Ἑρρῖκος Σλῆμαν (1822-1890), μιὰ ζωὴ στὴνὑπηρεσία τῆς...

43
1. Ἡ παροῦσα βιογραφία ἀποτελεῖ βελτιωμένη καὶ ἐπαυξημένη ἔκδοση τῆς γερμανικῆς βιογραφίας: G. Styl. Korres, Heinrich Schliemann, ein Leben für die Wissenschaft (Berlin 1990). Ἑρρῖκος Σλῆμαν ἐγεννήθη εἰς τὴν Βόρειο Γερμα- νία τὸ 1822, ἔζησε τὴν νεαρά του ἡλικία εἰς τὸ Μέκλεμπουρκ, ἐναυάγησε καθ’ ὁδὸν πρὸς τὴν Βενε - ζουέλα εἰς τὶς ἀκτὲς τῆς Ὁλλανδίας, ἐργάσθηκε σὲ Τράπεζα εἰς Ἄμστερνταμ, ἐπλούτισε ὡς μεγαλέμπορος εἰς τὴν Ἁγία Πετρούπολι, ἐδιπλασίασε τὴν περιουσία του εἰς τὴν Ἀμερικὴ συναλλασσόμενος μὲ χρυσοθῆρες, ἐσπούδασε εἰς τὴν Σορβόννη, ἔγινε διδάκτωρ εἰς τὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Ροστόκ, ἔγινε διάσημος ἀνὰ τὸν κό- σμο ἀπὸ τὶς ἀνασκαφές του εἰς τὴν Τροία, τὶς Μυκῆνες, τὴν Ἰθάκη, τὸν Βοιωτικὸ Ὀρχομενό, τὴν Τίρυνθα, τὶς ἔρευνές του εἰς Πύλον, εἰς Μοτύην τῆς Σικελίας, εἰς Θερμοπύλες, εἰς Μαραθῶνα, εἰς Ἀλεξάνδρειαν, ἔδωκε σάρκα καὶ ὀστᾶ εἰς τοὺς ὁμηρικοὺς ἥρωες, ἀπέδωκε ἱστορικὸν πυρῆνα εἰς τὰ ὁμηρικὰ ἔπη, ἐδέχθη/ἐπέτυχε τὴν ἐπιστημονικὴ ἀναγνώρισι εἰς τὴν Ἀγγλία, ἐτιμήθη ἀπὸ εἴκοσι καὶ πλέον εὐρωπαϊκὲς καὶ ἑλληνικὲς ἐπι- στημονικὲς ἑταιρεῖες, ἔλαβε παράσημα εἰς τὴν πατρίδα του (ἀλλὰ ὄχι εἰς τὴν Ἑλλάδα), ἀνηγορεύθη σὲ ἐπίτιμο δημότη τῆς πόλεως τοῦ Βερολίνου μετὰ τὴν ἐκεῖ δωρεὰ τῶν τρωικῶν συλλογῶν του, ἐνυμφεύθη δυὸ φορὲς καὶ ἀπεβίωσε εἰς τὴν Νεάπολι τῆς Ἰταλίας τὴν 26η Δεκεμ- βρίου 1890. Γενικῶς, ἀνεδείχθη ὡς ὁ πλέον συζητούμενος ἀρ- χαιολόγος κατὰ τὶς ἡμέρες μας καὶ ἀποτελεῖ, χάρις εἰς τὸ πλῆθος τῶν καταλοίπων του, εἴτε δημοσιευθέντων ἔργων εἴτε ἀδημοσίευτων γραπτῶν του κειμένων, τὴν ἀέναο πηγὴ πρὸς τὴν ὁποία θὰ προσβλέπουν ἐπὶ δεκα- ετίες ὅλες πολλοὶ ἐρευνηταὶ τῆς Ἀρχαιολογίας καὶ τῆς Ἱστορίας τῆς Ἀρχαιολογίας τοῦ 19ου αἰῶνος ὅπως καὶ γιὰ τὴν δραστηριότητα Γερμανῶν ἐμπόρων στὴν Ρωσ- σία. Τὰ πέντε Διεθνῆ Συνέδρια, ποὺ συνεκλήθησαν ἐντὸς διαστήματος ἐνὸς ἔτους (Δεκέμβριος 1989-Δεκέμ - βριος 1990), ἀποτελοῦν ἀψευδεῖς μάρτυρες τῆς σημα - σίας τοῦ ἔργου ποὺ ἐπετέλεσε καὶ τῆς μεγαλοφυίας ποὺ τὸν διέκρινε. Εἶναι, πράγματι, ὁ μέγας πρωτοπόρος τῆς Ἱστορίας τῆς Ἀρχαιολογίας τοῦ 19ου αἰῶνος μὲ πολυσχιδῆ καὶ ἀκάματο δραστηριότητα κατὰ τὴν ἐνά- σκησι τῶν διαφερόντων του. Ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἠμπορεῖ νὰ ἀξιολογήσῃ τὴν προσφορά του καθόλου μὲ ἐπὶ μέρους ἐξέτασι τοῦ ἔργου του ὡς μεγαλεμπόρου εἰς τὴν Ρωσσία, ὡς περιη- γητοῦ, εἴτε εἰς ἀρχαιολογικὲς περιοχὲς εἴτε εἰς ξένες χῶρες, ὡς ἀρχαιολόγου, ὡς συλλέκτου, ὡς πολίτου τῆς Εὐρώπης καὶ γενικώτερον τοῦ κόσμου, ὡς ἐπιστήμονος μεγάλης ἐμβελείας, ὡς διαπρυσίου κήρυκος τῆς ἱστο- ρικότητος τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν, ὡς χρυσοθήρα, ὡς ἐπι- χειρηματίου μὲ ἀνέγερσι καὶ ἐκμετάλλευσι διαφόρων κτηρίων εἰς Ἀθήνας, ὡς ἀλληλογράφου μὲ τὶς 60.000 ἐπιστολῶν ποὺ ὑπολογίζεται ὅτι ἔγραψε πρὸς διαφό- ρους, συγγενεῖς του, φίλους του, ἐπιστήμονες, προσω- πικότητες, ἐκδότες του σὲ ὅλον τὸν κόσμον καὶ πρὸς τὶς οἰκογένειές του. Ἀπὸ τὶς ἐπιστoλὲς καὶ τὰ ἔγγραφα ποὺ ἀπηύθυνε πρὸς δημόσιες ὑπηρεσίες εἰς Ἀθήνας, Κων- σταντινούπολιν, Βερολῖνον, καθὼς καὶ πρὸς διαφόρους ἀρχαιολόγους εἰς Ἰταλίαν, διὰ τὴν χορήγησι τῆς ἑκά- στοτε ἀδείας πρὸς διενέργειαν ἀνασκαφῶν, ἐκπηδᾷ ἀνάγλυφη ἡ πολυκύμαντη σταδιοδρομία του καὶ ἡ προσωπικότης του, ἀναφαίνονται ἡ διπλωματικότητα ποὺ τὸν διέκρινε καὶ οἱ στόχοι του ὡς μεγαλεμπόρου, ὡς ἐπιστήμονος, ὡς ἀνασκαφέως, ὡς ἐκδότου, ὡς συγ - γενοῦς καὶ οἰκογενειάρχου, ὡς συζύγου καὶ ἀδελφοῦ (1842-1890). Ι. Περίοδος 1822-1867 Ὁ Ἑρρῖκος Σλῆμαν ἐγεννήθη τὴν 6η Ἰανουαρίου 1822 εἰς τὸ μικρὸ χωριὸ Νοϋμπούκω τῆς Βορείου Γερμανίας (παρὰ τὴν πόλι Βίσμαρ), ὅπου ὑπηρετοῦσε ὁ πατέρας του ὡς λουθηρανὸς πάστωρ. Λόγω μετα- θέσεως τοῦ πατέρα του εἰς τὸ χωριὸ Ἀνκερσχάγκεν τῆς περιφερείας Βάρεν τοῦ Μέκλεμπουρκ, διῆλθε τὴν παι- δική του ἡλικία ἀπὸ τὸ 1823 μέχρι τὸ 1831, σὲ ἕνα 22 Ἑρρῖκος Σλῆμαν (1822-1890), μιὰ ζωὴ στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀρχαιολογικῆς ἐπιστήμης 1 Γεώργιος Στυλ. Κορρές

Transcript of Ἑρρῖκος Σλῆμαν (1822-1890), μιὰ ζωὴ στὴνὑπηρεσία τῆς...

  • 1. Ἡ παροῦσα βιογραφία ἀποτελεῖ βελτιωμένη καὶ ἐπαυξημένηἔκδοση τῆς γερμανικῆς βιογραφίας: G. Styl. Korres, Heinrich

    Schliemann, ein Leben für die Wissenschaft (Berlin 1990).

    ὉἙρρῖκος Σλῆμαν ἐγεννήθη εἰς τὴν Βόρειο Γερμα -νία τὸ 1822, ἔζησε τὴν νεαρά του ἡλικία εἰς τὸΜέκλεμπουρκ, ἐναυάγησε καθ’ ὁδὸν πρὸς τὴν Βενε -ζουέλα εἰς τὶς ἀκτὲς τῆς Ὁλλανδίας, ἐργάσθηκε σὲΤράπεζα εἰς Ἄμστερνταμ, ἐπλούτισε ὡς μεγαλέμποροςεἰς τὴν Ἁγία Πετρούπολι, ἐδιπλασίασε τὴν περιουσίατου εἰς τὴν Ἀμερικὴ συναλλασσόμενος μὲ χρυσοθῆρες,ἐσπούδασε εἰς τὴν Σορβόννη, ἔγινε διδάκτωρ εἰς τὸΠανεπιστήμιο τοῦ Ροστόκ, ἔγινε διάσημος ἀνὰ τὸν κό -σμο ἀπὸ τὶς ἀνασκαφές του εἰς τὴν Τροία, τὶς Μυκῆνες,τὴν Ἰθάκη, τὸν Βοιωτικὸ Ὀρχομενό, τὴν Τίρυνθα, τὶςἔρευνές του εἰς Πύλον, εἰς Μοτύην τῆς Σικελίας, εἰςΘερμοπύλες, εἰς Μαραθῶνα, εἰς Ἀλεξάνδρειαν, ἔδωκεσάρκα καὶ ὀστᾶ εἰς τοὺς ὁμηρικοὺς ἥρωες, ἀπέδωκεἱστορικὸν πυρῆνα εἰς τὰ ὁμηρικὰ ἔπη, ἐδέχθη/ἐπέτυχετὴν ἐπιστημονικὴ ἀναγνώρισι εἰς τὴν Ἀγγλία, ἐτιμήθηἀπὸ εἴκοσι καὶ πλέον εὐρωπαϊκὲς καὶ ἑλληνικὲς ἐπι -στημονικὲς ἑταιρεῖες, ἔλαβε παράσημα εἰς τὴν πατρίδατου (ἀλλὰ ὄχι εἰς τὴν Ἑλλάδα), ἀνηγορεύθη σὲ ἐπίτιμοδημότη τῆς πόλεως τοῦ Βερολίνου μετὰ τὴν ἐκεῖ δωρεὰτῶν τρωικῶν συλλογῶν του, ἐνυμφεύθη δυὸ φορὲς καὶἀπεβίωσε εἰς τὴν Νεάπολι τῆς Ἰταλίας τὴν 26η Δεκεμ -βρίου 1890.

    Γενικῶς, ἀνεδείχθη ὡς ὁ πλέον συζητούμενος ἀρ -χαιολόγος κατὰ τὶς ἡμέρες μας καὶ ἀποτελεῖ, χάρις εἰςτὸ πλῆθος τῶν καταλοίπων του, εἴτε δημοσιευθέντωνἔργων εἴτε ἀδημοσίευτων γραπτῶν του κειμένων, τὴνἀέναο πηγὴ πρὸς τὴν ὁποία θὰ προσβλέπουν ἐπὶ δεκα -ετίες ὅλες πολλοὶ ἐρευνηταὶ τῆς Ἀρχαιολογίας καὶ τῆςἹστορίας τῆς Ἀρχαιολογίας τοῦ 19ου αἰῶνος ὅπως καὶγιὰ τὴν δραστηριότητα Γερμανῶν ἐμπόρων στὴν Ρωσ -σία. Τὰ πέντε Διεθνῆ Συνέδρια, ποὺ συνεκλήθησανἐντὸς διαστήματος ἐνὸς ἔτους (Δεκέμβριος 1989-Δεκέμ -βριος 1990), ἀποτελοῦν ἀψευδεῖς μάρτυρες τῆς σημα -σίας τοῦ ἔργου ποὺ ἐπετέλεσε καὶ τῆς μεγαλοφυίαςποὺ τὸν διέκρινε. Εἶναι, πράγματι, ὁ μέγας πρωτοπόρος

    τῆς Ἱστορίας τῆς Ἀρχαιολογίας τοῦ 19ου αἰῶνος μὲπολυσχιδῆ καὶ ἀκάματο δραστηριότητα κατὰ τὴν ἐνά -σκησι τῶν διαφερόντων του.

    Ἡ ἐπιστημονικὴ ἔρευνα ἠμπορεῖ νὰ ἀξιολογήσῃ τὴνπροσφορά του καθόλου μὲ ἐπὶ μέρους ἐξέτασι τοῦἔργου του ὡς μεγαλεμπόρου εἰς τὴν Ρωσσία, ὡς περιη -γητοῦ, εἴτε εἰς ἀρχαιολογικὲς περιοχὲς εἴτε εἰς ξένεςχῶρες, ὡς ἀρχαιολόγου, ὡς συλλέκτου, ὡς πολίτου τῆςΕὐρώπης καὶ γενικώτερον τοῦ κόσμου, ὡς ἐπιστήμονοςμεγάλης ἐμβελείας, ὡς διαπρυσίου κήρυκος τῆς ἱστο -ρικότητος τῶν ὁμηρικῶν ἐπῶν, ὡς χρυσοθήρα, ὡς ἐπι -χειρηματίου μὲ ἀνέγερσι καὶ ἐκμετάλλευσι διαφόρωνκτηρίων εἰς Ἀθήνας, ὡς ἀλληλογράφου μὲ τὶς 60.000ἐπιστολῶν ποὺ ὑπολογίζεται ὅτι ἔγραψε πρὸς διαφό -ρους, συγγενεῖς του, φίλους του, ἐπιστήμονες, προσω -πικότητες, ἐκδότες του σὲ ὅλον τὸν κόσμον καὶ πρὸς τὶςοἰκογένειές του. Ἀπὸ τὶς ἐπιστoλὲς καὶ τὰ ἔγγραφα ποὺἀπηύθυνε πρὸς δημόσιες ὑπηρεσίες εἰς Ἀθήνας, Κων -σταντινούπολιν, Βερολῖνον, καθὼς καὶ πρὸς διαφόρουςἀρχαιολόγους εἰς Ἰταλίαν, διὰ τὴν χορήγησι τῆς ἑκά -στοτε ἀδείας πρὸς διενέργειαν ἀνασκαφῶν, ἐκπηδᾷἀνάγλυφη ἡ πολυκύμαντη σταδιοδρομία του καὶ ἡπροσωπικότης του, ἀναφαίνονται ἡ διπλωματικότηταποὺ τὸν διέκρινε καὶ οἱ στόχοι του ὡς μεγαλεμπόρου,ὡς ἐπιστήμονος, ὡς ἀνασκαφέως, ὡς ἐκδότου, ὡς συγ -γενοῦς καὶ οἰκογενειάρχου, ὡς συζύγου καὶ ἀδελ φοῦ(1842-1890).

