγ­μάτων και η ελευθερία πρέπει να νικήσει όποιο κι αν είναι το τίμημα.

Η Επιτροπή σας Δημόσιας Σωτηρίας, τοποθετημένη στο κέντρο όλων των αποτελεσμάτων, μελέτησε τα αίτια των κοι­νών δεινών τα εντόπισε στην αδυναμία με την οποία εκτελού­νται τα διατάγματά σας, στην έλλειψη οικονομίας απ' τη μεριά της διοίκησης, στην αστάθεια των κρατικών απόψεων και στη μεταστροφή των παθών που επηρεάζουν την κυβέρνηση.

Αποφάσισε λοιπόν να σας εκθέσει την κατάσταση των πραγ­μάτων και να σας παρουσιάσει τα μέσα που κρίνει κατάλληλα για τη στήριξη της Επανάστασης, για το χτύπημα του φεντε­ραλισμού, για την ανακούφιση του λαού και την παροχή σ' αυτόν της αφθονίας, για την ενίσχυση του στρατού, για την εκκαθάριση του κράτους από τις συνωμοσίες που το μολύνουν.

Δεν μπορεί να ελπίζει κανείς στην ευημερία όσο θα ανασαί­νει και ο τελευταίος εχθρός της λευτεριάς. Πρέπει να τιμωρή­σετε όχι μόνον τους προδότες, αλλά ακόμα και τους αδιάφο­ρους. Οφείλετε να τιμωρήσετε τον καθένα που είναι παθητικός μέσα στη Δημοκρατία, και δεν κάνει τίποτα γι' αυτήν. Γιατί από τότε που ο γαλλικός λαός εκδήλωσε τη θέλησή του, κάθε

142

τι που είναι αντίθετο ή έξω από την κυριαρχία, κάθε τι που είναι έξω από τον κυρίαρχο είναι εχθρός.

Αν οι συνωμοσίες δεν είχαν ταράξει αυτό το κράτος, αν η πατρίδα δεν είχε πέσει χίλιες φορές θύμα των επιεικών νόμων, θα ήταν ευχάριστο να κυβερνά κανείς με τις αρχές της πραότη­τας και της φυσικής δικαιοσύνης. Οι αρχές αυτές είναι καλές μεταξύ των φίλων της λευτεριάς. Αλλά ανάμεσα στο λαό και στους εχθρούς του δεν υπάρχει τίποτα το κοινό πέρα από τη ρομφαία. Πρέπει να κυβερνιούνται με το σίδερο αυτοί που δεν μπορούν να κυβερνηθούν με τη δικαιοσύνη: πρέπει να κατα­πιεστούν οι τύραννοι.

Εσείς δείξατε ενεργητικότητα· η δημόσια διοίκηση όχι. Θε­λήσατε να γίνει οικονομία· το λογιστικό δεν βοήθησε τις προ­σπάθειές σας. Ό λ ο ς ο κόσμος λήστεψε το κράτος. Οι στρατη­γοί έκαναν πόλεμο ενάντια στο στρατό τους· οι κύριοι της πα­ραγωγής και των αγαθών, με δυο λόγια όλα τα κακά της μοναρ­χίας, συνασπίστηκαν ενάντια στο λαό και ενάντιά σας.

Ένας λαός έχει μόνον έναν επικίνδυνο εχθρό, την κυβέρνη­σή του· η δική σας, σας έκανε συνεχώς πόλεμο χωρίς να τιμω­ρηθεί.

Οι εχθροί μας δεν συνάντησαν κανένα εμπόδιο στο να υφά­νουν τις συνωμοσίες τους. Οι πράκτορες που επιλέχθηκαν από το παλιό καθεστώς, οι οπαδοί των βασιλοφρόνων είναι οι γεν­νημένοι συνένοχοι όλων των πραξικοπηματικών κινήσεων ενάντια στην πατρίδα. Είχατε ελάχιστους πατριώτες υπουρ­γούς. Γι' αυτό όλοι οι βασικοί ηγέτες του στρατού και της διοίκησης, ξένοι προς το λαό κατά κάποιο τρόπο, τάχθηκαν πάντοτε στην υπηρεσία των σχεδίων των εχθρών μας.

Ο λαός κάνει λάθη, κάνει λιγότερα λάθη από τους ανθρώπους. Το έθνος δεν συμπαθεί τους στρατηγούς, γιατί δεν εκπορεύονται ούτε από την επιλογή του, ούτε από την επιλογή των εκπρο­σώπων του. Ο στρατιώτης τους σέβεται λιγότερο, γιατί δεν τους δίνει κύρος η σημασία της επιλογής. Η πειθαρχία έτσι υποφέ­ρει, και οι στρατηγοί εξακολουθούν να ανήκουν στη φύση της μοναρχίας.

Ίσως να μην υπάρχει στρατιωτικός διοικητής, που να μη συνδέει μυστικά την τύχη του με κάποια προδοσία υπέρ των βασιλιάδων. Θα 'ταν πολύ δύσκολο να ταυτίσουμε τους στρα­τιωτικούς με το λαό και την πατρίδα.

Το ίδιο συμβαίνει και με τους ανώτατους εκπροσώπους της

143

κυβέρνησης. Η κακή επιλογή διαχειριστών είναι ένα από τα αίτια των συμφορών μας. Οι θέσεις αγοράζονται και όχι βέβαια από τους σωστούς ανθρώπους. Οι συνωμότες και οι ραδιούργοι διαιωνίζονται. Διώχνεται ένας απατεώνας από μια θέση, τρυπώ­νει σε άλλη.

Η κυβέρνηση λοιπόν αποτελεί μια μόνιμη συνωμοσία ενά­ντια στη σημερινή τάξη πραγμάτων. Έξι υπουργοί προβαίνουν σε διορισμούς. Μπορεί να είναι αγνοί αλλά τους εκλιπαρούν. Επιλέγουν στα τυφλά. Τους αμέσως κατώτερούς τους επίσης τους εκλιπαρούν και επιλέγουν κι αυτοί στα τυφλά. Έτσι η κυβέρνηση είναι μια ιεραρχία από σφάλματα και απόπειρες.

Οι υπουργοί ομολογούν ότι, πέρα από τους πρώτους και τους δεύτερους υφιστάμενούς τους, δεν συναντούν παρά αδράνεια και αδιαφορία.

Είναι δυνατό, μέσα σε τρεις μήνες, οι εχθροί της Γαλλίας να καταλάβουν ολόκληρη την κυβέρνησή σας με συνωμότες. Μπαίνουν τρεις σε θέσεις, αυτοί διορίζουν έξι. Κι αν κάποια στιγμή εξετάζονταν με αυστηρότητα οι άνθρωποι που διαχειρί­ζονται το κράτος, από τις τριάντα χιλιάδες που απασχολούνται, είναι ίσως ελάχιστοι αυτοί που ο λαός θα ενέκρινε.

Πολίτες, όλοι οι εχθροί της Δημοκρατίας βρίσκονται μέσα στην κυβέρνησή της. Μάταια κοπιάζετε μέσα σ' αυτόν το χώρο να φτιάχνετε νόμους. Μάταιη η επιτροπή σας, μάταια κάποιοι υπουργοί σας βοηθούν. Τα πάντα συνωμοτούν εναντίον τους και εναντίον σας.

Διαπιστώσαμε ότι όργανα της διαχείρισης των νοσοκομείων προμήθευσαν πριν έξι μήνες με αλεύρι τους στασιαστές της Βαντέ.

Οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι, από τότε που επιβλήθηκε η διατίμηση, που έγινε προς όφελος κυρίως του λαού. Η διατί­μηση διπλασίασε την αξία των θησαυρών τους· διπλασίασε τα μέσα που διαθέτουν για να εξαγοράζουν.

Δεν πρέπει να αμφιβάλλετε ότι οι πλούσιοι συμβάλλουν στη διατήρηση του πολέμου. Αυτοί ανταγωνίζονται παντού το κρά­τος στις αγορές. Καταθέτουν τα χρήματά τους στα χέρια των κακόπιστων διαχειριστών, των κομπιναδόρων, των μεσαζό­ντων η κυβέρνηση συμπράττει μαζί τους. Καταδιώκετε τους κερ­δοσκόπους· δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα ενάντια σ' αυτούς που φαινομενικά κάνουν αγορές για το στρατό.

Χρειάζεται μεγαλοφυΐα για να συνταχθεί ένας απαγορευτικός

144

νόμος από τον οποίο να μην ξεφεύγει καμιά κατάχρηση: Οι κλέφτες που απολύονται καταθέτουν τα χρήματα που έκλεψαν στα χέρια αυτών που τους διαδέχονται. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που ανακηρύχθηκαν ύποπτοι εισπράττουν προμήθειες από τις αγορές. Η κυβέρνηση είναι το ασφαλιστικό ταμείο για όλες τις ληστείες και όλα τα εγκλήματα.

Όλα έχουν τη ρίζα τους στην κυβέρνηση· το κακό σε κάθε τμήμα επηρεάζει το σύνολο. Η διασπάθιση των πόρων του Δη­μόσιου Ταμείου συνέβαλε στην υπερτίμηση των εμπορευμάτων και στην επιτυχία των συνωμοσιών. Και να με ποιο τρόπο:

Τρία δισεκατομμύρια, που έκλεψαν οι προμηθευτές και οι κά­θε λογής πράκτορες, ανταγωνίζονται σήμερα το κράτος στις προμήθειες του· το λαό στις αγορές και στους πάγκους των εμπό­ρων τους στρατιώτες στους στρατώνες, τους εμπόρους στο εξωτερικό. Αυτά τα τρία δισεκατομμύρια ζυμώνονται μέσα στη Δημοκρατία. Στρατολογούν για λογαριασμό του εχθρού, δια­φθείρουν τους στρατηγούς, εξαγοράζουν τις δημόσιες θέσεις, δελεάζουν τους δικαστές και τους δημόσιους λειτουργούς, κά­νουν το έγκλημα ισχυρότερο από το νόμο. Αυτοί που πλούτι­σαν θέλουν να πλουτίσουν κι άλλο· αυτός που επιθυμεί τα αναγκαία κάνει υπομονή· αυτός που επιθυμεί το περιττό είναι αδίστακτος. Από εδώ εκπορεύονται τα βάσανα του λαού, που η αρετή του παραμένει ανίσχυρη απέναντι στις δραστηριότητες των εχθρών του.

Ψηφίσατε νόμους ενάντια στους κερδοσκόπους· αυτοί που θα έπρεπε να επιβάλλουν τους νόμους κερδοσκοπούν: έτσι οι ύπα­τοι Πάπιος και Ποππαίος, και οι δύο άγαμοι, ψήφισαν νόμους ενάντια στην αγαμία.

Κανείς δεν είναι ειλικρινής μέσα στη δημόσια διοίκηση: Ο πατριωτισμός είναι ένα εμπόριο λόγων· ο καθένας θυσιάζει όλους τους άλλους και τίποτα από το δικό του συμφέρον.

Προσφέρατε πολλά στο λαό αποσύροντας ένα δισεκατομμύ­ριο οχτακόσια εκατομμύρια από την κυκλοφορία, μειώσατε τα μέσα βασανισμού της πατρίδας. Αλλά από την επιβολή των διατιμήσεων, όσοι είχαν κεφάλαια είδαν την ίδια στιγμή τα κε­φάλαιά τους να διπλασιάζονται, όπως το είπα και προηγούμενα. Είναι λοιπόν αναγκαίο να ελέγξετε τον πλούτο των εισφορών, είναι αναγκαίο να ιδρύσετε ένα δικαστήριο, για όλους αυτούς που διαχειρίστηκαν εδώ και τέσσερα χρόνια τους πόρους της Δημοκρατίας, ώστε να δώσουν λόγο για την περιουσία τους. Ο

145

αναγκαίος αυτός έλεγχος θα διώξει τους απατεώνες από τις υπηρεσίες. Το Δημόσιο Ταμείο πρέπει να ξαναγεμίσει από τις επανορθώσεις που θα καταβάλουν οι κλέφτες, και η δικαιοσύνη πρέπει να βασιλέψει με τη σειρά της μετά την ατιμωρησία.

Τότε, όταν θα έχετε κόψει τη ρίζα του κακού, και θα έχετε φτωχύνει τους εχθρούς του λαού, αυτοί δεν θα τον ανταγωνίζο­νται πια· τότε θα ξοδεύετε πολύ λιγότερα για τον εξοπλισμό και τη συντήρηση του στρατού· τότε ο άπορος λαός δεν θα ταπει­νώνεται πλέον εξαιτίας της εξάρτησής του από τον πλούσιο. Το ψωμί που δίνει ο πλούσιος είναι πικρό, υπονομεύει την ελευθερία. Σε ένα σωστά ρυθμισμένο κράτος το ψωμί ανήκει δικαιωματικά στο λαό.

Αν όμως, αντί να αποκαταστήσετε την οικονομία και να πιέ­σετε τους προδότες, αν αντί να τους αναγκάσετε να πληρώσουν για τον πόλεμο, εκδίδετε ασινιάτα για να τους πλουτίσετε ακόμη περισσότερο, θα δίνετε ολοένα και περισσότερα μέσα στους εχθρούς σας για να σας βλάψουν.

Πρέπει να πούμε ολόκληρη την αλήθεια. Εξαιτίας των περι­στάσεων οι φόροι είναι αναγκαίοι. Αλλά αν συνεχιστούν οι εκ­δόσεις των ασινιάτων, και αν τα ασινιάτα που έχουν εκδοθεί παραμείνουν στην κυκλοφορία, τότε ο πλούσιος που έχει οικο­νομίες θα ανταγωνιστεί ακόμη περισσότερο το λαό, τη γεωργία και τις βιοτεχνίες, για να τους αποσπάσει τα χέρια που τους είναι απαραίτητα.

Ο καλλιεργητής θα εγκαταλείψει το αλέτρι, γιατί θα κερδίζει περισσότερα υπηρετώντας τον πλούσιο. Θα έχετε διατιμήσει τα προϊόντα, θα σας αποσπάσουν τα χέρια που παράγουν, και όταν τα προϊόντα γίνουν σπανιότερα ο πλούσιος θα βρει τον τρόπο να τα προμηθευτεί, και οι ελλείψεις θα φτάσουν στο απόγειο.

Από τη στιγμή που διατιμούνται τα προϊόντα στο ένα τρίτο, στο ένα τέταρτο ή στο μισό της προηγούμενης τιμής τους, θα πρέπει να αποσυρθεί από την κυκλοφορία το τρίτο, το τέταρτο ή το μισό από το ασινιάτο ή το νόμισμα.

Αφού οι διατιμήσεις διπλασιάζουν το εισόδημα του πλού­σιου, αυτός πρέπει να επιστρέψει στην πατρίδα ένα μέρος αυτού του εισοδήματος, ανάλογο με το όφελος από τις διατιμήσεις.

Ένας από τους καλύτερους τρόπους να μειωθεί η τιμή των προϊόντων και να μειωθούν οι υπερβολικά μεγάλες περιουσίες είναι να εξαναγκαστούν αυτοί που έχουν πολλά να ξοδεύουν λιγότερα.

146

Αυτές οι απλές αλήθειες πρέπει να γίνουν αντιληπτές από όλο τον κόσμο· ανήκουν περισσότερο στην καρδιά παρά στο πνεύμα.

Υπάρχουν μερικές ειδικές πλευρές, που πρέπει να τις έχετε υπόψη σας προσεγγίζοντας τα νομισματικά θέματα μέσα στις παρούσες περιστάσεις, καθώς όλα ανατιμήθηκαν υπερβολικά μετά τις πωλήσεις του 1790 και του 1791, που υπήρξαν και οι ταχύτερες. Τα χρεολύσια και οι τόκοι που σας πληρώνουν σή­μερα δεν ανταποκρίνονται πλέον στην τρέχουσα αξία του ασι­νιάτου, και το κράτος έχασε κάπου τα μισά από την πώληση των γαιών.

Δεν κάνω αυτές τις σκέψεις για να προκαλέσω την ταραχή των αγοραστών. Όποιες κι αν είναι οι ζημιές του κράτους, η απώλεια της πίστης σε εθνικό επίπεδο θα ήταν ακόμη χειρότε­ρη. Και η ευθύτητα του γαλλικού λαού αποτελεί την εγγύηση για την αλλοτρίωση των δημόσιων κτημάτων.

Έτσι όλα συντρέχουν στο να σας γίνει φανερό ότι πρέπει να φορολογήσετε τους πλούσιους, να εφαρμόσετε αυστηρή οικο­νομία, και να παρακολουθήσετε συστηματικά όλους τους δια­χειριστές, ώστε να μη σημειωθούν απώλειες από την αξία των τόκων και των χρεολυσίων.

Τα μέσα αυτά είναι απλά· βρίσκονται στην ίδια τη φύση των πραγμάτων και είναι προτιμότερα από τα διάφορα συστήματα που κατέκλυσαν εδώ και λίγο καιρό τη Δημοκρατία.

Η Επιτροπή σας Δημόσιας Σωτηρίας σκέφτηκε ότι η οικο­νομία και η αυστηρότητα αποτελούν αυτή τη στιγμή το καλύ­τερο μέσο για να μειωθούν οι τιμές των προϊόντων: της παρου­σίασαν σχέδια δανείων, τραπεζών και κάθε λογής κερδοσκοπικών χειρισμών, σχετικών με τα χρήματα και τα είδη πρώτης ανά­γκης. Η επιτροπή τα απέρριψε όλα σαν εμπνεύσεις της φιλαργυ­ρίας ή του εξωτερικού. Αρχή μας οφείλει να είναι ο περιορι­σμός της μάζας των ασινιάτων με το κάψιμο.

Ας ρίξουμε μια ματιά στο εμπόριο και το συνάλλαγμα. Θα σας μιλούσα εδώ για την πολιτική και το εμπόριο της

Ευρώπης, αν δεν είχα να σας κάνω μιαν ιδιαίτερη αναφορά για τις αποικίες.

Δεν θα μιλήσω λοιπόν εδώ για τις εμπορικές απόψεις που ταιριάζουν στη Δημοκρατία. Θα μιλήσω για το εμπόριο μόνον από την άποψη της σχέσης του με την κρίση όπου βρισκόμα­στε σήμερα.

147

Πολλά είδη έχουν γίνει σπάνια. Είναι αυτά που δεν παράγει η χώρα μας. Τα είδη αυτά μπορεί να γίνουν ακόμα πιο σπάνια εξαιτίας της δυσκολίας μας να τα προμηθευτούμε. Δεν διαθέ­τουμε πλέον συνάλλαγμα. Αλλά καλύτερα να μας λείπουν τα είδη πολυτελείας, παρά το θάρρος και η αρετή.

Είναι αναγκαίο, η Επιτροπή σας του εμπορίου να εξετάσει αν όλα τα είδη πρώτης ανάγκης που παράγει το έδαφος της Δημοκρατίας βρίσκονται σε αναλογία με τις ανάγκες του λα­ού, γιατί τίποτα δεν επανορθώνει την απόλυτη έλλειψη.

Ό λ ο το εμπόριο της Ευρώπης μαραζώνει. Οι εχθροί μας τι­μωρήθηκαν από μόνοι τους, όπως η μέλισσα που χάνει τη ζωή της μόλις μας τσιμπήσει με το κεντρί της. Από τότε που ξεκί­νησε ο πόλεμος σημειώθηκαν χίλιες πτωχεύσεις στο Λονδίνο. Μόλις η αγγλική κυβέρνηση βρει έναν πλούσιο, τον κάνει λόρδο. Αποβλέπει με τον τρόπο αυτό να ενισχύσει την αριστο­κρατία και τη μοναρχία. Αλλά το μέσο αυτό καταστρέφει το εμπόριο, και αν βρεθούν μερικοί θαρραλέοι άνθρωποι στη Βουλή των Κοινοτήτων, αυτή ίσως θα καταργήσει σύντομα τη βουλή των λόρδων και το θρόνο, με τη βοήθεια της ανέχειας του κοινού και της αγανάκτησης του εμπορίου.

Τα σημερινά ήθη μας μας επιτρέπουν να υποφέρουμε με χαρά τις στερήσεις. Αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο στις μοναρχίες που μας πολεμούν. Όλες τους κλονίζονται από τις κραυγές των λαών.

Στην υπερτίμηση των ειδών έχει συμβάλει η δυσκολία των μεταφορών και η ακρίβεια των ζωοτροφών και των αλόγων. Στην πλειοψηφία τους οι δρόμοι είναι κατεστραμμένοι.

Η Επιτροπή σας είχε την ιδέα να χρησιμοποιήσει τους δι­καιολογημένα ύποπτους, για την αποκατάστασή τους, για τη διάνοιξη των διωρύγων του Σεν-Κεντέν και της Ορλεάνης, για τη μεταφορά ξυλείας του ναυτικού, για τον καθαρισμό των πο­ταμών. Θα είναι το μοναδικό καλό που θα 'χουν κάνει στην πατρίδα. Αυτή την ιδέα ζυγίστε την με την ορθή κρίση σας. Στη Δημοκρατία δεν υπάρχει στοιχείο προβληματισμού που να πρέπει να μπει πάνω από το κοινό όφελος. Είναι δίκαιο ο λαός να βασιλέψει με τη σειρά του πάνω στους καταπιεστές του και ο ιδρώτας να πνίξει την αλαζονεία του μετώπου τους.

Οι διάφοροι νόμοι που ψηφίσατε κατά το παρελθόν για τα είδη πρώτης ανάγκης θα ήταν καλοί αν οι άνθρωποι δεν είχαν φανεί κακοί.

148

Όταν ψηφίσατε το νόμο για το μέγιστο όριο. οι εχθροί του λαού, πιο πλούσιοι από αυτόν, αγόρασαν πάνω από το όριο.

Οι αγορές σταμάτησαν να τροφοδοτούνται εξαιτίας της φι­λαργυρίας αυτών που πουλούσαν: Οι τιμές των προϊόντων μει­ώθηκαν, αλλά τα προϊόντα άρχισαν να σπανίζουν.

Οι προμηθευτές ενός μεγάλου αριθμού κοινοτήτων αγόραζαν με ανταγωνισμό. Κι όπως η ανησυχία τρέφεται και διαδίδεται από μόνη της, ο καθένας θέλησε να έχει αποθέματα και προε­τοίμασε την πείνα προκειμένου να προφυλαχθεί απ' αυτήν.

Τα γόνιμα διαμερίσματα γέμισαν από ενδιάμεσους. Ό λ α προαγοράστηκαν. Αγόρασαν ακόμη και για λογαριασμό του δούκα της Υόρκης. Εντοπίστηκαν ενδιάμεσοι που είχαν μαζί τους γκινέες.

Η διαχείριση των στρατιωτικών προμηθειών, και ο λαός, υποχρεωμένοι να αγοράζουν στο μέγιστο όριο. μπόρεσαν να βρουν μόνον όσα η ντροπή του εγκλήματος και του συμφέρο­ντος δεν τόλμησε να πουλήσει σε υψηλότερη τιμή.

Έτσι, οι εχθροί μας επωφελήθηκαν από τους ίδιους τους νό­μους μας και τους εκμεταλλεύτηκαν για λογαριασμό τους.

Η Επιτροπή σας Δημόσιας Σωτηρίας σκέφτηκε ότι πρέ­πει να καταστείλετε δυναμικά αυτόν τον ανταγωνισμό ανάμεσα στο λαό και τους εχθρούς του, υποβάλλοντας τις αγορές ή τις κατασχέσεις σε μια θεώρηση, που χάρη σ' αυτήν οι κακοπρο­αίρετοι πράκτορες να αναγνωρίζονται και οι κατασχέσεις να οργανώνονται.

Μέσα στις σημερινές περιστάσεις της Δημοκρατίας, το Σύ­νταγμα δεν μπορεί να μπει σε εφαρμογή. Θα το θυσιάσουμε αφε­αυτού. Θα καταντούσε η εγγύηση των πραξικοπημάτων ενάντια στην ελευθερία, γιατί θα του έλειπε η απαραίτητη βία για να τα καταστείλει. Η παρούσα κυβέρνηση είναι επίσης υπερβολικά αμήχανη. Βρίσκεστε μακριά από όλες τις πραξικοπηματικές απόπειρες. Η ρομφαία των νόμων οφείλει να περιέρχεται πα­ντού με ταχύτητα, και το χέρι σας να είναι πανταχού παρόν για να σταματάει το έγκλημα.

Πρέπει να εξασφαλίσετε την ανεξαρτησία των διοικήσεων, να διαχωρίσετε την εξουσία, να την ταυτίσετε με το επαναστα­τικό κίνημα και με σας, και να την πολλαπλασιάσετε.

Πρέπει να σφίξετε όλους τους δεσμούς της υπευθυνότητας, να κατευθύνετε την εξουσία, που είναι συχνά τρομερή για τους πατριώτες και επιεικής για όλους τους προδότες. Ό λ α τα καθή-

149

κοντά απέναντι στο λαό έχουν παραγνωριστεί. Η αναίδεια των αξιωματούχων είναι ανυπόφορη. Σχηματίζονται ολόκληρες πε­ριουσίες με μεγάλη ταχύτητα.

Είναι αδύνατο να εφαρμοστούν οι επαναστατικοί νόμοι, αν η ίδια η κυβέρνηση δεν είναι συγκροτημένη επαναστατικό.

Δεν μπορείτε να ελπίζετε στην ευημερία, αν δεν συγκροτήσε­τε μια κυβέρνηση που, ήπια και μετριοπαθής προς το λαό, θα είναι τρομερή προς τον εαυτό της με τη δύναμη των ενεργειών της. Αυτή η κυβέρνηση πρέπει να ρίχνει το βάρος της στον εαυτό της και όχι πάνω στο λαό. Κάθε αδικία προς τους πολί­τες, κάθε προδοσία, κάθε πράξη αδιαφορίας προς την πατρίδα, κάθε ελαστικότητα πρέπει να καταστέλλεται αποφασιστικά.

Πρέπει να προσδιορίσετε τα καθήκοντα, δίπλα στις καταχρή­σεις να θέσετε παντού τη ρομφαία, με τρόπο που τα πάντα να είναι ελεύθερα μέσα στη Δημοκρατία, με εξαίρεση εκείνους που συνωμοτούν ενάντιά της και που κυβερνούν κακά.

Οι συνωμοσίες, που εδώ κι έναν χρόνο συγκλόνισαν τη Δη­μοκρατία, μας προειδοποίησαν ότι η κυβέρνηση συνωμότησε ενάντια στην πατρίδα. Η έκρηξη της Βαντέ αναπτύχθηκε χωρίς να ληφθούν μέτρα για να σταματήσει η διάδοσή της: η Λυών, το Μπορντό, η Τουλόν, η Μασσαλία στασίασαν, πουλήθηκαν, και η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για να αποτρέψει ή να στα­ματήσει το κακό.

Σήμερα που η Δημοκρατία έχει να θρέψει ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες ανθρώπους, να υποτάξει στασιαστές και να σώσει το λαό, σήμερα που οφείλει να αποδείξει στην Ευρώπη ότι δεν είναι στο χέρι της να επιβάλει σε μας την εξουσία του ενός, οφείλετε να καταστήσετε την κυβέρνηση ικανή να στηρί­ξει τα σχέδια σας, κατάλληλη για την οικονομία και για τη δημόσια ευτυχία.

Πρέπει να διασφαλίσετε τα λιμάνια. Να κατασκευάσετε γρή­γορα πολυάριθμα πλοία. Να γεμίσετε το Δημόσιο Ταμείο. Να επαναφέρετε την αφθονία. Να τροφοδοτείτε αδιάλειπτα το Πα­ρίσι, όπως σε κατάσταση πολιορκίας μέχρι την αποκατάσταση της ειρήνης. Πρέπει να τα γεμίσετε όλα με ενεργητικότητα, να συνδέσετε τις στρατιές με το λαό και με την εθνική Συμβατική συνέλευση.

Επιπλέον δεν είναι άχρηστο να υπενθυμίζετε με αυστηρότητα τα καθήκοντά τους στους εκπροσώπους του λαού στις στρα­τιές. Οφείλουν να είναι εκεί οι πατέρες και οι φίλοι του στρατιώ-

150

τη. Οφείλουν να κοιμούνται στη σκηνή, να είναι παρόντες στις στρατιωτικές ασκήσεις, να μην έχουν οικειότητες με τους στρα­τηγούς, ώστε ο στρατιώτης, όταν τους πλησιάζει, να έχει εμπι­στοσύνη στη δικαιοσύνη και την αμεροληψία τους. Ο στρατιώ­της πρέπει να τους βρίσκει, μέρα-νύχτα, πρόθυμους να τον ακούσουν. Οι εκπρόσωποι οφείλουν να τρώνε μόνοι τους. Πρέ­πει αν είναι ολιγαρκείς και να θυμούνται ότι υπηρετούν τη δη­μόσια σωτηρία, κι ότι η αιώνια συντριβή των βασιλιάδων εί­ναι προτιμότερη από την παροδική χαλαρότητα.

Αυτοί που κάνουν επαναστάσεις στον κόσμο, αυτοί που θέ­λουν να κάνουν το καλό, δεν πρέπει να αναπαύονται παρά μόνο μέσα στον τάφο.

Οι εκπρόσωποι του λαού στα στρατόπεδα πρέπει να ζουν εκεί όπως ο Αννίβας πριν φτάσει στην Καπούη, και όπως ο Μιθριδά­της. Πρέπει να ξέρουν, αν μπορώ να το πω έτσι, το όνομα όλων των στρατιωτών. Οφείλουν να καταδιώκουν κάθε αδικία, κάθε κατάχρηση. Γιατί στην πειθαρχία των στρατιών μας έχουν ει­σαχθεί μεγάλες διαστροφές. Είδαμε τάγματα της στρατιάς του Ρήνου να ζητιανεύουν στις αγορές. Ένας ελεύθερος λαός τα­πεινώνεται από τέτοιες μικρότητες· πεθαίνουν από την πείνα αυτοί που σεβάστηκαν τα λάφυρα του Βελγίου.

Ένας δυστυχισμένος στρατιώτης είναι πιο δυστυχισμένος από τους άλλους ανθρώπους. Γιατί για ποιο λόγο να πολεμά αν δεν έχει άλλο να υπερασπιστεί από μια κυβέρνηση που τον εγκαταλείπει; Και ο χαρακτήρας των ηγετών δεν είναι ο κατάλ­ληλος για να τον κάνει να υποφέρει τα δεινά του. Υπάρχουν ελάχιστες μεγάλες ψυχές στην ηγεσία του στρατού, ικανές να μεθύσουν τους στρατιώτες, να τους εμπνεύσουν την αγάπη για τη δόξα, την εθνική περηφάνια και το σεβασμό προς την πει­θαρχία που φέρνει τη νίκη. Μέχρι τώρα, επικεφαλής των στρα­τιών σας υπήρχαν μόνον ηλίθιοι και απατεώνες. Η Επιτροπή σας Δημόσιας Σωτηρίας έκανε εκκαθαρίσεις στα επιτελεία, αλ­λά μπορούμε να προσάψουμε ακόμη σε όλους τους αξιωματι­κούς τη ραθυμία στην υπηρεσία. Δεν μελετούν αρκετά την τέχνη του να νικάς· εγκαταλείπονται στην κραιπάλη· απουσιάζουν από τις μονάδες τις ώρες των ασκήσεων και των μαχών, διοι­κούν με υπεροψία και κατά συνέπεια με αδυναμία. Ο παλαίμαχος γελάει μέσα του με τις ανοησίες αυτού που τον διοικεί, και να πώς μας συμβαίνουν αναποδιές.

Μας έχουν λείψει μέχρι σήμερα στρατιωτικοί θεσμοί και

151

νόμοι σύμφωνοι με το σύστημα της Δημοκρατίας, και πρέπει να τους δημιουργήσουμε. Ό , τ ι δεν είναι καινούργιο σε μια εποχή ανανέωσης είναι ολέθριο. Δεν μας ταιριάζει πια η στρατιωτική τέχνη της μοναρχίας, έχουμε να κάνουμε με άλλους άντρες και με άλλους εχθρούς. Η δύναμη των λαών, οι κατακτήσεις τους, το πολιτικό και στρατιωτικό μεγαλείο τους εξαρτώνται από ένα μοναδικό σημείο, από έναν μόνο ισχυρό θεσμό. Έτσι , οι Έ λ ­ληνες οφείλουν τη στρατιωτική τους δόξα στη Φάλαγγα, και οι Ρωμαίοι στη Λεγεώνα, που νίκησε τη Φάλαγγα. Δεν πρέπει να πιστέψουμε ότι η φάλαγγα και η λεγεώνα ήταν απλές ονο­μασίες στρατιωτικών σωμάτων που αποτελούνταν από έναν ορισμένο αριθμό ανδρών. Σήμαιναν μια συγκεκριμένη τάξη μάχης, έναν στρατιωτικό θεσμό.

Το έθνος μας διαθέτει ήδη ένα χαρακτήρα· το στρατιωτικό του σύστημα οφείλει να είναι διαφορετικό από εκείνο των εχθρών του. Αν λοιπόν το γαλλικό έθνος είναι τρομερό με την ορμή και την ικανότητά του, και αν οι εχθροί του είναι βαριοί, ψυχροί και αργοκίνητοι, τότε το στρατιωτικό του σύστημα πρέ­πει να είναι επιβλητικό.

Αν το γαλλικό έθνος μπήκε σ' αυτόν τον πόλεμο χάρη σε όλα τα δυνατά και γενναιόφρονα πάθη, την αγάπη για τη λευ­τεριά, το μίσος για τους τυράννους και την καταπίεση· αν αντί­θετα οι εχθροί του είναι σκλάβοι μισθοφόροι, αυτόματα χωρίς πάθη, τότε το πολεμικό σύστημα των γαλλικών όπλων οφείλει να είναι η ασυγκράτητη έφοδος.

Το ίδιο πνεύμα ενεργητικότητας οφείλει να διαποτίζει όλες τις στρατιωτικές υπηρεσίες. Η διαχείριση οφείλει να ενισχύει την πειθαρχία.

Η διαχείριση των στρατιών είναι γεμάτη από ληστές. Κλέ­βουν τις ζωοτροφές των αλόγων οι μονάδες στερούνται από κανόνια ή από άλογα για να τα σύρουν δεν αναγνωρίζεται η ιεραρχία, γιατί όλοι κλέβουν και κανείς δεν έχει εκτίμηση στον άλλον.

Είναι καιρός να βάλετε φραγμό σ' όλες αυτές τις καταχρή­σεις, αν θέλετε να παγιωθεί η Δημοκρατία. Η κυβέρνηση δεν οφείλει να είναι επαναστατική μόνον ενάντια στην αριστοκρα­τία, οφείλει να είναι και ενάντια σ' αυτούς που κλέβουν τον στρατιώτη, που διαφθείρουν το στρατό με την ατιμία τους, και που, με τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, θα ξανάφερ­ναν το λαό στη δουλεία και την επικράτεια στη διάλυση εξαι-

152

τίας της δυστυχίας. Όλα αυτά τα δεινά πηγάζουν από τη δια­φθορά των μεν και την ελαφρότητα των δε.

Είναι σίγουρο ότι στις επαναστάσεις, καθώς πρέπει να κατα­πολεμηθεί η αντίσταση των μεν, η απροθυμία των δε για την αλλαγή, η προκατάληψη μερικών υπέρ της εξουσίας που γκρε­μίστηκε, η φιλοδοξία και η υποκρισία άλλων, η νέα κυβέρνηση εγκαθίσταται με δυσκολία, και με κόπο διαμορφώνει το πρό­γραμμα και τις αρχές της· παραμένει για ένα μεγάλο διάστημα χωρίς σταθερές αποφάσεις. Η ελευθερία βρίσκεται στην παιδι­κή της ηλικία. Η νέα κυβέρνηση δεν τολμά να κυβερνήσει, ού­τε με αυστηρότητα, ούτε με αδυναμία, γιατί η ελευθερία εκπο­ρεύεται από μια σωτήρια αναρχία, και η σκλαβιά έρχεται συ­χνά μαζί με την απόλυτη τάξη.

Στο μεταξύ ο εχθρός αναδιπλασιάζει τις προσπάθειες και τη δραστηριότητά του. Δεν μας πολεμά με την ελπίδα ότι θα μας νικήσει με τα όπλα, αλλά μας πολεμά για να εκνευρίζει την κυβέρνηση και να εμποδίσει τη σταθεροποίησή της. Μας πο­λεμά για να χύνει το αίμα των υπερασπιστών της ελευθερίας και για να μειώνει τον αριθμό τους, έτσι ώστε μετά το θάνατο όλων των φλογερών ανθρώπων, να συνθηκολογήσει με τους προδότες που τον περιμένουν. Μέσα σε ένα χρόνο αφάνισε εκατό χιλιάδες πατριώτες: μια φοβερή πληγή για την ελευθε­ρία. Ο εχθρός μας έχασε μονάχα σκλάβους· οι επιδημίες και οι πόλεμοι ενισχύουν την εξουσία των βασιλιάδων.

Η κυβέρνησή μας πρέπει λοιπόν να κερδίσει από τη μια ό,τι έχασε από την άλλη. Στο μέτρο που οι καλοί άνθρωποι χάνο­νται θα πρέπει να εμποδίσει τους εχθρούς της λευτεριάς να τη βλάπτουν. Πρέπει να κάνουμε τον πόλεμο με σύνεση και να εξοικονομούμε το αίμα μας, γιατί αυτό και μόνον αυτό θέλουν οι εχθροί μας. Η Ευρώπη διψάει γι' αυτό. Μέσα στους τάφους βρίσκονται εκατό χιλιάδες άνθρωποι που δεν υπερασπίζονται πια τη λευτεριά.

Η κυβέρνηση είναι ο δολοφόνος τους· είναι η αδυναμία των μεν, είναι η αδυναμία και η ανικανότητα των δε.

Ό λ ο ι αυτοί που απασχολεί η κυβέρνηση είναι τεμπέληδες· κάθε διορισμένος δεν κάνει τίποτα ο ίδιος και προσλαμβάνει βοηθούς· κάθε πρώτος βοηθός προσλαμβάνει τους δικούς του βοηθούς και η Δημοκρατία έχει καταντήσει λεία είκοσι χιλιά­δων ηλίθιων που τη διαφθείρουν, που την πολεμούν, που της ρουφούν το αίμα.

153

Πρέπει να μειώσετε παντού τον αριθμό των υπαλλήλων, ώστε οι προϊστάμενοι να δουλεύουν και να σκέφτονται.

Τα υπουργεία είναι ένα χαρτοβασίλειο. Δεν ξέρω πώς κυβερ­νιόνταν η Ρώμη και η Αίγυπτος χωρίς αυτό το υλικό· μάλλον θα σκέφτονταν πολύ και θα έγραφαν λίγο. Η πολυλογία της αλληλογραφίας και των εντολών της κυβέρνησης είναι σημάδι της αδράνειάς της. Είναι αδύνατο να κυβερνήσει κανείς χωρίς λακωνικότητα. Οι εκπρόσωποι του λαού, οι στρατηγοί, οι δια­χειριστές, περιστοιχίζονται από γραφεία, σαν τους παλιούς ανθρώπους του Παλατιού· δεν γίνεται τίποτα, και όμως η δαπά­νη είναι τεράστια. Τα γραφεία πήραν τη θέση της μοναρχίας, ο δαίμονας του γραψίματος μας κάνει πόλεμο και κανείς δεν κυβερνάει.

Ελάχιστοι καλόπιστοι και ανοιχτόμυαλοι άνθρωποι βρί­σκονται επικεφαλής των υπηρεσιών μας. Η δημόσια υπηρεσία, έτσι όπως εκτελείται δεν είναι αρετή, αλλά επάγγελμα.

Ό λ α τελικά συνέβαλαν στη δυστυχία και στις στερήσεις του λαού μας. Η αριστοκρατία, η φιλαργυρία, η αδράνεια, οι κλέφτες, η κακή μέθοδος. Πρέπει λοιπόν να ανασκευάσουμε ολόκληρη την κυβέρνηση, για να σταματήσουμε την ώθηση που προσπαθούν να της δώσουν οι εχθροί μας προς την τυραν­νία. Όταν θα έχουν διορθωθεί όλα τα έκτροπα, το χτύπημα κάθε κακού θα φέρει το καλό, και τότε θα δούμε την αφθονία να ξαναγεννιέται από μόνη της.

Περιέτρεξα βιαστικά την κατάσταση του κράτους, τις ανά­γκες και τα δεινά του. Η σοφία σας θα πρέπει να κάνει τα υπό­λοιπα. Με τη συμβολή όλων των ικανοτήτων θα επεκταθούν οι απόψεις της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας.

154

ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΣ

«Ο λαός είναι πάντα αγνός στις προθέσεις του. Αγαπάει μόνον το δημόσιο καλό, εφόσον το δημόσιο καλό είναι το συμφέρον του.»

(Αφιέρωμα στον Ζαν-Ζακ Ρουσό)

Ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος είναι ένα γνήσιο πνευματικό παιδί του Ρουσό. Οπαδοί της ιδεολογίας του Ρουσό άλλωστε ήταν και όλοι οι Ιακωβίνοι που τον ανέδειξαν ηγέτη τους. Στα­θερός στις απόψεις και στην ιδεολογία του, έμεινε στην ιστο­ρία σαν πρότυπο τιμιότητας και συνέπειας.

Η επαφή του με τα κείμενα του Ρουσό άρχισε ήδη από την εφηβική ηλικία, εφόσον υπάρχουν μαρτυρίες ότι στο Κολέγιο του Λουδοβίκου του Μεγάλου, όπου φοιτούσε, τον πιάσαν πολ­λές φορές να διαβάζει «κακά βιβλία». Τα βιβλία του Ρουσό!

Ο Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος γεννήθηκε το 1758 στο Αράς. Από πολύ νωρίς συνειδητοποίησε τη μεγάλη ιδεολογική και πολιτική πάλη ανάμεσα στον παλιό κόσμο της φεουδαρχίας και στις νέες ανερχόμενες δυνάμεις.

Έξ ι χρονών χάνει τη μητέρα του, ενώ ο πατέρας εγκαταλεί­πει την οικογένεια. Ο μικρός Μαξιμιλιανός μεγάλωσε κοντά στις θείες του, τα αδέλφια του και τον παππού του.

Είναι φανερό ότι ο μικρόσωμος αυτός νεαρός, με το χλομό ασθενικό πρόσωπο και την αδύνατη φωνή, διαμόρφωσε το χα­ρακτήρα του από τη λαθραία ανάγνωση των έργων του Ρουσό. Ονειρεύεται μια επανάσταση που θα κάνει τους ανθρώπους ευ­τυχισμένους χάρη σε δίκαιους νόμους. Το πρόβλημα όμως που τον απασχολεί από πολύ νωρίς είναι η ηθική φθορά που έχουν υποστεί οι άνθρωποι κάτω από το τυραννικό καθεστώς της βα­σιλείας. Πώς θα μπορέσουν αυτοί οι διεφθαρμένοι ηθικά άν­θρωποι να εξεγερθούν, να επαναστατήσουν, να ανατρέψουν την

157

τυραννία και να φτιάξουν έναν κόσμο ηθικό, τον μόνο που εγ­γυάται την ευτυχία της ανθρωπότητας;

Ο Ροβεσπιέρος προσπάθησε να βρει κάποιες απαντήσεις, παρ' όλο που η γρήγορη ανάμιξή του στην πολιτική και το νεαρό της ηλικίας του τον εμπόδισαν να εμβαθύνει στα φιλο­σοφικά θέματα. Κατέφυγε στην έννοια του «πανάγαθου πατέρα που τιμωρεί τελικά τους κακούς και δικαιώνει τους αδικημέ­νους», έστω κι αν ο θεός αυτός δεν είναι ο εβραϊκός της χρι­στιανικής παράδοσης, αλλά το Υπέρτατο Ον, που επέβαλε κατά τον τελευταίο χρόνο της πολιτικής σταδιοδρομίας του, περισ­σότερο σαν μυστικιστής ιερέας και λιγότερο σαν υπεύθυνο πο­λιτικό πρόσωπο.

Οι μεταφυσικές εκτροπές του ωστόσο δεν αναιρούν στο πα­ραμικρό την προσφορά του στην επαναστατική σκέψη. Απλού­στατα μας βοηθούν να κατανοήσουμε σε βάθος τη δράση και το χαρακτήρα του. Γιατί είναι πλήθος τα στοιχεία της προσφοράς του που εξακολουθούν να έχουν αξία για τους επαναστάτες, ακόμη και σήμερα, διακόσια περίπου χρόνια μετά το θάνατό του.

Ο Ροβεσπιέρος συνέλαβε, για παράδειγμα, την ανάγκη της μόνιμης επαγρύπνησης των επαναστατικών δυνάμεων, και επέ­μεινε στη σταθερή προσήλωση των επαναστατών στις ιδεολο­γικές αρχές τους, χωρίς πολιτικάντικες και ευκαιριακές παρεκ­κλίσεις. Κι αν η προσήλωση στις αρχές και η ανάγκη της πε­ριφρούρησης της επανάστασης περνάει από το δρόμο της τρο­μοκρατίας, ο Ροβεσπιέρος δεν διστάζει, γιατί έχει καταλάβει από πολύ νωρίς το ρόλο της βίας μέσα στην ιστορία.

Στα 1781, συμπληρώνοντας τις νομικές σπουδές του, αρχίζει να εργάζεται σαν δικηγόρος στο Αράς. Μοναδικό του προσόν ο ακέραιος χαρακτήρας και το άμεμπτο ήθος του, ιδιότητες σπά­νιες για ένα τέτοιο επάγγελμα, και μάλιστα εκείνη την εποχή. Έτσι , συμμετέχει σαν συνήγορος σε μερικές δίκες, αφού πρώ­τα σιγουρευτεί ο ίδιος για την αθωότητα των κατηγορουμένων που υπερασπίζει. Γενικά η δικηγορική σταδιοδρομία του κρί­νεται μάλλον ασήμαντη. Άλλες δίκες τις κερδίζει, κι άλλες τις χάνει. Παράλληλα καταγίνεται με τη λογοτεχνία και γράφει κείμενα εμπνευσμένα πάντοτε από τα έργα του Ζαν Ζακ Ρουσό.

158

Σταδιακά διαχωρίζει τη θέση του αϊτό τον δικηγορικό σύλλογο του Αράς και σπάνια πατάει το πόδι του στα αστικά σαλόνια.

Προσπαθώντας να «ειδικευτεί» — όπως θα λέγαμε σήμερα — στην υπεράσπιση των φτωχών, όχι για λόγους σταδιοδρομίας αλλά ιδεολογίας, έρχεται χρόνο με το χρόνο όλο και πιο κοντά στο λαό και στα προβλήματά του. Τυπικό παράδειγμα της εξέ­λιξης αυτής είναι μια δίκη στα 1788, όπου ο Ροβεσπιέρος ανέ­λαβε την υπεράσπιση μιας υπηρέτριας που την κατηγόρησαν άδικα για κλοπή.

Την ίδια χρονιά, η πολιτική πάλη στη Γαλλία προσεγγίζει την αποκορύφωσή της με τη σύγκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων. Το δικηγορικό σώμα του Αράς συνεδριάζει μόνιμα, άλλοτε επίσημα κι άλλοτε ανεπίσημα, συζητώντας τα σχέδια των πολιτικών μεταρρυθμίσεων. Εξαιτίας της στροφής όμως του Ροβεσπιέρου προς τη φτωχολογιά, οι άλλοι δικηγόροι τον αποκλείουν από τις πολιτικές αυτές συζητήσεις.

Ωστόσο, με την έναρξη των δημόσιων συζητήσεων γύρω από τη σύγκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων, ο Ροβεσπιέρος βρίσκει την ευκαιρία να κάνει τα πρώτα του βήματα στην πολι­τική του σταδιοδρομία. Με μια μπροσούρα που δημοσιεύει εκείνη τη χρονιά, με τίτλο Προς το Έθνος του Αρτουά. Για την ανάγκη μεταρρυθμίσεων στο Έθνος του Αρτουά, θέτει υπό αμφι­σβήτηση όλο το σύστημα διοίκησης της περιφέρειάς του. Το κείμενο έκανε μεγάλη αίσθηση στο Αράς, προπάντων στους μικροαστικούς κύκλους. Έτσι, στις 23 του Μάρτη 1789, βάζει υποψηφιότητα για εκπρόσωπος της Τρίτης Τάξης του Αράς, και παρά τις επιθέσεις των συντηρητικότερων συναδέλφων του, εκλέγεται τελικά πέμπτος κατά σειρά ανάμεσα στους δώδεκα εκπροσώπους της περιφέρειάς του. Το βράδυ της 26ης του Απρίλη αναλαμβάνει επίσημα τα καθήκοντά του, και ενθουσια­σμένος από την καινούργια την αποστολή γράφει ένα αφιέρω­μα προς τιμή του πνευματικού του πατέρα, του Ζαν - Ζακ Ρουσό.

Φτάνοντας στις Βερσαλλίες, ο Ροβεσπιέρος αποφεύγει τους μεγαλοαστούς και συντηρητικούς συμπατριώτες του, και προ­τιμά να εγκατασταθεί σε ένα φτωχό ξενοδοχείο, όπου βολεύε­ται μαζί με άλλους τρεις επαρχιώτες εκπροσώπους. Περισσότε­ρο από κάθε άλλον εκπρόσωπο έχει ήδη βαθιά συνείδηση της ιστορικής σημασίας της αποστολής του. Και νιώθει δυνατός, γιατί πιστεύει ακράδαντα στις ηθικές αξίες του γαλλικού λαού.

159

Ωστόσο, το αίσθημα της ευθύνης της αποστολής και ο ιδεο­λογικός ενθουσιασμός που χαρακτηρίζουν τα κείμενα του Ρο­βεσπιέρου, κατά τις πρώτες μέρες της σύγκλησης των Γενικών Κλειστών Τάξεων, δεν τον εμποδίζουν να έχει πλήρη αντίληψη της πραγματικότητας. Γιατί πριν ακόμη από τη σύγκληση των Γενικών Κλειστών Τάξεων, γνωρίζει πολύ καλά ότι η αστική τάξη δεν έχει άλλη πρόθεση από το να εξασφαλίσει για λογα­ριασμό της τα προνόμια της αριστοκρατίας, επιδίωξη που δεν θα την εμποδίσει να φτάσει μέχρι και στον πολιτικό συμβιβα­σμό με τους εκπροσώπους της αριστοκρατίας και της αυλής. Έτσι όταν, στις 21 του Οκτώβρη 1789, η Εθνοσυνέλευση ψη­φίζει μέτρα καταστολής ενάντια στο λαό, έπειτα από τα επεισό­δια στη συνοικία του Σεντ-Αντουάν, ο Ροβεσπιέρος είναι ο μό­νος που καταψηφίζει τα μέτρα. Μοναδικός του σύμμαχος, εκτός Εθνοσυνέλευσης, ο Μαρά. Οι δυο άντρες δεν έχουν γνωριστεί ακόμη από κοντά.

Ο Ροβεσπιέρος όχι μόνον αντιστέκεται στις εξελίξεις που τείνουν προς το συμβιβασμό των συμφερόντων της μεγαλοα­στικής τάξης με εκείνα του θρόνου και της αριστοκρατίας, αλ­λά επιπλέον δεν διαθέτει και επαρκή μέσα για να υπερασπιστεί τις θέσεις του, εφόσον πρόκειται για έναν εξαιρετικά μέτριο ομιλητή. Σε όλη του την πολιτική σταδιοδρομία δεν αυτοσχε­δίασε ποτέ στο βήμα. Η ακεραιότητα του χαρακτήρα του τον οδηγεί στην άποψη ότι κάθε δημόσιος λόγος του πρέπει να αποφέρει οπωσδήποτε κάποιο πολιτικό αποτέλεσμα. Ο πολιτι­κός λόγος, για τον Ροβεσπιέρο, είναι μια πολιτική πράξη και όχι μια άνευ περιεχομένου αερολογία. Είναι μια μάχη ενταγμέ­νη στα πλαίσια του πολέμου για την επιβολή της δικαιοσύνης και της ισότητας στην κοινωνία. Έτσι , κάθε του παρέμβαση είναι καλοζυγισμένη και καλογραμμένη. Δεν διστάζει, ακόμη και στις πιο δύσκολες περιστάσεις, να εργαστεί αρκετές μέρες, προκειμένου να προετοιμάσει ένα σωστό κείμενο.

Ο Ροβεσπιέρος στην Εθνοσυνέλευση μιλάει για λογαριασμό αυτών που απουσιάζουν από τη σύνθεσή της. Για τη φτωχολο­γιά, τους «χωρίς κιλότα», τους μικροεπιτηδευματίες. Για τους «παθητικούς» πολίτες, όπως τους χαρακτήριζαν οι αστοί. Η μό­νιμη αγωνία του είναι το πώς θα μπορέσει ο φτωχός λαός να απολαύσει τους καρπούς της Επανάστασης. Γι' αυτό το λόγο παλεύει με πάθος ενάντια στις εισοδηματικές διακρίσεις και το

160

διαχωρισμό των γάλλων πολιτών σε «ενεργητικούς» και «πα­θητικούς». Σε κάθε περίσταση υπενθυμίζει στην Εθνοσυνέλευ­ση ότι η ύπαρξή της δικαιώνεται μόνον εφόσον υπερασπίζονται τα δικαιώματα όλων των Γάλλων χωρίς εξαίρεση.

Πέρα από την πολιτική δράση του στην Εθνοσυνέλευση, αναπτύσσει παράλληλα τις απόψεις του στη λέσχη των Ιακω­βίνων, και ήδη κατά τα τέλη του 1790 μια μεγάλη μερίδα των Ιακωβίνων τάσσεται ανεπιφύλακτα με το μέρος του. Ο Ροβε­σπιέρος είναι κιόλας πολύ δυνατός. Ανάμεσα σε τόσες και τό­σες πολιτικές μετριότητες που φέρνει στην επιφάνεια της δημό­σιας ζωής η επαναστατική αναταραχή, ο Ροβεσπιέρος ξεχωρίζει γιατί ξέρει κάθε στιγμή να εκτιμά τους συσχετισμούς των δυνά­μεων, να προσαρμόζει ανάλογα την τακτική του, κι όταν είναι αναγκαίο, να μεταβάλλει τα σχέδια δράσης. Μ' αυτόν τον τρό­πο εμπνέει τη στρατηγική των Ιακωβίνων και ταυτόχρονα καθο­δηγεί την τακτική τους. Επιμένει στις απόψεις του ακόμη και μόνος. Πολύ συχνά, έχει αυτός δίκιο και όλοι οι άλλοι άδικο.

Η απόπειρα της φυγής του βασιλιά, ολοφάνερο σημάδι της προδοσίας της αυλής, προκάλεσε τη λαϊκή αγανάκτηση και ξεσήκωσε ένα ισχυρό πατριωτικό κίνημα. Την κρίσιμη αυτή στιγμή, η Γαλλική Επανάσταση αποκόβεται από την πλουτο­κρατική ηγεσία της Τρίτης Τάξης, τους μεγαλοαστούς, που συσπειρωμένοι πίσω από το πρόσωπο του στρατηγού Λαφαγιέτ, αγωνίστηκαν επί δύο χρόνια να περιορίσουν την Επανάσταση στα πλαίσια μιας συνταγματικής μοναρχίας, «αγγλικού τύπου». Απέναντι στη συνωμοτική συμμαχία αυλής-«φωτισμένης» αρι-στοκρατίας-μεγαλοαστών, ο Ροβεσπιέρος προσπαθεί να αντι­παρατάξει το μέτωπο των αστών-μικροαστών και λαού, στα πλαίσια ενός ευρύτατου πατριωτικού κινήματος. Σφυρηλατεί αυτή την αμφίβολη ενότητα, και παράλληλα καταγγέλλει τις συνωμοσίες της αυλής και των οργάνων της.

Στις 21 του Ιούνη, καθώς οι πατριώτες κατεβαίνουν από τα προάστια απαιτώντας πολιτικές μεταρρυθμίσεις, η Εθνοσυνέ­λευση εντελώς υποκριτικά διαδίδει το μύθο της «απαγωγής» του βασιλιά. Ο Ροβεσπιέρος δεν κατάφερε να πάρει το λόγο εκείνη τη μέρα στην Εθνοσυνέλευση, αλλά τα είπε το ίδιο βρά­δυ στη Λέσχη των Ιακωβίνων, αποκαλύπτοντας τη μεγάλη συ­νωμοσία της αυλής, αλλά και τις ευθύνες της Εθνοσυνέλευσης.

161

«Η Εθνοσυνέλευση προδίδει τα συμφέροντα του Έθνους.» Οι ακροατές του τραβούν τα σπαθιά τους και βροντοφωνά­

ζουν: «Ελευθερία ή Θάνατος». Μ' αυτή την πολιτική του πράξη, ο Ροβεσπιέρος, ρίχνοντας

άπλετο φως στη συνωμοσία, κατάφερε να παραλύσει τα σχέδια της αντίδρασης, εφόσον έπεισε τους ακροατές του ότι η λαϊκή βούληση όφειλε να επιβάλει στην Εθνοσυνέλευση την υιοθέ­τηση των αναγκαίων μέτρων για την υπεράσπιση της Επανά­στασης.

Με θαυμαστή πολιτική διορατικότητα, ο Ροβεσπιέρος απέ­φυγε να πέσει εκείνη τη στιγμή στην παγίδα που έθετε το δί­λημμα: Δημοκρατία ή Μοναρχία. Στο μήνυμά του προς τους Γάλλους, γραμμένο τον Ιούλη του 1791, υπογραμμίζει:

«Άραγε ανάμεσα στις λέξεις Δημοκρατία ή Μοναρχία κρύ­βεται η λύση του μεγάλου κοινωνικού προβλήματος;»

Αποφεύγοντας την παγίδα του πολιτειακού, χρησιμοποιεί το παράδειγμα της δήθεν ελεύθερης Αμερικής, που το χρησιμο­ποιούσαν αδιάκοπα εκείνη την εποχή οι οπαδοί του Λαφαγιέτ:

«Θα ζήλευε κανείς για τους Γάλλους το Σύνταγμα των ΗΠΑ, που, θεμελιωμένο πάνω στην αριστοκρατία των πλουσίων, γέρ­νει ήδη επικίνδυνα προς τον μοναρχικό δεσποτισμό;»

Στις 17 του Ιούλη, δεκάδες χιλιάδες κάτοικοι του Παρισιού συγκεντρώνονται στο Πεδίο του Άρεως για να υποβάλουν ένα αίτημα — συνταγμένο κατά την προηγουμένη στη Λέσχη των Ιακωβίνων — που ζητούσε την εκθρόνιση του Λουδοβίκου. Ο Ροβεσπιέρος αρνήθηκε να εγκρίνει αυτή την πολιτική πράξη, γιατί διέκρινε ότι η αντεπανάσταση περίμενε την ευκαιρία για να αιματοκυλήσει το Παρίσι. Ό λ η τη νύχτα προσπάθησε να ακυρώσει την απόφαση αλλά δεν τα κατάφερε. Μάλιστα, το κείμενο της Λέσχης των Ιακωβίνων ανασυντάχθηκε από ριζο­σπαστικότερες πένες, που ζητούσαν απερίφραστα να κηρυχθεί η Γαλλία Δημοκρατία. Κατά τα χαράματα, ο Μπαγί, δήμαρχος του Παρισιού, κήρυξε τον στρατιωτικό νόμο, και παράλληλα ο Λαφαγιέτ περικύκλωσε το Πεδίο του Άρεως με την Εθνο­φρουρά. Οι ένοπλοι εθνοφρουροί, χωρίς καμία προειδοποίηση, άρχισαν να πυροβολούν τους διαδηλωτές. Οι νεκροί ξεπέρασαν τους πενήντα. Ήταν η πρώτη φορά που η συμμαχία «φωτισμέ­νης» αριστοκρατίας και μεγαλοαστικής τάξης έδειξε απροκά­λυπτα τα δόντια της στο λαό. Οι αριστοκράτες, ποτισμένοι από

162

το λαϊκό αίμα, μέθυσαν κι άρχισαν να απειλούν ολοφάνερα τους λαϊκούς ηγέτες. Και πρώτον από όλους τον Ροβεσπιέρο.

Τη βραδιά της σφαγής, ο Ροβεσπιέρος μετακόμισε στην κα­τοικία ενός γνήσιου Ιακωβίνου, του Ντιπλέ, στην οδό Σεντ-Ο­νορέ. Θα παραμείνει εκεί μέχρι το τέλος της ζωής του. Από την επομένη, οι Ιακωβίνοι δίνουν πλέον φανερά τη μάχη για την ηγεσία του επαναστατικού κινήματος. Με την πρόβλεψη της σφαγής του Πεδίου του Άρεως, που η αντίδραση έσπευσε να τη φορτώσει στη ράχη του — σαν δήθεν υπαίτιου για τη σύ­νταξη του «παράνομου» κειμένου — ο Ροβεσπιέρος κέρδισε την πρώτη μεγάλη του πολιτική μάχη, αποδεικνύοντας ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την Επανάσταση είναι η αυλή και οι συνεργάτες της. Γι' αυτό και επιτέθηκε απερίφραστα ενάντια στους χθεσινούς πατριώτες που έσπευσαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στο θρόνο. Ό π ω ς εξήγησε στους Ιακωβίνους εκείνη τη μέρα, το μεγάλο μάθημα της σφαγής είναι ότι η Επα­νάσταση προδίδεται από τους ίδιους τους ανθρώπους της.

