κ. θεοτόκης κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

22
Κατάδικος – Κων. Θεοτόκης ΑΝΑΛΥΣΗ 15 ΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Transcript of κ. θεοτόκης κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Page 1: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Κατάδικος – Κων. Θεοτόκης

ΑΝΑΛΥΣΗ 15ΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ

Page 2: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

ΘΕΜΑ: Η ΤΕΛΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ ΠΕΠΟΝΑ – ΤΟΥΡΚΟΓΙΑΝΝΟΥ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ – Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΕΠΟΝΑ ΚΑΙ Η ΤΕΛΙΚΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΤΟΥΡΚΟΓΙΑΝΝΟΥ ΝΑ ΜΕΙΝΕΙ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ

Χώρος: ο χώρος της φυλακής – Σωφρονηστηρίου

Χρόνος: ένα φθινοπωρινό απόγευμα / η μέρα που αρχίζει ο Πέπονας να εκτίει την ποινή του – απροσδιόριστος χρόνος

Ο αφηγητής είναι παντογνώστης - ετεροδιηγητικός και έχουμε μηδενική εστίαση στην παρουσίαση των γεγονότων

Χρησιμοποιούνται οι αφηγηματικές τεχνικές της τριτοπρόσωπης αφήγησης των γεγονότων, και του διαλόγου με σύντομες στιχομυθίες ανάμεσα στον Τουρκόγιαννο, τον Πέπονα και τους άλλους κρατούμενους, ο οποίος εμβαθύνει στις ψυχές και παρουσιάζει με λεπτομέρειες στοιχεία του χαρακτήρα και της βιοθεωρίας τόσο του Τουρκόγιαννου όσο και του Πέπονα.

Ο λόγος είναι κυρίως μακροπερίοδος με εναλλαγές ανάμεσα σε παρατακτική και υποτακτική σύνταξη, γεγονός που προσδίδει ζωντάνια και παραστατικότητα– η σύκρουση των κοσμοθεωριών των δύο ηρώων εμβαθύνει στην ψυχοσύνθεσή τους, παρουσιάζει ειδοποιά στοιχεία και διαφορές ανάμεσα στους δύο χαρακτήρες και κλιμακώνει τα συναισθήματά τους, οδηγώντας στην προσωπική τους «κάθαρση».

Page 3: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Ο τόνος είναι έντονος, με γρήγορες εναλλαγές στα διαλογικά μέρη, δραματικός και τραγικός, καθώς αναφέρεται στις βαθιές ψυχολογικές μεταπτώσεις των δύο ηρώων, διεισδυτικός, όταν εμβαθύνει στις κρυφές σκέψεις του Τουρκόγιαννου και κυρίως του Πέπονα, απολογητικός, όταν ο Πέπονας καταρρέει και ομολογεί το έγκλημά του μπροστά στον Τουρκόγιαννο και λυτρωτικός, καθώς ο Πέπονας οδηγείται προς την αληθινή μεταμέλεια και ο Τουρκόγιαννος προς την δικαίωσή του και το ύφος διέπεται από ζωντάνια, αμεσότητα και γοργότητα.

Η σχεδόν παντελής απουσία εκφραστικών μέσων και σχημάτων λόγου (ελάχιστες παρομοιώσεις) σηματοδοτούν τη σοβαρότητα, την αυστηρότητα, την δραματικότητα αλλά και την τραγικότητα του χώρου αλλά και των όσων διαδραματίζονται μέσα στην ψυχή των ηρώων, που τους καθοδηγεί στην κλιμάκωση των παθών και των συναισθημάτων τους και τους οδηγεί στην προσωπική τους λύτρωση.

Τα γεγονότα παρουσιάζονται με γραμμική αλληλουχία / το κεφάλαιο με γοργούς ρυθμούς οδηγείται προς το τέλος της ιστορίας και την «ηθική κρίση» των δύο ηρώων / η γλώσσα είναι απλή, φυσική, δημοτική, διανθισμένη με πληθώρα ιδιωματισμών που κάνουν το κείμενο πιο ζωντανό και άμεσο.

Page 4: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ:

Το κεφάλαιο ξεκινά με την αναφορά στη χρονική εποχή που διαδραματίζονται τα γεγονότα, παρόλο που δεν γνωρίζουμε πόσα χρόνια έχουν ακριβώς περάσει από την δολοφονία του Αράθυμου (απροσδιόριστος χρόνος) – πρόκειται για ένα φθινοπωρινό ηλιόλουστο απόγευμα.