    Ι. Περίοδος 1822-1867Ὁ Ἑρρῖκος Σλῆμαν ἐγεννήθη τὴν 6η Ἰανουαρίου

    1822 εἰς τὸ μικρὸ χωριὸ Νοϋμπούκω τῆς ΒορείουΓερμανίας (παρὰ τὴν πόλι Βίσμαρ), ὅπου ὑπηρετοῦσεὁ πατέρας του ὡς λουθηρανὸς πάστωρ. Λόγω μετα -θέσεως τοῦ πατέρα του εἰς τὸ χωριὸ Ἀνκερσχάγκεν τῆςπεριφερείας Βάρεν τοῦ Μέκλεμπουρκ, διῆλθε τὴν παι -δική του ἡλικία ἀπὸ τὸ 1823 μέχρι τὸ 1831, σὲ ἕνα

    22Ἑρρῖκος Σλῆμαν (1822-1890),

    μιὰ ζωὴ στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀρχαιολογικῆς ἐπιστήμης1

    Γεώργιος Στυλ. Κορρές

  • Ἑρρῖκος Σλῆμαν (1822-1890), μιὰ ζωὴ στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀρχαιολογικῆς ἐπιστήμης 185

    περιβάλλον, ποὺ ὁ ἴδιος ὑπερέβαλε ἀργότερον διὰ νὰὑποστηρίξῃ ὅτι συνετέλεσε στὴν μεγάλη ἀπόφασί τουνὰ ἀφιερωθῇ στὴν ἐξερεύνησι τοῦ μέχρι τότε οὐσια -στικῶς ἀγνώστου μυκηναϊκοῦ/ὁμηρικοῦ κόσμου.2

    Ἡ παραμονὴ εἰς Ἀνκερσχάγκεν ὁριοθετεῖται ἀπὸτὸν θάνατο τῆς μητέρας του (1831) καὶ ἀπὸ τὴν ἀπό -λυση τοῦ μέθυσου καὶ ἀσυμβίβαστου κοινωνικῶς πατέ -ρα του, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταφύγῃ εἰς θεῖον του εἰςΚάλκχορτ, νὰ ἐπισκεφθῇ τὸ Γυμνάσιο καί, ἐν συνεχείᾳ,τὸ Πρακτικὸ Λύκειο εἰς τὴν πόλι Νόυστρε λιτς.

    Δεκατετραετὴς ἀνέλαβε ὑπηρεσία ἐπὶ πέντε ἔτη εἰςπαντοπωλεῖον τῆς κωμοπόλεως Φύρστενμπεργ, ὅπουεἶχε τὴν δυνατότητα διὰ δευτέραν φοράν, μετὰ τὴνπροπαιδεία του πλησίον τοῦ πατέρα του, νὰ ἀντιληφθῇτὸ μέγεθος τῆς γοητείας ποὺ ἐνασκοῦσε εἰς αὐτὸν ἡἀρχαία ἑλληνικὴ καί, εἰδικώτερον, ἡ ὁμηρικὴ γλῶσσα.

    Ἡ ἐπιθυμία του νὰ ἐγκαταλείψῃ αὐτό, τὸ ἄνευ δια -φαινομένου μέλλοντος περιβάλλον, ὤθησε τὸν νεαρὸνἙρρῖκον Σλῆμαν σὲ μετανάστευσι διὰ τὴν μακρινὴΒενεζουέλα, ἀλλὰ ἡ κακοκαιρία τὸν ἐξηνάγκασε νὰκαταλήξῃ ναυαγὸς εἰς τὴν ὁλλανδικὴ ἀκτή. Ἡ πλησιέ -στερη πόλι ἦτο τὸ Ἄμστερνταμ καὶ ἐπέτυχε νὰ προ -σληφθῇ ὡς κλητήρας καὶ ἄρχισε τὴν ἐκμάθησι ξένωνγλωσσῶν καὶ καλλιγραφίας, διότι ταχέως ἀντελήφθηὅτι οἱ ξένες γλῶσσες θὰ ἦτο δυνατὸν νὰ τὸν ἐξαγάγουνἀπὸ τὴν ἔνδεια καὶ νὰ βελτιώσουν τὴν θέσι του.3

    Ἀφοῦ εἶχε ἐκμάθει ἑπτὰ ἄλλες γλῶσσες, μετὰ τὴνἀγγλικὴ καὶ τὴν γαλλική, τὴν ὁλλανδική, τὴν ἱσπανική,τὴν ἰταλική, τὴν πορτογαλλικὴ καὶ τὴν ρωσσική, ἐπέ -τυχε νὰ ἀποσταλῇ τὸν Ἰανουάριον 1846 ὡς ἐκπρό -σωπος τοῦ διεθνοῦς ἐμπορικοῦ οἴκου Σραῖντερ, πλη -σίον τοῦ ὁποίου εἰργάζετο εἰς Ἄμστερνταμ, εἰς τὴνἉγία Πετρούπολι καὶ νὰ γίνῃ ἐντὸς ἑνὸς ἔτους οἰκονο -μικῶς ἀνεξάρτητος χάρις εἰς τὴν κερδοσκοπική τουδραστηριότητα (1847).

    Ἀσχoλήθηκε ἰδιαιτέρως μὲ τὸ ἐμπόριο τοῦ ἰνδικοῦ(λου λάκι), τεΐου, καφέ, σακχάρεως καὶ ξυλείας, ὅλαἀπὸ τὴν Κεντρικὴ Ἀμερική, καὶ ἐπέτυχε νὰ ἀναγνω -ρισθῇ εἰς τὴν τάξι τῶν μεγαλεμπόρων τῆς Πετρουπό -λεως.

    Ἀπὸ τὶς ἔρευνες τοῦ καθηγ. Δημ. Τσιμπουκίδη στὸΚρατικὸ Ἀρχεῖο τοῦ Μουσείου τῆς Ἱστορίας τῆς πό -λεως τῆς Πετρουπόλεως προέκυψε ἡ ἀκριβὴς ἱστορίατοῦ Ἑρρῖκου Σλῆμαν κατὰ τὴν περίοδο τῆς παραμονῆςτου στὴν Ἁγία Πετρούπολι μὲ κάθε λεπτομέρεια.Ὅπως, λοιπόν, ὑποστηρίζει ὁ καθηγ. Τσιμπουκίδης, ἡαἴτηση τοῦ Σλῆμαν νὰ γίνῃ Ρῶσσος ὑπήκοος ἐνεκρίθη

    ἀπὸ τὶς ρωσσικὲς ἀρχὲς καὶ μάλιστα, ἕνα ἔτος μετὰ τὴνἄφιξή του στὴν Πετρούπολι.

    Ἐπίσης, πάντοτε ἀπὸ τὸ ἀρχειακὸ ὑλικὸ ἐγνώσθηὅτι ἀκριβῶς πρὸ τῆς ὁριστικῆς ἀναχωρήσεώς του ἀπὸτὴν Ρωσσία ἔγινε καὶ ἐπίτιμος Ρῶσσος ὑπήκοος. Ἀπὸτὴν σχετικὴ ἀπόφαση ἀρυόμεθα τὶς ἀκόλουθες πληρο -φορίες: «Στὸν ἐμπορευόμενο τῆς πόλεώς μας ἙρρῖκοΣλῆμαν, ποὺ ἀνήκει δικαιωματικῶς στὴν πρώτη Γίλδια(κατηγορίες ἐμπόρων τῆς Τσαρικῆς Ρωσσίας, ὅπως ση -μειοῖ ὁ καθηγ. Τσιμπουκίδης, ἀναλόγως πρὸς τὴν πε -ριου σιακή τους κατάσταση καὶ τὶς φορολογικές τουςὑποχρεώσεις) ἀπονέμεται ὁ ἰσόβιος καὶ κληρονομικὸςτίτλος τοῦ ἐπιτίμου Ρώσσου πολίτου».

    Διὰ τὴν ἀπονομή, ἐξ ἄλλου, αὐτῆς τῆς διακρίσεως, ὁΣλῆμαν ὑπέβαλε τὴν διαβεβαίωσι ὅτι διαμένει στὴνδευτέρα συνοικία τοῦ Διαμερίσματος τῆς Πετρουπό -λεως, «σειρὰ πρώτη», ἀριθ. 30.

    Τὴν πρόοδο τῶν πάσης φύσεως ἐμπορικῶν συναλ -λαγῶν του ὤφειλε στὴν ἐπιτυχία του νὰ σχετισθῇ καὶ νὰἀποκτήσῃ στενοὺς δεσμοὺς μὲ ἐπιφανεῖς ἐμπορικοὺςπαράγοντες τῆς ρωσσικῆς πρωτεύουσας καὶ νὰ κλείσῃπροκαταρκτικὲς ἐμπορικὲς συμφωνίες (Τσιμπουκίδης1981). Στὶς πρωτοβουλίες του, ἀκριβῶς, ὀφείλεται ἡ τὸπρῶτον εἰσαγωγὴ στὴν Ρωσσία νίτρου καὶ ἰνδικοῦ λου -λακίου, τὰ ὁποῖα ἦταν ἄκρως ἀπαραίτητα γιὰ τὴν Ρωσ -σικὴ κατανάλωση.

    Πάντοτε, κατὰ τὰ στοιχεῖα ποὺ παρέχει ὁ καθηγ.Τσιμπουκίδης, ὁ Ἑρρῖκος Σλῆμαν ἔγινε μέλος τῆς δευ -τέ ρας ἐμπορικῆς Γίλδιας χάρις στὶς συστάσεις τοῦἘμπο ρικοῦ Ἐπιμελητηρίου τῆς Πετρουπόλεως τὴν19η Φεβρουαρίου 1847 (τόμος 479). Ἐκ τοῦ βιβλίουΚαταγραφῆς τοῦ Ἐπιμελητηρίου, ἐν σχέσει πρὸς τὶςἀλλαγὲς ποὺ ἐπῆλθαν στὴν διαστρωμάτωσι τῶν ἐμπο -ρευομένων τῆς Πετρουπόλεως κατὰ τὸ ἔτος 1847, καθί -σταται σαφὲς ὅτι ὁ Σλῆμαν ἔγινε μέλος τῆς ἐμπορικῆςΓίλδιας.

    Ἀκολούθως, ἐπέτυχε νὰ ἀναγνωρισθῇ καὶ νὰ ἐγγρα -φῇ ὡς μέλος τῆς δευτέρας ἐμπορικῆς Γίλδιας τῆς πό -λεως Νάρβα τὴν 27η Νοεμβρίου 1852 καὶ ἐν συνε χείᾳτῆς πρώτης Γίλδιας τὸ 1854. Προκειμένου, μάλιστα, νὰἐγγραφῇ στοὺς καταλόγους τῆς πρώτης Γίλδιας τῆςΠετρουπόλεως, κατέστη ἀναγκαῖο νὰ διαγραφῇ τὸνΔεκέμβριον 1862 ὁ Ἑρρ. Σλῆμαν ἀπὸ τοὺς καταλόγουςτῶν ἐμπόρων τῆς Νάρβα ὡς καὶ ὁ υἱός του Σέργιος(Δεκέμβριος 1862 καὶ ἑξῆς).

    Νέα διαγραφὴ καὶ ἀπὸ τὴν πρώτην Γίλδια, πλέον,κατέστη ἀναγκαία ὥστε νὰ γίνῃ μέλος τῆς Γίλδιας τῶνἐπιτίμων πολιτῶν τῆς Πετρουπόλεως.

    2. Bölke 1988. 3. Bastet 1985β, 239-246.

  • 186 Γεώργιος Στυλ. Κορρές

    Τὸ ἔτος 1846 ἐπραγματοποίησε καὶ τὸ πρῶτο τουταξίδι ἀνὰ τὴν Δυτικὴ Εὐρώπη καὶ κατὰ τὰ ἔτη 1850-52 παρέμεινε στὴν Καλιφόρνια, διὰ νὰ διευθετήσῃ τὰπεριουσιακὰ τοῦ χρυσοθήρα ἀδελφοῦ του Λουδοβίκου,ποὺ εἶχε ἀποθάνει στὴν πόλι τοῦ Σακραμέντο ἀπὸτῦφο. Ἐκεῖ ὀργάνωσε ἀμέσως τράπεζα γιὰ ἀγορὰ χρυ -σοῦ καὶ ἐδιπλασίασε τὴν περιουσία του.4

    Στὴν Πετρούπολι, ὅπου ἐπέστρεψε, ἐνυμφεύθη τὴνΑἰκατερίνη Πετρόβνα Λίζινα (1853), θυγατέρα τοῦ ἐπι -τίμου πολίτη Πιὸτρ Ἀλεξάντροβιτς Λίζιν καὶ ἀνηψιὰτοῦ ἐμπόρου Ζιβάγκο (κατὰ τὶς ἔρευνες, πάντοτε, τοῦΔημ. Τσιμπουκίδη). Ἡ γαμήλιος τελετὴ ἔλαβε χώραστὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰσαάκ, ὅπου στὰ βιβλίακατεχωρίσθη ἡ δήλωσι τοῦ Σλῆμαν ὅτι νυμφεύεται διὰπρώτη φορά. Τὶς ἡμερομηνίες γέννησης τῶν τριῶνπρώτων παιδιῶν τοῦ Σλῆμαν μαθαίνομε ἀπὸ τὸ Κρα -τικὸ Ἀρχεῖο τῆς Πετρουπόλεως: ὁ Σέργιος ἐγεννήθηκετὴν 16η Σεπτεμβρίου 1855, ἡ Ναταλία τὴν 12η Ἰανουα -ρίου 1859 καὶ ἡ Ναντέσντα τὴν 21η Ἰουλίου 1861. ὉΣέργιος ἔγινε νομικὸς καὶ ἀπέθανε τὸ ἔτος 1940 (ἢ1939) στὴν Ρωσσία, ἡ Ναταλία ἀπέθανε νέα τὸ 1869καὶ ἡ Ναντέσντα τὸ 1935.