Πηγαίνει στην Εθνοσυνέλευση και καταγγέλλει τους εκπρο­σώπους που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην αυλή. Ο Ντι-πόρ είναι ο πρώτος του στόχος. Ακολουθεί ο Μπαρνάβ, που ο Ροβεσπιέρος τον κατηγορεί ανοιχτά ότι προδίδει την πατρίδα και την Επανάσταση. Στηρίζεται στην πεποίθησή του ότι εκ­φράζει τη γνώμη και τα δικαιώματα των «παθητικών» πολιτών, που πλήρωσαν με το αίμα τους τις συνωμοσίες της αυλής. Και το έργο του βρίσκει ανταπόκριση στο λαό, διαφορετικά δεν εξηγείται το γεγονός ότι χιλιάδες κάτοικοι του Παρισιού ήρ­θαν να τον ζητωκραυγάσουν στις 30 του Σεπτέμβρη 1791, τη μέρα που διαλύθηκε η Εθνοσυνέλευση.

Ή δ η , με δική του εισήγηση, που ψηφίστηκε το Μάη του 1791, απαγορευόταν η επανεκλογή των μελών της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης στο νέο σώμα εκπροσώπων, τη Νομοθετική. Πιστός στις αρχές του, ο Ροβεσπιέρος έδωσε πρώτος το παρά­δειγμα για την εφαρμογή του νόμου του και αρνήθηκε να πάρει μέρος στη Νομοθετική.

Ωστόσο, κατά τους επόμενους μήνες, δεν έπαψε ούτε στιγμή να επηρεάζει τις πολιτικές εξελίξεις από τη Λέσχη των Ιακωβί­νων και την Κομμούνα του Παρισιού. Θα επανεκλεγεί μετά από ένα χρόνο, το Σεπτέμβρη του 1792, στη Συμβατική.

163

Τον Οκτώβρη του 1791, απαλλαγμένος από τα καθήκοντά του στην Εθνοσυνέλευση, βρίσκει την ευκαιρία να επιστρέψει για λίγο στο Αράς και να επισκεφτεί τους δικούς του. Στη συνέχεια κάνει μια περιοδεία στο Βορρά και διαπιστώνει τα φιλικά αι­σθήματα του λαού και την εχθρική στάση των αστών απέναντι στο πρόσωπό του. Η περιοδεία τερματίζεται με μια πολιτική γιορτή στη Λιλ.

Στις 28 του Νοέμβρη, ο Ροβεσπιέρος επιστρέφει στο Παρίσι. Το ίδιο βράδυ παίρνει το λόγο στη Λέσχη των Ιακωβίνων, όπου αναπτύσσει τα τρία σκέλη του πολιτικού αγώνα. Αντίσταση στην κήρυξη του πολέμου, ανατροπή του θρόνου, διάλυση του κόμματος των Γιρονδίνων.

Το κόμμα των Γιρονδίνων αντιπροσώπευε τα συμφέροντα των αστών εμπόρων που σχημάτισαν μεγάλες περιουσίες κατά τη διάρκεια του Παλαιού Καθεστώτος. Βέβαια, στα πλαίσια μιας Εθνοσυνέλευσης όπου κυριαρχούν ακόμη οι μεγαλοαστοί και οι βασιλόφρονες, οι Γιρονδίνοι καταλαμβάνουν την αριστερή πτέρυγα. Κατά την άποψη όμως του Ροβεσπιέρου, είναι εντε­λώς ανίκανοι να καθοδηγήσουν την Επανάσταση.

Το θέμα του πολέμου είναι το κυριότερο πρόβλημα που απα­σχολεί τη Νομοθετική, κατά τις συνεδριάσεις του χειμώνα 1791-92. Σε μια φάση όπου η Επανάσταση μοιάζει να σταθεροποιεί­ται και κάποια ισορροπία να εξασφαλίζεται ανάμεσα στις επα­ναστατικές και αντεπαναστατικές δυνάμεις, το θέμα του πολέ­μου έρχεται να κλονίσει τις συνειδήσεις και να εκτρέψει τη φαινομενική σταθερότητα.

Η ανάγκη λήψης καίριων αποφάσεων κρίνεται επιτακτική. Το Φλεβάρη του 1792, ο Ροβεσπιέρος αναλαμβάνει τα καθή­κοντα του εισαγγελέα του Παρισιού, ελπίζοντας ότι από τη θέ­ση αυτή θα φέρει την πολυπόθητη κάθαρση. Δύο μήνες αργό­τερα παραιτείται εξαιτίας των εμπαθών επιθέσεων των Γιρονδί­νων, που δεν του συγχωρούν την αντίθεσή του στην κήρυξη του πολέμου.

Τον Απρίλη του 1792, η Νομοθετική ψηφίζει την κήρυξη του πολέμου ενάντια στην Αυστρία. Μήνες πριν ο Ροβεσπιέρος υπογράμμισε τους κινδύνους που αντιπροσώπευε για την Επανά­σταση ο πόλεμος. Κατά τη γνώμη του, ο πόλεμος ήταν ένα σφάλμα που θα μπορούσε να αποδειχθεί μοιραίο. Αλλά τον πό­λεμο τον ήθελε η αυλή και ο Λαφαγιέτ, που πίστευε ότι ελέγχει απόλυτα τις ένοπλες δυνάμεις. Με το πρόσχημα του πολέμου, ο

164

Λαφαγιέτ είχε την ελπίδα ότι θα κατάφερνε να αποδυναμώσει τη Νομοθετική και να κλείσει τις πολιτικές λέσχες. Έτσι θα στήριζε μια συνταγματική μοναρχία, κάτω από τον έλεγχο της «φωτισμένης» αριστοκρατίας και της μεγαλοαστικής τάξης.

Ο Ροβεσπιέρος αποκάλυψε ότι το σχέδιο του Λαφαγιέτ εξυ­πηρετούσε ως ένα μεγάλο μέρος και τις βλέψεις των Γιρονδί­νων. Γιατί οι Γιρονδίνοι ταυτίζονταν με τα συμφέροντα του εφοπλιστικού κεφαλαίου, των μεγαλεμπόρων του Μπορντό, της Μασσαλίας, της Ρουέν και της Χάβρης, που πίστευαν ότι ο πό­λεμος θα κινητοποιούσε τις συναλλαγές και θα έβγαζε το εμπό­ριο από το τέλμα του, αποδίδοντας μάλιστα στη Γαλλία πλού­σιες περιοχές της Ευρώπης, όπως το Βέλγιο κι η Ρηνανία, πε­ριοχές πλεονεκτικές για τον ανταγωνισμό με το αγγλικό εμπό­ριο. Άλλωστε, οι οπαδοί του Λαφαγιέτ και οι Γιρονδίνοι, παρά τις επιφανειακές αντιθέσεις τους στη Νομοθετική, συμ­φωνούσαν στην ουσία να «παγώσουν» την κοινωνική όψη της Επανάστασης σ' αυτό το σημείο, και να μοιραστούν μεταξύ τους την εξουσία. Ο πόλεμος λοιπόν ήταν η ιδανική λύση για τα σχέδια της πλειοψηφίας των μελών της Νομοθετικής.

Δεν ήταν καθόλου τυχαίο βέβαια το γεγονός ότι ηγέτης της φιλοπόλεμης μερίδας ανέλαβε ο κόμητας της Ναρμπόν, υπουρ­γός Πολέμου μέχρι το Μάρτη του 1792, προσωπικός φίλος του Λαφαγιέτ, που διατηρεί θαυμάσιες σχέσεις με τον Μπρισό και την υπόλοιπη ηγεσία των Γιρονδίνων. Ερωμένη του κόμητα της Ναρμπόν είναι η κυρία ντε Σταέλ, κόρη του τραπεζίτη Νε­κέρ, υπουργού Οικονομικών του Λουδοβίκου κατά τις παραμο­νές της Επανάστασης. Η ντε Σταέλ, κατά την περίοδο αυτή, βρίσκεται πίσω από όλες τις πολιτικές ίντριγκες. Από το σαλό­νι της, γεμάτο βασιλόφρονες, «φωτισμένους» αριστοκράτες και Γιρονδίνους, κινεί τα νήματα της συνωμοσίας για τη συνταγμα­τική μοναρχία. Η συμφωνία για την κήρυξη του πολέμου κλεί­στηκε πρώτα στο σαλόνι της κυρίας ντε Σταέλ και μετά ανακοι­νώθηκε στη Νομοθετική.

Ο Ροβεσπιέρος θεωρεί κάτι παραπάνω από σύμπτωση τη γε­νική σύμπνοια αριστοκρατίας και κεφαλαίου για την κήρυξη του πολέμου. Οι υποψίες του επιβεβαιώνονται όταν ακόμη, στις 7 του Δεκέμβρη 1791, ο κόμητας της Ναρμπόν αναλαμβάνει υπουργός Πολέμου. Έχει τις πληροφορίες του για τις συναντή­σεις και τις συζητήσεις που γίνονται στο σπίτι της κυρίας ντε Σταέλ, κι έτσι διακηρύσσει απερίφραστα ότι αυτοί που υπονο-

165

μεύουν την πορεία της Επανάστασης είναι οι ίδιοι που επιδιώ­κουν τον πόλεμο.

Στις 12 του Δεκέμβρη, ο Ροβεσπιέρος εκφωνεί τον πρώτο α­ντιπολεμικό του λόγο:

«Ο πόλεμος που επιδιώκει η φιλοπόλεμη μερίδα είναι ο πό­λεμος όλων των εχθρών του Συντάγματος ενάντια στη Γαλλική Επανάσταση.»

Παρά τη φιλοπόλεμη υστερία που υποδαυλίζει η αντίδραση, ο Ροβεσπιέρος επιμένει ότι ο πόλεμος αντιπροσωπεύει μια πα­γίδα.

Το βράδυ της 17ης Δεκέμβρη 1791, ο Ροβεσπιέρος αναπτύσ­σει τις θέσεις του στη Λέσχη των Ιακωβίνων. Κάτω από τις παρούσες συνθήκες ο πόλεμος κινδυνεύει να αποδειχθεί μοι­ραίος για την Επανάσταση. Γιατί αν αυτός ο πόλεμος χαθεί, θα χαθεί μαζί του και η Επανάσταση. Κι αν αυτός ο πόλεμος κερ­δηθεί, τότε η νίκη θα ανήκει όχι στον γαλλικό λαό αλλά στον Λουδοβίκο, στον Λαφαγιέτ και στους Γιρονδίνους.

Το συμπέρασμα λοιπόν όλων αυτών των σκέψεων είναι ότι οι επαναστατικές δυνάμεις οφείλουν να επαγρυπνούν. Η επαγρύ­πνηση, κατά την άποψη του Ροβεσπιέρου, είναι ο θεμελιώδης νόμος του επαναστατικού κινήματος. Ό χ ι μόνον του γαλλικού αλλά κάθε επαναστατικού κινήματος.

Το δεύτερο συμπέρασμα και δεύτερος θεμελιώδης νόμος του επαναστατικού κινήματος είναι να στηρίζεται απόλυτα στο λαό. Γιατί ο λαός, για τον Ροβεσπιέρο, είναι η πιο γνήσια και λιγότερο διεφθαρμένη επαναστατική δύναμη.

Λίγες μέρες αργότερα, στις αρχές του Γενάρη του 1792, ο Ροβεσπιέρος υπερβαίνει το δίλημμα «ναι ή όχι στον πόλεμο», και υπογραμμίζει ότι, ανεξάρτητα από τις συνθήκες και τις πε­ριστάσεις, το ζητούμενο είναι και παραμένει η προάσπιση της Επανάστασης. Έτσι, ξεκινά τις επιθέσεις του ενάντια στους Γιρονδίνους, εφόσον είναι πλέον σίγουρος ότι πρόθυμα, κά­ποια στιγμή, θα προδώσουν την Επανάσταση.

Δυστυχώς, οι πολιτικές εξελίξεις επιβεβαίωσαν τις προβλέ­ψεις του Ροβεσπιέρου. Οι Γιρονδίνοι ανέχθηκαν τον Λαφαγιέτ μέχρι την προδοσία του, χτύπησαν ανελέητα την Κομμούνα του Παρισιού, πάλεψαν με μανία για να σώσουν το κεφάλι του Λουδοβίκου.

Ήδη τέσσερις μήνες πριν από τον πόλεμο, ο Ροβεσπιέρος

166

βροντοφωνάζει ότι η φιλοπόλεμη τακτική των Γιρονδίνων επι­καλύπτει την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της αυλής. Ο α­ντιπολεμικός αγώνας φέρνει κοντά του τον Μαρά. Οι δύο μεγά­λες προσωπικότητες της Γαλλικής Επανάστασης γνωρίζονται επιτέλους κι από κοντά. Αμέσως, ενώνουν τις δυνάμεις τους ενάντια στον πόλεμο. Αλλά οι προσπάθειές τους δεν καρποφό­ρησαν.

Στις 20 του Απρίλη 1792, η Εθνοσυνέλευση κηρύσσει τον πόλεμο ενάντια στο βασιλιά της Ουγγαρίας και της Βοημίας. Για τον Ροβεσπιέρο οι κανόνες του παιχνιδιού αλλάζουν. Τώ­ρα, με τον πόλεμο τετελεσμένο γεγονός, μεταβάλλει την τακτι­κή του, αποβλέποντας να τον εκμεταλλευτεί προς όφελος της Επανάστασης. Διαβλέπει ότι, σε τελική ανάλυση, ο πόλεμος σαρώνει όλους τους συμβιβασμούς και όλες τις συμφωνίες, μυ­στικές και φανερές. Ξέρει ότι η Επανάσταση οφείλει να νική­σει, εφόσον ενεπλάκη στα γρανάζια του πολέμου, γιατί διαφο­ρετικά είναι καταδικασμένη.

Πόλεμος, λοιπόν, έστω... Αλλά για να κερδηθεί αυτός ο πό­λεμος πρέπει να ληφθούν δραστικά επαναστατικά μέτρα που θα εξασφαλίσουν τη συντριβή της αντεπανάστασης.

Η 10η Αυγούστου 1792 θα είναι η συνέχεια του επαναστατι­κού αγώνα. Αν έχει ένα καλό ο πόλεμος είναι ότι επιταχύνει την αποκάλυψη της προδοτικής συνωμοσίας της αντεπανάστα­σης. Στα ερωτήματα που θέτει ο Ροβεσπιέρος για τη σωτηρία του Έθνους και της Επανάστασης, οι Γιρονδίνοι δεν έχουν άλλον τρόπο να απαντήσουν, παρά μόνον εξαπολύοντας ενα­ντίον του προσωπικές επιθέσεις. Τον κατηγορούν για δικτατο­ρικές προσωπικές βλέψεις. Χρησιμοποιούν τη συκοφαντία και κάθε άλλο αθέμιτο μέσο. Αλλά στο μεταξύ χάνουν το κύρος τους και παράλληλα ξεφεύγει από τα χέρια τους η ηγεσία του επαναστατικού κινήματος, που υποτίθεται ότι μέχρι τώρα — σαν αριστερή πτέρυγα της Νομοθετικής — κρατούσαν στα χέ­ρια τους. Απέναντί τους, ο Ροβεσπιέρος, παρ' όλο που δεν έχει ακόμη επίσημα καμία εξουσία στα χέρια του, μοιάζει ήδη σαν να ασκεί καθήκοντα ηθικού προέδρου της χώρας. Κάθε του φρά­ση, κάθε του λέξη, γίνεται σύνθημα στο στόμα του λαού.

Στο μεταξύ, στις 26 του Μάρτη, παραμονές της κήρυξης του πολέμου, και ενώ όλοι συμφωνούσαν με τον αντιπολεμικό αγώ­να του, αφήνει άφωνο το κοινό του όταν μιλάει για πρώτη φορά

167

δημόσια για τη «Θεία Πρόνοια». Του υποβάλλουν ερωτήσεις. Ακούν προσεχτικά τις εξηγήσεις του. Αλλά δεν τις υιοθετούν. Είναι η πρώτη φορά που ο Ροβεσπιέρος παίρνει θέση απέναντι στο θρησκευτικό ζήτημα. Και μάλιστα μιαν απρόσμενη θέση.

Οι Γιρονδίνοι σπεύδουν να εκμεταλλευτούν το σφάλμα του και τον κατηγορούν ότι πίσω από τα λόγια περί «Θείας Πρό­νοιας» κρύβονται οι βλέψεις του για προσωπικό δεσποτισμό. Η δημαγωγική αυτή συκοφαντία δεν πρόκειται να σταματήσει να εξαπολύεται ενάντιά του του κατά τα δύο επόμενα χρόνια.

Η απάντησή του στις συκοφαντίες για δεσποτισμό, στις 27 του Απρίλη 1792, αποτελεί από μόνη της μια μεγάλη πολιτική πράξη:

«Από όλες τις μερίδες που απειλούν τη λευτεριά, η πιο επι­κίνδυνη, κατά τη γνώμη μου, είναι εκείνη που έχει ηγέτη της τον Λαφαγιέτ. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που απειλεί τη λευτεριά.»

Η κρίση της άνοιξης του 1792 θα ξεπεραστεί, κατά τη γνώμη του, αν ο λαός, οι πατριώτες, πάψουν να εμπιστεύονται τους Γιρονδίνους και αναθέσουν την ηγεσία του επαναστατικού κι­νήματος στους Ιακωβίνους.

Μέσα στους επόμενους τρεις μήνες οι εξελίξεις των γεγονό­των θα του επιτρέψουν να ολοκληρώσει τον πολιτικό του χει­ρισμό. Από τη θέση της εξωκοινοβουλευτικής αντιπολίτευσης, που υπερασπίζεται ωστόσο τη συνταγματική νομιμότητα, περ­νά στην επόμενη φάση και ζητά απερίφραστα όχι μόνον την εκθρόνιση του Λουδοβίκου, αλλά την κατάργηση της βασιλείας και την κήρυξη Δημοκρατίας. Πρόκειται για έναν πολιτικό χει­ρισμό βασισμένο στην εκτίμηση της ωριμότητας του επαναστα­τικού κινήματος. Οι συνειδήσεις έχουν προετοιμαστεί για την ιδέα μιας πολιτικής ζωής χωρίς βασιλιά. Η ίδια η αντιδραστι­κή συμπεριφορά της αντεπανάστασης διευκόλυνε τη συνειδη­τοποίηση.

Ο Λαφαγιέτ, βλέποντας το παιχνίδι να χάνεται, συνωμοτεί, εξαπολύει απειλές, αλλά αποφεύγει την ανοιχτή σύγκρουση. Μπαίνει ο Ιούνης, και στις 20 σημειώνονται εξεγέρσεις. Ο Λα­φαγιέτ στέλνει μιαν απειλητική επιστολή στη Νομοθετική:

«Κατηγορώ τους Ιακωβίνους για σφετερισμό της εξουσίας...» Ο Ροβεσπιέρος αποκρούει την απειλή: «Έχουμε χάσει ήδη τη λευτεριά μας ή μήπως χάσαμε κιόλας

τα λογικά μας; Σύμφωνα με το Σύνταγμα οι ένοπλες δυνάμεις

168

οφείλουν υπακοή. Πώς λοιπόν εσείς δίνετε μαθήματα στους εκπροσώπους του Έθνους;»

Στη συνέχεια γκρεμίζει το μύθο του Λαφαγιέτ: «Το ότι παρακολουθήσατε την επανάσταση της Αμερικής, το

θεωρήσατε αρκετό, για τα μάτια σας και τα μάτια των οπαδών σας, να συνδέσετε το όνομά σας με το όνομα του Ουάσινγκτον και να αποκληθείτε ήρωας της Γαλλικής Ελευθερίας..»

Ο Λαφαγιέτ αντέδρασε στην προσβολή: «Στους εκπροσώπους του λαού ή σε εσάς εμπιστεύθηκε το

Σύνταγμα τη διαφύλαξη του Έθνους;» Η αντιπαράθεση είναι πλέον ώριμη και η ανοιχτή σύγκρου­

ση αναπόφευκτη. Κατά την άποψη του Ροβεσπιέρου, πλησιάζει πλέον η στιγμή όπου ο λαός πρέπει να ξαναπάρει στα χέρια του την τύχη της Επανάστασης, εφόσον την έχει αποδυναμώσει η Νομοθετική. Στις 21 του Ιούνη στρέφει τα πυρά του ενάντια στη Νομοθετική:

«Έχουμε ακόμη εκπροσώπους; Είμαστε ακόμη λεύτεροι;» Κάτω από τις πιέσεις των Ιακωβίνων, που καθοδηγούνται

από τον Ροβεσπιέρο, και ενώ τα ξένα στρατεύματα προελαύ­νουν, οι αντιπροσωπίες του λαού από ολόκληρη τη Γαλλία απαιτούν από τη Νομοθετική να κηρύξει έκπτωτο τον Λουδο­βίκο. Παρά τους δισταγμούς της, η Νομοθετική στις 10 του Αυγούστου υποχωρεί. Παράλληλα οπλίζονται οι «παθητικοί» πολίτες και εντάσσονται στην Εθνοφρουρά. Ο Λαφαγιέτ λιπο­τακτεί και περνά με το μέρος των Αυστριακών.

Η λαϊκή εξέγερση της 10ης Αυγούστου 1792 σημαδεύει το τέλος της χιλιόχρονης γαλλικής μοναρχίας. Ο Λουδοβίκος ανατράπηκε και φυλακίστηκε. Οι υπουργοί του καταργήθηκαν. Μια νέα κυβέρνηση, η Προσωρινή Εκτελεστική Επιτροπή, που την αποτελούσαν κατά κύριο λόγο Γιρονδίνοι, ανέλαβε αμέσως τη διακυβέρνηση της χώρας. Καταργήθηκε η διάκριση ανάμε­σα στους «ενεργητικούς» και «παθητικούς» πολίτες. Προκηρύ­χθηκαν νέες εκλογές, όπου είχαν δικαίωμα να ψηφίσουν όλοι οι ενήλικες άντρες. Η προετοιμασία της 10ης Αυγούστου απο­τελεί μια μέγιστη πολιτική πράξη. Στο εξής, ο Ροβεσπιέρος, ηγέτης των Ιακωβίνων, γίνεται ο ηγέτης του κουρελιάρη λαού, των «χωρίς κιλότα». Ο στόχος της εξέγερσης της 10ης Αυγού­στου ήταν η διάλυση της αυλής, η καθαίρεση του Λουδοβίκου, η αντικατάσταση της Νομοθετικής με τη Συμβατική, και η ανά­ληψη της ηγεσίας και της καθοδήγησης του επαναστατικού κι-

169

νήματος από τους Ιακωβίνους. Πρόκειται στην ουσία για ένα πολιτικό πρόγραμμα που βγήκε μέσα από τις πολιτικές ζυμώ­σεις, την εκτίμηση των δυνάμεων, τη συνειδητοποίηση των μα­ζών.

Η αντίδραση, όπως ήταν φυσικό, αντέταξε στο πρόγραμμα του Ροβεσπιέρου επιχειρήματα νομιμότητας. Αλλά σίγουρος για τις δυνάμεις του, ο Ροβεσπιέρος τους απαντά ότι η νομιμό­τητα έχει καταντήσει υποκρισία:

«Το Έθνος πρέπει να σωθεί με οποιοδήποτε τρόπο. Όποιος τρόπος όμως δεν είναι επαναστατικός, αποβλέπει στην κατα­στροφή του Έθνους.»

Αντλεί τις δυνάμεις του από μιαν αστείρευτη πηγή: «Στηρί­ζομαι στο λαό και μόνο στο λαό.»

Τον Ιούλη, σε συνεργασία με τον Αντουάν είχε οργανώσει ήδη ένα επαναστατικό διευθυντήριο. Αλλά οι Γιρονδίνοι είναι καλά πληροφορημένοι για τις κινήσεις του, εφόσον πείθουν τη Νομοθετική να εκδώσει ένα ένταλμα σύλληψης ενάντια στον Ροβεσπιέρο και τον Αντουάν. Πήραν για απάντηση το τελεσί­γραφο προς τη Νομοθετική. Άμεση λαϊκή εξέγερση αν η Νο­μοθετική δεν ψηφίσει την καθαίρεση του βασιλιά μέχρι την 9η Αυγούστου. Στις 10 του Αυγούστου, η ανατροπή του θρόνου σήμανε και την ανατροπή του συμβιβασμού ανάμεσα στους αστούς και στους οπαδούς της συνταγματικής μοναρχίας.

Λίγες μέρες αργότερα, κάνοντας σύγκριση ανάμεσα στις με­θόδους και το περιεχόμενο της εξέγερσης της 14ης Ιούλη 1789 και της 10ης Αυγούστου 1792, ο Ροβεσπιέρος θα εξηγήσει το νόημα της πρόσφατης νίκης. Κατά τη γνώμη του, πρόκειται για μια νίκη των φτωχών στρωμάτων του λαού, των «χωρίς κιλό­τα», γιατί παρ' όλο που πρωτοστάτησαν στην εξέγερση της 14 του Ιούλη 1789, δεν είδαν την αποκατάσταση των δικαιωμάτων τους με το Σύνταγμα του 1791, που έφερε στην εξουσία την οικονομική ολιγαρχία. Έ τ σ ι , η νίκη της 10ης Αυγούστου είναι μια νίκη του Έθνους. Από εδώ κι εμπρός αρχίζει η δεύτερη φάση της Επανάστασης. Γιατί με τη 10η Αυγούστου κατέρρευ­σε οριστικά η ψευδαίσθηση κάποιου συμβιβασμού ανάμεσα στις επαναστατικές δυνάμεις και κάποιες από τις δυνάμεις που στήριζαν το Παλαιό Καθεστώς. Ήταν μια ψευδαίσθηση που καλλιέργησε επί τρία ολόκληρα χρόνια η αστική τάξη.

170

Ωστόσο, η εξέγερση της 10ης Αυγούστου δεν είναι πανάκεια. Οι Γιρονδίνοι παραμένουν μία ισχυρή δύναμη. Και πρώτα απ' όλα μία δύναμη κοινωνικού κύρους εξαιτίας του ανώτερου μορφωτικού επιπέδου τους και της οικονομικής άνεσης που τους χαρακτηρίζει. Είναι οι «καθώς πρέπει» κύριοι της πολιτι­κής. Έτσι έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι θα κερδίσουν τις εκλογές του Σεπτέμβρη.

Από την άλλη μεριά, μια μεγάλη μερίδα των Ιακωβίνων, πα­ρασυρμένοι και από τις δυνάμεις που συσπειρώνει η Κομμούνα, εκφράζουν όλο και μεγαλύτερες απαιτήσεις, με κίνδυνο να αποσπαστούν από τις μεγάλες λαϊκές μάζες, που δεν καταφέρ­νουν να τους παρακολουθήσουν. Η ηγεσία των Γιρονδίνων δεν πρόκειται να αφήσει την ευκαιρία ανεκμετάλλευτη, και ο Ρο­βεσπιέρος αντιλαμβάνεται γρήγορα τον κίνδυνο. Καταλαβαίνει ότι η παράταξή του έχει να κάνει ακόμη πολλά προς την κατεύ­θυνση της διαφώτισης των μαζών. Οι δυνάμεις του απέναντι στους πιο ριζοσπαστικούς είναι περιορισμένες. Δεν καταφέρ­νει, για παράδειγμα, να αποτρέψει τις σφαγές των υπόπτων φυ­λακισμένων το Σεπτέμβρη. Η αγωνία του είναι η συσπείρωση των λαϊκών, μικροαστικών αλλά και αστικών δυνάμεων, του συ­νόλου δηλαδή των «πατριωτών». Συνάμα τον απασχολεί ο τρό­πος υπεράσπισης των λαϊκών ελευθεριών απέναντι στην κοινο­βουλευτική αυθαιρεσία. Ψάχνει να βρει τους τρόπους που θα εμποδίσουν τους εκπροσώπους του λαού να βλάψουν τo Έθνος, σε περίπτωση που θα θελήσουν να προδώσουν. Κοντολογίς βά­ζει τα θεμέλια για ένα καινούργιο Σύνταγμα.

Στο μεταξύ πλησιάζει ο χρόνος των εκλογών, που για πρώτη φορά θα γίνουν με καθολική ψηφοφορία, παρά την εμπόλεμη κατάσταση. Ο Ροβεσπιέρος παλεύει για τον εκδημοκρατισμό του εκλογικού συστήματος. Το νέο σώμα εκπροσώπων θα πάρει το όνομα «Συμβατική» απομιμούμενο την ορολογία της Αμερι­κάνικης Δημοκρατίας.

Όργανό του για τη νίκη των Ιακωβίνων στις εκλογές είναι βέβαια η Κομμούνα του Παρισιού, η ασφαλιστική δικλίδα ελέγ­χου της πολιτικής εξουσίας. Παρά τις κατηγορίες των αντιπά­λων του, ο Ροβεσπιέρος δεν υποστήριξε ποτέ του ένα καθεστώς δικτατορίας της Κομμούνας του Παρισιού. Κι αυτό επειδή γνωρίζει πολύ καλά άτι η νίκη της 10ης Αυγούστου δεν έχει κανένα νόημα αν περιοριστεί στο Παρίσι. Έχει ανάγκη από τη συναίνεση των δημοκρατικών δυνάμεων ολόκληρης της χώρας.

171

Στο μεταξύ, από την επομένη της 10ης Αυγούστου, ο λαός απαιτεί από την υπό διάλυση Νομοθετική να πάρει δραστικά μέτρα ενάντια στους προδότες αντεπαναστάτες. Η αλήθεια εί­ναι ότι, εδώ και τρία χρόνια, η Επανάσταση δεν απόκτησε ποτέ κάποιο ειδικό όργανο για την τιμωρία των προδοτών. Η Νομο­θετική υποχωρεί και ψηφίζει τη σύσταση ενός Έκτακτου Στρα­τοδικείου για την τιμωρία της ελβετικής φρουράς, που τόλμησε να στρέψει τα όπλα της ενάντια στο λαό, τις πρωινές ώρες της 10ης Αυγούστου.

Από το βήμα της Κομμούνας, στις 15 του Αυγούστου, ο Ρο­βεσπιέρος καταγγέλλει το μέτρο σαν φανερή υποκρισία. Το θέ­μα, κατά τη γνώμη του, δεν είναι να τιμωρηθούν τα εκτελεστικά όργανα της αυλής, οι Ελβετοί μισθοφόροι, αλλά οι πραγματικοί εγκέφαλοι της προδοτικής συνωμοσίας, όπως ο Λαφαγιέτ, για παράδειγμα.

Μετά τον τρόμο που ενέπνευσε η λαϊκή εξέγερση της 10ης Αυγούστου, η αντίδραση άρχισε και πάλι να ανασυντάσσεται, κι έτσι στα τέλη του Αυγούστου είναι ήδη έτοιμη να περάσει στην αντεπίθεση. Ο Νταντόν, για να αποδιοργανώσει την αντί­δραση, πετυχαίνει την έγκριση των «επισκέψεων κατ' οίκον». Τρεις χιλιάδες αντιδραστικοί συλλαμβάνονται και κλείνονται στις φυλακές. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για συνωμότες που περίμεναν την είσοδο των Πρώσων στο Παρίσι και στο μεταξύ κερδοσκοπούσαν με την υποτίμηση του ασινιάτου. Οι εκκαθα­ρίσεις στο Παρίσι ανταποκρίνονται στην επιθυμία των «χωρίς κιλότα». Στην Επιτροπή Ασφαλείας, από τις 31 του Αυγούστου, συμμετέχει και ο Μαρά.

Ο Ροβεσπιέρος ωστόσο προσπαθεί να διακρίνει την πορεία των εξελίξεων πέρα από τα πρόσφατα γεγονότα αντεκδικήσεων, και την ίδια μέρα, στις 31 του Αυγούστου, στην Κομμούνα, επισημαίνει την ανάγκη μιας μόνιμης επαφής της επαναστατι­κής ηγεσίας με το λαό.

«Πρέπει όλοι να αποσυρθούμε στις περιφέρειές μας, να εκθέ­σουμε την κατάσταση στο λαό, να ζητήσουμε τη γνώμη του για τη συμπεριφορά μας, να του αποθέσουμε στα χέρια του την εξουσία που μας παρέδωσε, κι αν κρίνει ότι πρέπει να συνεχί­σουμε, τότε πρέπει να του ζητήσουμε τα μέσα για να παραμεί­νουμε μέχρι θανάτου στις θέσεις μας.»

Στις αρχές του Σεπτέμβρη 1792 το κλίμα είναι βαρύ. Παρά-

172

ξένες και ανησυχητικές φήμες κυκλοφορούν στο Παρίσι. Ο Ροβεσπιέρος φοβάται μήπως οι εξελίξεις οδηγήσουν τους Γι­ρονδίνους στην προδοσία. Ο εχθρός προελαύνει ενώ γίνονται οι ετοιμασίες για τις εκλογές. Τελικά ο Ροβεσπιέρος εκλέγεται σαν πρώτος εκπρόσωπος του Παρισιού. Μαζί του και ο Σεν-Ζιστ και ο Μαρά. Στις 20 του Σεπτέμβρη γίνεται η έναρξη των εργα­σιών του νέου σώματος, της Συμβατικής. Το πρώτο ψήφισμα είναι καθεστωτικό. Η Γαλλία από εκείνη τη μέρα παύει να εί­ναι Βασίλειο και γίνεται Δημοκρατία. Πρόκειται για την επι­σημοποίηση της νίκης της 10ης Αυγούστου.

Σαν αρχηγός της παράταξης των Ορεινών, ο Ροβεσπιέρος συσπειρώνει στη Συμβατική γύρω από τους Ιακωβίνους όλα τα ριζοσπαστικά στελέχη του επαναστατικού κινήματος, και ήδη ετοιμάζει τις επιθέσεις του ενάντια στους Γιρονδίνους. Τις επόμενες μέρες του Σεπτέμβρη οι Γιρονδίνοι περνούν στην αντεπίθεση απευθύνοντας ανοιχτές κατηγορίες προς τον Ροβε­σπιέρο και τον Μαρά. Όλος ο Οκτώβρης πέρασε μ' αυτή τη διαμάχη, και στις 5 του Νοέμβρη, ο Ροβεσπιέρος από τη θέση του κατηγορούμενου κάνει στην ουσία τη δίκη των αντιπάλων του. Οι κύριοι κατήγοροι, Λουβέ και Ρολάν, εξευτελίζονται. Η επιχειρηματολογία της «νομιμότητας» είναι ο στόχος των μύ­δρων του Ροβεσπιέρου:

«Όλα αυτά (όπως η 10η Αυγούστου) ήταν παράνομα. Όπως παράνομη ήταν και η Επανάσταση. Όπως παράνομη ήταν και η συντριβή του θρόνου και η άλωση της Βαστίλλης. Εξίσου παράνομη ήταν και η λευτεριά. Μήπως τελικά θέλετε μιαν Επανάσταση χωρίς Επανάσταση;»

Η Συνέλευση, αθωώνοντας πανηγυρικά τον Ροβεσπιέρο, υιο­θετεί την ιακωβίνικη αντίληψη της επαναστατικής πολιτικής. Η επόμενη μάχη θα δοθεί γύρω από το ζήτημα της δίκης του Λουδοβίκου.

Στα δικονομικά επιχειρήματα των Γιρονδίνων, ο Ροβεσπιέ­ρος και ο Σεν-Ζιστ αντιτάσσουν την πολιτική αναγκαιότητα της απαλλαγής της Γαλλίας από τον πρώην μονάρχη.

«Εδώ δεν τίθεται θέμα να γίνει μια δίκη. Ο Λουδοβίκος δεν είναι κατηγορούμενος κι εσείς δεν είστε δικαστές. Εσείς είστε μόνον οι εκπρόσωποι του Έθνους. Δεν καλείστε λοιπόν να δι­κάσετε και να επιβάλετε κάποια ποινή. Αλλά να υιοθετήσετε ένα μέτρο για τη δημόσια σωτηρία.»

Κατά την άποψη του Ροβεσπιέρου, η καταδίκη του Λουδοβί-

173

κου είναι μια πολιτική πράξη που από αυτήν εξαρτάται η πο­ρεία της Επανάστασης. Έτσι, επανέρχεται στις 3 του Δεκέμ­βρη, λέγοντας:

«Ο Λουδοβίκος δεν μπορεί να δικαστεί. Έχει ήδη καταδικα­στεί, γιατί διαφορετικά δεν έχουμε Δημοκρατία. Ο Λουδοβίκος πρέπει να πεθάνει επειδή η πατρίδα πρέπει να ζήσει.»

Το κεφάλι του Λουδοβίκου του 16ου πέφτει στις 20 του Γενά­ρη 1793. Μαζί του κόβονται και οι γέφυρες επιστροφής στο Παλαιό Καθεστώς με την οποιαδήποτε «βελτιωμένη» μορφή. Από την επομένη, η νεοσύστατη Γαλλική Δημοκρατία οφείλει να απασχοληθεί με άλλα, σοβαρότερα προβλήματα. Το οικο­νομικό είναι και το κυριότερο.

Ήδη, οι λαϊκές μάζες, απαλλαγμένες από τις προκαταλήψεις του παρελθόντος, υιοθετούν προθυμότερα την ιδέα της εξάλει­ψης των ακραίων ανισοτήτων της ιδιοκτησίας. Ο Ροβεσπιέρος είναι οπαδός μιας μετριοπαθούς πολιτικής απέναντι στο θέμα της ιδιοκτησίας, και η σκέψη του εμπνέεται περισσότερο από ιδεαλιστικές απόψεις, παρά από οικονομικές γνώσεις. Αποβλέ­πει από τη μια μεριά να υπερασπιστεί, κι από την άλλη να πε­ριορίσει το δικαίωμα της ιδιοκτησίας. Γράφει σχετικά:

«Τα όσα είναι αναγκαία για την επιβίωση του ανθρώπου εί­ναι εξίσου ιερά με τη ζωή του. Ό λ α όσα είναι αναγκαία για να διατηρήσουν τον άνθρωπο στη ζωή αποτελούν μια κοινή ιδιο­κτησία του συνόλου της κοινωνίας... Κάθε εμπορική αισχρο­κέρδεια, που γίνεται σε βάρος της ζωής του συνανθρώπου μου, δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν τίμιο εμπόριο, αλλά ληστεία και αδελφοκτονία...»

Ο ιδεαλιστής Ροβεσπιέρος θέλει να πιστεύει ότι μπορεί να εξασφαλίσει σε όλα τα μέλη της κοινωνίας το μερίδιο των καρπών της γης που τους είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση της ύπαρξής τους. Οι αντιλήψεις του εκφράζονται με τις ειση­γήσεις του που ψηφίζονται από τη Συμβατική. Αλλά τα ψηφί­σματα αυτά εμπεριέχουν τη ρίζα της αντίφασης που θα φέρει και την τελική συντριβή του.

Με τον ίδιο ιδεαλιστικό τρόπο, ο Ροβεσπιέρος προσπαθεί να διατηρήσει την ενότητα του επαναστατικού κινήματος συσπει­ρώνοντας γύρω του τους «χωρίς κιλότα», αλλά και τους μικρο­αστούς και τους αστούς. Του είναι αδύνατο να δει τα πράγματα από οικονομική άποψη, και πιστεύει στην κάθαρση της κοινω-

174

νίας από τα αντεπαναστατικά στοιχεία ανεξαρτήτως ταξικής προέλευσης. Συγκλονίζεται από τη δυστυχία του πεινασμένου λαού, αλλά δεν μπορεί να απαλλαγεί από τις μικροαστικές ιδεα­λιστικές καταβολές του. Εχθρεύεται τους Γιρονδίνους επειδή τους θεωρεί προδότες της Επανάστασης, κι όχι επειδή ανήκουν σε άλλη κοινωνική τάξη.

Ό λ η η επαναστατική δράση του Ροβεσπιέρου αναπτύσσεται μέσα στα πλαίσια της Συμβατικής. Κι αυτό επειδή η Συμβατική εκείνη την εποχή δεν είχε καμία σχέση με ένα σύγχρονο Κοι­νοβούλιο. Η Συμβατική ήταν στην ουσία η ίδια η κυβέρνηση της Γαλλίας και το μοναδικό κέντρο εξουσίας, εφόσον αυτή διευθύνει, κυβερνά και κατευθύνει την Επανάσταση. Η όποια πολιτική ενέργεια του Ροβεσπιέρου εκτός Συμβατικής πραγμα­τώνεται πάντα σε σχέση με τη Συμβατική. Είναι αδύνατο να διεξαχθεί διαφορετικά ο πολιτικός αγώνας. Πρόκειται δηλαδή για μια νόμιμη πολιτική δράση στα πλαίσια της επαναστατικής νομιμότητας, όσο κι αν αμφέβαλλαν για την τελευταία οι Γιρον­δίνοι. Το ιδιαίτερο όμως χαρακτηριστικό της πολιτικής δρά­σης του Ροβεσπιέρου είναι η μόνιμη επίκληση της επαναστα­τικής νομιμότητας. Κι αυτό το χαρακτηριστικό τον καταξιώνει στα μάτια της ιστορίας. Για τη σκέψη του, η διαρκής και μόνι­μη παρέμβαση του λαού στις πολιτικές εξελίξεις εντάσσεται μέσα στα πλαίσια του πολιτικού συστήματος. Ό σ ο κι αν φαί­νεται φυσικό αυτό σήμερα, στην ουσία, το οφείλουμε στον Ρο­βεσπιέρο. Και το οφείλουμε ως προς τη διατύπωση, γιατί η πρακτική της λαϊκής παρέμβασης είναι αυτή που ωρίμασε τη ροβεσπιερική πολιτική σκέψη.

Έχοντας υπόψη λοιπόν, από τη μια μεριά το πλαίσιο της επαναστατικής νομιμότητας που εκφράζεται για τον Ροβεσπιέ­ρο από τη Συμβατική, κι από την άλλη τον μικροαστικό ιδεα­λισμό του, μπορούμε να κατανοήσουμε και τη στάση του απέ­ναντι στα επεισόδια του χειμώνα του 1793, λίγες βδομάδες μετά τον αποκεφαλισμό του Λουδοβίκου.

Μάζες πεινασμένων διαδηλωτών ξεσηκώνονται, κι αντί να εκφράσουν τα αιτήματά τους στη Συμβατική, παραβιάζουν και ληστεύουν τους φούρνους για να προμηθευτούν το ψωμί που τους έλειπε. Ούτε στιγμή δεν πέρασε από το νου του Ροβεσπιέ­ρου ο οικονομικός χαρακτήρας των επεισοδίων. Κατά τη γνώ­μη του, τα επεισόδια υποκινήθηκαν από τους αντεπαναστάτες. Έτσι κατηγορεί ανοιχτά σαν υποκινητές τους Γιρονδίνους,

175

γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να δεχθεί «από αριστερά» — όπως θα λέγαμε σήμερα — επιθέσεις από τον Τύπο των Γιρον­δίνων. Αγανακτισμένοι Ιακωβίνοι αντιδρούν και σπάνε τα τυ­πογραφεία των Γιρονδίνων. Σαν λύση στο αδιέξοδο ο Ροβεσπιέ­ρος προτείνει να ενισχυθεί η εξουσία της επαναστατικής δια­κυβέρνησης. Στις 12 του Μάρτη αποφασίζεται η σύσταση επιτροπών επίβλεψης σε κάθε συνοικία και κάθε διοικητικό δια­μέρισμα. Η Συμβατική ψηφίζει νέες «επισκέψεις κατ' οίκον», ενώ στα μέτωπα οι στρατιωτικές ήττες πολλαπλασιάζονται. Τον ίδιο μήνα, ο στρατηγός Ντιμουριέ, συνωμοτεί με τους Γιρονδί­νους, λιποτακτεί και περνά με το μέρος του εχθρού.

Στις 3 του Απρίλη, μετά την ολοφάνερη προδοσία της στρα­τιωτικής ηγεσίας, ο Ροβεσπιέρος ξεσπαθώνει:

«Είναι πια καιρός να σταματήσει η κωμωδία.» Εξωθεί τη Συμβατική να πάρει επαναστατικά μέτρα και απει­

λεί να παραιτηθεί: «Πώς μπορώ να είμαι μέλος μιας επιτροπής που μοιάζει πε­

ρισσότερο σαν συμβούλιο του προδότη Ντιμουριέ παρά με μια επιτροπή της Εθνικής Συμβατικής Συνέλευσης;»

Ο αγώνας του ενάντια στους Γιρονδίνους προχωρεί στο απο­κορύφωμά του. Η Συμβατική διστάζει ακόμη να παραδώσει την εξουσία στον Ροβεσπιέρο και στους Ιακωβίνους. Στις 18 του Μάη 1793, ανανεώνεται η Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας και τα καινούργια μέλη είναι όλα Γιρονδίνοι. Οι εξελίξεις επιταχύ­νονται. Στις 26 του ίδιου μήνα, ο Ροβεσπιέρος στρέφεται και πάλι προς το λαό:

«Όταν ο λαός καταπιέζεται, όταν δεν έχει καμία άλλη ελπί­δα εκτός από τον εαυτό του, θα ήταν προδότης όποιος δεν θα τον συμβούλευε να ξεσηκωθεί.»

Τη νύχτα της 27 προς 28 του Μάη, η Συμβατική καταργεί τη Γιρονδίνικη Επιτροπή, αλλά το επόμενο πρωί οι Γιρονδίνοι την επαναφέρουν. Στις 31 του Μάη, εκδηλώνεται η καλύτερα και μεθοδικότερα οργανωμένη εξέγερση της Γαλλικής Επανάστα­σης. Κάτω από τον όγκο της λαϊκής πίεσης, η Συμβατική αναγκάζεται να υποχωρήσει, και τελικά ψηφίζει την καθαίρεση και τη σύλληψη της ηγεσίας των Γιρονδίνων.

Ο δρόμος πλέον είναι ανοιχτός για την εγκαθίδρυση της εξουσίας των Ιακωβίνων. Η καθαίρεση των Γιρονδίνων είναι η μεγάλη νίκη της πολιτικής του Ροβεσπιέρου. Από την επομένη

176

προσπαθεί με κάθε τρόπο να αξιοποιήσει τη νίκη του. Συνεπής στις αρχές του, τις αρχές της επαναστατικής επαγρύπνησης, προσπαθεί να εκτιμήσει σωστά όλες τις όψεις των εξελίξεων. Ξέρει πολύ καλά πού Βρίσκεται το κλειδί για την επιτυχία της Επανάστασης: «Χρειάζεται ενιαία βούληση. Ο εσωτερικός κίν­δυνος προέρχεται από την αστική τάξη. Για να νικηθεί η αστι­κή τάξη ο λαός πρέπει να είναι ενωμένος. Ο λαός πρέπει να ενωθεί με τη Συμβατική, και η Συμβατική πρέπει να υπηρετεί το λαό.»

Με βάση αυτή την αρχή συντάσσεται το Σύνταγμα του 1793, που ψηφίστηκε στις 24 του Ιούνη, αλλά δεν πρόλαβε να μπει ποτέ σε εφαρμογή. Οι συνθήκες για την ώρα απαγόρευαν την εφαρμογή του Συντάγματος. Ο Ροβεσπιέρος είναι σαφής:

«Ο σκοπός της συνταγματικής διακυβέρνησης είναι να δια­τηρήσει τη Δημοκρατία. Ο σκοπός της επαναστατικής διακυ­βέρνησης είναι να τη θεμελιώσει.»

Πρέπει να τελειώσει ο πόλεμος, πρέπει να χτιστεί το οικοδό­μημα της Δημοκρατίας. Αυτή είναι η αγωνία του Ροβεσπιέρου. Για την ώρα, όσο συνεχίζεται ο πόλεμος, η χώρα θα κυβερνιέ­ται δικτατορικά, αλλά η ουσία της επαναστατικής δικτατορίας θα είναι δημοκρατική. Αυτή είναι η μόνη λύση που μπορεί να υιοθετήσει παραμένοντας πιστός στις αρχές του. Η επαναστα­τική τρομοκρατία είναι απαραίτητη για την κάθαρση, και η κά­θαρση δεν μπορεί να γίνει χωρίς τη συμμετοχή των «χωρίς κι­λότα».

Η πρακτική ωστόσο απέχει από τις ιδεαλιστικές επιδιώξεις. Τα πράγματα εξελίσσονται αργά, πολύ αργά, για τον ανυπόμο­νο πλέον λαό. Μόλις στις 8 του Ιούλη 1793, ένα σχετικά μετριο­παθές κείμενο του Σεν-Ζιστ ξεκινά τη διαδικασία της καταδί­κης μιας μικρής μερίδας της ηγεσίας των Γιρονδίνων. Ο επα­ναστατικός τρομοκρατικός μηχανισμός μπαίνει αργά σε λει­τουργία. Το όργανο που κινεί τις διαδικασίες είναι η Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας. Στις 10 του Ιούλη η σύσταση της Επιτρο­πής ανανεώνεται. Ανάμεσα στα 12 μέλη της εκλέγεται ο Ροβε­σπιέρος, ο Σεν-Ζιστ και ο Κουτόν. Μόνον αυτοί οι τρεις είναι οπαδοί των ιδεών του Ρουσό και υποστηρίζουν την επαναστα­τική τρομοκρατία. Τα άλλα εννιά μέλη είναι άνθρωποι με πρα­κτικές μετριοπαθείς αντιλήψεις. Στην ιστορία, αυτή η επιτροπή έμεινε με το όνομα «Μεγάλη Επιτροπή» και κυβέρνησε τη

177

Γαλλία για έναν περίπου χρόνο. Παρά τα όσα έχουν γραφτεί από τις αστικές πένες, οι εξουσίες της Μεγάλης Επιτροπής δεν υπήρξαν ποτέ απόλυτες. Κάθε της ενέργεια βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο της Συμβατικής. Κατά συνέπεια, η ευθύνη για τις πολιτικές εξελίξεις στο διάστημα των επόμενων έντεκα μη­νών ανήκει συλλογικά στη Συμβατική, και σε καμία περίπτωση αποκλειστικά στον Ροβεσπιέρο, όπως συχνά τον έχουν κατη­γορήσει. Από την άποψη της καθημερινής πρακτικής, η διακυ­βέρνηση ανήκε περισσότερο στα εννέα μετριοπαθή μέλη της Μεγάλης Επιτροπής παρά στους Ροβεσπιέρο, Σεν-Ζιστ και Κουτόν. Στην ουσία, η συμβολή του Ροβεσπιέρου στη Μεγάλη Επιτροπή ήταν η μεγάλη του δημοτικότητα και η φήμη του σαν «αδιάφθορου» πολιτικού άντρα, που ανταποκρινόταν πέρα για πέρα στην αλήθεια. Ο Ροβεσπιέρος άλλωστε ήταν αυτός που έδινε συστηματικά λόγο για τις ενέργειες της Επιτροπής στη Συμβατική και στο λαό. Και η ουσιαστική του διαφορά με τα υπόλοιπα μέλη της Επιτροπής ήταν ότι ενώ εκείνοι έβλεπαν την επαναστατική τρομοκρατία σαν μέσο για τη λύτρωση της χώρας από τα δεινά του πολέμου και την εσωτερική δράση της αντεπανάστασης, ο Ροβεσπιέρος την εξιδανίκευε και τη θεωρού­σε σαν το όργανο για τη θεμελίωση του ιδανικού κράτους του Ρουσό, που θα λειτουργούσε σύμφωνα με το Σύνταγμα του 1793.

Για όσους διατηρούσαν ακόμη τις επιφυλάξεις τους, η είσο­δος στον πόλεμο και της Αγγλίας αποτέλεσε το τελευταίο χτύ­πημα στην πολιτική που τήρησαν οι Γιρονδίνοι. Όλες οι προ­βλέψεις του Ροβεσπιέρου επαληθεύονται. Ο Ροβεσπιέρος θα παραμείνει για ένα χρόνο το κεντρικό πρόσωπο της πολιορκη­μένης από παντού Επανάστασης. Σε αντίθεση με τους συνεργά­τες του, ο ίδιος δεν ανέλαβε καμία «αποστολή». Θεωρεί ότι η αποστολή του είναι να παραμένει στο Παρίσι. Άλλωστε δεν φοβάται τους ξένους εισβολείς. Είναι σίγουρος ότι στα μέτωπα του πολέμου η Επανάσταση θα νικήσει, αν υπάρχει στο Παρίσι μια σωστή διακυβέρνηση. Σε τελική ανάλυση οι στρατιωτικές νίκες τον αφήνουν αδιάφορο. Η ουσία της Επανάστασης τον ενδιαφέρει. Οι στρατιωτικές νίκες είναι υπόθεση των στρατη­γών. Ο Ροβεσπιέρος αποβλέπει στην αξιοποίηση των εξελίξεων στα μέτωπα προς όφελος της Επανάστασης. Αυτόν το ρόλο ανα­θέτει στον εαυτό του.

Κατά τη γνώμη του, κάθε ήττα στα μέτωπα, αλλά και κάθε

178

νίκη, αντιπροσωπεύουν έναν κίνδυνο για την Επανάσταση. Κά­θε μεταγενέστερος επαναστάτης οφείλει πολλά σ' αυτή τη συγκεκριμένη αντίληψη που προσφέρει η ροβεσπιερική σκέ­ψη. Πάνω σ' αυτό το θέμα, ο Μπαρέρ έγραψε ότι ο Ροβεσπιέ­ρος «δεν αγαπούσε τις στρατιωτικές νίκες». Όλο το μεγαλείο της πολιτικής σκέψης του, αλλά και όλο το προσωπικό του δράμα βρίσκεται σ' αυτό ακριβώς το σημείο. Αντιλαμβάνεται ότι όσο πολλαπλασιάζονται οι νίκες του επαναστατικού στρα­τού, τόσο η πολιτική διάσταση της Επανάστασης του διαφεύ­

γει. Πρόθεσή του είναι να βγάλει την Επανάσταση από τη φι-δοφωλιά του πολέμου, ώστε να επιδοθεί απερίσπαστος στην οι­κοδόμηση της Δημοκρατίας. Ονειρεύεται μια ιδανική κοινω­νία, όπου να μην έχει καμία θέση η αριστοκρατία του πλούτου. Γι' αυτόν το λόγο, όταν προς τα τέλη του 1793 αρχίζουν να πολλαπλασιάζονται οι νίκες στα μέτωπα, ο Ροβεσπιέρος σχο­λιάζει κάθε νίκη από την προοπτική της Δημοκρατίας. Υπεν­θυμίζει ότι ο πόλεμος — ανεξάρτητα από την έκβασή του — τροφοδοτεί και παχαίνει την αριστοκρατία του πλούτου. Ο πό­λεμος διαφθείρει τις συνειδήσεις, αμβλύνει την πολιτική ορθο­κρισία και θέτει εμπόδια στην κοινωνική επανάσταση του φτωχού.

Αναλαμβάνοντας τα καθήκοντα του επικεφαλής της Μεγά­λης Επιτροπής, ο Ροβεσπιέρος εξηγεί στους Ιακωβίνους ότι οι προσπάθειες της εξουσίας οφείλουν να στραφούν προς δύο πα­ράλληλες κατευθύνσεις: τη διασφάλιση της τροφοδοσίας των πόλεων και την υιοθέτηση των λαϊκών αιτημάτων. Πράγματι, με τα μέτρα που παίρνει η Επιτροπή, η απειλή της πείνας αντι­μετωπίζεται τόσο στο Παρίσι όσο και στις άλλες γαλλικές με­γαλουπόλεις. Η διαχείριση όμως δεν είναι εύκολη υπόθεση και οι ελλείψεις στην αγορά παραμένουν.

Τον Αύγουστο του 1793, ο Ροβεσπιέρος κάνει μια γενναία προσπάθεια για να σφυρηλατήσει την ενότητα της Επιτροπής, και συνάμα να θέσει τη Συμβατική επικεφαλής του επαναστα­τικού κινήματος. Ο πόλεμος είναι η μεγάλη πληγή. Αναθέτει τη διεξαγωγή του στον Καρνό, κάτω από την αυστηρή επαγρύ­πνηση του νεαρού Σεν-Ζιστ. Στο μεταξύ, στη Λέσχη των Ιακω­βίνων, δέχεται τις επιθέσεις του Εμπέρ. Με έναν έξυπνο πολι­τικό χειρισμό, υιοθετεί τα αιτήματα των οπαδών του Εμπέρ, αλλά συνάμα αρνείται να μεταβάλει τη σύνθεση της Επιτρο-

179

πής. Από την άλλη μεριά βρίσκεται μόνιμα αντιμέτωπος με τη μετριοπάθεια των μελών της Συμβατικής. Σαν μόνη λύση βρί­σκει την ενίσχυση των εξουσιών της Επιτροπής διασφαλισμέ­νη από τη λαϊκή συναίσθηση.

Το φθινόπωρο του 1793, η πολιτική του Ροβεσπιέρου αρχίζει να αποδίδει καρπούς. Για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης οργανώνει ένα τεράστιο σύστημα ελέγχου των συναλ­λαγών και των αποθεμάτων. Έτσι, ο πληθυσμός των πόλεων γλιτώνει από την πείνα, ενώ η αισχροκέρδεια χτυπιέται αλύπη­τα. Για πρώτη — και τελευταία — φορά στην ιστορία της Επα­νάστασης, από το Σεπτέμβρη του 1793 έως τον Απρίλη του 1794, σταματά η υποτίμηση του ασινιάτου.

Η σωστή διαχείριση των οικονομικών και η σοφή επίβλεψη των στρατιωτικών απόδωσαν χειροπιαστούς καρπούς στα μέ­τωπα. Το φθινόπωρο του 1793, οι νίκες στα μέτωπα ακολουθούν η μια την άλλη. Ο στρατός αποδίδει εφόσον είναι φροντισμέ­νος και η εσωτερική δράση των προδοτών έχει εξουθενωθεί. Ο Ροβεσπιέρος δίνει μια πλήρη εικόνα της κατάστασης στις 25 του Σεπτέμβρη:

«Έχουμε να διευθύνουμε έντεκα στρατιές, έχουμε να αντιμε­τωπίσουμε όλο το βάρος της Ευρώπης, έχουμε να αποκαλύψου­με παντού προδότες, πράκτορες πληρωμένους με το χρήμα των ξένων δυνάμεων, έχουμε να επιβλέψουμε έναν παραδόπιστο διοι­κητικό μηχανισμό, έχουμε να υπερβούμε χιλιάδες εμπόδια, έχου­με την υποχρέωση να πάρουμε για κάθε περίσταση σοφά μέτρα, έχουμε να πολεμήσουμε όλους τους τυράννους, έχουμε να αντι­μετωπίσουμε όλους τους συνωμότες. Αν λοιπόν αυτοί που μας κατακρίνουν καταφέρουν να αποδείξουν ότι η Επιτροπή δεν αποτελείται από καλούς πολίτες, τότε η λευτεριά έχει χαθεί, γιατί αναμφίβολα η φωτισμένη κοινή γνώμη μόνο σε τέτοιους ανθρώπους πρέπει να δείξει την εμπιστοσύνη της και να αποθέ­σει στα χέρια τους τα ηνία της εξουσίας.»

Από τα τέλη του Σεπτέμβρη διευρύνονται οι εξουσίες της Επιτροπής. Η επαναστατική τρομοκρατία στρέφεται ενάντια στους αντεπαναστάτες. Στη φοβερή του αναφορά στις 10 του Οκτώβρη, ο Σεν-Ζιστ βάζει το δάχτυλο στην πληγή:

«Οι νόμοι μας είναι επαναστατικοί, αυτοί που τους εκτελούν δεν είναι!»

Κατά συνέπεια, η επαναστατική τρομοκρατία είναι το μόνο 180

μέσο για να λειτουργήσουν και να αποδώσουν οι επαναστατι­κές αποφάσεις.

«Πρέπει να κυβερνηθούν με τα σίδερα αυτοί που δεν μπορούν να κυβερνηθούν με τη δικαιοσύνη. Πρέπει να καταπιεστούν οι τύραννοι.»

Αυτή την εποχή αρχίζει πραγματικά αυτό που έμεινε στην ιστορία σαν Μεγάλη Τρομοκρατία. Πρώτη στην γκιλοτίνα ανε­βαίνει η Μαρία Αντουανέτα, κι ακολουθούν οι ηγέτες της παρά­ταξης του Λαφαγιέτ, οι ηγέτες της παράταξης των Γιρονδίνων, οι στρατηγοί.

Ο Σεν-Ζιστ, σε συνεννόηση με τον Ροβεσπιέρο, δηλώνει: «Οφείλετε να τιμωρήσετε όχι μόνον τους προδότες αλλά και

τους αδιάφορους.»

Ο γενικός απολογισμός της Μεγάλης Τρομοκρατίας είναι μάλλον μέτριος. Γιατί έκανε λιγότερα από τα όσα ζητούσαν οι «χωρίς κιλότα», αλλά και περισσότερα από όσα επιδίωκαν οι μετριοπαθείς κεντρώοι. Ο Ροβεσπιέρος δεν κρύβει τις προθέ­σεις του απέναντι στους προδότες της Επανάστασης:

«Θέλω να σας κάνω να φοβάστε την Επαναστατική Εξουσία. Θέλω να σας κάνω να φοβάστε την Εθνική Δικαιοσύνη. Κι εγώ λέω ότι αυτή τη στιγμή όποιος φοβάται είναι ένοχος. Γιατί η αθωότητα δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από τη Δημόσια Επίβλε­ψη...»

