Κεφάλαιο 1 Ε - repository.kallipos.gr · 1.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ∆ΡΟΜΗ Σύνοψη...

26
1.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ∆ΡΟΜΗ Σύνοψη Το κεφάλαιο 1 που ακολουθεί, εισάγει το ευρύτερο γνωστικό αντικείµενο, το οποίο πραγµατεύεται το βιβλίο. Αποτελεί κεφάλαιο µε τίτλο «Ιστορική αναδροµή» µε τρία υποκεφάλαια, το οποίο πραγµατεύεται την εργασία και την παροχή υπηρεσιών ως ιδιαίτερους τοµείς στο πεδίο των κοινωνικών οργανώσεων. Στο πρώτο υποκεφάλαιο 1.1. «Η εργασία», προσδιορίζεται η έννοια και πραγµατοποιείται µια συνοπτική ιστορική ανασκόπηση, µε αφετηρία την Α΄ Βιοµηχανική Επανάσταση έως τη σηµερινή εποχή. Η ιστορική ανασκόπηση συνδέει τον καταµερισµό και την οργάνωση της εργασίας µε βασικές θεωρίες που αναπτύχθηκαν (Γραφειοκρατία, Τεϊλορισµός, Φορντισµός). Το υποκεφάλαιο 1.2. «Η παροχή υπηρεσιών» περιγράφει το περιεχόµενο της εργασίας σ’ αυτόν τον τοµέα και το ρόλο του φύλου των εργαζοµένων. Το υποκεφάλαιο 1.3. «Το γραφείο ως χώρος εργασίας» αναφέρεται στους εργασιακούς χώρους γραφείων και στις τεχνολογικές εξελίξεις, οι οποίες απετέλεσαν µοχλούς εξέλιξης, τόσο σε ό,τι αφορά τις οργανωτικές µορφές και τη δοµή του οργανισµού, όσο και τα µέσα που χρησιµοποιούνται από τους εργαζοµένους, αλλά και την άµεση επίπτωσή τους στις χωρικές απαιτήσεις. Προαπαιτούµενη γνώση Σ’ αυτό το κεφάλαιο δεν χρειάζονται προαπαιτούµενες γνώσεις. Ωστόσο, για τη διεύρυνση του γνωστικού περιεχοµένου, οι αναγνώστες µπορούν να ανατρέξουν σε ανάλογα κεφάλαια βιβλίων κοινωνιολογίας. Ενδεικτικά αναφέρονται: Giddens A., (2009). Κοινωνιολογία, (Τσαούσης ∆. µτφρ., επιµ.)(2η εκδ.), Αθήνα: Gutenberg, Henslin J.M., (2012). Στοιχεία Κοινωνιολογίας: µια Πρακτική Προσέγγιση, (Κωτσιόπουλος Κ., επιµ.), Αθήνα: Επιστηµονικές εκδόσεις Παρισιανού Α.Ε. Νικολαΐδου Σ., (1993). Η Κοινωνική Οργάνωση του Αστικού Χώρου, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση. 1.1. Η ΕΡΓΑΣΙΑ Η εργασία για τους περισσότερους ανθρώπους καταλαµβάνει το µεγαλύτερο µέρος της ενεργής τους ζωής και η ανεργία αποτελεί έναν αποφευκτέο εφιάλτη. Με τη βιοµηχανική επανάσταση, η καθιέρωση της µισθωτής εργασίας µε αµοιβή που καθορίζεται από τον εργοδότη, τροποποιεί τη φύση και το περιεχόµενο της εργασίας, µετατρέποντάς την σε προϋπόθεση επιβίωσης και σταδιακά σε δικαίωµα 1 µε όρους και κανόνες. Έτσι, σύµφωνα µε τον Antony Giddens (2009), η απασχόληση είναι η εργασία που παρέχεται µε αντάλλαγµα ένα ηµεροµίσθιο ή µισθό και αποτελεί τη βάση του οικονοµικού συστήµατος, µε τη δηµιουργία θεσµών οι οποίοι διασφαλίζουν την παραγωγή και διανοµή αγαθών και υπηρεσιών 2 . Στις σύγχρονες ανaπτυγµένες κοινωνίες, οι θέσεις εργασίας και το επάγγελµα αποτελούν δείκτες οικονοµικής ευηµερίας και διατήρησης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ο µισθός µε τον οποίο αµείβονται οι εργαζόµενοι, καλύπτει τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες, αν και υπάρχουν µορφές εργασίας οι οποίες αντιστοιχούν σε αυταπασχόληση ή µορφές εργασίας µη αµειβόµενες, όπως για παράδειγµα οι καθηµερινές δουλειές του σπιτιού ή η εθελοντική εργασία σε κοινωνικά ιδρύµατα. Εκτός όµως από τους πόρους διαβίωσης, πρακτικά η εργασία προσφέρει ευκαιρίες για την ανάπτυξη των δεξιοτήτων και την απόκτηση κοινωνικής ταυτότητας, για την ύπαρξη ποικιλίας δραστηριοτήτων, για την ορθολογική οργάνωση του χρόνου και για τη διεύρυνση των κοινωνικών σχέσεων των ανθρώπων 3 . . Το φιλοσοφικό ερώτηµα αν θέλει ο άνθρωπος να εργάζεται ή αν η εργασία αποτελεί µία µορφή τιµωρίας 4 ή εξαναγκαστικής δουλείας, µοιάζει παράταιρο σε µια εποχή κατά την οποία το επαγγελµατικό 1 «Καθένας έχει το δικαίωµα να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το επάγγελµα του, να έχει δίκαιες και ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας και να προστατεύεται από την ανεργία. Όλοι, χωρίς καµιά διάκριση, έχουν το δικαίωµα ίσης αµοιβής για ίση εργασία. Κάθε εργαζόµενος έχει το δικαίωµα δίκαιης και ικανοποιητικής αµοιβής, που να εξασφαλίζει σ’ αυτόν και την οικογένειά του συνθήκες ζωής αντάξιες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Καθένας έχει το δικαίωµα να ιδρύει µαζί µε άλλους συνδικάτα και να συµµετέχει σε αυτά για την προάσπιση των συµφερόντων του». Οικουµενική ∆ιακήρυξη των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου (1948) Άρθρο 23. 2 Giddens A., (2009) Τσαούσης ∆. (µτφρ., επιµ.)(2η εκδ.). Κοινωνιολογία. Αθήνα: Gutenberg. 3 Giddens A., (2009), ό.π., σελ. 416. 4 Στον χριστιανισµό η εργασία περιγράφεται ως απόρροια του προπατορικού αµαρτήµατος και της έκπτωσης από τον παράδεισο. Στην Π. ∆ιαθήκη (Γένεσις) ο Θεός λέει στον Αδάµ µετά το προπατορικό αµάρτηµα «ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου»- µε τον ιδρώτα του προσώπου σου να τρως το ψωµί σου, και στην επιστολή του Αποστόλου Παύλου Προς Θεσσαλονικείς Β, Κεφ. Γ., στιχ.8-10 «Οὐδὲ δωρεὰν ἄρτον ἐφάγοµεν παρά τινος, ἀλλ' ἐν κόπῳ καὶ µόχθῳ, νύκτα καὶ ἡµέραν ἐργαζόµενοι, πρὸς τὸ µὴ ἐπιβαρῆσαί τινα ὑµῶν οὐχ ὅτι οὐκ ἔχοµεν ἐξουσίαν, ἀλλ' ἵνα ἑαυτοὺς τύπον δῶµεν ὑµῖν εἰς τὸ µιµεῖσθαι ἡµᾶς καὶ γὰρ ὅτε ἦµεν πρὸς ὑµᾶς, τοῦτο παρηγγέλλοµεν ὑµῖν, ὅτι εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι,

Transcript of Κεφάλαιο 1 Ε - repository.kallipos.gr · 1.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ∆ΡΟΜΗ Σύνοψη...

  • 1.ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑ∆ΡΟΜΗ

    Σύνοψη

    Το κεφάλαιο 1 που ακολουθεί, εισάγει το ευρύτερο γνωστικό αντικείµενο, το οποίο πραγµατεύεται το βιβλίο. Αποτελεί κεφάλαιο µε τίτλο «Ιστορική αναδροµή» µε τρία υποκεφάλαια, το οποίο πραγµατεύεται την εργασία και την παροχή υπηρεσιών ως ιδιαίτερους τοµείς στο πεδίο των κοινωνικών οργανώσεων. Στο πρώτο υποκεφάλαιο 1.1. «Η εργασία», προσδιορίζεται η έννοια και πραγµατοποιείται µια συνοπτική ιστορική ανασκόπηση, µε αφετηρία την Α΄ Βιοµηχανική Επανάσταση έως τη σηµερινή εποχή. Η ιστορική ανασκόπηση συνδέει τον καταµερισµό και την οργάνωση της εργασίας µε βασικές θεωρίες που αναπτύχθηκαν (Γραφειοκρατία, Τεϊλορισµός, Φορντισµός). Το υποκεφάλαιο 1.2. «Η παροχή υπηρεσιών» περιγράφει το περιεχόµενο της εργασίας σ’ αυτόν τον τοµέα και το ρόλο του φύλου των εργαζοµένων. Το υποκεφάλαιο 1.3. «Το γραφείο ως χώρος εργασίας» αναφέρεται στους εργασιακούς χώρους γραφείων και στις τεχνολογικές εξελίξεις, οι οποίες απετέλεσαν µοχλούς εξέλιξης, τόσο σε ό,τι αφορά τις οργανωτικές µορφές και τη δοµή του οργανισµού, όσο και τα µέσα που χρησιµοποιούνται από τους εργαζοµένους, αλλά και την άµεση επίπτωσή τους στις χωρικές απαιτήσεις.

    Προαπαιτούµενη γνώση

    Σ’ αυτό το κεφάλαιο δεν χρειάζονται προαπαιτούµενες γνώσεις. Ωστόσο, για τη διεύρυνση του γνωστικού περιεχοµένου, οι αναγνώστες µπορούν να ανατρέξουν σε ανάλογα κεφάλαια βιβλίων κοινωνιολογίας. Ενδεικτικά αναφέρονται: Giddens A., (2009). Κοινωνιολογία, (Τσαούσης ∆. µτφρ., επιµ.)(2η εκδ.), Αθήνα: Gutenberg, Henslin J.M., (2012). Στοιχεία Κοινωνιολογίας: µια Πρακτική Προσέγγιση, (Κωτσιόπουλος Κ., επιµ.), Αθήνα: Επιστηµονικές εκδόσεις Παρισιανού Α.Ε. Νικολαΐδου Σ., (1993). Η Κοινωνική Οργάνωση του Αστικού Χώρου, Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση.