    Μὲ τὴν ἔκρηξη τοῦ Κριμαϊκοῦ πολέμου (1854-1856) ἐπωφελήθηκε τῆς καταστάσεως, ἀνέπτυξε τὸἐμπόριο τοῦ ἰνδικοῦ λουλακίου, θείου, μολύβδου καὶξυλείας καὶ ἐσχημάτισε κολοσσιαία περιουσία.

    Ἂν καὶ ἀπορροφημένος ἀπὸ τὴν ἔντασι τοῦ ἐμπο -ρίου καὶ ἀπὸ τὴν ἐκμάθησι καὶ ἄλλων ξένων γλωσσῶν,διέγνωσε τὴν ἀδυναμία τους νὰ συνυπάρξουν μὲ τὴσυζυγό του, καὶ φρόντισε νὰ ἐπιτύχῃ τὴν ἔκδοσι δια -ζυγίου τὸ 1869 εἰς τὴν Ἰνδιανάπολι τῆς Β. Ἀμερικῆς, ὡςἈμερικανὸς πλέον πολίτης.5

    Καθ’ ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα συνέχισε τὰ ἀνὰ τὸνκόσμον ταξίδιά του καὶ ὄχι μόνον εἰς τὴν Εὐρώπην,ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν Β. Ἀφρικήν, μέχρι τῆς Κίνας, Ἰαπωνίαςκαὶ Ἰνδιῶν, ὡς καὶ τῆς Βορ. Ἀμερικῆς (1864-1866). Τὸμοναδικό του ταξιδιωτικὸ βιβλίο, ποὺ ἐξέδωκε τὸ 1867εἰς τὸ Παρίσι, ἔχει τὸν τίτλον La Chine et le Japon autemps present,6 ἐνῷ ὅλα τὰ λοιπά του ταξιδιωτικὰ ἡμε -ρολόγια παρέμειναν ἀδημοσίευτα (καὶ παραμένουν)λόγῳ τῶν νέων του ἐνασχoλήσεων, ποὺ ἦτo ἡ με λέτη τοῦἀρχαίου κόσμου καὶ ἡ διενέργεια ἀνασκαφῶν σὲ διά -φο ρα μέρη τῆς Ἑλλάδος καὶ εἰς τὴν Τρωάδα.

    Ἡ οἰκογενειακή του κατάσταση τὸν ὤθησε εἰς τὴνλῆψι σοβαρῶν ἀποφάσεων, ὅπως νὰ ἐγκαταλείψῃ τὶςπροσοδοφόρες ἐμπορικές του δραστηριότητες καὶ νὰἐγγραφῇ εἰς τὴν Σορβόννη, διὰ νὰ σπουδάσῃ ἀρχαίαἑλληνικὴ φιλολογία καὶ φιλοσοφία, συγκριτικὴ γλωσ -σολογία καὶ ἀραβικὴ γλῶσσα. Ἤδη εἶχε θέσει τοὺςστόχους τῶν περαιτέρω ἐνασχoλήσεών του, νὰ γίνῃἀρχαιολόγος καὶ νὰ διεξαγάγῃ ἔρευνες καὶ ἀνασκαφὲςδιὰ τὴν ἀνασύστασι τοῦ ἀρχαίου ὁμηρικοῦ κόσμου, μίαἐπιδίωξι ποὺ ἐδημιούργησε ἀργότερα σκωπτικὰ δημο -σιεύματα γιὰ νὰ ἀνεύρῃ καὶ τὸν θησαυρὸ τῶν Νιμπε -λοῦνγκεν μετὰ τὴν ἀνεύρεσι τοῦ λεγομένου θησαυροῦτοῦ Πριάμου.

    ΙΙ. Περίοδος 1868-1870Τὴν ἄνοιξι τοῦ ἔτους 1868 ἐπεσκέφθη κατ’ ἀρχὴν

    τὴν Κέρκυρα καὶ τὴν Λευκάδα, ἀλλ’ ἐγοητεύθη ἀπὸ τὴνἸθάκη καὶ ἐπεδίωξε εἰς μάτην νὰ ἀνασκάψῃ τὰ ἀνά -κτορα τοῦ Ὀδυσσέως ἐπὶ τoῦ ὄρους Ἀετός. Ἡ ἀφελὴςτότε, πίστι του νὰ ἀπoδίδῃ ὅ,τι εὕρισκε εἰς τὰ ἀναφε -ρόμενα/μνημονευόμενα εἰς τὴν Ὀδύσσεια, τὸν ἠνά -γκασε νὰ σπεύσῃ νὰ ἀπoδώσῃ εἰς τὸν Ὀδυσσέα καὶ εἰςτὴν Πηνελόπη τὶς ὑδρίες καὶ ἄλλα ἀγγεῖα γεμᾶτα στά -κτη (;) ὡς περιέχοντα τὴν τέφρα τoῦ ζεύγους. Ἴσως καὶαὐτὰ τὰ ἀγγεῖα κατέληξαν μέσῳ Παρισίων καὶ Ἀθηνῶντὸ ἔτος 1885 εἰς τὸ Βερολῖνον.7

    Οἱ ἔρευνές του τὸν ὡδήγησαν, μετὰ ταῦτα, εἰς Ἀθή -νας καὶ Ἀργολίδα, ὅπου μὲ συνοδοὺς τοὺς ἀρχαίουςσυγγραφεῖς καὶ ἔργα νεωτέρων περιηγητῶν καὶ ἐπιστη -μόνων, προσεπάθησε νὰ πρoσανατoλισθῇ ὅσον ἀφo -ρoῦσε εἰς τὰ κυριώτερα πτολίεθρα μυκηναϊκῆς ἐποχῆς.

    Ὅ,τι, ὅμως, τὸν ἐνδιέφερε περισσότερον, ἦτο ἡΤροία τoῦ Πριάμου,8 γεγονὸς ποὺ ὠφείλετo εἰς τὴν μα -κρὰ διαμάχη ποὺ ὑφίστατο μεταξὺ τῶν ὁμηριστῶν καὶἄλλων ἐπιστημόνων. Ὁ ἴδιος ἐπεσκέφθη καὶ τὴν περιο -χὴ εἰς Pinarbaşi καὶ τὸν λόφον Hissarlik (1868), στὴνπροσπάθειά του νὰ ταυτίσῃ κατ’ ἀρχὴν μίαν τῶν δυὸτούτων θέσεων πρὸς τὴν ὁμηρικὴ Τροία.

    Ἡ ἀπόφασι τoῦ Σλῆμαν νὰ ἀνασκάψῃ εἰς Hissarlikπρὸς ἀνακάλυψιν τῆς ὁμηρικῆς Τροίας ὀφείλεται ἐνπολλοῖς εἰς τὶς συναντήσεις ποὺ εἶχε μὲ τὸν Εrnst Ziller(25η Ἰουλίου 1868) εἰς Ἀθήνας καὶ μὲ τὸν Frank Calvert,ποὺ ἦτο ἰδιοκτήτης τoῦ ἡμίσεος τoῦ λόφου Hissarlik.9

    4. Weber 1942˙ Traill 1979˙ Wilhelm 1984α˙ Wilhelm 1984β˙πρόσθες καὶ Scott 1931/32, 15-22.

    5. Lilly 1961˙ Traill 1982, 336-342. Ἀλλὰ καὶ Scott 1922. Ὡς καὶΤσιμπουκίδης 1981, 17 κ. ἑξ.

    6. Schliemann 1867˙ Ράδος 1904.

    7. Καλλίνικος 1988, 94 (Ὁ Σλῆμαν στὴν Ἰθάκη).8. Lascarides 1977˙ Fink 1982, 217-222˙ Pfligersdorffer 1978,

    106-113.9. Lehrer and Turner 1989, 221-268, ἰδία 238 κ. ἑξ., 261-268.

  • Ἑρρῖκος Σλῆμαν (1822-1890), μιὰ ζωὴ στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀρχαιολογικῆς ἐπιστήμης 187

    Οἱ σημειώσεις του εἰς τὸ οἰκεῖον ἡμερολόγιον (1868)ἀποδεικνύουν: 1) τὸ ὑφιστάμενο ἤδη μεγάλο διαφέροντoῦ Σλῆμαν νὰ ἀνασκάψῃ εἰς τὴν Τροίαν, ἀλλὰ καὶ 2) ἡπροσπάθεια μερικῆς οἰκειοποιήσεως τῆς ἰδέας ὅτι ὁλόφος τoῦ Hissarlik ἦτο ἡ Τροία τoυ Πριάμου (ἡμερο -λόγιον 14 Αὐγούστου 1868).

    Τὰ συμπεράσματά του ἀπὸ τὸ ταξίδι στὶς πόλειςτoῦ ὁμηρικοῦ ἔπους ἐπεξειργάσθη κατὰ τὸν χειμώνα1868-69 καὶ τὸ 1869 ἐκυκλοφορήθη τὸ ἔργον του γαλ -λιστὶ Ithaque, le Péloponnèse, Τroie. Recherches archéo -logiques (Paris) καὶ γερμανιστί, κατὰ μετάφρασι δικήτου μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Carl Andress, Neustrelitz, Ithaka,der Peloponnes und Troja. Archäologische Forschungen(Leipzig: Gieseke und Devrient), διὰ τὰ ὁποῖα ἐδημοσιεύ -θησαν τρεῖς καὶ δυό, ἀντιστοίχως, βιβλιοκρισίες.

    Τὸ ἔργο τoῦτo (εἰς τὴν γαλλική) ὑπέβαλε πρὸς κρίσιεἰς τὴν Φιλοσοφικὴ Σχoλὴ τoῦ Πανεπιστημίου Ροστὸκτὸ 1869 (2 Ἀπριλίου) καὶ ἔλαβε τὸν τίτλο DoctorPhilosophiae (27 Ἀπριλίου).10

    Μὲ τὴν λατινιστὶ ὑποβληθεῖσα αἴτησί του, συνυ -πέβαλε καὶ σύντομο βιογραφικὸ σημείωμα εἰς τὴν λατι -νικὴ καὶ ἀρχαία ἐλληνική, τoῦ ὁποίου παραθέτομετμῆμα, ὡς καὶ τὴν γαλλικὴ ἔκδοσι καὶ ἀντίτυπο τoῦπρώτου ἔργου La Chine et le Japon: «... θαυμασίας δὲπαρὰ θεoῦ εὐπραγίας τετυχηκῶς, μέχρι τoῦ τέλους,αωγξʹ τoσoῦτον ἀπεκτησάμην ἀργύριον, ὅσον οὐδέποτεἡ ἐμὴ φιλοτιμία ὀρέγεσθαι ἐτετολμήκει. Ἀπέστην oὖνὁλοσχερῶς τῶν ἐμπορικῶν πραγμάτων, βουλόμενοςτραπῆναι ἤδη ὅλως εἰς τὰς μάλιστα τὴν ἐμὴν ψυχὴνθελγούσας ἐπιστήμας. Ἐν ἔτει αωξδ' πρὸς Ἰθάκην καὶτὸ πεδίον τῆς Τροίης πορευόμενος, ἐξηνέχθην πρὸς τὴνἸνδικήν, κἀκεῖθεν πρὸς Σῆρας (Κίνην) καὶ Ἰαπωνίανκαὶ τὴν οἰκουμένην περιῆλθον. Δυὸ δὲ ἔτη ἐν τῇ ὁδοι -πορία ταύτῃ κατατρίψας, κατὰ τὴν ἐμὴν ἐπάνοδον ἐνἔτει αωξδ' ἐν Παρισίοις ὠκίσθην, βουλόμενος τὸ λοιπὸντοῦ ἐμοῦ βίου διδόναι τοῖς γράμμασι καὶ μάλιστα περὶτὴν ἀρχαιολογίαν διατρίβειν. Αὕτη γὰρ ἡ ἐπιστήμη τὴνπλείστην παρέχει μοι τέρψιν. Οὕτω συνέβη μοι οὗπεροὐμὸς βίος ἐπόθει τέλους τυγχάνειν, καὶ κατὰ σχολὴνπρὸς τὸ θέατρον φοιτᾶν τῶν συμβάντων, ἅ μοι μέλλει

    τὰ μάλιστα, καὶ πρὸς τὴν πατρίδα τῶν ἡρώων, ὧν αἱτύχαι τὴν ἐμὴν πρώτην ἡλικίαν ἔθελξαν καὶ παραμυ -θίαν αὐτῇ παρέσχον. Ἐπορεύθην τοίνυν ἐν τῷ παρελ -θόντι θέρει καὶ πλείστας χώρας ἐθώρησα, ἔνθα αἳποιητικαὶ τῆς ἀρχαιότητος ἀναμνήσεις εἰσέτι ζωηρό -ταται εἰσίν. Ἀλλ’ ὅμως ἀπεῖχον τῆς φιλοδοξίας τοῦἐκδοῦναι συγγραφὴν περὶ τοιαύτης ὕλης, πλὴν ὃτεπαρωτρύνθην ἐπ’ αὐτὸ διακρίνων...».11

    Ἡ ἑπομένη προσπάθεια τοῦ Σλῆμαν ὑπῆρξε νὰ ἐπι -τύχῃ, χάρις εἰς τὴν ἀμερικανική του ὑπηκοότητα, νὰλάβῃ διαζύγιο ἀπὸ τὴ Ρωσσίδα σύζυγό του, πρᾶγμαποὺ ἔγινε εἰς τὴν Ἰνδιανάπολι (30 Ἰουνίου 1869), μὲἀποτέλεσμα, ἴσως, τὸν θάνατο τῆς δεύτερης θυγατέραςτου Ναταλίας (1859-1869).12