Το Μάη του 1794, με εισήγηση του Ροβεσπιέρου, η Συμβατι­κή ψηφίζει την απόφαση που λέει ότι: «ο γαλλικός λαός ανα­γνωρίζει την ύπαρξη του Υπέρτατου Όντος και την αθανασία της ψυχής». Έχει προηγηθεί ο αποκεφαλισμός των οπαδών του Εμπέρ, του Σομέτ, ακόμη και του αμφιλεγόμενου Νταντόν. Αποκομμένος από τη λαϊκή βάση, ο ιακωβινισμός αναζητά ιδεολογικά στηρίγματα στη «δημοκρατική» μεταφυσική. Ο ίδιος ο Ροβεσπιέρος αντιτάχθηκε στον βίαιο αποχριστιανισμό της γαλλικής κοινωνίας. Εκφράζει την άποψη, ότι η «αθεΐα» είναι αριστοκρατική. Ο λαός, κατά τη γνώμη του, πιστεύει σε ένα αγαθό Υπέρτατο Ον που τιμωρεί τους άδικους και δικαιώνει τους αδικημένους. Κι όταν επιτέλους νιώθει να τον πνίγουν τα σκοτάδια της μεταφυσικής, ομολογεί με απέραντη ειλικρίνεια:

«Κι αν η ύπαρξη του Θεού, κι αν η αθανασία της ψυχής, δεν ήσαν παρά μόνον όνειρα, ακόμη και τότε, θα αποτελούσαν την ωραιότερη από τις συλλήψεις του ανθρώπινου πνεύματος.»

181

Ο μικροαστικός ιδεαλισμός του Ροβεσπιέρου αποκαλύπτεται σε όλη του την έκταση το Μάη του 1794.

«Στην ουσία της η αθεΐα είναι αντεπαναστατική.» Οι αντιφάσεις του ιακωβινισμού προβάλλουν πλέον ολοφά­

νερες. Γιατί ο ιακωβινισμός δεν εξέφρασε ποτέ μια κοινωνική τάξη με τη σημερινή έννοια. Όλη του η πολιτική πορεία υπήρξε μια ακροβασία ανάμεσα στις επιδιώξεις της αστικής τά­ξης και τα αιτήματα των «χωρίς κιλότα». Έτσι αναγκάστηκε να στήσει το ιδεολογικό του οικοδόμημα από την κορυφή και όχι από τα θεμέλια. Η έννοια του Υπέρτατου Όντος του φάνη­κε πρόσφορη. Μάλλον του ήταν αναγκαία. Αλλά στο πολιτικό στάδιο, από αυτή τη στιγμή κι έπειτα, ο ιακωβινισμός καταντά ουτοπικός. Και η αστική τάξη δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη.

Στις 8 του Ιούνη, ο Ροβεσπιέρος, περισσότερο σαν «αρχιε­ρέας» και λιγότερο σαν πρόεδρος της Συμβατικής Εθνοσυνέλευ­σης του γαλλικού λαού, μπαίνει επικεφαλής της πομπής για τη μεγαλόπρεπη γιορτή προς τιμή του Υπέρτατου Όντος.

Η μεγάλη δημοτικότητα και το ηθικό κύρος ήταν η μεγάλη συμβολή του Ροβεσπιέρου στη σύνθεση της Επιτροπής. Αλλά τα μετριοπαθή μέλη της Επιτροπής δεν του παραδώσαν ποτέ στα χέρια την πραγματική εξουσία. Οι δυνάμεις της πλουτο­κρατίας καιροφυλακτούσαν. Όταν με εισήγηση του Κουτόν αναστέλλονται οι δικονομικοί περιορισμοί και το Επαναστατι­κό Δικαστήριο στέλνει μέσα σε ένα μήνα 1.300 άτομα στην γκιλοτίνα, τα μέλη της Επιτροπής φορτώνουν πρόθυμα τις υπερβάσεις της εξουσίας στη ράχη του Ροβεσπιέρου. Κι εκεί­νος ζητά χρονικά περιθώρια για να ετοιμάσει την απολογία του. Η αντίδραση εκμεταλλεύεται την απουσία του και κερδίζει έδαφος στη Συμβατική. Μάταια τον προειδοποιούν για τους κινδύνους οι προσηλωμένοι στην ακεραιότητα του χαρακτήρα του Ιακωβίνοι.

Στις 26 του Ιούλη, ο Ροβεσπιέρος ανεβαίνει επιτέλους στο βήμα της Συμβατικής. Ζητά τον περιορισμό της τρομοκρατίας, την ενίσχυση της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας και την ανα­διοργάνωση της Επιτροπής Γενικής Ασφαλείας. Από τα μέλη της τελευταίας είχε δεχθεί και τις περισσότερες επιθέσεις. Συ­νοδεύει το λόγο του με ένα πλήθος από απειλές. Τρομοκρατημέ­νη η Συμβατική ψηφίζει αμέσως την πρότασή του. Στη συνέ-

182

χεια όμως, ανεβαίνουν στο βήμα ο Καμπόν και ο Μπιλό που πείθουν το σώμα να αναθεωρήσει την απόφασή του.

Η συνεδρίαση της επόμενης μέρας, 27 του Ιούλη 1794, ή 9 Θερμιδώρ, σύμφωνα με το επαναστατικό ημερολόγιο, συσπεί­ρωσε τα πλέον αντιφατικά συμφέροντα σε βάρος του Ροβεσπιέ­ρου. Από τη μια μεριά οι δολοπλοκίες μιας μερίδας των Ιακω­βίνων. Από την άλλη ο φόβος εκείνων που πίστευαν ότι σύντο­μα θα έρθει η σειρά τους να ανέβουν στην γκιλοτίνα. Και κο­ντά σ' αυτούς, οι πρώην οπαδοί του Νταντόν, που ζητούσαν την εκδίκηση του ηγέτη τους. Άλλωστε η αγανάκτηση για την τρομοκρατία θα μπορούσε να εκτονωθεί με την εκτέλεση του θεωρητικού ηγέτη της. Ο συσχετισμός των δυνάμεων είχε ανα­τραπεί από τη στιγμή που συρρικνώθηκε η λαϊκή βάση των Ιακωβίνων. Η αντίδραση, με το προσωπείο των μετριοπαθών της Συμβατικής, μπορούσε ελεύθερα να χτυπήσει. Έτσι , η Συμβατική ψήφισε τη σύλληψη του Ροβεσπιέρου, του Σεν-Ζιστ, του Κουτόν, του Λεμπά και του Αυγουστίνου Ροβεσπιέρου, μι­κρότερου αδελφού του ηγέτη της ιακωβίνικης παράταξης.

Ο Φρανσουά Ανριό με ένα τμήμα της Εθνοφρουράς τον απε­λευθερώνει και τον μεταφέρει στο Δημαρχείο. Ο Ροβεσπιέρος δεν βρίσκει τη δύναμη να δράσει. Δεν μπορεί να δράσει έξω από τα πλαίσια της Συμβατικής, και το ίδιο βράδυ η Συμβατική τον κηρύσσει εκτός νόμου. Αναθέτει στον Μπαρά να τον συλλά­βει. Ακολουθεί μια σύντομη σύγκρουση. Ένας εθνοφρουρός με ένα φοβερό χτύπημα σπάει το σαγόνι του Ροβεσπιέρου. Τραυματισμένος κλείνεται στη φυλακή μαζί με τους υπόλοιπους.

Την επομένη, 28 του Ιούλη 1794, ή 10 Θερμιδώρ του έτους II, ο Ροβεσπιέρος, ο Σεν-Ζιστ, ο Κουτόν και οι στενότεροι συνερ­γάτες τους αποκεφαλίστηκαν χωρίς δίκη, στην Πλας ντε Γκρεβ.

Το αντεπαναστατικό πραξικόπημα τερμάτισε έτσι τη διακυ­βέρνηση της Γαλλίας από τους Ιακωβίνους. Μετά το θάνατο του Ροβεσπιέρου θριάμβευσε η αστική αντίδραση. Ο δρόμος για τον Βοναπάρτη ήταν πλέον ανοιχτός.

Το μόνο που απέμεινε είναι η σκέψη του «Αδιάφθορου» δια­τυπωμένη στα κείμενά του. Ας τη μελετήσουμε.

183

ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΥ

ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

(Από λόγο στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση, 11 του Αυγούστου 1791)

Λέω ότι κάθε άνθρωπος, κάθε γάλλος πολίτης διαθέτει μιαν επαρκή εγγύηση της ικανότητας του για να απολαμβάνει όλα τα δυνατά στοιχεία εμπιστοσύνης των συμπολιτών του, από την ιδιότητά του σαν άνθρωπος και σαν πολίτης. Λέω ότι κάθε άν­θρωπος, που δεν έχει διαπράξει κάποιο έγκλημα, που δεν είναι άτιμος, όχι μόνον αναγνωρίζεται από την εκλογή των συμπολι­τών του, αλλά κι από την απλή του ιδιότητα σαν άνθρωπος και πολίτης, ως άξιος της εμπιστοσύνης των συμπολιτών του· λέω ότι δεν είναι αλήθεια πως πρέπει να είναι κανείς πλούσιος για να είναι αφοσιωμένος στην πατρίδα του. Λέω ότι υπάρχουν για τον άνθρωπο ενδιαφέροντα εντελώς ανεξάρτητα από την περι­ουσία, από τον έναν ή τον άλλο βαθμό περιουσίας ή συνεισφο­ράς, ενδιαφέροντα ιερά και όσια που συνδέουν τον άνθρωπο με τους ομοίους του και με την κοινωνία. Είναι τα πρωταρχικά ενδιαφέροντα του ανθρώπου. Είναι η ατομική ελευθερία, είναι οι απολαύσεις της ψυχής, είναι το ενδιαφέρον που δείχνουμε στα μικροπράγματα που μας ανήκουν, γιατί το ενδιαφέρον της διατήρησης αυτού που έχει ο καθένας είναι ανάλογο με τη με­τριότητα της περιουσίας. Και ο τεχνίτης που δεν πληρώνει πα­ρά δέκα μέρες εργασίας είναι προσκολλημένος στην αμοιβή του, είναι προσκολλημένος στις μικρές οικονομίες του, είναι προσκολλημένος στα μέσα που τον κρατούν στη ζωή μαζί με την οικογένειά του, το ίδιο όπως και ο πλούσιος είναι προ­σκολλημένος στις τεράστιες εκτάσεις του. Και οι ιδιοκτησίες αυτές είναι τόσο ιερότερες όσο περισσότερο αφορούν τις άμε-

185

σες ανάγκες και τη συντήρηση του ανθρώπου, και οφείλουν να είναι ιερότερες και στα μάτια του νόμου. Κατά συνέπεια, όχι μόνο δεν πρέπει να απομακρύνονται αυτοί που έχουν έναν τέ­τοιο βαθμό περιουσίας από τα δικαιώματα που τους παρέχει η φύση, αλλά αντίθετα θα πρέπει τα δικαιώματα αυτά να επεκτεί­νονται σ' αυτούς ώστε να μπορούν να συμβάλλουν όσο το δυ­νατόν περισσότερο στη διατήρηση της δημόσιας περιουσίας, και στους νόμους που οφείλουν να προστατεύουν όλους τους πολίτες. Γιατί δεν είναι αντίφαση μέσα στην κοινωνική τάξη το ότι οι νόμοι που έγιναν για να προστατεύουν τους πιο αδύ­νατους, εφόσον οι πιο αδύνατοι έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη από την προστασία των νόμων ενώ οι πιο ισχυροί, οι πιο πλού­σιοι μπορούν πιο εύκολα να τους παρακάμψουν, χάρη στο κύ­ρος και τα προσωπικά τους εισοδήματα, μπορούν να ζήσουν χωρίς την προστασία των νόμων δεν είναι άδικο, οι άνθρωποι αυτοί να επηρεάζουν περισσότερο τη σύνταξη των νόμων, παρά η μερίδα εκείνη που τους έχει μεγαλύτερη ανάγκη;

Γ Ι Α Τ Α Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Α Δ Ι Κ Α Ι Ω Μ Α Τ Α Τ Ω Ν Ε Γ Χ Ρ Ω Μ Ω Ν

(Παρέμβαση στην Εθνοσυνέλευση, 24 του Σεπτέμβρη 1791)

Αλλά, κύριοι, δεν θα μπορούσα να παραλείψω να απαντήσω σε μια συγκεκριμένη παρατήρηση που σας παρουσίασαν για να αποδυναμώσουν το συμφέρον των ελεύθερων εγχρώμων ανθρώ­πων. Σημειώσατε ότι δεν τίθεται θέμα παραχώρησης των δικαιω­μάτων τους, σημειώσατε ότι δεν τίθεται θέμα αναγνώρισής τους, σημειώσατε ότι τίθεται θέμα να τους αποσπασθούν αυτά θα δι­καιώματα, αφού προηγουμένως τους τα αναγνωρίσατε. Και ποιος είναι ο άνθρωπος που, με κάποιο αίσθημα δικαιοσύνης, θα μπορούσε να πει απερίσκεπτα σε πολλές χιλιάδες ανθρώπους; είχαμε αναγνωρίσει ότι είχατε δικαιώματα, σας είδαμε σαν ενεργούς πολίτες, αλλά τώρα θα σας ξαναβυθίσουμε μέσα στην αθλιότητα και στον εξευτελισμό. Θα σας ξαναρίξουμε στα πό­δια αυτών των αυταρχικών κυρίων, των οποίων το ζυγό σας βοη-

186

θήσαμε να αποτινάξετε; Αλλά, σας είπαν, εδώ το θέμα που τίθε­ται είναι ασήμαντο, ελάχιστης σημασίας για τους έγχρωμους αυτούς ανθρώπους. Δεν τίθεται θέμα παρά μόνο για τα πολιτικά τους δικαιώματα, τους αφήνουμε τα αστικά.

Αλλά τι είναι αυτά τα αστικά δικαιώματα, και μάλιστα στις αποικίες, χωρίς τα πολιτικά; Τι είναι ένας άνθρωπος χωρίς τα δικαιώματα του ενεργού πολίτη στις αποικίες, κάτω από την κυριαρχία των λευκών; Είναι ένας άνθρωπος που δεν μπορεί να διαπραγματεύεται με κανέναν τρόπο, που δεν μπορεί να επηρεά­σει ούτε άμεσα ούτε έμμεσα τα πιο καίρια, τα πιο ιερά συμφέ­ροντα της κοινωνίας στην οποία ανήκει. Είναι ένας άνθρωπος που τον κυβερνούν άρχοντες, στην εκλογή των οποίων δεν μπορεί να συμβάλει με κανέναν τρόπο, με νόμους, κανονισμούς και διοικητικές πράξεις που βαραίνουν συνεχώς πάνω του, χω­ρίς να έχει κάνει χρήση του δικαιώματος που ανήκει σε κάθε πολίτη, να επηρεάζει από τη μεριά του τις κοινωνικές συμβά­σεις, σε ό,τι αφορά το ιδιαίτερο συμφέρον του. Είναι ένας άν­θρωπος εξευτελισμένος, που η μοίρα του έχει αφεθεί στις ιδιο­τροπίες, τα πάθη και τα συμφέροντα μιας ανώτερης κάστας. Αυτά λοιπόν τα αγαθά τα θεωρούν περιορισμένης σημασίας! Και σκέφτονται έτσι, μιλώντας για την ελευθερία, το ιερότερο αγαθό του ανθρώπου, το κυρίαρχο αγαθά για κάθε άνθρωπο που δεν έχει αποκτηνωθεί. Και σκέφτονται έτσι, βλέποντας την ελευθερία σαν κάτι το περιττό, κάτι που ο γαλλικός λαός μπο­ρεί να το στερηθεί, αρκεί να έχει ησυχία και ψωμί. Δεν μου προκαλούν έκπληξη τέτοιοι συλλογισμοί γύρω από τις αρχές αυτές. Αλλά εγώ, που έχω την ελευθερία σαν είδωλο, εγώ που δεν ξέρω καμιά ευτυχία, καμιά ευημερία και καμιά ηθικότητα τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τα έθνη, χωρίς λευτεριά, δηλώνω ότι απεχθάνομαι τέτοια συστήματα, και ζητώ τη δικαιο­σύνη σας, την ανθρωπιά σας, τη δικαιοσύνη και το εθνικό εν­διαφέρον προς όφελος των ελεύθερων εγχρώμων ανθρώπων.

187

ΕΚΘΕΣΗ ΤΩΝ ΑΡΧΩΝ ΜΟΥ

(Από κείμενο που δημοσιεύτηκε στο πρώτο φύλλο της εφημερίδας Ο Υπερασπιστής του Συντάγματος,

Μάης 1792)

Θέλω να υπερασπιστώ το Σύνταγμα, το Σύνταγμα όπως είναι. Με ρώτησαν γιατί δηλώνω υπερασπιστής ενός κειμένου του οποίου συχνά επεσήμανα τα ελαττώματα. Απαντώ ότι, σαν μέ­λος της Συντακτικής Εθνοσυνέλευσης, αντιστάθηκα με όλες μου τις δυνάμεις σε όλα τα ψηφίσματα που η κοινή γνώμη προ­γράφει σήμερα. Αλλά από τη στιγμή που η συνταγματική πρά­ξη ολοκληρώθηκε και παγιώθηκε από τη γενική αποδοχή, υπο­στήριξα πάντα την υποχρέωση της πιστής της εκτέλεσης, όχι με τον τρόπο της πολιτικής αυτής μερίδας που την ονομάζουν μετριοπαθή, και που επικαλείται τον τύπο και τα ελαττώματα για να εξοντώσει τις αρχές και το πνεύμα· όχι με τον τρόπο της αυλής και των φιλόδοξων που, παραβιάζοντας αιωνίως όλους τους νόμους που ευνοούν την ελευθερία, εκτελούν με υποκριτι­κό ζήλο και δολοφονική πιστότητα όλους τους νόμους τους οποίους μπορούν να μεταχειριστούν για να καταπιέσουν τον πατριωτισμό· αλλά σαν ένας φίλος της πατρίδας και των αν­θρώπων, πεπεισμένος ότι η δημόσια σωτηρία μας προστάζει να μπούμε κάτω απ' την προστασία του Συντάγματος για να απο­κρούσουμε τη φιλοδοξία και το δεσποτισμό.

Η Συντακτική Εθνοσυνέλευση κράτησε στο χέρι της τα πε­πρωμένα της Γαλλίας και της οικουμένης. Μπορούσε από τη μια στιγμή στην άλλη να αναδείξει τον γαλλικό λαό στην υψη­λότερη βαθμίδα της ευτυχίας, της δόξας και της λευτεριάς· στά­θηκε χαμηλότερα από την υπέροχη αποστολή της. Παραβίασε συχνά τις αιώνιες αρχές της δικαιοσύνης και της λογικής που είχε επίσημα διακηρύξει. Τα δικαιώματα του έθνους και των ανθρώπων παρέμειναν τα ίδια. Αλλά οι περιστάσεις άλλαξαν και οφείλουν να προσδιορίσουν τη φύση των μέσων που μπο­ρούμε να χρησιμοποιήσουμε για να αποκαταστήσουμε τις αρ­χές αυτές σε όλη τους την έκταση.

[...] [Η Νομοθετική] δεν έχει δικαίωμα να αγγίξει το Σύνταγμα

188

που ορκίστηκε να διατηρήσει. Σήμερα κάθε αλλαγή θα προκα­λούσε την ανησυχία των φίλων της λευτεριάς.

Μέσα στις θύελλες που υποδαυλίζουν τόσες παρατάξεις, στις οποίες παραχωρήσαμε το χρόνο και τα μέσα να ενισχυθούν ανάμεσα στις εσωτερικές διχόνοιες, που ύπουλα συνδυάζονται με τον εξωτερικό πόλεμο, που υποκινούνται απ' τις ίντριγκες και τη διαφθορά, που ευνοούνται από την άγνοια, τον εγωισμό και την ευπιστία, χρειάζεται στους καλούς πολίτες ένα σημείο στήριξης και ένα σήμα συσπείρωσης· δεν ξέρω κανένα άλλο τέτοιο σήμα από το Σύνταγμα.

Έ χ ω παρατηρήσει ότι αυτοί που, κατά τη διάρκεια της πρώ­της εκπροσωπευτικής συνέλευσης, κατηγορήθηκαν για υπερ­βολές κατά την υπεράσπιση των δικαιωμάτων του λαού ενάντια στο δεσποτισμό και ενάντια στη δολοπλοκία ήταν οι πιο έν­θερμοι απόστολοι της αντίληψης που αναπτύσσω αυτή τη στιγ­μή. Αντίθετα, έχω διαπιστώσει ότι εκείνοι που αντιμετώπιζαν συχνά με την πιο σχολαστική αυστηρότητα τα συνταγματικά θέματα, προκειμένου να θυσιάσουν την ελευθερία υπέρ της αυ­λής, αγορεύουν εδώ και λίγον καιρό ενάντια στα ελαττώματα του Συντάγματος και ενάντια στη Συνέλευση που το συνέταξε. Άκουσα ανθρώπους που δεν ήξεραν άλλο από το να συκοφα­ντούν το λαό και να μάχονται την ισότητα, να μιλούν με στόμφο για τη δημοκρατία.

Είδα αυτούς που παράμεναν πάντα πιο κάτω απ' τις αρχές της Επανάστασής μας, να μας παρουσιάζουν το δόλωμα μιας πιο ελεύθερης και πιο τέλειας κυβέρνησης. Η αυλή, όλοι οι δολοπλόκοι, όλοι οι ηγέτες των φατριών συνωμοτούν ταυτό­χρονα ενάντια στην Επανάστασή μας, επειδή τους είναι ανα­γκαίο να ανατρέψουν τα πάντα προκειμένου να μοιραστούν ατιμώρητα μεταξύ τους τα υπάρχοντα και τη δύναμη του έθνους. Μέσα στη θυελλώδη κρίση στην οποία μας οδήγησαν με τις συνωμοσίες και τη δολιότητα, θα ήθελαν να αρχίσει ο ίδιος ο πατριωτισμός να κλονίζει με τα ίδια του τα χέρια το συνταγματικό οικοδόμημα, για να χτίσει πάνω στα ερείπια του είτε τον βασιλικό δεσποτισμό είτε κάποιο είδος αριστοκρατι­κής κυβέρνησης, που πίσω από γοητευτικά ονόματα θα μας φο­ρούσε αλυσίδες πιο βαριές από τις πρώτες.

Από τη στιγμή που ανάγγειλα την πρόθεση της καταπολέμη­σης όλων των φατριαστών, είδα ανθρώπους που κάποτε διατη­ρούσαν ακόμη κάποια φήμη πατριωτισμού να μου κηρύσσουν

189

έναν πόλεμο πιο σοβαρό από εκείνον που διατείνονται ότι διε­ξάγουν ενάντια στους δεσπότες. Τους είδα να εξαντλούν όλα τα μέσα, που αφθονούν όταν έχει βάλει κανείς στα χέρια των φί­λων του τη δημόσια περιουσία και συμμετέχει με διαφορετι­κούς τίτλους σε όλα τα είδη της εξουσίας, για να με παρουσιά­σουν ταυτόχρονα σε όλα τα μέρη της επικράτειας, άλλοτε σαν βασιλικό, κι άλλοτε σαν φιλόδοξο δημαγωγό.

[...] Είμαι δημοκρατικός, ναι, θέλω να υπερασπιστώ τις αρχές της

ισότητας και την άσκηση των ιερών δικαιωμάτων που εγγυάται το Σύνταγμα στο λαό ενάντια στα επικίνδυνα συστήματα των δολοπλόκων που τον βλέπουν μόνο σαν όργανο της φιλοδοξίας τους. Προτιμώ να βλέπω μια λαϊκή συνέλευση εκπροσώπων και πολίτες ελεύθερους και σεβαστούς με έναν βασιλιά, παρά έναν λαό σκλάβο και εξευτελισμένο κάτω από τη ράβδο ενός αρι­στοκρατικού συμβουλίου κι ενός δικτάτορα. Δεν προτιμώ τον Κρόμγουελ από τον Κάρολο τον Ιο και δεν θα μπορούσα να ανεχθώ καλύτερα το ζυγό των δεκάμβρων από εκείνον του Ταρ-κίνου. Η λύση του μεγάλου κοινωνικού προβλήματος έγκειται στ' αλήθεια στις λέξεις δημοκρατία ή μοναρχία; Είναι μήπως αυτοί οι όροι, που επινόησαν οι διπλωμάτες για να κατατάξουν τις διάφορες μορφές διακυβέρνησης, που κάνουν την ευτυχία ή τη δυστυχία των εθνών, ή ο συνδυασμός των νόμων και των θεσμών που συνθέτουν την αληθινή της φύση; Ό λ α τα πολιτι­κά συντάγματα έχουν φτιαχτεί για το λαό. Ό λ α εκείνα στα οποία ο λαός δεν μετράει δεν είναι παρά εγκληματικές απόπει­ρες ενάντια στην ανθρωπιά. Τι μ' ενδιαφέρει αν υποτιθέμενοι πατριώτες μου παρουσιάζουν την προοπτική να αιματοκυλισθεί η Γαλλία για να απαλλαγούμε από τη βασιλεία, αν δεν είναι η εθνική κυριαρχία και η αστική και πολιτική ισότητα εκείνο που θέλουν να οικοδομήσουν πάνω στα ερείπια της τελευταίας; Τι μ' ενδιαφέρει αν ξεσηκώνονται ενάντια στα σφάλματα της αυλής, αν, αντί να τα εξαφανίζουν, δεν σταματούν να τα ανέ­χονται και να τα ενθαρρύνουν, για να τα εκμεταλλεύονται; Τι μ' ενδιαφέρει το να αναγνωρίζονται, μαζί με όλον τον κόσμο, τα μειονεκτήματα του Συντάγματος που αφορούν την έκταση της βασιλικής εξουσίας, αν εκμηδενίζεται το δικαίωμα υποβο­λής υπομνημάτων; αν γίνεται απόπειρα να καταργηθεί η ατομι­κή ελευθερία, ακόμη και η ελευθερία της γνώμης; αν αφήνουν να εξαπολυθεί ενάντια στον ανήσυχο λαό μια βαρβαρότητα που

190

βρίσκεται σε αντίθεση με την αιώνια ατιμωρησία των μεγάλων συνωμοτών; αν δεν σταματούν να καταδιώκουν και να συκο­φαντούν όλους αυτούς που υπερασπίστηκαν πάντα την υπόθεση του έθνους ενάντια στις ενέργειες της αυλής και όλων των πα­ρατάξεων; Τι μας ενδιαφέρει αν από καιρό σε καιρό ανανεώ­νουν τη φήμη μιας επερχόμενης αναχώρησης του βασιλιά, σαν να θέλουν να σφυγμομετρήσουν τα πνεύματα και να κολακέ­ψουν τους απρόσεκτους πατριώτες με μιαν επικίνδυνη ψευδαί­σθηση; Μήπως ο βασιλιάς δεν δραπέτευσε ήδη, πριν έναν χρό­νο, τη στιγμή που εμφανιζόταν σαν η πιο ευνοϊκή για τη λευτε­ριά; σε μια στιγμή όπου η Γαλλία δεν ήταν θύμα των διχονοιών που τη βασανίζουν κι όπου δεν ήταν υποχρεωμένη να στηρίζει το βάρος ενός εξωτερικού πολέμου; Ε, λοιπόν; Το γεγονός αυτό στράφηκε προς όφελος του λαού ή του δεσποτισμού; Εκείνη ακριβώς την εποχή δεν είναι που βγήκαν τα καταστρεπτικά δια­τάγματα που ακρωτηρίασαν το Σύνταγμά μας; Τότε δεν κύλησε το αίμα των άοπλων πολιτών κάτω από τη ρομφαία της προ­γραφής; Δεν ήταν τότε, όταν η βασιλική εξουσία είχε διακοπεί και ο βασιλιάς βρισκόταν κάτω από τη φύλαξη του Λαφαγιέτ που ο συνασπισμός του οποίου ηγέτης ήταν ο τελευταίος απέ­δωσε στο μονάρχη μια απέραντη δικαιοδοσία, συνδιαλλάχτηκε μαζί του σε βάρος του έθνους και προς όφελος των φιλόδοξων που είχαν εξυφάνει αυτή τη συνωμοσία και φόρεσε στο όνομά του, τον σιδερένιο ζυγό σε όλους τους πατριώτες της επικρά­τειας; Τι κάνατε εκείνο τον καιρό, εσείς Μπρισό και εσείς Κοντορσέ; Γιατί σ' εσάς και τους φίλους σας αναφέρομαι εδώ. Την ώρα που συζητούσαμε στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση το μεγάλο ζήτημα αν ο Λουδοβίκος ο 16ος είναι υπεράνω των νό­μων, την ώρα που, κλεισμένος από τα όρια αυτά, περιοριζόμουν να υπερασπίσω τις αρχές της λευτεριάς χωρίς να θίγω κανένα άλλο ξένο και επικίνδυνο ζήτημα· παρ' όλο αυτό δεν γλίτωσα από τις συκοφαντίες της παράταξης που ανέφερα. Είτε από απροσεξία, είτε από άλλο λόγο, ενισχύσατε με όλες σας τις δυνάμεις τα καταστρεπτικά της σχέδια. Γνωστοί έως τότε για τους δεσμούς σας με τον Λαφαγιέτ και για τη μεγάλη σας με­τριοπάθεια, από καιρό μέλη μιας μισο-αριστοκρατικής λέσχης (της λέσχης του 1789) αρχίσατε ξαφνικά να προφέρετε τη λέξη δημοκρατία. Ο Κοντορσέ δημοσιεύει ένα δοκίμιο για τη Δημο­κρατία, της οποίας οι αρχές, είναι αλήθεια, ήταν λιγότερο φιλο­λαϊκές από το σημερινό μας Σύνταγμα. Ο Μπρισό κυκλοφορεί

191

μιαν εφημερίδα με τίτλο Ο Δημοκράτης, που φιλολαϊκό έχει μό­νο τον τίτλο. Μια αφίσα υπαγορευμένη από τo ίδιο πνεύμα και συνταγμένη από την ίδια παράταξη, με το όνομα του μέχρι τότε μαρκήσιου Ντισατελέ, συγγενή του Λαφαγιέτ, φίλου του Μπρισό και του Κοντορσέ, εμφανίστηκε ταυτόχρονα κολλημέ­νη σε όλους τους τοίχους της πρωτεύουσας. Από τότε όλα τα πνεύματα αναβράζουν. Από μόνη της η λέξη δημοκρατία έσπει­ρε τη διχόνοια ανάμεσα στους πατριώτες, έδωσε στους εχθρούς της ελευθερίας το πρόσχημα που αναζητούσαν για να διακηρύ­ξουν ότι υπάρχει στη Γαλλία μια παράταξη που συνωμοτεί ενάντια στη μοναρχία και το Σύνταγμα. Έσπευσαν να αποδώ­σουν σ' αυτό το κίνητρο τη σταθερότητα με την οποία υπερα­σπιζόμασταν στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση τα δικαιώματα της εθνικής κυριαρχίας ενάντια στο τέρας του απαραβίαστου. Μ' αυτή τη λέξη παραπλάνησαν την πλειοψηφία της Συντα­κτικής Εθνοσυνέλευσης. Αυτή η λέξη έδωσε το σύνθημα για να χυθεί το αίμα των φιλήσυχων πολιτών που σφαγιάσθηκαν στο βωμό της πατρίδας και που μοναδικό τους έγκλημα ήταν ότι άσκησαν νόμιμα το δικαίωμα της υποβολής υπομνήματος, το οποίο διασφαλίζεται από τους συνταγματικούς νόμους. Στο όνομα της λέξης αυτής, οι αληθινοί φίλοι της λευτεριάς μετα­μορφώθηκαν σε φατριαστές από τους διεστραμμένους και αμα­θείς πολίτες. Και η Επανάσταση πισωγύρισε ίσως μισόν αιώνα. Και για να τα πούμε όλα, εκείνη ακριβώς την κρίσιμη εποχή ήρθε ο Μπρισό στην Εταιρία των Φίλων του Συντάγματος, όπου δεν είχε ποτέ σχεδόν εμφανιστεί, για να προτείνει στη μορφή της διακυβέρνησης μεταβολές, των οποίων την ιδέα οι πιο απλοί κανόνες της σύνεσης μας είχαν απαγορέψει να πα­ρουσιάσουμε στη Συντακτική Εθνοσυνέλευση. Τι ήταν αυτό που έφερε εκεί τον Μπρισό για να υποστηρίξει το σχέδιο υπο­μνήματος που στη συνέχεια χρησίμευσε σαν πρόσχημα στην περίφημη συμμαχία για να φέρει τη σφαγή του Πεδίου του Άρεως! Όποια κι αν ήταν τα δόλια κίνητρα αυτών που ώθη­σαν καλούς πολίτες σ' αυτό το διάβημα, το ίδιο το διάβημα ήταν αθώο. Το υπόμνημα, που το σχέδιό του είχε συμφωνηθεί, δεν είχε άλλο αντικείμενο από την πρόταση στην Εθνοσυνέ­λευση να συμβουλευτεί τους εντολοδότες της πριν αποφανθεί για την υπόθεση του μονάρχη. Γιατί ήρθε ο Μπρισό να συντά­ξει άλλο σχέδιο, που πρότεινε την κατάργηση της βασιλείας τη στιγμή που η φατρία δεν περίμενε παρά αυτό το πρόσχημα για

192

να συκοφαντήσει τους υπερασπιστές της ελευθερίας; Και ήμα­σταν εμείς, που μας κατηγορούσαν για υπερβολές, που αντι­σταθήκαμε μέσα στην Εταιρία των Φίλων του Συντάγματος στο πρώτο σχέδιο του υπομνήματος, παρ' όλο που δεν αμφισβητού­σαμε τη νομιμότητά του, επειδή προβλέπαμε τις θλιβερές του συνέπειες. Ήμαστε εμείς που υποχρεωθήκαμε να επιδείξουμε σύνεση αλλά και σταθερότητα, προκειμένου να γιατρέψουμε τις πληγές που προκάλεσε στην ελευθερία αυτή η μοιραία κα­ταστροφή. Δεν θα ισχυρισθώ ωστόσο ότι οι προθέσεις του Μπρισό και του Κοντορσέ ήταν τόσο ένοχες όσο καταστροφι­κό υπήρξαν τα γεγονότα. Έχω την πρόθεση να μην υιοθετήσω τις κατηγορίες που διατύπωσαν ενάντια τους πολλοί από τους πατριώτες ότι έδειξαν να διαχωρίζουν τότε τη θέση τους από τον Λαφαγιέτ, του οποίου στο παρελθόν ήταν ένθερμοι υπο­στηρικτές, μόνο και μόνο για να εξυπηρετήσουν καλύτερα το κόμμα του και για να ανοίξουν έναν δρόμο στο νομοθετικό σώ­μα διαμέσου προσποιητών εμποδίων, ερεθίζοντας προς όφελός τους την εμπιστοσύνη και το ζήλο των φίλων της ελευθερίας. Δεν θέλω να δω στην προηγούμενη συμπεριφορά τους παρά μό­νον ότι την κυριαρχούσε η έλλειψη πολιτικής κρίσης και η βαθιά ανικανότητα. Αλλά σήμερα που οι δεσμοί τους με τον Λαφαγιέτ και τον Ναρμπόν δεν αποτελούν πλέον κανένα μυστή­ριο· σήμερα που η πείρα του παρελθόντος μπορεί να ρίξει ένα καινούργιο φως στα τωρινά γεγονότα· σήμερα που δεν κρύβουν πια τα επικίνδυνα σχέδια νεωτερισμών, που ενώνουν όλες τις προσπάθειές τους για να δυσφημίσουν αυτούς που διακηρύσ­σονται υπερασπιστές του ισχύοντος Συντάγματος· ας ξέρουν ότι το έθνος θα τσακίσει όλες τις συνωμοσίες που εξύφαιναν εδώ και χρόνια οι μικροί δολοπλόκοι. Όποιος, θεμελιώνοντας φιλόδοξα σχέδια πάνω σε νέες εκτροπές του μονάρχη, θα τολ­μούσε να πυροδοτήσει έναν εμφύλιο πόλεμο τη στιγμή που μας έχει επιβληθεί ένας εξωτερικός πόλεμος, θα ήταν ο μεγαλύτε­ρος εχθρός της πατρίδας. Γάλλοι, εκπρόσωποι, συνασπιστείτε λοιπόν γύρω από το σημερινό Σύνταγμα. Υπερασπιστείτε το ενάντια στην εκτελεστική εξουσία. Υπερασπιστείτε το ενάντια σε όλους τους φατριαστές. Μην ενισχύετε τις απόψεις εκείνων που διατείνονται ότι δεν είναι εφαρμόσιμο επειδή δεν θέλουν να το εφαρμόσουν. [...]

Θα έχουμε λοιπόν το θάρρος να υπερασπιστούμε το Σύνταγ-

193

μα ακόμη κι αν κινδυνεύουμε να μας αποκαλέσουν βασιλικό και δημοκρατικό, δημαγωγό του λαού, και μέλος της αυστριακής επι­τροπής. Θα το υπερασπιστούμε με τόσο μεγαλύτερο ζήλο όσο νιώθουμε πιο έντονα τα ελαττώματά του. Αν η ολοκληρωτική μας υπακοή ακόμη και στις διατάξεις που τραυματίζουν τα δι­καιώματά μας είναι μια θυσία προς τους παλιούς μας καταπιε­στές, αυτοί ας μη μας αρνούνται τουλάχιστον την εφαρμογή εκείνων των διατάξεων που τα προστατεύουν. Αν βλέπουν το Σύνταγμα μέσα σε όλους τους νόμους που ευνοούν την τυραν­νία, αν δεν το αναγνωρίζουν πλέον σ' αυτούς που την αλυσοδέ­νουν, τότε θα έχουμε ξαναπέσει κάτω από έναν ζυγό πιο ανυπό­φορο από εκείνον απ' τον οποίο μας λύτρωσε.

Υπερασπίζοντας το Σύνταγμα, δεν θα ξεχάσουμε ακόμα ότι οι καιροί της Επανάστασης δεν μοιάζουν με τους καιρούς της ηρεμίας και ότι η πολιτική των εχθρών μας υπήρξε πάντα να τους συγχέουν για να δολοφονούν νόμιμα το λαό και τη λευτε­ριά. Οι αρχές μας, η πολιτική μας ευθύνη δεν έχει τίποτα το κοινό με εκείνην του υπουργού Ναρμπόν, που, βλέποντας ατά­ραχος το λάβαρο της αντεπανάστασης να κυματίζει στο Νότο, τόλμησε να προκαλέσει την εθνική εκδίκηση ενάντια στους ένδοξους Μασσαλιώτες, με την αιτιολογία ότι, προκειμένου να σβήσουν την πυρκαγιά του εμφύλιου πολέμου, δεν κάθισαν να περιμένουν τις διαταγές των εμπρηστών. Δεν αγαπάμε το Σύ­νταγμα όπως εκείνοι που βρίσκουν πάντα σ' αυτό τα όπλα για να σφαγιάσουν τους αδύναμους πατριώτες και να καταπιέσουν τους στρατιώτες, αλλά ποτέ για να συντρίψουν τους στρατιωτι­κούς ηγέτες και τους ισχυρούς ενόχους. Θα το υπερασπιστούμε όχι ενάντια στη γενική βούληση και ενάντια στην ελευθερία, αλλά ενάντια στα ιδιαίτερα συμφέροντα και ενάντια στη δολιό­τητα. Και δεν θα ασχοληθούμε με τους ιδιώτες παρά μόνον όταν τα ονόματά τους θα έχουν συνδεθεί αδιαχώριστα με τη δημόσια υπόθεση.

Δεν αγνοούμε ότι όλα τα κόμματα θα οπλιστούν ενάντια μας. Θα μας μείνει η ψήφος της συνείδησής μας και η εκτίμηση όλων των τίμιων ανθρώπων.

194

ΠΕΡΙ ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΕΣ ΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

(Λόγος στην Συμβατική Εθνοσυνέλευση, 24 του Απρίλη 1793)

Στην τελευταία συνεδρίαση ζήτησα το λόγο για να προτείνω μερικά σημαντικά πρόσθετα άρθρα που αφορούν τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη. Θα σας προ­τείνω κατ' αρχήν μερικά αναγκαία άρθρα για να συμπληρώσε­τε τη θεωρία σας περί ιδιοκτησίας. Ας μην ανησυχήσει κανείς μ' αυτή τη λέξη. Ψυχές από λάσπη! που έχετε σε εκτίμηση μονάχα το χρυσάφι, δεν θέλω να αγγίξω τους θησαυρούς σας, όσο ακάθαρτη κι αν είναι η πηγή τους. Θα πρέπει να ξέρετε ότι ο νόμος για την αγροτική μεταρρύθμιση, που τόσο πολύ μιλή­σατε γι' αυτόν, δεν είναι παρά ένα φάντασμα, δημιουργημένο από τους απατεώνες για να τρομάξει τους ηλίθιους· αναμφίβολα δεν χρειαζόταν μια επανάσταση για να πληροφορηθεί η οικου­μένη ότι η ακραία δυσαναλογία των περιουσιών είναι η πηγή πολλών κακών και πολλών εγκλημάτων, αλλά δεν έχουμε λιγό­τερο πειστεί ότι η ισότητα των αγαθών αποτελεί μια χίμαιρα. Εγώ τη θεωρώ λιγότερο αναγκαία για την ιδιωτική ευτυχία πα­ρά για τη δημόσια. Έχει μεγαλύτερη σημασία να κάνουμε τη φτώχεια αξιοσέβαστη από το να προγράψουμε τον πλούτο. Η καλύβα του Φαμπρίκιου δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από το ανά­κτορο του Κράσου. Θα προτιμούσα, προσωπικά, να είμαι ένας από τους γιους του Αριστείδη, μεγαλωμένος στο Πρυτανείο με έξοδα της Δημοκρατίας, παρά επίδοξος κληρονόμος του Ξέρξη, γεννημένος στο βούρκο των αυλών για να καθίσω σε έναν θρό­νο στολισμένο με τον εξευτελισμό των λαών και γυαλισμένο από τη δημόσια αθλιότητα.

Ας θέσουμε λοιπόν καλόπιστα τις αρχές του δικαιώματος της ιδιοκτησίας. Αυτό γίνεται ακόμα πιο αναγκαίο απ' το γεγονός ότι οι προκαταλήψεις και οι διαστροφές των ανθρώπων προ­σπαθούν να τις καλύψουν με πυκνά σύννεφα.

Ρωτήστε αυτόν τον έμπορο ανθρώπινης σάρκας τι είναι η ιδιοκτησία. Θα σας απαντήσει, δείχνοντας σας αυτό το μακρύ

195

φέρετρο, που το αποκαλεί καράβι, όπου έχει στριμώξει και σι­δεροδέσει ανθρώπους που μοιάζουν ζωντανοί: «Να η ιδιοκτη­σία μου, τους αγόρασα τόσο το κεφάλι.» Ρωτήστε αυτόν τον ευγενή, που έχει εκτάσεις και υποτελείς, ή που πιστεύει ότι ο κόσμος αναποδογυρίστηκε από τη στιγμή που τα έχασε, και θα σας εκφράσει για την ιδιοκτησία παρόμοιες περίπου ιδέες.

Ρωτήστε τα επιφανή μέλη της δυναστείας των καπέτων. Θα σας απαντήσουν ότι η ιερότερη ιδιοκτησία είναι αναντίρρητα το κληρονομικό δικαίωμα, που το είχαν από τους αρχαίους χρό­νους, να καταπιέζουν, να εξευτελίζουν και να συνθλίβουν νόμι­μα και μοναρχικά τα 25 εκατομμύρια ανθρώπους που κατοικού­σαν την επικράτεια της Γαλλίας με την άδειά τους.

Στα μάτια όλων αυτών των ανθρώπων, η ιδιοκτησία δεν βα­σίζεται σε καμιά απολύτως ηθική αρχή. Γιατί η Διακήρυξή σας των Δικαιωμάτων φαίνεται να παρουσιάζει το ίδιο ελάττωμα; Καθορίζοντας τη λευτεριά, το πρώτο ανάμεσα στα ανθρώπινα αγαθά, το ιερότερο των δικαιωμάτων που ο άνθρωπος πήρε από τη φύση, είπατε πολύ λογικά ότι έχει σαν όριο τα δικαιώματα των άλλων. Γιατί όμως δεν εφαρμόσατε αυτή την αρχή και στην ιδιοκτησία, που είναι ένας κοινωνικός θεσμός; Λες και οι αιώνιοι νόμοι της φύσης είναι λιγότερο απαραβίαστοι από τις ανθρώπινες συμβάσεις. Πολλαπλασιάσατε τα άρθρα για να εξασφαλίσετε τη μεγαλύτερη δυνατή λευτεριά στην άσκηση της ιδιοκτησίας, αλλά δεν είπατε ούτε μια λέξη για να προσδιο­ρίσετε τον νόμιμο χαρακτήρα της. Με τον τρόπο αυτόν η Δια­κήρυξή σας δεν μοιάζει να φτιάχτηκε για τους ανθρώπους, αλ­λά για τους πλούσιους, για τους μεταπράτες, για τους κερδοσκό­πους και για τους τυράννους. Σας προτείνω λοιπόν να επανορ­θώσετε αυτά τα ελαττώματα επικεντρώνοντας την προσοχή σας στις ακόλουθες αλήθειες:

ΑΡΘΡΟ 1ο. Η ιδιοκτησία είναι το δικαίωμα που έχει κάθε πο­λίτης να απολαμβάνει και να διαθέτει το μερίδιο των αγαθών που του εγγυάται ο νόμος.

ΑΡΘΡΟ 2ο. Το δικαίωμα της ιδιοκτησίας περιορίζεται, όπως όλα τα άλλα, από την υποχρέωση του σεβασμού των δικαιωμά­των των άλλων.

ΑΡΘΡΟ 3ο. Δεν μπορεί να παραβλάπτει ούτε την ασφάλεια, ούτε την ελευθερία, ούτε την ύπαρξη, ούτε την ιδιοκτησία των συνανθρώπων μας.

196

ΑΡΘΡΟ 4ο. Κάθε διακατοχή, κάθε συναλλαγή που παραβιάζει αυτή την αρχή είναι αθέμιτη και ανήθικη.

Μιλάτε επίσης και για τη φορολογία ώστε να καθιερωθεί η αρχή ότι δεν μπορεί να προκύπτει παρά μόνον από τη θέληση του λαού ή των εκπροσώπων του. Αλλά ξεχνάτε μια βασική αρχή την οποία απαιτεί το συμφέρον των ανθρώπων: ξεχνάτε να καθιερώσετε τη βάση της προοδευτικής φορολογίας. Αλλά, σε ό,τι αφορά τη συμβολή στις δημόσιες δαπάνες, υπάρχει άλ­λη αρχή που να εκπορεύεται πιο φανερά από τη φύση των πραγ­μάτων και από την αιώνια δικαιοσύνη, από εκείνη που υποχρεώ­νει τους πολίτες να συμβάλλουν στις δημόσιες δαπάνες, κλιμα­κωτό, ανάλογα με την έκταση της περιουσίας τους, δηλαδή ανά­λογα με τα πλεονεκτήματα που αντλούν από την κοινωνία; Σας προτείνω λοιπόν να τη διατυπώσετε μέσα σε ένα άρθρο με τους εξής όρους:

«Οι πολίτες που τα εισοδήματά τους δεν υπερβαίνουν όσα είναι αναγκαία για την επιβίωσή τους πρέπει να απαλλάσσονται από τη συμβολή στις δημόσιες δαπάνες. Οι υπόλοιποι οφείλουν να συμβάλλουν σ' αυτές κλιμακωτά, ανάλογα με την έκταση της περιουσίας τους.»

Η επιτροπή ξέχασε ακόμη τελείως να υπενθυμίσει τα καθή­κοντα της αδελφοσύνης που ενώνουν όλους τους ανθρώπους και όλα τα έθνη, και το δικαίωμά τους σε μια αμοιβαία βοή­θεια. Φαίνεται να αγνοεί τις βάσεις της αιώνιας συμμαχίας των λαών ενάντια στους τυράννους. Θα έλεγε κανείς ότι η Διακή­ρυξή σας φτιάχτηκε για ένα κοπάδι ανθρώπινων πλασμάτων μαντρωμένων σε κάποια γωνιά του πλανήτη, και όχι για την τεράστια οικογένεια στην οποία η φύση της πρόσφερε τη γη για να τη χαίρεται και να διαμένει σ' αυτήν.

Σας προτείνω να γεμίσετε αυτό το μεγάλο κενό με τα ακό­λουθα άρθρα. Θα έχουν σαν αποτέλεσμα να σας προσφέρουν την εκτίμηση των λαών. Είναι αλήθεια ότι μπορεί να έχουν το μειονέκτημα να σας φέρουν σε ανεπανόρθωτη ρήξη με τους βασιλιάδες. Ομολογώ ότι το μειονέκτημα αυτό δεν με τρομάζει· δεν τρομάζει αυτούς που δεν θέλουν να συμβιβαστούν μαζί τους. Να τα τέσσερα άρθρα μου:

ΑΡΘΡΟ 1ο. Οι άνθρωποι όλων των χωρών είναι αδέλφια, και οι διάφοροι λαοί οφείλουν να αλληλοβοηθούνται ανάλογα με τις δυνάμεις τους, όπως οι πολίτες του ίδιου κράτους.

197

ΑΡΘΡΟ 2ο. Όποιος καταπιέζει ένα έθνος, κηρύσσεται εχθρός όλων.

ΑΡΘΡΟ 3ο. Αυτοί που κάνουν πόλεμο ενάντια σε έναν λαό προκειμένου να σταματήσουν την πρόοδο της λευτεριάς και να εκμηδενίσουν τα δικαιώματα του ανθρώπου, θα πρέπει να κατα­διώκονται από όλους, όχι σαν συνηθισμένοι εχθροί, αλλά σαν δολοφόνοι και ληστές.

ΑΡΘΡΟ 4ο. Οι βασιλιάδες, οι αριστοκράτες, οι τύραννοι, όποιοι κι αν είναι, χαρακτηρίζονται εξεγερμένοι σκλάβοι ενά­ντια στον κυρίαρχο της γης, που είναι το ανθρώπινο γένος, κι ενάντια στο νόμο της οικουμένης, που είναι η φύση.

ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ

Οι εκπρόσωποι του γαλλικού λαού, συναθροισμένοι στη Συμβατική Εθνοσυνέλευση,

Αναγνωρίζοντας ότι οι ανθρώπινοι νόμοι που δεν απορρέουν από τους αιώνιους νόμους της δικαιοσύνης και της λογικής δεν αποτελούν παρά εγκληματικές απόπειρες της αμάθειας ή του δεσποτισμού ενάντια στην ανθρωπότητα, έχοντας πεισθεί ότι η παραγνώριση και η περιφρόνηση των φυσικών δικαιωμάτων του ανθρώπου είναι τα μόνα αίτια των εγκλημάτων και των δυ­στυχιών του κόσμου.

Αποφάσισαν να εκθέσουν, με μια επίσημη διακήρυξη, τα ιε­ρά και αναπαλλοτρίωτα αυτά δικαιώματα, ώστε όλοι οι πολίτες, με το να είναι διαρκώς σε θέση να συγκρίνουν τις ενέργειες της κυβέρνησης με τους στόχους κάθε κοινωνικού θεσμού, να μην αφήσουν ποτέ να καταπιεστούν και να εξευτελιστούν από την τυραννία, ώστε ο λαός να έχει πάντα εμπρός στα μάτια του τις βάσεις της λευτεριάς του και της ευτυχίας του· ο δικαστής, τον κανόνα των καθηκόντων του· ο νομοθέτης, το αντικείμενο της αποστολής του.

Κατά συνέπεια, η Συμβατική Εθνοσυνέλευση διακηρύσσει εμπρός στην οικουμένη, και κάτω από το βλέμμα του αθάνατου νομοθέτη, την ακόλουθη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Αν­θρώπου και του Πολίτη:

ΑΡΘΡΟ 1ο. Ο σκοπός κάθε πολιτικής ένωσης είναι η διατή-

198

ρηση των φυσικών και απαράγραφων δικαιωμάτων του ανθρώ­που και η ανάπτυξη όλων των ικανοτήτων του.

ΑΡΘΡΟ 2ο. Τα κυριότερα δικαιώματα του ανθρώπου είναι αυ­τά της δυνατότητας διατήρησης της ύπαρξης και της λευτεριάς του.

ΑΡΘΡΟ 3ο. Τα δικαιώματα αυτά ανήκουν εξίσου σε όλους τους ανθρώπους, ανεξάρτητα από τις διαφορές των φυσικών και ηθικών τους δυνάμεων.

Η ισότητα των δικαιωμάτων έχει θεσπιστεί από τη φύση: η κοινωνία όχι μόνο δεν την περιορίζει, αλλά την εγγυάται απέ­ναντι στην κατάχρηση της εξουσίας που την καταντά απατηλή.

ΑΡΘΡΟ 4ο. Η ελευθερία είναι η δυνατότητα που ανήκει σε κάθε άνθρωπο να ασκήσει, κατά την κρίση του, όλες του τις ικανότητες. Έχει σαν κανόνα τη δικαιοσύνη, σαν περιορισμό τα δικαιώματα των άλλων, σαν αρχές τη φύση, και σαν φύλακα το νόμο.

Το δικαίωμα της ειρηνικής συνάθροισης, το δικαίωμα της έκφρασης των απόψεων, είτε διαμέσου του τύπου, είτε με άλλον τρόπο, είναι τόσο αναγκαίες συνέπειες της λευτεριάς του αν­θρώπου ώστε η ανάγκη της διακήρυξής τους προϋποθέτει είτε την παρουσία είτε την πρόσφατη ανάμνηση του δεσποτισμού.

ΑΡΘΡΟ 5o. Ο νόμος δεν μπορεί να απαγορέψει παρά μόνον ό,τι είναι βλαβερό για την κοινωνία· δεν μπορεί να διατάξει παρά μόνον ό,τι της είναι χρήσιμο.

ΑΡΘΡΟ 6ο. Κάθε νόμος που παραβιάζει τα απαράγραφα δι­καιώματα του ανθρώπου είναι ουσιαστικά άδικος και τυραννι­κός: δεν είναι νόμος.

ΑΡΘΡΟ 7ο. Η ιδιοκτησία είναι το δικαίωμα κάθε πολίτη να απολαμβάνει και να διαθέτει τη μερίδα των αγαθών που του εγγυάται ο νόμος.

ΑΡΘΡΟ 8ο. Το δικαίωμα της ιδιοκτησίας περιορίζεται, όπως κάθε άλλο, από την υποχρέωση του σεβασμού των δικαιωμάτων των άλλων.

ΑΡΘΡΟ 9ο. Δεν μπορεί να παραβιάζει ούτε την ασφάλεια, ούτε την ελευθερία, ούτε την ύπαρξη, ούτε την ιδιοκτησία των συ­νανθρώπων μας.

199

ΑΡΘΡΟ 10ο. Κάθε διακατοχή, κάθε συναλλαγή που παραβιά­ζει αυτή την αρχή είναι αθέμιτη και ανήθικη.

ΑΡΘΡΟ 11ο. Η κοινωνία είναι υποχρεωμένη να διασφαλίζει τη διαβίωση όλων των μελών της, είτε με την παροχή εργασίας, είτε με τη διασφάλιση των μέσων επιβίωσης σε εκείνους που δεν είναι σε θέση να εργάζονται.

ΑΡΘΡΟ 12ο. Η αναγκαία βοήθεια προς τη φτώχεια είναι ένα χρέος του πλούσιου προς τον φτωχό. Ο νόμος οφείλει να προσ­διορίζει τον τρόπο εξόφλησης αυτού του χρέους.

ΑΡΘΡΟ 13ο. Η κοινωνία οφείλει να ευνοεί με όλες της τις δυνάμεις την πρόοδο της δημόσιας γνώσης και να κάνει την εκπαίδευση προσιτή σε όλους τους πολίτες.

ΑΡΘΡΟ 14ο. Ο νόμος είναι η ελεύθερη και επίσημη έκφραση της βούλησης του λαού.

ΑΡΘΡΟ 15ο. Ο λαός είναι ο κυρίαρχος: η κυβέρνηση είναι το έργο και η ιδιοκτησία του, οι δημόσιοι υπάλληλοι οι υπηρέτες του.

ΑΡΘΡΟ 16ο. Καμία μερίδα του λαού δεν μπορεί να ασκεί την εξουσία όλου του λαού, αλλά η βούληση που εκφράζει οφείλει να είναι σεβαστή, σαν η βούληση μιας μερίδας του λαού που πρέπει να συμβάλλει στη διαμόρφωση της γενικής βούλησης.

Κάθε τμήμα του κυρίαρχου, συναθροισμένο, πρέπει να απο­λαμβάνει το δικαίωμα της έκφρασης της βούλησής του με πλή­ρη ελευθερία: είναι ουσιαστικά ανεξάρτητο από όλες τις θε­σμικές αρχές, και κύριο να ρυθμίζει την εσωτερική του τάξη και τις συζητήσεις του.

Ο λαός μπορεί, όποτε του αρέσει, να αλλάζει την κυβέρνησή του και να ανακαλεί τους εντολοδόχους του.

ΑΡΘΡΟ 17ο. Ο νόμος πρέπει να είναι ίσος για όλους.

ΑΡΘΡΟ 18ο. Ό λ ο ι οι πολίτες μπορούν να γίνονται δεκτοί σε όλες τις δημόσιες θέσεις, χωρίς καμιά άλλη διάκριση από εκεί­νην των αρετών και των χαρισμάτων τους, χωρίς κανέναν άλ­λον τίτλο εκτός από την εμπιστοσύνη του λαού.

ΑΡΘΡΟ 19ο. Ό λ ο ι οι πολίτες έχουν ίσο δικαίωμα να συμβάλ­λουν στην επιλογή των εντολοδόχων του λαού και στη διαμόρ­φωση του νόμου.

200

201

ΑΡΘΡΟ 20ο. Για να μην είναι τα δικαιώματα αυτά απατηλά και η ισότητα να μην αποτελεί χίμαιρα, η κοινωνία οφείλει να μισθοδοτεί τους δημόσιους λειτουργούς και να ενεργεί με τρό­πο ώστε οι πολίτες που αποζούν από την εργασία τους να μπο­ρούν να συμμετέχουν στις δημόσιες συναθροίσεις, όπου τους καλεί ο νόμος, χωρίς αυτό να παραβλάπτει την επιβίωσή τους και την επιβίωση των οικογενειών τους.

ΑΡΘΡΟ 21ο. Κάθε πολίτης οφείλει θρησκευτική υπακοή στους δικαστές και στους εκπροσώπους της κυβέρνησης, εφό­σον ενεργούν σαν όργανα ή εκτελεστές του νόμου.

ΑΡΘΡΟ 22ο. Αλλά κάθε ενέργεια ενάντια στη ελευθερία, ενά­ντια στην ασφάλεια ή ενάντια στην ιδιοκτησία ενός ανθρώπου, που γίνεται από οποιονδήποτε, ακόμη και στο όνομα του νόμου, εκτός από τις προκαθορισμένες από τον ίδιο περιπτώσεις και τις μορφές που αυτός περιγράφει, είναι αυθαίρετη και άκυρη· ο σε­βασμός του νόμου απαγορεύει το να υποτάσσεται κανείς σε τέ­τοιες ενέργειες και σε περίπτωση που γίνεται προσπάθεια να εφαρμοσθούν βίαια επιτρέπεται να αποκρούονται με τη βία.

ΑΡΘΡΟ 23ο. Το δικαίωμα υποβολής υπομνημάτων στους ε­ντολοδόχους της δημόσιας αρχής ανήκει σε κάθε άτομο. Αυτοί στους οποίους απευθύνονται οφείλουν να αποφασίσουν πάνω στα σημεία που τους αφορούν, αλλά δεν μπορούν σε καμιά πε­ρίπτωση να απαγορεύσουν, να περιορίσουν ή να καταδικάσουν την άσκηση του δικαιώματος αυτού.

ΑΡΘΡΟ 24ο. Η αντίσταση στην καταπίεση είναι η συνέπεια των άλλων δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη,

Υπάρχει καταπίεση ενάντια στο κοινωνικό σώμα όταν και ένα μόνο από τα μέλη του καταπιέζεται.

Υπάρχει καταπίεση ενάντια σε κάθε μέλος όταν το κοινωνικό σώμα καταπιέζεται.

Όταν η κυβέρνηση καταπιέζει το λαό, η επανάσταση ολό­κληρου του λαού και κάθε μερίδας του λαού είναι το ιερότερο των καθηκόντων του.

Όταν η κοινωνική εγγύηση δεν υπάρχει για έναν πολίτη, αυτός προχωρά στο φυσικό του δικαίωμα να αμύνεται μόνος του.

Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, η υποταγή της αντί­στασης στην καταπίεση σε νομικές μορφές αποτελεί την τελευ­ταία εκλέπτυνση της τυραννίας.

ΑΡΘΡΟ 25ο. Σε κάθε ελεύθερο κράτος, ο νόμος οφείλει προ­πάντων να προστατεύει τη δημόσια και ατομική ελευθερία από την κατάχρηση της εξουσίας αυτών που κυβερνούν.