    1.1. Η ΕΡΓΑΣΙΑ

    Η εργασία για τους περισσότερους ανθρώπους καταλαµβάνει το µεγαλύτερο µέρος της ενεργής τους

    ζωής και η ανεργία αποτελεί έναν αποφευκτέο εφιάλτη. Με τη βιοµηχανική επανάσταση, η καθιέρωση της

    µισθωτής εργασίας µε αµοιβή που καθορίζεται από τον εργοδότη, τροποποιεί τη φύση και το περιεχόµενο της

    εργασίας, µετατρέποντάς την σε προϋπόθεση επιβίωσης και σταδιακά σε δικαίωµα1 µε όρους και κανόνες.

    Έτσι, σύµφωνα µε τον Antony Giddens (2009), η απασχόληση είναι η εργασία που παρέχεται µε αντάλλαγµα

    ένα ηµεροµίσθιο ή µισθό και αποτελεί τη βάση του οικονοµικού συστήµατος, µε τη δηµιουργία θεσµών οι οποίοι

    διασφαλίζουν την παραγωγή και διανοµή αγαθών και υπηρεσιών2. Στις σύγχρονες ανaπτυγµένες κοινωνίες, οι

    θέσεις εργασίας και το επάγγελµα αποτελούν δείκτες οικονοµικής ευηµερίας και διατήρησης της ανθρώπινης

    αξιοπρέπειας. Ο µισθός µε τον οποίο αµείβονται οι εργαζόµενοι, καλύπτει τις βασικές ανθρώπινες ανάγκες,

    αν και υπάρχουν µορφές εργασίας οι οποίες αντιστοιχούν σε αυταπασχόληση ή µορφές εργασίας µη

    αµειβόµενες, όπως για παράδειγµα οι καθηµερινές δουλειές του σπιτιού ή η εθελοντική εργασία σε κοινωνικά

    ιδρύµατα.

    Εκτός όµως από τους πόρους διαβίωσης, πρακτικά η εργασία προσφέρει ευκαιρίες για την ανάπτυξη

    των δεξιοτήτων και την απόκτηση κοινωνικής ταυτότητας, για την ύπαρξη ποικιλίας δραστηριοτήτων, για την

    ορθολογική οργάνωση του χρόνου και για τη διεύρυνση των κοινωνικών σχέσεων των ανθρώπων3..

    Το φιλοσοφικό ερώτηµα αν θέλει ο άνθρωπος να εργάζεται ή αν η εργασία αποτελεί µία µορφή

    τιµωρίας4 ή εξαναγκαστικής δουλείας, µοιάζει παράταιρο σε µια εποχή κατά την οποία το επαγγελµατικό

    1 «Καθένας έχει το δικαίωµα να εργάζεται και να επιλέγει ελεύθερα το επάγγελµα του, να έχει δίκαιες και ικανοποιητικές συνθήκες εργασίας και να προστατεύεται από την ανεργία. Όλοι, χωρίς καµιά διάκριση, έχουν το δικαίωµα ίσης αµοιβής για ίση εργασία. Κάθε εργαζόµενος έχει το δικαίωµα δίκαιης και ικανοποιητικής αµοιβής, που να εξασφαλίζει σ’ αυτόν και την οικογένειά του συνθήκες ζωής αντάξιες της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Καθένας έχει το δικαίωµα να ιδρύει µαζί µε άλλους συνδικάτα και να συµµετέχει σε αυτά για την προάσπιση των συµφερόντων του». Οικουµενική ∆ιακήρυξη των ∆ικαιωµάτων του Ανθρώπου (1948) Άρθρο 23. 2 Giddens A., (2009) Τσαούσης ∆. (µτφρ., επιµ.)(2η εκδ.). Κοινωνιολογία. Αθήνα: Gutenberg. 3 Giddens A., (2009), ό.π., σελ. 416. 4 Στον χριστιανισµό η εργασία περιγράφεται ως απόρροια του προπατορικού αµαρτήµατος και της έκπτωσης από τον παράδεισο. Στην Π. ∆ιαθήκη (Γένεσις) ο Θεός λέει στον Αδάµ µετά το προπατορικό αµάρτηµα «ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου»- µε τον ιδρώτα του προσώπου σου να τρως το ψωµί σου, και στην επιστολή του Αποστόλου Παύλου Προς Θεσσαλονικείς Β, Κεφ. Γ., στιχ.8-10 «Οὐδὲ δωρεὰν ἄρτον ἐφάγοµεν παρά τινος, ἀλλ' ἐν κόπῳ καὶ µόχθῳ, νύκτα καὶ ἡµέραν ἐργαζόµενοι, πρὸς τὸ µὴ ἐπιβαρῆσαί τινα ὑµῶν οὐχ ὅτι οὐκ ἔχοµεν ἐξουσίαν, ἀλλ' ἵνα ἑαυτοὺς τύπον δῶµεν ὑµῖν εἰς τὸ µιµεῖσθαι ἡµᾶς καὶ γὰρ ὅτε ἦµεν πρὸς ὑµᾶς, τοῦτο παρηγγέλλοµεν ὑµῖν, ὅτι εἴ τις οὐ θέλει ἐργάζεσθαι,

  • πεδίο µεταβάλλεται σε πεδίο αγώνα, µε τίµηµα την καταξίωση – κοινωνική και οικονοµική. Ακόµη και αν το

    αντικείµενο ενασχόλησης είναι µονότονο, ή αν οι συνθήκες στο εργασιακό περιβάλλον είναι δυσάρεστες ή

    δύσκολες, η αίσθηση της προσφοράς και της ανταµοιβής προσφέρουν ψυχική ικανοποίηση στο άτοµο που

    εργάζεται.

    Αν αποδεχτούµε λοιπόν ότι, από την αρχή της ιστορίας µας, ο πολιτισµός οικοδοµήθηκε κατά ένα

    µεγάλο ποσοστό γύρω από την οικονοµία και την εργασία, διακρίνοντάς την σε χειρωνακτική και

    πνευµατική, µε όλες τις διαφοροποιήσεις που αυτή υπέστη σε διαφορετικές ιστορικές περιόδους και τόπους,

    θα πρέπει ίσως συνοπτικά να εντοπίσουµε τα βασικά στάδια, τους εξελικτικούς σταθµούς στον σύγχρονο

    ∆υτικό κόσµο, που οδήγησαν στη σηµερινή της κατάσταση.

    Στις παραδοσιακές κοινωνίες, το πλήθος των επαγγελµάτων που ασκούνταν, ανέρχονταν σε µερικές

    δεκάδες – δύο ή τρεις. Με τη βιοµηχανική επανάσταση5, η εξειδίκευση και η αυτοµατοποίηση στη συνέχεια

    της βιοµηχανικής παραγωγής δηµιούργησαν έναν διαρκώς αυξανόµενο καταµερισµό εργασιών, αύξησαν σε

    µερικές χιλιάδες τα επαγγέλµατα µε τις εξειδικεύσεις τους και δηµιούργησαν συνθήκες παγκόσµιας

    οικονοµικής αλληλεξάρτησης. Στις σύγχρονες µεταβιοµηχανικές κοινωνίες ή, όπως είναι γνωστές, κοινωνίες

    της πληροφορίας, η οικονοµία βασίζεται στη µετάδοση πληροφοριών και γνώσεων που αποκτούν έναν

    χαρακτήρα «εργαλείου» ή µέσου για την επίτευξη κοινωνικών και οικονοµικών στόχων σ’ ένα

    παγκοσµιοποιηµένο περιβάλλον6.Για κάποιους ερευνητές, όπως ο Jeremy Riffkin (2012), η περίοδος αυτή

    σηµατοδοτεί την Γ Βιοµηχανική Επανάσταση και προσφέρει τις προϋποθέσεις για µια θεµελιώδη αναδιάταξη

    των ανθρώπινων σχέσεων, από την ιεραρχική στην οριζόντια ισχύ, πράγµα που θα αποτελέσει την

    εναλλακτική οικονοµική δράση απέναντι στο γεγονός ότι, για πρώτη φορά, στο τέλος του 20ού

    αιώνα και την

    αρχή του 21ου

    , «η ανθρώπινη εργασία εξαλείφεται συστηµατικά από τη διαδικασία παραγωγής»7.

    Ο αυξανόµενος καταµερισµός της εργασίας υπήρξε ένα πρόσφορο πεδίο πειραµατισµών και

    διατύπωσης θεωριών, τόσο σε κοινωνιολογικές προσεγγίσεις8 (Emile Durkheim, Ferdinand Tonnies, Karl

    µηδὲ ἐσθιέτω». ∆εν µας χάρισε κάποιος το ψωµί που φάγαµε, αλλά µε κόπο και µόχθο το κερδίσαµε εργαζόµενοι νυχθηµερόν, για να µην επιβαρύνουµε κάποιον από εσάς, όχι διότι δεν έχουµε τη δύναµη, αλλά για να σας δείξουµε το δικό µας πρότυπο, έτσι ώστε να µας µιµηθείτε και, διότι, όταν θα σας το πούµε αυτό, θα σας ενηµερώσουµε ότι εάν κάποιος δεν θέλει να εργάζεται, τότε αυτός δεν θα τρέφεται. 5 Η έναρξη της Βιοµηχανικής επανάστασης τοποθετείται στη Μ. Βρετανία το 1765, όπου χρησιµοποιήθηκε για πρώτη φορά η ισχύς της ατµοµηχανής, ο άνθρακας και ο χάλυβας για να παραχθούν βιοµηχανικά προϊόντα. Τα νέα τεχνικά µέσα που χρησιµοποιήθηκαν περιόρισαν τη χειρωνακτική εργασία και αύξησαν τους ρυθµούς οικονοµικής ανάπτυξης. Σε κοινωνικό επίπεδο τροποποιήθηκαν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της παραγωγικής δραστηριότητας - η απασχόληση µετατράπηκε από ατοµική σε µαζική και αυξήθηκαν οι κοινωνικές ανισότητες µε τη συσσώρευση µεγάλου πλούτου σε µικρές οµάδες ατόµων που κατείχαν τα µέσα παραγωγής (κεφαλαιοκράτες). Από τη Μ. Βρετανία η βιοµηχανική επανάσταση εξαπλώθηκε στη Γαλλία, το Βέλγιο, τη Γερµανία και σε άλλες χώρες της Ηπειρωτικής Ευρώπης, καθώς και στις Η.Π.Α. που συγκρότησαν τον 19ο αιώνα τον πυρήνα ενός παγκόσµιου οικονοµικού συστήµατος. Μετά το τέλος του 19ου αιώνα συντελείται η Β Βιοµηχανική επανάσταση, µε τη χρήση νέων πηγών ενέργειας (κυρίως πετρελαίου και ηλεκτρισµού) και την επιστηµονική ανάπτυξη γνώσεων και τεχνολογιών. Έτσι επιτυγχάνεται η αυτοµατοποίηση της

    βιοµηχανικής παραγωγής και η αποσύνδεση της παραγωγικής διαδικασίας από τα ανθρώπινα χέρια. Henslin J.M,