    Συγχρόνως, ἐπεδίωξε νὰ ἐπιλέξῃ νέα σύζυγο, πρᾶγ -μα ποὺ ἀνέθεσε εἰς τὸν παλαιό του διδάσκαλο τῆς νέαςἙλληνικῆς εἰς τὴν Πετρούπολιν, τὸν ἐπίσκοπον Μαντι -νείας καὶ Κυνουρίας Θεόκλητον Βίμπον,13 ἔστερξε δὲεἰς τὴν ἐπιλογή του καὶ ἐνυμφεύθη τὴν δεκαεπταέτιδαἀνηψιά του Σοφία Ἐγκαστρωμένου (24 Σεπτεμβρίου1869), μὲ τὴν ὁποία ἐγκατεστάθη εἰς Παρισίους (Ὀκτώ -βριος 1869 - Φεβρουάριος 1870). Ἀπὸ τὴν ἄνοιξι 1870ἐγκαθίσταται ὁριστικὰ εἰς Ἀθήνας εἰς τὴν οἰκίαν ἐπὶτῆς ὁδοῦ Moυσῶν, παρὰ τὴν πλατεία Συντάγματος, ση -μερινὴ ὁδὸ Καραγεώργη τῆς Σερβίας, ὅπου ὑπεστήριξεὅτι ἀνηῦρε ὡρισμένες ἀττικὲς ἐπιτύμ βιες στῆλες εἰς τὸνκῆπο τῆς οἰκίας του, καὶ ἐκεῖ διέ μεινε ἐπὶ μίαν δεκα -ετία.14

    Τὸ ταξίδι του εἰς τὰ Κυκλαδονήσια (1870) εἶχε ἐπί -κεντρο τὴν Θηρασία καὶ αὐτὸ ὀφείλεται, προφανῶς, εἰςτὸ ἔργο τοῦ Alphons Stubel, Das Supra -und Submari-nage- birge νon Santorin, ποὺ εἶχε ἐκτυπωθῆ εἰς τὸν ἴδιοἐκδοτικὸ οἶκο Gieseke und Devrient τῆς Λειψίας, εἰς τὸνὁποῖον εἶχε ἐκτυπωθῆ γερμανιστὶ τὸ ἔργον του Ἰθάκη,Πελοπόννησος καὶ Τρoία. Τὰ ἀγγεῖα ποὺ ἀγόρασε ἐκεῖκατέληξαν εἰς Βερολῖνον.15

    III. Ἀνασκαφὴ Τροίας (1870-1873)

    Μέσα Ἀπριλίου τοῦ 1870 ἄρχισε τὴν ἀνασκαφὴ εἰςΤροίαν-Hissarlik, ἀντὶ νὰ περιορισθῇ εἰς τὶς Μυκῆνες,

    10. Calder ΙΙΙ 1973-74˙ Richter 1980α˙ Richter 1980β˙ Richter1984.

    11. Richter 1980β, 60.12. Traill 1986α, 68.13. Ὁ Μαντινείας καὶ Κυνουρίας Θεόκλητος ἐν: Ἡ Ἑλλὰς κατὰ

    τοὺς Ὀλυμπιακοὺς ἀγώνας τοῦ 1896. Πανελλήνιον Εἰκονο -γραφημένον Λεύκωμα (Ἐν Ἀθήναις ἐκ τοῦ τυπογραφείου τῆςἙστίας, 1896), σ. 55 (καὶ εἰκών)˙ Niederland 1965, 200-219,ἰδίᾳ 202 (118).

    14. Schliemann 1888, 207-210, 428˙ Κορρὲς 1974-1975α, 54-67.15. Πρβ. ἐπιστολές του πρὸς τὸν υἱόν του Σέργιον (τῆς 9ης/21ης

    Μαρτίου 1870) καὶ πρὸς τὸν Πρόεδρον τοῦ Ἰνστιτούτου τῆςΓαλλίας τῆς 21ης Ἀπριλίου 1870) παρὰ Meyer 1958, 162,ἀριθμ. 130 καὶ 163-168 ἀριθμ. 131; Furtwängler und Löschcke1886, 21, εἰκ. 7; Museum für Vor- und Frühgeschichte, Inver-tar Nr. 11246-11247 (εἰκ. 7 εἰς Furtwängler und Löschcke1886) 11259˙ Schmidt 1902, ΧΙΧ (Ε 5).

  • 188 Γεώργιος Στυλ. Κορρές

    γιὰ τὶς ὁποῖες εἶχε ζητήσει προηγουμένως σχετικὴἄδεια.16

    Ὅπως καὶ εἰς τὶς Μυκῆνες τὸ 1874, ὁ Σλῆμαν ἐπε -χείρησε τὴν πρώτη του ἔρευνα εἰς Τροίαν-Hissarlikχωρὶς ἄδεια τῶν τουρκικῶν ἀρχῶν μὲ δοκιμαστικὴ ἀνα -σκαφή.17

    Εἰς τὴν πρώτη του πρὸς τὸν Juristat Plato, Kolberg,ἐπιστολή, ἐκ τῶν ἕνδεκα, συνολικῶς, ποὺ ἀπηύθηνεπρὸς αὐτόν, περιγράφει: «…διήνοιξα εἰς τὸν ἐπάνωλόφο πολλὲς βαθειὲς καὶ πολὺ πλατειὲς τάφρους καὶἀνεκάλυψα ἐρείπια ἀνακτόρων καὶ ναῶν ὑπερκείμενασὲ τοίχους πoλὺ παλαιοτέρων κτισμάτων. Σὲ βάθος 15ποδῶν ἀνεκάλυψα τεράστια τείχη 6 πόδια παχειὰ ἀρί -στης κατασκευῆς καὶ σὲ ἀκόμη μεγαλύτερο βάθος ἄλ -λων 7 ½ ποδῶν τὰ ὑποκείμενα πάχους 18 ½ πoδῶντείχη. Αὐτὰ εἶναι, ἐν πάσῃ περιπτώσει, τὰ τείχη τοῦἀνακτόρου τοῦ Πριάμου ἢ τοῦ ναοῦ τῆς Ἀθηνᾶς. Δυ -στυχῶς, θὰ ὑποχρεωθῶ νὰ ἐγκαταλείψω αὔριο τὶςἐργασίες μου, λόγῳ τῶν δυσκολιῶν μὲ τοὺς δυὸ Τούρ -κους, στοὺς ὁποίους ἀνήκει ἡ περιοχὴ καὶ θὰ καταβάλωκάθε προσπάθεια νὰ τὴν ἀγοράσω». Καὶ ἐδῶ, λοιπόν,ὅπως καὶ εἰς τὴν Ἰθάκη, σπεύδει νὰ ἀναγνωρίσῃ τὰἀνάκτορα τοῦ ὁμηρικοῦ ἔπους χωρὶς νὰ ἔχει συμπλη -ρώσει τὶς ἀνασκαφές του, ἐνῷ ἀναγνωρίζει ὅτι δὲν θὰἠμπορέση εὐκόλως νὰ διακόψῃ τὴν ἀνασκαφὴ αὐτή,προτοῦ τὴν συμπληρώσῃ, χάριν ἄλλης ποὺ ἤθελε νὰἀναλάβῃ εἰς Ὀλυμπίαν.

    Ἡ δευτέρα φάσις τῆς ἀvασκαφῆς εἰς Τροίαν, αὐτὴτὴ φορὰ μὲ κανονικὴ ἄδεια, διήρκεσε ἀπὸ τὶς 11 Ὀκτω -βρίου μέχρις 24 Νοεμβρίου 1871 χωρὶς τὴ συμμετοχὴτῆς συζύγου του Σοφίας.

    Ἡ τρίτη φάση διήρκεσε ἀπὸ 1ης Ἀπριλίου μέχρι 13Αὐγούστου μὲ κυριώτερο εὕρημα τὴν μετόπη τοῦἩλίου ἀπὸ τὸν ἑλληνιστικὸ ναὸ τῆς Ἀθηνᾶς. Ἡ ΣοφίαΣλῆμαν παρέστη κατὰ τὸ διάστημα ἀπὸ 24 Μαΐουμέχρις 27 Ἰουνίου 1872.

    Γιὰ ὅλες αὐτὲς τὶς φάσεις τῆς πρώτης ἀνασκαφικῆςπεριόδου 1870-73 ὑπάρχουν ἀνταποκρίσεις-ἐκθέσειςτοῦ Ἑρρίκου Σλῆμαν εἰς τὴν κυριώτερη γερμανικὴ ἐφη -μερίδα τῆς ἐποχῆς, τὴν Augsburger Allgemeine Zeitung,καὶ σὲ διάφορες ἑλληνικὲς ἐφημερίδες, ἐπὶ τὸ πλεῖστονσὲ μετάφρασιν, μιὰ συνήθεια ποὺ διετήρησε καὶ ἐπε -

    ξέτεινεν ὁ Σλῆμαν κατὰ τὰ ἑπόμενα ἔτη στὴν προσπά -θειά του νὰ τροφοδοτῆ τὸν διεθνῆ τύπο μὲ τὶς δραστη -ριότητές του καὶ νὰ παραμένῃ εἰς τὸ ἐπίκεντρο τῆςδημοσιότητος.

    Ἡ τετάρτη, ἠρωικὴ φάσι τῆς ἀνασκαφῆς, διήρκεσεἀπὸ τῆς 1ης Φεβρουαρίου μέχρι καὶ τὰ μέσα Ἰουνίου1873 καὶ ἡ Σοφία Σλῆμαν παρέμεινε ἐπί τι διάστημα,ἀλλὰ ἀναγκάστηκε νὰ ἐπιστρέψῃ εἰς Ἀθήνας λόγῳ τοῦθανάτου τοῦ πατέρα της.

    Ἡ ἀνεύρεσι τοῦ λεγομένου θησαυροῦ τοῦ Πριά -μου18 ἀνάγεται συνήθως ἀκριβῶς κατὰ τὰ τέλη Μαΐου1873 καὶ πρέπει νὰ θεωρῆται βέβαιον ὅτι προέρχεταιἀπὸ ταφὴν τῆς πόλεως Τροία ΙΙ g. Τὴν ἄπο ψιν αὐτὴὑποστηρίζω, διότι πoλλὰ ἀπὸ τὰ ἀντικείμενα τοῦθησαυροῦ, δηλαδὴ ἀπὸ τὰ κτερίσματα ἀπὸ αὐτὴν τὴνταφὴν εὑρέθησαν συμπιεσμένα καὶ τοποθετημέναἐντὸς τοῦ ἀργυροῦ ἀγγείου 5873 καὶ τρία ἐγχειρίδια(5851, 5854, 5855) ἐντὸς τοῦ μπρούτζινου σκεύους5818. Ὅτι τὰ ἀντικείμενα αὐτὰ ὑπῆρξαν κτερίσματα σὲταφὴν δυνατὸν νὰ θεωρῆται βέβαιον καὶ εἰδικώτερον,ἐπειδὴ μὲ τὸν πέλεκυν 5822 ὑποδηλώνεται ἕνα παλαιὸἔθιμο ταφῆς, ποὺ παρακολουθεῖται ἀπὸ τὴν ΜΕ ΙΙΙπερίοδον ἀνὰ τὴν Ν-Δ Πελοπόννησο. Συγκεκριμένως,τὸ ἔθιμο κάμψεως ὅπλου/ων, προτοῦ τοποθετηθοῦν εἰςτάφον, ὥστε νὰ μὴ χρησι μοποιηθοῦν πλέον.19

    Τὸ ἔργον του περὶ αὐτῆς τῆς ἀνασκαφῆς ἐκυκλο -φορήθη εἰς δυὸ τόμους (γαλλιστὶ καὶ γερμανιστὶ ὑπὸτοὺς τίτλους Trojanische Αlterthümer (κείμενον) καὶAtlas der trojanischen Αlterthümer (πίνακες) (Leipzig1874), ποὺ σημείωσε τεραστία ἐπιτυχία καὶ προεκά -λεσε (μερικῶς καὶ ὑπὸ τοῦ ἰδίου τοῦ Ἑρρ. Σλῆμαν ὑπο -κινηθὲν διαφέρον), τὸν ἀσυνήθη διὰ τὴν ἐποχὴ ἐκείνητεράστιο ἀριθμὸ τῶν 32 βιβλιοκρισιῶν διὰ τὴν γερμα -νικὴ ἔκδοσι καὶ δυὸ (2) διὰ τὴν γαλλική.20 Ἡ ἔκδοσις ἐκμέρους τοῦ καθηγ. Manfred Korfmann τοῦ τόμου περὶαὐτῆς τῆς πρώτης ἀνασκαφικῆς περιόδου (1870-1873)ὑποδηλοῖ, κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο, τὴ σημασία τοῦἔργου τοῦ Σλῆμαν.21

    Ἤδη ἀπὸ αὐτὴ τὴν πρώτη περίοδον ἄρχισε καὶ ἡκατασκευὴ τῶν πρώτων οἰκημάτων εἰς τὸν λόφονHissarlik, ποὺ ὡδήγησε, σὺν τῷ χρόνῳ, στὸν σχηματισμὸτῆς Σλημαννιοπόλεως, ὅπου εὕρισκαν στέγη ὅλοι οἱ

    16. Εἶχε, μάλιστα, ἐξασφαλίσει καὶ σχετικὴ ἄδεια (25 Ἀπριλίου1870).

    17. Meyer 1965˙ Schliemann 1870˙ Κορρὲς 1974α, 7 κ.ἑξ.18. Schliemann 1873˙ Schmidt 1902, XI-XII, 225-237˙ Meyer

    1943˙ Easton 1976˙ Easton 1981˙ Easton 1984α˙ Easton1984β˙ Easton 1985.

    19. Schmidt 1902, 232 (5873), 225 (5818). Περὶ τῶν κεκαμμένων

    ξιφῶν ἐκ ταφῶν: Κορρὲς 1977α, 309, 311-312, πίν. 167 β˙Korres 1984, 147-148˙ Κορρὲς 1976α, 495-498 εἰκ. 8, πίν.262 α-β, 263 α-β (συμπίεσι χρυσοῦ διώτου κανθάρου ἐντὸςπηλίνου εὐτελοῦς μικροῦ ἀγγείου εἰς τάφον ΜΕ ΙΙΙ εἰςΠεριστεριάν). Πρβ. Bloedow 1988.

    20. Κορρὲς 1974α, 9-10 ἀριθ. 32-33, 11 ἀριθ. 39.21. Korfmann (Hrsg.) 1990.

  • Ἑρρῖκος Σλῆμαν (1822-1890), μιὰ ζωὴ στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀρχαιολογικῆς ἐπιστήμης 189

    ἐπισκέπτες καὶ οἱ προσκεκλημένοι νὰ παρακολου -θήσουν τὴν ἀνασκαφή.