Κάθε θεσμός που δεν προϋποθέτει ότι ο λαός είναι καλός και ότι ο αξιωματούχος μπορεί να διαφθαρεί είναι ελαττωματικός.

ΑΡΘΡΟ 26ο. Οι δημόσιες θέσεις δεν μπορούν να θεωρούνται σαν διακρίσεις, ούτε σαν ανταμοιβές, αλλά σαν δημόσια καθή­κοντα. Τα παραπτώματα των εντολοδόχων του λαού πρέπει να τιμωρούνται αυστηρά και εύκολα. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να διατείνεται ότι είναι περισσότερο απαραβίαστος από τους άλλους πολίτες. Ο λαός έχει το δικαίωμα να γνωρίζει όλες τις ενέργειες των εντολοδόχων του· οφείλουν να του αποδίδουν πι­στό λογαριασμό της διαχείρισής τους και να υποτάσσονται με σεβασμό στην κρίση του. Οι άνθρωποι όλων των χωρών είναι αδελφοί, και οι διάφοροι λαοί οφείλουν να αλληλοβοηθούνται ανάλογα με τις δυνάμεις τους, σαν πολίτες του ίδιου κράτους.

Όποιος καταπιέζει ένα έθνος, κηρύσσεται εχθρός όλων. Αυ­τοί που κάνουν πόλεμο ενάντια σε έναν λαό, προκειμένου να σταματήσουν την πρόοδο της ελευθερίας και να εκμηδενίσουν τα δικαιώματα του ανθρώπου, θα πρέπει να καταδιώκονται από όλους, όχι σαν συνηθισμένοι εχθροί, αλλά σαν δολοφόνοι και ληστές. Οι βασιλιάδες, οι αριστοκράτες, οι τύραννοι, όποιοι κι αν είναι, είναι σκλάβοι που εξεγέρθηκαν ενάντια στον κυρίαρ­χο της γης, που είναι το ανθρώπινο γένος, κι ενάντια στο νομοθέ­τη της οικουμένης, που είναι η φύση.

ΓΙΑ Τ Η Ν ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΥΤΙΚΗ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ

(Λόγος στη Συμβατική Εθνοσυνέλευση, 10 του Μάη 1793)

Ο άνθρωπος γεννήθηκε για την ευτυχία και την ελευθερία, και παντού είναι σκλάβος και δυστυχισμένος! Η κοινωνία έχει για σκοπό τη διατήρηση των δικαιωμάτων του και την τελειο­ποίηση του εαυτού του, και παντού η κοινωνία τον υποβαθμίζει

202

και τον καταπιέζει! Ήρθε ο καιρός να τον επαναφέρουμε στον αληθινό του προορισμό. Η πρόοδος της ανθρώπινης λογικής προετοίμασε αυτή τη μεγάλη Επανάσταση, και σε σας επιβάλ­λεται ειδικά το καθήκον να επιταχύνεται τους ρυθμούς της.

Για να εκπληρώσετε την αποστολή σας, πρέπει να κάνετε ακριβώς το αντίθετο από ό,τι υπήρχε πριν από εσάς.

Έως εδώ η τέχνη της διακυβέρνησης ήταν μόνον η τέχνη της απογύμνωσης και της υποδούλωσης της πλειοψηφίας προς όφελος της μειοψηφίας, και η νομοθεσία, το μέσο ανάδειξης αυτών των προσπαθειών σε ένα σύστημα. Οι βασιλιάδες και οι αριστοκράτες έκαναν πολύ καλά τη δουλειά τους. Σε εσάς έγκει­ται τώρα να κάνετε καλά τη δική σας δουλειά και να κάνετε τους ανθρώπους ευτυχισμένους και λεύτερους χάρη στους νόμους.

Το να δοθεί στην κυβέρνηση η απαραίτητη δύναμη ώστε οι πολίτες να σέβονται πάντα τα δικαιώματα όλων των πολιτών, και το να μην μπορεί ποτέ η κυβέρνηση να τα παραβιάσει: αυτό είναι κατά τη γνώμη μου το διπλό πρόβλημα που οφείλει να επιλύσει ο νομοθέτης. Το πρώτο μου φαίνεται πολύ εύκολο. Όσο για το δεύτερο, θα μπαίναμε στον πειρασμό να το θεωρή­σουμε σαν άλυτο, αν συμβουλευόμασταν μόνον τα περασμένα και παρόντα γεγονότα, χωρίς να ανατρέξουμε στα αίτιά τους.

Ανατρέχοντας την ιστορία, θα δείτε παντού τους δημόσιους λειτουργούς να καταπιέζουν τους πολίτες και την κυβέρνηση να καταβροχθίζει την κυριαρχία. Οι τύραννοι μιλούν για στά­σεις. Ο λαός παραπονιέται για την τυραννία, όταν ο λαός τολ­μά να παραπονεθεί, πράγμα που συμβαίνει όταν η υπερβολή της καταπίεσης του επιστρέφει την ενεργητικότητα και την ανεξαρτησία του. Μακάρι να μπορούσε ο θεός να τις διαφυλά­ξει για πάντα! Αλλά η βασιλεία του λαού διαρκεί μόνο μια μέ­ρα, ενώ εκείνη των τυράννων καλύπτει τη διάρκεια των αιώνων.

Άκουσα να μιλούν πολύ για αναρχία μετά την Επανάσταση της 14 του Ιούλη 1789, και, προπάντων μετά την Επανάσταση της 10 του Αυγούστου 1792. Αλλά σας διαβεβαιώνω ότι δεν εί­ναι η αναρχία η αρρώστια των πολιτικών σωμάτων, αλλά ο δε­σποτισμός και η αριστοκρατία. Βρίσκω, ό,τι κι αν έχουν πει, ότι μόνον από εκείνη την κατασυκοφαντημένη εποχή κι έπειτα, αποκτήσαμε ένα ξεκίνημα νόμων και διακυβέρνησης, παρά τις ταραχές που δεν είναι άλλο πράγμα από τους τελευταίους σπα­σμούς της βασιλείας που ξεψυχάει και τον αγώνα μιας άπιστης κυβέρνησης ενάντια στην ισότητα.

203

Η αναρχία βασίλεψε στη Γαλλία από τον Κλοβίς μέχρι τον τελευταίο Καπέτο. Γιατί τι άλλο είναι η αναρχία, παρά η τυ­ραννία που κατεβάζει από το θρόνο τη φύση και το νόμο, για να βάλει πάνω του ανθρώπους;

Ποτέ τα δεινά της κοινωνίας δεν προέρχονται από το λαό, αλλά από την κυβέρνηση. Και πώς θα ήταν αλλιώς; Το συμφέ­ρον του λαού είναι το δημόσιο καλό. Το συμφέρον του ανθρώ­που αποτελεί αξίωμα ότι είναι ένα ιδιωτικό συμφέρον. Για να είναι καλός, ο λαός δεν έχει παρά να προτιμήσει τον εαυτό του από κάτι που δεν είναι ο ίδιος. Για να είναι καλός ο άρχοντας πρέπει να θυσιαστεί ο ίδιος για το λαό.

Αν καταδεχόμουν να απαντήσω στις ανόητες και βάρβαρες προκαταλήψεις, θα παρατηρούσα ότι η εξουσία και ο πλούτος γεννούν την αλαζονεία και όλες τις διαστροφές. Ότι η εργα­σία, η μετριοπάθεια, η φτώχεια είναι οι φύλακες της αρετής. Ό τ ι οι επιθυμίες του αδύναμου δεν έχουν άλλο αντικείμενο από τη δικαιοσύνη και την προστασία ευεργετικών νόμων, ότι αυτός εκτιμά μόνον το πάθος για την τιμιότητα· ότι τα πάθη του ισχυρού ανθρώπου έχουν την τάση να υπερβούν τους δί­καιους νόμους, ή να δημιουργήσουν τυραννικούς. Θα πω τέλος ότι η αθλιότητα των πολιτών δεν είναι άλλο πράγμα από το έγκλημα των κυβερνήσεων. Αλλά θέτω τη βάση του συστήμα­τος μου πάνω σε έναν μόνο συλλογισμό.

Η κυβέρνηση έχει θεσπιστεί για να κάνει σεβαστή τη γενική βούληση. Αλλά οι άνθρωποι που κυβερνούν έχουν μιαν ατομική βούληση, και κάθε βούληση θέλει να κυριαρχεί. Αν χρησιμο­ποιούν γι' αυτόν το σκοπό τη δημόσια δύναμη με την οποία εί­ναι οπλισμένοι, τότε η κυβέρνηση είναι η μάστιγα της λευτε­ριάς. Συμπεράνετε λοιπόν ότι το πρώτο αντικείμενο κάθε Συντάγ­ματος οφείλει να είναι η υπεράσπιση της δημόσιας και ατομι­κής ελευθερίας απέναντι στην ίδια την κυβέρνηση.

Αυτό ακριβώς το αντικείμενο ξέχασαν οι νομοθέτες. Ό λ ο ι τους ασχολήθηκαν με την εξουσία της κυβέρνησης· κανείς δεν σκέφτηκε τα μέσα επαναφοράς της στη θεσμική της βάση. Υιο­θέτησαν ατέλειωτες προφυλάξεις ενάντια στην εξέγερση του λαού, και ενθάρρυναν με όλη τους τη δύναμη την εξέγερση των εκπροσώπων του. Έ χ ω υποδείξει ήδη τους λόγους· η φιλοδο­ξία, η δύναμη και η δολιότητα υπήρξαν οι νομοθέτες του κό­σμου. Υποδούλωσαν ακόμη και την ανθρώπινη λογική, δια­φθείροντας την, και τη θεώρησαν συνένοχη για την αθλιότητα

204

του ανθρώπου. Ο δεσποτισμός προκάλεσε τη διαφθορά των ηθών, και η διαφθορά των ηθών στήριξε το δεσποτισμό. Σ' αυ­τή την κατάσταση, κερδισμένος είναι αυτός που πουλάει την ψυχή του στον πιο ισχυρό για να νομιμοποιήσει την αδικία και να θεοποιήσει την τυραννία. Και έτσι η λογική κατάντησε τρέ­λα, η ισότητα αναρχία, η λευτεριά αταξία, η φύση χίμαιρα, η ανάμνηση των δικαιωμάτων των ανθρώπων εξέγερση. Έτσι , έχουμε φυλακές και ικριώματα για την αρετή, ανάκτορα για την κραιπάλη, θρόνους και άρματα θριάμβου για το έγκλημα. Έτσι , έχουμε βασιλιάδες, παπάδες, ευγενείς, αστούς, όχλο· αλλά ούτε λαό, ούτε ανθρώπους.

Κοιτάξτε τους ίδιους τους νομοθέτες που η πρόοδος του δημό­σιου διαφωτισμού φαίνεται να υποχρέωσε να τιμήσουν ως ένα σημείο τις αρχές. Κοιτάξτε τους που χρησιμοποίησαν τις ικανό­τητές τους μόνο για να τις αποφύγουν όταν δεν μπορούσαν πια να τις προσαρμόσουν στις προσωπικές τους απόψεις. Κοιτάξτε αν κάνανε κάτι άλλο εκτός από το να παραλλάξουν τις μορφές του δεσποτισμού και τις αποχρώσεις της αριστοκρατίας. Διακή­ρυξαν επιδεικτικά την κυριαρχία του λαού και τον αλυσόδεσαν χωρίς να παύουν να αναγνωρίζουν ότι οι αξιωματούχοι είναι εντολοδόχοι του λαού, τους συμπεριφέρθηκαν σαν να ήταν κυ­ρίαρχοι πάνω σ' αυτόν και είδωλά του. Ό λ ο ι τους συμφώνη­σαν στο να θεωρούν το λαό άμυαλο και απείθαρχο και τους δημόσιους λειτουργούς στην ουσία σοφούς και ενάρετους. Δεν είναι ανάγκη να αναζητήσουμε παραδείγματα στα ξένα έθνη. Μπορούμε να βρούμε αρκετά εντυπωσιακά τέτοια παραδείγμα­τα στους κόλπους της Επανάστασής μας και στη συμπεριφορά των νομοθετών που προηγήθηκαν από εμάς. Κοιτάξτε με πόση ανανδρία λιβάνιζαν τη βασιλεία! Με πόση ξεδιαντροπιά κή­ρυσσαν τυφλή εμπιστοσύνη στους διεφθαρμένους δημόσιους λειτουργούς! Με πόση αυθάδεια εξευτέλιζαν το λαό, με πόση βαρβαρότητα τον δολοφονούσαν! Και συνάμα, κοιτάξτε σε ποια μεριά ήταν οι αστικές αρετές, θυμηθείτε τις γενναιόδωρες θυσίες της φτώχειας, και την ξεδιάντροπη τσιγγουνιά των πλουσίων. Θυμηθείτε την υπέροχη αφοσίωση των στρατιωτών και τις άτιμες προδοσίες των στρατηγών το ακαταμάχητο θάρ­ρος, τη μεγαλόψυχη υπομονή του λαού, και τον προδοτικό εγωι­σμό, τη βρομερή δολιότητα των εντολοδόχων του.

Αλλά ας μη μας ξαφνιάζουν πολύ οι τόσες αδικίες. Βγαίνο­ντας από μια τόσο βαθιά διαφθορά, πώς θα μπορούσαν να σε-

205

βαστούν τους ανθρώπους, να λατρέψουν την ισότητα, να πιστέ­ψουν στην αρετή; Εμείς, οι δύστυχοι, χτίζουμε το ναό της λευ­τεριάς με τα χέρια ακόμη αδύναμα από τα σίδερα της σκλαβιάς! Ποια άλλη ήταν η παλιά μας εκπαίδευση, εκτός από ένα αστα­μάτητο μάθημα εγωισμού και άμυαλης ματαιοδοξίας; Τι άλλο ήταν τα ήθη και οι υποτιθέμενοι νόμοι μας, έξω από έναν κώδι­κα της αυθάδειας και της μικρότητας, όπου η περιφρόνηση των ανθρώπων έμπαινε σε ένα είδος διατίμησης και διαβαθμιζόταν με παράδοξους και πολλαπλασιαζόμενους κανόνες; Αλληλοπε-ριφρόνηση· σκαρφάλωμα για την κυριαρχία· άλλοτε σκλάβοι κι άλλοτε τύραννοι· άλλοτε στα γόνατα εμπρός σ' έναν αφέντη, άλλοτε ποδοπατώντας το λαό. Αυτή ήταν η μοίρα μας, αυτή ήταν η φιλοδοξία μας, για όλους εμάς, που υπήρξαμε άνθρωποι καλής καταγωγής ή καλής ανατροφής, έντιμοι άνθρωποι ή άνθρω­ποι καθώς πρέπει, νομομαθείς και χρηματιστές, τηβεννοφόροι και στρατιωτικοί, θα πρέπει λοιπόν να μένουμε έκπληκτοι αν τόσοι ηλίθιοι έμποροι, αν τόσοι εγωιστές αστοί, διατηρούν ακόμη μια περιφρόνηση απέναντι στους τεχνίτες, την ίδια που έτρε­φαν οι ευγενείς απέναντι στους αστούς και τους εμπόρους; Ω, η ευγενική αλαζονεία! Ω! οι καλές σπουδές! Να όμως γιατί σταμά­τησαν τα μεγάλα πεπρωμένα του κόσμου! Να γιατί ξεσχίζεται το στήθος της πατρίδας από προδότες! Να γιατί οι θηριώδεις δορυφόροι των δεσποτών της Ευρώπης κατάστρεψαν τις σοδειές μας, έκαψαν τις πόλεις μας, έσφαξαν τις γυναίκες και τα παιδιά μας! Έχει κιόλας κυλήσει το αίμα τριακοσίων χιλιάδων Γάλ­λων. Και θα κυλήσει ίσως το αίμα άλλων τριακοσίων χιλιάδων, για να μην μπορέσει ο απλός αγρότης να καθίσει στο Κοινοβού­λιο δίπλα στον πλούσιο έμπορο δημητριακών. Για να μην μπο­ρέσει ο τεχνίτης να ψηφίζει στις λαϊκές συνελεύσεις δίπλα στον επιφανή έμπορο ή τον αλαζονικό δικηγόρο, και ο φτωχός, έξυπνος και ενάρετος, να μην μπορεί να στέκεται με αξιοπρέ­πεια, εμπρός στον ηλίθιο και διεφθαρμένο πλούσιο.

Άμυαλοι! Που καλείτε τους αφέντες για να μην έχετε ίσους με εσάς. Πιστεύετε λοιπόν ότι οι τύραννοι θα υιοθετήσουν όλους τους υπολογισμούς της θλιβερής ματαιοδοξίας σας και της δειλής απληστίας σας; Πιστεύετε ότι ο λαός, που κατάκτη­σε τη λευτεριά, που έχυνε το αίμα του για την πατρίδα όταν εσείς κοιμόσασταν μέσα στη μαλθακότητα ή συνωμοτούσατε μέσα στα σκοτάδια, θα αφεθεί να τον αλυσοδέσετε, να τον πει­νάσετε, να τον σφαγιάσετε; Όχι. Αν δεν σέβεστε ούτε την αν-

206

θρωπότητα ούτε τη δικαιοσύνη, ούτε την τιμή, διατηρήστε τουλάχιστον κάποια φροντίδα απέναντι στους θησαυρούς σας, που δεν έχουν άλλον εχθρό από την υπερβολή της δημόσιας αθλιότητας, την οποία χειροτερεύετε με την τόση απερισκεψία σας. Αλλά ποια πρόθεση θα μπορούσε να αγγίξει φουσκωμένους από περηφάνια σκλάβους; Ο νόμος της αλήθειας, όταν ηχεί μέ­σα σε διαφθαρμένες καρδιές, μοιάζει με τόνους που αντηχούν μέσα σε τάφους και που δεν ξυπνούν τα πτώματα.

Εσείς λοιπόν, που έχετε στην καρδιά σας τη λευτεριά, την πατρίδα, αναλάβετε μόνοι σας την υπόθεση της σωτηρίας της. Κι εφόσον, τη στιγμή στην οποία το επείγον συμφέρον της υπεράσπισής της φαινόταν να απαιτεί όλη σας την προσοχή, θέλησαν να υψωθεί το οικοδόμημα του Συντάγματος ενός μεγά­λου λαού, κτίστε το τουλάχιστον πάνω στην αιώνια βάση της αλήθειας! Βάλτε κατ ' αρχήν αυτή την αναμφισβήτητη αρχή: ότι ο λαός είναι καλός και ότι μόνον οι εκπρόσωποί του είναι δυνα­τό να διαφθαρούν· ότι στην αρετή και στην κυριαρχία του λαού πρέ­πει να αναζητηθεί η άμυνα ενάντια στη διαφθορά και το δεσποτισμό της κυβέρνησης.

Από αυτή την αναμφισβήτητη αρχή, θα βγάλουμε τώρα τις πρακτικές συνέπειες, που αποτελούν ισάριθμες βάσεις κάθε ελεύθερου Συντάγματος.

Η διαφθορά των κυβερνήσεων πηγάζει από την υπερβολική τους δύναμη και από την ανεξαρτησία τους σε σχέση με τον κυρίαρχο λαό. Πάρτε μέτρα ενάντια σ' αυτή τη διπλή κατά­χρηση.

Ξεκινήστε περιορίζοντας την εξουσία των αξιωματούχων. Μέχρις εδώ, οι πολιτικοί που επέδειξαν τη βούληση να κά­

νουν κάποια προσπάθεια, λιγότερο για να υπερασπιστούν την ελευθερία και περισσότερο για να παραλλάξουν την τυραννία, δεν φαντάστηκαν παρά δύο μόνο μέσα για να φτάσουν σ' αυτόν το σκοπό: το ένα είναι η ισορροπία των εξουσιών και το άλλο η δημηγορία.

Σε ό,τι αφορά την ισορροπία των εξουσιών, υπήρξαμε ίσως κατά το παρελθόν θύματα αυτού του γοήτρου, τότε που ο συρ­μός έμοιαζε να απαιτεί από εμάς την απόδοση μιας τέτοιας τι­μής προς τους γε ί τονές μας, τότε που η υπερβολή της δικής μας αποσύνθεσης μας επέτρεπε να θαυμάζουμε όλους τους ξέ­νους θεσμούς που μας πρόσφεραν μιαν ασθενική εικόνα της λευτεριάς. Αλλά αν σκεφτούμε λίγο, αντιλαμβανόμαστε εύκολα

207

ότι η ισορροπία αυτή δεν μπορεί να είναι άλλο από χίμαιρα ή μάστιγα, ότι προϋποθέτει τον απόλυτο εκμηδενισμό της κυβέρ­νησης, αν δεν φέρνει αναγκαστικά έναν συνασπισμό αντίπαλων δυνάμεων ενάντια στο λαό. Γιατί καταλαβαίνουμε ότι οι δυνά­μεις αυτές προτιμούν το συντονισμό τους παρά να καλέσουν τον κυρίαρχο λαό να κρίνει ο ίδιος τις υποθέσεις του. Μάρτυ­ρας η Αγγλία, όπου το χρυσάφι και η εξουσία του μονάρχη κάνουν την πλάστιγγα να γέρνει μόνιμα προς την ίδια πλευρά· όπου το ίδιο το κόμμα της αντιπολίτευσης μοιάζει να επιδιώ­κει, κατά καιρούς, τη μεταρρύθμιση της εθνικής αντιπροσωπίας μόνο και μόνο για να την απομακρύνει, σε συνεννόηση με την πλειοψηφία, την οποία δείχνει να καταπολεμά. Είναι ένα είδος τερατώδους διακυβέρνησης, όπου οι δημόσιες αρετές δεν είναι άλλο από μια δημόσια παρέλαση, όπου το φάντασμα της ελευ­θερίας εκμηδενίζει την ίδια την ελευθερία, όπου ο νόμος επικυ­ρώνει το δεσποτισμό, όπου τα δικαιώματα του λαού είναι αντι­κείμενο ενός αναγνωρισμένου εμπορίου, όπου η διαφθορά έχει απαλλαγεί ακόμη κι από την τροχοπέδη της ντροπής.

Τι μας νοιάζουν λοιπόν οι μηχανισμοί που εξισορροπούν την εξουσία των τυράννων; Εμάς την τυραννία μας ενδιαφέρει να ξεριζώσουμε. Οι λαοί δεν πρέπει να αναζητούν στις διαμάχες των ηγετών τους το προνόμιο να ανασάνουν για λίγες στιγμές. Στην ίδια τους τη δύναμη πρέπει να εναποθέσουν την εγγύηση των δικαιωμάτων τους.

Για τον ίδιο λόγο δεν υποστηρίζω ούτε το θεσμό της δημηγο­ρίας. Η ιστορία δεν μου έμαθε να τον σέβομαι. Δεν εμπιστεύο­μαι την υπεράσπιση μιας τόσο μεγάλης υπόθεσης σε ανθρώπους αδύναμους και υποκείμενους στη διαφθορά. Η προστασία των δημηγόρων υποθέτει τη σκλαβιά του λαού. Δεν μου αρέσει η συγκέντρωση του ρωμαϊκού λαού στο Ιερό Όρος για να ζητή­σει προστάτες ενάντια σε μια δεσποτική γερουσία και αλαζονι­κούς πατρικίους. Τον προτιμώ να μείνει στη Ρώμη και να διώ­ξει έξω από αυτήν όλους τους τυράννους του. Μισώ, όσο και τους ίδιους τους πατρικίους, και περιφρονώ ακόμη περισσότε­ρο τους φιλόδοξους αυτούς δημήγορους, αυτούς τους χυδαίους εντολοδόχους του λαού, που πουλάνε στους μεγάλους της Ρώ­μης τους λόγους τους και τη σιωπή τους, και που υπερασπί­στηκαν μερικές φορές το λαό μόνο και μόνο για να παζαρέψουν τη λευτεριά του με τους καταπιεστές του.

Υπάρχει μόνον ένας δημήγορος του λαού που μπορώ να πα-

208

ραδεχθώ: είναι ο ίδιος ο λαός. Παραπέμπω τη δημηγορική δύ­ναμη σε κάθε τμήμα της Γαλλικής Δημοκρατίας· και είναι εύ­κολο να οργανωθεί με τρόπο που να απέχει εξίσου από τις θύελ­λες της απόλυτης δημοκρατίας και από τη δόλια ηρεμία του αντιπροσωπευτικού δεσποτισμού.

Αλλά, πριν υψώσουμε τα αναχώματα που πρέπει να υπερα­σπίζουν τη δημόσια ελευθερία ενάντια στις καταχρήσεις της εξουσίας των αρχόντων, ας ξεκινήσουμε περιορίζοντάς τη μέσα σε δίκαια όρια.

Ένας πρώτος κανόνας για να φτάσουμε σ' αυτόν το σκοπό είναι η σύντομη διάρκεια της εξουσίας τους, εφαρμόζοντας αυ­τή την αρχή προπάντων σ' αυτούς των οποίων η εξουσία είναι πιο εκτεταμένη.

2ο. Κανείς να μην μπορεί να ασκεί ταυτόχρονα πολλά αξιώ­ματα.

3ο. Η εξουσία οφείλει να είναι μοιρασμένη: καλύτερα να πολλαπλασιαστούν οι δημόσιοι λειτουργοί παρά να εμπιστευ­θούμε σε λίγους μιαν επίφοβη εξουσία.

4ο. Να χωριστούν προσεχτικά η νομοθετική από την εκτελε­στική εξουσία.

5ο. Οι διάφοροι κλάδοι της εκτελεστικής να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο χωρισμένοι μεταξύ τους, ανάλογα με τη φύση του αντικειμένου τους, και να παραδίδονται σε διαφορε­τικά χέρια.

Ένα από τα μεγαλύτερα ελαττώματα της σημερινής οργά­νωσης είναι η υπερβολικά μεγάλη έκταση κάθε υπουργείου, όπου στριμώχνονται διαχειριστικοί κλάδοι εντελώς διαφορετι­κοί ως προς τη φύση τους.

Προπάντων το υπουργείο Εσωτερικών, όπως υπήρξε επιμονή να διατηρηθεί προσωρινά έως τώρα, αποτελεί ένα πολιτικό τέ­ρας, που θα μπορούσε προσωρινά να έχει καταβροχθίσει τη νεο­γέννητη Δημοκρατία, αν η δύναμη του δημόσιου πνεύματος, εμπνευσμένη από το επαναστατικό κίνημα, δεν την είχε υπερα­σπισθεί έως τώρα, ενάντια τόσο στα ελαττώματα του θεσμού όσο και των ατόμων.

Κατά τα άλλα δεν θα μπορέσετε ποτέ να εμποδίσετε τους ε­ντολοδόχους της εκτελεστικής εξουσίας να είναι πανίσχυροι άρχοντες· αφαιρέστε τους λοιπόν κάθε εξουσία και κάθε δυνατό­τητα επιρροής ξένη προς τις αρμοδιότητές τους.

Στη διάρκεια της θητείας τους, μην τους επιτρέπετε να πα-

209

ρευρίσκονται και να ψηφίζουν στις συνελεύσεις του λαού. Εφαρμόστε αυτόν τον κανόνα για όλους γενικά τους δημόσιους λειτουργούς.

Απομακρύνετε από τα χέρια τους τον δημόσιο πλούτο. Εμπι­στευθείτε τον σε εντολοδόχους και επόπτες, που οι ίδιοι να μην μπορούν να συμμετέχουν σε κανένα άλλο είδος εξουσίας.

Αφήστε στα διαμερίσματα, και κάτω από τον έλεγχο του λαού, τη μερίδα των δημόσιων εσόδων που δεν είναι ανάγκη να διο­χετευθεί στο γενικό ταμείο. Και όσο είναι δυνατόν, οι πληρω­μές να γίνονται επιτόπου.

Αποφύγετε να δώσετε σ' αυτούς που κυβερνούν τεράστια ποσά, με οποιοδήποτε πρόσχημα, και προπάντων με το πρό­σχημα της διαμόρφωσης της κοινής γνώμης.

Όλες αυτές οι βιομηχανίες δημόσιου πνεύματος παράγουν μόνο δηλητήρια: αποκτήσαμε πρόσφατα μια φρικτή εμπειρία, και η πρώτη δοκιμή αυτού του παράξενου συστήματος δεν μπορεί να μας εμπνέει αρκετή εμπιστοσύνη σε εκείνους που το επινόησαν. Μην ξεχνάτε ποτέ ότι στην κοινή γνώμη έγκειται να κρίνει τους ανθρώπους που κυβερνούν, και όχι στους τελευ­ταίους να ελέγχουν και να διαμορφώνουν την κοινή γνώμη.

Αλλά υπάρχει ένα γενικό μέσο και όχι λιγότερο σωτήριο για να μειωθεί η δύναμη των κυβερνήσεων προς όφελος της λευτε­ριάς και της ευτυχίας των λαών.

Έγκειται στην εφαρμογή της αρχής, που περιλαμβάνεται στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων που σας πρότεινα: «Ο νόμος δεν μπορεί να απαγορέψει παρά μόνον ό,τι είναι βλαβερό για την κοινωνία, και δεν μπορεί να προστάξει παρά μόνον ό,τι της είναι ωφέλιμο.»

Αποφύγετε λοιπόν την παλιά μανία των κυβερνήσεων να θέ­λουν να κυβερνούν υπερβολικά. Αφήστε στα άτομα, αφήστε στις οικογένειες το δικαίωμα να κάνουν όλα όσα δεν ενοχλούν τους άλλους. Αφήστε στις κοινότητες τη δύναμη να ρυθμίζουν μάνες τους τις δικές τους υποθέσεις, σε όλα τα θέματα που δεν σχετίζονται ουσιαστικά με τη γενική διοίκηση της Δημοκρα­τίας. Με δυο λόγια, αποδώσετε στην ατομική ελευθερία όλα όσα δεν ανήκουν φυσιολογικά στη δημόσια εξουσία, κι έτσι θα έχε­τε αφήσει λιγότερη δυνατότητα για εκδήλωση της φιλοδοξίας και της αυθαιρεσίας.

Δείξτε σεβασμό προπάντων στην ελευθερία του κυρίαρχου λαού στις βασικές συνελεύσεις. Καταργώντας, για παράδειγμα,

210

αυτόν τον τεράστιο κώδικα, που παρεμποδίζει και εκμηδενίζει το δικαίωμα της ψήφου, με το πρόσχημα της ρύθμισής του, θα αφαιρέσετε εξαιρετικά επικίνδυνα άπλα από τη δολοπλοκία και το δεσποτισμό των διευθυντηρίων και των νομοθετικών συμ­βουλίων. Ακόμα, με την απλούστευση του Αστικού Κώδικα, με το χτύπημα της φεουδαρχίας, της δεκάτης και ολόκληρου του γοτθικού οικοδομήματος του κανονικού δικαίου, περιστέλλεται ιδιαίτερα η περιοχή του δικαστικού δεσποτισμού. Κατά τα άλ­λα, όσο χρήσιμες κι αν είναι αυτές οι προφυλάξεις, δεν θα έχε­τε κάνει τίποτε ακόμη, αν δεν αποτρέψετε το δεύτερο είδος υπέρβασης που υπέδειξα, που είναι η ανεξαρτησία της κυβέρ­νησης.

Το Σύνταγμα πρέπει να εφαρμόζεται προπάντων για την υπο­ταγή των δημόσιων λειτουργών σε μια επιβλητική υπευθυνότη­τα, βάζοντάς τους κάτω από την πραγματική εξάρτηση, όχι των ατόμων, αλλά του κυρίαρχου λαού.

Όποιος είναι ανεξάρτητος από τους ανθρώπους, ανεξαρτη­τοποιείται γρήγορα κι από τα καθήκοντά του. Η ατιμωρησία είναι η μητέρα και ο φύλακας του εγκλήματος, και ο λαός πά­ντα σκλαβώνεται από τη στιγμή που δεν τον φοβούνται.

Υπάρχουν δύο είδη υπευθυνότητας: η μία που μπορούμε να την ονομάσουμε ηθική και η άλλη φυσική.

Η πρώτη έγκειται κατά κύριο λόγο στη δημοσιότητα. Αρκεί όμως το Σύνταγμα να εξασφαλίζει τη δημοσιότητα των ενερ­γειών και των συσκέψεων της κυβέρνησης; Ό χ ι . Πρέπει να της παρέχει όλη την ευρύτητα που επιδέχεται.

Ολόκληρο το έθνος έχει το δικαίωμα να γνωρίζει τη συμπε­ριφορά των εντολοδόχων του. Θα έπρεπε, αν αυτό ήταν δυνατό, οι συζητήσεις των εκπροσώπων του λαού να γίνονται με την παρουσία ολόκληρου του λαού. Ένα τεράστιο και μεγαλοπρε­πές οικοδόμημα, ανοιχτό για 12.000 θεατές, θα έπρεπε να είναι ο τόπος των συνεδριάσεων του νομοθετικού σώματος. Κάτω από τα βλέμματα ενός τόσο μεγάλου αριθμού μαρτύρων, δεν θα τολμούσαν να εμφανιστούν, ούτε η διαφθορά, ούτε η δολοπλο­κία, ούτε η δολιότητα. Μοναδικός σύμβουλος των συζητήσεων θα ήταν η γενική βούληση· θα ακουγόταν μόνον η φωνή της λογικής και του δημόσιου συμφέροντος. Αλλά η εισδοχή μερι­κών εκατοντάδων θεατών, στριμωγμένων σε ένα στενό και άβο­λο κτίριο, προσφέρει μήπως μια δημοσιότητα ανάλογη προς την τεράστια έκταση του έθνους, προπάντων όταν ένα πλήθος

211

μισθοφόροι πράκτορες τρομοκρατούν το νομοθετικό σώμα, πα­ρεμποδίζοντας ή αλλοιώνοντας την αλήθεια με κακόπιστες αφηγήσεις που διαδίδουν σε ολόκληρη τη Δημοκρατία; Τι θα γινόταν λοιπόν, αν οι ίδιοι οι εντολοδόχοι περιφρονούσαν αυ­τή τη μικρή μερίδα του κοινού που τους βλέπει; Αν θέλαν να κάνουν τον κόσμο να βλέπει σαν δύο διαφορετικά είδη ανθρώ­πων τους κάτοικους του τόπου της διαμονής τους και εκείνους που κατοικούν μακριά; Αν κατάγγελλαν μόνιμα αυτούς που εί­ναι μάρτυρες των πράξεών τους σε εκείνους που διαβάζουν τα φυλλάδια τους, καθιστώντας έτσι τη δημοσιότητα όχι μόνον άχρηστη, αλλά και ολέθρια για τη λευτεριά;

Οι επιπόλαιοι άνθρωποι δεν πρόκειται να μαντέψουν ποτέ την επίδραση που είχε στην Επανάσταση το κτίριο που φιλοξέ­νησε το νομοθετικό σώμα, και οι απατεώνες δεν πρόκειται να το παραδεχτούν. Αλλά οι φωτισμένοι φίλοι του δημόσιου κα­λού είδαν με αγανάκτηση ότι το πρώτο νομοθετικό σώμα, αφού κάλεσε κοντά του τα δημόσια βλέμματα για να αντισταθεί στην αυλή, τα απόφυγε όσο του ήταν δυνατό όταν θέλησε να συμμα­χήσει με την αυλή ενάντια στο λαό· ότι αφού πρώτα κρύφτηκε κατά κάποιο τρόπο μέσα στην Αρχιεπισκοπή, όπου ψήφισε τον στρατιωτικό νόμο, κλείστηκε στην αίθουσα του Ιπποδρόμου, περιφραγμένη από ξιφολόγχες για να διατάξει τη σφαγή των καλύτερων πολιτών στο Πεδίο του Άρεως, να σώσει τον επί­ορκο Λουδοβίκο και να υπονομεύσει τα θεμέλια της λευτεριάς! Αυτοί που το διαδέχθηκαν απέφυγαν να βγουν από εκεί. Οι βα­σιλιάδες και οι άρχοντες του παλιού καθεστώτος έχτιζαν μέσα σε λίγες μέρες μια θαυμάσια αίθουσα για Όπερα, αλλά, για την ντροπή της ανθρώπινης λογικής, πέρασαν τέσσερα χρόνια, πριν να ετοιμαστεί μια καινούργια στέγη για την εθνική αντι­προσωπία! Τι λέω; Αυτή εδώ όπου μπήκε τελευταία, ευνοεί πε­ρισσότερο τη δημοσιότητα και είναι αντάξια του έθνους; Ό χ ι . Όλο ι οι παρατηρητές αντελήφθησαν ότι διαρρυθμίστηκε με πολύ εξυπνάδα από το ίδιο πνεύμα της δολοπλοκίας, κάτω από την προστασία ενός διεφθαρμένου υπουργού, για να οχυρωθούν οι διεφθαρμένοι εντολοδόχοι από τα βλέμματα του λαού. Έκα­ναν μάλιστα και θαύματα αυτού του είδους. Βρήκαν τελικά το μυστικό, που έψαχναν από παλιά, να αποκλείουν το κοινό ενώ το δέχονται. Έκαναν να μπορεί να παρακολουθεί τις συνεδριά­σεις, χωρίς να μπορεί να τις ακούει, εκτός κι αν βρίσκεται σε έναν μικρό χώρο, ειδικά προορισμένο για τους «έντιμους αν-

212

θρώπους» και τους δημοσιογράφους. Να είναι ταυτόχρονα απών και παρών. Οι επόμενες γενιές θα εκπλαγούν από την ανεμελιά με την οποία ένα μεγάλο έθνος υπόμεινε αυτά τα δό­λια και χονδροειδή τεχνάσματα, που βλάπτουν ταυτόχρονα την αξιοπρέπεια, τη λευτεριά και τη σωτηρία του.

Εγώ πιστεύω ότι το Σύνταγμα δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στο να υποχρεώνει να είναι δημόσιες οι συνεδριάσεις του νο­μοθετικού σώματος και των θεσμικών αρχών, αλλά επιπλέον να μην απαξιώσει να ασχοληθεί με τα μέσα που θα διασφαλίζουν τη μεγαλύτερη δημοσιότητα. Οφείλει ακόμη να απαγορέψει στους εντολοδόχους να επηρεάζουν με οποιονδήποτε τρόπο τη σύνθεση του ακροατηρίου και να περιορίζουν αυθαίρετα την έκταση του χώρου υποδοχής του λαού. Οφείλει να φροντίσει ώστε το νομοθετικό σώμα να βρίσκεται στο μέσο ενός τεράστιου πλήθους και να διεξάγει τις συνεδριάσεις του κάτω από τα βλέμ­ματα ενός όσο το δυνατό μεγαλύτερου αριθμού πολιτών.

Η αρχή της ηθικής υπευθυνότητας επιβάλλει ακόμη τα όρ­γανα της κυβέρνησης να αποδίδουν σε καθορισμένα διαστήμα­τα, αρκετά κοντινά μεταξύ τους, ακριβείς λογαριασμούς για τη διαχείριση τους· οι λογαριασμοί αυτοί να δημοσιεύονται τυπω­μένοι και να υποβάλλονται στον έλεγχο όλων των πολιτών να αποστέλλονται, κατά συνέπεια, σε όλα τα διαμερίσματα, σε όλες τις διοικήσεις και σε όλες τις κοινότητες.

Για την ενίσχυση της ηθικής υπευθυνότητας, πρέπει να ενι­σχυθεί η φυσική υπευθυνότητα, που σε τελευταία ανάλυση εί­ναι ο πιο σίγουρος φύλακας της λευτεριάς: έγκειται στην τιμω­ρία των δημόσιων λειτουργών που παραβαίνουν τα καθήκοντά τους.

Ένας λαός που οι εντολοδόχοι του δεν είναι υποχρεωμένοι να δίνουν λογαριασμό σε κανέναν για τη διαχείρισή τους, δεν έχει καθόλου Σύνταγμα. Ένας λαός που οι εντολοδόχοι του δίνουν λογαριασμό μόνο σε άλλους απαραβίαστους εντολοδό­χους δεν έχει καθόλου Σύνταγμα, εφόσον εξαρτάται από τους τελευταίους να τον προδίνουν ατιμώρητα και να τον αφήνουν να τον προδίνουν άλλοι. Αν αυτό είναι το νόημα που δίνεται στην αντιπροσωπευτική κυβέρνηση, ομολογώ ότι υιοθετώ όλα τα αναθέματα που ειπώθηκαν ενάντιά της από τον Ζαν-Ζακ Ρουσό. Κατά τα άλλα, η λέξη αυτή πρέπει να εξηγηθεί, όπως πολλές άλλες. Η μάλλον το πρόβλημα είναι λιγότερο να προσδιοριστεί η γαλλική κυβέρνηση παρά να συγκροτηθεί.

213

Σε κάβε λεύτερο κράτος, το δημόσια εγκλήματα των αξιωμα­τούχων οφείλουν να τιμωρούνται εξίσου αυστηρό και εύκολα όσο και τα ιδιωτικά εγκλήματα των πολιτών. Και η δύναμη της καταστολής κάθε απόπειρας της κυβέρνησης οφείλει να επι­στρέφει στον κυρίαρχο λαό.

Ξέρω ότι ο λαός δεν μπορεί να είναι διαρκώς ένας κριτής σε δράση· και δεν είναι αυτό που θέλω· αλλά ακόμη λιγότερο θέλω να είναι οι εκπρόσωποι του δεσπότες πάνω από τους νόμους. Μπορούμε να καλύψουμε το αντικείμενο που σας προτείνω, με απλά μέτρα, των οποίων θα αναπτύξω τη θεωρία.

1ο. Θέλω όλοι οι δημόσιοι λειτουργοί που διορίζονται από το λαό να μπορούν να ανακληθούν από τον ίδιο, σύμφωνα με τρόπους που θα καθοριστούν, χωρίς άλλο κίνητρο από το απα­ράγραφο δικαίωμα που του ανήκει να ανακαλεί τους εντολοδό­χους του.

2ο. Είναι φυσικό το σώμα που αναλαμβάνει να φτιάχνει νό­μους, να επιβλέπει αυτούς που αναλαμβάνουν την εκτέλεσή τους. Κατά συνέπεια, τα μέλη του εκτελεστικού σώματος είναι υποχρεωμένα να αποδίδουν λογαριασμό των πράξεών τους στο νομοθετικό σώμα. Σε περίπτωση παράβασης, όμως, το νομοθε­τικό σώμα δεν θα μπορεί να τους τιμωρήσει, γιατί δεν πρέπει να του αφήσουμε αυτό το μέσο για να καταλάβει την εκτελεστική δύναμη, αλλά θα τους κατηγορήσει εμπρός σε ένα λαϊκό δικα­στήριο, που μοναδική του αποστολή θα είναι η αναγνώριση των παραβάσεων των δημόσιων λειτουργών. Τα μέλη του νομο­θετικού σώματος δεν θα μπορούν να διώκονται από αυτό το δι­καστήριο εξαιτίας των απόψεων που θα έχουν εκδηλώσει στις συνεδριάσεις, παρά μόνο για βεβαιωμένα γεγονότα διαφθοράς ή προδοσίας για τα οποία θα έχουν κατηγορηθεί. Τα συνηθισμέ­να πλημμελήματα που θα μπορεί να έχουν διαπράξει θα είναι της δικαιοδοσίας των συνηθισμένων δικαστηρίων.

Κατά την εκπνοή της θητείας τους, τα μέλη της νομοθετικής και οι παράγοντες της εκτέλεσης, ή υπουργοί, θα μπορούν να παραπέμπονται στην επίσημη κρίση των εντολέων τους. Ο λαός θα αποφασίζει μόνον αν έχουν διατηρήσει ή έχασαν την εμπιστοσύ­νη του. Η κρίση ότι έχουν χάσει την εμπιστοσύνη του θα τους καθιστά ανίκανους να αναλάβουν οποιοδήποτε δημόσιο λει­τούργημα. Ο λαός δεν θα τους επιβάλλει μια βαρύτερη ποινή και, αν οι εντολοδόχοι είναι ένοχοι για κάποια ιδιαίτερα και

214

καθορισμένα εγκλήματα, θα μπορεί να τους παραπέμψει στο ει­δικό δικαστήριο για να τιμωρηθούν.

Αυτές οι διατάξεις θα εφαρμόζονται επίσης και για τα μέλη του λαϊκού δικαστηρίου.

Ό σ ο αναγκαία κι αν είναι η συγκράτηση των αξιωματούχων δεν είναι λιγότερο αναγκαία η καλή επιλογή τους: πάνω σ' αυ­τή τη διπλή βάση πρέπει να θεμελιώνεται η λευτεριά. Μην ξε­χνάτε ποτέ ότι στην αντιπροσωπευτική κυβέρνηση δεν υπάρ­χουν σημαντικότεροι θεμελιακοί νόμοι από αυτούς που εγγυώ­νται την καθαρότητα των εκλογών.

Εδώ βλέπω να διαδίδονται επικίνδυνα σφάλματα· εδώ αντι­λαμβάνομαι ότι εγκαταλείπονται οι πρώτες αρχές της κοινής λογικής και της ελευθερίας για να ακολουθηθούν μάταιες με­ταφυσικές αφαιρέσεις. Για παράδειγμα, θέλουν σε όλα τα ση­μεία της Δημοκρατίας, οι πολίτες να ψηφίζουν για το διορισμό του κάθε εντολοδόχου, με τρόπο που ο άνθρωπος με αξία και αρετή, που δεν είναι γνωστός παρά μόνο στον τόπο του, να μην μπορεί ποτέ να κληθεί να αντιπροσωπεύσει τους συμπατριώτες του· και οι γνωστοί τσαρλατάνοι, που δεν είναι πάντα οι καλύ­τεροι πολίτες ούτε οι πιο φωτισμένοι άνθρωποι, ή οι δολοπλό­κοι, με την υποστήριξη ενός ισχυρού κόμματος που θα κυριαρ­χεί σε όλη τη Δημοκρατία, να είναι μόνιμα και αποκλειστικά οι υποχρεωτικοί εκπρόσωποι του γαλλικού λαού.

Και την ίδια στιγμή αλυσοδένουν τον κυρίαρχο με τυραννι­κούς κανονισμούς· παντού αηδιάζουν το λαό στις συνελεύσεις· απομακρύνουν τους «χωρίς κιλότα» με αναρίθμητες διατυπώ­σεις. Τι λέω; τους διώχνουν με την πείνα· γιατί δεν σκέφτονται ούτε καν να τους αποζημιώσουν για το χρόνο που αφαιρούν από τη συντήρηση των οικογενειών τους, για να τον αφιερώ­σουν στις δημόσιες υποθέσεις.

Να ωστόσο οι αρχές που συντηρούν την ελευθερία και που το Σύνταγμα οφείλει να διαφυλάσσει. Ό λ α τα άλλα είναι τσαρλατανισμός, δολοπλοκία και δεσποτισμός.

Ενεργήστε με τρόπο που ο λαός να μπορεί να παρευρίσκεται στις δημόσιες συνελεύσεις, γιατί μόνον αυτός είναι το στήριγ­μα της λευτεριάς και της δικαιοσύνης: οι αριστοκράτες, οι δο­λοπλόκοι είναι οι πληγές τους.

Τι σημασία έχει αν ο νόμος αποδίδει υποκριτικές τιμές στην ισότητα των δικαιωμάτων, όταν ο ισχυρότερος των νόμων, η ανάγκη, υποχρεώνει το μεγαλύτερο και υγιέστερο τμήμα του

215

λαού να την απαρνιέται! Η πατρίδα πρέπει να αποζημιώνει τον άνθρωπο που ζει από τη δουλειά του, όταν παρευρίσκεται στις δημόσιες συνελεύσεις· να μισθοδοτεί, με την ίδια λογική, ανα­λογικά όλους τους δημόσιους λειτουργούς. Οι κανόνες των εκλογών και ο τρόπος των συνεδριάσεων πρέπει να είναι απλοί, όσο πιο σύντομοι γίνεται, και οι μέρες των συνελεύσεων να καθορίζονται στις εποχές που εξυπηρετούν καλύτερα την εργα­ζόμενη μερίδα του έθνους.

Οι ομιλίες πρέπει να γίνονται με δυνατή φωνή: η δημοσιότη­τα είναι το στήριγμα της αρετής, ο φύλακας της λευτεριάς, ο τρόμος του εγκλήματος, η πληγή της δολοπλοκίας. Αφήστε τα σκοτάδια και τη μυστική ψηφοφορία στους εγκληματίες και στους σκλάβους: οι λεύτεροι άνθρωποι θέλουν το λαό μάρτυρα των σκέψεών τους. Η μέθοδος αυτή διαμορφώνει τους δημο­κρατικούς πολίτες και τις δημοκρατικές αρετές. Ταιριάζει σε έναν λαό που μόλις κατάκτησε τη λευτεριά του και που παλεύει για την υπεράσπισή της. Όταν πάψει να του ταιριάζει, η Δη­μοκρατία δεν υπάρχει πια.

Επιπλέον, επαναλαμβάνω, ο λαός πρέπει να είναι εντελώς ελεύθερος στις συνελεύσεις του: το Σύνταγμα δεν μπορεί να καθορίσει παρά μόνον τους γενικούς κανόνες που είναι ανα­γκαίοι για τον αποκλεισμό της δολοπλοκίας και τη διατήρηση της ίδιας της λευτεριάς. Κάθε άλλος περιορισμός είναι μια από­πειρα ενάντια στη λαϊκή κυριαρχία.

Καμιά νόμιμη αρχή να μην αναμιγνύεται προπάντων ποτέ, ούτε στη διαδικασία, ούτε στις συσκέψεις της.

Μ' αυτόν τον τρόπο θα έχετε λύσει το αμφίβολο ακόμη πρό­βλημα της λαϊκής πολιτικής οικονομίας: την ανάδειξη της αρετής του λαού και της εξουσίας του σαν κυρίαρχου σε αντί­βαρο στα πάθη του αξιωματούχου και των τάσεων της κυβέρ­νησης προς την τυραννία.

Κατά τα άλλα, μην ξεχνάτε ότι η στερεότητα του Συντάγμα­τος στηρίζεται και η ίδια σε όλους τους θεσμούς, σε όλους τους ιδιαίτερους νόμους ενός λαού: όποιο όνομα και αν τους δώσου­με όλοι τους οφείλουν να συνεπικουρούν το Σύνταγμα για τον ίδιο σκοπό· στηρίζεται στην καλοσύνη των ηθών, στη γνώση και στο αίσθημα των ιερών δικαιωμάτων του ανθρώπου.

Η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων είναι το Σύνταγμα όλων των λαών οι άλλοι νόμοι είναι μεταβλητοί από τη φύση τους και υποταγμένοι σ' αυτή· ας είναι διαρκώς παρούσα σε όλα τα πνεύ-

216

ματα· ας λάμπει επικεφαλής του δημόσιου κώδικά σας· ας είναι το πρώτο άρθρο αυτού του κώδικα η κατηγορηματική εγγύηση όλων των δικαιωμάτων του ανθρώπου· το δεύτερο να καθορίζει ότι κάθε νόμος που τα προσβάλλει είναι τυραννικός και άκυ­ρος· ας ανυψώνεται με πομπή στις δημόσιες τελετές σας· ας λάμπει στα μάτια του λαού σε όλες τις συναθροίσεις, σε όλους τους χώρους όπου βρίσκονται οι εντολοδόχοι του· ας είναι γραμμένη στους τοίχους των σπιτιών μας· ας είναι το πρώτο μάθημα που θα δίνουν οι πατέρες στα παιδιά τους.

Θα με ρωτήσουν ίσως πώς, με τόσο αυστηρές προφυλάξεις ενάντια στους αξιωματούχους, θα μπορούσα να εξασφαλίσω την πειθαρχία στους νόμους και στην κυβέρνηση. Απαντώ ότι την εξασφαλίζω περισσότερο ακριβώς σ' αυτές τις προφυλά­ξεις. Αποδίδω στους νόμους και στην κυβέρνηση όλη τη δύνα­μη που αφαιρώ από τα ελαττώματα των ανθρώπων που κυβερ­νούν και που νομοθετούν.

Ο σεβασμός που εμπνέει ο αξιωματούχος εξαρτάται πολύ πε­ρισσότερο από το σεβασμό που τρέφει ο ίδιος για τους νόμους παρά από την εξουσία που σφετερίζεται· και η δύναμη των νό­μων βρίσκεται λιγότερο στη στρατιωτική δύναμη που τους περιβάλλει και περισσότερο στην εναρμόνισή τους με τις αρχές της δικαιοσύνης και με τη γενική βούληση.

Ό τ α ν ο νόμος έχει σαν αρχή το δημόσιο συμφέρον, έχει για στήριγμά του τον ίδιο το λαό, και η δύναμή του είναι η δύναμη όλων των πολιτών, των οποίων είναι έργο και ιδιοκτησία. Η γενική βούληση και η δημόσια δύναμη έχουν κοινή καταγωγή. Η δημόσια δύναμη είναι για το πολιτικό σώμα ό,τι είναι για το ανθρώπινο σώμα το χέρι που εκτελεί αυθόρμητα αυτό που το προστάζει η θέληση, και αποδιώχνει όλα τα αντικείμενα που θα απειλούσαν την καρδιά ή το κεφάλι.

Ό τ α ν η δημόσια δύναμη δεν κάνει άλλο από το να εξυπηρε­τεί τη γενική βούληση, το κράτος είναι λεύτερο και ειρηνικό. Όταν βαδίζει ενάντιά της, το κράτος είναι υποδουλωμένο και ταραγμένο.

Η δημόσια δύναμη βρίσκεται σε αντίφαση με τη γενική βού­ληση σε δύο περιπτώσεις: είτε όταν ο νόμος δεν εκφράζει τη γενική βούληση, είτε όταν ο αξιωματούχος τη χρησιμοποιεί για να παραβιάζει το νόμο. Τέτοια είναι η φρικτή αναρχία που επέβαλαν οι τύραννοι όλων των εποχών στο όνομα της ηρεμίας, της δημόσιας τάξης, της νομοθεσίας και της διακυβέρνησης:

217

όλη τους η τέχνη έγκειται στο να απομονώνουν και να συνθλί­βουν κάθε πολίτη με τη βία, για να τους υποτάσσουν όλους στις απεχθείς ιδιοτροπίες τους, που τις στολίζουν με το όνομα των νόμων.

Νομοθέτες, θεσπίστε δίκαιους νόμους. Αξιωματούχοι, φρο­ντίστε για την ευλαβική εφαρμογή τους: ας είναι αυτή όλη σας η πολιτική και τότε θα προσφέρετε στον κόσμο ένα πρωτόγνω­ρο θέαμα, το θέαμα ενός μεγάλου, ελεύθερου και ενάρετου λαού.

ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ Τ Η Σ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

(Λόγος στη Συμβατική Εθνοσυνέλευση, στο όνομα της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας, 25 του Δεκέμβρη 1793)

Οι επιτυχίες αποκοιμίζουν τις αδύναμες ψυχές. Κεντρίζουν τις δυνατές ψυχές.

Ας αφήσουμε την Ευρώπη και την ιστορία να περηφανεύο­νται για τα θαύματα της Τουλόν κι ας ετοιμάσουμε νέους θριάμ­βους για τη λευτεριά.

Οι υπερασπιστές της Δημοκρατίας υιοθετούν την αρχή του Καίσαρα. Πιστεύουν ότι δεν έχει γίνει τίποτα, εφόσον μένει κάτι ακόμη που πρέπει να γίνει. Μας απομένουν αρκετοί κίνδυνοι για να απασχολήσουν το ζήλο μας.

Το να νικηθούν οι Άγγλοι και οι προδότες είναι ένα πράγμα εύκολο για την αξία των δημοκρατικών μας στρατιωτών. Υπάρ­χει όμως πια επιχείρηση όχι λιγότερο σημαντική και πιο δύ­σκολη, είναι η ανατροπή με μια σταθερή δύναμη των αιώνιων δολοπλοκιών όλων των εχθρών της λευτεριάς μας, και ο θρίαμ­βος των αρχών που πάνω τους οφείλει να στηρίζεται η δημόσια ευημερία.

Αυτά είναι τα πρώτα καθήκοντα που έχετε επιβάλει στην Επιτροπή σας Δημόσιας Σωτηρίας.

Θα αναπτύξουμε πρώτα τις αρχές και την αναγκαιότητα της επαναστατικής κυβέρνησης. Θα υποδείξουμε στη συνέχεια το αίτιο που τείνει να την παραλύσει στη γέννησή της.

Η θεωρία της επαναστατικής κυβέρνησης είναι εξίσου νέα με

218

την επανάσταση που την έφερε. Δεν θα πρέπει να την αναζητή­σουμε στα βιβλία των πολιτικών συγγραφέων, που δεν πρόβλε­ψαν αυτή την επανάσταση, ούτε στους νόμους των τυράννων, που ικανοποιημένοι από την κατάχρηση της εξουσίας τους, ελάχιστα ενδιαφέρονται ν' αναζητήσουν τη νομιμότητά της. Η ίδια η λέξη είναι ένα θέμα τρόμου για την αριστοκρατία, ή ένα κείμενο συκοφαντίας· για τους τυράννους, είναι ένα σκάνδαλο· για αρκετούς ανθρώπους ένα αίνιγμα. Πρέπει λοιπόν να την εξηγήσουμε σε όλους, ώστε να συνενώσουμε τουλάχιστον τους καλούς πολίτες γύρω απ' τις αρχές του δημόσιου συμφέροντος.

Η αποστολή της κυβέρνησης είναι να κατευθύνει τις ηθικές και φυσικές δυνάμεις του έθνους προς το σκοπό της σύστασής της.

Ο σκοπός της συνταγματικής κυβέρνησης είναι η διατήρηση της Δημοκρατίας. Ο σκοπός της επαναστατικής κυβέρνησης είναι η θεμελίωσή της.

Η Επανάσταση είναι ο πόλεμος της λευτεριάς ενάντια στους εχθρούς της. Το Σύνταγμα είναι το καθεστώς της νικηφόρας και ειρηνικής λευτεριάς.

Η επαναστατική κυβέρνηση έχει ανάγκη από μιαν εξαιρετι­κή δραστηριότητα, επειδή ακριβώς βρίσκεται σε πόλεμο. Υπό­κειται σε κανόνες λιγότερο ομοιόμορφους και λιγότερο αυστη­ρούς, γιατί οι περιστάσεις στις οποίες βρίσκεται είναι ταραγμέ­νες και μεταβλητές, και προπάντων επειδή είναι υποχρεωμένη να αναπτύσσει ασταμάτητα νέους και γρήγορους πόρους, για την αντιμετώπιση νέων και πιεστικών κινδύνων.

Η συνταγματική κυβέρνηση απασχολείται κυρίως με την πο­λιτική ελευθερία. Η επαναστατική κυβέρνηση με τη δημόσια ελευθερία. Κάτω από το συνταγματικό καθεστώς, αρκεί σχεδόν το να προστατεύονται τα άτομα από τις καταχρήσεις της δημό­σιας δύναμης. Κάτω από επαναστατικό καθεστώς, η ίδια η δη­μόσια δύναμη είναι υποχρεωμένη να προστατεύει τον εαυτό της από όλες τις φατρίες που της επιτίθενται.

Στους καλούς πολίτες, η επαναστατική κυβέρνηση, οφείλει ολόκληρη την εθνική προστασία. Στους εχθρούς του λαού, δεν οφείλει παρά το θάνατο.

Οι έννοιες αυτές αρκούν για να εξηγηθεί η προέλευση και η φύση των νόμων που ονομάζουμε επαναστατικούς. Αυτοί που τους ονομάζουν αυθαίρετους ή τυραννικούς είναι ηλίθιοι ή διε­στραμμένοι σοφιστές, που ψάχνουν να μπερδέψουν τα αντίθετα.

219

Θέλουν να υποτάξουν στο ίδιο καθεστώς την ειρήνη και τον πόλεμο, την υγεία και την αρρώστια, ή μάλλον δεν θέλουν άλ­λο από την ανάσταση της τυραννίας και το θάνατο της πατρί­δος. Αν επικαλούνται την κατά γράμμα εκτέλεση των συνταγ­ματικών επιταγών, το κάνουν μόνο για να τις παραβιάσουν ατι­μώρητα. Είναι δειλοί δολοφόνοι, που προκειμένου να σφαγιά­σουν ακίνδυνα τη Δημοκρατία στην κούνια της, πασχίζουν να τη σφιχτοδέσουν με αόριστες αρχές από τις οποίες οι ίδιοι ξέ­ρουν πολύ καλά πώς να απαλλάσσονται.

Το συνταγματικό σκάφος δεν φτιάχτηκε για να παραμείνει για πάντα στο ναυπηγείο. Έπρεπε όμως να το ρίξουμε στη θά­λασσα στο αποκορύφωμα της θύελλας και με αντίθετους ανέ­μους; Αυτό θέλαν οι τύραννοι και οι σκλάβοι που ήταν αντίθε­τοι με τη ναυπήγησή του. Αλλά ο γαλλικός λαός σας πρόσταξε να περιμένετε την επιστροφή της γαλήνης. Οι ομόφωνες επιθυ­μίες του, επικαλύπτοντας ξαφνικά τις κραυγές της αριστοκρα­τίας και του φεντεραλισμού, σας διέταξαν να τον απαλλάξετε πρώτα από όλους τους εχθρούς του.

Οι ναοί των θεών δεν φτιάχτηκαν για να προσφέρουν άσυλο στους ιερόσυλους που έρχονται για να τους βεβηλώσουν, ούτε το Σύνταγμα για να προστατέψει τις συνωμοσίες των τυράννων που αποβλέπουν στην καταστροφή του.