    (2012) Κωτσιόπουλος Κ, (επιµ.). Στοιχεία Κοινωνιολογίας: µια Πρακτική Προσέγγιση. Αθήνα: Επιστηµονικές εκδόσεις Παρισιανού Α.Ε. Νικολαΐδου Σ., (1993). Η Κοινωνική Οργάνωση του Αστικού Χώρου. Αθήνα: Εκδόσεις Παπαζήση. 6 Σε διεθνές επίπεδο, η εισαγωγή και η χρήση της κοινωνίας της γνώσης συνδέεται µε την «εκµηχάνιση των υπηρεσιών και τη χρήση νέων µέσων επικοινωνίας που δηµιούργησε η πληροφορική και οδηγεί στην απελευθέρωσή τους από τη βιοµηχανική παραγωγή και την αυτονόµησή τους. Στην παραγωγική διαδικασία, οι πηγές της παραγωγικότητας έχουν µετατοπιστεί από το κεφάλαιο και την εργασία σε άλλους συντελεστές, που συνδέονται µε την επιστήµη ή τη διαχείριση της ροής πληροφοριών». Castells M., (1989). The Informational City. Oxford: Basil Blackwell. Riffkin J., (2012), Φιλιππάτος Α. (µτφρ.). Η Τρίτη Βιοµηχανική Επανάσταση. Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Λιβάνη. Γαβαλά Ε., (2012). Η κοινωνία της Γνώσης στη Μεταβιοµηχανική Εποχή, (∆ιπλωµατική Εργασία στην Ηθική και Πολιτική Φιλοσοφία, Τµήµα Φιλοσοφίας, Πανεπιστήµιο Πατρών, επιβλέπων Παρούσης Μ.) Πάτρα: Φεβρουάριος 2012. 7 Riffkin J., (1996), Κοβαλένκο Γ. (µτφρ.). Το Τέλος της Εργασίας και το Μέλλον της. Αθήνα: Νέα Σύνορα Λιβάνης. Riffkin J., (2012), ό.π. 8 ∆ύο σηµαντικοί κοινωνιολόγοι στοχαστές, ο Emil Durkheim (1858-1917) και ο Ferdinand Tonnies (1855-1936), έχουν αναφερθεί στη σύνδεση των µελών µιας κοινωνίας, αυτή που δηλώνεται ως κοινωνική απαρτίωση, µε τους ίδιους όρους µηχανική και οργανική αλληλεγγύη, µε διαφορές όµως στον προσδιορισµό τους. Ο Durkheim προσδιόρισε τη µηχανική αλληλεγγύη ως χαρακτηριστικό κοινωνιών µε περιορισµένο καταµερισµό εργασίας και την οργανική αλληλεγγύη ως χαρακτηριστικό των σύγχρονων κοινωνιών, όπου υπάρχει µεγάλος καταµερισµός εργασίας, ενώ ο Tonnies εισήγαγε την οργανική διαδικασία ως αποτέλεσµα του κοινωνικού δεσµού που βασίζεται στην προσωπική ή άµεση κοινωνική σχέση

  • Marx), όσο και στο επίπεδο οργάνωσης της εργασίας και της δυνητικής αύξησης της παραγωγικότητας

    (Frederick Winslow Taylor, Henry Ford)9. Ο Γερµανός κοινωνιολόγος Max Weber

    10 εισηγήθηκε έναν νέο

    τύπο οργάνωσης, που, κατά την άποψή του, εκλογίκευε την κοινωνική οργάνωση, συµπεριλαµβανοµένων των

    οργανώσεων εργασίας τον οποίο ονόµασε γραφειοκρατία. Στα κύρια χαρακτηριστικά της γραφειοκρατίας

    περιλαµβάνονται ο καταµερισµός της εργασίας και η εξειδίκευση του κάθε εργαζοµένου, ο απρόσωπος

    χαρακτήρας και η αξιοκρατική επιλογή του κατάλληλου ατόµου για κάθε θέση, και η λειτουργία του

    οργανισµού µε ιεραρχική δοµή και σύστηµα κανόνων. Οι γραφειοκρατίες έχουν διακριτά επίπεδα, µε

    αναθέσεις εργασιών που προωθούνται προς τα κάτω και ευθύνες που προωθούνται προς τα πάνω,

    καταµερισµό εργασιών, γραπτούς κανόνες, γραπτή επικοινωνία και αρχεία, άτοµα που είναι ανώνυµα και

    µπορούν εύκολα να αντικατασταθούν.

    Από την άλλη πλευρά, ο τεϊλορισµός (taylorism) είναι όρος που χρησιµοποιείται για να περιγράψει

    τη θεωρία του Frederick Winslow Taylor για την επιστηµονική οργάνωση της εργασίας, που εισήγαγε

    συστηµατικούς, λεπτοµερειακά περιγραφόµενους, τρόπους οργάνωσης της παραγωγικής διαδικασίας, µε

    στόχο τη µεγιστοποίηση της παραγωγής, χρησιµοποιώντας εξειδικευµένη εργασία και τα πλεονεκτήµατα της

    τεχνολογίας. Με βάση τα προαναφερόµενα, ο εξορθολογισµός της εργασίας βασίζεται στη, µε απόλυτη

    ακρίβεια, οριζόντια και κάθετη οργάνωσή της, όπου στη µεν οριζόντια οργάνωση κάθε εργαζόµενος εκτελεί

    ένα ορισµένο µέρος της εργασίας που του αναλογεί, ενώ στην κάθετη διαχωρίζεται η διεύθυνση των σταδίων

    από στελέχη της επιχείρησης, από την απλή ανάθεση και εκτέλεση της εργασίας που πραγµατοποιείται από

    τους χαµηλόβαθµους εργαζόµενους. Έτσι, οι χαµηλόβαθµοι εργαζόµενοι περιορίζονται σε συγκεκριµένα

    καθήκοντα που επαναλαµβάνονται. Μετά το 1920, η µελέτη του Taylor απετέλεσε τη βάση της εφαρµογής

    και αποδοχής µεθόδων επιστηµονικής διαχείρισης (management) στην εργασία γραφείου.

    Η πρακτική εφαρµογή, ωστόσο, αυτών των απόψεων στον ευρύτερο εργασιακό χώρο αποδίδεται στο

    βιοµήχανο Henry Ford, ο οποίος, στην αυτοκινητοβιοµηχανία του, συνέδεσε το σύστηµα παραγωγής µε την

    ανάπτυξη των µαζικών αγορών. Ο φορντισµός αποτελεί ένα σύστηµα γραµµικής παραγωγής που βασίζεται

    σε απλές επαναλαµβανόµενες ενέργειες µε τη χρήση εξειδικευµένων εργαλείων. Έτσι, κάθε εργαζόµενος

    και όρισε τη µηχανική αλληλεγγύη ως εταιρικό δεσµό που προκύπτει από τον καταµερισµό της εργασίας. Τσαούσης

    Γ.∆., (1984). Η Κοινωνία του Ανθρώπου: Εισαγωγή στην Κοινωνιολογία, Αθήνα: Gutenberg, σελ. 116. Ο γερµανός Karl Marx θεωρεί ότι ο κοινωνικός καταµερισµός της εργασίας δηµιουργεί την πάλη των τάξεων, εφόσον οι παραγωγικές σχέσεις είναι διαχρονικά σχέσεις κυριαρχίας και υποτέλειας, σχέσεις εκµετάλλευσης µιας τάξης από µια άλλη. Οι εργάτες παράγουν µέσω της εργασίας τους την υπεραξία, την οποία καρπώνονται οι κεφαλαιοκράτες. Ο καταµερισµός συνεπάγεται ανισότητα στην κατανοµή της εργασίας και των προϊόντων της (τόσο σε ποσοτικό, όσο και σε ποιοτικό επίπεδο), καθώς και την ατοµική ιδιοκτησία και τα ταξικά συµφέροντα (αντίφαση µεταξύ ατοµικού και συλλογικού

    συµφέροντος, καθώς και σύγκρουση µεταξύ διαφορετικών ατοµικών συµφερόντων). Νικολαΐδου Σ., (1993), ό.π. σελ. 171-178. 9 Ο Frederick Winslow Taylor (1956-1915), µηχανικός και σύµβουλος επιχειρήσεων από την Πενσυλβανία, προσπάθησε να µειώσει τον χρόνο που απαιτούνταν για την εκτέλεση µίας εργασίας µε την τυποποίηση µεθόδων, ροών εργασιών, σύνταξη κανόνων και εφαρµογή οργανωτικής ιεραρχίας, οι οποίες θεωρητικά αύξαναν την απόδοση των εργαζοµένων. Οι ιδέες του επηρέασαν σηµαντικά την οργάνωση της εργασίας και τον τρόπο διοίκησης των εργαζοµένων, έως τα σύγχρονα εργασιακά µοντέλα. Ωστόσο, η αντιµετώπιση του ανθρώπινου παράγοντα ως απλής παραµέτρου στην παραγωγική διαδικασία και η αξιολόγηση και διάκριση των εργασιών σε διευθυντικές και

    χειρωνακτικές, οδήγησε σε άκαµπτες γραφειοκρατικές δοµές. Ο Henry Ford (1863-1947) ήταν ένας Αµερικανός βιοµήχανος, ο ιδρυτής της αυτοκινητοβιοµηχανίας Ford, ο οποίος οργάνωσε την παραγωγή στο εργοστάσιό του µε το σύστηµα της σειράς συναρµολόγησης ή διαφορετικά της γραµµικής παραγωγής. Μ’ αυτό το σύστηµα, ο κάθε εργαζόµενος επιτελούσε ένα συγκεκριµένο στάδιο της συναρµολόγησης ενός αυτοκινήτου, χωρίς να µετακινείται, οπότε και το κόστος παραγωγής µειωνόταν. Είναι χαρακτηριστικό ότι το µοντέλο Τ της συγκεκριµένης αυτοκινητοβιοµηχανίας, ενώ το 1904 κόστιζε 845 $, µε την εφαρµογή της συγκεκριµένης µεθόδου µείωσε το κόστος του σε 345 $ το 1916 και σε 290 $ το 1924. 10 Ο Maximilian Carl Emil Weber (1864-1920) ήταν Γερµανός κοινωνιολόγος και πολιτικός οικονοµολόγος, ο οποίος εισήγαγε την γραφειοκρατική οργάνωση ως µία νοητική κατασκευή για την ερµηνεία των κοινωνικών οργανώσεων, θεωρώντας ότι θα ήταν τόσο αποτελεσµατική, ώστε θα κυριαρχούσε στις σύγχρονες κοινωνίες, πεποίθηση που επαληθεύτηκε. Ωστόσο, µόλις οι γραφειοκρατίες στην εργασία αρχίζουν να εφαρµόζονται έχουν την τάση να γίνονται ανεξάρτητοι οργανισµοί, που εξακολουθούν να υπάρχουν διαιωνιζόµενοι, ακόµη και όταν ο στόχος της ύπαρξής τους έχει επιτευχθεί. Έτσι διολισθαίνουν στην τυφλή εφαρµογή τυπικών κανόνων, την αποξένωση των εργαζοµένων από το προϊόν της εργασίας τους και την γραφειοκρατική ανικανότητα, γνωστή ως αρχή του Peter (1969), σύµφωνα µε την οποία οι εργαζόµενοι παίρνουν προαγωγή ανάλογα µε τις καλές τους επιδόσεις στην άκαµπτη

    γραφειοκρατία. Henslin J. M., (2012), ό.π. σελ. 129.

