η Βενετία των Ελλήνων η Ελλάδα των Βενετών - 1ο ΓΕΛ...

135
1 «Η ΒΕΝΕΤΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ - Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΒΕΝΕΤΩΝ» «σημάδια στο χώρο και τον χρόνο» Ερευνητική Εργασία Β΄ Λυκείου 1 ο ΓΕΛ Αγ. Αναργύρων – σχ. έτος 2014 – 2015 ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΧΝΗ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ – ΒΕΝΕΤΩΝ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

Transcript of η Βενετία των Ελλήνων η Ελλάδα των Βενετών - 1ο ΓΕΛ...

1

«Η ΒΕΝΕΤΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ - Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΒΕΝΕΤΩΝ»

«σημάδια στο χώρο και τον χρόνο»

Ερευνητική Εργασία Β΄ Λυκείου

1ο ΓΕΛ Αγ. Αναργύρων – σχ. έτος 2014 – 2015

ΕΛΛΗΝΩΝ ΙΧΝΗ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ – ΒΕΝΕΤΩΝ ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

2

η θαλασσινή πολιτεία στον μυχό της Αδριατικής

3

Η ομάδα μας

Ciao Bella Carbonari

Ηλέκτρα Πετρίδη Αναστάσιος Ρέμπας

Μαρία Ξεριζωτή Άγγελος Γραίκας

Αλέξιος Μπαντάουι

La gondola greca

Χριστίνα Λαθύρη I Canali

Λυδία Μηλιώνη Μάρκος Γκούφας

Γαβριέλλα Καψάλη Δημήτριος Αρβανιτάκης

I carnevali Mascarate

Σταύρος Ντάλλας Ηλίας Γάκος

Χριστόδουλος Ρέππας Χρήστος Τάφα

Πάρις Ελτσίδης Στέφανος Γκόγκου

Αλέξανδρος Σταύρου

Επόπτις : Ευθυμία Φλαριώτη, Φιλόλογος

4

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Πρόλογος – Ιστορικό πλαίσιο (Ευθυμία Φλαριώτη – Φιλόλογος)

Πρώτο Κεφάλαιο : Βενετία, η Γαληνοτάτη

Ιδρυση της Βενετίας (Αρβανιτάκης – Γκούφας)

Οι Δόγηδες της Βενετίας (Γραίκας – Ρέμπας – Μπαντάουι)

o Ερρίκος Δάνδολος (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

o Φραντζέσκο Μοροζίνι (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

Τα προνόμια της Βενετίας με αυτοκρατορικά χρυσόβουλα (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

Η ανάπτυξη της Βενετίας την εποχή του Βασίλειου Β΄ (Γάκος – Γκόγκου – Σταύρου – Τάφα)

Ο Άγιος Μάρκος της Βενετίας (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

Η Δ΄ Σταυροφορία και ο ρόλος της Βενετίας (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

Η συνθήκη του Καμποφόρμιο (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

Η αρχιτεκτονική της Βενετίας (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

Το «Μουράνο» και η Βενετία – η τέχνη της υαλουργίας (Αρβανιτάκης – Γκούφας)

Η Βενετία, οι μάσκες και το καρναβάλι (Ντάλλας – Ρέππας –Ελτσίδης)

Δεύτερο Κεφάλαιο : Η Βενετία των Ελλήνων

Η δυναμική ελληνική παρουσία στη Βενετία (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

Οι Έλληνες στη Βενετία (Αρβανιτάκης – Γκούφας)

Έλληνες Λόγιοι στη Βενετία (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

Καρδινάλιος Βησσαρίων (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

Μαρκιανή Βιβλιοθήκη (Γραίκας – Ρέμπας – Μπαντάουι)

5

Οι θρυλικοί Έλληνες stradioti της Βενετίας (Αρβανιτάκης – Γκούφας)

Οι Έλληνες τυπογράφοι στη Βενετία (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

Το τυπογραφείο του Άλδου Μανούτιου και οι ελληνικές εκδόσεις (Γραίκας – Ρέμπας – Μπαντάουι)

Δομήνικος Θεοτοκόπουλος και Βενετία (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

Ούγο Φώσκολο και Βενετία (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

Ο Άγιος Γεώργιος των Γραικών στην Βενετία (Γάκος – Γκόγκου – Σταύρου – Τάφα)

Το Ελληνικό Ινστιτούτο Βενετίας (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

Έρευνα στο ψηφιοποιημένο αρχείο του Ινστιτούτου ελληνικών – βυζαντινών και μεταβυζαντινών σπουδών (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

Τρίτο Κεφάλαιο : Η Ελλάδα των Βενετών

Βενετοκρατούμενες περιοχές στον ελληνικό χώρο (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

Λατινική αυτοκρατορία Κωνσταντινούπολης (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

Λατινικό βασίλειο Θεσσαλονίκης (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

Δουκάτο Αθηνών (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

Πριγκηπάτο Μορέως (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

Δουκάτο Αιγαίου (Γραίκας – Ρέμπας – Μπαντάουι)

Οι Βενετοί στα Επτάνησα (Αρβανιτάκης – Γκούφας)

Ενετοκρατία στην Κρήτη (Γάκος – Γκόγκου – Σταύρου – Τάφα)

6

Φραγκοκρατία και Ενετοκρατία στην Κύπρο (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

Βενετοτουρκικοί πόλεμοι (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

Βενετικά κάστρα στην Ελλάδα και την Κύπρο (Γραίκας – Ρέμπας – Μπαντάουι)

o Το κάστρο της Πύλου – Παλαίκαστρο (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

o Φορτέτζα Ρεθύμνου (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

o Φραγκοκάστελλο Χανίων (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

o Κάστρο Πλαταμώνα (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

o Ο μεγάλος κουλές Ηρακλείου Κρήτης (Γραίκας – Ρέμπας – Μπαντάουι)

o Κάστρο της Κω (Αρβανιτάκης – Γκούφας)

o Κάστρο Χώρας Νάξου (Γάκος – Γκόγκου – Σταύρου – Τάφα)

o Κάστρο Μυστρά (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

o Κάστρο Καλαμάτας (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

o Κάστρο Ρόδου (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

o Το Παλαμήδι τ’ Αναπλιού – της Βενετιάς τ’ Ανάπλι (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

o Το Μπούρτζι στ’ Ανάπλι – της Βενετιάς τ’ Ανάπλι (Γραίκας – Ρέμπας – Μπαντάουι)

o Κάστρο Μεθώνης (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

o Κάστρο Κορώνης (Γραίκας – Ρέμπας – Μπαντάουι)

o Κάστρο Ναυπάκτου (Αρβανιτάκης – Γκούφας)

o Κάστρα του Πριγκηπάτου της Αχαΐας (Αρβανιτάκης – Γκούφας)

7

o Κάστρο Χλεμούτσι (Γάκος – Γκόγκου – Σταύρου – Τάφα)

o Το κάστρο της Πάφου (Γάκος – Γκόγκου – Σταύρου – Τάφα)

o Το κάστρο της Λεμεσού (Πετρίδη – Ξεριζωτή)

o Το κάστρο της Κερύνειας (Λαθύρη – Μηλιώνη – Καψάλη)

o Το κάστρο της Λάρνακας (Ντάλλας – Ρέππας – Ελτσίδης)

o Το κάστρο της Αμμοχώστου (Γραίκας – Ρέμπας – Μπαντάουι)

Επίλογος (Ευθυμία Φλαριώτη – Φιλόλογος)

Βιβλιογραφία (επιμέλεια σύνθεσης : Αρβανιτάκης – Γκούφας)

Δικτυογραφία (επιμέλεια σύνθεσης : Γάκος – Γκόγκου – Σταύρου – Τάφα)

8

ΠΡΟΛΟΓΟΣ – ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Το 1204 και το 1498 είναι δύο καίριες χρονολογίες για την εξέλιξη των σχέσεων Ελληνισμού και Βενετίας.

Το 1204 Λατίνοι πολεμιστές με πρόσχημα το σταυροφορικό κίνημα κατέλυσαν την χριστιανική αυτοκρατορία της Ανατολής, επέβαλαν την κυριαρχία τους στα εδάφη του κατακερματισμένου βυζαντινού κράτους, η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας εδραίωσε την κυριαρχία της στους ελληνικούς τόπους και πέτυχε να ρυθμίζει για μεγαλύτερο ή μικρότερο χρονικό διάστημα, άμεσα ή έμμεσα και ανάλογα με τις εκάστοτε επιδιώξεις της τις τύχες του ελληνικού κόσμου.

Το 1498, μισό αιώνα μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης, οι Έλληνες κατόρθωσαν να ιδρύσουν στην καρδιά της Βενετίας λαϊκή αδελφότητα εθνικής μειονότητας με αξιολογότατο ρόλο στην πνευματική ανάπτυξη της πόλης του Αγίου Μάρκου.

Η «Βενετοκρατία» αποτελεί σημαντική περίοδο της ελληνικής ιστορίας, γιατί η μελέτη της μας επιτρέπει να αντιληφθούμε ποικίλα ζητήματα που συνδέονται τόσο με την αφετηρία και το πρόσωπο του νέου ελληνισμού όσο και με την διαμόρφωση της ευρωπαϊκής φυσιογνωμίας.

Η Βενετία αποτελεί την «μη ελληνική έκφραση της ελληνικής ισχύος». Από τα μέσα του 16ου αι. το ελληνικό και το βενετικό στοιχείο με την άμβλυνση των θρησκευτικών διαφορών και την οικονομική εξίσωση Ελλήνων και ξένων, οδηγήθηκε σε ειρηνική συμβίωση και κατέληξε προοδευτικά στη σύζευξη των δύο πολιτισμικών παραδόσεων.

Οι ελληνικές κτήσεις της Βενετίας δεν ήταν μόνο τμήματα του κράτους της αλλά και σταυροδρόμια, όπου ο πλούσιος σε αποθέματα βυζαντινός πολιτισμός ήλθε σε γόνιμη επαφή με τα ρεύματα της αναγεννησιακής Ευρώπης. Τα πολυάριθμα έργα τέχνης, τα αντικείμενα καθημερινής χρήσης, τα μνημεία, οι μεγαλοπρεπείς οχυρώσεις, οι μονές, οι εκκλησίες, τα σπίτια, οι κρήνες και όσα έχουν σωθεί από το βενετικό παρελθόν των ελληνικών περιοχών προσφέρουν ζωντανή την εικόνα της εποχής.

Η άλωση της Κωνσταντινούπολης και η απειλή των Τούρκων ανάγκασε τους Έλληνες να ακολουθήσουν πορεία αντίθετη γεωγραφικά από αυτή των βενετών εμπόρων, επιχειρηματιών, πολεμιστών και αποίκων, που είχαν μετακινηθεί από την λιμνοθάλασσα προς τις ελληνικές περιοχές.

9

Στη Βενετία, παλιά επαρχία του βυζαντινού κράτους και κατοπινή μητρόπολη μιας αλυσίδας κτήσεων στον ελληνικό χώρο οι Έλληνες ζήτησαν άσυλο, προστασία, νέους πόρους, αλλά και την ταυτότητά τους. Επεδίωξαν να ενσωματωθούν στην τοπική κοινωνία με βάση τα έθιμα και το δόγμα τους και το 1498 αναγνωρίστηκαν, σύμφωνα με το συντεχνιακό δίκαιο της εποχής, ως εθνική μειονότητα ιδρύοντας Αδελφότητα (Scuola) με έδρα το ναό του αγίου Βλάσιου και προστάτη άγιο τον Άγιο Νικόλαο.

Από τους Έλληνες που δραστηριοποιήθηκαν στην Βενετία ξεχωρίζουν οι «stradiotti», που πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες πολεμώντας εναντίον των Τούρκων. Αυτοί υπέβαλαν στις βενετικές αρχές το αίτημα για τη σύσταση της αδελφότητας με την προφητική επισήμανση ότι η συγκρότησή της θα απέφερε «άριστους καρπούς και πάμπολλα αγαθά».

Οι Έλληνες ισχυροποιήθηκαν γρήγορα και το 1514 πήραν την άδεια να οικοδομήσουν σε οικόπεδο που αγόρασαν σε κεντρικό σημείο της πόλης, ναό στο όνομα του αγίου Γεωργίου, για να τελούν τη λειτουργία κατά τον ελληνικό τρόπο.

Στη Βενετία δραστηριοποιούνταν πολυάριθμοι Έλληνες κωδικογράφοι, διορθωτές, επιμελητές κειμένων, λόγιοι, μορφωμένοι κληρικοί, τυπογράφοι, έμποροι και επιχειρηματίες με οικονομική ευμάρεια, που ίδρυαν και συντηρούσαν σχολεία σε τουρκοκρατούμενες περιοχές, ενώ στην πόλη από το 1593 λειτουργούσε σχολή ελληνικών και λατινικών γραμμάτων.

Οι Βενετοί επεκτάθηκαν στην ανατολή και δημιούργησαν μια σειρά από μικρές «Βενετίες», οργανωμένες κατά το πρότυπο της μητρόπολης, ενώ η παρουσία των Ελλήνων στην πολυπολιτισμική Βενετία λειτούργησε ως ένας δυναμικός δίαυλος που παρείχε στους δύσκολους για τους Ρωμιούς καιρούς πνευματικό οξυγόνο.

Πρώτο Κεφάλαιο : Βενετία, η Γαληνοτάτη

Η ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ

Η Βενετία είναι χτισμένη πάνω σε μια ομάδα 118 μικρών νησιών, που χωρίζονται από κανάλια και ενώνονται μεταξύ τους με γέφυρες.

10

Βρίσκεται στην ομώνυμη ελώδη λιμνοθάλασσα που απλώνεται κατά μήκος της ακτογραμμής μεταξύ των εκβολών των ποταμών Πάδου και Πιάβε. Η Βενετία είναι φημισμένη για την ομορφιά της τοποθεσίας της, την αρχιτεκτονική της και τα έργα τέχνης. Ολόκληρη η πόλη μαζί με την λιμνοθάλασσα είναι καταγεγραμμένη ως Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς.

Το όνομά της προέρχεται από τον αρχαίο λαό των Βένετων, που κατοίκησαν την περιοχή από τον 10ο αι. π.Χ. Η πόλη υπήρξε πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Βενετίας. Είναι γνωστή ως «Γαληνοτάτη», «Βασίλισσα της Αδριατικής», «Πόλη του Νερού», «Πόλη των Μασκών», «Πόλη των Γεφυρών», «Επιπλέουσα Πόλη» και «Πόλη των Καναλιών».

11

Η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας, Serenissima Repubblica di Venezia υπήρξε πολύ μεγάλη ναυτική δύναμη κατά τον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση,

ορμητήριο για τις Σταυροφορίες και τη Ναυμαχία της Ναυπάκτου, καθώς και πολύ σημαντικό κέντρο εμπορίου (μεταξιού, σιτηρών και μπαχαρικών) και τέχνης από τον 13ο μέχρι τα τέλη του 17ου αι. Αυτό

12

κατέστησε τη Βενετία πλούσια πόλη σε όλη την ιστορία της. Είναι επίσης γνωστή για τα αρκετά καλλιτεχνικά της κινήματα, ιδιαίτερα στην περίοδο της Αναγέννησης.

Βενετικές και οθωμανικές κτήσεις

ΟΙ «ΔΟΓΗΔΕΣ» ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ

Η λέξη Δόγης προέρχεται από τη λατινική λέξη dux, που σημαίνει ηγέτης - στρατηγός. Ο τίτλος του Δόγη χρησιμοποιήθηκε για τον εκλεγμένο αρχηγό του κράτους σε έναν αριθμό βασιλευομένων δημοκρατιών στην Ιταλία. Τα δύο πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα δημοκρατιών που εξέλεγαν Δόγη είναι η Δημοκρατία της Βενετίας και η Δημοκρατία της Γένοβα, μεγάλες εμπορικές και ναυτικές δυνάμεις. Η ιταλική Δημοκρατία της Σεναρίκας ήταν επίσης άλλη μια δημοκρατία που εξέλεγε Δόγη από το 1343 έως την προσάρτησή της στο Ναπολιτάνικο Βασίλειο της Σικελίας το 1797.

Το πολίτευμα της Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου υπήρξε μια ιδιότυπη μορφή περιορισμένης δημοκρατίας, με την αμεσότητα της γενικής συνέλευσης να ενσωματώνεται σε ένα σύστημα διακυβέρνησης επί της ουσίας ολιγαρχικό. Το σύστημα αυτό λειτουργούσε ιεραρχικά βάσει της πυραμίδας :

13

Δόγης

Συμβούλιο των Δουκών (Collegio)

Σύγκλητος (Pragedi)

Μέγα Συμβούλιο (Maggior Consiglio)

Γενική ή Λαϊκή Συνέλευση

Ο δόγης είχε απόλυτη εκτελεστική εξουσία, μόνον εάν εξασφάλιζε την αποδοχή της πολυπληθούς και δυναμικής συνέλευσης. Όπως ήταν φυσικό οι δόγηδες επιχείρησαν να διαμορφώσουν δυναστείες, οι οποίες εξέπεσαν κατόπιν λαϊκών εξεγέρσεων, με αποτέλεσμα μεταξύ του 804 και του 1032 να έχουν εξοριστεί ή δολοφονηθεί 6 δόγηδες.

Η Βενετία για περισσότερο από χίλια χρόνια κυβερνιόταν από εκλεγμένους, ισόβιους και μη κληρονομικούς άρχοντες, τους Δόγηδες, που ήταν η προσωποποίηση της «Γαληνοτάτης Δημοκρατίας του Αδρία» και του αριστοκρατικού πολιτεύματος. Πρώτος Δόγης είναι ο Πάολο Λούτσιο Αναφέστο (697 – 717) και τελευταίος ο Λουντοβίκο Μανίν (1789-1797). Από τον μακρύ κατάλογο των 120 Δόγηδων που κυβέρνησαν την Βενετία ξεχωρίζουν ο Ερρίκος Δάνδολος και ο Φραντζέσκο Μοροζίνι.

ο πρώτος δόγης της Βενετίας, Πάολο Λούτσιο Αναφέστο, 697 – 717 μ.Χ. και το έμβλημά του

14

ΕΡΡΙΚΟΣ ΔΑΝΔΟΛΟΣ

Ήταν ο 41ος δόγης της Βενετίας. Γεννήθηκε το 1107, πέθανε υπέργηρος, περίπου 100 χρονών και διετέλεσε Δόγης από το 1195 ως τον θάνατό του. Το όνομά του έμεινε γνωστό στην ιστορία, μια και ήταν ο οργανωτής και ο βασικός συντελεστής της 4ης Σταυροφορίας, η οποία κατέληξε στην άλωση του 1204. Το 1171 επισκέφθηκε για πρώτη φορά την Κωνσταντινούπολη μαζί με τον δόγη Βιτάλε Β΄ Μικέλ και τον επόμενο χρόνο ξαναπήγε μαζί με τον βυζαντινό πρεσβευτή στην Βενετία. Υποστήριξε με τόσο σθένος τα συμφέροντα της Βενετίας που ο Μανουήλ Κομνηνός διέταξε να τον τυφλώσουν. Ο Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος, που έγραψε την ιστορία της Δ΄ Σταυροφορίας και τον γνώριζε προσωπικά λέει ότι απλά είχε μειωμένη όραση από μια κάκωση στο κεφάλι.

Το 1204, αν και υπέργηρος, στεκόταν στην πλώρη της γαλέρας κραδαίνοντας το λάβαρο του Αγίου Μάρκου. Μετά την άλωση της Πόλης πήρε τον τίτλο του «ἄρχοντα τοῦ ἑνός τετάρτου καί ἡμίσεος τῆς Ρωμανίας». Έστειλε δε πολλά γλυπτά της Κωνσταντινούπολης στο παλάτι του στη Βενετία. Πέθανε το 1205 στην Κωνσταντινούπολη, τάφηκε στην είσοδο της Αγίας Σοφίας σε μαρμάρινο τάφο που είχε σκαλισμένα το σκούφο του Δόγη και τον θυρεό του αγίου Μάρκου. Τον τάφο του κατέστρεψε ο Μωάμεθ ο πορθητής το 1453.

Η επιλογή της Κωνσταντινούπολης για τον ενταφιασμό του δείχνει τη σπουδαιότητα που είχε η ΚΠολη για την ανάδειξη της Βενετίας σε πλούσια και ισχυρή δύναμη.

ο Ερρίκος Δάνδολος ευλογεί τους σταυροφόρους

15

ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΟ ΜΟΡΟΖΙΝΙ

Ήταν ο 108ος δόγης της Βενετίας. Γεννήθηκε το 1619, πέθανε το 1694 και διετέλεσε Δόγης από το 1688 ως το 1694 στη διάρκεια του έκτου βενετοτουρκικού πολέμου. Ήταν γόνος της μεγάλης οικογένειας των Μοροζίνι που ανέδειξε πολλούς Δόγηδες, λόγιους και στρατηγούς. Στις 2 Σεπτεμβρίου 1687 κατέπλευσε στο λιμάνι του Πειραιά και στις επιχειρήσεις εναντίον της Αθήνας έριξε μια οβίδα στον Παρθενώνα, που ήταν η μπαρουταποθήκη των Τούρκων. Αυτή ήταν η πρώτη κηλίδα στις στρατιωτικές νίκες του Μοροζίνι με δεύτερη την πανώλη που εξαπλώθηκε από ένα γαλλικό πλοίο στο Ναύπλιο.

ΤΑ ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ ΜΕ ΤΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΑ ΧΡΥΣΟΒΟΥΛΛΑ

Τα βυζαντινά χρυσόβουλα

Χρυσόβουλα ονομάζονταν τα διατάγματα των Αυτοκρατόρων του Βυζαντίου τα οποία γράφονταν σε περγαμηνή με εξαρτημένη χρυσή σφραγίδα. Τα χρυσόβουλα αφορούσαν κυρίως δωρεές προς μοναστήρια και ναούς. Αν τύχαινε ανάγκη πρόσθετων διατάξεων με προσθήκη νέων τεμαχίων περγαμηνής αναλάμβανε ο Μέγας Λογοθέτης ή ο Λογοθέτης του Δρόμου με ειδικές σημειώσεις τη συγκόλληση των νέων τεμαχίων, βεβαιώνοντας έτσι το αλληλένδετο και τη φυσική συνέχεια του κειμένου.

Στο χρυσόβουλο υπέγραφε ο Αυτοκράτορας με κιννάβαρη, ειδικό ερυθρό μελάνι, δια της λέξεως «λόγος» (της Βασιλείας μου). Η γραφή στο χρυσόβουλο ήταν τυποποιημένη, ιδιαίτερα καλλιγραφική με περίλαμπρη

16

διακόσμηση, για την οποία φρόντιζε ιδιαίτερα η γραμματεία του παλατιού. Το πρωτόκολλο του εγγράφου είχε ιδιαίτερη διακόσμηση και έφερε πλήρη χρονολόγηση, το όνομα του μήνα, τον αριθμό του έτους της Ινδικτιώνας και τον τελευταίο αριθμό της χρονολογίας από κτίσεως κόσμου.

Χρυσόβουλα διασώθηκαν στα αρχεία των Μονών του Αγίου Όρους καθώς και σε αρχεία παλαιών ιστορικών Μονών εντός και εκτός του ελλαδικού χώρου.

Το 1082 ο Αλέξιος Α΄ ο Κομνηνός έδωσε με χρυσόβουλο στους συμμάχους του Βενετούς, για να τους ανταμείψει, επειδή τον βοήθησαν στη απόκρουση της νορμανδικής απειλής, προνόμια :

α)Παραχώρησε τίτλους καθώς και χρηματικές χορηγίες στους άρχοντες της Βενετίας.

β)Παραχώρησε στους εμπόρους της Βενετίας σκάλες (αποβάθρες) και εμπορικά καταστήματα στην προκυμαία της Κωνσταντινούπολης.

γ)Επέτρεψε στους Βενετούς να εμπορεύονται ελεύθερα χωρίς να χρειάζεται να πληρώνουν δασμούς σε όλα τα λιμάνια της αυτοκρατορίας.

Αυτή η συμφωνία του 1082 έθεσε τα θεμέλια του αποικιακού κράτους της Βενετίας στην Ανατολή, αλλά και συγκλόνισε το εμπορικό σύστημα της αυτοκρατορίας, η οποία έπαψε να κυριαρχεί στις μεσογειακές αγορές και έχασε τον ρόλο του μεσάζοντος στο εμπόριο με την Ανατολή.

17

Οι αυτοκράτορες Ιωάννης Β΄ Κομνηνός και Μανουήλ Α΄ Κομνηνός προσπάθησαν να αποσείσουν το δυσβάστακτο για το βυζαντινό εμπόριο βάρος των προνομίων κλείνοντας συνθήκες με την Πίζα και την Γένουα με αποτέλεσμα βίαια γεγονότα και σφοδρή διαμάχη με την Βενετία που κράτησε περίπου 10 χρόνια. Όμως αυτή η αντιπαλότητα Βενετίας – Βυζαντίου και η προσπάθεια της βυζαντινής κυβέρνησης να εξισορροπήσει την βενετική ναυτική και εμπορική υπεροχή παρέχοντας προνόμια σε πόλεις – ανταγωνιστές της Βενετίας οδήγησε στη διαμόρφωση της άποψης στους κυβερνητικούς κύκλους της Βενετίας ότι μόνο η οριστική εξάλειψη του Βυζαντίου θα μπορούσε να εξασφαλίσει την μονοπωλιακή θέση της Γαληνοτάτης στο εμπόριο της Ανατολής. Εκφραστής αυτής της πολιτικής υπήρξε ο Δόγης Ερρίκος Δάνδολος.

Η ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ Β΄

Προς το τέλος του 10ου αι. αναπτύσσονται οικονομικά και οι ναυτικές ιταλικές πόλεις με ιδιαίτερα εξέχουσα την Βενετία. Το 992 ο βυζαντινός αυτοκράτορας Βασίλειος Β' υπέγραψε με τον δόγη της Βενετίας, Πιέτρο Ορσεόλο Β', μια ευνοϊκή εμπορική συνθήκη, για να ανταμείψει τους Βενετούς που μετέφεραν με τα πλοία τους τα βυζαντινά στρατεύματα στο θέμα της Λομβαρδίας, σύμφωνα με την οποία η Βενετία θα πλήρωνε λιγότερους τελωνειακούς δασμούς στην Κωνσταντινούπολη (το χρυσόβουλο του 992 μ.Χ.). Έτσι εγκαινιάζεται μια πολιτική παραχώρησης προνομίων στο ιταλικό και ιδιαίτερα στο βενετικό εμπορικό κεφάλαιο, που μακροπρόθεσμα θα αποβεί μοιραία για τα συμφέροντα της βυζαντινής αυτοκρατορίας.

ο Πιέτρο Ορσέολο Β΄ Βασίλειος Β΄

18

Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ

Το κόσμημα της Βενετίας αποπερατώθηκε το 1094. Η Χρυσή Εκκλησία (la Chiesa d’Oro) οφείλει το όνομά της όχι μόνο στα εντυπωσιακά ψηφιδωτά (συνολικά 8.000 τ.μ.) στο εσωτερικό της αλλά και στους θησαυρούς που συλλέχτηκαν κατά τη διάρκεια των αιώνων. Δεν υπήρχε βενετσιάνικο πλοίο που να μην κουβαλούσε από την Ανατολή κάποιο θησαυρό με προορισμό την ξακουστή βασιλική – βυζαντινής αισθητικής με αρκετές γοτθικές και αναγεννησιακές επιρροές. Ο ναός καταλαμβάνει την ανατολική πλευρά της μοναδικής πλατείας, της «piazza» του Αγίου Μάρκου με τον Πύργο του Ρολογιού και το Καμπαναριό του Αγίου Μάρκου και δίπλα στο παλάτι των Δόγηδων.

O Άγιος Μάρκος (Basilica di San Marco) είναι ο καθεδρικός ναός της Βενετίας. Θεωρείται ένα σημαντικό δείγμα βυζαντινής αρχιτεκτονικής στην Ιταλία.

Ολοκληρώθηκε το 1100 έχοντας ως πρότυπο το ναό των Αγίων Αποστόλων της Κωνσταντινούπολης. Άρχισε να χτίζεται από το 830 για να στεγάσει τα λείψανα του Ευαγγελιστή Αγίου Μάρκου, που τα μετέφεραν από τη Αλεξάνδρεια το 829. Στην αρχή ήταν βασιλική. Αργότερα έγιναν βυζαντινές (11ος αι.) και γοτθικές αλλαγές (13ος αι.). Έχει σχήμα σταυρού με τέσσερις θόλους, που περιβάλλουν έναν κεντρικό μεγαλύτερο. Η δεξιά πλευρά στολίζεται με περιστύλιο. Ο μεγάλος αριθμός των μαρμάρινων κιόνων (500), η ποικιλία των μωσαϊκών απ` όλες τις εποχές (12ος - 15ος αι.), η ανάμειξη των ρυθμών και η πλούσια

19

διακόσμηση κάνουν, ώστε να παρουσιάζεται ένα ιδιόμορφο, σχεδόν ανατολίτικο, σύνολο. Στο προστώο του ναού βρίσκονται τα τέσσερα

χαλκόχρυσα άλογα που ο Μ. Κωνσταντίνος αφαίρεσε από την αψίδα του Τραϊανού (Ρώμη) και τα μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη. Ύστερα από την άλωση της Πόλης από τους Φράγκους (1204) μεταφέρθηκαν στη Βενετία και τοποθετήθηκαν στον Άγιο Μάρκο.

Ο Άγιος Μάρκος (Patriarcale Cattedrale di San Marco) αποτελεί τον καθεδρικό ναό της Ρωμαιοκαθολικής Αρχιεπισκοπής της Βενετίας, της βόρειας Ιταλίας. Είναι η πασίγνωστη και δημοφιλέστερη εκκλησία της

20

πόλης και ένα από τα πιο γνωστά παραδείγματα κράματος βυζαντινής και ιταλικής αρχιτεκτονικής. Αρχικά ήταν το παρεκκλήσι του Δόγη, ενώ αποτέλεσε τον καθεδρικό ναό της πόλης μόλις το 1807, όταν έγινε η έδρα του Πατριάρχη της Βενετίας, αρχιεπισκόπου της Ρωμαιοκαθολικής Αρχιεπισκοπής της Βενετίας.

Χάρη στην πλούσια σχεδίασή του, τα χρυσά μωσαϊκά που κοσμούν το έδαφος και την ιδιότητά που του είχε αποδοθεί ως συμβόλου πλούτου και εξουσίας στη Βενετία, από τον 11ο αι. αποδόθηκε στο ναό το παρωνύμιο Chiesa d’Oro - εκκλησία του χρυσού.

Οι αιώνες ακμής, ιδιαίτερα η περίοδος μετά την Ενετική κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης κατά την τέταρτη σταυροφορία του 1204 και ο 14ος αιώνας, συνέβαλαν στην διακόσμηση του ναού, με πολλά στοιχεία που αποτέλεσαν «λάφυρα» από αρχαία ή Βυζαντινά κτίρια, όπως ψηφιδωτά, στήλες, κιονόκρανα, ή τοιχογραφίες. Σταδιακά, η εξωτερική πλινθοδομή καλύφθηκε με μαρμάρινη επένδυση και ξυλόγλυπτα, μερικά ακόμη παλιότερα κι απ’το ίδιο το κτίριο, όπως το άγαλμα των Τεσσάρων Τετραρχών.

21

Η Δ΄ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ

Ανάμεσα στα 1201-1204 γίνεται η Δ΄ Σταυροφορία που καταλήγει στην κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Η Βενετία αποτέλεσε γέννημα της βυζαντινής αυτοκρατορίας και η σφραγίδα του βυζαντινού χαρακτήρα της υπήρξε έντονη τόσο ως βυζαντινής επαρχίας όσο και μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως από το 1453 ως και το 1797 που καταλύεται η Γαληνοτάτη.

Η Τέταρτη Σταυροφορία(1204) ήταν διαφορετική από τις πρώτες τρείς. Ο πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ νέος και άπειρος, θέλησε ίσως με την διοργάνωση της σταυροφορίας να αποδείξει την εξουσία του. Η μόνη πόλη που θα μπορούσε να προσφέρει τον απαιτούμενο στόλο για το εγχείρημα, ήταν η Βενετία και έτσι συμφώνησαν να προσεγγίσουν το δόγη της Βενετίας Ερρίκο Δάνδολο με σκοπό να τον πείσουν, να τους παράσχει πολεμικά και μεταφορικά πλοία. Αν και ανέβηκε στον θρόνο σε ηλικία ογδόντα ετών, ήταν αρκετά δυναμικός ως χαρακτήρας και είχε πλήρη επίγνωση των επιδιώξεων της Βενετίας, κυρίως των οικονομικών. Επίσης υπήρξε, κατά τις πηγές, μεγαλοφυής διπλωμάτης, πολιτικός και πολύπειρος οικονομολόγος. Την εποχή εκείνη οι σχέσεις Βενετίας και Βυζαντίου δεν ήταν φιλικές. Ένας θρύλος αναφέρει ότι ο Δάνδολος, όταν ήταν νεώτερος και έμενε για ένα διάστημα φιλοξενούμενος στην Κωνσταντινούπολη, τυφλώθηκε ύπουλα από κάποιους Βυζαντινούς με ένα κοίλο κάτοπτρο

22

που αντανακλούσε τις ακτίνες του ήλιου και το γεγονός αυτό ήταν η αιτία του μίσους που έτρεφε ο δόγης προς το Βυζάντιο. Βέβαια η αμοιβαία δυσπιστία και ο ανταγωνισμός μεταξύ των δύο κρατών είχαν βαθύτερα αίτια. Ο Δάνδολος είχε αντιληφθεί καλά ότι η Ανατολή (χριστιανική και μωαμεθανική) ήταν πηγή πλούτου και έστρεψε την προσοχή του πρώτα στον πλησιέστερο αντίπαλο, το Βυζάντιο. Ενώ αρχικά οι Βενετοί αρνήθηκαν φοβούμενοι μήπως έτσι έβλαπταν το εμπόριο τους τελικά συμφώνησαν. Ως πρώτο βήμα ζήτησαν την πλήρη αποκατάσταση όλων των εμπορικών προνομίων που είχε αποκτήσει η Βενετία παλαιότερα στο Βυζάντιο και είχαν περιοριστεί την εποχή των Κομνηνών. Επίσης, όπως και ο Πάπας, έτσι και ο Δάνδολος απειλούσε ότι θα υποστηρίξει τις αξιώσεις επί του βυζαντινού θρόνου της οικογένειας του εκθρονισθέντος Ισαάκιου Αγγέλου. Ο σταυροφορικός στρατός συγκεντρώθηκε στη Βενετία και βοήθησε στην ανακατάληψη της Ζάρας (σημερινό Ζαντάρ) στις δαλματικές ακτές, η οποία είχε αποσκιρτήσει από τη βενετική συμμαχία το 1186. Οι σταυροφόροι αποδέχτηκαν την πρόταση και οι δύο πλευρές δεσμεύτηκαν επίσημα. Οι Βενετοί είχαν τη θέληση αλλά και τα μέσα να τηρήσουν από τη μεριά τους τα συμφωνηθέντα και από τη στιγμή που ο Βιλλεαρδουίνος υπέγραψε τη συμφωνία, η σταυροφορία άτυπα πέρασε υπό βενετική καθοδήγηση. Ο πάπας φάνηκε ενοχλημένος, αφού οι σταυροφόροι δεν τον συμβουλεύτηκαν πριν προβούν σε τέτοιες συμφωνίες, αλλά έδωσε την απαραίτητη έγκριση του, αν και δεν είχε πια τον έλεγχο της σταυροφορίας, υπό τον όρο οι σταυροφόροι να απέχουν από επιθέσεις κατά χριστιανών, χωρίς σοβαρό λόγο. Έτσι, κατά τα τέλη του Ιουνίου του 1203, ο στόλος των Σταυροφόρων έφτασε στην Κωνσταντινούπολη. Φαινόταν πιθανό ότι η οχυρωμένη βυζαντινή πρωτεύουσα θα μπορούσε να αντισταθεί με επιτυχία, αφού ο αριθμός τους δεν ήταν και τόσο μεγάλος. Όμως αυτοί αποβιβάστηκαν στην ευρωπαϊκή ακτή, κατέλαβαν τον Γαλατά, έσπασαν την αλυσίδα που έκλεινε τον Κεράτιο κόλπο και εισχώρησαν σε αυτόν πυρπολώντας τα πλοία που βρίσκονταν εκεί. Ταυτόχρονα οι ιππότες επιτέθηκαν κατά της πόλης, που παρά την απεγνωσμένη αντίσταση, ιδιαίτερα από τους μισθοφόρους Βαράγγους, καταλήφθηκε τον Ιούλιο του 1203. Ο Αλέξιος Γ΄ που δεν είχε ούτε τη θέληση, ούτε τη δύναμη να αντισταθεί, εγκατέλειψε την πόλη και διέφυγε παίρνοντας μαζί του το δημόσιο θησαυροφυλάκιο. Ο Ισαάκιος Β΄ απελευθερώθηκε από τη φυλακή και επανήλθε στον θρόνο, ενώ ο γιος του Αλέξιος που είχε φτάσει μαζί με τους Σταυροφόρους ανακηρύχθηκε συν-αυτοκράτορας (Αλέξιος Δ΄). Η πρώτη αυτή πολιορκία

23

και κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους έγινε με σκοπό την αποκατάσταση του Ισαακίου Β΄ στον θρόνο. Η συνέχεια της Σταυροφορίας δεν ήταν αυτή που είχε σχεδιαστεί στη Ζάρα. Το αυτοκρατορικό ταμείο πλέον ήταν άδειο. Απελπισμένος ο νέος συν-αυτοκράτορας προσπαθεί να συλλέξει το χρηματικό ποσό που έχει υποσχεθεί στους Σταυροφόρους με διάφορους τρόπους: πρόσθετοι φόροι, δασμοί, συλλέγεται ακόμη και το ασήμι και το χρυσάφι από το στολισμό των εκκλησιών. Όμως ο λαός της Κωνσταντινούπολης τρέφει εχθρικά αισθήματα για την νέα εξουσία, που την θεωρούσε προδοτική καθώς συναίνεσε στην Άλωση της πόλης. Η επανάσταση δεν αργεί να ξεσπάσει. Ο λαός της Πόλης ανατρέπει τον Ισαάκιο Β΄ και ανακηρύσσει αυτοκράτορα τον Αλέξιο Ε΄ Μούρτζουφλο, που υποστηριζόταν από την παράταξη που διέκειτο εχθρικά προς τους Σταυροφόρους. Αυτός δεν δέχεται σε καμία περίπτωση να τηρήσει τους όρους των προκατόχων του, αρνείται οποιονδήποτε συμβιβασμό και προσπαθεί να οργανώσει την άμυνα της πόλης για ενδεχόμενη επίθεση, που δεν αργεί να πραγματοποιηθεί. Η ευθεία σύγκρουση Ελλήνων και Σταυροφόρων ήταν αναπόφευκτη και οι δεύτεροι άρχισαν να σχεδιάζουν για λογαριασμό τους πια την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης. Τον Μάρτιο του 1204 πραγματοποιήθηκε μεταξύ Βενετίας και Σταυροφόρων συνθήκη, σχετικά με τη διαίρεση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Η πρώτη πρόταση της συνθήκης είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακή: «Εν ονόματι του Χριστού, πρέπει να καταλάβουμε, δια των όπλων, την πόλη»

Τα κύρια σημεία της συνθήκης είχαν ως εξής:

Η κυβέρνηση των Λατίνων θα εγκαθίστατο στην πόλη και οι σύμμαχοι τους θα συμμετείχαν στην κατανομή των λαφύρων.