Αν η επαναστατική κυβέρνηση οφείλει να είναι περισσότερο ενεργητική στην πορεία της, και πιο ελεύθερη στις κινήσεις της, από τη συνηθισμένη κυβέρνηση, είναι μήπως λιγότερο δί­καιη και λιγότερο νόμιμη; Ό χ ι . Στηρίζεται πάνω στον ιερότε­ρο των νόμων, τη σωτηρία του λαού. Πάνω στον πλέον απαρά­βατο των τίτλων, στην ανάγκη,

Η κυβέρνηση έχει επίσης τους κανόνες της, που όλοι αντλού­νται από τη δικαιοσύνη και τη δημόσια τάξη. Δεν έχει τίποτα το κοινό με την αναρχία, ούτε με την αταξία. Ο σκοπός της αντίθετα είναι να τις διώξει, για να επαναφέρει και να παγιώσει τη βασιλεία των νόμων. Δεν έχει τίποτα το κοινό με την αυθαι­ρεσία. Δεν πρέπει να την κατευθύνουν τα ιδιωτικά πάθη, αλλά το δημόσιο συμφέρον.

Οφείλει να πλησιάζει τις συνηθισμένες και γενικές αρχές σε όλες τις περιπτώσεις στις οποίες μπορούν να εφαρμοστούν αυ­στηρά χωρίς να παραβλάπτεται η δημόσια ελευθερία. αο μέτρο της δύναμής της πρέπει να είναι το θράσος ή η δολιότητα των συνωμοτών. Όσο περισσότερο τρομερή είναι για τους κακούς

220

τόσο περισσότερο ευνοϊκή οφείλει να είναι για τους καλούς. Ό σ ο οι περιστάσεις της επιβάλλουν αναγκαίες αυστηρότητες, τόσο πρέπει να αποφεύγει μέτρα που ενοχλούν χωρίς λόγο την ελευθερία και που προσβάλλουν τα ιδιωτικά συμφέροντα, χω­ρίς κανένα δημόσιο πλεονέκτημα.

Πρέπει να πλέει ανάμεσα σε δύο σκοπέλους, την αδυναμία και την τόλμη, την υποχωρητικότητα και την ακρότητα. Την υποχωρητικότητα, που είναι για τη μετριοπάθεια ό,τι η αδυνα­μία για την αγνότητα, και την ακρότητα, που μοιάζει με τη δραστηριότητα, όπως η υδρωπικία με την υγεία.

Οι τύραννοι επιδίωξαν πάντα να μας οπισθοδρομήσουν προς τη σκλαβιά από τους δρόμους της υποχωρητικότητας. Κι ακό­μη μερικές φορές θέλησαν να μας ρίξουν στο αντίθετο άκρο. Τα δυο άκρα καταλήγουν στο ίδιο σημείο. Είτε χτυπούμε πριν το στόχο είτε μετά απ ' αυτόν, ο στόχος μένει το ίδιο άθικτος. Τίποτα δεν μοιάζει περισσότερο με τον απόστολο του φεντερα­λισμού από τον άκαιρο κήρυκα της μιας και οικουμενικής Δη­μοκρατίας. Ο φίλος των βασιλιάδων και ο γενικός κατήγορος του ανθρώπινου είδους συνεννοούνται αρκετά καλά. Ο φανατι­κός που ντύνεται τα ράσα και ο φανατικός που κηρύσσει την αθεΐα έχουν πολλά κοινά σημεία μεταξύ τους. Οι δημοκρατικοί βαρόνοι είναι οι αδελφοί των μαρκησίων της Κομπλέντς, και μερικές φορές τα κόκκινα σκουφιά προσεγγίζουν περισσότερο από όσο το φανταζόμαστε τα κόκκινα αριστοκρατικά τακούνια.

Αλλά εδώ ακριβώς έχει ανάγκη η κυβέρνηση να δείξει μεγά­λη προσοχή. Γιατί όλοι οι εχθροί της λευτεριάς, φροντίζουν να στρέψουν ενάντιά της όχι μόνον τα λάθη της, αλλά και τα πιο σοφά της μέτρα. Χτυπά αυτό που ονομάζουμε υπερβολή; Ανα­καλύπτουν την υποχωρητικότητα και την αριστοκρατία. Αν κυνηγάει τα δυο αυτά τέρατα, επενδύουν όλη τους τη δύναμη στην υπερβολή. Είναι επικίνδυνο να τους αφήσουμε να παρα­πλανήσουν το ζήλο των καλών πολιτών. Κι είναι ακόμη πιο επικίνδυνο να αποθαρρύνουμε και να καταδιώξουμε τους κα­λούς πολίτες τους οποίους παραπλάνησαν. Με τη μια από τις καταχρήσεις αυτές, η Δημοκρατία θα κινδύνευε να ξεψυχήσει με σπασμούς, με την άλλη θα πέθαινε οπωσδήποτε από μαρασμό.

Τι πρέπει να κάνουμε λοιπόν; Να καταδιώξουμε τους ενόχους εμπνευστές των δόλιων συστημάτων, να προστατέψουμε τον πατριωτισμό, ακόμη και με τα λάθη του, να διαφωτίσουμε τους

221

πατριώτες, και να αναδεικνύουμε διαρκώς το λαό στο ύψος των δικαιωμάτων και του προορισμού του.

Αν δεν υιοθετήσετε αυτόν τον κανόνα, τα χάνετε όλα. Αν θα έπρεπε να διαλέξουμε ανάμεσα σε μια υπερβολή πα­

τριωτικής ζέσης και στο απολίτικο μηδέν, ή στο μαρασμό της υποχωρητικότητας, δεν θα είχαμε αντικείμενο αμφιβολίας. Έ ν α ρωμαλέο σώμα, βασανισμένο από την αφθονία των χυ­μών, προσφέρει περισσότερα από ένα πτώμα.

Ας φροντίσουμε προπάντων να μη σκοτώσουμε τον πατριω­τισμό στην επιθυμία μας να τον θεραπεύσουμε.

Ο πατριωτισμός είναι φλογερός από τη φύση του. Ποιος μπορεί να αγαπάει ψυχρά την πατρίδα; Είναι προπάντων η συμμετοχή των απλών ανθρώπων, που δεν έχουν μεγάλη ικανό­τητα να υπολογίσουν τις πολιτικές συνέπειες μιας ενέργειας ξεκινώντας από τις προθέσεις της. Ποιος είναι ο πατριώτης, ακόμη και ο φωτισμένος, που δεν έκανε ποτέ του λάθος; Ε, κι αν παραδεχόμαστε ότι υπάρχουν καλόπιστοι, μετριοπαθείς και δειλοί, γιατί να μην υπάρχουν και καλόπιστοι πατριώτες, που ένα αξιέπαινο συναίσθημα τους οδηγεί καμιά φορά πολύ μα­κριά; Αν λοιπόν αντιμετωπίζαμε σαν εγκληματίες όλους αυτούς που, μέσα στο επαναστατικό κίνημα, ξεπέρασαν το όριο που χάραξε η σύνεση, θα προγράφαμε μαζικά, μαζί με τους κακούς πολίτες, όλους τους φυσικούς φίλους της λευτεριάς, τους δι­κούς σας φίλους, και όλα τα στηρίγματα της Δημοκρατίας. Και τότε οι επιδέξιοι απόστολοι της τυραννίας, αφού πρώτα θα τους είχαν παραπλανήσει, θα γινόντουσαν οι κατήγοροι και ίσως και οι δικαστές τους.

Ποιος λοιπόν θα ξεμπλέξει όλες αυτές τις αποχρώσεις; Ποιος θα χαράξει τη γραμμή των ορίων ανάμεσα σε όλες τις αντίθετες υπερβολές; Η αγάπη για την πατρίδα και την αλήθεια. Οι βα­σιλιάδες και οι απατεώνες θα προσπαθούν πάντα να τη σβή­σουν. Δεν θέλουν να έχουν καμιά σχέση με τη λογική ούτε με την αλήθεια.

Υποδεικνύοντας τα καθήκοντα της επαναστατικής κυβέρνη­σης επισημάναμε τους σκοπέλους της. Ό σ ο μεγαλύτερη είναι η δύναμή της, τόσο η δράση της είναι πιο λεύτερη και πιο γρήγορη· τόσο περισσότερο πρέπει να κατευθύνεται από την απλή πίστη. Τη μέρα που θα πέσει σε ακάθαρτα και πονηρά χέρια, η λευτεριά θα έχει χαθεί. Το όνομά της θα καταντήσει

222

το πρόσχημα και η δικαιολογία για την ίδια την αντεπανάστα­ση. Η δράση της θα είναι εκείνη του ισχυρού δηλητηρίου.

Γι' αυτό η εμπιστοσύνη του γαλλικού λαού είναι περισσότε­ρο προσκολλημένη στο χαρακτήρα που επέδειξε η Εθνική Συμβατική, παρά στον ίδιο το θεσμό.

Αποθέτοντας όλη του τη δύναμη στα χέρια σας, περίμενε από εσάς και την κυβέρνησή σας να είστε ευεργετικοί για τους πα­τριώτες όσο και τρομεροί για τους εχθρούς της πατρίδας. Σας επέβαλε το καθήκον να αναπτύξετε ταυτόχρονα όλο το ανα­γκαίο θάρρος και πολιτικότητα για να τους συντρίψετε, και προπάντων να διατηρήσετε ανάμεσά σας την ενότητα που έχετε ανάγκη για να εκπληρώσετε τον μεγάλο σας προορισμό.

Η θεμελίωση της Γαλλικής Δημοκρατίας δεν είναι ένα παι­δικό παιχνίδι. Δεν μπορεί να είναι το έργο της ιδιοτροπίας ή της ανεμελιάς, ούτε το τυχαίο αποτέλεσμα της σύγκρουσης όλων των ιδιαίτερων βλέψεων και όλων των επαναστατικών στοιχείων. Η φρόνηση, σε ίσο βαθμό με τη δύναμη, κυριάρχη­σε στη δημιουργία της οικουμένης.

Επιβάλλοντας σε μέλη που βγήκαν από τους κόλπους σας τη φοβερή αποστολή της αδιάκοπης περιφρούρησης των πεπρωμέ­νων της πατρίδας, επιβάλατε λοιπόν στους εαυτούς σας το νόμο να τους στηρίξετε με τη δύναμη και την εμπιστοσύνη σας. Αν η επαναστατική κυβέρνηση δεν ενισχύεται από τη δραστηριότη­τα, τα φώτα, τον πατριωτισμό και τη μέριμνα όλων των εκπρο­σώπων του λαού, πώς θα βρει τη δύναμη να αντιδράσει ανάλο­γα στις προσπάθειες της Ευρώπης που της επιτίθεται, και όλων των εχθρών της λευτεριάς που την πιέζουν από όλες τις πλευρές;

Αλίμονό μας, αν ανοίγουμε τις ψυχές μας στους δόλιους υπαινιγμούς των εχθρών μας, που δεν μπορούν να μας νικήσουν παρά μόνον αν μας διασπάσουν. Αλίμονό μας, αν ακουστεί η φωνή των ιδιωτικών συμφερόντων, της προσβεβλημένης ματαιο­δοξίας, στη θέση της φωνής της πατρίδας και της αλήθειας!

Ας υψώσουμε τις ψυχές μας στο ύψος των δημοκρατικών αρετών και των αρχαίων παραδειγμάτων. Ο Θεμιστοκλής ήταν πιο εφευρετικός από τον αρχαίο στρατηγό που κυβερνούσε το στόλο των Ελλήνων: κι ωστόσο, όταν ο τελευταίος σαν απά­ντηση σε μιαν αναγκαία συμβουλή που θα έσωζε την πατρίδα, σήκωσε το ραβδί του να τον χτυπήσει, ο Θεμιστοκλής αρκέ­στηκε να του απαντήσει: «Χτύπησέ με, αλλά άκουσέ με», και η Ελλάδα θριάμβεψε ενάντια στους τύραννους της Ασίας. Ο Σκι-

223

πίων ήταν ισάξιος με έναν άλλο ρωμαίο στρατηγό. Αλλά ο Σκιπίων αφού νίκησε τον Αννίβα και την Καρχηδόνα, δοξά­στηκε υπηρετώντας κάτω από τις διαταγές του εχθρού του. Ω, αρετή των μεγάλων καρδιών! Τι είναι δίπλα σου όλα τα κινή­ματα της αλαζονείας και όλες οι αξιώσεις των μικρόψυχων! Ω αρετή, είσαι λιγότερο αναγκαία για τη θεμελίωση μιας δημο­κρατίας, από όσο για τη διακυβέρνησή της σε καιρό ειρήνης; Ω, πατρίδα, έχεις λιγότερα δικαιώματα πάνω στους εκπροσώ­πους του γαλλικού λαού, από όσα είχε πάνω στους στρατηγούς της η Ελλάδα και η Ρώμη; Τι λέω; αν ανάμεσά μας, τα καθή­κοντα της επαναστατικής διοίκησης πάψουν να είναι επίπονες υποχρεώσεις, και καταντήσουν αντικείμενα αλαζονείας, τότε η δημοκρατία θα έχει κιόλας χαθεί.

Η εξουσία της Εθνικής Συμβατικής πρέπει να είναι σεβαστή από όλη την Ευρώπη. Οι τύραννοι εξαντλούν όλα τα τεχνάσμα­τα της πολιτικής τους και σκορπούν τους θησαυρούς τους, για να την υποβαθμίσουν, για να την εκμηδενίσουν. Η Συμβατική πρέπει να πάρει την ακλόνητη απόφαση να προτιμά τη δική της κυβέρνηση, από εκείνην του Λονδίνου και των αυλών της Ευρώπης, γιατί αν δεν κυβερνά αυτή, τότε θα βασιλεύουν οι τύραννοι.

Και ποια δεν θα είναι τα οφέλη που θα κερδίσουν από αυτόν τον πόλεμο της πονηριάς και της διαφθοράς που κάνουν ενά­ντια στη δημοκρατία; Όλες οι διαστροφές πολεμούν στο πλευρό τους. Η δημοκρατία έχει μαζί της μονάχα τις αρετές. Οι αρετές είναι απλές, ταπεινές, φτωχές, συχνά αμαθείς, μερικές φορές χοντροκομμένες. Είναι το κληροδότημα των δύστυχων και η κληρονομιά του λαού. Οι διαστροφές περιβάλλονται από όλους τους θησαυρούς, οπλισμένες με όλες τις χάρες της αρπα­κτικότητας και όλα τα δολώματα της δολιότητας. Τις περι­στοιχίζουν όλα τα επικίνδυνα χαρίσματα, ασκημένα στο έγκλη­μα.

Με τι μεγάλη τέχνη, οι τύραννοι στρέφουν ενάντιά μας, δεν λέω μόνον τις αδυναμίες μας, αλλά ακόμη και τον πατριωτισμό μας!

Με πόση ταχύτητα θα μπορούσαν να αναπτυχθούν τα σπέρ­ματα της διχόνοιας που σπέρνουν ανάμεσά μας, αν δεν σπεύδα­με να τα καταπνίξουμε!

Χάρη σε πέντε χρόνια προδοσιών και τυραννίας, χάρη σε υπερβολική απρονοησία και ευπιστία, σε μερικά ίχνη ισχύος

224

που διαψεύστηκαν με συστολή, η Αυστρία, η Αγγλία, η Ρωσία, η Πρωσία, η Ιταλία, βρήκαν το χρόνο να εγκαταστήσουν στη Γαλλία μια μυστική κυβέρνηση, αντίπαλη στη γαλλική κυβέρ­νηση. Διαθέτουν επίσης τις επιτροπές τους, το θησαυροφυλά­κιο τους, τους πράκτορές τους. Αυτή η κυβέρνηση αποκτά τη δύναμη που αφαιρούμε από τη δική μας. Διαθέτει την ενότητα που έλειψε τόσον καιρό από εμάς, διαθέτει την πολιτική που εμείς πιστεύουμε ότι δεν τη χρειαζόμαστε, διαθέτει το πνεύμα της συνέπειας και τη σύμπνοια, των οποίων την αναγκαιότητα εμείς δεν νιώσαμε πάντα αρκετά.

Από καιρό οι ξένες αυλές ξέρασαν πάνω στη Γαλλία όλα τα επιδέξια καθάρματα που πληρώνουν για να έχουν στην υπηρε­σία τους. Οι πράκτορές τους λυμαίνονται ακόμη τις στρατιές μας. Η ίδια η νίκη της Τουλόν είναι η απόδειξη: χρειάστηκε ολόκληρη η ανδρεία των στρατιωτών, όλη η νομιμοφροσύνη των στρατηγών, όλος ο ηρωισμός των εκπροσώπων του λαού, για να θριαμβέψουν ενάντια στην προδοσία. Εκφράζονται ανοιχτά μέσα στις διοικήσεις μας, στις περιφερειακές συνελεύ­σεις μας. Διεισδύουν μέσα στις λέσχες μας. Συνεδρίασαν ακόμη και μέσα σ' αυτόν τον ιερό χώρο της εθνικής αντιπροσωπίας. Διευθύνουν και θα διευθύνουν αιώνια την αντεπανάσταση σύμ­φωνα με το ίδιο σχέδιο.

Περιφέρονται γύρω μας. Κλέβουν τα μυστικά μας. Κολακεύ­ουν τα πάθη μας. Επιδιώκουν να μας εμπνεύσουν ακόμη και τις απόψεις μας. Στρέφουν ενάντιά μας τις αποφάσεις μας. Είστε αδύναμοι; Υμνούν τη σύνεσή σας. Είστε προσεκτικοί; Σας κα­τηγορούν για αδυναμία. Ονομάζουν το θάρρος σας, θρασύτητα, τη δικαιοσύνη σας, απανθρωπιά. Αν τους φερθείτε ήπια, συνω­μοτούν δημόσια. Απειλήσετέ τους, συνωμοτούν στα σκοτάδια, και κάτω από το προσωπείο του πατριωτισμού. Χθες δολοφο­νούσαν τους υπερασπιστές της λευτεριάς. Σήμερα αναμιγνύο­νται στις πένθιμες πομπές τους και ζητούν γι' αυτούς θεϊκές τι­μές, περιμένοντας την ευκαιρία να σφαγιάσουν τους ομοίους τους. Πρέπει να ανάψει ο εμφύλιος πόλεμος; Κηρύσσουν όλες τις τρέλες της δεισιδαιμονίας. Ο εμφύλιος πόλεμος είναι έτοι­μος να σβήσει με τα ποτάμια του γαλλικού αίματος; Απαρνού­νται και τα ιερά και τους θεούς τους, για να τον ξανανάψουν.

Είδαμε τους Άγγλους, τους Πρώσους, να ξεχύνονται στις πόλεις και στην ύπαιθρό μας, αναγγέλλοντας στο όνομα της Συμβατικής, μια παρανοϊκή θεωρία. Είδαμε αποσχηματισμέ-

225

νους παπάδες, επικεφαλής στασιαστικών συναθροίσεων, όπου η θρησκεία ήταν το κίνητρο και το πρόσχημα. Ήδη δολοφονή­θηκαν πατριώτες, παρασυρμένοι σε απερίσκεπτες ενέργειες, μό­νον από το μίσος του φανατισμού. Κύλησε ήδη το αίμα σε πο­λυάριθμες περιοχές γι' αυτές τις ελεεινές διαφωνίες, λες και είχαμε στη διάθεσή μας άφθονο αίμα για να πολεμήσουμε τους τυράννους της Ευρώπης. Ω ντροπή! Ω αδυναμία της ανθρώπι­νης λογικής! Έ ν α μεγάλο έθνος φάνηκε σαν παιχνίδι στα χέ­ρια των αθλιότερων υπηρετών της τυραννίας!

Για ένα διάστημα οι ξένοι φάνηκαν σαν ρυθμιστές της δημό­σιας ηρεμίας. Το χρήμα κυκλοφορούσε ή χανόταν σύμφωνα με την επιθυμία τους. Όταν ήθελαν αυτοί, ο λαός έβρισκε ψωμί. Κι όταν δεν ήθελαν, ο λαός δεν είχε να φάει. Οι ουρές στις πόρτες των φούρνων σχηματίζονταν και διαλύονταν μ' ένα τους νεύμα. Μας περιβάλλουν με τους μισθωτούς δολοφόνους τους, με τους κατασκόπους τους. Το ξέρουμε, το βλέπουμε, και αυτοί εξακολουθούν να ζουν! Μοιάζουν άπιαστοι από τη ρομ­φαία του νόμου. Ακόμη και σήμερα, είναι πιο δύσκολο να τι­μωρήσουμε έναν σημαντικό συνωμότη, από το να γλιτώσουμε έναν φίλο της λευτεριάς από τα χέρια της συκοφαντίας.

Μόλις καταγγείλαμε τις πλαστές φιλοσοφικές υπερβολές, που προκάλεσαν οι εχθροί της Γαλλίας· μόλις ο πατριωτισμός πρόφερε από αυτό το βήμα τη λέξη υπερ-επαναστατικός, που τους χαρακτήριζε· αμέσως οι προδότες της Λυόν, όλοι οπαδοί της τυραννίας βιάστηκαν να την αποδώσουν τους ένθερμους και γενναίους πατριώτες που είχαν πάρει εκδίκηση για το λαό και τους νόμους. Από τη μια μεριά, ανανεώνουν το παλιό σύ­στημα της καταδίωξης ενάντια στους εχθρούς της δημοκρατίας· από την άλλη επικαλούνται την επιείκεια προς όφελος των κα­θαρμάτων που έχουν καλυφθεί από το αίμα της πατρίδας.

Στο μεταξύ τα εγκλήματά τους συσσωρεύονται· καθημερινά στρατολογούνται βέβηλες συμμορίες ξένων πρακτόρων· η Γαλλία έχει πλημμυρίσει από αυτούς· περιμένουν, και θα περι­μένουν αιώνια την ευνοϊκή στιγμή για τα καταχθόνια σχέδια τους. Οχυρώνονται, εγκατεστημένοι ανάμεσά μας, υψώνοντας καινούργια οχυρώματα, καινούργιες αντεπαναστατικές πυρο­βολαρχίες, ενώ οι τύραννοι που τους μισθώνουν συγκεντρώ­νουν καινούργια στρατεύματα.

Ναι, οι άθλιοι απόστολοι που μας μιλούν, που μας καλοπιά­νουν, είναι οι αδελφοί, είναι οι συνένοχοι των φοβερών δορυφό-

226

ρων που καταστρέφουν τις σοδειές μας, που κατέλαβαν τις πό­λεις μας, και τα πλοία μας που αγοράστηκαν από τα αφεντικά τους, που αιματοκύλησαν τους αδελφούς μας, που σφάγιασαν αλύ­πητα τους φυλακισμένους μας, τις γυναίκες, τα παιδιά μας... και τους αντιπροσώπους του γαλλικού λαού. Τι λέω; Τα τέρατα που διέπραξαν όλα αυτά τα εγκλήματα είναι χίλιες φορές λιγότερο φρικτά από τους άθλιους που σχίζουν μυστικά τα σωθικά μας, και που ανασαίνουν, συνωμοτούν ατιμώρητα!

Περιμένουν μόνον ηγέτες για να ενωθούν, και τους αναζη­τούν ανάμεσά σας. Το κύριο αντικείμενό τους είναι να σας βά­λουν να αρπαχτείτε μεταξύ σας. Αυτή η θλιβερή πάλη, θα εξύ­ψωνε και πάλι τις ελπίδες της αριστοκρατίας, θα ανανέωνε τις μηχανορραφίες του φεντεραλισμού· θα έπαιρνε εκδίκηση για λογαριασμό της παράταξης των Γιρονδίνων για το νόμο που τιμώρησε τα εγκλήματά της· θα τιμωρούσε τους Ορεινούς για την υπέρτατη αφοσίωσή τους: γιατί τους Ορεινούς, ή μάλλον τη Συμβατική, έχουν για στόχο των επιθέσεών τους, με τη διχό­νοια και την καταστροφή του έργου τους.

Εμείς, δεν πρόκειται να κάνουμε τον πόλεμο παρά μονάχα ενάντια στους Άγγλους, τους Πρώσους, τους Αυστριακούς και τους συνενόχους τους. Θα απαντήσουμε στους λίβελους με την εξόντωσή τους. Ξέρουμε να μισούμε μονάχα τους εχθρούς της πατρίδας.

Δεν είναι ο στόχος μας να φέρουμε τον τρόμο στην καρδιά των πατριωτών ή των δύστυχων. Θα τον φέρουμε στις φωλιές των ξένων ληστών, εκεί όπου μοιράζονται τα λάφυρα και πί­νουν το αίμα του γαλλικού λαού.

Η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο νόμος δεν είναι αρκετά δρα­στικός για να τιμωρήσει τους μεγάλους ενόχους. Ξένοι, γνω­στοί πράκτορες των συνασπισμένων βασιλιάδων· στρατηγοί που βάφτηκαν με το αίμα των Γάλλων· παλιοί συνένοχοι του Ντιμουριέ, του Κουστίν, και του Λαμορλιέρ, έχουν συλληφθεί από καιρό, αλλά δεν έχουν δικαστεί.

Οι συνωμότες είναι πολλοί. Φαίνεται να πληθαίνουν. Και τέ­τοια παραδείγματα είναι σπάνια. Η τιμωρία εκατό σκοτεινών και δευτερευόντων ενόχων είναι λιγότερο χρήσιμη για τη λευ­τεριά από την τιμωρία ενός ηγέτη της συνωμοσίας.

Τα μέλη του επαναστατικού δικαστηρίου, των οποίων γενικά μπορούμε να υμνήσουμε τον πατριωτισμό και τη δικαιοσύνη, υπόδειξαν τα ίδια στην Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας τα αίτια

227

που μερικές φορές εμποδίζουν την πορεία της, χωρίς να την κάνουν πιο ασφαλή, και μας ζήτησαν τη μεταρρύθμιση ενός νόμου, που αντανακλά τους άσχημους καιρούς στους οποίους διαμορφώθηκε. Σας προτείνουμε να επιτρέψετε στην Επιτροπή να σας παρουσιάσει μερικές αλλαγές προς αυτή την κατεύθυν­ση, που θα προσπαθήσουν να κάνουν την άσκηση της δικαιοσύ­νης ακόμη πιο ευνοϊκή για την αθωότητα, και συνάμα ακόμη πιο αναπόδραστη για το έγκλημα και τη δολοπλοκία. Την έχε­τε άλλωστε ήδη επιφορτίσει μ' αυτή τη μέριμνα με ένα προη­γούμενο ψήφισμα.

Σας προτείνουμε, κιόλας από τούτη τη στιγμή, να επισπεύσε­τε τη δίκη των ξένων και των στρατηγών, που κατηγορούνται για συνωμοσία με τους τυράννους που μας πολεμούν.

Δεν αρκεί να τρομοκρατηθούν οι εχθροί της πατρίδας. Πρέ­πει να ενισχυθούν οι υπερασπιστές της. Θα ζητήσουμε λοιπόν από τη δικαιοσύνη σας κάποιες ρυθμίσεις προς όφελος των στρατιωτών που μάχονται και υποφέρουν για τη λευτεριά.

Ο γαλλικός στρατός δεν είναι μόνον ο τρόμος των τυράννων. Είναι η δόξα του έθνους και της ανθρωπότητας· βαδίζοντας προς τη νίκη, οι ενάρετοι πολεμιστές μας κραυγάζουν: «Ζήτω η Δημοκρατία». Πέφτοντας από το εχθρικό σίδερο, η κραυγή τους είναι «Ζήτω η Δημοκρατία»· οι τελευταίες τους λέξεις εί­ναι ύμνοι για τη λευτεριά· οι τελευταίοι τους αναστεναγμοί εί­ναι ευχές για την πατρίδα. Αν όλοι οι ηγέτες είχαν την αξία των στρατιωτών, η Ευρώπη θα είχε νικηθεί εδώ και καιρό. Κά­θε ευνοϊκή πράξη υπέρ του στρατεύματος είναι μια πράξη εθνι­κής αναγνώρισης.

Τα βοηθήματα που χορηγήθηκαν στους υπερασπιστές της πατρίδας και στις οικογένειές τους μας φάνηκαν υπερβολικά πενιχρά. Πιστεύουμε ότι μπορούν, χωρίς δυσκολία, να αυξη­θούν κατά το ένα τρίτο. Οι τεράστιοι πόροι της Δημοκρατίας, στα οικονομικά, επιτρέπουν αυτό το μέτρο: το ζητάει η πατρίδα.

Παρατηρήσαμε επίσης, ότι οι ανάπηροι στρατιώτες, οι χή­ρες και τα παιδιά αυτών που πέθαναν για την πατρίδα, συνα­ντούν, στις διατυπώσεις που απαιτεί ο νόμος, στο πλήθος των αιτήσεων, μερικές φορές ακόμη και στην ψυχρότητα ή στην κακοπιστία μερικών κατώτερων υπαλλήλων, δυσκολίες που κα­θυστερούν την απολαβή των πλεονεκτημάτων που τους εξα­σφαλίζει ο νόμος. Πιστεύουμε ότι η θεραπεία αυτού του ελατ­τώματος, είναι να τους προσφέρουμε ανεπίσημους υπερασπι-

228

στές, καθορισμένους από τo νόμο, για να διευκολύνουμε τα μέ­σα αξιοποίησης των δικαιωμάτων τους.

Μετά από όλους αυτούς τους λόγους, προτείνουμε τα ακό­λουθα διατάγματα:

Η Εθνική Συμβατική διατάζει:

ΑΡΘΡΟ 1ο. Ο δημόσιος κατήγορος του επαναστατικού δικα­στηρίου να παραπέμψει χωρίς καμιά καθυστέρηση σε δίκη τους Ντιντρίχ, Κουστίν, γιο του στρατηγού που τιμωρήθηκε από το νόμο, Ντεμπρουλί, Μπιρόν, Μπαρτελεμί και όλους τους στρα­τηγούς και αξιωματικούς που κρίνονται συνένοχοι των Ντι­μουριέ, Κουστίν, Λαμορλιέρ, Ουσάρ... Κατά τον ίδιο τρόπο θα παραπέμψει σε δίκη τους ξένους, τους τραπεζίτες και τα άλλα άτομα που κατηγορήθηκαν για προδοσία και συνεννόηση με τους συνασπισμένους βασιλιάδες ενάντια στη Δημοκρατία.

ΑΡΘΡΟ 2ο. Η Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας θα υποβάλει, μέ­σα στο συντομότερο διάστημα, την αναφορά της για τα μέσα τελειοποίησης της οργάνωσης του επαναστατικού δικαστηρίου.

ΑΡΘΡΟ 3ο. Τα βοηθήματα και οι αποζημιώσεις που παρέχο­νται με τα προηγούμενα διατάγματα στους υπερασπιστές της πατρίδας που τραυματίστηκαν πολεμώντας για εκείνην, ή στις χήρες και στα παιδιά τους, αυξάνονται κατά ένα τρίτο.

ΑΡΘΡΟ 4ο. Θα δημιουργηθεί μια επιτροπή, με αποστολή να διευκολύνει τα μέσα της απολαβής των πλεονεκτημάτων που τους παρέχει ο νόμος.

ΑΡΘΡΟ 5ο. Τα μέλη αυτής της επιτροπής θα καθοριστούν από την Εθνική Συμβατική, με υπόδειξη της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας.

229

ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΡΧΕΣ Τ Η Σ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΠΟΥ ΟΦΕΙΛΟΥΝ ΝΑ ΚΑΘΟΔΗΓΟΥΝ Τ Η Ν ΕΘΝΙΚΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗ Τ Η Σ

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

(Λόγος στη Συμβατική Εθνοσυνέλευση, στο όνομα της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας. Συντάχθηκε στις 5 του

Φλεβάρη 1794 και εκφωνήθηκε στις 17 του ίδιου μήνα)

Πολίτες εκπρόσωποι του λαού. Έχουμε εκθέσει, πριν λίγο καιρό, τις αρχές της εξωτερικής

μας πολιτικής. Σήμερα ερχόμαστε να σας αναπτύξουμε τις αρ­χές της εσωτερικής μας πολιτικής.

Αφού για ένα μεγάλο διάστημα προχώρησαν στην τύχη, σαν να τους παρέσυρε το ρεύμα των αντίθετων παρατάξεων, οι εκ­πρόσωποι του γαλλικού λαού ανέδειξαν επιτέλους έναν χαρα­κτήρα και μια κυβέρνηση. Μια ξαφνική αλλαγή για την τύχη του έθνους που συνέβη στην εθνική αντιπροσωπία ανάγγειλε στην Ευρώπη την αναγέννηση που σημειώθηκε στην εθνική αντιπροσωπία. Αλλά, μέχρι αυτή τη στιγμή που μιλάω, θα πρέ­πει να παραδεχτούμε ότι καθοδηγηθήκαμε μάλλον, μέσα στις τόσο ταραγμένες περιστάσεις, περισσότερο από την αγάπη μας για το καλό, και το αίσθημα των αναγκών της πατρίδας, παρά από μια ακριβή θεωρία και συγκεκριμένους κανόνες συμπερι­φοράς, που δεν είχαμε καν την ευκαιρία να χαράξουμε.

Είναι καιρός να ξεκαθαρίσουμε το στόχο της Επανάστασης και τον προορισμό όπου θέλουμε να φτάσουμε. Είναι καιρός να καταλάβουμε οι ίδιοι, να εντοπίσουμε και τα εμπόδια που μας διαφεύγουν ακόμη, και τα μέσα που πρέπει να υιοθετήσουμε για να τον φτάσουμε· μια απλή και σημαντική ιδέα που φαίνεται να μην έγινε ποτέ αντιληπτή. Ε, και πώς μια δειλή και διεφθαρμέ­νη κυβέρνηση θα τολμούσε ποτέ να την πραγματοποιήσει; Ένας βασιλιάς, μια αλαζονική γερουσία, ένας Καίσαρας, ένας Κρόμγουελ, οφείλουν πριν απ' όλα να καλύψουν τα σχέδια τους με ένα θρησκευτικό πέπλο, να συμβιβαστούν με όλες τις διαστροφές, να θωπέψουν όλα τα κόμματα, να συντρίψουν εκεί­νο των ανθρώπων καλής πρόθεσης, να καταπιέσουν ή να ξεγε­λάσουν το λαό, για να καταλήξουν στο στόχο της άνομης φι-

230

λοδοξίας τους. Αν δεν είχαμε μια μεγαλύτερη αποστολή να εκ­πληρώσουμε, αν δεν επρόκειτο εδώ παρά μόνο για τα συμφέ­ροντα μιας μερίδας ή μιας νέας αριστοκρατίας, θα μπορούσαμε να πιστέψουμε, όπως ορισμένοι συγγραφείς περισσότερο αμα­θείς παρά διεστραμμένοι, ότι το σχέδιο της Γαλλικής Επανά­στασης ήταν γραμμένο με κάθε λεπτομέρεια στα βιβλία του Τά­κιτου και του Μακιαβέλι, και θα αναζητούσαμε τα καθήκοντα των εκπροσώπων του λαού στην ιστορία του Αύγουστου, του Τιβέριου ή του Βεσπασιανού, ή ακόμη σε εκείνην ορισμένων γάλλων νομοθετών. Γιατί, με μερικές αποχρώσεις δολιότητας και βιαιότητας, όλοι οι τύραννοι μοιάζουν μεταξύ τους.

Εμείς, ερχόμαστε σήμερα να εμπιστευθούμε στην οικουμένη τα πολιτικά σας μυστικά, ώστε όλοι οι φίλοι της πατρίδας να συνασπιστούν με τη φωνή της λογικής και του δημόσιου συμφέ­ροντος· έτσι ώστε το γαλλικό έθνος και οι εκπρόσωποί του να γίνουν σεβαστοί σε όλες τις χώρες του κόσμου όπου η γνώση των αληθινών τους αρχών θα μπορέσει να φτάσει· έτσι ώστε οι δολοπλόκοι που επιδιώκουν διαρκώς να αντικαταστήσουν άλ­λους δολοπλόκους να κριθούν με σίγουρους και εύκολους κανό­νες.

Πρέπει να πάρουμε έγκαιρα τις απαραίτητες προφυλάξεις παραδίδοντας τα πεπρωμένα της λευτεριάς στα χέρια της αλή­θειας, που είναι αιώνια, παρά στα χέρια των ανθρώπων που εί­ναι περαστικοί, με τρόπο που, αν η κυβέρνηση ξεχάσει τα συμφέροντα του λαού, ή ξαναπέσει στα χέρια ανθρώπων διε­φθαρμένων, σύμφωνα με τη φυσική πορεία των πραγμάτων, το φως των αναγνωρισμένων αρχών να φωτίζει τις συνωμοσίες της, και κάθε καινούργια παράταξη να βρίσκει το θάνατο μόνο με την απλή σκέψη του εγκλήματος.

Μακάριος ο λαός που μπορεί να φτάσει σ' αυτό το σημείο! Γιατί, όποιες κι αν είναι οι καινούργιες προσβολές που ετοιμά­ζονται σε βάρος του, τι ανεξάντλητες πηγές δεν αντιπροσωπεύει μια τάξη πραγμάτων όπου η δημόσια λογική είναι η εγγύηση της λευτεριάς!

Ποιος είναι ο στόχος που προσπαθούμε να πετύχουμε; Η ει­ρηνική απόλαυση της λευτεριάς και της ισότητας. Η βασιλεία αυτής της αιώνιας δικαιοσύνης, που οι νόμοι της έχουν χαρα­χτεί, όχι πάνω στο μάρμαρο και στην πέτρα, αλλά στις καρδιές όλων των ανθρώπων, ακόμη και στην καρδιά του σκλάβου που τους ξεχνά ή του τυράννου που τους απαρνιέται.

231

Θέλουμε μια τάξη πραγμάτων όπου όλα τα χαμηλά και βίαια πάθη να είναι αλυσοδεμένα, όλα τα ευεργετικά και γενναία να τονώνονται από τους νόμους· όπου η φιλοδοξία θα είναι ο πό­θος της έντιμης δόξας και της υπηρεσίας προς την πατρίδα· όπου οι διακρίσεις θα γεννιούνται μόνον από την ίδια την ισό­τητα· όπου ο πολίτης θα υποτάσσεται στον αξιωματούχο, ο αξιωματούχος στο λαό, και ο λαός στη δικαιοσύνη· όπου η πα­τρίδα θα εξασφαλίζει την ευημερία κάθε ατόμου, και όπου κάθε άτομο θα απολαμβάνει με περηφάνια την ευδαιμονία και τη δό­ξα της πατρίδας· όπου όλες οι ψυχές θα μεγαλύνονται από τη συνεχή επικοινωνία των δημοκρατικών αισθημάτων, κι από την ανάγκη του να αξίζει κανείς την εκτίμηση ενός μεγάλου λαού· όπου οι τέχνες θα είναι τα κοσμήματα της λευτεριάς που θα τις εξευγενίζει, το εμπόριο η πηγή του δημόσιου πλούτου και όχι μόνον του τερατώδους πλουτισμού μερικών σπιτιών.

Στη χώρα μας θέλουμε να βάλουμε την ηθική στη θέση του εγωισμού, τη χρηστότητα στη θέση της τιμής, τις αρχές στη θέση των εθίμων, τα καθήκοντα στη θέση της ευπρέπειας, την εξουσία της λογικής στη θέση της τυραννίας του συρμού, την περιφρόνηση της διαστροφής στη θέση της περιφρόνησης της δυστυχίας, την περηφάνια στη θέση της αλαζονείας, το μεγα­λείο της ψυχής στη θέση της ματαιοδοξίας, την αγάπη της δό­ξας στη θέση της αγάπης του χρήματος, τους καλούς ανθρώ­πους στη θέση των καλών συναναστροφών, την αξία στη θέση της δολοπλοκίας, τη διάνοια στη θέση του πνευματώδους, την αλήθεια στη θέση της λάμψης, τη γοητεία της ευτυχίας στη θέση των ανησυχιών της πλεονεξίας, το μεγαλείο του ανθρώ­που στη θέση της μικρότητας των μεγάλων, έναν λαό μεγαλό­ψυχο, ισχυρό, ευτυχισμένο, στη θέση ενός λαού αξιαγάπητου, επιπόλαιου και άθλιου, δηλαδή όλες τις αρετές και όλα τα θαύ­ματα της δημοκρατίας, στη θέση όλων των διαστροφών και όλων των εξευτελισμών της μοναρχίας.

Θέλουμε, με μια λέξη, να ανταποκριθούμε στις ευχές της φύ­σης, να εκπληρώσουμε τα πεπρωμένα της ανθρωπότητας, να κρατήσουμε τις υποσχέσεις της φιλοσοφίας, να αφανίσουμε την πρόνοια της μακρόχρονης βασιλείας του εγκλήματος και της τυραννίας. Ώστε η Γαλλία, επιφανής κάποτε ανάμεσα σε χώρες σκλάβες, επισκιάζοντας τη δόξα όλων των λεύτερων λαών που υπήρξαν στο παρελθόν, να γίνει το πρότυπο των εθνών, ο τρόμος των καταπιεστών, η ανακούφιση των καταπιεσμένων, το

232

στολίδι της οικουμένης, και σφραγίζοντας το έργο μας με το αίμα μας, να μπορέσουμε τουλάχιστον να δούμε να λάμπει η αυγή της παγκόσμιας ευδαιμονίας... Αυτή είναι η φιλοδοξία μας, αυτός είναι ο στόχος μας.

Ποια είναι η φύση της κυβέρνησης που μπορεί να πραγμα­τοποιήσει αυτά τα θαύματα; Μόνον η δημοκρατική ή ρεπου­μπλικανική κυβέρνηση: οι δύο αυτές λέξεις είναι συνώνυμες, παρά τις καταχρήσεις της χυδαίας γλώσσας. Γιατί η αριστο­κρατία δεν είναι περισσότερο ρεπουμπλικανική από τη μοναρ­χία. Η δημοκρατία δεν είναι ένα κράτος όπου ο λαός, συνα­θροισμένος συνεχώς, ρυθμίζει μόνος του όλες τις δημόσιες υποθέσεις, κι ακόμη λιγότερο εκείνο, όπου εκατό χιλιάδες κομμάτια του λαού, με μεμονωμένα μέτρα, βιαστικά και αντι­φατικά, θα αποφασίζουν για την τύχη ολόκληρης της κοινωνίας. Μια τέτοια κυβέρνηση δεν υπήρξε ποτέ, και δεν θα μπορούσε να υπάρξει παρά μόνο για να επαναφέρει το λαό στο δεσποτισμό.

Η δημοκρατία είναι μια κατάσταση όπου ο κυρίαρχος λαός, καθοδηγημένος από νόμους που αποτελούν έργο του, κάνει μό­νος του όλα όσα μπορεί να κάνει καλά, και με εκπροσώπους όλα όσα δεν μπορεί να κάνει μόνος του.

Μέσα λοιπόν στις αρχές της δημοκρατικής κυβέρνησης οφείλετε να αναζητήσετε τους κανόνες της πολιτικής σας συ­μπεριφοράς.

Αλλά για να θεμελιώσουμε και να στηρίξουμε ανάμεσά μας τη δημοκρατία, για να φτάσουμε στην ειρηνική βασιλεία των συνταγματικών νόμων, πρέπει να τερματίσουμε τον πόλεμο της λευτεριάς ενάντια στην τυραννία και να διασχίζουμε με ευτυχή τρόπο τις θύελλες της επανάστασης: αυτός είναι ο στόχος του επαναστατικού συστήματος που ρυθμίσατε. Οφείλετε λοιπόν επι­πλέον να ρυθμίσετε τη συμπεριφορά σας σύμφωνα με τις θυελ­λώδεις καταστάσεις όπου βρίσκεται η Δημοκρατία. Και το σχέ­διο της διοίκησής σας πρέπει να είναι το αποτέλεσμα του πνεύ­ματος της επαναστατικής κυβέρνησης, σε συνδυασμό με τις γε­νικές αρχές της δημοκρατίας.

Αλλά, ποια είναι η θεμελιώδης αρχή της δημοκρατικής ή λαϊκής κυβέρνησης, δηλαδή το ουσιαστικό ελατήριο που τη στηρίζει και την κάνει να κινείται; Είναι η αρετή. Μιλώ για τη δημόσια αρετή, που έκανε τόσα θαύματα στην Ελλάδα και στη Ρώμη, και που οφείλει να δώσει ακόμη πιο εκπληκτικά στη

233

δημοκρατική Γαλλία γι' αυτή την αρετή που δεν είναι άλλο από την αγάπη για την πατρίδα και τους νόμους της.

Αλλά καθώς η ουσία του ρεπουμπλικανικού καθεστώτος ή της δημοκρατίας είναι η ισότητα, συνεπάγεται ότι η αγάπη της πατρίδας αγκαλιάζει αναγκαστικά την αγάπη της ισότητας.

Είναι αλήθεια ακόμη ότι αυτό το υπέρτατο συναίσθημα προϋποθέτει την προτίμηση του δημόσιου συμφέροντος απέ­ναντι σε όλα τα ιδιαίτερα συμφέροντα. Από αυτό προκύπτει ότι η αγάπη για την πατρίδα προϋποθέτει ακόμη ή παράγει όλες τις αρετές: γιατί τι άλλο είναι έξω από τη δύναμη της ψυχής αυτό που προσφέρει την ικανότητα για τις θυσίες; Και πώς ο σκλά­βος της φιλαργυρίας ή της φιλοδοξίας, για παράδειγμα, θα μπορούσε να θυσιάσει το είδωλό του στην πατρίδα;

Η αρετή δεν είναι μόνον η ψυχή της δημοκρατίας. Η αρετή δεν μπορεί να υπάρξει παρά μόνο σ' αυτή την κυβέρνηση. Στη μοναρχία, δεν γνωρίζω παρά μόνον ένα άτομο που μπορεί να αγαπάει την πατρίδα, και που γι' αυτό δεν έχει καν ανάγκη από αρετή: είναι ο μονάρχης. Ο λόγος είναι ότι από όλους τους κατοίκους της επικράτειάς του, ο μονάρχης είναι ο μόνος που έχει πατρίδα. Αυτός δεν είναι ο κυρίαρχος, τουλάχιστον στην πράξη; Αυτός δεν βρίσκεται στη θέση του λαού; Γιατί τι είναι η πατρίδα, αν δεν είναι η χώρα όπου υπάρχουν πολίτες και ο καθένας είναι μέλος του κυρίαρχου;

Κατά συνέπεια, σύμφωνα με την ίδια αρχή, στα αριστοκρα­τικά κράτη, η λέξη πατρίδα δεν σημαίνει κάτι παρά μόνο για τις οικογένειες των πατρικίων, που έχουν καταλάβει την κυριαρχία.

Μόνο στη δημοκρατία το κράτος είναι αληθινά η πατρίδα όλων των ατόμων που το συνθέτουν, και μπορεί να μετρήσει τόσους υπερασπιστές που ενδιαφέρονται για την υπόθεσή της όσους και πολίτες. Να ποια είναι η πηγή της ανωτερότητας των λεύτερων λαών απέναντι σ' όλους τους άλλους. Αν η Αθήνα και η Σπάρτη θριάμβεψαν ενάντια στους τύραννους της Ασίας, και οι Ελβετοί ενάντια στους τύραννους της Ισπανίας και της Αυστρίας, αυτός είναι ο λόγος και δεν χρειάζεται να ψάξουμε γι' άλλον.

Αλλά οι Γάλλοι είναι ο πρώτος λαός στον κόσμο που εγκα­θίδρυσε την αληθινή δημοκρατία, αποδίδοντας σε όλους τους ανθρώπους την ισότητα και την πληρότητα των δικαιωμάτων του πολίτη. Και εδώ έγκειται, κατά τη γνώμη μου, ο αληθινός

234

λόγος που θα κάνει να νικηθούν όλοι οι συνασπισμένοι τύραν­νοι ενάντια στη Δημοκρατία.

Από αυτή τη στιγμή υπάρχουν μεγάλες συνέπειες που πρέπει να συναχθούν από τις αρχές που μόλις εκθέσαμε.

Εφόσον η ψυχή της Δημοκρατίας είναι η αρετή, η ισότητα, και ο σκοπός σας είναι να θεμελιώσετε, να ενισχύσετε τη Δη­μοκρατία, έπεται ότι ο πρώτος κανόνας της πολιτικής συμπερι­φοράς σας, πρέπει να είναι η αναγωγή όλων των ενεργειών σας στη διατήρηση της ισότητας και στην ανάπτυξη της αρετής. Γιατί η πρώτη φροντίδα του νομοθέτη οφείλει να είναι η περι­φρούρηση της αρχής της κυβέρνησης. Έτσι κάθε τι που τείνει να ερεθίσει την αγάπη για την πατρίδα, να εξαγνίσει τα ήθη, να εξυψώσει τις ψυχές και να κατευθύνει τα πάθη της ανθρώπινης καρδιάς προς το δημόσιο συμφέρον, πρέπει να υιοθετείται ή να καθιερώνεται από εσάς. Κάθε τι που τείνει να τα επικεντρώσει προς την ποταπότητα του προσωπικού εγώ, να αφυπνίσει την όρεξη για τα μικρά πράγματα και την περιφρόνηση για τα μεγά­λα, πρέπει να απορρίπτεται ή να καταστέλλεται από εσάς. Στα πλαίσια του συστήματος της Γαλλικής Επανάστασης, ό,τι δεν είναι ηθικό δεν είναι και πολιτικό, κι ό,τι διαφθείρει είναι α­ντεπαναστατικό. Η αδυναμία, οι διαστροφές, οι προκαταλήψεις είναι ο δρόμος της βασιλείας. Παρασυρμένοι πολύ συχνά ίσως από το βάρος των παλιών μας συνηθειών, όσο κι από την ασυ­ναίσθητη ροπή της ανθρώπινης αδυναμίας, προς ιδέες λανθα­σμένες και προς μικρόψυχα συναισθήματα, οφείλουμε να αμυν­θούμε λιγότερο απέναντι στην υπερβολή της δραστηριότητας παρά απέναντι στην υπερβολή της αδυναμίας. Ο μεγαλύτερος ίσως σκόπελος που πρέπει να αποφύγουμε δεν είναι η θέρμη του ζήλου, αλλά μάλλον η απροθυμία για το καλό και ο φόβος του ίδιου μας του θάρρους. Τεντώνετε λοιπόν ασταμάτητα το ιερό ελατήριο της δημοκρατικής κυβέρνησης αντί να το αφή­νετε να χαλαρώνει. Δεν είναι ανάγκη να σας πω ότι δεν θέλω εδώ να δικαιώσω καμιά υπερβολή. Γίνεται κατάχρηση των ιερό­τερων αρχών. Έγκειται στη σοφία της κυβέρνησης να συμ­βουλεύεται τις περιστάσεις, να συλλαμβάνει τις στιγμές, να επιλέγει τα μέσα, γιατί ο τρόπος της προετοιμασίας των μεγά­λων πραγμάτων είναι ένα ουσιαστικό μέρος του χαρίσματος της πραγματοποίησής τους, όπως και η σοφία είναι ένα μέρος της αρετής.

235

Δεν έχουμε την πρόθεση να χύσουμε τη Γαλλική Δημοκρα­τία μέσα στο καλούπι της Σπάρτης. Δεν θέλουμε να της δώσου­με ούτε την αυστηρότητα ούτε τη διαφθορά των μοναστηριών. Μόλις σας παρουσιάσαμε, σε όλη της την αγνότητα, την ηθική και πολιτική αρχή της λαϊκής κυβέρνησης. Έχετε λοιπόν μια πυξίδα που μπορεί να σας κατευθύνει ανάμεσα στις θύελλες όλων των παθών και στον ανεμοστρόβιλο των δολοπλοκιών που σας περιβάλλουν. Έχετε τη λυδία λίθο, με την οποία μπο­ρείτε να δοκιμάσετε την αξία όλων των νόμων σας, και όλων των προτάσεων που σας κάνουν. Συγκρίνοντάς τες ασταμάτητα με αυτή την αρχή, μπορείτε στο εξής να αποφεύγετε τον συνηθι­σμένο σκόπελο των μεγάλων συνελεύσεων, τον κίνδυνο των εκπλήξεων και των βιαστικών, ασυνάρτητων και αντιφατικών μέτρων. Μπορείτε να δώσετε σε όλες τις ενέργειες σας το συνο­λικό, την ενότητα, τη σοφία και την αξιοπρέπεια που πρέπει να χαρακτηρίζουν τους εκπροσώπους του πρώτου λαού του κόσμου.

Δεν πρέπει να μπούμε στις λεπτομέρειες των εύκολων συνε­πειών της αρχής της δημοκρατίας, αλλά πρέπει να αναπτύξουμε την ίδια την απλή και γόνιμη αρχή.

Η δημοκρατική αρετή μπορεί να εξεταστεί σε σχέση με το λαό και σε σχέση με την κυβέρνηση: είναι αναγκαία και στον έναν και στην άλλη. Όταν τη στερείται μόνο η κυβέρνηση, παραμένει το απόθεμα του λαού. Αλλά όταν ο ίδιος ο λαός εί­ναι διεφθαρμένος, τότε η λευτεριά έχει κιόλας χαθεί.

Ευτυχώς, παρά τις αριστοκρατικές προκαταλήψεις, η αρετή είναι φυσική στο λαό. Ένα έθνος είναι πραγματικά διεφθαρμέ­νο όταν, αφού χάσει βαθμιαία το χαρακτήρα και τη λευτεριά του, περνά από τη δημοκρατία στην αριστοκρατία ή στη μο­ναρχία. Είναι ο θάνατος του πολιτικού σώματος από κατάπτω­ση. Όταν μετά από τέσσερις αιώνες δόξας η φιλαργυρία έδιω­ξε τελικά από τη Σπάρτη τα ήθη μαζί με τους νόμους του Λυ­κούργου, ο Άγις πεθαίνει μάταια για να τους επαναφέρει. Ο Δημοσθένης μπορεί να υψώνει τη φωνή ενάντια στον Φίλιππο, ο Φίλιππος βρίσκει μέσα στα ελαττώματα της εκφυλισμένης Αθήνας πιο εύγλωττους συνηγόρους από τον Δημοσθένη. Στην Αθήνα υπάρχει ακόμη ο ίδιος πληθυσμός αριθμητικά με την εποχή του Μιλτιάδη και του Αριστείδη, αλλά δεν υπάρχουν πια Αθηναίοι. Τι σημασία έχει που ο Βρούτος σκότωσε τον τύραν­νο; Η τυραννία ζει ακόμη μέσα στις καρδιές, και η Ρώμη υπάρ­χει μόνο μέσα στον Βρούτο.

236

Αλλά όταν με θαυμαστές προσπάθειες θάρρους και λογικής, ένας λαός σπάει τις αλυσίδες του δεσποτισμού για να τις κάνει τρόπαια της λευτεριάς, όταν με τη δύναμη της ηθικής του ιδιο­συγκρασίας, βγαίνει, κατά κάποιο τρόπο, από την αγκαλιά του θανάτου για να αποκτήσει και πάλι όλο το σφρίγος της νιότης, όταν με τη σειρά ευαίσθητος και περήφανος, ατίθασος και πει­θήνιος, δεν μπορεί να ανακοπεί ούτε από τα απόρθητα οχυρώ­ματα, ούτε από τους αναρίθμητους στρατούς των τυράννων που οπλίστηκαν ενάντιά του, και σταματάει μόνος του εμπρός στην εικόνα του νόμου· αν δεν τινάζεται γρήγορα προς το ύψος του πεπρωμένου του, αυτό δεν μπορεί να οφείλεται παρά μόνο στα σφάλματα αυτών που τον κυβερνούν.

Άλλωστε, μπορούμε να πούμε, κατά κάποια έννοια, ότι ο λαός προκειμένου να αγαπήσει τη δικαιοσύνη και την ισότητα, δεν έχει ανάγκη από μεγάλη αρετή. Του αρκεί να αγαπάει τον εαυτό του.

Αλλά ο αξιωματούχος είναι υποχρεωμένος να θυσιάζει το συμφέρον του για το συμφέρον του λαού, και την αλαζονεία της εξουσίας για την ισότητα. Ο νόμος πρέπει να μιλάει με ισχύ προπάντων σ' αυτόν που είναι όργανό του. Η κυβέρνηση πρέπει να βαραίνει τον ίδιο της τον εαυτό, για να συγκρατεί όλα τα μέρη της σε αρμονία μαζί της. Αν υπάρχει ένα αντιπρο­σωπευτικό σώμα, μια πρώτη αρχή συγκροτημένη από το λαό, αυτή πρέπει να επιβλέπει και να ανακαλεί στην τάξη αδιάκοπα όλους τους δημόσιους λειτουργούς. Αλλά ποιος θα φέρει την ίδια στην τάξη εκτός από την ίδια της την αρετή; Ό σ ο αυτή η πηγή της δημόσιας τάξης είναι εξυψωμένη, τόσο περισσότερο οφείλει να είναι αγνή. Πρέπει λοιπόν το αντιπροσωπευτικό σώμα να αρχίσει να υποτάσσει μέσα στους κόλπους του όλα τα ιδιωτικά πάθη προς όφελος του γενικού πάθους για το δημόσιο καλό. Ευτυχισμένοι οι εκπρόσωποι, όταν η δόξα τους και το ίδιο τους το συμφέρον τους προσκολλούν, όσο και τα καθήκοντά τους, στην υπόθεση της λευτεριάς!

Ας συναγάγουμε από όλα αυτά μια μεγάλη αλήθεια: ότι ο χαρακτήρας της λαϊκής κυβέρνησης συνίσταται στο να επιδει­κνύει εμπιστοσύνη στο λαό και αυστηρότητα στον εαυτό της.

Εδώ θα περιοριζόταν η ανάπτυξη της θεωρίας μας, αν είχατε απλά να κυβερνήσετε το σκάφος της Δημοκρατίας με γαλήνη. Αλλά η θύελλα απειλεί. Και η κατάσταση της Επανάστασης σήμερα σας επιβάλλει κι άλλη μια αποστολή.

237

Αυτή η μεγάλη αγνότητα των βάσεων της Γαλλικής Επανά­στασης, το ίδιο το μεγαλείο του αντικειμένου της, είναι ακρι­βώς αυτό που κάνει τη δύναμη και την αδυναμία μας. Τη δύνα­μή μας γιατί μας προσφέρει την υπεροχή της αλήθειας πάνω στην ψευτιά και τα δικαιώματα του δημόσιου συμφέροντος πά­νω στα ιδιωτικά συμφέροντα. Την αδυναμία μας, γιατί συνενώ­νει ενάντια μας όλους τους διεστραμμένους ανθρώπους, όλους αυτούς που στις καρδιές τους λογάριαζαν να μαδήσουν το λαό, όλους αυτούς που θα 'θελαν να τον είχαν κιόλας μαδήσει ατι­μώρητα, κι αυτούς που απώθησαν τη λευτεριά σαν να ήταν μια προσωπική τους συμφορά, κι αυτούς που αγκάλιασαν την Επα­νάσταση σαν να ήταν επάγγελμα και τη Δημοκρατία σαν να ήταν λάφυρο. Έτσι εξηγείται η αποστασία τόσων φιλόδοξων ή άπληστων ανθρώπων, που από την εκκίνηση μας εγκατέλειψαν στο δρόμο, γιατί δεν είχαν αρχίσει το ταξίδι για να καταλήξουν στον ίδιο προορισμό. Θα έλεγε κανείς ότι τα δυο αντίθετα πνεύ­ματα που παρουσιάσαμε και που διαφιλονικούν για την κυριαρ­χία της φύσης, παλεύουν μέσα σ' αυτή τη μεγάλη εποχή της ανθρώπινης ιστορίας, για να καθορίσουν χωρίς επιστροφή τα πεπρωμένα του κόσμου, κι ότι η Γαλλία είναι το θέατρο του φοβερού αυτού αγώνα. Από έξω, σας περιβάλλουν όλοι οι τύ­ραννοι. Από μέσα όλοι οι φίλοι της τυραννίας συνωμοτούν. Συνωμοτούν μέχρις ότου η ελπίδα χαθεί από το έγκλημα. Πρέ­πει να πνίξουμε τους εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς της Δημοκρατίας, ή να χαθούμε μαζί της. Τώρα, στην παρούσα κα­τάσταση, η πρώτη αρχή της πολιτικής σας θα πρέπει να είναι αυτή που κατευθύνει το λαό με τη λογική, και τους εχθρούς του λαού με τον τρόμο.

Αν το ελατήριο της λαϊκής κυβέρνησης σε καιρό ειρήνης είναι η αρετή, το ελατήριο της λαϊκής κυβέρνησης σε καιρό επανάστασης είναι ταυτόχρονα η αρετή και ο τρόμος: χωρίς την αρετή, ο τρόμος είναι θανάσιμος, και χωρίς τον τρόμο η αρετή είναι αδύναμη. Ο τρόμος δεν είναι άλλο πράγμα από τη σταθερή, αυστηρή και αδέκαστη δικαιοσύνη. Πρόκειται δηλα­δή για μιαν εκπόρευση της αρετής. Δεν είναι τόσο μια ιδιαίτε­ρη αρχή, όσο η συνέπεια της γενικής αρχής της δημοκρατίας που εφαρμόζεται για τις πιο επείγουσες ανάγκες της πατρίδας.