  • εκπαιδεύεται και εκτελεί µία συγκεκριµένη ενέργεια στη γραµµή παραγωγής. Μ’ αυτόν τον τρόπο αυξάνεται

    η παραγωγικότητα και ο ρυθµός παραγωγής προϊόντων, µειώνεται ο µη ωφέλιµος χρόνος που σπαταλιέται σε

    συνεννοήσεις και υπάρχει η δυνατότητα γρήγορης ενσωµάτωσης στο εργατικό δυναµικό ανθρώπων που

    έχουν ελάχιστη εκπαίδευση.

    Modern Times http://www.imdb.com/title/tt0027977// Απόσπασµα Κινηµατογραφικής ταινίας, διάρκεια 1’19’’ http://repfiles.kallipos.gr:8080/f/5e88844965/?raw=1

    Η ταινία Modern Times (1936) είναι ταινία βωβού κινηµατογράφου, που γράφηκε και σκηνοθετήθηκε από τον Charlie Chaplin. Παρουσιάζει τον πρωταγωνιστή που προσλαµβάνεται ως εργάτης σε γραµµή παραγωγής σ’ ένα εργοστάσιο. Εργάζεται κάνοντας την ίδια επαναλαµβανόµενη εργασία, µέχρι τη νευρική του κατάρρευση. Πρωταγωνιστούν οι Ch. Chaplin, P. Goddard, H. Bergman, St. Sandford, Ch. Conklin. Στο απόσπασµα που προτείνεται, παρουσιάζεται ο πρωταγωνιστής, ο οποίος βιδώνει βίδες µε αυξανόµενη ταχύτητα, σαν να είναι κι ο ίδιος ένα γρανάζι µηχανής, ενώ ο προϊστάµενός του έχει οπτική εποπτεία µέσω µιας οθόνης.

    Ο Giddens (2009)11

    σχολιάζει σχετικά «Ορισµένοι κοινωνιολόγοι της βιοµηχανίας χαρακτηρίζουν τον

    τεϊλορισµό και τον φορντισµό ως συστήµατα χαµηλής εµπιστοσύνης. Οι εργασίες καθορίζονται από τη διοίκηση

    και είναι άµεσα συνδεδεµένες µε τις µηχανές. Αυτοί που εκτελούν τις εργασίες βρίσκονται πάντα υπό άµεσο

    έλεγχο και δεν έχουν παρά χαµηλή αυτονοµία δράσης. Όπου υπάρχουν πολλές θέσεις χαµηλής εµπιστοσύνης, το

    επίπεδο της ικανοποίησης από την εργασία είναι χαµηλό, ενώ ταυτόχρονα βιοµηχανικές συγκρούσεις είναι πολύ

    συχνές. Το σύστηµα υψηλής εµπιστοσύνης είναι εκείνο στο οποίο οι εργαζόµενοι µπορούν να έχουν τον έλεγχο

    της εργασίας τους, ακόµη και του περιεχοµένου της, στο πλαίσιο των γενικών οδηγιών που τους δίνονται».

    Αρκετοί επιστήµονες, ήδη από τη δεκαετία του 1930, άσκησαν αρνητική κριτική στους τρόπους

    οργάνωσης που προαναφέρθηκαν, οι οποίοι ωφελούσαν ουσιαστικά τους οργανισµούς και αντέτειναν ότι οι

    άνθρωποι και οι διαφορετικές συµπεριφορές τους ήταν αυτοί που διαδραµάτιζαν τον σηµαντικότερο ρόλο

    στην παραγωγική διαδικασία. Κορυφαίο ρόλο στη διατύπωση µιας νέας θεωρίας για το κοινωνικό περιβάλλον

    και τις ανθρώπινες σχέσεις στους χώρους εργασίας διαδραµάτισε ο Elton Mayo12

    και µία ερευνητική οµάδα

    του Εθνικού Συµβουλίου Ερευνών της Αµερικής, µέσα από σειρά πειραµάτων που πραγµατοποίησαν.

    ∆ιατύπωσαν την άποψη ότι η αύξηση της παραγωγικότητας µπορεί να επιτευχθεί µέσα από τη βελτίωση των

    συνθηκών εργασίας, την ικανοποίηση των εργαζοµένων, τη συµµετοχή τους στη λήψη των αποφάσεων, την

    ανθρώπινη επικοινωνία ανάµεσα στους προϊστάµενους και τους υφιστάµενους εργαζόµενους, όπως και την

    αξιοποίηση των δεξιοτήτων του καθενός απ’ αυτούς. Ο Mayo υποστήριξε ότι ο κάθε εργαζόµενος λειτουργεί

    ως µέλος µία οµάδας, από τη συνοχή και τη δυναµική της οποίας εξαρτάται η απόδοση και η

    παραγωγικότητα.

    Στη σύγχρονη εποχή, οι τεχνολογικές εξελίξεις µε την εισαγωγή νέων µεθόδων, επηρέασαν τη φύση

    και τη δοµή της εργασίας, δηµιουργώντας νέες µορφές απασχόλησης, όπως η ευέλικτη εργασία. Οι θεωρίες

    που διατυπώθηκαν στη βάση της φυσικής παρουσίας του εργαζόµενου στο χώρο εργασίας του, θα πρέπει να

    θεωρηθούν ξεπερασµένες, µια και διαµορφώνεται πλέον µια διαφορετική εργασιακή κουλτούρα, όπου η

    ανεργία και η µερική απασχόληση τείνουν να εξαπλωθούν ως φαινόµενα στο παγκόσµιο περιβάλλον.

    Παράλληλα, η δυναµική πορεία του καταµερισµού και της εξειδίκευσης της εργασίας µοιάζει να βρίσκεται σε

    συνεχή διαδικασία εξέλιξης κατά την οποία καταργήθηκαν ή καταργούνται πολλές κατηγορίες επαγγελµάτων

    και ειδικοτήτων. Εντούτοις, σ’ αυτές τις ρευστές συνθήκες, η εργασία στον τριτογενή τοµέα παροχής

    υπηρεσιών (εµπόριο, µεταφορές, τουρισµός, επικοινωνία, εκπαίδευση, υγεία, δηµόσιες υπηρεσίες κ.ά.), στον

    οποίο περιλαµβάνεται η εργασία γραφείου, όπως έχει καθιερωθεί να ονοµάζεται, εξακολουθεί ν’ αποτελεί τον

    κύριο τοµέα επαγγελµατικών δραστηριοτήτων σε όλα τα αναπτυγµένα κράτη.

    11 Giddens A., (2009), ο.π., σελ. 421. 12 Ο E. Mayo (1880-1949) ήταν Αυστραλός ψυχολόγος και καθηγητής βιοµηχανικής διοίκησης στο Πανεπιστήµιο του Harvard και πραγµατοποίησε µια σειρά πειραµάτων στο εργοστάσιο της περιοχής Hawthorne της εταιρείας Western Electric για την επίδραση του φωτισµού στην αποδοτικότητα των εργατών. ∆ιαπίστωσε ότι σε δύο οµάδες (την πειραµατική και την οµάδα ελέγχου), οι διαφορετικές συνθήκες φωτισµού δεν επηρέασαν εξίσου την αύξηση της παραγωγικότητας και στις δύο οµάδες. Έτσι, κατέληξε στο συµπέρασµα ότι οι φυσικές συνθήκες ήταν µικρότερης σηµασίας από τις κοινωνικές συνθήκες που ένωναν τα µέλη τους. Η λειτουργία, η δοµή, οι ανθρώπινες σχέσεις στις οµάδες, καθώς και η συµµετοχή των µελών στις αποφάσεις αποτελούν, κατά την άποψή του, τις σηµαντικότερες παραµέτρους αύξησης της αποδοτικότητας. Η θεωρία των ανθρώπινων σχέσεων οδήγησε τις οργανώσεις να στρέψουν την προσοχή τους στις διαπροσωπικές σχέσεις στον εργασιακό χώρο.

  • 1.2. Η ΠΑΡΟΧΗ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

    Η παροχή υπηρεσιών ως όρος περιγράφει το άυλο αγαθό που προσφέρεται από επιχειρήσεις που δεν παράγουν

    υλικά προϊόντα, αλλά αµείβονται για υπηρεσίες, όπως είναι υπηρεσίες υγείας (νοσοκοµεία, ιατρεία, ιδιωτικά

    και δηµόσια κ.ά.), εκπαίδευσης (σχολεία, πανεπιστήµια, τεχνολογικά εκπαιδευτικά ιδρύµατα, σχολές

    µαθητείας και κατάρτισης, ιδιωτικές και δηµόσιες κ.ά.), άµυνας, κρατικής οργάνωσης και διοίκησης

    (υπουργεία, αυτοδιοίκηση, ληξιαρχεία, κέντρα εξυπηρέτησης πολιτών ΚΕΠ κ.ά.), ασφάλειας (ασφαλιστικοί

    οργανισµοί, εταιρείες κ.ά.), µεταφορών (µέσα µαζικής µεταφοράς, ακτοπλοΐα, αεροπλοΐα, σιδηρόδροµοι

    κ.ά.), επικοινωνίας (τηλεπικοινωνίες, δίκτυα, κ.ά.), εµπορίου (κάθε λογής επιχειρήσεις, χονδρεµπόριο,

    υπεραγορές, καταστήµατα κ.ά.), τουρισµού (καταλύµατα, τουριστικά γραφεία κ.ά.), χρηµατοπιστωτικών

    οργανισµών (τράπεζες, χρηµατιστήρια κ.ά.), αναψυχής (θέατρα, κινηµατογράφοι κ.ά.), ελευθέρων

    επαγγελµατιών (δικηγόρων, τεχνικών γραφείων, ασφαλιστών, διαφηµιστών κ.ά.) κ.λπ.

    Αποτελεί τοµέα, ο οποίος ξεκίνησε ως απόρροια της βιοµηχανικής επανάστασης και γι’ αυτό αρχικά

    ήταν στενά συνδεδεµένος µ’ αυτήν. Αν και κανείς δεν µπορεί να υπολογίσει µε ακρίβεια τον αριθµό των

    εργαζοµένων που απασχολούσε στην αρχική του φάση, κυρίως γιατί τα στατιστικά στοιχεία αφορούσαν

    συνολικά τον δευτερογενή και τριτογενή τοµέα παραγωγής, εκτιµάται ότι γύρω στο 1870 πρέπει ν’

    απασχολούσε στα παρακλάδια του τρία εκατοµµύρια ανθρώπους παγκοσµίως, ενώ στη δεκαετία του 1990,

    µόνο στη Β. Αµερική, ο αριθµός αυτός πλησίαζε τα ενενήντα εκατοµµύρια (Robert L. Heilbroner, 1995)13

    .

    Στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί ίσως τη σηµαντικότερη πηγή θέσεων εργασίας, απασχολώντας την ίδια

    δεκαετία ογδόντα πέντε εκατοµµύρια εργαζοµένων που αντιπροσώπευαν το 65% του ενεργού πληθυσµού. Σε

    µελέτες14

    που έχουν πραγµατοποιηθεί, παρατηρούµε ότι σε αναπτυγµένες χώρες µε βιοµηχανική παραγωγή,

    πριν το 1920, το ποσοστό απασχόλησης του εργαζόµενου πληθυσµού στον τοµέα παροχής υπηρεσιών κινείτο

    µεταξύ 19-31% (Γαλλία), 19-27% (ΗΠΑ), 14-19% (Ιταλία), 9-24% (Ιαπωνία), 34,0%-37% (Μ. Βρετανία), για

    να φθάσει ελαφρά µειούµενο 33-29% (Σουηδία). Μέχρι τη δεκαετία του 1950 διατηρήθηκε περίπου στα ίδια

    επίπεδα ή µε ελαφρά αύξηση του υψηλού ποσοστού: 33% (Γαλλία), 25% (Ιταλία), 38% (Μ. Βρετανία), 31%

    (Σουηδία), µε τη µεγαλύτερη αύξηση στις ΗΠΑ 43% και την Ιαπωνία 32%. Το ποσοστό αυτό

    υπερδιπλασιάζεται µετά το 1950 για να φθάσει το 70% το 1990 και ν’ αποτελέσει τον µεγαλύτερο τοµέα

    θέσεων εργασίας, σηµαντικό ποσοστό των οποίων προέρχεται από τον δηµόσιο τοµέα. Οι ρυθµοί αύξησης

    του ποσοστού αυτού έχουν δραστικά µειωθεί στη σηµερινή εποχή, όπου, όπως έχει προαναφερθεί, οι όροι και

    οι µορφές εργασίας αλλάζουν, ωστόσο, δεδοµένου του µεγάλου ποσοστού µερικής απασχόλησης και

    ανεργίας, αυτές οι τροποποιήσεις δεν είναι δυνατό ν’ αποτιµηθούν εύκολα.

    Στα πρώτα στάδια ανάπτυξης του τοµέα παροχής υπηρεσιών, και ειδικά της εργασίας γραφείου, η

    διάκριση του φύλου των απασχολουµένων συνυφαινόταν µε τη στενή σχέση ανάµεσα σε παραγωγικές και

    οικιακές δραστηριότητες. Έτσι, παρότι οι γυναίκες δεν συµµετείχαν σε ανδροκρατούµενα πεδία, όπως για

    παράδειγµα η πολιτική, εντούτοις η οικογενειακή παραγωγική µονάδα και η ενασχόληση των γυναικών της

    οικογένειας µε τα οικονοµικά ή την οργάνωσή της, τους επέτρεπε να διαδραµατίσουν ενεργό ρόλο στην

    επιχείρηση. Ωστόσο, η αµοιβή δεν αποτελούσε χαρακτηριστικό της γυναικείας εργασίας, αλλά αυτή

    προσφερόταν ως µία «οικογενειακή υποχρέωση». Ο διαχωρισµός σταδιακά του τόπου εργασίας από τον τόπο

    κατοικίας εδραίωσε την αντίληψη ότι οι γυναίκες όφειλαν να φροντίσουν «τα του οίκου τους», όπου ανήκαν,

    µε ό,τι αυτό συνεπάγεται. Έτσι, ακόµη και στα µέσα του 19ου

    αιώνα, στις αναπτυγµένες κοινωνίες, ελάχιστες

    ήσαν οι γυναίκες όλων των κοινωνικών τάξεων που απασχολούνταν εκτός σπιτιού και η συντριπτική τους

    πλειονότητα εργάζονταν στα «οικιακά».15

    Στις αρχές του 20ού

    αιώνα παρατηρείται µια αύξηση του γυναικείου

    εργατικού δυναµικού, και ιδιαίτερα των γυναικών που απασχολούνται σε εργασίες γραφείου, εργασίες που

    θεωρούνται σχετικά «εύκολες» για το γυναικείο φύλο16

    . (Εικόνα 1.2.1.). Οι δύο παγκόσµιοι πόλεµοι και η

    13 Heilbroner R.L., Milberg W.S. (1995). The Crisis of Vision in Modern Economic Thought. London: Cambridge University Press. 14 Kuznets S., (1966). Modern Economic Growth: Rate, Structure and Growth. Yale University: The Colonial Press, Inc., Clinton, Mass. 15 Oakely An., (1974). The Sociology of Housework. Oxford: Martin Robertson. 16 Το πρωτοσέλιδο της εφηµερίδας Πρόοδος στις 16/10/1917 αναφέρει χαρακτηριστικά «Μία γυναικεία επανάστασις. Αι γυναίκες της Αττικής κατέκτησαν τα Υπουργεία. Το 1/3 των υπαλλήλων είναι γυναίκες». Η σοσιαλίστρια Αθηνά Γαϊτάνου- Γιαννιού τοποθετεί τη δουλειά γραφείου στα εύκολα επαγγέλµατα προς τα οποία κατευθύνονται οι νέες γυναίκες, χωρίς προγραµµατισµό και απροετοίµαστες, και τα οποία τις «κάνουν νευρικές ή τις αποκουτιαίνουν». Την ίδια περίοδο, βουλευτές προτείνουν στην Ελληνική Βουλή την «απόλυση όλων των γυναικών από τις ∆ηµόσιες Υπηρεσίες, γιατί µε τα

  • έλλειψη εργατικού δυναµικού που παρατηρήθηκε, ανέτρεψαν την ανδροκρατική αντίληψη και αύξησαν

    σηµαντικά τα ποσοστά της γυναικείας εργασίας. Ωστόσο, τα κοινωνικά στερεότυπα που ισχύουν,

    εξακολουθούν να οδηγούν στη µη αναγνώριση της ισοτιµίας της γυναικείας εργασίας και των ίδιων

    ικανοτήτων ανάµεσα στα φύλα και οδηγούν στην καταβολή µικρότερων αµοιβών στις γυναίκες, για την ίδια

    εργασία. (Εικόνες 1.2.2, 1.2.3). Το χάσµα των µισθών, ακόµη και σε περιπτώσεις γυναικών µε εκπαίδευση

    υψηλού επιπέδου, υφίσταται και σήµερα, µε τις γυναίκες να λαµβάνουν κατά µέσο όρο 63-72% (ανάλογα µε

    το επίπεδο εκπαίδευσης) ενός ανδρικού µισθού για την ίδια εργασία, µε τα ίδια προσόντα17

    .

    Εικόνα 1.2.1. Εργαζόµενες υπάλληλοι σε µία card postal (1910) στην Ασφαλιστική Εταιρεία Metropolitan Life Insurance στη Ν. Υόρκη. Πηγή Early office Museum Archives.

    Εικόνα 1.2.2. Γυναίκες δακτυλογράφοι σε γραφείο (1912) στην Αγγλία. Πηγή Early office Museum Archives.

    καµώµατά τους εµποδίζουν τους άντρες να συγκεντρωθούν στη δουλειά τους, είναι επιπόλαιες και ενδιαφέρονται µόνο για να αποκατασταθούν». Αβδελά Ε., (Κυριακή 2 Μαΐου 1999), Ένθετο Επτά Ηµέρες, αφιέρωµα: Εργαζόµενες γυναίκες, άρθρο «Μία γυναικεία επανάσταση». Εφηµερίδα Καθηµερινή, σελίδες 23-24. 17 Henslin, J. M. (2012), ό.π. σελ. 284.

  • Εικόνα 1.3.3. Γυναίκες δακτυλογράφοι της ΑΕΤΕ στη διεκπεραίωση της αλληλογραφίας (1963) στην Ελλάδα. Πηγή Μουσείο Τηλεπικοινωνιών ΟΤΕ.

    1.3. ΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΩΣ ΧΩΡΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

    Το γραφείο στον δυτικό κόσµο αρχίζει να υπάρχει ως οργανωµένος ιδιωτικός ή δηµόσιος χώρος σε κατοικίες

    ευγενών, παλάτια ή δηµόσια κυβερνητικά κτίρια από τον µεσαίωνα (10ος

    -13ος

    αιώνας), όπως εµφανίζεται σε

    γραπτά τεκµήρια και εικόνες. Ο χώρος αυτός χαρακτηρίζεται κυρίως ως χώρος περισυλλογής και

    αποµόνωσης, συχνά συνυπάρχοντας µε βιβλιοθήκες γεµάτες χειρόγραφα, αλλά και ως χώρος καθηκόντων ή

    επαφών οικονοµικής φύσης ιδιωτικού ή δηµόσιου χαρακτήρα. Το χαρακτηριστικό έπιπλο αυτού του χώρου

    είναι το γραφείο - τραπέζι, όπου τοποθετούνται κάθε λογής έγγραφα και βιβλία χειρόγραφης καταγραφής

    στοιχείων. Ο όρος «γραφείο» χρησιµοποιήθηκε από τον συγγραφέα Geoffrey Chaucer στο έργο του «Ιστορίες

    του Καντέρµπουρυ» (Εικόνες 1.3.1., 1.3.2.) στα τέλη του 14ου

    αιώνα, για να χαρακτηρίσει έναν χώρο

    διεκπεραίωσης επαγγελµατικών υποθέσεων. Η δηµιουργία µεγάλων οικονοµικών οργανισµών µε διοικητικές

    ανάγκες οδήγησε στην εµφάνιση των πρώτων, οργανωµένων γραφειακών χώρων τον 18ο αιώνα. Η έννοια του

    γραφείου-χώρου παροχής υπηρεσιών ωστόσο ταυτίζεται χρονικά µε τη βιοµηχανική επανάσταση. Ώς τότε,

    η εργασία γινόταν στον γεωργικό αγρό, στη θάλασσα, στα ορυχεία στα βάθη της γης. Τα λίγα γραφεία

    εργασίας δεν είχαν τη βαρύτητα που θα επέτρεπε σε κάποιον ν’ ασχοληθεί µαζί τους, είτε σε ό,τι αφορά τον

    χώρο τους, είτε σε ό,τι αφορά την οργάνωσή τους, εξαιτίας του περιορισµένου αριθµού αποδεκτών στους

    οποίους απευθύνονταν.

  • Εικόνα 1.3.1. Ο Άγιος Ιερώνυµος στον χώρο εργασίας του. Πίνακας του Antonella da Messina, 1474. Πηγή National Gallery of London.

  • Εικόνα 1.4.2. Ευρωπαϊκό γραφείο νοµικού συµβουλίου, γύρω στο 1710–1720. Πηγή http://www.bassenge.com/bassenge/de/default.asp (public domain).