Επιτροπή αποτελούμενη από έξι Βενετούς και έξι Γάλλους, θα εξέλεγε εκείνον που, κατά τη γνώμη τους, θα κυβερνούσε καλύτερα τη χώρα «προς δόξαν του Θεού, της Αγίας Ρωμαϊκής Εκκλησίας και της Αυτοκρατορίας».

Ο Αυτοκράτορας θα είχε στη διάθεσή του το ένα τέταρτο της πόλης, την έξω από την πόλη περιοχή, καθώς και δύο ανάκτορα εντός της πόλης.

Τα υπόλοιπα τρία τέταρτα θα δίνονταν κατά το ήμισυ στους Βενετούς και το υπόλοιπο στους άλλους Σταυροφόρους.

Όλοι οι Σταυροφόροι που θα λάμβαναν μικρές ή μεγάλες κτήσεις, εκτός από τον Ερρίκο Δάνδολο, όφειλαν να ορκιστούν πίστη στον Αυτοκράτορα.

24

Η πολιορκία της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους (1204)

Αφού οι Σταυροφόροι δέχθηκαν τους όρους αυτούς, άρχισαν την προσπάθειά τους να καταλάβουν την Κωνσταντινούπολη με συνδυασμένες επιθέσεις από ξηρά και θάλασσα. Η βυζαντινή ηγεσία απέδειξε τότε πως δεν ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει τις περιστάσεις. Η πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας «έπεσε αφού υπέστη την επίθεση αυτής της εγκληματικής και πειρατικής εκστρατείας που λέγεται Δ' Σταυροφορία».. Μετά την κατάληψη της πόλης, επί τρεις μέρες, οι Λατίνοι μεταχειρίστηκαν φοβερή σκληρότητα, λεηλατώντας κάθε τι που είχε συγκεντρωθεί, δια μέσου των αιώνων, στην Κωνσταντινούπολη. Τίποτα δεν έμεινε σεβαστό: οι εκκλησίες, τα λείψανα, τα μνημεία τέχνης. Οι ιππότες της Δύσης και οι στρατιώτες τους, καθώς και οι Λατίνοι μοναχοί και ηγούμενοι, έλαβαν και αυτοί μέρος στη λεηλασία.

Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης, έργο του Ντελακρουά

25

Κατά τη διάρκεια των τριών ημερών λεηλασίας, χάθηκαν πολλά πολύτιμα έργα τέχνης, πολλές βιβλιοθήκες λαφυραγωγήθηκαν και πολλά χειρόγραφα καταστράφηκαν, ενώ η Αγία Σοφία λεηλατήθηκε ανελέητα. Μετά από αυτή την Σταυροφορία, όλη η δυτική Ευρώπη κοσμήθηκε με τους θησαυρούς της Κωνσταντινούπολης, ενώ οι περισσότερες από τις εκκλησίες της Δυτικής Ευρώπης απέκτησαν μέρος από τα «ιερά λείψανα» της πόλης. Τα τέσσερα ορειχάλκινα άλογα που αποτελούσαν ένα από τα καλύτερα στολίδια του Ιπποδρόμου της Κωνσταντινούπολης, μεταφέρθηκαν από τον Δάνδολο στην Βενετία και διακοσμούν σήμερα την εξώθυρα του καθεδρικού ναού του Αγίου Μάρκου (αντίγραφα των χάλκινων ίππων του Λύσιππου – τα αυθεντικά βρίσκονται μέσα, στο μουσείο του ναού).

Εν τω μεταξύ προέκυψε το πρόβλημα της οργάνωσης της κατακτηθείσας περιοχής από τους Σταυροφόρους. Τελικά αποφασίστηκε η ίδρυση μιας Αυτοκρατορίας, όμοιας με αυτής που προϋπήρχε και τέθηκε ζήτημα εκλογής Αυτοκράτορα.

Ο επικρατέστερος φαίνονταν ο Βονιφάτιος ο Μομφερατικός. Ο Δάνδολος όμως φαίνεται ότι αντιτάχθηκε στην υποψηφιότητα αυτή, θεωρώντας τον πολύ ισχυρό και φοβούμενος ότι οι κτήσεις του βρίσκονταν πολύ κοντά στην Βενετία.

Έτσι και παραμερίστηκε και επιλέχτηκε ο Βαλδουίνος, κόμης της Φλάνδρας, που απείχε περισσότερο από τη Βενετία, ενώ συγχρόνως ήταν λιγότερο δυναμικός.

Σχετικά με τη διανομή των εδαφών, βάσει της συμφωνίας Partitio Terrarum Imperii Romaniae ο Βαλδουίνος έλαβε τα πέντε όγδοα και ο Δάνδολος τα τρία όγδοα μαζί με την Αγία Σοφία.

Ο Βαλδουίνος έλαβε και την περιοχή της νότιας Θράκης, ένα μικρό τμήμα της βορειοδυτικής Μικρά Ασίας στον Ελλήσποντο και μερικά νησιά του Αιγαίου.

Ο Βονιφάτιος πήρε τη Μακεδονία με τη Θεσσαλονίκη καθώς και τη βόρεια Θεσσαλία και γινόταν υποτελής του Βαλδουίνου.

Η Βενετία κατά τον διαμοιρασμό, εξασφάλισε τη μερίδα του λέοντος. Η Δημοκρατία του Αγίου Μάρκου έλαβε μερικές περιοχές στις ακτές της Αδριατικής, όπως το Δυρράχιο, τα νησιά του Ιονίου, το μεγαλύτερο μέρος των νησιών του Αιγαίου, περιοχές στην Πελοπόννησο, την Κρήτη, μερικούς λιμένες στην Θράκη.

26

Βάσει της συμφωνίας, η Αγία Σοφία περιήλθε στα χέρια του κλήρου της Βενετίας και ο Βενετός Θωμάς Μοροζίνι έγινε Πατριάρχης και κεφαλή της Καθολικής Εκκλησίας της Νέας Αυτοκρατορίας. Είναι φανερό πως η Βενετία είναι ο ρυθμιστής και ότι πλέον η σταυροφορία ενεργεί πρωτίστως για τα συμφέροντα των Βενετών και όχι για κάποιο ευγενικό σκοπό ή ιερό αγώνα.

Η ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΚΑΜΠΟΦΟΡΜΙΟ

Η Συνθήκη του Κάμπο Φόρμιο (Campo Formio) που συνάφθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1797, ήταν μια σπουδαία συνθήκη ειρήνης μεταξύ Γαλλίας και Αυστρίας η οποία και επισφράγισε την προκαταρκτική Συνθήκη ειρήνης Λεόμπεν. Υπογράφηκε στο Κάμπο Φόρμιο, ένα χωριό της Βενετίας ύστερα από την ήττα των Αυστριακών και τον τερματισμό της νικηφόρας εκστρατείας του Ναπολέοντος, στην Ιταλία.

Σύμφωνα με τη Συνθήκη αυτή:

1. Τέθηκε τέρμα στην μέχρι τότε ένδοξη Γαληνότατη Δημοκρατία της Βενετίας μετά από 11 αιώνες ανεξαρτησίας.

2. Η Βενετία χάνει το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών της, μεταξύ των οποίων και τα Επτάνησα που περιέρχονται στη Γαλλία.

3. Η Αυστρία εγκατέλειψε τις επαρχίες της στο Βέλγιο

4. Σε αντάλλαγμα για την απώλεια των αυστριακών κτήσεων στη Λομβαρδία, ο Ναπολέων παραχώρησε στους Αυστριακούς τα βενετικά εδάφη ανατολικά του ποταμού Άντιτζε.

5. Περιέρχονται στη Γαλλία τα περισσότερα από τα εδάφη που κατέκτησε ο Ναπολέων στην εκστρατεία του κατά του πρώτου συνασπισμού, κυρίως στη βόρεια Ιταλία καθώς επίσης και οι ενετικές κτήσεις στον ελλαδικό χώρο, μεταξύ των οποίων το Βουθρωτό, η Πάργα, η Πρέβεζα και η Άρτα.

6. Σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης, ιδρύθηκαν οι Δημοκρατίες των Ιταλικών Άλπεων (παράλπεια Δημοκρατία) και της Λιγουρίας στη βόρεια Ιταλία, που τελούσαν μέχρι τότε υπό γαλλική επιρροή.

7. Η Γαλλία υποσχέθηκε να χρησιμοποιήσει την επιρροή της για να βοηθήσει την Αυστρία ν' αποκτήσει το Ζάλτσμπουργκ και τμήμα της

27

Βαυαρίας, ενώ ακολούθησε μυστική συμφωνία ότι κανένα εδαφικό αντάλλαγμα δε θα δινόταν στην Πρωσία, πρώην σύμμαχο της Αυστρίας.

Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ

Η Βενετία έχει πλούσιο και ποικίλο αρχιτεκτονικό ύφος, με γνωστότερο το Γοτθικό ρυθμό. Η βενετική γοτθική αρχιτεκτονική είναι ένας όρος που δίνεται σε ένα Βενετσιάνικο κτιριακό ρυθμό, που συνδυάζει τη χρήση της μυτερής γοτθικής αψίδας με οθωμανικές επιρροές. Ο ρυθμός γεννήθηκε στη Βενετία του 14ου αιώνα, όπου η συμβολή του βυζαντινού ρυθμού από την Κωνσταντινούπολη συνάντησε την αραβική επιρροή από τη μαυριτανική Ισπανία. Κύρια παραδείγματα αυτού του ρυθμού στην πόλη είναι το Παλάτι των Δόγηδων και το Κα ντ’ Ορο. Η πόλη έχει επίσης αρκετά κτίρια Αναγεννησιακά και Μπαρόκ, μεταξύ άλλων το Κα Πέζαρο και το Κα Ρετσόνικο.

Μπορεί να ειπωθεί ότι η Βενετία παρήγαγε τις καλύτερες και πιο εκλεπτυσμένες Ροκοκό δημιουργίες. Το βενετσιάνικο Ροκοκό ήταν γνωστό ως πλούσιο και πολυτελές και με υπερβολικά σχέδια. Από τα μοναδικά Βενετσιάνικα έπιπλα ήταν τα divani da portego, ή μεγάλοι Ροκοκό καναπέδες και τα pozzetti, προορισμένα να τοποθετούνται πάνω στον

28

τοίχο. Τα βενετσιάνικα υπνοδωμάτια ήταν συνήθως πολυτελή και μεγάλα, με κουρτίνες από δαμάσκο, βελούδο και μετάξι και κρεβάτια υπέροχα σκαλιστά με αγάλματα ερωτιδέων, λουλουδιών και αγγέλων. Η Βενετία ήταν ιδιαίτερα γνωστή για τους περιστροφικούς καθρέφτες της που παρέμειναν από τους ωραιότερους στην Ευρώπη. Οι πολυέλαιοι ήταν συνήθως πολύχρωμοι, με τη χρήση γυαλιού Μουράνο που τους έκανε να φαίνονται ζωηρότεροι και να ξεχωρίζουν από άλλους. Χρησιμοποιούνταν ακόμη πολύτιμες πέτρες και υλικά από το εξωτερικό, καθώς η Βενετία διατηρούσε ακόμη μια μεγάλη εμπορική αυτοκρατορία. Η λάκα ήταν πολύ συνηθισμένη, και πολλά έπιπλα καλύπτονταν με αυτή, με γνωστότερη τη lacca povera (φτωχή λάκα), στην οποία ζωγραφίζονταν αλληγορίες και εικόνες της κοινωνικής ζωής. Η τεχνική της λάκας και η κινέζικη τέχνη ήταν ιδιαίτερα συνηθισμένη στα γραφεία.

Palazzo Ducale

Τα παλάτι του δόγη είναι μια φαντασμαγορία από ροζ και λευκό μάρμαρο σε βενετσιάνικο-γοτθικό στιλ, αρχιτεκτονικός ρυθμός που εκφράζει την ισχύ αλλά και τον πλούτο της Βενετίας κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους. Σκάλες, πύλες, σάλες, λότζες και η «Αποθέωση της Βενετίας» του Βερονέζε δίνουν το στίγμα της μεγαλοπρέπειας μιας διοίκησης που σκόπευε να εντυπωσιάσει και όχι να αμυνθεί. Το ίδιο το palazzo δεν έχει καμιά οχύρωση. Η Γέφυρα των Στεναγμών, στο πίσω μέρος του παλατιού, την οποία περνούσαν αναστενάζοντας οι κατάδικοι για να μπουν στις Νέες Φυλακές μένει για να θυμίζει ότι τα χρυσάφια ήταν το «επίσημο» πρόσωπο της θαλασσοκράτειρας, ενώ στα σωθικά του κτιρίου κρύβονταν αίθουσες βασανιστηρίων και φυλακές (από τις οποίες κατάφερε να αποδράσει μόνο ο… Καζανόβα…

Το Παλάτι των Δόγηδων - Palazzo Ducale di Venezia είναι ένα παλάτι γοτθικής αρχιτεκτονικής στη Βενετία. Το σημερινό παλάτι κατασκευάστηκε κατά την περίοδο από το 1309 ως 1424 πάνω σε κτίριο του 9ου αιώνα. Το κτίριο εικάζεται ότι σχεδιάστηκε από τον Φιλίππο Καλεντάριο (Filippo Calendario). Οι Μπαρτολομέο και Τζιοβάννι Μπον (Bartolomeo και Giovanni Bon) δημιούργησαν σε μεταγενέστερη εποχή τη μνημειώδη είσοδο του κτιρίου (Porta della Carta) από την πλευρά της πλατείας (Piazzetta).

Το παλάτι ήταν η κατοικία των ηγετών της Βενετίας, των Δόγηδων με γραφεία πολιτικών ιδρυμάτων, διαρρυθμισμένα γύρω από μία κεντρική αυλή. Ο πρώτος όροφος στέγαζε τα δικηγορικά γραφεία, το διευθυντήριο, τη ληξιαρχική διεύθυνση και τη διεύθυνση του στόλου. Στον δεύτερο

29

όροφο υπήρχαν η αίθουσα του Μεγάλου Συμβουλίου, η αίθουσα ψηφοφορίας και τα διαμερίσματα του Δόγη. Στον τρίτο όροφο υπήρχε η αίθουσα του Κολλεγίου (Sala del Collegio) διακοσμημένη με πίνακες, (κάποιοι από αυτούς ήταν πορτραίτα Δόγηδων), και η αίθουσα Λεπάντο (Lepanto), διακοσμημένη από τον Πάολο Βερονέζε, όπου γίνονταν συνήθως δεκτοί οι ξένοι πρέσβεις. Υπάρχουν επίσης κτίρια που χρησιμοποιούνταν από κυβερνητικά όργανα όπως η αίθουσα Bussola όπου οι πολίτες μπορούσαν να καταθέτουν γραπτώς τα παράπονά τους, οι αίθουσες του Συμβουλίου των Δέκα και Sala dei Tre Capi που διακοσμήθηκαν από τον Έλληνα ζωγράφο της Αναγέννησης Αντώνη Βασιλάκη, και το κρατικό Ιεροδικείο.

Η πιο θεαματική αίθουσα θεωρείται αυτή του Μεγάλου Συμβουλίου ή Sala del Maggior Consiglio που χρησιμοποιήθηκε αρχικά για τις συζητήσεις νομοθετικού περιεχομένου. Η τεράστια αυτή αίθουσα κοσμείται από τοιχογραφίες, περίτεχνες διακοσμήσεις στην οροφή και πολλούς πίνακες, ιδιαίτερα πορτραίτων Δόγηδων. Ένας από αυτούς τους πίνακες είναι και ο Παράδεισος του Τιντορέττο που θεωρείται ο μεγαλύτερος πίνακας του κόσμου σε καμβά.

Επίσης ενδιαφέρουσα είναι η αίθουσα μελέτης Sala dello Scrutinio όπου εκτίθενται πολλοί αριστουργηματικοί πίνακες, ιδιαίτερα η Μάχη του Λεπάντο (1571) του Αντρέα Βιντσεντίνο (Andrea Vicentino).

30

31

Arsenale Τα ναυπηγεία θεωρούνται το μεγαλύτερο βιομηχανικό σύμπλεγμα που χτίστηκε στη γηραιά ήπειρο πριν από τη βιομηχανική επανάσταση. Στην Porta Magna ξεχωρίζουν τα 4 λιοντάρια της αθηναϊκής αρχαιότητας που φρουρούν την πύλη έφερε ο Μοροζίνι ως λάφυρα από την πολιορκία της Αθήνας το 1687.

32

Ca’d’Oro Αυτό το εκπληκτικό παλάτι σε βενετσιάνικο-γοτθικό ρυθμό είναι ο ορισμός της χλιδής, μια πραγματική «χρυσή οικία» με τόσες αρχαιότητες, γλυπτά και πίνακες ώστε σήμερα να λειτουργεί ως Galleria Franchetti.

33

Palazzo Grassi

Ιδιοκτησία του Φρανσουά Πινό της Louis Vuitton, ο οποίος ανέθεσε στον αρχιτέκτονα Ταντάο Άντο την ανακαίνιση του palazzo (2005) και την αναδόμηση της Punta della Dogana (2008-2009), η οποία λειτουργεί επίσης ως γκαλερί με τα έργα σύγχρονης τέχνης που συνέλεξε.

34

Gallerie dell’ Accademia

Μια εκτενέστατη συλλογή από πίνακες μεγάλων masters τόσο από την ευρύτερη περιοχή του Veneto όσο και σημαντικών ονομάτων της γοτθικής, της βυζαντινής και της αναγεννησιακής τέχνης. Μπελίνι (πατήρ και υιός), Τιντορέτο, Βερονέζε, Τιτσιάνο, Καναλέτο κ.λπ.

ΤΟ «ΜΟΥΡΑΝΟ» ΚΑΙ ΒΕΝΕΤΙΑ

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΥΑΛΟΥΡΓΙΑΣ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ

Το Μουράνο, που βρίσκεται στη Λιμνοθάλασσα της Βενετίας και είναι μία συστάδα νησίδων που χωρίζονται από στενά κανάλια και συνδέονται μεταξύ τους με γέφυρες, όπως και η ίδια η Βενετία, από την οποία απέχουν περί το 1,5 km. Το Μουράνο είναι παραδοσιακά πολύ γνωστό για την υαλουργία του και ιδιαίτερα για τις λάμπες και τα κομψοτεχνήματα από «Κρύσταλλα Μουράνο» . Υπήρξε κάποτε ανεξάρτητη κοινότητα, αλλά τώρα αποτελεί ένα διαμέρισμα της Βενετίας.

35

Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΥΑΛΟΥΡΓΙΑΣ ΣΤΟ ΜΟΥΡΑΝΟ

Η φήμη του Μουράνο ως κέντρου υαλουργίας έχει τις ρίζες της το 1291, όταν όλοι οι υαλουργοί της Βενετίας διατάχθηκαν να μετεγκαταστήσουν τα εργαστήριά τους στο Μουράνο για λόγους ασφαλείας από πυρκαϊά. Τον επόμενο αιώνα άρχισαν εξαγωγές και το Μουράνο έγινε διάσημο, αρχικώς για τις γυάλινες χάντρες και τους καθρέφτες του. Το γυαλί Aventurine επινοήθηκε στο Μουράνο, το οποίο για ένα διάστημα ήταν ο κυριότερος παραγωγός γυαλιού σε όλη την Ευρώπη. Αργότερα, το νησί έγινε γνωστό για τους πολυελαίους του. Παρότι παρουσίασε μία παρακμή από τον 18ο αιώνα, η υαλουργία αποτελεί ακόμα και σήμερα την κυριότερη βιομηχανία του Μουράνο.

Οι υαλουργοί του Μουράνο έγιναν γρήγορα από τους πλουσιότερους και τους πλέον εξέχοντες κατοίκους του. Από το 1400 είχαν την τιμή να φέρουν ξίφη, απολάμβαναν ασυλία έναντι διώξεων από το Ενετικό κράτος και πάντρευαν τις κόρες τους με μέλη των πλουσιότερων οικογενειών της Βενετίας. Παρότι επωφελούνταν από κάποια προνόμια, οι υαλουργοί του Μουράνο απαγορευόταν να φύγουν από τη Γαληνοτάτη. Ωστόσο, πολλοί από αυτούς διακινδύνευσαν να μεταναστεύσουν και ίδρυσαν βιοτεχνίες σε κοντινές πόλεις, αλλά και μακρύτερα, μέχρι την Ολλανδία και την Αγγλία.

Οι υαλουργοί του Μουράνο κατείχαν για αιώνες το μονοπώλιο στην παραγωγή γυαλιού και κρυστάλλων υψηλής ποιότητας, αναπτύσσοντας ή βελτιώνοντας πολλές τεχνικές: παραγωγή κρυστάλλου, σμάλτου, γυαλιού με νήματα χρυσού (aventurine), πολύχρωμων γυαλιών (millefiori), γαλακτόχρωμου γυαλιού (lattimo) και απομιμήσεις πολύτιμων λίθων από γυαλί. Σήμερα οι τεχνίτες του Μουράνο χρησιμοποιούν αυτές τις παλιές μαζί με νέες τεχνικές για την παραγωγή πλήθους αντικειμένων, από γυάλινα έργα σύγχρονης τέχνης και γυάλινα κοσμήματα μέχρι κρυστάλλινους πολυελαίους.

36

Το Μουσείο Γυαλιού του Μουράνο (Museo del Vetro) εκθέτει την ιστορία της υαλουργίας και δείγματα γυαλιού που χρονολογούνται από την αρχαία Αίγυπτο μέχρι και τον εικοστό αιώνα.

Κάποιες από τις εταιρείες που έχουν ιστορικά εργοστάσια γυαλιού στο Μουράνο είναι ανάμεσα στις σημαντικότερες μάρκες γυαλιού στον κόσμο, όπως οι Venini, Ferro Murano, Barovier & Toso, Simone Cenedese και Seguso. Για την προστασία της υαλουργικής τέχνης του νησιού από ξένες αγορές, σήμερα τα γνωστότερα υαλουργεία του Μουράνο έχουν ένα σήμα που πιστοποιεί τα προϊόντα γυαλιού που κατασκευάζονται πάνω στο ίδιο το νησί.

Το παλαιότερο υαλουργείο του Μουράνο που λειτουργεί ακόμα και σήμερα είναι αυτό της Pauly & C. – Compagnia Venezia Murano, που ιδρύθηκε το 1866.

37

Η ΒΕΝΕΤΙΑ, ΟΙ ΜΑΣΚΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ

Η ιστορία αναφέρει ότι το καρναβάλι της Βενετίας ξεκίνησε μετά από μια νίκη της ΄΄Γαληνοτάτης΄΄ επί του Πατριάρχη της Ακουιλέια, Ούλρικο, το 1162. Μετά τη νίκη αυτή ακολούθησε ξέφρενος χορός και εκδηλώσεις στην πλατεία San Marco. Κατά την περίοδο της Αναγέννησης το καρναβάλι της Βενετίας καθιερώθηκε ως επίσημος θεσμός και γιορταζόταν με μεγαλοπρέπεια.

Κύριο χαρακτηριστικό του καρναβαλιού είναι οι γνωστές Βενετσιάνικες μάσκες, τις οποίες χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι της Βενετίας κατά τη διάρκεια των εκδηλώσεων. Οι αρχικές μάσκες είχαν πολύ απλό σχεδιασμό. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου οι μάσκες του καρναβαλιού εξελίχθηκαν σημαντικά τόσο σε θεματολογία, όσο και σε κατασκευή.

Το 1797 ο Βασιλιάς της Αυστρίας, απαγόρευσε τόσο τη χρήση μάσκας, όσο και το θεσμό του καρναβαλιού. Ο θεσμός επανήλθε σποραδικά στις αρχές του 19ου αιώνα, αλλά επίσημα, το καρναβάλι της Βενετίας επέστρεψε ως θεσμός το 1979, με απόφαση της ιταλικής κυβέρνησης.

Η βενετσιάνικη μάσκα, εμφανίστηκε κατά το Μεσαίωνα, όταν οι άνθρωποι φοβούνταν να δείξουν με το πρόσωπό τους τα πραγματικά τους συναισθήματα. Προκειμένου να περιοριστεί η αμείλικτη ηθική παρακμή της Βενετίας, οι τοπικές αρχές σε αρκετές περιπτώσεις όρισαν κανόνες για το Καρναβάλι και ρυθμίσεις για τη χρήση της μάσκας και τις μεταμφιέσεις.

Σύμφωνα με αρχειακό υλικό, οι βενετσιάνικες μάσκες φοριούνταν στην πόλη της Βενετίας, από τον Μεσαίωνα, τον 12ο και 13ο αιώνα. Τις φορούσαν διάφορα πρόσωπα για να κρυφτούν από οποιαδήποτε παράνομη δραστηριότητα: τυχερά παιχνίδια, χορούς, παράνομες σχέσεις ή ακόμα και πολιτικά σκάνδαλα.

38

Το 1268 είναι η χρονιά κατά την οποία υπάρχει η αρχαιότερη καταγραφή ενός νόμου που περιορίζει την κατάχρηση της μάσκας. Από τις αρχές του 1300, πολλοί νόμοι και διατάγματα άρχισαν να εκδίδονται για τον περιορισμό και τον έλεγχο της υπερβολικής χρήσης μάσκας από τους ελευθεριάζοντες Βενετσιάνους.

Κοντά στο τέλος της Δημοκρατίας, η χρήση μάσκας στην καθημερινή ζωή, δέχτηκε αυστηρούς περιορισμούς. Ήταν ένα σύμβολο της ελευθερίας και της καταπάτησης όλων των κοινωνικών κανόνων που επιβάλλονταν από την Ενετική Δημοκρατία.

Η κατασκευή χειροποίητων βενετσιάνικων μασκών, ήταν μια ιδιαίτερα διαδεδομένη δραστηριότητα και υπήρχαν χιλιάδες τέτοια καταστήματα. Η ζήτηση για μάσκες και η χρήση τους ήταν τόσο μεγάλη, που οι απλές μαύρες μάσκες άρχισαν να μετατρέπονται σε πιο περίτεχνες κατασκευές και να εξαπλώνονται και σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Το 1776, ένας νέος νόμος, αυτή τη φορά για την προστασία της ξεχασμένης «τιμής της οικογένειας», απαγόρευε στις γυναίκες να πηγαίνουν στο θέατρο χωρίς μάσκα «Bauta» που κάλυπτε το πρόσωπό τους.

Με την έναρξη της αυστριακής κατοχής, μετά την πτώση της Δημοκρατίας, η Βενετία έχασε τον αυθεντικό χαρακτήρα του καρναβαλιού της, καθώς οι ενετές κυρίες, άφησαν στην άκρη τις μάσκες, προσαρμοζόμενες στο γεγονός ότι η αυστριακή κυβέρνηση δεν επέτρεπε την χρήση τους, με εξαίρεση τους ιδιωτικούς χορούς.

Κατά τη διάρκεια της δεύτερης αυστριακής κυβέρνησης, επιτρεπόταν να χρησιμοποιούνται οι μάσκες κατά τη διάρκεια της Αποκριάς και δύο αιώνες αργότερα, το Καρναβάλι επέστρεψε για να παραμείνει, αλλά με ένα νέο ρόλο, δηλαδή ως καλλιτεχνική και δημιουργική έκφραση, που κάθε χρόνο πρωταγωνιστεί στην εκπληκτική πλατεία San Marco.

Οι πιο γνωστές βενετσιάνικες μάσκες

Οι βενετσιάνικες μάσκες κατασκευάζονται από δέρμα, papier mache, πορσελάνη ή με μια πρωτότυπη τεχνική από γυαλί. Αρχικά ήταν μάλλον απλές στο σχέδιο και τη διακόσμηση, ενώ σήμερα είναι ζωγραφισμένες στο χέρι και διακοσμούνται με φυσικά φτερά, πολύτιμα μέταλλα και λίθους.

Μερικές από τις πιο γνωστές μάσκες είναι οι:

39

Bauta: μια μάσκα που καλύπτει όλο το πρόσωπο. Ήταν από παλιά ένα παραδοσιακό κομμάτι τέχνης, με έντονο πηγούνι, χωρίς στόμα και πολλά επίχρυσα μέρη. Η μάσκα έχει τετράγωνο σαγόνι με κλίση προς τα πάνω για να επιτρέπει στο χρήστη να μιλά, να τρώει και να πίνει εύκολα χωρίς να χρειάζεται να την βγάζει, διαφυλάσσοντας έτσι την ανωνυμία του. Η Bauta συχνά συνοδεύεται από μια κόκκινη κάπα.

Colombina: είναι μισή μάσκα (καλύπτει μόνο τα μάτια), συχνά με περίτεχνη διακόσμηση από χρυσό, ασήμι κρύσταλλα και φτερά. Κρατιέται στο πρόσωπο με ένα μπαστούνι ή δεμένη με κορδέλα, όπως και οι περισσότερες άλλες βενετσιάνικες μάσκες

Medico della Peste (γιατρός της πανούκλας): Η μάσκα αυτή έχει ένα μακρύ ράμφος και είναι μία από τις πιο παράξενες και αναγνωρίσιμες βενετσιάνικες μάσκες. Ο εντυπωσιακός σχεδιασμός της έχει μακάβρια ιστορία: προέρχεται από τον 17ο αιώνα, όταν ο γάλλος γιατρός Charles de Lorme, την υιοθέτησε μαζί με άλλες υγειονομικές προφυλάξεις, ενώ θεράπευε θύματα της πανούκλας. Η μάσκα είναι λευκή και αποτελείται από ένα κοίλο ράμφος ενώ γύρω από τα μάτια διακοσμείται με κρυστάλλους.

Moretta: πρόκειται για μια οβάλ μάσκα με μεγάλες τρύπες για τα μάτια, που φοριούνταν από τις γυναίκες των πατρικίων. Η μάσκα διαθέτει επίσης πέπλο που κρέμεται στο λαιμό.

Larva ή Volto: Είναι μια μάσκα που καλύπτει όλο το πρόσωπο. Παλιότερα ήταν συνήθως λευκή και με έναν… τρισδιάστατο σχεδιασμό που την έκανε πιο άνετη σε σχέση με άλλες μάσκες. Συνοδεύεται από ένα τριγωνικό καπέλο και μανδύα έτσι ώστε να αυξάνεται η αύρα του μυστηρίου.

40

41

Δεύτερο Κεφάλαιο : Η Βενετία των Ελλήνων

Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ

Τὸ ἑλληνικὸ στοιχεῖο τῆς Βενετίας ἀπὸ τὸ 10ο– 15ο αἰ. Ἡ παρουσία τῶν Ἑλλήνων στὴν πόλη τοῦ Ἁγίου Μάρκου ἦταν ἀρκετὰ ἔντονη ἤδη ἀπὸ τὸ 10ο αἰώνα. Χαρακτηριστικὴ αὔξηση τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου παρατηρεῖται τὸ 13ο αἰ. Τὸ 14ο καὶ κυρίως τὸ 15ο αἰ. πολλοὶ διαπρεπεῖς βυζαντινοὶ λόγιοι δροῦν στὴ Βενετία. Ὅλοι αὐτοὶ ἐργάστηκαν μὲ ὑπερβολικὸ ζῆλο γιὰ τὴν ἔκδοση ἑλληνικῶν βιβλίων. Τὸ τελευταῖο γίνεται πραγματικότητα τὸ 1471. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἕλληνες ποὺ ζοῦσαν καὶ προόδευαν στὴ Βενετία προέρχονταν ἀπὸ Βενετοκρατούμενα ἐδάφη, ὅπως ἦταν τὰ Ἑπτάνησα, ἡ Κρήτη, περιοχὲς τῆς Πελοποννήσου, τῶν Κυκλάδων, τῶν Δωδεκανήσων. Φυσικά, σημαντικὸς παράγοντας στὴν αὔξηση τοῦ πληθυσμοῦ τῶν Ἑλλήνων, ποὺ κατοικοῦσαν στὴν Βενετία ὑπῆρξε ἡ κατάκτηση τῶν ἑλληνικῶν παραλίων ἀπὸ τοὺς Τούρκους τὸ 15ο αἰ. Οἱ λόγοι ποὺ κατέφυγαν οἱ Ἕλληνες τῶν κατακτημένων περιοχῶν στὴν ἰταλικὴ αὐτὴ περιοχὴ ὑπῆρξαν κυρίως οἰκονομικοὶ καὶ πολιτικοί. Χαρακτηριστικὰ ἀναφέρουμε ὅτι ἡ τουρκικὴ κατάκτηση δημιούργησε νέες συνθῆκες ζωῆς στὶς περιοχὲς ποῦ ζοῦσαν μέχρι τότε οἱ συγκεκριμένοι Ἕλληνες. Παράλληλα μὲ τὴν τουρκικὴ ἐπέκταση στὸ βυζαντινὸ χῶρο, ὑπάρχει καὶ ἡ μεγάλη ἀδυναμία τοῦ Βυζαντίου νὰ προστατέψει τοὺς κατοίκους του. Οἱ τελευταῖοι ἀναγκάζονται νὰ στραφοῦν πρὸς τὴ Δύση καὶ νὰ ζητήσουν προστασία ἀπὸ ἰσχυρότερα κράτη ἢ αὐτοκρατορίες.