Με μία λυρική οπτική εικόνα περιγράφεται το ηλιόλουστο απόγευμα και προσδιορίζεται ο αέναος χρόνος που κυλά και η ζωή που συνεχίζεται μέσα από τον προαυλισμό των φυλακισμένων («ήτανε...κάνοντας περίπατο»)

Ο αφηγητής προσδιορίζει ότι στην φυλακή δεν βρίσκεται πια ο Κάης, που έχει λάβει χάρη, έχοντας ήδη ημερέψει και γαληνέψει την ψυχή του μέσα από την αληθινά μεταμέλεια και συγχώρεση / από την άλλη ο αγιογράφος έχει λάβει, ως ηθική τιμωρία, ένα βασανιστικό τέλος, καθώς αρρώστησε από «χτικιό» – χολέρα και, αφού κόλλησε και άλλους φυλακισμένους, πέθανε μέσα σε αφόρητους πόνους και απόλυτη μοναξιά, την ίδια στιγμή, που η συμφεροντολογία και η μνησικακία, που είχε επιδείξει, δεν μπόρεσαν να τον σώσουν από το φρικτό του τέλος /

Page 5: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

/ ενώ ο κλέφτης, που δεν προκαλούσε ποτέ με «χτυπητά» λόγια, αλλά υπολόγιζε τις καταστάσεις ορθολογικά, κατάφερε να δραπετεύσει και να ζει κρυμμένος μαζί με τα κλοπιμαία που ανέκτησε («μαζί τους...χρήματά του»).

Με μία σύντομη περιγραφή, διαφαίνεται πώς τα χρόνια που έχουν περάσει και οι δύσκολες συνθήκες διαβίωσης στην φυλακή έχουν «γεράσει» τον Τουρκόγιαννο, τον έχουν βαρύνει ο σωματικός κάματος και ο ανελέητος χρόνος, που κυλά ασταμάτητα, και η συνεχιζόμενη στέρηση της ελευθερίας του παρ’ όλα αυτά, η ψυχή του συνεχίζει να διέπεται από εντιμότητα, ευσυνειδησία, αγνότητα, αρμονική ισορροπία, απόλυτη γαλήνη και ηρεμία, καθώς συνεχίζει να είναι πιστός στις ηθικές αρχές του, να πρεσβεύει την αθωότητά του και να επιτελεί ακατάπαυστα το ιεραποστολικό του έργο, να σώζει δηλαδή, χωρίς κανένα αντάλλαγμα, τις αμαρτωλές ψυχές των συγκρατουμενών του και να τις οδηγεί στην ειλικρινή μετάνοια, την συγχώρεση, την γαλήνη και την ένωσή τους με τον Δημιουργό («κι αυτήν την ώρα...αθώα μάτια»).

Page 6: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Το κεφάλαιο συνεχίζει με τη σύντομη, αλλά απόλυτη ανακοίνωση, ότι μετά την δίκη του Πέπονα, ο ίδιος οδηγείται στην φυλακή και έτσι προοικονομείται η συνάντηση των δύο αντρών που θα οδηγήσει σε συνεχιζόμενη κλιμάκωση και έντονη φόρτιση των συναισθημάτων τους («η σιδερένια...την ημέρα»).

Η αρχική αντίδραση του Πέπονα είναι να προσπαθήσει να επιβεβαιώσει την ύπαρξή του μέσα από τους υπόλοιπους κρατουμένους, κάτι που δείχνει την βαθιά του ανασφάλεια, «εξετάζει αν γνώριζε κανέναν» και χαμογελά προσπαθεί να εγκλιματιστεί, αλλά και να παρουσιάσει ένα φιλικό πρόσωπο στους άλλους φυλακισμένους ώστε να κερδίσει την συμπάθειά τους (συμφεροντολογικοί λόγοι).

Η εμφάνιση του νέου κρατουμένου κεντρίζει το ενδιαφέρον των άλλων καταδίκων, οι οποίοι με μία αίσθηση έμφυτης περιέργειας και αλληλεγγύης τον πλησιάζουν και τον καλωσορίζουν στην φυλακή («ο επιζωήτης...μπροστά του») / παράλληλα, διαφαίνεται ο ασίγαστος πόθος των φυλακισμένων να μαθαίνουν «νέα από τον έξω κόσμο» από κάθε νέο κρατούμενο, καθώς τα νέα αυτά είναι ο συνδετικός τους κρίκος με συγγενείς, φίλους, την προηγούμενη ζωή τους, που τους δίνει ελπίδα και παρηγοριά στον σκληρό κόσμο της φυλακής.

Page 7: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Στο σημείο αυτό δίνεται η ευκαιρία στο συγγραφέα να ασκήσει, για μία ακόμη φορά, κοινωνική κριτική απέναντι στο πολιτικό σύστημα της εποχής του / θίγονται δύο βασικά θέματα: α. οι «κούφιες» υποσχέσεις που δίνουν οι ανάλγητοι πολιτικοί, κυρίως κατά τη διάρκεια προεκλογικών περιόδων,όπως, για παράδειγμα, η απονομή χάριτος σε κάποιους κρατουμένους, για να παρουσιάσουν ένα ανθρώπινο πρόσωπο, ενώ στην ουσία από πίσω κρύβονται ψηφοθηρικοί λόγοι («είναι αλήθεια...χάρες;») και β. η αλαζονεία της πολιτικής διαφθοράς, αλλά και κάθε ηγετικής μορφής εξουσίας, η οποία καταστρατηγεί ανθρώπινα δικαιώματα και ηθικές αξίες για να εξυπηρετήσει τα δικά της συμφέροντα (π.χ. Ο διευθυντής της φυλακής, που, έχοντας πολιτική κάλυψη, κλέβει το καλής ποιότητας φαγητό από τους τρόφιμους της φυλακής, οδηγώντας τους στην εξαθλίωση, την παραίτηση και την απαισιοδοξία) («και θα καλυτερέψει...σε χειρότερο!...»). απέναντι σε αυτές τις αλλεπάλληλες ερωτήσεις των άλλων κρατουμένων ο Πέπονας ακολουθεί μία τακτική ψεύτικης και φρούδας ελπίδας, λέγοντας αυτά που θέλουν να ακούσουν, ώστε να γίνει αρεστός και αποδεκτός (αποβλέπει στο δικό του συμφέρον) («δεν ξέρω...λένε!...»)