    Τα πρώτα γραφεία του 20ού αιώνα είναι συνυφασµένα µε τη βιοµηχανική παραγωγή και διαδικασίες,

    ενώ στους χώρους τους, µε τα περιορισµένα τεχνικά µέσα, απηχούν οι αξίες της βιοµηχανίας. Η σχέση αυτή

    γίνεται εµφανής ακόµη και στην ονοµασία τους: «εργοστάσια λευκών κολάρων» (white collars factories). Οι

    εργαζόµενοι αντιµετωπίζονται συχνά ως µέρος των µονάδων µαζικής παραγωγής - είναι ένα φαινόµενο

    βασισµένο στη µεταφορά των οργανωτικών αξιών του «τεϊλορισµού». Ουσιαστικά, το φαινόµενο αυτό

    ταυτίζεται µεταγενέστερα, µε την απάνθρωπη πλευρά της εργασίας, τόσο στους χώρους παραγωγής, όσο και

    στα γραφεία. Η µορφή αυτή ξεκίνησε από τη Β. Αµερική και επεκτάθηκε στην Ευρώπη, ακολουθώντας τα

    δύο µεγάλα διαστήµατα «γραφειοποίησης» που εξελίχθηκαν στις αντίστοιχες περιοχές. Οι πρώτες εικόνες

    των γραφείων δείχνουν ένα πλήθος ανθρώπων, που απασχολούνται µε τη διεκπεραίωση επαναλαµβανόµενων

    διαδικασιών, εργασιών ρουτίνας, χαµένοι µέσα σ’ ένα πλήθος χαρτιών (Εικόνες 1.3.3, 1.3.4, 1.3.5, 1.3.6,

    1.3.7). Οι οργανισµοί αυτοί διαθέτουν τα χαρακτηριστικά των γραφειοκρατιών. Οι γυναίκες εργαζόµενες

    αποτελούν τον φορέα των πιο απαξιωµένων εργασιών, εικόνα που διαρκεί για πολλά χρόνια, τουλάχιστον

    µέχρι τη δεκαετία του 1960. Οι ίδιοι οι εργαζόµενοι δεν φαίνεται να συνειδητοποιούν τη δυναµικότητα των

    διεργασιών και τον τρόπο που το ίδιο το εργασιακό τους περιβάλλον αλλάζει σταδιακά την εικόνα των

    µεγαλουπόλεων.

  • Εικόνα 1.3.3.Γραφείο 1911. Πηγή office museum .com. Early office Museum Archives 1910-1920

    Εικόνα 1.3.4. Γραφείο σε εργοστάσιο- ΗΠΑ, 1906. Πηγή office museum .com. Early office Museum Archives 1905-1910

  • Εικόνα 1.3.5. 24 άνδρες υπάλληλοι µε µηχανές υπαγόρευσης µπροστά τους. Chicago, Minneapolis, St. Paul & Pacific Railroad, 1935. Πηγή office museum .com. Early office Museum Archives 1930-1950.

    Εικόνα 1.3.6. Αίθουσα τηλετύπων του ΟΤΕ (άγνωστη χρονολογία) στην Αθήνα. Πηγή Μουσείο Τηλεπικοινωνιών ΟΤΕ.

  • Εικόνα 1.3.7. Λογιστήριο στην εταιρεία σιδηροδρόµων του Chicago 1957. Πηγή office museum .com. Early office Museum Archives 1930-1950. Περισσότερες φωτογραφίες γραφειακών χώρων- αρχειακό υλικό. http://repfiles.kallipos.gr:8080/f/a7cb370e1f/?raw=1

    ∆εν είναι λοιπόν τυχαία η αρνητική αναφορά των γραφειακών χώρων στην τέχνη. Ο Φρ. Κάφκα18

    στα

    έργα του τους περιγράφει ως τους ζοφερούς χώρους, όπου πεθαίνει η ανθρώπινη προσωπικότητα µε την

    καταστροφική γραφειοκρατία. Ο ποιητής Κ. Καρυωτάκης19

    , µελαγχολικός θεατής της ανίας της ζωής ενός

    δηµοσίου υπαλλήλου, έφτασε ν’ αποµονωθεί και εντέλει ν’ αυτοκτονήσει µη βρίσκοντας διέξοδο στις

    αναζητήσεις του. Ο F. Lang20

    στην ταινία Metropolis (1927) οραµατίζεται το γραφείο του µέλλοντος, έναν

    χώρο, όπου απροκάλυπτη εξουσία ασκείται σε ανθρώπους, πληροφορίες, χρήµατα και χρόνο.

    Metropolis http://www.imdb.com/title/tt0017136/ Απόσπασµα Κινηµατογραφικής ταινίας, διάρκεια 1’30’’ http://repfiles.kallipos.gr:8080/f/a3de45017d/?raw=1

    Η ταινία Metropolis (1927) είναι ταινία βωβού κινηµατογράφου, που σκηνοθετήθηκε από τον Fritz Lang. Σενάριο: Thea von Harbou. Πρωταγωνιστούν οι B. Helm, A. Abel, G. Frohlich. Στο απόσπασµα που προτείνεται παρουσιάζεται ο συµβολικός γραφειακός χώρος του κυβερνήτη της Μητρόπολης, µιας φουτουριστικής πόλης του µέλλοντος, όπου οι οικονοµικές τάξεις διαχωρίζονται χωρικά και κοινωνικά.

    Η λογική της χειραγώγησης των εργαζοµένων, αντιµετωπίζοντάς τους σαν άλογους αυτοµατισµούς,

    απορριπτέα εδώ και δεκαετίες, αλλά και οι θεωρίες των ανθρώπινων σχέσεων εισήγαγαν εν τούτοις, για

    18 Ο Franz Kafka (1883-1924) χαρακτηρίζεται ως ένας από τους σηµαντικότερους γερµανόφωνους µοντερνιστές συγγραφείς. Στα πεζογραφήµατά του περιγράφεται η αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου παγιδευµένου σε ένα ζοφερό, γραφειοκρατικό περιβάλλον. Τα σπουδαιότερα έργα του είναι: Η Μεταµόρφωση (1915), Η ∆ίκη (1925), Ο Πύργος (1926), Η Αµερική ή ο Αγνοούµενος (1927). 19 Ο Κώστας Καρυωτάκης (1896-1928) είναι λυρικός ποιητής µε µεγάλο έργο, ο οποίος αυτοκτόνησε. Οι σηµαντικότερες ποιητικές του συλλογές είναι: Θάνατοι (1919), ο Πόνος του ανθρώπου και των πραµάτων (1919), Νηπενθή (1921), Ελεγεία και Σάτιρες (1927). 20 Ο Fritz Lang (1890-1976) Αυστριακός στην εθνικότητα, είναι ένας εκ των δύο εκπροσώπων του Γερµανικού Εξπρεσιονιστικού κινηµατογράφου. Συγκεκριµένα, η ταινία του, Metropolis είναι µια επική ταινία βωβού κινηµατογράφου, η οποία σκηνοθετήθηκε από αυτόν το 1925. Θεωρείται ως µία από τις τελευταίες ταινίες του Γερµανικού εξπρεσιονισµού, εξαιτίας του απαγορευτικού κόστους παραγωγής. Όταν διανεµήθηκε στις αίθουσες το 1927, δέχθηκε σκληρή κριτική για τις υπερβολές της και ο Fritz Lang ίδρυσε δική του εταιρεία παραγωγής και στράφηκε προς άλλες εκφραστικές τεχνοτροπίες. Bordwell D., Thompson K., (2004), Κοκκινίδης Κ. (µτφρ). Εισαγωγή στην Τέχνη του Κινηµατογράφου. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυµα Εθνικής Τραπέζης, σελ. 498.

  • πρώτη φορά, την ιδέα των µετρήσιµων ποιοτικών και ποσοτικών παραµέτρων, στην αξιολόγηση των

    κτιριακών χώρων, σε σχέση µε την ανθρώπινη συµπεριφορά, ζήτηµα που απασχόλησε και απασχολεί

    σύγχρονους ερευνητές όπως είναι ο Francis Duffy21

    , οι Bill Hillier και Julienne Hanson22

    , ο Γιάννης

    Πεπονής23, η Μarilyn Zelinsky24

    κ.ά. Η δε χρονική ταύτιση της δηµιουργίας των γραφειακών χώρων µε αξίες

    που απασχόλησαν τον Taylor –της τάξης, της ιεραρχίας, της επίβλεψης, της αποπροσωποποίησης– δεν µπορεί

    κανείς να ισχυρισθεί ότι δεν επηρέασε καθόλου την οργάνωση των συγκεκριµένων χώρων. Οι ιδέες αυτές

    βέβαια δεν συνιστούν πλέον τον κορµό των σύγχρονων απαιτήσεων για την οργάνωση των χώρων γραφείων,

    που έχει άλλωστε εµπλουτιστεί µε πλήθος άλλων παραµέτρων, θεωριών και πρακτικών.

    Μία ιστορική αναδροµή, εντούτοις, στην εξέλιξη του είδους αυτού των εργασιακών χώρων, θα

    αναδείκνυε δύο ζητήµατα, που συνέβαλαν ουσιαστικά στην εµφάνιση και τη διαµόρφωσή τους. Το πρώτο

    αφορά την αφετηρία τους, τα µεγέθη και την εµβέλειά τους, το δε δεύτερο τη µορφοποίηση και εξέλιξη γνωστών

    εργασιακών και συνακόλουθα χωρικών µοντέλων.

    Τα πρώτα γραφεία, στα τέλη του 19ου

    αιώνα, αποτελούσαν έναν επιµέρους χώρο διοικητικής ή

    οικονοµικής συναλλαγής, σε κάποια παραγωγική µονάδα. Τα µεγέθη και η εµβέλεια των µονάδων αυτών

    συχνά κινούνταν στα πλαίσια µιας οικογενειακής οργάνωσης. Οι οικογενειακές επιχειρήσεις, όµως, άλλαξαν

    δραστικά µε την ανάπτυξη των επικοινωνιών και της τεχνολογίας. Οι σηµαντικότερες εφευρέσεις25

    , που

    ώθησαν σε επέκταση τις επιχειρήσεις και δηµιούργησαν τον νέο εργασιακό χώρο, ήσαν ο τηλέγραφος, η

    γραφοµηχανή και το τηλέφωνο στα τέλη του 19ου

    αιώνα.

    Η ανακάλυψη του τηλεγράφου, που έγινε το 1840 από τον Samuel Morse26

    , ήταν η πρώτη από τις

    τρεις εφευρέσεις που έδωσε τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις ν’ απλωθούν από τον µικρό χώρο της περιοχής

    τους στον µεγαλύτερο χώρο της επαρχίας τους και στον ευρύτερο της χώρας τους ή άλλων χωρών. Η

    εξάπλωση της χρήσης του από το 1844, επέτρεψε την άµεση επικοινωνία των πιο αποµακρυσµένων περιοχών

    διαµέσου ενός δικτύου καλωδίων. Ο Thomas Edison27

    εξέλιξε ακόµη περισσότερο την εφεύρεση, µε την

    επινόηση µιας πιο σύνθετης συσκευής, του τηλεγράφου χρηµατιστηρίου, που χρησιµοποιήθηκε πρώτα στη

    Wall Street το 1869. (Εικόνες 1.3.8, 1.3.9, 1.3.10, 1.3.11).