Λένε άτι ο τρόμος ήταν το ελατήριο της δεσποτικής κυβέρ­νησης. Ο δικός σας μοιάζει λοιπόν με το δεσποτισμό; Ναι, όπως το σπαθί που αστράφτει στα χέρια του ήρωα της λευτεριάς

238

μοιάζει με εκείνο που κρατούν οι δορυφόροι της τυραννίας. Αλλά ας κυβερνάει με τον τρόμο ο δεσπότης τους αποκτηνωμέ­νους υπηκόους του. Έχει δίκιο, σαν δεσπότης, αλλά εσείς αναχαιτίσετε με τον τρόμο τους εχθρούς της λευτεριάς, και θα έχετε δίκιο σαν θεμελιωτές της Δημοκρατίας. Η κυβέρνηση της Επανάστασης είναι ο δεσποτισμός της λευτεριάς ενάντια στην τυραννία. Η δύναμη έχει φτιαχτεί μόνο για να προστατεύει το έγκλημα; κι ο κεραυνός δεν προορίζεται για να χτυπάει τα αλα­ζονικά κεφάλια;

Η φύση επιβάλλει σε κάθε φυσικό και ηθικό ον το νόμο της μέριμνας για τη διατήρησή της. Το έγκλημα στραγγαλίζει την αθωότητα για να βασιλέψει, και η αθωότητα παλεύει με όλες της τις δυνάμεις μέσα στα χέρια του εγκλήματος.

Αν βασιλέψει μόνο μια μέρα η τυραννία, την επομένη δεν θα υπάρχει ούτε ένας πατριώτης. Ως πότε η μανία των δεσποτών θα ονομάζεται δικαιοσύνη και η δικαιοσύνη του λαού βαρβαρό­τητα ή εξέγερση; Πόσο τρυφεροί είμαστε για τους καταπιεστές και πόσο αμείλικτοι για τους καταπιεσμένους! Τίποτα πιο φυ­σικό: όποιος δεν μισεί το έγκλημα δεν μπορεί να αγαπάει την αρετή.

Πρέπει όμως ο ένας από τους δυο να υποκύψει. Επιείκεια για τους βασιλόφρονες, φωνάζουν μερικοί. Χάρη για τους κακούρ­γους! Όχι: χάρη για την αθωότητα, χάρη για τους αδύναμους, χάρη για τους δυστυχισμένους, χάρη για την ανθρωπότητα!

Η κοινωνική προστασία οφείλεται μόνο στους φιλειρηνικούς πολίτες· σε μια Δημοκρατία, οι μόνοι πολίτες είναι οι δημο­κρατικοί. Οι βασιλόφρονες, οι συνωμότες δεν είναι για τη Δη­μοκρατία παρά ξένοι, ή μάλλον εχθροί. Αυτός ο τρομερός πό­λεμος της λευτεριάς ενάντια στην τυραννία δεν είναι αδιαίρε­τος; Οι εσωτερικοί εχθροί δεν είναι σύμμαχοι με τους εξωτερι­κούς; Οι δολοφόνοι που σφάζουν την πατρίδα στο εσωτερικό, οι δολοπλόκοι που αγοράζουν τις συνειδήσεις των εντολοδό­χων του λαού, οι προδότες που τις πουλούν, οι μισθοφόροι λι­βελογράφοι που πληρώνονται για να ατιμάζουν την υπόθεση του λαού, για να σκοτώσουν τη δημόσια αρετή, για να ανάψουν τη φωτιά των εμφύλιων ταραχών και για να προετοιμάσουν την πολιτική αντεπανάσταση με την ηθική αντεπανάσταση, όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι λιγότερο ένοχοι ή λιγότερο επικίνδυ­νοι από τους τυράννους που υπηρετούν; Ό λ ο ι αυτοί που πα­ρεμβάλλουν την πατροκτόνο τους γλυκύτητα ανάμεσα στους

239

κακούργους και την εκδικητική ρομφαία της εθνικής δικαιοσύ­νης μοιάζουν με εκείνους που ρ ί χ ν ο ν τ α ν ανάμεσα στους δορυφόρους των τυράννων και τις λόγχες των στρατιωτών μας. Όλες οι παρορμήσεις της ψεύτικης ευαισθησίας τους, για μέ­να μοιάζουν με αναστεναγμούς που τους ξεφεύγουν προς τη με­ριά της Αγγλίας και της Αυστρίας.

Ε, και για ποιους λοιπόν νιώθουν τρυφερότητα; Μήπως για τις διακόσιες χιλιάδες ήρωες, τα καλύτερα παιδιά του έθνους, που θερίστηκαν από τα σίδερα των εχθρών της λευτεριάς ή από τα στιλέτα των βασιλοφρόνων δολοφόνων και των φεντεραλι­στών; Ό χ ι , αυτοί δεν ήταν παρά πληβείοι, πατριώτες. Για να προσελκύσει κανείς το τρυφερό τους ενδιαφέρον, πρέπει να είναι τουλάχιστον η χήρα του στρατηγού που πρόδωσε είκοσι φορές την πατρίδα. Για να αποκτήσει κανείς την επιείκεια τους, πρέπει σχεδόν να αποδείξει την ευθύνη του για τη σφαγή τουλάχιστον δέκα χιλιάδων Γάλλων, όπως ένας ρωμαίος στρα­τηγός, που για να έχει το δικαίωμα του θριάμβου, έπρεπε να είχε σκοτώσει, νομίζω, δέκα χιλιάδες εχθρούς. Ακούνε με ψυ­χραιμία τις αφηγήσεις για τα εγκλήματα που κάνουν οι τύραν­νοι ενάντια στους υπερασπιστές της λευτεριάς, για τις γυναίκες μας που ακρωτηριάζονται φρικτά, για τα παιδιά μας που σφά­ζονται στην αγκαλιά της μητέρας τους, για τους αιχμαλώτους μας που βασανίζονται φρικτά και που ο ηρωισμός τους φτάνει στο μαρτύριο. Και ονομάζουν φρικτό σφαγείο την υπερβολικά καθυστερημένη τιμωρία μερικών τεράτων που πάχυναν πίνοντας το αίμα της πατρίδας.

Ανέχονται υπομονετικά την αθλιότητα όπου βυθίστηκαν οι γενναιόδωρες πολίτισσες, που θυσίασαν για την ωραιότερη υπό­θεση τους αδελφούς, τα παιδιά, τους συζύγους τους. Και επιφυ­λάσσουν τις πιο γενναιόδωρες παρηγοριές για τις γυναίκες των συνωμοτών· αυτές έχουν το δικαίωμα να εξαγοράζουν ατιμώρη­τα τη δικαιοσύνη, να υπερασπίζονται ενάντια στη λευτεριά, την υπόθεση των συγγενών και των συνενόχων τους. Έφτιαξαν σχεδόν μια προνομιούχα συντεχνία, που εισπράττει και διατρέ­φεται από το λαό.

Με πόση αφέλεια εξακολουθούν να μας εξαπατούν οι λέξεις! Πώς μας κυβερνούν ακόμη η αριστοκρατία και η υποχωρητικό­τητα με τα φονικά αξιώματα που μας έδωσαν!

Η αριστοκρατία υπερασπίζεται τον εαυτό της καλύτερα με τις δολοπλοκίες απ ' όσο ο πατριωτισμός με τις υπηρεσίες του.

240

Θέλουν να κυβερνήσουν τις επαναστάσεις με τα τεχνάσματα του παλατιού. Αντιμετωπίζουν τις συνωμοσίες ενάντια στην Επανάσταση σαν να πρόκειται για δίκες ιδιωτών. Η τυραννία σκοτώνει και η λευτεριά αγορεύει. Και ο κώδικας που έφτιαξαν οι ίδιοι οι συνωμότες είναι ο νόμος με τον οποίο τους δικάζουμε.

Ενώ πρόκειται για τη σωτηρία της πατρίδας, η μαρτυρία της οικουμένης δεν μπορεί να αντικαταστήσει την αποδεικτική μαρτυρία, ούτε το ολοφάνερο την επιλέξει απόδειξη.

Η βραδύτητα της εκδίκασης ισοδυναμεί με την ατιμωρησία. Η αβεβαιότητα της ποινής ενθαρρύνει τους ενόχους. Κι όμως, παραπονιούνται για την αυστηρότητα της δικαιοσύνης. Παρα­πονιούνται για την κράτηση των εχθρών της Δημοκρατίας. Αναζητούν παραδείγματα στην ιστορία των τυράννων, γιατί δεν θέλουν να τα επιλέξουν από εκείνην των λαών, ούτε να τα α­ντλήσουν από το πνεύμα της λευτεριάς που απειλείται. Στη Ρώμη, όταν ο ύπατος ανακάλυψε τη συνωμοσία, και την έπνιξε την ίδια στιγμή με το θάνατο των συνενόχων του Κατιλίνα, κα­τηγορήθηκε ότι παραβίασε τους τύπους, από ποιον; από τον φιλόδοξο Καίσαρα, που ήθελε να μεγαλώσει το κόμμα του με την ορδή των συνωμοτών, με τους Πίσωνες και τους Κλόδιους και όλους τους κακούς πολίτες που φοβόντουσαν για τον εαυτό τους την αρετή ενός αληθινού Ρωμαίου και την αυστηρότητα των νόμων.

Η τιμωρία των καταπιεστών της ανθρωπότητας είναι επιεί­κεια. Η συγχώρεσή τους βαρβαρότητα. Η σκληρότητα των τυ­ράννων έχει σαν αρχή της μόνον τη σκληρότητα· η σκληρότη­τα της δημοκρατικής κυβέρνησης είναι μέρος της αγαθοεργίας.

Γι' αυτό, αλίμονο σ' αυτόν που θα τολμούσε να κατευθύνει προς το λαό την τρομοκρατία που οφείλει να στρέψει μόνον ενάντια στους εχθρούς του! Αλίμονο σε εκείνον που συγχέοντας τα αναπόφευκτα σφάλματα της φιλοπατρίας με τα υπολογισμέ­να λάθη της δολιότητας, ή με τις απόπειρες των συνωμοτών, αφήνει τον επικίνδυνο δολοπλόκο για να κυνηγήσει τον φιλει­ρηνικό πολίτη! Να αφανιστεί ο κακούργος που τολμά να κατα­χράται το ιερό όνομα της λευτεριάς, ή θα φοβερά όπλα που αυτή του εμπιστεύθηκε, για να φέρει το πένθος ή το θάνατο στις καρδιές των πατριωτών! Η κατάχρηση αυτή υπήρξε, δεν μπορούμε να το αμφισβητήσουμε. Αναμφίβολα, η αριστοκρα­τία τη μεγαλοποίησε. Αλλά στη Δημοκρατία, ακόμη κι αν υπάρχει ένας ενάρετος άνθρωπος που να διώκεται από τους

241

εχθρούς της ελευθερίας, το καθήκον της κυβέρνησης είναι να τον αναζητήσει επίμονα και να εκδικηθεί γι' αυτόν παραδειγ­ματικά.

Θα πρέπει όμως να συμπεράνουμε ότι οι καταδιώξεις ενάντια στους πολίτες που προκαλούνται από τον υποκριτικό ζήλο των αντεπαναστατών, είναι λόγος για να αφήσουμε λεύτερους τους αντεπαναστάτες και να μην τους τιμωρήσουμε με αυστηρότητα; Τα νέα αυτά εγκλήματα της αριστοκρατίας υποδεικνύουν την αναγκαιότητα της αυστηρότητας. Τι άλλο αποδεικνύει το θρά­σος των εχθρών μας, αν όχι την αδυναμία της καταδίωξής τους; Η αδυναμία αυτή οφείλεται, κατά ένα μεγάλος μέρος, στη θεω­ρία της χαλαρότητας, που υποστήριξαν τελευταία ορισμένοι για να τους καθησυχάσουν. Αν μπορείτε να ακούτε αυτές τις συμβουλές, οι εχθροί σας θα φτάσουν στο στόχο τους και θα εισπράξουν από τα ίδια σας τα χέρια την αμοιβή για το τελευ­ταίο από τα εγκλήματά τους.

Τι ελαφρότητα θα ήταν το να δείτε μερικές νίκες του πατριω­τισμού σαν το τέλος όλων των κινδύνων που μας απειλούν. Ρίξτε μια ματιά στην αληθινή μας κατάσταση: θα καταλάβετε ότι η επαγρύπνηση και η ενέργεια σας είναι αναγκαίες πιο πολύ από κάθε άλλη φορά. Μια υπόκωφη κακή πρόθεση αντιστρατεύεται παντού τις ενέργειες της κυβέρνησης· η θανάσιμη επιρροή από τις ξένες αυλές, αν και περισσότερο κρυμμένη, δεν είναι ούτε λιγότερο δραστήρια ούτε λιγότερο θανάσιμη. Νιώθει κανείς ότι το έγκλημα, συναντώντας εμπόδια, καλύπτει την πορεία του με μεγαλύτερη επιδεξιότητα.

Οι εσωτερικοί εχθροί του γαλλικού λαού χωρίστηκαν σε δύο παρατάξεις, σαν δύο στρατιωτικά τμήματα. Προχωρούν κάτω από σημαίες με διαφορετικά χρώματα κι από διαφορετικούς δρόμους. Αλλά προχωρούν προς τον ίδιο σκοπό· ο σκοπός αυ­τός είναι η αποδιοργάνωση της λαϊκής κυβέρνησης, η κατα­στροφή της Συμβατικής, δηλαδή ο θρίαμβος της τυραννίας. Η μία από τις δύο αυτές παρατάξεις μας σπρώχνει προς την αδυ­ναμία, η άλλη προς την υπερβολή. Η μια θέλει να κάνει τη λευτεριά βακχίδα και η άλλη να την κάνει πόρνη.

Κατώτεροι δολοπλόκοι, συχνά ακόμη και απατημένοι καλοί πολίτες, συντάσσονται με τη μια ή την άλλη παράταξη. Αλλά οι αρχηγοί ανήκουν στην υπόθεση των βασιλιάδων ή της αρι­στοκρατίας και ενώνονται ενάντια στους πατριώτες. Οι λωποδύ­τες, ακόμη κι όταν κάνουν πόλεμο μεταξύ τους, αλληλομισού-

242

νται λιγότερο οπό όσο απεχθάνονται τους ανθρώπους του κα­λού. Η πατρίδα είναι η λεία τους· μαλώνουν για να τη μοιρά­σουν, αλλά συμμαχούν ενάντια σ' αυτούς που την υπερασπίζο­νται.

Στους πρώτους έδωσαν το όνομα μετριοπαθείς. Στην ονομασία που έδωσαν στους άλλους, υπερεπαναστάτες, υπάρχει περισσότε­ρο πνεύμα παρά ακρίβεια. Η ονομασία αυτή, που σε καμία πε­ρίπτωση δεν μπορεί να εφαρμοστεί για τους καλόπιστους αν­θρώπους, τους οποίους ο ζήλος ή η άγνοια μπορεί να οδηγήσει πέρα από την υγιή πολιτική της Επανάστασης, δεν χαρακτηρί­ζει σωστά τους δόλιους ανθρώπους, που χρηματοδοτεί η τυραν­νία για να εκθέσει, με λανθασμένες και ολέθριες εφαρμογές, τις ιερές αρχές της Επανάστασής μας.

Ο ψεύτικος επαναστάτης βρίσκεται ίσως συχνότερα πιο κοντά παρά πιο πέρα από την Επανάσταση· είναι μετριοπαθής. Είναι τρελός από πατριωτισμό ανάλογα με τις περιστάσεις. Ό , τ ι θα σκεφτεί αύριο, το βρίσκουμε στις φιλοπρωσικές, φιλοαγγλικές, φιλοαυστριακές ή και φιλομοσχοβίτικες ακόμα επιτροπές. Αντι­τίθεται στα ενεργητικά μέτρα και τα υπερβάλλει όταν δεν κατά­φερε να τα εμποδίσει. Αυστηρός για την αθωότητα, αλλά επιει­κής για το έγκλημα. Κατήγορος των ενόχων που δεν είναι αρ­κετά πλούσιοι για να εξαγοράσουν τη σιωπή του, ούτε αρκετά σημαντικοί για να αξίζουν το ζήλο του, φυλάγεται πάντα να μην εκτεθεί στο σημείο να υπερασπίσει τη συκοφαντημένη αρετή. Ανακαλύπτει μερικές φορές συνωμοσίες που έχουν ανα­καλυφθεί. Αφαιρεί τη μάσκα από προδότες που έχουν αποκα­λυφθεί ή ακόμα και αποκεφαλισθεί, αλλά εξυμνεί τους ζωντα­νούς προδότες που βρίσκονται ακόμα στο προσκήνιο. Βιάζεται πάντα να κολακέψει την άποψη της στιγμής, φροντίζοντας πάντα να μην τη φωτίσει, και προπάντων να μην την αντικρού­σει. Είναι πάντα έτοιμος να υιοθετήσει τα τολμηρά μέτρα, αρ­κεί να έχουν πολλά μειονεκτήματα, ενώ συκοφαντεί αυτά που παρουσιάζουν μόνον πλεονεκτήματα, ή τους προσθέτει κάθε λογής τροποποιήσεις που μπορούν να τα καταστήσουν βλαβε­ρά. Λέει την αλήθεια με οικονομία, μόνον όση του χρειάζεται για να αποκτήσει το δικαίωμα να ψεύδεται ατιμώρητα. Διυλίζει το καλό σταγόνα σταγόνα, και ρίχνει το κακό με χείμαρρους. Είναι γεμάτος φωτιά για τις μεγάλες διακηρύξεις που δεν ση­μαίνουν τίποτα, αλλά παραπάνω από αδιάφορος για τις αποφά­σεις που μπορούν να τιμήσουν την υπόθεση του λαού και να

243

σώσουν την πατρίδα. Επιμένει πολύ στους τύπους του πατριω­τισμού. Προσκολλάται πάνω σ' αυτούς, σαν τους θρησκόλη­πτους των οποίων δηλώνει ότι είναι εχθρός, αλλά θα προτιμού­σε να χαλάσει εκατό κόκκινα σκουφιά παρά να κάνει μια καλή πράξη.

Ποια διαφορά βρίσκετε ανάμεσα σ' αυτούς τους ανθρώπους και στους μετριοπαθείς σας; Είναι υπηρέτες που απασχολούνται από το ίδιο αφεντικό, ή αν θέλετε, συνένοχοι που παριστάνουν ότι τσακώνονται για να κρύψουν καλύτερα τα εγκλήματά τους. Κρίνετέ τους, όχι σύμφωνα με τη διαφορά των λόγων, αλλά σύμφωνα με την ταυτότητα των αποτελεσμάτων. Αυτός που επι­τίθεται ενάντια στην Εθνική Συμβατική με παράλογες ομιλίες δεν είναι σύμφωνος με αυτόν που την εξαπατά για να την υπο­νομεύσει; Αυτός που με άδικες σκληρότητες, υποχρεώνει τον πατριωτισμό να τρέμει για τον εαυτό του, επικαλείται την αμνηστία προς όφελος της αριστοκρατίας και της προδοσίας. Ένας τέτοιος καλούσε τη Γαλλία να κατακτήσει τον κόσμο, με μοναδικό του σκοπό να καλέσει τους τυράννους να κατακτή­σουν τη Γαλλία. Ο ξένος υποκριτής που, εδώ και πέντε χρόνια, ανακηρύσσει το Παρίσι πρωτεύουσα της υφηλίου, δεν έκανε άλλο από το να μεταφράζει σε μιαν άλλη διάλεκτο, τις κατάρες των δόλιων φεντεραλιστών που οδηγούσαν το Παρίσι στην κα­ταστροφή. Το κήρυγμα της αθεΐας δεν είναι παρά ένας τρόπος συγχώρεσης της δεισιδαιμονίας και κατηγορίας κατά της φι­λοσοφίας, και ο πόλεμος ενάντια στη θεότητα δεν είναι παρά ένας αντιπερισπασμός προς όφελος της Βασιλείας.

Ποια άλλη μέθοδος απομένει για την καταπολέμηση της λευτεριάς; Θα φτάσουν ίσως, κατά το παράδειγμα των πρωτοπό­ρων της αριστοκρατίας, να επαινέσουν τις χάρες της δουλείας και τα πλεονεκτήματα της μοναρχίας, την υπερφυσική διάνοια και τις ασύγκριτες αρετές των βασιλιάδων;

Θα φτάσουν ίσως να διακηρύξουν τη ματαιότητα των δικαιω­μάτων του ανθρώπου και των αρχών της αιώνιας δικαιοσύνης;

Θα φτάσουν ίσως να ξεθάψουν τους ευγενείς και τον κλήρο, ή να διακηρύξουν τα απαράγραπτα δικαιώματα των μεγαλοα­στών στο να τους κληρονομήσει και τους δύο;

Ό χ ι . Είναι πολύ πιο βασικό να φορέσουν τη μάσκα του πα­τριωτισμού για να παραμορφώσουν, με βέβηλες παρωδίες, το υπέροχο δράμα της Επανάστασης, για να εκθέσουν την υπόθε-

244

ση της λευτεριάς με μια υποκριτική μετριοπάθεια ή με υπολο­γισμένες υπερβολές.

Επίσης η αριστοκρατία συνασπίζεται σε λαϊκές εταιρίες, η αντεπαναστατική αλαζονεία κρύβει κάτω από κουρέλια τις συ­νωμοσίες και τα στιλέτα της· ο φανατισμός σπάει τους ίδιους τους δικούς του βωμούς, η βασιλοφροσύνη εξυμνεί τις νίκες της Δημοκρατίας· η αριστοκρατία, βαρυμένη από αναμνήσεις, αγκαλιάζει τρυφερά την ισότητα για να την πνίξει· η τυραννία, βαμμένη με το αίμα των υπερασπιστών της λευτεριάς, ρίχνει λουλούδια στους τάφους τους. Αν όλες οι καρδιές δεν έχουν αλλάξει, πόσα πρόσωπα φορούν προσωπείο, πόσοι προδότες δεν αναμιγνύονται στις υποθέσεις μας, μόνο και μόνο για να τις καταστρέψουν!

Θέλετε να τους δοκιμάστε; Ζητήστε τους, αντί για όρκο ή διακήρυξη, πραγματικές υπηρεσίες.

Πρέπει να δράσουμε; Αυτοί ρητορεύουν. Πρέπει να συζητή­σουμε; Αυτοί επιμένουν να αρχίσει η δράση. Οι καιροί είναι ειρηνικοί; Αυτοί αντιτίθενται σε κάθε χρήσιμη μεταβολή. Οι καιροί είναι ταραγμένοι; Αυτοί μιλούν για να μεταρρυθμίσουν, για να ανατρέψουν τα πάντα. Θέλετε να καταστείλετε τους στασιαστές; Αυτοί σας θυμίζουν την επιείκεια του Καίσαρα. Θέ­λετε να γλιτώσετε τους πατριώτες από την καταδίωξη; Αυτοί σας προτείνουν για πρότυπο την αποφασιστικότητα του Βρού­του. Ανακαλύπτουν ότι κάποιος υπήρξε ευγενής, όταν υπηρετεί τη Δημοκρατία; Αυτό δεν το θυμούνται πια όταν την προδώσει. Η ειρήνη είναι χρήσιμη; Αυτοί σας δελεάζουν με τις δάφνες της νίκης. Ο πόλεμος είναι αναγκαίος; Αυτοί σας εκθειάζουν τις χάρες της ειρήνης. Πρέπει να υπερασπιστούμε την επικρά­τεια; Αυτοί θέλουν να πάνε να τιμωρήσουν τους τυράννους πέ­ρα από τα βουνά και τις θάλασσες. Πρέπει να ξανακαταλάβου­με τα οχυρά μας; Αυτοί προτείνουν να καταλάβουμε με έφοδο τις εκκλησίες και να σκαρφαλώσουμε στον ουρανό. Ξεχνούν τους Αυστριακούς για να κάνουν τον πόλεμο ενάντια στους θρησκόληπτους. Πρέπει να στηρίξουμε την υπόθεσή μας πάνω στην πίστη των συμμάχων μας; Αυτοί θα ξεσπαθώσουν ενάντια σε όλες τις κυβερνήσεις του κόσμου και θα σας προτείνουν κα­τηγορητήριο ακόμη και κατά των Μογγόλων. Ο λαός πάει στο Καπιτώλιο για να ευχαριστήσει τους θεούς για τις νίκες του; Αυτοί θα ψέλνουν πένθιμες ακολουθίες για τις παλιές μας απο­τυχίες. Πρόκειται να κερδίσουμε νέες νίκες; Αυτοί σπέρνουν

245

ανάμεσά μας μίση, διχόνοιες, καταδιώξεις και αποθαρρύνσεις. Πρέπει να πραγματοποιήσουμε την κυριαρχία του λαού και να συγκεντρώσουμε τη δύναμή του σε μια ισχυρή και σεβαστή κυβέρνηση; Αυτοί βρίσκουν ότι οι αρχές της κυβέρνησης τραυματίζουν την κυριαρχία του λαού. Πρέπει να διεκδικήσου­με τα δικαιώματα του λαού που καταπιέζεται οπό την κυβέρνη­ση; Αυτοί μιλούν για το σεβασμό προς τους νόμους και για την υπακοή που οφείλεται στις θεσμικές αρχές.

Έχουν βρει ένα θαυμάσιο τέχνασμα για να βοηθούν τις προσπάθειες της δημοκρατικής κυβέρνησης: να την αποδιορ­γανώνουν, να την υποβιβάζουν ολοκληρωτικά, να πολεμούν τους πατριώτες που πάλεψαν για τις επιτυχίες μας.

Ψάχνετε τα μέσα για να τροφοδοτήσετε τις στρατιές μας; Απασχολείστε με το πώς να αποσπάσετε τα τρόφιμα που κρύ­βουν η φιλαργυρία και ο φόβος; Αυτοί θρηνούν πατριωτικά για τη δημόσια δυστυχία και αναγγέλλουν την πείνα. Η επιδίωξη της πρόληψης του κακού γι' αυτούς είναι το κίνητρο να το αυξήσουν. Στο Βορρά, σκότωσαν τις κότες, και μας στέρησαν τα αυγά, με το πρόσχημα ότι οι κότες τρώνε στάρι. Στο Νότο, έγινε λόγος να καταστρέψουν τις μουριές και τις πορτοκαλιές, με το πρόσχημα ότι το μετάξι είναι αντικείμενο πολυτέλειας και το πορτοκάλια περιττά.

Δεν θα μπορούσατε να φανταστείτε ποτέ ορισμένες ακρότη­τες που κάνουν οι υποκριτές αντεπαναστάτες για να βλάψουν την υπόθεση της Επανάστασης. Θα το πιστεύατε ότι στους τό­πους, όπου η δεισιδαιμονία άσκησε τη μεγαλύτερη επιρροή, αυτοί δεν αρκέστηκαν μόνο να επιβαρύνουν τις πράξεις τις σχετικές με τη λατρεία με όλες τις μορφές που θα μπορούσαν να τις κάνουν απεχθείς, αλλά επιπλέον διάδωσαν τον τρόμο στον πληθυσμό, κυκλοφορώντας τη φήμη ότι πρόκειται να σκοτωθούν όλα τα παιδιά ηλικίας κάτω από δέκα χρονών και όλοι οι γέροι από εβδομήντα χρονών και πάνω; Αυτή η φήμη διαδόθηκε προπάντων στη Βρετάνη, στα διαμερίσματα του Ρή­νου και του Μοζέλ. Είναι ένα από τα εγκλήματα που αποδόθη­καν στον πρώην δημόσιο κατήγορο του κακουργοδικείου του Στρασβούργου. Οι τυραννικές μανίες αυτού του ανθρώπου επα­ληθεύουν όλα όσα αφηγούνται για τον Καλιγούλα και τον Ηλιο­γάβαλο, αλλά μοιάζουν απίστευτες ακόμη και με αποδείξεις. Έφτασε στο σημείο να επιτάσσει τις γυναίκες για προσωπική του χρήση: μας βεβαιώνουν ότι χρησιμοποίησε αυτή τη μέθοδο

246

για να παντρευτεί. Από πού ξεπήδησε ξαφνικά αυτό το μελίσσι των ξένων, των παπάδων, των ευγενών, των κάθε λογής δολο­πλόκων, που απλώθηκε ταυτόχρονα σε όλη την επιφάνεια της Δημοκρατίας, για να εκτελέσει, στο όνομα της φιλοσοφίας, ένα σχέδιο της αντεπανάστασης, που δεν μπόρεσε να σταματήσει παρά μόνο με τη δύναμη της δημόσιας λογικής; Βδελυρή σύλ­ληψη, αντάξια του πνεύματος των ξένων αυλών συνασπισμένων ενάντια στη λευτεριά, και της διαφθοράς όλων των εσωτερικών εχθρών της Δημοκρατίας!

Μ' αυτόν τον τρόπο, στα συνεχή θαύματα που κάνει η αρετή ενός μεγάλου λαού, η δολοπλοκία αναμιγνύει πάντα τη μικρό­τητα των εγκληματικών σκευωριών της, μικρότητα που παραγ­γέλλουν οι τύραννοι, και που τη χρησιμοποιούν στη συνέχεια σαν υλικό για τις γελοίες διακηρύξεις τους, για να κρατήσουν τους λαούς αμαθείς, μέσα στη λάσπη της ντροπής, μέσα στις αλυσίδες της σκλαβιάς.

Ε! τι κάνουν στη λευτεριά τα κακουργήματα των εχθρών της; Ο ήλιος, όταν τον καλύπτει ένα περαστικό σύννεφο, παύει να είναι το άστρο που δίνει ζωή στη φύση; Ο βρόμικος αφρός που ξεβράζει ο ωκεανός στις ακτές του, τον κάνει λιγότερο επιβλη­τικό;

Μέσα σε χέρια εγκληματικά όλα τα φάρμακα για τα δεινά μας καταντούν δηλητήρια. Ό λ α όσα μπορείτε να κάνετε, όλα όσα μπορείτε να πείτε, θα τα στρέψουν ενάντια σας, ακόμη και τις αλήθειες που μόλις αναπτύξαμε.

Έτσι , για παράδειγμα, αφού έσπειραν παντού τους σπόρους του εμφύλιου πολέμου, με τη βίαιη επίθεση ενάντια στις θρη­σκευτικές προκαταλήψεις, θα προσπαθήσουν να οπλίσουν το φανατισμό και την αριστοκρατία με τα ίδια μέτρα που εφάρμο­σε η υγιής πολιτική σας προς όφελος της ελευθερίας της λα­τρείας. Αν είχατε αφήσει λεύτερο το πέρασμα για τη συνωμο­σία, αυτή, αργά ή γρήγορα, θα προκαλούσε μια τρομερή και οικουμενική αντίδραση. Αν το κλείσετε, θα προσπαθήσουν και πάλι να το εκμεταλλευτούν, διαδίδοντας ότι προστατεύετε τους παπάδες και τους μετριοπαθείς. Και δεν θα πρέπει καν να σας εκπλήξει αν αποκαλυφθεί ότι εμπνευστές αυτού του συστήμα­τος είναι οι ίδιοι οι παπάδες που διακήρυξαν με θράσος τον τσαρλατανισμό τους.

Αν οι πατριώτες, παρασυρμένοι από αγνό αλλά απερίσκεπτο ζήλο, εξαπατήθηκαν σε κάποιο σημείο από τις δολοπλοκίες

247

τους, θα ρίξουν όλη την ευθύνη πάνω στους πατριώτες. Γιατί το πρώτο σημείο της μακιαβελικής τους θεωρίας είναι να εξοντώ­σουν τη Δημοκρατία, εξοντώνοντας τους δημοκράτες, όπως υποδουλώνεται μια χώρα καταστρέφοντας το στρατό που την υπερασπίζεται. Εδώ μπορούμε να εκτιμήσουμε μια από τις αγα­πημένες τους αρχές, που λέει: οι άνθρωποι δεν αξίζουν τίποτα. Αυτή είναι μια αρχή βασιλικής προέλευσης, που θέλει να πει ότι πρέπει να τους παραδοθούν όλοι οι φίλοι της λευτεριάς.

Αξίζει να παρατηρήσουμε ότι η μοίρα των ανθρώπων που αναζητούν μόνον το δημόσιο καλό είναι να πέφτουν θύματα εκείνων που επιδιώκουν το ατομικό τους καλό, γεγονός που οφείλεται σε δύο λόγους: ο πρώτος, ότι οι δολοπλόκοι επιτί­θενται με τις διαστροφές του παλαιού καθεστώτος, και ο δεύτε­ρος, ότι οι πατριώτες αμύνονται μόνο με τις αρετές του και­νούργιου.

Μια τέτοια εσωτερική κατάσταση θα πρέπει να φανεί άξια της προσοχής σας, προπάντων αν σκεφτείτε ότι έχετε ταυτό­χρονα να πολεμήσετε τους τύραννους της Ευρώπης, να συντη­ρείτε στρατό από ένα εκατομμύριο διακόσιες χιλιάδες άντρες, κι ότι η κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη να επανορθώνει συνε­χώς, με δύναμη και επαγρύπνηση, όλα τα δεινά που το αναρίθ­μητο πλήθος των εχθρών μας μας προκάλεσαν κατά την τελευ­ταία πενταετία.

Ποιο είναι το αντίδοτο για όλα αυτά τα δεινά; Εμείς δεν γνω­ρίζουμε κανένα άλλο εκτός από την ανάπτυξη αυτού του γενι­κού ελατήριου της δημοκρατίας, της αρετής.

Η δημοκρατία κινδυνεύει από δύο υπερβολές, την αριστο­κρατία αυτών που κυβερνούν, ή την περιφρόνηση του λαού για τις αρχές που ο ίδιος εγκατέστησε, περιφρόνηση που έχει σαν αποτέλεσμα κάθε παράταξη, κάθε άτομο να τραβάει πάνω του τη δημόσια δύναμη, και να επαναφέρει το λαό, με την υπερβο­λή της αταξίας, στην εκμηδένιση ή στην εξουσία του ενός.

Ο διπλός στόχος των μετριοπαθών και των ψευτοεπαναστατών είναι να μας ταλαντεύουν διαρκώς ανάμεσα στους δύο αυτούς σκοπέλους.

Αλλά οι εκπρόσωποι του λαού μπορούν να τους αποφύγουν και τους δύο. Γιατί η κυβέρνηση μπορεί να είναι πάντα δίκαιη και συνετή· κι όταν διαθέτει αυτόν το χαρακτήρα, είναι σίγου­ρη για την εμπιστοσύνη του λαού.

Είναι αλήθεια ότι ο στόχος όλων των εχθρών μας είναι η

248

διάλυση της Συμβατικής. Είναι αλήθεια ότι ο τύραννος της Μεγάλης Βρετανίας και οι σύμμαχοί του υπόσχονται στο κοι­νοβούλιο και στους υπηκόους τους ότι θα σας αφαιρέσουν όλη τη δύναμη και τη δημόσια εμπιστοσύνη που η Συμβατική σας εξασφάλισε. Αυτή είναι η πρώτη εντολή που δίνουν σε όλους τους πράκτορές τους.

Αλλά η αλήθεια αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί ξεπερασμένη στην πολιτική, εφόσον ένα μεγάλο σώμα που απολαμβάνει την εμπιστοσύνη ενός μεγάλου λαού, δεν μπορεί να χαθεί παρά μό­νον εξαιτίας του εαυτού του. Οι εχθροί μας δεν το αγνοούν αυ­τό, κι έτσι δεν πρέπει να αμφιβάλλεται ότι φροντίζουν προπά­ντων να ξυπνήσουν ανάμεσά σας όλα τα πάθη που θα μπορού­σαν να βοηθήσουν στα καταχθόνια σχέδιά τους.

Τι μπορούν όμως να κάνουν ενάντια στην εθνική αντιπροσω­πία, αν δεν καταφέρουν να της αποσπάσουν άστοχες ενέργειες, που θα δώσουν προσχήματα στις εγκληματικές διακηρύξεις τους; Είναι υποχρεωμένοι λοιπόν να έχουν δύο είδη πρακτό­ρων: αυτούς που προσπαθούν να την υποβαθμίσουν με τους λό­γους τους και εκείνους που, μέσα στους ίδιους τους κόλπους της, επιδιώκουν να την εξαπατήσουν, για να υπονομεύσουν τη δόξα και τα συμφέροντα της Δημοκρατίας.

Για να στεφθούν οι προσπάθειές τους με επιτυχία, τους ήταν χρήσιμο να ξεκινήσουν εμφύλιο πόλεμο ενάντια στους εκπρο­σώπους στα διαμερίσματα που δικαίωσαν την εμπιστοσύνη σας, και ενάντια στην Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας. Και οι επιθέσεις γίνονται και από ανθρώπους, που φαινόταν ότι μά­χονται μεταξύ τους.

Τι καλύτερο θα μπορούσαν να κάνουν από το να παραλύσουν την κυβέρνηση της Συμβατικής, σπάζοντας όλα τα στηρίγματά της, τη στιγμή που οφείλει να αποφασίσει για την τύχη της Δημοκρατίας και των τυράννων;

Μακριά από εμάς η ιδέα ότι υπάρχει ακόμη ανάμεσά μας έστω και ένας άνθρωπος αρκετά δειλός που θα θελήσει να υπη­ρετήσει την υπόθεση των τυράννων! Αλλά ακόμη πιο μακριά το έγκλημα, που δεν θα μας το συγχωρούσαν ποτέ, της εξαπά­τησης της Συμβατικής, και της προδοσίας του γαλλικού λαού από μιαν ένοχη σιωπή! Γιατί το ευτύχημα για έναν λεύτερο λαό, είναι ότι η αλήθεια, που είναι η μάστιγα των δεσποτών, είναι πάντα η δύναμη και η σωτηρία του. Αλλά, είναι αλήθεια, ότι υπάρχει ακόμη για τη λευτεριά μας ένας κίνδυνος, ο μόνος

249

ίσως σοβαρός κίνδυνος που της μένει να αντιμετωπίσει. Ο κίν­δυνος αυτός είναι ένα σχέδιο που υπήρχε ήδη από παλιά, να συνενωθούν όλοι οι εχθροί της Δημοκρατίας με την ανάσταση του κομματικού πνεύματος· να καταδιωχτούν οι πατριώτες, να απογοητευθούν, να εξοντωθούν οι πιστοί λειτουργοί της δημο­κρατικής κυβέρνησης, να αχρηστευθούν τα πιο σημαντικά τμή­ματα της δημόσιας υπηρεσίας. Θέλησαν να εξαπατήσουν τη Συμβατική για ανθρώπους και για πράγματα. Θέλησαν να με­ταλλάξουν τα αίτια των υπερβολών μας, για να τις κάνουν ανε­πανόρθωτες. Επιδίωξαν να τρομοκρατήσουν ψεύτικα, για να την απομονώσουν και να την παραλύσουν. Κάνουν το παν για να τη διασπάσουν. Έκαναν κάθε τι για να διασπάσουν προ­πάντων τους εκπροσώπους που στάλθηκαν στα διαμερίσματα και την Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας. Θέλησαν να προτρέ­ψουν τους πρώτους να αντιταχθούν στα μέτρα της κεντρικής εξουσίας, για να προκαλέσουν την αταξία και τη σύγχυση. Θέ­λησαν να τους πικράνουν κατά την επιστροφή τους, ώστε να γίνουν, χωρίς να το ξέρουν, όργανα μιας σκευωρίας. Οι ξένοι εκμεταλλεύονται όλα τα ιδιαίτερα πάθη, ακόμη και τον ξεγε­λασμένο πατριωτισμό.

Αρχικά, υιοθέτησαν τη θέση να προχωρήσουν κατευθείαν προς το στόχο τους, συκοφαντώντας την Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας. Καυχιόντουσαν λοιπόν φανερά ότι η Επιτροπή θα λύγιζε κάτω οπό το βάρος των επίπονων καθηκόντων της. Η νίκη και η καλή τύχη του γαλλικού λαού την υπερασπίστηκαν. Από την εποχή εκείνη κι έπειτα, υιοθέτησαν τη θέση να την υπονομεύσουν παραλύοντας και καταστρέφοντας τους καρπούς των έργων της. Όλες οι αόριστες κατηγορίες ενάντια στους απαραίτητους πράκτορες της Επιτροπής, όλα τα σχέδια της αποδιοργάνωσης, μεταμφιεσμένα κάτω από το όνομα των με­ταρρυθμίσεων, που απορρίφθηκαν ήδη από τη Συμβατική, και που αναπαράγονται σήμερα με περίεργη επιμέλεια, αυτή η φροντίδα να εκθειάζονται οι δολοπλόκοι που η Επιτροπή Δημό­σιας Σωτηρίας υποχρεώθηκε να απομακρύνει, αυτός ο τρόμος που εμπνέεται στους καλούς πολίτες, αυτή η επιείκεια με την οποία κολακεύουν τους συνωμότες, όλο αυτό το σύστημα απά­της και δολοπλοκίας, που κύριος εμπνευστής του είναι ένας άνθρωπος που απομακρύνατε από τους κόλπους σας, κατευθύ­νεται ενάντια στην Εθνική Συμβατική, και τείνει να πραγματο­ποιήσει τις επιθυμίες όλων των εχθρών της Γαλλίας.

250

Από την εποχή που το σύστημα αυτό προαγγέλθηκε με λίβε­λους και πραγματοποιήθηκε με δημόσιες πράξεις, που η αρι­στοκρατία και η βασιλοφροσύνη άρχισαν να σηκώνουν με αυ­θάδεια το κεφάλι, που ο πατριωτισμός καταδιώχτηκε και πάλι σε ένα τμήμα της Δημοκρατίας, από την εποχή εκείνη είναι που η εθνική εξουσία δοκίμασε μιαν αντίσταση, την ίδια που οι δολοπλόκοι είχαν αρχίσει να ξεσυνηθίζουν. Κατά τα άλλα, αυ­τές οι έμμεσες επιθέσεις, αν δεν είχαν άλλο μειονέκτημα από το να διασπούν την προσοχή και την ενεργητικότητα αυτών που είναι υποχρεωμένοι να φέρουν το τεράστιο βάρος που τους ε­μπιστευθήκατε, και να τους αποσπούν πολύ συχνά από τα μεγά­λα μέτρα της δημόσιας σωτηρίας, για να ασχοληθούν με την ανατροπή επικίνδυνων δολοπλοκιών, θα μπορούσαν να θεωρη­θούν σαν ένας ακόμη αντιπερισπασμός, χρήσιμος στους εχθρούς μας.

Ας είμαστε ήσυχοι όμως. Εδώ είναι το ιερό της αλήθειας. Εδώ είναι η έδρα των θεμελιωτών της Δημοκρατίας, των εκδι­κητών της ανθρωπότητας, των καταστροφέων των τυράννων.

Εδώ, για να καταστρέφουμε μια κατάχρηση αρκεί να την υποδείξουμε. Μας αρκεί να επαναφέρουμε, στο όνομα της πα­τρίδας, τις συμβουλές του εγωισμού και της αδυναμίας των ατό­μων, στην κατεύθυνση της αρετής και της δόξας της Εθνικής Συμβατικής.

Προκαλούμε, πάνω σε όλα τα αντικείμενα των ανησυχιών της, και πάνω σε όλα όσα μπορούν να επηρεάσουν την πορεία της Επανάστασης, μιαν επίσημη συζήτηση. Την εξορκίζουμε να μην επιτρέψει σε κανένα ατομικό ή κρυφό συμφέρον να σφετεριστεί εδώ την ανάδειξη της γενικής βούλησης της συνέ­λευσης και της άφθαρτης δύναμης της λογικής.

Σήμερα, θα περιοριστούμε να σας προτείνουμε να καθιερώ­σετε με την επίσημη συναίνεσή σας, τις ηθικές και πολιτικές αλήθειες, που πάνω τους οφείλει να είναι θεμελιωμένη η εσω­τερική διοίκηση και η σταθερότητα της Δημοκρατίας, όπως ακριβώς καθιερώσατε ήδη τις αρχές της συμπεριφοράς σας απέ­ναντι στους ξένους λαούς. Μ' αυτόν τον τρόπο θα ενώσετε όλους τους καλούς πολίτες, θα αφαιρέσετε την ελπίδα από τους συνωμότες, θα διασφαλίσετε την πορεία σας, θα αντιμετωπίσε­τε τις δολοπλοκίες και τις συκοφαντίες των βασιλιάδων, και θα τιμήσετε την υπόθεση και το χαρακτήρα σας στα μάτια όλων των λαών.

251

Δώστε στον γαλλικό λαό αυτό το νέο εχέγγυο του ζήλου σας, για να προστατέψετε τον πατριωτισμό, την άκαμπτη δικαιοσύ­νη σας ενάντια στους ενόχους, και την αφοσίωσή σας στην υπόθεση του λαού. Διατάξτε να διακηρυχθούν οι αρχές της πο­λιτικής ηθικής που μόλις αναπτύξαμε, στο όνομά σας, τόσο στο εσωτερικό όσο και έξω από τη Δημοκρατία.

Γ Ι Α Τ Ι Σ Σ Χ Ε Σ Ε Ι Σ Τ Ω Ν Θ Ρ Η Σ Κ Ε Υ Τ Ι Κ Ω Ν Κ Α Ι Η Θ Ι Κ Ω Ν Ι Δ Ε Ω Ν Μ Ε Τ Ι Σ Δ Η Μ Ο Κ Ρ Α Τ Ι Κ Ε Σ

Α Ρ Χ Ε Σ Κ Α Ι Γ Ι Α Τ Ι Σ Ε Θ Ν Ι Κ Ε Σ Π Ο Ρ Τ Ε Σ

(Λόγος στο όνομα της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας, στη Συμβατική, 7 του Μάη 1794)

Πολίτες, κατά τη στιγμή της ευδαιμονίας τους οι λαοί, αλλά και οι ιδιώτες, οφείλουν να συγκεντρωθούν, για να το πούμε έτσι, καθώς σωπαίνουν τα πάθη, και να ακούσουν τη φωνή της σοφίας. Τη στιγμή, λοιπόν, που ο πάταγος από τις νίκες μας αντηχεί στην οικουμένη, οι νομοθέτες της Γαλλικής Δημοκρα­τίας, οφείλουν να επαγρυπνούν με καινούργια μέριμνα για τους εαυτούς τους και για την πατρίδα, και να παγιώσουν τις αρχές, που πάνω τους πρέπει να στηρίζονται η σταθερότητα και η ευ­τυχία της Δημοκρατίας. Ερχόμαστε σήμερα να υποβάλουμε στη σκέψη σας βαθύτερες αλήθειες, που έχουν σημασία για την ευτυχία των ανθρώπων, και να σας προτείνουμε μέτρα που απορρέουν φυσιολογικά από αυτές.

Ο ηθικός κόσμος, περισσότερο από τον φυσικό, μοιάζει γεμά­τος αντιθέσεις και αινίγματα. Η φύση μας λέει ότι ο άνθρωπος γεννιέται για τη λευτεριά και η πείρα των αιώνων μας δείχνει τον άνθρωπο σκλάβο. Τα δικαιώματά του είναι γραμμένα στην καρδιά του, και η ταπείνωσή του στην ιστορία. Το ανθρώπινο γένος σέβεται τον Κάτωνα και σκύβει κάτω από το ζυγό του Καίσαρα. Οι επίγονοι τιμούν την αρετή του Βρούτου, αλλά την επιτρέπουν μόνο μέσα στην αρχαία ιστορία. Οι αιώνες και η γη έχουν μοιραστεί ανάμεσα στο έγκλημα και την τυραννία. Η

252

λευτεριά και η αρετή μόνο για μια στιγμή στάθηκαν να ανα­παυτούν σε μερικά σημεία της υφηλίου. Η Σπάρτη λάμπει σαν μια αστραπή μέσα στα τεράστια σκοτάδια...

Μην πεις ωστόσο, ω Βρούτε, ότι η αρετή είναι ένα φάντα­σμα! Κι εσείς, θεμελιωτές της Γαλλικής Δημοκρατίας, επιφυ­λαχτείτε να απελπίσετε την ανθρωπότητα, ή να αμφιβάλετε για μια στιγμή για την επιτυχία του μεγάλου σας εγχειρήματος!

Ο κόσμος άλλαξε και πρέπει να αλλάξει κι άλλο! Τι το κοινό υπάρχει ανάμεσα σ' αυτό που είναι και σ' αυτό που ήταν; Τα πολιτισμένα έθνη διαδέχθηκαν τους άγριους που περιπλανιό­ντουσαν στην έρημο. Τα γόνιμα χωράφια πήραν τη θέση των αρχαίων δασών που κάλυπταν τον πλανήτη. Ένας κόσμος ξε­πρόβαλε πέρα από τα όρια του κόσμου. Οι κάτοικοι της γης πρόσθεσαν θάλασσες στην τεράστια επικράτειά τους. Ο άν­θρωπος κατάκτησε τον κεραυνό και εξόρκισε τον ουρανό. Κάντε σύγκριση ανάμεσα στην ατελή γλώσσα των ιερογλυφικών και στα θαύματα της τυπογραφίας. Συγκρίνετε το ταξίδι των Αργο­ναυτών με εκείνο του Λαπερούζ. Μετρήστε την απόσταση ανά­μεσα στις αστρονομικές παρατηρήσεις των μάγων της Ασίας και τις ανακαλύψεις του Νεύτωνα, ή ανάμεσα στο αδέξιο προσχέδιο από το χέρι του Ντιμπιτάντ και τους πίνακες του Νταβίντ.

Ό λ α άλλαξαν στα πλαίσια της φυσικής τάξης. Όλα οφεί­λουν να αλλάξουν στα πλαίσια της ηθικής και πολιτικής τά­ξης. Το μισό της επανάστασης του κόσμου έχει ήδη γίνει. Το άλλο μισό οφείλει να ολοκληρωθεί.

Η λογική του ανθρώπου μοιάζει ακόμη με τον πλανήτη που κατοικεί. Το μισό είναι βυθισμένο στα σκοτάδια και το άλλο μισό είναι φωτισμένο. Οι λαοί της Ευρώπης έχουν σημειώσει εντυπωσιακή πρόοδο στις τέχνες και τις επιστήμες, αλλά δεί­χνουν να αγνοούν τις πρωταρχικές έννοιες της δημόσιας ηθι­κής. Γνωρίζουν τα πάντα εκτός από τα δικαιώματα και τα καθή­κοντά τους. Πού οφείλεται αυτό το μίγμα πνεύματος και βλα­κείας; Στο γεγονός ότι η επιδεξιότητα στις τέχνες εξασφαλίζε­ται ακολουθώντας τα πάθη, ενώ για την υπεράσπιση των δικαιω­μάτων και το σεβασμό των άλλων, επιβάλλεται η υπερνίκηση των παθών. Υπάρχει και ένας άλλος λόγος. Ό τ ι οι βασιλιάδες που καθορίζουν τη μοίρα της γης, δεν φοβούνται ούτε τους με­γάλους γεωμέτρες, ούτε τους μεγάλους ζωγράφους, ούτε τους μεγάλους ποιητές, αλλά τρέμουν τους αυστηρούς φιλοσόφους και τους υπερασπιστές της ανθρωπιάς.

253

Ωστόσο το ανθρώπινο γένος βρίσκεται μέσα σε μια κατά­σταση βίας, που δεν μπορεί ακόμη να διαρκέσει για πολύ. Η ανθρώπινη λογική βαδίζει από πολύ καιρό ενάντια στους θρό­νους, με αργά βήματα, από δρόμους που δεν είναι ευθύγραμμοι αλλά είναι σίγουροι. Το πνεύμα απειλεί το δεσποτισμό ακόμη κι όταν μοιάζει να τον χαϊδεύει. Ο δεσποτισμός εξακολουθεί να βρίσκει υπερασπιστές μόνο χάρη στη συνήθεια και τον τρόμο, και προπάντων χάρη στα στηρίγματα που του προσφέρουν οι πλούσιοι και όλοι οι κατώτεροι καταπιεστές, που τρέμουν ε­μπρός στον επιβλητικό χαρακτήρα της Γαλλικής Επανάστασης.

Ο γαλλικός λαός μοιάζει να προπορεύεται δύο χιλιάδες χρό­νια μπροστά από το υπόλοιπο ανθρώπινο είδος. Θα μπορούσα­με να πέσουμε στον πειρασμό να τον δούμε σαν ένα είδος δια­φορετικό. Η Ευρώπη βρίσκεται γονατιστή εμπρός στις σκιές των τυράννων που τιμωρούμε.

Στην Ευρώπη, ένας καλλιεργητής, ένας τεχνίτης, είναι ζώα που έχουν εξασκηθεί για την ευχαρίστηση ενός ευγενή. Στη Γαλλία, οι ευγενείς προσπαθούν να μεταμορφωθούν σε καλλιερ­γητές και τεχνίτες, και δεν μπορούν να εξασφαλίσουν ούτε αυ­τή την τιμή.

Η Ευρώπη δεν αντιλαμβάνεται ότι μπορεί να ζήσει χωρίς βασιλιάδες, χωρίς ευγενείς, κι εμείς, ότι μπορεί κανείς να ζήσει μαζί τους.

Η Ευρώπη σπαταλάει το αίμα της για να φορέσει αλυσίδες στους ανθρώπους. Κι εμείς για να τις σπάσουμε.

Οι αξιότιμοι γείτονές μας απασχολούν με κάθε σοβαρότητα τον κόσμο με την υγεία του βασιλιά, με τις διασκεδάσεις και τα ταξίδια του. Θέλουν οπωσδήποτε να πληροφορήσουν τους επι­γόνους ποια ώρα δείπνησε, ποια ώρα γύρισε από το κυνήγι, ποιο είναι το τυχερό κομμάτι γης, που κάθε στιγμή της μέρας, είχε την τιμή να πατηθεί από τα σεπτά του πόδια, ποια είναι τα ονόματα των προνομιούχων σκλάβων που εμφανίστηκαν εμπρός του, κατά την ανατολή και τη δύση του ήλιου.

Εμείς πληροφορούμε τον κόσμο για τα ονόματα και τις αρε­τές των ηρώων που πέθαναν πολεμώντας για τη λευτεριά. Τον πληροφορούμε σε ποιο κομμάτι γης οι τελευταίοι δορυφόροι των τυράννων έφαγαν χώμα. Εμείς του μαθαίνουμε ποια ώρα σήμανε η εκτέλεση των καταπιεστών του κόσμου.

Ναι, αυτή η υπέροχη γη όπου κατοικούμε, και που η φύση χαϊδεύει με ιδιαίτερη στοργή, είναι φτιαγμένη για κατοικία της

254

λευτεριάς και της ευτυχίας· αυτός ο ευαίσθητος και περήφανος λαός είναι αληθινά γεννημένος για τη δόξα και την αρετή. Ω, πατρίδα μου! αν η μοίρα με είχε κάνει να γεννηθώ σε μια ξένη και μακρινή χώρα, θα ύψωνα στον ουρανό ασταμάτητες ευχές για την ευτυχία σου· θα έχυνα τρυφερά δάκρυα ακούγοντας τους αγώνες και τις αρετές σου· η ψυχή μου θα ακολουθούσε με ανήσυχη θέρμη όλες τις κινήσεις της ένδοξής σου Επανάστα­σης· θα ζήλευα την τύχη των πολιτών σου, θα ζήλευα την τύχη των εκπροσώπων σου. Είμαι Γάλλος, είμαι ένας από τους εκ­προσώπους σου... Ω υπέροχε λαέ, δέξου τη θυσία όλου μου του είναι. Ευτυχισμένος όποιος γεννήθηκε στους κόλπους σου, κι ακόμη πιο ευτυχισμένος εκείνος που μπορεί να πεθάνει για την ευτυχία σου!

Ω εσείς, που στα χέρια σας ο λαός εμπιστεύθηκε τα συμφέ­ροντα και τη δύναμή του, τι είναι αυτό που δεν μπορείτε να κάνετε μαζί του και γι' αυτόν; Ναι, εσείς μπορείτε να δείξετε στον κόσμο το καινούργιο θέαμα της δημοκρατίας που παγιώ­θηκε σε μια μεγάλη επικράτεια. Αυτοί που, κατά την παιδική ηλικία του δημόσιου δίκαιου, και από τους κόλπους της σκλα­βιάς, τραύλισαν αντίθετες θεωρίες, μπορούσαν να προβλέψουν τα θαύματα που έγιναν μέσα σε έναν χρόνο; Αυτό που σας απο­μένει να κάνετε είναι μήπως πιο δύσκολο από αυτό που κάνατε ήδη; Ποιες είναι οι πολιτικές που μπορούν να σας χρησιμεύ­σουν σαν παιδαγωγοί ή πρότυπα; Μήπως δεν πρέπει να κάνετε ακριβώς το αντίθετο από όλα όσα γίνονταν πριν από εσάς; Η τέχνη της διακυβέρνησης μέχρι τις μέρες μας ήταν η τέχνη της εξαπάτησης και της διαφθοράς των ανθρώπων. Τώρα οφείλει να είναι η τέχνη του να τους διαφωτίζει και να τους κάνει καλύ­τερους.

Υπάρχουν δύο είδη εγωισμού: ο ένας, χυδαίος, σκληρός, που απομονώνει τον άνθρωπο από τους ομοίους του, που επιζητεί την αποκλειστική ευδαιμονία, εξαγορασμένη με την αθλιότητα των άλλων. Ο άλλος, γενναιόδωρος και καλός, που εντάσσει την ευτυχία μας στην ευτυχία όλων, που ενώνει τη δόξα μας με τη δόξα της πατρίδας. Ο πρώτος παράγει τους καταπιεστές και τους τυράννους. Ο δεύτερος τους υπερασπιστές της ανθρωπιάς. Ας ακολουθήσουμε τη σωτήρια προτροπή του. Ας δείξουμε αγά­πη για την ανάπαυση που εξαγοράστηκε με ένδοξα έργα. Ας μη φοβηθούμε το θάνατο που τα στεφανώνει. Έτσι θα στηρίξουμε την ευτυχία της πατρίδας μας και τη δική μας.

255

Η διαστροφή και η ευτυχία γράφουν τα πεπρωμένα του κό­σμου. Είναι οι δύο αντίθετες αντιλήψεις που τα διεκδικούν. Η πηγή και της μιας και της άλλης βρίσκονται στα πάθη του αν­θρώπου. Ανάλογα με την κατεύθυνση που δίνει ο άνθρωπος στα πάθη του, αυτός υψώνεται μέχρι τους ουρανούς ή βυθίζεται μέ­σα στις βορβορώδεις αβύσσους. Τώρα, ο στόχος όλων των κοι­νωνικών θεσμών είναι να τα κατευθύνουν προς τη δικαιοσύνη, που είναι συνάμα η κοινωνική και η ιδιωτική ευτυχία.

Το μοναδικό θεμέλιο της πολιτισμένης κοινωνίας είναι η ηθική. Ό λ ο ι οι συνασπισμοί που μας πολεμούν βασίζονται πά­νω στο έγκλημα: μπροστά στην αλήθεια δεν είναι παρά ορδές οργανωμένων αγρίων και πειθαρχημένων ληστών. Σε τι ανάγε­ται λοιπόν αυτή η μυστηριώδης επιστήμη της πολιτικής και της νομοθεσίας; Στο να μπουν μέσα στους νόμους και μέσα στη διοίκηση οι ηθικές αλήθειες που περιλαμβάνονται στα βιβλία των φιλοσόφων, και στο να εφαρμοστούν στη συμπεριφορά των λαών οι κοινές έννοιες της χρηστότητας, που ο καθένας είναι υποχρεωμένος να υιοθετεί για την ιδιωτική του συμπεριφορά, δηλαδή να χρησιμοποιηθεί τόση επιδεξιότητα για να βασιλεύ­σει η δικαιοσύνη, όση χρησιμοποίησαν μέχρι τώρα οι κυβερνή­σεις για να είναι ατιμώρητα ή πανηγυρικό άδικες.

Ακόμη, κοιτάξτε πόση τέχνη εξάντλησαν οι βασιλιάδες και οι συνένοχοί τους για να ξεφύγουν από την εφαρμογή αυτών των αρχών, και για να ρίξουν σκιά πάνω σε όλες τις έννοιες του δίκαιου και του άδικου! Πόσο εξαίρετη υπήρξε η ευθυκρισία εκείνου του πειρατή, που απάντησε στον Αλέξανδρο: Επειδή έχω μόνο ένα καράβι με αποκαλούν ληστή, κι εσένα επειδή έχεις έναν στόλο σε αποκαλούν κατακτητή!» Με πόση αδια­ντροπιά φτιάχνουν νόμους ενάντια στην κλοπή, όταν αυτοί αρ­πάζουν τη δημόσια περιουσία! Καταδικάζουν στο όνομά τους τους δολοφόνους, και οι ίδιοι δολοφονούν εκατομμύρια ανθρώ­πους με τον πόλεμο και την εξαθλίωση. Κάτω από τη μοναρχία οι κοινές αρετές θεωρούνται γελοίες· αλλά οι δημόσιες είναι εγκλήματα. Η μόνη αρετή είναι το να είσαι υπάκουο όργανο των εγκλημάτων του ηγεμόνα. Η μόνη τιμή είναι να είσαι κα­κός όσο κι αυτός. Κάτω από τη μοναρχία επιτρέπεται να αγα­πάει κανείς την οικογένειά του, αλλά όχι την πατρίδα. Είναι τι­μητικό να υπερασπίζεται τους φίλους του, αλλά όχι τους κατα­πιεσμένους. Η χρηστότητα της μοναρχίας σέβεται όλες τις ιδιο-

256

κτησίες εκτός από εκείνην του φτωχού. Προστατεύει όλα τα δικαιώματα εκτός από εκείνα του λαού.