Page 8: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Παράλληλα, ο Πέπονας αρχίζει να παρουσιάζει τους λόγους για τους οποίους βρίσκεται στην φυλακή αναφέρεται με κομπασμό στην «βαριά κατηγορία» (το περιστατικό με τον κλητήρα και την αντίστασή του κατά των αρχών, αλλά παρουσιάζει με εγωϊστικό τρόπο ότι εχει κερδίσει όλη τη συμπάθεια των συγχωριανών του, οι οποίοι με την μαρτυρία τους τον βοήθησαν να καταδικαστεί μόνο 6 μήνες (τραγική ειρωνεία, καθώς τους έχει εξαπατήσει όλους με αυτό το κοινωνικό πρόσωπο που επέδειξε στο παραπάνω περιστατικό) – παρ’ όλο που δεν καταδικάστηκε για αρκετό καιρό, και αυτό θα έπρεπε να ήταν το πιο σημαντικό στοιχείο, παραπονιέται, γιατί με την κράτησή του έχει μείνει μακριά από την εργασία του και έχει υλικά ζημιωθεί, προοικονομώντας την υλιστική βιοθεωρία του, που θα ακολουθήσει («άλλους έξι μήνες...μου στοίχισε»).

Στο σημείο αυτό, έχουμε έναν άλλο κοινωνικό προβληματισμό του συγγραφέα, καθώς αναφέρεται στα τρωτά σημεία και την δυσλειτουργία του διακανικού συστήματος, όπου πολλές φορές οι αποφάσεις παίρνονται με γνώμονα τις ψευδείς καταθέσεις πληρωμένων μαρτύρων που εξαπατούν το προεδρείο και τους ενόρκους. – μερικές φορές, όμως, η απάτη αυτή αποκαλύπτεται και οι ποινές είναι πολύ αυστηρές για παραδειγματισμό («παιγνίδια...μια ζωή!...»)

Page 9: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Σε αυτό το σημείο ο Πεπονας επιδεικνύεται αναφερόμενος με κάθε λεπτομέρεια στο περιστατικό με τον κλητήρα, διακατεχόμενος από έντονη εγωϊστική τάση για προβολή και κοινωνική αποδοχή και θέλοντας να κερδίσει την συμπάθεια των συγκρατουμένων του αναφέρει πως μετά την αποφυλάκισή του το σπίτι του θα είναι πάντα ανοικτό και φιλόξενο για αυτούς, αν τύχει και βρεθούν στο χωριό του (ο Πεπονας επιζητά την κοινωνική καταξίωση και αναγνώριση με ματαιοδοξία) («ας είμαι...όσο θέλει!...»).

Αυτή του η συμφεροντολογική τάση για προβολή προκαλεί την αντίδραση του επιζωήτη, ο οποίος με έντονη αναταγωνιστική και κενόδοξη διάθεση, με φιλαυτία, αλλά και ενδόμυχη ανασφάλεια, κατηγορεί τον Πεπονα ως ένα «φρόνιμο και ήσυχο νοικοκύρη, που δεν μπορεί να του πάρει τα πρωτεία εκεί μέσα», και που όλο λόγια είναι, ενώ « το δικό του όνομα ακούγεται σε καλόν κόσμο και δύσκολα θα λησμονηθεί...».

Και εκείνη τη στιγμή, ο Πέπονας ρίχνει το βλέμμα του πάνω σε έναν αλλαγμένο Τουρκόγιαννο, ο οποίος «διδάσκει» έναν ανήλικο κρατούμενο και ασκεί το ιεραποστολικό του εργο, μιλώντας για την αληθινή ευτυχία που επιφέρει η εντιμότητα και η ευσυνειδησία, αλλά και για την αυτογνωσία και την ηθική λύτρωση που ακολουθεί την αλήθινή μετάνοια και τη συγχώρεση («γιατί στον κόσμο...ως και αυτή»)

Page 10: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

η ηθική στάση ζωής του Τουρκόγιαννου συνεχίζεται στην διδαχή του, όταν αναφέρει πώς η ψυχή δεν μπορεί να ξεγελάσει τον εαυτό της την ώρα του ύπνου, όπου οι άμυνες χαλαρώνουν και το υποσυνείδητο μεγενθύνεται. Αν η ψυχή διέπεται από καλοσύνη, ειλικρίνεια και εντιμότητα, τότε η συνείδηση ειναι καθαρή κι ο ύπνος είναι γαλήνιος / όταν, όμως, η καρδιά του ανθρώπου είναι «βαριά από τα κρίματα», ενώ, κατά τη διάρκεια της ημέρας μπορεί να αποσιωπά, να κρύβει και να λησμονά το κακό που έχει κάνει, τη νύχτα ο ύπνος γίνεται αυστηρός και αμείλικτος κριτής και αναβιώνει όλο το ηθικό κρίμα χωρίς να μπορεί η ψυχή να γαληνέψει (λαϊκή θυμοσοφία) η ηθική διδαχή του Τουρκόγιαννου δείχνει να έχει απήχηση στον ανήλικο κρατούμενο, να του αφυπνίζει την συνείδηση και να τον οδηγεί στην μεταμέλεια, καθώς το «τρυφερό του βλέμμα εδάκρυζε».