    Ἐν τῷ μεταξύ, εἶχε γεννηθεῖ ἡ θυγατέρα τοῦ ζεύγουςἈνδρομάχη (7 Μαΐου 1871) καὶ ὁ Ἑρρῖκος Σλῆ μανἤρχισε νὰ ἀπολαμβάνῃ τὴν πρώτη ἀναγνώρισι τῶνἀνασκαφικῶν του ἐπιτυχιῶν μὲ τὴν ἐκλογή του ὡς ἐπι -τίμου μέλους τοῦ Φιλολογικοῦ Συλλόγου «Παρνασσός»(τέλη 1872) καί, ἐν συνεχείᾳ, ὡς μέλους τῆς ἐν ἈθήναιςἈρχαιολογικῆς Ἑταιρείας (1872/73), ἐνῷ Γεν. Γραμμα -τεὺς τῆς Ἑταιρείας ἦτο ὁ Στέφ. Ἀ. Κουμανού δης, μὲ τὸνὁποῖο εἶχε πυκνὴ ἀλληλογραφία, ἀκόμη καὶ ὄτε διεξή -γαγε τὴν ἀνασκαφὴν εἰς Hissarlik.

    Ἡ μεταφορὰ τῶν τρωικῶν εὑρημάτων προεκάλεσεἔντονη ἀναταραχὴ εἰς Ἀθήνας καὶ ἡ ὅλη τακτικὴ τοῦΣλῆμαν νὰ μὴν ἐξασφαλίζῃ ἐνίοτε ἄδεια ἀνασκαφῆς ἢνὰ φυγαδεύῃ παρανόμως τὰ εὑρήματα τῆς ἀνασκαφῆςτου, ἐδημιούργησεν περὶ τῶν πρoθέσεών του καχυπο -ψία καὶ εἰς τὶς κρατικὲς ἀρχὲς τῶν Ἀθηνῶν.

    Ἡ δικαστικὴ διένεξι μὲ τὴν τουρκικὴ κυβέρνησιἠνάγκασε τὸν Σλῆμαν, ποὺ παρεπονεῖτο προηγουμένωςὅτι οἱ πάντες τοῦ ἐζήτουν νὰ θαυμάσουν τὸν θησαυρὸτοῦ Πριάμου καὶ δὲν ἠμποροῦσε νὰ ἀφοσιωθῇ εἰς τὴνμελέτη του, νὰ ἀποκρύψῃ, προσωρινῶς, τὰ τρωικὰεὑρήματα καὶ νὰ καταβάλῃ τὸ ποσὸν τῶν 50.000 φρά -γκων ὡς ἀποζημίωσι διὰ τὰ ἀναλογοῦντα εἰς τὴν τουρ -κικὴ πλευρὰ εὑρήματα αὐτῆς τῆς ἀνασκαφῆς.

    Εἶναι χαρακτηριστικὰ ὅσα ἀναγράφει ὁ λόγιος Ἀλέ -ξανδρος Ρίζος Ραγκαβῆς, ὁ καὶ μεταφράσας εἰς τὴνγαλλικὴ τὸ ἔργον του Ἄτλας τρωικῶν ἀρχαιοτήτων,δηλαδὴ ὅτι «... ὃτε, τὴν ἐπαύριον, ἀπῆλθεν εἰς τὴν οἰκίαντου ἡ Ὀθωμανικὴ ἐπιτροπὴ μετὰ τῶν δικαστικῶν κλη -τήρων πρὸς ἐκτέλεσιν τῆς ἀποφάσεως τῶν Ἑλληνικῶνδικαστηρίων, οὐδὲν εὗρεν ἐν αὐτῇ καὶ ἀνακριθεῖς ὁ κ.Σλεῖμαν, ἀπήντησεν ἀφελῶς ὅτι ἀπορεῖ καὶ ὁ ἴδιος τὶἔγιναν ὃλαι ἐκείναι αἱ ἀρχαιότητες καὶ πρέπει νὰ ὑπο -θέσῃ ὅτι, ἐπειδὴ ἦσαν κτήματα τοῦ Πριάμου, ἐπελθῶν,τὰς ἀπεκόμισε διὰ νυκτός, ἐκεῖνος μόνος οἶδε ποῦ.Ἄλλην ἐξήγησιν ἡ ἀστυνομία καὶ οἱ Ὀθωμανοὶ ἐπίτρο -ποι δὲν ἠδυνήθησαν νὰ λάβωσι παρ’ αὐτοῦ. Τότε ἀπε -τάθησαν καὶ αὖθις εἰς τὸ δικαστήριον, ζητοῦντες νὰτοῖς ἀποτιθῇ ἡ τιμὴ τῶν ἐκλιπόντων ἀντικειμένων, καὶοἱ δικασταὶ κατεδίκασαν αὖθις τὸν κ. Σλεῖμαν˙ ἀλλ’ ἡὑπ’ αὐτῶν διορισθεῖσα ἐπιτροπὴ πρὸς προσδιορισμὸν

    τῶν τιμῶν, ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ περιγράφοντος αὐτὰ συγ -γράμματος τοῦ ἀνασκαφέως, ἐδείχθη ἐπιεικὴς εἰς τὰςἐκτιμήσεις της, καθ’ ὅσον τὰ συντρίμματα τῶν ἀγγείωνκυρίως ὑλικήν τiνα ἀξίαν δὲν εἶχον˙ τὴν δὲ καταγνω -σθεῖσαν αὐτῷ ποσότητα ἀποτίσας ὁ κ. Σλεῖμαν, ἔμεινεκύριος τῆς συλλογῆς του, καὶ ἐξέθηκεν αὖθις αὐτὴνἐπαναλαβῶν τὰς ἐπιμόνους καὶ ἐπιδεξίους του ἐργα -σίας, δι’ ὧν κατώρθωσεν, ἐξ ἀμόρφων σωρῶν συντριμ -μάτων, νὰ καταρτίσῃ πλουσιωτάτην καὶ μοναδικὴνσυλλογὴν τῆς παναρχαίου Ἑλληνικῆς κεραμευτικῆς».22

    IV. Ἔρευνα- Ἀνασκαφὴ Μυκηνῶν (1874)Συγχρόνως, ἐπανῆλθε εἰς τὰ σχέδιά του νὰ ἀνα -

    σκάψῃ εἰς τὶς Μυκῆνες, ἀλλ’ ἐνῷ εἶχε ὑποβάλλει αἴτησιἀδείας ἀνασκαφῆς καὶ ἐνῷ ἀνέμενε τὴν ἔγκρισί της, δὲνἀνέμεινε μέχρι τέλους καὶ ἔσπευσε νὰ ἀρχίσῃ χωρὶςἄδεια τὴν ἀνασκαφή του, κατὰ βάσι, εἰς τὸν θησαυρὸτοῦ Ἀτρέως (24, 26, 28 Φεβρουαρίου), ὅπου ἄνοιξετομὴ εἰς τὸ πλευρικὸ δωμάτιο καὶ εἰς τὸν περιβάλλοντατύμβο,23 καὶ εἰς τὸ ἐσωτερικὸ τῆς ἀκροπόλεως (25-28Φεβρουαρίου).

    Εἰς τὸ ἡμερολόγιό του τοῦ ἔτους 1874, ποὺ διασώ -ζεται εἰς τὴν Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, δὲν ἀναγράφει εἰςποιὸ σημεῖο τῆς ἀκροπόλεως ἔστρεψε τὸ διαφέρον του,ἀλλὰ εἶναι σαφὲς ὅτι μὲ τὶς 34 τάφρους, ποὺ διήνοιξε,ἀπεσκόπει νὰ προβῇ σὲ ὁλοκληρωμένη ἔρευνα εἰς τὸἐσωτερικὸ τῆς ἀκροπόλεως.24

    Κύρια εὑρήματά του ὑπῆρξαν (1) πήλινο γυναικεῖοεἰδώλιο μὲ στήθη καὶ κεφαλή, ποὺ συνέκρινε πρὸςἄλλα γνωστὰ ἀπὸ τὴ Βοιωτία, (2) ὄστρακα, διὰ τὰὁποῖα καθώρισε ὅτι προήρχοντο ἀπὸ ἀγγεῖα ποὺ εἶχανκατασκευασθῆ σὲ κεραμικὸ τροχό, (3) ὄστρακα, τὰὁποία ἐχαρακτήρισε ἀρχαϊκά, (4) λείψανα τοιχογρα -φιῶν (25 Φεβρουαρίου), (5) ἐπίπεδο εἰδώλιο ἀπὸ τερ -ρακότα, χωρὶς κεφαλή, μὲ τὰ χέρια σηκωμένα σὲ ἡμι -κύκλιο εἰς τρόπον ὥστε νὰ ὁμοιάζουν μὲ κέρατα, (5)ὀδόντες κάπρων (26 Φεβρουαρίου), ηὗρε (6) οἰκίες εἰςτὴν Δυτ. κλιτύ, (7) κύλικες, ποὺ συνέκρινε πρὸς σύγχρο -να ποτήρια σαμπάνιας. Ὑπεστήριξε δὲ ὅτι ἡ Πύλη τῶνΛεόντων ἀνῆκε εἰς τὴν ἀρχικὴ φάσι δημιουργίας τῆςἀκροπόλεως, καὶ ἐξέφρασε τὴν ἄποψι ὅτι τὰ ἀγγεῖα μὲὁριζόντιες γραμμές-ταινίες ἀνήκουν εἰς τὴν ἀρχαιοτέρα

    22. Ραγκαβῆς 1930, 87-88.23. Meyer (Hrsg.) 1964, XXV˙ Meyer 1969, 280˙ Academie des

    Inscriptions et Belles Lettres, 4ème serie, Tome II, Paris1875/91 (dessins), 130-132 (extrait d’une lettre de Μ. Schlie-mann à Μ. Ravaisson)˙ Schliemann 1874β, 1504-1515 (Brief,Athen 22. Marz 1874)˙ ἐπιστολαί: an Mr. Docteur (zwischen 8.

    u. 10. Marz 1874), an Graf Ludolf (Athen 10. Marz 1874), an Α.Gonze (Athen 14. Marz 4), an Dr. Wittener (Athen 14. Marz1874) παρὰ Meyer 1953, 253-262 Nr. 234-238. Πρβ. καὶMeyer 1936, 147-148 Nr. 56 (an Brockhaus, Athen 24 Dez.1876).

    24. Schliemann’s Diary A15.

  • 190 Γεώργιος Στυλ. Κορρές

    ἑλληνικὴ κεραμικὴ καὶ ὅτι ὅλα αὐτὰ τὰ ἀγγεῖα, τὰ ἐκτε -θειμένα ἐπὶ αἰῶνες εἰς τὴν βροχή, εἶχαν, ἐν τούτοις, δια -τηρήσει τὰ πoλὺ ὡραία τους κοσμήματα καὶ τὰ ἔντοναχρώματά τους (27 Φεβρουαρίου).

    Τὸ βασικὸ δεῖγμα τῆς συγκριτικῆς του μεθόδου, κατ’αὐτὴν τὴν δοκιμαστικὴ ἀνασκαφὴ, ὑπῆρξε ὅτι τὰγυναι κεῖα πήλινα εἰδώλια παριστοῦν τὴν βοιώτιδαἭρα, συγκρίνοντάς τα πρὸς τὰ τρωικὰ τῆς προηγου -μένης εἰς Τροίαν ἀνασκαφῆς.

    Τὴν 2α Μαρτίου, κατόπιν τηλεγραφήματος τῆςκεντρικῆς διοικήσεως, ὁ Σλῆμαν ἠξετάσθη ἀπὸ τὸντοπικὸ διοικητὴ τῆς ἀστυνομίας (Ναύπλιον) ΛεωνίδαΛεωνάρδο, ὁ ὁποῖος συνέταξε ἕνα πρωτόκολλο, στὸὁποῖο ἀνεγράφετο ὅτι τὰ ὄστρακα ποὺ τοῦ παρουσίασεὁ Σλῆμαν συναντῶνται παντοῦ στὴν ἐπιφάνεια τοῦἐδάφους ὅλων τῶν ἀρχαίων πόλεων τῆς Ἑλλάδος, καὶγιὰ αὐτὸ τὸ λόγο τοῦ τὰ παρέδωσε πίσω. Κάποια ἀπὸτὰ εὑρήματα αὐτὰ εἶχαν σχεδιασθῆ ὑπὸ τῆς δίδας L.Burnouf, θυγατρὸς τοῦ Διευθυντοῦ τῆς ἐν ἈθnναιςΓαλλικῆς Ἀρχαιολογικῆς Σχολῆς καὶ πιστοῦ φίλου τοῦἙρρίκου Σλῆμαν Emile Burnouf, ἀλλὰ ἔκτοτε τὰ σχέδιαἔχουν χαθεῖ.

    V. Ἔρευνα εἰς τὸ Σπήλαιον τοῦ Νέστορος (1874)Εἰς τὸ πλαίσιον τῶν περιοδειῶν του ἀνὰ τὴν Ἑλλά -

    δα τῷ 1874, ἐπεσκέφθη τὴν Πύλο (14/26 Αὐγούστου1874), τὴν ὁποία δὲν διστάζει νὰ χαρακτηρίσῃ ὡς «πόλιὡραία καὶ καθαρά˙ διαθέτουσα λαμπρὰ πλατεῖα μὲμεγίστας πλατάνας ἐπὶ τοῦ ὡραιοτέρου κόλπου τοῦκόσμου». Τὴν ἑπομένη ἐπεχείρησε τὴν «ἀνάβασι εἰς τὸἀρχαῖον Κορυφάσιον. Πάντοτε κατὰ τὸ ἡμερολόγιόντου, ποὺ ἐναπόκειται εἰς τὴν Γεννάδειον Βιβλιοθήκην,ἀναγράφει: «ἐφθάσαμεν ἐπὶ τέλους εἰς τὸ μέγα σταλα -κτιτικὸν σπήλαιον ὅπου ὁ Ἑρμῆς ἔκρυψε τοὺς βόας τοῦἈπόλλωνος -παράξενα σχήματα σταλακτίτου ὡς δέρ -ματα βόων ἄρτι ἐδειρόμενα. Ἡ ἐπισώρευσις στάκτηςκαὶ ὀστῶν καὶ πετρῶν 3 ἢ 4 μέτρων ἀποδεικνύει (οὕτω)ὅτι ἐθυσίαζον ἐδῶ ἐπ’ αἰῶνας˙ 2 πόρται διὰ ἀνθρώπουςκαὶ θεούς˙ ἡ τελευταία χρησιμεύσασα καὶ ὡς καπνο -δόχος, εἶναι τεχνικῶς κεκομμένη διὰ τοῦ βράχου 2 μ.πάχος˙ πολὺ tesson (ἐννοεῖ ὄστρακα) ἀρχαιότατονὁμοιάζον πρὸς τὸ τῶν Μυκηνῶν ... ὅλα τὰ ἀγγεῖα ἐπὶ τοῦτροχοῦ τοῦ κεραμέως πεποιημένα καὶ χρωματισμέναεὕρηκα ἐκεῖ καὶ ἧλον χάλκινον. Ψεῦμα λέγει ὁ Παυσα -

    νίας ὅτι «τὸ σπήλαιον ἐχρησίμευε τῷ Νέστορι ὡς ἱππό -σταυλος».