Να ένα άρθρο του κώδικα της μοναρχίας: «Δεν θα κλέβεις, εκτός αν είσαι ο βασιλιάς ή έχεις αποκτή­

σει ένα προνόμιο από το βασιλιά. Δεν θα δολοφονείς εκτός αν κάνεις να χαθούν με μιας πολλές χιλιάδες άνθρωποι.»

Γνωρίζετε τη συμβουλή που δίνει ο καρδινάλιος Ρισελιέ στην πολιτική του διαθήκη, που λέει ότι οι βασιλιάδες πρέπει να φροντίζουν να μην τους υπηρετούν έντιμοι άνθρωποι, γιατί δεν μπορούν να επωφεληθούν από τις υπηρεσίες τους. Εδώ και περισσότερο από δύο χιλιάδες χρόνια, υπήρχε στις ακτές του Εύξεινου Πόντου ένας μικρός βασιλιάς που εφάρμοζε την ίδια θεωρία με ακόμη πιο ενεργητικό τρόπο. Οι ευνοούμενοί του είχαν θανατώσει μερικούς φίλους του με ψεύτικες κατηγορίες. Το κατάλαβε· και όταν κάποιος από αυτούς του έκανε νέες κα­ταγγελίες: «Θα σε θανάτωνα», του είπε, «αν τα καθάρματα σαν και σένα δεν ήταν απαραίτητα στους δεσπότες.» Λέγεται ότι ο ηγεμόνας αυτός ήταν ένας από τους καλύτερους που υπήρξαν ποτέ.

Αλλά είναι στην Αγγλία που ο μακιαβελισμός έφτασε αυτή τη θεωρία στον ύψιστο βαθμό τελειότητας.

Δεν αμφιβάλλω ότι υπάρχουν πολλοί έμποροι στο Λονδίνο που καμαρώνουν για την καλή πίστη που απολαμβάνουν στην αγορά. Αλλά στοιχηματίζω ότι αυτοί οι έντιμοι άνθρωποι θεω­ρούν πολύ φυσικό να βλέπουν τα μέλη του βρετανικού κοινο­βουλίου να πουλάνε δημόσια στο βασιλιά Γεώργιο τη συνείδη­σή τους και τα δικαιώματα του λαού, όπως πουλάνε και οι ίδιοι τα προϊόντα των βιοτεχνιών τους.

Ο Πιτ παρουσιάζει εμπρός στα μάτια του κοινοβουλίου τον τιμοκατάλογο των μικροτήτων και των κακουργημάτων: «Τόσο για την προδοσία, τόσο για τις δολοφονίες των εκπροσώπων του λαού και των πατριωτών, τόσο για τη συκοφαντία, τόσο για την πείνα, τόσο για τη διαφθορά, τόσο για την παραγωγή κί­βδηλων νομισμάτων.» Η συνέλευση ακούει με θαυμαστή ψυ­χραιμία και εγκρίνει το σύνολο με υποταγή.

Μάταια η φωνή ενός και μόνον ανθρώπου υψώνεται με την αγανάκτηση της αρετής ενάντια σε τόσες ατιμίες. Ο υπουργός ομολογεί με αφέλεια ότι δεν καταλαβαίνει τίποτα από τις και­νούργιες θεωρίες και η συνέλευση απορρίπτει την πρόταση.

Στάνχοπ, μη ζητάς από τους ανάξιους συνάδελφους να επι-

257

βραβεύσουν την αντίθεσή σου στα εγκλήματά τους· την επιβρά­βευση θα σ' την προσφέρουν οι επόμενες γενιές, και η καταδί­κη θα είναι για σένα ο πιο ωραίος τίτλος εκτίμησης του αιώνα. Τι συμπέρασμα βγαίνει από όσα είπα μέχρι στιγμής; Ό τ ι η ανηθικότητα είναι η βάση του δεσποτισμού όπως η αρετή είναι η ουσία της Δημοκρατίας.

Η Επανάσταση, που τείνει να την καθιερώσει, δεν είναι παρά το πέρασμα της βασιλείας του εγκλήματος σ' εκείνο της δικαιο­σύνης. Από 'δώ πηγάζουν οι συνεχιζόμενες προσπάθειες των συνασπισμένων ενάντια μας βασιλιάδων και όλων των συνωμο­τών, προκειμένου να διαιωνίσουν σε μας τις προκαταλήψεις και τις διαστροφές της μοναρχίας.

Ό λ ο ι όσοι νοσταλγούσαν το παλαιό καθεστώς, όλοι όσοι μπήκαν στην πορεία της Επανάστασης αποβλέποντας μόνο σε μια αλλαγή δυναστείας, προσπάθησαν, εξαρχής, να σταματή­σουν την πρόοδο της δημόσιας ηθικής. Γιατί ποια διαφορά υπήρχε ανάμεσα στους φίλους του επίδοξου της Ορλεάνης ή της Υόρκης από εκείνους του Λουδοβίκου του 16ου, αν δεν εί­ναι από τη μεριά των πρώτων, ίσως ο ύψιστος βαθμός δειλίας και υποκρισίας;

Οι ηγέτες των παρατάξεων που μοιράστηκαν τα δύο πρώτα νομοθετικά σώματα, υπερβολικά δειλοί για να πιστέψουν στη Δημοκρατία, υπερβολικά διεφθαρμένοι για να τη θελήσουν, δεν σταμάτησαν να συνωμοτούν για να σβήσουν από τις καρδιές των ανθρώπων τις αιώνιες αρχές, που η δική τους πολιτική τους είχε υποχρεώσει αρχικά να διακηρύξουν. Η συνωμοσία μεταμφιεζόταν τότε με τα χρώματα της δολερής μετριοπάθειας, που προστατεύοντας το έγκλημα και σκοτώνοντας την αρετή, μας οδηγούσε οπό έναν πλάγιο αλλά σίγουρο δρόμο στην τυ­ραννία.

Όταν η δημοκρατική δραστηριότητα αχρήστευσε αυτό το δόλιο σύστημα και θεμελίωσε τη Δημοκρατία, η αριστοκρατία και ο ξένος διαμόρφωσαν το σχέδιο της διαστρέβλωσης και της διαφθοράς των πάντων. Κρύφτηκαν πίσω από τους τύπους της Δημοκρατίας για να την ατιμάσουν με τρόπους ολέθριους αλλά και γελοίους, και για να την πνίξουν στην κούνια της.

Η λευτεριά δέχτηκε ταυτόχρονες επιθέσεις από την υποχω­ρητικότητα και τη μανία. Και μέσα στον πάταγο της σύγκρου­σης αυτών των φαινομενικά αντίθετων παρατάξεων, που οι αρ­χηγοί τους ωστόσο διατηρούσαν μυστικούς δεσμούς μεταξύ

258

τους, η κοινή γνώμη διασπάστηκε, η αντιπροσωπία εξευτελί­στηκε, ο λαός εκμηδενίστηκε· και η Επανάσταση φαινόταν να μην είναι τίποτ' άλλο από έναν γελοίο αγώνα για να κριθεί σε ποιους απατεώνες θα έμενε η εξουσία για να ξεσχίζουν και να ξεπουλάνε την πατρίδα.

Η πορεία των ηγετών των κομμάτων που έδειχναν περισσό­τερο διαχωρισμένα, υπήρξε σχεδόν πάντα η ίδια. Το κύριο χα­ρακτηριστικό τους ήταν μια βαθιά υποκρισία.

Ο Λαφαγιέτ επικαλούνταν το Σύνταγμα για να αναστηλώσει τη βασιλική εξουσία. Ο Ντιμουριέ επικαλούνταν το Σύνταγμα για να προστατέψει την παράταξη των Γιρονδίνων ενάντια στην Εθνική Συμβατική. Τον Αύγουστο του 1792, ο Μπρισό και οι Γιρονδίνοι θέλαν να κάνουν το Σύνταγμα ασπίδα για να αποφευχθεί το χτύπημα που απειλούσε το θρόνο. Τον επόμενο Γενάρη, οι ίδιοι συνωμότες ζητούσαν τη λαϊκή κυριαρχία για να γλιτώσουν τη βασιλεία από τον εξευτελισμό του ικριώματος και για να ανάψουν τον εμφύλιο πόλεμο στις περιφερειακές συ­νελεύσεις. Ο Εμπέρ και οι συνένοχοί του ζητούσαν τη λαϊκή κυριαρχία για να στραγγαλίσουν την Εθνική Συμβατική και να εκμηδενίσουν τη δημοκρατική κυβέρνηση.

Ο Μπρισό και οι Γιρονδίνοι θέλησαν να εξοπλίσουν τους πλούσιους ενάντια στο λαό. Η παράταξη του Εμπέρ, προστα­τεύοντας την αριστοκρατία, χάιδευε το λαό για να τον καταπιέ­σει από μόνο του.

Ο Νταντόν, ο πιο επικίνδυνος από τους εχθρούς της πατρί­δας, αν δεν υπήρξε και ο πιο δειλός, διαχειριζόμενος όλα τα εγκλήματα, συνδεόμενος με όλες τις συνωμοσίες, υποσχόμενος στους κακούργους την προστασία του, στους πατριώτες την αφοσίωσή του, ικανός στο να εξηγεί τις προδοσίες του με προ­σχήματα για το δημόσιο καλό, δικαιολογώντας τις διαστροφές του με δήθεν ελαττώματα, έβαζε τους φίλους του να ενοχο­ποιούν, με ασήμαντο ή ευνοϊκό τρόπο, τους συνωμότες όταν ήταν έτοιμοι να ολοκληρώσουν την καταστροφή της Δημοκρα­τίας, για να έχει την ευκαιρία να τους υπερασπίζεται ο ίδιος. Συμβιβαζόταν με τον Μπρισό, αλληλογραφούσε με τον Ρονσέν, ενεθάρρυνε τον Εμπέρ, και προσαρμοζόταν έτσι σε κάθε γεγο­νός ώστε να επωφελείται εξίσου από την πτώση ή την επιτυχία τους, και για να συνασπίζει όλους τους εχθρούς της λευτεριάς ενάντια στη δημοκρατική κυβέρνηση.

Είναι προπάντων τον τελευταίο καιρό που είδαμε να ανα-

259

πτύσσεται σε όλη του την έκταση το τρομερό σύστημα που εξυφάναν οι εχθροί μας για να διαφθείρουν τη δημόσια ηθική· για να το πετύχουν καλύτερα ανέλαβαν οι ίδιοι να το βάλουν σε εφαρμογή, αλλοιώνοντας και μπερδεύοντας τα πάντα, μέσα σε ένα βρομερό συνονθύλευμα που περιελάμβανε την αγνότητα των αρχών μας και τη διαφθορά της καρδιάς τους.

Ό λ ο ι οι απατεώνες κατάφεραν να σφετεριστούν ένα είδος πολιτικής ιεροσύνης κατατάσσοντας στην τάξη των βέβηλων τους πιστούς εκπροσώπους του λαού και όλους τους πατριώτες. Έτρεμε τότε κανείς να προτείνει μια σωστή ιδέα· είχαν απαγο­ρέψει στον πατριωτισμό τη χρήση της κοινής λογικής: υπήρξε μια στιγμή όπου ήταν απαγορευμένο να αντιτίθεται κανείς στην καταστροφή της πατρίδας, με κίνδυνο να χαρακτηριστεί κακός πολίτης: ο πατριωτισμός κατάντησε μια γελοία μεταμφίεση, ή το θράσος του να αγορεύει κανείς ενάντια στη Συμβατική. Χά­ρη σ' αυτή την ανατροπή των επαναστατικών ιδεών, η αριστο­κρατία, απαλλαγμένη από όλα της τα εγκλήματα, μηχανορρα­φούσε πολύ πατριωτικά τη σφαγή των εκπροσώπων του λαού και την ανάσταση της βασιλείας· πνιγμένοι στους θησαυρούς της τυραννίας, οι συνωμότες κήρυσσαν τη φτώχεια· πεινασμέ­νοι για χρυσάφι και εξουσία, κήρυσσαν την ισότητα με ξεδια­ντροπιά, για να την κάνουν μισητή. Γι' αυτούς η λευτεριά ήταν η ανεξαρτησία του εγκλήματος· η επανάσταση, ένα εμπόριο· ο λαός, ένα όργανο· η πατρίδα, μια λεία. Ακόμη και το λίγο καλό που υποχρεώνονταν να κάνουν ήταν ένα δολερό στρατήγημα, για να μας κάνουν ευκολότερα ανεπανόρθωτα κακά. Παρίστα­ναν μερικές φορές τους αυστηρούς· το έκαναν για να αποκτή­σουν το δικαίωμα να ευνοούν τους εχθρούς της λευτεριάς και να προγράφουν τους φίλους της. Γεμάτοι από εγκλήματα αυτοί, απαιτούσαν από τους πατριώτες όχι μόνο το αλάνθαστο, αλλά και εγγυήσεις για όλες τις ιδιοτροπίες της τύχης, ώστε κανείς να μην τολμά πια να υπηρετεί την πατρίδα. Ξεσπάθωναν ενά­ντια στην τοκογλυφία και μοιράζονταν με τους τοκογλύφους τη δημόσια περιουσία. Φώναζαν ενάντια στην τυραννία, για να υπηρετήσουν καλύτερα του τυράννους. Οι τύραννοι της Ευρώ­πης χρησιμοποιώντας τους για όργανα κατηγορούσαν για τυ­ραννία την Εθνική Συμβατική. Δεν μπορούσαν να προτείνουν στο λαό την αποκατάσταση της βασιλείας· θέλαν να τον σπρώ­ξουν να καταστρέψει μόνος του την ίδια την κυβέρνησή του. Δεν μπορούσαν να του πουν ότι όφειλε να καλέσει τους

260

εχθρούς του· του έλεγαν ότι έπρεπε να κυνηγήσει τους υπερα­σπιστές του. Δεν μπορούσαν να του πουν να αφήσει τα όπλα· τον αποθάρρυναν με ψεύτικες ειδήσεις· μετρούσαν για τίποτα τις επιτυχίες του και υπερέβαλαν τις αποτυχίες του με ένοχη κακοήθεια.

Δεν μπορούσαν να του πουν: ο γιος του τύραννου ή κάποιος άλλος Βουρβώνος ή ένας από τους γιους του βασιλιά Γεώργιου θα σε κάνει ευτυχισμένο. Αλλά του έλεγαν: είσαι δυστυχισμέ­νος. Του σχεδίαζαν τον πίνακα της πείνας που οι ίδιοι φρόντι­ζαν να φέρουν. Του έλεγαν υπάρχει έλλειψη στα αυγά, στη ζά­χαρη. Δεν του έλεγαν ότι η λευτεριά του αξίζει κάτι· ότι η τα­πείνωση των καταπιεστών και όλα τα άλλα αποτελέσματα της Επανάστασης δεν ήταν αγαθά άξια περιφρόνησης, που γι' αυτά συνέχιζε να πολεμά. Δεν του έλεγαν ότι η καταστροφή των εχθρών του αρκούσε από μόνη της για να διασφαλίσει την ευ­τυχία του... Αλλά αυτός τα ένιωθε όλα αυτά. Τελικά, δεν μπο­ρούσαν να υποτάξουν τον γαλλικό λαό, Ούτε με τη βία, ούτε με τη συγκατάθεση του· προσπάθησαν να τον αλυσοδέσουν με την ανατροπή, την ανταρσία, τη διαφθορά των ηθών.

Έτσι ανάδειξαν την ανηθικότητα, όχι μόνο σε σύστημα, αλ­λά και σε θρησκεία. Προσπάθησαν να σβήσουν όλα τα γενναιό­δωρα αισθήματα της φύσης με τα παραδείγματα και τις συμ­βουλές τους. Ο κακός θα ήθελε στα βάθη της καρδιάς του να μην απομείνει πάνω στη γη ούτε ένας καλός άνθρωπος, για να μην ξανασυναντήσει εμπρός του έναν κατήγορο, και να μπορεί να ανασαίνει ήσυχος. Αυτοί έφτασαν στο σημείο να αναζητούν μέσα στα πνεύματα και στις καρδιές, όλα τα στηρίγματα της ηθικής, για να τα ξεριζώσουν, και για να πνίξουν τον αόρατο κατήγορο που η φύση έχει κρύψει εκεί.

Οι τύραννοι, ικανοποιημένοι από το θράσος των απεσταλμέ­νων τους, βιάστηκαν να επιδείξουν στα μάτια των υπηκόων τους τις θαυμαστές πραμάτειες που αγόρασαν. Προσπαθώντας να τους κάνουν να πιστέψουν ότι όλα αυτά ήταν ο γαλλικός λαός, έμοιαζαν να τους λένε: «Τι θα κερδίσετε αποτινάζοντας το ζυγό μας; Το βλέπετε, οι δημοκράτες δεν αξίζουν περισσό­τερο από εμάς.» Οι τύραννοι εχθροί της Γαλλίας κατάστρωσαν ένα σχέδιο, που θα μπορούσε, αν εκπληρώνονταν κατά τέλειο τρόπο οι προσδοκίες τους, να καλύψει ξαφνικά τη Δημοκρατία μας, και να υψώσει έναν αξεπέραστο φράχτη ανάμεσα σ' αυτήν και στους άλλους λαούς. Εκτελεστές του σχεδίου ήταν οι συ-

261

νωμότες. Οι ίδιοι πανούργοι που είχαν επικαλεστεί την κυριαρ­χία του λαού για να στραγγαλίσουν την Εθνική Συμβατική, επικαλούνταν το μίσος της δεισιδαιμονίας για να μας δώσουν τον εμφύλιο πόλεμο και την αθεΐα.

Τι θέλαν αυτοί, που στη μέση των συνωμοσιών που μας περιέ­βαλαν, στη μέση των δυσκολιών ενός τέτοιου πολέμου, τη στιγ­μή που κάπνιζαν ακόμα οι δαυλοί της εμφύλιας διένεξης, τι θέλαν να επιτεθούν ξαφνικά ενάντια σε όλες τις λατρείες με τη βία, για να αναδειχθούν οι ίδιοι φλογεροί απόστολοι του τίπο­τα και φανατικοί ιεραπόστολοι της αθεΐας; Ποια ήταν η πρόθε­ση αυτού του μεγάλου εγχειρήματος, που σχεδιάστηκε στα σκο­τάδια της νύχτας, με άγνοια της Εθνικής Συμβατικής, από παπά­δες, ξένους, και συνωμότες; Μήπως το κίνητρο ήταν η αγάπη της πατρίδας; Η πατρίδα τους επέβαλε ήδη την τιμωρία των προ­δοτών. Μήπως ήταν το μίσος ενάντια στους παπάδες; Μα οι πα­πάδες ήταν φίλοι τους. Μήπως η φρίκη απέναντι στο φανατισμό; Μα αυτός ο τρόπος ήταν ο μόνος για να του προσφέρουν όπλα. Μήπως ήταν ο πόθος να επισπευσθεί ο θρίαμβος της λογικής; Μα δεν σταμάτησαν να την προσβάλλουν με ανόητες βιαιότητες, με υπολογισμένες υπερβολές για να την κάνουν περισσότερο απαί­σια. Έμοιαζαν μάλλον να την περιορίζουν στους ναούς για να την εξορίσουν από τη Δημοκρατία.

Υπηρετούσαν την υπόθεση των συνασπισμένων ενάντιά μας βασιλιάδων, των βασιλιάδων που είχαν οι ίδιοι προαναγγείλει αυτά τα γεγονότα, και που τα εκμεταλλεύονταν με επιτυχία για να εξάψουν ενάντιά μας το φανατισμό των λαών με δημόσιες εκδηλώσεις και προσευχές. Πρέπει να δει κανείς με πόση ιερή οργή ο κύριος Πιτ μας αντιπαραθέτει αυτά τα γεγονότα, και με πόση φροντίδα ο μικρός αριθμός ακέραιων ανθρώπων που υπάρχουν στο κοινοβούλιο της Αγγλίας τα επιρρίπτουν στους λίγους ανάξιους άντρες που αποκηρύχθηκαν και τιμωρήθηκαν από εσάς.

Ωστόσο, ενώ αυτοί εδώ εκπλήρωναν την αποστολή τους, ο αγγλικός λαός νήστευε για να εξαγοράσει τις αμαρτίες που πλήρωσε ο κύριος Πιτ. Και οι αστοί του Λονδίνου φορούσαν το πένθος της καθολικής λατρείας, όπως φόρεσαν και το πέν­θος του βασιλιά Καπέτου και της βασίλισσας Αντουανέτας.

Αξιοθαύμαστη η πολιτική του υπουργού του Γεώργιου, που έβαζε τους απεσταλμένους του να προσβάλλουν το Υπέρτατο Ον, και μετά ήθελε να πάρει εκδίκηση με τις αγγλικές και αυ-

262

στριακές ξιφολόγχες! Αγαπάω πολύ την ευλάβεια των βασιλιά­δων και πιστεύω ακράδαντα στη θρησκεία του κυρίου Πιτ. Εί­ναι σίγουρος τουλάχιστον ότι βρήκε καλούς φίλους στη Γαλ­λία. Γιατί, σύμφωνα με όλους τους υπολογισμούς της ανθρώπι­νης επιφυλακτικότητας, η δολοπλοκία που αναφέρω έπρεπε να ανάψει μια γρήγορη πυρκαγιά σε όλη τη Δημοκρατία, και να της δημιουργήσει καινούργιους εχθρούς στο εξωτερικό.

Ευτυχώς, το πνεύμα του γαλλικού λαού, το ακλόνητο πάθος του για τη λευτεριά, η σοφία των προειδοποιήσεών σας προς τους καλόπιστους πατριώτες που μπορούσαν να παρασυρθούν από το επικίνδυνο παράδειγμα των υποκριτών επινοητών αυτής της μηχανορραφίας, και τέλος η μέριμνα των παπάδων να απο­γοητεύσουν το λαό για τους ίδιους, όλα αυτά τα αίτια πρόλα­βαν το μεγαλύτερο μέρος των επιπλοκών που περίμεναν οι συ­νωμότες. Σε σας έγκειται να σταματήσετε και τις άλλες, και να εκμεταλλευτείτε, αν είναι δυνατόν, την ίδια τη διαστροφή των εχθρών μας, για να εξασφαλίσετε το θρίαμβο των αρχών και της λευτεριάς.

Συμβουλευτείτε μόνον το καλό της πατρίδας και τα συμφέ­ροντα της ανθρωπότητας. Κάθε θεσμός, κάθε διδασκαλία που παρηγορεί και που εξυψώνει τις ψυχές πρέπει να είναι αποδε­κτή. Απορρίψατε όλες αυτές που τείνουν να τις υποβαθμίσουν και να τις διαφθείρουν. Εμψυχώσετε, υμνήσετε όλα τα γενναία αισθήματα και όλες τις μεγάλες ηθικές αξίες που θέλησαν να σβήσουν. Προσεγγίστε με τη χάρη της φιλίας και με το δεσμό της αρετής τους ανθρώπους τους οποίους θέλησαν να διαιρέ­σουν. Ποιος σου έδωσε την αποστολή να αναγγείλεις στο λαό ότι η θεότητα δεν υπάρχει, ω εσύ, που παθιάζεσαι γι' αυτή τη στείρα διδασκαλία, και που δεν παθιάστηκες ποτέ για την πα­τρίδα; Τι πλεονέκτημα βρίσκεις να πείσεις τον άνθρωπο ότι μια τυφλή δύναμη καθοδηγεί το πεπρωμένο του και χτυπάει τυχαία το έγκλημα και την αρετή· ότι η ψυχή του δεν είναι παρά μια αδύναμη πνοή που σβήνει στις πόρτες του τάφου;

Η ιδέα του τίποτα θα του εμπνεύσει ίσως αγνότερα και ανώ­τερα αισθήματα από την ιδέα της αθανασίας του; Θα του ε­μπνεύσει περισσότερο σεβασμό προς τους ομοίους του και προς τον εαυτό του, περισσότερη αφοσίωση στην πατρίδα, πε­ρισσότερο θάρρος για να αψηφήσει την τυραννία, περισσότερη περιφρόνηση για το θάνατο ή για την πλεονεξία; Εσείς που λυπάστε για έναν ενάρετο φίλο, σας αρέσει να σκέφτεστε ότι το

263

καλύτερο κομμάτι του ξέφυγε από το θάνατο! Εσείς που κλαίτε πάνω στο φέρετρο ενός γιου ή μιας συζύγου, παρηγοριέστε από εκείνον που σας λέει ότι δεν απομένει από αυτούς παρά μια τιποτένια σκόνη; Δυστυχισμένοι, που ξεψυχάτε από τα χτυπή­ματα ενός δολοφόνου, η τελευταία σας πνοή είναι μια επίκλη­ση στην αιώνια δικαιοσύνη! Η αθωότητα πάνω στο ικρίωμα κάνει τον τύραννο να χλομιάζει πάνω στο άρμα του θριάμβου του: θα είχε αυτή τη δύναμη αν ο τάφος εξίσωνε τον καταπιε­στή και τον καταπιεσμένο; Δύστυχε σοφιστή! Με ποιο δικαίω­μα έρχεσαι να αρπάξεις το σκήπτρο της λογικής από την αθωό­τητα για να το παραδώσεις στα χέρια του εγκλήματος, ρίχνο­ντας ένα πένθιμο πέπλο πάνω στη φύση, απελπίζοντας τη δυστυ­χία, ευχαριστώντας τη διαστροφή, θλίβοντας την αρετή, υπο­βιβάζοντας την ανθρωπότητα; Όσο περισσότερο ένας άνθρω­πος είναι προικισμένος με ευαισθησία και πνεύμα, τόσο περισσότερο προσκολλάται στις ιδέες που μεγαλύνουν το είναι του και εξυψώνουν την καρδιά του· και η διδασκαλία των αν­θρώπων μ' αυτές τις αρετές γίνεται διδασκαλία του σύμπαντος. Ε, και πώς αυτές οι ιδέες δεν είναι αλήθειες; Δεν μπορώ να συλλάβω με ποιον τρόπο η φύση θα μπορούσε να υποβάλει στον άνθρωπο φαντασιώσεις πιο χρήσιμες από όλες τις αλήθειες. Και αν η ύπαρξη του Θεού, αν η αθανασία της ψυχής, δεν ήταν παρά μόνον όνειρα, ακόμη και τότε θα αποτελούσαν την ωραιό­τερη από τις συλλήψεις του ανθρώπινου πνεύματος.

Δεν είναι ανάγκη να παρατηρήσω ότι δεν πρόκειται εδώ να κάνω τη δίκη καμιάς ιδιαίτερης φιλοσοφικής άποψης, ούτε να θέσω υπό αμφισβήτηση το γεγονός ότι ο τάδε φιλόσοφος μπο­ρεί να είναι ενάρετος, όποιες κι αν είναι οι απόψεις του, ή και παρά τις απόψεις του, εξαιτίας της δύναμης μιας ευτυχισμένης φύσης ή μιας ανώτερης λογικής. Εδώ θα προσεγγίσω μόνον την αθεΐα από εθνική άποψη και συνδεδεμένη με ένα σύστημα συνωμοσίας ενάντια στη δημοκρατία.

Ε! τι σας ενδιαφέρουν εσάς τους νομοθέτες, οι διάφορες υπο­θέσεις με τις οποίες ορισμένοι εξηγούν τα φαινόμενα της φύ­σης; Μπορείτε να αφήσετε όλα αυτά τα αντικείμενα στις αιώνιες διαμάχες τους: δεν πρέπει να τα προσεγγίσετε, ούτε σαν μετα­φυσικοί, ούτε σαν θεολόγοι. Στα μάτια του νομοθέτη, ό,τι είναι χρήσιμο για τον κόσμο και καλό στην πράξη, αυτό είναι και η αλήθεια.

Η ιδέα του Υπέρτατου Όντος και της αθανασίας της ψυχής

είναι μια μόνιμη επίκληση στη δικαιοσύνη. Είναι λοιπόν κοι­νωνική και δημοκρατική. Η φύση έβαλε μέσα στον άνθρωπο το αίσθημα της ευχαρίστησης και του πόνου, που τον υποχρεώνει να αποφεύγει όλα τα φυσικά αντικείμενα που τον βλάπτουν και να επιδιώκει αυτά που του ταιριάζουν. Το αριστούργημα της κοινωνίας θα ήταν να δημιουργήσει στον άνθρωπο, για τα ηθι­κά πράγματα, ένα γρήγορο ένστικτο, που, χωρίς την αργοπο­ρημένη ενίσχυση της λογικής, να τον ωθεί να κάνει το καλό και να αποφεύγει το κακό. Γιατί η ιδιαίτερη λογική κάθε αν­θρώπου που έχει παρασυρθεί από τα πάθη του δεν είναι άλλο παρά ένας σοφιστής που υπερασπίζεται αυτά τα πάθη, και το κύρος ενός ανθρώπου είναι πάντοτε ευάλωτο στην αγάπη που τρέφει ο ίδιος για τον εαυτό του. Κατά συνέπεια, αυτό που παρά­γει ή υποκαθιστά αυτό το πολύτιμο ένστικτο, αυτό που ανα­πληρώνει την ανεπάρκεια του ανθρώπινου κύρους, είναι το θρησκευτικό συναίσθημα που αποτυπώνει μέσα στις ψυχές την ιδέα της επικύρωσης στις εντολές της ηθικής από μια δύναμη ανώτερη του ανθρώπου. Γι' αυτό δεν γνωρίζω κανένα νομοθέτη που σκέφτηκε ποτέ να εθνικοποιήσει την αθεΐα. Ξέρω, μάλιστα, ότι οι πιο σοφοί επέτρεψαν στον εαυτό τους να αναμίξει λίγες φαντασιώσεις στην αλήθεια, είτε για να εντυπωσιάσουν τη φαντασία των άμαθων λαών, είτε για να τους προσκολλήσουν ισχυρότερα στους θεσμούς τους. Ο Λυκούργος και ο Σόλων κα­τέφυγαν στο κύρος των χρησμών και ο ίδιος ο Σωκράτης, για να επικυρώσει την αλήθεια στους συμπολίτες του, θεώρησε υποχρεωμένος να τους πείσει ότι του την είχε εμπνεύσει ένα οικείο του δαιμόνιο.

Μη συμπεράνετε από αυτό ότι πρέπει οπωσδήποτε να ξεγελά­σουμε τους ανθρώπους για να τους μορφώσουμε. Αλλά μόνον ότι είστε τυχεροί που ζείτε σε έναν αιώνα και σε μια χώρα που τα φώτα της δεν σας αναθέτουν άλλο καθήκον από το να ανα­καλέσετε τους ανθρώπους στη φύση και στην αλήθεια.

Αποφύγετε λοιπόν να σπάσετε τον ιερό δεσμό που τους ενώ­νει με το δημιουργό του είναι τους. Αρκεί μάλιστα αυτή η άπο­ψη να βασιλέψει σε έναν λαό για να τον καταστρέψει. Γιατί τα κίνητρα των καθηκόντων και οι βάσεις της ηθικής συνδέονται αναγκαστικά με αυτή την ιδέα, κι αν αφανιστεί αυτή, χάνεται και το ηθικό του λαού. Από την ίδια αρχή βγαίνει το συμπέρα­σμα ότι δεν πρέπει ποτέ να βάλλεται μια καθιερωμένη λατρεία, παρά μόνο με επιφύλαξη και κάποια λεπτότητα, από το φόβο

265

ότι μια ξαφνική και βίαιη αλλαγή, μπορεί να αποδειχθεί σαν επίθεση ενάντια στην ηθική και σαν απαλλαγή από την ίδια τη χρηστότητα. Κατά τα άλλα, όποιος μπορεί να αντικαταστήσει τη θεότητα μέσα στο σύστημα της κοινωνικής ζωής, θα είναι για μένα ένα θαύμα ευφυΐας· όποιος, χωρίς να την έχει αντικα­ταστήσει, επιδιώκει μόνο να την εκδιώξει από το πνεύμα των ανθρώπων, μου φαίνεται σαν ένα θαύμα βλακείας ή διαστροφής.

Τι έβαλαν οι συνωμότες στη θέση αυτού που κατάστρεψαν; Τίποτα, εκτός από το χάος, το κενό και τη βία. Περιφρονούν πολύ το λαό για να μπουν στον κόπο να τον μεταπείσουν. Αντί να τον διαφωτίσουν, θέλαν να τον ερεθίσουν, να τον εξαγριώ­σουν, ή να τον φθείρουν.

Αν οι αρχές που ανάπτυξα έως εδώ είναι λάθος, κάνω λάθος τουλάχιστον με όλα όσα τιμά ο κόσμος. Ας πάρουμε εδώ μαθή­ματα από την ιστορία. Παρατηρήστε, παρακαλώ, με ποιο τρόπο οι άνθρωποι που επηρέασαν τη μοίρα των κρατών, υπήρξαν σταθερά προσανατολισμένοι προς την κατεύθυνση του ενός ή του άλλου από τα αντίθετα συστήματα, τόσο σε σχέση με τον προσωπικό τους χαρακτήρα, όσο κι ως προς την ίδια τη φύση των πολιτικών τους απόψεων. Κοιτάξτε με πόση τέχνη ο Καί­σαρ, μιλώντας στη ρωμαϊκή σύγκλητο υπέρ των συνενόχων του Κατιλίνα, χάνεται σε μια παρέμβαση ενάντια στο δόγμα της αθανασίας της ψυχής. Τόσο οι ιδέες αυτές του φαίνονται πρό­σφορες για να σβήσει από την καρδιά των δικαστών τη δύναμη της αρετής, τόσο η υπόθεση του εγκλήματος του φαίνεται συν­δεδεμένη με εκείνη της αθεΐας. Αντίθετα, ο Κικέρων, μιλώντας ενάντια στους προδότες, επικαλείται και το σπαθί των νόμων και τον κεραυνό των θεών. Ο Σωκράτης, πεθαίνοντας, μιλάει στους φίλους του για την αθανασία της ψυχής. Ο Λεωνίδας στις Θερμοπύλες, τρώγοντας με τους συμπολεμιστές του, λίγο πριν εκτελέσει το ηρωικότερο σχέδιο που συνέλαβε ποτέ η αν­θρώπινη αρετή, τους καλεί για την επομένη σε ένα άλλο δείπνο σε μια νέα ζωή. Υπάρχει μεγάλη απόσταση ανάμεσα στον Σω­κράτη και τον Σομέτ ή τον Λεωνίδα και τον Εμπέρ. Ένας μεγά­λος άνθρωπος, ένας αληθινός ήρωας, έχει υπερβολική εκτίμη­ση του εαυτού του για να ικανοποιηθεί με την ιδέα της εκμηδέ­νισής του. Ένας κακούργος, αξιοκαταφρόνητος και στα ίδια του τα μάτια, φρικτός στα μάτια του πλησίον, νιώθει ότι η φύση δεν μπορεί να του κάνει ωραιότερο δώρο από τον εκμηδενισμό.

Ο Κάτων δεν ταλαντεύθηκε καθόλου ανάμεσα στον Επίκουρο

266

και τον Ζήνωνα. Ο Βρούτος και οι επιφανείς συνωμότες, που μοιράστηκαν τους κινδύνους και τη δόξα του, ανήκαν επίσης σ' αυτή την υπέροχη αίρεση των στωικών, που είχε ιδέες τόσο υψηλές άσο και ή αξιοπρέπεια του ανθρώπου, που έσπρωξε τό­σο μακριά τον ενθουσιασμό της αρετής, και που δεν ξεπέρασε τίποτα άλλο εκτός από τον ηρωισμό. Ο στωικισμός γέννησε επίγονους του Βρούτου και του Κάτωνα μέχρι τους φρικτούς αιώνες που ακολούθησαν την απώλεια της ρωμαϊκής λευτεριάς. Ο στωικισμός έσωσε την τιμή της ανθρώπινης φύσης που υπο­βιβάστηκε από τις διαστροφές των διαδόχων του Καίσαρα και προπάντων από την υπομονή των λαών. Η επικούρεια αίρεση διεκδικούσε αναμφίβολα όλους τους ανέντιμους που καταπίε­σαν την πατρίδα τους και όλους τους δειλούς που την άφησαν να καταπιεστεί. Έτσι, παρ' όλο που ο φιλόσοφος που της έδωσε το όνομά του δεν υπήρξε σαν πρόσωπο ένας αξιοκατα­φρόνητος άνθρωπος, οι αρχές του συστήματός του, ερμηνευμέ­νες από τη διαφθορά, οδήγησαν σε τόσο ολέθριες συνέπειες, ώστε η ίδια η αρχαιότητα τις κατέκρινε με την ονομασία κοπά­δι του Επίκουρου. Και καθώς σε όλες τις εποχές, η ανθρώπινη καρδιά παραμένει κατά βάθος η ίδια, και το ίδιο ένστικτο ή το ίδιο πολιτικό σύστημα ώθησε τους ανθρώπους προς την ίδια πορεία, θα είναι εύκολο να εφαρμόσουμε τις παρατηρήσεις που μόλις εξέθεσα, τώρα, ακόμη και στην εποχή που προηγήθηκε ά­μεσα της Επανάστασής μας. Είναι καλό να ρίξουμε μια ματιά σ' αυτή την εποχή, μόνο και μόνο για να μπορέσουμε να εξηγήσου­με ένα μέρος των φαινομένων που εκδηλώθηκαν στη συνέχεια.

Από καιρό, οι φωτισμένοι παρατηρητές μπορούσαν να αντι­ληφθούν ορισμένα συμπτώματα της τρέχουσας Επανάστασης. Ό λ α τα σημαντικά γεγονότα έτειναν προς τα εκεί. Οι ίδιες οι υποθέσεις κάποιων ατόμων που είχαν μια σχετική λάμψη συνδέ­ονταν σε μια πολιτική δολοπλοκία. Οι επώνυμοι άνθρωποι των γραμμάτων, χάρη στην επιρροή τους στην κοινή γνώμη, άρχι­σαν να αποκτούν επιρροή και στις εξελίξεις. Οι πιο φιλόδοξοι είχαν σχηματίσει από τότε ένα είδος συνασπισμού που ενίσχυε τη σπουδαιότητά τους. Έμοιαζαν χωρισμένοι σε δύο ομάδες, από τις οποίες η μία υπεράσπιζε κατά ηλίθιο τρόπο τον κλήρο και το δεσποτισμό. Η πιο ισχυρή και η πιο επιφανής ήταν εκείνη που έγινε γνωστή με το όνομα των εγκυκλοπαιδιστών. Περιέκλειε μερικούς αξιόλογους ανθρώπους και έναν μεγάλο αριθμό φιλόδοξων τσαρλατάνων. Πολλοί από τους ηγέτες της

267

είχαν γίνει σημαντικά πρόσωπα του κράτους. Όποιος θα αγνοούσε την επίδραση, και την πολιτική της δεν μπορούσε να σχηματίσει μια πλήρη ιδέα του προοίμιου της Επανάστασής μας. Από πολιτική άποψη, η ομάδα αυτή έμεινε πάντα πίσω από τα δικαιώματα του λαού, ενώ από την άποψη της ηθικής, προχώρησε πολύ πέρα από την καταστροφή των θρησκευτικών προκαταλήψεων. Οι κορυφαίοι της έκαναν διακηρύξεις μερικές φορές ενάντια στο δεσποτισμό, παρ' όλο που τους συντηρού­σαν οι δεσπότες. Έγραφαν άλλοτε βιβλία ενάντια στην αυλή, κι άλλοτε αφιερώματα στους βασιλιάδες, ομιλίες για τους αυ­λικούς και στίχους για τις αυλικές. Ήταν περήφανοι στα γρα­πτά τους, και ασπόνδυλοι στους προθάλαμους. Αυτή η ομάδα διέδωσε με μεγάλο ζήλο την άποψη του υλισμού που πρυτάνευ­σε ανάμεσα στους μεγάλους κι ανάμεσα στα ωραία πνεύματα. Της οφείλουμε κατά ένα μεγάλο μέρος αυτό το είδος της πρα­κτικής φιλοσοφίας που, ανάγοντας τον εγωισμό σε σύστημα, βλέπει την ανθρώπινη κοινωνία σαν έναν πόλεμο πονηριάς, την επιτυχία σαν τον κανόνα του δίκαιου και του άδικου, τη χρηστότητα σαν μια υπόθεση γούστου και ευπρέπειας, τον κό­σμο σαν την κληρονομιά των επιδέξιων απατεώνων. Είπα ότι οι κορυφαίοι αυτής της ομάδας ήταν φιλόδοξοι: οι ταραχές που ανάγγελλαν μια μεγάλη αλλαγή στην πολιτική τάξη πραγμά­των διεύρυναν τις βλέψεις τους. Έχει παρατηρηθεί ότι πολλοί από αυτούς είχαν στενές σχέσεις με τον οίκο της Ορλεάνης, και το αγγλικό σύνταγμα ήταν, κατά την άποψή τους, το αρι­στούργημα της πολιτικής και το μέγιστο της κοινωνικής ευτυ­χίας.

Ανάμεσα ωστόσο σ' αυτούς, κατά την ίδια εποχή, αναδει­κνύεται στα γράμματα και τη φιλοσοφία, ένας άντρας· που με την εξύψωση της ψυχής του και το μεγαλείο του χαρακτήρα του, απόδειξε ότι ήταν άξιος για το λειτούργημα του διδάσκα­λου του ανθρώπινου γένους. Επιτέθηκε με ειλικρίνεια ενάντια στην τυραννία· μίλησε με ενθουσιασμό για τη θεότητα· η αρρε­νωπή και θαρραλέα ευφράδεια του ζωγράφισε με φλογερές γραμμές τις χάρες της αρετής, υπερασπίστηκε αυτά τα παρηγο­ρητικά δόγματα που η λογική προσφέρει σαν στήριγμα στην ανθρώπινη καρδιά. Η καθαρότητα της διδασκαλίας του, αντλη­μένη από τη φύση και από το βαθύ μίσος ενάντια στην κακία.

1. Αναφέρεται στον Ζαν-Ζακ Ρουσό. (Σημ. του Μ.Β.).

268

καθώς και η ακατανίκητη περιφρόνηση για τους δολοπλόκους σοφιστές που σφετερίζονταν το όνομα της φιλοσοφίας, τράβη­ξε πάνω του το μίσος και την καταδίωξη, από μέρους των αντι­πάλων και των ψεύτικων φίλων του. Αχ! αν ήταν μάρτυρας αυ­τής της Επανάστασης, της οποίας υπήρξε ο πρόδρομος, και που τον οδήγησε στο Πάνθεον, ποιος μπορεί να αμφιβάλει ότι η γενναιόδωρη ψυχή του δεν θα αγκάλιαζε με θέρμη την υπό­θεση της δικαιοσύνης και της ισότητας! Αλλά τι έκαναν γι' αυτήν οι δειλοί του αντίπαλοι; Καταπολέμησαν την Επανάστα­ση, από τη στιγμή που φοβήθηκαν ότι θα ανέβαζε το λαό πάνω από τις ξεχωριστές ματαιοδοξίες· άλλοι χρησιμοποίησαν το πνεύμα τους για να νοθέψουν τις δημοκρατικές αρχές και να διαφθείρουν την κοινή γνώμη· εκπορνεύτηκαν στις παρατάξεις και προπάντων στο κόμμα της Ορλεάνης· άλλοι κλείστηκαν μέ­σα σε μια δειλή ουδετερότητα. Γενικά οι άνθρωποι των γραμμά­των ατιμάστηκαν σ' αυτή την Επανάσταση· και προς αιώνια ντροπή του πνεύματος, η λογική του λαού πλήρωσε μόνη της όλα τα έξοδα της Επανάστασης.

Μικροί και μάταιοι άνθρωποι, κοκκινίστε, αν μπορείτε. Τα θαύματα που απαθανάτισαν αυτή την εποχή της ανθρώπινης ιστορίας έγιναν χωρίς εσάς και παρά τη θέλησή σας. Η ευθυ­κρισία χωρίς δολοπλοκία και το πνεύμα χωρίς εκπαίδευση ανέ­βασαν τη Γαλλία τόσο ψηλά, που τρομάζει τη μικρότητά σας και συντρίβει τη μηδαμινότητά σας. Ο τεχνίτης αποδείχθηκε ικανός στη γνώση των δικαιωμάτων του ανθρώπου, όταν ο άν­θρωπος που έγραφε βιβλία, σχεδόν δημοκρατικός στα 1788, υπερασπιζόταν ηλίθια την υπόθεση των βασιλιάδων στα 1793. Ο καλλιεργητής διέδιδε το φως της φιλοσοφίας στις υπαίθρους, όταν ο ακαδημαϊκός Κοντορσέ, μεγάλος κάποτε γεωμέτρης, κατά την άποψη των λογοτεχνών, και μεγάλος λογοτέχνης, κα­τά την άποψη των γεωμετρών, και στη συνέχεια ντροπαλός συ­νωμότης, περιφρονημένος από όλα τα κόμματα, δούλευε αδιά­κοπα για να σκοτεινιάσει τα πνεύματα, με το ύπουλο συνονθύ­λευμα των μισθοφορικών του ραψωδιών.

Αναμφίβολα θα σας έκανε ήδη εντύπωση η τρυφερότητα που επέδειξαν τόσοι και τόσοι άνθρωποι που πρόδωσαν την πατρί­δα τους απέναντι στις ολέθριες ιδέες που μάχομαι. Πόσο περί­εργες προσεγγίσεις θα μπορούσαν να προσφερθούν ακόμη στο πνεύμα σας! Ακούσαμε, ποιος θα πίστευε σε τόση υπερβολή αναίδειας, ακούσαμε μέσα σε μια λαϊκή συναναστροφή, τον

269

προδότη Γκαντέ να καταγγέλλει έναν πολίτη επειδή πρόφερε το όνομα της Πρόνοιας. Ακούσαμε λίγο καιρό αργότερα, τον Εμπέρ να κατηγορεί κάποιον άλλον επειδή έγραφε ενάντια στην αθεΐα. Δεν ήταν ο Βερνιό και ο Ζενσονέ που μπροστά σας, από το βήμα σας, αγόρεψαν με θέρμη για να φύγει από το σχέδιο του Συντάγματος το όνομα του Υπέρτατου Όντος που εσείς είχατε βάλει εκεί; Ο Νταντόν, που χαμογελούσε ειρωνικά ακούγοντας τις λέξεις αρετή, δόξα, υστεροφημία, ο Νταντόν που ήταν ψυχρός και βουβός όταν η λευτεριά αντιμετώπιζε τους μεγαλύτερους κινδύνους, μίλησε μετά από αυτούς, με πολύ σφοδρότητα υπέρ της ίδιας άποψης. Από πού προέρχεται αυτή η παράδοξη συμφωνία αρχών ανάμεσα σε τόσους ανθρώπους που φαίνονταν διαιρεμένοι; Θα πρέπει να την αποδώσουμε μό­νο στην προσπάθεια που κατέβαλαν οι λιποτάκτες της υπόθε­σης του λαού, να καλύψουν την αποστασία τους, με μια προ­σποίηση ζήλου ενάντια σ' αυτά που ονόμαζαν θρησκευτικές προκαταλήψεις, σαν να επιδίωκαν να αντισταθμίσουν την επι­είκεια τους απέναντι στην αριστοκρατία και την τυραννία με τον πόλεμο που κήρυτταν ενάντια στη θεότητα;

Ό χ ι , η συμπεριφορά αυτών των υποκριτών, ξεκινούσε αναμφίβολα από βαθύτερες πολιτικές βλέψεις· ένιωθαν ότι για να καταστρέψουν τη λευτεριά, έπρεπε να ευνοήσουν με όλα τα μέσα όλα όσα έχουν την τάση να δικαιώνουν τον εγωισμό, να στεγνώνουν την καρδιά και να σβήνουν την ιδέα του ωραίου ηθικού, του μόνου δηλαδή κανόνα που διαθέτει η δημόσια λο­γική για να κρίνει ποιοι είναι οι υπερασπιστές και ποιοι οι εχθροί της ανθρωπιάς. Αγκάλιαζαν με ενθουσιασμό ένα σύστη­μα που, μπερδεύοντας τη μοίρα των καλών και των κακών, δεν αφήνει ανάμεσά τους άλλη διαφορά από την αβέβαιη εύνοια της τύχης, ούτε άλλον κριτή από το δίκαιο του ισχυρότερου και του δολιότερου.

Εσείς επιδιώκετε έναν στόχο εντελώς διαφορετικό. Και γι' αυτό θα ακολουθήσετε μιαν αντίθετη πολιτική. Όμως, δεν φο­βόμαστε να ξυπνήσουμε το φανατισμό και να προσφέρουμε ένα πλεονέκτημα στην αριστοκρατία; Ό χ ι , αν υιοθετήσουμε την άποψη που υποδεικνύει η σοφία, θα μας είναι εύκολο να παρα­κάμψουμε αυτόν το σκόπελο.

Εχθροί του λαού, όποιοι κι αν είστε, ποτέ η Εθνική Συμβατι­κή δεν θα ευνοήσει τη διαστροφή σας. Αριστοκράτες, με όποιο μανδύα κι αν προσπαθείτε να καλυφθείτε σήμερα, μάταια θα

270

προσπαθήσετε να αποφύγετε την καταδίκη από μέρους μας αυ­τών που ενέπνευσαν μια εγκληματική σκευωρία, για να κατη­γορηθούν ειλικρινείς πατριώτες τους οποίους μόνον το μίσος του φανατισμού μπορεί να έχει οδηγήσει σε αδιάκριτα διαβή­ματα. Δεν έχετε το δικαίωμα να κατηγορείτε. Και η εθνική δι­καιοσύνη, μέσα από τις θύελλες που ξεσήκωσαν οι παρατάξεις, ξέρει να ξεχωρίζει τα λάθη από τις συνωμοσίες: θα αρπάξει, με χέρι σταθερό, όλους τους μοχθητούς δολοπλόκους, και δεν πρό­κειται να χτυπήσει ούτε έναν καλόν άνθρωπο.

Φανατικοί, μην ελπίζετε τίποτα από εμάς. Η επιστροφή των ανθρώπων στην αγνή λατρεία του Υπέρτατου Όντος, αποτελεί θανάσιμο πλήγμα για το φανατισμό. Ό λ ε ς οι φαντασιώσεις εξαφανίζονται εμπρός στην Αλήθεια και όλοι οι παραλογισμοί καταρρέουν εμπρός στη Λογική. Χωρίς καταναγκασμό, χωρίς διωγμούς, όλες οι δοξασίες οφείλουν να αφομοιωθούν μέσα στην οικουμενική θρησκεία της Φύσης. Σας συμβουλεύουμε λοιπόν να διατηρήσετε τις αρχές που έχετε διακηρύξει έως τώ­ρα. Η λευτεριά κάθε λατρείας ας είναι σεβαστή, για να θριαμβέ­ψει η Λογική· αλλά να μην ταράζει τη δημόσια τάξη, και να μη γίνεται μέσο συνωμοσίας. Αν η αντεπαναστατική κακοπιστία κρύβεται πίσω από αυτό το πρόσχημα, χτυπήστε την. Και βα­σιστείτε για τα υπόλοιπα πάνω στην ισχύ των αρχών και πάνω στη δύναμη των πραγμάτων.

Φιλόδοξοι παπάδες, μην περιμένετε από εμάς να εργαστούμε για να αποκαταστήσουμε την εξουσία σας. Ένα τέτοιο εγχεί­ρημα θα ξεπερνούσε και τις δυνατότητές μας. Εσείς, σκοτώσα­τε μόνοι σας τον εαυτό σας και δεν επιστρέφει κανείς περισσό­τερο στην ηθική ζωή απ' όσο στη φυσική ύπαρξη.

Άλλωστε τι το κοινό υπάρχει ανάμεσα στους παπάδες και στο Θεό; Οι παπάδες είναι για την ηθική ό,τι οι τσαρλατάνοι για την ιατρική. Πόσο διαφέρει ο θεός της φύσης από το Θεό των παπάδων! Τίποτα δεν μοιάζει περισσότερο με την αθεΐα από τις θρησκείες που φτιάξανε. Προκειμένου να παραμορφώ­σουν το Υπέρτατο Ον, κατάστρεψαν ό,τι υπήρχε από αυτό μέσα τους. Άλλοτε το έκαναν μια πύρινη σφαίρα, άλλοτε ένα βόδι, άλλοτε ένα δέντρο, άλλοτε έναν άνθρωπο, άλλοτε έναν βασι­λιά. Οι παπάδες δημιούργησαν το θεό κατά την εικόνα τους· τον έκαναν ζηλότυπο, ιδιότροπο, άπληστο, βίαιο, αδυσώπητο. Του συμπεριφέρθηκαν όπως συμπεριφέρθηκαν κάποτε οι

271

υπουργοί στους απογόνους του Κλοβίς, για να βασιλέψουν στο όνομά του και να πάρουν τη θέση του. Τον περιόρισαν στον ουρανό, σαν σε ανάκτορο, και δεν τον κάλεσαν στη γη παρά μόνο για να του ζητήσουν προς όφελός τους δέκατες, πλούτη, τιμές, απολαύσεις και ισχύ. Ο αληθινός ιερέας του Υπέρτατου Όντος είναι η Φύση. Ναός του η Οικουμένη. Λατρεία του η αρετή. Οι γιορτές του, είναι η χαρά ενός μεγάλου λαού, που συναθροίζεται κάτω από το βλέμμα του για να σφίξει περισσό­τερο τους γλυκούς δεσμούς της οικουμενικής αδελφοσύνης, και για να του προσφέρει τις τιμές κάθε ευαίσθητης και αγνής καρ­διάς.

Παπάδες, με ποιους τίτλους αποδείξατε την αποστολή σας; Υπήρξατε πιο δίκαιοι, πιο ταπεινοί, πιο φίλοι της αλήθειας από τους άλλους ανθρώπους; Λατρέψατε την ισότητα, υπερασπιστή­κατε τα δικαιώματα των λαών, αποστραφήκατε το δεσποτισμό, χτυπήσατε την τυραννία; Εσείς είπατε στους βασιλιάδες: Είστε η εικόνα τον Θεού πάνω στη γη, από αυτόν και μόνον αντλείτε την ισχύ σας, και οι βασιλιάδες σας απάντησαν: Ναι, είστε αληθινά οι απεσταλμένοι τον Θεού, ας ενωθούμε για να μοιραστούμε τα λάφυρα και τις προσφορές των θνητών. Το σκήπτρο και το θυμιατήρι συνωμότησαν για να ατιμάσουν τον ουρανό και να σφετερι­στούν τη γη.

Αλλά ας αφήσουμε τους παπάδες κι ας επιστρέψουμε στη θεό­τητα. Ας προσδέσουμε την ηθική πάνω σε αιώνιες και ιερές βάσεις. Ας εμπνεύσουμε στον άνθρωπο αυτόν τον θρησκευτικό σεβασμό για τον άνθρωπο, αυτό το βαθύτερο συναίσθημα των καθηκόντων του, που αποτελεί τη μόνη εγγύηση για την κοι­νωνική ευτυχία. Ας τον αναθρέψουμε με όλους τους θεσμούς μας. Η δημόσια εκπαίδευση ας έχει προπάντων αυτόν το στόχο. Τότε θα αποτυπώσετε αναμφίβολα πάνω του έναν μεγάλο χαρα­κτήρα, ανάλογο με τη φύση της κυβέρνησής μας, και με το μεγαλείο του πεπρωμένου της Δημοκρατίας μας. Θα νιώσετε την ανάγκη να την κάνετε κοινή και ίση για όλους τους Γάλ­λους. Δεν πρόκειται πλέον για τη διαμόρφωση κυρίων, αλλά πολιτών. Μόνο η πατρίδα έχει δικαίωμα να αναθρέψει τα παι­διά της. Δεν μπορεί να εμπιστευθεί αυτή την παρακαταθήκη στη ματαιοδοξία των οικογενειών, ούτε στις προκαταλήψεις των ιδιωτών, αυτούς τους αιώνιους τροφοδότες της αριστοκρα­τίας και του εσωτερικού φεντεραλισμού, που μικραίνει τις ψυ­χές απομονώνοντάς τες, και καταστρέφει, μαζί με την ισότητα,

272

όλα τα θεμέλια της κοινωνικής τάξης. Αλλά αυτό το μεγάλο θέμα είναι εκτός της παρούσας συζήτησης.

Υπάρχει ωστόσο ένα είδος θεσμού, που πρέπει να θεωρηθεί σαν ένα ουσιαστικό μέρος της δημόσιας εκπαίδευσης, και που ανήκει αναγκαστικά στο θέμα αυτής της αναφοράς. Θέλω να μιλήσω για τις εθνικές γιορτές.

Συναθροίστε τους ανθρώπους και θα τους κάνετε καλύτερους. Γιατί οι συναθροισμένοι άνθρωποι θα προσπαθήσουν να αρέ­σουν ο ένας στον άλλο, και δεν μπορούν να αρέσουν ο ένας στον άλλο, παρά μόνο με πράγματα που τους κάνουν άξιους εκτίμησης. Δώστε στη συνάθροισή τους ένα μεγάλο ηθικό και πολιτικό κίνητρο, και η αγάπη για τα έντιμα πράγματα θα μπει μαζί με τη χαρά σε όλες τις καρδιές. Γιατί οι άνθρωποι δεν αντικρίζονται χωρίς ευχαρίστηση.

Ο άνθρωπος είναι το πιο μεγάλο αντικείμενο μέσα στη φύση· και το πιο μεγαλειώδες από όλα τα θεάματα είναι ένας μεγάλος λαός συγκεντρωμένος. Δεν μιλάει ποτέ κανείς χωρίς ενθουσια­σμό για τις εθνικές γιορτές της Ελλάδας. Κι ωστόσο δεν είχαν άλλο αντικείμενο από τους αγώνες, όπου έλαμπαν η δύναμη του κορμιού, η επιδεξιότητα, και το πολύ τα χαρίσματα των ποιη­τών και των ρητόρων. Αλλά η Ελλάδα βρισκόταν εκεί. Έβλεπε κανείς ένα θέαμα μεγαλύτερο από τους αγώνες· ήταν οι ίδιοι οι θεατές· ήταν ο λαός που νίκησε την Ασία, τον οποίο οι δημο­κρατικές αρετές είχαν εξυψώσει κάποτε πάνω από την ανθρωπό­τητα. Έβλεπε κανείς τους μεγάλους άντρες που είχαν διασώσει και δοξάσει την πατρίδα· οι πατέρες έδειχναν τους γιους τους, τον Μιλτιάδη, τον Αριστείδη, τον Επαμεινώνδα, τον Τιμολέο­ντα, των οποίων η παρουσία και μόνον ήταν ένα ζωντανό μάθη­μα μεγαλοψυχίας, δικαιοσύνης και πατριωτισμού.

Πόσο εύκολο θα ήταν για τον γαλλικό λαό να προσφέρει στις συναθροίσεις μας ένα ευρύτερο αντικείμενο κι έναν μεγα­λύτερο χαρακτήρα! Ένα σωστά επινοημένο σύστημα γιορτών θα ήταν ταυτόχρονα ο πιο γλυκός δεσμός αδελφοσύνης και το πιο ισχυρό μέσο αναγέννησης.

Κάντε γιορτές γενικές και πιο πανηγυρικές για όλη τη Δη­μοκρατία. Κάντε γιορτές ειδικές και τοπικές, που να είναι μέ­ρες ανάπαυσης, και που να πάρουν τη θέση εκείνων που κατά­στρεψαν οι περιστάσεις.

Όλες ας αποσκοπούν στην αφύπνιση των γενναίων συναι­σθημάτων που αποτελούν τη χάρη και το κόσμημα της ανθρώ-

273

πινης ζωής, τον ενθουσιασμό για τη λευτεριά, την αγάπη για τη πατρίδα, το σεβασμό για τους νόμους. Ας καταδικάζεται εκεί η θύμηση των τυράννων και των προδοτών· ας τιμάται εκεί, όπως δικαιούται, με τη δημόσια αναγνώριση, η μνήμη των ηρώων της λευτεριάς και των ευεργετών της ανθρωπότητας· ας αντλούν τους σκοπούς και τα ονόματά τους ακόμη από τα αθάνατα γεγο­νότα της Επανάστασής μας κι από τα ιερότερα και πιο αγαπημέ­να για τις καρδιές των ανθρώπων θέματα· ας στολίζονται κι ας ξεχωρίζουν με εμβλήματα ανάλογα με το ιδιαίτερο θέμα τους. Ας καλέσουμε στις γιορτές μας και τη φύση και όλες τις αρετές· ας τιμούνται όλες κάτω από τη σκέπη του Υπέρτατου Όντος· ας του αφιερωθούν ας αρχίζουν κι ας τελειώνουν με μια επίκλη­ση προς τη δύναμη και την καλοσύνη του.