Η φωνή του Τουρκόγιαννου κεντρίζει την μνήμη του Πέπονα, ο οποίος και μόνο στην ιδέα ότι το παρελθόν τον κυνηγά χλωμιάζει, αρχίζει να φορτίζεται συναισθηματικά και κοιτά για μία ακόμα φορά ακούσια το φονικό χέρι, το οποίο πάντα συνειρμικά του θυμίζει το ηθικό ανοσιούργημα που έχει διαπράξει.

Page 11: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Ένας άλλος κρατούμενος δηλώνει το όνομα και το χωριό καταγωγής του Τουρκόγιαννου, αφήνοντας τον Πέπονα χωρίς καμιά αμφιβολία για την ταυτότητα του κρατουμένου στο σημείο αυτό ο συγγραφέας έμμεσα κριτικάρει για μία ακόμα φορά τον άκρατο θεολογισμό μέσα από τα λόγια του επιζωήτη καθώς αυτός χλευάζει και ειρωνεύεται όλες αυτές τις θεολογικές διδαχές που συνήθως ακούγονται στον χώρο της εκκλησίας και όπου στόχο έχουν να προσηλυτίσουν και να επηρεάσουν την κριτική σκέψη των πιστών («και μας σκοτίζει...ή φυλακή;» παράλληλα, διαφαίνεται το πώς η ψυχή και ο ιεραποστολικός ρόλος του Τουρκόγιαννου δεν είχαν γίνει κατανοητοί από τους άλλους κρατούμενους μέσα στον σκληρό, άτεγκτο και ηθικά ανάλγητο χώρο της φυλακής, αφού γίνεται αντικείμενο χλευασμού, κοροϊδίας και ειρωνικής διάθεσης («είναι ζουρός για δέσιο...»).

Και στο σημείο αυτό παρουσιάζεται για πρώτη φορά μία ερώτηση από το στόμα ενός φυλακισμένου, η οποία θα επαναληφθεί πέντε φορές μέσα στο κείμενο και θα αποτελέσει το έναυσμα αλλά και την αφορμή για την κορύφωση των συναισθημάτων τόσο του Πέπονα όσο και του Τουρκόγιαννου, για την κλιμάκωση των παθών τους, για την πορεία χωρίς επιστροφή προς την αποκάλυψη της αλήθειας – «Πές μας εσύ, εσκότωσε ο Τουρκόγιαννος ή όχι;»

Page 12: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

παράλληλα, η ρητορική αυτή ερώτηση σηματοδοτεί τήν παρέμβαση των κρατουμένων στην εξέλιξη της υπόθεσης, όπου αναλαμβάνουν τον ρόλο χορού αρχαίας ελληνικής τραγωδίας με κορυφαίο τον επιζωήτη και πλαισιώνουν τους δύο πρωταγωνιστές συνεισφέροντας και συμβάλλοντας στην κλιμάκωση και την ένταση των σκέψεων και των συναισθημάτων τους.

Στο σημείο αυτό ο Πέπονας, θέλοντας να αντισταθεί στην βιοθεωρία του Τουρκόγιαννου, που μόλις έχει ακούσει, παρουσιάζει με απόλυτο τρόπο την δική του στάση ζωής, η οποία μπορεί να θεωρηθεί υλιστική και διαποτισμένη από ατομικισμό και συμφεροντολογία. Για τον Πέπονα δεν είναι ο Θεός ή η τύχη που επηρεάζουν και διαμορφώνουν την πορεία στη ζωή ενός ανθρώπου, αλλά ο ίδιος ο άνθρωπος, που έχει την προσωπική του ευθύνη, που ελέγχει τις καταστάσεις και που με την δύναμη του μυαλού του υποτάσσει την τυχη του, εκμεταλλεύεται τις καταστασεις, που του παρουσιάζονται, διαμορφώνει τις συνθήκες στις οποίες πορεύεται και με αποφασιστικότητα και οξύνοια αντιμετωπίζει όλα τα εμπόδια και τις δυσκολίες στη ζωή του (όλο αυτή η βιοθεωρία μας θυμίζει το αρχαιοελληνικό πρότυπο που προβάλλεται στην Οδύσσεια του Ομήρου, όπου ο κεντρικός ήρωας αντιπροσωπεύει τον άνθρωπο που με τις δικές τους πρωτοβουλίες, αποφάσεις, πράξεις και ευθύνες διαμορφώνει τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζει και υπερνικά τα εμπόδια με την δύναμη της λογικής του, ξεφεύγοντας απο την «ειμαρμένη» = μοίρα που διαμορφώνεται από τους θεούς) («υπάρχει στον κόσμο...όλα τα εμπόδια») παράλληλα, ο Πέπονας με εξουσιαστικό οίστρο προβάλλει την υλιστική του βιοθεωρία κρίνοντας ότι επιτυχημένος και ευτυχισμένος είναι κάποιος που έχει υλικά αγαθά και περιουσία, κοινωνική θέση σεβάσμια και αποδεκτή από τους άλλους και που δημιουργεί ένα σωστό οικογενειακό θεσμό («τι θα’ μουνα...σας το’πα!»).