    Ὁ Ἑρρ. Σλῆμαν ἐδημοσίευσε τὴν ἐπίσκεψίν του εἰςτὸ ἄντρον τοῦ Ἑρμοῦ ἐν Πύλῳ καὶ ἐτόνισε: «Σπoυδαιo -τάτη εὐεργεσία διὰ τὴν ἐπιστήμην θὰ ἦτo ὁ καθαρισμὸςὁλοκλήρου τοῦ ἄντρου τούτου. Τὸ ἔργον εἶναι εὐκολώ -τατον καὶ τὰ ἔξοδα δὲν δύνανται νὰ ὑπερβώσι τὰς 400δραχμάς. Πρέπει ὅμως, νὰ γείνῃ μὲ προσοχὴν ἳνα μὴχαθῇ οὐδὲν τεμάχιον κεραμείας. Ἐὰν οἱ πολυμαθεῖςδιευθυνταὶ τῆς ἑλληνικῆς ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείαςθέλουν νὰ ἀναλάβουν τὸ μικρὸν αὐτὸ ἔργον, εἶμαι ἑτοι -μότατος νὰ πληρώσω τὰ ἔξοδα».25

    Αἱ περγαμηναί του εἶναι εὐσύνοπτοι καὶ ἀκριβεῖςκαὶ ἀρκεῖ τῆς μόνης ὑπ’ αὐτοῦ μνημονευομένης ἡ ἐπα -νάληψις: «Ἐξετάζων λοιπὸν ἀκριβῶς τὰ ἀνασκαφένταχώματα τοῦ ἄντρου εὗρον ἐν αὐτοῖς πολλὰ τεμάχιαπαναρχαιοτάτων κεχρωματισμένων πηλίνων ἀγγείωνπεποιημένων ἐπὶ τοῦ τροχοῦ τοῦ κεραμέως. Πρὸς τοῖςἄλλοις εὗρον τεμάχιον μακροῦ καὶ στενοῦ πηλίνουκυπέλλου, τὸ ὁποῖον, ὡς φαίνεται, εἶχε δυὸ λαβὰς καὶπαριστάνει ἐπὶ ἀνοικτοῦ ἐρυθροῦ χρώματος εἰκόναἀνδρός, ἐξ οὗ μαρτυρεῖται ἔργον τοῦ πρώτου σταδίουτῆς τέχνης ἀπαραλλάκτως καθὼς τὰ ἐνταῦθα ἐν τῷὑπουργείῳ τῆς δημοσίας ἐκπαιδεύσεως εὑρισκόμεναπαναρχαιότατα ἀγγεῖα. Ἐπὶ τοῦ κάτω μέρους τοῦ σώ -ματος φαίνεται ὁ θώραξ, ἐπὶ τοῦ δεξιοῦ δὲ ποδὸς ἡκνημίς, ὁ ἄλλος ποὺς λείπει, ὁ τράχηλος καὶ οἱ δυὸ ὦμοιδιαγράφονται δι’ ὀρθῶν γραμμῶν.26

    Τὰ τεμάχια τῶν ἄλλων κεράμειων (οὕτω), διὰ τὸεἶδος τῶν κοσμημάτων καὶ τὴν ζωηρότητα τῶν χρωμά -των, δύναμαι νὰ παραβάλω πρὸς τὰς ὑπ’ ἐμοῦ ἐν Μυκή -ναις, εἰς βάθος 5 καὶ 6 μέτρων, ἐπὶ τοῦ παρθε νικοῦἐδάφους εὑρεθείσας κεραμείας˙ μακρὸν ὅμως ἀπέχου -σιν ὃλαι αἱ κεράμειαι αὗται τῶν τῆς Τρῳάδος κερά -μειων, ἄνευ ἐξαιρέσεως, εἶναι πεπoιημέναι διὰ τῆς χει -ρὸς καὶ ἔχουσι μόνον ἐγχαραγμένα, οὐδέποτε δὲ ἐζω -γραφημένα στολίσματα».

    Ἐνδεικτικὸν παράδειγμα ἐπιστημoνικῆς ἀντιλή -ψεως καὶ δεοντολογίας παραμένει αὐτὴ ἡ διαπίστωσικαὶ ἡ προσφορὰ τοῦ Σλῆμαν, ὁ ὁποῖος κατενόησε κατὰτὴν πρώτην του ἤδη ἐπίσκεψι τὴν σημασία τοῦ ὑλικοῦποὺ ὑπῆρχε εἰς τὸ ἐσωτερικὸ τοῦ σπηλαίου καὶ ἐξεδή -λωσε τὴν πρόθεσί του νὰ συμβάλλῃ εἰς τὴν διενέργειατῆς σχετικῆς ἔρευνας. Ἡ ἀνάγκη αὐτὴ ὡδήγησε τὸνἙρρ. Σλῆμαν πρὸ τῶν δυσμῶν τοῦ βίου του ἐκ νέου εἰς

    25. Schliemann 1874γ, 4˙ Schliemann 1875. Πρβ. Κορρὲς 1974α,ἀριθ. 56, 84.

    26. Παρόμοιον ὄστρακον ἀνευρέθη καὶ κατὰ τὴν διάρκειαν τῆς

    ἀνασκαφικῆς ἐρεύνης τῷ 1980. Τὰ εὑρήματα ἐκ τῶν ἐπι -σκέψεων τοῦ Σλῆμαν εἰς τὸ σπήλαιον εὕρηντο εἰς τὸ Museumfür Vor- und Frühgeschichte, Berlin, Inv. ΝΕ 11. 121-34.

  • Ἑρρῖκος Σλῆμαν (1822-1890), μιὰ ζωὴ στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀρχαιολογικῆς ἐπιστήμης 191

    τὸ σπήλαιον τοῦ Νέστορος πρὸς διενέργειαν συντόμουἐρεύνης ἅπαξ καὶ ἡ πρώτη πρόσκλησί του δὲν ἔσχεοἱανδήποτε ἀνταπόκρισι.

    Τὰ εἰς Πύλον, Βοϊδοκοιλιὰν, Παλαιοναβαρῖνον,Σπήλαιον Νέστορος εὑρήματα εἶχον δωρηθῆ ὑπ’ αὐτοῦεἰς τὸ Μουσεῖον Προϊστορίας καὶ Πρωτοϊστορίας. Κατὰτὸ σχετικὸν εὑρετήριον τοῦ Hubert Schmidt ἀποκείμε -νον εἰς τὸ Ἀρχεῖον τοῦ Museum für Vor- und Frühge -schichte, Charlottenburg, ποὺ ἐμελέτησα, χάρις εἰς εἰδι -κὴν ἄδειαν τοῦ δρ. Klaus Goldmann, πρόκειται περὶ 14ὀστράκων παλαιοτέρων μoνοχρώμων καὶ νεωτέρωνγεγραμμένων (μυκηναϊκῶν καὶ γεωμετρικῶν) ἀγγείων(ἀριθ. Εὑρετ. 11.121-11.134). Ἀσφαλῶς, εἰς αὐτὰ θὰπεριελαμβάνοντο καὶ τινὰ τῶν τελικῶν νεολιθικῶνφάσεων, ἅπαξ καὶ ἡ ἀρχικὴ καὶ ἐπὶ μακρὸν διαρκέσασαφάσις χρήσεως τοῦ Σπηλαίου ἀνάγεται εἰς τοὺς χρό -νους τούτους.

    Τὰ κύρια συμπεράσματα, ποὺ εἶναι δυνατὸν νὰσυναχθοῦν, ἐκ τῆς τοιαύτης δραστηριότητος τοῦ Ἑρ -ρίκου Σλῆμαν εἶναι τὰ ἀκόλουθα:

    1. Ἀποδεικνύεται καὶ μὲ αὐτὴν τὴν πρωτοβουλίαντου νὰ ταυτίσῃ τὴν περιοχὴν Βοϊδοκοιλιᾶς-Παλαιονα -βαρίνου-Σπηλαίου Νέστορος πρὸς τὴν ὁμηρικὴν Πύ -λον τοῦ Νέστορος ὅτι κύριον ὁδηγὸν εἶχε, ὡς καὶ τὰςλοι πὰς περιπτώσεις, εἰς Μυκήνας, Τίρυνθα, βοιωτικὸνὈρχομενόν, τὸν περιηγητὴν Παυσανίαν (Ἑλλάδος Πε -ριηγήσεως Δ' 36, 1-5), ἅπαξ καὶ ὁ Νηῶν Κατάλογος δὲνθὰ ἦτo δυνατὸν νὰ παράσχῃ οἱανδήποτε παρομοίανἱκανοποιητικὴν πληροφορίαν.

    2. Καθίσταται σαφὲς ὅτι καὶ εἰς αὐτὴν τὴν περί -πτωσιν προέτρεξε τῶν συγχρόνων του, προβεὶς εἰςαὐτὴν τὴν ταύτισην, δηλαδή, ἀναγνωρίσας τὴν σημα -σίαν τῆς περιοχῆς καὶ ἐντυπωσασθεὶς ἀπὸ τὸν φυσικῶςπροστατευμένον τροπικῆς ὀμορφιᾶς ὅρμον τῆς Βοϊδο -κοιλιᾶς καὶ ἀπὸ τὴν ἐπιβλητικότητα τοῦ βράχου ὅπουτὸ Παλαιοναβαρῖνον. Πλείονες (πάντως, περιωρισμέναιτὸν ἀριθμόν) πληροφορίαι περὶ τῶν ἐργασιῶν του εἰςτὸ ἐσωτερικὸν τοῦ φρουρίου ἐδόθησαν ὑπ’ αὐτοῦ κατὰτὴν διάλεξίν του εἰς τὸ Γερμανικὸν ἈρχαιολογικὸνἸνστιτοῦτον τῶν Ἀθηνῶν (23 Ἰανουαρίου 1889).

    VI. Ἀνασκαφὴ εἰς Μοτύην τῆς Σικελίας (1875)Ἡ ἐπιθυμία τοῦ Σλῆμαν νὰ ἀνασκάψῃ εἰς διάφορα

    σημεῖα τῆς Ἰταλίας ἀντικατοπτρίζεται εἰς τὴν ἀλλη -λογρραφίαν του μὲ τὸν Fiorelli, ὀφείλεται δέ, ἀναμφι -σβητήτως, τόσον εἰς τὶς ἐπισκέψεις του, ἤδη τὸ ἔτος1868, εἰς τὴν Πομπηΐα καὶ εἰς τὸ Ἐθνικὸ ἈρχαιολογικὸΜουσεῖο Νεαπόλεως ὅσον καὶ εἰς τὴν πρόθεσί του νὰἀποστείλῃ νὰ ἐκτεθοῦν εἰς αὐτὸ τὸ Μουσεῖο τὰ εὑρή -ματά του εἰς Τροίαν.

    Οἱ προσπάθειες ποὺ ἐπεχείρησε ὑπῆρξαν μεμο -νωμένες καὶ χωρὶς συνέχεια, μεταξὺ αὐτῶν δὲ περι -λαμβάνεται ἡ ἀνασκαφή του (19-22 Ὀκτωβρίου 1875)εἰς τὴν φοινικικὴ πόλι Μοτύη τῆς Σικελίας, ὅπου εἶχεδιεξαχθῆ ἀνασκαφὴ ἀπὸ τὴν ἀρχαιολογικὴ ὑπηρεσίατοῦ Παλέρμου ἤδη κατὰ τὰ τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος.

    Ἡ ἀνασκαφὴ στὴν ΝΑ πλευρὰ τῆς Μοτύης μιᾶςοἰκίας μὲ τέσσαρες πεσσοὺς εἰς τὴν εἴσοδο δὲν ἀπέδωσεἀξιοσημείωτα εὑρήματα, καὶ ὁ Σλῆμαν μετέθεσε τὸδιαφέρον του εἰς τὸ ὑψηλότερο σημεῖο τοῦ λόφου, ἐνσυνεχείᾳ ἐκτὸς τῆς Βορείας Πύλης, καὶ εὐθὺς ἀμέσωςεἰς τὴν δυτικὴ πλευρὰ τοῦ νησιοῦ, ὅπου καὶ ἔφερε εἰςφῶς ἕνα μεγάλο κτίσμα, ἐγκατέλειψε δὲ καὶ αὐτὴν τὴνἀνασκαφή, ποὺ τοῦ εἶχε προτείνει νὰ ἀναλάβῃ ὁ Ἰτα -λὸς Ὑπουργὸς Δημοσίας Ἐκπαιδεύσεως Bonghi.27

    Ἡ ἀνασκαφὴ εἰς Μοτύην διεξήχθη εἰς τὸ πλαίσιοντῶν προσπαθειῶν τοῦ Ἑρρ. Σλῆμαν νὰ διεξαγάγῃἀνασκαφὲς ἀνὰ τὴν Ἰταλίαν, ἀλλὰ τὰ ἀποτελέσματατῶν ἐρευνῶν του εἰς Alba Longa, εἰς Μοτύην καὶ εἰςἄλλες θέσεις δὲν ἦσαν ἱκανοποιητικὰ (συγκεκριμένως,δὲν ἤρχοντο εἰς φῶς εὑρήματα διάφορα τῶν γενομένων)καὶ ἐγκατέλειψε, τελικῶς, καὶ τὸ σχέδιό του νὰ μετε -φέρῃ εἰς τὸ Ἐθνικὸ Μουσεῖο τῆς Νεαπόλεως τὴντρωική του συλλογὴ πρὸς ἔκθεσιν. Οἱ ἀνασκαφές τουεἰς Σεγέσταν, Ταυρομένιον, Συρακοῦσσες, Arpinum,Capri, Populonia ἔφεραν εἰς φῶς ἤδη γνωστὰ ἀπὸπαλαιότερες ἀνασκαφὲς εὑρήματα καὶ κτίσματα, καὶδι’ αὐτό, παρητήθη τῶν προσπαθειῶν του.28

    Τὸ ἔτος 1875 ὑπῆρξε διὰ τὸν Ἑρρ. Σλῆμαν ἐξαιρετι -κὰ διδακτικὸ καὶ αὐτὸ διότι ἐπέτυχε νὰ πραγματοποιή -σῃ τὸ σχέδιό του νὰ μελετήσῃ εἰς μεγάλον ἀριθμὸν Ἀρ -χαιο λογικῶν Μουσείων καὶ Προϊστορικῶν Συλλογῶν

    27. Ἡμερολόγιον. Ἑρρ. Σλῆμαν ἔτους 1874 (Γεννάδειος Βιβλιο -θήκη), σσ. 48-49, 50-51 (ἀγγλιστί), 51-53 (ἑλληνιστί), ἐπὶ τῆςδιεξαγωγῆς τῆς ἀνασκαφῆς˙ Schliemann 1878, 87˙ Meyer1953, 298, 302˙ Isserlin 1968, 144-148, ΡΙ. XXIV˙ Döhl 1981,90, 92˙ Easton 1982, 104 (ἀριθ. 15). Τὰ εὑρήματα ἐκ Μοτύηςεὕρηντο εἰς Βερολῖνον, Museum für Vor- und FrühgeschichteInv. ΝΕ 11. 248-53. Οἱ ἀνασκαφὲς τῆς Μοτύης συνεχίσθηκαν

    ἀπὸ τὸν Βρεττανὸ Joseph I.S. Whitaker, τὸν καθηγnτὴ Ρ.Cintaw (1961-62) καὶ τοὺς Β.S.F. Isserlin (Leeds University)καὶ John du Plat Taylor. Πρβ. Whitaker 1921, 112˙ Ciasca et al.1964, 13-14, note 3˙ Isserlin and Taylor 1974, 14, 108-110˙Moscati 1968.