42

Οἱ Ἕλληνες τῆς Βενετίας τὸ 15ο αι. ἤδη ἀποτελοῦν ἕνα μεγάλο ποσοστό. Η Ἀδελφότητα φροντίζει γιὰ τὴν κάλυψη τῶν διαφόρων οἰκονομικῶν καὶ θρησκευτικῶν ἀναγκῶν τῶν Ἑλλήνων ποὺ ζοῦσαν στὴ Γαληνότατη Δημοκρατία, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ μόρφωσή τους. Ἕνα σπουδαῖος παράγοντας τὴν ἐποχὴ ποὺ συνεισέφερε στὴ μόρφωση τῶν Ἑλλήνων τῆς Βενετίας εἶναι ἡ ἵδρυση τῆς Φλαγγίνειου Σχολῆς. Χρηματοδότης τοῦ σχολῆς αὐτῆς ὑπῆρξε ὁ Θωμὰς Φλαγγίνης (1578-1648), πλούσιος δικηγόρος καὶ ἔμπορος στὴν περιοχὴ τῆς Βενετίας.

Ὁ Φλαγγίνης προσπαθοῦσε ἀπὸ τὸ 1624 νὰ ἱδρύσει ἕνα ἀνώτερο ἐκπαιδευτικὸ ἵδρυμα γιὰ Ἕλληνες μαθητὲς ποὺ κυρίως θὰ προορίζονταν γιὰ τὰ ἀνώτερα ὀρθόδοξα ἐκκλησιαστικὰ ἀξιώματα ἀλλὰ οἱ προσπάθειές του ἀποτύγχαναν ἐξαιτίας τῆς ἄρνησης τῶν Βενετῶν νὰ δώσουν τὴν ἄδεια γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς Σχολῆς. Λίγο πρὶν τὸ θάνατό του ὁ Φλαγγίνης προέβλεψε στὴ διαθήκη του (1644) τὴν ἵδρυση ἑλληνικῆς σχολῆς καὶ ὅρισε τὰ ἄτομα ποὺ θὰ ἀναλάμβαναν τὴν ἵδρυση καὶ τὴν ἐπίβλεψη τῆς λειτουργίας της. Ἡ ἄδεια γιὰ τὴν ἵδρυση τῆς Σχολῆς δόθηκε τὸ 1662 καὶ ἡ λειτουργία τῆς ξεκίνησε τὸ 1665. Σὲ αὐτὴν τόσο οἱ δάσκαλοι ὅσο καὶ οἱ μαθητὲς ὁρίζονταν νὰ εἶναι Χριστιανοὶ Ὀρθόδοξοι καὶ Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι ὄφειλαν νὰ ἀκολουθοῦν τὸ δόγμα καὶ τὶς ἑλληνικὲς συνήθειες. Στὴ διάρκεια ζωῆς τοῦ Φλαγγίνειου Φροντιστηρίου ἢ Σχολῆς φοίτησαν πάρα πολλοὶ Ἕλληνες ποὺ διέπρεψαν στὶς Ἐπιστῆμες, στὶς Τέχνες καὶ τὰ Γράμματα.

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ

Δυο βήματα από τη φημισμένη πλατεία του Αγίου Μάρκου στο κέντρο της Βενετίας υπάρχει το κανάλι των Ελλήνων (Rio dei Greci), το οποίο οριοθετεί μία ομώνυμη νησίδα (Campo dei Greci). Σ’ αυτή έζησαν, πρόκοψαν και παρήγαγαν επί αιώνες ανεκτίμητο πνευματικό έργο χιλιάδες Έλληνες. Πριν από τον 10ο αι. μετανάστευσαν στη Βενετία οι πρώτοι Έλληνες τεχνίτες και καλλιτέχνες, που έγιναν περιζήτητοι για την

43

τεχνική τους και συνέβαλαν στην κατασκευή και διακόσμηση πολλών κτιρίων της πόλης.

Στα επόμενα χρόνια, ειδικά μετά την τέταρτη σταυροφορία (1204) συμπληρώθηκε η ελληνική παρουσία με εμπόρους, οι οποίοι άνοιξαν τον δρόμο για πιο μαζικές μετοικήσεις Ελλήνων.

Το ελληνικό μεταναστευτικό κύμα πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις μετά την προέλαση των Τούρκων στα εδάφη της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας και κορυφώθηκε μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Υπολογίζεται ότι την εποχή εκείνη ο ελληνικός πληθυσμός της Βενετίας άγγιζε τα 5.000 άτομα.

Campo dei Greci

Στον ονομαστό Campo dei Greci (Γειτονιά ή, ακριβέστερα, Περίβολο των Ελλήνων) στη Βενετία «εκτίθεται» ένας θησαυρός από μνήμες της ελληνικής ιστορίας με σημαντικότερο το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας.

Το πολιτισμικό «πάρε-δώσε» ανάμεσα στην Ελλάδα και στη Βενετία άρχισε πολύ νωρίτερα από την ίδρυση της Αδελφότητος των Ορθοδόξων Ελλήνων της Βενετίας που έγινε στις αρχές του 15ου αι. ΄Ηδη από το 1204, όταν οι Βενετοί κυριάρχησαν σε ένα μεγάλο μέρος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, άρχισε να αναπτύσσεται το εμπόριο ανάμεσα στους δύο γειτονικούς αυτούς κόσμους και με τον καιρό, όπως γίνεται σχεδόν πάντα, ακολούθησαν οι πνευματικές ανταλλαγές και οι αμφίδρομες επιρροές στις τέχνες. Και οι δύο λαοί ήταν ναυτικοί, και οι δύο είχαν ανεπτυγμένο το εμπορικό ένστικτο, και οι δύο είχαν ξεχωριστές ευαισθησίες στις τέχνες. Οι δεσμοί που δημιουργήθηκαν ανάμεσα στους δύο λαούς έφεραν έναν ενδιαφέροντα συγκερασμό, πολύ συχνά των καλύτερων στοιχείων και των δύο πλευρών.

Ναυτικοί, έμποροι και τεχνίτες από τη Βενετία ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην Κέρκυρα, στη Μονεμβασία και στην Κρήτη και αντίστοιχα, ΄Ελληνες, ιδίως από τον 14ο αι. και μετά, αναζητούσαν καταφύγιο στην πλούσια και ασφαλή Γαληνοτάτη Δημοκρατία. Αργότερα, μετά την κατάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ακολούθησε μια σχεδόν μαζική έξοδος των Ελλήνων προς τη Δύση. Και όπως γίνεται και τώρα, πρώτη επιλογή των κατατρεγμένων προσφύγων ήταν μέρη με τα οποία είχαν κάποια εμπορική ή άλλη σχέση, τόποι όπου

44

υπήρχε ήδη εγκατεστημένος κάποιος, έστω και πολύ μικρός, ελληνικός πυρήνας. Η ως τότε μικρή παροικία των Ελλήνων στη Βενετία γνώρισε, μετά την ΄Αλωση, σημαντική ανάπτυξη.

Οι δύο προστάτες άγιοι

Πρώτο μέλημα των Ελλήνων της Βενετίας ήταν η ελεύθερη άσκηση των θρησκευτικών καθηκόντων τους κατά την Ορθόδοξη Εκκλησία, πράγμα όχι και τόσο εύκολο σε μια παπική Δημοκρατία. Η πρώτη άδεια στους ΄Ελληνες να χτίσουν ορθόδοξη εκκλησία στη Βενετία παραχωρήθηκε το 1456 από τη Γερουσία και ήταν προϊόν παρεξήγησης, καθώς οι βενετοί γερουσιαστές είχαν την εντύπωση ότι οι ΄Ελληνες υπάκουαν στην καθολική πίστη και στην Αγία Ρωμαϊκή Εκκλησία. ΄Οταν έγινε αντιληπτό ότι επρόκειτο για «σχισματικούς ή αιρετικούς», η άδεια αποσύρθηκε και χρειάστηκε να περάσουν 15 χρόνια για να τους επιτραπεί να εκκλησιάζονται σε μια γωνία της καθολικής εκκλησίας του Αγίου Βλασίου. Σαν καλοί Βυζαντινοί όμως οι ΄Ελληνες αναζήτησαν άλλο δρόμο και επικαλούμενοι την πολεμική συμμετοχή τους στην κατάκτηση της Δαλματίας οργανώθηκαν σε Αδελφότητα, πράγμα εφικτό χάρη στο συντεχνιακό δίκαιο της εποχής. Η Ελληνική Αδελφότητα πρόβαλε κυρίως ως μέλη τους έλληνες πλούσιους και ισχυρούς ναυτικούς των οποίων προστάτης ήταν ο ΄Αγιος Νικόλαος και ως σκοπός δηλώθηκε η περίθαλψη των απόρων, των ασθενών και των ορφανών και τραυματιών του πολέμου. ΄Εδρα της νεοσύστατης Αδελφότητας ορίστηκε η εκκλησία του Αγίου Βλασίου και προστάτης της Αδελφότητας ο ΄Αγιος Νικόλαος.

Από τα μέλη της Ελληνικής Αδελφότητας την οποία αποτελούσαν ναυτικοί, έμποροι, τεχνίτες και στρατιώτες, οι τελευταίοι, λόγω της ανδρείας τους, έχαιραν ιδιαίτερης εκτίμησης από τους Βενετούς, κατόρθωσαν και πήραν άδεια για να χτίσουν εκκλησία αφιερωμένη στον προστάτη των στρατιωτών, τον ΄Αγιο Γεώργιο. Ετσι η Αδελφότης των Ελλήνων της Βενετίας, με προστάτη τον ΄Αγιο Νικόλαο (των ναυτικών της), άρχισε το 1514 να χτίζει την εκκλησία του... προστάτη των stradiotti, Αγίου Γεωργίου. Από αυτή την εποχή και μετά η Ελληνική Αδελφότης χάρη στην πολιτική ισχύ ορισμένων μελών της, όπως ο Μάρκος Μουσούρος και ο Ιανός Λάσκαρης, που υπήρξαν σύμβουλοι του Πάπα Λέοντος Ι', έχαιρε ξεχωριστών προνομίων και απόλυτης θρησκευτικής ελευθερίας.

45

Οι καλές σχέσεις της ελληνικής παροικίας με τη διοίκηση της νέας πατρίδας τους συνεχίστηκαν και στις αρχές του 17ου αιώνα γνωρίζουμε ότι η Αδελφότης έπαιρνε από τη Βενετική Γερουσία τακτική ετήσια χορηγία 150 δουκάτων για τη λειτουργία της σχολής ελληνικών και λατινικών γραμμάτων όπου δίδασκαν έλληνες σοφοί. Η μεγάλη περιουσία του κερκυραίου νομομαθούς Θωμά Φλαγγίνη που κληροδοτήθηκε στην Αδελφότητα στα μέσα του ίδιου αιώνα έδωσε τη δυνατότητα να ιδρυθεί το Φλαγγίνειον Κολλέγιο. Η σχολή, αφιερωμένη σε ανώτερες σπουδές, εγκαταστάθηκε σε ιδιαίτερο κτίριο δίπλα στη Scoletta, έτσι ώστε μαζί με τον ναό του Αγίου Γεωργίου να συμπληρώνεται ένα ελληνικό κτιριακό συγκρότημα στην καρδιά της Βενετίας. Τόσο η Scoletta όσο και η Φλαγγίνειος Σχολή ανεγέρθηκαν με σχέδια του γνωστού αρχιτέκτονα της εποχής Baldassare Longhena. Στον πρώτο όροφο της Scoletta λοιπόν, όπου άλλοτε στεγαζόταν το νοσοκομείο της Αδελφότητας (λειτουργούσε από το 1678 ως τις αρχές του 20ού αι.), βρίσκεται τώρα το Μουσείο των Εικόνων του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών της Βενετίας. ΄Ενα Μουσείο που ανήκει σήμερα πια στο διεθνές κοινό και θεωρείται ένα από τα σημαντικότερα αξιοθέατα αυτής της μοναδικής πόλης η οποία βεβαίως δεν... στερείται σημαντικών μνημείων.

Οι περισσότερες εικόνες του Μουσείου έχουν βγει από τα κρητικά εργαστήρια του 15ου ως και του 17ου αιώνα, στα οποία συνεχίστηκε η παλαιολόγεια παράδοση και άνθησε εκείνη την περίοδο η τέχνη των φορητών εικόνων. Η συλλογή του Ινστιτούτου περιλαμβάνει εξαιρετικά ενυπόγραφα έργα των πιο φημισμένων κρητικών ζωγράφων του 16ου και του 17ου αιώνα. Καλύτερα από οπουδήποτε αλλού, ο επισκέπτης αυτού του Μουσείου μπορεί να κατανοήσει τις προτιμήσεις και τις επιλογές των δημιουργών αλλά και των πιστών που έζησαν κατά τη διάρκεια αυτών των τριών αιώνων και να παρακολουθήσει την εξέλιξη αυτής της ιδιαίτερης τέχνης των φορητών εικόνων που αναπτύχθηκε από την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Εκτός όμως από τις εικόνες εκτίθενται δύο πολύτιμα χειρόγραφα, το ιστορημένο ευαγγελιστάριο του 13ου αιώνα και το Μυθιστόρημα του Μεγάλου Αλεξάνδρου (14ος αι.) με τις εκπληκτικές μικρογραφίες του, πατριαρχικά και δουκικά έγγραφα, περγαμηνά χειρόγραφα και άλλα πολλά.

46

Ἡ παρουσία τῶν Ἑλλήνων στὴν πόλη τοῦ Ἁγίου Μάρκου ἦταν ἀρκετὰ ἔντονη ἤδη ἀπὸ τὸ 10ο αἰώνα. Χαρακτηριστικὴ αὔξηση τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου παρατηρεῖται τὸ 13ο αἰώνα. Τὸν 14ο καὶ κυρίως τὸν 15ο αἰ. πολλοὶ διαπρεπεῖς βυζαντινοὶ λόγιοι δροῦν στὴ Βενετία. Ὅλοι αὐτοὶ ἐργάστηκαν μὲ ὑπερβολικὸ ζῆλο γιὰ τὴν ἔκδοση ἑλληνικῶν βιβλίων.

ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΙΟΙ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ

Η συμβολή των Ελλήνων λογίων στην Ιταλία

Οι πρώτες εκδόσεις νεοελληνικών κειμένων βλέπουν το φως στη Βενετία, στο πρώτο μισό του 16ου αι. (η παράφραση της Ιλιάδας από τον Νικόλαο Λουκάνη, η Ιστορία του Ταγιαπέρα και η Ιστορία του ρε της Σκότζιας με τε ρήγισσα της Εγγλιτέρας του Ιάκωβου Τριβώλη κ.ά.).

47

Ηγετική μορφή του κύκλου των ελλήνων λογίων που στράφηκαν στη χρήση της κοινής ήταν ο κερκυραίος ιερωμένος, φιλόλογος, τυπογράφος, χαρτογράφος και κωδικογράφος Νικόλαος Σοφιανός. Ο Σοφιανός πίστευε ότι μόνο με τη χρήση της κοινής ήταν δυνατή η διάδοση της παιδείας και, συνεπώς, η αφύπνιση του γένους. Σε αυτόν οφείλουμε την πρώτη γραμματική της νεοελληνικής γλώσσας. Η Γραμματική της κοινής των Ελλήνων γλώσσης απευθυνόταν στο ελληνικό κοινό. Παρέμεινε άγνωστη μέχρι το 1870 και σώζεται μόνο το μορφολογικό της μέρος.

Η φυσιογνωμία όμως που σημάδεψε το ελληνικό βιβλίο από τα τέλη του 15ου αιώνα ήταν ο Άλδος Μανούτιος. Εγκατεστημένος στη Βενετία και με την πρόθεση να διαδώσει τα ελληνικά γράμματα μέσα από τα προϊόντα της τυπογραφίας, κυκλοφόρησε τα σπουδαιότερα συγγράμματα της κλασσικής γραμματείας σε αξιόπιστες και φιλολογικά άρτιες εκδόσεις.

48

Πλαισιωμένος απο διαπρεπείς Έλληνες λογίους, όπως τον Δημήτριο Δούκα, τον Ιουστίνο Δεκάδυο και κυρίως το σημαντικότερο φιλόλογο της Αναγέννησης, τον Μάρκο Μουσούρο, διαμόρφωσε έναν λόγιο κύκλο με χαρακτήρα φιλολογικής ακαδημίας.

Στην αναζωπύρωση των ελληνικών σπουδών στην Ιταλία συνέβαλαν με καταλυτικό τρόπο οι Έλληνες λόγιοι. Υπήρξαν ενεργοί και αναγκαίοι καταλύτες που διευκόλυναν με το έργο τους την πολιτιστική κοσμογονία. Μεγάλοι δάσκαλοι δίδαξαν φιλολογία και φιλοσοφία κι έγιναν ιδρυτές σχολών και ακαδημιών. Επίσης συνέβαλαν στην συλλογή χειρογράφων, στην αντιγραφή και την έκδοση αρχαίων και μεσαιωνικών κειμένων. Έγιναν φορείς του ελληνικού πνεύματος και πρόδρομοι του κοσμοπολίτικου ιδεώδους.

Πολλοί Έλληνες ζουν στην Ιταλία :

ο Μανουήλ Χρυσολωράς

• ο Γεώργιος Πλήθων ή Γεμιστός, ο οποίος επηρέασε του Ιταλούς Ουμανιστές με τη βαθιά γνώση της πλατωνικής φιλοσοφίας.

49

Βησσαρίων

Έδρασε σε πολιτικό και φιλοσοφικό επίπεδο. Το αντικείμενο της φιλοσοφικής του σκέψης υπήρξε η συνδιαλλαγή πλατωνισμού και αριστοτελισμού, προς υπέρβαση της σχολαστικής αντιπαράθεσης μεταξύ των δυο ρευμάτων. Πρωτοστάτησε στη συλλογή των χειρογράφων φέρνοντας στο φως έργα της αρχαιοελληνικής σκέψης. Στην αυλή του σπιτιού του έβρισκαν καταφύγιο Έλληνες πρόσφυγες, οι οποίοι προμήθευαν τον καρδινάλιο ελληνικά χειρόγραφα από τα οποία πολλά μεταφράζονταν από τους ίδιους αλλά και από δυτικούς στα λατινικά. Την πολύ μεγάλη βιβλιοθήκη, που απέκτησε, δώρισε στο βενετικό κράτος και αποτέλεσε τη βάση για τη δημιουργία της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης.

Ο Βησσαρίων ο Τραπεζούντιος (Τραπεζούντα, 2 Ιανουαρίου 1403 - Ραβέννα 18 Νοεμβρίου 1472) ήταν Βυζαντινός λόγιος, κληρικός, μητροπολίτης Νικαίας και αργότερα Καρδινάλιος της Καθολικής εκκλησίας και παρ ολίγον πάπας.

Ήταν ένα από τα 15 παιδιά βυζαντινής οικογένειας με γνωστό μόνο το όνομα της μητέρας του που ονομαζόταν Θεοδούλη και ότι όλα τα άλλα αδέλφια του πέθαναν πριν το θάνατο των γονιών του. Έλαβε την βασική του παιδεία στην Τραπεζούντα, τελώντας υπό την προστασία του επισκόπου Τραπεζούντας Δοσίθεου. Το 1415 ο Δοσίθεος μεταβαίνοντας στην Κωνσταντινούπολη τον πήρε μαζί του και τον παρέδωσε ως τρόφιμο σε μία Μονή προκειμένου να συνεχίσει τις σπουδές κοντά σε μεγάλους διδασκάλους.

Φθάνοντας στη Δύση γρήγορα εξοικειώθηκε με την λατινική γλώσσα και κουλτούρα και απέκτησε επιρροή στο εσωτερικό της καθολικής Εκκλησίας

50

και υποστήριξε την επανένωση των δύο Εκκλησιών. Το 1450 ο Πάπας Νικόλαος Ε΄ του ανέθεσε την διακυβέρνηση της Μπολώνιας, τότε μέρος του παπικού κράτους.

Στο κονκλάβιο του 1455, για την εκλογή του νέου πάπα, για πολύ μικρή διαφορά ψήφων δεν έγινε ποντίφικας. Σε αυτό ίσως συνέβαλε η ελληνική του καταγωγή, η προσκόλλησή του στο μοναστικό τρόπο ζωής και η απουσία κάποιας πολιτικής δύναμης που θα τον προωθούσε.

Οι ιδέες του Πλήθωνα επηρέασαν τον Κοσμά Μέδικο, ο οποίος αποφάσισε να ιδρύσει στη Φλωρεντία Πλατωνική ακαδημία, ενώ προσέλαβε δάσκαλο του γιου του τον Ιωάννη Αργυρόπουλο. Στην Ακαδημία της Φλωρεντίας δίδαξαν ο Χρυσολωράς, ο Αργυρόπουλος, ο Κάλλιστος και ο Χαλκοκονδύλης.

51

Κοσμάς Μέδικος Ιωάννης Αργυρόπουλος

Πλατωνική Ακαδημία Φλωρεντίας

Ένας από τους μεγάλους Έλληνες λογίους που εργάσθηκε για τη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων ήταν ο Ιανός Λάσκαρης. Εργάσθηκε ως βιβλιοθηκάριος στον Λαυρέντιο Μέδικο, τον οποίο

52

προμήθευε με αρκετά χειρόγραφα. Αργότερα συνέβαλε στην ίδρυση ελληνικού γυμνασίου στη Ρώμη. Στα κέντρα που έδρασαν οι Έλληνες λόγιοι της Αναγέννησης άρχισε μια προσπάθεια για την εκπαίδευση νέων Ελλήνων με σκοπό τη διαμόρφωση κύκλου μορφωμένων.

ΜΑΡΚΙΑΝΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ

Η Μαρκιανή Βιβλιοθήκη της Βενετίας (Biblioteca nazionale Marciana), που οφείλει το όνομα της στον προστάτη άγιο της πόλης, θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες δημόσιες βιβλιοθήκες της Ιταλίας και είναι περίφημη για την συλλογή ελληνικών και λατινικών χειρογράφων που κατέχει. Βρίσκεται εγκατεστημένη σε ένα από τα ομορφότερα αναγεννησιακά κτήρια της πλατείας Αγίου Μάρκου.

Σύμφωνα με το επίσημο ιστορικό της Βιβλιοθήκης οι εργασίες ανέγερσης του κτηρίου ξεκίνησαν το 1536 από τον αρχιτέκτονα και γλύπτη Τζάκοπο Σανσοβίνο συνεχίσθηκαν μετά τον θάνατο του τελευταίου από τον Βιτσέντζο Σκαμότσι και αποπερατώθηκαν το 1582. Το εσωτερικό του διακοσμήθηκε από τους μεγάλους καλλιτέχνες της Βενετικής Σχολής.

Από το 1362, ο ποιητής Πετράρχης είχε ήδη προτείνει την ίδρυση μιας δημόσιας βιβλιοθήκης στην Βενετία και προς το σκοπό αυτό κληροδότησε στην πόλη την προσωπική του συλλογή βιβλίων. Το σχέδιο όμως αυτό δεν πραγματοποιήθηκε αμέσως, αλλά αρκετές δεκαετίες αργότερα, όταν (το 1468) ο Καρδινάλιος Βησσαρίων πρόσφερε και την δική του συλλογή λατινικών και ελληνικών χειρογράφων (υπό τον όρο, λέγεται, να αποδοθούν στην Ελλάδα όταν κάποτε αυτή θα απελευθερωνόταν - όρος που φυσικά δεν τηρήθηκε ποτέ)

Μεταξύ των ετών 1500 και 1700 στην αρχική συλλογή του Βησσαρίωνος προστέθηκαν οι πλούσιες βιβλιοθήκες επιφανών οικογενειών της

53

Βενετίας (Κονταρίνι, Ρεκανάτι, Φορτσέτι, Νάνι κ.ά.), ενώ αργότερα ενσωματώθηκαν σ' αυτήν και οι βιβλιοθήκες πολλών κατηργημένων μοναστηριών.

Σήμερα στην Μαρκιανή Βιβλιοθήκη, που εμπλουτίζεται συνεχώς, βρίσκονται περίπου 13.000 κώδικες και πάνω από 1.000.000 έντυπα βιβλία, μεταξύ των οποίων 2.283 αρχέτυπα και 24.000 παλαιότυπα, καθώς και μια μεγάλη συλλογή χαρτών.

Τα ελληνικά χειρόγραφα της Μαρκιανής

Μεταξύ των χειρογράφων της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης υπάρχουν τουλάχιστον 1.200 βυζαντινά χειρόγραφα. Προέρχονται κυρίως από τις συλλογές του Καρδιναλίου Βησσαρίωνος, του Φραντσέσκο Μπάρμπαρο, των αδελφών Γριμάνι, του Τζιάκομο Κονταρίνι, καθώς και από συλλογές μοναστηριακών βιβλιοθηκών και άλλων Ιταλών μικροσυλλεκτών. Περιλαμβάνουν Ευαγγελιστάρια, λεξικά και αρχαία κείμενα ιστορικού, φιλοσοφικού, γεωγραφικού, ποιητικού, ρητορικού κ.τ.λ. περιεχομένου. Μεταξύ αυτών περίοπτη θέση κατέχουν τα δύο διάσημα χειρόγραφα της Ιλιάδος, γνωστά και ως κώδικες Venetus A και Venetus B

Απόψεις της Μαρκιανής Βιβλιοθήκης της Βενετίας

54

ΟΙ ΘΡΥΛΙΚΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ STRADIOTI

ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ

Στα τέλη του 15ου αιώνα εισέρχονται στον ευρωπαϊκό τρόπο πολέμου δύο νέα στοιχεία : το πυκνό, δορυφόρο πεζικό που κινείται μαζικά ως συμπαγής φάλαγγα με εξέχοντες σε αυτό το είδος μάχης τους ορεσίβιους Ελβετούς και η χρήση της πυρίτιδας.

Το πεδίο στο οποίο θα δοκιμαστούν και θα εφαρμοστούν μαζικά αυτού του είδους οι νεωτερισμοί ήταν οι Ιταλικοί πόλεμοι των ετών 1494-1559 κατά τους οποίους οι μεγάλες δυνάμεις της εποχής (Γαλλία, Αψβουργική Ισπανία, Βενετία) συγκρούστηκαν για τον έλεγχο των ιταλικών κρατιδίων.

Η στρατιωτική φιλολογία θεωρεί αυτούς τους πολέμους και στρατούς ως τους πρώτους σύγχρονους της νεώτερης εποχής.

Σε αυτό λοιπόν το πεδίο μάχης που σφυρηλατήθηκε το νέο είδος πολέμου έκαναν την εμφάνισή τους οι stradioti, οι πρώτοι Έλληνες μεταβυζαντινοί πολεμιστές.

Οι stradioti ήταν ελαφρύ ιππικό, μετεξέλιξη των στρατιωτών του υστεροβυζαντινού στρατού (στρατιώτης σήμαινε τον ελαφρό ιππέα), που υπηρετούσαν τους τελευταίους βυζαντινούς δεσπότες της Πελοποννήσου

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΥΠΟΓΡΑΦΟΙ ΣΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ

Τυπογραφία, η τέχνη της αναπαραγωγής κειμένων ή εικόνων με τη χρήση κινητών ανάγλυφων στοιχείων. Παραδοσιακά βασιζόταν στην αποτύπωση κειμένων ή εικόνων σε αντίγραφα με το μελάνωμα των προς

55

εκτύπωση μερών και τη μεταφορά του μελανιού στο χαρτί με την άσκηση πίεσης. Οι απαρχές της τυπογραφίας εντοπίζονται στην Κίνα. Ωστόσο δεν επικράτησε το συγκεκριμένο είδος εκεί, ίσως εξαιτίας του εκτενούς κινέζικου αλφάβητου.

Τον 15ο αιώνα ο Ιωάννης Γουτεμβέργιος θα διαμορφώσει τις κατάλληλες προϋποθέσεις εξέλιξης της τυπογραφίας : σύλληψη της ιδέας της συνολικής τυπογραφικής μεθόδου (χυτά στοιχεία, στοιχειοθεσία, χειροκίνητο πιεστήριο και τυπογραφική μελάνη). Η ελληνική γραφή - μετά τη λατινική - είναι η πρώτη που, μετά την ανακάλυψη του Γουτεμβέργιου, χαράχτηκε σε κινητά στοιχεία.

Το μέγεθος των τυπογραφικών στοιχείων μετριέται με «στιγμές». Το δωδεκαπλασιο της στιγμής λέγεται «τετράγωνο» και ισοδυναμεί με 0,512 εκ.

Η άνθιση της ελληνικής τυπογραφίας ξεκίνησε μακριά από τα

τουρκοκρατούμενα ελληνικά εδάφη, στην Ιταλία, με ελληνικά

τυπογραφεία κυρίως στη Βενετία, αλλά επίσης στη Ρώμη, το Μιλάνο και

άλλες πόλεις. Παρότι υπάρχουν ενδείξεις ότι εκδόσεις ελληνικών βιβλίων

στη Βενετία πραγματοποιούνταν ήδη από το 1471, το πρώτο

χρονολογημένο βιβλίο που εκδόθηκε στη Βενετία ήταν η

“Βατραχομυομαχία” που τυπώθηκε το 1486 και μάλιστα από Κρητικό

τυπογράφο, τον Λαόνικο Πρωτοπαπά.

56

Οι Κρήτες της Βενετίας διέπρεψαν στην τυπογραφία ως εκδότες αλλά

και τεχνικοί τυπογραφείου. Χαρακτηριστικό είναι ένα στιχούργημα που

αποδίδεται στον λόγιο Μάρκο Μουσούρο για τους Κρήτες τεχνικούς του

τυπογραφείου :

«Κρής γάρ ὁ τορνεύσας

τά δέ χαλκεῖα Κρής ὁ συνείρας

Κρής ὁ κάθ’ ἕν στίξας,

Κρής ὁ μολυβδοχύτης

Κρής δαπανᾶ νίκης ὁ φερώνυμος αὐτός ὁ κλείων

Κρής τάδε

Κρής ήπιος αἰγίοχος»

Το επίγραμμα αυτό προτάσσεται σε ένα από τα αριστουργήματα της

τυπογραφικής τέχνης, στο “Μέγα Ετυμολογικόν”, που εκδόθηκε το 1499

στη Βενετία από την εκδοτική εταιρεία των Νικολάου Βλαστού και

Ζαχαρία Καλλέργη.

57

Η εξέλιξη της τυπογραφίας καθυστέρησε πολύ στον Ελλαδικό χώρο,

καθώς η τουρκική κυριαρχία δεν έδινε περιθώρια ανάπτυξης μίας

εφεύρεσης που συνέβαλε αποφασιστικά στην εξάπλωση των ιδεών και

στην άνοδο του πολιτιστικού επιπέδου των λαών. Η τυπογραφία ήταν

λοιπόν απαγορευμένη κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, όχι μόνο για

τους υπόδουλους ΄Ελληνες, αλλά και για τους Τούρκους.

Ένας από τους καταξιωμένους τυπογράφους που δραστηριοποιήθηκαν στη Βενετία του 17ου αι. είναι ο Νικόλαος Γλυκύς. Γεννήθηκε στα Γιάννενα το 1619. Δεν έμαθε σχεδόν καθόλου γράμματα. Ήλθε στη Βενετία το 1647, ασχολούμενος αρχικά με το εμπόριο. Το 1671 ίδρυσε στην Βενετία το τυπογραφείο του, αφού αγόρασε το 1670 το τυπογραφείο του Ορσίνο Αλμπρίτζι και απέκτησε ταυτόχρονα το προνόμιο αποκλειστικότητας για την έκδοση σημαντικών ελληνικών τίτλων. Το

58

όνομά του πρωτοεμφανίζεται στο ΄΄Ωρολόγιον΄΄ του 1670, το οποίο αποτελεί συμπαραγωγή με τον Αλμπρίτζι. Από το τυπογραφείο του εκδόθηκαν όχι μόνο εκκλησιαστικά, αλλά και επιστημονικά και φιλολογικά έργα. Κυκλοφόρησε συνολικά 106 τίτλους. Η τυπογραφική σφραγίδα του Γλυκύ έχει μια μέλισσα και ως υπογραφή τα αρχικά γράμματα του ονόματός του.

Αξιοσημείωτη θεωρείται επίσης και η προσφορά της δυναστείας των Θεοδοσίων στην τυπογραφία. Αρχικά, ο Δημήτριος Θεοδόσιος, του οποίου η οικογένεια καταγόταν από τα Ιωάννινα και υπήρξε μια από τις μεγάλες ηπειρώτικες οικογένειες εμπόρων στη Βενετία κατά τον 17ο και 18ο αιώνα. Διετέλεσε δόκιμος τυπογράφος στο εργαστήρι του Νικολάου Γλυκύ, το 1745 ανέλαβε τη διεύθυνση του τυπογραφείου, και ύστερα άνοιξε δικό του βιβλιοπωλείο. Το 1755 απέκτησε την άδεια να ιδρύσει Ελληνικό τυπογραφείο, με την υποχρέωση να τυπώνει βιβλία και

59

στα σλαβικά, χάριν των σλαβόφωνων πληθυσμών των Βαλκανίων. Το πρώτο βιβλίο που τύπωσε είναι η «Βίβλος» ενιαύσιος την άπασαν εκκλησιαστικήν ακολουθίαν ανελλιπώς περιέχουσα».

Σε ηλικία 65 ετών θα ζητήσει από τη Γερουσία άδεια να προσλάβει στην επιχείρηση τον γιο του αδελφού του, Ανδρέα. Ο Ανδρέας θα μάθει την τέχνη της τυπογραφίας κοντά στον θείο του και θα εγγραφεί στην ΄΄Συντεχνία Τυπογράφων και Βιβλιοπωλών΄΄ ως κληρονόμος του. Την εποχή εκείνη το τυπογραφείο θα εξελιχθεί σε διαβαλκανικό κέντρο, καθώς διατηρεί εμπορικές σχέσεις με σλαβόφωνες χώρες όπως η Βοσνία, η Σερβία, η Βουλγαρία, η Βλαχία και η Ουγγαρία. Παρ΄ όλη όμως τη διεθνή αυτή δραστηριότητα ο οίκος του Θεοδοσίου το 1780 αντιμετώπιζε οικονομικές δυσχέρειες. Έτσι, ο Δημήτρης Θεοδοσίου αναγκάσθηκε να συνεργαστεί με τον Pietro Marcuzzi, ο οποίος εργαζόταν και ως αρχιεργάτης στο τυπογραφείο. Στις 11 Μαρτίου του 1782 ο Δημήτριος Θεοδοσίου πεθαίνει και αναλαμβάνει ο γιος του, Πάνος. Εργαζόμενος με ζήλο για την ανόρθωση της επιχείρησης θα κατορθώσει το 1800 να αναβαθμίσει τα εκδοτικά προγράμματα και να εμπλουτίσει το τυπογραφικό υλικό του οίκου. Παράλληλα ανανέωσε τις συμφωνίες του με τους βιβλιοπωλικούς οίκους των σλαβικών χωρών και προσέλαβε ως διορθωτή τον Δοσίθεο Obradovic, ώστε οι σλαβικές εκδόσεις του να είναι πιο αξιόπιστες. Ωστόσο, ο Πάνος Θεοδοσίου συνεταιρίζεται περί το 1820, ενδεχομένως εξαιτίας νέων οικονομικών προβλημάτων, με τον λόγιο έμπορο Μιχαήλ Βασιλείου, και έκτοτε ουσιαστικά το τυπογραφείο διακόπτει τη λειτουργία του.