Page 13: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Στο άκουσμα της ρητορικης ερώτησης αν σκότωσε ο Τουρκόγιαννος, για δεύτερη φορά, ο Πέπονας πάλι κοιτά ενστικτωδώς το χέρι του, σηματοδοτώντας ότι έχει αρχίσει η συναισθηματική του φόρτιση και οι τύψεις του και οι ενοχές του αρχίζουν να διαφαίνονται πιο έντονες («Ο Πέτρος ξανακοίταξε ανήσυχος το χέρι του»).

Η κοσμοθεωρία του, που μόλις έχει παρουσιάσει, γίνεται αντικείμενο χλευαστικής και κοροϊδευτικής κριτικής από τους άλλους κρατουμένους, που παίζουν τον ρόλο του αμείλικτου κριτή, καθώς αμφισβητούν ότι ένας τέτοιος τύπος ανθρώπου, σαν αυτόν που παρουσιάζει ο Πέπονας, είναι πραγματικά ευτυχισμένος, καθώς δεν μπορεί να πάρει τα υλικά του αγαθά και την κοινωνική του θέση μαζί του στον άλλο κόσμο, κάνοντας τα να φαντάζουν μάταια και ασήμαντα («κ’ είσαι ευτυχισμένος;…και θα πάρεις τα καλά σου στον άλλο κόσμο;») / μόνο ο επιζωήτης, που χαρακτηρίζεται από σκληρότητα και ηθική αναλγησία, δείχνει να συμφωνεί με τον Πέπονα ότι ο ίδιος ο άνθρωπος εξουσιάζει την τύχη του, αρκεί να δείχνει θάρρος, θράσος, παρρησία, αποφασιστικότητα και να κοιτά μόνο το συμφέρον του, με ψυχρή και αμείλικτη λογική, για να «μπορεί να τα καταφέρνει») και ο επιζωήτης είναι ο ίδιος που προωθεί την ιστορία, φωναζοντας τον Τουρκόγιαννο να συναντήσει τον συντοπίτη του Πέπονα, προοικονομώντας την σύγκρουση των δύο αντρών («Άη Γιάννη....από το χωριό σου»).

Page 14: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Η αντίδραση του Τουρκόγιαννου όταν βλέπει τον Πέπονα είναι διαποτισμένη από την εσωτερική ηρεμία και την στωϊκότητα, την γαλήνη της ψυχής, που τον διακατέχει αντί να οργιστεί, να θυμώσει, να κακολογήσει τον άνθρωπο, που είναι υπεύθυνος για την άδικη ισόβια καταδίκη του, φορτίζεται συναισθηματικά, συγκινείται και χλωμιάζει κι αποσύρεται με πόνο ψυχής, αναστενάζοντας στο κελί του, καθώς η αναβίωση του παρελθόντος είναι και για αυτόν οδυνηρή και αμείλικτη, την ίδια στιγμή που ο Πέπονας έχει αρχίσει να δείχνει φανερά πια σημάδια ενοχής και τύψεων («κι ο Τουρκόγιαννος....στο κελί του»).

Μετά την τρίτη αναφορά στην ρητορική ερώτηση αν σκότωσε ο Τουρκόγιαννος, ο Πέπονας κατανοεί ότι η αμηχανία και η σιωπή, στην οποία υπέπεσε μετά την συνάντησή του με τον Τουρκόγιαννο, μπορεί να αποβεί μοιραία και να τον προδώσει παρ’ όλο που η συνείδησή του έχει αρχίσει να υποχωρεί απ΄τις τύψεις, η σκληρή και ψυχρή λογική του αντιστέκεται στην ψυχολογική πίεση αυτής της επαναλαμβανόμενης ερώτησης και υπολογίζοντας την κάθε του κουβέντα προσπαθεί να δικαιολογήσει και να απαντήσει σε αυτην την βασανιστική ερώτηση

Page 15: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

και η τραγική ειρωνεία έγκειται ότι στην προσπάθειά του αυτή, ουσιαστικά αποκαλύπτει όλα όσα έχουν συμβεί και έμμεσα, με μία κλιμακούμενη φόρτιση των συναισθημάτων του, παραδέχεται την ενοχή του: α. αναφέρει ότι ο Τουρκόγιαννος τον εμπόδιζε και τον ενοχλούσε, γιατί παραφυλούσε πάντα την Μαργαρίτα, β. παραδέχεται το υπέρεμετρο πάθος του και την απόλυτη αγάπη του για την Μαργαρίτα, γ. παρουσιάζει ότι τώρα έχει αντικαταστήσει και στην ουσία «κλέψει» την ζωή του σκοτωμένου Αράθυμου, όντας ο νεος σύζυγος της Μαργαρίτας, δ. δηλώνει την απόγνωσή του, που ο ερωτάς του για την Μαργαρίτα δεν ολοκληρωνόταν, μέχρι που σκοτώθηκε ο Αράθυμος, ε. ρίχνει με απόλυτο τρόπο και μνησικακία την ευθύνη για τον φόνο στον Τουρκόγιαννο και αναφέρει τις λυσσαλέες προσπάθειές του στην δίκη να οδηγηθεί στην κρεμάλα και τέλος, στ. δείχνει ότι η ίδια η χήρα και η γυναίκα του, Μαργαρίτα, πρεσβεύει την αθωότητα του Τουρκόγιαννου, απαλάσσοντάς τον από την ευθύνη της δολοφονίας του Αράθυμου («δεν το ξέρω!...από την φυλακή»)