    28. Meyer 1953, 302 (ἐπιστολὴ ἐξ Ἀθηνῶν, 3-12-1874), εἰςBurnouf.

  • 192 Γεώργιος Στυλ. Κορρές

    ἀνὰ τὴν Εὐρώπην, διὰ νὰ ἔχῃ τὴν δυνατότητα νὰ συγ -κρίνῃ ἔργα τέχνης διαφόρων πολιτισμῶν, ἀρκεῖ δὲ νὰφυλλομετρήσῃ τὶς τὰ ἔργα τοῦ Σλῆμαν, διὰ νὰ ἀντιλη -φθῇ τὸ πλῆθος τῶν συγκρίσεων τις ὁποῖες μετέρχεταιἑκάστοτε πρὸς ἑρμηνείαν τῶν ἰδίων αὐτοῦ εὑρημάτωνεἴτε εἰς Τροίαν εἴτε εἰς τὴν Ἑλλάδα. Οἱ ἀναγωγὲς εἰςἐκθέ ματα διαφόρων Μουσείων εἰς Γαλλίαν, ΜεγάληνΒρεττανίαν, Ὁλλανδίαν, Δανίαν, Σουηδίαν, Γερμανίανκαὶ Ἰταλίαν ὀφείλονται, πράγματι, εἰς αὐτὲς τὶς ἐπι -σκέψεις ἰδὶᾳ Μουσείων μὲ προϊστορικῆς ἐποχῆς ἐκθέ -ματα.

    Ἡ ἄρνησί του νὰ ἀποδεχθῇ τὴν πρότασι τοῦ Ἰταλοῦὑπουργοῦ Bonghi νὰ διεξαγάγῃ ἀνασκαφὴ εἰς Chiusi(Clusium) δικαιολογεῖται ἀπὸ τὴν ὀφειλή του, ὡς ἐπί -στευε, νὰ παραμείνῃ εἰς τὸν προϊστορικὸ χῶρο καὶ νὰσυνεχίσῃ ἀνασκάπτων εἰς τὴν Μικρὰν Ἀσίαν.29

    VII. Ὁ δεύτερος θρίαμβος (1876)Ἡ πρόσκτησι τῆς ἀδείας ἐκ μέρους τῆς Ὀθωμανικῆς

    Κυβερνήσεως δὲν τοῦ ἐπέτρεψε νὰ συνεχίσῃ τὶς ἀνα -σκαφὲς του ἀνὰ τὴν Τρῳάδα λόγῳ κωλυμάτων ἀπὸ κα -τευθυνόμενους τοπάρχες τῆς περιοχῆς. Ἀντιθέτως, ἡἄδεια γιὰ ἀνασκαφὲς εἰς τὴν Ἀργολίδα ὤθησε τὸν Ἑρρ.Σλῆμαν νὰ ἐπιδιώξῃ νὰ ἐκπληρώσῃ τὸ παλαιό του ὄνει -ρο, δηλαδή, νὰ ἀνασκάψῃ τὶς πολύχρυσες Μυκῆνες. Ἡἁπλὴ δοκιμὴ εἰς τὴν τειχιόεσσαν Τίρυνθα δὲν εἶχε,εὐτυχῶς, συνέχεια καὶ ἡ ἀπαραίτητη παρουσία ἑνὸςἀρχιτέκτονος τῆς κλάσεως καὶ τῶν δυνατοτήτων τοῦ W.Dörpfeld ἐπεσφράγισε τὴν τελικὴν ἀνασκαφὴν τοῦἔτους 1884, ποὺ ἀνέδειξε τὴν μεγαλοφυΐαν τοῦ ἀρχιτέ -κτονος τούτου.

    Ἀπὸ τὴν 7η Αὐγούστου 1876 συνεχίσθη ἡ ἀνασκαφὴεἰς Μυκῆνες καί, προφανῶς, εἰς σημεῖα τὰ ὁποῖα ὁ ἴδιοςὁ Σλῆμαν εἶχε χαρακτηρίσει ὡς καίρια καὶ εἶχε ὑπο -πτεύσει ὡς ἐνθαρρυντικὰ πλουσίων εὑρημάτων τῷ1874. Ἐπίτροπος ὡρίσθη ὁ ἀπόστολος τῆς Ἀρχαιο -λογικῆς Ἑταιρείας Παν. Σταματάκης, ὁ ὁποῖος καὶπαρηκολούθει ἐπὶ πολυώρου καθημερινῶς βάσεως τὴνὅλη ἐκτὸς καὶ ἐντὸς τῶν τειχῶν ἀνασκαφήν.

    Ὁ Ἑρρ. Σλῆμαν ἐπίστευε ὅτι ἦτo ἀναγκαῖον νὰ διε -νεργηθῇ ἡ ἀνασκαφὴ εἰς τὸ ἐσωτερικὸν καὶ εἰς τὸνδρόμον τοῦ θολωτοῦ τάφου τῆς Κλυταιμνήστρας, ὅπως

    τὸν ἀπεκάλεσαν οἱ θυμόσοφοι ἐργάτες ἀπὸ τὸ γειτο -νικὸ Χαρβάτι (Μυκῆνες). Αὐτὸν τὸν τομέα ἀνέθεσε εἰςτὴν σύζυγό του Σοφία, ποὺ ἀνανέωσε ἀργότερα τὶςἱκανότητές της μὲ τὴν ἀνασκαφὴ τοῦ θησαυροῦ τοῦΜινύου. Συγχρόνως, ἐπεδίωξε νὰ συνεχίσῃ τὸ ἔργον τοῦΚυρ. Πιττάκη εἰς τὴν Πύλην τῶν Λεόντων καὶ συγ -κέντρω σε τὴν προσοχή του εἰς τὸν χῶρον πρὸς Νότοντῆς Πύλης εἰς τὸ ἐσωτερικὸ τῆς ὀχυρώσεως, ὅπωςἐπέβαλλε καὶ ἡ παρασχεθεῖσα ἄδεια τῆς Ἀρχαιο -λογικῆς Ὑπηρεσίας πρὸς τὴν Ἀρχαιολογικὴν Ἑται -ρείαν καὶ ἡ αὐτοπρόσωπος κατὰ τὴν πρώτην ἡμέραπαρουσία τῶν Καστόρχη, Φιντικλέους καὶ Παπαδάκη.

    Ἐφαρμόζοντας τὴν ἰδική του ἐμπειρία, ἐπεζήτησενὰ φέρῃ εἰς φῶς, κατ’ ἀρχήν, μὲ σχετικὴ ταχύτητα,χάρις εἰς πολυάριθμους ἐργάτες, τὰ μνημεῖα εἰς τὸἐσωτερικὸν τῆς ἀκροπόλεως. Εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς, ἐσημειώ -θη σαφὴς ἀντίθεση μὲ τὸν Παν. Σταματάκη, ὁ ὁποῖοςἀπαιτοῦσε νὰ διενεργηθῇ μὲ ἀπόλυτο τάξι ἡ ἀνασκαφὴκαὶ ἐπώπτευε τὰ πάντα καθ’ ὅλην τὴν ἡμέραν, ἐπιτη -ρῶν ὅλους τοὺς ἐργάτες εἰς ὅλους τοὺς τομεῖς. Ἡ ρῆξιἦτο ἀναπόφευκτη καὶ ἡ Σοφία Σλῆμαν δὲν ἐδίστασε νὰταχθῇ ἀνεπιφυλάκτως εἰς τὸ πλευρὸ τοῦ συζύγου της,δικαιολογώντας κάθε του ἐνέργεια.30

    Ὁ Ἑρρῖκος Σλῆμαν ἀπoσκoπoῦσε, εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς,νὰ συνθέτῃ καθημερινῶς ἐκτενεῖς ἐκθέσεις καὶ δὲνπαρέμενε ἐπὶ μακρὸν εἰς τὴν ἀνασκαφήν. Πρόθεσί τουἦτο νὰ προωθηθῇ ἡ ὅλη ἐργασία καὶ ἀδιαφοροῦσε διὰπολλὲς λεπτομέρειες, ἑξαιρέσει τῆς διαφυλάξεως τῶνἀνευρισκομένων ὀστράκων.

    Ἡ ἀνασκαφὴ διήρκεσε μέχρι καὶ τῆς 4ης Δεκεμ -βρίου 1876 καὶ ἀνεσκάφησαν πέντε βασιλικοὶ λακκο -ειδεῖς τάφοι, ποὺ ἐπεβεβαίωσαν ὄχι μόνον τὸν χαρα -κτηρισμὸν τοῦ Ὁμήρου ὅτι οἱ Μυκῆνες ἦσαν πολύχρυ -σοι, ἀλλὰ καὶ κατέδειξαν ὅτι ἦσαν καὶ πολυήλεκτροι,ὅπως διεπιστώθη ἀπὸ τὸν μέγα ἀριθμὸ ψήφων ἠλέ -κτρου ποὺ προῆλθαν ἀπὸ τὶς ἀνασκαφὲς τοῦ Ἑρρ.Σλῆμαν καί, μεταπολεμικῶς, τῶν Ἰω. Παπαδημητρίουκαὶ Γ. Ε. Μυλωνᾶ.31 Ὁ Ἑρρ. Σλῆμαν ἐταύτισε τοὺς πέντετάφους πρὸς αὐτοὺς ποὺ μνημονεύει ὁ περιηγητὴς ὡςἀνήκοντας εἰς τὸν Ἀγαμέμνονα καὶ εἰς τὴν ἀκολουθίατου (ὁ Παν. Σταματάκης ἀνέσκαψε τὸ φθινόπωρον1877 τὸν ἕκτον τάφον εἰς τὸ ἐσωτερικόν, πάντοτε, τοῦπεριβόλου τοῦ ταφικοῦ κύκλου Α΄ τῶν Μυκηνῶν).32

    29. Αὐτόθι.30. Πετράκος 1987α, 101-104˙ Πετράκος 1987β, 60.31. Beck 1970, 7-11˙ Beck et al. 1972, 329¬-385˙ Harding and

    Hughes-Brock 1974, 145-172, pls. 24-25.32. Ἡ διένεξι τοῦ Ἑρρ. Σλῆμαν μὲ τὸν Παν. Σταματάκη, εἶναι

    ἐνδεικτικὴ καὶ ἐκ τοῦ γεγονότος ὅτι δὲν ἀνέφερε τὸ ὄνομάτου εἰς τὸ ἔργον του Μυκῆναι (ἀγγλιστί, γαλλιστί, γερμανιστί),ὅπου, ἁπλῶς, τὸν ἀναφέρει ὡς ἐκπρόσωπον τῆς Κυβε νήσεως.Calder III και Traill (eds) 1986, 206-206, σημ. 27.

  • Ἑρρῖκος Σλῆμαν (1822-1890), μιὰ ζωὴ στὴν ὑπηρεσία τῆς ἀρχαιολογικῆς ἐπιστήμης 193

    Ὁ Σλῆμαν ἐπεδίωξε νὰ ἀπαθανατίσῃ τὶς ἀνασκαφέςτου μὲ μία διπλὴ λῆψιν τῶν ἀδελφῶν Ρωμαΐδη εἰς τὸἐσωτερικὸν τοῦ μεταγενέστερου περιβόλου (ΥΕ ΙΙΙ Β)τῶν μέσων του 13ου αἰῶνος π.Χ. τοῦ ταφικοῦ κύκλουΑ΄ (ὑποκειμέν. 17ου -16ου αἱ.) τῶν Μυκηνῶν33 καὶαὐτὸ εἶναι ἐνδεικτικόν, ἐπίσης, τῆς νοοτρο πίας του καὶμάλιστα, ὅτι, ἐνῷ εἶχον προσέλθει εἰς τὴν ἀνασκαφὴν οἱΡωμαΐδαι (ἢ ὁ ἕτερος ἐξ αὐτῶν) καὶ πα ρέμειναν/ε ἐπὶδυὸ ἑβδομάδες εἰς τὸ Χαρβάτι φωτογρα φῶν/οῦντες τὰεὑρήματα τῆς ἀνασκαφῆς, ἐν τούτοις, ὁ Ἑρρ. Σλῆμανδὲν τoῦ/τoὺς ἐζήτησε νὰ φωτογραφήσουν ἐπὶ τόπουλεπτομέρειες τῆς ἀνασκαφῆς οὔτε τοὺς ἐζήτησε νὰἔλθουν ἐκ νέου, ὄτε διεξήγετο ἡ ἀνασκαφὴ εἰς βάθος εἰςτοὺς βασιλικοὺς λακκοειδεις τάφους.