60

Η τυπογραφική σφραγίδα του Δημήτριου Θεοδοσίου

ΤΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΑΛΔΟΥ ΜΑΝΟΥΤΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ

Ο Άλδος Μανούτιος - Aldus Pius Manutius, 1449 – 6 Φεβρουαρίου 1515) ήταν Ιταλός ουμανιστής, γνωστός για την εκδοτική του δραστηριότητα στη Βενετία την εποχή της Αναγέννησης. Αξιοσημείωτη είναι η συνεισφορά του στην τυπογραφία με την επινόηση των πλάγιων γραμματοσειρών, την καθιέρωση της άνω τελείας στιγμής (semicolon), καθώς και τη μαζική παραγωγή δερματόδετων βιβλίων τσέπης σε προσιτές τιμές.

Άλδος ο εκδότης

Ως κυρίαρχος εκδότης και τυπογράφος την εποχή της ακμής της Αναγέννησης, ο Άλδος εδραίωσε τον σχεδιασμό του βιβλίου, που περιελάμβανε το μέγεθος του χαρτιού, τον σχεδιασμό και τη χρήση συγκεκριμένων γραμματοσειρών, τη μορφολογία της σελίδας καθώς και

61

νέες μεθόδους βιβλιοδεσίας. Οι εκδόσεις του με έργα κλασικών (αρχαία ελληνική φιλολογία) έγιναν περίφημες σε όλη την Ευρώπη. Πολλοί μάλιστα αντέγραψαν το εταιρικό του λογότυπο, ένα δελφίνι και μια άγκυρα, το οποίο συνδέεται με το λατινικό ρητό "Festina lente" («σπεύδε βραδέως»)· η εικόνα και το ρητό απεικονίζονταν σε ένα ρωμαϊκό νόμισμα του 80 μ.Χ., το οποίο και αποτέλεσε την πηγή έμπνευσης. Το 1533 τη διεύθυνση του τυπογραφείου ανέλαβε ο γιος του Παύλος Μανούτιος (1512-1574).

Οι Έλληνες κλασικοί

Μία από τις κυριότερες φιλοδοξίες του Μανούτιου ήταν να περισώσει ό,τι είχε απομείνει από την αρχαία ελληνική γραμματεία. Εξέδωσε πολλές εκδόσεις των κυριότερων έργων, τόσο σε κανονική μορφή, όσο και σε μέγεθος τσέπης, ώστε τα έργα αυτά να γίνουν διαθέσιμα στο ευρύτερο κοινό. Μέχρι τότε ελάχιστα ελληνικά συγγράμματα κυκλοφορούσαν από εκδοτικούς οίκους: στο Μιλάνο η «Γραμματική του Λασκάρεως», Ελληνικοί Ψαλμοί, έργα του Αισώπου, του Θεοκρίτου και του Ισοκράτη (εκδόσεις 1476 - 1493)· στη Βενετία τα «Ερωτήματα του Χρυσολωρά» (1484)· στη Βιντσέντσα υπήρχαν ανατυπώσεις της «Γραμματικής του Λασκάρεως» και των «Ερωτημάτων» (1488 και 1490), και τέλος στη Φλωρεντία είχαν εκδοθεί έργα του Ομήρου μεταφρασμένα από τον Λορέντσο ντε Αλόπα. Απ' αυτά, μόνο ο Θεόκριτος, ο Ισοκράτης και ο Όμηρος θεωρούνταν κλασικά. Ο Μανούτιος επέλεξε τη Βενετία ως πλέον κατάλληλη έδρα για την επιχείρησή του. Εγκαταστάθηκε το 1490 και τα πρώτα έργα που τυπώθηκαν ήταν το Ηρώ και Λέανδρος του Μουσαίου, η Γαλεομυομαχία και το Ελληνικό Ψαλτήρι. Χωρίς να φέρουν χρονολογία έκδοσης, θεωρούνται τα αρχαιότερα του τυπογραφείου και μάλιστα, κατά τον ίδιο τον Μανούτιο, «προκρούστες της ελληνικής λογοτεχνίας».

.

Απόσπασμα από έργο του Αριστοτέλη-Κρατική Βιβλιοθήκη της Βαυαρίας

62

Ο Μανούτιος στρατολόγησε πλήθος μελετητών της ελληνικής στη Βενετία. Εμπορευόταν στα ελληνικά, έδινε οδηγίες στους τυπογράφους και τους βιβλιοδέτες στα ελληνικά· μέχρι και η καθημερινότητα του σπιτιού του ενδυόταν την ελληνική γλώσσα. Στις εκδόσεις τους προλόγιζε πάντα στα ελληνικά, ενώ προσέλαβε Κρητικούς λόγιους για να σελιδοποιούν και να επιμελούνται χειρόγραφα, καθώς και για να δειγματίσουν καλλιγραφικές ελληνικές γραμματοσειρές. Τουλάχιστον τριάντα Έλληνες βοηθοί εργαζόταν μαζί του, χωρίς να υπολογίζουμε τους τεχνίτες και χειρώνακτες. Ακούραστος εξέδωσε τον πρώτο τόμο με έργα του Αριστοτέλη το 1495. Μέχρι το 1498 άλλοι τέσσερις τόμοι συμπλήρωναν το έργο το μεγάλου κλασικού. Τον ίδιο χρόνο εξέδωσε και εννέα κωμωδίες του Αριστοφάνη, ενώ στα επόμενα χρόνια ακολούθησαν εκδόσεις των Θουκυδίδη, Σοφοκλή, Ηροδότου, Ξενοφώντα και Δημοσθένη.

Το 1508 εκδίδει έναν τόμο για τους Έλληνες ρήτορες και τον επόμενο χρόνο έργα του Πλουτάρχου και το 1513 εκδίδει το έργο του Πλάτωνα, αφιερωμένο στον Πάπα Λέοντα τον Ι΄· στον πρόλογο ο Μανούτιος κάνει μια σύγκριση ανάμεσα στις κακουχίες της σε πολεμική κατάσταση Ιταλίας και στην ηρεμία και ομορφιά της μελέτης. Ο Πίνδαρος, ο Αισχύλος και ο Αθήναιος ακολουθούν το 1514, ενώ προς το τέλος της ζωής του εργαζόταν πάνω στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, η πρώτη έκδοση της οποίας έγινε μετά τον θάνατό του το 1518.

Οι συνεχιστές του έργου του (κυρίως ο εγγονός του, Άλδος Μανούτιος ο νεότερος) έφεραν στο εκδοτικό προσκήνιο έργα των Παυσανία, Στράβωνα, Αισχύλου, Γαληνού, Ιπποκράτη και Λογγίνου. Ο Μανούτιος εξέδωσε και άλλα ελληνικά έργα που είχαν ήδη εκδοθεί, με τις διορθώσεις και τον χαρακτήρα του εκδοτικού του οίκου.

Η ιδιότητά του δεν ήταν αποκλειστικά του εκδότη και τυπογράφου, αλλά και σε μεγάλο βαθμό αυτή του μελετητή και μεταφραστή. Ο Μανούτιος ως λόγιος υπήρξε πραγματικά λίκνο του ουμανισμού και του ελληνισμού. Με στόχο να προάγει τις ελληνικές σπουδές, το 1502 ίδρυσε τη «Νέα Ακαδημία», ένα ίδρυμα αποκλειστικά για κλασικές ελληνικές σπουδές. Τα μέλη έπρεπε απαραιτήτως να μιλούν ελληνικά, να φέρουν ελληνοποιημένο το όνομά τους καθώς και τους τίτλους τους. Ένα από τα μέλη αυτής της Ακαδημίας ήταν και ο γνωστός Έρασμος.

Παρόλο που η προσφορά του στον ελληνισμό υπήρξε τεράστια, σήμερα πολλοί αποδέχονται ότι η κυρτή γραφή και οι βραχυγραφίες που χρησιμοποίησε υπήρξαν ανασταλτικές τόσο στην εξέλιξη του ελληνικού γράμματος στην τυπογραφία, όσο και στη διάδοση της ελληνικής γλώσσας.

63

Ο Άλδος Μανούτιος πέθανε φτωχός, έχοντας αφήσει στην ανθρωπότητα ένα τεράστιο έργο ελληνικής φιλολογίας.

Στη Βενετία

Η παρουσία του πατρινού εμπόρου Ανδρέα Κουνάδη στη Βενετία, και η συνεργασία του με τους Ιταλούς αδερφούς Σάβιο, θα σημάνει την έναρξη ενός μακρόβιου ελληνικού τυπογραφείου και θα καταστήσει τη Βενετία το κέντρο της ελληνικής εκδοτικής δραστηριότητας μέχρι τον 19ο αιώνα. Ο Κουνάδης αφού μαθήτευσε στο τυπογραφείο του Άλδου Μανούτιου και γνώρισε τους αδερφούς Σάβιο, πρότεινε στον έναν, τον Στέφανο, να συνεταιριστούν στην ίδρυση τυπογραφείου και έτσι το 1521 εξέδωσε το πρώτο του βιβλίο, το σταθερής αξίας και αναγνωσιμότητας Ψαλτήρι. Ο Κουνάδης δυστυχώς θα πεθάνει ύστερα από δυο χρόνια, ο εκδοτικός οίκος θα περάσει στα χέρια του πεθερού του, Damiano di Santa Maria. Ο Δαμιανός σε συνεργασία με τους Σάβιο θα συνεχίσει τη παραγωγή του οίκου και την έκδοση βιβλίων. Οι αδερφοί Ιωάννης και Πέτρος Σάβιος θα εκδώσουν το 1535 την Opera Quendam, τα συγγράμματα του Μεγάλου Βασιλείου στα ελληνικά, αλλά και το Τυπικὸν καὶ τὰ ἀπόρρητα το 1545, ένα από τα πρώτα θρησκευτικά λειτουργικά βιβλία που εκδόθηκαν. Η έκδοση φέρει το τυπογραφικό σήμα του Κουνάδη. Εκτός από τα θρησκευτικού περιεχομένου βιβλία που θα εκδώσουν όπως τα Παρακλητική, Εὐχολόγιον, και Τριώδιον, θα εκδώσουν και λογοτεχνικά έργα της Κρητικής λογοτεχνίας που τότε γνώριζε μια πολιτιστική άνοιξη, όπως την Ιστορία του Ταγιαπιέρα, το Πένθος θανάτου, Ἀπολλώνιος και άλλα. Το τυπογραφικό σήμα του Κουνάδη (ένα κουνάβι μέσα σε θυρεό) καθώς και ο τίτλος του τυπογραφείου «Τύπος Κουνάδου» θα χρησιμοποιείται μέχρι και το 1600 από τους απογόνους του Δαμιανού που λειτουργούν το τυπογραφείο μέχρι τότε.

Άλλοι σημαντικοί Έλληνες τυπογράφοι της εποχής είναι ο Κερκυραίος λόγιος Νικόλαος Σοφιανός ιδιοκτήτης ενός βραχύχρονου τυπογραφείου στη Βενετία στο οποίο τύπωσε μόνο 3 βιβλία και ο επίσης Κερκυραίος Ιππόλυτος Βάρελης, ιδιοκτήτης τυπογραφείου από το 1564 έως το 1580. Αλλά και ξένοι, Ιταλοί τυπογράφοι, θα εκδώσουν πολλές σειρές ελληνικών βιβλίων όπως οι εκδοτικοί οίκοι των Da Sabbio που εκδίδουν ελληνικά βιβλία από το 1521-1551, οι Zanetti από το 1535-1605, και οι Spinelli από το 1548 έως το 1579. Συνολικά όλον τον 16ο αιώνα εκδίδονται 634 περίπου ελληνικά βιβλία, που ονομάζονται παλαιότυπα, και το 55% αυτών είναι θρησκευτικού περιεχομένου. Το 30% είναι εκδόσεις αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, λεξικά και γραμματικές και τέλος το 14% περιλαμβάνει ιστορικοφιλολογικά και λογοτεχνικά έργα.

64

1600 – 1700

Μέχρι την εμφάνιση του Νικολάου Γλυκύ στο τυπογραφικό χώρο, ελληνικά βιβλία εξέδιδαν Ιταλοί τυπογράφοι, που απασχολούν πολλούς Έλληνες λογίους στην επιμέλεια των εκδόσεων τους. Ξεχωρίζουν στη Βενετία οι Pinelli που από το 1600 έως το 1676 εκδίδουν 130 ελληνικούς τίτλους και οι Giuliani που από το 1582 έως το 1690 εκδίδουν 199 τίτλους. Οι Giuliani, Ιουλιανοί κατά το ελληνικότερον εξέδωσαν ανάμεσα στα άλλα τη Θεία Λειτουργία του Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου» το 1687, ένα από τα πιο όμορφα παλαίτυπα βιβλία. Επίσης ο οίκος θα εκδώσει για πρώτη φορά και την Ἐρωφίλη του Γεώργιου Χορτάτζη το 1637.

Το εξώφυλλο της πρώτης έκδοσης της Ἐρωφιλης, 1637.

Τέλος, μερίδιο στην έκδοση ελληνικών βιβλίων διεκδικεί και η Congegatio de Propaganda Fide (το συμβούλιο προπαγάνδας υπέρ της Καθολικής πίστης του Βατικανού) εκδίδει από το 1628 έως το 1677 45 ελληνικούς τίτλους όλα για προσηλυτιστικούς σκοπούς.

Το 1647 ο έμπορος από τα Γιάννενα, Νικόλαος Γλυκύς, μετοίκησε μόνιμα στη Βενετία, και αποφάσισε να ασχοληθεί με τη τυπογραφία. Ο Γλυκύς αγόρασε το τυπογραφείο του Αλμπρίτζι το 1670, αποκτώντας και το προνόμιο αποκλειστικής παραγωγής ελληνικών τίτλων. Ο Γλυκής μέχρι το θάνατό του, το 1693 τύπωσε 106 διαφορετικούς τίτλους βιβλίων, κυρίως θρησκευτικού-λειτουργικού περιεχομένου. Μετά το θάνατό του, ο οίκος πέρασε στους κληρονόμους του, και γνώρισε μια προσωρινή κάμψη μέχρι το 1721 που στα χέρια του εγγονού του, Νικόλαου Γλυκή του νεότερου, θα γνωρίσει καινούρια ανάπτυξη. Το 1729 μάλιστα εκδίδει και το βιβλίο του Θεόφιλου Κορυδαλέα Εἰς ἅπασαν τὴν Λογικὴν τοῦ Ἀριστοτέλους» για πρώτη φορά. Ως το 1788 ο αριθμός των πιεστηρίων διπλασιάστηκε, οι

65

τεχνίτες τυπογράφοι ανήλθαν στους 20 και οι τίτλοι ανέβηκαν στους 400. Ο οίκος συνέχισε τη λειτουργία του και τα επόμενα χρόνια, μέχρι και τη περίοδο του Νεοελληνικού διαφωτισμού και ως το 1820 ήταν ισχυρός και ακμαίος. Ωστόσο μετά το 1831 η επιχείρηση αρχίζει σιγά-σιγά να παρακμάζει μέχρι που κλείνει οριστικά γύρω στο 1850.

Βιβλίο ιστορίας, έκδοση του 1691 η τυπογραφική σφραγίδα

από το τυπογραφείο του Σάρου του Νικόλαου Σάρου

Ο δεύτερος σημαντικός τυπογραφικός-εκδοτικός οίκος ήταν του Νικολάου Σάρου. Ο Νικόλαος Σάρος, ηπειρώτης και αυτός, μετοίκησε στη Βενετία γύρω στο 1680 και άρχισε τη δική του εκδοτική δραστηριότητα, με βιβλία που το αναγνωστικό τους κοινό βρισκόταν στην τουρκοκρατούμενη και βενετοκρατούμενη Ελλάδα. Ο εκδοτικός οίκος λειτούργησε ως το 1788 αν και από το 1706 είχε αγοραστεί από τον Αντώνιο Βόρτολι. Ο εκδοτικός οίκος του Σάρου στο διάστημα 1685-1788, εξέδωσε 298 βιβλία.

Τέλος ο οίκος του επίσης ηπειρώτη από τα Γιάννενα, Δημήτρη Θεοδοσίου, άρχισε τη λειτουργία του το 1755, εκδίδοντας και πολλά βιβλία στη σλαβική γλώσσα, για τους σλαβόφωνους πληθυσμούς των Βαλκανίων. Το 1767 εκδίδει το βιβλίο του Ιωάννη Στάνου «Βίβλος χρονική περιέχουσα την Ιστορίαν της Βυζαντίδος», σε 6 τόμους

66

και το 1778 εκδίδει την «Ιστορία εις την οποία περιέχεται ο Βίος και οι Ανδραγαθίες του περιβόητου Βασιλέως Αλεξάνδρου του Μακεδόνος», ένα από τα πολλά λαϊκά αναγνώσματα της εποχής που δημιούργησαν και συντήρησαν τους θρύλους γύρω από τον Μέγα Αλέξανδρο.

Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν η Βενετία θα χάσει τα σκήπτρα στη παραγωγή ελληνικών βιβλίων καθώς χάνει και την ίδια την αυτόνομη ύπαρξη της, αφού το κράτος της Βενετίας θα καταλυθεί από τον Ναπολέοντα το 1797.

ΔΟΜΗΝΙΚΟΣ ΘΕΟΤΟΚΟΠΟΥΛΟΣ ΚΑΙ ΒΕΝΕΤΙΑ

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (1541 – 7 Απριλίου 1614), γνωστός επίσης με τo ισπανικό προσωνύμιο El Grecο, «Ο Έλληνας». Ήταν Kρητικός ζωγράφος, γλύπτης και αρχιτέκτονας της Ισπανικής Αναγέννησης. Έζησε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του μακριά από την πατρίδα του, δημιουργώντας το κύριο σώμα του έργου του στην Ιταλία και στην Ισπανία. Εκπαιδεύτηκε αρχικά ως αγιογράφος στην Κρήτη, που αποτελούσε τότε τμήμα της ενετικής επικράτειας, και αργότερα ταξίδεψε στη Βενετία. Στην Ιταλία επηρεάστηκε από τους μεγαλύτερους δασκάλους της ιταλικής τέχνης, όπως τον Τιντορέττο και τον Τιτσιάνο, του οποίου υπήρξε μαθητής, υιοθετώντας στοιχεία από τον μανιερισμό. Το 1577 εγκαταστάθηκε στο Τολέδο, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του και ολοκλήρωσε ορισμένα από τα πιο γνωστά έργα του.

Υφολογικά, η τεχνοτροπία του Ελ Γκρέκο θεωρείται έκφραση της Βενετικής Σχολής και του μανιερισμού όπως αυτός διαμορφώθηκε στο δεύτερο μισό του 16ου αιώνα. Παράλληλα χαρακτηρίζεται από προσωπικά στοιχεία, προϊόντα της τάσης του για πρωτοτυπία, τα οποία όμως δεν βρήκαν μιμητές στην εποχή του, γεγονός που δεν ευνόησε και τη συνέχειά τους. Η μπαρόκ τεχνοτροπία που εκτόπισε τον μανιερισμό, αλλά και τα αμέσως μεταγενέστερα καλλιτεχνικά ρεύματα που δεν αντιμετώπισαν ευμενώς το ύφος του, είχαν ως αποτέλεσμα να αγνοηθεί το έργο του Γκρέκο τους επόμενους αιώνες. Στη διάρκεια του 20ού αιώνα, αναγνωρίστηκε ως πρόδρομος της μοντέρνας τέχνης που αξιοποίησε στοιχεία της Ανατολικής και Δυτικής παράδοσης, και το έργο του επανεκτιμήθηκε, διατηρώντας μέχρι σήμερα δεσπόζουσα θέση ανάμεσα στους μείζονες ζωγράφους όλων των εποχών.

67

Ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος γεννήθηκε πιθανότατα το 1541 στον Χάνδακα, το σημερινό Ηράκλειο της Κρήτης, την εποχή της Βενετοκρατίας. Η ημερομηνία γέννησης του προκύπτει όχι από κάποιο επίσημο έγγραφο της εποχής αλλά με βάση μία ιδιόχειρη σημείωση του, σύμφωνα με την οποία το 1606 ήταν 65 ετών. Ο πατέρας του, Γεώργιος Θεοτοκόπουλος, ήταν φοροσυλλέκτης και έμπορος. Για τη μητέρα του δεν διαθέτουμε πληροφορίες, ενώ άγνωστη παραμένει και η ταυτότητα μίας ενδεχόμενης πρώτης, Ελληνίδας συζύγου του. Είχε έναν μεγαλύτερο αδελφό, τον Μανούσο Θεοτοκόπουλο (1531-1604), ο οποίος ακολούθησε το επάγγελμα του πατέρα τους.

Ο Θεοτοκόπουλος εκπαιδεύτηκε ως αγιογράφος, γεγονός που πιστοποιείται από ένα δημόσιο έγγραφο του 1563, ενώ θα πρέπει να μελέτησε από νεαρή ηλικία την αρχαία ελληνική και κλασική γραμματεία, κρίνοντας από την πλούσια βιβλιοθήκη που κληροδότησε μετά το θάνατό του ο γιος του. Το όνομα του πρώτου δασκάλου του δεν είναι γνωστό, αν και έχει προταθεί το όνομα του Ιωάννη Γριπιώτη (1516-1569). Στην Κρήτη, που από το 1211 αποτελούσε μέρος της ενετικής επικράτειας, οι ζωγράφοι και οι αγιογράφοι συνδύαζαν το βυζαντινό ιδίωμα με τις Δυτικές επιρροές, φιλοτεχνώντας φορητές κυρίως εικόνες και διαμορφώνοντας τη λεγόμενη Κρητική Σχολή. Στο Χάνδακα εργάζονταν κατά το 16ο αιώνα περίπου διακόσιοι ζωγράφοι, οργανωμένοι σε συντεχνίες σύμφωνα με τα ιταλικά πρότυπα. Ο Θεοτοκόπουλος εξοικειώθηκε από νωρίς με έργα καλλιτεχνών της Αναγέννησης που κυκλοφορούσαν στη βενετοκρατούμενη Κρήτη και από το 1563 εξασκούσε επίσημα το επάγγελμα του ζωγράφου. Η πληροφορία αυτή εκμαιεύεται από μία αναφορά στο όνομά του σε επίσημο έγγραφο της εποχής, στην οποία περιγράφεται ως δάσκαλος (maestro Domenigo). Μία από τις πρώτες πληροφορίες που διαθέτουμε για κάποιο έργο του προέρχεται επίσης από άλλο έγγραφο του 1566, σύμφωνα με το οποίο δόθηκε στον Θεοτοκόπουλο άδεια για να πουλήσει με λαχνό μία εικόνα που εκτιμήθηκε στα 70 δουκάτα, ποσό ιδιαίτερα σημαντικό για την εποχή και ειδικότερα για έναν νέο καλλιτέχνη.

Με δεδομένο πως στην εποχή του συνυπήρχαν στην Κρήτη Ορθόδοξοι και Καθολικοί, παραμένει αμφιλεγόμενο σε ποιο από τα δόγματα αυτά ανήκε η οικογένειά του. Θεωρείται πιθανότερο πως ήταν ορθόδοξη, εκδοχή που στηρίζεται σε μελέτες αρχειακών και νομικών εγγράφων, σύμφωνα με τις οποίες ένας θείος του ήταν ορθόδοξος ιερέας, ενώ το όνομα του

68

Δομήνικου Θεοτοκόπουλου δεν καταγράφεται στα αρχεία των βαφτίσεων της Καθολικής Εκκλησίας στην Κρήτη. Διαφορετικές πηγές κάνουν επίσης λόγο για πιθανή καταγωγή του από καθολική οικογένεια. Ορισμένοι μελετητές εκτιμούν πως ο Θεοτοκόπουλος ασπάστηκε αργότερα το καθολικό δόγμα, λαμβάνοντας υπόψη τη διαθήκη του, στην οποία ανέφερε πως υπήρξε «πιστός Καθολικός». Η διαθήκη αυτή έχει αμφισβητηθεί, συνυπολογίζοντας την υποχρέωση του να τη συντάξει σύμφωνα με τις επιταγές της Ιεράς Εξέτασης.

Με δεδομένο πως η Κρήτη ανήκε στην επικράτεια της Δημοκρατίας της Βενετίας, ήταν φυσιολογική η εγκατάστασή του στη Βενετία για τη συνέχιση των σπουδών του. Η ακριβής χρονολογία άφιξής του δεν είναι γνωστή, ωστόσο εκτιμάται πως εγκατέλειψε την Κρήτη το 1567. Έζησε στη Βενετία περίπου μέχρι το 1570 επιχειρώντας να ακολουθήσει τα πρότυπα των καλλιτεχνών που κυριαρχούσαν στη καλλιτεχνική ζωή της πόλης, μεταξύ αυτών ο Τιτσιάνο και ο Τιντορέττο. Την ίδια περίοδο υιοθέτησε την τεχνική της ελαιογραφίας, ζωγραφίζοντας πλέον σε μουσαμά και εγκαταλείποντας το ξύλο. Ένα από τα έργα που αποτυπώνουν τη μετάβαση του Θεοτοκόπουλου από το Βυζαντινό στο Δυτικό ιδίωμα είναι το Τρίπτυχο της Μοντένα (π. 1560-1565),

69

το οποίο περιλαμβάνει στοιχεία εμφανώς εμπνευσμένα από τα πρότυπα που κυριαρχούσαν στην Ιταλία, συνυφασμένα με θέματα επηρεασμένα από την ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα.

Το 1570 βρέθηκε στη Ρώμη, γεγονός που μας αποκαλύπτεται από σχετική επιστολή του ζωγράφου Τζούλιο Κλόβιο, μέσα από την οποία συστήνει τον Θεοτoκόπουλο στον προστάτη του, καρδινάλιο Αλεσάντρο Φαρνέζε, περιγράφοντάς τον ως έναν «νεαρό από τον Χάνδακα, μαθητή του Τιτσιάνο» και «σπάνιο ταλέντο στη ζωγραφική». Στη Ρώμη, ο Θεοτοκόπουλος, όπως και άλλοι διακεκριμένοι ζωγράφοι, ήρθε αντιμέτωπος με τον σκληρό ανταγωνισμό που επικρατούσε την εποχή εκείνη, την ίδια στιγμή που δέσποζε η παρουσία του Τιτσιάνο και εξακολουθούσε να ασκεί επίδραση το έργο του Μιχαήλ Άγγελου. Στις 18 Σεπτεμβρίου 1572 κατέθεσε αίτηση για να γίνει μέλος της συντεχνίας ζωγράφων του Αγίου Λουκά, με το όνομα Domenico Greco, αποφασίζοντας να ακολουθήσει σταδιοδρομία ανεξάρτητου και αυτόνομου καλλιτέχνη. Συνολικά, οι πίνακες που φιλοτέχνησε στην Ιταλία ακολούθησαν τα αναγεννησιακά πρότυπα του 16ου αιώνα στη Βενετία, ειδικότερα σε ότι αφορά την απόδοση του φωτός ή την έμφαση στο χρώμα, παραμερίζοντας το βυζαντινό ιδίωμα και υιοθετώντας μία διαφορετική τεχνική και στοιχεία του μανιερισμού.

70

ΟΥΓΟ ΦΟΣΚΟΛΟ ΚΑΙ ΒΕΝΕΤΙΑ

Ο Ούγκο Φόσκολο (Ugo Foscolo, πραγματικό βαπτιστικό Niccolò, 1778-1827) ήταν Ιταλός ποιητής. Γεννήθηκε στην Ζάκυνθο και ήταν γιος του γιατρού Αντρέα Φόσκολο, Ενετού γεννημένου στην Κέρκυρα, και της Ελληνίδας Διαμαντίνας Σπαθή. Το 1794 εγκαταστάθηκε στην Βενετία, παρακολούθησε μαθήματα κλασσικής παιδείας και άρχισε να συναναστρέφεται μέλη των φιλολογικών κύκλων στους οποίους πρωταγωνιστούσε η κόμισσα Isabella Teotochi Albrizzi (Ιζαμπέλα Αλμπρίτζι-Θεοτόκη). Η κόμισσα επιμελήθηκε της εκπαίδευσης του Φόσκολο σε όλους τους τομείς, του ερωτικού συμπεριλαμβανομένου, παρά το ότι το 1795 είχε τα διπλάσια χρόνια του. Το 1797 απέκτησε φήμη, όταν παραστάθηκε η τραγωδία του Tieste (Θυέστης). Το 1799 χαιρέτισε την κατάλυση της Ενετικής Δημοκρατίας από τον Ναπολέοντα σαν μια νίκη της αληθινής δημοκρατίας έναντι της ολιγαρχίας με την ωδή του Στον Ναπολέοντα Βοναπάρτη, τον ελευθερωτή. Ο Ναπολέων παραχώρησε τα ενετικά εδάφη στους Αυστριακούς με την συνθήκη του Κάμπο-Φόρμιο και ο Φόσκολο κατήγγειλε την αισχρή συναλλαγή στο μυθιστόρημά του Τελευταίες επιστολές του Γιάκοπο Όρτις στα 1803. Παρ’ όλα αυτά πολέμησε στο πλευρό των Γάλλων εναντίον Αυστριακών και Ρώσων και

71

μετά την μάχη του Μαρένγκο (1800) έγινε λοχαγός της ιταλικής μεραρχίας του γαλλικού στρατού.

Dei sepolcri, 1809 ο ποιητής Ούγο Φόσκολο

Ο Φόσκολο στέκεται στο μεταίχμιο του νεοκλασσικισμού και του πρώιμου ρομαντισμού. Αριστούργημά του θεωρείται το ποίημά του Dei sepolcri (Οι τάφοι). Με αφορμή ένα διάταγμα του Ναπολέοντα περί δημοκρατικής ομοιομορφίας των τάφων, ο Φόσκολο ανατρέχει στους μεγάλους νεκρούς της Ελλάδος και της Ιταλίας, της Φλωρεντίας ειδικότερα. Ήταν έργο που επηρέασε το κίνημα του Risorgimento (Ιταλική ενοποίηση) και παραμένει αγαπητό μέχρι σήμερα.

Το 1871 η σορός του μεταφέρθηκε στην Ιταλία και ενταφιάστηκε δίπλα στους μεγάλους νεκρούς που ύμνησε, στην Σάντα Κρότσε της Φλωρεντίας, «σ’ ένα ναό που όλες μάζεψε τις δόξες / της Ιταλίας για να τις διαφυλάξει».

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΩΝ ΓΚΡΑΙΚΩΝ

Ο Άγιος Γεώργιος των Ελλήνων (San Giorgio dei Greci) είναι ορθόδοξη εκκλησία της Βενετίας, στη συνοικία Καστέλο.

Το 1498, η ελληνική κοινότητα της Βενετίας πήρε το δικαίωμα να ιδρύσει τη «Scuola de San Nicolò dei Greci» (Σχολή του Αγίου Νικολάου των Ελλήνων), μια αδελφότητα η οποία βοηθούσε τα μέλη της κοινότητας. Το 1539, μετά από διαρκείς διαπραγματεύσεις, η καθολική εκκλησία επέτρεψε την κατασκευή της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου η οποία χρηματοδοτήθηκε από φόρο σε όλα τα πλοία που ερχόταν από Ορθόδοξες περιοχές.

Η κατασκευή άρχισε από τον Σάντε Λομπάρντο και από το 1548 από τον Τζιαντώνιο Χιόνα. Το καμπαναριό χτίστηκε το 1592. Στο εσωτερικό

72

βρίσκεται μνημείο αφιερωμένο στον Αρχιεπίσκοπο Φιλαδελφείας Γαβριήλ Σεβήρο (1619) από τον Μπαλντασάρε Λονγκένα. Στο θόλο της εκκλησίας υπάρχει τοιχογραφία της Κρίσεως (1589-93) από τον Ιωάννη τον Κύπριο υπό την επίβλεψη του Τιντορέτο. Το εικονοστάσιο έγινε από τους Κύπριους, Τομάσο Μπάθας, Μπενεντέτο Εμπόριος και τον Μιχαήλ Δαμασκηνό. Ο Εμμανουήλ Τζάνες φιλοτέχνησε τις τοιχογραφίες των Αγίων Συμεών και Αλυπίου, των ερημιτών. Στο εσωτερικό του ναού υπάρχει μαρμάρινη πλάκα με επιγραφή του 1564 στα ελληνικά που αναφέρει ότι ο ναός αφιερώθηκε στον Χριστό και τον Άγιο Γεώργιο από τους Έλληνες που μετοικούσαν στη Βενετία "τους αεί καταίροντας Ενετίαζε των Ελλήνων".

73

ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΒΕΝΕΤΙΑΣ Μετά το Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο η συρρικνωμένη ελληνική κοινότητα της Βενετίας προικοδότησε το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών με όλη την ακίνητη και κινητή περιουσία της, συμπεριλαμβανομένων των βιβλίων, του αρχείου, των χειρογράφων, των εικόνων και των άλλων κειμηλίων που είχε στην κατοχή της. Το Ελληνικό Ινστιτούτο, το μοναδικό ελληνικό ερευνητικό κέντρο στο εξωτερικό, ιδρύθηκε το 1951 με έδρα το μέγαρο της Φλαγγινείου Σχολής

74

και άρχισε να λειτουργεί το 1958. Σκοπός του Ινστιτούτου είναι η προαγωγή των βυζαντινών και μεταβυζαντινών σπουδών και ειδικότερα η μελέτη της ιστορίας του λατινοκρατούμενου ελληνισμού με βάση τα αρχεία της Ιταλίας, ιδιαίτερα αυτά της Βενετίας. Η έρευνα στα αρχεία και στις βιβλιοθήκες διεξάγεται κυρίως από έλληνες πτυχιούχους πανεπιστημίων, στους οποίους χορηγείται υποτροφία από την Ακαδημία Αθηνών μετά από εξετάσεις. Το Ινστιτούτο παρέχει, επίσης, φιλοξενία σε έλληνες και ξένους ερευνητές των οποίων οι εργασίες εντάσσονται στα επιστημονικά ενδιαφέροντα του ιδρύματος. Στο περιοδικό του Ινστιτούτου «Θησαυρίσματα» δημοσιεύονται κάθε χρόνο οι καρποί των ερευνών των υποτρόφων και των φιλοξενουμένων, καθώς και μελετήματα επιστημόνων που ασχολούνται με την ιστορία των λατινοκρατούμενων ελληνικών περιοχών. Παράλληλα, Έλληνες και ξένοι επιστήμονες δημοσιεύουν μονογραφίες στις εκδοτικές σειρές του Ινστιτούτου «Βιβλιοθήκη», «Ελληνολατινική Ανατολή», «Graecolatinitas Nostra. Πηγές», «Θωμάς Φλαγγίνης».