Page 16: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Ο Πέπονας, με την παρέμβαση του «κορυφαίου του χορού», επιζωήτη, οδηγείται στο κελί του Τουρκόγιαννου για την τελική αναμέτρηση των δύο ηρώων, την ίδια στιγμή που κάποιες φωνές φυλακισμένων αρχίζουν να παρουσιάζουν την αλήθεια για την αθωότητα του Τουρκόγιαννου, φορτίζοντας ακόμα περισσότερο τον ανήσυχο και γεμάτο τύψεις Πέπονα («είναι αθώος...ο επιζωήτης»)ο Τουρκόγιαννος, σαν να περίμενε αυτή την στιγμή από καιρό, είναι και αυτός συναισθηματικά φορτισμένος και με λύπη, διαλογισμό και στεναχώρια προετοιμάζεται για να αναμετρηθεί με τον Πέπονα γεμάτος από αίσθηση δικαιοσύνης, χωρίς ίχνος οργής και μνησικακίας, με συγχωρετική διάθεση και με ηρεμία ψυχής, απευθύνει τον λόγο στον Πέπονα, λέγοντας πώς η θεία βούληση έστειλε τον Πέπονα στην φυλακή, μέσα από κάποιο άλλο έγκλημα, ώστε εκεί μέσα η ψυχή του να βρει την αληθινή συγχώρεση, τη μεταμέλεια και τη λύτρωση (ουσιαστικά αντί να καταραστεί, εύχεται στον Πέπονα την αληθινή ηθική λύτρωση) («σ΄άφηκε...τ’ όνομά του;»).

Ο Πέπονας αιφνιδιάζεται από αυτήν την συμπεριφορά του Τουρκόγιαννου και αρχίζει να διαλύεται συναισθηματικά – σε αυτό συντελεί κι η τέταρτη αναφορά στη ρητορική ερώτηση που διερευνά την ενοχή του Τουρκόγιαννου, που ωθεί τον Πέπονα να ξανακοιτάξει το αδιάσειστο στοιχείο της βαριάς ενοχής του, το ίδιο του το χέρι («δεν ξέρω...το χέρι του»).

Page 17: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Ο Τουρκόγιαννος, μόλις συνειδητοποιεί την αμείλικτη και επίμονη στάση του Πέπονα να μην παραδεχτεί την αλήθεια και να συνεχίζει την ανεντιμότητα και την ανειλικρίνειά του, τον αποκαλεί ξανά Ιούδα, του απευθύνει την ρητορική ερώτηση «τι κακό θα σου’κανα;», αφήνοντας να φανεί στον Πέπονα ότι δεν θα μαρτυρούσε ποτέ την ένοχη μυστική του σχέση με την Μαργαρίτα και δεν θα την καταδίκαζε σε κοινωνική διαπόμπευση και κατακραυγή, για να γλιτώσει ο ίδιος, φανερώνοντας, για μία ακόμη φορά, την ανθρωπιστική του προσφορά και την αγνότητα της ψυχής του («ω Ιούδα...ακόμη κάτι»).

Στην πέμπτη αναφορά του «ποιος εσκότωσε», με τους δύο ήρωες να οδηγούνται σε μία κλιμακούμενη και μη αναστρέψιμη φόρτιση των συναισθημάτων τους, ο Τουρκόγιαννος δειλά, σεβάσμια, με πόνο ψυχής ρωτάει για την τύχη της Μαργαρίτας με το που λαμβάνει την βιαστική και φορτισμένη απάντηση του Πέπονα ότι τώρα πια η Μαργαρίτα είναι γυναίκα του, ο Τουρκόγιαννος μένει έκπληκτος μπροστά στο μέγεθος του ηθικού ανοσιουργήματος του Πέπονα, τον κατακρίνει και τον «δικάζει» για την ηθική του αναλγησία («ποιός εσκότωσε...πώς εμπόρεσες!»).

Page 18: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Και στο σημείο αυτό έρχεται η σαρκαστική, καυστική αλλά και διεισδυτική ματιά του επιζωήτη, ο οποίος, συνδυάζοντας τα γεγονότα, αλλά βλέποντας και τις ψυχοσωματικές αντιδράσεις των δύο ηρώων, έχει καταλάβει την αλήθεια για την ενοχή του Πέπονα και την αναφέρει δυνατά («στοιχηματίζω....αδικόβαλες»).

