τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

27
Οι μαθητές της Β1 τάξης γίνονται συγγραφείς και δίνουν το δικό τους τέλος στο διήγημα της Έλλης Αλεξίου “ Όμως ο μπαμπάς δεν ερχόταν”.

Transcript of τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Page 1: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Οι μαθητές της Β1 τάξης γίνονται συγγραφείς και δίνουν το δικό τους τέλος στο διήγημα της Έλλης

Αλεξίου “ Όμως ο μπαμπάς δεν ερχόταν”.

Page 2: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

.

......Ξύπνησα από τις δυνατές φωνές της μαμάς. Το μόνο που κατάφερα να καταλάβω ήταν η φράση “επιτέλους γύρισες”. Την άκουγα ξανά και ξανά. Ξύπνησα την αδελφή μου και τρέξαμε να δούμε τι συμβαίνει. Είδαμε τη μαμά να κλαίει και να σφιχταγκαλιάζει έναν άντρα με μαύρο παλτό. Στην αρχή φοβηθήκαμε, καθώς τον είδαμε να πλησιάζει προς το μέρος μας. Η μαμά μας είπε: “ είναι ο πατέρας σας, αγκαλιάστε τον, γύρισε....” . Μας πήρε όλους αγκαλιά... ήμασταν και οι τέσσερις ευτυχισμένοι.

Page 3: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Την άλλη μέρα ο πατέρας μας ρώτησε τί θέλουμε να κάνουμε. Κοιταχτήκαμε με την αδελφή μου στα μάτια, τον πήραμε από το χέρι και τον πήγαμε στο κατάστημα των παιχνιδιών. Ο σιδηρόδρομος βρισκόταν εκεί παραπονεμένος... Το όνειρό μας επιτέλους θα γινόταν πραγματικότητα. Γκιοργκίνης Μενέλαος.

Page 4: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1
Page 5: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Τελικά ο πατέρας γύρισε τα Φώτα. Η νέα κυβέρνηση τον αποζημίωσε για τις ταλαιπωρίες τόσων χρόνων εξορίας. Τώρα η οικονομική κατάσταση της οικογένειας καλυτέρευσε. Στο σπίτι υπήρχε καθημερινά φαγητό, θέρμανση καινούρια ζεστά ρούχα και ένα τρενάκι έτρεχε αναβοσβήνοντας τα φώτα του και σκορπίζοντας χαμόγελα ευτυχίας στα δυο αδελφάκια. Μακρίδης Δημήτρης

Page 6: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Η μητέρα της Αγγελικούλας και του Πέτρου αυτά τα Χριστούγεννα είχε να τους ανακοινώσει ένα πάρα πολύ ευχάριστο γεγονός. Περίμενε όμως να έλθει η κατάλληλη στιγμή. Έτσι μια μέρα τους φώναξε για τα χαρμόσυνα νέα. Επιτέλους θα ερχόταν ο πατέρας τους να τους δει και θα καθόταν κάποιες μέρες. Φυσικά, όταν το άκουσαν τα παιδιά τρελάθηκαν από τη χαρά τους. Περίμεναν πώς και πώς τη μεγάλη μέρα. Και επιτέλους η πολυπόθητη μέρα έφτασε. Το κουδούνι της πόρτας χτύπησε, η μητέρα άνοιξε, και τα βλέμματα συναντήθηκαν. Τα παιδιά δεν αναγνώρισαν τον άνθρωπο που βρίσκονταν μπροστά τους.

Page 7: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Κοίταξαν παράξενα τη μητέρα τους και τη ρώτησαν: “Ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος;”

Η μητέρα χαμογελαστή τους απάντησε: “Παιδιά μου , ήρθε η στιγμή να γνωρίσετε τον πατέρα σας... είναι μπροστά σας.Τα παιδιά έτρεξαν πάνω του . Τον αγκάλιασαν και τον φιλούσαν. Η χαρά τους ήταν απερίγραπτη. Τον έβαλαν μέσα στο σπίτι και έτρεχαν να του προσφέρουν ό,τι είχαν. Ήταν τόσο ευτυχισμένα που θα περνούσαν όλοι μαζί τις γιορτές.