75

Οι εικόνες που κληροδότησε η ελληνική Κοινότητα στο Ινστιτούτο της Βενετίας, φυλάσσονται στο Μουσείο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών εικόνων. Το Μουσείο στεγάζεται στον πρώτο όροφο της Scoletta, στο χώρο όπου ως τις αρχές του 20ού αιώνα λειτουργούσε το Νοσοκομείο της Αδελφότητας, και είναι μοναδικό στο είδος του καθώς περιλαμβάνει μερικά από τα αριστουργήματα των βυζαντινών και μεταβυζαντινών φορητών εικόνων. Στο Μουσείο εκτίθενται, επίσης, πολύτιμα χειρόγραφα και ένας πάπυρος του 6ου μ.Χ. αιώνα. Τη μουσειακή συλλογή συμπληρώνουν διάφορα κειμήλια, όπως άμφια, ζώνες και εγκόλπια μητροπολιτών Φιλαδελφείας και άλλων κληρικών, χρυσά και αργυρά αντικείμενα μικροτεχνίας καθώς και πατριαρχικά και δουκικά έγγραφα, με τα οποία είχαν επικυρωθεί τα προνόμια που κατά καιρούς είχαν παραχωρηθεί στην Αδελφότητα και την εκκλησία των Ελλήνων. Το Ινστιτούτο διαθέτει πλουσιότατη σύγχρονη βιβλιοθήκη. Ο πυρήνας γύρω από τον οποίο οργανώθηκε είναι η παλαιά βιβλιοθήκη, όσα δηλαδή βιβλία είχαν απομείνει από την πλούσια βιβλιοθήκη της Φλαγγινείου Σχολής. Επρόκειτο για 2000 περίπου βιβλία, τυπωμένα κυρίως στα ελληνικά τυπογραφεία της Βενετίας από το 16ο έως το 18ο αιώνα. Τα τελευταία πενήντα χρόνια αποκτήθηκαν περισσότερα από 25.000 βιβλία και παράλληλα πολυάριθμες σειρές ελληνικών και ξένων περιοδικών. Στη βιβλιοθήκη φυλάσσεται, επίσης, σημαντική συλλογή 46

76

χειρογράφων. Από αυτά τα 41 είναι ελληνικά, χρονολογημένα από το 13ο έως το 19ο αιώνα, 4 ιταλικά και 1 σλαβικό του 18ου αιώνα. Το Αρχείο του Ελληνικού Ινστιτούτου Βενετίας συνιστά ένα από τα πολυτιμότερα πολιτιστικά αγαθά. Πρόκειται για αρχειακά τεκμήρια που χρονολογούνται από το 1498 έως το 1954 και αφορούν την ιστορία της ελληνικής Αδελφότητας αλλά και ολόκληρου του βενετοκρατούμενου ελληνισμού. Τα χίλια περίπου κατάστιχα, οι εκατοντάδες φάκελοι και τα λυτά έγγραφα φυλάσσονται, από τις αρχές του 17ου αιώνα μέχρι σήμερα, στο μικρό δωμάτιο (camerino) δίπλα στην επιβλητική Sala del Capitolo, όπου συνεδρίαζε άλλοτε η ακμαία Αδελφότητα. Το 1822 ο Κωνσταντίνος Καβάκος, έμπορος και πρόεδρος της Κοινότητας, συνέταξε το πρώτο ευρετήριο του Αρχείου (Inventario dell’archivio eretto nell’anno 1822, ενώ σήμερα πια όλο το πολύτιμο αρχειακό υλικό είναι ταξινομημένο και καταλογογραφημένο σε έναν νέο, εύχρηστο για τους ερευνητές, οδηγό του Αρχείου. Στο Αρχείο σώζονται έγγραφα που αφορούν: α) την οργάνωση και τη λειτουργία της Αδελφότητας και της Κοινότητας, μεταξύ των οποίων ο καταστατικός χάρτης του σωματείου (Mariegola), δουκικά γράμματα, μητρώα μελών, πρακτικά συνεδριάσεων και ευρετήρια κινητής περιουσίας β) την εγκαθίδρυση, την οργάνωση και τη διοίκηση της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων στη Βενετία, την ίδρυση της μητρόπολης Φιλαδελφείας και της μονής των Ελληνίδων, μεταξύ των οποίων πατριαρχικά γράμματα και παπικές βούλλες αλλά και κατάλοιπα ιερέων γ) την εκπαιδευτική και φιλανθρωπική δραστηριότητα (εκπαιδευτήρια και νοσηλευτικά ιδρύματα που λειτούργησαν στα πλαίσια της Κοινότητας) δ) το οικοδομικό έργο ε) την οικονομική διαχείριση (διαθήκες, δωρητήρια και έγγραφα διαχείρισης κληροδοτημάτων – μεταξύ αυτών και τα αρχεία εμπόρων που έζησαν και δραστηριοποιήθηκαν στη Βενετία) στ) τα κατάλοιπα των λογίων Σπυρίδωνος και Ιωάννη Βελούδη ζ) τα ληξιαρχικά βιβλία της ελληνικής Κοινότητας του Λιβόρνου (1760-1938) και άλλα. Στα πλαίσια του προγράμματος «Ψηφιοποίηση, καταλογογράφηση και τεκμηρίωση του Αρχείου του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών και ανάπτυξη πολυμεσικών πολιτιστικών και εκπαιδευτικών εφαρμογών» του Ε. Π. «Κοινωνία της Πληροφορίας (Μέτρο 1.3)» δημιουργήθηκε διαδικτυακός τόπος, στον οποίο φιλοξενείται το υλικό που ψηφιοποιήθηκε από τα πολιτιστικά κειμήλια που φυλάσσονται στο Ελληνικό Ινστιτούτο. Από το πλούσιο αρχειακό

77

υλικό ψηφιοποιήθηκαν 42 κατάστιχα (τμηματικά ή ολόκληρα), 209 λυτά έγγραφα και 7 χειρόγραφα. Από τις πολυάριθμες πάλι εικόνες της συλλογής του Ινστιτούτου ψηφιοποιήθηκαν 40. Μέσα από τα ψηφιοποιημένα πολιτιστικά αγαθά ο χρήστης του διαδικτυακού τόπου έχει τη δυνατότητα να γνωρίσει ποικίλες αρχειακές πηγές που χρονολογούνται από το 15ο έως και τον 20ό αιώνα. Οι εικόνες εξάλλου που ψηφιοποιήθηκαν παρέχουν στο χρήστη τη δυνατότητα να ταξιδέψει νοερά από το Βυζάντιο του 14ου αιώνα στη Βενετία και από την Κρήτη στην Κέρκυρα του 18ου αιώνα, κυρίως όμως να παρακολουθήσει τις εξελίξεις της τέχνης των κρητικών ζωγράφων από το 15ο έως και το 17ο αιώνα, αλλά και τις αισθητικές προτιμήσεις της τότε ελληνικής κοινωνίας.

Η ελληνική παρουσία στη Βενετία έγινε το σταυροδρόμι όπου ο βυζαντινός στοχασμός ήλθε σε επαφή με τα ρεύματα της Ευρώπης της Αναγέννησης, δίνοντας πνοή σε έργα που αποτέλεσαν ορόσημα του παγκόσμιου πολιτισμού. Αυτά τα τεκμήρια του ύψιστου πολιτισμού διαφυλάχθηκαν για αιώνες από τους Έλληνες που έζησαν στη Βενετία, και κληροδοτήθηκαν στο Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας, το οποίο φρόντισε για την εξάπλωσή τους. Η Βιβλιοθήκη του Ινστιτούτου Είναι φυσικό ότι σε τέτοιας εμβέλειας επιστημονικό ίδρυμα, η Βιβλιοθήκη θα τυγχάνει της ανάλογης υποστήριξης και φροντίδας, αλλά

78

και θα αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι και ουσιαστικό τμήμα της λειτουργίας του. Η βιβλιοθήκη ξεκίνησε τη λειτουργία της με τα 2.000 περίπου βιβλία που διασώθηκαν από τη Βιβλιοθήκη της Φλαγγινείου Σχολής. Είναι τυπωμένα στα ελληνικά τυπογραφεία της Βενετίας από το τέλος του 16ου ως τον 18ο αιώνα και προέρχονται κυρίως από τα τυπογραφεία των Νικολάου Γλυκή και Δημητρίου Θεοδοσίου. Τα θέματα είναι εκκλησιαστικά και παιδαγωγικά, γεγονός που φαίνεται να αποσκοπεί στη διαφύλαξη της θρησκείας και της παιδείας κατά την εποχή της Τουρκοκρατίας. Τα μη εκκλησιαστικά βιβλία καλύπτουν έργα της κρητικής λογοτεχνίας, έμμετρα μυθιστορήματα κ.λπ. Η συλλογή σήμερα εμπλουτίζεται με αγορές βιβλίων, δωρεές και ανταλλαγές σε θέματα βυζαντινής και μεταβυζαντινής ιστορίας, λογοτεχνίας, φιλολογίας και τέχνης, καθώς και σε θέματα που αφορούν την ιστορία των βενετοκρατούμενων και τουρκοκρατούμενων ελληνικών περιοχών. Παράλληλα εμπλουτίζεται με υλικό από την ευρωπαϊκή και ιταλική φιλολογία και ιστορία. Η Βιβλιοθήκη κατέχει επίσης σημαντικές σειρές ελληνικών περιοδικών. Πολύτιμη είναι η συλλογή των ελληνικών χειρόγραφων. Ιδιαίτερου ενδιαφέροντος είναι οι μικρογραφίες σε τρία βυζαντινά Ευαγγέλια σε περγαμηνή. Περίφημο είναι το χειρόγραφο του μυθιστορήματος «Διήγησις Αλεξάνδρου» από τον Ψευδο-Καλλισθένη του 14ου αιώνα με 250 έγχρωμες μικρογραφίες. Άλλο αξιοσημείωτο χειρόγραφο είναι η «Πρόθεσις» ή «Παρρησία» του Αγίου Γεωργίου, βιβλίο σε περγαμηνή του 1630, όπου καταγράφονταν τα ονόματα των δωρητών της εκκλησίας προς μνημόνευση αυτών στη Θεία Λειτουργία. Τα χειρόγραφα προέρχονται από τη Βιβλιοθήκη της Ελληνικής Αδελφότητας. Το Μουσείο : Στεγάζεται στον πρώτο όροφο της Scoletta που λειτουργούσε παλιά ως νοσοκομείο. Σήμερα ο χώρος αυτός έχει ανακαινιστεί με σύγχρονες προδιαγραφές και λειτουργεί ως Μουσείο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Εικόνων, παρουσιάζοντας πολύτιμους θησαυρούς του ελληνισμού της διασποράς και της διάσωσης και διάδοσης της βυζαντινής και μεταβυζαντινής κληρονομιάς. Ξεχωριστή θέση στη συλλογή έχουν οι εξαιρετικές εικόνες, φιλοτεχνημένες με παλαιολόγεια κωνσταντινουπολίτικη τέχνη του 14ου αιώνα, όπως ο «Χριστός Παντοκράτωρ» που κοσμεί το τέμπλο του ναού του Αγίου Γεωργίου, ο «Χριστός εν δόξη» και η «Παναγία με τον Χριστό, τους αποστόλους και τους αγίους». Η πλειονότητα των εικόνων που φυλάσσονται στο Μουσείο αποτελούν έργα Κρητικών ζωγράφων και αποτελούν απάνθισμα όλων των καλλιτεχνικών τάσεων και ρευμάτων που καλλιεργήθηκαν στην Κρήτη από το 15ο έως τον 17ο αιώνα.

79

Στο ιδιαίτερο αυτό πολιτιστικό κλίμα είχε μεγαλουργήσει και ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, που η καλλιτεχνική του αξία αναγνωρίζεται ως κορυφαία στην παγκόσμια τέχνη. Βενετίας. Στο 15ο αιώνα ιστορείται η εικόνα της «Γέννησης του Χριστού», ενώ αυτή της «Ανάληψης» αποδίδεται στον Ανδρέα Ρίτζο. Στα τέλη του αιώνα χρονολογούνται οι εικόνες της «Κοίμησης της Θεοτόκου» και αυτή του «Αγίου Γεωργίου δρακοντοκτόνου». Στην ίδια περίοδο ή στις αρχές του 16ου αιώνα μπορεί να χρονολογηθεί η εικόνα «Μη μου άπτου». Ο Μιχαήλ Δαμασκηνός θεωρείται ο σημαντικότερος Κρητικός ζωγράφος φορητών εικόνων του 16ου αιώνα. Έργα του που βρίσκονται στο Μουσείο είναι η «Παναγία η Οδηγήτρια» και η εικόνα του «Αγίου Αθανασίου». Στο ζωγράφους-αγιογράφους του 17ου αιώνα συγκαταλέγεται και ο Φραγκιάς Καβερτζάς με έργο του την εικόνα της «Δευτέρας Παρουσίας». Τέλος, τον 18ο αι. χρονολογούνται οι εικόνες της «Σταύρωσης» και της «Θείας Λειτουργίας» που αποδίδονται στον Ιωάννη Μόσκου. Εκτός από τις εικόνες, στο Μουσείο φυλάσσονται ακόμη άμφια, εκκλησιαστικά κειμήλια, καθώς και χρυσά και αργυρά μικροτεχνήματα μεγάλης πολιτισμικής αξίας. Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζουν επίσης και οι διαθήκες που κληροδοτούσαν οι Έλληνες της Βενετίας, οι περισσότερες εκ των οποίων διασώθηκαν και φυλάσσονται στο Ελληνικό Ινστιτούτο. Οι διαθήκες αυτές παρουσιάζουν ιδιαίτερο κοινωνιολογικό ενδιαφέρον, καθώς φωτίζουν τη δυναμική που ανέπτυξαν οι Έλληνες στη Βενετία, τόσο σε οικονομικό, όσο και σε εθνικό επίπεδο. Λογότυπο του καταξιωμένου διεθνώς Ινστιτούτου είναι ένα αναμμένο καντήλι μέσα σε κύκλο, που φέρει κυκλικά τις λέξεις ΦΩΣ ΑΝΕΣΠΕΡΟΝ

Το Αρχείο και η Βιβλιοθήκη του Ινστιτούτου εξακολουθούν να φυλάσσουν το «ανέσπερον» φως, αυτό δηλαδή που δεν σβήνει ποτέ, διατηρώντας άσβεστη την αίγλη του Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας. Οι ανεκτίμητοι θησαυροί που διαφυλάσσουν για αιώνες οι συλλογές του Αρχείου, της Βιβλιοθήκης και του Μουσείου, θα δίνουν στο μέλλον το φως του ελληνικού πολιτισμού και το σημαντικότατο αυτό Ινστιτούτο, ως επιστημονικό ίδρυμα, θα μεταλαμπαδεύει ως πολιτισμικός “πρεσβευτής” της Ελλάδας στο εξωτερικό, την πολυσήμαντη ιστορία του Ελληνισμού.

80

Τρίτο Κεφάλαιο : Η Ελλάδα των Βενετών

BΕΝΕΤΟΚΡΑΤΟΥΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΣΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΧΩΡΟ

Από την πρώτη επίσημη και καταγεγραμμένη μοιρασιά το φθινόπωρο του 1204 μ.Χ. προέκυψαν δύο μεγάλες σφαίρες επιρροής : των Ενετών, που αποδείχτηκε η μακροβιότερη και διέθετε την αόρατη συνοχή του εμπορίου, και των Φράγκων, που όμως ήταν κατακερματισμένοι και δίχως ουσιαστικά πολιτική στήριξη από τις πατρίδες τους. Συγκεκριμένα η αρχική μοιρασιά προέβλεπε οι Ενετοί να πάρουν περίπου το 3/8 της επικράτειας των Βυζαντινών (τα οποία παρέμειναν σταθερά στα χέρια τους και επαυξήθηκαν) ενώ οι ηγέτες της Σταυροφορίας θα μοιράζονταν τα υπόλοιπα 5/8. ΄Ετσι η πρώτη διανομή δημιούργησε τη Λατινική Αυτοκρατορία των Φράγκων και ένα μεγάλο και σχετικά ενιαίο ναυτικό κράτος (των Ενετών) σε νησιά, λιμάνια και παράλια. Η Αυτοκρατορία όμως για λόγους πολιτικών ισορροπιών μεταξύ των δυσαρεστημένων ηγετών της Δ΄Σταυροφορίας αν και περιλάμβανε την Ελλάδα, τελικά αποκόπηκε από αυτήν. Ο λόγος ήταν πως η Ελλάδα αποφασίστηκε να ανήκει στο Βασίλειο της Θεσσαλονίκης, ηγέτης του οποίου ορίστηκε ο δυσαρεστημένος Βονιφάτιος που επέμεινε να μην τον λένε μαρκήσιο αλλά βασιλιά. Και καθώς οι πολιτικές ισορροπίες αλλά και οι πολιτικές ανάγκες πίεζαν τους νέους ηγέτες, το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης, δηλαδή η Ελλάδα κατατμήθηκε ακόμα περισσότερο και ουσιαστικά αποσυνδέθηκε από τη νεοσύστατη λατινική αυτοκρατορία. Σε κομμάτια όμως χωρίστηκαν ακόμα και πόλεις με βασικό κριτήριο το τι εξυπηρετούσε τους Ενετούς. Για παράδειγμα αρχικά είχαν πάρει τη μισή χερσόνησο της Καλλίπολης, από την οποία αποχώρησαν το 1206 και παράλληλα είχαν κρατήσει περίπου τα 3/8 σχεδόν σε όλες τις σημαντικές πόλεις και όλα τα λιμάνια, δημιουργώντας παντού "τομείς" στις κεντρικές αγορές.

81

ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ

Αυτοκράτορας στέφθηκε ο Φράγκος Βαλδουίνος Θ' της Φλάνδρας, που προωθήθηκε ουσιαστικά στη θέση αυτή από τον γηραιότατο δόγη της Βενετίας Ερρίκο Δάνδολο, παρότι ήταν μόλις 32 ετών - ή ίσως και γι' αυτό ακριβώς. Στόχος των Ενετών ήταν να έχουν αυτοκράτορα – υποχείριο, δηλ. στη πραγματικότητα Αρμοστή.

Εξαρχής αποδείχτηκε ότι επέλεξαν σωστά, γιατί η "Λατινική Αυτοκρατορία της Ρωμανίας" πήρε στην ουσία το μικρότερο μερίδιο και ο αυτοκράτοράς της έπρεπε να συμβιβαστεί και να φανεί διαλλακτικός. Στην αυτοκρατορία του ορίστηκε να ανήκει η σημερινή Ευρωπαϊκή Τουρκία, ορισμένες περιοχές της βόρειας Μικράς Ασίας που όμως ήταν πολύ δύσκολο να ελέγξει καθώς εκεί ορθωνόταν η μεγαλύτερη αντίσταση των Βυζαντινών και τα νησιά Σαμοθράκη, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Λήμνος και Κως.

Ο Βαλδουίνος σκοτώθηκε ένα χρόνο αργότερα πολεμώντας τους Βουλγάρους. Τελικά η εγκάθετη αυτοκρατορία του επιβίωσε μέχρι το 1261, οπότε και καταλύθηκε από την ελληνική Αυτοκρατορία της Νίκαιας.

Στον περίπου μισό αιώνα της ζωής της, η επίσημη ονομασία που της έδιναν οι υπερασπιστές της ήταν Imperium Romaniae.

ο θυρεός του Βαλδουίνου της Φλάνδρας

ΛΑΤΙΝΙΚΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης ήταν ένα από τα κράτη που δημιούργησαν οι σταυροφόροι της Δ' Σταυροφορίας μετά την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204.

82

Όταν έφτασε η ώρα να ορίσουν αυτοκράτορα στην Κωνσταντινούπολη, φάνηκε ότι θα επικρατούσε ο Βονιφάτιος του Μονφερρά, αφού ήταν ο αρχηγός της σταυροφορίας, αλλά οι Βενετοί είχαν αντιρρήσεις. Ο Βονιφάτιος συνέχισε την εκστρατεία, κατέλαβε τη Θεσσαλονίκη και ίδρυσε τη δική του ηγεμονία. Δεν ήταν ανεξάρτητο κράτος, αλλά υποτελές στη Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης. Επίσημα, ο Βονιφάτιος δεν χρησιμοποίησε ποτέ τον τίτλο του βασιλιά. Τον επόμενο χρόνο έφτασε μέχρι την Πελοπόννησο δημιουργώντας υποτελείς ηγεμονίες στο Βασίλειο της Θεσσαλονίκης : το Δουκάτο των Αθηνών, το Πριγκηπάτο της Αχαΐας και τις τριαρχίες της Εύβοιας.

Στην αρχή όλα πήγαιναν καλά για αυτό το καινούριο κράτος. Τα εδάφη του είχαν κατακτηθεί σχετικά εύκολα και υπήρχε ειρήνη, τόσο με τους Βουλγάρους, όσο και με τον Μιχαήλ Δούκα που με έδρα την Άρτα επεξέτεινε την εξουσία του στην Ήπειρο και στην Αλβανία. Η ειρήνη δεν κράτησε πολύ. Το 1207 ο Βονιφάτιος σκοτώθηκε σε ενέδρα του τσάρου των Βουλγάρων, Καλογιάννη. Η επιθετικότητα του Δεσποτάτου της Ηπείρου αυξήθηκε και έγινε η κύρια απειλή για την επιβίωση του Βασιλείου της Θεσσαλονίκης. Μέχρι το 1224 μόνο η πόλη της Θεσσαλονίκης είχε μείνει στο Βασίλειο. Εκείνη την χρονιά ο Θεόδωρος της Ηπείρου κατέλαβε και τη Θεσσαλονίκη και κατέλυσε αυτό το σταυροφορικό κράτος. Το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης είχε ζωή μόνον είκοσι χρόνων. Στην μεγαλύτερη έκτασή του απλωνόταν από την Μοσυνόπολη, στη Θράκη, μέχρι τις Θερμοπύλες κατά μήκος των ακτών, αλλά ποτέ δεν απέκτησε ισχυρό έλεγχο στην ενδοχώρα, καθώς απειλούνταν συνεχώς από τα βόρεια και τα δυτικά, δηλαδή σε όλο σχεδόν το μήκος των χερσαίων συνόρων του. Ο οίκος του Μονφερρά συνέχισε να έχει διεκδικήσεις στη Θεσσαλονίκη και μέλη του έφεραν τον τίτλο του Βασιλιά της Θεσσαλονίκης μέχρι το 1284.

με το πράσινο χρώμα το λατινικό βασίλειο της Θεσσαλονίκης

83

ΤΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

Αυτό περιλάμβανε αρχικά την Αθήνα και τη Θήβα, πιθανόν και το Άργος και αργότερα ένα μεγάλο κομμάτι της Πελοποννήσου.. Για κάθε σπιθαμή γης που έπαιρνε στα χέρια του ο Βονιφάτιος, ακόμα και αμαχητί, έπρεπε να ανταμείβει εκείνους που τον είχαν συνδράμει στρατιωτικά. Επειδή στις στρατιωτικές επιχειρήσεις του τον είχε βοηθήσει ο Φράγκος σταυροφόρος Όθων ντε Λα Ρος, ως ανταμοιβή του έδωσε τον τίτλο του δούκα ή του λόρδου - ο ίδιος συστηνόταν ως Μέγας Κύριος των Αθηνών. Το δουκάτο των Αθηνών αρχικά υπαγόταν στο Βασίλειο της Θεσσαλονίκης αλλά μετά την κατάλυση αυτού, "μεταφέρθηκε" στη δικαιοδοσία του Πριγκιπάτου της Αχαΐας. Το 1311 Καταλανοί μισθοφόροι νίκησαν τους Φράγκους δούκες των Αθηνών και ίδρυσαν καταλανικό κράτος που επιβίωσε περίπου 80 χρόνια - μέχρι το 1387 μ.Χ. Τότε οι Καταλανοί νικήθηκαν από τους Ατσαγιόλι της Φλωρεντίας. Οι τελευταίοι κράτησαν το δουκάτο 70 χρόνια μέχρι την Τουρκοκρατία και, πιο συγκεκριμένα, ως το 1460.

Ο θυρεός των ντε λα Ρος ο θυρεός των Ατσαγιόλι

ΤΟ ΠΡΙΓΚΗΠΑΤΟ ΤΟΥ ΜΟΡΕΩΣ

Το Πριγκιπάτο της Αχαΐας ήταν ένα κρατίδιο που δημιουργήθηκε από τον Γουλιέλμο Σαμπλίτη μετά την Δ' Σταυροφορία (1205-1210) στα εδάφη της Πελοποννήσου (Μοριά), τα οποία μοιράστηκαν σε φέουδα μεταξύ των Φράγκων Σταυροφόρων.

Ήταν ένα δυνατό κρατίδιο, κάτω από την κυριαρχία των Φράγκων, αρχικά υπό την εξουσία του Γουλιέλμου Σαμπλίτη και στη συνέχεια από τους Βιλλεαρδουίνους. Η κατάσταση του πριγκιπάτου άλλαξε πολλές φορές, μέχρι το 1452, οπότε και επανήλθε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία υπό τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, μετέπειτα αυτοκράτορα του Βυζαντίου, για να περάσει μετά από λίγο στους Οθωμανούς Τούρκους. Η πρωτεύουσα του πριγκιπάτου ήταν η Ανδραβίδα. Κύριο λιμάνι του ήταν η Γλαρέντζα ή Clarence (στη θέση Παλαιόκαστρο, δυτικά της σημερινής

84

Κυλλήνης) και ένα σημαντικό του κάστρο ήταν το Χλεμούτσι ή Clermont λίγο πιο νότια.

ο θυρεός του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου

ΤΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

Το Δουκάτο της Νάξου ή Δουκάτο του Αιγαίου ή του Αρχιπελάγους

ιδρύθηκε το 1207 για λογαριασμό της Γαληνοτάτης επί Δόγη Ερρίκου Δάνδολου, από τον Eνετό στρατιωτικό και ανεψιό του, Μάρκο Σανούδο.

Το Δουκάτο της Νάξου περιελάμβανε με έδρα την νήσο Νάξο και τα νησιά Θήρα (Σαντορίνη), Πάρο, Αντίπαρο, Μήλο, Ίο, Κύθνο, Αμοργό, Κίμωλο, Σίφνο, Σίκινο, Σύρο και Φολέγανδρο.

Η δυναστεία που ίδρυσε ο Μάρκο Σανούδο διήρκεσε ως το 1383, οπότε τη διοίκηση του δουκάτου ανέλαβε η οικογένεια των Κρίσπο [Cri(e)spo] μέχρι το 1566, έτος κατάλυσης του δουκάτου από τους Οθωμανούς.

Η Βενετία, ως κυρίαρχη ναυτική δύναμη, που ενδιαφερόταν να αποκτήσει βάσεις στο Αιγαίο, ζήτησε για λογαριασμό της επί του ποσοστού της εδαφικής έκτασης που της αναλογούσε, την Κρήτη, την Κύπρο, τις νήσους του Βορείου Αιγαίου και κάποια παράλια στρατηγικά σημεία της Πελοποννήσου και της Στερεάς Ελλάδας (Ανατολικής και Δυτικής). Οι Φράγκοι (Γάλλοι) όμως προκειμένου ν΄ ανακόψουν την επέκταση της δύναμης της Βενετίας στις ελληνικές θάλασσες, αντί της Κρήτης πρόσφεραν στους Ενετούς το Βασίλειο της Θεσσαλίας, το οποίο όμως οι τελευταίου αποποιήθηκαν. Στη συνέχεια ήλθε η σειρά των, ασήμαντων σε έκταση και φυσικό πλούτο, Κυκλάδων, τις οποίες γενικά οι Σταυροφόροι εξ αρχής είχαν απαξιώσει λόγω του μεγάλου κόστους διοίκησής τους αλλά και εκ των συνεχών κινδύνων που διέτρεχαν από διάφορους επιδρομείς πειρατές, με συνέπεια αφενός όλοι να επιζητούν

85

καλλίτερες και ασφαλέστερες περιοχές, αφετέρου οι Κυκλάδες να παραμένουν αδιάθετες.

Στη φάση αυτή των συζητήσεων ο πανούργος Δάνδολος για να μη χρεωθεί τα Κυκλαδονήσια που δεν ήθελε όμως και να τα στερηθεί πρότεινε αυτά να περιέλθουν στη κατοχή εκείνων των ευπατριδών που θα τα καταλάμβαναν με δικό τους κόστος. Η πρόταση αυτή του Δάνδολου έγινε τελικά δεκτή, αλλά στην πραγματικότητα η πρόταση του υπέκρυπτε υστεροβουλία και τούτο διότι την εποχή εκείνη ευπατρίδες που είχαν την ικανότητα να δημιουργήσουν στολίσκο επανδρωμένων πλοίων ήταν μόνο οι Ενετοί. Έτσι στη μεγάλη συγκέντρωση που ακολούθησε στη κατοικία του Δόγη στην Κωνσταντινούπολη, του τυφλού τότε και σχεδόν αιωνόβιου Δάνδολου στην οποία συμμετείχαν και οι ανεψιοί του Μάρκο Σανούδο και Μαρίνος Δάνδολος απευθυνόμενος προς αυτούς φέρεται να τους είπε:

Τα Κυκλαδονήσια είναι δικά σας, αρκεί να τα καταλάβετε με το ξίφος σας και να αναγνωρίσετε την υψηλή μου επικυριαρχία. Στόχος σας θα πρέπει να είναι τα δύο μεγαλύτερα νησιά, η "μικρή Σικελία" όπως αποκαλούν την Νάξο, λόγω της ευφορίας της και η καταπράσινη Άνδρος.

Τότε, ο Σανούδο που εκτελούσε χρέη δικαστή, στο βενετσιάνικο προξενικό δικαστήριο στη Κωνσταντινούπολη άφησε τη θέση του, συγκέντρωσε γύρω του ανθρώπους που τους υποσχέθηκε τιμάρια στα μέρη που θα κατακτούσαν, εξόπλισε 8 γαλέρες με δικά του έξοδα και ξεκίνησε για τα νησιά. Γρήγορα κυρίευσε 17 νησιά και μόνο στη Νάξο βρήκε κάποια αντίσταση.

Ο τελευταίος Σανούδο, ο Ιωάννης Α’, πέθανε στα 1361 χωρίς να αφήσει γιο και διάδοχο, παρά μόνο την όμορφη νεαρή κόρη του τη Φιορέντσα, ήδη μια φορά παντρεμένη με τον βαρόνο της Εύβοιας νταλε Κάρτσερι και τώρα χήρα με ανήλικο γιο. Όταν ο γιος της Νικολό ντάλε Κάρκερι ενηλικιώθηκε αποδείχτηκε εξαιρετικά κακός ηγεμόνας. Τόσο κακός που τελικά δολοφονήθηκε από τους φρουρούς του λομβαρδού ευγενή από τη Βερόνα, Φραγκίσκο Κρίσπο. Ο Κρίσπο μετά τη δολοφονία, κατέλαβε αμέσως το κάστρο της Νάξου και οι κάτοικοι τον υποδέχτηκαν με χαρά, που απαλλάχτηκαν από τον Νταλε Κάρτσερι. Οι πάντες συμφώνησαν με αυτή την αλλαγή και έτσι η δυναστεία των Σανούδο που κυβέρνησε το Δουκάτο για 180 περίπου χρόνια έσβησε από τη Νάξο και οι Κρίσπο έμελλε να την κυβερνήσουν για 200 ακόμα χρόνια περίπου.

Οικογένεια Σανούδο (Sanudo)

Μάρκο Σανούδο (1207–1227) Άντζελο Σανούδο (1227–1262)

86

Μάρκος Β΄ (1262–1303) Γουλιέλμος Α΄ (1303–1323) Νικολό Α΄ (1323–1341) Τζιοβάνι Α΄(1341–1361) Φιορέντσα (1361–1371)

o Νικολό Σανούδο (1364 – 1371) Νικολό Γ΄ (των Καρτσέρι) (1371–1383)

Οικογένεια Κρίσπο

Φραντζέσκο Α΄ Κρίσπο (1383–1397) Τζάκομο Α΄ Κρίσπο (1397–1418) Τζιοβάνι Β΄ Κρίσπο (1419–1437) Τζάκομο Β΄ Κρίσπο (1437–1440) Νικολό Δ΄ Κρίσπο ( 1440 )- ( 1443 ) Τζάκομο Β΄ Κρίσπο ( 1443 )- (1447 0 Τζιάν Κρίσπο (1447–1453) Γουλιέλμος Β΄ Κρίσπο (1453–1463) Φραντζέσκο Β΄ Κρίσπο (1463) Τζάκομο Γ΄ Κρίσπο (1463–1480) Τζιοβάνι Γ΄ Κρίσπο (1480–1494) Φραντζέσκο Γ΄ Κρίσπο (1500–1511) Τζιοβάνι Δ΄ Κρίσπο (1517–1564) Τζάκομο Δ΄ Κρίσπο (1564–1566)

το οικόσημο των Σανούδων το οικόσημο των Κρίσπο

87

Χάρτης του Δουκάτου της Νάξου

ΟΙ ΒΕΝΕΤΟΙ ΣΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ

Τα Επτάνησα ήταν θαλάσσιες κτήσεις της Ενετικής Δημοκρατίας από τα μέσα του 14ου ως τα τέλη του 18ου αι. Η κατάκτηση των νησιών ήταν σταδιακή. Το πρώτα νησιά που κατακτήθηκαν ήταν τα Κύθηρα και τα Αντικυθήρα. Είκοσι τρία χρόνια μετά, το 1386, το νησί της Κέρκυρας εντάχθηκε εκουσίως στις κτήσεις της Βενετίας. Έπειτα από έναν περίπου αιώνα, οι Ενετοί κατέλαβαν τη Ζάκυνθο το 1485, την Κεφαλλονιά το 1500 και την Ιθάκη το 1503. Η κατάληψη των Επτανήσων ολοκληρώθηκε με την κατάκτηση της Λευκάδας, το 1718. Καθένα από τα νησιά παρέμεινε μέρος του Ενετικού Stato da Màr μέχρι τη διάλυση της Δημοκρατίας της Βενετίας από το Ναπολέοντα Βοναπάρτη, το 1797. Τα Επτάνησα βρίσκονται στο Ιόνιο Πέλαγος, ανοικτά της δυτικής ακτής της Ελλάδας. Τα Κύθηρα, το νοτιότερο νησί, βρίσκεται κοντά στο νότιο άκρο της Πελοποννήσου και η Κέρκυρα, το βορειότερο, βρίσκεται στην είσοδο της Αδριατικής Θάλασσας. Γενικά, θεωρείται πως η Βενετική περίοδος στα Επτάνησα ήταν ευχάριστη, ειδικά σε σχέση με την παράλληλη Τουρκοκρατία στις υπόλοιπες ελληνικές περιοχές.

Ο διοικητής των Επτανήσων στη διάρκεια της Ενετικής περιόδου ήταν ο Provveditore generale da Mar (Γενικός προβλεπτής της Θάλασσας), ο οποίος διέμενε στην Κέρκυρα. Επιπροσθέτως, οι αρχές κάθε νησιού διακρινόταν στις ενετικές και στις εγχώριες αρχές. Η οικονομία των νησιών την περίοδο αυτή βασιζόταν κυρίως στην εξαγωγή τοπικών προϊόντων, κυρίως σταφίδων, ελαιόλαδου και κρασιού, ενώ η Βενετική λίρα, το νόμισα της Μητρόπολης, ήταν επίσης το νόμισα των νήσων. Κάποια στοιχεία του Ενετικού πολιτισμού ενσωματώθηκαν στον Επτανησιακό πολιτισμό. Η Ιταλική γλώσσα, για παράδειγμα, η οποία

88

εισήχθη στα νησιά κατά την ενετική περίοδο ως επίσημη γλώσσα και υιοθετήθηκε από την ανώτατη τάξη, είναι ακόμη δημοφιλής στα νησιά.

Τα Επτάνησα αναφέρονταν τόσο συλλογικά όσο και καθένα ξεχωριστά με διάφορα ονόματα. Μετά από την κατάληψη της Κεφαλλονιάς από τη Βενετία στις 24 Δεκεμβρίου 1500, η διοίκηση της άμυνας των νησιών ανατέθηκε σε έναν αξιωματούχο με έδρα την Κέρκυρα. Αυτός αναφερόταν ως "Γενικός Προβλεπτής των Τριών Νήσων" (Provveditore Generale delle Tre Isole). Ο όρος Τρεις Νήσοι αναφέρεται στην Κέρκυρα, την Κεφαλλονιά και τη Ζάκυνθο, τα τρία μεγαλύτερα από τα νησιά. Το βενετικό ισοδύναμο του ονόματος Ιόνια Νησιά είναι Ixołe Jonie και το ιταλικό Isole Ionie.

Μετά την Τέταρτη Σταυροφορία και την υπογραφή της Partitio Terrarum Imperii Romaniae, της συνθήκης διανομής των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η Κέρκυρα βρέθηκε υπό Ενετική κυριαρχία. Ωστόσο, το 1207, ο δόγης Πιέτρο Τζάνι παραχώρησε το νησί ως φέουδο σε δέκα Ενετούς αριστοκράτες, με την προϋπόθεση ότι θα επιδείξουν αφοσίωση στη Βενετική Δημοκρατία και ότι θα πληρώνουν φόρους. Η Κέρκυρα όμως πέρασε στα χέρια του Δεσποτάτου της Ηπείρου γύρω στο 1214 και κατακτήθηκε το 1257 από τον Μάνφρεντ της Σικελίας, ο οποίος τοποθέτησε εκεί επικεφαλής των ανατολικών κτήσεών του το ναύαρχο Φιλίπ Σινάρ. Εντούτοις, μετά την ήττα του Μανφρέντ στη Μάχη του Μπενεβέντο και την υπογραφή της Συνθήκης του Βιτέρμπο στις 27 Μαΐου 1267, η Κέρκυρα έγινε κτήση του Ανδεγαυικού Βασιλείου της Νάπολης. Εν τω μεταξύ, τα υπόλοιπα νησιά συνέχισαν να αποτελούν μέρος της Παλατινής Κομητείας, η οποία εδιοικείτο από τρεις οικογένειες: την οικογένεια των Ορσίνι, τον Οίκο των Ανδεγαυών και την οικογένεια των Τόκκων. Η διοίκηση των Τόκκων διήρκεσε 122 χρόνια, μέχρι το 1479, όταν οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κεφαλλονιά, τη Ζάκυνθο και την Ιθάκη.