    21 O Francis Duffy ως αρχιτέκτων, έχει ασχοληθεί σχεδόν αποκλειστικά µε τη διερεύνηση ζητηµάτων που αφορούν τον σχεδιασµό και την οργάνωση χώρων γραφείων. Έχει διατελέσει πρόεδρος της ∆ιεθνούς Αρχιτεκτονικής Πρακτικής DEGW, πρόεδρος του Βασιλικού Ινστιτούτου Βρετανών Αρχιτεκτόνων και θεωρείται ένας από τους βασικούς συνεισφέροντες στον τοµέα του σχεδιασµού χώρων γραφείων. Έχει πλούσιο συγγραφικό έργο µε άρθρα και βιβλία, τα κυριότερα των οποίων είναι New Environments for Working (1998), The New Office (1997), A Vision of the New Workplace (1993), The Responsible Workplace (1993), The Changing Workplace (1992), Office Landscaping (1971). 22 Οι Bill Hillier και Julien Hanson (1984), καθηγητές στο UCL, έχουν περιγράψει τα κτίρια ως κοινωνικά πεδία και έχουν εισαγάγει το συντακτικό του χώρου, µια θεωρία µελέτης των κοινωνικών χαρακτηριστικών διαφορετικών κτιριακών τύπων. Ανάµεσα στα δυναµικά κοινωνικά πεδία που επηρεάζουν τις ανθρώπινες συµπεριφορές στους οργανισµούς, εξέχουσα θέση κατέχουν οι χώροι εργασίας. www.spacesyntax.com. 23 Ο Γιάννης Πεπονής, καθηγητής στην Αρχιτεκτονική Σχολή της Georgia (Η.Π.Α.) διερευνά τις αρχές που διέπουν τη γένεση της κτιριακής φόρµας και την κοινωνική, πολιτιστική και γνωσιολογική λειτουργία της, διά µέσου της ανάπτυξης µεθόδων, µετρήσεων και λογισµικού (software), που αναλύουν τον κτισµένο χώρο. www.arch.gatech.edu/people/john-peponis. 24 Η Marilyn Zelinsky είναι Νορβηγίδα δηµοσιογράφος, εκδότρια και συγγραφέας µε ερευνητικό ενδιαφέρον για τους χώρους εργασίας. Τα σηµαντικότερα βιβλία της είναι: The Inspired Workplace: Design for Creativity and Productivity (2002), New Workplaces for New Workstyles (1998). 25 Τα στοιχεία για όλες τις εφευρέσεις που αναφέρονται αντλούνται από τα βιβλία: Asimof I, (1999). Μπαρουξής Γ., Σταµατάκης Ν., (µτφρ.). Το χρονικό των Επιστηµονικών ανακαλύψεων. Κρήτη: Πανεπιστηµιακές εκδόσεις Κρήτης. Ayensu E., Marshall M., and Whitfield Ph., (1982). The Timetable of Technology. New York: Hearst Books. Παγουλάτος (εκδ.) (1975). Εγκυκλοπαίδεια των Μαθηµατικών, Αθήνα, τόµος Α. 26 Ο Samuel Morse (1791-1872) ήταν Αµερικανός ζωγράφος προσωπογραφιών και εφευρέτης του συστήµατος τηλεγραφικής επικοινωνίας µ’ έναν κώδικα στον οποίο βασίσθηκαν για πολλά χρόνια οι εµπορικές και ναυτικές επικοινωνίες. 27 Ο Thomas Edison (1847-1931) ήταν Αµερικανός εφευρέτης, στον οποίο οφείλεται η ανακάλυψη πολλών συσκευών που επηρέασαν την ανθρώπινη ζωή, όπως ο φωνόγραφος, το καρβονικό µικρόφωνο, ο ηλεκτρικός λαµπτήρας κ.ά.

  • Εικόνα 1.3.8. Ο ηλεκτροστατικός τηλέγραφος του Lesage. Πηγή Κέντρο διάδοσης Επιστηµών και Μουσείο Τεχνολογίας Νόησις.

    Εικόνα 1.3.9. Ένας δέκτης τηλεγράφου Morse. Αυτός ο τύπος µηχανής χρησιµοποιείτο σε όλες τις πρώτες γραµµές τηλεγράφου Morse στην Αµερική. Περιελάµβανε ένα µηχανισµό διάτρησης της χαρτοταινίας για την καταγραφή των µηνυµάτων που λαµβάνονταν. Πηγή: Κέντρο ∆ιάδοσης Επιστηµών και Μουσείο Τεχνολογίας Νόησις.

  • Εικόνα 1.3.10. Ο τηλέγραφος Χρηµατιστηρίου. Πηγή Μουσείο Αµερικανικής Οικονοµίας.

    Εικόνα 1. 3.11..Αίθουσα τηλεγραφητών του ΟΤΕ (άγνωστη χρονολογία). Πηγή Μουσείο Τηλεπικοινωνιών ΟΤΕ.

    Η γραφοµηχανή, από την άλλη πλευρά, που δηµιουργήθηκε από το 1867 από τον Christopher

    Latham Sholes28

    σε συνεργασία µε τους Carlos Glidden και Samuel Soule, αποτέλεσε το εργαλείο ταχύτερης

    διεκπεραίωσης των διοικητικών εργασιών των επιχειρήσεων και αποκλειστικό τοµέα απασχόλησης των

    γυναικών εργαζοµένων, για αρκετά χρόνια. Η βιοµηχανία όπλων Remington (1868) ήταν η πρώτη βιοµηχανία

    µαζικής παραγωγής γραφοµηχανών, που κατέκλυσαν γρήγορα τις αγορές. (Εικόνες 1.3.12, 1.3.13.). Η ίδια η

    γραφοµηχανή απετέλεσε αντικείµενο βιοµηχανικού σχεδιασµού και µορφολογικών πειραµατισµών για

    πολλές δεκαετίες. Η εµφάνιση και η µορφή αυτού του µέσου, σε µια µεγάλη χρονική περίοδο, το καθιστούν

    πρωταγωνιστικό αντικείµενο σε διαφηµιστικές καταχωρήσεις και το ταυτίζουν µε τη θηλυκότητα των

    γυναικών υπαλλήλων, που το χρησιµοποιούν.

    28 O Christopher Latham Sholes (1919-1890) ήταν Αµερικανός εφευρέτης, πολιτικός και εκδότης εφηµερίδας.

  • Εικόνα 1.3.12. Γκραβούρα µε γυναίκα σε γραφοµηχανή. Πηγή

    patenta-la-primera-maquina-de-escribir

    Εικόνα 1.3.13. Γραφοµηχανή της Remington

    http://sevenels.net/typewriters/rems.htm

    Περισσότερες φωτογραφίες γραφοµηχανών αρχειακό υλικό.

    http://repfiles.kallipos.gr:8080/f/fa6d0e47

    ραβούρα µε γυναίκα σε γραφοµηχανή. Πηγή http://ruizhealytimes.com/un-dia

    escribir.

    Γραφοµηχανή της Remington, µοντέλο Standard No 6, 1895. Πηγή

    γραφοµηχανών αρχειακό υλικό.

    47c0/?raw=1

    dia-como-hoy/de-1868-se-

  • Το τηλέφωνο ήρθε να προστεθεί, από τον Alexander Graham Bell29

    το 1876, στα µέσα επικοινωνίας,

    αναπτύσσοντας και επεκτείνοντας στο µεγαλύτερο βαθµό τις δυνατότητες των επιχειρήσεων. Η εφεύρεση του

    µικροφώνου από τον David Edward Hughes30

    , το 1877, βοήθησε στην εξέλιξη των δυνατοτήτων του

    τηλεφώνου και συνέδεσε µακρινές αποστάσεις. Η επικοινωνία, έτσι, κατέκτησε την αµεσότητα της

    ανθρώπινης φωνής, που ακούστηκε όχι µόνον σε απόσταση χιλιοµέτρων, αλλά και στον ίδιο τον εργασιακό

    χώρο, εξασφαλίζοντας τη συνεργασία των εργαζοµένων µε εσωτερικά τηλέφωνα. Το 1940 εγκαταστάθηκαν

    τα πρώτα τηλέφωνα µε αυτόµατο σύστηµα κλήσεων. Όπως η γραφοµηχανή, έτσι και το τηλέφωνο

    µετατράπηκε σε προσφιλές αντικείµενο βιοµηχανικού σχεδιασµού. (Εικόνες 1.3.14, 1.3.15., 1.3.16.).

    Εικόνα 1.3.14.Τηλεφωνική συσκευή διάδοχος της αντίστοιχης του Bell, κατασκευαστής Vermer Von Siemens 1878. Πηγή: Μουσείο Τηλεπικοινωνιών ΟΤΕ

    Εικόνα 1.3.15. Χώρος γραφείων στο San Francisco 1910, όπου διακρίνεται υπάλληλος να τηλεφωνεί. Πηγή office museum .com. Early office Museum Archives 1910-1920.

    29 Ο Alexander Graham Bell (1947-1922) ήταν Σκώτος εφευρέτης, µηχανικός µε σηµαντικές καινοτοµίες στα πεδία της αεροναυπηγικής, οπτικές τηλεπικοινωνίες και βέβαια του τηλεφώνου. 30 Ο David Edward Hughes (1831-1900) ήταν Αγγλο- αµερικανός ερευνητής, εφευρέτης και καθηγητής µουσικής.

  • Εικόνα 1.3.16. Τηλεφωνική συσκευή SAF NAT. Πηγή: Κέντρο διάδοσης Επιστηµών και Μουσείο Τεχνολογίας Νόησις. Περισσότερες φωτογραφίες τηλεφώνων αρχειακό υλικό. http://repfiles.kallipos.gr:8080/f/51036ecce3/?raw=1

    Οι αλλαγές αυτές διεύρυναν εξαιρετικά τον εργασιακό τοµέα, δηµιουργώντας ένα νέο είδος, αυτό της

    παροχής υπηρεσιών. Σήµερα, η διόγκωση αυτού του τοµέα αποτελεί διεθνώς ένα αδιαµφισβήτητο γεγονός

    στην παραγωγική-εµπορική διαδικασία, µ’ αποτέλεσµα να απασχολούνται σ’ αυτόν περισσότεροι από τον

    µισό ενεργό πληθυσµό της γης και ν’ αποτελεί µια σηµαντικότατη πηγή θέσεων εργασίας. Είναι γνωστή η

    εικόνα του Manhattan, στη Ν. Υόρκη, του νησιού «γραφείου» µε τους ουρανοξύστες του, όπου κατευθύνονται

    κάθε πρωί µε πλοιάρια χιλιάδες Αµερικανοί, για να εργαστούν, και κάθε απόγευµα για να επιστρέψουν στην

    πόλη. Η διεύρυνση του τοµέα αυτού σε συνάρτηση µε τις τεχνολογίες πληροφορικής, για κάποιους ερευνητές

    σηµαίνει τη δηµιουργία ενός τεταρτογενούς τοµέα ο οποίος περιλαµβάνει µέρος της παροχής υπηρεσιών που

    σχετίζονται µε την έρευνα, την οργάνωση και την τεχνολογική υποστήριξη άλλων υπηρεσιών.