Page 8: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς το όνειρό τους έγινε πραγματικότητα. Κάτω από το δέντρο τους περίμενε ένα τεράστιο δέμα.... Ναι ήταν αυτό που επιθυμούσαν … ένας σιδηρόδρομος.. Τρελάθηκαν από τη χαρά τους. Στο σπίτι επικρατούσε μια ζεστή, γιορτινή ατμόσφαιρα.. Αυτές οι γιορτές ήταν οι καλύτερες που πέρασαν τα δυο αδέλφια .

Γερμανίδου Μαρίνα

Page 9: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Οι μέρες, οι μήνες περνούσαν πολύ γρήγορα, τόσο γρήγορα που τα παιδιά δεν κατάλαβαν πως ήρθαν και πάλι οι γιορτές των Χριστουγέννων. Οι βιτρίνες και πάλι στολίστηκαν, τα καταστήματα των παιχνιδιών γέμισαν με ποικιλία παιχνιδιών, χωρίς βέβαια να λείπει και φέτος ο εντυπωσιακός σιδηρόδρομος. Όπου και να κοιτούσες έβλεπες και άκουγες μελωδίες παιδιών. Το πνεύμα των Χριστουγέννων κυριαρχούσε παντού. Η μητέρα πήρε τα παιδιά της για μια βόλτα στην αγορά. Τα παιδιά χαρούμενα ντύθηκαν ζεστά και βγήκαν έξω. Περπατούσαν ώρες κοιτάζοντας τις βιτρίνες . Κάποια στιγμή ο Πέτρος αντίκρυσε και το παιχνίδι που πέρυσι είχε γίνει το όνειρο όλων των παιδιών.

Page 10: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1
Page 11: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Όμως δίστασε να το πλησιάσει. Φέτος μεγάλωσε και καταλάβαινε καλύτερα κάποια πράγματα . Δεν ήθελε να στεναχωρήσει τη μητέρα του. Οι μέρες περνούσαν, τα Χριστούγεννα έφυγαν, πλησίαζε η Πρωτοχρονιά. Τα παιδιά υποσχέθηκαν στη μητέρα τους να μην κοιμηθούν, αλλά να περιμένουν όλοι μαζί την αλλαγή του χρόνου. Κάποια στιγμή ένα δυνατό χτύπημα στην πόρτα ανησύχησε τα παιδιά. Η μητέρα πήγε να ανοίξει και έμεινε έκπληκτη. Δεν πίστευε στα μάτια της.Τα παιδιά πήγαν στην πόρτα να δουν ποιος είναι.

-”Αγγελική, Πέτρο πώς μεγαλώσατε, στις φωτογραφίες φαίνεστε μικρότεροι”.

Page 12: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

- “ Μαμά ποιος είναι ο κύριος”, ρώτησε φοβισμένος ο Πέτρος.- “ Ο πατέρας σας, παιδιά μου, αυτός που τόσα χρόνια παλεύει

να βρει το δίκιο του, αυτός που τόσα χρόνια στερήθηκε τα παιδιά του, την οικογένειά του”.

Ένα δάκρυ κύλησε από τα μάτια της μητέρας. Το βράδυ της Πρωτοχρονιάς ήταν το ωραιότερο της ζωής τους. Πέρασε με χαμόγελα, γέλια και αγάπη. Μπορεί να μην είχαν πλούσιο γεύμα, δώρα και παιχνίδια, είχαν όμως κοντά τους το μεγάλο τους πρότυπο, τον πατέρα τους.

Σοφία Κιγινδή

Page 13: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1
Page 14: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Πέρασαν τα Χριστούγεννα, πέρασε και η Πρωτοχρονιά. Τα παιδιά κατάλαβαν πως για ακόμη μια φορά ο πατέρας τους δε θα γύριζε από την εξορία. Όμως τα θεοφάνεια τους περίμενε μια έκπληξη. Ο πατέρας τους γύρισε και μάλιστα με χρήματα και δώρα. Στο Πέτρο έφερε ένα τρενάκι και στην Αγγελικούλα μια κούκλα. Τα παιδιά απορούσαν πως ο πατέρας τους γνώριζε τις επιθυμίες τους, αλλά ήταν τόσο χαρούμενα που δεν είπαν τίποτε. Η αλήθεια ήταν πως η μητέρα έγραψε στον πατέρα τι ακριβώς ήθελαν τα παιδιά. Έτσι ο πατέρας όταν ήρθε για μερικές μέρες τους έφερε ό,τι ονειρεύτηκαν. Αναγκάστηκε όμως να ξαναφύγει Τα παιδιά έκαναν και άλλα Χριστούγεννα κι άλλες Πρωτοχρονιές χωρίς τον πατέρα τους. Καραμπουγιούκης Νεραντζής.