Παλατινή Κομητεία της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου

Η Παλατινή Κομητεία της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου υπήρξε από το 1185 ως το 1479, ως τμήμα του Βασιλείου της Σικελίας.

Ο τίτλος και το δικαίωμα της διακυβέρνησης των Ιονίων Νήσων της Κεφαλονιάς και της Ζακύνθου δόθηκε, αρχικά, στον Μαργαριτώνη για τις υπηρεσίες που προσέφερε στον Γουλιέλμο Β', Βασιλιά της Σικελίας, το 1185.

Μετά τον Μαργαριτώνη (Μαργαρίτο του Μπρίντιζι), η κομητεία πέρασε στον έλεγχο ενός κλάδου της οικογένειας των Ορσίνι μέχρι το 1325, όταν πέρασε για σύντομο χρονικό διάστημα στην κατοχή των Ανδεγαυών και

89

στη συνέχεια, από το 1357, στην Οικογένεια Τόκκο μέχρι το 1479, όταν διαλύθηκε από τους Ενετούς και τους Οθωμανούς: η Ζάκυνθος πέρασε υπό τον έλεγχο της Βενετίας, ενώ η Κεφαλονιά ανήκε για 21 χρόνια στους Τούρκους.

Κατάλογος των Παλατινών Κομήτων Κεφαλληνίας και Ζακύνθου

Μαργαριτώνης 1185 – 1195

Οίκος Ορσίνι

Ματθαίος Α΄ Ορσίνι 1195 – 1238 Ματθαίος Β΄ Ορσίνι 1238 – 1259 Ριχάρδος Α΄ Ορσίνι 1259 – 1304 Ιωάννης Α’ Ορσίνι 1304 – 1317 Νικόλαος Ορσίνι 1317 – 1323 Ιωάννης Β’ Ορσίνι 1323 – 1325

Οίκος Ανδεγαυών (Anjou - Ανζού)

Ιωάννης της Γραβίνας 1325 – 1336 Ροβέρτος του Τάραντος 1336 – 1357

Οίκος Τόκκο

Λεονάρδος Α’ Τόκκος 1357 – 1376 Κάρολος Α’ Τόκκος 1376 – 1429 Κάρολος Β’ Τόκκος 1429 – 1448 Λεονάρδος Γ’ Τόκκος 1448 – 1479

Θυρεός του οίκου Θυρεός του οίκου Θυρεός της οικογένειας

των Ορσίνι των Ανδεγαυών των Τόκκων

90

Η ΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ

Η Βυζαντινή περίοδος στην Κρήτη έλαβε οριστικά τέλος το 1204, με την πτώση της Κωνσταντινούπολης στις ορδές των Σταυροφόρων. Αρχικά την Κρήτη κατέλαβαν Γενουάτες, αλλά μετά από πόλεμο που διήρκεσε ως το 1211 το νησί περιέρχεται στους Ενετούς. Τα Χανιά, το Ρέθυμνο και το Ηράκλειο γίνονται ορμητήρια των Ενετών, οι οποίοι χτίζουν οχυρωματικά έργα που διασώζονται μέχρι σήμερα. Πρωτεύουσα του νησιού ήταν το Ηράκλειο, που ονομαζόταν Χάνδακας, από το χαντάκι που περιέβαλλε τα τείχη της πόλης. Κατά τα χρόνια της Ενετοκρατίας σημειώθηκαν δεκάδες επαναστάσεις, με κυριότερες εκείνες του Μεγάλου ΄Αρχοντα Αλεξίου Καλλέργη (Pax Alexii Callergi), των Αργυρόπουλων (1212), των Μελισσηνών (1230), των Χορτάτσηδων και των Καλλέργηδων (1273), καθώς και την επανάσταση του 1363, που σε συνεργασία με τους Βενετούς εποίκους (Οικογένειες Ευγενών Gradonico & Venier) και με τη στήριξη του φιλόδοξου ΄Αρχοντα Ιωάννη Καλλέργη, οδήγησε στη δημιουργία του βραχύβιου κράτους της Δημοκρατίας του Αγίου Τίτου.

Οι τελευταίοι δύο αιώνες της βενετικής κατοχής χαρακτηρίζονται ως οι πλέον σκληροί. Εν τούτοις, την ίδια περίοδο, η Κρήτη παρουσιάζει σημαντική πολιτιστική άνθηση. Ιδιαίτερα αναπτύχθηκε η κρητική λογοτεχνία και δημιουργήθηκαν μείζονα, παγκόσμια έργα της νεότερης ελληνικής λογοτεχνικής παραγωγής, όπως ο Ερωτόκριτος του Βιντσέντζου Κορνάρου και η Ερωφίλη του Γεώργιου Χορτάτση.

Η αρχική διοικητική διαίρεση της Κρήτης στην περίοδο της Ενετοκρατίας

Δύο παλιοί ναυτικοί χάρτες της Κρήτης από το παλάτι των Δόγηδων

91

ΦΡΑΓΚΟΚΡΑΤΙΑ - ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Ο βασιλιάς της Αγγλίας Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος κατακτά την Κύπρο το 1191 αλλά μεταβίβασε τον πολιτικό της έλεγχο στους Ναΐτες ιππότες, οι οποίοι φορολόγησαν δυσβάστακτα τους κατοίκους της και προκάλεσαν το 1192 την εξέγερση των Κυπρίων, η οποία καταπνίγηκε. Οι Ναΐτες αποχωρούν και το νησί παραχωρείται στον Γκυ των Λουζινιάν ο οποίος ενδυνάμωσε το λατινογενές - καθολικό στοιχείο και θεμελίωσε τους νέους οικονομικούς και κοινωνικούς θεσμούς του νέου καθεστώτος (παραχώρηση γης και αστικών και στρατιωτικών προνομίων). Ο διάδοχός του Αμάλριχος κατοχύρωσε τη νομική υπόσταση του βασιλείου της Κύπρου στο πλαίσιο των διεθνών σχέσεων της εποχής του. Δεν έλειψαν και οι αντιδράσεις κατά των κατακτητών στην περίοδο της βασιλείας του (ανταρσία Κανάκη). Στα χρόνια του Ερρίκου Α΄ της Κύπρου εσωτερικά θέματα του βασιλείου έδωσαν την ευκαιρία στον Φρειδερίκο Β΄ να καταλάβει την Κύπρο για σύντομο διάστημα. Η θέση του βασιλείου της Κύπρου τα επόμενα χρόνια κατέστη επισφαλέστερη λόγω της απώλειας κτήσεων των Σταυροφόρων: ήταν το μοναδικό προγεφύρωμα του δυτικού κόσμου στην Ανατολή. Επί Ούγου Δ΄ και Πέτρου Α΄ το βασίλειο διανύει την πιο ένδοξη φάση του από άποψη πολιτική και οικονομική: και οι δύο ηγεμόνες παρέμειναν πιστοί στην σταυροφορική ιδεολογία των προκατόχων τους. Ακολουθεί περίοδος εσωτερικών δυναστικών ερίδων που οξύνεται από την διαμάχη μεταξύ Γενουατών και Βενετών. Πράγματι οι Γενουάτες κατέλαβαν σημαντικά κέντρα του νησιού με σκοπό τη μονοπώληση του κυπριακού εμπορίου και προχώρησαν σε συμμαχία με το σουλτάνο της Αιγύπτου (1426) που την κατέλαβε. Η επόμενη περίοδος σημαδεύεται από τη σύγκρουση ανάμεσα στον Ιάκωβο Β' της Κύπρου και την Καρλόττα. Τελικά ο πρώτος κατίσχυσε και αποδείχθηκε ο πιο δυναμικός βασιλιάς από την εποχή του Πέτρου Α΄ της Κύπρου. Μετά τον θάνατο του Ιάκωβου Β' της Κύπρου η Βενετή σύζυγός του Αικατερίνη Κορνάρο της Κύπρου υπό την πίεση της βενετικής εξουσίας παραχώρησε το Βασίλειο στη Βενετία στις 26 Φεβρουαρίου 1489.

92

Βενετοκρατία (1489 - 1571 μ.Χ.)

Επί Βενετοκρατίας το νησί διατήρησε τους προηγούμενους φεουδαρχικούς του θεσμούς. Η Κύπρος υπήχθη στην πολιτική και νομοθετική εξουσία της Συγκλήτου και του Μεγάλου Συμβουλίου. Ο καπιτάνος της Αμμοχώστου ήταν ο ανώτατος στρατιωτικός διοικητής του νησιού, αλλά και με διοικητικά και δικαστικά καθήκοντα για την ίδια πόλη. Επίσης υπήρχε και το Μεγάλο Συμβούλιο αποτελούμενο από ευγενείς. Ο γενικός προβλέπτης είχε έκτακτα στρατιωτικά καθήκοντα. Όσον αφορά τον πληθυσμό του νησιού στο τέλος της Βενετοκρατίας διπλασιάστηκε σε σχέση με την αρχή της : από 106.000 ανήλθε σε 200.000. Την οικονομία του νησιού ενίσχυαν το μονοπώλιο των αλυκών, και τα αγροτικά προϊόντα: γενικά δεν είχε την ακμή που είχε σε προηγούμενη περίοδο επειδή η Κύπρος δεν συνιστούσε οικονομικό αυτοσκοπό για τους Βενετούς. Η Βενετική εξουσία επιθυμούσε από την αρχή την αντικατάσταση της γαλλικής φεουδαρχικής τάξης προκειμένου να αποκτήσει κοινωνικό έρεισμα. Στην πλειοψηφία του τη δημογραφική βάση του ελληνικού πληθυσμού αποτελούσε το αγροτικό στοιχείο (πάροικοι και ελεύθεροι γεωργοί) που ενταγμένο στο φεουδαρχικό σύστημα οδηγούνταν στην οικονομική του εξαθλίωση. Οι συνθήκες κατοχής εκκόλαψαν το εθνικό και κοινωνικοπολιτικό κίνημα του Διασσωρίνου, στα 1560, οποίος μετά την μυστική επικοινωνία του με τους Οθωμανούς συνελήφθη και θανατώθηκε.

ΟΙ ΒΕΝΕΤΟΥΡΚΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ : 1463 – 1540 /1570 – 1718

Οι Βενετοτουρκικοί πόλεμοι ήταν μία σειρά συγκρούσεων ανάμεσα στους Βενετούς και τους Οθωμανούς στο διάστημα μεταξύ 15ου και 18ου αιώνα. Η αρχή της μακροχρόνιας αυτής διένεξης έγινε το 1463. Ο πρώτος βενετουρκικός πόλεμος μέχρι το 1479 είχε ως αποτέλεσμα την κατάκτηση της Χαλκίδας, της Λήμνου και της Αλβανίας από τους Οθωμανούς, o δεύτερος (1499–1503) την κατάκτηση διάφορων βενετικών οχυρών της Πελοποννήσου. Ο τρίτος έγινε το 1537 - 1540, με αποτέλεσμα να κατακτήσουν οι Οθωμανοί τις Κυκλάδες εκτός από την Τήνο, τις Σποράδες και τα τελευταία Βενετικά οχυρά της Πελοποννήσου. Στην συνέχεια το 1570-1573 με τον τέταρτο Βενετοτουρκικό πόλεμο οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κύπρο, ενώ ο πέμπτος (1645–1669) είχε αποτέλεσμα την κατάκτηση της Κρήτης. Ακόμη, στα χρόνια 1684–1699 στην διάρκεια του έκτου πολέμου, οι Βενετοί κατέκτησαν την Πελοπόννησο, την Λευκάδα, την Πρέβεζα, την Αίγινα και περιοχές των Δαλματικών ακτών και ο Μοροζίνι «χτύπησε» τον Παρθενώνα. Τέλος με την έβδομη βενετουρκική αναμέτρηση (1714–1718) η Τήνος, η Αίγινα και η Πελοπόννησος πέρασαν στους Οθωμανούς.

93

ΤΑ ΒΕΝΕΤΙΚΑ ΚΑΣΤΡΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας τα βυζαντινά οχυρά χρησιμοποιήθηκαν από τους νέους κυριάρχους με επισκευές και τροποποιήσεις, που δεν άλλαζαν συνήθως τη γραμμή χάραξης. Κάστρα όμοια με τα βυζαντινά έκτισαν και οι Φράγκοι στα εδάφη του ελληνικού χώρου που κατέλαβαν μετά το 1204. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους αρχίζει η Φραγκοκρατία στην Πελοπόννησο (1204 -1432). Κατά την περίοδο αυτή που διήρκησε 230 έτη οι Φράγκοι και οι συγκάτοικοι τους Βενετοί, για να επιβάλουν την κυριαρχία τους, έχτισαν δεκάδες απόρθητα κάστρα, και άπαρτους πολεμικούς πύργους θαύματα στρατηγικής που ήταν ο φόβος και ο τρόμος των πειρατών, των Τούρκων, αλλά και των υπόδουλων Ελλήνων που με υποχρεωτική αγγαρεία συμμετείχαν στην κατασκευή τους. Αυτά τα υπερμεγέθη και μοναδικά οχυρωματικά έργα αρκετά από τα οποία χτίστηκαν σε ακροπόλεις Ελληνικών πόλεων με οικοδομικό υλικό αρχαίων ναών διατηρούνται και σήμερα σε αρκετά καλή κατάσταση. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στα κάστρα που έκτισαν οι Βενετοί στις περιοχές του ελληνικού χώρου που κατέλαβαν κατά τους μεσαιωνικούς χρόνους. Από το 13ο έως τον 18ο αι. η Βενετία απέκτησε σημαντικούς εμπορικούς και ναυτικούς σταθμούς στο χώρο της Μεσογείου διασφαλίζοντάς τους με την κατασκευή οχυρωματικών έργων. Τα κάστρα αυτά, εξαιρετικά δείγματα οχυρωματικής αρχιτεκτονικής και σύμβολα της ισχύος και του πολιτιστικού επιπέδου της Βενετίας, αποτελούσαν είτε επισκευές – συμπληρώσεις προγενέστερων οχυρώσεων, είτε νέες κατασκευές σε θέσεις στρατηγικής σημασίας. Κατά την πρώτη περίοδο της Βενετοκρατίας (1204-1453) διατηρήθηκαν τα χαρακτηριστικά της μεσαιωνικής οχυρωματικής αρχιτεκτονικής ενώ μετά το δεύτερο μισό του 15ου αι. ακολουθήθηκαν οι αρχές χάραξης του προμαχωνικού συστήματος οχύρωσης ("Fronte Bastionato").

94

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΠΥΛΟΥ - ΠΑΛΑΙΟΚΑΣΤΡΟ ΝΑΥΑΡΙΝΟΥ

Το Παλαιόκαστρο ή Παλιοναβαρίνο βρίσκεται στην Πελοπόννησο, σε ύψωμα του Κορυφασίου ακρωτηρίου στο βόρειο άκρο του κόλπου/όρμου του Ναυαρίνου, απέναντι από το βόρειο άκρο της ιστορικής νήσου Σφακτηρίας και ουσιαστικά ήλεγχε τη νότια άκρη της χερσονήσου του Κορυφασίου, προέκταση της οποίας αποτελεί η Σφακτηρία, που εκτείνεται νότια και περικλείει από δυσμάς τον κόλπο του Ναβαρίνου.

Το Παλαιόκαστρο ή Παλιοναβαρίνο ή Κάστρο του Πετροχωρίου ή Κάστρο της Γιάλοβας είναι ένα από τα σημαντικότερα φρούρια που ορθώθηκε επί φραγκοκρατίας στο Μοριά, πάνω στα ερείπια της πρώτης ακρόπολης της αρχαίας Πύλου. Πρόκειται για το παλαιότερο «καστέλι του Ναβαρίνου», ονομασία με την οποία λεγόταν η Πύλος στα χρόνια του Μεσαίωνα, καμωμένο και με δομικά υλικά της προγενέστερης ακρόπολης, από τους Φράγκους σταυροφόρους ιππότες. Κατά την διάρκεια της ιστορίας του το κάστρο δέχθηκε πολλές επιθέσεις και άλλαξε πολλούς ηγεμόνες - λόγω της στρατηγικής σημασίας της θέσης του - και υπέστη επίσης και άλλες σημαντικές δομικές επεμβάσεις, τροποποιήσεις χρήσεων και αρχιτεκτονικές μεταβολές, από τους κατά καιρούς κατακτητές, που αλλοίωσαν την αρχική φυσιογνωμία του.

Προς τα τέλη του 13ου αιώνα, και συγκεκριμένα το 1278 κτίστηκε από τους Φράγκους με επικεφαλής τον Φλαμανδό σταυροφόρο Νικόλαο B΄ Σαιντομέρ, πρίγκιπα του Πριγκιπάτου της Αχαΐας το υπάρχον σήμερα

95

φραγκικό επάκτιο κάστρο πάνω στα ερείπια της αρχαίας οχύρωσης. Σταδιακά το κάστρο και ο περιβάλλων χώρος του αποκτά το χαρακτήρα Καστροπολιτείας.

Σύμφωνα με το Χρονικόν του Μορέως ο Νικόλαος Β΄ Σαιντ-Ομέρ, ο αποκαλούμενος από τον ελληνικό πληθυσμό επίσης ως «Σανταμέρης» και «γερονικόλας», αυθέντης και βαρώνος των Θηβών, όταν ανέλαβε τη διοίκηση του φράγκικου πριγκιπάτου της Αχαΐας (Μοριά) έκτισε το φρούριο για τον διάδοχο και εγγονό του (και σε άλλες πηγές ανιψιό του) Νικόλαο Γ΄ Σαιντομέρ, τον μετέπειτα και βάιλο του Μοριά, κατά τη διάρκεια της φραγκοκρατίας με την χαρακτηριστική τοιχοδομία των σταυροφορικών κάστρων, με τις λεπτοδουλεμένες πολεμίστρες σε σχήμα «v» που θυμίζουν το περίφημο Κάστρο των Ιπποτών της Ρόδου.

O Νικόλαος Β΄ Σαιντ-Ομέρ έχτισε επίσης και άλλα κάστρα, όπως το Κάστρο των Σαιντ-Ομέρ που τμήμα του διασώζεται ακόμα και σήμερα στη Θήβα, προκειμένου να προστατέψει την περιουσία της δεύτερης γυναίκας του, της χήρας του Γουλιέλμου Β΄ Βιλλεαρδουίνου, πριγκίπισσας Άννας Αγγελίνας Κομνηνής, Αγνής για τους Φράγκους, κόρης του Έλληνα δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄ Κομνηνού Δούκα.

Το κάστρο αυτό πέρασε στην κυριαρχία των Βενετών το 1417 ή το 1423 και παραμένει υπό βενετσιάνικη κατοχή μέχρι το 1500.

Το κάστρο καταλαμβάνει μια έκταση περίπου 50 στρεμμάτων σε σχήμα τραπεζίου στο βόρειο άκρο της κορυφής του λόφου και κτίσθηκε στα λείψανα της κλασικής ακρόπολης της αρχαίας Πύλου, η οποία αποτέλεσε τον πυρήνα του. Απ’ αυτήν διατηρούνται κάποια τμήματα τοίχων και ξαναχρησιμοποιημένο δομικό υλικό. Δεν υπήρξε απλώς φρούριο αμυντικής χρήσης αλλά και χώρος οικισμού. Η κυρία είσοδος βρίσκεται στη νότια πλευρά, εκεί όπου καταλήγει το μονοπάτι πρόσβασης που ανηφορίζει από το Στενό της Συκιάς αφήνοντας πίσω αρχαία τείχη και τουρκικά μνήματα και λείψανα νεώτερης κατοίκησης.Το εξωτερικό περιμετρικό τείχος, περιβάλλει την κορυφή και διαιρείται σε δύο μέρη με εγκάρσιο τείχος, το νότιο μεγαλύτερο και το βόρειο στην κορυφή σαν ακρόπολη, ενώ εντός των τειχών συναντά κανείς ερείπια των δημόσιων και ιδιωτικών κτηρίων, της καθολικής εκκλησίας και υπόγειων δεξαμενών νερού. Επίσης, σήμερα, διατηρούνται τρεις σειρές λιθοπλίνθων στο μέσον της νότιας πλευράς του εξωτερικού περιβόλου, τα κατώτερα τμήματα του τείχους της βορειοανατολικής πλευράς, καθώς και η βάση των δύο κυκλικής κάτοψης πύργων στην ίδια πλευρά του κάστρου.

96

97

ΦΟΡΤΕΤΖΑ ΡΕΘΥΜΝΟΥ

Το 1538 ο Χαΐρ αντ Ντιν, ναύαρχος του Οθωμανικού στόλου και κουρσάρος των ακτών της Αλγερίας (Μπαρμπαριάς), γνωστός σε πολλούς και σαν Μπαρμπαρόσα (Κοκκινογένης), επιτέθηκε στο νησί για να το καταλάβει. Οι Ενετοί φοβήθηκαν και αποφάσισαν να οχυρώσουν την κατάκτησή τους. Έκτισαν γύρω από την πόλη ένα τείχος μήκους 1.307 μ. που σήμερα είναι σχεδόν κατεστραμμένο, αφήνοντας όμως την πλευρά προς τη θάλασσα εκτεθειμένη.

Χτίστηκε σύμφωνα με το Ενετικό σύστημα οχυρωματικής αρχιτεκτονικής.

Χαρακτηριστικό της κατασκευής είναι ότι οι προμαχώνες ενώνονται μεταξύ τους με τμήματα ευθυγράμμων τειχών, με μεγάλο πλάτος και με κλίση εξωτερικά, για να εξοστρακίζονται τα βλήματα των εχθρών.

Θεμελιωτής του Φρουρίου είναι ο Ρέκτορας Αλβίζε Λάντο. Η θεμελίωσή του έγινε στις 13 Σεπτεμβρίου του 1573 και οι εργασίες στον περίβολο αλλά και στα δημόσια κτίρια που υπήρχαν μέσα σ' αυτόν ολοκληρώθηκαν το 1580. Η κατασκευή του έγινε σύμφωνα με τα σχέδια του αρχιτέκτονα Σφόρτσα Παλαβιτσίνι, που κατά τη διάρκεια της υλοποίησης της κατασκευής έκανε και κάποιες αλλαγές προς το καλύτερο. Στην κατασκευή δούλεψαν υποχρεωτικά 107.142 Κρητικοί, ενώ χρησιμοποιήθηκαν και 40.205 επιταγμένα ζώα. Υπεύθυνος για την υλοποίηση των σχεδίων του Παλαβτισίνι ήταν ο πρωτομάστορας Γ. Σκορδύλης.

98

Η κεντρική πύλη βρίσκεται ανατολικά του φρουρίου ανάμεσα στους προμαχώνες του Αγίου Παύλου και του Αγίου Νικολάου. Ανατολικά της υπήρχε η εκκλησία της Παναγίας της Παλαιοκαστρινής. Πάνω από το κλειδί του τόξου σχηματίζεται εσοχή, μέσα στην οποία υπήρχε το το λιοντάρι του Αγίου Μάρκου, έμβλημα της Βενετίας.

Άποψη της πόλης του Ρεθύμνου από την Φορτέτζα

ΦΡΑΓΚΟΚΑΣΤΕΛΟ ΧΑΝΙΩΝ

Σύμφωνα με βενετικά αρχεία, το κάστρο χτίστηκε στο διάστημα 1371-74 από τους Βενετούς, κυρίαρχους τότε του νησιού της Κρήτης, με σκοπό την προστασία από τους πειρατές αλλά και από τους συχνά εξεγερμένους Σφακιανούς. Σύμφωνα με τοπική παράδοση το κάστρο χτιζόταν την ημέρα από τους Βενετούς στρατιώτες και το βράδυ οι Σφακιανοί με αρχηγούς τους έξι αδελφούς Πατσούς γκρέμιζαν ό,τι είχε χτιστεί κατά τη διάρκεια της ημέρας. Τελικά οι Βενετοί συνέλαβαν και εκτέλεσαν τους αδελφούς Πατσούς και κατάφεραν να ολοκληρώσουν το κάστρο.

99

Το Βενετικό όνομα του κάστρου ήταν Άγιος Νικήτας. Επικράτησε όμως η ονομασία Φραγκοκάστελλο, που του αποδόθηκε από τον τοπικό πληθυσμό και σημαίνει το κάστρο των Φράγκων, καθώς ο τοπικός πληθυσμός συνήθιζε να αποκαλεί Φράγκους όλους τους ξένους καθολικούς. Το όνομα σταδιακά υιοθετήθηκε και από τους Βενετούς.

Το Φραγκοκάστελλο Χανίων - Άγιος Νικήτας

ΚΑΣΤΡΟ ΠΛΑΤΑΜΩΝΑ

Το Κάστρο του Πλαταμώνα, είναι κάστρο της Φραγκοκρατίας χτισμένο στη θέση οχυρωμένης πόλης της μεσοβυζαντινής περιόδου, νοτιανατολικά του Ολύμπου, σε μικρή απόσταση από τη σημερινή κωμόπολη του Πλαταμώνα, σε θέση στρατηγική που ελέγχει τον δρόμο Μακεδονίας - Θεσσαλίας - Νότιας Ελλάδας. Είναι το καλύτερα διατηρημένο κάστρο της βόρειας-κεντρικής Ελλάδας, με τον επιβλητικό κεντρικό πύργο του, που δεσπόζει πάνω στην Εθνική Οδό.

Το κάστρο είναι χτισμένο στη θέση του αρχαίου Ηρακλείου (ή Ηράκλειας). Το τοπωνύμιο Πλαταμώνας αναφέρεται για πρώτη φορά το 1198 σε χρυσόβουλο του βυζαντινού αυτοκράτορα Αλεξίου Κομνηνού Α΄.

100

Μετά τη Δ' Σταυροφορία (1204), με την είσοδο των Φράγκων στην Ελλάδα, η Πιερία παραχωρήθηκε (ως τμήμα του Βασιλείου της Θεσσαλονίκης) στον Βονιφάτιο τον Μομφερατικό, το 1204. Τα κάστρα του Κίτρους και του Πλαταμώνα παραχωρήθηκαν σε ιππότες του. Το κάστρο του Κίτρους πήρε ο Βίριχ φον Ντάουν και ο Λομβαρδός Ρολάντο Πίκε ή Πίσκια πήρε τον Πλαταμώνα. Ο τελευταίος έκτισε εκεί το κάστρο, κάπου μεταξύ των ετών 1204 και 1222, μετά από εντολή του Βονιφάτιου, στη θέση της μεσοβυζαντινής οχύρωσης, με σκοπό τον έλεγχο του περάσματος από τη Μακεδονία στη Θεσσαλία. Περί το 1224 το Κάστρο του Πλαταμώνα κυριεύτηκε από τον Θεόδωρο Α΄ Κομνηνό το Δούκα, όταν αυτός κατέλυσε το Φραγκικό Βασίλειο της Θεσσαλονίκης. Το κάστρο στη συνέχεια υπό τον έλεγχο του αδερφού του, Μανουήλ Κομνηνού Δούκα. Στη συνέχεια προσαρτήθηκε στο Δεσποτάτο της Ηπείρου από τον Μιχαήλ Δούκα. Μετά τη μάχη της Πελαγονίας (1259), καταλήφθηκε από τον αυτοκράτορα της Νικαίας Μιχαήλ Η΄ τον Παλαιολόγο και χρησίμευσε ως φυλακή των Φράγκων οι οποίοι είχαν πιαστεί αιχμάλωτοι στη μάχη αυτή. Ο Πλαταμώνας θα ξαναχρησιμοποιηθεί ως φυλακή για τους επαναστάτες Ζηλωτές, το 1345, όταν αυτοί ηττήθηκαν από τον Απόκαυκο.

Στο κάστρο αυτό συναντάμε τα 3 βασικά χαρακτηριστικά των μεσαιωνικών φρουρίων : τον πρώτο περίβολο, τον δεύτερο περίβολο που αποτελεί και την ακρόπολη και τον κεντρικό πύργο. Ο ευρύχωρος εξωτερικός τοίχος του κάστρου έχει σχήμα πολυγωνικό, ενισχύεται από πύργους τοποθετημένους σε ακανόνιστα διαστήματα και διατηρείται σε καλή κατάσταση. Η είσοδός του βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά ενώ στην ίδια πλευρά διακρίνεται και ερειπωμένο προτείχισμα ή ίσως πρόπυλο. Τό ύψος των τειχών φτάνει δεξιά από την είσοδο τα 9,5μ. και αριστερά τα 7,5μ., ενώ το πάχος κυμαίνεται μεταξύ 1,2 και 2μ. Μεταξύ των δύο πυλών της κεντρικής εισόδου υπήρχε επιπλέον πύργος, σήμερα κατεστραμμένος. Ο 2ος περίβολος έχει ύψος 6-7μ. και στη βορειοανατολική του γωνία υπάρχει ασυνήθιστος πύργος με τετράγωνη εξωτερική περίμετρο και κυκλική εσωτερική. Ο πύργος αυτός έχει βυζαντινού τύπου κεραμοσκέπαστο θόλο.

Στην βορειανατολική πλευρά υψώνεται ο μεγαλοπρεπής κεντρικός πύργος του αμυντικού συγκροτήματος με σχήμα οκταγωνικό, ύψους 16μ. και πάχους 2μ., του οποίου η είσοδος βρισκόταν, για λόγους ασφαλείας, σε ύψος 3,45μ. από την επιφάνεια του εδάφους, με πρόσβαση από ξύλινη σκάλα. Διαθέτει ημικυκλικά παράθυρα, σε ένα από τα οποία υπάρχουν δύο ανοίγματα με κεντρικό κιονίσκο με διακόσμηση από σταυρό πράγμα που πιθανόν να υποδεικνύει χρονολόγηση στην περίοδο που το κάστρο επισκευάστηκε από το βυζαντινό Δεσποτάτο της Ηπείρου

101

Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΚΟΥΛΕΣ ΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ

Το ενετικό φρούριο Κούλες δεσπόζει στην είσοδο του ενετικού λιμανιού στο Ηράκλειο. Οι Ενετοί το αποκαλούσαν "Φρούριο στη Θάλασσα" (Castello a Mare ή Rocca a Mare), αλλά σήμερα διατηρεί την τούρκικη ονομασία του, Κούλες από το Su Kulesi.

Πότε ξεκινά χρονικά ακριβώς η ιστορία του Κούλε είναι άγνωστο, αλλά ένα λιμάνι με τόσο νευραλγικό ρόλο στη Μεσόγειο, όπως το Ηράκλειο, δεν θα μπορούσε να μείνει απροστάτευτο. Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα, το πρώτο φρούριο στη θέση του σημερινού να δημιουργήθηκε στην περίοδο της Αραβοκρατίας (9ος-10ος), ενώ αναφορά για πύργο στην

102

είσοδο του λιμανιού γίνεται στην β’ βυζαντινή περίοδο (10ος-13ος) ως Castellum Comunis. Σήμερα σώζονται κάποια σχέδια περιηγητών που επιχείρησαν να χαρτογραφήσουν το Ηράκλειο, με παλιότερο αυτό του Μπουοντελμόντι του 1429, που απεικονίζουν έναν πύργο στην είσοδο του λιμανιού.

Ο πύργος αυτός απεικονίζεται σαν ψηλό οικοδόμημα με κατακόρυφους τοίχους και κάτοψη άλλοτε κυκλική, άλλοτε παραλληλόγραμμη. Τα σχέδια αυτά δεν είναι απαραίτητα αξιόπιστα, αφού η κατασκευή που απεικονίζουν μοιάζει περισσότερο με έργο οχυρωματικής αρχιτεκτονικής της δυτικής Ευρώπης.

Στα μέσα του 14ου μ.Χ. αιώνα, κάνει την εμφάνισή της στην Ευρώπη η πυρίτιδα (μείγμα νίτρου, θείου και άνθρακα). Αποκτά τόσο σημαντικό ρόλο στην πολεμική πρακτική αλλάζοντας ριζικά τον τρόπο διεξαγωγής του πολέμου, ώστε αντικατέστησε τις προϋπάρχουσες πολεμικές μηχανές και εκμηδένισε την αμυντική δυνατότητα των παλιών οχυρώσεων.

Έτσι τα μέσα του 15ου μ.Χ. αιώνα βρήκαν το Ηράκλειο ανεπαρκώς οχυρωμένο και τον πύργο του λιμανιού, το Castellum Comunis των βυζαντινών, αμυντικά ανίκανο και ευάλωτο. Η Γερουσία της Βενετίας το 1462 ενέκρινε ένα ευρύ πρόγραμμα οχύρωσης της πόλης, που θα προστάτευε το Ηράκλειο και τα προάστια έξω από αυτό. Η νέα οχύρωση θα ακολουθούσε τα πρότυπα της νέας οχυρωματικής αρχιτεκτονικής με τους προμαχώνες. Στα πλαίσια αυτού του προγράμματος το 1523 κατεδαφίστηκε ο πύργος του λιμανιού και αντικαταστάθηκε με το φρούριο Κούλες, που σώζεται μέχρι σήμερα.

Η κατασκευή του Κούλε κράτησε μέχρι το 1540. Οι εξωτερικοί τοίχοι έχουν πάχος σχεδόν 9 μέτρα, ενώ οι εσωτερικοί τοίχοι φτάνουν τα 3 μέτρα πάχος σε κάποια σημεία. Ήδη από πολύ νωρίς παρουσιάστηκαν ζημιές στα θεμέλια του από τη θάλασσα, που αντιμετωπίζονταν κατά καιρούς. Επίσης το φρούριο παρουσίασε πολλές οχυρωματικές αδυναμίες, γεγονός που οφείλεται στο ότι χτίστηκε σε μεταβατική φάση όταν η αρχιτεκτονική των φρουρίων πειραματιζόταν ακόμα με τις κατάλληλες λύσεις.

Αρχιτεκτονικά ο Κούλες αποτελείται από δύο επιμέρους τμήματα:

το Νοτιοδυτικό: παραλληλόγραμμο, λίγο ψηλότερο το Βορειοανατολικό σε σχήμα μισής έλλειψης, ελαφρώς

χαμηλότερο.

Για την είσοδο στο φρούριο υπήρχαν τρεις πύλες εισόδου: Δυτικά, Βόρεια και Νοτιοδυτικά, με κύρια πύλη την Δυτική. Στο οικοδόμημα περιμετρικά

103

είχαν εντοιχιστεί διάφορες ανάγλυφες πλάκες, επιγραφές και οικόσημα. Κορυφαία έργα γλυπτικής είναι τα τρία μαρμάρινα ανάγλυφα που απεικονίζουν τον φτερωτό λέοντα, σύμβολο της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, που επιστέφουν κάθε μία από τις τρεις εισόδους και δύο από αυτά διατηρούνται μέχρι σήμερα με φανερή τη διάβρωση από τον θαλασσινό αέρα.

Το φρούριο είναι διώροφο με 26 διαμερίσματα. Στο ισόγειο αρχικά υπήρχαν πέντε χώροι για κανόνια. Σύντομα φάνηκε ότι η χρήση κανονιών σε εσωτερικούς χώρους δημιουργούσε προβλήματα γιατί και το οπτικό πεδίο εκ των πραγμάτων μέσα από τα μικρά ανοίγματα στους τοίχους ήταν περιορισμένο, αλλά και ο καπνός που δημιουργούνταν μετά την ρίψη κάθε βλήματος έκανε την ατμόσφαιρα αποπνικτική και έτσι εγκαταλείφθηκε η χρήση τους.