Ο λόγος αυτός του επιζωήτη αποτελεί για τον Πέπονα την αφορμή για να ακολουθήσει τον δικό του δύσκολο, σκληρό, συγκινησιακό δρόμο που θα τον οδηγήσει στην αληθινή μεταμέλεια και την αναζήτηση της συγχώρεσης και της λύτρωσης ο Πέπονας νιώθει την αλήθεια να πλησιάζει, λυγίζει κάτω από το βάρος των ενοχών και των τυψεών του, χάνει την εξουσιαστική δύναμη και τον κομπασμό που τον διακατείχε, κατανοεί, για πρώτη φορά, τις ολέθριες συνέπεις των πράξεών του, αναγνωρίζει το μέγεθος της προσωπικής του ευθύνης για τον άδικο θάνατο ενός ανθρώπου, για την ορφάνια των τριών παιδιών, για τον τελματωμένο και ψεύτικο γάμο του με την Μαργαρίτα και κυρίως για την άδικη καταδίκη και στέρηση της ελευθερίας από τον αθώο Τουρκογιαννο / η ένταση κορυφώνεται, ο δρόμος προς την αυτογνωσία και την αυτοσυγχώρεση διαγράφεται, οι ψυχοσωματικές του αντιδράσεις δείχνουν την κορύφωση του πάθους του, η ανάγκη του για λύτρωση από το ηθικό βάρος στη συνείδησή του γίνεται επιτακτική

Page 19: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

ο Πέπονας καταρρέει συναισθηματικά και, με δύο λέξεις μόνο, οδηγείται προς την αληθινή μεταμέλεια αναζητώντας την συγχώρεση του Τουρκόγιαννου, όλη του η αναλγησία, η ψυχρή υπολογιστική λογική, η συμφεροντολογία του υποχωρούν μπροστά στις τύψεις του, στην αναγνώριση της αλήθειας και την απόδοση της δικαιοσυνης με ειλικρινή μετάνοια («ο Τουρκόγιαννος...ω συμπάθησε!») το συναίσθημα κυριαρχεί μέσα στην ψυχή του Πέπονα, διαισθάνεται ντροπή, όνειδος, φόβο για όλα τα ανοσιουργήματα που έχει διαπράξει, αποζητά απελπισμένα την ανακούφιση και την ηρεμία ψυχής, που θα του δώσει η ομολογία του και λυγίζοντας ομολογεί την ενοχή του και το έγκλημα, με πόνο ψυχής, την ίδια στιγμή που έρχεται η λύτρωση και η ανακούφιση από το μέγιστο ηθικό βάρος, που κουβαλούσε τόσο καιρό, καθώς συντελείται η πραγματική του μετάνοια («και ζαλισμένος...πονεμένα τα σπλάχνα») μέσα από αυτή την κλιμακωτή φόρτιση των συναισθημάτων και την κορύφωση του δράματος συντελείται η πραγματική «κάθαρση» για τον Πέπονα καθώς η ψυχή του λυτρώνεται από το μαρτυρικό ενοχο μυστικό του και η αδικία αποκαθίσταται.

Απέναντι σε αυτήν την ύψιστη στιγμή της μεταμέλειας, ο επιζωήτης συνεχίζει να δείχνει το σκληρό, ατεγκτο προσωπό του και να πρεσβεύει όλα όσα σηματοδοτούν την έλλειψη ηθικών αξιών και ιδανικών / κρίνοντας με την ανειλικρίνειά του, την ανεντιμότητά του, την ηθική του αναλγησία, στην ουσία κατηγορεί και μέμφεται τον Πέπονα, ο οποίος δεν παρέμεινς πιστός σε αυτήν την πορεία που είχε χαράξει ως τώρα, δεν υπερασπίστηκε μέχρι τέλους το αξιακό του σύστημα και λύγισε κάτω από το βάρος των τύψεων και των ενοχών του (τραγικη ειρωνεία, καθώς ο επιζωήτης επικροτεί την ανηθικότητα και την ανεντιμότητα του Πέπονα ως τα τώρα ) - («μεγάλος....το τελος»)

Page 20: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Ο Τουρκόγιαννος στο άκουσμα της αλήθειας είναι έτοιμος να συγχωρέσει τον Πέπονα, κάτι που τόσο πολύ αναζητά ο δεύτερος για να ελευθερώσει την ψυχή του από το βάρος των ενοχών και του ηθικού ανοσιουργήματος που έχει διαπράξει ξαφνικά, όμως, η ανάμνηση της Μαργαρίτας και των τριων παιδιών της αποτελεί βασανιστική τροχοπέδη στο μυαλό του, καθώς δεν μπορεί να θεωρήσει τον εαυτό του υπαίτιο για την καταστροφή, τον κοινωνικό αποκλεισμό και την εξαθλίωση της γυναίκας που αγαπά με ένα τέτοιο, απόλυτο, αγνό και ανθρωπιστικό τρόπο / αν η αλήθεια έβγαινε προς τα έξω, από τη μιά μεριά θα αποκαλύπτονταν το ένοχο παρελθόν της Μαργαρίτας και ίσως της καταλογίζονταν και ευθύνες, από την άλλη , αυτή θα γινόταν αντικείμενο κοινωνικής διαπόμπευσης και τα παιδιά της θα έμενανα απροστάτευτα και κακορίζικα αυτό το ηθικό βάρος δεν μπορεί να το αντέξει ο Τουρκόγιαννος, να ξέρει ότι είναι υπεύθυνος για μία τέτοια κατάντια της Μαργαρίτας - έτσι, χρησιμοποιώντας για πρώτη φρά την ανειλικρίνεια στη ζωή του, πιστός στα ιδανικά του, αυτοθυσιάζεται, λέγοντας ότι τόσο καιρό τους κορόΪδευε όλους και ότι αυτός είναι ο πραγματικός δολοφόνος / η συμπεριφορά του αυτή θυμίζει στους αναγνώστες τον Σωκράτη, ο οποίος, αν και είχε τη δυνατότητα να γλιτώσει, προτίμησε και αυτός να θυσιαστεί, για να παραμείνει πιστός στο αξιακό του συστημα και να εχει την συνείδησή του καθαρή («κι ο Τουρκόγιαννος...εγώ σας γελούσα!»)