Θα δώσεις το ιερό σου όνομα με μια από τις ωραιότερες γι­ορτές μας, ω εσύ, κόρη της Φύσης, μητέρα της ευτυχίας και της δόξας! Εσύ, μοναδική νόμιμη κυρίαρχος του κόσμου, εκθρονι­σμένη από το έγκλημα· εσύ, που ο γαλλικός λαός σου επέστρε­ψε την επικράτεια σου, και που του δίνεις για αντάλλαγμα μια πατρίδα και ήθη, σεπτή Λευτεριά! Θα μοιραστείς τις θυσίες μας με την αθάνατη σύντροφό σου, τη γλυκιά και άγια Ισότητα, θα γιορτάσουμε την ανθρωπιά, την ανθρωπιά που εξευτελίστη­κε όταν τσαλαπατήθηκε από τους εχθρούς της Γαλλικής Δημο­κρατίας! θα είναι μια ωραία μέρα, αυτή που θα γιορτάσουμε τη γιορτή του ανθρώπινου γένους· θα είναι το αδελφικό και ιερό συμπόσιο όπου, από τους κόλπους της νίκης, ο γαλλικός λαός θα προσκαλέσει την απέραντη οικογένεια, της οποίας μόνος αυτός υπερασπίζεται την τιμή και τα απαράγραπτα δικαιώματα. Θα γιορτάσουμε επίσης όλους τους μεγάλους άντρες, σε όποια εποχή και σε όποια χώρα κι αν ανήκουν, που λύτρωσαν την πατρίδα τους από το ζυγό των τυράννων και που θεμελίωσαν τη λευτεριά σε σοφούς νόμους. Και δεν πρόκειται να ξεχαστείτε εσείς, λαμπροί μάρτυρες της Γαλλικής Δημοκρατίας! Δεν πρό­κειται να ξεχαστείτε, ήρωες που πέσατε πολεμώντας για εκεί-νην· ποιος θα μπορούσε να ξεχάσει τους ήρωες της πατρίδας μου!... Η Γαλλία τους χρωστά τη λευτεριά της. Η οικουμένη θα τους χρωστά τη δική της. Ας γιορτάσει σύντομα τη δόξα τους η οικουμένη απολαμβάνοντας από τις καλές τους πράξεις. Πόσα ηρωικά κατορθώματα συγκεχυμένα μέσα στο πλήθος των μεγά­λων πράξεων, μοιάζει να σπατάλησε η λευτεριά ανάμεσά μας! Πόσα ονόματα, άξια να γραφτούν ανάμεσα στα μεγαλεία της

274

ιστορίας, παραμένουν θαμμένα στο σκοτάδι! Σεβάσμιες και άγνωστες ψυχές, αν διαφύγατε από τη δόξα, δεν θα διαφύγετε καθόλου από την τρυφερή μας αναγνώριση.

Ας τρέμουν όλοι οι οπλισμένοι ενάντια στη λευτεριά τύραν­νοι, αν θα υπάρχουν ακόμη τότε! Κι ας τρέμουν τη μέρα που οι Γάλλοι θα έρθουν πάνω στους τάφους σας για να ορκιστούν ότι θα ακολουθήσουν το παράδειγμά σας. Νέοι Γάλλοι, ακούτε τον αθάνατο Μπαρά, που μέσα από το Πάνθεον σας καλεί προς τη δόξα; Ελάτε να ρίξετε λουλούδια πάνω στον ιερό του τάφο. Μπαρά, ηρωικό παιδί, έτρεφες τη μητέρα σου και πέθανες για την πατρίδα! Μπαρά, έλαβες κιόλας την ανταμοιβή του ηρωι­σμού σου· η πατρίδα υιοθέτησε τη μητέρα σου· η πατρίδα, πνί­γοντας τις εγκληματικές παρατάξεις, θα υψωθεί θριαμβευτική πάνω στα ερείπια των διαστροφών και των θρόνων. Ω Μπαρά, δεν βρήκες πρότυπα στην αρχαιότητα, αλλά βρήκες ανάμεσά μας συναγωνιστές αντάξιους της αρετής σου.

Για ποια κακή μοίρα ή ποια αχαριστία άφησαν μέσα στη λησμονιά έναν ήρωα, ακόμη πιο νέο, και άξιο των τιμών των επιγόνων; Οι στασιαστές της Μασσαλίας, συγκεντρωμένοι στις όχθες του Ντιράνς, ετοιμάζονταν να περάσουν το ποτάμι, για να πάνε να σφάξουν τους αδύναμους και άοπλους πατριώτες αυ­τών των δύστυχων τόπων. Μια ολιγάριθμη μονάδα δημοκρατι­κών, συγκεντρωμένη στην απέναντι όχθη, δεν έβλεπε άλλη λύ­ση, από το να κόψει τα σκοινιά των πορθμείων, που βρίσκο­νταν στα χέρια των εχθρών τους. Αλλά το να δοκιμάσει κανείς ένα τέτοιο εγχείρημα, εμπρός στα πολυάριθμα στρατεύματα που κάλυπταν την άλλη όχθη, και μέσα στο βεληνεκές των ντουφεκιών τους, έμοιαζε ένα εγχείρημα χίμαιρας ακόμη και για τους πιο τολμηρούς. Ξαφνικά, ένα παιδί δεκατριών χρόνων, αρπάζει ένα τσεκούρι, πετάγεται μέχρι την άκρη της όχθης του ποταμού, και χτυπάει με όλη του τη δύναμη τον κάβο. Πολλές ομοβροντίες ρίχνονται ενάντιά του, αυτός συνεχίζει να χτυπάει τον κάβο ακόμη πιο δυνατά. Τελικά τον βρίσκει μια θανάσιμη ντουφέκια. Φωνάζει: Πεθαίνω, αλλά δεν με νοιάζει, είναι για τη λευτεριά. Πέφτει νεκρός!... Αξιοσέβαστο παιδί, ας καυχηθεί η πατρίδα που σου έδωσε το φως! Με πόση περηφάνια θα τιμού­σαν τη μνήμη σου η Ελλάδα και η Ρώμη, αν είχαν γεννήσει έναν ήρωα σαν και σένα!

Πολίτες, ας μεταφέρουμε με πομπή τη στάχτη του στο ναό

275

της δόξας· η Δημοκρατία πενθούσα ας την ποτίσει με πικρά δάκρυα! Όχι, να μην τον κλάψουμε· να τον μιμηθούμε, να τον εκδικηθούμε, με τη συντριβή όλων των εχθρών της Δημοκρατί­ας μας!

Όλες οι αρετές διεκδικούν το δικαίωμα να επιστεγάζουν τις γιορτές μας. Ας θεσπίσουμε τη γιορτή της Δόξας, όχι εκείνης που σαρώνει και καταπιέζει τον κόσμο, αλλά εκείνης που τον λυτρώνει, που τον φωτίζει, που τον παρηγορεί· εκείνης, που με­τά την πατρίδα, είναι το πρώτο είδωλο των γενναιόδωρων καρ­διών. Ας θεσπίσουμε μια συγκινητική γιορτή: τη γιορτή της Δυστυχίας. Οι σκλάβοι λατρεύουν τον πλούτο και τη δύναμη. Εμείς θα τιμήσουμε τη δυστυχία, τη δυστυχία που η ανθρωπό­τητα δεν μπορεί να διώξει οριστικά από τη γη, αλλά που την παρηγορεί και την ανακουφίζει με σεβασμό. Και θα έχεις κι εσύ αυτή την τιμή, εσύ, που κάποτε ένωνες τους ήρωες και τους σοφούς, εσύ που πολλαπλασιάζεις τις δυνάμεις των φίλων της πατρίδας, και από την οποία οι κακοί, ενωμένοι με το έγκλημα, δεν γνώρισαν ποτέ τίποτα άλλο εκτός από ένα ψεύτικο ομοίω­μα· θεία Φιλία, θα ξαναβρείς κοντά στους γάλλους δημοκράτες τη δύναμη και τους Βωμούς σου.

Και γιατί να μην αποδώσουμε την ίδια τιμή στον αγνό και γενναιόδωρο Έρωτα, στη συζυγική πίστη, στην πατρική τρυ­φερότητα, στην ευλάβεια των γιων; Αναμφίβολα οι γιορτές μας, δεν θα είναι ούτε χωρίς ενδιαφέρον, ούτε χωρίς λαμπρότη­τα. Θα βρίσκεστε εκεί, γενναίοι υπερασπιστές της πατρίδας, που σας στολίζουν οι δοξασμένες σας ουλές. Θα βρίσκεστε εκεί, σεβάσμιοι γέροντες, που η ευτυχία που ετοιμάσατε για τους απογόνους σας θα σας παρηγορήσει για τη μακρόχρονη ζωή κάτω από το δεσποτισμό. Θα είστε εκεί, τρυφεροί μαθητές της πατρίδας, που μεγαλώνετε για να απλώσετε τη δόξα της και για να δρέψετε τους καρπούς των έργων μας.

Θα είστε εκεί, νεαρές πολίτισσες, που η νίκη θα σας φέρει γρήγορα πίσω τους αντάξιους αδελφούς και αγαπημένους σας. Θα είστε εκεί, μητέρες των οικογενειών, που οι άντρες και οι γιοι σας υψώνουν τα τρόπαια της Δημοκρατίας με τα συντρίμ­μια των θρόνων. Ω γαλλίδες γυναίκες, απολαύστε τη λευτεριά που αγοράστηκε με το αίμα τους· χρησιμοποιήστε τη δύναμή σας για να πλατύνει η δύναμη της δημοκρατικής αρετής! Ω γαλλίδες γυναίκες, αξίζετε την αγάπη και το σεβασμό όλης της γης! Τι έχετε να ζηλέψετε από τις γυναίκες της Σπάρτης;

276

Όπως εκε ίνες , έ τσ ι κ ι εσε ί ς γεννήσατε ήρωες · όπως εκε ίνες , έτσι κι εσείς, τους παραδώσατε, με μια μεγαλειώδη αυτοθυσία, στην πατρίδα!

Δυστυχία σ' αυτόν που προσπαθεί να σβήσει αυτόν τον υπέ­ροχο ενθουσιασμό και να καταπνίξει, με θλιβερές διδασκαλίες, το ηθικό ένστικτο του λαού, που είναι η βασική αρχή όλων των μεγάλων πράξεων! Σε σας έγκειται, εκπρόσωποι του λαού, να κάνετε να θριαμβεύσουν οι αλήθειες που μόλις αναπτύξαμε. Αψηφήστε τις κραυγές του παραλογισμού, που εμπνέει η αλα­ζονική άγνοια ή η υποκριτική διαστροφή. Ποια είναι η δια­φθορά που μας περιέβαλε, ώστε να χρειαζόμαστε θάρρος για να τις διακηρύξουμε; Θα κάνουμε τους επιγόνους να πιστέψουν ότι το θράσος των νικημένων παρατάξεων έφτασε μέχρι το σημείο να μας κατηγορήσουν για υποχωρητικούς και αριστοκράτες, επειδή επικαλεστήκαμε την ιδέα της θεότητας και της ηθικής; Θα πιστέψουν άραγε, ότι τόλμησαν να πουν, ακόμη και μέσα σ' αυτόν το χώρο, ότι πισωγυρίσαμε με τον τρόπο αυτό την ανθρώπινη λογική κατά πολλούς αιώνες; θα επικαλεστούν τη λογική, τα τέρατα που ακόνιζαν τα ιερόσυλα στιλέτα τους ενάντιά σας;

Όλο ι εκείνοι που υπερασπίζονταν τις αρχές και την αξιοπρέ­πειά σας, θα πρέπει επίσης αναμφίβολα, να είναι αντικείμενα της μανίας τους. Ας μη μας εντυπωσιάζει λοιπόν, αν όλα τα συνασπισμένα καθάρματα μοιάζουν να μας ετοιμάζουν το κώ­νειο. Αλλά πριν να το πιούμε, θα σώσουμε την Πατρίδα! Το σκάφος που μεταφέρει τις τύχες της Δημοκρατίας δεν πρόκει­ται να ναυαγήσει· πλέει κάτω από την προστασία σας κι οι θύ­ελλες θα υποχρεωθούν να το σεβαστούν.

Εγκατασταθείτε λοιπόν ήρεμοι πάνω στις ακλόνητες βάσεις της δικαιοσύνης, και δώστε ξανά ζωή στη δημόσια ηθική. Βροντήξτε πάνω στα κεφάλια των ενόχων και ρίξτε τον κεραυ­νό στους εχθρούς σας. Ποιος είναι ο αναιδής που, αφού σύρθη­κε στα πόδια ενός βασιλιά, τολμάει να προσβάλλει τη μεγαλειό­τητα του γαλλικού λαού στο πρόσωπο των εκπροσώπων του; Καθοδηγήστε προς τη νίκη, αλλά ξαναβυθωστε προπάντων το κακό στην αφάνεια. Εχθροί της Δημοκρατίας είναι όλοι οι διε­φθαρμένοι άνθρωποι. Ο πατριώτης δεν είναι άλλο πράγμα, από έναν άνθρωπο τίμιο και μεγαλόψυχο με όλη τη δύναμη του όρου. Δεν φτάνει να αφανιστούν οι βασιλιάδες· πρέπει να γίνει σεβαστός σε όλους τους λαούς ο χαρακτήρας του γαλλικού λα-

277

ού. Είναι μάταιο να μεταφέρουμε μέχρι την άκρη του κόσμου τη φήμη των όπλων μας, αν όλα τα πάθη ξεσχίζουν ατιμώρητα τα σπλάχνα της πατρίδας. Ας φυλαχτούμε ακόμη από τη μέθη της επιτυχίας. Ας είμαστε τρομεροί στις αναποδιές, ταπεινοί στους θριάμβους, κι ας σταθεροποιήσουμε ανάμεσά μας, την ειρήνη και την ευτυχία, με τη σοφία και την ηθική. Αυτός είναι ο αληθινός στόχος των έργων μας. Αυτή είναι η πιο ηρωική και η πιο δύσκολη αποστολή.

Ο Τ Ε Λ Ε Υ Τ Α Ι Ο Σ Λ Ο Γ Ο Σ Τ Ο Υ Ρ Ο Β Ε Σ Π Ι Ε Ρ Ο Υ

(Πρόκειται για το κύκνειο άσμα του μεγάλου επαναστάτη, που εκφωνήθηκε στις 8 Θερμιδώρ του έτους 2-26 Ιούλη 1794- . Το χειρόγραφο βρέθηκε ανάμεσα στα άλλα χαρτιά του, από την επιτροπή που ανέλαβε να τα διερευνήσει. Απευθυνόμενος προς τη Συμβατική, αρχίζει με μιαν αναφορά στη γ ιορτή προς τ ιμή του Υπέρτατου Όντος, που έγινε στις 20 Πρεριάλ του έτους 2-8 Ιούνη 1794-)

Εκείνη η μέρα άφησε στη Γαλλία μια βαθιά εντύπωση ηρε­μίας, ευτυχίας, σοφίας και καλοσύνης. Ποιος λοιπόν θα πί­στευε, βλέποντας αυτή την υπέροχη συνάθροιση του πρώτου λαού του κόσμου, ότι το έγκλημα υπήρχε ακόμη πάνω στη γη;

Αλλά όταν ο λαός, που μπροστά του εξαφανίζονται όλες οι ιδιωτικές διαστροφές, επιστρέφει στα σπίτια του, τότε κάνουν και πάλι την εμφάνισή τους ο δολοπλόκοι, και ξαναρχίζουν να παίζουν το ρόλο τους οι τσαρλατάνοι. Από εκείνη τη στιγμή τους είδαμε και πάλι να κινούνται με ανανεωμένο θράσος, και να επιδιώκουν να τιμωρήσουν όλους αυτούς που απότρεψαν την πιο επικίνδυνη συνωμοσία. Θα πίστευε κανείς ότι στο μέσο ακριβώς της δημόσιας χαράς, υπήρξαν άνθρωποι που απάντη­σαν με νεύματα οργής στις συγκινητικές επευφημίες του λαού;

278

Θα το πιστέψει κανείς ότι έβρισαν τον πρόεδρο της Εθνικής Συμβατικής την ώρα που μιλούσε στο λαό, κι ότι οι άνθρωποι αυτοί ήταν εκπρόσωποι του λαού; Και μόνον αυτό το στοιχείο αρκεί για να εξηγήσει όλα όσα επακολούθησαν. Η πρώτη προ­σπάθεια που έκαναν οι κακόπιστοι απέβλεπε στον εξευτελισμό των μεγάλων αρχών που εσείς διακηρύξατε και στο σβήσιμο της συγκινητικής ανάμνησης της εθνικής γιορτής. Αυτός ήταν ο στόχος του χαρακτήρα και της έμφασης που δόθηκε σ' αυτό που ονομάστηκε υπόθεση «Κατρίν Τεό». Η κακοπιστία κατά­φερε να επωφεληθεί από την πολιτική συνωμοσία, που κρύ­φτηκε πίσω από το όνομα μερικών ηλίθιων θρησκόληπτων, και στην κοινή γνώμη παρουσιάστηκε μόνο μια μυστικιστική φάρ­σα και ένα ανεξάντλητο θέμα για άσεμνους και παιδαριώδεις σαρκασμούς. Οι πραγματικοί συνωμότες διέφυγαν, ενώ στο Παρίσι και σε ολόκληρη τη Γαλλία επαναλάμβαναν το όνομα της «μητέρας του θεού». Την ίδια στιγμή, είδαμε να ξεπηδούν ένα πλήθος από αηδιαστικά φυλλάδια, αντάξια του Περ Ντισέσν του Εμπέρ, που στόχο τους είχαν να εξευτελίσουν τη Συμβατι­κή· το επαναστατικό δικαστήριο να ανανεώνει τις θρησκευτι­κές διαμάχες, να αρχίζει έναν διωγμό, εξίσου φρικτό και μη πολιτικό ενάντια σε αδύναμα ή εύπιστα πνεύματα διαποτισμένα από κατάλοιπα προλήψεων. Πράγματι, με την ευκαιρία αυτής της υπόθεσης, συνελλήφθηκαν πολυάριθμοι φιλήσυχοι πολίτες ή ακόμη και πατριώτες, ενώ οι ένοχοι εξακολουθούν να συνω­μοτούν ασύλληπτοι. Γιατί το σχέδιο αποβλέπει στη διάσωση τους, στο βασανισμό του λαού και στον πολλαπλασιασμό των δυσαρεστημένων. Και τι δεν κάναν για να φτάσουν στο στόχο τους; Ανοιχτό κήρυγμα αθεΐας, αναπάντεχες βιαιότητες ενάντια στη λατρεία, παράνομες φορολογήσεις με τον πιο χυδαίο τρό­πο, διωγμούς ενάντια στο λαό, με το πρόσχημα της δεισιδαιμο­νίας, σύστημα πείνας, αρχικά με αναγκαστικές αγορές, και στη συνέχεια με πόλεμο ενάντια σε κάθε θεμιτό εμπόριο, με το πρό­σχημα των αναγκαστικών αγορών, φυλάκιση των πατριωτών: όλα απέβλεπαν στον ίδιο στόχο. Και την ίδια στιγμή, το εθνικά ταμείο σταμάτησε προσωρινά τις πληρωμές. Οδηγούσαν στην απελπισία, με μακιαβελικές μεθόδους, τους μικροπιστωτές του κράτους. Χρησιμοποιούσαν τη βία και την πονηριά για να τους κάνουν να υπογράψουν ολέθριες συμβάσεις για τα συμφέροντα τους, στο όνομα του ίδιου του νόμου που καταδικάζει αυτές τις διαδικασίες. Άρπαζαν με απληστία κάθε ευκαιρία να θίξουν

279

τον πολίτη, και όλες οι παρενοχλήσεις ήταν μεταμφιεσμένες, όπως συνήθως, κάτω από τα προσχήματα του κοινού καλού. Υπηρετούσαν την αριστοκρατία, αλλά την ανησυχούσαν συνά­μα. Την τρόμαζαν σκόπιμα με στόχο τη διόγκωση του αριθμού των δυσαρεστημένων για να τη σπρώξουν σε κάποια πράξη απελπισίας ενάντια στην επαναστατική κυβέρνηση. Δημοσίευ­αν ότι ο Ερό, ο Νταντόν, ο Εμπέρ υπήρξαν θύματα της Επιτρο­πής Δημόσιας Σωτηρίας, κι ότι έπρεπε να παρθεί εκδίκηση με το χαμό αυτής της Επιτροπής, ήθελαν να κατευνάσουν τους αρ­χηγούς των ενόπλων δυνάμεων. Εξαπέλυσαν διωγμούς ενάντια στους αξιωματούχους της κομμούνας, και κυκλοφορούσαν τη φήμη της επαναφοράς του Πας1 στο αξίωμα του δημάρχου. Τη στιγμή που κάποιοι εκπρόσωποι του λαού τα έλεγαν αυτά ανοι­χτά, τη στιγμή που προσπαθούσαν να πείσουν τους συναδέλ­φους τους ότι η μοναδική σωτηρία είναι ο αφανισμός των με­λών της Επιτροπής, τη στιγμή που κάποιοι ένορκοι του επανα­στατικού δικαστηρίου, που στράφηκαν κατά σκανδαλώδη τρό­πο υπέρ των συνωμοτών που κατηγορήθηκαν από τη Συμβατική, έλεγαν παντού άτι πρέπει να προβληθεί αντίσταση στην καταπίεση, και ότι υπήρχαν είκοσι εννέα χιλιάδες πατρι­ώτες αποφασισμένοι να ανατρέψουν τη σημερινή κυβέρνηση· να η γλώσσα με την οποία μιλούσαν οι ξένες εφημερίδες που, σε όλες τις στιγμές των κρίσεων, ανάγγειλαν πάντα πιστά τις συνωμοσίες που ήταν έτοιμες να εκδηλωθούν ανάμεσά μας, και των οποίων οι συντάκτες φαίνεται να διατηρούν σχέσεις με τους συνωμότες. Στους εγκληματίες χρειάζεται μια εξέγερση. Κατά συνέπεια, αυτή τη στιγμή, συγκέντρωσαν στο Παρίσι, από όλα τα μέρη της Δημοκρατίας, τα καθάρματα που την κα­τάστρεφαν κατά την εποχή του Σομέτ και του Εμπέρ, αυτούς για τους οποίους είχατε προστάξει με διάταγμά σας να παρα­πεμφθούν στο επαναστατικό δικαστήριο.

Έκαναν απεχθή την επαναστατική κυβέρνηση για να προε­τοιμάσουν την καταστροφή της. Αφού συγκέντρωσαν όλες τις διαταγές κι αφού κατεύθυναν τις μομφές τους ενάντια σε όλους όσους θέλαν να αφανίσουν, με ένα βουβό και καθολικό σύστη­μα συκοφαντίας, σκόπευαν να καταστρέψουν το επαναστατικό δικαστήριο ή να το ανασυνθέσουν με συνωμότες, να καλέσουν την αριστοκρατία, να προσφέρουν την ατιμωρησία σε όλους

1. Φίλος του Νταντόν και του Εμπέρ. (Σημ. του Μ.Β.).

280

τους εχθρούς της πατρίδας, και να παρουσιάσουν στο λαό τους πιο θερμούς υποστηρικτές του, σαν υπεύθυνους για όλα τα κα­κά του παρελθόντος. Αν το επιτύχουμε, έλεγαν οι συνωμότες, θα εφαρμόσουμε σε αντίθεση με την παρούσα κατάσταση, μιαν ακραία επιείκεια. Αυτή η λέξη περικλείει όλη τη συνωμοσία. Ποια ήταν τα εγκλήματα που καταλογίστηκαν στον Νταντόν, στον Φαμπρ, στον Ντεμουλέν; Ό τ ι διακήρυξαν την επιείκεια για τους εχθρούς της πατρίδας, και συνωμότησαν για να τους εξασφαλίσουν μιαν αμνηστία που θα ήταν μοιραία για τη λευ­τεριά. Τι θα έλεγε κανείς, αν οι συνωμότες για τους οποίους μίλησα πιο πάνω συγκαταλέγονταν σ' εκείνους που οδήγησαν τον Νταντόν, τον Φαμπρ και τον Ντεμουλέν στο ικρίωμα; Για­τί, τι έκαναν οι πρώτοι συνωμότες; Ο Εμπέρ, ο Σομέτ και ο Ρονσέν προσπαθούσαν να καταντήσουν την επαναστατική κυ­βέρνηση ανυπόφορη και γελοία, ενώ ο Καμίγ Ντεμουλέν της έκανε επιθέσεις με σατιρικά κείμενα και ο Φαμπρ και ο Ντα­ντόν σκευωρούσαν για να τον υπερασπιστούν. Οι πρώτοι συ­κοφαντούσαν, οι δεύτεροι πρόσφεραν τα προσχήματα της συ­κοφαντίας. Το ίδιο σύστημα συνεχίζεται και σήμερα ανοιχτά. Γιατί πώς συμβαίνει, όσοι κατηγορούσαν κάποτε τον Εμπέρ, σήμερα να υπερασπίζονται τους συνενόχους του; Πώς αυτοί που δήλωναν κάποτε εχθροί του Νταντόν έγιναν σήμερα μιμη­τές του; Πώς αυτοί που κάποτε κατηγορούσαν ανοιχτά ορισμέ­να μέλη της Συμβατικής, σήμερα συμμαχούν μαζί τους ενάντια στους πατριώτες στον αφανισμό των οποίων αποβλέπουν;

Σε ποια χέρια βρίσκεται σήμερα ο στρατός, η οικονομία και η εσωτερική διοίκηση της Δημοκρατίας; Στα χέρια του συνα­σπισμού που με καταδιώκει. Οι φίλοι των ηθικών αρχών δεν έχουν καμία επιρροή· αλλά δεν τους αρκεί το ότι κατάφεραν να απομακρύνουν, απελπίζοντάς τον, έναν καθόλου βολικό επιτη­ρητή· η ίδια η ύπαρξή του που τους τρομάζει, κι έτσι σκέφτη­καν μέσα στα σκοτάδια, με άγνοια των συναδέλφων τους, να του αφαιρέσουν το δικαίωμα να υπερασπίζεται το λαό, μαζί με τη ζωή. Ω! θα τους την παραχωρούσα χωρίς να μετανιώσω, έχω την πείρα του παρελθόντος, και διαβλέπω το μέλλον. Ποιος φί­λος της πατρίδας θέλει να συνεχίσει να ζει, τη στιγμή που δεν επιτρέπεται πλέον να την υπηρετήσει και να υπερασπιστεί την καταπιεσμένη αθωότητα; Γιατί να παραμείνει κανείς μέσα σε μια τάξη πραγμάτων όπου η δολοπλοκία θριαμβεύει αιωνίως σε βάρος της αλήθειας, όπου η δικαιοσύνη είναι ένα ψέμα, όπου

281

τα πιο διεστραμμένα πάθη, ή οι πιο γελοίοι φόβοι, παίρνουν μέσα στις καρδιές τη θέση των ιερών συμφερόντων της ανθρω­πότητας; Πώς να αντέξει κανείς αυτή τη φρικτή αλληλοδιαδο­χή των προδοτών, λιγότερο ή περισσότερο επιδέξιων να κρύ­βουν τις χυδαίες ψυχές τους κάτω από το πέπλο της αρετής, ή ακόμη και της φιλίας, αλλά που όλοι τους θα αφήσουν στους επιγόνους το δύσκολο καθήκον να κρίνουν ποιος από τους εχθρούς της χώρας μου είναι ο πιο δειλός και ποιος ο πιο φρι­καλέος; Βλέποντας το πλήθος των διαστροφών που η δίνη της Επανάστασης ανακάτεψε με τις πολιτικές αρετές, φοβήθηκα μερικές φορές, το ομολογώ, ότι θα λερωθώ στα μάτια των επό­μενων γενεών, από την ακάθαρτη γειτνίαση με ανθρώπους διε­στραμμένους που χώνονταν ανάμεσα στους ειλικρινείς φίλους της ανθρωπότητας, και συγχαίρω τον εαυτό μου που είδα τη μανία των ομοίων του Βέρα και του Κατιλίνα, της χώρας μου, να ανοίγουν μια βαθιά διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους ίδιους και τους καλούς ανθρώπους. Μέσα στην ιστορία είδα όλους τους υπερασπιστές της λευτεριάς να φορτώνονται με το βάρος της συκοφαντίας. Αλλά οι καταπιεστές τους πέθαναν επίσης. Και οι καλοί και οι κακοί χάνονται από τη γη, αλλά κάτω από διαφορετικές συνθήκες. Γάλλοι, μην υπομείνετε να τολμούν οι εχθροί σας να ταπεινώνουν τις ψυχές σας και να απονευρώνουν τις αρετές σας με τη θλιβερή διδασκαλία τους. Όχι, Σομέτ, όχι, ο θάνατος δεν είναι αιώνιος ύπνος. Πολίτες, σβήστε από τους τάφους αυτό το αξίωμα το οποίο χάραξαν ιερό­συλα χέρια, που ρίχνει ένα πένθιμο πέπλο πάνω στη φύση, απελπίζει την καταπιεσμένη αθωότητα και προσβάλλει το θά­νατο· γράψτε καλύτερα αυτό: Ο θάνατος είναι η αρχή της αθανα­σίας.

Πριν λίγον καιρό, έδωσα την υπόσχεση να αφήσω μια τρο­μερή διαθήκη στους καταπιεστές του λαού. Θα τη δημοσιοποιή­σω από αυτή κιόλας τη στιγμή, με την ελευθερία που μου παρέ­χει η κατάσταση όπου βρέθηκα: τους κληροδοτώ την τρομερή αλήθεια και το θάνατο.

Εκπρόσωποι του γαλλικού λαού, είναι καιρός να ξαναβρείτε την περηφάνια και το ύψος του χαρακτήρα που σας ταιριάζουν. Δεν γίνατε για να σας διοικούν, αλλά για να διοικείτε τους ε­ντολοδόχους της εμπιστοσύνης σας. Οι τιμές που σας οφεί­λουν, δεν συνίστανται στις μάταιες κολακείες, στις χαϊδευτικές αναφορές, που απεύθυναν κάποτε οι φιλόδοξοι υπουργοί στους

282

βασιλιάδες τους, αλλά στην αλήθεια, και προπάντων στον βαθύ σεβασμό για τις αρχές σας. Σας είπαν ότι όλα πάνε καλά στη Δημοκρατία. Το διαψεύδω. Γιατί αυτοί που προχθές πρόβλεπαν τόσες φοβερές θύελλες, χθες βλέπαν μόνον απαλά σύννεφα; Για­τί αυτοί που σας λέγαν κάποτε: σας δηλώνω ότι βαδίζουμε πά­νω σε ηφαίστεια, σήμερα πιστεύουν ότι περπατούν μόνον πάνω σε τριαντάφυλλα; Χθες πίστευαν στις συνωμοσίες: εγώ δηλώνω ότι τις πιστεύω αυτή τη στιγμή. Αυτοί που σας λένε ότι η θεμε­λίωση της Δημοκρατίας είναι μια επιχείρηση τόσο εύκολη, σας εξαπατούν, ή μάλλον δεν μπορούν να εξαπατήσουν κανέ­ναν. Πού βρίσκονται οι σοφοί θεσμοί; Πού είναι το σχέδιο της αναγέννησης που θα δικαίωνε αυτή την αλαζονική γλώσσα; Απασχολήθηκαν καθόλου μ' αυτό το μεγάλο θέμα; Τι λέω; Μή­πως δεν ήθελαν να προγράψουν αυτούς που τα προετοίμασαν; Σήμερα τους εξυμνούν, γιατί νιώθουν πιο αδύνατοι, ώστε αύριο να τους προγράψουν ξανά αν γίνουν ισχυρότεροι. Μέσα σε τέσσερις μέρες, λένε, όλες οι αδικίες θα αποκατασταθούν. Αλ­λά γιατί έγιναν ατιμώρητα εδώ και τέσσερις μήνες; Και με ποιο τρόπο, μέσα σε τέσσερις μέρες, όλοι οι ένοχοι των δεινών μας θα διορθωθούν ή θα διωχθούν; Σας μιλούν πολύ για τις νίκες σας, με μια ακαδημαϊκή ελαφρότητα, που δημιουργεί την εντύ­πωση ότι δεν στοίχισαν στους ήρωές μας, ούτε μόχθο, ούτε αί­μα. Αν τις αφηγούταν κανείς με λιγότερο στόμφο, θα φάνταζαν ακόμη πιο μεγάλες. Ούτε με τις ρητορικές φράσεις, ούτε ακόμη και με τα πολεμικά κατορθώματα, δεν θα υποτάξουμε την Ευ­ρώπη, αλλά με τη σοφία των νόμων μας, με τη μεγαλοσύνη των συνομιλιών μας, και με το μεγαλείο των χαρακτήρων μας. Τι έκαναν για να εκμεταλλευτούν τις στρατιωτικές επιτυχίες μας προς όφελος των αρχών μας, για να προλάβουν τους κινδύνους της νίκης, ή για να εξασφαλίσουν τους καρπούς της; Επιβλέψτε τη νίκη, επιβλέψτε το Βέλγιο. Σας ειδοποιώ ότι το διάταγμά σας ενάντια στους Άγγλους, παραβιάστηκε πάντα. Ό τ ι την Αγγλία την οποία τόσο κακομεταχειριζόμαστε με τους λόγους μας ελάχιστα κακομεταχειριζόμαστε με τα όπλα μας. Σας ειδο­ποιώ ότι οι φιλανθρωπικές κωμωδίες, που έπαιζε στο παρελθόν ο Ντιμουριέ στο Βέλγιο, επαναλαμβάνονται και σήμερα. Ό τ ι διασκεδάζουν φυτεύοντας στείρα δέντρα λευτεριάς σε εχθρικό έδαφος, αντί να δρέψουν τους καρπούς της νίκης, κι ότι οι νι­κημένοι σκλάβοι απολαμβάνουν προνόμια σε βάρος της νική­τριας Δημοκρατίας. Οι εχθροί μας αποσύρονται και μας αφή-

283

νουν στις εσωτερικές διαμάχες μας. Σκεφτείτε το τέλος της εκ­στρατείας. Να φοβάστε τις εσωτερικές φατρίες. Να φοβάστε τις δολοπλοκίες που ευνοεί η απομάκρυνση σε μια ξένη γη. Έσπειραν τη διχόνοια ανάμεσα στους στρατηγούς. Η στρατι­ωτική αριστοκρατία προστατεύεται. Οι πιστοί στρατηγοί κα­ταδιώκονται. Η στρατιωτική διοίκηση περιβάλλεται από μιαν ύποπτη εξουσία. Παραβίασαν τα διατάγματά σας για να αποτι­νάξουν το ζυγό μιας αναγκαίας επιτήρησης. Οι αλήθειες αυτές ισοδυναμούν με επιγράμματα.

Η εσωτερική μας κατάσταση είναι πολύ πιο κρίσιμη. Πρέπει να δημιουργηθεί ένα λογικό σύστημα οικονομικής διαχείρι­σης. Αυτό που βασιλεύει σήμερα είναι στενόκαρδο, σπάταλο, ενοχλητικό, αδηφάγο, και στην πράξη, εντελώς ανεξάρτητο από την ανώτατη επίβλεψή σας. Οι εξωτερικές σχέσεις έχουν παραμεληθεί τελείως. Σχεδόν όλοι οι απεσταλμένοι στις ξένες χώρες, που χαρακτηρίζονται από την αφιλοπατρία τους, έχουν προδώσει ανοιχτά τη Δημοκρατία με ένα θράσος που δεν έχει τιμωρηθεί μέχρι σήμερα.

Η επαναστατική κυβέρνηση αξίζει όλη την προσοχή σας: αν καταστραφεί σήμερα, αύριο δεν θα υπάρχει λευτεριά. Δεν πρέ­πει να τη συκοφαντεί κανείς, αλλά να την επαναφέρει στις αρ­χές της, να την απλοποιήσει, να μειώσει το αναρίθμητο πλήθος των υπαλλήλων της, να την εκκαθαρίσει: πρέπει να διασφαλι­σθεί ο λαός και όχι οι εχθροί του. Και δεν εννοώ με αυτό να παρεμποδίσουμε τη δικαιοσύνη του λαού με νέους τύπους. Ο ποινικός νόμος πρέπει υποχρεωτικά να έχει κάτι το αόριστο, γιατί καθώς ο χαρακτήρας των συνωμοτών είναι η απόκρυψη και η υποκρισία, και η δικαιοσύνη πρέπει να μπορεί να τους πιάνει σε όλες τις μορφές. Αν έμενε ατιμώρητος έστω και ένας τρόπος συνωμοσίας τότε θα αποτελούσε ψευδαίσθηση και θα υπονομευόταν η σωτηρία της πατρίδας. Η εγγύηση λοιπόν του πατριωτισμού δεν βρίσκεται ούτε στη βραδύτητα ούτε στην αδυναμία της εθνικής δικαιοσύνης, αλλά στις αρχές και στην ακεραιότητα αυτών στους οποίους έχει ανατεθεί, στην καλή πίστη της κυβέρνησης, στην ειλικρινή προστασία που παρέχει η κυβέρνηση στους πατριώτες, στη δραστηριότητα με την οποία καταπιέζει την αριστοκρατία· στο δημοκρατικό πνεύμα, σε ορισμένους ηθικούς και πολιτικούς θεσμούς που, χωρίς να παρενοχλούν την πορεία της δικαιοσύνης, προσφέρουν μιαν υπεράσπιση στους καλούς πολίτες, καταπνίγοντας τα χαμηλά

284

πάθη χάρη στην επιρροή τους στην κοινή γνώμη και στην κα­τεύθυνση της επαναστατικής πορείας, και που θα σας προτα­θούν μόλις οι πλησιέστερες συνωμοσίες επιτρέψουν στους φί­λους της λευτεριάς να ανασάνουν.

Ας καθοδηγήσουμε την επαναστατική δράση με σοφά αξιώ­ματα που να τηρούνται με σταθερότητα· ας τιμωρήσουμε αυ­στηρά αυτούς που κάνουν κατάχρηση των επαναστατικών αρ­χών για να παρενοχλήσουν τους πολίτες· ας πεισθούν όλοι ότι όσοι έχουν αναλάβει την εθνική επίβλεψη είναι απαλλαγμένοι από παραταξιακό πνεύμα, επιδιώκουν ειλικρινά το θρίαμβο του πατριωτισμού και την τιμωρία των ενόχων. Ό λ α επιστρέφουν στην τάξη. Αλλά όταν νιώθουμε ότι κάποιοι άνθρωποι με μεγά­λη επιρροή επιδιώκουν μυστικά την καταστροφή της επανα­στατικής κυβέρνησης, ότι κλίνουν περισσότερο προς την επι­είκεια και λιγότερο προς τη δικαιοσύνη· αν χρησιμοποιούν δι­εφθαρμένα όργανα, συκοφαντούν σήμερα τη μοναδική εξουσία που επιβάλλεται πάνω στους εχθρούς της λευτεριάς και ανακα­λούν την επομένη για να στήσουν καινούργιες συνωμοσίες, αν αντί να δώσουν τη λευτεριά στους πατριώτες, την παρέχουν αδιόρατα στους συνωμότες, τότε είναι φανερό ότι όλοι οι δο­λοπλόκοι συμμαχούν για να συκοφαντούν τους πατριώτες και τους καταπιέζουν. Σε όλα αυτά τα αίτια πρέπει να καταλογί­σουμε τις καταχρήσεις και όχι στην επαναστατική κυβέρνηση, γιατί κάτω από τις ίδιες συνθήκες, κάθε κυβέρνηση θα ήταν ανυπόφορη.

Η επαναστατική κυβέρνηση έσωσε την πατρίδα. Πρέπει να σώσουμε και την ίδια τώρα από όλους τους σκοπέλους· θα ήταν λάθος να συμπεράνουμε ότι πρέπει να την καταστρέψουμε, για­τί γι' αυτόν ακριβώς το λόγο οι εχθροί του δημόσιου καλού την παρέλυσαν αρχικά και προσπαθούν τώρα να τη διαφθεί­ρουν. Παράξενος τρόπος προστασίας των πατριωτών το να απελευθερώνει κανείς τους αντεπαναστάτες και να βοηθά να θριαμβεύουν οι απατεώνες! Η τρομοκρατία ενάντια στο έγκλη­μα προσφέρει την ασφάλεια στην αθωότητα.

Κατά τα άλλα, απέχω πολύ από το να καταλογίσω τις κατα­χρήσεις στην πλειοψηφία εκείνων που τιμήσατε με την εμπι­στοσύνη σας· η ίδια η πλειοψηφία έχει κι αυτή παραλύσει και προδόθηκε· η δολοπλοκία και ο ξένος θριαμβεύουν. Κρύβο­νται, προσποιούνται, εξαπατούν; άρα συνωμοτούν. Υπήρξαν θρασείς, συλλογίζονταν μια μεγάλη πράξη καταπίεσης· περι-

285

βάλλονταν από τη βία για να καταπιέσουν την κοινή γνώμη, αφού προηγουμένως την ερέθισαν· προσπαθούν να δελεάσουν τους δημόσιους λειτουργούς των οποίων η αφοσίωση τους φο­βίζει· καταδιώκουν τους φίλους της λευτεριάς: άρα συνωμο­τούν. Γίνονται ξαφνικά εύκαμπτοι ακόμη και κολακευτικοί· σπέρνουν βουβά· επικίνδυνα υπονοούμενα ενάντια στο Παρίσι, προσπαθούν να αποκοιμίσουν την κοινή γνώμη· συκοφαντούν το λαό· καυτηριάζουν σαν έγκλημα την πολιτική μέριμνα· δεν αποπέμπουν τους λιποτάκτες, τους εχθρούς αιχμάλωτους, τους αντεπαναστάτες κάθε είδους που συγκεντρώνονται στο Παρίσι, και απομακρύνουν τους πυροβολητές· αφοπλίζουν τους πολί­τες, δολοπλοκούν μέσα στο στρατό· προσπαθούν να διεισδύ­σουν παντού: άρα συνωμοτούν. Τις τελευταίες μέρες προσπά­θησαν να δώσουν ανταλλάγματα για τη συνωμοσία· σήμερα την αρνούνται· είναι έγκλημα ακόμη και να πιστεύει κανείς σ' αυ­τήν. Άλλοτε σας τρομοκρατούν κι άλλοτε σας καθησυχάζουν: αυτή είναι η αληθινή συνωμοσία.

Η αντεπανάσταση βρίσκεται μέσα στη διαχείριση των οικο­νομικών.

Ρίχνει όλο της το βάρος πάνω σε ένα σύστημα αντεπαναστα­τικών νεωτερισμών μεταμφιεσμένο εξωτερικά με πατριωτισμό. Εχει σαν στόχο να υποθάλψει την κερδοσκοπία, να κλονίσει τη δημόσια πίστη, ατιμάζοντας τη γαλλική εντιμότητα, να ευ­νοήσει τους πλούσιους πιστωτές, να καταστρέψει και να απελ­πίσει τους φτωχούς, να πολλαπλασιάσει τους δυσαρεστημέ­νους, να απογυμνώσει το λαό από τα εθνικά αγαθά, και να επιφέ­ρει ανεπαίσθητα τη χρεοκοπία της δημόσιας περιουσίας.

Ποιοι είναι οι ανώτατοι διαχειριστές των οικονομικών μας; Είναι φίλοι του Μπρισό, οπαδοί της παράταξης των Φεγιάν, αριστοκράτες και γνωστοί απατεώνες: οι Καμπόν, οι Μαλαρμέ, οι Ραμέλ. Είναι οι σύντροφοι και οι διάδοχοι του Σαμπό, του Φαμπρ και του Ζιλιέν (της Τουλούζ).

Για να συγκαλύψουν τα ολέθρια σχέδιά τους, τόλμησαν τον τελευταίο καιρό να προσκολληθούν στην Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας, γιατί δεν είχαν καμία αμφιβολία ότι η Επιτροπή, απασχολημένη με τα τόσα μεγάλα έργα της, θα υιοθετούσε με εμπιστοσύνη, όπως έχει συμβεί μερικές φορές, όλες τις προτά­σεις του Καμπόν. Πρόκειται για ένα καινούργιο στρατήγημα που επινόησαν για να πολλαπλασιάσουν τους εχθρούς της Επι-

286

τροπής, εφόσον ο αφανισμός της είναι ο κύριος στόχος όλων των συνωμοσιών.

Το εθνικό θησαυροφυλάκιο, που διευθύνεται από έναν υπο­κριτή αντεπαναστάτη με το όνομα Λ' Ερμινά, υποβοηθά θαυμά­σια τις βλέψεις τους με το σχέδιο που υιοθέτησε, να παρεμβάλ­λει εμπόδια σε όλα τα επείγοντα έξοδα, με το πρόσχημα της σχολαστικής προσκόλλησης στους τύπους, να μην πληρώνει κανέναν, εκτός από τους αριστοκράτες, και να παρενοχλεί τους φτωχούς πολίτες, με αρνήσεις, καθυστερήσεις, και συχνά με αηδιαστικές προκλήσεις.

Η αντεπανάσταση βρίσκεται μέσα σε όλα τα τμήματα της πολιτικής οικονομίας. Οι συνωμότες μας εξώθησαν, παρά τη θέλησή σας, σε βίαια μέτρα, που μόνον τα εγκλήματα τους τα έκαναν αναγκαία, και καταδίκασαν τη Δημοκρατία στην πιο φρικτή σιτοδεία, που θα την οδηγούσε στην πείνα, αν δεν προέ­κυπτε η συμβολή αναπάντεχων γεγονότων...

Ο λαός θα αγανακτήσει. Θα τον αποκαλέσουν παράταξη, ενώ η εγκληματική παράταξη θα συνεχίζει να τον σπρώχνει προς την απελπισία· θα προσπαθεί να διαχωρίσει την Εθνική Συμβα­τική από το λαό. Τέλος, με τις πολλές απόπειρες, ελπίζουν να φτάσουν σε ταραχές, και τότε οι συνωμότες θα προκαλέσουν την παρέμβαση της αριστοκρατίας και των συνενόχων τους, για να σφαγιάσουν τους πατριώτες και να αποκαταστήσουν την τυραννία. Αυτό είναι ένα μέρος από το σχέδιο των συνωμοτών. Σε ποιον λοιπόν πρέπει να καταλογίσουμε όλα αυτά τα δεινά; Σε εμάς τους ίδιους, στη δειλή μας αδυναμία απέναντι στο έ­γκλημα, και στην ένοχη εγκατάλειψη των αρχών που διακηρύ­ξαμε εμείς οι ίδιοι. Ας μην ξεγελιόμαστε: η θεμελίωση μιας τεράστιας Δημοκρατίας πάνω στις βάσεις της λογικής και της ισότητας, η σύσφιξη με έναν ισχυρό δεσμό όλων των διαμερι­σμάτων αυτής της απέραντης επικράτειας, δεν είναι μια επιχεί­ρηση που μπορεί να αναλωθεί από την ελαφρότητα· είναι το αριστούργημα της αρετής και της ανθρώπινης λογικής. Από τους κόλπους μιας μεγάλης Επανάστασης, όλες οι παρατάξεις γεννιούνται με το σωρό. Πώς θα τις υποτάξετε, αν δεν υποτάσ­σετε ασταμάτητα όλα τα πάθη στη δικαιοσύνη; Δεν έχετε άλλη εγγύηση για τη λευτεριά από την αυστηρή τήρηση των αρχών και της γενικής ηθικής, που εσείς οι ίδιοι διακηρύξατε. Αν δεν βασιλεύει η λογική, θα βασιλεύει αναγκαστικό το έγκλημα και η φιλοδοξία. Χωρίς τη λογική, η νίκη είναι ένα μέσο φιλοδο-

287

ξίας και ένας κίνδυνος και για την ίδια τη λευτεριά, ένα μοι­ραίο πρόσχημα που το χρησιμοποιεί καταχρηστικά η δολο­πλοκία για θα αποκοιμίσει τον πατριωτισμό στο χείλος του γκρεμού. Χωρίς τη λογική, τι σημασία έχει η νίκη; Η νίκη δεν κάνει άλλο από το να οπλίζει τη φιλοδοξία, να αποκοιμίζει τον πατριωτισμό, να ξυπνά την αλαζονεία και να σκάβει με τα λα­μπερά της χέρια τον τάφο της Δημοκρατίας. Τι σημασία έχει να κυνηγάνε οι στρατιές μας τους οπλισμένους δορυφόρους των βασιλιάδων, όταν εμείς υποχωρούμε εμπρός στις διαστροφές που καταστρέφουν τη δημόσια λευτεριά; Τι σημασία έχει να νικάμε τους βασιλιάδες, όταν μας νικούν οι διαστροφές που οδηγούν προς την τυραννία; Αλλά, τι κάναμε εμείς, εδώ και λίγο καιρό ενάντιά τους; Προκηρύξαμε μεγάλα έπαθλα.

Και τι δεν κάναν για να καλλιεργήσουν τις διαστροφές ανά­μεσά μας; Κι εμείς τι κάναμε εδώ και λίγο καιρό για να τους καταστρέψουμε; Τίποτα, γιατί σηκώνουν με αυθάδεια το κεφάλι και απειλούν ατιμώρητα την αρετή. Τίποτα, γιατί η κυβέρνηση οπισθοχώρησε εμπρός στις φατρίες, κι αυτές βρίσκουν προστά­τες ανάμεσα στους εντολοδόχους της δημόσιας αρχής. Ας πε­ριμένουμε λοιπόν όλα τα δεινά, εφόσον τους εγκαταλείπουμε την επικράτεια. Στην πορεία στην οποία βρισκόμαστε, το να σταματήσουμε πριν από το τέρμα ισοδυναμεί με το χαμό μας· κι εμείς ντροπιασμένα οπισθοχωρήσαμε. Εσείς προστάξατε την τιμωρία μερικών καθαρμάτων, υπεύθυνων για όλα μας τα δεινά· αυτοί τολμούν να προβάλλουν αντίσταση στην εθνική δικαιοσύ­νη και για χάρη τους θυσιάζονται τα πεπρωμένα της πατρίδας και της ανθρωπότητας. Ας περιμένουμε λοιπόν όλες τις μάστι­γες που μπορούν να προκαλέσουν οι φατρίες που κινούνται ατιμώρητα. Στο μέσο τόσων φλογερών παθών, και σε μια τόσο εκτεταμένη επικράτεια, οι τύραννοι, που τα στρατεύματά τους τρέπονται σε φυγή, αλλά δεν αιχμαλωτίζονται ούτε εξοντώνο­νται, αποτραβιούνται για να σας αφήσουν να γίνετε λεία των εσωτερικών σας διαφωνιών που ανάβουν οι ίδιοι, και μιας στρατιάς από εγκληματίες πράκτορες, που εσείς δεν μπορείτε ούτε να τους αντιληφθείτε. Χαλαρώστε για λίγο τα λουριά της Επανάστασης, και θα δείτε να τα αρπάζει αμέσως ο στρατιωτι­κός δεσποτισμός, και ο ηγέτης των παρατάξεων να ανατρέπει την εξευτελισμένη εθνική αντιπροσωπία. Ένας αιώνας εμφύ­λιου πολέμου και συμφορών θα καταστρέψει την πατρίδα μας, κι εμείς θα χαθούμε επειδή δεν θελήσαμε να αρπάξουμε μια

288

καίρια στιγμή στην ιστορία των ανθρώπων, για να θεμελιώ­σουμε τη λευτεριά· παραδίδουμε την πατρίδα μας σε έναν αιώνα συμφορών και οι κατάρες του λαού θα πέσουν πάνω στη μνήμη μας, την ίδια μνήμη που όφειλε να γίνει πολύτιμη για το αν­θρώπινο γένος!

...Λαέ, να θυμάσαι ότι όταν μέσα στη Δημοκρατία δεν βασι­λεύει η δικαιοσύνη με απόλυτη εξουσία, κι όταν αυτή η λέξη δεν σημαίνει την αγάπη για την ισότητα και την πατρίδα, τότε η λευτεριά είναι μια κενή έννοια. Λαέ, εσύ που σε φοβούνται, σε κολακεύουν και σε περιφρονούν, εσύ, αναγνωρισμένε κυρί­αρχε, που σε μεταχειρίζονται πάντα σαν σκλάβο, να θυμάσαι ότι παντού όπου δεν βασιλεύει η δικαιοσύνη, βασιλεύουν τα πάθη των αξιωματούχων, και τότε ο λαός δεν άλλαξε τα πεπρω­μένα του αλλά τις αλυσίδες του!

Να θυμάσαι ότι μέσα στους κόλπους σου υπάρχει ένας συνα­σπισμός απατεώνων, που αγωνίζεται ενάντια στη δημόσια αρε­τή, που έχει περισσότερη επιρροή στις υποθέσεις σου από εσέ­να τον ίδιο, που σε φοβάται και σε κολακεύει χοντρικά, αλλά συνάμα σε προγράφει λιανικά στο πρόσωπο κάθε καλού πολί­τη.

Να θυμάσαι ότι οι εχθροί σου, όχι μόνο δεν θυσιάζουν αυτή τη φούχτα των απατεώνων για την ευτυχία σου, αλλά επιδιώ­κουν να θυσιάσουν εσένα για τη φούχτα των απατεώνων, που είναι υπεύθυνοι για όλα τα δεινά, και τα μοναδικά εμπόδια για τη δημόσια ευημερία.

Να ξέρεις ότι κάθε άνθρωπος που θα ξεσηκωθεί για να υπε­ρασπίσει τη δημόσια υπόθεση και ηθική, θα καταβληθεί από τους εξευτελισμούς και θα προγραφεί από τους απατεώνες. Να ξέρεις ότι κάθε φίλος της λευτεριάς θα βρίσκεται πάντα ανάμε­σα σε ένα καθήκον και μια συκοφαντία· ότι αυτοί που δεν θα μπορούν να κατηγορηθούν για προδοσία, θα κατηγορηθούν για φιλοδοξία· ότι η επίδραση της χρηστότητας και των ηθικών αρχών θα συγκρίνεται με τη δύναμη της τυραννίας και τη βιαιό­τητα των παρατάξεων ότι η εμπιστοσύνη και η εκτίμησή σου θα είναι τίτλοι προγραφής για όλους τους φίλους σου· ότι οι κραυγές του καταπιεσμένου πατριωτισμού θα χαρακτηρίζονται κραυγές εξέγερσης, κι ότι, εφόσον δεν θα τολμούν να επιτεθούν σε σένα μαζικά, θα σε προγράφουν λιανικά στο πρόσωπο όλων των καλών πολιτών, μέχρις ότου οι φιλόδοξοι να οργανώσουν την τυραννία τους. Αυτή είναι η εξουσία των τυράννων που

289

εξοπλίζονται εναντίον μας· αυτή είναι η επίδραση του συνα­σπισμού τους πάνω σε όλους τους διεφθαρμένους ανθρώπους, που είναι πάντα έτοιμοι να τους υπηρετήσουν. Έτσι λοιπόν, τα καθάρματα μας επιβάλλουν το νόμο της προδοσίας του λαού, γιατί αλλιώς θα χαρακτηριζόμασταν δικτάτορες. Θα προσυπο­γράψουμε αυτό το, νόμο; Ό χ ι : θα υπερασπιστούμε το λαό, με αντάλλαγμα την εκτίμησή του. Ας οδηγηθούν αυτοί στο ικρίω­μα από το δρόμο του εγκλήματος, κι εμείς από το δρόμο της αρετής.

Θα πούμε ότι όλα είναι καλά; Θα συνεχίσουμε να εξυμνούμε από συνήθεια ή από πρακτική αυτό που είναι κακό; Θα οδηγού­σαμε την πατρίδα στο χαμό! Θα αποκαλύψουμε τις κρυφές κα­ταχρήσεις; Θα καταγγείλουμε τους προδότες; Θα μας πουν ότι κλονίζουμε τις κατεστημένες αρχές· ότι θέλουμε να κερδίσου­με, σε βάρος τους, μια προσωπική επίδραση. Τι θα κάνουμε λοιπόν; Το καθήκον μας. Τι μπορούν να αντιπούν σ' αυτόν που θέλει να πει την αλήθεια και που δέχεται να πεθάνει για χάρη της; Ας πούμε λοιπόν ότι υπάρχει μια συνωμοσία ενάντια στη δημόσια λευτεριά· ότι χρωστά τη δύναμή της σε μια εγκλημα­τική συμμαχία που δολοπλοκεί μέσα στα ίδια τα πλαίσια της Συμβατικής· ότι αυτή η συμμαχία έχει συνενόχους στην Επι­τροπή της γενικής ασφάλειας, και στα γραφεία αυτής της Επι­τροπής όπου κυριαρχούν ότι οι εχθροί της Δημοκρατίας αντι­παράθεσαν αυτή την Επιτροπή προς την Επιτροπή Δημόσιας Σωτηρίας και δημιούργησαν έτσι δύο κυβερνήσεις· ότι μέλη της Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας συμμετέχουν σ' αυτή τη συνωμοσία· ότι ο συνασπισμός που δημιουργήθηκε έτσι προ­σπαθεί να αφανίσει τους πατριώτες και την πατρίδα. Ποιο είναι το αντίδοτο γι' αυτό το κακό; Η τιμωρία των προδοτών, η ανα­νέωση των γραφείων της Επιτροπής γενικής ασφάλειας, η εκ­καθάριση αυτής της Επιτροπής και η υποταγή της στην Επι­τροπή Δημόσιας Σωτηρίας· η εκκαθάριση της ίδιας της Επι­τροπής Δημόσιας Σωτηρίας, η συγκρότηση της ενότητας της κυβέρνησης κάτω από την ανώτατη εξουσία της Εθνικής Συμ­βατικής, που είναι το κέντρο και ο κριτής, και η συντριβή μ' αυτόν τον τρόπο όλων των παρατάξεων κάτω από το βάρος της εθνικής κυριαρχίας, για να υψωθούν πάνω στα συντρίμμια τους, η δύναμη της δικαιοσύνης και της λευτεριάς. Αυτές είναι οι αρχές. Κι αν είναι αδύνατο να τις διακηρύξω χωρίς να με περά­σουν για έναν φιλόδοξο, τότε θα φτάσω στο συμπέρασμα ότι οι

290

αρχές έχουν προγραφεί, κι ότι η τυραννία βασιλεύει ανάμεσά μας, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι οφείλω να σωπάσω: γιατί τι μπορούν να πουν για έναν άνθρωπο που έχει δίκιο και που ξέρει να πεθάνει για την πατρίδα του;

Είμαι φτιαγμένος για να πολεμώ το έγκλημα και όχι για να το κυβερνώ. Δεν ήρθε ακόμη ο καιρός που οι καλοί άνθρωποι θα μπορούν να υπηρετούν ατιμώρητα την πατρίδα: οι υπερα­σπιστές της λευτεριάς θα είναι πάντα προγραμμένοι, όσο θα κυριαρχεί η ορδή των απατεώνων.

291

Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α

293

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ - Mια σύντομη αναφορά στην ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ

ΜΑΡΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΜΑΡΑ

Για τον άνθρωπο Η εγκαθίδρυση του δεσποτισμού Τα μέσα του δεσποτισμού: Ο έλεγχος της γνώμης

Για το δικαίωμά των αποικιών στη χειραφέτηση Η επαναστατική πάλη σαν μορφή της πάλης των τάξεων Η απαισιοδοξία του Μαρά

Ούτε άμορφες μάζες, ούτε επαγγελματίες επαναστάτες: Ο στρατός των μάλλινων σκούφων

Η νομιμότητα της εξέγερσης Σεβασμός μόνο στους δίκαιους νόμους Και πάλι για το πρόβλημα του στρατού

Ο στρατός στην υπηρεσία της Επανάστασης: Για έναν λαϊ­κό στρατό

Η ελευθερία του τύπου

Η ματαιότητά των συνταγματικών περιορισμών: Για μιαν επαναστατική λύση

Το ιδανικό της άμεσης δημοκρατίας: Ο έλεγχος των εκλεγ­μένων από τους εκλογείς τους

Από το ιδανικό στην πραγματικότητα: Η πάλη των τάξεων Σκλήρυνση της θέσης για την πάλη των τάξεων

Τι θα είναι η επανάσταση; Ο κίνδυνος από τις διαμάχες των παρατάξεων

Πώς θα νικηθεί ο δεσποτισμός: Η ανάγκη της εξέγερσης Οι βοηθοί του δεσποτισμού: Η τάξη των εμπόρων Οι βοηθοί του δεσποτισμού: Ο στρατός Οι βοηθοί του δεσποτισμού: Η θρησκεία

7

13

49

55 65 65 68 69 71 73 75 79

80 81 82

84

88 89

91 94 98

100

102 104 106 111

ΣΕΝ-ΖΙΣΤ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΕΝ-ΖΙΣΤ

Για το Σύνταγμα της Γαλλίας (24.4.1793) Για τους δήμους (24.5.1793) Για την επαναστατική κυβέρνηση (10.10.1793)

ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΣ

Για το σχέδιο του συντάγματος (11.8.1791) Για τα πολιτικά δικαιώματα των εγχρώμων (24.9.1791) Έκθεση των αρχών μου (Μάης 1792) Περί ιδιοκτησίας και Πλήρες σχέδιο για τη Διακήρυξη

των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη (24.4.1793)

Για την αντιπροσωπευτική κυβέρνηση (10.5.1793) Για τις αρχές της επαναστατικής κυβέρνησης (25.12 .1793) Για τις αρχές της πολιτικής ηθικής που οφείλουν να καθο­

δηγούν την εθνική Συμβατική στην εσωτερική διοίκησή της δημοκρατίας (5/17.2.1794)

Για τις σχέσεις των θρησκευτικών και ηθικών ιδεών με τις δημοκρατικές αρχές και για τις εθνικές γιορτές (7.5.1794)

Ο τελευταίος λόγος του Ροβεσπιέρου (26.7.1794) 278 252

230

218 202

195

188 186 185 185 155

142 138 123

113 123

ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΡΟΒΕΣΠΙΕΡΟΥ

Μαρά Σεν-Zιστ Ροβεσπιέρος ΚΕΙΜΕΝΑ

Αύγουστος 1989 ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ»

ISBN 960-224-151-9