Εκτός από τις casamatte, τους διαδρόμους δηλαδή των κανονιών, στο ισόγειο είχαν διαμορφωθεί και επιμέρους χώροι, ένας λειτουργούσε σαν φυλακή και οι υπόλοιποι για αποθήκευση τροφίμων και πολεμοφοδίων.

Στον επάνω όροφο, που είχε διαμορφωθεί σε ευρύχωρη πλατεία, ήταν στη Βόρεια πλευρά ο πύργος του φάρου. Εκεί υπηρχαν επίσης οι στρατώνες των στρατιωτών και οι κατοικίες των αξιωματούχων και του διοικητή.

Παράλληλα στο φρούριο λειτουργούσε μύλος, φούρνος και εκκλησία, παρέχοντας αυτονομία στη φρουρά του.

Ο μεγάλος κουλές το λιοντάρι της Βενετίας

του Ηρακλείου Κρήτης στο Ηράκλειο Κρήτης

104

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΚΩ

Το κάστρο της Κω, γνωστότερο ως κάστρο της Νεραντζιάς, αποτελεί το πιο σημαντικό σκέλος της ιπποτικής οχύρωσης που κατασκεύασαν οι Ιωαννίτες Ιππότες στα τέλη του 14ου αιώνα π.Χ.. Στα τέλη του 14ου και αρχές του 15ου αιώνα η Κως πυκνοφυτεύτηκε με νεραντζιές και λεμονιές γι αυτό και ονομάστηκε Νεραντζιά και το κάστρο της κάστρο της Νεραντζιάς.

Το κάστρο αποτελείται από δύο οχυρωμένους περιβόλους, ο εσωτερικός είναι προγενέστερος. Έχει ορθογώνιο σχήμα και στις γωνίες του πλαισιώνεται από 4 ψηλούς πύργους. Μία φαρδιά τάφρος χωρίζει τους δυο περιβόλους και μόνο στην ανατολική πλευρά ενώνονται με ένα λοξό κατηφορικό δρόμο.

Το κάστρο της Νεραντζιάς μαζί με το κάστρο του Αγίου Πέτρου στην απέναντι ακτή της Αρχαίας Αλικαρνασσού έλεγχαν το θαλάσσιο πέρασμα προς τους Άγιους Τόπους κατά την διάρκεια των Σταυροφοριών. Για το χτίσιμο του κάστρου έχουν χρησιμοποιηθεί πολλά αρχιτεκτονικά μέλη από την αρχαία πόλη της Κω και το Ασκληπιείο τα οποία είναι ορατά μέχρι και σήμερα εντοιχισμένα σε διάφορα σημεία του κάστρου.

Το 19ο αιώνα το Κάστρο της Νεραντζιάς χρησιμοποιήθηκε σαν στρατώνας της τουρκικής φρουράς και κατοικία του Τούρκου διοικητή. Στις 17 Μαρτίου 1816 εξερράγη από ατύχημα μια πυριτιδαποθήκη και κατέστρεψε μεγάλο μέρος του κάστρου.

Η σημερινή του μορφή οφείλεται στην Ιταλική Αρχαιολογική Υπηρεσία η οποία κατά την διάρκεια της Ιταλικής κατοχής κατεδάφισε τις τουρκικές προσθήκες και προχώρησε σε εκτεταμένες εργασίες αποκατάστασης του κάστρου στην αρχική του μορφή.

Κατά τη Γερμανική κατοχή στο κάστρο στρατωνίσθηκε η φρουρά και λειτούργησε ως φυλακή. Κηρύχθηκε ιστορικά διατηρητέο το 1948.

105

ΚΑΣΤΡΟ ΧΩΡΑΣ ΝΑΞΟΥ

Το κάστρο της χώρας της Νάξου κατασκευάστηκε από τον Ενετό Μάρκο Σανούδο, ο οποίος το 1207 μ.Χ. κατέλαβε μαζί με τους συντρόφους του 17 νησιά του Αιγαίου, ανακηρύχθηκε δούκας και όρισε ως έδρα του δουκάτου τη Νάξο. Η φυσική ακρόπολη που σχηματίζει ο χαμηλός λόφος δίπλα στο λιμάνι της Νάξου θεωρήθηκε από τον Σανούδο το κατάλληλο μέρος για την ίδρυση της μεσαιωνικής πόλης της Νάξου. Για την οχύρωση της πόλης έκτισε το κάστρο χρησιμοποιώντας υλικά από την αρχαία ακρόπολη που βρισκόταν στο ίδιο ακριβώς σημείο και η οποία είχε καταστραφεί από πειρατικές επιδρομές.

Βασική ιδιαιτερότητα του κάστρου είναι ότι το τείχος του αποτελείται από τους τοίχους των περιμετρικών σπιτιών της ίδιας της πόλης. Ο μεσαιωνικός οικισμός του κάστρου δεν ήταν μόνο τόπος κατοικίας αλλά και διοικητικό, εκπαιδευτικό και θρησκευτικό κέντρο των Ενετών κατακτητών. Στο κέντρο της τειχισμένης πόλης βρίσκεται η κεντρική πλατεία με την καθολική μητρόπολη και τα ερείπια του κεντρικού πύργου που η παράδοση θέλει να είναι το παλάτι του Σανούδου. Ακριβώς δίπλα βρίσκεται η σχολή των Ουρσουλίνων, η Καπέλλα Καζάτζα και η Εμπορική σχολή όπου φοίτησε για ένα χρόνο και ο Νίκος Καζαντζάκης και στην οποία σήμερα στεγάζεται το Αρχαιολογικό Μουσείο της Νάξου.

ΜΥΣΤΡΑΣ

Έξι χιλιόμετρα βορειοδυτικά της Σπάρτης, σ’ έναν βραχώδη λόφο, βόρεια του Ταϋγέτου, βρίσκεται το κάστρο του Μυστρά με την ερειπωμένη σήμερα πολιτεία του. Ο λόφος, με την απότομη και κωνοειδή μορφή του, λεγόταν Μυστράς ή Μυζυθράς και λόγω της στρατηγικής του θέσης, αποτελούσε από μόνος του σπουδαίο φυσικό οχυρό.

106

Η ίδρυσή του σε ένα φυσικό οχυρό και στρατηγικής σημασίας λόφο του βυζαντινού Μυζηθρά στα βόρεια του Ταϋγέτου, συνδέεται με την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης. Το 1249, ο φράγκος πρίγκιπας Γουλιέλμος Β΄ Βιλλεαρδουίνος χτίζει το κάστρο του Μυζηθρά, στην κορυφή του ομώνυμου λόφου για τον έλεγχο της κοιλάδας του Ευρώτα. Δέκα χρόνια αργότερα το κάστρο παραχωρείται στο Βυζαντινό αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγο. Το κάστρο θα αποτελέσει τον πυρήνα της μετέπειτα καστροπολιτείας του Μυστρά, μιας από τις σημαντικότερες υστεροβυζαντινές πόλεις. Το 1262, μετά τη μάχη της Πελαγονίας, το κάστρο μαζί με αυτά της Μονεμβασίας και της Μαΐνης παραδίδεται στους Βυζαντινούς, προκειμένου αυτοί να ελευθερώσουν τον φράγκο πρίγκιπα που κρατούσαν αιχμάλωτο. Από τότε ξεκινά η κυρίως ιστορική περίοδος του Μυστρά που διήρκεσε δύο αιώνες.

ΚΑΣΤΡΟ ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ

Το Κάστρο της Καλαμάτας είναι οχυρωματικό κτίσμα που βρίσκεται στη σημερινή πόλη της Καλαμάτας στην Μεσσηνία. Βρίσκεται σε λόφο στα βορειοδυτικά της πόλης όπου στους πρόποδές του περνά ο ποταμός Νέδοντας. Το κάστρο στο εσωτερικού του περιελάμβανε οχυρωμένη ακρόπολη ενώ έχουν βρεθεί και ερείπια ναού.

Κατά την αρχαιότητα στον λόφο ο μυθολογικός ήρωας Φάρις είχε χτίσει την Ακρόπολη της αρχαίας πόλης Φαραί. Εκεί βρισκόταν το παλάτι των βασιλέων της πόλης που αναφέρεται ανάμεσα σε αυτές που πήραν μέρος στον Τρωικό πόλεμο. Τον 6ο αιώνα μ.Χ. πάνω στα αρχαία ερείπια

107

χτίστηκε χριστιανικός ναός κι έπειτα οι Βυζαντινοί οχύρωσαν ξανά το μέρος.

Κατά την Φραγκοκρατία ανακατασκευάστηκε από τους Βιλλεαρδουίνους και προστέθηκαν νέες οχυρώσεις. Ο Γοδεφρείδος Α' Βιλλαρδουίνος το έκανε κατοικία του και έδρα της Βαρωνίας των Καλαμών, έμεινε στα χέρια της οικογένειας έως το 1325 όταν και το κατέλαβαν οι βυζαντινοί με τελευταία ιδιοκτήτη την Μαχώ του Αινώ. Τον 15ο αιώνα πέρασε στα χέρια των Οθωμανών και την περίοδο 1685 μέχρι το 1715 στους Ενετούς όπου συντήρησαν τις υπάρχουσες οχυρώσεις και πρόσθεσαν νέες.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΡΟΔΟΥ

Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα και πιο καλοδιατηρημένα κάστρα της Ευρώπης. Χτίστηκε το 1309 όταν το νησί πουλήθηκε στους Ιωαννίτες Ιππότες. Το τάγμα του Αγίου Ιωάννη ιδρύθηκε τον 12ο αι. στην Ιερουσαλήμ με στόχο τη νοσηλεία και περίθαλψη των προσκυνητών και σταυροφόρων, αλλά πολύ σύντομα μετεξελίχθηκε σε μάχιμη στρατιωτική μονάδα που απέκτησε μεγάλες εκτάσεις γης. Όταν οπισθοχώρησε από την Ιερουσαλήμ και αργότερα από την Κύπρο, το τάγμα όρισε την έδρα του στη Ρόδο και απέκτησε ηγετικό ρόλο στην Ανατολική Μεσόγειο. Στη διάρκεια της παραμονής των Ιπποτών στη Ρόδο, οι οχυρώσεις επεκτάθηκαν, εκσυγχρονίσθηκαν και ενισχύθηκαν. Ένα νοσοκομείο, ένα παλάτι, αρκετές εκκλησίες ήταν ορισμένα από τα πολλά δημόσια κτίρια που αναγέρθηκαν την εποχή αυτή. Τα κτίρια αυτά αποτελούν αξιοσημείωτα παραδείγματα γοτθικής και αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής. Τα πανίσχυρα τείχη της πόλης αντιστάθηκαν και στη

108

πολιορκία του Μωάμεθ Β' του Πορθητή, το 1480, που κατέληξε στην ήττα της υπέρτερης αριθμητικά τουρκικής δύναμης. Το 1522, ο Σουλεϊμάν ο Μεγαλοπρεπής κατόρθωσε, μετά από εξαντλητική για τον πληθυσμό πολιορκία, να συνθηκολογήσει με τους Ιππότες. Το τάγμα υποχρεώθηκε να παραδώσει την πόλη στους Τούρκους και να αποσυρθεί στη Μάλτα, αφήνοντας πίσω πλήθος μνημείων, ανεξίτηλα ίχνη της παρουσίας του στο νησί. Τα όρια του κάστρου ορίζονται από τα τείχη του, που με τη σειρά τους οριοθετούν την τάφρο που το περιζώνει. Πετρόχτιστες γέφυρες ενώνουν τη σύγχρονη πόλη με το κάστρο οδηγώντας προς την παλιά μεσαιωνική πόλη που είναι κτισμένη στο εσωτερικό του. Εκτός από αυτές τις γέφυρες, υπήρχε παλαιότερα ένας ακόμα τρόπος πρόσβασης στο εσωτερικό του κάστρου, μέσω υπόγειων στοών, στις οποίες μπορούσε κανείς να εισέλθει διαμέσου ορισμένων ανοιγμάτων της τάφρου που διατηρούνται μέχρι και σήμερα. Στις μέρες μας ελάχιστες στοές έχουν παραμείνει βατές και οι πιο πολλές έχουν πια καταρρεύσει ή μπαζωθεί. Η ηλικία των περισσοτέρων απ’ αυτές ανάγεται στην εποχή κατασκευής του κάστρου από τους Ιωαννίτες Ιππότες, στις αρχές του 14ου αιώνα μ.Χ.

109

ΠΑΛΑΜΗΔΙ – «ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ Τ΄ ΑΝΑΠΛΙ»

Το Παλαμήδι είναι φρούριο στο Ναύπλιο το οποίο κατασκευάστηκε το 1687 από τους Βενετούς, ύστερα από την κατάληψη του λόφου στον οποίο βρίσκεται, μετά από σφοδρή μάχη με τους Οθωμανούς κατά τον Βενετοτουρκικό Πόλεμο. Τα οχυρωματικά έργα άρχισε ο Μοροζίνης, τα συνέχισαν οι Κόρνερ και Γκριμάνι και ολοκληρώθηκαν τα τελευταία χρόνια της Β΄ Ενετικής κυριαρχίας από τον βενετσιάνο Γενικό Προβλεπτή του Στόλου Αυγουστίνο Σαγρέδο (1711- 1714). Ο λόφος πάνω στο οποίο βρίσκεται έχει ύψος 216 μέτρα και η ανάβαση στο Παλαμήδι γίνεται είτε μέσω αμαξιτής οδού είτε μέσω μιας σκάλας με 999 σκαλοπάτια. Το 1715, κατά την διάρκεια του τελευταίου Βενετοτουρκικού Πολέμου οι Οθωμανοί το κυρίευσαν αφού ανατίναξαν τμήμα του.

Αποτελεί τυπικό φρούριο Μπαρόκ σε σχέδια των μηχανικών Ζιάξιχ και Λασάλ με 8 προμαχώνες, σε τρία επίπεδα και αυτοτελείς. Ο καθένας από μόνος του μπορεί να χρησιμοποιηθεί για άμυνα ή επίθεση. Ο κεντρικότερος προμαχώνας ήταν του Αγίου Ανδρέα που λόγω της θέσης του χρησιμοποιήθηκε ως Φρουραρχείο. Οι υπόλοιποι είναι γνωστοί με ονόματα αρχαίων ελλήνων πολεμιστών «Μιλτιάδης», «Λεωνίδας», «Επαμεινώνδας», «Αχιλλέας», «Φωκίων» και ο προμαχώνας «Ρόμπερ» προς τιμήν Γάλλου φιλέλληνα.

Φραγκοκρατία: Με την εγκατάσταση των Φράγκων (1212) η Ακροναυπλία παραχωρείται στην εξουσία του Όθωνα ντε λα Ρος, «Κύρη

110

των Αθηνών» και χωρίζεται σε δύο κάστρα: δυτικά το Ρωμέικο κάστρο και ανατολικά το Φράγκικο. Τα δύο κάστρα χωρίζονταν με τείχος και έναν τετράγωνο πύργο, ο οποίος προοριζόταν για τον έλεγχο του κάστρου των Ελλήνων (Ρωμέικο). Στο κάστρο των Φράγκων κατασκευάστηκαν κατοικίες των Φράγκων αρχόντων, τοιχοβάτες, δεξαμενές και μια έξοδος κίνδυνου στο βόρειο τμήμα. Σημαντικό έργο αυτής της περιόδου είναι και η λεγόμενη «Πύλη της Ειρήνης» (πύλη εισόδου στο φράγκικο κάστρο), που κοσμείται από τοιχογραφίες βυζαντινού ρυθμού με παραστάσεις Αγίων της Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας και εμβλήματα των Παλαιολόγων και του Δουκάτου των Αθηνών.

Α’ Ενετοκρατία (1389-1540): Από το 1389 το Ανάπλι αποτελούσε κτήση της Γαληνότατης Δημοκρατίας με την ονομασία Napoli di Romania. Στο διάστημα αυτό ορίζονται «Προβλεπτές» [=αξίωμα που έφεραν διάφοροι ανώτεροι διοικητικοί υπάλληλοι, αξιωματούχοι της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας της Βενετίας, με διάφορες αρμοδιότητες σε εσωτερικά διοικητικά, δημοτικά και εκκλησιαστικά θέματα], για τη διοίκηση του εξαθλιωμένου λαού. Οι Ενετοί οχυρώνουν και τρίτο κάστρο, των Τόρων (castello di Toro) πιο λιτό σε σχέση με τα άλλα δύο, με βαριά πύλη και οικόσημο ένα ανάγλυφο λιονταρόγατο.

Την εποχή αυτή έχει αρχίσει η χρήση της πυρίτιδας και των κανονιών. Έτσι άλλαξε και η οχυρωματική τεχνική: τα τείχη επιχωματώνονται, κατασκευάζονται πύργοι, χρησιμοποιούνται ψαλιδωτές επάλξεις και αποκόπτουν την χερσόνησο με τάφρο, όπου τοποθετούν ξύλινη ράμπα, ώστε να εξασφαλίζεται ο έλεγχος εισόδου.

Την ίδια εποχή αρχίζει η επέκταση της πόλης βόρεια της Ακροναυπλίας. Το διοικητικό κέντρο μεταφέρεται τώρα στην «Κάτω Πόλη», που προστατεύεται από τείχη και προμαχώνες. Το τείχος εκτεινόταν από το Κάστρο των Τόρων προς τη σημερινή πλατεία Καποδιστρίου, από εκεί συνέχιζε στη σημερινή λεωφόρο Αμαλίας και κατέληγε στον προμαχώνα «Πέντε Αδέλφια», όπου ενωνόταν με τα τείχη της Ακροναυπλίας. Στην ανατολική πλευρά υπήρχε τάφρος και περίπου στη μέση της η «Πύλη της Ξηράς». Στη βόρεια πλευρά το τείχος είχε τρεις πύλες, με κεντρική την «Πύλη της Θαλάσσης».

Β΄ Ενετοκρατία: Η επάνοδος της Ενετοκρατίας τον 17ο αι., το 1686, ξεκινά με την Ακροναυπλία σχεδόν κατεστραμμένη. Ο Φρ. Μοροζίνι, που ανακατέλαβε την πόλη, εγκαινιάζει μια περίοδο κατασκευής μεγάλων έργων. Ανακατασκευάζεται η Πύλη της Ξηράς σε σχέδιο του Lasalle και κατασκευάζονται οι προμαχώνες Dolfin και Grimani. Το 1713 κατασκευάζεται και η Πύλη του Σαγρέδου, βόρεια του Ρωμέικου κάστρου, που επέτρεπε την πρόσβαση του στρατού από την Κάτω Πόλη

111

στην Ακροναυπλία . Την ίδια εποχή ξεκινά η οχύρωση του Παλαμηδιού, που θα υποβαθμίσει σταδιακά την αμυντική σημασία της Ακροναυπλίας.

112

ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ Τ’ ΑΝΑΠΛΙ – ΤΟ ΜΠΟΥΡΤΖΙ ΣΤΟ ΝΑΥΠΛΙΟ :

ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗΣ

Αρχικά ονομαζόταν σκόπελος και ύστερα Αγ. Θεόδωροι, από μια εκκλησούλα αφιερωμένη από τον Θεόδωρο Άγγελο, άρχοντα πριν την Φραγκοκρατία. Αργότερα οι Έλληνες το ονόμασαν Καστέλι ή Θαλασσόπυργο, ενώ η σημερινή του ονομασία, Μπούρτζι, προέρχεται από την Τουρκοκρατία και σημαίνει νησί – φρούριο και ειδικότερα οχύρωμα μέσα στην θάλασσα. Επικρατεί η άποψη πως το νησάκι είναι υπόλειμμα μιας διπλής οροσειράς που ξεκινούσε από τον βράχο και έκλεινε άλλοτε το εσωτερικό του λιμανιού.

Α΄ Ενετοκρατία (1389-1540): Πρώτη φορά το 1470 ο Προβλεπτής Pasqualigo φρόντισε να οχυρωθεί η βραχονησίδα του κόλπου και ανέθεσε τις εργασίες στον αρχιτέκτονα Antonio Gambello και μετά στον Brancaleone. Το φρούριο ακολουθεί το σχήμα του νησιού και ο φυσικός βράχος χρησιμεύει σαν υποδομή. Αποτελείται από έναν κεντρικό πύργο, σχήματος ακανόνιστου εξαγώνου, και δύο μπαταρίες (θέση πυροβόλων όπλων για την προστασία λιμένων) εκατέρωθέν του. Εσωτερικά χωριζόταν σε τρεις θολοσκεπείς ορόφους και η κατακόρυφη επικοινωνία γινόταν με κινητές σκάλες για λόγους ασφαλείας. Στο υπόγειό του υπήρχε κυκλική κιστέρνα (υπόγειο οικοδόμημα για αποταμίευση νερού).

B΄ Ενετοκρατία (1686-1715): Το 1686 ο Μοροζίνι ανακατέλαβε το κάστρο, αφού εξουδετέρωσε τους Τούρκους υπερασπιστές του. Οι Ενετοί ονόμαζαν την οχυρή νησίδα Castello dello Scoglio (Κάστρο του Βράχου) ενώ το λιμάνι Porto Cadena (Λιμάνι της Αλυσίδας), επειδή μια βαριά αλυσίδα, που ξεκινούσε από το Μπούρτζι κι έφτανε ως το λιμάνι, έκλεινε τη νύχτα τη θαλάσσια είσοδο στο Ναύπλιο.

113

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΜΕΘΩΝΗΣ

Το Κάστρο της Μεθώνης βρίσκεται στην Πελοπόννησο και στην κωμόπολη Μεθώνη Μεσσηνίας. Από τα σημαντικότερα οχυρωματικά κτίσματα στον Ελληνικό χώρο κατά τον μεσαίωνα, όπου η Μεθώνη ήταν ενδιάμεσος σταθμός στο ταξίδι που έκαναν οι χριστιανοί στους Άγιους τόπους. Είναι άγνωστο πότε οχυρώθηκε η θέση για πρώτη φορά, το 1205 οι Φράγκοι σταυροφόροι αναφέρεται ότι την οχύρωσαν πρόχειρα και το 1206 που κατέλαβαν τη Μεθώνη οι Ενετοί γκρέμισαν την οχύρωση αυτή και το 1209 που πήραν οριστικά τη Μεθώνη έφτιαξαν το σημερινό κάστρο και το λιμάνι του τότε οικισμού.

Το κάστρο είναι κτισμένο στην χερσόνησο του Αγίου Νικολάου, έχει ελλειψοειδές σχήμα, με μήκος 700 μέτρα. Τα τείχη διέθεταν πύργους ενώ η πύλη της ξηράς είχε και επιπρόσθετα οχυρωματικά έργα για μεγαλύτερη προστασία. Βρέχεται από τρεις πλευρές με θάλασσα και υπάρχει και το μικρό φρούριο Μπρούτζι που ενώνεται με αυτό με τεχνητή πέτρινη γέφυρα. Από την πλευρά της ξηράς είχε τάφρο, χωρίς νερό, και γέφυρα, 14τοξη, για την πρόσβαση στην πύλη. Διέθετε και ακρόπολη σε μικρό ύψωμα μέσα στο κάστρο, τειχισμένη με διπλό τείχος, άλλες σημαντικές πύλες του κάστρου ήταν αυτή του Αγίου Μάρκου στο λιμάνι.

Το 1499 έγιναν από τους Ενετούς νέα οχυρωματικά έργα για να περιτειχίσουν τον οικισμό της Μεθώνης. Την περίοδο αυτή πολιόρκησε το κάστρο ο Βαγιαζήτ, που χαρακτηριζόταν απόρθητο, αλλά από ένα λάθος της φρουράς οι Οθωμανοί μπήκαν στο κάστρο και το κατέλαβαν.

114

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΚΟΡΩΝΗΣ

Βενετσιάνικο κάστρο και ονομαστή καστροπολιτεία στο νοτιοδυτικό άκρο της Πελοποννήσου που υπήρχε από τον 7ο μ.Χ. αιώνα και ανοικοδομήθηκε και επεκτάθηκε από τους Ενετούς τον 13ο αιώνα. Τους επόμενους αιώνες η πόλη άνθισε, αλλά ήταν συνεχώς το μήλον της έριδος μεταξύ Ενετών και Τούρκων.

Ήδη από τον 11ο αιώνα, η Κορώνη συγκαταλέγεται στις Βυζαντινές πόλεις της Αυτοκρατορίας, στις οποίες οι Βενετοί, με χρυσόβουλα των Κομνηνών, διαθέτουν εμπορικά προνόμια.

115

Με την πτώση της Κωνσταντινούπολης το 1204 άρχισε η Φραγκοκρατία. Η εκστρατεία των Φράγκων ιπποτών στην Πελοπόννησο υπό τον Γουλιέλμο Σταμπλίτη δεν συνάντησε σοβαρή αντίσταση και το 1205, η Κορώνη περιήλθε στους Φράγκους με κοινή απόφαση των κατοίκων της.

Το 1209 ο ηγεμόνας του Πριγκιπάτου της Αχαΐας Γοδεφρείδος Βιλλεαρδουίνος παραχώρησε την Κορώνη (μαζί με τη Μεθώνη) στους Ενετούς που την ήθελαν διακαώς και την είχαν κάνει ανεπίσημα ναυτική βάση τους ήδη από το 1206.

Οι Ενετοί έκτισαν ξανά το κάστρο και βελτίωσαν τις οχυρώσεις. Το έργο αυτό πρέπει να ολοκληρώθηκε προς το τέλος του 13ου αιώνα.

Το 1500 ήρθαν οι Τούρκοι. Τον Αύγουστο του 1500 ο Βαγιαζήτ Β´ κατέλαβε το κάστρο της Μεθώνης, μετά από μια απελπισμένη αντίσταση των κατοίκων. Οι κάτοικοι της Κορώνης, τρομοκρατημένοι από τη σφαγή και τη λεηλασία της Μεθώνης και αφού έλαβαν υποσχέσεις για ευνοϊκή μεταχείριση, παραδόθηκαν στους Τούρκους.

Το 1532, η Κορώνη καταλήφθηκε από τον συμμαχικό στόλο του αυτοκράτορα Καρόλου 5ου, του Πάπα και των Ιπποτών της Μάλτας με επικεφαλής τον Γενουάτη ναύαρχο Andrea Dοria και με τη βοήθεια των ντόπιων κατοίκων.

Το 1685 οι Ενετοί, μετά τον έκτο βενετουρκικό πόλεμο επέστρεψαν με τον στρατηγό Μοροζίνι ο οποίος κατέλαβε την Κορώνη και όλη την περιοχή. Στη σύντομη περίοδο της Β’ Ενετοκρατίας έγινε προσπάθεια να ξαναζωντανέψει η πόλη χωρίς σπουδαία αποτελέσματα.

Το κάστρο της Κορώνης - που χρονολογείται τον 6ο με 7ο μ.Χ. αιώνα - αποτελεί δείγμα της βενετσιάνικης φρουριακής αρχιτεκτονικής. Ανήκει στην κατηγορία των κάστρων που στο εσωτερικό τους σώζονται οικίες και ναοί. Το σχήμα του κάστρου της Κορώνης είναι πιθανότατα τετράγωνο. Αποτελείται από δύο σειρές τειχών ενώ στο δυτικό μέρος του στέκεται με δέος η ακρόπολη. Η βόρεια και η νότια πλευρά του κάστρου ατενίζουν τη θάλασσα. Στη νότια πλευρά υπάρχουν απότομα βράχια - τα βράχια του Ρεσάλτου - τα οποία καταλήγουν σε μία ακρογιαλιά. Η βόρεια, όπου είναι και η κεντρική είσοδος του κάστρου, οδηγεί στα σπίτια του οικισμού που εκτείνονται μέχρι και τη δυτική πλευρά.

Η κεντρική είσοδος είναι διαμορφωμένη σε μια μεγάλη τετράγωνη κατασκευή, όπου η κορυφή, στο κατώτερο τμήμα της, απολήγει σε ένα

116

οξυκόρυφο τόξο. Στο ανώτερο σημείο, όπου υπήρχε το δωμάτιο της φρουράς της πύλης σχηματίζεται καμπύλο τόξο.

Κατά τη περίοδο της ακμής του κάστρου, υπήρχε πρόπυλο με παραστάτες δεξιά και αριστερά ενώ στη κορυφή, ένα ανάγλυφο που απεικόνιζε το Λιοντάρι του Αγίου Μάρκου. Έπειτα, μια εσωτερική αυλή, που οδηγούσε στη κεντρική είσοδο του κάστρου, έκανε τη παρουσία της. Η αυλή αυτή, με το πέρας των χρόνων, καταλήφθηκε από μικρά σπίτια.

Για την κατασκευή του τείχους χρησιμοποιήθηκαν πέτρες και αρχαίο υλικό οικοδόμησης τα οποία είναι εμφανή τόσο στο μεγάλο πύργο όσο και στο τοίχο δίπλα από το μοναστήρι του Τιμίου Προδρόμου.

Ο μεγάλος τοίχος στη βορειοανατολική πλευρά αποτελεί το αρχαιότερο τμήμα του κάστρου ενώ το υψηλότερο σημείο είναι το βυζαντινό φρούριο εκεί που σήμερα βρίσκεται το γυναικείο μοναστήρι.

Συνεχίζοντας προς τα ανατολικά, απλώνεται μια χαμηλότερη έκταση η οποία οχυρώθηκε το 1209, όταν οι Βενετοί κατέλαβαν την Κορώνη. Μια δεύτερη εξωτερική αυλή δημιουργήθηκε τότε, τέσσερις φορές μεγαλύτερη σε έκταση από την προηγούμενη. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι πύργοι και τα τείχη του παλιού φρουρίου να ενισχυθούν. Ο εσωτερικός χώρος κατακλείστηκε από εγκαταστάσεις οι οποίες ήταν από υλικά που δεν άντεξαν στο χρόνο.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ

Το Κάστρο της Ναυπάκτου είναι ένα απ’ τα πλέον καλοδιατηρημένα παραδείγματα φρουριακής αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα, ίσως και στην Ευρώπη.

117

Χτισμένο στον λόφο πάνω απ’ την πόλη, το Κάστρο της Ναυπάκτου δελέασε κάθε τύπου και διαθέσεων λαούς να το αποκτήσουν. Έλληνες, Τούρκοι, Ενετοί, Άγγλοι, πειρατές κ.α. το χρησιμοποίησαν σαν ορμητήριό τους, βάζοντας ο καθένας και τη δική του σφραγίδα στην σημερινή εικόνα.

Τη σημερινή του γενική μορφή την οφείλει στους Ενετούς. Η Ναύπακτος είχε μεγάλη στρατηγική σημασία για τη Βενετία και κατά την πρώτη περίοδο της Ενετοκρατίας (1407-1499) προσπάθησε να την προστατέψει από τους προελαύνοντες Οθωμανούς χτίζοντας ισχυρό κάστρο πάνω στην αρχαία οχύρωση, ενώ οι υπόλοιποι «ιδιοκτήτες» πρόσθεσαν τη δική τους κουλτούρα.

Δύο βραχίονες που ακολουθούν την κλίση του εδάφους, κατεβαίνουν από την κορυφή του λόφου, ο ένας ανατολικά και ο άλλος δυτικά και κοντά στη θάλασσα κάμπτονται και κλείνουν την είσοδο του λιμανιού. Τέσσερα εγκάρσια τείχη ενώνουν τους δύο αυτούς βραχίονες και σχηματίζουν πέντε διαζώματα. Η οχύρωση στο Κάστρο της Ναυπάκτου ενισχύεται με πύργους κυκλικούς και τετράγωνους.

Η θέα από το Κάστρο της Ναυπάκτου είναι παραπάνω από επιβλητική.

118

ΤΑ ΚΑΣΤΡΑ ΤΟΥ ΠΡΙΓΚΗΠΑΤΟΥ ΤΗΣ ΑΧΑΙΑΣ

Τα σπουδαιότερα από τα Φράγκικα κάστρα στην Πελοπόννησο είναι: Το κάστρο Χλεμούτσι, γαλλικής αρχιτεκτονικής, χτίστηκε το 1220 από τον Φράγκο Ηγεμόνα Γοδεφρείδο Β Βιλλεαουρδίνο στην Γλαρέντζα της Ηλείας. Είναι από τα ωραιότερα Φράγκικα κάστρα του 13ου αι. και διατηρείται σε αρίστη κατάσταση. Το κάστρο της Αρκαδιάς (Κυπαρισσίας) κτίστηκε το 1205, το Παλιόκαστρο της Πύλου (1278), της Καλαμάτας χτίστηκε το 1230 στη θέση της ακρόπολης των Φαρών, του Πασαβά (1254), της Καρύταινας (1245), της Άκοβας κοντά στα Τρόπαια τον 13ου αι., το κάστρο του Σανταμερίου (1311), του Γερακίου (1209), το κάστρο της Ωριάς στην Κυνουρία, το κάστρο του λόφου της Λάρισας στο Άργος, το κάστρο της ''Μεγάλης Μάνης'' (1250) στην περιοχή του Γερολιμένα, το κάστρο της Χαλανδρίτσας, το κάστρο της Ζαρνάτας, το Ποντικόκαστρο στην Ηλεία. Οι Φράγκοι επίσης έκτισαν το 1249 το κάστρο και την καστροπολιτεία του Μιστρά και δεκάδες άλλα κάστρα, παρατηρητήρια και πολεμικούς πύργους που τα απομεινάρια τους είναι διάσπαρτα στις ορεινές περιοχές της Πελοποννήσου.

ΧΛΕΜΟΥΤΣΙ

Το Χλεμούτσι ή Χλουμούτσι ή Clermont ή Castel Tornese ήταν το σημαντικότερο κάστρο του Πριγκιπάτου της Αχαΐας. Κατασκευάστηκε μεταξύ του 1220 και του 1223 κατά την εποχή της Φραγκοκρατίας από το Γοδεφρείδο Β' Βιλλεαρδουίνο στην Ηλεία και προστάτευε και την Ανδραβίδα, αλλά και το επίνειο της, τη Γλαρέντζα.

Το αρχικό όνομα του κάστρου ήταν Clermont, όπως το ονόμαζαν οι Γάλλοι ιδιοκτήτες του. Οι Έλληνες το ονόμασαν Χλουμούτσι όπως φαίνεται στο Χρονικό του Μορέως ή Χλεμούτσι, η ονομασία που έφτασε σε εμάς σήμερα. Κατά την εποχή της βενετσιάνικης κυριαρχίας ονομάστηκε Castel Tornese, επειδή οι Βενετσιάνοι θεωρούσαν ότι εκεί γινόταν η κοπή των νομισμάτων του πριγκιπάτου της Αχαΐας, των τορνεζίων.

Το Χλεμούτσι βρίσκεται πάνω σε ένα λόφο ύψους περίπου 220 μέτρων, σε μικρή απόσταση από τη θάλασσα, στο δυτικότερο ακρωτήριο της Πελοποννήσου με θέα στο Ιόνιο Πέλαγος, απέναντι από τη Ζάκυνθο, στην ίδια ευρύτερη περιοχή με το λιμάνι και το κάστρο της Γλαρέντζας και την Ανδραβίδα, την πρωτεύουσα του Πριγκιπάτου της Αχαΐας.

119

Η ιστορία της κατασκευής του Κάστρου σώζεται στο Χρονικό του Μορέως. Ο Γοδεφρείδος Β' φορολόγησε το λατινικό κλήρο και χρησιμοποίησε τους φόρους για την κατασκευή του κάστρου, χάρις στο οποίο προστατευόταν η ύπαρξη του πριγκιπάτου και των Λατίνων. Αποτελείται από το κυρίως κάστρο που είναι ένα εξαγωνικό κτίσμα που περιλαμβάνει μια εσωτερική αυλή και από τον γύρω χώρο που προστατεύεται από τοίχους και έχει κατά διαστήματα πύργους. Μετά το θάνατο του Γουλιέλμου Βιλλεαρδουίνου ξεσπούν έντονες διαμάχες για την διαδοχή στην ηγεμονία και σταδιακά το πριγκιπάτο οδηγείται στην παρακμή. Το Χλεμούτσι το διεκδικούν διάφοροι ευγενείς.