    Πράγματι εἶναι ἀδιαμφισβήτητα μεγάλη ἡ ἀπώλειαδιὰ τὴν ἀναγνώρισι τῶν ἐθίμων ταφῆς τῆς πρωτομυκη -ναϊκῆς ἐποχῆς, ποὺ ἐπῆλθε ἐλλείψει φωτογραφιῶν καὶσχεδίων, διὰ τὰ ὁποῖα ὑπῆρξε ἀτυχὴς συγκυρία, ὅπωςδὲν κατέστη ἐφικτὸν νὰ μετάσχη ἀρχῆθεν τῆς ἀνασκα -φῆς ἡ σχεδιάστρια L. Burnouf, θυγατέρα τοῦ μεγάλουφίλου τοῦ Ἑρρ. Σλῆμαν Emile Burnouf, Διευθυντοῦ τῆςΓαλλικῆς Ἀρχαιολογικῆς Σχολῆς Ἀθηνῶν. Ὄντως, ἡἀνασκαφὴ τοῦ Ἑρρ. Σλῆμαν εἰς Μυκήνας ἀποτελεῖ τὴνμεγαλυτέρα ἀπώλεια τῆς Μυκηναιολογίας.

    Ἡ ἀπουσία νομισμάτων ρωμαϊκῆς καὶ βυζαντινῆςἐπoχῆς ἀπὸ τὴν μείζονα περιοχὴ τῶν Μυκηνῶν μὲ τὴνἀρίστη ἐκ μέρους του γνῶσι τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆςγραπτῆς παραδόσεως (συγκεκριμένως, τῆς ἀπόψεωςτοῦ Στράβωνος ἐν VIII 372 τῶν Γεωγραφικῶν του: «...ὥστε νῦν μηδ’ ἴχνος εὑρίσκεσθαι τῆς Μυκηναίων πό -λεως...») τὸν ὡδήγησαν εἰς τὴν συναγωγὴ ἀντιστοίχωνσυμπερασμάτων, καθ’ ἃ οἱ Μυκῆναι δὲν εἶχαν κατοι -κηθῆ κατὰ τοὺς ρωμαϊκοὺς καὶ κατὰ τοὺς βυζαντινοὺςχρόνους, ἐπίσης δὲ ὅτι ἡ πόλι τῶν Μυκηνῶν δὲν εἶχεἐκδώσει τὰ ἴδια νομίσματα, δὲν εἶχε πρoβῆ εἰς κοπὴνἰδίων νομισμάτων (καὶ αὐτὸ ἐλλείψει εὑρημάτων κατὰτὶς ἀνασκαφὲς του καθόλου).34

    Ἀντιθέτως, ἡ ἀπουσία συγχρόνων εὑρημάτων μυκη -

    ναϊκῆς ἐπoχῆς μέχρι τότε καὶ ἡ ἄγνοια περὶ τῆς σημα -σίας καὶ τῆς χρήσεως τῶν ρυτῶν τὸν ὡδήγησαν εἰς τὴνδιατύπωσι τῆς ἀπόψεως ὅτι ἡ ὀπὴ εἰς τὸ ἀνώτερoν ση -μεῖον τῆς κεφαλῆς τοῦ βοὸς τοῦ ρυτοῦ τῆς ἀργυρᾶςταυ ρoκεφαλῆς μὲ τὰ χρυσᾶ κέρατα ἐκ τοῦ τάφου Α IVτῶν Μυκηνῶν (ΕΑΜ 384) ἐχρησίμευε διὰ τὴν τοπο -θέτησι ἀνθέων.35

    Ἂν καὶ δὲν περιλαμβάνονται φωτογραφίες καὶ σχέ -δια, ὅπως ἐσημειώθῃ, ἀπὸ τὸ ἐσωτερικὸ τῶν λακκο -ειδῶν τάφων εἰς τὸ ἔργον του περὶ Μυκηνῶν, ἐν τούτοιςτὸ ἔργον ἔχει γενικῶς ἐπαινεθῆ καὶ αὐτὸ ὀφείλεται εἰςτὴν ὅλη του διάρθρωσι καὶ τὴν ἐφαρμοσθεῖσα συγκρι -τικὴ μέθοδο.

    Ἂς σημειωθῇ, ἐπίσης, ὅτι, κατὰ τὴν διάρκεια τῆςἀνα σκαφῆς, ὁ Ἑρρ. Σλῆμαν καὶ ὁ Παν. Σταματάκηςἐτροφοδότησαν τὸν τοπικὸ καὶ τὸν ἀθηναϊκὸ τύπο μὲλακωνικὲς ἀνταποκρίσεις. Τὸ περιώνυμο θριαμβικὸτηλεγράφημα τοῦ Σλῆμαν πρὸς τὸν βασιλέα ΓεώργιοΑ΄ ἐδημοσιεύθη36 εἰς τὴν ἐφημερίδα Ἐφημερίς καὶ ὅ,τιπροέβλεπε ὁ Σλῆμαν, δηλαδή, ὅτι «ὁ θησαυρὸς τῶνεὑρημάτων του θὰ ἑλκύη καθ’ ὅλους τοὺς ἐπιόνταςαἰῶνας ἐν Ἑλλάδι μυριάδας ξένων ἐκ πάσης χώρας»,εὗρe πλήρη ἐπιβεβαίωσι ἐντὸς ἐλαχίστων ἐτῶν μὲ τὸνδεκαπλασιασμὸ τῶν ξενοδοχείων τῶν Ἀθηνῶν λόγῳ τοῦγιγαντωθέντος τουριστικοῦ ρεύματος λόγῳ τῆς τουρι -στικῆς πλημμυρίδος χάριν τῶν εὑρημάτων τῶν Μυκη -νῶν.

    Ὁ κύριος ὄγκος τῶν ἐκθεμάτων του, ποὺ εἶχε γραφῆἀπὸ τὸν Σλῆμαν εἰς τὴν ἀγγλική (δέκα τέσσαρες τὸνἀριθμόν), ἐδημοσιεύθησαν εἰς τὴν ἐφημερίδα TheTimes τoῦ Λονδίνου (μετὰ τὴν ἀρχικὴ περὶ Τίρυνθοςἀνταπόκρισι) ἀπὸ τῆς 11ης Σεπτεμβρίου 1876 μέχρικαὶ τῆς 14ης Φεβρουαρίου 1877 καὶ αὐτὲς ἐχρησί -μευσαν ὡς τὸ βασικὸ ὑλικὸ διὰ τὴν συγγραφὴ τoυ ἔργουτοῦ περὶ Μυκηνῶν.37

    Ἔχουν διαπιστωθῆ ὡρισμένες λανθασμένες ἀνα -φορὲς εὑρημάτων του εἰς ἄλλον τάφον ἀπὸ αὐτὸν εἰςτὸν ὁποῖον ἀνευρέθησαν, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ συμβαίνουν

    33. Τὸ ζεῦγος δύο μὲ κανονικὸν φακὸν ληφθεισῶν φωτογραφιῶνἔχει τεθῆ ὡς πίν. 92 καὶ 93 εἰς τὸν δεύτερον τόμον τοῦ λευ -κώματος τῆς ἀνασκαφῆς τῶν Μυκηνῶν (βλ. Hood 1960 καὶ τὸἄρθρο του σὲ αὐτὸν τὸν τόμο). Καὶ εἰς τὶς δυὸ φωτογραφίεςἦτο τόσο ὁ Ἑρρ. Σλῆμαν ὅσο καὶ ἡ συζυγός του Σοφία. Γιὰαὐτὸ τὸ λόγο στὸ βιβλίο του Mycenae, στὸ χαρακτικὸ No VII,ποὺ βασιζόταν στὶς δύο αὐτὲς φωτογραφικὲς λήψεις, ἀφῃ -ρέθη ἡ μία ἀπεικόνισις τοῦ Ἐρρῖκου, καθὼς καὶ τῆς Σοφίας.Αὐτὸ εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα κάποιοι ἀρχαιολόγοι – μεταξὺαὐτῶν καὶ ἐμοῦ τοῦ ἰδίου - νὰ ὑποθέσουν λανθασμένως ὅτι ἡμία ἀπεικόνισις ἦτο τοῦ Π. Σταματάκη, τὴν ὁποία ἀφῄρεσε ὁΣλῆμαν ἀπὸ ἀντιζηλία (βλ. ἐπίσης Πετράκος 1992). Λεπτο -

    μερὴς ἐξέτασις τῶν δύο φωτογραφιῶν δεικνύει ὅτι εἶναιπράγματι ὁ Σλῆμαν τραβηγμένος σὲ διαφορετικὲς χρονικὲςστιγμές. Δυστυχῶς, πρὸς τὸ παρὸν τὸ πορτραῖτο τοῦ Π. Στα -ματάκη παραμένει ἄγνωστο.

    34. Schliemann 1878, 71-73.35. Αὐτόθι, 249, ἀριθ. 327-328˙ Karo 1930-33, 93 ἀριθ. 384, πίν.

    119˙ Κορρὲς 1973α, 879 κ. ἑξ., ἰδὶᾳ 893, πίν. Γ-Δ.36. Ἐφημερίς, Σάββατον 20 Νοεμβρίου 1876, Ἀριθ. 325, 2˙ Κορ -

    ρὲς 1974α, 17 εἰκ. 1. Αὐτόθι, περὶ ὅλων τῶν σχετικῶν δημο -σιευμάτων, 16-23, 56-62. Πρβ. καὶ Benesch (Hrsg.) 1978, 261.

    37. Κορρὲς 1974α, σσ. 18-19, ἀριθ. 121-139.

  • 194 Γεώργιος Στυλ. Κορρές

    εἰς τὶς μεγάλες ἀνασκαφὲς καὶ εἶναι εὐνόητον ὅτι συνέ -βησαν καὶ κατ’ αὐτὴν τὴν πρώιμον περίοδον, κατ’ αὐτὴντὴν πρώτην ἀνασκαφὴν τῶν Μυκηνῶν, πλὴν ὅμως, μέ -χρι νὰ γραφῇ - χωρὶς ἀρχαιολογικὴ τεκμηρίωσι καὶ αἰτιο -λόγησι - ὅτι περιελήφθησαν ἐπίτηδες τὰ δυὸ εἰδώ λια(ΕΑΜ 204-205) εἰς τὰ κτερίσματα τoυ τάφου Ι38 χωρὶςνὰ εἶναι ἀκόμη γνωστὴ κατὰ τὴν ἐποχὴν τoῦ Σλῆ μαν ἡμεταγενεστέρα χρονολόγησί των καὶ ἐνῷ ἀνευ ρέθησανκαὶ ἄλλα πολλὰ εἰς τὸ ἐσωτερικὸ τoῦ ταφικοῦ κύκλουΑʹ, ὑπερβαίνει κάθε συγγνωστὴ διάθεσι κριτι κῆς καὶκατα διώξεως. Τοὐναντίον, εἶναι ἐπιβεβλημένον νὰἐξαρ θῇ (ὡς ἓν παράδειγμα ἐκ τῶν πολλῶν) ἡ παρα -τήρησι τοῦ Ἑρρ. Σλῆμαν περὶ προελεύσεως τoῦ σωροῦτῶν ἐξ ὀψιδιανοῦ αἰχμῶν βέλων ἐκ φαρέτρας καὶ ἡ διά -κρισι εἰς τὴν ὁποία προέβη ἐν σχέσει πρὸς τὰς ἐκ χαλ -κοῦ εἰς τὴν Ἰλιάδα μνημονευομένας χαλκὰς αἰχμὰςβελῶν.39

    VIII. Ἡ ἀναγνώρισι καὶ ἡ διαμάχη περὶ τῶν Μυκηνῶν

    Τὴν ἀνασκαφικὴ περίοδο ἐπηκολούθησε ἡ συστη -ματικὴ μελέτη τῶν εὑρημάτων του καὶ ἡ προετοιμασίαδιὰ τὴν δημοσίευσίν των εἰς τὸ Λονδῖνον, ὅπου ἡ ὑπο -δοχὴ δι’ αὐτὸν καὶ τὴν Σοφίαν ὑπῆρξε, πράγματι, ἡρωι -κὴ καὶ θριαμβική. Ὁ πολὺς W. Ε. Gladstone, ὀργανώνειτὴν ὑποδοχήν του εἰς τὴν Ἑταιρείαν τῶν ἀρχαιοφίλων(Society of the Antiquaries) τοῦ Λονδίνου, εἰς τὴν ὁποίανκαὶ ἐκφωνεῖ λόγον περὶ τῶν ἀνασκαφῶν του εἰς Μυκή -νας καὶ ἔχει τὴν ἱκανοποίησι νὰ ἀκoύσῃ τὸν ἔπαινονδιὰ χειλέων τοῦ δεινοῦ τούτου Ὁμηριστοῦ. Λαμβάνει τὸτιμητικὸν δίπλωμα καὶ τὸ μετάλλιον κατόπιν τῆς ἐκλο -γῆς του ὡς ἐπιτίμου καὶ ἀντεπιστέλλοντος μέλους τoῦΒασιλικοῦ Ἰνστιτούτου τῶν Βρεττανῶν Ἀρχιτεκτόνωνκαὶ ἕτερον τιμητικὸν δίπλωμα τῆς Βασιλικῆς Βρεττα -νικῆς Ἀρχαιολογικῆς Ἑταιρείας, τὴν 30ὴν Ἀπριλίου,καὶ 4ην Μαΐου 1877 ἀντιστοίχως. Τὴν 8ην Ἰουνίου δίδειδιάλεξιν εἰς συνεδρίαν τῆς Βασιλικῆς ἈρχαιολογικῆςἙταιρείας ἡ Σοφία Σλῆμαν περὶ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆςπλαστικῆς καὶ περὶ τῆς προσφορᾶς τῶν ἀρχαίων Ἑλλή -νων καὶ ἀναδεικνύεται σὲ σύμβολον τῆς ἐποχῆς καὶ ὡςἐνδεικτικὸν παράδειγμα Ἑλληνίδος. Ἡ κατά κτησις τοῦἐπιστημονικοῦ κόσμου τοῦ Λονδίνου εἶχε ἐπιτευχθῆκαὶ πάντοτε παρουσίᾳ τoυ Ἕλληνος πρέσβεως Ἰω.

    Γενναδίου.Ἡ δημοσίευσι τοῦ ἔργου του περὶ Μυκηνῶν προε -

    κά λεσε γενικὴ ἀντίδρασι εἰς ὅλην τὴν Εὐρώπην, μέχρικαὶ τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως.40 Ἡ ταύτισις τῶν ταφέ -ντων εἰς τοὺς βασιλικοὺς τάφους τοῦ ταφικοῦ κύκλουΑʹπρὸς τοὺς σεπτοὺς δυνάστας Ἀτρείδας ἦτο ἀδια νόη -τος διὰ τοὺς Εὐρωπαίους ἐπιστήμονας καὶ οὐδ’ αὐτὴ ἡεἰσαγωγὴ τοῦ Γλάδστωνος ἤρκεσε διὰ νὰ κατασιγάσῃτὰ πάθη.

    Γενικὴν ἐπισκ