Page 21: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Ο Πέπονας εξακολουθεί να εκλιπαρεί για την συγχώρεση του Τουρκόγιαννου, που δεν του την δίνει, όμως, καθώς επιμένει ότι αυτός είναι ο δολοφόνος / μάλιστα η κορύφωση του πάθους του Πέπονα καταμαρτυρείται από το γεγονός ότι ποτέ του δεν βρήκε ησυχία μετά το φονικό και ότι πάντοτε η μορφή του σκοτωμένου Αράθυμου εμφανιζόταν στον ύπνο του και τον μεμφόταν που παντρεύτηκε τη Μαργαρίτα, ζητώντας του να τον σκοτώσει και δεύτερη φορά με αυτόν τον τρόπο επιβεβαιώνονται τα προηγούμενα λόγια και οι διδαχές του Τουρκόγιαννου, όταν μιλούσε για το βάρος των ενοχών στην ψυχή κάποιου που εχει διαπράξει ηθικό ανοσιούργημα («απ’ όταν εσκότωσα...να με λησμονήσει!»).

Ο Τουρκόγιαννος, όμως, παραμένει ανυποχώρητος στη στάση του και επιβεβαιώνει ότι μέσα στην φυλακή έχει βρει τον σκοπό της ζωής του, για αυτόν ο έξω κόσμος θα ήταν μία διαιώνιση του κοινωνικού αποκλεισμού και του χλευασμού που αντιμετώπιζε τόσα χρόνια, ενώ, μέσα στην φυλακή η ύπαρξή του εχει αποκτήσει νόημα με τον ιεραποστολικό ρόλο που έχει υιοθετήσει, γιατί πια στο μυαλό του πρέπει να βοηθά «τις πονεμένες ψυχές» των φυλακισμένων να «παρηγορούνται και να λυτρώνονται» μέσα από την μετάνοια και την συγχώρεση («και πού να πάω;...στη μετάνοια»)

Page 22: κ. θεοτόκης   κατάδικος - ανάλυση κεφ. 15

Ο Τουρκόγιαννος, λοιπόν, αυτοκαταδικάζεται σε μία ζωή μέσα στη φυλακή: α. για να καταδείξει για μία ακόμα φορά την ηθική του ακεραιότητα, την εντιμότητά του και ευσυνειδησία του, την έλλειψη εγωισμού και την ανθρωπιστική του προσφορά, β. να σώσει και να προστατέψει για μία ακόμη φορά την Μαργαρίτα από την κοινωνική κατακραυγή (τραγική ειρωνεία το ότι πιστεύει ότι η Μαργαρίτα δεν ξέρει την αλήθεια και πρέπει να συνεχίσει να ζει ευτυχισμένη στο πλευρό του Πέπονα) και γ. να συνεχίσει το αγαθοεργό ιεραποστολικό του ρόλο, να καθοδηγεί δηλαδή τις αμαρτωλές ψυχές των εγκληματιών στην αυτογνωσία, την μετάνοια, την λύτρωση και την ανακούφιση.

Το βιβλίο τελειώνει με την εμφάνιση της Μαργαρίτας στο κιγκλίδωμα της φυλακής, που έχει ερθει να αποχαιρετήσει τον Πέπονα εδώ έχουμε τραγική ειρωνεία, καθώς η Μαργαρίτα, μέσα από την απέχθεια και την αηδία της για τον Πέπονα, τώρα που ξέρει ότι είναι ο δολοφόνος, έχει ήδη ευχηθεί να πάει αυτός φυλακή, για να γλιτώσει από την φρικτή του παρουσία / παρ’όλα αυτά, για να αποφύγει τον κοινωνικό σχολιασμό και για να μην δώσει δικαιώματα, εμφανίζεται στην φυλακη για να τον αποχαιρετήσει, ενώ μέσα της νιώθει ανακουφισμένη με αυτό το τεχνοτροπικό εύρημα του συγγραφέα (την παρουσία της Μαργαρίτας), ο Τουρκόγιαννος, συγκινημένος, που ξαναείδε, έστω και φευγαλέα, την γυναίκα που αγαπά και προστεύει, δέχεται την μοίρα του, θυσιάζεται για τον ανθρωπισμό του, διέπεται από αγνότητα, εντιμότητα και καθαρότητα της συνείδησής του. («κι ο Τουρκόγιαννος... στο κελί του»)