Page 15: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1
Page 16: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Τελικά η μητέρα επαληθεύτηκε. Την επόμενη χρονιά, παραμονή Χριστουγέννων η πόρτα χτύπησε στο φτωχικό σπίτι. Ήταν ο πατέρας. Εξουθενωμένος, αλλά χαρούμενος που επιτέλους γύρισε από την εξορία. Τα παιδιά του ζήτησαν τα παιχνίδια που επιθυμούσαν, αλλά δυστυχώς ο μπαμπάς δεν είχε λεφτά. Ο Πετρος απογοητεύτηκε, αλλά είπε στον πατέρα του πως χαίρεται που τον βλέπει και που είναι η οικογένεια όλη μαζί ενωμένη, και ας μην έχει και το τρενάκι. Τον επόμενο μήνα ο πατέρας έπιασε δουλειά. Με τα πρώτα χρήματα που πήρε, αγόρασε δώρα, ρούχα και παιχνίδια στα παιδιά του. Η οικογένεια ήταν πια χαρούμενη και ευτυχισμένη.

Αλτιπαρμάκης Στράτος

Page 17: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1
Page 18: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Τα παιδιά περίμεναν τα επόμενα Χριστούγεννα τον πατέρα τους. Όμως και πάλι ο πατέρας τους δεν ήρθε. Έτσι σταμάτησαν να ελπίζουν. Η μητέρα τους τα έβγαζε στους δρόμους πιστεύοντας ότι κάποιος θα τους λυπηθεί και θα τους δώσει ένα πιάτο φαγητό, μια και η κατάστασή τους χειροτέρευσε. Ο Πέτρος και η Αγγελικούλα έβλεπαν στις βιτρίνες διάφορα παιχνίδια, τα επιθυμούσαν, αλλά γύριζαν στεναχωρημένα στη μητέρα τους, γιατί καταλάβαιναν ότι δεν μπορούσαν να τα αποκτήσουν. Το βράδυ της Πρωτοχρονιάς , περιμένοντας την αλλάγή του χρόνου, χτύπησε ξαφνικά η πόρτα τους. Η έκπληξή τους ήταν μεγάλη. ¨Ηταν μπροστά τους ο πατέρας τους. Έπεσαν χαρούμενα στην αγκαλιά του . Δεν μπορούσαν να το πιστέψουν πως τον είχαν κοντά τους.

Page 19: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Λιγο αργότερα τους περίμενε ακόμη μαι έκπληξη. Ο μπαμπάς τους έδωσε τα δώρα τους. Μπορεί να μην ήταν αυτά που είδαν στη βιτρίνα του καταστήματος, ήταν όμως εξίσου καλά. Η χρονιά τους ξεκινούσε με τους καλύτερους οιωνούς.

Μάρκου Μαρία

Page 20: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Και ενώ τα παιδιά το πήραν απόφαση πως ο μπαμπάς τους ούτε φέτος θα ερχόταν, ξαφνικά μια μέρα χτύπησε η πόρτα τους. Ο ταχυδρόμος τους έδωσε ένα γράμμα από τον πατέρα τους. Τους ενημέρωνε πως τις επόμενες μέρες θα ερχόταν για πάντα κοντά τους. Πράγματι μετά δυο μέρες ο πατέρας γύρισε δίνοντας χαρά σ' όλη την οικογένεια, έστω κι αν δεν έφερε το σιδηρόδρομο που τόσο πολύ επιθυμούσαν. Γαϊτατζής Νίκος