Οι Καταλανοί κατέλαβαν το κάστρο το 1315, αλλά ανακαταλαμβάνεται από τους Φράγκους και παραμένει στην κατοχή τους μέχρι τις αρχές του 15ου αιώνα, όταν πέρασε στα χέρια του Κάρολου Α΄ Τόκκου, Παλατινού κόμη Κεφαλληνίας - Ζακύνθου και Δεσπότη της Ηπείρου. Το 1427 περιήλθε ειρηνικά στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, μετά τον γάμο του με την κόρη του Λεονάρδου Β΄ Τόκκου, Μαγδαληνή, η οποία για να παντρευτεί τον Παλαιολόγο μετονομάστηκε σε Θεοδώρα. Ο Κωνσταντίνος το χρησιμοποίησε ως στρατιωτικό και διοικητικό του κέντρο.

Το 1460 το κάστρο κατελήφθη από τους Τούρκους και το 1687 από τους Ενετούς, που το κράτησαν στην κατοχή τους ως το 1715, όταν ξαναπέρασε στα χέρια των Τούρκων. Οι μικρής κλίμακας επισκευές κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας και οι ιδιαίτερα περιορισμένες επεμβάσεις είχαν σαν αποτέλεσμα τη διατήρηση των αρχιτεκτονικών στοιχείων του 13ου αι., ώστε το κάστρο να είναι σήμερα ένα σημαντικό δείγμα κατασκευών της εποχής της Φραγκοκρατίας.

120

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΠΑΦΟΥ

Το κάστρο της Πάφου βρίσκεται στο δυτικό άκρο του λιμανιού. Χτίστηκε κατά τη διάρκεια της Φράγκικης κατοχής στο 13ο αιώνα για να αντικαταστήσει το Βυζαντινό κάστρο των «Σαράντα Κολώνων». Το κάστρο έχει μόνο μια είσοδο στην ανατολική πλευρά του και πολύ μικρά παράθυρα. Το κύριο μέρος του είναι ένας μεγάλος τετράγωνος πύργος

121

που έχει στη μέση μια εσωτερική αυλή. Οι Ενετοί απογύμνωσαν το κάστρο το 1570 για να μην μπορέσουν οι Οθωμανοί, που κατέκτησαν το νησί, να το χρησιμοποιήσουν. Σύμφωνα με μια τουρκική επιγραφή τοποθετημένη πάνω από την είσοδο, οι Οθωμανοί ξαναχτίσανε το κάστρο το 1780. Εκεί κοντά βρίσκονται και τα ερείπια ενός δεύτερου κάστρου, που πιθανόν να χτίστηκε την ίδια περίοδο.

΄

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΛΕΜΕΣΟΥ

Το Κάστρο της Λεμεσού βρίσκεται στην καρδιά της παλιάς πόλης, λίγο πιο πάνω από το παλιό λιμάνι. Σύμφωνα με την παράδοση, εδώ ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος παντρεύτηκε τη Βερεγγάρια της Ναβάρρας και την έστεψε Βασίλισσα της Αγγλίας το 1191. Τα οχυρωματικά τείχη παρουσιάζουν μεγάλο αρχαιολογικό ενδιαφέρον και υπάρχουν σκέψεις ότι ήταν κομμάτια από πολύ μεγαλύτερο κάστρο.

Η ακριβής ημερομηνία της κατασκευής του κάστρου δεν είναι γνωστή. Σύμφωνα με τον Etienne de Lusignan, χτίστηκε το 1193 από τον ιδρυτή της δυναστείας των Λουζινιανών, Guy de Lusignan, αλλά η πρώτη επίσημη αναφορά του κάστρου χρονολογείται στο 1228, κατά τη διάρκεια της ανάμιξης του Frederic II της Γερμανίας στις υποθέσεις της Κύπρου. Μέσα στα χρόνια το κάστρο υπέφερε από επιθέσεις διαφόρων εισβολέων, αλλά έπαθε μεγαλύτερες ζημιές και από σεισμούς του 1567 και του 1568. Τέλος στο 1590, οι Οθωμανοί ξανάχτισαν το κάστρο στην αρχική μορφή του. Το αρχικό κάστρο ήταν μεγαλύτερο από το μεταγενέστερο, στο οποίο ενσωματώθηκαν κάποια κομμάτια από το παλιότερο κτίριο, όπως οι δύο μακρόστενες αίθουσες του ισογείου. Κάτω από την ανατολική αίθουσα

122

υπάρχει ένα υπόγειο με κελιά, που χρησιμοποιούνταν για φυλακή μέχρι το 1950. Σήμερα το κάστρο στεγάζει το Μεσαιωνικό Μουσείο της Κύπρου.

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΚΕΡΥΝΕΙΑΣ

Το Κάστρο της Κερύνειας βρίσκεται στο λιμάνι της Κερύνειας της Κύπρου. Χτίστηκε αρχικά από τους Ρωμαίους και τον 7ο αιώνα ανακατασκευάστηκε από τους Βυζαντινούς στη προσπάθεια τους να προστατεύσουν την πόλη από τις αραβικές επιδρομές. Ανακαινίστηκε τον 11ο αιώνα για να ανακαινιστεί πάλι από τους Λουζιτανούς ηγεμόνες της Κύπρου. Τον 13ο αιώνα μέσα στο κάστρο χτίστηκαν βασιλικά διαμερίσματα τα οποία γκρεμίστηκαν αργότερα από τους Ενετούς. Οι Ενετοί ανακαίνισαν εκ νέου το κάστρο, ισχυροποιώντας τα τείχη του και κατασκευάζοντας νέους πύργους. Το 1570 πέρασε στην κατοχή των Οθωμανών και έκτοτε χρησιμοποιήθηκε ως φυλακή από τους Οθωμανούς και αργότερα από τους Βρετανούς.

123

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΛΑΡΝΑΚΑΣ

Το μεσαιωνικό κάστρο της Λάρνακας, κτίστηκε από τον Λουζινιανό βασιλιά Ιάκωβο Α΄ [1382-1398]. Δεν γνωρίζουμε την αρχική του μορφή όταν κτίστηκε τον 14ο αιώνα. Η οικοδόμησή του στην παραλία έγινε για λόγους προστασίας του αγκυροβολίου των Αλυκών, που κατέστη το σημαντικότερο λιμάνι του βασιλείου, μετά την κατάληψη της Αμμοχώστου το 1373 από τους Γενουάτες. Σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες στην ίδια θέση προϋπήρχε οχυρωματικό φρούριο, που κτίστηκε από τους Βυζαντινούς τον 11ο αι. επί εποχής των Κομνηνών αυτοκρατόρων. Το Κάστρο έπαιξε σημαντικό ρόλο μέχρι το 1570, που οι Ενετοί το κατεδάφισαν για να μην πέσει στα χέρια των Τούρκων. Την χρονιά αυτή κατεδαφίστηκαν όλα τα Κάστρα στο νησί, εκτός από εκείνα που θα κρατούσαν την άμυνα της Κύπρου, δηλαδή τα φρούρια της Λευκωσίας, της Κερύνειας και της Αμμόχωστου. Ήταν εφοδιασμένο με διάφορα εμβλήματα της Ενετικής Δημοκρατίας. Τα μεσαιωνικά τμήματα του Κάστρου βρίσκονται στη νότια και ανατολική πλευρά. Η τοιχοδομία των τμημάτων αυτών και η μορφολογία των καμάρων της νότιας πτέρυγας, μας παραπέμπουν στο 14ο αιώνα. Το σημαντικότερο των εκθεμάτων, είναι το οικόσημο που αποδίδεται στη μεγάλη μεσαιωνική οικογένεια των Ντε Νόρες. Το οικόσημο αυτό σε σχήμα θυρεού-ασπίδας, φέρει στην κορυφή του σε οριζόντια διάταξη τρεις ισομεγέθεις σταυρούς, παρατεταγμένους ο ένας δίπλα στον άλλο.

124

το οικόσημο των Ντε Νόρες

125

ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ ΤΗΣ ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΥ

Το Κάστρο της Αμμόχωστου ή Πύργος του Οθέλο όπως είναι γνωστό στην Κύπρο βρίσκεται στην κατεχόμενη Αμμόχωστο.

Είναι άγνωστο πότε χτίστηκε για πρώτη φορά. Στη Βυζαντινή εποχή υπήρχε ένας πύργος που στα χρόνια των Λουζιτιανών ηγεμόνων επεκτάθηκε για να φτάσει στη σημερινή μορφή του από τους Ενετούς. Στη σημερινή τους μορφή τα τείχη έχουν μήκος 3,5 χιλιόμετρα , πάχος 4 μέτρα και ύψος 10 μέτρα. Το κάστρο προστάτευε το εσωτερικό λιμάνι της πόλης η είσοδος του οποίου κλεινόταν με αλυσίδα. Όταν η πόλη πέρασε στα χέρια των Ενετών αυτοί έχτισαν νέους προμαχώνες και ενίσχυσαν τα τείχη. Το 1570 οι Τούρκοι πολιόρκησαν το κάστρο για έναν ολόκληρο χρόνο, μέχρι το 1571 .

Το κάστρο έχει τρεις προμαχώνες : τον προμαχώνα του Τοξότη με ύψος 36 πόδια, τον προμαχώνα Μαρτινέγκο ο οποίος στην τούρκικη πολιορκία δέχτηκε όλο το βάρος της επίθεσης και ο προμαχώνας του Ναυστάθμου. Έχει δύο πύλες, την πύλη της ξηράς και τη θαλάσσια πύλη.

Ο πύργος του Οθέλο αποτελεί τμήμα των οχυρώσεων του κάστρου της Αμμοχώστου. Είναι τετράγωνο κτίσμα με τέσσερις πύργους στις γωνίες του και ξεχωριστή τάφρο από το υπόλοιπο κάστρο. Κατά τη φραγκοκρατία εκεί δενόταν η μία άκρη της αλυσίδας που έκλεινε την είσοδο του εσωτερικού λιμένα της πόλης.

Η ονομασία του οφείλεται στο θεατρικό έργο του Σαίξπηρ, «Οθέλος», που πιστεύεται ότι διαδραματίζεται εκεί παρόλο που ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει απλά μια πόλη της Κύπρου. Σύμφωνα με το έργο ο Οθέλος ήταν Ενετός διοικητής της Αμμόχωστου .

126

127

ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Βενετία : μια πόλη ανάμεσα στη θάλασσα και την λιμνοθάλασσα και μια τέχνη που γεννιέται μέσα από το μυστήριο, που την νοιώθουμε μέσα από την σύγκρισή της με την βυζαντινή, την τέχνη της αναγέννησης και το μπαρόκ.

Ένα άγαλμα του Φειδία, μια βυζαντινή εικόνα του Εμμανουήλ Τζάνε, η Ανάληψη της Παρθένου του Τιτσιάνο ή ένας πίνακας του Ρέμπραντ συνθέτουν το τοπίο του πολιτισμού. Τα σύμβολα και οι μύθοι λειτουργούν σαν ένα αδιάσπαστο σύνολο.

Μέσα από έναν λαβύρινθο καναλιών, κάτω από κομψά μαρμάρινα μπαλκόνια με σκαλισμένα λιοντάρια, μπροστά από πένθιμες προσόψεις, ξεδιπλώνεται η θέα της πόλης, που ασκεί μια γοητεία. Αυτή η Βασίλισσα των Θαλασσών έρχεται να διαλύσει τη μέθη της φαντασίας. Η φθορά και η δύναμη της σιωπής έχουν διαμορφώσει τον διάκοσμο του ονείρου …

… σαν το καρναβάλι της, κατά το οποίο οι άνθρωποί της δεν διατηρούσαν τίποτα από την σοβαρότητα και την καθημερινότητά τους αλλά μια μυθική αίσθηση γιορτής που περιρρέει τα πάντα … και συνδυάζει Ανατολή και Δύση.

Albert Merat

ΤΑ ΡΟΖ ΜΑΡΜΑΡΑ

ΒΕΝΕΤΙΑ

Τα μάρμαρα, ταφόπλακες,

φαίνονται άκομψα και θλιβερά

τα ρόζ μάρμαρα δεν φαντάζουν όμορφα

παρά μόνο δίπλα στα χρυσαφένια μωσαϊκά

ο ουρανός που ανατέλλει, έρχεται να ακουμπήσει

στη λεπτή ομορφιά των χρωμάτων της ακουαρέλλας :

θἀλεγε κανείς ότι στέλνει ένα φιλί

στο πέταγμα των τριγωνιών

με αρμονίες τρεμάμενες και χρυσαφιές,

128

αγκαλιάζοντας την ομορφιά του περίγυρου

το θεϊκό αίμα των ροζ μαρμάρων

κυλά στις φλέβες κι αυτών των λευκών.

Απ’ την μεριά της θάλασσας

μιας θάλασσας εύθραστης και λεπτής

απλώνουν προς τη χέρσα γη

τη φωτεινότητά τους, την αποστράπτουσα και την θαμπή.

Έχουν φωνές και βλέμματα

και στης παλίρροιας τ’ ανέβασμα

ψάχνουν να δούν, μήπως τα λάβαρα

δεν κυματίζουν στον Μωριά.

Οι Μαρμάρινες Πόλεις

… ο ορίζοντας της γνώσης είναι αυτός που περιχαρακώνει τα σύνορα και «χωρίς την Βενετία» κατά τον Αντρέ Μαλρώ (Andre Malraux) «δεν θα υπήρχε ο Σαίξπηρ και ο Μπετόβεν, αφού η Βενετία είναι το καταφύγιο του ονείρου, που η Ιταλία άφησε στην Ευρώπη»

1ο ΓΕΛ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Β΄ ΛΥΚΕΙΟΥ

2014 – 2015

«Η ΒΕΝΕΤΙΑ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ – Η ΕΛΛΑΔΑ ΤΩΝ ΒΕΝΕΤΩΝ»

«ΣΗΜΑΔΙΑ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ»

ΜΑΪΟΣ 2015

129

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Βενετία : κοιτίδες Ελληνισμού 2. Η βενετία των Ελλήνων – η Ελλάδα των Βενετών : σημάδια στο

χώρο και τον χρόνο (Μέγαρο Μουσικής Αθηνών – Μάρτιος / Απρίλιος 1999)

3. Ελληνικοί Θησαυροί στον κόσμο – Ινστιτούτο Βυζαντινών Σπουδών Βενετίας, Νίκος Χατζηγεωργίου, εκδ. Μίλητος

4. Ε/Ιστορικά, ένθετο της εφημερίδας Ελευθεροτυπία - «Έλληνες διαπρέψαντες στη Δύση», 29 Ιανουαρίου 2004.

5. Venetiae quasi alterum Byzantium. Οι εκδόσεις των ελληνικών βιβλίων από τον Άλδο Μανούτιο και τα πρώτα ελληνικά τυπογραφεία της Βενετίας. Επιμέλεια Μ.Ι. Μανούσακα και Κ. Στάικου, Αθήνα 1993, σσ. 29-37.

6. Γαληνοτάτη Δημοκρατία Βενετίας και Ελληνισμός 7. Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού/Κων-πολη 8. Ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας : Βασίλιεφ 9. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους : Εκδοτική Αθηνών 10. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος – Λαρούς – Μπριτάνικα 11. Η Φραγκοκρατία στην Ελλάδα : Miller, μτφ. Άγγελου Φουριώτη,

Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 1997 12. Dimitri Obolensky, Η Βυζαντινή Κοινοπολιτεία 13. Georf Ostrogorsky, Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους 14. Η Βενετία των Ελλήνων : Αθανάσιος Καραθανάσης 15. Κοινωνία, πολιτισμός και διακυβέρνηση στο βενετικό κράτος της

θάλασσας : Στάθης Μπίρταχας 16. Η Βενετία των Ελλήνων : Χρύσα Μαλτέζου 17. Τα άλογα του Αγίου Μάρκου : Charles Freemann 18. Η ταυτότητα της ελληνικής κοινότητας της Βενετίας στη

αρχιτεκτονική και την πολεοδομία : Νικολία Ιωαννίδου 19. Βυζάντιο και Βενετία : Donald Nicol 20. Η σχέση των Ελλήνων με τους Βενετούς και τους άλλους δυτικούς

ευρωπαίους από τον 13ο ως τον 18ο αι. : Ειρήνη Αρτέμη 21. Οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις των Ελλήνων υπηκόων της Βενετίας

κατά τον 16ο αι. : Γ. Παγκράτης 22. Ο τοίχος της πλατείας των Ελλήνων στη Βενετία και τα αρχειακά

τεκμήρια της ιδιοκτησίας του : Χρύσα Μαλτέζου 23. Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών σπουδών

Βενετίας – Οδηγός του Μουσείου : Χρύσα Μαλτέζου / Μαρία Καζανάκη – Λάππα, Βενετία 2005

24. Όλη η Βενετία σε 235 έγχρωμες φωτογραφίες και το σχέδιο της πόλεως, Bonechi Edizioni “il Turismo”

130

25. Μ.Γ. Ανδριανάκης, Το Φραγκοκάστελλο των Σφακίων, Αθήνα: Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων 1998

26. Καθημερινή, ένθετο 7 ημέρες, Αμμόχωστος 23 χρόνια πόλη φάντασμα, τεύχος 12 Ιανουαρίου 1997.

27. Megaw, Arthur (1972). «Supplementary Excavations on a Castle Site at Paphos, Cyprus, 1970-1971

28. Καθημερινή, ένθετο "7 Ημέρες" , Κερύνεια "Επιστροφή" στη κατεχόμενη πόλη, τεύχος 23 Αυγούστου 1998.

29. Κουμαρτζής, Νικόλαος . Κάστρα και θρύλοι στην Ελλάδα, εκδ. Αρχέτυπο, 2010

30. Corpus, Αρχαιολογία των Πολιτισμών, Τεύχος 45 Ιανουαριου 2003, εκδόσεις Περισκόπιο, άρθρο των Σοφία Σάκκαρη - Λουίζας Σάκκαρη

31. Υπουργείο Πολιτισμού, Κάστρο της Μεθώνης 32. Αναγνωστάκης, Ηλίας (2002). «Παράκτιοι οικισμοί της

πρωτοβυζαντινής Μεσσηνίας. Η σιωπή των πηγών και η αποσπασματική μαρτυρία της αρχαιολογίας». Στο: Π. Γ. Θέμελη - Βούλα Κόντη. Πρωτοβυζαντινή Μεσσήνη και Ολυμπία. Αστικός και αγροτικός χώρος στη Δυτική Πελοπόννησο. Πρακτικά του Διεθνούς Συμποσίου, Αθήνα 29-30 Μαΐου 1998. Αθήνα. σελ. 148-151.

33. Αναγνωστάκης, Ηλίας (Αύγουστος 2005). «Μετονομασίες-μετοικεσίες. Η περίπτωση της Κορώνης». Ομηρική Αίπεια-αρχαία Κορώνη-Πεταλίδι:παρελθόν-παρόν και μέλλον, Επιστημονικό Συνέδριο δήμου Πεταλιδίου, Πεταλίδι 5-7 Αυγούστου 2005.. Πεταλίδι.

34. Η ιστορία του χτισίματος του Κάστρου του Χλεμουτσίου στο Χρονικό του Μορέως

35. Φορτέτζα, Το φρούριο του Ρεθύμνου. Ρέθυμνο: Mediterraneo Editions. 1998.

36. Ανωμερίτης, Γεώργιος. Το κάστρο της Νάξου και οι εκκλησίες του. Αθήνα: Μίλητος, 2010

37. Υπουργείο Πολιτισμού, Κάστρο Καλαμάτας 38. Πλήρης ταξιδιωτικός οδηγός της Μεσσηνίας, Κάστρο Καλαμάτας 39. Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Λαρούς, τόμ. 32 40. Ε/Ιστορικά, ένθετο της εφημερίδας Ελευθεροτυπία, «Έλληνες

διαπρέψαντες στη Δύση», 29 Ιανουαρίου 2004 41. Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος, Νεα Ελληνική Ιστορία 1204-1985 42. Ευάγγελος Κοκκόρης, Η Βενετία της Σιωπής – Θραύσματα μιας

πόλης, εκδ. Ταξιδευτής 43. Ιστορία του Μεσαιωνικού και Νεότερου Κόσμου, ΟΕΔΒ, Αθήνα 2003

131

ΔΙΚΤΥΟΓΡΑΦΙΑ

3 Μαΐ 2014 - Στη Βενετία συναντάμε εντονότατες βυζαντινές επιρροές, αφού η περιοχή ... του νέου Ελληνισμού στη Δύση. Κρήτες φοιτητές κατακτούσαν τη γνώση στα .... εγκαταστάθηκαν στο σημαντικό αυτό ναυτικό σταυροδρόμι της Ν.Α.

η κρητη στα χρονια της βενετοκρατιας (1204 – 1669)

greekworldhistory.blogspot.com/2014/04/1204-1669.html 15 Απρ 2014 - Η Βενετία δεν ήταν όμως η μόνη Ιταλική πόλη που εισχώρησε στον Ελληνικό χώρο. ... «Φράγκοι» ήταν ένας γενικός όρος για όλους τους Ευρωπαίους της δύσης. .... Η νευραλγική θέση του νησιού στο σταυροδρόμι της Μεσογείου θα εξασφάλιζε ...... και στον ανερχόμενο Ελληνισμό της Αναγεννησιακής Δύσης».

Ο διάλογος δύο πολιτισμών στο Μέγαρο - γνώμες - Το Βήμα ...

www.tovima.gr/opinions/article/?aid=109032 14 Μαρ 1999 - Εγκαινιάζεται αύριο η έκθεση «Η Βενετία των Ελλήνων Η Ελλάδα των Βενετών» ... προσπαθεί να καταγράψει τις αλληλεπιδράσεις ανάμεσα στο Βυζάντιο και στη Δύση ... οι θησαυροί του Ελληνισμού της Βενετίας που σήμερα ανήκουν στο ... στη Βενετία μετά την Αλωση. Τέλος, από ένα άλλο μεγάλο σταυροδρόμι ...

ΕΛΛΗΝΕΣ ΛΟΓΙΟΙ ΣΤΗΝ ΔΥΣΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ

www.hellinon.net/Aneotera/EllinesLogioi.htm Το μεταναστευτικό ρεύμα αυτό των βυζαντινών λογίων προς την Δύση λίγο πριν ... ευρισκόταν σε κρίσιμο σταυροδρόμι, καθώς μόλις έβγαινε από τον Μεσαίωνα και ..... Μεταξύ των λογίων φυγάδων μετά την Άλωση που έζησαν στην Βενετία είναι οι .... κόσμο συνέβαλαν στην πολιτισμική αναγέννηση του υπόδουλου ελληνισμού.

ΕΡΕΥΝΑ: Κρήτη - καύχημα του Ελληνισμού, σταυροδρόμι ...

www.pygmi.gr › Ελεύθερη Άποψη 31 Μαρ 2012 - ΕΡΕΥΝΑ: Κρήτη – καύχημα του Ελληνισμού, σταυροδρόμι των λαών ... από τους Φράγκους, οι οποίοι, όμως, πούλησαν το νησί στους Βενετούς. .... του Ελληνισμού. Η μονόπλευρη προσκόλληση της Ελλάδας στην Δύση της ...

Σταυροδρόμι (Πέρα) - Μεγάλη διαδικτυακή εγκυκλοπαίδεια ...

constantinople.ehw.gr/forms/fLemmaBodyExtended.aspx?lemmaID... Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Κωνσταντινούπολη ... Σύμφωνα με το Μανουήλ Γεδεών, πριν από το 19ο αιώνα το Σταυροδρόμι και το ... από τους Βυζαντινούς χρόνους τόπο παραμονής και συναλλαγής κυρίως εμπόρων από τη Βενετία, ...

[PDF]Κύπρος: σταυροδρόμι της Μεσογείου

helios-eie.ekt.gr/EIE/bitstream/10442/7285/1/M01.017.0.pdf

132

λιετής ένδοξη ιστορική παρουσία του ελληνισμού στο νησί δημιουργεί σε μας. βαρύτατες ευθύνες, που ... Αγώνας για επικράτηση: Βενετία και Γένουα στο μεσαιωνικό ... πο περιβάλλον. Δύση και Ανατολή, σε διαρκή ροή και γονιμοποιό διαλεκτική.

[PDF]Η Βενετία των Ελλήνων, Η Ελλάδα των Βενετών Παραγωγη ...

www.laskaridou.gr/.../946ListaEkpaideytikwnProgrammatwn2ovathmia.... αυτοκρατορίας, ως κέντρο του ελληνισμού στη Δύση αναδείχθηκε η Βενετία. Εκεί, ...... Ένα μουσικό ταξίδι στα παράλια της Μεσογείου θάλασσας, στο σταυροδρόμι.

[PDF]Νίκος Γ. Μοσχονάς - Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών

www.eie.gr/nhrf/institutes/ibr/cvs/cv-moschonas-gr.pdf Τoμέας Βυζαντινών Ερευνών (Ερευνητικό Πρόγραμμα "Βυζάντιο και Δύση") ... και Διπλωματική (Σχολή Κρατικών Αρχείων Βενετίας, 1964-1966 και Διεθνή Σεμινάρια ... Σχέσεις μεταξύ Ελληνισμού και λαών της Δυτικής Ευρώπης στην όψιμη .... Kύπρος Σταυροδρόμι της Mεσογείου, επιστημονική επιμέλεια N. Γ. Mοσχονάς,.

Βυζάντιο και Δύση

www.eie.gr/nhrf/institutes/ibr/programmes/bzwest-gr.html Κύπρος, σταυροδρόμι της Μεσογείου (Φεβρουάριος 2000). ... Οι ναυτικές Πολιτείες της Ιταλίας (Αμάλφη, Πίζα, Γένουα, Βενετία) και ο ρόλος τους στην .... «Βυζάντιο και Δύση», Κέντρο Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού Ακαδημίας Αθηνών.

12 Νοε 2014 - ... Κρήτη, στη Βενετία, στη Ρώμη, στο Τολέδο" (El Greco from Crete, to Venice, ... των Σχέσεων του Μεσαιωνικού και Νέου Ελληνισμού με τη Δύση ...

Το comeback της αγαπημένης κρουαζιέρας των Ελλήνων

www.newsbeast.gr/.../to-comeback-tis-agapimenis-krouazieras-ton-ellino... 12 Ιουν 2014 - ... το σταυροδρόμι Ανατολής και Δύσης, η γέφυρα Ευρώπης και Ασίας. ... Η λιμνοθάλασσα της Βενετίας με τα γραφικά κανάλια και τα αμέτρητα ...

ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΠΑΡΑΚΜΑΖΕΙ ΚΑΙ ΥΠΟΚΥΠΤΕΙ ΣΕ ΚΑΤ&Alp ...

anoixtosxoleio.weebly.com/epsilonnu972tauetataualpha-sigmatau900-al... Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α' τότε ζήτησε βοήθεια από τους Βενετούς, δίνοντάς τους ... Γι' αυτό παρακίνησε και τους χριστιανούς άρχοντες των κρατών της Δύσης και ... Σ' αυτή έχει τις ρίζες του ο ποντιακός ελληνισμός και γι' αυτή μιλούν ακόμη οι ... την έκανε σταυροδρόμι των στεριανών και των θαλάσσιων εμπορικών δρόμων ...

[PDF]Όλη η βυζαντινή ιστορία σε περιλήψεις

24dim-ioann.ioa.sch.gr/yliko/.../plana_mathimaton_byzantinis_istorias.p... Δύση. (ηρεμία, ασφάλεια). Παραίτηση Διοκλητιανού. Λικίνιος Γαλέριος. Κωνσταντίνος Μαξέντιος ..... 4η Σταυροφορία ▻Συγκέντρωση στη Βενετία (→

133

Αίγυπτος → Ιεροσόλυμα). Οι Βενετοί ... Ρίζες του ποντιακού ελληνισμού. 3. ... Σταυροδρόμι.

Τυπογραφεία της διασποράς | ανεμουριον

anemourion.blogspot.com/2014/10/blog-post_32.html 11 Οκτ 2014 - ... στη Βενετία. Εκεί, μια ισχυρή ελληνική κοινότητα, που εξελίχτηκε σε πραγματικό πνευματικό φάρο του Ελληνισμού της Δύσης και της Ανατολής ...

Μόνο κείμενο - Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού - Αιγαίο

www2.egeonet.gr/aigaio/Forms/fLemmaBody.aspx?lemmaid=10808 Ο ανταγωνισμός μεταξύ Βενετίας και Γένοβας ... Ασίας, με την προϋπόθεση να τον υπηρετούν ως έμπιστοι απεσταλμένοι του σε κράτη της Δύσης. ... καθώς το λιμάνι της βρισκόταν στο σταυροδρόμι της θαλάσσιας οδού από τη Γένοβα προς την ...

Αναγέννηση - Βικιπαίδεια

el.wikipedia.org/wiki/Αναγέννηση ... Βορρά και τη Δύση αντίστοιχα, και η Δημοκρατία της Βενετίας την Ανατολή. Η Ιταλία ... ως σημαντικών εμπορικών κέντρων, τα κατέστησε σταυροδρόμια ιδεών.

[PDF]Όλγα Κατσιαρδή - Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας

www.arch.uoa.gr/fileadmin/arch.uoa.gr/uploads/cvs/katsiardi_gr.pdf Ελληνισµού µε τη Δύση, Κοινωνική και Οικονοµική Ιστορία της ίδιας περιόδου, .... Tommaseo, Venezia 23—25 gennaio 2003, Roma- Padova- , Editrice Antenore, 2004, σ. ..... σταυροδρόµι γεωοικονοµικών, κοινωνικών πολιτιστικών αλλαγών».

GREEK SURNAMES: Η Ελλαδα σ' ένα ιστορικό σταυροδρόμι.

greeksurnames.blogspot.com/2012/06/blog-post_03.html 3 Ιουν 2012 - Ο Ελληνισμός στο σταυροδρόμι ... Στη μεταπολίτευση, η υποταγή στη Δύση θα ολοκληρωθεί μεταβαλλόμενη σε πλήρη εσωτερική αλλοτρίωση, ...

30 Ιουλ 2014 - Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΒΕΝΕΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΤΕΤΑΡΤΗ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΝΟΜΗ ... αναδεικνύοντας τον άνθρωπο ως σταυροδρόμι όπου η θεία και η φυσική τάξη .... για μια πραγματική άνθηση των ελληνικών σπουδών στη Δύση.

Ο θάνατος της δημοκρατίας και του ελληνισμού στο ...

www.arxaiaithomi.gr/2014/10/.../ο-θάνατος-της-δημοκρατίας-και-του-ελλ... 19 Οκτ 2014 - Ο θάνατος της δημοκρατίας και του ελληνισμού στο τελευταίο σταυροδρόμι. Ο ελληνισμός για να ξανά αναστηθεί και να επιβιώσει για πάντα, χρειάζεται ένα ...... αυτή τη φορά στη Βενετία. Ο Julio Camillo τελικά πέθανε το 1544 και το όνειρο ... χώρα της Δύσης, την Ελλάδα, από έναν ποιητή ευγενούς καταγωγής, ...

134

:BiblioNet : Μοσχονάς, Νίκος Γ

[PDF]Σημειώσεις Μαθήματος - Τμήμα Μεσογειακών Σπουδών www.biblionet.gr/author/41882/Ν._Γ._Μοσχονάς Μελετά τις σχέσεις του βυζαντινού και του νεότερου Ελληνισμού με τη Δύση και ... του Ελληνικού Ινστιτούτου Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας. ... (2001), Κύπρος: σταυροδρόμι της Μεσογείου, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (Ε.Ι.Ε.). www.mediterraneanstudies.gr/.../Istoria%20tis%20mesogeiou_mesoi_neo... Η Μεσόγειος πανάρχαιο σταυροδρόμι, ετερόκλιτη, αλλά και συνεκτική. Χώρος ... Βενετία βρισκόταν στην καρδιά του ευρύτερου συγκοινωνιακού συστήματος εκείνης. της εποχής, ήταν ... γ) Ελληνισμός-Ορθοδοξία. Η διάρκεια των ... της Δύσης με την Ανατολή (Έλληνες και Πέρσες, Ρωμαίοι και Καρχηδόνιοι, Άραβες και Ισπανοί).

Στην επόμενη σελίδα: Η κρίση ως παρακμή - Popaganda

popaganda.gr/christos-giannaras-oli-esthanomaste-mia...se...ton.../2/ 12 Νοε 2013 - Ο ελληνισμός δεν ήταν ποτέ ένα γκέτο, ήταν σταυροδρόμι ανοιχτό. Θα πάρουμε από τη Δύση πράγματα, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι επί 10 αιώνες περίπου, ο ελληνισμός .... Καλή Χρονιά από την μαγευτική Βενετία και την Aegean.

[PDF]Χρονολόγηση Γεωγραφικός εντοπισμός Βυζαντινό εμπόριο στ

kassiani.fhw.gr/blacksea/FORMS/filePage.aspx?lemmaId=10646 Ο Εύξεινος Πόντος αποτελούσε σταυροδρόμι του διεθνούς και ... και Δύσης, οι Πετσενέγοι υπήρξαν διάμεσοι στο εμπόριο μεταξύ της Χερσώνας και ... 2008, Εγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού, Εύξεινος Πόντος ... (κυρίως στη Βενετία και τη Γένουα), και τα οποία έπληξαν το βυζαντινό εμπόριο επιτρέποντας στους Ιταλούς να.

Ιστορία της Κύπρου - Φαρμακευτική Εταιρεία Ελλάδος

fee.org.gr/statins-functional-nutrition/150-cyprus-history.html ... της Ανατολικής Μεσογείου. (το σταυροδρόμι των λαών) Στο πέρασμα των αιώνων ... Οι σχέσεις με την Ανατολή στα χρόνια αυτά είναι στενότερες παρά με τη Δύση .... σημαντικό ρόλο έπαιζαν οι ναυτικές πόλεις της Ιταλίας, Γένοβα και Βενετία. Το ...

[DOC]1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

www.corfu.gr/c/document_library/get_file?folderId=86244...doc Μία πόλη στο σταυροδρόμι της Ανατολής και Δύσης, του Βορρά και του Νότου, που ... Η μεγάλη σημασία που απέδιδαν οι Βενετοί στην γεωγραφική θέση της .... Παράλληλα, η Κέρκυρα όντας από τους λίγους χώρους του ελληνισμού στους ...

Δημοτικό Διαμέρισμα Κερκυραίων - GTP

ΒΥΖΑΝΤΙΟ - ΡΩΜΑΝΙΑ www.gtp.gr/TDirectoryDetails.asp?id=45280&lng=1 Μία πόλη στο σταυροδρόμι της Ανατολής και Δύσης, του Βορρά και του Νότου, ... την Βενετία, αποδέχοντάς την ως "άρχοντα-προστάτη", προσδιόρισαν κατά κύριο .... Παράλληλα, η Κέρκυρα όντας από τους λίγους χώρους του ελληνισμού στους ...

135

www.apologitis.com/gr/ancient/byzantio.htm (Κρεββατάς Δημήτριος, Βυζάντιο & ο διωγμός του ελληνισμού, σελ. ... Το φεουδαρχικό κλίμα της Φράγκικης Δύσης μεταφυτεύτηκε στην Ανατολή. ... Οι περισσότεροι έφτασαν το 1202, αργοπορημένα στην Βενετία. Η οργάνωση, ο εξοπλισμός και ...... Στις κωμοπόλεις, στα γαιοκτήματα, στην ύπαιθρο, στα σταυροδρόμια, σε όλα τα ...

o www.mythicalpeloponnese.gr/blog/κάστρο-παλαμήδι/

o el.wikipedia.org/wiki/Παλάτι_του_Μεγάλου_Μαγίστρου_(Ρόδος)

o local.e-history.gr/download/attachments/8487207/bourtzi.pdf? o nafpaktos.nafpaktia.com/gr/.../10/Το%20κάστρο%20της%20 Ναυπακτου o pylos.info/gr/aksiotheata-pylou/niokastro-neo-navarino o www.kastra.eu/castlegr.php?kastro=niokastro

o www.explorecrete.com/Heraklion/GR17-Heraklion-koules.html

o www.kastra.eu/castlegr.php?kastro=neratzia

o www.mythicalpeloponnese.gr/blog/μυστράς/