    Στη σειρά των παλιών εφευρέσεων της πρώτης περιόδου, που έδωσαν αποφασιστική ώθηση στην

    ανάπτυξη της εργασίας γραφείου, ήρθαν να προστεθούν νέες δυνατότητες και πρωτοποριακές ιδέες, που

    ανέτρεψαν σταδιακά τους αρχικούς τρόπους και στόχους της εργασίας, οδηγώντας στη γενίκευση της χρήσης

    των νέων τεχνολογιών. Ανάµεσα στις καινοτοµίες συγκαταλέγονται ο προσωπικός ηλεκτρονικός υπολογιστής

    (personal computer PC), η τηλεοµοιοτυπία (fax), οι τηλεπικοινωνίες, οι οπτικές ίνες, ο φορητός υπολογιστής

    (laptop), ο δικτυακός τόπος (internet), το ηλεκτρονικό ταχυδροµείο (e-mail), οι τηλεδιασκέψεις, τα ασύρµατα

    δίκτυα, η κινητή τηλεφωνία κ.ά.

    Οι πρώτες αθροιστικές υπολογιστικές µηχανές κατασκευάσθηκαν από τους Wilhelm Schickard

    (1623), Blaise Pascal (1642) και Gottfried Wilhelm Leibniz31

    (1693). (Εικόνες 1.3.17, 1.3.18, 1.3.19). Οι

    υπολογιστικές αυτές µηχανές ήσαν πολύ ακριβείς και εκτελούσαν αυτόµατα προσθέσεις και αφαιρέσεις. Ο

    ηλεκτρονικός υπολογιστής, ως ιδέα συµπυκνωµένης καταγραφής δεδοµένων, οφείλεται στον Βρετανό

    εφευρέτη Charles Babbage32

    , ο οποίος σχεδίασε τα πρώτα σχέδια για µια υπολογιστική µηχανή (1822), που

    θα µπορούσε να δουλέψει µε τη βοήθεια µνήµης αποθηκευµένης σε κάρτες. Η ιδέα αυτή, της αποθηκευµένης

    31 Ο Gottfried Wilhelm Leibniz (1646-1716) ήταν Γερµανός πολυµαθής και φιλόσοφος. Ασχολήθηκε µε την ιστορία των µαθηµατικών και της φιλοσοφίας, ενώ παράλληλα υπήρξε από τους πιο καινοτόµους εφευρέτες στο πεδίο των υπολογιστικών µηχανών, φτιάχνοντας τον τροχό του Leibniz, ένα αθροιστικό σύστηµα µε τροχούς και ακίδες. 32 Ο Άγγλος Charles Babbage (1791-1871) θεωρείται ο «πατέρας» του ηλεκτρονικού υπολογιστή. Ερευνητής σε διάφορα πεδία, µαθηµατικός, µηχανικός, φιλόσοφος και εφευρέτης έφτιαξε τον πρώτο µηχανικό υπολογιστή που αποτέλεσε το πρόδροµο µοντέλο των υπολογιστών µ’ έναν περίπλοκο µηχανισµό.

  • µνήµης σε διάτρητες καρτέλες, χρησιµοποιήθηκε από τον Αµερικανό Herman Hollerith33

    , το 1884, που,

    έχοντας στη διάθεσή του τον ηλεκτρισµό, µπόρεσε να την πραγµατοποιήσει. Ο ίδιος στη συνέχεια ίδρυσε µια

    εταιρεία κατασκευής µηχανηµάτων για την επεξεργασία και την ανάλυση πληροφοριών, τη γνωστή IBM

    (International Business Machines Corporation). Το 1945 κατασκευάσθηκε ο πρώτος πλήρης ηλεκτρονικός

    υπολογιστής, που ονοµαζόταν ENIAC (Electronic Numerical Integrator and Calculator) και κάλυπτε

    επιφάνεια 138 τ.µ. (Εικόνα 1.3.20). Το 1956 κατασκευάστηκε, στη Φιλαδέλφεια των Η.Π.Α., ο πρώτος

    υπολογιστής Burroughs E-101, (εικόνα 1.3.21), µε µέγεθος επίπλου γραφείου, ενώ ταυτόχρονα

    κατασκευαζόταν στην Ν. Υόρκη, ένα πιο οικονοµικό µοντέλο καθοδικών σωλήνων (transistorized). Από το

    1956-60 στο πλαίσιο ενός κυβερνητικού προγράµµατος στις Η.Π.Α., που απευθυνόταν σε επιστήµονες

    πληροφορικής, ανακαλύφθηκε η ιδέα του δικτυακού τόπου (internet). Το 1966 εφευρέθηκε το modem

    (διαποδιαµορφωτής) από τον ψυχολόγο Tom Marill. Η ιδέα του δικτυακού τόπου εξελίχθηκε σε πρόγραµµα

    βάσης δεδοµένων για έρευνες του Υπουργείου ∆ικαιοσύνης των Η.Π.Α., χάρη σ’ ένα διακόπτη που

    εφευρέθηκε από την ερευνητική οµάδα του Joseph Carl Robnett Licklider, το 1969. Το πρώτο µήνυµα

    ηλεκτρονικού ταχυδροµείου (e-mail) στάλθηκε το 1973 διαµέσου αυτού του προγράµµατος

    Εικόνα 1.3.17. Ακριβές αντίγραφο της αθροιστικής υπολογιστικής µηχανής του W. Schickard. Πηγή:Herbert Klaeren.

    33 Ο Herman Hollerith (1860-1929) ήταν Αµερικανός στατιστικολόγος και εφευρέτης που εφηύρε ένα µηχάνηµα βασισµένο σε διάτρητες κάρτες, µέσω του οποίου µπορούσε να γίνει στατιστική επεξεργασία µεγάλου αριθµού

    δεδοµένων.

  • Εικόνα 1.3.18. Η αθροιστική µηχανή που αναπτύχθηκε από τον Leibniz µε σύστηµα τροχών και ακίδων. http://en.wikipedia.org/wiki/Pascal%27s_calculator#/media/File:Arts_et_Metiers_Pascaline_dsc03869.jpg

    Εικόνα 1.3.19. Αθροιστική αριθµοµηχανή. Πηγή: Κέντρο διάδοσης Επιστηµών και Μουσείο Τεχνολογίας Νόησις.

  • Εικόνα 1.3.20. Ο ENIAC (Electronic Numerical Integrator and Calculator).Φωτογραφία Corbis Bettman. Πηγή http://explorepahistory.com/displayimage.php?imgId=1-2-918

    Εικόνα 1.3.21. Ο υπολογιστής Burroughs E-101, σε φωτογραφία του Donald Mcbrien (1956). Πηγή Burroughs Corporation. I.D.102627317 Περισσότερες φωτογραφίες από αρχειακό υλικό. http://repfiles.kallipos.gr:8080/f/47c6fe607d/?raw=1

    Οι πρώτοι τηλεπικοινωνιακοί δορυφόροι εκτοξεύτηκαν στο διάστηµα το 1965, ενώ οι οπτικές ίνες

    που χρησιµοποιήθηκαν για την ενίσχυση των δικτύων τηλεφωνικών επικοινωνιών, µεταφέροντας τεράστιες

    ποσότητες πληροφοριών, καθιερώθηκαν από το 1970. Το 1971, η εταιρεία Texas Instruments διέθεσε στην

    αγορά τον φορητό αριθµητικό υπολογιστή µικρού µεγέθους- τσέπης (calculator). Το 1982 η εταιρεία ΙΒΜ

  • παρουσίασε τους εκτυπωτές laser, αθόρυβους µε την ιδιότητα να εκτυπώνουν 30 αράδες το δευτερόλεπτο. Ο

    φορητός εξελιγµένος υπολογιστής (laptop) κατασκευάστηκε από τον Osborne και κυκλοφόρησε

    περιορισµένα εµπορικά από την εταιρεία του, Osborne Computer Corporation το 1981, ως ένα κλειστό κουτί

    µε χερούλι και µικρή οθόνη, ενώ καθιερώθηκε από την Apple Mackintosh το 1984. (Εικόνa 1.3.22).

    Εικόνα 1.3.22.Ο φορητός υπολογιστής του Osborne Πηγή Evolution (34 365) by Casey Fleser - Flickr:

    https://www.youtube.com/watch?v=OYecfV3ubP8

    ∆ιαφήµιση για τον φορητό υπολογιστή Apple Mackintosh , διάρκεια 1.03

    H διαφήµιση αυτή βασίζεται στην ιδέα της εισαγωγής του έτους 1984, έτους κυκλοφορίας του φορητού υπολογιστή σε συσχετισµό µε το οµώνυµο µυθιστόρηµα του George Orwell (1949).

    Η ίδια η εργασία γραφείου, άλλωστε, µε τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της, έχει ονοµάσει έναν

    µεγάλο τοµέα ανάπτυξης τεχνολογιών που αφορούν τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές: τη γραφειοπληροφορική

    (bureau office automation-bureautique). H γραφειοπληροφορική προσφέρει δυνατότητες σύνδεσης και

    επικοινωνίας ανάµεσα σ’ ένα σύνολο µονάδων εξοπλισµού, τόσο µέσα, όσο και έξω από το κτίριο όπου

    βρίσκονται. Συνδέεται δε άµεσα µε την τηλεπληροφορική, που συνιστά ένα πλέγµα διεργασιών, µε τη

    δυνατότητα επεξεργασίας, αποθήκευσης πληροφοριών, ακόµη και συσκέψεων µε οπτική επαφή στα πέρατα

    του κόσµου (τηλεδιάσκεψη).

    Η σειρά των εφευρέσεων που διαµόρφωσαν το σύγχρονο περιβάλλον της εργασίας γραφείου

    ολοκληρώνεται µε την ανάπτυξη της κινητής τηλεφωνίας. Η ιδέα του κινητού τηλεφώνου οφείλεται στον

    Martin Coοper, που ανάπτυξε ένα τηλέφωνο χωρίς καλώδια µεγάλου µεγέθους (33 εκ.) και βάρους (1 κιλό),

    δουλεύοντας για τη Motorola. Το 1983 κυκλοφόρησε στην αγορά το πρώτο εµπορικό κινητό τηλέφωνο

    Motorola Dynatac 8000x, της πρώτης γενιάς 1G (εικόνα 1.3.23.). Από τότε εξελίσσεται συνεχώς (σήµερα

    έχουµε 4 G τηλέφωνα), iphone (από το 2007), Android (από το 2008), συστήµατα εντοπισµού GPS κ.λπ.

  • Εικόνα 1.3.23.Το πρώτο κινητό τηλέφωνο Motorola dynamic 8.000x. Πηγή http://www.abadiadigital.com/dynatac-8000x-el-primer-movil-de-la-historia/

    Οι εξελίξεις αυτές ήταν αναµε