Page 21: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

• Παραμονή Πρωτοχρονιάς .... Τον σπίτι των παιδιών έμενε έρημο, σιωπηλό και ορφανεμένο από πατέρα για μια ακόμη χρονιά. Χτυπήματα ακούστηκαν στην πόρτα . Τα παιδιά έτρεξαν και τι να δουν.... τον πατέρα τους, άργησαν λίγο να τον αναγνωρίσουν, γιατί διέφερε από τον πατέρα της φωτογραφίας, ήταν πιο αδυνατισμένος και ταλαιπωρημένος. Όμως η χαρά τους δεν περιγράφεται. Έμειναν έτσι αγκαλιασμένοι και οι τέσσερις τους για ώρα. Ρώτησαν να μάθουν πως περνούσε αυτά τα χρόνια μακριά τους, και αν τους έφερε κάποιο δώρο. Ο πατέρας προσπάθησε να τους εξηγήσει την άσχημη οικονομική τους κατάσταση, αλλά αυτά λόγω ηλικίας δεν μπορούσαν να καταλάβουν πως είναι δυνατόν να έχουν άλλοι ό, τι θέλουν, και αυτοί όχι και στεναχωρέθηκαν.

Page 22: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1
Page 23: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

Όμως η τύχη τους χτύπησε την πόρτα . Η μητέρα τους την προηγούμενη μέρα είχε βρει ένα λαχείο που θα κληρωνόταν την παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Με έκπληξη και χαρά έμαθε πως ήταν το τυχερό και κέρδισε πολλά λεφτά. Την επόμενη μέρα τα παιδιά ξυπνώντας είδαν δίπλα στο κρεβάτι τους ένα τεραστιο δέμα και μέσα το σιδηρόδρομο. Χοροπηδούσαν από τη χαρά τους. Όλη μέρα έπαιζαν με το σιδηρόδρομο. Ήταν πολύ ευτυχισμένα, το ίδιο και οι γονείς τους. Λαμπάκη Μαρία

Page 24: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

• Η χρονιά που ακολούθησε ήταν το ίδιο δύσκολη για τη μητέρα, τη μικρή Αγγελική και τον Πέτρο. Παραμονή Χριστουγέννων και πάλι. Η πόρτα χτύπησε δυνατά. Ο Πέτρος έτρεξε να ανοίξει και κοντοστάθηκε έκπληκτος. Μπροστά του έστεκε ο άνθρωπος της φωτογραφίας, ο πατέρας του, που τόσα χρόνια περίμενε να γυρίσει από την εξορία. Έπεσε στην αγκαλιά του και άρχισε να κλαίει από τη χαρά του. Η μαμά και η Αγγελική άκουσαν θόρυβο και έτρεξαν να δουν τι συμβαίνει. Με ιδιαίτερη χαρά και συγκίνηση πέρασαν όλοι μέσα στο σπίτι και δεν προλάβαιναν να λένε ότι τους συνέβη όλα αυτά τα χρόνια του χωρισμού. Ο πατέρας τους είπε πως ήδη είχε βρει δουλειά σε ένα παντοπωλείο της γειτονιάς. Τα λεφτά δεν ήταν πολλά, αλλά αρκετά για να συντηρήσει την οικογένειά του.

Page 25: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1
Page 26: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1

• Όμως ο Πέτρος στο μυαλό του είχε συνεχώς το σιδηρόδρομο της βιτρίνας, πίστευε πως εκείνον περίμενε να τον αγοράσει και δεν άργησε να το πει στον πατέρα του, ο οποίος του εξήγησε πως τα χρήματά τους δεν ήταν αρκετά γι΄αυτά τα περιττά πράγματα. Ο Πέτρος στεναχωρήθηκε, κλείστηκε στο δωμάτιό του, δε μιλούσε, απογοητεύτηκε, κατάλαβε όμως τις δυσκολίες των γονιών του. Αισθάνθηκε ότι πρέπει να είναι χαρούμενος και μόνο που γύρισε ο πατέρας του. “Εξάλλου δεν μπορούμε να έχουμε πάντα ό,τι επιθυμούμε... πρέπει να ζούμε με αυτά που έχουμε” σκέφτηκε και έδιωξε τελείως από το μυαλό του, το παιχνίδι της βιτρίνας... Καραμιχάλη Ζωή.

Page 27: τέλος διηγήματος της αλεξίου 1